Professional Documents
Culture Documents
ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Βασικές παράμετροι της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης της πρώτης περιόδου
- Διαχωρισμός των πολιτικών από τις στρατιωτικές εξουσίες. Οι υπηρετούντες
την αυτοκρατορία έχουν πλέον είτε πολιτικές είτε στρατιωτικές αρμοδιότητες.
Σε ελάχιστες περιπτώσεις σημειώνεται παραβίαση αυτού του κανόνα σε
συγκεκριμένες επαρχίες. Στις περισσότερες επαρχίες ωστόσο οι διοικητές είναι
πολιτικοί και στο εξής ο στρατός της αυτοκρατορίας, ως επί το πλείστον
τοποθετημένος στα σύνορα, υπακούει στις διαταγές στρατιωτικών «καριέρας»,
τους μαγίστρους των στρατιωτών (magistri militum).
- Η οικονομική κρίση του 3ου αι. συντέλεσε ώστε μεγάλο μέρος των μισθών και
των αποζημιώσεων να παραδίδεται σε είδος στους υπηρετούντες το κράτος. Η
συλλογή φόρων σε είδος (annona) αντί για το νόμισμα και η αναδιανομή τους
ως μισθοί αποτελεί τη βασική παράμετρο, γύρω από την οποία οικοδομείται η
πολιτική-οικονομική διοίκηση κατά την πρώιμη περίοδο. Η σταθεροποίηση του
νομίσματος με τη νομισματική μεταρρύθμιση του Κωνσταντίνου Α΄ ωστόσο είχε
ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση της κυκλοφορίας του νομίσματος και την
σταδιακή αντικατάσταση των μισθών σε είδος από το νέο νόμισμα, εξέλιξη που
παρατηρείται ήδη από το β΄ ήμισυ του 4ου αι.
- Η συγκλητική τάξη διευρύνεται με την απονομή περισσότερων συγκλητικών
τίτλων στους πλούσιους γαιοκτήμονες των επαρχιών μετά την ίδρυση της
Κωνσταντινούπολης. Η σύγκλητος παραμένει ένα χωριστό σώμα, αλλά η
συγκλητική τάξη της αυτοκρατορίας γενικά είναι μία τάξη με μεγάλες
διακυμάνσεις αναφορικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της (προέλευση και
μέγεθος πλούτου, καταγωγή, μορφωτικό επίπεδο κλπ). Μετά τη μεγάλη
ανάπτυξη του 4ου αι., οι αυτοκράτορες παίρνουν μέτρα περιορισμού των
προνομίων της τάξης αυτής μόνο στους συγκλητικούς της Κωνσταντινούπολης.
- Η λεγόμενη «παρακμή» των πόλεων κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο
οφείλεται σε πολύπλοκες εσωτερικές εξελίξεις που έχουν ως αποτέλεσμα τη
διάλυση των πόλεων ως θεσμικών αυτοδιοικούμενων μονάδων. Ένα μέρος
αυτής της κατάληξης οφείλεται στην ανάληψη περισσότερων αρμοδιοτήτων
από το ίδιο το κράτος, (κυρίως της φορολογίας), αλλά και της κατάσχεσης των
εισοδημάτων των πόλεων από τις περιφέρειές τους (territoria), υπέρ του
Έφη Ράγια 2
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
1 Ο Κωνσταντίνος Α΄ κατά το θάνατό του διαίρεσε την αυτοκρατορία σε τρία τμήματα για τους
τρεις γιους του, Κωνστάντιο, Κώνστα Α΄ και Κωνσταντίνο Β΄. Ο Κωνστάντιος ήταν αυτός που
ουσιαστικά κέρδισε από τη διαμάχη των δύο άλλων αδελφών του, αφού μετά το θάνατο του
Κώνστα Α΄ η αυτοκρατορία ενώθηκε υπό τις διαταγές ενός και μόνου αυτοκράτορα που έδρευε
στην Κωνσταντινούπολη, διευθέτηση που θα ισχύσει μέχρι το 364.
