Professional Documents
Culture Documents
Το 10 Καραγάτση
Το 10 Καραγάτση
Το 10 Καραγάτση
Μ. Καραγάτση
ΜΕΡΟΣ Α
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Καλησπέρα!
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Καλησπέρα! Τι κάνετε;
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Εδώ, τα ίδια. Σφίξανε και οι ζέστες…
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Πράγματι.
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Σε είδα που ερχόσουν και… Δεν διψάς να σε κεράσω κάτι; (
Κάνει νόημα προς τον Βάλβη να της φέρει κάτι.)
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Όχι, ευχαριστώ. Λείπω ώρα από το σπίτι και θα με ψάχνουν.
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Χαίρομαι που σε βλέπω. Το εννοώ.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Ο Ευάγγελος;
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Δεν τον πήρε το μάτι μου.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Πάω να τον φωνάξω…
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Είσαι πάντα τόσο βιαστική. Πότε θα κάτσεις να σε δω
λιγάκι; Δεν δαγκώνω, ξέρεις…
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Μιαν άλλη φορά… Έχω αργήσει.
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Καλά, μιαν άλλη φορά… Θα περιμένω. Καλό βράδυ!
ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Καλό βράδυ. ( Επιστρέφει απογοητευμένος πίσω στη θέση
του. )
ΕΛΕΝΑΡΑ: Γεια σου Νταγιώργαινα!
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Μπαίνει η Μαρία, επιστρέφει από τη δουλειά ξενυχτισμένη,
περπατάει κάπως τρεκλίζοντας.
Β) Ο Κίτσος την πλησιάζει, παίζει κομπολόι, την κοιτάζει από πάνω ως
κάτω και της κόβει τον δρόμο.
Γ) Η Μαρία προσπαθεί σκυμμένη ελαφρά να βγάλει το παπούτσι της, το
βγάζει και μετά φορώντας το ένα μόνο παπούτσι, προσπαθεί να
προσπεράσει τον Κίτσο.
Δ) Ο Κίτσος ξαναβγαίνει μπροστά της και της ξανακλείνει το δρόμο. Της
προσφέρει τσιγάρο, εκείνη το παίρνει και βγάζει να της δώσει φωτιά.
Μιλάνε για λίγο.
Δ) Μπαίνει ο Λέφας (απ’ έξω) και κάθεται στη θέση του Καλογερά.
Ε) Η Αννούλα εμφανίζεται από μια γωνιά, χαιρετά την Ελενάρα, κρατάει
στα χέρια ένα στεφανάκι με λουλούδια. Χαιρετά τις φίλες της, φτιάχνει
την κοτσίδα της και κοιτάζει προς τον Βάλβη. Ο Βάλβης την κοιτά και
σκουπίζει τον ιδρώτα του.
ΣΤ) Η σκηνή κλείνει με την Ελενάρα να πετά το σπίρτο και να ανάβει την
φωτιά.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Οι δυο Βάλβηδες προετοιμάζουν το καφενείο για τη γιορτή.
Β) Η Ελενάρα χαιρετά την Αννούλα που περνάει. Παρακολουθεί τη
δράση, χαζεύει τη φωτιά.
Γ) Ο Κίτσος στο πιο πίσω τραπέζι, πίνει αλκοόλ και κοιτάζει προς την
κάμαρα της Μαρίας.
Δ) Ο Λέφας στο μπροστινό τραπέζι πίνει αλκοόλ και καπνίζει χασίς.
Ε) Μπαίνει πρώτα η Ντόμενα και πάει και κάθεται κοντά στο καφενείο
κι ακολουθεί η κυρά Μαρίνα που την πλησιάζει δειλά. Κάθονται και
κουτσομπολεύουν όποιον περνάει.
ΜΩΡΟΥ: (για Λέφα) Κοίτα! Κοίτα τον χασικλή! Απ’ το’ να καφενείο
βγαίνει, στ’ άλλο μπαίνει!
Ζ) Ο Φουντούκος μπαίνει από το κοινό στο καφενείο, επιστρέφοντας
από τη δουλειά, με βαλίτσα στο χέρι. Τους χαιρετάει όλους και κάθεται
μαζί με Κίτσο. Του φέρνουν μπύρα.
ΜΩΡΟΥ: (για Φουντούκο) Δε βάζω πάνω μου εκείνα που πουλάει, που
να με χρύσωνε!
ΝΤΟΜΕΝΑ: Παρομοίως! Μμ! Κρέμα της βασιλίσσης! Θα ξεράσω τα
μπαρμπούνια που έφαγα!
ΜΩΡΟΥ: Μπαρμπούνια; Δεν μύρισε τίποτα…
ΛΕΦΑΣ: Τις έβαλες κάτω όλες απόψε. Στην ταβέρνα όλοι για σένα
λέγανε.
ΜΑΡΙΑ: Ασ’ τους να λένε.
ΛΕΦΑΣ: Σε καμαρώνανε. Μπέσα σου μιλάω! Να σου πω, δεν πάμε στην
κάμαρα να σε καμαρώσω κι εγώ;
ΜΑΡΙΑ: Ίσα ρε, μαστουρόμαγκα!
ΛΕΦΑΣ: Ρε, πάμε που σου λέω!
ΜΑΡΙΑ: Άσε με, γιατί θα σου…
ΛΕΦΑΣ: Να μου, κουκλάρα μου, να μου!
ΚΙΤΣΟΣ: Αφού σου λέει όχι το κορίτσι.
ΛΕΦΑΣ: Ρε, πάρε τη μπαλίτσα σου και δίνε του. Γκε-γκε;
ΚΙΤΣΟΣ: Γυρεύεις τσαμπουκά, ρε; Ε; Σε μένα;
ΛΕΦΑΣ: Τι είσαι εσύ, ρε, ο νταβάς της είσαι; Τι είσαι;
ΝΤΟΜΕΝΑ: Καλά, είναι σοβαρά πράματα τώρα αυτά; Για μια παστρικιά
πιάνεστε στα χέρια;
ΜΕΡΟΣ Β
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Η Δέσποινα εμφανίζεται, κατεβαίνει τη σκάλα του σπιτιού της και
κατευθύνεται προς το σπίτι του Καλογερά. Ανεβαίνει τη σκάλα του και
φτάνει ως την πόρτα. Περνάει στο σαλόνι, προηγείται του Καλογερά,
κάθεται σε μια πολυθρόνα. Με ένα μαντήλι σκουπίζει τον ιδρώτα της,
πίνει λίγο αλκοόλ από το ποτήρι και σηκώνεται από τη θέση της.
Κοιτάζονται στο πρόσωπο, βγάζει τη βέρα της και την αφήνει στο
τραπέζι. Κοιτάζονται στα μάτια. Κάνει ένα βήμα πίσω. Περπατά με τον
Καλογερά ως ένα σημείο. Η Δέσποινα επιστρέφει μόνη προς το σπίτι
της.
ΕΛΕΝΑΡΑ: Απόψε κάνεις μπαμ! Για που το’ βαλες εσύ έτσι βιαστική;
ΜΑΡΙΑ: Ο…« εισαγωγαί-εξαγωγαί»!
ΕΛΕΝΑΡΑ: Δεν του λες και για μένα; Όχι που να το παινευτώ, ούτε
πρόκα δεν θα άφηνα να σκουριάσει!
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Στη δουλειά του είναι πολύ μυαλωμένος και βγάζει παρά
με ουρά. Τι κι αν έχει πετριά πως είναι ο Άρχοντας του κόσμου. Για
λοξάτος, η τρέλα του πάει μονόπαντα και κανέναν δεν πειράζει ο
Φουντούκος. Διακόσια μέτρα πιο πέρα ένα καλοφτιαγμένο δίπατο σπίτι
ήταν η ανορθογραφία πλούτου μέσα στη συνοικία της φτωχολογιά. Η
Δέσποινα καθισμένη δίπλα στη μισάνοιχτη γρίλια προσπαθεί να
ρουφήξει μια στάλα δροσιά. Δροσιά δεν ερχόταν. Έφταναν όμως ως
τ’ αυτιά της, οι πνιχτές κουβέντες από κάτω, από το δρόμο.
