ΜΑΧΕΣ

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 91

Η ΜΑΧΗ ΔΟΡΥΛΑΙΟΥ - ΣΕΪΝΤΗ ΓΑΖΗ

(8 Ιουλίου 1921)

1. Εισαγωγή

Οι επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921, όχι μόνο δεν προώθησαν τη λύση του Μικρασιατικού
προβλήματος από ελληνικής πλευράς, αλλά, αντίθετα, είχαν δυσμενή επίδραση. Η Ελληνική
Κυβέρνηση αντιμετώπιζε τότε δύο λύσεις, ή να αρχίσει νέες επιχειρήσεις, με όλες τις
στρατιωτικές δυνάμεις τις οποίες μπορούσε να διαθέσει η χώρα, για να πετύχει τη
στρατιωτική λύση του ζητήματος, ή να αποχωρήσει από τη Μικρά Ασία. Μεταξύ των δύο
αυτών λύσεων αποφάσισε να υιοθετήσει την πρώτη, μετά και από την απόρριψη από την
Κυβέρνηση της ΄Αγκυρας, των συμβιβαστικών προτάσεων της Διασκέψεως της 27ης
Φεβρουαρίου 1921 στο Λονδίνο για την κατάπαυση των εχθροπραξιών, και μετά από
υπόδειξη της Βρετανικής Κυβερνήσεως για συνέχιση του αγώνα.
Με τη λήψη της παραπάνω αποφάσεως συμφώνησε και η Διοίκηση της Στρατιάς Μικράς
Ασίας. Η Κυβέρνηση της έδωσε εντολή, να υποβάλει προτάσεις για τη συμπλήρωση των
αναγκών της σε προσωπικό και μέσα και παράλληλα να εκπονήσει σχέδιο για την όσο το
δυνατό ταχύτερη έναρξη επιθετικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας για καταστροφή του
τουρκικού στρατού και εξαναγκασμό της Κυβερνήσεως της ΄Αγκυρας σε συνθηκολόγηση.
Κατόπιν, η Διοίκηση της Στρατιάς έχοντας υπόψη ότι οι δυνάμεις της ήταν χωρισμένες σε
δύο "Ομάδες", από τις οποίες η Βόρεια βρισκόταν στην περιοχή Προύσας και η Νότια στην
περιοχή Ουσάκ, που τις χώριζε η στερούμενη συγκοινωνιών ορεινή περιοχή του Σιμάβ, εκτός
της κατεχόμενης από τους Τούρκους οδού Ουσάκ-Τσεντίζ-Κιουτάχεια, έκρινε ότι έπρεπε να
γίνει η προέλαση ανατολικά για τη συνένωση των δύο Ομάδων. Η συνένωση αυτή θα
γινόταν επάνω στη γραμμή Δορύλαιο (Εσκή Σεχήρ) - Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ, όχι μόνο
για την εξουδετέρωση του μειονεκτήματος που προαναφέρθηκε, αλλά και για την, κατά το
δυνατό, συντριβή της αντίπαλης στρατιωτικής δυνάμεως.
Στη συνέχεια, η Στρατιά, αφού ενισχύθηκε με εφέδρους πέντε κλάσεων που
επιστρατεύθηκαν, με τρεις Μεραρχίες (ΙV, ΙΧ και ΧΙΙ) που αποβιβάσθηκαν στη Σμύρνη και με
εφοδιασμό οπλισμού, υλικού και αυτοκινήτων, εκπόνησε ανάλογο σχέδιο επιχειρήσεων, για
την υλοποίηση της παραπάνω αποφάσεώς της.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Η εδαφική έκταση στην οποία διεξήχθησαν οι επιχειρήσεις, τους μήνες Ιούνιο και
Ιούλιο 1921, αποτελεί τμήμα της δυτικής Μικράς Ασίας, καθώς και τμήμα του κεντρικού
Μικρασιατικού υψιπέδου. Η έκταση αυτή είναι, κατά το μεγαλύτερο μέρος, ορεινή με μέσο
ύψος πάνω από 1.500 μέτρα. Η δυτική και η νότια πλευρά διασχίζεται από ορεινή αλυσίδα, η
οποία αρχίζει από τον ΄Ολυμπο της Μυσίας και συνεχίζεται προς Νότο με τα όρη Ντουμανίτς
και Μουράτ Νταγ. Μετά, στρέφεται ανατολικά και νότια και στοιχίζεται στα όρη Ακάρ Νταγ,
Καμελάρ Νταγ και Σουλτάν Νταγ και καταλήγει στην κορυφή του Λυκιανού Ταύρου, Μποζ
Μπουρούν.

β. Οι πιο ψηλοί ορεινοί όγκοι αυτής της αλυσίδας αλλά και ολόκληρης της περιοχής είναι
στο νότιο τμήμα, στην αρχαία Φρυγία, το Μουράτ Νταγ (Δίδυμο όρος) με ύψος περίπου
2.500 μέτρα και στο βόρειο τμήμα, στην αρχαία Μυσία, ο ΄Ολυμπος (Κεσίς Νταγ) με το ίδιο
ύψος. Η περιοχή του υψιπέδου Σιμάβ (Νταγ), που είναι πολύ ορεινή και στερείται
συγκοινωνιών, παρεμβάλλεται και διακόπτει την επικοινωνία μεταξύ των περιοχών Προύσας
και Ουσάκ.

γ. Από πλευράς υδατογραφίας, υπάρχουν στην αναφερόμενη περιοχή οι παρακάτω


ποταμοί :
(1) Στο βόρειο τμήμα ο Αδρανός, που πηγάζει από τον ορεινό όγκο Μουράτ Νταγ,
ρέει βόρεια και βορειοδυτικά, και χύνεται στη λίμνη Αρτυνία.
(2) Στο δυτικό τμήμα της περιοχής, οι ποταμοί ΄Ερμος και Μαίανδρος που
ακολουθούν κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση και εκβάλλουν στις ακτές της
Ιωνίας.
(3) Βορειοανατολικά και ανατολικά ρέει ο ποταμός Πουρσάκ, που εκβάλλει στο
Σαγγάριο, κοντά στο Γόρδιο.
(4) Τέλος, στο βορειοανατολικό τμήμα της περιοχής, βρίσκεται ο ποταμός
Σαγγάριος, ο οποίος, ενώ αρχικά ρέει ανατολικά, στη συνέχεια και μετά από ευρεία καμπή
στρέφεται δυτικά και έπειτα βόρεια, για να εκβάλλει στον Εύξεινο Πόντο.

δ. Από πλευράς συγκοινωνιών υπάρχουν :


(1) Η σιδηροδρομική γραμμή Βαγδάτης, από Καρακιόι, μέσω Εσκή Σεχήρ προς
΄Αγκυρα και από Εσκή Σεχήρ, μέσω Κιουτάχειας, προς Αφιόν Καραχισάρ-Ικόνιο-΄Αδανα, που
εξυπηρετούσε την Τουρκική Διοίκηση.
(2) Η γραμμή Σμύρνης-Αφιόν Καραχισάρ εξυπηρετεί μέχρι Ουσάκ την Ελληνική
Διοίκηση και από το Τουμλού Μπουνάρ στο Αφιόν Καραχισάρ-Ικόνιο, την Τουρκική.
(3) Στο βόρειο τμήμα της περιοχής υπήρχε καλή σκυρόστρωτη οδός, που
οδηγούσε από Προύσα μέσω Καρακιόι προς Εσκή Σεχήρ, καθώς και δευτερεύουσα οδός,
παράλληλη και βόρεια προς την πρώτη, από Κίον μέσω Γενή Σεχήρ προς Δορύλαιο.
(4) Από την περιοχή Προύσας, άλλη οδός, στην αρχή σκυρόστρωτη και στη
συνέχεια καροποίητη, κατευθυνόταν προς Κιουτάχεια.
(5) Από την περιοχή Ουσάκ υπήρχε σκυρόστρωτη οδός προς Κιουτάχεια και
καροποίητη προς Αφιόν Καραχισάρ. Επίσης, ανατολικά της σιδηροδρομικής γραμμής Εσκή
Σεχήρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ υπήρχαν μόνο καροποίητες οδοί.

ε. Η εδαφική διαμόρφωση του χώρου των επιχειρήσεων στο σύνολό του, το υψίπεδο
Σιμάβ που μεσολαβεί και η δυσκολία των συγκοινωνιών, επέβαλαν τη συγκρότηση των
Μονάδων της Στρατιάς σε δύο Ομάδες. Η απόσταση μεταξύ τους ήταν περίπου 200
χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή από Βορρά προς Νότο, δηλαδή από την περιοχή Προύσας -
Κίου προς την περιοχή Ουσάκ-Μπουνάζ.

στ. Η Τουρκική Διοίκηση, αφού έλαβε υπόψη της και τις επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921,
ισχυροποίησε τις εξής αμυντικές τοποθεσίες :
(1) Αβγκίν - Κοβαλίτσα για κάλυψη του Εσκή Σεχήρ από την κατεύθυνση
Προύσας.
(2) Τουμλού Μπουνάρ και ανατολικότερα το συγκρότημα Μπαλ Μαχμούτ, για
κάλυψη του Αφιόν Καραχισάρ από την κατεύθυνση Ουσάκ.
(3) Τα υψώματα της Κιουτάχειας, για κάλυψή της από τις δύο παραπάνω
κατευθύνσεις.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη Αντιπάλων

α. Τούρκων
Ολόκληρος ο τουρκικός στρατός, τέθηκε κάτω από τις διαταγές του Διοικητή του
δυτικού Μετώπου, Ισμέτ Πασά που τον αποτελούσαν 16 Μεραρχίες Πεζικού, 4 Μεραρχίες και
1 Ταξιαρχία Ιππικού, συνολικής δυνάμεως 66.000 ανδρών περίπου, που είχαν κατενεμηθεί
ως εξής :
(1) Ι Ομάδα (1η, 11η, 23η, 61η Μεραρχίες, 3η Μεραρχία Καυκάσου, 3η Μεραρχία
Ιππικού) στη γραμμή Μετρές Τεπέ - Κοβαλίτσα - Καρσάκ, για κάλυψη του Εσκή Σεχήρ από
την κατεύθυνση Προύσας.
(2) ΙΙΙ Ομάδα (4η, 24η, 41η Μεραρχίες και 1η Μεραρχία Ιππικού) στη γραμμή
Καρλίκ-Γιαλιτζέ Νταγ-Κοτζά Νταγ (όχι) για κάλυψη της Κιουτάχειας.
(3) IV Ομάδα (5η, 7η, 8η Μεραρχίες και 2η Μεραρχία Ιππικού) στη γραμμή Κοτζά
Νταγ (ναι)-Ακτσάλ Νταγ-Νασούτ Τσαλ (ύψ. 1.799) για κάλυψη του τομέα αμέσως νότια και
νοτιοανατολικά της Κιουτάχειας.
(4) ΧΙΙ Ομάδα (57η Μεραρχία, Μεραρχία Συγκροτήματος και 4η Ταξιαρχία
Ιππικού) στην τοποθεσία Μπαλ Μαχμούτ, για κάλυψη του Αφιόν Καραχισάρ. Αργότερα, η
Ομάδα αυτή μετακινήθηκε προς Βορρά, κατέλαβε τη γραμμή Αϊραντζίκ-υψώματα
Καραμπουγιού Ρουκλού Νταγ.
(5) Επιπλέον, η 6η Μεραρχία ήταν αναπτυγμένη από το αριστερό της Μεραρχίας
Συγκροτήματος μέχρι την περιοχή Αϊδινίου, κατά μήκος της κοιλάδας του Μαίανδρου και η
15η Μεραρχία και 14η Μεραρχία Ιππικού στην περιοχή νοτιοδυτικά του Δορυλαίου. Το Σώμα
Στρατού Συγκροτήματος, που περιλάμβανε τη 17η Μεραρχία και μερικά ανεξάρτητα
αποσπάσματα, ήταν αναπτυγμένο στην περιοχή νότια της Νικομήδειας μέχρι το Σαγγάριο
ποταμό.

β. Ελλήνων

Για την εκτέλεση των επιχειρήσεων η Στρατιά συγκρότησε δύο τμήματα :


(1) Το Νότιο τμήμα Στρατιάς, που συγκεντρώθηκε στην περιοχή Ουσάκ, γενικά,
και περιλάμβανε :
(α) Το Α΄ Σώμα Στρατού (Ι και ΙΙ Μεραρχίες).
(β) Το Β΄ Σώμα Στρατού (V και ΧΙΙΙ Μεραρχίες).
(γ) Το Νότιο Συγκρότημα Μεραρχιών (ΙV και ΧΙΙ Μεραρχίες)
(δ) Το Μικτό Απόσπασμα ΙΧ Μεραρχίας (5 ΤΠ και ΜΟΠ) που προσκολλήθηκαν
σε αυτό η Ταξιαρχία Ιππικού, το Σύνταγμα βαρέος Πυροβολικού, οι Β΄ και Δ΄ Μοίρες
Αεροπλάνων, Τάγμα Μηχανικού, Λόχος Γεφυροποιών και Τάγμα Σιδηροδρόμων.
(2) Το Βόρειο Τμήμα Στρατιάς, που συγκεντρώθηκε στην περιοχή Προύσας,
γενικά, και περιλάμβανε :
(α) Το Γ΄ Σώμα Στρατού (VII και Χ Μεραρχίες).
(β) Το Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών (ΙΙΙ και ΧΙ Μεραρχίες).
(3) Η Στρατιά θα είχε κάτω από την άμεση διοίκησή της το Νότιο Τμήμα Στρατιάς,
ενώ τη διοίκηση του Βόρειου Τμήματος θα αναλάμβανε ο Διοικητής του Γ΄ ΣΣ.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Τούρκων

΄Αμυνα αρχικά για κάλυψη ζωτικών περιοχών Εσκή Σεχήρ, Κιουτάχειας και Αφιόν
Καραχισάρ και ταυτόχρονα εκτέλεση καταδρομικών ενεργειών, στα μετόπισθεν της Ελληνικής
Στρατιάς. Στη συνέχεια, μετά τη συγκέντρωση ανάλογων δυνάμεων, επίθεση για την
καταστροφή της. Για το σκοπό αυτό, η Τουρκική Διοίκηση οργάνωσε αμυντικές τοποθεσίες
και καθόρισε αποστολές, όπως παρακάτω :
(1) Στην Ι Ομάδα Μεραρχιών (Βόρειο Μέτωπο), την απόφραξη των οδεύσεων
που οδηγούν από την περιοχή Προύσας προς Εσκή Σεχήρ, με αμυντική εγκατάσταση στην
τοποθεσία Σεϋγκούντ Αβγκίν-Κοβαλίτσα.
(2) Στην ΙΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (Κεντρικό Μέτωπο), την απόφραξη των οδεύσεων
από τις περιοχές Προύσας-Αδρανός-Ταουσανλή, με αμυντική εγκατάσταση στη γενική
τοποθεσία Καρλίκ-Γιαλιντζέ Νταγ-Καμπάκ Ντεντέ-Κοτσάκ (όχι), με επέκταση του δεξιού της
βορειοδυτικά της Κιουτάχειας και μέχρι το αριστερό της Ιης Ομάδας.
(3) Στην ΙV Ομάδα Μεραρχιών (Νότιο Μέτωπο), την απόφραξη των οδεύσεων
από την περιοχή Ουσάκ προς Κιουτάχεια, με αμυντική εγκατάσταση στη γενική τοποθεσία
Κοτσάκ (ναι) - Ακ Τσάλ-Ντερμελή Νταγ-Χασάν Τσαλ, σε σύνδεσμο με την ΙΙΙ Ομάδα.
(4) Στη ΧΙΙ Ομάδα Μεραρχιών, αμυντική εγκατάσταση στο ορεινό συγκρότημα
Μπαλ Μαχμούτ, για την κάλυψη του Αφιόν Καραχισάρ από δυτικά και νότια.
β. Ελλήνων

Ο γενικός σκοπός του σχεδίου της Στρατιάς ήταν η συντριβή των τουρκικών
δυνάμεων, με υπερκέραση του αμυνόμενου τουρκικού στρατού στην περιοχή Κιουτάχειας και
από τα δύο πλευρά, και την αποκοπή της υποχωρήσεώς του, καθώς και την κατάληψη του
Δορυλαίου, κύριου κέντρου ανεφοδιασμού των Τούρκων. Για το σκοπό αυτό, δόθηκαν οι
παρακάτω γενικές αποστολές :
(1) Το Νότιο Συγκρότημα Μεραρχιών, να καταλάβει το Μπάλ Μαχμούτ, τον κόμβο
Αφιόν Καραχισάρ και ανατολικότερα αυτού, με επιδίωξη την αποκοπή της υποχωρήσεως των
Τούρκων ανατολικά.
(2) Τα Α΄ και Β΄ ΣΣ, αφού κινηθούν αρχικά ανατολικά και μετά βόρεια, να
προσβάλλουν την τοποθεσία Νότια της Κιουτάχειας (Ελμανλή Ντάγ-Ακτσάλ Νταγ) και να
αποκόψουν την υποχώρηση των Τούρκων προς Σεϊντή Γαζή - Αλπήκιοϊ.
(3) Το απόσπασμα της ΙΧ Μεραρχίας, κινούμενο στην οδό Ουσάκ Κιουτάχειας, να
επιτεθεί κατά μέτωπο στον αντίπαλο που βρισκόταν μπροστά του.
(4) Το Γ΄ ΣΣ, αφού προελάσει μέσω του Ολύμπου της Μυσίας και της κοιλάδας
του Αδρανού ποταμού, να επιτεθεί κατά της δεξιάς πτέρυγας του μετώπου της Κιουτάχειας,
από Αρσανλή μέχρι Ακ Τεπέ, με επιδίωξη την κύκλωση του εχθρού από Βορρά και την
αποκοπή της υποχωρήσεώς του προς Δορύλαιο.
(5) Τέλος, το Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, αφού προελάσει με κατεύθυνση το
Δορύλαιο, να απασχολεί έντονα τον αντίπαλο.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Βάσει των αναφερόμενων σχεδίων και αποστολών, οι επιχειρήσεις της Στρατιάς


εξελίχθηκαν όπως παρακάτω :
(1) Στο Βόρειο Τομέα το Γ΄ΣΣ, στις 2 και 3 Ιουλίου, επιτέθηκε στην κατεύθυνσή
του εναντίον του τουρκικού μετώπου και μετά από διήμερο αγώνα ανάγκασε τους Τούρκους
σε υποχώρηση, αφού συνέλαβε αιχμαλώτους και κυρίευσε κάθε είδους υλικό. Στις 4 Ιουλίου,
με τη σύμπραξη και του Αποσπάσματος της ΙΧ Μεραρχίας, κατέλαβε την Κιουτάχεια και
καταδίωξε τον εχθρό προς το Εσκή Σεχήρ, το οποίο κατέλαβε στις 6 Ιουλίου. Στο μεταξύ, το
Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, έφθασε στο Νασίφ Πασά - Μπελετζίκ και απασχόλησε τους
αντιπάλους.
(2) Το Νότιο Συγγκρότημα Μεραρχιών, μετά από σύντομο αγώνα, κατέλαβε το
Αφιόν Καραχισάρ στις 30 Ιουνίου και απώθησε τους Τούρκους ανατολικά.
(3) Το Β΄ ΣΣ εξόρμησε στις 29 Ιουνίου και στις 2 Ιουλίου προσέβαλε το Ακτσάλ
Νταγ και το Ελμανλή Νταγ με τη ΧΙΙΙ και V Μεραρχίες, αντίστοιχα. Λόγω του δύσβατου του
εδάφους και της διστακτικότητας που επέδειξε η ΧΙΙΙ Μεραρχία, δεν μπόρεσε να καταλάβει
τον ΑΝΣΚ της και έτσι, οι Τούρκοι μετέφεραν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών τους έναντι
της V Μεραρχίας, η οποία αγωνίσθηκε αποτελεσματικά στο Τσαούς Τσιφλίκ και κατόρθωσε
να συγκρατήσει τις συνεχείς τουρκικές επιθέσεις.
(4) Το Α΄ ΣΣ κατέλαβε την 1η Ιουλίου, μετά από αγώνα το Καραμπουγιού Νταγ με
την Ι Μεραρχία και το Ρουκλού Νταγ με τη ΙΙ. Στις 2 και 3 Ιουλίου, η Ι Μεραρχία
υποστηριζόμενη και από τη ΙΙ, κατέλαβε μετά από σκληρό αγώνα το Νασούχ Τσαλ (ύψ.
1.799) και στη συνέχεια με απόσπασμά της βοήθησε την V Μεραρχία (του Β΄ ΣΣ) για την
εκδίωξη του εχθρού από την τοποθεσία Τσαούς Τσιφλίκ και τη σύμπτυξή του προς Σεϊντή
Γαζή. Στη σύμπτυξη αυτή των Τούρκων, συνετέλεσε και η ταυτόχρονη ανατροπή, από το Γ΄
ΣΣ, της δεξιάς τουρκικής πτέρυγας και έτσι απειλήθηκε η κύκλωση του εχθρού από Βορρά.

β. Στις 4 Ιουλίου η Στρατιά, είχε την εντύπωση ότι ο όγκος του τουρκικού στρατού
βρισκόταν ακόμα στην περιοχή Κιουτάχειας και διέταξε τη συνέχιση της επιθέσεως προς
Βορά των Α΄ και Β΄ ΣΣ, με εναλλαγή των θέσεών τους, με διασταύρωση και την υπαγωγή της
ΧΙΙ Μεραρχίας του ΝΣΜ στο Α΄ΣΣ. Με βάση αυτά, ορίσθηκε γενική κατεύθυνση, του μεν Α΄
ΣΣ αμέσως ανατολικά της Κιουτάχειας και δυτικά του Δορυλαίου, του δε Β΄ ΣΣ, που
αποτελούσε πλέον το δεξιό της Στρατιάς, προς Ακ Ιν όπου μετά του Μικτού Αποσπάσματος
ΧΙΙης Μεραρχίας (ΣΠ και ΜΟΠ) και Ταξιαρχίας Ιππικού, που βρισκόταν εκεί από το
προηγούμενο βράδυ να επιδιώξει την αποκοπή υποχωρήσεως του εχθρού προς ΄Αγκυρα.
Κατά την εξέλιξη όμως της ενέργειας αυτής, το Μικτό Απόσπασμα και η Ταξιαρχία Ιππικού
δέχθηκαν ισχυρή επίθεση στο Ουτς Σεράι από τουρκικές δυνάμεις και εξαναγκάσθηκαν να
υποχωρήσουν προς Λατιφιέ.

γ. Η αλλαγή και διασταύρωση των κατευθύνσεων των Α΄ και Β΄ ΣΣ (Σχεδ. 37)


καθυστέρησε την όλη ενέργεια και έδωσε χρόνο στον εχθρό, όχι μόνο να αποφύγει την
κύκλωση και να συμπτυχθεί κανονικά, αλλά και να προπαρασκευάσει και να εκτελέσει στις 8
Ιουλίου επιθετική επιστροφή με ισχυρές δυνάμεις. Λόγω της μεγάλης αποστάσεως που είχε
εγκατασταθεί η Στρατιά (Κιουτάχεια) και χωρίς πληροφορίες, δεν προέβλεψε τη δυνατότητα
ανασυντάξεως των Τούρκων και την ανάληψη από αυτούς ευρείας αντεπιθέσεως. Το βράδυ
της 7ης Ιουλίου μόνο, έδωσε εντολή στο Α΄ ΣΣ, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την
αποκοπή υποχωρήσεως των τουρκικών δυνάμεων ανατολικά του Σεϊντή Γαζή. Κατά την
επιθετική αυτή επιστροφή έγινε η σπουδαιότερη στη Μικρά Ασία μάχη, που ονομάσθηκε
«Μάχη Δορυλαίου», γιατί έλαβαν μέρος στη μάχη αυτή το σύνολο σχεδόν των αντίπαλων
δυνάμεων και σε πεδίο μάχης σχεδόν πεδινό.

δ. Η Τουρκική Διοίκηση, αφού κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της ανατολικά


του Δορυλαίου και υπολογίζοντας στην καταπόνηση και φθορά της Ελληνικής Στρατιάς από
τους πολυήμερους σκληρούς αγώνες, καθώς και στις φυσιολογικές ελλείψεις της λόγω της
μεγάλης απομακρύνσεώς της από τα κέντρα ανεφοδιασμού της (200 χιλιόμετρα περίπου),
αποφασίζει να αντεπιτεθεί. Γι΄αυτόν το λόγο, αφού ανατρέψει τις ελληνικές δυνάμεις από
Σεϊντή Γαζή μέχρι Ακ Μπουνάρ, αποφασίζει να αποκόψει τις συγκοινωνίες τους προς
νοτιοδυτικά. Συγχρόνως με ενέργεια βόρεια από Μποζ Νταγ, θα προσπαθούσε να αποκόψει
τις συγκοινωνίες προς Δορύλαιο, ενώ ο ελληνικός στρατός θα ήταν απασχολημένος κατά
μέτωπο. Ο Διοικητής του Δυτικού Μετώπου διέταξε το απόγευμα της 6ης Ιουλίου, ο
τουρκικός στρατός να αντεπιτεθεί από τις 8 Ιουλίου στη γενική τοποθεσία Μποζ Νταγ - Γκιούκ
Ντερέ - Σουλτανιέ - Ταχταλή Μπαμπά - Σαρή Μπαμπά - Σεϊντή Γαζή. Στην V Ομάδα
Μεραρχιών έδωσε αποστολή να κινηθεί κατά την κατεύθυνση Ντουγκέρ και να επιτεθεί μέσω
Αλτουντάς κατά της ανεφοδιαστικής γραμμής της Ελληνικής Στρατιάς. Για την υλοποίηση
των διαταγών αυτών, έγιναν οι απαραίτητες τουρκικές μετακινήσεις και το απόγευμα της 7ης
Ιουλίου, η διάταξη των αντιπάλων παρουσιάζεται ως εξής :
(1) Ελληνικές Δυνάμεις
(α) Στρατηγείο Στρατιάς στην Κιουτάχεια.
(β) Γ΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Δορύλαιο, VΙΙ Μεραρχία στα υψώματα
βόρεια του Δορυλαίου, Χ Μεραρχία μεταξύ ρέματος Σουλτάν Ντερέ και Σουλτανιέ και
απόσπασμα ΙΧ Μεραρχίας στην περιοχή Μουλά Ογλού (20 χλμ. νοτιοδυτικά Δορυλαίου).
(γ) Α΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Ουλού Τσαΐρ, Ι Μεραρχία στα υψώματα
αμέσως νότια Δορυλαίου, ΙΙ Μεραρχία στην περιοχή Ασαγκή Τσαγκλάν Σουπ Εϋρέν, ΧΙΙ
Μεραρχια στην περιοχή Ασαγκή Αϊλιτζέ και Ταξιαρχία Ιππικού στην περιοχή Καρά Σεχήρ.
(δ) Β΄ ΣΣ, Σταθμός Διοικήσεως στο Ακ Ιν, V Μεραρχία στα υψώματα
Φουντουτζάκ - Σεΐχ Εντ Ντιν Τεκέ, βορειοανατολικά Σεϊντή Γαζή - βόρεια Κενσελάρ.
(ε) Βόρειο Συγκρότημα Μεραρχιών, με την ΙΙΙ Μεραρχία στην περιοχή Μποζ
Εγιούκ και την ΧΙ Μεραρχία βορειοανατολικά Παζαρτζίκ.
(στ) Η ΙΧ Μεραρχία στην περιοχή Αφιόν Καραχισάρ, για κάλυψη της Στρατιάς
από το Νότο.
(2) Τουρκικές Δυνάμεις
(α) Στρατηγείο Δυτικού Μετώπου στο Καρά Τοκάτ.
(β) Ι Ομάδα Μεραρχιών (1η Μεραρχία Πεζικού, 1η Μεραρχία Ιππικού) στη
γραμμή Μποζ Νταγ-Γκιούκ Ντερέ-Πουρσάκ ποταμός).
(γ) ΙΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (15, 24, 41 Μεραρχίες) από ανατολικά Σεβίς Κιόι
μέχρι ανατολικά Γκεϋμπέκ Κιόι.
(δ) IV Ομάδα Μεραρχιών (23, 5, 4, 61 Μεραρχίες) από ανατολικά Γκεϋμπέκ
Κιόι μέχρι τα υψώματα Ταχταλή Μπαμπά και Σαρή Μπαμπά.
(ε) ΧΙΙ Ομάδα Μεραρχιών (8, 11, 57 Μεραρχίες Πεζικού, 2η Μεραρχία Ιππικού
και 4η Ταξιαρχία Ιππικού) από νότια των υψωμάτων Σαρή Μπαμπά μέχρι νοτιοοανατολικά
Σεϊντή Γαζή.
(στ) V Ομάδα Μεραρχιών (3η και 14η Μεραρχίες Ιππικού), που συγκροτήθηκαν
με απόσπαση Μεραρχιών από άλλες Ομάδες, κάλυπτε το άκρο αριστερό της τουρκικής
διατάξεως από Σεϊντή Γαζή και νότια.
(ζ) Οι δύο Μεραρχίες (7η και 3η Καυκάσου), εφεδρεία στο Καρά Τοκάτ.
΄Ετσι, το σύνολο των τουρκικών δυνάμεων από Δορύλαιο μέχρι Σεϊντή Γαζή ανερχόταν
σε 13 Μεραρχίες Πεζικού (9 σε πρώτη γραμμή και 4 σε δεύτερη) και σε 4 Μεραρχίες και 1
Ταξιαρχία Ιππικού, συγκροτημένες σε πέντε Ομάδες Μεραρχιών.

ε. Αποστολές Τουρκικών Δυνάμεων (Σχεδ. 38)

(1) Η Ι Ομάδα θα ενεργούσε επίθεση με κατεύθυνση Μουταλίπ-Δορύλαιο εναντίον


του πλευρού των ελληνικών δυνάμεων, που θα ενεργούσαν κατά της ΙΙΙ Ομάδας.
(2) Η ΙΙΙ Ομάδα θα αμυνόταν στο μέτωπό της και θα συμμετείχε, εάν ήταν ανάγκη
στην επίθεση της ΙV Ομάδας με την αριστερή της πτέρυγα.
(3) Η ΙV Ομάδα θα ενεργούσε για κατάληψη της τοποθεσίας Ασαγκή Τσαγκλάν-
Σουπ Εϋρέν.
(4) Η ΧΙΙ Ομάδα θα διατηρούσε την αριστερή (νότια) τουρκική πτέρυγα στη
γραμμή Σαρή Μπαμπά - Κιζίλ Τεπέ.

(5) Η V Ομάδα θα ενεργούσε εναντίον των νώτων της δεξιάς ελληνικής πτέρυγας,
που θα βάδιζε εναντίον Σεϊντή Γαζή.

στ. Επιχειρήσεις της 8ης Ιουλίου

(1) Το Γ΄ ΣΣ, ενώ προωθούσε τις δυνάμεις του από τις πρωινές ώρες, δέχθηκε
επίθεση το μεσημέρι από την Ι και ΙΙΙ Ομάδες Μεραρχιών. Από τις 1430 ο αγώνας
γενικεύθηκε σε όλο το μέτωπο του Σώματος Στρατού, ενώ μετακλήθηκε επειγόντως το
Απόσπασμα της ΙΧ Μεραρχίας το οποίο τέθηκε κάτω από τις διαταγές της VΙΙ Μεραρχίας.
Ταυτόχρονα, λόγω της κρισιμότητας της καταστάσεως για ανακατάληψη του Δορυλαίου, το Γ΄
ΣΣ διέταξε την ΙΙΙ Μεραρχία, που πορευόταν προς Ιν Εϋνού, να σπεύσει προς Δορύλαιο και
την Ταξιαρχία Ιππικού να απειλήσει το πλευρό των επιτιθεμένων εναντίον της Χ Μεραρχίας
τουρκικών δυνάμεων. ΄Ολη τη διάρκεια της ημέρας, από τις Μονάδες του Γ΄ ΣΣ, γινόταν
σκληρός αγώνας, με αποτέλεσμα όχι μόνο να αποκρούσει την τουρκική επίθεση, αλλά να
ενεργήσει αντεπίθεση και να καταλάβει την τοποθεσία Μποζ Νταγ - Γκιουρούκ Καρατζά
Βεράν που βρίσκεται σε βάθος 8-10 χιλιομέτρων ανατολικά του Δορυλαίου.
(2) Το Α΄ ΣΣ κινούμενο ανατολικά για να αποκόψει την υποχώρηση των Τούρκων,
έφθασε στις 1145 περίπου στο Σουπ Εϋρέν (Ι Μεραρχία). Οι επιχειρήσεις εξελίχθηκαν ως
εξής :
(α) Ο Διοικητής της Ι Μεραρχίας, αφού πληροφορήθηκε ότι ισχυρές τουρκικές
φάλαγγες κινούνταν ανατολικά του Ντερμπέντ με κατεύθυνση προς Ακ Μπουνάρ, πήρε την
απόφαση, με δική του πρωτοβουλία, να αντεπιτεθεί κατά των Τούρκων, οι οποίοι
αιφνιδιάσθηκαν, ανατράπηκαν και άρχισαν να υποχωρούν με αταξία. Η Μεραρχία
εγκαταστάθηκε στα ορεινά συγκροτήματα Ντερμπέντ και Καραμπαζάρ, αφού προηγουμένως
συνέλαβε 1.000 περίπου αιχμαλώτους.
(β) Η ΙΙ Μεραρχία κατά την κίνησή της προς Ακ Μπουνάρ, στις 1130,
τουρκικές φάλαγγες πρόσκρουσαν στο δεξιό της διατάξεώς της και άρχισαν την επίθεση που
επεκτάθηκε σε όλη τη διάταξή της. Τα τμήματα της Μεραρχίας αφού αρχικά απέκρουσαν την
τουρκική επίθεση, αντεπιτέθηκαν από τις 1330 και αφού απώθησαν τους Τούρκους στο
αριστερό σε μεγάλο βάθος, απείλησαν μάλιστα τις εναντίον της Χ Μεραρχίας επιτιθέμενες
τουρκικές δυνάμεις τις οποίες ανάγκασαν σε υποχώρηση. Από τις απογευματινές ώρες
άρχισε να καταδιώκει τους Τούρκους και έφθασε με το τελευταίο φως ανατολικά Ακ
Μπουνάρ, όπου και διανυκτέρευσε.
(γ) Μεταξύ Ι και ΙΙ Μεραρχίας, μπήκε στον αγώνα η Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία
κατόπιν επελάσεως μέσα στην τουρκική διάταξη, διέλυσε αυτή με σημαντικές για τους
Τούρκους απώλειες. Τελικά, το βράδυ συγκεντρώθηκε βόρεια Ακ Μπουνάρ, όπου και
διανυκτέρευσε.

(δ) Η ΧΙΙ Μεραρχία κινούμενη προς Κιβτζούκ-Ντερμπέντ, πήρε με την


εμπροσθοφυλακή της επαφή με τον εχθρό στις 1300 στο Κιβτζούκ. Λίγο αργότερα,
προσέκρουσε στην κορυφογραμμή βορειοδυτικά Αλπανός, που αποτελούσε την κύρια
τουρκική τοποθεσία. Στις 1600 η Μεραρχία επιτέθηκε κατά του μετώπου και του πλευρού
του εχθρού και μέσα σε δύο ώρες κατέλαβε τα υψώματα Ταχταλή Μπαμπά και έτσι απέκοψε
το σύνδεσμο μεταξύ ΙV και ΧΙΙ Τουρκικών Ομάδων Μεραρχιών.
Οι Μεραρχίες του Α΄ ΣΣ στις 8 Ιουλίου δέχθηκαν την κύρια προσπάθεια της τουρκικής
επιθέσεως, που εκτοξεύθηκε από την ΙV και μέρος της ΙΙΙ Ομάδων Μεραρχιών. Η Διοίκηση
του Α΄ ΣΣ που βρισκόταν στο Ουλού Τσαΐρ, μακριά από το πεδίο της μάχης, όταν
πληροφορήθηκε το μεσημέρι τα γεγονότα και, ενώ ο αγώνας βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη,
έκρινε σκοπιμότερο να μην επεμβεί στον αγώνα και να αφήσει τη διεξαγωγή του κάτω από
την άμεση διοίκηση των Μεραρχιών. Πραγματικά, όλες οι Μεραρχίες επιτέθηκαν με επιτυχία,
και χάρη στην πρωτοβουλία των Μεράρχων, ιδιαίτερα της Ι Μεραρχίας, επιτεύχθηκε η
περιφανής νίκη της 8ης Ιουλίου.
(3) Το Β΄ ΣΣ κινήθηκε από το πρωί με πρόθεση να καταλάβει την τοποθεσία
Ακτσαλή - Χαμιντιέ. Η εξέλιξη είχε ως εξής:
(α) H V Μεραρχία κατά τις 1100, ενώ διερχόταν από το χωριό Αϊβαλή, δέχθηκε
πυρά από τα υψώματα Κιζίλ Τεπε. Επακολούθησε αγώνας μεχρι τις 1400, οπότε οι Τούρκοι
ανατράπηκαν και υποχώρησαν προς την πεδιάδα και έτσι ολοκληρώθηκε η κατάληψη του
Κιζίλ Τεπέ όπου και εγκαταστάθηκε.
(β) Η ΧΙΙΙ Μεραρχία (πλην του Αποσπάσματος 5/42 Ευζώνων που
ενεργούσε υπερκερωτικά προς Χαμιντιέ) κινήθηκε μέσω της στενωπού Σεϊντή Γαζή με γενική
κατεύθυνση προς Χαμιντιέ. Μόλις βγήκε από τη στενωπό, δέχθηκε πυρά από την ψηλή
κορυφογραμμή βορειοανατολικά Σεϊντή Γαζή, στην οποία είχε εγκατασταθεί ισχυρή τουρκική
δύναμη. Επακολούθησε αγώνας που διήρκεσε μέχρι τις 1100, οπότε η Μεραρχία κατέλαβε
την τοποθεσία. Από τις 1130 καταφθάνουν στο πεδίο της μάχης διαδοχικά ισχυρές τουρκικές
δυνάμεις που εκτοξεύουν συνεχείς επιθέσεις, πλην όμως η Μεραρχία αντιστέκεται
αποτελεσματικά και διατηρεί τις θέσεις της. Από τις 1800 η Μεραρχία αναλαμβάνει
αντεπίθεση κατά του αριστερού πλευρού των Τούρκων, πέτυχε την ανατροπή και
υποχώρησή τους και τον κλονισμό των υπολοίπων τουρκικών δυνάμεων που βρίσκονταν
στην τοποθεσία και τους καταδιώκει μέχρι το τελευταίο φως ανατολικά από το χωριό Ουριάν
Μπαμπά Τεκέ. Στο μεταξύ, το Απόσπασμα 5/42 ΣΕ, αφού αρχικά βοήθησε τη Μεραρχία για
την κατάληψη της κορυφογραμμής, συνέχισε την προέλασή του και κατέλαβε μετά από
αγώνα το Μαλιάμπαση Τεπέ και το Ντουζ Τεπέ, αφού δέχθηκε νυκτερινή επίθεση την οποία
απέκρουσε. Τη νύκτα η ΧΙΙΙ Μεραρχία στάθμευσε βορειοανατολικά της τοποθεσίας Σεϊντή
Γαζή - Αβντάν και το Απόσπασμα βόρεια Μαλιάμπαση Τεπέ.
(4) Η γενική τουρκική επίθεση που εκτοξεύθηκε στις 8 Ιουλίου, με τη διάθεση
όλων των εφεδρειών που υπήρχαν, όχι μόνο δεν είχε καμιά επιτυχία, αλλά, αντίθετα, είχε
κατάληξη την περιφανή νίκη του ελληνικού στρατού. Οι τεράστιες απώλειες που
σημειώθηκαν στις ΙΙΙ και ΙV Ομάδες Μεραρχιών και ο κλονισμός του ηθικού τους,
εξανάγκασαν την τουρκική ηγεσία να διακόψει τον αγώνα και να διατάξει τη γενική
υποχώρηση σε βάθος 300 περίπου χιλιομέτρων, μέχρι και πέρα του Σαγγαρίου, με ΑΝΣΚ την
εγκατάσταση σε ισχυρή αμυντική τοποθεσία, που να καλύπτει ευρύτερα την ΄Αγκυρα.
Παρ΄όλα αυτά όμως, παραμένει γεγονός ότι η τουρκική αντεπίθεση δεν είχε προβλεφθεί και
αιφνιδίασε τη Διοίκηση της Ελληνικής Στρατιάς. Αυτή είχε έδρα την Κιουτάχεια, σε απόσταση
100 χιλιομέτρων από το πεδίο της μάχης, και μόλις το μεσημέρι της 8ης Ιουλίου
πληροφορήθηκε για την αντεπίθεση. Για το λόγο αυτό η Στρατιά δεν έκανε καμιά επέμβαση
στον αγώνα και έτσι ο εχθρός μπόρεσε να υποχωρήσει, χωρίς να οργανωθεί και να
συντονισθεί η καταδίωξή του.
Η διεύθυνση και εκτέλεση του αγώνα ήταν έργο αποκλειστικά των Διοικητών των
Μεραρχιών, οι οποίοι ανέπτυξαν για το σκοπό αυτό ανάλογη πρωτοβουλία. Η Στρατιά
πληροφορήθηκε επακριβώς τα συμβάντα τα μεσάνυχτα και στις 0400 της 9ης Ιουλίου
εξέδωσε διαταγή επιχειρήσεων για την ημέρα αυτή, βάσει της οποίας :
(α) Το Γ΄ ΣΣ θα καταδίωκε τον εχθρό προς τη γενική κατεύθυνση των Ερειπίων
Μινταίων.
(β) Το Α΄ ΣΣ θα ενεργούσε στη ζώνη Ερείπια Μινταίων - Γκεϋμπέκ Κιόι
Αϊβαλή.
(γ) Το Β΄ ΣΣ θα ενεργούσε με γενική κατεύθυνση Χαμιντιέ-Κισμέτ Τεπέ,
καλυπτόμενο δεξιά με Απόσπασμα, για υπερκέραση και αποκοπή του άκρου αριστερού του
εχθρού.
(5) Για να εκτελεσθούν τα αναφερόμενα παραπάνω, έγιναν στις 9 Ιουλίου, τα εξής
:
(α) Το Γ΄ΣΣ κινήθηκε σε βάθος 25 περίπου χιλιομέτρων και συνάντησε μερικά
ελαφρά τουρκικά τμήματα. Τελικά, έφθασε στη γενική τοποθεσία Ντεντέ Τεπέ Ερείπια
Μινταίων-Γιακά Καγιά - Σιντικλή Καγιά.
(β) Το Α΄ ΣΣ κινήθηκε σε βάθος 30 περίπου χιλιομέτρων και έφθασε τελικά
στη γενική τοποθεσία Λουφτιέ - Χαμιντιέ.
(γ) Το Β΄ ΣΣ κινήθηκε προς τη γενική κατεύθυνση του Αλπήκιοϊ και έφθασε το
απόγευμα στην τοποθεσία Γενή Κιόϊ - Ντουζ Τεπέ.
Την επομένη (10 Ιουλίου), αφού η Στρατιά προώθησε κατά τι τη διάταξή της, χωρίς να
συναντήσει τον εχθρό, σταμάτησε κάθε κίνηση, για να ανασυγκροτηθούν οι Μεραρχίες, να
οργανώσουν τον ανεφοδιασμό τους και να αναπαυθούν.

6. Αποτελέσματα

α. Οι επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού μέχρι τον Ιούλιο, απέβλεπαν στον εγκλωβισμό
των τουρκικών δυνάμεων και την αιχμαλωσία τους. Πλην όμως οι αγώνες του Ελληνικού
Στρατού δεν εξασφάλισαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Γιατί, ναι μεν πέτυχε να
καταλάβει το Δορύλαιο, την Κιουτάχεια και το Αφιόν Καραχισάρ, όπως είχαν εξαγγείλει οι
΄Ελληνες υπουργοί, όταν έφθασαν στη Μ.Ασία, δεν κατόρθωσε όμως να συντρίψει τον
εχθρό, ο οποίος ξέφυγε από τον κλοιό και συμπτύχθηκε με απόλυτη τάξη, με αποτέλεσμα
μετά από λίγο καιρό, ο Ελληνικός Στρατός να βρεθεί αντιμέτωπος με τις τουρκικές δυνάμεις
σε βάθος 300 περίπου χλμ., μέχρι και πέρα του Σαγγαρίου.

β. Οι απώλειες του Ελληνικού Στρατού κατά τις επιχειρήσεις Ιουνίου-Ιουλίου 1921,


έφθασαν σε 8.073, από τους οποίους 75 αξιωματικοί νεκροί και 218 τραυματίες, 1.416
οπλίτες νεκροί και 6.246 τραυματίες και 118 αγνοούμενοι.

γ. Οι απώλειες των τουρκικών δυνάμεων είναι άγνωστες.


7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η εναλλαγή και διασταύρωση των κατευθύνσεων των Α΄ και Β΄ ΣΣ που διατάχθηκε


στις 4 Ιουλίου, θα πρέπει να χαρακτηρισθεί, μάλλον, ατυχής ενέργεια, γιατί τα τμήματα αυτά
δεν ήταν μικρά, αλλά ολόκληρα Σώματα Στρατού. Η ενέργεια αυτή και καθυστέρηση σοβαρή
επέφερε στην αποτελεσματική διεξαγωγή της μάχης, αλλά και τον απαιτούμενο χρόνο έδωσε
στους Τούρκους να υποχωρήσουν κανονικά να ανασυνταχθούν και να αναλάβουν στη
συνέχεια ισχυρή αντεπίθεση. Παρόμοιες ενέργειες και μάλιστα στο επίπεδο του κλιμακίου
Σώματος Στρατού, επιβάλλεται να αποφεύγονται, γιατί το κλιμάκιο τούτο πρέπει να έχει
καθορισμένες από πρώτα αποστολές και ευρύτητα στους ΑΝΣΚ, ώστε να μπορεί να
σχεδιάζει με άνεση χρόνου και με προοπτική σε βάθος, αλλά και για να παρέχει έγκαιρη
ενημέρωση στους υφιστάμενους Σχηματισμούς του.
β. Η Διοίκηση της Ελληνικής Στρατιάς βρισκόταν μακριά από το πεδίο της μάχης - 100
χλμ. περίπου, στην Κιουτάχεια - χωρίς να έχει και τα απαραίτητα μέσα για τη συγκέντρωση
και την ταχεία διαβίβαση των πληροφοριών για τον εχθρό. Αγνοούσε τόσο την κατάσταση
στην οποία αυτός βρισκόταν, όσο και τις δυνατότητες αντιδράσεώς του, με αποτέλεσμα να
αιφνιδιασθεί πλήρως από την τουρκική αντεπίθεση της 8ης Ιουλίου.

γ. Η μάχη διευθύνθηκε ουσιαστικά από τους Διοικητές των Μεραρχιών, οι οποίοι


ενεργούσαν αυτόβουλα και χωρίς ενιαίο σκοπό. Ειδικά, η Διοίκηση του Α΄ ΣΣ, μέχρι τις
απογευματινές ώρες της 8ης Ιουλίου δε γνώριζε τίποτα για την τουρκική αντεπίθεση, με
αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επέμβαση για συντονισμό των προσπαθειών των
Μεραρχιών. ΄Ετσι, οι Τούρκοι, μετά τη συντριπτική αποτυχία τους μπόρεσαν να
συμπτυχθούν ανενόχλητοι.

δ. Η διαταγή της Στρατιάς που εκδόθηκε στις 0400 της 9ης Ιουλίου δεν καθόριζε, όπως
επιβαλλόταν, την απηνή και σύντονη καταδίωξη του ηττημένου και σε κακή κατάσταση
εχθρού που υποχωρούσε, με αποτέλεσμα να ενεργηθεί αυτή από τις Μεραρχίες κατά χλιαρό
και ασυντόνιστο τρόπο. Αυτό, είχε ως συνέπεια, η Τουρκική Διοίκηση να κατορθώσει να
συμπτύξει με ευχέρεια της δυνάμεις της και να τις οδηγήσει με ασφάλεια στις νεες
προβλεπόμενες θέσεις. Επομένως, μετά από κάθε επιτυχή επίθεση θα πρέπει να
αναλαμβάνεται καλά προσχεδιασμένη τολμηρή και συνεχής καταδίωξη του αντιπάλου, με
σκοπό την ολοσχερή καταστροφή του.

ε. Η διακοπή της επαφής με τον εχθρό που διατάχθηκε από τη Στρατιά στις 10 Ιουλίου,
για την ανάπαυση και ανασυγκρότηση των Μονάδων, βοήθησε σε μεγάλο βαθμό την
επιτυχία της τουρκικής συμπτύξεως. Επομένως, η συνεχής τήρηση της επαφής με τον
εχθρό, σε οποιαδήποτε μορφή αγώνα, θα πρέπει να αποτελεί επιδίωξη και συνεχές μέλημα
κάθε Διοικήσεως.

στ. Τέλος, πρέπει να εξαρθεί η ορμητικότητα, η γενναιότητα και η αποφασιστικότητα των


Ελλήνων μαχητών - αξιωματικών και οπλιτών - των Μεραρχιών και Μικτών Αποσπασμάτων,
πραγματικών νικητών της μάχης του Δορυλαίου της 8ης Ιουλίου 1921.

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ

(Απρίλιος 1941)
1. Εισαγωγή

α. Ύστερα από την απρόκλητη ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου, οι ενδείξεις για
άμεση επέμβαση της Βουλγαρίας ήταν συγκεχυμένες, μέχρι το τέλος του 1940. Εξάλλου, η
σαφής δήλωση της Τουρκίας ότι θα αντιμετώπιζε τη Βουλγαρία, αν αυτή ενεργούσε εναντίον
της Ελλάδας και η διαβεβαίωση της Γερμανίας ότι δεν είχε πρόθεση να επιτεθεί εναντίον της,
έδωσαν στην Ελλάδα τη δυνατότητα να μετακινήσει δυνάμεις, από το θέατρο επιχειρήσεων
προς τη Βουλγαρία, στο αλβανικό μέτωπο. Έτσι, στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη είχαν
απομείνει ελάχιστες δυνάμεις, όταν από τον Ιανουάριο του 1941 αντιμετωπιζόταν η
πιθανότητα γερμανικής επιθέσεως.

β. Πράγματι, από το Νοέμβριο του 1940 οι Γερμανοί, αν και εξακολουθούσαν να


παρέχουν διαβεβαιώσεις έναντι της Ελλάδας, είχαν αποφασίσει να επιτεθούν εναντίον της,
αφού είχαν ήδη εξασφαλίσει τη σιωπηρή συγκατάθεση της Ρωσίας. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940
ο Χίτλερ εξέδωσε γενικές οδηγίες, στις οποίες η προβλεπόμενη επίθεση εναντίον της
Ελλάδας για το Μάρτιο αναφέρεται για πρώτη φορά με το συνθηματικό όνομα «ΜΑΡΙΤΑ».
Στις 2 Μαρτίου 1941, η Δωδεκάτη Γερμανική Στρατιά άρχισε να εισέρχεται στο βουλγαρικό
έδαφος και στις 9 Μαρτίου οι εμπροσθοφυλακές των εμπρός Μεραρχιών είχαν φθάσει στα
ελληνοβουλγα-ρικά σύνορα.

γ. Η Ελλάδα δεν ήταν δυνατό να αντισταθεί μόνη της και με επιτυχία εναντίον και
της δεύτερης αυτοκρατορίας. Η βρετανική κυβέρνηση είχε όλη την καλή διάθεση να ενισχύσει
την Ελλάδα δεν είχε όμως τη δυνατότητα. Μετά απ' αυτό στις συσκέψεις της 15ης και 16ης
Ιανουαρίου 1941, στις οποίες έλαβε μέρος και ο Αρχιστράτηγος των βρετανικών δυνάμεων
στη Μέση Ανατολή, Στρατηγός Γουέϊβελ (Wavel), ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως
απέκρουσε τη βρετανική πρόταση αποστολής στην Ελλάδα ανεπαρκών δυνάμεων που δεν
θα πρόσφεραν τίποτα το αξιόλογο στην ελληνική αντίσταση και οπωσδήποτε θα επιτάχυναν
την κάθοδο των Γερμανών και θα επηρέαζαν, ίσως, δυσμενώς τη στάση της Τουρκίας και της
Γιουγκοσλαβίας. Ο Πρωθυπουργός εξάλλου, πήρε την απόφαση να καλέσει τους Βρετανούς
να αποβιβαστούν στην Ελλάδα, μόλις τα γερμανικά στρατεύματα θα εισέρχονταν στη
Βουλγαρία, οπότε οι γερμανικές προθέσεις θα αποκαλύπτονταν οριστικά. Μετά απ' αυτό η
βρετανική συνδρομή περιορίσθηκε στην προστασία με το στόλο και σε ασθενή αεροπορική
βοήθεια. Μετά το θάνατο του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά, ο Αλεξ. Κορυζής που τον
διαδέχθηκε επανέλαβε στις 8 Φεβρουαρίου τη δήλωση προς τη βρετανική κυβέρνηση για την
απόφαση της Ελλάδας να αμυνθεί κατά των Γερμανών και πρότεινε και πάλι να μην
αποσταλούν βρετανικά στρατεύματα στη Μακεδονία, αν οι Γερμανοί δεν εισέρχονταν στη
Βουλγαρία.

