Professional Documents
Culture Documents
24η ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
24η ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
24η ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Λεξιλόγιον
αὖτις/αὖθις : ὀπίσω, ὀπίσω πάλι, πάλι, ἐκ νέου, ξανά, εἰς τό ἑξῆς, ἀκολούθως, περαιτέρω,
προσέτι, πρός τούτοις, ἀφ' ἑτέρου, ἐξ ἄλλου
ἀνερχομένῳ/ἀνέρχομαι: ἀνεβαίνω, ἀνυψοῦμαι, μεγαλώνω, αὐξάνω, ἀνατέλλω (ἐπί τοῦ ἡλίου),
ἀναφλέγομαι (ἐπί τοῦ πυρός), πηγαίνω, ἔρχομαι πίσω, ἐπιστρέφω, ἐπανέρχομαι, ἀναφέρομαι σέ
κάποιον
δόμεναι /δίδωμι
οἶκόνδε : στόν οἶκο ( λέξη οἶκος 18η ἑνότητα)
φέρεσθαι/φέρομαι/φέρω: φέρω, μεταφέρω, .......( βλ. 8η ἑνότητα )
ἑλών/αἱρέω-ῶ: λαμβάνω διά τῆς χειρός, παίρνω, δράττομαι, ἁρπάζω, ἀφαιρῶ, ἀποκομίζω,
λαμβάνω τι ὑπό τήν ἐξουσία μου, κυριεύω, κατακτῶ, ὑπερισχύω, φονεύω, συλλαμβάνω, πιάνω,
κερδίζω μέ τό μέρος μου, δελεάζω, παραπλανῶ, κερδίζω, κτῶμαι. Ὡς δικανικός ὅρος: ἀποδεικνύω
κάποιον ὡς ἔνοχο ἐγκλήματος, καταδικάζω κερδίζοντας τήν δίκη. Αἱρέομαι-οῦμαι:λαμβάνω γιά
τόν ἑαυτό μου, ἐκλέγω, ἐπιλέγω, προτιμῶ, ἐκλέγω διά ψήφου
παράγωγα-σύνθετα:αἵρεσις(κατάληψη, κατάκτηση, ἐκλογή, σχέδιο, σκοπός, πρόθεση, αἵρεση)
αἱρεσιάρχης, αἱρέσιμος, αἱρετέον, αἱρετίζω, αἱρετικός, αἱρετιστής, αἱρετός, καθαίρεσις, ἀφαίρεσις,
διαίρεσις, ἀναίρεσις, προαίρεσις, συναίρεσις
Ἀρχικοί Χρόνοι
Ἐν: αἱρέω-ῶ
Πρτ.: ἥρεον, αἵρεον
Μέλ.: αἱρήσω
Ἀόρ.: εἷλον
Πρκ.:ἥρηκα
Ὑπρσ.:ἡρήκειν
ὁ ἄξιος: ὁ ἀντάξιος, ὁ ἴσης ἀξίας-τιμῆς, ὁ ἄξιος, ὁ ἀξιόλογος, ὁ μεγάλης ἀξίας, καί μικρῆς ἀξίας, ὁ
ἄξιος τιμῶν-ἐκτιμήσεως, ἀξιότιμος, ἀξιόλογος, κατάλληλος, ἁρμόδιος
ἡ ἀξία:ἡ ἀξία-τιμή, ἡ ὑπόληψη, ὁ βαθμός, ἡ τιμή, ἡ ἀμοιβή
σύνθετα:ἀξιάγαστος, ἀξιάκουστος, ἀξιακρόατος, ἀξιαπόλαυστος, ἀξιαφήγητος, ἀξιελέητος,
ἀξιέντρεπτος, ἀξιέπαινος, ἀξιέραστος, ἀξιοβίωτος, ἀξιοδίωκτος, ἀξιοεργός, ἀξιόζηλος, ἀξιοζήλωτος,
ἀξιοζήτητος, ἀξιοθαύμαστος, ἀξιοθέατος, ἀξιόθεος, ἀξιόθρηνος, ἀξιόκλεος, ἀξιόκτητος, ἀξιόλογος,
ἀξιομακάριστος, ἀξιόμαχος, ἀξιομίμητος, ἀξιομισής, ἀξιομνημόνευτος, ἀξιόμορφος, ἀξιόνικος,
