Professional Documents
Culture Documents
3-ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΜΕ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ - ΤΡΕΜΠΕΛΑ
3-ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΜΕ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ - ΤΡΕΜΠΕΛΑ
2/255
Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας τάξιν, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ ἱερέως Ἀβιά, καὶ γυναῖκα του ἦτο ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομά της
3/255
1,11 Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος 11 Παρουσιάσθη δὲ εἰς αὐτὸν ἄγγελος Κυρίου, 11 Ἐφανερώθη δὲ εἰς αὐτὸν ἄγγελος Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐστέκετο εἰς
4/255
Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν. Κύριον καὶ Θεόν των. θὰ τοὺς ἐπαναφέρῃ διὰ τῆς μετανοίας εἰς τὸν ἐνανθρωπήσαντα
5/255
1,20 Καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ 20 Καὶ ἐφ' ὅσον ζητεῖς σημεῖον, διὰ νὰ 20 Καὶ ἀφοῦ ζητεῖς σημεῖον, ἰδού, ἔχεις αὐτό, ὄχι ὅμως ὅπως τὸ
6/255
1,25 λέγουσα ὅτι οὕτω μοι 25 Καὶ ὅταν τὸ γεγονὸς ἔγινε πλέον φανερόν, 25 Ἀλλ’ ὅταν πλέον δὲν ἠδύνατο νὰ κρυβῇ, ἔλεγεν εἰς αὐτοὺς ποὺ
7/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
1,30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος 30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτήν· «μὴ 30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος εἰς αὐτήν· Μὴ φοβῆσαι, Μαριάμ. Τουναντίον
αὐτῇ· μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· φοβᾶσαι, Μαριάμ, διότι εὐρῆκες ἐξαιρετικὴν πρέπει νὰ χαρῇς, διότι ἐκρίθης ἀξία ἐξαιρετικῆς εὐνοίας ἀπὸ τὸν
εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ εὔνοιαν καὶ εὐλογίαν ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. Θεόν.
Θεῷ.
1,31 Καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν 31 Καὶ ἰδοὺ θὰ συλλάβῃς καὶ θὰ γεννήσῃς υἱὸν 31 Καὶ ἰδοὺ ἡ χάρις ἡ ἐξαιρετική, ποὺ δὲν τὴν ἔλαβε ποτὲ καμμία
γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καὶ θὰ καλέσῃς τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. ἅλλη γυναῖκα καὶ τὴν ὁποίαν μόνον σὺ ἠξιώθης νὰ λάβῃς· θὰ
καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ συλλάβῃς εἰς τὴν κοιλίαν σου καὶ θὰ γεννήσῃς υἱὸν καὶ θὰ καλέσῃς
Ἰησοῦν. τὸ ὄνομά του Ἰησοῦν.
1,32 Οὗτος ἔσται μέγας καὶ 32 Αὐτὸς θὰ εἶναι μέγας διὰ τὴν ἁγιότητα καὶ 32 Οὗτος θὰ εἶναι μέγας καὶ διὰ τὴν ἁγιότητα καὶ διὰ τὸ ἀξίωμά του.
υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ τὸ ἔργον του. Καὶ θὰ ὀνομασθῇ ὁ κατ' ἐχοχὴν Καὶ μολονότι διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς του θὰ ἐξομοιωθῇ πρὸς τοὺς
δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς Υἱὸς τοῦ ὑψίστου. Καὶ θὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν ἀνθρώπους, θὰ ἀναγνωρισθῇ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὑψηλοτέρου καὶ
τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον τοῦ προπάτορός του ἀνωτέρου ἀπὸ ὅλα καὶ ἐξουσιάζοντος αὐτά. Καὶ θὰ τὸν ἀνυψώσῃ
πατρὸς αὐτοῦ, Δαυΐδ. Κύριος ὁ Θεὸς καὶ ὡς ἄνθρωπον. Καὶ θὰ τοῦ δώσῃ τὸν θρόνον τοῦ
προπάτορός του Δαβίδ.
1,33 καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν 33 Καὶ θὰ βασιλεύσῃ εἰς τοὺς αἰῶνας ὡς 33 Καὶ θὰ βασιλεύσῃ εἰς τοὺς αἰῶνας ὡς ἀθάνατος καὶ παντοτεινὸς
οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, αἰώνιος βασιλεὺς εἰς ὅλας τὰς γενεὰς τῶν ἀρχιερεὺς καὶ βασιλεὺς ἐπὶ τῶν πιστῶν ὅλων τῶν γενεῶν, οἱ ὁποῖοι
καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ πιστῶν, ποὺ θὰ ἀποτελοῦν τὴν νέαν θ’ ἀποτελοῦν τὴν πνευματικὴν καὶ ἀληθῆ οἰκογένειαν τοῦ Ἰακώβ,
ἔσται τέλος. πνευματικὴν οἰκογένειαν τοῦ Ἰακώβ. Καὶ ἡ καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἔχῃ τέλος ὅπως τῶν ἐπιγείων βασιλέων,
βασιλεία του δὲν θὰ λάβῃ τέλος». ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀτελεύτητος καὶ παντοτεινὴ σὰν αὐτήν, ποὺ μόνος ὁ
Θεὸς βασιλεύει.
1,34 Εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν 34 Εἶπε δὲ ἡ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· «πῶς 34 Εἶπε δὲ ἡ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· Πῶς θὰ γίνῃ τὸ πρωτοφανὲς
ἄγγελον· πῶς ἔσται μοι θὰ γίνῃ τὸ πρωτάκουστον τοῦτο, νὰ γεννήσω καὶ πρωτάκουστον αὐτὸ καὶ πῶς θὰ συλλάβω καὶ θὰ γεννήσω, ἀφοῦ
τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ υἱόν, ἀφοῦ δὲν γνωρίζω ἄνδρα; δὲν γνωρίζω ἄνδρα;
γινώσκω;
1,35 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ 35 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ ἄγγελος καὶ τῆς εἶπε· «τὸ 35 Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπεκρίθη καὶ τῆς εἶπε· τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ποὺ
8/255
ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποὺ θὰ σὲ ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὸ θὰ σὲ καθαρίσῃ ἀπὸ τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα καὶ θὰ σὲ
9/255
μετὰ σπουδῆς εἰς πόλιν τῆς Ἰουδαίας, εἰς κάποιαν πόλιν τῆς φυλῆς πόλιν τῆς περιφερείας, εἰς τὴν ὁποίαν κατοικοῦσεν ἡ φυλὴ τοῦ
10/255
πιστεύσασα ὅτι ἔσται ὅτι θὰ λάβουν πλήρη καὶ τελείαν λάβουν τελείαν καὶ πλήρη πραγματοποίησιν ἐκεῖνα, ποὺ τῆς ἔχει
1,46 Καὶ εἶπε Μαριάμ· 46 Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· «Ὑμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ 46 Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· Ἀνυμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ ψυχή μου τὸ
Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν ψυχή μου τὸν Κύριον. μεγαλεῖον τοῦ Κυρίου·
Κύριον
1,47 καὶ ἠγαλλίασε τὸ 47 Καὶ ἐγέμισε ἀπὸ ἀγαλλίασιν τὸ πνεῦμα μου 47 καὶ ἐχάρη πολὺ τὸ βάθος τῆς καρδίας μου διὰ τὸν Θεόν, ποὺ
πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ διὰ τὸν Θεόν, τὸν Σωτῆρα ἐμοῦ καὶ ὅλου τοῦ ἔσωσε καὶ ἐμὲ μαζὶ μὲ ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος.
σωτῆρί μου, ἀνθρωπίνου γένους.
1,48 ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν 48 Ὑμνολογεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι 48 Ἀνυμνεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι ἔρριψεν εὐμενὲς βλέμμα εἰς
ταπείνωσιν τῆς δούλης ἔρριψε τὸ στοργικόν του βλέμμα εἰς τὴν τὴν μικρότητα καὶ ἀσημότητα ἐμοῦ, ποὺ εἶμαι δούλη του. Καὶ διὰ
αὐτοῦ. Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν ταπεινὴν καὶ ἄσημον δούλην του. Καὶ ἰδοὺ ὅτι τοῦτο ἰδού, ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαὶ τῶν πιστῶν.
μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαί.
γενεαί.
1,49 Ὅτι ἐποίησέ μοι 49 Διότι ἔκαμε μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα εἰς 49 Καὶ θὰ μὲ μακαρίζουν, διότι έφ’ ὅσον μὲ ἠξίωσε νὰ γίνω μητέρα
μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς καὶ ἐμὲ ὁ παντοδύναμος Κύριος, τοῦ ὁποίου τὸ τοῦ Σωτῆρος, ἔκαμεν εἰς ἐμὲ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα αὐτός, τοῦ
ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὄνομα εἶναι ἅγιον. ὁποίου εἶναι ἀπεριόριστος ἡ δύναμις καὶ ἅγιον τὸ ὄνομά του. Καὶ
ἔτσι μὲ τὰ καταπληκτικὰ εἰς δύναμιν καὶ ἁγιότητα ἔργα του ὄχι
μόνον ἀνυψώνει, ἀλλὰ καὶ ἁγιάζει τοὺς ταπεινούς του δούλους.
1,50 καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς 50 Τὸ δὲ ἔλεος καὶ ἡ ἀγάπη του ξεχύνονται εἰς 50 Καὶ τὸ ἔλεός του δὲν ἐδείχθη μόνον εἰς ἐμέ, ἀλλ’ εἶναι
γενεὰς γενεῶν τοῖς γενεὰς γενεῶν πρὸς ὅλους ἐκείνους, ποὺ τὸν παντοτεινὸν καὶ μεταβιβάζεται ἀπὸ γενεὰν εἰς γενεὰν εἰς ὅλους
φοβουμένοις αὐτόν. φοβοῦνται καὶ τὸν σέβονται. ἐκείνους, ποὺ φοβοῦνται αὐτόν.
1,51 Ἐποίησε κράτος ἐν 51 Ἔκαμεν εἰς τὸ παρελθόν, καὶ ἰδίως τώρα, 51 Πάντοτε καὶ εἰς τὸ παρελθόν, ἄλλα πρὸ παντὸς τώρα διὰ τῆς
βραχίονι αὐτοῦ, ἔργα κραταιὰ καὶ ἐπέβαλε τὸ θέλημά του μὲ ἀποστολῆς τοῦ Μεσσίου, ἐποίησεν ἔργα κραταιὰ καὶ δυνατὰ μὲ τὴν
διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους τὴν παντοδύναμον δεξιάν του, κατενίκησε καὶ παντοδύναμον χεῖρα του· κατενίκησε καὶ διεσκόρπισεν αὐτούς, ποὺ
11/255
διανοίᾳ καρδίας αὐτῶν· διεσκόρπισεν αὐτοὺς ποὺ ὑπερηφανεύονται μὲ ὑπερηφανεύονται μὲ τὰς σκέψεις καὶ τὰ φαντασμένα σχέδια τῆς
12/255
καὶ οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ὅτι της ὅτι ἔδειξε μέγα καὶ θαυμαστὸν τὸ ἔλεός ἔδειξε μέγα καὶ θαυμαστὸν τὸ ἔλεος του εἰς αὐτήν, ἐφ’ ὅσον εἰς
13/255
γλῶσσα αὐτοῦ, καὶ ἐλάλει ἐλεύθερα, δοξολογῶν τὸν Θεόν.
14/255
στόματος τῶν ἁγίων, τῶν ἀπ' μὲ τὸ στόμα τῶν ἁγίων, τῶν διὰ μέσου τῶν ἐκεῖνα, ποὺ εἶπε καὶ ὑπεσχέθη διὰ τοῦ στόματος καὶ τῆς ὁμοφώνου
15/255
καρδίας τῶν ἀνθρώπων διὰ τὴν ὑποδοχήν του,
16/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
2,1 Εγένετο δὲ ἐν ταῖς Κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, μετὰ τὴν γέννησιν Συνέβη δὲ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, ποὺ ἐπηκολούθησαν εἰς τὴν
ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε τοῦ Ἰωάννου, ἐξεδόθη ἕνα διάταγμα ἀπὸ τὸν γέννησιν τοῦ Ἰωάννου, νὰ ἐκδοθῇ διάταγμα ἀπὸ τὸν Καίσαρα
δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὔγουστον Καίσαρα, νὰ γίνῃ ἀπογραφὴ ὅλων Αὔγουστον, ὅπως ἐγγραφοῦν εἰς τοὺς δημοσίους φορολογικοὺς
Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι τῶν κατοίκων τοῦ κόσμου, ποὺ εὑρίσκετο ὑπὸ καταλόγους ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ κόσμου, ποὺ ἐκυριαρχεῖτο ἀπὸ
πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. τὴν κυριαρχίαν τῆς Ρώμης. τοὺς Ρωμαίους.
2,2 Αὐτὴ ἡ ἀπογραφὴ πρώτη 2 Αὐτὴ ἡ ἀπογραφὴ ἦτο ἡ πρώτη ποὺ ἔγινεν, 2 Ἡ ἀπογραφὴ αὕτη ἦτο ἡ πρώτη, ποὺ ἔγινεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν, εἰς
ἐγένετο ἠγεμονεύοντος τῆς ὅταν ἡγεμὼν τῆς Συρίας ἦτο ὁ Κυρήνιος. ἐποχὴν ποὺ ὁ Κυρήνιος ἦτο ἡγεμὼν τῆς Συρίας, καὶ διακρίνεται ἀπὸ
Συρίας Κυρηνίου. τὴν δευτέραν ἀπογραφήν, τὴν ὁποίαν βραδύτερον ἐνήργησεν ὁ
αὐτὸς Κυρήνιος.