δ. Οι ενισχύσεις των Βρετανών μαζί με τις διατιθέμενες ελληνικές δυνάμεις στη


Μακεδονία και τη Θράκη δεν επαρκούσαν για την άμυνα της Ανατολικής Μακεδονίας και
πολύ περισσότερο και της Δυτικής Θράκης. Από στρατιωτικής απόψεως ήταν σκόπιμη η
έγκαιρη εκκένωση της οχυρωμένης τοποθεσίας και η μεταφορά της άμυνας στην
οικονομικότερη και «φύσει οχυρά» τοποθεσία Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας. Η
εγκατάλειψη όμως της Θράκης και του μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας με τη
Θεσσαλονίκη, πέρα από την ψυχολογική πλευρά και τον ηθικό αντίκτυπο στον ελληνικό
πληθυσμό, θα συνδεόταν και με τη στάση της Τουρκίας και της Γιουγκοσλαβίας. Η τελευταία
που επηρέαζε και άμεσα την άμυνα της Ελλάδας δεν αποσαφήνιζε την εξωτερική της
πολιτική. Έτσι, κατ' ανάγκη, τα στρατηγικά σχέδια για την άμυνα του ελληνικού χώρου
θεμελιώθηκαν σε προϋποθέσεις, σχετικά με τη στάση της Γιουγκοσλαβίας ως εξής:

(1) Με τη Γιουγκοσλαβία σύμμαχο της Μεγάλης Βρετανίας και της


Ελλάδας, ο αγώνας έπρεπε να διεξαχθεί επί της οχυρωμένης τοποθεσίας από Κερκίνη
(Μπέλες) μέχρι το Νέστο, γνωστής ως «Γραμμής Μεταξά».

(2) Αν όμως η Γιουγκοσλαβία επέτρεπε τη διέλευση γερμανικών


στρατευμάτων από το έδαφός της, τότε ούτε η γραμμή των οχυρών αλλά ούτε και αυτή του
Καϊμακτσαλάν-Βέρμιο-Αλιάκμονας δεν προσφερόταν ως τοποθεσία αντιστάσεως κατά της
γερμανικής εισβολής.

(3) Η μόνη πλέον καταλληλότερη γραμμή άμυνας ήταν:


Ελληνοαλβανική μεθόριος-Σμόλικας όρος-Αλιάκμονας ποταμός-Όλυμπος, στην οποία είχαν
αρχίσει να εκτελούνται αμυντικά έργα.

ε. Στις 22 Φεβρουαρίου έφθασαν μυστικά στην Αθήνα ο Βρετανός Υπουργός


Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν, ο Αρχηγός του βρετανικού Επιτελείου, Στρατάρχης Ντηλ, ο
Στρατάρχης της αεροπορίας Λόγκμορ και ο Πλοίαρχος Ντίκι, αντιπρόσωπος του Ναυάρχου
Κάνιγγαμ. Σε σύσκεψη που έγινε υπό την προεδρία του Βασιλιά, ο Αρχιστράτηγος Αλ.
Παπάγος δέχθηκε καταρχήν την εκκένωση ολόκληρης της ελληνικής περιοχής ανατολικά του
Αξιού και τη μεταφορά δυνάμεων στην τοποθεσία Βερμίου, στην οποία όμως θα τάσσονταν
και οι βρετανικές ενισχύσεις, εφόσον όμως θα είχε χαθεί και η τελευταία ελπίδα εξόδου της
Γιουγκοσλαβίας στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά την είσοδο όμως των
Γερμανών στη Βουλγαρία, στις 2 Μαρτίου, η εκκένωση της περιοχής αυτής κρίθηκε πλέον
από τον Έλληνα Αρχιστράτηγο ως άκαιρη και ασύμφορη και για τον πρόσθετο λόγο ότι και η
στάση της Γιουσγκοσλαβίας δεν είχε ακόμη αποσαφηνισθεί.

στ. Έτσι, κατά τη διάρκεια αλλεπάλληλων συσκέψεων που έλαβαν χώρα από 2-4
Μαρτίου για την εξέταση της καταστάσεως, ενώ τα γερμανικά στρατεύματα διέσχιζαν τη
Βουλγαρία, το Ελληνικό Επιτελείο πρότεινε να διατεθούν όλες οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις
στην οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη (Μπέλες). Προ της επιμονής όμως των Βρετανών, οι
οποίοι υποστήριζαν την εγκατάλειψη της τοποθεσίας Κερκίνης (Μπέλες) και την κατάληψη
της τοποθεσίας Βερμίου, ο Έλληνας Αρχιστράτηγος υπέβαλε συμβιβαστική πρόταση που
έγινε αποδεκτή από τους Βρετανούς και είχε ως εξής:

(1) Η Δυτική Θράκη θα εκκενωνόταν και θα παρέμεναν σ' αυτή μόνο οι


δυνάμεις των Οχυρών Εχίνου και Νυμφαίας και μερικοί λόχοι Προκαλύψεως.
(2) Οι εξοικονομούμενες ελληνικές δυνάμεις μαζί με εκείνες της
Ανατολικής Μακεδονίας θα κατανέμονταν σε δύο κλιμάκια, προοριζόμενα να αμυνθούν σε
δύο τοποθεσίες:

(α) Στην οχυρωμένη «Γραμμή Μεταξά» τρεις μεραρχίες, μία


ταξιαρχία και οι δυνάμεις των Οχυρών.

(β) Στην τοποθεσία Βερμίου η ΧΙΙ και ΧΧ Μεραρχίες


Πεζικού, η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία και οι βρετανικές δυνάμεις που θα έφταναν στον
Πειραιά και θα προωθούνταν στη συνέχεια στην τοποθεσία αυτήν.

ζ. Η κατάτμηση των ελληνοβρετανικών δυνάμεων σε δύο τοποθεσίες αποτελούσε,


όπως ήταν φυσικό, σοβαρό μειονέκτημα. Οι δυνάμεις αυτές που ήταν ανεπαρκείς για την
αποτελεσματική αντιμετώπιση του εχθρού σε μία τοποθεσία, βρέθηκαν στην ανάγκη, για
γενικότερους πολιτικο-στρατιωτικούς λόγους, να κατατμηθούν σε δύο τοποθεσίες. Ιδιαίτερα,
επισφαλής ήταν η θέση των δυνάμεων του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας
(ΤΣΑΜ) που ήταν εκτεθειμένο στον κίνδυνο της αποκοπής των δυνάμεών, στην περίπτωση
υπερκερωτικής ενέργειας του εχθρού από τα δυτικά.

Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ, προ της διαφαινόμενης γερμανικής επιθέσεως, με έκθεσή


του προς το Γενικό Στρατηγείο, στις 5 Μαρτίου, ζητούσε τη διάθεση σοβαρών ενισχύσεων για
την άμυνα της τοποθεσίας Κερκίνης (Μπέλες) - Νέστος. Μετά από αλλεπάλληλες μελέτες και
ανταλλαγές απόψεων μεταξύ Γενικού Στρατηγείου και ΤΣΑΜ, έγινε τελικά στις 25 Μαρτίου
στη Θεσσαλονίκη σύσκεψη υπό την προεδρία του Διοικητή του ΤΣΑΜ, στην οποία
συμμετείχαν ο αντιπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, ένας βρετανός Ταξίαρχος και ο
Διευθυντής του 3ου Γραφείου του Τμήματος Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΣΚΜ). Κατά
τη σύσκεψη ο Διοικητής του ΤΣΑΜ υποστήριξε την ανάγκη συνενώσεως των δυνάμεων των
δύο τοποθεσιών και υπέδειξε ως καταλληλότερη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Ο Βρετανός
Αντιπρόσωπος, αντίθετα, υποστήριξε τη μεταφορά των δυνάμεων στη γραμμή Βερμίου. Ο
εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου δήλωσε ότι οι κινήσεις προς τα πίσω δεν μπορούσαν
να γίνουν, γιατί δεν υπήρχε πια ο απαιτούμενος χρόνος και συνεπώς το ΤΣΑΜ έπρεπε να
αμυνθεί στην τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος, στην οποία άλλωστε και βρισκόταν ήδη
αναπτυγμένο.

η. Η ημέρα της ενάρξεως της επιχειρήσεως του σχεδίου «ΜΑΡΙΤΑ» πλησίαζε,


χωρίς η Γιουγκοσλαβία να έχει καθορίσει τη θέση της. Για την εκτέλεση όμως του σχεδίου
ήταν απαραίτητη η χρησιμοποίηση της σιδηροδρομικής γραμμής Βελιγραδίου-Νύσσας-
Θεσσαλονίκης. Έτσι, ασκήθηκε πίεση και εξαναγκάσθηκε η Γιουγκοσλαβία να υπογράψει στις
25 Μαρτίου (την ημέρα που συζητούνταν στη Θεσσαλονίκη η συνένωση των
ελληνοβρετανικών δυνάμεων σε μία τοποθεσία) πρωτόκολλο προσχωρήσεώς της στο
τριμερές σύμφωνο (Γερμανία-Ιταλία-Ιαπωνία).
θ. Σε νέα σύσκεψη που έγινε στην Αθήνα την επομένη 26 Μαρτίου, ο Διοικητής του
ΤΣΚΜ υποστήριξε τη μεταφορά των δυνάμεων του ΤΣΑΜ στην τοποθεσία Βερμίου. Την
άποψη αυτή τελικά δέχθηκε και ο Διοικητής του ΤΣΑΜ, εξαιτίας των γνωστών αντιρρήσεων
των Βρετανών και κυρίως γιατί, την προηγούμενη ημέρα, η Γιουγκοσλαβία είχε προσχωρήσει
στον Άξονα με αντάλλαγμα την υπόσχεση για παραχώρηση της Θεσσαλονίκης. Έφτασε
όμως στο μεταξύ η πληροφορία για επικείμενο πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία προς
ανατροπή της κυβερνήσεως Τσβέτκοβιτς που είχε υπογράψει σύμφωνο με τη Γερμανία και
ύστερα απ' αυτό αποφασίστηκε οριστικά η παραμονή και ενίσχυση του ΤΣΑΜ στην
τοποθεσία Κερκίνη (Μπέλες)-Νέστος.

ι. Πράγματι τη νύχτα 26/27 Μαρτίου εκδηλώθηκε πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία,


ανέτρεψε την Κυβέρνηση, κατήγγειλε τις συμφωνίες με τη Γερμανία και κήρυξε γενική
επιστράτευση. Έτσι, οι προθέσεις της ελληνικής ηγεσίας εντοπίσθηκαν στην ενίσχυση των
δυνάμεων της Ανατολικής Μακεδονίας, ώστε να εξασφαλισθεί η οχυρωμένη τοποθεσία
Κερκίνη-Νέστος και απέβλεπαν στην προώθηση προς την Ανατολική Μακεδονία των
ελληνικών Μεραρχιών της τοποθεσίας Βερμίου, μόλις θα συγκεντρώνονταν εκεί οι βρετανικές
δυνάμεις. Αρχή της προωθήσεως ήταν η διάθεση της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας στο
ΤΣΑΜ.

ια. Αντίθετα, η κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Γιουγκοσλαβία, αναστάτωσε


τους Γερμανούς που σχεδίαζαν να αρχίσουν την επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ» στις 28 Μαρτίου. Το
νέο γερμανικό σχέδιο, για την παράλληλη επίθεση κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας
εκπονήθηκε μέσα σε 24 ώρες και προέβλεπε να εφαρμοστεί η μέθοδος της «διαδοχικής
εξορμήσεως» (FLYING START), λόγω της μη ολοκληρώσεως της στρατηγικής
συγκεντρώσεως των δυνάμεων που θα ενεργούσαν κατά της Γιουγκοσλαβίας. Οι
ημερομηνίες ενάρξεως των επιχειρήσεων καθορίσθηκαν στη συνέχεια και είχαν ως εξής
(Σχεδ. 53):

(1) Οι γερμανικές δυνάμεις κατά μήκος των ελληνικών και


νοτιοανατολικών γιουγκοσλαβικών συνόρων θα ενεργούσαν στις 6 Απριλίου προς
Θεσσαλονίκη και Σκόπια.

(2) Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις της περιοχής Σόφιας στις 8 Απριλίου


προς Νύσσα-Βελιγράδι.

(3) Οι δυνάμεις της περιοχής Ρουμανίας-Ουγγαρίας και Γκρατς, στις 10


Απριλίου προς Ζάγκρεμπ και Βελιγράδι. Επιπλέον, προωθημένα τμήματα της 2ης Στρατιάς
θα προέλαυναν για να καταλάβουν τις γέφυρες και σήραγγες στα σύνορα Αυστρίας-
Γιουγκοσλαβίας, για να διευκολύνουν την παραπέρα προέλαση της Στρατιάς.

ιβ. Το αρχικό σχέδιο του Χίτλερ για την επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ» προέβλεπε ότι για
την κατάληψη της Ελλάδας και τη συγκράτηση της Τουρκίας θα διατίθονταν 24 Μεραρχίες.
Απ'αυτές οι 17 βρίσκονταν στη Βουλγαρία από τις 17 Μαρτίου. Για την αντιμετώπιση και της
Γιουγκοσλαβίας το Γερμανικό Επιτελείο συγκρότησε τη 2η Στρατιά, αποτελούμενη από 9
Μεραρχίες και διέθεσε από τη 12η Στρατιά την Τεθωρακισμένη Ομάδα Κλάιστ, η οποία
προοριζόταν αρχικά για τις επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδας.

2. Περιγραφή του Πεδίου Μάχης

α. Η περιοχή επιχειρήσεων της Ανατολικής Μακεδονίας εκτεινόταν από τον ποταμό


Αξιό μέχρι τον ποταμό Νέστο (Σχεδ. 54). Έτσι, η κοιλάδα του Αξιού στο ελληνικό έδαφος
αποτελεί άξονα εισβολής από το γιουγκοσλαβικό έδαφος προς τη Θεσσαλονίκη και
αντίστροφα.

β. Ανατολικότερα ο ποταμός Στρυμόνας διέρχεται τη στενωπό του Ρούπελ, ρέει


προς τα νότια διαμέσου των πεδιάδων Σερρών και Νιγρίτας και εκβάλλει στο Αιγαίο. Η
κοιλάδα του αποτελεί τη συντομότερη οδό από το υψίπεδο της Σόφιας προς το Αιγαίο και
αντίστροφα. Εξαιτίας όμως της φύσεως του εδάφους που σχηματίζει πολλές στενωπούς
(Ρούπελ, Κρέσνας και Τζουμαγιάς), οι επιχειρήσεις στον άξονα αυτό δυσχεραίνονται, γιατί
προσκρούουν σε φυσικές ισχυρές γραμμές.

γ. Ο ποταμός Νέστος, κατά τη ροή του από τα βόρεια προς τα νότια, συσφίγγεται
μεταξύ ορεινών όγκων με κάθετες όχθες σχεδόν και στις δύο πλευρές του. Η κοιλάδα του
συνεπώς δεν προσφέρεται ως άξονας προελάσεως από τα βόρεια προς τα νότια ή και
αντίστροφα. Αντίθετα, αποτελεί σοβαρό αμυντικό κώλυμα για την απόκρουση επιθέσεων
κατά της Ανατολικής Μακεδονίας από τα βορειανατολικά και ανατολικά.

δ. Χαρακτηριστικό σημείο της όλης περιοχής αποτελεί η οροσειρά της Κερκίνης, της
οποίας η στενότατη κορυφογραμμή χρησιμεύει και ως οροθετική γραμμή. Η άμυνα επί της
Κερκίνης είναι προβληματική, αν όχι αδύνατη, χωρίς την κατάληψη και χρησιμοποίηση
μέρους τουλάχιστον των βόρειων κλιτύων της.

ε. Στο βόρειο τμήμα της υπόψη περιοχής και κατά μήκος της ελληνοβουλγαρικής
μεθορίου και μερικώς της ελληνογιουγκοσλαβικής μεθορίου, είχε κατασκευασθεί από το
1936-1940 η οχυρωμένη τοποθεσία της «Γραμμής Μεταξά». Αυτή στοιχιζόταν με τα μόνιμα
οχυρά που είχαν κατασκευασθεί για την απαγόρευση κυρίως των διαβάσεων επί και μεταξύ
των ορεινών όγκων Κερκίνης (Μπέλες), Τσιγκέλι, υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου και Μποζ
Νταγ. Από τις αρχές 1939 η τοποθεσία επεκτάθηκε προς τα ανατολικά στη δυτική όχθη του
Νέστου, από το Παρανέστι μέχρι τις εκβολές του, ενώ από τις αρχές του 1941, όταν
διαφάνηκε η γερμανική απειλή, επεκτάθηκε και προς τα δυτικά μεταξύ του Αξιού ποταμού και
της λίμνης Δοϊράνης.
Σκοπός της οργανώσεως της παραπάνω τοποθεσίας ήταν να καλύψει αρχικά
την επιστράτευση και τη στρατηγική συγκέντρωση στην περιοχή αυτή, ενώ στη συνέχεια να
αποτελέσει την κύρια αμυντική τοποθεσία του Ελληνικού Στρατού και τη βάση εξορμήσεως
για τις επιθετικές επιχειρήσεις, εφόσον δημιουργούνταν ευνοϊκές συνθήκες. Η γραμμή αυτή
παρουσίαζε αξιόλογη αμυντική ισχύ, της οποία η αξία ασφαλώς θα ήταν πολλαπλάσια αν
επανδρωνόταν, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί, με επαρκή τμήματα επιφανείας για την
κάλυψη των πλευρών των οχυρών και την εκτέλεση αντεπιθέσεων. Τα τμήματα όμως είχαν
αισθητά μειωθεί προς όφελος του αλβανικού μετώπου.

στ. Τα οχυρά που είχαν κατασκευασθεί στην παραπάνω τοποθεσία ήταν τα εξής:

(1) Στην Κερκίνη: Ποποτλίβιτσα, Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Παλιουριώνες,


Αρπαλούκι.

(2) Στην περιοχή Αγκίστρου: Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη.

(3) Μεταξύ Αλή Μπουτούς και Μαύρο Βουνό: Το Οχυρό Περσέκ.

(4) Στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου: Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα,


Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμιδοειδές.

(5) Στην περιοχή Βώλακα: Καστίλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα.

(6) Στην περιοχή Δυτικής Θράκης: Εχίνος, Νυμφαία.

Συνολικά είχαν κατασκευασθεί 21 οχυρά, τα οποία προβλεπόταν


σε περίπτωση πολέμου να επανδρωθούν με δύναμη 10.000 ανδρών.

ζ. Κάθε οχυρό αποτελούσε στο σύνολό του περίκλειστο έργο από ένα ή
περισσότερα στεγανά συγκροτήματα, ικανό να αμυνθεί προς κάθε κατεύθυνση και
περιλάμβανε ενεργητικά σκέπαστρα (πυροβολεία, πολυβολεία, παρατηρητήρια, οπτικούς
σταθμούς) καθώς και εξόδους για τον ανεφοδιασμό και την εκτέλεση αντεπιθέσεων.

Διάφορες άλλες κατασκευές συμπλήρωναν το συγκρότημα κάθε οχυρού, όπως


υπόγειοι θάλαμοι ανδρών, αποθήκες με επαρκή εφόδια για την κάλυψη αναγκών 15 ημερών
άμυνας, σταθμοί διοικήσεως, σταθμοί επιδέσεως, χώροι υγιεινής, μαγειρεία, θέσεις
υδροληψίας κτλ.

Ο αερισμός και ο φωτισμός των υπόγειων χώρων εξασφαλιζόταν στα μεγάλα


συγκροτήματα οχυρών με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, ενώ στα μικρότερα και με χειροκίνητους
ανεμιστήρες και λάμπες πετρελαίου.

η. Μεταξύ της μεθορίου και της οχυρωμένης τοποθεσίας είχαν κατασκευασθεί


πρόχειρα έργα εκστρατείας για την επιβράδυνση του εχθρού. Από τα σύνορα και σε
σημαντικό βάθος στο εσωτερικό της τοποθεσίας, είχαν κατασκευασθεί, επίσης, ισχυρά
παθητικά αντιαρματικά κωλύματα, καθώς και έργα ενεργών αντιαρματικών μέσων, πλήρες
σύστημα καταστροφών, άρτιο οδικό δίκτυο και πολλαπλά δίκτυα τηλεπικοινωνιών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η Γερμανική, όσο και η Βουλγαρική Υπηρεσία


Πληροφοριών δεν είχαν επαρκή στοιχεία για τις θέσεις, τον οπλισμό και τη δύναμη των
οχυρών. Γενικά, νόμιζαν ότι ήταν εγκατεσπαρμένα σκυρόδετα σκέπαστρα, γι' αυτό η
αποκάλυψη της μορφής των οχυρών μετά την επίθεση αποτέλεσε γι' αυτούς μεγάλη έκπληξη.

θ. Επειδή ολόκληρη η τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος διέτρεχε τον κίνδυνο


υπερκεράσεως από το αριστερό πλευρό της, που στηριζόταν στον Αξιό ποταμό, όπου η
οργάνωση του εδάφους δεν είχε φθάσει σε ικανοποιητικό βαθμό, είχε οργανωθεί μία δεύτερη
αμυντική τοποθεσία, η «Τοποθεσία Κρουσίων», μεταξύ των λιμνών Δοϊράνης και Κερκίνης.

Η οργάνωση της παραπάνω δεύτερης γραμμής επιβλήθηκε και από το γεγονός


ότι η τοποθεσία στην Κερκίνη παρουσίαζε σχετικά μειωμένη αμυντική ισχύ, επειδή η
οχύρωση είχε γίνει σε πολύ μικρή απόσταση από τα σύνορα και έτσι μπορούσε ο εχθρός να
εξουδετερώσει τα μετωπικά όργανα πυρός με όπλα ευθυτενούς τροχιάς. Εξάλλου, δεν
υπήρχε το αναγκαίο βάθος στη τοποθεσία για ελιγμό προς άμυνα, καθόσον οι πλαγιές της
Κερκίνης κατέρχονται απότομα προς το ελληνικό έδαφος. Η αλυσίδα των οχυρών
συμπληρωνόταν με την οργάνωση έργων εκστρατείας σε δευτερεύουσες κατευθύνσεις, οι
οποίες θα καταλαμβάνονταν από μονάδες του στρατού εκστρατείας.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων (Σχεδ. 53-56)

α. Γερμανών

Έναντι των ελληνικών δυνάμεων η Γερμανία είχε συγκεντρώσει στη Βουλγαρία


και τη Ρουμανία τη 12η Στρατιά υπό το Στρατάρχη Φον Λιστ. Αυτή περιλάμβανε αρχικά 10
Μεραρχίες Πεζικού, από τις οποίες 2 μηχανοκίνητες, 5 Τ/Θ Μεραρχίες, 3 Ορεινές Μεραρχίες,
1 μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 2 ανεξάρτητα ενισχυμένα Συντάγματα και 7 Στρατηγεία Σωμάτων
Στρατού. Η Στρατιά αυτή είχε αναλάβει τις επιχειρήσεις της Ελλάδας και της νότιας
Γιουγκοσλαβίας. Ειδικότερα, οι δυνάμεις της 12ης Γερμανικής Στρατιάς που διατέθηκαν για
τις επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας ήταν οι εξής:

(1) Το XVIII Ορεινό Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τη 2η


Τεθωρακισμένη Μεραρχία, τις 5η και 6η Ορεινές Μεραρχίες, το 125ο Ανεξάρτητο Ενισχυμένο
Σύνταγμα Πεζικού και την 72η Μεραρχία Πεζικού, αναπτυγμένο από το Πετρίτσι μέχρι το
Νευροκόπι.

(2) Το ΧΧΧ Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από τις 164η και 50η
Μεραρχίες Πεζικού, αναπτυγμένο στις περιοχές Πασμακλή και Κίρτζαλη.
(3) Το XL Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, αποτελούμενο από την 9η
Τεθωρακισμένη Μεραρχία, την 73η Μεραρχία Πεζικού και τη «Σωματοφυλακή SS Αδόλφος
Χίτλερ», συγκεντρωμένο στην περιοχή Ντούμπνιτσας. Το Σώμα αυτό χρησιμοποιήθηκε
αρχικά εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, μετά την κατάληψη όμως των Σκοπίων, στις 8 Απριλίου,
στράφηκε προς τα νότια στην κατεύθυνση Μοναστήρι-Φλώρινα-Αμύνταιο και επιτέθηκε
εναντίον των ελληνοβρετανικών δυνάμεων. Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκε αργότερα και η
5η Τεθωρακισμένη Μεραρχία της Ομάδας Κλάιστ, η οποία είχε αρχικά ενεργήσει προς
Νύσσα.

(4) Μία από τις δύο μεραρχίες Πεζικού που διέθετε η Στρατιά στην
περιοχή Φιλιππουπόλεως, ως εφεδρεία.

(5) Την προκάλυψη όλου του μετώπου διατήρησαν οι Βούλγαροι με


τρεις μεραρχίες τους.

(6) Το σύνολο των γερμανικών δυνάμεων που διατέθηκαν εναντίον της


Ελλάδας ήταν 3 Τ/Θ Μεραρχίες, 2 Ορεινές, 4 Πεδινές και 1 εφεδρική, 2 ανεξάρτητα
ενισχυμένα Συντάγματα που αντιστοιχούσαν σε μία Μηχανοκίνητη Μεραρχία και 3
Στρατηγεία Σωμάτων Στρατού με τις Μη Μεραρχιακές Μονάδες.

(7) Διατέθηκε, επίσης, εναντίον της Ελλάδας ο όγκος του Πυροβολικού,


Μηχανικού, αντιαρματικού και άλλων μέσων της Στρατιάς.

(8) Από απόψεως Αεροπορίας οι Γερμανοί διέθεσαν για τις


επιχειρήσεις κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας τις εξής δυνάμεις:

(α) Το VIII Σώμα Αεροπορίας, υπό τον Πτέραρχο Ριχτχόφεν, το


οποίο είχε διατεθεί εξαρχής στη 12η Στρατιά και περιλάμβανε 650 αεροσκάφη (280
βομβαρδιστικά, 150 κάθετης εφορμήσεως «Στούκας», 90 διώξεως μονοκινητήρια, 90
διώξεως και βομβαρδισμού δικινητήρια και 40 αναγνωρίσεως).

(β) Τον 4ο Αεροπορικό Στόλο, ο οποίος συγκροτήθηκε


μετά τη γιουγκοσλαβική μεταπολίτευση και περιλάμβανε 744 αεροσκάφη διαφόρων τύπων.

β. Ελλήνων

Οι ελληνικές και βρετανικές δυνάμεις, που προορίζονταν να αντιμετωπίσουν τη


γερμανική εισβολή, είχαν κλιμακωθεί στην οχυρωμένη τοποθεσία της «Γραμμής Μεταξά» και
στην τοποθεσία Βερμίου και ήταν οι ακόλουθες:

(1) Στην Ανατολική Μακεδονία, δηλαδή στην οχυρωμένη τοποθεσία


Κερκίνη-Νέστος, βρισκόταν αναπτυγμένο το ΤΣΑΜ υπό τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο
Κωνσταντίνο, έχοντας υπό τις διαταγές του:

(α) Την Ομάδα Μεραρχιών, υπό τον Αντιστράτηγο Δέδε


Παναγιώτη, αποτελούμενη από τις XVIII και ΧΙV Μεραρχίες Πεζικού με διάταξη ως
ακολούθως:
Η XVIII Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο
Στεργιόπουλο Λεωνίδα, κατείχε τον ορεινό όγκο της Κερκίνης από το Τριεθνές μέχρι το
Στρυμόνα ποταμό και διέθετε 7 τάγματα Πεζικού και τα τμήματα 5 Οχυρών. Για να καλύψει το
αναπτύγματος 40 περίπου χιλιομέτρων μέτωπό της, η Μεραρχία είχε κατανείμει τις δυνάμεις
της σε τρεις υποτομείς:

1/ Τον Υποτομέα Ροδοπόλεως: 70ό ΣΠ (2 ΤΠ


συν λόχος).

2/ Τον Υποτομέα Ρουπέσκο: Τάγμα του 70ού ΣΠ


συν λόχος και το Οχυρό Ποποτλίβιτσα.

3/ Τον Υποτομέα Θύλακα: 91ο ΣΠ (2 ΤΠ συν


λόχος) και τα Οχυρά Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Αρπαλούκι και Παλιουριώνες.

(β) Η XIV Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο


Παπακωνσταντίνου Κωνσταντίνο, κατείχε τον τομέα από την ανατολική όχθη του Στρυμόνα
μέχρι τις δυτικές προσβάσεις του υψιπέδου Κάτω Νευροκοπίου και διέθετε 6 τάγματα
Πεζικού, 5 λόχους Προκαλύψεως και τα τμήματα 8 Οχυρών. Για να καλύψει το αναπτύγματος
80 περίπου χιλιομέτρων μέτωπό της, η Μεραρχία είχε οργανώσει δύο συγκροτήματα:

1/ Το Συγκρότημα Σιδηροκάστρου: 41ο ΣΠ (3


ΤΠ), τα Οχυρά Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη και 3 λόχοι Προκαλύψεως.

2/ Το Συγκρότημα Καραντάγ: 73ο ΣΠ (3 ΤΠ) και


τα Οχυρά Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι και Παρταλούσκα.

(γ) Εφεδρεία της XIV Μεραρχίας 2 λόχοι Προκαλύψεως.

(δ) Εφεδρεία της Ομάδας Μεραρχιών ένα τάγμα του


81ου ΣΠ μείον λόχος.

(ε) Την VII Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο Ζωιόπουλο


Χρίστο, η οποία ήταν αναπτυγμένη από τη διάβαση Λιμπάχοβο μέχρι το Κουσλάρ όρος και
διέθετε 10 τάγματα Πεζικού, 2 λόχους Προκαλύψεως και τα τμήματα 6 Οχυρών. Η ζώνη της
Μεραρχίας είχε συνολικό ανάπτυγμα 85 περίπου χιλιόμετρα και είχε διαιρεθεί σε τρεις τομείς:

1/ Τον Τομέα Φαλακρού: 26ο ΣΠ (4 ΤΠ) και τα


Οχυρά Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Ντάσαβλη, Καστίλο, Άγιος Νικόλαος και Μπαρτίσεβα.

2/ Τον Τομέα Τουλουμπάρ: 92ο ΣΠ (3 ΤΠ).

3/ Τον Τομέα Παρανεστίου: 71ο ΣΠ (3 ΤΠ).

(στ) Την Ταξιαρχία Νέστου, υπό το Συνταγματάρχη Καλή


Αναστάσιο, η οποία ήταν εγκαταστημένη στη δυτική όχθη του Νέστου ποταμού από το χωριό
Πασχαλιά μέχρι τις εκβολές και διέθετε 5 τάγματα Πεζικού, μία ομάδα Αναγνωρίσεως και το
Οχυρό Εχίνος.

(ζ) Τη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία, υπό τον


Υποστράτηγο Λιούμπα Νικόλαο, η οποία βρισκόταν στην περιοχή Κιλκίς με το 191ο ΣΠ στην
περιοχή Σιδηροκάστρου (στη διάθεση της Ομάδας Μεραρχιών), το 192ο ΣΠ στην περιοχή
Ευκαρπίας-Κιλκίς και το 193ο ΣΠ στην περιοχή Καλίνδριας-Χέρσου.

(η) Το Απόσπασμα Κρουσίων: Διοίκηση 81ου ΣΠ,


σύνταγμα Ιππικού, τάγμα Ασφαλείας και λόχος Προκαλύψεως.

(θ) Ένα ενισχυμένο τάγμα Πεζικού στην περιοχή


Θεσσαλονίκης για την άμυνα κατά της δράσεως αλεξιπτωτιστών.

(2) Στη Θράκη ήταν αναπτυγμένη η Ταξιαρχία Έβρου υπό τον Έφεδρο
Υποστράτηγο Ζήση Ιωάννη, η οποία διέθετε 7 λόχους Προκαλύψεως και το Οχυρό Νυμφαία.

(3) Στην τοποθεσία Βερμίου βρισκόταν αναπτυγμένο το


Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W», υπό το Στρατηγό Ουΐλσων, το οποίο υπαγόταν
απευθείας στον Έλληνα Αρχιστράτηγο και αποτελούνταν από το Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής
Μακεδονίας (ΤΣΚΜ) και το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα.

(α) Το Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας, υπό τον Έφεδρο


Αντιστράτηγο Κωτούλα Ιωάννη (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από τον Υποστράτηγο
Καράσσο Χρήστο), κατείχε το αριστερό (βόρειο) τμήμα της τοποθεσίας και διέθετε:

1/ Την 20ή Μεραρχία, υπό τον Υποστράτηγο


Καράσσο Χρίστο (στις 8-4-41 αντικαταστάθηκε από το Συνταγματάρχη Παπακωνσταντίνου
Μιλτιάδη), με τρία ΣΠ και ένα λόχο Προκαλύψεως. Αποστολή της ήταν η εξασφάλιση των
διαβάσεων του βόρειου Βερμίου, της διαβάσεως Έδεσσας-Κέλλης και των ορεινών
διαβάσεων της λίμνης Βεγορίτιδας μέχρι τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στο
Καϊμακτσαλάν.

2/ Τη XII Μεραρχία, υπό το Συνταγματάρχη


Καραμπάτο Γεώργιο, η οποία διέθετε τέσσερα ΣΠ των δύο ταγμάτων το καθένα και μία
ομάδα Αναγνωρίσεως και ήταν αναπτυγμένη νοτιοανατολικά της 20ής Μεραρχίας μέχρι τη
στενωπό της Χάδοβας.

3/ Το Χ Συνοριακό Τομέα, υπό τον Έφεδρο


Συνταγματάρχη Σέργιο Αριστοτέλη, με τρεις λόχους Προκαλύψεως από τη Γευγελή μέχρι το
Καϊμακτσαλάν.

(β) Το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα, υπό το Στρατηγό


Ουΐλσον, ήταν αναπτυγμένο στο υπόλοιπο τμήμα της τοποθεσίας Βερμίου και διέθετε:

1/ Το 1ο Αυστραλιανό Σώμα Στρατού, υπό τον


Αντιστράτηγο Μπλάμεϋ, που περιλάμβανε την 6η Αυστραλιανή Μεραρχία υπό τον
Υποστράτηγο Μακέυ και τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία υπό τον Υποστράτηγο Φρέυμπεργκ.
Η 6η Αυστραλιανή Μεραρχία διέθετε τις 16η και 19η Ταξιαρχίες και κατείχε τη στενωπό
Χάδοβας. Η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία διέθετε τις 4η, 5η και 6η Ταξιαρχίες και κατείχε τον
παραλιακό τομέα Κατερίνης.

2/ Την 1η Τεθωρακισμένη Βρετανική Ταξιαρχία


υπό τον Ταξίαρχο Τσάριγκτον, στην περιοχή Έδεσσας, με απόσπασμα Καταστροφών στα
δυτικά του Αξιού ποταμού.
3/ Στο αριστερό της τοποθεσίας και πίσω από την
20ή Μεραρχία είχε συγκροτηθεί το Απόσπασμα Αμυνταίου, που αποτελούνταν από
βρετανικές δυνάμεις.

(γ) Η Βρετανική Αεροπορία διέθετε στην Ελλάδα 4 μοίρες


βομβαρδιστικών, 4 καταδιωκτικών και 1 μοίρα συνεργασίας. Οι δυνάμεις αυτές ήταν
οργανωμένες σε δύο πτέρυγες για την υποστήριξη του Αλβανικού Μετώπου και της
Μακεδονίας, αντίστοιχα. Συνολικά υπήρχαν 80 αξιόμαχα αεροπλάνα, που όμως ήταν
ανεπαρκή για την κάλυψη όλων των αποστολών υποστηρίξεως. Ελληνική Αεροπορία στην
ουσία δεν υπήρχε, μετά τις επιχειρήσεις στο Αλβανικό μέτωπο.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών

Ο γενικός ελιγμός της 12ης Γερμανικής Στρατιάς, που θα ενεργούσε κατά της
Ελλάδας, σε γενικές γραμμές ήταν:

(1) Επίθεση δυτικά για την κατάληψη της Νότιας Γιουγκοσλαβίας με το


XL Σώμα Στρατού, το οποίο, αφού θα συνδεόταν με τους Ιταλούς στην Αλβανία και θα
επιτύγχανε το διαχωρισμό των γιουγκοσλαβικών και των ελληνικών δυνάμεων, θα στρεφόταν
προς τα νότια κατά τον άξονα Μοναστήρι-Φλώρινα-Κιρλί Δελβέν-Γρεβενά για να απειλήσει τις
ελληνικές δυνάμεις του μετώπου Αλβανίας και τις ελληνοβρετανικές επί της τοποθεσίας
Βερμίου από τα νώτα. Έτσι, πραγματοποιώντας ευρεία υπερκέραση της οχυρωμένης
τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος και της τοποθεσίας Βερμίου, θα συνέχιζε την ενέργειά του προς
το εσωτερικό της χώρας.

(2) Διάσπαση της «Γραμμής Μεταξά» με τον όγκο των δυνάμεων του
XVIII Σώματος Στρατού στην κοιλάδα του Στρυμόνα και διάνοιξη της στενωπού Ρούπελ με
ταυτόχρονη υπερκέραση της οχυρωμένης αυτής τοποθεσίας με τη 2η Τεθωρακισμένη
Μεραρχία από τα δυτικά, διαμέσου των κοιλάδων Στρούμνιτσα και Αξιού, για την κατάληψη
της Θεσσαλονίκης και την απομόνωση ολόκληρης της Ανατολικής Μακεδονίας.

(3) Κατάληψη της ακτής της Δυτικής Θράκης και των νησιών του
Βορείου Αιγαίου με το ΧΧΧ Σώμα Στρατού, το οποίο στη συνέχεια θα στρεφόταν προς τα
δυτικά και διαβαίνοντας το Νέστο θα ενεργούσε προς τη Θεσσαλονίκη για τη υποβοήθηση
των εκεί διεξαγόμενων επιχειρήσεων.

Το σχέδιο επιχειρήσεων της Στρατιάς στην κατεύθυνση της κύριας


προσπάθειας, όπου ενεργούσε το XL Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, βασιζόταν, παρά τις
δυσχέρειες του ορεινού εδάφους, στη μεγάλη ταχυκινησία των τεθωρακισμένων και
μηχανοκίνητων μονάδων.
(4) Ως ημερομηνία ενάρξεως της εισβολής ορίσθηκε η 6η Απριλίου.

β. Ελλήνων

Οι αποστολές των ελληνικών και βρετανικών δυνάμεων είχαν καθορισθεί ως


εξής:

(1) Το ΤΣΑΜ να αμυνθεί της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος.


Σε περίπτωση αδυναμίας και εφόσον εξαντληθεί κάθε προσπάθεια για την εξασφάλιση της
παραπάνω τοποθεσίας, σύμπτυξη των δυνάμεών του, με ταυτόχρονη πείσμονα διεκδίκηση
του εδάφους, αναλόγως των συνθηκών προς τη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια δυτικά του
Αξιού ή προς την Καβάλα και την Αμφίπολη, προκειμένου να μεταφερθούν με θαλάσσια μέσα
και να χρησιμοποιηθούν σε άλλη περιοχή.

(2) Το απόσπασμα Κρουσίων είχε ως αποστολή να καταλάβει την


τοποθεσία ανασχέσεως Κρουσίων και να απαγορεύσει την εχθρική προέλαση προς τη
Θεσσαλονίκη σε περίπτωση διαρρήξεως της τοποθεσίας Κερκίνη.

(3) Η Ταξιαρχία Έβρου να επιδιώξει να εξασφαλίσει το προγεφύρωμα


Πυθίου. Σε περίπτωση αδυναμίας διατηρήσεώς του, να συμπτυχθεί προς το τουρκικό
έδαφος.

(4) Το Ελληνοβρετανικό Συγκρότημα «W» να απαγορεύσει κάθε


εχθρική προσπάθεια προελάσεως δυτικά και νότια της γενικής τοποθεσίας Καϊμακτσαλάν-
Βέρμιο-Αλιάκμονας ποταμός.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Στις 0515 της 6ης Απριλίου, χωρίς να τηρηθούν τα συνήθη διπλωματικά έθιμα
του τελεσιγράφου και της παροχής προθεσμίας για απάντηση, τα γερμανικά στρατεύματα
εισέβαλαν ταυτόχρονα στο ελληνικό έδαφος και στη Νότια Γιουγκοσλαβία. Στις 0530 της ίδιας
μέρας, ο Γερμανός Πρεσβευτής στην Αθήνα επέδωσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό
διακοίνωση, με την οποία διατυπώνονταν αστήριχτοι ισχυρισμοί παραβιάσεως της
ουδετερότητας και αναγγελόταν η γερμανική εισβολή.

Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών εκδηλώθηκε προς το αριστερό της


οχυρωμένης τοποθεσίας και κυρίως κατά της Κερκίνης και του Οχυρού Ρούπελ, ενώ
ανατολικότερα στο υψίπεδο Νευροκοπίου και στη Δυτική Θράκη η γερμανική επίθεση ήταν
μικρότερης εντάσεως (Σχεδ. 54).

(1) Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Έβρου (Τομέας Έβρου), η γερμανική


επίθεση εκδηλώθηκε στις 0505 με την 50ή Μεραρχία στον άξονα Κίρτζαλη-Νυμφαία-
Κομοτηνή. Τα τμήματα προκαλύψεως της Ταξιαρχίας Έβρου συμπτύχθηκαν επιβραδύνοντας
τον εχθρό σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο. Το Οχυρό Νυμφαία στις 0700 δέχθηκε
δραστικά πυρά πυροβολικού στα φατνώματα και τις εξόδους από απόσταση 600-1.500
μέτρων και στις 1100 είχε περικυκλωθεί. Προσπάθειες των Γερμανών να ανέβουν στην
επιφάνεια του Οχυρού αναχαιτίστηκαν από τα δραστικά πυρά. Το σφυροκόπημα του Οχυρού
τόσο από το μεγαλύτερο μέρος του πυροβολικού του ΧΧΧ Σώματος Στρατού, όσο και από
την αεροπορία συνεχίσθηκε με την αυτήν ένταση μέχρι τις οκτώ το βράδυ.

(2) Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Νέστου (περιοχή Ξάνθης), οι Γερμανοί


επιτέθηκαν από τις 0515 με την 164η Μεραρχία στον άξονα Πασμακλή-Μελίβοια-Εχίνος-
Ξάνθη. Αφού ανέτρεψαν τα συνοριακά φυλάκια, έλαβαν τις απογευματινές ώρες επαφή με
την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως και το Οχυρό Εχίνος, όπου και καθηλώθηκαν από τα πυρά
του Οχυρού.

(3) Στη ζώνη της VII Μεραρχίας (Τομείς Φαλακρού-Τουλουμπάρ-


Παρανεστίου) επιτέθηκε από τις 0515 η 72η Γερμανική Μεραρχία, η οποία άσκησε σοβαρή
πίεση, κυρίως, στον Τομέα Φαλακρού, ενώ στους υπόλοιπους τομείς περιορίσθηκε στην
απώθηση των τμημάτων προκαλύψεως (Σχεδ. 55). Περί τις 1100, μετά την ανατροπή των
τμημάτων προκαλύψεως και των τμημάτων της προωθημένης τοποθεσίας αντιστάσεως,
αμέσως βόρεια του Κάτω Νευροκοπίου, ο εχθρός προσπάθησε να κινηθεί μεταξύ των
Οχυρών Πυραμιδοειδές και Λίσσε και να παραβιάσει τη στενωπό Γρανίτη, χωρίς όμως
επιτυχία, εξαιτίας της αποτελεσματικότητας των πυρών των προαναφερόμενων Οχυρών και,
ιδιαίτερα, του δευτέρου. Στη συνέχεια τα γερμανικά τμήματα προσπάθησαν να διεισδύσουν
μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Λίσσε, αλλά και πάλι αποκρούστηκαν. Ταυτόχρονη
προσπάθεια των Γερρμανών να υπερκεράσουν τη στενωπό Γρανίτη από τα ανατολικά,
καταλαμβάνοντας το ύψ. Ουσόγια, απέτυχε και αυτή και τα τμήματά τους καθηλώθηκαν προ
του υψώματος με σοβαρές απώλειες.

(4) Στη ζώνη της XIV Μεραρχίας (Τομείς Σιδηροκάστρου και


Καραντάγ):

(α) Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε, επίσης, στις 0515 με


εξαιρετική σφοδρότητα, ιδιαίτερα στο αριστερό του Συντάγματος Σιδηροκάστρου κατά του
Οχυρού Ρούπελ, ενώ τα Οχυρά Καρατάς και Κάλης δέχτηκαν μόνο πυρά πυροβολικού και
αεροπορικό βομβαρδισμό (Σχεδ. 55).

Την επίθεση κατά του Οχυρού Ρούπελ ενήργησε το


125ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Πεζικού, που είχε χρησιμοποηθεί και εναντίον της γραμμής
Μαζινώ στη Γαλλία, ενισχυμένο με τάγμα της 5ης Ορεινής Μεραρχίας.

Η επίθεση άρχισε με ισχυρή υποστήριξη πυροβολικού


και συνεχίσθηκε με βομβαρδισμό αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως «Στούκας», τα οποία
κατά τις καθόδους τους χρησιμοποιούσαν ειδικές σειρήνες για να κλονίζουν το ηθικό των
αντιπάλων. Στις 0600 τμήματα μηχανοκίνητου Πεζικού, πυροβόλων εφόδου και
μοτοσυκλετιστών πέρασαν σε πυκνές μάζες τη μεθόριο και κατευθύνθηκαν προς το Οχυρό,
ενώ πυροβόλα ευθυτενούς τροχιάς από κατάλληλες θέσεις άρχισαν να βάλλουν κατά των
θυρίδων των έργων του. Ταυτόχρονα, 18 βάρκες εφόδου εμφανίσθηκαν να κατέρχονται προς
τη γέφυρα Σιδηροκάστρου. Η προπομπός, αποτελούμενη από τρεις βάρκες, μπλέχτηκε σε
εγκατεστημένο κάτω από την επιφάνεια του νερού συρμάτινο πλέγμα και καθηλώθηκε. Τα
πληρώματα εξουδετερώθηκαν από τα πυρά των οχυρών και οι βάρκες βυθίστηκαν.

Στις 1100 περίπου, μετά τη σύμπτυξη των


προφυλακών, οι επιτιθέμενοι πλησίασαν τα οχυρά, αλλά η προέλασή τους ανακόπηκε από τα
αμυντικά πυρά και μόνο μικρά τμήματα κατόρθωσαν να ανέλθουν προς στιγμή στην
επιφάνεια του Έργου «Μολών Λαβέ» του Οχυρού Ρούπελ. Ενώ όμως οι μετωπικές επιθέσεις
των Γερμανών αποκρούστηκαν, δύναμη τάγματος κατόρθωσε να διεισδύσει μεταξύ των
Οχυρών Ρούπελ και Καρατάς. Από εκεί τμήμα εφόδου, δυνάμεως λόχου, εκμεταλλευόμενο
την κάλυψη καπνού, περέκαμψε έξι πολυβολεία και κατευθύνθηκε στα νώτα της τοποθεσίας,
όπου στις 1600 κατέλαβε το χ. Κλειδί. Τα υπόλοιπα τμήματα του παραπάνω Τάγματος είχαν
σοβαρές απώλειες και ελάχιστοι μόνο άντρες του κατόρθωσαν να περάσουν το φραγμό
πυρός και να κινηθούν προς το Κλειδί.

Την επίθεσή τους οι Γερμανοί υποστήριζαν συνεχώς


με αεροπορία και πυροβολικό. Όλη τη μέρα 100-200 αεροπλάνα πετούσαν πάνω από το
Ρούπελ. Εναντίον τους έβαλε το μοναδικό αντιαεριπορικό του Οχυρού, από τα πυρά του
οποίου καταρρίφθηκαν τρία από αυτά.

Έτσι, έληξε η πρώτη μέρα της επιθέσεως των


Γερμανών κατά του Ρούπελ, χωρίς αυτοί να πετύχουν το σκοπό τους.

(β) Ανατολικότερα , στον Τομέα του Συγκροτήματος


Καραντάγ, η προσπάθεια της 72ης Μεραρχίας στράφηκε κυρίως κατά των Οχυρών
Περιθώρι-Μαλιάγκα και Μπαμπαζώρα, προ των οποίων και καθηλώθηκε, ενώ το Οχυρό
Παρταλούσκα αντιμετώπισε μόνο τη δράση μικρών περιπόλων.

Η κύρια προσπάθεια εδώ εφαρμόστηκε στο Οχυρό


Περιθώρι, όπου έγινε σκληρή πάλη, χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν την εκπόρθησή του.

(5) Η γερμανική επίθεση κατά της τοποθεσίας της XVIII Μεραρχίας


(Κερκίνη) άρχισε στις 0515 με την υποστήριξη μεγάλου αριθμού αεροπλάνων κάθετης
εφορμήσεως και σφοδρών πυρών πυροβολικού. Ο αγώνας που επακολούθησε ήταν
σκληρός και εξελίχθηκε ως εξής κατά υποτομέα από τα δυτικά προς τα ανατολικά:

(α) Στον Υποτομέα Ροδοπόλεως ενήργησε η 6η Ορεινή


Μεραρχία, η οποία εκδήλωσε την επίθεσή της κατά των υψωμάτων Ντεμίρ Καπού και Καλέ
Μπαΐρ και κατέλαβε μέχρι τις 0700 την κύρια γραμμή αντιστάσεως επί της κορυφογραμμής
της Κερκίνης. Στη συνέχεια διέσπασε την τοποθεσία ανασχέσεως στο αριστερό του
Υποτομέα και περί τις 1100 τα τμήματά της κατέλαβαν τα χωριά Πλατανάκια και Καλοχώρι,
συλλαμβάνοντας στο μεταξύ και πολλούς αιχμαλώτους. Η δύναμη του Υποτομέα, αφού
επιβράδυνε τα γερμανικά τμήματα μέχρι τις βραδινές ώρες, συμπτύχθηκε στη διάρκεια της
νύχτας στην τοποθεσία Κρουσίων.

(β) Ανατολικότερα στους Υποτομείς Ρουπέσκο και


Θύλακα, ενήργησε η 5η Ορεινή Μεραρχία. Η επίθεσή της υποστηρίχθηκε από 165 πυροβόλα
διάφορων διαμετρημάτων και μεγάλο αριθμό αεροπλάνων (Σχεδ. 56).
Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, παρά το σφοδρό
βομβαρδισμό, αντιστάθηκε όλη την ημέρα και μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας ο εχθρός
πέτυχε να επικαθήσει στην επιφάνειά του. Από τα αντιαεροπορικά πυρά του Οχυρού
καταρρίφθηκαν δύο εχθρικά αεροπλάνα.

Το βάρος της γερμανικής επιθέσεως δέχθηκαν τα


Οχυρά Ιστίμπεη και Κελκαγιά, τα οποία αποτελούσαν και το «κλειδί» της τοποθεσίας. Η
επίθεση εναντίον των δύο αυτών Οχυρών εκδηλώθηκε ταυτόχρονα στις 0700, αφού
προηγήθηκε σφοδρός βομβαρδισμός με πυρά πεζικού, πυροβολικού και αεροπορίας. Στις
0800 τμήματα του εχθρού κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνεια του Οχυρού
Ιστίμπεη. Ο Διοικητής του ζήτησε να εκτελεσθεί βολή πυροβολικού στην επιφάνεια του
Οχυρού και να γίνει αντεπίθεση από το εφεδρικό τμήμα του Υποτομέα για την απελευθέρωση
της επιφάνειας. Η αντεπίθεση εκτοξεύθηκε λίγο πριν το μεσημέρι, αλλά αποκρούσθηκε από
τους Γερμανούς, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν ενισχυθεί και καταλάβει και άλλα υψώματα
ανατολικότερα, μεταξύ του Ιστίμπεη και Κελκαγιά.

Στις 1300, τμήματα του εχθρού επικάθησαν στην επιφάνεια


και του Οχυρού Κελκαγιά και προσπάθησαν να καταπνίξουν την αντίσταση των
υπερασπιστών του, χωρίς αποτέλεσμα. Αντεπίθεση με τμήμα από τη φρουρά του Οχυρού
σημείωσε προσωρινή μόνο επιτυχία.

Το Οχυρό Αρπαλούκι δέχθηκε μόνο πυρά πυροβολικού και


αεροπορίας, ενώ στο Οχυρό Παλιουριώνες έγιναν διάφορες απόπειρες διεισδύσεως, οι
οποίες όμως αποκρούστηκαν με σοβαρές απώλειες για τους επιτιθεμένους.

(6) Η κατάληψη του δυτικού τμήματος της κορυφογραμμής της


Κερκίνης και η διείσδυση γερμανικών τμημάτων στην κοιλάδα Ροδοπόλεως, δημιούργησε
κίνδυνο για όλη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Η διοίκηση του ΤΣΑΜ, για την αντιμετώπιση
της καταστάσεως, στις 1030 έδωσε διαταγή στη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία (μείον το 191ο
Σύνταγμα), στην οποία διέθεσε και το Απόσπασμα Κρουσίων, να καταλάβει την τοποθεσία
από τη λίμνη Δοϊράνης μέχρι τη λίμνη Κερκίνης.

(7) Κατά τις βραδινές ώρες οι γερμανικές δυνάμεις ξεχύθηκαν στην


κοιλάδα Ροδοπόλεως και έλαβαν επαφή με την τοποθεσία Κρουσίων, ενώ τα οχυρά επί της
Κερκίνης εξακολουθούσαν να αμύνονται. Ανατολικά του Στρυμόνα και μέχρι το Νέστο οι
Γερμανοί βρίσκονταν σε επαφή με την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως, η οποία παρέμενε
αρραγής. Ανατολικότερα, στην περιοχή Ξάνθης και Κομοτηνής τα γερμανικά τμήματα, αφού
παρέκαμψαν τα οχυρά, κατευθύνθηκαν προς τα νότια.

Μετά από αυτήν την εξέλιξη το ΤΣΑΜ διέταξε τη σύμπτυξη της XVIII
Μεραρχίας στην τοποθεσία Στρυμόνας-λίμνη Κερκίνης, σε σύνδεσμο με την τοποθεσία
Κρουσίων. Το μεγαλύτερο μέρος του 41ου Συντάγματος, που βρισκόταν στο Αχλαδοχώρι,
τάχθηκε στο τμήμα της ανατολικής όχθης του Στρυμόνα από τη γέφυρα του Σιδηροκάστρου
μέχρι Ρούπελ, για να επιτευχθεί η συνέχεια του μετώπου. Παράλληλα, τα οχυρά διατάχθηκαν
να αμυνθούν «μέχρις εσχάτων».

