Professional Documents
Culture Documents
Α. Β Α Ρ Υ Τ Ο Ν Α Ρ Η Μ Α Τ Α - 1. Ε Ν Ε Ρ Γ Η Τ Ι Κ Η Σ Φ Ω Ν Η Σ (Λ ύ - ω) Παραγόμενοι χρόνοι ΟΡΙΣΤΙΚΗ
Α. Β Α Ρ Υ Τ Ο Ν Α Ρ Η Μ Α Τ Α - 1. Ε Ν Ε Ρ Γ Η Τ Ι Κ Η Σ Φ Ω Ν Η Σ (Λ ύ - ω) Παραγόμενοι χρόνοι ΟΡΙΣΤΙΚΗ
Α. Β Α Ρ Υ Τ Ο Ν Α Ρ Η Μ Α Τ Α - 1. Ε Ν Ε Ρ Γ Η Τ Ι Κ Η Σ Φ Ω Ν Η Σ (Λ ύ - ω) Παραγόμενοι χρόνοι ΟΡΙΣΤΙΚΗ
λύ-σω λύ-σοιμι
λύ-σεις λύ-σοις
λύ-σει λύ-σοι λύ-σων ( λύσοντος )
λύ-σομεν λύ-σοιμεν λύ-σειν λ ύ - σ ο υ σ α ( λυσούσης )
ΜΕΛΛΩΝ
ή ή
ΑΥΞΗΣΗ: ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ (ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ, ΑΟΡΙΣΤΟΣ –μόνο στην οριστική-, ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ) Α Υ Ξ Η Σ Η (ΓΑΕ, σ.155-158),
ΑΝ ΑΔ ΙΠ ΛΑΣ Ι ΑΣ ΜΟΣ : ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ-σε όλες τις εγκλίσεις, απαρέμφατο, μετοχή-,ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ Α Ν Α Δ Ι Π Λ Α Σ Ι Α Σ Μ Ο Σ (ΓΑΕ, σ.158-161)
ΣΤΑ ΣΥΝΘΕΤΑ ΡΗΜΑΤΑ!!!
1
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - Ρ Η Μ Α Τ Α Βάλια Μπουγάδη
2 . Β Α Ρ Υ Τ Ο Ν Α Ρ Η Μ Α Τ Α Μ Ε Σ Η Σ Φ Ω Ν Η Σ ( Λ ύ - ο μ α ι )
Αρκτικοί χρόνοι- Παραγ.Χρόνοι
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΕΥΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΜΕΤΟΧΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΟΡΙΣΤΙΚΗ
λύ-ομαι ἐ-λυ-όμην λύ-ωμαι λυ-οίμην --------
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
λύ-ῃ/-σει λύ-σοιο
λύ-σεται λύ-σοιτο
λυ-σόμεθα λυ-σοίμεθα λύ-σεσθαι λυ-σόμενος ‐η ‐ον
λύ-σεσθε λύ-σοισθε
λύ-σονται λύ-σοιντο
λυ-θήσομαι λυ-θησοίμην
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ
ΜΕΛΛΩΝ Α
λε-λύ-μεθα ἐ-λε-λύ-μεθα λελυμένοι ‐αι ‐α ὦμεν λελυμένοι ‐αι ‐α εἴημεν/ εἶμεν ------------
λέ-λυ-σθε ἐ-λέ-λυ-σθε λελυμένοι ‐αι ‐α ἦτε λελυμένοι ‐αι ‐α εἴητε/ εἶτε λέ-λυ-σθε
λέ-λυ-νται ἐ-λέ-λυ-ντο λελυμένοι ‐αι ‐α ὦσι(ν) λελυμένοι ‐αι ‐α εἴησαν/ εἶεν λε-λύ-σθων/- σθωσα ν
2
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - Ρ Η Μ Α Τ Α Βάλια Μπουγάδη
ΔΕΥΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ:
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
Α Ο Ρ ΙΣ Τ ΟΣ Δ ΕΥ Τ ΕΡ ΟΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΣΗΣ ΦΩΝΗΣ
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΕΥΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΑΠΑΡ. –ΜΕΤ.
ΣΥΝ Η ΘΕ ΙΣ Α ΟΡ ΙΣ Τ Ο Ι Β ΄
ἔ-βαλ-ον βάλ-ω βάλ-οιμι ------------ ΡΗΜΑ ( Εν.) Θ ΕΜ Α ΑΟ Ρ . Β ΄ Οριστική Αορ. β΄ Υποτακτική Αορ. β΄
ἔ-βαλ-ες βάλ-ῃς βάλ-οις βάλ-ε βαλ-εῖν ἄγω ἀ γ α γ - ἤ γ α γ ον ἀγάγ -ω
ἔ-βαλ-ε βάλ-ῃ βάλ-οι βαλ-έτω αἱρῶ ἑ λ - ε ἷλον ἕλ -ω
Ε. Φ.