2,3 Καὶ ἐπορεύοντο πάντες 3 Καὶ ἐπήγαιναν ὅλοι νὰ ἀπογραφοῦν, ὁ 3 Καὶ ἐπήγαιναν ὅλοι νὰ ἐγγραφοῦν εἰς τοὺς φορολογικοὺς
ἀπογράφεσθαι, ἕκαστος εἰς καθένας εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τὴν ὁποίαν καταλόγους, καθένας εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τὴν ὁποίαν κατήγετο ἡ
τὴν ἰδίαν πόλιν. κατήγετο. οἰκογένειά του.
2,4 Ἀνέβη δὲ καὶ Ἰωσὴφ ἀπὸ 4 Ἀνέβηκε δὲ καὶ ὁ ᾿Ιωσὴφ ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ 4 Ἀνέβη δὲ καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν ἐκ τῆς πόλεως Ναζαρέτ,
τῆς Γαλιλαίας ἐκ πόλεως τῆς Γαλιλαίας εἰς τὴν Ἰουδαίαν, εἰς τὴν πόλιν ὅπου ἔμενεν, εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς τὴν πόλιν Δαβίδ, ἡ ὁποία καλεῖται
Ναζαρὲτ εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς τὸν Δαυΐδ, ἡ ὁποία ὠνομάζετο Βηθλεέμ, Βηθλεέμ, ἐπειδὴ κατήγετο ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὴν οἰκογένειαν τοῦ
πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται ἐπειδὴ κατήγετο ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὴν Δαβίδ.
Βηθλεέμ, διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν οἰκογένειαν τοῦ Δαυΐδ.
ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ,
2,5 ἀπογράψασθαι σὺν 5 Ἐπῆγε δὲ νὰ ἀπογραφῇ μαζῆ μὲ τὴν 5 Καὶ ἐπῆγεν ἐκεῖ διὰ νὰ ἀπογραφῇ μὲ τὴν Μαρίαν, τὴν γυναῖκα
Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένῃ Μαριάμ, τὴν μνηστευομένην μὲ αὐτὸν ποὺ ἦταν ἀρραβωνισμένη μὲ αὐτόν, καὶ ἡ ὁποία ἦτο ἔγκυος καὶ ὡς
αὐτῷ γυναικί, οὔσῃ ἐγκύῳ. γυναῖκα, ἡ ὁποία ἦτο ἔγκυος. ἔγκυος ἐδηλώθη, διὰ νὰ γίνῃ οὕτω καὶ ὁ Κύριος, τὸν ὁποῖον
ἐβάσταζεν εἰς τοὺς κόλπους της, φορολογούμενος ὑπὸ τὸν
ρωμαϊκὸν νόμον
17/255
2,6 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ εἶναι 6 Συνέβη δὲ ὅταν αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖ, 6 Συνέβη δέ, ὅταν αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖ, νὰ συμπληρωθοῦν αἱ ἡμέραι διὰ
18/255
παντὶ τῷ λαῷ,
19/255
ποιμένες εἶπον πρὸς Βηθλεέμ, διὰ νὰ ἴδωμεν αὐτὸ ποὺ ἔγινε καὶ τὸ τῆς Βηθλεὲμ καὶ ἂς ἴδωμεν αὐτό, ποὺ μᾶς εἶπεν ὁ ἄγγελος, ὅτι ἔγινε
ἀλλήλους· διέλθωμεν δὴ ἕως ὁποῖον μᾶς ἐγνωστοποίησε διὰ τοῦ ἀγγέλου ὁ καὶ τὸ ὁποῖον μᾶς ἐγνωστοποίησεν ὁ Κύριος.
20/255
αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ ὅλα ὅσα ἤκουσαν καὶ εἶδαν καὶ τὰ ὁποῖα ἦσαν καὶ ὅσα εἶδον τὰ μάτια των, ὅταν ἐπῆγαν εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ
21/255
2,25 Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν 25 Καὶ ἰδοὺ ἐζοῦσε εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἔνας 25 Καὶ ἰδοὺ ἦτο εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ὠνομάζετο
22/255
2,30 ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί 30 διότι εἶδαν τὰ μάτια μου τὸν Χριστόν, ὁ 30 διότι εἶδαν οἱ ὀφθαλμοί μου τὸν ἐνανθρωπήσαντα υἱόν σου, ὁ
23/255
2,35 Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν 35 Καὶ τὴν ἰδικήν σου μητρικὴν καρδίαν θὰ 35 Λόγῳ δὲ τῆς ἀντιλογίας αὐτῆς, καὶ σοῦ, τῆς μητρὸς αὐτοῦ, τὴν
24/255
2,39 Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα 39 Καὶ ἀμέσως, ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία 39 Καὶ ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία ἐτελείωσαν ὅλα, ὅσα ὁ νόμος τοῦ
τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ἐξετέλεσαν ὅλα ὅσα ὁ νόμος τοῦ Κυρίου Κυρίου ὁρίζει περὶ τοῦ καθαρισμοῦ καὶ τῆς ἀφιερώσεως τοῦ παιδίου,
25/255
αὐτοῦ.
26/255
σε.
27/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 3Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
3,1 Εν ἔτει δὲ Κατὰ δὲ τὸ δέκατον πέμπτον ἔτος τῆς Κατὰ δὲ τὸ δέκατον πέμπτον ἔτος τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Τιβερίου
πεντεκαιδεκάτῳ τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Τιβερίου Καίσαρος, ὅταν Καίσαρος, ὅταν ἦτο ἡγεμὼν εἰς τὴν Ἰουδαῖαν ὁ Πόντιος Πιλᾶτος, καὶ
ἡγεμονίας Τιβερίου ἡγεμὼν τῆς Ἰουδαίας ἦτο ὁ Πόντιος Πιλᾶτος, τετράρχης εἰς τὴν Γαλιλαῖαν ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας, ὁ δὲ Φίλιππος ὁ
Καίσαρος, ἠγεμονεύοντος καὶ τετράρχης τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἡρῴδης ἀδελφός του ἦτο τετράρχης τῆς Ἰτουραίας καὶ τῆς Τραχωνίτιδος
Ποντίου Πιλάτου τῆς Ἀντίπας, ὁ δὲ Φίλιππος, ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, χώρας, καὶ ὁ Λυσανίας ἦτο τετράρχης τῆς Ἀβιληνῆς,
᾿Ιουδαίας, καὶ τετραρχοῦντος τετράρχης τῆς Ἰτουραίας καὶ τῆς Τραχωνίτιδος
τῆς Γαλιλαίας Ἡρῴδου, χώρας καὶ ὁ Λυσανίας τετράρχης τῆς
Φιλίππου δὲ τοῦ ἀδελφοῦ Ἀβιληνῆς,
αὐτοῦ τετραρχοῦντος τῆς
Ἰτουραίας καὶ Τραχωνίτιδος
χώρας, καὶ Λυσανίου τῆς
Ἀβιληνῆς τετραρχοῦντος,
3,2 ἐπ' ἀρχιερέως Ἀννα καὶ 2 ὅταν ἀρχιερεῖς εἰς Ἱεροσόλυμα ἦσαν ὁ Ἄννας 2 ἐπὶ τῶν ἀρχιερέων Ἄννα καὶ Καϊάφα ἦλθε διαταγὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς
Καϊάφα, ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ καὶ ὁ Καϊάφας, διέταξεν ὁ Θεὸς τὸν Ἰωάννην τὸν Ἰωάννην τὸν υἱὸν τοῦ Ζαχαρίου εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔμενεν
ἐπὶ Ἰωάννην τὸν Ζαχαρίου τὸν υἱὸν τοῦ Ζαχαρίου, ποὺ ἔμενεν εἰς τὴν οὗτος.
υἱὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἔρημον,
3,3 καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν 3 καὶ ἦλθεν εἰς ὅλην τὴν περιοχὴν τοῦ 3 Καὶ κατόπιν τῆς θείας ταύτης κλήσεως ἦλθεν ὁ Ἰωάννης εἰς ὅλα
περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου Ἰορδάνου, κηρύσσων πρὸς τὸν λαὸν τοῦ τὰ περίχωρα τοῦ Ἰορδάνου καὶ μὲ τὸ κήρυγμά του προέτρεπε τὸν
κηρύσσων βάπτισμα Ἰσραὴλ καὶ προτρέπων αὐτοὺς νὰ βαπτισθοῦν λαὸν νὰ βαπτισθῇ βάπτισμα συνοδευόμενον μὲ μετάνοιαν πρὸς τὸν
μετανοίας εἰς ἄφεσιν βάπτισμα μετανοίας, διὰ νὰ πάρουν ἄφεσιν σκοπόν, τοῦ νὰ ἐπιτύχουν οἰ βαπτιζόμενοι τὴν ἄφεσιν τῶν
ἁμαρτιῶν, ἁμαρτιῶν ποὺ θὰ τοὺς ἔδιδεν ἐντὸς ὀλίγου ὁ ἁμαρτιῶν των, τὴν ὁποίαν θὰ τοὺς ἐξησφάλιζεν ὁ μετ’ ὀλίγον
Μεσσίας. ἐρχόμενος Μεσσίας.
3,4 ὡς γέγραπται ἐν βιβλίῳ 4 Αὐτὸ δὲ τὸ ἔργον τοῦ Ἰωάννου εἶχε 4 Καὶ ἦλθεν ὁ Ἰωάννης νὰ κάμῃ ἕνα τέτοιο κήρυγμα σύμφωνα μὲ
28/255
λόγων Ἡσαΐου τοῦ προφήτου προαναγγελθῆ εἰς τὸ βιβλίον, ποὺ περιέχει τὰ ὅσα ἔχουν γραφῆ εἰς τὸ βιβλίον, ποὺ περιέχει τοὺς θεοπνεύστους
λέγοντος· φωνὴ βοῶντος ἐν θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἡσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶχε λόγους τοῦ προφήτουἩσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶπε· Φωνὴ ἀνθρώπου, ὁ
29/255
ἐκπορευομένοις ὄχλοις ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰς πόλεις καὶ ἤρχοντο νὰ νὰ βαπτισθοῦν ὑπ’ αὐτοῦ· Ἀπόγονοι τῶν φαρμακερῶν ὀχιῶν, ποὺ
βαπτισθῆναι ὑπ' αὐτοῦ· βαπτισθοῦν ἀπὸ αὐτόν· «κακοὶ ἀπόγονοι ἀπὸ ἔχετε τὴν κακίαν κληρονομικήν, διότι καὶ οἱ πρόγονοί σας ἦσαν
30/255
ἔχων βρώματα ὁμοίως τὸ ἴδιο». πεινᾷ.
ποιείτω.
31/255
ὑποδημάτων αὐτοῦ· αὐτὸς τὸ ἁγιαστικὸν πῦρ τῆς χάριτος. καθαρτικὸν πῦρ τῆς χάριτος.
ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι
32/255
λαὸν καὶ Ἰησοῦ Ἰορδάνην, καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐβαπτίσθη καὶ ὅταν καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐβαπτίσθη καὶ προσηύχετο, συνέβη νὰ ἀνοιχθῇ ὁ
33/255
τοῦ Ζοροβάβελ, τοῦ Ζοροβάβελ, υἱοῦ τοῦ Σαλαθιήλ, υἱοῦ τοῦ Νηρί, τοῦ Ζοροβάβελ, ποὺ ἦτο υἱὸς τοῦ Σαλαθιήλ, υἱοῦ τοῦ Νηρί,
34/255
Σαλᾶ,
3,36 τοῦ Καϊνάν, τοῦ 36 υἱοῦ τοῦ Καϊνάν, υἱοῦ τοῦ Ἀρφαξάδ, υἱοῦ 36 υἱοῦ τοῦ Καϊνάν, υἱοῦ τοῦ Ἀρφαξάδ, υἱοῦ τοῦ Σήμ, υἱοῦ τοῦ Νῶε,
35/255
4,3 Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ 3 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ διάβολος· «ἐὰν εἶσαι 3 Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διάβολος· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπως
διάβολος· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (ὅπως εἶπεν ἡ φωνή ποὺ ἐμαρτύρησεν ἡ φωνή, ποὺ ἠκούσθη εἰς τὸν Ἰορδάνην, ἀπόδειξέ το μὲ
36/255
μεγαλοπρέπειαν».
37/255
4,13 Καὶ συντελέσας πάντα 13 Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσεν ὁ διάβολος κάθε 13 Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσεν ὁ διάβολος κάθε εἶδος πειρασμοῦ,
38/255
εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἔστειλε νὰ κηρύξω εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦτο εἰς ἐμέ, διότι ὁ Κύριος μὲ ἔχρισεν ὡς ἄνθρωπον καὶ
39/255
τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. ἐπαληθεύσει αὐτὴ ἡ προφητεία».
4,22 Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν 22 Καὶ ὅλοι ἐπεβεβαίωναν δι' αὐτόν, ὅτι 22 Καὶ ὅλοι, ὅσοι ἤκουσαν τὴν ἐξήγησιν τῆς προφητείας, ποὺ ἐν
40/255
γυναῖκα χήραν. Σιδωνίας πρὸς κάποιαν ἄγνωστον καὶ ἄσημον
χήραν γυναῖκα.
41/255
πείθῃ. ἐδίδασκεν αὐθεντικῶς.
42/255
ἐξέρχονται;
4,37 Καὶ ἐξεπορεύετο ἦχος 37 Καὶ διεδίδετο ἡ φήμη αὐτοῦ εἰς κάθε τόπον 37 Καὶ διεδίδετο ἡ περὶ αὐτοῦ φήμη εἰς κάθε μέρος τῶν περιχώρων
43/255
ἐπιτιμῶν οὐκ εἴα αὐτὰ διότι ἐγνώριζαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός. φαίνωνται σύμμαχοι καὶ συνεργᾶται του καὶ ὕπουλα νὰ ἐλκύουν
λαλεῖν, ὅτι ᾔδεισαν τὸν (Δὲν ἤθελε τὴν δολίαν μαρτυρίαν τῶν τὴν ἐμπιστοσύνην τοῦ κόσμου, εἴτε καὶ διὰ νὰ προκαλέσουν
44/255
5,2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα 2 Καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἀραγμένα καὶ ἀκίνητα 2 Καὶ εἶδε δύο μικρὰ πλοῖα ἀραγμένα πλησίον τῆς λίμνης· οἱ
παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἐκεῖ κοντὰ εἰς τὴν λίμνην· οἱ ψαράδες εἶχαν ψαράδες δὲ εἶχαν βγῆ ἀπ’ αὐτὰ εἰς τὴν παραλίαν καὶ ἐπλεναν τὰ
45/255
πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας πλοῖον, νὰ ἔλθουν, διὰ νὰ πιάσουν μαζῆ μὲ δίκτυα καὶ νὰ τοὺς βοηθήσουν διὰ νὰ τὰ σύρουν ἐπάνω. Καὶ ἦλθον
46/255
τὸν Χριστόν.
47/255
5,16 αὐτὸς δὲ ἦν ὑποχωρῶν ἐν 16 Αὐτὸς δὲ ἔφευγε καὶ ἀπεσύρετο εἰς 16 Αὐτὸς ὅμως ἀντιθέτως ἀπεσύρετο συνεχῶς εἰς τὰς ἐρήμους καὶ
ταῖς ἐρήμοις καὶ ἐρημικοὺς τόπους καὶ προσηύχετο. προσηύχετο.
48/255
ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι, αἱ ὁποῖαι εἶναι καὶ διατεθῶ ἔναντι τῆς ἁμαρτωλῆς σου καταστάσεως, διὰ τὴν ὁποίαν σὲ
σου. ἡ αἰτία τῆς ἀσθενείας σου». ἔρριψε τὴν στιγμὴν αὐτὴν εἰς ἀνησυχίαν ἡ συνείδησίς σου.
49/255
σου. κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ σπίτι σου».
50/255
αὐτοῦ λέγονες· διατὶ μετὰ τελώνας καὶ ἁμαρτωλούς;» ἔρχεσθε οὕτω εἰς στενὴν καὶ φιλικὴν σχέσιν μὲ αὐτούς;
51/255
5,35 Ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι, 35 Θὰ ἔλθουν ὅμως ἡμέραι, ὅταν θὰ 35 Θὰ ἔλθουν ὅμως ἡμέραι καὶ τότε, ὅταν θὰ πάρουν ἀπὸ αὐτοὺς
52/255
ἀμφότεροι συντηρούνται. των εἶναι τὰ φθαρμένα ἐνδύματα, εἶναι οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ μαθηταί των εἶναι ἀσκοὶ παλαιοί, ποὺ δὲν
παλαιοὶ ἀσκοῖ, ἔχουν παλαιὰν νοοτροπίαν καὶ ἠμποροῦν νὰ βαστάσουν τὴν νέαν διδασκαλίαν μου, τὴν ὁποίαν θὰ
53/255
6,3 Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς 3 Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· 3 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Δὲν ἀνεγνώσατε οὔτε κὰν
αὐτοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ «δὲν ἔχετε ἀναγνώσει οὔτε κἂν καὶ τοῦτο, ἐκεῖνο, ποὺ ἔκαμεν ὁ ἔνδοξός σας βασιλεὺς Δαβίδ, ὅταν πείνασεν
54/255
6,7 Παρετήρουν δὲ οἱ 7 Τὸν κατεσκόπευον δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ 7 Τὸν παρεφύλαττον δὲ καὶ τὸν παρηκολούθουν προσεκτικὰ οἱ
γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰ Φαρισαῖοι, ἐὰν κατὰ τὸ Σάββατον θὰ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ἐὰν θὰ θεραπεύσῃ τὸν πάσχοντα
55/255
ἀνοίας, καὶ διελάλουν πρὸς νοῦ καὶ πώρωσιν τῆς καρδίας καὶ συζητοῦσαν συνωμίλουν μεταξύ των, τί θὰ μποροῦσαν νὰ κάμουν εἰς τὸν
ἀλλήλους τί ἂν ποιήσειαν τῷ ἐντόνως μεταξύ τους, τί θὰ μποροῦσαν νὰ Ἰησοῦν πρὸς τιμωρίαν τῆς κατὰ τὸ Σάββατον θεραπείας.
56/255
ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ ὅπου ἤρχιζε ἡ πεδιάς. Καὶ ἐκεῖ εἶχε πολὺς ἀπὸ ὅλην τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ τὴν
57/255
τὰς ἄλλας θλίψεις, τὰς ὁποίας ὑπομένετε, εὐγνωμοσύνην ἀπὸ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος δι’ αὐτῶν σᾶς παιδαγωγεῖ,
διότι θὰ χαρῆτε καὶ θὰ γελάσετε. διότι θὰ γελάσετε καὶ θὰ χαρῆτε κατὰ τὴν μέλλουσαν ζωήν.
58/255
Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι ἀπολαύσεις, διότι θὰ στερηθῆτε ἀπὸ τὰ καὶ πίωμεν· διότι θὰ στερηθῆτε τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ εἰς τὸν
πενθήσετε καὶ κλαύσετε. ἀνεκτίμητα πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ μέλλοντα βίον καὶ θὰ πεινάσετε. Καὶ σὲ σᾶς, ποὺ ὡς μοναδικὸν
6,28 εὐλογεῖτε τοὺς 28 εὐλογεῖτε ἐκείνους, ποὺ σᾶς καταρῶνται, 28 νὰ εὔχεσθε πρὸς τὸν Θεὸν ἀγαθὰ καὶ νὰ ἐπικαλῆσθε τὰς θείας
καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν δι' ἐκείνους, ποὺ εὐλογίας δι’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι σᾶς καταρῶνται, καὶ νὰ
προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν σᾶς δυσφημοῦν καὶ σᾶς προβάλλουν καὶ σᾶς προσεύχεσθε ὑπὲρ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι σᾶς δυσφημοῦν καὶ
ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς. βλάπτουν. ὁπωσδήποτε σᾶς βλάπτουν.
6,29 Τῷ τύπτοντί σε ἐπὶ τὴν 29 Εἰς ἐκεῖνον ποὺ σὲ κτυπᾷ εἰς τὴν μίαν 29 Εἰς ἐκεῖνον ποὺ σὲ κτυπᾷ εἰς τὴν μίαν πλευρὰν τῆς σιαγόνος,
σιαγόνα πάρεχε καὶ τὴν παρειάν, πρόσφερε καὶ τὴν ἄλλην νὰ πρόσφερέ του καὶ τὴν ἄλλην πλευράν. Καὶ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ
ἄλλην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντός κτυπήσῃ· καὶ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σοῦ σοῦ πάρῃ τὸ ἐπανωφόριον, μὴ τὸν ἐμποδίσῃς νὰ πάρῃ καὶ τὸ
σου τὸ ἱμάτιον καὶ τὸν χιτῶνα ἁρπάσῃ τὸ ἐπανωφόρι, μὴ τὸν ἐμποδίσῃς νὰ ὑποκάμισόν σου. (Ἡ πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπη σου δηλαδὴ πρέπει
59/255
μὴ κωλύσῃς. σοῦ πάρῃ καὶ τὸν χιτῶνα. νὰ σὲ κάνῃ ὑποχωρητικὸν πάντοτε καὶ νὰ σὲ προθυμοποιῆ, ὅπως
παραιτῆσαι ὑπὲρ τοῦ πλησίον καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ πλέον νόμιμα
60/255
ἀνάγκην των.
61/255
αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, θὰ ξεχειλίζῃ τὸ καλὸν περιεχόμενόν του, θὰ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Διότι μὲ τὴν αὐτὴν πλουσίαν διάθεσιν καὶ μὲ
ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. δώσουν εἰς σᾶς. Διότι μὲ τὸ μέτρον καὶ τὴν τὸ ἴδιον μέτρον τῆς εὐεργεσίας, μὲ τὸ ὁποῖον μετρᾶτε τὰς δωρεάς
62/255
ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ σου τὸ ἀχυράκι καθ' ὃν χρόνον σὺ δὲν ἐνῷ σὺ ὁ ἴδιος δὲν βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; Πῶς
ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; ἡμπορεῖς νὰ τοῦ εἴπῃς: ἀδελφέ, ἐπίτρεψόν μου νὰ διορθώσω τὸ
63/255
καρδίας αὐτοῦ προσφέρει τὸ τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν τὸν ἀγαθὸν τοῦτον θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει λόγους καὶ
ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς κακὸν θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸν πράξεις ἀγαθάς. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν κακὸν
64/255
ἀνθρώπῳ οἰκοδομήσαντι ἄνθρωπον, ποὺ οἰκοδόμησε τὸ σπίτι του εἰς τὸ τὸ χῶμα χωρὶς θεμέλιον. Καὶ εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἔπεσε μὲ ὁρμὴν ὁ
οἰκίαν ἐπὶ τὴν γῆν χωρὶς χῶμα, χωρὶς θεμέλιον. Εἰς αὐτὸ ἐχτύπησε ποταμὸς καὶ ἀμέσως ἐκρημνίσθη ὁλόκληρον καὶ ἐσωριάσθη. Καὶ
65/255
7,4 Οἱ δὲ παραγενόμενοι πρὸς 4 Αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ ἦλθαν εἰς τὸν Ἰησοῦν, τὸν 4 Αὐτοὶ δὲ ἀφοῦ ἦλθον εἰς τὸν Ἰησοῦν, τὸν παρεκάλουν μὲ ἐπιμονὴν
τὸν Ἰησοῦν παρεκάλουν αὐτὸν παρακαλοῦσαν μὲ θερμὸν ἐνδιαφέρον καὶ καὶ θερμότητα λέγοντες, ὅτι εἶναι ἄξιος αὐτός, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ
66/255
περισσότερον ὁ ἰδικός σου λόγος θὰ γίνῃ ἀλλ’ ἔχεις ἐξουσίαν καὶ ἐπὶ τῶν ἀοράτων δυνάμεων, δὲν θὰ γίνῃ
ἀμέσως ἔργον». ἐκεῖνο, ποὺ θέλεις;
67/255
ἦν σὺν αὐτῇ. παρακολουθοῦσε μαζῆ της τὴν κηδείαν.
7,13 Καὶ ἱδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος 13 Καὶ ὅταν τὴν εἶδε ὁ Κύριος, τὴν 13 Καὶ ὅταν τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τὴν ἐλυπήθη, καὶ βέβαιος περὶ τοῦ
68/255
7,19 Καὶ προσκαλεσάμενος δύο 19 Καὶ ὁ Ἰωάννης, ἀφοῦ ἐκάλεσε δύο ἀπὸ 19 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ὁ Ἰωάννης δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του,
69/255
καθαρίζονται, κωφοὶ ἀκούουσι, ἄνθρωποι ἀκούουν καὶ δέχονται τὸ φέρῃ τὴν εὐδαιμονίαν καὶ δόξαν.
νεκροὶ ἐγείρονται, πτωχοὶ χαροποιὸν μήνυμα τῆς βασιλείας τῶν
70/255
καὶ ἡ ἀποστολή του.
71/255
7,30 οἱ δὲ Φαρισαῖοι καὶ οἱ 30 Ἀντιθέτως δὲ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ νομικοί, 30 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως, ποὺ θεωροῦνται ἐνάρετοι, καὶ οἱ νομικοί, ποὺ
72/255
καὶ λέγετε· ἰδοὺ ἄνθρωπος συνετὸς ἄνθρωπος, καὶ λέγετε· Ἰδοὺ καὶ οἰνοπότης, φίλος τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν.
φάγος καὶ οἰνοπότης, φίλος ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, φίλος
73/255
μύρῳ.
74/255
Εἰσῆλθόν σου εἰς τὴν οἰκίαν, νερὸ νὰ διὰ τὸ πλύσιμο τῶν ποδιῶν μου. κοινὸν νερό, ἀλλὰ μὲ αὐτὰ τὰ δάκρυά της μοῦ ἔβρεξε τοὺς πόδας
7,46 Ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου 46 Σὺ δὲν μοῦ ἄλειψες τὴν κεφαλὴν οὔτε μὲ 46 Σὺ δὲν μοῦ ἤλειψες τὴν κεφαλὴν μὲ ἀπλοῦν ἔλαιον, ποὺ εἶναι
οὐκ ἤλειψας· αὕτη δὲ μύρῳ ἁπλὸ λάδι. Αὐτὴ δὲ μοῦ ἄλειψε τοὺς πόδας τόσον ἐθηνόν. Αὐτὴ ὅμως μὲ πανάκριβον μύρον μοῦ ἤλειψεν ὄχι
ἤλειψέ μου τοὺς πόδας. μὲ πανάκριβο μύρον. τὴν κεφαλήν, ἀλλὰ τοὺς πόδας.
