Download as odt, pdf, or txt
Download as odt, pdf, or txt
You are on page 1of 11

Χαλασμένες γειτονιές: Κριτήριο Αξιολόγησης Λογοτεχνίας Β Λυκείου

Το μυθιστόρημα ανασυνθέτει την ευτυχισμένη ζωή των Ελλήνων στη Μικρασία πριν
την μικρασιατική καταστροφή. Το πλήθος των φανταστικών προσώπων, των
εμψυχισμένων φυσικών στοιχείων, των παιδιών και των μεγάλων που συνθέτουν
τον κόσμο της Αιολικής γης είναι δοσμένα από το ώριμο ύφος του συγγραφέα με
μορφή παραμυθένια, με πληρότητα μαγική. Η Αιολική γη είναι το βιβλίο του
χαμένου παραδείσου των παιδικών χρόνων στα παράλια της Μικρασίας και του
δραματικού ξεριζώματος από τη γενέθλια γη
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ του πάππου μου, του πατέρα της μητέρας μου, η γη πια ήταν έτοιμη κ’
έγινε το υποστατικό. Απ’ τη μητέρα μου έμαθα το πώς έγινε η πρώτη καλύβα, πότε
η γιαγιά μου φύτεψε με τα χέρια της τον πλάτανο στην αυλή, πότε φυτέψανε τα
κλήματα. Στο υποστατικό έμπαινες από μια μεγάλη πόρτα, καμωμένη με σκαλιστό
ξύλο. Στη μέση ήταν μια αυλή και γύρω γύρω της, η μια χτισμένη κοντά στην άλλη,
ήταν οι οικοδομές. Στα κάτω πατώματα ήταν οι αποθήκες κ’ οι στάβλοι, στ’ απάνω η
κατοικία του παππού και της γιαγιάς μας, πλάι ο ξενώνας, και πλάι οι κατοικίες για
τις γυναίκες και τους ζευγάδες που δουλεύανε στο κτήμα ολοχρονίς. Μια ξύλινη
σκάλα σε ανέβαζε απ’ την αυλή στο σπίτι του πάππου, κι από κει άρχιζε το ξύλινο
μπαλκόνι που ένωνε κυκλικά όλα τα χτίρια. Τα παράθυρα όλα βλέπαν μες στην
αυλή, και μονάχα το σπίτι του παππού είχε ένα σιδερόφραχτο παράθυρο που
έβλεπε έξω, τον κόσμο τον έξω απ’ τη μεγάλη πόρτα. Έτσι το υποστατικό έμοιαζε σα
μοναστήρι ή σα φρούριο, καμωμένο όλο με γερή πέτρα του Σαρμουσάκ για το φόβο
των ληστών. Όμως δεν είχε τίποτα απ’ την ασκητική αυστηρότητα των
μοναστηριών, μήτε απ’ την αγριότητα των φρουρίων. Ήταν βαμμένο με γαλάζιο
χρώμα.

Σ’ ένα επιτούτου δωμάτιο ήταν φυλαγμένα σαν πολύτιμα πράματα τα όπλα,


γκράδες και μαρτίνια και σπαθιά, όσα θα φτάνανε για ν’ αρματώσουν όλους τους
ζευγάδες σε ώρα ανάγκης, αν μας ρίχνονταν ληστές. Αυτό το δωμάτιο το λέγαμε το
«Κίτρινο» επειδή ήταν βαμμένο με δυνατό κίτρινο χρώμα. Το δικό μας, των παιδιών,
ήταν πλάι στα όπλα, κ’ η γειτονία τους μας έκανε να τα συλλογιζόμαστε πολύ. Και
καθώς το Κίτρινο ήταν πάντα κλειδωμένο και κανένας δεν είχε την άδεια να το
ανοίξει εκτός απ’ τον παππού, η φαντασία μας του έδινε μεγάλες διαστάσεις, το
σχημάτιζε σα μυστικό καταφύγιο μυθικών πλασμάτων.

Τις νύχτες, όταν γινόταν ησυχία έξω, όταν τα τσακάλια πια δεν ούρλιαζαν και
μονάχα τα φύλλα των δέντρων ακούγονταν που σάλευαν, κάθε άλλος σιγανότατος
θόρυβος που έφτανε ως εμάς μας φαινόταν να ‘ρχεται από το απαγορεμένο
δωμάτιο. Τότε το ένα παιδί ξυπνούσε το άλλο.
— Άκουσες; έλεγε η μικρή Άρτεμη και μ’ έσπρωχνε. Ξυπνούσα τρομαγμένος και
ρωτούσα:
— Τι είναι;
— Άκου! Πλάι κάτι γίνεται! Στο Κίτρινο…

