ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 17

Έφη Ράγια 1

Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Α. Πρωτοβυζαντινή εποχή, 324 /330-610

Βασικές παράμετροι της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης της πρώτης περιόδου
- Διαχωρισμός των πολιτικών από τις στρατιωτικές εξουσίες. Οι υπηρετούντες
την αυτοκρατορία έχουν πλέον είτε πολιτικές είτε στρατιωτικές αρμοδιότητες.
Σε ελάχιστες περιπτώσεις σημειώνεται παραβίαση αυτού του κανόνα σε
συγκεκριμένες επαρχίες. Στις περισσότερες επαρχίες ωστόσο οι διοικητές είναι
πολιτικοί και στο εξής ο στρατός της αυτοκρατορίας, ως επί το πλείστον
τοποθετημένος στα σύνορα, υπακούει στις διαταγές στρατιωτικών «καριέρας»,
τους μαγίστρους των στρατιωτών (magistri militum).
- Η οικονομική κρίση του 3ου αι. συντέλεσε ώστε μεγάλο μέρος των μισθών και
των αποζημιώσεων να παραδίδεται σε είδος στους υπηρετούντες το κράτος. Η
συλλογή φόρων σε είδος (annona) αντί για το νόμισμα και η αναδιανομή τους
ως μισθοί αποτελεί τη βασική παράμετρο, γύρω από την οποία οικοδομείται η
πολιτική-οικονομική διοίκηση κατά την πρώιμη περίοδο. Η σταθεροποίηση του
νομίσματος με τη νομισματική μεταρρύθμιση του Κωνσταντίνου Α΄ ωστόσο είχε
ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση της κυκλοφορίας του νομίσματος και την
σταδιακή αντικατάσταση των μισθών σε είδος από το νέο νόμισμα, εξέλιξη που
παρατηρείται ήδη από το β΄ ήμισυ του 4ου αι.
- Η συγκλητική τάξη διευρύνεται με την απονομή περισσότερων συγκλητικών
τίτλων στους πλούσιους γαιοκτήμονες των επαρχιών μετά την ίδρυση της
Κωνσταντινούπολης. Η σύγκλητος παραμένει ένα χωριστό σώμα, αλλά η
συγκλητική τάξη της αυτοκρατορίας γενικά είναι μία τάξη με μεγάλες
διακυμάνσεις αναφορικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της (προέλευση και
μέγεθος πλούτου, καταγωγή, μορφωτικό επίπεδο κλπ). Μετά τη μεγάλη
ανάπτυξη του 4ου αι., οι αυτοκράτορες παίρνουν μέτρα περιορισμού των
προνομίων της τάξης αυτής μόνο στους συγκλητικούς της Κωνσταντινούπολης.
- Η λεγόμενη «παρακμή» των πόλεων κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο
οφείλεται σε πολύπλοκες εσωτερικές εξελίξεις που έχουν ως αποτέλεσμα τη
διάλυση των πόλεων ως θεσμικών αυτοδιοικούμενων μονάδων. Ένα μέρος
αυτής της κατάληξης οφείλεται στην ανάληψη περισσότερων αρμοδιοτήτων
από το ίδιο το κράτος, (κυρίως της φορολογίας), αλλά και της κατάσχεσης των
εισοδημάτων των πόλεων από τις περιφέρειές τους (territoria), υπέρ του
Έφη Ράγια 2
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

κράτους. Ένα άλλο οφείλεται στην απορροή των πλουσιότερων γαιοκτημόνων


των επαρχιών προς την Κωνσταντινούπολη και τη λεγόμενη «συγκλητική τάξη».
Ως τα τέλη του 6ου αι. τα βουλευτικά σώματα φαίνεται πως δεν έχουν
αρμοδιότητες και καθ’ όλη την πρωτοβυζαντινή εποχή δεν αναφέρεται σε καμία
πηγή παράδειγμα συνεδρίασης βουλευτικού σώματος.
- Η κρίση του 3ου αι. δημιουργεί αλληλένδετα φαινόμενα σε πολλές πτυχές της
οικονομίας. Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που εμφανίστηκαν ήταν αυτό
της έλλειψης των εργατικών χεριών. Έτσι, η αυτοκρατορία λαμβάνει μέτρα τα
οποία προσδένουν τους επαγγελματίες στο επάγγελμά τους, κατά κύριο λόγο
τους αγρότες (coloni, coloni adscripticii, ήδη από το 332) και τους εργαζόμενους
σε βιοτεχνίες και συντεχνίες. Είναι αμφίβολο ωστόσο κατά πόσο και σε ποιες
περιοχές ίσχυσαν αυτοί οι νόμοι, με αποτέλεσμα να ανιχνεύεται στη νομοθεσία
η χαλάρωση των περιορισμών προς μία αντίθετη κατεύθυνση, αυτή της
προστασίας των καλλιεργητών και της παροχής κινήτρων ώστε να παραμένουν
στον τόπο, όπου εργάζονται, κατά κύριο λόγο παρέχοντας στους καλλιεργητές
δικαιώματα επί της γης που καλλιεργούν μετά από συγκεκριμένο χρονικό
διάστημα απασχόλησής τους σε αυτά.
- Η Κωδικοποίηση των νόμων του Ιουστινιανού Α΄ αποτελεί ένα γιγάντιο βήμα
προς την δημιουργία ενός κράτους δικαίου. Η μεγάλη καινοτομία είναι ότι ο
Κώδικας με τα τρία μέρη του καθίσταται πλέον η μοναδική πηγή δικαίου για την
απονομή της δικαιοσύνης, το οποίο εξασφαλίζει την ισονομία για τους
υπηκόους της αυτοκρατορίας. Ωστόσο, κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή η
δικαιοσύνη είναι εκ του ρωμαϊκού παρελθόντος της συνυφασμένη με την
διοικητική αρμοδιότητα. Κάθε αξιωματούχος έχει διαιτητική-δικαστική
αρμοδιότητα στη σφαίρα της εξουσίας του, γεγονός που δημιουργεί
προβλήματα στην απονομή δικαιοσύνης μέχρι την δημιουργία των νέων ειδικών
δικαστηρίων στην μεσοβυζαντινή εποχή, από τα οποία προέρχονται οι δικαστές
(κριτές) που απονέμουν δικαιοσύνη σε όλα τα επίπεδα τόσο στην
Κωνσταντινούπολη όσο και στις επαρχίες.
- Η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είναι ένα κράτος συμπαγές, με συνέχεια
διοικητική και θεσμική. Ως εκ τούτου δεν κλονίζεται σε αυτή την περίοδο ούτε
από τις εσωτερικές, ούτε από τις εξωτερικές προκλήσεις. Παρόλα αυτά, οι
βαλκανικές επαρχίες μέχρι την Πελοπόννησο υποφέρουν ιδιαιτέρως εξαιτίας
της διείσδυσης των γοτθικών φύλων και άλλων εχθρών (Ούννων, Βουλγάρων,
Σλάβων, Αβάρων κ.α.), σε σημείο που συνολικά να γνωρίσουν μικρές μόνο
περιόδους ειρήνης μέσα σε αυτούς τους τρεις πρώτους αιώνες. Σε αντίθεση, οι
Έφη Ράγια 3
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

μικρασιατικές επαρχίες ζουν παρατεταμένη ειρήνη και ευημερούν, που εξηγεί το


γεγονός ότι στη μεσοβυζαντινή εποχή η Μικρά Ασία κατά κύριο λόγο αποτέλεσε
την πηγή της ισχύος της αυτοκρατορίας.