β. Στις 7 Απριλίου ο αγώνας συνεχίσθηκε ως εξής:


(1) Στον Τομέα Έβρου, τα τμήματα προκαλύψεως (100 περίπου
αξιωματικοί και 2.000 οπλίτες), αφού συμπτύχθηκαν σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο,
πέρασαν στο τουρκικό έδαφος όπου και αφοπλίσθηκαν, εκτός από ένα μικρό τμήμα που
συμπτύχθηκε προς τη Μάκρη και στη συνέχεια με ατμόπλοιο μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της
χώρας.

Ο Διοικητής της Ταξιαρχίας Υποστράτηγος Ζήσης Ιωάννης,


φέροντας βαρέως τον αφοπλισμό της Ταξιαρχίας του, αυτοκτόνησε στις 9 Απριλίου στα
Ύψαλα της Ανατολικής Θράκης. Οι περισσότεροι αξιωματικοί και 1.300 οπλίτες από αυτούς
που κατέφυγαν στην Τουρκία πήγαν στη Μέση Ανατολή τον Ιούλιο του 1941, ενώ οι
υπόλοιποι επέστρεψαν στην Ελλάδα το Φεβρουάριο του 1942.

Τα γερμανικά τμήματα, στο μεταξύ, παρέκαμψαν το Οχυρό


Νυμφαία και στη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου έφτασαν στην Κομοτηνή.

Το Οχυρό Νυμφαία μολονότι ήταν απομονωμένο σε μία περιοχή


ελεγχόμενη απόλυτα από τους Γερμανούς, που επείγονταν να διανοίξουν τις κατευθύνσεις
προελάσεως προς την Αλεξανδρούπολη και την Καβάλα, συνέχιζε να αντιστέκεται. Παρά τις
νυκτερινές επιθέσεις, το σφυροκόπημα του πυροβολικού, τις αλλεπάλληλες εφόδους πεζικού
και το σφοδρό αεροπορικό βομβαρδισμό, οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν καθ'όλη τη διάρκεια
της ημέρας (7η Απριλιου) να ανέλθουν στην επιφάνεια του Οχυρού. Αργά το βράδυ περί τις
2100, ύστερα από δραστική βολή εκατό και πλέον πυροβόλων κάθε διαμετρήματος εναντίον
των φατνωμάτων του Οχυρού και την καταστροφή των οργάνων πυρός και των εξόδων του,
οι Γερμανοί κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνειά του. Παρ' όλα αυτά το Οχυρό
συνέχισε να αμύνεται μέχρι τις 2330, οπότε υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, αφού είχε
πλέον δημιουργηθεί αποπνικτική ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του από τις καπνογόνες ύλες
που έριξαν οι Γερμανοί μέσα από τις καταστρεμμένες θυρίδες των πολυβολείων.

(2) Στην περιοχή Ξάνθης (Ταξιαρχία Νέστου), τα τμήματα


προκαλύψεως, αφού εκτέλεσαν τις προβλεπόμενες καταστροφές και ανατίναξαν τη μεγάλη
γεφυρα των Τοξοτών στο Νέστο, συμπτύχθηκαν κανονικά στην τοποθεσία αντιστάσεως. Το
Οχυρό Εχίνος, παρόλο που δέχθηκε ισχυρή πίεση και διαδοχικούς βομβαρδισμούς,
κατόρθωσε να αναχαιτίσει τους επιτιθέμενους Γερμανούς καθ' όλη τη διάρκεια της 7ης
Απριλίου.

(3) Ανατολικότερα, στη ζώνη ενέργειας της VII Μεραρχίας, η 72η


Γερμανική Μεραρχία συνέχισε την κύρια προσπάθειά της κατά του Τομέα Φαλακρού, ενώ τα
τμήματα προκαλύψεως των Τομέων Παρανεστίου και Τουλουμπάρ συμπτύσσονταν κανονικά
προς την τοποθεσία αντιστάσεως. Οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου
συγκέντρωσαν αρκετές δυνάμεις και από το πρωί έβαλλαν με πυροβόλα κατά των
φατνωμάτων του Οχυρού Λίσσε. Οι δυνάμεις αυτές, υποστηριζόμενες από πυροβόλα εφόδου
και εκμεταλλευόμενες την υπάρχουσα ομίχλη, επιτέθηκαν περί τις 1000 κατά του Οχυρού
Ντάσαβλη, χωρίς όμως επιτυχία.

Ανατολικότερα, γερμανικό τμήμα, που πέτυχε να διεισδύσει από


την κοιλάδα Γιάννεν, κατέλαβε περί τις 1600 το ύψ. Ουσόγια. Ελληνική αντεπίθεση, που
εκτοξεύθηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας 7/8 Απριλίου για την ανακατάλυψη του υψώματος
απέτυχε.

Εξάλλου, στον πεδινό διάδρομο μεταξύ των Οχυρών Ντάσαβλη και


Περιθώρι, ισχυρή γερμανική δύναμη, εκμεταλλευόμενη την ομίχλη και το θαμνώδες έδαφος,
πλησίασε και επιτέθηκε εναντίον του υψ. Κρέστη (προ της διαβάσεως Καλαποτίου), το οποίο
και κατέλαβε περί τις 1400. Για την αντιμετώπιση της απειλής που δημιουργήθηκε, η VII
Μεραρχία συγκρότησε ένα απόσπασμα (απόσπασμα Καλαποτίου), στο οποίο ανέθεσε την
εξασφάλιση του αυχένα Καλαποτίου και την ανακατάληψη του υψ. Κρέστη το πρωί της
επόμενης μέρας.

(4) Στη ζώνη ενεργείας της XIV Μεραρχίας η γερμανική προσπάθεια,


παρά τον ομιχλώδη και βροχερό καιρό, υπήρξε αμείωτη.

Στον Τομέα Σιδηροκάστρου η προσπάθεια του 125ου Γερμανικού


Συντάγματος στράφηκε και πάλι προς το Οχυρό Ρούπελ, το οποίο συνέχιζε την ηρωική
αντίστασή του. Όμως τα εχθρικά τμήματα, που είχαν διεισδύσει από την προηγούμενη ημέρα
στα νώτα του (περίπου 200 άνδρες), εγκαταστάθηκαν στο υψ. Γκολιάμα όπου, αφού
οργάνωσαν κυκλική άμυνα, πέτυχαν εκτός από την παρενόχληση και τη διακοπή των
επικοινωνιών του Οχυρού, να υποδείχνουν και στόχους στην Αεροπορία τους. Προσπάθεια
της XIV Μεραρχίας για την εξουδετέρωση των παραπάνω τμημάτων απέτυχε.

Στον Τομέα Καραντάγ, οι Γερμανοί επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και


κατέλαβαν το ύψ. Σταυρός, από το οποίο εκδιώχθηκαν αργότερα κατόπιν αντεπιθέσεως, που
υποστηρίχθηκε με πυρά από το Οχυρό Μαλιάγκα. Άλλα γερμανικά τμήματα κατόρθωσαν
περί τις 0900 να επικαθήσουν προσωρινά στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι και να
εισέλθουν στις υπόγειες στοές, μέσα στις οποίες ο αγώνας έλαβε δραματική μορφή και
παρουσίασε εικόνα αληθινής κόλασης. Η φρουρά του Οχυρού αγωνίσθηκε επί δίωρο με
αυτοθυσία και ηρωισμό και πέτυχε να εξοντώσει όλους τους Γερμανούς που είχαν διεισδύσει
σ' αυτό. Ταυτόχρονα, εκτοξεύθηκε και αντεπίθεση από μικρό τμήμα εναντίον των Γερμανών
που είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού. Ύστερα από σκληρό αγώνα οι Γερμανοί
υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν με σοβαρές απώλειες.

Στις 1630 νέα ισχυρή επίθεση δυνάμεως περίπου συντάγμα-τος


απέτυχε και πάλι. Την ίδια τύχη είχαν και οι απόπειρες καταστροφής του Οχυρού με
πυροβόλα εφόδου και μικρές ομάδες διεισδύσεων.

(5) Στον Τομέα της Κερκίνης, η XVIII Μεραρχία άρχισε από το πρωί να
συμπτύσσεται στην τοποθεσία μεταξύ της γέφυρας του Σιδηροκάστρου και της λίμνης
Κερκίνης, ενώ τα οχυρά συνέχιζαν τον αγώνα, χωρίς καμιά πλέον εξωτερική υποστήριξη.

Στο Οχυρό Κελκαγιά οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της νύχτας


έφραξαν τα φατνώματα και διοχέτευσαν αποπνικτικά αέρια και πυκνό καπνό μέσα στις στοές,
πράγμα που υποχρέωσε τη φρουρά στις 1130 να παραδοθεί.

Το Οχυρό Αρπαλούκι, χωρίς την προστασία πια του Κελκαγιά,


άρχισε να περισφίγγεται επικίνδυνα. Τη νύχτα 7/8 Απριλίου η φρουρά, ανερχόμενη σε 200
περίπου άντρες, αποχώρησε ανενόχλητη και έφτασε στις γέφυρες του Στρυμόνα τις οποίες
βρήκε καταστρεμμένες. Εκεί, ενώ επιχειρούσε με πρόχειρα μέσα να διαβεί τον ποταμό,
δέχθηκε επίθεση και μετά από τρίωρο σκληρό αγώνα υπέκυψε και παραδόθηκε στους
Γερμανούς, εκτός από ελάχιστους άντρες που κατόρθωσαν να διαφύγουν.

Η φρουρά του Οχυρού Ιστίμπεη, εξαιτίας των αποπνικτικών αερίων


και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, υποχρεώθηκε στις 1600 να
παραδοθεί.

Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα και τα μόνιμα πολυβολεία στον Υποτομέα


Ρουπέσκο εξακολούθησαν την αντίσταση καθ' όλη τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.

(6) Στον Τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας δεν έλαβαν χώρα
σημαντικά γεγονότα, άρχισε όμως να διαφαίνεται η άσχημη τροπή της καταστάσεως.

Οι Γερμανοί προσπάθησαν να παραβιάσουν την άμυνα στην


τοποθεσία του πεδινού διαδρόμου στα ανατολικά της λίμνης Δοϊράνης και πέτυχαν προς
στιγμή τη δημιουργία ρήγματος, το οποίο όμως αποκαταστά-θηκε αμέσως με αντεπιθέσεις
λόχου και διμοιρίας αρμάτων.

Περί τις 1230 η Μεραρχία πραγματοποίησε επαφή με τους


Γιουγκοσλάβους στο φυλάκιο Δοϊράνης κατά την οποία καθορίστηκε σημείο κοινού
συνδέσμου καθώς και η ενδεχόμενη ενέργεια στο σημείο αυτό. Επιπλέον, πληροφορήθηκε
ότι και η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία είχε ήδη καταλάβει τη Στρώμνιτσα και
ενεργούσε επιθετικά προς Κωστουρίνο-Βαλάντοβο. Οι Γιουγκοσλάβοι ζήτησαν να σταλούν
επειγόντως τμήματα του Ελληνικού Στρατού ή μηχανοκίνητα των Βρετανών και αντιαρματικά
πυροβόλα στο Βαλάντοβο. Ζήτησαν, επίσης, να προσβάλλει η Αεροπορία τις γερμανικές
φάλαγγες στην κοιλάδα του Στρούμνιτσα, αίτηση που ικανοποιήθηκε τις απογευματινές ώρες
από τη Βρετανική Αεροπορία.

Στις 1700 οι Γιουγκοσλάβοι ειδοποίησαν ότι θα συπτύσσονταν


δυτικά του Αξιού ποταμού. Ύστερα απ' αυτά το ΤΣΑΜ διέταξε τη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη
Μεραρχία να επεκτείνει το αριστερό της μέχρι την ανατολική όχθη του Αξιού, αφού
προηγουμένως την ενίσχυσε με τον ΧΙ Συνοριακό Τομέα (2 λόχοι Προκαλύψεως), με μία
διλοχία του Τάγματος Ασφαλείας Θεσσαλονίκης και τη ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Ομάδα
Αναγνωρίσεως. Η τελευταία βρισκόταν στην περιοχή του χ. Λαϊνά και προερχόταν από τη
Δράμα. Το κέντρο βάρους των δυνάμεων της Μεραρχίας, με βάση τη νέα αποστολή της,
μεταφερόταν πλέον στη ζώνη μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και του Αξιού ποταμού, όπου και
διέθεσε το ένα από τα δύο συντάγματά της και την ομάδα Αναγνωρίσεως.

Στο μεταξύ γερμανική μηχανοκίνητη φάλαγγα κατέλαβε τα χωριά


Βαλάντοβο και Φούρκα και κατευθυνόταν προς τον πεδινό δρόμο μεταξύ της λίμνης
Δοϊράνης και του υψ. Ντουμ. Δυτικότερα οι Γερμανοί κατέλαβαν τη Γευγελή.

γ. Κατά την τρίτη ημέρα της επιθέσεως, 8 Απριλίου, οι Γερμανοί, παρά την
προσπάθεια, δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν την οχυρωμένη τοποθεσία.

Η ταχεία όμως κατάρρευση της γιουγκοσλαβικής αντιστάσεως -ιδιαίτερα στην


περιοχή της κοιλάδας του Αξιού - και η ανυπαρξία διαθέσιμων δυνάμεων για την κάλυψη του
αριστερού πλευρού της οχυρωμένης τοποθεσίας δημιουργούσε σοβαρότατη κατάσταση για
όλη την τοποθεσία, η οποία κινδύνευε να αποκοπεί από τον κορμό της χώρας. Έτσι, η 2η
Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία εισέβαλε στο ελληνικό έδαφος από το διάδρομο του
Αξιού. Ειδικότερα, ο αγώνας κατά την ημέρα αυτή εξελίχθηκε ως εξής:

(1) Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου, η 164η Γερμανική Μεραρχία


έλαβε επαφή με την τοποθεσία αντιστάσεως επί του Νέστου ποταμού στην περιοχή της
Σταυρουπόλεως, ενώ το Οχυρό Εχίνος συνέχιζε να αμύνεται παρόλο που είχε περικυκλωθεί
και δεχόταν πυρά από παντού. Περί τις 2100 οι Γερμανοί κατόρθωσαν να ανέλθουν στην
επιφάνεια του Οχυρού και να διοχετεύσουν καπνό και διάφορα αποπνικτικά αέρια μέσα στις
στοές με αποτέλεσμα η φρουρά του, η οποία αποτελούνταν από 18 αξιωματικούς και 550
οπλίτες, να εγκαταλείψει το Οχυρό και να κινηθεί προς τη δυτική όχθη του Νέστου.
Φτάνοντας στο χ. Κένταυρος, γύρω στις 0300 της 9ης Απριλίου, η φρουρά πληροφορήθηκε
ότι οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την Ξάνθη και την Κομοτηνή. Ύστερα απ' αυτό, μη
διαθέτοντας πια οδό διαφυγής, παραδόθηκε στους Γερμανούς.

(2) Στον Τομέα της VII Μεραρχίας, η 72η Γερμανική Μεραρχία


προσπάθησε και πάλι να εκπορθήσει τα Οχυρά Πυραμιδοειδές, Λίσσε και Ντάσαβλη χωρίς
όμως αποτέλεσμα. Δυτικότερα, οι Γερμανοί διατήρησαν τις θέσεις τους επί του υψ. Κρέστη,
παρά τις προσπάθειες της VII Μεραρχίας για την ανακατάληψή του με το Απόσπασμα
Καλαποτίου.

(3) Στον Τομέα της XIV Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίσθηκε με αμείωτη


ένταση. Οι Γερμανοί προσπάθησαν να διασπάσουν την τοποθεσία στα Οχυρά Ρούπελ και
Καρατάς, αλλά αποκρούσθηκαν με σοβαρές απώλειες, ενώ καταρρίφθηκαν και τρία
γερμανικά αεροπλάνα. Τα τμήματα όμως του 125ου Γερμανικού Συντάγματος -που είχαν
εγκατασταθεί στο ύψωμα Γκολιάμα- και παράλληλα η κάθοδος της 5ης Ορεινής Μεραρχίας
στην κοιλάδα Ροδοπόλεως άρχισαν να δημιουργούν σοβαρότατη απειλή στο αριστερό της
XIV Μεραρχίας. Για την αντιμετώπιση της καταστάσεως ενισχύθηκε το αριστερό της υπόψη
Μεραρχίας από την Ομάδα Μεραρχιών, με δύο τάγματα Πεζικού, μία ίλη ελαφρών αρμάτων
(Κάριερς) και με αριθμό πυροβόλων διαφόρων διαμετρημάτων.

Ανατολικότερα, προσπάθειες των Γερμανών κατά τη διάρκεια της


νύχτας να εκπορθήσουν τα Οχυρά Μαλιάγκα και Περιθώρι απέτυχαν. Αντεπίθεση, που
εκτοξεύθηκε κατά των τμημάτων που είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι,
προσέλαβε μορφή αγώνα σώματος προς σώμα και τελικά οι Γερμανοί υποχώρησαν άτακτα.
Από τις 1245 το Οχυρό καθώς και τα παρακείμενα υψώματα δέχθηκαν επίθεση δύο περίπου
συνταγμάτων Πεζικού, τα οποία μετά από τρίωρο αγώνα καθηλώθηκαν με σημαντικές
απώλειες.

(4) Στις 8 Απριλίου, τρίτη μέρα της γερμανικής επιθέσεως, στον Τομέα
της Κερκίνης οι Γερμανοί προωθήθηκαν και τις μεσημβρινές ώρες έλαβαν επαφή με τα
τμήματα της XVIII Μεραρχίας στην περιοχή της γέφυρας Μεγαλοχωρίου, ενώ τα οχυρά που
δεν είχαν υποκύψει, συνέχιζαν τον αγώνα. Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, ύστερα από σκληρό και
άνισο αγώνα, υποχρεώθηκε στις 1900 να συνθηκολογήσει. Αντίθετα, η φρουρά τριών
σκυρόδετων πολυβολείων στις νότιες υπώρειες του υψ. Ρουπέσκο εξακολουθούσε να
προβάλλει πείσμονα αντίσταση. Το Οχυρό Παλιουριώνες, αν και δέχθηκε σκληρό
βομβαρδισμό και καταιγισμό φορητών όπλων στα φατνώματά του, αντιστάθηκε προξενώντας
σοβαρές απώλειες στους Γερμανούς.
(5) Ενώ όμως, με την ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών των
οχυρών, η «Γραμμή Μεταξά» παρέμεινε ουσιαστικά απαραβίαστη και κατά την τρίτη μέρα της
γερμανικής επιθέσεως, στον τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, όπου το αριστερό του
ΤΣΑΜ, δημιουργήθηκε κρίσιμη κατάσταση εξαιτίας της καταρρεύσεως της γιουγκοσλαβικής
αντιστάσεως στη Νότια Σερβία, από την πρώτη κιόλας μέρα. Τα τμήματα που διατέθηκαν
εσπευσμένα για την απόφραξη της κοιλάδας του Αξιού δεν κατόρθωσαν, κατά το μεγαλύτερο
μέρος τους, να φτάσουν και να εγκατασταθούν έγκαιρα στην τοποθεσία, εξαιτίας της εχθρικής
παρεμβολής.

Στις 0600 της 8ης Απριλίου ισχυρές γερμανικές μηχανοκίνητες


δυνάμεις της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας πέρασαν τη μεθόριο κοντά στη Δοϊράνη και
εισέβαλαν στο ελληνικό έδαφος. Στη συνέχεια ανέτρεψαν τα εγκαταστημένα στην περιοχή
Ακρίτας-Οβελίσκος τμήματα και κινήθηκαν προς Χέρσο-Κιλκίς και Μεγάλη Στέρνα-
Πολύκαστρο, διαλύοντας ή παρακάμπτοντας τις αντιστάσεις που συναντούσαν.

Ταυτόχρονα, άλλα τμήματα της 6ης Ορεινής Μεραρχίας, δυνάμεως


5 ταγμάτων, επιτέθηκαν κατά της τοποθεσίας Κρουσίων και πέτυχαν ρήγμα δυτικά του
υψώματος Δοβά Τεπέ. Περί τις 2300 γερμανική φάλαγγα κατέλαβε το χ. Μεταλλικό και
συνέχισε την κίνησή της προς το Κιλκίς, ενώ το Στρατηγείο της ΧΙΧ Μεραρχίας, που
αιφνιδιάσθηκε από την ταχύτητα προελάσεως των Γερμανών, μετακινήθηκε στο χ. Κεντρικό.

δ. Η συνεχιζόμενη σε βάθος διείσδυση των Γερμανών και η αναμενόμενη για την


επόμενη κατάληψη της Θεσσαλονίκης αποτελούσε άμεσο κίνδυνο για το ΤΣΑΜ, του οποίου η
αιχμαλωσία θα ήταν βέβαιη αν παρέμενε επί της αμυντικής τοποθεσίας. Για αυτό το λόγο, ο
Διοικητής του ΤΣΑΜ Αντιστράτηγος Μπακόπουλος αποφάσισε να συμπτύξει τις δυνάμεις του
από το βράδυ της 8ης Απριλίου προς τα λιμάνια της Ανατολικής Μακεδονίας, αφού
αποκλειόταν η περίπτωση προσπάθειας συμπτύξεώς τους δυτικά του Αξιού, εξαιτίας της
προελάσεως των Γερμανών προς Κιλκίς-Θεσσαλονίκη και της αναμενόμενης καταστροφής
των γεφυρών του Αξιού. Αλλά και η θαλάσσια μεταφορά δυνάμεων παρουσίαζε σοβαρές
δυσχέρειες, γιατί τα διαθέσιμα σκάφη ήταν ανεπαρκή.

Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ στις 1630 της 8ης Απριλίου ανέφερε τηλεφωνικώς στον
Αρχιστράτηγο την απόφασή του να συμπτύξει τις δυνάμεις του, λόγω της καταστάσεως που
είχε δημιουργηθεί. Πέντε μόλις λεπτά μετά την τηλεφωνική συνδιάλεξη, ο Διοικητής του
ΤΣΑΜ έλαβε τηλεφωνική διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, η οποία τον εξουσιοδοτούσε να
έρθει σε διαπραγματεύσεις με το Διοικητή των γερμανικών δυνάμεων, για τη σύναψη
συνθηκολογήσεως και την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Το Γενικό Στρατηγείο, εκτιμώντας
τη γενική κατάσταση και το μάταιο της συνεχίσεως του άνισου αγώνα και προς αποφυγή
ανώφελων θυσιών, είχε ήδη εκδώσει από το μεσημέρι σχετική έγγραφη διαταγή για
συνθηκολόγηση. Εξάλλου, η αποστολή του ΤΣΑΜ, της επιβραδύνσεως δηλαδή των
Γερμανών προς την τοποθεσία Βερμίου, είχε πλέον καταστεί ανέφικτη, καθόσον είχαν ήδη
διανοιγεί δύο κατευθύνσεις προσβολής της τοποθεσίας αυτής, από την κοιλάδα του Αξιού και
από το Μοναστήρι.
ε. Ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ύστερα από τα παραπάνω απέστειλε στις 2100 της 8ης
Απριλίου επιστολή προς το Γερμανό Διοικητή της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας
Αντιστράτηγο Φάιελ, με την οποία πρότεινε την κατάπαυση του πυρός υπό τον όρο όπως οι
μαχητές διατηρήσουν τα όπλα τους και εφόσον αυτό αποκλειόταν, να επιστραφούν αυτά στην
Ελλάδα μετά το τέλος του πολέμου. Ταυτόχρονα, ενημέρωσε εμπιστευτικά τους
υφισταμένους του διοικητές των Μεγάλων Μονάδων και τόνισε ότι έπρεπε να διατηρήσουν τις
θέσεις τους μέχρι τη στιγμή της υπογραφής της συνθηκολογήσεως για την τιμή των όπλων
και γιατί μόνο έτσι θα εξασφαλίζονταν ευνοϊκοί και έντιμοι όροι.

Περί τις 2230 ο Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης Αντιστράτηγος Ραγκαβής


έλαβε επιστολή του Διοικητή της γερμανικής εμπροσθοφυλακής, με την οποία ζητούσε την
«άνευ όρων» παράδοση της πόλεως μέχρι τα μεσάνυχτα.

Η παράδοση της Θεσσαλονίκης έγινε στις 0800 της επομένης, 9ης Απριλίου,
από επιτροπή αποτελούμενη από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, το Δήμαρχο και τον
Αστυνομικό Διευθυντή της πόλεως.

Στις 1400 της 9ης Απριλίου, στο Γερμανικό Προξενείο Θεσσαλο-νίκης


υπογράφηκε Πρωτόκολλο και Παράρτημα Διαπραγματεύσεων μεταξύ του Διοικητή του ΤΣΑΜ
και του Διοικητή της 2ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας.

Με το Παράρτημα αναγνωριζόταν ο ηρωικός αγώνας του ΤΣΑΜ και εκφραζόταν


η επιθυμία να μη σταλούν οι αξιωματικοί και οπλίτες σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Για τις
πολιτικές αρχές συμφωνήθηκε να παραμείνουν στις θέσεις τους.

Έτσι, τερματιζόταν ο αγώνας στην Ανατολική Μακεδονία με όρους εξαιρετικά


έντιμους για τα ελληνικά στρατεύματα που υπεραμύνθηκαν της τοποθεσίας Κερκίνη-Νέστος.

Στις 1600 ο Διοικητής του ΤΣΑΜ γνώρισε στις μονάδες τους όρους της
συνθηκολογήσεως και διατάχθηκε η διακοπή των εχθροπραξιών. Η διαταγή αυτή του ΤΣΑΜ
προκάλεσε δυσαρέσκεια σ' όσες μονάδες διατηρούσαν ακόμη τις θέσεις τους και συνέχιζαν
με επιτυχία τον αγώνα τους. Η ιδέα της άδοξης καταλήξεως σε αιχμαλωσία προκάλεσε, όπως
ήταν φυσικό, δικαιολογημένη αντίδραση και η πρώτη σκέψη πολλών ηγητόρων ήταν να
διαφύγουν με τα τμήματά τους προς την ελεύθερη και μαχόμενη ακόμη Ελλάδα. Οι
ανυπέρβλητες όμως για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού δυσχέρειες τους ανάγκασαν
να υποταχθούν τελικά με μεγάλη οδύνη στο μοιραίο.

στ. Ενώ ο Διοικητής του ΤΣΑΜ ασχολούνταν με τις διαπραγματεύσεις για


συνθηκολόγηση και οι Γερμανοί είχαν ήδη από το πρωί της 9ης Απριλίου εισέλθει στη
Θεσσαλονίκη, αγώνας συνεχιζόταν με επιτυχία σε ολόκληρη την οχυρωμένη τοποθεσία.

(1) Στον Τομέα της Ταξιαρχίας Νέστου, προσπάθεια των Γερμανών να


διαβούν τον ποταμό Νέστο στην περιοχή του χ. Παράδεισος απέτυχε. Ο Διοικητής όμως του
Τομέα γνωρίζοντας ότι επίκειται συνθηκολόγηση, συνέπτυξε τα τμήματά του κατά τη διάρκεια
της νύχτας 9/10 Απριλίου προς την κατεύθυνση Χρυσούπολη-Κεραμωτή, με πρόθεση να τα
διαπεραιώσει στη νήσο Θάσο.
(2) Στον Τομέα Φαλακρού, τα γερμανικά τμήματα, που είχαν
εγκατασταθεί στο ύψ. Ουσόγια, δεν επιχείρησαν να προωθηθούν παραπέρα εξαιτίας των
σφοδρών πυρών του Οχυρού Πυραμιδοειδές και του πυροβολικού. Στις 1010 το Απόσπασμα
Καλαποτίου επανέλαβε την επίθεση για την ανακατάληψη του υψ. Κρέστη, η οποία είχε
ανακοπεί το προηγούμενο βράδυ. Ύστερα από σκληρό αγώνα, που κράτησε μέχρι τις 1300,
το Απόσπασμα κατόρθωσε να εκδιώξει τους Γερμανούς και να ανακαταλάβει το ύψωμα. Το
Οχυρό Πυραμιδοειδές διέταξε την παύση πυρός στις 1400, μετά από διαταγή της VII
Μεραρχίας.

(3) Στον Τομέα της XIV Μεραρχίας ο αγώνας συνεχίστηκε με ένταση


χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν τη διάσπαση της αμυντικής τοποθεσίας.

(α) Στο Συγκρότημα Σιδηροκάστρου, το Οχυρό Ρούπελ παρά


τους σφοδρούς βομβαρδισμούς δεν υπέκυψε, αλλά ούτε και δέχθηκε να συνθηκολογήσει σε
σχετική πρόσκληση των Γερμανών.

(β) Στο Συγκρότημα Καραντάγ, απόπειρα διεισδύσεως


κατά τη διάρκεια της νύχτας 8/9 Απριλίου δυνάμεως λόχου των Γερμανών, μεταξύ των
Οχυρών Μαλιάγκα και Περιθώρι, αποκρούσθηκε με σοβαρές γι' αυτούς απώλειες. Άλλη
δύναμη τάγματος, που κατόρθωσε να διεισδύσει κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας μεταξύ
των Οχυρών Περιθώρι και Παρταλούσκα και να προσβάλλει τα μετόπισθεν του
Συγκροτήματος, καταδιώχθηκε κατόπιν θαρραλέας αντεπιθέσεως μικτού τμήματος από
εφεδρικές διμοιρίες, το οποίο συνέλαβε και 102 Γερμανούς αιχμαλώτους.

Οι Γερμανοί, επωφελούμενοι της κατοχής του υψ.


Κρέστη, επιχείρησαν κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας 8/9 Απριλίου και νέα διείσδυση και
κατόρθωσαν με μία διλοχία να καταλάβουν το ύψ. Άγιος Κωνσταντίνος, στα νώτα του
Συγκροτήματος Καραντάγ. Άμεση όμως ελληνική αντεπίθεση είχε ως αποτέλεσμα την
ανακατάληψη του υψώματος και τη σύλληψη 250 Γερμανών αιχμαλώτων.

(4) Στον τομέα της XVIIΙ Μεραρχίας οι Γερμανοί ενήργησαν


αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον του οχυρού Παλιουριώνες, χωρίς όμως να κατορθώσουν
να το εκπορθήσουν. Στις 1730 Γερμανοί κήρυκες πληροφόρησαν τη φρουρά του Οχυρού για
τη συνθηκολόγηση. Ύστερα απ' αυτό αποφασίσθηκε να γίνει εκκένωση κατά τη διάρκεια της
νύχτας. Η παράδοση του Οχυρού στους Γερμανούς έγινε στις 0900 της 10ης Απριλίου. Κατ'
αυτήν, παρατάχθηκε γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Η γερμανική σημαία ανυψώθηκε
στο Οχυρό μόνο μετά την αναχώρηση της φρουράς του.

Ανάλογες τιμητικές εκδηλώσεις έγιναν και προς τους Διοικητές των


Οχυρών Ρούπελ, Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Περιθώρι, Εχίνος, Νυμφαία, Ιστίμπεη και Κελκαγιά.

Η φρουρά του Στηρίγματος Ρουπέσκο, αφού αντιστάθηκε κατά τη


διάρκεια της ημέρας, κατόρθωσε να διαφύγει κατά τη νύκτα 9/10 Απριλίου χωρίς να γίνει
αντιληπτή από τους Γερμανούς.

(5) Στον Τομέα της ΧΙΧ Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, το 193ο Σύνταγμα


δέχθηκε στις 0230 της 9ης Απριλίου επίθεση και μετά από σύντομο αγώνα παραδόθηκε. Τα
υπόλοιπα τμήματά της συμπτύχθηκαν στην περιοχή του χ. Ελληνικό κοντά στο Λαχανά.
(6) Μετά τα Σχεδιαγράμματα της Μάχης των Οχυρών παραθέτουμε
Πίνακα των Διοικητών τους.

6. Αποτελέσματα

Το πρωί της 10ης Απριλίου βρήκε όλα τα τμήματα του ΤΣΑΜ ενήμερα της
συνθηκολογήσεως που είχε υπογραφεί, αναμένοντας την εκτέλεση των όρων της.

Οι ελληνικές απώλειες κατά τον παραπάνω τετραήμερο σκληρό αγώνα υπήρξαν


σχετικά μικρές και δεν ξεπέρασαν τους 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες των
Γερμανών από τις 6 μέχρι τις 10 Απριλίου υπήρξαν σημαντικές και έφτασαν, σύμφωνα με
γερμανικές πηγές, σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοουμένους.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος είχε οργανωθεί με προοπτική να


αντιμετωπίσει βαλκανικό αντίπαλο και είχε συγκροτηθεί από οχυρά σημεία, τα οποία θα
πλαισιώνονταν με επαρκείς δυνάμεις. Χάρη στον ηρωισμό και την αυτοθυσία των Ελλήνων
μαχητών, τα Οχυρά αντιστάθηκαν επιτυχώς κατά του γερμανικού στρατού, που διέθετε
συντριπτική υπεροχή, παρόλο ότι οι περισσότερες δυνάμεις που προβλέπονταν για την
τοποθεσία είχαν σταδιακά μεταφερθεί στο μέτωπο προς την Αλβανία, από την έναρξη του
Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Οι Γερμανοί μάλιστα χαρακτήρισαν αυτό το σύστημα οχυρώσεως,
ως τον «χρυσό μέσο όρο» μεταξύ του γαλλικού συστήματος και των συστημάτων των άλλων
κρατών και το πλέον κατάλληλο για ορεινά εδάφη. Ιδιαίτερα μάλιστα θαύμασαν την εκλογή
των θέσεων και την τέλεια προσαρμογή των πυρών προς το έδαφος.

β. Η κατασκευή ορισμένων οχυρών κοντά στα σύνορα με διπλή αποστολή,


αμυντική και επιθετική και η έλλειψη σχετικού βάθους, όπως και σε πολλά εδαφικά τμήματα
της Κερκίνης, αποδείχθηκε μειονεκτική, γιατί ο αντίπαλος ήταν σε θέση να πάρει την
κατάλληλη διάταξη πριν την επίθεσή του. Επομένως για να στηριχθεί ικανοποιητικά η άμυνα
στην περιοχή αυτή απαιτείται η έγκαιρη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών.

γ. Οι πολιτικές αποφάσεις της Γιουγκοσλαβίας (αμφιλεγόμενη στάση αρχικά, στη


συνέχεια προσχώρηση στον Άξονα, πραξικόπημα και τέλος αποχώρηση απ' αυτόν)
δημιούργησαν πρόβλημα στην Ελλάδα, γιατί:

(1) Η χώρα μας δεν είχε τη δυνατότητα να οδηγηθεί στις ενδεδειγμένες


αποφάσεις (επιλογή τρόπου αντιδράσεως-τοποθεσία άμυνας κτλ.) μέχρι και την τελευταία
στιγμή.
(2) Η άμυνα της Γιουγκοσλαβίας χωρίς σχέδια και προετοιμασία
υπήρξε σύντομη και χωρίς αποτέλεσμα. Η ταχύτατη κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού
μετώπου άφησε την ελληνική άμυνα στην εχθρική απειλή, αρχικά από τη Στρώμνιτσα-Αξιό
ποταμό και αργότερα από Μοναστήρι-Κοζάνη.

δ. Η ταχύτατη αναπροσαρμογή (μέσα σε 24 ώρες), σχεδίαση και διεξαγωγή


μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεως, όπως αυτή, από τους Γερμανούς καταδεικνύει την άρτια
οργάνωση, τη μέγιστη ικανότητα και την άριστη απόδοση της Ανώτατης Στρατιωτικής
Ηγεσίας και του στρατεύματος γενικότερα. Το γερμανικό πεζικό εξάλλου, διοικούμενο καλώς
και εμπνεόμενο από αποφασιστικότητα και αυτοθυσία, αποδείχθηκε άριστο στον επιθετικό
και αμυντικό αγώνα, και επέδειξε ικανότητα διεισδύσεως παντού, όπου η αντίσταση δεν ήταν
αρκετή για να το αναχαιτίσει.

ε. Η υπεροχή των Γερμανών σε μηχανοκίνητες και τεθωρακισμένες δυνάμεις και η


κατάλληλη χρησιμοποίησή τους, συνέβαλαν πολύ στην ταχεία και πλήρη επιτυχία της όλης
επιχειρήσεως. Η ύπαρξη εξάλλου ισχυρότατης αεροπορικής δυνάμεως και η χρησιμοποίησή
της κατά μάζες, επέδρασε αποφασιστικά στην εξέλιξη του αγώνα, δεδομένης μάλιστα και της
ελλείψεως φίλιας αεροπορίας. Από τα παραπάνω καταφαίνεται ότι στην επιχείρηση αυτή οι
Γερμανοί εφάρμοσαν την αρχή «της συγκεντρώσεως των μέσων» στο επιθυμητό σημείο.

στ. Κατά τη διεξαγωγή της άμυνας πρυτάνευσε το επιθετικό πνεύμα, παρόλο ότι δεν
υπήρχαν οι προβλεπόμενες γι' αυτό εφεδρείες, παρά μόνο μικρό ποσοστό τόσο μέσα, όσο
και έξω από τα οχυρά. Οι Έλληνες μαχητές, πάντως, των οχυρών αγωνίσθηκαν γενναία, με
άφθαστο ηρωισμό και πρωτοφανή αυτοθυσία εναντίον πολυαριθμότερου εχθρού με
συντριπτική υπεροχή πυρός και μέσων. Αναδείχθηκαν, έτσι, εφάμιλλοι των συναδέλφων τους
του ελληνοϊταλικού μετώπου, προκαλώντας το θαυμασμό του αντιπάλου.

ζ. Τέλος, ο ίδιος ο Χίτλερ σε λόγο του στις 4 Μαΐου 1941 ενώπιον του Ράιχσταγκ,
κάνοντας απολογισμό των εκστρατειών του είπε: «Η ιστορική δικαιοσύνη όμως με
υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους τους οποίους αντιμετωπίσαμε, ο
Έλληνας στρατιώτης ιδιαίτερα πολέμησε με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία. Συνθηκολόγησε
μόνο όταν η εξακολούθηση της αντιστάσεως δεν ήταν πλέον δυνατή και δεν είχε κανένα
λόγο».
ΠΙΝΑΚΑΣ
ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ

1 Ποποτλίβιτσ Λγ (Π Φελούκας Γεώργιος


. α ός Ζ)
2 Ιστίμπεη Τχη (Π Πικουλάκης Ξανθός
. ς Ζ)
3 Κελκαγιά Λγ (Π Ζακυνθινός
. ός Ζ) Τηλέμαχος
4 Αρπαλούκι Τχη (Π Καραθάνος
. ς Ζ) Δημήτριος
5 Παλιουριώνε Τχη (Π Χατζηγεωργίου
. ς ς Ζ) Αλέξανδρος
6 Ρούπελ Τχη (Π Δουράτσος Γεώργιος
. ς Ζ)
7 Καρατάς Τχη (Π Κοντογιάννης
. ς Ζ) Αστέριος
8 Κάλης Τχη (Π Κωστόπουλος
. ς Ζ) Κων/νος
9 Περσέκ Λγ (Π Θύμης Σπύρος
. ός Ζ)
1 Μπαμπαζώρ Τχη (Π Κώτσης Αναστάσιος
0 α ς Ζ)
.
1 Μαλιάγκα Λγ (Π Θεοδωρόπουλος
1 ός Ζ) Ευστάθιος
.
1 Περιθώρι Λγ (Π Δαράτος Σπυρίδων
2 ός Ζ)
.
1 Παρταλούσκ Λγ (Π Δρακουλαράκος
3 α ός Ζ) Σταύρος
.
1 Ντάσαβλη Υπ (Π Κόνιαρης Ιωάννης
4 λγο Ζ)
. ς
1 Λίσσε Τχη (Π Δετοράκης Γεώργιος
5 ς Ζ)
.
1 Πυραμιδοειδ Λγ (Π Ρογκάκος
6 ές ός Ζ) Παναγιώτης
.
1 Καστίλο Λγ (Π Θεοδωράκης
7 ός Ζ) Γεώργιος
.
1 Άγ. Νικόλαος Τχη (Π Καλιώρης Γεώργιος
8 ς Ζ)
.
1 Μπαρτίσεβα Λγ (Π Δημίδης Παναγιώτης
9 ός Ζ)
.
2 Εχίνου Τχη (Π Δρακούσης Χρήστος
0 ς Ζ)
.
2 Νυμφαίας Τχη (Π Αναγνωστός
1 ς Ζ) Αλέξανδρος
.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΟΥΡΣΚ


(5-23 Ιουλίου 1943)

1. Εισαγωγή

Οι επιθετικές επιχειρήσεις των Γερμανών κατά τη θερινή περίοδο του έτους 1943, υπό τη
συνθηματική ονομασία "ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ" (CITADELLE), στο Ανατολικό Μέτωπο, αποτέλεσαν
την τελευταία προσπάθεια για την επίτευξη σταθερής υπεροχής τους στην Ανατολή.
Οι Γερμανοί προέβλεπαν, ότι σύντομα θ' αντιμετώπιζαν ως εφιάλτη το διμέτωπο, προς τα
ανατολικά και δυτικά, αγώνα, από τον οποίο έπρεπε να εξέλθουν ταχέως, για να έχουν
ελπίδες για επιτυχή τερματισμό του πολέμου.
Εξετάζοντας επιχειρησιακά την κατάσταση στο Ανατολικό Μέτωπο, θα διαπιστώσουμε,
ότι κατά το έτος 1943, μέχρι την έναρξη της επιχειρήσεως "Ακρόπολις", είχε την ακόλουθη
εξέλιξη.
Οι Ρώσοι, αφού επωφελήθηκαν από τα σφάλματα της ανωτάτης ηγεσίας των γερμανικών
δυνάμεων (του Χίτλερ), πέτυχαν μέχρι την 1η Φεβρουαρίου 1943 την πλήρη συντριβή της
6ης Γερμανικής Στρατιάς στο Στάλινγκραντ. Περίπου κατά τα μέσα Φεβρουαρίου η κρίση
έφθασε στο απόγειο της, όταν δηλαδή οι Ρώσοι, συνεχίζοντας την προς τα δυτικά προώθηση
των δυνάμεων τους, ανακατέλαβαν το Χάρκοβ, πρωτεύουσα της Ουκρανίας, και κατόρθωσαν
να διεισδύσουν σε βάθος, δυτικά και νότια του ποταμού Ντόνετς, προς την κατεύθυνση της
Μαύρης Θάλασσας και του ποταμού Δνείπερ.
Βεβαίως, παρά τις θεαματικές αυτές επιτυχίες τους, η μεγάλη ευκαιρία συντομεύσεως, αν
μη του τερματισμού, του πολέμου διέφυγε, διότι η Στάβκα (Κεντρική Επιτροπή Αμύνης της
Σοβιετικής Ενώσεως) είχε επιδείξει διστακτικότητα.
Την κρίση αυτή διαδέχθηκε η βελτίωση της καταστάσεως των γερμανικών δυνάμεων. Σ'
αυτό συνετέλεσαν οι τεθωρακισμένες μονάδες που έστειλε προς ενίσχυση η Γερμανία, καθώς
και η καταπληκτική δραστηριότητα και η ψύχραιμη αντιμετώπιση της κρίσεως από τον Ε.
Μανστάιν, Διοικητή της Ομάδας Στρατιών του Νότου (περιοχής του λεκανοπεδίου του
Ντόνετς).
Ενώ υπήρχε ο θανάσιμος κίνδυνος να δουν οι Γερμανοί τους Ρώσους να φθάνουν στις
ακτές της Μαύρης Θάλασσας, ο Μανστάιν, εμμένοντας στις απόψεις του, συνέχιζε με παγερή
αταραξία τη συγκρότηση εφεδρείας. Συγκέντρωνε τις διασκορπισμένες μονάδες της 4ης
Τεθωρακισμένης Στρατιάς στην περιοχή του Ζαπορόγιε, νοτιοδυτικά του Χάρκοβ, αν και αυτό
συνεπαγόταν περαιτέρω αραίωση του μετώπου, περισσότερο και από το κατώτατο
παραδεκτό όριο. Ήταν ο μόνος τρόπος για την ανάκτηση της πρωτοβουλίας, που ήταν
αναγκαία για τη διάσωση του Γερμανικού Στρατού, ο οποίος είχε περιέλθει σ' αυτή τη δεινή
κατάσταση.
Η προς τα δυτικά προώθηση των ρωσικών δυνάμεων προοδευτικά επιβραδυνόταν,
εφόσον επιμηκύνονταν οι γραμμές συγκοινωνιών σε περιοχή που για εκατοντάδες χιλιόμετρα
παρουσίαζε την εικόνα ερήμου μετά τη μεθοδική της καταστροφή από τους Γερμανούς πριν
από την υποχώρηση τους προς τα δυτικά, αλλά και κατά τη διάρκειά της. Αντίθετα, η
αντίσταση των γερμανικών δυνάμεων αυξανόταν εφόσον προσέγγιζαν προς τα τέρματα των
σιδηροδρομικών συγκοινωνιών, στα οποία κατέφθαναν συνεχώς ενισχύσεις, εφόδια και
υλικά.
Κατά το διάστημα μεταξύ 20ής Φεβρουαρίου και 1ης Μαρτίου η προώθηση των ρωσικών
στρατιών του Νοτιοδυτικού Μετώπου προς τις διαβάσεις του Δνείπερ ποταμού είχε
αποκοπεί. Κατόπιν αντεπιθέσεως των γερμανικών δυνάμεων, οι Ρώσοι απωθήθηκαν και
πάλι ανατολικά του ποταμού Ντόνετς. Ακόμη νοτιότερα, η Δεξιά Πτέρυγα των Γερμανών στον
μέσο ρου του Ντόνετς και του Μιούς ποταμού διατήρησε τελικά τις θέσεις της και οι ρωσικές
δυνάμεις, που είχαν διεισδύσει προς την κατεύθυνση της Αζοφικής, κυκλώθηκαν και
αναγκάσθηκαν να παραδοθούν.
Από την 1η Μαρτίου επακολούθησε επίθεση κατά των προωθουμένων προς τα δυτικά,
στην περιοχή του Χάρκοβ, ρωσικών δυνάμεων του Μετώπου του Βορονέζ, από το σώμα των
SS, που είχε πρόσφατα συγκροτηθεί και από την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά με αξιόλογα για
τους επιτιθεμένους αποτελέσματα. Μέχρι τις 16 Μαρτίου το Χάρκοβ καταλήφθηκε και πάλι
από τους Γερμανούς, καθώς και το Μπέλγκοροντ, οπότε o βόρβορος από την τήξη των
πάγων έθεσε τέρμα στην προώθηση των Γερμανών και νέκρωσε κάθε κίνησή τους στην
Ουκρανία.
Λίγες περίοδοι του Β' Παγκοσμίου Πολέμου παρουσίασαν τόσο απότομη δραματική
μεταστροφή της τύχης όσο αυτή του Φεβρουαρίου - Μαρτίου 1943. Ο Γερμανικός Στρατός
επέδειξε για μία ακόμη φορά την καταπληκτική ικανότητα των αναγεννημένων δυνάμεών του
και την αναμφίβολη υπεροχή του στο τακτικό πεδίο. Παρά τη συνεχή και αφόρητη πίεση του
τρομερότερου από τους αντιπάλους του, κατόρθωσε να αποκαταστήσει το μέτωπο, να
αποκόψει την "αιχμή του ρωσικού δόρατος" και να διασκορπίσει τις πρόωρες ελπίδες των
Δυτικών Συμμάχων.
Ήδη το Επιτελείο της Οberkommando heeres (Ο.Κ.Η. , δηλαδή της Ανωτάτης Διοικήσεως
Γερμανικού Στρατού) άρχισε να μελετά και η Στάβκα να εξετάζει με ανησυχία την περίπτωση
νέας θερινής γερμανικής επιθέσεως προς τα ανατολικά.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Έδαφος (γενικά)
Η τελική έκβαση των χειμερινών επιχειρήσεων προς τα ανατολικά μπορούσε να
θεωρηθεί για τους Γερμανούς, μετά μάλιστα την καταστροφή της 6ης Στρατιάς στο
Στάλινγκραντ, ως ικανοποιητική, τουλάχιστον από απόψεως εδαφικών κερδών (Σχεδ. 75).
Το μέτωπο ακολουθούσε γενικά τη γραμμή του Ντόνετς ποταμού μέχρι δυτικά της
πόλεως Βοροσίλωφγκραντ, όπου καμπτόταν προς το Νότο και ακολουθούσε την κοίτη του
Μιούς ποταμού. Η Χερσόνησος της Κριμαίας κατεχόταν σταθερά από τους Γερμανούς, οι
οποίοι μάλιστα είχαν διατηρήσει εκτεταμένο προγεφύρωμα στη χερσόνησο του Κουμπάν,
στην περιοχή Καυκάσου.
Στην τεράστια αυτή περιοχή περιλαμβάνονταν οι εκτεταμένοι σιτοβολώνες της
Ουκρανίας και περιοχές πλούσιες σε άνθρακες και σε μέταλλα απαραίτητα στην πολεμική
βιομηχανία (χρώμιο, μαγγάνιο κ.ά.).
Το μόνο μελανό σημείο ήταν η εκτεταμένη εξέχουσα του μετώπου στην περιοχή του
Κουρσκ, μεταξύ των Ομάδων Στρατιών Κέντρου και Νότου. Λόγω της παρεμβολής του, η
γραμμή του μετώπου επιμηκυνόταν κατά 500 χιλιόμετρα περίπου.
Εκατέρωθεν του θυλάκου του Κουρσκ σχηματίζονταν δύο εξέχουσες του γερμανικού
μετώπου, του Ορέλ προς Βορρά και του Μπέλγκοροντ προς Νότο (Σχεδ. 76).
Στο κέντρο του θυλάκου βρισκόταν η πόλη του Κουρσκ, όπου διασταυρώνονταν οι
σιδηροδρομικές αρτηρίες Χάρκοβ - Μόσχας και Βο-ρονέζ - Κιέβου.
Το έδαφος της περιοχής ήταν κυματοειδές με μικρές εδαφικές εξάρσεις ύψους 200-300
μέτρων. Αξιόλογα υδάτινα κωλύματα δεν υπήρχαν, πλην των παραποτάμων του Δνείπερ,
Σέιμπ και Πσελ. ΄Ομως, η εκτός οδών κίνηση των αρμάτων παρουσίαζε κατά περιοχές
σημαντικές δυσχέρειες, λόγω φυσικών αποτμήσεων του εδάφους.
Το οδικό δίκτυο της περιοχής, αν και ήταν πτωχό, επέτρεπε γενικά την άνετη κίνηση
των τροχοφόρων κατά την περίοδο της ξηρασίας. Κατά την περίοδο όμως των
βροχοπτώσεων και ιδίως της τήξεως των πάγων (συνήθως κατά τον Απρίλιο) καμία κίνηση
δεν ήταν δυνατή εκτός των κυρίων οδεύσεων. Η φοβερή λάσπη νέκρωνε τα πάντα. Τεράστιοι
σιταγροί κάλυπταν το αναπεπταμένο έδαφος και μείωναν την ορατότητα, ενώ κατά
διαστήματα η κοίτη των ποταμών είχε καλυφθεί από συστάδες δένδρων.

