Professional Documents
Culture Documents
Κοινωνική επανένταξη
Κοινωνική επανένταξη
Η σχέση ανάμεσα στην κοινωνική επανένταξη και τη θεραπεία από τις εξαρτήσεις σε
μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την κατανόηση των κεντρικών εννοιών: «εξάρτηση» και
«θεραπεία», και από την κατανόηση των επιθυμητών εκβάσεων της θεραπείας.
Ιδανικά, η κοινωνική επανένταξη αποτελεί συστατικό στοιχείο της θεραπευτικής
διαδικασίας (UNODC, 2008). Εάν ο θεραπευτικός στόχος είναι, αποκλειστικά, η
διακοπή της χρήσης, τότε η κοινωνική επανένταξη αποτελεί ένα ξεχωριστό πεδίο.
Από μια οπτική που στοχεύει στη μείωση της βλάβης, η κοινωνική επανένταξη είναι
1
δυνατή και επιθυμητή χωρίς απαραίτητα να έχει επιτευχθεί η αποχή από τις
εξαρτησιογόνες ουσίες. Επομένως, τη σχέση ανάμεσα στην κοινωνική επανένταξη
και τη θεραπεία, αξίζει κανείς να την διερευνήσει ως προς ορισμένες διαστάσεις,
όπως η χρονικότητα, η στόχευση, ο πληθυσμός-στόχος, το περιεχόμενο της
παρέμβασης και η θεραπεία.
2
παρεμβάσεις οι οποίες σχεδιάζονται για την άρση των δομικών εμποδίων προ-
υποθέτουν διαφορετικές προσεγγίσεις παρεμβάσεων, όπως χάραξη κεντρικών
πολιτικών κατευθύνσεων, ειδικευμένων στην απεξάρτηση.
«Η διατήρηση, με κάθε μέσο ή τρόπο, της αποχής από το αλκοόλ και/ή άλλες
εξαρτησιογόνες ουσίες συνιστά την ανάρρωση. Ο όρος είναι ιδιαίτερα συνυφασμένος
με τις ομάδες αυτό-βοήθειας, τους Ανώνυμους Αλκοολικούς και τα προγράμματα των
12-βημάτων τα οποία αναφέρονται σε μια διαδικασία επίτευξης και διατήρησης της
νηφάλιας αποχής. Στο βαθμό που η ανάρρωση συνιστά μια διαδικασία με διάρκεια
ζωής, ένα μέλος της κοινότητας των ΑΑ θεωρείται από τα μέλη της κοινότητας του ότι
είναι διαρκώς σε ανάρρωση. Αντίθετα, από τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο
θεωρείται ως κάποιος που είναι καθαρός».
«Η διαδικασία μέσω της οποίας ένα άτομο εξαρτημένο από ουσίες επιτυγχάνει το
μέγιστο επίπεδο της υγείας, της ψυχολογικής λειτουργικότητας και της κοινωνικής
ευημερίας. Συνήθως, η αποκατάσταση έπεται της αρχικής φάσης της θεραπείας, της
αποτοξίνωσης και της ψυχιατρικής συμβουλευτικής. Οι παρεμβάσεις της
αποκατάστασης συνοδεύονται από την προσδοκία της κοινωνικής επανένταξης στην
κοινότητα».
Στη βάση αυτών των ορισμών, είναι φανερό ότι υπάρχει αλληλεπικάλυψη ανάμεσα
στις δύο έννοιες, της κοινωνικής επανένταξης και της αποκατάστασης, αν και πρώτη
3
συνιστά πτυχή της αποκατάστασης, και επομένως οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται.
Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις στην κατανόηση της κοινωνικής επανένταξης
αυξάνουν την σύνδεση της με την έννοια της αποκατάστασης: «Ο στόχος της
ανάρρωσης είναι η συνολική προαγωγή της ποιότητας ζωής και λιγότερο η αποχή, αν
και ο απώτερος στόχος της αποχής είναι μακροχρόνιος για όλα τα απεξαρτημένα ή
υπό εξάρτηση άτομα».
Το μοντέλο της ανάρρωσης, όπως έχει διατυπωθεί από την Βρετανική Επιτροπή
Σχεδιασμού Πολιτικών Παρεμβάσεων σε Θέματα Εξάρτησης και Ανάρρωσης (2008: 6)
στοχεύοντας προς όλα τα άτομα που αντιμετωπίζουν ζητήματα εξάρτησης,
ανεξάρτητα από τη θεραπεία που λαμβάνουν ή τη φάση θεραπείας στην οποία
βρίσκονται: «Η διαδικασία της ανάρρωσης από την προβληματική χρήση των
εξαρτησιογόνων ουσιών συνίσταται στον εθελοντικά διατηρούμενο έλεγχο της
χρήσης ο οποίος να επιτρέπει τη μέγιστη δυνατή βελτίωση της κατάστασης της
υγείας, της ευημερίας και της ποιότητας ζωής του ατόμου συνολικά, όπως και την
συμμετοχή του σε ρόλους, σε ευθύνες και σε δικαιώματα εντός της κοινωνίας».
Η ανάρρωση είναι μια διαδικασία αλλαγής μέσω της οποίας τα εξαρτημένα από
ουσίες άτομα προσπαθούν να βελτιώσουν την κατάσταση της υγείας τους, της
συνολικής τους ευημερίας και να ζήσουν μια ζωή με νόημα εντός του ιστού της
κοινότητας, στη βάση των δικών τους επιλογών και της πλήρους ανάπτυξης του
λανθάνοντος δυναμικού τους.
4
Η διάκριση ανάμεσα στην κοινωνική επανένταξη και την ανάρρωση εξαρτάται
σημαντικά από την κατανόηση της τελευταίας. Στην παραδοσιακή της εκδοχή, η
ανάρρωση ταυτίζεται με την αποχή από τις ουσίες. Αυτός ο ορισμός την τοποθετεί
ως διακριτή έννοια της κοινωνικής επανένταξης. Στις πιο σύγχρονες προσεγγίσεις, η
κοινωνική επανένταξη αποτελεί συστατικό στοιχείο της ανάρρωσης και της
αποκατάστασης των οποίων το περιεχόμενο είναι σημαντικά ευρύτερο και πλατύ.
Πολλές από τις πολιτικές των κοινωνικών παρεμβάσεων θέτουν ως προϋπόθεση την
πλήρη απεξάρτηση από ουσίες, και σ’ αυτό συνηγορούν εμπειρικά ευρήματα που
δείχνουν ότι και οι ίδιοι οι χρήστες/εξαρτημένοι το αυτό επιθυμούν (Neale & Kemp,
2010). Άλλες, ωστόσο, πιο σύγχρονες παρεμβάσεις προάγουν τις πολιτικές
κοινωνικής επανένταξης ως στοιχείο το οποίο μπορεί να διευκολύνει τη θεραπεία και
την ανάρρωση (EMCDDA, 2010).
5
Ειδικές στοχεύσεις της επαγγελματικής κατάρτισης των εξαρτημένων από ουσίες
ατόμων η οποία παρέχεται από τους επίσημους φορείς και από τον τρίτο τομέα:
6
Οι Kemp et al. (2004) αναφέρουν ότι η εφαρμογή πολλών και διαφορετικών
στρατηγικών που να συνδέουν τις πρακτικές, επαγγελματικές δεξιότητες με
δεξιότητες ζωής πετυχαίνουν καλύτερα αποτελέσματα στην απασχόληση.
Οι Doukas & Kullen (2011) διεξήγαγαν βιβλιογραφική επισκόπηση στο πεδίο της
εκπαίδευσης των αποφοίτων θεραπευτικών προγραμμάτων ως εργαζομένων σε
θεραπευτικά πλαίσια απεξάρτησης και βρήκαν ότι αυτή ήταν μια δημοφιλής
στρατηγική τις δεκαετίες 70 έως 90. Η απασχόληση των απεξαρτημένων ατόμων ως
«παρα-επαγγελματικό προσωπικό» φάνηκε να επιφέρει οφέλη: βελτιώνει την
αξιοπιστία του προγράμματος, βελτιώνει τα κίνητρα των εμπλεκομένων ενώ οι
σχέσεις ανάμεσα στους αποφοίτους-εργαζόμενους και τους θεραπευόμενους είναι
καλύτερες. Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν, ότι γενικά στο πεδίο υπάρχει μια
7
σχετική διστακτικότητα καθώς είναι πιθανόν τα άτομα να δείχνουν μια υπέρμετρη
δέσμευση προς το πρόγραμμα από το οποίο αποφοίτησαν, και επομένως να είναι
μεροληπτικοί παροχείς. Άλλη πηγή σκεπτικισμού αφορά στο ότι είναι πιθανόν οι
απόφοιτοι/εργαζόμενοι να αισθάνονται διαρκώς εμπλεκόμενοι σε ένα συνεχές
εξάρτησης και την απειλή μιας μελλοντικής υποτροπής. Στο Ηνωμένο Βασίλειο,
υπάρχει το πρόγραμμα NEXT PROJECT το οποίο προσφέρεται από τον οργανισμό
ADDACTION και έχει ως στόχο την εκπαίδευση αποφοίτων ως θεραπευτών σε
προγράμματα απεξάρτησης.
Στέγαση
Η σχέση ανάμεσα στη χρήση ουσιών, την αστεγία και άλλες ανάγκες κατοίκησης είναι
περίπλοκη και αμοιβαία ενισχυόμενες, αποτέλεσμα μια υφιστάμενης ανισότητας ή
αδικίας (Pleace, 2008). Από την άλλη, μια σταθερή συνθήκη διαμονής αποτελεί ένα
βασικό παράγοντα που αυξάνει τις πιθανότητες για την έναρξη απασχόλησης
(Ferguson, 2004).
Η στήριξη των εξαρτημένων, των υπό εξάρτηση και των απεξαρτημένων ατόμων στο
να βρουν κατοικία είναι μια διαδικασία που προϋποθέτει ένα εύρος παρεμβάσεων:
1. Εγγύηση ενοικίου
2. Εύρεση βιώσιμης κατοίκησης
8
προσωρινή/έκτακτη φάση είναι δυνατόν το προσωπικό να στηρίξει τα εξαρτημένα
άτομα να βρουν μια καταλληλότερη κατοικία, όπως
Υποστηριζόμενη στέγαση
Κοινωνική κατοικία
Ανεξάρτητη διαβίωση
Ορισμένες χώρες εφαρμόζουν στεγαστικά προγράμματα στη βάση του φύλου λόγω
της αποτροπής ή της μείωσης έκθεσης της βίας σε εξαρτημένες γυναίκες με ή χωρίς
παιδιά (Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Ηνωμένο Βασίλειο). Άλλα παραδείγματα καλών
πρακτικών προέρχονται από τη Δανία, την Ισπανία και το Λουξεμβούργο, όπου οι
Δήμοι συνεργάζονται με τους επίσημους φορείς για την καταπολέμηση των
ναρκωτικών και διαθέτουν έναν αριθμό διαμερισμάτων προς την έκτακτη στέγαση
των άστεγων εξαρτημένων ατόμων.
Οι Stevenson et al. (2011) παρέχουν μια λίστα από συστάσεις καλών πρακτικών προς
εφαρμογή σε περιβάλλοντα κοιτώνων: 1) καλής ποιότητας διαμονή (καθαριότητα),
2) παροχή βασικού εξοπλισμού, 3) ευελιξία κανονισμών, 4) ένα περιβάλλον που να
διαπνέεται από τις αρχές της ανάρρωσης, 5) επιπρόσθετη στήριξη 6) σεβασμός της
ιδιωτικότητας, 7) επαγγελματική συμπεριφορά του προσωπικού.
Υποστηριζόμενη Στέγαση
9
Φινλανδία, όπου τέτοιες δομές δεν είναι διαθέσιμες, φαίνεται ότι υπάρχει ένα
συνολικό πρόβλημα στο γενικό πληθυσμό.
Από την άλλη, αν και σπάνιο στην Ευρώπη, αρχίζει να αναπτύσσεται η φιλοσοφία «Η
Στέγη Πρώτα», η οποία συνηγορεί προς την διάθεση στέγασης ανεξάρτητα από το
εάν οι ένοικοι είναι ελεύθεροι ή σε θεραπεία. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των
σπιτιών είναι οι απλοί κανόνες, και ότι δεν προϋποθέτουν τη θεραπεία. Αν οι
μεταβατικές δομές είναι μια ανταμοιβή της αποφοίτησης, η σταθερή κατοίκηση είναι
στοιχείο προς την κοινωνική επανένταξη.
10
Απασχόληση
12
δεξιότητες ζωής. Αυτό το εγχείρημα έχει ως στόχο την προαγωγή της
κοινότητας σε θέματα θετικών παραστάσεων των εξαρτημένων ατόμων.
Στη Φινλανδία, οι κυβερνήσεις δίνουν κάποια χρηματοδότηση εκκίνησης σε
υποψήφιους επιχειρηματίες για να λειτουργήσουν κοινωνικές επιχειρήσεις οι
οποίες θα απασχολήσουν απεξαρτημένα ή υπό απεξάρτηση άτομα.
Υποστηριζόμενη Απασχόληση
13
Η απασχόληση είναι συστατικό τμήμα της θεραπείας και όχι μια ξεχωριστή
υπηρεσία.
Οι τοποθετήσεις είναι εξατομικευμένες και στηρίζονται στις προτιμήσεις και
τις επιλογές των ωφελούμενων.
Η αξιολόγηση είναι διαρκής και στηρίζεται στις πραγματικές εργασιακές
εμπειρίες.
Η στήριξη της παρακολούθησης είναι διαρκής και μετά την εύρεση εργασίας
και την ανάληψη καθηκόντων.
14
υποχρεωτική εκπαίδευση. Η απόκτηση των εκπαιδευτικών προσόντων αποτελεί
προστατευτικό παράγοντα για την αποτροπή ή την μείωση της υποτροπής
(Rodriguez-Peros & Tselios, 2007). Η ανεργία σημαντικά αυξάνει τις πιθανότητες
υποτροπής μετά την θεραπεία της εξάρτησης (Brown & Montoya, 2009). O Henkel
(2011) ανασκόπησε 130 μελέτες οι οποίες διερεύνησαν την επίδραση της εξάρτησης
από ουσίες στην ανεργία και την επίδραση της ανεργίας στις θεραπευτικές εκβάσεις.
Τα ευρήματα της ανασκόπησης καταδεικνύουν ότι η εξάρτηση από ουσίες είχε
ισχυρή αρνητική επίδραση στην απασχόληση κυρίως λόγω των προβλημάτων υγείας.
Το στίγμα λόγω ιστορικού χρήσης ουσιών ήταν, επίσης, ένα από τα εμπόδια για την
εύρεση εργασίας. Συνοψίζοντας, τα εμπόδια τα οποία δυσχεραίνουν την κοινωνική
ένταξη των εξαρτημένων ατόμων καλύπτουν τόσο προσωπικούς παράγοντες όσο και
δομικούς παράγοντες.
15
16