Αυτοκράτορες της Ανατολικής και της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας

Κωνσταντίνος Α΄ ο Μέγας, 306-337, μονοκρατορία 324-337

Στην Ανατολή Στη Δύση


Κωνστάντιος Β΄1, 337-361, στην Ανατολή. Κωνσταντίνος Β΄, 337-340, σε Γαλατία,
Βρετανία και Ισπανία
Κώνστας Α΄, 337-340 σε Ιλλυρικό, Ιταλία
και Αφρική, 340-350 σε ολόκληρη τη
Δύση.
Ιουλιανός, 361-363
Ιοβιανός, 363-364
Βάλης, 364-378 Βαλεντινιανός Α΄, 364-375
Γρατιανός, 375-383
Βαλεντινιανός Β΄, 375-392
Θεοδόσιος Α΄, 379-395
Αρκάδιος2, 395-408 Ονώριος, 395-423
Θεοδόσιος Β΄, 408-450 Βαλεντινιανός Γ΄, 425-455
Μαρκιανός, 450-457 Άβιτος3, 455-456

1 Ο Κωνσταντίνος Α΄ κατά το θάνατό του διαίρεσε την αυτοκρατορία σε τρία τμήματα για τους
τρεις γιους του, Κωνστάντιο, Κώνστα Α΄ και Κωνσταντίνο Β΄. Ο Κωνστάντιος ήταν αυτός που
ουσιαστικά κέρδισε από τη διαμάχη των δύο άλλων αδελφών του, αφού μετά το θάνατο του
Κώνστα Α΄ η αυτοκρατορία ενώθηκε υπό τις διαταγές ενός και μόνου αυτοκράτορα που έδρευε
στην Κωνσταντινούπολη, διευθέτηση που θα ισχύσει μέχρι το 364.
2 Ο θάνατος του Θεοδοσίου Α΄ το 395 σηματοδοτεί την υπεροχή της Ανατολής έναντι της Δύσης,

αφού για πρώτη φορά στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ανεβαίνει ο πρεσβύτερος γιος του
αυτοκράτορα, Αρκάδιος, σε αντίθεση με την πρακτική που ακολουθούνταν μέχρι τότε. Ο
νεότερος, Ονώριος, στέλνεται ως αυτοκράτορας στην Ιταλία, όπου ως το 455 βασιλεύουν οι
απόγονοι του Θεοδοσίου Α΄. Μολονότι οι αυτοκράτορες είναι δύο, η αυτοκρατορία είναι ενιαία,
και οι νόμοι δημοσιεύονται στο όνομα και των δύο αυτοκρατόρων και έχουν ισχύ σε ολόκληρη
την επικράτεια. Η διευθέτηση αυτή ισχύει μέχρι την κατάλυση του δυτικού Ρωμαϊκού κράτους
το 476.
3 Μετά το θάνατο του Βαλεντινιανού Γ΄, τελευταίου απογόνου του Θεοδοσίου Α΄ στη Δύση,

ακολουθεί πολιτική αστάθεια στην Ιταλία. Η σύγκλητος της Ρώμης, οι διαφορετικές ομάδες
πίεσης στην Ιταλία, και η Κωνσταντινούπολη θέτουν τις δικές τους ξεχωριστές διεκδικήσεις στο
θρόνο της Ιταλίας και οι αυτοκράτορες αδυνατούν να δώσουν λύση στα εσωτερικά και
εξωτερικά προβλήματα της επικράτειάς τους. Τελικά, το 476, την εξουσία θα καταλάβει ο
Οδόακρος, ο γοτθικής καταγωγής αρχηγός του στρατού της Ιταλίας, ο οποίος δολοφονείται το
493 από τον Θευδέριχο τον Αμαλό, επίσης γοτθικής (Οστρογοτθικής) καταγωγής. Υπό την
Έφη Ράγια 4
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Λέων Α΄, 457-474 Μαϊορανός, 457-461


Ζήνων, 474-491 Λίβιος Σεβήρος, 461-465
Ανθέμιος, 467-472
Ολύβριος, 472
Γλυκέριος, 473-474
Ιούλιος Νέπως, 474-475
Ρωμύλος Αύγουστος ή Αυγουστύλος, 475-
476

Αυτοκράτορες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας


Αναστάσιος Α΄, 491-518
Ιουστίνος Α΄, 518-527
Ιουστινιανός Α΄, 527-565
Ιουστίνος Β΄, 565-578
Τιβέριος Α΄, 578-582
Μαυρίκιος, 582-602
Φωκάς, 602-610

ηγεσία του η Ιταλία θα ζήσει επιτέλους μία περίοδο ηρεμίας και ευημερίας, αλλά η δυναστική
αστάθεια που θα προκύψει με το θάνατό του (526) θα δώσει στον Ιουστινιανό Α΄ το πρόσχημα
για την κατάκτηση της Ιταλίας από το Βυζάντιο.
Έφη Ράγια 5
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Β. Μεσοβυζαντινή εποχή, 610 -1204