7,47 Οὗ χάριν λέγω σοι, 47 Ἕνεκα δὲ τούτου ἀκριβῶς σοῦ λέγω ὅτι 47 Ἕνεκα δὲ τούτου, σὲ βεβαιῶ καὶ μάθε το, εἶναι συγχωρημέναι αἱ
ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ εἶναι συγχωρημέναι αἱ πολλαὶ αὐτῆς πολλαί της ἁμαρτίαι, διότι ἠγάπησε πολύ. Ἐζήτησε τὴν ἄφεσιν τοῦ
πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολὺ· ᾧ δὲ ἁμαρτίαι, διότι ἠγάπησε πολὺ ἐμὲ τὸν χρέους τῶν ἁμαρτιῶν της, γεμᾶτη εὐγνωμοσύνην καὶ ἀφοσίωσιν
ὀλίγον ἀφίεται, ὀλίγον ἀγαπᾷ. Λυτρωτήν, καὶ ἐπόθησε βαθύτατα τὴν πρὸς ἐμέ, ποὺ θὰ τὴν συνεχώρουν. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ νομίζει, ὅτι δὲν
λύτρωσίν της. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ νομίζει ὅτι χρεωστεῖ πολλά, καὶ εἰς τὸν ὁποῖον κατὰ τὴν ἰδέαν του ἀφίνεται
ὀλίγον χρέος ἔχει ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, ὀλίγον ὀλίγον χρέος, ὀλίγον ἀγαπᾷ, ὅπως συμβαίνει μὲ σέ. Ἡ γυναῖκα
ἀγαπᾷ». δηλαδὴ αὐτὴ μὲ ἠγάπησεν ὡς σωτῆρα της πολὺ περισσότερον ἀπὸ
σέ, ποὺ δὲν αἰσθάνεσαι τόσον τὴν ἀνάγκην νὰ σὲ σώσω.
7,48 Εἶπε δὲ αὐτῇ· ἀφέωνταί 48 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· «εἶναι 48 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτήν· Εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου.
σου αἱ ἁμαρτίαι. συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου»
7,49 Καὶ ἤρξαντο οἱ 49 Καὶ αὐτοί, ποὺ παρεκάθηντο μαζῆ του εἰς 49 Καὶ ἤρχισαν αὐτοί, ποὺ ἐκάθηντο μαζὶ εἰς τὸ τραπέζι, νὰ λέγουν
75/255
συνανακείμενοι λέγειν ἐν τὸ τραπέζι ἤρχισαν νὰ σκέπτωνται καὶ νὰ μέσα τους· Ποῖος εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος καὶ ἁμαρτίας ἀκόμη τολμᾷ
76/255
8,3 καὶ ᾿Ιωάννα γυνὴ Χουζᾶ 3 καὶ ἡ Ἰωάννα, σύζυγος τοῦ Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος 3 καὶ ἡ Ἰωάννα ἡ σύζυγος τοῦ Χουζά, τοῦ οἰκονομοῦ καὶ
ἐπιτρόπου Ἡρῴδου, καὶ ἦτο οἰκονομικὸς διαχειριστὴς τοῦ Ἡρῴδου διαχειριστοῦ τοῦ Ἡρῴδου, καὶ ἡ Σουσάννα καὶ πολλαὶ ἄλλαι, αἱ
77/255
ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ, ἂς ἀκούῃ αὐτά ποὺ ἐγὼ πνευματικὰ καὶ ἐνδιαφέρον πνευματικὸν διὰ νὰ ἀκούῃ καὶ
78/255
ἀπὸ της καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ Ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ παίρνει τὸν τὰς καρδίας των, διὰ νὰ μὴ πιστεύσουν εἰς τὸν λόγον καὶ σωθοῦν.
πιστεύσαντες σωθῶσιν. λόγον ἀπὸ τὴν καρδία των, διὰ νὰ μὴν
79/255
μὲ τὴν ὑπομονήν, τὴν ὁποίαν θὰ δεικνύουν
εἰς διαφόρους θλίψεις καὶ περιπετείας.
80/255
αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἠδύναντο καὶ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ τὸν πλησιάσουν, καὶ νὰ τοῦ ὁμιλήσουν ἕνεκα τῆς συρροῆς τοῦ πλήθους.
συντυχεῖν αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον. ἕνεκα τοῦ λαοῦ, ποὺ τὸν περιεστοίχιζε.
81/255
ἀπολλυόμεθα! Ὁ δὲ ἐγερθεὶς ἐσηκώθηκε, διέταξε τὸν ἄνεμον καὶ τὴν καὶ ἔπαυσαν, καὶ ἔγινεν ἀμέσως γαλήνη.
ἐπετίμησε τῷ ἀνέμῳ καὶ τῷ θαλασσοταραχήν, καὶ ἔπαυσαν, καὶ ἔγινε
82/255
ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ δυνατά, ἔπεσεν εἰς τὰ πόδια του καὶ μὲ καὶ ἔπεσεν εἰς τοὺς πόδας του καὶ μὲ φωνὴν μεγάλην εἶπε· Ποία
καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ φωνὴν μεγάλην εἶπε· «ποία σχέσις ὑπάρχει σχέσις ὑπάρχει μεταξὺ ἐμοῦ καὶ σοῦ καὶ τὶ ζητᾷς ἀπὸ ἐμέ, Ἰησοῦ,
83/255
καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα παρακαλοῦσαν τὰ δαιμόνια νὰ τοὺς δώσῃ ἐκείνους τοὺς χοίρους. Καὶ ἐπειδὴ αὐτοί, ποὺ ἔτρεφον τοὺς χοίρους,
ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους τὴν ἄδειαν νὰ μποῦν εἰς ἐκείνους τοὺς ἔπραττον τοῦτο παρὰ τὸν Μωσαϊκὸν νόμον, ὁ ὁποῖος ἀπηγόρευεν
84/255
δαιμονισθείς. δαιμονιζόμενος.
85/255
τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν τὸ σπίτι του,
εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ,
86/255
ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ ἀπὸ τὴν προσοχὴν τοῦ Ἰησοῦ, τρέμουσα ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν, ἦλθε τρέμουσα ἀπὸ τὸν φόβον της καὶ
87/255
ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπε· μὴ ἐκτυποῦσαν τὰς κεφαλὰς καὶ τὰ στήθη των των διὰ τὴν νεκράν. Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Μὴ κλαίετε· δὲν ἀπέθανεν,
88/255
νόσους θεραπεύειν·
9,2 καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς 2 Καὶ ἔστειλε αὐτοὺς νὰ κηρύσσουν τὴν 2 Καὶ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύττουν τὸ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ
89/255
9,7 Ἤκουσε δὲ Ἡρῴδης ὁ 7 Ἐπληροφορήθη δὲ τότε ὁ Ἡρῴδης ὁ 7 Ἤκουσε δὲ ὁ τετράρχης Ἡρῴδης ὅλα τὰ θαυμαστά, ποὺ ἐγίνοντο
90/255
Θεοῦ, καὶ τοὺς χρείαν ἔχοντας ἰάτρευε ὅσους εἶχαν ἀνάγκην θεραπείας.
θεραπείας ἰάσατο.
91/255
εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ καὶ εὐλόγησε τοὺς ἄρτους. Ἔπειτα τοὺς Καὶ μετὰ τὴν εὐλογίαν ἔκοψε τοὺς ἄρτους εἰς κομμάτια καὶ ἔδιδε
κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς ἔκοψε κομμάτια καὶ ἔδιδε συνεχῶς εἰς τοὺς συνεχῶς εἰς τοὺς μαθητὰς διὰ νὰ τὰ θέτουν ἐμπρὸς εἰς τὸ πλῆθος
92/255
παρεμποδίζουσα τὸ πνευματικὸν ἔργον του.
93/255
πνευματικὴ καὶ ἄφθαρτος δὲν συγκρίνεται μὲ κανὲν ἀπὸ τὰ ὑλικὰ
τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀγαθά;
94/255
προσεύχεσθαι αὐτὸν τὸ εἰδὸς του μορφὴ τοῦ προσώπου του διαφορετικὴ του διαφορετική, διότι ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιον καὶ ἡ ἐνδυμασία του
τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἕτερον καὶ καὶ ἡ ἐνδυμασία του ὁλόλευκη καὶ ἔγινε λευκὴ καὶ λαμπρὰ σὰν ἀστραπή.
95/255
αὐτούς· ἐφοβήθησαν δὲ ἐν τῷ ὁ Πέτρος καὶ οἱ δύο ἄλλοι μαθηταί, ὅταν ὁ Διδάσκαλος καὶ οἱ δύο προφῆται ἐμβῆκαν εἰς τὴν νεφέλην. Καὶ
96/255
9,39 καὶ ἰδοὺ πνεῦμα λαμβάνει 39 Καὶ ἰδοὺ τὸν κυριεύει ἀπὸ καιροῦ εἰς 39 Καὶ ἰδοὺ τὸν καταλαμβάνει πνεῦμα πονηρὸν καὶ ἔξαφνα
97/255
εἶπε πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· ὅλοι ἐθαύμαζαν μὲ ὅλα ὅσα ἔκαμεν ὁ
Ἰησοῦς, εἶπε πρὸς τοὺς μαθητάς του,
98/255
ὁποίας ὁ Διδάσκαλος ὡμίλει.
99/255
Ἰησοῦς· μὴ κωλύετε· οὐ γάρ ἐστι ἐμποδίζετε· διότι δὲν εἶναι ἐναντίον σας, ἐνάντιόν σας. Καὶ ὅποιος δὲν εἶναι ἐνάντιόν σας καὶ δὲν εἶναι
καθ' ὑμῶν· ὃς γὰρ οὐκ ἐστὶ καθ' κάθε ἕνας ποὺ δὲν εἶναι ἐναντίον σας, εἶναι προκατειλημμένος κατὰ τῆς διδασκαλίας σας, οὐδὲ πολεμεῖ αὐτήν,
100/255
ἔκαμε ἄλλοτε ὁ Ἠλίας;»
101/255
9,59 Εἶπε δὲ πρὸς ἕτερον· 59 Εἶπε δὲ πρὸς κάποιον ἄλλον· «ἔλα μαζῆ 59 Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς εἰς κάποιον ἄλλον· Ἀκολούθει με. Αὐτὸς δὲ
ἀκολούθει μοι· ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, μου». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «Κύριε, δός μου τὴν εἶπε· Κύριε, δός μου τὴν ἄδειαν νὰ ἀπέλθω καὶ νὰ θάψω πρῶτον
102/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 10Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
10,1 Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Μετὰ ταῦτα ἀνέδειξε ὁ Κύριος καὶ ἄλλους Μετὰ ταῦτα δὲ ἐξέλεξε καὶ ἀνεγνώρισε δημοσία ὁ Κύριος καὶ
Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα μαθητὰς καὶ τοὺς ἔστειλε δύο - ἄλλους ἑβδομήκοντα μαθητάς, καὶ ἀνὰ δύο μαζὶ ἀπέστειλεν
ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν δύο μαζῆ, νὰ μεταβοῦν ἐνωρίτερα ἀπὸ αὐτοὺς προτήτερα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του εἰς κάθε πόλιν καὶ μέρος,
αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτὸν εἰς κάθε πόλιν καὶ τόπον, ὅπου ὅπου ἐπρόκειτο νὰ ἔλθῃ καὶ αὐτός.
αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ ἐπρόκειτο καὶ αὐτὸς νὰ ἔλθῃ.
τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς
ἔρχεσθαι.
10,2 Ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτούς· ὁ 2 Ἔλεγε δὲ εἰς αὐτούς· «ὁ μὲν θερισμὸς εἶναι 2 Ἔλεγε λοιπὸν εἰς αὐτούς· Τὰ μὲν ὥριμα διὰ θερισμὸν στάχυα
μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι.(Πολλοὶ δηλαδὴ εἶναι πολλά, οἱ δὲ ἐργάται ποὺ θὰ τὰ θερίσουν, εἶναι ὀλίγοι. Πολλοὶ
ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν τὴν ἀγαθὴ διάθεσιν δηλαδὴ εἶναι οἱ εὐδιάθετοι νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιον καὶ νὰ
Κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, σωθοῦν, ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἐργάται, ποὺ θὰ
ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ ἐργάται τοῦ ὑπηρετήσουν εἰς τὸ πνευματικὸν αὐτὸ ἔργον. Παρακαλέσατε
θερισμὸν αὐτοῦ. Εὐαγγελίου). Παρακαλέσατε, λοιπόν, τὸν λοιπὸν τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι κύριος καὶ ἰδιοκτήτης τῆς ὡρίμου πρὸς
Κύριον τοῦ θερισμοῦ, τὸν Θεόν, νὰ στείλῃ θερισμὸν σπορᾶς, νὰ βγάλῃ καὶ ἀποστείλῃ ἐργάτας εἰς τὸν
ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν του. θερισμόν του.
10,3 Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ 3 Σεῖς πηγαίνετε τώρα ὡς ἐργάται τοῦ 3 Πρὸς ἐκτέλεσιν τοῦ Θείου αὐτοῦ ἔργου πηγαίνετε καὶ σεῖς τώρα
ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν Εὐαγγελίου. Θὰ συναντήσετε ὅμως καὶ ἐκτελέσατέ το μὲ θάρρος καὶ καρτερίαν. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς
μέσῳ λύκων. δυσκολίας καὶ ἐμπόδια. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς ἀποστέλλω σὰν ἀρνία ἥμερα ἐν μέσῳ αἱμοβόρων λύκων, πρὸς τοὺς
στέλνω ὡς ἀρνία ἀνάμεσα εἰς λύκους. ὁποίους ὁμοιάζουν οἱ ἐχθροὶ τοῦ εὐαγγελίου, οἱ κυριευμένοι ἀπὸ τὰ
ἄγρια πάθη τῆς κακίας.
10,4 Μὴ βαστάζετε βαλάντιον, 4 Μὴ κρατεῖτε ἐπάνω σας βαλάντιον, οὔτε 4 Μὴ βαστᾶτε πουγγίον διὰ χρήματα, οὔτε σάκκον ταξιδιωτικὸν διὰ
μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ ταξιδιωτικὸν σακκίδιο οὔτε ὑποδήματα, τροφάς, οὔτε ὑποδήματα νὰ βαστᾶτε, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆσθε εἰς αὐτὰ
μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά ποὺ φορεῖτε· καὶ εἰς τὸν ποὺ φορεῖτε. Καὶ μὴ σταματάτε εἰς τὸν δρόμον σας διὰ νὰ χάσετε
103/255
ἀσπάσησθε, δρόμον νὰ μὴ σταθῆτε νὰ χαιρετήσετε καιρὸν εἰς χαιρετισμοὺς μὲ κάποιον ποὺ συνηντήσατε.
