Professional Documents
Culture Documents
ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
Ο ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ
Ο ΠΑΛΑΜΑ
(Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ θαυματουργός)
(ύντομος βίος)
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Πατέρες καί
Διδασκάλους τῆς μυστικῆς καί νηπτικῆς θεολογίας καί τῆς δογματικῆς ἀλήθειας
τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ὅπως καί τόν πατέρα του, οἱ ἐπιτυχίες καί τά ἀξιώματα δέν τόν μεθοῦσαν.
Ἀλλοῦ εἶχε αὐτός τό «ὄμμα τῆς ψυχῆς» στραμμένο. Ἡ φλογερή ἀγάπη του γιά τό
Θεό τοῦ σκίαζε τή λάμψη τῆς κοσμικῆς δόξας. Ἔτσι σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ἀφοῦ
πρῶτα ἐνέπνευσε στίς ἀδερφές καί στή μητέρα του τήν ἀγάπη γιά τή Μοναχική
2
ζωή καί τήν ἀπόφαση νά ἀφήσουν τόν κόσμο, ἀναχώρησε μαζί μέ τά τρία ἀδέρφια
του καί ἐγκαταστάθηκαν στή φημισμένη Μονή, πού βρισκόταν στό ὄρος Παπίκιο,
μεταξύ Μακεδονίας καί Θράκης. Ἡ φήμη ὅμως τῶν Ἁγιορειτῶν Μοναχῶν καί ὅσα
ὁ ἴδιος εἶχε ἀπό παιδί ἀκόμα ἀκούσει, ἀπό τούς Μοναχούς πού ἐπισκέπτονταν
κατά καιρούς τήν Κωνσταντινούπολη, τόν ἔφεραν γρήγορα στό ποθητό Ἀθωνίτικο
περιβάλλον.
Ἀρχικά ἐγκαταστάθηκε σ᾽ ἕνα ἐρημητήριο κοντά στό Βατοπέδι, κάτω ἀπό τήν
ὑπακοή καί τήν πνευματική καθοδήγηση κάποιου σπουδαίου ἀσκητῆ πού ὀνομα-
ζόταν Νικόδημος. Πολύ σύντομα ὅμως ὁ Γέροντας Νικόδημος ἄφησε τή γῆ καί ὁ
Γρηγόριος κοινοβίασε στή Μεγίστη Λαύρα.
Ἡ ζωή ὅμως τῆς ἐρήμου γέμιζε περισσότερο τήν ψυχή του. Γι᾽ αὐτό καί ὅταν πέ-
θανε ὁ ἕνας ἀπό τά δυό ἀδέρφια του, ὁ Θεόδοτος, ἄφησε τό Μοναστήρι καί ἀπο-
μακρύνθηκε στήν ἐρημική σκήτη, πού ὀνομαζόταν Γλωσσία, μαζί μέ τόν ἄλλο του
ἀδελφό τό Μακάριο. Ἡ σκήτη αὐτή ἀνῆκε στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας καί εἶχε
Γέροντα κάποιο ἐξαίρετο Μοναχό, τό Γρηγόριο.
Δέν πρόλαβε ὅμως πάλι νά χαρεῖ τήν ἡσυχία καί τό ἐρημικό κελλί του. Σόν ἐξέ-
λεξαν ἡγούμενο τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου. Ἀλλά καί σ᾽ αὐτόν τόν τόπο δέν παρέ-
μεινε γιά πολύ. Ἡ ζωή τῆς ἀσκήσεως στήν ὁποία εἶχε ὑποβάλλει τόν ἑαυτό του,
δέν ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό τούς ἐκεῖ Μοναχούς. Ἔτσι γύρισε πίσω στό κελλί του. Ἐδῶ
τόν περίμεναν νέοι καί ἰδιόμορφοι ἀγῶνες.
Κάποιος Ἕλληνας ἀπό τήν Καλαβρία τῆς Ἰταλίας, ἔφτασε τό 1330 μ.Χ. στήν
Κωνσταντινούπολη καί ἐπιδόθηκε στή διδασκαλία τῆς φιλοσοφίας καί τῆς Λογι-
κῆς. Ἦταν ὁ γνωστός Βαρλαάμ, στόν ὁποῖο μάλιστα ὁ Ἰωάννης ὁ Καντακουζηνός,
πού εἶχε τό ἀξίωμα τοῦ «μεγάλου Δομέστικου» (πρωθυπουργοῦ), ἐμπιστεύτηκε μιά
ἕδρα τοῦ αὐτοκρατορικοῦ Πανεπιστημίου καί αὐτό συνετέλεσε στό νά γίνει ὁ
Βαρλαάμ περισσότερο γνωστός στόν κύκλο τῶν γραμμάτων. Ὁ σκοπός καί τό ἔργο
τοῦ Βαρλαάμ, ὅπως ἀργότερα ἀποδείχτηκε, δέν ἦταν τυχαῖα. Ὅταν τό 1333-34 ὁ
Πάπας ἔστειλε δύο Δομηνικανούς θεολόγους γιά νά προετοιμάσουν τό διάλογο
γιά τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὁ Βαρλαάμ ἀνέλαβε νά ἐκπροσωπήσει τήν
ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ναί μέν διακήρυττε πάντοτε τήν ὀρθοδοξία του, ἀλλά δέν
ἀντέδρασε καθόλου στή θέση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν περί τῆς «ἐκπορεύσεως τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Βασιζόμενος στά κείμενα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου
τοῦ Ἀρεοπαγίτου, παρερμήνευσε τόν ἀποφατισμό τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας μέ τήν
σκέψη ὅτι, ἐφόσον ὁ Θεός εἶναι τό «ἐπέκεινα», δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὁδηγηθεῖ
στή θεοπτία. ᾽ αὐτό τό σημεῖο ἄρχισε ἡ ἀντιδικία του μέ τούς ὀρθόδοξους
Μοναχούς, τῶν ὁποίων ὁ Βαρλαάμ περιγέλασε τή νηπτική τακτική καί τή μέθοδο
τῆς καθάρσεως τοῦ νοῦ διά τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὀνομάζοντάς τους «ὀμφαλο-
σκόπους».
4
τήν οὐσία Σου. Μπορεῖ ὅμως νά ἀποκαλυφθεῖ καί ὁ ἄνθρωπος νά κοινωνήσει μαζί
Σου, «διά τῶν θείων ἐνεργειῶν». Μέ τή θέση αὐτή, ἡ ὁποία περιγράφηκε καί ἐκ-
φράστηκε δογματικά πρῶτα ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἔκλεισε τό
πολυσύνθετο θέμα τῆς θέας τοῦ Ἀκτίστου Φωτός καί τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἑπόμενη φάση τῶν «ἡσυχαστικῶν ἐρίδων» ἀρχίζει τό 1341 μ.Χ. καί τελειώνει
τό 1347 μ.χ. Ἀντιμέτωπο αὐτή τή φορά εἶχε τόν Ἀκίνδυνο.
Ἀπό τίς φυλακές ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔγραψε πολλές ἐπιστολές καί τούς ἀντιρ-
ρητικούς λόγους κατά τοῦ Ἀκινδύνου.
Ἡ Ἐκκλησία, ἀναγνωρίζοντας στό πρόσωπό του ἕνα γνήσιο τέκνο της καί αὐ-
τόν πού ἐξέφρασε θεωρητικά καί δίδαξε πρακτικά ὅτι τό δόγμα καί ἡ παράδοση
δέν εἶναι στεγανά καί ἡ πίστη δέν εἶναι, ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς τοποθετήσεως,
μιά ἁπλή καί ἄκαμπτη «ἐπανάληψη τῶν γνωστῶν», ἀλλά εἶναι ἕνας διαρκής
χείμαρρος πού ρέει ἀκατάπαυστα μέσα στήν Ἐκκλησία καί τή ζωογονεῖ, τόν
ἀνακήρυξε ἅγιο (1368 μ.Χ.) καί ἔχει ἀφιερώσει στή μνήμη του τή Β' Κυριακή τῶν
Νηστειῶν.
7
Τό ἔργο του
Σό συγγραφικό ἔργο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ὑπῆρξε πολύ μεγάλο καί σέ ὄγκο καί
σέ βάθος. Ἡ θεολογία του δέν ξεκινάει ἀπό φιλοσοφικές ἔννοιες, ἀλλά ἀπό τήν
προσωπική ἐμπειρία. Αὐτό δέν ὑπονοεῖ καμιά ἀπολυτοποίηση τῆς γνώσεως,
ἀντίθετα τονίζει ὅτι ἡ θεολογία καί ἡ πίστη δέν ἔχουν βάση τή γνώση πού πηγάζει
ἀπό τήν αἴσθηση, ἀλλά βασίζονται στή γνώση πού ξεκινάει καί τρέφεται μέ τή
διόραση. Μ᾽ ἄλλα λόγια ἡ μελέτη τῶν ὄντων μόνο δέν ὁδηγεῖ στή θεογνωσία, ἀλ-
λά ἡ θεγνωσία γεννιέται στήν ψυχή ἀπό τόν Ἴδιο τό Θεό, πού «αὐτοαπό-
καλύπτεται», κοινωνεῖ μέ τόν ἄνθρωπο καί τοῦ διδάσκει τήν «ἄνωθεν σοφία».
8
Ἡ Θ. Εὐχαριστία μαζί μέ τή βίωση τῆς μετανοίας καί τῆς ἀσκήσεως ὁδηγοῦν
στή «μέθεξι» τοῦ Θεοῦ καί κάνουν τόν ἄνθρωπο «ἐν τῷ Χριστῷ ἄναρχον καί ἀτε-
λεύτητον». Αὐτό δέν εἶναι φιλοσοφική θεώρηση, ἀλλά πραγματικότητα, τήν ὁποία
βίωσαν, κατά κάποιο τρόπο, ἀπόλυτα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ὁ Σίμιος Πρό-
δρομος, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν πλέον καί τά ἀρχέτυπα ὅσων ἐπιθυμοῦν νά ἁγια-
στοῦν καί νά ζήσουν αἰώνια.
9
Σ' Ὁμολογιακά:
α) Ἁγιορείτικος τόμος
β) Ὁμολογία Πίστεως
Ι' Ὁμιλίες
10