Professional Documents
Culture Documents
Εξάψαλμος
Εξάψαλμος
ΨΑΛΜΟΣ 3
καθ' όλον το διάστημα της ζωής μου και μόνον στο Ονομά
σου θα υψώνω τας χείράς μου, και προς σε θα προσεύχωμαι.
Ψαλ. 62,6 ὡς ἐκ στέατος καὶ πιότητος ἐμπλησθείη ἡ ψυχή μου,
καὶ χείλη ἀγαλλιάσεως αἰνέσει τὸ στόμα μου.
Ψαλ. 62,6 Με την χαράν και την ευφροσύνην της προσευχής θα
χορταίνη και θα ευφραίνεται η ψυχή μου, όπως θα
ηυφραίνετο το σώμα, όταν θα έτρωγε λιπαρά και νόστιμα
φαγητά. Με χείλη πλημμυρισμένα από αγαλλίασιν θα σε
υμνή τότε το στόμα μου.
Ψαλ. 62,7 εἰ ἐμνημόνευόν σου ἐπὶ τῆς στρωμνῆς μου, ἐν τοῖς
ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ·
Ψαλ. 62,7 Οταν, καθώς πέφτω κατά την νύκτα στο στρώμα μου, σε
ενθυμούμαι και κοιμώμαι με την παράστασιν του μεγαλείου
σου, τότε πολύ πρωϊ θα εξυπνώ και θα μελετώ τα μεγαλεία
σου και θα σε δοξολογώ.
Ψαλ. 62,8 ὅτι ἐγενήθης βοηθός μου, καὶ ἐν τῇ σκέπῃ τῶν
πτερύγων σου ἀγαλλιάσομαι.
Ψαλ. 62,8 Διότι συ κατά το παρελθόν υπήρξες βοηθός και στο
μέλλον θα δοκιμάζω αγαλλίασιν και χαράν ευρισκόμενος
κάτω από την σκέπην των πτερύγων σου.
Ψαλ. 62,9 ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου, ἐμοῦ δὲ ἀντελάβετο ἡ
δεξιά σου.
Ψαλ. 62,9 Προσεκολλήθη πάντοτε η ψυχή μου προς σέ. Συ δε
ήπλωσες την δεξιάν σου χείρα και με εστήριξες, με
καθωδήγησες και με επροστάτευσες.
Ψαλ. 62,10 αὐτοὶ δὲ εἰς μάτην ἐζήτησαν τὴν ψυχήν μου,
εἰσελεύσονται εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς·
Ψαλ. 62,10 Αυτοί δε οι εχθροί μου, οι οποίοι με πολεμούν, ματαίως
προσεπάθησαν να αφαιρέσουν την ζωήν μου. Θα αποτύχουν
στο έργον των, αλλά και οι ίδιοι θα φονευθούν και θα
κατέλθουν στον άδην, εις τα βάθη της γης.
Ψαλ. 62,11 παραδοθήσονται εἰς χεῖρας ῥομφαίας, μερίδες
ἀλωπέκων ἔσονται.
Ψαλ. 62,11 Θα παραδοθούν εις σφαγήν ρομφαίας, τα σώματά των
άταφα θα γίνουν τροφή δια τας αλώπεκας.
Ψαλ. 62,12 ὁ δὲ βασιλεὺς εὐφρανθήσεται ἐπὶ τῷ Θεῷ,
ἐπαινεθήσεται πᾶς ὁ ὀμνύων ἐν αὐτῷ, ὅτι ἐνεφράγη
στόμα λαλούντων ἄδικα.
Τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 102,1 Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον καί, πάντα τὰ ἐντός
μου, τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ·
Ψαλ. 102,1 Ω ψυχή μου, δοξολόγει ακατάπαυστα τον Κυριον, και
όλαι αι εσωτερικαί μου δυνάμεις, ο νους και η καρδία μου,
ας δοξολογούν το άγιον όνομά του, δια τα μεγαλεία και τας
πολλάς του ευεργεσίας.
Ψαλ. 102,2 εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον καὶ μὴ ἐπιλανθάνου
πάσας τὰς ἀνταποδόσεις αὐτοῦ·
Ψαλ. 102,2 Δοξολόγει, ω ψυχή μου, τον Κυριον και μη λησμονής
ποτέ καμμίαν από τας ευεργεσίας του προς σέ.
Ψαλ. 102,3 τὸν εὐιλατεύοντα πάσας τὰς ἀνομίας σου, τὸν
ἰώμενον πάσας τὰς νόσους σου·
Ψαλ. 102,3 Δοξολόγει τον Θεόν σου, ο οποίος σου συγχωρεί όλας
τας ανομίας, θεραπεύει όλας τας σωματικάς και
πνευματικάς ασθενείας σου.
Ψαλ. 102,4 τὸν λυτρούμενον ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν σου, τὸν
στεφανοῦντά σε ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς·
Ψαλ. 102,4 Αυτόν, που λυτρώνει και απαλλάσσει την ζωήν σου,
πολλές φορές, από την φθοράν του θανάτου και του άδου
και περικοσμεί πάντοτε την κεφαλήν σου, ωσάν με λαμπρόν
στέφανον, με το πλήθος του ελέους και των οικτιρμών του.
Ψαλ. 102,5 τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν ἐπιθυμίαν σου,
ἀνακαινισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου.
Ψαλ. 102,5 Δοξολόγησε τον Κυριον, ο οποίος χορταίνει με όλα τα
αγαθά τας ευγενείς επιθυμίας σου, ώστε η νεανική σου
ηλικία και ακμή να ανανεώνεται πάντοτε, όπως του αετού.
Ψαλ. 102,6 ποιῶν ἐλεημοσύνας ὁ Κύριος καὶ κρῖμα πᾶσι τοῖς
ἀδικουμένοις.
Ψαλ. 102,6 Ο Κυριος είναι εκείνος, που πάντοτε κάνει έργα ελέους
τον φοβούνται.
Ψαλ. 102,14 ὅτι αὐτὸς ἔγνω τὸ πλάσμα ἡμῶν, ἐμνήσθη ὅτι χοῦς
ἐσμεν.
Ψαλ. 102,14 Διότι αυτός γνωρίζει από τι επλάσθημεν, έχει πάντοτε
υπ' όψιν του, ότι είμεθα πλασμένοι από το ευτελές χώμα της
γης.
Ψαλ. 102,15 ἄνθρωπος, ὡσεὶ χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ· ὡσεὶ ἄνθος
τοῦ ἀγροῦ, οὕτως ἐξανθήσει·
Ψαλ. 102,15 Αι ημέραι του ανθρώπου ομοιάζουν με το εφήμερον
χόρτον του αγρού. Ετσι και αυτός σαν το άνθος του αγρού
ανθίζει και φαίνεται επ' ολίγον εις την γην.
Ψαλ. 102,16 ὅτι πνεῦμα διῆλθεν ἐν αὐτῷ, καὶ οὐχ ὑπάρξει καὶ οὐκ
ἐπιγνώσεται ἔτι τὸν τόπον αὐτοῦ.
Ψαλ. 102,16 Οταν δε καυστικός άνεμος περάση από το άνθος, το
καταστρέφει, το εξαφανίζει και έτσι αυτό δεν υπάρχει
πλέον, δεν αφήνει κανένα ίχνος στον τόπον του, ώστε
κανείς να μη ξέρη, που είχε αυτό προηγουμένως φυτρώσει.
Ετσι και ο άνθρωπος έρχεται και παρέρχεται και γρήγορα
λησμονείται.
Ψαλ. 102,17 τὸ δὲ ἔλεος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ
αἰῶνος ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν, καὶ ἡ δικαιοσύνη
αὐτοῦ ἐπὶ υἱοῖς υἱῶν
Ψαλ. 102,17 Η ευσπλαγχνία όμως του Κυρίου απλώνεται εις αιώνας
αιώνων προς τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι τον
φοβούνται. Και η δικαιοσύνη του, φρουρός ασφαλής,
παραμένει εις όλας τας γενεάς των ανθρώπων.
Ψαλ. 102,18 τοῖς φυλάσσουσι τὴν διαθήκην αὐτοῦ καὶ μεμνημένοις
τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ τοῦ ποιῆσαι αὐτάς.
Ψαλ. 102,18 Των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι φυλάσσουν τον
Νομον του και έχουν πάντοτε στον νουν και την καρδίαν
των τας εντολάς του, δια να τας τηρούν και
συμμορφώνωνται προς αυτάς.
Ψαλ. 102,19 Κύριος ἐν τῷ οὐρανῷ ἡτοίμασε τὸν θρόνον αὐτοῦ, καὶ
ἡ βασιλεία αὐτοῦ πάντων δεσπόζει.
Ψαλ. 102,19 Ο Κυριος ητοίμασε και εστερέωσε τον θρόνον του
υψηλά στον ουρανόν και η βασιλεία του κυριαρχεί επί του
σύμπαντος.
Ψαλ. 102,20 εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ,