Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 61

Η ΟΠΕΡΑ ΤΟΥ ΖΗΤΙΑΝΟΥ

Τζον Γκέι

Μετάφραση-διασκευή-διασκευή τραγουδιών
Παύλος Δανελάτος

1
Η ΟΠΕΡΑ ΤΟΥ ΖΗΤΙΑΝΟΥ

Εισαγωγή/ οβερτούρα

(Ζητιάνος, Παίκτης)

Ζητιάνος: Αν η φτώχια είναι τίτλος ευγενείας, τότε σίγουρα κανείς δεν μπορεί
ν’ αμφισβητήσει τη δική μου ευγένεια. Είμαι ο Ζητιάνος, επίτιμο μέλος της
Εταιρείας Ζητιάνων. Ζω απ’ τις αρπαχτές − κάτι μουλωχτές «ελεημοσύνες»,
ζούλες και βρωμιές, μου δίνουν ένα ...αξιοπρεπές ετήσιο εισόδημα. Όποτε
μου κάνει κέφι, την κάνω ταράτσα στο Φεστιβάλ του Σαν Τζίρο· γίνεται κάθε
βδομάδα, κάτω απ’ τις γέφυρες του ποταμού Λέσι. Εκεί συναντάς την
πραγματική ποίηση, μέσα στη βρωμιά! Ο τίτλος αυτής της σιχαμερά λυρικής
ποίησης είναι «Φτώχια», γιατί αξίζει όσο η φτώχια, μια φτώχια τιμημένη, σαν
τη δική μου. Δεν υπάρχει ωραιότερη όπερα από το δείπνο των Ζητιάνων στο
Φεστιβάλ του Σαν Τζίρο.
Παίκτης: Εκ μέρους του θιάσου, αξιότιμε φίλε, σας καλωσορίζω. Οι Μούσες,
δεν κάνουν διακρίσεις ανάμεσα στο πνεύμα και στον καθωσπρεπισμό, στην
ηλιθιότητα και στη σεμνοτυφία, μας μαθαίνουν να δείχνουμε ευγνωμοσύνη
στις αυθεντικές αξίες, όπως είναι αυτό το υπέροχα βρώμικο ποίημα για το
οποίο μας λέτε. Εμείς εδώ απλώς υπηρετούμε το Παιχνίδι είτε ο συγγραφέας
είναι ζητιάνος είτε μεγάλος ποιητής,
Ζητιάνος: Γράφτηκε για το γάμο του Τζέιμς Τσάντερ και της Μολ Λέι, δυο
μοναδικούς καλλιτέχνες που τραγουδούσαν μπαλάντες στους δρόμους. Τι
περιλαμβάνει το ρεπερτόριο; Ό,τι και μια ονομαστή όπερα: σκηνή του
Χελιδονιού, του Σκώρου, της Μέλισσας, του Πρόβατου [ή του Προβάτου;], του
Λουλουδιού, του Σκουληκιού και βάλε... Αλλά και της Φυλακής − στη σκηνή
της Φυλακής οι μαμζελίτσες λιποθυμούν από συγκίνηση! Όσο για τους
ρόλους τους μοίρασα εξίσου σε δυο ηρωίδες εξίσου, ώστε ούτε η μια ούτε η
άλλη να μπορούν να παραπονεθούν. Μη φανταστείτε, προς Θεού, ότι έκανα
μια όπερα ...αφύσικη, τσιριχτή, με μελανιασμένες φάτσες, με τουρλωμένες
αμυγδαλές και φάλτσα, σαν αυτές που είναι στη μόδα κατά καιρούς. Η Όπερα
του Ζητιάνου γράφτηκε ειδικά για να παιχτεί στο Φεστιβάλ του Σαν Τζίρο. Η
μόνη ανάγκη που όρισε τον κυνισμό ή την τέχνη της − αν υπάρχει − είναι η
ζητιανιά.
Παίκτης: Εμείς σας χαιρετούμε για την ώρα − είναι σοφό να αποσύρεσαι την
κατάλληλη στιγμή, πριν γίνεις βαρετός. Υποδεχτείτε τους ηθοποιούς μας!
Οβερτούρα, παρακαλώ!

2
Διανομή

Κος Πίτσαμ
Λόκιτ
Μακήθ
Φιλτς

Κα Πίτσαμ
Πόλλυ Πίτσαμ
Λούσυ Λόκιτ
Ντιάνα Τρέιπς

Ζητιάνος
Παίκτης

Η συμμορία του Μακήθ

Ματ Μιντ ο Μαϊντανός


Μπεν Μπουντς ο Γουναράς

Οι αστές κυρίες

Κα Κοάξερ
Τζέννυ Ντάιβερ
Κα Σλάμμεκιν

3
ΠΡΑΞΗ Α΄

4
Σκηνή 1η

Στο γραφείο του κου Πίτσαμ


Ο Κος Πίτσαμ καθισμένος σ’ ένα μεγάλο γραφείο μελετά τα λογιστικά του
βιβλία.

Άρια 1η (Κος Πίτσαμ, Φιλτς):

Μια γριά ντυμένη στα γκρίζα

H ζωή μαγειρεύει τους ρόλους


κι είμαστ' όλοι πουτάνες και κλέφτες
σ' ένα γάμο μας έμπλεξε όλους
παντρεμένοι αλήτες με ψεύτες.
Ο παπάς με το νόμο τα βάζει
μα κι ο νόμος τα θεία σαρκάζει.

5
Σκηνή 2η

Πίτσαμ, Φίλντς

Φιλτς: Κύριε Πίτσαμ, η Μόλλυ η Πατσούρα έστειλε μήνυμα πως η δίκη της θα
γίνει το απόγευμα. Ελπίζει να «καθαρίσετε» και να την σκαπουλάρει.
Κος Πίτσαμ: Αν και − απ’ ό,τι έφτασε στ’ αυτιά μου − δεν τούρλωνε καλά τα
μεριά της στο φινάλε, επειδή το κορίτσι ήταν «εργατικό» στην αρχή κι έκανε
και υπερωρίες, θα ικανοποιηθεί το αίτημά της. Θα φροντίσω να μαλακώσω
τους μάρτυρες.
Φιλτς: Ο Τομ Γκαγκ, κύριε, καταδικάστηκε όμως...
Κος Πίτσαμ: Το τεμπελόσκυλο! Μια φορά τον απάλλαξα. Τώρα δεν την
γλιτώνει την κρεμάλα. Ας είναι! [υπογράφει επιταγή] Σαράντα λίρες για τον
Τομ... Τρέξε να προφτάσεις τα καλά νέα στο φίλο μας στις φυλακές.
Φιλτς: Θα ’ναι μεγάλη ανακούφιση γι’ αυτόν. Ένας κρατούμενος που ζει στην
αβεβαιότητα, έχει όλο τον καιρό να σκεφτεί, να δείξει μετάνοια και να του
σπάσει ο τσαμπουκάς.Και τότε δεν είναι ικανός για τίποτα πια. Όταν όμως
ξέρει εκ των προτέρων ότι θα σωθεί μπορεί να ωριμάσει στην απάτη: να πάει
την επόμενη φορά στη δίκη με τον αέρα της φυλακής, με τον αέρα του
δοκιμασμένου απατεώνα, με μετρημένους ηθικούς ενδοιασμούς!
Κος Πίτσαμ: Εμάς πρέπει να ευγνωμονεί για όλ’ αυτά. Θυμάσαι τη Μπέττυ
την Αλεπού; Εγώ την έσωσα. Άλλωστε οι μόνες που θ’ απολάμβαναν το
θάνατό της είναι οι άλλες γυναίκες − δεν εξαιρώ τη γυναίκα μου... Γιατί ο
Νόμος μάλλον αντιμετωπίζει δυσάρεστα το ενδεχόμενο εκτέλεσης, ακόμα και
μιας τέτοιας ...κυρίας.
Φιλτς: Η γυναίκα σας, κύριε Πίτσαμ, ω η εκπληκτική γυναίκα σας! Σ’ αυτήν
οφείλω την εκπαίδευσή μου και στο μπαρμπούτι − και γενικότερα...
Κος Πίτσαμ: Πράγματι, Φιλτς. Εμείς, περισσότερο απ’ όλα τα επαγγέλματα,
είμαστε εξαρτημένοι από τις γυναίκες − εμείς και οι γυναικολόγοι...

Άρια 2η (Φιλτς):

Στ’ αδύνατα γκρίζα μου μάτια

Μια φίνα γυναικούλα, μια μαργιόλα,


μας έμαθε την τέχνη του ληστή
και μεις για χάρη της το παίζουμ' όλα για όλα
γιατί τα μάτια της λιγώνουν την ψυχή.
Γι' αυτήν σα λύκοι μες τη νύχτα ορμάμε
κι αρπάζουμ' ό,τι βρούμε αστραφτερό
και σαν μπροστά της με χαρά το ακουμπάμε
τρέμ' η καρδούλα μου η καημένη σα φτερό.

6
Σκηνή 3η

(Κος Πίτσαμ)

Κος Πίτσαμ: Μισώ κάθε τεμπέλη κατεργάρη απ’ τον οποίον δεν μπορεί
κανείς να βγάλει τίποτα, ώσπου να κρεμαστεί. Για να ρίξω μια ματιά στο
μητρώο της συμμορίας.
Τζακ ο Στραβοδάκτυλος! Ορίστε! Ένα, δύο, μμμ..., πέντε χρυσά ρολόγια και
επτά ασημένια. Ξίφη, ταμπακιέρες, μαντήλια μεταξωτά… Αλαφροχέρης και
δυνατός!
Γουάτ Ντρέαρυ ο Μουντζούρας! Ένα ζώο χωρίς τύψεις που δίνει αλλού τα
κλεψιμέικα. Ας του δώσω ακόμα μια ευκαιρία να διορθωθεί.
Χάρυ Πάντιγκτον ο Μπρατσάς! Αλλά φτωχός και μασκαράς! Δίχως στάλα
μυαλού στην καρκάλα του! Και στην κρεμάλα, άδικα θα πήγαινε! Θα τον
αφήσω να ζήσει ακόμα έξι μήνες…
Σάιμον ο Γυρίστρας! Ούτε ξέρει τι θέλει αυτός εδώ. Ένα ανθρωπάκι που
μοναδική του φιλοδοξία είναι να γυρίσει στο ραφτάδικο. Την επόμενη
βδομάδα θα πάει στην κρεμάλα
Ματ Μιντ ο Μαϊντανός! Μόλις ένα μήνα μαζί μας και έχει δείξει πως πάει για
μεγάλη καριέρα. Λίγο παράτολμος, βέβαια, και τσαμπουκάς − αν δεν
εισπράξει καμιά μαχαιριά στ’ αχαμνά...
Ρόμπιν Μπάγκσοτ ο Τσαντάκιας! Ο βασιλιάς της μπλόφας! Καλός και
«χρειαζούμενος»... Κι αριστοκράτης − μια άμαξα θα ήθελε να πάει στην
κρεμάλα!

7
Σκηνή 4η

(Κος και κα Πίτσαμ)

Κα Πίτσαμ: Πού χάθηκε άραγε ο Τομ; Ξέρεις, χρυσέ μου, είν’ εκλεκτός
πελάτης... Εκείνος μου ’φερε αυτό το δαχτυλίδι.
Κος Πίτσαμ: Στη μαύρη λίστα τον έχω! Τον αχόρταγο! Όλο ξοδεύει τα λεφτά
του με γυναίκες. Ακόμα κλαίω τις σαράντα λίρες που τον έσωσαν απ’ την
κρεμάλα.
Κα Πίτσαμ: Α, χρυσέ μου, είναι δική σου αρμοδιότητα τα ...θεάματα θανάτου.
Μια κυρία σαν και του λόγου μου είναι γι’ άλλα γούστα... Οι γυναίκες είναι
μάλλον κακοί δικαστές σε τέτοιες περιπτώσεις. Μεροληπτούν, γιατί νομίζουν
πως κάθε άντρας που το λέει η καρδιά του, θα πήγαινε δίχως να το
καλοσκεφτεί στον πόλεμο ή στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Κα Πίτσαμ: Γιατί να στεναχωριέσαι, άντρα μου; Ποτέ ως τώρα δεν είχαμε
καλύτερο team ανδρών... Και όλοι ζωντανοί! Ούτε μία βεντέτα τους
τελευταίους επτά μήνες... Αυτό κι αν είναι ευλογία!
Κος Πίτσαμ: Δαιμονική γυναίκα! Μα όλο για φόνους μυξόκλαιει... Και τι άλλο
να κάνει ένας άνδρας, όταν κινδυνεύει;
Κα Πίτσαμ: Η ντελικάτη μου συνείδηση αντιμετωπίζει τα πράγματα αλλιώς...
Κος Πίτσαμ: Ο φόνος κάνει τον άνδρα να ξεχωρίζει! Τι διάκριση! Κι αυτός ο
αέρας του... δολοφόνου σταρ είναι μετά που τους αθωώνει στα μάτια των
δικαστών...
Κα Πίτσαμ: Δε μου λες, χρυσέ μου; Αυτός ο Μακήθ, ο καπετάνιος ντε...
Σίγουρα πρόκειται για gentleman; Λέμε να χορέψουμε ...καντρίλιες απόψε
στην πράσινη τσόχα − ξέρεις, κανένα ποκεράκι...
Κος Πίτσαμ: Α, ο καπετάνιος είναι εγγυημένη περίπτωση! Ταβέρνες με
κρυφά δωμάτια, μπαράκια με πίσω πόρτες... Καταλαβαίνεις... Και πάνω απ’
όλα, με πολλές προσβάσεις στην υψηλή κοινωνία! Όποιος φιλοδοξεί να γίνει
τρανός, πρέπει να φυλάγεται από τους μικρούς...
Κα Πίτσαμ: Χμ... Τότε...λυπάμαι για λογαριασμό της Πόλλυ...
Κος Πίτσαμ: Της Πόλλυ; Τι τρέχει πάλι με την κορούλα μας;
Κα Πίτσαμ: Ο Μακήθ έχει τσιμπηθεί με τη μικρή για τα καλά!
Κος Πίτσαμ: Ε και; Εσύ τι ζόρι τραβάς;
Κα Πίτσαμ: Το γυναικείο μου ένστικτο μού λέει πως η Πόλλυ τον γουστάρει...
Κος Πίτσαμ: Ας τον γουστάρει! Κι εμείς γουστάρουμε που γουστάρει η Πόλλυ
μας! [καθώς εκείνη μουτρώνει] Μη σκας, πιτσουνάκι μου! Δεν πρόκειται να την
παντρευτεί. Οι χαρτοπαίκτες και οι ληστές είναι τρυφεροί με τις πόρνες τους,
αλλά πολύ σκληροί με τις γυναίκες τους...
Κα Πίτσαμ: Το άμοιρο το κοριτσάκι μας! Έχει άλλες προσδοκίες... Πώς
μπορούμε να την βοηθήσουμε να ξεπεράσει αυτόν το μάταιο έρωτα;

Άρια 3η:

Γιατί ο πιστός σου σκλάβος


να σε περιφρονεί;

Αν ο έρωτας εισβάλλει
στην καρδιά μιας παρθένας,
σαν πεταλούδα στο φως

8
τσουρουφλίζεται.
Κι αν δεν αποκατασταθεί
η τιμή της, μια ζωή
θα την λένε «πουτάνα».

Κος Πίτσαμ: Η Πόλλυ ξέρει το συμφέρον της. Δε γίνεται ιδιοκτησία κανενός.


Είναι ερωτιάρα και το εκμεταλλεύεται... Κι εμείς κοντά της... Είναι
προσάναμμα, σπίθα στην πυρκαγιά που ανάβει στους άνδρες τους
καλοπληρωτές. Αν αυτή σκλαβωθεί με τα δεσμά του γάμου, σκλαβωνόμαστε
κι εμείς − γινόμαστε σκλάβοι και του συζύγου...
Κα Πίτσαμ: Αχ, πόσο το πληγώνεις το χρυσό μας, καλέ μου! Ανέκαθεν ήθελε
να μιμείται τις κυρίες του καλού κόσμου...
Κος Πίτσαμ: Α, κυρία Πίτσαμ! Είναι δική σου ευθύνη να προστατεύσεις την
Πόλλυ από μάταιες προσδοκίες... Για την ώρα, ξήλωσε τα οικόσημα από τα
μαντήλια! Είναι από μουσελίνα... Σκοπεύω να τα μοσχοπουλήσω το
απόγευμα σ’ έναν πρωτευουσιάνο.

9
Σκηνή 5η

(Κα Πίτσαμ)

Κα Πίτσαμ: Ποτέ ο άντρας μου δεν ήταν τόσο εκτός θέματος, όσο τώρα! Γιατί
τάχα η Πόλλυ μας να μην θέλει, σαν κάθε γυναίκα, ν’ αγαπήσει και ν’
αγαπηθεί; Και γιατί αυτό τάχα να συμβεί μια και μοναδική φορά; Γιατί πρέπει
ν’ αγαπήσει μόνο το σύζυγό της; Μήπως ο γάμος κάνει μια γυναίκα λιγότερο
θελκτική στα μάτια των άλλων ανδρών; Χα! Αν οι άνδρες είναι οι κλέφτες της
αγάπης, οι γυναίκες είναι ο θησαυρός που πάντα προσφέρεται για να
κλαπεί... Το κακόμοιρο το κοριτσάκι μας! Γιατί να διαγραφεί απ’ τα ...μητρώα
θηλέων, αν πρόκειται να παντρευτεί; Γιατί να κλείσει σαν γυναίκα;

10
Σκηνή 6η

(Κα Κος Πίτσαμ, Φιλτς)

Κα Πίτσαμ: Φιλτς! Το καλύτερό μου χέρι! Ο ζογκλέρ των χεριών! Σε ξαφρίζει


ώσπου να πεις κύμινο! [αναστενάζει] Αν κάποια ...άτυχη συγκυρία δεν
διακόψει το νήμα της ζωής του, είμαι βέβαιη ότι θ’ αναδειχθεί σε μεγάλη
ιστορική φυσιογνωμία αυτού του τόπου... Πού ήταν το πόστο σου, αγόρι μου,
χθες βράδυ;
Φιλτς: Στην όπερα, μαντάμ! Ευτυχώς δεν έβρεχε, οπότε μπόρεσα να
δουλέψω με την άνεσή μου· έκανα μια υποφερτή μπάζα... [δείχνει] Επτά
μεταξωτά μαντήλια...
Κα Πίτσαμ: Σίγουρα θα πουληθούν σε ναυτικούς στην αποθήκη του Ρέντριφ.
Φιλτς: Μια χρυσή ταμπακιέρα...
Κα Πίτσαμ: Μπράβο! Αρκετά ενθαρρυντικό για αρχάριο...
Φιλτς: Η αδυναμία μου είναι τα ρολόγια τσέπης... Σύφιλη να πέσει στους
ραφτάδες που κάνουν τις τσέπες τόσο βαθιές και στενές! Είχε σφηνώσει σε
μια το χέρι μου και, για να τη σκαπουλάρω, αναγκάστηκα να χωθώ κάτω από
την άμαξα, που ξεκίνησε κιόλας!! Αχ, μαντάμ! Αν είναι να χαθώ στο άνθος της
νιότης μου, καλύτερα να μπαρκάρω στα καράβια...
Κα Πίτσαμ: Εγώ θα σε συμβούλευα, να πας στα καταγώγια του Χόκλεϋ ή στο
Μαριμπόουν· από κείνα τα ...κολλέγια βγήκαν άντρες με τρομερή μόρφωση...
Εκεί, νέε μου, θα μάθεις να μη ντρέπεσαι και να μη φοβάσαι. Πάρε και κανένα
βιβλίο του κατηχητικού να μελετήσεις! Γιατί μέσα στις φυλακές − σε
περίπτωση, λέμε, που συλληφθείς − δεν έχεις πολλές ευκαιρίες ν’ απαντήσεις
στα φιλοσοφικά σου ερωτήματα· στη φυλακή ο άνθρωπος καταντά μια
ανεμική φιγούρα γεμάτη απορίες... Δε μου λες; Ξέρεις αν η Πόλλυ τα έχει
ψήσει με τον καπετάνιο Μακήθ;
Φιλτς: Μη με εξαναγκάζετε να μιλήσω, μαντάμ. Ή σε σας θα πω ψέματα ή
στη δεσποινίδα Πόλλυ...
Κα Πίτσαμ: Μα διακυβεύεται η τιμή της οικογένειας... Σσσς! Έρχεται ο άντρας
μου κι η κόρη μου... Πάμε στο δωμάτιό μου, αγόρι μου, να σου βάλω λίγο απ’
το καλό − απ’ αυτό που πίνω μόνον εγώ...

11
Σκηνή 7η

(Κος Πίτσαμ, Πόλλυ)

Πόλλυ: Αν και δεν πέρασα ποτέ από δίκη, ξέρω να υπερασπίζομαι το


συμφέρον μου... Το ’χουμε από τη φύση μας εμείς οι γυναίκες. Μ’ αρέσουν και
μένα τα στολίδια· πάνω μου κάνει μπαμ η ...φροντίδα του καπετάν Μακήθ...
Είναι μια μικρή, ασήμαντη εξουσία που του επιτρέπω... Γνωρίζω καλά πότε
να δέχομαι και πότε να αρνούμαι, ώστε να διατηρώ άψογη την ελευθερία μου.
Αλλιώς θα ήμουν υποχείριο της ίδιας της ομορφιάς μου, θα είχα καταντήσει
μια ...πουτάνα!
Κος Πίτσαμ: Άκουσε, κούκλα μου! Δε μ’ ενοχλούν τα παιχνιδάκια σου μ’ έναν
πελάτη. Αντιθέτως! Είναι κι ένας τρόπος να μαθαίνω τα μυστικά του... Όμως,
αν μάθω, κατεργάρα, πως το πας για γάμο, θα σου κόψω το λαρύγκι!
Εξηγηθήκαμε;

12
Σκηνή 8η

(Κος και κα Κος Πίτσαμ, Πόλλυ)

Άρια 4η [κα Κος Πίτσαμ, με πάθος]:

Ω το Λονδίνο, η εξαίσια πόλη!

Η Πόλλυ μας είναι μια τσούλα.


δε δίνει δεκάρα για μας
με γούνες κορσέδες και γάντια
φουσκώνει σα γνήσια κοτούλα.
Με ψηλά το βυζί
δεν περνάει χαζή
μα αρκεί έν' άντρίκιο αγγούρι
για να ρίξει λιγάκι τη μούρη.

.
Κα Πίτσαμ: Βρε άμυαλη, βρε σακί με πατάτες, βρε κουφιοκέφαλη! Αν είχες
κρεμαστεί, δεν θα μ’ έκοφτε τόσο... Μα να παντρευτείς; Τ’ ακούς, αντρούλη
μου; Παντρεύτηκε το κορίτσι μας...
Κος Πίτσαμ: Παντρεύτηκε... Χμ... Ο καπετάν Μακήθ είναι ένα πεισματάρικο
μουλάρι που μυρίστηκε το χρήμα και την έπεσε... Νομίζει πως έπιασε την
καλή... Φαντάζεσαι πως η μάνα σου κι εγώ ζούμε άνετα αφότου
παντρευτήκαμε;
Κα Πίτσαμ: Ένα ψωροπερήφανο τσουλί ήταν πάντα... Μη θαρρείς πως με το
γάμο αυτό θα μπεις στη βαριά αριστοκρατία! Πώς θα συντηρήσεις, βρε ηλίθια,
ένα σύζυγο που χαρτοπαίζει, πίνει και πάει με πουτάνες; Άσε το καθημερινό
ντέρμπυ για το ποιος ξοδεύει περισσότερα... Κι από πάνω, δε ντράπηκες να
παρουσιάσεις στην οικογένεια ένα ληστή για λόρδο;
Κος Πίτσαμ: Κράτησε την αξιοπρέπειά σου, αγαπητή μου, τουλάχιστον στα
λόγια... Ο καπετάνιος ασκεί λειτούργημα· σαν επαγγελματίας στρατιωτικός,
σαν αριστοκράτης. Είναι πρόθυμος ή ν’ αναρριχηθεί ή να δώσει τη ζωή του γι’
αυτό. Πολύ ενδιαφέρουσες, μα την αλήθεια, και οι δύο περιπτώσεις για μια
σύζυγο! [απότομα] Πες μου, μωρή! Σε χάλασε;
Κα Πίτσαμ: Με την προίκα σου, χρυσό μου, θα μπορούσες να βρεις
πραγματικό αριστοκράτη... Μη ξινίζεις τα μούτρα σου, τσούλα!
Κος Πίτσαμ: Μίλα, μωρή! Θα μιλήσεις ή θα σε κάνω εγώ να ξεράσεις την
απάντηση; Μίλα! Είσαι νόμιμη σύζυγος ή μαιτρέσσα του; [την τσιμπάει]
Πόλλυ [ουρλιάζει απ’ τον πόνο]: Αααα!
Κα Πίτσαμ: Αλίμονο! Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να είσαι μάνα
όμορφης κόρης! Πήγαν στράφι οι κλειδαριές, οι σύρτες! Χαράμι οι συμβουλές,
το κατηχητικό, τα κηρύγματα ηθικής! Αυτή αδίστακτη! Τα σπάει όλα, τα
καταπατάει, με την ίδια απόλαυση που κάποιος θα έκλεβε στα χαρτιά...
Κος Πίτσαμ: Θα μάθω σύντομα, δεσποινίς Πόλλυ, αν έχετε παντρευτεί ή όχι.
Μόνο πρόσεξε! Ως τότε ο Μακήθ να κρατηθεί μακριά απ’ την οικογένεια!

13
Κα Πίτσαμ: Μ’ αυτόν το γάμο οι ελπίδες μας έκαναν φτερά...
Κος Πίτσαμ: Άσε που ο Μακήθ είναι ικανός να κρεμάσει τα πεθερικά του, με
την ελπίδα πως θα βάλει χέρι στην περιουσία τους...
Πόλλυ: Το τελευταίο πράγμα που σκέφτηκα όταν τον παντρεύτηκα, ήταν η
τιμή της οικογένειας ή τα λεφτά... Τον αγαπώ, καταλάβετέ το, τον αγαπώ!
Κα Πίτσαμ: Τον αγαπάς! Απ’ το κακό στο χειρότερο! [κλονίζεται] Αααχ! Μου
’ρχεται λιποθυμιά... [πέφτει]
Κος Πίτσαμ: Βλέπεις τι έκανες στη μητέρα που σε μεγάλωσε, ηλίθια;
Τσακίσου να φέρεις το λικέρ! [η Πόλλυ βγαίνει κι επιστρέφει μ’ ένα μπουκάλι
ουίσκι]
Πόλλυ: Δώσε της κι άλλο, πατέρα, να ’ρθει η ψυχή της στη θέση της! Εδώ
κατεβάζει το διπλάσιο όταν είναι στα συγκαλά της· και τώρα που είναι εκτός
εαυτού...
Κα Πίτσαμ [συνέρχεται]: Το κορίτσι μου! Είναι τόσο πρόθυμο, που μπαίνω
στον πειρασμό να την συγχωρέσω...
Κα Πίτσαμ: Αλλά όχι με ληστή! Και μάζεψε τη γλώσσα σου, τσουλί!
Κος Πίτσαμ: (Στη γυναίκα του) Σα γυναίκα θα πρέπει να ξέρεις, χρυσή μου,
πως μια κοπέλα αρέσκεται να παρακούει τις συμβουλές των γονέων της· είναι
γυναικεία αδυναμία αυτή.
Κα Πίτσαμ: Πράγματι είναι βίτσιο του φύλου μας. Ωστόσο, η κοπέλα θα
πρέπει να προσέχει μια ζωή να μην την ανακαλύψουν· μόνο τότε μπορεί να
την σκαπουλάρει και να κάνει ό,τι γουστάρει...
Κος Πίτσαμ: Μην κάνεις τη ζωή σου, γυναίκα, πιο δύσκολη απ’ ό,τι είναι...
Ό,τι έγινε με την Πόλλυ μας, έγινε και δεν ξεγίνεται. Καλύτερα να
συμφιλιωθούμε με το γεγονός και να κοιτάξουμε πώς να το εκμεταλλευτούμε
ως έχει...
Κα Πίτσαμ: Κατεργαρούλα Πόλλυ! Αφού ο πατέρας σου σε συγχώρεσε, σε
συγχωρώ κι εγώ − όσο μπορεί μια γυναίκα να συγχωρήσει μια άλλη γυναίκα...
Πόλλυ: Ώστε οι πίκρες μου φτάνουν στο τέλος τους;
Κα Πίτσαμ: Ορίστε! Λόγια χωρίς σύνεση μιας που μόλις παντρεύτηκε!

Άρια 5η [Πόλλυ]

Τόμας, δεν μπορώ...

Σαν το καράβι στ' άγνωστο βολόδερνα,


φοβόμουνα ν' αράξω στη στεριά.
Μη την πραμάτεια μου κανένας μου την πάρει
Αυτήν που έκρυβα στο πιο κρυφό αμπάρι
Γι' αυτό η χαρά μου πια δεν περιγράφεται!
Είμαι το ξέρω πλέον ασφαλής
Και την πραμάτεια μου την έδωσα όσο-όσο
Και από σας στο τέλος θα γλιτώσω

Κος Πίτσαμ: Ακούω πελάτες δίπλα, Πόλυ. Πήγαινε να δεις τι θέλουν αλλά
κοίτα να γυρίσεις γρήγορα.

14
Σκηνή 9η

(Κος και κα Κος Πίτσαμ)

Κος Πίτσαμ: Ηρέμησε λίγο αγαπητή μου. Μην αφήνεις το πάθος να σε


κυριεύει. Παραδέχομαι ότι η Πόλυ έκανε μια τρέλα.
Κα Πίτσαμ: Ένα μπλεξιματάκι συγχωρείται εύκολα. Συμβαίνει στις καλύτερες
οικογένειες. Κουκουλώνεις το ζήτημα και καθαρίζεις. Ο γάμος, άντρα μου,
είναι που μας τα χάλασε όλα.
Κος Πίτσαμ: Το χρήμα θα τα ξαναφτιάξει. Δεν υπάρχει λεκές που δεν
ξεπλένεται με το χρήμα. Στις μέρες μας κάθε πλούσιο κάθαρμα στήνει
επιχειρήσεις κι όλοι τον έχουν σ’ εκτίμηση, καλή μου. Σου το λέω να το ξέρεις:
αυτός ο γάμος μπορεί να μας βγει σε καλό.
Κα Πίτσαμ: Ότι ο Μακήθ έχει πολλά λεφτά το ξέρω. Εκείνο που με ανησυχεί
είναι μήπως εκτός από τη δική μας έχει και κανά δυο συζύγους ακόμα. Οπότε
αν πεθάνει σε μια-δυο συνεδριάσεις το μερίδιο της Πόλλυ από τη χηρεία είναι
αμφισβητήσιμο.
Κος Πίτσαμ: Αυτό πράγματι θέλει προσοχή.

15
Σκηνή 10η

(κα Πίτσαμ, Πίτσαμ, Πόλλυ)

Πόλλυ: Ο Νεντ ήταν. Έφερε μια δαμασκηνί κουρτίνα, ένα γυναικείο μισοφόρι,
ένα ζευγάρι ασημένια κηροπήγια, και μια μεταξωτή κάλτσα από τη
χθεσινοβραδινή φωτιά.
Πίτσαμ: Είναι σπίρτο ο Νεντ. Ειδικά στις φωτιές αρπάζει τα καλύτερα
πράγματα με τρόπο που δεν του βγαίνει κανένας. Αλλά στα δικά μας τώρα
Πόλλυ. Τα πράγματα πρέπει ν’ αλλάξουν. Φαίνεται λοιπόν πως
παντρεύτηκες.
Πόλλυ: Μάλιστα, κύριε.
Πίτσαμ: Και πως σκοπεύεις να ζήσεις, παιδί μου;
Πόλλυ: Όπως και οι άλλες γυναίκες, κύριε μου. Από τη δουλειά του συζύγου
μου.
Κα Πίτσαμ: Τι; Χάζεψε τελείως η τσούλα. Η γυναίκες των ληστών και των
στρατιωτικών σπάνια παίρνουν κάτι από το μισθό τους... και τους βλέπουν
ακόμα πιο σπάνια.
Πίτσαμ: Κι όταν παντρευόσουν δεν σου πέρασαν από το νου όσα σκέφτονται
οι γυναίκες της καλής κοινωνίας όταν παντρεύονται;
Πόλλυ: Δεν καταλαβαίνω τι εννοείτε, κύριε.
Πίτσαμ: Εννοώ την κληρονομιά όταν θα χηρέψεις.
Πόλλυ: Μα τον αγαπώ, κύριε, πως θα μπορούσα να σκεφτώ ότι θα τον χάσω;
Πίτσαμ: Να τον χάσει! Ποια γυναίκα θα δίσταζε να παντρευτεί αν ήταν στο
χέρι της να χηρέψει όποτε ήθελε; Αν έκανες τέτοιου είδους σκέψεις, Πόλλυ, το
όλο πράγμα δεν θα μου φαινόταν εντελώς παράλογο.
Πόλλυ: Πόσο τρομάζω ν’ ακούσω τη συμβουλή σου! Πρέπει παρόλα αυτά να
σου ζητήσω να γίνεις πιο συγκεκριμένος.
Πίτσαμ: Σιγουρεύεσαι για την περιουσία του, τον καρφώνεις στις επόμενες
συνεδριάσεις και μονομιάς γίνεσαι μια πλούσια χήρα.
Πόλλυ: Τι! Να δολοφονήσω τον άντρα που αγαπώ! Το αίμα παγώνει την
καρδιά μου και μόνο με τη σκέψη.
Πίτσαμ: Προς Θεού, Πόλλυ. Τι σχέση έχει η δολοφονία με την υπόθεσή μας.
Από τη στιγμή που αργά η γρήγορα θα συμβεί, τολμώ να πω πως και ο ίδιος
ο κάπταιν θα προτιμούσε να πάρουμε εμείς την αμοιβή για το θάνατό του
παρά κανένας ξένος. Γιατί, Πόλλυ, ο κάπταιν ξέρει πως το επάγγελμά του
είναι να κλέβει και το δικό μας - εκτός των άλλων – να καρφώνουμε τους
κλέφτες. Έκαστος στο είδος του! Δεν υπάρχει κακία σ’ αυτή την περίπτωση.
Κα Πίτσαμ: Αχ, ναι άντρα μου, τώρα τοπιασες το θέμα! To καθήκον προς
τους γονείς σου, παλιοθήλυκο, επιβάλλει να τον κρεμάσεις. Και τι δεν θάδιναν
άλλες γυναίκες για τέτοια ευκαιρία.
Πόλλυ: Τι είναι μια κληρονομιά, τι είναι μια χηρεία για μένα; Ξέρω την καρδιά
μου. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν.
Κα Πίτσαμ: Αυτή η ηλίθια λοιπόν είναι στα σοβαρά ερωτευμένη; Σε μισώ που
κάνεις την λεπτολόγα. Γιατί είσαι ντροπή για το ίδιο σου το φύλο, πουτανίτσα.
Πόλλυ: Άκουσέ με, μητέρα. Αν έχεις ποτέ αγαπήσει...
Κα Πίτσαμ: Εκείνα τα καταραμένα θεατρικά έργα που διαβάζει την έχουν
καταστρέψει. Μια λέξη ακόμη, τσούπρα και θα σου πετάξω τα μυαλά έξω, αν
έχεις καθόλου μυαλό εκεί μέσα.

16
Πίτσαμ: Κοίταξε να κάτσεις καλά, Πόλλυ, μη πάθεις κανένα κακό, και
ξανασκέψου αυτά που σου προτείναμε.
Κα Πίτσαμ: Μακριά γύναιο! Κάνε το καθήκον σου κρέμασε τον άντρα σου.

17
Σκηνή 11η

Κα Πίτσαμ-Πίτσαμ
(η Πόλλυ ακούει κρυμμένη)

Κα Πίτσαμ: Το πράγμα, άντρα μου πρέπει να γίνει και θα γίνει. Στο όνομα της
ευφυίας πρέπει να πάρουμε άλλα μέτρα και να τον καρφώσουμε στην
επόμενη συνεδρίαση χωρίς τη συγκατάθεσή της. Εάν δεν ξέρει το καθήκον
της, ξέρουμε εμείς το δικό μας.
Πίτσαμ: Βέβαια σπαράζει η καρδιά μου, καλή μου να ξεφορτωθώ τέτοιον
άντρα. Όσο σκέφτομαι την γενναιότητα, την άψογη στρατηγική του, τα όσα
έχουμε ήδη κερδίσει, και πόσα ακόμα μπορούσαμε να κερδίσουμε απ΄ αυτόν,
δεν το βαστάει η καρδιά μου να τον πεθάνω.
Κα Πίτσαμ: Είναι ανάγκη όμως. Εδώ κινδυνεύουμε εμείς οι ίδιοι.
Πίτσαμ: Τότε, δυστυχώς πρέπει να συμμορφωθούμε με τις συνήθειες. Η
ευγνωμοσύνη θα ενδώσει στο συμφέρον. Θα βγει από τη μέση.
Κα Πίτσαμ: Εγώ θα αναλάβω να καταφέρω την Πόλλυ. (Βγαίνουν οι Πίτσαμ)

18
Σκηνή 12
Πόλλυ

Πόλλυ: Τώρα είμαι πραγματικά δυστυχισμένη. Νομίζω ότι τον βλέπω κιόλας
στο κάρο, πιο γλυκό και πιο αγαπητό από το μπουκετάκι στα χέρια του.
Ακούω το πλήθος να εξυμνεί το κουράγιο και την παλικαριά του. Τι θύελλες
χειροκροτημάτων, τι αναστεναγμοί ορμούν από τα παράθυρα του Χόλμπορν 1,
που τόσο κομψά η νιότη καταλήγει σε ατίμωση. Τον βλέπω στο ικρίωμα. Όλος
ο περίγυρος βουτηγμένος στα δάκρια. Μέχρι και οι χασάπηδες θρηνούν!
Ακόμη και ο δήμιος2 διστάζει να εκτελέσει το καθήκον του, και με χαρά θα
πρόσφερε την αμοιβή του για μια αναστολή της ποινής. Τι θα γίνει η Πόλλυ
τότε; Μπορώ ακόμα βέβαια να τον ενημερώσω για τα σχέδιά τους και να τον
βοηθήσω να ξεφύγει. Κι έτσι θα γίνει. Όμως μετά θα πετάξει μακριά και
απόντος αυτού, θα στερηθώ την αγαπημένη του λαλιά! Όπως και νάρθουν
λοιπόν τα πράγματα θα τρελαθώ! Αν φύγει μακριά ίσως ο μπαμπάς και η
μαμά με τον καιρό μαλακώσουν και βρούμε την ευτυχία μας. Αν μείνει θα
κρεμαστεί κι έτσι χάνεται για πάντα. Σκόπευε να μείνει για λίγο στα κρυφά μαζί
μου μέχρι το σούρουπο. Αν είναι όμως εκείνοι έξω θα του πω να φύγει μην
πάθει κανένα κακό. (Φεύγει και επιστρέφει με την Μακήθ)

1
Holborn: οι φτωχογειτονιές μεταξύ του Newgate και του Tyburn (τόπου εκτέλεσης)

2
Το πρωτότυπο γράφει Jack Ketch κι όχι δήμιος: ένα κοινώς αποδεκτό παρατσούκλι για τον δήμιο. Ο
πραγματικός Jack Ketch είχε σταματήσει την δουλειά έναν αιώνα νωρίτερα.

19
Σκηνή 13

(Πόλλυ, Μακήθ)

Άρια 6η

Ο χαριτωμένος παπαγάλος λέει

Μακήθ
Αχ, ωραία μου Πόλλυ
Όσο ήμουν στην πόλη
Μήπως χάθηκ' η αγάπη σου όλη;
Μήπως άλλος κανείς
σ' έχει κάνει κανίς
Και σαν σκύλα τον άκολουθείς;

Πόλλυ
Ω, Μακήθ έρωτά μου
Ρώτ' αν θες την καρδιά μου
Γιατί σαν με κοιτάς
Τη μιλιά μου ρουφάς
Και τη σκέψη μου τη σταματάς

Μακήθ: Αχ ωραία, ωραία Πόλλυ.


Πόλλυ: Και μ’ αγαπάς όπως πάντα, λατρεία μου;
Μακήθ: Μπορείς να μου αμφισβητήσεις την τιμή, το θάρρος, τα πάντα... εκτός
από την αγάπη μου για σένα. Ακόμα κι αν τα πιστόλια μου δεν πάρουν φωτιά,
ακόμα κι αν η φοράδα μου με γκρεμίσει ενώ με καταδιώκουν, δεν θα σ’
εγκαταλείψω ποτέ!
Πόλλυ: Όχι, αγάπη μου, δεν έχω λόγο να αμφιβάλλω για σένα, γιατί απ’ ό,τι
είδα στα ρομάντσα που μου δάνεισες, κανένας από τους μεγάλους ήρωες δεν
έκανε απιστίες… Κι αν σ’ εξορίσουν μακριά μου;
Μακήθ: Ποια δύναμη, ποια εξουσία θα μπορούσε να χωρίσει το Μακήθ από
την Πόλλυ του; Μπορεί κάποιος να πάρει τη σύνταξη από ένα δημόσιο
υπάλληλο, την αμοιβή από ένα δικηγόρο, μια όμορφη γυναίκα απ’ τον
καθρέφτη της ή μια οποιαδήποτε γυναίκα από τη βραδινή της έξοδο... Μα να
χωρίσει εμένα από σένα, αδύνατον!
Πόλλυ: Ναι, θα σ’ ακολουθούσα παντού. Αλλά, να, πώς να στο πω... Πρέπει
να φύγω μακριά σου. Πρέπει να χωρίσουμε.
Μακήθ: Πώς; Να χωρίσουμε;
Πόλλυ: Πρέπει, πρέπει. Ο μπαμπάς και η μαμά είναι εναντίον αυτής της
σχέσης. Να, τώρα − ακόμα και αυτήν τη στιγμή που μιλάμε − σε ψάχνουν.
Ετοιμάζονται να σε καρφώσουν...

20
Μακήθ: Το χέρι μου, όπως η καρδιά μου, αγάπη μου, είναι τόσο ενωμένο με
το δικό σου που δεν μπορεί να ξεκολλήσει... Δεν μπορεί να χαλαρώσει το
σφίξιμο...
Πόλλυ: Μα αν ο μπαμπάς τώρα μας έπιανε, θα σ’ έχανα για πάντα. Φύγε! Κι
ίσως τα πράγματα να ’ναι πιο ήρεμα σε κάνα δυο βδομάδες... Θα έχει νέα η
Πόλλυ σου στο μεταξύ;
Μακήθ: Πρέπει λοιπόν να φύγω;
Πόλλυ: Μήπως η απουσία αλλάξει τα αισθήματά σου;
Μακήθ: Αν έχεις την παραμικρή αμφιβολία για την αγάπη μου, καλύτερα να
μείνω... Και ας κρεμαστώ...
Πόλλυ: Ω, πόσο τρέμω! Φύγε! Κι όταν θα είσαι ασφαλής/ ελπίζω να με
ξαναδείς... Ως τότε η Πόλλυ θα ’ναι δυστυχής...

Άρια 7η

Ω, η σκούπα!
(καθώς αποχωρίζονται ο ένας τον άλλον, κοιτάζονται με λατρεία − ο ένας στη
μια πόρτα, ο άλλος στην άλλη...)

Μακήθ

Όπως κοιτάει το χρήμα του


ο μαύρος ο τσιφούτης
που λες θα σκάσει απ' τον καημό
κι απ' την πολλή λαχτάρα
Έτσι κι εγώ εσένανε παντοτινή μου αγάπη
δε θέλω να σε χωριστώ
σε τούτη την αντάρα.