β. Στρατιωτική Αξία

Η παρεμβολή του θυλάκου του Κουρσκ στη γραμμή του μετώπου των Γερμανών
δυσχέραινε τις μεταξύ των δύο Ομάδων Στρατιών (Κέντρου και Νότου) συγκοινωνίες και
καθήλωνε σημαντικές δυνάμεις για την επιτήρησή του.
Στους Ρώσους παρείχε σπουδαία βάση εξορμήσεως κατά της βόρειας πτέρυγας της
Ομάδας Στρατιών του Νότου, καθώς και κατά του πλευρού της Ομάδας Στρατιών του
Κέντρου. Αποτελούσε γενικά, σοβαρή απειλή για τη συνοχή του γερμανικού μετώπου, επειδή
ρωσική επίθεση από την κατεύθυνση του Κουρσκ μέσω Χάρκοβ προς τις διαβάσεις του
Δνείπερ (μεγάλες γέφυρες Δνειπροπετρόβσα και Ζαπορόγιε) θα είχε ως αποτέλεσμα την
αποκοπή των γερμανικών δυνάμεων στην κοιλάδα του Ντόνετς, με προφανή τον κίνδυνο
απωθήσεώς τους προς τις ακτές του Ευξείνου Πόντου.
Για τους Γερμανούς προσφερόταν ως ΑΝΣΚ επιθέσεως, που θα απέβλεπε στην
κύκλωση σημαντικών ρωσικών δυνάμεων. Σύμφωνα με αυτήν και λόγω της σημασίας, που
είχε το Κουρσκ για τους Ρώσους, θα έπρεπε να αναμένεται ταχέως η εμπλοκή των
τεθωρακισμένων εφεδρειών τους, κατά τις απόψεις του Στρατάρχη Μανστάιν. Η καταστροφή
αυτών, καθώς και κατά το θέρος του παρελθόντος έτους στην ίδια περιοχή, θα αποτελούσε
απαρχή νέων γερμανικών επιθέσεων σε βάθος, ως μία επιθετική επιστροφή μεγάλης
εκτάσεως.
Κανένας από τους άλλους τομείς του Ανατολικού Μετώπου δεν προσφερόταν
καλύτερα από εκείνον του Κουρσκ για μια ανάλογη επιθετική ενέργεια, έστω και
περιορισμένης εκτάσεως. Το Ορέλ προς το Βορρά και το Μπέλγκοροντ προς το Νότο
αποτελούσαν ισχυρές και πολύ κατάλληλες βάσεις για μια συγκλίνουσα, ταχεία και
αιφνιδιαστική επίθεση των δύο γερμανικών Ομάδων Στρατιών (Κέντρου και Νότου). Η
επίθεση των Ρώσων προ του Ορέλ, η οποία έγινε το Φεβρουάριο και απέτυχε, και η
προέλαση της Ομάδας Στρατιών του Νότου μέχρι το Μπέλγκοροντ το Μάρτιο είχαν ως
αποτέλεσμα τη συγκέντρωση σημαντικών δυνάμεων των Μετώπων Βορονέζ και Κεντρικού
στην εξέχουσα σε τρόπο, ώστε, με μικρή εύνοια της τύχης, να είναι δυνατή η προσδοκία -
από γερμανικής πλευράς - της επιτυχίας αποφασιστικής νίκης.
Τέλος, σε περίπτωση επιτυχίας, η εξάλειψη της εξέχουσας θα επέφερε την
ευθυγράμμιση του γερμανικού μετώπου (στο σημείο επαφής των δύο ομάδων στρατιών) και
την εξοικονόμηση 15 τουλάχιστον μεραρχιών.
Κατά τις εκτιμήσεις των επιτελείων και των δύο αντιπάλων η εξέχουσα του Κουρσκ
ήταν πολύ ελκυστικός στόχος. Αποτελούσε σαφή πρόκληση για τους Γερμανούς και, ως εκ
τούτου,όπως ήταν φυσικό, έπρεπε να αναμένεται, ότι οι Ρώσοι θα έσπευδαν, αμέσως μόλις
θα το επέτρεπε η κατάσταση του εδάφους, να προβούν στην αμυντική οργάνωση.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Δυνάμεις
Οι ανάγκες σε έμψυχο δυναμικό των Γερμανών κατά τις αρχές του έτους 1943
υπήρξαν τεράστιες και δημιουργούσαν δυσχερή προβλήματα.
Ο συνεχώς επαυξανόμενος αριθμός μαχητών που κατευθυνόταν προς τα
διάφορα μέτωπα, και μάλιστα το Ανατολικό, καθιστούσε μεγαλύτερες τις ελλείψεις εργατικού
δυναμικού της υπεραναπτυγμένης πολεμικής βιομηχανίας.
Το μέτρο της συμμετοχής στο Ανατολικό Μέτωπο συμμαχικών στρατευμάτων
(δορυφόρων κρατών), παρά την αρχική ευοίωνη προοπτική, απέβη κατά τους τελευταίους
μήνες του 1942 καταστρεπτικό. Επίσης, το μέτρο της εθελουσίας προσελεύσεως εργατών
από διάφορα υποταγμένα κράτη και κατακτημένες περιοχές, εξαιτίας της περιορισμένης
επιτυχίας του, εξελίχθηκε τελικά σε βίαιη πολιτική επιστράτευση και καταναγκαστική εργασία
τεράστιου αριθμού ατόμων και των δύο φύλων.
Οι αποτυχίες του στρατού (Wermacht) στα διάφορα μέτωπα επέτειναν τη
δυσπιστία του Χίτλερ στις εθνικές γερμανικές δυνάμεις, ενώ η αποτελεσματικότητα των SS
στις διάφορες επιχειρήσεις των μετόπισθεν (ερήμωση ολόκληρων περιοχών) είχε επαυξήσει
την εμπιστοσύνη του στους κομματικούς (ναζιστικούς) και, κατά κάποιο τρόπο, προσωπικούς
στρατούς της αεροπορίας (Στρατάρχης Γκαίριγκ) και ιδίως των SS (Στρατάρχης Χίμμλερ).
Η χαώδης κατάσταση που είχε δημιουργηθεί αμέσως μετά την τρομερή μάχη του
Στάλινγκραντ επέβαλε στους Γερμανούς τη συγκρότηση και αποστολή στο Ανατολικό
Μέτωπο μεγάλων τακτικών μονάδων της αεροπορίας και των SS. Η κατά προτεραιότητα
διάθεση της παραγωγής των πολεμικών εργοστασίων στις νέες αυτές μονάδες επέτεινε την
κρίση αυτή κατά τους πρώτους μήνες του 1943, λόγω των ελλείψεων σε αναπληρώσεις και
οπλισμό.
Κατά την περίοδο αυτή σημειώθηκε η εμφάνιση στα πεδία των μαχών του
Ανατολικού Μετώπου των πρώτων μεραρχιών αρμάτων "του τρίτου υποδείγματος" και των
νέου τύπου τεθωρακισμένων μεραρχιών αναγνωρίσεως (Panzer Grenadier Division), από τη
δράση των οποίων ανέμενε ο Χίτλερ τη μεταβολή της στρατηγικής καταστάσεως, αν όχι και
την τελική νίκη.
Η συγκρότηση των μεραρχιών αυτών φέρει τη σφραγίδα του δημιουργού των
τεθωρακισμένων γερμανικών μεραρχιών, δηλαδή του Στρατηγού Γκουντέριαν, ο οποίος,
κατόπιν αποφάσεως του Χίτλερ, επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία και διορίσθηκε
Επιθεωρητής των Τεθωρακισμένων με ευρείες δικαιοδοσίες.
Οι νέες μεραρχίες εξοπλίσθηκαν με τελευταίου τύπου άρματα (εφάμιλλα και,
ενπολλοίς, ανώτερα των ρωσικών).
Οι Γερμανοί διέθεταν κατά το θέρος του 1943 στο Ανατολικό Μέτωπο 210
Μεραρχίες (190 γερμανικές και 20 συμμαχικές), από τις οποίες 43 τεθωρακισμένες
(3.000.000 άνδρες).
Από τις μεραρχίες αυτές στη μάχη του Κουρσκ ενεπλάκησαν τελικά 39 μεραρχίες
παντός τύπου (650-700.000 ανδρών, 1.081 άρματα μάχης και 376 ερπυστριοφόρα
πυροβόλα).
Η Γερμανική Αεροπορία (500 καταδιωκτικά - 1.200 βομβαρδιστικά αεροσκάφη)
ήταν ικανή, παρά τον περιορισμό της δυνάμεως της, να έχει τοπική αεροπορική υπεροχή για
ορισμένο χρόνο χάρη στην ικανότητα των πληρωμάτων και την ποιότητα του υλικού της. Η
περίοδος της απόλυτης κυριαρχίας στον αέρα είχε παρέλθει οριστικά.
(2) Διάταξη
Σύμφωνα με τις οδηγίες επιχειρήσεων της Ο.Κ.Η., στην επίθεση έλαβαν μέρος
δυνάμεις των Ομάδων Στρατιών Κέντρου (Στρατάρχης Κλούγκε) και Νότου (Στρατάρχης
Μανστάιν), εκατέρωθεν της εξέχουσας. Συγκεκριμένα :
(α) Από την Ομάδα Στρατιών του Κέντρου (στον Τομέα Ορέλ)
1/ 9η Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός Μόντελ.
Δυνάμεις: 41ο, 46ο, 47ο Τεθωρακισμένα Σώματα Στρατού (8
τεθωρακισμένες μεραρχίες).
Δύο Σώματα Πεζικού (7 μεραρχίες πεζικού).
2/ 2η Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός Βάις.
Δυνάμεις: Τρία σώματα πεζικού (9 εξασθενημένες μεραρχίες).
3/ Εφεδρεία: 12η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, 36η Τεθωρακισμένη
Μεραρχία Αναγνωρίσεως.
4/ Αεροπορική Υποστήριξη: Ο 1ος Αεροπορικός Στόλος.
(β) Από την Ομάδα Στρατιών του Νότου (στον Τομέα Χάρκοβ)
1/ 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά: Διοικητής Στρατηγός Χοθ.
Δυνάμεις: 1ο Τεθωρακισμένο Σώμα των SS, 48ο Τεθωρακισμένο
Σώμα Στρατού (9 τεθωρακισμένες μεραρχίες - 1 μεραρχία πεζικού).
52ο Σώμα Στρατού (3 μεραρχίες πεζικού).
2/ Απόσπασμα Στρατιάς Κεμπφ.
Δυνάμεις: 11ο Σώμα Στρατού (3 μεραρχίες πεζικού).

3ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (3 τεθωρακισμένες μεραρχίες).


3/ Εφεδρεία: 24ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού
(2 τεθωρ. μεραρχίες).
4/ Αεροπορική Υποστήριξη: Ο 4ος Αεροπορικός Στόλος.

β. Ρώσων

(1) Δυνάμεις
Οι Ρώσοι, έναντι των 3.000.000 περίπου του Γερμανικού Στρατού παρέτασσαν
στο Ανατολικό Μέτωπο 5.000.000 μαχητές.
Το Φεβρουάριο διέθεταν συνολικά 513 μεραρχίες και ανεξάρτητες ταξιαρχίες
πεζικού, 43 μεραρχίες ιππικού και περίπου 290 τεθωρακιμένες ή μηχανοκίνητες ταξιαρχίες
(7.100 άρματα πρόσφατης κατασκευής).
Η Ρωσική Ηγεσία υπολόγιζε, ότι η νέα κλάση (γεννηθέντες το 1924), που
επρόκειτο να κληθεί υπό τα όπλα, θα απέδιδε 1.500.000 μαχητών και, συνεπώς, δεν υπήρχε
κανένα πρόβλημα από πλευράς έμψυχου δυναμικού. Η βιομηχανική παραγωγή κάλυπτε τις
πολεμικές ανάγκες, ενώ η συμμαχική βοήθεια συνεχώς αυξανόταν.
Οι δυνάμεις, που ήταν στον θύλακο του Κουρσκ κατά την έναρξη της μάχης,
ανέρχονταν σε 54 μεραρχίες πεζικού (1.330.000 άνδρες), 12 τεθωρακισμένα σώματα (3.600
άρματα) και 16 μηχανοκίνητες ταξιαρχίες. Φαίνεται, ότι οι ανατολικά του Κουρσκ τηρούμενες
γενικές εφεδρείες της Στάβκα, καθώς και οι βόρεια του Ορέλ δυνάμεις των Μετώπων
Νοτιοδυτικού και Μπριάνσκ θα ήταν πολύ σημαντικές, διότι κατά τη ρωσική αντεπίθεση (12
Ιουλίου) βόρεια του Ορέλ, οι Ρώσοι ενέπλεξαν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό μεραρχιών και
τεθωρακισμένων ταξιαρχιών.
Οι Ρώσοι διέθεταν κατά τη μάχη στο Κουρσκ καταπληκτική υπεροχή σε
πυροβολικό. Όπως αναφέρεται από διάφορες πηγές, υπήρχαν περισσότερα συντάγματα
πυροβολικού από συντάγματα πεζικού (σε ορισμένους τομείς η αναλογία ήταν 5 προς 1).
Αναφέρεται, ότι οι Ρώσοι διέθεταν 20.000 πυροβόλα, από τα οποία τα 6.000 αντιαρματικά,
καθώς και μεγάλο αριθμό εκτοξευτών πυραύλων Κατιούσα.
(2) Διάταξη
(α) Μέτωπο Βορονέζ (έναντι Ομάδας Στρατιών του Νότου).
Διοικητής: Στρατηγός Βατούτιν
Δυνάμεις: Τέσσερις στρατιές πεζικού (6η, 7η επίλεκτες, 4η και 38η) και μια
τεθωρακισμένη (η 1η Αρμάτων).
Αεροπορική Υποστήριξη: 2η Αεροπορική Στρατιά.
(β) Κεντρικό Μέτωπο (Έναντι της 9ης Στρατιάς)
Διοικητής: Στρατηγός Ροκοσόφσκυ
Δυνάμεις: Πέντε στρατιές πεζικού (13η, 48η, 60ή, 69η και 70ή) και μία
τεθωρακισμένη (η 2η Αρμάτων).
Αεροπορική Υποστήριξη: Η 16η Αεροπορική Στρατιά.
(γ) Μέτωπο( Στέππας (Εφεδρεία)
1)

Διοικητής:Στρατηγός Κόνιεφ.
Δυνάμεις: Τέσσερις στρατιές πεζικού (5η Επίλεκτη, 27η, 53η και 47η) και
μία τεθωρακισμένη (η 5η Στρατιά Αρμάτων).
Επίσης, δύο ανεξάρτητα σώματα αρμάτων και τρία ιππικού.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων

α. Γερμανών (Σχέδιο Επιθέσεως Ακρόπολις)

(1) Ο Στρατάρχης Μανστάιν, μετά την κατάληψη του Χάρκοβ (14-3-1943), είχε την
πρόθεση να συνεχίσει την αντεπίθεση προς τα βορειοανατολικά, για να απαλείψει την
εξέχουσα του Κουρσκ προ της ενάρξεως της περιόδου τήξεως των πάγων. Η αδυναμία
όμως συμμετοχής στην ενέργεια από Βορρά της Ομάδας Στρατιών του Κέντρου τον
ανάγκασε να παραιτηθεί από την πρόθεσή του αυτή.
Κατά την περίοδο της αναγκαστικής απραξίας, ο Μανστάιν υπέβαλε στον Χίτλερ
άλλο σχέδιο "ευρείας επιθετικής επιστροφής", το οποίο εκμεταλλευόταν κατάλληλα τις
επίμονες προσπάθειες των Ρώσων να προωθηθούν προς τις διαβάσεις του ποταμού
Δνείπερ. Το σχέδιο αυτό προέβλεπε την παραχώρηση της λεκάνης του Ντόνετς και την
εφέλκυση των Ρώσων προς τον κάτω ρου του Δνείπερ. Το βάρος των γερμανικών
τεθωρακισμένων από την περιοχή του Χάρκοβ, όπου θα συγκεντρώνονταν, θα ριχνόταν
προς τα νοτιοανατολικά και θα απωθούσε τους Ρώσους προς τις ακτές της Αζοφικής
Θάλασσας.
Το σχέδιο αυτό εκμεταλλευόταν πλήρως τα πλεονεκτήματα που διατηρούσαν
ακόμη οι Γερμανοί έναντι του αντιπάλου τους, δηλαδή, κατά τον Μανστάιν: "Διοίκηση
καλύτερη και μάλλον εύκαμπτη, στρατιωτικές δυνάμεις από απόψεως ποιότητας ανώτερες
και μεγαλύτερη, κατά το θέρος τουλάχιστον, ευκαμψία".
Ο Χίτλερ απέρριψε το σχέδιο του Μανστάιν, προφασιζόμενος ότι τούτο αντετίθετο
σε σοβαρούς πολιτικοοικονομικούς παράγοντες. Στην πραγματικότητα όμως η απόρριψη
οφειλόταν στο ότι ο Χίτλερ είχε απέχθεια στο να παραχωρεί εκούσια έδαφος στον εχθρό,
πράγμα που προβλεπόταν στο σχέδιο αυτό.

1)(1) Με τον όρο αυτό νοείται κλιμάκιο αντίστοιχο προς την Ομάδα Στρατιών.
Ο πραγματικός κίνδυνος από τυχόν εφαρμογή του ανωτέρω σχεδίου προερχόταν
από την πιθανότητα να μη παρασυρθούν οι Ρώσοι σε επίθεση πριν από τη δημιουργία
δεύτερου μετώπου από τους δυτικούς Συμμάχους ή να επιτεθούν (οι Ρώσοι) στον τομέα του
Μπέλγκοροντ και βορειότερα, στον θύλακα του Ορέλ, προς ανάκτηση του Χάρκοβ.
Παρόμοιες σκέψεις και φόβοι οδήγησαν το Στρατηγό Ζάιτσλερ, αρχηγό του
Επιτελείου της ΟΚΗ, στη σύλληψη ενός περισσότερο σαφούς και ρεαλιστικού σχεδίου
άμεσης επιθέσεως, επί συγκλινουσών κατευθύνσεων, για την απαλοιφή του θυλάκου του
Κουρσκ. Επρόκειτο περί του αρχικού σχεδίου του Μανστάιν, που βασιζόταν στην ιδέα της
άμεσης εκμεταλλεύσεως της πρόσκαιρης αδυναμίας του αντιπάλου, λόγω των ηττών του
κατά την αντεπίθεση της Ομάδας Στρατιών Νότου (Φεβρουάριος - Μάρτιος).
Κατόπιν εκθέσεως που υπέβαλε ο Στρατηγός Μόντελ, Διοικητής της 9ης
Στρατιάς, ο οποίος διηύθυνε την επίθεση στο βόρειο τομέα του θυλάκου, πραγματοποιήθηκε
σύσκεψη στο Μόναχο στις 4 Μαΐου. Σ' αυτήν παρέστησαν, εκτός από τους αρχηγούς των
Επιτελείων, οι διοικητές Ομάδων Στρατιών Κέντρου και Νότου και ο Στρατηγός Γκουντέριαν.
Στην έκθεση του ο Στρατηγός Μόντελ ανέφερε, ότι οι Ρώσοι είχαν προβεί στην
οχύρωση του θυλάκου και σε συγκέντρωση μεγάλων δυνάμεων. Για το λόγο αυτό διατύπωνε
σοβαρές επιφυλάξεις ως προς την επιτυχία του σχεδίου. Κατά τη συζήτηση που
επακολούθησε, έγινε φανερή η διάσταση των απόψεων.
Ο Στρατηγός Γκουντέριαν εκφράσθηκε έντονα κατά του σχεδίου, καθώς και κατά
οποιασδήποτε επιθετικής ενέργειας προς τα ανατολικά, πριν από την πλήρη "ανάρρωση" του
όπλου των τεθωρακισμένων. Ανέφερε, ότι δεν είχαν ακόμη διατεθεί άρματα τύπου "Πάνθηρ"
και "Τίγρις" σε επαρκή αριθμό, ενώ όσα είχαν διατεθεί παρουσίαζαν, όπως ήταν φυσικό, "τις
παιδικές" αδυναμίες τους και είχαν ανάγκη περαιτέρω βελτιώσεων.
Αντίθετα, ο Στρατάρχης Κλούγκε υποστήριξε ενθουσιωδώς το σχέδιο επιθέσεως
του Στρατηγού Ζάιτσλερ, ενώ ο Στρατάρχης Μανστάιν αρκέσθηκε να επισημάνει, ότι πιθανόν
η ευκαιρία για μια επιτυχία από την επίθεση είχε παρέλθει.
Ο Χίτλερ κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι η επιχείρηση έπρεπε να αναβληθεί για
να μελετηθεί κατά τρόπο πληρέστερο.
Στις 10 Μαΐου, σε άλλη σύσκεψη για το θέμα της παραγωγής αρμάτων, ο
Στρατηγός Γκουντέριαν προσπάθησε και πάλι να πείσει τον Χίτλερ να ματαιώσει το σχέδιο
της επιχειρήσεως, χωρίς όμως επιτυχία.
(2) Έτσι, παρά τις αντίθετες επί του θέματος απόψεις, που ήδη είχαν διατυπωθεί,
ο Χίτλερ ενέκρινε το σχέδιο, επειδή οι λόγοι που επέβαλαν την εκτόξευση της επιθέσεως ήταν
σοβαροί. Μεταξύ των κυριότερων ήταν και οι εξής:
(α) Η προσδοκία μιας μεγάλης μάχης συγκλόνιζε και μαγνήτιζε όλους τους
επιτελείς που συνδέονταν με την επίθεση, και οι στρατηγοί (εκτός από μερικές εξαιρέσεις)
ισχυρίζονταν, ότι πάντοτε είχαν κατορθώσει να διασπάσουν τις ρωσικές αμυντικές
τοποθεσίες με το πρώτο πλήγμα. Οι δυσχέρειες - έλεγαν - άρχιζαν κατόπιν, όταν η ορμή των
τεθωρακισμένων είχε απορροφηθεί από τον απέραντο χώρο της στέππας. Ήδη, όμως , οι
αντικειμενικοί σκοποί θα ήταν περιορισμένοι, ενώ η ισχύς των τεθωρακισμένων υπέρτερη.
(β) Θα έπρεπε ο εχθρός, τον οποίο θεωρούσαν λίγο ή περισσότερο
θανάσιμα τραυματισμένο, να εξουδετερωθεί το ταχύτερο και τουλάχιστον πριν
πραγματοποιηθεί απόβαση των Δυτικών Συμμάχων στην Ευρώπη, οπότε οι συνθήκες θα
ήταν δυσμενέστερες.
(γ) Θα καταβαλλόταν προσπάθεια καταστροφής μέρους των εφεδρειών της
Στάβκα μαζί με τις δυνάμεις που ήταν στον θύλακα. Το κτύπημα θα επαναλαμβανόταν στη
συνέχεια σε άλλο τομέα, με αποτέλεσμα τη ματαίωση της αναμενόμενης ρωσικής επιθέσεως.
Κατά την άποψη των Γερμανών, οριστική απώλεια της πρωτοβουλίας προς τα
ανατολικά συνεπαγόταν μοιραία την απώλεια του πολέμου.
Κατόπιν επανειλημμένων συσκέψεων, καθορίσθηκε ως ημέρα ενάρξεως της
επιθέσεως αρχικά η 10η Ιουνίου, στη συνέχεια η 15η Ιουνίου και τέλος, οριστικά πια, η 5η
Ιουλίου 1943.
(3) Ιδέα Ελιγμού.
Στο γερμανικό σχέδιο ενεργείας η περιεχόμενη ιδέα ελιγμού ήταν απλή.
Προβλεπόταν συγκλίνουσα επίθεση από Βορρά (εξέχουσα Ορέλ) και Νότο (περιοχή Χάρκοβ)
που είχε τη μορφή ηλάγρας, της οποίας οι βραχίονες (σιαγόνες) θα έκλειναν σε απόσταση
16 χιλιομέτρων ανατολικά του Κουρσκ (στην περιοχή της πόλεως Τιμ).
Οι ρωσικές δυνάμεις των Μετώπων Βορονέζ και Κέντρου, καθώς και οι εφεδρείες
τους, που ήταν μέσα στις σιαγόνες, θα συντρίβονταν υπό το βάρος των τρομερών
χαλύβδινων αρμάτων των μεγάλων, νέου τύπου, τεθωρακισμένων γερμανικών μεραρχιών.
Στη συνέχεια, θα επιδιωκόταν η καταστροφή των ρωσικών τεθωρακισμένων
εφεδρειών, τις οποίες θα ωθούσε προς το πεδίο της μάχης η Ανωτάτη Σοβιετική Διοίκηση.
(α) Βόρειος Τομέας (περιοχή Ορέλ): Ομάδα Στρατιών Κέντρου.
Την επίθεση θα ενεργούσε η 9η Στρατιά, που θα διέθετε προς διάσπαση
τρία σώματα τεθωρακισμένα σε μέτωπο 50 χιλιομέτρων. Την ενέργεια θα κάλυπταν
εκατέρωθεν δύο σώματα πεζικού, τα οποία θα επιτίθεντο προς διεύρυνση του ρήγματος.
Στη 2η Στρατιά, αναπτυγμένη περιμετρικά του θυλάκου σε μέτωπο 200
χιλιομέτρων, ανατέθηκε η καθήλωση των προ αυτής ρωσικών δυνάμεων, για να
εξασφαλισθούν έτσι οι κυκλώσεις τους.
(β) Νότιος Τομέας (περιοχή Χάρκοβ): Ομάδα Στρατιών Νότου.
Την κύρια διάσπαση θα επιχειρούσε η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά
(Στρατηγός Χοθ), που θα διέθετε γι΄αυτό δύο σώματα τεθωρακισμένων (48ο Τεθ. Σώμα και
1ο Τεθ. Σώμα των S.S.).
Για τη διεύρυνση του ρήγματος στο αριστερό θα επιτίθετο ένα σώμα
πεζικού (το 52ο Σώμα, που διέθετε 3 μεραρχίες πεζικού), το οποίο θα υποβοηθούσε στην
καταστροφή των ρωσικών δυνάμεων, που είχαν κυκλωθεί δυτικά του Κουρσκ.
Η κάλυψη από ανατολικά της ενέργειας της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς
ανετίθετο στο Απόσπασμα Στρατιάς Κεμπφ (3ο Σώμα Τεθ. και 11ο Σώμα Πεζικού).
Το Απόσπασμα έπρεπε αρχικά να εξασφαλίσει την άμυνα του μετώπου
ανατολικά του Χάρκοβ (στον ποταμό Ντόνετς) και ακολούθως, προωθούμενο βόρεια του
Βολτσάνσκ, να καλύψει την επίθεση της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς προς το Κουρσκ. Το
Απόσπασμα αυτό, ενισχυμένο εν καιρώ από την Ομάδα Στρατιών του Νότου με το 24ο Σώμα
Τεθωρακισμένων (δύο τεθωρακισμένες μεραρχίες), θα συμμετείχε στην προσβολή και
καταστροφή των τεθωρακισμένων εφεδρειών, τις οποίες, όπως αναμενόταν, θα ενέπλεκε ο
εχθρός στην περιοχή του Κουρσκ.

β. Ρώσων (Σχέδιο Αμύνης)

(1) Οι Ρώσοι, χάρη στη δραστηριότητα του δικτύου κατασκοπείας "Lucy", είχαν
συλλέξει από καιρό σημαντικές πληροφορίες για την επικείμενη γερμανική επίθεση κατά του
Κουρσκ. Η πρώτη εκτίμηση για το πιθανό γερμανικό σχέδιο, από τι αρχές Απριλίου, είχε
συνταχθεί από τον Στρατηγό Βατούτιν, Διοικητή του Μετώπου του Βορονέζ, που προέβλεπε
με αξιόλογη ακρίβεια την τελική μορφή της γερμανικής ενεργείας.
(2) Ιδέα Ελιγμού
Στο αμυντικό σχέδιο των Ρώσων περιλαμβανόταν η ιδέα ελιγμού τους, στην
οποία κυριαρχούσε η σκέψη περί του τρόπου της αποτελεσματικότερης αντιμετωπίσεως των
γερμανικών αρμάτων, δηλαδή του πιο επικίνδυνου για την άμυνα αντιπάλου.
Γενικά προβλεπόταν σταθερή άμυνα στα χείλη του θυλάκου για τον περιορισμό
του μετώπου του ρήγματος, καθώς και άμυνα σε βάθος επί διαδοχικών τοποθεσιών, που
είχαν οργανωθεί ισχυρώς και υποστηρίζονταν από μάζα πυροβολικού.
Οι βαρειές γερμανικές φάλαγγες θα διοχετεύονταν με αλλεπάλληλες σειρές
τακτικών ναρκοπεδίων σε κατάλληλους χώρους, όπου θα ήταν δυνατή η αποκόλληση του
πεζικού, που ακολουθούσε τα άρματα, και, αμέσως μετά, η εξουδετέρωση των δύο
συνεργαζόμενων στοιχείων (πεζικού-αρμάτων) χωριστά.
Μετά την εμπλοκή των γερμανικών τεθωρακισμένων σε βάθος και την
απορρόφηση της ορμής τους, θα επακολουθούσε αντεπίθεση του όγκου των ρωσικών
τεθωρακισμένων εφεδρειών, ενώ συγχρόνως με πλευρικές επιθέσεις θα προσβάλλονταν οι
βάσεις της γερμανικής εισχωρήσεως στις περιοχές Ορέλ και Μπέλγκοροντ.

γ. Προπαρασκευές

Εκτός από αυτό το τέλειο αμυντικό σχέδιο, οι Ρώσοι είχαν προβεί σε συστηματικές
προπαρασκευές, αν δε οι Γερμανοί Στρατηγοί, που υποστήριζαν το σχέδιο "Ακρόπολις",
γνώριζαν το μέγεθος αυτών των προπαρασκευών, ασφαλώς δεν θα ήταν τόσο ενθουσιώδεις
στις συσκέψεις του Χίτλερ.
Μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου 1943 οι Ρώσοι οργάνωσαν με πυρετώδη ρυθμό την άμυνα
στο θύλακο. Για την επεξεργασία των σχεδίων και το συντονισμό του αγώνα στα τρία μέτωπα
η Στάβκα απέστειλε στην περιοχή του Κουρσκ κατά τα τέλη Απριλίου τη γνωστή από την
μάχη της Μόσχας και του Στάλινγκραντ "δυάδα Ζούκωφ - Βασιλέφσκο" με την ομάδα των
συνεργατών τους.
Τα δύο εμπρός εγκατεστημένα αμυντικώς Μέτωπα - Κεντρικό και Βορονέζ - διέθεταν
αρκετές δυνάμεις για την απόκρουση της γερμανικής επιθέσεως (9 στρατιές πεζικού - 2
στρατιές αρμάτων). Παρ΄ όλα αυτά, ο Στρατάρχης Ζούκωφ, με τη γνωστή εμβρίθεια, η οποία
τον διέκρινε, εμμένοντας με σχολαστικότητα στην ιδέα της διατάξεως σε βάθος, μερίμνησε για
την περαιτέρω ισχυροποίηση των σχετικών με την άμυνα μέτρων με την επαύξηση του
βάθους του αμυντικού χώρου.
Δημιούργησε πίσω από την αμυντική ζώνη των δύο εμπρός μετώπων ένα πλήρες νέο
αμυντικό μέτωπο, μέσα στο οποίο, σε περίπτωση δυσμενών συνθηκών, θα τασσόταν
ολόκληρη η εφεδρεία της Στάβκα (οι υπό τον Στρατάρχη Κόνιεφ στρατιές του Μετώπου της
Στέππας, δηλαδή 4 στρατιές πεζικού, 1 στρατιά αρμάτων, 2 ανεξάρτητα σώματα αρμάτων και
3 σώματα ιππικού).
Τα χρησιμοποιηθέντα άφθονα μέσα δίνουν το μέτρο της ισχύος αλλά και του μεγέθους
της αμυντικής προσπαθείας των Ρώσων:
(1) Πυροβολικό: 20.000 πυροβόλα, από τα οποία 6.000 αντιαρματικά των 76 και
92 χιλιοστών, καθώς και πολυάριθμοι εκτοξευτές πυραύλων Κατιούσα.
(2) Νάρκες: Πυκνότητα ναρκοπεδίων 2.200 Α/Τ και 2.500 Κ/Π ανά μίλι (δηλαδή
εξαπλάσια εκείνης που υπήρχε κατά την άμυνα προ της Μόσχας και τετραπλάσια εκείνης στο
Στάλινγκραντ).
Παραδόξως, ενώ οι ρωσικές προπαρασκευές προχωρούσαν με τέτοια
ενεργητικότητα και αφθονία μέσων, στο αντίπαλο στρατόπεδο οι Γερμανοί υπέφεραν ακόμη
από συνεχείς αναβολές και ψιθύρους περί ματαιώσεως της επιχειρήσεως και αλλαγών.
Κατά τον Ιούνιο οι Γερμανοί, αφού διαπίστωσαν από αεροφωτογραφίες και
διάφορες άλλες πληροφορίες το μέγεθος των ρωσικών προπαρασκευών, αποφάσισαν την
αναβολή της επιχειρήσεως επί τρεις εβδομάδες για την ενίσχυση των τεθωρακισμένων
μεραρχιών του Μόντελ με δύο ακόμη τάγματα αρμάτων "Πάνθηρ". Επίσης αποφάσισαν,
επειδή οι Ρώσοι είχαν μεταβάλει τον θύλακο του Κουρσκ σε οχυρό, να χρησιμοποιήσουν
προς διάσπαση των διαδοχικών σε βάθος ισχυρώς οργανωμένων τοποθεσιών τα τελευταία
επιτεύγματα της πολεμικής τους βιομηχανίας σε άρματα (τύπου "Τίγρις - Χένσελ" ή "Μάρκ
VI" των 55 τόνων, τύπου "Πόρσε - Φερντινάντ" των 68 τόννων κτλ.) σε κατάλληλο
σχηματισμό επιθέσεως που είχε επινοηθεί προς τούτο.
Ουδέποτε κατά το παρελθόν παρουσιάσθηκε τόσο ισχυρή διάταξη
τεθωρακισμένων δυνάμεων. Ιδιαίτερα στο νότιο τομέα ο όγκος των συγκεντρωμένων
αρμάτων υπήρξε επιβλητικός.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Έναρξη της επιθέσεως


Στις 2 Ιουλίου οι διοικητές των μετώπων πληροφορήθηκαν από τη Στάβκα, ότι η
γερμανική επίθεση θα έπρεπε να αναμένεται σε οποιοδήποτε χρόνο μεταξύ 3ης και 6ης
Ιουλίου.
Περίπου τα μεσάνυκτα προς την 5η Ιουλίου, ο Στρατάρχης Γ. Ζούκωφ διέταξε την
εφαρμογή του σχεδίου αντιπροπαρασκευής. Ο βομβαρδισμός, που ήταν όχι μόνο
απροσδόκητος (λίγες ώρες προ της ενάρξεως της επιθέσεως), αλλά και έντονος, διήρκεσε
τέσσερις ώρες και επέφερε αναστάτωση στις γερμανικές δυνάμεις, που ήδη βρίσκονταν
στους χώρους εξορμήσεως.
Οι Γερμανοί στρατιώτες, ενώ αντιμετώπιζαν το δυσοίωνο καταιγισμό του ρωσικού
πυροβολικού και της αεροπορίας λάμβαναν το εξής προσωπικό μήνυμα του Αδόλφου Χίτλερ
για την επίθεση: "Στρατιώτες του Ράιχ! Σήμερα θα λάβετε μέρος σε επίθεση, από την επιτυχία
της οποίας εξαρτάται η έκβαση του πολέμου. Περισσότερο από κάθε άλλο η νίκη σας θ'
αποδείξει, ότι η αντίσταση στην ισχύ της Wermacht είναι ουτοπία...".
Η γερμανική επίθεση άρχισε συγχρόνως περίπου στον τομέα του Ορέλ και του
Χάρκοβ. Παρουσίαζε πλέον τα χαρακτηριστικά του Blietzkrieg (= Αστραπιαίου Πολέμου),
χωρίς κάποια αλλαγή ή πρωτο-τυπία, εκτός από την αυξημένη ισχύ των τεθωρακισμένων
δυνάμεων, που λάμβαναν μέρος: κάθετες εφορμήσεις των Στούκας, βραχείς (30
δευτερολέπτων)και έντονοι βομβαρδισμοί πυροβολικού, μάζες αρμάτων συνοδευόμενες από
πεζικό.
Ενώ το υπέρτερο ρωσικό πυροβολικό, επαναλαμβάνοντας τη δράση του ανέσκαπτε το
έδαφος, κατά τις μεσημβρινές περίπου ώρες εμφανίσθηκε το πρώτο κύμα γερμανικών
αρμάτων διά μέσου των σιταγρών, κατευθυνόμενο προς τις εκδηλωθείσες προωθημένες
ρωσικές αντιστάσεις.
Τα κινούμενα εμπρός βαρέα άρματα των γερμανικών τεθωρακισμένων σφηνών
("Panzerkeil") αντιμετώπισαν επιτυχώς το φραγμό του ρωσικού πυροβολικού, τα
ναρκοπέδια, καθώς και το πυρ των αντιαρματικών, και διείσδυσαν σε μεγάλο βάθος στις
αμυντικές τοποθεσίες με επουσιώδεις ζημιές.
Αντίθετα, η κατάσταση πίσω απ' αυτά τα άρματα, στη βάση των τεθωρακισμένων
σφηνών, δεν ήταν εξίσου ικανοποιητική. Τα άρματα "Μαρκ ΙΙΙ" και "ΙV" - και μάλιστα τα τύπου
"Πάνθηρ" - αποδείχθηκαν λιγότερο απρόσβλητα. Πολλά απ' αυτά ενέπεσαν στα πυκνά
ναρκοπέδια και ακινητοποιήθηκαν, ενώ άλλα, προσβαλλόμενα από τα πλευρά ή από τα νώτα
(κυρίως τα "Πάνθηρ"), αναφλέγονταν.
Κατ' αυτόν τον τρόπο οι σφήνες αποδιοργανώθηκαν και το πεζικό που ακολουθούσε
καθηλωνόταν, επειδή δεν υποστηριζόταν επαρκώς. Επίσης, υπερβαίνοντας τα
τεθωρακισμένα, θεριζόταν από τα πυρά των πολυβόλων. Τα τεράστια "Πόρσε-Φέρντιναντς"
και τα "Τίγρις-Χένσελ", θανάσιμα αποτελεσματικά στον αγώνα τους κατά των περίφημων
ρωσικών αρμάτων "Τ34", καθώς και των οργανωμένων θέσεων των ρωσικών πυροβόλων,
μόλις απέμεναν μόνα τους, καταστρέφονταν ευχερώς από τις ομάδες "καταστροφέων
αρμάτων" του ρωσικού πεζικού, επειδή δεν διέθεταν δευτερεύοντα οπλισμό για την
αυτοπροστασία τους.
Πριν σκοτεινιάσει, η ορατότητα ήταν μηδαμινή λόγω της σκόνης, του καπνού των
εκρήξεων και του πετρελαίου των καιόμενων αρμάτων. Οι "γρεναδιέροι" (δηλαδή οι πεζοί)
των τεθωρακισμένων μεραρχιών και οι σκαπανείς με τόλμη και αποφασιστικότητα κινήθηκαν
προς τα εμπρός για την εκκαθάριση των φωλεών αντιστάσεως και τη διάνοιξη διαδρόμων
στα ναρκοπέδια, για τη συνένωση του όγκου των μεραρχιών με τα εμπρός βαρέα άρματα,
που με τους ασυρμάτους καλούσαν συνεχώς προς βοήθεια.

β. Εξέλιξη του Αγώνα

(1) Τομέας Ορέλ


Παρά τις πέντε γερμανικές επιθέσεις, δεν επιτεύχθηκε την πρώτη ημέρα
διάρρηξη σε βάθος.
Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν και την επομένη με πείσμα και οι Ρώσοι, για να
αποφύγουν τη διάσπαση της αμυντικής ζώνης των εμπρός στρατιών (13ης και 70ής),
αναγκάσθηκαν να εμπλέξουν αμέσως στον αγώνα τη 2η Τεθωρακισμένη Στρατιά, εφεδρεία
του Κεντρικού Μετώπου ενισχυμένη με ένα ανεξάρτητο σώμα τεθωρακισμένων (1ο Σώμα
Αρμάτων).
Οι Γερμανοί, μετά από σκληρό αγώνα εναντίον υπέρτερων δυνάμεων,
κατόρθωσαν μέχρι τις 9 Ιουλίου, υποστηριζόμενοι από την αεροπορία τους, να διεισδύσουν
προς Πονιρύ, σε απόσταση 18 χιλιομέτρων από την γραμμή εξορμήσεως.
Οι Ρώσοι εξαπέλυαν συνεχείς αντεπιθέσεις και η περαιτέρω προώθηση των
Γερμανών αναχαιτίσθηκε. Επίμονη προσπάθεια που καταβλήθηκε για να διευρυνθεί το
ρήγμα, το οποίο είχε επιτευχθεί μέχρι τότε, πλάτους 10 χλμ., απέτυχε προ των οχυρωμένων
θέσεων, σε απόσταση 10 χλμ. νοτιοδυτικά του Πονιρύ. Οι προσπάθειες των Γερμανών στο
Αριστερό σημείωσαν ακόμη μεγαλύτερη αποτυχία προ του Μάλο Αρχαγκέλσκ.
Ο Στρατάρχης Μόντελ αντιμετώπιζε την επανάληψη της επιθέσεως από τις 12
Ιουλίου, χρησιμοποιώντας τις ακόμη διαθέσιμες εφεδρείες του. Δεν πρόλαβε όμως να
πραγματοποιήσει τις προθέσεις του.
Στις 11 Ιουλίου, στον τομέα της γειτονικής 2ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς,
εξαπολύθηκε από τους Ρώσους ευρεία επίθεση προς την κατεύθυνση του Ορέλ, χωρίς τη
συνήθη μακρά προπαρασκευή πυροβολικού, η οποία, αφού αιφνιδίασε την Ομάδα Στρατιών
του Κέντρου, σημείωσε ταχέως σημαντική πρόοδο.
Στη ρωσική επίθεση (επιχείρηση "Κουτούζωφ") συμμετείχαν οι δυνάμεις του
Μετώπου του Μπριάνσκ (του Στρατηγού Ποπώφ) 3η, 61η και 63η Στρατιές, καθώς και η 11η
Στρατιά της Φρουράς (του Στρατηγού Μπαγκραμιάν) του Δυτικού Μετώπου.
Αυτή η επικίνδυνη κατάσταση στο Ορέλ ανάγκασε την Ομάδα Στρατιών Κέντρου
(Στρατάρχης Κλούγκε) στις 12 Ιουλίου να διακόψει την περαιτέρω επίθεση της 9ης Στρατιάς
προς το Κουρσκ και να αποσύρει ταχυκίνητες δυνάμεις απ' αυτή για τη συγκράτηση της
ρωσικής επιθέσεως.
(2) Τομέας Χάρκοβ - Μπέλγκοροντ
Η διείσδυση, μέσω του ισχυρού συστήματος οχυρώσεως των Ρώσων,
αποδείχθηκε δυσχερής ενέργεια και για το Απόσπασμα Στρατιάς Κέμπφ. Το 11ο Σώμα
Στρατού δεν κατόρθωσε να φθάσει στο ρεύμα του ποταμού Κορόντσα, ενώ το 3ο
Τεθωρακισμένο Σώμα καθηλώθηκε σε απόσταση 18 χλμ. από τον ποταμό Ντόνετς.
Κατόπιν επεμβάσεως του Στρατάρχη Μανστάιν, τα δύο σώματα του
Αποσπάσματος επανέλαβαν την επίθεση τους και μέχρι τις 11 Ιουλίου βρίσκονταν στους
αντικειμενικούς σκοπούς.
Στον άξονα επιθέσεως της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς οι γρεναδιέροι τη νύκτα
3/4 Ιουλίου κατόρθωσαν, μετά από ηρωικές προσπάθειες να εκκαθαρίσουν τις απομένουσες
- μετά την επίθεση των τεθωρακισμένων - ρωσικές αντιστάσεις και οι τεθωρακισμένες
μεραρχίες του 48ου Σώματος (3η, "Μεγάλη Γερμανία" και 11η) κινήθηκαν σε βάθος 15 χλμ.
από τη γραμμή εξορμήσεως. Περαιτέρω προώθησή τους μέχρι τις 8 Ιουλίου κατέστη
αδύνατη, λόγω κυρίως της εκχειλίσεως του προ αυτών χειμάρρου κατόπιν νεροποντής.
Στο δεξιό του 48ου Τεθωρακισμένου Σώματος οι τεθωρακισμένες μεραρχίες του
1ου Σώματος των S.S. είχαν εισχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος, χωρίς όμως να πετύχουν τη
συνένωση των ρηγμάτων, τα οποία δημιουργήθηκαν επιμέρους.
Οι Ρώσοι προέβησαν από τις 6 Ιουλίου στην ενίσχυση των εμπρός στρατιών
(6ης και 7ης Στρατιών της Φρουράς) με την εφεδρεία του Μετώπου του Βορονέζ (1η
Τεθωρακισμένη Στρατιά, 2ο και 5ο Τεθωρακισμένα Σώματα) και εξαπέλυσαν συνεχείς
αντεπιθέσεις.
Παρ' όλα αυτά η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά (Στρατηγός Χοθ) συνέχισε την
περαιτέρω προώθηση των δυνάμεών της προς την κατεύθυνση της πόλεως Ομπόγιαν και
στις 10 Ιουλίου, κατόπιν σκληρών αγώνων, έφθασε σε βάθος 35 χλμ. από τη γραμμή
εξορμήσεως.
Το πρωί της 10ης Ιουλίου ο Στρατηγός Χοθ, αφού συνεννοήθηκε με το
Στρατάρχη Μανστάιν, πληροφόρησε τους διοικητές των δύο σωμάτων τεθωρακισμένων,
Στρατηγό Κνόμπελσντορφ (48ου Τεθ. Σώματος Στρατού) και Χάουζερ (1ου Τεθ. Σώματος
των S.S.), ότι έπρεπε να εκκαθαρίσουν το ρήγμα που είχε δημιουργηθεί (με πυροβόλα
εφόδων και γρεναδιέρους) και να συγκεντρώσουν όλα τα χρησιμοποιήσιμα άρματα.
Από τις 12 Ιουλίου θα γινόταν μια τελευταία αποφασιστική προσπάθεια η οποία,
όπως ήλπιζε, θα κατέληγε στο να διασπασθεί η άμυνα των Ρώσων. Στην επίθεση αυτή θα
μετείχαν υπό τις διαταγές του και τα άρματα του Αποσπάσματος Κεμπφ, που μπορούσαν να
κινηθούν.
(3) Η Μεγάλη Αρματομαχία
Από την επομένη, οι Τεθωρακισμένες Γερμανικές Μεραρχίες (εκτός από τη
Μεραρχία "Totecampf", που είχε ακόμη στενή εμπλοκή) κατόρθωσαν να συγκεντρωθούν
στον χώρο που είχε γι΄αυτό το σκοπό εκκαθαρισθεί και επιδίδονταν δραστήρια στην
ανασυγκρότηση των δυνάμεων, ενόψει της αποφασιστικής επιθέσεως, που είχε καθορισθεί
για την επομένη.
Στο μεταξύ η Ρωσική Στρατιωτική Ηγεσία, επειδή προαισθανόταν ότι η κρίση
πλησίαζε, προώθησε προς τον τομέα της 4ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης Στρατιάς
(περιοχή Ομπόγιαν - Προχορόφκα) δύο επίλεκτες στρατιές του Μετώπου της Στέππας (την
5η Στρατιά Τεθωρακισμένων και την 5η Στρατιά Πεζικού). Η διακοπή της επιθέσεως της 9ης
Γερμανικής Στρατιάς επέτρεπε τη συγκέντρωση όλων των τεθωρακισμένων δυνάμεων των
Μετώπων Βορονέζ και Στέππας. Μόνο η 5η Τεθωρακισμένη Στρατιά διέθετε 800 άρματα Τ34
και αυτοκινούμενα πυροβόλα.
Στις 12 Ιουλίου ολόκληρη η κινητή ισχύς της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς και
του Αποσπάσματος Στρατιάς του Στρατηγού Κεμπφ (συνολικά 600 άρματα) κινήθηκε προς
τα εμπρός, σε μια γιγαντιαία επέλαση προς το θάνατο.
Από το μεσημέρι περίπου τα γερμανικά άρματα συγκρούσθηκαν κατά μέτωπον
με τους τεθωρακισμένους σχηματισμούς της 5ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς επί 8 ώρες, υπό
τη σκιά ενός γιγαντιαίου νέφους και σκόνης και μέσα σε αποπνικτική ζέστη.
Η πάλη ήταν άνιση. Τα ρωσικά άρματα, εκτός του ότι ήταν περισσότερα, διέθεταν
πλήρεις φόρτους πυρομαχικών, οι μηχανές τους ήταν ανέπαφες και τα πληρώματα
απολύτως ξεκούραστα από μακρό χρονικό διάστημα. Αντίθετα, τα γερμανικά άρματα και τα
πληρώματα είχαν καταπονηθεί λόγω των επταήμερων σκληρών και συνεχών αγώνων.
Πολλά από τα άρματα κατά τις τελευταίες ημέρες είχαν υποστεί βλάβες και είχαν
επισκευασθεί πρόχειρα, για να λάβουν μέρος στον αγώνα, και, ως εκ τούτου, δεν ήταν
πλήρως αξιόμαχα.
Στη γιγαντιαία μετωπική αυτή σύγκρουση τα πλεονεκτήματα αυτά των Ρώσων
φάνηκαν υπέρτερα της ποιοτικής υπεροχής των γερμανικών πληρωμάτων και των
τελειοποιήσεων των αρμάτων τους.
Επί του αποτελέσματος επέδρασε δυσμενώς το γεγονός ότι η γερμανική
αεροπορία δεν ήταν σε θέση να επέμβει, λόγω των νεφών καπνού και σκόνης στο πεδίο της
μάχης.
Οι απώλειες εκατέρωθεν ήταν τρομερές, ιδίως των Ρώσων. Ο όγκος τους, όμως,
φαινόταν ανεξάντλητος, λόγω των συνεχών ενισχύσεων, που κατέφθαναν στο πεδίο της
μάχης.
Μέχρι το βράδυ οι Γερμανοί αποσύρθηκαν και οι Ρώσοι παρέμειναν κύριοι του
πεδίου της μάχης, το οποίο καλυπτόταν από σωρούς καταστρεμμένων αρμάτων, στα σκάφη
των οποίων βρίσκονταν ακόμη νεκροί και τραυματισμένοι άνδρες των πληρωμάτων τους.

γ. Η Διακοπή της Επιθέσεως

Την επομένη, 13 Ιουλίου, οι Στρατάρχες Κλούγκε και Μανστάιν, διοικητές αντίστοιχα


των Ομάδων Κέντρου και Νότου, κλήθηκαν στο Στρατηγείο του Χίτλερ, όπου τους
γνωστοποιήθηκε η κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Μεσόγειο. Οι Δυτικοί Σύμμαχοι είχαν
αποβιβασθεί από τη νύκτα 10/11 Ιουλίου στη Σικελία. Αυτό επέβαλε τη συγκρότηση νέων
στρατιών και τη μεταφορά δυνάμεων από το Ανατολικό Μέτωπο. Συνεπώς, η επιχείρηση
"Ακρόπολις" έπρεπε να σταματήσει.
Ο Στρατάρχης Κλούγκε ανέφερε, ότι η 9η Στρατιά δεν μπορούσε να συνεχίσει την
επίθεση στο Κουρσκ μόνο λόγω των απωλειών και της ανάγκης αντιμετωπίσεως της ρωσικής
επιθέσεως στην αμυντική ζώνη της 2ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς.
Αντίθετα, ο Στρατάρχης Μανστάιν ανέφερε, ότι η επίθεση βρισκόταν στο κρίσιμο
σημείο της και δεν ήταν δυνατή η διακοπή της πριν κατανικηθούν οι τεθωρακισμένες
εφεδρείες, τις οποίες είχαν εμπλέξει οι Ρώσοι. Για το λόγο αυτό, ζητούσε τη συνέχιση της
επιθέσεως από τον Μόντελ, για να συγκρατηθούν τουλάχιστον οι έναντι του μετώπου του
ρωσικές δυνάμεις και να αποδεσμευθεί το 24ο Τεθωρακισμένο Σώμα (εφεδρεία της Ομάδας
Στρατιών του Νότου).
Ο Χίτλερ επέμενε στην ανάγκη διακοπής της επιχειρήσεως και ο Στρατάρχης Μανστάιν
αναγκάσθηκε να συμμορφωθεί με την απόφαση του.
Μέχρι τις 23 Ιουλίου οι γερμανικές δυνάμεις βρίσκονταν στις θέσεις που κατείχαν πριν
από την έναρξη της επιθέσεως. Οι Ρώσοι, συνεχίζοντας τις επιθέσεις τους στην περιοχή
βόρεια και δυτικά του Κουρσκ, κατόπιν κατακλυσμού πυρός πυροβολικού, διέσπασαν τις
γραμμές των Γερμανών και κατέλαβαν το Ορέλ στις 15 Αυγούστου. Επεκτείνοντας την
επιθετική τους ενέργεια προς Νότο την ίδια ημέρα, κατέλαβαν το Μπέλγκοροντ. Η
πρωτοβουλία των επιχειρήσεων, μετά την μάχη του Κουρσκ, πέρασε οριστικά πια στους
Ρώσους.
Οι Γερμανοί στο Ανατολικό Μέτωπο, χρησιμοποιώντας γενικά την ελαστική άμυνα, για
την υιοθέτηση της οποίας ο Στρατάρχης Μανστάιν είχε καταβάλει τόσες προσπάθειες, καθώς
και άλλοι διακεκριμένοι Γερμανοί στρατηγοί, κατόρθωσαν να παρατείνουν τη συνέχιση των
αμυντικών επιχειρήσεων από τον Δνείπερ μέχρι τον Όντερ και ακόμη δυτικότερα.
Σ' αυτού του είδους την άμυνα οι Τεθωρακισμένες Μεραρχίες Αναγνωρίσεως
αποδείχθηκαν, στο Ανατολικό Μέτωπο, πολύ αποτελεσματικές. Δεν μπορούσαν βεβαίως
μόνες τους ν' αντιστρέψουν τη φορά του τροχού της μοίρας, αφού για κάτι τέτοιο ήταν πλέον
πολύ αργά. Οπωσδήποτε όμως, κατόπιν γενικεύσεως της χρησιμοποιήσεώς τους και προς
τα δυτικά, πέτυχαν να παρατείνουν την αγωνία των Δυτικών Συμμάχων, αλλά και όλου του
κόσμου, για δύο έτη.
Οι άλλες, οι τρομερές Μεραρχίες Αρμάτων του "τρίτου υποδείγματος 1943", για την
δημιουργία των οποίων τόσες φροντίδες κατέβαλε ο Στρατηγός Γκουντέριαν, επέστρεψαν
σκιές του εαυτού τους και δεν επέζησαν. Στους απέραντους σιταγρούς του Κουρσκ, μέσα
στον πάταγο της μάχης, για μοναδική φορά, ο οξύς συριγμός των πυροβόλων των 88
χιλιοστών υπήρξε το κύκνειο άσμα τους, υπό τη μονότονη και ανατριχιαστική υπόκρουση των
ερπυστριών των μεγάλων αρμάτων τους.

