Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 5

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΙΣ 12/2021

Θεόδωρου Δ. Παπαγεωργίου
Ειδικού Νομικού Συμβούλου
παρά τη Ιερά Συνόδω
της Εκκλησίας της Ελλάδος

Θέμα : «Συμπεράσματα από τις αποφάσεις ΣτΕ 588/2021 και 589/2021 για
την εκλογή στην Ιερά Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας,
Βουλιαγμένης και Βάρης»

Α. Και στις δύο υποθέσεις που αφορούσαν το κύρος της από 20.3.2019
αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την εκλογή στον
μητροπολιτικό θρόνο της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας,
Βουλιαγμένης και Βάρης, το περιεχόμενο του φαινομενικά αναπόφευκτου
προβλήματος της εκλογιμότητας ή μη των τιτουλαρίων Επισκόπων, που έθεταν
οι αιτήσεις ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) τέθηκε
εκποδών από το ΣτΕ, καθώς ασχολήθηκε με ένα διάφορο ζήτημα που
προέβαλε η καθ' ης Εκκλησία της Ελλάδος : εάν επιτρέπεται ο διορισμός
βοηθού Επισκόπου εκτός των νομοθετημένων οργανικών θέσεων και εάν είναι
εκλόγιμος ως επαρχιούχος Μητροπολίτης ο διορισθείς (εκτός οργανικής
θέσεως) βοηθός Επίσκοπος Σαλώνων.
Οι αντίδικοι της Εκκλησίας της Ελλάδος πρότειναν ως βασικό
ισχυρισμό της αιτήσεως ακυρώσεώς τους την μη εκλογιμότητα των
τιτουλαρίων Επισκόπων που εξελέγησαν μετά την έναρξη ισχύος του
Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977, ΦΕΚ Α΄
146/31.5.1977, εφεξής «Κ.Χ.Ε.Ε.»). Νομική βάση του ισχυρισμού τους
αποτελούσε το άρθρο 25 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε. που προβλέπει ότι εκλόγιμοι σε
θέσεις επαρχιούχων Μητροπολιτών είναι, πλην άλλων, «και οι Βοηθοί
Επίσκοποι ως και οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Τιτουλάριοι
Μητροπολίται και Επίσκοποι». Οι αιτούντες υποστήριξαν την άποψη ότι εξ
αντιδιαστολής προκύπτει από το ανωτέρω άρθρο πως όσοι τιτουλάριοι
Επίσκοποι εξελέγησαν μετά τις 31.5.1977 (ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του ν.
590/1977) δεν είναι εκλόγιμοι.
Η Εκκλησία της Ελλάδος απάντησε με την έκθεση απόψεων και τα
υπομνήματά Της ότι είναι εκλόγιμοι και οι μετά τον ν. 590/1977 εκλεχθέντες
τιτουλάριοι Επίσκοποι, ωστόσο επέμεινε στο κύριο επιχείρημα ότι
απαραδέκτως και μάλιστα αλυσιτελώς προβάλλεται ο λόγος ακυρώσεως
σχετικά με την εκλογιμότητα τιτουλαρίου Επισκόπου Σαλώνων, αφού είναι
διορισμένος βοηθός Επίσκοπος στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και εξαρκεί
ούτως ἠ άλλως η ιδιότητά του ως βοηθού Επισκόπου για την εκλογιμότητά
του. Πράγματι το άρθρο 25 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε. δεν έχει εξαρτήσει την
εκλογιμότητα των βοηθών Επισκόπων από την ημερομηνία εκλογής τους.
Αναφέρει η συγκεκριμένη διάταξη ότι : «Εκλόγιμοι επίσης είναι άνευ εγγραφής

1
εις κατάλογον …, και οι Βοηθοί Επίσκοποι…» χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη
περί τον χρόνο εκλογής τους, άρα πρόκειται για ρύθμιση πάγιου και όχι
μεταβατικού χαρακτήρα.
Στο αντεπιχείρημα των αντιδίκων ότι ως εκλόγιμοι βοηθοί Επίσκοποι
κατά το άρθρο 25 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε. νοούνται όσοι κατέχουν οργανική θέση
βοηθού Επισκόπου, η απάντηση της Εκκλησίας της Ελλάδος ήταν ότι το 1977,
οπότε τέθηκε εν ισχύι το άρθρο 25 παρ. 2, δεν προβλέπονταν καν οργανικές
θέσεις βοηθών Επισκόπων στον Κ.Χ.Ε.Ε. ή σε άλλο νομοθέτημα, ώστε να
υπονοείται αυτή η προϋπόθεση από την ανωτέρω διάταξη του Κ.Χ.Ε.Ε..
Οργανικές θέσεις βοηθών Επισκόπων θεσπίσθηκαν το πρώτον με τον νόμο
1951/1991 (ενώ προστέθηκαν και αργότερα με τους νόμους 2817/2000,
4521/20181), ώστε δεν είναι δυνατόν ο νομοθέτης το 1977 να απαιτούσε την
συνδρομή μιας ανύπαρκτης τότε προϋποθέσεως. Αντίθετα, το άρθρο 42 παρ. 2
εδάφιο τρίτο του Κ.Χ.Ε.Ε.2 (που παραμένει αμετάβλητο από το 1977 έως
σήμερα), υπολαμβάνει ότι επιτρέπεται κατά την ευχέρεια των Μητροπολιτών η
ανάθεση «διοικητικού ή εκκλησιαστικού έργου» σε κληρικό εκλεγμένο
(προφανώς από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας) στον «επισκοπικό βαθμό», και
αποσαφηνίζει ότι η δυνατότητα αυτή δεν συνεπάγεται και εξουσία συστάσεως
οργανικής θέσεως βοηθού Επισκόπου. Από τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2
εδ. γ Κ.Χ.Ε.Ε. συνάγεται ότι ο νομοθέτης απέβλεψε στη διευκρίνιση ότι δεν
απαγορεύονται μεν στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας (Ι.Σ.Ι.) και στους
Μητροπολίτες η εκλογή και ο διορισμός βοηθών Επισκόπων, αλλά ότι πάντως
κωλύεται η σύσταση οργανικών θέσεων βοηθών Επισκόπων με απόφαση της
Ι.Σ.Ι. ή Μητροπολίτη –προφανώς διότι θα επιβάρυνε τον κρατικό
προϋπολογισμό με πρόσθετους μισθούς Επισκόπων χωρίς την συναίνεση της
Πολιτείας. Η απαγορευτική ρύθμιση του άρθρου 42 παρ. 2 εδ. γ Κ.Χ.Ε.Ε.
ερείδεται λοιπόν στο λογικό προηγούμενο ότι μετά την έναρξη ισχύος του
Κ.Χ.Ε.Ε. κατ' αρχήν επιτρέπονται οι εκλογές τιτουλαρίων Επισκόπων και οι
διορισμοί τους ως βοηθών Επισκόπων.
Κατ' επέκταση προβλήθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος ότι οι άνευ
οργανικής θέσεως βοηθοί Επίσκοποι του άρθρου 42 παρ. 2 εδ. γ Κ.Χ.Ε.Ε. είναι
εκλόγιμοι σε θρόνους Ιερών Μητροπόλεων κατά το άρθρο 25 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε.
(αφού όπως προεκτέθηκε δεν μπορεί να αποδοθεί στην τελευταία διάταξη το
νόημα ότι απαιτείται οργανική θέση για την εκλογιμότητα βοηθού Επισκόπου
σε μητροπολιτικό θρόνο), επιχείρημα που επίσης έκαναν δεκτό οι αποφάσεις
του ΣτΕ 588-589/2021.
Το ΣτΕ δεχόμενο ως νομικώς βάσιμες τις παραπάνω νομικές θέσεις της
Εκκλησίας της Ελλάδος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι παρά την σύσταση
συγκεκριμένων οργανικών θέσεων βοηθών Επισκόπων είτε στην Ι.
Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στις Ι. Μητροπόλεις (12 θέσεις) είτε των 4
(λεγόμενων «επιτελικών») θέσεων βοηθών Επισκόπων (με σχετικές προσθήκες
1
. Άρθρα 13 του ν. 1951/1991, 15 παρ. 8 περ. στ΄ εδάφιο β΄ του ν. 2817/2000, 44 παρ. 2 του ν.
4521/2018.
2
. «Εις περιπτώσεις καθ' ας ήθελεν ανατεθή διοικητικόν ή εκκλησιαστικόν έργον εις κληρικόν
φέροντα τον επισκοπικόν βαθμόν, δεν παρέχεται διά του παρόντος νομοθετική εξουσία προς
σύστασιν αντιστοίχου οργανικής θέσεως Βοηθού Επισκόπου, Τιτουλαρίου Επισκόπου ή
Τιτουλαρίου Μητροπολίτου».

2
στο άρθρο 27 παρ. 1-2 Κ.Χ.Ε.Ε. από τον ν. 1951/1991, αλλά και εκτός του
κειμένου του Κ.Χ.Ε.Ε., με τους ν. 2817/2000 και ν. 4521/2018), εξακολουθεί
παράλληλα η δυνατότητα εκλογής τιτουλαρίων Επισκόπων και διορισμού τους
ως βοηθών Επισκόπων χωρίς οργανική θέση, αφού το άρθρο 42 παρ. 2 εδ. γ
του Κ.Χ.Ε.Ε. δεν έχει καταργηθεί.
Το ΣτΕ συνεπώς κλήθηκε να ασχοληθεί με την νομιμότητα της εκλογής
(δια της αποφάσεως της Ι.Σ.Ι. στις 8.3.2012) του τιτουλαρίου Επισκόπου
Σαλώνων και του διορισμού του ως βοηθού Επισκόπου εκτός οργανικής
θέσεως στην Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών με αλλεπάλληλες αποφάσεις του
Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος και έκρινε τον
διορισμό του εκτός οργανικής θέσεως ως νόμιμο και συνεπαγόμενο την
εκλογιμότητα του σε μητροπολιτικό θρόνο λόγω της ιδιότητάς του ως βοηθού
Επισκόπου. Αξίζει να σημειωθεί για την πράξη διορισμού βοηθού Επισκόπου
εκτός οργανικής θέσεως και με μη διοικητικά καθήκοντα ότι δεν απαιτείται η
δημοσίευσή της δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, καθ' όσον πρόκειται
για πράξη αμιγώς πνευματικού περιερχομένου.
Μετά τις ανωτέρω αποφάσεις του ΣτΕ αχρηστεύεται η περιοριστική
λειτουργία των διατάξεων που θέσπισαν οργανικές θέσεις βοηθών Επισκόπων 3
και κατά τα φαινόμενα θεμελιώνουν στον αναγνώστη τους την συνείδηση ότι
απαγορεύεται η εκλογή και ο διορισμός βοηθών Επισκόπων χωρίς σχετική
οργανική θέση. Από την στιγμή που από το 1991 (όταν με τον ν. 1951/1991
συστάθηκαν οι πρώτες οργανικές θέσεις βοηθών Επισκόπων) και μέχρι σήμερα
δεν καταργήθηκε από τον νομοθέτη η παράλληλη δυνατότητα εκλογής
τιτουλαρίων Επισκόπων και διορισμού τους (ανάθεση καθηκόντων) ως
βοηθών Επισκόπων χωρίς οργανική θέση, απομειώνεται η δεσμευτική ισχύς
της συστάσεως οργανικών θέσεων βοηθών Επισκόπων στα άρθρα 27 παρ. 1-2
Κ.Χ.Ε.Ε., 15 παρ. 8 ν. 2817/2000 και 44 παρ. 1-2 του ν. 4521/2018.
Εξ άλλου η δυνατότητα εκλογής τιτουλαρίων Επισκόπων από την Ιερά
Σύνοδο της Ιεραρχίας όχι μόνον δεν απαγορεύθηκε διαρρήδην με τον ν.
590/1977, αλλά και μετά την έναρξη ισχύος του υφίστανται νεώτερα
νομοθετήματα που την υπολαμβάνουν ως γενικώς επιτρεπτή όπως το άρθρο 30
ν. 3432/2006, που τροποποίησε το άρθρο 27 παρ. 1 εδ. β Κ.Χ.Ε.Ε. και
επιτρέπει την ανύψωση των τιτουλαρίων Επισκόπων –χωρίς να περιορίζεται σε
τιτουλαρίους κατά την έναρξη ισχύος του ν. 590/1977– σε τιτουλαρίους
Μητροπολίτες με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και με τον τίτλο που
φέρουν.
Εξ άλλου δεν φαίνεται η σύσταση στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και
στις Ιερές Μητροπόλεις των 12 οργανικών θέσεων Επισκόπων των
παραγράφων 1-2 του άρθρου 27 Κ.Χ.Ε.Ε.45 να εξυπηρετεί κάποιο
3
. Άρθρα 27 παρ. 1-2 Κ.Χ.Ε.Ε., 15 παρ. 8 του ν. 2817/2000 και 44 παρ. 1-2 του ν. 4521/2018.
4
. Άρθρα 27 παρ. 1 και 2 Κ.Χ.Ε.Ε. όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν.1951/1991
(ΦΕΚ Α΄ 84/31.5.1991) που θέσπισαν 4 θέσεις (παρ. 1) στην Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών στις
οποίες με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 4521/2018 (ΦΕΚ Α΄ 38/2.3.2018) προστέθηκαν οι 2
διατηρούμενες θέσεις των Επισκόπων Αχελώου και Ευρίπου και άλλες 6 θέσεις στις λοιπές
Ιερές Μητροπόλεις.
5
. Άρθρο 15 παρ. 8 του Ν. 2817/2000 (ΦΕΚ Α΄ 78/14.3.2000), όπως το εδάφιο δ
συμπληρώθηκε με το άρθρο 44 παρ. 1 του ν. 4521/2018 (ΦΕΚ Α΄ 38/2.3.2018).

3
δημοσιονομικό σκοπό (μη επιβαρύνσεως με πρόσθετους μισθούς Επισκόπων
του προϋπολογισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων). Και
τούτο, διότι όλοι οι εκλεγόμενοι στις παραπάνω οργανικές θέσεις βοηθών
Επισκόπων δεν λαμβάνουν αποδοχές του ειδικού μισθολογίου των Αρχιερέων 6
κατά την ρητή απαγόρευση των άρθρων 27 παρ. 4 Κ.Χ.Ε.Ε. 7 και 44 παρ. 2 εδ.
β του ν. 4521/20188, αλλά της θέσεως που κατείχαν πριν την εκλογή τους (π.χ.
εφημερίου, ιεροκήρυκος). Το ίδιο ισχύει και για την οργανική θέση βοηθού
Επισκόπου - εκπροσώπου επί των Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων
της Εκκλησίας της Ελλάδος9, που προστέθηκε με τον ν. 4521/2018 (άρθρο 44
παρ. 2) στις 3 «επιτελικές» οργανικές θέσεις βοηθών Επισκόπων, τις οποίες
θέσπισε το άρθρο 15 παρ. 8 του ν. 2817/2000. Η εκλογή στην θέση αυτή κατά
ρητή διάταξη του ν. 4521/2018 επίσης δεν συνεπάγεται μισθοδοσία του
εκλεγομένου βοηθού Επισκόπου με βάση το ειδικό μισθολόγιο των
Αρχιερέων10.
Εν ολίγοις το ΣτΕ υποσκέλισε το ζήτημα εάν ο τιτουλάριος Επίσκοπος
είναι εκλόγιμος, και απάντησε θετικά πρώτον ότι είναι εκλόγιμος ο τιτουλάριος
Επίσκοπος που έχει διορισθεί ως βοηθός Επίσκοπος και επειδή έχει διορισθεί
βοηθός Επίσκοπος, και δεύτερον ότι είναι ελεύθερη η εκλογή τιτουλαρίου
Επισκόπου από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας και ο διορισμός του ως βοηθού
Επισκόπου από τον επιχώριο Μητροπολίτη χωρίς οργανική θέση. Με το
δεδομένο ότι συνήθως οι τιτουλάριοι Επίσκοποι διορίζονται ως βοηθοί
Επίσκοποι σε Ιερές Μητροπόλεις, πρακτικώς εκμηδενίζεται η σημασία του
προβλήματος της κατά το άρθρο 25 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε. εκλογιμότητας των
τιτουλάριων Επισκόπων.

Β. Οι αποφάσεις του ΣτΕ επέλυσαν και το ζήτημα της ισοψηφίας


μεταξύ Αρχιερέως και πρεσβυτέρου, κρίνοντας ότι ορθώς η Ι.Σ.Ι. έκρινε ως
εκλεχθέντα τον Επίσκοπο, διότι ο Κ.Χ.Ε.Ε. προβλέπει (άρθρο 25 παρ.3) ότι επί
ισοψηφίας εκλέγεται Μητροπολίτης μεταξύ κληρικών με διαφορετικούς
βαθμούς ο ανώτερος κατά τον βαθμό της Ιερωσύνης, μεταξύ δε ομοιόβαθμων,
εκείνος που κατέχει τα πρεσβεία της Ιερωσύνης, επομένως η μη ρυθμισθείσα
περίπτωση της ισοψηφίας μεταξύ Επισκόπου και πρεσβυτέρου δεν αποτελεί
ηθελημένο κενό του νόμου και υπόκειται στις παραπάνω αρχές. Άρα επί
ισοψηφίας μεταξύ Επισκόπου και πρεσβυτέρου προβαδίζει ο Επίσκοπος.
6
. Άρθρο 145 (Κεφάλαιο Ζ) ν. 4472/2017 (ΦΕΚ Α΄ 74/19.5.2017).
7
. «Οι Βοηθοί Επίσκοποι των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να λαμβάνουν
από το Δημόσιο Ταμείο τις αποδοχές της θέσης την οποία κατείχαν πριν την εκλογή των ως
Βοηθών Επισκόπων και το ασφαλιστικό καθεστώς αυτών δεν μεταβάλλεται».
8
. «Οι Επίσκοποι, που θα εκλεγούν στις θέσεις αυτές [σημ.: Αχελώου - Ευρίπου], θα
λαμβάνουν όποιες αποδοχές είχαν πριν την εκλογή τους και το ασφαλιστικό τους καθεστώς δεν
μεταβάλλεται»
9
. Με το άρθρο αυτό θεσπίσθηκαν οι θέσεις βοηθών Επισκόπων για τον Αρχιγραμματέως της
Ιεράς Συνόδου, Διευθυντή Γραφείου Αντιπροσωπείας στην Ε.Ε., Διευθυντή Διορθόδοξου
Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
10
. Άρθρο 15 παρ. 8 περ. δ εδ. β ν. 2817/2000, που προστέθηκε με το άρθρο 44 παρ. 1 ν.
4521/2018 : «Ο Βοηθός Επίσκοπος της παρούσας διάταξης εξακολουθεί να λαμβάνει τις
αποδοχές, που λάμβανε πριν την εκλογή του στη θέση αυτή, και το ασφαλιστικό του καθεστώς
δεν μεταβάλλεται».

4
Γ. Επιπλέον η απόφαση 588/2021 δέχθηκε ως νόμιμη τη δυνατότητα
επαληθεύσεων (επαναληπτικών καταμετρήσεων) κατά τη διαλογή των
ψηφοδελτίων της διαδικασίας εκλογής Μητροπολίτη σε περίπτωση
αριθμητικής διαφοράς μεταξύ καταμετρηθέντων ψηφοδελτίων και
ψηφισάντων. Στο επιχείρημα ότι έπρεπε να εφαρμοσθούν οι διατάξεις της
διαδικασίας εκλογής Αρχιεπισκόπου Αθηνών (άρθρα 14-15 Κ.Χ.Ε.Ε. που
προβλέπουν κλήρωση σε περίπτωση ισοψηφίας) το δικαστήριο απάντησε ότι
στην εκλογή Μητροπολίτη εφαρμόζεται διαφορετική διαδικασία (άρθρα 24 -
25 Κ.Χ.Ε.Ε.), αλλά πάντως ούτε τα άρθρα 14-15 Κ.Χ.Ε.Ε. απαγορεύουν την
επανακαταμέτρηση των ψήφων, εάν ανακύψει αριθμητική διαφορά. Επίσης
κρίθηκε ότι το πρακτικό εκλογής της Ι.Σ.Ι. και το πρωτόκολλο ψηφοφορίας
παράγουν πλήρη απόδειξη (κατά το άρθρο 438 ΚΠολΔ), ως προς όσα γεγονότα
βεβαιώνουν (αποτέλεσμα της ψηφοφορίας), τα οποία δεν μπορούν να
αμφισβητηθούν, καθώς αποτελούν δημόσια έγγραφα.

You might also like