Professional Documents
Culture Documents
ΘΕΩΡΙΑ ΤΕΧΝΗΣ ΤΟΥ 20ου αιώνα
ΘΕΩΡΙΑ ΤΕΧΝΗΣ ΤΟΥ 20ου αιώνα
ΝΤΑΝΤΑ
(1915 Ζυρίχη-1922)
Ονομασία εσκεμμένα κενή νοήματος, που αποσκοπούσε με την
διακωμώδηση και το παράλογο, το τυχαίο και την ενόραση, να
καταστρέψει το παραδοσιακό για να επιστρέψει στην αυθεντική
πραγματικότητα.
Γι’ αυτό οι ντανταϊστές στράφηκαν στην ανόθευτη τέχνη της Αφρικής,
αντιδρώντας εντελώς στον ορθολογισμό.
Το όνομα Dada το ανακάλυψαν ο Huelsenbeck, o Ball, ή ο Tzara
σε ένα Γάλλο-γερμανικό λεξικό.
ΚΥΡΙΟΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΟΥ:
o Τristan Tzara
o Richard Huelsenbeck
o Raoul Hausman
o George Grosz
o Johanes Baargeld
o Johanes Baader
o Max Ernst
Ο Ντανταϊσμός εμφανίστηκε σε μία περίοδο που ο κόσμος είχε
χάσει τη βεβαιότητα και την πίστη του στις απόλυτες αξίες
Αμφισβήτησε τις υπάρχουσες ιδέες για την τέχνη, την ποίηση και
την μουσική και εξέφρασε την προτίμησή του σε μία πλήρη
αταξία
Θεωρούσε ότι δεν έπρεπε να υπάρξουν άλλα αριστουργήματα
στην τέχνη γιατί μία τέτοια θεώρηση του παρελθόντος
συνεπαγόταν ένα στατικό σύστημα αξιών
Η επιφανειακή έλλειψη του Dada και η άρνησή του να
αναγνωρίσει όρους, όπως το ‘’καλό’’ και το ‘’κακό’’, ήταν
αντικατοπτρισμός μιας εποχής που αφενός δεν έδειχνε καμίαν
αποδοχή στα παλιά δόγματα , αφετέρου είχε και η ίδια αποτυχία
να ανακαλύψει μία καινούργια πίστη
Το Νταντά ήθελε να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με την ελευθερία
του και τον φυσικό κόσμο, ιδίως σε μια περίοδο που ο
φαινομενικός ορθολογισμός οδήγησε σε έναν καταστροφικό
πόλεμο
Ήταν μια αντίδραση στη μηχανιστική ερμηνεία του κόσμου που
ήθελε τον άνθρωπο να ελέγχει το σύμπαν μόνο με την
προϋπόθεση να υποταχθεί στους μηχανισμούς της τάξης, της
εξέλιξης και της επιστήμης.
Επρόκειτο για μια επίθεση κατά της λογικής, η οποία κατά τον
Bergson υπονομεύει τη διάνοια.
Η προκλητική διάθεση των ντανταϊστών αποτυπώνεται στην
προσπάθειά τους να διαλύσουν όλες τις γνωστές μορφές τέχνης,
διοργανώνοντας αντικαλλιτεχνικές εκδηλώσεις.
Ο θορυβισμός, η σταθερή προσφυγή στην πολεμική, η τεχνική
του αιφνιδιασμού τα πειράματα με «μουσική ήχου», το
«ταυτόχρονο ποίημα», όπως και η χρήση προκλητικών
μανιφέστων ήταν τεχνικές, τις οποίες το νταντά είχε δανειστεί
από τον φουτουρισμό. Μια βασική τους διαφορά έγκειται στο
γεγονός ότι το νταντά δεν αντιμετωπίζει με ενθουσιασμό ούτε
τον πόλεμο, ούτε τον τεχνικό πολιτισμό, όπως συμβαίνει με τον
ιταλικό κυρίως φουτουρισμό.