Α) Ο Φουντούκος μπαίνει από το κοινό, επιστρέφει από τη δουλειά με
τη βαλίτσα και κάθεται στο καφενείο. Πίνει μπύρα.
Β) Ο Μιχάλης Βάλβης κάνει δουλειές στο καφενείο, χαιρετάει τον
Φουντούκο και του φέρνει μια μπύρα να πιει.
Γ) Η Δέσποινα βγαίνει στο παράθυρό της και χτενίζει τα μαλλιά της.
Δείχνει σκεπτική.
Δ) Ο Καλογεράς αντίστοιχα, με χαλαρή γραβάτα κάθεται στο μπαλκόνι
και καπνίζει μελαγχολικά, σκέπτεται τη Δέσποινα. Τις σκέψεις του,
διακόπτει το τηλεφώνημα της Ερηνούλας.
Ε) Η Ερηνούλα κατεβαίνει με τα ρούχα της πρόβας, πάει στο καφενείο
και τηλεφωνεί στην Τίτσα, την ‘μοδίστρα’.
Β) Η Ερηνούλα βγάζει απ’ την τσάντα της την διαθήκη, τη φιλάει και την
παραχώνει στον κόρφο της και πάει στο σπίτι της.
Γ) Η Ελενάρα προσπαθεί να κρυφοκοιτάξει τι είναι αυτό το χαρτί που
κρύβει φιλώντας το η Ερηνούλα.
ΣΚΗΝΉ 14. Θέμα βαλς, παραλλαγή Ι. 2:11
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Η Μαρία με την Ελενάρα συνεχίζουν τον διάλογο (off)
Β) Η Δέσποινα κατεβαίνει τη σκάλα του σπιτιού της, κοντοστέκεται στην
είσοδο του Καλογερά, μπαίνει μέσα, αφήνει την τσάντα της, χορεύουν.
Γ) Ο Καλογεράς στο σαλονάκι του σπιτιού του, πίνει λικέρ, καπνίζει.
Μόλις έρχεται η Δέσποινα, πηγαίνει προς την πόρτα, ανοίγει, βάζει
μουσική στο πικάπ, την πιάνει και χορεύουν αγκαλιασμένοι.
ΕΡΗΝΟΥΛΑ: Καλό;
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: (Της απαντά αδιάφορα) Καλό, καλό, μπράβο.
(Αντιδρά όταν πάει να του κάνει μασάζ.)
ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ: Δεν έχω όρεξη μπέμπα.
(Του παίρνει την εφημερίδα. Αυτός τσαντίζεται. Πάει να κάτσει στα
πόδια του. Σηκώνεται όρθιος, της φοράει το πανωφόρι και τη
συνοδεύει προς τα έξω. )
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Η Μάρθα έχει κατέβει στην αυλή και με ύφος μπλαζέ κάνει βόλτα
στο δέκα. Περπατά με ύφος αφ’ υψηλού. Κατευθύνεται στο μαγαζί του
Βάλβη, προκειμένου να ψωνίσει. Του δίνει μια λίστα με τα πράγματα,
του χαμόγελα κι αποχωρεί προς το σπίτι της. Καθώς ανεβαίνει τη
σκάλα προς το σπίτι της, αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι την ακολουθούν,
σταμάτα απότομα και γυρίζει το κεφάλι της και κοιτάζει αυστηρά.
Συνεχίζει να ανηφορίζει τη σκάλα.
Β) Ο Νίκος Βάλβης, μόλις η Μάρθα μπαίνει στο μαγαζί, παρατάει τις
δουλειές που έκανε και κάνει σαν υπνωτισμένος. Θέλει να την
εξυπηρετήσει και της προτείνει να πάρει τη λίστα με τα ψώνια και να
της τα πάει εκείνος στο σπίτι της. Όταν η Μάρθα φεύγει προς το σπίτι
της, την ακολουθεί σαν υπνωτισμένος.
Γ) Ο Φουντούκος εμφανίζεται από το κοινό, επιστρέφει από τη δουλειά
του κρατώντας βαλίτσα στο χέρι του και μπαίνει στο μαγαζί του Βάλβη.