2 Ο θάνατος του Θεοδοσίου Α΄ το 395 σηματοδοτεί την υπεροχή της Ανατολής έναντι της Δύσης,
αφού για πρώτη φορά στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ανεβαίνει ο πρεσβύτερος γιος του
αυτοκράτορα, Αρκάδιος, σε αντίθεση με την πρακτική που ακολουθούνταν μέχρι τότε. Ο
νεότερος, Ονώριος, στέλνεται ως αυτοκράτορας στην Ιταλία, όπου ως το 455 βασιλεύουν οι
απόγονοι του Θεοδοσίου Α΄. Μολονότι οι αυτοκράτορες είναι δύο, η αυτοκρατορία είναι ενιαία,
και οι νόμοι δημοσιεύονται στο όνομα και των δύο αυτοκρατόρων και έχουν ισχύ σε ολόκληρη
την επικράτεια. Η διευθέτηση αυτή ισχύει μέχρι την κατάλυση του δυτικού Ρωμαϊκού κράτους
το 476.
3 Μετά το θάνατο του Βαλεντινιανού Γ΄, τελευταίου απογόνου του Θεοδοσίου Α΄ στη Δύση,
ακολουθεί πολιτική αστάθεια στην Ιταλία. Η σύγκλητος της Ρώμης, οι διαφορετικές ομάδες
πίεσης στην Ιταλία, και η Κωνσταντινούπολη θέτουν τις δικές τους ξεχωριστές διεκδικήσεις στο
θρόνο της Ιταλίας και οι αυτοκράτορες αδυνατούν να δώσουν λύση στα εσωτερικά και
εξωτερικά προβλήματα της επικράτειάς τους. Τελικά, το 476, την εξουσία θα καταλάβει ο
Οδόακρος, ο γοτθικής καταγωγής αρχηγός του στρατού της Ιταλίας, ο οποίος δολοφονείται το
493 από τον Θευδέριχο τον Αμαλό, επίσης γοτθικής (Οστρογοτθικής) καταγωγής. Υπό την
Έφη Ράγια 4
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
ηγεσία του η Ιταλία θα ζήσει επιτέλους μία περίοδο ηρεμίας και ευημερίας, αλλά η δυναστική
αστάθεια που θα προκύψει με το θάνατό του (526) θα δώσει στον Ιουστινιανό Α΄ το πρόσχημα
για την κατάκτηση της Ιταλίας από το Βυζάντιο.
Έφη Ράγια 5
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
Βασικές παράμετροι της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης της μέσης βυζαντινής
περιόδου
- Η μέση βυζαντινή περίοδος χωρίζεται σε δύο υποπεριόδους, 610-867 και 867-
1204. Εντός της πρώτης διακρίνουμε την περίοδο της Εικονομαχίας (726-787,
815-843), και την περίοδο των Κομνηνών, η οποία ξεκινά το 1081, εντός της
δεύτερης. Ο διαχωρισμός είναι συμβατικός και ανταποκρίνεται στα γεγονότα
παρά στην εσωτερική κοινωνική εξέλιξη, που γνωρίζει μεγάλες διακυμάνσεις.
Έτσι, το 610 ανεβαίνει στο θρόνο ο Ηράκλειος, ο οποίος ιδρύει την πρώτη
δυναστεία που βασίζεται στην κληρονομικότητα, και το 867 ο Βασιλειος Α΄ θα
ιδρύσει την μεγάλη δυναστεία των Μακεδόνων. Στο πεδίο της κοινωνίας όμως
συνεχίζει το ρωμαϊκό σύστημα και οι βαθιές αλλαγές σημειώνονται μόλις στον
8ο αι. (δυναστεία των Ισαύρων), που είναι κακώς καταγεγραμμένος, ενώ η
άνοδος του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού το 1081 σηματοδοτεί ξεκάθαρα ρήξη με τις
πολιτικές του παρελθόντος –και για το λόγο αυτό κάποιοι ερευνητές
τοποθετούν στο 1081 την έναρξη της ύστερης βυζαντινής περιόδου.
- Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, στα μέσα του 7ου αι., το Βυζάντιο χάνει όλες τις
ανατολικές επαρχίες (Μεσοποταμία, Συρία-Παλαιστίνη, Αίγυπτο) από τους
Άραβες. Η βίαιη αυτή αλλαγή πιθανώς πυροδότησε εξελίξεις, οι οποίες είναι
δύσκολο να εκτιμηθούν, υπολογίζεται όμως ότι χάθηκαν περίπου τα 3/4 του
συνολικού εισοδήματος της αυτοκρατορίας. Σε συνδυασμό με την ήδη
προϋπάρχουσα τάση της συγκεντροποίησης των εξουσιών, του καλύτερου
ελέγχου από τον ίδιο τον αυτοκράτορα, της ανάγκης για μέγιστη εκμετάλλευση
των πόρων, γίνεται κατανοητό για ποιο λόγο το Βυζάντιο του 9ου αι. είναι πλέον
εντελώς διαφορετικό από τον πρωτοβυζαντινό, ρωμαϊκό του πρόδρομο.
- Μολονότι την εποχή αυτή υπάρχει ένα κομμάτι της διοίκησης που είναι
αποκλειστικά «πολιτικό» και ασχολείται με τα οικονομικά, τη δικαιοσύνη και
την εξωτερική πολιτική, στις επαρχίες σημειώνεται η συγκέντρωση πολιτικών
και στρατιωτικών αρμοδιοτήτων στα χέρια των στρατηγών των θεμάτων. Τα
θέματα, ως νέες διοικητικές περιφέρειες με στρατιωτικό χαρακτήρα
αντικαθιστούν το παλαιότερο, ρωμαϊκό διοικητικό σύστημα, το οποίο
εξαφανίζεται (μέσα του 8ου αι.). Κάθε θέμα αντιστοιχεί σε ένα στράτευμα το
οποίο προέρχεται, δηλαδή στρατολογείται, από γαιοκτήμονες της
συγκεκριμένης επαρχίας.
Έφη Ράγια 6
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
- Ήδη από τον ορισμό του θέματος διαφαίνεται η προτίμηση των επιστημόνων να
αναγνωρίζουν στην πρώτη μεσοβυζαντινή περίοδο (610-867) την κυριαρχία της
μικρομεσαίας ελεύθερης γαιοκτησίας. Η άποψη αυτή αποτελεί στην
πραγματικότητα απλούστευση, καθώς ανιχνεύονται στις πηγές εξίσου εύκολα
μαρτυρίες για τη μεγάλη ιδιοκτησία. Ωστόσο την περίοδο αυτή φαίνεται πως
δεν υπάρχουν πια οι γεωργοί, οι προσδεδεμένοι με τη γη που καλλιεργούν
(κολωνοί), και ότι στις σχέσεις εκμετάλλευσης της γης κυριαρχούν, εκτός από
την ελεύθερη ιδιοκτησία (μικρή και μεγάλη), δύο είδη νομικών σχέσεων, αυτό
της παροικίας και της ενοικίασης. Στις αφηγηματικές και ιδιαιτέρως στις νομικές
πηγές από τον 10ο αι. ανιχνεύεται ο λεγόμενος στη σύγχρονη βιβλιογραφία
«ανταγωνισμός» του κράτους με τους μεγάλους γαιοκτήμονες και μέλη της
αριστοκρατίας του Βυζαντίου για τον έλεγχο της γης, της παραγωγής και του
εργατικού δυναμικού. Στη διαμάχη των δυνατών με το κράτος για τους πένητες
εντάχθηκαν επίσημα από τη νομοθεσία στην πρώτη κατηγορία όλοι οι
πολιτικοί, στρατιωτικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι και τα μοναστήρια,
και στη δεύτερη, κάπως ασαφώς, μικροί, μέσοι ιδιοκτήτες γης και στρατιώτες
των θεμάτων κατά περίπτωση.
