Professional Documents
Culture Documents
Simeioseis Micro-A
Simeioseis Micro-A
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ
Σημειώσεις
Μέρος Α
Αθήνα 2016
1
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
2
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Στο σχήμα 5.1 αποτυπώνεται η καμπύλη του συνολικού κόστους (TC) και
η καμπύλη του συνολικού εσόδου TR.
Ο Πίνακας 5.1 παρουσιάζει την παραγωγή, το κόστος και το έσοδο μιας
μονάδος κατά τη βραχυχρόνια περίοδο στον αμιγή ανταγωνισμό.
2
Αυτή είναι η κύρια υπόθεση της κλασικής αλλά και της νεοκλασικής προσέγγισης.
3
Η καμπύλη του συνολικού εσόδου (TR) στο πλήρη ανταγωνισμό είναι ευθεία γραμμή,
αφού αυτό προκύπτει ως το γινόμενο της ποσότητος επί την τιμή, η οποία είναι σε
όλα τα επίπεδα της παραγωγής σταθερή. Περαιτέρω διέρχεται από την αρχή των
αξόνων (εάν Ρ=0 τότε Q=0).
4
Η εφαπτομένη της καμπύλης του TC στο σημείο Γ, που απέχει περισσότερο από την
TR, είναι παράλληλη προς την τελευταία
3
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P,C,R
TC
P3
TR
P2
B
P0
P1 Α
P΄1
0
Q1 Qo Q2 Q3 Q
Σχήμα 5.1
0 5 0 30 – 30 – 30
10 5 50 30 40 70 – 20
20 5 100 30 80 110 – 10
30 5 150 30 120 150 0
40 5 200 30 160 190 + 10
50 5 250 30 200 230 + 20
60 5 300 30 240 270 + 30
70 5 350 30 320 350 0
80 5 400 30 400 430 – 30
4
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P D S
P1 Α
D
S
0 Qo Q
Σχήμα 5.2
Σχηματισμός αγοραίας τιμής (P1)
5
Η ανάλυση, που ακολουθεί, στηρίζεται στην υπόθεση ότι η επιχείρηση έχει ως κύριο ή
και αποκλειστικό στόχο την μεγιστοποίηση του κέρδους (Εφ΄ όσον υφίσταται ζημιά
να την ελαχιστοποιήσει).
6
Η αγοραία περίοδος αποτελεί συχνά κλάσμα της βραχυχρονίου και προσδιορίζεται από
το διάστημα, που η προσφορά δύναται να παραμείνει σταθερή. Στο προϊόν "έλαιο" η
αγοραία περίοδος είναι ένα έτος (το διάστημα μεταξύ της παραγωγής), ενώ στο αργό
πετρέλαιο μια ημέρα.
7
Συνθήκη ισορροπίας της επιχείρησης: MC = MR = AR = P
MR= οριακό ATC = μέσο συνολικό κόστος
έσοδο
AR = μέσο έσοδο AVC = μέσο μεταβλητό κόστος
P = τιμή Συνολικά έσοδα OQ1 OP1 ή εμβαδόν ΟQ1EP1
MC = οριακό Συνολικό κόστος Q1 B OQ1 ή εμβαδόν ΟQ1BP2
ακαθάριστα
κόστος
κέρδος= P2 P 1 P2 B όπου, Οq1=P2B και P2 P 1 EB
Το συνολικό κέρδος ισούται με το εμβαδόν P2 P1 EB
5
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P, C, R
MC
AC
AVC
E΄ E
P1
B MR = AR = P
P2
0 Q1
Q0 Q
Σχήμα 5.3
Ισορροπία αντιπροσωπευτικής επιχείρησης
Η τιμή (P) ισούται με το οριακό έσοδο (MR) και το μέσο έσοδο (AR)8.
Η επιχείρηση ισορροπεί στο σημείο Ε, στο οποίο το οριακό κόστος
ισούται με το οριακό έσοδο9. Πέραν του σημείου αυτού υπάρχει αντικίνητρο να
λειτουργεί, αφού η παραγωγή μιας επιπρόσθετης μονάδας επιφέρει μεγαλύτερη
επιβάρυνση (οριακό κόστος) σε σχέση με την είσπραξη (οριακό έσοδο).
