Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 118

«Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΑΧΑΪΑΣ 1946-1949»

2
Περιεχόμενα
Πρόλογος .................................................................................................................................. 4
1. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1946 ................................................................................... 6
2. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1947 ................................................................................. 16
3. ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ29
4. Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1948 ................................................... 39
5. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΑΣ 5 ΙΟΥΛΙΟΥ 1948 ...................................................... 51
6. ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948 ΙΟΥΛΙΟΣ-
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ....................................................................................................................... 64
7. ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ «ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ» ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1948-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1949 .................................... 75
8. Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1949-
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1949 .................................................................................................................... 89
9. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ........................................................................................................... 94
10. ΠΑΡΑΘΕΜΑ.................................................................................................................... 99
11. ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ....................................................................................................... 114
12. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ............................................................................................................ 117

3
Πρόλογος
Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος δεν ήταν καθόλου τυχαία. Πέρα από το γεγονός
ότι η Ιστορία είναι η επιστήμη που με έλκυε πάντα, απ’ όσο μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό
μου, δεν αρκούσε μόνο αυτή. Ο βασικός λόγος επιλογής του συγκεκριμένου θέματος
είναι κυρίως το ό,τι αφορά την ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Αχαΐα, και μια πολύ
συγκεκριμένη ιστορική της πτυχή, εκείνη του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949).

Η συγκεκριμένη μελέτη δεν προτίθεται σαφέστατα να καταστεί «απολογητική» υπέρ


της μιας ή της άλλης παράταξης του Εμφυλίου Πολέμου. Πρόθεση μου είναι να αναδείξω
τα γεγονότα του Εμφυλίου, που στιγμάτισαν την Αχαϊα κατά την περίοδο 1946-1949, με
παράλληλη την αναφορά σε πανελλήνιας εμβέλειας γεγονότα, όπου και μόνο αυτά
χρειάζονται. Εν τέλει θα επιχειρήσω να εξάγω συγκεκριμένα κομβικά συμπεράσματα,
σχετικά με το αποτέλεσμα και τις διαστάσεις του Εμφυλίου στον νομό Αχαΐας,
διευρύνοντας τα σε επίπεδο πανελλαδικό, όπου αυτά το επιτρέπουν.

Παρεμπιπτόντως, για την πραγματοποίηση της παρούσας μελέτης θέλω να


ευχαριστήσω πρώτα απ’ όλα τον κύριο Ιωάννη Ράγκο, κάτοικο Πατρών, που μου
παραχώρησε την μοναδική συνέντευξη της έρευνας μου. Η μαρτυρία του διανθισμένη με
γεγονοτολογική διαύγεια και αφηγηματική γλαφυρότητα, μου ήταν τεράστια βοήθεια για
να μπορέσω να εγκλιματιστώ στα δεδομένα και την ατμόσφαιρα της υπο μελέτη
περιόδου, ενώ συγκεκριμένα της χωρία θα παρατεθούν ως πηγές, μέσα στο κείμενο της
μελέτης. Παράλληλα, θα ήθελα να ευχαριστήσω εξίσου το Μουσείο Τύπου Πατρών
ΕΣΗΕΠΗΝ (Μαιζώνος 200) και το Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης» στο
Χαλάνδρι Αττικής (Χαρίλαου Φλωράκη 6), που με το έντυπο και αρχειακό τους υλικό,
μου έδωσαν την δυνατότητα να διασταυρώσω τα γεγονότα και τις εξελίξεις του Εμφυλίου
Πολέμου, που μου παρείχε η βιβλιογραφία της έρευνας. Ακόμη, δε θα μπορούσα να μην
ευχαριστήσω τον υπεύθυνο καθηγητή και επόπτη της παρούσας μελέτης, κύριο
Κωνσταντίνο Φωτιάδη, καθώς και τον αποσπασμένο βοηθό καθηγητή, κύριο
Κωνσταντίνο Σεχίδη, που με κατεύθυναν ως προς την άρτια ολοκλήρωση του παρόντος
πονήματος.

Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω εκ βαθέων την οικογένεια μου, που με στήριξε με κάθε
τρόπο στην παρούσα προσπάθεια. Η συγκεκριμένη μελέτη είναι αφιερωμένη σε αυτήν.

4
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ
1946

5
1. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1946
« 1. Ένα χρόνο ύστερα απ’ τη μέρα, που με πρωτοβουλία και εγγύηση της αγγλικής κυβέρνησης
υπογράφτηκε στη Βάρκιζα η συμφωνία που φέρνει το όνομα της, στην Ελλάδα δεν υπάρχει
δημοκρατία ούτε εθνική ανεξαρτησία και λευτεριά. Στο εσωτερικό επικρατεί απόλυτα ο
μοναρχοφασιστικός δοσιλογισμός, που πήρε και κράτησε την εξουσία, αποκλειστικά και μόνο χάρη
στη βίαιη ένοπλη επέμβαση, που πραγματοποίησαν οι στρατιωτικές δυνάμεις της Βρετανικής
Αυτοκρατορίας το Δεκέμβρη του 1944 ενάντια στην ελληνική Δημοκρατία και την εθνική μας
ανεξαρτησία».1

Έτσι λοιπόν ξεκινά το πρώτο άρθρο της πολιτικής απόφασης της 2ης Ολομέλειας του ΚΚΕ,
που πραγματοποιήθηκε στις 12-15 Φεβρουαρίου 1946 στην Αθήνα. Έναν χρόνο πριν, στον
απόηχο των Δεκεμβριανών και της μάχης της Αθήνας, η ηγεσία του Εθνικού Απελευθερωτικού
Μετώπου, του πολιτικού συνασπισμού δηλαδή που με πρωτοβουλία του ΚΚΕ είχε συνταχθεί για
την απελευθέρωση της χώρας από την τριπλή φασιστική κατοχή και την ομαλή δημοκρατική
εξέλιξη στην Ελλάδα, οδηγήθηκε στην υπογραφή της συνθήκης της Βάρκιζας (12 Φεβρουαρίου
1945). Η συνθήκη αυτή όριζε τον αφοπλισμό του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού,
του στρατιωτικού δηλαδή σκέλους του ΕΑΜ, καθώς και την αναδιοργάνωση του κρατικού
μηχανισμού και των σωμάτων ασφαλείας, κυρίως μέσω της αποπομπής όλων εκείνων των
στοιχείων που υπήρξαν προδότες και μέτοχοι των ταγμάτων ασφαλείας. Παράλληλα, εντός της
συνθήκης, οριζόταν μόνο η πολιτική αμνήστευση όσων μετείχαν στον ΕΛΑΣ.

Ένα χρόνο μετά, οι μεγαλόστομες διακηρύξεις της συνθήκης της Βάρκιζας, είχαν ουσιαστικά
και πρακτικά περιθωριοποιηθεί και στην θέση τους είχε ξεφυτρώσει μια θαλερή τρομοκρατία
ενάντια στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που στρατεύθηκαν με το ΕΑΜ αλλά και σε
εκείνους τους πολίτες που δεν συντάσσονταν με το ακροδεξιό και φιλοβασιλικό παρακράτος.

Μέσα λοιπόν σε αυτό το κλίμα είχαν προκηρυχθεί εκλογές για την 31η Μαρτίου 1946. Βέβαια,
απ’ ότι φάνηκε οι εκλογές αυτές δεν ήταν και οι υγιέστερες που συμμετείχε ποτέ του ο ελληνικός
λαός. Καταρχάς, δεν είχαν ανανεωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι από το 1936, δηλαδή οκτώ χρόνια
πριν, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποκλεισθούν τυχόν διπλοψηφίες και τριπλοψηφίες, μιας
και πολλοί νεκροί θεωρούνταν ακόμη εν δυνάμει ψηφοφόροι. Παράλληλα, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ
έκαναν λόγο για πρωτοφανή τρομοκρατία εις βάρος των ψηφοφόρων τους, που δεν περιορίστηκε
μόνο σε αυτούς:

1
αρχεία του ΚKE (1946) Απόφαση της 2ης Ολομέλειας του ΚΚΕ, χωρίο ΙΙ, άρθρο πρώτο.

6
«Το κλίμα τρομοκρατίας, που κυριάρχησε στην Πάτρα αλλά και σε ολόκληρη την Αχαΐα, το
φανέρωσε εκτός πολλών άλλων και το γεγονός ότι είχε δεχτεί τότε ένοπλη επίθεση παρακρατικών
ομάδων ακόμη και το αυτοκίνητο του Παναγ. Κανελλόπουλου, ο οποίος βρισκόταν σε προεκλογική
περιοδεία. Όπως αναφέρει ο ίδιος, η επίθεση στο αυτοκίνητο του είχε γίνει στο Ρίο-επειδή εκείνη
την εποχή, όσους δεν άνηκαν στην πολιτική παράταξη που είχε σχηματιστεί από το Λαϊκό Κόμμα,
τον Γονατά και τον Αλεξανδρή, τους θεωρούσαν «αριστερούς» οι «ακροδεξιοί» και τους
αντιμετώπιζαν με ανάλογο τρόπο».2

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ήταν συντηρητικός πολιτευτής της


περιοχής Αχαΐας, που το 1946 κατέβηκε στις εκλογές με τον συνδυασμό «Εθνική Πολιτική
Ένωσις», στον αντίποδα θα λέγαμε του «Ενιαίου Μετώπου Εθνικοφρόνων» που είχε ως κύριο
πυρήνα το Λαϊκό Κόμμα, και συμπύκνωνε στις τάξεις του ένα πλήθος ακροδεξιών και
παρακρατικών στοιχείων.

Μέσα λοιπόν σε αυτές τις συνθήκες, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ δηλώνουν την αποχή τους από τις
επικείμενες εκλογές, σε μια κίνηση μη νομιμοποίησης της κατάστασης, την οποία μάλιστα
έδειχναν να ενισχύουν παρασκηνιακά οι Βρετανοί. Ας μην ξεχνάμε, ότι έχουν προηγηθεί οι
συνθήκες του Λιβάνου και της Καζέρτα, που νομιμοποιούν τον βρετανικό έλεγχο στα ελληνικά
πράγματα και δη στα πολιτικά-στρατιωτικά. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη την προπολεμική
εξάρτηση της Ελλάδας από την Μεγάλη Βρετανία, καταλαβαίνουμε ότι το προτεκτοράτο
«Ελλάδα» στη δεδομένη φάση ελεγχόταν καλύτερα μέσα απο αυτού του είδους την βίαιη
αναπροσαρμογή, αφού είχε προηγηθεί η Κατοχή και η πολιτική χειραφέτηση του ελληνικού λαού
κυρίως μέσα από τις πολιτικές επιτροπές και την τοπική αυτοδιοίκηση των ΠΕΑΕΑ. Μόνο που η
αναπροσαρμογή αυτή χρειαζόταν κάποια νομιμοποίηση, που θα μπορούσαν εύκολα οι πρώτες
αυτές μεταπολεμικές εκλογές να της την χαρίσουν.

Την νύχτα πριν να ανοίξουν οι κάλπες της 31ης Μαρτίου, πρώην ΕΛΑΣίτες της Μακεδονίας
χτυπούν τον σταθμό Χωροφυλακής του Λιτόχωρου Πιερίας, και σκοτώνουν αρκετούς
χωροφύλακες, απαντώντας στην εντεινόμενη τρομοκρατία του ακροδεξιού και φιλοβασιλικού
παρακράτους, ιδίως κατά τις παραμονές της εκλογικής αναμέτρησης. Από πολλούς ιστορικούς το
γεγονός αυτό θεωρείται η αρχή του Εμφυλίου Πολέμου σε πανελλαδικό επίπεδο.

Στις εκλογές που ακολούθησαν, αναδείχθηκε πρώτη δύναμη με απόλυτη πλειοψηφία, το


«Ενιαίο Μέτωπο Εθνικοφρόνων». Από ένα αμφισβητούμενο εκλογικό σώμα δύο εκατομμυρίων

2
Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 110.

7
πολιτών, σύμφωνα με τους επιτηρητές των συμμάχων, η αποχή αρχικά τοποθετήθηκε αριθμητικά
στο 30%. «Για την ιστορία πάντως, τό ποσοστό τών όσων ενσυνείδητα γιά πολιτικούς λόγους
απείχαν από τίς εκλογές υπολογίστηκε από τή Διεθνή Αποστολή Παρατηρητών σέ 9,4% τού
εκλογικού σώματος. Τό ποσοστό αυτό υπολογίστηκε μέ βάση δημοσκόπηση πού έγινε σε δείγμα
1.300 ψηφοφόρων!».3

Παρεμπιπτόντως, για το ζήτημα των εκλογικών καταλόγων ο Νίκος Κυρίτσης δηλώνει ότι: « Το
μέγεθος της νοθείας μαρτυρεί και το γεγονός ότι ποτέ μετά τις εκλογές δε δόθηκε στη δημοσιότητα ο
αριθμός των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους».4

Πάντως ήδη στο διάστημα αυτό, κατά γενική ομολογία η τρομοκρατία των πολιτών που
πρόσκεινταν στο ΕΑΜ και εν γένει όλων των δημοκρατικών πολιτών είχε ενταθεί. Ένα
ακροδεξιό παρακράτος, με φορείς ως επί το πλείστον βασιλόφρονες και πρώην ταγματασφαλίτες,
αρχής γενομένης από την 12η Φεβρουαρίου 1945, δρούσε συμμοριακά και μέσω ομάδων,
διαπράττοντας ληστείες, εκβιασμούς, φόνους, βασανισμούς και βιασμούς όσων πολιτών
θεωρούσε κι έβρισκε αντιτιθέμενους στις πολιτικές τους θέσεις. Για την Πελοπόννησο γενικά, ο
Νίκος Κυρίτσης, κάνει λόγο για 50 συνολικά παρακρατικές συμμορίες, εκ των οποίων μόνο οι
τριάντα ήταν καταγεγραμμένες, με πανελλαδικό σύνολο τις 216. 5

Πιο συγκεκριμένα για την Αχαΐα, το 1945, ο Βασίλης Λάζαρης αναφέρει: «Σε όλο το νομό
Αχαΐας υπήρχαν εκείνη την εποχή έντεκα πολυμελείς αντιεαμικές συμμορίες-και συγκεκριμένα, των
Καϊμακαίων, των Λιάπηδων και των Καψάληδων στα Συχαινά, στα Μποζαΐτικα, στο Καστρίτσι και
στο Ρίο, του Γεωργ. Τσόνου ή Τσονογιώργη στα Αραχωβίτικα, του Θ. Παπανικολόπουλου στις
Καμάρες, των Λεντζεραίων στη Στρέζοβα, μια όμαδα τριάντα ληστών στο Δρέπανο, η ομάδα
«Μοριάς» στη Δυτική Αιγιαλεία, των Καραλήδων στο Δεχούνι, των Σπηλιωτόπουλων στη Ζήρια,
των Δασκαλόπουλων και του Μπέικου στην περιοχή των Καλαβρύτων , του Στραβοκέφαλου στην
Τριταία και του Σουβαλιώτη στο Σαραβάλι».6 Αν όχι όλες, πολλές από τις προαναφερθείσες
συμμορίες εξακολούθησαν την δράση τους και μετά το 1945.

Μάλιστα για την δράση των συμμοριών της Πελοποννήσου, από την πλευρά των
κυβερνητικών δυνάμεων αυτή τη φορά, έχουμε τον υποστράτηγο Δημήτρη Ζαφειρόπουλο να
δηλώνει τα εξής: «Αί παρακρατικαί οργανώσεις επί δύο έτη διέπραττον ανανδρίας καί εγκλήματα.

3
Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, τόμος Ά,
Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ. 111.
4
Κυρίτσης, Ν.(2012) ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ~ Ίδρυση-Μονάδες-Αξιωματικοί-
Δυνάμεις-Απώλειες-Κοινωνική σύνθεση, Αθήνα : Σύγχρονη Εποχή, σ. 107.
5
Κυρίτσης, Ν. (2012) ό.π. σ. 47-48.
6
Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 60.

8
άτινα δεν παρετηρήθησαν εις ουδεμίαν άλλην περιοχήν τής Επικρατείας, μηδέ εις τήν Όρθρυν με
τήν παρακρατικήν οργάνωσιν τού Σούρλα».7 Παράλληλα, όπως παραδέχεται πρωτύτερα στο ίδιο
βιβλίο: «Τα κατώτερα στελέχη τής Χωροφυλακής δεν ετήρησαν τήν αρμόζουσαν στάσιν έναντι τών
παρακρατικών τούτων οργανώσεων καί διά τής ανοχής των συνέτειναν εις τήν επιδείνωσιν τής
καταστάσεως καί υπήρξαν υπαίτιοι φόνων αθώων πολιτών καί ληστειών, διαπραχθεισών υπό των
παρακρατικών τούτων οργανώσεων».8

Άρα κατά κάποιο τρόπο υπήρξε κάλυψη των παρακρατικών ομάδων από τη Χωροφυλακή,
γεγονός που όχι μόνο στοίχισε σε θύματα, αλλά προφανώς επηρέασε και την στάση αρκετών
πολιτών έναντι στην ίδια.

Για την «τρομοκρατία» την ίδια περίοδο, ο γεννηθείς το 1922, Ιωάννης Ράγκος του Βασιλείου
και κάτοικος τότε του χωριού Δρέπανο Αχαΐας, κατέθεσε τα εξής σε συνέντευξη που μου
παραχώρησε στις 6 Απριλίου 2013.

«Όταν ήμουν 22 χρονών, ένας άλλος που ήταν 23 χρονών, όμοια με μένα, λεγόταν Πάνος
Ταξιάρχης, δεν είχε μπλεχτεί πουθενά. Ο αδερφός του όμως ήταν στο συμβούλιο του ΕΑΜ. Κάνουν
έφοδο, που λες(εν. παρακρατικοί στην τοπική οργάνωση του ΕΑΜ, σημ. Κ.Κ.), και κρατάγαν τις
πόρτες από μέσα σφιγμένες, και πλακώνουν με τα ντουφέκια απ’ όξω, και του κόβουν το πόδι εδώ
με τους πυροβολισμούς και πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία. Ο Πάνος ο Ταξιάρχης, 23 χρονών,
τον φωνάζανε Γιάννη και μένα με φωνάζανε Πάνο, στο προφίλ ήμασταν ολόιδιοι.

Όποιους ‘θελαν τους βγάνανε έξω και τους δέρνανε. Μια χήρα γυναίκα και δύο κορίτσια της, τις
κουρέψανε και τις σεργιανάγανε σούρνωντας στους δρόμους….

Λοιπόν, έρχεται ένας, εκεί που ήτανε στη δικιά τους παράταξη, ένας Καταραχιάς, τον λέγανε
Στέγκο, μάζευε πρόβατα και γίδες, μου λέει: «Απόψε ήρθ’ η σειρά σου», μου λέει. Του λέω «τι;».
«Ψάχνουν για σένα» μου λέει. Λέω «τους περιμένω».

Εντωμεταξύ εγώ είχα μπλέξει με τις νάρκες, που ‘χαν φύγει οι Γερμανοί, κι έβγανα νάρκες κι
έπιανα ψάρια. Αλλά επειδή με φοβερίζανε, είχα τρία-τέσσερα κουτιά του κιλού κονσέρβας, τα είχα
γεμίσει μέσα νιτρογλυκερίνη, απ’ τις νάρκες, και μολύβια από την Παναγοπούλα(παράλια δασική
περιοχή μεταξύ των χωριών Λαμπίρι και Ψαθόπυργος Αχαΐας, σημ. Κ.Κ.), που ‘χε γίνει η ανατίναξη
του τρένου. Και ήταν μια τόση αμυντική χειροβομβίδα. Λοιπόν, έρχονται που λες, να δεις και την

7
Ζαφειρόπουλος, Δ. (1956) Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949, ΑΘΗΝΑΙ: ΜΑΥΡΙΔΗΣ, σ. 491.
8
Ζαφειρόπουλος, Δ. (1956) ό.π., σ. 84.

9
καλοσύνη μου μετά, έρχονται που λες και μου φωνάζει ένας που ‘χε βαφτίσει την αδερφή μου,
Αύγουστος μήνας. Εκεί στο σπίτι η μάνα μου φιλοξενούσε και την αδερφή του αρχηγού του ΕΑΜ
και δυο κοπέλες που ήταν απέναντι απ’ το σπίτι μας και είχα και δύο αδερφές. Εγώ λοιπόν τις
έβαλα εκεί στα παράθυρα, στις γρίλιες, να κοιτάνε από πού θα’ ρθουνε. Και ήμουνα έτοιμος για
άμυνα. Ο πατέρας μου, λέει «Θα μας ανατινάξεις όλους στον αέρα!». Του λέω «δε σκώνω τα χέρια
μου, τι να κάνουμε !». Κι έφευγε και πήγαινε και κοιμότανε, εκεί που είναι το ΤΙΤΑΝ(το εργοστάσιο
Πατρών στο χωριό Δρέπανο, σημ. Κ.Κ.) τότε είχαμε ένα αμπέλι μοσχούδι, και κοιμότανε στην
καλύβα κει κάτω να μη σκοτωθεί. Εγώ δεν έκανα πίσω! Λοιπόν κάποια στιγμή με φωνάζει ένας
από απέναντι…. «Τι θες ;», του λέω. «Κατέβα κάτω!»….Με παίδεψαν τρία τέταρτα, φύγανε, δεν
μου ξανακολλήσανε!».

Όταν μάλιστα ερωτήθηκε για την δράση κάποιας συγκεκριμένης παρακρατικής ομάδας της
εποχής, εκμυστηρεύθηκε τα εξής για τον πρώην ταγματασφαλίτη Γιώργο Τσόνο ή Τσονογιώργη,
με καταγωγή από τη Ζήρια Αχαΐας, που έδρασε κυρίως στο χωριό Αραχωβίτικα, ως αρχηγός
παρακρατικής ομάδας:

«Ο Τσονογιώργης ήτανε στη Χιλιαδού(χωριό της παραλιακής Φωκίδας, σημ. Κ.Κ.), είχε μια
καλύβα, και ψάρευε, και τηγάνιζε κανά ψάρι και τρώγανε οι τρατολόγοι, που ‘χαν τράτα. Κι όταν
διαλύθηκε το 5/42( η στρατιωτική βάση της ΕΚΚΑ στον Παρνασσό, σημ. Κ.Κ.), πήγαν εκεί [οι
αντάρτες του ΕΛΑΣ] και τον υποχρέωσαν να τους περάσει στην Πελοπόννησο. Κι εκεί ήταν δυο-
τρείς βάρκες, η μία κοντά στην άλλη, και τους πέρασε εδώ. Αναγκαστικά δηλαδή έθεσε τον εαυτό
του υπο διωγμό. Εδώ που τους πέρασε, δε μπορούσε να κάνει διαφορετικά μετά, επήγε και
κατατάχτηκε στα Τάγματα Ασφαλείας, την οργάνωση. Έτσι δηλαδή έγινε ταγματασφαλίτης ο
Τσονογιώργης. Επήγε δηλαδή να σώσει αυτουνούς κι εκτέθηκε και ήταν υπό διωγμό μετά, και ήθελε
δεν ήθελε, αναγκαστικά έγινε αυτός που έγινε….

Υπήρχε εποχή που ο Τσονογιώργης είχε βάλει τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι του κάθε ανθρώπου.
Συγκεκριμένα στ’ Αραχωβίτικα ένας Λουκόπουλος, ήταν αστυφύλακας στην Αθήνα, και η αδερφή
του, την λέγανε Νικολίτσα, ήταν όμορφη. Και της φωνάζει ο Τσονογιώργης από απόσταση 30-40
μέτρα «Μωρή» της λέει, «το βράδυ θα σε γαμήσω!» της λέει. Αυτή μαζεύτηκε, πάει να φύγει, και
τραβάει ένα πιστόλι τέτοιο που είχε και μπαμ σκοτώνει την κοπέλα! Ένα από τα εγκλήματα τα
πολλά! Λοιπόν, ο Τσονογιώργης είχε ξεκινήσει το εξής, είναι σαν τον πρώτο φονιά που βλέπει το
αίμα και τρέμει- μετά γλύφει το μαχαίρι, έτσι εξελίχθηκε ο Τσονογιώργης. Έτυχε να έρθει και σ’
εμάς, στο σπίτι μας, 15 Αυγούστου, να κάνει σαματά, κι εκεί είχε κάτι ξαδέρφια η μάνα μου,
Παπανικολόπουλους απ’ το Σαλμενίκο η καταγωγή, οι οποίοι ήτανε άνθρωποι του Ζέρβα τότε,

10
παρακράτη όλα αυτά. Κι έτυχε να ‘ρθουν εκεί και τον βλέπουν εκεί που λες, και τον πλακώσαν στις
κλωτσιές και τον κατέβασαν με τις κλωτσιές από τις σκάλες κάτω. «Μην ξαναπατήσεις εδώ, θα σου
κόψουμε τα πόδια!».

Ας σημειωθεί βέβαια, ότι στις εκλογές του ίδιου έτους ο κύριος Ράγκος, όπως μου
εκμυστηρεύθηκε, είχε ψηφίσει τον Γεώργιο Παπανδρέου, που εκπροσωπούσε τότε τον κεντρώο
πολιτικό χώρο, επομένως ο ίδιος δεν ήταν κομμουνιστής. Παρ’ όλα αυτά και αυτός κυνηγήθηκε
από το ακροδεξιό παρακράτος της περιοχής.

Μέσα λοιπόν σε ένα γενικευμένο κλίμα διώξεων, τον Μάιο του ίδιου έτους παραπέμφθηκε η
ηγετική ομάδα του ΕΑΜ Αχαΐας στο τοπικό δικαστήριο
δοσιλόγων. Το κατηγορητήριο της απέδιδε την διάλυση της
εθνικιστικής απελευθερωτικής οργάνωσης Δροσόπουλου στο
χωριό Άνω Καστρίτσι, το 1943. Η ετυμηγορία της εκδίκασης
δεν άργησε να εκδοθεί καταδικάζοντας τον Δημήτρη Μίχου σε
οκτώ χρόνια, τον Βλάση Ανδρικόπουλο σε έξι χρόνια, τον
Ιωάννη Σκαλτσά σε δεκαπέντε και τον Θράσο Κωνσταντίνου σε
δώδεκα χρόνια. Μαζί τους καταδικάστηκαν σε ειρκτή και άλλοι
ΕΑΜίτες, οι οποίοι ωστόσο, με εντολή του Κομμουνιστικού
Κόμματος είχαν καταφύγει, για να φυγαδευτούν, στην πόλη
Θράσος Κωνσταντίνου
Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας.
(πηγή: «Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ
ΠΑΤΡΑΣ» του Ηλία
Ήδη όμως από την άνοιξη, κάποιοι αγωνιστές της Εθνικής Παπαστεριόπουλου)
Αντίστασης και οπαδοί του ΕΑΜ άρχισαν να ανεβαίνουν κατά ομάδες στους ορεινούς όγκους,
για να γλιτώσουν από τις διώξεις.

Οι ομάδες αυτές ονομάζονταν ΟΔΕΚΑ και αρχικά ήταν ολιγομελείς με ελαφρύ οπλισμό.
Πάντως, η μετάβαση στο βουνό δεν εξασφάλιζε την ασφάλεια τους, καθώς αρκετές φορές η
Χωροφυλακή και η Εθνοφυλακή τους κυνηγούσαν, ως δήθεν «συμμορίτες» και «ληστές», παρά
την εφαρμοζόμενη εις βάρος τους τρομοκρατία. Απ’ την πλευρά τους βέβαια οι πρώτοι αυτοί
αντάρτες, χτυπούσαν τους αποκομμένους σταθμούς Χωροφυλακής για να εφοδιασθούν, καθώς
και μικρές κυβερνητικές δυνάμεις που φρουρούσαν τα ορεινά χωριά. Επομένως βλέπουμε ότι ήδη
από το διάστημα αυτό είχε αρχίσει να εκδηλώνεται με τη μορφή ένοπλης διαπάλης, ο πολιτικός
και κοινωνικός διπολισμός της τότε ελληνικής κοινωνίας.

11
Την κατάσταση αυτή, έρχεται στις 18 Ιουνίου του 1946 να κλιμακώσει το λεγόμενο Γ’
Ψήφισμα, που εξέδωσε η κυβέρνηση, προς απάντηση της ανταρσίας.

«Άρθρον 1.

1. Όστις θέλων νά αποσπάση έν μέρος εκ τού όλου τής Επικρατείας, ή νά ευκολύνη τά πρός τούτο
τό τέλος τείνοντα σχέδια, συνώμοσεν ή διήγειρε στάσιν ή συνεννοήθη μέ ξένους, ή κατήρτισεν
ενόπλους ομάδας, ή έλαβε μετοχήν εις τοιαύτας προδοτικάς ενώσεις τιμωρείται μέ θάνατον.

…………………………………………………………………………………….........................................

Άρθρον 9.

1. Κατά τήν διάρκειαν τής ισχύος τού παρόντος δύναται η Αστυνομική Αρχή: α) Νά ενεργή κατ’
οίκον έρευνας ημέρας τε καί νυκτός, πρός ανακάλυψιν όπλων, εκρηκτικών υλών, πυρομαχικών, ή
οιουδήποτε πολεμικού υλικού, ή πρός σύλληψιν διωκομένων και β) Νά απαγορεύση καθ’
ωρισμένας της νυκτός ώρας τήν άνευ αδείας τής κυκλοφορίαν τών πολιτών..».9

Παράλληλα με τα άρθρα 11 και 12 ορίστηκε η δημιουργία έκτακτων στρατοδικείων για να


εκδικάσουν όλα τα ανωτέρω αδικήματα. Μάλιστα, για όσους δεν γνωρίζουν, η πρώτη
παράγραφος του Άρθρου 1, στο σημείο που μιλά για τυχόν απόσπαση μέρους της Επικράτειας ή
και συνεννόηση με ξένους, απηχεί την αιτίαση της κυβερνητικής πλευράς έναντι των ανταρτών
που τους ήθελε να συνωμοτούν με τις γειτονικές Λαϊκές Δημοκρατίες της Αλβανίας,
Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας για αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης, και παράδοση
τους σε αυτές. Με βάση λοιπόν την κατηγορία αυτή, οι αντάρτες πέρα από
«κομμουνιστοσυμμορίτες» χαρακτηρίζονταν από την κυβέρνηση «εαμοσλάβοι» και κατά
συνέπεια εθνικοί προδότες.

Μετά λοιπόν την δημοσίευση του Γ’ Ψηφίσματος, στις 26 Ιουνίου, η ευθύνη της ασφάλειας της
χώρας μεταβιβάζεται στον Εθνικό Στρατό από το μεταβατικό σώμα της Εθνοφυλακής, που
εκτελούσε χρέη Χωροφυλακής ήδη από την απελευθέρωση της χώρας, το φθινόπωρο του 1944.

Καθώς λοιπόν κυλά το καλοκαίρι του 1946, αρχίζουν να οργανώνονται ένοπλες ομάδες
ανταρτών στα βουνά της νότιας και κεντρικής Πελοποννήσου. Ο Πάρνωνας στην Λακωνία, ο
Ταΰγετος στην Μεσσηνία και το Μαίναλο στην Αρκαδία ήταν οι ορεινοί όγκοι, όπου κινήθηκαν

9
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φύλλο 197, τχ. Α’, 18 Ιουνίου 1946.

12
οι πρώτοι αντάρτες για να αποφύγουν την δίωξη, ποινική και μη, καθώς και για να οργανώσουν
από εκεί την αντεπίθεση τους.

Ενώ λοιπόν πραγματοποιούνται οι προαναφερθείσες ενέργειες σε στρατιωτικό και νομοθετικό


επίπεδο, ετοιμάζεται σιγά σιγά η διενέργεια δημοψηφίσματος για την επάνοδο της βασιλικής
δυναστείας των Γκλύξμπουργκ στην Ελλάδα, που με την κατάληψη της Κρήτης από τη ναζιστική
Γερμανία είχε μεταβεί στη Μέση Ανατολή και το Κάιρο. Η πραγματοποίηση του
δημοψηφίσματος, επισπεύτηκε από την κυβέρνηση με
βασικό κορμό τους Λαϊκούς, ενώ συντασσόταν και με
την βρετανική εξωτερική πολιτική, που θεωρούσε ότι
η επάνοδος της έκπτωτης δυναστείας στα ηνία της
χώρας, θα εξασφάλιζε μάλλον καλύτερα τα
συμφέροντα της όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στη
νότια Βαλκανική. Το δημοψήφισμα
πραγματοποιήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1946, με
συμμετοχή και της Αριστεράς, που προωθούσε το
«ΟΧΙ» ως απάντηση. Η ετυμηγορία του
δημοψηφίσματος ήταν υπέρ της επανόδου, με μεγάλη
πλειοψηφία σε πανελλήνιο επίπεδο. Ωστόσο, όπως
Το πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη την 1η τουλάχιστον κατήγγειλαν το ΕΑΜ και το ΚΚΕ στις
Σεπτεμβρίου 1946(πηγή: ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ
παραμονές του δημοψηφίσματος διαπράχθηκε έντονη
ΚΕΝΤΡΟ
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΦΛΩΡΑΚΗΣ) τρομοκράτηση του λαού, από τις φιλοβασιλικές
παρακρατικές οργανώσεις, όπως ήταν η Χ και η ΕΟΒ.

Στις 28 Σεπτεμβρίου επανήλθε λοιπόν στην θέση του ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β’ Γκλύξμπουργκ
, νομιμοποιώντας την στάση της κυβέρνησης των Λαϊκών, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό
Κωνσταντίνο Τσαλδάρη. Τις ίδιες μέρες μάλιστα έγινε μια πρώτη, αλλά αποτυχημένη,
προσπάθεια πρώην ΕΛΑΣιτών της Αχαΐας να ξεκινήσουν το δεύτερο αντάρτικο στη βόρεια
Πελοπόννησο.

«Ήταν το Σεπτέμβρη του 1946. Επικεφαλής είχαν τον καθηγητή Πάνο Κοντογκόνα καπετάνιο στο
12ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης. Πρώτος τους σταθμός τα
χωριά που βρίσκονταν έξω από την Αχαϊκή πρωτεύουσα. Δεν είχαν όμως καμιά υποστήριξη από
τον κόσμο της υπαίθρου και καθώς δεν ήσαν καλά οργανωμένοι, είχε σαν αποτέλεσμα να
κυνηγηθούν από τα στρατιωτικά αποσπάσματα και τους Χίτες της περιοχής και άλλοι να

13
σκοτωθούν, άλλοι να αιχμαλωτιστούν και άλλοι να επιστρέψουν στην Πάτρα. Πιάστηκε και ο
Κοντογκόνας και στη συνέχεια πέρασε από δίκη καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.

Ξέμεινε μόνο μια μικρή ομάδα από 7 άτομα, μεταξύ των οποίων ήσαν και κάποιοι που
βρίσκονταν συνέχεια στην παρανομία όπως οι Ανδρέας Παλαιολόγος(Μπακρόζος), Ανδρέας
Σολωμός κλπ. Αλλά κι αυτοί δεν παρέμειναν ούτε στο Παναχαϊκό ούτε στον Ερύμανθο.
Αποφάσισαν να τραβήξουν για το κέντρο της Πελοποννήσου, δηλαδή στο Μαίναλο και τούτο γιατί
φαίνεται πως δεν νοιώθανε ασφαλείς στην περιοχή της Αχαΐας. Μπορεί όμως να πήγαιναν να
συνδεθούν με τους αντάρτες του Μαινάλου, να πάρουν οδηγίες και να ξαναγυρίσουν».10 Η ομάδα
αυτή προδόθηκε όμως τον Ιανουάριο του 1947 στις κρατικές αρχές και εξολοθρεύτηκε με
εξαίρεση ελάχιστους.

Τον Σεπτέμβριο μάλιστα του 1946 πραγματοποιήθηκε και ένα ακόμη στρατιωτικό γεγονός, που
αξίζει να μνημονευθεί. Η κυβερνητική παράταξη, αποσκοπώντας στην αντιμετώπιση και
εξουδετέρωση των ανταρτών, που ακόμη ήταν λίγοι, προχώρησε στη συγκρότηση των στατικών
στρατιωτικών μονάδων ΜΑΥ και ΜΑΔ. Οι ΜΑΥ, που ήταν τα μόνα σώματα που λειτούργησαν
στα πλαίσια αυτά στην Πελοπόννησο, αποτελούνταν από χωρικούς που τους εξόπλιζε το κράτος,
προκειμένου να κρατούν μακριά κι ενίοτε να εξολοθρεύουν τους αντάρτες. Τα σώματα αυτά
όμως αποδείχτηκαν ανάξια λόγου, καθώς οι προσχωρήσαντες σ’ αυτά χωρικοί, με την πρώτη
δυσκολία φυγομαχούσαν και έδιναν τα όπλα τους στους αντάρτες. Γι’ αυτό κι ένα χρόνο
αργότερα, οι ΜΑΥ και ΜΑΔ, που ευδοκίμησαν κυρίως στην Μακεδονία, θα διαλυθούν για να
δημιουργηθούν τα τάγματα εθνοφρουράς.