ἐ-βάλ-ομεν βάλ-ωμεν βάλ-οιμεν ------------ βαλ--ών
ἐ-βάλ-ετε βάλ-ητε βάλ-οιτε βάλ-ετε βαλ-οῦσα
αἰσθάνομαι α ἰ σ θ - ἠ σθ όμη ν αἴσθ -ωμαι
ἔ-βαλ-ον βάλ-ωσι(ν) βάλ-οιεν βαλ-όντων/-έτωσαν βαλ-όν ἁμαρτάνω ἁ μ α ρ τ - ἥ μα ρτ ον ἁμάρτ -ω
ἐ-γεν-όμην γέν-ωμαι γεν-οίμην ---------- (ἀπο)θνῄσκω θ α ν - ἀπ έ θ αν ον ἀποθάν -ω
ἐ-γέν-ου γέν-ῃ γέν-οιο γεν-οῦ γεν-έσθαι ἀφικνοῦμαι ἀ φ ι κ - ἀφικ ό μη ν ἀφίκ -ωμαι
ἐ-γέν-ετο γέν-ηται γέν-οιτο γεν-έσθω
Μ.Φ. βάλλω β α λ - ἔ β αλ ον βάλ -ω
ἐ-γεν-όμεθα γεν-ώμεθα γεν-οίμεθα ------------ γεν-όμενος
ἐ-γέν-εσθε γέν-ησθε γέν-οισθε γέν-εσθε γεν-ομένη γίγνομαι, εἰμί γ ε ν - ἐ γε ν ό μη ν γέν -ωμαι
ἐ-γέν-οντο γέν-ωνται γέν-οιντο γεν-έσθων/-έσθωσαν γεν-όμενον ἕπομαι σ π - ἑ σπ όμη ν σπ -ῶμαι
ἔρχομαι ἐ λ θ - ἦ λθον ἔλθ -ω
Τα ρήματα στον αόριστο β΄ έχουν διαφορετικό θέμα από αυτό του Ενεστώτα, που εὑρίσκω ε ὕ ρ - ε ὖρ ον, η ὖρ ον εὕρ -ω
μπορεί να διαφέρει λίγο, περισσότερο ή να είναι εντελώς διαφορετικό: ἔχω σ χ - ἔ σχ ον σχ -ῶ
βάλλ-ω, ἔ-βαλ-ον, γίγν-ομαι, ἐ-γεν-όμην/ φέρ-ω, ἤνεγκον (ενεγκ-). Πρόκειται θιγγάνω θ ι γ - ἔ θιγ ον θίγ -ω
βέβαια για ανώμαλα ρήματα και γι΄ αυτό πάντα συμβουλευόμαστε το λεξικό μας. λαγχάνω λ α χ - ἔ λαχ ον λάχ -ω
[Δεν έχουν όλα τα ρήματα αόριστο β΄.]
λαμβάνω λ α β - ἔ λα β ον λάβ -ω
Για να σχηματίσουμε τον αόριστο β΄, χρησιμοποιούμε το θέμα του αόριστου β΄ και
λανθάνω λ α θ - ἔ λαθ ον λάθ -ω
τις καταλήξεις α) του Παρατατικού (του Λύω) για την Οριστική και β)του
λέγω ε ἴ π - ε ἶπ ον εἴπ -ω
Ενεστώτα για τις υπόλοιπες εγκλίσεις, απαρέμφατο και μετοχή με κάποιες
λείπω λ ι π - ἔ λιπ ον λίπ -ω
διαφορές όσον αφορά τον τονισμό.
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ: Α) ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ: είτε απλό είτε σύνθετο τονίζεται πάντοτε μανθάνω μ α θ - ἔ μαθ ον μάθ -ω
στη λήγουσα και περισπάται, π.χ. λαβεῖν — παραλαβεῖν ὁρῶ ἰ δ - ε ἶδ ον ἴδ -ω
Β) ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ: είτε απλό είτε σύνθετο τονίζεται πάντοτε στην ὀφλισκάνω ὀ φ λ - ὦφλ ον ὄφλ -ω
παραλήγουσα: ἀγαγέσθαι, γενέσθαι, έπιγενέσθαι. πάσχω π α θ - ἔ π αθ ον πάθ -ω
ΜΕΤΟΧΗ: πείθω π ι θ - ἔ π ιθον πίθ -ω
Α) ΕΝΕΡΓ. Φ : είτε απλή είτε σύνθετη τονίζεται πάντοτε στη λήγουσα, π.χ. πίνω π ι - ἔ π ιον πί -ω
λαβών, λαβόν — παραλαβών παραλαβόν.(θηλυκό λαβοῦσα), π ε σ -
πίπτω ἔ π ε σ ον πέσ -ω
Β) ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ : κανονικά, όπως τα δευτερόκλιτα επίθετα, π.χ. γενόμενος, -η, -ον.
πυνθάνομαι π υ θ - ἐ π υθό μη ν πύθ -ωμαι
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ 2ο ενικό:
τίκτω τ ε κ - ἔ τε κ ον τέκ -ω
Α) ΕΝΕΡΓ. Φ των ρημάτων λέγω, ἔρχομαι, εὑρίσκω, ὁρῶ και λαμβάνω, μόνον όταν είναι
απλό τονίζεται στη λήγουσα: εἰπέ, ἐλθέ, εὑρέ, ἰδέ, λαβέ. Σύνθετο: πρόσειπε, ἄπελθε, τρέπω τ ρ α π - ἔ τρ απ ον τράπ -ω
ἔξευρε, ἔπιδε, παράλαβε. τρέχω δ ρ α μ - ἔ δρ α μον δράμ -ω
Β) ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ: εάν είναι πολυσύλλαβο, είτε απλό είτε σύνθετο, τονίζεται στη τυγχάνω τ υ χ - ἔ τυχ ον τύχ -ω
λήγουσα: ἐλαβόμην — λαβοῦ, ἀντιλαβοῦ, ἐγενόμην — γενοῦ, παραγενοῦ. φέρω ἐ ν ε γ κ - ἤ νε γ κο ν ἐνέγκ -ω
Εάν όμως είναι μονοσύλλαβο και σύνθετο με δισύλλαβη πρόθεση, ἀναβιβάζει τόν τόνο: φεύγω φ υ γ - ἔ φυ γο ν φύγ -ω
ἔχομαι, ἐσχόμην — σχοῦ, παράσχου, ἕπομαι, ἑσπόμην — σποῦ , ἐπίσπου.