κανένα μὲ τοὺς μακροὺς χαιρετισμούς, ποὺ
104/255
10,9 καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν 9 Νὰ θεραπεύετε τοὺς ἀσθενεῖς, ποὺ 9 Καὶ θεραπεύετε τοὺς ἀρρώστους, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὴν πόλιν
105/255
μετενόησαν. πολλοῦ οἱ κάτοικοί τους μετανοήσει καὶ εἰς ἐμβλήματα τοῦ πένθους, δηλαδὴ σάκκον ἀντὶ ἐνδύματος καὶ
ἐκδήλωσιν τῆς μετανείας των θὰ εἶχαν στάκτην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των, θὰ εἶχαν μετανοήσει.
106/255
10,18 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐθεώρουν 18 Εἶπε δὲ εἰς αὐτούς· «ἀπὸ τότε ποὺ ἤρχισα 18 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· ἀφ’ ὅτου ἤρχισα τὸ ἔργον μου, ἀλλὰ καὶ
107/255
ἐπουρανίου κοινωνίας καὶ βασιλείας.
10,21 Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ 21 Αὐτὴν δὲ τὴν ὥραν ἠσθάνθη ὁ Ἰησοῦς 21 Κατ’ αὐτὴν τὴν ὥραν ὁ Ἰησοῦς ἐδοκίμασε ζωηροτάτην χαρὰν εἰς
108/255
μαθητὰς κατ' ἰδίαν εἶπε· τοὺς εἶπε ἰδιαιτέρως· «Τρισευτυχισμένα τὰ Ἄξια μακαρισμοῦ εἶναι τὰ μάτια ποὺ βλέπουν μὲ τὸ φῶς τῆς
μακάριοι οἱ ὀφθαλμοὶ οἱ μάτια σας ποὺ βλέπουν αὐτὰ τὰ ὁποῖα πίστεως καὶ ἐννοοῦν αὐτά, ποὺ βλέπετε σεῖς.
109/255
ὅπως τὸν εὐατόν σου». ὀφείλεις νὰ τὸν ἀγαπᾷς, ὥστε αὐτὸν πάντοτε νὰ σκέπτεσαι. Νὰ
ἀγαπᾷς δὲ καὶ τὸν πλησίον σου, ὅσον καὶ ὅπως ἀγαπᾷς τὸν ἑαυτόν
110/255
ἐπροσπέρασε ἀσυγκίνητος.
111/255
λῃστῶν;»
10,37 Ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ 37 Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «αὐτὸς ποὺ ἔκαμε πρᾶξιν 37 Αὐτὸς δὲ εἶπε· Πλησίον του ἀπεδείχθη αὐτός, ποὺ τὸν ἐπόνεσε
112/255
μέλει σοι ἡ ἀδελφή μου μόνην πολλὰς ἀσχολίας. Εἰς κάποιαν στιγμὴν δὲν σὲ μέλει, ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἀφῆκε μοναχὴν νὰ ὑπηρετῶ καὶ
με κατέλειπε διακονεῖν; Εἰπὲ ἐστάθη κοντὰ εἰς τὸν Ἰησοῦν καὶ εἶπε· νὰ ἑτοιμάζω τὸ τραπέζι; Πές της λοιπὸν νὰ μὲ βοηθήσῃ.
113/255
Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητὰς
αὐτοῦ.
114/255
πρὸς αὐτὸν μεσονυκτίου καὶ ἐρεῖ καὶ θὰ ὑπάγῃ εἰς αὐτὸν κατὰ τὰ ὑπάγῃ εἰς αὐτὸν κατὰ τὰ μεσάνυχτα, καὶ θὰ τοῦ εἴπῃ φίλε, δάνεισέ
αὐτῷ· φίλε, χρῆσόν μοι τρεῖς μεσάνυκτα καὶ θὰ τοῦ πῇ· Φίλε, δάνεισέ με τρία ψωμιά.
115/255
θύραν τοῦ Θεοῦ, θὰ τοῦ ἀνοιχθῇ αὐτή.
116/255
δαιμόνια.
117/255
δαιμόνια.
11,19 Εἰ δὲ ἐγὼ ἐν Βεελζεβοὺλ 19 Ἐὰν δὲ ἐγὼ μὲ τὴν συνεργασίαν τοῦ 19 Ἐὰν δὲ ἐγὼ μὲ τὴν βοήθειαν καὶ συνεργασίαν τοῦ Βεελζεβοὺλ
118/255
φυλακισμένους εἰς τὴν αὐλήν του καὶ ἐπὶ
πλέον δίνω ἐξουσίαν εἰς τοὺς μαθητάς μου
119/255
γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ τελευταία τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, χάριν καὶ ἐκδιώξαντες αὐτὴν ἀπὸ τῆς ψυχῆς των γίνονται πολὺ
ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν χειρότερα ἀπὸ τὰ πρῶτα». (Ὅσοι χειρότεροι παρ’ ὅ,τι ἦσαν πρὶν ἢ ἐπισκεφθῇ αὐτοὺς ἡ χάρις.
120/255
προφήτου.
11,30 Καθὼς γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς 30 Διότι ὅπως ὁ Ἰωνᾶς μὲ τὸ νὰ βγῇ σῶος 30 Διότι ὅπως ὁ Ἰωνᾶς ἐξελθὼν σῷος καὶ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὴν κοιλίαν
121/255
Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε. Καὶ ἰδού, ὑπάρχει ἐδῶ κάτι ἀσυγκρίτως συντελοῦν εἰς τὸ νὰ γίνῃ δεκτὸν τὸ ἰδικόν μου κήρυγμα, παρ’ ὅσα
ἀνώτερον ἀπὸ τὸν Ἰωνᾶ, ἐγώ, ὁ σαρκωθεὶς συνέτρεχον διὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ. Διότι ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπλοῦς
122/255
λογικὸν καὶ ἡ συνείδησις, εἶναι σκοτάδι. σου, ποὺ εἶναι ὁ φωταγωγὸς τῆς ψυχῆς σου.
(Διότι τότε ὅσον φῶς καὶ ἂν ὑπάρχῃ ἔξω,
123/255
φαίνεσθε εὐσεβεῖς, πλύνετε τὸ σῶμα σας σας νὰ εἶναι καθαρόν, ἐνῷ ἀφίνετε τὴν ψυχήν σας νὰ εἶναι
καὶ τὰ χέρια σας, ἀλλὰ ἀφίνετε τὴν ψυχήν βρωμερὰ καὶ ἀκάθαρτος.
124/255
πρωτοκαθεδρίαν ἐν ταῖς καθίσματα εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ τοὺς διακρίνεσθε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ ἀρέσκεσθε νὰ σᾶς χαιρετοῦν μὲ
συναγωγαῖς καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς χαιρετισμοὺς καὶ τὸν σεβασμὸν τῶν σεβασμὸν εἰς τὰς ἀγοράς.
125/255
τηρῆτε).
11,47 Οὐαῖ ὑμῖν, ὅτι οἰκοδομεῖτε 47 Ἀλλοίμονό σας, διότι κτίζετε τὰ μνημεῖα 47 Ἀλλοίμονόν σας, διότι οἰκοδομεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν προφητῶν.
126/255
κόσμου ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης. ἀπὸ καταβολῆς κόσμου μέχρι σήμερα. φοβερώτερον ἀπὸ τοὺς φόνους τῶν προγόνων της. Δι’ αὐτὸ δὲ θὰ
τιμωρηθῇ αὐτὴ διὰ τὸ αἷμα ὅλων τῶν προφητῶν, ποὺ χύνεται
127/255
ζητήματα τοῦ νόμου.
11,54 ἐνεδρεύοντες αὐτόν, 54 Καὶ τοῦ ἔστηναν ἔτσι παγίδα καὶ τὸν 54 Καὶ μὲ τὰ ἐρωτήματα καὶ τὰ ζητήματα αὐτὰ τὸν παρεμόνευαν
128/255
μέσα εἰς τὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, θὰ κηρυχθῇ νὰ ἀκουσθῇ ἀπὸ ὅλους καὶ νὰ κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον μετὰ πάσης
ἀπὸ τίς ταράτσες, (Ἡ ἀλήθεια τοῦ δημοσιότητος.
129/255
Μὴ λοιπὸν φοβεῖσθε· σεῖς εἶσθε ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ πολλὰ σπουργίτια.
ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ πολλὰ
130/255
τὸ βαρύτατον αὐτὸ ἁμάρτημά του
φανερώνει ὅτι αὐτὸς ἔχει πλέον
131/255
περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ διότι ἡ ζωὴ του ἀνθρώπου δὲν ἐξαρτᾶται τὴν ζωήν σας. Διότι ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ
132/255
ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ Θεός· ἀνόητε ἀπὸ τὴν κακίαν σου συνειδήσεως εἴτε εἰς τὸν ὕπνόν του· Ἄμυαλε καὶ ἀνόητε ἄνθρωπε,
133/255
12,24 Κατανοήσατε τοὺς 24 Παρατηρῆστε μὲ προσοχὴ καὶ 24 Παρατηρήσατε μὲ προσοχὴν τὰ κοράκια καὶ σκεφθῆτε, ὅτι ταῦτα
κόρακας, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ καταλάβετε, τί συμβαίνει μὲ τοὺς κόρακας δὲν σπέρνουν οὔτε θερίζουν. Δὲν ἔχουν αὐτὰ οὔτε κελλάριον οὔτε
134/255
οὕτως ἀμφιέννυσι, πόσῳ μᾶλλον πόσῳ μᾶλλον θὰ ἐνδύσῃ σᾶς, ὀλιγόπιστοι; τὸ ἐνδύει, πόσον περισσότερον θὰ ἐνδύσῃ σᾶς, ὦ ὀλιγόπιστοι;
ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι;
135/255
ὑμῶν καὶ δότε ἐλεημοσύνην. γίνονται ἐμπόδιον διὰ τὴν βασιλείαν τῶν ὑλικὰ ἀγαθὰ σᾶς γίνωνται ἐμπόδιον, πωλήσατε ὅσα ἔχετε καὶ
Ποιήσατε ἑαυτοῖς βαλάντια μὴ οὐρανῶν, πωλήσατε τὰ ὑπάρχοντά σας καὶ δώσατέ τα ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχούς. Καὶ μὲ τὴν ἐλεημοσύνην
136/255
γρηγοροῦντας· ἀμὴν λέγω ὑμῖν νὰ ἀγρυπνοῦν. Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι αὐτὸς ζωὴν θὰ γίνῃ διάκονός των καὶ θὰ ζώσῃ τὴν μέσην του, ὥστε νὰ
ὅτι περιζώσεται καὶ ἀνακλινεῖ θὰ γίνῃ διάκονός των, θὰ ζώσῃ τὴν μέσην μὴν ἐμποδίζεται εἱς τὰς κινήσεις του ἀπὸ τὸ ὑποκάμισον του, καὶ θὰ
137/255
του δι’ ὅλους.
12,41 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος· 41 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· «Κύριε, 41 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· Κύριε, δι’ ἡμᾶς λέγεις τὴν παραβολὴν
138/255
ἐκείνου ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ ἡμέραν ποὺ δὲν περιμένει καὶ εἰς ὥραν περιμένει, καὶ εἰς ὤραν, ποὺ δὲν ξεύρει. Καὶ θὰ τὸν τεμαχίσῃ εἰς τὰ
139/255
ζητηθοῦν περισσότερα καλὰ ἔργα, παρ' μας, εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη του. Καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐνεπιστεύθησαν
ὅσα θὰ ζητήσουν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πολλά, θὰ τοῦ ζητήσουν πολλά, περισσότερα ἀπὸ ἐκείνους, οἱ
140/255
διαμεμερισμένοι, τρεῖς ἐπὶ δυσὶ δύο ἐναντίων τριῶν. θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν δύο καὶ δύο θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ
καὶ δύο ἐπὶ τρισί· τῶν τριῶν.
141/255
σας, δὲν κρίνετε τὸ ὀρθὸν καὶ δίκαιον, ὅτι καὶ σωστόν; Διατὶ δὲν βλέπετε, ὅτι ὁ βίος σας δὲν εἶναι σύμφωνος
δηλαδὴ εἶναι καιρὸς πλέον νὰ πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀποφασίζετε νὰ ἀλλάξετε
142/255
θυσίας, ποὺ ἐκεῖνοι προσέφεραν τὴν
ὥραν αὐτήν.
143/255
ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, ἀμπέλι του καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν εἰς καὶ κατ’ ἔτος καλλιεργούμενον. Καὶ ἦλθε καὶ ἐζήτει καρπὸν εἰς
καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, αὐτὴν καὶ δὲν εὑρῆκε. αὐτὴν καὶ δὲν ηὗρε.