Καθώς λοιπόν τελειώνει το έτος 1946, αξίζει να σημειωθεί ότι στις 28 Οκτωβρίου,
εγκαινιάσθηκε το Γενικό Αρχηγείο των ανταρτών, στη βόρεια Ελλάδα και με αρχηγό τον Μάρκο
Βαφειάδη, για να συντονίζει τις επιμέρους ομάδες τους, σε όσες περιοχές της Ελλάδας αυτές
δρούσαν. Με απόφαση μάλιστα του ίδιου του Γενικού Αρχηγείου, τα απανταχού αντάρτικα
στρατιωτικά σώματα, μετονομάζονται σε «Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος» στις 27 Δεκεμβρίου
1946. Στον αντίποδα του «Δημοκρατικού Στρατού» βρισκόταν ο «Εθνικός Στρατός», δηλαδή τα
στρατεύματα που υπάγονταν στην «εθνικόφρονα» κυβέρνηση των Αθηνών.

10
Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-1949, Αθήνα:
Παρασκήνιο, σ. 40.

14
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ
1947

15
2. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1947
Το έτος 1947 σηματοδοτεί την κλιμακούμενη εξέλιξη του Εμφυλίου Πολέμου, όχι μόνο στην
Αχαΐα αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Από την μία ο Εθνικός Στρατός και τα υποκείμενα σε αυτόν σώματα(λ.χ. Χωροφυλακή,
παρακρατικές οργανώσεις, ΜΑΥ & ΜΑΔ) επιχειρούν να περισώσουν τις περιφερειακές και δη
ορεινές περιοχές και τα χωριά τους από τον έλεγχο των ανταρτών ενώ από την άλλη οι αντάρτες
προσπαθούν να διευρύνουν τις ελεγχόμενες περιοχές τους στους ορεινούς όγκους, προκειμένου να
εξασφαλίζουν κυρίως τρόφιμα και νεοσύλλεκτους, που τους ήταν δυσεύρετοι, από τους εκεί
χωρικούς.

Από πλευράς Εθνικού Στρατού, οι επιθετική του τακτική ξεδιπλωνόταν με την συσπείρωση και
επίθεση πολλαπλών δυνάμεων, που βασίζονταν στην υπεροπλία τους καθώς και στην επάρκεια
τους σε εφόδια. Μάλιστα, οι δυνάμεις του Εθνικού Στρατού δεν περιέκλειαν μόνο στρατιώτες αλλά
και χωροφύλακες ή παρακρατικούς, που λειτουργούσαν ως βοηθητικά κυρίως σώματα.

Απεναντίας ο Δημοκρατικός Στρατός εφάρμοζε τις αρχές του ανταρτοπόλεμου, έτσι όπως τις
ανέπτυξε ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Κίνας, Μάο Τσε Τουνγκ, στην περίοδο του Κινεζικού
Εμφυλίου Πολέμου: «Όταν ο εχθρός προελαύνει, υποχωρώ. Όταν ο εχθρός στρατοπεδεύει, τον
ενοχλώ. Όταν ο εχθρός εξαντλείται, τον σφυροκοπώ. Όταν ο εχθρός υποχωρεί, τον καταδιώκω».
Σαφέστατα, η συγκεκριμένη τακτική απηχεί την ανεπάρκεια των απαραίτητων ανθρώπινων πόρων
και πυρομαχικών εκ μέρους του Δημοκρατικού Στρατού, σαν τακτική όμως είχε επιτυχία στο
κατεξοχήν ορεινό και μη ομαλό ανάγλυφο της Ελλάδας.

Σημείο κλιμάκωσης του Εμφυλίου Πολέμου στην Πελοπόννησο, ήταν αναμφίβολα το


επιτυχημένο χτύπημα των φυλακών της Σπάρτης από τους αντάρτες του Ταϋγέτου και του
Πάρνωνα, στις 13 Φεβρουαρίου 1947. Περίπου διακόσιοι αντάρτες με πλήθος αντιπερισπασμών
κατάφεραν να απελευθερώσουν 220 πολιτικούς κρατούμενους από τις φυλακές της Σπάρτης,
εξασφαλίζοντας από αυτούς περί τους 170 εθελοντές προς κατάταξη στις γραμμές τους. Για πρώτη
φορά λοιπόν εκδηλώθηκε στην Πελοπόννησο επιθετική ενέργεια και δη σε μεγάλη πόλη, εκ
μέρους του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου και μάλιστα με τέτοιο ευνοϊκό αποτέλεσμα,
ενώ η άφιξη της Βαλκανικής Επιτροπής του ΟΗΕ στην Ελλάδα τρείς μέρες μετά, πληροφορήθηκε
για το γεγονός και από πλευράς τουλάχιστον Λαϊκών Δημοκρατιών αναίρεσε το κυβερνητικό
επιχείρημα περί «ξενοκίνητου αντάρτικου», εφόσον η Σπάρτη απέχει εκατοντάδες χιλιόμετρα από
τα βόρεια σύνορα της χώρας μας.

16
Τον ίδιο μάλιστα μήνα, φαίνεται ότι ιδρύθηκε και το Αρχηγείο περιοχής Πελοποννήσου, για να
μπορεί να συντονίζει τις επιμέρους ενέργειες όλων των αντάρτικων δυνάμεων της περιοχής και να
συμβάλλει στην μακροπρόθεσμη ανάπτυξη τους. Η διοίκηση του Αρχηγείου ήταν τριμελής, κατά
τα πρότυπα του Κόκκινου Στρατού, στο πρώτο στάδιο ανάπτυξης του, και είχε την εξής δομή:

Στρατιωτικός διοικητής: Κώστας Μπασακίδης.


Πολιτικός επίτροπος: Βαγγέλης Ρογκάκος.
Καπετάνιος: Λυκούργος Γιαννούκος.

Ο στρατιωτικός διοικητής, σε αδρές γραμμές, επιφορτιζόταν καθαρά και μόνο με την διοίκηση
του στρατεύματος και την οργάνωση-διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων. Απ’ τη μεριά του ο
πολιτικός επίτροπος φρόντιζε την ιδεολογικοπολιτική ένταξη και αφομοίωση των νεοσύλλεκτων
στο στράτευμα, ενώ ο καπετάνιος είχε υπο την ευθύνη του την επάρκεια του στρατεύματος σε
εφόδια και πυρομαχικά, παράλληλα δε ήταν και ο εκπρόσωπος των ανταρτών στην τριμελή
διοίκηση. Μετά τον Μάιο του 1947, οι διοικήσεις τόσο του Αρχηγείου όσο και των επιμέρους
Συγκροτημάτων άρχισαν να γίνονται διμελείς, με τη συγχώνευση του πολιτικού επιτρόπου στη
θέση του καπετάνιου.

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου 1947, η Μεγάλη Βρετανία ανακοίνωσε εκ νέου
στις συμμάχους της ΗΠΑ την πρόθεση της να εγκαταλείψει σταδιακά την «κηδεμονία» της
Ελλάδας μέχρι τον Απρίλιο του ίδιου έτους. Η Μεγάλη Βρετανία, αντιμετωπίζοντας οικονομικά
προβλήματα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δε μπορούσε να συντηρεί στρατό στην Ελλάδα, ενώ
παράλληλα, η εναντίωση των ανταρτών στο κατεστημένο της αγγλικής επέμβασης, καθιστούσε
σαφώς δυσκολότερη τη θέση της και τη νομιμοποίηση της ως «κηδεμονεύουσας αρχής».
Παράλληλα, και η ελληνική κυβέρνηση, υπό τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, ζήτησε την αμερικανική
επέμβαση, μιας και οι οικονομικές πληγές του πολέμου δεν είχαν κλείσει ενώ ο Εμφύλιος Πόλεμος
ήδη κλιμακωνόταν στην Ελλάδα.

Έτσι λοιπόν, στις 12 Μαρτίου 1947, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν ανακοίνωσε την παροχή
οικονομικής βοήθειας σε Ελλάδα και Τουρκία, με το πρόσχημα ότι έτσι θα προστατεύονταν από
τον κίνδυνο του κομμουνισμού, που ενσάρκωνε η σοβιετική σφαίρα επιρροής. Από τα ποσά που
δεσμεύτηκαν για το πρόγραμμα αυτό, η Ελλάδα θα λάμβανε περί τα τριακόσια εκατομμύρια
δολάρια. Μάλιστα, δύο μήνες αργότερα, περί τις 22 Μαΐου, το «δόγμα Τρούμαν» κατοχυρώθηκε
πλέον ως νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Για την διαχείριση των ποσών αυτών,
έφτασε στην Ελλάδα η AMAG, η οποία σε σύμπραξη πάντα με την ελληνική κυβέρνηση θα έκανε
την κατανομή των χρημάτων για στρατιωτικές ή για πολιτικές δαπάνες. Όλες οι πολιτικές και

17
οικονομικές επεμβάσεις του αμερικανικού παράγοντα στα ελληνικά πράγματα, εκδηλώθηκαν
κατόπι στα πλαίσια του «Σχεδίου Μάρσαλ», που αποτελούσε την πραγμάτωση όλων των
προαναφερθέντων μέτρων που όριζε το «δόγμα Τρούμαν», σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Την 1η Απριλίου 1947 όμως, απο κυβερνητικής πλευράς, προκύπτει ένα αναπάντεχο γεγονός,
που αλλάζει τα νομιμοποιητικά και κατ’ επέκταση εκτελεστικά της δεδομένα. Την ημέρα αυτή
πεθαίνει από καρδιακή ανακοπή ο Γεώργιος ο Β’ Γκλύξμπουργκ, και τον θρόνο αναλαμβάνει ο
αδερφός του Παύλος, ως Παύλος ο Α’. Ο Παύλος ο Α’ μαζί με την βασίλισσα Φρειδερίκη, την
σύζυγο του, θα εντείνουν εφεξής την αντικομουνιστική κυρίως πολιτική της κυβέρνησης, με
πολλαπλά μέσα.

Μέσα στον Απρίλιο λοιπόν, η κυβέρνηση εγκαινίασε το στρατόπεδο συγκέντρωσης της


Μακρονήσου, όπου και κρατούνταν αρχικά στρατιώτες αμφίβολων πολιτικών φρονημάτων,
υπήρχε δηλαδή υπόνοια γι’ αυτούς ότι πρόσκεινται στην Αριστερά. Στα χρόνια που ακολούθησαν,
η Μακρόνησος «θα φιλοξενούσε» κυρίως αριστερούς και κομμουνιστές, που κατά την
κυβερνητική προπαγάνδα είχαν αποσκιρτήσει λόγω των φρονημάτων τους, από τον εθνικό κορμό.

Μέχρι τον Ιούνιο του 1947, βέβαια, στην νότια και κεντρική Πελοπόννησο έχουν διεξαχθεί
αρκετές συμπλοκές μεταξύ αντάρτικων δυνάμεων και των κυβερνητικών σωμάτων ασφαλείας. Αν
και συνήθως οι αντάρτες, πετύχαιναν τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, αντιμετώπιζαν έντονα το
πρόβλημα της στρατολόγησης νεοσύλλεκτων κατά την περίοδο αυτή. Για τον Δημοκρατικό Στρατό
Πελοποννήσου, πηγές στρατολόγησης ιδίως το δίμηνο Μάιος-Ιούνιος 1947, είναι η βίαιη
στρατολόγηση κυρίως φιλοεαμικών νέων, η εθελοντική κατάταξη αγωνιστών και η άφιξη
μεμονωμένων αριστερών, που είχαν καταφύγει στην Αθήνα το διάστημα 1945-1946, λόγω της
παρακρατικής τρομοκρατίας. Το σύνολο των τελευταίων, υπολογίζεται κατά τις πηγές της έρευνας,
σε περίπου πέντε με δέκα χιλιάδες άνδρες και γυναίκες. Από αυτούς βέβαια, ελάχιστοι επέστρεψαν
για να καταταχτούν στον Δημοκρατικό Στρατό Πελοποννήσου, κι όσοι δεν συνελήφθηκαν μέχρι το
1949, απλά αποστασιοποιήθηκαν και απείχαν τελικά από τον Εμφύλιο Πόλεμο.

Για το ζήτημα βέβαια της «βίαιης επιστράτευσης» κατά την περίοδο αυτή, υπάρχουν δύο γνώμες
που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντίκεινται στο ζήτημα της ασκούμενης πίεσης και βίας, ως προς
την επιστράτευση. «Σέ ολόκληρο τό πρώτο εξάμηνο τού 1947, οί διαστάσεις τού ΔΣΕ στόν Μοριά,
τόσο στό στρατιωτικό όσο καί στό πολιτικό σκέλος, δέν μεταβλήθηκαν σημαντικά…. Τό ισοζύγιο
στρατολογίας-απωλειών είχε αποδώσει δύο εκατοντάδες περισσότερους αντάρτες μετά από έξι μήνες
έντονης δράσης καί επιτυχιών. Οί αριθμοί δε αυτοί ήταν κατά ένα μέρος παραπλανητικοί, καθώς
περιελάμβαναν καί τούς στρατολογηθέντες-αγόρια καί κορίτσια- τού Ιουνίου τού 1947. Οί τελευταίοι

18
ήταν παιδιά οικογενειών θεωρούμενων αριστερών, πού όμως στρατεύθηκαν χωρίς τήν θέληση
τους».11

Στον αντίποδα του Γιώργου Μαργαρίτη, ο τότε αξιωματικός του Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου, Αρίστος Καμαρινός αναφέρει:

«Ξεχυθήκαμε, λοιπόν, στα χωριά της Ελεύθερης Περιοχής μας και αρχίσαμε να επικοινωνούμε με
τον αγροτικό πληθυσμό, ζητώντας τη βοήθεια του στον αγώνα μας για τη Λευτεριά, Ανεξαρτησία και
Λαϊκή κυριαρχία. Ταυτόχρονα, τα στελέχη μας επισκέπτονταν στα σπίτια τους Αριστερούς αγρότες,
Κομμουνιστές, ΕΑΜίτες και ΕΠΟΝίτες, για να τους πείσουν να επιτρέψουν στα παιδιά τους να
καταταγούν στο Δημοκρατικό Στρατό. Και το πετυχαίναμε, σχεδόν σ’ όλες τις περιπτώσεις.

Στις ομιλίες μας, όμως, και με τον τρόπο που πραγματοποιούσαμε την «επιστράτευση»
δημιουργούσαμε, σκόπιμα, την εντύπωση ότι η στρατολογία που κάναμε ήταν υποχρεωτική για όλους
όσους εμείς κρίναμε ικανούς για αντάρτες, ανεξάρτητα από την ιδεολογία τους και την πολιτική τους
τοποθέτηση….

Δίναμε, όπως ανέφερα πιο πάνω, την εντύπωση ότι κάναμε βίαιη επιστράτευση για δύο βασικούς
λόγους: α. Για να αποφύγουν οι γονείς των «επιστρατευόμενων» διώξεις από το «επίσημο» κράτος
και το παρακράτος της αντιδραστικής Δεξιάς και β. Για να μπορούμε, αν το επιβάλλουν έκτακτες
περιστάσεις, να απολύουμε, είτε όλους τους δήθεν βίαια επιστρατευθέντες αντάρτες είτε μερικούς απ’
αυτούς , ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά αυξημένες κυβερνητικές δυνάμεις ή
ακόμα και ξένα στρατεύματα…

Η «επιστράτευση» πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία».12

Πάντως είτε όντως ήταν βίαιη η επιστράτευση των ανταρτών είτε όχι, ακόμα κι αν οι
νεοσύλλεκτοι και οι νεοσύλλεκτες ήταν παιδιά αριστερών οικογενειών, στα τέλη του Ιουνίου του
έτους 1947 η παρατακτή δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου πρέπει να
κυμαινόταν γύρω στους 700 με 850 αντάρτες, με βασικές μονάδες διοίκησης τις ακόλουθες :

11
Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, τόμος Ά,
Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ. 540.
12
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 210-211.

19
Αρχηγείο Πελοποννήσου

Στρατιωτικός Διοικητής: Κώστας Μπασακίδης.


Πολιτικός επίτροπος: Βαγγέλης Ρογκάκος.
Καπετάνιος: Λυκούργος Γιαννούκος.
1ο Συγκρότημα(ή Πάρνωνα)
Στρατιωτικός Διοικητής: Θόδωρος Πρεκεζές.
Πολιτικός επίτροπος: Νίκος Λάτσης.
Καπετάνιος: Γιώργος Ατζακλής.

2ο Συγκρότημα(ή Ταϋγέτου)
Στρατιωτικός Διοικητής: Γιώργος Κονταλώνης.
Πολιτικός επίτροπος: Αρίστος Καμαρινός.
Καπετάνιος: Σαράντος Κύβελος.

3ο Συγκρότημα(ή Μαινάλου)
Στρατιωτικός Διοικητής: Μανώλης Σταθάκης.
Πολιτικός επίτροπος: Γιώργης Σπυρόπουλος.
Καπετάνιος: Δήμος Χρυσανθακόπουλος.

Τον ίδιο μήνα την Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση Πελοποννήσου ανέλαβε ο απόστρατος
υποστράτηγος Γεώργιος Στανωτάς, από τον προκάτοχο του Κετσέα. Ο Στανωτάς άμεσα προέβη
στον σχεδιασμό εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Πάρνωνα και του Ταϋγέτου, κυρίως με
δυνάμεις Χωροφυλακής. Δύο τάγματα θα χτυπούσαν τον Ταΰγετο και άλλα δύο τον Πάρνωνα, με
τη σύμπραξη παρακρατικών οργανώσεων και ένοπλων χωρικών (ΜΑΥ). Την ίδια περίοδο αξίζει
να αναφερθεί ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις της Πελοποννήσου μάλλον έφταναν τις 20.000
στρατιώτες, χωροφύλακες, ΜΑΥδες και παρακρατικές οργανώσεις, με την εξής οργανωτική δομή:

«α) Η Στρατιωτική Διοίκησις Τριπόλεως, μέ ευθύνην ασφαλείας τάς Περιοχάς Αρκαδίας, Μεσσηνίας
καί Λακωνίας.

β) Η Στρατιωτική Δ/σις Πατρών, μέ ευθύνην ασφαλείας τούς νομούς Αχαΐας, Ηλείας, Κεφαλληνίας,
Ιθάκης και Ζακύνθου.

Συνολικώς διετίθεντο τότε έξ τάγματα Χωροφυλακής (5, 15, 16, 17, 18 και 19), έν μηχανοκίνητον
τάγμα Χωροφυλακής …… και τινα άλλα αποσπάσματα (Αμπαργιώτη, Πουλοπούλου, Παπαγεωργίου
κ.λ.π.), λόχοι κυνηγών (Πανουσοπούλου, Χαρίση κ.λ.π.) καί λόχοι τινές ορεινών καταδρομών.

20
γ) Η 81 Στρατιωτική περιοχή μέ έδραν την Κόρινθον, ήτις είχεν ως αποστολήν τον έλεγχον τής
εκπαιδεύσεως είς τα Κέντρα Βασικής Εκπαιδεύσεως (Κ.Β.Ε.) Κορίνθου, Καλαμών και Ναυπλίου,
ως καί τής ασφαλείας εις τάς πόλεις ταύτας».13

Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις υπό τον Στανωτά, διήρκεσαν περίπου ένα δίμηνο(Ιούλιος-


Αύγουστος 1947), με έντονο επιθετικό πνεύμα από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Οι αντάρτες των
Συγκροτημάτων Ταϋγέτου και Πάρνωνα, εφαρμόζοντας τις αρχές του ανταρτοπόλεμου, άφησαν
στους δύο ορεινούς όγκους ελάχιστες δυνάμεις και αφού σε πρώτη φάση διολίσθησαν στο
Μαίναλο, στην συνέχεια διεκπεραιώθηκαν στην δυτική Μεσσηνία αναγκάζοντας τους
κυβερνητικούς να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από τις προαναφερθέντες ορεινούς όγκους.
Αργότερα, μάλλον προς τα τέλη Ιουλίου-αρχές Αυγούστου τα Συγκροτήματα επανήλθαν στις
θέσεις τους, ταλαιπωρημένα βέβαια από τους συνεχείς ελιγμούς. Παράλληλά, σημειώθηκαν
κάποιες λιποταξίες, ενώ το Συγκρότημα Πάρνωνα μάλλον έχασε
περί το ½ της συνολικής παρατακτής του δύναμης.

Πάντως οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις υπό τον Στανωτά


απέτυχαν την απαγκίστρωση των ανταρτών του Ταϋγέτου και
του Πάρνωνα. Ωστόσο δεν έπαψαν οι δυσκολίες για τους
αντάρτες της Πελοποννήσου, έστω και μετά την έκβαση αυτή.

Με την έλευση του Σεπτεμβρίου, οι κυβερνητικές ΜΑΥ και


ΜΑΔ αποφασίζεται να διαλυθούν, και στη θέση τους να
Γεώργιος Στανωτάς(πηγή:
προκύψουν τα Τάγματα Εθνοφρουράς, δύναμης 500 οπλιτών το www.generals.dlk)

καθένα, με στατική στρατιωτική αποστολή εντός αυστηρά προκαθορισμένου χώρου. Με λίγα


λόγια δηλαδή, οι μονάδες αυτές θα επιτελούσαν το ίδιο έργο με τις ΜΑΥ συνεπικουρώντας τις
μάχιμες παρατακτές κυβερνητικές δυνάμεις, όπως ο Εθνικός Στρατός, η Χωροφυλακή κ.α.

Εκείνες τις μέρες δε, στις 12-15 Σεπτεμβρίου 1947 πραγματοποιήθηκε και η 3η Ολομέλεια του
ΚΚΕ. Στο κείμενο της Ανακοίνωσης του Προεδρείου της μάλιστα βλέπουμε τις εξής διαπιστώσεις-
διακηρύξεις:

«1ον. Ότι η πολιτική του ΕΑΜ για τη συμφιλίωση και τη λαϊκή ενότητα αποτελεί το μοναδικό
δρόμο σωτηρίας για την Ελλάδα….

13
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 19.

21
5ον. Ότι ο ένοπλος αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας αποτελεί τη μοναδική
επιβεβλημένη απάντηση που ο λαός και η Ελλάδα έχουν να δόσουν στους ξένους κατακτητές και
τους ντόπιους υποτακτικούς των. Έξω από τον αγώνα αυτόν δεν υπάρχει ζωή και τιμή για την
Ελλάδα και το λαό. Γι’ αυτό και πρωταρχική υποχρέωση για τον κάθε έλληνα πατριώτη είναι να
δόσει όλες του τις δυνάμεις για να πετύχει το έργο του ΔΣΕ, με την ατράνταχτη πεποίθηση ότι όσο
πιο γερός και αποφασιστικός και νικηφόρος είναι ο λαός και ο Δ.Σ.Ε. στον αγώνα τους ενάντια
στους βέβηλους καταχτητές και τους ντόπιους δούλους των, τόσο περισσότερο θα τους
υποχρεώσουν να δεχτούν τη δημοκρατική λύση για το ελληνικό ζήτημα που προτείνει το ΕΑΜ και
υποστηρίζει όλη η δημοκρατική ανθρωπότητα….».14

Οι σχετικά αντιφάσκουσες αυτές θέσεις δημοσιεύθηκαν λίγες μέρες αργότερα στον Ριζοσπάστη,
παρά το ανατρεπτικό κάλεσμα τους. Άλλωστε είχαν προηγηθεί θέσεις των συλλογικών οργάνων
του ΚΚΕ, κατά τα δύο προηγούμενα χρόνια που έκαναν λόγο για «Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα»
απέναντι στην τρομοκρατία Δεξιάς, παρακρατικών και Βρετανών ιμπεριαλιστών. Ωστόσο οι
συγκεκριμένες διακηρύξεις δείχνουν ότι οι εξελίξεις προμήνυαν κλιμάκωση του Εμφυλίου
Πολέμου, με επικείμενη την ολόπλευρη στήριξη και ένταξη του ΚΚΕ, στην καθοδήγηση του ΔΣΕ,
δουλειά που έκανε η ηγεσία του σχεδόν παρασκηνιακά όλο αυτό το διάστημα. Πάντως αξίζει να
αναφερθεί ότι τον επόμενο μήνα, τον Οκτώβριο δηλαδή, απαγορεύθηκε η κυκλοφορία του
Ριζοσπάστη και πολλών άλλων αριστερών εντύπων. Απ’ ότι φαίνεται η κυβερνητική παράταξη, με
έμμεσο τρόπο πίεζε το ΚΚΕ να ανακηρύξει επαναστατική κυβέρνηση, προκειμένου από πλευράς
της να εντείνει κι άλλο τις ενέργειες της.

Γυρνώντας στην 3η Ολομέλεια του ΚΚΕ λοιπόν, ο τρόπος με τον οποίο θα έπρεπε να εκφραστεί
η στροφή στον πόλεμο, που έκανε δειλά δειλά το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, αποτυπώθηκε
στο απόρρητο σχέδιο «Λίμνες».

“Έπρεπε νά δημιουργηθεί ελεύθερο έδαφος, γεωγραφικά σημαντικό, ώστε σε αυτό νά μπορέσει νά


στηριχθεί μιά κυβερνητική, κρατική οντότητα πού θα ξανάφερνε τίς απόψεις καί τήν πολιτική τού
ΚΚΕ στό κεντρικό πολιτικό προσκήνιο τής χώρας. Η εξειδίκευση τού στόχου αυτού σέ επιμέρους, ο
προσδιορισμός καί η ιεράρχηση τών επιμέρους στόχων καί ενεργειών, αποτελούσε τό αντικείμενο
ενός σχεδίου-ή μάλλον ενός γενικού πλαισίου-πού εκπόνησε η ηγεσία τού ΔΣΕ και υιοθέτησε η 3η
Ολομέλεια. Το πλαίσιο αυτό πήρε τήν κωδική ονομασία «Λίμνες»”.15

αρχεία του KKE (1947) Ανακοίνωση του Προεδρείου της 3ης Ολομέλειας του ΚΚΕ.
14
15
Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, τόμος Ά,
Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ. 336.

22
Όπως ήταν φυσικό το σχέδιο «Λίμνες» κοινοποιήθηκε εσωκομματικά, και σε αδρές γραμμές,
μετά από μια καταμέτρηση των επιμέρους κυβερνητικών δυνάμεων όριζε τον τριπλασιασμό των
δυνάμεων του ΔΣΕ μέχρι την άνοιξη του 1948 και τη σταδιακή επικράτηση σε Μακεδονία και
Θράκη, προκειμένου από εκεί να συνεχίσουν οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού τη διείσδυση
στη κεντρική και νότια Ελλάδα. Άρα επρόκειτο για ένα σχέδιο πολέμου, μάλλον απλοϊκό θα
μπορούσαμε να πούμε.

Γυρνώντας πάλι πίσω στην Πελοπόννησο, τον Οκτώβριο του 1947 τμήματα του Δημοκρατικού
Στρατού παρά τις υπέρτερες κυβερνητικές δυνάμεις διείσδυσαν στη Βόρεια Πελοπόννησο,
ιδρύοντας το 4ο Συγκρότημα, μεταξύ των ορεινών όγκων Χελμός (Αχαΐα) και Κυλλήνη
(Κορινθία), και το 5ο Συγκρότημα, στον ορεινό όγκο του Ερύμανθου (Αχαΐα). Μάλιστα το 4ο
Συγκρότημα ονομαζόταν και Συγκρότημα Αργολιδοκορινθίας,
αφού αποστολή του ήταν η επέκταση του ΔΣΕ στον ομώνυμο
και ενιαίο τότε νομό. Το ίδιο ίσχυε και για το 5ο Συγκρότημα,
που είχε την ίδια αποστολή για τους νομούς Αχαΐας και Ηλείας,
και ονομαζόταν Συγκρότημα Αχαΐας-Ηλείας.

Μετά από αυτά τα γεγονότα, με κοινή απόφαση των


Υπουργείων Δημοσίας Τάξεως και Στρατιωτικών αποφασίστηκε
η ανάληψη της ασφάλειας της Πελοποννήσου από τον Εθνικό
Στρατό, έργο που επιτελούσε η Χωροφυλακή μέχρι τότε. Η
Χρήστος Μαντάς
απόφαση αυτή πάρθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1947. Όλες οι (πηγή:www.generals.dlk)

παρακρατικές οργανώσεις και οι επιμέρους κυβερνητικές δυνάμεις της Πελοποννήσου πλέον


υπάγονταν στο Α’ Σώμα Στρατού, με έδρα την Αθήνα.

Στο διάστημα αυτό απολύθηκαν και περί τους 7.000 χωροφύλακες για να στελεχώσουν,
αντίστοιχα, Τάγματα Εθνοφρουράς.

Με τις εξελίξεις να τρέχουν, αντικαταστάθηκε ο τότε διοικητής της ΑΣΔΠ Γεώργιος Στανωτάς
από τον Υποστράτηγο Χρήστο Μαντά. Ο τελευταίος ανέλαβε την Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση
Πελοποννήσου στις 5 Δεκεμβρίου 1947.

Ήδη όμως από τις 29 Νοεμβρίου ο Υποστράτηγος Χ. Μαντάς είχε υποβάλει στο Γενικό
Επιτελείο Στρατού και το Α’ Σώμα Στρατού καινούριο σχέδιο εκκαθαριστικών επιχειρήσεων για
τη Πελοπόννησο. Μάλιστα τις νεόκοπες αντάρτικες δυνάμεις της Αχαΐας, σκόπευε να τις εκδιώξει
από την περιοχή με επιχειρήσεις απώθησης από το Παναχαϊκό όρος προς τον Ερύμανθο και από

23
εκεί προς τον Χελμό. Από πλευράς μάλιστα Εθνικού Στρατού, του είχαν υποσχεθεί την αποστολή
κάποιων σωμάτων από την κεντρική και βόρεια Ελλάδα, με κυριότερο την 72η Ταξιαρχία.
Μέχρι ωστόσο την 21 Δεκεμβρίου είχαν φτάσει λιγότερες από τις μισές προβλεπόμενες
ενισχύσεις, με εξαίρεση την αξιόμαχη 72η Ταξιαρχία, που αφίχθη στην Πελοπόννησο την ίδια
μέρα.

Προσομοίωση των προβλεπόμενων κινήσεων των κυβερνητικών δυνάμεων στην Αχαΐα, κατά το
σχέδιο εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του υποστράτηγου Χρήστου Μαντά(Δεκέμβριος 1947) μέσω
του λογισμικού Google Earth.

Αν και η διαθέσιμη βιβλιογραφία δεν δίνει αρκετές πληροφορίες για τις λεπτομέρειες του
σχεδίου αυτού, φαίνεται ότι βασικός σκοπός του ήταν μάλλον η απώθηση όλων των αντάρτικων
δυνάμεων της Πελοποννήσου, στο κεντρικό της ορεινό όγκο, δηλαδή το όρος Μαίναλο στην
Αρκαδία, και η τελική τους εξόντωση στον χώρο αυτό.

Η συγκεκριμένη επιχείρηση ξεκίνησε στις 29 Δεκεμβρίου και διήρκησε περίπου 10 ημέρες,


έχοντας απόλυτη αποτυχία, καθώς η ανεπάρκεια κυβερνητικών δυνάμεων, άφηνε αφύλακτες
διαβάσεις, απ’ όπου οι αντάρτες ελίσσονταν στα νώτα των κυβερνητικών. Επί της ουσίας δηλαδή,
η οποιαδήποτε προώθηση κυβερνητικών δυνάμεων, σε ελεγχόμενες από τον Δημοκρατικό Στρατό
Πελοποννήσου περιοχές, προκαλούσε τη διείσδυση ανταρτών στα νώτα τους.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 23 Δεκεμβρίου το ΚΚΕ, μετά από δύο χρόνια αμφιταλάντευσης
ανάμεσα στον ένοπλο αγώνα, στα πλαίσια του ΔΣΕ, και την προσπάθεια για ομαλή δημοκρατική
εξέλιξη στην Ελλάδα, προχώρησε τελικά στη δημιουργία της «Προσωρινής Δημοκρατικής

24
Κυβέρνησης», μιας δηλαδή επαναστατικής κυβέρνησης του βουνού. Όπως έχει ήδη αναφερθεί το
ΚΚΕ προσανατολιζόταν δειλά στην ένοπλη απάντηση περίπου δύο χρόνια, με παράλληλη την
μετάβαση ηγετικών στελεχών του στη «παρανομία του βουνού» όλο αυτό το διάστημα. Λίγους
μήνες νωρίτερα είχε διαλυθεί και το ΕΑΜ, με τους υπέρμαχους του οπαδούς και παράγοντες να
κατατάσσονται στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας.

Απαντώντας στην κίνηση αυτή, η επίσημη κυβέρνηση των Αθηνών εξέδωσε στις 27 Δεκεμβρίου
τον Αναγκαστικό Νόμο υπ. αριθ. 509 «Περί μέτρων ασφαλείας τού Κράτους, τού πολιτεύματος,
τού κοινωνικού καθεστώτος καί προστασίας τών ελευθεριών τών πολιτών», που σε αδρές γραμμές
όριζε:

«Άρθρον 1

1. Τό Κομμουνιστικόν Κόμμα Ελλάδος, τό Εθνικόν Απελευθερωτικόν Μέτωπον (Ε.Α.Μ.) καί η


Εθνική Αλληλεγγύη προπαρασκευάσαντα καί ενεργούντα τήν κατά τής ακεραιότητος τής Χώρας
προδοτικήν ανταρσίαν διαλύονται. Επίσης διαλύεται καί πάν άλλο πολιτικόν κόμμα, σωματείον ή
οργάνωσις, ήτις ήθελε θεωρηθή κατά τάς διατάξεις τής επομένης παραγράφου, ως συνεργαζομένη
μετ’ αυτών ή επιδιώκουσα αμέσως ή εμμέσως τήν εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως σκοπόν τήν διά
βιαίων μέσων ανατροπήν τού πολιτεύματος, τού κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή τήν
απόσπασιν μέρους εκ τού όλου τής Επικρατείας…

Άρθρον 2

1. Όστις επιδιώκει τήν εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν τήν διά βιαίων μέσων
ανατροπήν τού Πολιτεύματος, τού κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ
τού όλου της επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ τής εφαρμογής αυτών προσηλυτισμών τιμωρείται εάν μέν
είναι αρχηγός ή οδηγός διά της ποινής τών προσκαίρων δεσμών, εις ιδίως δέ βαρείας περιπτώσεις
διά τής ποινής τών ισοβίων δεσμών ή τού θανάτου, εάν δέ είναι απλούς συστασιώτης διά ποινής
φυλακίσεως, εις ιδίως δέ βαρείας περιπτώσεις διά τής ποινής τής ειρκτής ή τών πρόσκαιρων
δεσμών…

Άρθρον 7
1. Τά υπό τού παρόντος Νόμου προβλεπόμενα αδικήματα ανακρίνονται καί εκδικάζονται κατά τάς
διατάξεις τού Γ’ ψηφίσματος «περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων τήν δημοσίαν τάξιν καί
ασφάλειαν». Κατά τάς διατάξεις τού αυτού ψηφίσματος γίνεται καί η εκτέλεσις τών ποινών…».16

16
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φύλλο 293, τχ. Α’, 27 Δεκεμβρίου 1947.

25
Έτσι και τυπικά πλέον, το ΚΚΕ και όλες οι συμπαθούσες ή αριστερές οργανώσεις τίθενται εκτός
νόμου. Παράλληλα, στα πλαίσια του Αναγκαστικού Νόμου προβλέπονταν ποινές για τους
δημόσιους υπαλλήλους και τους στρατιωτικούς, που τυχόν συνδέονταν με τις προαναφερθείσες
πολιτικές οντότητες, απειλούμενοι με υποχρεωτική απόλυση και στέρηση όλων των δικαιωμάτων,
που τυχόν είχαν. Έτσι λοιπόν, με τον συγκεκριμένο νόμο βλέπουμε από πλευράς κυβερνητικών να
κλιμακώνεται η εμφύλια διάσταση, απαντώντας στην «επαναστατικώ δικαίω» ρήξη της Αριστεράς
με το υπάρχον πολιτικό και κυβερνητικό σχήμα και σύστημα.

Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι κατά το τελευταίο τρίμηνο του 1947, οι συγκρούσεις
κυβερνητικών δυνάμεων και ανταρτών, είναι συχνές, κυρίως στα ορεινά μέρη του νομού Αχαΐας.
Στην εξέλιξη αυτή σαφώς και δεν ήταν αμέτοχη η ίδρυση των αντάρτικων Συγκροτημάτων
Αργολιδοκορινθίας και Αχαΐας-Ηλείας που λειτουργούσαν εντός της επικράτειας του νομού. Και
όπως μάλιστα προκύπτει από την έρευνα, οι αντάρτες ήδη από τις αρχές του φθινοπώρου κατείχαν
την πρωτοβουλία των κινήσεων σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, όπως υποστηρίζουν και δύο
προσκείμενες, στον Εθνικό Στρατό, πηγές: «

VIIΙ.-ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΝ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΕΤΟΥΣ 1947


Α. Τά σημαντικώτερα γεγονότα τής άνω περιόδου.