- Στη μέση βυζαντινή εποχή η ιεραρχία που διέπει το σύστημα διακυβέρνησης
μετατρέπεται από το αριστοκρατικό, συγκλητικό σύστημα της πρώιμης
βυζαντινής εποχής στο αυλικό, αυτοκρατορικό σύστημα που είναι γνωστό από
τα τέσσερα σωζόμενα τακτικά πρωτοκαθεδρίας. Από τα τέλη του 7ου αι. και με
αυξανόμενο ρυθμό ως τα τέλη του 8ου αι. οι περισσότεροι τίτλοι προέρχονται
από τις παλαιότερες ανακτορικές φρουρές (πρωτοσπαθαρίου, κανδιδάτου,
στράτορος κλπ), ενώ υψηλότερα στην ιεραρχία διατηρούνται οι μάγιστροι, οι
πατρίκιοι, και στη συνέχεια και οι ανθύπατοι (9ος αι.). Το σύστημα αυτό, με
μικρές αλλαγές τον 10ο αι., διατηρείται ως το 1081, οπότε ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός
καινοτόμησε αποδίδοντας τις υψηλότερες ιεραρχικές θέσεις σε κοντινούς
συγγενείς, δημιουργώντας έτσι μία νέα ιεραρχία με βάση τον τίτλο του
σεβαστού. Η νέα ιεραρχία των Κομνηνών επιβιώνει ως το τέλος της
αυτοκρατορίας.
- Η διαχείριση του εισοδήματος από το κράτος είναι ευέλικτη. Μία από τις μορφές
αυτής της ευελιξίας αποτελεί η πρόνοια, που συνίσταται στην παραχώρηση
φορολογικών εισοδημάτων σε ιδιώτες ως μέρος της αμοιβής τους. Σπάνιο και
ιδιαίτερα προνομιακό σύστημα αρχικά, από το β΄ ήμισυ του 11ου αι. διευρύνεται
η χρήση του και ανιχνεύεται με ευκολία στα μοναστηριακά αρχεία, ενώ επί
Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180) φαίνεται πως επεκτείνεται στη
Έφη Ράγια 7
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
4 Εκτός από τον Ιουστινιανό Β΄, που κατάφερε να ανακτήσει το θρόνο του το 705, οι
αυτοκράτορες της περιόδου δεν έχουν σχέσεις με την δυναστεία του Ηρακλείου, και
αναδεικνύονται είτε από τη σύγκλητο, είτε από τον στρατό, είτε κατόπιν ταραχών.
5 Ο Λέων Γ΄ αναδείχθηκε επί Ιουστινιανού Β΄ και ήταν στρατηγός του θέματος των Ανατολικών
όταν ανέβηκε στο θρόνο και αντιμετώπισε τη δεύτερη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από
τους Άραβες (717-718).
Έφη Ράγια 8
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
Μακεδονική δυναστεία
Βασίλειος Α΄, 867-886
Λέων Στ΄ ο Σοφός, 886-912
Αλέξανδρος, 912-913
Κωνσταντίνος Ζ΄, 913-959
(η βασιλεία χωρίζεται σε τρεις υποπεριόδους, ανηλικότητας/αντιβασιλείας, 913-
920, 920-944, και μονοκρατορίας, 944/5-959)
Ρωμανός Α΄ Λακαπηνός, 920-944
Ρωμανός Β΄, 959-963
Νικηφόρος Β΄ Φωκάς, 963-969
Ιωάννης Α΄ Τζιμισκής, 969-976
Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, 976-1025 (με τη συμβασιλεία του Κωνσταντίνου Η΄)
Κωνσταντίνος Η΄, 1025-1028
Ρωμανός Γ΄ Αργυρός, 1028-1034
Μιχαήλ Δ΄ ο Παφλαγών, 1034-1041
Μιχαήλ Ε΄ ο Καλαφάτης, 1041-1042
Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος, 1042-1055
Θεοδώρα8, 1055-1056
6 Οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Α΄, Σταυράκιος και Μιχαήλ Α΄, συνδέονται εξ αγχιστείας με την
δυναστεία των Ισαύρων μέσω της αυτοκράτειρας Ειρήνης. Ο Σταυράκιος ήταν γιος του
Νικηφόρου Α΄ και ο Μιχαήλ Α΄ γαμπρός του.
7 Ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος είναι ο αυτοκράτορας που συνδέει τις δύο δυναστείες των Ισαύρων και
του Αμορίου, καθώς ήταν πνευματικός πατέρας (νονός) των παιδιών του Μιχαήλ Α΄ και αυτών
του Μιχαήλ Β΄. Η συγγένεια ωστόσο, που νοείται στο πλαίσιο του κοινωνικού και πολιτικού
συνδέσμου με στόχο την εδραίωση της εξουσίας, δεν τον εμπόδισε να εκθρονίσει τον Μιχαήλ Α΄,
όπως δεν εμπόδισε ούτε τον Μιχαήλ Β΄ να τον δολοφονήσει ανήμερα των Χριστουγέννων του
820 στο άδυτον του ναού του Φάρου, εντός των ανακτόρων.