Βλέπει τη Μάρθα για πρώτη φορά και τα «χάνει». Παγώνει. Ακολουθεί
κι αυτός σαν υπνωτισμένος το Νίκο Βάλβη, που ακολουθεί τη Μάρθα
στη σκάλα. Όταν τους καταλαβαίνει η Μάρθα, κάνει βήμα εμπρός αντί
για οπισθοχώρηση και πέφτει πάνω στο Νίκο Βάλβη που κάνει κίνηση
προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο ένας τα βάζει με τον άλλο για τη
σύγκρουση, υποχωρούν και πάνε να κάτσουν στο καφενείο.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Ο Νίκος Βάλβης κάθεται στο καφενείο, παρέα με το Λέφα, και
παίζουν τάβλι.
Β) Η Δέσποινα κατεβαίνει από τη σκάλα του σπιτιού της και πάει προς
το σπίτι του Καλογερά.
Γ) Η Αννούλα διασχίζει τη σκηνή, την φωνάζει ο Μιχάλης Βάλβης από το
μαγαζί του με ένα «ψιτ», εκείνη κάνει πως δεν τον ακούει και βγαίνει
εκτός σκηνής.
Δ) Η Μάρθα κατεβαίνει τη σκάλα του σπιτιού της. Συναντιέται τετ α τετ
με τον Φουντούκο. Του χαμογελά πονηρά και με τουπέ και τον
προσπερνά. Συνεχίζει το δρόμο της, χωρίς να ανταποκριθεί στην
απόπειρά του να της συστηθεί και βγαίνει από το δέκα (προς το κοινό).
Ε) Έρχεται ο Φουντούκος με την βαλίτσα του από τη δουλειά, συναντά
τη Μάρθα, τα χάνει. Αφήνει κάτω την βαλίτσα του, με το άλλο χέρι
(αριστερό) βγάζει το καπέλο του. Προτείνει το χέρι του για χειραψία, να
της συστηθεί. Εκείνη τον προσπερνά κι ο Φουντούκος στέκει άναυδος.
Γυρίζει το κεφάλι του και την ακολουθεί με το βλέμμα, καθώς εκείνη
αποχωρεί.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Ο Νίκος Βάλβης είναι ακόμα στο καφενείο και παίζει τάβλι με το
Λέφα. Στο τέλος της σκηνής ο Λέφας αποχωρεί από το καφενείο προς το
κοινό.
Β) Ο Κίτσος πάει να πάρει τη Μαρία από το σπίτι της, εκείνη βγαίνει
από την κάμαρά της, αγκαλιάζονται.
Γ) Η Δέσποινα μπαίνει στο σπίτι του Καλογερά, εκείνος την υποδέχεται,
αγκαλιάζονται κι αποχωρούν.
Δ) Η κυρά Ντόμενα έχει απλώσει τα ρούχα της στα σχοινιά της κυρά
Μαρίνας (δύο τρία ρούχα). Πιάνονται για λίγο στα χέρια. (Όταν
τελειώσει η σκηνή, αποχωρούν προς αντίθετες κατευθύνσεις).
Ε) Η κυρά Μαρίνα πλησιάζει στα απλωμένα ρούχα και, αν και πολύ
νευριασμενη, προκλητικά, πετάει ένα-ένα τα ρούχα της Ντόμενας στο
πάτωμα. Πιάνονται για λίγο στα χέρια.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ
Α) Ο Κίτσος και η Μαρία αγκαλιασμένοι, ξεκινούν την βόλτα τους.
Β) Ο Καλογεράς με τη Δέσποινα έχουν ραντεβού στα σκαλάκια.
Γ) Ο Φουντούκος με την Μάρθα κάνουν περίπατο.
ΦΟΥΝΤΟΥΚΟΣ: Αυτή είναι η κρέμα της βασιλίσσης Όλγας! Είναι η κρυφή
συνταγή της μητέρας μου που την αποκόμισε από τη βασίλισσα γιατί
ήτανε θαλαμηπόλος…
ΜΕΡΟΣ Γ’
ΤΕΛΟΣ