Βασικές παράμετροι της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης της μέσης βυζαντινής
περιόδου
- Η μέση βυζαντινή περίοδος χωρίζεται σε δύο υποπεριόδους, 610-867 και 867-
1204. Εντός της πρώτης διακρίνουμε την περίοδο της Εικονομαχίας (726-787,
815-843), και την περίοδο των Κομνηνών, η οποία ξεκινά το 1081, εντός της
δεύτερης. Ο διαχωρισμός είναι συμβατικός και ανταποκρίνεται στα γεγονότα
παρά στην εσωτερική κοινωνική εξέλιξη, που γνωρίζει μεγάλες διακυμάνσεις.
Έτσι, το 610 ανεβαίνει στο θρόνο ο Ηράκλειος, ο οποίος ιδρύει την πρώτη
δυναστεία που βασίζεται στην κληρονομικότητα, και το 867 ο Βασιλειος Α΄ θα
ιδρύσει την μεγάλη δυναστεία των Μακεδόνων. Στο πεδίο της κοινωνίας όμως
συνεχίζει το ρωμαϊκό σύστημα και οι βαθιές αλλαγές σημειώνονται μόλις στον
8ο αι. (δυναστεία των Ισαύρων), που είναι κακώς καταγεγραμμένος, ενώ η
άνοδος του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού το 1081 σηματοδοτεί ξεκάθαρα ρήξη με τις
πολιτικές του παρελθόντος –και για το λόγο αυτό κάποιοι ερευνητές
τοποθετούν στο 1081 την έναρξη της ύστερης βυζαντινής περιόδου.
- Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, στα μέσα του 7ου αι., το Βυζάντιο χάνει όλες τις
ανατολικές επαρχίες (Μεσοποταμία, Συρία-Παλαιστίνη, Αίγυπτο) από τους
Άραβες. Η βίαιη αυτή αλλαγή πιθανώς πυροδότησε εξελίξεις, οι οποίες είναι
δύσκολο να εκτιμηθούν, υπολογίζεται όμως ότι χάθηκαν περίπου τα 3/4 του
συνολικού εισοδήματος της αυτοκρατορίας. Σε συνδυασμό με την ήδη
προϋπάρχουσα τάση της συγκεντροποίησης των εξουσιών, του καλύτερου
ελέγχου από τον ίδιο τον αυτοκράτορα, της ανάγκης για μέγιστη εκμετάλλευση
των πόρων, γίνεται κατανοητό για ποιο λόγο το Βυζάντιο του 9ου αι. είναι πλέον
εντελώς διαφορετικό από τον πρωτοβυζαντινό, ρωμαϊκό του πρόδρομο.
- Μολονότι την εποχή αυτή υπάρχει ένα κομμάτι της διοίκησης που είναι
αποκλειστικά «πολιτικό» και ασχολείται με τα οικονομικά, τη δικαιοσύνη και
την εξωτερική πολιτική, στις επαρχίες σημειώνεται η συγκέντρωση πολιτικών
και στρατιωτικών αρμοδιοτήτων στα χέρια των στρατηγών των θεμάτων. Τα
θέματα, ως νέες διοικητικές περιφέρειες με στρατιωτικό χαρακτήρα
αντικαθιστούν το παλαιότερο, ρωμαϊκό διοικητικό σύστημα, το οποίο
εξαφανίζεται (μέσα του 8ου αι.). Κάθε θέμα αντιστοιχεί σε ένα στράτευμα το
οποίο προέρχεται, δηλαδή στρατολογείται, από γαιοκτήμονες της
συγκεκριμένης επαρχίας.
Έφη Ράγια 6
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

- Ήδη από τον ορισμό του θέματος διαφαίνεται η προτίμηση των επιστημόνων να
αναγνωρίζουν στην πρώτη μεσοβυζαντινή περίοδο (610-867) την κυριαρχία της
μικρομεσαίας ελεύθερης γαιοκτησίας. Η άποψη αυτή αποτελεί στην
πραγματικότητα απλούστευση, καθώς ανιχνεύονται στις πηγές εξίσου εύκολα
μαρτυρίες για τη μεγάλη ιδιοκτησία. Ωστόσο την περίοδο αυτή φαίνεται πως
δεν υπάρχουν πια οι γεωργοί, οι προσδεδεμένοι με τη γη που καλλιεργούν
(κολωνοί), και ότι στις σχέσεις εκμετάλλευσης της γης κυριαρχούν, εκτός από
την ελεύθερη ιδιοκτησία (μικρή και μεγάλη), δύο είδη νομικών σχέσεων, αυτό
της παροικίας και της ενοικίασης. Στις αφηγηματικές και ιδιαιτέρως στις νομικές
πηγές από τον 10ο αι. ανιχνεύεται ο λεγόμενος στη σύγχρονη βιβλιογραφία
«ανταγωνισμός» του κράτους με τους μεγάλους γαιοκτήμονες και μέλη της
αριστοκρατίας του Βυζαντίου για τον έλεγχο της γης, της παραγωγής και του
εργατικού δυναμικού. Στη διαμάχη των δυνατών με το κράτος για τους πένητες
εντάχθηκαν επίσημα από τη νομοθεσία στην πρώτη κατηγορία όλοι οι
πολιτικοί, στρατιωτικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι και τα μοναστήρια,
και στη δεύτερη, κάπως ασαφώς, μικροί, μέσοι ιδιοκτήτες γης και στρατιώτες
των θεμάτων κατά περίπτωση.
- Στη μέση βυζαντινή εποχή η ιεραρχία που διέπει το σύστημα διακυβέρνησης
μετατρέπεται από το αριστοκρατικό, συγκλητικό σύστημα της πρώιμης
βυζαντινής εποχής στο αυλικό, αυτοκρατορικό σύστημα που είναι γνωστό από
τα τέσσερα σωζόμενα τακτικά πρωτοκαθεδρίας. Από τα τέλη του 7ου αι. και με
αυξανόμενο ρυθμό ως τα τέλη του 8ου αι. οι περισσότεροι τίτλοι προέρχονται
από τις παλαιότερες ανακτορικές φρουρές (πρωτοσπαθαρίου, κανδιδάτου,
στράτορος κλπ), ενώ υψηλότερα στην ιεραρχία διατηρούνται οι μάγιστροι, οι
πατρίκιοι, και στη συνέχεια και οι ανθύπατοι (9ος αι.). Το σύστημα αυτό, με
μικρές αλλαγές τον 10ο αι., διατηρείται ως το 1081, οπότε ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός
καινοτόμησε αποδίδοντας τις υψηλότερες ιεραρχικές θέσεις σε κοντινούς
συγγενείς, δημιουργώντας έτσι μία νέα ιεραρχία με βάση τον τίτλο του
σεβαστού. Η νέα ιεραρχία των Κομνηνών επιβιώνει ως το τέλος της
αυτοκρατορίας.
- Η διαχείριση του εισοδήματος από το κράτος είναι ευέλικτη. Μία από τις μορφές
αυτής της ευελιξίας αποτελεί η πρόνοια, που συνίσταται στην παραχώρηση
φορολογικών εισοδημάτων σε ιδιώτες ως μέρος της αμοιβής τους. Σπάνιο και
ιδιαίτερα προνομιακό σύστημα αρχικά, από το β΄ ήμισυ του 11ου αι. διευρύνεται
η χρήση του και ανιχνεύεται με ευκολία στα μοναστηριακά αρχεία, ενώ επί
Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180) φαίνεται πως επεκτείνεται στη
Έφη Ράγια 7
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

χρηματοδότηση του στρατού. Η λειτουργία της πρόνοιας, η οικονομική της


διάσταση και οι νομικές παράμετροι που τη διέπουν είναι πολύ καλά γνωστές
πλέον από τα μοναστηριακά αρχεία, ιδιαιτέρως της ύστερης βυζαντινής
περιόδου.

Αυτοκράτορες του μέσου Βυζαντίου

Δυναστεία του Ηρακλείου


Ηράκλειος Α΄, 610-641
Κωνσταντίνος Γ΄, Φεβρουάριος-Μάιος 641
Κώνστας Β΄, 641-668
Κωνσταντίνος Δ΄, 668-685
Ιουστινιανός Β΄, 685-695

Η εποχή της εσωτερικής «αναρχίας»4


Λεόντιος, 695-698
Τιβέριος Γ΄-Αψίμαρος, 698-705
Ιουστινιανός Β΄, 705-711
Φιλιππικός-Βαρδάνης, 711-713
Αναστάσιος Β΄-Αρτέμιος, 713-715
Θεοδόσιος Γ΄, 715-717

Δυναστεία των Ισαύρων (ή Συριακή δυναστεία)


Λέων Γ΄5, 717-741
Κωνσταντίνος Ε΄, 741-775
Λέων Δ΄, 775-780
Κωνσταντίνος Στ΄, 780-797 (με τη συμβασιλεία της μητέρας του Ειρήνης κατά
διαστήματα)
Ειρήνη βασιλεύς, 797-802
Νικηφόρος Α΄, 802-811
Σταυράκιος, Ιούλιος-Οκτώβριος 811
Μιχαήλ Α΄ ο Ραγκαβές6, 811-813

4 Εκτός από τον Ιουστινιανό Β΄, που κατάφερε να ανακτήσει το θρόνο του το 705, οι
αυτοκράτορες της περιόδου δεν έχουν σχέσεις με την δυναστεία του Ηρακλείου, και
αναδεικνύονται είτε από τη σύγκλητο, είτε από τον στρατό, είτε κατόπιν ταραχών.
5 Ο Λέων Γ΄ αναδείχθηκε επί Ιουστινιανού Β΄ και ήταν στρατηγός του θέματος των Ανατολικών

όταν ανέβηκε στο θρόνο και αντιμετώπισε τη δεύτερη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από
τους Άραβες (717-718).
Έφη Ράγια 8
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Λέων Ε΄ ο Αρμένιος7, 813-820

Δυναστεία του Αμορίου


Μιχαήλ Β΄ ο Τραυλός, 820-829
Θεόφιλος, 829-842
Μιχαήλ Γ΄, 842-867 (με την επιτροπεία της μητέρας του Θεοδώρας ως το 856 και τη
συμβασιλεία του Βασιλείου Α΄ από το Μάιο 866)

Μακεδονική δυναστεία
Βασίλειος Α΄, 867-886
Λέων Στ΄ ο Σοφός, 886-912
Αλέξανδρος, 912-913
Κωνσταντίνος Ζ΄, 913-959
(η βασιλεία χωρίζεται σε τρεις υποπεριόδους, ανηλικότητας/αντιβασιλείας, 913-
920, 920-944, και μονοκρατορίας, 944/5-959)
Ρωμανός Α΄ Λακαπηνός, 920-944
Ρωμανός Β΄, 959-963
Νικηφόρος Β΄ Φωκάς, 963-969
Ιωάννης Α΄ Τζιμισκής, 969-976
Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, 976-1025 (με τη συμβασιλεία του Κωνσταντίνου Η΄)
Κωνσταντίνος Η΄, 1025-1028
Ρωμανός Γ΄ Αργυρός, 1028-1034
Μιχαήλ Δ΄ ο Παφλαγών, 1034-1041
Μιχαήλ Ε΄ ο Καλαφάτης, 1041-1042
Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος, 1042-1055
Θεοδώρα8, 1055-1056

6 Οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Α΄, Σταυράκιος και Μιχαήλ Α΄, συνδέονται εξ αγχιστείας με την
δυναστεία των Ισαύρων μέσω της αυτοκράτειρας Ειρήνης. Ο Σταυράκιος ήταν γιος του
Νικηφόρου Α΄ και ο Μιχαήλ Α΄ γαμπρός του.
7 Ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος είναι ο αυτοκράτορας που συνδέει τις δύο δυναστείες των Ισαύρων και

του Αμορίου, καθώς ήταν πνευματικός πατέρας (νονός) των παιδιών του Μιχαήλ Α΄ και αυτών
του Μιχαήλ Β΄. Η συγγένεια ωστόσο, που νοείται στο πλαίσιο του κοινωνικού και πολιτικού
συνδέσμου με στόχο την εδραίωση της εξουσίας, δεν τον εμπόδισε να εκθρονίσει τον Μιχαήλ Α΄,
όπως δεν εμπόδισε ούτε τον Μιχαήλ Β΄ να τον δολοφονήσει ανήμερα των Χριστουγέννων του
820 στο άδυτον του ναού του Φάρου, εντός των ανακτόρων.
8 Η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄, είναι ο τελευταίος απόγονος της

δυναστείας των Μακεδόνων, που τελειώνει με το θάνατό της. Ο επόμενος αυτοκράτορας,


Μιχαήλ Στ΄ Βρίγγας, προερχόταν από οικογένεια που είχε στηρίξει την Μακεδονική δυναστεία
τον 10ο αι., ενώ οι προηγούμενοι αυτοκράτορες μετά το 1028 (οι επίγονοι της δυναστείας)
εισήλθαν στη δυναστεία μέσω της διαδόχου του Κωνσταντίνου Η΄, αυτοκράτειρας Ζωής.
Έφη Ράγια 9
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Μιχαήλ Στ΄ Βρίγγας ο Στρατιωτικός, 1056-1057


Ισαάκιος Α΄ Κομνηνός, 1057-1059

Δυναστεία των Δουκών


Κωνσταντίνος Ι΄ Δούκας, 1059-1067
Ευδοκία, 1067-1068, ως επίτροπος του ανήλικου Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα
Ρωμανός Δ΄ Διογένης, 1068-1071
Μιχαήλ Ζ΄ Δούκας, 1071-1078
Νικηφόρος Βοτανειάτης, 1078-1081

Δυναστεία των Κομνηνών


Αλέξιος Α΄ Κομνηνός9, 1081-1118
Ιωάννης Β΄ Κομνηνός, 1118-1143
Μανουήλ Α΄ Κομνηνός, 1143-1180
Αλέξιος Β΄ Κομνηνός, 1180-1183
Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός, 1183-1185

Δυναστεία των Αγγέλων


Ισαάκιος Β΄ Άγγελος, 1185-1195
Αλέξιος Γ΄ Άγγελος, 1195-1203
Ισαάκιος Β΄ Άγγελος και Αλέξιος Δ΄ Άγγελος, 1203-1204
Αλέξιος Ε΄ Δούκας ο Μούρτζουφλος, Φεβρουάριος- Απρίλιος 1204

Ουσιαστικά ο πρώτος αυτοκράτορας που δεν έχει σχέση επιγαμίας με την δυναστεία είναι ο
Ισαάκιος Α΄ Κομνηνός, προερχόμενος από οικογένεια που είχε αναδείξει ο Βασίλειος Β΄.
9 Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός οφείλει την άνοδό του στις έξυπνες επιγαμίες που σύναψε η μητέρα του,

Άννα Δαλασσηνή, για τα παιδιά της, με τις ισχυρότερες οικογένειες της εποχής. Ο ίδιος ο Αλέξιος
είχε νυμφευθεί σε δεύτερο γάμο την Ειρήνη Δούκαινα, εγγονή του ισχυρού καίσαρα Ιωάννη
Δούκα, αδελφού του Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα, ενώ ανέβηκε στο θρόνο με την υπόσχεση να
τηρήσει τα δικαιώματα του ανήλικου γιου του Μιχαήλ Ζ΄, Κωνσταντίνου.
Έφη Ράγια 10
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Γ. Υστεροβυζαντινή εποχή, 1204 -1453

Βασικές παράμετροι της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης της ύστερης