3
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - Ρ Η Μ Α Τ Α Βάλια Μπουγάδη
Μ Ε Σ Η Φ Ω Ν Η: Δ Ε Υ Τ Ε Ρ ΟΙ Π Α ΘΗ Τ Ι Κ ΟΙ Χ Ρ ΟΝ ΟΙ : (ΓΑΕ, σ.196-7) Παρακείμενος και Υπερσυντέλικος
1. ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ Α Φ Ω Ν Ο Λ Η Κ Τ Ω Ν Ρ ΗΜ Α Τ Ω Ν Μ έ σ η ς Φ ω ν ή ς .
ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΤ. ΕΥΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤ. ΑΠΑΡ. ΜΕΤΟΧΗ Παρακείμενος Υπερσυντέλικος Προστακτική Απαρέμφατο
γραφ-ή-σομαι γραφ-η-σοίμην Οριστική Οριστική Μετοχή
γραφ-ή-σει (ῃ) γραφ-ή-σοιο γραφ-ή-σεσθαι πέπραγ-μαι ἐπεπράγ-μην --------------
γραφ-ή-σεται γραφ-ή-σοιτο πέπραξαι ἐπέπραξο πέπραξο πεπρᾶχθαι
γραφ-η-σόμεθα γραφ-η-σοίμεθα γραφ-η-σόμενος πέπρακ-ται ἐπέπρακ-το πεπράχ-θω
γραφ-ή-σεσθε γραφ-ή-σοισθε γραφ-η-σομένη πεπράγ-μεθα ἐπεπράγ-μεθα -------------- πεπραγμένος/η/ον
γραφ-ή-σονται γραφ-ή-σοιντο γραφ-η-σόμενον
πέπραχ-θε ἐπέπραχ-θε πέπραχ-θε
πεπραγμένοι εἰσί(ν) πεπραγμένοι ἦσαν πεπράχ-θων
2 . Α Ο Ρ Ι Σ Τ Ο Σ
γέγραμ-μαι ἐγεγράμ-μην ----------------
ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΕΥΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΑΠΑΡ. ΜΕΤ.
γέγραψαι ἐγέγραψο γέγραψο γεγράφ-θαι
ἐ-γράφ-η-ν γραφ-ῶ γραφ-είην ---------- γέγραπ-ται ἐγέγραπ-το γεγράφ-θω
ἐ-γράφ-η-ς γραφ-ῇς γραφ-είης γράφ-η-θι γραφ-ῆναι γεγράμ-μεθα ἐγεγράμ-μεθα ---------------- γεγραμ-μένος/η/ον
ἐ-γράφ-η γραφ-ῇ γραφ-είη γραφ-ή-τω- γέγραφ-θε ἐγέγραφ-θε γέγραφ-θε
ἐ-γράφ-η-μεν γραφ-ῶμεν γραφ-είημεν* ---------- γραφ-είς γεγραμμένοι εἰσί(ν) γεγραμμένοι ἦσαν γεγράφ-θων
ἐ-γράφ-η-τε γραφ-ῆτε γραφ-είητε γράφ-ητε γραφ-εῖσα ἔψευσ-μαι ἐψεύσ-μην ---------------
ἐ-γράφ-η-σαν γραφ-ῶσι γραφ-είησαν γραφ-έ-ντων/έτωσαν γραφ-έν
ἔψευ-σαι ἔψευ-σο ἔψευσο ἐψεῦσθαι
* και δεύτεροι τύποι, ΓΑΕ, σ. 196-7 ἔψευσ-ται ἔψευσ-το ἐψεύσθω
ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΔΕΥΤΕΡΟΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
ἐψεύσ-μεθα ἐψεύσ-μεθα --------------- ἐψευσμένος /η /ον
ΡΗΜΑ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ ἔψευ-σθε ἔψευ-σθε ἔψευσθε
ἀλλάττ(σσ)ω ἀλλαγ ή - σ ο μ α ι ἠλλάγ η ν ἐψευσμένοι εἰσί(ν) ἐψευσμένοι ἦσαν ἐψεύσθων
κλέπτω κλαπ ή - σ ο μ α ι ἐκλάπ η ν
κόπτω κοπ ή - σ ο μ α ι ἐκόπ η ν
ΥΓΡΟΛΗΚΤΑ ΚΑΙ ΕΝΡΙΝΟΛΗΚΤΑ ΡΗΜΑΤΑ
κρύπτω κρυβ ή - σ ο μ α ι ἐκρύβ η ν
1. Σχηματίζουν τον Ενεργητικό και Μέσο Μέλλοντα χωρίς σ και σύμφωνα με τα
πλήττ(σσ)ω πληγ ή - σ ο μ α ι ἐπλήγ η ν
συνηρημένα σε –έω (στον Ενεστ.).
(ἐκ) πλήττ(σσ)ω (ἐκ)π λ α γ ή - σ ο μ α ι ἐξεπλάγ η ν
ἀγγέλλω: ἀγγελῶ(Ορ.), ἀγγελοῖμι ή ἀγγελοίην(Ευκτ.), ἀγγελεῖν (απ), ἀγγελῶν
ράπτω ραφ ή - σ ο μ α ι ἐρράφ η ν
νέμομαι: νεμοῦμαι(Ορ.), νεμοίμην(Ευκτ.), νεμεῖσθαι(απ), νεμούμενος/-η/-ον
ρήγνυμι ραγ ή - σ ο μ α ι ἐρράγ η ν
σπείρω σπαρ ή - σ ο μ α ι ἐσπάρ η ν
Το ίδιο συμβαίνει και με τα υπερδισύλλαβα σε –ίζω, νομίζωνομιῶ.
στέλλω σταλ ή - σ ο μ α ι ἐστάλ η ν 2. Σχηματίζουν τον Ενεργητικό και Μέσο Αόριστο χωρίς σ , με τροποποιημένο θέμα
σφάλλω σφαλ ή - σ ο μ α ι ἐσφάλ η ν (έκταση του βραχύχρονου σε μακρόχρονο) και με τις καταλήξεις του λύω στον ίδιο χρόνο.
τάττ(σσ)ω ταγ ή - σ ο μ α ι ἐτάγ η ν ἀ γ γ έ λ λ ω : ἤ γ γ ε ι λ α , ἀ γ γ ε ί λ ω , ἀ γ γ ε ί λ α ι μ ι κ.λπ.
τρέπω τραπ ή - σ ο μ α ι ἐτράπ η ν ν έ μ ο μ α ι : ἐ ν ε ι μ ά μ η ν , ν ε ί μ ω μ α ι , ν ε ι μ α ί μ η ν κ.λπ.
τρέφω τραφ ή - σ ο μ α ι ἐτράφ η ν 3. Σχηματίζουν τον Ενεργητικό και Μέσο Παρακείμενο κανονικά με τις καταλήξεις του
τρίβω τριβ ή - σ ο μ α ι ἐτρίβ η ν λύω αλλά με φθογγικά πάθη σε κάποιες περιπτώσεις: π.χ. φ α ί ν ω ( φ α ν - ) π έ φ α γ κ α ,
φαίνω φαν ή - σ ο μ α ι ἐφάν η ν πέφασμαι, ὀξύννω (ὀξυν-) ὤξυμμαι.
φθείρω
φράττ(σσ)ω
φθαρ
φραγ
ή
ή
-
-
σ
σ
ο
ο
μ
μ
α
α
ι
ι
ἐφθάρ
ἐφράγ
η
η
ν
ν ΓΑΕ, σ. 187-193 και ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ, σ. 62 – 71.
Για τις παραπάνω κατηγορίες, όπως και για όλα τα ρήματα, συμβουλευόμαστε πάντοτε τ ο Λεξι κό
Άλλα ρήματα ἐχουν Παθητικούς πρώτους, άλλα δεύτερους, Αν ωμά λω ν Ρ ημ άτω ν και μα θ αί νου με πο λ ύ κα λ ά τ ου ς αρ χι κο ύ ς
ἀλλα και τους δύο, άλλα δεν ἐχουν καθόλου. Γι’ αυτό χρ όνου ς .
συμβουλευόμαστε πάντοτε το ΛΕΞΙΚΟ ΑΝΩΜΑΛΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ
4
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - Ρ Η Μ Α Τ Α Βάλια Μπουγάδη
Β . Σ Υ Ν Η Ρ Η Μ Ε Ν Α Ρ Η Μ Α Τ Α ! ! ! ΓΑΕ, σ. 199-211
ΕΝΕΣΤΩΤΑ
ΕΝΕΣΤΩΤΑ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
( τιμάεις ) τιμᾷς ( τιμάῃ, -ει ) τιμᾷ ( ποιέεις ) ποιεῖς ( ποιέη, -ει ) ποιῇ, ποιεῖ
( τιμάει ) τιμᾷ ( τιμάεται ) τιμᾶται ( ποιέει ) ποιεῖ ( ποιέεται ) ποιεῖται
( τιμάομεν ) τιμῶμεν ( τιμαόμεθα ] τιμώμεθα ( ποιέομεν ) ποιοῦμεν ( ποιεόμεθα ) ποιούμεθα
( τιμάετε ) τιμᾶτε ( τιμάεσθε ) τιμᾶσθε ( ποιέετε ) ποιεῖτε ( ποιέεσθε ) ποιεῖσθε
( τιμάουσι ) τιμῶσι(ν) ( τιμάονται ) τιμῶνται ( ποιέουσι ) ποιοῦσι(ν) ( ποιέονται ) ποιοῦνται
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ
( τιμάῃς ) τιμᾷς ( τιμάῃ) τιμᾷ ( ποιέῃς ) ποιῇς ( ποιέῃ ) ποιῇ
( τιμάῃ ) τιμᾷ ( τιμάηται ) τιμᾶται ( ποιέῃ ) ποιῇ ( ποιέηται ) ποιῆται
( τιμάωμεν τιμῶμεν ( τιμαώμεθα) τιμώμεθα ( ποιέωμεν ) ποιῶμεν ( ποιεώμεθα ) ποιώμεθα
( τιμάητε ) τιμᾶτε ( τιμάησθε τιμᾶσθε ( ποιέητε ) ποιῆτε ( ποιέησθε ) ποιῆσθε
( τιμάωσι ) τιμῶσι(ν) ( τιμάωνται ) τιμῶνται ( ποιέωσι ) ποιῶσι(ν) ( ποιέωνται ) ποιῶνται
( τιμάοιμι ) τιμῷμι ή τιμῴην ( τιμαοίμην ) τιμῴμην ( ποιέοιμι ), ποιοῖμι ή ποιοίην ( ποιεοίμην ) ποιοίμην
( τιμάοις ) τιμῷς ή τιμῴης ( τιμάοιο ) τιμῷο
ΕΥΚΤΙΚΗ
ΕΥΚΤΙΚΗ
( τιμάοι ) τιμῷ ή τιμῴη (τιμάοιτο ) τιμῷτο ( ποιέοι ) ποιοῖ ή ποιοίη ( ποιέοιτο ) ποιοῖτο
( τιμάοιμεν) τιμῷμεν ( τιμαοίμεθα τιμῴμεθα ( ποιέοιμεν ) ποιοῖμεν ( ποιεοίμεθα ) ποιοίμεθα
( τιμάοιτε ) τιμῷτε ( τιμάοισθε ) τιμῷσθε ( ποιέοιτε ) ποιοῖτε ( ποιέοισθε ) ποιοῖσθε
( τιμάοιεν ) τιμῷεν ( τιμάοιντο ) τιμῷντο ( ποιέοιεν ) ποιοῖεν ( ποιέοιντο ) ποιοῖντο
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ
-------------- ----------------
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ
------------------ ---------------------------
( τίμαε ) τίμα ( τιμάου ) τιμῶ ( ποίεε ) ποίει ( ποιέου ) ποιοῦ
( τιμαέτω ) τιμάτω ( τιμαέσθω ) τιμάσθω ( ποιεέτω ) ποιείτω ( ποιεέσθω ) ποιείσθω
-------------- ----------------- ------------------- -----------------------------
( τιμάετε ) τιμᾶτε ( τιμάεσθε ) τιμᾶσθε ( ποιέετε ) ποιεῖτε ( ποιέεσθε ποιεῖσθε
( τιμαόντων) τιμώντων/άτωσαν ( τιμαέσθων) τιμάσθων/άσθωσαν ( ποιεόντων) ποιούντων/είτωσαν ( ποιεέσθων ) ποιείσθων/σθωσαν
ΑΠ.. ( τιμάειν ) τιμᾶν ( τιμάεσθαι ) τιμᾶσθαι ΑΠ.. ( ποιέειν ) ποιεῖν ( ποιέεσθαι ) ποιεῖσθαι
ΜΕΤ. ( τιμάων ) τιμῶν ( τιμαόμενος) τιμώμενος ΜΕΤ. ( ποιέων ) ποιῶν ( ποιεόμενος ) ποιούμενος
( τιμάουσα) τιμῶσα ( τιμαομένη ] τιμωμένη ( ποιέουσα ) ποιοῦσα ( ποιεομένη ) ποιουμένη
( τιμάον ) τιμῶν ( τιμαόμενον) τιμώμενον ( ποιέον ) ποιοῦν ( ποιεόμενον ) ποιούμενον
Τα σ υν ηρ ημέν α ρ ήμα τα σε –αω σχ ημα τί ζο υν το υς υπόλο ι πο υς χρόνο υ ς κ α τά τα Τ α σ υ ν η ρ η μ έ ν α ρ ή μ α τ α σ ε - ε ω σ χ η μ α τ ί ζο υ ν τ ο υ ς υ π ό λ ο ι π ο υ ς χ ρ ό ν ο υ ς
β αρύ το να φων ηε ν τόλ ηκ τα, α φού προ ηγο υ μέ νω ς τρ έ ψο υν το χ αρα κ τήρα του ς -α- σε - κατά τα βαρύτονα φωνηεντόληκτα, αφού προηγουμένως τρέψουν το
η -, π. χ. τ ιμάω , τι μῶ — τι μή -σω , ἐ τί μη -σα, τε τίμ η-κα . Εξ αίρ εσ η α πο τελο ύν όσα πριν χ α ρ α κ τ ή ρ α τ ο υ ς - ε - σ ε - η - , π.χ. πο ι έ ω , πο ιῶ — π ο ιή - σ ω , ἐ πο ίη - σ α , πε πο ί η -
α πό το χαρ ακ τήρ α -α - έχου ν –ε , ρ, ι, τα οποί α δ ια τηρο ύν το -α -, π. χ . ἐάω , έ ῶ: ἐά σω, κ α κ.λπ. Παράγωγα: πο ιη τ ή ς , πο ίη μα κ.λπ.
π ε ιρά ομα ι, -ῶμα ι, πε ι ράσ ομα ι κ.λπ. ΓΑΕ, σ. 211-2
5
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΡΗΜΑΤΑ Βάλια Μπουγάδη
Σ Υ Ν Η Ρ Η Μ Ε Ν Α σ ε – Ο Ω (3η ομάδα) Μερικές επισημάνσεις
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ Οι συναιρέσεις αφορούν μόνο τον ενεστώτα και τον παρατατικό. Γράφουμε
( δουλόω ) δουλῶ ( δουλόομαι ) δουλοῦμαι και τονίζουμε - σύμφωνα με όσα ισχύουν στα βαρύτονα ρήματα - την ασυναίρετη
ΕΝΕΣΤΩΤΑ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
( δουλόεις ) δουλοῖς ( δουλόῃ, ει ) δουλοῖ μορφή του ρήματος. Κατόπιν συναιρούμε το χαρακτήρα με το φωνήεν η τη
( δουλόει ) δουλοῖ ( δουλόεται ) δουλοῦται
δίφθογγο της κατάληξης που ακολουθεί.
( δουλόομεν ) δουλοῦμεν ( δουλοόμεθα ) δουλούμεθα
1) ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -ΑΩ. Επίσης τα ρήματα ζήω, ζῶ, πεινήω, πεινῶ, διψήω, διψῶ, χρήομαι,
( δουλόετε ) δουλοῦτε ( δουλόεσθε ) δουλοῦσθε
χρῶμαι που έχουν χρονικό χαρακτήρα -η- και όχι -α-. Κλίνονται κατά τα σε -άω, αλλά έχουν
( δουλόουσι ) δουλοῦσι(ν) ( δουλόονται ) δουλοῦνται
-η- και -ῃ - όπου τα ρήματα σε -άω έχουν -α- και -ᾳ- αντίστοιχα, π.χ. ζῶ, ζῇς, ζῇ, ζῶμεν, ζῆτε,
( ἐδούλοον ) ἐδούλουν ( ἐδουλοόμην ) ἐδουλούμην
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ζῶσι.
( ἐδούλοες ) ἐδούλους ( ἐδουλόου ) ἐδουλοῦ
α + ( ε , η ) = α α + ( ο , ω , ο υ ) = ω
( ἐδούλοε ) ἐδούλου ( ἐδουλόετο ) ἐδουλοῦτο η + ( ε , η ) = η η + ( ο , ω , ο υ ) = ω
( ἐδουλόομεν) ἐδουλοῦμεν ( ἐδουλοόμεθα ἐδουλούμεθα α + ( ει*, ῃ ) = ᾳ α + ο ι = ῳ
( ἐδουλόετε ) ἐδουλοῦτε ἐδουλόεσθε ) ἐδουλοῦσθε η + ( ει*, ῃ ) = ῃ η + ο ι = ῳ
( ἐδούλοον ) ἐδούλουν ( ἐδουλόοντο ) ἐδουλοῦντο *εκτός από απαρέμφατο Ενεστώτα: ά + ειν = ᾶν, ή+ειν=ῆν
( δουλόω ) δουλῶ ( δουλόωμαι ) δουλῶμαι 2) ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -ΕΩ
( δουλόῃς ) δουλοῖς ( δουλόῃ ) δουλοῖ ε + ε = ε ι , ε + ο = ο υ
( δουλόῃ ) δουλοῖ ( δουλόηται ) δουλῶται ε+μακρό φωνήεν ή δίφθογγος. = μακρό φωνήεν ή δίφθογγος
( δουλόωμεν ) δουλῶμεν ( δουλοώμεθα ) δουλώμεθα Εξαιρούνται τα ρήματα. με μονοσύλλαβο θέμα, που συναιρούν μόνο ε+ε=ει και ε+ει=ει.
( δουλόητε ) δουλῶτε ( δουλόησθε ) δουλῶσθε π.χ. πλέω, πλεῖς, πλεῖ, πλέομεν κ.λπ. Εξαιρ. δέω, δῶ (δένω), που συναιρείται κανονικά.(ΓΑΕ, σ. 210 )
( δουλόωσι ) δουλῶσι δουλόωνται ) δουλῶνται
( δουλόοιμι ) δουλοῖμι ή -οίην ( δουλοοίμην ) δουλοίμην 3) ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ - ΟΩ
( δουλόοις ) δουλοῖς ή -οίης ( δουλόοιο ) δουλοῖο ο + ( ε , ο , ο υ ) = ο υ ο + η = η
ΕΥΚΤΙΚΗ
συναιρούμενες συλλαβές, μένει στη θέση που ήταν και δεν αλλάζει:
(δούλοε ) δούλου ( δουλόου ) δουλοῦ π . χ . ἐ σκ ό π ε ο ν — ἐ σκ ό π ο υ ν .
( δουλοέτω ) δουλούτω ( δουλοέσθω ) δουλούσθω β) Αν στον ασυναίρετο τύπο ο τόνος βρίσκεται σε μια από τις
---------------- ------------------ συναιρούμενες συλλαβές, τότε τονίζεται η συλλαβή που προσήλθε από
( δουλόετε ) δουλοῦτε ( δουλόεσθε ) δουλοῦσθε τ η σ υ ν α ί ρ ε σ η , π . χ . σκ ο π έ ω — σκ ο π ῶ .
( δουλοόντων) δουλούντων/ούτωσαν (δουλοέσθων ) δουλούσθων Το είδος του τόνου
ΑΠΑΡ. ( δουλόειν ) δουλοῦν ( δουλόεσθαι ) δουλοῦσθαι Αν η συλλαβή π ου προέρχεται από τη συναίρεση βρίσκεται:
α) στην προπαραλήγουσα, οξύνεται, π.χ. ἐσκοπεόμεθα — ἐσκοπούμεθα.
ΜΕΤ. ( δουλόων ) δουλῶν ( δουλοόμενος ) δουλούμενος
β) στην παραλήγουσα, παίρνει περισπωμένη, εφόσον η λήγουσα είναι
( δουλόουσα ) δουλοῦσα (δουλοομένη ) δουλουμένη
β ρ α χ ύ χ ρ ο ν η , δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ά ο ξ ύ ν ε τ α ι , π . χ . σκ ο π έ ε τ ε — σκ ο π ε ῖ τ ε , α λ λ ά
( δουλόον ) δουλοῦν (δουλοόμενον ) δουλούμενον
σκ ο π ε έ τ ω — σκ ο π ε ί τ ω .
Τα συνηρημένα ρήματα σε -οω σχηματίζουν τους υπόλοιπους χρόνους κατά τα
γ) σ τ η λ ή γο υ σ α , π ε ρ ι σ πά τ α ι , π. χ . σ κ οπ έ ω — σ κ οπ ῶ .
βαρύτονα φωνηεντόληκτα, αφού προηγουμένως τρέψουν το χαρακτήρα τους ο σε
ω , π.χ. δουλο- δουλῶ-, δουλώσω, ἐδούλωσα κ.λπ.,ἀξιῶ, ἠξίουν, ἀξιώσω, ΑΥ ΞΗ ΣΗ Κ Α Ι Α Ν ΑΔ Ι Π ΛΑ Σ ΙΑ Σ Μ Ο Σ .
ἠξίωσα κ.λπ. Το ίδιο συμβαίνει και στα παράγωγά τους και στ α ν.ε. : Ι Σ Χ Υ Ο Υ Ν Τ Α Ι Δ Ι Α Γ Ι Α Ο Λ Α Τ Α Ρ Η Μ Α Τ Α ! ! ! ! ΓΑΕ, σ. 155 -161.
υποδούλωση,αξίωση,δήλωσηκ.λπ.
6
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΡΗΜΑΤΑ Βάλια Μπουγάδη
Γ ΡΗΜΑΤΑ ΕΙΣ –ΜΙ (Β ΣΥΖΥΓΙΑ):
α) συμφωνόληκτα: δείκ-νυ-μι, μείγ-νυ-μι, ὄμ-νυ-μι, ὄλλυμι, σκεδάννυμι κ.ά. Κλίνονται διαφορετικά μόνο σε Ενεστώτα και Παρατατικό.
β) φωνηεντόληκτα: ἵστη-μι, τίθη-μι, ἵη-μι, δί-δω-μι. Κλίνονται διαφορετικά μόνο σε Ενεστώτα, Παρατατικό και Αόριστο β΄.
Ε ν ε ρ γ η τ ι κ ή φ ω ν ή
7
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΡΗΜΑΤΑ Βάλια Μπουγάδη
ΡΗ ΜΑ ΤΑ Ε ΙΣ – Μ Ι (Β ΣΥ ΖΥ ΓΙ Α ):
Μ έ σ η φ ω ν ή
8
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΡΗΜΑΤΑ Βάλια Μπουγάδη
Μ Ε Τ Ο Χ Ε Σ
Βαρύτονα ρήματα: ΕΝΕΡΓ. φωνή Βαρύτονα ρήματα: ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ φωνή ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ Β΄ΣΥΖΥΓΙΑ(-ΜΙ) Δ Ι Δ Ω Μ Ι
Ε ΝΕ Σ ΤΩΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ Π Α Θ ΗΤ Ι Κ ΟΣ Α ΟΡ Ι Σ Τ Ο Σ Ενεστώς και Αὀρ. β΄(δούς, δοῦσα, δόν)
Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός
Ον. λύων λύουσα λῦον λελυκώς λελυκυῖα λελυκός λυθείς λυθεῖσα λυθέν διδούς διδοῦσα διδόν
Γεν. λύοντος λυούσης λύοντος λελυκότος λελυκυίας λελυκότος λυθέντος λυθείσης λυθέντος διδόντος διδούσης διδόντος
Δοτ. λύοντι λυούσῃ λύοντι λελυκότι λελυκυίᾳ λελυκότι λυθέντι λυθείσῃ λυθέντι διδόντι διδούσῃ διδόντι
Αιτ. λύοντα λύουσαν λῦον λελυκότα λελυκυῖαν λελυκός λυθέντα λυθεῖσαν λυθέν διδόντα διδοῦσαν διδόν
Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
Ον. λύοντες λύουσαι λύοντα λελυκότες λελυκυῖαι λελυκότα λυθέντες λυθεῖσαι λυθέντα διδόντες διδοῦσαι διδόντα
Γεν. λυόντων λυουσῶν λυόντων λελυκότων λελυκυιῶν λελυκότων λυθέντων λυθεισῶν λυθέντων διδόντων διδουσῶν διδόντων
Δοτ. λύουσι(ν) λυούσαις λύουσι(ν) λελυκόσι(ν) λελυκυίαις λελυκόσι(ν) λυθεῖσι(ν) λυθείσαις λυθεῖσι(ν) διδοῦσι(ν) διδούσαις διδοῦσι(ν)
Αιτ λύοντας λυούσας λύοντα λελυκότας λελυκυίας λελυκότα λυθέντας λυθείσας λυθέντα διδόντας διδούσας διδόντα
Ομοίως κλίνονται: γεγονώς, -υῖα, -΄ός, ΟΙ ΜΕΤΟΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ Ομοίως ο αόριστος β΄
ΜΕΛΛΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΦΩΝΗΣ δούς, δοῦσα, δόν
εἰδώς, -υῖα, -ός / εἰκώς, -υῖα, -ός κ.λπ.
σ + καταλήξεις Ενεστώτα. ΚΛΙΝΟΝΤΑΙ ΟΠΩΣ
Τ Α Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Κ Λ Ι Τ Α Ε Π Ι ΘΕ Τ Α .
ΑΟΡΙΣΤΟΣ Σ Υ Ν ΗΡ Η Μ Ε Ν Α ΡΗΜ. σε - Α Ω ΕΝΕΣΤΩΣ Β΄ΣΥΖΥΓΙΑ(-ΜΙ) Δ Ε Ι Κ Ν Υ Μ Ι Σε -ώς, -ῶσα, -ώς (-ός)
Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός
Ον. λύσας λύσασα λῦσαν τιμῶν τιμῶσα τιμῶν δεικνύς δεικνῦσα δεικνύν ἑστώς ἑστῶσα ἑστώς/ ἑστός
Γεν. λύσαντος λυσάσης λύσαντος τιμῶντος τιμώσης τιμῶντος δεικνύντος δεικνύσης δεικνύντος ἑστῶτος ἑστώσης ἑστῶτος
Δοτ. λύσαντι λυσάσῃ λύσαντι τιμῶντι τιμώσῃ τιμῶντι δεικνύντι δεικνύσῃ δεικνύντι ἑστῶτι ἑστώσῃ ἑστῶτι
Αιτ. λύσαντα λύσασαν λῦσαν τιμῶντα τιμῶσαν τιμῶν δεικνύντα δεικνῦσαν δεικνύν ἑστῶτα ἑστῶσαν ἑστώς/ ἑστός
Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
Ον. λύσαντες λύσασαι λύσαντα τιμῶντες τιμῶσαι τιμῶντα δεικνύντες δεικνῦσαι δεικνύντα ἑστῶτες ἑστῶσαι ἑστῶτα
Γεν. λυσάντων λυσασῶν λυσάντων τιμώντων τιμωσῶν τιμώντων δεικνύντων δεικνυσῶν δεικνύντων ἑστώτων ἑστωσῶν ἑστώτων
Δοτ. λύσασι(ν) λυσάσαις λύσασι(ν) τιμῶσι(ν) τιμώσαις τιμῶσι(ν) δεικνῦσι(ν) δεικνύσαις δεικνῦσι(ν) ἑστῶσι(ν) ἑστώσαις ἑστῶσι(ν)
Αιτ λύσαντας λυσάσας λύσαντα τιμῶντας τιμώσας τιμῶντα δεικνύντας δεικνύσας δεικνύντα ἑστῶτας ἑστώσας ἑστῶτα
Ομοίως: τεθνεώς, τεθνεῶσα, τεθνεώς (-ός)
Α Ο Ρ Ι Σ Τ Ο Σ Β Σ Υ Ν ΗΡ Η Μ Ε Ν Α ΡΗΜ. σε --ΕΩ ΕΝΕΣΤΩΣ ΙΣΤΗΜΙ ΕΝΕΣΤΩΣ. ΤΙΘΗΜΙ: τιθείς, τιθεῖσα, τιθέν
Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός Ενικός αριθμός
ΙΗΜΙ: ἱείς, ἱεῖσα, ἱέν /αόρ. β΄ : θείς, εἵς
Ον. βαλών βαλοῦσα βαλόν ποιῶν ποιοῦσα ποιοῦν ἱστάς ἱστᾶσα ἱστάν σύμφωναμετο ΛΥΘΕΙΣ, ΛΥΘΕΙΣΑ, ΛΥΘΕΝ
Γεν. βαλόντος βαλούσης βαλόντος ποιοῦντος ποιούσης ποιοῦντος ἱστάντος ἱστάσης ἱστάντος
Δοτ. βαλόντι βαλούσῃ βαλόντι ποιοῦντι ποιούσῃ ποιοῦντι ἱστάντι ἱστάσῃ ἱστάντι
Αιτ. βαλόντα βαλοῦσαν βαλόν ποιοῦντα ποιοῦσαν ποιοῦν ἱστάντα ἱστᾶσαν ἱστάν
Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
Ον. βαλόντες βαλοῦσαι βαλόντα ποιοῦντες ποιοῦσαι ποιοῦντα ἱστάντες ἱστᾶσαι ἱστάντα
Γεν. βαλόντων βαλουσῶν βαλόντων ποιούντων ποιουσῶν ποιούντων ἱστάντων ἱστασῶν ἱστάντων
Δοτ. βαλοῦσι(ν) βαλούσαις βαλοῦσι(ν) ποιοῦσι(ν) ποιούσαις ποιοῦσι(ν) ἱστᾶσι(ν) ἱστάσαις ἱστᾶσι(ν)
Αιτ βαλόντας βαλούσας βαλόντα ποιοῦντας ποιούσας ποιοῦντα ἱστάντας ἱστάσας ἱστάντα
Η ΚΛΗΤΙΚΗ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΕΤΟΧΕΣ ΕΙΝΑΙ Σ Υ Ν ΗΡ Η Μ Ε Ν Α ΡΗΜ. σε -ΟΩ ΕΝΕΣΤΩΣ
και αόρ. β΄: στάς, στᾶσα, στάν
ΟΜΟΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ Όπως και τα σε –ΕΩ: δουλῶν-οῦσα, -οῦν
9
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 1ο Λύκειο Καισαριανής
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - ΡΗΜΑΤΑ Βάλια Μπουγάδη
10