144/255
ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὁποία ἕνεκα μοχθηρᾶς ἐπιδράσεως τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ
145/255
θεωρεῖτε παράβασιν τῆς ἀργίας τοῦ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ
Σαββάτου, καὶ πολὺ ὀρθῶς. Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς;
146/255
αὐτοῦ. φαίνεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Θὰ εἰς τὰς ἀρχὰς θὰ δημιουργήσῃ βαθμηδὸν τεραστίας κατακτήσεις
γιγαντωθῇ ὅμως, θὰ ἀπλωθῇ εἰς ὅλην εἰς τὸν κόσμον καὶ θὰ ἑξακολουθῇ νὰ παρέχῃ προστασίαν καὶ
147/255
λέγω δέ, ὅτι πολλοὶ θὰ ζητήσουν νὰ ζητήσουν νὰ ἔμβουν, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν τὴν ἀπόφασιν νὰ
148/255
ἀμετανόητοι. τὸν βίον σας τὴν ἀδικίαν, διότι καὶ αὐτὰ τὰ χαρίσματά μου τὰ
ἐχρησιμοποιήσατε ὄχι κατὰ τὸ ἰδικόν μου, ἀλλὰ κατὰ τὸ ἰδικόν
149/255
μετανοήσουν καὶ οἱ εἰδωλολάτραι ποὺ θὰ
πιστεύσουν, θὰ καταλάβουν μεγάλα
150/255
προφήτην ἀπολέσθαι ἔξω θὰ σταυρωθῷ. Δὲν θὰ μὲ φονεύσῃ ἐδῶ ὁ ἀκόμη ἡμέρας μου νὰ τὰς ζήσω καὶ δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ
Ἱερουσαλήμ. Ἡρώδης, διότι δὲν εἶναι πιθανὸν ματαιώσῃ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ. Καὶ κατὰ τὰς ἀκολούθους ἡμέρας
151/255
αὐτὸν εἰς οἶκόν τινος τῶν ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι ἑνὸς ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας τῶν Φαρισαίων ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου διὰ νὰ φάγῃ ἄρτον, συνέβη
ἀρχόντων τῶν Φαρισαίων τῶν Φαρισαίων νὰ φάγῃ ἄρτον, αὐτοὶ τὸν αὐτοὶ νὰ τὸν παρατηροῦν καὶ νὰ τὸν παρακολουθοῦν μετὰ
152/255
ταῦτα. πολὺ καλά, ὅτι τὸ ἄδικον ἦτο μὲ τὸ μέρος
153/255
συνανακειμένων σοι. παρακάθηνται μαζῆ μὲ σὲ εἰς τὸ τραπέζι.
154/255
14,15 Ἀκούσας δέ τις τῶν 15 Ὅταν δὲ κάποιος ἀπὸ τοὺς 15 Ὅταν δὲ ἤκουσεν αὐτὰ κάποιος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ
συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν παρακαθημένους ἤκουσε αὐτὰ εἶπε· συμπαρεκάθηντο εἰς τὸ τραπέζι, εἶπεν εἰς αὐτόν: Μακάριος εἶναι
155/255
δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σέ, ἔχε με δοκιμάσω· σὲ παρακαλῶ νὰ θεωρήσῃς ἀπουσίαν μου.
παρῃτημένον. δικαιολογημένην τὴν ἀπουσίαν μου.
156/255
Μεσσίου.
14,24 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς 24 Διότι σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι κανεὶς ἀπὸ 24 Διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς
157/255
ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ καὶ τὰς ἀδελφάς, ἐφ' ὅσον αὐτοὶ τοῦ εἶναι ὁ φόβος του νὰ χάσῃ τὴν ζωήν του τοῦ γίνεται αἰτία νὰ μὲ ἀρνηθῇ,
ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητὴς πρόσκομμα εἰς τὴν νέαν ζωήν του, ἀκόμη αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου.
158/255
14,31 Ἢ τὶς βασιλεύς, 31 Ἢ ποιὸς βασιλεύς, ποὺ πηγαίνει νὰ 31 Ἀλλὰ καὶ πόλεμον ὡς στρατιώτης ἰδικός μου καλεῖτε νὰ
159/255
βάλλουσιν αὐτό. Ὁ ἔχων ὦτα λίπασμα εἰς τὸ χωράφι. Τὸ ρίπτουν ἔξω ὡς οὔτε νὰ χρησιμοποιηθῇ ὡς λίπασμα. Τὸ ρίπτουν ἔξω ὡς ἄχρηστον.
ἀκούειν ἀκουέτω. ἐντελῶς ἄχρηστον. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ πνευματικὰ καὶ πραγματικὸν ἐνδιαφέρον,
160/255
ἕως οὗ εὕρῃ αὐτό; εὔρη;
15,5 Καὶ εὐρὼν ἐπιτίθησιν ἐπὶ 5 Καὶ ἀφοῦ τὸ εὔρῃ δὲν κτυπᾷ, ἀλλὰ τὸ 5 Καὶ ὅταν τὸ εὔρῃ, δὲν τὸ κλωτσᾷ οὔτε τὸ σύρει ὀπίσω του, ἀλλὰ
161/255
15,9 Καὶ εὑροῦσα συγκαλεῖ τὰς 9 Καὶ ἀφοῦ τὴν εὔρῃ καλεῖ εἰς τὸ σπίτι της 9 Καὶ ὅταν τὴν εὔρῃ, καλεῖ ὅλας μαζὶ τὰς φίλας καὶ τὰς γειτόνισσας
φίλας καὶ τὰς γείτονας λέγουσα· ὄλες τίς φίλες καὶ τίς γειτόνισες καὶ λέγει· της καὶ λέγει· χαρῆτε μαζί μου, διότι ηὗρα τὴν δραχμήν, ποὺ ἔχασα.
162/255
15,14 Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ 14 Ὅταν δὲ ἐξώδευσε ὅλα ὅσα εἶχε, ἔπεσε 14 Ὅταν δὲ ὁ νεώτερος υἱὸς ἐδαπάνησεν ὅλα, ὅσα εἶχεν, ἔγινε πεῖνα
163/255
καὶ ἐνώπιόν σου· πῶ· πατέρα μου, ἡμάρτησα εἰς τὸν ὅπου ἐκτελεῖται μετ’ εὐλαβείας τὸ θεῖον θέλημα ἀπὸ τοὺς
οὐρανὸν ἐμπρὸς εἰς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀξιοῦν ὅλα τὰ κτίσματα νὰ συμμορφοῦνται
164/255
δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν πρὸς τοὺς δούλους, ποὺ εἶχαν μαζευθῆ Βγάλετε ἔξω τὴν πιὸ καλὴν φορεσιάν, ἀπὸ ὅσας ἔχομεν, φορεσιὰν
στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε ἐκεῖ, καὶ εἶπε· Βγάλτε τὴν πιὸ καλὴ ὁμοίαν πρὸς ἐκείνην, ποὺ ἐφοροῦσε προτοῦ φύγῃ ἀπὸ τὸ σπίτι μου.
165/255
πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς τὸ χωράφι καὶ καθὼς τὴν ὥραν ποὺ ἤρχετο ἦτο εἰς τὸ χωράφι. Καὶ καθὼς ἤρχετο καὶ ἐπλησίαζεν εἰς τὸ σπίτι,
ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἐπλησίασε εἰς τὸ σπίτι, ἤκουσε μουσικὰ ἤκουσεν ὄργανα καὶ τραγούδια καὶ χορούς.
166/255
μόσχον τὸν σιτευτόν. ἀλαζονικὴν γλῶσσαν τῶν Φαρισαίων, ποὺ περιφρονοῦσαν τοὺς
167/255
16,1 Έλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς Έλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως κατείχοντο καὶ ἀπὸ ἄλλην κακίαν. Ἦσαν
μαθητὰς αὐτοῦ· ἄνθρωπός τις ἦν ἄλλην παραβολήν, διὰ να καταδικάσῃ τὴν φιλάργυροι καὶ κατεκράτουν τὸν πλοῦτον ἐγωϊστικῶς διὰ μόνον τὸν
168/255
16,6 Ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν βάτους 6 Ἐκεῖνος δὲ ἀπήντησεν· Τρισήμισυ 6 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· ἑκατὸν μισοβάρελα λάδι, δηλαδὴ 2.700 ὀκάδες
169/255
δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους περιουσίας, αἱ ὁποῖαι κατὰ κανόνα ἀπὸ τὸν πλοῦτον, ποὺ εἶναι ἄδικος, διότι αἱ μεγάλαι περιουσίαι μὲ
σκηνάς. ἀποκτῶνται μὲ ἀδικίας, ἀφοῦ ἀδικίαν ἐπισωρεύονται καὶ ἀδικίαν μεγάλην διαπράττει αὐτός, ποὺ
170/255
τίς ὑμῖν δώσει; μαμωνᾷν δὲν ἐφανήκατε ἀξιόπιστοι, τὸν αἰώνιον κτῆμα ἐκείνου, ποὺ μόνον προσωρινῶς τὸν ἀπέκτησε, δὲν
πνευματικὸν πλοῦτον τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἐφάνητε ἄξιοι ἐμπιστοσύνης, τὸν πνευματικὸν πλοῦτον, ποὺ
171/255
ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ ἐπαιδαγώγησαν Θεοῦ καὶ μάλιστα τώρα, ὁπότε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν
βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται τοὺς ἀνθρώπους· καὶ τώρα ἔχουν ἐγκαθιδρύεται ἐπὶ τῆς γῆς. Ἤρχισεν ἄλλη ἐποχὴ τώρα. Ὁ νόμος μὲ
172/255
ηὐφραίνετο μὲ πολυδάπανα λαμπρὰ λεπτόν αἰγυπτιακὸν λινάρι. Καὶ διεσκέδαζε εἰς πλούσια συμπόσια
συμπόσια. κάθε ἡμέραν μεγαλοπρεπῶς.
173/255
πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν μὲ καὶ σκληρότητα εἶχε δείξει, ὅταν ζοῦσε εἰς τὴν κανένα νὰ τὸν βοηθήσῃ, ἐφώναξε τώρα καὶ εἶπε· Πάτερ Ἀβραάμ,
πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ γῆν, ἐφώναξε τώρα καὶ εἶπε· Πάτερ κάμε ἔλεος εἰς ἐμέ· λυπήσου με· καὶ στεῖλε τὸν Λάζαρον νὰ βάψῃ τὸ
174/255
πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν πάτερ, νὰ στείλῃς τὸν Λάζαρον εἰς τὸ διὰ πάντα μὴ μετανοήσαντα κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς ζωήν του, σὲ
οἶκον τοῦ πατρός μου· πατρικό μου σπίτι, παρακαλῶ λοιπόν, πάτερ, νὰ στείλῃς τὸν Λάζαρον εἰς τὸ σπίτι τοῦ
175/255
17,1 Έλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς Έλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του ὁ Ο Κύριος τώρα ἀπευθύνεται ἀποκλειστικῶς πρὸς τοὺς μαθητάς του.
μαθητὰς αὐτοῦ· ἀνένδεκτόν ἐστι Κύριος· «εἶναι ἀδύνατον μέσα εἰς τὸν Τοὺς ἔλεγε δέ· Ὅπως ἔχει τώρα ἡ κατάστασις τοῦ κόσμου τοῦ
176/255
συγχωροῦμεν».
177/255
ποιήσετε πάντα τὰ διαταχθέντα ἐκτελέσατε ὅλα ὅσα σας διέταξεν ὁ Θεός, ἐντολῶν του, πρέπει νὰ λέγετε, ὅτι εἴμεθα δοῦλοι ἄχρηστοι· διότι
ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί πρέπει νὰ λέγετε ὅτι εἴμεθα ἄχρηστοι ἐκεῖνο, ποὺ εἴχαμεν χρέος καὶ καθῆκον νὰ κάμωμεν, αὐτὸ καὶ
178/255
παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ κοντὰ εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, εὐχαριστῶν Ἰησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστεῖ. Καὶ αὐτὸς ἦτο Σαμαρείτης, σχισματικὸς
εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἢν αὐτὸν ἐκ βάθους ψυχῆς. Καὶ αὐτὸς ἦτο καὶ ὀλιγώτερον φωτισμένος ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνεπῶς δὲν
179/255
ἐκεῖ· ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι· Ἰδοὺ ἐδῶ εἶναι ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ Ἰδοὺ ἐδῶ εἶναι ὁ βασιλεὺς καὶ Μεσσίας· ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ εἶναι. Ὅτι δὲ
180/255
οὐρανοῦ, λάμπει δὲ καὶ φωτίζει ὅλην τὴν τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐνδόξου παρουσίας του. Ἡ
ἔκτασιν κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανόν. παρουσία του θὰ ἐπέλθῃ αἰφνιδίως καὶ θὰ εἶναι εἰς ὅλους αἰσθητή.
181/255
ἀποκαλύπτεται. θὰ φανῇ μὲ ὅλην του τὴν δόξαν ὁ υἱὸς τοῦ Καὶ τότε δηλαδὴ θὰ εἶναι ἀμέριμνοι καὶ ἀσυλλόγιστοι οἱ ἄνθρωποι,
182/255
δύο ἔσονται ἐπὶ κλίνης μιᾶς, εἷς θὰ προηγηθῇ ἀπὸ τὴν μεγάλην ἐμποδίσῃ νὰ χωρισθῆτε καὶ νὰ ἔχετε διάφορον τύχην ὁ ἕνας ἀπὸ
παραληφθήσεται καὶ ὁ ἕτερος καταστροφήν, δύο θὰ εὑρίσκονται εἰς ἕνα τὸν ἄλλον κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν. Σᾶς βεβαιῶ· κατ’ αὐτὴν
183/255
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 18Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
184/255
ὁ κριτὴς τῆς ἀδικίας λέγει· προσέξτε καλά, τί λέγει ὁ ἄδικος κριτής. ὁ ἄδικος.
185/255
τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἰς νὰ προσευχηθοῦν, ὁ ἔνας Φαρισαῖος καὶ ὁ ἦτο Φαρισαῖος καὶ ὁ ἄλλος τελώνης.
Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ἄλλος τελώνης.
186/255
ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ θὰ καταδικασθῇ, ἐνῶ
ἐξ ἀντιθέτου ἐκεῖνος ποὺ ταπεινώνει τὸν
187/255
18,19 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί μὲ 19 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «ἐφ' ὅσον 19 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἀφοῦ ἀπευθύνεσαι πρὸς ἐμὲ μὲ τὴν
188/255
δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες μαθητάς του· «πόσον δύσκολα αὐτοὶ ποὺ βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!
