ΤΑΦΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ Στ. Κατάκης

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 18

ΤΑΦΙΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ – ΣΑΡΚΟΦΑΓΟΙ

Αναμορφωμένο απόσπασμα από σχετική ομιλία μου στην


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ στο πλαίσιο σειράς μαθημάτων για τη «Ρωμαϊκή
Αρχαιολογία»

Οι αριθμοί σε κόκκινο χρώμα παραπέμπουν στο pdf

(1) Από τις σημαντικότερες κατηγορίες έργων για την μελέτη όχι μόνο της
Τέχνης, αλλά και της αρχαίας κοινωνίας, είναι τα γλυπτά που σχετίζονται με τη
μνήμη των νεκρών, τα ταφικά ανάγλυφα και οι σαρκοφάγοι.

Αντίθετα απ’ό,τι στην Ελλάδα και τη Μ.Ασία όπου κυριαρχούσε η ταφή


σώματος, στην Ιταλία άλλαζαν αρκετές φορές τα έθιμα ταφής. Στην κεντρική και
βόρεια Ετρουρία κυριαρχούν οι καύσεις, στη νότια μέχρι και τον 1 αι. π.Χ. οι
ταφές. Στην προαυτοκρατορική Ρώμη απαντούν παράλληλα οι 2 τρόποι, αλλά
μέχρι τον 2ο μ.Χ. υπερτερούν οι καύσεις, ιδίως στα ανώτερα κοινωνικά
στρώματα. Η χρήση των τεχνών, ιδίως της γλυπτικής, περιοριζόταν συνεπώς
στις τεφροδόχους κίστες και στον αρχιτεκτονικό διάκοσμο των ταφικών μνημείων.
Ο αριθμός των μαρμάρινων κυρίως κιστών αυξάνει πολύ από τον 1ο αι. π.Χ. και
ως το α΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ. Η μικρή ομάδα σαρκοφάγων πρώιμων
αυτοκρατορικών Χρόνων δείχνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις προτιμάτο η ταφή
του σώματος, συνήθεια που σταδιακά γενικεύεται κατά τη διάρκεια του 2ου αι.
μ.Χ., υπάρχουν όμως ακόμη πιστοί της καύσης, όπως δείχνει η παραγωγή
κιστών σε διαρκώς μειούμενο αριθμό, μέχρι και τον 3ο αι.

Τα έθιμα της Ρώμης κυριαρχούν στο δυτ. τμήμα της Αυτοκρατορίας


συμπεριλαμβανομένης και της δυτ. βόρειας Αφρικής. Στην Αθήνα, όπως
γνωρίζουμε, έχομε ταφές και χρησιμοποιούνται οι ελεύθερες επιτύμβιες στήλες.

Όσον αφορά τους αυτοκράτορες, η καύση χρησιμοποιήθηκε σίγουρα μέχρι


και τον Αδριανό, ενώ δεν είναι βέβαιο για τον Αντωνίνο Πίο. Τάφηκαν οι Λούκιος
Βέρος, Κόμμοδος και Didius Julianus, ενώ αυτοί που έχασαν τη ζωή τους μακριά
από τη Ρώμη, όπως οι Μάρκος Αυρήλιος, Σεπτίμιος Σεβήρος και Καρακάλλας,
αποτεφρώθηκαν και η στάχτη μεταφέρθηκε στην πρωτεύουσα όπου και
εναποτέθηκε στο Μαυσωλείο του Αδριανού.

1
Θα ξεκινήσουμε την περιήγησή μας στο πεδίο της διαιώνισης και τίμησης
της μνήμης των νεκρών από τα ταφικά ανάγλυφα.

Στη Ρώμη, να σημειώσουμε κατ’αρχάς, δεν χρησιμοποιούσαν ταφικές


στήλες, όπως τις ξέρουμε από την Ελλάδα, στήλες δηλαδή στημένες ελεύθερες
στον χώρο, η παραγωγή των οποίων στην Αττική ξαναρχίζει με αυξανόμενους
ρυθμούς κυρίως τον 1ο αι. π.Χ.

Από 1ο αι. π.Χ. και εξής στη Ρώμη κυριαρχούν τα περίπου ναόσχημα
ταφικά οικοδομήματα κατά μήκος των οδικών αξόνων. Βλέπουμε εδώ 2-3 ταφική
οδό στην Πομπηία και 4 στην Όστια, καθώς και την κάτοψη και την όψη τον 2ο
και τον 3ο αι. αντίστοιχα μίας ταφικής οδού 5 που αποκαλύφθηκε κάτω από τον
Άγ. Πέτρο. Στους τοίχους των μνημείων προσαρμόζονταν τα ταφικά ανάγλυφα.

6 Μία μεγάλη κατηγορία ταφικών αναγλύφων θυμίζει πολύ τις ελληνικές


στήλες. Παρουσιάζουν συνήθως ένα ανδρόγυνο, συχνά με το ή τα παιδιά τους, 7
οι άνδρες φέρουν σχεδόν πάντα τήβεννο, ή άλλα διάσημα του αξιώματός τους,
όπως ο αρχιγάλλος, ο ιερέας δηλ. της Κυβέλης, σε ανάγλυφο από την Όστια.

Να γυρίσουμε στα ταφικά μνημεία και να δούμε κάποια χαρακτηριστικά


παραδείγματα. 8 Έξω από τη σημερινή Porta Maggiore, την αρχαία Porta
Praenestina, σώθηκε μεγάλο μέρος ενός ιδιότυπου μνημείου, του ύστερου 1ου αι.
π.Χ., που ανήκει στον Μ. Vergilius Eurysaces, έναν απελεύθερο αρτοποιό,
πιθανότατα συριακής καταγωγής. Με την εργασία του σχετίζεται πιθανότατα και η
αρχιτεκτονική μορφή του τάφου, ίσως οι κυκλικές οπές να δηλώνουν φούρνους.
Στη ζωφόρο του μνημείου 9 εικονίζεται παραστατικά η διαδικασία παραγωγής
του ψωμιού. Βλέπουμε π.χ. το άλεσμα του σιταριού, το ζύμωμα και το
φούρνισμα. Ο ίδιος ο Ευρυσάκης 10 εικονίζεται togatus με τη σύζυγό του σε
έξεργο ανάγλυφο επάνω από τη μικρή είσοδο στο μνημείο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι τα περισσότερα ταφικά μνημεία της περιόδου


ανήκουν σε απελεύθερους. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε κατά πόσον η
επιθυμία για επιβεβαίωση και προβολή είχε κυριεύσει αυτούς τους ανθρώπους,
οι οποίοι, παύοντας να είναι σκλάβοι, είχαν καταφέρει να αποκτήσουν αξιόλογη
περιουσία, είχαν αποκτήσει αξιώματα και τιμητικούς τίτλους, όπως του seviratus
(=υπουργού). Ο τίτλος αυτός ήταν ιδιαιτέρως σημαντικός στις επαρχιακές πόλεις
και αφορούσε την ευθύνη της οργάνωσης δημοσίων εορτων, το υψηλό κόστος

2
των οποίων ήταν η απτή μαρτυρία της κοινωνικής ανόδου των απελεύθερων
sevirati. Στο Σατυρικόν του Πετρώνιου που γράφτηκε την εποχή του Νέρωνα,
περιγράφεται μ’ ενάργεια η νοοτροπία αυτών των ανθρώπων. Σ’ένα κεφάλαιο
του έργου αυτού συναντάμε τον Τριμαλκίωνα, πλούσιο απελεύθερο και υπουργό,
ο οποίος υπερηφανεύεται ότι ποτέ δεν παρακολούθησε κάποια φιλοσοφική
διάλεξη και ότι είναι καλός πολίτης, πολύ τυχερός, πολύ πλούσιος και πολύ
ανοιχτοχέρης. Ο Τριμαλκίων δίνει εντολές για το πώς θα κατασκευασθεί και θα
διακοσμηθεί το επιτύμβιο μνημείο του.