Έβαζα όλη την προσοχή κι αφουγκραζόμουν. Η γη αναπαύεται και γονιμοποιεί τους


σπόρους, κι απ’ το μυστικό της έργο έρχεται ένας ελάχιστος θόρυβος που μπορεί να
φτάξει μονάχα σ’ ένα παιδί. Οι ρίζες των δέντρων σαλεύουν στα σκοτεινά
γυρεύοντας νερό να πιουν, οι φλούδες των κορμών σαλεύουν για να χυθούν οι
χυμοί στους κλώνους και στα φύλλα, τα τυφλά σκουλήκια αγωνίζουνται έρημα το
μικρό τους αγώνα, ένα ζαρκάδι πέρασε και χάθηκε, ένα άλλο, κυνηγημένο από
μεγαλύτερο του αγρίμι, δεν μπόρεσε να περάσει στο δάσος να γλιτώσει κι
ακούγεται η σπαραχτική φωνή του βαθιά, η φωνή του θανάτου. Ύστερα όλα
ησυχάζουν, κ’ έρχεται η Μεγάλη Σιωπή.
— Άκου!.. λέει πάλι η Άρτεμη όταν γίνεται ησυχία.
— Τσακάλι θα ‘ταν και πέρασε, της λέω.
— Μα όχι! Όχι το τσακάλι! Να! Τώρα, τώρα! Κει μέσα! Άκουσε!
Τεντώνω το αυτί μου κι ανοίγω τα μάτια μου όσο μπορώ. Η καρδιά μου χτυπά με
αγωνία επειδή αισθάνουμαι την ανάγκη ν’ ακούσω ό,τι μπορεί ν’ ακούσει εκείνη.
— Αχ! λέω τέλος απελπισμένα. Δεν ακούω τίποτε! Μονάχα τα φύλλα…
— Καημένε! Τα φύλλα. Τι λες για φύλλα! κάνει η φωνή της μες στο σκοτάδι, και
ξέρω πως στα μάτια της θα λάμπει η περιφρόνηση. Μα τόσο λοιπόν μικρός είσαι;
Εγώ ήμουνα έξι χρονώ κ’ εκείνη είχε κλείσει πια τα οχτώ.
Αυτό δε με πείραζε τόσο. Αλλά μου ερχόταν να κλάψω απ’ το κακό μου και απ’ το
παράπονο επειδή η Άρτεμη ήταν κορίτσι, κ’ ένα κορίτσι δε θα ‘πρεπε να ξέρει πιο
πολλά από ένα αγόρι. Κι όμως, να που έτσι γινόταν – αδικία πολλή ήταν στον
κόσμο.

— Ό,τι θέλεις λες! της κάνω τέλος θυμωμένα. Ακούς τα φύλλα στα δέντρα και
θαρρείς πως είναι στο Κίτρινο! Χμ!
— Κακομοίρη! Εγώ λέω ό,τι θέλω; διαμαρτύρεται η Άρτεμη. Δε θυμάσαι πως κ’ εσύ
τις προάλλες τ’ άκουσες που περπατούσαν τα σπαθιά μες στο Κίτρινο και μιλούσαν
με τα πιστόλια; Ακούς, να λέω, ό,τι θέλω!
Η Άρτεμη είχε δίκιο. Τις προάλλες φύσηξε πολύς αγέρας, αργά μετά τα μεσάνυχτα,
κι όλο το υποστατικό σα να σάλευε. Από ψηλά, απ’ τα Κιμιντένια, ερχόταν ο θρήνος
των δέντρων που πάλευαν με τον άνεμο. Μήτε τα τσακάλια δεν είχαν τολμήσει να
βγούνε κείνο το βράδυ απ’ τις φωλιές τους, μήτε άλλα ζαρκάδια, καμιά φωνή δεν
ακουγόταν. Τότες ακούσαμε το μυστικό θόρυβο που ερχόταν μεσ’ από το Κίτρινο,
και μείναμε κ’ οι δύο σύμφωνοι, η Άρτεμη κ’ εγώ, πως τα σπαθιά μιλούσαν. Λοιπόν,
τώρα γιατί να μην πιστεύω;
— Εσύ όλο κοιμάσαι, αυτό είναι! συμπεραίνει η Άρτεμη, θέλοντας να εξηγήσει την
αδυναμία μου. Εγώ όμως ξαγρυπνώ κ’ έχω συνηθίσει τ’ αυτί μου να παίρνει.
— Καλά, καλά! της λέω πάλι. Εσύ τα ξέρεις όλα! Κάθισε, λοιπόν, να ξαγρυπνάς με το
σκοτάδι…
Γυρίζω στο μικρό κρεβάτι μου και κουκουλώνουμαι με το σεντόνι. Μα την ίδια
στιγμή ένας καθαρός, καθαρότατος θόρυβος, ένα τικ τικ, έρχεται μες στη νύχτα απ’
το μέρος του Κίτρινου.
— Τ’ άκουσες επιτέλους; ψιθυρίζει στα σκοτεινά η φωνή της Άρτεμης, και θαρρώ
πως τρέμει. Τ’ άκουσες;
— Αχ, τ’ άκουσα! μουρμουρίζω κ’ εγώ με ταραχή. Τι να ‘ναι;

— Τα σπαθιά ξυπνούνε…, λέει εκείνη.


Μα τότε ξυπνά κ’ η Ανθίππη. Είναι η μεγαλύτερη αδερφή μας, είναι ως δώδεκα
χρονώ κ’ είναι η δεύτερη μητέρα μας. Πάντα της λέγαμε τα μυστικά μας.
— Τι έχετε εσείς εκεί; ρωτά σιγανά.
— Ανθίππη, άκου!.. λέει η Άρτεμη, κ’ η φωνή της είναι σα να γυρεύει βοήθεια. Τα
σπαθιά ξύπνησαν στο Κίτρινο!..
Η Ανθίππη ακούει κ’ ύστερα λέει ατάραχη:
— Ποντίκια είναι, μην κάνετε έτσι. Κοιμηθείτε!
Την ακούμε που γυρίζει απ’ το άλλο πλευρό να κοιμηθεί, σα να μην έγινε τίποτα.
Σκεπάζουμαι κ’ εγώ ως το κεφάλι, μα τα μάτια δεν κλείνουν. Οι θόρυβοι του
δάσους, της γης, των ζαρκαδιών γίνουνται ένα, γίνουνται η παράξενη μουσική που
λέει για τα παραμύθια και για τα όνειρα, λέει για τα ταξίδια των παιδιών που πάνε
καβάλα σε χρυσόψαρα να βρούνε τη «Ροδοπαπούδα» με το άσπρο φόρεμα και τ’
ασημένια μαλλιά και με το Μεγάλο Δράκο που φυλάει στην πόρτα της. Τα σπαθιά
και τα πιστόλια στο κίτρινο δωμάτιο δεν είναι πια άγρια πλάσματα, ξύπνησαν
μονάχα γιατί ζήλεψαν, θέλουν κι αυτά να καβαλικέψουν τα χρυσόψαρα, να μην
είναι κλεισμένα κ’ έρημα. Ανοίγουν σιγανά την πόρτα της φυλακής τους,
απλώνουνε τα χέρια και ξέρουν πως, κι αν δεν είναι χρυσόψαρο, ένα μικρό καλό
δελφίνι θα περιμένει να τα πάρει. Κ’ ενώ τα χρυσόψαρα αρχίζουν το ταξίδι,
πλέοντας μες στον αγέρα, ακούγεται πίσω τους η φωνή των σπαθιών, πάνω στο
δελφίνι, που ικετεύουνε:
«Περιμένετε να ‘ρθουμε! Περιμένετε να ‘ρθουμε κ’ εμείς στη Ροδοπαπούδα!»

«Ελάτε!» τους λέει φιλικά το μικρό αγόρι απ’ το χρυσόψαρο. «Ελάτε και σας
περιμένουμε!»
[…]

Το άλλο πρωί η Ανθίππη με ρωτά:


— Ποιόν περίμενες χτες τη νύχτα;
— Εγώ περίμενα κανέναν;
— Μα ναι, κάποιον φώναζες στον ύπνο σου να ‘ρθει.
Δε θυμούμαι πια τίποτα και της λέω πως θα ‘ταν όνειρο.

[πηγή: Ηλίας Βενέζης, Αιολική Γη, εκδ. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1975
(11η έκδ.), σ. 23-29]

Λεξιλόγιο κειμένου
Γκράδες: τουφέκια είδος όπλου
Μαρτίνια: τουφέκια, είδος όπλου
Σαρμουσάκ :Λατομείο κοντά στο Αϊβαλί
Παρατηρήσεις
Θέμα Α
1.Σε κάθε μια από τις προτάσεις /πληροφορίες που ακολουθούν να δώσετε τον
χαρακτηρισμό “Σωστό” ή “Λάθος”, ανάλογα με το αν αποδίδουν το νόημα του
κειμένου σωστά ή όχι.

1. Υποστατικό είναι το σπίτι που βρίσκεται στην εξοχή.


2. Ζευγάς είναι ο αγρότης που έχει ένα ζευγάρι βόδια και οργώνει.
3. Η λέξη ληστές που αναφέρεται στο ποίημα σημαίνει ότι ακριβώς και σήμερα.
4. Τα Κιμιντένια ήταν τα βουνά της ανατολής.

Μονάδες 10
Θέμα Β
1. Να προσδιορίσετε το είδος του αφηγητή με βάση την συμμετοχή του στα
γεγονότα. Τεκμηριώστε την απάντησή σας.

Μονάδες 5
2.Ποιούς αφηγηματικούς τρόπους εντοπίζετε στο διήγημα;

Μονάδες 5
3. Να εντοπίσετε τρία σημεία μεταφορικής χρήσης του λόγου.

Μονάδες 5
Θέμα Γ
1.Πώς θα χαρακτηρίζατε τον ήρωα; Αναλύστε την άποψη σας σε 50-60 λέξεις.
Μονάδες 10
2.Σε τι διαφωνεί ο ήρωας με την αδερφή του στη συζήτηση που έχουν; (100 λέξεις)

Μονάδες 10
3.Πώς μετουσιώνει και πλάθει ο αφηγητής στη φαντασία του το περιεχόμενο του
κίτρινου δωματίου. (150 λέξεις)

Μονάδες 15
Θέμα Δ
Α) Ποια στερεότυπη αντίληψη συναντάται στο κείμενο; Εκφράστε την άποψη σας σ’
ένα κείμενο 150 λέξεων.

Μονάδες 15
Β) Πιστεύετε ότι τέτοιες αντιλήψεις συναντώνται στο σήμερα; Και αν ναι σε ποιους
άλλους τομείς θα μπορούσατε να τις εντοπίσετε; Αναπτύξτε την άποψη σας σ ένα
κείμενο 200 λέξεων.

Μονάδες  25

Χαλασμένες γειτονιές: Κριτήριο Αξιολόγησης Λογοτεχνίας Β Λυκείου


Η πόλη που σκιαγραφείται στα τρία αποσπάσματα από το βιβλίο του
Χαρπαντίδη Μανία πόλεως (1993) είναι η Καβάλα, όπως τη διασώζουν από τη μια
μεριά οι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας του αφηγητή και από την άλλη μεριά η
ιστορική μνήμη, στοιχεία της οποίας αξιοποιεί ο συγγραφέας. 
 

Χαλασμένες γειτονιές. Το βουνό γύρω μια καμένη προσωπίδα,* χωρίς ένδυμα


και κόσμημα, κάνει το φως πιο κοφτερό και φωτίζει ανελέητα τις
πολυκατοικίες που πληγώνουν τον ουρανό με την ευτέλειά* τους, γιατί
χτίστηκαν είτε βιαστικά είτε φθηνά και προπάντων για να προλάβει η πόλη
την ανάπτυξη, αφού τη δεκαετία του πενήντα, εποχή που οι άλλες πόλεις
γνώριζαν τις λέξεις «αντιπαροχή»,* «γκαρσονιέρα και μπανιέρα»,
«θερμοσίφωνο και κοινόχρηστα» αυτή άρχισε να παρακμάζει με την
εξαφάνιση του καπνεμπορίου που τη στήριζε. Μέσα σε μια δεκαετία, αυτήν του
εβδομήντα, ρήμαξε* και κατεδάφισε* οτιδήποτε παλιό και σοφό έχτισε σιγά
σιγά ο χρόνος και οι άνθρωποι για να φορέσει αυτό το κοινό κι αδιάφορο
πρόσωπο που δεν έχεις όρεξη ούτε να το κοιτάξεις, γιατί ξέρεις πως δεν κρύβει
εκπλήξεις.
 
Όλα τώρα διαμορφωμένα στην τελική τους μορφή, χωρίς την άλμη* του
καπνού να γλείφει δρόμους και προσόψεις* και με την εντύπωση πως σύντομα
θα μας εκδικηθεί το παρελθόν.
Τουλάχιστον να βρεθεί ένας χώρος με λίγη δροσιά να κατοικήσουν εκείνοι οι
άνθρωποι με το βουισμένο* κεφάλι και τις πληγές στο πρόσωπο που άνοιξαν η
νύχτα και ο έρωτας.
Παιδί κυνηγούσα το παχνίδι και αυτό ολοένα γλιστρούσε.*
Ζούσα με εικόνες κι αναμνήσεις παιχνιδιού, σχεδόν εξορισμένες* εξαιτίας της
τοποθεσίας της πόλης, της πυκνής δόμησης και των στενών δρόμων. Πουθενά
μια αλάνα,* ένας κήπος, ένα στάδιο.
Μόνο στο Φρούριο,* όπου πηγαίναμε εκδρομές με το σχολείο και τρέχαμε
ανάμεσα σε θρυμματισμένα* κανόνια κι ερειπωμένα δεσμωτήρια,
σκουριασμένες κρεμάλες κι ανήλιαγες* κρυψώνες, προσπαθούσαμε να
ξεδιπλώσουμε το μικρό πανωφόρι του παιχνιδιού. Γρήγορα ξεφεύγαμε από την
επιτήρηση των δασκάλων, σκαρφαλώναμε στις τάπιες* κι από κει παίζαμε με
την πόλη, που χανόταν σε μια γλυκιά ομίχλη από φρέσκο ψωμί, λαδομπογιά
και καρνάγιο,* ιώδιο* και κάρβουνο.
Το βράδυ πάλι γινόμασταν συμμορίες και τρέχαμε μ’ ένα εεεεεε πίσω από
σκυλιά που κουτσαίναν κι έναν τρελό που φορούσε φουρκέτες* στο κεφάλι,
ενώ οι μεγαλύτεροι μας τρόμαζαν με ιστορίες μακάβριες* κάτω από τις
σκοτεινιασμένες καμάρες.*
[•••]
Στρέφοντας το βλέμμα στα διαζώματα* των πολυκατοικιών, που
στριμώχνονται και πνίγουν το καμπαναριό του Αϊ-Γιάννη,* δεν απορώ που μας
παρέδωσαν μια πόλη έρημη από πράσινο και πάρκα. Παντού αξιοποίηση.
Μια γωνιά άφησαν αδειανή για όλες τις ανάγκες κι εκεί στριμώχτηκαν το
βόλεϊ, το μπάσκετ, το τένις κι οι κούνιες, λιγοστά παγκάκια, ίχνη καχεκτικής
χλόης κι ένα παράθυρο στο ανοιχτό Αιγαίο. Τα πρωινά στο μοναδικό πάρκο
συνωστίζονται* τα φυλακισμένα παιδιά των γύρω πολυκατοικιών και
αγριεύουν στο παιχνίδι (θυμάσαι, εμείς, κάποτε, ηρεμούσαμε παίζοντας), το
μεσημέρι ο ήλιος και η αρμύρα το ξεραίνουν, για να παραδοθεί αργά το βράδυ
στην ημιθανή* ερημιά της επαρχίας.
Κ. Ι. Χαρπαντίδης

* προσωπίδα: μάσκα, εδώ μεταφορικά * ευτέλεια: χαμηλή


ποιότητα * αντιπαροχή: συμφωνία ανάμεσα στους κατόχους του οικοπέδου και
στον κατασκευαστή της πολυκατοικίας (του παραχωρούν το οικόπεδο και
εκείνος τους παραδίδει έτοιμο ένα μέρος της πολυκατοικίας) * ρήμαξε:
κατέστρεψε * κατεδάφισε: γκρέμισε * άλμη: λεπτό στρώμα αλατιού που
δημιουργείται ύστερα από την εξάτμιση του θαλασσινού νερού (η λέξη
χρησιμοποιείται εδώ μεταφορικά και δηλώνει τη μυρωδιά του
καπνού) * προσόψεις: μπροστινές όψεις κτιρίων * βουισμένο: ταραγμένο από τη
φασαρία, τη βοή * γλιστρούσε: ξέφευγε * εξορισμένες: μακρινές,
αποδιωγμένες * αλάνα: ελεύθερος, ανοιχτός χώρος * Φρούριο: το βυζαντινό
κάστρο της Καβάλας, χτισμένο στην κορυφή της βραχώδους χερσονήσου όπου
βρίσκεται η παραδοσιακή συνοικία Παναγία * θρυμματισμένα:
σπασμένα * ανήλιαγες: δίχως ήλιο, σκοτεινές * τάπιες: προμαχώνες * καρνάγιο:
μέρος όπου επισκευάζουν πλοία * ιώδιο: θαλασσινή μυρωδιά * φουρκέτες:
πιάστρες για τα μαλλιά * μακάβριες: τρομακτικές * καμάρες: Καμάρες, το παλιό
υδραγωγείο της Καβάλας * διαζώματα: εδώ εννοείται η διάταξη σε κλίμακα * Αϊ-
Γιάννης: συνοικία της Καβάλας όπου βρίσκονταν τα μεγάλα νεοκλασικά σπίτια
των καπνεμπόρων * συνωστίζονται: συγκεντρώνονται πολλά μαζί σε μικρό
χώρο * ημιθανή: μισοπεθαμένη
Παρατηρήσεις
1.α. Σε κάθε μια από τις προτάσεις /πληροφορίες που ακολουθούν να δώσετε
τον χαρακτηρισμό “Σωστό” ή “Λάθος”, ανάλογα με το αν αποδίδουν το νόημα του
κειμένου σωστά ή όχι. Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας με συγκεκριμένη
αναφορά στο κείμενο.

Μονάδες 10
 Τη δεκαετία του ’60 ξεκίνησε η παρακμή της Καβάλας.

 Το εμπόριο του καπνού ήταν μέχρι το ’70 το σημαντικότερο έσοδο για την πόλη.

 Το σημαντικότερο πρόβλημα της σύγχρονη πόλης είναι η έλλειψη πράσινου.

 Ο συγγραφέας είναι ευχαριστημένος με τη νέα όψη της πόλης του.

 Οι κάτοικοι της σύγχρονης πόλης έχουν αποκτήσει αστικές συνήθειες.


β. Να παρουσιάσετε με δικά σας λόγια σε ένα σύντομο κείμενο 50-60 λέξεων, το
βασικό θέμα που αναπτύσσεται στις δύο τελευταίες  παραγράφους :
«Στρέφοντας το βλέμμα στα διαζώματα των πολυκατοικιών… για να παραδοθεί
αργά το βράδυ στην ημιθανή ερημιά της επαρχίας.»
Μονάδες 20
2.α. Στο κείμενο κυριαρχεί το εκφραστικό μέσο των αντιθέσεων. Να εντοπίσετε
δύο απ’ αυτές τις αντιθέσεις και να εξηγήσετε τη σημασία τους.

Μονάδες 12
β. Το κείμενο, παρ’ όλο που αποτελείται από αποσπάσματα, διανθίζεται με μια
ποιητική γραφή, πλούσια σε συμβολισμούς. Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με την
παραπάνω άποψη; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας κάνοντας τις
απαραίτητες αναφορές στο κείμενο κι αναφέροντας τουλάχιστον δύο
συμβολισμούς.
Μονάδες 18
3. Ο ήρωας εκφράζει τη θλίψη και την πικρία του για την σύγχρονη όψη της
πόλης του. Ποιες σκέψεις και ποια συναισθήματα εκφράζει στο συγκεκριμένο
απόσπασμα; Πώς θα νιώθατε εσείς σε μια ανάλογη κατάσταση; Να αναπτύξετε
την απάντησή σας σε ένα ενιαίο κείμενο 100-150 λέξεων.

Μονάδες 40

Σεξιστικός Λόγος Κριτήριο Αξιολόγησης (Συνεξέταση)

Εκπαιδευτικό Σύστημα και αναγκαιότητα της μη


σεξιστικής γλώσσας
Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από άρθρο της Δ. Κογκίδου,
καθηγήτριας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ, το οποίο
δημοσιεύτηκε στις 30.5.2014 στην ιστοσελίδα  tvxs.gr
Η εκπαίδευση, ως θεσμός, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία
συγκρότησης των έμφυλων ταυτοτήτων μέσα από συγκεκριμένες εκπαιδευτικές
πρακτικές. Ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελέσει ένα προνομιακό πεδίο προς την
κατεύθυνση της άρσης του σεξισμού –σε συνεργασία και με άλλους θεσμούς-
προς όφελος των ίδιων των παιδιών και γενικότερα της κοινωνίας. Για την
αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης στην εκπαίδευση προκρίνεται ο Λόγος της
αντι-(ετερο)σεξιστικής προσέγγισης. Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της προσέγγισης
είναι η ανάπτυξη των δομών ενός νέου σχολείου που αμφισβητεί τις άνισες
σχέσεις εξουσίας των φύλων και ενός αντίστοιχου αναλυτικού προγράμματος.
Στο πλαίσιο αυτό η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας αποτελεί κομβικό στοιχείο
γιατί, όπως είναι γνωστό, η γλώσσα δεν είναι μόνον μέσον επικοινωνίας, αλλά
και φορέας ιδεολογίας καθώς μέσα από τη γλώσσα αποτυπώνεται η ανισότητα
της κοινωνικής σχέσης των φύλων.
Διευκρινίζεται ότι η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας στον τομέα της εκπαίδευσης
–αλλά και γενικά – δεν είναι από μόνη της ανατρεπτική, παρά μόνον εφόσον
ασκηθεί μια συνολικότερη ανατρεπτική πρακτική της έμφυλης τάξης σε όλα τα
επίπεδα. Επίσης, το θέμα της χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας δεν τίθεται με
όρους «πολιτικής ορθότητας» όπως συχνά κατανοείται. Κάθε φορά που
αμφισβητούμε όρους και εκφράσεις που εμπεριέχουν διακρίσεις δίνουμε
ταυτόχρονα και μια μάχη για όσα αναπαριστά και αναπαράγει στο επίπεδο των
κοινωνικών σχέσεων, δίνουμε μια μάχη για το νόημα, καθώς δεν έχουμε να
κάνουμε μόνο με ζητήματα γλώσσας, αλλά και με τη σύνδεσή τους με την
πολιτική πράξη.
Όταν ανέλαβα το 2008 την Κοσμητεία της Παιδαγωγικής Σχολής στο ΑΠΘ,
υπέγραφα ως Κοσμητόρισσα. Είχε προκαλέσει πολλές συζητήσεις, εντός και
εκτός ΑΠΘ, η επιλογή μου αυτή, όπως και το να μη με προσφωνούν –όταν
απαιτείται– ως  «κυρία κοσμήτωρ» ή «η κοσμήτορας» ή ακόμα χειρότερα «ο
κοσμήτορας» ή όπως χαριτολογώντας 2-3 φορές «Πυργοδέσποινα». Πολλοί και
πολλές μου καταλόγισαν ότι κακοποιώ τη γλώσσα ή ότι δεν ευσταθεί
γραμματικά –γεγονός που δεν ισχύει σύμφωνα με ειδικούς.
Λιγότεροι/ες υπερασπίστηκαν την επιλογή μου και αρκετοί/ές
«συμμορφώθηκαν» λόγω της θέσης μου στην εκπαιδευτική ηγεσία του
πανεπιστημίου. Με τον καιρό άρχισε σιγά-σιγά να γίνεται αποδεκτό –όχι από
όλους και όλες βέβαια – και να μην ξενίζει τόσο.
Χαρακτηριστικό είναι ένα σχετικό συμβάν σε ημερίδα που μιλούσα και με
προσφώνησαν στο αρσενικό: η συζήτηση τελείωσε όταν ένας φοιτητής μας
έθεσε στο ακροατήριο το ερώτημα:«Γιατί δεν μας ξενίζει η μαγείρισσα αλλά η
κοσμητόρισσα; Χαίρομαι που και η νυν Κοσμητόρισσα της Παιδαγωγικής
εξακολουθεί την παράδοση αυτή. Νομίζω ότι συμβάλλουμε έτσι στην
αποδόμηση των κυρίαρχων στερεότυπων για τις σχέσεις των ανδρών και των
γυναικών με τις ηγετικές θέσεις γενικά και ιδιαίτερα στην εκπαιδευτική
ιεραρχία.Γιατί, λοιπόν, ακούγεται προκλητικό ή υπερβολικό «η κοσμητόρισσα, η
βουλεύτρια, η  γιάτρισσα, η ζωγράφισσα, η δικηγορέσσα, η συγγράφισσα», ενώ
ακούγεται κανονικό «η μαγείρισσα, η χορεύτρια, η βασίλισσα;»
Σε έναν κόσμο που αλλάζει, γιατί στη  γλώσσα οι  γυναίκες να είναι αόρατες;
Γιατί να μιλάμε για «μητρική» γλώσσα και «πατρικό» σπίτι;

Πηγή: tvxs.gr
Παρατηρήσεις
Α1. Ποια είναι η άποψη του φοιτητή, όπως αυτή παρουσιάζεται στην
προτελευταία παράγραφο, για το ζήτημα της σεξιστικής γλώσσας; Να γράψετε
την απάντησή σας σε μία παράγραφο 60-80 λέξεις.
Μονάδες 15
Α2. Θέλετε να ενημερώσετε τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές σας για το
περιεχόμενο των δύο πρώτων παραγράφων του κειμένου. Να γράψετε ένα
κείμενο 60-80 λέξεων, όπου θα το παρουσιάζετε με συντομία.
Μονάδες 15
Β1.Ποιος είναι ο τρόπος ανάπτυξης της τρίτης παραγράφου («Όταν ανέλαβα το
2008 …και να μη ξενίζει τόσο.»);Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με
αναφορές στο κείμενο.
 Η’
[Εναλλακτική εκφώνηση σύμφωνα με τις νέες οδηγίες της Γ’ Λυκείου «Όταν
ανέλαβα το 2008 …και να μη ξενίζει τόσο.»Ποια νομίζετε ότι είναι η πρόθεση της
συγγραφέα στη συγκεκριμένη παράγραφο του κειμένου; Πώς ο τρόπος με τον
οποίο επέλεξε να αναπτύξει την παράγραφο υπηρετεί την πρόθεση αυτή;]
Μονάδες 10
Β2. Να γράψετε από ένα συνώνυμο για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου με έντονη γραφή, χωρίς να αλλάζει το νόημα: άρσης,κομβικό,
καταλόγισαν, υπερασπίστηκαν, συμβάλλουμε.
Μονάδες 10
Β3.  Στην τελευταία παράγραφο η συγγραφέας θέτει κάποιες ερωτήσεις. Τι
επιτυγχάνει με αυτή την επιλογή;
Μονάδες 10
Γ. Παραγωγή λόγου
Διαβάζετε το παραπάνω κείμενο στην τάξη και αποφασίζετε να δημοσιεύσετε
ένα άρθρο στη σχολική σας εφημερίδα στο οποίο αναφέρετε παραδείγματα
σεξιστικής γλώσσας και προτείνετε τρόπους άρσης του σεξιστικού λόγουστο
πλαίσιο της εκπαίδευσης. (300-350 λέξεις)

Μονάδες 40
«Στις γυναίκες»: Κριτήριο Αξιολόγησης Λογοτεχνίας Β Λυκείου (Συνεξέταση)
Το παρακάτω κείμενο είναι ποίημα του θεατρικού συγγραφέα και ποιητή
Μπέρτολτ Μπρέχτ. Όπως φαίνεται και από τον τίτλο του ποιήματος, ο ποιητής
απευθύνεται στις γυναίκες.
 

«Στις γυναίκες»
Βούρτσισε το σακάκι
Βούρτισ’ το δυο φορές!
Όταν το βούρτσισμα τελειώσεις
Μένει μια πατσαβούρα καθαρή.
Μαγείρευε όλο φροντίδα
Μη λυπηθείς κανένα κόπο!
Σαν κι η δεκάρα λείπει
Σκέτο νεράκι είναι η σούπα.
Δούλευε, δούλευε ακόμα πιο πολύ!
Κάνε οικονομία, μοίραζέ τα πιο καλά!
Λογάριαζε, λογάριαζε μ’ ακρίβεια!
Σαν κι η δεκάρα λείπει
Τίποτα δεν μπορείς να κάνεις.
Ό,τι πάντα κι αν κάνεις
Ποτέ αρκετό δε θα ’ναι.
Η κατάστασή σου είναι άσκημη
Κι ακόμα πιο άσκημη θα γίνει.
Δεν πάει έτσι άλλο πια
Αλλά η διέξοδος ποια είναι;
Σαν η δεκάρα λείπει, καμιά δουλειά δεν είναι αρκετή.
Το ζήτημα για το κρέας, που σας λείπει στην κουζίνα
Δεν πρόκειται μες στην κουζίνα να κριθεί.
Ό,τι κι αν κάνετε
Ποτέ αρκετό δε θα ’ναι.
Η κατάστασή σας είναι άσκημη
Κι ακόμα πιο άσκημη θα γίνει.
Δεν πάει έτσι άλλο πια
Αλλά η διέξοδος ποια είναι;

Μπέρτολτ Μπρέχτ
Παρατηρήσεις
Α1. Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως Σωστές ή Λανθασμένες.
α) Το ποίημα έχει πεζολογικό ύφος.

β) «Σαν κι η δεκάρα λείπει /  Τίποτα δεν μπορείς να κάνεις.»


Στο χωρίο έχουμε παρομοίωση.

γ)   Στο ποίημα επικρατεί ένας απαισιόδοξος τόνος.

δ)  Το βασικό θέμα του ποιήματος είναι η θέση της γυναίκας.

Μονάδες 15
Α2. «Σαν η δεκάρα λείπει, καμιά δουλειά δεν είναι αρκετή.
Το ζήτημα για το κρέας, που σας λείπει στην κουζίνα
Δεν πρόκειται μες στην κουζίνα να κριθεί.»
Να αποδώσετε το νόημα του παραπάνω χωρίου με δικά σας λόγια (50-60 λέξεις)

Μονάδες 15
Β1. Να βρείτε δύο σχήματα λόγου και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.
Μονάδες 15
Β2. α) Στην πρώτη στροφή επικρατεί η προστακτική ως έγκλιση. Τι επιτυγχάνει
ο συγγραφέας με αυτή την επιλογή;
β) Ποιο πρόσωπο κυριαρχεί στην πρώτη στροφή; Ποια βασική αλλαγή στο
ρηματικό πρόσωπο γίνεται στη δεύτερη στροφή; Γιατί πιστεύετε ότι ο
συγγραφέας κάνει αυτή την αλλαγή;

Μονάδες 15
Γ.  Το ποίημα κλείνει με τη φράση «Αλλά η διέξοδος ποια είναι;»: Ποια είναι η
δική σας απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο ποιητής; Γράψτε την απάντησή σας
σε ένα κείμενο 150-200 λέξεις.
Μονάδες 40

You might also like