189/255
18,30 ὃς οὐ μὴ ἀπολάβῃ 30 καὶ ὁ ὅποιος νὰ μὴ τὰ ξαναπάρῃ 30 καὶ ὁ ὁποῖος νὰ μὴ λάβῃ πάλιν ὡς ἀμοιβὴν πολλαπλὰ μὲν ἀγαθὰ
πολλαπλασίονα ἐν τῷ καιρῷ πολλαπλάσια κατὰ τὸν καιρὸν τῆς εἰς τὸν καιρὸν αὐτὸν τῆς ἐπιγείου ζωῆς, ἀλλὰ καὶ ζωὴν αἰώνιον εἰς
190/255
προσαιτῶν.
191/255
σου.
18,43 Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, 43 Καὶ ἀμέσως ἀπέκτησε τὸ φῶς τῶν 43 Καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἀπέκτησε πάλιν τὸ φῶς του καὶ ἠκολούθει
192/255
ἐπερνοῦσε.
19,5 Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, 5 Καὶ ὁ Κύριος ἀμέσως μόλις ἔφθασε εἰς 5 Καὶ εὐθὺς ὡς ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν τόπον αὐτόν, ἐσήκωσε τὰ
193/255
ἀπογόνων του.
194/255
ἐπανέλθῃ κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν του).
19,14 Οἱ δὲ πολῖται αὐτοῦ ἐμίσουν 14 Οἱ συμπολῖται του ὅμως τὸν ἐμισοῦσαν 14 Οἱ δὲ συμπολῖται του (οἱ Ἰουδαῖοι τουτέστιν) ἐμίσουν αὐτὸν (τὸν
195/255
19,20 Καὶ ἕτερος ἦλθε λέγων· 20 Καὶ ἄλλος δοῦλος ἦλθε λέγων· Κύριε, 20 Καὶ ἄλλος δοῦλος ἦλθε καὶ εἶπε· Κύριε, ἰδοὺ τὸ ἑκατοντάδραχμόν
κύριε, ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου, ἣν εἶχον ἰδοὺ ἡ μνᾶ, ποὺ μοῦ ἔδωσες, τὴν ὁποίαν σου, τὸ ὁποῖον εἶχα δεμένον καὶ φυλαγμένον εἰς μανδήλιον.
196/255
19,25 Καὶ εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἔχει 25 Καὶ ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν· Κύριε ἔχει δέκα 25 Καὶ εἶπαν πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνοι· Κύριε, αὐτὸς ἔχει δέκα
197/255
εἰσπορευόμενοι εὑρήσετε πῶλον θὰ βρῆτε ἕνα δεμένο πουλάρι, ἐπάνω εἰς κανεὶς ἄνθρωπος. Ἀφοῦ τὸ λύσετε, φέρετέ το ἐδῶ.
198/255
19,37 Ἐγγίζοντος δὲ αὐτοῦ ἤδη 37 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζε εἰς τὸ τέρμα τοῦ 37 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ ἔφθασε πλησίον τοῦ
πρὸς τῇ καταβάσει τοῦ ὅρους τῶν κατηφορικοῦ δρόμου τοῦ ὅρους τῶν μέρους, ὅπου τελειώνει ὁ κατηφορικὸς δρόμος τοῦ ὄρους τῶν
199/255
ἐν τῇ ἡμέρᾳ σου ταύτῃ, τὰ πρὸς κατὰ τὴν τελευταίαν αὐτὴν ἡμέραν, ποὺ οἱ ταπεινοὶ αὐτοὶ σύνοδοί μου, ἔστω καὶ κατὰ τὴν ἐσχάτην ταύτην
200/255
19,46 λέγων αὐτοῖς· γέγραπται ὅτι 46 λέγων πρὸς αὐτούς· «ἔχει γραφῆ ἀπὸ 46 λέγων πρὸς αὐτούς· Ἔχει γραφῆ ἀπὸ τοὺς προφήτας ἐξ ὀνόματος
ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς τοὺς προφήτας κατ' ἔμπνευσιν Θεοῦ, ὅτι ὁ τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ οἶκος μου εἶναι οἶκος προσευχῆς· Σεῖς ὅμως τὸν
201/255
πρεσυτέροις ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς μαζῆ μὲ τοὺς
πρεσβυτέρους
202/255
20,7 Καὶ ἀπεκρίθησαν μὴ εἰδέναι 7 Καί, αὐτοί, οἱ ἐπίσημοι διδάσκαλοι τοῦ 7 Καὶ αὐτοί, ποὺ ἐκαυχῶντο, ὅτι ἦσαν oὶ ἀνεγνωρισμένοι
203/255
κἀκεῖνον δείραντες καὶ Αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ καὶ ἐκεῖνον ἔδειραν καὶ ἐκεῖνον, τὸν ἐδίωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Μὲ ἄλλας λέξεις καὶ
ἀτιμάσαντες ἐξαπέστειλαν κενόν. ἐξευτέλισαν, τὸν ἔστειλαν μὲ ἀδειανὰ δευτέρα σειρὰ προφητῶν ἀπεστάλη, ἀλλὰ ἀντὶ ἐκ τῆς διδασκαλίας
204/255
τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. ἀμπέλι εἰς ἄλλους». Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, ὅταν ἤκουσαν τὴν παραβολήν,
205/255
ἐκακοποίησαν καὶ ἐφόνευσαν· υἱὸς τοῦ
κυρίου τοῦ ἀμπελῶνος, ὁ ἐναθρωπήσας
206/255
λαμβάνεις πρόσωπον, ἀλλ' ἐπ' λαμβάνεις ὑπ' ὄψιν σου πρόσωπα χαρίζεσαι εἰς πρόσωπον, ἀλλὰ βασιζόμενος πάντοτε εἰς τὴν
ἀληθείας τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων, ἀλλά, στηριζόμενος εἰς τὴν ἀλήθειαν διδάσκεις τὸν δρόμον τοῦ Θεοῦ.
207/255
ἐπιλαβέσθαι αὐτοῦ ρήματος ἀποσπάσουν ἐμπρὸς εἰς τὸν λαὸν ἐνοχοποιητικὸν λόγον ἐνώπιον τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν στιγμὴν
208/255
20,32 ὕστερον δὲ πάντων καὶ ἡ 32 Ὕστερα δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ 32 Ὕστερον δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή.
209/255
Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν Ἰσαὰκ καὶ ὡς τὸν Θεὸν τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ Ἰακώβ.
210/255
20,44 Δαυῒδ οὖν αὐτὸν Κύριον 44 Ὁ Δαυῒδ λοιπὸν ὀνομάζει αὐτὸν 44 Ὁ Δαβὶδ λοιπὸν καλεῖ αὐτὸν Κύριον. Καὶ πῶς εἶναι υἱός του;
καλεῖ· καὶ πῶς υἱὸς αὐτοῦ ἐστιν; Κύριον, καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι Στέκει ὁ πρόγονος νὰ καλῇ τὸν τρισέγγονον καὶ ἀπόγονόν του
211/255
βάλλοντας τὰ δῶρα αὐτῶν εἰς τὸ τοὺς πλουσίους, ποὺ ἔρριπταν τὰ δῶρα δῶρα τους εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον τοῦ Ναοῦ.
γαζοφυλάκιον πλουσίους. των εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον τοῦ ναοῦ.
212/255
21,8 Ὁ δὲ εἶπε· βλέπετε μὴ 8 Αὐτὸς δὲ εἶπε· «προσέχετε, μὴν 8 Αὐτὸς δὲ εἶπε· Προσέχετε νὰ μὴ παραπλανηθῆτε ἀπὸ κανένα. Καὶ
213/255
ἡγεμόνας ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας, μόνον καὶ μόνον Σωτῆρα σας.
μου· ἐπειδὴ πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά μου.
214/255
τὴν πνευματικήν σας ὠφέλειαν καὶ τὴν ἀλλ’ οὔτε καὶ εἰς τὸ σῶμα σας θὰ συμβῇ ἡ παραμικρὰ βλάβη, χωρὶς
215/255
ὀργανισμοῦ των.
216/255
σύμπαντος, θὰ σαλευθοῦν καὶ θὰ
κλονισθοῦν.
217/255
παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὐτῇ ἕως ἂν διὰ τὴν τρομερὰν καταστροφὴν τῆς εἶναι τύπος καὶ εἰκὼν τῆς μελλούσης καταστροφῆς, ποὺ θὰ γίνῃ
218/255
κοσμικὴν ζωήν των κάθονται ἐπάνω εἰς
τὴν γῆν.
219/255
ἐφοβοῦντο τὸν λαόν. τὸν Ἰησοῦν.
22,3 Εἰσῆλθε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν 3 Ἐμπῆκε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν Ἰούδα, 3 Ἐμβῆκε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν Ἰούδαν, ποὺ ἐπωνομάζετο
220/255
ἤρχιζε ἡ μεγάλη ἡμέρα τοῦ Πάσχα.
221/255
εἴρηκεν αὐτοῖς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ ὅπως τοὺς εἶχε πεῖ ὁ Κύριος καὶ Διδάσκαλος. Καὶ ἡτοίμασαν τὸ δεῖπνον, εἰς τὸ ὁποῖον παρέδωκεν ὁ
222/255
καὶ διαμερίσατε ἑαυτοῖς· Θεὸν καὶ τὸ ἔδωκε εἰς αὐτούς, ὅπως μετὰ τὸ τέλος τοῦ δείπνου, ἀλλὰ τὸ ποτήριον μὲ τὸ ὁποῖον
ἐσυνιθίζετο πάντοτε εἰς τὴν ἀρχὴν κάθε ἐσυνηθίζετο νὰ γίνεται ἡ ἔναρξις παντὸς ἱεροῦ δείπνου,
223/255
ἐκχυνόμενον. μέσα εἰς τὸ ποτήριον δὲν εἶναι πλέον προκεῖται μετ’ ὀλίγον νὰ χυθῇ διὰ τὴν σωτηρίαν σας.
οἶνος. Εἶναι ἡ Καινὴ Διαθήκη, ποὺ
224/255
οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται ἔθνη μὲ τὴν δύναμιν καὶ τὴν βίαν. Καὶ ἔχουν ἐξουσίαν ὡς ἡγεμόνες ἐπ’ αὐτῶν, καλοῦνται ἀπὸ τοὺς
225/255
διέθετό μοι ὁ πατήρ μου βασιλείαν, ἀφοσίωσιν σας, σᾶς ὑπόσχομαι ὑπόσχομαι βασιλείαν, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσίαν ποὺ ἔχω, λόγῳ τοῦ
βασιλείαν, ὅπως καὶ ὁ Πατὴρ ὥρισε καὶ ὅτι καὶ ὁ Πατήρ μου ὥρισε βασιλικὸν ἀξίωμα καὶ δι’ ἐμέ.
226/255
καὶ εἰς θάνατον πορεύεσθαι. ἀπεκάλυψε ὁ Κύριος, τοῦ εἶπε· «Κύριε,
εἶμαι ἕτοιμος νὰ βαδίσω μαζῆ σου εἰς
227/255
ποτὲ νὰ ὁπλισθῆτε μὲ φονικὰ ὄργανα, διὰ ζωηρᾶς εἰκόνος θέλω νὰ σᾶς παραστήσω, ὅτι ὁ παρὼν καιρὸς
διὰ νὰ ἀνθίσταθε εἰς τοὺς ἐχθρούς σας, εἶναι καιρὸς ἀμύνης καὶ ὅτι θὰ ἀντιμετωπίσετε θανατηφόρους
228/255
ἔθος εἰς τὸ ὅρος τῶν ἐλαιῶν· ἐσυνήθιζε, εἰς τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν· τὸν τῶν Ἐλαιῶν. Τὸν ἠκολούθησαν δὲ καὶ οἱ μαθηταί του.
ἠκολούθησαν δὲ αὐτῷ καὶ οἱ ἠκολούθησαν δὲ καὶ οἱ μαθηταί του.
229/255
προσευχῆς, ἐλθὼν πρὸς τοὺς προσευχήν, ἦλθε πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ καὶ τοὺς εὗρε νὰ κοιμῶνται ἀπὸ τὴν κόπωσιν καὶ χαλάρωσιν, ποὺ
μαθητὰς εὗρεν αὐτοὺς τοὺς εὗρε νὰ κοιμῶνται, ἀπὸ τὴν ἐπροκάλεσεν εἰς τὰ νεῦρα των ἡ πολλή των λύπη.
230/255
22,51 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· 51 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· 51 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἀφήσατε· φθάνει ἕως αὐτοῦ. Μὴ
231/255
Πέτρος ἠκολούθει μακρόθεν. ἀκολουθοῦσε μακράν.
22,55 Ἁψάντων δὲ πυρὰν ἐν μέσῳ 55 Ἀφοῦ δὲ οἱ στρατιῶται καὶ οἱ 55 Ἀφοῦ δὲ ἤναψαν φωτιὰν εἰς τὸ μέσον τῆς αὐλῆς καὶ ἐκάθησαν
232/255
22,61 Καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος 61 Καὶ τὴν στιγμὴν ἀκριβῶς ἐκείνην 61 Καὶ τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἔστρεψεν ὁ Κύριος καὶ παρετήρησεν
ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ, καὶ ἔστρεψεν ὁ Κύριος τὸ βλέμμα του καὶ ἐκφραστικὰ τὸν Πέτρον. Καὶ ἐνεθυμήθη ὁ Πέτρος τὸν λόγον τοῦ
233/255
22,67 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐὰν ὑμῖν εἴπω, 67 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «ἐὰν σᾶς πῶ τί 67 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· Ἐὰν σᾶς εἴπω τί εἶμαι, δὲν θὰ τὸ
234/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 23Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
23,1 Καὶ ἀναστὰν ἅπαν τὸ πλῆθος Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθηκε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθη ὅλον τὸ πλῆθος τῶν πρεσβυτέρων καὶ
αὐτῶν ἤγαγον αὐτὸν ἐπὶ τὸν συνέδρων, ἔφεραν τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν ἀρχιερέων καὶ γραμματέων, ποὺ ἀπετέλουν τὸ συνέδριον, ἔφεραν
Πιλᾶτον. Πιλᾶτον. τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν Πιλᾶτον.
