Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 13

ΠΑΝΤΩΝ

ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ


ΜΕΤΡΟΝ
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΕΚΕ)
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ΠΡΑΚΤΙΚΑ 5ου ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΝΕ∆ΡΙΟΥ

η ελληνική κοινωνία
στο σταυροδρόμι
της κρίσης έξι χρόνια μετά
(Αθήνα, 10-12 Δεκεμβρίου 2015)

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ Μ. ΚΟΝΙΟΡΔΟΣ

Αθήνα, 2016
Τίτλος έκδοσης: ΠΡΑΚΤΙΚΑ 5ου ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ (ΕΚΕ), «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ
ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ − ΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ».

Ημερομηνία έκδοσης: Ιούνιος 2016

ISBN: 978-960-9596-03-9

Επιμελητής: Σωκράτης Μ. Κονιόρδος

Εκδότης: Ελληνική Κοινωνιολογική Εταιρεία

Αθήνα, 2016

ii
Η ρατσιστική βία στην Ελλάδα της κρίσης (2010-2015):
δεδομένα, χαρακτηριστικά, ερμηνείες
Θανάσης Θεοφιλόπουλος*

Περίληψη

Η ρατσιστική βία είναι φαινόμενο που προηγήθηκε της


κοινωνικοοικονομικής κρίσης, λαμβάνοντας υπόψη σχετικές αναφορές από
ΜΚΟ και ΜΜΕ. Τα αίτια της θα πρέπει να αναζητηθούν (και) σε διαχρονικά
φαινόμενα όπως η ρητορική μίσους από θεσμικούς παράγοντες, οι αδυναμίες
του εκπαιδευτικού συστήματος, η διαχρονική ατιμωρησία περιστατικών
αυθαιρεσίας της ΕΛ.ΑΣ., η αναπαραγωγή στερεοτύπων από ΜΜΕ και όχι
μόνο στον «ανταγωνισμό» μεταξύ «αυτοχθόνων» και «ξένων» για τις
παροχές του συρρικνωμένου κοινωνικού κράτους και της μείωσης των
θέσεων εργασίας λόγω της κρίσης. Επίσης, η απουσία ενός κεντρικού,
εθνικού συστήματος καταγραφής της ρατσιστικής βίας, δεν επιτρέπει την
ανάδειξη της πλήρους έκτασης και διαχρονικής εξέλιξης του φαινομένου.

Λέξεις κλειδιά: ρατσιστική βία, έγκλημα μίσους, κρίση, άκρα δεξιά.

1. Δεδομένα.

Το 2011, με πρωτοβουλία της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου


(ΕΕΔΑ) και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, δημιουργήθηκε
το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (Δίκτυο Καταγραφής
Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 21 Μαρτίου 2012: 1). Σε αυτό εντάχθηκαν πολλοί
φορείς της κοινωνίας των πολιτών (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής
Βίας 21 Μαρτίου 2012: 1). Βασικός σκοπός του ήταν να καλύψει το κενό της
ολοκληρωμένης, συστηματικής συγκέντρωσης και καταγραφής περιστατικών βίας με
ρατσιστικό κίνητρο,1 έπειτα και από τη διαπίστωση ότι διάφοροι φορείς κατέγραφαν

* Κοινωνιολόγος, υποψήφιος διδάκτορας Παντείου Πανεπιστημίου, Τμήματος


Κοινωνιολογίας, Υπεύθυνος Έργου «Πες το σ’ εμάς» - ΜΚΟ Colour Youth Κοινότητα
LGBTQ Νέων Αθήνας.
Ταχυδρομική διεύθυνση: Σάρδεων 11, Τ.Κ. 165 61, Γλυφάδα Αττικής.
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: thanostheofilopoulos@hotmail.com
1
Σύμφωνα με την ΕΕΔΑ: «ως ρατσιστική βία ορίζεται η εγκληματική πράξη εις βάρος
θυμάτων, τα οποία επιλέγονται με βάση τη φυλή, την εθνική ή εθνοτική προέλευση, τη
θρησκευτική ή πολιτισμική προέλευση, το χρώμα. Το θύμα δεν επιλέγεται ως άτομο, αλλά
γιατί ανήκει ή συνάγεται ότι ανήκει σε μια ομάδα που μοιράζεται το στοχοποιούμενο
χαρακτηριστικό. Η ρατσιστική βία μπορεί να στρέφεται και κατά υλικών αγαθών, επειδή
ανήκουν στην ομάδα ή το πρόσωπο που στοχοποιείται. Η ρατσιστική βία εκδηλώνεται και
λεκτικά (λ.χ. απειλές, εκφοβισμός, εξύβριση)» (στο Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του
Ανθρώπου (19 Μαΐου 2011) «Η αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας από την αστυνομία και
τη δικαιοσύνη», Αθήνα, σ. 5). Σύμφωνα με τον ορισμό που έδωσε το Δίκτυο Καταγραφής

169
ήδη μόνοι τους τέτοια περιστατικά (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής
Βίας, 02 Απριλίου 2014: 3).
Τα αμέσως προηγούμενα χρόνια (2007-2010), οι ελληνικές αρχές –όπως
προκύπτει από σχετικές ετήσιες Εκθέσεις του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία
στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ)– κατέγραψαν ελάχιστα εγκλήματα μίσους, ενώ οι καταδίκες
ήταν ανύπαρκτες.2

Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας στην Ετήσια Έκθεση του για το 2013 – και τον οποίο
χρησιμοποιώ στο παρόν κείμενο:
Για τους σκοπούς του Δικτύου, περιστατικά ρατσιστικής βίας θεωρούνται
εγκληματικές πράξεις ή βίαιες ενέργειες ή συμπεριφορές εις βάρος ατόμων, τα οποία
στοχοποιούνται λόγω εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, χρώματος, θρησκευτικής προέλευσης,
σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή αναπηρίας. Καταγράφονται επίσης
εγκληματικές πράξεις ή βίαιες ενέργειες ή συμπεριφορές σε βάρος των υπερασπιστών
ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δηλαδή όσων ατόμων προωθούν και προστατεύουν τα ανθρώπινα
δικαιώματα και στοχοποιούνται λόγω αυτής τους της ιδιότητας¨ (στο Δίκτυο Καταγραφής
Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (02 Απριλίου 2014) «Ετήσια Έκθεση 2013», σ. 3. Διαθέσιμη
στη διεύθυνση http://rvrn.org/wp-content/uploads/2014/04/Report2013final.pdf, τελευταία
είσοδος 15 Νοεμβρίου 2015).
2
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2008, τη χρονιά αυτή καταγράφηκε από τις
ελληνικές αρχές μόλις ένα έγκλημα μίσους, ασκήθηκε δίωξη σε επίσης μία υπόθεση και δεν
υπήρξε καμία καταδίκη (στο OSCE – ODIHR (November 2009) «HATE CRIMES IN THE
OSCE REGION - INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2008»,
Warsaw, σ. 75). Σύμφωνα με το Γραφείο:

Τα εγκλήματα μίσους είναι αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται με κίνητρο


προκατάληψη. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που
στοχεύει σε ένα άτομο ή μια ομάδα λόγω της εθνικότητάς τους, της «φυλής» τους, της
θρησκεία τους ή άλλης ιδιότητας. Ειδικοί ορισμοί των εγκλημάτων μίσους διαφέρουν
βάσει της εθνικής νομοθεσίας σε διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη. Σε ορισμένες χώρες,
τα εγκλήματα μίσους δεν είναι αυτοτελή αδικήματα, αλλά ένα κίνητρο προκατάληψης
μπορεί να θεωρηθεί ως επιβαρυντική περίσταση σε ένα «συνηθισμένο» έγκλημα,
απαιτώντας μια ισχυρότερη ποινή (στο ίδιο, σ. 6).

Και παρακάτω:

Ένα έγκλημα μίσους μπορεί να είναι μια πράξη εκφοβισμού, μια απειλή, υλικές ζημιές,
επίθεση, δολοφονία ή οποιοδήποτε άλλο ποινικό αδίκημα. Είναι το κίνητρο που κάνει
ένα έγκλημα μίσους διαφορετικό από τα άλλα εγκλήματα. Ως εκ τούτου, τα εγκλήματα
μίσους αποτελούνται από δύο ξεχωριστά στοιχεία: είναι εγκληματικές πράξεις του κοινού
ποινικού δικαίου και το θύμα ή ο στόχος επιλέγονται σκόπιμα λόγω ενός συγκεκριμένου
χαρακτηριστικού, όπως η «φυλή», η γλώσσα, η θρησκεία ή η εθνικότητα. Προκειμένου
να προσδιοριστεί εάν μια πράξη είναι ένα έγκλημα μίσους, δεν είναι απαραίτητο να
διαπιστωθεί αν το «μίσος» ήταν η αιτία - μάλλον, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί ότι
ένα έγκλημα διαπράχθηκε και ότι το κίνητρο ήταν κάποια μορφή προκατάληψης (στο
ίδιο, σ. 12).

Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2009, τη χρονιά αυτή καταγράφηκαν από τις
ελληνικές αρχές δύο εγκλήματα μίσους και ασκήθηκαν διώξεις σε επίσης δύο υποθέσεις, ενώ
το 2007 δεν καταγράφηκε κανένα έγκλημα μίσους και δεν ασκήθηκε καμία δίωξη (στο
OSCE-ODIHR (November 2010) «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION - INCIDENTS
AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2009», Warsaw, σ. 25).
Τέλος, σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2010, τη χρονιά αυτή δεν
καταγράφηκε καμία υπόθεση εγκλήματος μίσους (στο OSCE-ODIHR (November 2011)

170
Αν θεωρήσουμε ως «επίσημη» έναρξη της κοινωνικοοικονομικής κρίσης τον
Μάιο του 2010 οπότε και υπογράφτηκε η πρώτη δανειακή σύμβαση (Μνημόνιο), το
φαινόμενο της ρατσιστικής βίας ήταν εδώ καιρό παρόν και έντονο. Ενώ οι ελληνικές
αρχές κατέγραφαν ελάχιστα περιστατικά βίας με ρατσιστικό κίνητρο στην Ελλάδα
και δεν υπήρχαν καταδικαστικές αποφάσεις, φορείς της κοινωνίας των πολιτών
−αλλά και ΜΜΕ− κατέγραφαν δεκάδες περιστατικά ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα
−κατά κύριο λόγω, λόγω εθνικής καταγωγής ή/και χρώματος− ενώ δεν έλειπαν
επιθέσεις με αντιμουσουλμανικό και αντισημιτικό κίνητρο.3
Σύμφωνα με την ΕΕΔΑ, η ρατσιστική βία δεν γεννήθηκε από την κρίση αλλά
εντάθηκε με το ξέσπασμα αυτής,4 ενώ όπως προκύπτει από έρευνες του Συνηγόρου
του Πολίτη5 αλλά και του Παντείου Πανεπιστημίου,6 η σταδιακή πτώση της
ποιότητας ζωής στην πρωτεύουσα −που ήταν το ιδανικό θερμοκήπιο για την ένταση
της ρατσιστικής βίας− είχε ξεκινήσει ήδη πριν από το ξέσπασμα της κρίσης στη χώρα
μας. Η ένταση του φαινομένου άρχισε να αυξάνεται σταδιακά, μετά τη λήξη των
Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, καθώς η γενική ευφορία, οι εντατικοί έλεγχοι
ασφάλειας, οι αναπλάσεις και τα έργα υποδομής –τα οποία βελτίωναν την ποιότητα
ζωής και δημιουργούσαν θέσεις εργασίας− έδωσαν τη θέση τους στην εγκατάλειψη η
οποία με τη σειρά της δημιούργησε χώρο για την εμφάνιση και διόγκωση της
παραβατικότητας (Συνήγορος του Πολίτη 13 Ιουλίου 2010: 4).

«HATE CRIMES IN THE OSCE REGION - INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL


REPORT FOR 2010», Warsaw, σ. 106).
3
«HATE CRIMES IN THE OSCE REGION - INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL
REPORT FOR 2008», όπ. π., σ. 35, 44, 48-49 / «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION -
INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2009», όπ. π., σ. 46, 60, 67-68 /
«HATE CRIMES IN THE OSCE REGION - INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL
REPORT FOR 2010», όπ. π., σ. 47, 60, 67-68.
4
Σύμφωνα με την ΕΕΔΑ:

Η απουσία μιας δίκαιης μεταναστευτικής πολιτικής και ενός αποτελεσματικού


συστήματος ασύλου συμβάλλουν αναμφίβολα στη σημερινή κρίση. Προκειμένου όμως
να αποφύγουμε την υποβάθμιση των φαινομένων και να προσεγγίσουμε ψύχραιμα το
ζήτημα, δεν πρέπει να εξετάσουμε τη ρατσιστική βία μόνο ως συνέπεια της
ανθρωπιστικής κρίσης που συνδέεται με τη μεταναστευτική πολιτική. Ο ρατσισμός έγινε
πιο ορατός στην περίοδο της μεγάλης κρίσης αλλά δεν γεννήθηκε από αυτή.
Το τελευταίο διάστημα ωστόσο επήλθε ρήξη με τους θεσμούς του επίσημου
κράτους. Η απονομιμοποίηση των θεσμών αντιπροσώπευσης και η γενικευμένη
αμφισβήτηση των κρατικών δομών να λειτουργήσουν προληπτικά και θεραπευτικά σε
φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας αποτελούν προνομιακό πεδίο για την εξάπλωση της
κοινωνικής δυσανεξίας και του φυλετικού μίσους. Ο ρατσισμός της κρίσης συνέβαλε
καθοριστικά ώστε να ξεπεραστούν τα όρια της ανεκτικότητας και να περάσουν στην
πράξη ή να αποδεχτούν ηθικά τη ρατσιστική βία στρώματα της κοινωνίας που μέχρι
τώρα δεν μετείχαν στη διαδικασία του φαινομένου. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι το
«μεταναστευτικό» αντιμετωπίζεται μόνο ως πρόβλημα, συμπαρασύροντας μαζικά τη
διαδικασία ένταξης των αλλοδαπών, την ανεκτικότητα της κοινωνίας και εν τέλει την
προσήλωση στους δημοκρατικούς θεσμούς (στο «Η αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας
από την αστυνομία και τη δικαιοσύνη», όπ. π., σ. 4-5).
5
Συνήγορος του Πολίτη (13 Ιουλίου 2010) «Εκτιμήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη για το
ιστορικό εμπορικό κέντρο Αθηνών», Αρ. Πρωτ:5757.2.1/09.
6
Ζαραφωνίτου Χριστίνα (επιμ.) (χ. χ.), «Υπάρχουν “ghettos” στο κέντρο της Αθήνας; Μια
εγκληματολογική αναδόμηση των κοινωνικών αναπαραστάσεων των κατοίκων της
περιοχής», προδημοσίευση από τον Τιμητικό Τόμο για τον αείμνηστο Καθηγητή Χρίστο
Δέδε (υπό δημοσίευση από τις εκδ. Α. Σάκκουλα).

171
Παράλληλα, ένα νέο κύμα παράτυπων μεταναστών και αιτούντων άσυλο
έκανε την εμφάνιση του, προερχόμενο κατά κύριο λόγο από εμπόλεμες ή/και φτωχές
περιοχές της Ασίας και της Αφρικής: η υπερσυγκέντρωση των πληθυσμών αυτών και
η διαβίωση τους υπό κακές συνθήκες σε συγκεκριμένες περιοχές της πρωτεύουσας,
σε συνδυασμό με την δύσκολη κοινωνική τους ένταξη, την εγκατάλειψη του κέντρου
σε όλα τα επίπεδα και, κατ’ επέκταση, την άνοδο της εγκληματικότητας, αυξήθηκε η
ανασφάλεια των μόνιμων κατοίκων και διευκολύνθηκε η υιοθέτηση ρατσιστικών/
ξενοφοβικών αντιλήψεων (Συνήγορος του Πολίτη 13 Ιουλίου 2010: 2-4,
Ζαραφωνίτου Χριστίνα χ. χ.: 8-9, 16-22, 24).
Η απόσυρση της πολιτείας άφησε ελεύθερο χώρο για αυτόκλητες ομάδες
τηρητών της τάξης και προστασίας των πολιτών, που κινούνταν στον χώρο της
εξτρεμιστικής δεξιάς, και οι οποίοι υπολάμβαναν ενίοτε της επιδοκιμασίας των
κατοίκων, ακόμα και της αποδοχής αστυνομίας. (Συνήγορος του Πολίτη 13 Ιουλίου
2010: 4-5, Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου 19 Μαΐου 2011: 4,
15). Για την Χρυσή Αυγή, υποβαθμισμένες περιοχές της πρωτεύουσας με υψηλή
μεταναστευτική παρουσία ήταν η αφετηρία της για να βγει (στις δημοτικές-
περιφερειακές εκλογές του 2010) από το μέχρι τότε μόνιμο πολιτικό-εκλογικό
περιθώριο κι εν συνεχεία –εκμεταλλευόμενη και άλλες συνθήκες− να επιτύχει μια
σειρά ανεπανάληπτων – για την ελληνική εξτρεμιστική δεξιά – εκλογικών επιτυχιών
(Georgiadou 2013: 88, Hulot & Πιερίδης 2014, Ellinas 2013: 7).
Παράλληλα, η αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης με όρους
καταστολής, ο τρόπος ειδησεογραφικής κάλυψης εγκλημάτων και κοινωνικών
φαινομένων από ορισμένα ΜΜΕ, η μη οργανωμένη και συστηματική καταγραφή και
ανάδειξη του φαινομένου της ρατσιστικής βίας, η απουσία ποινικών διώξεων για
εγκλήματα μίσους και ο ανεξέλεγκτος ρατσιστικός λόγος στην πολιτική ζωή του
τόπου, είναι αναμενόμενο να συμβάλλουν στην διόγκωση του ρατσισμού, να
δημιουργούν στους δράστες την αίσθηση ατιμωρησίας κι έτσι το φαινόμενο να
διαιωνίζεται και να διογκώνεται (Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
19 Μαΐου 2011: 2-3).
Το 2011, ξεκινά η αρχικά η τρίμηνη πιλοτική λειτουργία του Δικτύου
Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας. Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν
εξαιρετικά ανησυχητικά, καθώς μέσα σε διάστημα λίγων μηνών και σε περιορισμένο
γεωγραφικό χώρο (Αθήνα, Πάτρα) καταγράφηκαν 63 περιστατικά βίας λόγω
εθνικότητας ή/και χρώματος, ενώ υπήρξε η ανησυχητική διαπίστωση για επιθέσεις
από οργανωμένες ομάδες της εξτρεμιστικής δεξιάς και για σύνδεση μεταξύ
αστυνομικής και ρατσιστικής βίας (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής
Βίας 21 Μαρτίου 2012: 1-2).
Το 2012, το Δίκτυο, με μεγαλύτερη πλέον γεωγραφική κάλυψη και
καταγραφή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, κατέγραψε και πάλι δεκάδες περιστατικά
βίας -154 περιστατικά- κυρίως κατά νέων ανδρών, προερχόμενων από χώρες της
Αφρικής και της Ασίας, παράτυπων ή μη μεταναστών, προσφύγων και αιτούντων
άσυλο, οι οποίοι στοχοποιήθηκαν λόγω της αλλοδαπότητάς τους κυρίως από
Έλληνες, νέους άνδρες που δρούσαν ομαδικά και επιτίθονταν κατά των θυμάτων τους
σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους προκαλώντας τους απλές ή βαριές σωματικές βλάβες
(Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας Απρίλιος 2013: 1-3). Επίσης,
για πρώτη φορά καταγράφηκε κι ένα περιστατικό βίας λόγω του σεξουαλικού
προσανατολισμού του θύματος (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας
Απρίλιος 2013: 3). Η δράση οργανωμένων ομάδων της εξτρεμιστικής δεξιάς
κυριαρχούσε −σε 91 από τα 154 περιστατικά− ενώ καταγράφηκαν και πάλι
περιστατικά βίας (25) με ρατσιστικό κίνητρο από αστυνομικούς κατά την ώρα