11 Την εικόνα μίας πλούσιας κηδείας δίνει ένα ανάγλυφο από το Ami-
ternum στην Κεντρική Ιταλία, όπου, εκτός από τους μεταφορείς της σορού,
παίρνουν μέρος και αρκετοί μουσικοί και μοιρολογίστρες. Η απεικόνιση του
νεκρού που είναι τοποθετημένος στο πλάι, επάνω σ’ένα φορητό κρεβάτι, οδηγεί
το βλέμμα μας στο βάθος, το οποίο είναι διακοσμημένο με αστέρια και την
ημισέληνο. Αυτά τα αστρικά σύμβολα αποτελούν σαφή υπαινιγμό για την
αστρολογία την οποία ένας πολίτης του Amiternum και φίλος του Κικέρωνα, ο
Nigidius Figulus, είχε διαδώσει στη Ρώμη.

Η υποδήλωση του επαγγέλματος του νεκρού ήταν συχνή στα ταφικά


ανάγλυφα, όπως στο ύψους 2,66 μ. ανάγλυφο του Poplius Longidienus στη
Ραβέννα, στο κάτω μέρος του οποίου εικονίζεται η κατασκευή ενός πλοίου.

12 Εργολάβος (redemptor) ήταν ο κάτοχος ενός από τα πλέον ιδιόμορφα


ταφικά μνημεία της Ρώμης, του τάφου της οικογένειας των Ηaterii της ύστερης
εποχής των Φλαβίων ή αυτής του Τραϊανού, όπως πιστοποιούν οι σωζόμενες
προτομές του Quintus Haterius Tychicus και της συζύγου του. Οι 2 προτομές
βρίσκονται σε ναϊσκόμορφα πλαίσια, θυμίζοντας οικιακά ιερά. Από τις σωζόμενες
επιγραφές συνάγεται ότι στον τάφο φιλοξενούνταν τα 4 παιδιά τους, ένας Q.
Haterius Rufius και οι απελεύθεροί τους.

13 Ο τάφος βρέθηκε σε κακή κατάσταση στα μέσα του 19ου αι. Οι τοίχοι
του φαίνεται να ήταν καλυμμένοι από μαρμάρινα ανάγλυφα (σήμερα στο
Βατικανό), για την ακριβή θέση των οποίων μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν
(στην εικόνα αριστερά βλέπουμε την προσπάθεια αναπαράστασης του μνημείου
από τον H. v. Hesberg, οι δύο προτομές θα βρίσκονταν εκατέρωθεν της εισόδου.)

3
Σε ένα από τα ανάγλυφα παριστάνεται μία νεκρή γυναίκα σε κλίνη επάνω
σε βάθρο, ανάμεσα σε πυρσούς, στο αίθριο της οικίας, όπως δηλώνουν οι κίονες
με γιρλάντες που βαστούν οροφή στο βάθος. Η νεκρή περιβάλλεται από
μοιρολογίστρες, μουσικούς και δούλους. Θεωρείται η πληρέστερη παράσταση
του νεκροστολίσματος και του θρήνου στο χώρο της οικίας, πριν την εκφορά.

14 Σημαντικό είναι το ανάγλυφο, ίσως από τον πίσω τοίχο του τάφου.
Αριστερά εικονίζεται με λεπτομέρειες ένας μεγάλος γερανός – δηλωτικός του
επαγγέλματος του ιδιοκτήτη - ενώ δεξιά ένα καταστόλιστο διώροφο ταφικό
μνημείο που κατά μία άποψη εικονίζει τον ίδιο τον τάφο των Haterii.

Τo μνημείο έχει τη μορφή πρόστυλου ναού επάνω σε ψηλό πόδιο και


αντίστοιχη κλίμακα ανόδου. Ο τοίχος του ποδίου καλύπτεται από ανάγλυφα με
Ερωτιδείς, γιρλάντες και άλλα φυτικά μοτίβα, παραστάδες με τους άθλους του
Ηρακλή, καθώς και ένα άγαλμα του Ηρακλή σε ναΐσκο, δίπλα σε μία μισάνοικτη
θύρα, δηλωτική ότι εδώ είναι ο ταφικός θάλαμος.

Στον τοίχο του σηκού εικονίζονται μεταξύ παραστάδων, κάτω, σε


τετράγωνα διάχωρα 3 κορίτσια, ίσως οι Μοίρες, που κρατούν ειλητό η πρώτη και
ζυγό η τρίτη, ενώ η κεντρική κρατά ειλητό και γραφίδα, δίπλα της δε απεικονίζεται
ένας κρατήρας από τον οποίο ξεπετάγεται μία φτερωτή γυναικεία μορφή (η ψυχή
της νεκρής). Ακολουθεί μία ζώνη με Ερωτιδείς που συνεχίζει και στον τοίχο του
προνάου, και επάνω προτομές παιδιών σε κυκλικά μετάλλια. Μία γυναικεία
προτομή, η αποθεωμένη νεκρή του τάφου, κοσμεί το αέτωμα, ενώ 4 αετοί
βρίσκονται επάνω από τους κορινθιακούς κίονες της πρόσοψης.

Στο ανώτερο τμήμα του αναγλύφου, σε μία βάση που βαστούν αετοί,
εικονίζεται μία ημιανακεκλιμένη, ημίγυμνη γυναικεία μορφή σε κλίνη μπροστά σε
ένα παραπέτασμα που υποδηλώνει εσωτερικό χώρο. Μπροστά στην κλίνη
παίζουν 3 παιδάκια, ενώ μία γυναικεία μορφή φροντίζει ένα βωμό. Δεξιά
αποδίδεται μία 3μερής πρόσοψη με μία γυμνή γυναίκα στο μέσο και λυχνοστάτες
αριστερά και δεξιά. Το μνημείο επιστέφεται από 3 μεγάλα κεφάλια. Η πιθανότερη
ερμηνεία της σκηνής είναι η απεικόνιση της αποθεωμένης νεκρής με τα παιδιά
της στον άλλο κόσμο, γι’αυτό παριστάνεται ως Αφροδίτη.

15 Από τα υπόλοιπα ανάγλυφα του τάφου των Haterii σημειώνομε αυτό με


τις προτομές των θεών του Κάτω Κόσμου, δηλαδή (από αριστερά) του Ερμή

4
Ψυχοπομπού, της Περσεφόνης, του Άδη και της Δήμητρας, που θα βρισκόταν
επάνω από το υπέρθυρο της εισόδου.

Με το επάγγελμα του Quintius Haterius σχετίζεται προφανώς το ανάγλυφο


με την παρουσίαση οικοδομημάτων της Ρώμης: Από αριστερά βλέπουμε: Ένα
3θυρο τόξο με την επιγραφή Arcus ad Isis με την Αθηνά στο κεντρικό άνοιγμα,
ένα τμήμα του Κολοσσαίου (διακρίνεται μία κλίμακα στο μεσαίο κάτω άνοιγμα,
και η κύρια είσοδος που επιστέφει ένα τέθριππο), η πλάγια όψη ενός θριαμβικού
τόξου με μία καθιστή θεά – μάλλον η Κυβέλη - στο άνοιγμα και ένα τέθριππο
στην κορυφή, ένα θριαμβικό τόξο με 2 αττικά με την επιγραφή Arcus in sacra via
summa, που ταυτίζεται με το τόξο του Τίτου, που βρίσκεται στην περιοχή αυτή
της ιεράς οδού, και τέλος, ένας 6στυλος ναός με το άγαλμα του Δία να φαίνεται
πίσω από ένα βωμό. Πρόκειται πιθανότατα για κτίσματα με τα οποία ο
Q.Haterius είχε ασχοληθεί επαγγελματικά.

