Professional Documents
Culture Documents
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΔΠΜ50 3Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΔΠΜ50 3Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
3η ΕΡΓΑΣΙΑ
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Φιλιππουπολίτη Αναστασία
ΜΑΡΤΙΟΣ 2020
ΑΘΗΝA
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Περίληψη
Λέξεις-Κλειδιά
Βασικές αρχές Πολιτιστικής Πολιτικής Ε.Ε
Δράσεις ΕΕ για την Πολιτιστική Κληρονομιά
Αμφιλεγόμενη /Αμφισβητούμενη Πολιτιστική Κληρονομιά
Κοινωνική συμφιλίωση & αρμονική συμβίωση
Μουσείο Άη Στράτη
2
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Περιεχόμενα
Περίληψη…………………………………………………………….…………………..2
Λέξεις κλειδιά……………………………………….……….….……………….………2
Εισαγωγή………………………………………………………………………………..4
1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1.α.Βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον πολιτισμό & τη διαχείριση της
πολιτιστικής κληρονομιάς………………………………………………………………..5
2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Συμπεράσματα………………………………………………………………..………….15
Βιβλιογραφία……………………………………………...………….…………………..16
Ηλεκτρονικές πηγές……………..………………………………………………………..17
3
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Εισαγωγή
Το ζήτημα της πολιτιστικής διαχείρισης στην Ευρώπη διαρθρώνεται σε δυο
διαφορετικά επίπεδα: το διευρωπαϊκό-διακρατικό με διεθνείς οργανισμούς που
διαμορφώνει τη διακρατική συνεργασία· το κρατικό που αφορά την πολιτιστική πολιτική
κάθε κράτους-μέλους, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε τοπικό-περιφερειακό. Στο
ενδιάμεσο των δυο επιπέδων κινούνται μη κυβερνητικοί οργανισμοί με μη κερδοσκοπικό
χαρακτήρα. Οι βασικές αρχές που διέπουν την πολιτιστική πολιτική της Ευρώπης
διαμορφώθηκαν ήδη από τη Συνθήκη της Ρώμης για την Ευρωπαϊκή Οικονομική
Κοινότητα το 1958, το τρίτο άρθρο της οποίας αναφέρει ως στόχο της Κοινότητας την
«ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών μελών», με στόχο να καλλιεργήσουν τη
διακρατική συνεργασία. Πρώτη αρχή είναι η πολιτιστική δημοκρατία που προωθεί την
ενεργό συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών σε δραστηριότητες που αναδεικνύουν τις
ευρωπαϊκές αξίες. Δεύτερη αρχή είναι η πολιτιστική ανάπτυξη και συνοχή που προωθεί
την ένταξη του πολιτισμού σε κάθε κρατικό πολιτικό σχεδιασμό. Επιπλέον, σημαντική
είναι η κοινωνική συνοχή που θεωρείται ότι συμβάλλει άμεσα σε μια πολιτιστική
ανάπτυξη. Πιο αναλυτικά για τις αρχές της πολιτιστικής πολιτικής της Ευρώπης θα
μιλήσουμε στο πρώτο μέρος της εργασίας. Εδώ θα αρκεστούμε να αναφερθούμε στο
γεγονός ότι από τη δεκαετία του 1990 η Ευρώπη έχει εκπονήσει προγράμματα
πολιτιστικής πολιτικής και έχει καθιερώσει τέσσερα πεδία κοινοτικής παρέμβασης,
ανάμεσα στα οποία βρίσκεται και η πολιτιστική κληρονομιά. Τα άλλα πεδία είναι η
πολιτιστική συνεργασία με την ενθάρρυνση καλλιτεχνικής δραστηριότητας, το πεδίο του
βιβλίου και ο οπτικοακουστικός τομέας (Αθανασοπούλου 2002: 138-141, 162-165). Θα
ξεκινήσουμε την εργασία με μια αναφορά στις βασικές αρχές της Ένωσης για τον
πολιτισμό και θα εκθέσουμε στη συνέχεια της σχετικές δράσεις που υλοποιεί. Στο δεύτερο
μέρος θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα διαχειρίζεται την πολιτιστική
της κληρονομιά. Επίσης, θα αναφερθούμε στην έννοια της ‘αμφιλεγόμενης πολιτιστικής
κληρονομιάς’ και θα παρουσιάσουμε την περίπτωση του Μουσείου Πολιτικών Εξόριστων
Άη Στράτη.
4
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πολιτιστική κληρονομιά
1.α.Βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον πολιτισμό & τη διαχείριση της
πολιτιστικής κληρονομιάς
Αναφορικά με την πολιτιστική πολιτική της Ευρώπης γενικά, πέραν των δυο
θεωρητικών αρχών που αναφέρθηκαν στην Εισαγωγή, έχουν καθιερωθεί και δυο
συγκεκριμένες αρχές που αποτελούν τη βάση για τον σχεδιασμό της πολιτιστικής
πολιτικής. Αφενός υπάρχει η αρχή της επικουρικότητας. Ως έννοια έχει δυναμικό
χαρακτήρα και αφορά τις συγκεκριμένες δράσεις που αναλαμβάνει να εκπονήσει η
Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχετίζεται, συγκεκριμένα, με τα όρια των δράσεων αυτών και την
έκτασή τους. Αφετέρου υπάρχει η αρχή της ενσωμάτωσης που σχετίζεται περισσότερο με
την εναρμόνιση της πολιτιστικής πολιτικής με τη γενικότερη πολιτική της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με αυτήν κάθε κοινοτική δράση θα πρέπει να
περιλαμβάνει και την πολιτιστική της διάσταση (Αθανασοπούλου, 2002: 163-164).
Αναφορικά με την πολιτική για την πολιτιστική κληρονομιά συγκεκριμένα, εν
πολλοίς η πολιτική της Ένωσης έχει εναρμονιστεί τις τελευταίες δεκαετίες με το
περιεχόμενο που έχει δοθεί στον όρο σε διεθνές επίπεδο κατόπιν πρωτοβουλίας της
UNESCO. Έτσι, τις τελευταίες δεκαετίες ως πολιτιστική κληρονομιά δεν ορίζονται μόνο
τα υλικά κατάλοιπα του παρελθόντος, αλλά και αγαθά που κυμαίνονται σε επίπεδο
πνευματικό, ιδεολογικό και ανθρωπολογικό, καθώς και η φυσική κληρονομιά (Κόνσολα,
2006: 125-128). Εφόσον, λοιπόν, τα κράτη-μέλη της Ένωσης συμμετέχουν στη Διεθνή
Σύμβαση της UNESCO για τον πολιτισμό, στο πλαίσιο της επίσημης πολιτιστικής
πολιτικής της η Ένωση αναγνωρίζει τέσσερις μορφές πολιτιστικής κληρονομιάς: υλική,
άυλη, φυσική, ψηφιακή. Η υλική περιλαμβάνει κάθε είδους υλικά κατάλοιπα όπως τα
αρχαιολογικά ευρήματα (αρχαιολογική κληρονομιά), κτίρια ιστορικής αξίας
(αρχιτεκτονική κληρονομιά) κα. Η άυλη περιλαμβάνει πολιτισμικά προϊόντα και
παραδόσεις όπως το λαογραφικό υλικό, η μουσική παράδοση, συγκεκριμένους
παραγωγικούς τομείς όπως η παραγωγή μαστίχας στη Χίο και η μαρμαροτεχνία της Τήνου
κα. Η φυσική περιλαμβάνει τη χλωρίδα και πανίδα συγκεκριμένων τόπων που
προστατεύονται. Η ψηφιακή περιλαμβάνει κάθε είδους οπτικοακουστικό υλικό (Νέα
Ευρωπαϊκή Ατζέντα, 2018: 9-11).