1.- Ανάληψις τής πρωτοβουλίας υπό τών ΚΣ]τών(εν. Κομμουνιστοσυμμοριτών, σημ. Κ.Κ.) λόγω
εγκαταλείψεως τής κατά τό θέρος τηρηθείσης τακτικής παρά τών Εθνικών δυνάμεων.

2.-Η απροσδόκητος εγκατάλειψις τής επιθετικής τακτικής παρά τών Εθνικών δυνάμεων, ανέκοψε
τήν περαιτέρω αναπόφευκτον φθοράν τών ΚΣ]κών(εν. Κομμουνιστοσυμμοριτικών, σημ. Κ.Κ.)
τμημάτων καί παρέσχε εις τούτους τήν ευκαιρίαν νά πραγματοποιήσωσι τά κάτωθι:

α) Οι ΚΣ]ται(εν. Κομουνιστοσυμμορίται, σημ. Κ.Κ.) εγκατεστάθησαν κατά τό μάλλον ή ήττον


ασφαλώς επί τών ορεινών όγκων, ωργανώθησαν καλύτερον καί κατέστησαν τούς ορεινούς όγκους
πραγματικά ορμητήρια εναντίον των Εθνικών δυνάμεων καί λοιπών στόχων.

β) Διά συγκεντρωτικών κτυπημάτων, εναντίον χωρίων καί Κωμοπόλεων, επεξέτειναν τόν έλεγχον
εις ολοκλήρους Επαρχίας μέ επακόλουθον τήν ποσοτικήν ανάπτυξιν καί τόν ανεφοδιασμόν των.

γ) Επανέκτησαν τό ηθικόν τών καί ετονώθη η πίστις των προς την νίκην.

26
δ) Επροκάλεσαν περαιτέρω σύγχυσιν εις τόν Λαόν, με αποτέλεσμα νά εντάσσωνται εις τάς γραμμάς
των εθελονταί εκ τών χωρίων, των πόλεων, αλλά καί εκ τού Στρατεύματος, ώστε νά αυξηθή καί
αύθις η δύναμις των ποσοτικώς καί ποιοτικώς».17

«Εκ τής τοιαύτης ενεργού δράσεως είχε δημιουργηθή αίσθημα ελλείψεως ασφαλείας επί τών
μεγάλων οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών, επί τών οποίων η ελευθέρα κυκλοφορία ήτο ζωτικής
σημασίας διά τήν Εθνικήν Οικονομίαν καί τήν εξυπηρέτησιν τών στρατιωτικών αναγκών. Γενικώς
κατά τό τέλος τού 1947 ο συμμοριτισμός ήλεγχε σχεδόν ολόκληρον την έκτασιν τής
Πελοποννήσου».18

Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι στην Πελοπόννησο, σε αντίθεση με την κεντρική και βόρεια Ελλάδα,
ο Δημοκρατικός Στρατός έχει αρχίσει να έχει το πάνω χέρι και να ελέγχει ήδη μεγάλες περιοχές,
τις οποίες θεωρούσε «ελεύθερες περιοχές», μιας και δεν ελέγχονταν πλέον από την κυβέρνηση των
Αθηνών αλλά ούτε και από τον Εθνικό Στρατό.

Σταδιακά θα δούμε, ότι ο Δημοκρατικός Στρατός τόσο στην Αχαϊα, όσο και σε ολόκληρη την
Πελοπόννησο, γίνεται κυρίαρχος της κατάστασης, σημειώνοντας αξιοσημείωτη δράση μέχρι και το
καλοκαίρι του έτους 1948.

Το αποτέλεσμα όμως του Εμφυλίου Πολέμου στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στην Αχαΐα,
καλώς ή κακώς, δεν κρίθηκε μόνο από αυτούς τους παράγοντες, ιδίως στις αρχές του έτους 1949.

17
Στρατιωτική Διοίκησις Πελοποννήσου – Γραφείον Α2 (1950) ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΟΣΥΜΜΟΡΙΤΙΣΜΌΣ
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 1946-1949, ΑΘΗΝΑΙ: Ελεύθερη Σκέψις, σ. 19-20.
18
Ζαφειρόπουλος, Δ. (1956) Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949, ΑΘΗΝΑΙ: ΜΑΥΡΙΔΗΣ, σ. 497-
498.

27
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ
ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ

28
3. ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-
ΙΟΥΝΙΟΣ
3.1 Άφιξη της ομάδας Γκιουζέλη και αναδιοργάνωση του Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου.
Ο ερχομός του έτους 1948, επιφύλασσε στον Δημοκρατικό Στρατό Πελοποννήσου ευνοϊκές
εξελίξεις, που θα όξυναν περαιτέρω την αντιδιαστολή των δύο αντίπαλων πλευρών του
Εμφυλίου Πολέμου στην περιοχή, απ’ ότι κατά το προηγούμενο έτος.

Έτσι λοιπόν στις 10 Ιανουαρίου, αφίχθη, παράνομα και δια θαλάσσης, στην Αχαΐα μια ομάδα
ανταρτών της βόρειας Ελλάδας, που για μεγάλο διάστημα είχαν καθηλωθεί στην Στερεά Ελλάδα.
« Η 14μελής Ομάδα αποτελούνταν από τους:

1. Στέφανο Γκιουζέλη, συνταγματάρχη του ΔΣΕ.


2. Κώστα Κανελλόπουλο, μόνιμο Αξιωματικό, του προπολεμικού στρατού, αντισυνταγματάρχη
του ΔΣΕ.
3. Δημήτρη Κανελλόπουλο, ανώτερο στέλεχος της ΕΠΟΝ.
4. Παναγιώτη Κούτρη, ανώτερο στέλεχος του ΚΚΕ.
5. Παναγιώτη Μπάρτζο, στέλεχος του ΚΚΕ.
6. Σταύρο Χριστόφιλο, μέλος του ΚΚΕ.
7. Μανώλη Αθανασόπουλο, μέλος του ΚΚΕ.
8. Γιάννη Κατσικόπουλο (Βελιά),
δικηγόρο, ανώτερο στέλεχος του ΚΚΕ, Καπετάνιο Τάγματος του 12ου Συντάγματος του
μόνιμου ΕΛΑΣ.
9. Αριστείδη Παναγούλια, στέλεχος του ΚΚΕ.
10. Νίκ. Μαζεμένο (Αττίλα), στέλεχος του ΚΚΕ.
11. Νίκο Πολυκράτη (Νικήτα),
στέλεχος του 12ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ (Αχαΐας-Ηλείας),
μέλος του ΚΚΕ.
12. Γιώργο Πανόπουλο, στέλεχος του ΚΚΕ.
13. Σπύρο Μπούσιο (Ασυρματιστή)
14. Γιάννη Καραμούζη, δικηγόρο».19

19
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 295.

29
Έτσι λοιπόν στα πλαίσια των αναγκαίων ανακατατάξεων, που απαιτούσε η άφιξη των
προαναφερθέντων, αναδιοργανώθηκε το Αρχηγείο Πελοποννήσου με στρατιωτικό διοικητή τον
Στέφανο Γκιουζέλη, πολιτικό επίτροπο τον Βαγγέλη Ρογκάκο και επιτελάρχη τον Κώστα
Κανελλόπουλο.
Το επιτελείο του ΔΣΠ, που τότε συγκροτήθηκε για πρώτη φορά, θα συνέβαλε στην καλύτερη
οργάνωση των αντάρτικων επιχειρήσεων εναντίων των κυβερνητικών στόχων και του Εθνικού
Στρατού της περιοχής. Παράλληλα, σε αναδιοργάνωση οδηγήθηκαν και τα επιμέρους
Συγκροτήματα, που μετονομάστηκαν σε Αρχηγεία,
καθώς απέκτησαν τα δικά τους επιτελεία και ενίσχυσαν
ακόμη περισσότερο τις δυνάμεις τους. Όσον αφορά
τουλάχιστον εκείνα που λειτουργούσαν εντός του
σημερινού νομού Αχαΐας, δηλαδή αυτά της
Αργολιδοκορινθίας και Αχαΐας-Ηλείας, η νέα τους δομή
ήταν η εξής:

«Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας

Στρατιωτικός Διοικητής: Μανώλης Σταθάκης,


αντισυνταγματάρχης.
Πολιτικός Επίτροπος: Γιώργος Δαράκης, λοχαγός.
Ο στρατηγός Βαν Φλιτ
Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας (πηγή: www1.rizospastis.gr)

Στρατιωτικός Διοικητής: Κώστας Μπασακίδης, αντισυνταγματάρχης.


Πολιτικός Επίτροπος: Θωμάς Αγγελάκος, ταγματάρχης».20

Αξίζει να σημειωθεί βεβαίως, ότι μετά την άφιξη των δεκατεσσάρων, εξασφαλίστηκε και η
αρτιότερη επικοινωνία ανάμεσα στο Αρχηγείο Πελοποννήσου και το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ
στη βόρεια Ελλάδα, χάρη σε ένα ασύρματο που έφερε μαζί του ο Στέφανος Γκιουζέλης.

3.2 Πρώτες μάχες στην Αχαΐα και σταδιακή υποχώρηση του Εθνικού Στρατού
Πελοποννήσου στις σταθερές του βάσεις.

20
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 296.

30
Μετά τις αλλαγές αυτές, ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου εξακολούθησε να διατηρεί
ακμαίο το ηθικό του και να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων, όπως συνέβαινε και
κατά το τελευταίο τρίμηνο του 1947. Στα πλαίσια αυτά λοιπόν, ένα τμήμα του Αρχηγείου
Αχαΐας-Ηλείας, υπό τους Πολυκράτη και Κατσικόπουλο, χτύπησε την πόλη του Αιγίου το βράδυ
της 23ης Φεβρουαρίου 1948. Την πόλη υποστήριζαν δυνάμεις Χωροφυλακής και ΜΑΥ, περί
τους 150 άνδρες. Οι αντάρτες αρχικά επιτέθηκαν στα εξωτερικά φυλάκια της πόλης, με δυνάμεις
ελεύθερων σκοπευτών να εισδύουν παράλληλα στην πόλη από τρία σημεία. Οι τελευταίοι
προκάλεσαν δολιοφθορές ενώ έκαναν και πλιάτσικο σε καταστήματα, αποκομίζοντας λάφυρα και
πυρομαχικά. Οι κυβερνητικές δυνάμεις της πόλης κάλεσαν ενισχύσεις από Πάτρα και Κόρινθο,
ενώ την άμυνα τους ενίσχυσε ένα πολεμικό πλοίο που από θαλάσσης χτυπούσε τις θέσεις μάχης
των ανταρτών. Γύρω στις 4 μετά τα μεσάνυχτα, την επόμενη μέρα δηλαδή, οι αντάρτες
αποχώρησαν, πιεζόμενοι από τις κυβερνητικές ενισχύσεις που κατέφθασαν στο Αίγιο. Όσον
αφορά τις απώλειες των αντιμαχόμενων παρατάξεων, από πλευράς του ο Εθνικός Στρατός είχε
περίπου οκτώ νεκρούς και κάποιους τραυματίες, γεγονός στο οποίο συμφωνούν ο Απόστολος
Δασκαλάκης και ο Αρίστος Καμαρινός. Από την πλευρά του Δημοκρατικού Στρατού, οι αριθμοί
δεν είναι εξίσου ακριβείς, καθώς ο πρώην αξιωματικός του ΔΣΠ Αρίστος Καμαρινός κάνει λόγο
για 2 νεκρούς αντάρτες και 5 τραυματίες, ενώ ο απολογητής της Ελληνικής Χωροφυλακής,
Απόστολος Δασκαλάκης μιλά για 26 νεκρούς αντάρτες και αρκετούς, αλλά με μη εξακριβώσιμο
αριθμό, τραυματίες. Μια μέρα μετά την επίθεση, στις 24 Φεβρουαρίου, καταφθάνει στα πλαίσια
της Αμερικανικής Στρατιωτικής Αποστολής ο στρατηγός Βαν Φλιτ, που άμα τη αφίξει του
φιλοδοξούσε πως η κατάρρευση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας θα ερχόταν μέσα στο 1948
από τις δυνάμεις του Εθνικού Στρατού και τα υπόλογα σ’ αυτόν ήσσονα στρατιωτικά σώματα.

Στις αρχές Απριλίου ο Χρήστος Μαντάς αντικαταστάθηκε από την Ανωτέρα Στρατιωτική
Διοίκηση Πελοποννήσου, προφανώς λόγω της αποτυχίας του σχεδίου εκκαθαριστικών
επιχειρήσεων, που εφήρμοσε τέσσερις μήνες πριν, και των συνεπειών της τροπής αυτής. Έτσι
στις 6 Απριλίου την ΑΣΔΠ ανέλαβε ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Τσιγγούνης, ο οποίος ήδη από
τις πρώτες μέρες της θητείας του, είχε την εξής εκτίμηση ηθικού των αντιμαχόμενων πλευρών:

«Ηθικόν. Τό ηθικόν των Κ/Σ, λόγω τών ευκόλων άνευ σοβαρών απωλειών καί λίαν
προσοδοφόρων εις παντοειδές υλικόν επιτυχιών των, ιδία δέ λόγω τών δύο σοβαρωτάτων
προσφάτων τοιούτων εις περιοχήν Ασέας καί Τροπαίων ένθα αποδεκατίσθησαν αι διλοχίαι
Γαλανοπούλου και Παπανικολάου, ήτο τότε λίαν εξυψωμένον. Αντιθέτως τό ηθικόν τών εθνικών

31
δυνάμεων καί τών νομιμοφρόνων κατοίκων, ιδία δέ τής υπαίθρου, ευρίσκετο εις λίαν χαμηλόν
επίπεδον».21

Με δεδομένη λοιπόν αυτή την ανισορροπία του ηθικού μεταξύ Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου και Εθνικού Στρατού Πελοποννήσου, πραγματοποιήθηκε το χτύπημα και η
κατάληψη της κωμόπολης των Καλαβρύτων, που ήταν ιδιαίτερα επιτυχής, για τον Δημοκρατικό
Στρατό στις 11 Απριλίου 1948. Η συγκεκριμένη επιχείρηση αναπτύσσεται λεπτομερώς στην
επόμενη ενότητα.

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 26 Απριλίου, ένα απόσπασμα του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας,
χτύπησε την κωμόπολη Χαλανδρίτσα, σε απόσταση 25 χιλιομέτρων από την Πάτρα. Την
Χαλανδρίτσα φρουρούσαν δυνάμεις Χωροφυλακής και ταγμάτων Εθνοφρουράς ενώ μετά τις
πρώτες ώρες της επίθεσης, κυβερνητικές ενισχύσεις κατέφτασαν κυρίως από την Πάτρα,
οδηγώντας σε σύμπτυξη και απόσυρση δυνάμεων τους αντάρτες. Οι εκατέρωθεν απώλειες ήταν
μικρές ενώ η συγκεκριμένη επιχείρηση από πλευράς Δημοκρατικού Στρατού, ήταν
προπαρασκευαστική μεγαλύτερης επιχείρησης εναντίον της Χαλανδρίτσας.

Η επιθετική πρωτοβουλία του Δημοκρατικού Στρατού στην Πελοπόννησο, και ιδιαίτερα στην
Αχαΐα, εκδηλώθηκε εκ νέου στις 3 Μαΐου, όταν ένα τμήμα του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας,
χτύπησε την παραλιακή κωμόπολη του Διακοπτού, που υπερασπίζονταν μόνο οι δυνάμεις του
τοπικού σταθμού Χωροφυλακής. Κι από εκεί οι αντάρτες εξασφάλισαν διά του πλιάτσικου του
σταθμού, πυρομαχικά και είδη πρώτης ανάγκης, εγκαταλείποντας το Διακοπτό την επόμενη μόλις
ημέρα. Πέρα όμως από τις επιτυχείς επιχειρήσεις του ΔΣΠ στην Αχαΐα, κατά το διάστημα αυτό,
υπήρξαν αντίστοιχες επιτυχίες σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ενδεικτικές είναι οι εξής:

➢ διάλυση της διλοχίας Γαλανόπουλου, που υπαγόταν στην 72η Ταξιαρχία, μεταξύ των
χωριών «Ασέα» και «Βάγγου» Αρκαδίας, στις 3 Μαρτίου.
➢ χτύπημα των Τροπαίων Αρκαδίας και διάλυση της διλοχίας Παπανικολάου, στις 9
Μαρτίου.
➢ κρούση και κατάληψη του χωριού Βαμβακού Λακωνίας, στον δυτικό Πάρνωνα, στις 18
Απριλίου.
➢ διεξαγωγή τριπλής επίθεσης σε Λεχαινά, Καβάσιλα και Ανδραβίδα του νομού Ηλείας,
στις 8 Ιουνίου.

21
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 34.

32
Ενώ λοιπόν ο Εμφύλιος εξελίσσεται ως άνω στην Πελοπόννησο, οι κυβερνητικές δυνάμεις, αν
και ενισχυμένες από δυνάμεις της υπόλοιπης Ελλάδας, περικλείονται στις σταθερές βάσεις που
διατηρούν, και σπάνια πραγματοποιούν εξορμήσεις εναντίον των ανταρτών. Προφανώς, τα
προαναφερθέντα γεγονότα επηρέασαν σημαντικά και το ηθικό των εκατέρωθεν παρατάξεων.
Έτσι, για την τροπή αυτή μέσα στην άνοιξη του 1948, το Γραφείο Α2 της Στρατιωτικής
Διοίκησης Πελοποννήσου καταθέτει τα εξής:

«α) Ο τεμαχισμός τών Εθνικών Δυνάμεων, όστις παρετηρήθη κατά τήν περίοδον ταύτην, εν
συνδυασμώ με τήν στατικήν κατάστασιν τούτων καί τήν αμυντικήν τακτικήν των, παρέσχεν εις τους
ΚΣ]τας την δυνατότητα να συγκεντρώνωσι, όπου ήθελον τάς αναγκαιούσας δυνάμεις των, διά τήν
επίτευξιν τών σκοπών των, καθισταμένων τών τμημάτων τούτων λίαν τρωτών.

β) Εν πολλοίς άλλωστε τά τμήματα Στρατού δέν προέβαινον εις οργάνωσιν τής αμύνης των ,
οργάνωσιν τού εδάφους-διάταξιν τών τμημάτων των-σχέδιον πυρός-μέτρα ασφαλείας.

γ) Εις ελαχίστας περιπτώσεις παρετηρήθη αποφασιστική και έγκαιρος άφιξις ενισχύσεων. Εις
τάς πλείστας περιπτώσεις, τυχόν κινούμενα τμήματα πρός ενίσχυσιν, πρό ασθενούς αντιστάσεως
παρά των ΚΣ]των, δέν επέμενον εις τήν ανατροπήν τούτων καί ενίοτε υπεχώρουν…».22

Βέβαια, παρά τις στρατιωτικές επιτυχίες του και την κυριαρχία του στο μεγαλύτερο μέρος της
Πελοποννήσου, ο ΔΣΠ αντιμετώπιζε μια βασική δυσχέρεια κατά το διάστημα αυτό, καθώς
βρισκόταν σε ένδεια πυρομαχικών, που αναγκαστικά έπρεπε να πάρει μέσω μαχών με τον
Εθνικό Στρατό. Από την στιγμή όμως, που οι κυβερνητικές δυνάμεις της Πελοποννήσου είχαν
εγκλειστεί στις βάσεις τους, αυτό και μόνο ως γεγονός απαιτούσε ένα διαφορετικό είδος
κρούσης. Δεν μπορούσε πλέον δηλαδή να γίνεται κρούση απομονωμένων σταθμών
Χωροφυλακής ή τμημάτων Χωροφυλακής και ΜΑΥ στα χωριά, αλλά οι κρούσεις των ανταρτών
θα’ πρεπε να πραγματοποιούνται σε κατοικημένους χώρους, και μάλιστα πολυπληθέστερους των
χωριών, δηλαδή κωμοπόλεις και πόλεις. Στην κατεύθυνση αυτή λοιπόν, κινούνται τα εξής λόγια
του Κώστα Μπασακίδη, που διασώζει ο Αρίστος Καμαρινός:

«…Πρέπει να προετοιμαζόμαστε για πολύ δύσκολες μάχες σε κατοικημένους τόπους, ή σε πολύ


καλά οχυρωμένες θέσεις του εχθρού σε ανοιχτό πεδίο, σε μάχες εκ παράταξης. Τα τμήματα μας
πρέπει να τα εκπαιδεύσουμε ειδικά για τέτοιες επιθετικές ενέργειες».23

Στρατιωτική Διοίκησις Πελοποννήσου – Γραφείον Α2 (1950) ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΟΣΥΜΜΟΡΙΤΙΣΜΌΣ


22

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 1946-1949, ΑΘΗΝΑΙ: Ελεύθερη Σκέψις, σ. 32.

33
3.3 Ο Δημοκρατικός Στρατός οικοδομεί το κράτος του στην Πελοπόννησο.

Ωστόσο, κατά το εξάμηνο αυτό, δεν σημειώθηκαν μόνο σημαντικά στρατιωτικά γεγονότα αλλά
παράλληλα, από πλευράς τουλάχιστον του ΔΣΕ, εκκίνησε η οργάνωση των ελεγχόμενων
περιοχών από τους αντάρτες, υπό το σχήμα και τους όρους της «Προσωρινής Δημοκρατικής
Κυβέρνησης».

Στα πλαίσια αυτά, έγινε ανασυγκρότηση του Γραφείου Περιοχής Πελοποννήσου του ΚΚΕ, με
νέο γραμματέα τον Στέφανο Γκιουζέλη. Παράλληλα, ορίστηκε κυβερνητική υπηρεσία της ΠΔΚ
στην Πελοπόννησο, την οποία ανέλαβε ο δικηγόρος Κώστας Μουλόπουλος, από το χωριό
Πέλαγος Αρκαδίας. Η συγκεκριμένη θέση θα μπορούσαμε να πούμε ότι προσομοίαζε στα
σημερινά καθήκοντα του περιφερειάρχη.

Συμπληρωματικά ορίστηκαν και οι αντιπρόσωποι της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης


για κάθε νομό της Πελοποννήσου. Για τους νόμους Αχαΐας και Ηλείας, αντιπρόσωπος ήταν ο
Κώστας Βουρδέρης, πρώην γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής της ΕΠΟΝ, από την Πάτρα.
Η θέση αυτή περίκλειε σε αδρές γραμμές, τα καθήκοντα του θεσμού του νομάρχη, όσον αφορά
την παιδεία, την τοπική οικονομία κ.α.

Για την ασφάλεια των περιοχών που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των ανταρτών, εγκαινιάστηκε
μάλλον μέσα στο δίμηνο Μάιος-Ιούνιος, το σώμα της Λαϊκής Πολιτοφυλακής, η οποία ήταν μια
ιδιότυπη πολιτική αστυνομία, με διοικητή Πελοποννήσου τον Ηλία Κιαπέ, μέλος του Πολιτικού
Γραφείου του ΚΚΕ στη Πελοπόννησο, και διοικητή της περιοχής Αχαΐας, τον Ανδρέα
Καραθανάση. Την Λαϊκή Πολιτοφυλακή, συνεπικουρούσε το έλασσον αστυνομικό σώμα της
Λαϊκής Ασφάλειας.

Παράλληλα, για την εξασφάλιση τροφίμων, φαρμάκων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, οι
αντάρτες συγκρότησαν την Επιμελητεία του Αντάρτη. Η ΕΤΑ επέβαλε αναλογικούς των
εισοδημάτων φόρους, και πολλές φορές τα πλεονάσματα των φόρων τα έθετε προς πώληση,
ακόμη και εντός δικτύων της μαύρης αγοράς, για να εξασφαλίσει χρήματα. Τα χρήματα αυτά
μέσω διαμεσολαβητών, που για τους κυβερνητικούς δεν κινούσαν υποψίες, αγόραζαν δυσεύρετα
είδη, κυρίως φάρμακα, για τις ανάγκες του Δημοκρατικού Στρατού. Η ΕΤΑ υπαγόταν άμεσα υπό
το Αρχηγείο Πελοποννήσου.

23
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 331.

34
Στα πλαίσια της ΕΤΑ βέβαια, ασκούνταν και τα «μπάχαλα», η κλοπή δηλαδή όλων των
χρειαζούμενων ειδών, από νοικοκυριά τα οποία είχαν εγκαταλείψει οι ένοικοι τους για να μην
υπόκεινται σε φορολογία των ανταρτών. Χωρικοί σαν αυτούς, πείθονταν να κατεβαίνουν στις
πόλεις, που ήλεγχε ο Εθνικός Στρατός, ως «ανταρτόπληκτοι», έτσι ώστε οι ελεγχόμενες από τους
αντάρτες περιοχές να αποδυναμωθούν κοινωνικά και παραγωγικά. Η πρακτική αυτή είχε
ξεκινήσει περίπου ένα χρόνο πριν, στη βόρεια Ελλάδα, ενώ στην Πελοπόννησο δεν είχε μεγάλη
επιτυχία. Πάντως για να γυρίσουμε στα «μπάχαλα», ως πρακτική αντεκδίκησης, είχε
μακροπρόθεσμα αρνητικό αντίκτυπο στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, αφού μέσω του μέτρου
αυτού πολλοί χωρικοί θεώρησαν τους αντάρτες κλέφτες και πλιατσικολόγους, άρα και
επικίνδυνους.

Επιπροσθέτως, ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου μερίμνησε και για το ζήτημα της


Λαϊκής Δικαιοσύνης, στις περιοχές που ήλεγχε, με την συγκρότηση τόσο Λαϊκών Δικαστηρίων
όσο και με την σύγκληση Στρατοδικείων. Τα Λαϊκά Δικαστήρια εκδίκαζαν υποθέσεις του
αστικού κώδικα και συνέρχονταν με αιρετά μέλη μόνο, ενώ τα Στρατοδικεία δίκαζαν όλες εκείνες
τις πράξεις που στρέφονταν ενάντια στο κράτος της ΠΔΚ και συνέρχονταν τόσο με αιρετά όσο
και με ισόβια μέλη, που λειτουργούσαν βέβαια, μόνο εντός του Δημοκρατικού Στρατού.
Επικεφαλής της Λαϊκής Δικαιοσύνης για όλη την Πελοπόννησο ήταν ο δικηγόρος Νίκος
Γκότσης.

Συμπληρωματικά, συντέθηκαν υπηρεσίες σαμποτέρ, δίκτυο κατασκοπείας έναντι των


κυβερνητικών δυνάμεων και πολιτικές επιτροπές διαφώτισης, κατά το πολιτικό δοκούν του ΚΚΕ
πάντα. Αναβίωσαν τα κοινοτικά συμβούλια, ενώ αμείωτο υπήρξε και το ενδιαφέρον για την
παιδεία με την στελέχωση των σχολείων είτε από εγγράμματους αντάρτες είτε από τους
απόφοιτους του «Λαϊκού Διδασκαλείου», μιας παιδαγωγικής Ακαδημίας δηλαδή, που
λειτούργησε στα πλαίσια της ΠΔΚ , στην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας.

3.4 Οι εκατέρωθεν στρατιωτικές δυνάμεις το ίδιο διάστημα.

Στις αρχές Μαρτίου, μετά την άφιξη κι άλλων κυβερνητικών δυνάμεων στην Πελοπόννησο, και
ιδίως των αξιόμαχων Γ’ και Δ’ Μοιρών Ορεινών Καταδρομών, φαίνεται ότι το σύνολο των
υποκείμενων στον Εθνικό Στρατό Πελοποννήσου σωμάτων, ανήλθε κοντά στους 30.000
στρατιώτες, χωροφύλακες, εθνοφρουρούς καθώς και παρακρατικούς.

35
Στον αντίποδα ο Αρίστος Καμαρινός, για την ίδια χρονική στιγμή, κάνει λόγο για 2.630
αντάρτες και ανταρτίνες στον Δημοκρατικό Στρατό Πελοποννήσου, με την παρατακτή τους
δύναμη να είναι μόνο 1.880.24 Από πλευράς του Γραφείου Α2 της Στρατιωτικής Διοίκησης
Πελοποννήσου, οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου, ανέρχονται συνολικά
στους 2.150 περίπου με τους 1.240 από αυτούς να είναι παρατακτή δύναμη. Η δεύτερη αναφορά
μάλλον δεν είναι και τόσο ρεαλιστική αν λάβουμε υπόψη ότι μέχρι τότε έχουν πραγματοποιηθεί
επιχειρήσεις του ΔΣΠ που απαιτώντας την δύναμη τουλάχιστον δύο Αρχηγείων, συγκέντρωναν
κοντά στους χιλίους μαχητές-μαχήτριες. Συνολικά ωστόσο, τα επιμέρους Αρχηγεία της
Πελοποννήσου έφταναν τα πέντε. Επομένως με μια απλή αναγωγή στα μαθηματικά, ο συνολικός
κατά προσέγγιση αριθμός της παρατακτής δύναμης του ΔΣΠ στις αρχές Μαΐου, βρίσκεται ή στη
μέση των παρουσών προσεγγίσεων ή έστω προσεγγίζει την πρώτη.

Όσον αφορά την στρατολογία ανταρτών, νομίζω ότι την σημαντική αύξηση δυνάμεων τους,
στο υπό μελέτη εξάμηνο, εξηγεί και τεκμηριώνει αρκετά καλά ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης:

«Μέ δύο επιχειρήσεις ο ΔΣΕ αύξησε τίς δυνάμεις του κατά περίπου εκατό μαχητές(εννοεί τις
κρούσεις σε Ασέα-Βάγγου Αρκαδίας και στα Τρόπαια Αρκαδίας, σημ. Κ.Κ.) καί, άν
συνυπολογιστούν τά λάφυρα από τήν καταστροφή δύο διλοχιών, πολλαπλασίασε τή μαχητική του
ικανότητα. Γιά νά καταλάβουμε τή σημασία αυτών τών απρόσμενων στρατολογικών αλμάτων, νά
επισημάνουμε ότι οι προσχωρήσαντες αποτελούσαν και στίς δύο περιπτώσεις ποσοστό μεγαλύτερο
τού 25% τής δύναμης πού οι αντάρτες παρέταξαν καί στή μία καί στήν άλλη περίπτωση. Συγκριτικά,
η στρατολόγηση από τίς δυνάμεις τού εχθρού απέδιδε περισσότερα απ’ ό,τι οι πολυέξοδες
επιχειρήσεις τύπου Γυθείου(δηλαδή η απελευθέρωση αριστερών κρατουμένων από τις φυλακές του
Γυθείου, σημ. Κ.Κ.). Η έμμεση επίδραση αυτών τών εξελίξεων υπήρξε, όμως, πιό σημαντική. Η
προσχώρηση στρατιωτών στίς τάξεις του αύξησε κατακόρυφα το κύρος του στήν τοπική κοινωνία.
Ήταν η καλύτερη απόδειξη γιά τίς δυνατότητες τού αντάρτικου στρατού. Σε εποχές πού σε πολλούς
νέους της περιοχής παρουσιάστηκε τό δίλημμα-ή η απειλή, άν προτιμάτε-της στράτευσης, με τη
γενίκευση τής κλήσης νεότερων στρατολογικών κλάσεων στά όπλα, η εκδοχή τής προσχώρησης
στόν ΔΣΕ παρουσιάστηκε ως σοβαρή εναλλακτική λύση. Οι ιστορίες πού είχαν αρχίσει να
κυκλοφορούν γιά τίς πιθανότητες νά βρεθεί ο όποιος νεοσύλλεκτος σέ στρατόπεδο συγκέντρωσης
αντί γιά στρατιωτική μονάδα πρόσθετε στίς ανησυχίες. Η Μακρόνησος δέν είχε κάνει καλή
εντύπωση σέ όσους πίστευαν ότι τά «χαρτιά» τους δεν ήταν ιδιαίτερα σίγουρα. Τό βέβαιο είναι ότι

24
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 384.

36
τήν άνοιξη τού 1948 εμφανίστηκε γιά πρώτη φορά μιά αξιοσημείωτη κίνηση εθελοντών νεαρής
ηλικίας πρός κατάταξη στόν ΔΣΕ από τά χωριά τής υπαίθρου».25

Στις 14 Ιουνίου ξεκινά η εφαρμογή του σχεδίου «Κορωνίς» του Εθνικού Στρατού στο όρος
Γράμμος, στη βόρεια Πίνδο. Επρόκειτο για μία μεγαλεπήβολη εκκαθαριστική επιχείρηση, που
είχε συσπειρώσει ως δυνάμεις κρούσης περί τους 60.000 με 80.000 άνδρες απέναντι σε μόλις
8.000 αντάρτες κι ανταρτίνες του Δημοκρατικού Στρατού.

Δέκα μέρες αργότερα, στις 24 Ιουνίου, ισχυρές αντάρτικες δυνάμεις της Πελοποννήσου
χτυπούν ανεπιτυχώς την κωμόπολη της Ζαχάρως στην Ηλεία.

Λίγες ημέρες μετά, στις 28 Ιουνίου, αποπέμπεται από την «Κομινφόρμ», την ένωση δηλαδή
των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων, υπό την εποπτεία της Σοβιετικής Ένωσης, το ΚΚ
Γιουγκοσλαβίας υπό τον Γιόζιπ Τίτο. Η βασική κατηγορία της αποπομπής ήταν «η παρέκκλιση
του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας από τις αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού» ενώ η κίνηση αυτή, όπως
θα δούμε και παρακάτω είχε έντονα αρνητικό αντίκτυπο στον ΔΣΕ, καθώς η Γιουγκοσλαβία ήταν
η μεγαλύτερη τροφοδότης-σύμμαχος των ανταρτών μέχρι τότε. Μετά από ένα εξάμηνο περίπου,
και τυπικά , τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας με την Ελλάδα θα κλείσουν για τους αντάρτες, μιας
και αυτοί συντάχθηκαν με τη γραμμή της «Κομινφόρμ».

Οι 8 κυβερνητικές βάσεις στους νομούς Αχαΐας και Ηλείας, όπου άρχισε να περιχαρακώνεται ο
Εθνικός Στρατός από την άνοιξη του 1948, προσομοίωση μέσω του λογισμικού Google Earth.

Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, τόμος Ά,


25

Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ. 570-571.

37
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ
11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1948

38
4. Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1948
4.1 Το κλίμα πριν την μάχη.

Το σχέδιο επίθεσης και κατάληψης της κωμόπολης των Καλαβρύτων, από τον Δημοκρατικό
Στρατό, είχε αρχίσει να οργανώνεται ήδη από τις 25 Μαρτίου 1948 και ολοκληρώθηκε στις 10
Απριλίου 1948, μια μέρα δηλαδή πριν την επιχείρηση. Η σύνθεση του διεκπεραιώθηκε κυρίως
από τους Κωνσταντίνο Κανελλόπουλο, επιτελάρχη του ΔΣ Πελοποννήσου, και Μανώλη
Σταθάκη, διοικητή του Αρχηγείου Αργολιδοκορινθίας.

Κύριος στόχος των ανταρτών, όπως φαίνεται ήταν η επέκταση των ελεγχόμενων υπο αυτών
περιοχών στην βόρεια Πελοπόννησο, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η ανάγκη εξασφάλισης
πολεμοφοδίων και τροφίμων, που για τους ίδιους ήταν
δυσεύρετα. Ωστόσο δεν μπορεί να αποκλεισθεί και ο
ψυχολογικός παράγοντας, καθώς η επιτυχής εξέλιξη της
επιχείρησης θα είχε άμεσο αντίκτυπο στο ηθικό του Εθνικού
Στρατού, όπως κι έγινε.

Από πλευράς Δημοκρατικού Στρατού συμμετείχαν στην


επιχείρηση των Καλαβρύτων, περί τους 1.100 αντάρτες από τα
Αρχηγεία Αργολιδοκορινθίας, Αχαΐας-Ηλείας, Μαινάλου και
Ταϋγέτου. Μάλιστα, όπως μας πληροφορεί ο Αρίστος Καμαρινός
στην τελευταία σύσκεψη για την επικείμενη επιχείρηση στα
Καλάβρυτα, που πραγματοποιήθηκε στις 10 Απριλίου 1948 στο
Μανώλης Σταθάκης
χωριό Πλανητέρο Αχαΐας, ο διοικητής του ΔΣΠ Στέφανος
(πηγή:
Γκιουζέλης αναφέρθηκε και στις στρατιωτικο-πολιτικές συνθήκες kokkinosfakelos.blogspot.gr)

του απελθόντος τριμήνου:

“1. Στις 24/02/1948 έφτασε στην Ελλάδα ο Αμερικανός Βαν Φλιτ, ο οποίος δύο βδομάδες
αργότερα δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ο «ο Ελληνικός στρατός θα έχει όλα τα εφόδια για να
επιτύχει τη νίκη μέσα στο έτος. Σ’ αυτούς που παρασύρθηκαν από τους συμμορίτες η συμβουλή μου
είναι να παραδοθούν αμέσως, τους δε άλλους συμβουλεύω να φύγουν από την Ελλάδα και να
μείνουν για πάντα απ’ έξω απ’ αυτή, αλλιώς θα φονευθούν».

2. Στις 06/04/1948 αντικαταστάθηκε ο υποστράτηγος Μαντάς και την Ανώτατη Στρατιωτική


Διοίκηση Πελοποννήσου (ΑΣΔΠ) ανέλαβε ο υποστράτηγος Τσιγγούνης, ο οποίος δήλωσε ότι

39
σκοπεύει να περάσει σε επιθετική τακτική, όταν ενισχυθεί με νέες δυνάμεις που αναμένει να
φτάσουν στην Πελοπόννησο, από την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα.

Και ο Στ. Γκιουζέλης πρόσθεσε: «Αυτά που είπαν οι Βαν Φλιτ και Τσιγγούνης δείχνουν καθαρά
ότι ο αντίπαλος έχει οριστικά αποφασίσει να δώσει την τελική μάχη του Εμφυλίου μέσα στο 1948,
το Φθινόπωρο ίσως, χρησιμοποιώντας τα τεράστια υλικά μέσα της στρατιωτικής αμερικανικής
‘‘βοήθειας’’ και μεταφέροντας στην Πελοπόννησο ισχυρές δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού, από
τη Βόρεια Ελλάδα.

Πρέπει, επομένως, να προσαρμόσουμε κι εμείς τη στρατηγική και τακτική μας στις νέες συνθήκες
που έχουν δημιουργηθεί και να ετοιμαζόμαστε από τώρα και μπρός για να αντιμετωπίσουμε με
επιτυχία τον αντίπαλο και σ’ αυτή τη φάση του Εμφυλίου Πολέμου …Πάνω στο ίδιο θέμα και στο
ίδιο πνεύμα της ομιλίας του Γκιουζέλη μίλησε και ο Επιτελάρχης του Αρχηγείου Κ. Κανελλόπουλος,
ο οποίος αναφέρθηκε συνοπτικά στο πρόγραμμα προετοιμασίας μας για την αντιμετώπιση του
αντιπάλου, ιδιαίτερα δε, και πιο λεπτομερειακά, στη στρατηγική και τακτική μας.

Μεταφέρω εδώ την ουσία της άποψης Κανελλόπουλου, όπως αυτή διατυπώθηκε στη σύσκεψη
αυτή:

«…Το ζήτημα, όμως, είναι τι θα κάνουμε εμείς αν ο εχθρός επιχειρήσει να πραγματοποιήσει την
τελική επίθεση του, μεταφέροντας μια ή δύο Μεραρχίες του από την Κεντρική Ελλάδα στην
Πελοπόννησο; …Θα αποδεχτούμε την πρόκληση, αν προηγούμενα δεν έχει λυθεί οριστικά το
πρόβλημα ανεφοδιασμού μας με πυρομαχικά, ή θα αποφασίσουμε να αντιμετωπίσουμε και αυτές τις
επιχειρήσεις του εχθρού αμυντικά και με αντάρτικης μορφής ελιγμούς των τμημάτων μας, όπως
γινόταν στα προηγούμενα δύο χρόνια;..

Όλα θα εξαρτηθούν, για τη δική μας στρατηγική και την τακτική στην Πελοπόννησο, από το τι θα
αποφασίσει τελικά το τελικά το Γενικό Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού. …Εμείς πάντως θα
είμαστε έτοιμοι και για τις δύο αυτές εκδοχές…”.26

Βλέπουμε λοιπόν τον Δημοκρατικό Στρατό Πελοποννήσου, να λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις
εξελίξεις σε στρατιωτικό επίπεδο, που σηματοδοτούν η άφιξη Βαν Φλιτ και η ανάληψη της
ΑΣΔΠ από τον Τσιγγούνη. Ωστόσο, αυτό που τίθεται ως προβληματισμός, από τον Κων/νο
Κανελλόπουλο, δηλαδή το ζήτημα του ανεφοδιασμού, είναι εκείνο ακριβώς που θα καθορίσει την
πορεία του πολέμου και την έκβαση του. Πέρα από την επέκταση και κυριαρχία του ΔΣΠ στην

26
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 357-358.

40
ορεινή κυρίως Πελοπόννησο, δύο χρόνια μετά την έκρηξη του Εμφυλίου, η τροφοδότηση του με
πυρομαχικά είναι δύσκολη, και εν πολλοίς καθορίζει την διεξαγωγή ίσως και την
αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων τους.

Από την άλλη πλευρά, εκείνη δηλαδή του Εθνικού Στρατού, ο Υποστράτηγος Αλ. Τσιγγούνης
μας αναφέρει για την ίδια περίοδο τα εξής:

«…Τήν δυσκολίαν τής εις τήν ΑΣΔΠ. ανατεθείσης αποστολής(δηλ. την προστασία των κυριώτερων
αστικών κέντρων, συγκοινωνιών, κοινωφελών έργων και την παράλληλη συντριβή των ανταρτών,
σημ. Κ.Κ.) επήυξανον επί πλέον αφ’ ενός τό εξυψωμένον ηθικόν των Κ/Σ(Κομμουνιστο-
Συμμοριτών, σημ. Κ.Κ.) καί αφ’ ετέρου η πτώσις τού ηθικού τών τε εθνικών δυνάμεων και τού
λαού Πελ/σου, δι’ ούς λόγους έχομεν εκθέσει ανωτέρω. Εις τά μειονεκτήματα ταύτα δέον νά
προστεθώσι καί η ελλειπής στελέχωσις , ως καί η μή αγωνιστική διάθεσις τών ανδρών τών
ταγμάτων εθνοφρουράς, εθισμένων τότε εις τήν τακτικήν τής παθητικής αμύνης.

Δέον πρός τούτοις νά ληφθή υπ’ όψει ότι τό κατ’ εξοχήν ορεινόν έδαφος τής Πελοποννήσου μέ
τούς έξ ορεινούς όγκους προσφέρεται όλως ιδιαιτέρως διά τήν δράσιν ληστανταρτών ή Κ/Σ.

Κατόπιν τών ανωτέρω η ΑΣΔΠ. εσκέφθη ότι δια νά δυνηθή νά ανταποκριθή επιτυχώς εις τήν
δοθείσαν αυτή αποστολήν, έπρεπε νά εφαρμόση τήν τακτικήν τής δραστηρίας και συνεχούς
καταδιώξεως τών Κ/Σ, εις τρόπον ώστε νά αφαιρέση από αυτούς πάσαν πρωτοβουλίαν ενεργείας
και νά τούς υποχρεώση νά ευρίσκωνται εις συνεχή αβεβαιότητα καί κίνησιν.

Εχρειάζοντο όμως περισσότεραι καί ποιοτικώς ανώτεραι δυνάμεις. Επίσης εχρειάζετο μικρά
πίστωσις χρόνου διά τήν καλλιτέραν οργάνωσιν καί πρό παντός διά τήν εξύψωσιν τού ηθικού των,
αλλά καί διά τήν επίτευξιν τής αλλαγής τής νοοτροπίας των…».27

Από τα λεγόμενα λοιπόν του Τσιγγούνη, μπορούμε να εξάγουμε ως συμπεράσματα κυρίως ότι
στην συγκεκριμένη φάση, η επέκταση του Δημοκρατικού Στρατού στην βόρεια Πελοπόννησο και
οι επιτυχείς ενέργειες των ανταρτών σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, έχουν εξυψώσει το ηθικό
τους μειώνοντας παράλληλα, το ηθικό των κυβερνητικών δυνάμεων, οι οποίες έχουν αγκιστρωθεί
σε 37 αστικά κέντρα της Πελοποννήσου, μικρά και μεγάλα, και εφαρμόζουν την τακτική της
παθητικής άμυνας. Κατά τον Τσιγγούνη, για την αντιμετώπιση τους χρειάζονται όχι μόνο
ενισχύσεις σε έμψυχο δυναμικό αλλά και καλύτερη στελέχωση-οργάνωση των ήδη υπαρχουσών
δυνάμεων καθώς και η εξύψωση του ηθικού τους. Άλλωστε, σε έναν πόλεμο, και δη

27
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 38.

41
ανταρτοπόλεμο, σημαίνοντα ρόλο παίζει το ηθικό και λιγότερο η έκταση του μαχητικού
δυναμικού.

Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι κατά την συγκεκριμένη περίοδο, πέρα από τις επιτυχίες των
ανταρτών, και τις «αγωνίες» του Εθνικού Στρατού, έχει διαμορφωθεί μια σχετικά ευνοϊκή για τον
ΔΣΠ κατάσταση, με προσωρινό κυρίαρχο τον ίδιο. Ωστόσο, τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμα γιατί
εκατέρωθεν διακρίνεται μια προσμονή θετικών οιωνών και γεγονότων για τις επόμενες μέρες.
Από την μια δηλαδή, ο Εθνικός Στρατός, με μειωμένο ηθικό, επιθυμεί την ενίσχυση των
δυνάμεων του και σε έμψυχο δυναμικό αλλά και σε ηθικό, για να αντιμετωπίσει τους αντάρτες
ενώ από την άλλη, βλέπουμε τον Κανελλόπουλο, επιτελάρχη του ΔΣΠ να θίγει το ζήτημα της
αντιμετώπισης των κυβερνητικών δυνάμεων, σε περίπτωση που αυτές ενισχυθούν με τμήματα της
βόρειας και κεντρικής Ελλάδας αν οι ίδιοι
δεν μπορέσουν να εξασφαλίσουν τον
εφοδιασμό τους με πυρομαχικά από το
Γενικό Αρχηγείο.
Πάντως ενδεικτικό της κατάστασης στην
Αχαΐα αλλά και σε όλη την Πελοπόννησο,
είναι το εξής γεγονός που αναφέρει ο
υποστράτηγος Αλέξανδρος Τσιγγούνης:
«..Διότι δύο ημέρας μετά τήν ανάληψιν
τής Διοικήσεως, ήτοι τήν 8 Απριλίου,
προτού ακόμη δυνηθώ νά προσανατολισθώ
πλήρως καί νά προβώ εις τήν τροποποίησιν
Ο Παύλος ο Α’ Γκλύξμπουργκ στην Πάτρα, στις 11 τής οργανώσεως καί τής διατάξεως των εν
Απριλίου 1948
(πηγή: Μουσείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ, «Νεολόγος Πελοποννήσω
Πατρών» φ. 12 Απριλίου 1948)
δυνάμεων βάσει τού γενικού σχεδίου
ενεργείας, υπεχρεώθην νά συνοδεύσω τήν Α.Μ. τόν Βασιλέα εις τήν περιοδείαν του ανά τήν
Πελοπόννησον αποσκοπούσαν εις την εξύψωσιν τού ηθικού τού Στρατού καί τού Λαού.
Τήν 10 Απριλίου η Α.Μ. ο Βασιλεύς, συνοδευόμενος καί υπό τών αρχηγών τών δύο ξένων
Στρατιωτ. Αποστολών, τών στρατηγών Βάν Φλήτ (τής Αμερικής) και Ντάουν (της Μεγ Βρεττανίας),
μετέβη μέσω Ναυπλίου εκ Τριπόλεως διά πολεμικού τού Βασ. Ναυτικού εις Καλαμάς, ένθα καί
διανυκτέρευσεν. Τήν επομένην ανεχώρησε διά Πάτρας επιβαίνων τού αυτού πολεμικού…».28

28
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 38-39.

42
Προφανώς λοιπόν η «κυκλική» περιοδεία του βασιλιά Παύλου του Α’ Γκλύξμπουργκ ανά την
Πελοπόννησο αποδεικνύει ότι στο διάστημα αυτό δεν υπήρχε έλεγχος της, κυρίως στην ενδοχώρα
της, από τον Εθνικό Στρατό.

4.2 Η διάταξη των δυνάμεων.


Στην πόλη των Καλαβρύτων έδρευε το 21ο τάγμα Εθνοφρουράς, με διοικητή τον Νίκο
Αρβανιτάκη και υποδιοικητή τον Γαβριήλ Παγκράτη.

Από τις δυνάμεις του τάγματος, ένας λόχος, ο 2ος, είχε εγκατασταθεί στο μοναστήρι του
Μεγάλου Σπηλαίου, βορειοανατολικά των Καλαβρύτων, κι ένας ακόμα, ο 4ος, βρισκόταν στο
χωριό Κέρτεζη, νοτιοδυτικά της κωμόπολης. Επομένως μέσα στην κωμόπολη υπήρχαν 3 λόχοι,
συμπεριλαμβανομένου του λόχου διοίκησης, συνολικής δύναμης περίπου 300 ανδρών.

Παράλληλα, στις κυβερνητικές δυνάμεις των Καλαβρύτων συμπεριλαμβάνονταν η


Υποδιοίκηση Χωροφυλακής, με περίπου 60 άνδρες και οπλισμένοι ιδιώτες, απροσδιόριστης
ωστόσο δύναμης. Άρα εντός κωμόπολης υπήρχαν περί τους 400 με 450 άνδρες.

Επιπλέον, στην Κέρτεζη έδρευαν περί τους 100 ΜΑΥδες αλλά και οι Υποδιευθύνσεις
Χωροφυλακής της Κέρτεζης και των Μαζέϊκων (σημ. Κλειτορίας Αχαΐας, σημ. Κ.Κ.). Επομένως,
οι δυνάμεις εντός και περιμετρικά των Καλαβρύτων μάλλον ξεπερνούσαν τους 700 άνδρες,
αριθμό που κατά προσέγγιση καταθέτει ο Δημήτρης Παλαιολογόπουλος.

Την άμυνα των Καλαβρύτων συμπλήρωνε ένα δίκτυο πέντε φυλακίων σε σημεία πέριξ της
κωμόπολης. Ξεκινώντας από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό του Οδοντωτού το επόμενο βρισκόταν
κοντά στο Ηρώο του Ολοκαυτώματος, και το αμέσως επόμενο βρισκόταν κάτω από το κάστρο,
κοντά στο ξωκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου. Το δίκτυο συμπλήρωναν το φυλάκιο στην
δεξαμενή υδροδότησης και εκείνο στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης. Τα φυλάκια αυτά ήταν
περιχαρακωμένα με συρματοπλέγματα ενώ ναρκοπέδια είχαν στηθεί σε συγκεκριμένες
εξωτερικές περιβόλους των Καλαβρύτων. Παράλληλα, εντός πόλης ήταν οχυρωμένα το σπίτι του
πρώην βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος, Κατσίνη, το Διοικητήριο του τάγματος και το κτίριο
Υποδιοίκησης της Χωροφυλακής, ενώ ελεύθεροι σκοπευτές είχαν τοποθετηθεί στις ταράτσες
κάποιων κτιρίων.

Από την μεριά του Δημοκρατικού Στρατού, τώρα, θα συμμετείχαν στην επιχείρηση το 2ο τάγμα
Ταϋγέτου, με διοικητή τον Αρίστο Καμαρινό και παρατακτή δύναμη 300 ανταρτών, όλο το
Αρχηγείο Μαινάλου με διοικητή τον Σαρρήγιαννη, καπετάνιο τον Πέρδικα και παρατακτή

43
δύναμη 450 αντάρτες και ανταρτίνες. Παράλληλα, θα τους συνέδραμε ολόκληρο το Αρχηγείο
Αργολιδοκορινθίας, με διοικητή τον Μανώλη Σταθάκη και παρατακτή δύναμη 280 αντάρτες
καθώς και μια δύναμη 70 ανταρτών του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας.

Σύμφωνα με το σχέδιο μάχης, δυνάμεις του Αρχηγείου Μαινάλου ενισχυμένες με μια διμοιρία
του 2ου τάγματος Ταϋγέτου θα αναλάμβαναν τα τρία εξωτερικά φυλάκια στον Άγιο
Κωνσταντίνο, την δεξαμενή υδροδότησης και την Αγία Αικατερίνη. Ένας λόχος του Αρχηγείου
Μαινάλου μάλιστα θα έπιανε την θέση «Ξερόκαμπος» στον δρόμο Λουσών-Περιστεράς, ενώ
ένας ακόμη λόχος του ίδιου Αρχηγείου, με διοικητή τον Τσουκόπουλο, αφού θα ανατίναζε δύο
γέφυρες στον δρόμο Κλειτορία-Τρίπολη, θα ενέδρευε πέριξ του χωριού Βλαχέρνα Αρκαδίας, για
να εμποδίσει τυχόν μετακίνηση κυβερνητικών δυνάμεων στα Καλάβρυτα από την Τρίπολη.

Ταυτόχρονα, το 2ο τάγμα Ταϋγέτου θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις στην Κέρτεζη και
στην συνέχεια να χτυπήσει το φυλάκιο του Σιδηροδρομικού Σταθμού, επιχειρώντας διείσδυση
μέσα στα Καλάβρυτα και κρούση του Διοικητηρίου, της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής και της
οικίας Κατσίνη.

Όσον αφορά το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας, δύο διμοιρίες του θα έπιαναν τους αυχένες
«Διάσελο του Κυνηγού» και «Τριανταφυλλιά» μεταξύ των βουνών «Χελμός» και «Σαϊτάς» για
να αποτρέψουν τυχόν μετακίνηση στα Καλάβρυτα του 54ου τάγματος Εθνοφρουράς, που έδρευε
στην Γκούρα Κορινθίας. Επίσης, οι υπόλοιπες δυνάμεις του Αρχηγείου θα χτυπούσαν το φυλάκιο
κοντά στο Ηρώο Ολοκαυτώματος καθώς και τον λόχο που βρισκόταν στο Μέγα Σπήλαιο.

Τέλος, 70 περίπου αντάρτες του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας, θα ενέδρευαν κοντά στο χωριό
Πριόλιθος Καλαβρύτων, για να εξασφαλίσουν την κάλυψη όλων των άλλων τμημάτων από την
πλευρά Πύργου Ηλείας. Αξίζει να σημειωθεί βέβαια, ότι το Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας από την 1η
μέχρι και την 10η Απριλίου, έκανε παραπλανητικές εμφανίσεις στον νομό Ηλείας, για να μην
δημιουργηθεί η υπόνοια στους κυβερνητικούς για την επιχείρηση.

«Το σχέδιο της επίθεσης ήταν το παρακάτω: Η επίθεση θα επικεντρωνόταν σε τρία βασικά
σημεία. Παράλληλα οι αντάρτες θα εισχωρούσαν μέσα στην πόλη από δύο σημεία που θα είχαν
δημιουργηθεί κενά».29 Την ευθύνη της επιχείρησης είχαν οι Στέφανος Γκιουζέλης, διοικητής του
Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου και ο επιτελάρχης του, Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος.

29
Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-1949, Αθήνα:
Παρασκήνιο, σ. 69-70.

44
4.3 Η μάχη.

Η επιχείρηση εναντίον των Καλαβρύτων, ξεκίνησε κάπως έτσι, σύμφωνα με την μαρτυρία του
Θόδωρου Κίτσου, που βρισκόταν κοντά στα υψηλόβαθμα στελέχη των ανταρτών της
Πελοποννήσου: «Η μάχη ήτανε ν’ αρχίσει στις πέντε η ώρα [το πρωί] στις 11 Απριλίου του ’48,
αλλά όπως κατεβαίνανε τα τμήματα τα δικά μας, όχι απ’ το δρόμο αλλά από τα στάρια μέσα, είχαν
παγιδευμένες χεροβομβίδες ύψος 25 πόντους, για ν’ ακούσουν αυτοί κάτω. Και στις τεσσερεσήμιση
η ώρα σκάει μια χειροβομβίδα. Αυτοί ενόμισαν ότι είναι καμιά αλεπού, κανάς λαγός. Σε λίγη ώρα
σκάει άλλη. Οπότε άρχισαν… ανάψανε τα φώτα στα Καλάβρυτα. …Δίνει τώρα διαταγή ο
Κανελλόπουλος ο Κώστας που ήταν επικεφαλής των τμημάτων Πελοποννήσου [ν’ αρχίσει η
επίθεση]».30

Σύμφωνα λοιπόν με το σχέδιο κρούσης, δυνάμεις του Αρχηγείου Μαινάλου, χτύπησαν τα


φυλάκια στην δεξαμενή ύδρευσης, την «Αγία Αικατερίνη» και τον «Άγιο Κωνσταντίνο».
Παράλληλα, ομάδα σαμποτέρ και ελεύθερων σκοπευτών διείσδυσε στην πόλη, με σκοπό να
αποκόψει την επαφή των φυλακίων με το επίκεντρο της άμυνας, που ήταν η οικία Κατσίνη, το
Διοικητήριο του 21ου ΤΕ και η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής. Μέσα στις πρώτες ώρες, τα
φυλάκια σε δεξαμενή υδροδότησης και «Αγία Αικατερίνη» είχαν καταληφθεί από τον ΔΣΠ.

Παράλληλα μια διλοχία του 2ου τάγματος Ταϋγέτου, με επικεφαλής τον Αρίστο Καμαρινό είχε
λάβει θέσεις δυτικά του μοναστηριού της Αγίας Λαύρας, ήδη από το μεσονύχτιο της 10ης
Απριλίου, προκειμένου να ελέγξει τυχόν κίνηση των μονάδων της Κέρτεζης προς υποστήριξη
των Καλαβρύτων. Η διλοχία της Κέρτεζης λοιπόν (ένας λόχος ΜΑΥ και ένας λόχος ΤΕ)
κλήθηκαν από τον Αρβανιτάκη προς ενίσχυση των κυβερνητικών δυνάμεων στα Καλάβρυτα,
αλλά όταν έφτασαν στα όρια βεληνεκούς της αντάρτικης διλοχίας του Ταΰγετου, χτυπήθηκαν από
τα οπλοπολυβόλα της, αναχαιτίστηκαν και τράπηκαν σε φυγή προς την κατεύθυνση της
Χαλανδρίτσας.

Το τι ακολούθησε, καταθέτει ο ίδιος ο Αρίστος Καμαρινός: “Μετά τη διάλυση του τμήματος


αυτού, το ένα στοιχείο της πολυβολαρχίας (διμοιρίτης ο Λευτέρης Νιάρχος) παρέμεινε στα υψώματα
της «Αγίας Λαύρας» όλη δε η άλλη δύναμη του Τάγματος-2 λόχοι πεζικού(με διοικητές τους Μένη
Πιερρουτσάκο και Παναγιώτη Μπάρτζο), το δεύτερο στοιχείο της Πολυβολαρχίας (διοικητής ο
Μανώλης Αθανασόπουλος) και η διοίκηση του Τάγματος επενέβησαν στη μάχη, που συνεχιζόταν

30
Πριόβολος, Γ. (2007) ΜΙΑ ΑΛΥΣΙΔΑ ΜΝΗΜΕΣ, Αχαΐα και Βόρεια Πελοπόννησος 1940-1949,
Αθήνα: Αλφειός, σ. 353.

45
ακόμα στα Καλάβρυτα, έριξαν το βάρος τους στο φυλάκιο του κυβερνητικού στρατού στο
«Σιδηροδρομικό Σταθμό», ο οποίος καταλήφθηκε τις πρώτες απογευματινές ώρες”.31

Με τη σειρά τους οι δυνάμεις του Αρχηγείου Αργολιδοκορινθίας χτύπησαν με μακρινές ριπές


τον λόχο του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ οι διμοιρίες τους σε «Διάσελο Κυνηγού» και
«Τριανταφυλλιά», αναχαίτισαν με τον ίδιο τρόπο μια διλοχία του 54ου ΤΕ που κινήθηκε από την
Γκούρα Κορινθίας προς ενίσχυση των κυβερνητικών δυνάμεων στα Καλάβρυτα. Στην πρώτη
περίπτωση ο λόχος εγκατέλειψε το μοναστήρι, αποφεύγοντας την εμπλοκή στη μάχη, και
κατέφυγε στο Διακοπτό ενώ η διλοχία του 54ου ΤΕ πιθανόν και από παραπλάνηση ως προς τις
πραγματικές δυνάμεις των ανταρτών προτίμησε να επιστρέψει στην βάση της. Έτσι οι
κυβερνητικές δυνάμεις των Καλαβρύτων έμειναν αβοήθητες.

Υπήρξε βέβαια παρέμβαση της αεροπορίας, χωρίς ωστόσο κάποιο αποτέλεσμα αφού τα
κυβερνητικά αεροπλάνα δεν μπορούσαν να επισημάνουν τους αντάρτες από τα φίλια τους
στρατεύματα εντός των Καλαβρύτων.

Μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες τα εναπομείναντα φυλάκια των κυβερνητικών σε «Άγιο
Κωνσταντίνο», «Σιδηροδρομικό Σταθμό» και «Ηρώο» έχουν υποκύψει στις εφόδους των
ανταρτών. Το ίδιο ισχύει και για την οικία Κατσίνη, που βρισκόταν εντός της κωμόπολης. Στο
φυλάκιο του Σιδηροδρομικού Σταθμού μάλιστα σκοτώθηκε ο υποδιοικητής του 21ου ΤΕ Γαβριήλ
Παγκράτης.

Οι μόνες εστίες αντίστασης των κυβερνητικών ήταν πλέον το κτίριο της Υποδιοίκησης
Χωροφυλακής και το Διοικητήριο του τάγματος.

Με το που έπεσε η νύχτα, οι δυνάμεις του ΔΣΠ εγκατέλειψαν τα Καλάβρυτα, προφανώς για να
μην εγκλωβιστούν από τυχόν αιφνιδιαστική κίνηση του Εθνικού Στρατού. Έτσι οι άνδρες της
Χωροφυλακής, επιχείρησαν έξοδο από την πόλη και κατάφεραν να φτάσουν και αυτοί στο
Διακοπτό δεκάδες χιλιόμετρα μακριά. Μάλιστα, στο Διακοπτό είχε καθηλωθεί κι ένας λόχος του
22ου ΤΕ, που κλήθηκε από την Πάτρα να ενισχύσει τα Καλάβρυτα. Εκεί βρήκε ισχνή αντίσταση
κι όμως δεν εκτέλεσε την εντολή , που του δόθηκε.

Το επόμενο πρωί οι αντάρτες ξαναμπήκαν στα Καλάβρυτα. Αμέσως περικύκλωσαν το


Διοικητήριο και ξεκίνησαν εκ νέου την κρούση. Το μεσημέρι λοιπόν της 12ης Απριλίου οι 6

31
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 365.

46
αξιωματικοί, που είχαν απομείνει εντός Διοικητηρίου παραδόθηκαν. Βέβαια, ο διοικητής του
τάγματος, Αρβανιτάκης, αυτοκτόνησε πριν παραδοθεί στους αντάρτες.

Σύμφωνα με τον υποστράτηγο Αλέξ. Τσιγγούνη, οι αντάρτες πήραν ως λάφυρα 400 με 500
φορτία εφοδίων και τροφίμων. Μεταξύ αυτών, 4 όλμους, 4 οπλ/λα Βίκερς, 25 οπλ/λα , 200
τουφέκια, 80.000 φυσίγγια, αυτόματα, ασύρματους καθώς και είδη ιματισμού και εξάρτυσης,
10.000 οκάδες αλεύρι, 1.000 οκάδες ζάχαρη και τέλος 400.000.000 από το υποκατάστημα της
Τραπέζης Ελλάδος. Ως προς αυτά τα νούμερα, συμφωνεί σε αδρές γραμμές και ο Αρίστος
Καμαρινός, της αντίπαλης παράταξης.

Σε επίπεδο απωλειών, ο Τσιγγούνης αναφέρει τα εξής: « Εκ τών ημετέρων εφονεύθησαν ο


Διοικ. τού 21 Τ.Ε. (Αντ/ρχης πεζ. Αρβανιτάκης Ν.), όστις ηυτοκτόνησεν ίνα μή συλληφθή ζών, ο
Υποδ/της του ιδίου Τάγματος Ταγμ/ρχης πεζ. Παγκράτης) καί οι έφεδροι ανθ/γοι Αργυρόπουλος,
Γκότσης, Δούβος, Κουρεντάκης και Τσαπόγας, ηρωϊκώς άπαντες αγωνισθέντες. Εκ δέ τών οπλιτών
35, ών 2 χωρ/κες, ετραυματίσθησαν δέ εις υπολοχαγός καί έξ (6) ανθυπολοχαγοί.

Εκ τών ιδιωτών εφονεύθησαν τρείς, ών μία γυνή. Ηχμαλωτίσθησαν περί τούς 160 οπλίται τής
φρουράς Καλαβρύτων. Οι Κ/Σ έσχον ελαχίστας απώλειας».32

Από την άλλη ο Αρίστος Καμαρινός, δηλώνει ότι: «Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν 55 στρατιώτες
και 5 χωροφύλακες, 9 αξιωματικοί μεταξύ, των οποίων ο διοικητής του 21ου Τάγματος
Εθνοφρουράς αντισυνταγματάρχης Ν. Αρβανιτάκης (αυτοκτόνησε) και ο υποδιοικητής του
Τάγματος ταγματάρχης Γαβριήλ Παγκράτης. Αιχμάλωτοι 200 στρατιώτες. Δικές μας απώλειες 10
νεκροί και 25 τραυματίες».33

4.4 Μετά τη μάχη των Καλαβρύτων.

Αφού ο Δημοκρατικός Στρατός πήρε λάφυρα και από το χωριό της Κέρτεζης, συμπτύχθηκε και
εγκατέλειψε τα Καλάβρυτα. Στο σημείο αυτό, διαταγή του επιτελάρχη Κων/νου Κανελλόπουλου
όριζε ότι οι δυνάμεις κάθε Αρχηγείου θα μετακινηθούν στις βάσεις τους. Ωστόσο, ο Στέφανος
Γκιουζέλης, διοικητής του ΔΣΠ, εξέδωσε νέα διαταγή, που όριζε την σύμπτυξη των δυνάμεων
για αιφνιδιαστικό χτύπημα στη Γκούρα Κορινθίας, θεωρώντας ότι η επιτυχία των Καλαβρύτων

32
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 40.
33
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 366.

47
και η επίδραση της στο ηθικό της κυβερνητικής παράταξης, θα καθιστούσε την επιχείρηση αυτή
ευκολότερη. Αξίζει να θυμόμαστε ότι η Γκούρα ήταν μια από τις σταθερές βάσεις του Εθνικού
Στρατού, εντός όμως των ελεγχόμενων ζωνών του Δημοκρατικού Στρατού.

Όταν όμως οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού έφτασαν στο χωριό Πλανητέρο Αχαΐας,
στις 13 Απριλίου, προκειμένου να εξορμήσουν εναντίον της Γκούρας, δέχτηκαν επίθεση από τις
δυνάμεις του Εθνικού Στρατού, που είχε συγκεντρώσει τμήματα του από την βόρεια και κεντρική
Πελοπόννησο. Την ίδια μάλιστα ημέρα οι κυβερνητικές δυνάμεις μπήκαν ξανά στα Καλάβρυτα.

Η μάχη εκ παρατάξεως που ακολούθησε, με την συμβολή της αεροπορίας από πλευράς
κυβερνητικών, διήρκησε δύο μέρες στην θέση Άρμπουνας, και είχε ως αποτέλεσμα απώλειες σε
ανθρώπινο δυναμικό για τον ΔΣΠ καθώς και εξάντληση πυρομαχικών. Οι αντάρτες πριν
επιχειρήσουν ελιγμό στα νώτα των κυβερνητικών, από το «Διάσελο Κυνηγού», έκρυψαν μεταξύ
των χωριών Πλανητέρο και Ελατόφυτο τα λάφυρα τους, ενώ τους βαριά τραυματίες τους
φυγάδευσαν σε μια σπηλιά πάνω από το χωριό Ελατόφυτο. Τις επόμενες μέρες οι κυβερνητικές
δυνάμεις που μπήκαν στο χώρο του Πλανητέρου, βρήκαν σχεδόν όλα τα λάφυρα της μάχης των
Καλαβρύτων και αφού βρήκαν τους βαριά τραυματίες, τους εξόντωσαν.

Στις 15 Απριλίου οι αντάρτες έκαναν διαμέσω του «Διάσελου Κυνηγού» ελιγμό στα νώτα των
κυβερνητικών δυνάμεων και οι δυνάμεις κάθε Αρχηγείου κινήθηκαν στις βάσεις τους, δηλαδή
την βορειοανατολική Αχαΐα, την Κορινθία και το ανατολικό Μαίναλο.

Την επόμενη ημέρα, στις 16 Απριλίου, έγινε σύσκεψη των διοικητών του ΔΣΠ στο χωριό Αγία
Βαρβάρα Αχαΐας, βορειοανατολικά του βουνού Χελμός. Εκεί, όπως μας πληροφορεί και ο
Αρίστος Καμαρινός : “ήταν η πρώτη φορά που όσοι πήραμε μέρος στη σύσκεψη αυτή
διαπιστώναμε ανοιχτή διαφωνία, ανάμεσα στον Γκιουζέλη και στον Κανελλόπουλο. Εγώ όμως δεν
εκπλάγηκα, γιατί και άλλοτε, ιδιαίτερα πριν από τη μάχη του Άρμπουνα, ο Κανελλόπουλος μου είχε
εμπιστευτεί φιλικά ότι «μερικές φορές διαφωνώ ριζικά με ορισμένες ενέργειες του Αρχηγού, κυρίως
γιατί αυτός διακατέχεται από ένα πνεύμα υπερβολικής επιθετικότητας κατά του αντιπάλου, η οποία
δεν ανταποκρινόταν πάντοτε στη συγκεκριμένη αντικειμενική πραγματικότητα»”.34

Αν πάντως θέλουμε να δούμε ρεαλιστικά τα δεδομένα, η ακύρωση της διαταγής του


Κανελλόπουλου, από τον Γκιουζέλη, δεν έλαβε υπόψη την αντικειμενική κατάσταση της
περιοχής και των αντίπαλων δυνάμεων. Ο Εθνικός Στρατός μπορούσε άμεσα να συσπειρώσει,

34
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 370.

48
πολλαπλάσιες των κομμουνιστών, δυνάμεις στην Πελοπόννησο και εν δυνάμει να τις
περικυκλώσει.

Η αστοχία αυτή, σε συνδυασμό με την αποτυχία του λόχου Τσουκόπουλου να αναχαιτίσει την
μετακίνηση της κυβερνητικής 72ης Ταξιαρχίας, από την Αρκαδία στην επαρχία Καλαβρύτων,
είχε ως αποτέλεσμα η νίκη του Δημοκρατικού Στρατού στα Καλάβρυτα να μην έχει τα
αποτελέσματα που επιθυμούσε. Αν και η επιτυχής κρούση ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις,
και δη την παραμονή της άφιξης του βασιλιά Παύλου στην Πάτρα είχε κυρίως ηθικό αντίκτυπο
στην αντίπαλη παράταξη, συνάμα όμως και άλλα οφέλη, ο εγκλωβισμός του ΔΣΠ στην περιοχή
Πλανητέρου είχε ως αποτέλεσμα την κατασπάληση πυρών, την απώλεια μαχητών καθώς και την
μετέπειτα στέρηση σχεδόν όλων των λαφύρων της μάχης.

Προσομοίωση της διήμερης μάχης εκ παράταξης στη θέση «Άρμπουνας», μεταξύ Εθνικού Στρατού
(πλήρη βέλη) και Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου (διακεκομμένα βέλη) μέσω του λογισμικού
Google Earth.

49
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΑΣ
5 ΙΟΥΛΙΟΥ 1948

50
5. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΑΣ 5 ΙΟΥΛΙΟΥ 1948
5.1 Το κλίμα πριν τη μάχη.

Την παραμονή της δεύτερης κρούσης της Χαλανδρίτσας από τον Δημοκρατικό Στρατό, στην
πόλη των Πατρών πραγματοποιήθηκε με κάθε επισημότητα ο εορτασμός της επετείου της
Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, που έκλεινε 172 χρόνια στις 4 Ιουλίου του 1948.

Σύμφωνα μάλιστα με τον «Νεολόγο Πατρών», στο φύλλο της Τρίτης 6 Ιουλίου 1948,
πραγματοποιήθηκαν οι παρακάτω εκδηλώσεις:

«Επί τή επετείω τής ανεξαρτησίας τών Ηνωμ. Πολιτειών, προχθές Κυριακήν εγένοντο
επιβλητικαί εορταί οργανωθείσαι τή πρωτοβουλία τού Ελληνοαμερικανικού Επιμορφωτικού
Ινστιτούτου, τής Ελληνοαμερικανικής Λεγεώνος καί τού Ελληνοαμερικανικού Συνδέσμου Πατρών.
Ούτω τήν πρωΐαν μετά τήν γενομένην παρέλασιν τών μαθητών· τών σχολείων πρό τού
Αμερικανικού Προξενείου καί τήν κατάθεσιν υπό τών υπαλλήλων τής «Άτκινσον» στεφάνου εις τό
επί τής πλατείας Όλγας Ηρώον, η εκλεγείσα επιτροπή εκ τών ανωτέρω οργανώσεων επεσκέφθη
ομού μετά τών διαφόρων αρχών τόν κ. Πρόξενον…

Τήν εσπέραν εις τόν κήπον της ΧΕΝ εδόθη δεξίωσις, εις τήν οποίαν παρέστησαν αι αρχαί τής
πόλεως, οι κ.κ. πρόξενος καί υποπρόξενος τής Αμερικής, ο κ. πρόξενος τής Αγγλίας, οι
εκπρόσωποι τής ΑΜΑΓΚ, τής «Άτκινσον», διερχόμενοι εντεύθεν Αμερικανοί δημοσιογράφοι καί
πλείστα μέλη τής κοινωνίας μας…

Ως εγνώσθη, οι Αμερικανοί ομιλούντες μετά τό πέρας τής εορτής εξεφράσθησαν ενθουσιωδώς


διά τήν αυθόρμητον παλλαϊκήν συμμετοχήν εις αυτήν, τό άγαλμα τής Ελευθερίας φιλοτεχνηθέν υπό
τού γνωστού τής πόλεως μας γλύπτου κ. Μιχ. Καθρεπτά, τό ταμπλώ τού Παρθενώνος
κατασκευασθέν υπό τού σπουδαστού τού Ινστιτούτου Δημ. Ζωρά μέ επίβλεψιν τού πατρός Δόν
Μάρκο, τά οποία είχον στηθή επί τού φάρου τής εξέδρας Αγίου Νικολάου τή πρωτοβουλία τού κ.
Π. Κόρπα, τήν Μικτήν Χορωδίαν τού Ινστιτούτου, η οποία εξετέλεσεν υπό τήν διεύθυνσιν τού
καθηγητού κ. Αθανασόπουλου διά πρώτην φοράν τόν Αμρικανικόν Ύμνον καί άλλα τεμάχια καί
τόν πανηγυρικόν σημαιοστολισμόν τής πόλεως καί ιδιαιτέρως τών οδών Αγίου Νικολάου καί
Αγίου Ανδρέου».35

Όλες οι προαναφερθείσες εκδηλώσεις, και ιδιαίτερα η παρέλαση των μαθητών μπροστά από
το Αμερικανικό Προξενείο της πόλης, η εκτέλεση του εθνικού ύμνου των ΗΠΑ με φόντο το
ομοίωμα του αγάλματος της Ελευθερίας στην προβλήτα του της οδού Αγίου Νικολάου και ο
35
Αρχείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ, εφημερίδα Νεολόγος Πατρών, φ. 6 Ιουλίου 1948.

51
σημαιοστολισμός των δύο πιο κεντρικών οδών της πόλης, λες και πρόκειται για ελληνική εθνική
επέτειο, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αν μη τι άλλο, ως δείγματα συμπεριφοράς
«προτεκτοράτου» προς τον «προτέκτορα» του.

Επομένως, τέτοιου είδους εκδηλώσεις δεν θα μπορούσαν να είναι άσχετες με την αμερικανική
διείσδυση στα ελληνικά, οικονομικά και πολιτικά, πράγματα που καθιερώθηκε με το «Σχέδιο
Μάρσαλ», «το Δόγμα Τρούμαν» και τις λοιπές «συμμαχικές αποστολές» που εισέδυσαν σε
όλοκληρο τον κρατικό και στρατιωτικό ιστό της χώρας.

Στον απόηχο λοιπόν των εκδηλώσεων, τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας ο ΔΣΠ χτύπησε
αιφνιδιαστικά την Χαλανδρίτσα Αχαΐας.

Η κωμόπολη αυτή απέχει μόνο 25 χιλιόμετρα από τον αστικό πυρήνα των Πατρών, και κατά
εκείνη την χρονική περίοδο ήταν μια από τις τρείς κύριες βάσεις του Εθνικού Στρατού στην
ενδοχώρα της Αχαΐας, με τις άλλες δύο να είναι τα Καλάβρυτα και το χωριό Σούλι, 9 χιλιόμετρα
νοτιοανατολικά της Πάτρας.

Προφανώς η κρούση της Χαλανδρίτσας είχε σκοπό να προωθήσει τον έλεγχο των ανταρτών,
βορειότερα στην Αχαΐα μετά την μάχη των Καλαβρύτων, χωρίς όμως να αποκλεισθεί και η
απόκτηση πυρομαχικών και ειδών πρώτης ανάγκης, που αναμφίβολα θα διέθετε η Χαλανδρίτσα
ως βάση του Εθνικού Στρατού. Αμελητέος ωστόσο δεν μπορούσε να είναι και ο παράγοντας
«ηθικό».

5.2 Η διάταξη των δυνάμεων.

Το σχέδιο κρούσης της Χαλανδρίτσας από τους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού στόχευε
στην πλήρη απομόνωση της κωμόπολης, ούτως ώστε να μην υπάρξει ούτε τρόπος διαφυγής
ούτε όμως και ενίσχυσης της φρουράς της.

Σύμφωνα με πληροφορίες, που μάλλον είχαν συλλέξει από την παράνομη κομμουνιστική
οργάνωση της Χαλανδρίτσας, η κωμόπολη διέθετε φρουρά 70 ανδρών, που υπόκεινταν όλοι στην
Υποδιοίκηση Χωροφυλακής. Από αυτούς οι 38 ήταν χωροφύλακες, μαζί με τον διοικητή τους
Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο, και οι υπόλοιποι 32 ήταν άνευ θητείας οπλίτες του Δημοσυντήρητου
τάγματος ΑΘΧ Πατρών.

52
Η άμυνα της Χωροφυλακής συγκεντρωνόταν σε ένα δίκτυο έντεκα οχυρών με πολυβόλα, που
περιέβαλλαν το κτίριο της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής. Το λάθος της ωστόσο ήταν ότι το κάθε
οχυρό είχε την αποκλειστικά κλειστή του άμυνα, με αποτέλεσμα η αρτιότητα του δικτύου, να
μπορεί να σπάσει εύκολα, αν έπεφτε έστω και ένα οχυρό.

Παράλληλα, οχυρωμένο ήταν και το κτίριο της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής, καθώς τα


περισσότερα πορτοπαράθυρα του ήταν χτισμένα, λειτουργώντας προφανώς σαν πολεμίστρες.
Βέβαια, ως μια από τις 37 περίπου βάσεις στατικής άμυνας του Εθνικού Στρατού στην
Πελοπόννησο, η Χαλανδρίτσα διέθετε πληθώρα πυρομαχικών και όπλων, δίνοντας της
συγκριτικό πλεονέκτημα σε διαθεσιμότητα πυρός.

Από την πλευρά του, ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου πρέπει να συγκέντρωσε για την
επιχείρηση αυτή, πάνω από 1000 αντάρτες, όπως προέκυψε από μια κριτική σύζευξη όλων των
διαθέσιμων πηγών. Από πλευράς Αρχηγείων ειδικότερα, συμμετείχαν ολόκληρα τα Αρχηγεία
Αργολιδοκορινθίας και Αχαΐας-Ηλείας ενώ τα συνέδραμαν το 2ο Τάγμα Ταϋγέτου με διοικητή
τον Αρίστο Καμαρινό κι ένα τάγμα του Αρχηγείου Μαινάλου με δύο λόχους. Επίσης συμμετείχε
και ο Λόχος Ασφαλείας του Αρχηγείου Πελοποννήσου. Την διεύθυνση της επιχείρησης είχε για
ακόμα μια φορά ο επιτελάρχης του ΔΣΠ Κώστας Κανελλόπουλος καθώς και ο Κώστας
Μπασακίδης.

Όπως προέβλεπε λοιπόν το σχέδιο των ανταρτών, βασικός στόχος ήταν η Χαλανδρίτσα. Επειδή
όμως, η κωμόπολη βρίσκεται κοντά τόσο στην Πάτρα, όσο και σε αστικά κέντρα της Ηλείας(λ.χ.
Λεχαινά, Πύργος κ.α.) ο ωφέλιμος χρόνος επίθεσης ήταν λιγοστός, πάνω κάτω δηλαδή 2 ώρες,
καθώς άμεσα ο Εθνικός Στρατός μπορούσε να συγκεντρώσει στην Χαλανδρίτσα και τις δυνάμεις
αυτών των βάσεων. Γι’ αυτό και αποφασίστηκε η κρούση της κωμόπολης να συνοδευτεί από
ταυτόχρονα χτυπήματα και σε άλλες βάσεις των κυβερνητικών στην εγγύτερη περιοχή, για να
λειτουργήσουν ως αντιπερισπασμοί. Έτσι:

❖ ένας λόχος υπό τον Πέρδικα (Αρχηγείο Μαινάλου) θα ανατίναζε το υδροηλεκτρικό


εργοστάσιο στον ποταμό Γλαύκο, σε απόσταση αναπνοής από την Πάτρα, κι ύστερα θα
ενέδρευε στα υψώματα της «Μονής Ομπλού», για να καθυστερήσει τυχόν ενισχύσεις των
κυβερνητικών προς την Χαλανδρίτσα.
❖ ο δεύτερος λόχος του Αρχηγείο Μαινάλου, υπό τον Τσουκόπουλο, θα ενέδρευε για τον
ίδιο λόγο στην θέση «Κουμπάρες» του χωριού Καλλιθέα, που βρίσκεται βορειοδυτικά της
Χαλανδρίτσας, πολύ κοντά στην Πάτρα. Ένα μέρος του ωστόσο, θα κάλυπτε τα νώτα της
Χαλανδρίτσας από την πλευρά των Καλαβρύτων.

53
❖ το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας θα παρενοχλούσε δυνάμεις του Εθνικού Στρατού , από
την Πάτρα μέχρι το Αίγιο, με την δράση ελεύθερων σκοπευτών.
❖ το Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας θα παρενοχλούσε τους ΧιτοΜΑΥδες του χωριού Σούλι,
νοτιοανατολικά των Πατρών, με μια διμοιρία υπό τον Νικήτα Πολυκράτη, ενώ άλλες του
δυνάμεις θα χτυπούσαν μικρότερους κυβερνητικούς στόχους στην δυτική Αχαΐα.
❖ Δυνάμεις κρούσης της Χαλανδρίτσας ήταν το 2ο Τάγμα Ταϋγέτου και ο Λόχος
Ασφαλείας του Αρχηγείου Πελοποννήσου.

Οι αντάρτες άλλωστε είχαν ξαναχτυπήσει ανεπιτυχώς την Χαλανδρίτσα, στις 26 Απριλίου του
ίδιου έτους, επομένως ήξεραν αρκετά καλά πως θα μπορούσαν αυτή την φορά, η επίθεση τους να
έχει επιτυχία.

5.3 Η μάχη.

Τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου που θα χτυπούσαν την Χαλανδρίτσα,


συγκεντρωμένα στη νότια κλίτυ του Παναχαϊκού Όρους, το χωριό Ρακίτα, κίνησαν να λάβουν
θέσεις μάχης ήδη από το μεσονύχτιο της 4ης Ιουλίου.

Όπως μας πληροφορεί λοιπόν ο Βασίλης Λάζαρης:

«Τα γεγονότα εξελίχτηκαν όπως είχαν σχεδιαστεί. Στις τρείς το πρωϊ ο λόχος του Πέρδικα
περνώντας μέσα από τη χαράδρα του Βελιζίου έφτασε στο Κλάους και κατεβαίνοντας στην
Περιβόλα από την περιοχή των μύλων του Λιάλιου, κατευθύνθηκε προς το υδροηλεκτρικό
εργοστάσιο. Οι 12 άνδρες της φρουράς τράπηκαν σε φυγή, ενώ τρείς τεχνικοί, που διανυχτέρευαν,
συνελήφθηκαν. Οι αντάρτες κατέστρεψαν με νάρκη τη μεγαλύτερη τουρμπίνα του εργοστασίου,
δύναμης δύο χιλιάδων ίππων, με αποτέλεσμα τα περισσότερα εργοστάσια της Πάτρας να μη γίνει
δυνατό να λειτουργήσουν για δύο ημέρες από έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος.

Την ίδια περίπου ώρα η διμοιρία του Πολυκράτη χτύπησε το Σούλι και καθήλωσε εκεί τους
ΜΑΥδες και τους χίτες. Ταυτόχρονα άλλες αντάρτικες δυνάμεις από την Κάτω Αχαΐα μέχρι το Αίγιο
πραγματοποιούσαν με επιτυχία τις δικές τους παραπλανητικές επιχειρήσεις, δημιουργώντας στον
αντίπαλο την εντύπωση ότι ολόκληρη η παραλιακή Αχαΐα είχε μετατραπεί σε πεδίο αδυσώπητων
μαχών».36

36
Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 212.

54
Παράλληλα στις 5 η ώρα τα χαράματα, οι δυνάμεις κρούσης ξεκίνησαν να χτυπούν τα
κυβερνητικά οχυρά εντός της κωμόπολης, αιφνιδιάζοντας πλήρως τους φρουρούς τους. Για το
ζήτημα αυτό μάλιστα, ο Αρίστος Καμαρινός δηλώνει:

“Ομολογώ ότι εκπλάγηκα όταν πέτυχε απόλυτα ο αιφνιδιασμός των αμυνομένων. Φαίνεται πως
και αυτή η τη φορά ξεγελάστηκαν από τι παραπλανητικές κινήσεις των τμημάτων του Μπασακίδη
στην πεδινή Ηλεία και κοιμόνταν
ήσυχοι! Τους εφησύχαζε και η ιδέα που είχαν σχηματίσει για τη «Χαλανδρίτσα-απόρθητο
φρούριο»!”.37

Μέσα σε λίγες ώρες τα οχυρά του αμυντικού κλοιού, έπεσαν


το ένα μετά το άλλο, με αποτέλεσμα οι κυβερνητικές δυνάμεις
της Χαλανδρίτσας να συμπτυχθούν στο κτίριο της
Υποδιοίκησης Χωροφυλακής.

Στο διάστημα αυτό επενέβη και η κυβερνητική αεροπορία,


χωρίς, χωρίς όμως κάποιο ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Δεν
ευθυνόταν μόνο το γεγονός ότι εντός κατοικημένου χώρου τα
μαχητικά δεν μπορούσαν με βεβαιότητα να επισημάνουν τους Κων/νος Παπαδόπουλος
εχθρικούς τους στόχους, μα συνάμα βάλλονταν δραστικά και (πηγή: sfoulidis.landofheroes.org)

από τα πυρά των ανταρτών. Άλλωστε για το συγκεκριμένο γεγονός ο υποστράτηγος Αλέξανδρος
Τσιγγούνης, διοικητής τότε της ΑΣΔΠ έχει καταγράψει τα εξής :

«6. Ως πρός τήν επέμβασιν τού Στρατού καί τής Αεροπορίας αναφέρω τά κάτωθι:

α)από τών πρώτων ωρών τής προσβολής η Αεροπορία επενέβη δραστηρίως. Τά αεροπλάνα
κατήλθον τόσον πολύ χαμηλά ώστε 5 εκ τούτων εβλήθησαν υπό τών συμμοριτών υποστάντα
βλάβας».38

Καθώς λοιπόν οι κυβερνητικές δυνάμεις της Χαλανδρίτσας έχουν συμπτυχθεί στο κτίριο της
Υποδιοίκησης Χωροφυλακής, το οποίο αποτελεί πλέον τον μόνο βαλλόμενο στόχο εντός της
κωμόπολης, το ηθικό τους καταρρακώνεται κυρίως λόγω της αδυναμίας ενίσχυσης τους με φίλια
στρατιωτικά τμήματα από την Πάτρα και τις υπόλοιπες κοντινές κυβερνητικές βάσεις. Στην
επικοινωνία τους μέσω τηλεγραφημάτων με την Διοίκηση Χωροφυλακής Πάτρας όσο και με την

37
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 439.
38
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 75.

55
Ανωτάτη Διοίκηση Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδας, ο πανικός και ο φόβος ότι θα
αποδεκατιστούν, αν δεν ενισχυθούν, είναι έκδηλος:

«…Από : Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Χαλανδρίτσης

Πρός: α) Ανωτέραν Διοίκησιν Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδος, β) Διοίκησιν Χωροφυλακής


Αχαΐας.

Αριθ. Πρωτ: Δ.Υ. 06.00’-5.7.1948

Βαλλόμεθα από όλα τα σημεία τού χωρίου STOP. Δύναμις συμμοριτών αγνοείται STOP . Ένας
χωροφύλαξ τραυματίας.

Ο Διοικητής

Κ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ανθυπομοίραρχος

………………………...………………………………………………………………………………….....

Από : Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Χαλανδρίτσης

Προς: Διοίκησιν Χωροφυλακής Αχαΐας.

Αριθ. Πρωτ: Δ.Υ. 09.00’-5.7.1948

ΝΑ ΕΛΘΟΥΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ, ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΜΕΝ STOP .

Κρόνος
……………………………………………………………………………………………………………….

Από : Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Χαλανδρίτσης

Προς: Διοίκησιν Χωροφυλακής Αχαΐας.

Αριθ. Πρωτ: Δ.Υ. 10.25’-5.7.1948

Πέσανε Φυλάκια. Ολοκαύτωμα κτιρίου Υποδιοικήσεως STOP. Διατάξατε τάνκς αμέσως STOP.
Κίνδυνος μέγας STOP.

Κρόνος

56
……………………………………………………………………………………………………………….

Από : Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Χαλανδρίτσης

Προς: Διοίκησιν Χωροφυλακής Αχαΐας.

Αριθ. Πρωτ: Δ.Υ. 11.00’-5.7.1948

Κινδυνεύομεν, Κινδυνεύομεν. Σώσατε μας. Αεροπορία να διαταχθή νά βομβαρδίση.

Κρόνος

…………………………...……………………………………………………………………………».39

Τα απελπισμένα ωστόσο τηλεγραφήματα δεν μπορούσαν να απαντηθούν έμπρακτα, ως προς τα


αιτήματα τους. Κι αυτό γιατί όσες κυβερνητικές δυνάμεις κινήθηκαν με βασικό κόμβο
συγκρότησης την Πάτρα, προς ενίσχυση της Χαλανδρίτσας, καθηλώθηκαν στο χωρίο Καλλιθέα,
στη θέση «Κουμπάρες» από τον λόχο Τσουκόπουλου. Ο λόχος μάλιστα ναρκοθέτησε και την εκεί
γέφυρα του δρόμου Πάτρα-Χαλανδρίτσα, την οποία και ανατίναξε, δυσχεραίνοντας περισσότερο
την διάβαση των κυβερνητικών.

Μεταξύ λοιπόν 13:00 και 13:30, απογευματινή ώρα, οι εναπομείναντες κυβερνητικοί


υπερασπιστές της Χαλανδρίτσας πραγματοποίησαν έξοδο προς το ύψωμα βορειοδυτικά της
κωμόπολης όπου κυριολεκτικά θερίστηκαν από τα πυρά των ανταρτών, με ελάχιστους
διασωθέντες.

Στη συνέχεια οι αντάρτες λαφυραγώγησαν το κτίριο της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής και


καταστήματα της Χαλανδρίτσας, χωρίς όμως να προλάβουν να πάρουν αρκετά εφόδια, γιατί σε
λιγότερο από μια ώρα μπήκαν στην κωμόπολη οι πρώτες κυβερνητικές δυνάμεις, που είχαν
σπάσει τον κλοιό της Καλλιθέας και που τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την κωμόπολη
πρωτύτερα.

Ως προς τις απώλειες της επιχείρησης, ο μεν Λάζαρης κάνει λόγο για 34 νεκρούς χωροφύλακες
και 16 τραυματίες ενώ για τους αντάρτες καταθέτει ως αριθμούς, 7 τραυματίες και 3 νεκρούς.

39
Δασκαλάκης, Α. (1973), Ιστορία Ελληνικής Χωροφυλακής 1936-1950, τόμος Β’, Αθήναι:
Αρχηγείον Χωροφυλακής, σ. 679-681.

57
Από την άλλη πολιτική παράταξη, ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Τσιγγούνης κάνει λόγο για 36
χωροφύλακες νεκρούς και 20 τραυματίες ενώ για τους αντάρτες αναφέρει ότι καταμετρήθηκαν 40
πτώματα ανταρτών ενώ 2 αντάρτες συνελήφθησαν.

Προσωπική μου γνώμη είναι ότι ως προς τους νεκρούς των ανταρτών και οι δύο πλευρές
μπορεί να μην αποδίδουν τα πραγματικά μεγέθη. Δηλαδή οι νεκροί αντάρτες σε μια τέτοια
εκτεταμένη επιχείρηση δεν μπορούν να είναι μόνο 3, όπως δηλώνει ο Λάζαρης. Παράλληλα
όμως, και ο αριθμός που δίνει ο Τσιγγούνης, φαίνεται να μην ανταποκρίνεται στην
πραγματικότητα, εμφορούμενος προφανώς από την προσπάθεια της ΑΣΔΠ να διασκεδάσει τον
αρνητικό αντίκτυπο της επιχείρησης των ανταρτών στα πρόθυρα της Πάτρας.

5.4 Μετά τη μάχη της Χαλανδρίτσας.

Όπως είναι φυσικό, η επιτυχία του Δημοκρατικού Στρατού στην Χαλανδρίτσα, είχε ισχυρό
αντίκτυπο στο ηθικό του Εθνικού Στρατού και των ευρύτερων κυβερνητικών δυνάμεων. Απ’ ότι
φαίνεται μάλιστα δημιουργήθηκε και ο φόβος της κατάληψης της Πάτρας από τον Δημοκρατικό
Στρατό. Μέσα σε αυτό το ψυχολογικό κλίμα λοιπόν, πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουλίου 1948
σύσκεψη στα γραφεία της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών της Πάτρας με μετέχοντες
αντιπροσώπους των βιομηχάνων καθώς και των συλλόγων Φαρμακευτικού, Ιατρικού,
Δικηγορικού, Εισαγωγικού και Εξαγωγικού Εμπορίου και τέλος του Εργατικού Κέντρου.

Στα πλαίσια της σύσκεψης συζητήθηκε η τρέχουσα πολιτικο-στρατιωτική κατάσταση και


αποφασίστηκε η αποστολή τηλεγραφημάτων στην βουλή, την κυβέρνηση και το ΓΕΣ,
προκειμένου οι τελευταίοι να προβούν στην διενέργεια ανακρίσεων για τα γεγονότα της
Χαλανδρίτσας.

Ακριβώς μια μέρα μετά, όπως μας πληροφορεί και ο Βασίλης Λάζαρης:

“Στις 8 Ιούνη πραγματοποιήθηκε στη Βουλή ευρεία συζήτηση σχετικά με τα γεγονότα της
Χαλανδρίτσας, κατά την οποία ο Γεωργ. Παπανδρέου «παρεκάλεσε τον υπουργόν των
Στρατιωτικών να παράσχη επίσημον διαβεβαίωσιν περί των ληφθεισών αποφάσεων [προς
αποτελεσματικήν αντιμετώπισιν του συμμοριτισμού], διότι ο τόπος δεν ηδύνατο να ανεχθή πλέον
την ασυγχώρητον [κυβερνητικήν] αναξιότητα»”.40

40
Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 216.

58
Μέσα λοιπόν σε ένα γενικευμένο κλίμα αναζήτησης «αποδιοπομπαίων τράγων»
αντικαταστάθηκε ο διοικητής του Τακτικού Στρατηγείου του Πύργου, ο συνταγματάρχης
Βασίλης Παναγιωτόπουλος. Ενώ όπως μας αναφέρει και ο Αλέξανδρος Τσιγγούνης για την ίδια
περίοδο:

«Τήν 7 Ιουλίου, ήτοι 4 μόλις ημέρας μετά τήν μάχην τής Χαλανδρίτσης, αφίχθησαν εις Τρίπολιν ο
Αρχηγός τής Αμερικανικής Στρατιωτικής Αποστολής, ο Αρχηγός τού ΓΕΣ, ο Αμερικανός
Πρεσβευτής κ. Μάκ Βή, ο Υποστράτηγος Τζέκινς καί διάφοροι άλλοι ανώτεροι και κατώτεροι
αξιωματικοί τών Επιτελείων τής Αμερικανικής Στρατιωτικής Αποστολής του καί Γ.Ε.Σ.

Επηκολούθησε σύσκεψις εις τά γραφεία της Α.Σ.Δ.Π. παρουσία τών ως άνω, ως καί άλλων
αξιωματικών τού Επιτελείου τής Α.Σ.Δ.Π., καθ’ ήν ανέπτυξα τήν τότε κρατούσαν κατάστασιν καί τα
τής προσφάτου μάχης τής Χαλανδρίτσης. Μεθ’ ό ο Αρχηγός τής Αμερικανικής Στρατ. Αποστολής
λαβών τόν λόγον προέβη εις παρατηρήσεις τινάς καί συστάσεις σχετικάς μέ τήν μή τήρησιν τών
οργανικών δεσμών, θιγούσας εμμέσως τάς ενεργείας τού γράφοντος».41

Χωροφύλακες στο κατεστραμένο κτίριο της Χωροφυλακής Χαλανδρίτσας, λίγες μέρες μετά τη
μάχη(πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.gr)

Χαρακτηριστική βέβαια ήταν η προσπάθεια τόσο της Χωροφυλακής όσο και του τοπικού τύπου
να αποσοβήσει τις αρνητικές εντυπώσεις και το αρνητικό κλίμα που επέφερε η ήττα των
κυβερνητικών δυνάμεων στην Χαλανδρίτσα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κάτωθι άρθρο

41
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 145-146.

59
της συντηρητικής εφημερίδας «Νεολόγος Πατρών, που αναφερόμενο στην καταδίωξη των
αντάρτικων δυνάμεων κρούσης της Χαλανδρίτσας, από το 618ο Τάγμα Πεζικού στην επαρχία
Καλαβρύτων, αναφέρει τα εξής:

Το πρωτοσέλιδο του φύλλου της εφημερίδας «Νεολόγος Πατρών», την 7η Ιουλίου 1948.
(πηγή: Μουσείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ, Πάτρα)

«ΜΑΧΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΛΕΟΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΗΣ

ΟΙ ΣΥΜΜΟΡΙΤΑΙ, ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΙ ΑΠΗΝΩΣ, ΑΠΟΔΕΚΑΤΙΖΟΝΤΑΙ

ΠΑΝΔΗΜΟΣ Η ΚΗΔΕΙΑ ΤΩΝ ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΕΙΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΑΝ

ΖΩΗΡΟΤΑΤΗ Η ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ-ΘΑ ΓΙΝΗ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟΝ;

Χθεσιναί επίσημοι πληροφορίαι ανέφερον, ότι τά κατά τής Χαλανδρίτσης επιτεθέντα συμμοριακά
συγκροτήματα, καταδιωκόμενα εκ διαφόρων σημείων, παρά τήν προσπάθειαν τής κατατμήσεως των
καί αντί πάσης θυσίας αποφυγήν τής μάχης με τά καταδιώκοντα αυτά τμήματα τών εθνικών
δυνάμεων, τελικώς δέν κατόρθωσαν νά επιτύχουν τούτο υποχρεωθέντα νά εμπλακούν εις μάχας, αι
οποίαι απέβησαν φονικώταται διά τάς δυνάμεις των.

60
Ούτω κατά τάς εν λόγω πληροφορίας, ομάς εκ 200 συμμοριτών ενέπεσε περί τήν 8ην πρωϊνήν
χθές εις ενέδραν ισχυρού τμήματος τών ημετέρων δυνάμεων, υποχρεωθείσα νά δώση μάχην εις τήν
περιοχήν Βλασίας. Κατά τήν επακολουθήσασαν λυσσώδη συμπλοκήν, κατά τήν οποίαν η
ορμητικότης τού στρατού μας πρός εκδίκησιν τής εκατόμβης τής Χαλανδρίτσης υπήρξεν
απερίγραπτος, αι συμμοριακαί δυνάμεις αποδεκατίσθησαν κυριολεκτικώς, τά δε υπολείμματα αυτών
κατατετμημένα εις μικράς ομάδας διά νά σωθούν, διώκονται κατά πόδας.»

Λόγω τής συνεχιζόμενης κατά πόδας διώξεως τού εχθρού δέν κατέστη δυνατή η καταμέτρησις τών
νεκρών καί η εξερεύνησις τής περιοχής».42

Ωστόσο, σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, η κατάσταση και τα
αποτελέσματα των κρούσεων μετά την μάχη, ήταν κάπως διαφορετικά:

«ΓΕΝΙΚΟΝ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΟΥ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΝ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ Α1 Β.Σ.Τ 902/8.7.48

ΣΗΜΕΙΩΜΑ

λεπτομερούς προσβολής ΧΑΛΑΝΔΡΙΤΣΗΣ 5.7.48

Διά

τον κ. Υπουργόν των Στρατιωτικών

………………………………………………………………………………………......................................

5. Τα ημέτερα τμήματα κατεδίωξαν τους συμμορίτας και ο αγών συνεχίσθη εις τα Ν.


Χαλανδρίτσας υψώματα μέχρι της επελεύσεως του σκότους.

6. Εκτός των ανωτέρω δυνάμεων εκινήθησαν η ετέρα Διλοχία του 618 Τ.Π εξ ΑΜΑΛΙΑΔΟΣ
μέσω ΠΑΤΡΩΝ προς ΣΑΡΑΒΑΝΙ(C.6680)-ΠΕΤΡΩΤΟΝ(C.7177)-ΛΕΟΝΤΙ(C.8171) και τμήματα
του 22 Τ.Ε μετά τεθωρακισμένων εκ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ προς ΚΑΤΩ ΒΛΑΣΙΑ(C.7959). Αι ανωτέρω
δυνάμεις ενεπλάκησαν μετά των συμμοριτών περί την μεσημβρίαν της επομένης 6ης Ιουλίου εις
περιοχήν ΛΕΟΝΤΙΟΥ(Γ.8171)-ΔΕΜΕΣΤΙΧΑ(Γ.8068) άνευ σοβαρών αποτελεσμάτων».43

42
Αρχείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ, εφημερίδα Νεολόγος Πατρών, φ. 7 Ιουλίου 1948.
43
Γενικό Επιτελείο Στρατού(1998), Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, τόμος 9ος, Αθήνα:
Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού , σ. 164-165.

61
Αν λοιπόν θέλουμε να δούμε αντικειμενικά την σύζευξη των δύο παραπάνω πηγών, έχοντας
υπόψη ότι τα αρχεία του ΓΕΣ δεν λειτουργούν ως είδηση, άρα τείνουν να είναι ρεαλιστικότερα
των αντίστοιχων αναφορών στον τύπο, οι αντάρτες δεν είχαν μια μέρα μετά την μάχη της
Χαλανδρίτσας συντριπτικές απώλειες. Απεναντίας η κυβερνητική παράταξη και οι οπαδοί της
στην Πάτρα είχαν τον φόβο μιας ακόμα κοντινότερης κρούσης, από εκείνην της Χαλανδρίτσας,
πιθανόν και εντός της πρωτεύουσας του νομού. Παράλληλα δε, όπως δείχνει και το παράδειγμα
αυτό, ο τύπος που ελεγχόταν από την κυβέρνηση των Αθηνών, δεν δίσταζε να δημοσιεύει ψευδή
γεγονότα για την εξέλιξη του Εμφυλίου Πολέμου στην περιοχή, όχι μόνο για να μην
τρομοκρατήσει τους πολίτες αλλά και για να αποσοβήσει τις αστοχίες, που οδηγούσαν μέχρι και
τότε τον Εθνικό Στρατό σε αποτυχίες και αναδίπλωση στην Πελοπόννησο.

Κλείνοντας με την μάχη της Χαλανδρίτσας και τα παρεπόμενα της, αξίζει να αναφερθεί ότι η
κηδεία των νεκρών χωροφυλάκων, που έγινε εντός της Πάτρας στις 6 Ιουλίου, έριξε το ηθικό των
φιλοκυβερνητικών αισθητά. Παράλληλα η ζημιά που προκλήθηκε στο υδροηλεκτρικό
εργοστάσιο του Γλαύκου, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα ηλεκτροδότησης, που θα
ταλαιπωρούσαν τους πολίτες και τις βιομηχανίες του αστικού κέντρου των Πατρών ακόμη και
μετά την εξολόθρευση των ανταρτών, περίπου 9 μήνες αργότερα.

Προσομοίωση της επιχείρησης του ΔΣΠ εναντίον της Χαλανδρίτσας στις 5 Ιουλίου 1948, μέσω του
λογισμικού Google Earth.

62
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948
ΙΟΥΛΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

63
6. ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 1948
ΙΟΥΛΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
6.1 Πρώτος και τελευταίος ανεφοδιασμός των ανταρτών.

Λίγες ημέρες μετά την μάχη της Χαλανδρίτσας, στις 18 Ιουλίου 1948, ένα καμουφλαρισμένο
πλοίο του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, που είχε ξεκινήσει από το Δυρράχιο της σοσιαλιστικής
τότε Αλβανίας, έφτασε στην ακτή της Κυνουρίας, στην ανατολική Πελοπόννησο. Το
συγκεκριμένο πλοίο, χωρητικότητας 90 τόνων, κουβαλούσε ενισχύσεις για τον Δημοκρατικό
Στρατό Πελοποννήσου σε όπλα και πυρομαχικά, και είχε καταφέρει να μην γίνει αντιληπτό από
τα πολεμικά σκάφη του Εθνικού Στρατού, που περιφρουρούσαν τις ακτές της Πελοποννήσου.
Στο Λεωνίδιο λοιπόν της Κυνουρίας ξεφόρτωσε πολυβόλα, οπλοπολυβόλα, περίπου 6.000
σφαίρες και 200 Πάντζερς (μπαζούκας), που θα χρησιμοποιούνταν για πρώτη φορά στην
Πελοπόννησο. Αυτή δε ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που ενισχύθηκε από το Γενικό
Αρχηγείο ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου.

6.2 Η μάχη της Βλασίας (23 Ιουλίου 1948).

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 22 Ιουλίου 1948, το 617ο τάγμα της 72ης Ταξιαρχίας του Εθνικού
Στρατού στρατοπέδευσε στο χωριό Κάτω Βλασία της επαρχίας Καλαβρύτων. Το συγκεκριμένο
τάγμα, με διοικητή τον Σταύρο Δρακουλαράκο, κινούνταν συνήθως εντός του άξονα «Αίγιο
Αχαΐας-Βλασία Αχαΐας-Κοντοβάζαινα Αρκαδίας και Ζαχάρω Ηλείας», περνώντας δηλαδή μέσα
από ανταρτοκρατούμενες περιοχές. Όπως μάλιστα παραδέχεται για το τάγμα αυτό, ο Αρίστος
Καμαρινός, αξιωματικός τότε του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου:

«…ήταν πράγματι μια ισχυρότατη στρατιωτική μονάδα 500 ανδρών, που διέθετε μεγάλη δύναμη
πυρός πολυβόλων και όλμων».44

Το τάγμα αυτό δε, είτε βρισκόταν εν κινήσει είτε στάθμευε κάπου, φρόντιζε να μην έχει τους
λόχους του διάσπαρτους και να ακολουθεί διαφορετικά δρομολόγια κάθε φορά, για να μην
μπορούν να τον επισημάνουν εύκολα οι αντάρτες. Όπως μάλιστα επισημαίνει ο κύριος Ιωάννης
Ράγκος, οπλίτης του συγκεκριμένου τάγματος, το δρομολόγιο του τάγματος εκείνη την φορά είχε
διαφορετική αφετηρία:

«Αυτή τη φορά από δω πήγαμε απάνω, από Χαλανδρίτσα!»


44
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 447.

64
Τότε λοιπόν, ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου αποφάσισε να χτυπήσει την αξιόμαχη
αυτή μονάδα, δίνοντας προφανώς στον Εθνικό Στρατό το μήνυμα ότι αυτός και μόνο αυτός
ελέγχει την συγκεκριμένη περιοχή.

« Έτσι το βράδυ της 22ας Ιουλίου 1948 προς το πρωί της 23ης του μηνός, που το 617ο τάγμα
στάθμευσε στη Μονή Βλασίας, σε μια σύσκεψη που έγινε μεταξύ των επιτελών του ΔΣΕ βεβιασμένα
πάρθηκε η απόφαση να το χτυπήσουν. Στη σύσκεψη αυτή που έγινε στο Αρχηγείο Πελοποννήσου
υπό το Διοικητή Στεφ. Γκιουζέλη, παρουσίασε το σχέδιο μάχης ο επιτελάρχης του ΔΣ της
Πελοποννήσου αντισυνταγματάρχης Κ. Κανελλόπουλος (πρώην κάτοικος Βλασίας) και
συμμετείχαν ο επίσης αντισυνταγματάρχης Σαρρήγιαννης (Σαρρής Γιάννης) οι ταγματάρχες
Πέρδικας (Γιαννακούρας Μήτσος) και Κώστας Βρετάκος και οι διοικητές των λόχων».45

Η σύναψη της επίθεσης στην Κάτω Βλασία αποφασίστηκε βέβαια, χωρίς να ληφθεί σοβαρά η
μη συγκέντρωση των απαιτούμενων δυνάμεων κρούσης.

Την ίδια ώρα, δύο λόχοι του 617ου τάγματος βρίσκονταν μέσα στο χωριό της Κάτω Βλασίας,
ένας τρίτος είχε σταθμεύσει στο διπλανό χωριό Μάνεσι ενώ ο Σταθμός Διοίκησης του τάγματος
βρισκόταν στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, που δεσπόζει πάνω από το χωριό της Κάτω
Βλασίας, χτισμένο πάνω σε ύψωμα. Τότε, όπως μας πληροφορεί ο κύριος Ράγκος συνέβη το εξής:
«Εμείς πιο πάνω λίγο, σ’ ένα μονοπάτι, παγιδεύαμε χειροβομβίδα κρότου. Δύο η ώρα τη νύχτα,
έσκασε μια χειροβομβίδα κρότου, έδωσαν εντολή να σκωθούμε όλοι στα όπλα. Σκώθηκαν στα
όπλα, ήταν άπνοια, δεν ανάσανε καθόλου αέρας. Με λίγα λόγια μετά λέει ο λοχαγός σε έναν
υπολοχαγό πυροβολικού, που σ’ εμάς εκεί ήταν διμοιρίτης μιας διμοιρίας: «Πήγαινε στον αυχένα»
κάνει έναν αυχένα εκεί, «στήσε ενέδρα και ότι δεις, μην είναι αντάρτης στο ψαχνό κατευθείαν!».
Πήγε αυτός, έστησε την ενέδρα με την ομάδα του, είπε «Άλτ!» δεν πήρε απάντηση. Του απαντήσανε
αυτοί, αυτοί ήταν ξυπόλυτοι, και τις αρβύλες τις είχανε, με τις κάλτσες περπατάγανε, τις είχανε
κρεμάσει απάνω στον ώμο τους, να μην ακούγονται από τα χαλίκια κάτω. «Εμείς είμαστε από τον
7ο λόχο!», δεν είχαμε 7ο λόχο, και κάποια στιγμή με το πολυβόλο άφησε εκεί στο τόπο τέσσερις.
Και ήτανε το δάσος τέτοιο, με πουρνάρια και έλατα και διάφορα άλλα και πέτρες – κοτρώνες
αβέρτα και κατάφερε κι αποσύρθηκε κι έφτασε απάνω στο ύψωμα, που ήτανε, εκεί ήταν 600 μέτρα,
το ύψωμα ήτανε 1000. Τα 400 μέτρα τα διένυσε, χωρίς να βρεί εμπόδιο».

Μετά τον αποτυχημένο αιφνιδιασμό, η επίθεση των ανταρτών εναντίον του 617ου τάγματος,
ξεκίνησε στις 4 και 30, πρωινή ώρα, της 23ης Ιουλίου.

45
Μόσχος, Γ. (2001), Χρόνια της Φωτιάς ~ Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ-ΗΛΙΔΑ, Πάτρα: Περί
Τεχνών, σ. 127.

65
Αν και ο αριθμός τους είναι μη εξακριβώσιμος, με βάση τις διαθέσιμες πηγές, οι αντάρτες
επιτέθηκαν τόσο στο χωριό της Κάτω Βλασίας όσο και στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Απ’
ότι φαίνεται δε, η διλοχία της Κάτω Βλασίας, μέσα στις δύο πρώτες ώρες της μάχης, υποχώρησε,
και μόνο μια της διμοιρία κίνησε προς ενίσχυση του Σταθμού Διοίκησης του τάγματος. Από τότε
η μάχη της Βλασίας επικεντρώθηκε στο χώρο πέριξ του μοναστηριού, που περιβαλλόταν από
ψηλό μαντρότοιχο και λειτουργούσε, όπως είναι φυσικό, σαν οχυρό.

Από τις 7, πρωινή ώρα, τρία μαχητικά αεροπλάνα του Εθνικού Στρατού κατέφτασαν στην
Βλασία, βάλλοντας τις θέσεις των ανταρτών. Παράλληλα, η ριψοκίνδυνη κίνηση ενός από αυτά,
ενίσχυσε με ρίψη στον περίβολο του μοναστηριού τους αμυνόμενους, περίπου τρεισήμισι ώρες
αργότερα.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την άφιξη κυβερνητικών ενισχύσεων από την Πάτρα και τα
Καλάβρυτα, κοντά στις 12 και 30, απογευματινή ώρα, καθόρισε το αποτέλεσμα της μάχης. Τότε
λοιπόν, με διαταγή του επιτελάρχη του ΔΣΠ οι αντάρτες συμπτύχθηκαν και αποχώρησαν προς το
όρος Ερύμανθος.

Ως προς το θέμα των εκατέρωθεν απωλειών και τραυματισμών, η σχετική βιβλιογραφία


παρουσιάζει μια σχετική ποικιλία. Πιο ενδεικτικές κι από τις δύο πλευρές, είναι οι αναφορές του
Αρίστου Καμαρινού και του Αλέξανδρου Τσιγγούνη. Έτσι λοιπόν, ο Αρίστος Καμαρινός κάνει
λόγο 16 νεκρούς και 32 τραυματίες, από πλευράς του Δημοκρατικού Στρατού, ενώ για τον
Εθνικό Στρατό δηλώνει ότι είχε 10 νεκρούς και 45 τραυματίες. Στον αντίποδα, ο Αλέξανδρος
Τσιγγούνης κάνει λόγο για 67 ανευρεθέντες νεκρούς αντάρτες, 70 τραυματίες και έναν
συλληφθέντα από πλευράς Δημοκρατικού Στρατού, ενώ για τον Εθνικό Στρατό αναφέρει μόνο 3
νεκρούς και 45 τραυματίες.

Ο κύριος Ράγκος, για τις απώλειες δηλώνει τα εξής:

«Εμείς είχαμε 10 νεκρούς… και 37 τραυματίες, απ’ τη δική μας τη μεριά. Απ’ τους αντάρτες,
εκείνο που ξέρω εγώ από έναν στρατιώτη δικό μου που πήγε όταν τους μαζεύανε, βρήκε εκεί κάτω
στον αυχένα τέσσερις σκοτωμένους. Πόσοι άλλοι τραυματίστηκαν, τους πήραν αυτοί – τους
απέσυραν, δε τους άφηναν εκεί. Δεν ξέρουμε αν πεθάνανε ή αν ζήσανε όλοι».

Μάλλον η αλήθεια βρίσκεται στους αριθμούς, που δίνει ο κύριος Ράγκος, με παράλληλη δε την
υπόθεση ότι οι αντάρτες μάλλον έχασαν και κάποιους τραυματίες τους κατά την μεταφορά στον
Ερύμανθο.

66
Πάντως η μάχη της Βλασίας ήταν μια σχετικά ατυχής επιχείρηση, ως προς το βασικό της
ζητούμενο. Βέβαια, την επόμενη ημέρα, το 617ο τάγμα εγκατέλειψε την Κάτω Βλασία.

Καθώς μπαίνει σιγά-σιγά ο Αύγουστος του 1948, οργανώνεται τελικά το ΚΓΑΝΕ, που είχε ως
σκοπό τον συντονισμό των ανταρτών της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας και της
Πελοποννήσου, και έδρευε στη Στερεά Ελλάδα.

6.3 Σύσκεψη στελεχών του ΔΣΠ στο Βελημάχι Αρκαδίας (25 Αυγούστου 1948).

Στις 25 Αυγούστου 1948, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη των στελεχών του Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου, στο χωριό της επαρχίας Γορτυνίας, Βελημάχι. Η σύσκεψη αυτή αφορούσε τα
νέα καθήκοντα των ανταρτών στην Πελοπόννησο, μετά την εξέλιξη του σχεδίου του Εθνικού
Στρατού «Κορωνίς».

Μόλις δυο μέρες πριν, και μετά από 70 περίπου ημέρες σκληρής μάχης, οι αντάρτες του
Γράμμου ελίχθηκαν στην οροσειρά «Βίτσι» του νομού Φλώρινας. Έτσι, ο Εθνικός Στρατός δεν
πέτυχε την εξόντωση τους με αποτέλεσμα το σχέδιο «Κορωνίς» του Εθνικού Στρατού ουσιαστικά
να αποτύχει.

Γυρνώντας πίσω στην σύσκεψη του Βελημαχίου, ο Αρίστος Καμαρινός αναφέρει τα εξής:

«Στην εισήγηση του, ο Βαγγέλης Ρογκάκος αναφέρθηκε στις παρακάτω δύο αποφάσεις της 4ης
Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ(που πραγματοποιήθηκε στον Γράμμο το διήμερο 28-29 Ιουλίου 1948,
σημ. Κ.Κ.), που δε μας ήταν γνωστές μέχρι τότε, γιατί δεν είχαν δημοσιευτεί:

α. Το ΚΚΕ συμφώνησε με τις θέσεις του Γραφείου Πληροφοριών των Κομμουνιστικών


Κομμάτων (Κομινφόρμ) για την κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία, αλλά έκρινε σκόπιμο να μη
δημοσιευτεί η σχετική απόφαση…

β. Η 4η Ολομέλεια αποφάσισε τη μετατροπή των αντάρτικων μονάδων σε τακτικό στρατό, με τη


δημιουργία 11 Μεραρχιών(1η Θεσσαλίας, 2η Ρούμελης, 3η Πελοποννήσου, 4η και 6η Ανατολικής
Μακεδονίας-Θράκης, 8η Ηπείρου, 9η, 10η και 11η Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας)».46

46
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 462.

67
Τα επιμέρους Αρχηγεία της Πελοποννήσου θα διατηρούνταν, ενώ οι επιμέρους μονάδες της 3ης
Μεραρχίας, ανάλογα με τις συνθήκες θα εφάρμοζαν είτε τον ανταρτοπόλεμο είτε τον πόλεμο
κατά παράταξη.

Στην συνέχεια αποφασίστηκε να πραγματοποιήσει ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου μια


κρούση αντιπερισπασμού, προς απάντηση των επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού στον Γράμμο.
Η επιχείρηση αυτή σχεδιάστηκε να γίνει εναντίον της κωμόπολης της Δημητσάνας, στην
Αρκαδία.

Απ’ ότι φαίνεται ο συγκεκριμένος στόχος δεν επιλέχτηκε τυχαία αλλά είχε ως στόχο την
βολιδοσκόπηση του αμυντικού κλοιού της Τρίπολης, εντός του οποίου βρισκόταν η Δημητσάνα.
Μάλιστα, όπως προκύπτει και από τις πηγές, οι αντάρτες προσανατολίζονταν να χτυπήσουν
κατόπι την Τρίπολη, έτσι η επιχείρηση αυτή είχε και προπαρασκευαστικό χαρακτήρα.

Σ’ αυτά τα πλαίσια λοιπόν, οι αντάρτες του ΔΣΠ ζήτησαν μέσω του μοναδικού ασύρματου που
διέθεταν, κι άλλες ενισχύσεις σε όπλα και πυρομαχικά, από το Γενικό Αρχηγείο. Τα όπλα αυτά
βέβαια, θα χρειάζονταν και για την εξάρτυση των 1500 νεοσύλλεκτων, που σκόπευαν να
επιστρατεύσουν βίαια οι αντάρτες, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο, προκειμένου να
οργανωθεί άρτια η 3η Μεραρχία. Από τους 1500 νεοσύλλεκτους μάλιστα, το 30% προβλεπόταν
να είναι γυναίκες, ενώ οι ηλικίες και των δύο ομάδων θα κυμαίνονταν μεταξύ 18 και 25 ετών
κυρίως.

Η απάντηση του Γενικού Αρχηγείου ήταν καταφατική και το πλοιάριο «Παναγιά» απέπλευσε
λίγες ημέρες αργότερα από την Αλβανία, με προορισμό την Πελοπόννησο.

Μετά από δύο ημέρες, στις 27 Αυγούστου, αντάρτες της Αχαΐας εισέβαλαν στα Βραχναίικα και
το Ψαροφάι, οικισμούς πολύ κοντά στο αστικό κέντρο της Πάτρας. Αφού πήραν με πλιάτσικο
ό,τι χρειάζονταν, αποχώρησαν.

6.4 Η μάχη της Δημητσάνας και η πρώτη αποτυχία ανεφοδιασμού του ΔΣΠ.

Περί την 5η πρωινή ώρα, στις 30 Αυγούστου 1948, πάνω από χίλιοι αντάρτες επιτέθηκαν στην
Δημητσάνα, που την υπερασπίζονταν μόνο 400 περίπου χωροφύλακες και ΜΑΥ.

Παρά την χρήση των Πάντζερς, την υπεροχή σε ανθρώπινο δυναμικό και τις πλαγιοφυλακές
τους, οι αντάρτες δυσκολεύτηκαν αρκετά κατά την επιχείρηση αυτή.

68
Μάλιστα, μετά από 5 ώρες μάχης, κατέφτασαν και κυβερνητικά μαχητικά αεροπλάνα που
χρησιμοποίησαν βόμβες Ναπάλμ εναντίον των θέσεων των ανταρτών. Από πλευράς τους, οι
αντάρτες τα χτυπούσαν με τα όπλα τους, όταν μείωναν το ύψος της πτήσης τους.

Κοντά στις 12 το μεσημέρι, οι πλαγιοφυλακές των ανταρτών δεν άντεξαν άλλο να κρατούν τις
ενισχύσεις του Εθνικού Στρατού, από τις υπόλοιπες βάσεις που είχε στην Αρκαδία. Τότε δόθηκε
το σύνθημα της σύμπτυξης και υποχώρησης. Η Δημητσάνα δεν έπεσε.

Πίσω στο πεδίο της μάχης, οι αντάρτες άφησαν πάνω από 80 νεκρούς, ενώ οι τραυματίες τους,
κατά τον Αρίστο Καμαρινό ήταν περίπου 100. Το μεγαλύτερο πλήγμα ωστόσο δεν ήταν απ’ ότι
φαίνεται οι απώλειες σε ποσοτικά δεδομένα.

«Το είδος τών απωλειών είχε τή σημασία τού γιά τή συνέχεια. Μεταξύ τών νεκρών υπήρχε μεγάλο
ποσοστό στελεχών ή παλαιών ανταρτών, τών οποίων η αντικατάσταση ήταν τρομερά δύσκολη. Σέ
έναν στρατό πού βασιζόταν στήν ποιότητα του περισσότερο παρά στούς αριθμούς καί στά διαθέσιμα
υλικά, αυτή η φθορά ήταν το χειρότερο πού θά μπορούσε νά συμβεί».47

Γι’ αυτό λοιπόν από τις αρχές Σεπτεμβρίου εντάθηκαν οι βίαιες στρατολογίες, ιδιαίτερα
εκείνων των νέων, που οι αντάρτες θεωρούσαν ικανότερους.

Πάντως η μάχη της Δημητσάνας ήταν η πρώτη αξιοσημείωτη ήττα του ΔΣΠ, που προφανώς
του κατέδειξε ότι ο Εθνικός Στρατός κατείχε αξιοσημείωτη δυναμική, έστω κι αν το προηγούμενο
διάστημα περιχαρακώθηκε, ως επί το πλείστον, στις βάσεις του.

Τις αρνητικές εξελίξεις, εις βάρος του ΔΣΠ, ήρθε να συμπληρώσει η βύθιση του πλοίου
«Παναγιά» στον όρμο Φωκιάνου της Κυνουρίας στις 6 Σεπτεμβρίου. Το πλοιάριο λόγω κακών
χειρισμών του καπετάνιου του, προσόρμισε σε λάθος σημείο, όπου και επισημάνθηκε από το
κυβερνητικό πολεμικό πλοίο «Πολεμιστής» και τελικώς βυθίστηκε με κανονιοβολισμούς,
συμπαρασύροντας μαζί του και τους 120 τόνους πολεμικού και προπαγανδιστικού υλικού που
εμπεριείχε.

Στις 29 Σεπτεμβρίου, με βάση προγενέστερα Βασιλικά Διατάγματα, ιδρύεται το παράρτημα του


Στρατοδικείου Κορίνθου με έδρα την Πάτρα. Εκεί θα δικάζονταν, όσοι είχαν κριθεί για
παράβαση των όρων του Γ’ Ψηφίσματος. Για εκείνους δε, που καταδικάζονταν σε εκτέλεση,

47
Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, τόμος Ά,
Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ . 596.

69
υπήρχε η επονομαζόμενη «Σκοποβολή» στο Γηροκομειό Πατρών, όπου και τουφεκίζονταν. Το
Γηροκομειό είναι μια γειτονία στον ευρύτερο αστικό δακτύλιο της Πάτρας.

6.5 Τα γεγονότα του Εμφυλίου Πολέμου στο δίμηνο Οκτώβριος-Νοέμβριος 1948.

Στις αρχές Οκτωβρίου 1948, και για την ακρίβεια στις 6 Οκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε εξάωρη
μάχη μεταξύ μονάδων του Δημοκρατικού και του Εθνικού Στρατού Πελοποννήσου κοντά στο
χωριό Κουνινά Αιγιαλείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κουνινά μαζί με τα χωριά Λουσοί, Λεόντιο
και Δάφνη Καλαβρύτων ήταν από τους κύριους τροφοδότες νεοσύλλεκτων για τον Δημοκρατικό
Στρατό Αχαΐας, καθ’ όλη την διάρκεια του Εμφυλίου. Ιδιαίτερα, η Κουνινά ακόμη και σήμερα
χαρακτηρίζεται ως η «μικρή Μόσχα», καθώς διέθετε αρκετά ενεργητικές επιτροπές του ΚΚΕ και
του ΕΑΜ τόσο στην Κατοχή όσο και στον Εμφύλιο Πόλεμο. Γυρνώντας ξανά πίσω στην μάχη,
μετά από έξι ώρες σκληρής διαπάλης, οι μονάδες του Δημοκρατικού Στρατού αποσύρθηκαν
τελικά ορεινότερα.

Στις 13 Οκτωβρίου, ισχυρές μονάδες του ΔΣΠ επιτίθενται ξανά στην Ζαχάρω του νομού
Ηλείας. Σκοπός της επιχείρησης αυτής ήταν η κατάληψη της παραθαλάσσιας αυτής κωμόπολης,
έστω και για μια μέρα, προκειμένου να μπορέσουν να εφοδιαστούν ατμοπλοϊκώς από το Γενικό
Αρχηγείο. Ωστόσο, η άμυνα της Ζαχάρως κράτησε στην επίθεση τους, ενώ οι ενισχύσεις του
Εθνικού Στρατού, που κατέφτασαν σχετικά άμεσα, απείλησαν ακόμη και τα νώτα των ανταρτών.
Τότε ήταν που δόθηκε και το σύνθημα για υποχώρηση. Έτσι λοιπόν, για δεύτερη φορά, ο
Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου απέτυχε να ανεφοδιαστεί.

Ήδη λοιπόν γίνεται φανερή μια καμπή στην δράση του ΔΣΠ, με αφετηρία την μάχη της
Δημητσάνας, στις 30 Αυγούστου 1948. Σαφέστατα για την εξέλιξη αυτή δεν ευθύνεται μόνο η
αδυναμία ανεφοδιασμού που αντιμετώπιζαν οι αντάρτες, αλλά μια σειρά συνθηκών και
γεγονότων, που κατά το επόμενο διάστημα θα οξυνθεί ακόμα περισσότερο. Η πολύμηνη
περιχαράκωση του Εθνικού Στρατού και των συμπληρωματικών κυβερνητικών δυνάμεων, σε 37
σταθερές βάσεις που διέθεταν σε όλη την Πελοπόννησο, φαίνεται ότι δεν ήταν απλά μια
αναδίπλωση και ένα προοίμιο ήττας. Στο διάστημα αυτό, με τις συνεχείς επιθετικές πρωτοβουλίες
των ανταρτών, ο Εθνικός Στρατός στην Πελοπόννησο εξέτασε την δυναμική του εχθρού του,
αντιλήφθηκε τις αδυναμίες ή τις ανεπάρκειες του και ανέμενε περαιτέρω ενίσχυση δυνάμεων από
την βόρεια Ελλάδα, προκειμένου να εγκλωβίσει τις αντάρτικες δυνάμεις σε βαθμό που να μην
μπορούν να ελιχθούν άλλο.

70
Οι προκείμενες αυτές σε συνδυασμό με την συνεχόμενη αμερικανική ενίσχυση, στα πλαίσια
του «Σχεδίου Μάρσαλ», και την δημιουργία, για πρώτη φορά τότε, κατασκοπευτικού δικτύου,
εντός των ανταρτοκρατούμενων περιοχών, σταδιακά θα αλλάξει τις μέχρι τότε ισορροπίες και θα
ενισχύσει το ηθικό του Εθνικού Στρατού.

Αντίστοιχα η μη αναγνώριση της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης», τόσο από την


Σοβιετική Ένωση όσο και από τις υπόλοιπες Λαϊκές Δημοκρατίες της ανατολικής Ευρώπης θα
συμβάλλει αρνητικά στο ηθικό των ανταρτών, όχι τόσο των στελεχών, που παίζουν το κεφάλι
τους «κορώνα-γράμματα» αλλά κυρίως των υπόλογων χωρικών και νεοσυλλέκτων. Ίσως αυτή να
είναι μια από τις βασικότερες αιτίες που θα καθορίσουν τις περαιτέρω εξελίξεις.

Γυρνώντας ξανά στα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα, ως ημερομηνία σταθμός της περιόδου
προκύπτει η 25η Οκτωβρίου 1948. Την ημέρα εκείνη, με βάση το Βασιλικό Διάταγμα υπ’
αριθμόν 278 ΦΕΚ επιβάλλεται ο στρατιωτικός νόμος σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, δηλαδή
την εκτελεστική αρχή αναλαμβάνει πλέον ο Στρατός. Λίγες ημέρες αργότερα δε, ο στρατιωτικός
νόμος θα επιβληθεί σε ολόκληρη την χώρα.

Κλείνοντας ο Οκτώβριος, δηλαδή στις 27 Οκτωβρίου, οι αντάρτες της Αχαΐας εισβάλλουν για
δεύτερη φορά στον παραθαλάσσιο οικισμό Βραχναίικα, πλησίον της Πάτρας. Αυτή είναι και η
τελευταία αξιόμαχη επιχείρηση του Δημοκρατικού Στρατού στην Αχαΐα, πριν την εφαρμογή του
σχεδίου «Περιστερά», εκ μέρους του Εθνικού Στρατού, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.

Κι έτσι λοιπόν φτάνουμε στον Νοέμβριο του 1948.

Τις πρώτες μέρες λοιπόν του Νοεμβρίου, το 618ο τάγμα της 72ης Ταξιαρχίας του Εθνικού
Στρατού, ξεκινά από τα Καλάβρυτα για να καταλάβει με αιφνιδιασμό τις υπηρεσίες και τα έμπεδα
των ανταρτών που βρίσκονταν στην Κοντοβάζαινα Αρκαδίας. Οι αντάρτες όμως
πληροφορήθηκαν την κίνηση αυτή και άδειασαν την Κοντοβάζαινα άμεσα. Έτσι όταν το τάγμα
έφτασε εκεί δεν βρήκε κανέναν αντάρτη.

Στον δρόμο της επιστροφής ωστόσο, δυνάμεις του ΔΣΕ του είχαν στήσει ενέδρα στο χωριό
Χόβολη Καλαβρύτων. Όταν λοιπόν το τάγμα επέστρεφε στη βάση του, στάθμευσε στο χωριό
Πεύκο Καλαβρύτων, πλησίον της Χόβολης. Εκεί, όπως φαίνεται, ενημερώθηκε από ντόπιους για
τις κινήσεις των ανταρτών. Έτσι όταν του επιτέθηκαν οι αντάρτες την επόμενη ημέρα, δεν
αιφνιδιάστηκε καθόλου. Μετά από μια αμφίρροπη μάχη με ισορροπία απωλειών, το μεν τάγμα
κινήθηκε προς Καλάβρυτα ενώ οι αντάρτες κινήθηκαν προς το όρος Ερύμανθος.

71
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 18 Νοεμβρίου, επιλύεται η κυβερνητική κρίση, που είχε ενσκήψει
6 μέρες νωρίτερα, κυρίως μεταξύ των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων, που είχαν συγκροτήσει
κυβέρνηση συνασπισμού από τον Σεπτέμβριο του 1947. Στην νέα κυβέρνηση συνασπισμού
πρόεδρος είναι ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, των Φιλελευθέρων, και αντιπρόεδρος ο Κωνσταντίνος
Τσαλδάρης, των Λαϊκών. Όσο για το διάστημα, από τις 24 Ιανουαρίου μέχρι τις 29 Αυγούστου
1947, την διακυβέρνηση είχε ασκήσει μια ακόμα κυβέρνηση κυρίως των Λαϊκών, με πρόεδρο τον
τραπεζίτη Δημήτρη Μάξιμο.

Περί τα τέλη Νοεμβρίου λοιπόν, συγκροτείται κι επίσημα πλέον η 3η Μεραρχία του


Δημοκρατικού Στρατού στην Πελοπόννησο, εφόσον έχει προηγηθεί η βίαιη επιστράτευση
περίπου 1000 νέων, εκ των οποίων οι 300 ήταν νέες γυναίκες.

Μέραρχος τοποθετείται ο Στέφανος Γκιουζέλης, πολιτικός


επίτροπος ο Βαγγέλης Ρογκάκος και επιτελάρχης ο Γιώργος
Κονταλώνης.

Η 3η Μεραρχία αποτελείτο από δύο Ταξιαρχίες, την 22η και


την 55η, με περίπου 950 οπλίτες και οπλίτριες, η καθεμιά.
Ειδικότερα, για την 22η Ταξιαρχία που έδρευε στην βόρεια και
κεντρική Πελοπόννησο, διοικητής της ήταν ο Γιάννης Σαρρής
(Σαρρήγιαννης) με διοικητή του 1ου της τάγματος τον Αρίστο
Καμαρινό, διοικητή του 2ου τάγματος τον Νίκο Πολυκράτη
Θεμιστοκλής Σοφούλης
(Νικήτα) και διοικητή του τρίτου τάγματος τον Ηλία Καλαρίτη. (πηγή: www.istorikathemata.com)

Παράλληλα, όσον αφορά τα Αρχηγεία που λειτουργούσαν εντός της Αχαΐας, το Αρχηγείο
Αχαΐας-Ηλείας, διέθετε παρατακτή δύναμη 250 αντάρτες, με διοικητή τον Δημήτρη Πετρόπουλο
ή Ζαχαριά και πολιτικό επίτροπο τον Θωμά Αγγελάκο, ενώ το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας
διέθετε παρατακτή δύναμη 270 ανταρτών με διοικητή τον Μανώλη Σταθάκη και πολιτικό
επίτροπο τον Γιώργο Δαράκη.

Σύμφωνα με τις πηγές, η οργανική δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου έφτασε
τότε, περί τις 4.000 ανθρώπους, εκ των οποίων ελάχιστα λιγότεροι των 3.500 επάνδρωναν την 3η
Μεραρχία και την παρατακτή δύναμη των επιμέρους Αρχηγείων. Οι υπόλοιποι απασχολούνταν
στις υπηρεσίες του ΔΣΠ.

72
Ωστόσο, για να ξαναγυρίσουμε στο ζήτημα της «βίαιης επιστράτευσης», με βάση τις πηγές
φαίνεται ότι μάλλον σε αρκετές περιπτώσεις η επιστράτευση των ανταρτών, ιδιαίτερα κατά το
εξεταζόμενο δίμηνο, αφορούσε και άτομα που δεν άνηκαν στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς.

Ενδεικτική είναι η αναφορά του Δημήτρη Παλαιολογόπουλου, εκ μέρους των απολογητών του
ΔΣΕ, που έχει ως εξής:

«Τον πρώτο καιρό οι αντάρτες δέχονταν στις γραμμές τους μόνον εθελοντές… Ήρθαν και
κάμποσοι εθελοντές από τις πόλεις, όχι αρκετοί όμως… Σιγά σιγά όμως οι εθελοντές στέρεψαν.
Τότε η ηγεσία του Δημοκρατικού Στρατού άρχισε να στρατολογεί όσους νέους άνηκαν στον χώρο
της αριστεράς και συμπαθούσαν το αντάρτικο, αλλά δίσταζαν να ακολουθήσουν… Οι μεγαλύτερες
δυσκολίες άρχισαν να παρουσιάζονται όταν στέρεψε και αυτή η κατηγορία των πολιτών. Τότε
άρχισε η στρατολογία νέων αδιακρίτως πολιτικών πεποιθήσεων… Υπολογίζεται πως οι
αναγκαστικά στρατολογηθέντες Καλαβρυτινοί είναι όσοι και οι εθελοντές, δηλαδή γύρω στους
150».48

Την ίδια θέση, για το ίδιο ζήτημα, αναπτύσσει και ο Αλέξανδρος Τσιγγούνης, ως απολογητής
του Εθνικού Στρατού:

«Οι Κ/Σ συνέχισαν μετ’ εξαιρετικής εντάσεως τήν βίαιαν στρατολογίαν ανδρών καί γυναικών
αδιακρίτως πολιτικών φρονημάτων πρός συμπλήρωσιν τών λόγω τών μεγάλων των απωλειών
δημιουργηθέντων κενών αφ’ ενός καί αφ’ ετέρου πρός συμπλήρωσιν τών νεοσυγκροτηθεισών νέων
μονάδων καί σχηματισμών».49

Απ’ ότι φαίνεται λοιπόν, κατά το στάδιο αυτό οι αντάρτες επιστράτευσαν βίαια νέους και νέες
που δεν ήθελαν να στρατευτούν στον ΔΣΠ, λόγω διαφορετικών πολιτικών φρονημάτων. Αν
μάλιστα στις ήδη υπάρχουσες δυσχέρειες που αντιμετώπιζε ο ΔΣΠ, προσθέσουμε και την
αναμενόμενη αγανάκτηση εκείνων που επιστρατεύθηκαν βίαια ή και των συγγενών τους,
μπορούμε να υποθέσουμε ότι η λαϊκή του βάση, δεν θα ανταποκρινόταν πλέον το ίδιο θετικά,
όπως παλιότερα, ή τουλάχιστον ένα μέρος αυτής της λαϊκής του βάσης.

48
Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-1949, Αθήνα:
Παρασκήνιο, σ. 100-101.

49
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ. 101.

73
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ «ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ» ΚΑΙ Η
ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ
ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗΝ
ΠΑΤΡΑ
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1948-ΑΠΡΙΛΙΟΣ
1949

74
7. ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ «ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ» ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ
ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1948-
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1949
7.1 Οργάνωση του σχεδίου και προετοιμασία του κατάλληλου κλίματος.

Το σχέδιο «Περιστερά» ήταν η επιχείρηση εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στην Πελοπόννησο, η


τρίτη μετά από εκείνη Γεώργιου Στανωτά το καλοκαίρι του 1947 και του Χρήστου Μαντά τον
Δεκέμβριο του ίδιου έτους, και βασιζόταν σε προγενέστερο πλάνο του αντιστράτηγου Δημήτρη
Γιαντζή.

Για την πραγμάτωση της «Περιστεράς» ανατέθηκε η


στρατιωτική ευθύνη της Πελοποννήσου στο Α’ Σώμα Στρατού
με διοικητή τον Θρασύβουλο Τσακαλώτο ενώ κλήθηκε στην
Πελοπόννησο η 9η Μεραρχία του Εθνικού Στρατού από το
μέτωπο του Γράμμου. Η 9η Μεραρχία ήταν μια αξιόμαχη
μονάδα του Εθνικού Στρατού, που θα αναλάμβανε μαζί και με
τις ήδη υπάρχουσες κυβερνητικές δυνάμεις στην Πελοπόννησο
την εξόντωση του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου.

Από τις 10 Δεκεμβρίου 1948 λοιπόν, άρχισαν να φτάνουν οι


Θρασύβουλος Τσακαλώτος
μονάδες της 9ης Μεραρχίας στην Πελοπόννησο, δηλαδή οι (πηγή: lefobserver.blogspot.com)
τρείς της Ταξιαρχίες(41η, 42η & 43η), 2 ΜΟΚ, ένα Σύνταγμα Πυροβολικού καθώς και
αποσπάσματα Χωροφυλακής, περί τους 12.000 στρατιώτες, χωροφύλακες και λοκατζήδες
συνολικά.

Αν μάλιστα στους προαναφερθέντες αριθμούς προσθέσουμε τις ήδη υπάρχουσες στην


Πελοπόννησο κυβερνητικές δυνάμεις, δηλαδή περί τους 32.000 στρατιώτες, χωροφύλακες και
παρακρατικούς, καταλαβαίνουμε ότι σαν επιχείρηση η «Περιστερά» είχε μεγάλη σημασία για τον
Εθνικό Στρατό και την μετέπειτα επιτυχία του στον Εμφύλιο Πόλεμο.

Πάντως, συμπληρωματικά σε όλα τα προαναφερθέντα, το σχέδιο της επιχείρησης «Περιστερά»


είχε την εξής ανάπτυξη:

«ΜΕΘΟΔΟΣ

….

α) Α’ ΦΑΣΙΣ

75
ι) Εκκαθάρισις βορείας ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ από ύψους ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ-ΝΕΒΑ ΠΟΤΑΜΟΥ(εννοεί
τον ποταμό Νέδα, σημ. Κ.Κ.) και βορείως δια συγκλινουσών κατευθύνσεων από Δυσμών-Βορρά-
Ανατολών και Νότου προς την γενικήν κατεύθυνσιν του ΜΑΙΝΑΛΟΥ όρους επί σκοπώ συντριβής
των εν τη περιοχή ταύτη συμμοριτών, εκκαθαρίσεως της αυτοαμύνης, αποκαταστάσεως των
συγκοινωνιών και τηρήσεως των απαραίτητων δυνάμεων προς εδραίωσιν αλλά και προσβολήν
τυχόν επανερχομένων εις την περιοχήν ταύτην συμμοριτών. Ταύτης θα προηγηθώσι προκαταρκτικαί
εκκαθαριστικαί ενέργειαι της παραλιακής ζώνης τη πρωτοβουλία και ευθύνη Μονάδων προς τον
σκοπόν εκκαθαρίσεως των εκεί ενδημουσών μικροομάδων και απελευθερώσεως των μεγάλων
συγκοινωνιών.

ιι) Τήρησις ισχυρών εφεδρειών επ’ αυτοκινήτων εις υψίπεδον ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ δι’ επέμβασιν
κυρίως προς κεντρικήν ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΝ(ΜΑΙΝΑΛΟΝ) ή όπου ο όγκος των συμμοριτών θα
επιζητήση να διαφύγη.

ιιι) Ταυτόχρονος προσβολή διά των διαθέσιμων δυνάμεων των περιοχών ΠΑΡΝΩΝΟΣ-
ΤΑΥΓΕΤΟΥ προς τον σκοπόν αφ’ ενός μεν της δημιουργίας της επιβαλλόμενης εντυπώσεως εις τους
συμμορίτας ταυτοχρόνου εις ολόκληρον την ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΝ προσβολής και αφ’ ετέρου προς
παρεμπόδισιν των προσβαλλομένων εις βόρειον και κεντρικήν ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΝ να καταφύγωσι
εις τα κρυσφύγετα ταύτα, προς α συνήθως καταφεύγουσι.

β) Β’ ΦΑΣΙΣ

Ι) Προβλέπεται εκκαθάρισις της Νοτίας Πελοποννήσου. Αι λεπτομέρειαι θα καθορισθώσι διά


νέου σχεδίου βάσει των αποτελεσμάτων της Α’ ΦΑΣΕΩΣ.

γ) Γ’ ΦΑΣΙΣ

Εδραίωσις συγκροτημάτων δυνάμεων διά την πλήρην αξιοποίησιν των αποτελεσμάτων των Α και
Β ΦΑΣΕΩΝ και πλήρη εμπέδωσιν της τάξεως. Θα επιζητηθή συστηματική οργάνωσις και
εξοπλισμός των κατοίκων δια την πλήρην εξόντωσιν συμμοριακών υπολειμμάτων».50

Με απλά λόγια λοιπόν, στην πρώτη φάση του σχεδίου σκοπός ήταν η περίσφιξη των
αντάρτικων δυνάμεων της βόρειας Πελοποννήσου(δηλαδή, Διοίκηση 3ης Μεραρχίας, Σχολή
Αξιωματικών, 22η Ταξιαρχία, Αρχηγεία Αχαΐας-Ηλείας, Αργολιδοκορινθίας και Μαινάλου) στον
ορεινό όγκο του Μαινάλου και η εξόντωση τους. Στην επόμενη φάση, καλώς εχούσης της

50
Γενικό Επιτελείο Στρατού(1998), Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, τόμος 11ος, Αθήνα:
Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού , σ. 282.

76
πρώτης, οι κυβερνητικές δυνάμεις θα χτυπούσαν την 55η
Ταξιαρχία, που έδρευε στη νότια Πελοπόννησο καθώς και τα
Αρχηγεία σε Πάρνωνα και Ταΰγετο. Η εξέλιξη αυτών των δύο
φάσεων θα καθόριζε την τρίτη και τελευταία, που ως σκοπό
είχε την λήψη αυστηρών μέτρων για να μην αναβιώσει το
αντάρτικο. Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι στις μεθόδους
κρούσης της πρώτης φάσης περιλαμβάνεται και η εξόντωση
των μηχανισμών διοίκησης και τροφοδότησης των ανταρτών,
που συνοψίζονται με τον όρο «αυτοάμυνα».

Παράλληλα όλες οι ακτές της Πελοποννήσου θα


φυγαδεύονταν από τον κυβερνητικό στόλο για να μην υπάρξει
καμία πιθανότητα εφοδιασμού ή έστω διαφυγής του ΔΣΠ.

Στα πλαίσια αυτά λοιπόν, στις 18 Δεκεμβρίου


αντικαθίσταται στην ΑΣΔΠ ο Αλέξανδρος Τσιγγούνης και την
θέση του αναλαμβάνει ο Θωμάς Πετζόπουλος. Λίγες μέρες
πριν, στις 13 Δεκεμβρίου μια Ταξιαρχία της 9ης Μεραρχίας
έλαβε θέσεις στα ακόλουθα σημεία της δυτικής και βόρειας
Πελοποννήσου , «Πελόπιο Ηλείας-Αρχαία Ολυμπία-Λάλα- Ανακοίνωση της Χωροφυλακής στο
φύλλο της 21ης Δεκεμβρίου 1948, της
Φολόη Ηλείας-Δροσιά Αχαΐας και Καλάβρυτα». Παράλληλα, εφημερίδας «Νεολόγος Πατρών».
(πηγή: Μουσείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ,
στις 19 Δεκεμβρίου εγκαθίσταται στην Κόρινθο το Στρατηγείο
Πάτρα)
του Α’ Σώματος Στρατού ενώ στις 21 Δεκεμβρίου πραγματοποιείται συνάντηση του νομάρχη
Αχαΐας Δουδουμόπουλου με τον Τσακαλώτο, ενόψει των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων.

Την ίδια μέρα ο διοικητής της Χωροφυλακής Πατρών ανακοινώνει την απαγόρευση εξόδου
από την Πελοπόννησο, εκτός κι αν έχει χορηγηθεί σχετική άδεια.

Το ίδιο διάστημα, η 3η Μεραρχία του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου αριθμεί εν


συνόλω περί τους 3.300 αντάρτες και ανταρτίνες, με τους 2.800 να είναι μάχιμοι και τους
υπόλοιπους 500 να απασχολούνται στα έμπεδα και την λεγόμενη «αυτοάμυνα».

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι οι αντάρτες έχουν αποσυρθεί στα ορεινά, με μόνους τους
πολιτοφύλακες και κάποιους άλλους φορείς της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης» να
φυγαδεύονται στα χωριά τους. Οι αντάρτες έχουν μεριμνήσει να κρύψουν κυρίως ξηρά τροφή
στους ορεινούς όγκους και να φτιάξουν πρόχειρες γιάφκες από καιρό, έχοντας όμως την

77
πεποίθηση ότι οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις θα πραγματοποιούνταν την άνοιξη του 1949. Έναν
μήνα όμως νωρίτερα, τον Νοέμβριο του 1948, πληροφορούνται μέσω του ΚΓΑΝΕ για τις
επικείμενες επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο, και ξεκινούν να συνθέτουν το δικό τους σχέδιο
αποκρούσεων και ελιγμών. Σύμφωνα λοιπόν με την καταγραφή του Αρίστου Καμαρινού, το
σχέδιο των ανταρτών σε αδρές γραμμές όριζε τα εξής.

«Κεντρικός, πάντως, άξονας της τακτικής μας ήταν να υποχωρούν τα τμήματα μας ,
παρενοχλώντας τον εχθρό, καθώς θα κινούνταν από βορρά προς νότο, χωρίς να χάνουμε την επαφή
με τα τμήματα του, επιδιώκοντας να απομονώσουμε μικρότερες μονάδες του, ένα Τάγμα ή
προωθημένους λόχους του, για να τα χτυπήσουμε και να εφοδιαστούμε με πυρομαχικά, όταν δε οι
επιτιθέμενοι θα έφταναν στον άξονα της κοίτης του ποταμού Ερύμανθος δύο τάγματα της 22ης
Ταξιαρχίας(τα τάγματα 2ο και 3ο, με διοικητές τους Νικήτα και Καλαρίτη, αντίστοιχα) και ο
διοικητής της Ταξιαρχίας Γιάννης Σαρρής(Σαρρήγιαννης) με την Ομάδα διοίκησης της θα έπρεπε
να διολισθήσουν στα μετόπισθεν του εχθρού στην Αχαΐα-Ηλεία και στην ορεινή Κορινθία,
αντίστοιχα. Αργότερα, όταν οι κυβερνητικές δυνάμεις θα έφταναν στον άξονα Κερπινή(Αρκαδίας)-
Αμαλιάδα θα έπρεπε να διολισθήσουν στα μετόπισθεν του εχθρού η διοίκηση της Μεραρχίας με το
επιτελείο της, ο Λόχος Ασφαλείας της και η Σχολή Αξιωματικών. Άλλα τμήματα του Δημοκρατικού
Στρατού, μεταξύ των οποίων και το τάγμα μου θα διολίσθαιναν στα νώτα του εχθρού, σύμφωνα με
το σχέδιο επιχείρησης της Μεραρχίας μας, όταν οι κυβερνητικές δυνάμεις θα έφταναν στον άξονα
Τρίπολη-Ζαχάρω».51

Δεν θα πρέπει να παραλειφθεί ωστόσο, ότι πέρα από τις υπέρτερες κυβερνητικές δυνάμεις, ο
ΔΣΠ αντιμετωπίζει αδυναμίες και στο εσωτερικό του, καθώς μέχρι τότε δεν είχε καταφέρει να
ενσωματώσει πλήρως, ιδεολογικά και στρατιωτικο-πολιτικά, τους 1000 βίαια επιστρατευθέντες
νέους και νέες, μέσα στο φθινόπωρο του 1948. Παράλληλα δε, μέχρι τότε είχε αποτύχει να
ανεφοδιαστεί ατμοπλοϊκώς από το Γενικό Αρχηγείο δύο φορές. Έτσι λοιπόν δεν διαθέτει και την
κατάλληλη ποσότητα πυρομαχικών για τις επικείμενες επιχειρήσεις.

Πάντως σε μια κίνηση αντιπερισπασμού, σαμποτέρ του Δημοκρατικού Στρατού χτύπησαν με


μπαζούκας το Στρατηγείο του Α’ Σώματος Στρατού στην Κόρινθο, στις 24 Δεκεμβρίου,
παραμονή Χριστουγέννων.

51
Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949, Αθήνα:
Σύγχρονη Εποχή, σ. 528.

78
Η ενέργεια αυτή κλιμάκωσε άμεσα την επιχείρηση «Περιστερά». Έτσι λοιπόν το βράδυ της
27ης Δεκεμβρίου, με διαταγή του Α’ ΣΣ συλλαμβάνονται αιφνιδιαστικά περί τους 4.500 πολίτες
της Πελοποννήσου, που κατηγορούνται για συνεργασία με τους αντάρτες και «κομμουνιστικά
φρονήματα». Από αυτούς οι 2000 κλείνονται σε πρόχειρα στρατόπεδα κράτησης και οι υπόλοιποι
2500 στέλνονται εσπευσμένα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μακρονήσου και του
Τρικεριού. Στην Πάτρα, ως στρατόπεδα κράτησης λειτούργησαν το γήπεδο της «Παναχαϊκής»
και το πρώτο Γυμνάσιο Αρρένων.

Βέβαια, περίπου οι μισοί από τους συλληφθέντες δεν ήταν κομμουνιστές ενώ αρκετοί από
αυτούς ήταν δεδηλωμένοι αντικομουνιστές μάλιστα, όπως αποδείχθηκε κι αργότερα. Σε κάθε
περίπτωση βέβαια, η κίνηση αυτή έφερε σε ακόμα δυσκολότερη θέση τον Δημοκρατικό Στρατό,
καθώς έχασε αρκετούς πληροφοριοδότες. Από εκείνους που δεν συνελήφθησαν τότε, μια
τεράστια μερίδα, με την προώθηση της 9ης Μεραρχίας σε Αχαΐα-Ηλεία, άρχισε να λιποτακτεί,
επιδεινώνοντας τα πράγματα ακόμα περισσότερο για τους αντάρτες.

Η πρωτοβουλία αυτή του Α’ ΣΣ βέβαια δεν είχε κοινοποιηθεί προηγουμένως στο ΓΕΣ ή στους
πολιτικούς φορείς της Πελοποννήσου. Το γεγονός αυτό λοιπόν είχε το εξής αποτέλεσμα:

«Ως ήτο επόμενον, η πληροφορία τών συλλήψεων μετεδόθη αμέσως εις Αθήνας καί οί πολιτικοί
παράγοντες εκινητοποιήθησαν πρός πάσας τάς κατευθύνσεις νά ματαιώσουν τάς συλλήψεις. Τά
τηλέφωνα τού Στρατηγείου τού Σώματος Στρατού άρχισαν νά κωδωνίζουν συνεχώς. Τό Αρχηγείον
Χωροφυλακής εζήτει νά αποκεφαλίση τον Επιθεωρητήν Χωροφυλακής, τό Γ.Ε.Σ. εζήτει τον λόγον
πώς καί διατί ανελήφθη αυτή η πρωτοβουλία, άνευ υπολογισμού τών συνεπειών κ.λ.π., διάφοροι
παράγοντες των κομματαρχών πασάδων τής Πελοποννήσου είχον συγκεντρωθή εις τήν εξώπορταν
τού Στρατοπέδου, κρατούντες καταλόγους συλληφθέντων προσώπων φίλων των εν τή Κυβερνήσει
Υπουργών καί απαιτούντες τήν άμεσον απόλυσιν των».52

Σε μια κίνηση λοιπόν εξευμενισμού των πνευμάτων, πραγματοποιείται στις 29 Δεκεμβρίου


σύσκεψη στο Στρατηγείο του Α’ ΣΣ, όπου μετέχουν ο υπουργός Στρατιωτικών Κων/νος Ρέντης, ο
αντιστράτηγος Γιαντζής, ο Αμερικανός σύμβουλος Βαν Φλιτ, ο αντιστράτηγος Θρασύβουλος
Τσακαλώτος κ.α.

Εκεί παρουσιάζεται διεξοδικά το σχέδιο της επιχείρησης «Περιστερά» που λαμβάνει την
επιδοκιμασία του υπουργού Ρέντη.

52
Τσακαλώτος, Θ. (1960), 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος τόμος Β’, Αθήναι: Ιδιωτική έκδοση,
σελ. 203.

79
Παράλληλα τις ίδιες μέρες, κοινοποιείται εκ νέου παλαιότερη διαταγή της Χωροφυλακής που
καλεί κάθε νοικοκυριό της Αχαΐας να δηλώσει τα άτομα που φιλοξενεί εντός του. Η δήλωση
αυτή, υπογεγραμμένη από την Χωροφυλακή θα έπρεπε να αναρτηθεί στην εξώπορτα κάθε
σπιτιού, ενώ όποιος την παρέλειπε ή κατέθετε ψευδή στοιχεία θα οδηγούνταν στο Στρατοδικείο.

Η επιχείρηση «Περιστερά» ξεκινά και τυπικά στις 28 Δεκεμβρίου 1948, με την 9η Μεραρχία
και τα συμπληρωματικά κυβερνητικά σώματα ασφαλείας να διασχίζουν κατά κλιμάκια, προς
αποτροπή τυχόν ελιγμών των ανταρτών, την επαρχία Καλαβρύτων και την περιοχή Τριταίας,
δυτικά του όρους Ερύμανθος. Τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού κατευθύνονται προς το
Μαίναλο, διατηρώντας όμως επαφή με τα κυβερνητικά στρατεύματα.

Χάρτης της επιχείρησης «Περιστερά» (πηγή: «Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949» του Δημ.
Ζαφειρόπουλου )

80
7.2 Η διάλυση της παράνομης οργάνωσης του ΚΚΕ στην Πάτρα.

Καθ’ όλη την διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στην Αχαΐα, ακόμη και μετά τον θεσμικό
εξοστρακισμό της Αριστεράς στα τέλη του έτους 1947, λειτουργούσε, πάντα παράνομα, η
οργάνωση του ΚΚΕ στην πόλη των Πατρών.

Η κομματική οργάνωση του ΚΚΕ αποτελούνταν από επιμέρους ομάδες, εντός της πόλης, που
φρόντιζαν να στέλνουν με πρόσωπα-συνδέσμους, αριστερούς πολίτες στους αντάρτες για εκούσια
στρατολόγηση. Αυτές όμως οι ομάδες κυρίως εξασφάλιζαν ό,τι χρειάζονταν οι αντάρτες,
φάρμακα ή άλλα είδη πρώτης ανάγκης, και τους τα έστελναν με τον ίδιο τρόπο ενώ παράλληλα
φρόντιζαν να προάγουν και προπαγανδιστικό πολιτικό υλικό.

Για τις ιδιαίτερες λεπτομέρειες της οργάνωσης, ο Βασίλης Λάζαρης αναφέρει τα εξής:

«Επικεφαλής της οργάνωσης βρισκόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ο Γεώργ. Γκίνης, με
υπεύθυνους των τριών αχτίδων, στις οποίες αυτή ήταν χωρισμένη, τον Βασ. Καφεντζή, τον Γεώργ.
Αργυρόπουλο ή Βύρωνα και τον Γεώργ. Φαφούτη. Οι δύο τελευταίοι υπήρξαν και παρέμειναν μέχρι
τέλους συνεπείς αγωνιστές-ο Βασίλης Καφεντζής όμως στις αρχές του Γενάρη του 1949
παρουσιάστηκε με δική του πρωτοβουλία στην Ασφάλεια της Πάτρας και μπήκε ως καταδότης στην
υπηρεσία της.

Στα τέλη του 1948 γραμματέας της οργάνωσης έγινε ο Κων. Χινόπωρος, τριατατικός υπάλληλος,
από τον Αστακό της Ακαρνανίας».53

Ήταν τότε ακριβώς που αρκετοί πολιτοφύλακες και σύνδεσμοι των ανταρτών, άρχισαν να
παραδίδονται στις κυβερνητικές αρχές, πιστεύοντας ότι έτσι θα γλιτώσουν τη ζωή τους, από τον
Εθνικό Στρατό και την διαφαινόμενη του νίκη στην Πελοπόννησο.

Ήδη από το καλοκαίρι του 1948 βέβαια, η Ασφάλεια Πατρών είχε κοινοποιήσει την
ανακάλυψη περίπου τριών γιαφκών, που διατηρούσαν οι κομμουνιστές εντός της Πάτρας. Η
μεγαλύτερη της επιτυχία, ωστόσο, ήρθε στις αρχές Ιανουαρίου 1949, ενώ η επιχείρηση
εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού στην Πελοπόννησο, με την επωνυμία
«Περιστερά», είχε ήδη ξεκινήσει.

Έτσι λοιπόν, στις 5 Ιανουαρίου 1949 το απόγευμα, η Ασφάλεια Πατρών συλλαμβάνει στο σπίτι
του, στην οδό Πατρέως 75, τον υπάλληλο της εταιρείας «Αργολική» Ιωάννη Μαντζούτσο καθώς

53
Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ. 231.

81
και τον ξυλουργό Παναγιώτη Ηλιόπουλο, κάτοικο της συνοικίας Αγίου Διονυσίου, που
βρισκόταν στην οικία Μαντζούτσου εκείνη την ώρα. Απ’ ότι φαίνεται οι συλλήψεις αυτές
πραγματοποιήθηκαν καθ’ υπόδειξη του Βασίλη Καφεντζή.

Μετά τις ανακρίσεις των δύο συλληφθέντων, δύναμη της Ασφάλειας Πατρών, επιστρέφει στην
οικία Μαντζούτσου, κατά τις 9 η ώρα το δειλινό. Αφού λοιπόν συλλαμβάνει την Ευθυμία
Μαντζούτσου, σύζυγο Ιωάννου, απομακρύνει τα δύο παιδιά τους και στην συνέχεια ερευνά το
σπίτι για να βρεί τον κρυπτόμενο σ’ αυτό, Κωνσταντίνο Χινόπωρο.

Απ’ ότι φαίνεται, η Ασφάλεια μέσω των ανακρίσεων ανακάλυψε ότι ο Κων/νος Χινόπωρος είχε
φυγαδευτεί στο σπίτι του Μαντζούτσου, σε μια ειδική ξύλινη κρύπτη, που είχε κατασκευάσει ο
Παναγιώτης Ηλιόπουλος ως μαραγκός.

Τότε, η προσπάθεια του Χινόπωρου να αντιμετωπίσει ένοπλα τους αστυνόμους, κλιμάκωσε τα


γεγονότα. Άμεσα περικυκλώθηκε το οικοδομικό τετράγωνο, στο οποίο βρισκόταν η οικία
Μαντζούτσου, ενώ παράλληλα κατέφτασαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις καθώς και
τεθωρακισμένα οχήματα. Ένα από αυτά μάλιστα, απάντησε στις χειροβομβίδες που έριξε ο
Χινόπωρος ενάντια στους αστυνομικούς, με το μυδραλιοβόλο του, που πυρπόλησε το σπίτι.
Καθώς λοιπόν, ο Χινόπωρος δεν μπορούσε να διαφύγει, έκαψε όλα τα απόρρητα αρχεία της
οργάνωσης, που διέθετε, και στην συνέχεια αυτοκτόνησε.

Την επόμενη ημέρα, στις 6 Ιανουαρίου, το σώμα του Χινόπωρου θάφτηκε πρόχειρα στο
νεκροταφείο της Αγιαλεξιώτισσας, στην Πάτρα, χωρίς να έχει διευκρινιστεί από την Ασφάλεια η
πραγματική ταυτότητα του νεκρού. Το ότι ο νεκρός δεν ήταν άλλος, παρά ο Κω/νος Χινόπωρος,
θα διαλευκαινόταν κάποιες μέρες μετά.

Την ίδια ημέρα συνελήφθηκαν, ως μέλη της παράνομης οργάνωσης, ο Σπύρος Πέγκας,
παντοπώλης, η Κων/να Παπαδοπούλου, αγρότισσα, ο Γεωργόπουλος Γεώργιος, παντοπώλης, ο
Ανδρέας Μασούρας, οινομάγειρας, ο Φόης Νίκος, ελαιοχρωματιστής, ο Κούβελας Ανδρέας,
τσαγκάρης, ο Αναγνωστόπουλος Γεώργιος, αρτοποιός, ο Ορφανός Κυριάκος, ξυλουργός, ο
Μανώλης Κωνσταντίνος, γεωπόνος, ο Βαρδάκης Γεώργιος, τσαγκάρης, η Πετράτου Μαρία,
εργάτρια και ο Στέργιος Νίκος, ανιψιός του Ιωάννη Μαντζούτσου.

Στην ίδια υπόθεση, παραπέμφθηκε το ζεύγος Ματζούκα, Σπύρος και Αντωνία, όπως και η
Ελένη Πέγκα, σύζυγος Σπύρου, που είχαν συλληφθεί κάποιες μέρες νωρίτερα με την κατηγορία
της συνεργασίας με τους αντάρτες.

82
Ο κύκλος των συλλήψεων διευρύνθηκε μετά από λίγες μέρες, καθώς προσήχθησαν ως
ενδεχόμενα μέλη της οργάνωσης ο Μούρτζης Δημήτριος, ηλεκτρολόγος, ο Παναγιώτης
Αργυρόπουλος, επίσης ηλεκτρολόγος, ο Λάλιος Ζώης, εργάτης, ο Γιαννούλης Αθανάσιος,
συμπατριώτης του Χινόπωρου από τον Αστακό Ακαρνανίας, η σύζυγος του Ουρανία και η κόρη
του Ακριβή. Παράλληλα, συνελήφθηκαν ο Κοσμάτος Ευάγγελος, ξυλουργός, ο Δημόπουλος
Χαράλαμπος, ξυλουργός, ο Κανδηλιώτης Βασίλειος, οινομάγειρας, ο Ανεστόπουλος
Χαράλαμπος, τσαγκάρης, ο Αθανασόπουλος Αθανάσιος, έμπορος, ο Σπυράτος Κων/νος,
υδραυλικός, ο Θεοδοσόπουλος Νικόλαος, ξυλουργός, ο Θεόφιλος Νικολακόπουλος,
ταχυδρομικός εργάτης, ο Χατζηπαναγιώτης Σταμάτης, φορτοεκφορτωτής, ο Καϊμάκης
Αγαμέμνων, ηλεκτρολόγος, ο Σαλάγας Ιωάννης, αγρότης, ο Χινόπωρος Παναγιώτης, εξάδελφος
του Κων/νου και τέλος ο Νίκος Χινόπωρος, αδελφός του εκλιπόντος Χινόπωρου.

Στο Στρατοδικείο που ξεκίνησε την εκδίκαση της υπόθεσης στις 19 Ιανουαρίου 1949,
οδηγήθηκαν τελικά όλοι οι προαναφερθέντες, με εξαίρεση τον Στέργιο Νίκο και την Ακριβή
Γιαννούλη, που θεωρήθηκε ότι δεν εμπλέκονταν στην υπόθεση. Η εκδίκαση έλαβε χώρα στο
Δικαστικό Μέγαρο, της οδού Γούναρη, στην Πάτρα, με πρόεδρο τον Ιωάννη Βασιλάκη και
βασιλικό επίτροπο τον Γεώργιο Δαγλαρίδη, που ήταν και οι δύο στρατιωτικοί.

Φωτογραφία που πάρθηκε στο Στρατοδικείο Πατρών και δημοσιεύτηκε στον «Νεολόγο Πατρών» στις
20 Ιανουαρίου 1949. Από αριστερά προς τα δεξιά, πρώτος ο Ιωάννης Μαντζούτσος, δεύτερος ο
Παναγιώτης Ηλιόπουλος, και τρίτος ο Σπύρος Ματζούκας(πηγή: Μουσείο Τύπου ΕΣΗΕΠΗΝ, Πάτρα)

Το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Ιωάννης Μαντζούτσος, μετά από σοβαρές κακώσεις που του
επέφεραν τα βασανιστήρια της προανάκρισης, ξεψύχησε.

83
Η σύγκληση του Στρατοδικείου, θα διαρκέσει δέκα ημέρες, προκειμένου να εξεταστεί η ενοχή
του καθενός κατηγορούμενου εξονυχιστικά, χωρίς βέβαια αυτό να αποκλείει, πως για κάποιους η
ετυμηγορία ή ακόμη και το κατηγορητήριο έβριθε ανακριβειών και ψευδών στοιχείων.

Έτσι λοιπόν, το απόγευμα της 19ης Ιανουαρίου, εκδίδεται η τελική απόφαση του
στρατοδικείου. Σύμφωνα λοιπόν με τον Γεώργιο Μόσχο:

«Τρείς καταδικαζόσαντε παμψηφεί, δις εις θάνατο. Επρόκειτο για τους Σπ. Ματζούκα, Αντωνία
Ματζούκα, και την Κωνσταντίνα Παπαδοπούλου.

Παμψηφεί εις θάνατον, επεφύλαξε στους έξι: Π. Ηλιόπουλο, Π. Αργυρόπουλο, Ανδρ. Μασούρα,
Γ. Γεωργόπουλο, Κ. Μανώλη και Αθ. Γιαννούλη.

Σε θάνατο με ψήφους 4 έναντι 1 τον Γ. Αναγνωστόπουλο, ενώ με ψήφους 3 έναντι 2 τους Ανδρ.
Κούβελα και Π. Χινόπωρο. Ακόμη σε ισόβια δεσμά τους Ελένη Πέγκα, Ιω. Σαλάγα, Ζ. Λάλιο, Κ.
Ορφανό, Αθ. Αθανασόπουλο και Κ. Σπυράτο.

Σε πρόσκαιρα δεσμά 12 ετών τους Δ. Μούρτζη και Β. Κανδηλιώτη. Σε 13 ετών το Γ. Βαρδάκη και
σε 10 ετών τους Σπ. Πέγκα, Χ. Δημόπουλο, Ευ. Κοσμάτο και Ν. Θεοδοσόπουλο, ενώ το Θεοφ.
Νικολακόπουλο σε 3 ετών φυλάκιση.

Τέλος απαλλάσσονται οι Στ. Χατζηπαναγιώτης, Αγαμ. Καϊμάκης, Ευθυμία Μαντζούτσου, Ουρανία


Γιαννούλη και αθωώνονται οι Χαρ. Ανεστόπουλος, Νικ. Χινόπωρος και Μ. Πετράτου».54

Μετά από την απονομή χάριτος στις ποινές ορισμένων, στις 28 Φεβρουαρίου, οδηγήθηκαν για
εκτέλεση στη θέση «Σκοποβολή», στο Γηροκομειό Πάτρας οι εξής:

Σπύρος Ματζούκας, Αντωνία Ματζούκα, Κωνσταντίνα Παπαδοπούλου, Παναγιώτης


Ηλιόπουλος, Παναγιώτης Αργυρόπουλος, Κωνσταντίνος Μανώλης και Γεώργιος Γεωργόπουλος.

Η παράνομη οργάνωση του ΚΚΕ στην Πάτρα είχε πια διαλυθεί.

54
Μόσχος, Γ. (2001), Χρόνια της Φωτιάς ~ Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ-ΗΛΙΔΑ, Πάτρα: Περί
Τεχνών, σ. 389.

84
7.3 Το τελικό σχέδιο αντιμετώπισης από τον ΔΣΠ - Πρώτες Συγκρούσεις.

Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 1948 οι κυβερνητικές δυνάμεις, με κυριότερη την 9η Μεραρχία,


έχουν προωθηθεί στην γραμμή: Λυκουρέσης Αρκαδίας-Ράχες Αρκαδίας-Τριπόταμα Αχαΐας-
Κλειτορία Αχαΐας.

Με την αλλαγή του έτους λοιπόν αρχίζουν να εισδύουν σιγά-σιγά εντός αυτής της γραμμής, και
πάντα κατά κλιμάκια προκειμένου να μην επιτρέψουν ελιγμούς στα νώτα τους από τις δυνάμεις
των ανταρτών. Παράλληλα, η 72η Ταξιαρχία του Εθνικού Στρατού, που είναι η κύρια δύναμη
κρούσης του Συγκροτήματος Κορινθίας του Εθνικού Στρατού, προωθείται στα ορεινά του νομού
για να αποκλείσει και από αυτή την κατεύθυνση τυχόν ελιγμούς των ανταρτών. Επί της ουσίας
δηλαδή οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού αρχίζουν να περικυκλώνονται ταυτόχρονα από
δυτικά, βόρεια και ανατολικά, ενώ στο υψίπεδο της Τρίπολης βρίσκονται άλλες κυβερνητικές
δυνάμεις που τους απαγορεύουν να ελιχθούν προς τα νότια.

Στο ύψος του χωριού Πλανητέρο αρχίζει να επιτίθεται η 9η Μεραρχία στους αντάρτες, τις
πρώτες μέρες του Ιανουαρίου 1949, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα.

Παράλληλα όμως, ο χειμώνας που ήδη έχει ενσκήψει είναι δριμύς. Όλες οι ορεινές περιοχές της
Πελοποννήσου έχουν σκεπαστεί από το χιόνι, ενώ στην επαρχία Καλαβρύτων κατά τόπους το
χιόνι φτάνει το ένα μέτρο.

Με βάση λοιπόν όλες τις προαναφερθείσες συνθήκες, ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου


εμπλουτίζει το σχέδιο άμυνας του, και ορίζει τους εξής ελιγμούς:

❖ Το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας ενισχυμένο με το 3ο τάγμα της 22ης Ταξιαρχίας, υπό τον


Καλαρίτη, να ελιχθούν στα νώτα της 72ης Ταξιαρχίας, μεταξύ των όρεων Χελμός και
Κυλλήνη Κορινθίας.
❖ Το Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας ενισχυμένο με το 2ο τάγμα της 22ης Ταξιαρχίας, υπό τον
Νίκο Πολυκράτη, και το επιτελείο της 22ης Ταξιαρχίας να ελιχθούν στα νώτα της 9ης
Μεραρχίας στις περιοχές Τριταίας-Ερυμάνθου-Κάπελης.
❖ Το Αρχηγείο της 3ης Μεραρχίας μαζί με την Σχολή Αξιωματικών και το 1ο τάγμα της
22ης Ταξιαρχίας, υπό τον Αρίστο Καμαρινό, να ελιχθούν σε όλες τις προαναφερθείσες
περιοχές καθώς και στην επαρχία Γορτυνίας στην Αρκαδία.
Έτσι λοιπόν, όταν οι κυβερνητικές δυνάμεις έφτασαν κοντά στην κοίτη του ποταμού
Ερύμανθου, στα ριζά του όρους Ερύμανθος, το 2ο τάγμα, υπό τον Νίκο Πολυκράτη, και το
επιτελείο της 22ης Ταξιαρχίας ελίχθησαν στην δασώδη περιοχή της Κάπελης, όπου ήδη

85
βρίσκονταν τμήματα του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας. Η Κάπελη είναι ένας μεγάλος δασικός
χώρος, που κατά τα 2/3 ανήκει στον νομό Ηλείας και κατά το 1/3 στον νομό Αρκαδίας, και
απλώνεται στην νότια κλίτυ του όρους Ερύμανθος.
Παράλληλα, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου, το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας μαζί
με το τάγμα Καλαρίτη διολίσθησαν στα νώτα της 72ης Ταξιαρχίας, στα ορεινά της Κορινθίας.
Ωστόσο οι προαναφερθείσες δυνάμεις του Εθνικού Στρατού εξακολουθούν να προωθούνται,
αφήνοντας τις στατικές δυνάμεις στα νώτα τους να αντιμετωπίσουν τους εχθρικούς ελιγμούς.
Έτσι στις 20 Ιανουαρίου ισχυρές δυνάμεις του Εθνικού Στρατού χτυπούν το 1ο τάγμα της 22ης
Ταξιαρχίας, μεταξύ των χωριών Αμυγδαλιά και Θεόκτιστο Γορτυνίας, του νομού Αρκαδίας.
Παρά τον άνισο καταμερισμό δυνάμεων και την συνεχή επέμβαση της πολεμικής αεροπορίας, το
τάγμα παραμένει χωρίς πολλές απώλειες στην θέση του.
Το βράδυ όμως της ίδιας ημέρας, οι υπόλοιπες δυνάμεις(Διοίκηση Μεραρχίας, Σχολή
Αξιωματικών και Λόχος Ασφαλείας) πραγματοποιούν ελιγμό στα κυβερνητικά νώτα με το
ακόλουθο δρομολόγιο: Κυράς Γεφύρι-υψώματα Ξηροκαρύταινας και Δάφνης-Βεσίνι Αχαΐας.
Τις επόμενες ημέρες οι δυνάμεις αυτές διασχίζουν το όρος Ερύμανθος και εγκαθίστανται στα
χωριά Κάλφα-Πόρτες-Σανταμέρι της Αχαΐας, περιμετρικά του όρους Σκόλλις.
Μια μέρα μετά και αυτόν τον ελιγμό οι κυβερνητικές δυνάμεις και κυρίως η 9η Μεραρχία,
αναδιπλώνονται στα νώτα τους, δηλαδή σε Ηλεία-Αχαΐα-Κορινθία, για να τις εκκαθαρίσουν εκ
νέου από τις ελισσόμενες δυνάμεις των ανταρτών.
Για την ίδια περίοδο μάλιστα, το γραφείο Α2 της Στρατιωτικής Διοίκησης Πελοποννήσου
σημειώνει τα εξής:
«5. Παρατηρήσεις:
α) Κατά τήν πρώτην φάσιν μέχρι τής 20ης Ιανουαρίου 1949 αι ΚΣ]καί δυνάμεις Πελ]νήσου
(Βορείου Συγκροτήματος) δέν υπέστησαν παρά τών Εθνικών δυνάμεων ΙΧ Μεραρχίας καί λοιπών
τμημάτων ουσιαστικήν φθοράν εις έμψυχον υλικόν, πλήν ελαχίστων απωλειών καί μικράς
διαρροής, ήτις παρετηρήθη εις τάς τάξεις τών ΚΣ]των έκ νεοεπιστρατευθέντων ως επί τό πλείστον.
β) Αι Εθνικαί δυνάμεις κατά τήν πρώτην φάσιν, παρά τό γεγονός ότι οι ΚΣ]ται εταλαιπωρήθησαν
ποικιλοτρόπως, ως έκ τών ελιγμών των, δέν επέτυχον ουδένα σοβαρόν καί αποφασιστικόν πλήγμα,
ώστε τούτο να επιδράση διά τήν κατάπτωσιν τού ηθικού τών ΚΣ]των, ό διετηρείτο ακμαίον εισέτι,
αλλά καί ο Λαός τής υπαίθρου έκ φόβου παρέμεινε διστακτικός εισέτι καί δέν υπεβοήθει επαρκώς
τάς Εθνικάς δυνάμεις.
…………………………………………………………………………………….......................................
δ) Αι μέχρι τούδε μικροσυγκρούσεις καί λοιπαί επαφαί τών ΚΣ]των μετά Εθνικών τμημάτων,
είχον ως αποτέλεσμα τήν κατανάλωσιν πολλών πυρ]κών παρά τών ΚΣ]τών καί εις ωρισμένα

86
τμήματα δέν απέμενον παρά ελάχιστα καί ούτω οι ΚΣ]ται δέν ήσαν εις θέσιν νά εφαρμόσουν
επιτυχώς σοβαράν τακτικήν αποστολήν».55

Προφανώς λοιπόν το ηθικό των ανταρτών κατά τις πρώτες συγκρούσεις, και παρά τις όποιες
δυσχέρειες, ήταν ακόμα καλό, όπως καταγράφει αυτή η πηγή του Εθνικού Στρατού. Ωστόσο,
προχωρώντας στην τελευταία παρατήρηση, βλέπει κανείς να αποτυπώνεται, πέρα από την
αντικειμενική ανισορροπία των αντίπαλων δυνάμεων, ο καταλυτικός παράγοντας για ένα πόλεμο
που είναι η επάρκεια σε εφόδια. Όπως θα φανεί και παρακάτω λοιπόν, το αποτέλεσμα του
Εμφυλίου στην Πελοπόννησο και κυρίως στην Αχαΐα, κρίθηκε καταλυτικά όταν ο ΔΣΠ
διασπάστηκε σε μικροομάδες, λόγω ένδειας πυρών.

Όσον αφορά το ίδιο διάστημα βέβαια, δεν θα πρέπει να παραλειφθεί η ανάθεση της επιχείρησης
«Περιστερά» από το Α’ Σώμα Στρατού στην Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση Πελοποννήσου. Σε
κίνηση αντιπερισπασμού για την «Περιστερά», ο Δημοκρατικός Στρατός της Κεντρικής Ελλάδας
χτύπησε και κατέλαβε το Καρπενήσι στις 20 Ιανουαρίου, με αποτέλεσμα το Α’ ΣΣ υπό τον
Τσακαλώτο να κληθεί στην Στερεά Ελλάδα, προς ανακατάληψη της πόλης.

Παράλληλα, ήδη από τα τέλη του 1948, έχει γίνει γνωστή η διαγραφή του Μάρκου Βαφειάδη
από το ΚΚΕ, με την κατηγορία «του οπορτουνιστή» ενώ στις 16 Ιανουαρίου ο Τίτο κλείνει τα
σύνορα της Γιουγκοσλαβίας με την Ελλάδα, αποτρέποντας οποιονδήποτε Έλληνα αντάρτη να
καταφύγει εκεί.

Τέλος στις 19 Ιανουαρίου ορκίζεται νέα κυβέρνηση του Σοφούλη, ενώ την ίδια μέρα ορίζεται
αρχιστράτηγος του Εθνικού Στρατού ο Αλέξανδρος Παπάγος.

Στρατιωτική Διοίκησις Πελοποννήσου – Γραφείον Α2 (1950) ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΟΣΥΜΜΟΡΙΤΙΣΜΌΣ


55

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 1946-1949, ΑΘΗΝΑΙ: Ελεύθερη Σκέψις, σ. 75.

87
Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ
ΣΤΡΑΤΟΥ ΣΤΗΝ
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1949-ΑΠΡΙΛΙΟΣ
1949

88
8. Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1949-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1949
8.1 Οι ελιγμοί και η εξόντωση του Αρχηγείου Αργολιδοκορινθίας.

Όταν το Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας μαζί με το 3ο τάγμα της 22ης Ταξιαρχίας διείσδυσαν στην
ορεινή Κορινθία, στα νώτα δηλαδή της 72ης Ταξιαρχίας, ελίσσονταν πέριξ του όρους Κυλλήνη.

Απ’ όποιο χωριό όμως κι αν περνούσαν, και ειδικά στην περιοχή της Στυμφαλίας πλήττονταν
τόσο από τους ένοπλους δεξιούς χωρικούς αλλά και τις δυνάμεις της 72ης Ταξιαρχίας, που κι
αυτή είχε αναδιπλωθεί στα νώτα της, για να τους αντιμετωπίσει.