16 Ένας παράγων του ιπποδρόμου εικονίζεται στο ταφικό ανάγλυφο της


εικόνας στο Βατικανό, της εποχής του Αδριανού. Ο άνδρας εικονίζεται με τήβεννο
αριστερά. Διπλα του παριστάνεται η νεκρή ήδη γυναίκα του σαν άγαλμα επάνω
σε βάθρο. Το μεγαλύτερο μέρος του αναγλύφου καταλαμβάνεται από μία σκηνή
ίσως στον circus maximus, τον μεγάλο ιππόδρομο της Ρώμης 17 ανάμεσα στον
Παλατίνο και τον Αβεντίνο λόφο, όπως συνάγεται από τα μνημεία στη spina, το
κεντρικό διαχωριστικό του στίβου (οβελίσκοι, αγάλματα θεών και το σύστημα
μέτρησης των γύρων με τα δελφίνια) και τις καμάρες της άφεσης δεξιά. Στο α΄
επίπεδο καλπάζει ένα τέθριππο, μπροστά του ο sparsor, o δούλος που
καταβρέχει την αρένα για τη σκόνη, και ο hortator που ρύθμιζε τη σωστή πορεία
του άρματος. Ένας νικητής με κλάδο φοίνικα εικονίζεται σε β΄ επίπεδο.

18 Θα δούμε σύντομα, μία ακόμη κατηγορία ταφικών μνημείων με


ανάγλυφο διάκοσμο, τους ταφικούς βωμούς, που υπήρχαν σε όλες τους τύπους
τάφων, δείγματα της ταφικής λατρείας. Στο α΄ μισό του 1ου αι. φέρουν μία
λεπτότεχνη διακόσμηση, ενώ αργότερα 19 τα ανάγλυφα είναι έξεργα με
δραματική ένταση. Σημειώνουμε τα ρωμαϊκά σύμβολα, τον αετό και ιδίως της
Λύκαινα με τα δίδυμα στο βωμό του L. Volusius Urbanus, ενώ δίπλα στον T.
Statilius Aper, της ύστερης Νερώνειας εποχής, εικονίζεται ο Μελέαγρος, ο μύθος
του οποίου θα γνωρίσει ευρεία διάδοση στις σαρκοφάγους του 2ου και 3ου αι. μ.Χ.

5
20 Τέλος, σ’ένα κυκλικό βωμό από την Όστια εικονίζονται δύο παιδιά με
κόμμωση χαρακτηριστική της Εποχής του Τραϊανού, σαν Ερωτιδείς με γιρλάντες.
Ο βωμός ανήκε στον τάφο 2 αδελφών πιθανότατα διδύμων.

21 Θα τελειώσουμε το κεφάλαιο των ταφικών αναγλύφων με μία ταπεινή


στήλη στο Βατικανό, όπου για τον νεκρό Τiberius Octavius Diadumenus
χρησιμοποιήθηκε – ως λαλούν σύμβολο προφανώς - ο αγαλματικός τύπος του
Διαδουμένου, του Πολυκλείτου του 5ου αι. π.Χ. (δεξιά το αντίγραφο από τη Δήλο
στο Εθνικό Μουσείο, του 100 π.Χ. περίπου)

ATTIKEΣ ΤΑΦΙΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

Βλ. και το άρθρο της κας Αλευρά

22 Από τα κύρια προβλήματα της έρευνας των αττικών στηλών είναι ο


χρόνος επανεισαγωγής της χρήσης τους στην Αττική, μετά το διάταγμα του
Δημητρίου του Φαληρέως (417-407) που καταργούσε τα πολυτελή ταφικά
μνημεία, άρα και τις επιτύμβιες στήλες. Οι απόψεις κυμαίνονται από το 166 π.Χ.,
όταν η Δήλος επανήλθε στη δικαιοδοσία της Αθήνας (οι δηλιακές στήλες
λαξεύονταν καθ’όλη την ελληνιστική περίοδο), μετά το 88 και το 68 π.Χ., όταν
καταστρέφεται η Δήλος κατά τους Μιθριδατικούς Πολέμους), και το β΄ μισό του 1ου
αι. π.Χ. Πιθανότερο φαίνεται να άρχισαν σταδιακά από τον ύστερο 2ο αι. π.Χ. και
να αυξάνεται η παραγωγή τους τον 1ο αι. Σημαντικό ρόλο πρέπει να έπαιξε η
εγκατάσταση Μιλησίων στην Αθήνα, όπως φαίνεται από τα ονόματα των νεκρών.
23 Σημειώνεται πάντως ότι οι αττικές διαφοροποιούνται από τις δηλιακές στήλες
24 και έρχονται περισσότερο κοντά στα κλασικά πρότυπα του 5ου και 4ου αι.,
χωρίς όμως τον πλούτο των τελευταίων.

Η μεγαλύτερη παραγωγή ταφικών στηλών σημειώνεται στον 2ο αι., την


Εποχή του Αδριανού και των Αντωνίνων. Κατά τη διάρκεια του 3ου αι. ο αριθμός
τους αρχίζει να μειώνεται. Η καταστροφή της Αθήνας από τους Έρουλους το 267
έδωσε το τελικό κτύπημα στα αττικά εργαστήρια, οπότε ουσιαστικά σταματά και η
λάξευση στηλών.

6
Οι στήλες των ρωμαϊκών χρόνων παραμένουν γενικά απλές. (στις
διαφάνειες 25-26 βλέπομε τους τύπους που ακολουθούν τα αττικά εργαστήρια).

Οι παραγγελιοδότες ανήκαν κυρίως στη μεσαία τάξη απελεύθερων,


εμπόρων, τεχνιτών και γεωργών (από την Εποχή του Αδριανού η ανώτερη τάξη
θα χρησιμοποιεί τις κατά πολύ ακριβότερες σαρκοφάγους). 27 Οι άνθρωποι
αυτοί παρουσιάζονται στις ταφικές τους στήλες ως περήφανοι πολίτες και πλήρη
μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας. Γι’αυτό επέλεξαν τον τύπο του ιματιοφόρου που
ανάγεται σε αγαλματικούς τύπους του 4ου αι. π.Χ. (στις διαφάνειες 28-32
εικονίζονται τα πρότυπα [τα αγάλματα του Σοφοκλή και του Αισχίνη], η
ελληνιστική μορφή του τύπου, όπως αποτυπώθηκε στον Διοσκουρίδη το 138/7
π.Χ. και κατόπιν παραδείγματα εικονιστικών αγαλμάτων των ρωμαϊκών χρόνων
από όλη την αυτοκρατορία) 33. 34 Ηρωικοί-ιδεαλιστικοί τύποι εικονίζονται
σπανιότερα και αποκλειστικά για νέους άνδρες για τους οποίους βέβαια δεν ήταν
σπάνια η χρήση του ιματιοφόρου.

Πολύ σπανιότερα οι εικονονιζόμενοι δηλώνουν ότι είναι γεωργοί 35, ενώ


γενικότερα πολύ λίγα παραδείγματα δηλώνουν το επάγγελμα του θανόντος,
όπως του ορθογράφου Τιμοκράτους 36 και του ιατρού Ιάσωνος από τις Αχαρνές,
ο οποίος εικονίζεται να εξετάζει ένα παιδί, μπροστά του δε παριστάνεται ένας
μεγάλος σίφων (για βεντούζες). Η απεικόνιση αυτή του νεκρού να εργάζεται είναι
πολύ σπάνια, σε αντίθεση με τα ρωμαϊκά ταφικά ανάγλυφα

Οι λιγοστές τέλος εικόνες στρατιωτικών ανήκουν κατά κανόνα σε


ρωμαίους που πέθαναν κατά την παραμονή του στρατιωτικού σώματος που
υπηρετούσαν στην Αττική 37. Στην Αττική δεν έχουν βρεθεί στήλες μονομάχων
όπως αυτή από την Πάτρα, του Τρυφέρου και του γιου του Αλέξανδρου, ο οποίος
εικονίζεται ως Έρως Εναγώνιος κρατώντας κλαδί φοίνικα και στεφάνι. Τα
στεφάνια στο πεδίο αριστερά μαρτυρούν τις νίκες του μονομάχου.