βυζαντινής περιόδου

- Η εκτροπή της Δ΄ Σταυροφορίας προς την Κωνσταντινούπολη έληξε με την


άλωση της πρωτεύουσας από τους σταυροφόρους (Απρίλιος 1204) και την
εγκαθίδρυση λατινικής κυριαρχίας σε μεγάλα τμήματα του ζωτικού χώρου της
αυτοκρατορίας. Ενώ επαρχίες όπως η Μακεδονία και η Θράκη έζησαν το
διάλειμμα αυτό για μικρό χρονικό διάστημα, άλλες, όπως η Πελοπόννησος, η
Εύβοια, η Αττική και Βοιωτία, και πολλά νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, η
Κρήτη, αλλά και η Κύπρος ήδη από την προηγούμενη εποχή, παρέμειναν έκτοτε
και περίπου μέχρι την κατάκτηση από τους Τούρκους υπό την διοίκηση
λατινικών δυνάμεων (Φράγκων, Βενετών, Γενουατών κ.ά.), οι οποίοι
μεταφύτευσαν το δυτικό, φεουδαρχικό είδος διακυβέρνησης σε αυτές, έτσι
ώστε, ουσιαστικά, όταν αναφερόμαστε στο Βυζάντιο της ύστερης περιόδου, δεν
αναφερόμαστε σε αυτές τις ηγεμονίες.
- Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 είχε ως αποτέλεσμα τη διάσπαση της
πολιτικής ενότητας της αυτοκρατορίας και τη δημιουργία τριών κρατών, της
αυτοκρατορίας της Νίκαιας, της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, και του
Δεσποτάτου της Ηπείρου, που δημιουργήθηκαν από τους αρχικούς θύλακες
αντίστασης στους Λατίνους της Δ΄ Σταυροφορίας. Από τα τρία αυτά κράτη, η
αυτοκρατορία της Νίκαιας, εξαιτίας της εγγύτητας αλλά και της συνετής
διακυβέρνησης των δύο πρώτων αυτοκρατόρων, κατάφερε να επανακτήσει την
Κωνσταντινούπολη 57 έτη αργότερα, το 1261.
- Η ανάκτηση δεν σήμανε την επιστροφή σε παλαιότερες πολιτικές και η νέα
πραγματικότητα επέβαλε την αναθεώρηση πολλών παραμέτρων κυρίως σε
πολιτικό επίπεδο. Οι Λατίνοι αποτέλεσαν τους βασικούς εχθρούς, αν και οι
Παλαιολόγοι κατάφεραν να εκμεταλλευτούν έξυπνα τους ανταγωνισμούς
μεταξύ των διαφόρων Λατίνων κυριάρχων και ανταπαιτητών του βυζαντινού
θρόνου από τη Δύση. Ουσιαστικά, το 1204 κατέστρεψε διά παντός τις
δυνατότητες προσέγγισης του Βυζαντίου με τη Δύση, ενώ οι όποιες
συνεννοήσεις με τις δυτικές δυνάμεις περνούσαν μέσα από το φίλτρο της
εκκλησιαστικής ένωσης με τη Ρώμη, που πραγματοποιήθηκε δύο φορές, το
1274 (Ένωση της Λυών) και το 1439 (Ένωση της Φερράρας-Φλωρεντίας), παρά
Έφη Ράγια 11
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

τις έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίες φανερώνουν


αφενός τη δυσπιστία απέναντι στους Δυτικούς, αφετέρου την μετατροπή του
εκκλησιαστικού ζητήματος σε «εθνικό» ζήτημα που αφορούσε την διατήρηση
των ηθών, του πολιτισμού, και ενός ολόκληρου τρόπου ζωής που με πείσμα
διαφύλασσε η αυτοκρατορία σε αυξανόμενα αντίξοες συνθήκες.
- Η διακυβέρνηση την εποχή των Παλαιολόγων φέρει έντονα τα χαρακτηριστικά
της «φεουδαρχίας». Όσες φορές το Βυζάντιο πετυχαίνει μια κάποια πολιτική
ενοποίηση ή προσέγγιση, το πετυχαίνει αναγνωρίζοντας την κυριαρχία τοπικών
ηγεμόνων, τους οποίους ενσωματώνει στην ιεραρχία του. Η «φεουδαρχία» στο
Βυζάντιο δεν είναι μία εκ των έσω αναμενόμενη εξέλιξη, αλλά αποτελεί
επιβεβλημένη πολιτική επιλογή εξαιτίας των συνθηκών, δηλαδή εξαιτίας του
πολιτικού κατακερματισμού του ζωτικού χώρου της αυτοκρατορίας. Έτσι
εξηγείται τόσο η αναγνώριση των ηγεμόνων στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία και η
ενσωμάτωσή τους στη βυζαντινή ιεραρχία, όσο και η τοποθέτηση ηγεμόνων σε
επαρχίες, με τις οποίες δεν υπάρχει πλέον εδαφική ενότητα, όπως το δεσποτάτο
του Μιστρά (αλλά και αργότερα η Αγχίαλος, η Μεσημβρία, η Θεσσαλονίκη και
άλλες μεμονωμένες πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης) μέχρι την τουρκική
κατάκτηση. Η διακυβέρνηση, η διοίκηση και η δικαιοσύνη προσαρμόζονται
ακολούθως σε αυτό το μοντέλο, με δύο βασικά χαρακτηριστικά: αφενός οι
τοπικοί άρχοντες και ηγεμόνες είναι ουσιαστικά αυτόνομοι και ασκούν πολιτική
σε όλα τα επίπεδα με στόχο την προστασία των περιφερειών τους από τους
εξωτερικούς εχθρούς, αφετέρου με αυξανόμενο ρυθμό εμπλέκονται στην
απονομή της δικαιοσύνης οι τοπικοί ιεράρχες, παρά το γεγονός ότι η
Κωνσταντινούπολη διατηρεί ζηλότυπα τα δικαιώματά της με την αποστολή των
καθολικών κριτών για τη διευθέτηση των διαφορών.
- Η κοινωνική εξέλιξη εκτός Κωνσταντινούπολης επίσης καθορίζεται κατά ένα
μεγάλο μέρος από τα γεγονότα και την διάσπαση της πολιτικής ενότητας του
χώρου της αυτοκρατορίας. Τα φαινόμενα που αναπτύσσονται εντοπίζονται με
μεγάλη ευκολία τόσο στις αφηγηματικές πηγές όσο και στα μοναστηριακά
αρχεία και αφορούν κυρίως την ανάπτυξη μιας «αστικής τάξης» στις πόλεις του
Βυζαντίου και την διεύρυνση της εφαρμογής του συστήματος της πρόνοιας στην
ύπαιθρο. Τα αστικά στρώματα εμφανίζονται να διατηρούν σημαντικό ρόλο στη
λήψη αποφάσεων σε συνεργασία με τους αυτοκρατορικούς εκπροσώπους της
κεντρικής εξουσίας (μερικές φορές και σε σύγκρουση με αυτούς) αναφορικά με
την ασφάλεια και υπεράσπιση των πόλεων, ενώ ανιχνεύονται οι εκτεταμένες
κατά περίπτωση οικονομικές δραστηριότητές τους. Η σχεδόν καθολική
Έφη Ράγια 12
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

εφαρμογή της πρόνοιας, της παραχώρησης των φορολογικών υποχρεώσεων


αγροτικών εκμεταλλεύσεων σε λειτουργούς του κράτους (κυρίως σε
στρατιώτες), αλλά και σε μοναστήρια και μέλη της αριστοκρατίας, όπως
φαίνεται μέσα από τα μοναστηριακά αρχεία, οδήγησε στη διατύπωση της
θεωρίας ότι στο ύστερο Βυζάντιο κυριαρχεί η μεγάλη ιδιοκτησία στην ύπαιθρο
και η συντριπτική πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού κατατάσσεται στην
κατηγορία των παροίκων.