8 Η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄, είναι ο τελευταίος απόγονος της
Ουσιαστικά ο πρώτος αυτοκράτορας που δεν έχει σχέση επιγαμίας με την δυναστεία είναι ο
Ισαάκιος Α΄ Κομνηνός, προερχόμενος από οικογένεια που είχε αναδείξει ο Βασίλειος Β΄.
9 Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός οφείλει την άνοδό του στις έξυπνες επιγαμίες που σύναψε η μητέρα του,
Άννα Δαλασσηνή, για τα παιδιά της, με τις ισχυρότερες οικογένειες της εποχής. Ο ίδιος ο Αλέξιος
είχε νυμφευθεί σε δεύτερο γάμο την Ειρήνη Δούκαινα, εγγονή του ισχυρού καίσαρα Ιωάννη
Δούκα, αδελφού του Κωνσταντίνου Ι΄ Δούκα, ενώ ανέβηκε στο θρόνο με την υπόσχεση να
τηρήσει τα δικαιώματα του ανήλικου γιου του Μιχαήλ Ζ΄, Κωνσταντίνου.
Έφη Ράγια 10
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
10 Η ηγεμονία της Ηπείρου αποκαλείται συμβατικά «Δεσποτάτο» επειδή οι ηγεμόνες της έφεραν
τον τίτλο του δεσπότη, ο οποίος απονεμόταν και αναγνωριζόταν από την ανώτερη αρχή της
Κωνσταντινούπολης, αν και εφόσον οι ηγεμόνες διατηρούσαν καλές σχέσεις με τους
αυτοκράτορες. Για πρώτη φορά ο τίτλος απονεμήθηκε στον Μιχαήλ Β΄ Άγγελο από τον βασιλέα
της Θεσσαλονίκης, Μανουήλ Δούκα Άγγελο. Το 1248 ο Μιχαήλ Β΄ εξαναγκάστηκε να
αναγνωρίσει την επικυριαρχία του βασιλέα της Νίκαιας, Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη, νέου κυρίαρχου της
Θεσσαλονίκης, ο οποίος επίσης του απένειμε τον τίτλο του δεσπότη. Οι ίδιοι οι Βυζαντινοί δεν
χρησιμοποιούσαν τον όρο «δεσποτάτο» για την ηγεμονία της Ηπείρου, εφόσον ο τίτλος του
δεσπότη ανήκει στην παλατινή ιεραρχία και αποδιδόταν στους άρρενες απογόνους του
αυτοκράτορα (δεν αντιστοιχεί λοιπόν σε περιφέρεια).
11 Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης ήταν γαμπρός του Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου, σύζυγος της τριτότοκης
κόρης του, Άννας. Την εποχή που προσέφυγε στη Μικρά Ασία έφερε τον τίτλο του δεσπότη, αλλά
δυσκολεύτηκε πολύ να επιβάλει την εξουσία του στους κατοίκους και να γίνει αποδεκτός.
12 Ο Αλέξιος Κομνηνός και ο αδελφός του Δαβίδ ήταν εγγονοί του τελευταίου Κομνηνού
Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρη στη Νίκαια. Το επίθετο φαίνεται πως είναι λατινικής προέλευσης και ο
Ανδρόνικος ήταν γαμπρός του Αλεξίου Α΄ Μεγάλου Κομνηνού.
Έφη Ράγια 13
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
14 Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος αναδείχθηκε μετά από ένα αιματηρό πραξικόπημα το 1258 για να
διοριστεί αρχικά επίτροπος του ανήλικου Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρη με διαφορετικούς τίτλους. Το
1259 στέφθηκε αυτοκράτορας και λίγο καιρό αργότερα, το 1261, ανέκτησε την
Κωνσταντινούπολη. Τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους τύφλωσε και εκθρόνισε τον νόμιμο
διάδοχο του θρόνου, Ιωάννη Δ΄, εγκαθιδρύοντας τη δική του δυναστεία, η οποία έμελλε να είναι
η μακροβιότερη στη Βυζαντινή ιστορία.
15 Η Θεοδώρα ήταν κόρη του Μανουήλ Α΄ Μεγάλου Κομνηνού. Με βοήθεια από τη Γεωργία
ανέτρεψε τον αδελφό της και βασίλευσε για σύντομο χρονικό διάστημα.
Έφη Ράγια 14
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
16 Ο Νικόλαος Ορσίνι ήταν ανεψιός του Θωμά Αγγέλου και ηγεμόνας Κεφαλληνίας από το 1317.
Γιος του κόμητα Κεφαλληνίας Ιωάννη Α΄ Ορσίνι, ο Νικόλαος είλκε την καταγωγή από τους
ηγεμόνες της Ηπείρου αλλά και από τη δυναστεία των Παλαιολόγων μέσω της μητέρας του,
Μαρίας. Οι Ορσίνι ήταν υποτελείς των Ανδεγαυών, ως εκ τούτου εχθροί των Παλαιολόγων. Ο
Νικόλαος ενδιαφέρθηκε πολύ περισσότερο για την ηγεμονία της Ηπείρου, και ακολούθως
δολοφόνησε το θείο του, Θωμά και νυμφεύθηκε τη χήρα του, Άννα Παλαιολογίνα, κόρη του
Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγου.
17 Η περίοδος που ακολουθεί το θάνατο του Αλεξίου Β΄ είναι μία περίοδος εσωτερικής αστάθειας
που χαρακτηρίζεται από συνωμοσίες, δολοφονίες ηγεμόνων και εξεγέρσεις μέχρι το 1349, οπότε
ο Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός παραιτήθηκε προς όφελος του Αλεξίου Γ΄, γιου του Βασιλείου
Μεγάλου Κομνηνού.
18 Ο επιστήθιος φίλος του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου ανήκε σε μία πολιτική γενιά που στόχευε
στην ανάληψη πολυμέτωπης δράσης εναντίον των εχθρών της αυτοκρατορίας. Ο Ιωάννης
Καντακουζηνός θεωρείται εν πολλοίς ο αρχιτέκτονας της ανάτασης της αυτοκρατορίας κατά τη
βασιλεία του Ανδρονίκου Γ΄, αλλά συγκέντρωνε την εχθρότητα της αυλής και του λαού ως
εκπρόσωπος της βαθύπλουτης αριστοκρατίας του Βυζαντίου. Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε
για την εξουδετέρωσή του μεταξύ 1341 και 1347 είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια όλων των
εδαφικών προσαρτήσεων της προηγούμενης περιόδου και την εξάπλωση της Σερβίας στις
επαρχίες του ελληνικού κορμού, ενώ η παρουσία των Τούρκων έγινε μόνιμη, ιδιαίτερα μετά τον
σεισμό της Καλλίπολης (1354) και την δημιουργία προγεφυρωμάτων στην χερσόνησο. Ωστόσο,
το χειρότερο ίσως αποτέλεσμα της περίεργης κατάστασης που δημιουργήθηκε με την νίκη του
Ιωάννη Καντακουζηνού στον εμφύλιο πόλεμο ήταν ότι όλοι οι γόνοι του βασιλικού οίκου
μάχονταν για τα δικαιώματά τους στο θρόνο, με αποτέλεσμα οι εμφύλιες αντιπαραθέσεις να
παραταθούν μέχρι το 1391, ενώ οι πραγματικοί ρυθμιστές της πολιτικής ζωής στο Βυζάντιο
έγιναν οι Οθωμανοί, που υποστήριζαν τον έναν ή τον άλλο διεκδικητή.