6. Αποτελέσματα

Η μεγάλη αυτή αρματομαχία είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των Γερμανών στο Κουρσκ. Οι
απώλειες κατ' αυτή τη μάχη δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως και οι σχετικοί αριθμοί, που
έχουν ανακοινωθεί εκατέρωθεν, είναι υπερβολικοί. Κατ' αυτόν τον τρόπο, με βάση τα στοιχεία
που έδωσαν οι Ρώσοι, οι εκτός μάχης Γερμανοί προσεγγίζουν το σύνολο των μαχητών, ενώ
τα άρματα που καταστράφηκαν, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, υπερβαίνουν τον αριθμό
αυτών που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επίθεση. Επίσης υπερβολικοί φαίνονται και οι από
γερμανικής πλευράς αριθμοί περί των καταστραφέντων ρωσικών αρμάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες αξιόπιστων πηγών, κυρίως από ουδέτερες χώρες, όπως π.χ.
ο E. Bayer (στο έργο του "Ο Πόλεμος των Τεθωρακισμένων"), οι απώλειες των αντιπάλων
στη Μάχη του Κουρσκ ήταν:
α. Γερμανών: 20.720, από τους οποίους 3.330 νεκροί.
β. Ρώσων: 34.000 αιχμάλωτοι και 17.000 νεκροί.
Χαρακτηριστικό στις απώλειες είναι η μείωση του αριθμού των Ρώσων αιχμαλώτων, η
οποία ασφαλώς οφειλόταν στην άνοδο της ποιοτικής στάθμης του Ρωσικού Στρατού, αλλά
και στη γνωστή πια συμπεριφορά των Γερμανών έναντι των συλλαμβανομένων Ρώσων
αιχμαλώτων.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η απόκρουση της γερμανικής επιθέσεως από τους Ρώσους και κυρίως η επιτυχία της
αντεπιθέσεως τους, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ανακατάληψη του Χάρκοβ, στις 23
Αυγούστου, που είναι πρωτεύουσα της Ουκρανίας, είχε τεράστια επίδραση στο ηθικό τους.
Έτσι, οι Ρώσοι απέκτησαν εμπιστοσύνη στις ικανότητες τους να διεξάγουν αγώνες κινήσεων
κατά των Γερμανών.

β. Η αποτυχία των Γερμανών στο Κουρσκ είχε ως συνέπεια την οριστική και αμετάκλητη
απώλεια της πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων. Έκτοτε οι Γερμανοί θα περιορισθούν σε
αμυντικές επιχειρήσεις στο Ανατολικό Μέτωπο.
Η ορθή εφαρμογή των κανόνων της ελαστικής άμυνας και τα κατά καιρούς σφάλματα
των Ρώσων θα δίνουν την ευκαιρία σε επιδέξιους Γερμανούς στρατηγούς να καταφέρουν - με
αντεπιθέσεις - δεινά πλήγματα κατά των επιτιθεμένων. Η καταπληκτική όμως υπεροχή των
Ρώσων σε δυνάμεις και μέσα θα επιτρέπει πάντοτε τη "διόρθωση" αυτών των σφαλμάτων
χωρίς περισσότερες συνέπειες.
Η αποτυχία των Γερμανών στο Κουρσκ είχε σημαντικές επιπτώσεις στις περαιτέρω
σχέσεις του Χίτλερ με τους στρατάρχες του και γενικά σε ό,τι αφορούσε τον τρόπο
διευθύνσεως των επιχειρήσεων. Ο Χίτλερ αμφέβαλλε, ως προς την απόλυτη νομιμοφροσύνη
των στρατηγών στο πρόσωπο του, παρά τον όρκο που είχαν δώσει. Ήδη από την περίοδο
αυτή άρχισε να αμφιβάλλει σοβαρά και για την επαγγελματική τους ικανότητα. Η επιχείρηση
"Ακρόπολις" σχεδιάσθηκε και εκτελέσθηκε από τους πιο επιφανείς στρατάρχες και
στρατηγούς της Βέρμαχτ, οι οποίοι χειρίσθηκαν το όλο θέμα ως καθαρά "επαγγελματικό"
ζήτημα.
Η προσωπική επέμβαση του Χίτλερ έγινε σε στρατηγικό επίπεδο, όταν πια η μάχη είχε
κριθεί. Οπωσδήποτε το αποτέλεσμα ήταν πλήρης ήττα με βαρύτατες συνέπειες: τη διάλυση
της τεθωρακισμένης δυνάμεως που είχε συγκροτηθεί και στην οποία στήριζε τόσες ελπίδες,
καθώς και την υποχώρηση προς τον ποταμό Δνείπερ και πέρα απ' αυτόν.
Η αποτυχία στο Κουρσκ, κατά τον Χίτλερ και το ναζιστικό περιβάλλον του, οφειλόταν
στο ότι οι στρατηγοί του αποδεδειγμένα δεν στηρίζονταν στην πίστη προς τον Φύρερ και στη
δύναμη της θελήσεώς του.

γ. Από τον θύλακο του Κουρσκ προερχόταν συνεχής απειλή για τη συνοχή του
Ανατολικού Μετώπου, επειδή αφενός εισχωρούσε - σε μεγάλο βάθος - σε ευπαθή περιοχή
που αποτελούσε το όριο μεταξύ των δύο Ομάδων Στρατιών (Κέντρου και Νότου) και
αφετέρου δέσποζε στους νευραλγικούς κόμβους του Ορέλ και του Χάρκοβ, διά μέσου των
οποίων διέρχονταν άξονες προελάσεως, οι οποίοι οδηγούσαν προς τις στρατηγικής
σημασίας γεφυρώσεις του Ζαπορόγιε και Δνειπεροπετρόβσκ, στον ποταμό Δνείπερ.
Για την επιθετικότητα των γερμανικών δυνάμεων ήταν σαφής και έντονη πρόκληση,
επειδή με την απαλοιφή του εξουδετερωνόταν η διαγραφόμενη απειλή, ενώ συγχρόνως
παρεχόταν η ευκαιρία καταστροφής σημαντικών δυνάμεων (δύο μετώπων, 11 περίπου
στρατιών) του Ρωσικού Στρατού, με συνέπεια την ανάκτηση από τους Γερμανούς της
πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων, που είχε απολεσθεί στο Στάλινγκραντ. Πρέπει εδώ να
προστεθεί, ότι οι Γερμανοί, κατέχοντας σταθερά το Ορέλ και το Μπέλγκοροντ, είχαν στη
διάθεσή τους εκατέρωθεν του θυλάκου δύο πολύτιμες βάσεις για την εκτόξευση επιθέσεως
που θα συνέκλινε και θα επέφερε, μετά από εισχώρηση περίπου 60 χλμ. συνολικά, την
κύκλωση των ρωσικών δυνάμεων του θυλάκου και την επίτευξη μιας ακόμη νίκης για τη
Βέρμαχτ.
Αυτοί που σχεδίασαν την επιχείρηση νόμιζαν προφανώς, ότι ήταν εκατέρωθεν του
σάκκου (όπως παρομοίαζαν τον θύλακο), κρατώντας ανά χείρας σταθερά (στο Ορέλ και στο
Μπέλγκοροντ) τα σχοινιά για το κλείσιμο του λαιμού, προς σύλληψη του θηράματος. Δεν
σκέφθηκαν ίσως, ότι ήταν δυνατόν αυτός ο "σάκκος" να αποτελούσε το δόλωμα θανάσιμης
παγίδας που είχε στηθεί πριν από μήνες.
Ακολούθως διάφοροι παράγοντες υποβοήθησαν στο να λειτουργήσει αυτή η παγίδα.
Αναφέρονται οι κυριότεροι:
(1) Η περίοδος της τήξεως των πάγων παρέσχε τον απαιτούμενο χρόνο για την
ανασυγκρότηση και ενίσχυση των ρωσικών δυνάμεων.
(2) Η απροθυμία ή η αδυναμία της Ομάδας Στρατιών του Κέντρου να δεχθεί να
συμβάλει στον έγκαιρο περιορισμό του θυλάκου, όπως πρότεινε ο Διοικητής της Ομάδας
Στρατιών του Νότου.
(3) Οι συνεχείς αναβολές για την έναρξη της επιχειρήσεως έδωσαν επαρκή χρόνο
για τη μετατροπή της τοποθεσίας σε πραγματικό οχυρό.
(4) Η γνώση, από την Ανωτάτη Σοβιετική Ηγεσία, του σχεδίου της επιθέσεως των
Γερμανών υποβοήθησε τους Ρώσους στο να επιδοθούν με εξαίρετη επιμέλεια στο "στήσιμο
του σκηνικού" λεπτομερώς.
(5) Περισσότερο απ' όλα βοήθησε η εκ μέρους των Γερμανών συνεχής υποτίμηση
των ικανοτήτων του αντιπάλου τους.
(6) Τέλος, πρέπει να τονισθεί στην περίπτωση του Κουρσκ, ότι ουδέποτε ίσως
σύγχρονος στρατός γνώριζε τόσα πολλά και διέθετε τόσες υπέρτερες δυνάμεις και μέσα, για
να συντρίψει τον αντίπαλό του. Ως προς το χρόνο, οι Ρώσοι ήταν ενήμεροι από μήνες για την
κατά προσέγγιση ημέρα επιθέσεως και τυχαίως, σαν να μην έφθαναν όλα αυτά,
πληροφορήθηκαν την προηγουμένη και την ώρα.
Εντούτοις, οι Γερμανοί ξέφυγαν από την παγίδα και ίσως μάλιστα τελικά η νίκη να
μη τους διέφευγε στο Κουρσκ, αν δεν μεσολαβούσε, κατά την άποψη του Στρατάρχη
Μανστάιν, η απόβαση στη Σικελία.

δ. Στην έκθεση που υπέβαλε στον Χίτλερ ο Στρατηγός Μόντελ, Διοικητής της 9ης
Στρατιάς (στον τομέα Ορέλ), ανέφερε, ότι οι Ρώσοι είχαν προβλέψει και μελετήσει την
εκτόξευση της γερμανικής επιθέσεως και, κατόπιν αυτού, θα έπρεπε να εφαρμοσθεί κατά την
επίθεση νέα τακτική μέθοδος.
Οι φόβοι αυτοί του Μόντελ (ο οποίος μέχρι τέλος ήταν κατά της επιθέσεως στο
Κουρσκ) οδήγησαν στην αναβολή της επιθέσεως μέχρι να φθάσουν στις τεθωρακισμένες
μεραρχίες νέου τύπου άρματα σε επαρκή αριθμό και μέχρι να μετατραπεί το αρχικό σχέδιο. Η
ισχυρή κρούση, που προβλεπόταν αρχικά, είχε μετατραπεί σε μετωπική σύγκρουση
δυνάμεων.
Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις με τη μέθοδο των τεθωρακισμένων σφηνών (Panzerkeile)
θα χρησιμοποιούνταν για τη διατήρηση της ισχυρώς οργανωμένης τοποθεσίας. Αντί να
χρησιμοποιηθούν ως σπάθη κατά του πλευρού και των νώτων του αντιπάλου (όπως μέχρι
τότε) θα ρίχνονταν ως πολεμικός πέλεκυς κατά του μετώπου του αντιπάλου.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, είναι δυνατό να εξαχθεί ότι η επίθεση θα ενεργούνταν εκεί
ακριβώς, όπου την ανέμενε ο αντίπαλος. Τα τρομερής ισχύος γερμανικά άρματα υπό τους
προαναφερθέντες σχηματισμούς θα ρίχνονταν στο πεδίο της μάχης, για να δοκιμασθεί η
αντοχή και η ισχύς τους στα αλλεπάλληλα ναρκοπέδια, τις αντιαρματικές τάφρους και τον
βαρύτατο φραγμό του ρωσικού πυροβολικού (20.000 πυροβόλων, υπεροχή των Ρώσων
1,9:1). Πρέπει, τέλος, να ληφθεί υπόψη ο κύριος αντίπαλος του άρματος, τα αντιαρματικά. Σε
όλο το βάθος της τοποθεσίας ανέμεναν 6.000 αντιαρματικά, που είχαν ταχθεί σε ομάδες των
5-6 αντιαρματικών με αποστολή την εξουδετέρωση ενός τουλάχιστον γερμανικού άρματος.
Στο τέρμα, μετά 6 ημέρες, όπως υπολόγιζε ο Στρατηγός Μόντελ, τους ανέμενε η τελευταία
δοκιμασία, ένας ακόμη άθλος: να καταβάλουν τη συγκεντρωμένη μάζα των ρωσικών
αρμάτων, η οποία τους ανέμενε. Επρόκειτο για τα άρματα Τ34, εφάμιλλα γενικώς σε
ποιότητα και υπέρτερα σε αριθμό, με πληρώματα που είχαν ακμαίες τις δυνάμεις, με πλήρεις
φόρτους και καλή συντήρηση.
Στις ισχυρές τεθωρακισμένες μεραρχίες του "τρίτου υποδείγματος" έλαχε να
χρησιμοποιηθούν για τη διάσπαση ισχυρώς οργανωμένης τοποθεσίας (του Κουρσκ), χωρίς
ισχυρή υποστήριξη, και μάλιστα σε περιοχή όπου δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν
πλήρως την τρομερή δύναμη κρούσεως που διέθεταν, για ν' αποδώσουν κατά την αξία τους.
Τα τεράστια άρματα "Τίγρις" και "Φέρντιναντς" μπορούσαν ευχερώς να
αντιμετωπίζουν τα ρωσικά άρματα, καθώς και τις ομάδες των αντιαρματικών πυροβόλων υπό
ανεκτές συνθήκες. Δεν ήταν, όμως, άτρωτα. Εφόσον αποκόπτονταν από το πεζικό και
περιοριζόταν η ευκινησία τους, εξουδετερώνονταν εύκολα, το ένα μετά το άλλο, από μικρές
ομάδες απλών πεζών.

ε. Εκτός από αυτά, ως προς τη Διοίκηση, οι Ρώσοι είχαν εφαρμόσει το δοκιμασμένο


σύστημα διευθύνσεως του αγώνα στην Μόσχα και στο Στάλινγκραντ.
Για να ληφθούν ταχείες αποφάσεις στο στρατηγικό πλαίσιο, απέστειλαν και πάλι το
Στρατάρχη Γ. Ζούκωφ, επικεφαλής της γνωστής ομάδας "των πυροσβεστών του" για την
διεύθυνση του αγώνα. Το σύστημα αποδείχθηκε εύκαμπτο, πρωτότυπο και επιτυχές.
Από γερμανικής πλευράς, το θέμα της διευθύνσεως του αγώνα δεν φαίνεται να
αντιμετωπίσθηκε επιτυχώς. Οι επιχειρήσεις της 9ης Στρατιάς στον τομέα του Ορέλ ήταν υπό
τον έλεγχο του Διοικητή της Ομάδας Στρατιών Κέντρου, όπως και των δύο στρατιών στο
Μπέλγκοροντ - Χάρκοβ, υπό τον έλεγχο του Διοικητή της Ομάδας Στρατιών του Νότου. Δεν
υπήρχε ενιαία διοίκηση στο πεδίο της μάχης. Οι προσπάθειες για τον διορισμό
αρχιστρατήγου απορρίφθηκαν από τον Χίτλερ με διάφορες ανάξιες λόγου (αστείες)
προφάσεις.
Το ότι η διεύθυνση του αγώνα υπήρξε από γερμανικής πλευράς ικανοποιητική, πρέπει
να αποδοθεί στους εξαίρετους ηγήτορες, οι οποίοι ήταν επικεφαλής των γερμανικών
δυνάμεων, όπως ο Στρατάρχης Μανστάιν, οι Στρατηγοί Γκουντέριαν, Μόντελ, Χόθ, κτλ.
Όπως αποδείχθηκε, απαιτείται συνταύτιση των προσπαθειών διαφόρων όπλων
(πεζικού, μηχανικού, τεθωρακισμένων), πλήρης συντονισμός των ενεργειών κατά τις
διάφορες φάσεις (διάρρηξη, αγώνες στο εσωτερικό, διάσπαση) και κυρίως συντριπτική
υπεροχή πυρός υποστηρίξεως.
Η σπατάλη των πολύτιμων βαρέων αρμάτων κατά τη διάρρηξη και τον αγώνα στο
εσωτερικό της τοποθεσίας (λόγω ελλείψεως επαρκούς πεζικού και υποστηρίξεως
πυροβολικού), είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των γερμανικών τεθωρακισμένων κατά τη φάση
της τελικής διασπάσεως και εκμεταλεύσεως της επιτυχίας (του θερισμού και της συγκομιδής).
Οι Ρώσοι διέθεταν πράγματι ανεξάντλητες δυνάμεις και μέσα. Παρ' όλα αυτά
απέφυγαν την άκαιρη εκδήλωση επιθέσεων, αναμένοντας τη συμμαχική απόβαση. Γνώριζαν
από την πείρα τους, ότι τα στελέχη και το τεχνικό προσωπικό των αρμάτων δεν ήταν
ανεξάντλητο και ήταν δυσαναπλήρωτο.
Αντίθετα, οι Γερμανοί, εντελώς αψυχολόγητα, έπεσαν στη ρωσική παγίδα και
σπατάλησαν τις τόσο πολύτιμες (ανεκτίμητες) μεγάλες μεραρχίες των αρμάτων τους για ένα
επουσιώδη ΑΝΣΚ, όπως αποδείχθηκε ότι ήταν το Κουρσκ.

στ. Κατά τη μάχη που διεξήχθη στην εξέχουσα του Κουρσκ έλαβε μέρος ο μεγαλύτερος
αριθμός αρμάτων στην Ιστορία. Πράγματι, κατά το αποφασιστικό της στάδιο κινούνταν 3.000
περίπου άρματα και αυτοκινούμενα πυροβόλα και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
Ως προς τον κύριο αγώνα, αυτός διεξήχθη σε στενή ζώνη, όπου υπήρχαν ώριμοι
σχεδόν σιταγροί, και κρίθηκε κατόπιν μιας αποφασιστικής επελάσεως, κατά την οποία
άνθρωποι, που οδηγούσαν χαλύβδινα τέρατα, φαίνονταν αιωρούμενοι σε νέφη καπνού και
σκόνης, άλλοτε προς τα εμπρός και άλλοτε προς τα πίσω.
Το αποφασιστικό αποτέλεσμα, μετά την έναρξη της συγκρούσεως, κρίθηκε όχι από
τους ελιγμούς και τον πνευματικό μόχθο της ηγεσίας των αντιπάλων, αλλά από την
πυκνότητα των ναρκοπεδίων, την δασύτητα και την ισχύ του πυρός και, κυρίως, από τον
αριθμό και το βάρος των χαλύβδινων αρμάτων.
Χαρακτηριστικό της μάχης υπήρξε το ότι η αργοπορία στην έναρξή της (λόγω της
πληθώρας των επιχειρημάτων "υπέρ" και "κατά" του σχεδίου "Ακρόπολις")είχε ως
αποτέλεσμα να τεθεί τέρμα στην παντοδυναμία των γερμανικών τεθωρακισμένων και να
περιέλθει η πρωτοβουλία των επιχειρήσεων οριστικά στους Ρώσους.
Μπορεί να θεωρηθεί τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι οι σημαντικότεροι από τους
ηγέτες της επιχειρήσεως (Στρατάρχης Μανστάιν, Στρατηγός Γκουντέριαν, Μόντελ) και ο ίδιος
ο Χίτλερ είχαν ταχθεί με πείσμα κατά της επιχειρήσεως. Εντούτοις, το σχέδιο της επιθέσεως,
μόλις άρχισε να συζητείται, γέννησε τόσες ελπίδες, ώστε βαθμηδόν, σαν να είχε αποκτήσει
δική του βούληση, τους συνεπήρε όλους, και τους παρέσυρε με ορμή -άλλους με
ενθουσιασμό, άλλους με δισταγμό ή και διαμαρτυρίες - στον πυρετό της δράσεως και την
καταστροφή.
Για τα "Ελεύθερα Έθνη" η νίκη του Κουρσκ, σε συνδυασμό με την επιτυχή απόβαση
των Δυτικών Συμμάχων στη Σικελία, υπήρξε η αποφασιστική καμπή του Β' Παγκοσμίου
Πολέμου. Για τους Γερμανούς οι ημέρες της μάχης υπήρξαν από τις περισσότερο δραματικές
και συγχρόνως μακρές για το τόσο βραχύβιο "Χιλιετές Γ' Ράιχ" του Χίτλερ. Τέλος, στην
Παγκόσμια Ιστορία, η μάχη του Κουρσκ υπήρξε η μεγαλύτερη αρματομαχία όλων των
αιώνων.

Η ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΔΕΝΩΝ


(16 Δεκεμβρίου 1944 - 16 Ιανουαρίου 1945)

1. Εισαγωγή

α. Τα Γεγονότα προ της Γερμανικής Αντεπιθέσεως των Αρδενών

(1) Στις 6 Ιουνίου 1944, όπως είναι γνωστό, οι συμμαχικές δυνάμεις (2η
Βρετανική Στρατιά και 1η Αμερικανική Στρατιά) αποβιβάσθηκαν στη Νορμανδία και
δημιούργησαν προγεφύρωμα, το οποίο διηυρύναν μετά από σκληρούς και αιματηρούς
αγώνες και στις 25 Αυγούστου κατέλαβαν το Παρίσι.
Μέχρι τη διάβαση του Σηκουάνα, από τις συμμαχικές δυνάμεις, οι γερμανοί απώλεσαν
περίπου μισό εκατομμύριο άνδρες, από τους οποίους οι 210.000 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
Το μεγαλύτερο όμως επίτευγμα των Συμμάχων ήταν η φθορά των Τ/Θ γερμανικών
δυνάμεων. Περίπου 2.200 γερμανικά άρματα και πυροβόλα εφόδου καταστράφηκαν κατά τις
μάχες της Νορμανδίας και μέχρι τη διάβαση του Σηκουάνα. ΄Ετσι, οι Γερμανοί δεν είχαν πια
τη δυνατότητα να κρατηθούν στη γραμμή του Σηκουάνα και μέχρι τις 4 Σεπτεμβρίου οι
σύμμαχοι είχαν διαβεί το Μεύση ποταμό και είχαν καταλάβει τις Βρυξέλες και την Αμβέρσα
(Σχεδ. 85).

β. Η προέλαση όμως των Συμμάχων σε τόσο μεγάλο βάθος αύξησε αντίστοιχα και τις
γραμμές ανεφοδιασμού τους, με αποτέλεσμα πολλές φορές να ανακόπτεται, λόγω σοβαρών
ανεφοδιαστικών δυσχερειών.

γ. Οι Προθέσεις των Συμμάχων και η Στρατηγική τους.

(1) Ο κύριος σκοπός της στρατηγικής του διασυμμαχικού αρχιστρατήγου,


στρατηγού Αϊζενχάουερ, απέβλεπε στην κατάληψη της γραμμής του Ρήνου. Παράλληλα
όμως, υποστήριζε την άποψη, ότι οι επιχειρήσεις έπρεπε να συνεχισθούν χωρίς διακοπή, για
να μην παρασχεθεί στους Γερμανούς απαραίτητος χρόνος, ώστε να οργανώσουν
αποτελεσματική άμυνα.
(2) Ο Βρετανός στρατάρχης Μοντγκόμερυ είχε ζητήσει συνάντηση με τον
Αϊζενχάουερ και τον Μπράντλεϋ (Διοικητή Αμερικανικής 12ης Ομάδος Στρατιών) παρουσία
και των Επιτελαρχών τους. Η συνάντηση έγινε στις 7 Δεκεμβρίου στο Μάαστριχτ της
Ολλανδίας και αρχικά αποφασίσθηκε η εκκαθάριση της Κάτω Ρηνανίας με συγκλίνουσες
επιθέσεις από το Ρόερ και το ΄Αρνχεμ μόλις ο Μπράντλεϋ θα καταλάμβανε τα φράγματα του
Ρόερ, με πιθανή ημερομηνία για την εκτόξευση των επιθέσεων, τη 12η Ιανουαρίου. Ο
Μοντγκόμερυ πρότεινε για το θέμα αυτό, να διατηρηθούν ανέπαφες οι δυνάμεις τους μέχρι
την παραπάνω ημερομηνία και να μην αναλάβουν μεγάλης κλίμακας επιθετικές επιχειρήσεις.
Ο Αϊζενχάουερ όμως, δεν συμφώνησε με την πρόταση αυτή, ισχυριζόμενος ότι δεν έπρεπε
να παραμείνουν αδρανείς, γιατί οι Γερμανοί θα βελτίωναν την αμυντική τους διάταξη και θα
εκπαίδευαν τα στρατεύματά τους. Κατόπιν τούτου, εξουσιοδότησε τον Πάττον (Διοικητή της
Αμερικανικής 3ης Στρατιάς) να ενεργήσει και άλλη προσπάθεια για κατάληψη του Σάαρ πριν
από τα Χριστούγεννα (Σχεδ. 85).

δ. Οι Συμμαχικές Εκτιμήσεις για τις Γερμανικές Δυνατότητες.

(1) Κανένας από αυτούς που συμμετείχαν στη σύσκεψη του Μάαστριχτ δεν
πίστευε ότι οι Γερμανοί θα έκαναν απόπειρα οποιασδήποτε αντεπιθέσεως μεγάλης κλίμακας.
΄Ολοι είχαν τη γνώμη ότι ο εχθρός λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών θα προσπαθούσε να
ισχυροποιήσει το μέτωπό του. Το πρόβλημα των συμμάχων ήταν η προσπάθεια
εξαναγκασμού των Γερμανών στο να εμπλέξουν στη μάχη τις στρατηγικές Τ/Θ εφεδρείες
τους. ΄Ηταν ήδη γνωστό ότι οι τέσσερις μεραρχίες της 6ης Τ/Θ Στρατιάς των SS είχαν
επανεξοπλισθεί ανατολικά του Ρήνου και ότι τέσσερις ή πέντε επιπλέον μεραρχίες είχαν
αποσυρθεί για ανασυγκρότηση. Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου, παραμονή ακριβώς της επιθέσεως
των Γερμανών στις Αρδένες και σε χρόνο που οι γερμανικές δυνάμεις είχαν λάβει επιθετική
διάταξη, οι εκτιμήσεις των συμμάχων ήταν ότι πιθανόν να εκτοξεύσουν οι Γερμανοί μικρής
κλίμακας επίθεση, με σκοπό την ενίσχυση του ηθικού τους ή να καταλάβουν το ΄Ααχεν για
προσφορά πρωτοχρονιάτικου δώρου στο Χίτλερ.
(2) Υπήρχαν όμως αρκετές ενδείξεις και πολλοί ψίθυροι για προπαρασκευή μεγάλης
γερμανικής επιθέσεως για ανακατάληψη της Αμβέρσας, όπως :
(α) Εχθρικό έγγραφο που περιήλθε στα χέρια των Συμμάχων αποκάλυπτε ότι ο
ίδιος ο Χίτλερ είχε διατάξει τη συγκρότηση ειδικής μονάδας, την οποία θα χρησιμοποιούσαν
στα μετόπισθεν των συμμαχικών γραμμών. Οι άνδρες της θα έφεραν αμερικανικές στολές,
θα χρησιμοποιούσαν αμερικανικά υλικά και θα μιλούσαν την αμερικανική διάλεκτο.
(β) Στις 5 Δεκεμβρίου διαπιστώθηκε ότι πέντε γερμανικές μεραρχίες
αναχώρησαν από την Ολλανδία, για άγνωστη κατεύθυνση.
(γ) Το Στρατηγείο της Γερμανικής 15ης Στρατιάς εκτοπίσθηκε στον τομέα του
Ρόερ και αντικατέστησε την 5η Τ/Θ Στρατιά που μετακινήθηκε στο Κόμπλεντζ.
(δ) Μεταξύ Κόμπλεντζ και Λουξεμβούργου εντοπίσθηκαν τρεις από τις
μεραρχίες που ανασυγκροτήθηκαν και ορισμένες από επιστράτευση, μεραρχίες πεζικού,
έφθασαν στον τομέα του ΄Αιφελ, δηλαδή στην προέκταση των Αρδενών στη Γερμανία.
(ε)Τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου είχαν χαθεί τα ίχνη της 6ης Τ/Θ Στρατιάς και
ήταν άγνωστο που είχε μετακινηθεί.
(3) Αν και τα παραπάνω αποτελούσαν σαφείς ενδείξεις επερχόμενης επιθέσεως,
οι συμμαχικές υπηρεσίες εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι δεν θα εκτοξευόταν αυτή
προτού οι Αμερικανοί διαβούν τον ποταμό Ρόερ, γιατί :
(α) Οι σύμμαχοι βρισκόντουσαν στην επίθεση για τόσο πολύ χρόνο, ώστε
δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι ο εχθρός θα έπαιρνε και πάλι την πρωτοβουλία.
(β) Εφόσον εξακολουθούσαν τη δική τους επίθεση, είχαν πεισθεί ότι ο
εχθρός δεν μπορούσε να ανταποδώσει το χτύπημα αποτελεσματικά.
(γ) Υπολόγιζαν ότι αν ο εχθρός επιχειρούσε αντεπίθεση, αυτή θα ήταν
περιορισμένη και θα υπήρχε μια άμεση απάντηση προς την Κολωνία και τα βιομηχανικά
κέντρα του Ρουρ.
(4) ΄Ολες αυτές οι σκέψεις αποδείχθηκαν λανθασμένες. Αποδείχθηκε ότι ο
Ρούντστεντ δεν είχε καμιά ανάμιξη στην τελευταία αντεπίθεση και όχι μόνο διαφώνησε, αλλά
και "ένιψε τας χείρας του" γι΄αυτή, αφήνοντας στους υφισταμένους του τη διεξαγωγή της,
περιορίζοντας το στρατηγείο του να παίξει το ρόλο του γραφείου διεκπεραιώσεως των
διαταγών του Χίτλερ.
Η πρόβλεψη και η απόφαση της αντεπιθέσεως των Αρδενών ήταν προσωπική ιδέα
του Χίτλερ την οποία συνέλαβε στις αρχές Οκτωβρίου και σχεδιάσθηκε από την Ανώτατη
Διοίκηση της Βέρμαχτ (Επιτελείο του Χίτλερ), με προοπτική να αρχίσει η εκτέλεσή της στα
μέσα Δεκεμβρίου και παρά τη διαφωνία του Φούντσυεντ, απαγόρευσε κάθε αλλαγή ή
τροποποίηση του δικού του σχεδίου.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης

α. Το έδαφος της περιοχής των Αρδενών, παρουσιάζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά :


(1) Εδαφικές εξάρσεις ύψους μεταξύ 400 και 700 μέτρων που διακόπτονται από
πυκνό δίκτυο υδάτινων ρείθρων.
(2) Πυκνά δασωμένα τμήματα εδάφους που δυσχεραίνουν την κίνηση και
παρατήρηση.
(3) Αρκετά δρομολόγια, πλην όμως ελάχιστα από αυτά είναι καλά και διέρχονται
μέσα από πολλές στενωπούς και διασταυρώνονται επίσης με πολλούς χειμάρρους.
(4) Κοιλάδες εξαιρετικά στενές που δεν προσφέρονται για ελιγμούς
μηχανοκινήτων σχηματισμών.
(5) Οι καλύτεροι οδικοί άξονες έχουν νοτιοδυτική κατεύθυνση, οι γερμανοί όμως
που επιθυμούσαν να κατευθυνθούν δυτικά και βορειοδυτικά θα ήταν υποχρεωμένοι να
προελάσουν αντίθετα προς αυτούς και να χρησιμοποιήσουν δευτερεύουσες οδούς που
ακολουθούν τις ελικοειδείς κοιλάδες των ποταμών ή να αγωνίζονται από χωριό σε χωριό και
μέσα στα δάση. Μετά από αυτό η όλη επιχείρηση θα μετατρεπόταν σε μια μάχη για τις οδούς
και για τους οδικούς κόμβους.

β. Είναι γεγονός ότι το 1940 ο γερμανικός στρατός, κάτω από τον ίδιο στρατάρχη
Ρούντστεντ, μέσω Αρδενών, είχε εισβάλει στη Γαλλία και κατά συνέπεια, η διαμόρφωση και οι
δυσκολίες του εδάφους ήταν γνωστές στη γερμανική διοίκηση. Και τότε όπως και τώρα,
ισχυροί λόγοι την είχαν υποχρεώσει στην εκλογή του δύσκολου αυτού εδάφους, για την
εξαπόλυση της επιθέσεώς της. Τότε, γιατί :
(1) Νότια των Αρδενών, η γραμμή Μαζινώ κάλυπτε σταθερά το γαλλικό έδαφος
και η μετωπική διάρρηξή της θα απαιτούσε πολλές δυνάμεις.
(2) Βόρεια των Αρδενών, ισχυρές Γαλλοβρετανικές δυνάμεις και ο Βελγικός
στρατός ανέμεναν πίσω από το Μεύση.

3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Γερμανών.

(1) Κατά την περίοδο αυτή οι Γερμανοί είχαν κατορθώσει να συγκεντρώσουν στο
Δυτικό Μέτωπο μια δύναμη 70 περίπου Μεραρχιών από τις οποίες 15 Τ/Θ. Από τις Τ/Θ
Μεραρχίες μόνον οι οκτώ διέθεταν άρματα τελευταίου τύπου "Πάνθηρ" και "Τίγρης". Παρά
όμως τη φαινομενική υπεροχή απέναντι στους συμμάχους σε αριθμό Μεραρχιών, στην
πραγματικότητα υστερούσαν σημαντικά από αυτές, τόσο από άποψη παρατακτής δυνάμεως
ανδρών, με το δεδομένο ότι οι Μεραρχίες τους ήταν μικρότερης δυνάμεως, όσο και από
πλευράς αρμάτων και λοιπών μέσων και εφοδίων.
(2) Από τις δυνάμεις αυτές ο Στρατάρχης Φον Ρούντστεντ είχε συγκεντρώσει για
την επίθεση στις Αρδένες 36 Μεραρχίες από τις οποίες 10 Τ/Θ. Οι υπόλοιπες γερμανικές
Μεραρχίες ήταν αναπτυγμένες σε αμυντικές αποστολές, δεξιά και αριστερά του μετώπου
επιθέσεως, βόρεια μέχρι τις εκβολές του Μάας ποταμού και νότια κατά μήκος του Σάαρ και
του Ρήνου μέχρι τα Ελβετικά σύνορα.
(3) Οι Μεραρχίες αυτές αποτέλεσαν τη Β΄ Ομάδα Στρατιών, Στρατάρχης Μόντελ
(ΜΟDEL), που τάχθηκε στο μέτωπο των Αρδενών, σύμφωνα με την ακόλουθη διάταξη:
(α) Την 6η Τ/Θ Στρατιά των SS , Στρατηγός Ντήτριχ (DIETRICH), αξιωματικός
της απόλυτης εμπιστοσύνης του Χίτλερ, στο βόρειο τομέα των Αρδενών και αποτελούμενη
από 4 Τ/Θ Μεραρχίες (1η, 2η, 9η και 12η), 4 Μεραρχίες Πεζικού (12η, 272η, 277η και 326η)
και την 3η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών.
(β) Την 5η Τ/Θ Στρατιά, Στρατηγός Μαντώυφελ (MΑNTEUFFEL), στον
κεντρικό τομέα των Αρδενών και αποτελούμενη από 3 Τ/Θ Μεραρχίες (116η, 2η και Τ/Θ
LHEP) και 4 Μεραρχίες Πεζικού (18η, 26η, 62 και 560η).
(γ) Από τις δύο πλευρές της κύριας αρματικής προσπάθειας (ζώνες ενεργείας
6ης και 5ης Τ/Θ Στρατιών) η 15η Στρατιά στη βόρεια και η 7η Στρατιά (Στρατηγός
Μπραντενμιέγκερ) στη νότια πλευρά.
(δ) Εκτός από τις παραπάνω δυνάμεις, μία ειδική Τ/Θ Ταξιαρχία, Σχης
Σκορτσένυ (SKORZENY), οι άνδρες της οποίας θα φορούσαν αμερικανικές στολές και θα
επέβαιναν σε οχήματα και άρματα αμερικανικής κατασκευής, στα μετόπισθεν των
συμμαχικών γραμμών, με στόχο τις γέφυρες του Μεύση.

β. Συμμάχων

(1) Με την έναρξη της γερμανικής επιθέσεως στις 16 Δεκεμβρίου 1944, οι


Σύμμαχοι διέθεταν στο Δυτικό Μέτωπο συνολικά 63 Μεραρχίες, από τις οποίες 17 Τ/Θ. Από
αυτές 40 ήταν Αμερικανικές, 15 Βρετανοκαναδικές και 8 Γαλλικές. Οι δυνάμεις αυτές είχαν
κατανεμηθεί και διαταχθεί από το Βορρά προς το Νότο όπως παρακάτω :
(α) 21η Ομάδα Στρατιών, Στρατάρχης Μοντγκόμερυ, σύνολο 15 Μεραρχίες
από τις οποίες 5 Τ/Θ. Είχε καταλάβει το βόρειο τμήμα του μετώπου και ήταν αναπτυγμένη
από τις εκβολές του Μεύση μέχρι 20 περίπου μίλια νοτιοδυτικά της συμβολής του με το Ρουρ.
Η γραμμή του μετώπου ακολουθούσε τη δυτική όχθη του Μεύση, αφήνοντας γερμανικό
προγεφύρωμα 10 μιλίων περίπου δυτικά του Ρουρ. Αυτή περιλάμβανε :
1/ Την 1η Καναδική Στρατιά, Στρατηγός Κρίραρ (CRERER), σύνολο 6
Μεραρχίες από τις οποίες 2 Τ/Θ.
2/ Τη 2η Βρεττανική Στρατιά, Στρατηγός Ντέμσεϋ (DEMPSEY), σύνολο 9
Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ.
(β) 12η Ομάδα Στρατιών, Στρατηγός Μπράντλεϋ, σύνολο 31 Μεραρχίες από
τις οποίες 8 Τ/Θ. ΄Ηταν αναπτυγμένη αμέσως νότια της 21ης Ομάδας Στρατιών και το από
230 μίλια μέτωπό της ακολουθούσε αρχικά τη δυτική όχθη του Ρουρ, αφήνοντας ένα
προγεφύρωμα στους Γερμανούς ανατολικά του ΄Ααχεν και στη συνέχεια τη δυτική όχθη του
Σάαρ μέχρι και πέραν του Σααρμπούκεν, στο μέσον της αποστάσεως του από το Ρήνο. Αυτή
περιλάμβανε:
1/ Την 9η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Σίμπσον (SIMPSON), σύνολο 7
Μεραρχίες από τις οποίες 2 Τ/Θ. Είχε συγκεντρώσει τις Μεραρχίες της σε ένα στενό μέτωπο,
εύρους μόλις 18 μιλίων, αμέσως ανατολικά του Μάαστριχτ.
2/ Την 1η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Χότζες (HODGES), σύνολο 14
Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ. Κατείχε θέσεις στο κέντρο του μετώπου της 12ης Ομάδας
Στρατιών και είχε την ευθύνη ζώνης 115 μιλίων, τα δύο τρίτα της οποίας εκτείνονταν κατά
μήκος των δασομένων Αρδενών και είχαν ανατεθεί στο αμερικάνικο VIII ΣΣ, Στρατηγός
Μίντλετον (MIDDLETON), δυνάμεως 4 Μεραρχιών από τις οποίες μία Τ/Θ (από Βορρά προς
Νότο : 106η, 4η, 28η ΜΠ και 9η Τ/Θ).
3/ Την 3η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Πάττον (ΠΑΤΤΟΝ), σύνολο 10
Μεραρχίες από τις οποίες 3 Τ/Θ. Αυτή είχε αναπτύξει τις Μεραρχίες της σε μέτωπο 100
μιλίων, από το Μοζέλα (στα σύνορα του Λουξεμβούργου) μέχρι το άκρο δεξιό της 12ης
Ομάδας Στρατιών.
(γ) 6η Ομάδα Στρατιών, Στρατηγός Ντέβερς (DEVERS), σύνολο 17 Μεραρχίες
από τις οποίες οι 4 Τ/Θ. Αυτή κατείχε το νότιο τομέα του μετώπου από Στρασβούργο και,
αφού άφηνε το μεγάλο επιμήκη θύλακο πλησίον του Κολμάρ, δυτικά του Ρήνου, στους
Γερμανούς, έκλεινε στα Ελβετικά σύνορα, που στήριξε το δεξιό της και περιλάμβανε :
1/ Την 7η Αμερικανική Στρατιά, Στρατηγός Πατς (PATCH), σύνολο 7
Μεραρχίες από τις οποίες οι 2 Τ/Θ.
2/ Την 1η Γαλλική Στρατιά, Στρατηγός Ντε Τασινύ (DE TASSIGNY),
σύνολο 8 Μεραρχίες από τις οποίες οι 2 Τ/Θ.
(δ) Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Φθινοπώρου η συμμαχική
αεροπορική υπεροχή, στο στρατηγικό και στον τακτικό τομέα, γινόταν ολοένα μεγαλύτερη και
η αεροπορική υποστήριξη των χερσαίων δυνάμεων των Συμμάχων επιδρούσε σημαντικά
στην ευνοϊκή εξέλιξη των επιχειρήσεων. ΄Οσο οι συμμαχικές Στρατιές πλησίαζαν τη
γερμανική μεθόριο είχε μελετηθεί η χρησιμοποίηση μιας τεράστιας αεροπορικής δυνάμεως,
που αριθμούσε ένα σύνολο από 15.000 περίπου αεροσκάφη (5.000 καταδιωκτικά, 6.000
ελαφρά, μέσα και βαριά βομβαρδιστικά και 4.000 αναγνωριστικά, μεταφορικά και λοιπών
τύπων), η οποία αποτελούσε την τακτική αεροπορική δύναμη των συμμαχικών δυνάμεων του
Δυτικού Μετώπου. Διοικητής της αεροπορικής αυτής δυνάμεως ήταν ο βρετανός Στρατάρχης
Αεροπορίας Τέντερ (TENTER).

4. Σχέδια και Αποστολές των Αντιπάλων

α. Γερμανών

(1) Το Σεπτέμβριο του 1944, ο Χίτλερ, ενόψει της διπλής θανάσιμης απειλής κατά
της χώρας του, τόσο στο Ανατολικό Μέτωπο, που οι Ρώσοι προπαρασκεύαζαν τη διάβαση
του Βιστούλα, όσο και στο Δυτικό, μετά τη θεαματική προέλαση των Συμμάχων προς το
Ρήνο, αναζητούσε μια ευκαιρία για να επιτεθεί κάπου, ώστε :
(α) Να πετύχει κέρδος χρόνου, με την ελπίδα ότι οι διαρκώς τελειοποιούμενες
γερμανικές εφευρέσεις νέων όπλων θα του έδιναν την τελική νίκη επί των Συμμάχων.
(β) Να διατηρήσει το ηθικό του στρατού και του λαού του που συνεχώς
έπεφτε, με μια εντυπωσιακή νίκη σε οποιοδήποτε μέτωπο.
(2) Στο Ανατολικό Μέτωπο κατά την περίοδο αυτή, κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο,
λόγω της συντριπτικής υπεροχής των Σοβιετικών δυνάμεων, που είχαν ενισχυθεί και από την
Αμερική με παντοειδές υλικό. Κατά συνέπεια ως μόνη λύση απέμενε η εκτόξευση στον
κατάλληλο χρόνο και τομέα του Δυτικού Μετώπου μιας ισχυρής επιθέσεως με ευρύ
στρατηγικό αντικειμενικό σκοπό.
(3) Μετά από αυτό, το επιτελείο του Χίτλερ εκπόνησε το παρακάτω σχέδιο, το
οποίο γενικά προέβλεπε :
(α) Σε πρώτη φάση οι γερμανικές δυνάμεις που θα μετείχαν στην επιχείρηση
και ιδίως οι Τ/Θ, θα ενεργούσαν σε δύο άξονες (Μαλμεντύ-ποταμός Μεύσης προς Αμβέρσα
και Βιαντέν-Μπαστόν-Ναμούρ προς Βρυξέλες) θα πετύχαιναν τη διάσπαση του συμμαχικού
μετώπου στις Αρδένες, θα ενεργούσαν για κατάληψη των γεφυρών, μεταξύ Ναμούρ και
Λιέγης, του Μεύση και θα εξασφάλιζαν προγεφυρώματα δυτικά τούτου.
(β) Σε δεύτερη φάση, θα συνέχιζαν την προέλασή τους βορειοδυτικά και θα
καταλάμβαναν την Αμβέρσα και τις Βρυξέλες, δηλαδή την περιοχή της κύριας βάσεως
ανεφοδιασμού των Συμμάχων στο Βόρειο Τομέα του μετώπου, για να τους εξαναγκάσουν να
εκκενώσουν την ηπειρωτική Ευρώπη.
(γ) Δύο δευτερεύουσες ενέργειες δεξιά και αριστερά του κύριου μετώπου
επιθέσεως, δηλαδή:
1/ Την πρώτη στο άκρο δεξιό, με επιδίωξη την από Βορρά παράκαμψη της
Λιέγης και την κατάληψη του Μάαστριχτ.
2/ Την δεύτερη στο άκρο αριστερό, προκειμένου να διατηρήσει ανοικτό το
νότιο χείλος του ρήγματος, από τη συμβολή Μοζάλα-Σάαρ μέχρι την πόλη Ντινάν, και να
καλύψει το αριστερό πλευρό της κύριας ενέργειας.
(δ) Την υποστήριξη της επιθέσεως με ειδικές ομάδες δολιοφθορέων
(Ταξιαρχία Σκορτσένυ), είτε με ρίψη τους έγκαιρα πίσω από τις συμμαχικές γραμμές με
αλεξίπτωτα, είτε με κίνηση πάνω σε αμερικανικά τζιπ τα οποία θα προπορεύονταν των
αρμάτων.
(4) Με το παραπάνω γενικό σχέδιο υπολογιζόταν ότι το συμμαχικό μέτωπο θα
διαχωριζόταν ανεπανόρθωτα και ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις που βρίσκονταν νότια του
ρήγματος θα εξαναγκάζονταν σε μια βαθειά σύμπτυξη προς τα δυτικά, ο όγκος των
δυνάμεων που βρίσκονταν βόρεια του ρήγματος θα κινδύνευε να κυκλωθεί και να
εξουδετερωθεί. Εκτός τούτου υπολογιζόταν ότι σημαντικές ποσότητες καυσίμων και άλλου
πολεμικού υλικού των Συμμάχων θα ερχόταν ανέπαφο, στα χέρια τους, ώστε να ενισχυθεί η
πιθανότητα μιας επιτυχημένης γι' αυτούς παρατάσεως του πολέμου.
(5) Για την υλοποίηση του υπόψη σχεδίου δόθηκαν οι παρακάτω γενικές
αποστολές (Σχεδ. 86 και 87).
(α) Η 6η Τ/Θ Στρατιά στο Βόρειο Τομέα των Αρδενών θα ενεργούσε και θα
καταλάμβανε το Μονσχάου και το Μπούτκεμπαχ και θα διάνοιγε την οδό προς ΄Εουπεν και
Βερβιέρ. Μέσα από το ρήγμα που θα δημιουργόταν, θα εισχωρούσαν 2 Τ/Θ Μεραρχίες και
θα κατευθύνονταν προς Μαλμεντύ και Στάβελοτ, ενώ άλλες δυνάμεις θα κάλυπταν την
κίνηση από Βορρά. Δυτικά του Στάβελοτ η ειδική Ταξιαρχία Σκορτσένυ θα κατευθυνόταν
προς τις γέφυρες του Μεύση.
(β) Η 5η Τ/Θ Στρατιά θα ενεργούσε στον κεντρικό τομέα των Αρδενών και θα
προσπαθούσε να καταλάβει τους σπουδαίους οδικούς κόμβους Σαιντ Βιθ και Μπαστόν. Στη
συνέχεια διαμέσου του Χουφαλάιζ θα κατευθύνονταν προς βορειοδυτικά, με απώτερο σκοπό
το Μεύση διαμέσου Ναμούρ και Ντυνάν.
(γ) Η 7η Στρατιά στο Νότιο Τομέα θα περνούσε τον ποταμό Ουρ μεταξύ
Βιαντέν και Εχτερνάχ και θα εγκαθιστούσε σταθερή πλαγιοφυλακή βόρεια του
Λουξεμβούργου και της Αρλόν, ενώ η ενέργεια της 15ης Στρατιάς με την οποία προβλεπόταν
να καλυφθεί η κυρία επίθεση από Βορρά, προς την κατεύθυνση του Μάαστριχτ,
εγκαταλήφθηκε, αφήνοντας τους Συμμάχους ελεύθερους να μεταφέρουν εφεδρείες από
Βορρά.

β. Συμμάχων

΄Οπως έχει αναφερθεί, όλες οι αρχικές εκτιμήσεις που γίνονταν προ της μάχης των
Αρδενών, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να εκτοξεύσουν μια
ισχυρή αντεπίθεση με αντικειμενικούς σκοπούς σε μεγάλο βάθος και ότι μόνο τοπικές και
περιορισμένες αντεπιθέσεις θα μπορούσαν να επιχειρήσουν. ΄Οπως ήταν επόμενο οι
Σύμμαχοι, όχι μόνο αμυντικό σχέδιο δεν εκπόνησαν, αλλά αντίθετα σκόπευαν να συνεχίσουν
τις επιθετικές τους επιχειρήσεις και δόθηκε εντολή στην 1η Αμερικανική Στρατιά να
προπαρεσκευασθεί για επίθεση κατά των φραγμάτων του Ρόερ και στην 3η για παρόμοια
ενέργεια κατά του Σάαρ. Τον τομέα των Αρδενών, τον οποίο θεωρούσαν ως παθητικό
έδαφος, κάλυψαν σχεδόν ολόκληρο μόνο με το VIII ΣΣ, το οποίο υποχρεώθηκε να διαθέσει
τις δυνάμεις του σε πολύ αραιή διάταξη πράγμα το οποίο συντέλεσε στην ταχεία διάσπαση
του μετώπου του.

5. Διεξαγωγή της Μάχης

α. Στις 0530 της 16 Δεκεμβρίου, 2.000 γερμανικά πυροβόλα άρχισαν να βομβαρδίζουν


τις αμερικανικές θέσεις. Με την κάλυψη του πυρός και της ομίχλης, εξόρμησε το πεζικό και
πίσω από αυτό 5 Τ/Θ Μεραρχίες, έτοιμες να εκμεταλλευθούν κάθε ρήγμα (Σχεδ. 86 και 87).
β. Κατά τη διάρκεια της 16 Δεκεμβρίου, δύο ρήγματα είχαν σχηματισθεί στο μέτωπο του
VIII Aμερικανικού ΣΣ, ένα στο ύψος Μαλμεντύ-Στάβελοτ και το άλλο προς Μπαστόν. ΄Ομως
οι Γερμανοί απείχαν πολύ από την επίτευξη των τεθέντων ΑΝΣΚ της πρώτης ημέρας. Ούτε
το Σαιντ Βιθ ούτε η Μποστόν είχαν καταληφθεί. Με τη συμπλήρωση 48ωρών τα γερμανικά
άρματα είχαν επιτύχει διεισδύσεις μέχρι βάθος 15 μόνο μιλίων, χωρίς όμως να πετύχουν την
κατάληψη ζωτικών συγκοινωνιακών κόμβων και την πλήρη εκμηδένιση των απέναντί τους
αμερικανικών δυνάμεων, πολύ δε περισσότερο να φθάσουν στο Μεύση, όπως προβλεπόταν
από το πολύ φιλόδοξο γερμανικό σχέδιο.
Ταυτόχρονα, η υποβοηθητική ενέργεια των ειδικών ομάδων σαμποτέρ του Σκορτσένυ
δεν κατόρθωσε να αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, λόγω καιρικών συνθηκών και
ελλιπούς ενημερώσεως των πιλότων των αεροσκαφών που μετέφεραν τις δυνάμεις αυτές.

γ. Ο Αϊζενχάουερ πληροφορήθηκε στο στρατηγείο του την έναρξη της γερμανικής


επιθέσεως το απόγευμα της 16 Δεκεμβρίου. Η πρώτη εντύπωση ήταν ότι η εχθρική ενέργεια
δεν αποτελούσε απλή επίδειξη ή παραπλάνηση, αλλά ότι απέβλεπε στο να ανακόψει την
προέλαση προς Σάαρ και ότι ένα ισχυρό πλήγμα είχε καταφερθεί στο VIII Αμερικανικό ΣΣ,
στις Αρδένες, τον πιο ευαίσθητο τομέα της όλης συμμαχικής διατάξεως.
Ύστερα από αυτό για να διατηρηθεί ο ζωτικός συγκοινωνιακός κόμβος της Μποστόν,
αποφασίσθηκε από την επομένη (17 Δεκεμβρίου), να μετακινηθούν γρήγορα προς Αρδένες η
7η και η 10η Τ/Θ Μεραρχίες της 9ης και 3ης Στρατιάς αντίστοιχα, ενώ η αποδέσμευση της
διατιθέμενης από τον Αϊζενχάουερ εφεδρείας (82η και 101η Αερομεταφερόμενες (Α/Μ)
Αμερικανικές Μεραρχίες) καθυστέρησε κάπως και η προώθησή της στο μέτωπο άρχισε μόλις
στις 18 Δεκεμβρίου. Το όριο εχθρικής διεισδύσεως εκτιμήθηκε ότι πρέπει να βρίσκεται σε
τέτοιο σημείο ώστε να καλύπτει τις πόλεις Λουξεμβούργου και Σεντάν στο Νότο, την ποτάμια
γραμμή του Μεύση στη Δύση και τη Λιέγη στο Βορρά.

δ. Στο βόρειο πλευρό του ρήγματος η κατάσταση ήταν περισσότερο σοβαρή και έπρεπε
να ανακοπεί η εχθρική προέλαση με εμπλοκή στη μάχη νέων Μονάδων, γιατί απειλούνταν οι
στρατηγικοί ΑΝΣΚ (Αμβέρσα, Βρυξέλες, αποκοπή γραμμών συγκοινωνιών των Συμμάχων
κτλ). Στο Νότο όμως τα πράγματα ήταν ευνοϊκότερα, γιατί η γερμανική πίεση εκεί ήταν
μικρότερης εντάσεως και γιατί η 3η Στρατιά του Πάττον, που ήταν έτοιμη να επιτεθεί προς το
Ρήνο, δεν είχε παρά να μεταβάλει γρήγορα μέτωπο και να ενεργήσει προς Βορρά, στην
κατεύθυνση Αρλόν-Μπαστόν, στο πλευρό της Γερμανικής διεισδύσεως.