Αυτοκράτορες και δεσπότες του ύστερου Βυζαντίου

Δυναστεία των Δεσποτάτο της Ηπείρου10, Αυτοκρατορία


Λασκαριδών δυναστεία Κομνηνών Τραπεζούντας, δυναστεία
Δουκών Μεγάλων Κομνηνών
Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης, Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Αλέξιος Α΄, Μέγας
1204-1221 (στέψη 1208)11 Δούκας Άγγελος, 1205- Κομνηνός, 1204-122212
1214
Ιωάννης Γ΄ Δούκας Θεόδωρος Κομνηνός Ανδρόνικος Α΄ Γίδος, 1222-
Βατάτζης, 1221-1254 Δούκας Άγγελος, 1214- 123513
1230, αυτοκράτωρ Ιωάννης Α΄ Μέγας

10 Η ηγεμονία της Ηπείρου αποκαλείται συμβατικά «Δεσποτάτο» επειδή οι ηγεμόνες της έφεραν
τον τίτλο του δεσπότη, ο οποίος απονεμόταν και αναγνωριζόταν από την ανώτερη αρχή της
Κωνσταντινούπολης, αν και εφόσον οι ηγεμόνες διατηρούσαν καλές σχέσεις με τους
αυτοκράτορες. Για πρώτη φορά ο τίτλος απονεμήθηκε στον Μιχαήλ Β΄ Άγγελο από τον βασιλέα
της Θεσσαλονίκης, Μανουήλ Δούκα Άγγελο. Το 1248 ο Μιχαήλ Β΄ εξαναγκάστηκε να
αναγνωρίσει την επικυριαρχία του βασιλέα της Νίκαιας, Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη, νέου κυρίαρχου της
Θεσσαλονίκης, ο οποίος επίσης του απένειμε τον τίτλο του δεσπότη. Οι ίδιοι οι Βυζαντινοί δεν
χρησιμοποιούσαν τον όρο «δεσποτάτο» για την ηγεμονία της Ηπείρου, εφόσον ο τίτλος του
δεσπότη ανήκει στην παλατινή ιεραρχία και αποδιδόταν στους άρρενες απογόνους του
αυτοκράτορα (δεν αντιστοιχεί λοιπόν σε περιφέρεια).
11 Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης ήταν γαμπρός του Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου, σύζυγος της τριτότοκης

κόρης του, Άννας. Την εποχή που προσέφυγε στη Μικρά Ασία έφερε τον τίτλο του δεσπότη, αλλά
δυσκολεύτηκε πολύ να επιβάλει την εξουσία του στους κατοίκους και να γίνει αποδεκτός.
12 Ο Αλέξιος Κομνηνός και ο αδελφός του Δαβίδ ήταν εγγονοί του τελευταίου Κομνηνού

αυτοκράτορα, Ανδρονίκου Α΄ Κομνηνού, ως εκ τούτου εξ αρρενογονίας απόγονοι του ιδρυτή της


δυναστείας Αλεξίου Α΄ Κομνηνού, για το λόγο αυτό φέρουν την επωνυμία Μεγάλοι Κομνηνοί. Το
1204 πριν ακόμα γίνει γνωστή η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους,
κατέλαβαν την Τραπεζούντα με στρατιωτική βοήθεια που τους παρείχε η εκ μητρός θεία τους
και βασίλισσα της Γεωργίας, Θάμαρ. Σκοπός τους πιθανολογείται πως δεν ήταν η αυτονόμηση
της περιοχής του Πόντου, αλλά η ανάκτηση του θρόνου της Κωνσταντινούπολης, ωστόσο τους
πρόλαβαν τα γεγονότα. Στη θέση στην οποία βρισκόταν η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας
πολέμησε τόσο εναντίον των Τούρκων αλλά και εναντίον της αυτοκρατορίας της Νίκαιας και
πολύ αργά συμβιβάστηκε με την Κωνσταντινούπολη.
13 Ο Ανδρόνικος Γίδος πιθανώς ταυτίζεται με τον ομώνυμό του στρατηγό που υπηρετούσε τον

Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρη στη Νίκαια. Το επίθετο φαίνεται πως είναι λατινικής προέλευσης και ο
Ανδρόνικος ήταν γαμπρός του Αλεξίου Α΄ Μεγάλου Κομνηνού.
Έφη Ράγια 13
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Θεσσαλονίκης, 1224-1230 Κομνηνός ο Αξούχος, 1235-


1238
Θεοδώρος Β΄ Λάσκαρης, Μιχαήλ Β΄ Άγγελος, Μανουήλ Α΄ Μέγας
1254-1258 δεσπότης, 1230-1271 Κομνηνός, 1238-1263
Ιωάννης Δ΄ Δούκας, 1258-
1261
Δυναστεία των
Παλαιολόγων
Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, Νικηφόρος Α΄ Άγγελος, Ανδρόνικος Β΄ Κομνηνός,
1259-128214 δεσπότης, 1271-1297 1263-1266

Γεώργιος Κομνηνός, 1266-


1280
Ιωάννης Β΄ Μέγας
Κομνηνός, 1280-1284,
1285-1297
Ανδρόνικος Β΄ Θεοδώρα Μεγάλη Κομνηνή,
Παλαιολόγος, 1282-1328 1284-128515
Με τη συμβασιλεία του
Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγου,
1295-1320
Θωμάς Α΄ Άγγελος,
δεσπότης, 1297-1318

14 Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος αναδείχθηκε μετά από ένα αιματηρό πραξικόπημα το 1258 για να
διοριστεί αρχικά επίτροπος του ανήλικου Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρη με διαφορετικούς τίτλους. Το
1259 στέφθηκε αυτοκράτορας και λίγο καιρό αργότερα, το 1261, ανέκτησε την
Κωνσταντινούπολη. Τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους τύφλωσε και εκθρόνισε τον νόμιμο
διάδοχο του θρόνου, Ιωάννη Δ΄, εγκαθιδρύοντας τη δική του δυναστεία, η οποία έμελλε να είναι
η μακροβιότερη στη Βυζαντινή ιστορία.
15 Η Θεοδώρα ήταν κόρη του Μανουήλ Α΄ Μεγάλου Κομνηνού. Με βοήθεια από τη Γεωργία

ανέτρεψε τον αδελφό της και βασίλευσε για σύντομο χρονικό διάστημα.
Έφη Ράγια 14
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Δυναστεία των Ορσίνι