Αντιθέτως, πριν το σημείο αυτό, κάθε προσφερόμενη μονάδα προϊόντος έχει
μεγαλύτερο όφελος (οριακό έσοδο) από την δαπάνη παραγωγής (οριακό
κόστος).
Εάν στο σημείο ισορροπίας το κόστος ανά μονάδα προϊόντος (μέσο
κόστος) διαμορφώνεται σε χαμηλότερα επίπεδα, τότε η επιχείρηση
πραγματοποιεί κέρδη. Στο σχήμα 5.3 το σημείο ισορροπίας είναι το Ε (MR =
MC) και η επιχείρηση πωλεί OQ1 ποσότητες σε τιμή Q1E=OP1. (Συνολικά
8
Αφού το συνολικό έσοδο ισούται με την τιμή επί τις πωλήσεις έπεται ότι το μέσο
έσοδο ισούται με την τιμή ( TR P Q , AR TR ή AR P Q ή AR P ) Ομοίως,
Q Q
TR Q P αφού η τιμή, που αντιμετωπίζει ο παραγωγός, στον πλήρη
MR P
Q Q
ανταγωνισμό είναι αμετάβλητος.
9
Η μονάδα δεν ισορροπεί στο σημείο Ε΄, όπου MC=MR, διότι εάν αυξηθεί η παραγωγή
μετά το Q0, τότε το οριακό κόστος μειώνεται (όπως επίσης και το μέσο). Τουτέστιν,
μόνο όταν το οριακό κόστος τέμνει το MR από κάτω προς τα άνω υφίσταται
ισορροπία (σημείο Ε).
6
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
10
Κατ΄ ουσίαν αυτά αποτελούν το πλεόνασμα (surplus) των κλασικών οικονομολόγων
(Smith, Ricardo) ή την υπεραξία (Marx).
11
Το κέρδος ή η ζημιά ανα μονάδα προϊόντος αποτελεί το υπόλοιπο του μέσου κόστους
από την τιμή, δηλαδή: P – AC. Τα συνολικά κέρδη (ή οι συνολικές ζημιές)
εκτιμώνται είτε μετά την αφαίρεση του συνολικού κόστους από τα συνολικά
έσοδα (TR–TC), είτε ως το γινόμενο του κέρδους (ή της ζημίας) επί τις
πωλούμενες ποσότητες, ήτοι: (P – AC)·Q.
7
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Πίνακας 5.2
Παραγωγή –κόστος– έσοδο κατά τη βραχυχρόνιο περίοδο
στον πλήρη ανταγωνισμό (οριακή προσέγγιση)
Q P TR TC MR MC ΑC Κέρδος κατά Συνολικά
Παραγωγή Τιμή Συνολικό Συνολικό Οριακό Οριακό Μέσο μονάδα Κέρδη ή
Έσοδο Κόστος Έσοδο Κόστος Κόστος προϊόντος ζημιές
0 10 – 5 – – – – –5
1 10 10 15 10 10 15 –5 –5
2 10 20 20 10 5 10 0 0
3 10 30 24 10 4 8 +2 6
4 10 40 28 10 4 7 +3 12
5 10 50 35 10 7 7 +3 15
6 10 60 45 10 10 7,5 + 2,5 15
7 10 70 56 10 11 8 +2 14
8 10 80 72 10 16 9 +1 8
Στην περίπτωση που καλύπτει τα μεταβλητά έξοδα –όπως στο σχήμα 5.7–
είναι δυνατόν να συνεχίζει να λειτουργεί – υπό την προϋπόθεση ότι προσδοκά
στο εγγύς μέλλον βελτίωση της θέσης της.
P
P
MC
D ATC
E
P1 P1
MR=P
P2 P2
B
P3 P3
0 Q 0 Q1 Q
8
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P P
MC
MC ATC
ATC
AVC
P1 P1
P2 Z
P2
Γ MR=P
P3 P3
Δ MR=P
0 Q2 0
Q Q3 Q
9
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Ρ SMC1 LMC
SMC2
A Γ P1=MR1
Ρ1
Θ SAC1
Η SMC4 LAC
Β Δ
SAC4
SAC2
Ζ Κ
Ρ2
SMC3 P2=MR2
Λ
Μ SAC3
P0
E
0 Q΄2 Q1 Q2 Q0 Q
Σχήμα 5.8
Ισορροπία επιχείρησης κατά την μακροχρόνιο περίοδο
12
LAC = μακροχρόνιο μέσο κόστος
LMC = μακροχρόνιο οριακό κόστος
SAC1, SAC2, SAC3 ....= βραχυχρόνια μέσα κόστη περιόδου 1, 2, 3 κ.ο.κ
SMC1, SMC2, SMC3 ....= βραχυχρόνια οριακά κόστη αντιστοίχων
περιόδων.
10
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Έστω ότι η τιμή διαμορφώνεται στο ύψος Ρ1 και η επιχείρηση στο χρόνο t1
(βραχυχρόνιος περίοδος) αντιμετωπίζει καμπύλη οριακού κόστους SMC1. Το
σημείο ισορροπίας είναι το Α, στο οποίο το SMC1 (βραχυχρόνιο οριακό κόστος
της περιόδου t1) ισούται με το οριακό έσοδο MR. Άρα η επιχείρηση
πραγματοποιεί πωλήσεις OQ1 και έσοδα (ακαθάριστα) OQ1A Ρ1. Εάν η
καμπύλη μέσου κόστους στην ίδια περίοδο είναι η SAC1 τότε το μέσο κόστος
είναι Q1Δ, ενώ το συνολικό OQ1ΔΒ και άρα τα κέρδη είναι ίσα με ΒΔΑΡ1 (ΑΔ
το κέρδος ανά μονάδα προϊόντος, ΒΔ=OQ1 οι πωλήσεις).
Η ύπαρξη κέρδους αποτελεί κίνητρο εισόδου νέων επιχειρήσεων στον
κλάδο (στον πλήρη ανταγωνισμό υφίσταται ελευθερία εισόδου) και
λαμβάνοντας υπόψιν ότι η ζήτηση (των καταναλωτών) είναι δεδομένη, έπεται
ότι η τιμή θα μειωθεί, και άρα τα κέρδη θα εξαφανισθούν.
Η επιχείρηση όμως επιδιώκοντας το κέρδος, στην περίοδο t2 θα συρρικνώσει το
κόστος της, χρησιμοποιώντας πλέον σύγχρονη τεχνολογία, διαφορετικές
αναλογίες στους παραγωγικούς συντελεστές και έτσι θα έχει καμπύλη οριακού
κόστους SMC2 και μέσο κόστος SAC2. Αναδύονται δύο δυνατότητες ή να
εκσυγχρονισθεί ή να εγκαταλείψει την παραγωγή. Έστω ότι ο επιχειρηματίας
αρνείται να εκσυγχρονισθεί και παραμένει με το αυτό μέγεθος της επιχείρησης
και την αυτή τεχνολογία. Αυτό σημαίνει ότι αντιμετωπίζει την ίδια καμπύλη
μέσου και οριακού κόστους SAC1 και SMC1 αντιστοίχως. Το σημείο
ισορροπίας είναι το Ζ, όπου SMC1= MR2 ήτοι παράγει OQ΄2 ποσότητες. Τα
συνολικά έσοδα ισούνται με το εμβαδόν OQ΄2ZP2. Το μέσο κόστος είναι Q΄2Θ
και συνεπώς το συνολικό OQ΄2ΘΗ. Τουτέστιν η επιχείρηση υφίσταται
συνολική ζημιά Ρ2ΖΘΗ (ζημιά ανά μονάδα προϊόντος ΖΘ). Η ύπαρξη ζημιάς
αναγκάζει την επιχείρηση ή να εκσυγχρονισθεί (να μεταβάλλει τις καμπύλες
του κόστους) ή να εγκαταλείψει τον κλάδο. Εάν πραγματοποιήσει το πρώτο
τότε το μέγεθος της χαρακτηρίζεται από τις καμπύλες SAC2 και SMC2 τότε το
νέο επίπεδο παραγωγής θα είναι OQ2, τα συνολικά έσοδα OQ2ΚΡ2 και το
συνολικό κόστος OQ2ΜΛ (όπου ΜQ2 το κόστος ανα μονάδα παραγωγής) . Τα
συνολικά κέρδη είναι ΛΜΚΡ2 (ΚΜ το κέρδος ανά μονάδα).
Η δημιουργία κέρδους θα αποτελέσει έναυσμα για είσοδο νέων
επιχειρήσεων στον κλάδο με συνέπεια την εξαφάνιση του κέρδους κ.ο.κ13.
13
Υποτίθεται ότι οι τιμές των παραγωγικών συντελεστών παραμένουν σταθερές καθ’
όλη την περίοδο.
11
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P
P D΄ D΄
S
S΄ S
Γ D Γ S΄
P3 P3
D Β LS Α Β
P2 P1
Α LS
P1
0 Q 0 Q1 Q2
Q1 Q3 Q2 Q
14
Η βραχυχρόνιος καμπύλη προσφοράς του κλάδου προκύπτει από το άθροισμα των
ατομικών καμπυλών προσφοράς όλων των επιχειρήσεων, που ανήκουν σε αυτόν.
12
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
15
Η γενναία υπόθεση που τίθεται, προφανώς κατά το μάλλον ή ήττον ανεδαφική, είναι
ότι όλες οι επιχειρήσεις διαθέτουν την αυτή καμπύλη κόστους. Οι εισηγητές της
νεοκλασικής προσέγγισης υπέθεταν ότι μακροχρονίως ο πλήρης ανταγωνισμός, η
επικράτηση του laissez faire, laissez passer, θα ωθούσε στην παρόμοια
συμπεριφορά των επιχειρήσεων και άρα grosso modo στα ίδια μεγέθη (ίδιο περίπου
κόστος)
13
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
5.3 Μονοπώλιο
16
Αρχικώς, η διεύρυνση της ζητήσεως για το αγαθό μετατόπισε την καμπύλη
βραχυχρονίου ζητήσεως του κλάδου και το σημείο ισορροπίας ήταν το Γ· η τιμή
ανήλθε στο επίπεδο Ρ3. Στο ύψος αυτό η τυπική επιχείρηση λειτουργεί με κέρδη,
αφού η τιμή (και άρα το οριακό έσοδο) τέμνει το οριακό κόστος σε υψηλότερο
σημείο. Η ύπαρξη κέρδους θα δημιουργήσει ώθηση για είσοδο νέων επιχειρήσεων ή
(και) αύξηση της παραγωγής των υπαρχουσών. Δεδομένου ότι οι τιμές των
συντελεστών παραμένουν σταθερές έπεται ότι η μεταβολή της προσφοράς θα
επαναφέρει την τιμή (σημείο Β) στα αρχικά επίπεδα. Οι ποσότητες όμως λόγω της
μεταβολής της ζητήσεως είναι Q2.
14
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Πίνακας 5.3
Παραγωγή –κόστος – έσοδο κατά τη βραχυχρόνια περίοδο στο μονοπώλιο
Τιμή Συνολικό Οριακό Συνολικό Οριακό Μέσο Κέρδος
P Έσοδο (TR) Έσοδο Κόστος Κόστος Κόστος ή ζημιά
Πωλήσεις
5 15 75 – 80 – 16 –5
10 14 140 13 140 12 14 0
15 13 195 11 190 10 12,7 5
20 12 240 9 230 8 11,5 10
25 11 275 7 260 6 10,4 15
30 10 300 5 280 4 9,3 20
35 9 315 3 295 3 8,4 20
40 8 320 1 320 5 8 0
45 7 315 –1 350 6 7,8 – 35
50 6 300 –3 400 10 8 – 100
P
D
MC
ATC
P0 Β
Γ
Δ
A
D'
0 Q0 Q
MR
Το μέσο κόστος ανέρχεται σε 8,4· αφού η τιμή στο επίπεδο αυτό είναι 9 έπεται
15
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
ότι το κέρδος κατά μονάδα ανέρχεται σε 0,6 και τα συνολικά κέρδη σε 2017 (0,6
x 35 μονάδες που πωλεί στο συγκεκριμένο επίπεδο)
Όταν η τιμή κυμαίνεται στο ύψος των 15, τότε οι πωλήσεις ανέρχονται σε 5.
Για να αυξηθούν οι πωλήσεις ο μονοπωλητής ελαττώνει την τιμή. Εάν αυτή
πέσει στα 14 τότε αυτές καθίστανται 10. Ο επιχειρηματίας θα διαθέσει και τις
10 μονάδες προϊόντος στην τιμή των 14 και όχι τις πρώτες πέντε προς 15 και τις
επόμενες προς 14. Η αποτύπωση των στηλών (1) και (2) σχηματίζει την
καμπύλη ζητήσεως, ενώ (1) και (4) την καμπύλη του οριακού εσόδου – σχήμα
5.11. Όπως έχει ήδη αναφερθεί – στο περί εσόδων τμήμα– στο σημείο που η
ελαστικότης της καμπύλης ζητήσεως είναι ίση με τη μονάδα το οριακό έσοδο
μηδενίζεται. Αριστερά του σημείου, η ελαστικότης είναι μεγαλύτερη της
μονάδος (e>1) και το οριακό έσοδο είναι θετικό, ενώ δεξιά είναι μικρότερη της
μονάδος και το έσοδο αρνητικό
Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι επειδή η επιχείρηση αυξάνει τις πωλήσεις
της ελαττώνοντας την τιμή, η κάθε επιπλέον μονάδα εσόδου (MR) δεν αφορά
μόνο στις επιπρόσθετες μονάδες ποσοτήτων αλλά σε όλες. Στον Πίνακα 5.3
αποτυπώνονται τα ανωτέρω
Η επιχείρηση βρίσκεται σε ισορροπία, όταν το οριακό έσοδο (MR) ισούται
με το οριακό κόστος (MC)18, όταν δηλαδή το κόστος της επιπρόσθετης μονάδας
παραγωγής ισούται με το όφελος, που αυτή συνεισφέρει στην επιχείρηση. Στο
σχήμα 5.11 η επιχείρηση ισορροπεί στο σημείο Α (σημείο τομής των καμπυλών
οριακού εσόδου και οριακού κόστους). Οι πωλήσεις είναι OQ0 και η τιμή
πώλησης (η οποία δίνεται από την καμπύλη ζητήσεως) Q0B=OP0. Τα συνολικά
έσοδα συνεπώς είναι OQ0BP0.
Προκειμένου να εκτιμηθεί, εάν η επιχείρηση στο συγκεκριμένο επίπεδο
ισορροπίας πραγματοποιεί κέρδη ή ζημιές, χρησιμοποιείται η καμπύλη του
μέσου συνολικού κόστους (ATC). Όταν οι πωλήσεις είναι OQ0 (σημείο
ισορροπίας Α), τότε το κόστος ανά μονάδα προϊόντος ισούται με Q0Γ (το Γ
είναι σημείο της ATC) και το συνολικό κόστος αντιστοιχεί με το εμβαδόν
ΟQ0ΓΔ. Συνεπώς η διαφορά εσόδου και κόστους αποτελεί το κέρδος της
17
Η παρουσίαση εδράζεται σε στρογγυλοποιήσεις (το κόστος είναι 8,42 και άρα το
κέρδος 0,58). Υπενθυμίζεται η σχέση οριακού εσόδου και τιμής 1
MR P1
e
18
Η καμπύλη του τελευταίου τέμνει, ανερχόμενη, την αντίστοιχη του οριακού εσόδου·
η κλίση του συνεπώς είναι – κατά τεκμήριο– θετική και μεγαλύτερη εκείνης του
οριακού εσόδου (το οποίο έχει αρνητική κλίση).
16
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
επιχείρησης. Η επιχείρηση κερδίζει ΒΓ κατά μονάδα, ή ΔΓΒP0 συνολικά19
(κέρδος ανά μονάδα επί τις πωλήσεις
19
Συνθήκη Ισορροπίας: MC=MR (σημείο Α)
MC= οριακό κόστος MR= οριακό έσοδο
ATC= μέσο κόστος DD΄= ζήτηση
Συνολικό κέρδος = P0B·BΓ, όπου P0B=OQ0, πωλήσεις, και ΓΒ=ΔP0, κέρδος ανά
μονάδα .
20
Η λογική του ελέγχου των μονοπωλίων εδράζεται στο γεγονός ότι συγκρίνοντας τον
αμιγή ανταγωνισμό με το μονοπώλιο προκύπτει ότι στο τελευταίο δεν υφίσταται
ενδογενής λόγος περιστολής των κερδών. Συνεπώς υποτίθεται, ότι η κυβέρνηση
γνωρίζει ποιο θα ήταν το επίπεδο των τιμών, εάν λειτουργούσε η αγορά υπό
καθεστώς τέλειου ανταγωνισμού. Αυτό σημαίνει, ηρωική υπόθεση, ότι το δημόσιο
είναι σε θέση να γνωρίζει τις καμπύλες κόστους και ζητήσεως στις δυο μορφές
αγοράς. Πάντως ορισμένα αγαθά είναι δύσκολο ή και αδύνατον να παραχθούν από
πολλές επιχειρήσεις τόσο λόγω του τεχνικώς και οικονομικώς ελαχίστου
αδιαιρέτου, όσο και λόγω της ίδιας της φύσης του συστήματος. (Ως ελάχιστο
οικονομικώς αδιαίρετο νοείται η μικρότερη ποσότητα, που δύναται να παραχθεί,
ώστε να καλύπτεται το κόστος παραγωγής).
21
Οι δαπάνες είναι ΟQ0ΓΔ και τα έσοδα ΟQ0ΒΡ0
17
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
ο φόρος λειτουργεί ως σταθερό κόστος, με συνέπεια το οριακό κόστος να μένει
αμετάβλητο.
Αφού ούτε το έσοδο διαφοροποιείται, σημαίνει ότι δεν θα μεταβληθούν
ούτε οι πωλούμενες ποσότητες (Q0), ούτε η τιμή (Ρ0) και η επιχείρηση θα
λειτουργήσει με υψηλότερο βραχύχρονο μέσο κόστος (SAC1)
P
SMC0
SAC1
Β
P0
SAC0
Δ
Γ
A
D
0 Q0
Q
MR
Σχήμα 5.12
Έλεγχος Μονοπωλίου: Εφάπαξ Φορολογία
Η νέα τιμή ορίζεται Ρ0 και το σύνολο των πωλήσεων ανέρχεται σε Q0. Υπ’
αυτούς τους όρους παράγεται μεγαλύτερη ποσότητα σε μικρότερη τιμή22.
22
Η καμπύλη ζητήσεως μετατρέπεται στην Ρ 0ΔD (κατ’ ουσίαν δεν υφίσταται ζήτηση
για τιμές άνω του σημείου Δ) και το οριακό έσοδο (MR) καθίσταται η κεκαμμένη
γραμμή Ρ0ΔΝΜ. Το σημείο, όθεν, Δ αποτελεί σημείο τομής του οριακού κόστους
και του οριακού εσόδου δημιουργώντας την εικόνα μιας «οιονεί» ανταγωνιστικής
αγοράς.
18
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
5.4.1. Γενικά
23
Ακόμα και αν είναι ενιαία, ο επιχειρηματίας θα επιδιώξει τη διαφοροποίησή της,
προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του. Η ανομοιογένεια της αγοράς είναι
αυτή, που επιτρέπει σε μεγάλο βαθμό τη συντήρηση των μονοπωλίων ή των
ολιγοπωλίων.
19
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι η ανισοκατανομή του εισοδήματος έχει ως
απόρροια την τμηματοποίηση της αγοράς και άρα τη διαφοροποίηση της
ζητήσεως – μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων – με επακόλουθο τη
δημιουργία μιας αμφίδρομης σχέσης:
Το προϊόν να απευθύνεται σε συγκεκριμένους πελάτες, αλλά και οι
συγκεκριμένοι πελάτες να ικανοποιούνται από την παραγωγή προϊόντων
συγκεκριμένης ποιότητας.24
24
Είναι δυνατόν ο επιχειρηματίας, εάν κρίνει ότι κάποιο τμήμα της αγοράς
διαμορφώνει άλλη καταναλωτική τάση, ή ότι αυτός αδυνατεί να καλύπτει
ικανοποιητικά τη ζήτησή του – για πολλούς λόγους, όπως μεταβολή καταναλωτικών
συνηθειών, διαφοροποίησης της ζητήσεως λόγω εφαρμογής σταθεροποιητικής
πολιτικής – να εγκαταλείψει το δεδομένο κομμάτι της αγοράς και να διεισδύσει
εντονότερα σε κάποιο άλλο. Η πολιτική του λοιπόν έχει εναλλακτικές δυνατότητες:
συγκράτηση, επέκταση, ή και παραίτηση από δοσμένη αγορά. Συνήθως οι εταιρείες
φροντίζουν να καλύπτουν με διαφορετικά προϊόντα – διαφορετικά τιμολόγια –
διαφορετικά τμήματα της αγοράς. Το ευρύ κοινό ταυτίζει εν πολλοίς την επιχείρηση
με το προϊόν. Αυτό σχετίζεται κυρίως με τη άνοδο από χαμηλότερο οικονομικό
στρώμα σε ευρωστώτερο σπανιότερα φαίνεται να ισχύει το αντίθετο. Συχνά οι
επιχειρήσεις στοχεύουν στο "φιλέτο" της αγοράς και ακολούθως, λόγω του
μιμητισμού (demonstration effect), διοχετεύουν μια παραλλαγή του προϊόντος –
σπάνια αυτούσιο – σε χαμηλότερα εισοδήματα.
25
Επειδή σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού το κέρδος συρρικνώνεται ή και
εξαφανίζεται, οι επιχειρηματίες προσπαθούν να διαφοροποιήσουν το προϊόν, έτσι
ώστε να καταστούν οιονεί μονοπωλητές. Τα επώνυμα εμπορεύματα (π.χ. είδη
ένδυσης, υπόδησης), το "όνομα", η "φήμη" του παρέχοντος την υπηρεσία (του
δικηγόρου, του ιατρού κ.λπ.), "ξεχωρίζουν" το αγαθό και επιτρέπουν υψηλότερη
τιμή.
20
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
ελαστικότερη καμπύλη ζητήσεως (d) από αυτήν που υπάρχει πράγματι, δηλαδή
την D26
(σχήμα 5.14).
P D
d
A
P0
B' B
P1
0 Q0 Q1 Q2 Q
Σχήμα 5.14
Οι καμπύλες ζητήσεως του Chamberlin
α. Βραχυχρόνιος περίοδος
Στη βραχυχρόνιo περίοδο η συνθήκη ισορροπίας είναι όμοια με αυτή του
μονοπωλίου27.
β. Μακροχρόνιος περίοδος
26
Μειώνοντας ελαφρώς την τιμή στο επίπεδο Ρ 1, προκειμένου να αυξήσει με ταχύτερο
ρυθμό τις πωλήσεις του και άρα τα έσοδα του, ο πωλητής σε καθεστώς
μονοπωλιακού ανταγωνισμού, εκτιμά ότι θα βρεθεί στο σημείο Β (Q2 ποσότητες).
Επειδή η ενέργεια του γίνεται αντιληπτή από τους ανταγωνιστές του, οι πωλήσεις
του τελικώς θα είναι Q1 (θα βρεθεί δηλαδή στο σημείο Β΄), κινούμενος στην
καμπύλη D (με μικρότερη ελαστικότης), και όχι στην d.
27
Η διαφοροποίηση των προϊόντων έχει ως αποτέλεσμα το "νέο" προϊόν να παρέχει
στον πωλητή μια "οιονεί" μονοπωλιακή δύναμη.
21
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
Σχήμα 5.15
22
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
διαφορά αυτή εξηγεί το κόστος διαφήμισης κ.λπ. Συνεπώς η διαφορά μεταξύ
του κόστους Δ και Ε αποτελεί κατ' ουσίαν το κόστος "διαφοροποιήσεως" του
προϊόντος.
5.5. Ολιγοπώλιο
23
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
αυτής ο Sweezy υπέδειξε μια ευσταθή λύση στο πρόβλημα του ολιγοπωλίου.
Η καμπύλη ζητήσεως είναι η τεθλασμένη ΕΑΖ΄. Η κάμψη της ΕΑΖ΄ στο Α
δημιουργεί ασυνέχεια στην καμπύλη οριακού εσόδου το οποίο είναι ΕΒΗΚ.
Στο τμήμα της ζητήσεως ΕΑ αντιστοιχεί οριακό έσοδο ΕΒ (σχήμα 5.16).
Ομοίως το οριακό έσοδο ΗΚ αντιστοιχεί στο τμήμα της ζητήσεως ΑΖ΄.
Στο σημείο Α (της ζητήσεως) το οριακό κόστος έχει μια «ασυνέχεια» ίση
με ΒΗ.
Το τμήμα αυτό (ΒΗ), είναι προφανές, ότι μπορεί να τέμνεται από
διάφορες καμπύλες οριακού κόστους όπως SMC1, SMC2 κ.λπ. Η τιμή πώλησης
για όλα τα επίπεδα οριακού κόστους θα είναι ΟΓ και η ποσότητα ΟΔ.
P Ζ
Σχήμα 5.16
Ολιγοπώλιο: Υπόδειγμα Sweezy
Έχει δοθεί η εξήγηση ότι η ΕΕ΄ είναι η καμπύλη d και η ΖΖ΄ η D του
Chamberlin.
Αυτό σημαίνει ότι ο κάθε επιχειρηματίας πιστεύει ότι οι άλλες
επιχειρήσεις δεν θα αυξήσουν την τιμή (τμήμα ΕΑ) αλλά μάλλον θα μειώσουν
αυτήν (τμήμα ΑΖ΄)31.
31
Ο ανταγωνισμός σε συνθήκες ολιγοπωλίου επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της
διαφοροποίησης του προϊόντος. Σημειώνεται ότι το τμήμα της ζητήσεως ΕΑ είναι
αρκετά ελαστικό ενώ αυτό της ΑΖ΄ ολίγο.
24
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
α. Γενικά
32
Έστω ότι υπάρχουν τρεις εταιρείες, οι οποίες παράγουν ένα προϊόν. Το υπόδειγμα
του Sweezy εξηγεί ότι εφ΄ όσον έλθουν σε συμφωνία ως προς την τιμή (ΟΓ) πωλούν
στην τιμή αυτή μολονότι το κόστος και για τις τρεις διαφέρει (η μια έχει μέσο
κόστος και οριακό κόστος SAC1 και SMC1, η άλλη SAC2 και SMC2 κ.λ.π). Τα
κέρδη της κάθε επιχείρησης επίσης διαφέρουν.
33
Ο τρόπος που δρουν οι ολιγοπωλιακές εταιρείες διαφέρει μεταξύ βραχυχρόνιας και
μακροχρόνιας περιόδου. Ενίοτε υπάρχουν είτε θεσμικά εμπόδια, είτε οικονομικά, τα
οποία απαγορεύουν τουλάχιστον βραχυχρονίως την απορρόφηση των μικρών από τη
μεγάλη επιχείρηση. Σε καθεστώς ανοικτών αγορών και παγκοσμιοποιημένης
25
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
26
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P,C,R
P,C,R
SMC0
SMC0 A Β
P0 A
P0
SMC0΄
D
Z΄
Z
Z P
D΄
0 Q0 0 Qα Qβ
MR Q Q
MR
27
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
P,C,R
SMC1
A
P1 SAC1
P2 Β
SMC2
P΄1 Γ
Z1 SAC2
P΄2 Δ
D
Z2
D΄
0 Q1 Q2 MR Q
Σχήμα 5.19
Ολιγοπώλιο σε περίπτωση συμφωνίας
Μολονότι λοιπόν η τιμή αποκλίνει και εφόσον η διαφοροποίηση δεν είναι
ουσιώδης η κάθε επιχείρηση δεν διεισδύει στην αγορά της άλλης.
Μονοψώνιο
28
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
αριθμός των πωλητών είναι μεγάλος, ενώ ο αγοραστής είναι ένας. Αποτελεί, ως
ένα βαθμό, το αντίστροφο του μονοπωλίου.
Ολιγοψώνιο
Μονοψωνιακός ανταγωνισμός
29
Θ. Παπαηλίας: Σημειώσεις στην Μικροοικονομική Μέρος Α
30