ε. Στο μεταξύ το βράδυ της 17ης Δεκεμβρίου το συγκρότημα Πίπερ (αριστερή


κατεύθυνση επιθέσεως της 6ης Στρατιάς, των SS) έφθασε στο Στάβελοτ οκτώ μίλια μόνο από
το Στρατηγείο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς και ακόμα πιο κοντά από δύο αποθήκες
βενζίνης, που περιείχαν 2 1/2 εκατομμύρια γαλόνια και τις οποίες οι Σύμμαχοι μόλις την
τελευταία στιγμή κατόρθωσαν να καταστρέψουν. Στο δεξιό του Πίπερ, οι Αμερικανικές 2η και
99η Μεραρχίες. Τηρούσαν σταθερά τη γραμμή Μοντσάου-΄Ελσενμπορν, η δε 12η των SS
καθηλωνόταν ακόμα προ του Μπούτκενμπαχ από στοιχεία της μετακινούμενης προς τον
τομέα αυτόν 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας. Η 7η Τ/Θ Μεραρχία, που κινήθηκε το πρωί της 17
Δεκεμβρίου από περιοχή βόρεια του ΄Ααχεν, έφθασε το βράδυ στο Σαιντ Βιθ και
εγκαταστάθηκε πλησίον αυτής αντιστεκόμενη σθεναρά στις γερμανικές επιθέσεις.

στ. Βόρεια από το Σαιντ Βιθ, η ομάδα Πέιπερ, αφού ανέκοψε την προέλασή της
στράφηκε προς Βορρά, όπου αντιμετωπίσθηκε με σθεναρή αντίσταση από την 1η
Αμερικανική Στρατιά. Στο μεταξύ η 30η Αμερικανική Μεραρχία, που μεταφέρθηκε από τον
τομέα του Ρόερ, επιτέθηκε στα πλευρά της ομάδας Πέιπερ και το βράδυ της 18ης Δεκεμβρίου
ανακατέλαβε το Στάβελοτ και απέκοψε τη γραμμή ανεφοδιασμού αυτής. Έτσι, η ελπίδα των
Γερμανών για ταχεία άφιξη στο Μεύση άρχισε να διαψεύδεται, αφού αποκλείσθηκε και ο
άξονας προελάσεως του Πέιπερ και από την 82η Α/Μ Μεραρχία που εγκαταστάθηκε το
βράδυ της ίδιας ημέρας πλησίον του Βερμπομόν.
ζ. Νότια από το Σαιντ Βιθ, το πρωί της 18ης Δεκεμβρίου, ο Στρατηγός Μαντώυφελ έριξε
τις τρεις Τ/Θ Μεραρχίες του στο ρήγμα που είχε επιτευχθεί (την 116η προς Χουφαλάιζ, τη 2η
και LHER προς Μπαστόν). Μπροστά από αυτές δεν βρισκόταν πλέον τίποτα για να
ενεργήσει, παρά μόνο μια ανίσχυρη Διοίκηση Μάχης. Στην Μπαστόν βρισκόταν το
Στρατηγείο του Διοικητή του VΙΙΙ Αμερικανικού ΣΣ, Στρατηγού Μίντλεντον, προσέτρεχαν δε
προς αυτή η 101η (Α/Μ) Μεραρχία και μία Διοίκηση Μάχης της 10ης Τ/Θ Μεραρχίας. Η Τ/Θ
Μεραρχία LHER, που έφθασε το βράδυ σε απόσταση 5 μιλίων από την Μπαστόν,
αποφάσισε να την καταλάβει κατά τη διάρκεια της νύκτας. Στο μεταξύ έφθασαν συμμαχικές
ενισχύσεις και δεν έγινε δυνατή η κατάληψή της. Στις 19 του μήνα οι Γερμανοί περιέβαλαν
την Μπαστόν και κατέλαβαν το Χουφαλάι και το Βιλτζ (Σχεδ. 87).

η. Το βράδυ της 19ης Δεκεμβρίου, από το Σαιντ Βιθ μέχρι το Ντίεκιρχ, σε μέτωπο 25
μιλίων, η μόνη οργανωμένη αντίσταση παρουσιαζόταν στη Μπαστόν. Ο Στρατηγός
Μαντώυφελ, ζήτησε ενισχύσεις από το Στρατηγό Μόντελ προκειμένου να κινηθεί προς το
Μεύση. Ο Μόντελ διαβίβασε την αίτησή του προς το Στρατηγείο του Χίτλερ και εισηγήθηκε,
ότι, αφού ο Ντήντριχ είχε καθηλωθεί, οι εφεδρικές, δύο Τ/Θ Μεραρχίες SS και τρεις Τ/Θ
Μεραρχίες της Βέρμαχτ θα έπρεπε να διατεθούν νότια του Σαιντ Βιθ, για να εκμεταλλευθούν
το ρήγμα που δημιούργησε ο Μαντώυφελ. Ο Χίτλερ όμως, που επιθυμούσε για κομματικούς
λόγους να καταφερθεί το αποφασιστικό χτύπημα με την 6η Τ/Θ Στρατιά SS, του διέθεσε μόνο
τις τρεις Τ/Θ Μεραρχίες της Βέρμαχτ και κράτησε τις υπόλοιπες δύο στη διάθεση της 6ης
Στρατιάς.

θ. Ο Αϊζενχάουερ διαπίστωσε ότι η κατάσταση είχε γίνει κρίσιμη. Στο Βορρά οι Γερμανοί
πλησίαζαν στη Λιέγη. Στο Νότο είχαν καταλάβει το Χουφαλάιζ και πλησίαζαν το Λαροσέ.
Στο Σαιντ Βιθ η κατάσταση παρουσιαζόταν ασαφής. Δεν υπήρχαν διαθέσιμες δυνάμεις για
να κλείσουν το κενό μεταξύ Μπαστόν και Βερμπομόν, ούτε και να παρεμποδίσουν την
κύκλωση της Μπαστόν. Μέσω του κενού οι Γερμανοί προέλαυναν προς τη γραμμή του
Μεύση που έμεινε εντελώς ανυπεράσπιστη. Την κατάσταση επιδείνωσαν οι άνδρες του
Σκορτσένυ που προκάλεσαν μεγάλη σύγχυση στους Συμμάχους.

ι. Οι εφεδρείες των Συμμάχων λιγοστές και αυτές στην Αγγλία, χωρίς να μπορούν να
αντιμετωπίσουν άμεσα την κρίση. Η γερμανική διείσδυση είχε διαχωρίσει το συμμαχικό
μέτωπο στα δύο. Κατόπιν τούτου ο Αϊζενχάουερ πήρε τις παρακάτω αποφάσεις.
(1) Διέταξε τις μονάδες Μηχανικού και Ανεφοδιασμών να κινητοποιηθούν για να
εξασφαλίσουν τις γέφυρες του Μεύση από Γκιβέ μέχρι Λιέγης, τις οποίες θα χρησιμοποιούσε
το Βρετανικό ΧΧΧ ΣΣ με πρωτοβουλία του Μοντγκόμερυ (Σχεδ. 88).
(2) Εξουσιοδότησε τον Πάττον να επιτεθεί από νότια προς Μπαστόν με 4
Μεραρχίες μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου και για να τον διευκολύνει στην εξεύρεση των δυνάμεων,
μετατόπισε βορειότερα τη ζώνη ευθύνης της 6ης Ομάδας Στρατιών.
(3) ΄Εθεσε όλες τις δυνάμεις που βρίσκονταν βόρεια του ρήγματος στις διαταγές
της 21ης Ομάδας Στρατιών και περιόρισε την 12η Ομάδα Στρατιών στη διοίκηση των
δυνάμεων νότια του ρήγματος.

ια. Οι Ενέργειες του Μοντγκόμερυ και η Πτώση του Σαιντ Βιθ.

(1) Ο Μοντγκόμερυ προσήλθε το απόγευμα της 20ής Δεκεμβρίου στο Τακτικό


Στρατηγείο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς και είχε ορισμένες διαφωνίες, όσον αφορά τον
τρόπο ενεργείας, με το Στρατηγό Χότζες, οι απόψεις του οποίου επικράτησαν.
Αποφασίσθηκε οι ενέργειές τους να αποβλέπουν στην ευθυγράμμιση του μετώπου με
προέλαση και όχι με υποχώρηση, για αποκατάσταση του συνδέσμου με τις δυνάμεις που
βρίσκονταν στο Σαιντ Βιθ.
(2) Το ΧVΙΙΙ Α/Μ ΣΣ που βρισκόταν στην περιοχή Βερμπομόν-Γκραντμενίλ και
αποτελούνταν από την 82η Α/Μ Μεραρχία και μία Διοίκηση Μάχης, διατάχθηκε να
ανασυγκροτήσει τη γραμμή Μαλμεντύ-Σαιντ Βιθ-Χουφαλάιζ και να λάβει επαφή με τις
μονάδες που βρίσκονταν στην Μπαστόν. Η ενέργεια αυτή όσο δύσκολη και αν ήταν για τις
περιορισμένες δυνάμεις του ΧVIII ΣΣ, στην πιο δύσκολη περίπτωση θα κάλυπτε τη
συγκέντρωση του Αμερικανικού VII ΣΣ, για μια περισσότερο αποτελεσματική αντεπίθεση. Τη
νύκτα της 20ής Δεκεμβρίου, η 82η Α/Μ Μεραρχία προσέγγισε στον ποταμό Σαλμ και
περιέσφιξε το δακτύλιο γύρω από τη φάλαγγα του Πέιπερ και αποκατέστησε συγχρόνως και
το σύνδεσμο με το δυτικό άκρο των δυνάμεων που βρισκόταν στο Σαιντ Βιθ. Την επομένη
όμως η γερμανική 116 Τ/Θ Μεραρχία κατέβηκε στην κοιλάδα Ουρθ και επιτέθηκε κατά του
Χαττόν, 30 μίλια δυτικά του Σαιντ Βιθ, βαθιά μέσα στα μετόπισθεν της συμμαχικής διατάξεως.
Προτού γίνει δυνατή η απόκρουση αυτής της απειλής, οι δυνάμεις της Σαιντ Βιθ υποχώρησαν
και το ΧVΙΙΙ Α/Μ ΣΣ δέχθηκε ολόκληρη την πίεση του επιτιθέμενου 2ου Τ/Θ ΣΣ των SS. Η 1η
Αμερικανική Στρατιά βρισκόταν μπροστά από μια νέα σειρά γερμανικών επιθέσεων,
ισχυρότερων από εκείνες που είχαν θραύσει το μέτωπό της προ 6 ημερών. Συγκεκριμένα :
(α) Η πρώτη από τις νέες αυτές επιθέσεις εκτοξεύθηκε κατά του τομέα
Μαλμεντύ-Μπούλκεμπαχ - Μονσχάου, το πρωί της 21ης Δεκεμβρίου και διήρκεσε με
αυξανόμενη ένταση για δύο εικοσιτετράωρα. Οι επιτιθέμενοι δεν κατόρθωσαν να
διασπάσουν την αμυντική γραμμή και για να συγκρατηθεί αυτή, οι Αμερικανοί διέθεσαν το
μισό σχεδόν της 1ης Στρατιάς, σε στιγμές κατά τις οποίες οι εφεδρείες τους ήταν απολύτως
απαραίτητες για την αποκατάσταση του δυτικού πλευρού του ρήγματος.
(β) Η δεύτερη επίθεση εκτοξεύθηκε κατά των αμερικανικών δυνάμεων στο
Σαιντ Βιθ και τις εξανάγκασε να συμπτυχθούν πέρα από τον ποταμό Σαλμ. Η σύμπτυξη
εκτελέσθηκε με τάξη, αλλά οι Γερμανοί κατόρθωσαν να αποκτήσουν μια ξεκαθαρισμένη οδό
μέσω Σαιντ Βιθ προς Χουφαλάιζ και Σαιντ Χουμπέρ, που καταλήφθηκε στις 23 Δεκεμβρίου.
(γ) Στην κατεύθυνση της κοιλάδας του Σαλμ, εκτοξεύθηκε η τρίτη επίθεση και
υποχρέωσε τον Μοντγκόμερυ να αποσύρει την 82η Α/Μ Μεραρχία από τη γραμμή Σαλμ και
έτσι άφησε τον έλεγχο της οδού Σαιντ Βιθ-Βιελσάλμ-Λαροσέ στους Γερμανούς.
(δ) Η τέταρτη επίθεση που απέβλεπε στην προέλαση μέσω της Μαρσέ προς
Ναμούρ, βασικά απέτυχε, πλην όμως η 2η Τ/Θ Μεραρχία των SS , στράφηκε νοτιοδυτικά της
Μαρσέ, παρέκαμψε το Ροσεφόρ και κατευθύνθηκε προς το Ντυνάν, από το οποίο στις 23
Δεκεμβρίου απείχε μόνο τέσσερα μίλια (Σχεδ. 88).

ιβ. Ο Μοντγκόμερυ όμως δεν ανησυχεί, αφού οι Γερμανοί δεν κατευθύνονταν προς τη
γραμμή Μεύση, μεταξύ Ναμούρ και Λιέγης. Από το βράδυ της 21ης Δεκεμβρίου, τις γέφυρες
κοντά στο Ναμούρ, στο Ντυνάν και στο Γκιβέ, τις κατείχαν σταθερά βρετανικά στρατεύματα
και το Βρετανικό ΧΧΧ ΣΣ αναπτυσσόταν δυτικά του Μεύση, έτοιμο να εξουδετερώσει κάθε
προγεφύρωμα που ήταν δυνατόν να δημιουργηθεί, ή να αποκρούσει οποιαδήποτε επίθεση
βόρεια του ΄Ααχεν.

ιγ. Οι Αγώνες γύρω από την Μπαστόν και η Αντεπίθεση της 3ης Στρατιάς (Πάττον).

(1) Εάν η 131η Α/Μ Μεραρχία δεν κατόρθωνε να φθάσει έγκαιρα στη Μπαστόν τη
νύκτα της 18ης Δεκεμβρίου, η γερμανική Τ/Θ Μεραρχία LEHR (Στρατηγός Μπαγερλάιν) θα
καταλάμβανε την πόλη στις 19 και τα μηχανοκίνητα του Μαντώυφελ θα διέτρεχαν με
ευχαίρεια την απόσταση μέχρι Ντυνάν και Ναμούρ στις 19 και 20 Δεκεμβρίου. Κατά τις
ημέρες εκείνες καμιά συμμαχική δύναμη υπήρχε μεταξύ Ουρθ και Μεύση. Με τη σθεναρή
όμως άμυνα της 131ης Α/Μ Μεραρχίας, οι Γερμανοί απασχολήθηκαν για τρεις ημέρες στην
πολιορκία της Μπαστόν και έτσι δόθηκε ο χρόνος στο Στρατηγό Χότζες να εγκαταστήσει την
ισχυρή αμυντική γραμμή του μεταξύ Στάβελοτ και Μαρσέ. Οι επιθέσεις των Γερμανών που
εκτοξεύθηκαν κατ΄επανάληψη εναντίον της Μπαστόν στις 21 Δεκεμβρίου, καθώς και
προτάσεις για την παράδοση της Φρουράς στις 22 του ίδιου μήνα, αποκρούσθηκαν από τους
αμυνομένους.
(2) Στο μεταξύ η 3η Αμερικανική Στρατιά, σύμφωνα με την απόφαση που έλαβε
στις 19 Δεκεμβρίου ο Αϊζενχάουερ, άρχισε να προπαρασκευάζεται για την εκτόξευση της
αντεπιθέσεως από το Νότο εναντίον του γερμανικού θυλάκου και μέσα σε λίγο χρόνο
μετέφερε τον όγκο της δυνάμεως (τρία ΣΣ) από ανατολικά (μέτωπο Σάαρ) και κατεύθυνε
τούτον προς βορειοδυτικά. Αναλυτικότερα, η διάταξη της 3ης Στρατιάς κατά την έναρξη της
αντεπιθέσεως, ήταν η παρακάτω :
(α) Στο αριστερό (Δυτικό άκρο), το VΙΙΙ ΣΣ, που διατηρούσε και τη διοίκηση της
φρουράς της Μπαστόν.
(β) Στο κέντρο, το ΙΙΙ ΣΣ (26η, 83η ΜΠ και 4η Τ/Θ Μεραρχία) στη γενική
κατεύθυνση Αρλόν-Μπαστόν.
(γ) Στο δεξιό, το ΧΙΙ ΣΣ (4η και 5η ΜΠ, μία Διοίκηση Μάχης της 10ης Τ/Θ
Μεραρχίας και το 2ο Συγκρότημα Ιππικού).
(δ) Ανατολικά στο μέτωπο του Σάαρ, το ΧΧ ΣΣ (90ή και 95η ΜΠ, 63η Τ/Θ
Μεραρχία και 3ο και 6ο Συγκροτήματα Ιππικού) με εντολή τη διατήρηση των "εξεχουσών" του
Σάαρ και την προστασία των νώτων του υπολοίπου της Στρατιάς.
(3) Στις 23 Δεκεμβρίου οι πολιορκούμενοι της Μπαστόν ανεφοδιάσθηκαν με
πυρομαχικά από αέρα, γιατί αυτά είχαν αρχίσει να εξαντλούνται και έτσι τους κατέστησε
ικανούς να αποκρούσουν ισχυρή γερμανική επίθεση που εκτοξεύθηκε τη νύκτα. Η επίθεση
αυτή, η ισχυρότερη από της κυκλώσεως της Μπαστόν, έφερε ορισμένα Γερμανικά άρματα
μέσα στην πόλη. Οι Αμερικανοί όμως κατόρθωσαν να ανατρέψουν το Πεζικό που συνόδευε
αυτά και μέχρι το πρωί, να αποκαταστήσουν το ρήγμα. Η ευνοϊκή αυτή εξέλιξη έδωσε την
δυνατότητα στο αμερικανικό ΙΙΙ ΣΣ να επαναλάβει την προχώρησή του και οι
προπορευόμενες Μονάδες του να βρίσκονται, στις 24 Δεκεμβρίου, 6-8 μίλια νότια της
Μπαστόν, ενώ Μονάδες του ΧΙΙ ΣΣ που ενεργούσε δεξιά, πλησίαζαν στο Βιαντέν και
΄Εχτερναχ.
(4) Οι Γερμανοί έβλεπαν ότι δεν ήταν δυνατόν να πετύχουν τους ΑΝΣΚ, λόγω
αντιστάσεως των Συμμάχων και ελλείψεως καυσίμων. Η αναθεώρηση επομένως του
αρχικού σχεδίου ήταν επιτακτική και γι' αυτό το λόγο υποβλήθηκε στο Χίτλερ σχετική
πρόταση.
(5) Το νέο σχέδιο προέβλεπε στήριξη του αριστερού πλευρού τους στο Μεύση και
στη συνέχεια στροφή της επιθετικής προσπάθειας προς Βορρά. Η 5η Τ/Θ Στρατιά (4 Τ/Θ
Μεραρχίες θα επιτίθονταν μεταξύ των ποταμών Μεύση και Ουρθ προς Χουί, η δε 6η Τ/Θ
Στρατιά (4 Τ/Θ Μεραρχίες των SS) μεταξύ Ουρθ και Σαλμ προς Λιέγη. Οι δυνάμεις αυτές που
θα επιτίθονταν από τον κάτω Ρόερ, σύμφωνα με το Στρατάρχη Μόντελ, θα εξοικονομούνταν,
εφόσον εγκατέλειπαν την προγραμματισμένη επίθεση στην Αλσατία για την 1η Ιανουαρίου
(Σχεδ. 86 και 88).
Ο Χίτλερ αποδέχθηκε το νέο σχέδιο, εκτός από την εγκατάλειψη της επιθέσεως προς
Αλσατία, γιατί πίστευε ότι αυτή θα προσέλκυε τις δυνάμεις του Πάττον, οι οποίες απειλούσαν
να λύσουν την πολιορκία της Μπαστόν και έθεσε ως προϋπόθεση εφαρμογής του την
κατάληψη της Μπαστόν.
(6) Για την κατάληψη της Μπαστόν, ο Μαντώυφελ διέθεσε και νέα Μεραρχία (15η
Μηχανοκίνητη) και είχε την πρόθεση να εκτοξεύσει τη νέα του αυτή επίθεση από
βορειοδυτική κατεύθυνση. Την παραμονή των Χριστουγέννων όλες οι προετοιμασίες της
επιθέσεως είχαν περατωθεί και στις 0300 της 25ης, οι Γερμανοί εκτόξευσαν την επίθεσή τους
και κατόρθωσαν να διεισδύσουν μέσα στις αμερικανικές γραμμές σε μέτωπο τριών μιλίων
περίπου. Τα άρματα όμως κινήθηκαν για εκμετάλλευση του ρήγματος, εξουδετερώθηκαν όλα
από τα αμερικανικά αντιαρματικά και το πρωί η γραμμή είχε και πάλι αποκατασταθεί. Στις
26, επαναλήφθηκε η επίθεση, ήταν όμως αργά, γιατί στις 1645 μία φάλαγγα του Πάττον,
έφθασε στον περίβολο και η πολιορκία της Μπαστόν λύθηκε. Η αποτυχία της επιθέσεως των
Γερμανών κατά της Μπαστόν αποτέλεσε σοβαρό πλήγμα γι' αυτούς και τα δυσμενή
αποτελέσματά της ήταν εμφανή στις μεταξύ Ροσεφόρ και Ντυνάν γερμανικές δυνάμεις.

ιδ. Η Εξάλειψη του Θυλάκου.


(1) Την ημέρα των Χριστουγέννων η εμπροσθοφυλακή της Γερμανικής 2ης Τ/Θ
Μεραρχίας παρέμεινε αδρανής στην κορυφογραμμή πάνω από το Ντυνά, περιμένοντας
καύσιμα και ενισχύσεις. Η αναμονή αυτή παρατάθηκε για δύο σχεδόν ημέρες κατά τη
διάρκεια των οποίων η υπόλοιπη Μεραρχία αγωνιζόταν να καταλάβει το Ροσεφόρ και το
Μαρσέ. Στο αριστερό της η Τ/Θ Μεραρχία LEHR, αγγιστρωμένη με ένα από τα Συντάγματά
της στη Μπαστόν, δεν μπόρεσε να προελάσει πέρα από το Σαιντ Χουμπέρ. Στο δεξιό της η
116 Τ/Θ Μεραρχία είχε αναχαιτισθεί μεταξύ Μαρσέ και Χαττόν. Από τις τρεις Τ/Θ Μεραρχίες
που διατέθηκαν στην 5η Τ/Θ Στρατιά, η μία είχε διατεθεί στο Μπούτκενμπαχ, η άλλη είχε
αγκυστρωθεί στη Μπαστόν και η Τρίτη από έλλειψη καυσίμων πλησίον της Μαρσέ. Κάτω
από αυτές τις συνθήκες δόθηκε η ευκαιρία στο Αμερικανικό VΙΙ ΣΣ να κατορθώσει μέχρι τις
27 Δεκεμβρίου να ανατρέψει τις γερμανικές δυνάμεις γύρω από το Σεγέ και να απωθήσει
αυτές προς Ροσεφόρ.
(2) Στο μεταξύ από τις 25 μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου ο καιρός βελτιώθηκε αρκετά και
η συμμαχική αεροπορία έκανε πολλές εξόδους (15.000 περίπου) και προσέβαλε όχι μόνο την
κυκλοφορία στις Αρδένες, αλλά σε ολόκληρη την περιοχή της Ρηνανίας με αποτέλεσμα την
αναδιοργάνωση των γραμμών μεταφοράς και στη συμβολή για την εξάλειψη του θυλάκου.
Η ήττα στη Μαστόν και το Ροσεφόρ, η έλλειψη καυσίμων και η αποδιοργάνωση
των γραμμών ανεφοδιασμού, μείωσαν την ορμή της γερμανικής επιθέσεως. Στις 28
Δεκεμβρίου οι Σύμμαχοι είχαν πρόθεση να εκμεταλλευθούν τις αδυναμίες αυτές των
Γερμανών και αποφάσισαν να διαθέσουν στον Πάττον τις τρεις εφεδρικές Μεραρχίες του
Ανώτατου Στρατηγείου Σωμ. Εκστρ. Δυνάμεων (SHAEF), για να γίνει εντονότερη η πίεση
από το νότιο πλευρό. Επίσης, αποφάσισαν να εκτοξεύσουν αντεπίθεση από το βόρειο
πλευρό, με την Αμερικανική 1η Στρατιά στις 3 Ιανουαρίου, αν στο μεταξύ οι Γερμανικές δεν
ανανέωναν την επίθεσή τους.
(3) Συγχρόνως ο Γερμανός αρχιστράτηγος του δυτικού Μετώπου Φον Ρούστεντ
προσπαθούσε να πείσει τον Χίτλερ να αποσύρει τις Στρατιές του από τις Αρδένες πριν
εκτοξευθεί ισχυρή συμμαχική αντεπίθεση, εφόσον ούτε και το σχέδιο που αναθεωρήθηκε
ήταν πλέον δυνατόν να ανανεωθεί η προώθηση προς το Μεύση, αμέσως μετά τη διενέργεια
της επόμενης φάσεως του γενικού σχεδίου, η επίθεση δηλαδή κατά της Αλσατίας. Κάτω από
αυτές τις προϋποθέσεις διατάχθηκε ο Μόντελ να σταθεροποιήσει τις θέσεις του στις Αρδένες,
να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του και να προπαρασκευασθεί για ανανέωση της
προσπάθειας προς το Μεύση και να επιτεθεί πάλι κατά της Μπαστόν. Η τελευταία αυτή
επίθεση ήταν δυνατόν να εμπλέξει πλήρως τις δυνάμεις του Πάττον κατά το χρόνο που οι
γερμανικές δυνάμεις θα εισέβαλλαν στην Αλσατία από το Σάαρ και το θύλακο του Κολμάρ
(Σχεδ.85).
(4) Μετά από αυτά οι γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν από το Σάαρ και το Κολμάρ
κατά των συμμαχικών δυνάμεων στα Βόσγια, χωρίς όμως να σημειώσουν σημαντική
επιτυχία. Οι Αμερικανοί υποχώρησαν βάσει σχεδίου και σταθεροποίησαν το μέτωπό τους
στη γραμμή Μαζινώ, χωρίς να απασχολήσουν καμία δύναμη από την κυρία μάχη των
Αρδενών. ΄Οταν στις 3 και 4 Ιανουαρίου, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση κατά της
Μπαστόν, ο Πάττον διέθετε αρκετές δυνάμεις για να τους αντιμετωπίσει.
Η τελευταία αυτή μάχη ήταν η πιο ζωηρή και αιματηρή από όλη την επιχείρηση των
Αρδενών, ειδικότερα για τις τρεις νέες Μεραρχίες του SHAEF, τις οποίες ο Πάττον
αναγκάσθηκε να διαθέσει δυτικά της Μπαστόν, για να μειώσει την πίεση πάνω στην πόλη.
Κατά τη μάχη αυτή οι αμυνόμενοι τήρησαν σταθερά τις θέσεις τους και από τις 5 Ιανουαρίου
η γερμανική επίθεση άρχισε να εξασθενεί. Από τις 3 Ιανουαρίου όμως η Αμερικανική 1η
επιτιθόταν από Βορρά και όλες οι γερμανικές Μεραρχίες χρειάζονταν για την απόκρουσή της.
(5) Η επίθεση της Αμερικανικής 1ης Στρατιάς εμποδίσθηκε από την αρχή λόγω
της ακαταλληλότητας του καιρού, από τα χιόνια και από τα γερμανικά ναρκοπέδια. Ο εχθρός
προέβαλε πείσμονα αντίσταση και σε διάστημα πέντε ημερών η προέλαση των Αμερικανών
προς το Χουφαλάιζ, έφθασε σε βάθος μόνο πέντε μιλίων.
Δυτικά από την οδό Μπαστόν - Χουφαλάιζ - Λιέγη βρίσκονταν 7 γερμανικές
Μεραρχίες, οι οποίες για να υποχωρήσουν ανατολικά διέθεταν μόνο μία οδό καλής
καταστάσεως. Ο άξονας αυτός από τις πρώτες ημέρες της επιθέσεως, βρισκόταν κάτω από
τα πυρά του συμμαχικού πυροβολικού και ο Μόντελ επειδή γνώριζε ότι το μεγαλύτερο μέρος
των τεθωρακισμένων του βρίσκονταν σε διαρκή κίνδυνο παγιδεύσεως, ζήτησε την έγκριση να
αποσύρει τις δυνάμεις του ανατολικά του Χουφαλάιζ, την οποία και έλαβε στις 8 Ιανουαρίου.
Οι Αμερικανοί εξακολουθούσαν να ενεργούν συνέχεια από τις δύο πλευρές προς την
κατεύθυνση του Χουφαλάιζ, στο οποίο και συνενώθηκαν οι 1η και 3η Στρατιές τους στις 16
Ιανουαρίου. Η προέλαση όμως αυτή ήταν πολύ βραδεία, λόγω της σθεναρής άμυνας των
Γερμανών και το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων που βρέθηκαν μέσα στο θύλακο
κατόρθωσε να διαρρεύσει ανατολικά. Μετά τη συνάντησή τους στο Χουφαλάιζ οι 1η και 3η
Στρατιές πήραν μέτωπο ανατολικά και κατόπιν τούτου, αφού εξαλείφθηκε ο θύλακος, έληξε η
μάχη των Αρδενών.

6. Αποτελέσματα

Η ισχυρή γενική αντεπίθεση των Γερμανών στην περιοχή των Αρδενών και η
υπεράνθρωπη προσπάθειά τους να ρίξουν τους Συμμάχους στη θάλασσα, τελικά, απέτυχε.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στον ηρωισμό των Συμμάχων και στον ελιγμό του θρυλικού
Αμερικανού Στρατηγού Πάττον, ο οποίος κατόρθωσε να μετακινήσει προς Βορρά το σύνολο
της Στρατιάς του, 300.000 άνδρες, και να διανύσει απόσταση κυμαινόμενη από 80-150 χλμ.
Η αντεπίθεση των Γερμανών στις Αρδένες καθυστέρησε το τέλος του πολέμου για δύο
μήνες. Η διάθεση ολόκληρης της γερμανικής στρατηγικής εφεδρείας στις Αρδένες εξασφάλισε
την επιτυχία της επιθέσεως του Ερυθρού Στρατού στην Πολωνία, η οποία εκτοξεύθηκε στις
12 Ιανουαρίου στη Νότια Πολωνία και έφερε τις Ρωσικές Στρατιές από το Βιστούλα στον
Όντερ, στην καρδιά δηλαδή της Ευρώπης. Το γεγονός αυτό ανέτρεψε την ισορροπία των
δυνάμεων που επικρατούσε μέχρι τότε στην Ευρώπη και δημιούργησε τη μεταπολεμική
ισχυρή ρωσική θέση με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις της για τα φιλελεύθερα έθνη της
Ανατολικής Ευρώπης.
Οι απώλειες και στις δύο πλευρές ήταν τεράστιες και η φθορά των συμμαχικών
δυνάμεων μεγάλη. Μόνο στην 1η Αμερικανική Στρατιά κόστισε 75.000 άνδρες, νεκρούς,
τραυματίες κτλ. Το σύνολο των απωλειών δεν έχει δοθεί.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

α. Η σοβαρότερη διαπίστωση της Μάχης των Αρδενών είναι ασφαλώς ο πλήρης τακτικός
και στρατηγικός αιφνιδιασμός που πέτυχαν οι γερμανοί και ο οποίος παρ΄ολίγο να μετατρέψει
την όλη επιχείρηση σε τραγική συμφορά για τους συμμάχους. Μέχρι τη στιγμή που
εκτοξεύθηκε η επίθεση στις Αρδένες, καμία από τις συμμαχικές Διοικήσεις δεν είχε προβλέψει
τέτοιας εκτάσεως επίθεση και μάλιστα στην περιοχή στην οποία εκδηλώθηκε. Σ' αυτό
συνέτειναν οι παρακάτω παράγοντες:
(1) Η έλλειψη συμμαχικών αεροπορικών αναγνωρίσεων λόγω δυσμενών καιρικών
συνθηκών.
(2) Η μη κατανόηση από τη Συμμαχική Διοίκηση της στρατηγικής αποτυχίας την
οποία είχε υποστεί αυτή κατά τις επιχειρήσεις του Φθινοπώρου και η, ως εκ τούτου, μη
πρόβλεψη της προσπάθειας των Γερμανών για ανάληψη της πρωτοβουλίας των
επιχειρήσεων.
(3) Η υποτίμηση των γερμανικών δυνατοτήτων στην εξεύρεση νέων δυνάμεων και
μέσων για την εκτόξευση της επιθέσεως. Τον αιφνιδιασμό που επιτεύχθηκε εκμεταλλεύθηκε
κατάλληλα η ειδική Τ/Θ Ταξιαρχία του Σχη Σκορτσένυ, της οποίας η συγκρότηση και η ορθή
χρησιμοποίηση αποτελεί υπόδειγμα τέτοιου είδους επιχειρήσεως.
β. Η αραιή διάταξη και η ελλιπής φρούρηση του τομέα των Αρδενών που τον κάλυπταν
μόνο ένα ΣΣ αναπτυγμένου σε μέτωπο 100 περίπου μιλίων, είναι ασφαλώς άξια
παρατηρήσεως. Το γεγονός αυτό προσέλκυσε το ενδιαφέρον του επιτελείου του Χίτλερ
(OSW) και δημιούργησε κατάλληλες προϋποθέσεις για την εκτόξευση της γερμανικής
αντεπιθέσεως.

γ. Ο Στρατηγός Μπράντλεϋ ισχυρίσθηκε μετά τη λήξη του πολέμου, ότι η πιθανότητα


γερμανικής επιθέσεως στις Αρδένες είχε μελετηθεί καλώς από το επιτελείο του και ότι, με το
να εγκαταλείψουν τις Αρδένες ελαφρά φρουρούμενες, αποδέχθηκαν "έναν κίνδυνο που είχε
προεκταθεί" για να ενισχύσουν τις επιθετικές προσπάθειες βόρεια και νότια των Αρδενών. Ο
ισχυρισμός αυτός ήταν βάσιμος και ορθός για όσο χρόνο οι επιθετικές συγκεντρώσεις της
12ης Ομάδας Στρατιών εξανάγκαζαν τους Γερμανούς να τηρούν αμυντική στάση. Από τις
αρχές όμως του Δεκεμβρίου, οι συμμαχικές επιθέσεις είχαν σχεδόν ανασταλεί και έπρεπε
κατ΄ ανάγκη να αναμένεται ότι ο εχθρός θα ενέπλεκε τις εφεδρείες του και θα προσπαθούσε
να αναλάβει την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων. ΄Αλλωστε ένας "κίνδυνος που έχει
προεκταθεί" προϋποθέτει έτοιμο και συντονισμένο σχέδιο αντιμετωπίσεώς του, πράγμα το
οποίο, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε όταν εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση. Αλλά και
μετά την προέλευση τεσσάρων ημερών από την εκτόξευση της επιθέσεως κανένα
συντονισμένο σχέδιο είχε συντάξει η 12η Ομάδα Στρατιών, για να θέσει όλη τη μάχη κάτω
από τον έλεγχό της. Από αυτό το γεγονός, φαίνεται καθαρά, ότι το Ανώτατο Συμμαχικό
Στρατηγείο και το Στρατηγείο της 12ης Ομάδας Στρατιών ή δεν είχαν τις απαραίτητες
πληροφορίες ή δεν εκτίμησαν ορθά αυτές, ώστε να βγάλουν τις δυνατότητες του εχθρού.

δ. Μόλις επιτεύχθηκε το ρήγμα στο μέτωπο της 12ης Ομάδας Στρατιών, με το οποίο
διαχωρίσθηκαν στα δύο οι συμμαχικές δυνάμεις, η Ανώτατη Διοίκηση (SHAEF) επενέβη
ορθά και έθεσε τις δυνάμεις βόρεια του ρήγματος κάτω από τον έλεγχο της 21ης Ομάδας
Στρατιών. Το μέτρο αυτό ήταν σωτήριο, γιατί η 12η Ομάδα Στρατιών, που έδρευε στο
Λουξεμβούργο, ούτε το σύνδεσμο μπορούσε να διατηρήσει με την Αμερικανική 1η Στρατιά,
που στην αρχή έδρευε στο Σπα και στη συνέχεια, μετά την εκδήλωση της επιθέσεως, στο
Σαιντ-Φοντέν της Λιέγης, ούτε και κάποια εφεδρεία διέθετε για να επηρεάσει έστω και
μερικώς την όλη κατάσταση γύρω από το θύλακο που δημιουργόταν. ΄Αλλωστε η 21η
Ομάδα Στρατιών είχε όλο το δικαίωμα να ελέγχει την απειλή η οποία κατευθυνόταν στα
μετόπισθεν της, γιατί αυτή ήταν εκείνη η οποία θα κυκλωνόταν εάν είχαν πραγματοποιηθεί οι
σκοποί της γερμανικής επιθέσεως.

ε. Η πρωτοβουλία της 21ης Ομάδας Στρατιών για την κίνηση του εφεδρικού Βρεττανικού
ΧΧΧ ΣΣ (4 Μεραρχίες) προς τη γραμμή του Μεύση και η ανάπτυξη των δυνάμεών του σε
όλες τις διαβάσεις του ποταμού, μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου, αποτέλεσε σωστή και γρήγορη
ενέργεια που υλοποιήθηκε, γιατί εξασφάλισε τη γραμμή του Μεύση και επέτρεψε στο
Μοντγκόμερυ να αφοσιωθεί απερίσπαστος στη στεγανοποίηση του βόρειου πλευρού του
θυλάκου και στην απόφραξη του επικίνδυνου άξονα προελάσεως των γερμανικών Τ/Θ προς
τις κατευθύνσεις Χουφαλάιζ-Βερμπομόν-Λιέγη-Αμβέρσα και Βερμπομόν-Χουί-Βρυξέλλες.
Εφόσον αποφράσσονταν οι επικίνδυνες αυτές κατευθύνσεις, η προέλαση των Γερμανών
προς τα δυτικά, δεν θα προκαλούσε κίνδυνο στις συμμαχικές δυνάμεις, αλλά απλά με την
επέκταση θα εξασθένιζε την ορμή των επιτιθεμένων.

στ. Η ταχεία και τολμηρή κίνηση των συμμαχικών Μονάδων (7η Τ/Θ και 101 Α/Μ
Μεραρχίες, Διοίκηση Μάχης 1)ης Τ/Θ Μεραρχίας) προς Μπαστόν και Σαιντ Βιθ, αποτέλεσε
έναν από τους κυριότερους παράγοντες συγκρατήσεως της γερμανικής προελάσεως και η
ηρωική άμυνα των δυνάμεων αυτών ανέκοψε την ορμή της γερμανικής επιθέσεως και έδωσε
το χρόνο στους Συμμάχους να στεγανοποιήσουν το πλευρό του θυλάκου που
δημιουργήθηκε. Ιδιαίτερα η παράταση της άμυνας των δυνάμεων που είχαν κυκλωθεί στη
Μπαστόν και η επιτυχημένη αντιμετώπιση των επιθέσεων εναντίον τους τριών γερμανικών
Μεραρχιών αποτέλεσαν τον κυριότερο λόγο της γερμανικής αποτυχίας.

ζ. Μεταπολεμικά όλοι σχεδόν οι ιστορικοί του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου υποστήριξαν την


άποψη, ότι το γερμανικό σχέδιο για την αντεπίθεση στις Αρδένες δεν έπρεπε να είναι τόσο
φιλόδοξο και να έχει τέτοιας εκτάσεως ΑΝΣΚ, εφόσον η γερμανική Διοίκηση δεν διέθετε ούτε
τις απαραίτητες δυνάμεις αλλά ούτε και αρκετές ποσότητες καυσίμων για να καταλάβει την
Αμβέρσα. Θα ήταν προτιμότερο, λένε, να επιδιώξει την ανακατάληψη του ΄Ααχεν και του
τμήματος της γραμμής Ζίγκφριντ που είχε καταληφθεί από τους Συμμάχους, που αποτελούσε
επιχείρηση η οποία βρισκόταν μέσα στις δυνατότητες των μέσων της. Η τελευταία όμως
αυτή επιχείρηση, έστω και αν είχε πετύχει, δεν θα ήταν ικανή να μεταβάλει και πολύ τη
στρατηγική κατάσταση του Δυτικού Μετώπου. Ας εξετάσουμε όμως τα γεγονότα από
γενικότερη θέση, για να δούμε προς ποιά πλευρά βρίσκεται η ορθή σκέψη σχετικά με τον
πολύ ευρύ ΑΝΣΚ που επιλέχθηκε, η Αμβέρσα και τις επιπτώσεις γενικά της μεγάλης μάχης
που διεξάχθηκε κατά τον πόλεμο στην Ευρώπη.
η. Είναι αλήθεια ότι τα διατιθέμενα μέσα και ιδίως τα αποθέματα καυσίμων των
Γερμανών δεν ήταν αρκετά για μια επιχείρηση τέτοιας εκτάσεως. Ούτε και ήταν δυνατό να
βασίζονται στη κατάληψη ανέπαφων αποθηκών καυσίμων, καθόσον τα υλικά αυτά εύκολα
καταστρέφονται λόγω της ευφλεκτότητάς τους. Η ασθενής κάλυψη όμως του Τομέα των
Αρδενών, στον οποίο θα επεδίωκαν οι Γερμανοί το ρήγμα, η επιτυχία του αιφνιδιασμού και η
δημιουργία πανικού στις αμερικανικές δυνάμεις από την Ταξιαρχία Σκορτσένυ, έδωσαν στη
γερμανική Διοίκηση την εντύπωση ότι θα έφθανε, σχεδόν απρόσκοπτα, τουλάχιστον μέχρι το
Μεύση και ότι θα κατόρθωνε να εκμεταλλευθεί ευνοϊκά την κατάσταση που θα δημιουργόταν.
Κατόπιν τούτου πίστεψε ότι θα αντιμετώπιζε την έλλειψη των καυσίμων και θα πετύχαινε
τους σκοπούς της.

θ. Είναι γεγονός ότι, εάν δεν υπήρχε η σκληρότητά του αμερικανικού πεζικού το οποίο
υπερασπιζόταν σθεναρά τα πλευρά του ρήγματος, εάν δεν υπήρχε η επιδεξιότητα των
οπισθοφυλακών οι οποίες καθυστερούσαν τις φάλαγγες των Τ/Θ, εάν δεν μεταφέρονταν
ταχέως οι εφεδρείες στο Σαιντ Βιθ και Μπαστόν, εάν δεν υπήρχε η ηρωική άμυνα των
δυνάμεων που πολιορκούνταν στη Μπαστόν, εάν δεν επέμενε ο Χίτλερ στην ενίσχυση της
6ης Τ/Θ Στρατιάς των SS αντί της 5ης, η οποία είχε δημιουργήσει το ρήγμα, τότε διαφορετικά
θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση και η έλλειψη μόνο των καυσίμων δεν θα ήταν ικανή να
συγκρατήσει τους Γερμανούς προ του Ντυπάν.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΡΣΙΚΟ ΚΟΛΠΟ


(17 Ιανουαρίου - 28 Φεβρουαρίου 1991)

1. Εισαγωγή

α. Οι πολεμικές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στον Περσικό Κόλπο έχουν απασχολήσει
και συνεχίζουν να απασχολούν τους στρατιωτικούς, ολόκληρου του κόσμου, αλλά και
γενικότερα όμως τη διεθνή κοινή γνώμη.
Αυτό, όμως, που σήμερα δεσπόζει στον πολιτικοστρατιωτικό ορίζοντα όχι μόνο του
Κόλπου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Μ. Ανατολής είναι η "Νέα Τάξη Πολιτικών και
Στρατιωτικών Πραγμάτων" όπως διαμορφώνεται στην περιοχή και στην οποία Τάξη κάποιος
ρόλος διαφαίνεται και για τη χώρα μας.

β. Ο τρόπος διεξαγωγής των επιχειρήσεων, καθώς και η προβολή των πολεμικών


συγκρούσεων από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως (μέσω των δορυφόρων), ήταν τόσο
εντυπωσιακή που καθήλωσε την παγκόσμια κοινή γνώμη στους δέκτες των τηλεοράσεων.
Από στρατιωτικής πλευράς ο αγώνας παρουσίασε πολλές ιδιαιτερότητες, νέες μεθόδους που
αναβάθμισαν την ισχύ του αεροπορικού όπλου, και έδειξε τη σπουδαιότητα των
ηλεκτρονικών μέσων. Η Αεροπορία, αποκτώντας απόλυτη κυριαρχία στον αέρα και
χρησιμοποιούμενη εύστοχα και κατάλληλα, είναι δυνατό να επιτύχει την απομόνωση του
πεδίου της μάχης και να συμβάλει στη νίκη κατά το μεγαλύτερο ποσοστό.

γ. Στρατηγική αξία του χώρου Μέσης Ανατολής (Σχεδ. 104)

Θεωρούμε σκόπιμο πριν περιγράψουμε τα γεγονότα, να προσδιορίσουμε γεωγραφικά


τον Όρο "Μέση Ανατολή" και να αναφέρουμε πολύ περιληπτικά τη στρατηγική αξία του
χώρου, ο οποίος λόγω της υπάρξεως των αποθεμάτων πετρελαίου αποτέλεσε και αποτελεί
το μήλο της έριδας των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά και ένα ηφαίστειο, έτοιμο να εκραγεί σε
κάθε στιγμή, εφόσον διακοπεί ή παρεμποδιστεί η "απρόσκοπτη ροή πετρελαίου" που
αποτελεί πηγή ζωής για την ανθρωπότητα και ιδιαίτερα για τη Δύση.
Η Μέση Ανατολή βρίσκεται ανάμεσα στη Μεσόγειο, τον Ινδικό Ωκεανό και τον Περσικό
Κόλπο. Περιλαμβάνει την Αίγυπτο, το Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ, τη Σαουδική
Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ομάν, το Κατάρ, την Υεμένη, το Ισραήλ, το Ιράν
και τέλος την Τουρκία (Σχεδ. 104).
Αποτελεί πρόσβαση εισόδου στην Αφρική από Ευρώπη και Ασία . και αντίστροφα.
Όποιος την κατέχει ή την ελέγχει, ελέγχει ολόκληρο το χώρο της Αφρικής, της νότιας Ασίας
και του Ινδικού Ωκεανού. Αποτελεί τη γέφυρα που συνδέει τρεις Ηπείρους: Ευρώπη-Ασία-
Αφρική. Από το χώρο της Μ. Ανατολής περνούν σε μορφή σταυροδρομιού οι κυριότερες
χερσαίες, θαλάσσιες και εναέριες συγκοινωνίες που συνδέουν μεταξύ τους τις τρεις
Ηπείρους.
Γενικά, η Μέση Ανατολή αποτελεί έναν από τους πλέον στρατηγικούς κόμβους της
υφηλίου, γιατί όποιος την κατέχει ή την ελέγχει:
(1) Εξασφαλίζει την ελεύθερη προσπέλαση προς τα ανατολικά. Ο έλεγχος της
διώρυγας του Σουέζ επιτρέπει την απρόσκοπτη διέλευση των πολεμικών και εμπορικών
πλοίων από τη Μεσόγειο προς την Ερυθρά Θάλασσα και αντίστροφα, και επομένως τη
μεταφορά πρώτων υλών και κυρίως του πετρελαίου που ρέει άφθονο στις χώρες του
Κόλπου.
(2) Εξασφαλίζει την απαιτούμενη ροή πετρελαίου προς τη Μεσόγειο και Ευρώπη,
η οποία χωρίς αυτό, δεν είναι δυνατό να επιζήσει.
(3) Ελέγχει τις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, του
Εύξεινου Πόντου, της Κασπίας Θάλασσας, του Περσικού Κόλπου και της Ερυθράς
Θάλασσας.
(4) Κλείνει το δρόμο της Ρωσίας προς την Αφρική.

δ. Σύντομη Πολιτικοστρατιωτική Κατάσταση

Το Εμιράτο του Κουβέιτ αποτελεί ένα τεχνητό κράτος δημιούργημα της Μεγάλης
Βρετανίας. Τα όριά του καθορίσθηκαν το 1922, όταν αυτό έγινε προτεκτοράτο της Μεγάλης
Βρετανίας και χαράχθηκαν από Άγγλους γεωλόγους. Τα σύνορά του δεν έγιναν βάσει
εθνολογικών και γεωγραφικών κριτηρίων, αλλά από καθαρά τεχνοκρατικά, με βάση το
πλουτοπαραγωγικό υπέδαφος της περιοχής. Η δημιουργία του αποσκοπούσε στην
εξισορρόπηση αντίθετων συμφερόντων και εθνικιστικών τάσεων της Σαουδικής Αραβίας και
του Ιράκ που τότε συγκροτήθηκαν και αυτά σε ανεξάρτητα κράτη.
Το 1961, το Κουβέιτ ανακηρύσσεται ανεξάρτητο κράτος. Το Ιράκ κάτω από τη
διακυβέρνηση της χώρας από το Σαντάμ Χουσεΐν, με ένα καθεστώς με αριστερές
σοσιαλιστικές αρχές, και με ένα παναραβικό ιδεώδες δεν έπαψε ποτέ να θεωρεί το Κουβέιτ
μια "Επαρχία" του Ιράκ και να επιδιώκει την προσάρτησή του. Ένα μικροσκοπικό κρατίδιο με
πληθυσμό 1.900.000 κατοίκους και έκταση 18.000 Κm 2 ανίσχυρο στρατιωτικά αλλά με
αποθεματικά περιουσιακά στοιχεία 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων και με αποθέματα
πετρελαίου για 250 χρόνια, είναι ένας μεγάλος πειρασμός και ο καλύτερος στόχος για το
υπερεξοπλισμένο ανοικοδομούμενο Ιράκ που ψάχνει απεγνωσμένα να βρει κεφάλαια.
Με έναν ηγέτη αδίστακτο, φιλόδοξο, που έχει μεθύσει από τη νίκη του εναντίον της
Περσίας, ο οποίος δεν θα μπορούσε να αρκεσθεί στην κατάληψη του Κουβέιτ που θα είναι το
πρώτο βήμα για την απόκτηση των πόρων, αλλά το επόμενο βήμα θα ήταν η Σ. Αραβία και
το μεθεπόμενο, γιατί όχι το Ισραήλ ή και το Σουέζ; Και τότε ποιος Άραβας από τον Περσικό
Κόλπο μέχρι τη Μεσόγειο και από την Ερυθρά μέχρι τον Ατλαντικό δεν θα έσπευδε να
φιλήσει το χέρι του νέου Προφήτη του Ισλάμ και του ενσαρκωτή της παναραβικής ιδέας;
Η κρίση, λοιπόν, δεν αρχίζει μόνο από την υπαρκτή απειλή του Σαντάμ, ο οποίος,
ελέγχοντας τα πετρέλαια της περιοχής, μπορεί να στραγγαλίσει την παγκόσμια οικονομία και
να καταστρέψει την ευημερία του Δυτικού κόσμου κυρίως, αλλά και από την ορατή απειλή της
παναραβικής ιδέας του Ισλάμ.
Η κύρια αιτία της κρίσεως μπορεί να συνοψισθεί στο τρίπτυχο:
(1) Έλεγχος του πετρελαίου.
(2) Πανίσχυρο στρατιωτικά Ιράκ.
(3) Αραβοϊσλαμική απειλή.

ε. Επίθεση του Ιράκ εναντίον του Κουβέιτ (2 Αυγ. 1990).


Αντίδραση Η.Π.Α. - Δυτικών χωρών

Τα κίνητρα εισβολής στο Κουβέιτ δεν ήταν μόνο οικονομικά, αλλά και η φιλοδοξία του
Σαντάμ να καταστήσει το Ιράκ μια υπερδύναμη, ώστε να διευρύνει την έξοδό του προς τη
θάλασσα και να γίνει ο ηγέτης του αραβικού κόσμου. Οι αξιώσεις του Σαντάμ
δημιουργούσαν κινδύνους αναφλέξεως πολέμου στη Μ. Ανατολή και απειλούσαν γενικότερα
την παγκόσμια ειρήνη.
Το πρωί της 2ης Αυγούστου 1990, έγινε η εισβολή των στρατευμάτων του Ιράκ στο
Κουβέιτ. Οι Ιρακινοί επιτέθηκαν με εκατό χιλιάδες στρατιώτες με τη βοήθεια αρμάτων μάχης
και με ισχυρή υποστήριξη της αεροπορίας, των ελικοπτέρων και πυροβολικού, διέσπασαν τις
γραμμές των αμυνόμενων δυνάμεων του Εμιράτου και μετά δέκα ώρες περίπου είχαν
καταλάβει ολόκληρο το Εμιράτο συναντώντας ουσιαστικά αντίσταση μόνο από τη φρουρά του
Εμίρη στην περιοχή του Κυβερνείου της Πρωτεύουσας.
Οι Κουβετιανές δυνάμεις, που αποτελούνταν συνολικά από 25.300 άνδρες με 275
βαριά άρματα μάχης, 36 πολεμικά αεροσκάφη και 46 πολεμικά σκάφη, καταστράφηκαν οι
περισσότερες στο πεδίο της μάχης, ενώ μέρος του πολεμικού υλικού περιήλθε στα χέρια των
ιρακινών δυνάμεων.
Η αντίδραση των ΗΠΑ-Δυτικών χωρών, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας, αλλά και
η διεθνής, υπήρξε ευρύτερη και ταχεία προκειμένου να υποχωρήσει το Ιράκ από το Κουβέιτ
και να επικρατήσει το διεθνές δίκαιο.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας, που συνεδρίασε στις 7 Αυγούστου 1990, αποφάσισε να
επιβληθεί εμπορικός αποκλεισμός στο Ιράκ και στο κατεχόμενο Κουβέιτ, με εξαίρεση τα είδη
πρώτης ανάγκης και τα φάρμακα.
Στις 8 Αυγούστου, οι ΗΠΑ αποφάσισαν την αποστολή μιας στρατιωτικής δυνάμεως
στην περιοχή για την αποτροπή μιας πιθανής ιρακινής εισβολής στη Σαουδική Αραβία. Στο
μεταξύ, ο Σαντάμ ανακοίνωσε την οριστική προσάρτηση του Κουβέιτ ως 19ης Επαρχίας του
Ιράκ, ενώ το συμβούλιο Ασφαλείας χαρακτήρισε άκυρη την απόφαση, βάσει της υπ΄ αριθ.
662 αποφάσεως. Οι Δυτικές χώρες καταδίκασαν την εισβολή, πάγωσαν τις συναλλαγές, ενώ
ο Πρόεδρος της Αιγύπτου πρότεινε την αποστολή κοινής αραβικής δυνάμεως στα σύνορα
Σαουδικής Αραβίας-Κουβέιτ και ζήτησε σε παναραβική διάσκεψη κορυφής στο Κάιρο (10
Αυγούστου 1990) την άμεση αποχώρηση του Ιράκ από το Κουβέιτ. Παράλληλα,
αποφασίσθηκε και ο ναυτικός αποκλεισμός του Ιράκ.
Για την υλοποίηση των παραπάνω, αποφασίσθηκε όπως οι ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία και
μερικές Αραβικές χώρες, βάσει των ψηφισμάτων του ΟΗΕ να στείλουν στρατεύματα στην
Αραβική Έρημο, ενώ η αυστραλία και οι Δυτικές χώρες αποφάσισαν να στείλουν ναυτικές
δυνάμεις στον Περσικό, Μεσόγειο, Ερυθρά Θάλασσα. Ο Σαντάμ στο μεταξύ απείλησε ότι θα
κηρύξει "Ιερό Πόλεμο", εναντίον των Συμμάχων.
Σταδιακά από 7 Αυγούστου 1990 μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1991, συγκεντρώθηκαν στην
περιοχή του Κόλπου και στο έδαφος της Σαουδικής Αραβίας σε εκτέλεση των ψηφισμάτων
του ΟΗΕ αεροπορικές ναυτικές και χερσαίες δυνάμεις από 29 χώρες μέλη του οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών.

2. Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης (Σχεδ. 105)

Το έδαφος που διεξήχθησαν οι επιχειρήσεις (Κουβέιτ) είναι τελείως πεδινό που


βαθμιαία υψώνεται από τον Περσικό κόλπο προς τα δυτικά, φθάνοντας περίπου στο μέγιστο
ύψος 290 μέτρων στην περιοχή του Ας Σακάγια. Ο όρμος του Κουβέιτ εκτείνεται σε μήκος 48
χιλιομέτρων προς το εσωτερικό της χώρας. Κατά μήκος των βορειοδυτικών ακτών του
όρμου ορθώνονται απότομα βράχια του Τζαζ-Αζ-Ζαούρ που έχουν υψόμετρο 150 μέτρα.
Κατά μήκος των βορειοδυτικών ακτών επίσης σχηματίζεται ένα φυσικό λιμάνι, όπου βρίσκεται
η πρωτεύουσα Κουβέιτ. Μια οδική αρτηρία από τα ανατολικά προς τα δυτικά ενώνει το
Κουβέιτ με το Αλ Τζάχρα προς το Σάλεμη και μία από Νότο προς Βορρά ενώνει το Αλ Κιράν
με το Κουβέιτ, συνεχίζοντας βορειότερα μέχρι το Σαφγουέν. Γενικά, η χώρα παρουσιάζεται
στο μεγαλύτερο της τμήμα έρημος, εκτός από μερικές εύφορες εκτάσεις και την όαση της Αλ
Τζάχρα.
Οι κατοικημένες περιοχές βρίσκονται κατά μήκος της παραθαλάσσιας ζώνης και
αποτελούνται από το Κουβέιτ, το Χαριάλυ, τη Σάλμια, το Αλ Τζάχρα, το Φάχαχηλ και το
Αχμαντί. Η ζέστη είναι υπερβολική φτάνοντας τους 55 βαθμούς Κελσίου το καλοκαίρι. Ο
χειμώνας βαρύς. Επιπλέον, ανεμοθύελλες είναι συχνές και οι βροχές σπάνιες. Το
σοβαρότερο πρόβλημα είναι η έλλειψη νερού.
Οι Ιρακινοί μετά από την κατάληψη του Κουβέιτ προέβησαν στην οχύρωσή του
δίνοντας προτεραιότητα στη μεθόριο Κουβέιτ, Σαουδικής Αραβίας, επί μήκους 220
χιλιομέτρων περίπου. Κατασκευάσθηκαν χαρακώματα, προστατευόμενα από ναρκοπέδια
κατά προσωπικού και Α/Τ, αναχώματα από άμμο, αντιαρματικά εμπόδια, τάφροι γεμάτοι από
πετρέλαιο, ώστε να προκαλέσουν την ανάφλεξή τους με την εισβολή των συμμαχικών
δυνάμεων. Κατασκευάσθηκαν, επίσης, τριπλές, τετραπλές και οκταπλές σειρές
συρματοπλεγμάτων. Εκατοντάδες άρματα, τεθωρακισμένα οχήματα, πυροβόλα, είχαν ταφεί
μέσα στην άμμο και είχαν παραλλαγεί κατά τρόπο τέλειο, ώστε να μη διακρίνονται ακόμη και
από μικρή απόσταση, περιμένοντας την επίθεση των συμμαχικών δυνάμεων. Πολλά όμως
από αυτά καταστράφηκαν από τους βομβαρδισμούς ή έχασαν την επαφή μεταξύ τους ή με τη
βάση τους με αποτέλεσμα να αχρηστευθούν επιχειρησιακά.
Γενικά, οι Ιρακινοί είχαν ένα θαυμάσιο πολυσύνθετο και δύσκολο σύστημα εμποδίων.
Ο ίδιος ο Διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων Στρατηγός Schwarzkopf (Σβάρτσκοπφ) είχε
δηλώσει ότι "δεν ήταν καθόλου ευχάριστες οι οχυρωμένες τοποθεσίες για οποιοδήποτε
επιτιθέμενο".
Τα συμμαχικά επιτελεία είχαν ασχοληθεί πολύ με τις τάφρους των Ιρακινών, οι οποίες
αποτελούσαν ένα σύστημα αυλακώσεων πλάτους 0,80 μέτρων έως 2 μέτρων, είχαν βάθος
από 0,50 μέτρα μέχρι 1 μέτρο και τις οποίες είχαν γεμίσει με αργό πετρέλαιο και με μίγμα
βενζίνης. Οι τάφροι, τελικά, στον τομέα των Αμερικανών αναφλέγησαν με βόμβες ναπάλμ,
ενώ στον τομέα των αραβικών δυνάμεων σκεπάσθηκαν έγκαιρα στα σημεία διαβάσεως με
χώματα και άμμο από μηχανήματα μηχανικού και άρματα με συλλογές προωθήσεως γαιών.
Έτσι, σε διάστημα λίγων ωρών, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν επιτύχει τη ζεύξη και διάβαση
των κωλυμάτων.
Γενικά, οι αντίπαλοι καλούνταν να πολεμήσουν σε ένα αναπεπταμένο και ακάλυπτο
έδαφος, όπου ο ελιγμός, η ταχύτητα και τα μεγάλα βεληνεκή των όπλων θα ήταν τα κύρια
χαρακτηριστικά της μάχης και σ΄ αυτά υπερείχαν οι σύμμαχοι κατά πολύ των Ιρακινών.
3. Γενική Κατάσταση, Δυνάμεις και Διάταξη των Αντιπάλων

α. Δραστηριότητα των Αντιπάλων πριν την Έναρξη των Επιχειρήσεων

Από τις 7 Αυγούστου 1990 μέχρι 17 Ιανουαρίου 1991, όπου άρχισαν οι


αεροπορικές και ναυτικές επιχειρήσεις, οι δύο αντίπαλοι προέβησαν στις εξής ενέργειες:

(1) Πολυεθνικές Δυνάμεις


(α) Χερσαίες
1/ Συγκέντρωση και μεταφορά των δυνάμεων των προοριζόμενων για τη
διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Η μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους έγινε δια θαλάσσης και
σχεδόν ολοκληρώθηκε την παραμονή της χερσαίας επιχειρήσεων που άρχισε στις 23
Φεβρουαρίου 1991.
2/ Οργάνωση, ανάπτυξη και λειτουργία συστήματος πληροφοριών, που
στηρίχθηκε στους δορυφόρους, τα αεροσκάφη και τα ηλεκτρονικά μέσα υψηλής τεχνολογίας,
καθώς και σε ειδικές δυνάμεις για τη συλλογή πληροφοριών για τις ιρακινές δυνάμεις.
3/ Οργάνωση και διεξαγωγή ηλεκτρονικού πολέμου. Η επιτήρηση,
παρακολούθηση και προειδοποίηση διεξάχθηκε κατά θαυμάσιο τρόπο με τη βοήθεια ειδικών
δορυφόρων και αεροσκαφών διάφορων τύπων (AWAKS, ISTARS, SR-71).
Πραγματοποιήθηκε, επίσης, με δορυφόρους διάφορων τύπων, φωτοαναγνώριση,
αναγνώριση με ραντάρ ή προειδοποίηση βλημάτων.
4/ Οργάνωση ψυχολογικών επιχειρήσεων με ιδιαίτερη προβολή στην κοινή
γνώμη, τη σταθερότητα και αποφασιστικότητα των Σύμμαχων χωρών για την απελευθέρωση
του Κουβέιτ.
(β) Ναυτικές
Στα πλαίσια του ναυτικού αποκλεισμού του Ιράκ που αποφάσισε με
ψήφισμα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, 14 χώρες που στην πλειοψηφία τους ανήκαν
στο ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα απέστειλαν αντιπροσωπευτικές μονάδες τους
στην περιοχή της κρίσεως, οι οποίες αποτέλεσαν την πολυεθνική ναυτική δύναμη, που είχε
ως βασικό σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή της απαγορεύσεως των θαλάσσιων
μεταφορών προς και από το Ιράκ και το κατεχόμενο Κουβέιτ.
Από ελληνικής πλευράς, στις 12 Σεπτεμβρίου ΄90, η φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ"
κινήθηκε στην περιοχή της Ερυθράς και εντάχθηκε στη δύναμη της Πολυεθνικής. Η φρεγάτα
επιχείρησε στην περιοχή βόρεια της Ερυθράς και στον τομέα "ΠΟΛΥΔΕΥΚΗΣ" και στις
προσβάσεις του ΤΙΡΑΝ. Στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από τη φρεγάτα "ΕΛΛΗ", από τις 31
Οκτωβρίου του ΄90 μέχρι 13 Ιανουαρίου 1991. Από 13 Ιανουαρίου του 1991 μέχρι και μετά
το πέρας των εχθροπραξιών επανήλθε η φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ". Στον τομέα "ΠΟΛΥΔΕΥΚΗΣ",
επίσης, επιχειρούσαν και ναυτικές Μονάδες των ΗΠΑ, Ισπανίας και Γαλλίας. Οι δύο
φρεγάτες χρησιμοποίησαν τους λιμένες JEDAH (Τζέντας) της Σαουδικής Αραβίας και
HURGAPA (΄Ακαμπα) της Αιγύπτου, ως κέντρα ανεφοδιασμού και αναπαύσεως.
Πραγματοποιήθηκαν 31 νηοψίες από τη φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ" και 39 νηοψίες από τη φρεγάτα
"ΕΛΛΗ".
(γ) Αεροπορικές
Με την έναρξη της κρίσεως και τη σταδιακή ανάπτυξη της Πολυεθνικής
δυνάμεως οργανώθηκε και τέθηκε σε λειτουργία σύστημα συλλογής πληροφοριών που
στηρίχθηκε στους δορυφόρους, στα αεροσκάφη και στα ηλεκτρονικά υψηλής τεχνολογίας,
ώστε να επιτευχθεί:
1/ Η παρακολούθηση κάθε κινήσεως και ενέργειας στο Ιράκ και το Κουβέιτ
με κατασκοπευτικούς δορυφόρους, ραντάρ, ιπτάμενα AWAKS της αεροπορίας και HANK
EYES του Ναυτικού σε ακτίνα 250 μιλίων.
2/ Η συλλογή και αξιολόγηση των πάσης φύσεως πληροφοριών με
COMPUTERS για τη λήψη αποφάσεων στα υψηλότερα κλιμάκια και μεταβίβαση διαταγών
στα κατώτερα.
(2) Ιρακινές Δυνάμεις
(α) Χερσαίες
1/ Οργάνωση και προπαρασκευή της Άμυνας με την κατασκευή και
βελτίωση των οχυρωματικών έργων στο Κουβέιτ.
2/ Ενίσχυση των ιρακινών δυνάμεων στο Κουβέιτ.
3/ Οργάνωση και ανάπτυξη συστήματος πληροφοριών.
4/ Ναρκοθέτηση του βόρειου Περσικού και ιδίως των ακτών του Κουβέιτ με
σκοπό την παρεμπόδιση αποβατικής ενέργειας εκ μέρους των Συμμάχων.
5/ Οργάνωση συστήματος πληροφοριών, που αποδείχθηκε κατώτερο των
Συμμάχων, λόγω ελλείψεως προηγμένων μέσων υψηλής τεχνολογίας.
6/ Χρησιμοποίηση μυστικών πρακτόρων των αραβικών φιλικών χωρών.
7/ Οργάνωση συστήματος εναέριας επιτηρήσεως.
8/ Οργάνωση ψυχολογικών επιχειρήσεων. Το Ιράκ οργάνωσε ένα άριστο
σύστημα ψυχολογικών επιχειρήσεων όπως, απειλές για χρησιμοποίηση χημικών, βιολογικών
και πυρηνικών όπλων και απειλές για εξαπόλυση τρομοκρατικών ενεργειών και για τεράστιες
απώλειες των συμμάχων.
9/ Δηλώσεις ότι η αποχώρηση από το Κουβέιτ συναρτάται από την
αποχώρηση των Ισραηλινών από τα αραβικά εδάφη και τη δημιουργία παλαιστινιακού
κράτους κ.ά.
(β) Ναυτικές
Οι ναυτικές δυνάμεις του Ιράκ αποτελούνταν από πυραυλακάτους, πλοία,
ναρκοπολέμου και βοηθητικά σκάφη που βρίσκονταν μέσα στον Κόλπο. Υπήρχε τέλεια
έλλειψη μονάδων κρούσεως επιφάνειας, καθώς και έλλειψη υποβρυχίων. Η μόνη
δραστηριότητα του Ναυτικού των Ιρακινών ήταν η πόντιση ναρκών στον Περσικό.
Η προσβολή, βύθιση και εξουδετέρωση του ιρακινού ναυτικού έγινε με
αεροσκάφη και ελικόπτερα που εξορμούσαν από τα αεροπλανοφόρα και τα ελικοπτεροφόρα.
Γενικά, η έντονη δραστηριότητα των ιρακινών ναρκαλιευτικών, με τη
ναρκοθέτηση της θαλάσσιας περιοχής του Βόρειου Περσικού και όλων σχεδόν των ακτών
του Κουβέιτ, φαίνεται ότι επέδρασε ανασταλτικά στη διεξαγωγή αμφίβιας αποβατικής
ενέργειας των Συμμάχων, λόγω και της προσκρούσεως δύο συμμαχικών πλοίων σε νάρκες,
γεγονός που επηρέασε την απόφαση των Συμμάχων.
(γ) Αεροπορικές
Η δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας των Ιρακινών, η οποία ανερχόταν σε
830 πολεμικά αεροσκάφη, είχε διασπαρεί σε τριάντα οκτώ αεροδρόμια τα οποία ο Σαντάμ
Χουσεΐν είχε προετοιμάσει και παραλλάξει κατά τρόπο άριστο. Επίσης, πλήθος ομοιωμάτων
αεροσκαφών είχε κατασκευασθεί εντός των διαδρόμων και είχε παραλλαγεί κατά άριστο
τρόπο, με αποτέλεσμα οι Σύμμαχοι κατά την πρώτη φάση του βομβαρδισμού να
εξαπατηθούν και να μην καταστρέψουν πολλά από τα αληθινά αεροσκάφη, μεγάλος αριθμός
των οποίων διέφυγε στο Ιράν.
Τα ιρακινά αεροσκάφη έμειναν τα περισσότερα άθικτα από τους
βομβαρδισμούς των αεροδρομίων, πλην όμως καθηλώθηκαν στο έδαφος και δεν μπόρεσαν
να αναλάβουν δράση, λόγω καταστροφής των διαδρόμων και του συστήματος διοικήσεως
επικοινωνιών, το οποίο οι Σύμμαχοι είχαν εξαρθρώσει με τους συνεχείς βομβαρδισμούς.

β. Δραστηριότητα των Αντιπάλων με την Έναρξη των Επιχειρήσεων

(1) Δυνάμεις των Αντιπάλων


(α) Δυνάμεις Πολυεθνικές
1/ Χερσαίες: Πίνακας "1".
2/ Ναυτικές: Πίνακας "2".
3/ Αεροπορικές: Πίνακας "3".
(β) Δυνάμεις Ιρακινών(Χερσαίες-Ναυτικές-Αεροπορικές):
(2) Διάταξη των αντίπαλων δυνάμεων (Σχεδ. 106)
(α) Πολυεθνικών δυνάμεων
1/ Χερσαίων
Οι Πολυεθνικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί κατά μήκος των
συνόρων της Σαουδικής Αραβίας με το Ιράκ - Κουβέιτ την παραμονή της 23ης Φεβρουαρίου
1991 (ημέρας της χερσαίας επιθέσεως), ήταν οι εξής:
α/ Στο δυτικό άκρο του μετώπου, το 18ο Σώμα Στρατού των ΗΠΑ στο
οποίο υπάγονταν η 6η Ελαφρά Γαλλική Μεραρχία Αρμάτων δυνάμεως 7.800 ανδρών, η
Γαλλική 82η Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών καθώς και μία γαλλική μονάδα της Λεγεώνας των
Ξένων (σύνολο ανδρών 12.000). Επίσης, η 101η Αεροφερόμενη Μεραρχία των ΗΠΑ, η 82η
Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών των ΗΠΑ, η 24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία των ΗΠΑ και η 3η
Τεθωρακισμένη Μεραρχία επίσης των ΗΠΑ.
β/ Στο Κέντρο της διατάξεως, το 7ο Σώμα Στρατού των ΗΠΑ στο οποίο
υπάγονταν το 2ο Τεθωρακισμένο Σύνταγμα των ΗΠΑ, η 3η και 1η Μεραρχίες αρμάτων των
ΗΠΑ, καθώς και οι βρετανικές δυνάμεις, 1η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, 1η Μεραρχία
αρμάτων και η 1η Μηχανοκίνητη Μεραρχία. Οι δυνάμεις των ΗΠΑ αποτελούσαν τη
σπονδυλική στήλη των Πολυεθνικών δυνάμεων.
γ/ Ανατολικότερα το JFCN (Σώμα Μικτών δυνάμεων Βορρά) στο οποίο
υπάγονταν οι αιγυπτιακές δυνάμεις (3η Μηχανοκίνητη Μεραρχία, 4η Μεραρχία αρμάτων και
ένα σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών). Οι συριακές δυνάμεις (9η Μεραρχία αρμάτων και το 46ο
Σύνταγμα Πεζικού).
δ/ Οι σαουδαραβικές δυνάμεις (20ή Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και 4η
Μεραρχία αρμάτων). Οι κουβετιανές δυνάμεις (36η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 15η επίσης
Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και ένα Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών).
ε/ Στο ανατολικό άκρο, το Σώμα των Πεζοναυτών των ΗΠΑ με δύο
μεραρχίες Πεζοναυτών 1η και 2η.
στ/ Στο τομέα της ακτής το JFCE (Σώμα Μικτών Δυνάμεων Ανατολής) στο
οποίο υπάγονταν οι 1η, 2η, 10η Σαουδαραβικές Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες και μία ταξιαρχία
αρμάτων των Σαουδαράβων.
ζ/ Στον Περσικό Κόλπο και εντός των πλοίων η 4η και 5η Ταξιαρχία
Πεζοναυτών των ΗΠΑ, με αποστολή την εξαπάτηση του αντιπάλου για πιθανή επικείμενη
αποβατική ενέργεια στις ακτές του Κουβέιτ.
2/ Ναυτικών
Οι ναυτικές δυνάμεις είχαν διαταχθεί κυρίως σε δύο βασικούς άξονες στις
περιοχές του Περσικού και της Ερυθράς. Οι υπόλοιπες δυνάμεις είχαν διαταχθεί στην
Αραβική Θάλασσα, στον Κόλπο του ΄Αντεν και στον Κόλπο του Ομάν.
Οι Σύμμαχοι είχαν μεγάλη ναυτική υπεροχή έναντι των Ιρακινών, που οι
μονάδες τους στερούνταν υποβρυχίων και μονάδων επιφάνειας.
Πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών, 14 χώρες που στην πλειοψηφία
τους ανήκαν στο ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, απέστειλαν αντιπροσωπευτικές
μονάδες σε περιοχές ελέγχου των εμπορικών πλοίων (Στενά Τιράν-΄Αντεν-Ορμούζ). Η
Ελλάδα απέστειλε τη φρεγάτα "ΛΗΜΝΟΣ" αρχικά στην περιοχή Ερυθράς, η οποία εντάχθηκε
στη Ναυτική δύναμη της Πολυεθνικής και στη συνέχεια τη φρεγάτα "ΕΛΛΗ". Στις
δραστηριότητες της Νατοϊκής Ναυτικής Δυνάμεως που επιχειρούσε στη Μεσόγειο, η Ελλάδα
απέστειλε το αντιτορπιλικό Κριεζής, καθώς και τρία ναρκαλιευτικά (Αλκυών-Πλειάς-Δάφνη),
που μεταστάθμευσαν στη Νήσο Κρήτη καθώς και πέντε αεροσκάφη "ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ".
Βασικός σκοπός των ναυτικών δυνάμεων ήταν η αποτελεσματική
εφαρμογή της απαγορεύσεως των θαλάσσιων μεταφορών προς και από το Ιράκ και το
κατεχόμενο Κουβέιτ, η επιτήρηση των θαλάσσιων γραμμών επικοινωνιών με σκοπό τη
διατήρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και της ασφαλούς διελεύσεως των πλοίων από
Γιβραλτάρ, μέχρι Σουέζ με παράλληλη διατήρηση ετοιμότητας για διεξαγωγή αντιναρκικών
επιχειρήσεων.
Παράλληλα, οι ναυτικές δυνάμεις θα πραγματοποιούσαν επιθέσεις κατά
του Ιράκ με αεροσκάφη και ελικόπτερα, ορμώμενα από τα αεροπλανοφόρα και τα ελικόπτερα
καθώς και βομβαρδισμούς στο Κουβέιτ με βολές πυραύλων "TOMAHAWK", από πλοία και
υποβρύχια και επιθέσεις κατά των ναυτικών δυνάμεων του Ιράκ.
3/ Αεροπορικών
Η συμμαχική αεροπορική δύναμη αποτελούνταν από 1819 μαχητικά
αεροσκάφη, 257 μεταφορικά, 1.620 μαχητικά ελικόπτερα και μεγάλο αριθμό άλλων
αεροσκαφών ειδικών αποστολών. Μεγάλος αριθμός από αυτά βρισκόταν επί των
αεροπλανοφόρων, ενώ τα υπόλοιπα είχαν διασπαρεί στα αεροδρόμια Σαουδικής Αραβίας-
Νταχράν-Ομάν- Κατάρ, της Βρετανίας-Κύπρου-Ισπανίας-Πορτογαλίας-Ιταλίας-Μεσογείου-
Ισραήλ-Βελγίου και της βάσεως Ιτσιρλίκ Τουρκίας.
Η σχεδίαση, η διοίκηση, ο έλεγχος και ο συντονισμός της μεγάλης αυτής
αεροπορικής δυνάμεως των 7 κρατών ασκήθηκε κατά τρόπο αυτόματο και άριστο με τη
βοήθεια συστημάτων DATA LINK-COOKRIT COMRUTERS, ώστε να βληθούν 5.000 στόχοι
στο Ιράκ και το Κουβέιτ, τις πρώτες ώρες των επιχειρήσεων, ενώ κατά τη διάρκεια των
επιχειρήσεων πραγματοποιήθηκαν 115.819 έξοδοι επί 43 ημέρες, με απώλειες 31
αεροσκάφη της συμμαχικής αεροπορίας.
Η ικανότητα των αεροσκαφών των Συμμάχων στην εκτέλεση
επιχειρήσεων ηλεκτρονικού πολέμου υπήρξε άριστη με αποτέλεσμα να εξουδετερώσουν τα
ραντάρ, τις επικοινωνίες και τα ηλεκτρονικά μέσα των πυραύλων εδάφους-αέρα (ΣΑΜ) και
του ελεγχόμενου ραντάρ Πυροβολικού του Ιράκ.
Η ιρακινή αεροπορία και το σύστημα αεράμυνας δεν νικήθηκαν μόνο
κατά κράτος, αλλά δεν μπόρεσαν ούτε για μια στιγμή να αναχαιτίσουν τις συμμαχικές
αεροπορικές επιδρομές, παρά το γεγονός ότι το Ιράκ διέθετε άριστα σχεδιασμένο σύστημα
αεράμυνας, ώστε να μπορεί να λειτουργεί και όταν ακόμη αρκετές μονάδες ραντάρ
παρεμβάλλονταν ή καταστρέφονταν.
Γενικά, η επιχείρηση DESERT STORM, όπως ονομάσθηκε, θα θεωρείται
η πιο επιτυχής αεροπορική επιχείρηση μέχρι σήμερα και θα μελετάται επισταμένως από τα
επιτελεία και τις στρατιωτικές σχολές για πολλά χρόνια.
Η διάταξη των αεροπορικών συμμαχικών δυνάμεων και η κυριαρχία στον
αέρα επέτρεψε στη συμμαχική αεροπορία να εξαπολύσει μια ανελέητη και συνεχή επίθεση με
αεροπορικές προσβολές εναντίον των δυνάμεων του Ιράκ με σκοπό την πρόκληση σοβαρών
καταστροφών στην υποδομή και τις στρατιωτικές δυνάμεις για να διευκολυνθούν οι χερσαίες.
(β) Δυνάμεις του Ιράκ στις 23 Φεβρουαρίου 1991 (Σχεδ. 106)
1/ Χερσαίες δυνάμεις
α/ Ταξιαρχία Πεζικού στο Μπαμπιγιάν.
β/ Τέσσερις τεθωρακισμένες μεραρχίες, μία μηχανοκίνητη μεραρχία στη
βόρεια περιοχή, διαταγμένες βόρεια και δυτικά της πόλεως Κουβέιτ και δύο μεραρχίες
Πεζικού βορειοδυτικά του Αλμπουσάιγια.
γ/ Οκτώ μεραρχίες Πεζικού και μία μηχανοκίνητη μεραρχία διαταγμένες
στην Αλτζάχρα και δυτικά εντός του Κουβέιτ και επί των συνόρων Κουβέιτ-Ιράκ.
δ/ Δέκα τέσσερις μεραρχίες Πεζικού, μία μεραρχία Τεθωρακισμένων και
μία μηχανοκίνητη μεραρχία διαταγμένες κατά μήκος των συνόρων Κουβέιτ-Σαουδικής
Αραβίας κατανεμημένες μεταξύ των πόλεων Νισάβ-Αλ Μπουσάιγια και Αλρίσκουί (Σχεδ.
106).
ε/ Προεδρική Φρουρά.
στ/ ΄Εξι μεραρχίες Πεζικού, τρείς τεθωρακισμένες μεραρχίες, μια
μηχανοκίνητη μεραρχία, ετοιμοκίνητες δυτικά και νότια της πόλεως BASRA(Βάσρα),
αποτελούσαν τους επίλεκτους του ιρακινού στρατού με αποστολή την εκτόξευση
αντεπιθέσεων. Μία από τις μεραρχίες αυτές είχε ειδικά εξοπλιστεί και οι άνδρες είχαν
υποστεί ειδική εκπαίδευση. Αποτελούσε τη μεραρχία θυσίας.
ζ/ Μία μεραρχία Πεζικού, βορειοδυτικά του Ας Σαλμάν και εντός του
ιρακινού εδάφους.
Η Προεδρική Φρουρά και οι εφεδρικές δυνάμεις που είχαν διαταχθεί σε
επίκαιρα σημεία αποτελούσαν τις δυνάμεις εφεδρείας για την εκτέλεση αντεπιθέσεων και
ανακατάληψη εδάφους που τυχόν είχε χαθεί. Γενικά οι Ιρακινοί διέθεταν συνολικά 43
μεραρχίες, δηλαδή 31 Πεζικού, 8 τεθωρακισμένες και 4 μηχανοκίνητες μεραρχίες στο
Κουβέιτ.
2/ Ναυτικές δυνάμεις όπως στην Παρ.3α (2), (β).
3/ Αεροπορικές δυνάμεις όπως στην Παρ.3α (2), (γ).
Το ότι η ιρακινή πολεμική αεροπορία εξουδετε-ρώθηκε μέσα σε δύο
ημέρες στο σύνολό της αφότου άρχισαν οι αεροπορικές επιθέσεις των Συμμάχων (17
Ιανουαρίου 1991), είχε ως αποτέλεσμα οι Σύμμαχοι να έχουν απόλυτη αεροπορική υπεροχή
και κυριαρχία στον αέρα.
Οι αεροπορικές προσβολές συνεχίσθηκαν με μεγάλη σφοδρότητα, χωρίς
να αφήνουν κανένα χρονικό διάστημα στους Ιρακινούς για ανασύνταξη, επιδιόρθωση ζημιών
ή ανάπαυση. Μόνο τέσσερις ημέρες αφότου άρχισαν οι αεροπορικές προσβολές των
Συμμάχων, η ιρακινή αεροπορία κατόρθωσε να εκτελέσει 40 συνολικές πτήσεις αεροσκαφών
κατά τις οποίες τα μισά και πλέον αεροσκάφη καταστράφηκαν. Την 9η ημέρα του
αεροπορικού βομβαρδισμού, σταμάτησε τελείως η δράση της ιρακινής αεροπορίας και την
επομένη 26 Ιανουαρίου 1991 άρχισε η διαφυγή στο Ιράν. Η διαφυγή στη συνέχεια αυξανόταν
κλιμακωτά, καθώς οι συμμαχικές επιθέσεις αυξάνονταν εναντίον των αεροδρομίων των
Ιρακινών και των καταφυγίων των αεροσκαφών με βόμβες ακρίβειας.
Το Ιράκ διέθετε, επίσης , αριθμό πυραύλων SCUDS (Σκουντς), που
δημιούργησαν σοβαρό πρόβλημα στους συμμάχους, τους οποίους είχαν αποκρύψει με
επιμέλεια σε καταφύγια και τους εκτόξευαν κατά τη διάρκεια της νύκτας. Χάρη στην
αεροπορική υπεροχή και κυριαρχία των Συμμάχων, κτυπήθηκαν και καταστράφηκαν οι
πύραυλοι SCUDS (Σκουντς), καθώς και οι αποθήκες πυρομαχικών , καυσίμων, τροφίμων και
έτσι διευκολύνθηκαν οι επιχειρήσεις ξηράς των συμμάχων, γιατί οι δυνάμεις ξηράς των
Ιρακινών είχαν μεταβληθεί σε παθητικούς στόχους.

4. Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων.

α. Πολυεθνικών Δυνάμεων

Οι Στρατηγικοί στόχοι των Συμμάχων βασίστηκαν σύμφωνα με το δόγμα (AIR- LAND


BATTLE) στην εκτέλεση και αποτελεσματικότητα των αεροπορικών επιχειρήσεων και
διαχωρίσθηκαν σε τρείς φάσεις :
(1) 1η φάση
Απομόνωση του Σαντάμ από την πολεμική μηχανή του, δια της καταστροφής του
συστήματος Διοικήσεως, ελέγχου επικοινωνιών, πληροφοριών.
(2) 2η φάση
Απομόνωση των ιρακινών δυνάμεων που αμύνονταν στο Κουβέιτ από τον κύριο
κορμό των ένοπλων δυνάμεων που βρίσκονταν στο Ιράκ.
(3) 3η φάση
Καταστροφή ή εξουδετέρωση των ιρακινών δυνάμεων στο Κουβέιτ. Για την
εκπλήρωση της στρατηγικής αποστολής έγινε η επιλογή των εξής στόχων κατά
προτεραιότητα :
(α) Συστήματος Διοικήσεως και ελέγχου επικοινωνιών και πληροφοριών.
(β) Αεροδρομίων Ιράκ- Κουβέιτ.
(γ) Σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
(δ) Βάσεων βλημάτων εδάφους- εδάφους.
(ε) Αποθηκών υλικών πυρομαχικών- καυσίμων- εφοδίων
(στ) Εγκαταστάσεων- εργαστηρίων πυρηνικών, βιολογικών και χημικών
ουσιών.
(ζ) Συγκοινωνιακών κόμβων- γεφυρών.
(η) Ναυτικών δυνάμεων.
(θ) Δυνάμεων Στρατού Ξηράς και ιδιαίτερα της Προεδρικής Φρουράς.
β. Σχέδιο Ενέργειας Συμμαχικών Δυνάμεων Ξηράς στο Κουβέιτ.

Αυτό βασικά περιλάμβανε :


(1) Παραπλάνηση του αντιπάλου σε ό,τι αφορά στην περιοχή εφαρμογής της
κύριας προσπάθειας. Για την επιτυχία του σκοπού αυτού προβλέπονταν παρατεταμένες
κινήσεις δυνάμεων Πεζοναυτών επί αποβατικών πλοίων σε συνδυασμό με ναυτικούς
βομβαρδισμούς των ακτών του Κουβέιτ, για την εξαπάτηση του αντιπάλου.
(2) Μετωπική επίθεση στη γραμμή Κουβέιτ-Σαουδικής Αραβίας με τις 1η και 2η
Μεραρχίες Πεζοναυτών των ΗΠΑ και τις αραβικές δυνάμεις με σκοπό την αγκίστρωση των
ιρακινών δυνάμεων και σε ευνοϊκή περίπτωση κατάληψη της πόλεως Κουβέιτ.
(3) Ευρύ υπερκερωτικό ελιγμό και υπερκέραση από τα δυτικά με σκοπό την
απομόνωση των δυνάμεων στο Κουβέιτ, καταστροφή της δυνάμεως της Προεδρικής
Φρουράς και απαγόρευση της συμπτύξεως των δυνάμεων προς Ευφράτη.
(4) Υπερκερωτικό ελιγμό από τα δυτικά με το 7ο Σώμα Στρατού, με σκοπό τον
εγκλωβισμό και καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων.
Τον ευρύ υπερκερωτικό ελιγμό θα αναλάμβανε το 18ο Σώμα Στρατού των ΗΠΑ
με σκοπό την αποκοπή των αξόνων συμπτύξεως των δυνάμεων από το Κουβέιτ στο Ιράκ και
την απαγόρευση ενισχύσεως των δυνάμεων στο Κουβέιτ. Την υπερκέραση από τα δυτικά θα
ενεργούσε το 7ο Σώμα Στρατού με σκοπό τον εγκλωβισμό και καταστροφή των ιρακινών
δυνάμεων, σε συνδυασμό με μετωπική ενέργεια εναντίον της οχυρωμένης γραμμής των
Ιρακινών στο Κουβέιτ.
Η ύπαρξη ισχυρών ευέλικτων και ταχυκίνητων τεθωρακισμένων μονάδων σε
συνδυασμό με τις αεροκίνητες δυνάμεις, το ακάλυπτο δυτικό πλευρό του αντιπάλου και το
αναπεπταμένο πεδίο, χωρίς εδαφικές εξάρσεις επέβαλαν την υιοθέτηση σχεδίου με έμφαση
την αποκοπή και τον εγκλωβισμό των ιρακινών δυνάμεων.

γ. Σχέδιο Ενέργειας Ιρακινών.

Αυτό σε γενικές γραμμές περιλάμβανε :


(1) Σταθερή άμυνα σε ισχυρά οχυρωμένες τοποθεσίες σε όλο το μήκος των
σαουδαραβικών-κουβετιανών συνόρων. Κατασκευή ισχυρών κωλυμάτων (τάφρων- Α/Τ
Ναρκοπεδίων κατά προσωπικού, χαρακωμάτων γεμάτων με πετρέλαιο), με σκοπό την
απαγόρευση προελάσεως του επιτιθέμενου, την καθυστέρησή του για όσο το δυνατόν
περισσότερο χρόνο και τη δημιουργία σοβαρών απωλειών.
(2) Τήρηση ισχυρών εφεδρειών σε επίκαιρες περιοχές με βάση τα άρματα, για την
εκτέλεση άμεσων αντεπιθέσεων προς ανακατάληψη τυχόν απολεσθέντος εδάφους, τη
συντριβή του αντιπάλου και την αποκατάσταση της τοποθεσίας.
(3) Σε περίπτωση δυσμενούς εξελίξεως των επιχειρήσεων, σύμπτυξη των
δυνάμεών του, εντός του Ιράκ, καταστροφή των πετρελαιοπηγών του Κουβέιτ ώστε να μη
χρησιμοποιηθούν υπό του αντιπάλου.
(4) Ναρκοθέτηση του Περσικού Κόλπου, ώστε να εμποδισθεί τυχόν συμμαχική
απόβαση από τη θάλασσα στις ακτές του Περσικού.
(5) Χρησιμοποίηση τρομοκρατικών ενεργειών σε μεγάλη κλίμακα από
τρομοκράτες (Ιρακινούς- Παλαιστινίους και λοιπούς ΄Αραβες) με κήρυξη "ΙΕΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ"
εναντίον των Συμμάχων.
(6) Στο πολιτικό πεδίο, ο Σαντάμ επιδίωκε να δημιουργήσει ένα παναραβικό
μέτωπο με όλους τους ΄Αραβες και τελικά να τους εμπλέξει στον πόλεμο στρέφοντάς τους
κατά του αιώνιου εχθρού του Ισραήλ.
(7) Εξασφάλιση της συμμαχίας του Ιράν ή τουλάχιστον της ουδετερότητάς του, σε
περίπτωση συρράξεως.
(8) Χρησιμοποίηση βαλλιστικών πυραύλων SCUDS(Σκούντς) εναντίον του Ισραήλ
με σκοπό να εμπλέξει αυτό στον πόλεμο, δημιουργώντας κοινό μέτωπο με τους ΄Αραβες
εναντίον του, οπότε ο αγώνας θα έπαιρνε νέα τροπή ολοκληρωτικού πολέμου.
(9) Υποστήριξη της ΕΣΣΔ ή τουλάχιστον την ουδετερότητά της σε περίπτωση
εμπλοκής με τις πολυεθνικές συμμαχικές δυνάμεις.
(10) Συμπαράσταση και υποστήριξη της γειτονικής του χώρας Ιορδανίας στον αγώνα
του, με πολεμικό υλικό και τρόφιμα.

5. Διεξαγωγή των Επιχειρήσεων.

α. ΄Εναρξη Αεροπορικών Βομβαρδισμών

Πριν περιγράψουμε τη διεξαγωγή των χερσαίων επιχειρήσεων στο Κουβέιτ θεωρούμε


σκόπιμο να τονίσουμε ότι από το πρωί της 17 Ιανουαρίου 1991, ημερομηνία που είχε λήξει η
προθεσμία αποχωρήσεως των ιρακινών δυνάμεων από το Κουβέιτ, άρχισε σφοδρός
βομβαρδισμός από τη συμμαχική αεροπορία με κατεύθυνση τη Βαγδάτη και στόχους τα
στρατηγεία, κέντρα Διοικήσεως και ελέγχου, ραντάρ, Α/Α πυροβολικό και βλήματα ΣΑΜ.
Μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου 1991, εκτελούνταν κατά μέσο όρο 2.500 έξοδοι
επιθετικών αεροσκαφών επί 27 συνεχείς ημέρες με μαζικούς βομβαρδισμούς που είχαν
κλονίσει το ηθικό των Ιρακινών και μείωσαν τη μαχητική τους ικανότητα, ενώ πολλά τμήματα
βρίσκονταν στα πρόθυρα της διαλύσεως και παραδόσεως. Οι βομβαρδισμοί απέβλεπαν
κυρίως στην απομόνωση του πεδίου της μάχης, ολόκληρου του Κουβέιτ, αλλά και του Νότιου
Ιράκ, με αποτέλεσμα την εύκολη και αναίμακτη διεξαγωγή των χερσαίων επιχειρήσεων.
Πριν από την έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων στο Κουβέιτ, προηγήθηκε, επίσης,
σφοδρότατος βομβαρδισμός των ιρακινών θέσεων από την Αεροπορία και το πυροβολικό, με
σκοπό να προξενηθούν σοβαρές απώλειες στον εχθρό, να μειωθεί η ικανότητα αντιστάσεώς
του και να υποχρεωθεί σε παράδοσή του "άνευ όρων". Παράλληλα, έγινε παραπλάνηση του
αντιπάλου σε ό,τι αφορά στην κύρια προσπάθεια με κινήσεις Πεζοναυτών επί αποβατικών
πλοίων στις ακτές του Κουβέιτ. Η Αεροπορία την τελευταία εβδομάδα τριπλασίασε τις
προσβολές της εναντίον της κύριας αμυντικής τοποθεσίας των Ιρακινών στο Κουβέιτ.
Επίσης, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν πετύχει την άρση των ναρκοπεδίων, τη ζεύξη
και διάβαση των κωλυμάτων, χρησιμοποιώντας τηλεκατευθυνόμενα βλήματα από
αεροσκάφη και οχήματα και με άρματα (προωθητές γαιών), με την πλήρη κάλυψη του
σκότους.
Η διάνοιξη των διαδρόμων στα ναρκοπέδια έγινε με εκρηκτικές συσκευές διανοίξεως
από εύκαμπτους εκτοξευόμενους συρμούς εκρηκτικών μήκους 92 μέτρων, οι οποίοι
διαρρηγνυόμενοι εξ αποστάσεως προκαλούσαν την έκρηξη των ναρκών που βρίσκονταν
τοποθετημένες στο μήκος τους.
Η Ουάσιγκτον είχε συμφωνήσει για την έναρξη των επιχειρήσεων ξηράς για τις 21
Φεβρουαρίου 1991. Η ημερομηνία όμως αυτή αναβλήθηκε, επειδή οι υφιστάμενες διοικήσεις
των Γάλλων και των Αιγυπτίων ανέφεραν ότι χρειάζονταν ακόμη τουλάχιστον δύο ημέρες
ώστε να είναι απόλυτα έτοιμες.
Κατόπιν αυτού, ο στρατηγός SCHWARZKOPF (Σβάρτσκοπφ) ζήτησε την έγκριση του
Προέδρου Μπους, για την αναβολή της επιχειρήσεως μέχρι το Σάββατο 23 Φεβρουαρίου
1991. Η ίδια ώρα καθορίσθηκε και ως ώρα εκπομπής του τελεσιγράφου προς το Σαντάμ
Χουσεΐν.

β. Μάχη Χάβζι (30 Ιαν.1991 ) Σχεδ. 107

(1) Γενικά
Κατά τη διάρκεια των αεροπορικών βομβαρδισμών των Συμμάχων εναντίον του
Ιράκ και του Κουβέιτ, οι Ιρακινοί πραγματοποίησαν μιας ευρείας κλίμακας επιθετική
αναγνώριση, όπου μία μηχανοκίνητη ιρακινή Μεραρχία των δύο Ταξιαρχιών επιτέθηκε την 1η
Φεβρουαρίου 1991 και κατέλαβε την παραλιακή κωμόπολη Χάβζι της Σαουδικής Αραβίας
που βρίσκεται στα σύνορα Κουβέιτ-Σαουδικής Αραβίας.
Σκοπός της ενέργειας των Ιρακινών ήταν, η ενίσχυση του ηθικού τόσο του
πληθυσμού όσο και των στρατιωτικών δυνάμεων που βρισκόταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο
συνεπεία των ανηλεών βομβαρδισμών των Συμμάχων. Η επίθεση απέβλεπε, επίσης, στην
εκτίμηση των δυνατοτήτων των συμμαχικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις ξηράς στον
παραλιακό κυρίως τομέα, καθώς και των δυνατοτήτων των ιρακινών δυνάμεων, λόγω
πτώσεως του ηθικού τους από την πρόωρη εμπλοκή των δυνάμεων των ΗΠΑ και τη
γενίκευση των χερσαίων επιχειρήσεων. Οι δυνάμεις των Ιρακινών αποτελούνταν από
επίλεκτους στρατιώτες και αξιωματικούς. Διάταξη των αντίπαλων δυνάμεων στην περιοχή
του Χάβζι στις 30 Ιανουαρίου 1991, όπως στο Σχεδιάγραμμα 107.
(2) Διεξαγωγή της Μάχης
Το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου 1991, ιρακινές δυνάμεις Πεζικού και Αρμάτων,
υποστηριζόμενες από ισχυρά πυρά πυροβολικού όλμων και ρουκετών κινήθηκαν προς Νότο
και κατέλαβαν την κωμόπολη Χάβζι της Σαουδικής Αραβίας.
Οι συμμαχικές δυνάμεις αιφνιδιάσθηκαν και υποχώρησαν προς τα νότια (το
Σύνταγμα των Πεζοναυτών και οι σαουδαραβικές δυνάμεις). Την επομένη, 2 Φεβρουαρίου,
συνεχίσθηκαν σφοδρές συγκρούσεις εκατέρωθεν, ενώ οι ιρακινές δυνάμεις εξακολουθούσαν
με πείσμα να κρατούν τις θέσεις τους. Μετά από σκληρές μάχες που κράτησαν 30 και πλέον
ώρες, τις απογευματινές ώρες της 3ης Φεβρουαρίου, οι συμμαχικές δυνάμεις ανακατέλαβαν
το Χάβζι με σοβαρές απώλειες και κατόπιν ισχυράς υποστηρίξεως της συμμαχικής
αεροπορίας των ελικοπτέρων και του πυροβολικού.
Οι Ιρακινοί ενήργησαν αντεπίθεση και προσπάθησαν να ανακαταλάβουν το
Χάβζι με μία μηχανοκίνητη μεραρχία που υποστηριζόταν από ισχυρά πυρά Πυροβολικού και
αρμάτων, αλλά η συμμαχική αεροπορία και τα ελικόπτερα επενέβησαν έγκαιρα με
αποτέλεσμα να ματαιώσουν την επίθεση. Ολόκληρη η ιρακινή δύναμη αποδεκατίσθηκε από
τα εύστοχα πυρά της αεροπορίας, των ελικοπτέρων και του πυροβολικού.

(3) Απώλειες - Αποτελέσματα


Οι απώλειες των Αμερικανών ήταν 11 νεκροί, 20 τραυματίες και 2 αγνοούμενοι.
Των Σαουδαράβων 2 νεκροί και 3 τραυματίες. Οι ιρακινές απώλειες ήταν 30 νεκροί και 160
αιχμάλωτοι και εκατοντάδες τραυματίες. Τα ιρακινά άρματα και τεθωρακισμένα οχήματα
καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Στη μάχη του Χάβζι αποδείχθηκε η ισχύς της Συμμαχικής Αεροπορίας, των
ελικοπτέρων και του πυροβολικού. Το ακάλυπτο και αναπεπταμένο πεδίο, χωρίς τις εδαφικές
εξάρσεις επέτρεπε την άμεση παρατήρηση των ιρακινών αρμάτων και του Πεζικού, με
αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται η ολοκληρωτική καταστροφή τους, κυρίως από τη συμμαχική
αεροπορία που δρούσε ανενόχλητη με την τέλεια απουσία της ιρακινής από το πεδίο της
μάχης.
Η μάχη του Χάβζι αποτέλεσε μια δοκιμή των ιρακινών χερσαίων δυνάμεων
εναντίον των συμμαχικών και τον προπομπό μεγάλης κλίμακας επιθετικών επιχειρήσεων και
σε άλλες περιοχές της Σαουδικής Αραβίας που είχαν σχεδιάσει οι Ιρακινοί και οι οποίες
ματαιώθηκαν όχι λόγω της αντιστάσεως των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά, κυρίως, λόγω των
εύστοχων αποτελεσματικών πυρών της αεροπορίας, των ελικοπτέρων και του πυροβολικού.
Το ιρακινό Πεζικό και οι άνδρες των αρμάτων επέδειξαν ηρωισμό και διατήρησαν
τις θέσεις τους, αποκρούοντας τις αντεπιθέσεις των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά τα εύστοχα
πυρά της αεροπορίας και των ελικοπτέρων κατέστρεψαν τα άρματα και τα τεθωρακισμένα
των Ιρακινών.
Η εναέρια συμμαχική δύναμη είχε απόλυτη κυριαρχία στον αέρα λόγω της
απουσίας των Ιρακινών κατά τη διάρκεια της μάχης και αυτό συνέβαλε στο μεγαλύτερο
ποσοστό στη νίκη των Συμμάχων στο Χάβζι, γιατί είχε τη δυνατότητα να εξαπολύσει μια
ανελέητη και συνεχή επίθεση με αεροπορικές προσβολές εναντίον των αρμάτων των
τεθωρακισμένων και πυροβολικού του Ιράκ, το οποίο, σύμφωνα με το δόγμα των Σοβιετικών
που ακολούθησε, παρουσίαζε μεγάλη πυκνότητα διατάξεως και μεγάλη τρωτότητα από τη
συμμαχική αεροπορία.
Γενικά, οι ιρακινές δυνάμεις που έλαβαν μέρος στη μάχη του Χάβζι, πολέμησαν
καλύτερα από τις υπόλοιπες μονάδες, χωρίς όμως αποτέλεσμα, γιατί η υπεροχή των
Συμμάχων στα μέρη και η ποιότητα του υλικού, μαζί με την έλλειψη τέλειας αεροπορικής
υποστηρίξεως, τους έφερε σε μειονεκτική θέση.
(4) Εκτόξευση Πυραύλων SCUDS (Σκουντς)
Η Ιρακινή πολεμική αεροπορία είχε καταστραφεί στο σύνολό της ή είχε
εξουδετερωθεί από τη συμμαχική αεροπορία και δεν αποτελούσε πλέον απειλή για τους
Συμμάχους, από την 9η ημέρα ενάρξεως των αεροπορικών βομβαρδισμών, δηλαδή από τις
25 Ιανουαρίου 1991. ΄Ετσι, οι Σύμμαχοι διέθεταν απόλυτη κυριαρχία στον αέρα. ΄Ομως, η
εμφάνιση των πυραύλων Σκούντς από τους Ιρακινούς επιβράδυνε τις Χερσαίες επιχειρήσεις
και προβλημάτισε τους Συμμάχους για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος λόγος ήταν η
εσφαλμένη εκτίμηση για τον αριθμό των εκτοξευτήρων και των αυτοκινούμενων πυραύλων
Σκούντς που διέθετε το Ιράκ. Ο δεύτερος λόγος ήταν ο προβληματισμός, εάν οι Ιρακινοί θα
χρησιμοποιούσαν πυραύλους με χημικά ή βιολογικά αέρια. ΄Ενα σοβαρό, επίσης, πρόβλημα
ήταν η καταστροφή των εκτοξευτήρων των πυραύλων Σκουντς τους οποίους οι Ιρακινοί είχαν
αποκρύψει σε υπόγεια καταφύγια, και οι οποίοι κατά τη διάρκεια της νύχτας αναδύονταν για
να εκτοξεύσουν τους πυραύλους και να ξανακρυφτούν πριν τα αεροσφάφη προφτάσουν να
τους καταστρέψουν.
Από τις 17 Ιανουαρίου 1991, που άρχισαν οι αεροπορικοί συμμαχικοί
βομβαρδισμοί μέχρι 23 Φεβ. 1991, εκτοξεύθηκαν 83 πύραυλοι Σκουντς με αποτέλεσμα να
φονευθούν συνολικά 32 άτομα και να τραυματισθούν 330. Οι εκτοξεύσεις των Σκουντς
μειώθηκαν ραγδαία μετά από τις 27 Ιανουαρίου και ύστερα από την τακτική της συμμαχικής
αεροπορίας που περιπολούσε πάνω από τους αυτοκινητόδρομους και εντόπιζε και
πρόσβαλλε τους αυτοκινούμενους Σκουντς, καθώς και τους εκτοξευτήρες.
Χωρίς τη χρησιμοποίηση των πυραύλων Σκουντς, το Ιράκ έχασε και την
τελευταία δυνατότητα να επηρεάσει τον πόλεμο. Γενικά, οι πύραυλοι Σκουντς επιβράδυναν
την έναρξη των επιχειρήσεων στην ξηρά, καθόσον το Συμμαχικό Στρατηγείο στην πορεία των
αεροπορικών επιχειρήσεων ορθά εκτίμησε ότι οι πύραυλοι δεν είχαν καταστραφεί.