172
άσκησης των καθηκόντων τους (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας
Απρίλιος 2013: 3-4).
Το 2013, έχουμε ουσιαστικά μια επανάληψη των παραπάνω δεδομένων –
παρόμοιο προφίλ θυμάτων, δραστών και χαρακτηριστικών των επιθέσεων− με
βασικές διαφορές: την σχετικά ελαφριά αύξηση του αριθμού των καταγεγραμμένων
περιστατικών (166 από 154 την προηγούμενη χρονιά), την σχετικά ελαφριά μείωση
των περιστατικών όπου οι δράστες φέρονται να έχουν σχέσεις με εξτρεμιστικές δεξιές
οργανώσεις (75 από 91), την καταγραφή περιστατικών βίας λόγω ταυτότητας φύλου
και την αύξηση των καταγραφών περιστατικών με ομοφοβικό κίνητρο (23 από 1), την
αύξηση των περιστατικών με δράστες αστυνομικούς (44 από 25) (Δίκτυο
Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 02 Απριλίου 2014: 4-8).
Το 2014, παρατηρήθηκε μια μεγάλη μείωση των καταγεγραμμένων
περιστατικών ρατσιστικής βίας συνολικά -81 από 166 περιστατικά την προηγούμενη
χρονιά- και ειδικά λόγω εθνικής καταγωγής ή/και χρώματος −46 από 143 (Δίκτυο
Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 6)− μια κάμψη που είχε
αρχίσει να παρατηρείται προς το τέλος του 2013, πιθανόν λόγω της άσκησης
ποινικών διώξεων και προφυλακίσεων βουλευτών, μελών και στελεχών της Xρυσής
Αυγής (φθινόπωρο 2013), με αποτέλεσμα ο εξτρεμιστικός δεξιός χώρος να περιορίσει
τη δράση του (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 02 Απριλίου
2014: 1). Θεωρώ επίσης ότι, ρόλο στη μείωση των καταγεγραμμένων περιστατικών,
έπαιξε η έντονη δραστηριοποίηση των μελών του Δικτύου, καθώς το φαινόμενο
βγήκε από την αφάνεια, προκάλεσε το ζωηρό ενδιαφέρον των ΜΜΕ και διεθνών
φορέων και οργανισμών και κατ’ επέκταση αύξησε την πίεση προς τις αρμόδιες
αρχές να λάβουν μέτρα και προκάλεσε μεγαλύτερη ανασφάλεια στους πιθανούς
δράστες.
Το προφίλ δραστών και θυμάτων και τα χαρακτηριστικά των επιθέσεων
παρέμειναν τα ίδια και για το 2014: Έλληνες, νέοι άνδρες, δρώντας ομαδικά,
επιτίθενται σε δημοσίους χώρους κατά νέων ενηλίκων ανδρών, παράτυπων και μη
μεταναστών, αιτούντων άσυλο ή προσφύγων από ασιατικές και αφρικανικές χώρες,
προκαλώντας τους σωματικές βλάβες (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών
Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 6-10). Όμως, το 2014, παρατηρείται μια σαφής
αύξηση των καταγεγραμμένων περιστατικών βίας λόγω ταυτότητας φύλου ή/και
σεξουαλικού προσανατολισμού (32 από 23 περιστατικά την προηγούμενη χρονιά),
εξέλιξη που τουλάχιστον εν μέρει οφείλεται στην έντονη δραστηριοποίηση των
οργανώσεων υποστήριξης ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπων, οι οποίες έχουν ενταχθεί στο
Δίκτυο (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 10-12).
Επίσης, το Δίκτυο, για πρώτη φορά από την έναρξη λειτουργίας του, κατέγραψε και
περιστατικά (3) με αντισημιτικό κίνητρο (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών
Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 13). Όμως, τέτοια περιστατικά είχαν καταγραφεί
από άλλους φορείς (Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι) και το 2012 και το
2013 –χρονιές κατά τις οποίες δραστηριοποιούταν το Δίκτυο– ενώ συνολικά, από το
2000 έως και το 2013, έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 45 τέτοια περιστατικά
(Δημητράς 30 Δεκεμβρίου 2014).

2. Ερμηνείες.

Παρά τις ιδιαίτερα αξιόλογες προσπάθειες των μελών του Δικτύου, η πραγματική
έκταση και διαχρονική εξέλιξη του φαινομένου της ρατσιστικής βίας στη χώρα μας
παραμένει σε σημαντικό βαθμό άγνωστη. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η απουσία

173
ενός κεντρικού, οργανωμένου συστήματος καταγραφής που θα καλύπτει ολόκληρη
τη χώρα και όχι μόνο περιοχές που δραστηριοποιούνται οργανώσεις της κοινωνίας
των πολιτών, μας εμποδίζει να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την ένταση και
την εξέλιξη του φαινομένου. Επιπλέον, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αύξηση ή η
μείωση των καταγεγραμμένων περιστατικών ρατσιστικής βίας από το Δίκτυο, δεν θα
πρέπει να μεταφράζεται αυτομάτως σε αύξηση ή μείωση αντιστοίχως της έντασης του
φαινομένου, ακριβώς λόγω των προαναφερθέντων βασικών περιορισμών.
Επίσης, εξαιτίας της απουσίας διαχρονικής, οργανωμένης ,συστηματικής
συλλογής δεδομένων, δεν μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά για αύξηση, μείωση ή
σταθερότητα του φαινομένου κατά την περίοδο της κοινωνικοοικονομικής κρίσης.
Αλλά ακόμα και στην περίπτωση που θα μπορούσαμε να αναφερθούμε με βεβαιότητα
σε αύξηση ή μείωση της έντασης του φαινομένου κατά την συγκεκριμένη περίοδο,
δεν θα ήταν απαραίτητο ότι πράγματι υπάρχει σύνδεση μεταξύ των δύο φαινομένων.
Μπορούμε μόνο να μιλήσουμε με βεβαιότητα για ύπαρξη σημαντικού αριθμού
ρατσιστικών επιθέσεων ήδη πριν από το ξέσπασμα της κοινωνικοοικονομικής κρίσης,
καθώς και για διαχρονικά μεγάλο χάσμα μεταξύ του αριθμού των περιστατικών βίας
με ρατσιστικό κίνητρο που καταγγέλλονται και ερευνώνται από τις αρμόδιες αρχές
και του αριθμού που καταγγέλλονται σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών και
διεθνείς οργανισμούς.
Όσον αφορά τις πληθυσμιακές ομάδες που δέχονται πιο συχνά επιθέσεις με
ρατσιστικό κίνητρο και συγκεκριμένα τους αλλοδαπούς, παρατηρείται η στοχοποίηση
ανθρώπων που προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από μη ευρωπαϊκές
και μη χριστιανικές χώρες, οι οποίο εντοπίζονται και στοχοποιούνται εύκολα από το
χρώμα του δέρματος τους και άλλων χαρακτηριστικών που παραπέμπουν στο Ισλάμ
(π.χ. μαντίλα). Οι άνθρωποι αυτοί θεωρούνται ευκολότερα «μη εντάξιμοι» (και) λόγω
της μη ευρωπαϊκής −«συγγενικής»− τους ταυτότητας. Οι επιθέσεις κατά των
πληθυσμιακών αυτών ομάδων, όπως είδαμε, είχαν ξεκινήσει πριν από το ξέσπασμα
της κρίσης, μετά την σταδιακή εγκατάλειψη της πρωτεύουσας σε ζητήματα
υποδομών και ασφάλειας και την έξαρση της εγκληματικότητας. Οι παράγοντες αυτοί
σε συνδυασμό με την υπερσυγκέντρωση στην πρωτεύουσα παράτυπων και μη
μεταναστών, αιτούντων άσυλο και προσφύγων, χωρίς μέριμνα για την ομαλή
κοινωνική τους ένταξη, χωρίς διαδικασίες ταχείας εξέτασης αιτημάτων παροχής
ασύλου και παροχής αδειών διαμονής, συνέβαλλε αποφασιστικά στην ανάδειξη τους
ως τους ιδανικούς αποδιοπομπαίους τράγους. Ενδεχομένως, η κρίση που ακολούθησε
ήρθε να συμβάλλει στη διαιώνιση της ρατσιστικής αυτής βίας, καθώς οι ακροδεξιές,
ξενοφοβικές θέσεις του προνοιακού σωβινισμού7 σε ένα περιοριζόμενο κοινωνικό

7
Όπως επισημαίνει η Γεωργιάδου, η άκρα δεξιά, ορισμένες φορές εμφανίζεται ως το
φαινόμενο του «προνοιακού σοβινισμού» (welfare/welfare-state chauvinism), το οποίο
εναντιώνεται στην ελεύθερη αγορά, υπερασπίζεται την αναδιανομή του εισοδήματος, το
κοινωνικό κράτος και την κοινωνική αναδιανομή υπέρ των ασθενέστερων στρωμάτων του
πληθυσμού, με εξαίρεση, όμως, τους αλλοδαπούς (πρόσφυγες, μετανάστες) οι οποίοι
αντιμετωπίζονται ως αθέμιτοι ανταγωνιστές των αυτοχθόνων στην αγορά εργασίας και στη
σχέση τους με το κοινωνικό κράτος (στο Γεωργιάδου Βασιλική (2004) Πρόλογος στην
Ελληνική Έκδοση, στο Paul Hainsworth (επίμ.) Η ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ: Ιδεολογία-Πολιτική-
Κόμματα, πρόλ. & επιμ. ελληνικής έκδοσης Βασιλική Γεωργιάδου, μετάφρ. Θανάσης
Αθανασίου, Αθήνα, Παπαζήσης, σελ. 11-12). Επίσης, o Cas Mudde, όπως επισημαίνει ο
Hainsworth, εξετάζοντας την ιδεολογία των ακροδεξιών κομμάτων σε Βέλγιο Ολλανδία,
Γερμανία και Γαλλία, υποστήριξε ότι το κύριο, διακριτικό γνώρισμα της ακροδεξιάς
κοινωνικοοικονομικής πολιτικής είναι ο προνοιακός σοβινισμός: «πιστεύουν ότι οι καρποί
και τα οφέλη της εθνικής οικονομίας πρέπει πρώτα και κύρια (αν όχι αποκλειστικά) να

174
κράτος, εύκολα βρίσκουν ευήκοα ώτα. Το ξέσπασμα της μοιάζει πλέον «λογικό»,
«ανθρώπινο», ακόμα και «δίκαιο».
Για τη διερεύνηση των λόγων εμφάνισης κρουσμάτων ρατσιστικής βίας όλων
των ενοχοποιημένων ομάδων, θα πρέπει να διερευνηθούν και οι γενικότερες στάσεις
και αντιλήψεις της κοινής γνώμης απέναντι σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες.
Για παράδειγμα, όσον αφορά ειδικά τον αντισημιτισμό, έρευνες της Λίγκας κατά της
Δυσφήμησης το 2013 και το 2015 στην Ελλάδα, έδειξαν ένα εξαιρετικά ανησυχητικό
υψηλό ποσοστό αντισημιτικών αντιλήψεων στον ενήλικο πληθυσμό της Ελλάδας,
πλησιάζοντας το 70% (Anti-Defamation League 13 Μαΐου 2014, Anti-Defamation
League 2015α, Anti-Defamation League 2015β). Αντιλήψεις όπως αυτές, δεν
μπορούν παρά να δημιουργούν ένα πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση ή/και
«νομιμοποίηση» αντισημιτικών επιθέσεων (Δημητράς 30 Δεκεμβρίου 2014).
Κορυφαία έκφραση του αντισημιτισμού στην Ελλάδα δεν είναι παρά η σταθερή
κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός ανοιχτά αντισημιτικού κόμματος, του
εξτρεμιστικού δεξιού κόμματος Χρυσή Αυγή.
Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Ελλάδα δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα
στις χώρες με παρουσία ισχυρής και πολυάριθμης εβραϊκής κοινότητας. Η παρουσία
της θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο πολιτικής επένδυσης από ακραίους πολιτικούς-
ιδεολογικούς χώρους, για παράδειγμα, μέσω της καλλιέργειας της ανασφάλειας των
πολιτών έναντι ενός υποθετικού κινδύνου για τη διατήρηση μιας ομοιογενούς,
συμπαγούς εθνικής-πολιτισμικής ταυτότητας προσδιορισμένης με κριτήρια φυλετικά,
θρησκευτικά, εθνικά, κ.ο.κ. Επίσης, κατά την τελευταία πενταετία, υπάρχει μια
προσέγγιση και συνεργασία σε πολλαπλά επίπεδα μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ. Ο
αντισημιτισμός δεν θα μπορούσε να ερμηνευθεί ούτε (και) ως αποτέλεσμα
ταραγμένων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Επομένως, τα αίτια της εμφάνισης του
αντισημιτισμού και των αντισημιτικών επιθέσεων στην Ελλάδα, θα πρέπει ν’
αναζητηθούν αλλού, όπως η αναπαραγωγή και διάδοση διαχρονικών αρνητικών
στερεοτύπων από ορισμένα ΜΜΕ, πολιτικούς και εκκλησιαστικούς παράγοντες και
στην ατιμώρητη δράση περιθωριακών νεοναζιστικών ομάδων – πολλές αντισημιτικές
επιθέσεις αφορούν βεβηλώσεις μνημείων του Ολοκαυτώματος και αναγραφή
ναζιστικών συμβόλων ή/και συνθημάτων.
Όσον αφορά τα αίτια των επιθέσεων κατά ανθρώπων λόγω ταυτότητας φύλου,
έκφρασης φύλου ή/και σεξουαλικού προσανατολισμού, είναι ανησυχητικό το γεγονός
ότι σε αρκετά από αυτά εμπλέκονται αστυνομικοί εν ώρα υπηρεσίας, δείγμα σοβαρών
ελλειμμάτων στην αντιμετώπιση περιστατικών αυθαιρεσίας, κατάλληλης
εκπαίδευσης και συνεχούς αξιολόγησης. Αν ληφθούν υπόψη τα πολλαπλά εμπόδια
που αντιμετωπίζει ένας ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωπος στην καταγγελία του περιστατικού,
όπως ο φόβος ανεπιθύμητης «αποκάλυψης» της ταυτότητας φύλου ή/και του
σεξουαλικού του προσανατολισμού σε οικεία πρόσωπα ή η αίσθηση του ότι, τελικά,
δεν θα απονεμηθεί δικαιοσύνη, ο φόβος αντιμετώπισης του από τις αστυνομικές π.χ.

διατίθενται ‘στον δικό τους λαό’» (παρατίθεται στο Hainsworth Paul (2008) The Extreme
Right in Western Europe, London, Routledge, σελ. 78), και όχι στους ξένους, στους
μετανάστες. «Παρομοίως», όπως αναφέρει ο Hainsworth, «η πολιτική (ή η έννοια) της
‘εθνικής προτίμησης’ είναι ένα χαρακτηριστικό του ακροδεξιού αντιμεταναστευτικού
λόγου». Η πολιτική θα χρησιμεύσει και πάλι για την διατήρηση ή καθιέρωση συγκεκριμένων
θέσεων, δικαιωμάτων ή οφελών των υπηκόων και για να προστατέψει τους τελευταίος από
την απειλή των παρείσακτων και των ξένων. Ορισμένες φορές, σύμφωνα πάντα με τον
Hainsworth, η άκρα δεξιά υποστήριξε την ιδέα «μιας εθνικής και Ευρωπαϊκής προτίμησης»,
αν και η ιδέα της εθνικής προτίμησης ήταν πιο διαδεδομένη επειδή τα ακροδεξιά κόμματα
είναι επιφυλακτικά απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση (στο ίδιο, σελ. 78-79).

175
μέσω τη χρήσης ακατάλληλου, κακοποιητικών εκφράσεων χαρακτηρισμών ή/και
στερεοτυπικών αντιλήψεων δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την καταγραφή,
ανάδειξη και μελέτη του φαινομένου της ομοφοβικής/αμφιφοβικής/τρανσφοβικής
βίας. Τέλος, η ομοφοβία/τρανσφοβία/αμφιφοβία δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί χωρίς
(και) την εισαγωγή του μαθήματος της σεξουαλικής αγωγής στο ελληνικό σχολείο
αλλά και στον εμπλουτισμό των μαθημάτων κοινωνικής και πολιτικής αγωγής και
κοινωνιολογίας, με σκοπό την καταπολέμηση των αρνητικών στερεοτύπων και των
μύθων που συνοδεύουν τους ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπους, την άγνοια για ζητήματα
σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
Ακόμα, η αποτελεσματική καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας −κατά όλων
των παραπάνω πληθυσμιακών ομάδων και όχι μόνο− δεν είναι εφικτή χωρίς την
καταπολέμηση της ρητορικής μίσους και του ρατσιστικού λόγου. Το 2013, έκθεση
του Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης είχε
επισημάνει την ύπαρξη κρουσμάτων ρατσιστικού λόγου ακόμα και από ανώτερους
πολιτικούς παράγοντες (Council Of Europe – Commissioner for Human Rights 16
Απριλίου 2013: 2 και 12). Ο ρατσιστικός λόγος από θεσμικούς παράγοντες, δεν
μπορεί παρά να συμβάλλει στην έμμεση νομιμοποίηση της ρατσιστικής βίας, ως
«ανθρώπινη», «δικαιολογημένη» αντίδραση και, τελικά, στην διάλυση της
κοινωνικής συνοχής και ειρήνης

3. Επίλογος.

Τα τελευταία τρία χρόνια, υπήρξαν ορισμένες θετικές εξελίξεις προς την κατεύθυνση
της αντιμετώπισης του φαινομένου της ρατσιστικής βίας, όπως η δημιουργία
Τμημάτων Ρατσιστικής Βίας,8 ο νέος αντιρατσιστικός νόμος9 −ο οποίος, όμως, δεν
τιμωρεί και το ρατσιστικό, μισαλλόδοξο λόγο (Δημητράς 13 Σεπτεμβρίου 2014)− οι
καταγγελίες περιστατικών με (πιθανολογούμενο) ρατσιστικό κίνητρο στις
αστυνομικές αρχές και η διερεύνησή τους από αυτές (Δίκτυο Καταγραφής
Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 02 Απριλίου 2014: 10, Δίκτυο Καταγραφής
Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 18), η αναγνώριση του ρατσιστικού
κινήτρου σε αξιόποινες πράξεις και οι πρώτες καταδίκες (Κουκουμάκος 27
Φεβρουαρίου 2015, Σταυρινάκη 6 Οκτωβρίου 2015, Ελληνική Ένωση για τα
Δικαιώματα του Ανθρώπου 18 Δεκεμβρίου 2015) και η πρόσφατη σύσταση του
συλλογικού συμβουλευτικού-γνωμοδοτικού Εθνικού Συμβουλίου κατά του
Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας, το οποίο θα υπάγεται στη Γενική Γραμματεία
Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.10
Όμως, μένουν να γίνουν πολλά ακόμα, για να αντιμετωπιστούν χρόνιες
ελλείψεις και παθογένειες που υπήρχαν ήδη πριν από την κρίση, όπως: συνεχής
αξιολόγηση, καλύτερη εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση σε ζητήματα ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και διαχείρισης εγκλημάτων μίσους της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και των
δικαστικών και εισαγγελικών αρχών και συνεχής συνεργασία και ανταλλαγή
τεχνογνωσίας μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και των αρχών, συνεχής
επιμόρφωση-ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων
και αντιμετώπισης του φαινομένου του εκφοβισμού (και) λόγω ρατσιστικών
αντιλήψεων (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 6 Μαΐου 2015: 20-

8
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 132 / ΦΕΚ 239 / 11/12/2012.
9
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4285 / ΦΕΚ 191 / 10/09/2014.
10
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4356/ ΦΕΚ 181 / 24/12/2015.

176
ήδη μόνοι τους τέτοια περιστατικά (Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής
Βίας, 02 Απριλίου 2014: 3).
Τα αμέσως προηγούμενα χρόνια (2007-2010), οι ελληνικές αρχές –όπως
προκύπτει από σχετικές ετήσιες Εκθέσεις του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία
στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ)– κατέγραψαν ελάχιστα εγκλήματα μίσους, ενώ οι καταδίκες
ήταν ανύπαρκτες.2

Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας στην Ετήσια Έκθεση του για το 2013 – και τον οποίο
χρησιμοποιώ στο παρόν κείμενο:
Για τους σκοπούς του Δικτύου, περιστατικά ρατσιστικής βίας θεωρούνται
εγκληματικές πράξεις ή βίαιες ενέργειες ή συμπεριφορές εις βάρος ατόμων, τα οποία
στοχοποιούνται λόγω εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, χρώματος, θρησκευτικής προέλευσης,
σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή αναπηρίας. Καταγράφονται επίσης
εγκληματικές πράξεις ή βίαιες ενέργειες ή συμπεριφορές σε βάρος των υπερασπιστών
ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δηλαδή όσων ατόμων προωθούν και προστατεύουν τα ανθρώπινα
δικαιώματα και στοχοποιούνται λόγω αυτής τους της ιδιότητας¨ (στο Δίκτυο Καταγραφής
Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (02 Απριλίου 2014) «Ετήσια Έκθεση 2013», σ. 3. Διαθέσιμη
στη διεύθυνση http://rvrn.org/wp-content/uploads/2014/04/Report2013final.pdf, τελευταία
είσοδος 15 Νοεμβρίου 2015).
2
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2008, τη χρονιά αυτή καταγράφηκε από τις
ελληνικές αρχές μόλις ένα έγκλημα μίσους, ασκήθηκε δίωξη σε επίσης μία υπόθεση και δεν
υπήρξε καμία καταδίκη (στο OSCE – ODIHR (November 2009) «HATE CRIMES IN THE
OSCE REGION - INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2008»,
Warsaw, σ. 75). Σύμφωνα με το Γραφείο:

Τα εγκλήματα μίσους είναι αξιόποινες πράξεις που διαπράττονται με κίνητρο


προκατάληψη. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που
στοχεύει σε ένα άτομο ή μια ομάδα λόγω της εθνικότητάς τους, της «φυλής» τους, της
θρησκεία τους ή άλλης ιδιότητας. Ειδικοί ορισμοί των εγκλημάτων μίσους διαφέρουν
βάσει της εθνικής νομοθεσίας σε διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη. Σε ορισμένες χώρες,
τα εγκλήματα μίσους δεν είναι αυτοτελή αδικήματα, αλλά ένα κίνητρο προκατάληψης
μπορεί να θεωρηθεί ως επιβαρυντική περίσταση σε ένα «συνηθισμένο» έγκλημα,
απαιτώντας μια ισχυρότερη ποινή (στο ίδιο, σ. 6).

Και παρακάτω:

Ένα έγκλημα μίσους μπορεί να είναι μια πράξη εκφοβισμού, μια απειλή, υλικές ζημιές,
επίθεση, δολοφονία ή οποιοδήποτε άλλο ποινικό αδίκημα. Είναι το κίνητρο που κάνει
ένα έγκλημα μίσους διαφορετικό από τα άλλα εγκλήματα. Ως εκ τούτου, τα εγκλήματα
μίσους αποτελούνται από δύο ξεχωριστά στοιχεία: είναι εγκληματικές πράξεις του κοινού
ποινικού δικαίου και το θύμα ή ο στόχος επιλέγονται σκόπιμα λόγω ενός συγκεκριμένου
χαρακτηριστικού, όπως η «φυλή», η γλώσσα, η θρησκεία ή η εθνικότητα. Προκειμένου
να προσδιοριστεί εάν μια πράξη είναι ένα έγκλημα μίσους, δεν είναι απαραίτητο να
διαπιστωθεί αν το «μίσος» ήταν η αιτία - μάλλον, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί ότι
ένα έγκλημα διαπράχθηκε και ότι το κίνητρο ήταν κάποια μορφή προκατάληψης (στο
ίδιο, σ. 12).

Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2009, τη χρονιά αυτή καταγράφηκαν από τις
ελληνικές αρχές δύο εγκλήματα μίσους και ασκήθηκαν διώξεις σε επίσης δύο υποθέσεις, ενώ
το 2007 δεν καταγράφηκε κανένα έγκλημα μίσους και δεν ασκήθηκε καμία δίωξη (στο
OSCE-ODIHR (November 2010) «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION - INCIDENTS
AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2009», Warsaw, σ. 25).
Τέλος, σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για το 2010, τη χρονιά αυτή δεν
καταγράφηκε καμία υπόθεση εγκλήματος μίσους (στο OSCE-ODIHR (November 2011)

170
Labor-Market Oriented Exit Strategies, Berlin, Friedrich-Ebert-Stiftung, σελ. 75-
101.
Hainsworth Paul (2008), The Extreme Right in Western Europe, London, Routledge.
Hulot M. και Πιερίδης Κωστής (16 Απριλίου 2014), «Οι οπαδοί της Χρυσής Αυγής δεν είναι
τα underdogs που νομίζετε», συνέντευξη της Βασιλικής Γεωργιάδου, Lifo,
http://www.lifo.gr/mag/features/4249, τελευταία είσοδος 4 Δεκεμβρίου 2015.
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4356/ ΦΕΚ 181 / 24/12/2015
OSCE – ODIHR (November 2009), «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION -
INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2008», Warsaw.
OSCE – ODIHR (November 2010), «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION -
INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2009», Warsaw.
OSCE – ODIHR (November 2011), «HATE CRIMES IN THE OSCE REGION -
INCIDENTS AND RESPONSES, ANNUAL REPORT FOR 2010», Warsaw.
Γεωργιάδου Βασιλική (2004), Πρόλογος στην Ελληνική Έκδοση, στο Paul Hainsworth
(επίμ.), Η ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ – Ιδεολογία – Πολιτική – Κόμματα, πρόλ. – επιμ. ελληνικής
έκδοσης Βασιλική Γεωργιάδου, μετάφρ. Αθανασίου Θανάσης, Αθήνα, Παπαζήσης,
σελ. 9-37.
Δημητράς Παναγιώτης (13 Σεπτεμβρίου 2014), «Αντιρατσιστικό «valse-hésitation» », the
book’s journal, http://booksjournal.gr/slideshow/item/564-
%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%83%C
E%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%C2%ABvalse-
h%C3%A9sitation%C2%BB, τελευταία είσοδος 28 Νοεμβρίου 2015.
Δημητράς Παναγιώτης (30 Δεκεμβρίου 2014), «Πρωτιές Ελλάδας σε αντισημιτισμό και
ατιμωρησία δραστών», the book’s journal,
http://booksjournal.gr/slideshow/item/776-
%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%AD%CF%82-
%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1%CF%82-
%CF%83%CE%B5-
%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B9%
CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-
%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BC%CF%89%CF%81%CE%B7%CF%83%C
E%AF%CE%B1-
%CE%B4%CF%81%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%8E%CE%BD, τελευταία
είσοδος 29 Νοεμβρίου 2015.
Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (02 Απριλίου 2014), «Ετήσια Έκθεση
2013», Διαθέσιμη στη διεύθυνση http://rvrn.org/wp-
content/uploads/2014/04/Report2013final.pdf, τελευταία είσοδος 15 Νοεμβρίου
2015.
Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (21 Μαρτίου 2012), «Παρουσίαση
αποτελεσμάτων πιλοτικής φάσης 1.10.2011-31.12.2011», Αθήνα.
Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (6 Μαΐου 2015), «Ετήσια Έκθεση
2014». Διαθέσιμη στη διεύθυνση http://rvrn.org/wp-
content/uploads/2015/05/Report_2014gr.pdf, τελευταία είσοδος 15 Νοεμβρίου
2015.
Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (Απρίλιος 2013), «Ετήσια Έκθεση
2012». Διαθέσιμη στη διεύθυνση
http://rvrn.org/2013/04/%CE%B5%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B9%CE%B
1-%CE%AD%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7-2012/, τελευταία
είσοδος 15 Νοεμβρίου 2015.
Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (19 Μαΐου 2011), «Η αντιμετώπιση της
ρατσιστικής βίας από την αστυνομία και τη δικαιοσύνη», Αθήνα.
Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (18 Δεκεμβρίου 2015) Δελτίο Τύπου
«Πρώτη εφαρμογή από δικαστήριο του άρθρου 81 Α του Ποινικού Κώδικα για το
ρατσιστικό έγκλημα», http://www.hlhr.gr/index.php?MDL=pages&SiteID=1178,
τελευταία είσοδος 31 Ιανουαρίου 2016.

178
Ζαραφωνίτου Χριστίνα (επιμ.) (χ. χ.), «Υπάρχουν ‘ghettos’ στο κέντρο της Αθήνας; Μια
εγκληματολογική αναδόμηση των κοινωνικών αναπαραστάσεων των κατοίκων της
περιοχής», προδημοσίευση από τον Τιμητικό Τόμο για τον αείμνηστο Καθηγητή
Χρίστο Δέδε (υπό δημοσίευση από τις εκδ. Α. Σάκκουλα).
Καθορισμός κατηγορίας άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και του τύπου,
της διαδικασίας και των ειδικότερων προϋποθέσεων χορήγησής
της............................................................................................................................ 1
Κουκουμάκος Κώστας (27 Φεβρουαρίου 2015), «Η Πρώτη Καταδίκη για Επίθεση με
Ρατσιστικά Κίνητρα», vice.com, http://www.vice.com/gr/read/katadiki-gia-
ratsistiki-epithesi, τελευταία είσοδος 29 Νοεμβρίου 2015.
ΚΥΑ 30651 / ΦΕΚ 1453 Β΄ / 05/06/2014: Καθορισμός κατηγορίας άδειας διαμονής για
ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και του τύπου, της διαδικασίας και των ειδικότερων
προϋποθέσεων χορήγησής της.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3938/ ΦΕΚ 61/31/03/2011. Σύσταση Γραφείου Αντιμετώπισης
Περιστατικών Αυθαιρεσίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και άλλες
διατάξεις.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4285 / ΦΕΚ 191/10/09/2014. Τροποποίηση του ν. 927/1979 (Α
139) και προσαρμογή του στην απόφαση – πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ της 28ης
Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων
ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου (L 328) και άλλες διατάξεις.
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4356/ ΦΕΚ 181/24/12/2015. Σύμφωνο συμβίωσης, άσκηση
δικαιωμάτων, ποινικές και άλλες διατάξεις.
Σταυρινάκη Τίνα (6 Οκτωβρίου 2015), «Η αναγνώριση του ρατσιστικού κινήτρου στην
υπόθεση του Σαχζάτ Λουκμάν», Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής
Βίας, http://rvrn.org/2015/10/%CE%B7-
%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CF%8E%CF%81%CE%B9
%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-
%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%83%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%C
E%BA%CE%BF%CF%8D-
%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%BF/, τελευταία
είσοδος 28 Νοεμβρίου 2015.
Συνήγορος του Πολίτη (13 Ιουλίου 2010), «Εκτιμήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη για το
ιστορικό εμπορικό κέντρο Αθηνών», Αρ. Πρωτ: 5757.2.1/09.

179

You might also like