Νικόλαος Ορσίνι16, 1318- Αλέξιος Β΄ Μέγας Κομνηνός,
1323 1297-133017
Ανδρόνικος Γ΄ Ιωάννης Ορσίνι, δεσπότης, Ανδρόνικος Γ΄ Μέγας
Παλαιολόγος, 1328-1341 1323-1335 Κομνηνός, 1330-1332
Μανουήλ Β΄ Μέγας
Κομνηνός, Ιαν. – Σεπτ. 1332
Νικηφόρος Β΄ Ορσίνι, 1335- Βασίλειος Μέγας Κομνηνός,
1337 1332-1340
Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος, Υπό την κυριαρχία της Ειρήνη Παλαιολογίνα,
1341-1376 Κωνσταντινούπολης, 1337- Απρ.1340 - Ιούλ. 1341
Με τη συμβασιλεία του 1348
Ιωάννη Στ΄
Καντακουζηνού, 1347-
135518
Άννα Αναχουτλού, Ιουλ.
1341 - Σεπτ. 1342

Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός,


1344-1349

16 Ο Νικόλαος Ορσίνι ήταν ανεψιός του Θωμά Αγγέλου και ηγεμόνας Κεφαλληνίας από το 1317.
Γιος του κόμητα Κεφαλληνίας Ιωάννη Α΄ Ορσίνι, ο Νικόλαος είλκε την καταγωγή από τους
ηγεμόνες της Ηπείρου αλλά και από τη δυναστεία των Παλαιολόγων μέσω της μητέρας του,
Μαρίας. Οι Ορσίνι ήταν υποτελείς των Ανδεγαυών, ως εκ τούτου εχθροί των Παλαιολόγων. Ο
Νικόλαος ενδιαφέρθηκε πολύ περισσότερο για την ηγεμονία της Ηπείρου, και ακολούθως
δολοφόνησε το θείο του, Θωμά και νυμφεύθηκε τη χήρα του, Άννα Παλαιολογίνα, κόρη του
Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγου.
17 Η περίοδος που ακολουθεί το θάνατο του Αλεξίου Β΄ είναι μία περίοδος εσωτερικής αστάθειας

που χαρακτηρίζεται από συνωμοσίες, δολοφονίες ηγεμόνων και εξεγέρσεις μέχρι το 1349, οπότε
ο Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός παραιτήθηκε προς όφελος του Αλεξίου Γ΄, γιου του Βασιλείου
Μεγάλου Κομνηνού.
18 Ο επιστήθιος φίλος του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου ανήκε σε μία πολιτική γενιά που στόχευε

στην ανάληψη πολυμέτωπης δράσης εναντίον των εχθρών της αυτοκρατορίας. Ο Ιωάννης
Καντακουζηνός θεωρείται εν πολλοίς ο αρχιτέκτονας της ανάτασης της αυτοκρατορίας κατά τη
βασιλεία του Ανδρονίκου Γ΄, αλλά συγκέντρωνε την εχθρότητα της αυλής και του λαού ως
εκπρόσωπος της βαθύπλουτης αριστοκρατίας του Βυζαντίου. Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε
για την εξουδετέρωσή του μεταξύ 1341 και 1347 είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια όλων των
εδαφικών προσαρτήσεων της προηγούμενης περιόδου και την εξάπλωση της Σερβίας στις
επαρχίες του ελληνικού κορμού, ενώ η παρουσία των Τούρκων έγινε μόνιμη, ιδιαίτερα μετά τον
σεισμό της Καλλίπολης (1354) και την δημιουργία προγεφυρωμάτων στην χερσόνησο. Ωστόσο,
το χειρότερο ίσως αποτέλεσμα της περίεργης κατάστασης που δημιουργήθηκε με την νίκη του
Ιωάννη Καντακουζηνού στον εμφύλιο πόλεμο ήταν ότι όλοι οι γόνοι του βασιλικού οίκου
μάχονταν για τα δικαιώματά τους στο θρόνο, με αποτέλεσμα οι εμφύλιες αντιπαραθέσεις να
παραταθούν μέχρι το 1391, ενώ οι πραγματικοί ρυθμιστές της πολιτικής ζωής στο Βυζάντιο
έγιναν οι Οθωμανοί, που υποστήριζαν τον έναν ή τον άλλο διεκδικητή.
Έφη Ράγια 15
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Υπό την κυριαρχία των


Νεμανιδών (Nemanjić) της
Σερβίας
Νικηφόρος Β΄ Ορσίνι, 1356- Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός,
1359, δεσπότης από το 1349-1390
134719
Συμεών Ούρεσης
Παλαιολόγος, δεσπότης
από το 1348, αυτοκράτωρ
Σέρβων και Ρωμαίων,
1359-136620
Ανδρόνικος Δ΄ Θωμάς Β΄ Κομνηνός
Παλαιολόγος, 1376-1379 Παλαιολόγος ο
Αλβανοκτόνος, 1366-1384
Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος, Μαρία Αγγελίνα Δούκαινα
1379-1391 Παλαιολογίνα, βασίλισσα,
1384-138521
Υπό τους Buondelmonti
Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, Ησαύ Μπουοντελμόντι, Μανουήλ Γ΄ Μέγας
1391-1425 δεσπότης, 1385-1411 Κομνηνός, 1390-1417
Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος, Γεώργιος Μπουοντελμόντι, Αλέξιος Δ΄ Μέγας Κομνηνός,

19 Υπό την ηγεσία του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου και του Ιωάννη Καντακουζηνού το Βυζάντιο
επεκτείνεται στα παλαιά εδάφη των ελληνικών επαρχιών. Το 1336 εξαιτίας της ανηλικότητας
του Νικηφόρου Β΄ ο βυζαντινός στρατός εισβάλλει στο δεσποτάτο της Ηπείρου, και λίγο καιρό
αργότερα, παρά τις προσπάθειες των υποστηρικτών του, ο Νικηφόρος αναγκάζεται να
προσχωρήσει στην αυτοκρατορική παράταξη και να παντρευτεί την κόρη του Ιωάννη
Καντακουζηνού, Μαρία. Το 1347, όταν ο Καντακουζηνός κέρδισε τον εμφύλιο πόλεμο, έχρισε τον
Νικηφόρο δεσπότη, ωστόσο η Ήπειρος τελούσε υπό σερβική κυριαρχία υπό τον Σέρβο
αυτοκράτορα Στέφανο Δουσάν. Στις επαρχίες της Ηπείρου την εξουσία τους είχαν εδραιώσει
Αλβανικές φατρίες, οι οποίες δύσκολα υποτάσσονταν. Ουσιαστικά, την εποχή αυτή, δεν υπάρχει
ενιαίο δεσποτάτο της Ηπείρου και οι δεσπότες κυβερνούν λίγα κάστρα με επίκεντρο τα
Ιωάννινα. Ο Νικηφόρος επέστρεψε στην Ήπειρο το 1355/6 εκμεταλλευόμενος τον θάνατο του
Στέφανου Δουσάν.
20 Στον Συμεών Ούρεση Παλαιολόγο απονεμήθηκε από τον ετεροθαλή αδελφό του, τσάρο

