Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 2

Συγκριτική θεώρηση Εισαγωγής απομνημονευμάτων

Μακρυγιάννη και Ραγκαβή

Τα απομνημονεύματα ειδολογικά συνιστούν μια κατηγορία που ασχολείται με την


καταγραφή της μαρτυρίας γεγονότων και καταστάσεων που βίωσε ο αφηγητής σε μια
δεδομένη εποχή, έναν απολογισμό ζωής αναπλάθοντας ταυτόχρονα την ιστορική
πραγματικότητα με υποκειμενισμό, όχημα τη μνήμη και βαθύτερο κίνητρο την
προσωπική δικαίωση του αφηγητή. Στη συγκεκριμένη εργασία θα εξεταστεί η
εισαγωγή των απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη, αγωνιστή της επανάστασης του
1821 και ηγετικού στελέχους του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και του Ραγκαβή,
λόγιου της εποχής και κρατικού λειτουργού αριστοκρατικής καταγωγής. Θα
ακολουθήσει μια συγκριτική θεώρηση των εισαγωγών των δύο αφηγητών ως προς τη
γλώσσα/ύφος που χρησιμοποιούν, τον σκοπό/πρόθεση των συγγραφέων, το κοινό στο
οποίο απευθύνονται, τον χρόνο που γράφηκαν, καθώς και την ουσία και έκταση του
κειμένου πάντα σε σχέση με τα γενικότερα χαρακτηριστικά των απομνημονευμάτων
που συγκεντρώνουν.

Αρχικά, ο Μακρυγιάννης γράφει σε ένα ιδιότυπο γλωσσικό ιδίωμα με έντονα


στοιχεία προφορικότητας, καθότι αγράμματος και ο ίδιος (εντοπίζονται πλεονασμοί,
επαναλήψεις και παρατακτική σύνδεση, λ.χ. «Δεν έπρεπε να έμπω.…[…]…να
βαρύνω και μεγάλους άντρες και σοφούς και να τους βάλω […], να τους κινώ την
περιέργεια […]και να χάνουν|)». Πρόκειται για μια γλώσσα ανομοιογενή, απείθαρχη,
αποτυπώνει τις επιδράσεις του περιβάλλοντος και της εποχής που ζούσε. Εκπροσωπεί
καθαρά το είδος του απομνημονεύματος, αφού κάνει απολογισμό ζωής (γράφει για
μια περίοδο 50 ετών της ζωής του), αναπλάθει την ιστορική πραγματικότητα με βάση
πάντα τη δική του υποκειμενική ματιά και αναζητά παράλληλα δικαίωση,
προσπαθώντας να πείσει για τη «γυμνή αλήθεια» του. Ο Μακρυγιάννης με τον λαϊκό
του λόγο και την απλή γλώσσα γράφει για το σύνολο του βίου του και ολοκληρώνει
μετά από πολλά χρόνια τα απομνημονεύματά του.

Αντιστικτικά ο Ραγκαβής μας παρουσιάζει μια λόγια εκδοχή απομνημονευμάτων,


γεγονός στο οποίο συμβάλλει και η αριστοκρατική καταγωγή του. Η γλώσσα είναι
αρχαΐζουσα καθαρεύουσα, πολύ περισσότερο προσεγμένη και εκλεπτυσμένη, η
σύνδεση είναι υποτακτική και χρησιμοποιεί ποικίλα σχήματα λόγου. Τα
απομνημονεύματα του Ραγκαβή, όπως τουλάχιστον μας συστήνονται στη σύντομη
εισαγωγή μοιάζουν πιο κοντά στην αυτοβιογραφία, αφού ο Ραγκαβής γράφει επειδή
βρίσκει ηδονή στην ανάκληση του παρελθόντος βίου του κάτω από το κάτοπτρο της
μνήμης και στην εισαγωγή τουλάχιστον δεν εστιάζει στη δική του συνεισφορά στα
γεγονότα ούτε στην ιστορική διάσταση της κοινωνίας και της εποχής.