γ. Συμμαχική Χερσαία επίθεση (Σχεδ. 108)

(1) 24 Φεβρουαρίου 1991 (Πρώτη ημέρα)


Οι συμμαχικές δυνάμεις από τις 0400 ώρας της 24 Φεβρουαρίου 1991
εξαπέλυσαν την επίθεσή τους εναντίον των Ιρακινών κατά μήκος μιας γραμμής που
εκτεινόταν σε πεντακόσια και πλέον χιλιόμετρα. Αρχικά τα τμήματα διάβηκαν τους
διαδρόμους μέσα από τα αναχώματα και τις τάφρους, που είχαν κατασκευάσει οι Ιρακινοί. Τα
τμήματα κινήθηκαν στην αρχή με δυσκολία λόγω της βροχής και γιατί έφεραν τον αμυντικό
τους εξοπλισμό (ΡΒΧ πολέμου), προσωπίδες και φόρμες, ώστε να είναι σε θέση να
προστατευθούν από χημικά αέρια.
Η επίθεση πολύ περιληπτικά εξελίχθηκε ως εξής :
Οι Γαλλικές δυνάμεις που αποτελούνταν από την 6η Γαλλική Ελαφρά Μεραρχία
Αρμάτων, την 82η Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών και μονάδα της Λεγεώνας των Ξένων και
υπάγονταν στο 18ο Σώμα Στρατού στο δυτικό άκρο προέλασαν ταχέως και
πραγματοποίησαν ένα υπερκερωτικό ελιγμό από τα δυτικά με μια ταχεία διείσδυση με την 6η
Ελαφρά Μηχανοκίνητη Μεραρχία εντός του ιρακινού εδάφους. Μέχρι το μεσημέρι, είχαν
προχωρήσει 170 χιλιόμετρα στο εσωτερικό του Ιράκ, αποκόπτοντας έτσι τους άξονες
συμπτύξεως των Ιρακινών και εγκλωβίζοντας τις ιρακινές δυνάμεις τις οποίες στο μεταξύ
είχαν υπερκεράσει. Ο αντικειμενικός σκοπός των γαλλικών δυνάμεων ήταν το αεροδρόμιο
της κουβετιανής πόλεως Αλ Σαλμάν. Οι γαλλικές δυνάμεις πέτυχαν μια μεγάλη νίκη. Καθ΄όλη
τη διάρκεια της προελάσεώς τους βρίσκονταν σε συνεργασία και συντονισμό με τις
αμερικανικές δυνάμεις Πεζικού, πυροβολικού και Αλεξιπτωτιστών.
Γαλλικό σύνταγμα, που υποστηριζόταν από μαχητικά ελικόπτερα τύπου
GAZELLE με πυραύλους ΗΟΤ, επιτέθηκε εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας υπό την
κωδική ονομασία ROCHEBEAU (Ροσεμπό) και προχώρησε σε βάθος 50 χιλιομέτρων στο
εσωτερικό του Ιράκ. Οι δυνάμεις των Ιρακινών αρχικά αμύνθηκαν σθεναρά βάλλοντας
εναντίον των Γάλλων, όταν όμως αντιλήφθηκαν τα γαλλικά άρματα μάχης, που έφθαναν
κοντά στις θέσεις τους, ύψωσαν λευκές σημαίες. Το Γαλλικό Σύνταγμα εντός της ίδιας
ημέρας είχε εξουδετερώσει μια ιρακινή Μεραρχία δυνάμεως 8.000 ανδρών. Ο Γάλλος
Υπουργός άμυνας PIERRE JOXE (Πιέρ Ζοξ) δήλωσε ότι οι Αμερικανοί επιτελείς έμειναν
κατάπληκτοι από την προέλαση των Γάλλων, ενώ ονόμασαν την υπερκερωτική κίνησή τους
"υπέρ ταχεία γαλλική αμαξοστοιχία".
Οι γαλλικές δυνάμεις συνέχισαν την επίθεσή τους και το βράδυ της 24ης
Φεβρουαρίου εγκαταστάθηκαν αμυντικά επί των καταληφθεισών τοποθεσιών του
CHAMBORD (Τσάμπορντ) και στο αεροδρόμιο του Αλ Σαλμάν. Ο Αμερικανός Στρατηγός
Σβάρτσκοπφ μίλησε για τους Γάλλους με θαυμασμό, ενώ ο Γάλλος Αρχηγός του Επιτελείου
σε δηλώσεις του ανέφερε ότι "δεν υπάρχει τρόπος, να εκφράσουμε το πόσο άψογοι σαν
μαχητές ήταν οι άνδρες μας και πόσο τέλειο ήταν το υλικό μας".
Ανατολικότερα, οι αμερικανικές δυνάμεις του 18ου Σώματος Στρατού, με την 82η
Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών και την 101η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία πραγματοποίησαν μια
θαυμάσια εναέρια διείσδυση με ελικόπτερα σε αρκετό βάθος στο βορειοανατολικό Ιράκ. Η
δύναμη μεταφέρθηκε με ελικόπτερα Σινούκ με τον οπλισμό τους, ενώ άλλα ελικόπτερα
μετέφεραν JEEP και βαρύ οπλισμό. Συνολικά μεταφέρθηκαν 4.300 άνδρες μαζί με το υλικό
τους κοντά στον ποταμό Ευφράτη, βαθιά στο έδαφος του Ιράκ και δημιούργησαν μια ισχυρή
βάση με αποστολή την ανάληψη επιθετικών επιχειρήσεων και τον εγκλωβισμό και την
καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων, Οι άλλες δύο Μεραρχίες του 18ου Σώματος Στρατού,
24η Μηχανοκίνητη και 3η Τεθωρακισμένη, κινήθηκαν ταχέως από το πρωί της 24ης
Φεβρουαρίου, εντός του ιρακινού εδάφους, παρακάμπτοντας την πόλη Αλ Σαλμάν από
ανατολικά και φθάνοντας σε βάθος 50 χιλιομέτρων, αποκόπτοντας τις ιρακινές δυνάμεις, που
αμύνονταν στο Αλ Σαλμάν. Οι δυνάμεις των Αμερικανών βρίσκονταν σε στενή επαφή με τις
γαλλικές δυνάμεις στην περιοχή του Αλ Σαλμάν. Μέχρι το βράδυ οι Αμερικανοί είχαν
εμπλακεί με την προεδρική Φρουρά του Σαντάμ, με αποτέλεσμα μια από τις επτά μεραρχίες
του ιρακινού Πεζικού και το μισό δυναμικό των αρμάτων μάχης της Προεδρικής Φρουράς να
έχουν καταστραφεί.
Αργότερα, το 7ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού με την 1η και 3η Μεραρχίες
Αρμάτων και το 2ο Μηχανοκίνητο Σύνταγμα εξόρμησαν το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου,
όπου πραγματοποίησαν μια ταχεία διείσδυση και εγκατέστησαν ένα ισχυρό κινητό φραγμό
από δυτικά, ώστε αφενός να εμποδίσουν τυχόν ενισχύσεις των Ιρακινών, αφετέρου να
εγκλωβίσουν και να καταστρέψουν τις ιρακινές δυνάμεις, πάντοτε σε στενή συνεργασία και
συντονισμό με τις βρετανικές δυνάμεις που δρούσαν στο δεξιό πλευρό τους.
Οι βρετανικές δυνάμεις, που υπάγονταν στο 7ο Σώμα Στρατού με την 1η
Μεραρχία Αρμάτων, 1η Τ/Θ Μεραρχία και την 1η Μηχανοκίνητη σε συντονισμό και
συνεργασία με τις αμερικανικές δυνάμεις, έδωσαν στις 24 Φεβρουαρίου μια ταχεία και
αποφασιστική μάχη κατά της επίλεκτης Φρουράς του Σαντάμ, εντός του ιρακινού εδάφους
μετά από μια ταχεία διείσδυση με σκοπό την καταστροφή της Φρουράς και την εγκατάσταση
ενός κινητού ισχυρού προγεφυρώματος από δυτικά με κύρια αποστολή του, την αποκοπή,
τον εγκλωβισμό και την καταστροφή των ιρακινών δυνάμεων. Οι επίλεκτοι Βρετανοί (Σκώτοι,
Δραγώνοι και Ιρλανδοί), εξόρμησαν το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου με ισχυρή υποστήριξη
από την αεροπορία, τα ελικόπτερα και το πυροβολικό. Μέσα σε λίγες ώρες κατόρθωσαν να
διεισδύσουν βαθιά εντός του ιρακινού εδάφους, παρά τα ισχυρά πυρά, πυροβολικού και
αρμάτων των Ιρακινών που αντιμετώπιζαν. Μέχρι τις απογευματινές ώρες είχαν εισχωρήσει
σε αρκετό βάθος νοτιοδυτικά του Αλ Μπουσάιγια χωρίς απώλειες. Οι μοναδικές απώλειες
ήταν δύο βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς, τα οποία καταστράφηκαν από
αμερικανικό αεροσκάφος, όταν αυτό άνοιξε πυρά κατά λάθος με αποτέλεσμα οι άνδρες των
τεθωρακισμένων να φονευθούν.
Οι βρετανικές δυνάμεις συνέχισαν την προέλασή τους και μέχρι τις βραδινές
ώρες της 24ης Φεβρουαρίου είχαν διεισδύσει σε αρκετό βάθος, πάντοτε σε στενή συνεργασία
και συντονισμό με τις λοιπές συμμαχικές δυνάμεις. Οι νεότεροι Βρετανοί συνάδελφοι εκείνων
της "Μάχης της Ερήμου" κατά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο απέδειξε ότι τηρούσαν τη μεγάλη
παράδοση των παλαιοτέρων.
Οι αιγυπτιακές δυνάμεις (3η Μηχανοκίνητη , 4η Ταξιαρχία Αρμάτων και ένα
σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών) επιτέθηκαν μετωπικά μαζί με ένα σαουδαραβικό τακτικό
συγκρότημα που βρισκόταν ανατολικά, εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας της μεθορίου
Σαουδικής Αραβίας-Κουβέιτ. Διέρρηξαν την αμυντική τοποθεσία και διείσδυσαν σε αρκετό
βάθος μέχρι το μεσημέρι της ίδιας ημέρας. Η άμυνα των Ιρακινών ήταν χλιαρή, μέχρι σχεδόν
ανύπαρκτη, κατώτερη από εκείνη που αναμενόταν.
Οι αιγυπτιακές δυνάμεις παρά το γεγονός ότι στον τομέα τους συνάντησαν
τάφρους γεμάτες πετρέλαιο, τις διάβηκαν, πριν ακόμη οι Ιρακινοί προφτάσουν να
προκαλέσουν την ανάφλεξή τους. Μέχρι τις βραδινές ώρες, προχώρησαν σε αρκετό βάθος
με αποτέλεσμα να καταλάβουν όλα σχεδόν τα δυτικά ερείσματα της πόλεως του Κουβέιτ και
να αποκόψουν τις ιρακινές δυνάμεις. Αυτός ήταν άλλωστε και ο αντικειμενικός τους σκοπός.
Οι συριακές δυνάμεις, 9η Μεραρχία Αρμάτων και το 46ο Σύνταγμα Πεζικού που
βρισκόταν αρχικά πίσω από τους Αιγύπτιους, με 276 άρματα τύπου (Τ-62) σοβιετικής
κατασκευής, επιτέθηκαν κατά μέτωπο εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ.
Μέσα σε ελάχιστες ώρες ανέτρεψαν το ιρακινό Πεζικό και εξουδετέρωσαν τα εχθρικά άρματα.
Στη συνέχεια στράφηκαν αμέσως, προς τα ανατολικά, προέλασαν ταχέως και μέχρι τις
βραδινές ώρες έφθασαν σε απόσταση βολής από τις ακτές του Κουβέιτ. Η προέλαση των
Σύρων υπήρξε πολύ εντυπωσιακή και προκάλεσε τα ευμενή σχόλια των Συμμάχων.
Οι σαουδαραβικές δυνάμεις, στο κέντρο 20ή Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, 4η
Μεραρχία Αρμάτων, 36η και 15η Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες του Κουβέιτ, καθώς και Μονάδες
από τα Εμιράτα και το Μπαχρέιν επιτέθηκαν και αυτές κατά μέτωπο εναντίον της
οχυρωμένης τοποθεσίας στο αριστερό των Αμερικανών Πεζοναυτών, ανέτρεψαν τις εχθρικές
αντιστάσεις και προχώρησαν σε βάθος 20 χιλιομέτρων, πάντοτε σε συνεργασία και
συντονισμό με τις αμερικανικές δυνάμεις των Πεζοναυτών. Μέχρι τις βραδινές ώρες είχαν
καταλάβει τους αντικειμενικούς τους σκοπούς.
Ανατολικότερα, το Αμερικανικό Σώμα Πεζοναυτών (1η και 2η Μεραρχίες
Πεζοναυτών), που είχε μεταφερθεί οδικά τις προηγούμενες ημέρες στους χώρους
εξορμήσεως, επιτέθηκε εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ υπό τη
συνθηματική ονομασία "Ο ΄Ωμος του Κουβέιτ", όπου η γραμμή της μεθορίου στρέφεται προς
τα βόρεια και στη συνέχεια προς τα δυτικά, με αποτέλεσμα μέχρι τις απογευματινές ώρες, οι
Πεζοναύτες να έχουν καταλάβει τον αντικειμενικό τους σκοπό.
Η 1η Μεραρχία Πεζοναυτών έφθασε το βράδυ 70 χιλιόμετρα κοντά στο
αεροδρόμιο Αζ Τζαμπέρ το οποίο έλεγχε. Στον τομέα της ακτής τελείως ανατολικά της
διατάξεως οι σαουδαραβικές δυνάμεις που αποτελούνταν από την 1η ,2η και 10η
Μηχανοκίνητες Ταξιαρχίες, και μια Ταξιαρχία Αρμάτων του JECE (Σώμα Μεικτών Δυνάμεων
Ανατολής) επιτέθηκαν το πρωί και ανέτρεψαν τις εχθρικές αντιστάσεις και τις βραδινές ώρες
προέλασαν εντός του Κουβέιτ σε αρκετό βάθος προς τα βόρεια.
Οι Σαουδάραβες πολέμησαν σκληρά κατά τα αρχικά στάδια της μετωπικής
επιθέσεως που εξαπέλυσαν εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ, γιατί οι
ιρακινές δυνάμεις πρόβαλαν ισχυρή αντίσταση κατά τα αρχικά στάδια της επιθέσεως.
(2) 25η Φεβρουαρίου 1991 (2η ημέρα).
΄Ολες οι επιτιθέμενες συμμαχικές δυνάμεις συνέχισαν από το πρωί της 25ης
Φεβρουαρίου την προέλασή τους με ταχύτατους ρυθμούς, με κατεύθυνση προς τα βόρεια ως
εξής :
Οι αμερικανικές δυνάμεις 82η και 101η Μεραρχίες και οι τεθωρακισμένες και
μηχανοκίνητες μονάδες διεύρυναν το προγεφύρωμα στον Ευφράτη, ώστε να επιτύχουν την
αποκοπή και απομόνωση των ιρακινών δυνάμεων, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις συνέχισαν την
προέλασή τους. Τις βραδινές ώρες της 25ης, το 18ο Σώμα Στρατού έλεγχε την οδό Βαγδάτη-
Βάσρα. Η 24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία έφτασε στο Αλ Μπουσάιγια και τη Νασιρίγια. Οι
γαλλικές δυνάμεις συνέχισαν την επίθεσή τους και μέχρι το μεσημέρι κατέλαβαν το Αλ
Σαλμάν και έλεγχαν την πόλη όπου και εγκαταστάθηκαν αμυντικά, ως πλαγιοφυλακή των
προελαυνόντων, στο δεξιό τους,αμερικανών δυνάμεων κατόπιν διαταγής του Στρατηγού
SCHWARZKOPF (Σβάρτσκοπφ).
Επίσης, η 24η και η 3η Τεθωρακισμένες Μεραρχίες των Αμερικανών κινήθηκαν
ταχέως από το πρωί και ανέτρεψαν τις εχθρικές αντιστάσεις,ενώ η 1η και 3η Μεραρχίες
Αρμάτων προέλασαν δυτικά του Αλ Μπουσάιγια με σκοπό να επιτύχουν την αποκοπή και
αιχμαλωσία των ιρακινών δυνάμεων. Το 7ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού, τις βραδινές ώρες ,
είχε προχωρήσει σε βάθος 80 χιλιομέτρων.Οι βρετανικές δυνάμεις κινήθηκαν ανατολικά του
Αλ Μπουσάιγια και μέχρι τις απογευματινές ώρες είχαν εμπλακεί με τμήματα της Προεδρικής
Φρουράς, καταστρέφοντας σημαντικό μέρος των ιρακινών αρμάτων.
Αιγύπτιοι- Σύριοι- Σαουδάραβες και Κουβειτιανοί συνέχισαν την προέλασή τους
ταχέως προς τα βόρεια και βορειανατολικά με σκοπό να επιτύχουν τον εγκλωβισμό των
εχθρικών δυνάμεων και την παράδοσή τους. Τις βραδινές ώρες είχαν διεισδύσει σε βάθος 50
χιλιομέτρων.
Η 1η Μεραρχία Πεζοναυτών, που κινούνταν με κατεύθυνση προς το Κουβέιτ τις
απογευματινές ώρες της 25ης Φεβρουαρίου αντιμετώπισε μονάδες ιρακινών αρμάτων κοντά
στο αεροδρόμιο του Κουβέιτ. Επακολούθησε καταιγισμός από πυρά πυροβολικού
ελικοπτέρων Κόμπρα και αρμάτων όπου καταστράφηκαν 63 ιρακινά άρματα, 31 Τ/Θ οχήματα
και 40 τροχοφόρα.
Την ίδια ημέρα, ιρακινός πύραυλος Σκουντ, που αναχαιτίστηκε στον αέρα από
Πάτριοτ, διαλύθηκε με αποτέλεσμα η εκρηκτική γόμωσή του να πέσει στο Νταχράν και να
φονευθούν 28 άτομα και να τραυματιστούν 89 Αμερικανοί της βάσεως του Νταχράν. Τις
βραδινές ώρες της 25ης Φεβρουαρίου, οι Πεζοναύτες βρίσκονταν 10 χιλιόμετρα νότια του
Κουβέιτ.
Οι σαουδαραβικές δυνάμεις στο ανατολικό άκρο με τις άλλες αραβικές δυνάμεις
προέλασαν κατά μήκος της ακτής και έφθασαν νότια του Κουβέιτ. Γενικά το βράδυ της 25ης
Φεβρουαρίου, οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν υπερφαλαγγίσει τις ιρακινές δυνάμεις, ενώ
τεράστιες φάλαγγες οχημάτων άρχισαν να συμπτύσσονται προς τη Βασόρα.
(3) 26 Φεβρουαρίου 1991 (3η Ημέρα)
Από το πρωί της 26ης Φεβρουαρίου, συνεχίσθηκαν με ένταση οι βομβαρδισμοί
οδών, γεφυρών αρμάτων , οχημάτων και από τη συμμαχική αεροπορία. Ιδιαίτερα η οδός
Κουβέιτ-Βάσρα υφίστατο ανηλεή βομβαρδισμό. Οι πιλότοι των αεροσκαφών ανέφεραν ότι
ατέλειωτες φάλαγγες οχημάτων είχαν ακινητοποιηθεί κατά μήκος της οδού. ΄Οταν οι πιλότοι
κατέστρεφαν το πρώτο άρμα, τα πληρώματα ολόκληρης της φάλαγγας των αρμάτων
εγκατέλειπαν αυτήν, απέρριπταν τον οπλισμό τους και κινούνταν προς τα βόρεια.
Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν σε όλο το μέτωπο, σύμφωνα με τη διαταγή του
Στρατηγού Σβάρτσκοπφ, ο οποίος βιαζόταν να καταστρέψει την Προεδρική Φρουρά, ενώ
χιλιάδες Ιρακινοί στρατιώτες άρχισαν να παραδίνονται. Κατά τους υπολογισμούς
παραδόθηκαν περίπου 30.000. Οι στρατιώτες έβγαιναν από τα χαρακώματα πεινασμένοι ,
γυμνοί και ρακένδυτοι και με υψωμένες λευκές σημαίες. Ταυτόχρονα, είχε αρχίσει η σύμπτυξη
των Ιρακινών βάσει σχεδίου από το Κουβέιτ. Τα ιρακινά στρατεύματα αποχωρούσαν από το
Κουβέιτ κατευθυνόμενα προς Βορρά είτε πεζοπορώντας, είτε με πολιτικά οχήματα. Πολλοί
Ιρακινοί, που τελικά έφτασαν στον Ευφράτη , προσπαθούσαν να περάσουν απέναντι με
αυτοσχέδιες γέφυρες, γιατί οι μόνιμες είχαν καταστραφεί, σφυροκοπούμενοι στην
προσπάθειά τους αυτήν από την αεροπορία και το πυροβολικό. Οι κουβεϊτιανές δυνάμεις τις
απογευματινές ώρες και κατόπιν εξουδετερώσεως των τελευταίων ιρακινών δυνάμεων
κατέλαβαν την πόλη του Κουβέιτ. Καθώς οι δυνάμεις των Ιρακινών εγκατέλειπαν το Κουβέιτ,
επακολούθησε ανελέητος βομβαρδισμός. Οι πιλότοι ονόμασαν την οδό "Αυτοκινητόδρομο
θανάτου", καθώς χιλιάδες νεκροί ήταν στο έδαφος και περισσότερα από 1.000 και πλέον
οχήματα ήταν παγιδευμένα. ΄Ενας Αμερικανός πιλότος ανέφερε χαρακτηριστικά "είναι σαν να
πυροβολεί ψάρια μέσα στο βαρέλι" , ενώ ένας άλλος είπε : " Θεέ μου τους σφάζουμε". Τα
βομβαρδιστικά πραγματικά είχαν μετατρέψει τις φάλαγγες σε ένα σωρό από καπνισμένα
συντρίμματα.
Γενικά, η κατάσταση την 26η Φεβρουαρίου 1991 είχε ως ακολούθως :
Δυτικό άκρο : Το 18ο Σ.Σ. ήλεγχε τον άξονα Βαγδάτη-Βάρσα, καταστρέφοντας
όλα τα ιρακινά άρματα που προσπαθούσαν να συμπτυχτούν προς Βαγδάτη.
Στο κέντρο της διατάξεως, το 7ο Σ.Σ. και το 18ο Σ.Σ. είχαν ευθυγραμμισθεί.
Στο ανατολικό, οι Σαουδάραβες διατάχθηκαν να προχωρήσουν προς τα
ανατολικά εμπρός από την πόλη του Κουβέιτ, ενώ οι Πεζοναύτες κατέλαβαν το αεροδρόμιο
του Κουβέιτ και την πόλη Αλ Τζάχρα.
(4) 27 Φεβρουαρίου 1991 (4η ημέρα)
Από το πρωί της 27ης Φεβρουαρίου, οι αμερικανικές δυνάμεις, που είχαν εμπλακεί
από το βράδυ της προηγούμενης ημέρας με την επίλεκτη Φρουρά του Σαντάμ, έδωσαν την
κύρια και σκληρή μάχη που διήρκεσε ολόκληρη την ημέρα. Αυτή αποτελεί την κύρια μάχη ,
γιατί είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή περίπου 580 αρμάτων μάχης. Οι επίλεκτοι
στρατιώτες του Ιράκ, χωρίς καμιά αεροπορική υποστήριξη και χωρίς υποτυπώδη επικοινωνία
και κάτω από ανηλεείς βομβαρδισμούς πολέμησαν γενναία χωρίς όμως ουσιαστικό
αποτέλεσμα, γιατί αντιμετώπιζαν τη συμμαχική αεροπορία και τη σαφή υπεροχή του υλικού,
ιδιαίτερα του αμερικανικού άρματος Μ1 Α1, καθώς και τις συνεχείς επιθέσεις των
ελικοπτέρων.
Μέχρι το βράδυ της 27ης Φεβρουαρίου, οι Ιρακινοί είχαν χάσει 8 Μεραρχίες
Πεζικού καθώς και 3 Μεραρχίες της προεδρικής Φρουράς που προσπαθούσαν να διαφύγουν
προς Βάσρα και περισσότερα από 3.700 άρματα μάχης, έναντι των 4.700 αρμάτων που
είχαν παρατάξει στο θέατρο του Κουβέιτ, καθώς και μεγάλο αριθμό πυροβόλων,
τεθωρακισμένων οχημάτων μηχανημάτων Μηχανικού. Ο Στρατηγός Σβάρτσκοπφ σε
δηλώσεις που έκανε σε δημοσιογράφους ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής : "Στο Ιράκ έχει
απομείνει ένας στρατός πεζοπόρων αδύναμων και πεινασμένων ανδρών, χωρίς ηγεσία που
δεν αποτελεί πια απειλή για τον Κόλπο".
(5) 28 Φεβρουαρίου 1991 (5η-8η ημέρα)
Από τις 0500 της 28ης Φεβρουαρίου 1991, ο Πρόεδρος Μπους διέταξε την
αναστολή (προσωρινή παύση) των επιχειρήσεων, της οποίας η ισχύ θα άρχιζε τρείς ώρες
αργότερα.
Ο Πρόεδρος Μπους είχε θέσει τους εξής όρους :
- Άμεση απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων.
- Άμεση απελευθέρωση των υπηκόων του Κουβέιτ.
- Άμεση παράδοση των αρχείων των ναρκοπεδίων στο Κουβέιτ.
- Άμεση συμμόρφωση του Ιράκ προς τις αποφάσεις του ΟΗΕ.
- Ακύρωση της αποφάσσεως προσαρτήσεως του Κουβέιτ.
Από τις 28 Φεβρουαρίου μέχρι 2 Μαρτίου, έγιναν σποραδικές συγκρούσεις, γιατί πολλές
ιρακινές μονάδες, δεν είχαν ειδοποιηθεί. Η σπουδαιότερη έγινε το μεσημέρι του Σαββάτου 28
Φεβρουαρίου μεταξύ των ιρακινών και αμερικανικού Τακτικού συγκροτήματος, όπου
καταστράφηκαν 12 τεθωρακισμένα, 9 τροχοφόρα, 29 οχήματα των ιρακινών και πιάστηκαν
πολλοί αχμάλωτοι. Γενικά οι συμμαχικές δυνάμεις κατάφεραν το τελειωτικό χτύπημα κατά
των Ιρακινών στις 28 Φεβρουαρίου.
Ο αγώνας των διαπραγματεύσεων μόλις άρχιζε για την οριστική κατάπαυση του
πυρός και ήταν πάρα πολύ δύσκολος.
Οι Κούρδοι στα βόρεια μαζί με τους Σιίτες στα νότια, είχαν ξεσηκωθεί και
ζητούσαν να απαλλαγούν από το Σαντάμ, ενώ οι Σύμμαχοι έβλεπαν ότι ένας διαμελισμός του
Ιράκ δεν συνέφερε σε κανένα από τα κράτη της περιοχής του Κόλπου.
Στην πόλη του Κουβέιτ τα πράγματα εμφανίσθηκαν πολύ δύσκολα καθόσον
επικρατούσε πανικός, ενώ χιλιάδες νάρκες, περίπου 45.000, ήταν διασκορπισμένες. Το έργο
κατασβέσεως, επίσης, των 250 πυρκαγιών ήταν δύσκολο και προβληματικό για τους
Συμμάχους. Η σχεδίαση της Διοικητικής Μέριμνας και της εγκαταστάσεως της νέας
Κυβερνήσεως ήταν επίσης δύσκολη στο Κουβέιτ, καθώς και το έργο της ανασυγκροτήσεως
γενικά.

6. Αποτελέσματα.

Από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων που διεξάχθηκαν, Αεροπορικών-Ναυτικών-


Χερσαίων, προκύπτει ότι οι ΗΠΑ και οι Σύμμαχοι πέτυχαν απόλυτα τους αντικειμενικούς τους
σκοπούς με τις μικρότερες απώλειες, ενώ οι ιρακινές δυνάμεις υπέστησαν πραγματική
πανωλεθρία. Γενικά, ο πόλεμος κερδίθηκε με συντονισμένη συλλογική προσπάθεια πολλών
χωρών και με την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ σε προσωπικό και υλικά μέσα. Τα τραγικά
αποτελέσματα της ήττας του Ιράκ δεν έχουν φανεί ακόμη αν και έχει περάσει αρκετός χρόνος.
Ωστόσο, ο Σαντάμ κατέστησε τη χώρα του τελείως αμέτοχη στα μεσανατολικά σενάρια
και αύξησε την αγορά νέων υπερσύγχρονων όπλων, και αντιβαλλιστικών πυραύλων, ενώ το
ΝΑΤΟ ανησυχεί πολύ και προσπαθεί να διαπιστώσει το νέο του ρόλο, καθώς η έξαρση των
εθνικών μειονοτήτων πολλαπλασιάζεται και ο μη έλεγχος των πυρηνικών δεν εγγυώνται την
ειρήνη και την ασφάλεια στο άμεσο μέλλον στην περιοχή του Κόλπου.
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η επιτυχής έκβαση του πολέμου στον
Περσικό οφειλόταν στα τεχνολογικά προηγμένα οπλικά συστήματα των Συμμάχων, στη
φοβερή υπεροπλία, σε συνδυασμό με την τεχνολογική ανωτερότητα του οπλισμού, καθώς
και στο υψηλό ηθικό, στην άρτια εκπαίδευση και επαγγελματισμό του έμψυχου υλικού. Η
συμμαχική αεροπορία έκρινε, επίσης, κατά μεγάλο ποσοστό τη μοίρα της αναμετρήσεως,
αφού κατέστρεψε κατά μεγάλο ποσοστό την ιρακινή αεροπορία στο έδαφος. Επιβεβαιώνεται
ακόμη μια φορά η αλήθεια που είχε επισημανθεί κατά τον 6ο αι. από τον Κινέζο Φιλόσοφο
Σουν-Τζου (SUN-TZU) ότι η αριθμητική υπεροχή και η οπλική επάρκεια δεν αρκούν για να
προδικάσουν εκ των προτέρων την έκβαση ενός πολέμου.
Απώλειες Μάχης Συμμάχων :Νεκροί 149, τραυματίες 458, εξαφανισθέντες 66. Μη
μάχης : νεκροί από ατυχήματα 138, τραυματίες 2.978.
Πολεμικά αεροσκάφη : 31, ελικόπτερα 15.
Απώλειες Ιρακινών : νεκροί- τραυματίες 100.000 περίπου-Αιχμάλωτοι 60.000 περίπου.
(1)

Αγνοούμενοι περίπου 100.000.


Αεροσκάφη : 77- καταφυγόντα στο Ιράν : 130.

7. Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα

Στον πόλεμο του Περσικού, εφαρμόσθηκε το νέο δόγμα (Air land battle) από τις ΗΠΑ και
τους Συμμάχους. Σκοπός του πολέμου ήταν η απελευθέρωση του Κουβέιτ.
Το δόγμα αυτό μπορεί να πραγματοποιήσει μια υπερδύναμη όπως οι ΗΠΑ, η οποία
διαθέτει υπερσύγχρονα αεροσκάφη, υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα και υψηλή γενικά
τεχνολογία.
Ο έλεγχος και η διοίκηση των πολυεθνικών δυνάμεων, ιδιαίτερα της αεροπορίας,
υπήρξαν άριστα και πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση σύγχρονων συστημάτων και με τη
βοήθεια computers που βοήθησαν πάρα πολύ τόσο στη λήψη των πληροφοριών, όσο και
στη μεταβίβασή τους.
Η χρησιμοποίηση των μέσων ηλεκτρονικού πολέμου είχε άριστα αποτελέσματα, γιατί
εξουδετερώθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο τα ραντάρ, οι επικοινωνίες και τα ηλεκτρονικά
συστήματα ελέγχου των πυραύλων εδάφους αέρα (ΣΑΜ) του αντιπάλου, και τα ηλεκτρονικά
αντιαεροπορικά συστήματα πυροβολικού, ενώ δημιουργήθηκε σύγχυση και τύφλωση στα
μέσα του, ώστε να μη γνωρίζει τις ενέργειες των συμμαχικών δυνάμεων.
Χρησιμοποιήθηκαν ηλεκτρονικά και δορυφορικά μέσα υψηλής τεχνολογίας για άμεση και
αξιόπιστη συλλογή πληροφοριών, με αποτέλεσμα τον ακριβή προσδιορισμό στόχων αφενός
και αφετέρου το συνεχή εντοπισμό των κινήσεων του εχθρού, βάσεων αναπτύξεως όπλων,
Σταθμών Διοικήσεως με αποτέλεσμα την καταστροφή του συστήματος Διοικήσεως, ελέγχου
(1)(1) Οι αριθμοί αυτοί δεν έχουν ακόμη απόλυτα τεκμηριωθεί.
και επικοινωνιών των Ιρακινών. Χρησιμοποιήθηκαν όπλα ακριβείας με σκοπό την προσβολή
στρατηγικών στόχων με απόλυτη επιτυχία.
Η άσκηση Διοικήσεως από ένα Διοικητή, ο σαφής προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων, η
ισόρροπη ανάπτυξη των μέσων και ο τέλειος συντονισμός τους είχε άριστα αποτελέσματα και
συνέβαλε στη νίκη.
Διαπιστώθηκε ότι για την αντιμετώπιση των σύγχρονων αεροσκαφών απαιτείται εκτός
από τα αεροσκάφη αναχαιτίσεως και αποτελεσματική Α/Α άμυνα και πλέγμα ραντάρ.
Η χρησιμοποίηση ναυτικών δυνάμεων με δυνατότητα ταχείας αναπτύξεως, παραμονής
και διεξαγωγής επιχειρήσεων σε απομακρυσμένες περιοχές επί μακρό χρόνο επέβαλαν στον
αντίπαλο αποκλεισμό από τη θάλασσα πρώτο και δεύτερο συνέβαλαν πάρα πολύ στη
μεταφορά στρατευμάτων υλικού και εφοδίων στις περιοχές του Κόλπου.
Ο ρόλος της Διοικητικής Μέριμνας ήταν καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία της
νίκης. Οργανώθηκε άριστα και υποστήριξε αποτελε-σματικά τις επιχειρήσεις με σύγχρονο
υλικό παρά το μέγεθος και την ανομοιομορφία των υποστηριζόμενων δυνάμεων.
Η φύση των σύγχρονων επιχειρήσεων απέδειξε ότι απαιτεί άριστη συνεργασία όλων των
Κλάδων των ΄Ενοπλων Δυνάμεων.
Η απλή αντιπαράθεση αριθμού στρατιωτικών δεν αρκεί για να προδικάσει το αποτέλεσμα
ενός πολέμου. Η παρουσία μόνιμων ναυτικών δυνάμεων στη Μεσόγειο και στον Κόλπο
αποδείχθηκε αναγκαία προς το σκοπό της άμεσης χρησιμοποιήσεώς τους, εάν παραστεί
ανάγκη για τη διευκόλυνση ενδεχόμενων επιχειρήσεων.
Οι καταπληκτικές διαφορές απωλειών των εμπολέμων (Σύμμαχοι 139 νεκροί έναντι
100.000 Ιρακινών περίπου), εφόσον επιβεβαιωθούν αποτελεί μοναδικό παράδειγμα στην
ιστορία.
Οι γαλλικές , βρετανικές και μέρος των αμερικανικών δυνάμεων εκτέλεσαν ένα ευρύ
υπερκερωτικό ελιγμό, στο Κουβέιτ, ενώ οι αιγυπτιακές, συριακές και σαουδαραβικές δυνάμεις
με τους πεζοναύτες ενήργησαν μετωπικά εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας του Κουβέιτ,
με αποτέλεσμα να επιτύχουν την αποκοπή και απομόνωση των αμυνομένων.
Εάν οι Ιρακινοί μετά την κατάληψη του Κουβέιτ καταλάμβαναν τα σαουδαραβικά λιμάνια
και αεροδρόμια έγκαιρα, η συγκέντρωση των συμμαχικών δυνάμεων θα είχε υψηλό κόστος
σε έμχυχο και άψυχο υλικό.
Η στατική άμυνα που εφάρμοσαν οι Ιρακινοί στο Κουβέιτ τους ανάγκασε να περιορισθούν
στα χαρακώματα και να δέχονται τα συμμαχικά πυρά με αποτέλεσμα να απομονωθούν μετά
την καταστροφή των συστημάτων διοικήσεως και επικοινωνιών.
Η οχυρωμένη γραμμή Σαντάμ στο Κουβέιτ ήταν μια συνοριακή γραμμή άμυνας που
χρησίμευσε σαν πεδίο δοκιμής για τα νέα αμερικανικά όπλα. Η οχυρωμένη αυτή γραμμή
τελικά έχασε την επαφή με τα μετόπισθεν, αφού καταστράφηκαν οι επικοινωνίες και το
σύστημα Διοικήσεως.
Η ιρακινή άμυνα υπήρξε ασυντόνιστη, τα πυρά υποστηρίξεως δεν ήταν ακριβή και
έγκαιρα, οι αντεπιθέσεις βραδείες, περιορισμένες και χωρίς συντονισμό, ενώ πολλά τμήματα
παρουσίασαν απροθυμία εμπλοκής στον αγώνα. Γενικά, η άμυνα ήταν κατώτερη από εκείνη
που είχαν εκτιμήσει οι Σύμμαχοι.
Η χρησιμοποίηση πυραύλων Σκούντς από τους Ιρακινούς αποτέλεσε μόνιμη απειλή για
τους Συμμάχους στον Κόλπο, επιβράδυνε την έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων,
δημιούργησε προβληματισμούς, ερωτηματικά και ανησυχία για χρήση χημικών αερίων.
Οι ασκήσεις των ανδρών με τις αντιασφυξιογόνες μάσκες ήταν μια δυσάρεστη
κατάσταση, γιατί δημιούργησαν συνθήκες θερμοκηπίου στους στρατιώτες, αλλά και μια
απαραίτητη προστατευτική ασπίδα.
Το υψηλό ηθικό που είχε εδραιωθεί στις ένοπλες δυνάμεις των Συμμάχων για το δίκαιο
του αγώνα και η αυτοπεποίθεσή τους για τις ικανότητές τους, η καλή εκπαίδευση και η
υπεροχή των οπλικών συστημάτων, η συνεχής ψυχολογική προπαρασκευή τους, είχαν ως
αποτέλεσμα τη νίκη.
Στον πόλεμο του Περσικού, δοκιμάσθηκε η νέα τεχνολογία που αμφισβήτησε αρκετά από
τα παραδεκτά αξιώματα της πολεμικής τέχνης .
Για πρώτη φορά δοκιμάσθηκε με απόλυτη επιτυχία η εξακρίβωση ενός εικονικού ή
πραγματικού στρατιωτικού αντικειμένου στο πεδίο της μάχης (άρματος- αεροπλάνου-
οχήματος) από την ανάλυση του φάσματος του φωτός του αναδυόμενου καπνού μετά από
μία προσβολή και την ανάφλεξη του στόχου.
Σε ό,τι αφορά στο Σαντάμ, ο Στρατηγός Schwarkopf (Σβάρτσκοπφ) έδωσε την εξής
περιγραφή "Δεν είναι στρατηγικός νους, ούτε έχει διδαχθεί τη μεθοδολογία των πολεμικών
επιχειρήσεων. Δε γνωρίζει καν την τακτική του απλού Στρατηγού, ούτε την τακτική του απλού
μαχητή, κατά τα άλλα είναι ένας μεγάλος πολέμαρχος".
Η δυναμικότητα του αραβικού εθνικισμού βρίσκεται σε ύφεση προς το παρόν. Οι
Αμερικανοί προσπαθούν να δραστηριοποιήσουν την παλαιστινιακή αντίδραση. ΄Ετσι,
βλέπουμε μια ισχυρή τάση μετριοπάθειας στους αραβικούς κύκλους και αποφυγή
δημιουργίας τρομοκρατικών ενεργειών.
Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες με τη διασπορά των πυρηνικών, χημικών και
βιολογικών όπλων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής από το Μαρόκο μέχρι το Ιράν και λόγω
της καταστάσεως στη πρώην Σοβιετική ΄Ενωση υπάρχει έντονος ανταγωνισμός Τουρκίας και
Ιράν σχετικά με την επιρροή τους στις μουσουλμανικές δημοκρατίες του Καυκάσου.
Σήμερα, προωθείται μια ανοδική μορφή ισόρροπου ισλαμικού χώρου, μέσω της ιρακινής
ηγεσίας, καθίζηση του Σανταμικού Μοντέλου, αποθάρρυνση του κουρδικού πατριωτικού
μετώπου, απεγκλώβιση της Συρίας, περιθωριοποίηση της Λιβύης και αναπροσαρμογή στο
Λίβανο.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην πολυεθνική δύναμη για την αποτελεσματικότερη επιβολή
των κυρώσεων στο Ιράκ έχει εντάξει και πάλι, κατά τρόπο ουσιαστικό, τη χώρα μας στο
μηχανισμό της Δύσεως, για την αντιμετώπιση προκλήσεων και απειλών που προέρχονται
έξω από την παραδοσιακή περιοχή ευθύνης του ΝΑΤΟ.
Η χρησιμοποίηση από τους Συμμάχους των διευκολύνσεων, στο έδαφός μας και στον
εναέριο χώρο μας, έφερε και πάλι την Ελλάδα στη ροή των διεθνών εξελίξεων από τις οποίες
θα προκύψουν νέα δεδομένα που θα παρακολουθήσουν τη χώρα μας για αρκετά χρόνια.
Το νέο επιχειρησιακό δόγμα μετά τον Πόλεμο στον Περσικό πρέπει να κατευθύνεται
προς τη συγκρότηση δυνάμεων ευέλικτων εφοδιασμένων με όπλα υψηλής τεχνολογίας
καθώς και με σύγχρονα μέσα επιτηρήσεως.
Ειδικά, για την Ελλάδα που βρίσκεται σε ζωτικό γεωγραφικό χώρο, μετά από τις
προκλήσεις και τις πιέσεις της ΄Αγκυρας, τις τελευταίες ανακατατάξεις στο Βαλκανικό χώρο,
αλλά και την γειτνίασή της με τις χώρες, του κόλπου, επιβάλλουν πλήρη επαγρύπνηση και
ετοιμότητα για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων καταστάσεων.
Επίσης, από τη στιγμή που υπάρχουν λαοί και εθνότητες που κινητοποιούνται και
δραστηριοποιούνται για την ανεξαρτησία τους, επιβάλλεται πλήρης επαγρύπνηση και
ετοιμότητα των ένοπλων δυνάμεων και του λαού.
Οι δυσχέρειες για τη σχεδίαση και υλοποίηση της Διοικητικής Μέριμνας στον πόλεμο του
Κόλπου υπήρξαν τεράστιες, για τη μεταφορά εκατοντάδων χιλιάδων ανδρών από ΗΠΑ και
Γερμανία, Αρμάτων, οχημάτων Τ/Θ μηχανοκίνητων Μονάδων, πυρομαχικών, καυσίμων,
τροφίμων, υγειονομικών σχηματισμών ακόμη και 2.500 φερέτρων. Είναι ανάγκη να
υπογραμμισθεί εδώ ότι ο ελληνικής καταγωγής Στρατηγός Ουίλιαμ Παγώνης Διοικητής της
Διοικήσεως Διοικητικής Μέριμνας επιτέλεσε ένα πραγματικό άθλο συντονίζοντας και
κατευθύνοντας το έργο της Δ. Μέριμνας και απέσπασε επάξια τα συγχαρητήρια του
Προέδρου Μπους.
Στο Αμερικανικό Πεντάγωνο, "Η Θύελλα στην ΄Ερημο" θεωρείται μισοτελειωμένη δουλειά
καθώς υπάρχουν Αξιωματικοί που εκφράζουν φόβους ότι θα χρειασθούν να επιστρέψουν
στην περιοχή σε μερικά χρόνια.
Το μεγάλο παράπονο εκείνων που έλαβαν μέρος στον πόλεμο είναι ότι η ανακωχή
σταμάτησε τις συμμαχικές δυνάμεις λίγα χιλιόμετρα από τον στόχο τους, που δεν ήταν άλλο
από την περικύκλωση , και καταστροφή ολόκληρης της ιρακινής δυνάμεως που είχε εισβάλει
στο Κουβέιτ κλείνοντας το δρόμο προς τη Βασόρα. Οι δύο μεραρχίες της Προεδρικής
Φρουράς μαζί με τα ελικόπτερα και τα τεθωρακισμένα, που διέφυγαν την παγίδα των
Συμμάχων κοντά στη Βασόρα, ήταν αρκετές για να συμβάλουν στη βίαιη καταστολή της
εξέγερσης των Σιιτών της Βασόρας που ξέσπασε μετά την ανακωχή με τον ξεσηκωμό των
Κούρδων στο Βόρειο Ιράκ.
΄Ισως ο Σαντάμ θα είχε ανατραπεί τονίζουν οι επικριτές του ΠΑΟΥΕΛ, ενώ ο
στρατιωτικός αναλυτής Τζέφρι Ρέκοντ αναφέρει για το ίδιο θέμα : "Δεν μπορώ να θυμηθώ
άλλη περίπτωση κατά την οποία ένας νικηφόρος στρατός κήρυξε μονομερή κατάπαυση των
εχθροπραξιών και συνέχισε : "η πιο κοντινή περίπτωση είναι η διαταγή του Χίτλερ, το 1940,
στη Δουνκέρκη".
Τελειώνοντας μπορούμε να πούμε ότι ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός σύμφωνα με την
απόφαση του ΟΗΕ για την εκδίωξη του Ιράκ από το Κουβέιτ επιτεύχθηκε απόλυτα. ΄Ομως η
καταστροφή της πολεμικής μηχανής του δεν ολοκληρώθηκε, λόγω της πρόωρης ανακωχής
που σταμάτησε τις συμμαχικές δυνάμεις λίγα χιλιόμετρα από το στόχο τους.
Σήμερα, δύο εκκρεμότητες σκιάζουν τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων στο Κουβέιτ. Η
πρώτη είναι οι δύο χιλιάδες Κουβειτιανοί αιχμάλωτοι που εξακολουθούν να βρίσκονται στις
φυλακές του Ιράκ, παρά τους όρους που υπέγραψε ο Σαντάμ για την άμεση απελευθέρωσή
τους. Η δεύτερη είναι η υποψία που πλανάται στη διεθνή κοινή γνώμη ότι ο πόλεμος έγινε για
το πετρέλαιο και όχι για την εφαρμογή της διεθνούς νομιμότητας. Για την εξάλειψη της
υποψίας αυτής θα πρέπει να αποκατασταθεί το διεθνές δίκαιο και η νομιμότητα στην Κύπρο
και το Παλαιστινιακό, για να επικρατήσουν και εκεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, η Δημοκρατία,
η Ελευθερία και η Δικαιοσύνη, που εξακολουθούν ακόμη να παραβιάζονται κατάφωρα.
ΠΙΝΑΚΑΣ "1"

Πολυεθνικές Χερσαίες Δυνάμεις


ΗΠΑ: 350.000 άνδρες
Κεντρική Διοίκηση (Στρατηγείο)
3η Στρατιά (Στρατηγείο)
70 Τ/Θ Σώμα Στρατού(Στρατηγείο)
18ο Αερομεταφερόμενο Σώμα Στρατού
1η Τ/Θ Μεραρχία
3η Τ/Θ Μεραρχία
1η Μεραρχία Ιππικού (Τ/Θ)
1η Μηχανοκίνητη Μεραρχία
24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία
82α Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών
101η Αεροκίνητη Μεραρχία
Σώμα Στρατού Πεζοναυτών των ΗΠΑ
1η Μεραρχία Πεζοναυτών (1η ΜΕF)
2α Μεραρχία Πεζοναυτών (2η ΜΕF)
4η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (4η ΜΕΒ)
5η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (5η ΜΕΒ)
(Επί αμφίβιων πλοίων)
2ο Τ/Θ Σύνταγμα Ιππικού
3ο Τ/Θ Σύνταγμα Ιππικού
11η Ταξιαρχία Μαχητικών Ελικοπτέρων
12η Ταξιαρχία Μαχητικών Ελικοπτέρων
11η Ταξιαρχία Αεράμυνας (PATRIOT)
Διοίκηση πυροβολικού 3ου Σώματος Στρατού
Διοίκηση πυροβολικού 7ου Σώματος Στρατού
Διοίκηση πυροβολικού 18ου Σώματος Στρατού
5η Ομάδα Ειδικών Δυνάμεων (Σύνταγμα)
1η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
2η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
13η Διοίκηση Υποστηρίξεως Σώματος
7η Διοίκηση Υγειονομικού (με Ε/Π)
Ηνωμένο Βασίλειο : 35.000 άνδρες
1η Τ/Θ Μεραρχία-1η Μ/Κ Μεραρχία-1η Μεραρχία Αρμάτων
Τρία ανεξάρτητα Τάγματα Πεζικού
Γαλλία : 12.000 άνδρες
6η Ελαφρά Τ/Θ Μεραρχία
Σαουδική Αραβία : 75.000 άνδρες
Δύο Τ/Θ Ταξιαρχίες
Τέσσερις Μ/Κ Ταξιαρχίες Πεζικού
Μία Ταξιαρχία Πεζικού
Ομάν : 1.100 άνδρες
Σύνταγμα Πεζικού
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) : 900 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Μπαχρέιν : 200 άνδρες
Λόχος Πεζικού
Μαρόκο : 1.400 άνδρες
Μ/Κ Σύνταγμα Πεζικού
Πακιστάν : 5.000 άνδρες
Ταξιαρχία Πεζικού
Κουβέιτ : 8.000 άνδρες
Δύο Μ/Κ Ταξιαρχίες Πεζικού
Αίγυπτος : 35.000 άνδρες
3η Μ/Κ Μεραρχία Πεζικού
4η Τ/Θ Μεραρχία
Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών
Συρία : 20.000 άνδρες
9η Τ/Θ Μεραρχία
46ο Σύνταγμα Ειδικών Δυνάμεων
Κατάρ : 1.900 άνδρες
Σύνταγμα Πεζικού
Μπαγκλαντές : 2.300 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Τάγμα Μηχανικού
Σενεγάλη : 500 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Νιγηρία : 500 άνδρες
Τάγμα Πεζικού
Αφγανιστάν : 300 άνδρες Αντάρτες Μουτζαχετίν
Τσεχοσλοβασκία : 200 άνδρες
Λόχος Μηχανικού Πολέμου
Σύνολο Προσωπικού 650.000 άνδρες
Αρματα : 3.500
Τεθωρακισμένα Οχήματα : 4.630
Πυροβόλα : 2.800
Μαχητικά Ελικόπτερα : 720
Ελικόπτερα Γενικής Χρήσεως : 900
Πολλαπλοί εκτοξευτήρες πυραύλων : 90
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

A TYΠ ΑΓΓ ΑΡΓΕΝ ΑΥΣΤΡ ΒΕΛ ΓΑΛΛ ΔΑΝ ΕΛΛ Η


/ OI ΛΙΑ ΤΙ-ΝΗ AΛΙΑ ΓΙΟ ΙΑ ΙΑ ΑΣ Π
A ΠΛΟΙ Α
ΩΝ
1 ΑΕΡ/ 1 8
ΦΟΡ
2 ΘΩΡ 2
ΗΚΤ
3 ΚΑΤΑ 1 18
ΔΡ.
4 ΕΛ/Φ 7
ΟΡΑ
5 ΑΝΤΙ 3 1 1 1 8 15
Τ.
6 ΦΡΕΓ 5 1 3 6 1 2 21
ΑΤ.
7 ΤΑΧ. 1
ΣΚΑ
ΦΗ
8 ΑΡΜ 4 31
ΑΤΑ
9 ΠΛΟΙ 5 2 5
Α
ΝΑΡΚ
ΟΠ.
1 ΒΟΗ 6 1 1 9 51
0 Θ/Α
ΣΥΝ 23 2 5 3 26 1 2 15
ΟΛΟ 8
TYΠ ΙΣΠ ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΝΑΔ ΝΟΡ ΟΛΛ ΠΟ ΓΕΝΙ
A OI ΑΝΙ ΑΣ ΒΗΓΙ ΑΝ- ΡΤΟ ΚΟ
/ ΠΛΟΙ Α Α ΔΙΑ - ΣΥΝ
A ΩΝ ΓΑΛ ΟΛΟ
ΙΑ
1 ΑΕΡ/ 9
ΦΟΡ
Α
2 ΘΩΡ 2
ΗΚΤΑ
3 ΚΑΤΑ 19
ΔΡ.
4 ΕΛ/Φ 7
ΟΡΑ
5 ΑΝΤΙ 1 2 32
ΤΟΡ
6 ΦΡΕΓ 9 4 1 4 57
ΑΤ.
7 ΤΑΧ. 1
ΣΚΑ
ΦΗ
8 ΑΡΜ 1 36
ΑΤΑ
9 ΠΛΟΙ 12
Α
ΝΑΡΚ
.
1 ΒΟΗ 1 1 1 1 72
0 Θ/ΚΑ
ΣΥΝ 9 7 3 1 5 1 246
ΟΛΟ
ΠΙΝΑΚΑΣ "3"
Πολυεθνικές Αεροπορικές Δυνάμεις
Μαχητικά αεροσκάφη Πολυεθνικής Δυνάμεως - Απώλειες

ΗΠΑ : 1.314 (F-14, F-15, F-16, F-18, F-4, F-4, F-111, EF-111, F-117,
A-6, A-7, A-10,B-52)
ΗΝ. ΒΑΣΙΛΕΙΟ : 60 (TORNADO, JAGUAR)
ΓΑΛΛΙΑ : 50 (F-1, MIRAGE 2000, JAGUAR)
ΚΑΝΑΔΑΣ : 18 (CF -18)
ΙΤΑΛΙΑ : 10 (TORNADO)
Σ. ΑΡΑΒΙΑ :
ΚΟΥΒΕΪΤ : 367 (F-15, TORNADO, F-5, B-167)
ΚΑΤΑΡ : (A-4, F-1, HUNTER, HAWK, ALPHA JET)
ΜΠΑΧΡΕΪΝ :
Σύνολο Αεροπορικής Δυνάμεως : 1819 Αεροσκάφη
΄Εξοδοι αεροσκαφών - Απώλειες
΄Εξοδοι : 115.819
Απώλειες Αεροσκαφών
ΗΠΑ 22
Ηνωμένο Βασίλειο 6
Ιταλία 1
Κουβέιτ 1
Σαουδική Αραβία 1
--------------------------------
Σύνολο 31
ΠΙΝΑΚΑΣ "4"
Δυνάμεις Ιράκ
1. Χερσαίες
΄Ανδρες 547.000
΄Αρματα 4.280
Τεθωρακισμένα οχήματα 2.900
Πυροβόλα 3.200
Μαχητικά Ελικόπτερα 250
Πύραυλοι FROCK 45
Εκτοξευτήρες 1.500 Βλήματα
2. Ναυτικές
Φρεγάτες 5
Κορβέτες 6
Πυραυλάκατοι 17 (Οι 8 λάφυρα από το Κουβέιτ)
Περιπολικά 50 (Τα 15 λάφυρα από το Κουβέιτ)
Πλοία εκτοξεύσεως
πυραύλων (ανεξακρίβωτος αριθμός)
3. Αεροπορικές
Μαχητικά αεροσκάφη 690
Μεταφορικά αεροσκάφη 654 (Διάφορων τύπων)
Εκπαιδευτικά αεροσκάφη 296
Μαχητικά Ελικόπτερα 259
Ελικόπτερα Γενικής Χρήσεως 280

You might also like