23,2 Ἤρξαντο δὲ κατηγορεῖν αὐτοῦ 2 Ἤρχισαν δὲ νὰ τὸν κατηγοροῦν καὶ νὰ 2 Ἤρχισαν δὲ νὰ τὸν κατηγοροῦν καὶ νὰ λέγουν· Αὐτὸν τὸν ηὕραμε
λέγοντες· τοῦτον εὕρομεν λέγουν· «αὐτὸν τὸν εὑρήκαμεν νὰ νὰ διαστρέφῃ καὶ νὰ παρακινῇ εἰς ἐπανάστασιν τὸ ἔθνος καὶ νὰ
διαστρέφοντα τὸ ἔθνος καὶ παρακινῇ τὸ ἔθνος εἰς ἐπανάστασιν καὶ ἐμποδίζῃ νὰ δίδωμεν φόρους εἰς τὸν Καίσαρα. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ
κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, νὰ ἐμποδίζῃ τὴν πληρωμὴν τῶν φόρων ἔκαμε, διότι λέγει διὰ τὸν ἑαυτόν του, ὅτι εἶναι ὁ Χριστός, δηλαδὴ
λέγοντα ἑαυτὸν Χριστὸν βασιλέα εἰς τὸν Καίσαρα καὶ νὰ λέγῃ διὰ τὸν εἶναι βασιλεύς.
εἶναι. εὐατόν του, ὅτι εἶναι ὁ Χριστός, ὁ
βασιλεύς».
23,3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐπηρώτησεν 3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος τὸν ἠρώτησε, λέγων· «σύ, 3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἠρώτησε τὸν Ἰησοῦν καὶ τοῦ εἶπε· Σὺ ὁ ἀβοήθητος
αὐτὸν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ὁ δεμένος ὑπόδικος, εἶσαι βασιλεὺς τῶν καὶ ἐγκαταλελειμμένος εἶσαι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; Ὁ δὲ Ἰησοῦς
Ἰουδαίων; Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ Ἰουδαίων;» Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοῦ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Τὸ λέγεις καὶ σὺ ὅτι εἶμαι ὁ βασιλεὺς τῶν
ἔφη· σὺ λέγεις. τοῦ εἶπε· «ὅπως καὶ σὺ τὸ λέγεις εἶμαι Ἰουδαίων. Ἡ βασιλεία μου ὅμως δὲν εἶναι, ὅπως τὴν ἐννοεῖς σὺ καὶ
βασιλεύς, ὄχι ὅμως ὅπως οἱ κοσμικοὶ οἱ κατήγοροί μου.
βασιλεῖς».
23,4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς 4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς 4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ· Δὲν
ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ὄχλους ὅτι οὐδὲν καὶ τοὺς ὄχλους, ὅτι »δὲν εὑρίσκω εὑρίσκω τίποτε τὸ ἔνοχον καὶ ἀξιοκατάκριτον εἰς τὸν ἄνθρωπον
εὑρίσκω αἴτιον ἐν τῷ ἀνθρώπῳ καμμίαν ἐνόχην εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν.
τούτῳ. αὐτόν».
23,5 Οἱ δὲ ἐπίσχυον λέγοντες ὅτι 5 Ἀλλὰ αὐτοὶ μὲ περισσότερον πεῖσμα 5 Ἀλλ’ αὐτοὶ μὲ δύναμιν καὶ ἐπιμονὴν μεγαλυτέραν κατηγόρουν
ἀνασείει τὸν λαὸν διδάσκων καθ' καὶ φανατισμὸν ἐπέμεναν, λέγοντες ὅτι τὸν Ἰησοῦν καὶ ἔλεγαν, ὅτι ἀναστατώνει τὸν λαόν, καὶ διδάσκει τὸ
235/255
ὅλης τῆς Ἰουδαίας, ἀρξάμενος ἀπὸ ἀναταράσσει τὸν λαὸν μὲ τὸ νὰ διδάσκῃ ἐπαναστατικόν του κήρυγμα εἰς ὅλην τὴν Ἰουδαίαν, διότι τὸ ἤρχισεν
τῆς Γαλιλαίας ἕως ὧδε. τὰ ἐπαναστατικά του κηρύγματα, ποὺ ἀπὸ τὴν Γαλιλαῖαν καὶ τὸ μετέφερεν ἕως ἐδῶ.
236/255
κατηγοροῦντες αὐτοῦ. κατηγοροῦσαν μὲ ζωηρὸν τόνον καὶ
237/255
γὰρ ὑμᾶς πρὸς αὐτόν· καὶ ἰδοὺ εὑρῆκε ἔνοχον· διότι ἐγὼ ἔστειλα καὶ σᾶς Ἡρῴδου ἦτο σοβαρά, διότι ἔστειλα πρὸς αὐτὸν καὶ σᾶς διὰ νὰ
23,16 Παιδεύσας οὖν αὐτὸν 16 Λοιπόν, ἀφοῦ τὸν βασανίσω καὶ 16 Λοιπόν, ἀφοῦ τοῦ ἐπιβάλω κάποιαν σωφρονιστικὴν ποινὴν καὶ
ἀπολύσω. διατάξω νὰ τὸν φραγγελώσουν θὰ τὸν τὸν μαστιγώσω, θὰ τὸν ἀπολύσω.
ἀπολύσω».
23,17 Ἀνάγκην δὲ εἶχεν ἀπολύειν 17 Εἶχε δὲ ὑποχρέωσιν ὁ Πιλᾶτος, ἀπὸ 17 Ὑπεχρεοῦτο δὲ ὁ Πιλᾶτος ἀπὸ ἔθιμον κάθε ἑορτὴν τοῦ Πάσχα νὰ
αὐτοῖς κατὰ ἑορτὴν ἕνα κάποιο ἔθιμον, νὰ ἀπελευθερώνῃ χάριν ἀφίνῃ ἐλεύθερον πρὸς χάριν αὐτῶν ἕνα φυλακισμένον.
τοῦ λαοῦ κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα
ἕνα κρατούμενον.
23,18 Ἀνέκραξαν δὲ παμπληθεὶ 18 Ἐφώναξαν δὲ δυνατὰ ὅλον τὸ πλῆθος 18 Ἐφώναξε δὲ ὅλον μαζὶ τὸ πλῆθος καὶ εἶπαν· Σήκωσε αὐτὸν ἀπὸ
λέγοντες· αἶρε τοῦτον, ἀπόλυσον δὲ μαζῆ, ἄρχοντες καὶ λαός, λέγοντες· τὸ μέσον· θανάτωσέ τον, ἄφησέ μας δὲ ἐλεύθερον τὸν Βαραββάν,
ἡμῖν Βαραββᾶν· «φόνευσε αὐτόν, νὰ μᾶς ἀφήσῃς
ἐλεύθερον τὸν Βαραββᾶν».
23,19 ὅστις ἦν διὰ στάσιν τινὰ 19 Ὁ ὁποῖος Βαραββᾶς εἶχε ριφθῇ εἰς τὴν 19 ὁ ὁποῖος εἶχε ριφθῇ εἰς τὴν φυλακὴν διὰ κάποιαν στάσιν, ποὺ
γενομένην ἐν τῇ πόλει καὶ φόνον φυλακὴν διὰ κάποιαν στάσιν, ποὺ ἔγινε ἔγινεν εἰς τὴν πόλιν τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ διὰ κάποιον φόνον.
βεβελημένος εἰς τὴν φυλακήν. εἰς τὴν πόλιν καὶ διὰ φόνον.
23,20 Πάλιν οὖν ὁ Πιλᾶτος 20 Πάλιν λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος ὡμίλησε 20 Πάλιν λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος ἐφώναξε καὶ ὡμίλησε πρὸς τὸν λαόν,
προσεφώνησε, θέλων ἀπολῦσαι τὸν πρὸς τὸν λαόν, διότι ἤθελε νὰ ἀπολύσῃ ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἀφήσῃ ἐλεύθερον τὸν Ἰησοῦν.
Ἰησοῦν. τὸν Ἰησοῦν.
23,21 Οἱ δὲ ἐπεφώνουν λέγοντες· 21 Αὐτοὶ ὅμως εἰς ἀπάντησιν ἐφώναζαν 21 Αὐτοὶ ὅμως ἐφώναζαν δυνατὰ καὶ ἔλεγον· Σταύρωσον,
σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. δυνατὰ λέγοντες· «σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν.
σταύρωσον αὐτόν».
238/255
23,22 Ὁ δὲ τρίτον εἶπε πρὸς αὐτούς· 22 Ὁ δὲ Πιλᾶτος διὰ τρίτην φορὰν εἶπεν 22 Ὁ δὲ Πιλᾶτος διὰ τρίτην φορὰν τοὺς εἶπε· θὰ τὸν ἀφήσω
τί γὰρ κακὸν ἐποίησεν οὗτος; εἰς αὐτούς· «διατὶ νὰ τὸν σταυρώσω; ἐλεύθερον καὶ δὲν θὰ τὸν σταυρώσω. Διότι τί κακὸν ἔκαμεν αὐτός;
239/255
Κυρηναίου, ἐρχομένου ἀπ' ἀγροῦ, Κυρηναῖον, ποὺ ἤρχετο ἀπὸ τὸ χωράφι, σταυρόν του, ἔπιασαν κάποιον Σίμωνα Κυρηναῖον, ποὺ ἤρχετο ἀπὸ
ἐπέθηκαν αὐτῷ τὸν σταυρὸν φέρειν τοῦ ἐφόρτωσαν τὸν σταυρὸν νὰ τὸν τὸ χωράφι, καὶ ἔβαλαν ἐπὶ τῶν ὤμων του τὸν σταυρόν, διὰ νὰ τὸν
240/255
πλέον δεινά.
241/255
ἔσωσε, σωσάτω ἑαυτόν, εἰ οὗτός καὶ οἱ ἄρχοντες μαζῆ μὲ ἄλλους καὶ ἀγυρτικά του θαύματα. Ἂς σώσῃ τώρα καὶ τὸν ἑαυτόν του, ἐὰν
ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ τοῦ Θεοῦ ἔλεγαν· «ἄλλους ἔσωσε. Ἂς σώσῃ τώρα αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός, καὶ ἐὰν πράγματι ἔχῃ ἐκλεγῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν
242/255
γὰρ ὧν ἐπράξαμεν διότι ἀπολαμβάνομεν ἄξια ἐκείνων ποὺ ἐκείνων, ποὺ ἐπράξαμεν. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε τίποτε τὸ ἄτοπον
ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἐπράξαμεν. Αὐτὸς ὅμως κανένα ποτὲ καὶ ἀπρεπές. Πολὺ περισσότερον δὲν ἔκαμε τίποτε τὸ
243/255
του παρέδωσε τὸ πνεῦμα, ἐδόξασε τὸν Πράγματι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦτο δίκαιος καὶ δὲν ἠπατᾶτο, ὅταν
Θεόν, λέγων· «πράγματι ὁ ἄνθρωπος ἔλεγε τὸν ἑαυτόν του Υἱὸν τοῦ Θεοῦ.
244/255
ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, ἐζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. παρουσιάσθη εἰς τὸν Πιλᾶτον καὶ ἐζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
245/255
φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, χαράματα, ἦλθον εἰς τὸ μνῆμα οἱ ἡτοίμασαν. Καὶ μαζί των ἦλθον καὶ μερικαὶ ἄλλαι.
καί τινες σὺν αὐταῖς. γυναῖκες μὲ τὰ ἀρώματα, ποὺ εἶχαν
246/255
αὐτοῦ, Κυρίου.
24,9 καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ 9 Καὶ ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖον 9 Καὶ ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖον, ἀνήγγειλαν ὅλα αὐτὰ
247/255
ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν δι' ὅλα αὐτὰ τὰ γεγονότα. ἤτοι διὰ τὰ περιστατικὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς ταφῆς τὸν Ἰησοῦ,
248/255
24,20 ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ 20 Δὲν ἔμαθες καὶ πῶς τὸν παρέδωκαν οἱ 20 Δὲν ἔμαθες ἀκόμη καὶ μὲ ποῖον τρόπον τὸν παρέδωκαν οἱ
ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες μας εἰς Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντές μας εἰς καταδίκην θανάτου καὶ τὸν
249/255
προφῆται! ἐλάλησαν οἱ προφῆται. ὅλα, ὅσα ἐλάλησαν οἱ προφῆται.
250/255
ἔκοψε εἰς κομμάτια, ἔδιδε εἰς αὐτούς.
251/255
αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστην ἐν μέσῳ αἴφνης ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ἐστάθηκε εἰς τὸ μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει εἰς αὐτούς· Εἴθε νὰ εἶναι εἰς σᾶς εἰρήνη·
252/255
ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου ψάρι καὶ κηρήθρα. ὀλίγην κηρήθραν.
κηρίου,
253/255
24,48 Ὑμεῖς δὲ ἔστε μάρτυρες 48 Σεῖς δὲ εἶσθε οἱ φιλαλήθεις καὶ 48 Σεῖς δὲ εἶσθε μάρτυρες ὅλων αὐτῶν, δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός
254/255
αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ μὲ Ἱερουσαλὴμ μὲ χαρὰν μεγάλην διὰ τὴν ἔνδοξον ἀνύψωσιν τοῦ
μετὰ χαρᾶς μεγάλης, μεγάλην χαράν. διδασκάλου καὶ διὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, περὶ
255/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης