Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 2

Ο αυστριακός συγγραφέας Στέφαν Τσβάιχ για την ανδρική και γυναικεία μόδα

στις αρχές του 20ου αιώνα


Αναμνήσεις από τον κόσμο του Χθες - η αυτοβιογραφία του Στέφαν Τσβάιχ, του πιο πολυδιαβασμένου
συγγραφέα του μεσοπολέμου, ζωντανεύει μια πόλη και μια εποχή για πάντα χαμένη: τη Βιέννη της
μπελ επόκ, τη χρυσή εποχή της πολυεθνικής πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, που
συγκέντρωσε στο γύρισμα του εικοστού αιώνα τις εκλεκτότερες δυνάμεις στις τέχνες και τις επιστήμες,
έναν ονειρικό κόσμο, που κατέρρευσε μεμιάς μ' έναν μοιραίο πυροβολισμό στο Σεράγεβο. Κι
αργότερα, τη μεταπολεμική εποχή του πληθωρισμού και της ένδειας, το Βερολίνο την εποχή της
Βαϊμάρης, το χαρούμενο Παρίσι του μεσοπολέμου, την ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο, την
απρόσμενη μεγάλη επιτυχία. Και μια ζωή γεμάτη ανατροπές, εκπλήξεις και καινούργιους
συνοδοιπόρους: Φρόιντ, Ρολλάν, Πιραντέλλο, Στράους, Ρίλκε... Κι ύστερα ο Χίτλερ καταλαμβάνει την
εξουσία, τα βιβλία του Τσβάιχ καίγονται δημόσια, ο αντισημιτισμός κυριεύει την Αυστρία, οι γνωστοί
γυρίζουν το κεφάλι όταν τον βλέπουν, κι ακολουθεί η αυτοεξορία στην Αγγλία, η φυγή στη Βραζιλία, η
βιαστική συγγραφή αυτής της αυτοβιογραφίας, η αυτοκτονία το 1942.

Η ιστορία της ζωής του Στέφαν Τσβάιχ, ένας φόρος τιμής στην Ευρώπη μιας άλλης εποχής, στη γενιά
του μοντερνισμού, στους χαρισματικούς Εβραίους της Βιέννης, που της χάρισαν τη λάμψη της και
πέθαναν καταδιωγμένοι σ' έναν ολόκληρο κόσμο που χάθηκε για πάντα: στον κόσμο του Χθες.

Η μόδα του κάθε αιώνα προδίδει ούτως ή άλλως μέσα από τις ενδυματολογικές της
προτιμήσεις και τις τάσεις που παρουσιάζει, την ηθική που επικρατεί. Δεν μπορεί,
λόγου χάρη, να θεωρηθεί τυχαίο, πως σήμερα, εν έτει 1940, κάθε φορά που
εμφανίζονται στο πανί του κινηματογράφου γυναίκες και άντρες του 1900 με τα
κοστούμια της εποχής εκείνης, οι θεατές κάθε πόλης και κάθε χωριού της Ευρώπης
και της Αμερικής ξεσπάνε σε ασυγκράτητα γέλια. Σαν καρικατούρες περιγελούν ως
και οι πιο απλοϊκοί άνθρωποι του σήμερα τις απόκοσμες αυτές μορφές του χθες, σαν
τρελούς ντυμένους με κοστούμια αφύσικα, άβολα, ανθυγιεινά και καθόλου
πρακτικά, ακόμα και εμείς που είδαμε τις μητέρες μας, τις θείες μας και τις φίλες μας
να φορούν αυτές τις γελοίες φορεσιές, και που και οι ίδιοι τις φορέσαμε όταν
ήμασταν παιδιά, μας φαίνεται σαν ένα κακό όνειρο πως μια ολόκληρη γενιά δέχτηκε,
χωρίς καμιά απολύτως αντίσταση, να περιφέρεται ντυμένη με μια τόσο ηλίθια στολή.
Ακόμα και η αντρική μόδα, με τα ψηλά, σκληρά κολάρα, τους «πατροκτόνους» όπως
τα ονόμαζαν, που παρεμπόδιζαν κάθε ελευθερία στις κινήσεις, τις μαύρες επίσημες
ρεντιγκότες να κουνιούνται πέρα δώθε σαν να ήτανε ουρές, και τα ημίψηλα καπέλα
που θύμιζαν μπουριά σόμπας, προκαλούσε αβίαστα το γέλιο, αλλά πολύ
περισσότερο η «κυρία» της εποχής εκείνης με τη βαριά και επιτηδευμένη αμφίεσή
της. Με τη μέση της σφιγμένη σαν να ήτανε σφίγγα μ’ έναν κορσέ από σκληρές
μπανέλες, για να φαίνεται λεπτή, με μια φούστα που φούσκωνε σαν τεράστια
καμπάνα, και το μπούστο της καλυμμένο ως το σαγόνι, τα πόδια της κρυμμένα μέχρι
τις άκρες των δαχτύλων της, με αναρίθμητες μπούκλες, κοτσίδες και πλεξούδες στα
μαλλιά που σχημάτιζαν έναν πύργο κάτω από τη μεγαλοπρεπή καπελαδούρα που
πήγαινε πέρα δώθε, τα χέρια καλυμμένα με γάντια ως και τις πιο ζεστές μέρες του
καλοκαιριού, μοιάζει η ιστορική πλέον αυτή φιγούρα της «κυρίας» - παρ’ όλο το
άρωμα που την περιέβαλε με τις αναθυμιάσεις του, παρ’ όλα τα στολίδια με τα οποία
ήταν φορτωμένη, τις πολύτιμες δαντέλες, τα κεντίδια και τα φυλακτά – ένα
δυστυχισμένο πλάσμα, ανήμπορο και αξιολύπητο. Με την πρώτη κιόλας ματιά
αντιλαμβανόταν κανείς πως μια γυναίκα θωρακισμένη σε μια τέτοια τουαλέτα, όπως
ο ιππότης στην πανοπλία του, δεν μπορούσε πια να κινείται ελεύθερα, ζωηρά και με
χάρη, και πως κάθε της κίνηση, κάθε της χειρονομία, και κατ’ επέκταση όλο της το
στήσιμο μέσα σε μια τέτοια ενδυμασία, ήταν, αναγκαστικά, προσποιητό,
επιτηδευμένο και αφύσικο. Και μόνο η μεταμόρφωση μιας γυναίκας σε «κυρία» -
πόσο μάλλον η κοσμική της διαπαιδαγώγηση! – μόνο το ντύσιμο και το γδύσιμό της
μ’ όλα αυτά κι απ’ όλα αυτά που κουβαλούσε, αποτελούσε μια τόσο πολύπλοκη
διαδικασία, που ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί αν δεν είχε κάποιον να τη
βοηθήσει. Πρώτα – πρώτα έπρεπε κάποιος να της κλείσει πίσω στην πλάτη της, απ’
τη μέση ως το λαιμό, ένα σωρό γατζάκια και κοπίτσες, ενώ οι καμαριέρες έσφιγγαν
τον κορσέ όσο πιο σφιχτά γινόταν. Τα μακριά μαλλιά της – και να υπενθυμίσω στους
νέους πως πριν από τριάντα χρόνια, εκτός από μερικές δεκάδες Ρωσίδες φοιτήτριες,
όλες οι Ευρωπαίες είχαν μαλλιά που φτάνανε ως τη μέση τους! – έπρεπε να
φριζαριστούν, να βουρτσιστούν, να φτιαχτούν και να πλεχτούν, ώστε να σχηματίζουν
ένα μεγάλο κότσο (έργο μια κομμώτριας που παρουσιαζόταν κάθε πρωί να τη
χτενίσει, με μια λεγεώνα από καρφίτσες, τσιμπιδάκια και χτενάκια, και τη βοήθεια
της μασιάς και των μπικουτί), προτού τη μεταμορφώσουν τόσο που να εξαφανιστεί
εντελώς – πίσω από απ’ όλα εκείνα τα μισοφόρια, τις καμιζόλες1, τις ζακέτες και τα
ζακετάκια – και το τελευταίο δείγμα της γυναικείας θηλυκότητας και των γραμμών
του σώματός της. Όλη όμως αυτή η ανοησία είχε το κρυφό της νόημα ˙ ο στόχος ήταν,
με όλα τούτα τα φτασίδια, να αποκρύπτονται εντελώς οι γραμμές της γυναικείας
σιλουέτας, τόσο που ούτε ο ίδιος ο γαμπρός κατά τη διάρκεια του γαμήλιου γεύματος
να μπορεί έστω και να υποπτευθεί αν η μελλοντική σύντροφος της ζωής του ήταν
ευθυτενής ή καμπούρα, παχουλή ή αδύνατη, αν είχε κοντά ή μακριά πόδια. Ακόμα,
η «ηθική» αυτή εποχή το θεωρούσε άκρως θεμιτό για μια γυναίκα, προκειμένου να
ενισχύσει την εξωτερική της εμφάνιση, να χρησιμοποιεί ποστίς για μαλλιά ή τεχνητές
ενισχύσεις για άλλα μέρη του σώματός τους, προσεγγίζοντας έτσι όσο μπορούσαν το
γενικά αποδεκτό ιδεώδες της ομορφιάς. Στην ουσία η μόδα δεν έκανε τίποτα άλλο
παρά, με τα πρότυπα που σκόπιμα προωθούσε, να υπηρετεί κατά γράμμα τη γενική
τάση της εποχής εκείνης, κύριο μέλημα της οποίας ήταν να κουκουλώνει και να
αποκρύβει τα πάντα.

Στέφαν Τσβάιχ, Ο κόσμος του χθες. Οι αναμνήσεις ενός Ευρωπαίου, σελ. 95-98

1
φαρδύ και ελαφρύ γυναικείο πουκάμισο, που φτάνει ως τα γόνατα.

You might also like