Έφη Ράγια 15
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
19 Υπό την ηγεσία του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου και του Ιωάννη Καντακουζηνού το Βυζάντιο
επεκτείνεται στα παλαιά εδάφη των ελληνικών επαρχιών. Το 1336 εξαιτίας της ανηλικότητας
του Νικηφόρου Β΄ ο βυζαντινός στρατός εισβάλλει στο δεσποτάτο της Ηπείρου, και λίγο καιρό
αργότερα, παρά τις προσπάθειες των υποστηρικτών του, ο Νικηφόρος αναγκάζεται να
προσχωρήσει στην αυτοκρατορική παράταξη και να παντρευτεί την κόρη του Ιωάννη
Καντακουζηνού, Μαρία. Το 1347, όταν ο Καντακουζηνός κέρδισε τον εμφύλιο πόλεμο, έχρισε τον
Νικηφόρο δεσπότη, ωστόσο η Ήπειρος τελούσε υπό σερβική κυριαρχία υπό τον Σέρβο
αυτοκράτορα Στέφανο Δουσάν. Στις επαρχίες της Ηπείρου την εξουσία τους είχαν εδραιώσει
Αλβανικές φατρίες, οι οποίες δύσκολα υποτάσσονταν. Ουσιαστικά, την εποχή αυτή, δεν υπάρχει
ενιαίο δεσποτάτο της Ηπείρου και οι δεσπότες κυβερνούν λίγα κάστρα με επίκεντρο τα
Ιωάννινα. Ο Νικηφόρος επέστρεψε στην Ήπειρο το 1355/6 εκμεταλλευόμενος τον θάνατο του
Στέφανου Δουσάν.
20 Στον Συμεών Ούρεση Παλαιολόγο απονεμήθηκε από τον ετεροθαλή αδελφό του, τσάρο
Στέφανο Δουσάν, ο τίτλος του δεσπότη το 1348, αλλά εκδιώχθηκε από τον Νικηφόρο Β΄ το 1356,
για να επανέλθει στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο τρία χρόνια αργότερα. Οι πολιτικές επιπλοκές
της εποχής γίνονται φανερές από την αναγνώριση των αλβανικών περιοχών (Άρτα,
Αγγελόκαστρο) από τον Συμεών, από την εγκατάσταση του ίδιου στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας
και από τον διορισμό του Θωμά Β΄ ως δεσπότη στα Ιωάννινα.
21 Οι σύζυγοι των δεσποτών της Ηπείρου φέρουν τον τίτλο της βασίλισσας. Η Μαρία, σύζυγος
του Θωμά Β΄, ήταν κόρη του Συμεών Ούρεση και της Θωμαΐδας, κόρης του Ιωάννη Β΄ Ορσίνι. Από
το γάμο της με τον Θωμά Β΄ η Μαρία απέκτησε μία κόρη και πιθανώς ένα γιο που πέθανε νωρίς.
Σε δεύτερο γάμο η Μαρία παντρεύτηκε τον Ησαύ Μπουοντελμόντι. Ο Γεώργιος, που ακολουθεί
στην ηγεμονία των Ιωαννίνων, ήταν γιος του Ησαύ από τον πρώτο του γάμο.
Έφη Ράγια 16
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
22 Ο Κάρολος Τόκκο, ηγεμόνας Κεφαλληνίας και Ζακύνθου καταγόταν από τους Ορσίνι και τους
Μπουοντελμόντι. Γρήγορα έγινε ένας από τους βασικούς πολιτικούς παράγοντες της περιόδου
καθώς εξαιτίας της καταγωγής του ανέλαβε κατόπιν πρόσκλησης από τους ηπειρώτες ευγενείς
την ηγεμονία της Ηπείρου ενώ ο γάμος του με την κόρη του δούκα των Αθηνών Νέριο Ατσαγιόλι
θεμελίωνε τις διεκδικήσεις του επίσης στην Πελοπόννησο, όπου συγκρούστηκε με τους
Παλαιολόγους του δεσποτάτου του Μιστρά. Δεν απέκτησε νόμιμους άρρενες απογόνους και οι
διάδοχοί του στην Ήπειρο είναι απόγονοι του αδελφού του, Λεονάρδου Β΄ της Ζακύνθου.
23 Το 1430 οι Τούρκοι εκμεταλλεύτηκαν την αδυναμία του Καρόλου Β΄ να χειριστεί την
υπονόμευση της κυριαρχίας του από τους νόθους γιους του Καρόλου Α΄. Αν και ο ίδιος ο Κάρολος
Β΄ τους είχε καλέσει στην περιοχή, αυτοί εισήλθαν σε διαπραγματεύσεις με τους εχθρικούς προς
τη λατινική κυριαρχία των Τόκκο ευγενείς των Ιωαννίνων, και εισήλθαν στην πόλη στις 9
Οκτωβρίου. Ο Λεονάρδος Γ΄ συνέχισε να κυβερνά εγκαταλείποντας ένα-ένα τα φρούρια που
είχαν απομείνει στην κυριαρχία του καθώς τα καταλάμβαναν οι Τούρκοι. Το 1479 κατακτήθηκε
και το τελευταίο οχυρό των Τόκκο στην ηπειρωτική χώρα, η Βόνιτσα.
24 Ο Δαβίδ Μέγας Κομνηνός, τελευταίος αυτοκράτορας της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας
και τρίτος γιος του Αλεξίου Δ΄, παραδόθηκε μετά από πολιορκία της Τραπεζούντας από τις
δυνάμεις του Μωάμεθ Β΄ έχοντας λάβει την υπόσχεση ότι ο ίδιος και η οικογένειά του θα ζούσαν
ασφαλείς στη Θράκη. Μετά την παράδοση της πόλης ο Δαβίδ μεταφέρθηκε πραγματικά στην
Αδριανούπολη, αλλά εκτελέστηκε δύο χρόνια αργότερα στην Κωνσταντινούπολη καθώς φέρεται
να ενεπλάκη σε συνωμοσία εναντίον του Μωάμεθ Β΄. Εύστοχα σχολιάζεται στη βιβλιογραφία ότι
ο Δαβίδ Κομνηνός, εξ αρρενογονίας απόγονος του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού αποτελούσε εξαιρετικά
επικίνδυνο πόλο έλξης για τους αντιφρονούντες του καθεστώτος του Μωάμεθ Β΄.
Έφη Ράγια 17
Περιοδολόγηση της Βυζαντινής Ιστορίας
Επιλογή βιβλιογραφίας
M. Angold, Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από το 1025 εως το 1204. Μια πολιτική ιστορία,
μτφ. Ευαγγελία Καργιανιώτη, Αθήνα 19972.
M. Angold, A Byzantine Government in Exile. Government and Society under the Lascarids
of Nicaea (1204-1261), Oxford 1975.
The Cambridge Companion to the Age of Justinian, ed. M. Maas, Cambridge 2005.
J.-Cl. Cheynet et al., Ο βυζαντινός κόσμος τ. Β΄: η Βυζαντινή αυτοκρατορία (641-1204),
μτφ. Α. Καραστάθη, Αθήνα 2011.
Αι. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, τ. Α΄: 324-610, Θεσσαλονίκη 1993· τ. Β1: 610-
867, Αθήνα 1986· τ. Β2: 867-1081, Θεσσαλονίκη 19972· τ. Γ1: 1081-1204, Αθήνα 2001.
Ι. Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό κράτος, Θεσσαλονίκη 2001.
W. Miller, Τραπεζούντα. Η τελευταία ελληνική αυτοκρατορία της βυζαντινής εποχής,
1204-1461, μτφ. Σ. Μαυραντώνης, Ξ. Μαυραντώνη, Αθήνα 2002.
C. Morrisson et al., Ο βυζαντινός κόσμος τ. Α΄: Η ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (330-
641), μτφ. Α. Καραστάθη, Α. Μυλωνοπούλου, εισαγωγή Τ. Κιουσοπούλου, Αθήνα 20082.
D. Nicol, The Despotate of Epiros, Oxford 1957.
D. Nicol, The Despotate of Epiros, 1267-1479. A Contribution to the History of Greece in the
Middle Ages, Cambridge 1984 (D. Nicol, Το δεσποτάτο της Ηπείρου 1267-1479, εκδ.
Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1991).
D. Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου, 1261-1453, μτφ. Σ. Κομνηνός, Αθήνα 1996.
G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, μτφ. Ι. Παναγόπουλος, τ. 1, Αθήνα
1978· τ. 2, Αθήνα 1989· τ. 3, Αθήνα 1993.
Α. Σαββίδης, Ιστορία της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας
(1204-1461), 2η έκδοση με προσθήκες, Θεσσαλονίκη 2009.