Στέφανο Δουσάν, ο τίτλος του δεσπότη το 1348, αλλά εκδιώχθηκε από τον Νικηφόρο Β΄ το 1356,
για να επανέλθει στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο τρία χρόνια αργότερα. Οι πολιτικές επιπλοκές
της εποχής γίνονται φανερές από την αναγνώριση των αλβανικών περιοχών (Άρτα,
Αγγελόκαστρο) από τον Συμεών, από την εγκατάσταση του ίδιου στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας
και από τον διορισμό του Θωμά Β΄ ως δεσπότη στα Ιωάννινα.
21 Οι σύζυγοι των δεσποτών της Ηπείρου φέρουν τον τίτλο της βασίλισσας. Η Μαρία, σύζυγος

του Θωμά Β΄, ήταν κόρη του Συμεών Ούρεση και της Θωμαΐδας, κόρης του Ιωάννη Β΄ Ορσίνι. Από
το γάμο της με τον Θωμά Β΄ η Μαρία απέκτησε μία κόρη και πιθανώς ένα γιο που πέθανε νωρίς.
Σε δεύτερο γάμο η Μαρία παντρεύτηκε τον Ησαύ Μπουοντελμόντι. Ο Γεώργιος, που ακολουθεί
στην ηγεμονία των Ιωαννίνων, ήταν γιος του Ησαύ από τον πρώτο του γάμο.
Έφη Ράγια 16
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

1425-1448 1411 1417-1429


Υπό την δυναστεία Tocco
Κάρολος Τόκκο, δεσπότης,
1411-142922
Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Κάρολος Β΄ Τόκκο, 1429- Ιωάννης Δ΄ Μέγας
Παλαιολόγος ο Δραγάσης, 1448 Κομνηνός, 1429-1460
1449- 29 Μαΐου 1453
Λεονάρδος Γ΄ Τόκκο, 1448- Δαβίδ Μέγας Κομνηνός,
147923 1460-146124

22 Ο Κάρολος Τόκκο, ηγεμόνας Κεφαλληνίας και Ζακύνθου καταγόταν από τους Ορσίνι και τους
Μπουοντελμόντι. Γρήγορα έγινε ένας από τους βασικούς πολιτικούς παράγοντες της περιόδου
καθώς εξαιτίας της καταγωγής του ανέλαβε κατόπιν πρόσκλησης από τους ηπειρώτες ευγενείς
την ηγεμονία της Ηπείρου ενώ ο γάμος του με την κόρη του δούκα των Αθηνών Νέριο Ατσαγιόλι
θεμελίωνε τις διεκδικήσεις του επίσης στην Πελοπόννησο, όπου συγκρούστηκε με τους
Παλαιολόγους του δεσποτάτου του Μιστρά. Δεν απέκτησε νόμιμους άρρενες απογόνους και οι
διάδοχοί του στην Ήπειρο είναι απόγονοι του αδελφού του, Λεονάρδου Β΄ της Ζακύνθου.
23 Το 1430 οι Τούρκοι εκμεταλλεύτηκαν την αδυναμία του Καρόλου Β΄ να χειριστεί την

υπονόμευση της κυριαρχίας του από τους νόθους γιους του Καρόλου Α΄. Αν και ο ίδιος ο Κάρολος
Β΄ τους είχε καλέσει στην περιοχή, αυτοί εισήλθαν σε διαπραγματεύσεις με τους εχθρικούς προς
τη λατινική κυριαρχία των Τόκκο ευγενείς των Ιωαννίνων, και εισήλθαν στην πόλη στις 9
Οκτωβρίου. Ο Λεονάρδος Γ΄ συνέχισε να κυβερνά εγκαταλείποντας ένα-ένα τα φρούρια που
είχαν απομείνει στην κυριαρχία του καθώς τα καταλάμβαναν οι Τούρκοι. Το 1479 κατακτήθηκε
και το τελευταίο οχυρό των Τόκκο στην ηπειρωτική χώρα, η Βόνιτσα.
24 Ο Δαβίδ Μέγας Κομνηνός, τελευταίος αυτοκράτορας της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας

και τρίτος γιος του Αλεξίου Δ΄, παραδόθηκε μετά από πολιορκία της Τραπεζούντας από τις
δυνάμεις του Μωάμεθ Β΄ έχοντας λάβει την υπόσχεση ότι ο ίδιος και η οικογένειά του θα ζούσαν
ασφαλείς στη Θράκη. Μετά την παράδοση της πόλης ο Δαβίδ μεταφέρθηκε πραγματικά στην
Αδριανούπολη, αλλά εκτελέστηκε δύο χρόνια αργότερα στην Κωνσταντινούπολη καθώς φέρεται
να ενεπλάκη σε συνωμοσία εναντίον του Μωάμεθ Β΄. Εύστοχα σχολιάζεται στη βιβλιογραφία ότι
ο Δαβίδ Κομνηνός, εξ αρρενογονίας απόγονος του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού αποτελούσε εξαιρετικά
επικίνδυνο πόλο έλξης για τους αντιφρονούντες του καθεστώτος του Μωάμεθ Β΄.
Έφη Ράγια 17
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας

Επιλογή βιβλιογραφίας

M. Angold, Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από το 1025 εως το 1204. Μια πολιτική ιστορία,
μτφ. Ευαγγελία Καργιανιώτη, Αθήνα 19972.
M. Angold, A Byzantine Government in Exile. Government and Society under the Lascarids
of Nicaea (1204-1261), Oxford 1975.
The Cambridge Companion to the Age of Justinian, ed. M. Maas, Cambridge 2005.
J.-Cl. Cheynet et al., Ο βυζαντινός κόσμος τ. Β΄: η Βυζαντινή αυτοκρατορία (641-1204),
μτφ. Α. Καραστάθη, Αθήνα 2011.
Αι. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, τ. Α΄: 324-610, Θεσσαλονίκη 1993· τ. Β1: 610-
867, Αθήνα 1986· τ. Β2: 867-1081, Θεσσαλονίκη 19972· τ. Γ1: 1081-1204, Αθήνα 2001.
Ι. Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό κράτος, Θεσσαλονίκη 2001.
W. Miller, Τραπεζούντα. Η τελευταία ελληνική αυτοκρατορία της βυζαντινής εποχής,
1204-1461, μτφ. Σ. Μαυραντώνης, Ξ. Μαυραντώνη, Αθήνα 2002.
C. Morrisson et al., Ο βυζαντινός κόσμος τ. Α΄: Η ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (330-
641), μτφ. Α. Καραστάθη, Α. Μυλωνοπούλου, εισαγωγή Τ. Κιουσοπούλου, Αθήνα 20082.
D. Nicol, The Despotate of Epiros, Oxford 1957.
D. Nicol, The Despotate of Epiros, 1267-1479. A Contribution to the History of Greece in the
Middle Ages, Cambridge 1984 (D. Nicol, Το δεσποτάτο της Ηπείρου 1267-1479, εκδ.
Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1991).
D. Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου, 1261-1453, μτφ. Σ. Κομνηνός, Αθήνα 1996.
G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, μτφ. Ι. Παναγόπουλος, τ. 1, Αθήνα
1978· τ. 2, Αθήνα 1989· τ. 3, Αθήνα 1993.
Α. Σαββίδης, Ιστορία της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας
(1204-1461), 2η έκδοση με προσθήκες, Θεσσαλονίκη 2009.

You might also like