Πόλλυ
Κι όπως κοιτάει κλαίγοντας
ένα μικρό παιδάκι
το σπουργιτάκι να πετά
που τόχει μεγαλώσει
έτσι κι εγώ οδύρομαι, κλαίω, θρηνώ, χτυπιέμαι...
Καλύτερα αγάπη μου
Να μ' είχανε σκοτώσει.
[Βγαίνουν]

21
ΠΡΑΞΗ Β΄

22
Σκηνή 1η

Μια ταβέρνα κοντά στο Νιουγκέιτ

(Μπεν, Ματ και η υπόλοιπη συμμορία σε ένα τραπέζι με κρασί, κονιάκ και
καπνό)

Μπεν: Ματ, τι ν΄ απόγινε, ο Τομ; Έχω να τον δω από τότε που βγήκα απ’ το
φρέσκο...
Ματ: Δυστυχώς, ο αδελφός μας ο Τομ είχε ένα ατύχημα... Κρίμα, γιατί ήτανε
ξύπνιο παλικάρι! Τώρα αναπαύεται ο φτωχός ανάμεσα στα κουφάρια του
νεκροτομείου...
Μπεν: Ε, τα ’χε φάει τα ψωμιά του...
Ματ: Ναι, αλλά εμείς ζούμε και το παρόν μας ανήκει. Τι ζητάμε οι άμοιροι; Να
κλέβουμε φανερά και να σκοτώνουμε ντόμπρα. Γιατί οι νόμοι του κράτους να
είναι τόσο αυστηροί με μας, που στο κάτω−κάτω δεν είμαστε πιο άδικοι από
τους συνηθισμένους δίκαιους ανθρώπους;
Μπεν: Μπράβο! Τέτοιους φιλόσοφους θέλουμε. Υπεράνω φόβου και
θανάτου!
Ματ: Θορυβώδεις και αυθεντικούς!
Μπεν: Δουλεμένους στο κουράγιο και ακούραστους στη δουλειά!
Ματ: Είναι κανείς εδώ που δεν θα ’δινε τη ζωή του για το φίλο του;
Μπεν: Είναι κανείς εδώ που θα τον πρόδινε για να του φάει το μερίδιο;
Ματ: Δείξε μου έναν αυλικό που να φτουράει όσο εμείς στην εντιμότητα!
Μπεν: Είμαστε υπέρ μιας δίκαιης μοιρασιάς του κόσμου· ο καθένας έχει το
δικαίωμα να χαίρεται τη ζωή του...
Ματ: Εμείς ρυθμίζουμε την οικονομία της ανθρωπότητας· κάνουμε περικοπές
στα πλεονάσματα πολυτελείας... Ο κόσμος είναι πλεονέκτης και φιλάργυρος.
Μαζεύουν χωρίς να τα χαίρονται, έτσι, μόνο για να μαζεύουν... Αυτοί είναι οι
ληστές του ανθρώπινου γένους, αφού τα χρήματα έγιναν για τους
ανοιχτοχέρηδες. Γιατί, λοιπόν, είναι άτιμο να παίρνεις από κάποιον κάτι που
έτσι κι αλλιώς δεν του είναι χρήσιμο;

Άρια 8η

Γεμίστε όλα τα ποτήρια

Ματ
Γεμίστε τα ποτήρια με κρασί
για να γεμίσει έμπνευση η ψυχή μας
φέρτε γυναίκες να μεθύσει το κορμί
και ασήμι να ξεπλύνει την τιμή μας

Χορός
Γεμίστε τα ποτήρια με κρασί κ.λπ.

23
Σκηνή 2η

(Ο Ματ με τους άλλους κι ο Μακήθ)

Μακήθ [χαιρετά σαν αρχηγός]: Καμιά επισημότητα, σας ικετεύω! Καλώς σας
βρήκα, κύριοι! Αν και μια επείγουσα υπόθεση με κράτησε αρκετά μακριά σας,
ορκίζομαι πως η καρδιά μου ήταν μαζί σας.
Ματ: Μόλις που λέγαμε να το διαλύσουμε... Το καθήκον μάς καλεί... Σε μένα,
κύριε, έλαχε η τιμή να βγω μαζί σας απόψε. Έμαθα από τον αμαξά της Αυλής
− τον κερνώ κάνα ποτηράκι πού και πού για να λυθεί η γλώσσα του − ότι στην
ανατολική λεωφόρο, σε λίγη ώρα από τώρα, θα έχουμε πελατεία...
Μακήθ: Δυστυχώς θα λείψω απ’ αυτό το πάρτι...
Ματ: Τι λέτε, κύριε;
Μακήθ: Αμφισβητεί κανείς το κουράγιο μου;
Μπεν: Όλοι έχουμε να λέμε γι’ αυτό!
Μακήθ: Για την τιμή και την αφοσίωσή μου στην συμμορία;
Μπεν: Εγώ δεν τ’ αμφισβήτησα ποτέ.
Μακήθ: Στη μοιρασιά έδωσα ποτέ δείγματα πλεονεξίας και αδικίας;
Ματ: Οι ερωτήσεις αυτές δείχνουν άτομο θιγμένο... Σας έχει πειράξει κάτι,
κύριε;
Μακήθ: Σε σας έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Σας εκτιμώ και σας σέβομαι. Ο
Πίτσαμ είναι το τομάρι... Ας έχει χάρη που μας είναι χρήσιμος...
Ματ: Αν έχει κάνει καμιά ματσαραγκιά, θα του τινάξω τα μυαλά στον αέρα!
Μακήθ: Αυτοκυριαρχία, κύριοι, προπαντός κι ευγένεια. Το πιστόλι είναι η
τελευταία μας λύση.
Μπεν: Ξέρει γι’ αυτή μας τη συνάντηση;
Μακήθ: Η δουλειά, δυστυχώς, δεν προχωράει χωρίς αυτόν. Γνωρίζει πολύ
κόσμο κι είναι καλός... μεσίτης. Μια μικρή διαφωνία μεταξύ μας με αναγκάζει
ν’ απομακρυνθώ για λίγο από το δρόμο του. Αυτό όμως δεν αφορά τους
φίλους μου· εσείς θα συνεχίσετε τη δράση κάτω από τις οδηγίες του, αν
θέλετε να συντηρηθεί η συμμορία.
Ματ:, Μας διευκολύνει! Είναι η τσατσά και είμαστε οι πουτάνες της.
Μακήθ: Κάντε τον να πιστέψει πως εγκατέλειψα την συμμορία − απ’ την
οποία μόνο ο θάνατος θα με χωρίσει! Υπολογίζω να τα βρούμε σε καμιά
βδομάδα μ’ αυτόν... Στο μεταξύ εμείς θα τα λέμε σε κρυφές συναντήσεις...
Ματ: Οι οδηγίες σας θα εκτελεστούν κατά γράμμα! Τώρα το καθήκον μας
καλεί. Θα τα πούμε το βράδυ, στη συγκέντρωση στα χωράφια του Μουρ. Ώρα
καλή!
Μακήθ: Μακάρι να ’ρχόμουν μαζί σας. Καλή τύχη! [κάθεται στο τραπέζι
μελαγχολικός]

24
Η συμμορία πηγαίνει στο προσκήνιο, φορούν όλοι τα όπλα τους και
τραγουδούν εν χορώ την προηγούμενη Άρια του Ματ.

25
Σκηνή 3η

(Μακήθ, Κάπελας)

Μακήθ: Δεν υπάρχει πιο ηλίθιο πλάσμα από μια ερωτευμένη κοπέλα... Η
Πόλλυ είναι ένα διαολεμένο θηλυκό! Όποιος αγαπά το χρήμα, κάνει δεσμό μ’
ένα νόμισμα, ενώ εγώ που λατρεύω το πήδημα, με γυναίκα! Η πολιτεία θα
πρέπει να εκτιμήσει τη στρατολογική μου προσφορά... Στρατολογώ ελεύθερες
καρδιές γυναικών! Χωρίς εμένα − και κάτι άλλους κυρίους σαν εμένα − η πόλη
μας θα ήταν ακατοίκητη.

Άρια 9η

Θα πάρεις μια νεαρή παρθένα

Στη βαριά από έγνοιες αντρίκεια καρδιά


μόνο βάλσαμο είναι η γυναίκα.
Σαν βιολιού μουσική μας μαγεύει γλυκά
και δε θέλουμε μια αλλά δέκα.
Ζούλα την, χούφτωστην, πασπάτεψέ την
με χάδια πονηρά μαλάκωσέ την.

Μακήθ: Τις χρειάζομαι τις γυναίκες! Μου καθαρίζουν το μυαλό... Ούτε το


χρήμα δεν έχει αυτή τη δύναμη... Ε ταβερνιάρη! Τι θα γίνει με τις κυρίες, θα
έρθουν;
Κάπελας: Τις περιμένω από λεπτό σε λεπτό. Μόλις φανούν, θα τις στείλω
αμέσως. Μπορεί ήδη να περιμένουν κάτω... Έρχομαι, έρχομαι!

26
Σκηνή 4η

(Μακήθ, κα Κόουξερ, Μπέττυ Ντόξυ, Τζένη Ντίβερ, Σούκυ Τάουντρυ)

Μακήθ: Καλώς ήρθατε, αγαπητή κα Κόουξερ! Γοητευτικότατη απόψε −


ελπίζω δίχως επισκευές με μπογιές και πασαλείμματα... Φίλα με,
παλιοβρώμα! Έτσι ερωτιάρα όπως είσαι, κλέβεις όλες τις καρδιές και δε σου
μένει καιρός να κλέψεις τίποτε άλλο... Τι; Και η κούκλα μου η Τζένη Ντίβερ
παρούσα; Σεμνή και κόσμια όπως πάντα! Πόσο δύσκολο, μα την αλήθεια, να
συνδυάσεις μια καθώς πρέπει εμφάνιση με μια διεστραμμένη ψυχή! Μα δεν
είναι εδώ η Σούκυ Τάουντρυ να με διαψεύσει; Κυρία μου, όλος δικός σας!
Πάντα οι γυναίκες με μυαλό κέρδιζαν την καρδιά μου. Γίνονται διεγερτικές
ερωμένες, αλλά βασανιστικές σύζυγοι... Όλες εσείς, εξαιρετικές μου κυρίες, να
ξέρετε πως η προικισμένη ομορφιά σας επιτρέπει το τσιτσίδωμα... Ακούω
μουσική... Έφτασε ο Χάρπερ. Αν η μουσική είναι η τροφή του έρωτα, τότε
παίξε για μας! [απόσπασμα από τη Δωδεκάτη Νύχτα] Εκλεκτές μου κυρίες, τι
λέτε για ένα χορό; [μπαίνει αυτός που παίζει άρπα] Παίξε εκείνο το γαλλικό
σκοπό που άρεσε τόσο στην κα Τάουντρυ! [χορός α λα γαλλικά]

Άρια 10η

Κομφετί

Τα νιάτα έχουνε χαρές.


Μοναδικό καθήκον τους ο έρως.
Την ομορφιά υπηρετούν
δεν ξέρουνε από χειμών' αλλ' από θέρος.
Ας πιούμε να δοξάσουμε το σήμερα
ο έρωτας κι η νιότη είν' εφήμερα.
Χορέψτε να γιορτάσουμε το τώρα
των γηρατειών πριν να μας πιάσ' η μπόρα.

Μακήθ: Κυρίες μου, λάβετε θέσεις! [πληρώνει τον Χάρπερ] Έλα, φίλε!
Ταβερνιάρη, φέρε κρασί! Κι αν καμιά θέλει τζιν, είναι ελεύθερη να το ζητήσει.
Τζένη: Εμένα εννοείς μάλλον... Το κρασί είναι αρκετά αψύ για τα γούστα μου.
Όμως πίνω σκληρά ποτά μονάχα όταν είμαι χολωμένη... Ελπίζω, κυρία
Κόξερ, να είχατε γκραν σουξέ στους τελευταίους πελάτες σας − ξέρετε,
εκείνους τους εμπόρους υφασμάτων...
Κόξερ: Υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός! Πρόλαβα, ωστόσο, κι έχωσα στην
τσέπη ένα καταπληκτικό πανί εμπριμέ. Οικονόμησα και κάτι τις για την
αποθήκη του Πίτσαμ την προηγούμενη βδομάδα...
Τάουντρυ: Εκείνη όμως που διαθέτει τη μεγαλύτερη τέχνη σ’ αυτά, είναι η
Τζένυ. Έτσι και συμφωνήσει το παλικάρι, βάζει το χέρι στην τσέπη του με
μοναδική μαεστρία. Είναι προσόν να κυριαρχεί μια γυναίκα στους πόθους της
χάριν του κοινού συμφέροντος...
Τζένη: Α, έχω τη δική σας επιδεξιότητα, κυρία... Άλλωστε ποτέ δεν
συνοδεύομαι από τζέντλεμαν παρά μόνο για το καλό της δουλειάς. Για την
προσωπική μου απόλαυση έχω άλλο είδος ανδρών...

27
Μακήθ: Αρκούν οι φιλοφρονήσεις, κυρίες μου! Πιείτε! Παλιά με γούσταρες
πολύ, Τζένυ. Έχει αλλάξει τίποτα τελευταία;
Τζένυ: Δεν είναι σωστό, κύριε, να εξάπτω την αντιζηλία τόσων διεκδικητών
της καρδιάς μου. Εσείς διαλέγετε εξάλλου...

Άρια 11η

Ένα πρωί γεμάτο ομίχλη

Τον κόκορα π' ακίνητος διαλέγει


κοιτάν' οι κότες όλο προσμονή.
Και σκέφτονται το βράδυ στο κοτέτσι
ποια είναι αυτή που θα φωνάζει "μη".
"Μη, μη
τι μου κάνεις καλέ
κόκορα μου δεν έχω τιμή.
Μη, μη
ας φωνάζω εγώ
εσύ μπες όπως ξέρεις μ' ορμή".

Μακήθ: Είσαι μια πουτανίτσα, Τζένυ!


Κόουξερ: Κυρία μου, είσαστε ποτέ μαιτρέσσα κανενός;
Τάουντρυ: Ω, μαντάμ, αν δεν ήμουνα ηλίθια θα την περνούσα φίνα με τον
τελευταίο μου γκόμενο. Αλλά μόλις του σούφρωσα πέντε γκινέες με πέταξε
στο δρόμο. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι τις είχε μετρήσει.
Τζένυ: Εγώ, μαντάμ, τα είχα με έναν εβραίο μια φορά, κι αν εξαιρέσεις τη
θρησκεία τους, είναι καλοί με τις γυναίκες.
Τάουντρυ: Εγώ προτιμώ τους γέρους γιατί τους βάζουμε να πληρώσουν για
όσα δεν μπορούν να κάνουν.
Κόουξερ: Κι ένας κομψός πρωτάρης, κυρίες μου, δεν μου πέφτει άσκημα. Το
αίμα τους βράζει. Στην εποχή μου έστειλα δυο-τρεις δωδεκάδες από δαύτους
στις αποικίες.
Τζέννυ: Εσείς βέβαια με τόσα κελεπούρια στους δρόμους πρέπει να είστε
πάρα πολύ πλούσιος.
Μακήθ: Ο δρόμος, πράγματι, μου φέρθηκε δίκαια. Η τσόχα ήταν η
καταστροφή μου.
Τζέννυ: Ένας γενναίος άντρας δεν πρέπει να ρισκάρει τίποτα άλλο εκτός από
τη ζωή του αν θέλει να λέγεται τίμιος. Χαρτιά και ζάρια ταιριάζουν μόνο σε
θρασύδειλους απατεώνες που κατακλέβουν τους φίλους τους.
(Του παίρνει το πιστόλι. Η Τάουντρυ του παίρνει το άλλο)
Τάουντρυ: Αυτό, κύριε, ταιριάζει καλύτερα στο χέρι σου. Άσε που αν χάσεις
το χρήμα χάνεις και τις γυναίκες. Το χαρτί σε απομακρύνει από τις γυναίκες.
Μακήθ: Έκφυλες βρωμιάρες!
Τζέννυ: Φίλα με να νοστιμίσει το κρασί μου.
(Τον πιάνουν απ’ το λαιμό και κάνουν νόημα στον Πίτσαμ και στους
αξιωματικούς που τρέχουν κατά πάνω του)

28
Σκηνή 5η

Οι προηγούμενοι, ο Πίτσαμ και αξιωματικοί

Πίτσαμ: Σε συλλαμβάνω, κύριε, είσαι υπό κράτηση.


Μακήθ: Και συ τέκνον Τζέννυ; Οι γυναίκες είναι παγίδες. Ποιος μπορεί να τις
εμπιστευτεί; Τέρατα, παλιάλογα, άτιμες, μέγαιρες, μάγισσες, πουτάνες!
Πίτσαμ: Η περίπτωσή σας, κύριε Μακήθ, δεν είναι σπάνια. Οι μεγαλύτεροι
ήρωες καταστράφηκαν από γυναίκες. Αλλά η αλήθεια να λέγεται: είναι
χαριτωμένα πλασματάκια αν μπορούμε να τις εμπιστευτούμε. Όμως, τώρα
κύριε, πρέπει να αφήσουμε τις κυρίες. Αν θέλουν να σας επισκεφθούν θα σας
βρουν σίγουρα στο νέο σας σπίτι. Αυτός ο τζέντλεμαν, κυρίες μου, θα
φιλοξενείται προσωρινά στη φυλακή του Νιουγκέιτ. Αξιωματικοί, συνοδέψτε
τον κάπτεν στα διαμερίσματά του.
Μακήθ: Κυρίες μου, το λογαριασμό αφήστε τον σ’ εμένα. (Βγαίνει
φρουρούμενος από τον Πίτσαμ και τους αξιωματικούς)

29
Σκηνή 6η

Οι γυναίκες μόνες

Κόουξερ: Για να σου πω, κυρία Τζέννυ. Ο κύριος Πίτσαμ μπορεί να τα


κανόνισε με σένα και την Σούκυ Τάουντρυ να καρφώσετε τον καπετάνιο αλλά
αφού ήμουνα παρούσα θέλω κι εγώ μερτικό. Μετά από τόσα χρόνια
συνεργασίας νομίζω ότι ο κύριος Πίτσαμ θα μπορούσε να μ’ εμπιστευτεί όσο
κι εσένα. Για τρεις τουλάχιστον που έστειλε στην κρεμάλα τον τελευταίο χρόνο
το χρωστάει σε μένα, αν θέλει να είναι δίκαιος.
Σούκυ: Α, για σιγά! Ξέρεις καλά πως τον έναν απ’ αυτούς τον βούτηξαν στο
κρεβάτι μαζί μου.
Τζέννυ: Αν είναι για μια κανάτα κρασί και κανά κέρασμα, πιστεύω ότι η κυρία
Σούκυ θα συμβάλλει. Αν έχεις τίποτε άλλο στο νου ξέχνα το.
Κόουξερ: Χρυσή μου! Μου είναι αδύνατον...
Σούκυ: Τότε καλύτερα όχι.
Τζέννυ: Όπως επιθυμείτε... (Βγαίνει με τυπικότητα)

30
Σκηνή 7η

Στη φυλακή του Νιουγκέιτ


Ο Λόκιτ, Φύλακες, Μακήθ, αξιωματικοί

Λόκιτ: Αξιότιμε καπετάνιε, σας καλωσορίζω. Πέρασε ενάμισι χρόνος από τότε
που ξανάχαμε την τιμή να σας φιλοξενούμε. Τα έθιμα εδώ, νομίζω.
Γαρνιτούρα, καπετάνιε μου, γαρνιτούρα. Πιάσε μου εκείνες τις αλυσίδες να
του δέσω τα πόδια.
Μακήθ: Αυτές, κύριε Λόκιτ, φαίνονται οι πιο βαριές. Με την άδειά σας θα
προτιμούσα το διπλανό ζευγάρι.
Λόκιτ: Κοίτα, καπετάνιε, ξέρουμε τι ταιριάζει στους φυλακισμένους μας. Όταν
ένας τζέντλεμαν μου φέρεται πολιτισμένα, κάνω το παν για να τον
ευχαριστήσω. Από μια γκινέα έως δέκα. Έχουμε για όλα τα βαλάντια και για
όλα τα γούστα.
Μακήθ [ενώ πληρώνει]: Σας καταλαβαίνω, κύριε. (Του δίνει χρήματα) Λίγα
πορτοφόλια αντέχουν στις... γενναίες σας προσφορές. Όσοι θέλουν να
πεθάνουν σαν κύριοι πρέπει να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Λόκιτ: Θα σας πρότεινα αυτές... Κατέβασε, παρακαλώ, εκείνο το ζευγάρι.
Εξαιρετική δουλειά και παστρικιά! Προσεκτικά φτιαγμένες, για να ταιριάζουν
στο χέρι όπως το γάντι. Και ο μεγαλύτερος αριστοκράτης δεν θα είχε
αντίρρηση να τις φορέσει [του φορά τις αλυσίδες] Και τώρα, κύριε, επιτρέψτε
μου να σας αφήσω μόνο στους διαλογισμούς σας.

31
Σκηνή 8η

(Μακήθ)

Μακήθ: Τουλάχιστον τον Λόκιτ τον ξεφορτώθηκα για την ώρα. Να δούμε
όμως από την κόρη του πώς θα γλιτώσω. Είμαι σε τρομερά δύσκολη θέση. Δε
φτάνει που θα κρεμαστώ, είμαι όλη μέρα αναγκασμένος ν’ ακούω και τις
βρισιές μιας γκόμενας, γιατί τη χάλασα λέει εγώ!

Άρια 12η

Αυλικοί, αυλικοί, σκεφθείτε, δεν πειράζει

Μπορεί απ' την κρεμάλα να σωθείς


κι από γιατρό που άλλ' αντ' άλλων λέει
μα στη μανία της γυναίκας αν πιαστείς
τότε η μάνα σου αρχίζει και σε κλαίει.
Όποιος γυναίκ' αμφισβητεί
σαν την οχιά θα συντριβεί.
Σαν μύγα που κρυφά-κρυφά
ρουφά σιρόπ' απ' τα γλυκά
και τη μυγοσκοτώστρα πούρχεται ξεχνά.

Είμαι στο έλεος του πατέρα της ως την ημέρα της εκτέλεσης. Της υποσχέθηκα
γάμο. Ε, και; Τι σημαίνει η υπόσχεση σε μια γυναίκα; Οι γυναίκες πιστεύουν
όλα όσα κάνουμε και λέμε; Νομίζω πως μας χρησιμοποιούν, για να
ικανοποιούν τις δικές τους ορέξεις τελικά και τους σκοπούς τους... Ωχ, όχι! Η
Λούσυ! Μακάρι να ’μουν κουφός!

32
Σκηνή 9η

(Μακήθ, Λούσυ)

Λούσυ: Άτιμε! Πώς μπορείς να με κοιτάς στα μάτια μετά απ’ όσα έγιναν
μεταξύ μας; Παλιάνθρωπε! Είμαι αναγκασμένη ν’ ανεχτώ ως και το
γκάστρωμα... Μου πήρες την ηρεμία μου, Μακήθ, κι εγώ παίρνω τη δική σου·
η τιμωρία σου θα είναι η μεγαλύτερή μου απόλαυση!
Μακήθ: Δε δείχνεις κανένα έλεος, καμιά συμπάθεια, Λούσυ, για τον άμοιρο
σύζυγό σου;
Λούσυ: Το «σύζυγό» μου;
Μακήθ: Με κάθε δόξα και τιμή − εκτός από την τελετή! Τι νόημα έχει να
επιμένουν στις επίσημες τελετές όσοι αγαπιούνται πραγματικά; Ο λόγος ενός
τίμιου άντρα είναι συμβόλαιο...
Λούσυ: Πόσο το χαίρεστε εσείς οι άντρες να προσβάλλετε τη γυναίκα που
έχετε εκθέσει!
Μακήθ: Με την πρώτη ευκαιρία, αγάπη μου, θα γίνεις γυναίκα μου με όποιον
τρόπο σ’ ευχαριστεί...
Λούσυ: Πας να ξεγλιστρήσεις, τέρας! Και νομίζεις ότι δεν έχω μάθει για τη
σχέση σου με τη δεσποινίδα Πόλλυ Πίτσαμ; Θα της βγάλω τα μάτια!
Μακήθ: Είσαι τόσο χαζή, Λούσυ, ώστε να ζηλεύεις την Πόλλυ;
Λούσυ: Δεν την παντρεύτηκες, βρε παλιοτόμαρο;
Μακήθ: Την παντρεύτηκα; Εγώ! Η ίδια το διέδωσε για να σπιλώσει την
υπόληψή μου. Μπορεί να μπαινοβγαίνω σπίτι της, να της μιλάω, να τη φιλάω
κάπου−κάπου, δε λέω − όπως κάνουν οι τζέντλεμεν − αλλά αυτό δε σημαίνει
πως την παντρεύτηκα... Λούσυ, σύνελθε! Τέτοιες εκρήξεις δεν ταιριάζουν στο
επίπεδό σου...
Λούσυ: Έλα τώρα, καπετάνιε! Η δεσποινίς Πόλλυ σ’ έκανε να ξεστρατίσεις...
Μακήθ: Μια ζηλιάρα γυναίκα πιστεύει μόνο σε ό,τι της υπαγορεύει το πάθος
της. Πώς να σε πείσω, λοιπόν; Δεν έχω κανένα ηθικό ενδοιασμό να σε
αποκαταστήσω· και γνωρίζω καλά τις συνέπειες της διγαμίας...
Λούσυ: Αν σε κρεμάσουν, θα γλιτώσεις κι απ’ τις δυο μας...
Μακήθ: Αγαπημένη μου Λούσυ, είμαι πρόθυμος να επανορθώσω. Βρες μου
έναν παπά και θα σε κάνω γυναίκα μου αμέσως τώρα. Θα το ’λεγε αυτό ένας
παντρεμένος; Πώς αλλιώς να σε πείσω για την εντιμότητά μου;
Λούσυ: Δηλαδή δεν έχεις παντρευτεί με τη δεσποινίδα Πόλλυ;
Μακήθ: Ω, Λούσυ, είναι τόσο ματαιόδοξη! Όποιος της πετάξει μια ευγενική
κουβέντα, νομίζει πως είναι κτήμα της! Πως τον έχει δέσει στη φούστα της!
Όταν οι γυναίκες συνειδητοποιήσουν την ομορφιά τους γίνονται όλες το ίδιο
παράλογες στις απαιτήσεις τους. Περιμένουν ότι θα αρέσουν στους εραστές
τους όσο καιρό αρέσουν στους εαυτούς τους.
Λούσυ: Πάω στον πατέρα μου. Θα φέρω τον παπά και θα δούμε. Γιατί
σκοπεύω να γίνω τίμια γυναίκα.

33
Σκηνή 10η

Πίτσαμ, Λόκιτ με ένα βιβλίο λογαριασμών

Λόκιτ: Λοιπόν τάπαμε, αδελφέ Πίτσαμ. Για τον Μακήθ θα τα πάρουμε μισά-
μισά.
Πίτσαμ: Δεν πρόκειται να μαλώσουμε για μια εκτέλεση. Τα περυσινά όμως
πώς πάνε;
Λόκιτ: Αν τους ρίξεις μια ματιά θα τα βρεις μια χαρά.
Πίτσαμ: Αυτά τα καθυστερούμενα της κυβέρνησης μας έχουν ταράξει. Τι
περιμένουν δηλαδή, να κρεμάμε τους γνωστούς μας για το τίποτα, όταν οι
καλύτεροι μας με το ζόρι κρατιούνται στη ζωή χωρίς να πληρώνονται. Αν δεν
μάθουν να πληρώνουν καλύτερα στο μέλλον, τους υπόσχομαι ότι θα
ξαμολύσω όλους τους σεσημασμένους να ζήσουν δίπλα τους.
Λόκιτ: Ίσως, αδελφέ, φοβούνται ότι αυτές οι υποθέσεις τραβάνε μακριά. Μας
αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση. Λες και το επάγγελμά μας δεν είναι
ευυπόληπτο.
Πίτσαμ: Είναι αλήθεια ότι μας θεωρούν ανέντιμους, διότι σαν τους μεγάλους
πολιτικούς ενθαρρύνουμε αυτούς που προδίδουν τους φίλους τους.
Λόκιτ: Τέτοια γλώσσα οπουδήποτε αλλού θα μπορούσε να παρεξηγηθεί.
Μάθε να είσαι πιο προσεκτικός σε θερμοπαρακαλώ.
Πίτσαμ: Να, βλέπω το όνομα του κακόμοιρου του Νέντ Κλίντερ. Εδώ, φίλε
μου, πρέπει να το παραδεχτείς, τον αδίκησες.
Λόκιτ: Κύριε Πίτσαμ, είναι η πρώτη φορά που η τιμή μου αμφισβητείται.
Πίτσαμ: Βέβαια, δουλειά είναι στο κάτω-κάτω. Δικαιούμαστε να είμαστε
ανέντιμοι καμιά φορά.
Λόκιτ: Ποιος με κατηγορεί;
Πίτσαμ: Φούντωσες, μου φαίνεται.
Λόκιτ: Αυτός που απειλεί την τιμή μου, απειλεί τη ζωή μου. Και δεν γεννήθηκε
ακόμη αυτός που θα το κάνει.
Πίτσαμ: Αφού με προκαλείς να μιλήσω πρέπει λοιπόν να σου πω ότι και η
κυρία Κόξερ σε κατηγορεί ότι την κορόιδεψες με την αμοιβή για τις
πληροφορίες της. Έτσι είναι, αδελφέ, πρέπει να είμαστε ακριβείς με τις
πληρωμές μας προς τους κατασκόπους, αλλιώς τέρμα οι πληροφορίες.
Λόκιτ: Τέτοια γλώσσα σε μένα, άθλιε, που σε έσωσα από την αγχόνη.
(Αρπάζουν ο ένας το λαιμό του άλλου)
Πίτσαμ: Αν με κρεμάσουν θα είναι γιατί έμπλεξα με έναν μπαγάσα περιωπής.
Λόκιτ: Αυτό το χέρι θα γίνει ο βρόχος που σου αξίζει και θα σε πνίξει, σκύλε.
Πίτσαμ: Αδελφέ, αδελφέ. Σφάλουμε και οι δυο γιατί ξέρεις ότι έχουμε τη
δύναμη να κρεμάσουμε ο ένας τον άλλον. Δεν πρέπει να είσαι τόσο
ευέξαπτος.
Λόκιτ: Ούτε κι εσύ τόσο προκλητικός.
Πίτσαμ: Είναι για το κοινό συμφέρον. Από ενδιαφέρον για τον κόσμο πρέπει
να συμφωνούμε. Εάν είπα κάτι, αδελφέ, που πρόσβαλε το χαρακτήρα σου,
σου ζητώ συγνώμη.
Λόκιτ: Αδελφέ Πίτσαμ. Μπορώ να συγχωρώ και να προσβάλλομαι. Δώσε μου
το χέρι σου. Η υποψία δεν γίνεται φίλος.
Πίτσαμ: Ήθελα μόνο να σου δώσω μια ευκαιρία να κάνεις αυτοκριτική. Αλλά
τώρα πρέπει να πάω σπίτι γιατί περιμένω τον κύριο για την ταμπακιέρα που

34
τσίμπησε ο Φιλντς προχθές το βράδυ στο πάρκο. Του έδωσα ραντεβού αυτή
την ώρα.

35
Σκηνή 11η

(Λόκιτ, Λούσυ)

Λόκιτ: Από πού έρχεσαι, παλιοθήλυκο;


Λούσυ: Τα δάκριά μου ίσως απαντήσουν στην ερώτησή σου.
Λόκιτ: Από τη μια χαϊδεύεσαι σα σκύλα κι από την άλλη κλαψουρίζεις γι’
αυτόν τον τύπο που σε κορόιδεψε...
Λούσυ: Είναι πάνω απ’ τις δυνάμεις μου να σε υπακούσω και να τον μισήσω.
Λόκιτ: Μάθε να δέχεσαι το θάνατο του συζύγου σου σαν λογική γυναίκα. Δεν
είναι σήμερα της μόδας να λυπάσαι τόσο πολύ γι αυτά τα ζητήματα. Καμιά
γυναίκα δεν θα παντρευόταν, αν δεν είχε τη δυνατότητα ν’ απαλλαγεί απ’ το
σύζυγο! Φέρσου σαν καλλιεργημένη αριστοκράτισσα, κατεργάρα, κι
ευχαρίστησε τον πατέρα σου που σε φροντίζει.
Λόκιτ: Άκουσε, Λούσυ. Δεν μπορείς να τον σώσεις. Γι’ αυτό φρόντισε να
φερθείς όπως κάθε λογική χήρα· αγόρασε πλερέζες και παίξτο εύθυμη!
Έπειτα, σαν καλή σύζυγος θα θρηνήσεις πάνω απ’ το κουφάρι του. Είναι
καθήκον σου, μικρή μου. Δεν θα μπορούσες άλλωστε να διαθέτεις και λεφτά
και σύζυγο μαζί... Μην κάνεις τα πράγματα δύσκολα, λοιπόν. Πάρε τα λεφτά
του!

36
Σκηνή 12η

(Λούσυ, Μακήθ)

Λούσυ: Παρόλο που τίποτε στις μέρες μας δε λειτουργεί κανονικά, ελπίζω
σήμερα να βάλεις σε μια τάξη τουλάχιστον τα ηθικά σου διλήμματα... Ω, κύριε
της καρδιάς μου! Ο αξιοσέβαστος πατέρας μου με τίποτα δεν μαλακώνει...
Πόσο είμαι απελπισμένη!
Μακήθ: Μήπως ακόμα υπάρχει μια ελπίδα; Μια αχτίδα του ήλιου στην ομίχλη;
Μήπως αλλάξει γνώμη με είκοσι γκινέες; Τα λεφτά, στη δουλειά μας είναι ο
καλύτερος τρόπος να συνεννοηθείς με τον αντίπαλο...
Λούσυ: Ας γίνει ό,τι μπορεί να γίνει με τη δύναμη του έρωτα ή των χρημάτων!
Για την ώρα, η μόνη μου παρηγοριά θα είναι ότι στη φυλακή τουλάχιστον είσαι
ασφαλής...

37
Σκηνή 13η

(Λούσυ, Μακήθ, Πόλλυ)

Πόλλυ: Ο αγαπημένος μου άντρας πού είναι; Θηλιά θα του περάσουν στο
λαιμό... Ω αφήστε με να σπάσω τα δεσμά του! Μονάχα ο έρωτάς μου να τον
δένει... Γιατί την πλάτη μού γυρίζεις; Η Πόλλυ σου είμαι, εγώ, δε με γνωρίζεις;
Μακήθ: Υπήρξε ποτέ πιο άτυχος απατεώνας από μένα;
Λούσυ: Υπήρξε πότε άλλος τέτοιος παλιάνθρωπος;
Πόλλυ: Ω, Μακήθ! Θα ’μαι μαζί σου ως το θάνατο! Ποια δύναμη μπορεί να σε
χωρίσει απ’ τη γυναίκα σου; Γιατί, αγάπη μου, δε λες ούτε μια λέξη; Γιατί δε
μου ρίχνεις μια ματιά; Σκέψου την Πόλλυ σου! Πόσο υποφέρω να σε βλέπω
έτσι!
Μακήθ: (Κρυφά) Έχει λυσσάξει η πουτάνα.
Λούσυ: Έχω λοιπόν χάσει την αρετή μου; Δεν υπάρχει περίπτωση να την
ξαναβρώ; Είναι βέβαιο πως οι άντρες γεννήθηκαν για να ψεύδονται και οι
γυναίκες για να τους πιστεύουν! Παλιάθρωπε, παλιάνθρωπε!
Πόλλυ: Δεν είμαι η γυναίκα σου; Η περιφρόνηση, η αποστροφή που μου
δείχνεις με τόση σκληρότητα το αποδεικνύουν. Κοίτα με. Πες μου, είμαι ή όχι η
γυναίκα σου;
Λούσυ: Άπιστε αχρείε άνθρωπε!
Πόλλυ: Βάρβαρε σύζυγε!
Λούσυ: Αν είχες κρεμαστεί πέντε μήνες πριν θα ήμουν ευτυχισμένη.
Πόλλυ: Κι εγώ το ίδιο. Αν ήσουν καλός μαζί μου μέχρι να μας χωρίσει ο
θάνατος δεν θα με πείραζε. Ε, δεν είναι και τόσο παράλογη απαίτηση από μια
σύζυγο προς έναν άντρα που του μένουν επτά-οκτώ μέρες ζωής.
Λούσυ: Έχεις παντρευτεί άλλη λοιπόν; Είσαι δίγαμος, τέρας;
Μακήθ: Αν μπορείτε να κρατήστε λίγο τις γλώσσες σας, γυναίκες θα
απαντήσω. Ακούστε με.
Λούσυ: Όχι δεν θα σ’ ακούσω. Η σάρκα και το αίμα μου δεν μ’ αφήνουν.
Πόλλυ: Μήπως τα δικά μου μ’ αφήνουν; Η δικαιοσύνη με διατάσσει να
μιλήσω.
Πόλλυ: Σίγουρα, αγάπη μου, κάποια θα σου αρέσει περισσότερο. Έστω και
στην εμφάνιση. Πρέπει να σάλεψε από τις κακοτυχίες του, αλλιώς δεν θα μου
φερόταν έτσι.
Λούσυ: Άθλιε, άθλιε! Πώς με τούμπαρες. Θα μπορούσα ευχαρίστως ακόμα
και να καταθέσω εναντίον σου. Καμιά αγία δεν λαχτάρησε τόσο να σκοτώσει
το κρυφό της πάθος όσο εγώ εσένα. Θα έπαιρνα την εκδίκησή μου και αντίο.
Μακήθ: Ηρέμησε, αγαπημένη μου Λούσυ. Όλα τούτα είναι κόλπα της Πόλλυ
για να με κάνει να χωρίσω μαζί σου, αν τη βγάλω καθαρή. Αν πάλι κρεμαστώ
πολύ θα το ήθελε να αναγνωριστεί ως χήρα μου. Αλήθεια, Πόλλυ, δεν είναι
ώρα για τέτοιες κουβέντες. Γιατί κάθε που μιλάς για γάμο εγώ σκέφτομαι
κρεμάλα.
Πόλλυ: Επιμένεις να με απαρνείσαι; Με τι καρδιά το κάνεις αυτό;
Μακήθ: Κι εσύ με τι καρδιά επιμένεις να με πείσεις πως παντρεύτηκα; Γιατί,
Πόλλυ, θέλεις να φορτώσεις κι άλλο την κακοτυχία μου;
Λούσυ: Αλήθεια, δις Πίτσαμ, έχετε εκτεθεί. Τι βαρβαρότης να ενοχλείτε έναν
τζέντλεμαν υπ’ αυτάς τας συνθήκας.
Πόλλυ: Η αξιοπρέπεια, Μαντάμ, θάπρεπε να σας έχει διδάξει να φέρεστε πιο
συγκρατημένα με τον σύζυγο παρούσης της συζύγου.

38
Μακήθ: Καιρός να σοβαρευτούμε, Πόλλυ. Παρατράβηξε το αστείο.
Λούσυ: Αν το έχετε πάρει απόφαση, κυρία μου, να ξεσηκώσετε τη φυλακή, θα
αναγκαστώ να πω στο δεσμοφύλακα να σας δείξει την πόρτα. Λυπάμαι,
μαντάμ, εσείς με αναγκάσατε να φερθώ ανάγωγα.
Πόλλυ: Επιτρέψτε μου να σας πω, μαντάμ, ότι αυτή η προπέλα μπροστά σας
δεν σας πηγαίνει καθόλου. Και το καθήκον μου υπαγορεύει να παραμείνω
δίπλα στο σύζυγό μου... κυρία.

Άρια 13η

Αντίο, κουτσομπόλα Τζοάν

Λούσυ

Γιατί δε μας αδειάζεις


Κυρά μου τη γωνιά
Παραμύθια πουλάς
Σαν τσιμπούρι κολλάς
Μα κανέναν δεν ξεγελάς

Πόλλυ

Εσύ μωρή καριόλα


Να φύγεις, να χαθείς
Με δυο μέτρα κοιλιά
Ζητιανεύεις φιλιά
Σαν πουτάνα χωρίς δουλειά

39
Σκηνή 14η

Λούσυ, Μακήθ, Πόλλυ, Πίτσαμ

Πίτσαμ: Πού είναι το κοριτσάκι μου; Ω, γύναιο, γύναιο. Έλα σπίτι, τσουλί κι
όταν ο δικός σου κρεμαστεί, κρεμάσου κι εσύ, να κάνεις κι ένα καλό στην
οικογένειά σου.
Πόλλυ: Αγαπημένε μου, αγαπημένε μου μπαμπά, μη με χωρίζεις από κείνον.
Πρέπει να μείνω να του μιλήσω, έχω κι άλλα να του πω. Ω, δέσε με με τις
αλυσίδες σου για να μην μπορεί να με πάρει από σένα.
Πίτσαμ: Όλες οι γυναίκες είναι ίδιες, αυτό είναι βέβαιο. Με την ηλιθιότητά τους
μπορεί να σε στείλουν στο τρελοκομείο. Μακριά... Ούτε λέξη... Σ’ έχω στο χέρι
τώρα, κατεργάρα...

40
Σκηνή 15η

(Λούσυ, Μακήθ)

Μακήθ: Είμαι από φυσικού μου σπλαχνικός. Δεν είμαι ικανός να φερθώ στην
κοπέλα όπως της αξίζει − σ’ αυτήν που σ’ έκανε να πιστέψεις τα λόγια της.
Λούσυ: Αλήθεια, αγάπη μου, έχω μπερδευτεί...
Μακήθ: Αν ήταν αλήθεια όσα έλεγε, ο πατέρας της δεν θα μ’ άφηνε έτσι... Όχι,
Λούσυ! Προτιμώ να πεθάνω, παρά να σε ξεγελάσω!
Λούσυ: Χαίρομαι αν το λες με την καρδιά σου! Γιατί κι εγώ σ’ αγαπώ τόσο,
που θα προτιμούσα να σε δω κρεμασμένο, παρά στην αγκαλιά άλλης...
Μακήθ: Θα το άντεχες να μ’ έβλεπες κρεμασμένο;
Λούσυ: Ω Μακήθ, ελπίζω να μην έρθει ποτέ αυτή η μέρα!
Μακήθ: Κι εγώ, Λούσυ μου, προτιμώ να πεθάνω, παρά να με δεις σε αγκαλιά
αλληνής! Κάνε να σ’ αγαπήσω περισσότερο − αν γίνεται − κι άσε να σου
χαρίσω τη ζωή μου!
Λούσυ: Ο πατέρας μου, να η λύση! Πίνει πολύ με τους φυλακισμένους κι
έπειτα παίρνει έναν υπνάκο... Θα προσπαθήσω να του κλέψω τα κλειδιά...
Μακήθ: Αν όμως είμαστε μαζί, είναι αδύνατο να μείνω κρυμμένος. Καλύτερα
να φύγω μόνος και να βρεθούμε όταν τα πράγματα έχουν πια κρυώσει. Ως
τότε κράτα εσύ φυλακισμένη την καρδιά μου...
Λούσυ: Έλα τότε, αγάπη μου... Η ζωή μου σου ανήκει... Κι αν ακόμα δε μ’
αγαπάς... Θα μου χρωστάς ευγνωμοσύνη... Πουτάνα Πόλλυ, δε βγαίνεις απ’
το νου μου!
Μακήθ: Μια στιγμή ακόμα αν αργήσουμε, θα γίνουμε για πάντα
δυστυχισμένοι.

Άρια 14η

Το κορίτσι του Πάτι Μιλ

Σαν την αλεπού θα κλαίω,


που το ταίρι έχει χάσει
και ουρλιάζει ως το δείλι
μες τους κάμπους και τα δάση
Πού κρύβεσαι, αγάπη μου,
πού είναι η φωλιά σου;
Άραγε θα γευτώ ξανά
Τα φλογερά φιλιά σου;

41
ΠΡΑΞΗ Γ΄

42
Σκηνή 1η

Στο Νιουγκέιτ

(Λούσυ, Λόκιτ)

Λόκιτ: Εσύ τον βοήθησες να το σκάσει, σκύλα, ε;


Λούσυ: Πατέρα, ήταν και ο κος Πίτσαμ με την κόρη του τη δίδα Πόλλυ... Αυτοί
ξέρουν τους διαδρόμους της φυλακής και τα κελιά, σαν να γεννήθηκαν εδώ...
Γιατί οι υποψίες σας να στρέφονται σε μένα;
Λόκιτ: Λούσυ, Λούσυ! Τις ξέρω καλά τις μπερδεμένες αιτιολογίες...
Λούσυ: Τότε... Αν γνωρίζω τίποτε γι’ αυτόν, να καώ!
Λόκιτ: Ήρεμα, Λούσυ! Πρόσεξε μη σε στείλω μέσα για συνενοχή...
Λούσυ: Εσείς ηρεμήστε! Τι άλλο μπορώ να πω για να σας πείσω;
Λόκιτ: Σου τάσκασε γερά; Πόσα, λέγε. Έλα, πονηρούλα, που πας να κλέψεις
τον πατέρα σου... Δε θα σου θυμώσω πολύ...
Λούσυ: Ξέρετε, μου είναι συμπαθής... Και για να είμαι ειλικρινής, εγώ του
έδωσα χρήματα για να μείνει μαζί μου...
Λόκιτ: Λούσυ! Τζάμπα πήγε η μόρφωση που σου έδωσα! Για κορίτσι του
οικοτροφείου, πολιορκείσαι από άντρες υπερβολικά συχνά...

Άρια 15η

Ένας βοσκός φυλούσε πρόβατα

Είμαι τσαχπίνα και τολμηρή


Πίνω και δίνω καυτό κορμί
Είμαι στον έρωτα νούμερο ένα
Εδώ και χρόνια πρώτη κουκλάρα
Μα μέχρι τώρα δεν είδα έναν
Που να μου πάρει μία δεκάρα

Λούσυ: Αν καλμάρετε λίγο, θα σας εξομολογηθώ κάτι... Μου φέρθηκε σαν


παλιάνθρωπος...
Λόκιτ: Κι εσύ, χαζή, τον βοήθησες να το σκάσει;
Λούσυ: Όταν μια γυναίκα είναι ερωτευμένη, μια ευγενική ματιά, μια τρυφερή
κουβέντα μπορεί να την οδηγήσει να κάνει τα πάντα... Και κανενός δεν του
πέφτει λόγος!
Λόκιτ: Ήσουν ανέκαθεν ένα χυδαίο τσουλάκι, Λούσυ! Ποτέ δεν θα μάθεις το
συμφέρον σου. Όσοι πάνε μπροστά, φέρονται αλλιώς...
Λούσυ: Ο έρωτας, πατέρα, είναι μια ατυχία που μπορεί να συμβεί σε
οποιαδήποτε διακριτική γυναίκα... Και η τρέλα είναι η μόνιμη συνοδός του
έρωτα... Παρόλο που εκείνος με διαβεβαίωσε, εγώ δεν είμαι καθόλου βέβαιη
ότι η Πόλλυ Πίτσαμ δεν είναι γυναίκα του. Αν, λοιπόν, είμαι τόσο ηλίθια και
αυτήν τη στιγμή είναι μαζί της, η Πόλλυ θα πέσει με τα μούτρα στα λεφτά του
και μετά ο Πίτσαμ θα τον κρεμάσει· και θα μας κοροϊδεύουν και οι δυο!
Λόκιτ: Κι εγώ πρέπει να καταστραφώ, επειδή εσύ ερωτεύτηκες! Θαυμάσια!
Λούσυ: Θα μπορούσα να το λιώσω το θρασύτατο πορνίδιο! Εγώ του χάρισα
την ελευθερία του, κι εκείνη τον χαίρεται... Αχάριστε Μακήθ!

43
Λόκιτ: Δε μου φτάνει η ζημιά πρέπει να κάθομαι να σε βλέπω να ουρλιάζεις
σαν καβλωμένη γατούλα. Χάσου απ’ τα μάτια μου ξεσκισμένη καριόλα!
Σύντομα θα σε κάνω να έρθεις στα λογικά σου. Φεύγα.

44
Σκηνή 2η

Λόκιτ: Ο Πίτσαμ σκοπεύει να με πετάξει έξω από το κόλπο αλλά θα του τη


φέρω στα ίσια. Ο σκύλος κατουράει στο νερό του, έτσι θα κάνω κι εγώ μ’
αυτόν. Θα μάθω το μυστικό του και θα γυρίσω την ιστορία υπέρ μου. Τ’
αγρίμια είναι μοναχικά. Απ’ όλα τ’ αρπαχτικά μόνο ο άνθρωπος είναι
κοινωνικός. Όλοι μας κατατρώμε το διπλανό μας αλλά παρόλα αυτά ζούμε
μαζί του.
Λόκιτ: Λούσυ (μπαίνει η Λούσυ) Είναι κανένας από τους ανθρώπους του
Πίτσαμ στο σπίτι τώρα;
Λούσυ: Ο Φιλντς, κύριε.
Λόκιτ: Πήγαινε να του πεις να έρθει.

45
Σκηνή 3η
Λόκιτ, Φιλντς

Λόκιτ: Βέβαια, αν ο Μακήθ, αυτός ο μεγάλος άντρας, βγει απ’ τη μέση το κενό
θα είναι δυσαναπλήρωτο. Κανενός περιπλανώμενου ιππότη η δύναμη και ο
ηρωισμός δεν έσωσαν ούτε τις μισές κυρίες σε απόγνωση απ’ όσες εκείνος.
(Μπαίνει ο Φιλντς). Μπορείς να μου πεις που θα βρω το αφεντικό σου;
Φιλντς: Στο δωμάτιό του, κύριε, στους βαρυποινίτες.
Λόκιτ: Πολύ καλά. Μπορείς να πηγαίνεις. (Βγαίνει ο Φιλντς) Θα πάω να τον
βρω γιατί έχουμε πολλά και σπουδαία να κανονίσουμε. Και μιλώντας γι’ αυτά
θα ξεκαθαρίσουμε και τα υπόλοιπα. Έτσι ο Μακήθ δεν θα μείνει ούτε μέρα
παραπάνω μακριά από την αγκαλίτσα μου.

46
Σκηνή 4η

Στο δωμάτιο του Πίτσαμ


Ένα τραπέζι με κρασί, κονιάκ και καπνό

Λόκιτ: Ο κατάλογος από τα κλοπιμαία της τελετής της στέψης, αδελφέ


Πίτσαμ, είναι τόσο μπερδεμένος που δεν θα τακτοποιηθεί ποτέ μου φαίνεται.
Πίτσαμ: Πράγματι, υπάρχει τρομερή ποικιλία. Κι αυτό που βλέπουμε είναι
μόνο ένα μέρος.
Λόκιτ: Μια γυναικεία ουρά από πλούσιο μπροκάρ, απ’ ότι βλέπω το έχουν
ξεκάνει.
Πίτσαμ: Μια χαρά θα είναι για την Νταϊάνα Τρέιπς τη δοσατζού. Θα ταιριάζει
με παπούτσια και παντούφλες για να ξεγελά νεαρές κυρίες...
Λόκιτ: Δεν βλέπω τίποτα για κοσμήματα.
Πίτσαμ: Αυτά είναι τόσο γνωστά που πρέπει να τα στείλουμε στο εξωτερικό.
Θα τα βρεις στο κεφάλαιο για τις εξαγωγές. Όσο για τις ταμπακιέρες, τα
ρολόγια και τα ξίφη σκέφτηκα πως το καλύτερο είναι να τα βάλω στα
«διάφορα».
Λόκιτ: Εικοσιεπτά γυναικεία τσαντάκια κομπλέ, με τα περιεχόμενά τους, όλα
επικυρωμένα, ταξινομημένα και καταγεγραμμένα.
Πίτσαμ: Το βλέπω αδύνατο, σύντροφε, να τα καταφέρουμε με όλα αυτά. Δε
μας φτάνει ούτε μια μέρα. Εκτός αυτού ο κατάλογος του προηγούμενου
εξαμήνου είναι από μόνος του ένα βιβλίο και μας περιμένει στο άλλο γραφείο.
Λόκιτ: Φέρε κι άλλο ποτό λοιπόν. Σήμερα διασκεδάζουμε, δουλεύουμε αύριο.
Αχ φίλε μου, αυτές οι κόρες μας είναι δυο άχρηστα παλιοθήλυκα.
Παρακολούθα την Πόλλυ και ο Μακήθ σε μια-δυο μέρες θα είναι και πάλι στα
χέρια μας.
Πίτσαμ: Και τι να το κάνεις; Εμείς τσακώνουμε το πουλί κι η κορούλα σου
αφήσει την πόρτα του κλουβιού ανοιχτή.
Λόκιτ: Αν οι άντρες ήταν υπόλογοι για τις ανοησίες και τα ελαττώματα των
γυναικών και των θυγατέρων τους, δεν θα μπορούσε να κρατηθεί μια φιλία
ούτε για δυο μέρες.
(Μπαίνει ένας υπηρέτης)
Υπηρέτης: Κύριε, ήρθε η δις Νταϊάνα Τρέιπς και θέλει να σας μιλήσει.
Πίτσαμ: Να τη δεχτούμε, αδελφέ Λόκιτ;
Λόκιτ: Φυσικά. Είναι καλή πελάτισσα και καταπληκτική συνομιλήτρια. Άσε
που μια γυναίκα που πίνει και μιλά τόσο ελεύθερα θα ζωηρέψει την κουβέντα
μας.
Πίτσαμ: Πες της να περάσει.
(Ο υπηρέτης βγαίνει)

47
Σκηνή 5η

Πίτσαμ, Λόκιτ, κα Τρέιπς

Πίτσαμ: Αγαπητή κυρία, δούλος σας. Μπορώ να καταλάβω απ’ το φιλί σας
ότι το τζιν που ήπιατε ήταν εξαιρετικό.
Τρέιπς: Προσέχω πάντα τι πίνω.
Λόκιτ: Δεν υπάρχει καλύτερα αρωματισμένη ανάσα. Πέρασα πολύ καιρό μ’
αυτά τα αρωματισμένα χείλη, έτσι δεν είναι κα Ντάι;
Τρέιπς: Γέμισέ το. Στα ποτά και στον έρωτα παίρνω μεγάλες δόσεις. Δεν
δειλιάζω σε κανένα απ’ τα δυο.

Άρια 16η

Τώρα, Ρότζερ, σου μιλώ για το γιο μου...

Μπορεί τα νεύρα μιας γυναίκας


ο άντρας να καλμάρει,
ήρεμος αν είναι σαν αρνί.
Πνίγει πρώτα την οργή της,
γουλιά−γουλιά την καταπίνει
σ’ ένα ποτήρι κρασί.

Και τώρα, κύριε Πίτσαμ, στις δουλειές μας. Αν έχετε μαύρα οτιδήποτε είδους,
φέρτε τα. Μαντώ, βελούδινες εσάρπες, μεσοφόρια, ό,τι να ’ναι. Θα σας είμαι
υπόχρεη γιατί όλα τα κορίτσια μου αγαπούν πολύ το πένθος.
Πίτσαμ: Κυρία μου, είστε σκληρό καρύδι. Δεν θα πάρουν κάτι και οι κύριοι
που έθεσαν τη ζωή τους σε κίνδυνο, για να έχουμε όλα τούτα τα καλά;
Τρέιπς: Η εποχή είναι δύσκολη και το παζάρι είναι απαραίτητο. Η κυβέρνηση
μ’ έχει χτυπήσει πολύ τα τελευταία χρόνια. Το ξερίζωμα του πάρκου έφερε μια
ύφεση στη δουλειά μας... Κι αυτές οι εγγυήσεις αποφυλάκισης που
πληθαίνουν, είναι επίσης μια χασούρα... Οι κυρίες, από την άλλη, θέλουν να
δανείζονται τις ωραίες τουαλέτες και τα μεσοφόρια και να τ’ απολαμβάνουν με
ασφάλεια... Εκείνη η σκρόφα η Κόξερ με τα δικά μου ρούχα παριστάνει τη
μοιραία... Κι όλο καινούρια ζητάει...
Πίτσαμ: Κυρία μου, έχετε πάρει από μας ένα ωραιότατο χρυσό ρολόι για επτά
λίρες. Δεν θα ’πρεπε να μας αποδώσετε το κέρδος; Για να ’χει κάποιο νόημα
και για τον άνθρωπο που βγαίνει στο δρόμο για να το βρει...
Τρέιπς: Κύριε Πίτσαμ, αν το καλοσκεφτώ, το ρολόι μπορεί να ήταν
ωραιότατο, αλλά η πώλησή του δεν ήταν ασφαλής... Αν έχετε τίποτα
βελούδινα μαντήλια για το χειμώνα... Οι πελάτες που συναλλάσσονται με τα
κορίτσια μας, δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση σ’ αυτά. Τις τιμές εγώ τις
καθορίζω· ούτε τα νιάτα, ούτε η ομορφιά. Και ο τζέντλεμαν πληρώνει
αναλόγως με το ...φόρεμα. Οι κατεργάρες με κλέβουν βέβαια, το ξέρω...
Έπειτα είναι και τα ατυχήματα της δουλειάς... Αυτή τη στιγμή έντεκα από τα
κορίτσια μου είναι στα χέρια των χειρούργων − άλλη μια απώλεια εκτός
προγράμματος...
Πίτσαμ: Κάτι είπατε για την κα Κόξερ...
Τρέιπς: Πριν δυο ώρες την έντυσα και την άφησα καθώς πρέπει με τον
πελάτη στο σπίτι μου... Ελπίζω − για το δικό της καλό − να πείσει τον

48
καπετάνιο να την εξοφλήσει... Ξέρετε, ο καπετάνιος είναι ιδιαίτερα
γενναιόδωρος με τις κυρίες...
Λόκιτ: Ο καπετάνιος;
Τρέιπς: Ένας στενός σας συνεργάτης, κύριε Πίτσαμ. Ο καπετάν Μακήθ,
εξαίρετος πελάτης! Πάντα προτιμά τα καλοντυμένα κορίτσια μου...
Πίτσαμ: Αύριο, κυρία μου, θα σας κάνω ειδική τιμή για ό,τι χρειαστείτε. Στη
διάθεσή σας τουλάχιστον μια ντουζίνα βελούδινα μαντήλια! Και δώρο μερικές
βραδινές τουαλέτες! Πέστε μου... Είστε σίγουρη πως είναι ο καπετάν Μακήθ;
Τρέιπς: Ο ίδιος νόμισε πως δεν τον αναγνώρισα... Μα ποιος δεν ξέρει τον
καπετάνιο;
Πίτσαμ: Ο κύριος Λόκιτ κι εγώ έχουμε ένα μικρό αλισβερίσι με τον
καπετάνιο... Κι όσον αφορά το χρέος της κυρίας Κόξερ, θα το κανονίσουμε,
μείνετε ήσυχη!
Λόκιτ: Α, συναλλάσσεστε με τους πιο τίμιους άνδρες!
Τρέιπς: Δεν ανακατεύομαι στις υποθέσεις σας. Έτσι, οτιδήποτε συμβεί, νίπτω
τας χείρας... Βέβαια, οι φίλοι βοηθούν ο ένας τον άλλο... Θα πάρω κι ένα
μαντήλι μαζί μου στο σπίτι· κάλλιο ένα και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει!

49
Σκηνή 6η

Νιουγκέιτ

(Λούσυ, Φίλτς)

Λούσυ: Ο έρωτας, η ζήλεια, ο φόβος, ο θυμός μ’ έκαναν να διαλυθώ. Είμαι


τόσο κουρασμένη και τόσο θλιμμένη!
Λούσυ: Έτοιμο το ποντικοφάρμακο! Δεν παίρνω κανένα ρίσκο να εμπιστευτώ
το θάνατό της στο τζιν... Κι αν με κρεμάσουν; Ποτέ δεν θα ’θελα να κρεμαστώ
για κάτι που θα μου δώσει τέτοια ικανοποίηση! Μπα. Θα την δηλητηριάσω την
τσούλα...
Φιλτς [μόλις μπαίνει]: Κυρία, η δεσποινίς Πόλλυ θέλει να σας δει.
Λούσυ: Ας περάσει...

50
Σκηνή 7η

(Λούσυ, Πόλλυ)

Λούσυ: Στις υπηρεσίες σας, αγαπητή μου! Ελπίζω να έχετε συγχωρήσει την
εμπάθειά μου την τελευταία φορά που βρεθήκαμε... Είχα παρασυρθεί από τη
μελαγχολία μου... Οι φίλοι δείχνουν κατανόηση σε τέτοιες περιπτώσεις...
Λούσυ: Ελπίζω οι διαφωνίες μας να ρυθμιστούν όσο πιο ήρεμα γίνεται...
Πόλλυ: Δεν μπορώ να δικαιολογήσω τη συμπεριφορά μου, κυρία... Κι εγώ,
στ’ αλήθεια, είμαι πολύ ταραγμένη.
Λούσυ: Τότε, δεσποινίς Πόλλυ, στ’ όνομα της φιλίας, επιτρέψτε μου να σας
προσφέρω ένα ποτήρι απ’ το πιο εξαιρετικό ποτό μας;
Πόλλυ: Τα δυνατά ποτά μου φέρνουν πονοκέφαλο. Ελπίζω, κυρία, να δείξετε
κατανόηση για την άρνησή μου να δοκιμάσω...
Λούσυ: Καμιά κυρία του καλού κόσμου δεν έχει τέτοιο ποτό στο μπουφέ της.
Το φυλάγω για ειδικές περιπτώσεις − σαν αυτή... Μη φοβάστε, καλή μου, να
δοκιμάσετε!
Πόλλυ: Συγγνώμη, αλλά η υγεία μου δεν μου επιτρέπει να δεχτώ την
προσφορά σας... Ξέρω πως ήταν αγένεια να σας εγκαταλείψω την τελευταία
φορά που βρεθήκαμε, όμως εμφανίστηκε ο πατέρας μου τόσο ξαφνικά... Ίσως
υπήρξα αγενής και χρησιμοποίησα ανεπίτρεπτες εκφράσεις· όμως κι εγώ
ήμουν απελπισμένη. Ο καπετάνιος φέρθηκε σε μένα με τέτοια σκληρότητα και
τέτοια περιφρόνηση, που άξιζα μάλλον τη συμπάθεια παρά το θυμό σας...
Λούσυ: Αλλά από τότε που το έσκασε, σίγουρα θα τα ξαναφτιάξατε... Α,
Πόλλυ, Πόλλυ! Εγώ είμαι τώρα πια η δυστυχισμένη σύζυγος, ενώ εσύ η
μοναδική του ευτυχισμένη ερωμένη...
Πόλλυ: Προφανώς, κυρία, δε με συμπαθείτε ιδιαιτέρως, αφού εγώ είμαι το
αντικείμενο της ζήλιας σας... Ξέρετε, ο άντρας πάντα φοβάται μια γυναίκα που
τον αγαπά με τόσο πάθος... Θα πρέπει, λοιπόν, να περιμένω να με
παραμελήσει, να μ’ εγκαταλείψει ίσως...
Λούσυ: Τότε, αγαπητή Λούσυ, εμείς οι δυο έχουμε κάτι κοινό − κοινώς, την
έχουμε πατήσει και οι δυο!

51
Άρια 17η

Ω κουδούνι που μας ξυπνάς

Πόλλυ

Η κατάρα της αγάπης


Πάντα θα μας βασανίζει

Λούσυ

Ο καβάλος κάποιου άντρα


Πάντα θα μας ερεθίζει...

Πόλλυ

Τι να κάνει μια γυναίκα που μοιραία αγαπά...

Λούσυ

Να μη σκέφτεται το γάμο...

Πόλλυ

Με κουμπάρο και παπά;

Λούσυ

Τόχ’ η μοίρα μας να ζούμε


Πάντα στη σκιά του άντρα

Πόλλυ

Τόχ’ η μοίρα μας να ζούμε


Μες της παντρειάς τη μάντρα

Λούσυ: Ο έρωτας είναι ιδιόρρυθμος και στα δύο φύλα. Καταρχήν, είναι
αδύνατο να κρατήσει για πάντα... Η καρδιά λειτουργεί κάθε φορά αναλόγως
των αναγκών...
Πόλλυ: Αλήθεια, κυρία Λούσυ... Με βάση την πιο πρόσφατη συμπεριφορά
του, θα έπρεπε να σε ζηλεύω... Όταν μας χώρισαν δεν έδειξε την παραμικρή
τρυφερότητα. Αλλά ίσως η καρδιά του δεν ικανή για κάτι τέτοιο. Οι
ερωτιάρηδες άντρες και γυναίκες αγαπάνε τον εαυτό τους και κανέναν άλλον.
Ακούω, αγαπητή μου Λούσυ ότι κι ο δικός μας τέτοιος είναι.
Λούσυ: Α, δεν μπορώ τέτοιες μελαγχολικές σκέψεις. Είναι αλήθεια, Πόλλυ
πως βράζουμε στο ίδιο καζάνι. Άσε με να σε μεταπείσω να δεχτείς την
προσφορά μου. Δεν μπορώ, παιδάκι μου, να σε βλέπω έτσι μουτρωμένη.
Πρέπει να σε μεταπείσω για το καλό σου. (κρυφά) Γρήγορα θα πατσίσω με το
παλιοπουτανάκι.

52
Σκηνή 8η

Πόλλυ

Πόλλυ: Όλες αυτές οι κολακείες της Λούσυ δεν μπορεί να είναι για το τίποτα.
Και μάλιστα στην παρούσα στιγμή που ξέρω καλά ότι με σιχαίνεται. Η
υποκρισία μιας γυναίκας είναι προάγγελος κακών. Θέλει να με μεθύσει για να
μου πάρει λόγια. Πρέπει να φυλαχτώ και να μην κατεβάσω ούτε σταγόνα.

53
Σκηνή 9η

Η Λούσυ με ποτά, Πόλλυ

Λούσυ: Ελάτε, δις Πόλλυ.


Πόλλυ: Πραγματικά, παιδί μου άδικα μπήκες στον κόπο. Πρέπει να με
συγχωρήσεις.
Λούσυ: Μα τόσο πολύ σας πειράζει, δις Πόλλυ, ένα ποτήρι ποτό; Σε
βεβαιώνω ότι θα το πάρω πολύ στραβά αν μου το αρνηθείτε. Εμείς οι
γυναίκες αντιμετωπίζουμε με κάποια επιφύλαξη το κονιάκ και τους άντρες,
εκτός κι αν δεν μας βλέπουν.
Πόλλυ: Μα τι βλέπω! Πάλι έπιασαν τον Μακήθ! Χάθηκε κι η παραμικρή
ελπίδα ευτυχίας. (Ρίχνει το ποτήρι με το ποτό στο έδαφος)
Λούσυ: (κρυφά) Τέλος πάντων καλύτερα που τη γλίτωσε η σκύλα, γιατί απ’
ό,τι φαίνεται δεν ήταν αρκετά ευτυχισμένη για να αξίζει το φαρμάκωμα.

54
Σκηνή 10η

Λόκιτ, Μακήθ, Πίτσαμ, Λούσυ, Πόλλυ

Λόκιτ: Ηρέμησε, καπετάνιε. Ούτε τα χρήματα ούτε οι γυναίκες θα σε


βοηθήσουν να το σκάσεις αυτή τη φορά. Γιατί θα δικαστείς αμέσως.
Πίτσαμ: Μακριά, κατεργάρες. Δεν είναι ώρα να ασχολείται με τις γυναίκες του.
Βλέπετε ότι ο κύριος είναι κιόλας αλυσοδεμένος.
Λούσυ: Ω άντρα μου, άντρα μου η καρδιά μου λαχταρούσε να σε δει, αλλά
τρελαίνομαι που σε βλέπω σε τέτοια κατάσταση.
Πόλλυ: Δεν θα ρίξεις, αγαπημένε μου σύζυγε μια ματιά στην Πόλλυ; Γιατί δεν
ήρθες σε μένα; Μαζί μου ήσουν πάντα ασφαλής.

Άρια 18η

Την προηγούμενη φορά έφτασα μέχρι το φεγγάρι

Πόλλυ

Γύρνα το βλέμα προς τα ‘δώ, σύζυγε αγαπημένε

Λούσυ

Ρίξε μου μόνο μια ματιά

Πόλλυ

Στα χείλη

Λούσυ

Έστω στα βυζιά

Πόλλυ

Η Πόλλυ σε εκλιπαρεί

Λούσυ
Η Λούσυ σου μιλάει

Πόλλυ
Πάει λοιπόν η αγάπη σου;

Λούσυ
Καράβ’ ήταν;

Πόλλυ
Και πάει;

55
Μακήθ: Τι θέλετε να σας πω, κυρίες μου; Όπως βλέπετε αυτή η ιστορία θα
τελειώσει σύντομα χωρίς να στενοχωρήσω καμιά απ’ τις δυο σας.
Πίτσαμ: Πρέπει να τακτοποιήσεις τα πράγματα τώρα, καπετάνιε, γιατί οι δυο
χήρες μπορεί να τρέχουν στα δικαστήρια.
Πόλλυ: Αν όμως η δυστυχία του τον έκανε να μην αισθάνεται τίποτα για μένα;
Σίγουρα ένας πατέρας μπορεί να είναι πιο πονετικός. Αγαπημένε μου,
αγαπημένε μου κύριε, βύθισε τις αποδείξεις της ενοχής και απάλλαξέ τον από
τη κατηγορία. Η Πόλλυ πέφτει στα γόνατα και σε ικετεύει.
Λούσυ: (γονατίζοντας) Αν η καρδιά του Πίτσαμ σκλήρυνε, σίγουρα εσείς,
κύριε συμπονάτε περισσότερο την κόρη σας. Ξέρω ότι οι αποδείξεις είναι στο
χέρι σας. Γιατί λοιπόν με τυραννάτε;
Λόκιτ: Ήρθε η ώρα του, Λούσυ. Ξέρουμε το συμφέρον μας, γι αυτό παράτα
τα κλαψουρίσματα και τις μεμψιμοιρίες.
Πίτσαμ: Ηρέμησε, Πόλλυ. Ο άντρας σου πεθαίνει σήμερα. Κι αν δεν το έκανες
ήδη, είναι καιρός να ψάξεις για κανέναν άλλον. Θα είναι κάποια παρηγοριά για
σένα, πουτανίτσα.
Λόκιτ: Είμαστε έτοιμοι, κύριοι να σε οδηγήσουμε στο Ολντ Μπείλυ.
Μακήθ: Τώρα, κύριοι, είμαι έτοιμος να σας ακολουθήσω.

56
Σκηνή 11η

Λούσυ, Πόλλυ, Φίλντς

Πόλλυ: Ακολούθησέ τους, στο δικαστήριο, Φιλντς. Κι όταν τελειώσει η δίκη,


έλα να μου όλα όσα έγιναν κι έκανε εκείνος. Θα μας βρεις εδώ με την δίδα
Λούσυ (ο Φίλντς βγαίνει). Μα τι είναι αυτή η μουσική;
Λούσυ: Οι φυλακισμένοι που αναβλήθηκαν οι δίκες τους το ρίχνουν έξω.
Πόλλυ: Η μουσική είναι το ομορφότερο πράγμα στον κόσμο. Την αγαπώ
μέχρι απελπισίας. Αλίμονο όμως! Αυτή την ώρα η χαρά μοιάζει με προσβολή
στην οδύνη μου. Ας ξεκουραστούμε, αγαπητή μου Λούσυ, κι ας παραδοθούμε
στη θλίψη μας. Καθώς βλέπεις το θορυβώδες πλήθος έρχεται κατά πάνω μας.
(βγαίνουν)

Ακολουθεί χορός αλυσοδεμένων φυλακισμένων

57
Σκηνή 12η

Η φυλακή των καταδικασμένων


Ο Μακήθ σε μελαγχολική στάση

Άρια 19η

Χορός

Ο δικαστήρια σκληρά
Μαύρη δικαιοσύνη
Η μέρα μου πλησίασε
Και το κερί μου σβήνει

Μακήθ

Ο θάνατος καραδοκεί
στιγμή δε μ’ έχει αφήσει
κι ένα ποτήρι μοναχά
θα με ανακουφίσει

Χορός

Ο δικαστήρια σκληρά
Μαύρη δικαιοσύνη
Κοίτα πώς με κατάντησε
της μοίρα μου η δίνη

Μακήθ

Γεια σας μεθυστικά κορμιά


Στηθόδεσμοι, κιλότες
Πιστόλια αγαπημένα μου
Και γυαλισμένες μπότες

Χορός

Ο δικαστήρια σκληρά
Μαύρη δικαιοσύνη
Κοίτα πώς με κατάντησε
της μοίρα μου η δίνη

58
Σκηνή 14η
(Λούσυ, Μακήθ, Πόλλυ)

Μακήθ: Αγαπημένη μου Λούσυ, αγαπημένη μου Πόλλυ! Ό,τι κι αν υπήρξε


μεταξύ μας, σε λίγο τελειώνει... Σε περίπτωση που θελήσετε να παντρευτείτε
ξανά, θα σας συμβούλευα ν’ αναζητήσετε το νέο σας σύζυγο στις Δυτικές
Ινδίες... Εκεί θα έχετε μια, δυο, τρεις, όσες ευκαιρίες θέλετε...
Πόλλυ: Πώς να το αντέξω αυτό το θέαμα;
Λούσυ: Τίποτα πιο συγκινητικό δεν υπάρχει από ένα σπουδαίο άντρα που
είναι συντριμμένος!
Δεσμοφύλακας: Τέσσερις γυναίκες ακόμα ήρθαν κι ένα παιδί. [μπαίνουν]
Μακήθ: Τι; Κι άλλες τέσσερις σύζυγοι; Αυτό παραπάει! Καλύτερα να του
δίνω... Πες στα τσιράκια του σερίφη πως είμαι έτοιμος! [βγαίνει με φρουρούς]

59
Σκηνή 15η

Ο Παίκτης κι ο Ζητιάνος

Παίκτης: Ειλικρινά, φίλε... Πιστεύεις πως ο Μακήθ θα εκτελεστεί;


Ζητιάνος: Το μόνο βέβαιο, φίλε! Για να κάνω τέλειο το κομμάτι, θα πρέπει ν’
αποδώσω ...ποιητική δικαιοσύνη. Ο Μακήθ θα εκτελεστεί και οι υπόλοιποι
επίσης θα κρεμαστούν ή θα εξοριστούν.
Παίκτης: Μα τότε, φίλε μου, πρόκειται για μια δακρύβρεχτη τραγωδία! Λάθος!
Μια όπερα πρέπει να έχει χαρούμενο φινάλε...
Ζητιάνος: Η σαφέστατη αντίρρησή σας ελπίζω ν’ αλλάξει... Ακούστε... Σ’ αυτό
το είδος του δράματος, δεν παίζει ρόλο πόσο παράλογα πράγματα μπορεί να
βγουν στη φόρα... Έτσι, τη στιγμή που το πλήθος κλαίει και οδύρεται, ο
μελλοθάνατος μπορεί άνετα να τρέξει στις γυναίκες του θριαμβευτής!
Παίκτης: Όλα πρέπει να συμβαδίζουν με τα γούστα της πολιτείας...
Ζητιάνος: Στην όπερα αυτή φαίνεται πόσο η ανώτερη και η κατώτερη τάξη
μοιάζουν στα μοντέρνα βίτσια... Οι αριστοκράτες μιμούνται τους κυρίους του
δρόμου, και οι κύριοι του δρόμου τους αριστοκράτες! Αν μ’ αφήνατε να δώσω
το τέλος που διάλεξα, θα φαινόταν πως θριαμβεύει η ηθική· το δίκαιο θα είχε
αποκατασταθεί και οι άδικοι θα τιμωρούνταν... Η κακοήθεια που οι φτωχοί
αντιγράφουν από τους αριστοκράτες, είναι η τιμωρία τους!

60
Σκηνή 16η

(Ο Μακήθ με πλήθος)

Μακήθ: Φαίνεται πως − αν και δεν το διάλεξα εγώ ο ίδιος − μια γυναίκα είναι
απαραίτητη έτσι κι αλλιώς... Αγαπημένες μου! Καλύτερα να τα βρούμε μεταξύ
μας... Ας είναι αυτή η μέρα ημέρα χαράς! (Χορεύουν)

Άρια 20η

Ριπές πουτίγκας

Ήμουνα κάποτε πασάς με γύρω σουρλουλούδες.


Μαύρες, ξανθιές και καστανές σεμνές και ζουμπουρλούδες.
Μούριχναν λάγνες τις ματιές τουρλώναν τα μεριά τους
θόλωνε το κεφάλι μου με την κορμοστασιά τους
Και αγριοκοιτάζονταν πια θα τον πρωτοπάρει
Ποια θα πρωτογευτεί αυτό το λάγνο παλικάρι
Πού να το φανταζόμουνα τότε ότι θα πήξω
Και πως με μία σύζυγο εγώ θα καταλήξω
Αλλά όπως για το χτες καμιά δεν έχω τύψη
Έτσι και για το σήμερα καμιά δε νιώθω θλίψη

Χορός

Αλλά όπως για το χτες...

Αυλαία

61

You might also like