Η καινοτομία και η σπουδαιότητα του Νταντά έγκειται στη
διαβεβαίωση της καλλιτεχνικής ελευθερίας και στη ριζοσπαστική
αναθεώρηση αξιών και μορφών. Τόνισε την ανάγκη για
δημιουργικό σκεπτικισμό και ταύτισε την έννοια της δημιουργίας
με αυτή της δράσης.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
ΚΟΛΛΑΖ
• HANNAH HӦCH
ΓΛΥΠΤΙΚΗ
Μαρσέλ Ντυσάν
ΜΠΑΟΥΧΑΟΥΖ
1919
Να δημιουργήσει μια αίσθηση κοινότητας μέσω της τέχνης: Ούτε λίγο ούτε
πολύ, αυτός ήταν ο δεδηλωμένος στόχος του Bauhaus. Και ως προς
αυτόν, οι εκπρόσωποί του δεν υπήρξαν μετριόφρονες, καθώς όνειρό τους
ήταν το Bauhaus να μπορέσει να υπηρετήσει τον «νέο άνθρωπο» μέσω
της εφαρμοσμένης τέχνης. Για τον πρώτο διευθυντή και ιδρυτή του
Bauhaus, Βάλτερ Γκρόπιους, αυτό σήμαινε, μεταξύ άλλων, να επιτευχθεί
μια στενή σύνδεση διαφόρων πεδίων της τέχνης και της χειροτεχνίας. Τα
σχεδιαζόμενα αντικείμενα έπρεπε να προσαρμοστούν σε διαδικασίες
παραγωγής που θα επέτρεπαν τη φθηνή και γρήγορη κατασκευή τους.
Στόχος ήταν το καλό ντιζάιν να γίνει και πάλι οικονομικά προσιτό στη
Γερμανία, η οικονομία της οποίας είχε πέσει στο ναδίρ μετά τον Α΄
Παγκόσμιο Πόλεμο.
ΜΙΚΡΟΓΡΑΜΜΑΤΗ ΓΡΑΦΗ
Η εταιρική ταυτότητα μετρούσε και τον καιρό του Bauhaus. Απλός και
λειτουργικός δεν ήταν μόνο ο σχεδιασμός των σπιτιών και των
καθημερινών αντικειμένων, αλλά και των τυπογραφικών στοιχείων. Το
1925 ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, νεαρός Δάσκαλος του εργαστηρίου
τυπογραφίας και διαφήμισης στο Ντέσσαου, προώθησε τη συνεπή επιβολή
της μικρογράμματης γραφής. Γιατί; Μα για να εξοικονομηθεί χρόνος! Σε όλα
τα επιστολόχαρτα του Bauhaus τύπωναν πάνω πάνω τη φράση:
«γράφουμε όλες τις λέξεις με μικρά γράμματα, επειδή έτσι εξοικονομούμε
χρόνο. Εκτός αυτού: γιατί να έχουμε 2 αλφάβητα, όταν και με το ένα έχουμε
το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα; Γιατί να γράφουμε με κεφαλαία, από τη στιγμή
που δεν μπορούμε να μιλήσουμε σε κεφαλαία;» Η συνειδητή παραβίαση
των κανόνων ορθογραφίας που ίσχυαν, θεωρήθηκε χειρονομία
μοντερνισμού. Η γραφή αυτή, όμως, είχε και πολιτικές συνέπειες: Οι
επιστολές που είχαν παραλήπτη το «Bauhaus από το Ντέσσαου» και ήταν
συνταγμένες σε μικρογράμματη γραφή καταστρέφονταν χωρίς δεύτερη
σκέψη από τα δημοτικά συμβούλια. Κι αυτό επειδή υπήρχε φόβος για την
κομμουνιστική δυναμική των δήθεν πολιτικοποιημένων οπαδών του
Bauhaus.
ΧΛΕΥΗ
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Ως επίσημος όρος, εμφανίστηκε αρχικά στη λογοτεχνία, με το
μανιφέστο που διατύπωσε ο ελληνικής καταγωγής Jean Moreas
στην εφημερίδα «Le Figarο» (18.9.1886). Το έδαφος, όμως, είχαν
ήδη προετοιμάσει οι θεωρίες του Schopenhauer, του Nietzsche,
τα ποιήματα του Baudelaire. Στόχος των Συμβολιστών ήταν η
εξωτερίκευση των ιδεών και η προσπάθεια «να ντύσουν το ιδεατό
σε μια αντιληπτή μορφή».
Όσον αφορά στις εικαστικές τέχνες προβλήθηκε ως αντίδραση
στο Ρεαλισμό, το Νατουραλισμό και, κυρίως, τον Ιμπρεσιονισμό
που δεν επέτρεπε το στοχασμό, καθώς παρέμενε σε ένα
εξωτερικό οπτικό φαινόμενο. Ο Συμβολισμός από την πλευρά του
αντιπαρέβαλε την πνευματικότητα, τη φαντασία και το όνειρο ως
αναπόσπαστο μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Το
συμβολιστικό δόγμα το διατύπωσε ο Albert Aurier σε ένα άρθρο
του για τον Gauguin στο «Mercure de France» (1891). Σύμφωνα
με αυτό ένα έργο πρέπει να είναι
α)ιδεαλιστικό, με μοναδικό στόχο του την έκφραση της ιδέας,
β)συμβολιστικό, αφού αυτή την ιδέα την αισθητοποιεί με μορφές,
γ)συνθετικό, γιατί εκφράζει αυτές τις μορφές και τα σημεία με έναν
τρόπο γενικά καταληπτό, δ)υποκειμενικό, αφού το αντικείμενο θα
πρέπει να θεωρείται ως ένδειξη μιας ιδέας που έχει συλλάβει το
υποκείμενο, ε)διακοσμητικό, καθώς η διακοσμητική ζωγραφική
είναι μία τέχνη ταυτόχρονα συνθετική, συμβολιστική και
ιδεαλιστική.
Ο Συμβολισμός στις εικαστικές τέχνες δε χαρακτηρίστηκε από
ένα ομοιογενές ύφος ή από συγκεκριμένες τεχνικές, ενώ οι
εκπρόσωποί του προέρχονταν συχνά από ετερόκλητες ομάδες. Η
εικαστική δημιουργία των Gustave Moreau, Pierre Puvis de
Chavannes, Odilon Redon, Eugene Carriere άνοιξε το δρόμο για
το Συμβολισμό στη Γαλλία, του οποίου κύριοι εκπρόσωποι είναι ο
Paul Gauguin και οι «Nabis» (Paul Serusier, Emile Bernard,
Maurice Denis). Στην Αγγλία αυτοί που τον προσέγγισαν είναι οι
Προραφαηλίτες, ενώ στη Γερμανία οι Arnold Bocklin, Anselm
Feuerbach, Hans von Marees, Max Klinger κ.ά. Ο Bocklin,
μάλιστα, έδωσε τον εξής αφορισμό για τη φύση του εικαστικού
συμβολιστικού έργου: «Ένας πίνακας πρέπει να διηγείται κάτι, να
κάνει το θεατή να στοχάζεται όπως ένα ποίημα και να του αφήνει
την εντύπωση ενός μουσικού κομματιού».
Σε γενικές γραμμές, το έργο τέχνης των Συμβολιστών
προσδοκούσε την απόδοση του πεδίου που εκτείνεται πέραν του
αισθητού, στον κόσμο του ονείρου και της παραίσθησης, μέσω
της χρήσης εικόνων και αντικειμένων με συμβολική έννοια. Αυτό
επέβαλε την έντονη ύπαρξη του μεταφυσικού ή μυστικιστικού
στοιχείου στη σύνθεση και την ιδιαίτερη επιμονή σε μυθολογικά
και θρησκευτικά θέματα, σε διακοσμητικές συνθέσεις και τοπία.
Συμβολισμός ήρθε ως αντίδραση στον Ρεαλισμό και τον
Νατουραλισμό, όπου στόχευαν στην απεικόνιση της
πραγματικότητας ως έχει με έντονα τα επιστημολογικά στοιχεία,
τοποθετώντας αντιθετικά ως αναπόσπαστο κομμάτι της
δημιουργίας τη φαντασία, τις ονειρικές παραστάσεις και το
μεταφυσικό.
Οι συμβολιστές πίστευαν πως σκοπός της τέχνης είναι να
συλλάβει και να εκφράσει απόλυτες αλήθειες, τις οποίες κανείς
μπορεί να προσεγγίσει μόνο με έμμεσους τρόπους. Για αυτό το
λόγο, έγραφαν με μεταφορικό τρόπο και χρησιμοποίησαν εικόνες
και αντικείμενα με συμβολική έννοια