Στις γυναίκες η κατάσταση είναι περίπου ανάλογη. Κυριαρχεί ο τύπος της


Μεγάλης και της Μικρής Ηρα5λειώτισσας του ύστερου 4ου αι. π.Χ. 38-42, ενώ
δεύτερος σε συχνότητα είναι ο τύπος της γυναίκας με το ένδυμα και τα σύμβολα
(σείστρο και καδίσκος/situla) της Ίσιδος,43-45 της μεγάλης αιγύπτιας θεάς, η

7
λατρεία της οποίας από τα ελληνιστικά χρόνια είχε εξαπλωθεί στον ελληνικό
κόσμο και τώρα σε όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια.

Άλλοι τύποι δεν είναι τόσο συχνοί. 46 Σημειώνονται οι καθιστές μορφές


(απαντούν κυρίως σε πρώιμα παραδείγματα), η Pudicitia (Αιδουμένη),
παραλλαγές της Πραξιτέλειας Κόρης, και άλλοι ελληνιστικοί τύποι.

Η μελέτη των στηλών, στην οποία σημαντικό ρόλο έχει η επιγραφική,


συνεισφέρει ιδιαίτερα στη μελέτη της κοινωνίας και της οικονομίας της Εποχής.
Στη χρονολόγησή τους βοηθούν κυρίως οι επιγραφές, που συχνά δίνουν
περισσότερα στοιχεία από το όνομα, οι κομμώσεις των μορφών, αλλά και η
αντιπαραβολή με άλλα προϊόντα των εργαστηρίων της εποχής, όπως οι
πολυτελέστερες σαρκοφάγοι.

ΣΑΡΚΟΦΑΓΟΙ (για τις αττικές σαρκοφάγους βλ. και τη μελέτη του G.Koch)

47 Οι μαρμάρινες σαρκοφάγοι με γλυπτό διάκοσμο στις πλευρές της


θήκης ή λάρνακας και στο κάλυμμα αποτελούν τη σημαντικότερη κατηγορία
ταφικών μνημείων των ρωμαϊκών χρόνων.

O όρος «σαρκοφάγος» δεν είναι αρχαίος. Προήλθε από τα μνημεία που


κατασκευάζονταν περίπου από το 180-250 μ.Χ. από ένα ηφαιστειογενές
πέτρωμα στην Άσσο της Τρώαδος, που οι πηγές αναφέρουν ως lapis
sarcophagus, γιατί είχε την ιδιότητα να αποσυνθέτει τα νεκρά σώματα εντός 40
ημερών. Φαίνεται ότι η προέλευση της συνήθειας ενταφιασμού σε λίθινες
σαρκοφάγους είναι ανατολική. 48-49 Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα από
τη Φοινίκη, την Καρχηδόνα, αλλά και την Κύπρο, από τα αρχαϊκά μέχρι τα
ελληνιστικά χρόνια με ανάγλυφες μορφές στο κάλυμμα, ενώ εντυπωσιακή είναι
50 μία σαρκοφάγος που σώζει τον γραπτό της διάκοσμο από το Κίτιον της
Κύπρου, Εξαιρετικά έργα τέχνης είναι οι ‘ναόσχημες’ σαρκοφάγους από τη
νεκρόπολη της Σιδώνας σήμερα στο Μουσείο Κωνσταντινούπολης, του 5ου και
4ου αι. π.Χ., όπου η ελληνική επίδραση στον διάκοσμο είναι εμφανής (51: λεγ.
«σαρκοφάγος του Σατράπη» και «λυκιακή σαρκοφάγος», 52: «σαρκοφάγος των
θρηνωδών», και 53: «σαρκοφάγος του Μ. Αλεξάνδρου»)

8
Σημαντική στην περίπτωση της Ρώμης είναι η ετρουσκική παράδοση.
Αναφερθήκαμε παραπάνω στην εναλλαγή των ταφικών εθίμων της καύσης ή της
ταφής του νεκρού σώματος. 54 Από την ύστερη αρχαϊκή περίοδο, στη νότια
Ετρουρία επικρατεί το έθιμο της ταφής σε πήλινη σαρκοφάγο, σχήματος κλίνης
με τις εικόνες των δύο συζύγων σε ημιανακεκλιμένη στάση. Το θέμα αυτό, όπως
θα δούμε παρακάτω, θα κυριαρχήσει στις σαρκοφάγους στο β΄ μισού του 2ου και
στον 3ο αι. μ.Χ. Τον 4ο αι. π.Χ, 55 έχομε μία μικρή ομάδα λίθινων ετρουσκικών
σαρκοφάγων με το ζευγάρι αγκαλιασμένο στο κρεβάτι του/κάλυμμα της
σαρκοφάγου. Την ελληνιστική εποχή οι σαρκοφάγοι και κυρίως 56 οι τεφροδόχοι
πλέον - καθώς η καύση κυριαρχεί στον ετρουσκο-ιταλικό χώρο - ακολουθούν τον
ίδιο τύπο με την ανακεκλιμένη μορφή, αλλά ανήκουν πλέον σε ένα άτομο,
χαρακτηρίζονται δε από πολυχρωμία και την προτίμηση σε σκηνές μάχης στην
λάρνακα. 57 Ειδικά στις τεφροδόχους του τάφου των Volumnii στην Perugia του
2ου αι. π.Χ. η επίδραση της ελληνιστικής τέχνης είναι προφανής.

Οι μαρμάρινες τεφροδόχοι κίστες ή urnae της Ρώμης του 1ου αι. π.Χ. και
μέχρι τον 2ο αι. μ.Χ. 58 διακοσμούνται με ανάγλυφα που ακολουθούν τα
γενικότερα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, όπως τα είδαμε και στους λίγο
μεγαλύτερου μεγέθους ταφικούς βωμούς, με τους οποίους ομοιάζουν και στο
σχήμα και τη θεματολογία (18-19). Άλλες θυμίζουν τη μορφή των σαρκοφάγων
τις οποίες θα δουμε αμέσως παρακάτω, όπως αυτή πάλι από τον τάφο των
Volumnii στην Perugia, και άλλες έχουν σχήμα αγγείων, όπως αυτή της εικόνας
59 που εντάσσεται στο πλαίσιο των νεοαττικών εργαστηρίων της Εποχής του
Αυγούστου. Σε 3 σκηνές εικονίζεται η μύηση του Ηρακλή στα Ελευσίνια
Μυστήρια. Στην α΄ σκηνή ο Η. κρατά ένα γουρουνάκι επάνω σε ένα βωμό και
ένας ιερέας σπένδει. Στη β΄ σκηνή ο Η. κάθεται επάνω στη λεοντή ενώ μία ιέρεια
κουνά ένα λίκνο πάνω από το καλυμμένο κεφάλι του. Στην γ΄ σκηνή εικονίζεται η
Δήμητρα με την Περσεφόνη και έναν νέο με ιμάτιο και νεβρίδα.

Οι τεφροδόχοι βρίσκονταν τοποθετημένες σε κόγχες στο εσωτερικό των


ταφικών κτισμάτων 60, που συχνά είχαν τη μορφή περιστερώνων και γι’αυτό
ονομάζονταν columbaria. Με τη σταδιακή επικράτηση της ολόσωμης ταφής και
της χρήσης των σαρκοφάγων, άλλαξε και η μορφή του εσωτερικού των τάφων,
καθώς οι μικρές κόγχες για τις urnae αντικαταστάθηκαν από μεγαλύτερες
θολωτές κατασκευές, τα arcosolia, για την τοποθέτηση των σαρκοφάγων.

9
Στην εικόνα 61 βλέπουμε χαρακτηριστικά την κάτοψη της νεκρόπολης της
Isola sacra στην Όστια. Στους τάφους της Εποχής του Τραϊανού και του
Αδριανού, δηλ. του 100-140 μ.Χ. περίπου (με γκρίζο χρώμα) έχομε μόνο μικρές
κόγχες στους τοίχους για τις τεφροδόχους. Στην Εποχή των Αντωνίνων, 140-190
περίπου (με πράσινο χρώμα) έχομε ακόμη κόγχες για τεφροδόχους, πολύ σύχνα
όμως βλέπομε να σχηματίζονται μεγαλύτεροι χώροι στους τοίχους για την
τοποθέτηση σαρκοφάγων. Τις μεγαλύτερες αυτές θήκες έχουν πλέον όλοι οι
τάφοι της εποχής των Σεβήρων 190-230 μ.Χ. περίπου. 62 Τον τρόπο με τον
οποίο οι μεγάλες σαρκοφάγοι εντάσσονται τα ταφικά αυτά οικοδομήματα μας
δείχνει η εικόνα από το εσωτερικό ενός τάφου στο Βατικανό, κάτω από τον Άγ.
Πέτρο.

Στον ελληνικό χώρο columbaria στη μορφή των ρωμαϊκών είναι ελάχιστα,
όπως είναι φυσικό. 63 Σημειώνουμε ορισμένα ταφικά μνημεία στην Πάτρα, που
ως ρωμαϊκή αποικία με το όνομα Colonia Aroe Augusta Patrensis ιδρύθηκε από
τον Αύγουστο, με κόγχες στους τοίχους του νεκρικού θαλάμου για την
τοποθέτηση των τεφροδόχων. Στην επόμενη εικόνα 64βλέπουμε τον τρόπο
έκθεσης των τεφροδόχων αγγείων και κιστών στο νέο αρχαιολογικό μουσείο της
Πάτρας. Αργότερα, έχουμε και στην Ελλάδα ταφικά οικοδομήματα όπου
τοποθετούνται οι μαρμάρινες σαρκοφάγοι, όπως αυτό στην Κηφισιά που
συνδέεται με τον Ηρώδη τον Αττικό (65-67). Στους Δελφούς, (68-69) δυτ. του
ιερού, κοντά στο Μουσείο ανασκάφηκε πριν από τον Πόλεμο ένα ναόμορφο
Μαυσωλείο, το λεγ. «Ηρώο Bloom» από το όνομα του ανασκαφέα, με κορινθιακή
ανωδομή και θολωτό, τριμερή, υπόγειο νεκρικό θάλαμο όπου βρέθηκαν
τοποθετημένες στην αρχική τους θέση σαρκοφάγοι (συλημένες ήδη). Μεγαλο-
πρεπή ταφικά κτίσματα, όπως τα ρωμαϊκά, υπάρχουν στη Νικόπολη της Ηπείρου
(70-71), όπου τα τελευταία χρόνια εκτελείται ένα εκτεταμένο έργο συντήρησης και
ανάδειξης.

Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τις ρωμαϊκές σαρκοφάγους. Όπως


αναφέραμε παραπάνω, από την εποχή της Res Publica και την πρώιμη
αυτοκρατορική περίοδο μέχρι τις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. υπάρχουν λίγες
περιπτώσεις χρήσης σαρκοφάγων με πιο χαρακτηριστική αυτή του L. Cornelius
Scipio Barbatus του 280/70 π.Χ. που θυμίζει ελληνικό/ελληνιστικό βωμό 72-73.

10
74 Τον πρώιμο 2ο αι. μ.Χ. άρχισε μία μεγάλη παραγωγή ανάγλυφων
μαρμάρινων σαρκοφάγων κυρίως στη Ρώμη και αμέσως μετά, από τα πρώτα
χρόνια του Αδριανού (117-138 μ.Χ.) στην Αθήνα, στη Μ. Ασία, όπου υπήρχαν
πολλά τοπικά εργαστήρια με εξαγωγική δραστηριότητα, αλλά και σε πολλές
ακόμη επαρχίες κατασκευάζονταν σαρκοφάγοι για τοπική κυρίως χρήση
χρησιμοποιώντας στοιχεία των προϊόντων των μεγάλων εργαστηρίων. Την
παραγωγή των σαρκοφάγων μπορούμε να παρακολουθήσουμε στη Ρώμη μέχρι
το 4ο αι., ενώ στην Αθήνα και τη Μ.Ασία η παραγωγή σταματά νωρίτερα, λόγω
της οικονομικής κρίσης της αυτοκρατορίας από τα μέσα περίπου του 3ου αι. και
ειδικά στην περίπτωση της Αθήνας της επιδρομής των Ερούλων το 267 μ.Χ.

Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της ζήτησης σε σαρκοφάγους, σημειώνω


τα εξής: Είναι γνωστές 12 - 15.000 σαρκοφάγοι, πλήρεις και σε αποσπασματική
μορφή. Είναι ανοικτό τι ποσοστό της αρχικής παραγωγής αντιπροσωπεύει ο
αριθμός αυτό. Αν αποδεχθούμε ότι, όπως έχει υπολογισθεί, αποτελεί το 5 %
(πολλοί υποστηρίζουν είναι το ποσοστό είναι ακόμη μικρότερο 2% ή και 1%), τότε
τουλάχιστον 300.000 σαρκοφάγοι παρήχθησαν σε όλη την έκταση του ρωμαϊκού
κράτους το διάστημα 2 αιώνων, από το περίπου 110 μέχρι το 310 μ.Χ. Δυστυχώς
δεν έχουν εντοπισθεί ακόμη τα εργαστήρια όπου λαξεύονταν οι σαρκοφάγοι, ούτε
έχουμε πληροφορίες από επιγραφές ή φιλολογικές πηγές για τον τρόπο
οργάνωσής τους. Έχει υπολογισθεί ότι για μία αττική σαρκοφάγο, όπως αυτή στη
Θεσσαλονίκη (κάτω δεξιά στην εικόνα), απαιτείτο εργασία ενός λιθοξόου για
1000-1200 ημέρες. Ο αριθμός αυτός σε συνδυασμό με τον υποτιθέμενο συνολικό
αριθμών σαρκοφάγων που παρήχθησαν, αλλά και με το γεγονός ότι από τους
ίδιους ανθρώπους κατασκεύαζονταν και άλλα έργα γλυπτικής (αγαλμάτια,
τραπεζοφόρα κλπ) οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειτο για πραγματικά
‘βιομηχανικές’ εγκαταστάσεις, προφανώς με καταμερισμό εργασίας μεταξύ του
προσωπικού.

Και μόνο οι σωζόμενες σαρκοφάγοι αποτελούν ένα σημαντικότατο πεδίο


μελέτης, όχι μόνο της πλαστικής και γενικότερα της ιστορίας της Τέχνης στα
διάφορα εργαστήρια παραγωγής τους, αλλά και της οικονομίας και του εμπορίου,
της κοινωνίας και της θρησκείας, μέσω των μύθων και των λοιπών
παραστάσεων. Ιδιαίτερη σημασία είχαν οι σαρκοφάγοι στην νεώτερη δυτική
τέχνη, καθώς πολλές επαναχρησιμοποιήθηκαν, ή απετέλεσαν πήγες έμπνευσης

11
για τους καλλιτέχνες της Αναγέννησης και του Μπαρόκ 75. Βλέπουμε
χαρακτηριστικά παραδείγματα: τη σαρκοφάγο με την Αρπαγή της Περσεφόνης,
στον Καθεδρικό ναό του Άαχεν στη Γερμανία, που πιστεύεται ότι
χρησιμοποιήθηκε για την ταφή του Καρλομάγνου το 814 ή αργότερα το 1165. Το
1222 χρησιμοποιήθηκε μία σαρκοφάγος για την ταφή της Κωνσταντσας της
Αραγωνίας στο Καθεδρικό Ναό του Παλέρμου. 76 Στη Σικελία, πάλι, στην Κατάνη
μία αρχαία σαρκοφάγος με γρύπες περιέχει τα λείψανα της Αγ. Αγαθής, ενώ το
1520 σε μία σαρκοφάγο με γιρλάντες τάφηκε ο ζωγράφος Ραφαήλ σε μία κόγχη
του Πανθέου στη Ρώμη.

Οι σαρκοφάγοι ήταν κατά κύριο λόγο λίθινες. Υπήρχαν και μολύβδινες και
ξύλινες με χάλκινες λεπτομέρειες, ελάχιστα όμως παραδείγματα διατηρούνται.
Από τις λίθινες οι πιο ακριβές ήταν οι μαρμάρινες, αν εξαιρέσουμε τις σπάνιες
περιπτώσεις από πορφυρίτη ή γρανίτη. Επειδή, βέβαια, δεν υπήρχε μάρμαρο σε
όλες τις επαρχίες του κράτους, έπρεπε αυτό να εισαχθεί. Εκτός από την
περίπτωση να εισήγαγαν πλήρως δουλεμένα κομμάτια, υπήρχαν 2 δυνατότητες,
να εισάγουν: είτε ολόκληρους όγκους μαρμάρου 77 είτε μισοδουλεμένες
σαρκοφάγους, πολύ συχνό στις σαρκοφάγους με γιρλάντες της Προκοννήσου
της Προποντίδας ή θάλασσας του Μαρμαρά, όπως λέγεται ακόμη και σήμερα.
Στην εικόνα βλέπουμε μία ημίεργη σαρκοφάγο στην Τύρο του Λιβάνου που
επαναχρησιμοποιήθηκε από χριστιανούς και δεξιά τις δυνατότητες που είχαν οι
γλύπτες να ολοκληρώσουν την κατεργασία λαξεύοντας κεφάλια ή κρανία ζώων
ως φορείς της φυτικής γιρλάντας ή Νίκες και Ερωτιδείς.

78 Όταν υπήρχαν πορτραίτα, αυτά λαξεύονταν στον τόπο εισαγωγής και


όχι παραγωγής, όπως βλέπουμε στα παραδείγματα αττικών σαρκοφάγων με
κλινόμορφο κάλυμμα στη Θεσσαλονίκη και την Ιθάκη.

Από τα κύρια κέντρα παραγωγής σαρκοφάγων, η Αθήνα και το Δοκίμειον


της Φρυγίας (κοντά στο σημερινό Αφιόν Καραχισάρ) είχαν δικά τους λατομεία
πολύ καλής ποιότητας λευκού μαρμάρου (του Δοκιμείου μάλιστα ήταν ιδιοκτησία
του αυτοκράτορα), στη Ρώμη όμως η κατάσταση ήταν διαφορετική. Ένα μέρος
μόνο των σωζόμενων ρωμαϊκών σαρκοφάγων έχουν λαξευθεί σε μάρμαρο
Καρράρας (αρχ. Luni, στο βόρειο άκρο της σημερινής Τοσκάνης) – σε άμεση
γειτνίαση με τη Ρώμη δεν υπάρχουν λατομεία μαρμάρου -, ενώ για τις υπόλοιπες
χρησιμοποιήθηκε μάρμαρο από την Ανατολή, ιδίως από την Προκόννησο που

12
πρέπει να ήταν φθηνότερο, καθώς τα λατομεία του νησιού βρίσκονταν δίπλα στη
θάλασσα. Αντίθετα το μάρμαρο του Δοκιμείου, στην κεντρική Μ. Ασία, ήταν το
ακριβότερο, διότι έπρεπε να συνυπολογισθεί το κόστος μεταφοράς στα λιμάνια
είτε της Σμύρνης και Εφέσου είτε της Αττάλειας.

79 Το σχήμα των σαρκοφάγων: Κάθε σαρκοφάγος αποτελείται από την


κίστη ή λάρνακα ή θήκη και το κάλυμμα. Κοινό σχήμα της κίστης σε όλα τα
εργαστήρια είναι το ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο και το κάλυμμα έχει τη μορφή
στέγης ή κλίνης. Μόνο στη Ρώμη 80 και σποραδικά σε επαρχίες όπως στην
Αίγυπτο χρησιμοποιήθηκαν κίστες με στρογγυλεμένες πλευρές, σχήματος ληνού
ή λουτήρα.

Η μορφή της λάρνακας και του στεγόμορφου καλύμματος είναι βασικά


στοιχεία 81 που διακρίνουν τα 3 μεγάλα εργαστήρια σαρκοφάγων, όπως φαίνεται
στην εικόνα. Γενικά, της Αθήνας και του Δοκιμείου είναι περισσότερο μνημειακές,
αν και δεν λείπουν αντίστοιχες ρωμαϊκές, κυρίως του β΄ μισού του 3ου αι., όταν
παρακμάζουν και σταματούν τα δύο άλλα εργαστήρια. Στη Ρώμη δίνεται έμφαση
στο γλυπτό διάκοσμο της πρόσθιας μόνο όψης. Οι δύο στενές πλευρές είναι
πρόχειρα διακοσμημένες με απλά θέματα, ενώ η πίσω όψη είναι κατά κανόνα
ακόσμητη. (Λογικό, αν θυμηθούμε ότι συχνά οι σαρκοφάγοι βρίσκονταν 82 σε
κόγχες/αρκοσόλια, οπότε μόνο η πρόσοψη φαινόταν)

83 Αντίθετα, στα άλλα 2 εργαστήρια η σαρκοφάγος νοείται ως οικία του


νεκρού: τονίζεται η αρχιτεκτονική διάρθρωση της σαρκοφάγου: στη λάρνακα
αποδίδεται σαφώς η τριμερής διαίρεση σε βάση, κυρίως σώμα και επίστεψη. 84
βλέπουμε μία αττική σαρκοφάγο με Ερωτιδείς Η διακόσμηση καλύπτει όλες τις
πλευρές, αν και στην πίσω είναι απλούστερη. Ανάλογο χαρακτήρα έχουν και οι
σαρκοφάγοι του Δοκιμείου 85, όπως φαίνεται και στο παράδειγμα της εικόνας.

Σαφώς διαφοροποιούνται οι ρωμαϊκές και στη μορφή του καλύμματος 86,


όπως δείχνουν τα σχέδια. Σταδιακά πάντως σε όλα τα εργαστήρια κυριαρχεί το
κάλυμμα σχήματος κλίνης με του συζύγους ανακεκλιμένους επάνω στο στρώμα
87 Βλέπουμε 2 παραδείγματα ρωμαϊκής και αττικής σαρκοφάφου.

Ολοκληρώνοντας τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των σαρκοφάγων, να


δούμε και το εσωτερικό της λάρνακας. 88 Οι επιφάνειες είναι χονδροδουλεμένες
και προς τη μία στενή πλευρά σχηματίζουν ένα περίπου προσκεφάλαιο, όπου θα

13
τίθετο το κεφάλι του νεκρού. Ακόμη, για να ελαφρύνουν το βάρος του
καλύμματος, λαξεύουν κοίλη την εσωτερική του επιφάνεια.

Από τα πιο σημαντικούς τομείς της μελέτης των σαρκοφάγων αποτελεί ο


γλυπτός διάκοσμος, κατά κύριο λόγο των λαρνάκων. Οι γλύπτες επηρεάζονται
πολύ από την παράδοση της ελληνικής, ετρουσκικής και ρωμαϊκής τέχνης. Οι
παραστάσεις όμως δεν αντιγράφουν απλά τα παλαιότερα πρότυπα, αλλά τα
προσαρμόζουν στην καλλιτεχνική βούληση, τη μόδα ας πούμε, κάθε εποχής.