Είναι αξιοσημείωτο το ότι ο Ραγκαβής γράφει τα απομνημεύματα στη δύση της ζωής
του, σε ώριμη ηλικία με στόχο να διαβαστεί από τους γιους και τους εγγονούς του και
να έχει ήσυχη τη συνείδησή του, βοηθώντας τους να ζήσουν ως χρηστοί άνθρωποι
και πατριώτες, κάπως σαν διαθήκη ενός περιορισμένου οικογενειακού κύκλου.
Αντίθετα ο Μακρυγιάννης απευθύνεται σε όλους, στο συλλογικό «εμείς» και τις
επόμενες γενιές, δίνοντας μια περισσότερο συλλογική διάσταση στο έργο του.

Αναντίρρητα, το περιεχόμενο και ύφος της σαφώς εκτενέστερης εισαγωγής του


Μακρυγιάννη είναι πολύ διαφορετικό. Διακατέχεται από πάθος, το ύφος του ρέει με
γλαφυρότητα, αυτοπαρουσιάζεται, δίνοντάς μας σαφή χωροχρονικά στοιχεία και
υπόσχεται να εκφράσει τη γυμνή αλήθεια, υποδεικνύοντας το ήθος του και την
ακεραιότητά του «[…]χωρίς να με τύπτει η συνείδησή μου[…]», ώστε να φέρει
κοντά τον αναγνώστη, προτρέποντάς τον να διερευνήσει κι ο ίδιος τη ζωή και τα
λεγόμενά του. Ωστόσο, όλη αυτή η προσπάθεια φανερώνει έναν «ήρωα» πίσω από τις
λέξεις, μια κειμενική κατασκευή που δεν είναι ο ίδιος ο Μακρυγιάννης, αλλά ένας
χαρακτήρας που εκείνος δημιούργησε αναζητώντας δικαίωση. Εδώ φαίνεται και η
υποκειμενικότητα του αυτοβιογραφικού είδους. Στην ουσία του κειμένου, αναφέρεται
σε πολλά ζητήματα της επανάστασης ήδη από την εισαγωγή, όπως στις έννοιες του
έθνους, της πατρίδας, του κράτους, της Ευρώπης και των ξένων εξυμνεί την
αφοσίωση στην πατρίδα και τη θρησκεία ως απαραίτητα συστατικά της τιμιότητας
των αγώνων, στηλιτεύοντας παράλληλα τους κινδύνους για την πατρίδα (Τούρκοι,
Κολοκοτρώνης, πολιτικοί κλπ).

Από την άλλη πλευρά, ο Ραγκαβής στη σύντομη εισαγωγή του δεν αναφέρεται σε
ιστορικές έννοιες και γεγονότα, διατηρεί το λόγιο ύφος του που φαντάζει
περισσότερο απότομο και ψυχρό και δε διακατέχεται από το ίδιο πάθος και
γλαφυρότητα. Σε αυτό ίσως συντελεί η ώριμη ηλικία του, αλλά και η μεγαλύτερη
απόσταση που έχει ο ίδιος από τα γεγονότα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, αυτή η
απόσταση από τα γεγονότα και η έλλειψη πάθους είναι δομικό ειδολογικό
χαρακτηριστικό των απομνημονευμάτων και δεν θα έπρεπε να προξενεί εντύπωση.

Καταληκτικά, το πιο εξέχον κοινό χαρακτηριστικό των δοσμένων


απομνημονευμάτων είναι ότι και τα δύο αναγνωρίστηκαν και διαβάστηκαν μετά
θάνατον και προκάλεσαν πλήθος διαφορετικών αναγνώσεων και κριτικών, παρά τις
διαφορές στο ύφος, τη γλώσσα, το περιεχόμενο και τη στόχευση. Και μόνο αυτό το
χαρακτηριστικό αρκεί για να υποδηλώσει την ιδιαίτερη αξία τους και τη σημαντική
παρακαταθήκη που άφησαν στις επόμενες γενιές.

You might also like