Πέραν των κοινών στόχων με την UNESCO, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει
διαμορφώσει και ένα πιο στενό πλαίσιο πολιτιστικής πολιτικής το οποίο αφορά την
5
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
ανάδειξη της ευρωπαϊκής ταυτότητας και ιστορίας και των ευρωπαϊκών αξιών. Η έμφαση
αυτή άρχισε να δίνεται μετά τις πρώτες μεγάλες διευρύνσεις της Ένωσης με χώρες της
ανατολικής Ευρώπης, δηλαδή από το 2000. Η ανάγκη της να διευθετήσει και άλλου είδους
εσωτερικά πολιτικά ζητήματα οδήγησε στην αλληλεπίδραση με την πολιτιστική της
πολιτική. Έτσι, πέραν του ευρύτερου στόχου προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς,
τέθηκε ο πολύ συγκεκριμένος στόχος να διαμορφωθεί στις συνειδήσεις των Ευρωπαίων
πολιτών η αίσθηση της κοινής πολιτισμικής ταυτότητας (Lähdesmaki, 2019: 46).
Η αποδοχή από τα κράτη-μέλη μιας κοινής ευρωπαϊκής κληρονομιάς είναι
σημαντική, καθώς καταδεικνύει την αποδοχή ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος αξιών.
Ως εκ τούτου, τα προγράμματα που εκπονούνται για την προστασία της πολιτιστικής
κληρονομιάς κινούνται πάνω σε έναν ενιαίο άξονα. Ωστόσο, γίνεται σαφές ότι η
Ευρωπαϊκή Ένωση σέβεται τόσο την πολιτιστική ενότητα των ευρωπαϊκών λαών όσο και
τη διαφορετικότητά τους. Επιπλέον, οι κατηγορίες που συναπαρτίζουν την ευρωπαϊκή
πολιτιστική κληρονομιά ποικίλουν, σύμφωνα και με τη Σύμβαση της UNESCO:
αρχιτεκτονικά και αρχαιολογικά μνημεία, υλικά κατάλοιπα, αλλά και αξίες. Η πληθώρα
των αγαθών που θεωρούνται ως ευρωπαϊκή κληρονομιά συμβαδίζει, έτσι, με την αντίληψη
που έχει επικρατήσει για την κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα και που αναγνωρίζει τόσο την
κοινή βάση όσο και τον πλουραλισμό ο οποίος χαρακτηρίζει την Ευρώπη.
(Αθανασοπούλου, 2002: 141-142· Νέα Ευρωπαϊκή Ατζέντα, 2018: 3-4).
Μεγάλη ήταν η πρόκληση για την Ευρώπη τη δεκαετία του 1990, όταν δηλαδή
αφενός είχε μόλις διαλυθεί το σοσιαλιστικό μπλοκ και οι λαοί της ανατολικής Ευρώπης
προσανατολίζονταν στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση αφετέρου το 1992 υπογράφηκε
η Συνθήκη του Μάαστριχτ που προέβλεπε την ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών κοινοτήτων
σε μια ενιαία Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε εκείνο το χρονικό σημείο ήταν κρίσιμος ο στόχος της
διαμόρφωσης μιας ενιαίας ευρωπαϊκής ταυτότητας, η οποία φυσικά θα διαπνεόταν από τις
αξίες της Δύσης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο λόγος για πολιτιστική κληρονομιά κρίνεται
καθοριστικός. Όπως αναφέρθηκε στην Εισαγωγή, στη δεκαετία αυτή άρχισαν να
εκπονούνται προγράμματα πολιτιστικής πολιτικής που συνέχιζαν εν μέρει ότι είχε
ξεκινήσει στη δεκαετία του 1980 με την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και που
στόχο είχαν τη διαμόρφωση της ενιαίας ταυτότητας (Αθανασοπούλου, 2002: 164-165).
6
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαραίτητη θεωρήθηκε η συνεργασία των
κρατών-μελών και η σύσταση σε κάθε κράτος-μέλος αντίστοιχων πολιτιστικών φορέων
που θα αναλάμβαναν την ευθύνη για την προώθηση της τέχνης, της ιστορίας, του
πολιτισμού και ενός ιδιότυπου διαλόγου με τις άλλες χώρες της Ευρώπης. Στόχος των
προγραμμάτων ήταν και είναι η διακρατική συνεργασία, η αξιοποίηση των πολιτιστικών
αγαθών και η συγκρότηση της ευρωπαϊκής πολιτιστικής ταυτότητας τόσο στα κοινά
σημεία της όσο και στη διαφορετικότητά της (Αθανασοπούλου, 2002: 164-165· Νέα
Ευρωπαϊκή Ατζέντα, 2018: 4-7· Πρόγραμμα Πολιτισμός 2007-2013). Το 2010 η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη δημιουργία του Σήματος Ευρωπαϊκής Κληρονομιάς για
την ανάδειξη μιας σειράς χώρων που σχετίζονται άμεσα με κρίσιμες και κορυφαίες στιγμές
της ευρωπαϊκής ιστορίας και της πορείας της ενοποίησής της. Για παράδειγμα, ανάμεσα
στους χώρους αυτούς συγκαταλέγεται και η οικία του Ρομπέρ Σουμάν, του Γάλλου
υπουργού που το 1952 συνέβαλε καθοριστικά στην ίδρυση των ευρωπαϊκών κοινοτήτων
(‘Πολιτισμός: η Επιτροπή προτείνει’, 2010).
Σημαντική κίνηση υπήρξε και αυτή του 2018 που χαρακτηρίστηκε ‘Ευρωπαϊκό
Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς’. Αυτή η κίνηση αφορούσε κυρίως τη διάχυση της
γνώσης για την πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης και, επομένως, την έμμεση
προώθηση της αντίληψης του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου και της ενιαίας ευρωπαϊκής
συνείδησης. Για αυτόν τον λόγο επιλέχθηκε η φράση «Η κληρονομιά μας» για το μότο της
κίνησης. Σε πρακτικό επίπεδο τέθηκαν τέσσερις στρατηγικοί στόχοι: στράτευση,
βιωσιμότητα, προστασία, καινοτομία. Επίσης, σχεδιάστηκαν δέκα συνολικά πρωτοβουλίες
που συνοψίζονται στα εξής: στον ενιαίο χαρακτήρα της ευρωπαϊκής πολιτιστικής
κληρονομιάς, την παρουσία της στο σχολείο, τη νεολαία και τον τουρισμό, τη διαφύλαξη
της στο μεταβατικό στάδιο της σύγχρονης εποχής, την καλλιέργεια της επιθυμίας για
συμβολή όλων στην προστασία της με την ανάπτυξη σχετικών δεξιοτήτων και, τέλος, τη
συμβολή της επιστήμης σε αυτόν τον τομέα (Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς,
2018).
Επίσης, σημαντική είναι και η εξέλιξη των τελευταίων ετών που αφορά την
προστασία της ψηφιακής κληρονομιάς, καθώς αποδεικνύει την πρόθεση της Ένωσης να
εναρμονιστεί με τα σύγχρονα δεδομένα. Το πρόγραμμα ‘Δημιουργική Ευρώπη’ που έχει
καθοριστεί για τα έτη 2014-2020 στοχεύει στη διασφάλιση της πολιτιστικής κληρονομιάς
της ευρωπαϊκής ηπείρου, καθώς και να καταστήσει τον τομέα του πολιτισμού περισσότερο
ανταγωνιστικό στη διεθνή πολιτιστική αγορά. Έως το 2020 το πρόγραμμα χρηματοδοτεί
7
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
ένα ευρύ φάσμα της πολιτιστικής παραγωγής των κρατών-μελών (Πρόγραμμα
Δημιουργική Ευρώπη). Στο πλαίσιο του προγράμματος ‘Δημιουργική Ευρώπη’ έχει
διαμορφωθεί ένα υπο-πρόγραμμα με την ονομασία ‘Πολιτισμός’. Ως προτεραιότητά του
τίθεται η υποστήριξη των φορέων πολιτισμού μέσω της προσφοράς της απαραίτητης
τεχνογνωσίας, με έμφαση στις ψηφιακές τεχνολογίες, ώστε να ενισχυθεί ο πολιτιστικός
τομέας. Άλλη προτεραιότητα είναι οι πρωτοποριακές προσεγγίσεις και η ανάπτυξη
επιχειρηματικών μοντέλων που θα μπορέσουν να προσελκύσουν το διεθνές ακροατήριο.
Επιπλέον, υποστηρίζεται η επιδίωξη των φορέων πολιτισμού να επιτύχουν διεθνείς
συνεργασίες. Τέλος, άλλη προτεραιότητα είναι και η διευκόλυνση της πρόσβασης σε
επαγγελματικές ευκαιρίες (Πρόγραμμα Δημιουργική Ευρώπη).