Παράλληλα, το δριμύ ψύχος και η ανεπάρκεια εφοδίων οδηγούσε πολλούς είτε στον θάνατο
είτε στην λιποταξία. Μάλιστα, κοντά στα Τρίκαλα Κορινθίας συνδυασμένες κυβερνητικές
δυνάμεις(δηλ. Εθνικός Στρατός και Χωροφυλακή) με την συνδρομή της αεροπορίας συνέθλιψαν
τις δυνάμεις των ανταρτών, με πάρα πολλούς νεκρούς, τραυματίες και συλληφθέντες. Όσοι
επέζησαν με επικεφαλής τον Μανώλη Σταθάκη, κοντά στα τέλη Ιανουαρίου διεκπεραιώθηκαν
στην Αχαΐα, στο όρος Χελμός.

Εκεί, και ειδικά μετά την συρρίκνωση δύο λόχων του Αρχηγείου, που αποπειράθηκαν να
διεκπεραιωθούν στο όρος Ερύμανθος με αποτέλεσμα να εκμηδενισθούν σχεδόν, αλλά και την
ανεπάρκεια πυρομαχικών, αποφασίστηκε οι δυνάμεις του Αρχηγείου να διασπαστούν σε
μικροομάδες για να μπορούν να κινούνται καλύτερα.

Έτσι μια ομάδα των 15 ανταρτών, με επικεφαλής τον Γιάννη Κατσικόπουλο ή Βελιά, από τα
Καλάβρυτα, παρέμεινε στον Χελμό όπου και θα ελισσόταν. Μια ισοδύναμη ομάδα ανταρτών,
υπό τον Στέλιο Γλυκοφρύδη κινήθηκε στην περιοχή της Ζαρούχλας, στον βόρειο Χελμό, ενώ οι
εναπομένουσες δυνάμεις του 3ου τάγματος, υπό τον Καλαρίτη, κατευθύνθηκαν προς το Μαίναλο.
Τέλος, τα βασικότερα στελέχη του Αρχηγείου, που είχαν επιζήσει, ελίχθηκαν εκ νέου στην
περιοχή της Κυλλήνης, υπό τον Σταθάκη.

Μέσα σε ένα μήνα περίπου, οι ομάδες υπό τους Σταθάκη και Γλυκοφρύδη εξοντώνονται. Η
ομάδα υπό τον Κατσικόπουλο, αφού συνεχώς ελισσόταν στον Χελμό, αποφάσισε να μεταβεί στο
Μαίναλο. Όταν λοιπόν βρέθηκε κοντά στα χωριά Παγκράτι και Λυκούρια Αχαΐας, στα νότια ριζά
του Χελμού, χτυπήθηκε ταυτόχρονα από δυνάμεις του Εθνικού Στρατού και της Χωροφυλακής.
Ήταν 10 Απριλίου 1949. Ο Κατσικόπουλος και κάποιοι άλλοι αντάρτες αυτοκτόνησαν όταν
τέλειωσαν τα πυρομαχικά τους, ενώ όσοι δεν εξοντώθηκαν στην μάχη συνελήφθησαν. Αυτοί
ήταν και οι τελευταίοι, αντάρτες, που παρέμειναν στην Αχαΐα, όπως θα δούμε και παρακάτω.

89
8.2 Οι ελιγμοί και η εξόντωση του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας.

Όταν οι δυνάμεις της 9ης Μεραρχίας του Εθνικού Στρατού, άρχισαν να εισδύουν στα ορεινά των
νομών Ηλείας και Αχαΐας, περί τις αρχές Ιανουαρίου, οι δυνάμεις του Αρχηγείου ελίσσονταν
διαρκώς στις περιοχές Τριταία Αχαΐας και Πηνεία Ηλείας.

«Όπως και στις άλλες περιοχές έτσι κι εδώ τα πυρομαχικά των ανταρτών σώνονταν μέρα με τη
μέρα. Οι ίδιοι δεν επεδίωκαν να δώσουν μάχες, ήσαν αναγκασμένοι όμως θέλανε δεν θέλανε να
συγκρουστούν με τις δυνάμεις του στρατού που τους ακολουθούσαν όπου κι αν πήγαιναν. Στις 9 του
Γενάρη τους χτύπησαν στο χωριό Σιμόπουλου της Πηνείας. Και εδώ είχαν νεκρούς και τραυματίες.
Από την Πηνεία ξαναπέρασαν στην Τριταία όπου στις 17 και 18 του Γενάρη στο χωριό Σκιαδά,
κοντά στη Μποκοβίνα(πρόκειται για το χωριό Αγία Τριάδα Ηλείας, σημ. Κ.Κ.) αναγκάστηκαν να
ξαναδώσουν μάχη με σημαντικές απώλειες».56

Στην συνέχεια, κι ενώ το 2ο τάγμα της 22ης Ταξιαρχίας έχει ελιχθεί μαζί με το Επιτελείο της
3ης Μεραρχίας στην περιοχή της Κάπελης, το Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας, μαζί με τις
προαναφερθείσες δυνάμεις, ελίσσεται διαρκώς μεταξύ των νομών Αχαΐας και Ηλείας.

Έτσι λοιπόν, στις 5 Φεβρουαρίου, κι ενώ οι προαναφερθείσες δυνάμεις, περί τους 300 αντάρτες
κι ανταρτίνες, βρίσκονται σε αφάνεια κοντά στο χωριό Μαζαράκι Ηλείας, περικυκλώνονται από
το 21ο τάγμα πεζικού και κυριολεκτικά συνθλίβονται, με μόνο το 1/3 των δυνάμεων να γλιτώνει
την εξόντωση και την αιχμαλωσία.

«Τήν 9 τού μηνός Φεβρουαρίου αι υπό τούς Σαρήγιαννην και Ζαχαριάν διασωθέντες 80 Κ/Σ
γενόμενοι αντιληπτοί καί πάλιν υπό τού ιδίου 21 Ε.Τ.Π. προσεβλήθησαν αιφνιδιαστικώς εις θέσιν
Καταράχι (πλησίον των χωρίων Καρυαί καί Λουκά), ένθα εφονεύθησαν πολλοί, μεταξύ τών οποίων
οι Ζαχαριάς καί Καραθανάσης, οι δε λοιποί ηχμαλωτίσθησαν. Μόνον ο Σαρήγιαννης μετά 20 Κ/Σ
περίπου διασωθέντες κατέφυγον εις Κάπελην».57

Το τέλος όμως δεν αργεί να έρθει και για αυτούς.

Έτσι στις 7 Μαρτίου, μια εννεαμελής ομάδα ανταρτών, υπό τον Σαρρήγιαννη, που κρυβόταν
μεταξύ των χωριών Σπάτα και Μιχόι Αχαΐας, ανιχνεύεται από δυνάμεις της Χωροφυλακής και

56
Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-1949, Αθήνα:
Παρασκήνιο, σ. 138.
57
Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι: ιδιωτική
έκδοση, σ 187.

90
του Εθνικού Στρατού, και εξολοθρεύεται. Ανάμεσα στους νεκρούς βρίσκεται και ο Γιάννης
Σαρρής.

Πέντε μέρες μετά, στις 12 Μαρτίου, προδίδονται οι κρυπτόμενοι κοντά στο χωριό Ρουπακιά
Αχαΐας, Νίκος Πολυκράτης και Κώστας Βουρδέρης(κυβερνητικός αντιπρόσωπος της ΠΔΚ, σε
Αχαΐα-Ηλεία). Η Χωροφυλακή τους περικυκλώνει και τους σκοτώνει. Γλίτωσε ένας τρίτος
αντάρτης, που βρισκόταν μαζί τους, δηλαδή συνελήφθη και στάλθηκε αργότερα στο
Στρατοδικείο, ενώ σε μια κίνηση ύβρεως τα κεφάλια των νεκρών κόβονται και τίθενται σε κοινή
θέα στην Χαλανδρίτσα.

Το ίδιο διάστημα, η 9η Μεραρχία εξοντώνει την Σχολή Αξιωματικών του ΔΣΠ, υπό τον
Κωνσταντίνο Κανελλόπουλο, στο χωριό Βεσίνι Αχαΐας (4 Φεβρουαρίου 1949).

Παράλληλα, στις 13 Φεβρουαρίου, η 42η Ταξιαρχία της 9ης Μεραρχίας μαζί με δυνάμεις της
Χωροφυλακής και της διλοχίας Αιγίου, χτυπούν τα υπολείμματα λόχου του 2ου τάγματος της
22ης Ταξιαρχίας του ΔΣΠ, κοντά στο χωριό Κουνινά Αιγιαλείας. Μετά από πολύωρη μάχη και
την κατασπάληση των πυρών τους οι αντάρτες χωρίζονται σε μικροομάδες και τρέπονται σε
φυγή. Πίσω τους ωστόσο αφήνουν αρκετούς νεκρούς, τραυματίες και συλληφθέντες. Ανάμεσα
στους νεκρούς βρίσκεται και ο διοικητής του λόχου Μένης Πιερρουτσάκος.

8.3 Ολοκλήρωση των φάσεων Β’ & Γ’ της επιχείρησης «Περιστερά».

Κοντά στις 20 Φεβρουαρίου, η 9η Μεραρχία επιστρέφει στις θέσεις που κατείχε στην βόρεια
Πελοπόννησο στις 20 Ιανουαρίου, με τα μετόπισθεν της πλήρως καθαρισμένα από τους αντάρτες.

Έτσι λοιπόν, μαζί με τα υπόλοιπα τμήματα των κυβερνητικών δυνάμεων, εισδύει στην νότια
Πελοπόννησο και μέχρι τα τέλη Μαρτίου έχουν εξοντώσει τις εναπομένουσες δυνάμεις του ΔΣΠ
σε Μαίναλο, Ταΰγετο και Πάρνωνα. Παράλληλα, ο Εθνικός Στρατός αποτρέπει τμήματα των
ανταρτών να εισδύσουν στην βόρεια Πελοπόννησο, που πλέον ελέγχεται πλήρως από τον ίδιο.
Όσοι αντάρτες δεν σκοτώθηκαν είτε λιποτακτούσαν, ευελπιστώντας να τους αποδοθεί χάρη στο
Στρατοδικείο, είτε κρύβονταν σε απόκρημνες περιοχές για να σωθούν. Στα τέλη του Μαρτίου ο
Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου έχει νικηθεί κατά κράτος, σε ολόκληρη την Πελοπόννησο
ενώ λίγες ομάδες ανταρτών που κρύβονται στο Μαίναλο, τον Πάρνωνα και τον Ταΰγετο, θα
εξοντωθούν σταδιακά μέχρι το τέλος του 1949. Από τα ηγετικά στελέχη του ΔΣΠ θα σωθούν
ελάχιστοι, μεταξύ των οποίων ο Αρίστος Καμαρινός και ο Γιώργος Κονταλώνης.

91
Μέχρι τις 10 Απριλίου η 9η Μεραρχία έχει αποχωρήσει ατμοπλοϊκώς για την βόρεια Ελλάδα,
ενώ για την καταστολή τυχόν αναβίωσης της ανταρσίας, εγκαινιάζονται τα ΤΕΑ.

Στην Αχαΐα συγκροτήθηκε ένα τάγμα με 15 λόχους και με διοικητή τον Γ. Καπετζώνη. Απ’ αυτούς
οι πέντε στάθμευαν στην επαρχία των Καλαβρύτων. Καθένας απ’ αυτούς τους λόχους είχε
επικεφαλής έναν έφεδρο ανθυπολοχαγό. Οι λόχοι είχαν τις έδρες τους στα Καλάβρυτα, τα
Μαζέϊκα(δηλ. Κλειτορία, σημ. Κ.Κ.), την Κέρτεζη, το Σοπωτό(δηλ. Αροανία, σημ. Κ.Κ.) και τη
Στρέζοβα(δηλ. Δάφνη, σημ. Κ.Κ.).58

Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Αχαΐα αλλά και σε ολόκληρη πλέον την Πελοπόννησο έχει πια
λήξει με την νίκη του Εθνικού Στρατού.

58
Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-1949, Αθήνα:
Παρασκήνιο, σ. 169.

92
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

93
9. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Πριν το κλείσιμο της παρούσας έρευνας, θα πραγματοποιήσω μια σύντομη ανασκόπηση του
θέματος, που αναπτύχθηκε, και στην συνέχεια θα εκθέσω τα συμπεράσματα, στα οποία
κατέληξα, κατά την μελέτη των επιμέρους πηγών.

Όπως διαφάνηκε λοιπόν, από το κύριο μέρος της έρευνας, το παράδειγμα της Αχαΐας, πλήρως
και οργανικά ενταγμένο στο ευρύτερο παράδειγμα της Πελοποννήσου, παρουσιάζει κάποια
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ως προς την διεξαγωγή και την εξέλιξη του Εμφυλίου Πολέμου, κατά
το διάστημα 1946-1949.

Τα βασικότερα από αυτά είναι τα εξής:

 η ύπαρξη πολλαπλών ακροδεξιών και φιλοβασιλικών παρακρατικών συμμοριών με


έντονη αντιδημοκρατική και αντικομουνιστική δράση στην Αχαΐα, πριν το 1946.
 η αποτυχία δημιουργίας συγκροτημένων ανταρτικών εστιών στην περιοχή, κατά τα έτη
1946 και 1947, σε αντίθεση με την νότια Πελοπόννησο.
 η δημιουργία δύο πυρήνων του ΔΣΕ εντός της Αχαΐας (Αρχηγείο Αργολιδοκορινθίας, με
έδρα το όρος Χελμός, και Αρχηγείο Αχαΐας-Ηλείας, με έδρα το όρος Ερύμανθος) με
αξιοσημείωτη δράση, στα τέλη του 1947.
 η περιχαράκωση του Εθνικού Στρατού σε πέντε κυρίως βάσεις του εντός της Αχαΐας
(Πάτρα, Χαλανδρίτσα, Κέρτεζη, Καλάβρυτα, Μονή Μεγάλου Σπηλαίου) κατά την άνοιξη
και τους πρώτους δύο μήνες του καλοκαιριού του 1948.
 η δημιουργία ενός καθεστώτος επαπειλούμενης κυριότητας της αχαϊκής πρωτεύουσας, για
την κυβέρνηση των Αθηνών, ιδίως μετά την δεύτερη μάχη της Χαλανδρίτσας, και η
προσωρινή απώλεια ελέγχου μικρότερων αστικών ή ημιαστικών κέντρων, όπως το Αίγιο,
το Διακοπτό, τα Καλάβρυτα και η Χαλανδρίτσα.

Αναμφίβολα ωστόσο, κυρίως για τα τρία τελευταία, καίριο ρόλο έπαιξε η μη έγκαιρη αποστολή
ισχυρών κυβερνητικών ενισχύσεων από τη βόρεια Ελλάδα στην Πελοπόννησο, αλλά και η
επιδέξια προσέγγιση του λαού της αχαϊκής υπαίθρου από τον ΔΣΠ, με τρόπο εντελώς
διαφορετικό απ’ ότι έκαναν οι ντόπιες φιλοβασιλικές και ακροδεξιές οργανώσεις.

Τα πράγματα σαφώς θ’ αλλάξουν σταδιακά και με αφετηρία την μάχη της Βλασίας (23 Ιουλίου
1948) και κυρίως μετά την μάχη της Δημητσάνας (30 Αυγούστου 1948), με σταδιακή ανατροπή
των μέχρι τότε συσχετισμών σε ηθικό και στρατιωτικές επιτυχίες. Μιλώ φυσικά για το διάστημα
από τη μάχη της Βλασίας μέχρι και την απόσυρση της 9ης Μεραρχίας του Εθνικού Στρατού, από

94
την Πελοπόννησο, στις 10 Απριλίου, μετά την συντριβή του Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου. Συνεχίζοντας με τα βασικά χαρακτηριστικά δείγματα της υπό μελέτη περιόδου,
αξίζει να αναφερθούν:

 η αδυναμία του ΔΣΠ να εφοδιαστεί με πυρομαχικά από το Γενικό Αρχηγείο του


Δημοκρατικού Στρατού.
 η επιτυχημένη κινητοποίηση του Εθνικού Στρατού Πελοποννήσου, μετά την ενδελεχή και
άρτια βολιδοσκόπηση των αδυναμιών του αντιπάλου του, στα τέλη του καλοκαιριού του
1948.
 η πραγματοποίηση της βίαιης επιστράτευσης νεοσυλλέκτων, για τη σύσταση της 3ης
Μεραρχίας του ΔΣΕ και οι πρώτες σοβαρές αποτυχίες του ΔΣΠ, το φθινόπωρο του 1948.
 η ενίσχυση των ήδη πολυπληθών κυβερνητικών δυνάμεων της Πελοποννήσου με την
αξιόμαχη 9η Μεραρχία.
 και η ήττα των ανταρτών στην Αχαΐα αλλά και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.

Σ’ αυτό το σημείο λοιπόν θα καταθέσω τα προσωπικά ερευνητικά μου συμπεράσματα, για τον
Εμφύλιο Πόλεμο στο νομό Αχαΐας κατά το διάστημα 1946-1949, τα οποία θα προεκταθούν,
ανάλογα με το συμπέρασμα, και στα ευρύτερα πανελλήνια πλαίσια, πάντα με βάση το υπο
εξέταση θέμα:

❖ Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Αχαΐα, όπως και σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, πέρασε
από διακυμάνσεις, χωρίς να είναι ξεκάθαρο μέχρι και το έτος 1949, το οριστικό
αποτέλεσμα του. Ειδικότερα, για την Αχαΐα, ενώ κατά τα έτη 1946 και 1947 την ήλεγχε
αποκλειστικά η Χωροφυλακή και οι ακροδεξιές παρακρατικές ομάδες, βλέπουμε στα τέλη
του 1947 να στεριώνει στην περιοχή ο Δημοκρατικός Στρατός και να αποκτά μια υπεροχή
σε ηθικό και επιτυχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις, μέχρι και τις αρχές φθινοπώρου του
έτους 1948. Από την έναρξη ωστόσο του σχεδίου «Περιστερά», στα τέλη του 1948, μέχρι
και τον Απρίλιο του 1949, που αποχώρησε η 9η Μεραρχία του Εθνικού Στρατού από την
Πελοπόννησο, με την συντριβή των ανταρτών, απόλυτος κυρίαρχος της Πελοποννήσου
έγινε πάλι ο Εθνικός Στρατός.
Εδώ μάλιστα θέλω να συμπληρώσω, ότι όχι μόνο στην Αχαϊα, αλλά σε ολόκληρη την
Πελοπόννησο και την Ελλάδα, σημεία καμπής του Δημοκρατικού Στρατού φάνηκαν από
το φθινόπωρο του 1948, κυρίως λόγω της μη αναγνώρισης της «Προσωρινής
Δημοκρατικής Κυβέρνησης» από την Σοβιετική Ένωση, μετά από 3 χρόνια πολέμου,
αλλά και της απόφασης του ΚΚΕ να συμφωνήσει με την αποπομπή του ΚΚ

95
Γιουγκοσλαβίας από την «Κομινφόρμ». Τότε ήταν που η Λαϊκή Δημοκρατία της
Γιουγκοσλαβίας, βασικότερη τροφοδότης των ανταρτών, έκλεισε τα σύνορα της στον
ΔΣΕ ενώ έπαψε και κάθε άλλη βοήθεια προς αυτόν. Επομένως η τελική νίκη του Εθνικού
Στρατού δεν ήταν εξαρχής δεδομένη, παρά την ανισορροπία των αντίμαχων παρατάξεων
σε έμψυχο δυναμικό και εύρος συμμαχικής βοήθειας.
❖ Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Αχαΐα, με την τροπή που πήρε, και τις επιμέρους εξελίξεις
του, αποδεικνύει ότι δεν ήταν «συμμοριτοπόλεμος», πόλεμος δηλαδή του Εθνικού
Στρατού ενάντια σε συμμορίες πλιατσικολόγων, που δήλωναν παράλληλα και
κομουνιστές. Κι ούτε βέβαια, οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού ήταν
«συμμορίτες», όπως τους χαρακτήριζαν μέχρι και τρείς δεκαετίες αργότερα, όλες οι
«εθνικόφρονες» κυβερνήσεις. Αλήθεια, πως γίνεται μια συμμορία λίγων χιλιάδων
ανθρώπων, να ελέγχει περί τα 2/3 της Πελοποννήσου και ένα μεγάλο μέρος της Αχαΐας,
υπό το σχήμα του πλιατσικολόγου, για περίπου 3 χρόνια; Οι συμμορίες δεν φροντίζουν να
μορφώσουν τον υποκείμενο σ’ αυτές λαό, ούτε να τον καθοδηγήσουν σε μια πρότυπη
μορφή αυτοδιαχείρισης και αυτοδιοίκησης. Απεναντίας, η «Προσωρινή Δημοκρατική
Κυβέρνηση» στην Πελοπόννησο, και στην Αχαϊα ειδικότερα, άνοιξε τα σχολεία με δικούς
της δασκάλους, ίδρυσε δική της Παιδαγωγική Ακαδημία στην Γορτυνία και παρακίνησε
τον λαό των ελεγχόμενων, από αυτήν, περιοχών να συγκαλέσουν ξανά τα τοπικά
συμβούλια τους, και να εμπλακούν στην αυτοδιοίκηση των χωριών τους. Επομένως τόσο
ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου όσο και ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, δεν
ήταν συμμορία, αλλά μια πολιτικοστρατιωτική οργάνωση, που προσπάθησε, πάντα κατά
την δική της ιδεολογική και πολιτική αντίληψη, να οδηγήσει τους Έλληνες πολίτες σε πιο
αμεσοδημοκρατικά πλαίσια πολιτικής αγωγής. Τώρα το αν συμφωνεί κανείς με αυτά ή
όχι, είναι κάτι που δεν αφορά την παρούσα έρευνα και εργασία.
❖ Το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου στην Αχαΐα και στην υπόλοιπη Πελοπόννησο, στις
αρχές της άνοιξης του 1949, με την συντριβή του Δημοκρατικού Στρατού
Πελοποννήσου, επηρέασε καθοριστικά και το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου στον
Γράμμο τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Κι αυτό διότι, μετά την επιτυχία του σχεδίου
«Περιστερά», ο Εθνικός Στρατός και οι υπόλογες σ’ αυτόν δυνάμεις, εξασφάλισαν τα
νώτα τους από νότο και κατάφεραν να συσπειρώσουν ακόμα περισσότερες δυνάμεις τους
στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα όλες τους οι
επιμέρους εκκαθαριστικές ενέργειες να ολοκληρωθούν με επιτυχία, περιορίζοντας πια τον
Δημοκρατικό Στρατό, στα σύνορα με την Αλβανία μεταξύ των ορεινών όγκων του
«Γράμμου» και του «Βίτσι». Λίγους μήνες μετά, και αυτός ο χώρος θα εκκαθαριστεί από

96
τον Εθνικό Στρατό ενώ οι τελευταίοι αντάρτες του ΔΣΕ στον Γράμμο, θα περάσουν στην
σοσιαλιστική Αλβανία, ως ηττημένοι πια.
❖ Η εξέλιξη και το αποτέλεσμα του Εμφυλίου Πολέμου, όχι μόνο στην Αχαϊα αλλά σε
ολόκληρη την Ελλάδα, κρίθηκε αρκετά από την πολιτική στάση των υπερδυνάμεων
της εποχής, ΗΠΑ, ΕΣΣΔ και Μεγάλη Βρετανία. Η βρετανική επέμβαση στα ελληνικά
πράγματα, με ευθύνη τόσο της ΕΑΜικής όσο και της ΑΝΤΙΕΑΜικής παράταξης κατά
την περίοδο της Κατοχής όξυνε για δικά της συμφέροντα το ήδη τεταμένο κλίμα μεταξύ
των αντιμαχόμενων παρατάξεων. Στο ίδιο κλίμα, και πάντα για τα δικά τους συμφέροντα
στη Μεσόγειο και στο υπογάστριο του «Ανατολικού Μπλοκ» κινήθηκαν και οι ΗΠΑ, από
το έτος 1947 κλιμακώνοντας τις εξελίξεις του Εμφυλίου Πολέμου και εντέλει
καθορίζοντας το αποτέλεσμα του, ενώ δεν ήταν αμέτοχη και η στάση της ΕΣΣΔ, που
παρασκηνιακά ενίσχυε τον ΔΣΕ αλλά ωστόσο ποτέ δεν αναγνώρισε την ΠΔΚ,
δυσχεραίνοντας έτσι την θέση της. Αν και πιστεύω ότι ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν ένας
πόλεμος αναπόφευκτος, θαρρώ ότι οι τότε υπερδυνάμεις, στα πλαίσια του ήδη
αναδυόμενου «Ψυχρού Πολέμου» τον διαχειρίστηκαν εις βάρος του ελληνικού λαού, όσο
ιδεαλιστικές κι αν προβάλλονταν οι προθέσεις τους ή ακόμα και η ιδεολογικοπολιτική
τους θέση.

Μετά λοιπόν και τα προσωπικά μου ερευνητικά συμπεράσματα για τον Εμφύλιο Πόλεμο στον
νομό Αχαΐας, το διάστημα 1946-1949, θαρρώ ότι αν αναλάμβανα την έρευνα αυτή ξανά θα
προέβαινα σε κάποιες προσθήκες ακόμη. Για να γίνω σαφής, πρώτα απ’ όλα θα προσπαθούσα να
καταγράψω την μαρτυρία κι άλλων εμπλεκόμενων στον Εμφύλιο Πόλεμο, και όχι μόνο του
κύριου Ιωάννη Ράγκου. Βέβαια, αξίζει να σημειώσω, ότι οδηγήθηκα μόνο σε μία συνέντευξη,
καθώς μου ήταν δύσκολο να βρω και να καταγράψω τέτοιου είδους μαρτυρίες, αφού πολλοί από
τους εμπλεκόμενους, που ζούν ακόμη, συχνά αρνούνται να μιλήσουν για το θέμα αυτό, μιας και
γι’ αυτούς ήταν και είναι μια άκρως τραυματική εμπειρία. Παράλληλα, την έρευνα θα βοηθούσε
και μια προσθήκη της στάσης των Εργατικών Κέντρων της Πάτρας και του Αιγίου, απέναντι στα
τεκταινόμενα του Εμφυλίου Πολέμου, ή ακόμα και των άλλων επαγγελματικών ενώσεων.

Θα χαρώ ιδιαίτερα βέβαια, να δω στο μέλλον έρευνες με το ίδιο θέμα, είτε αυτές με αναιρούν
είτε αυτές συμφωνούν με τα δικά μου ερευνητικά αποτελέσματα και συμπεράσματα. Άλλωστε
όπως μας έχει αφήσει παρακαταθήκη ο πατέρας της Ιστορίας, ο Ηρόδοτος:
«Δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να τα ξέρουν όλα!»

97
ΠΑΡΑΘΕΜΑ

98
10. ΠΑΡΑΘΕΜΑ

Κωνσταντίνος Τσαλδάρης, ηγέτης του Λαϊκού


Κόμματος(πηγή: bill-files.blogspot.gr)

Μάρκος Βαφειάδης, αρχηγός του ΔΣΕ


(πηγή: http://lefobserver.blogspot.gr)

99
Γεώργιος ο Β’ Γκλύξμπουργκ, βασιλιάς της Ελλάδας
(πηγή: el.wikipedia.org )

Νίκος Ζαχαριάδης, γ.γ. του ΚΚΕ(1945-1956)


(πηγή: el.wikipedia.org )

100
Το στρατόπεδο της Μακρονήσου .
(πηγή: www.raporto.gr)

Το βασιλικό ζεύγος του τότε «Βασιλείου της Ελλάδος», Βασιλιάς Παύλος ο Α’ και η Βασίλισσα
Φρειδερίκη Μπρούνσβικ, απο το έτος 1947.
(πηγή: ellinesvasileis.blogspot.com)

101
Η κηδεία των νεκρών χωροφυλάκων της Χαλανδρίτσας
(πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.gr)

Κρυπτογραφημένο μήνυμα του ΔΣΠ.


(πηγή: www.rizospastis.gr)

102
Γιώργος Κονταλώνης, επιτελάρχης της 3ης Μεραρχίας του ΔΣΠ(αριστερά), Στέφανος Γκιουζέλης,
μέραρχος της 3ης Μεραρχίας του ΔΣΕ(κέντρο) και Κώστας Μπασακίδης, διευθυντής του γραφείου
επιχειρήσεων της 3ης Μεραρχίας του ΔΣΕ(δεξιά).
(πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.gr)

Παρέλαση του ΔΣΠ στην Λαμπεία Ηλείας, την 28η Οκτωβρίου 1948
(πηγή: Kokkinosfakelos.blogspot.gr)

103
Κωνσταντίνος Βουρδέρης, αντιπρόσωπος της ΠΔΚ στο
νομός Αχαΐας.
(πηγή: «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ»
του Β. Λάζαρη)

Νίκος Πολυκράτης (Νικήτας), αξιωματικός του ΔΣΠ


(πηγή: «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ»
του Β. Λάζαρη)

104
Στρατιώτες του Εθνικού Στρατού κουβαλούν νεκρό συναγωνιστή τους μετά τη μάχη των
Καλαβρύτων, στις 11 Απριλίου 1948.
(πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.com)

Παρέλαση του μηχανοκίνητου σώματος Χωροφυλακής στην Πάτρα.


(πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.com)

105
Το σχέδιο της προσβολής της Χαλανδρίτσας από τον ΔΣΠ.
(πηγή: politikokafeneio.com)

Το πτώμα του Κώστα Χινόπωρου, στο νεκροταφείο της Αγιαλεξιώτισσας στην Πάτρα
(πηγή: «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ» του Β. Λάζαρη)

106
Κρατούμενες γυναίκες της Αχαΐας στο γήπεδο της «Παναχαϊκής» μετά τις 27 Δεκεμβρίου
1948
(πηγή: «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ» του Β. Λάζαρη)

Ο Ιωάννης Μαντζούτσος με τα παιδιά του, έτος 1948.


(πηγή: gzmosxos.blogspot.gr)

107
Αναφορά στον θάνατο του Κων/νου Χινόπωρου, στο παράνομο φύλλο του «Ριζοσπάστη» της 20ης
Ιανουαρίου 1949
(πηγή: Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης», Χαλάνδρι Αττικής)

Φωτογραφία που πάρθηκε στο Στρατοδικείο Πατρών, την 19η Ιανουαρίου 1949. Στα δεξιά
εμφανίζεται ο βασιλικός επίτροπος Γεώργιος Δαγλαρίδης.
(πηγή: «Νεολόγος Πατρών» φ. 20 Ιανουαρίου 1949)

108
Προσομοίωση του νομού Αχαΐας, κατά το διάστημα 1946-1949, με την επαρχιακή διαίρεση
και τα σημεία, όπου διεξήχθηκαν τα κυριότερα γεγονότα του Εμφυλίου Πολέμου, μέσω του
λογισμικού Google Earth.

Προσομοίωση των πέντε επιμέρους Αρχηγείων του ΔΣΠ, μέσω του λογισμικού Google
Earth.

109
Προσομοίωση των σταθερών βάσεων του Εθνικού Στρατού Πελοποννήσου, στον νομό
Αρκαδίας (μωβ χρώμα) και Αργολιδοκορινθίας (πράσινο χρώμα), μέσω του λογισμικού
Google Earth.

Προσομοίωση των σταθερών βάσεων του Εθνικού Στρατού Πελοποννήσου, στον νομό
Μεσσηνίας (μπλε χρώμα) και Λακωνίας (κόκκινο χρώμα), μέσω του λογισμικού Google
Earth.

110
Προσομοίωση της προώθησης της 9ης Μεραρχίας από τις 13 Δεκεμβρίου (κίτρινη γραμμή) μέχρι τα
τέλη Δεκεμβρίου (πορτοκαλί γραμμή), παράλληλα με την προώθηση της 72ης Ταξιαρχίας (πράσινη
γραμμή) εναντίον του ΔΣΕ της περιοχής (κόκκινες γραμμές), που είχε αποσυρθεί στα σύνορα των
νομών Αχαΐας και Αρκαδίας, μέσω του λογισμικού Google Earth.

Προσομοίωση του ελιγμού του ΔΣΠ στις 20 Ιανουαρίου 1949, μετά την μάχη εκ παράταξης, ανάμεσα
στα χωριά «Θεόκτιστο» και «Μυγδαλιά» Γορτυνίας, μέσω του λογισμικού Google Earth.

111
Προσομοίωση των τελευταίων ελιγμών του Αρχηγείου Αργολιδοκορινθίας (κόκκινα τόξα) ενάντια
στον Εθνικό Στρατό (κίτρινα τόξα), μέσω του λογισμικού Google Earth.

Προσομοίωση των τελευταίων ελιγμών του Αρχηγείου Αχαΐας-Ηλείας (κόκκινα τόξα) ενάντια στον
Εθνικό Στρατό (κίτρινα τόξα), μέσω του λογισμικού Google Earth.

112
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ

113
11. ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ
ΑΘΧ: Άνευ Θητείας Χωροφύλακες

ΑΣΔΠ : Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση Πελοποννήσου

Α’ ΣΣ: Α’ Σώμα Στρατού

AMAG: American Mission for Aid to Greece

ΓΕΣ: Γενικό Επιτελείο Στρατού

ΔΣΕ: Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας

ΔΣΠ: Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου

ΕΑΜ: Εθνικό Απελευθερωτικό Κίνημα

EKKA: Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση

ΕΛΑΣ: Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός

ΕΟΒ: Εθνική Οργάνωση Βασιλοφρόνων

ΕΠΟΝ: Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων

ΕΣΣΔ: Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών

ΕΤΑ: Επιμελητεία Του Αντάρτη

ΗΠΑ: Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής

ΚΓΑΝΕ: Κλιμάκιο Γενικού Αρχηγείου Νοτίου Ελλάδος

ΚΚΕ: Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος

ΜΑΔ: Μονάδες Αποσπασμάτων Διώξεως

ΜΑΥ: Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου

ΜΟΚ: Μοίρες Ορεινών Καταδρομών

ΟΔΕΚΑ: Ομάδες Δημοκρατικών Ενόπλων Καταδιωκόμενων Αγωνιστών

ΟΗΕ: Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών

114
ΠΕΑΕΑ: Πολιτικές Επιτροπές Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης

ΤΕ: Τάγμα Εθνοφρουράς

ΤΕΑ: Τάγματα Εθνικής Ασφαλείας

115
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

116
12. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΙΒΛΙΑ

 Γενικό Επιτελείο Στρατού(1998), Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, τόμος 9ος,


Αθήνα: Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού.
 Γενικό Επιτελείο Στρατού(1998), Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, τόμος 11ος,
Αθήνα: Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού.
 Δασκαλάκης, Α. (1973), Ιστορία Ελληνικής Χωροφυλακής 1936-1950, τόμος Β’, Αθήναι:
Αρχηγείον Χωροφυλακής.
 Ζαφειρόπουλος, Δ. (1956) Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949, ΑΘΗΝΑΙ:
ΜΑΥΡΙΔΗΣ.
 Καμαρινός, Α. (2008) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, 1946~1949,
Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
 Κυρίτσης, Ν.(2012) ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ~ Ίδρυση-Μονάδες-
Αξιωματικοί-Δυνάμεις-Απώλειες-Κοινωνική σύνθεση, Αθήνα : Σύγχρονη Εποχή.
 Λάζαρης, Β. (2006) Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ, Αθήνα: Σύγχρονη
Εποχή.
 Μαργαρίτης, Γ. (2001) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-
1949, τόμος Ά, Αθήνα: Βιβλιόραμα.
 Μόσχος, Γ. (2001), Χρόνια της Φωτιάς ~ Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΣΤΗΝ ΑΧΑΪΑ-ΗΛΙΔΑ, Πάτρα:
Περί Τεχνών.
 Παλαιολογόπουλος, Δ. (2001) Ο εμφύλιος πόλεμος στην επαρχία Καλαβρύτων 1946-
1949, Αθήνα: Παρασκήνιο.
 Πριόβολος, Γ. (2007) ΜΙΑ ΑΛΥΣΙΔΑ ΜΝΗΜΕΣ, Αχαΐα και Βόρεια Πελοπόννησος 1940-
1949, Αθήνα: Αλφειός.
 Στρατιωτική Διοίκησις Πελοποννήσου – Γραφείον Α2 (1950)
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΟΣΥΜΜΟΡΙΤΙΣΜΌΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 1946-1949, ΑΘΗΝΑΙ:
Ελεύθερη Σκέψις.
 Τσακαλώτος, Θ. (1960), 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος τόμος Β’, Αθήναι: Ιδιωτική
έκδοση.
 Τσιγγούνης, Α. (1961) Ο ΣΥΜΜΟΡΙΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ, Αθήναι:
ιδιωτική έκδοση.

117
ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

 εφημερίδα Νεολόγος Πατρών, φ. 6 Ιουλίου 1948.


 εφημερίδα Νεολόγος Πατρών, φ. 7 Ιουλίου 1948.
 εφημερίδα Ριζοσπάστης, φ. 20 Ιανουαρίου 1949.
ΠΗΓΕΣ
 Ανακοίνωση του Προεδρείου της 3ης Ολομέλειας του ΚΚΕ (1947).
 Απόφαση της 2ης Ολομέλειας του ΚΚΕ (1946).
 Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φύλλο 197, τχ. Α’, 18 Ιουνίου 1946.
 Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φύλλο 293, τχ. Α’, 27 Δεκεμβρίου 1947.

118

You might also like