Ας δούμε τα κυριότερα διακοσμητικά θέματα των σαρκοφάγων:

89 Οι πρωιμότερες σαρκοφάγοι, και αυτό ισχύει για όλα τα εργαστήρια,


ήταν αυτές με δέσμες ανθοκαρπίων, όπως είναι ο ελληνικός όρος, γιρλάντες
δηλαδή. Το θέμα απαντούσε ήδη συχνά στους ταφικούς βωμούς και στις
τεφροδόχους, απ’ όπου εύκολα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και στις
σαρκοφάγους. Από τα παλαιότερα δείγματα σαρκοφάγων που χρονολογούνται
με ακρίβεια 90 είναι του Ti. Iulius Celsus Polemaeanus, σε υπόγειο ταφικό
θάλαμο, κάτω από τη Βιβλιοθήκη που ίδρυσαν οι γιοι του μετά το θάνατό του το
113/4 μ.Χ. στην Έφεσο. 91 Τη γιρλάντα κρατούν Νίκες στις γωνίες και 2
Ερωτιδείς στην κύρια όψη, όπου σχηματίζονται 3 τόξα στο εσωτερικό των
οποίων αποδίδεται από ένας ρόδακας. Όπως είπαμε και παραπάνω, στη θέση
των Ερώτων και των Νικών, έχουν συχνά βουκεφάλια ή βουκράνια. Ενώ η
σαρκοφάγος του Κέλσου αποπνέει έναν ήρεμο κλασικό χαρακτήρα,
παραδείγματα στη Ρώμη 92, της ύστερης εποχής του Τραϊανού ή αυτής του
Αδριανού, παρουσιάζουν πιο πολύπλοκες συνθέσεις με ολόκληρες παραστάσεις
στα τόξα που σχηματίζουν οι γιρλάντες, όπως στη σαρκοφάγο του G. Ballicus
Natalis Tebanianus στην Πίζα με έναν Κορύβαντα στο κέντρο και Νίκες, αλλά
χωρίς φτερά στις γωνίες, στο αριστερό τόξο τον Βάκχο με τον Πάνα, και στο δεξιό
τρόπαιο με 2 δεσμώτες και Σάτυρο, αναφορά στον θρίαμβο του Διονύσου μετά
την εκστρατεία στην Ανατολή.

93 Οι Ερωτιδείς σε ποικίλες σκηνές ήταν ιδιαίτερα αγαπητές την περίοδο


αυτή, ιδίως για παιδικές ταφές, όπως δείχνουν οι μικρές διαστάσεις των
περισσότερων σαρκοφάγων με αυτό το θέμα.

Ενώ οι παραστάσεις των Ερώτων ήταν αγαπητές και στο αττικό


εργαστήριο, 94 εικόνες των 4 Εποχών, συμβόλων του χρόνου, απαντούν μόνο

14
στη Ρώμη. Βλέπουμε εδώ 2 ωραία παραδείγματα των μέσων περίπου του 3ου αι.
μ.Χ., όπου οι αγαλματικές μορφές των Εποχών ως γυμνοί νέοι με χλαμύδα και τα
σύμβολα της αντίστοιχης εποχής εικονίζονται ανά δύο εκατέρωθεν ενός
κεντρικού θέματος. Στη σαρκοφάγο στη Ρώμη παριστάνεται στο κέντρο μία θύρα
την οποία κοσμούν πάλι οι 4 Εποχές στη μορφή Ερωτιδέων, ενώ στη σαρκοφάγο
του Μητροπολιτικού Μουσείου της Ν. Υόρκης το κέντρο καταλαμβάνει ο
Διόνυσος με τον Πάνα σε πάνθηρα.

Με τις παραπάνω ομάδες συνδέονται στενά οι διονυσιακές σαρκοφάγοι,


95 που αποτελούν ένα πολύ μεγάλο σύνολο σαρκοφάγων κυρίως στα εργα-
στήρια της Ρώμης και της Αθήνας, ίσως γιατί συμβολίζουν την επιθυμία για μία
γλυκιά ζωή στον άλλο Κόσμο. Η ανακάλυψη της Αριάδνης στη Νάξο εικονίζεται
και στα δύο παραδείγματα της εικόνας, στη σαρκοφάγο στη Ρώμη όμως
καταλαμβάνει το κεντρικό σημείο.

Ιδιαίτερα αγαπητή στο διάκοσμο των σαρκοφάγων ήταν η απεικόνιση


μυθολογικών επεισοδίων. 96 Όμως, από το ρωμαϊκό μυθολογικό παρελθόν,
μόνο μία σκηνή απεικονίσθηκε, ο μύθος της Ρέας Σίλβιας στις αρχές του 3ου αι.
μ.Χ. σε μία σαρκοφάγο στη Ρώμη. Τη εστιάδα Ρέα Σίλβια επισκέπτεται ο Άρης
(με αποτέλεσμα τη γέννηση των διδύμων Ρωμύλου και Ρέμου), μέσα σε ένα
κοσμολογικό περιβάλλον: Επάνω από την ημίγυμνη Ρέα Σίλβια βρίσκεται ο
Ήφαιστος και δεξιά κάθεται η Αφροδίτη πρόγονος της Ρέας Σίλβιας. Δεξιά κάτω
βρίσκεται η Tellus / Γη και αντίστοιχα αριστερά ο Ωκεανός. Επάνω αριστερά είναι
το τέθριππο του Ήλιου. Ένα στοιχείο αρκετά συχνό στις ρωμαϊκές σαρκοφάγους,
αλλά ανήκουστο στις αττικές, είναι η χρήση πορτρέτων - προφανώς του ή των
νεκρών στα πρόσωπα των μυθικών πρωταγωνιστών: του Άρη και της Ρέας
Σίλβιας.

Το πλήθος των μυθολογικών ρωμαϊκών σαρκοφάγων διακοσμούνται με


ελληνικούς μύθους, οι περισσότεροι από τους οποίους, πρέπει να επισημάνουμε,
έχουν γίνει γνωστοί μέσω των ποιημάτων του Οβιδίου και εικονογραφικά μέσω
αυτών των σαρκοφάγων. Ακόμη, πολλοί μύθοι δεν εικονίσθηκαν στις αττικές
σαρκοφάγους.

Το θεματολόγιο είναι ευρύτατο. Μόνο στις ρωμαϊκές σαρκοφάγους


απεικονίζονται οι μύθοι του ‘Αδωνη, της Άλκηστης, του Ενδυμίωνα, του

15
Γανυμήδη, του Ιάσονα, του Μαρσύα, της Μήδειας, του Νάρκισσου, του
Νεοπτόλεμου, των Νιοβιδών, του Πάρη, της Περσεφόνης, του Περσέα, του
Φαέθωντα, του Προμηθέα κλπ.

97 Στην εικόνα βλέπουμε μία σαρκοφάγο στο Λούβρο με τον μύθο του
Ενδυμίωνα του 3ου αι. μ.Χ. Σύμφωνα με παραλλαγή του μύθου που παραδίδει ο
Οβίδιος, ο Ενδυμίων ήταν βοσκός από την Καρία με απαράμιλλη ομορφιά. Η
Σελήνη τον είδε σε μία σπηλιά του όρους Λάτμου και τον ερωτεύτηκε. Τον
επισκεπτόταν κάθε βράδυ την ώρα που κοιμόταν, όμως, ανησυχώντας, πως σαν
θνητός θα γεράσει και θ πεθάνει, παρακάλεσε τον Δία να τον αφήσει να κοιμάται
για πάντα τον αγέραστο ύπνο ώστε να μην τον χάσει ποτέ. Η σκηνή περιβάλλεται
από ένα γέρο βοσκό και την Αύρα αριστερά και 2 νύμφες δεξιά. Στο κέντρο, η
Σελήνη κατεβαίνει από το τέθριππό της κατευθυνόμενη προς τον νεαρό
Ενδυμίωνα που κοιμάται δεξιότερα, ενώ ο Ύπνος πλησιάζει ένα κέρας στο
μέτωπο του νέου για να του εμφυσήσει όνειρα.

Στο μέτωπο του καλύμματος απεικονίζονται αριστερά η Κρίση του Πάρη


και δεξιά η κατασκευή γιρλαντών.

Κοινά θέματα στις ρωμαϊκές και στις αττικές σαρκοφάγους αποτελούν οι


μύθοι του Αχιλλέα, του Βελλεροφόντη, του Ηρακλή, της Φαίδρας και του
Ιππόλυτου, του Μελεάγρου, του Πέλοπα, των 7 επί Θήβας, η Αμαζονομαχία κλπ.
98 Στην εικόνα βλέπουμε 2 σαρκοφάγους του 3ου αι., μία ρωμαϊκή και μία αττική
με το θέμα της Αμαζονομαχίας. Στο κέντρο της Ρωμαϊκής εικονίζονται με
εικονιστικά χαρακτηριστικά ο Αχιλλέας να κρατά την Πενθεσίλεια, ενώ στην αττική
όλα τα πρόσωπα κρατούν τον ιδεαλιστικό τους χαρακτήρα.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της θεματολογίας των ρωμαϊκών σαρκοφάγων


που δεν ακολούθησαν τα αθηναϊκά εργαστήρια είναι σκηνές από την ιδιωτική
ζωή του νεκρού, τη vita privatα, 99 όπως η σαρκοφάγος με τη γαμήλια τελετή στη
Ρώμη, της εποχής του Αδριανού.

Στις επόμενες εικόνες 100-101 βλέπουμε μία πραγματικά μνημειακή


ρωμαϊκή σαρκοφάγο του 180-190 μ.Χ. Πρόκειται για τη λεγ. «Σαρκοφάγο του
Portunaccio» (από τη συνοικία της Ρώμης, όπου βρέθηκε), σήμερα στο Museo
Nazionale Romano. H κύρια όψη της λάρνακας περιλαμβάνει σκηνή σφοδρής
μάχης ανάμεσα σε ρωμαίους και γερμανικές φυλές. Η σκηνή περιβάλλεται

16
αριστερά και δεξιά από ένα ζεύγος αιχμαλώτων κάτω από ένα τρόπαιο. Στο
μέτωπο του καλύμματος ανάμεσα στα γωνιακά προσωπεία εικονίζονται σκηνές
που υμνούν το νεκρό και τη συζυγό του: στο κέντρο εικονίζεται ο γάμος τους, η
dextrarum junction, αριστερά η σύζυγος επιδεικνύει την αρετή της στο εσωτερικό
της οικίας εκπαιδεύοντας τα παιδιά της, ενώ δεξιά ο άνδρας μετά τις πολεμικές
επιχειρήσεις δείχνει την clementia απέναντι στους υποταγμένους εχθρούς. Τα
κύρια πρόσωπα της παράστασης έχουν μείνει ημίεργα. Η σαρκοφάγος ανήκε σε
στρατηγό του Μάρκου Αυρηλίου και ο καλλιτέχνης φαίνεται ότι επηρεάσθηκε
αρκετά από τα ανάγλυφα του κίονα του Μ. Αυρηλίου.

Άλλο ένα παράδειγμα σκηνής μάχης Ρωμαίων και Γότθων βλέπουμε στη
λεγ. «Μεγάλη Σαρκοφάγο Ludovisi», επίσης στο Museo Nazionale Romano (102-
104). Ο θριαμβευτής στρατηγός 103 έχει χαραγμένο ένα Χ στο μέτωπο (σημάδι
μύησης στη λατρεία του Μίθρα) και ταυτίζεται εδώ με έναν από τους γιούς του
Μαξιμίνου Θράκα, τον Οστιλιανό μάλλον (ή και τον Ερέννιο Ετρούσκο), που
πέθανε το 251, δύο δε ακόμη πορτραίτα του φέρουν το Χ στο μέτωπο.

105 Σκηνές ιδιωτικής ζωής βλέπουμε και στη λεγόμενη «σαρκοφάγο των 2
αδελφών» στη Νεάπολη του 3ου αι.: ο γάμος του ενός εικονίζεται δεξιά, και
μάλλον η ανάληψη δημόσιου αξιώματος του άλλου αριστερά που παριστάνεται
μεταξύ τηβεννοφόρων ανδρών.

106 Οι παραστάσεις των 9 Μουσών στην κύρια όψη της σαρκοφάγου στο
Λούβρο του 2ου αι. μ.Χ. υποδηλώνουν την ενασχόληση του κατόχου της με τα
γράμματα. Αυτό βεβαιώνουν και οι πλάγιες όψεις με έναν ώριμο άνδρα -που
κατά μία άποψη ερμηνεύονται ως ο Όμηρος και ο Σωκράτης - με μία Μούσα.
Ανάλογο θέμα δεν απαντά στις αττικές σαρκοφάγους.

107 Σε αντίθεση με την Αθήνα, η Ρώμη, ως η μεγάλη πρωτεύουσα της


αυτοκρατορίας, εισήγαγε σαρκοφάγους και από τα άλλα εργαστήρια, αττικά και
μικρασιατικά, συχνά δε ρωμαϊκά εργαστήρια παρήγαγαν προϊόντα στο οποία
ενσωμάτωναν και ‘ξένα’ χαρακτηριστικά, όπως η μνημειώδης σαρκοφάγος του
Velletri κοντά στη Ρώμη από παριανό μάρμαρο με σαφείς μικρασιατικές
επιδράσεις.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το εμπόριο των σαρκοφάγων. 108 Από


το μεγαλύτερο εργαστήριο, αυτό της Ρώμης, έχουν σωθεί περίπου 6000

17
σαρκοφάγοι. Όπως βλέπομε στο χάρτη οι ρωμαϊκές εξάγονταν σχεδόν
καθ’ολοκληρίαν στη Δύση. 108 Οι αττικές – σώζονται περίπου 1500 –
προορίζονταν και για ανατολικές και δυτικές αγορές, εκτός ίσως της δυτικής
Αφρικής 109, ενώ οι σαφώς λιγότερες σαρκοφάγοι του Δοκιμείου, περίπου 500,
εκτός από τη Μ. Ασία, εξάγονταν κυρίως στη Ρώμη.

Η σύντομη αυτή περιήγηση στον κόσμο των σαρκοφάγων θα κλείσει με


κάποια παραδείγματα του 4ου αι. μ.Χ. 110 Η ύψ. 2,40 μ. σαρκοφάγος από
αιγυπτιακό πορφυρίτη πιστεύεται ότι είχε λαξευτεί περί το 320 για τον
Κωνστάντιο Χλωρό ή τον ίδιο τον Κωνσταντίνο, χρησιμοποιήθηκε όμως τελικά
για τη μητέρα του, την Αγία Ελένη, στο μαυσωλείο της οποίας βρέθηκε.

111 Οι χριστιανικές σαρκοφάγοι από τον 4ο αι. ακολούθησαν τα


παλαιότερα πρότυπα. Βλέπουμε εδώ κάποια παραδείγματα, του Ιουνίου Βάσσου
από τη νεκρόπολη κάτω από τον Άγιο Πέτρο στο Βατικανό, του 359 μ.Χ., με
σκηνές της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, και μία από την Arles στη Ν. Γαλλία
του τέλους του 4ου αι. μ.Χ., με το Χριστό στο κέντρο να παραδίδει τον Νόμο στον
Πέτρο. Nα προσέξουμε την αλληγορική παράσταση του Ουρανού όπου πατά ο
Χριστός στη σαρκοφάγο του Ι. Βάσσου, 112 που είναι ανάλογη με αυτή του
Ουρανού στο θώρακα του Αυγούστου της Primaporta.

Ολοκληρώνουμε το κεφάλαιο αυτό με τη λεγ. Σαρκοφάγο του Πρίγκηπα


113 από την Κωνσταντινούπολη, δείγμα του κλασικιστικού ρεύματος στην τέχνη
του ύστερου 4ου αι. μ.Χ.

Μέχρι τώρα είδαμε παραδείγματα μαρμάρινων σαρκοφάγων με το


διάκοσμο στις εξωτερικές τους επιφάνειες. 114 Μοναδικό είναι το παράδειγμα της
σαρκοφάγου μίας γυναίκας του 2ου αι. μ.Χ., από το Simpelfeld της Ολλανδίας,
σήμερα στο Leiden. Η κίστη είναι ακόσμητη εξωτερικά, ενώ στο εσωτερικό της
αποδίδεται το δωμάτιο της πλούσιας γυναίκας που παρουσιάζεται ανακεκλιμένη
σε κλίνη, ενώ ολόγυρα αποδίδονται έπιπλα και αποθηκευτικά σκεύη.

115 Στην τελευταία εικόνα δίνεται η βασική βιβλιογραφία για σαρκοφάγους.

Στ. Κατάκης

18

You might also like