ἀξιονόμαστος, ἀξιοπαράκλητος, ἀξιοπενθής, ἀξιοπιστία, ἀξιοπρεπής, ἀξιόρατος, ἀξιόσκεπτος,
ἀξιοσπούδαστος, ἀξιοστράτηγος, ἀξιοτίμητος, ἀξιότιμος, ἀξιοφίλητος, ἀξιόχρεος, ἀξιόω, ἀξίωμα,
ἀξιωματικός, ἀξιωμάτιον, ἀξίωσις
ἔσται : θά εἶναι
ἀμοιβή :ἡ ἀνταπόδοση, ἡ ἀποζημίωση, ἡ ἐξιλέωση, ἡ ἐκδίκηση, ἡ ἀπόκριση, ἡ ἀπάντηση, ἡ
ἀλλαγή, ἡ ἀνταλλαγή. ἀμοιβάζω(ἀνταλλάσσω), ἀμοιβαῖος, ἡ ἀμοιβάς (ἡ ἀνταλλαγή),
ἀμοιβηδίς (ἀμοιβαίως), ὁ ἀμοιβός:ὁ διαδεχόμενος κάποιον, ὁ ἀντικαταστάτης, ὁ διάδοχος
ὁ ὄρνις: τό ὄρνεο, τό κάθε πτηνό, τό προφητικό πτηνό, ὁ οἰωνός. Μοισᾶν ὄρνιχες: πτηνά τῶν
Μουσῶν( Θεόκριτος), διώκει παῖς ποτανόν( πετούμενον) ὄρνιν: φράση ἐπί ματαιοπονοῦντος
αὐτίκα : ἀμέσως, ἀμέσως μετά, εὐθύς ἀμέσως, πάραυτα, μετά ἀπό λίγο, κατ' εὐθείαν, καί γιά
παράδειγμα, λόγου χάριν
ἐπῴχετο / ἐποίχομαι : πορεύομαι πρός, πλησιάζω, πορεύομαι ἐναντίον τινός, ἐπέρχομαι,
ἐπιτίθεμαι, περιέρχομαι, πορεύομαι γύρω ἀπό, ἐπισκέπτομαι διαδοχικά, ἐπιθεωρῶ, καταγίγνομαι
στό ἔργο μου, ἀρχίζω κάτι, διατρέχω, διαπορεύομαι, περνῶ στό ἄλλο μέρος
οἴχομαι: ἔχω ἀπέλθει, ἔχω φύγει, ἔχω ἀναχωρήσει, ἀναχωρῶ, ......(βλ.11η ἑνότητα)
τό φῶς: τό φῶς
Γραμματική
Συνέχεια Γ' κλίσεως
Ἀρσενικό
Πτώση Ἑνικός Πληθυντικός Ἑνικός Πληθυντικός
Ὀνομ. ὁ παιάν οἱ παιᾶνες ὁ Ἕλλην οἱ Ἕλληνες
Γενική τοῦ παιᾶνος τῶν παιάνων τοῦ Ἕλληνος τῶν Ἑλλήνων
Δοτική τῷ παιᾶνι τοῖς παιᾶσι τῷ Ἕλληνι τοῖς Ἕλλησι
Ἀρσενικό
Πτώση Ἑνικός Πληθυντικός Ἑνικός Πληθυντικός
Ὀνομ. ὁ χιτών οἱ χιτῶνες ὁ ποιμήν οἱ ποιμένες
Γενική τοῦ χιτῶνος τῶν χιτώνων τοῦ ποιμένος τῶν ποιμένων
Δοτική τῷ χιτῶνι τοῖς χιτῶσι τῷ ποιμένι τοῖς ποιμέσι
Γιά τήν ἑρμηνεία τῶν λέξεων σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Λεξικόν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἰωάν.
Σταματάκου, Ἐκδοτικός Ὀργανισμός “ Ο ΦΟΙΝΙΞ” ΕΠΕ, Ἀθήνα 1972
Γιά τήν Γραμματική σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Γραμματική τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἀχιλλέως
Τζαρτζάνου, Ἐκδοτικός οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη α.ε., Ἀθήνα 1965
Ἰσμήνη Μαρτίνη
Συντονίστρια Ἐπιτροπῆς Ὁμήρου ΙΗΑ
Ἀθήνα