Οι προκλήσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τελείωσαν με τη διαμόρφωση της
εξειδικευμένης πολιτιστικής της πολιτικής. Ειδικά την τελευταία δεκαετία η οικονομική
ύφεση, η άνοδος ακροδεξιών πολιτικών παρατάξεων και η ένταση της συνεχούς έλευσης
προσφύγων σε ευρωπαϊκό έδαφος έχουν φέρει πάλι την Ευρώπη αντιμέτωπη με νέες
προκλήσεις. Συν τοις άλλοις, η κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν έχει επιτευχθεί ακόμη,
καθώς οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν επιτρέψει μέχρι τώρα να
επικρατήσει στους πολίτες η αντίληψη ότι η Ένωση λειτουργεί δημοκρατικά και αποτελεί
εκπρόσωπό τους. Ως εκ τούτου, ο πολιτισμός, αν και δευτερεύων στην ατζέντα της
ευρωπαϊκής πολιτικής, αναδεικνύεται για ακόμη μια φορά το πεδίο εκείνο που μπορεί να
λειτουργήσει σαν συνεκτικός δεσμός μεταξύ των λαών. Η ιστορία τους και η
διαφορετικότητά τους είναι τέτοια που αναπόφευκτα προκαλούνται αντιδράσεις και
ενστάσεις αναφορικά με το αν πράγματι μπορεί να υπάρξει πολιτική ενοποίηση. Ο
πολιτισμός και οι τέχνες αποδεικνύονται τα μόνα πεδία στα οποία μπορούν οι λαοί να
βρουν κοινά σημεία αναφοράς (Κόνσολα, 2006: 36· Lähdesmaki, 2019: 25-34).
Η Ευρώπη έχει συνειδητοποιήσει τα παραπάνω. Η κίνηση, για παράδειγμα, της
ανακήρυξης του έτους 2018 ως Ευρωπαϊκού Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς απηχεί την
αντίληψη αυτή που θα μετατρέψει την εικόνα της Ευρώπης των δυο ταχυτήτων σε εικόνα
της Ευρώπης ενός κοινού πολιτισμού. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πρωτοβουλίες που έχει
λάβει η Επιτροπή προκειμένου να συνδέσει τον πολιτισμό με τον στόχο της ευημερίας.
Περισσότερο δε εκφράζεται η αντίληψη αυτή μέσω της απόφασης των τελευταίων ετών να
διαμορφωθεί ένα νέο πεδίο διπλωματικό, αυτό της πολιτιστικής διπλωματίας. Με αυτόν
τον τρόπο η Ένωση προσδοκά να ωφελήσει σε τελικό βαθμό την εξωτερική της πολιτική
(Νέα Ευρωπαϊκή Ατζέντα, 2018: 4-10).
8
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο
2
https://www.ekome.media/el/psifiopoiisi/
3
https://www.culture.gr/el/service/SitePages/view.aspx?iID=2579
10
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
επίπεδο της πολιτιστικής πολιτικής οι προτεραιότητες έμειναν ίδιες: μέχρι σήμερα
προτεραιότητα παραμένει η αρχαία πολιτιστική κληρονομιά.
Την τελευταία δεκαετία έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον από πολλούς φορείς για τα
νεότερα μνημεία, για την αρχιτεκτονική και βιομηχανική κληρονομιά, με εντυπωσιακά
αποτελέσματα.4 Ωστόσο η επίσημη πολιτεία δε δείχνει μέχρι στιγμής να επιθυμεί να
ισορροπήσει τις προτεραιότητες της. Ως εκ τούτου, σε σχέση με τους στόχους της
Ευρωπαϊκής Ένωσης η προσκόλληση στο αρχαίο παρελθόν ναι μεν προβάλει την
ουσιαστικότερη συμβολή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή πολιτιστική ταυτότητα, δηλαδή
τον κλασικό της πολιτισμό, ωστόσο περιορίζει τον ρόλο της και τη θέση που μπορεί να
αποκτήσει. Μοιάζει σαν να παραδέχεται η Ελλάδα ότι μετά τον κλασικό πολιτισμό της
αρχαιότητας δεν έχει κάτι καινούργιο να προσφέρει. Αντίθετα, ως σύγχρονο κράτος θα
πρέπει να καλλιεργήσει την αντίληψη ότι και ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός αποτελεί
κομμάτι του ευρύτερου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οι προκλήσεις, λοιπόν, που παραμένουν
για την πολιτιστική πολιτική της Ελλάδας και για την πολιτιστική της κληρονομιά είναι οι
επιλογές της ως προς το τι επιθυμεί να προβάλλει και ο τρόπος προβολής: θα πρέπει να
γίνει με τέτοιον τρόπο, ώστε να προωθηθεί γενικά ο πολιτιστικός τομέας της χώρας στο
εξωτερικό, και όχι μόνο ο ιστορικός. Θα πρέπει να φανεί, δηλαδή ότι και σήμερα υπάρχει
παραγωγικός τομέας πολιτισμού. Επομένως, η κεντρική πρόκληση έχει να κάνει με το
κατά πόσο μπορεί το ελληνικό κράτος να διεθνοποιήσει την πολιτιστική του πολιτική
παραγωγή (COMPENDIUM).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο
3.α.Μελέτη περίπτωσης αμφιλεγόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς:
Μουσείο Πολιτικών Εξόριστων Άη Στράτη
Τις τελευταίες δεκαετίες προστίθεται συχνά μπροστά στον όρο ‘πολιτιστική
κληρονομιά’ ο επιθετικός προσδιορισμός ‘αμφιλεγόμενη’ (contested ή δύσκολη-difficult)
που σημαίνει εκείνο το κομμάτι της ιστορίας ενός τόπου ή λαού που αμφισβητείται ως
συλλογική κληρονομιά. Χρησιμοποιείται για όψεις της ιστορίας που έχουν προκαλέσει
ισχυρές αντιθέσεις ή εγείρουν ακόμη την τραυματική μνήμη που έχουν προκαλέσει
τραγικά γεγονότα (Σόλομων & Αποστολίδου, 2018: 1-3· Macdonald, 2015: 14). Μάλιστα,
στη δεκαετία του 1990 αναπτύχθηκε το φαινόμενο του «σκοτεινού τουρισμού» που
συνιστάται σε επισκέψεις σε συγκεκριμένα σημεία και χώρους στους οποίους είχε συμβεί
ένα τραγικό γεγονός (π.χ. μάχη) ή που η παλαιότερη λειτουργία τους έχει αρνητικό
πρόσημο, για παράδειγμα στρατόπεδα συγκέντρωσης (Πάντζου, 2010: 49).
4
βλ. https://www.monumenta.org/index.php
11
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Οι σχετικές συζητήσεις έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς η τάση του
«σκοτεινού τουρισμού» εντείνεται. Ως εκ τούτου, έχει εμφανιστεί αντίστοιχη τάση και
στον χώρο της μουσειολογίας με την ίδρυση μουσείων τα οποία πραγματεύονται ζητήματα
είτε του τραυματικού παρελθόντος είτε ενός τμήματος του παρελθόντος που έχει
προκαλέσει αμφιλεγόμενες αντιδράσεις και δεν αντιστοιχεί σε ένα συγκεκριμένο και
κυρίαρχο ιστορικό αφήγημα. Η αντίληψη που επικρατεί όσον αφορά την ύπαρξη τέτοιων
μουσείων ή τόπων μνήμης είναι ότι, εφόσον προβάλλονται όψεις της ιστορίας που μέχρι
τώρα βρισκόταν στο περιθώριο, μπορεί ο πολιτιστικός φορέας που τις προβάλλει (π.χ. το
μουσείο) να συμβάλει στην κοινωνική συμφιλίωση και άμβλυνση των όποιων διαφορών
και αντιθέσεων. Το φαινόμενο, βέβαια, δεν είναι μονοδιάστατο. Δεν υπάρχει, δηλαδή,
μόνο η άποψη που λέει ότι πρέπει να υπάρχουν τέτοιου είδους τόποι μνήμης και μουσεία,
ώστε να προβάλλονται όλες οι όψεις της ιστορίας. Υπάρχει και η άποψη που λέει ότι οι
τραυματικές μνήμες πρέπει να ξεχαστούν (Macdonald, 2015: 14· Σόλομων &
Αποστολίδου, 2018: 2-4· Πάντζου, 2010: 50-51). Αντιλαμβανόμαστε ότι η διαχείριση της
αμφιλεγόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς καταλήγει πολλές φορές να είναι αμφιλεγόμενη
και η ίδια, αφού δε γίνεται αποδεκτή από όλους. Ωστόσο, ο «σκοτεινός τουρισμός» και η
προστασία της αμφιλεγόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς είναι μια τάση που ανθίζει τα
τελευταία έτη παρά τις αποκλίνουσες απόψεις.
Για την Ελλάδα ένα από τα πιο σκοτεινά τμήματα της ιστορίας της και, μάλιστα,
της πρόσφατης είναι ο εμφύλιος πόλεμος της περιόδου 1946-1949. Για δεκαετίες η
δημόσια συζήτηση για τον πόλεμο ήταν σχεδόν απαγορευμένη. Η μικρή χρονική
απόσταση δεν επέτρεπε ούτε μια ψύχραιμη αντικειμενική ματιά από επίσημους φορείς,
αφού μετά τη λήξη του επικράτησε η ιδεολογία των νικητών, ούτε την άμβλυνση των
αντιθέσεων μέσα στο ίδιο το σώμα του ελληνικού λαού. Από αυτή την άποψη ήταν
παραδοσιακά μια αμφιλεγόμενη και δύσκολη ιστορία προς αφήγηση (Σόλομων &
Αποστολίδου, 2018: 1). Πλέον έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες και όλο και περισσότεροι
ιστορικοί, κινηματογραφιστές, καλλιτέχνες, μουσειολόγοι ασχολούνται με το ζήτημα αυτό.
Το 2006 μια ομάδα πρώην εξόριστων στο νησί του Άη Στράτη πήρε την πρωτοβουλία να
ιδρύσει ένα μουσείο στην Αθήνα, το Μουσείο Πολιτικών Εξόριστων Άη Στράτη. Οι
ιδρυτές του είναι οι Γεωργούλης, Παπανικολάου, Τζανετέας, Τσουκνίδας. Στεγάζεται σε
ένα νεοκλασικό κτίριο, στον Κεραμεικό, που παραχώρησε το Υπουργείο Πολιτισμού
(Πάντζου, 2010: 50).
12
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ίδρυσή του και η παραχώρηση του κτιρίου έγινε
επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας, δηλαδή της παραδοσιακής δεξιάς παράταξης. Είναι
ενδεικτικό της διάθεσης που έχει εμφανιστεί τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα για την
περιβόητη εθνική συμφιλίωση. Σημειωτέον ότι την προηγούμενη χρονιά, το 2005, ο
πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε παραστεί και στα εγκαίνια του μνημείου για την
εκτέλεση των 200 κομμουνιστών από τους Ναζί στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Η
ίδρυση του Μουσείου Πολιτικών Εξόριστων το 2006 ακολούθησε την αρχική ίδρυση ενός
πρώτου μουσείου από τους ίδιους το 1988. Και αυτή η χρονολογία έχει ενδιαφέρον, αφού
κατά τη δεκαετία του 1980 με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία ξεκίνησε η
διαδικασία της «εθνικής συμφιλίωσης» (Πάντζου, 2010: 50).
Ο αρχικός σκοπός του Μουσείου Πολιτικών Εξόριστων Άη Στράτη ήταν να
διατηρηθεί η μνήμη της εξορίας στο συγκεκριμένο νησί. Όμως, σταδιακά συγκέντρωσε
τεκμήρια και από άλλους τόπους εξορίας μεταβιβάζοντας το μουσειακό περιεχόμενό του
από το συγκεκριμένο (Άη Στράτης) στο γενικό (τόποι εξορίας). Τα πρώτα στοιχεία της
συλλογής του ήταν το αρχείο δυο εκ των ιδρυτών του: τα έργα του Τζανετεέα και οι
φωτογραφίες του Τσουκνίδα. Ο αριθμός των τεκμηρίων του, λόγω των πολλών δωρεών
που έγιναν από παλιούς κρατούμενους συγγενείς, έχει φτάσει σήμερα τις 55.000:
ταυτότητες εξόριστων, στολές αλφαμιτών, καθημερινά αντικείμενα, εφημερίδες,
τηλεγραφήματα, άδειες κρατουμένων, αποφάσεις για εκτοπίσεις τους, εικαστικά έργα
ανθρώπων που έζησαν ως εξόριστοι στο νησί, για παράδειγμα η Βάσω Κατράκη, ακόμα
και παράνομο υλικό που διακινούνταν μεταξύ των κρατουμένων. Ένα μεγάλο ποσοστό του
υλικού είναι πια ψηφιοποιημένο και εύκολα προσβάσιμο (Μουσείο Πολιτικών Εξόριστων
Άη Στράτη· Πάντζου, 2010: 51).
Ο τρόπος που έχει επιλέξει το μουσείο να προβάλει την αμφιλεγόμενη όψη της
ιστορίας στην οποία ανήκουν τα εκθέματά του είναι η παρουσίαση του τρόπου ζωής ενός
ανθρώπου στην εξορία. Έτσι, οι θεματικές ενότητές του παρουσιάζουν την οργάνωση του
στρατοπέδου και την καθημερινότητα και καλλιτεχνική δραστηριότητα που ανέπτυξαν οι
εξόριστοι. Μέσα από την παρουσίαση αυτή επιδιώκεται να προβληθεί αφενός ο
τραυματικός χαρακτήρας της μνήμης της εξορίας για τους ανθρώπους που την έζησαν
αφετέρου η βούλησή τους να μη διαγραφεί από τη δημόσια μνήμη (Μουσείο Πολιτικών
Εξόριστων Άη Στράτη). Η αποστασιοποίηση και αμφισβήτηση της ιστορίας των
εξόριστων ως κομμάτι της συλλογικής ιστορίας και ταυτότητας οφείλεται κυρίως στην
άγνοια των περισσότερων ανθρώπων για το τι βίωσαν οι άνθρωποι αυτοί και για ποιους
13
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
λόγους· μια άγνοια που οφείλεται στο γεγονός ότι επί δεκαετίες η ιστορία της εξορίας
παρέμενε στο σκοτάδι. Με την προβολή της καθημερινής ζωής στον τόπο εξορίας και
όλων των αντικειμένων που καθημερινά στοιχειοθετούν τη ζωή τους το μουσείο επιδιώκει
να επικοινωνήσει την εμπειρία των εξόριστων. Η ‘πολιτική του ανήκειν’ (politics of
belonging) που επικαλείται η Lähdesmaki (2019: 27) αφορά ακριβώς αυτό: την
επικοινωνία μιας εμπειρίας και τη διαμόρφωση στο κοινό της επίγνωσης ότι αυτή η
εμπειρία αποτελεί κομμάτι της συλλογικής ιστορίας.
Συμπεράσματα
14
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
15
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
Macdonald, S., 2010. «Η Ιστορία ως Κοινωνικό Ζήτημα: Ερμηνεύοντας τη ‘δύσκολη’
Κληρονομιά», Τετράδια Μουσειολογίας, 7, 14-22.
Χαμπούρη-Ιωαννίδου, Αικ. 2002. «Η δομή του πολιτισμού στη Ελλάδα». Στο Αγγ.
Βελοπούλου (επιμ.) 2002. Οι Διαστάσεις των Πολιτιστικών Φαινομένων: Πολιτιστικό
Πλαίσιο. Πάτρα: ΕΑΠ, σσ. 15-66.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Lähdesmäki, T., Passerini, L., Kaasik-Krogerus, S., van Huis, I. (επιμ.), 2019. Dissonant
Heritages and Memories in Contemporary Europe, Palgrave Macmillan. Προσβάσιμο στο
https://link.springer.com/content/pdf/10.1007%2F978-3-030-11464-0.pdf
16
ΚΟΒΟΥΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ-ΔΠΜ50-3Η ΕΡΓΑΣΙΑ
17