Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 255

1/255

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 1Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
1,1 Επειδῆπερ πολλοὶ 1 Επειδὴ πολλοὶ ἐπεχείρησαν νὰ συντάξουν 1 Επειδή, ὡς γνωστόν, πολλοὶ ἀπεπειράθησαν νὰ
ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν διδασκαλιῶν καὶ τῶν συναρμολογήσουν διήγησιν τῶν γεγονότων καὶ διδασκαλιῶν, ποὺ
διήγησιν περὶ τῶν γεγονότων, τὰ ὁποῖα εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστοὺς μὲ βεβαιότητα εἶναι γνωστὰ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστούς,
πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν εἶναι γνωστὰ μὲ ἀκρίβειαν καὶ βεβαιότητα,
πραγμάτων,
1,2 καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ 2 ὅπως μᾶς τὰ παρέδωσαν προφορικῶς 2 καθὼς μᾶς τὰ παρέδωσαν μὲ τὴν προφορικήν των διδασκαλίαν
ἀπ' ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ὑπῆρξαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ ἐκεῖνοι, ποὺ ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ μεσσιακοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος
ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ μεσσιανικοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος αὐτόπται ἔγιναν αὐτόπται μάρτυρες αὐτοῦ καὶ ὑπηρέται τοῦ κηρύγματός του,
λόγου, μάρτυρες αὐτοῦ καὶ ὑπηρέται τοῦ κηρύγματός
του,
1,3 ἔδοξε κἀμοί, 3 ἐφάνηκε καλὸν καὶ εἰς ἐμέ, ὁ ὁποῖος ἔχω 3 ἐφάνη καὶ εἰς ἐμὲ καλόν, ὁ ὀποῖος ἔχω ἐξετάσει καὶ
παρηκολουθηκότι ἄνωθεν παρακολουθήσει ἀπὸ τὴν ἀρχήν, μὲ προσοχὴν παρακολουθήσει μὲ προσοχὴν καὶ ἀκρίβειαν ὅλα ἐξ ἀρχῆς, ὅσα
πᾶσιν ἀκριβῶς, καθεξῆς σοι καὶ ἀκρίβειαν, ὅσα ἀναφέρονται εἰς τὴν ζωὴν σχετίζονται πρὸς τὸ εὐαγγέλιον, νὰ σοῦ γράψω ταῦτα μὲ τὴν σειράν
γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, καὶ τὸ ἔργον τοῦ Σωτῆρος, νὰ σοῦ τὰ γράψω των, ἐκλαμπρότατε Θεόφιλε,
μὲ τὴν σειράν των, εὐγενέστατε Θεόφιλε.
1,4 ἵνα ἐπιγνῷς περὶ ὧν 4 Καὶ τοῦτο, διὰ νὰ γνωρίσῃς μὲ σαφήνειαν 4 διὰ νὰ γνωρίσῃς σαφῶς καὶ μὲ ἀκρίβειαν τὴν ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν
κατηχήθης λόγων τὴν καὶ ἀκρίβειαν τὴν ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν ἀλήθειαν τῶν λόγων τῆς πίστεως, τοὺς ὁποίους διὰ ζώσῃς φωνῆς
ἀσφάλειαν. ἀλήθειαν τῆς διδασκαλίας, τὴν ὁποίαν ἐδιδάχθης.
προφορικῶς ἔχεις διδαχθῇ.
1,5 Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις 5 Ἐζοῦσε κατὰς ἡμέρας τοῦ Ἡρῴδου, τοῦ 5 Ἔζησε κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας
Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως τῆς βασιλέως τῆς Ἰουδαίας, ἕνας ἱερεύς, ὀνόματι κάποιος ἱερεύς, ποὺ ἐλέγετο Ζαχαρίας, ἀπὸ τὴν τάξιν τῶν
Ἰουδαίας ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας, ὁ ὁποῖος ἀνῆκε εἰς τὴν ἱερατικὴν λειτουργῶν τοῦ ναοῦ, ἡ ὁποία κατήγετο ἀπὸ τὸν ἱερέα Ἀβιά. Καὶ ἡ

2/255
Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας τάξιν, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ ἱερέως Ἀβιά, καὶ γυναῖκα του ἦτο ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομά της

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἀβιά, καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἐκ ἡ γυναίκα του, ἡ ὁποία ἐλέγετο Ἐλισάβετ, ἦτο Ἐλισάβετ.
τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ κατήγετο ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἀαρών,
τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ. δηλαδὴ ἀπὸ ἱερατικὴν τάξιν.
1,6 Ἦσαν δὲ δίκαιοι 6 Ἦσαν δὲ καὶ οἱ δύο ἐνάρετοι ἐνώπιον τοῦ 6 Ἦσαν δὲ καὶ οἱ δύο ἐνάρετοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐρευνᾷ
ἀμφότεροι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐζοῦσαν σύμφωνα μὲ ὅλας τὰς καὶ γνωρίζει τὰς καρδίας ὅλων, καὶ ἐπολιτεύοντο σύμφωνα μὲ ὅλας
Θεοῦ, πορευόμενοι ἐν ἐντολὰς καὶ τὰ παραγγέλματα τοῦ Κυρίου, ἐν γένει τὰς ἐντολὰς καὶ τὰ παραγγέλματα τοῦ Κυρίου, ἄμεμπτοι
πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ ἄμεμπτοι εἰς ὅλα καὶ ἀνεπίληπτοι. εἰς ὅλα καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε σοβαρὰν ἐνοχήν.
δικαιώμασι τοῦ Κυρίου
ἄμεμπτοι.
1,7 Καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον, 7 Δὲν ὑπῆρχε ὅμως εἰς αὐτοὺς τέκνον, διότι ἡ 7 Καὶ δὲν εἶχαν τέκνον, διότι ἡ Ἐλισάβετ ἦτο στεῖρα, ἐπὶ πλέον δὲ
καθότι ἡ Ἐλισάβετ ἦν στεῖρα, Ἐλισάβετ ἦτο στεῖρα καὶ οἱ δύο ἦσαν ἀρκετὰ καὶ οἱ δύο ἦσαν ἀρκετὰ προχωρημένοι εἰς τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς των.
καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες προχωρημένοι εἰς τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς των.
ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν ἦσαν.
1,8 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ 8 Καθὼς δὲ ὁ Ζαχαρίας ὑπηρετοῦσε ὡς ἱερεὺς 8 Ἐνῷ δὲ ὁ Ζαχαρίας ἐτέλει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὴν ἱερατικήν του
ἱερατεύειν αὐτὸν ἐν τῇ τάξει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν ναόν, ὅταν εἶχε λειτουργίαν κατὰ τὴν σειρὰν τῆς τάξεως καὶ πατριᾶς τῶν ἱερέων, εἰς
τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι ἔλθει ἡ σειρὰ τῆς ἱερατικῆς τάξεως εἰς τὴν τὴν ὁποίαν ἀνῆκε, συνέβη τὸ ἑξῆς:
τοῦ Θεοῦ, ὁποίαν ἀνῆκε,
1,9 κατὰ τὸ ἔθος τῆς 9 τοῦ ἔλαχε μὲ κλῆρον, σύμφωνα μὲ τὴν 9 Σύμφωνα πρὸς τὴν κρατοῦσαν μεταξὺ τοῦ ἱερατείου συνήθειαν
ἱερατείας ἔλαχε τοῦ κρατοῦσα συνήθειαν μεταξὺ τῶν ἱερέων, νὰ τοῦ νὰ ἐκλέγεται διὰ κλήρου ὁ ἱερεύς, ὁ ὁποῖος θὰ προσέφερε τὸ
θυμιᾶσαι εἰσελθὼν εἰς τὸν εἰσέλθῃ εἰς τὸν ναόν, δηλαδὴ εἰς τὰ ἅγια καὶ θυμίαμα, ἔλαχεν εἰς τὸν Ζαχαρίαν ὁ κλῆρος νὰ ἔμβῃ εἰς τὸν ναὸν
ναὸν τοῦ Κυρίου· νὰ προσφέρῃ τὴν θυσίαν τοῦ θυμιάματος. τοῦ Κυρίου καὶ νὰ προσφέρῃ θυμίαμα ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου τῶν
θυμιαμάτων.
1,10 καὶ πᾶν τὸ πλῆθος ἦν 10 Καὶ ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ἦτο κατὰ τὴν 10 Καὶ ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ εὑρίσκετο συναθροισμένον καὶ
τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ὥραν τῆς προσφορᾶς τοῦ θυμιάματος ἔξω εἰς προσηύχετο ἐκεῖ ἔξω εἰς τὰ προαύλια τοῦ ναοῦ τὴν ὥραν, ποὺ
ἔξω τῇ ὥρᾳ τοῦ θυμιάματος. τὴν αὐλὴν τοῦ ναοῦ καὶ προσηύχετο. ἐκαίετο τὸ θυμίαμα.

3/255
1,11 Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος 11 Παρουσιάσθη δὲ εἰς αὐτὸν ἄγγελος Κυρίου, 11 Ἐφανερώθη δὲ εἰς αὐτὸν ἄγγελος Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐστέκετο εἰς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Κυρίου ἑστῷς ἐκ δεξιῶν τοῦ ὄρθιος εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ θυσιαστηρίου, ἐπάνω τὰ δεξιὰ τοῦ θυσιαστηρίου, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἔκαιαν τὸ θυμίαμα.
θυσιαστηρίου τοῦ εἰς τὸ ὁποῖον ἔκαιε τὸ θυμίαμα.
θυμιάματος.
1,12 Καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας 12 Καὶ ἐταράχθη ὁ Ζαχαρίας ὅταν τὸν εἶδε καὶ 12 Καὶ ἐταράχθη ὁ Ζαχαρίας, ὅταν τὸν εἶδε, καὶ φόβος ἐκυρίευσεν
ἱδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ' φόβος ἔπεσε ἐπάνω του. αὐτόν.
αὐτόν.
1,13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ 13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· «μὴ φοβῆσαι, 13 Τοῦ εἶπε δὲ ὁ ἄγγελος· Μὴ φοβᾶσαι, Ζαχαρία. Τουναντίον χαῖρε,
ἄγγελος· μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· Ζαχαρία· διότι ἡ δέησίς σου ἔγινε ἀκουστὴ ἀπὸ διότι εἰσακούσθῃ ἀπὸ τὸν Θεὸν ἡ παράκλησις, τὴν ὁποίαν πολλὰς
διότι εἱσηκούσθη ἡ δέησίς τὸν Θεὸν καὶ ἡ γυναίκα σου Ἐλισάβετ θά σοῦ φορὰς ἕως τώρα ἔκαμες. Καὶ ἡ γυναῖκα σου ἡ Ἐλισάβετ θὰ σοῦ
σου, καὶ ἡ γυνή σου γεννήσῃ παιδὶ καὶ θὰ καλέσῃς τὸ ὄνομά του γεννήσῃ τέκνον, καὶ θὰ καλέσῃς τὸ ὄνομά του Ἰωάννην.
Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, Ἰωάννην.
καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ
Ἰωάννην·
1,14 καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ 14 Καὶ θὰ εἶναι αὐτὸ τὸ γεγονὸς χαρὰ καὶ 14 Καὶ θὰ δοκιμάσῃς χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν καὶ πολλοί, ὅταν θὰ
ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ ἀγαλλίασις διὰ σέ, καὶ πολλοί, ὅταν ἀργότερα ἀκούσουν τὸ προφητικὸν κήρυγμά του, θὰ χαροῦν διὰ τὴν γέννησίν
τῇ γεννήσει αὐτοῦ ἀκούσουν τὸ κήρυγμά του, θὰ χαροῦν διὰ τὴν του.
χαρήσονται. γέννησίν του.
1,15 Ἔσται γὰρ μέγας 15 Διότι αὐτὸς θὰ ἀναδειχθῇ μέγας ἐνώπιον 15 Θὰ προκληθῇ δὲ ἡ μεγάλη αὐτὴ χαρά, διότι θὰ εἶναι
ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ τοῦ Κυρίου καὶ δὲν θὰ πιῇ ποτὲ οἶνον ἢ ἄλλο πραγματικῶς μέγας ἄνθρωπος, ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κύριον
οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ, οἰνοπνευματῶδες ποτόν. Καὶ ἀπὸ τὸν καιρὸν ἀνεγνωρισμένος τοιοῦτος. Καὶ δὲν θὰ πίῃ οἶνον ἢ ἄλλο μεθυστικὸν
καὶ Πνεύματος Ἁγίου ἀκόμη, ποὺ θὰ εὑρίσκεται εἰς τὴν κοιλίαν τῆς ποτόν. Καὶ θὰ τοῦ δοθοῦν ἄφθονα τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου
πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρός του, θὰ λάβῃ πλούσια τὰ χαρίσματα Πνεύματος ἀπὸ αὐτὸν ἀκόμη τὸν καιρόν, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὴν
μητρὸς αὐτοῦ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. κοιλίαν τῆς μητέρας του.
1,16 καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν 16 Καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ 16 Καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἔχουν
Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Ἰσραὴλ θὰ ἐπαναφέρῃ μετανοημένους εἰς τὸν ἀπομακρυνθῆ καὶ ἀποπλανηθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸν μὲ τὰς ἁμαρτίας των,

4/255
Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν. Κύριον καὶ Θεόν των. θὰ τοὺς ἐπαναφέρῃ διὰ τῆς μετανοίας εἰς τὸν ἐνανθρωπήσαντα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Κύριον, τὸν Θεόν τους.
1,17 Καὶ αὐτὸς προελεύσεται 17 Καὶ αὐτὸς θὰ προηγηθῇ ὀλίγον χρόνον 17 Καὶ αὐτὸς θὰ προπορευθῇ ἐνώπιον αὐτοῦ τοῦ θεανθρώπου
ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι ἐνωρίτερον ἐμπρὸς ἀπὸ τὸν Μεσσίαν, μὲ τὸ Μεσσίου, μὲ τὸ αὐτὸ προφητικὸν χάρισμα τοῦ Πνεύματος καὶ μὲ τὴν
καὶ δυνάμει Ἡλιού, προφητικὸν πνεῦμα καὶ τὴν δύναμιν τοῦ αὐτὴν παρρησίαν καὶ ἄφοβον δραστηριότητα, τὴν ὁποίαν εἶχε καὶ ὁ
ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων Ἡλιού. Διὰ νὰ ξαναγυρίσῃ τίς σκληρυμμένες Ἠλίας. Καὶ θὰ χρησιμοποιῇ ταῦτα διὰ νὰ ξαναγυρίσῃ εἰς τὰ παιδιὰ
ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν καρδιὲς τῶν πατέρων, γεμᾶτες τώρα στοργήν, τὰς καρδίας τῶν πατέρων, ποὺ ἐψυχράνθησαν καὶ ἔχασαν καὶ
φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι πρὸς τὰ τέκνα των, καὶ τοὺς ἀπειθεῖς νὰ τοὺς αὐτὴν τὴν φυσικὴν στοργήν των, καὶ νὰ θερμάνῃ ἔτσι καὶ σφίξῃ
Κυρίῳ λαὸν ἐπαναφέρῃ εἰς τὴν σύνεσιν καὶ τὰ φρονήματα στενώτερον τοὺς οἰκογενειακοὺς δεσμούς· ἀκόμη δὲ τοὺς ἀπειθεῖς
κατεσκευασμένον. τῶν δικαίων καὶ νὰ ἑτοιμάσῃ ἔτσι εἰς τὸν καὶ δυστρόπους νὰ τοὺς ἐπαναφέρῃ εἰς τὰς σκέψεις καὶ εἰς τὸ
Κύριον λαὸν προπαρασκευασμένον διὰ νὰ φρόνημα τῶν δικαίων, μεταβάλλων αὐτοὺς εἰς ἐναρέτους. Καὶ ἔτσι
ὑποδεχθῇ τὸν Σωτῆρα. νὰ ἑτοιμάσῃ εἰς τὸν Κύριον λαὸν θρησκευτικῶς καὶ ἠθικῶς
προπαρασκευασμένον, ἵνα ὑποδεχθῇ καὶ ἐγκολπωθῇ αὐτὸν ὡς
Σωτῆρα.
1,18 Καὶ εἶπε Ζαχαρίας πρὸς 18 Καὶ εἶπεν ὁ Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον· 18 Καὶ εἶπεν ὁ Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον· Μὲ ποῖον σημεῖον θὰ
τὸν ἄγγελον· κατὰ τί «κατὰ ποῖον τρόπον θὰ γνωρίσω μὲ βεβαιωθῶ περὶ αὐτοῦ, ποὺ μοῦ λέγεις; Φαίνεται τοῦτο ἀπίθανον καὶ
γνώσομαι τοῦτο; Ἐγὼ γὰρ βεβαιότητα αὐτό, ποὺ μοῦ λέγεις; Διότι ἐγὼ ἀπίστευτον, διότι ἐγὼ εἶμαι γέρων καὶ ἡ γυναῖκα μου εἶναι
εἰμι πρεσβύτης καὶ ἡ γυνή εἶμαι γέρων καὶ ἡ γυναίκα μου ἔχει περασμένης ἡλικίας.
μου προβεβηκυῖα ἐν ταῖς προχωρήσει πλέον εἰς τὴν ἡλικίαν της».
ἡμέραις αὐτῆς.
1,19 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ 19 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπεν· «ἐγὼ 19 Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Γαβριήλ, ποὺ
ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ· ἐγώ εἰμι εἶμαι ὁ Γαβριήλ ποὺ παρίσταμαι ἐνώπιον τοῦ παραστέκομαι ἐμπρὸς εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ τὸν ὑπηρετῶ ὡς ἕνας
Γαβριὴλ ὁ παρεστηκὼς Θεοῦ καὶ ἀπεστάλην ἀπὸ αὐτὸν νὰ σοῦ ἀπὸ τοὺς ἀρχαγγέλους του. Καὶ ἐστάλην ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ σοῦ
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁμιλήσω καὶ νὰ σοῦ ἀναγγείλω τὰς ὁμιλήσω καὶ νὰ σοῦ φέρω τὰς χαροποιοὺς αὐτὰς εἰδήσεις.
ἀπεστάλην λαλῆσαι πρός σε χαρμοσύνους ταύτας εἰδήσεις.
καὶ εὐαγγελίσασθαί σοι
ταῦτα.

5/255
1,20 Καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ 20 Καὶ ἐφ' ὅσον ζητεῖς σημεῖον, διὰ νὰ 20 Καὶ ἀφοῦ ζητεῖς σημεῖον, ἰδού, ἔχεις αὐτό, ὄχι ὅμως ὅπως τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μὴ δυνάμενος λαλῆσαι ἄχρι πιστεύσῃς, ἰδοὺ θὰ εἶσαι βωβὸς καὶ δὲν θὰ θέλεις: Θὰ εἶσαι βωβὸς καὶ δὲν θὰ ἠμπορῇς νὰ ὁμιλήσῃς μέχρι τῆς
ἧς ἡμέρας γένηται ταῦτα, ἠμπορῇς νὰ ὁμιλήσῃς μέχρι τὴν ἡμέραν, ποὺ ἡμέρας, ποὺ θὰ γίνουν αὐτά, δηλαδὴ ἡ γέννησις τοῦ παιδίου καὶ ἡ
ἀνθ' ὦν οὐκ ἐπίστευσας τοῖς θὰ πραγματοποιηθοῦν αὐτά. Καὶ τοῦτο, διότι ὀνομασία αὐτοῦ. Καὶ σοῦ ἐπιβάλλεται ἡ τιμωρία αὐτή, ἐπειδὴ δὲν
λόγοις μου, οἵτινες δὲν ἐπίστευσες εἰς τοὺς λόγους μου, οἱ ὁποῖοι ἐπίστευσες εἰς τοὺς λόγους μου, οἱ ὁποῖοι θὰ πραγματοποιηθοῦν ἐξ
πληρωθήσονται εἰς τὸν ὀπωσδήποτε θὰ πραγματοποιηθοῦν εἰς τὸν ὁλόκλήρου εἰς τὸν καιρόν τους.
καιρὸν αὐτῶν. καιρόν των».
1,21 Καὶ ἢν ὁ λαὸς 21 Ὁ δὲ λαὸς ἐξακολουθοῦσε νὰ περιμένῃ τὸν 21 Καὶ ὁ λαὸς ἐν τῷ μεταξὺ ἐξηκολούθει νὰ περιμένῃ τὸν Ζαχαρίαν.
προσδοκῶν τὸν Ζαχαρίαν, Ζαχαρίαν καὶ ἀποροῦσαν ὅλοι διὰ τὴν Καὶ εὑρίσκοντο ὅλοι εἰς ἀπορίαν, διότι ἐβράδυνε καὶ ἠργοπορεῖ
καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ ἀργοπορίαν μέσα εἰς τὸν ναόν. οὗτος μέσα εἰς τὸν ναόν.
χρονίζειν αὐτὸν ἐν τῷ ναῷ.
1,22 Ἐξελθὼν δὲ οὐκ ἠδύνατο 22 Ὅταν δὲ αὐτὸς ἐβγῆκε, δὲν ἠμποροῦσε νὰ 22 Ὅταν δὲ ὁ Ζαχαρίας ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον, δὲν ἠδύνατο
λαλῆσαι αὐτοῖς, καὶ ὁμιλήσῃ πρὸς αὐτοὺς καὶ ἐκατάλαβαν ὅτι νὰ τοὺς ὁμιλήσῃ καὶ νὰ ἀπαντήσῃ εἰς ὅσους τὸν ἠρώτων διὰ τὴν
ἐπέγνωσαν ὅτι ὀπτασίαν εἶχεν ἰδεῖ κάποιαν ὀπτασίαν μέσα εἰς τὸν ἀργοπορίαν του. Καὶ ἐκατάλαβαν, δὴ εἶχεν ἴδει ὀπτασίαν μέσα εἰς
ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ ναόν. Καὶ αὐτὸς ἔκανε συνεχῶς νοήματα πρὸς τὸν ναόν. Καὶ αὐτὸς ἐξηκολούθει νὰ συνεννοῆται μὲ αὐτοὺς διὰ
αὐτὸς ἦν διανεύων αὐτοῖς, αὐτοὺς καὶ ἕμενε κωφὸς καὶ ἄλαλος. νευμάτων καὶ ἔμενε κωφὸς καὶ ἄλαλος.
καὶ διέμενε κωφός.
1,23 Καὶ ἐγένετο ὡς 23 Καὶ ὅταν ἐτελείωσαν αἱ ἡμέραι τῆς 23 Καὶ ὅταν συνεπληρώθησαν αἱ ἡμέραι, ποὺ ἦτο ὑποχρεωμένος νὰ
ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς ὑπηρεσίας του εἰς τὸν ναὸν ἀνεχώρησε καὶ λειτουργῇ εἰς τὸν ναόν, συνέβη νὰ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα
λειτουργίας αὐτοῦ, ἀπῆλθεν ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι του. καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ σπίτι του.
εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ.
1,24 Μετὰ δὲ ταύτας τὰς 24 Ἔπειτα δὲ ἀπὸ τὰς ἡμέρας αὐτὰς ἔμεινεν 24 Ὕστερα δὲ ἀπὸ αὐτὰς τὰς ἡμέρας ἔμεινεν ἔγκυος ἡ σύζυγος του ἡ
ἡμέρας συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἔγκυος ἡ γυναῖκα του ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἔκρυπτε Ἐλισάβετ, καὶ ἐπὶ μήνας πέντε ἔκρυπτεν ἐπιμελῶς τὸν ἑαυτόν της
ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ ἐπιμελῶς τὸν ἑαυτόν της ἐπὶ πέντε μῆνας. ἀπὸ συστολὴν διὰ τὴν ἐγκυμοσύνην της.
περιέκρυβεν ἑαυτήν μῆνας
πέντε,

6/255
1,25 λέγουσα ὅτι οὕτω μοι 25 Καὶ ὅταν τὸ γεγονὸς ἔγινε πλέον φανερόν, 25 Ἀλλ’ ὅταν πλέον δὲν ἠδύνατο νὰ κρυβῇ, ἔλεγεν εἰς αὐτοὺς ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἔλεγεν ἡ Ἐλισάβετ ὅτι «ἔτσι μοῦ ἔχει κάμει τὸ τὴν συνέχαιρον, ὅτι ἔτσι εἰς ἡλικίαν περασμένην μου ἔχει κάμει τὸ
ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν καλὸ αὐτὸ ὁ Κύριος εἰς τὰς ἡμέρας τῆς καλὸ αὐτὸ ὁ Θεὸς κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτάς, ποὺ ἐπέβλεψε μὲ
τὸ ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. γεροντικῆς μου ἡλικίας, κατὰ τὰς ὁποίας εὐμένειαν διὰ νὰ ἀφαιρέσῃ τὴν στείρωσιν καὶ ἀτεκνίαν μου, ἡ ὁποία
ἐπέβλεψε μὲ καλωσύνην καὶ εὐδόκησε νὰ μοῦ μοῦ ἔφερεν ἐντροπὴν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
ἀφαιρέσῃ τὴν ἐντροπὴν τῆς ἀτεκνίας μου
μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων».
1,26 Ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ 26 Κατὰ δὲ τὸν ἕκτον μῆνα ἀπὸ τότε ποὺ εἶχε 26 Κατὰ δὲ τὸν ἕκτον μῆνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ
ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος μείνει ἔγκυος ἡ Ἐλισάβετ, ἐστάλη ἀπὸ τὸν ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὁ ἄγγελος Γαβριήλ εἰς μίαν πόλιν τῆς
Γαβριὴλ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς Θεὸν ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ εἰς μίαν πόλιν τῆς Γαλιλαῖας, ποὺ ἐλέγετο Ναζαρέτ,
πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ Γαλιλαίας, ὀνόματι Ναζαρέτ,
ὄνομα Ναζαρέτ,
1,27 πρὸς παρθένον 27 πρὸς μίαν παρθένον, μνηστευομένην μὲ 27 πρὸς μίαν κόρην ἀρραβωνισμένην πρὸς ἄνδρα, τοῦ ὁποίου τὸ
μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ἄνδρα ὀνόματι Ἰωσήφ, ἡ ὁποία κατήγετο ἀπὸ ὄνομα ἦτο Ἰωσήφ. Καὶ ἡ κόρη αὐτὴ κατήγετο ἀπὸ τὸ γένος τοῦ
ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου τὸ γένος Δαυΐδ. Καὶ ἡ παρθένος ὠνομάζετο Δαβίδ. Καὶ τὸ ὅνομα τῆς κόρης ἦτο Μαριάμ.
Δαυΐδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς Μαριάμ.
παρθένου Μαριάμ.
1,28 Καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος 28 Ἀφοῦ δὲ ὁ ἄγγελος εἰσῆλθεν εἰς τὸ σπίτι, 28 Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν ὁ ἄγγελος εἰς τὸ δωμάτιον της τῆς εἶπε· Χαῖρε
πρὸς αὐτὴν εἶπε· χαῖρε, εἶπε πρὸς αὐτήν· «χαῖρε σύ, ποὺ ἔλαβες σύ, ἡ ὁποία ἔχεις λάβει πολλὰς καὶ ἐξαιρετικὰς χάριτας ἀπὸ τὸν
κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ μεγάλας καὶ ἐξαιρετικὰς χάριτας ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου καὶ αὐτὸς σὲ ἐχαρίτωσε. Ἔχεις
σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν Θεόν· ὁ Κύριος εἶναι μαζῆ σου. Εἶσαι σὺ εὐλογηθῆ σύ, ὅσον καμμία ἄλλη ἀπὸ τὰς γυναῖκας.
γυναιξίν. εὐλογημένη ὅσον καμμία ἄλλη μεταξὺ τῶν
γυναικῶν».
1,29 Ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη 29 Αὐτὴ δέ, ὅταν εἶδε τὸν ἄγγελον, ἐταράχθη 29 Αὐτὴ δέ, ὅταν εἶδε τὸν ἄγγελον, ἐταράχθη πολὺ ἀπὸ τὸν λόγον
ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ πολὺ ἀπὸ τὰ λόγια του καὶ ἐσκέπτετο μέσα ποὺ τῆς εἶπε καὶ ἐσκέπτετο μέσα της, ποίαν σημασίαν καὶ ποῖον
διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ της τί σημαίνει καὶ ποῖον σκοπὸν ἔχει αὐτὸς ὁ σκοπὸν νὰ εἶχεν ὁ χαιρετισμὸς αὐτός.
ἀσπασμὸς οὗτος. χαιρετισμός.

7/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
1,30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος 30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτήν· «μὴ 30 Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος εἰς αὐτήν· Μὴ φοβῆσαι, Μαριάμ. Τουναντίον
αὐτῇ· μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· φοβᾶσαι, Μαριάμ, διότι εὐρῆκες ἐξαιρετικὴν πρέπει νὰ χαρῇς, διότι ἐκρίθης ἀξία ἐξαιρετικῆς εὐνοίας ἀπὸ τὸν
εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ εὔνοιαν καὶ εὐλογίαν ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. Θεόν.
Θεῷ.
1,31 Καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν 31 Καὶ ἰδοὺ θὰ συλλάβῃς καὶ θὰ γεννήσῃς υἱὸν 31 Καὶ ἰδοὺ ἡ χάρις ἡ ἐξαιρετική, ποὺ δὲν τὴν ἔλαβε ποτὲ καμμία
γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καὶ θὰ καλέσῃς τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. ἅλλη γυναῖκα καὶ τὴν ὁποίαν μόνον σὺ ἠξιώθης νὰ λάβῃς· θὰ
καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ συλλάβῃς εἰς τὴν κοιλίαν σου καὶ θὰ γεννήσῃς υἱὸν καὶ θὰ καλέσῃς
Ἰησοῦν. τὸ ὄνομά του Ἰησοῦν.
1,32 Οὗτος ἔσται μέγας καὶ 32 Αὐτὸς θὰ εἶναι μέγας διὰ τὴν ἁγιότητα καὶ 32 Οὗτος θὰ εἶναι μέγας καὶ διὰ τὴν ἁγιότητα καὶ διὰ τὸ ἀξίωμά του.
υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ τὸ ἔργον του. Καὶ θὰ ὀνομασθῇ ὁ κατ' ἐχοχὴν Καὶ μολονότι διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς του θὰ ἐξομοιωθῇ πρὸς τοὺς
δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς Υἱὸς τοῦ ὑψίστου. Καὶ θὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν ἀνθρώπους, θὰ ἀναγνωρισθῇ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὑψηλοτέρου καὶ
τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον τοῦ προπάτορός του ἀνωτέρου ἀπὸ ὅλα καὶ ἐξουσιάζοντος αὐτά. Καὶ θὰ τὸν ἀνυψώσῃ
πατρὸς αὐτοῦ, Δαυΐδ. Κύριος ὁ Θεὸς καὶ ὡς ἄνθρωπον. Καὶ θὰ τοῦ δώσῃ τὸν θρόνον τοῦ
προπάτορός του Δαβίδ.
1,33 καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν 33 Καὶ θὰ βασιλεύσῃ εἰς τοὺς αἰῶνας ὡς 33 Καὶ θὰ βασιλεύσῃ εἰς τοὺς αἰῶνας ὡς ἀθάνατος καὶ παντοτεινὸς
οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, αἰώνιος βασιλεὺς εἰς ὅλας τὰς γενεὰς τῶν ἀρχιερεὺς καὶ βασιλεὺς ἐπὶ τῶν πιστῶν ὅλων τῶν γενεῶν, οἱ ὁποῖοι
καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ πιστῶν, ποὺ θὰ ἀποτελοῦν τὴν νέαν θ’ ἀποτελοῦν τὴν πνευματικὴν καὶ ἀληθῆ οἰκογένειαν τοῦ Ἰακώβ,
ἔσται τέλος. πνευματικὴν οἰκογένειαν τοῦ Ἰακώβ. Καὶ ἡ καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἔχῃ τέλος ὅπως τῶν ἐπιγείων βασιλέων,
βασιλεία του δὲν θὰ λάβῃ τέλος». ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀτελεύτητος καὶ παντοτεινὴ σὰν αὐτήν, ποὺ μόνος ὁ
Θεὸς βασιλεύει.
1,34 Εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν 34 Εἶπε δὲ ἡ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· «πῶς 34 Εἶπε δὲ ἡ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· Πῶς θὰ γίνῃ τὸ πρωτοφανὲς
ἄγγελον· πῶς ἔσται μοι θὰ γίνῃ τὸ πρωτάκουστον τοῦτο, νὰ γεννήσω καὶ πρωτάκουστον αὐτὸ καὶ πῶς θὰ συλλάβω καὶ θὰ γεννήσω, ἀφοῦ
τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ υἱόν, ἀφοῦ δὲν γνωρίζω ἄνδρα; δὲν γνωρίζω ἄνδρα;
γινώσκω;
1,35 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ 35 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ ἄγγελος καὶ τῆς εἶπε· «τὸ 35 Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπεκρίθη καὶ τῆς εἶπε· τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ποὺ

8/255
ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποὺ θὰ σὲ ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὸ θὰ σὲ καθαρίσῃ ἀπὸ τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα καὶ θὰ σὲ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ προπατορικὸν ἁμάρτημα καὶ θὰ σὲ ἐξαγιάσῃ, ἑξαγιάσῃ, θὰ ἔλθῃ εἰς σὲ καὶ δύναμις τοῦ Ὑψίστου θὰ ρίψῃ τὴν
δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει θὰ ἔλθῃ εἰς σὲ καὶ ἡ δημιουργικὴ δύναμις τοῦ δημιουργικὴν καὶ προστατευτικὴν σκέπην καὶ σκιάν της ἐπὶ σοῦ. Δι’
σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον Ὑψίστου θὰ σὲ περικαλύψῃ καὶ θὰ σὲ αὐτὸ δὲ καὶ τὸ ἀπολύτως ἀναμάρτητον καὶ ἅγιον βρέφος, ποὺ κατὰ
ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. διαποτίσῃ. Δι' αὐτὸ καὶ τὸ ἀπολύτως ἅγιον καὶ τὸν ὑπερφυσικὸν αὐτὸν τρόπον θὰ γεννηθῇ, θὰ ἀναγνωρισθῇ ὅτι
ἀναμάρτητον βρέφος, τὸ ὁποῖον κατὰ τὸν εἶναι αὐτὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
ὑπερφυσικὸν αὐτὸν τρόπον θὰ γεννηθῇ ἀπὸ
σέ, θὰ κληθῇ, διότι θὰ εἶναι, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
1,36 Καὶ ἰδοὺ ᾿Ελισάβετ ἡ 36 Ἰδοὺ δὲ ὅτι καὶ ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου 36 Καὶ διὰ νὰ βεβαιωθῇς περὶ τοῦ ὅτι θὰ γίνῃ πράγματι τὸ μέγα
συγγενής σου καὶ αὐτὴ ἔχει συλλάβει καὶ αὐτὴν υἱὸν εἰς τὴν αὐτὸ θαῦμα εἰς σέ, σοῦ γνωστοποιῶ ἕνα ἄλλο μικρότερον μὲν
συνειληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει γεροντικήν της ἡλικίαν. Καὶ ὁ μῆνας αὐτὸς θαῦμα, τὸ ὁποῖον ὅμως δὲν θὰ τὸ ἐπερίμενες. Ἰδοὺ ἡ συγγενής σου
αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος εἶναι ὁ ἕκτος τῆς ἐγκυμοσύνης εἰς αὐτήν, τὴν Ἐλισάβετ ἔχει συλλάβει καὶ αὐτὴ υἱὸν εἰς τὴν γεροντικήν της
ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ ὁποίαν ἕως τώρα ἔλεγαν στεῖραν. ἡλικίαν. Καὶ ὁ μῆνας αὐτὸς εἶναι ὁ ἕκτος μῆνας τῆς ἐγκυμοσύνης
στείρᾳ· τῆς γυναικὸς αὐτῆς, ποὺ ἕως τώρα τὴν ἔλεγαν ὅλοι στεῖραν.
1,37 ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ 37 Διότι δὲν εἶναι ἀδύνατον εἰς τὸν Θεὸν κάθε 37 Καὶ ὅμως εἶναι τώρα ἔγκυος, διότι δὲν εἶναι ἀδύνατον εἰς τὸν
τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα. τί θαυμαστὸν καὶ ὑπερφυσικόν». Θεὸν κάθε τι θαυμαστὸν καὶ καταπληκτικόν, τὸ ὁποῖον ὁ ἀσθενὴς
ἄνθρωπος διὰ λόγου θὰ παρίστανεν ὡς ὑπέρτερον τῶν δυνάμεών
του.
1,38 Εἶπεν δὲ Μαριάμ· ἰδοὺ ἡ 38 Εἶπε δὲ ἡ Μαριάμ· «ἰδοὺ ἡ δούλη τοῦ Κυρίου 38 Εἶπε δὲ ἡ Μαριάμ· Ἰδοὺ εἶμαι ἡ δούλη τοῦ Κυρίου, ἡ πρόθυμος νὰ
δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι πρόθυμος νὰ ὑποταχθῶ εἰς τὴν θείαν βουλήν. ὑπηρετήσω τὰς βουλάς του. Εἴθε νὰ γίνῃ εἰς ἐμὲ σύμφωνα μὲ αὐτὸ
κατὰ τὸ ρῆμά σου. Καὶ Ἂς γίνῃ σύμφωνα μὲ τὸν λόγον σου». Καὶ ποὺ εἶπες. Καὶ μετὰ τὸν λόγον της τοῦτον, διὰ τοῦ ὁποίου ἐν πάσῃ
ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτῆς ὁ ἀνεχώρησεν ἀπὸ αὐτὴν ὁ ἄγγελος. ταπεινώσει ἐξεδήλωσε τὴν ὑποταγήν της εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ
ἄγγελος. καὶ ἐνεπιστεύθη ἑαυτὴν εἰς τὴν πρόνοιάν του, ἔφυγεν ἀπὸ αὐτὴν ὁ
ἄγγελος.
1,39 Ἀναστᾶσα δὲ Μαριὰμ ἐν 39 Ἀνεχώρησε δὲ ἡ Μαριὰμ κατὰ τὰς ἡμέρας 39 Ἐσηκώθη δὲ ἡ Μαριὰμ κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτάς, ποὺ
ταῖς ἡμέραις ταύταις αὐτάς, ἀμέσως μετὰ τὸν εὐαγγελισμόν της, ἐπηκολούθησαν εἰς τὸν εὐαγγελισμόν της, καὶ ἐπῆγε γρήγορα καὶ
ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν καὶ ἐπῆγε γρήγορα εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν χωρὶς ἀναβολὴν εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς Ἰουδαίας, εἰς κάποιαν

9/255
μετὰ σπουδῆς εἰς πόλιν τῆς Ἰουδαίας, εἰς κάποιαν πόλιν τῆς φυλῆς πόλιν τῆς περιφερείας, εἰς τὴν ὁποίαν κατοικοῦσεν ἡ φυλὴ τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἰούδα, Ἰούδα. Ἰούδα.
1,40 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν 40 Καὶ εἰσῆλθε εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ζαχαρίου καὶ 40 Καὶ ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ζαχαρίου καὶ ἐχαιρέτισεν αὐτὴ
οἶκον Ζαχαρίου καὶ ἐχαιρέτησε τὴν Ἐλισάβετ. πρώτη τὴν Ἐλισάβετ.
ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ.
1,41 Καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν 41 Καὶ ἀμέσως μόλις ἤκουσεν ἡ ᾿Ελισάβετ τὸν 41 Καὶ συνέβη τὴν στιγμήν, ποὺ ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν
ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν χαιρετισμὸν τῆς Μαρίας, συνέβη τοῦτο τὸ χαιρετισμὸν τῆς Μαρίας, ἐπήδησε τὸ βρέφος μέσα εἰς τὴν κοιλίαν
τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ Θαυμαστόν· ἐσκίρτησε τὸ βρέφος εἰς τὴν της. Καὶ ἐπληρώθη ἡ Ἐλισάβετ ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον.
βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· κοιλίαν της. Καὶ ἐγέμισε ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον ἡ
καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἐλισάβετ.
Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ.
1,42 Καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ 42 Καὶ ἀπὸ τὴν πολλὴν χαράν της ἐφώναξε μὲ 42 Καὶ ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης χαρᾶς καὶ ἐκπλήξεώς της ἐφώναξε μὲ
μεγάλῃ καὶ εἶπεν· μεγάλην φωνὴν καὶ μὲ τὸν φωτισμὸν τοῦ μεγάλην φωνὴν καὶ εἶπεν· Εἶσαι σὺ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεὸν
εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ Ἁγίου Πνεύματος εἶπε· «σὺ εἶσαι ἀπὸ τὸν Θεὸν περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλην γυναῖκα. Καὶ εὐλογημένον εἶναι καὶ
καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς ἡ ἀσυγκρίτως περισσότερον εὐλογημένη τὸ ἔμβρυον, ποὺ ἐβλάστησεν ὡς καρπὸς ἄχραντος καὶ παρθενικὸς
τῆς κοιλίας σου. μεταξὺ ὅλων τῶν γυναικῶν καὶ εὐλογημένος εἰς τὴν κοιλίαν σου.
εἶναι ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου.
1,43 Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα 43 Καὶ πῶς μοῦ ἔγινε ἡ μεγάλη αὐτὴ τιμὴ νὰ 43 Καὶ διὰ ποίαν ἀρετὴν ἢ ἀξίαν μου ἔγινεν εἰς ἐμὲ ἡ τιμὴ αὐτή, νὰ
ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου ἔλθῃ εἰς ἐπίσκεψίν μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου ἔλθῃ πρὸς ἐπίσκεψίν μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου;
πρός με; μου;
1,44 Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ 44 Ἐκατάλαβα ὅτι εἶσαι μητέρα τοῦ Κυρίου 44 Ναί· εἶσαι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου, διότι ἰδοὺ μόλις ἦλθεν εἰς τὰ
φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς μου, διότι ἰδοὺ μόλις ἔφθασεν εἰς τὰ αὐτιά μου αὐτιά μου ἡ φωνὴ τοῦ χαιρετισμοῦ σου, ἐπήδησε μέσα εἰς τὴν
τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ ἡ φωνὴ τοῦ χαιρετισμοῦ σου, ἐσκίρτησε μὲ κοιλίαν μου τὸ βρέφος μὲ ἀσυγκράτητον χαράν.
βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ ἀγαλλίασιν τὸ βρέφος μέσα εἰς τὴν κοιλίαν
κοιλίᾳ μου. μου.
1,45 Καὶ μακαρία ἡ 45 Καὶ μακαρία εἶσαι σύ, ἡ ὁποία ἐπίστευσες, 45 Καὶ μακαρία εἶναι ἐκείνη, ποὺ ὅπως σὺ ἐπίστευσεν, ὅτι θὰ

10/255
πιστεύσασα ὅτι ἔσται ὅτι θὰ λάβουν πλήρη καὶ τελείαν λάβουν τελείαν καὶ πλήρη πραγματοποίησιν ἐκεῖνα, ποὺ τῆς ἔχει

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τελείωσις τοῖς λελαλημένοις πραγματοποίησιν ὅσα διὰ τοῦ ἀγγέλου σοῦ εἴπει ὁ Κύριος διὰ τοῦ ἀγγέλου του καὶ δὲν ἐπέδειξε τὴν ἀπιστίαν
αὐτῇ παρὰ Κυρίου. ἔχει εἴπει ὁ Κύριος». τοῦ τιμωρηθέντος συζύγου μου.

1,46 Καὶ εἶπε Μαριάμ· 46 Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· «Ὑμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ 46 Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· Ἀνυμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ ψυχή μου τὸ
Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν ψυχή μου τὸν Κύριον. μεγαλεῖον τοῦ Κυρίου·
Κύριον
1,47 καὶ ἠγαλλίασε τὸ 47 Καὶ ἐγέμισε ἀπὸ ἀγαλλίασιν τὸ πνεῦμα μου 47 καὶ ἐχάρη πολὺ τὸ βάθος τῆς καρδίας μου διὰ τὸν Θεόν, ποὺ
πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ διὰ τὸν Θεόν, τὸν Σωτῆρα ἐμοῦ καὶ ὅλου τοῦ ἔσωσε καὶ ἐμὲ μαζὶ μὲ ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος.
σωτῆρί μου, ἀνθρωπίνου γένους.
1,48 ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν 48 Ὑμνολογεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι 48 Ἀνυμνεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι ἔρριψεν εὐμενὲς βλέμμα εἰς
ταπείνωσιν τῆς δούλης ἔρριψε τὸ στοργικόν του βλέμμα εἰς τὴν τὴν μικρότητα καὶ ἀσημότητα ἐμοῦ, ποὺ εἶμαι δούλη του. Καὶ διὰ
αὐτοῦ. Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν ταπεινὴν καὶ ἄσημον δούλην του. Καὶ ἰδοὺ ὅτι τοῦτο ἰδού, ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαὶ τῶν πιστῶν.
μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαί.
γενεαί.
1,49 Ὅτι ἐποίησέ μοι 49 Διότι ἔκαμε μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα εἰς 49 Καὶ θὰ μὲ μακαρίζουν, διότι έφ’ ὅσον μὲ ἠξίωσε νὰ γίνω μητέρα
μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς καὶ ἐμὲ ὁ παντοδύναμος Κύριος, τοῦ ὁποίου τὸ τοῦ Σωτῆρος, ἔκαμεν εἰς ἐμὲ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα αὐτός, τοῦ
ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὄνομα εἶναι ἅγιον. ὁποίου εἶναι ἀπεριόριστος ἡ δύναμις καὶ ἅγιον τὸ ὄνομά του. Καὶ
ἔτσι μὲ τὰ καταπληκτικὰ εἰς δύναμιν καὶ ἁγιότητα ἔργα του ὄχι
μόνον ἀνυψώνει, ἀλλὰ καὶ ἁγιάζει τοὺς ταπεινούς του δούλους.
1,50 καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς 50 Τὸ δὲ ἔλεος καὶ ἡ ἀγάπη του ξεχύνονται εἰς 50 Καὶ τὸ ἔλεός του δὲν ἐδείχθη μόνον εἰς ἐμέ, ἀλλ’ εἶναι
γενεὰς γενεῶν τοῖς γενεὰς γενεῶν πρὸς ὅλους ἐκείνους, ποὺ τὸν παντοτεινὸν καὶ μεταβιβάζεται ἀπὸ γενεὰν εἰς γενεὰν εἰς ὅλους
φοβουμένοις αὐτόν. φοβοῦνται καὶ τὸν σέβονται. ἐκείνους, ποὺ φοβοῦνται αὐτόν.
1,51 Ἐποίησε κράτος ἐν 51 Ἔκαμεν εἰς τὸ παρελθόν, καὶ ἰδίως τώρα, 51 Πάντοτε καὶ εἰς τὸ παρελθόν, ἄλλα πρὸ παντὸς τώρα διὰ τῆς
βραχίονι αὐτοῦ, ἔργα κραταιὰ καὶ ἐπέβαλε τὸ θέλημά του μὲ ἀποστολῆς τοῦ Μεσσίου, ἐποίησεν ἔργα κραταιὰ καὶ δυνατὰ μὲ τὴν
διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους τὴν παντοδύναμον δεξιάν του, κατενίκησε καὶ παντοδύναμον χεῖρα του· κατενίκησε καὶ διεσκόρπισεν αὐτούς, ποὺ

11/255
διανοίᾳ καρδίας αὐτῶν· διεσκόρπισεν αὐτοὺς ποὺ ὑπερηφανεύονται μὲ ὑπερηφανεύονται μὲ τὰς σκέψεις καὶ τὰ φαντασμένα σχέδια τῆς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὴν ἐπῃρμένην διάνοιαν καὶ καρδίαν των. ψυχῆς των.
1,52 καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ 52 Ἐκρήμνισε ἄρχοντας ἰσχυροὺς ἀπὸ θρόνους 52 Ἔρριψε κάτω ἀπὸ τοὺς θρόνους των ἄρχοντας κραταιοὺς καὶ
θρόνων καὶ ὕψωσε καὶ ὕψωσε ταπεινοὺς καὶ ἀδυνάτους. δυνατοὺς καὶ ἀνύψωσε ταπεινοὺς καὶ περιφρονημένους.
ταπεινούς,
1,53 πεινῶντας ἐνέπλησεν 53 Ἐχόρτασε μὲ πλούσια ἀγαθὰ 53 Ἐχόρτασε μὲ ἀγαθὰ πτωχούς, ποὺ ἐπεινοῦσαν, καθὼς ἔδωκε καὶ
ἀγαθῶν καὶ πλουτοῦντας πεινασμένους, καὶ ἀνθρώπους μὲ πολλὰ ἀφθόνους τὰς πνευματικὰς δωρεὰς τῆς σωτηρίας εἰς ὅσους τὰς
ἐξαπέστειλε κενούς. πλούτη τοὺς ἔδιωξε μὲ ἀδειανὰ τὰ χέρια των. ἐπόθησαν πολύ· ἀπ’ ἐναντίας δὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πλοῦτη
ὑλικά, καθὼς καὶ ἐκείνους ποὺ εἶχαν τὴν ἰδέαν, ὅτι κατέχουν τὸν
θησαυρὸν τῆς ἀρετῆς, τοὺς ἀπεδίωξε μὲ χέρια ἀδειανά.
1,54 Ἀντελάβετο Ἰσραὴλ 54 Ἐπροστάτευσε μὲ τὸν παντοδύναμό του 54 Ἔπιασε μὲ τὴν προστατευτικήν του χεῖρα καὶ ἐβοήθησε τὸν
παιδὸς αὐτοῦ μνησθῆναι χέρι τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν, τὸν δοῦλον του, Ἰσραηλιτικὸν λαόν, τὸν δοῦλον του, καὶ ἀπέδειξεν ἔτσι, ὅτι δὲν
ἐλέους, διότι ἐθυμήθηκε τὸ ἔλεος καὶ τὴν ἐλησμόνησεν, ἀλλ’ ἐνεθυμήθη τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐσπλαγχνίαν του,
εὐσπλαγχνίαν του,
1,55 καθὼς ἐλάλησε πρὸς 55 ὅπως ἄλλωστε εἶχεν εἴπει πρὸς τοὺς 55 σύμφωνα μὲ ὅσα εἶπεν εἰς τοὺς προπάτοράς μας, εἰς τοὺς ὁποίους
τοὺς πατέρας ἡμῶν, τῷ πατέρας μας, ὅτι θὰ ἐχάριζε πλούσιον καὶ ὑπεσχέθη, ὅτι θὰ ἐδείκνυε εἰς τὸν Ἀβραὰμ καὶ τοὺς ἀπογόνους του
Ἀβραὰμ καὶ τῷ σπέρματι αἰώνιον τὸ ἔλεός του εἰς τὸν Ἀβραὰμ καὶ τοὺς παντοτεινὸν καὶ αἰώνιον τὸ ἔλεός του.
αὐτοῦ εἰς τὸν αἰῶνα. ἀπογόνους του».
1,56 Ἔμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν 56 Ἔμεινε δὲ ἡ Μαριὰμ μαζῆ μὲ τὴν Ἐλισάβετ 56 Ἔμεινε δὲ ἡ Μαριὰμ μαζὶ μὲ τὴν Ἐλισάβετ περίπου τρεῖς μῆνας
αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς καὶ τρεῖς περίπου μῆνας καὶ ἐπέστρεψε κατόπιν καὶ ὅταν πλέον ἐπλησίασεν ἡ ὥρα νὰ γεννήσῃ αὔτη, ἡ Μαρία
ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον εἰς τὴν οἰκίαν της. ἐπέστρεψεν εἰς τὴν οἰκίαν της.
αὐτῆς.
1,57 Τῇ δὲ Ἐλισάβετ ἐπλήσθη 57 Εἰς δὲ τὴν Ἐλισάβετ συνεπληρώθη ὁ χρόνος 57 Εἰς τὴν Ἐλισάβετ δὲ συνεπληρώθη ὁ χρόνος τῶν ἐννέα μηνῶν διὰ
ὁ χρόνος τοῦ τεκεὶν αὐτήν, νὰ γεννήσῃ καὶ ἐγέννησε υἱόν. νὰ γεννήσῃ αὐτὴ καὶ ἐγέννησε παιδὶ ἀρσενικόν.
καὶ ἐγέννησεν υἱόν.
1,58 Καὶ ἤκουσαν οἱ περίοικοι 58 Καὶ ἤκουσαν οἱ γείτονες καὶ οἱ συγγενεῖς 58 Καὶ ἤκουσαν οἱ γείτονές της καὶ οἰ συγγενεῖς της, ὅτι ὁ Κύριος

12/255
καὶ οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ὅτι της ὅτι ἔδειξε μέγα καὶ θαυμαστὸν τὸ ἔλεός ἔδειξε μέγα καὶ θαυμαστὸν τὸ ἔλεος του εἰς αὐτήν, ἐφ’ ὅσον εἰς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐμεγάλυνε Κύριος τὸ ἔλεος του ὁ Κύριος εἰς αὐτήν, μὲ τὸ νὰ τῆς χαρίσῃ εἰς τόσον προχωρημένην ἡλικίαν τῆς ἔδωκε τέκνον. Καὶ ἔχαιρον καὶ
αὐτοῦ μετ' αὐτῆς, καὶ τέτοιαν ἡλικίαν υἱόν, καὶ ὅλοι ἔχαιρον μαζῆ αὐτοὶ μαζί της.
συνέχαιρον αὐτῇ. της.
1,59 Καὶ ἐγένετο ἐν τῇ ὀγδόῃ 59 Καὶ κατὰ τὴν ὀγδόην ἡμέραν ἦλθαν πάλιν 59 Καὶ συνέβη τὴν ὀγδόην ἡμέραν νὰ ἔλθουν πάλιν οἰ συγγενεῖς καὶ
ἡμέρᾳ ἦλθον περιτεμεῖν τὸ οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ γείτονες, διὰ νὰ κάμουν οἱ γείτονες διὰ νὰ κάμουν περιτομὴν εἰς τὸ παιδίον. Καὶ
παιδίον, καὶ ἐκάλουν αὐτὸ περιτομὴν εἰς τὸ παιδίον. Καὶ ὠνόμαζαν αὐτὸ ἐλογάριαζαν νὰ τὸ ὀνομάσουν ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ πατρός του
ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ πατρὸς Ζαχαρίαν, μὲ τὸ ὄνομα τοῦ πατρός του. Ζαχαρίαν.
αὐτοῦ Ζαχαρίαν.
1,60 Καὶ ἀποκριθεῖσα ἡ 60 Ἡ μητέρα ὅμως τοῦ παιδιοῦ, φωτισμένη 60 Καὶ ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ φωτιζομένη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ
μήτηρ αὐτοῦ εἶπεν· ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, εἶπεν· «ὄχι ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Ὄχι· δὲν θὰ τὸ ὀνομάσετε Ζαχαρίαν, ἀλλὰ θὰ
οὐχί,ἀλλὰ κληθήσεται Ζαχαρίας, ἀλλὰ Ἰωάννης θὰ ὠνομασθῇ». ὀνομασθῇ Ἰωάννης.
Ἰωάννης.
1,61 Καὶ εἶπον πρὸς αὐτὴν ὅτι 61 Καὶ εἶπαν ἐκεῖνοι εἰς αὐτὴν ὅτι κανεὶς 61 Ἀλλ’ εἶπαν ἐκεῖνοι εἰς αὐτήν· ὅτι δὲν εἶναι κανεὶς εἰς τὴν
οὐδείς ἐστιν ἐν τῇ συγγενείᾳ μεταξὺ τῶν συγγενῶν σου δὲν ὀνομάζεται μὲ οἰκογένειάν σου, ποὺ νὰ ὀνομάζεται μὲ τὸ ὄνομα αὐτό.
σου ὃς καλεῖται τῷ ὀνόματι τὸ ὄνομα αὐτό.
τούτῳ·
1,62 ἐνένευον δὲ τῷ πατρὶ 62 Ἐρωτοῦσαν δὲ μὲ νεύματα τὸν πατέρα του, 62 Ἠρώτων λοιπὸν μὲ νεύματα καὶ σχήματα τὸν πατέρα του, σὰν τὶ
αὐτοῦ τὸ τί ἂν θέλοι τί ὄνομα θέλει νὰ δώσουν εἰς αὐτό. ὄνομα ἤθελε νὰ τὸ ὀνομάσουν.
καλεῖσθαι αὐτόν.
1,63 Καὶ αἰτήσας πινακίδιον 63 Καὶ ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἐζήτησε μίαν μικρὰν 63 Καὶ ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἐζήτησε μικρὸν πίνακα, ἔγραψεν αὐτὰς
ἔγραψε λέγων· Ἰωάννης ἐστὶ πλάκαν, ἔγραψε τὰς λέξεις· «Ἰωάννης εἶναι τὸ ἀκριβῶς τὰς λέξεις· Ἰωάννης εἶναι τὸ ὄνομά του. Καὶ ἐθαύμασαν
τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ ὄνομά του». Καὶ ὅλοι ἐθαύμασαν. ὅλοι διὰ τὴν παράδοξον συμφωνίαν τοῦ Ζαχαρίου μὲ τὴν Ἐλισάβετ.
ἐθαύμασαν πάντες.
1,64 Ἀνεῴχθη δὲ τὸ στόμα 64 Ἀμέσως δὲ ἤνοιξε τὸ στόμα τοῦ Ζαχαρίου 64 Ἤνοιξε δὲ ἀμέσως τὸ στόμα τοῦ Ζαχαρίου καὶ ἐλύθη ἡ γλῶσσα
αὐτοῦ παραχρῆμα καὶ ἡ καὶ ἐλύθη ἡ γλῶσσα του καὶ ὠμιλοῦσε του καὶ ὡμίλει πλέον ἐλεύθερα δοξάζων καὶ ἀνύμνων τὸν Θεόν.

13/255
γλῶσσα αὐτοῦ, καὶ ἐλάλει ἐλεύθερα, δοξολογῶν τὸν Θεόν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εὐλογῶν τὸν Θεόν.
1,65 Καὶ ἐγένετο ἐπὶ πάντας 65 Καὶ ἔπεσεν φόβος εἰς ὅλους αὐτούς, ποὺ 65 Καὶ ὅλους, ὅσοι κατοικοῦσαν ἐκεῖ τριγύρω, τοὺς ἐκυρίευσε φόβος
φόβος τοὺς περιοικοῦντας κατοικοῦσαν γύρω καὶ διεδόθησαν ὅλα αὐτὰ ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ καὶ διεδόθησαν ὅλα τὰ συμβάντα αὐτά, τὰ
αὐτούς, καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ὀρεινῇ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα εἰς ὅλην τὴν ὀρεινὴν ἀναφερόμενα εἰς τὴν ὀνομασίαν τοῦ παιδίου καὶ εἰς τὴν θαυμαστὴν
τῆς Ἰουδαίας διελαλεῖτο ἐκείνην περιοχὴν τῆς ᾿Ιουδαίας. θεραπείαν τῆς ἀφωνίας τοῦ πατρός του, εἰς ὁλόκληρον τὴν ὀρεινὴν
πάντα τὰ ρήματα ταῦτα, περιοχὴν τῆς Ἰουδαίας.
1,66 καὶ ἔθεντο πάντες οἱ 66 Καὶ ὅσοι τὰ ἤκουσαν, τὰ ἔβαλαν μέσα εἰς 66 Καὶ ὅσοι τὰ ἤκουσαν τὰ ἔβαλαν μέσα εἰς τὴν καρδίαν των καὶ τὰ
ἀκούσαντες ἐν τῇ καρδίᾳ τὴν καρδιά των καὶ ἔλεγαν· «τί ἄραγε θὰ γίνῃ ἐχάραξαν βαθειὰ εἰς τὴν μνήμην των λέγοντες· Ὕστερα ἀπὸ ὅλα
αὐτῶν λέγοντες· τί ἄρα τὸ τὸ παιδί αὐτό;» Ἡ δὲ προστατευτικὴ καὶ αὐτά, ποὺ ἔγιναν εἰς τὴν γέννησίν του, τί θὰ γίνῃ ἄραγε τὸ παιδίον
παιδίον τοῦτο ἔσται, καὶ χεὶρ παντοδύναμον χεὶρ τοῦ Κυρίου ἦτο μαζῆ του. αὐτό, εἰς τὸ ὁποῖον ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐδείχθη τόσον θαυμαστή;
Κυρίου ἦν μετ' αὐτοῦ. Καὶ πράγματι ἡ προστατευτικὴ χεὶρ τοῦ Κυρίου ἦτο μαζί του.
1,67 Καὶ Ζαχαρίας ὁ πατὴρ 67 Καὶ ὁ Ζαχαρίας, ὁ πατέρας αὐτοῦ, ἐγέμισε 67 Καὶ ὁ Ζαχαρίας ὁ πατέρας του ἐπληρώθη μὲ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ
αὐτοῦ ἐπλήσθη Πνεύματος μὲ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ ἐπροφήτευσε, λέγων· ἐπροφήτευσε διὰ τὴν ἔλευσιν τοῦ Μεσσίου καὶ διὰ τὴν ἀποστολὴν
Ἁγίου καὶ προεφήτευσε τοῦ παιδίου καὶ εἶπεν·
λέγων·
1,68 Εὐλογητὸς Κύριος, ὁ 68 «Ἂς εἶναι εὐλογημένος καὶ δοξασμένος ὁ 68 Ἀς εἶναι εὐλογημένος καὶ δοξασμένος ὁ Κύριος, τὸν ὁποῖον μόνοι
Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἀληθινὸς Θεὸς καὶ προστάτης τοῦ Ἰσραήλ, ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη ἐγνώρισαν καὶ ἐλάτρευσαν οἱ Ἰσραηλῖται καὶ δι’
ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε διότι ἐπεσκέφθη τὸν λαόν του καὶ αὐτὸ καλεῖται ἰδικός των Θεός. Ἂς εἶναι δοξασμένος, διότι
λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ, ἐπραγματοποίησε τὴν ἀπελευθέρωσιν αὐτοῦ ἐπεσκέφθη τὸν λαόν του καὶ συνετέλεσε τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ
ἀπὸ τοὺς διαφόρους ἐχθρούς του. λαοῦ του ἐκ τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν.
1,69 καὶ ἤγειρε κέρας 69 Καὶ πρὸς χάριν ἡμῶν ὕψωσε δύναμιν 69 Καὶ χάριν ἡμῶν ηὐδόκησε νὰ γεννηθῇ εἰς τὴν οἰκογένειαν τοῦ
σωτηρίας ἡμῖν ἐν τῷ οἴκῳ ἀκαταγώνιστον διὰ τὴν σωτηρίαν μας διότι Δαβὶδ τοῦ δούλου του ἰσχυρὰ καὶ ἀκαταγώνιστος δύναμις, ποὺ μᾶς
Δαυῒδ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ, ηὐδόκησε νὰ γεννηθῇ ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου εἰς σώζει, δηλαδὴ ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.
τὴν οἰκογένειαν τοῦ Δαυῒδ τοῦ δούλου του.
1,70 καθὼς ἐλάλησε διὰ 70 Ὅπως ἀκριβῶς εἶχε λαλήσει καὶ ὑποσχεθῆ 70 Καὶ ἤγειρεν ὁ Θεὸς τὸ κέρας τοῦτο τῆς σωτηρίας σύμφωνα μὲ

14/255
στόματος τῶν ἁγίων, τῶν ἀπ' μὲ τὸ στόμα τῶν ἁγίων, τῶν διὰ μέσου τῶν ἐκεῖνα, ποὺ εἶπε καὶ ὑπεσχέθη διὰ τοῦ στόματος καὶ τῆς ὁμοφώνου

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αἰῶνος προφητῶν αὐτοῦ, αἰώνων προφητῶν του, προκηρύξεως τῶν ἁγίων, δηλαδὴ τῶν προφητῶν, ποὺ εἰς κάθε
ἐποχὴν ἀπὸ χρόνων παλαιοτάτων ἀνεφάνησαν.
1,71 σωτηρίαν ἐξ ἐχθρῶν 71 πραγματοποιεῖ σωτηρίαν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς 71 Οὕτως ἐπιτυγχάνομεν δι’ αὐτοῦ τὴν σωτηρίαν ἀπὸ τοὺς ὁρατοὺς
ἡμῶν καὶ ἐκ χειρὸς πάντων μας καὶ ἀπὸ τὸ χέρι ὅλων τῶν ὁρατῶν καὶ καὶ ἀοράτους ἐχθρούς μας καὶ ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν ὅλων
τῶν μισούντων ἡμᾶς, ἀοράτων ἐχθρῶν, ποὺ μᾶς μισοῦν, ἐκείνων, ποὺ μᾶς μισοῦν.
1,72 ποιῆσαι ἔλεος μετὰ τῶν 72 διὰ νὰ ἐλεήσῃ ἔτσι τοὺς πατέρας μας ποὺ 72 Ἀλλ’ ἐπὶ πλέον ἀνέστησεν αὐτὸ ὁ Θεὸς καὶ διὰ νὰ ἐλεήσῃ τοὺς
πατέρων ἡμῶν καὶ περιμένουν κάτω εἰς στὸν Ἅδην τὸν Λυτρωτὴν πατέρας μας, ποὺ περιμένουν τὸν λυτρωτὴν καὶ ἐλευθερωτήν των
μνησθῆναι διαθήκης ἁγίας καὶ διὰ νὰ ἐνθυμηθῇ καὶ ἐκπληρώσῃ τὴν εἰς τὸν Ἅδην· καὶ διὰ νὰ ἐνθυμηθῇ καὶ ἐκτελέσῃ τὴν ἁγίαν διαθήκην
αὐτοῦ, ἁγίαν διαθήκην του, του,
1,73 ὅρκον ὃν ὤμοσε πρὸς 73 τὴν ἔνορκον δηλαδὴ διαβεβαίωσιν, τὴν 73 τὴν ἔνορκον δηλαδὴ ὑπόσχεσιν καὶ βεβαίωσιν, τὴν ὁποίαν
Ἀβραὰμ τὸν πατέρα ἡμῶν, ὁποίαν ἔκαμεν εἰς τὸν πατέρα μας τὸν ἔκαμεν εἰς τὸν πατέρα μας Ἀβραάμ.
τοῦ δοῦναι ἡμῖν Ἀβραάμ· νὰ μᾶς δώσῃ καὶ μᾶς ἀξιώσῃ,
1,74 ἀφόβως, ἐκ χειρὸς τῶν 74 χωρὶς φόβον καὶ λυτρωμένοι ἀπὸ τοὺς 74 Τὸ περιεχόμενον δὲ τῆς ἐνόρκου αὐτῆς βεβαιώσεως ἦτο νὰ μᾶς
ἐχθρῶν ὑμῶν ρυσθέντας, ἐχθρούς μας, νὰ τὸν λατρεύωμεν καὶ νὰ τὸν δώσῃ καὶ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεὸς νὰ τὸν λατρεύωμεν χωρὶς φόβον, ἀφοῦ
λατρεύειν αὐτῷ προσκυνοῦμεν ἐλευθερωθῶμεν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς μας, ποὺ μᾶς ἐμπόδιζαν νὰ
προσκυνῶμεν τὸν ἀληθινὸν Θεόν.
1,75 ἐν ὀσιότητι καὶ 75 ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μας μὲ ἁγιότητα 75 Νὰ τὸν λατρεύωμεν δὲ συνεχῶς καὶ ὅλας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς
δικαιοσύνῃ ἐνώπιον αὐτοῦ καρδίας καὶ μὲ ἐνάρετον βίον. μας μὲ εὐσεβῇ ἐσωτερικὴν διάθεσιν καὶ μὲ ἐξωτερικὸν βίον
πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἐνάρετον, ὅχι ὑποκριτικὸν καὶ διὰ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’
ἡμῶν. εἰλικρινῆ καὶ πραγματικὸν καὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀρεστόν.
1,76 Καὶ σύ, παιδίον, 76 Καὶ σύ, παιδίον, θὰ ἀναδειχθῇς καὶ θὰ 76 Καὶ σύ, παιδίον, θὰ ἀναδειχθῇς καὶ θὰ ἀναγνωρισθῇς προφήτης
προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ· ὀνομασθῇς προφήτης τοῦ Ὑψίστου. Διότι θὰ τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ. Διότι θὰ προπορευθῇς ἐμπρὸς ἀπὸ τὸν
προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προηγηθῇς ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπον Λυτρωτήν, ἐνανθρωπήσαντα Κύριον διὰ νὰ ἐτοιμάσῃς τοὺς δρόμους, διὰ τῶν
προσώπου Κυρίου ἑτοίμασαι διὰ νὰ προετοιμάσῃς τοὺς δρόμους τοῦ ἕργου ὁποίων ὁ Κύριος θὰ πλησιάσῃ πρὸς σωτηρίαν ἕνα ἕκαστον ἀπὸ τοὺς
ὁδοὺς αὐτοῦ, του, δηλαδὴ νὰ προπαρασκευάσῃς τὰς ἀνθρώπους.

15/255
καρδίας τῶν ἀνθρώπων διὰ τὴν ὑποδοχήν του,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


1,77 τοῦ δοῦναι γνῶσιν 77 καὶ νὰ γνωστοποιήσῃς εἰς τὸν λαὸν αὐτοῦ 77 Ἡ προετοιμασία δὲ αὐτὴ θὰ συνίσταται εἰς τὸ νὰ γνωστοποίησῃς
σωτηρίας τῷ λαῷ αὐτοῦ ἐν τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν θὰ τοὺς προσφέρῃ εἰς τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ κηρύγματός σου τὸν ἐλθόντα εἰς τὸν
ἀφέσει ἁμαρτιῶν αὐτῶν συγχωρώντας τὰς ἁμαρτίας των. κόσμον Σωτῆρα καὶ τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν ἔφερεν. Ἡ σωτηρία δὲ
αὐτὴ δὲν συνίσταται εἰς ἐθνικὰς καὶ πολιτικὰς ἐπιτυχίας καὶ
ἀπελευθερώσεις, ἀλλ’ εἰς τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ,
1,78 διὰ σπλάγχνα ἐλέους 78 Καὶ τοῦτο ὄχι διὰ τὰ ἐνάρετα ἔργα μας, 78 καὶ παρέχεται οὐχὶ διὰ τὰ ἰδικά μας ἐνάρετα ἔργα, ἀλλὰ διὰ τὰ
Θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς ἀλλὰ διὰ τὰ γεμᾶτα ἄπειρον ἔλεος καὶ γεμᾶτα ἔλεος καὶ συμπάθειαν σπλάγχνα τοῦ Θεοῦ μας. Ἕνεκα δὲ
ἐπισκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ συμπάθειαν σπλάγχνα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας ταύτης τοῦ Θεοῦ μας ἐπεσκέφθη ἐξ οὐρανοῦ
ὕψους ἕνεκα ἀκριβῶς αὐτῆς τῆς ἐσπλαγχνίας μᾶς λαμπρὰ καὶ θεία ἀνατολή, ὁ ἐξ οὐρανοῦ καταβὰς ἥλιος τῆς
ἐπεσκέφθη θεία ἀνατολὴ ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὁ δικαιοσύνης Χριστός.
ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, δηλαδὴ ὁ Χριστός,
1,79 ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει 79 διὰ νὰ φωτίσῃ ἐκείνους, ποὺ ἀπηλπισμένοι 79 Καὶ ἦλθεν ἡ οὐράνιος αὐτὴ ἀνατολὴ διὰ νὰ φωτίσῃ ἐκείνους ποὺ
καὶ σκιᾷ θανάτου δοῦλοι εἶναι βυθισμένοι εἰς τὸ σκότος τῆς κάθηνται σὰν κρατημένοι καὶ ἀπηλπισμένοι εἰς τὸ σκότος τῆς
καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι πλάνης καὶ τὴν σκιὰν τοῦ πνευματικοῦ πλάνης καὶ τῆς ἀσεβείας καὶ εἰς τὴν σκιὰν τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ
τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν θανάτου, νὰ κατευθύνῃ καὶ νὰ ἐνισχύῃ τοὺς θανάτου· καὶ νὰ ἐνδυναμώσῃ τὴν θέλησίν μας, ποὺ ἕνεκα τῆς
εἰρήνης. πόδας ἡμῶν, διὰ νὰ βαδίσωμεν τὸν δρόμον, ἁμαρτίας ἐξησθένησεν, ὥστε ἡ ἐν γένει ζωή μας νὰ ἔμβῃ σταθερῶς
ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εἰς τὸν ἵσιον δρόμον, ποὺ ὁδηγεῖ ἀσφαλῶς εἰς τὴν κατὰ Θέον
αἰωνίαν σωτηρίαν». εἰρήνην καὶ τὴν αἰωνίαν σωτηρίαν.
1,80 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ 80 Τὸ δὲ παιδίον ἐμεγάλωνε σωματικῶς καὶ 80 Τὸ δὲ παιδίον ἐμεγάλωνε σωματικῶς καὶ ἰσχυροποιοῦντο ἡθικῶς
ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἐδυνάμωνε ἠθικῶς καὶ διανοητικῶς μὲ τὸν αἱ πνευματικαί του δυνάμεις ὑπὸ τὸν φωτισμὸν καὶ τὴν ἐνίσχυσιν
ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως φωτισμὸν καὶ τὴν ἐνίσχυσιν τοῦ Ἁγίου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἔμενεν εἰς τὰς ἐρήμους ζῶν μακρὰν τῶν
ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ Πνεύματος. Καὶ ἔμενεν εἰς τὰς ἐρήμους μέχρι θορύβων τοῦ κόσμου μέχρι τῆς ἡμέρας, ποὺ εἶχεν ὁρισθῇ ἀπὸ τὴν
πρὸς τὸν Ἰσραήλ. τῆς ἡμέρας ποὺ, σύμφωνα μὲ τὸ θεῖον σχέδιον, θείαν πρόνοιαν διὰ τὴν φανέρωσιν καὶ ἀνάδειξίν του ὡς προφήτου
θὰ ἀνεδεικνύετο προφήτης καὶ ἀπεσταλμένος καὶ ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν.
τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν.

16/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
2,1 Εγένετο δὲ ἐν ταῖς Κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, μετὰ τὴν γέννησιν Συνέβη δὲ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, ποὺ ἐπηκολούθησαν εἰς τὴν
ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε τοῦ Ἰωάννου, ἐξεδόθη ἕνα διάταγμα ἀπὸ τὸν γέννησιν τοῦ Ἰωάννου, νὰ ἐκδοθῇ διάταγμα ἀπὸ τὸν Καίσαρα
δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὔγουστον Καίσαρα, νὰ γίνῃ ἀπογραφὴ ὅλων Αὔγουστον, ὅπως ἐγγραφοῦν εἰς τοὺς δημοσίους φορολογικοὺς
Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι τῶν κατοίκων τοῦ κόσμου, ποὺ εὑρίσκετο ὑπὸ καταλόγους ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ κόσμου, ποὺ ἐκυριαρχεῖτο ἀπὸ
πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. τὴν κυριαρχίαν τῆς Ρώμης. τοὺς Ρωμαίους.
2,2 Αὐτὴ ἡ ἀπογραφὴ πρώτη 2 Αὐτὴ ἡ ἀπογραφὴ ἦτο ἡ πρώτη ποὺ ἔγινεν, 2 Ἡ ἀπογραφὴ αὕτη ἦτο ἡ πρώτη, ποὺ ἔγινεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν, εἰς
ἐγένετο ἠγεμονεύοντος τῆς ὅταν ἡγεμὼν τῆς Συρίας ἦτο ὁ Κυρήνιος. ἐποχὴν ποὺ ὁ Κυρήνιος ἦτο ἡγεμὼν τῆς Συρίας, καὶ διακρίνεται ἀπὸ
Συρίας Κυρηνίου. τὴν δευτέραν ἀπογραφήν, τὴν ὁποίαν βραδύτερον ἐνήργησεν ὁ
αὐτὸς Κυρήνιος.
2,3 Καὶ ἐπορεύοντο πάντες 3 Καὶ ἐπήγαιναν ὅλοι νὰ ἀπογραφοῦν, ὁ 3 Καὶ ἐπήγαιναν ὅλοι νὰ ἐγγραφοῦν εἰς τοὺς φορολογικοὺς
ἀπογράφεσθαι, ἕκαστος εἰς καθένας εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τὴν ὁποίαν καταλόγους, καθένας εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τὴν ὁποίαν κατήγετο ἡ
τὴν ἰδίαν πόλιν. κατήγετο. οἰκογένειά του.
2,4 Ἀνέβη δὲ καὶ Ἰωσὴφ ἀπὸ 4 Ἀνέβηκε δὲ καὶ ὁ ᾿Ιωσὴφ ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ 4 Ἀνέβη δὲ καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν ἐκ τῆς πόλεως Ναζαρέτ,
τῆς Γαλιλαίας ἐκ πόλεως τῆς Γαλιλαίας εἰς τὴν Ἰουδαίαν, εἰς τὴν πόλιν ὅπου ἔμενεν, εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς τὴν πόλιν Δαβίδ, ἡ ὁποία καλεῖται
Ναζαρὲτ εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς τὸν Δαυΐδ, ἡ ὁποία ὠνομάζετο Βηθλεέμ, Βηθλεέμ, ἐπειδὴ κατήγετο ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὴν οἰκογένειαν τοῦ
πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται ἐπειδὴ κατήγετο ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὴν Δαβίδ.
Βηθλεέμ, διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν οἰκογένειαν τοῦ Δαυΐδ.
ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ,
2,5 ἀπογράψασθαι σὺν 5 Ἐπῆγε δὲ νὰ ἀπογραφῇ μαζῆ μὲ τὴν 5 Καὶ ἐπῆγεν ἐκεῖ διὰ νὰ ἀπογραφῇ μὲ τὴν Μαρίαν, τὴν γυναῖκα
Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένῃ Μαριάμ, τὴν μνηστευομένην μὲ αὐτὸν ποὺ ἦταν ἀρραβωνισμένη μὲ αὐτόν, καὶ ἡ ὁποία ἦτο ἔγκυος καὶ ὡς
αὐτῷ γυναικί, οὔσῃ ἐγκύῳ. γυναῖκα, ἡ ὁποία ἦτο ἔγκυος. ἔγκυος ἐδηλώθη, διὰ νὰ γίνῃ οὕτω καὶ ὁ Κύριος, τὸν ὁποῖον
ἐβάσταζεν εἰς τοὺς κόλπους της, φορολογούμενος ὑπὸ τὸν
ρωμαϊκὸν νόμον

17/255
2,6 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ εἶναι 6 Συνέβη δὲ ὅταν αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖ, 6 Συνέβη δέ, ὅταν αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖ, νὰ συμπληρωθοῦν αἱ ἡμέραι διὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτοὺς ἐκεῖ ἐπλήσθησαν αἱ συνεπληρώθησαν αἱ ἡμέραι, διὰ νὰ γεννήσῃ νὰ γεννήσῃ αὕτη.
ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν, αὐτή.
2,7 καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς 7 Καὶ ἐγέννησε τὸν πρῶτον καὶ μόνον υἱόν της 7 Καὶ ἐγέννησε τὸν πρῶτον καὶ μονογενῆ υἱόν της, καὶ τὸν
τὸν πρωτοτόκον, καὶ καὶ τὸν ἐσπαργάνωσε καὶ τὸν ἔβαλεν εἰς περιετύλιξε μὲ σπάργανα καὶ τὸν ἔβαλε μέσα εἰς τὴν φάτνην, διότι
ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ φάτνην, διότι δὲν ὑπῆρχε δι' αὐτοὺς τόπος εἰς λόγῳ τῆς συρροῆς πολλῶν ξένων, ποὺ ἦλθαν νὰ ἀπογραφοῦν, δὲν
ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ τὸ πανδοχεῖον νὰ παραμείνουν (ἐπειδὴ τοῦτο ὕπηρχε δι’ αὐτοὺς τόπος εἰς τὸ πανδοχεῖον, ποὺ ἐστάθμευσαν διὰ
φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς εἶχε καταληφθῇ ἐνωρίτερα ἀπὸ τοὺς νὰ περάσουν τὴν νύκτα.
τόπος ἐν τῷ καταλύματι. Ἰουδαίους, ποὺ κατήγοντο ἀπὸ τὴν Βηθλεὲμ
καὶ εἶχαν ἔλθει ἐκεῖ νὰ ἀπογραφοῦν. Καὶ ἔτσι
ἀπὸ αὐτὴν ἀκόμη τὴν νηπιακὴν του ἡλικίαν ὁ
Κύριος δὲν εἶχε ποῦ νὰ κλίνῃ τὴν κεφαλήν).
2,8 Καὶ ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ 8 Καὶ ἦσαν μερικοὶ ποιμένες εἰς τὴν περιοχὴν 8 Καὶ ἦσαν μερικοὶ ποιμένες εἰς τὴν αὐτὴν χώραν, οἱ ὁποῖοι ἔμεναν
χῶρᾳ τῇ αὐτῇ ἀγραυλοῦντες αὐτήν, ποὺ ἔμεναν εἰς τοὺς ἀγροὺς καὶ μὲ τὴν ἔξω εἰς τοὺς ἀγροὺς καὶ ἐφύλαττον τὸ ποίμνιον τῶν παραμένοντες
καὶ φυλάσσοντες φυλακὰς σειράν των κατὰ τὸ διάστημα τῆς νυκτὸς μὲ τὴν σειράν των ἄγρυπνοι καθ’ ὡρισμένας ὤρας τὴν νύκτα.
τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην ἐφύλατταν ἄγρυπνοι τὸ ποίμνιον των.
αὐτῶν.
2,9 Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου 9 Καὶ ἰδοὺ ἔνας ἄγγελος Κυρίου παρουσιάσθη 9 Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου παρουσιάσθη αἰφνιδίως εἰς αὐτοὺς καὶ
ἐπέστη αὐτοῖς καὶ δόξα ἔξαφνα εἰς αὐτοὺς καὶ φῶς ὁλόλαμπρον, φῶς λαμπρὸν καὶ ἑξαστράπτον, θεῖον καὶ ὑπερφυσικὸν τοὺς
Κυρίου περιέλαμψεν αὐτούς, θεῖον καὶ ὑπερφυσικόν, τοὺς περιεκύκλωσε περιεκύκλωσε καὶ ἐφοβήθησαν ὑπερβολικά, διότι ἐκατάλαβαν
καὶ ἐφοβήθησαν φόβον καὶ ἐφοβήθησαν πάρα πολὺ δι' αὐτά, ποὺ ἀμέσως, ὅτι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος τοὺς παρουσιάσθη, δὲν ἦτο ὅμοιός των
μέγαν. ἀντίκρυσαν. ἄνθρωπος, ἀλλ’ ὕπαρξις οὐράνια καὶ ὑπερφυσική.
2,10 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ 10 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτοὺς ὁ ἄγγελος· «μὴ 10 Καὶ τοὺς εἶπεν ὁ ἄγγελος· Μὴ φοβεῖσθε· τοὐναντίον χαρῆτε. Διότι
ἄγγελος· μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ φοβεῖσθε, διότι σᾶς ἀναγγέλλω χαρμόσυνον ἰδοὺ σᾶς ἀναγγέλλω χαρμόσυνον εἴδησιν, ποὺ θὰ σᾶς προκαλέσῃ
γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν εἴδησιν, χαρὰν μεγάλην, ἡ ὁποία θὰ εἶναι μεγάλην χαράν, ἡ ὁποία θὰ εἶναι καὶ χαρὰ δι’ ὅλον τὸν λαὸν τοῦ
χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται χαρὰ δι' ὅλον τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ. Θεοῦ.

18/255
παντὶ τῷ λαῷ,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


2,11 ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον 11 Σᾶς ἀναγγέλῳ, ὅτι ἐγεννήθη σήμερον γιὰ 11 Θὰ εἶναι δὲ χαρὰ ὅλου τοῦ λαοῦ, διότι ἐγεννήθη σήμερον διὰ σᾶς
σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς σᾶς Σωτήρ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Κύριος Σωτήρ, ὁποῖος ὡς ἄνθρωπος μὲν εἶναι ὅμοιός σας, ἀλλὰ χρισμένος
Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ. καὶ Θεός. Καὶ ἐγεννήθη εἰς τὴν πόλιν τοῦ μὲ τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος, ὡς Θεὸς δὲ εἶναι καὶ Κύριός σας. Καὶ
Δαυῒδ τὴν Βηθλεέμ, σύμφωνα μὲ τὰς ἐγεννήθη εἰς τὴν πόλιν τοῦ Δαβίδ, πρὸς τὸν ὁποῖον ἐδόθησαν αἱ
προφητείας τῆς Γραφῆς. ἐπαγγελίαι, ὅτι ἀπὸ τὸ γένος του θὰ προέλθῃ ὁ Χριστός.
2,12 Καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ 12 Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι γιὰ σᾶς σημεῖον, μὲ τὸ 12 Καὶ αὐτὸ ἂς εἶναι εἰς σᾶς σημεῖον, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ ἀναγνωρίσετε
σημεῖον· εὑρήσετε βρέφος ὁποῖον θὰ ἀναγνωρίσετε τὸν γεννηθέντα τὸν γεννηθέντα Σωτῆρα· θὰ εὕρετε ἓν βρέφος εἰς ἁπλᾶ σπάργανα
ἐσπαργανωμένον, κείμενον Σωτῆρα· θὰ βρῆτε ἕνα βρέφος ἁπλοϊκὰ τυλιγμένον καὶ τοποθετημένον ὄχι εἰς κούνιαν βασιλικὴν ἢ
ἐν φάτνῃ. σπαργανωμένον, βαλμένο εἰς τὴν φάτνην. πολυτελῆ, ἀλλὰ μέσα εἰς μίαν φάτνην. Βρέφος δέ, ποὺ νὰ ἐγεννήθη
ἀπόψε καὶ νὰ ἔχῃ ἀντὶ κούνιας τὴν φάτνην αὐτήν, ἓν καὶ μόνον
ὑπάρχει εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ περίχωρά της.
2,13 Καὶ ἐξαίφνης ἐγένετο 13 Καὶ ἔξαφνα πλῆθος στρατιᾶς ἀγγέλων ἀπὸ 13 Καὶ ἔξαφνα συνενώθη μὲ τὸν ἄγγελον ἐκεῖνον πλῆθος στρατοῦ
σὺν τῷ ἀγγέλῳ πλῆθος τὸν οὐρανὸν ἐνώθηκε μὲ τὸν ἄγγελον καὶ ὅλοι ἀγγέλων ἐξ οὐρανοῦ, οἱ ὁποῖοι ἐδοξολόγουν τὸν Θεὸν καὶ ἔλεγον·
στρατιᾶς οὐρανίου μαζῆ ἐδοξολογοῦσαν τὸν Θεὸν καὶ ἔλεγαν·
αἰνούντων τὸν Θεὸν καὶ
λεγόντων·
2,14 Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ 14 «Δόξα ἂς εἶναι εἰς τὸν Θεὸν εἰς τοὺς 14 Δόξα ἂς εἶναι εἰς τὸν Θεὸν εἰς τὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ
καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν οὐρανοὺς καὶ εἰς ὁλόκληρον τὴν γῆν εἰρήνη, τοὺς ἐκεῖ κατοικοῦντας ἀγγέλους· καὶ εἰς τὴν γῆν ὁλόκληρον, ποὺ
ἀνθρώποις εὐδοκία. θεία εὔνοια καὶ εὐλογία εἰς τοὺς ἀνθρώπους». εἶναι ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὰ βίαια πάθη της, ἀς
βασιλεύσῃ ἡ θεία εἰρήνη· διότι ὁ Θεὸς ἐξεδήλωσε τώρα λαμπρῶς
τὴν εὔνοιαν καὶ εὐαρέσκειάν του εἰς τοὺς ἀνθρώπους διὰ τῆς
ἐνανθρωπήσεως τοῦ υἱοῦ του.
2,15 Καὶ ἐγένετο ὡς ἀπῆλθον 15 Ὁταν δὲ οἱ ἄγγελοι ἔφυγαν ἀπὸ αὐτοὺς εἰς 15 Καὶ συνέβη, ὅταν οἱ ἄγγελοι ἔφυγον ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἐπῆγαν εἰς
ἀπ' αὐτῶν εἰς τὸν οὐρανὸν οἱ τὸν οὐρανόν, τότε οἱ ποιμένες εἶπαν μεταξύ τὸν οὐρανόν, τότε καὶ οἱ ἄνθρωποι, δηλαδὴ οἱ ποιμένες, εἶπον
ἄγγελοι, καὶ οἱ ἄνθρωποι οἱ των· «ἂς περάσωμεν λοιπὸν ἕως εἰς τὴν μεταξύ των· ἂς περάσωμεν λοιπὸν διὰ μέσου τῆς πεδιάδος μέχρι

19/255
ποιμένες εἶπον πρὸς Βηθλεέμ, διὰ νὰ ἴδωμεν αὐτὸ ποὺ ἔγινε καὶ τὸ τῆς Βηθλεὲμ καὶ ἂς ἴδωμεν αὐτό, ποὺ μᾶς εἶπεν ὁ ἄγγελος, ὅτι ἔγινε
ἀλλήλους· διέλθωμεν δὴ ἕως ὁποῖον μᾶς ἐγνωστοποίησε διὰ τοῦ ἀγγέλου ὁ καὶ τὸ ὁποῖον μᾶς ἐγνωστοποίησεν ὁ Κύριος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Βηθλεὲμ καὶ ἴδωμεν τὸ ρῆμα Κύριος».
τοῦτο τὸ γεγονός, ὃ ὁ Κύριος
ἐγνώρισεν ἡμῖν.
2,16 Καὶ ἦλθον σπεύσαντες, 16 Καὶ ἦλθαν ὅσον ἠμποροῦσαν γρηγορώτερα 16 Καὶ ἦλθαν γρήγορα καὶ κατώρθωσαν νὰ εὕρουν καὶ τὴν Μαριὰμ
καὶ ἀνεῦρον τήν τε Μαριὰμ καὶ ἀφοῦ ἔψαξαν εὐρῆκαν καὶ τὴν Μαρίαν καὶ καὶ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος τοποθετημένον εἰς τὴν φάτνην, περὶ
καὶ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος τοποθετημένο εἰς τῆς ὁποίας τοὺς εἶχεν ὁμιλήσει ὁ ἄγγελος.
κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ. τὴν φάτνην.
2,17 Ἰδόντες δὲ διεγνώρισαν 17 Ὅταν δὲ εἶδον αὐτά, ἐγνωστοποίησαν τότε 17 Ὅταν δὲ εἶδαν αὐτά, ποὺ ἐσυμφωνοῦσαν μὲ ὅσα πρὸ ὀλίγου
περὶ τοῦ ρήματος τοῦ μὲ λεπτομέρειαν ὅλα ὅσα εἶχεν εἴπει εἰς εἶχον ἀκούσει, ἐγνωστοποίησαν λεπτομερῶς καὶ τὰ ὅσα τοὺς εἶχον
λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ αὐτοὺς ὁ ἄγγελος διὰ τὸ παιδίον αὐτό. (Οἱ λεχθῆ ἀπὸ τὸν ἄγγελον περὶ τοῦ παιδίου τούτου.
παιδίου τούτου· ἁπλοϊκοὶ καὶ πιστοὶ ποιμένες, ὡς ἐὰν ἦσαν
πνευματικοὶ ποιμένες καὶ ἀπόστολοι,
ἠξιώθησαν νὰ γίνουν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων
οἱ πρῶτοι κήρυκες τοῦ Χριστοῦ).
2,18 καὶ πάντες οἱ 18 Καὶ ὅλοι ὅσοι ἤκουσαν, ἐθαύμασαν δι' ὅσα 18 Καὶ ὅλοι ὅσοι ἤκουσαν, ἐθαύμασαν δι’ ὅσα ἐλέχθησαν εἰς αὐτοὺς
ἀκούσαντες ἐθαύμασαν περὶ τοὺς εἶχον εἴπει οἱ ποιμένες. ἀπὸ τοὺς ποιμένας.
τῶν λαλήθεντων ὑπὸ τῶν
ποιμένων πρὸς αὐτούς.
2,19 Ἡ δὲ Μαριὰμ πάντα 19 Ἡ δὲ Μαριὰμ ἔβαλεν εἰς τὴν καρδίαν της 19 Τῆς Μαρίας ὅμως ἡ ἐντύπωσις ὐπῆρξε βαθύτερα. Διετήρει αὕτη
συνετήρει τὰ ρήματα ταῦτα καὶ ἐκρατοῦσε εἰς τὴν μνήμην της ὅλους ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους εἰς τὴν καρδίαν καὶ τὴν μνήμην της καὶ
συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοὺς τοὺς λόγους καὶ τοὺς συνέκρινε μὲ συνέκρινε αὐτοὺς πρὸς ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα ἀπὸ τὴν ὥραν τοῦ
αὐτῆς. ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα κατὰ τὴν ὥρα τοῦ εὐαγγελισμοῦ της ἐγνώριζε περὶ τοῦ παιδίου, ἐμβαθύνουσα οὕτω
εὐαγγελισμοῦ της εἶχεν εἴπει ὁ ἄγγελος. περισσότερον εἰς τὸ συντελεσθὲν μυστήριον.
2,20 Καὶ ὑπέστρεψαν οἱ 20 Καὶ ἐπέστρεψαν οἱ ποιμένες εἰς τὸ ποίμνιόν 20 Καὶ ἐγύρισαν πίσω οἱ ποιμένες εἰς τὸ ποίμνιόν των καὶ ἐδόξαζον
ποιμένες δοξάζοντες καὶ των, δοξάζοντες καὶ ὑμνοῦντες τὸν Θεὸν δι' καὶ ὑμνολογοῦν τὸν Θεὸν δι’ ὅλα, ὅσα ἤκουσαν ἀπὸ τὸν ἄγγελον

20/255
αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ ὅλα ὅσα ἤκουσαν καὶ εἶδαν καὶ τὰ ὁποῖα ἦσαν καὶ ὅσα εἶδον τὰ μάτια των, ὅταν ἐπῆγαν εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πᾶσαν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον ἀκριβῶς ὅπως τοὺς τὰ εἶπε ὁ ἄγγελος. ὁποῖα ἦσαν ἀκριβῶς ὅπως τοὺς τὰ εἶπεν ὁ ἄγγελος.
καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς.
2,21 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν 21 Καὶ ὅταν συνεπληρώθησαν ὀκτὼ ἡμέραι, 21 Καὶ ὅταν συνεπληρώθησαν αἱ ὀκτὼ ἡμέραι διὰ νὰ γίνῃ εἰς τὸ
ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν διὰ νὰ γίνῃ ἡ περιτομὴ τοῦ παιδίου, ἔκαμαν παιδίον ἡ περιτομή, τὸ περιέτεμαν, ἵνα καὶ διὰ τῆς περιτομῆς
τὸ παιδίον, καὶ ἐκλήθη τὸ τὴν περιτομὴν καὶ ἐδόθη εἰς τὸ παιδίον τὸ ἐπιβεβαιωθῇ ὅτι ἦτο γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ ἐκλήθη τὸ
ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ὅπως εἶχεν εἴπει ὁ ἄγγελος ὅνομά του Ἰησοῦς, ὄνομα ποὺ τὸ εἶχεν εἴπει ὁ ἄγγελος προτοῦ
κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ πρὶν ἀκόμη συλληφθῇ αὐτὸ εἰς τὴν κοιλίαν συλληφθῇ αὐτὸς εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητέρας του.
τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῆς μητέρας του.
τῇ κοιλίᾳ.
2,22 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ 22 Καὶ ὅταν, σύμφωνα μὲ τὸν νόμον τοῦ 22 Καὶ ὅταν σύμφωνα μὲ τὸν νόμον τοῦ Μωϋσέως
ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ Μωϋσέως, συνεπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ συνεπληρώθησαν αἱ ἡμέραι διὰ τὸν καθαρισμὸν τῆς μητέρας τοῦ
αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον καθαρισμοῦ τῆς μητέρας τοῦ παιδίου καὶ τοῦ παιδίου καὶ τοῦ ἀρραβωνιαστικοῦ της, ἀνέβασαν αὐτὸν εἰς τὰ
Μωϋσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν μνηστῆρος της, ἀνέβασαν αὐτὸ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα διὰ νὰ τὸν παρουσιάσουν καὶ τὸν ἀφιερώσουν εἰς τὸν
εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι Ἱεροσόλυμα, διὰ νὰ τὸ παρουσιάσουν καὶ τὸ Κύριον.
τῷ Κυρίῳ ἀφιερώσουν εἰς τὸν Κύριον.
2,23 καθὼς γέγραπται ἐν 23 Αὐτὸ δὲ ἔγινε σύμφωνα μὲ τὸ γραμμένον 23 Ἡ παρουσίασις δὲ καὶ ἀφιέρωσις αὐτὴ ἐγίνετο σύμφωνα μὲ
νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν εἰς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου, ὅτι κάθε ἐκεῖνο, ποὺ εἶχε γραφῆ εἰς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου, ὅτι κάθε
διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ πρωτότοκον ἀρσενικόν, ποὺ διανοίγει τὴν ἀρσενικόν, ποὺ διὰ πρώτην φορὰν ἀνοίγει τὴν μήτραν τῆς μητέρας
Κυρίῳ κληθήσεται, μήτραν τῆς μητέρας του, θὰ θεωρηθῇ του καὶ γεννᾶται, δηλαδὴ κάθε πρωτότοκον καὶ πρωτογενές, θὰ
ἀφιερωμένον εἰς τὸν Κύριον. κληθῇ καὶ θὰ θεωρηθῇ ὡς ἀφιερωμένον εἰς τὸν Κύριον.
2,24 καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν 24 Ἀνέβησαν ἀκόμη εἰς τὸν ναὸν νὰ 24 Ἀνέβησαν ἀκόμη εἰς τὸν ναόν, καὶ διὰ νὰ προσφέρουν θυσίαν διὰ
κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ προσφέρουν τὴν θυσίαν διὰ τὸν καθαρισμόν τὸν καθαρισμόν των ἓν ζεῦγος τρυγόνια ἢ δύο μικρὰ περιστέρια,
Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ των, ὅπως ἦτο πάλιν γραμμένον εἰς τὸν νόμον σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει ὁρισθῇ εἰς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου διὰ
δύο νεοσσοὺς περιστερῶν. Κυρίου, δηλαδὴ ἕνα ζεῦγος τρυγόνες ἢ δύο τοὺς πτωχούς, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν τὰ μέσα νὰ προσφέρουν θυσίαν
μικρὰ περιστέρια, σὰν πτωχοὶ ποὺ ἦσαν. ὁλόκληρον ἀρνίον.

21/255
2,25 Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν 25 Καὶ ἰδοὺ ἐζοῦσε εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἔνας 25 Καὶ ἰδοὺ ἦτο εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ὠνομάζετο

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα ἄνθρωπος, ὀνόματι Συμεών. Καὶ ὁ ἄνθρωπος Συμεών. Καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἦτο δίκαιος φυλάττων τὰς ἐντολὰς
Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦτο δίκαιος καὶ εὐλαβὴς καὶ ἐπερίμενε τοῦ νόμου καὶ εὐλαβής, φοβούμενος τὸν Θεόν. Αυτὸς εἶχε φωτισθῇ
οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, νὰ ἔλθῃ λύτρωσις καὶ παρηγορία εἰς τὸν λαὸν ἀπὸ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν προφητικῶν βιβλίων καὶ μὲ πόθον ζωηρὸν
προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραὴλ μὲ τὴν ἔλευσιν τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἐπερίμενε νὰ ἔλθῃ εἰς τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν διὰ τῆς ἐλεύσεως τοῦ
τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν εἶχαν προείπει αἱ Γραφαί, καὶ Πνεῦμα Ἅγιον Μεσσίου παρηγορία ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ τὰς θλίψεις, ποὺ ὑπέφερεν
Ἅγιον ἐπ' αὐτόν· ἦτο εἰς αὐτόν· ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας. Καὶ Πνεῦμα προφητικὸν Ἅγιον ἦτο ἐπάνω του.
2,26 καὶ ἢν αὐτῷ 26 καὶ τοῦ εἶχεν ἀποκαλυφθῆ ἀπὸ τὸ Ἅγιον 26 Καὶ εἶχεν ἀποκαλυφθῆ εἰς αὐτὸν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅτι δὲν
κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεῦμα ὅτι δὲν θὰ ἀπέθνησκεν, πρὶν ἴδῃ θὰ ἀπέθνησκε προτοῦ ἴδῃ ἐκεῖνον, τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος καὶ Θεὸς
Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἐκεῖνον, τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς θὰ ἔχριε Σωτῆρα ἔχρισε βασιλέα καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου.
ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν καὶ βασιλέα τοῦ κόσμου.
Χριστὸν Κυρίου.
2,27 Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ 27 Καὶ κατὰ παρακίνησιν τοῦ Ἁγίου 27 Καὶ ἦλθεν ὁ Συμεὼν κατὰ παρακίνησιν καὶ ἔμπνευσιν τοῦ Ἁγίου
Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν Πνεύματος ἦλθεν εἰς τὸν ναόν. Καὶ ὅταν οἱ Πνεύματος εἰς τὸ ἱερόν. Καὶ ὅταν οἱ γονεῖς εἰσήγαγον εἰς τὸ ἱερὸν τὸ
τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ γονεῖς ἔφεραν τὸ παιδίον Ἰησοῦν εἰς τὸν ναὸν παιδίον Ἰησοῦν διὰ νὰ κάμουν δι’ αὐτὸ ἐκεῖνο, ποὺ σύμφωνα μὲ τὰς
παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι νὰ κάμουν δι' αὐτὸ ὅ,τι ὥριζεν ὁ νόμος διὰ τὰ διατάξεις τοῦ νόμου ἦτο συνηθισμένον νὰ γίνεται εἰς τὰ
αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον πρωτότοκα, πρωτότοκα,
τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ,
2,28 καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν 28 τότε καὶ αὐτὸς ὁ Συμεὼν ἐδέχθη εἰς τὰς 28 τότε καὶ αὐτὸς ὁ Συμεὼν ἐδέχθη τὸ παιδίον εἰς τὰς ἀγκάλας του
εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ ἀγκάλας του τὸ παιδίον, ἐδοξολόγησε τὸν καὶ ἐδόξασε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε·
εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· Θεὸν καὶ εἶπε·
2,29 Νῦν ἀπολύεις τὸν 29 «τώρα πλέον μὲ ἀπολύεις ἐμὲ τὸν δοῦλον 29 Τώρα, ὅτε πλέον εἶδον τὸν Λυτρωτὴν τοῦ κόσμου, ἐλευθερώνεις
δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ σου νὰ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, ἀπὸ τοὺς δεσμοὺς τοῦ σώματος ἐμὲ τὸν δοῦλον σου. Δεσπότα, καὶ
τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, Δέσποτα, εἰρηνικὸς καὶ χαρούμενος, σύμφωνα μετ’ ὀλίγον ἀποθνήσκω σύμφωνα μὲ τὸν λόγον σου, ποὺ μοῦ εἶπες,
μὲ τὸν λόγον ποὺ μοῦ εἶπες, ὅτι δὲν θὰ ἀποθάνω, πρὶν ἴδω τὸν Χριστόν. Καὶ μὲ ἐλευθερώνεις ἐν
εἰρήνῃ καὶ χωρὶς νὰ ἀνησυχῶ πλέον διὰ τὴν λύτρωσιν τοῦ Ἰσραήλ,

22/255
2,30 ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί 30 διότι εἶδαν τὰ μάτια μου τὸν Χριστόν, ὁ 30 διότι εἶδαν οἱ ὀφθαλμοί μου τὸν ἐνανθρωπήσαντα υἱόν σου, ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μου τὸ σωτήριόν σου, ὁποῖος θὰ φέρῃ τὴν σωτηρίαν, ὁποῖος θὰ φέρῃ τὴν σωτηρίαν,
2,31 ὃ ἡτοίμασας κατὰ 31 τὴν ὁποίαν σὺ ἔχεις ἑτοιμάσει, διὰ νὰ τὴν 31 τὴν ὁποίαν ἠτοίμασες διὰ νὰ γίνῃ φανερὰ ἐνώπιον ὅλων τῶν
πρόσωπον πάντων τῶν ἴδουν ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς. λαῶν πρὸς εὐεργεσίαν ὄχι μόνον τῶν Ἰουδαίων, ἄλλα καὶ τῶν
λαῶν. ἐθνικῶν.
2,32 Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν 32 Φῶς πνευματικόν, ποὺ θὰ φανερώσῃ εἰς τὰ 32 Καὶ θὰ εἶναι οὕτω τὸ σωτήριόν σου αὐτὸ φῶς πνευματικόν, ποὺ
ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου ἔθνη τὸν ἀληθινὸν Θεὸν καὶ τὴν δόξαν τοῦ θὰ φανερώσῃ καὶ θὰ ἀποκαλύψῃ εἰς τὰ ἔθνη τὸν ἀληθινὸν Θέον
Ἰσραήλ. λαοῦ σου Ἰσραήλ, ἀφοῦ ἀπὸ αὐτὸν τὸν λαὸν καὶ τὴν ἀληθῆ ὁδὸν σωτηρίας, ἀλλὰ καὶ δόξα τοῦ λαοῦ σου Ἰσραήλ,
κατὰ τὸ ἀνθρώπινον προέρχεται ὁ Χριστός». ἀφοῦ ἀπὸ τὸν Ἰσραὴλ κατάγεται ὡς ἄνθρωπος ὁ Σωτὴρ καὶ ἀφοῦ
τελικῶς καὶ ὁ Ἰσραὴλ ὡς σύνολον θὰ τὸν ἐγκολπωθῇ ὡς σωτῆρα
του.
2,33 Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ 33 Καὶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα τοῦ παιδίου 33 Καὶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα τοῦ παιδίου εὑρίσκοντο εἰς συνεχῆ
μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες συνεχῶς ἐθαύμαζαν δι' ὅσα ἐλέγοντο περὶ τοῦ θαυμασμὸν δι’ ὅσα καὶ τώρα καὶ προτήτερα καὶ ἀπὸ τὸν Συμεὼν καὶ
ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ παιδίου. ἀπὸ τοὺς ποιμένας καὶ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἐλέγοντο δι’ αὐτό.
αὐτοῦ.
2,34 Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς 34 Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Συμεὼν καὶ εἶπε 34 Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Συμεὼν καὶ εἶπεν εἰς τὴν Μαρίαν τὴν
Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς πρὸς τὴν Μαρίαν τὴν μητέρα τοῦ παιδίου· μητέρα του· Ἰδοὺ αὐτὸς εἶναι προωρισμένος διὰ νὰ γίνῃ αἰτία
Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· «ἰδοὺ αὐτὸς θὰ γίνῃ αἰτία νὰ πέσουν καὶ νὰ πτώσεως καὶ ἀναστάσεως πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ. Ὅσοι θ’
ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν ἀναστηθοῦν πολλοὶ εἰς τὸν Ἰσραήλ, (θὰ ἀπιστήσουν εἰς αὐτόν, θὰ πέσουν καὶ θὰ ἀπολεσθοῦν· ὅσοι θὰ
καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ πέσουν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν θὰ πιστεύσουν, θὰ πιστεύσουν, θὰ ἀναστηθοῦν καὶ θὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴν
Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀναστηθοῦν καὶ θὰ λυτρωθοῦν ἐκεῖνοι ποὺ ἁμαρτίαν καὶ θὰ σωθοῦν, θὰ εἶναι δὲ καὶ θαῦμα, ἀφοῦ ἐν τῷ
ἀντιλεγόμενον. θὰ πιστεύσουν). Καὶ θὰ γίνῃ αὐτὸς σημεῖον προσώπῳ του θὰ ἐμφανίζεται ἡ ἕνωσις τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας
ἀντιλογίας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. καὶ τῆς ἀνθρωπίνης. Ἀλλὰ τὸ θαῦμα τοῦτο θὰ ἀντιλέγεται ἀπὸ τοὺς
ἀπιστοῦντας καὶ ἐνῷ οἱ καλοπροαίρετοι θὰ ὁδηγοῦνται δι’ αὐτοῦ εἰς
τὴν πίστιν καὶ θὰ σώζονται, οἱ ἀνειλικρινεῖς καὶ ἐγωϊσταὶ θὰ
ἀπιστοῦν καὶ θὰ κατακρίνωνται.

23/255
2,35 Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν 35 Καὶ τὴν ἰδικήν σου μητρικὴν καρδίαν θὰ 35 Λόγῳ δὲ τῆς ἀντιλογίας αὐτῆς, καὶ σοῦ, τῆς μητρὸς αὐτοῦ, τὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, διαπεράσῃ ἡ ρομφαία τοῦ πόνου, ὅταν ἴδῃς καρδίαν θὰ διαπεράσῃ μεγάλη καὶ ὀδυνηρὰ μάχαιρα θλίψεως καὶ
ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ τὸν υἱόν σου νὰ πάσχῃ διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ὀδύνης, ὅταν θὰ τὸν ἴδῃς νὰ σταυρώνεται. Καὶ ἔτσι ἡ πτῶσις καὶ ἡ
πολλῶν καρδιῶν ἀνθρώπων. Ὅλα δὲ αὐτὰ θὰ γίνουν, διὰ νὰ ἀνάστασις πολλῶν, καθὼς καὶ ἡ ἀντιλογία γύρω ἀπὸ τὸ θαῦμα
διαλογισμοί. φανερωθοῦν οἱ μυστικοὶ διαλογισμοὶ καὶ αὐτὸ θὰ γίνωνται, διὰ νὰ ξεσκεπασθοῦν πολλῶν καρδιῶν οἱ
ἀπόκρυφοι πόθοι πολλῶν καρδιῶν». διαλογισμοὶ καὶ αἰ διαθέσεις, ποὺ ἔμεναν ἔως τώρα ἀπόκρυφοι, καὶ
μὲ τὴν ἀπόρριψιν ἢ ἀποδοχὴν τοῦ Μεσσίου θὰ φανεροθοῦν.
2,36 Καὶ ἦν Ἀννα προφῆτις, 36 Ὑπῆρχε δὲ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κάποια 36 Ὑπῆρχε δὲ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κάποια Ἄννα προφῆτις. Αὕτη
θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς προφῆτις, ὀνόματι Ἄννα, θυγάτηρ τοῦ ἦτο κόρη τοῦ Φανουὴλ ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἀσήρ, τοῦ ὀγδόου
Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν Φανουήλ, ἀπὸ τὴν φυλὴν Ἀσήρ· αὐτὴ ἦτο παιδιοῦ τοῦ Ἰακὼβ ἐκ τῆς Λείας, ἦτο δὲ πολὺ προχωρημένη εἰς τὴν
ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα ἔτη πολὺ προχωρημένη εἰς τὴν ἡλικίαν της καὶ ἡλικίαν, καὶ εἶχε ζήσει μὲ ἄνδρα ἑπτὰ χρόνια ἀπὸ τὸν καιρόν, ποὺ
μετὰ ἀνδρὸς ἑπτὰ ἀπὸ τῆς εἶχε ζήσει ἑπτὰ ἔτη μετὰ τοῦ ἀνδρός της, ἀπὸ ὡς παρθένος ἦλθεν εἰς γάμον μὲ αὐτόν.
παρθενίας αὐτῆς, τὴν ἡμέρα ποὺ ὡς παρθένος εἶχεν
ὑπανδρευθῆ αὐτόν.
2,37 καὶ αὐτὴ χήρα ὡς ἐτῶν 37 Καὶ αὐτὴ ἦτο χήρα, ὀγδοήκοντα τεσσάρων 37 Καὶ αὐτὴ ἦτο χήρα, ἡλικίας περίπου ὀγδοήκοντα τεσσάρον ἐτῶν,
ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ περίπου ἐτῶν, ἡ ὁποία δὲν ἀπεμακρύνετο ἀπὸ ἡ ὁποία δὲν ἀπεμακρύνετο ἀπὸ τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ
ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ τὸν Ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ, λατρεύουσα παρέμενεν εἰς αὐτὸν καὶ κατὰ τὰς ὤρας, ποὺ δὲν ἐγίνοντο
νηστείαις καὶ δεήσεσι νύκτα καὶ ἡμέραν τὸν Θεὸν μὲ νηστείας καὶ ἀκολουθίαι εἰς τὸν ναόν. Καὶ ἔτσι ἐλάτρευε νύκτα καὶ ἡμέραν τὸν
λατρεύουσα νύκτα καὶ προσευχάς. Θεὸν μὲ νηστείας καὶ προσευχάς.
ἡμέραν·
2,38 καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ 38 Καὶ αὐτὴ ἐκείνη τὴν ὥραν, ἀφοῦ εἶδε τὸ 38 Καὶ αὐτὴ ἦλθε κατ’ ἐκείνην τὴν ὥραν καὶ ἀφοῦ εἶδε τὸ παιδίον,
ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ παιδίον, ἐδοξολογοῦσε τὸν Κύριον καὶ ἔλεγε ηὐχαρίστει καὶ ἐδοξολόγει τὸν Θεὸν καὶ ἔλεγε περὶ αὐτοῦ εἰς ὅλους,
Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ περὶ αὐτοῦ εἰς ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς ὅσοι κατοικοῦντες εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ περιέμενον λύτρωσιν καὶ
πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις Ἱερουσαλήμ, ποὺ ἐπερίμεναν τὴν λύτρωσίν ἀπελευθέρωσιν ἀπὸ τῶν δεινῶν καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας.
λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ. των ἀπὸ τὰ δεινὰ καὶ τὴν καταδίκην τῆς
ἁμαρτίας.

24/255
2,39 Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα 39 Καὶ ἀμέσως, ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία 39 Καὶ ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία ἐτελείωσαν ὅλα, ὅσα ὁ νόμος τοῦ
τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ἐξετέλεσαν ὅλα ὅσα ὁ νόμος τοῦ Κυρίου Κυρίου ὁρίζει περὶ τοῦ καθαρισμοῦ καὶ τῆς ἀφιερώσεως τοῦ παιδίου,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὑπέστρεψαν εἰς τὴν ὥριζε, ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὴν ἐγύρισαν ὀπίσω εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὴν πατρίδα τῶν Ναζαρέτ.
Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν πατρίδα των τὴν Ναζαρέτ.
ἑαυτῶν Ναζαρέτ.
2,40 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ 40 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε κατὰ τὸ σῶμα καὶ 40 Τὸ δὲ παιδίον ἐμεγάλωνε κατὰ τὸ σῶμα καὶ ἐνισχύετο ἐκτάκτως
ἐκραταιοῦτο πνεύματι ἰσχυροποιεῖτο πολὺ κατὰ τὸ πνεῦμα καὶ κατὰ τὰς διανοητικὰς καὶ πνευματικὰς δυνάμεις. Καὶ ἡ θεότης, μὲ
πληρούμενον σοφίας, καὶ ἐπληροῦτο ἀπὸ σοφίαν, τὴν ὁποίαν εἰς αὐτὸ τὴν ὁποίαν ἦτο ἠνωμένον, καθ’ ὅσον ἡ ἡλικία τοῦ παιδίου
χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ' αὐτό. μετέδιδεν, καθόσον ἐπροχωροῦσε ἡ ἡλικία ἐπροχώρει, μετέδιδεν εἰς αὐτὸ καὶ τὸ ἐγέμιζε σοφίαν. Καὶ χάρις
του, ἡ ἐνωμένη μὲ αὐτὸ θεία του φύσις. Καὶ Θεοῦ, ἡ ὁποία τὸ ἐνίσχυεν εἰς πᾶσαν ἀρετὴν καὶ τὸ ἐφύλαττεν ἀπὸ
χάρις Θεοῦ ἦτο εἰς αὐτό, ἡ ὁποία τὸ πᾶσαν ἁμαρτίαν, ἦτο ἐπ’ αὐτοῦ, διευθύνουσα τὴν ὁμαλὴν καὶ
ἐπροφύλασσε ἀμόλυντο ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν, ἀπρόσκοπτον ἀνάπτυξιν καὶ ἠθικὴν πρόοδόν του.
τὸ καθωδηγοῦσε δὲ καὶ τὸ ἐνίσχυε πρὸς κάθε
ἀρετήν.
2,41 Καὶ ἐπορεύοντο οἱ γονεῖς 41 Καὶ ἐπήγαιναν οἱ γονεῖς του κάθε ἔτος εἰς 41 Καὶ ἐπήγαιναν οἱ γονεῖς του κάθε χρόνον εἰς Ἱερουσαλὴμ διὰ τὴν
αὐτοῦ κατ' ἔτος εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, διὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ πάσχα. ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, ὅπως ὅλοι οἱ εὐσεβεῖς Ἰσραηλῖται.
Ἱερουσαλὴμ τῇ ἑορτῇ τοῦ
πάσχα.
2,42 Καὶ ὅτε ἐγένετο ἐτῶν 42 Καὶ ὅταν τὸ παιδίον ἔγινε δώδεκα ἐτῶν, 42 Καὶ ἀφοῦ ἔγινε τὸ παιδίον δώδεκα ἐτῶν, ὅταν ἀνέβησαν αὐτοὶ εἰς
δώδεκα, ἀναβάντων αὐτῶν ἀνέβησαν μαζῆ μὲ αὐτὸ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, τὰ Ἱεροσόλυμα, σύμφωνα μὲ τὴν συνήθειαν ποὺ εἶχε καθιερωθῆ
εἰς Ἱεροσόλυμα κατὰ τὸ ἔθος σύμφωνα μὲ τὴν συνήθειαν ποὺ εἶχε ὑπὸ τοῦ νόμου διὰ τὴν ἑορτήν, ἐπῆραν καὶ αὐτὸ μαζί των.
τῆς ἑορτῆς καθιερώσει ὁ νόμος διὰ τὴν ἑορτήν.
2,43 καὶ τελειωσάντων τὰς 43 Ὅταν δὲ ἐτελείωσαν αἱ ἡμέραι τῆς ἐκεῖ 43 Καὶ ὅταν συνεπλήρωσαν τὰς ἡμέρας τῆς παραμονῆς των εἰς τὰ
ἡμέρας, ἐν τῷ ὑποστρέφειν παραμονῆς των, καθὼς ἐγύριζαν πρὸς τὴν Ἱεροσόλυμα, καὶ ἐγύριζαν αὐτοὶ εἰς τὴν πατρίδα των, ὁ παῖς Ἰησοῦς
αὐτοὺς ὑπέμεινεν Ἰησοῦς ὁ Ναζαρέτ, ἀπέμεινε τὸ παιδίον Ἰησοῦς εἰς τὴν ἔμεινεν ὀπίσω εἰς Ἱερουσαλήμ. Καὶ δὲν ἀντελήφθησαν τοῦτο ὁ
παῖς ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ οὐκ Ἱερουσαλὴμ καὶ δὲν ἀντελήφθησαν τοῦτο ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα τοῦ παιδίου.
ἔγνω Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα αὐτοῦ.

25/255
αὐτοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


2,44 Νομίσαντες δὲ αὐτὸν ἐν 44 Ἐπειδὴ δὲ ἐνόμισαν ὅτι ἦτο εἰς τὴν 44 Ἐπειδὴ δὲ τὸν ἐνόμισαν, ὅτι ἦτο εἰς τὸ καραβάνι τῶν
τῇ συνοδίᾳ εἶναι ἦλθον συνοδείαν των προσκυνητῶν, ἐπροχώρησαν προσκυνητῶν, ἐπροχώρησαν μιᾶς ἡμέρας δρόμον. Καὶ τὸ ἑσπέρας
ἡμέρας ὁδὸν καὶ ἀνεζήτουν μιᾶς ἡμέρας δρόμον μεταξὺ τῶν συγγενῶν ἐζήτουν νὰ τὸν εὕρουν μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ γνωστῶν.
αὐτὸν ἐν τοῖς συγγενέσι καὶ καὶ τῶν γνωστῶν.
ἐν τοῖς γνωστοῖς·
2,45 καὶ μὴ εὑρόντες αὐτὸν 45 Ἐπειδὴ δὲ τὸν εὐρῆκαν, ἐπέστρεψαν εἰς τὴν 45 Καὶ ἐπειδὴ δὲν τὸν εὗρον, ἐγύρισαν ὀπίσω εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ
ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἀναζητοῦντες αὐτὸν καθ' ὁδόν, καὶ εἰς τὸν δρόμον ἐζητοῦσαν νὰ τὸν εὕρουν ἐρωτῶντες καὶ τοὺς
ζητοῦντες αὐτόν. μήπως ἦτο μεταξὺ τῶν ἐρχομένων προσκυνητάς, τοὺς ὁποίους συνήντων.
προσκυνητῶν.
2,46 Καὶ ἐγένετο μεθ' ἡμέρας 46 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, 46 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ τρεῖς ἡμέρας, ἀφ’
τρεῖς εὗρον αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ εὐρῆκαν αὐτὸν ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρας νὰ ὅτου εἶχον ἀναχωρήσει ἐκεῖθεν χωρὶς τὸν Ἰησοῦν, συνέβη νὰ τὸν
καθεζόμενον ἐν μέσῳ τῶν κάθεται εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ναοῦ, ἐν μέσῳ τῶν εὕρουν εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ νὰ κάθεται ἐν μέσῳ τῶν
διδασκάλων καὶ ἀκούοντα διδασκάλων, νὰ τοὺς ἀκούῃ καὶ νὰ τοὺς ἐρωτᾷ διδασκάλων καὶ νὰ ἀκούῃ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς ἐρωτᾷ διὰ σπουδαία
αὐτῶν καὶ ἐπερωτῶντα διὰ σπουδαῖα καὶ ὑψηλὰ ζητήματα, ἀσυνήθη ζητήματα, ἀσυνήθη διὰ τὴν ἡλικίαν του.
αὐτούς· διὰ τὴν παιδικήν του ἡλικίαν.
2,47 ἐξίσταντο δὲ πάντες οἱ 47 Καὶ ὅλοι ὅσοι τὸν ἤκουαν, ἐθαύμαζαν διὰ 47 Καὶ ἠπόρουν καὶ ἐθαύμαζαν ὅλοι ὅσοι τὸν ἤκουαν διὰ τὴν
ἀκούοντες αὐτοῦ ἐπὶ τῇ τὴν μοναδικὴν νοημοσύνην καὶ τὰς ἐξαιρετικὴν νοημοσύνην καὶ διὰ τὰς ἀπαντήσεις, ποὺ ἔδιδε.
συνέσει καὶ ταῖς ἀποκρίσεσιν ἀπαντήσεις του.
αὐτοῦ.
2,48 Καὶ ἰδόντες αὐτὸν 48 Καὶ ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία τὸν εἶδαν, 48 Καὶ ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία τὸν εἶδαν, κατελήφθησαν ἀπὸ
ἐξεπλάγησαν, καὶ πρὸς κατελήφθησαν ἀπὸ ἔκπληξιν καὶ ἡ μητέρα ἔκπληξιν, διότι διὰ πρώτην φορὰν ὁ μικρὸς Ἰησοῦς παρουσιάζεται
αὐτὸν ἡ μήτηρ αὐτοῦ εἶπε· του εἶπε πρὸς αὐτόν· «παιδί μου,τί εἶναι αὐτὸ μὴ σκεπτόμενος τὴν ἀνησυχίαν, ποὺ θὰ τοὺς ἐπροκάλει ἡ
τέκνον, τί ἐποίησας ἡμῖν ποὺ μᾶς ἔκαμες καὶ ἔμεινες ὀπίσω; Ἰδοὺ ὁ καθυστέρησις αὐτή. Καὶ ἡ μητέρα του εἶπε πρὸς αὐτόν· Παιδί μου,
οὕτως; Ἰδοὺ ὁ πατήρ σου πατέρας σου καὶ ἐγὼ μὲ πόνον καὶ μεγάλην διατὶ μᾶς ἔκαμες ἔτσι καὶ ἔμεινες ὀπίσω; Ἰδοὺ ὁ πατήρ σου καὶ ἐγὼ
κἀγὼ ὀδυνώμενοι ἐζητοῦμέν ἀνησυχίαν σὲ ἀναζητούσαμε». μὲ πόνον καὶ λαχτάραν σὲ ἐζητούσαμεν.

26/255
σε.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


2,49 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· τί 49 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· «διατὶ μὲ ἐζητούσατε; 49 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Διατὶ ἐζητεῖτε νὰ μὲ εὕρετε; Δὲν ἠξεύρατε,
ὅτι ἐζητεῖτέ μέ; Οὐκ ᾔδειτε Δὲν ἐγνωρίζατε ὅτι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Πατρός ὅτι εἰς τὰ οἰκήματα τοῦ πατρός μου πρέπει νὰ εἶμαι; Δὲν ἔπρεπε
ὅτι ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου δεῖ μου πρέπει νὰ εἶμαι;» (Ὑπενθύμισε εἰς αὐτοὺς λοιπὸν νὰ ἀνησυχῆτε, οὔτε ὑπῆρχε λόγος νὰ μὲ ἀναζητῆτε ὡς
εἶναί με; ὅτι πατὴρ του δὲνἦτο ὁ Ἰωσήφ, ἀλλ' ὁ Θεός, χαμένον.
τοῦ ὁποίου ὁ ναὸς ἦτο ὁ οἶκος του).
2,50 Καὶ αὐτοὶ οὐ συνῆκαν τὸ 50 Καὶ αὐτοὶ δὲν ἐνόησαν τὸν λόγον, ποὺ τοὺς 50 Καὶ αὐτοὶ δὲν ἐκατάλαβαν τὸν λόγον αὐτόν, ποὺ τοὺς εἶπε, διότι
ρῆμα ὃ ἐλάλησεν αὐτοῖς. εἶπε, διότι δὲν ἠμποροῦσαν νὰ εἰσχωρήσουν δὲν ἤξευραν ἀκόμη, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦτο καὶ φυσικὸς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ
εἰς τὸ μέγα μυστήριον τῆς ἐνανθρωπήσεως συνεπῶς ἐδικαιοῦτο νὰ ἀποκαλέσῃ τὸν Ναὸν πατρικὴν κατοικίαν
τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. του.
2,51 Καὶ κατέβη μετ' αὐτῶν 51 Καὶ ὁ Ἰησοῦς κατέβηκε μαζῆ των ἀπὸ τὰ 51 Καὶ κατέβη μαζί τους ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦλθεν εἰς Ναζαρέτ.
καὶ ἦλθεν εἰς Ναζαρέτ, καὶ Ἱεροσόλυμα εἰς τὴν Ναζαρὲτ καὶ ὑπήκουεν εἰς Καὶ ἐξηκολούθει ὡς εὐπειθὴς υἱὸς νὰ ὑποτάσσεται εἰς αὐτούς. Καὶ ἡ
ἦν ὑποτασσόμενος αὐτοῖς· αὐτοὺς κατὰ πάντα. Καὶ ἡ μητέρα του μητέρα του διετήρει τὰ λόγια καὶ τὰ συμβάντα αὐτὰ εἰς τὴν μνήμην
καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ διετήρει διατηροῦσε ὅλα τὰ λόγια καὶ τὰ συμβάντα της, βαθεῖα χαραγμένα εἰς τὴν καρδίαν της.
πάντα τὰ ρήματα ταῦτα ἐν αὐτὰ εἰς τὴν καρδίαν της καὶ εἰς τὴν μνήμην
τῇ καρδίᾳ αὐτῆς. της.
2,52 Καὶ Ἰησοῦς προέκοπτε 52 Καὶ ὁ Ἰησοῦς προώδευε συνεχῶς κατὰ τὴν 52 Καὶ ὁ Ἰησοῦς βαθμηδὸν προώδευε κατὰ τὴν σοφίαν καὶ κατὰ τὴν
σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι σοφίαν καὶ κατὰ τὴν αὔξησιν τοῦ σώματος αὔξηση τοῦ σώματος καὶ κατὰ τὴν χάριν τόσον παρὰ τῷ Θεῷ, ὁ
παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις. καὶ κατὰ τὴν χάριν, ποὺ ἐλάμβανε ὁλονὲν καὶ ὁποῖος ὁλονὲν ἐξεδήλωνε πλουσιώτερον τὴν εὔνοιάν του εἰς αὐτὸν
πλουσιωτέραν ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ κατὰ τὴν καὶ κατὰ τὸ μέτρον τῆς σωματικῆς καὶ πνευματικῆς αὐξήσεως καὶ
ἐκτίμησιν καὶ τὸν θαυμασμόν, ποὺ ἀναπτύξεως τοῦ Ἰησοῦ ἐξέχυνεν ἐπὶ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν του
ἀπελάμβανε ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων διὰ τὰ πλουσιωτέραν τὴν ἐνίσχυσίν του καὶ τὴν εὐλογίαν του, ὅσον καὶ
πολλὰ καὶ θεῖα χαρτίσματά του. παρὰ τοῖς ἀνθρώποις, οἱ ὁποῖοι ἀνεύρισκον ἐν αὐτῷ ὁλονὲν καὶ
περισσότερον ἔκτακτα καὶ ἀσυνήθη χαρίσματα σοφίας καὶ
καλοσύνης καὶ ἀρετῆς.

27/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 3Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
3,1 Εν ἔτει δὲ Κατὰ δὲ τὸ δέκατον πέμπτον ἔτος τῆς Κατὰ δὲ τὸ δέκατον πέμπτον ἔτος τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Τιβερίου
πεντεκαιδεκάτῳ τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Τιβερίου Καίσαρος, ὅταν Καίσαρος, ὅταν ἦτο ἡγεμὼν εἰς τὴν Ἰουδαῖαν ὁ Πόντιος Πιλᾶτος, καὶ
ἡγεμονίας Τιβερίου ἡγεμὼν τῆς Ἰουδαίας ἦτο ὁ Πόντιος Πιλᾶτος, τετράρχης εἰς τὴν Γαλιλαῖαν ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας, ὁ δὲ Φίλιππος ὁ
Καίσαρος, ἠγεμονεύοντος καὶ τετράρχης τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἡρῴδης ἀδελφός του ἦτο τετράρχης τῆς Ἰτουραίας καὶ τῆς Τραχωνίτιδος
Ποντίου Πιλάτου τῆς Ἀντίπας, ὁ δὲ Φίλιππος, ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, χώρας, καὶ ὁ Λυσανίας ἦτο τετράρχης τῆς Ἀβιληνῆς,
᾿Ιουδαίας, καὶ τετραρχοῦντος τετράρχης τῆς Ἰτουραίας καὶ τῆς Τραχωνίτιδος
τῆς Γαλιλαίας Ἡρῴδου, χώρας καὶ ὁ Λυσανίας τετράρχης τῆς
Φιλίππου δὲ τοῦ ἀδελφοῦ Ἀβιληνῆς,
αὐτοῦ τετραρχοῦντος τῆς
Ἰτουραίας καὶ Τραχωνίτιδος
χώρας, καὶ Λυσανίου τῆς
Ἀβιληνῆς τετραρχοῦντος,
3,2 ἐπ' ἀρχιερέως Ἀννα καὶ 2 ὅταν ἀρχιερεῖς εἰς Ἱεροσόλυμα ἦσαν ὁ Ἄννας 2 ἐπὶ τῶν ἀρχιερέων Ἄννα καὶ Καϊάφα ἦλθε διαταγὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς
Καϊάφα, ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ καὶ ὁ Καϊάφας, διέταξεν ὁ Θεὸς τὸν Ἰωάννην τὸν Ἰωάννην τὸν υἱὸν τοῦ Ζαχαρίου εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔμενεν
ἐπὶ Ἰωάννην τὸν Ζαχαρίου τὸν υἱὸν τοῦ Ζαχαρίου, ποὺ ἔμενεν εἰς τὴν οὗτος.
υἱὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἔρημον,
3,3 καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν 3 καὶ ἦλθεν εἰς ὅλην τὴν περιοχὴν τοῦ 3 Καὶ κατόπιν τῆς θείας ταύτης κλήσεως ἦλθεν ὁ Ἰωάννης εἰς ὅλα
περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου Ἰορδάνου, κηρύσσων πρὸς τὸν λαὸν τοῦ τὰ περίχωρα τοῦ Ἰορδάνου καὶ μὲ τὸ κήρυγμά του προέτρεπε τὸν
κηρύσσων βάπτισμα Ἰσραὴλ καὶ προτρέπων αὐτοὺς νὰ βαπτισθοῦν λαὸν νὰ βαπτισθῇ βάπτισμα συνοδευόμενον μὲ μετάνοιαν πρὸς τὸν
μετανοίας εἰς ἄφεσιν βάπτισμα μετανοίας, διὰ νὰ πάρουν ἄφεσιν σκοπόν, τοῦ νὰ ἐπιτύχουν οἰ βαπτιζόμενοι τὴν ἄφεσιν τῶν
ἁμαρτιῶν, ἁμαρτιῶν ποὺ θὰ τοὺς ἔδιδεν ἐντὸς ὀλίγου ὁ ἁμαρτιῶν των, τὴν ὁποίαν θὰ τοὺς ἐξησφάλιζεν ὁ μετ’ ὀλίγον
Μεσσίας. ἐρχόμενος Μεσσίας.
3,4 ὡς γέγραπται ἐν βιβλίῳ 4 Αὐτὸ δὲ τὸ ἔργον τοῦ Ἰωάννου εἶχε 4 Καὶ ἦλθεν ὁ Ἰωάννης νὰ κάμῃ ἕνα τέτοιο κήρυγμα σύμφωνα μὲ

28/255
λόγων Ἡσαΐου τοῦ προφήτου προαναγγελθῆ εἰς τὸ βιβλίον, ποὺ περιέχει τὰ ὅσα ἔχουν γραφῆ εἰς τὸ βιβλίον, ποὺ περιέχει τοὺς θεοπνεύστους
λέγοντος· φωνὴ βοῶντος ἐν θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἡσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶχε λόγους τοῦ προφήτουἩσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶπε· Φωνὴ ἀνθρώπου, ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τῇ ἐρήμῳ, ἐτοιμάσατε τὴν προφητεύσει· «Θὰ ἀκουσθῇ φωνὴ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος κράζει εἰς τὴν ἔρημον καὶ λέγει· Ἐτοιμάσατε τὸν δρόμον, διὰ
ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε ὁποῖος κράζει εἰς τὴν ἔρημον καὶ λέγει, τοῦ ὁποίου θὰ ἔλθῃ πρὸς σᾶς ὁ Κύριος· κάμετε ἴσιους καὶ ὁμαλοὺς
τὰς τρίβους αὐτοῦ· ἐτοιμάσατε τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, κάμετε ἴσους τοὺς δρόμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ περάσῃ, καθαρίζοντες μὲ τὴν
καὶ ὁμαλοὺς τοὺς δρόμους του, ἀπὸ τοὺς μετάνοιαν τὸ ἐσωτερικόν σας διὰ νὰ δεχθῇ τὸν Κύριον·
ὁποίους θὰ περάσῃ (προπαρασκευάσατε
δηλαδὴ τὰς καρδίας σας, διὰ νὰ σᾶς
ἐπισκεφθῇ ὁ Λυτρωτής).
3,5 πᾶσα φάραγξ 5 Κάθε φάραγγι θὰ γεμίσῃ (θὰ σκεπασθοῦν 5 κάθε χαράδρα καὶ λαγκάδι θὰ γεμίσῃ καὶ θὰ σκεπασθοῦν τὰ
πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὅρος δηλαδὴ τὰ χάσματα, ποὺ ἡ ἔλλειψις τῆς χάσματά του καὶ κάθε μεγάλο βουνὸν καὶ κάθε μικρὸς λόφος θὰ
καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, ἀρετῆς δημιουργεῖ εἰς τὰς ψυχάς) καὶ κάθε χαμηλώσῃ, ὥστε τὸ ἔδαφος νὰ γίνῃ παντοῦ ὁμαλόν. Καὶ ἔτσι τὰ
καὶ ἔσται τὰ σκολιὰ εἰς ὅρος καὶ βουνὸ θὰ χαμηλώσῃ καὶ θὰ στραβὰ καὶ ἀνώμαλα θὰ ἰσάξουν καὶ θὰ εὐθυγραμμισθοῦν καὶ οἱ
εὐθεῖαν καὶ τραχεῖαι εἰς ἰσοπεδωθῇ (κάθε δηλαδὴ ἐγωϊσμὸς καὶ πετρώδεις δρόμοι θὰ γίνουν ὁμαλοὶ καὶ μαλακοί. Κάθε δηλαδὴ
ὁδοὺς λείας, ὑψηλοφροσύνη, ποὺ ἐμποδίζει τὴν λυτρωτικὴ ἔλλειψις εὐλαβείας καὶ εἰλικρινείας καὶ ἀρετῆς, ποὺ γεννᾷ ἠθικὸν
χάριν τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐξαλειφθῇ καὶ θὰ σβήσῃ χάσμα εἰς τὰς ψυχάς, καὶ κάθε ἐγωϊσμὸς καὶ ἀλαζονεία, ποὺ σὰν
ἀπὸ τὰς ψυχάς) τὰ στραβὰ καὶ ἀνώμαλα ἄλλο βουνὸν ὑψώνεται εἰς τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων, καὶ κάθε
μονοπάτια θὰ γίνουν εὐθεῖα ὁδὸς καὶ οἱ ἀνωμαλία καὶ τραχύτης καὶ δυστροπία, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ
πετρώδεις δρόμοι ὁμαλοί.(Ἀνωμαλίαι καὶ πάθη τῆς ἁμαρτίας, πρέπει νὰ ἑξαλειφθοῦν καὶ νὰ γίνουν αἱ ψυχαὶ
τραχύτητες καὶ ἰδιοτροπίαι ποὺ δημιουργοῦν σὰν ἄλλοι δρόμοι καὶ πλατεῖαι ὁμαλαὶ καὶ ἰσοπεδωμέναι διὰ νὰ
τὰ πάθη, θὰ φύγουν ἀπὸ τὰς ψυχάς, διὰ νὰ γίνῃ μέσα εἰς αὐτὰς ἡ ὑποδοχὴ τοῦ μεγάλου βασιλέως, ὁ ὁποῖος
ὑποδεχθοῦν αὐταὶ τὸν Σωτῆρα). ἔρχεται,
3,6 καὶ ὄψεται πᾶσα σὰρξ τὸ 6 Καὶ ὅταν θὰ πραγματοποιηθῇ αὐτὴ ἡ ἠθικὴ 6 καὶ τότε, ὅταν συντελεσθῇ ἡ ἠθικὴ αὐτὴ προπαρασκευή, κάθε
σωτήριον τοῦ Θεοῦ. προπαρασκευή, τότε κάθε καλοπροαίρετος καλοδιάθετος ἄνθρωπος, μολονότι φέρει τὴν ἀδύνατον σάρκα, θὰ
ἄνθρωπος θὰ ἰδῇ καὶ θὰ ἀπολαύσῃ τὴν ἴδῃ καὶ θὰ ἀπολαύσῃ τὸ μέσον τῆς σωτηρίας, τὸ ὁποῖον διὰ τῆς
σωτηρίαν ποὺ στέλνει ὁ Θεός». ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ ᾠκονόμησεν ὁ Θεός.
3,7 Ἔλεγεν οὖν τοῖς 7 Ἔλεγε δὲ ὁ Ἰωάννης εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, 7 Ἔλεγε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ποὺ ἔβγαιναν διὰ

29/255
ἐκπορευομένοις ὄχλοις ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰς πόλεις καὶ ἤρχοντο νὰ νὰ βαπτισθοῦν ὑπ’ αὐτοῦ· Ἀπόγονοι τῶν φαρμακερῶν ὀχιῶν, ποὺ
βαπτισθῆναι ὑπ' αὐτοῦ· βαπτισθοῦν ἀπὸ αὐτόν· «κακοὶ ἀπόγονοι ἀπὸ ἔχετε τὴν κακίαν κληρονομικήν, διότι καὶ οἱ πρόγονοί σας ἦσαν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


γεννήματα ἐχιθνῶν, τίς φαρμακερὲς ὀχιές, σεῖς ποὺ ἔχετε γεμᾶτοι ἀπὸ τὸ δηλητήριον τῆς πονηρίας καὶ μοχθηρίας, ποῖος σᾶς
ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ κληρονομήσει τὴν κακίαν τῶν προγόνων σας, συνεβούλευσε καὶ σᾶς ἐδείξε τὸν δρόμον νὰ φύγετε καὶ νὰ σωθῆτε
τῆς μελλούσης ὀργῆς; ποιὸς σᾶς ὑπέδειξε τὸν τρόπον, διὰ νὰ ἀπὸ τὴν ὀργήν, ποὺ πρόκειται μετ’ ὀλίγον νὰ ξεσπάσῃ;
ἀποφύγετε τὴν ὀργὴν τῆς θείας δικαιοσύνης,
ποὺ πρόκειτε ἐντὸς ὀλίγου νὰ ξεσπάσῃ;
3,8 Ποιήσατε οὖν καρποὺς 8 Ἐὰν μὲ τὴν καρδιά σας δέχεσθε εἰλικρινῶς τὸ 8 Μόνον τὸ βάπτισμα δὲν σᾶς ὠφελεῖ. Ἐὰν λοιπὸν θέλετε νὰ
ἀξίους τῆς μετανοίας, καὶ μὴ βάπτισμα τῆς μετανοίας καὶ θέλετε νὰ σωθῆτε σωθῆτε ἀπὸ τὴν ὀργήν, κάμετε ἔργα ἀγαθά, τὰ ὁποῖα εἶναι καρποὶ
ἄρξησθε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, ἀπὸ τὴν ὀργήν, κάμετε ἔργα ἀγαθά, ἄξια καὶ ἄξιοι τῆς ἀληθοῦς μετανοίας, καὶ δείξατε μὲ πράξεις ἐναρέτους τὴν
πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· σύμφωνα μὲ τὴν μετάνοιάν σας. Καὶ μὴν εἰλικρινῆ μετάνοιάν σας καὶ μὴν ἀρχίσετε νὰ λέγετε μέσα σας·
λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ αρχίσετε νὰ λέγετε μεταξύ σας μὲ ἀλαζονείαν· Πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· διότι σᾶς λέγω, ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει τὴν
Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων Ἔχομεν πατέρα τὸν Ἀβραάμ. Διότι σᾶς λέγω δύναμιν ἀπὸ τὸ πλέον ἀκατάλληλον ὑλικόν, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς
ἐγείραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ. τοῦτο, ὅτι ἠμπορεῖ ὁ Θεὸς καὶ ἀπὸ τοὺς λίθους λίθους αὐτοὺς νὰ ἀναστήσῃ ἀπογόνους εἰς τὸν Ἀβραάμ.
αὐτοὺς νὰ ἀναδείξῃ τέκνα εἰς τὸν Ἀβραάμ.
3,9 Ἤδη δὲ καὶ ἡ ἀξίνη πρὸς 9 Τώρα δὲ καὶ ὁ πέλεκυς τῆς θείας κρίσεως 9 Τώρα δὲ καὶ ὁ πέλεκυς τῆς θείας κρίσεως καὶ ὀργῆς εὑρίσκεται
τὴν ρίζαν τῶν δένδρων εὑρίσκεται κοντὰ εἰς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων· κοντὰ εἰς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων, ἕτοιμος νὰ κόψῃ σύρριζα κάθε
κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ κάθε λοιπὸν δένδρον, ποὺ δὲν παράγει καρπὸν ἄνθρωπον, ποὺ ὁμοιάζει πρὸς ἄκαρπον δένδρον. Κάθε δένδρον, ποὺ
ποιοῦν καρπὸν καλὸν καλόν, κόβεται καὶ ξερριζώνεται καὶ ρίπτεται δὲν κάνει καρπὸν καλόν, κόπτεται ἀπὸ τὸ βάθος του καὶ ρίπτεται
ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ εἰς τὴν φωτιά». εἰς τὸ πῦρ. Αὐτὸ θὰ πάθῃ καὶ κάθε ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἔχει καρπὸν
βάλλεται. ἀρετῆς.
3,10 Καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν οἱ 10 Καὶ τὸν ἐρωτοῦσαν τὰ πλήθη· «τί λοιπὸν νὰ 10 Καὶ τὸν ἠρώτων τὰ πλήθη καὶ τοῦ ἔλεγαν· Τί λοιπὸν πρέπει νὰ
ὄχλοι λέγοντες· τί οὖν κάμωμεν, διὰ νὰ σωθῶμεν ἀπὸ τὴν ὀργὴν τοῦ κάμωμεν, διὰ νὰ σωθῶμεν ἀπὸ τὴν ὀργήν;
ποιήσομεν; Θεοῦ;»
3,11 Ἀποκριθεὶς δὲ λέγει 11 Ἀπήντησε δὲ καὶ τοὺς εἶπε· «αὐτὸς ποὺ ἔχει 11 Ἀπεκρίθη δὲ καὶ τοὺς εἶπεν· Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει δύο ὑποκάμισα, ἂς
αὐτοῖς· ὁ ἔχων δύο χιτῶνας δύο χιτῶνας, ἂς δώσῃ τὸν ἕνα εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὰ μοιρασθῇ μὲ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τροφάς,
μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι, καὶ ὁ δὲν ἔχει, καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τροφάς, ἂς κάμῃ ἂς κάμῃ καὶ αὐτὸς τὸ ἴδιο καὶ ἂς τὰς μοιρασθῇ μὲ ἐκεῖνον ποὺ

30/255
ἔχων βρώματα ὁμοίως τὸ ἴδιο». πεινᾷ.
ποιείτω.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


3,12 Ἦλθον δὲ καὶ τελῶναι 12 Ἦλθαν δὲ καὶ τελῶναι νὰ βαπτισθοῦν καὶ 12 ἮλΘαν δὲ μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τελῶναι νὰ βαπτισθοῦν καὶ
βαπτισθῆναι, καὶ εἶπον πρὸς εἶπαν πρὸς αὐτόν· «διδάσκαλε τί νὰ κάμωμεν;» εἶπαν πρὸς αὐτόν· Διδάσκαλε, τί νὰ κάμωμεν;
αὐτόν· διδάσκαλε, τί
ποιήσομεν;
3,13 Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς· 13 Ἐκεῖνος δὲ τοὺς εἶπε· «μὴ εἰσπράττετε 13 Ἐκεῖνος δὲ τοὺς εἶπε· Μὴν εἰσπράττετε τίποτε παραπάνω ἀπὸ
μηδὲν πλέον παρὰ τὸ τίποτε παραπάνω ἀπὸ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει ὁρισθῇ ἐκεῖνο, ποὺ σᾶς ἔχει διαταχθῇ ἀπὸ τὸν νόμον νὰ εἰσπράττετε.
διατεταγμένον ὑμῖν ἀπὸ τὸν νόμον».
πράσσετε.
3,14 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν καὶ 14 Ἐρωτοῦσαν δὲ αὐτὸν καὶ οἱ ὑπηρετοῦντες 14 Τὸν ἠρώτων δὲ καὶ στρατιωτικοὶ καὶ ἔλεγαν· Καὶ ἡμεῖς τί νὰ
στρατευόμενοι λέγοντες· καὶ ὡς στρατιῶται, λέγοντες· «καὶ ἡμεῖς τί νὰ κάμωμεν; Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· μὴ κατηγορήσετε ψευδῶς κανένα
ἡμεῖς τί ποιήσομεν; Καὶ εἶπε κάμωμεν;» Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· «κανένα νὰ καὶ μὴ ἐκβιάσετε διὰ τοῦ φόβου καὶ τῆς ἀπειλῆς διὰ νὰ ἀποσπάσετε
πρὸς αὐτούς· μηδένα μὴ συκοφαντήσετε, κανένα νὰ μὴ ἐκφοβήσετε χρήματα ἐξ αὐτοῦ· καὶ νὰ ἀρκῆσθε εἰς τὸν μισθόν, ποὺ σᾶς δίδει τὸ
συκοφαντήσητε μηδὲ μὲ ἀπειλάς, διὰ νὰ τοῦ ἀποσπάσετε χρήματα, δημόσιον.
διασείσητε, καὶ ἀρκεῖσθε τοῖς καὶ νὰ ἀρκῆσθε εἰς τὸν μισθόν σας».
ὀψωνίοις ὑμῶν.
3,15 Προσδοκῶντος δὲ τοῦ 15 Ἐνῶ δὲ ὁ λαὸς ἐπερίμενε τὸν Μεσσίαν καὶ 15 Ἐνῷ δὲ ὁ λαὸς ἐπερίμενε τὸν Μεσσίαν καὶ ἐσυλλογίζοντο ὅλοι
λαοῦ καὶ διαλογιζομένων ἐσκέπτοντο μέσα των διὰ τὸν Ἰωάννην, μήπως μέσα εἰς τὰς διανοίας των διὰ τὸν Ἰωάννην, μήπως ἦτο αὐτὸς ὁ
πάντων ἐν ταῖς καρδίαις αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός, Χριστός,
αὐτῶν περὶ τοῦ Ἰωάννου,
μήποτε αὐτὸς εἴη ὁ Χριστός,
3,16 ἀπεκρίνατο ὁ Ἰωάννης 16 ἀπεκρίθη ὁ Ἰωάννης εἰς ὅλους, λέγων· «ἐγὼ 16 ἀπεκρίθη ὁ Ἰωάννης εἰς ὅλους καὶ εἶπεν· Ἐγὼ μὲν σᾶς βαπτίζω
ἅπασι λέγων· ἐγὼ μὲν ὕδατι μὲν σᾶς βαπτίζω μὲ νερό, ἔρχεται ὅμως ὁ μὲ ἁπλὸν καὶ κοινὸν νερόν, Ἔρχεται ὅμως ἐκεῖνος, ποὺ λόγῳ τοῦ
βαπτίζω ὑμᾶς· ἔρχεται δὲ ὁ ἰσχυρότερός μου, τοῦ ὁποίου ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀξιώματός του καὶ τῆς θείας φύσεώς του εἶναι δυνατώτερος ἀπὸ
ἰσχυρότερός μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἄξιος νὰ λύσω τὸ λωρὶ τῶν ὑποδημάτων του· ἐμέ, τοῦ ὁποίου δὲν εἶμαι ἐγὼ ἄξιος νὰ λύσω οὔτε τὸ λωρίον τῶν
ἱκανὸς λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν αὐτὸς θὰ σᾶς βαπτίσῃ μὲ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ μὲ ὑποδημάτων του. Αὐτὸς θὰ σᾶς βαπτίσῃ μὲ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ μὲ τὸ

31/255
ὑποδημάτων αὐτοῦ· αὐτὸς τὸ ἁγιαστικὸν πῦρ τῆς χάριτος. καθαρτικὸν πῦρ τῆς χάριτος.
ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἁγίῳ καὶ πυρί.
3,17 Οὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ 17 Αὐτὸς κρατεῖ τὸ φτυάρι εἰς τὸ χέρι του καὶ 17 Κρατεῖ εἰς τὴν χεῖρα φτυάρι καὶ λιχνίζει. Ἡ δικαία του κρίσις
αὐτοῦ καὶ διακαθαριεῖ τὴν θὰ ξεκαθαρίσῃ τὸ ἁλώνι του καὶ θὰ δηλαδὴ εἶναι ἕτοιμος νὰ λειτουργήσῃ. Καὶ θὰ καθαρίσῃ τελείως τὸ
ἅλωνα αὐτοῦ, καὶ συνάξει συγκεντρώσῃ τὸ σιτάρι εἰς τὴν ἀποθήκην του ἁλώνιόν του, ἤτοι τὸν κόσμον ὁλόκληρον. Καὶ θὰ συνάξῃ τὸν σῖτον
τὸν σῖτον εἰς τὴν ἀποθήκην (τοὺς δικαίους δηλαδὴ εἰς τὴν βασιλείαν τῶν του εἰς τὴν ἀποθήκην, δηλαδὴ τοὺς ἐναρέτους εἰς τὴν βασιλείαν
αὐτοῦ, τὸ δὲ ἄχυρον οὐρανῶν), τὸ δὲ ἄχυρον (τοὺς ἀμετανοήτους τῶν οὐρανῶν, τὸ δὲ ἄχυρον, ἤτοι τοὺς ἀμετανοήτους, θὰ κατακαύσῃ
κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ. δηλαδὴ ἁμαρτωλούς), θὰ τοὺς κατακαύσῃ μὲ μὲ φωτιά, ποὺ δὲν σβήνει ποτέ.
φωτιά, ποὺ δὲν σβήνει ποτέ».
3,18 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἕτερα 18 Πολλὰ μὲν λοιπὸν καὶ ἄλλα ἐδίδασκε 18 Πολλὰ λοιπὸν καὶ ἄλλα ἔλεγε προτρέπων καὶ παρηγόρων τὸν
παρακαλῶν εὐηγγελίζετο προτρέπων εἰς μετάνοιαν καὶ παρηγορῶν τοὺς λαόν, ποὺ εὑρίσκετο εἰς ἀθλιότητα πνευματικήν, καὶ ἐκήρυττε πρὸς
τὸν λαόν. θλιβομένους ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ ἐκήρυττε αὐτὸν τὴν χαροποιὸν εἴδησιν, ὅτι ἔρχεται μετ’ ὀλίγον ὁ Σωτήρ.
πρὸς τὸν λαὸν τὸ χαρμόσυνον μήνυμα τῆς
ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ.
3,19 Ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ 19 Ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐπειδὴ ἠλέγχετο 19 Ἀλλ’ ὁ τετράρχης Ἡρῴδης, ἐπειδὴ ἠλέγχετο ἀπὸ τὸν Ἰωάννην διὰ
τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ' ἀπὸ τὸν Ἰωάννην, διότι συζοῦσε παρανόμως τὴν Ἡρῳδιάδα τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Φιλίππου, μὲ τὴν
αὐτοῦ περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς μὲ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ ὁποίαν συνέζη παρανόμως, καθὼς καὶ δι’ ὅλα τὰ κακὰ καὶ
γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ του, ὅπως καὶ δι' ὅλα τὰ πονηρὰ ἔργα, ποὺ εἶχε παράνομα ἔργα, ποὺ εἶχε κάμει ὁ Ἡρῴδης,
καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησε κάμει,
πονηρῶν ὁ Ἡρῴδης,
3,20 προσέθηκε καὶ τοῦτο ἐπὶ 20 ἐπρόσθεσε καὶ τοῦτο τὸ ἔγκλημα εἰς ὅλα 20 ἐπρόσθεσε καὶ αὐτὸ εἰς ὅλα τὰ ἐγκλήματά του, ἔκλεισε δηλαδὴ
πᾶσι καὶ κατέκλεισε τὸν ὅσα εἶχε διαπράξει καὶ ἔκλεισε τὸν Ἰωάννην τὸν Ἰωάννην εἰς τὴν φυλακήν.
Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ. εἰς τὴν φυλακὴν (διὰ νὰ θέσῃ τέρμα εἰς τοὺς
δικαίους ἐλέγχους του).
3,21 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ 21 Πρὶν ὅμως φυλακισθῇ ὁ Ἰωάννης καὶ ἀφοῦ 21 Πρὸ τῆς φυλακίσεως ὅμως τοῦ Ἰωάννου, ἀφοῦ εἶχε βαπτισθῇ
βαπτισθῆναι ἅπαντα τὸν ἐβαπτίσθη ὅλος ὁ λαός, ποὺ εἶχεν ἔλθει εἰς τὸν ὅλος ὁ λαός, ποὺ κατ’ ἐκείνην τὴν στιγμὴν παρευρίσκετο ἐκεῖ, καὶ

32/255
λαὸν καὶ Ἰησοῦ Ἰορδάνην, καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐβαπτίσθη καὶ ὅταν καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐβαπτίσθη καὶ προσηύχετο, συνέβη νὰ ἀνοιχθῇ ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


βαπτισθέντος καὶ προσηύχετο, ἠνοίχθη ὁ οὐρανὸς οὐρανός,
προσευχομένου ἀνεῳχθῆναι
τὸν οὐρανόν.
3,22 Καὶ καταβῆναι τὸ 22 καὶ κατέβηκε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον μὲ 22 καὶ νὰ καταβῇ ἐπάνω του τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ἐνεφανίσθη
Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σωματικῷ μορφὴν ἐξωτερικὴν καὶ σωματικὴν ποὺ μὲ σχῆμα καὶ εἶδος ἐξωτερικὸν καὶ σωματικόν, ποὺ ὠμοίαζε πρὸς
εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ' ἔμοιαζε πρὸς περιστερὰν καὶ ἦλθε φωνὴ ἀπὸ περιστεράν, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ εἶναι πραγματικὴ περιστερά. Καὶ
αὐτόν, καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ τὸν οὐρανόν, ποὺ ἔλεγε· «σὺ εἶσαι ὁ υἱός μου ὁ ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἡ ὁποία ἔλεγε· Σὐ εἶσαι ὁ υἱός μου ὁ
γενέσθαι λέγουσαν· σὺ εἶ ὁ ἀγαπητός, εἰς σὲ ἔχω εὐαρεστηθῆ, διότι καὶ ὡς ἀγαπημένος εἰς σὲ εὐηρεστήθην, διότι καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀπολύτως
υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ ἄνθρωπος ἐτήρησες ὅλα ὅσα εἶναι ἀρεστὰ εἰς ἀναμάρτητος ἔκαμες πάντοτε τὸ ἀρεστὸν ἐνώπιόν μου.
εὐδόκησα. ἐμέ».
3,23 Καὶ αὐτὸς ἦν ὁ Ἰησοῦς 23 Καὶ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς, διὰ τὸν ὁποῖον 23 Καὶ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς, εἰς τὸν ὁποῖον ἀναφέρονται τὰ θαυμαστὰ
ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα ἐλέχθησαν τὰ ἀνωτέρω,ἦτο, ὅταν ἤρχισε τὸ ταῦτα σημεῖα, ἦτο περίπου τριάκοντα ἐτῶν, ὅταν ἤρχιζε τὸ ἔργον
ἀρχόμενος, ὤν, ὡς ἐνομίζετο, δημόσιον ἔργον του, περίπου τριάκοντα ἐτῶν, του. Καὶ ἦτο, καθὼς ἐνομίζετο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ,
υἱὸς Ἰωσήφ, τοῦ Ἠλί, υἱός, ὅπως ἐνομίζετο ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους, τοῦ ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Ἡλί,
Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Ἠλί,
3,24 τοῦ Ματθάν, τοῦ Λευῒ, 24 ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Ματθάν, υἱὸς τοῦ 24 ποὺ ἦτο υἱὸς τοῦ Ματθάν, ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Λευΐ, υἱοῦ τοῦ
τοῦ Μελχί, τοῦ Ἰωαννά, τοῦ Λευΐ, υἱοῦ τοῦ Μελχί, υἱοῦ τοῦ Ἰωννᾶ, υἱοῦ τοῦ Μελχί, ποὺ εἶχε πατέρα τὸν Ἰωαννά, υἱοῦ τοῦ Ἰωσήφ,
Ἰωσήφ, Ἰωσήφ,
3,25 τοῦ Ματταθίου, τοῦ 25 υἱοῦ τοῦ Ματταθίου, υἱοῦ τοῦ Ἀμώς, υἱοῦ 25 υἱοῦ τοῦ Ματταθίου, υἱοῦ τοῦ Ἀμώς, υἱοῦ τοῦ Ναούμ, υἱοῦ τοῦ
Ἀμώς, τοῦ Ναούμ, τοῦ Ἐσλίμ, τοῦ Ναούμ, υἱοῦ τοῦ Ἐσλίμ, υἱοῦ τοῦ Ναγγαί, Ἐσλίμ, υἱοῦ τοῦ Ναγγαί,
τοῦ Ναγγαί,
3,26 τοῦ Μαάθ, τοῦ 26 υἱοῦ τοῦ Μαάθ, υἱοῦ τοῦ Ματταθίου, υἱοῦ 26 ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Μαάθ, υἱοῦ τοῦ Ματταθίου, υἱοῦ τοῦ Σεμεϋ,
Ματταθίου, τοῦ Σεμεΰ, τοῦ τοῦ Σεμεΰ, υἱοῦ τοῦ Ἰωσήφ, υἱοῦ τοῦ Ἰωδᾶ, υἱοῦ τοῦ Ἰωσήχ, υἱοῦ τοῦ Ἰωδᾶ,
Ἰωσήφ, τοῦ Ἰωδᾶ,
3,27 τοῦ Ἰωαννάν, τοῦ ῾Ρησᾶ, 27 υἱοῦ τοῦ Ἰωαννάν, υἱοῦ τοῦ Ρησᾶ, υἱοῦ τοῦ 27 ποὺ εἶχε πατέρα τὸν Ἰωαννάν, ὁ ὁποῖος ἦτο υἱὸς τοῦ Ρησᾶ, υἱοῦ

33/255
τοῦ Ζοροβάβελ, τοῦ Ζοροβάβελ, υἱοῦ τοῦ Σαλαθιήλ, υἱοῦ τοῦ Νηρί, τοῦ Ζοροβάβελ, ποὺ ἦτο υἱὸς τοῦ Σαλαθιήλ, υἱοῦ τοῦ Νηρί,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Σαλαθιήλ, τοῦ Νηρί,
3,28 τοῦ Μελχί, τοῦ Ἀδδί, τοῦ 28 υἱοῦ τοῦ Μελχί, υἱοῦ τοῦ Ἀδδί, υἱοῦ τοῦ 28 υἱοῦ τοῦ Μελχί, υἱοῦ τοῦ Ἀδδί, υἱοῦ τοῦ Κωσάμ, υἱοῦ τοῦ
Κωσάμ, τοῦ Ἐλμωδάμ, τοῦ Κωσάμ, υἱοῦ τοῦ Ἐλμωδάμ, υἱοῦ τοῦ Ἤρ, Ἐλμωδάμ, υἱοῦ τοῦ Ἤρ,
Ἤρ,
3,29 τοῦ Ἰωσῆ, τοῦ Ἐλιέζερ, 29 υἱοῦ τοῦ Ἰωσῆ, υἱοῦ τοῦ Ἐλιέζερ, υἱοῦ τοῦ 29 υἱοῦ τοῦ Ἰωσῆ, υἱοῦ τοῦ Ἐλιέζερ, υἱοῦ τοῦ Ἰωρείμ, υἱοῦ τοῦ
τοῦ Ἰωρείμ, τοῦ Ματθάτ, τοῦ Ἰωρείμ, υἱοῦ τοῦ Ματθάτ, υἱοῦ τοῦ Λευΐ, Ματθάτ, υἱοῦ τοῦ Λευΐ,
Λευΐ,
3,30 τοῦ Συμεών, τοῦ Ἰούδα, 30 υἱοῦ τοῦ Συμεών, υἱοῦ τοῦ Ἰούδα, υἱοῦ τοῦ 30 υἱοῦ τοῦ Συμεών, υἱοῦ τοῦ Ἰούδα, υἱοῦ τοῦ Ἰωσήφ, υἱοῦ τοῦ Ἰωνᾶ,
τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ Ἰωνᾶ, τοῦ Ἰωσήφ, υἱοῦ τοῦ Ἰωνᾶ, υἱοῦ τοῦ Ἐλιακείμ, υἱοῦ τοῦ Ἐλιακείμ,
Ἐλιακείμ,
3,31 τοῦ Μελεᾶ, τοῦ Μαϊνάν, 31 υἱοῦ τοῦ Μελεᾶ, υἱοῦ τοῦ Μαϊνάν, υἱοῦ τοῦ 31 υἱοῦ τοῦ Μελέα, υἱοῦ τοῦ Μαϊνάν, υἱοῦ τοῦ Ματταθᾶ, υἱοῦ τοῦ
τοῦ Ματταθᾶ, τοῦ Νάθαν, Ματταθᾶ, υἱοῦ τοῦ Νάθαν, υἱοῦ τοῦ Δαυΐδ, Νάθαν, υἱοῦ τοῦ Δαβίδ,
τοῦ Δαυΐδ,
3,32 τοῦ Ἰεσσαί, τοῦ Ὠβήδ, 32 υἱοῦ τοῦ Ἰεσσαί, υἱοῦ τοῦ Ὠβήδ, υἱοῦ τοῦ 32 υἱοῦ τοῦ Ἰεσσαί, υἱοῦ τοῦ Ὠβήδ, υἱοῦ τοῦ Βοόζ, υἱοῦ τοῦ Σαλμών,
τοῦ Βοόζ, τοῦ Σαλμών, τοῦ Βοόζ, υἱοῦ τοῦ Σαλμών, υἱοῦ τοῦ Ναασσῶν, υἱοῦ τοῦ Ναασσών,
Ναασσών,
3,33 τοῦ Ἀμιναδάβ, τοῦ Ἀράμ, 33 υἱοῦ τοῦ Ἀμιναδάβ, υἱοῦ τοῦ Ἀράμ, υἱοῦ τοῦ 33 υἱοῦ τοῦ Ἀμιναδάβ, υἱοῦ τοῦ Ἀράμ, υἱοῦ τοῦ Ἰωράμ, υἱοῦ τοῦ
τοῦ Ἰωράμ, τοῦ Ἐσρώμ, τοῦ Ἰωράμ, υἱοῦ τοῦ Ἐσρώμ, υἱοῦ τοῦ Φαρές, υἱοῦ Ἐσρώμ, υἱοῦ τοῦ Φαρές, υἱοῦ τοῦ Ἰούδα,
Φαρές, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Ἰούδα,
3,34 τοῦ Ἰακώβ, τοῦ Ἰσαάκ, 34 υἱοῦ τοῦ Ἰακώβ, υἱοῦ τοῦ Ἰσαάκ, υἱοῦ τοῦ 34 υἱοῦ τοῦ Ἰακώβ, υἱοῦ τοῦ Ἰσαάκ, υἱοῦ τοῦ Ἀβραάμ, υἱοῦ τοῦ Θάρα,
τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Θάρα, τοῦ Ἀβραάμ, υἱοῦ τοῦ Θάρα, υἱοῦ τοῦ Ναχώρ, υἱοῦ τοῦ Ναχώρ,
Ναχώρ,
3,35 τοῦ Σερούχ, τοῦ ῾Ραγαῦ, 35 υἱοῦ τοῦ Σερούχ, υἱοῦ τοῦ Ραγαῦ, υἱοῦ τοῦ 35 υἱοῦ τοῦ Σερούχ, υἱοῦ τοῦ Ραγαῦ, υἱοῦ τοῦ Φάλεκ, υἱοῦ τοῦ Ἔβερ,
τοῦ Φάλεκ, τοῦ Ἔβερ, τοῦ Φάλεκ, υἱοῦ τοῦ Ἔβερ, υἱοῦ τοῦ Σαλᾶ, υἱοῦ τοῦ Σαλᾶ,

34/255
Σαλᾶ,
3,36 τοῦ Καϊνάν, τοῦ 36 υἱοῦ τοῦ Καϊνάν, υἱοῦ τοῦ Ἀρφαξάδ, υἱοῦ 36 υἱοῦ τοῦ Καϊνάν, υἱοῦ τοῦ Ἀρφαξάδ, υἱοῦ τοῦ Σήμ, υἱοῦ τοῦ Νῶε,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἀρφαξάδ, τοῦ Σήμ, τοῦ Νῶε, τοῦ Σήμ, υἱοῦ τοῦ Νῶε, υἱοῦ τοῦ Λάμεχ, υἱοῦ τοῦ Λάμεχ,
τοῦ Λάμεχ,
3,37 τοῦ Μαθουσάλα, τοῦ 37 υἱοῦ τοῦ Μαθουσάλα, υἱοῦ τοῦ Ἐνώχ, υἱοῦ 37 υἱοῦ τοῦ Μαθουσάλα, υἱοῦ τοῦ Ἐνώχ, υἱοῦ τοῦ Ἰάρεδ, υἱοῦ τοῦ
Ἐνώχ, τοῦ Ἰάρεδ, τοῦ τοῦ Ἰάρεδ, υἱοῦ τοῦ Μαλελεήλ, υἱοῦ τοῦ Μαλελεήλ, υἱοῦ τοῦ Καϊνάν,
Μαλελεήλ, τοῦ Καϊνάν, Καϊνάν,
3,38 τοῦ Ἐνώς, τοῦ Σήθ, τοῦ 38 υἱοῦ τοῦ Ἐνώς, υἱοῦ τοῦ Σήθ, υἱοῦ τοῦ Ἀδάμ. 38 υἱοῦ τοῦ Ἐνώς, υἱοῦ τοῦ Σήθ, υἱοῦ τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος δὲν
Ἀδάμ, τοῦ Θεοῦ. τὸν ὁποῖον ὡς τέκνον του ἔπλασε κατ' εὐθείαν ἐγεννήθη ἀπὸ πατέρα ἄνθρωπον, ἀλλ’ ἐπλασεν αὐτὸν κατ’ εὐθεῖαν
ὁ Θεός. (Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διὰ τῆς δημιουργικῆς ὁ Θεός.
του δυνάμεως ἔπλασεν ἐν τῇ Παρθένῳ τὸν
Ἰησοῦν, τὸν νέον Ἀδάμ).

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 4Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
4,1 Ιησοῦς δὲ πλήρης Ο δὲ Ἰησοῦς, γεμᾶτος ἀπὸ Ἅγιον Πνεῦμα, Ο Ἰησοῦς δὲ γεμᾶτος ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν
Πνεύματος Ἁγίου ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην καὶ ὠδηγεῖτο μὲ Ἰορδάνην καὶ ὠδηγεῖτο δι’ ἐσωτερικῆς παρακινήσεως τοῦ Ἁγίου
ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ τὴν παρακίνησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὴν Πνεύματος εἰς τὴν ἔρημον,
Ἰορδάνου, καὶ ἤγετο ἐν τῷ ἔρημον,
Πνεύματι εἰς τὴν ἔρημον
4,2 ἡμέρας τεσσαράκοντα 2 εἰς τὴν ὁποίαν σαράντα ἡμέρας ἐπειράζετο 2 ὅπου ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἐπειράζετο ἀπὸ τὸν διάβολον, ὁ
πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ ἀπὸ τὸν διάβολον. Καὶ δὲν ἔφαγε τίποτε τὰς ὁποῖος ματαίως ἐζήτει νὰ τὸν ἀποσπάσῃ ἀπὸ τὰς εἰς τὸ ἔργον τοῦ
διαβόλου, καὶ οὐκ ἔφαγεν ἡμέρας ἐκείνας. Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσαν αὐταί, Θεοῦ ἀφωσιωμένας σκέψεις του. Καὶ δὲν ἔφαγε τίποτε κατὰ τὰς
οὐδὲν ἐν ταῖς ἡμέραις ἔπειτα ἐπείνασε. ἡμέρας ἐκείνας. Καὶ ὅταν ἐτελείωσαν αἱ ἡμέραι αὐταί, ὕστερον
ἐκείναις· καὶ συντελεσθεισῶν ἐπείνασε.
αὐτῶν ὕστερον ἐπείνασε.

35/255
4,3 Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ 3 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ διάβολος· «ἐὰν εἶσαι 3 Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διάβολος· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπως
διάβολος· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (ὅπως εἶπεν ἡ φωνή ποὺ ἐμαρτύρησεν ἡ φωνή, ποὺ ἠκούσθη εἰς τὸν Ἰορδάνην, ἀπόδειξέ το μὲ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἰπὲ τῷ λίθῳ τούτῳ ἵνα ἠκούσθη εἰς τὸν Ἰορδάνην, καὶ ἔχεις δύναμιν θαῦμα. Εἰπὲ εἰς τὸν λίθον αὐτὸν νὰ μεταβληθῇ εἰς ἄρτον.
γένηται ἄρτος. ἀπὸ τὸν Θεόν) εἰπὲ εἰς τὸν λίθον αὐτὸν νὰ
γίνῃ ἄρτος».
4,4 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς 4 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτὸν καὶ 4 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπεν· Εἶναι γραμμένον εἰς τὸ
πρὸς αὐτὸν λέγων· γέγραπται εἶπεν· «εἶναι γραμμένο εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφῆ, Δευτερονόμιον, ὅτι δὲν θὰ διατηρηθῇ εἰς τὴν ζωὴν ὁ ἄνθρωπος διὰ
ὅτι οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ὅτι δὲν θὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος μόνον μὲ ἄρτον, μόνου τοῦ ἄρτου, ἀλλὰ μὲ κάθε προσταγήν, ποὺ θὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ τὸ
ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐπὶ ἀλλὰ καὶ μὲ κάθε λόγον, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ Θεὸς διατάξῃ, θὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ
παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ στόμα τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ὁ Θεὸς δώσῃ διαταγήν, χωρὶς ἄρτον.
διὰ στόματος Θεοῦ. ἠμπορεῖ νὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ χωρὶς
ἄρτον».
4,5 Καὶ ἀναγαγὼν αὐτὸν ὁ 5 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασεν ὁ διάβολος εἰς ὅρος 5 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασεν ὁ διάβολος εἰς ὑψηλὸν βουνόν, τοῦ ἔδειξε
διάβολος εἰς ὅρος ὑψηλὸν ὑψηλόν, τοῦ ἔδειξεν εἰς στιγμὴν χρόνου σὰν εἰς πανόραμα ἐν μιᾷ στιγμῇ χρόνου, (τὸ ὁποῖον καθίστα τὸν
ἔδειξεν αὐτῷ πάσας τὰς πανοραματικῶς ὅλας τὰς βασιλείας τοῦ πειρασμὸν ἰσχυρότερον), ὅλα τὰ βασίλεια τῆς κατοικουμένης γῆς μὲ
βασιλείας τῆς οἰκουμένης ἐν κόσμου, τὴν δύναμίν των, τὰ πλούτη των τὴν τὰ πλοῦτη των καὶ τὴν ἀπατηλὴν μεγαλοπρέπειάν των.
στιγμῇ χρόνου, μεγαλοπρέπειάν των.
4,6 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος· 6 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ διάβολος· «θὰ δώσω εἰς 6 Καὶ τοῦ εἶπεν ὁ διάβολος· θὰ δώσω εἰς σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ κράτη, ποὺ
σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν σὲ ὅλην αὐτὴν τὴν ἐξουσίαν ἐπάνω εἰς τὰ ἐξουσιάζονται ἀπὸ ἐμέ, καὶ ὅλην τὴν δόξαν τους· θὰ σοῦ τὰ δώσω,
ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξα κράτη καὶ ὅλην τὴν δόξαν των. Θὰ σοῦ τὰ διότι ἔχουν παραδοθῇ εἰς ἐμὲ ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς των καὶ τοὺς λαούς
αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται, δώσω, διότι ἔχουν παραδοθῇ καὶ ὑποταχθῇ, ἐξ των, οἱ ὁποῖοι διὰ τῆς ἁμαρτίας ὑπετάγησαν εἰς ἐμέ. Εἶναι λοιπὸν
καὶ ᾧ ἐὰν θέλω δίδωμαι αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν των, εἰς ἐμὲ καὶ ἐγὼ τὰ (δικά μου καὶ εἰς οἰονδήποτε θέλω, τὰ δίδω. Καὶ ἀνυψώνω ἐγὼ διὰ
αὐτήν. δίδω εἰς ὅποιον θέλω. τῶν ὀργάνων μου εἰς μεγάλα ἀξιώματα ἐκείνους, ποὺ παραδίδονται
εἰς ἐμέ.
4,7 Σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσῃς 7 Σὺ λοιπόν, ἐὰν πέσῃς ἐμπρός μου καὶ μὲ 7 Ἐὰν λοιπὸν σὺ προσκυνήσῃς ἐμπρός μου καὶ μὲ ἀναγνωρίσῃς ὡς
ἐνώπιόν μου, ἔσται σου πᾶσα. προσκυνήσῃς ὡς κύριόν σου, θὰ ἔχῃς ὡς κύριόν σου, ὅλη ἡ ἐξουσία καὶ ἡ δόξα αὐτὴ θὰ εἶναι ἰδική σου.
ἰδικήν σου ὅλη αὐτὴν τὴν ἐξουσία καὶ

36/255
μεγαλοπρέπειαν».

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


4,8 Καὶ ἀποκριθεὶς αὐτῷ εἶπεν 8 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπεν· «φύγε 8 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Φύγε ἀπὸ ἐμπρός μου,
ὁ Ἰησοῦς· ὕπαγε ὀπίσω μου, ἀπ' ἐμπρός μου, σατανᾶ (δὲν θέλω μὲ σατανᾶ. Δὲν ἡμπορῶ νὰ σὲ ἀκούω. Διότι εἶναι γραμμένον· Κύριον
σατανᾶ· γέγραπται γάρ, κανέναν τρόπον νὰ ἀκούσω τὴν πονηράν σου τὸν Θεόν σου θὰ προσκυνήσῃς καὶ αὐτὸν μόνον θὰ λατρεύσῃς.
Κύριον τὸν Θεόν σου πρότασιν), διότι εἶναι γραμμένον· Κύριον τὸν
προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ Θεόν σου θὰ προσκυνήσῃς καὶ αὐτὸν μόνον
λατρεύσεις. θὰ λατρεύσῃς».
4,9 Καὶ ἤγαγεν αὐτὸν εἰς 9 Καὶ ἔφερεν αὐτὸν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τὸν 9 Καὶ τότε ὁ διάβολος τὸν ἐπῆγε ἀνάρπαστον διὰ τοῦ ἀέρος εἰς τὴν
Ἱεροσόλυμα, καὶ ἔστησεν ἔστησεν ὄρθιον εἰς τὸ ὑψηλὸν ἄκρον τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν ἔστησεν ὄρθιον ὑψηλὰ εἰς τὴν κορνίζαν τῆς
αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ στέγῃς τοῦ Ναοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «ἐὰν εἶσαι υἱὸς στέγης τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ρίψε τὸν
ἱεροῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· εἰ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ρίψε τὸν ἑαυτόν σου ἀπὸ ἐδῶ κάτω ἑαυτόν σου ἀπ’ ἐδῶ κάτω, διὰ νὰ δειχθῇ φανερὰ εἰς ὅλους ἡ πρὸς σὲ
εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν καὶ δὲν θὰ πάθῃς τίποτε, ἀγάπη καὶ προστασία τοῦ Πατρός σου.
ἐντεῦθεν κάτω·
4,10 γέγεραπται γὰρ ὅτι τοῖς 10 διότι εἶναι γραμμένον εἰς τὴν Ἁγ. Γραφήν, 10 Διότι ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς Ψαλμούς, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ ἐντολὴν
ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ ἐντολὴν διὰ σὲ εἰς τοὺς διὰ σὲ εἰς τοὺς ἀγγέλους του νὰ σὲ διαφυλάξουν, ὥστε νὰ μὴ πάθῃς
περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε, ἀγγέλους του, νὰ σὲ διαφυλάξουν. κανὲν κακόν.
4,11 καὶ ὅτι ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί 11 Καὶ ἔχει γραφῆ ἀκόμη, ὅτι θὰ σὲ σηκώσουν 11 Καὶ ἀκόμη ἔχει γραφῆ, ὅτι οἱ ἄγγελοι θὰ σὲ σηκώσουν εἰς τὰς
σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς εἰς τὰ χέρια των, ὥστε νὰ μὴ κτυπήσῃ οὔτε τὸ χεῖρας, μήπως κτυπήσῃς εἰς λίθον τὸν πόδα σου.
λίθον τὸν πόδα σου. πόδι σου εἰς τὸν λίθον. (Ἔτσι δὲ καὶ οἱ
ἄνθρωποι ποὺ εἶναι συγκεντρωμένοι εἰς τὴν
αὐλὴν τοῦ ναοῦ, ὅταν ἴδουν τὸ θαῦμα αὐτό,
θὰ πιστεύσουν εἰς σέ).
4,12 Καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν 12 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι 12 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι ἔχει λεχθῆ ἀπὸ τὸν Θεόν·
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι εἴρηται, «ἔχει λεχθῇ· δὲν θὰ ἐκθέσῃς τὸν ἑυατόν σου Δὲν θὰ ἐκθέσῃς τὸν ἑαυτόν σου εἰς κίνδυνον διὰ νὰ δοκιμάσῃς
οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν εἰς κίνδυνον, διὰ νὰ δοκιμάσῃς Κύριον τὸν Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ ἴδῃς διὰ τῶν πραγμάτων, ἂν θὰ σὲ
Θεόν σου. Θεόν σου, ἂν θὰ σὲ προφυλάξῃ». προστατεύσῃ.

37/255
4,13 Καὶ συντελέσας πάντα 13 Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσεν ὁ διάβολος κάθε 13 Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσεν ὁ διάβολος κάθε εἶδος πειρασμοῦ,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πειρασμὸν ὁ διάβολος ἀπέστη πειρασμόν, ἀπεμακρύνθη ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν απεμακρύνθη ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, μέχρις οὗ θὰ τοῦ ἐδίδετο ἄλλη
ἀπ' αὐτοῦ ἄχρι καιροῦ. μέχρι καιροῦ, περιμένων ἄλλην κατάλληλον κατάλληλος εὐκαιρία νὰ τὸν πειράσῃ καὶ πάλιν.
εὐκαιρίαν νὰ τὸν πειράξῃ.
4,14 Καὶ ὑπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς 14 Καὶ ἐπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν 14 Καὶ ἐγύρισεν ὀπίσω εἰς τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς γεμᾶτος μὲ τὴν
ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος γεμᾶτος μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δύναμιν τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖον μὲ τὴν νίκην του κατὰ τοῦ
εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ φήμη καὶ ἡ φήμη του διὰ τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα διαβόλου τὸν ἐνίσχυεν αἰσθητότερον· καὶ λόγῳ τῶν θαυμάτων του
ἐξῆλθε καθ' ὅλης τῆς ἔκαμνε, ἐκυκλοφόρησεν εἰς ὅλα τὰ περίχωρα. διεδόθη εἰς ὅλα τὰ περίχωρα τῆς Γαλιλαῖας ἡ φήμη, ὅτι εἶναι
περιχώρου περὶ αὐτοῦ προφήτης θαυματουργός, ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεόν.
4,15 καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν 15 Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκε εἰς τὰς συναγωγὰς τῶν 15 Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκε μέσα εἰς τὰς συναγωγάς των καὶ ἐδοξάζετο
ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν Ἰουδαίων, θαυμαζόμενος καὶ ἐπαινούμενος ἀπὸ ὅλους θαυμαζόμενος καὶ ἐπαινούμενος ἀπὸ αὐτούς.
δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων. ἀπὸ ὅλους.
4,16 Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν 16 Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρὲτ ὅπου εἶχε 16 Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρέτ, ἐκεῖ ὅπου εἶχεν ἀνατραφῇ καὶ εἶχε
Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, ἀνατραφῇ καὶ εἰσῆλθε, ὅπως ἐσυνήθιζε, κατὰ μεγαλώσει. Καὶ ὅπως ἐσυνήθιζε καὶ ἀπὸ προτήτερα, ἐμβῆκε κατὰ
καὶ εἰσῆλθε κατὰ τὸ εἰωθὸς τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς τὴν συναγωγήν, τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ ἐσηκώθη ἀπὸ τὴν
αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν καὶ ἐσηκώθη ἀπὸ τὴν θέσιν του, διὰ νὰ θέσιν του διὰ νὰ ἀναγνώσῃ προφητικὴν περικοπὴν ἀπὸ τὴν Βίβλον.
σαββάτων εἰς τὴν ἀναγνώσῃ περικοπὴν ἀπὸ τὴν Βίβλον.
συναγωγήν, καὶ ἀνέστη
ἀναγνῶναι.
4,17 Καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ 17 Καὶ ἐδόθη εἰς τὰ χέρια του τὸ βιβλίον τοῦ 17 Καὶ παρεδόθη εἰς αὐτὸν τὸ βιβλίον τοῦ προφήτου Ἡσαΐου καὶ
βιβλίον Ἡσαΐου τοῦ προφήτου Ἡσαΐου καὶ ἀφοῦ ἐξεδίπλωσε τὸ ἀφοῦ ἐξεδίπλωσε τὸ βιβλίον, ποὺ ἦτο τυλιγμένον εἰς σχῆμα
προφήτου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον, εὑρῆκε τὸ μέρος ἐκεῖνο, ποὺ κυλίνδρου, εὗρε τὸ μέρος ἐκεῖνο, ὅπου ἦτο γραμμένον·
βιβλίον εὗρε τὸν τόπον οὗ ἦν ἦσαν γραμμένα τὰ ἐξῆς·
γεγραμμένον·
4,18 Πνεῦμα Κυρίου ἐπ' ἐμέ, 18 «Πνεῦμα Κυρίου μένει εἰς ἐμέ, διότι μὲ αὐτὸ 18 Πνεῦμα Κυρίου μένει καὶ ἐπαναπαύεται εἰς ἐμὲ τὸν Μεσσίαν, διὰ
οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, μὲ ἔχρισεν ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπον καὶ μὲ νὰ συνεργάζεται μαζί μου εἰς τὸ σωτηριῶδες ἔργον μου. Καὶ μένει

38/255
εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἔστειλε νὰ κηρύξω εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦτο εἰς ἐμέ, διότι ὁ Κύριος μὲ ἔχρισεν ὡς ἄνθρωπον καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀπέσταλκέ με, ἰάσαθαι τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ πίστιν ἀνθρώπους τὸ μὲ ἀπέστειλε νὰ κηρύξω τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας εἰς ἐκείνους,
συντετριμένους τὴν καρδίαν, χαρμόσυνον μήνυμα τῆς λυτρώσεως, νὰ ποὺ στεροῦνται τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι πνευματικῶς πτωχοὶ
θεραπεύσω αὐτοὺς τῶν ὁποίων ἡ καρδία ἔχει καὶ εἰς ἀθλίαν κατάστασιν. Μὲ ἔστειλε νὰ ἰατρεύσω ἐκείνους, τῶν
συντριβῆ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. ὁποίων ἡ καρδία ἔχει συντριβῆ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας.
4,19 κηρῦξαι αἰχμαλώτοις 19 Νὰ κηρύξω εἰς τοὺς δούλους τῆς ἁμαρτίας 19 Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω ἄφεσιν καὶ ἐλευθερίαν εἰς τοὺς δούλους
ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς τὴν ἄφεσιν καὶ τὴν ἀπελευθέρωσιν, νὰ καὶ αἱχμαλώτους τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ χαρίσω ἀνάβλεψιν εἰς
ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι χαρίσω ἀνάβλεψιν εἰς ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἐκείνους, ποὺ ἔχουν τυφλωμένον τὸν νοῦν ἀπὸ τὸν σκοτισμὸν τῶν
τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, σκοτισμένον καὶ τυφλωμένον τὸν νοῦ ἀπὸ τὰ παθῶν. Μὲ ἔστειλε νὰ ἀπολύσω καὶ νὰ στείλω ἐλευθέρους ἀπὸ
κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου πάθη τῆς ἁμαρτίας, νὰ στείλω ὑγιεῖς καὶ κάθε ἐνοχὴν ἐκείνους, ποὺ ἔχουν καταπληγωθῇ καὶ συντριβῇ ἀπὸ
δεκτόν. ἐλευθέρους ἀπὸ κάθε ἐνοχήν ἐκείνους, ποὺ τὴν ἁμαρτίαν. Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω καὶ νὰ ἀναγγείλω τὴν ἔναρξιν
ἔχουν καταπληγωθῆ καὶ συντριβῆ ἀπὸ τὴν τῆς νέας περιόδου, ἡ ὁποία εἶναι ἀρεστὴ εἰς τὸν Θεὸν καὶ ἐπιθυμητὴ
ἁμαρτίαν· μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω εἰς τοὺς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, διότι κατ’ αὐτὴν πραγματοποιεῖται ὑπὸ τοῦ
ἀνθρώπους τὴν ἀρχὴν νέας ἐποχῆς, ἡ ὁποία Μεσσίου ἡ περὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων βουλὴ τοῦ Θεοῦ.
θὰ εἶναι εὐχαρίστως δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεόν,
ποθητὴ δὲ καὶ χαρμόσυνος διὰ τοὺς
ἀνθρώπους».
4,20 Καὶ πτύξας τὸ βιβλίον 20 Καὶ ἀφοῦ ἐτύλιξεν τὸ βιβλίον εἰς σχῆμα 20 Καὶ ἀφοῦ ἐτύλιξε τὸ βιβλίον, τὸ ἔδωσε πάλιν εἰς τὸν ὑπηρέτην τῆς
ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισε· κυλίνδρου, τὸ παρέδωσε εἰς τὸν ὑπηρέτην καὶ συναγωγῆς καὶ ἐκάθισε διὰ νὰ ἐξηγήσῃ καὶ ἀναπτύξῃ τὴν
καὶ πάντων ἐν τῇ συναγωγῇ ἐκάθισε. Τὰ βλέματα δὲ ὅλων αὐτῶν, ποὺ ἀναγνωσθεῖσαν περικοπήν. Τὰ μάτια δὲ ὅλων, ὅσοι ἦσαν εἰς τὴν
οἱ ὀφθαλμοὶ ἦσαν εὑρίσκοντο εἰς τὴν συναγωγήν, ἦσαν συναγωγήν, εἶχον στραφῆ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ προσοχὴν εἰς
ἀτενίζοντες αὐτῷ. προσηλωμένα μὲ μεγάλην προσοχὴν εἰς αὐτόν.
αὐτόν.
4,21 Ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς 21 Ἤρχισεν δὲ νὰ λέγῃ εἰς αὐτοὺς ὅτι 21 Εἴρχισε δὲ νὰ λέγῃ εἰς αὐτούς, ὅτι σήμερον ἐπραγματοποιήθη καὶ
αὐτοὺς ὅτι σήμερον «σήμερον, μὲ ὅσα τὴν στιγμὴν αὐτὴν ἀκούουν ἐπηλήθευσεν ἡ προφητεία αὐτὴ διὰ τοῦ κηρύγματος, ποὺ ἀκούεται
πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τὰ αὐτιὰ σας, ἔχει ἐκπληρωθῇ καὶ τὴν στιγμὴν αὐτὴν εἰς τὰ αὐτιά σας.

39/255
τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. ἐπαληθεύσει αὐτὴ ἡ προφητεία».
4,22 Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν 22 Καὶ ὅλοι ἐπεβεβαίωναν δι' αὐτόν, ὅτι 22 Καὶ ὅλοι, ὅσοι ἤκουσαν τὴν ἐξήγησιν τῆς προφητείας, ποὺ ἐν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς ἐκήρυττε μὲ πολλὴν δύναμιν καὶ ἐθαύμαζαν συνεχείᾳ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς, ἔδιδαν μαρτυρίαν περὶ αὐτοῦ, ὅτι
λόγοις τῆς χάριτος τοῖς διὰ τὰ λόγια τὰ γεμᾶτα χάριν, ποὺ ἔβγαιναν ἐκήρυξε λαμπρῶς καὶ εὑρίσκοντο εἰς ἀπορίαν διὰ τὰ γεμᾶτα θείαν
ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ ἀπὸ τὸ στόμα του καὶ ἔλεγαν· «δὲν εἶναι αὐτὸς χάριν καὶ γλυκύτητα λόγια, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ στόμα του. Καὶ
στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· ὁ υἱὸς τοῦ γνωστοῦ μας Ἰωσήφ, ὁ μαραγκός;» ἔλεγαν· Περίεργον! Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, ποὺ ἕως χθὲς
οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσήφ; εἰργάζετο σὰν ἕνας ἀπὸ ἡμᾶς;
4,23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· 23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· «ἀσφαλῶς θὰ μοῦ 23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Ὡρισμένως θὰ μοῦ εἴπητε τὴν παροιμίαν
πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν πῆτε τὴν γνωστὴν παροιμίαν· ἰατρέ, αὐτήν· Ἰατρέ, θεράπευσον τὸν ἑαυτόν σου. Ὑπόσχεσαι νὰ μᾶς
παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσε τὸν ἑαυτόν σου· δεῖξε τὴν δύναμίν ἰατρεύσῃς ἀπὸ τὰς ἀθλιότητἀς μας. Θεράπευσε τὴν ἀσημότητά σου
θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα σου ἐδῶ εἰς τὴν πατρίδα σου, κάμε καὶ ἐδῶ τὰ καὶ στήριξε τὴν θέσιν σου καὶ τὸ κῦρος σου πρωτίστως εἰς τὴν
ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ θαύματα, ποὺ ἠκούσαμεν ὅτι ἔκαμες εἰς τὴν πατρίδα σου. Κάμε καὶ ἐδῶ ὅσα θαύματα ἠκούσαμεν, ὅτι ἔγιναν ἀπὸ
Καπερναούμ, ποίησον καὶ Καπερναούμ». σὲ εἰς τὴν Καπερναούμ.
ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου.
4,24 Εἶπε δέ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν 24 Ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «ἀλήθεια σᾶς 24 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι κανένα
ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός λέγω, ὅτι κανεὶς προφήτης δὲν ἔγινε δεκτὸς μὲ προφήτην δὲν ὑποδέχονται μὲ τὴν πρέπουσαν τιμὴν εἰς τὴν πατρίδα
ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. τὴν πρέπουσαν τιμὴν εἰς τὴν πατρίδα του. του.
4,25 Ἐπ' ἀληθείας δὲ λέγω 25 Σᾶς ὑπενθυμίζω δὲ καὶ αὐτὴν τὴν 25 Σᾶς λέγω ὅμως βασιζόμενος εἰς τὴν ἀλήθειαν, ὅτι πολλαὶ χῆραι
ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ἀλήθειαν, ὅτι πολλαὶ χῆραι ἐζοῦσαν μεταξὺ ἦσαν κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἠλία εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος, ὅταν
ταῖς ἡμέραις Ἠλιοὺ ἐν τῷ τοῦ Ἰσραηλιτικοὺ λαοῦ κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς καὶ δὲν ἔβρεξεν ἐπὶ ἔτη τρία καὶ ἓξ μῆνας, ὁπότε
Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ Ἠλιού, ὅταν ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς καὶ δὲν ἔγινε πεῖνα μεγάλη εἰς ὅλην τὴν γῆν τῆς Παλαιστίνης.
οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ ἔβρεξε ἐπὶ τρία ἔτη καὶ ἓξ μῆνας, τότε ποὺ
μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετω λιμὸς ἀπλώθηκε μεγάλη πεῖνα εἰς ὅλην τὴν χώραν
μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, τῆς Παλαιστίνης.
4,26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν 26 Καὶ εἰς καμμίαν ἀπὸ τὰς πτωχὰς χήρας 26 Καὶ εἰς καμμίαν ἀπὸ τὰς γυναῖκας τῶν Ἰουδαίων δὲν ἐστάλη ἀπὸ
ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς τῶν Ἰουδαίων δὲν ἐστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὁ τὸν Θεὸν ὁ Ἠλίας, παρὰ εἰς τὰ Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας εἰς μίαν
Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς Ἠλίας, εἰ μὴ μόνον εἰς τὰ Σάρεπτα τῆς γυναῖκα χήραν, ξένην καὶ ἄγνωστον εἰς αὐτόν.

40/255
γυναῖκα χήραν. Σιδωνίας πρὸς κάποιαν ἄγνωστον καὶ ἄσημον
χήραν γυναῖκα.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


4,27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν 27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν κατὰ τὴν ἐποχὴν 27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος κατὰ τὴν
ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου τοῦ προφήτου Ἐλισαίου εἰς τὸ ἰσραηλιτικὸν ἐποχὴν τοῦ προφήτου Ἐλισαίου καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν
ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ οὐδεὶς ἔθνος καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἐθεραπεύθη, ἐκαθαρίσθῃ ἀπὸ τὴν λέπραν του, παρὰ ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος, ποὺ
αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ εἰ μὴ μόνον ὁ Νεεμάν, ποὺ κατήγετο ἀπὸ τὴν ἦλθεν ἀπὸ χώραν μακρυνὴν διὰ νὰ εὔρῃ τὸν Ἐλισαῖον.
Νεεμὰν ὁ Σύρος· Συρίαν».
4,28 καὶ ἐπλήσθησαν πάντες 28 Καὶ ὅλοι μέσα εἰς τὴν συναγωγήν, ὅταν 28 Καὶ ἐκυριεύθησαν μέσα εἰς τὴν συναγωγὴν ὅλοι ἀπὸ θυμόν, ὅταν
θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἤκουσα αὐτά, κατελήφθησαν ἀπὸ ἤκουσαν αὐτά, ποὺ εἶπεν ὁ Κύριος,
ἀκούοντες ταῦτα, ἀσυγκράτητον ὀργὴν (διότι ἐνόμισαν ὅτι ὁ
Κύριος τοὺς θέτει εἰς κατωτέραν θὲσιν ἀπὸ
τοὺς εἰδωλολάτρας).
4,29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον 29 Ἐσηκώθησαν, τὸν ἥρπασαν καὶ τὸν 29 καὶ ὑπὸ τὸ κράτος τῆς παραφορᾶς των ἐσηκώθησαν καὶ τὸν
αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν, τὸν ἔφεραν ἕως ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἔφεραν ἕως τὴν ἄκραν κάποιου
ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ τὸ χεῖλος ἑνὸς κρημνοῦ τοῦ ὅρους, ἐπάνω εἰς ὑψώματος τοῦ βουνοῦ, ἐπὶ τοῦ ὁποίου εἶχεν οἰκοδομηθῇ ἡ πόλις των,
ὅρους, ἐφ' οὗ ἡ πόλις αὐτῶν τὸ ὁποῖον εἶχεν οἰκοδομηθῇ ἡ πόλις των, μὲ μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν κρημνίσουν κάτω.
ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν κρημνίσουν κάτω.
κατακρημνίσαι αὐτόν.
4,30 Αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ 30 Αὐτὸς ὅμως ἐπέρασε ἀνάμεσα ἀπὸ αὐτοὺς 30 Αὐτὸς ὅμως ἐπέρασε μέσα ἀπὸ αὐτοὺς κατὰ τρόπον θαυμαστὸν
μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο. κατὰ ἕνα τρόπον θαυμαστὸν καὶ ἔφυγε. καὶ ἔφυγε.
4,31 Καὶ κατῆλθεν εἰς 31 Καὶ κατέβηκε εἰς τὴν Καπερναούμ, πόλιν 31 Καὶ κατέβη εἰς τὴν Καπερναούμ, ἡ ὁποία ἦτο πόλις τῆς Γαλιλαίας
Καπερναοὺμ πόλιν τῆς τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐκεῖ ἐδίδασκε κατὰ τὰ καὶ ἐν συνεχείᾳ κατὰ τὰ Σάββατα ἐδίδασκε τοὺς κατοίκους της.
Γαλιλαίας, καὶ ἦν διδάσκων Σάββατα τοὺς κατοίκους της.
αὐτοὺς ἐν τοῖς σάββασι·
4,32 καὶ ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ 32 Ἐθαύμαζαν δὲ καὶ ἀποροῦσαν μὲ τὴν 32 Καὶ ἐθαύμαζαν πολὺ διὰ τὴν διδασκαλίαν του, διότι ὁ λόγος του
διδαχῇ αὐτοῦ, ὅτι ἐν ἐξουσίᾳ διδασκαλίαν του, διότι ὁ λόγος του ἔχε εἶχε τὴν δύναμιν καὶ πειστικότητα τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία τοῦ
ἦν ὁ λόγος αὐτοῦ. δύναμιν, ὥστε νὰ συναρπάζῃ ὅλους καὶ νὰ ἀπεκαλύπτετο κατ’ εὐθεῖαν ἀπὸ τὴν θεότητά του καὶ δι’ αὐτὸ τὴν

41/255
πείθῃ. ἐδίδασκεν αὐθεντικῶς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


4,33 Καὶ ἐν τῇ συναγωγῇ ἦν 33 Καὶ εἰς τὴν συναγωγὴν ἦτο ἔνας 33 Καὶ εἰς τὴν συναγωγὴν ἦτο κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε πνεῦμα
ἄνθρωπος ἔχων πνεῦμα ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε δαιμονικὸν ἀκάθαρτον δαιμονίου ἀκαθάρτου καὶ ἐφώναξε μὲ μεγάλην φωνὴν
δαιμονίου ἀκαθάρτου, καὶ πνεῦμα καὶ ἐκραυγασε μὲ φωνὴν μεγάλην
ἀνέκραξε φωνῇ μεγάλῃ
4,34 λέγων· ἔα, τί ἡμῖν καὶ σοί, 34 λέγων· «ἄφησέ μας· ποία σχέσις ἠμπορεῖ 34 καὶ εἶπεν· Ἄφησέ με ἥσυχον· τί κοινὸν ὑπάρχει μεταξὺ ἡμῶν καὶ
Ἰησοῦ Ναζαρηνέ; Ἦλθες νὰ ὑπάρχῃ μεταξὺ ἡμῶν τῶν δαιμονίων καὶ σοῦ, Ἰησοῦ Ναζαρηνέ; Ἦλθες νὰ μᾶς διώξῃς ἀπὸ αὐτὴν τὴν
ἀπολέσαι ἡμᾶς; Οἶδά σε τίς εἶ, σοῦ, ἰησοῦ Ναζαρηνέ; Ἦλθες νὰ μᾶς διώξῃς εὐχάριστον κατοικίαν μας καὶ νὰ μᾶς ἀποπέμψῃς εἰς τὴν ἄβυσσον
ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ. ἀπὸ αὐτόν, εἰς τὸν ὁποῖον ἔχομεν καὶ μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν νὰ μᾶς καταστρέψῃς; Σὲ γνωρίζω, ποιὸς
ἐγκατασταθῆ καὶ νὰ μᾶς κρημνίσῃς εἰς τὴν εἶσαι. Εἶσαι ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἅγιος, ὁ Μεσσίας, τὸν ὁποῖον καθηγίασε
ἄβυσσον τῆς ἀπωλείας; Σὲ γνωρίζω ποῖος καὶ καθιέρωσεν εἰς τὸ ἔργον αὐτοῦ ὁ Θεός.
εἶσαι· εἶσαι ὁ κατ' ἐξοχὴν ἅγιος τοῦ Θεοῦ, ὁ
Μεσσίας, τὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς
καθιέρωσεν εἰς τὸ ἔργον του».
4,35 Καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ 35 Καὶ τὸν ἐπέπληξεν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 35 Καὶ τὸν ἐπέπληξεν ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Κλεῖσε τὸ στόμα σου καὶ
Ἰησοῦς λέγων· φιμώθητι καὶ «φιμώσου, κλεῖσε τὸ στόμα σου, καὶ ἔβγα ἀπὸ ἔβγα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον αὐτόν. Καὶ τὸ δαιμόνων τὸν ἔρριψε κάτω
ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ. Καὶ ρῖψαν τὸν ἄνθρωπον αὐτόν». Καὶ τότε τὸ δαιμόνιον εἰς τὸ μέσον τῆς συναγωγῆς καὶ ἐβγῆκεν ἀπὸ αὐτόν, χωρὶς νὰ τὸν
αὐτὸν τὸ δαιμόνιον εἰς τὸν ἔρριξε αὐτὸν εἰς τὸ μέσον τῆς συναγωγῆς καὶ βλάψῃ τίποτε.
μέσον ἐξῆλθεν ἀπ' αὐτοῦ, ἐβγῆκεν ἀπὸ αὐτόν, χωρὶς νὰ τὸν βλάψῃ
μηδὲν βλάψαν αὐτόν. καθόλου.
4,36 Καὶ ἐγένετο θάμβος ἐπὶ 36 Καὶ ἀπλώθηκε εἰς ὅλους μεγάλη ἔκπληξις 36 Καὶ κατέλαβεν ὅλους ἔκπληξις καὶ συνωμίλουν μεταξύ τους καὶ
πάντας, καὶ συνελάλουν πρὸς καὶ συνωμιλοῦσαν μεταξύ των λέγοντες· «τί ἔλεγον· Τί δύναμιν ἔχει καὶ πόσον φοβερὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ
ἀλλήλους λέγοντες· τίς ὁ φοβερὸς καὶ δυνατὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ; Διότι μὲ ἐξουσίαν καὶ δύναμιν διατάσσει τὰ
λόγος οὗτος, ὅτι ἐν ἐξουσίᾳ ἀνθρώπου αὐτοῦ; Διότι μὲ ἐξουσίαν καὶ μὲ ἀκάθαρτα πνεύματα καὶ βγαίνουν ἀπὸ τοὺς δαιμονιζομένους.
καὶ δυνάμει ἐπιτάσσει τοῖς δύναμιν διατάσσει τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα
ἀκαθάρτοις πνεύμασι, καὶ καὶ ἐκεῖνα φεύγουν ἀμέσως».

42/255
ἐξέρχονται;
4,37 Καὶ ἐξεπορεύετο ἦχος 37 Καὶ διεδίδετο ἡ φήμη αὐτοῦ εἰς κάθε τόπον 37 Καὶ διεδίδετο ἡ περὶ αὐτοῦ φήμη εἰς κάθε μέρος τῶν περιχώρων

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


περὶ αὐτοῦ εἰς πάντας τόπον τῆς περιοχῆς τῆς Γαλιλαίας. τῆς Γαλιλαίας.
τῆς περιχώρου.
4,38 Ἀναστὰς δὲ ἐκ τῆς 38 Ἔπειτα δὲ ἀπὸ τὴν θεραπείαν τοῦ 38 Ὅταν δὲ ἐξεκίνησεν ἀπὸ τὴν συναγωγήν, ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι
συναγωγῆς εἰσῆλθεν εἰς τὴν δαιμονιῶντος ἐξεκίνησε καὶ ἀνεχώρησε ἀπὸ τοῦ Σίμωνος. Ἡ πενθερὰ δὲ τοῦ Σίμωνος ὑπέφερεν ἀπὸ μεγάλον
οἰκίαν Σίμωνος. Ἡ πενθερὰ τὴν συναγωγὴν καὶ ἐπῆγε εἰς τὸ σπίτι τοῦ πυρετόν. Καὶ τὸν παρεκάλεσαν δι’ αὐτήν, νὰ τὴν θεραπεύσῃ.
δὲ τοῦ Σίμωνος ἦν Σίμωνος. Ἡ δὲ πενθερὰ τοῦ Σίμωνος εἶχε
συνεχομένη πυρετῷ μεγάλῳ, μεγάλον πυρετὸν καὶ τὸν παρεκάλεσαν νὰ
καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν περὶ τὴν θεραπεύσῃ.
αὐτῆς.
4,39 Καὶ ἐπιστὰς ἐπάνω αὐτῆς 39 Καὶ ἀφοῦ ἐπλησίασε καὶ ἐστάθη ἀπὸ 39 Καὶ ἀφοῦ ἦλθε καὶ ἐστάθη ἀπ’ ἐπάνω της, ἔδωκε διαταγὴν εἰς τὸν
ἐπετίμησε τῷ πυρετῷ, καὶ ἐπάνω της, διέταξε τὸν πυρετὸν καὶ τὴν πυρετὸν καὶ τὴν ἀφῆκεν. Ἀμέσως δὲ ἐκείνη, μὴ αἰσθανομένη πλέον
ἀφῆκεν αὐτήν· παραχρῆμα δὲ ἀφῆκεν ἀμέσως. Αὐτὴ δὲ ἀμέσως ἐσηκώθη καὶ οὔτε τὴν παραμικρὰν ἑξάντλησιν, ἐσηκώθη καὶ τοὺς ὑπηρέτει.
ἀναστᾶσα διηκόνει αὐτοῖς. χωρὶς νὰ αἰσθάνεται καμμίαν ἀδυναμίαν ἀπὸ
τὴν ἀσθένειάν της, τοὺς ὑπηρετοῦσε.
4,40 Δύνοντος δὲ τοῦ ἡλίου 40 Κατὰ δὲ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου, ὅλοι ὅσοι 40 Ὅταν δὲ ὁ ἥλιος εὑρίσκετο εἰς τὴν δύσιν του καὶ εἶχε πλέον
πάντες ὅσοι εἶχον εἶχον ἀσθενεῖς ἀπὸ διαφόρους νόσους, τοὺς περάσει ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ὅλοι ὅσοι εἶχαν ἀρρώστους, ποὺ
ἀσθενοῦντας νόσοις ἔφεραν πρὸς αὐτόν. Αὐτὸς δέ, ἀφοῦ ἔθετε τὰ ἔπασχον ἀπὸ διαφόρους νόσους, τοὺς ἔφερον πρὸς αὐτόν. Αὐτὸς δὲ
ποικίλαις ἤγαγον αὐτοὺς χέρια του εἰς τὸν καθένα ἀπὸ αὐτούς, τοὺς ἀφοῦ ἔθετεν ἐπάνω εἰς ἕνα ἕκαστον ἀπὸ αὐτοὺς τὰς χεῖρας του,
πρὸς αὐτόν· ὁ δὲ ἑνὶ ἑκάστῳ ἐθεράπευσε. τοὺς ἐθεράπευσεν ὅλους.
αὐτῶν τὰς χεῖρας ἐπιτιθεὶς
ἐθεράπευσεν αὐτούς.
4,41 Ἐξήρχετο δὲ καὶ δαιμόνια 41 Ἔφευγαν δὲ καὶ δαιμόνια ἀπὸ πολλούς, τὰ 41 Ἔβγαιναν δὲ καὶ τὰ δαιμόνια ἀπὸ πολλούς, τὰ ὁποῖα ἐφώναζαν
ἀπὸ πολλῶν κραυγάζοντα ὁποῖα ἐκραύγαζαν δυνατὰ καὶ ἔλεγαν ὅτι· «σὺ δυνατὰ καὶ ἔλεγαν, ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ
καὶ λέγοντα ὅτι σὺ εἶ ὁ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Ὁ δὲ Ἰησοῦς Ἰησοῦς τὰ ἐπέπληττε καὶ δὲν τὰ ἄφινε νὰ ὁμιλοῦν, διότι ἐγνώριζαν,
Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὰ ἐπέπλητε καὶ δὲν τὰ ἄφινε νὰ ὁμιλοῦν, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ἐμαρτύρουν περὶ τούτου, εἴτε διὰ νὰ

43/255
ἐπιτιμῶν οὐκ εἴα αὐτὰ διότι ἐγνώριζαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός. φαίνωνται σύμμαχοι καὶ συνεργᾶται του καὶ ὕπουλα νὰ ἐλκύουν
λαλεῖν, ὅτι ᾔδεισαν τὸν (Δὲν ἤθελε τὴν δολίαν μαρτυρίαν τῶν τὴν ἐμπιστοσύνην τοῦ κόσμου, εἴτε καὶ διὰ νὰ προκαλέσουν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Χριστὸν αὐτὸν εἶναι. πονηρῶν πνευμάτων). παράκαιρον συναγερμὸν τοῦ λαοῦ ὑπὲρ τοῦ Ἰησοῦ πρὸς βλάβην καὶ
ζημίαν τοῦ ἔργου του.
4,42 Γενομένης δὲ ἡμέρας 42 Ὅταν δὲ ἔγινε ἡμέρα ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησε 42 Ὅταν δὲ ἔγινεν ἡμέρα, ὁ Ἰησοῦς ἐβγῆκε καὶ ἐπῆγεν εἰς ἔρημον
ἐξελθὼν ἐπορεύθη εἰς ἔρημον καὶ ἐπῆγεν εἰς ἔρημον τόπον καὶ τὰ πλήθη τόπον. Καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ἔψαχναν νὰ τὸν εὕρουν, καὶ ἦλθαν
τόπον· καὶ οἱ ὄχλοι ἐπεζήτουν τὸν ἀναζητοῦσαν. Καὶ ἦλθον ἕως ἐκεῖ, ποὺ ἕως ἐκεῖ ποὺ ἦτο. Καὶ προσεπάθουν μὲ παρακλήσεις νὰ τὸν
αὐτόν, καὶ ἦλθον ἕως αὐτοῦ ἦτο, καὶ προσπαθοῦσαν μὲ τὰ λόγια των νὰ κρατήσουν, ὥστε νὰ μὴ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὴν πόλιν των.
καὶ κατεῖχον αὐτὸν τοῦ μὴ τὸν κρατήσουν, νὰ μὴ φύγῃ ἀπὸ τὴν πόλιν
πορεύεσθαι ἀπ' αὐτῶν. των.
4,43 Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὅτι 43 Ἐκεῖνος ὅμως τοὺς εἶπεν, ὅτι «πρέπει νὰ 43 Ἀλλ’ αὐτὸς τοὺς εἶπεν, ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθωρισμένον
καὶ ταῖς ἑτέραις πόλεσιν κηρύξω τὸ χαρμόσυνον μήνυμα τῆς βασιλείας σχέδιον τοῦ Πατρός μου πρέπει καὶ εἰς ἄλλας πόλεις νὰ κηρύξω τὸ
εὐαγελίσασθαί με δεῖ τὴν τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς ἄλλας πόλεις, διότι δι' αὐτὸν χαρμόσυνον μήνυμα, ὅτι μετ’ ὀλίγον ὁ Θεὸς θεμελιώνει καὶ ἐπὶ τῆς
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ· ὅτι εἰς ἀκριβῶς τὸν σκοπὸν ἔχω σταλῇ ἀπὸ τὸν γῆς τὴν βασιλείαν του· διότι δι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔχω ἀποσταλῆ ἀπὸ
τοῦτο ἀπέσταλμαι. πατέρα μου». τὸν Πατέρα μου, διὰ νὰ κηρύξω ὅχι μόνον εἰς τοὺς κατοίκους τῆς
Καπερναούμ, ἀλλ’ εἰς ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας.
4,44 Καὶ ἦν κηρύσσων εἰς τὰς 44 Καὶ ἐκήρυσσε τὸ Εὐαγγέλιον εἰς τὰς 44 Καὶ ἐξηκολούθει νὰ κηρύττῃ εἰς τὰς συναγωγὰς τῆς Γαλιλαίας.
συναγωγὰς τῆς Γαλιλαίας. συναγωγὰς τῆς Γαλιλαίας.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 5Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
5,1 Εγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν Ενῶ δὲ τὰ πλήθη τὸν περιτριγύριζαν εἰς Ενῷ δὲ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ τὸν ἐπίεζαν καὶ τὸν ἐστρίμωναν διὰ νὰ
ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τοῦ πυκνὰς μάζας καὶ τὸν ἐστρίμωχναν, διὰ νὰ ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, συνέβη νὰ στέκεται αὐτὸς πλησίον
ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ἐστέκετο τῆς λίμνης Γεννησαρέτ.
καὶ αὐτὸς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν πλησίον της λίμνης Γεννησαρέτ.
λίμνην Γεννησαρέτ,

44/255
5,2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα 2 Καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἀραγμένα καὶ ἀκίνητα 2 Καὶ εἶδε δύο μικρὰ πλοῖα ἀραγμένα πλησίον τῆς λίμνης· οἱ
παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἐκεῖ κοντὰ εἰς τὴν λίμνην· οἱ ψαράδες εἶχαν ψαράδες δὲ εἶχαν βγῆ ἀπ’ αὐτὰ εἰς τὴν παραλίαν καὶ ἐπλεναν τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀποβάντες ἀπ' αὐτῶν βγῆ ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔπλυναν τὰ δίκτυα εἰς τὴν δίκτυα.
ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. παραλίαν.
5,3 Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν 3 Καὶ ἀφοῦ ἐμπῆκε εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτά, ποὺ 3 Ἀφοῦ δὲ ἐμβῆκεν εἰς ἐν ἀπὸ τὰ πλοῖα αὐτά, τὸ ὁποῖον ἦτο τοῦ
πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἀνῆκε εἰς τὸν Σίμωνα, τὸν παρεκάλεσε νὰ Σίμωνος, παρεκάλεσεν αὐτὸν νὰ τὸ προχωρήσῃ ὀλίγον καὶ εἰς
ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς προχωρήσῃ εἰς μικρὰν ἀπόστασιν ἀπὸ τὴν μικρὰν ἀπόστασιν ἀπὸ τὴν ξηράν. Καὶ ἀφοῦ ἐκάθισεν ἐδίδασκεν
ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ ξηράν. Καὶ καθίσας ἐδίδασκε ἀπὸ τὸ πλοῖον ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὸ πλοῖον τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ποὺ εὑρίσκοντο εἰς τὴν
καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ. παραλίαν.
πλοίου τοὺς ὄχλους.
5,4 Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, 4 Ὁταν δὲ ἔπαυσε νὰ ὁμιλῇ, εἶπε εἰς τὸν 4 Ὅταν δὲ ἔπαυσε νὰ ὁμιλῇ, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· Φέρε πάλιν τὸ
εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· Σίμωνα· «ξαναφέρε τὸ πλοῖον πάλιν εἰς τὰ πλοῖον εἰς τὰ βαθειὰ νερὰ τῆς λίμνης καὶ ρίψατε τὰ δίκτυά σας διὰ
ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ ἀνοικτὰ της λίμνης καὶ ρίξτε τὰ δίκτυά σας νὰ πιάσετε ψάρια.
χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς γιὰ ψάρεμα».
ἄγραν.
5,5 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων 5 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων τοῦ εἶπε· 5 Καὶ ὁ Σίμων ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε, ὅλην τὴν νύκτα
εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι' ὅλης «διδάσκαλε, ὅλην τὴν νύκτα, ποὺ εἶναι ἐκοπιάσαμεν ρίπτοντες τὰ δίκτυα καὶ δὲν ἐπιάσαμεν τίποτε. Ἀλλ’
τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες κατάλληλες οἱ ὦρες γιὰ ψάρεμα, ἐκοπιάσαμε ἀφοῦ τὸ διατάσσεις, μὲ τελείαν πεποίθησιν καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸν
οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρίχνοντες τὰ δίκτυα καὶ δὲν ἐπιάσαμε τίποτε. λόγον σου θὰ ρίψω τὸ δίκτυον.
ρήματί σου χαλάσω τὸ Ἀλλά, θὰ ὑπακούσω εἰς τὸν λόγον σου καὶ θὰ
δίκτυον. ρίξω τὸ δίκτυ».
5,6 Καὶ τοῦτο ποιήσαντες 6 Καὶ ἀφοῦ ἔκαμαν τοῦτο, ἔκλεισαν πολὺ 6 Καὶ ἀφοῦ ἔκαμαν αὐτό, ἔκλεισαν μέσα εἰς τὸ δίκτυον πλῆθος πολὺ
συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πλῆθος ἰχθύων· ἤρχισε δὲ νὰ σχίζεται τὸ ψάρια. Καὶ ἤρχισε νὰ σπάζῃ τὸ δίκτυόν τους, ἐπειδὴ δὲν άντεῖχεν εἰς
πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον ἀπὸ τὸ πολὺ βάρος. τὸ βάρος τοῦ πλήθους τῶν ψαριῶν.
δίκτυον αὐτῶν.
5,7 Καὶ κατένευσαν τοῖς 7 Καὶ ἐπροσκάλεσαν μὲ νεύματα τοὺς 7 Καὶ προσεκάλεσαν μὲ νεύματα τοὺς συνεταίρους των, ποὺ ἦσαν
μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ συνεταίρους των, ποὺ ἦσαν εἰς τὸ ἀλλο εἰς τὸ ἄλλο πλοῖον, νὰ ἔλθουν καὶ νὰ πιάσουν μαζὶ μὲ αὐτοὺς τὰ

45/255
πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας πλοῖον, νὰ ἔλθουν, διὰ νὰ πιάσουν μαζῆ μὲ δίκτυα καὶ νὰ τοὺς βοηθήσουν διὰ νὰ τὰ σύρουν ἐπάνω. Καὶ ἦλθον

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ αὐτοὺς τὰ δίκτυα μὲ τὰ ψάρια. Καὶ ἐκεῖνοι καὶ ἐγέμισαν καὶ τὰ δύο πλοῖα τόσον πολύ, ὥστε ἀπὸ τὸ βάρος τῶν
ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα ἦλθαν καὶ ἐγέμισαν καὶ τὰ δύο πλοῖα τόσον ψαριῶν ἐκινδύνευαν ταῦτα νὰ βυθισθοῦν.
τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι πολύ, ὥστε ἐκινδύνευσαν νὰ βυθισθοῦν.
αὐτά.
5,8 Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος 8 Ὅταν δὲ ὁ Σίμων εἶδε τὸ θαυμαστὸν αὐτὸ 8 Ὅταν δὲ εἶδεν ὁ Σίμων Πέτρος τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ καὶ
προσέπεσε τοῖς γόνασιν γεγονός, ἔπεσε κάτω ἐμπρὸς εἰς τὰ γόνατα ἀνέλπιστον πλῆθος τῶν ψαριῶν, ἔπεσε κάτω εἰς τὰ γόνατα τοῦ
Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ' τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπε· «Κύριε, ἔβγα ἀπὸ τὸ Ἰησοῦ καὶ εἶπεν· Ἔβγα ἀπὸ τὸ πλοῖον μου καὶ φύγε ἀπὸ ἐμέ, Κύριε,
ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλὸς πλοῖον μου, διότι ἐγὼ εἶμαι ἔνας ἄνθρωπος διότι εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ ἔχω εἰς
εἰμι, Κύριε· ἁμαρτωλὸς καὶ δὲν μοῦ ἀξίζει νὰ εὑρίσκομαι τὸ πλοῖον μου.
τόσον κοντά σου».
5,9 Θάμβος γὰρ περιέσχεν 9 Τὰ εἶπε δὲ αὐτά, διότι κατέλαβε αὐτὸν καὶ 9 Καὶ εἶπε τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ Πέτρος, διότι μεγάλη ἔκπληξις
αὐτὸν καὶ πάντες τοὺς σὺν ὅλους ἐκείνους, ποὺ ἦσαν μαζῆ του, μεγάλη κατέλαβε καὶ αὐτὸν καὶ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί του, διὰ τὴν
αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ἔκπληξις, διὰ τὸ πλῆθος τῶν ψαριῶν, ποὺ πρωτοφανῆ σύλληψιν τῶν ψαριῶν, τὰ ὁποῖα εἶχαν πιάσει, καὶ ἡ
ᾗ συνέλαβον, εἶχαν κλείσει εἰς τὰ δίκτυα. ὁποία μόνον ἀπὸ παρέμβασιν τῆς θείας δυνάμεως ἠδύνατο νὰ
ἐξηγηθῇ.
5,10 ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον 10 Ἡ ἴδια δὲ ἔκπληξις κατέλαβε τὸν Ἰάκωβον 10 Ὁμοίως δὲ κατέλαβεν ἔκπληξις καὶ τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν Ἰωάννην
καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς καὶ τὸν Ἰωάννην, τὰ παιδιά τοῦ Ζεβεδαίου, τοὺς υἱοὺς τοῦ Ζεβεδαίου, οἱ ὁποῖοι ἦσαν συνεταῖροι τοῦ Σίμωνος.
Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοῖ ποὺ ἦσαν συνεταίροι τοῦ Σίμωνος. Καὶ εἶπεν ὁ Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· Μὴ φοβεῖσαι· ἀπὸ τώρα, ποὺ σὲ
τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦς πρὸς τὸν Σίμωνα· «μὴ φοβᾶσαι· ἀπὸ καλῶ νὰ γίνῃς ἀπόστολός μου, θὰ ἑξακολουθῇς νὰ πιάνῃς
Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· τώρα θὰ πιάνῃς μὲ τὰ δίκτυα τοῦ κηρύγματός ζωντανοὺς ὄχι ψάρια, ἀλλὰ ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους διὰ τοῦ
ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ σου ζωντανοὺς ἀνθρώπους καὶ θὰ τοὺς κηρύγματός σου θὰ ὁδηγῇς εἰς τὴν σωτηρίαν.
ζωγρῶν. ὁδηγῇς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
5,11 Καὶ καταγαγόντες τὰ 11 Καὶ ἀφοῦ ἔφεραν πάλιν εἰς τὴν ξηρὰν τὰ 11 Καὶ ἀφοῦ ἐπανέφεραν τὰ πλοῖα εἰς τὴν ξηράν, ἀφῆκαν τὰ πάντα,
πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες πλοῖα, ἀφῆκαν ὅλα, καὶ ψάρια καὶ δίκτυα καὶ καὶ ψάρια δηλαδὴ καὶ δίκτυα καὶ πλοῖα, καὶ τὸν ἠκολούθησαν.
ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ. πλοῖα, καὶ ἠκολούθησαν ὡς πιστοὶ μαθηταὶ

46/255
τὸν Χριστόν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


5,12 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι 12 Συνέβη δέ, ὅταν εὑρίσκετο ὁ Ἰησοῦς εἰς 12 Συνέβη δέ, ἐνῷ ἦτο ὁ Ἰησοῦς εἰς μίαν ἀπὸ τὰς πόλεις, καὶ ἰδοὺ
αὐτὸν ἐν μιᾷ τῶν πόλεων καὶ μίαν ἀπὸ τὰς πόλεις καὶ ἰδοὺ ἔνας ἄνθρωπος ἕνας ἄνθρωπος γεμᾶτος ἀπὸ ἐξανθήματα λέπρας. Καὶ ὅταν εἶδε τὸν
ἰδοὺ ἀνὴρ πλήρης λέπρας· καὶ γεμᾶτος λέπρα. Αὐτός, ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦν, Ἰησοῦν, ἔπεσε χάμω μὲ τὸ πρόσωπον κατὰ γῆς καὶ τὸν παρεκάλεσε
ἱδὼν τὸν Ἰησοῦν, πεσὼν ἐπὶ ἔπεσεν πρηνὴς μὲ τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν λέγων· Κύριε, ἐὰν θέλῃς, ἔχεις τὴν δύναμιν νὰ μὲ καθαρίσῃς ἀπὸ
πρόσωπον ἐδεήθη αὐτοῦ καὶ τὸν παρεκάλεσε λέγων· «Κύριε, πιστεύω τὰς πληγὰς τοῦ ἀκαθάρτου νοσήματός μου.
λέγων· Κύριε, ἐὰν θέλῃς, ὅτι, ἐὰν θέλῃς, ἠμπορεῖς νὰ μὲ καθαρίσῃς ἀπὸ
δύνασαι μὲ καθαρίσαι. τὴν λέπραν».
5,13 Καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα 3 Καὶ ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἄπλωσε τὸ χέρι καὶ τὸν 13 Καὶ ἀφοῦ ἑξάπλωσε τὴν χεῖρα του ὁ Ἰησοῦς, τὸν ἤγγισε καὶ εἶπε·
ἥψατο αὐτοῦ εἰπών· θέλω, ἤγγισε, εἶπε· «θέλω. Καθαρίσου ἀπὸ τὴν θέλω νὰ καθαρισθῇς καὶ καθαρίσου. Καὶ ἀμέσως ἡ λέπρα ἔφυγεν
καθαρίσθητι. Καὶ εὐθέως ἡ λέπραν». Καὶ ἀμέσως ἐξηφανίσθη ἀπὸ αὐτὸν ἀπὸ ἐπάνω του.
λέπρα ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτοῦ. ἡ λέπρα.
5,14 Καὶ αὐτὸς παρήγγειλεν 14 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἔδωσεν ἐντολὴν νὰ μὴ 14 Καὶ ὁ Ἰησοῦς παρήγγειλεν εἰς αὐτὸν νὰ μὴ εἴπῃ εἰς κανένα τὸ
αὐτῷ μηδενὶ εἰπεῖν, ἀλλὰ εἴπῃ εἰς κανένα τίποτε· «ἀλλὰ πήγαινε, εἶπε, θαῦμα τῆς θεραπείας. Ἀλλὰ πήγαινε, τοῦ εἶπε, καὶ δεῖξε τὸν ἑαυτόν
ἀπελθὼν δεῖξον σεαυτὸν τῷ δεῖξε τὸν ἑαυτόν σου εἰς τὸν ἱερέα καὶ σου εἰς τὸν ἱερέα καὶ πρόσφερε διὰ τὸν καθαρισμόν σου θυσίαν,
ἱερεῖ καὶ προσένεγκε περὶ τοῦ πρόσφερε τὴν θυσίαν διὰ τὴν θεραπείαν σου, καθὼς διέταξεν ὁ Μωϋσῆς, διὰ νὰ χρησιμεύσῃ ἡ ἐξέτασίς σου ἀπὸ
καθαρισμοῦ σου καθὼς ὅπως ἔχει διατάξει ὁ Μωϋσῆς, διὰ νὰ εἶναι τὸν ἱερέα καὶ ἡ προσφορὰ τῆς θυσίας ὡς μαρτυρία καὶ ἀπόδειξις εἰς
προσέταξε Μωϋσῆς εἰς αὐτὸ ἐπιβεβαίωσις καὶ μαρτυρία εἰς τὸν ἱερέα τοὺς ἱερεῖς καὶ τὸν λαόν, ὅτι καὶ σὺ πράγματι ἐθεραπεύθης καὶ ἐγὼ
μαρτύριον αὐτοῖς. καὶ εἰς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὅτι πράγματι δὲν ἦλθον νὰ καταλύσω τὸν νόμον.
ἐθεραπεύθης».
5,15 Διήρχετο δὲ μᾶλλον ὁ 15 Διεδίδετο δὲ καὶ ἐκυκλοφοροῦσε ἀκόμη 15 Διεδίδετο δὲ περισσότερον τώρα μετὰ τὸ θαῦμα τοῦτο ἡ φήμη του
λόγος περὶ αὐτοῦ, καὶ περισότερον ἡ φήμη δι' αὐτὸν καὶ πλήθη λαοῦ καὶ ἐμαζεύοντο πλήθη λαοῦ πολλά, διὰ νὰ ἀκούουν τὴν
συνήρχοντο ὄχλοι πολλοὶ ἐμαζεύοντο ἀπὸ διάφορα μέρη, διὰ νὰ διδασκαλίαν του καὶ διὰ νὰ θεραπεύωνται ὑπ’ αὐτοῦ ἀπὸ τὰς
ἀκούειν καὶ θεραπεύεσθαι ἀκούουν τὴν διδασκαλίαν του καὶ νὰ ἀσθενείας των.
ὑπ' αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἀσθενειῶν θεραπεύωνται ὑπ' αὐτοῦ ἀπὸ τὰς ἀσθενείας
αὐτῶν· των.

47/255
5,16 αὐτὸς δὲ ἦν ὑποχωρῶν ἐν 16 Αὐτὸς δὲ ἔφευγε καὶ ἀπεσύρετο εἰς 16 Αὐτὸς ὅμως ἀντιθέτως ἀπεσύρετο συνεχῶς εἰς τὰς ἐρήμους καὶ
ταῖς ἐρήμοις καὶ ἐρημικοὺς τόπους καὶ προσηύχετο. προσηύχετο.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


προσευχόμενος.
5,17 Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν 17 Συνέβη δὲ μίαν ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, 17 Καὶ συνέβη κατὰ μίαν ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, καὶ αὐτὸς
ἡμερῶν καὶ αὐτὸς ᾖν καὶ αὐτὸς ἐδίδασκε. Καὶ ἐκάθηντο ἐκεῖ κοντὰ ἐδίδασκε. Καὶ ἐκάθηντο ἐκεῖ Φαρισαῖοι καὶ νομοδιδάσκαλοι, οἱ
διδάσκων, καὶ ἦσαν Φαρισαῖοι καὶ νομοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι εἴχαν ὁποῖοι εἶχαν ἔλθει ἀπὸ κάθε χωρίον τῆς Γαλιλαίας καὶ τῆς Ἰουδαίας
καθήμενοι Φαρισσαῖοι καὶ ἔλθει ἀπὸ κάθε χωρίον της Γαλιλαίας καὶ της καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ. Καὶ εἰς τὸν Ἰησοῦν ὑπῆρχε πάντοτε καὶ
νομοδιδάσκαλοι, οἳ ἦσαν Ἰουδαίας καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ. Καὶ ἐνήργει διαρκῶς δύναμις Κυρίου, διὰ νὰ θεραπεύῃ θαυματουργικῶς
ἐλελυθότες ἐκ πάσης κώμης δύναμις Κυρίου ὑπῆρχε πάντοτε εἰς τὸν τὰ πλήθη τῶν ἀρρώστων.
της Γαλιλαίας καὶ Ἰουδαίας Ἰησοῦν, ὥστε νὰ θεραπεύῃ τοὺς ἀσθενεῖς.
καὶ Ἱεροσολήμ· καὶ δύναμις
Κυρίου ἦν εἰς τὸ ἰᾶσθαι
αὐτούς.
5,18 Καὶ ἰδοὺ ἄνδρες φέροντες 18 Καὶ ἰδοὺ μερικοὶ ἄνδρες ἔφεραν ἐπάνω εἰς 18 Καὶ ἰδοὺ μερικοὶ ἄνδρες ἔφεραν ἐπάνω εἰς κρεββάτι κάποιον
ἐπὶ κλίνης ἄνθρωπον ὃς ἦν κρεββάτι κάποιον ἄνθρωπον, ποὺ ἦτο ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἦτο παραλυμένος, καὶ ἐζήτουν νὰ ἐμβάσουν
παραλελυμένος, καὶ ἐζήτουν παράλυτος, καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τὸν αὐτὸν μέσα εἰς τὸ σπίτι καὶ νὰ τὸν βάλουν ἐμπρός του.
αὐτὸν εἰσενεγκεῖν καὶ θεῖναι μπάσουν μέσα εἰς τὸ σπίτι καὶ νὰ τὸν θέσουν
ἐνώπιον αὐτοῦ. ἐμπρός του.
5,19 Καὶ μὴ εὑρόντες ποίας 19 Ἐπειδὴ ὅμως, λόγω τοῦ συνωστισμοῦ τοῦ 19 Καὶ ἐπειδὴ λόγῳ τῆς κοσμοπλημμύρας δὲν εὗρον ἀπὸ ποίαν
εἰσενέγκωσιν αὐτὸν διὰ τὸν πλήθους, δὲν εὐρῆκαν ἀπὸ ποίαν εἴσοδον νὰ εἴσοδον νὰ τὸν ἐμβάσουν μέσα, ἀνέβησαν εἰς τὸ ἠλιακωτὸν τοῦ
ὄχλον, ἀναβάντες ἐπὶ τὸ τὸν βάλουν, ἀνέβηκαν εἰς τὴν στέγην καὶ ἀπὸ σπιτιοῦ καὶ μέσα ἀπὸ τὰ κεραμίδια, ἀφοῦ ἔβγαλαν μερικά,
δῶμα διὰ τῶν κεράμων τὰ κεραμίδια τὸν κατέβασαν μαζῆ μὲ τὸ μικρό κατέβασαν αὐτὸν μαζὶ μὲ τὸ μικρὸν κρεββάτι του εἰς τὸ μέσον,
καθῆκαν αὐτὸν σὺν τῷ του κρεββάτι εἰς τὸ μέσον της αἰθούσης, ἐμπρὸς εἰς τὸν Ἰησοῦν.
κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἐμπρὸς εἰς τὸν Ἰησοῦν.
ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ.
5,20 Καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν 20 Καὶ ὁ Κύριος, ὅταν εἶδε τὴν πίστιν αὐτῶν, 20 Καὶ ὅταν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν καὶ αὐτοῦ καὶ ἐκείνων ποὺ τὸν
αὐτῶν εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπε, εἶπεν εἰς τὸν παραλυτικόν· «ἄνθρωπε, σοῦ ἔφεραν, εἶπεν εἰς αὐτόν· Βασανισμένε ἄνθρωπε, φοβεῖσαι, πῶς θὰ

48/255
ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι, αἱ ὁποῖαι εἶναι καὶ διατεθῶ ἔναντι τῆς ἁμαρτωλῆς σου καταστάσεως, διὰ τὴν ὁποίαν σὲ
σου. ἡ αἰτία τῆς ἀσθενείας σου». ἔρριψε τὴν στιγμὴν αὐτὴν εἰς ἀνησυχίαν ἡ συνείδησίς σου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Βεβαιώθητι, λοιπόν, ὅτι ἔχουν συγχωρηθῆ αἱ ἁμαρτίαι σου.
5,21 Καὶ ἤρξαντο 21 Καὶ ἤρχισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι 21 Καὶ ἤρχισαν νὰ σκέπτωνται μέσα των οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ
διαλογίζεσθαι οἱ γραμματεῖς νὰ σκέπτωνται μέσα των καὶ νὰ λέγουν· Φαρισαῖοι, καὶ νὰ λέγουν· Ποῖος εἶναι αὐτός, ποὺ τολμᾷ νὰ λέγῃ
καὶ οἱ Φαρισαῖοι λέγοντες· τίς «ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ ἐκστομίζει τέτοιες βλασφημίας; Ποῖος ἄλλος ἔχει δύναμιν καὶ ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ
ἐστιν οὗτος ὃς λαλεῖ βλασφημίες; Ποιὸς ἄλλος ἠμπορεῖ νὰ ἁμαρτίας παρὰ μόνον ὁ Θεός; Πῶς λοιπὸν σφετερίζεται οὗτος
βλασφημίας; Τίς δύναται συγχωρῇ ἁμαρτίας εἰ μὴ μόνον ὁ Θεός; Πῶς ἀσεβῶς τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν τοῦ Θεοῦ;
ἀφιέναι ἁμαρτίας εἶ μὴ μόνον αὐτὸς ἁρπάζει θεία δικαιώματα;»
ὁ Θεός;
5,22 Ἐπιγνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς 22 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀντελήφθη μὲ τὴν θείαν του 22 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως διὰ τῆς ὑπερφυσικῆς του γνώσεως ἀντελήφθη
τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν παντογνωσίαν ὁλοκάθαρα τοὺς διαλογισμούς ἐπακριβῶς καὶ ἐξ ὀλοκλήρου τοὺς ἀποκρύφους διαλογισμούς των
ἀποκριθεὶς εἶπεν πρὸς των καὶ ἀποκριθεὶς τοὺς εἶπε· «τί καὶ ἀποκριθεὶς τοὺς εἶπε· Τί συλλογίζεσθε μέσα εἰς τὰς καρδίας σας;
αὐτούς· τί διαλογίζεσθε ἐν συλλογίζεσθε μέσα εἰς τὰς καρδίας σας; Ἠξεύρω, τί σκέπτεσθε καὶ ἀπαντῶ εἰς τὰς σκέψεις σας αὐτάς.
ταῖς καρδίαις ὑμῶν;
5,23 Τί ἐστιν εὐκοπώτερον, 23 Τί εἶναι εὐκολώτερον νὰ εἴπῃ κανείς, σοῦ 23 Τί εἶναι εὐκολώτερον ἀπὸ τὰ δύο, νὰ εἴπῃ κανεὶς εἰς τὸν
εἰπεῖν, ἀφέωνταί σοι αἱ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι ἢ νὰ τοῦ εἴπῃ, ἄνθρωπον αὐτόν, σοῦ εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου, ἢ νὰ τοῦ
ἁμαρτίαι σου, ἢ εἰπεῖν, ἐγεῖρε σήκω ἐπάνω ὑγιὴς καὶ περιεπάτει; (Τοῦ εἴπῃ, σήκω ὄρθιος καὶ περιπάτει; Σεῖς θεωρεῖτε δυσκολώτερον τὴν
καὶ περιπάτει; πρώτου τὸ ἀποτέλεσμα δὲν φένεται, τοῦ θεραπείαν τοῦ ἀσθενοῦς.
δευτέρου φαίνεται).
5,24 Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι 24 Διὰ νὰ μάθετε λοιπὸν καὶ σεῖς, ὅτι ὁ υἱὸς 24 Διὰ νὰ μάθετε λοιπόν, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ
ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ἔχει ἐξουσίαν ἐδῶ τέλειος ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος, ποὺ θὰ ἔλθῃ κατὰ τὴν
ἀνθρώπου ἐπὶ της γῆς εἰς τὴν γῆν νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας, θὰ κάμω συντέλειαν ἐπὶ νεφελῶν, διὰ νὰ κρίνῃ τὸν κόσμον, ἔχει ἐξουσίαν ἐπὶ
ἀφιέναι ἁμαρτίας - εἶπε τῷ καὶ τὴν θαυμαστὴν θεραπείαν, ἡ ὁποία, καθ' ὃ τῆς γῆς νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας, εἶπεν εἰς τὸν παραλυμένον· Εἰς σὲ
παραλελυμένῳ· σοὶ λέγω, θαῦμα, θὰ ἐπικυρώνῃ τὴν ἀλήθειαν τῶν ὁμιλῶ· σήκω ὄρθιος καὶ πάρε τὸ κρεββατάκι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ
ἔγειρε καὶ ἄρας τὸ κλινίδιόν λόγων μου - εἶπε εἰς τὸν παραλυτικόν· εἰς σὲ σπίτι σου.
σου πορεύου εἰς τὸν οἶκόν λέγω, σήκω ὄρθιος καὶ ὑγιής, πάρε τὸ μικρὸ

49/255
σου. κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ σπίτι σου».

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


5,25 Καὶ παραχρῆμα ἀναστὰς 25 Καὶ ἀμέσως ἐσηκώθη τελείως ὑγιὴς ἐμπρὸς 25 Καὶ ἀμέσως ἀφοῦ ἐσηκώθη ἐμπρός των, ἐπῆρε τὸ κρεββάτι, ἐπὶ
ἐνώπιον αὐτῶν, ἄρας ἐφ' ὃ εἰς τὰ μάτια των, ἐπῆρε τὸ κρεββάτι, ἐπάνω τοῦ ὁποίου ἦτο ἑξαπλωμένος, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ σπίτι του δοξάζων
κατέκοιτο ἀπῆλθεν εἰς τὸν εἰς τὸ ὁποῖον ἦτο ἕως τότε κατάκοιτος καὶ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωκε τὴν ὑγείαν του.
οἶκον αὐτοῦ δοξάζων τὸν ἔφυγε διὰ τὸ σπίτι του δοξάζων τὸν Θεόν.
Θεόν.
5,26 Καὶ ἔκστασις ἔλαβεν 26 Καὶ κατέλαβεν ὅλους μεγάλην ἔκπληξις 26 Καὶ κατέλαβεν ὅλους βαθὺς θαυμασμὸς καὶ ἐδόξαζαν τὸν Θεόν,
ἅπαντας καὶ ἐδόξαζον τὸν καὶ βαθὺς θαυμασμὸς καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεόν, ποὺ τοὺς ἐχάρισεν ἕνα τέτοιον θαυματουργόν. Καὶ ἐκυριεύθησαν
Θεόν, καὶ ἐπλήσθησαν φόβου καὶ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ φόβον λέγοντες ὅτι· ἀπὸ φόβον διὰ τὴν παρουσίαν μιᾶς τόσον ὑπερφυσικῆς δυνάμεως
λέγοντες ὅτι εἴδομεν «παράδοξα καὶ πρωτοφανῆ γεγονότα εἴδομεν καὶ ἔλεγαν, ὅτι εἴδαμεν σήμερον πράγματα παράδοξα καὶ
παράδοξα σήμερον. σήμερον». πρωτοφανῆ.
5,27 Καὶ μετὰ ταῦτα ἐξῆθε καὶ 27 Καὶ ἔπειτα ἀπὸ αὐτὰ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι 27 Καὶ ὕστερον ἀπὸ αὐτὰ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι, ποὺ ἐθεράπευσε τὸν
ἐθεάσατο τελώνην ὀνόματι ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶδε τὸν τελώνην Λευῒν νὰ παραλυτικόν, καὶ εἰς τὸν δρόμον παρετήρησε μὲ ἰδιαίτερον
Λευΐν, καθήμενον ἐπὶ τὸ κάθεται εἰς τὸ γραφεῖον εἰσπράξεως φόρων, ἐνδιαφέρον καὶ προσοχὴν κάποιον τελώνην, ποὺ ἐλέγετο Λευΐς, νὰ
τελώνιον, καὶ εἶπεν αὐτῷ· καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· «ἠκολούθησέ μὲ ὡς κάθεται εἰς τὴν τράπεζαν τῆς εἰσπράξεως τῶν φόρων καὶ τοῦ εἶπεν·
ἀκολούθει μοι. πιστὸς καὶ παντοτεινὸς μαθητής μου». Ἀκολούθει με ὡς μόνιμος καὶ ἰσόβιος μαθητής μου.
5,28 Καὶ καταλιπὼν ἅπαντα 28 Καὶ ἐκεῖνος ἀφῆκε ὅλα, ἐσηκώθηκε ἀμέσως 28 Καὶ ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἀφῆκε τὰ πάντα, ἐσηκώθη καὶ τὸν
ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ. καὶ τὸν ἠκολούθησε. ἠκολούθησε.
5,29 Καὶ ἐποίησε δοχὴν 29 Καὶ ἔκαμε τότε ὁ Λευῒς μεγάλην ὑποδοχὴν 29 Καὶ ἔκαμεν εἰς τὸ σπίτι του μεγάλην ὑποδοχὴν ὁ Λευῒς εἰς τὸν
μεγάλην Λευῒς αὐτῷ ἐν τῇ εἰς τὸ σπίτι του πρὸς χάριν τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ Ἰησοῦν. Καὶ ἦτο πλῆθος πολὺ ἀπὸ τελώνας καὶ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι
οἰκίᾳ αὐτοῦ, καὶ ἦν ὄχλος πλῆθος πολὺ ἀπὸ τελώνας καὶ ἄλλους, οἱ ἦσαν μαζί των ἑξαπλωμένοι εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ φαγητοῦ καὶ
τελωνῶν πολὺς καὶ ἄλλων οἳ ὁποῖοι εἶχαν παρακαθήσει μαζῆ των εἰς τὸ συνέτρωγον.
ἦσαν με' αὐτῶν κατακείμενοι. φάγητον.
5,30 Καὶ ἐγόγγυζον οἱ 30 Καὶ ἐγόγγυζον εἰς τοὺς μαθητὰς τοῦ 30 Καὶ ἐμουρμούριζαν ἐναντίον του οἱ γραμματεῖς των καὶ οἱ
γραμματεῖς αὐτῶν καὶ οἱ Χριστοῦ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι Φαρισαῖοι ἀπευθυνόμενοι πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ λέγοντες·
Φαρισαῖοι πρὸς τοὺς μαθητὰς λέγοντες· «διατὶ τρώγετε καὶ πίνετε μὲ τοὺς Διατὶ τρώγετε καὶ πίνετε μὲ τοὺς τελώνας καὶ ἁμαρτωλοὺς καὶ

50/255
αὐτοῦ λέγονες· διατὶ μετὰ τελώνας καὶ ἁμαρτωλούς;» ἔρχεσθε οὕτω εἰς στενὴν καὶ φιλικὴν σχέσιν μὲ αὐτούς;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν
ἐσθίετε καὶ πίνετε;
5,31 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς 31 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «δὲν 31 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Δὲν ἔχουν ἀνάγκην ἰατροῦ
εἶπε πρὸς αὐτούς· οὐ χρείαν ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ ἰατρὸν οἱ ὑγιεῖς, ἀλλὰ οἱ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλ’ ὅσοι ἔχουν ἄσχημα εἰς τὴν ὑγείαν των.
ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες πάσχοντες ἀπὸ ἀσθενείας.
ἰατροῦ, ἀλλ' οἱ κακῶς
ἔχοντες·
5,32 οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι 32 Δὲν ἔχω ἔλθει νὰ καλέσω δικαίους ἢ 32 Δὲν ἔχω ἔλθει εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ καλέσω ἐκείνους, ποὺ
δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς ἐκείνους ποὺ θεωροῦν τὸν ἑαυτόν των θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς των δικαίους, ἀλλὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἦλθα
εἰς μετάνοιαν. δίκαιον, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν». νὰ καλέσω εἰς μετάνοιαν.
5,33 Οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· 33 Τότε ἐκεῖνοι ἀπηύθηναν ἄλλην ἐρώτησιν 33 Αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ μὲ τὴν ἀπάντησιν αὐτὴν ἀπεστομώθησαν,
διατὶ οἱ μαθηταὶ Ἰωάννου εἰς αὐτόν· «διατὶ οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου ἔστρεψαν τὴν συζήτησιν εἰς ἄλλο ζήτημα καὶ τοῦ εἶπαν· Διατὶ οἱ
νηστεύουσι πυκνὰ καὶ δεήσεις νηστεύουν συχνὰ καὶ προσεύχονται, ὅπως μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου νηστεύουν συχνὰ καὶ κάνουν προσευχάς, καὶ
ποιοῦνται, ὁμοίως καὶ οἱ τῶν ἐπίσης καὶ οἱ μαθηταὶ τῶν Φαρισαίων, οἱ δὲ οἱ μαθηταὶ τῶν Φαρισαίων κάνουν τὸ ἴδιο, οἱ δικοί σου δὲ μαθηταὶ
Φαρισαίων, οἱ δὲ σοὶ ἐσθίουσι ἰδικοί σου μαθηταὶ καὶ τρώγουν καὶ πίνουν;» τρώγουν καὶ πίνουν;
καὶ πίνουσιν;
5,34 Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς· 34 Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· «μήπως ἠμπορεῖτε νὰ 34 Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Μήπως ἠμπορεῖτε εἰς τοὺς προσκαλεσμένους
μὴ δύνασθε τοὺς υἱοὺς τοῦ ἐπιβάλετε νηστείαν εἰς τοὺς φίλους τοῦ εἰς γάμον φίλους τοῦ γαμβροῦ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ γαμβρὸς εἶναι
νυμφῶνος, ἐν ᾦ ὁ νυμφίος νυμφίου, τοὺς προσκεκλημένους εἰς τὸν μαζί των καὶ ἐορτάζουν τὴν χαρὰν τοῦ γάμου του, νὰ τοὺς
μετ' αὐτῶν ἐστι, ποιῆσαι γάμον, καθ' ὅν χρόνον ὁ νυμφίος εἶναι μαζῆ ἐπιβάλετε νὰ νηστεύουν; Ἔτσι καὶ οἱ μαθηταί μου. Ἐφ’ ὅσον ἐγὼ ὁ
νηστεύειν; των; (Εἰς τὴν χαρὰν δὲν νηστεύουν οἱ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας εἶμαι μαζί των, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ
ἄνθρωποι. Ἐφ' ὅσον δὲ ἐγὼ ὁ νυμφίος τῆς πενθοῦν καὶ νὰ νηστεύουν.
Ἐκκλησίας εἶμαι τώρα μαζῆ μὲ τοὺς μαθητάς
μου δὲν εἶναι νοητὸν νὰ πενθοῦν καὶ νὰ
νηστεύουν).

51/255
5,35 Ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι, 35 Θὰ ἔλθουν ὅμως ἡμέραι, ὅταν θὰ 35 Θὰ ἔλθουν ὅμως ἡμέραι καὶ τότε, ὅταν θὰ πάρουν ἀπὸ αὐτοὺς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ ὅταν ἀπαρθῇ ἀπ' αὐτῶν ὁ ἀποσπάσουν βιαίως ἐκ μέσου αὐτῶν τὸν τὸν Νυμφίον, θὰ νηστεύσουν καὶ θὰ πενθήσουν καὶ θὰ
νυμφίος, τότε νηστεύσουσιν νυμφίον καὶ τότε κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας θὰ κακοπαθήσουν κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας.
ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις. νηστεύσουν καὶ θὰ πενθήσουν». (Ἐννοοῦσε
τὴν σταύρωσίν του, ἡ ὁποία θὰ ἐγέμιζε ἀπὸ
βαρὺ πένθος καὶ ἰσχυρὰν θλῖψιν τοὺς
μαθητὰς ὅπως καὶ τὰς ἄλλας θλίψεις, τὰς
ὁποίας κατόπιν θὰ ἐδοκίμαζαν αὐτοί).
5,36 Ἔλεγε δὲ καὶ παραβολὴν 36 Ἔλεγε δὲ πρὸς αὐτοὺς καὶ μίαν παραβολήν, 36 Τοὺς ἔλεγε δὲ καὶ ἓν ἀλληγορικὸν παράδειγμα, διὰ νὰ τοὺς
πρὸς αὐτοὺς ὅτι οὐδεὶς ὅτι »κανεὶς δὲν βάζει μπάλωμα καινούργιο ἐξηγήσῃ μὲ αὐτὸ καὶ νὰ τοὺς παραστήσῃ ζωηρότερον τὴν ἀλήθειαν
ἐπίβλημα ἱματίου καινοῦ εἰς ροῦχο παλαιόν, ἐὰν ὅμως καὶ κάμῃ κάτι αὐτήν. Τοὺς ἔλεγε δηλαδή, ὅτι κανεὶς δὲν βάζει εἰς παλαιὸν ροῦχον
ἐπιβάλλει ἐπὶ ἱματίου καινοῦ τέτοιο καὶ τὸ καινούργιο ὕφασμα θὰ τὸ σχίσῃ ἐμβάλωμα ἀπὸ ροῦχον καινούργιον· εἰ δ’ ἄλλως καὶ τὸ καινούργιον
ἐπιβάλλει ἐπὶ ἱμάτιον ἀνωφελῶς, διὰ νὰ βγάλῃ τὸ μπάλωμα, ἀλλὰ ροῦχον θὰ τὸ σχίσῃ ἀνωφελῶς καὶ θὰ τὸ ἀχρηστεύσῃ, ἀλλὰ καὶ
παλαιόν· εἰ δὲ μῆγε, καὶ τὸ καὶ πρὸς τὸ παλαιὸν ἔνδυμα δὲν θὰ ταιριάζῃ πρὸς τὸ παλαιὸν ροῦχον δὲν ταιριάζει τὸ ἐμβάλωμα, ποὺ ἐκόπη ἀπὸ
καινὸν σχίσει καὶ τῷ παλαιῷ τὸ καινούργιο μπάλωμα. τὸ καινούργιον ὕφασμα. Ἔτσι καὶ ἡ νέα μου διδασκαλία δὲν εἶναι
οὐ συμφωνεῖ τὸ ἐπίβλημα τὸ ὠφέλιμον νὰ προσκολληθῇ εἰς ἐξωτερικοὺς τύπους, ποὺ
ἀπὸ τοῦ καινοῦ. ἐπάληωσαν. Διότι καὶ αὐτὴ θὰ ἀχρηστευθῇ, ἀλλὰ καὶ ἀταίριαστον
μίγμα θὰ προέλθῃ.
5,37 Καὶ οὐδεὶς βάλλει οἶνον 37 Καὶ κανένας δὲν βάζει μοῦστον εἰς 37 Καὶ κανένας δὲν βάζει μοῦστον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς, ποὺ δὲν
νέον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς· εἰ παλαιοὺς ἀσκούς. Ἐὰν ὅμως καὶ τὸ κάμῃ, τότε ἀντέχουν εἰς τὴν βράσιν τοῦ μούστου. Ἐὰν ὅμως γελασθῇ καὶ κάμῃ
δὲ μῆγε, ρήξει ὁ οἶνος ὁ νέος ὁ μοῦστος ἐπάνω εἰς τὴν βράσιν του θὰ κάτι τέτοιο, τότε ὁ μοῦστος θὰ σπάσῃ τοὺς ἀσκούς, καὶ ἔτσι καὶ
τοὺς ἀσκούς, καὶ αὐτὸς σπάσῃ τοὺς ἀσκούς, ὁπότε καὶ αὐτὸς θὰ χυθῇ αὐτὸς θὰ χυθῇ ἔξω καὶ οἱ ἀσκοῖ θὰ χαθοῦν.
ἐκχυθήσεται καὶ οἱ ἀσκοὶ καὶ οἱ ἀσκοὶ θὰ χαθοῦν.
ἀπολοῦνται·
5,38 ἀλλὰ οἶνον νέον εἰς 38 Ἀλλὰ πρέπει νὰ βάζουν τὸν νέον οἶνον εἰς 38 Ἀλλὰ πρέπει νὰ βάζουν τὸν μοῦστον εἰς ἀσκοὺς καινούργιους καὶ
ἀσκοὺς καινοὺς βλητέον καὶ νέους ἀσκούς. (Οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ μαθηταί τότε καὶ ὁ μοῦστος καὶ οἱ ἀσκοὶ διατηροῦνται. Ἔτσι καὶ τώρα οἱ

52/255
ἀμφότεροι συντηρούνται. των εἶναι τὰ φθαρμένα ἐνδύματα, εἶναι οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ μαθηταί των εἶναι ἀσκοὶ παλαιοί, ποὺ δὲν
παλαιοὶ ἀσκοῖ, ἔχουν παλαιὰν νοοτροπίαν καὶ ἠμποροῦν νὰ βαστάσουν τὴν νέαν διδασκαλίαν μου, τὴν ὁποίαν θὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀπηρχαιωμένους τρόπους λατρείας καὶ ζωῆς παραλάβουν οἱ μαθηταί μου, ποὺ ὁμοιάζουν μὲ νέους ἀσκούς.
καὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ δεχθοῦν τὴν νέαν
διδασκαλίαν. Οἱ μαθηταί μου, ἁγνοί, νέοι
ἄνθρωποι, θὰ τὴν δεχθοῦν εὐχαρίστως).
5,39 Καὶ οὐδεὶς πιὼν παλαιὸν 39 Καὶ κανείς, ἀφοῦ πίῃ παλαιὸν οἶνον, δὲν 39 Καὶ ὅταν κανεὶς πίῃ παλαιὸν οἶνον, δὲν θέλει ἀμέσως νὰ πίῃ
εὐθέως θέλει νέον· λέγει γάρ· θέλει ἀμέσως τὸν νέον. Διότι λέγει· ὁ παλαιὸς νέον. Διότι λέγει· ὁ παλαιὸς οἶνος εἶναι καλύτερος. Ἔτσι καὶ ὁ
ὁ παλαιὸς χρηστότερός ἐστιν. εἶναι καλύτερος. (Ἔτσι καὶ οἱ συνιθισμένοι εἰς συνηθισμένος εἰς τὴν παλαιότητα τοῦ νόμου δὲν ἀρέσκεται εἰς τὸ
τοὺς ἀπηρχαιωμένους τύπους τοῦ παλαιοῦ νέον πνεῦμα καὶ εἰς τὴν νέαν λατρείαν τοῦ εὐαγγελίου, διότι
Νόμου, δὲν ἠμποροῦν νὰ εὐχαριστηθοῦν εἰς νομίζει, ὅτι αἱ τελεταὶ τῆς παλαιᾶς λατρείας εἶναι καλύτεροι.
τὸ νέον πνεῦμα τῆς ἰδικῆς μου διδασκαλίας)». Βαθμηδὸν καὶ κατ’ ὀλίγον θὰ συνηθίσῃ οὗτος τὸ νέον πνεῦμα τοῦ
εὐαγγελίου.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 6Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
6,1 Εγένετο δὲ ἐν σαββάτω Κατὰ τὸ δεύτερον Σάββατον, ἔπειτα ἀπὸ τὸ Κατὰ δὲ τὸ Σάββατον τὸ πρῶτον τοῦ μηνὸς Νισάν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον
δευτεροπρώτῳ διαπορεύεσθαι πρῶτον Σάββατον τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἤρχιζε τὸ νέον ἔτος, καὶ τὸ ὁποῖον Σάββατον ἦτο ἡ δευτέρα ἑορτὴ
αὐτῶν διὰ τῶν σπορίμων· καὶ ἐπερνοῦσε ὁ Ἰησοῦς διὰ μέσου τῶν μετὰ τὸν ἐορτασμὸν τῆς ἀρχιμηνιᾶς καὶ πρωτοχρονιᾶς τοῦ
ἔτιλλον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τοὺς σπαρμένων ἀγρῶν καὶ οἱ μαθηταὶ ἔκοβαν τὰ ἰουδαϊκοῦ ἔτους, συνέβη νὰ περνα ὁ Ἰησοῦς διὰ μέσου τῶν
στάχυας καὶ ἤσθιον ψώχοντες στάχυα, τὰ ἔτριβον μὲ τὰ χέρια των καὶ σπαρμένων χωραφιῶν. Καὶ ἐμαδοῦσαν οἱ μαθηταί του τὰ στάχυα
ταῖς χερσί. ἔτρωγαν τοὺς κόκκους. καὶ τρίβοντες αὐτὰ μὲ τὰ χέρια ἔτρωγον τὸν καρπόν.
6,2 Τινὲς δὲ τῶν Φαρισαίων 2 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους τοὺς εἶπαν· 2 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους τοὺς εἶπαν· Διατὶ κάνετε αὐτό,
εἶπον αὐτοῖς· τί ποιεῖτε ὃ οὐκ «διατὶ κάνετε αὐτὸ τὸ ὁποῖον, ὡς ἐργασία ποὺ ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸ κάμωμεν κατὰ τὸ Σάββατον, κατὰ τὸ
ἔξεστι ποιεῖν ἐν τοῖς σάββασι; εἶναι, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸ κάνετε κατὰ τὴν ὁποῖον μᾶς ἀπαγορεύεται κάθε εἶδος ἐργασίας;
ἡμέραν τοῦ Σαββάτου;»

53/255
6,3 Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς 3 Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· 3 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Δὲν ἀνεγνώσατε οὔτε κὰν
αὐτοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ «δὲν ἔχετε ἀναγνώσει οὔτε κἂν καὶ τοῦτο, ἐκεῖνο, ποὺ ἔκαμεν ὁ ἔνδοξός σας βασιλεὺς Δαβίδ, ὅταν πείνασεν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τοῦτο ἀνέγνωτε ὃ ἐποίησε ποὺ εἶχε κάμει ὁ Δαυΐδ, ὅταν ἐπείνασε αὐτὸς αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μαζί του;
Δαυῒδ ὁπότε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι ποῦ ἦσαν μαζῆ του;
καὶ οἱ μετ' αὐτοῦ ὄντες;
6,4 Ὡς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον 4 Ὅτι δηλαδὴ εἰσῆλθε εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, 4 Πῶς δηλαδὴ ἐμβῆκεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπῆρε τοὺς
τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους τῆς ἐπῆρε τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, ἔφαγε καὶ ἄρτους, ποὺ ἦσαν βαλμένοι ὡς θυσία εἰς τὸν Θεὸν ἐπάνω εἰς τὴν
προθέσεως ἔλαβε καὶ ἔφαγε, αὐτὸς καὶ ἔδωκε καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ εἶχε τράπεζαν τῆς σκηνῆς, καὶ ἔφαγε καὶ ἔδωκε καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ
καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς μετ' αὐτοῦ, μαζῆ του; Αὐτοὺς δὲ τοὺς ἄρτους, ὅπως ἦσαν μαζί του; Αὐτοὺς δὲ τοὺς ἄρτους δὲν ἐπιτρέπεται να τοὺς
οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰ μὴ γνωρίζετε, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τοὺς φάγῃ φάγῃ κανεὶς ἄλλος παρὰ μόνοι οἱ ἱερεῖς. Καὶ ὅμως εἰς τὴν
μόνους τοὺς ἱερεῖς; κανεὶς ἄλλος, εἰ μὴ μόνο οἱ ἱερεῖς. (Καὶ ὅμως περίστασιν ἐκείνην οὔτε ὁ Θεὸς ὠργίσθη, οὔτε ἡ Γραφὴ
τὴν πρᾶξιν αὐτὴν τοῦ Δαυΐδ, βαρυτέραν ἀπὸ ἀπεδοκίμασε τὴν πρᾶξιν αὐτήν. Ἀλλ’ οὔτε καὶ σεῖς κατακρίνεται
αὐτὴν ποὺ κάνουν τώρα οἱ μαθηταί μου, οὔτε τὸν Δαβίδ, μολονότι αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν εἶναι πολὺ περισσότερον ἀπὸ
ὁ Θεὸς οὔτε καὶ σεῖς βέβαια τὴν ἐκεῖνο, ποὺ κάνουν τώρα οἱ μαθηταί μου.
καταδικάζετε)».
6,5 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι 5 Καὶ ἔλεγεν ἐν συμπεράσματι εἰς αὐτούς, ὅτι 5 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ὁ τέλειος
κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι Κύριος καὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ δὲν ἔχει ἀνάγκην νὰ παιδαγωγηθῇ ἀπὸ τὸ θεσμὸν
ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου. Σαββάτου καὶ μὲ τὴν θείαν του ἐξουσίαν ἔχει τοῦ Σαββάτου, ὡς Θεὸς δὲ ἔχει ὁρίσει αὐτὸς τὸν θεσμὸν τοῦτον,
τὸ δικαίωμα νὰ τροποποιῇ καὶ νὰ λαμπρύνῃ εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου καὶ ἔχει ἐξουσίαν κι νὰ τροποποιήσῃ
τὸν δεσμὸν αὐτόν». ἀκόμη τὸν θεσμὸν τοῦτον. Ὅ,τι δὲ ἔκαμαν τώρα οἱ μαθηταί, τὸ
ἔκαμαν μὲ τὴν σιωπηρὰν συγκατάθεσιν τοῦ Διδασκάλου των, ποὺ
εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου.
6,6 Ἐγένετο δὲ καὶ ἐν ἑτέρῳ 6 Συνέβη δὲ καὶ κάποιο ἄλλο Σάββατον νὰ 6 Συνέβη δὲ καὶ κατ’ ἄλλο Σάββατον νὰ εἰσέλθῃ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν
σαββάτῳ εἰσελθεῖν αὐτὸν εἰς εἰσέλθῃ αὐτὸς εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ νὰ συναγωγὴν καὶ νὰ διδάσκῃ εἰς αὐτήν. Καὶ παρευρίσκετο ἐκεῖ
τὴν συναγωγὴν καὶ διδάσκειν· διδάσκῃ. Εὑρίσκετο δὲ ἐκεῖ καὶ ἔνας ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου τὸ δεξιὸν χέρι ἦτο ξηρὸν καὶ ἀκίνητον.
καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος, καὶ ἡ ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου τὸ δεξὶ χέρι ἦτο
χεὶρ αὐτοῦ ἡ δεξιὰ ἦν ξηρά. ἀκίνητον καὶ ξηρόν.

54/255
6,7 Παρετήρουν δὲ οἱ 7 Τὸν κατεσκόπευον δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ 7 Τὸν παρεφύλαττον δὲ καὶ τὸν παρηκολούθουν προσεκτικὰ οἱ
γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰ Φαρισαῖοι, ἐὰν κατὰ τὸ Σάββατον θὰ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ἐὰν θὰ θεραπεύσῃ τὸν πάσχοντα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐν τῷ σαββάτῳ θεραπεύσει, θεραπεύσῃ αὐτόν, διὰ νὰ εὔρουν ἀφορμὴ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου διὰ νὰ εὕρουν κατηγορία ἐναντίον
ἵνα εὕρωσι κατηγορίαν αὐτοῦ. κατηγορίας ἐνάντιον του. του, ὅτι κατέλυε τὴν ἀργίαν τοῦ Σαββάτου.
6,8 Αὐτὸς δὲ ᾔδει τοὺς 8 Αὐτὸς δὲ ὡς παντογνώστης ἐγνώριζε πολὺ 8 Αὐτὸς ὅμως ὡς καρδιογνώστης ἐγνώριζε τοὺς διαλογισμού των.
διαλογισμοὺς αὐτῶν, καὶ εἶπε καλὰ τοὺς διαλογισμούς των καὶ εἶπε εἰς τὸν Καὶ εἶπεν εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ εἶχε τὸ ξηρὸν καὶ ἀκίνητοτον χέρι·
τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ξηρὰν ἔχοντι ἄνθρωπον, ποὺ εἶχε τὸ ξηρὸν χέρι· «σήκω Σήκω καὶ στάσου εἰς τὸ μέσον τῆς συναγωγῆς. Ἐκεῖνος δὲ ἐσηκώθη
τὴν χεῖρα· ἔγειρε καὶ στῆθι εἰς ὀρθὸς καὶ στάσου εἰς τὸ μέσον τῆς καὶ ἐστάθη.
τὸ μέσον· ὁ δὲ ἀναστὰς ἔστη. συναγωγῆς». Ἐκεῖνος δὲ ἐσηκώθη καὶ
ἐστάθη.
6,9 Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς πρὸς 9 Εἶπε τότε πρὸς τοὺς Φαρισαίους ὁ Ἰησοῦς· 9 Εἶπε λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτούς· θὰ σᾶς ἐρωτήσω, τί εἶναι
αὐτούς· ἐπερωτήσω ὑμᾶς τί «θὰ σᾶς ἐρωτήσω, τί ἐπιτρέπεται νὰ κάμῃ ἐπιτετραμμένον κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου νὰ κάνῃ ὁ
ἔξεστι τοῖς σάββασιν, κανεὶς τὰς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου· νὰ κάμῃ τὸ ἄνθρωπος· εἶναι ἐπιτετραμμένον νὰ κάνῃ καλὸν ἢ ἠμπορεῖ να
ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι, καλὸν ἢ νὰ κάμῃ τὸ κακόν; Νὰ σώσῃ μίαν παραλείψῃ τὴν εὐεργεσίαν τοῦ πλησίον καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ αἴτιος
ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι; ζωήν ποὺ κινδυνεύει ἢ νὰ ἀδιαφορήσῃ καὶ νὰ βλάβης καὶ κακοῦ εἰς αὐτόν; Ἐπιβάλλεται κατὰ τὸ Σάββατον νὰ
γίνῃ αἰτία τοῦ θανάτου ἑνὸς ἀνθρώπου;» σώσῃ τὴν ζωὴν τοῦ πλησίον, ἢ ἐπιτρέπεται νὰ μὴ τὸν βοηθήσῃ
κινδυνεύοντα καὶ ἔτσι ἐμμέσως νὰ τὸν θανατώσῃ; Βέβαια ἠθικῶς
ἐπιτετραμμένον, ἀλλὰ καὶ ἐπιβεβλημένον καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν
ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἶναι νὰ κάνῃ ὁ καθένας μας καλὸν καὶ νὰ
σώσῃ τὴν ζωὴν τοῦ πλησίον.
6,10 Καὶ περιβλεψάμενος 10 Καὶ ἀφοῦ περιέφερε γύρω τὸ βλέμμα του 10 Καὶ ἀφοῦ ἐκύτταξε τριγύρω ὅλους αὐτοὺς περιμένων νὰ τοῦ
πάντας αὐτοὺς εἶπεν αὐτῷ· πρὸς ὅλους (μήπως τυχὸν καὶ κανεὶς ἀπαντήσουν, εἶπεν εἰς τὸν ἀσθενῆ· Ἐξάπλωσε τὴν χεῖρα σου. Αὐτὸς
ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. Ὁ δὲ ἀπαντήσῃ) εἶπεν εἰς τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον· δὲ μολονότι ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του ἠμποδίζετο νὰ πράξῃ τοῦτο,
ἐποίησε, καὶ ἀποκατεστάθη ἡ ἄπλωσε τὸ χέρι σου». Ἐκεῖνος ἔκαμε ὅ,τι τοῦ ὅμως φανερώνων τὴν πίστιν του κατέβαλε προσπάθειαν καὶ
χεὶρ αὐτοῦ ὡς ἡ ἄλλη. εἶπε ὁ Κύριος καὶ ἀμέσως τὸ χέρι του ἔγινε ἔκαμεν ὅπως τοῦ παρήγγειλεν ὁ Κύριος. Καὶ ἔγινε πάλιν ὑγιὲς τὸ
ἐντελῶς ὑγιές, ὅπως καὶ τὸ ἄλλο. χέρι του σὰν τὸ ἄλλο.
6,11 Αὐτοὶ δὲ ἐπλήσθησαν 11 Αὐτοὶ δὲ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ σκοτισμὸν τοῦ 11 Αὐτοὶ δὲ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ τρελλὸν σκοτισμὸν τοῦ νοῦ καὶ

55/255
ἀνοίας, καὶ διελάλουν πρὸς νοῦ καὶ πώρωσιν τῆς καρδίας καὶ συζητοῦσαν συνωμίλουν μεταξύ των, τί θὰ μποροῦσαν νὰ κάμουν εἰς τὸν
ἀλλήλους τί ἂν ποιήσειαν τῷ ἐντόνως μεταξύ τους, τί θὰ μποροῦσαν νὰ Ἰησοῦν πρὸς τιμωρίαν τῆς κατὰ τὸ Σάββατον θεραπείας.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἰησοῦ. κάνουν ἐνάντιον τοῦ Ἰησοῦ.
6,12 Ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς 12 Κατὰ τὰς ἡμέρας δὲ αὐτὰς ἐβγῆκεν ὁ 12 Συνέβη δὲ κατὰ τὰς ἡμέρας ταύτας νὰ βγῆ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ὅρος
ἡμέραις ταύταις ἐξῆλθεν εἰς τὸ Κύριος εἰς τὸ ὅρος νὰ προσευχηθῇ καὶ διὰ νὰ προσευχηθῇ. Καὶ ἐπέρασε τὴν νύκτα ὁλόκληρον ἐν τῇ
ὅρος προσεύξασθαι καὶ ἦν διενυκτέρευσε προσευχόμενος πρὸς τὸν προσευχῇ πρὸς τὸν Θεόν.
διανυκτευρεύων ἐν τῇ Θεόν.
προσευχῇ τοῦ Θεοῦ.
6,13 Καὶ ὅτε ἐγένετο ἡμέρα, 13 Καὶ ὅταν ἔγινε ἡμέρα ἐκάλεσε κοντά του 13 Καὶ ὅταν ἔγινεν ἡμέρα, ἐφώναξε πλησίον του τοὺς μαθητάς του
προσεφώνησε τοὺς μαθητὰς τοὺς μαθητάς του καὶ ἐξέλεξε ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐξέλεξεν ἀπὸ αὐτοὺς δώδεκα, τοὺς ὁποίους καὶ ὠνόμασεν
αὐτοῦ, καὶ ἐκλεξάμενος ἀπ' δώδεκα, τοὺς ὁποίους ὠνόμασε καὶ Ἀποστόλους.
αὐτῶν δώδεκα, οὓς καὶ Ἀποστόλους.
ἀποστόλους ὠνόμασε,
6,14 Σίμωνα, ὃν καὶ ὠνόμασε 14 Δηλαδὴ τὸν Σίμωνα, τὸν ὁποῖον ὠνόμασε 14 Ἐξέλεξε δηλαδὴ τὸν Σίμωνα, εἰς τὸν ὁποῖον ἔδωσε τὸ ὄνομα
Πέτρον, καὶ Ἀνδρέαν τὸν Πέτρον, καὶ τὸν Ἀνδρέα τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, Πέτρος, καὶ τὸν Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν του· τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν
ἀδελφὸν αὐτοῦ, Ἰάκωβον καὶ τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν Ἰωάννην, τὸν Φίλιππον Ἰωάννην, τὸν Φίλιππον καὶ τὸν Βαρθολομαῖον·
Ἰωάννην, Φίλιππον καὶ καὶ τὸν Βαρθολομαῖον,
Βαρθολομαῖον,
6,15 Ματθαῖον καὶ Θωμᾶν, 15 τὸν Ματθαῖον καὶ τὸν Θωμᾶν, τὸν 15 τὸν Ματθαῖον καὶ τὸν Θωμᾶν, τὸν Ἰάκωβον τὸν υἱὸν τοῦ
Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ἀλφαίου καὶ Ἰάκωβον, τὸν υἱὸν τοῦ Ἀλφαίου καὶ Σίμωνα Ἀλφαίου καὶ τὸν Σίμωνα, ποὺ τὸν ἔλεγαν ζηλωτήν·
Σίμωνα τὸν καλούμενον τὸν ὀνομαζόμενον Ζηλωτήν,
Ζηλωτήν,
6,16 Ἰούδαν Ἰακώβου καὶ 16 Ἰούδαν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰούδαν 16 τὸν Ἰούδαν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰακώβου καὶ τὸν Ἰούδαν τὸν Ἰσκαριώτην,
Ἰούδαν Ἰσκαριώτην, ὃς καὶ τὸν Ἰσκαριώτην, ὁ ὁποῖος κατόπιν ἔγινε ὁ ὁποῖος καὶ ἔγινε εἰς τὸ τέλος προδότης.
ἐγένετο προδότης, προδότης.
6,17 καὶ καταβὰς μετ' αὐτῶν 17 Καὶ ὅταν κατέβηκε μαζῆ μὲ αὐτοὺς ἀπὸ τὸ 17 Καὶ ὅταν κατέβη μαζὶ μὲ αὐτοὺς ἀπὸ τὸ ὅρος, ἐστάθη εἰς κάποιαν
ἔστη ἐπὶ τόπου πεδινοῦ, καὶ ὅρος ἐστάθηκε εἰς τὰς ὑπωρείας τοῦ ὅρους, πεδιάδα. Καὶ εἶχε μαζευθῆ ἐκεῖ πλῆθος ἀπὸ μαθητάς του καὶ λαὸς

56/255
ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ ὅπου ἤρχιζε ἡ πεδιάς. Καὶ ἐκεῖ εἶχε πολὺς ἀπὸ ὅλην τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ τὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ συγκεντρωθῆ πλῆθος ἀπὸ μαθητὰς καὶ λαὸς παραλίαν τῆς Τύρου καὶ τῆς Σιδῶνος, οἱ ὁποῖοι ἦλθον διὰ νὰ
πάσης της Ἰουδαίας καὶ πολὺς ἀπὸ ὅλην τὴν Ἰουδαίαν καὶ τὴν ἀκούσουν τὴν διδασκαλίαν του καὶ διὰ νὰ ἰατρευθοῦν ἀπὸ τὰς
Ἱερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ τὰ παράλια Τύρου καὶ ἀσθενείας των.
Τύρου καὶ Σιδῶνος, οἳ ἦλθον Σιδῶνος, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν νὰ τὸν ἀκούσουν
ἀκοῦσαι αὐτοῦ καὶ ἰαθῆναι καὶ νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ τὰς ἀσθενείας των.
ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν,
6,18 καὶ οἱ ὀχλούμενοι ἀπὸ 18 Εἶχαν ἔλθει δὲ ἐκεῖ καὶ πολλοί, ποὺ 18 Ἦσαν δὲ ἐκεῖ καὶ πολλοί, ποὺ ἠνοχλοῦντο ἀπὸ πνεύματα
πνευμάτων ἀκαθάρτων, καὶ ἐταλαιπωροῦντο ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύματα ἀκάθαρτα. Καὶ ἐθεραπεύοντο.
ἐθεραπεύοντο· καὶ οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ
ἐθεραπεύοντο.
6,19 καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει 19 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἐζητοῦσε νὰ τὸν ἐγγίσῃ, 19 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἐζήτει νὰ τὸν ἐγγίσῃ· διότι ὡς Θεάνθρωπος ἦτο
ἅπτεσθαι αὐτοῦ, ὅτι δύναμις διότι θεία δύναμις ἔβγαινε ἀπὸ αὐτὸν καὶ πηγὴ χάριτος καὶ δυνάμεως καὶ δὲν εἶχεν ἀνάγκην νὰ δανεισθῇ
παρ' αὐτοῦ ἐξήρχετο καὶ ἰᾶτο ἐθεράπευεν ὅλους, ὅσοι εἶχαν πίστιν εἰς ἀπὸ ἄλλον ταῦτα καὶ ἡ δύναμις αύτή, ποὺ ἔβγαινεν ἀπὸ ἐπάνω του,
πάντας. αὐτόν. ἰάτρευεν ὅλους.
6,20 Καὶ αὐτὸς ἐπάρας τοὺς 20 Καὶ αὐτός, ἀφοῦ ἐσήκωσε τὰ μάτια του 20 Καὶ αὐτός, ἀφοῦ ἐσήκωσε τὰ μάτια του καὶ τὰ προσήλωσεν εἰς
ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τοὺς πρὸς τοὺς μαθητάς, ἔλεγε· «μακάριοι εἶσθε τοὺς μαθητάς του, ἔλεγε· Πανευτυχεῖς καὶ μακάριοι εἶσθε σεῖς οἱ
μαθητὰς αὐτοῦ ἔλεγε· σεῖς οἱ πτωχοί, ποὺ δὲν ἔχετε δώσει τὴν πτωχοί, ποὺ δὲν ξιππάζεσθε ἀπὸ τὰ πλούτη, ἀλλὰ ἑξαρτᾶτε
μακάριοι οἱ πτωχοί, ὅτι καρδία σας εἰς τὰ πλούτη, ἀλλὰ στηρίζετε τὰς ταπεινῶς τὸν ἑαυτόν σας ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἔχετε στηριγμένην τὴν
ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ ἐλπίδας σας στὸν Θεόν, διότι ἰδική σας εἶναι ἡ ἐλπίδα σας εἰς τὴν πρόνοιάν του. Καὶ εἶσθε μακάριοι, διότι εἶναι
Θεοῦ. βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ἰδική σας ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
6,21 Μακάριοι οἱ πεινῶντες 21 Μακάριοι εἶσθε σεῖς, ποὺ πεινᾶτε καὶ 21 Μακάριοι εἶσθε σεῖς, ποὺ πεινᾶτε τώρα καὶ ὑπομένετε
νῦν, ὅτι χορτασήσεσθε. στερεῖσθε, χωρὶς νὰ γογγύζετε, διότι θὰ καρτερικῶς καὶ χωρὶς νὰ γογγύζετε τὰς στερήσεις καὶ τὰς ἀνάγκας
Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι χορτασθῆτε μὲ τὰς ἀνεκτιμήτους δωρεὰς τῆς τῆς πτωχείας, διότι θὰ χορτασθῆτε μὲ τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς
γελάσετε. βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι εἶσθε σεῖς, οὐρανίου βασιλείας. Μακάριοι εἶσθε σεῖς, ποὺ κλαίετε τώρα διὰ τὰ
ποὺ κλαίετε διὰ τὰς ἁμαρτήματά σας καὶ διὰ ἁμαρτήματά σας καὶ διὰ τὰς δοκιμασίας, ποὺ δέχεσθε μὲ

57/255
τὰς ἄλλας θλίψεις, τὰς ὁποίας ὑπομένετε, εὐγνωμοσύνην ἀπὸ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος δι’ αὐτῶν σᾶς παιδαγωγεῖ,
διότι θὰ χαρῆτε καὶ θὰ γελάσετε. διότι θὰ γελάσετε καὶ θὰ χαρῆτε κατὰ τὴν μέλλουσαν ζωήν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


6,22 Μακάριοί ἐστε ὅταν 22 Μακάριοι εἶσθε ὅταν σᾶς μισήσουν οἱ 22 Μακάριοι εἶσθε, ὅταν σᾶς μισήσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ὅταν σᾶς
μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, ἄνθρωποι καὶ ὅταν διακόψουν κάθε σχέσιν ἀφορίσουν καὶ διακόψουν κάθε θρησκευτικὴν καὶ κοινωνικὴν
καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς καὶ μὲ σᾶς καὶ σᾶς ἀπομονώσουν καὶ σᾶς σχέσιν μαζί σας καὶ ὅταν σᾶς ὑβρίσουν καὶ ὅταν βγάλουν τὸ ὄνομά
ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὑβρίσουν καὶ διαβάλουν τὸ ὄνομά σας ὡς σας ὡς κακὸν καὶ σᾶς διαπομπεύσουν, ὅλα δὲ αὐτὰ σᾶς τὰ κάμουν,
ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρὸν ἕνεκα πονηρὸν καὶ κακόν, κάμουν δὲ ὅλα αὐτά, ἐπειδὴ εἶσθε μαθηταὶ καὶ πιστοὶ ἀκόλουθοι τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. διότι εἶσθε πιστοὶ μαθηταὶ τοῦ υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου.
6,23 Χάρητε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ 23 Χαρῆτε κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην, ποὺ θὰ 23 Χαρῆτε κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν καὶ πηδήσατε ἀπὸ τὴν μεγάλην
καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ ὑφίστασθε αὐτὰ καὶ σκιρτήσατε ἀπὸ σας χαράν. Διότι ἰδοὺ ὁ μισθός σας καὶ ἡ ἀνταμοιβή σας θὰ εἶναι
μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ τὴν μεγάλην χαράν. Διότι ἰδού, ἡ ἀνταμοιβή μεγάλη εἰς τὸν οὐρανόν. Διότι καὶ εἰς τοὺς τιμηθέντας καὶ
οὐρανῷ· κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ σας θὰ εἶναι μεγάλη καὶ ἀνεκτίμητος εἰς τὸν βραβευθέντας ἀπὸ τὸν Θεὸν προφήτας τὰ ἴδια ἔκαναν οἱ πρόγονοι
ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ οὐρανόν. Διότι τὰ ἴδια ἔκαναν οἱ πατέρες τῶν σημερινῶν διωκτῶν σας.
πατέρες αὐτῶν. αὐτῶν καὶ εἰς τοὺς προφήτας, οἱ ὁποῖοι
σήμερον τιμῶνται καὶ δοξάζονται εἰς τὸν
οὐρανόν.
6,24 Πλὴν οὐαὶ ὑμῖν τοῖς 24 Πλὴν ἀλλοίμονον εἰς σᾶς τοὺς πλουσίους, 24 Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς σᾶς τοὺς πλουσίους, ποὺ χρησιμοποιεῖτε
πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε τὴν ποὺ χρησιμοποιεῖτε τὸν πλοῦτον ἐγωϊστικῶς τὸν πλοῦτον σας πρὸς ἰκανοποίησιν τῶν σαρκικῶν σας
παράκλησιν ὑμῶν. ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον διὰ τὴν ἰδικήν σας ἀνέσεων καὶ ἀπολαύσεων. Ἀλλοίμονόν σας, διότι ἔχετε πλήρη καὶ
καλοπέρασιν καὶ ἀπόλαυσιν, διότι ἔχετε τελείαν τὴν παρηγορίαν σας ἀπὸ τὸν πλοῦτον καὶ συνεπῶς δὲν
πλέον πάρει τὴν παρηγορίαν καὶ τὴν χαρὰν μένει νὰ ἐλπίζετε τίποτε εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν.
ἀπὸ τὸν πλοῦτον καὶ συνεπῶς δὲν ἔχετε τὸ
δικαίωμα νὰ περιμένετε ἀμοιβὴν ἀπὸ τὸν
Θεόν.
6,25 Οὐαὶ ὑμῖν οἱ 25 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς, ποὺ εἶσθε 25 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς, ποὺ εἶσθε χορτασμένοι ἀπὸ τὰς σαρκικὰς
ἐμπεπλησμένοι, ὅτι πεινάσετε. χορτασμένοι ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὰς ἀπολαύσεις καὶ ὡς μόνον σκοπὸν τοῦ βίου σας ἐθέσατε τὸ φάγωμεν

58/255
Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι ἀπολαύσεις, διότι θὰ στερηθῆτε ἀπὸ τὰ καὶ πίωμεν· διότι θὰ στερηθῆτε τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ εἰς τὸν
πενθήσετε καὶ κλαύσετε. ἀνεκτίμητα πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ μέλλοντα βίον καὶ θὰ πεινάσετε. Καὶ σὲ σᾶς, ποὺ ὡς μοναδικὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πεινάσετε αἰωνίαν πεῖναν. Ἀλλοίμονον εἰς σκοπὸν τῆς ζωῆς σας ἔχετε τὴν σαρκικὴν χαρὰν καὶ γελᾶτε τώρα ἐξ
σᾶς, ποὺ γελᾶτε καὶ διασκεδάζετε μὲ τὰς αἰτίας τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ποὺ ἔχετε ἀπὸ βίον
ἁμαρτωλὰς ἀπολαύσεις σας, διότι εἰς τὴν σαρκικόν, οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονον, διότι εἰς τὴν μέλλουσαν ζωὴν θὰ
μέλλουσαν ζωὴν θὰ πενθήσετε καὶ θὰ πενθήσετε καὶ θὰ κλαύσετε.
κλαύσετε πικρά.
6,26 Οὐαὶ ὅταν καλῶς ὑμᾶς 26 Ἀλλοίμονον, ὅταν σᾶς ἐπαινέσουν ὅλοι οἱ 26 Ἀλλοίμονον ὅταν σᾶς ἐπαινέσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ αὐτοὶ
εἴπωσιν πάντες οἱ ἄνθρωποι· ἄνθρωποι, ἐπειδὴ ὅλους θὰ τοὺς κολακεύετε, ἀκόμη, ποὺ διὰ τὰς κακάς των πράξεις εἶναι ἄξιοι ἐλέγχων.
κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν τοῖς εἰς ὅλους θάλετε νὰ ἀρέσετε, μὲ ὅλους θέλετε Ἀλλοίμονόν σας, διότι τὰ ἴδια ἀκριβῶς ἔκαναν καὶ εἰς τοὺς
ψευδοπροφήταις οἱ πατέρες νὰ τὰ ἔχετε καλά, καταπατοῦντες τὸν νόμον ψευδοπροφήτας οἱ πρόγονοι τῶν σημερινῶν Ἰουδαίων. Τοὺς
αὐτῶν. τοῦ Θεοῦ. Τὰ ἴδια ἔκαναν (τέτοιους ἐπαίνους ἐπευφήμουν δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐπεκρότουν ὅλοι, ἐπειδὴ ἐκεῖνοι
δηλαδὴ ἀπέδιδαν) εἰς τοὺς ψευδοπροφήτας προδιδόντες τὴν ἀλήθειαν ἐλάλουν τὰ ἀρεστὰ εἰς αὐτοὺς καὶ
καὶ οἱ πρόγονοι τῶν σημερινῶν Ἑβραίων. ἐκολάκευον τὰς ἀδυναμίας των.
6,27 Άλλὰ ὑμῖν λέγω τοῖς 27 Ἀλλὰ εἰς σᾶς, ποὺ μὲ ἀκοῦτε μὲ καλὴν 27 Εἰς σᾶς ὅμως, ποὺ μὲ ἀκούετε καὶ ἔχετε τὴν διάθεσιν νὰ
ἀκούουσιν· ἀγαπᾶτε τοὺς διάθεσιν, λέγω καὶ τὰ ἐξῆς· Ἀγαπᾶτε τοὺς συμμορφοῦσθε πρὸς τὴν ἀλήθειαν, ἐπειδὴ θὰ ἀντιμετωπίσετε
ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε ἐχθρούς σας, εὐεργετεῖτε ἐκείνους ποὺ σᾶς πολλοὺς ἐπικριτὰς καὶ διώκτας, σᾶς λέγω νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς
τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, μισοῦν, σας, νὰ εὐεργετῆτε ἐκείνους ποὺ σᾶς μισοῦν,

6,28 εὐλογεῖτε τοὺς 28 εὐλογεῖτε ἐκείνους, ποὺ σᾶς καταρῶνται, 28 νὰ εὔχεσθε πρὸς τὸν Θεὸν ἀγαθὰ καὶ νὰ ἐπικαλῆσθε τὰς θείας
καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν δι' ἐκείνους, ποὺ εὐλογίας δι’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι σᾶς καταρῶνται, καὶ νὰ
προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν σᾶς δυσφημοῦν καὶ σᾶς προβάλλουν καὶ σᾶς προσεύχεσθε ὑπὲρ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι σᾶς δυσφημοῦν καὶ
ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς. βλάπτουν. ὁπωσδήποτε σᾶς βλάπτουν.
6,29 Τῷ τύπτοντί σε ἐπὶ τὴν 29 Εἰς ἐκεῖνον ποὺ σὲ κτυπᾷ εἰς τὴν μίαν 29 Εἰς ἐκεῖνον ποὺ σὲ κτυπᾷ εἰς τὴν μίαν πλευρὰν τῆς σιαγόνος,
σιαγόνα πάρεχε καὶ τὴν παρειάν, πρόσφερε καὶ τὴν ἄλλην νὰ πρόσφερέ του καὶ τὴν ἄλλην πλευράν. Καὶ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ
ἄλλην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντός κτυπήσῃ· καὶ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σοῦ σοῦ πάρῃ τὸ ἐπανωφόριον, μὴ τὸν ἐμποδίσῃς νὰ πάρῃ καὶ τὸ
σου τὸ ἱμάτιον καὶ τὸν χιτῶνα ἁρπάσῃ τὸ ἐπανωφόρι, μὴ τὸν ἐμποδίσῃς νὰ ὑποκάμισόν σου. (Ἡ πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπη σου δηλαδὴ πρέπει

59/255
μὴ κωλύσῃς. σοῦ πάρῃ καὶ τὸν χιτῶνα. νὰ σὲ κάνῃ ὑποχωρητικὸν πάντοτε καὶ νὰ σὲ προθυμοποιῆ, ὅπως
παραιτῆσαι ὑπὲρ τοῦ πλησίον καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ πλέον νόμιμα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


δικαιώματά σου).
6,30 Παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε 30 Σὲ καθένα ποὺ σοῦ ζητεῖ δίδε του μὲ 30 Εἰς καθένα δὲ ποὺ σοῦ ζητεῖ, δίδε, ἀλλὰ πάντοτε μὲ διάκρισιν,
δίδου, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ εἰλικρινῆ ἀγάπην καὶ διάκρισιν καὶ ἀπὸ ποὺ θὰ τὴν διαπνέῃ εἰλικρινὴς ἀγάπη. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ παίρνει
σὰ μὴ ἀπαίτει. ἐκεῖνον ποὺ διὰ τῆς βίας σοῦ ἁρπάζει τὰ ἰδικά τὰ ἰδικά σου, νὰ μὴ ἀπαιτῇς καὶ νὰ μὴ ἀνοίγῃς δίκας διὰ νὰ τὰ
σου, μὴ ἀπαιτεῖς καὶ μὴ ἀνοίγεις δικαστικοὺς ξαναπάρῃς.
ἀγῶνας διὰ νὰ τὰ ξαναπάρῃς.
6,31 Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα 31 Καὶ ὅπως θέλετε νὰ κάνουν καὶ νὰ 31 Καὶ μὲ ὀλίγας λέξεις, ὅπως θέλετε νὰ συμπεριφέρωνται πρὸς σᾶς
ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ συμπεριφέρωνται ἀπέναντι σας οἱ ἄνθρωποι, καὶ νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, καὶ σεῖς νὰ κάνετε εἰς αὐτοὺς τὰ
ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. ἔτσι καὶ σεῖς νὰ πράττετε καὶ νὰ ἴδια.
συμπεριφέρεσθε πρὸς αὐτούς.
6,32 Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς 32 Ἐὰν ἀγαπᾶτε μόνον αὐτοὺς ποὺ σᾶς 32 Διότι ἐὰν ἀγαπᾶτε μόνον ἐκείνους, ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποία
ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν ἀγαποῦν, ποία χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἀμοιβὴ εὔνοια ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ποία ἀμοιβὴ ἀπὸ αὐτὸν σᾶς ἀνήκει;
χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ σᾶς ἀξίζει; Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν Καμμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τοὺς
ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀγαποῦν. ἀγαποῦν.
αὐτοὺς ἀγαπῶσι.
6,33 Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς 33 Καὶ ἐὰν κάνετε τὸ καλὸν εἰς ἐκείνους 33 Καὶ ἂν κάνετε τὸ καλὸν εἰς ἐκείνους, ποὺ σᾶς εὐεργετοῦν, ποία
ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία μόνον ποὺ σᾶς εὐεργετοῦν, ποία ἀνταμοιβὴ εὔνοια καὶ χάρις καὶ ἀνταμοιβὴ σᾶς ἀνήκει ἀπὸ τὸν Θεόν; Καμμία.
ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ σᾶς ἀνῆκει; Διότι καὶ οἱ Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν.
ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιον κάμνουν.
6,34 Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ' ὧν 34 Καὶ ἐὰν δανείζετε εἰς ἐκείνους, ἀπὸ τοὺς 34 Καὶ ἐὰν δανείζετε ἐκείνους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐλπίζετε νὰ λάβετε
ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν ὁποίους περιμένετε νὰ πάρετε πίσῳ τὰ ὀπίσω τὰ δανεισθέντα, ποῖα χάρις καὶ ἀνταπόδοσις ἀπὸ τὸν Θεὸν
χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ δανεικά, ποία εὐμένεια καὶ ἀνταπόδοσις ἀπὸ σᾶς ἀνήκει; Καμμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν ἄλλους
ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα τὸν Θεὸν σᾶς ἁρμόζει; Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοὺς διὰ νὰ λάβουν ὀπίσω ὁλόκληρον τὸ δανεισθὲν ποσὸν ἢ
ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. δανείζουν τοὺς ἁμαρτωλούς, διὰ νὰ λάβουν καὶ ἐν καιρῷ ἀνάγκης λάβουν καὶ αὐτοὶ ἴσα ὠφελήματα καὶ δάνεια
ἀπὸ αὐτοὺς ὁμοίας ἐξυπηρετήσεις εἰς τὴν ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐδάνεισαν.

60/255
ἀνάγκην των.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


6,35 Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς 35 Ἀλλὰ σεῖς νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, 35 Σεῖς ὅμως νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ νὰ τοὺς εὐεργετῆτε
ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ νὰ εὐργετῆτε καὶ νὰ δανείζετε, χωρὶς νὰ καὶ νὰ τοὺς δανείζετε, χωρὶς νὰ ἐλπίζετε τίποτε ὡς ἀνταπόδοσιν
ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε ἀποβλέπετε εἰς καμμίαν ἀνταπόδοσιν καὶ θὰ ἀπὸ αὐτούς. Καὶ θὰ εἶναι πολὺς ὁ μισθός σας καὶ μεγάλη ἡ
μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται εἶναι ὁ μισθός σας πολὺς καὶ θὰ εἶσθε εἰς τὴν ἀνταμοιβή σας ἀπὸ τὸν Θεόν. Καὶ θὰ εἶσθε ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν
ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ βασιλείαν τῶν οὐρανῶν παιδιὰ τοῦ Ὑψίστου, οὐρανῶν κατὰ χάριν τέκνα τοῦ ὑψίστου Θεοῦ, πρὸς τὸν ὁποῖον θὰ
ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς διότι καὶ αὐτὸς εἶναι ἀγαθὸς καὶ εὐργετικὸς ὁμοιάζετε ἡθικῶς. Διότι καὶ αὐτὸς εἶναι εὐεργετικὸς καὶ ὠφέλιμος
χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς καὶ πρὸς αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἀχαρίστους καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δεικνύουν ἀχαριστίαν εἰς τὰς τόσας
ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. πονηρούς. εὐεργεσίας του καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν καλὴν διάθεσιν καὶ
προαίρεσιν ἀλλ’ εἶναι πονηροί.
6,36 Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, 36 Γίνεσθε λοιπὸν εὔσπλαχνοι εἰς τοὺς γύρω 36 Γίνεσθε λοιπὸν σπλαγχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ συμπονετικοὶ
καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν σας ἀνθρώπους, ὅπως καὶ ὁ Πατήρ σας εἶναι εἰς τὰς δυστυχίας του καὶ τὰς ἀνάγκας του, καθὼς καὶ ὁ οὐράνιος
οἰκτίρμων ἐστί. πολυεύσπλαγχνος πρὸς ὅλους. Πατήρ σας εἶναι εὐσπλαγχνικὸς πρὸς ὅλους.
6,37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ 37 Καὶ μὴ κατακρίνετε καὶ δὲν θὰ 37 Καὶ μὴ κατακρίνετε ἐξ ἀσυμπαθείας καὶ ἐγωϊσμοῦ τὰς πράξεις
κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ κατακριθῆτε· μὴ καταδικάζετε τὸν πλησίον τοῦ πλησίον σας· ἀσφαλῶς δὲ τότε καὶ σεῖς δὲν θὰ κατακριθῆτε ὑπὸ
οὐ μὴ καταδικασθῆτε· καὶ δὲν θὰ καταδικασθῆτε· συγχωρεῖτε τοὺς τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ μελλούσῃ κρίσει. Μὴ γίνεσθε δικασταὶ ἀπρόσκλητοι
ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· ἄλλους καὶ θὰ συγχωρηθῆτε. καὶ προπετεῖς διὰ νὰ καταδικάζετε τὸν πλησίον· καὶ δὲν θὰ
καταδικασθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Ἐφ’ ὅσον δὲν θὰ σᾶς ἔχῃ ἀνατεθῇ ὡς
καθῆκον τὸ νὰ δικάζετε, κρίνετε εἰς τὰς ἰδιωτικάς σας συζητήσεις
μὲ συμπάθειαν καὶ ἀπολύετε ὡς ἀθῴους τοὺς ἄλλους, καὶ θὰ
κριθῆτε καὶ σες μὲ ἐπιείκειαν καὶ θὰ ἀθῳωθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ.
6,38 δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· 38 Δίδετε μὲ προθυμίαν εἰς ἐκείνους ποὺ 38 Δίδετε εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἀνάγκην βοηθείας, καὶ θὰ δοθῇ
μέτρον καλόν, πεπιεσμένον ἔχουν ἀνάγκην, καὶ θὰ δοθῇ εἰς σᾶς ἐκ καὶ εἰς σᾶς βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεόν. Μέτρον καλόν, στοιβαγμένον καὶ
καὶ σεσαλευμένον καὶ μέρους τοῦ Θεοῦ. Δοχεῖον καλόν ποὺ τὸ κουνημένον, ὥστε νὰ μὴ μείνῃ διόλου χῶρος κενὸς εἰς τὸ δοχεῖον
ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν χρησιμοποιοῦν ὡς μέτρον, γεμᾶτον ἕως τῆς μετρήσεως, καὶ μέτρον, ποὺ θὰ πλεονάζῃ καὶ θὰ ξεχύνεται, θὰ
εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ ἐπάνω, στοιβαγμένον δοχεῖον ἀπὸ τὸ ὁποῖον δοθῇ εἰς τὴν ἀγκάλην σας ἀπὸ τὴν πρόνοιαν καὶ δικαιοσύνην καὶ

61/255
αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, θὰ ξεχειλίζῃ τὸ καλὸν περιεχόμενόν του, θὰ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Διότι μὲ τὴν αὐτὴν πλουσίαν διάθεσιν καὶ μὲ
ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. δώσουν εἰς σᾶς. Διότι μὲ τὸ μέτρον καὶ τὴν τὸ ἴδιον μέτρον τῆς εὐεργεσίας, μὲ τὸ ὁποῖον μετρᾶτε τὰς δωρεάς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διάθεσίν ποὺ προσφέρετε τὰς εὐργεσίας σας σας πρὸς τοὺς ἄλλους, θὰ μετρηθῇ καὶ θὰ ἀνταποδοθῇ καὶ εἰς σᾶς
εἰς τοὺς ἄλλους, μὲ τὸ ἴδιον μέτρον θὰ ἀπὸ τὸν Θεόν.
ἀνταποδοθῇ καὶ εἰς σᾶς ἀπὸ τὸν Θεόν».
6,39 Εἶπε δὲ παραβολὴν αὐτοῖς· 39 Εἶπε δὲ καὶ μίαν παραβολὴν εἰς αὐτούς· 39 Εἶπε δὲ καὶ τὴν ἑξῆς παραβολὴν εἰς αὐτούς· Μήπως δύναται
μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν «μήπως ἠμπορεῖ ἔνας τυφλὸς νὰ ὁδηγῇ τυφλὸς νὰ ὁδηγῇ τυφλόν; Δὲν θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο εἰς λάκκον;
ὁδηγεῖν; Οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς ἄλλον τυφλόν; Δὲν θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο εἰς Ἔτσι καὶ σεῖς προτοῦ νὰ κρίνετε τοὺς ἄλλους, κρίνατε πρῶτον τὸν
βόθυνον πεσοῦνται; λάκκον; Πῶς εἶναι δυνατὸν σεῖς, ἁμαρτωλοὶ ἑαυτόν σας, ὁπότε θὰ γίνετε καὶ ἐπιεικεῖς πρὸς τοὺς ἄλλους. Διότι,
καὶ ἀδύνατοι καθὼς εἷσθε, νὰ κρίνετε ἄλλους ἐὰν δὲν κάμετε αὐτό, τότε θὰ εἶσθε τυφλοί, ποὺ θέλουν νὰ γίνουν
καὶ νὰ καθοδηγῆτε ἄλλους; ὁδηγοὶ τυφλῶν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι ὀλέθριον καὶ διὰ σᾶς
καὶ δι’ ἐκείνους.
6,40 Οὐκ ἐστὶ μαθητὴς ὑπὲρ 40 Δὲν ὑπάρχει μαθητὴς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν 40 Δὲν ὑπάρχει μαθητὴς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν διδάσκαλόν του, ἐφ’
τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ· διδάσκαλόν του, ἐφ' ὄσον θὰ ἐξακολουθῇ νὰ ὅσον ἑξακολουθεῖ νὰ διδάσκεται ὑπ’ αὐτοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ὁ μαθητής,
κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται εἶναι μαθητὴς αὐτοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ ποὺ θὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὰ μαθήματα, θὰ εἶναι, ὅταν θὰ περατωθῇ
ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. ἀκούσῃ ὅλα ὅσα ἔχει νὰ τὸν διδάξῃ ὁ ὁ κύκλος τῶν μαθημάτων, σὰν τὸν διδάσκαλόν του. Ἐὰν λοιπὸν ὁ
διδάσκαλος, θὰ καταρτισθῇ τὸ πολὺ τόσον διδάσκαλος εἶναι τυφλός, τυφλὸς θὰ μείνῃ καὶ ὁ μαθητής. Διὰ νὰ
ὅσον καὶ ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. Ἐὰν δὲ ὁ γίνῃς συνεπῶς ὁδηγὸς καὶ διδάσκαλος τῶν ἄλλων, πρέπει
διδάσκαλος εἶναι ἀμόρφωτος καὶ τυφλός, προηγουμένως νὰ γίνῃς διδάσκαλος τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ νὰ
ὅμοιόν του θὰ ἀναδείξῃ καὶ τὸν μαθητήν. διορθώσῃς τὸν ἑαυτόν σου, διότι ἄλλως καὶ σὺ θὰ εἶσαι τυφλὸς καὶ
οἱ μαθηταί σου τυφλοὶ θὰ παραμείνουν.
6,41 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ 41 Διατὶ βλέπεις μὲ προσοχὴν τὸ ἀχυράκι, 41 Διατί δὲ βλέπεις τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ
ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ εἶναι εἰς τὸν ὀφθαλμὸν τοῦ ἀδελφοῦ σου, σου, τὸ δοκάρι δέ, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, δὲν τὸ αἰσθάνεσαι καὶ
σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἐνῶ τὸ δοκάρι ποὺ εἶναι στὸ μάτι σου, δὲν τὸ δὲν τὸ καταλαβαίνεις;
ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; ἀντιλαμβάνεσαι;
6,42 ῍Η πῶς δύνασαι λέγειν τῷ 42 ῍Η πῶς ἠμπορεῖς νὰ λέγῃς εἰς τὸν ἀδελφόν 42 Ἢ μὲ ποῖον θάρρος θὰ ἠμπορέσῃς νὰ εἴπῃς εἰς τὸν ἀδελφόν σου·
ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες σου· ἀδελφέ, ἄφησε νὰ βγάλω ἀπὸ τὸ μάτι Ἀδελφέ, ἄφησε νὰ βγάλω τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου,

62/255
ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ σου τὸ ἀχυράκι καθ' ὃν χρόνον σὺ δὲν ἐνῷ σὺ ὁ ἴδιος δὲν βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; Πῶς
ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; ἡμπορεῖς νὰ τοῦ εἴπῃς: ἀδελφέ, ἐπίτρεψόν μου νὰ διορθώσω τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὀφθαλμῷ σου δοκὸν οὐ (Πῶς τολμᾷς νὰ κάμῃς ἐλέγχους καὶ μικρὸν σφάλμα σου, ἐνῷ σὺ δὲν βλέπεις τὸ ἰδικόν σου βαρύτατον
βλέπων; Ὑποκριτὰ ἔκβαλε ὑποδείξεις, τάχα πρὸς διώρθωσιν, εἰς τὸν ἐλάττωμα; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτον τὸ δοκάρι ἀπὸ τὸ μάτι σου·
πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ἀδελφόν σου, ἐνῶ σὺ παρουσιάζεις βαρύτερα διόρθωσε τὸ βαρὺ ἐλάττωμά σου· καὶ τότε θὰ ἴδῃς καθαρὰ διὰ νὰ
ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε σφάλματα καὶ ἐλαττώματα;) βγάλῃς τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου· τότε θὰ
διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ εἶσαι εἰς θέσιν νὰ διορθώσῃς καὶ τὸ ἐλαφρὸν σφάλμα τοῦ πλησίον
κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ σου.
ἀδελφοῦ σου.
6,43 Οὐ γάρ ἐστι δένδρον 43 Διότι δὲν ὑπάρχει δένδρον καλόν, ποὺ νὰ 43 Διότι δὲν εἶναι δένδρον καλόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν κακὸν καὶ
καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, κάνῃ ἀχρήστους καὶ ἐπιβλαβεῖς καρποὺς οὔτε ἐπιβλαβῆ, οὔτε πάλιν ὑπάρχει δένδρον κακόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν
οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν δένδρον σάπιο, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν καλόν. καλόν. Ἔτσι καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος διὰ νὰ φέρῃ καρπὸν καὶ
καρπὸν καλόν· (Ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου τὰ ἔργα εἶναι κακά, ὠφέλειαν εἰς τὸν πλησίον, πρέπει νὰ εἶναι καλός. Ἄνθρωπος, ποὺ
δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιδιώξῃ μὲ ἀγαθὴν δὲν διώρθωσε προτήτερα τὸν ἑαυτόν του, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ
διάθεσιν καὶ νὰ προσφέρῃ καλὸν εἰς τοὺς διορθώσῃ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ δώσῃ εἰς αὐτοὺς τὸ καλόν, τὸ ὁποῖον
ἄλλους). δὲν ἠμπόρεσε προτήτερα νὰ δώσῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του;
6,44 ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ 44 Κάθε δένδρον, ἂν εἶναι καλὸν ἢ κακόν, 44 Κάθε δένδρον ἀπὸ τὸν καρπόν, ποὺ βγάζει, διακρίνεται καὶ
τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. γνωρίζεται ἀπὸ τὸν καρπὸν του. Διότι δὲν γνωρίζεται, ἐὰν εἶναι καλὸν ἢ κακόν. Διότι ἀπὸ ἀγκάθια δὲν
Οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν μαζεύουν ἀπὸ ἀγκάθια σῦκα, οὔτε καὶ μαζεύουν ὡς καρπὸν σῦκα, οὔτε ἀπὸ βάτον τρυγοῦν ποτὲ σταφύλι.
συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ τρυγοῦν ἀπὸ βάτον σταφύλι. Ἔτσι καὶ ὁ ἀδιόρθωτος, εἰς τοῦ ὁποίου τὴν ψυχὴν ὑπάρχουν τὰ
βάτου τρυγῶσι σταφυλήν. ἀγκάθια τῶν κακιῶν καὶ ἐλαττωμάτων, δὲν ἠμπορεῖ νὰ διορθώσῃ
τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην νὰ εὔρῃ
ὁδηγὸν καὶ διδάσκαλον τῆς ζωῆς του, εὔκολα ἀπὸ τὸν βίον καὶ τὴν
συμπεριφορὰν τῶν ἄλλων ἡμπορεῖ νὰ διακρίνῃ, ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς
εἶναι ὁ καλός, εἰς τοῦ ὁποίου τὸν λόγον νὰ δίδῃ προσοχήν.
6,45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ 45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος βγάζει ἀπὸ τὸν 45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψυχήν του πολύτιμον
τοῦ αγαθοῦ θησαυροῦ τῆς ἀγαθὸν θησαυρὸν της καρδίας του πάντοτε θησαυροφυλάκιον ἀγαθῶν σκέψεων καὶ συναισθημάτων, καὶ ἀπὸ

63/255
καρδίας αὐτοῦ προσφέρει τὸ τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν τὸν ἀγαθὸν τοῦτον θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει λόγους καὶ
ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς κακὸν θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸν πράξεις ἀγαθάς. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν κακὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ κακὸν καὶ φαῦλον. Διότι τὸ στόμα λαλεῖ ἀπὸ θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸ κακόν. Διότι ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ
θησαυροῦ της καρδίας αὐτοῦ τὸ περίσσευμα, ποὺ ξεχύνεται ἀπὸ τὴν περισσεύει καὶ ξεχύνεται εἰς τὴν καρδίαν, λαλεῖ τὸ στόμα· θὰ
προσφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ καρδίαν (Μόνον ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἠμπορεῖ συμβουλεύσῃς λοιπὸν καὶ σὺ τὸν ἄλλον σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ
τοῦ περισσεύματος της νὰ ὑποδεικνύῃ τὸ ἀγαθὸν καὶ νὰ γίνῃ ὁ καλὸς ἔχεις στὴν καρδιά σου. Καὶ ἂν δὲν ἔχῃς διορθώσει τὸν ἑαυτόν σου,
καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ. ὁδηγὸς τῶν πλανωμένων). πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γίνῃς ὁδηγὸς ὠφέλιμος εἰς τὸν πλησίον σου;
6,46 Τί δὲ μὲ καλεῖτε, Κύριε 46 Διατὶ δὲ μὲ καλεῖτε, Κύριε, Κύριε, καὶ δὲν 46 Καὶ διατὶ μὲ καλεῖτε· Κύριε, Κύριε, καὶ δὲν πράττετε ἐκεῖνα, ποὺ
Κύριε, καὶ οὐ ποιεῖτε ἄ λέγω; πράττετε αὐτὰ ποὺ λέγω; Διατί ἄλλα λέγω καὶ διδάσκω; Θὰ γίνετε καὶ σεῖς ὅμοιοι πρὸς τοὺς ἐμπαικτάς
ὁμολογεῖτε μὲ τὸ στόμα, καὶ ἄλλα μου καὶ τοὺς ὑποκριτάς, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν γλῶσσαν των μὲ
παρουσιάζεται μὲ τὰ ἔργα σας; ὁμολογοῦν Κύριον, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα των μὲ ἀρνοῦνται καὶ μὲ
ἐμπαίζουν.
6,47 Πᾶς ὁ ἐρχόμενος πρὸς με 47 Καθένας ποὺ ἔρχεται κοντά μου καὶ ἀκούει 47 Καθένας ποὺ ἔρχεται εἰς ἐμὲ καὶ ἀκούει τοὺς λόγους μου καὶ
καὶ ἀκούων μου τῶν λόγων τὸ λόγιά μου καὶ τηρεῖ αὐτά, θὰ σᾶς δείξω τοὺς ἐφαρμόζει εἰς τὴν ζωήν του, θὰ σᾶς δείξω διὰ συγκρίσεως καὶ
καὶ ποιῶν αὐτούς, ὑποδείξω ἐγὼ μὲ τί εἶναι ὅμοιος. εἰκόνος μὲ ποῖον εἶναι ὅμοιος.
ὑμῖν τίνι ἐστὶν ὅμοιος·
6,48 ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ 48 Εἶναι ὅμοιος μὲ συνέτον ἄνθρωπον, ποὺ 48 Εἶναι ὅμοιος μὲ ἄνθρωπον, ποὺ κτίζει σπίτι, ὁ ὁποῖος ἔσκαψε καὶ
οἰκοδομοῦντι οἰκίαν, ὃς καὶ κτίζει σπίτι καὶ ὁ ὁποῖος ἔσκαψε καὶ ἐπροχώρησε βαθειὰ καὶ ἔθεσε θεμέλιον ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν.
ἔσκαψε καὶ ἐβάθυνε καὶ ἔθηκε ἐπροχώρησε βαθειά καὶ ἔβαλε θεμέλιον εἰς Ὅταν δὲ ἔγινε νεροποντὴ καὶ πλήμμυρα, ἔπεσε μὲ ὁρμὴν ὁ ποταμὸς
θεμέλιον ἐπὶ τὴν πέτραν· βράχον. ῞Οταν δὲ ἔγινε πλημμύρα, ἔπεσε εἰς τὸ σπίτι ἐκεῖνο καὶ δὲν ἠμπόρεσε νὰ τὸ σείσῃ, διότι ἦτο
πλημμύρας δὲ γενομένης ὁρμητικὰ τὸ ποτάμι εἰς τὸ σπίτι ἐκεῖνο καὶ δὲν θεμελιωμένον ἐπάνω εἰς τὴν στερεὰν καὶ ἀμετακίνητον πέτραν.
προσέρρηξεν ὁ ποταμὸς τῇ ἠμπόρεσε νὰ τὸ κλονίση, διότι εἶχε
οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἴσχυσε θεμελιωθῆ ἐπάνω εἰς τὸν ἀσάλευτον βράχον.
σαλεῦσαι αὐτήν· τεθεμελίωτο
γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν.
6,49 Ὁ δὲ ἀκούσας καὶ μὴ 49 Αὐτὸς δὲ ποὺ ἤκουσε τὰ λόγια μου καὶ δὲν 49 Ἐκεῖνος δέ, ποὺ ἤκουσε τὴν διδασκαλίαν μου, ἀλλὰ δὲν τὴν
ποιήσας ὅμοιός ἐστιν τὰ ἐφήρμοσε, εἶναι ὅμοιος μὲ ἀσύνετον ἐφήρμοσε, εἶναι ὅμοιος πρὸς ἄνθρωπον, ποὺ ἔκτισε τὸ σπίτι του εἰς

64/255
ἀνθρώπῳ οἰκοδομήσαντι ἄνθρωπον, ποὺ οἰκοδόμησε τὸ σπίτι του εἰς τὸ τὸ χῶμα χωρὶς θεμέλιον. Καὶ εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἔπεσε μὲ ὁρμὴν ὁ
οἰκίαν ἐπὶ τὴν γῆν χωρὶς χῶμα, χωρὶς θεμέλιον. Εἰς αὐτὸ ἐχτύπησε ποταμὸς καὶ ἀμέσως ἐκρημνίσθη ὁλόκληρον καὶ ἐσωριάσθη. Καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


θεμελίου· ᾗ προσέρρηξεν ὁ ὁρμητικὰ τὸ ποτάμι καὶ ἀμέσως ἐκρημνίσθη ἔγινεν ἡ διάρρηξις καὶ διάλυσις τῆς οἰκίας ἐκείνης μεγάλη καὶ
ποταμός, καὶ εὐθὺς ἔπεσε, καὶ καὶ ἔγινε ρῆγμα μεγάλο καὶ ἀνεπανώρθοτον ἀνεπανόρθωτος. Μὲ ἄλλα λόγια ὁ πρῶτος πειρασμὸς καὶ τὸ πρῶτον
ἐγένετο τὸ ρῆγμα της οἰκίας εἰς τὸ σπίτι ἐκεῖνο. (῾Ο πιστὸς ἀντιμετωπίζει κῦμα τῆς δοκιμασίας φθάνει νὰ ρίψῃ κάτω τὸ πνευματικὸν
ἐκείνης μέγα. μὲ σταθερότητα τοὺς πειρασμοὺς καὶ μένει οἰκοδόμημα τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἤκουσε μὲν μὲ κάποιαν προθυμίαν
ἀκλόνητος. ῾Ο ὀλιγόπιστος παρασύρεται. τὸν λόγον, ἀλλὰ δὲν ἐφρόντισε νὰ τὸν θεμελιώσῃ στερεὰ καὶ
βαθειὰ εἰς τὴν στηριγμένην ἐξ ὁλοκλήρου πρὸς τὸν Κύριον καρδίαν
του.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 7Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
7,1 Επεὶ δὲ ἐπλήρωσε πάντα τὰ Όταν δὲ ἐτελείωσε ὁ Κύριος ὅλα τὰ λόγια Όταν δὲ ἐτελείωσεν ὅλους τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ ἐγέμισε μὲ
ρήματα αὐτοῦ εἰς τὰς ἀκοὰς αὐτὰ πρὸς τὸ πλῆθος, ποὺ μὲ προσοχὴν τὸν αὐτοὺς τὰ αὐτιὰ τοῦ λαοῦ, ἐμβῆκεν ἀπὸ τὸ πεδινὸν μέρος, ποὺ ἦτο,
τοῦ λαοῦ, εἰσῆλθεν εἰς ἤκουε, εἰσῆλθε εἰς τὴν Καπερναούμ. εἰς τὴν Καπερναούμ.
Καπερναούμ.
7,2 Ἑκατοντάρχου δέ τινος 2 Κάποιου δὲ ἑκατοντάρχου ὁ δοῦλος ἦτο 2 Ὁ δοῦλος δὲ κάποιου ἑκατοντάρχου εἶχεν ἄσχημα εἰς τὴν ὑγείαν
δοῦλος κακῶς ἔχων ἤμελλε ἀσθενὴς πολὺ βαρειὰ καὶ ἐπρόκειτο νὰ του καὶ ἐκινδύνευε νὰ ἀποθάνῃ. Καὶ ὁ δοῦλος αὐτὸς ἦτο ἀγαπητὸς
τελευτᾶν, ὃς ἦν αὐτῷ ἔντιμος. ἀποθάνῃ. Καὶ ὁ δοῦλος αὐτὸς ἦτο διὰ τὴν εἰς τὸν ἑκατόνταρχον διὰ τὴν πρὸς αὐτὸν πίστιν καὶ ὑπακοήν.
τιμιότητα καὶ ὑπακοήν του πολὺ ἀγαπητὸς
εἰς τὸν ἑκατόνταρχον.
7,3 Ἀκούσας δὲ περὶ τοῦ Ἰησοῦ 3 Ὅταν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος ἐπληροφορήθηκε 3 Ὅταν δὲ ἤκουσε περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ὅτι ἦλθεν εἰς τὴν Καπερναούμ,
ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἔστειλε πρὸς αὐτὸν μερικοὺς τοῦ ἔστειλε μερικοὺς προεστοὺς τῶν Ἰουδαίων καὶ τὸν παρεκάλει
πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων, παρακαλῶν νὰ ἔλθῃ καὶ νὰ σώσῃ ἀπὸ τὸν μεγάλον κίνδυνον τὸν δοῦλον του.
ἐρωτῶν αὐτὸν ὅπως ἐλθὼν αὐτὸν νὰ ἔλθῃ καὶ σώσῃ τὸν δοῦλον του.
διασώσῃ τὸν δοῦλον αὐτοῦ.

65/255
7,4 Οἱ δὲ παραγενόμενοι πρὸς 4 Αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ ἦλθαν εἰς τὸν Ἰησοῦν, τὸν 4 Αὐτοὶ δὲ ἀφοῦ ἦλθον εἰς τὸν Ἰησοῦν, τὸν παρεκάλουν μὲ ἐπιμονὴν
τὸν Ἰησοῦν παρεκάλουν αὐτὸν παρακαλοῦσαν μὲ θερμὸν ἐνδιαφέρον καὶ καὶ θερμότητα λέγοντες, ὅτι εἶναι ἄξιος αὐτός, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σπουδαίως, λέγοντες ὅτι ἄξιός ἐπιμονὴν λέγοντες, ὅτι ἀξίζει ὁ παράσχῃ τὴν χάριν αὐτὴν ποὺ ζητεῖ.
ἐστιν ᾧ παρέξει τοῦτο. ἑκατόνταρχος νὰ τοῦ κάμῃς αὐτὴν τὴν
χάριν,
7,5 Ἀγαπᾷ γὰρ τὸ ἔθνος ἡμῶν, 5 διότι ἀγαπᾷ τὸ ἔθνος μας καὶ μὲ ἰδικά του 5 διότι, ἔλεγον οἱ προεστοὶ οὗτοι, ἀγαπᾷ τὸ ἔθνος μας καὶ τὴν
καὶ τὴν συναγωγὴν αὐτὸς χρήματα ἔκτισε τὴν συναγωγήν. συναγωγὴν αὐτὸς δι’ ἰδίων του χρημάτων μᾶς τὴν ἔκτισε.
ᾠκοδόμησεν ὑμῖν.
7,6 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπορεύετο σὺν 6 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπήγαινε μαζῆ μὲ αὐτούς. Καὶ 6 Πράγματι δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινε μαζί τους εἰς τὸ σπίτι τοῦ
αὐτοῖς. Ἤδη δὲ αὐτοῦ οὐ ὅταν ἐπλησίαζε εἰς τὸ σπίτι, ἔστειλε πρὸς ἑκατοντάρχου. Καὶ ὅταν πλέον δὲν ἦτο μακρὰν ἀπὸ τὸ σπίτι,
μακρὰν ἀπέχοντος ἀπὸ τῆς αὐτὸν ὁ ἑκατόνταρχος μερικοὺς φίλους του ἔστειλεν ὁ ἑκατόνταρχος κάποιους φίλους του καὶ τοῦ εἶπε· Κύριε,
οἰκίας ἔπεμψε πρὸς αὐτὸν ὁ καὶ τοῦ εἶπε· «Κύριε, μὴ ἐνοχλεῖσαι· διότι δὲν μὴ ἐνοχλῆσαι καὶ μὴ ἐμβαίνῃς εἰς τὸν μεγαλύτερον κόπον του νὰ
ἑκατόνταρχος φίλους λέγων εἶμαι ἐγὼ ἄξιος νὰ εἰσέλθῃς κάτω ἀπὸ τὴν ἔλθῃς εἰς τὸ σπίτι μου. Διότι δὲν εἶμαι ἄξιος διὰ νὰ ἔμβῃς κάτω ἀπὸ
αὐτῷ· Κύριε, μὴ σκύλλου· οὐ στέγην μου. τὴν στέγην μου.
γὰρ εἶμι ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν
στέγην μου εἰσέλθῃς·
7,7 διὸ οὐδὲ ἐμαυτὸν ἠξίωσα 7 Δι' αὐτό καὶ οὔτε τὸν εὐατόν μου ἔκρινα 7 Δι’ αὐτὸ δὲ καὶ δὲν ἔκρινα τὸν ἑαυτόν μου ἄξιον νὰ ἔλθω
πρὸς σὲ ἐλθεῖν· ἀλλ' εἰπὲ λόγῳ, ἄξιον νὰ ἔλθω πρὸς σέ. Ἀλλὰ πὲς μόνον αὐτοπροσώπως εἰς σέ. Ἀλλὰ εἰπὲ μὲ ἀπλοῦν λόγον νὰ γίνῃ αὐτό,
καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. λόγον, δῶσε προσταγὴν καὶ θὰ θεραπευθῇ ποὺ σοῦ ζητῶ, καὶ θὰ ἰατρευθῇ ἀσφαλῶς ὁ ὑπηρέτης μου.
ἀμέσως ὁ ὑπηρέτης μου.
7,8 Καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι 8 Διότι καὶ ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος, ποὺ θέτω 8 Διότι καὶ ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος, ποὺ τίθεμαι ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ
ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος, τὸν εὐατόν μου κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν τῶν ἀνωτέρου μου καὶ ἐξαρτῶμαι ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν αὐτοῦ, ἔχω ὅμως
ἔχων ὑπ' ἐμαυτὸν στρατιώτας ἀνωτέρων μου, ἔχω ὅμως καὶ ἐγὼ ὑπὸ τὴν καὶ ἐγὼ ὑπὸ τὸν ἑαυτόν μου στρατιώτας. Καὶ λέγω εἰς αὐτὸν τὸν
καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ ἐξουσίαν μου στρατιώτας καὶ λέγω εἰς στρατιώτην· Πήγαινε, καὶ πηγαίνει. Καὶ εἰς τὸν ἄλλον λέγω· Ἐλθέ,
πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, τοῦτον, πήγαινε καὶ πηγαίνει καὶ εἰς τὸν καὶ ἔρχεται. Καὶ εἰς τὸν ὑπηρέτην μου λέγω· Κάμε τοῦτο, καὶ τὸ
καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ἄλλον, ἔλα καὶ ἔρχεται καὶ εἰς τὸν ὑπηρέτην κάνει. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ ἰδικός μου λόγος ἐκτελεῖται ἀμέσως, ἐὰν
ποίησον τοῦτο καὶ ποιεῖ. μου, κάμε τοῦτο καὶ τὸ κάμνει. Πολὺ διατάξῃς σύ, ποὺ δὲν εἶσαι ὑπὸ τὰς διαταγὰς κανενὸς ἀνθρώπου,

66/255
περισσότερον ὁ ἰδικός σου λόγος θὰ γίνῃ ἀλλ’ ἔχεις ἐξουσίαν καὶ ἐπὶ τῶν ἀοράτων δυνάμεων, δὲν θὰ γίνῃ
ἀμέσως ἔργον». ἐκεῖνο, ποὺ θέλεις;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


7,9 Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς 9 Ὅταν ἤκουσε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐθαύμασε τὸν 9 Ὅταν δὲ ἤκουσεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐθαύμασε τὸν ἑκατόνταρχον καὶ
ἐθαύμασεν αὐτόν, καὶ ἑκατόνταρχον, καὶ ἀφοῦ ἐγύρισε πρὸς τὸν ἀφοῦ ἐγύρισε πρὸς τὸ μέρος τοῦ πλήθους, ποὺ τὸν ἠκολούθει, εἶπε·
στραφεὶς τῷ ἀκολουθοῦντι λαόν, ποὺ ἀκολουθοῦσε, εἶπε· «σᾶς λέγω ὅτι Σᾶς λέγω, ὅτι οὔτε εἰς τὸν Ἰσραήλ, τὸν ἐκλεκτὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ, δὲν
αὐτῷ ὄχλῳ εἶπε· λέγω ὑμῖν, οὔτε μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτών, ποὺ εἶναι εὗρον τόσην μεγάλην πίστιν.
οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην παρασκευασμένοι ἀπὸ τὸν νόμον καὶ τοὺς
πίστιν εὗρον. προφήτας, δὲν εὑρῆκα τόσον μεγάλην
πίστιν». (Ἀμέσως δὲ τὴν στιγμὴν ἐκείνην
ἐθεράπευσε μὲ τὴν ἄπειρόν του δύναμιν τὸν
δοῦλον, χωρὶς νὰ τὸν ἐπισκεφθῇ εἰς τὸ
σπίτι».
7,10 Καὶ ὑποστρέψαντες οἱ 10 Καὶ ὅταν οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ 10 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν εἰς τὸ σπίτι τοῦ ἑκατοντάρχου ἐκεῖνοι, ποὺ
πεμφθέντες εἰς τὸν οἶκον ἑκατοντάρχου ἐπέστρεψαν εἰς τὸ σπίτι, ἐστάλησαν ἀπὸ αὐτὸν διὰ νὰ παρακαλέσουν τὸν Ἰησοῦν, εὗρον τὸν
εὗρον τὸν ἀσθενοῦντα δοῦλον εὐρῆκαν τὸν ἀσθενῆ δοῦλον ἐντελῶς ὑγιῆ. δοῦλον νὰ εἶναι ἐν πλήρει ὑγείᾳ.
ὑγιαίνοντα.
7,11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐξῆς 11 Ἔπειτα ἀπὸ αὐτά, ἐπήγαινε ὁ Ἰησοῦς 11 Καὶ εἰς τὸν κατόπιν χρόνον συνέβη νὰ πηγαίνη ὁ Ἰησοῦς εἰς
ἐπορεύετο εἰς πόλιν πρὸς τὴν πόλιν Ναΐν. Καὶ μαζῆ του καποίαν πόλιν, ποὺ ἐλέγετο Ναΐν. Καὶ ἐπήγαιναν μαζί του οἱ
καλουμένην Ναΐν· καὶ ἐπήγαιναν ἀρκετοὶ μαθηταί του καὶ λαὸς μαθηταί του, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀρκετοί, καὶ πλῆθος λαοῦ πολύ.
συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ πολύς.
μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ
ὄχλος πολύς.
7,12 Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ της 12 Μόλις δὲ ἐπλησίασε εἰς τὴν πύλην τῆς 12 Μόλις δὲ ἐπλησίασεν εἰς τὴν πύλην τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ
πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο πόλεως καὶ ἰδοὺ ἐγίνετο ἡ ἐκφορὰ ἑνὸς ἔβγαζαν ἔξω ἕνα πεθαμένον, ποὺ ἦτο μονάκριβος υἱὸς εἰς τὴν
τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ νεκροῦ, ὁ ὁποῖος ἦτο μονογενὴς υἱὸς εἰς μητέρα του, καὶ αὐτὴ ἦτο χήρα μὴ ἔχουσα κανένα ἄλλον
μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, μητέρα χήραν καὶ ἀποστράτευτον καὶ πολὺς προστάτην. Καὶ λαὸς πολὺς ἀπὸ τὴν πόλιν ἦτο μαζὶ μὲ αὐτὴν
καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς λαὸς μὲ πολλὴν συμπάθειαν πρὸς αὐτὴν παρακολουθῶν μὲ πολλὴν συμπάθειαν τὴν κηδείαν.

67/255
ἦν σὺν αὐτῇ. παρακολουθοῦσε μαζῆ της τὴν κηδείαν.
7,13 Καὶ ἱδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος 13 Καὶ ὅταν τὴν εἶδε ὁ Κύριος, τὴν 13 Καὶ ὅταν τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τὴν ἐλυπήθη, καὶ βέβαιος περὶ τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐσπλαγχνίσθη ἀπ' αὐτῇ καὶ εὐσπλαγχνίσθη καὶ τῆς εἶπε· «μὴ κλαίεις». ὅτι μετ’ ὀλίγον ὁ υἱός της θὰ ἀνεσταίνετο, τῆς εἶπε· Μὴν κλαῖς.
εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε·
7,14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς 14 Καὶ ἀφοῦ ἐπλησίασε, ἤγγισε τὸ φέρετρον, 14 Καὶ ἀφοῦ ἐπλησίασεν, ἤγγισε τὸ φέρετρον. Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ τὸ
σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἐκρατοῦσαν ἐβάσταζαν, ἐστάθησαν. Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Νεανίσκε, εἰς σὲ ὁμιλῶ·
ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, ἐσταμάτησαν, καὶ εἶπε· «νεανίσκε, εἰς σὲ σήκω.
σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. λέγω· Σήκω».
7,15 Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς 15 Καὶ ἀμέσως ἐσηκώθη καὶ ἐκάθισε ὁ 15 Καὶ ὁ νεκρὸς ἀνεσηκώθη καὶ ἐκάθησε ζωντανὸς ἐπὶ τοῦ
καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν νεκρὸς καὶ ἤρχισε νὰ ὁμιλῇ. Ὁ δὲ Ἰησοῦς φερέτρου καὶ ἤρχισε νὰ ὁμιλῇ. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τότε τὸν ἔδωκεν εἰς τὴν
αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. ἔδωκε αὐτὸν εἰς τὴν μητέρα του. μητέρα του.
7,16 Ἔλαβε δὲ φόβος πάντας 16 Καὶ κατέλαβε φόβος ὅλους καὶ ἐδόξαζαν 16 Ἐκυρίευσε δὲ φόβος ὅλους, διότι ᾐσθάνοντο τὴν παρουσίαν θείας
καὶ ἐδόξαζον τὸ Θεόν, τὸν Θεὸν λέγοντες ὅτι »προφήτης μέγας δυνάμεως ἐν μέσῳ τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ ἀναξιότητος αὐτῶν. Καὶ
λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας παρουσιάσθη μεταξύ μας καὶ ὅτι ὁ ἐδόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ ἔλεγαν, ὅτι προφήτης μεγάλος ἀνεφάνη
ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι πανάγαθος Θεὸς ἐπεσκέφθηκε τὸν λαόν μεταξύ μας καὶ ὅτι ὁ Θεὸς ἐπεσκέφθη τὸν λαόν του διὰ νὰ
ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν του». προστατεύσῃ αὐτόν.
αὐτοῦ.
7,17 Καὶ ἐξῆλθεν ὁ λόγος οὗτος 17 Καὶ διεδόθη τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως 17 Καὶ διεδόθη ἡ φήμη τῆς ἀναστάσεως αὐτῆς τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας
ἐν ὅλη τῇ Ἰουδαίᾳ περὶ αὐτοῦ τοῦ νεκροῦ ἐκ μέρους τοῦ Χριστοῦ εἰς ὅλην εἰς ὅλην τὴν Ἰουδαίαν περὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἰς ὅλας τὰς γειτονικὰς
καὶ ἐν πᾶσι τῇ περιχώρω. τὴν Ἰουδαίαν καὶ εἰς τὰς πλησίον γειτονικὰς χώρας, ποὺ ἦσαν τριγύρω ἀπὸ τὴν Ἰουδαίαν.
χώρας. (Ὅτι δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς μὲ ἕνα λόγον,
χωρὶς καμμίαν δυσκολίαν καὶ χρονοτριβὴ
ἀνέστησε τὸν νεκρόν).
7,18 Καὶ ἀπήγγειλαν Ἰωάννῃ οἱ 18 Καὶ οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου ἀνέφεραν εἰς 18 Καὶ ἀνέφεραν εἰς τὸν Ἰωάννην οἱ μαθηταί του δι’ ὅλα αὐτά,
μαθηταὶ αὐτοῦ περὶ πάντων τὸν Ἰωάννην, τὸν φυλακισμένον, ὅλα αὐτὰ τόσον διὰ τὴν θεραπείαν τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου, ὅσον καὶ
τούτων. τὰ καταπληκτικὰ θαύματα, ποὺ ἔκανε ὁ διὰ τὴν ἀνάστασιν τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας.
Ἰησοῦς.

68/255
7,19 Καὶ προσκαλεσάμενος δύο 19 Καὶ ὁ Ἰωάννης, ἀφοῦ ἐκάλεσε δύο ἀπὸ 19 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ὁ Ἰωάννης δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τινὰς τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ὁ τοὺς μαθητάς του, τοὺς ἔστειλε πρὸς τὸν τοὺς ἔστειλε πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εἶπε· Σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας, ποὺ ἀπὸ
Ἰωάννης ἔπεμψε πρὸς τὸν Ἰησοῦν λέγων· «σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας, ποὺ ὤρας εἰς ὤραν πρόκειται νὰ ἔλθῃ εἰς τὸν κόσμον, ἢ πρέπει νὰ
Ἰησοῦν λέγων· σὺ εἶ ὁ τώρα ἔρχεται, ἢ πρέπει νὰ περιμένωμεν περιμένωμεν ἄλλον; Καὶ ἔκαμε τὴν ἐρώτησιν αὐτὴν ὁ Ἰωάννης, διὰ
ἐρχόμενος ἢ ἕτερον κανέναν ἄλλον; (Καὶ ἔκαμε αὐτὸ ὁ Ἰωάννης νὰ στηριχθοῦν οἱ κλονισμένοι μαθηταί του εἰς τὴν πίστιν πρὸς τὸν
προσδοκῶμεν; διὰ νὰ θέσῃ εἰς ἐπαφὴν τοὺς μαθητάς του μὲ Χριστὸν μὲ τὴν ἀπάντησιν, ποὺ θὰ ἐλάμβανον ἀπὸ αὐτόν.
τὸν Κύριον καὶ τοὺς στηρίξῃ ἔτσι εἰς τὴν
πίστιν).
7,20 Παραγενόμενοι δὲ πρὸς 20 Ἀφοῦ δὲ ἦλθαν πρὸς αὐτὸν οἱ ἄνθρωποι 20 Ἀφοῦ δὲ ἦλθαν πρὸς αὐτὸν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, εἶπον· ὁ Ἰωάννης
αὐτὸν οἱ ἄνδρες εἶπον· Ἰωάννης αὐτοὶ τοῦ εἶπον· «ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς μᾶς ὁ βαπτιστὴς μᾶς ἔστειλεν εἰς σὲ καὶ λέγει· Σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας, ποὺ
ὁ βαπτιστὴς ἀπέσταλκεν ἡμᾶς ἔστειλε εἰς σέ, λέγων· Σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας πρόκειται τώρα σύντομα νὰ ἔλθῃ, ἢ πρέπει νὰ περιμένωμεν ἄλλον
πρὸς σὲ λέγων· σὺ εἶ ὁ ποὺ ἔρχεται ἢ πρέπει νὰ περιμένωμεν διάφορον ἀπὸ σέ;
ἐρχόμενος ἢ ἕτερον ἄλλον;»
προσδοκῶμεν;
7,21 Ἐν αὐτῇ δὲ τῇ ὥρᾳ 21 Κατὰ τὴν ὥραν δὲ ἐκείνην ὁ Ἰησοῦς 21 Κατ’ αὐτὴν δὲ τὴν ὥραν ὁ Ἰησοῦς ἐθεράπευσε πολλοὺς ἀπὸ
ἐθεράπευσε πολλοὺς ἀπὸ ἐθεράπευσε πολλοὺς ἀπὸ ἀσθενείας καὶ ἀπὸ ἀσθενείας καὶ ἀπὸ βασανιστικὰ νοσήματα καὶ ἀπὸ πονηρὰ
νόσων καὶ μαστίγων καὶ βασανιστικὰς παθήσεις καὶ ἀπὸ πονηρὰ πνεύματα. Καὶ εἰς τυφλοὺς πολλοὺς ἐχάρισε τὸ φῶς των.
πνευμάτων πονηρῶν, καὶ πνεύματα. Καὶ εἰς πολλοὺς τυφλοὺς ἐχάρισε
τυφλοῖς πολλοῖς ἐχαρίσατο τὸ τὸ φῶς των.
βλέπειν.
7,22 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς 22 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· 22 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Πηγαίνετε καὶ ἀναφέρετε
εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες «πηγαίνετε καὶ ἀναφέρετε εἰς τὸν Ἰωάννην εἰς τὸν Ἰωάννην αὐτά, ποὺ εἴδατε καὶ ἠκούσατε. Ὅτι δηλαδὴ τυφλοὶ
ἀπαγγείλατε Ἰωάννῃ ἃ εἴδατε αὐτά, ποὺ εἴδατε καὶ ἠκούσατε· ὅτι δηλαδὴ ξαναβλέπουν, κουτσοὶ περιπατοῦν, λεπροὶ καθαρίζονται, κωφοὶ
καὶ ἠκούσατε· τυφλοὶ τυφλοὶ ξαναβλέπουν, χωλοὶ περιπατοῦν, γίνονται καλὰ καὶ ἀκούουν, νεκροὶ ἀνασταίνονται, καὶ
ἀναβλέπουσι καὶ χωλοὶ λεπροὶ καθαρίζονται, κωφοὶ ἀκούουν, νεκροὶ περιφρονημένοι ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς καὶ ἐπισήμους πτωχοὶ ἀκούουν
περιπατοῦσι, λεπροὶ ἀνασταίνονται, πτωχοὶ καὶ ταπεινοὶ τὸ χαροποιὸν ἄγγελμα τῆς οὐρανίου βασιλείας, ἡ ὁποία θὰ τοὺς

69/255
καθαρίζονται, κωφοὶ ἀκούουσι, ἄνθρωποι ἀκούουν καὶ δέχονται τὸ φέρῃ τὴν εὐδαιμονίαν καὶ δόξαν.
νεκροὶ ἐγείρονται, πτωχοὶ χαροποιὸν μήνυμα τῆς βασιλείας τῶν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εὐαγγελίζονται· οὐρανῶν.
7,23 καὶ μακάριός ἐστιν ὃς ἐὰν 23 Καὶ μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δὲν 23 Καὶ μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ λάβῃ ἀφορμὴν ἀπὸ τὸ
μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί. θὰ κλονισθῇ εἰς τὴν πίστιν του ἐξ αἰτίας τῆς ταπεινὸν φαινόμενον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς μου διὰ νὰ πέσῃ
πτωχῆς καὶ ταπεινῆς ἐμφανίσεώς μου». πνευματικῶς καὶ νὰ σκληρυνθῆ ἕνεκα τῆς πτωχείας καὶ
ταπεινώσεως, εἰς τὴν ὁποίαν ἑκουσίως ὑπεβλήθην διὰ νὰ ὑψώσω
τὸν ἄνθρωπον.
7,24 Ἀπελθόντων δὲ τῶν 24 Ὅταν δὲ ἀνεχώρησαν οἱ μαθηταὶ τοῦ 24 Ὅταν δὲ ἀνεχώρησαν οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ Ἰωάννου, ἤρχησεν ὁ
μαθητῶν Ἰωάννου ἤρξατο Ἰωάννου, ἤρχισεν νὰ λέγῃ ὁ Κύριος εἰς τὰ Ἰησοῦς νὰ λέγῃ εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ περὶ τοῦ Ἰωάννου· Τί
λέγειν πρὸς τοὺς ὄχλους περὶ πλήθη τοῦ λαοῦ διὰ τὸν Ἰωάννην· «τί ἐβγήκατε νὰ ἴδετε εἰς τὴν ἔρημον τὴν ἐποχήν, ποὺ ἐκήρυττεν ἐκεῖ ὁ
Ἰωάννου· τί ἐξεληλύθατε εἰς ἐβγήκατε εἰς τὴν ἔρημον νὰ ἰδῆτε; Καλάμι Ἰωάννης; Μήπως ἐβγήκατε νὰ ἴδετε κανένα ἄνθρωπον ἄστατον, ὁ
τὴν ἔρημον θεάσασθαι; ποῦ τὸ σαλεύει ἐδῶ κι' ἐκεῖ ὁ ἄνεμος; Μήπως ὁποῖος νὰ ὁμοιάζῃ μὲ κάλαμον, ποὺ σαλεύεται ἀπὸ κάθε φύσημα
Κάλαμον ὑπὸ ἀνέμου ἐβγήκατε νὰ ἰδῆτε κανένα ἄνθρωπον ἀέρος; Ὄχι βέβαια. Διότι δὲν θὰ ἄξιζε πλέον τὸν κόπον νὰ μεταβῆτε
σαλευόμενον; ἄστατον, ποὺ παρασύρεται ἀπὸ τὰς γνώμας εἰς τὴν ἔρημον δ’ αὐτόν.
τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου καὶ προσπαθεῖ νὰ
συμφωνῇ μὲ ὅλους; Ὄχι βέβαια.
7,25 Ἀλλὰ τί ἐξεληλύθατε ἰδεῖν; 25 Ἀλλὰ τί ἐξήλθατε νὰ ἰδῆτε; Ἄνθρωπον 25 Ἀλλὰ τί ἐβγήκατε νὰ ἴδετε; Ἄνθρωπον ἐνδεδυμένον μαλακὰ
Ἄνθρωπον ἐν μαλακοῖς κοσμικὸν καὶ μαλθακόν, ἐνδεδυμένον φορέματα καὶ μαλθακόν; Ἰδοὺ αὐτοί, ποὺ φοροῦν φορέματα
ἱματίοις ἠμφιεσμένον; Ἰδοὺ οἱ μαλακὰ καὶ ἀκριβὰ φορέματα; Ἰδού, αὐτοὶ πολυτελῆ καὶ ζοῦν τὴν ἀποχαυνωτικὴν ζωὴν τῶν ἀπολαύσεων,
ἐν ἱματισμῷ ἐνδόξῳ καὶ τρυφῇ ποὺ φοροῦν τὰ πολύτιμα καὶ φανταχτερὰ μένουν εἰς τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα.
ὑπάρχοντες ἐν τοῖς βασιλείοις ἐνδύματα καὶ ζοῦν μίαν τρυφηλὴν καὶ
εἰσίν. ἁμαρτωλὴν ζωήν, μένουν εἰς τὰ βασιλικὰ
ἀνάκτορα.
7,26 Ἀλλὰ τί ἐξεληλύθατε ἰδεῖν; 26 Ἀλλὰ τί ἐβγήκατε νὰ ἰδῆτε; Προφήτην; 26 Ἀλλὰ τί ἐβγήκατε νὰ ἴδετε; Προφήτην; Ναί· σᾶς λέγω δὲ καὶ
Προφήτην· ναὶ λέγω ὑμῖν, καὶ Βεβαίως, ναί· σᾶς λέγω ὅτι αὐτὸς εἶναι πολὺ περισσότερον ἀπὸ προφήτην, διότι αὐτὸς ἠξιώθη νὰ ἴδῃ τὸν
περισσότερον προφήτου. περισσότερον ἀπὸ προφήτης. προφητευόμενον Μεσσίαν, ἐπὶ πλέον δὲ καὶ ἐπροφητεύθη ἡ δρᾶσις

70/255
καὶ ἡ ἀποστολή του.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


7,27 Οὗτός ἐστι περὶ οὖ 27 Αὐτὸς εἶναι, διὰ τὸν ὁποῖον ἔχει γραφῆ 27 Πράγματι αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος, διὰ τὸν ὁποῖον ἔχει γραφῆ ἀπὸ
γέγραπται, ἰδοὺ ἐγὼ ἀπὸ τὸν προφήτην Μαλαχίαν· Ἰδοὺ ἐγώ, τοῦ Μαλαχίου· Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἀγγελιαφόρον μου ἀμέσως
ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου λέγει ὁ Θεός, ἀποστέλλω τὸν ἀγγελιοφόρον προτήτερα ἀπὸ σέ, ποὺ θὰ προετοιμάσῃ τὸν δρόμον σου ἐμπρὸς
πρὸ προσώπου σου, ὃς μου, ὀλίγον ἐνωρίτερα ἀπὸ σέ, ὁ ὁποῖος θὰ ἀπὸ σὲ καὶ θὰ προπαρασκευάσῃ τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων νὰ σὲ
κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου προετοιμάσῃ ἔμπροσθέν σου τὸν δρόμον, θὰ δεχθοῦν.
ἔμπροσθέν σου. προπαρασκευάσῃ δηλαδὴ τὰς καρδίας τῶν
ἀνθρώπων νὰ σὲ δεχθοῦν.
7,28 Λέγω γὰρ ὑμῖν, μείζων ἐν 28 Διότι σᾶς λέγω, ὅτι μεταξὺ τῶν 28 Καὶ σᾶς εἶπα περισσότερον ἀπὸ προφήτην, διότι σᾶς προσθέτω·
γεννητοῖς γυναικῶν προφήτης ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ἕως τώρα Μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐγέννησαν ἕως τώρα γυναῖκες,
Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ οὐδείς ἐγέννησαν αἱ γυναῖκες, κανεὶς δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος κατὰ τὴν ἀξίαν προφήτης ἀπὸ τὸν Ἰωάννην τὸν
ἐστιν· ὁ δὲ μικρότερος ἐν τῇ μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννην τὸν Βαπτιστὴν δὲν εἶναι κανείς. Πρέπει ὅμως νὰ ξεύρετε καὶ τοῦτο· ὅτι ὁ
βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ μείζων Βαπτιστήν. Ἀλλὰ πρέπει νὰ ξέρετε καὶ πλέον ταπεινὸς καὶ ἄσημος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τὸ
αὐτοῦ ἐστι. τοῦτο, ὅτι ὁ πλέον ταπεινὸς καὶ ἄσημος τελευταῖον μέλος τῆς Ἐκκλησίας μου, εἶναι ὑπὸ τὴν ἔποψιν τῶν
πολίτης της βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τὸ θείων χαρισμάτων καὶ τῆς σωτηριώδους γνώσεως τὰ ὁποῖα
ἐλάχιστον μέλος τῆς Ἐκκλησίας μου, εἶναι, ἀπολαμβάνει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μου, μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν
ὡς πρὸς τὴν σωτηρίαν καὶ τὰ θεῖα Ἰωάννην, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπήλαυσε τὰς δωρεὰς καὶ τὸ χαρίσματα τῆς
χαρίσματα, ποὺ θὰ παίρνῃ μέσα εἰς τὴν Καινῆς Διαθήκης.
Ἐκκλησίαν, ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννην τὸν
Βαπτιστήν, ὁ ὁποῖος δὲν ἐπῆρε ἀκόμη τὰς
ἀνεκτιμήτους αὐτὰς δωρεάς».
7,29 Καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἀκούσας 29 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ 29 Καὶ ὅλος ὁ λαός, ὅταν ἤκουσαν τὸν Ἰωάννην, καὶ αὐτοὶ οἱ
καὶ οἱ τελῶναι ἐδικαίωσαν τὸν τελῶναι, ποὺ εἶχαν ἀκούσει τὸν Ἰωάννην, μὲ τελῶναι, ποὺ θεωροῦνται ὡς οἱ πλέον ἁμαρτωλοί, ἀπέδειξαν διὰ
Θεόν, βαπτισθέντες τὸ τὸ νὰ βαπτισθοῦν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τῆς μετανοίας των, ὅτι ὀρθῶς καὶ δικαίως ἐνήργησεν ἡ σοφία καὶ ἡ
βάπτισμα Ἰωάννου· καὶ νὰ μετανοήσουν, ὅπως ἐκεῖνος εἶπεν, ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔστειλεν ἕνα τέτοιον προφήτην. Ἀπέδειξαν
ἀπέδειξαν ὅτι σαφῶς καὶ δικαίως ἐνήργησε ὁ δὲ τοῦτο, μὲ τὸ νὰ βαπτισθοῦν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου καὶ νὰ
Θεός. ὁδηγηθοῦν δι’ αὐτοῦ εἰς καλυτέρευσιν βίου καὶ διαγωγῆς.

71/255
7,30 οἱ δὲ Φαρισαῖοι καὶ οἱ 30 Ἀντιθέτως δὲ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ νομικοί, 30 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως, ποὺ θεωροῦνται ἐνάρετοι, καὶ οἱ νομικοί, ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


νομικοὶ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐθεωροῦντο ἐνάρετοι καὶ γνῶσται τῆς θεωροῦνται πεπαιδευμένοι εἰς τὸν νόμον, αὐτοὶ ἀπέδειξαν
ἠθέτησαν εἰς ἑαυτούς, μὴ Ἁγίας Γραφῆς, ἀπέδειξαν διὰ τὸν ἑαυτόν ἀνωφελὲς καὶ μάταιον διὰ τοὺς ἑαυτούς των τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ,
βαπτισθέντες ὑπ' αὐτοῦ. των μάταιον καὶ ἀνωφελὲς τὸ σχέδιον τοῦ ποὺ ἀπέβλεπεν εἰς τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου. Δι' αὐτοὺς ἡ
Θεοῦ πρὸς σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου. ἀποστολὴ τοῦ Προφήτου ἀπεδείχθη ἄκαρπος καὶ ὁ σκοπός, διότι
Ἐθεώρησαν ματαίαν τὴν ἀποστολὴν τοῦ δὲν ἐδέχθησαν τὸ κήρυγμά του καὶ δὲν ἐβαπτίσθησαν ὑπ’ αὐτοῦ.
Προδρόμου, ἀφοῦ οὔτε τὸ κήρυγμα οὔτε τὸ
βάπτισμά του ἐδέχθησαν.
7,31 Τίνι οὖν ὁμοιώσω τοὺς 31 «Μὲ τί λοιπὸν να παρομοιάσω τοὺς 31 Κατόπιν λοιπὸν τῆς συμπεριφορᾶς αὐτῆς τῶν Φαρισαίων καὶ τῶν
ἀνθρώπους τῆς γενεᾶς ταύτης, ἀνθρώπους τῆς γενεὰς αὐτῆς; Μὲ ποιὸν νομικῶν πρὸς ποῖον νὰ παρομοιάσω τοὺς ἀνθρώπους τῆς γενεᾶς
καὶ τίνι εἰσὶν ὅμοιοι; εἶναι ὅμοιοι; αὐτῆς; Καὶ πρὸς ποῖον εἶναι ὅμοιοι;
7,32 Ὅμοιοί εἰσι παιδίοις τοῖς ἐν 32 Ὁμοιάζουν μὲ ἄτακτα ἀργόσχολα παιδιά, 32 Εἶναι ὅμοιοι πρὸς παιδιὰ ἄτακτα καὶ ὀκνηρά, ποὺ κάθηνται εἰς
ἀγορᾷ καθημένοις καὶ ποὺ κάθονται εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ φωνάζουν τὴν ἀγοράν, καὶ φωνάζουν δυνατὰ μεταξύ των καὶ λέγουν· Σᾶς
προσφωνοῦσιν ἀλλήλοις καὶ μεταξύ των καὶ λέγουν· Σᾶς ἐπαίξαμεν μὲ ἐπαίξαμεν χαρούμενα μὲ τὸν αὐλὸν καὶ δὲν ἐχόρευσατε· σᾶς
λέγουσιν· ηὐλήσαμεν ὑμῖν, καὶ τὸν αὐλὸν χαρούμενους σκοποὺς καὶ δὲν ἐμοιρολογήσαμεν καὶ σᾶς εἴπαμεν τραγούδια θλιβερὰ καὶ δὲν
οὐκ ὠρχήσασθε, ἐθρηνήσαμεν ἐχορέψατε, σᾶς ἐτραγουδήσαμε μοιρολόγια ἐκλαύσατε. Οὔτε μὲ τὸ ἕνα λοιπὸν εὐχαριστεῖσθε, οὔτε μὲ τὸ ἄλλο
ὑμῖν, καὶ οὐκ ἐκλαύσατε. καὶ δὲν ἐκλάψατε. Οὔτε μὲ τὸ ἕνα οὔτε μὲ τὸ ἰκανοποιεῖσθε.
ἄλλο δὲν σᾶς ἰκανοποιήσαμεν.
7,33 Ἐλήλυθε γὰρ Ἰωάννης ὁ 33 Ἔτσι καὶ σεῖς ποὺ δὲν πιστεύετε. Διότι 33 Ἔτσι καὶ σεῖς οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι· εἶσθε δύστροποι καὶ δὲν
βαπτιστὴς μήτε ἄρτον ἐσθίων ἦλθεν ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, ὁ ὁποῖος, ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ σᾶς εὔρῃ πουθενά. Διότι ἦλθεν ὁ Ἰωάννης ὁ
μῆτε οἶνον πίνων, καὶ λέγετε, νηστευτὴς καὶ ἀσκητὴς καθὼς ἦτο, οὔτε Βαπτιστής, ὁ ὁποῖος οὔτε ἄρτον ἔτρωγε, οὔτε οἶνον ἔπινε. Καὶ
δαιμόνιον ἔχει. ψωμὶ ἔτρωγε οὔτε κρασὶ ἔπινε, καὶ λέγετε· λέγετε· ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ὑποχόνδριος καὶ μελαγχολικὸς καὶ
Ἔχει δαιμόνιον. ἔχει μέσα του δαιμόνιον, δι’ αὐτὸ δὲ ζῇ καὶ μακρὰν ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους.
7,34 Ἐλήλυθεν ὁ υἱὸς τοῦ 34 Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος 34 Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ τρώγει καὶ πίνει, ὡς ἐγκρατὴς
ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, τρώγει καὶ πίνει, ὅπως κάθε κοινωνικὸς καὶ ἀλλὰ καὶ κοινωνικὸς ἄνθρωπος, καὶ λέγετε· Ἰδοὺ ἄνθρωπος φαγᾶς

72/255
καὶ λέγετε· ἰδοὺ ἄνθρωπος συνετὸς ἄνθρωπος, καὶ λέγετε· Ἰδοὺ καὶ οἰνοπότης, φίλος τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν.
φάγος καὶ οἰνοπότης, φίλος ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, φίλος

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν. τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν.
7,35 Καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ 35 Καὶ ἔτσι ἡ θεία σοφία ἐθαυμάσθη ἀπὸ τὰ 35 Παρὰ ταῦτα ὅμως ἐθαυμάσθη ἡ θεία σοφία ὡς δικαία καὶ σοφῶς
τῶν τέκνων αὐτῆς πάντων. τέκνα της ὡς δικαία, διότι ὀρθῶς εἰς κάθε ἐργασθεῖσα διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ ὅλα τὰ τέκνα
περίστασιν ἐνεργεῖ, χρησιμοποιοῦσα τὰς της, δηλαδὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς πράγματι συνετοὺς καὶ πνεῦμα σοφίας
ἀρίστας καὶ δικαιοτάτας μεθόδους διὰ τὴν ἔχοντας ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐπληροφορήθησαν ἀπὸ τῶν
σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων». πραγμάτων, ὅτι καὶ διὰ τῶν δύο αὐτῶν μεθόδων ἡ θεία σοφία
ἐνήργει θαυμαστῶς.
7,36 Ἠρώτα δέ τις αὐτὸν τῶν 36 Τὸν παρακαλοῦσε δὲ κάποιος ἀπὸ τοὺς 36 Τὸν παρεκάλει δὲ κάποιος ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους νὰ φάγῃ μαζί
Φαρισαίων ἵνα φάγῃ μετ' Φαρισαίους νὰ φάγῃ μαζῆ του. Καὶ ἀφοῦ του. Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Φαρισαίου, ἐξηπλώθη
αὐτοῦ· καὶ εἰσελθὼν εἰς τὴν εἰσῆλθεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Φαρισαίου, πλησίον τῆς τραπέζης, ὅπως τότε ἐσυνηθίζετο.
οἰκίαν τοῦ Φαρισαίου ἐξηπλώθη, κατὰ συνήθειαν ποὺ
ἀνεκλίθη. ἐπικρατοῦσε τότε, πλησίον τῆς τραπέζης τοῦ
φαγητοῦ.
7,37 Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἐν τῇ πόλει 37 Καὶ ἰδοὺ μία γυναῖκα τῆς πόλεως αὐτῆς, ἡ 37 Καὶ ἰδοὺ μία γυναῖκα, ποὺ ἔζη εἰς τὴν πόλιν, ἡ ὁποία ἦτο
ἥτις ἦν ἁμαρτωλός, καὶ ὁποία ἦτο ἁμαρτωλή, ὅταν ἐπληροφορήθη ἁμαρτωλή, ὅταν ἐπληροφορήθη ὅτι εἶναι καθισμένος καὶ τρώγει εἰς
ἐπιγνοῦσα ὅτι ἀνάκειται ἐν τῇ ὅτι ὁ Ἰησοῦς τρώγει εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ τὸν οἶκον τοῦ Φαρισαίου, ἔφερεν ἀγγεῖον ἀπὸ ἀλάβαστρον γεμᾶτον
οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα Φαρισαίου, ἔφερε ἕνα ἀλαβάστρινον δοχεῖον ἀπὸ μῦρον
ἀλάβαστρον μύρου γεμᾶτο μύρον
7,38 καὶ στᾶσα ὀπίσω παρὰ 38 Καὶ ἀφοῦ ἐστάθη πίσω, πλησίον εἰς τοὺς 38 καὶ ἀφοῦ ἐστάθη πλησίον τῶν ποδῶν του, ὀπίσω ἀπὸ τὴν
τοὺς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, πόδας τοῦ Ἰησοῦ, ἀνελύθη εἰς δάκρυα καὶ τράπεζαν, ὅπως ἦτο ἑξαπλωμένος ὁ Κύριος, σκεπτομένη τὰς
ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας ἤρχισεν νὰ βρέχῃ τοὺς πόδας του μὲ τὰ ἁμαρτίας της ἐξέσπασεν εἰς κλαυθμούς. Καὶ ἤρχισε νὰ βρέχει τοὺς
αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καὶ ταῖς δάκρυά της, καὶ νὰ τοὺς σπογγίζῃ μὲ τὰς πόδας του μὲ τὰ ἄφθονα δάκρυά της καὶ τοὺς ἐσπόγγιζε μὲ τὰς
θριξὶ της κεφαλῆς αὐτῆς τρίχας τῆς κεφαλῆς της. Συγρόνως δὲ τρίχας τῆς κεφαλῆς της. Συγχρόνως δὲ ἐφιλοῦσε μὲ εὐλαβῆ πόθον
ἐξέμασσε, καὶ κατεφίλει τοὺς ἐφιλοῦσε συνεχῶς μὲ βαθεῖαν εὐλάβειαν τοὺς πόδας του καὶ τοὺς ἔλειφε μὲ τὸ μύρον.
πόδας αὐτοῦ καὶ ἤλειφε τῷ τοὺς πόδας του καὶ τοὺς ἤλειφε μὲ μύρον.

73/255
μύρῳ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


7,39 Ἰδὼν δὲ ὁ Φαρισαῖος ὁ 39 Ὅταν δὲ ὁ Φαρισαῖος, ποὺ τὸν εἶχε 39 Ὅταν δὲ εἶδεν αὐτὸ ὁ Φαρισαῖος, ποὺ τὸν ἐκάλεσεν εἰς τὸ γεῦμα,
καλέσας αὐτὸν εἶπεν ἐν ἑαυτῷ καλέσει εἰς τὸ γεῦμα, εἶδε τὸ γεγονὸς αὐτό, ἐσκέφθη μέσα του καὶ εἶπεν· Αὐτός, ἐὰν ἦτο προφήτης, θὰ ἐγνώριζε
λέγων· οὗτος εἰ ἦν προφήτης, εἶπε μέσα του· Ἐὰν αὐτὸς ἦτο προφήτης, θὰ διὰ τοῦ διορατικοῦ πνεύματος, ποὺ ἔχουν οἱ προφῆται, ποία εἶναι
ἐγίνωσκεν ἄν τίς καὶ ποταπὴ ἡ ἐγνώριζε ποίας διαγωγῆς εἶναι ἡ γυναῖκα καὶ ποίαν διαγωγὴν καὶ ποῖον βίον διεφθαρμένον ἔχει ἡ γυναῖκα
γυνὴ ἥτις ἅπτεται αὐτοῦ, ὅτι αὐτή ποὺ τὸν ἐγγίζει, θὰ ἐγνώριζε δηλαδὴ αὐτή, ποὺ τὸν ἐγγίζει· θὰ ἐγνώριζε δηλαδὴ ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή.
ἁμαρτωλός ἐστι. ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή.
7,40 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς 40 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπαντῶν εἰς τοὺς 40 Καὶ τότε ὁ Ἰησοῦς ἀπαντῶν εἰς τοὺς ἀποκρύφους αὐτοὺς
εἶπε πρὸς αὐτόν· Σίμων, ἔχω διαλογισμοὺς αὐτοὺς τοῦ Σίμωνος εἶπε· διαλογισμοὺς τοῦ Φαρισαίου τοῦ εἶπε· Σίμων, ἔχω κάτι νὰ σοῦ εἴπω.
σοι τι εἰπεῖν. Ὁ δέ φησι· «Σίμων, ἔχω κάτι νά σοῦ πῶ». Ἐκεῖνος δὲ Αὐτὸς δὲ εἶπε· Διδάσκαλε, εἰπέ.
διδάσκαλε, εἰπέ. εἶπε· «διδάσκαλε, λέγε».
7,41 Δύο χρεωφειλέται ἦσαν 41 Ἦσαν δύο χρεωφειλέται πρὸς κάποιον 41 Ἦσαν εἰς κάποιον δανειστὴν δύο χρεωφειλέται. Ὁ ἕνας
δανειστῇ τινι· ὁ εἷς ὤφειλε δανειστήν. Ὁ ἔνας τοῦ ἐχρεωστοῦσε ἐχρεώστει πεντακόσια δηνάρια, ὁ ἄλλος πεντήκοντα.
δηνάρια πεντακόσια, ὁ δὲ πεντακόσια δηνάρια ὁ δὲ ἄλλος πενῆντα.
ἕτερος πεντήκοντα.
7,42 Μὴ ἐχόντων δὲ αὐτῶν 42 Ἐπειδὴ δὲ δὲν εἶχαν αὐτοὶ νὰ ἐξοφλήσουν 42 Ἐπειδὴ δὲ αὐτοὶ δὲν εἶχαν νὰ δώσουν πάλιν τὰ δανεικά, ὁ
ἀποδοῦναι, ἀμφοτέροις τὸ χρέος των, ὁ δανειστὴς τὸ ἐχάρισε καὶ εἰς δανειστὴς ἐχάρισε τὸ χρέος καὶ εἰς τοὺς δύο. Εἰπέ μου λοιπὸν τώρα,
ἐχαρίσατο. Τίς οὖν αὐτῶν, εἶπε, τοὺς δύο. Πές μου, ποιὸς ἀπὸ τοὺς δύο θὰ ποῖος ἐξ αὐτῶν θὰ ἀγαπήσῃ τοῦτον περισσότερον;
πλεῖον αὐτὸν ἀγαπήσει; τὸν ἀγαπήσῃ περισσότερον;»
7,43 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Σίμων 43 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Σίμων καὶ εἶπε· νομίζω, ὅτι 43 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Σίμων καὶ εἶπε· Νομίζω, ὅτι ἐκεῖνος εἰς τὸν ὁποῖον
εἶπεν· ὑπολαμβάνω ὅτι ᾧ τὸ ἐκεῖνος εἰς τὸν ὁποῖον ἐχάρισε τὸ ὁ δανειστὴς ἐχάρισε τὸ περισσότερον χρέος, αὐτὸς καὶ θὰ ἀγαπήσῃ
πλεῖον ἐχαρίσατο. Ὁ δὲ εἶπεν μεγαλύτερον χρέος». Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· περισσότερον. Ὁ Ἰησοῦς δὲ τοῦ εἶπε τότε· Ὀρθῶς ἔκρινας.
αὐτῷ· ὀρθῶς ἔκρινας. «ὀρθὴ εἶναι ἡ κρίσις σου».
7,44 Καὶ στραφεὶς πρὸς τὴν 44 Καὶ ἀφοῦ ἐγύρισε πρὸς τὴν γυναῖκα, εἶπε 44 Καὶ ἀφοῦ ἔστρεψε πρὸς τὴν γυναῖκα, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα·
γυναῖκα τῷ Σίμωνι ἔφη· εἰς τὸν Σίμωνα· «βλέπεις αὐτὴν τὴν γυναῖκα; Βλέπεις αὐτὴν τὴν γυναῖκα; Ἐμβῆκα εἰς τὸν οἶκον σου καὶ δέν μοῦ
βλέπεις ταύτην τὴν γυναῖκα; Ἦλθα εἰς τὸ σπίτι σου καὶ δὲν μοῦ ἔδωσες ἔρριψες νερὸ διὰ νὰ πλύνω τοὺς πόδας μου· αὐτὴ ὅμως ὄχι μὲ

74/255
Εἰσῆλθόν σου εἰς τὴν οἰκίαν, νερὸ νὰ διὰ τὸ πλύσιμο τῶν ποδιῶν μου. κοινὸν νερό, ἀλλὰ μὲ αὐτὰ τὰ δάκρυά της μοῦ ἔβρεξε τοὺς πόδας

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὕδωρ ἐπὶ τοὺς πόδας μου οὐκ Αὐτὴ ὅμως ἔβρεξε τὰ πόδια μου μὲ τὰ καὶ μοῦ τοὺς ἐσπόγγισε μὲ τὰς τρίχας τῆς κεφαλῆς της.
ἔδωκας· αὕτη δὲ τοῖς δάκρυσιν δάκρυα της καὶ τὰ ἐσπόγγισε μὲ τὰς τρίχας
ἔβρεξέ μου τοὺς πόδας καὶ ταῖς τῂς κεφαλῆς της.
θριξὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς
ἐξέμαξε.
7,45 Φίλημά μοι οὐκ ἔδωκας· 45 Σὺ δὲν μοῦ ἔδωσες φίλημα, ὅπως 45 Σὺ δέν μοῦ ἔδωκες φίλημα οὔτε εἰς τὸ πρόσωπον. Αὐτὴ ὅμως,
αὕτη δὲ ἀφ' ἧς εἰσῆλθεν οὐ συνηθίζουν διὰ τὸν κάθε φιλοξενούμενον· ἀπὸ τὴν ὥραν ποὺ ἐμβῆκε, δὲν ἔπαυσε μὲ πολλὴν ταπείνωσιν νὰ
διέλιπε καταφιλοῦσά μου τοὺς αὐτὴ δὲ ἀπὸ τὴν ὥραν ποὺ ἐμπῆκε εἰς τὸ μοῦ καταφιλῇ τοὺς πόδας.
πόδας. σπίτι, δὲν ἔπαυσε μὲ πολλὴν εὐλάβειαν νὰ
καταφιλῇ τοὺς πόδας μου.

7,46 Ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου 46 Σὺ δὲν μοῦ ἄλειψες τὴν κεφαλὴν οὔτε μὲ 46 Σὺ δὲν μοῦ ἤλειψες τὴν κεφαλὴν μὲ ἀπλοῦν ἔλαιον, ποὺ εἶναι
οὐκ ἤλειψας· αὕτη δὲ μύρῳ ἁπλὸ λάδι. Αὐτὴ δὲ μοῦ ἄλειψε τοὺς πόδας τόσον ἐθηνόν. Αὐτὴ ὅμως μὲ πανάκριβον μύρον μοῦ ἤλειψεν ὄχι
ἤλειψέ μου τοὺς πόδας. μὲ πανάκριβο μύρον. τὴν κεφαλήν, ἀλλὰ τοὺς πόδας.
7,47 Οὗ χάριν λέγω σοι, 47 Ἕνεκα δὲ τούτου ἀκριβῶς σοῦ λέγω ὅτι 47 Ἕνεκα δὲ τούτου, σὲ βεβαιῶ καὶ μάθε το, εἶναι συγχωρημέναι αἱ
ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ εἶναι συγχωρημέναι αἱ πολλαὶ αὐτῆς πολλαί της ἁμαρτίαι, διότι ἠγάπησε πολύ. Ἐζήτησε τὴν ἄφεσιν τοῦ
πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολὺ· ᾧ δὲ ἁμαρτίαι, διότι ἠγάπησε πολὺ ἐμὲ τὸν χρέους τῶν ἁμαρτιῶν της, γεμᾶτη εὐγνωμοσύνην καὶ ἀφοσίωσιν
ὀλίγον ἀφίεται, ὀλίγον ἀγαπᾷ. Λυτρωτήν, καὶ ἐπόθησε βαθύτατα τὴν πρὸς ἐμέ, ποὺ θὰ τὴν συνεχώρουν. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ νομίζει, ὅτι δὲν
λύτρωσίν της. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ νομίζει ὅτι χρεωστεῖ πολλά, καὶ εἰς τὸν ὁποῖον κατὰ τὴν ἰδέαν του ἀφίνεται
ὀλίγον χρέος ἔχει ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, ὀλίγον ὀλίγον χρέος, ὀλίγον ἀγαπᾷ, ὅπως συμβαίνει μὲ σέ. Ἡ γυναῖκα
ἀγαπᾷ». δηλαδὴ αὐτὴ μὲ ἠγάπησεν ὡς σωτῆρα της πολὺ περισσότερον ἀπὸ
σέ, ποὺ δὲν αἰσθάνεσαι τόσον τὴν ἀνάγκην νὰ σὲ σώσω.
7,48 Εἶπε δὲ αὐτῇ· ἀφέωνταί 48 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· «εἶναι 48 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτήν· Εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου.
σου αἱ ἁμαρτίαι. συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου»
7,49 Καὶ ἤρξαντο οἱ 49 Καὶ αὐτοί, ποὺ παρεκάθηντο μαζῆ του εἰς 49 Καὶ ἤρχισαν αὐτοί, ποὺ ἐκάθηντο μαζὶ εἰς τὸ τραπέζι, νὰ λέγουν

75/255
συνανακείμενοι λέγειν ἐν τὸ τραπέζι ἤρχισαν νὰ σκέπτωνται καὶ νὰ μέσα τους· Ποῖος εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος καὶ ἁμαρτίας ἀκόμη τολμᾷ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἑαυτοῖς· τίς οὗτός ἐστιν ὃς καὶ λέγουν ἀπὸ μέσα των· «ποιὸς εἶναι αὐτός, ὁ νὰ συγχωρῇ;
ἁμαρτίας ἀφίησιν; ὁποῖος καὶ ἁμαρτίας ἀκόμη συγχωρεῖ;»
7,50 Εἶπε δὲ πρὸς τὴν γυναῖκα· 50 Εἶπε δὲ πρὸς τὴν γυναῖκα ὁ Ἰησοῦς· «ἡ 50 Ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς τὴν γυναῖκα· Οἱ ὁμοτράπεζοί μου δὲν
ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πίστις σου σὲ ἔχει σώσει· πήγαινε μὲ ἔχουν τὴν πίστιν τὴν ἰδικήν σου. Σὺ ἦλθες εἰς ἐμὲ μὲ τὴν
πορεύου εἰς εἰρήνην. εἰρηνικὴ καὶ καθαρὰν τὴν καρδίαν σου εἰς πεποίθησιν ὅτι θὰ λάβῃς τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν σου. Ἡ πίστις
τὸν δρόμον τῆς εἰρήνης». σου αὐτὴ σὲ ἔσωσε. Πήγαινε μὲ τὴν συνείδησιν ἤρεμον καὶ μὲ τὴν
καρδίαν γεμᾶτην εἰρήνην. Καὶ πρόσεξε νὰ μὴ χάσῃς ποτὲ τὴν
εἰρήνην αὐτήν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 8Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
8,1 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς Κατὰ τὸν χρόνον ποὺ ἀκολούθησε, Καὶ εἰς τὸν μετέπειτα χρόνον συνέβη ὁ Ἰησοῦς νὰ διέρχεται μίαν
καὶ αὐτὸς διώδευε κατὰ πόλιν ἐπερνοῦσε ὁ Κύριος τὴν μίαν μετὰ τὴν πρὸς μίαν ἕκαστην πόλιν καὶ χωρίον, καὶ ἐκήρυττε καὶ ἐδίδασκε τὸ
καὶ κώμην κηρύσσων καὶ ἄλλην, κάθε πόλιν καὶ χωρίον καὶ ἐκήρυττε χαρμόσυνον μήνυμα, ὅτι διὰ τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας
εὐαγγελιζόμενος τὴν καὶ ἐδίδασκε τὸ χαρμόσυνον ἄγγελμα τὴς ἐπεκτείνεται καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ἡ οὐράνιος βασιλεῖα τοῦ Θεοῦ. Ἦσαν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μαζῆ δὲ μὲ αὐτὸν ἦσαν δὲ μαζί του εἰς τὴν περιοδείαν αὐτὴν καὶ οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι,
δώδεκα σὺν αὐτῷ, καὶ οἱ δώδεκα μαθηταί,
8,2 καὶ γυναῖκές τινες αἳ ἦσαν 2 καὶ μερικαὶ γυναῖκες αἱ ὁποῖαι εἶχαν 2 καὶ μερικαὶ γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι εἶχαν θεραπευθῇ ὑπὸ τοῦ Ἰησοῦ
τεθεραπευμέναι ἀπὸ νόσων θεραπευθῇ ὑπ' αὐτοῦ ἀπὸ νόσους καὶ ἀπὸ νοσήματα καὶ βασανιστικοὺς πόνους καὶ ἀπὸ πνεύματα
καὶ μαστίγων καὶ πνευμάτων βασανιστικὲς παθήσεις καὶ ἀπὸ πνεύματα πονηρὰ καὶ ἀσθενείας. Δηλαδὴ ἡ Μαρία, ἡ ὁποία ἐλέγετο
πονηρῶν καὶ ἀσθενειῶν, πονηρὰ καὶ ἀπὸ ἀσθενείας ἡ Μαρία, ἡ ὁποία Μαγδαληνή, (διότι πιθανῶς κατήγετο ἀπὸ τὰ Μάγδαλα), ἀπὸ τὴν
Μαρία ἡ καλουμένη ἐλέγετο Μαγδαληνὴ καὶ ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὁποίαν διὰ τῆς παρεμβάσεως τοῦ Κυρίου εἶχαν βγῇ ἑπτὰ δαιμόνια,
Μαγδαληνή, ἐφ' ἧς δαιμόνια εἶχαν ἐκδιωχθῆ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Κυρίου
ἑπτὰ ἐξεληλύθει, ἑπτὰ δαιμόνια

76/255
8,3 καὶ ᾿Ιωάννα γυνὴ Χουζᾶ 3 καὶ ἡ Ἰωάννα, σύζυγος τοῦ Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος 3 καὶ ἡ Ἰωάννα ἡ σύζυγος τοῦ Χουζά, τοῦ οἰκονομοῦ καὶ
ἐπιτρόπου Ἡρῴδου, καὶ ἦτο οἰκονομικὸς διαχειριστὴς τοῦ Ἡρῴδου διαχειριστοῦ τοῦ Ἡρῴδου, καὶ ἡ Σουσάννα καὶ πολλαὶ ἄλλαι, αἱ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Σουσάννα καὶ ἕτεραι πολλαί, καὶ ἡ Σουσάννα καὶ ἄλλαι πολλαί, αἱ ὁποῖαι ὁποῖαι ὑπηρέτουν τὸν Κύριον καὶ εἰσέφερον διὰ τὴν συντήρησιν
αἴτινες διηκόνουν αὐτῷ ἀπὸ ὑπηρετοῦσαν αὐτὸν καὶ προσέφεραν διὰ τὴν αὐτοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων του ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά των.
τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς. συντήρησιν αὐτοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ
τὰ ὑπάρχοντά των.
8,4 Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ 4 Ἐνῶ δὲ ἐμαζεύετο πολὺς λαὸς καὶ ἀπὸ 4 Ἐνῷ δὲ ἐμαζεύετο λαὸς πολὺς καὶ ἤρχοντο ἀπὸ κάθε πόλιν εἰς
καὶ τῶν κατὰ πόλιν κάθε πόλιν ἤρχοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν ὁ αὐτὸν διὰ νὰ τὸν ἀκούσουν, εἶπεν ὁ Κύριος μὲ παραβολήν·
ἐπιπορευομένων πρὸς αὐτὸν Κύριος διδασκαλίαν μὲ παραβολήν.
εἶπε διὰ παραβολῆς·
8,5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ 5 Ἐβγῆκε ὁ σπορεὺς εἰς τὸ χωράφι, διὰ νὰ 5 Ἐβγῆκεν αὐτός, ποὺ σπέρνει ἔξω εἰς τὸ χωράφι, διὰ νὰ σπείρῃ τὸν
σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ σπείρῃ τὸν σπόρον του. Καὶ καθὼς αὐτὸς σπόρον του. Καὶ καθὼς αὐτὸς ἔσπερνεν, ἄλλο μὲν μέρος τοῦ
ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔσπερνε, ἄλλο μὲν μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σπόρου ἔπεσε κοντὰ εἰς τὸν δρόμον τοῦ χωραφιοῦ καὶ κατεπατήθη
ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κοντὰ εἰς τὸν δρόμον, κατεπατήθη ἀπὸ τοὺς ἀπὸ τοὺς διαβάτας, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ τὸ κατέφαγαν.
κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ διαβάτας καὶ τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ τὸ
τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό κατέφαγαν.
8,6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν 6 Καὶ ἄλλο ἔπεσε εἰς τὴν πετρώδη γῆν καὶ 6 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσεν ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν, καὶ ἀφοῦ
πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ ἀφοῦ ἐφύτρωσε, ἐξηράνθη, διότι δὲν εἶχε ἐφύτρωσεν, ἐξηράνθη, ἐπειδὴ δὲν εἶχεν ὑγρασίαν.
τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· ὑγρασίαν.
8,7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ 7 Καὶ ἄλλο ἔπεσε ἀνάμεσα εἰς ἀγκάθια καὶ 7 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσε μέσα εἰς ἔδαφος γεμᾶτον ἀπὸ σπόρους
τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι καθὼς ἐβλάστησαν καὶ ἐμεγάλωσαν τὰ ἀγκαθιῶν. Καὶ ἐβλάστησαν μαζὶ τὰ ἀγκάθια καὶ τὸ ἔπνιξαν
αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. ἀγκάθια, τὸ ἔπνιξαν ἐντελῶς. τελείως.
8,8 Καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν 8 Καὶ ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὴν εὔφορον καὶ 8 Καὶ ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε μέσα εἰς τὴν γῆν τὴν μαλακὴν
γῆν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καλὴν γῆν καὶ ἀφοῦ ἐφύτρωσε, ἔκαμε καὶ εὔφορον καὶ ὅταν ἐφύτρωσεν, ἔκαμε καρπὸν ἑκατὸν φορὰς
καρπὸν ἐκατονταπλασίονα. καρπὸν ἑκατονταπλάσιον». Ἐνῶ δὲ ἔλεγε περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι ὁ σπόρος. Ἐνῷ δὲ ἔλεγεν αὐτά, διὰ νὰ δώσῃ
Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων αὐτά, εἶπε μὲ φωνὴν μεγάλην· «Ἐκεῖνος ποὺ μεγαλύτερον τόνον εἰς τοὺς λόγους του καὶ διεγείρῃ τὴν προσοχὴν
ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. ἔχει αὐτιὰ πνευματικά, διὰ νὰ ἀκούῃ τὴν τῶν ἀκροατῶν του, ἐφώναζε δυνατά· Αὐτὸς ποὺ ἔχει αἰτιὰ

77/255
ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ, ἂς ἀκούῃ αὐτά ποὺ ἐγὼ πνευματικὰ καὶ ἐνδιαφέρον πνευματικὸν διὰ νὰ ἀκούῃ καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διδάσκω». ἐγκολπώνεται αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς ἀκούῃ.
8,9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ 9 Τὸν ἐρωτοῦσαν δὲ οἱ μαθηταί του 9 Τὸν ἐρωτοῦσαν δὲ οἱ μαθηταί του καὶ ἔλεγαν· Ποία εἶναι ἡ ἔννοια
μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τί εἴη λέγοντες· «ποιὸ εἶναι τὸ νόημα αὐτῆς τῆς καὶ ἡ σημασία αὐτῆς τῆς παραβολῆς;
ἡ παραβολὴ αὕτη; παραβολῆς;»
8,10 Ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται 10 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· «εἰς σᾶς ποὺ ἔχετε 10 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· Εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε ἐνδιαφέρον καὶ καλὴν
γνῶναι τὰ μυστήρια της ἀγαθὴν διάθεσιν, ἐδόθη ἀπὸ τὸν Θεὸν τὸ διάθεσιν, ἐδόθη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὡς χάρις νὰ μάθετε τὰς μυστηριώδεις
βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ προνόμιον καὶ ἡ χάρις νὰ γνωρίζετε τὰς ἀληθείας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, εἰς τοὺς ἄλλους ὅμως ὁμιλῶ μὲ
λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα μυστηριώδεις ἀληθείας της βασιλείας τοῦ παραβολάς. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἐνδιαφέρον διὰ νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ
βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ Θεοῦ. Τοὺς ἄλλους δὲ (ἐπειδὴ δὲν ἔχουν δεχθοῦν τὰς πνευματικὰς ἀληθείας. Καὶ ὁ νοῦς των εἶναι παχυλὸς
ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. ἀγαθὴν διάθεσιν καὶ ἐνδιαφέρον νὰ καὶ ἀνίκανος διὰ πνευματικὴν διδασκαλίαν. Δι’ αὐτὸ διδάσκω μὲ
ἀκούσουν καὶ δεχθοῦν τὴν ἀλήθειαν καὶ διὰ τὸν τρόπον αὐτόν, διὰ νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ ἴδουν βαθύτερον καὶ
νὰ τοὺς προφυλάξω ἀπὸ τὴν μεγάλη καθαρώτερον, ἐνῷ βλέπουν μὲ τοὺς ὀφθαλμοῦς τοῦ σώματος, διὰ
εὐθύνην, ποὺ θὰ εἶχαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἂν νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ καταλάβουν, ἐνῷ ἄκουουν τὴν διδασκαλίαν,
ἐκαταλάβαιναν καὶ περιφρονοῦσαν τὰς ποὺ τοὺς ἐξηγεῖ τὰ μυστήρια. Καὶ πράττω τοῦτο ὄχι μόνον κατὰ
θείας ἀληθείας) τοὺς διδάσκω μὲ λόγον δικαιοσύνης, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀγαθότητος, ἵνα μὴ οὔτοι διὰ τῆς
παραβολάς, ὥστε, ἐνῶ βλέπουν νὰ μὴ περιφρονήσεως τῆς ἀληθείας ἐπιβαρύνουν τὴν θέσιν των καὶ
ἠμποροῦν νὰ εἰσχωρήσουν εἰς τὸ βαθύτερον σκληρυνθοῦν περισσότερον.
νόημα, καὶ ἐνῶ ἀκούουν νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ
ἐνοήσουν τὴν ἀλήθειαν.
8,11 Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· 11 Τὸ νόημα δὲ τῆς παραβολῆς αὐτῆς εἶναι 11 Εἶναι δὲ ἡ ἔννοια τῆς παραβολῆς αὐτή. Ὁ σπόρος σημαίνει τὸν
ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ τὸ ἐξῆς· Ὁ σπόρος συμβολίζει τὸν λόγον τοῦ λόγον τοῦ Θεοῦ.
Θεοῦ· Θεοῦ.
8,12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν 12 Ἐκεῖνοι δέ ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς τὸ ἔδαφος 12 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς τὸ ἔδαφος, τὸ ὁποῖον εἶναι
οἱ ἀκούσαντες, εἴτα ἔρχεται ὁ κοντὰ εἰς τὸν δρόμον, εἶναι ὅσοι ἤκουσαν πλησίον εἰς τὸν δρόμον, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἤκουσαν ἁπλῶς καὶ μόνον
διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον καὶ δὲν ἐπρόσεξαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. τὸν λόγον. Ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν λόγον ἀπὸ

78/255
ἀπὸ της καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ Ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ παίρνει τὸν τὰς καρδίας των, διὰ νὰ μὴ πιστεύσουν εἰς τὸν λόγον καὶ σωθοῦν.
πιστεύσαντες σωθῶσιν. λόγον ἀπὸ τὴν καρδία των, διὰ νὰ μὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πιστεύσουν καὶ σωθοῦν.
8,13 Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ 13 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ συμβολίζονται μὲ τὴν 13 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἐδέχθησαν τὸν σπόρον, ὁ ὁποῖος ἔπεσεν ἐπὶ τῆς
ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς πετρώδη γῆν, εἶναι ὅσοι ὅταν ἀκούσουν πέτρας, εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἀκούσουν, δέχονται μὲ χαρὰν
δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι δέχονται μὲ χαρὰν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, δὲν καὶ ἐνθουσιασμὸν τὸν λόγον. Δὲν ἔχει ὅμως εἰς αὐτοὺς ρίζαν
ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς ἔχουν ὅμως βαθειὲς ρίζες εἰς τὴν καρδία των βαθεῖαν ὁ λόγος, ὥστε νὰ στερεώσῃ μέσα τους. Ὡς ἐκ τούτου αὐτοὶ
καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ καὶ δι' αὐτὸ ὀλίγον καιρὸν πιστεύουν καὶ εἰς δι’ ὀλίγον χρόνον πιστεύουν καὶ ὅταν ἔλθῃ καιρὸς πειρασμοῦ ἢ
πειρασμοῦ ἀφίστανται. ἐποχὴν πειρασμοῦ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν διωγμοῦ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν πίστιν.
πίστιν.
8,14 Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας 14 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσε εἰς τὰ 14 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὰ ἀγκάθια, σημαίνει
πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀγκάθια, συμβολίζει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἤκουσαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχίζουν μὲ
ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν ἤκουσαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸν καποίαν προθυμίαν νὰ βαδίζουν εἰς τὸν δρόμον τῆς πίστεως.
καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ ἐδέχθησαν καὶ ἐπροσπάθησαν νὰ τὸν Πνίγονται ὅμως ἀπὸ τὰς ἀγωνιώδεις φροντίδας πρὸς ἀπόκτησιν
βίου πορευόμενοι τηρήσουν μὲ κάποιαν προθυμίαν, ἀλλὰ πλοῦτου, καὶ ἀπὸ τὰς ἀπολαύσεις βίου σαρκικοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον τὰ
συμπνίγονται καὶ οὐ πνίγονται ἀπὸ ἀγωνιώδεις φροντίδας διὰ ἀποκτηθέντα πλούτη διευκολύνουν, καὶ ἔτσι δὲν προκόπτουν, οὔτε
τελεσφοροῦσι. τὴν ἀπόκτησιν πλούτου καὶ ἀπὸ τὰς βγάζουν πέρα μέχρι τέλους τὸν καρπόν.
ὑλιστικὰς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς, καὶ
ἔτσι δὲν προχωροῦν μέχρι τέλους, ὥστε νὰ
ἔχουν καλοὺς καὶ μονίμους καρπούς.
8,15 Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί 15 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἐσπάρθηκε 15 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν εὔφορον γῆν,
εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ εἰς τὴν εὔφορον γῆν, συμβολίζει τοὺς σημαίνει τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μὲ καρδίαν
καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν καλοπροαιρέτους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μὲ καλοπροαίρετον, εὐθεῖαν καὶ ἀγαθὴν ἤκουσαν καὶ κατενόησαν τὸν
λόγον κατέχουσι καὶ καλὴν καὶ ἀγαθὴν καρδίαν, ἀφοῦ ἤκουσαν λόγον καὶ τὸν κρατοῦν σφικτὰ μέσα των, καὶ καρποφοροῦν τὰς
καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ. τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸν κρατοῦν μὲ ἀρετὰς δεικνύοντες ὑπομονὴν καὶ καρτερίαν εἰς τὰς θλίψεις καὶ
προσοχὴν καὶ εὐλάβειαν μέσα των καὶ τοὺς πειρασμοὺς καὶ εἰς ὅλα τὰ προσκόμματα, ποὺ συναντοῦν εἰς
ἔχουν ὡς καρποὺς τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς μαζῆ τὴν ἄσκησιν τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

79/255
μὲ τὴν ὑπομονήν, τὴν ὁποίαν θὰ δεικνύουν
εἰς διαφόρους θλίψεις καὶ περιπετείας.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


8,16 Οὐδεὶς δὲ λύχνον ἅψας 16 Κανεὶς δέ, ὅταν ἀνάψῃ λύχνον, δὲν τὸν 16 Μὲ τὴν διδασκαλίαν μου ἤναψα εἰς τὰς ψυχάς σας φῶς καὶ
καλύπτει αὐτὸν σκεύει ἢ σκεπάζει μὲ δοχεῖον οὔτε τὸν βάζει κάτω ἐγίνατε πνευματικοὶ λύχνοι. Κανεὶς δέ, ὅταν ἀνάψῃ λύχνον, δὲν τὸν
ὑποκάτω κλίνης τίθησιν, ἀλλ' ἀπὸ τὸ κρεββάτι, ἀλλὰ ἐπάνω εἰς τὸν σκεπάζει μὲ δοχεῖον, οὔτε τὸν τοποθετεῖ κάτω ἀπὸ τὸ κρεββάτι.
ἐπὶ λυχνίας ἐπιτίθησιν, ἵνα οἱ λυχνοστάτην, ὥστε ὅσοι εἰσέρχονται νὰ Ἀλλὰ τὸν βάζει ἐπάνω εἰς τὸν λυχνοστάτην, διὰ νὰ βλέπουν τὸ φῶς
εἰσπορευόμενοι βλέπωσι τὸ βλέπουν τὸ φῶς. Καὶ ἡ διδασκαλία μου εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἐμβαίνουν εἰς τὸ δωμάτιον.
φῶς. φῶς ἐπὶ τὴν λυχνίαν, ὥστε ὅσοι θέλουν νὰ
βλέπουν ποῦ καί πῶς νὰ προχωροῦν.
8,17 Οὐ γάρ ἐστι κρυπτὸν ὃ οὐ 17 Δὲν ὑπάρχει κρυπτόν, τὸ ὁποῖον δὲ θὰ 17 Ἔτσι καὶ σεῖς σὰν ἄλλος λύχνος καλὰ τοποθετημένος πρέπει νὰ
φανερὸν γενήσεται, οὐδὲ γίνῃ φανερὸν καὶ μυστικόν, τὸ ὁποῖον δὲ θὰ φωτίζετε τοὺς ἀνθρώπους καὶ αὐτά, ποὺ ἀκούετε τώρα, νὰ μὴ τὰ
ἀπόκρυφον ὃ οὐ γνωσθήσεται γίνῃ γνωστὸν καὶ δὲ θὰ φανερωθῇ. Αὐτὸ κρύπτετε, ἀλλὰ νὰ μεταδίδετε ταῦτα καὶ εἰς τοὺς ἄλλους. Διότι δὲν
καὶ εἰς φανερὸν ἔλθῃ. συμβαίνει καὶ μὲ τὴν διδασκαλία μου, ἡ ὑπάρχει κρυφόν, τὸ ὀποῖον δὲν θὰ γίνῃ φανερόν· οὔτε μυστικόν, τὸ
ὁποία ὀπωσδήποτε θὰ γίνῃ γνωστὴ εἰς ὅλον ὁποῖον δὲν θὰ γίνῃ γνωστὸν καὶ δὲν θὰ φανερωθῇ. Καὶ ἡ
τὸν κόσμον. διδασκαλία μου λοιπόν, ἀκόμη καὶ ἐὰν σεῖς τὴν κρατήσετε
μυστικήν, θὰ φανερωθῇ ἀπὸ ἄλλους καὶ θὰ φωτίσῃ τὸν κόσμον.
8,18 Βλέπετε οὖν πῶς ἀκούετε· 18 Λοιπὸν σεῖς, ποὺ σὰν Ἀπόστολοι τῆς 18 Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ διδασκαλία μου θὰ γίνῃ φανερά, προσέχετε !
ὃς γὰρ ἐὰν ἔχῃ, δοθήσεται οἰκουμένης θὰ τὴν διαδώσετε, προσέχετε Σεῖς, ποὺ θὰ τὴν διαδώσετε, πῶς τὴν ἀκούετε. Νὰ τὴν ἀκούετε μὲ
αὐτῷ καὶ ὃς ἐὰν μὴ ἔχῃ, καὶ ὃ πῶς τὴν ἀκούετε. (Νὰ τὴν ἀκούετε μὲ καθαρὰν καρδίαν καὶ νὰ τὴν κατανοῆτε καὶ νὰ τὴν ἐγκολπώνεσθε,
δοκεῖ ἔχειν ἀρθήσεται ἀπ' ἀκλόνητον πίστιν, διὰ νὰ τὴν κάμετε κτῆμα ὥστε νὰ γίνετε τέλειοι διδάσκαλοι τῆς ἀληθείας. Διότι εἰς ἐκεῖνον,
αὐτοῦ. σας). Διότι εἰς ἐκεῖνον ποὺ κατέχει τὴν ποὺ ἀκούει προθύμως τὴν ἀλήθειαν καὶ κατέχει αὐτήν, θὰ τοῦ δοθῇ
ἀλήθειαν, θὰ τοῦ δοθῇ πλουσιωτέρα καὶ μεγαλυτέρα καὶ πλουσιωτέρα γνῶσις καὶ φωτισμὸς τῆς ἀληθείας.
καθαρωτέρα. Ἐνῶ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ Καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ δὲν κατέχει τὴν ἀλήθειαν, θὰ ἀφαιρεθῇ καὶ
ἀδιαφορίαν δὲν κατέχει τὴν ἀλήθειαν, θὰ ἐκεῖνος ὁ βαθμὸς τῆς γνώσεως, ποὺ τοῦ φαίνεται, ὅτι κατέχει.
τοῦ ἀφαιρεθῇ καὶ αὐτό ποὺ νομίζει ὅτι ἔχει».
8,19 Παρεγένοντο δὲ πρὸς 19 Ἐνῶ δὲ ἐδίδασκε, ἦλθον πρὸς αὐτὸν ἡ 19 Ἦλθον δὲ ἐν τῷ μεταξὺ πρὸς αὐτὸν ἡ μητέρα του καὶ οἱ
αὐτὸν ἡ μήτηρ καὶ οἱ ἀδελφοὶ μητέρα του καὶ οἱ νομιζόμενοι ἀδελφοὶ του νομιζόμενοι ἀδελφοί του καὶ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ τὸν πλησιάσουν

80/255
αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἠδύναντο καὶ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ τὸν πλησιάσουν, καὶ νὰ τοῦ ὁμιλήσουν ἕνεκα τῆς συρροῆς τοῦ πλήθους.
συντυχεῖν αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον. ἕνεκα τοῦ λαοῦ, ποὺ τὸν περιεστοίχιζε.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


8,20 Καὶ ἀπηγγέλη αὐτῷ 20 Καὶ μερικοὶ ἀνήγγειλαν εἰς αὐτὸν ὅτι «ἡ 20 Καὶ τοῦ ἀνηγγέλθη ἀπὸ μερικούς, ποὺ τοῦ εἶπαν· Ἡ μητέρα σου
λεγόντων· ἡ μήτηρ σου καὶ οἱ μητέρα σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου στέκονται καὶ οἱ ἀδελφοί σου στέκονται ἔξω καὶ θέλουν νὰ σὲ ἴδουν.
ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω ἔξω καὶ θέλουν νὰ σὲ ἰδοῦν».
ἰδεῖν σε θέλοντες.
8,21 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε πρὸς 21 Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· «μητέρα 21 Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Μητέρα μου καὶ ἀδελφοί μου
αὐτούς· μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου καὶ ἀδελφοί μου εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι αὐτοὶ ἐδῶ, ὅσοι ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν τηροῦν
μου οὗτοί εἰσιν οἱ τὸν λόγον ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν τηροῦν εἰς τὸν βίον των, χωρὶς νὰ τὸν παραβαίνουν καὶ τὸν ἀθετοῦν.
τοῦ Θεοῦ ἀκούοντες καὶ εἰς τὴν ζωήν των».
ποιοῦντες αὐτόν.
8,22 Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν 22 Μίαν δὲ ἀπὸ τὰς ἡμέρας αὐτάς, ἐμπῆκε ὁ 22 Καὶ συνέβη κατὰ μίαν ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, ποὺ περιώδευεν ὁ
ἡμερῶν καὶ αὐτὸς ἐνέβη εἰς Ἰησοῦς εἰς κάποιο πλοῖον μαζῆ μὲ τοὺς Ἰησοῦς τὰς πόλεις καὶ τὰ χωρία, καὶ αὐτὸς ἐμβῆκεν εἰς κάποιο
πλοῖον καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, μαθητάς του καὶ εἶπε εἰς αὐτούς· «ἂς πλοῖον καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸν ἐμβῆκαν καὶ οἱ μαθηταί του. Καὶ εἶπε
καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· περάσωμεν εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος τῆς πρὸς αὐτούς· Ἂς περᾴσωμεν εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος τῆς λίμνης
διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν τῆς λίμνης». Καὶ ἀνοίχθησας εἰς τὴν λίμνην. Γεννησαρέτ. Καὶ ἔπλευσαν εἰς τὰ ἀνοικτά.
λίμνης· καὶ ἀνήχθησαν.
8,23 Πλεόντων δὲ αὐτῶν 23 Ἐνῶ δὲ αὐτοὶ ἔπλεαν, ἀπεκοιμήθη· καὶ 23 Ἐνῷ δὲ αὐτοὶ ἔπλεον, ἀπεκοιμήθη. Καὶ κατέβη ἀπὸ τὰ τριγύρω
ἀφύπνωσε. Καὶ κατέβη λαῖλαψ κατέβη αἰφνιδίως ἀπὸ τὰ γύρω βουνὰ βουνὰ εἰς τὴν λίμνην ἄνεμος σφοδρὸς καὶ αἰφνίδιος. Καὶ ἀπὸ τὰ
ἀνέμου εἰς τὴν λίμνην, καὶ ἄνεμος σφοδρός, θύελλα μεγάλη εἰς τὴν μεγάλα κύματα, ποὺ ἔσπαζαν ἐπάνω εἰς τὸ πλοῖον, ἐγέμιζε τοῦτο
συνεπληροῦντο καὶ λίμνην. Κύματα δὲ μεγάλα ἔσπαζαν εἰς τὸ ὁλονὲν μὲ περισσότερα νερὰ καὶ ἐκινδύνευαν νὰ πνιγοῦν.
ἐκινδύνευον. πλοῖον καὶ νερὰ ὁλοένα περισσότερα
εἰσωρμοῦσαν εἰς αὐτό, ὥστε ἐκινδύνευαν νὰ
πνιγοῦν.
8,24 Προσελθόντες δὲ 24 Οἱ δὲ μαθηταὶ προσῆλθον εἰς τὸν Ἰησοῦν, 24 Οἱ μαθηταὶ δέ, ἀφοῦ ἐπλησίασαν εἰς τὸν Ἰησοῦν, τὸν ἐξύπνησαν
διήγειραν αὐτὸν λέγοντες· τὸν ἐξύπνησαν καὶ τοῦ εἶπαν· «διδάσκαλε λέγοντες· Διδάσκαλε, διδάσκαλε, χανόμεθα. Αὐτὸς δέ, ἀφοῦ
ἐπιστάτα ἐπιστάτα, διδάσκαλε, χανόμαστε !» Αὐτὸς δὲ ἐσηκώθη, διέταξεν αὐστηρῶς τὸν ἄνεμον καὶ τὰ κύματα τῆς λίμνης,

81/255
ἀπολλυόμεθα! Ὁ δὲ ἐγερθεὶς ἐσηκώθηκε, διέταξε τὸν ἄνεμον καὶ τὴν καὶ ἔπαυσαν, καὶ ἔγινεν ἀμέσως γαλήνη.
ἐπετίμησε τῷ ἀνέμῳ καὶ τῷ θαλασσοταραχήν, καὶ ἔπαυσαν, καὶ ἔγινε

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


κλύδωνι τοῦ ὕδατος, καὶ ἀμέσως γαλήνη.
ἐπαύσαντο, καὶ ἐγένετο
γαλήνη.
8,25 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ποῦ ἐστιν ἡ 25 Εἶπε δὲ εἰς αὐτούς· «ποῦ εἶναι ἡ πίστις 25 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Ποῦ εἶναι ἡ πίστις σας; Ποὺ εἶναι ἡ
πίστις ὑμῶν; Φοβηθέντες δὲ σας; Τόσα καὶ τόσα θαύματα μὲ εἴδατε νὰ πεποίθησις, τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ ἔχετε, ὅτι ἐφ’ ὅσον μὲ ἔχετε μαζί
ἐθαύμασαν λέγοντες πρὸς κάμνω καὶ ἀκόμα δὲν ἐπιστέψατε μὲ ὅλην σας, δὲν διατρέχετε κανένα κίνδυνον; Ἀφοῦ δὲ κατ’ ἀρχὰς τοὺς
ἀλλήλους· τί ἄρα οὗτός ἐστιν, σας τὴν καρδιὰ εἰς ἐμέ;» Αὐτοὶ κατ' ἀρχὰς κατέλαβε φόβος διὰ τὴν ὑπερφυσικὴν παρουσίαν καὶ
ὅτι καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐπιτάσσει ἐκυριεύθησαν ἀπὸ φόβον καὶ δέος ἐμπρὸς καταπληκτικὴν ἐνέργειαν τῆς θείας δυνάμεως, ἔπειτα ἐθαύμασαν
καὶ τῷ ὕδατι, καὶ ὑπακούουσιν εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Κυρίου, ἔπειτα δὲ ἀπὸ καὶ ἔλεγαν μεταξύ τους: Ποῖος λοιπὸν νὰ εἶναι αὐτός; Εἶναι πολὺ
αὐτῷ; μεγάλον θαυμασμὸν καὶ ἔλεγαν μεταξύ μεγαλύτερος ἀπὸ ὅ,τι τὸν ἐθεωρούσαμεν ἕως τώρα. Διότι διατάσσει
των, «ποιὸς ἆρά γε εἶναι αὐτός; Διότι καὶ τοὺς ἀνέμους καὶ τὰ κύματα τῆς λίμνης καὶ τὸν ὑπακούουν.
διατάσσει τοὺς ἀνέμους καὶ τὰ κύματα καὶ
ὑπακούουν εἰς αὐτόν»!
8,26 Καὶ κατέπλευσεν εἰς τὴν 26 Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὰ ἔπλευσαν καὶ 26 Καὶ ἔφθασαν μὲ τὸ πλοῖον εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ποὺ
χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ἥτις ἀγκυροβόλησαν εἰς τὴν χώραν τῶν εἶναι ἀντικρὺ τῆς Γαλιλαίας.
ἐστὶν ἀντίπερα τῆς Γαλιλαίας. Γαδαρηνῶν, ἡ ὁποία εἶναι ἀντίπερα ἀπὸ τὴν
Γαλιλαίαν.
8,27 Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν 27 Ὁταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐβγῆκεν εἰς τὴν ξηράν, 27 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐβγῆκεν εἰς τὴν ξηράν, τὸν συνήντησε κάποιος
γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις τὸν συνάντησεν ἔνας ἄνθρωπος τῆς πόλεως ἄνθρωπος καταγόμενος ἀπὸ τὴν πόλιν, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα του
ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκείνης, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα του δαιμόνια δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἐφοροῦσεν ἐπάνω του ροῦχα
ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἐφοροῦσε ἔνδυμα καὶ δὲν ἔμενεν εἰς σπίτι, ἀλλὰ μέσα εἰς τὰ μνήματα.
οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ καὶ δὲν ἕμενε σὲ σπίτι, ἀλλὰ μέσα εἰς τὰ
οὐκ ἔμενεν, ἀλλ' ἐν τοῖς μνήματα.
μνήμασιν.
8,28 Ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ 28 Ὀταν ὅμως εἶδε τὸν Ἰησοῦν ἐκραύγασε 28 Ὅταν ὅμως εἶδε τὸν Ἰησοῦν, ἀπὸ τὸν φόβον τοῦ ἐφώναξε δυνατὰ

82/255
ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ δυνατά, ἔπεσεν εἰς τὰ πόδια του καὶ μὲ καὶ ἔπεσεν εἰς τοὺς πόδας του καὶ μὲ φωνὴν μεγάλην εἶπε· Ποία
καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ φωνὴν μεγάλην εἶπε· «ποία σχέσις ὑπάρχει σχέσις ὑπάρχει μεταξὺ ἐμοῦ καὶ σοῦ καὶ τὶ ζητᾷς ἀπὸ ἐμέ, Ἰησοῦ,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀνάμεσα εἰς ἐμὲ καὶ σέ, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσῃς, καὶ μὴ
ὑψίστου; Δέομαί σου, μὴ μὲ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ, μὴ μὲ μοῦ ἐπιβάλῃς τὴν τιμωρίαν νὰ ἐγκλεισθῶ ἀπὸ τώρα εἰς τὰ σκότη
βασανίσῃς. βασανίσῃς καὶ μὴ μὲ κλείσῃς ἀπὸ τώρα εἰς τοῦ Ἅδου.
τὸν φρικτὸν Ἅδην».
8,29 Παρήγγειλε γὰρ τῷ 29 Εἶπε δὲ αὐτὰ ὁ δαιμονιζόμενος, διότι ὁ 29 Εἶπε δὲ τὸν λόγον αὐτὸν ὁ δαιμονιζόμενος, διότι ὁ Ἰησοῦς
πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ Χριστὸς διέταξε τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα νὰ παρήγγειλε καὶ διέταξε τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα νὰ βγῇ ἀπὸ τὸν
ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου, βγῇ καὶ νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ἐπειδὴ ἄνθρωπον. Διότι ἐπὶ πολλὰ ἔτη τὸν εἶχε κυριεύσει. Καὶ λόγῳ τῆς
πολλοῖς γὰρ χρόνος ἀπὸ πολλὰ χρόνια τὸν εἶχεν ἁρπάξει καὶ ἀγρίας ἑξάψεως, ποὺ τοῦ ἐδημιουργεῖ, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλύσεις καὶ μὲ
συνηρπάκει αὐτόν, καὶ κυριεύσει. Οἱ δὲ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἕνεκα τῆς σιδηρᾶ δεσμὰ εἰς τὰ πόδια, ἐπειδὴ τὸν ἐφύλαττον νὰ μὴ
ἐδεσμεῖτο ἀλύσεσι καὶ πέδαις ἀγριότητος αὐτοῦ, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες κακοποιήσῃ ἢ βλάψῃ τινά. Ἀλλ’ αὐτὸς ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ ἐσύρετο
φυλασσόμενος, καὶ καὶ μὲ ἰσχυρὰ δεσμὰ εἰς τὰ πόδια, διὰ νὰ τὸν βιαίως ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τοὺς ἐρήμους τόπους.
διαρρήσσων τὰ δεσμὰ φυλάσσουν, ὥστε νὰ μὴ ἐπιτίθεται καὶ
ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς κακοποιῇ τοὺς ἄλλους. Ἀλλὰ αὐτὸς ἔσπαζε
τὰς ἐρήμους. τὰ δεσμὰ καὶ ὠδηγεῖτο βιαίως ἀπὸ τὸν
δαίμονα εἰς ἐρημικοὺς τόπους.
8,30 Ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ 30 Τὸν ἐρώτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς, λέγων· «ποιὸ 30 Τὸν ἠρώτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε· Τί εἶναι τὸ ὄνομά σου;
Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν εἶναι τὸ ὄνομά σου;» Ἐκεῖνος δὲ ἀπήντησε· Αὐτὸς δὲ εἶπε· Λεγεών, δηλαδὴ σύνταγμα στρατιωτῶν. Καὶ ἦτο αὐτὸ
ὄνομα; Ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι «λεγεών». Διότι πολλὰ δαιμόνια εἶχαν τὸ ὄνομά του, διότι οὐχὶ ἕν, ἀλλὰ πολλὰ δαιμόνια εἶχον εἰσέλθει εἰς
δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς εἰσέλθει εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν. τὸν ἄνθρωπον αὐτόν.
αὐτόν·
8,31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα 31 Καὶ παρακαλοῦσαν τὰ δαιμόνια αὐτόν, 31 Καὶ διὰ στόματος τοῦ δαιμονιζομένου παρεκάλουν αὐτὸν νὰ μὴ
μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν νὰ μὴ τὰ διατάξῃ καὶ πᾶνε εἰς τὰ τρίσβαθα διατάξῃ νὰ ὑπάγουν εἰς τὰ τρίσβαθα τοῦ Ἅδου.
ἄβυσσον ἀπελθεῖν. τοῦ Ἅδου.
8,32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων 32 Ἦτο δὲ ἐκεῖ μία ἀγέλη μὲ πολλοὺς 32 Ἦτο δὲ ἐκεῖ ἕνα κοπάδι ἀπὸ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν εἰς τὸ
ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὅρει· χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν εἰς τὸ βουνό· καὶ τὸν βουνόν. Καὶ τὸν παρεκάλουν νὰ ἐπιτρέψῃ εἰς αὐτὰ νὰ ἔμβουν εἰς

83/255
καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα παρακαλοῦσαν τὰ δαιμόνια νὰ τοὺς δώσῃ ἐκείνους τοὺς χοίρους. Καὶ ἐπειδὴ αὐτοί, ποὺ ἔτρεφον τοὺς χοίρους,
ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους τὴν ἄδειαν νὰ μποῦν εἰς ἐκείνους τοὺς ἔπραττον τοῦτο παρὰ τὸν Μωσαϊκὸν νόμον, ὁ ὁποῖος ἀπηγόρευεν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν χοίρους. Καὶ τοὺς τὸ ἐπέτρεψεν ὁ Κύριος ὡς ἀκάθαρτον τὸ χοιρινὸν κρέας, ὁ Κύριος τιμωρῶν τὴν
αὐτοῖς. (διότι κατὰ λόγον δικαιοσύνης ἔπρεπε νὰ παρανομίαν ταύτην ἐπέτρεψε τοῦτο εἰς αὐτά.
τιμωρηθοῦν μὲ τὴν ἀπώλειαν τῶν χοίρων οἱ
ἰδιοκτήται των, ἐπειδὴ τοὺς ἔτρεφαν,
μολονότι αὐτὸ ἀπηγορεύετο ἀπὸ τὸν
μωσαϊκὸν νόμον).
8,33 Ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια 33 Ἀφοῦ δὲ ἐξῆλθον τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν 33 Ἀφοῦ δὲ ἐβγῆκαν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ἐμβῆκαν εἰς
ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον ἄνθρωπον, ἐμπῆκαν εἰς τοὺς χοίρους καὶ τοὺς χοίρους. Καὶ ἔτρεξεν ἀσυγκράτητα καὶ μὲ μανίαν τὸ κοπάδι
εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ὥρμησε ἀσυγκράτητο ὅλο τὸ καπάδι ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ κρημνοῦ πρὸς τὰ κάτω εἰς τὴν λίμνην καὶ
ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς εἰς τὸν κρυμνόν, ἐρρίφθη ἀπὸ ἐκεῖ εἰς τὴν ἐπνίγη.
τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. θάλασσαν καὶ ἐπνίγησαν οἱ χοίροι.
8,34 Ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ 34 Ὅταν δὲ οἱ βοσκοὶ εἶδαν τὸ γεγονὸς αὐτό, 34 Ὅταν δὲ ἐκεῖνοι, ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους, εἶδαν αὐτὸ ποὺ
γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἔφυγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ ἔγινεν, ἔφυγαν. Καὶ ἀνήγγειλαν τὸ συμβὰν τῆς καταστροφῆς τῶν
ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς ὅσους συναντοῦσαν, ἀπὸ αὐτούς ποὺ χοίρων εἰς τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔμεναν
εἰς τοὺς ἀγρούς. ἔμεναν εἰς τοὺς ἀγρούς. ἔξω εἰς τοὺς ἀγρούς.
8,35 Ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ 35 Ἐβγῆκαν δὲ ἀπὸ τὴν πόλιν οἱ ἄνθρωποι, 35 Ἐβγῆκαν δὲ ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ τὰ περίχωρα οἱ ἄνθρωποι διὰ νὰ
γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν διὰ νὰ ἴδουν αὐτό ποὺ ἔγινε. Ἦλθαν εἰς τὸν ἴδουν ἐκεῖνο ποὺ ἔγινε. Καὶ ἦλθον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ ηὗραν τὸν
Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον Ἰησοῦν καὶ εἶδαν τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῇ τὰ δαιμόνια, νὰ κάθεται
τὸν ἄνθρωπον, ἀφ' οὗ τὰ ὁποῖον εἶχαν βγῆ τὰ δαιμόνια, νὰ κάθεται κοντὰ εἰς τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἐνδεδυμένος καὶ σωφρονισμένος.
δαιμόνια ἐξεληλύθει, κοντὰ εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, ντυμένος, Καὶ ἐφοβήθησαν.
ἰματισμένον καὶ σωφρονοῦντα ἤρεμος καὶ φρόνιμος, καὶ ἐφοβήθησαν.
παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ,
καὶ ἐφοβήθησαν.
8,36 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ 36 Εἶχαν δὲ διηγηθῇ εἰς αὐτοὺς ἐκεῖνοι ποὺ 36 Τοὺς διηγήθησαν δὲ καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ εἶχαν ἴδει τὸ περιστατικόν,
ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ εἶδαν τὸ γεγονός, πῶς ἐλευθερώθηκε ὁ πῶς ἔγινε καλὰ ὁ δαιμονισμένος.

84/255
δαιμονισθείς. δαιμονιζόμενος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


8,37 Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν 37 Καὶ ὅλον τὸ πλῆθος της περιοχῆς τῶν 37 Καὶ τὸν παρεκάλεσαν ὅλον τὸ πλῆθος τῆς περιφερείας τῶν
τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν τὸν παρεκάλεσαν νὰ φύγῃ ἀπὸ Γαδαρηνῶν νὰ φύγῃ ἀπὸ αὐτούς, διότι ἐκυριεύθησαν ἀπὸ μεγάλον
Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ' αὐτούς, διότι εἶχαν κυριευθῇ ἀπὸ μεγάλον φόβον, ὅταν εἶδαν τὴν δικαίαν τιμωρίαν, ποὺ ἐπεβλήθη εἰς αὐτούς,
αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ φόβον, διὰ τὴν τιμωρίαν ποὺ τοὺς ἐπεβλήθη. οἱ ὁποῖοι παρὰ τὴν ἀπαγόρευσιν τοῦ νόμου ἔτρεφον χοίρους. Αὐτὸς
συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς Ἔνοχοι δὲ καὶ δι' ἄλλα καθὼς ἦσαν, δέ, ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ μέρος, ἀπὸ τὸ
τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. ἐφοβοῦντο πολὺ καὶ ἄλλας τιμωρίας. Ὁ δὲ ὁποῖον εἶχεν ἔλθει.
Ἰησοῦς ἐμπῆκε εἰς τὸ πλοῖον καὶ ἐπέστρεψε.
8,38 Ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, 38 Παρακαλοῦσε δὲ αὐτὸν ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ 38 Παρεκάλει δὲ αὐτὸν ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῇ τὰ
ἀφ' οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῆ τὰ δαιμόνια, νὰ μένῃ δαιμόνια, νὰ μένῃ μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τὸν ἀφῆκεν ἐλεύθερον
εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ μαζῆ του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τὸν ἔστειλε καὶ τοῦ παρήγγειλε νὰ φύγῃ λέγων·
αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· εἰρηνικὰ εἰς τὴν πόλιν του, λέγων·
8,39 ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν 39 «γύρισε εἰς τὸ σπίτι σου καὶ νὰ διηγῆσαι 39 Γύρισε ὀπίσω εἰς τὸ σπίτι σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἔκαμεν εἰς σὲ ὁ
σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὅσα ἔκαμε εἰς σὲ ὁ Θεός». Καὶ ἐκεῖνος ἔφυγε Θεός, ὁ ὁποῖος σὲ ἀπήλλαξεν ἀπὸ τὰ δαιμόνια. Καὶ ἔφυγεν ἐκεῖνος
ὁ Θεός. Καὶ ἀπῆλθε καθ' ὅλην καὶ διαλαλοῦσε εἰς ὅλην τὴν πόλιν, ὅσα ὁ καὶ διεκήρυττεν εἰς ὅλην τὴν πόλιν ὅσα τοῦ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς.
τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἰησοῦς ἔκαμε εἰς αὐτόν.
ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.
8,40 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ 40 Ὅταν δὲ ἐπέστρεψε ὁ Ἰησοῦς, τὸν 40 Συνέβη δέ, ὅταν ἐπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν, τὸν
ὑποστρέψαι τὸν Ἰησοῦν ὑπεδέχθη μὲ ἐνθουσιασμὸν ὁ λαός, διότι ὑπεδέχθη ὁ λαὸς μὲ χαράν, διότι ὅλοι τὸν ἐπερίμεναν ἀνυπομόνως.
ἀπεδέξατο αὐτὸν ὄχλος· ἦσαν ὅλοι τὸν ἐπερίμεναν.
γὰρ πάντες προσδοκῶντες
αὐτόν.
8,41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ 41 Καὶ ἰδού, ἦλθε κάποιος ἄνθρωπος, 41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν εἰς τὸν Ἰησοῦν κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ
ὄνομα Ἰάειρος, καὶ αὐτὸς ὀνόματι Ἰάρειος, ὁ ὁποῖος ἦτο καὶ ἄρχων τῆς ὠνομάζετο Ἰάειρος. Καὶ ἦτο αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς. Καὶ ἀφοῦ
ἄρχων της συναγωγῆς ὑπῆρχε· συναγωγῆς. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσεν εἰς τὰ πόδια ἔπεσε γονατιστὸς πλησίον τῶν ποδῶν τοῦ Ἰησοῦ, τὸν παρεκάλει νὰ
καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, τὸν παρακαλοῦσε νὰ μεταβῇ εἰς ἔμβῃ εἰς τὸν οἶκον του·

85/255
τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν τὸ σπίτι του,
εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


8,42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν 42 διότι ἡ μονογενὴς κόρη, τὴν ὁποίαν εἶχε, 42 διότι εἶχε κόρην μονάκριβον περίπου δώδεκα χρόνων, καὶ αὐτὴ
αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὔτη δώδεκα περίπου ἐτῶν, ἦτο ἐτοιμοθάνατος. ἦτο εἰς τὰ τελευταῖα της καὶ ἐπέθαινεν. Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινε
ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν Καθὼς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινεν εἰς τὸ σπίτι εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ τὸν ἐστενοχώρουν καὶ
αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον τοῦ Ἰαείρου, τὰ πλήθη τὸν ἐπίεζαν μὲ τὸν τὸν ἐπίεζον.
αὐτόν. συνωστισμόν των.
8,43 Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει 43 Καὶ μία γυναίκα, ποὺ ἀπὸ δώδεκα ἔτη 43 Καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ὑπέφερεν ἀπὸ αἱμορραγίαν πρὸ δώδεκα
αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ὑπέφερε ἀπὸ αἱμοραγίαν καὶ ἡ ὁποία εἶχε ἐτῶν, ἡ ὁποία μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα βάσανα τῆς ἀσθενείας εἶχεν
ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον ἐξοδέψει ὅλην τὴν περιουσίαν της εἰς ἐξοδεύσει ὅλην τὴν περιουσίαν της εἰς ἰατροὺς καὶ δὲν ἠδυνήθη νὰ
τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ' ἰατρούς, χωρὶς νὰ μπορέσῃ νὰ θεραπευθῇ θεραπευθῇ ἀπὸ κανένα,
οὐδενὸς θεραπευθῆναι, ἀπὸ κανένα,
8,44 προσελθοῦσα ὄπισθεν 44 ἐπλησίασε πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, ἤγγισε 44 ἀφοῦ ἐπλησίασεν ἀπὸ πίσω τὸν Ἰησοῦν, ὥστε νὰ μὴ τὴν
ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ τὴν ἄκρη ἀπὸ τὸ ἱμάτιόν του καὶ ἀμέσως ἀντιληφθῇ κανείς, ἐπειδὴ ἐντρέπετο νὰ γίνῃ φανερὸν τὸ νόσημά
ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἐσταμάτησε ἡ αἱμοραγία της. της, ἤγγισε τὸ ἄκρον τοῦ ἐξωτερικοῦ ἐνδύματός του καὶ παρευθὺς
ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος ἐσταμάτησεν ἡ αἱμορραγία της.
αὐτῆς.
8,45 Καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ 45 Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· «ποιὸς εἶναι αὐτός, 45 Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ μὲ ἤγγισεν; Ἐπειδὴ
ἁψάμενός μου; Ἀρνουμένων δὲ ποὺ μὲ ἤγγισε;» Ἐπειδὴ δὲ ὅλοι ἠρνοῦντο, δὲ ὅλοι οἱ τριγύρω ἠρνοῦντο, εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί,
πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ μαθηταὶ ποὺ ἦσαν ποὺ ἦσαν μαζί του· Διδάσκαλε, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ σὲ
σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι μαζῆ του· «διδάσκαλε, τὰ πλήθη σὲ περιεκύκλωσαν καὶ σὲ πιέζουν· καὶ σὺ λέγεις· Ποῖος μὲ ἤγγισε;
συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, στενοχωροῦν καὶ σὲ πιέζουν ὁλόγυρα καὶ σὺ
καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; λέγεις ποιὸς μὲ ἤγγισε;»
8,46 Ὀ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· ἥψατό 46 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· «κάποιος μὲ ἤγγισε. 46 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως εἶπε· Κάποιος μὲ ἤγγισε. Διότι ἐγὼ ἐκατάλαβα,
μου τίς· ἐγὼ γὰρ ἔγνων Διότι ἐγὼ κατάλαβα ὅτι δύναμις ὅτι ἐβγῆκεν ἀπὸ ἐπάνω μου δύναμις θαυματουργική.
δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ' ἐμοῦ. θαυματουργικὴ ἐβγῆκε ἀπὸ ἐμέ».
8,47 Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ 47 Ἠ δὲ γυναίκα, ὅταν εἶδε ὅτι δὲν ἐξέφυγε 47 Ὅταν δὲ εἶδεν ἡ γυναῖκα, ὅτι δὲν ἐκρύφθη καὶ δὲν ἐξέφυγεν ἀπὸ

86/255
ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ ἀπὸ τὴν προσοχὴν τοῦ Ἰησοῦ, τρέμουσα ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν, ἦλθε τρέμουσα ἀπὸ τὸν φόβον της καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


προσπεσοῦσα αὐτῷ δι' ἣν φόβον καὶ εὐλάβειαν ἦλθε, ἔπεσε γονατιστὴ ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστὴ πρὸ αὐτοῦ, διηγήθη εἰς αὐτὸν ἐμπρὸς εἰς
αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἐμπρός του καὶ διηγήθηκε εἰς αὐτὸν καὶ ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἤγγισε, καὶ
ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸ πλῆθος τὴν αἰτίαν, διὰ πῶς ἐθεραπεύθη ἀμέσως.
παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη τὴν ὁποίαν τὸν ἤγγισεν, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸ
παραχρῆμα. γεγονός, ὅτι ἐθεραπεύθηκε ἀμέσως.
8,48 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, 48 Ὁ δὲ Ἰησοῦς της εἶπε· «θάρρος, κόρη μου, 48 Ὁ Ἰησοῦς δὲ τῆς εἶπεν· Ἔχε θάρρος, κόρη μου· ἡ πεποίθησις ποὺ
θυγάτερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ ἡ πίστις σου σὲ ἔχει σώσει· πήγαινε εἰρηνικὴ εἶχες, ὅτι θὰ εὕρισκες τὴν ὑγείαν σου, ἐὰν μὲ ἤγγιζες, αὐτὴ ἡ πίστις
σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. καὶ χαρούμενη, χωρὶς τὴν ἀνησυχίαν καὶ τὴν σου σὲ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε εἰς τὸ καλό, εἰρηνικὴ καὶ ἐλευθέρα
θλῖψιν ποὺ εἶχες προηγουμένως ἀπὸ τὴν ἀπὸ κάθε ἀνησυχίαν, ποὺ ἐδοκίμαζες προτήτερα ἐξ αἰτίας τῆς
ἀσθένειάν σου». ἀσθενείας σου.
8,49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος 49 Ἐνῶ δὲ αὐτὸς ἀκόμη ὠμιλοῦσε, ἔρχεται 49 Ἐνῷ δὲ ὡμίλει ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς, ἦλθε κάποιος ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ
ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ κάποιος ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου ἀρχισυναγώγου καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι ἀπέθανεν ἡ κόρη σου μὴ βάζης
ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ λέγων εἰς αὐτόν, ὅτι «πέθανε ἡ κόρη σου, μὴ πλέον εἰς κόπον καὶ ἐνόχλησιν τὸν Διδάσκαλον.
ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ ἐνοχλεῖς καὶ μὴ βάζεις εἰς κόπον τὸν
σκύλε τὸν διδάσκαλον. διδάσκαλον».
8,50 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας 50 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ὅταν ἤκουσε τὴν εἴδησιν, 50 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ὅταν ἤκουσε τὴν εἴδησιν αὐτήν, ἔδωκεν εἰς αὐτὸν
ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ εἶπεν εἰς τὸν ἀρχισυνάγωγον· «μὴ φοβεῖσαι, τὴν ἀπάντησιν καὶ εἶπε· Μὴ φοβῆσαι, μόνον ἑξακολούθει νὰ
φοβοῦ· μόνο πίστευε, καὶ μόνον πίστευε καὶ θὰ σωθῇ ἡ κόρη σου». πιστεύῃς καὶ θὰ σωθῇ ἀπὸ τὸν θάνατον ἡ κόρη σου.
σωθήσεται.
8,51 Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν 51 Ὅταν δὲ ἦλθε εἰς τὸ σπίτι, δὲν ἀφῆκε 51 Ὅταν δὲ ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, δὲν ἀφῆκε νὰ ἔμβῃ
οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα κανένα νὰ μπῇ, εἰ μὴ μόνον τὸν Πέτρον καὶ κανεὶς ἄλλος εἰς τὸ δωμάτιον τῆς νεκρᾶς, παρὰ μόνον ὁ Πέτρος καὶ
εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ τὸν Ἰωάννην καὶ τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ πατέρας τοῦ κορασίου καὶ ἡ μητέρα.
Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς πατέρα τῆς κόρης καὶ τὴν μητέρα.
παιδὸς καὶ τὴν μητέρα.
8,52 Ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ 52 Ἔκλαιαν δὲ ὅλοι καὶ ὀδυρόμενοι 52 Ἔκλαιον δὲ ὅλοι καὶ ἐκτυποῦσαν τὰ στήθη των καὶ τὰς κεφαλάς

87/255
ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπε· μὴ ἐκτυποῦσαν τὰς κεφαλὰς καὶ τὰ στήθη των των διὰ τὴν νεκράν. Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Μὴ κλαίετε· δὲν ἀπέθανεν,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ διὰ τὴν νεκράν. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπε· «μὴ ἀλλὰ κοιμᾶται.
καθεύδει. κλαίετε· δὲν ἀπέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται».
8,53 Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, 53 Καὶ τὸν περιγελοῦσαν, διότι ἤξευραν 53 Καὶ τὸν περιγελοῦσαν, διότι ἦσαν βέβαιοι, ὅτι τὸ κοράσιον ἦτο
εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. καλά, ὅτι ἡ κόρη εἶχε πεθάνει. πεθαμένον.
8,54 Αὐτὸς δὲ ἐκβαλών ἔξω 54 Αὐτὸς ὅμως ἔβγαλε ὅλους ἔξω, ἐπιασε τὸ 54 Αὐτὸς ὅμως, ἀφοῦ ἔβγαλεν ἔξω ὅλους καὶ ἔπιασε τὸ χέρι της,
πάντας καὶ κρατήσας τῆς χέρι της καὶ ἐφώναξε λέγων· «Κόρη, σήκω ἐφώναξε καὶ εἶπε· Κόρη, σήκω ἐπάνω.
χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ ἐπάνω».
παῖς, ἐγείρου.
8,55 Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα 55 Καὶ ἀμέσως ἡ ψυχή της ἐπέστρεψε εἰς τὸ 55 Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ σῶμα ἡ ψυχή της, καὶ ἀνεστήθη ἀμέσως·
αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, σῶμα καὶ ἀναστήθηκε· καὶ ὁ Ἰησοῦς διέταξε καὶ ὁ Ἰησοῦς διέταξε νὰ τῆς δοθῇ φαγητὸν νὰ φάγῃ διὰ νὰ ἀναλάβῃ
καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι νὰ τῆς δώσουν νὰ φάγῃ, διὰ νὰ ἀναλάβῃ δυνάμεις κατόπιν τῆς ἑξαντλήσεως, ποὺ τῆς εἶχε φέρει ἡ μακρὰ καὶ
φαγεῖν. τελείως ἀπὸ τὴν ἐξάντλησιν τῆς ἀσθενείας θανατηφόρος ἀσθένειά της.
ποὺ τὴν ὁδήγησε εἰς τὸν θάνατον.
8,56 Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς 56 Καὶ ἔμειναν ἐκστατικοὶ καὶ κατάπληκτοι 56 Καὶ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ βαθὺν καὶ μεγάλον θαυμασμὸν οἱ γονεῖς
αὐτῆς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν οἱ γονεῖς αὐτῆς. Ὁ δὲ Ἰησοῦς παρήγγειλε εἰς της. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ εἶπουν εἰς κανένα τὸ
αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ αὐτούς, νὰ μὴ εἴπουν εἰς κανένα τὸ γεγονός. γεγονός, διὰ νὰ μὴ ἐρεθίζεται ὁ φθόνος τῶν ἐχθρῶν του.
γεγονός.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 9Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
9,1 Συγκαλεσάμενος δὲ τοὺς Αφοῦ δὲ ἐκάλεσε τοὺς δώδεκα μαθητάς του, Αφοῦ δὲ ἐκάλεσεν ὅλους μαζὶ τοὺς δώδεκα μαθητάς του, ἔδωκεν εἰς
δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν ἔδωσεν εἰς αὐτοὺς δύναμιν καὶ ἐξουσίαν ἐπὶ αὐτοὺς δύναμιν θαυματουργικὴν καὶ ἐξουσίαν ἐπὶ ὅλων τῶν
αὐτοῖς δύναμιν καὶ ἐξουσίαν ὅλων τῶν δαιμονίων, καθὼς ἐπίσης καὶ νὰ δαιμονίων, καθὼς καὶ τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύουν ἀσθενείας.
ἐπὶ πάντα τὰ δαιμόνια καὶ θεραπεύουν ἀσθενείας.

88/255
νόσους θεραπεύειν·
9,2 καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς 2 Καὶ ἔστειλε αὐτοὺς νὰ κηρύσσουν τὴν 2 Καὶ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύττουν τὸ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


κηρύσσειν τὴν βασιλείαν τοῦ διδασκαλίαν περὶ της βασιλείας τοῦ Θεοῦ κήρυγμα καὶ νὰ ἰατρεύουν τοὺς ἀρρώστους, ἐπιβεβαιοῦντες διὰ τῶν
Θεοῦ καὶ ἰᾶσθαι τοὺς καὶ νὰ θεραπεύουν τοὺς ἀσθενεῖς, διὰ νὰ θαυματουργικῶν θεραπειῶν τὴν ἀλήθειαν καὶ ἀξιοπιστίαν τοῦ
ἀσθενοῦντας, ἐπιβεβαιώνεται ἔτσι μὲ τὰ θαύματα ἡ κηρύγματός των.
διδασκαλία των.
9,3 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· μηδὲν 3 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· «μὴ παίρνετε τίποτε 3 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Μὴ παίρνετε τίποτε μαζί σας εἰς τὸν
αἴρετε εἰς τὴν ὁδόν, μήτε εἰς τὸν δρόμον οὔτε ράβδους οὔτε σάκκον δρόμον, ποὺ θὰ πηγαίνετε οὔτε ραβδιά, οὔτε σάκκον ταξιδιωτικόν,
ράβδους μήτε πήραν μήτε οὔτε ψωμὶ οὔτε χρήματα οὔτε νὰ ἔχετε ἀπὸ οὔτε ψωμί, οὔτε χρήματα, οὔτε νὰ ἔχετε ἀπὸ δύο ἐσωτερικὰ ρούχα,
ἄρτον μῆτε ἀργύριον μήτε ἀνὰ δύο χιτῶνας. διὰ νὰ φορῆτε συγχρόνως αὐτά, ὅπως συνηθίζεται ἀπὸ τοὺς
δύο χιτῶνας ἔχειν. ταξιδιώτας.
9,4 Καὶ εἰς ἣν ἂν οἰκίαν 4 Καὶ εἰς ὅποιο σπίτι μπῆτε διὰ νὰ 4 Καὶ εἰς ὁποιανδηποτε οἰκίαν εἰσέλθετε πρὸς φιλοξενίαν, ἐκεῖ νὰ
εἰσέλθητε, ἐκεῖ μένετε καὶ φιλοξενηθῆτε, ἐκεῖ νὰ μένετε ὅλον τὸ μένετε καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς διαμονῆς σας εἰς τὴν πόλιν
ἐκεῖθεν ἐξέρχεσθε. διάστημα της παραμονῆς σας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐκείνην, καὶ ἀπὸ τὸν οἶκον αὐτὸν νὰ βγαίνετε, ὅταν θὰ φεύγετε
νὰ ἀναχωρῆτε, ὅταν θὰ ξεκινᾶτε δι' ἄλλην ὁριστικῶς ἀπὸ τὴν πόλιν ἢ τὸ χωρίον αὐτό.
πόλιν.
9,5 Καὶ ὅσοι ἐὰν μὴ δέξωνται 5 Καὶ ἐὰν τυχὸν μερικοὶ δὲν σᾶς δεχθοῦν, 5 Καὶ ὅσοι τυχὸν δὲν σᾶς δεχθοῦν, ὅταν φεύγετε ἀπὸ τὴν πόλιν
ὑμᾶς, ἐξερχόμενοι ἀπὸ της ὅταν φεύγετε ἀπὸ τὴν πόλιν ἐκείνην, ἐκείνην, εἰς δήλωσιν τοῦ ὅτι δὲν ἐπήρατε τίποτε μαζί σας ἀπὸ
πόλεως ἐκείνης καὶ τὸν τινάξτε καλὰ καὶ τὴν σκόνην ἀπὸ τὰ πόδια αὐτήν, οὔτε ἔχετε καμμίαν σχέσιν μετ’ αὐτῆς, τινάξατε καλὰ ἀπὸ
κονιορτὸν ἀπὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν σας, ὡς διαμαρτυρίαν ἐναντίον των καὶ ὡς τὰ πόδια σας καὶ αὐτὴν ἀκόμη τὴν σκόνην, ποὺ τυχὸν σᾶς
ἀποτινάξατε εἰς μαρτύριον ἐπ' ἔλεγχον αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ». ἐκόλλησεν ἀπὸ τὸ χῶμα της, διὰ νὰ εἶναι ὡς διαμαρτυρία καὶ ὡς
αὐτούς. ἔλεγχος κατ’ αὐτῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως.
9,6 Ἐξερχόμενοι δὲ διήρχοντο 6 Ἀφοῦ δὲ ἐξεκίνησαν οἱ Ἀπόστολοι, 6 Ἀφοῦ δὲ ἐξεκίνησαν οἱ Ἀπόστολοι, ἐπερνοῦσαν ἕνα ἕνα τὰ
κατὰ τὰς κώμας διήρχοντο τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο τὰ χωριά, διάφορα χωρία, ποὺ συνήντων εἰς τὴν περιοδείαν των, καὶ
εὐαγγελιζόμενοι καὶ κηρύττοντες τὸ Εὐαγγέλιον καὶ ἐκήρυττον τὸ εὐαγγέλιον ἐπιβεβαιοῦντες καὶ ἐπισφραγίζοντες τὸ
θεραπεύοντες πανταχοῦ. θεραπεύοντες παντοὺ τοὺς ἀσθενεῖς. κήρυγμά των μὲ θεραπείας θαυματουργικάς, τὰς ὁποίας ἔκαναν
εἰς ὅλα τὰ μέρη, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διέβαινον.

89/255
9,7 Ἤκουσε δὲ Ἡρῴδης ὁ 7 Ἐπληροφορήθη δὲ τότε ὁ Ἡρῴδης ὁ 7 Ἤκουσε δὲ ὁ τετράρχης Ἡρῴδης ὅλα τὰ θαυμαστά, ποὺ ἐγίνοντο

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τετράρχης τὰ γενόμενα ἀπ' τετράρχης, ὅλα αὐτὰ ποὺ ἐγίνοντο ἐκ ὑπ’ αὐτοῦ, καὶ εὑρίσκετο εἰς μεγάλην ἀπορίαν, διότι ἐλέγετο ἀπὸ
αὐτοὺ πάντα, καὶ διηπόρει διὰ μέρους τοῦ Ἰησοῦ καὶ εὑρίσκετο εἰς μεγάλην μερικούς, ὅτι ὁ Ἰωάννης ἀνεστήθη ἐκ νεκρῶν καὶ αὐτὸς ἐτέλει τὰ
τὸ λέγεσθαι ὑπό τινων ὅτι ἀπορίαν, ἐπειδὴ ἐλέγετο ἀπὸ μερικούς, ὅτι ὁ θαύματα.
Ἰωάννης ἐγήγερται ἐκ τῶν Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἀναστήθηκε ἐκ τῶν
νεκρῶν, νεκρῶν καὶ κάμνει αὐτὰ τὰ θαύματα.
9,8 ὑπό τινων δὲ ὅτι Ἠλίας 8 Ἀπὸ μερικοὺς δὲ ἐλέγετο, ὅτι ὁ Ἠλίας 8 Ἀπὸ μερικοὺς δὲ ἄλλους, ποὺ ἐσύγχυζαν τὸν Ἰησοῦν μὲ τοὺς
ἐφάνη, ἄλλων δὲ ὅτι προφήτης ἐφάνηκε πάλιν εἰς τὴν γῆν, ἀπὸ ἄλλους δέ, ἄλλους προφήτας, ἐλέγετο, ὅτι ὁ Ἠλίας, ὁ ὁποῖος δὲν εἶχεν
τις τῶν ἀρχαίων ἀνέστη. ὅτι κάποιος μεγάλος προφήτης ἀπὸ τοὺς ἀποθάνει, ἀλλ’ εἶχεν ἀναληφθῇ, ἐνεφανίσθη πάλιν· ἀπὸ ἄλλους δὲ
ἀρχαίους ἀνεστήθη. ἐλέγετο, ὅτι κάποιος προφήτης ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς ἀνεστήθη.
9,9 Καὶ εἶπεν ὁ Ἡρῴδης· 9 Καὶ εἶπεν ὁ Ἡρῴδης· «τὸν Ἰωάννην ἐγὼ 9 Καὶ εἶπεν ὁ Ἡρῴδης· τὸν Ἰωάννην τὸν ἀπεκεφάλισα ἐγὼ καὶ
Ἰωάννην ἐγὼ ἀποκεφάλισα· τίς τὸν ἀποκεφάλισα καὶ ἐπομένως δὲν ζῇ ἀπηλλάγην ὁριστικῶς ἀπὸ αὐτόν. Ποῖος ὅμως νὰ εἶναι αὐτός, διὰ
δέ ἐστιν οὗτος περὶ οὗ ἐγὼ πλέον. Ἀλλὰ ποιὸς εἶναι αὐτός, διὰ τὸν τὸν ὁποῖον ἐγὼ ἀκούω, ὅτι ἐνεργεῖ τέτοια παράδοξα ἔργα; Καὶ
ἀκούω ποιαύτα; Καὶ ἐζήτει ἰδεῖν ὁποῖον ἐγὼ ἀκούω ὅτι πράττει τόσον πολλὰ ἐζήτει νὰ ἴδῃ τὸν Ἰησοῦν.
αὐτόν. καὶ τόσον παράδοξα ἔργα;» Καὶ ἐζητοῦσε νὰ
ἵδῃ τὸν Ἰησοῦν.
9,10 Καὶ ὑποστρέψαντες οἱ 10 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὴν περιοδείαν 10 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὴν περιοδείαν των οἱ Ἀπόστολοι, τοῦ
ἀπόστολοι διηγήσαντο αὐτῷ οἱ Ἀπόστολοι, διηγήθηκαν εἰς αὐτὸν ὅσα διηγήθησαν ὅσα ἔκαμαν. Καὶ ἀφοῦ τοὺς ἐπῆρε μαζί του, ἀπεσύρθη
ὅσα ἐποίησαν. Καὶ παραλαβὼν ἔκαμαν. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἐπῆρε μαζῆ του ἰδιαίτερως μὲ αὐτοὺς εἰς κάποιο μέρος ἔρημον, ποὺ ἦτο πλησίον
αὐτοὺς ὑπεχώρησε κατ' ἰδίαν καὶ ἀνεχώρησε ἰδιετέρως μὲ αὐτοὺς εἰς ἕνα μιᾶς πόλεως, ἡ ὁποία ἐκαλεῖτο Βηθσαϊδά.
εἰς τόπον ἔρημον πόλεως ἔρημον τόπον, πλησίον μιᾶς πόλεως ποὺ
καλουμένης Βηθσαϊδά. ἐκαλεῖτο Βηθσαϊδά.
9,11 Οἱ δὲ ὄχλοι γνόντες 11 Τὰ πλήθη ὅμως, μόλις 11 Τὰ πλήθη ὅμως τοῦ λαοῦ, μόλις τὸ ἔμαθαν, τὸν ἠκολούθησαν.
ἠκολούθησαν αὐτῷ, καὶ ἐπληροφορήθησαν, τὸν ἠκολούθησα καὶ Καὶ ἐκεῖνος ἀφοῦ τοὺς ἐδέχθη μὲ καλωσύνην, ὡμίλει πρὸς αὐτοὺς
δεξάμενος αὐτοὺς ἐλάλει αὐτὸς τοὺς ἐδέχθη καὶ ἐκύρηττε πρὸς περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἰάτρευεν ἐκείνους, ποὺ εἶχον
αὐτοῖς περὶ τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοὺς περὶ της βασιλείας τὸ Θεοῦ, καὶ ἀνάγκην θεραπείας.

90/255
Θεοῦ, καὶ τοὺς χρείαν ἔχοντας ἰάτρευε ὅσους εἶχαν ἀνάγκην θεραπείας.
θεραπείας ἰάσατο.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,12 Ἡ δὲ ἡμέρα ἤρξατο κλίνειν· 12 Ἀλλ' ἡ ἡμέρα ἤρχισε νὰ κλίνῃ πρὸς τὴν 12 Ἐν τῷ μεταξὺ ὅμως ἡ ἡμέρα ἤρχισε νὰ κλίνη πρὸς τὸ βράδυ.
προσελθόντες δὲ οἱ δώδεκα δύσιν. Τὸν ἐπλησίασαν τότε οἱ δώδεκα καὶ Πρόσηλθον δὲ τότε οἱ δώδεκα ἀπόστολοι καὶ τοῦ εἶπαν· Διάλυσε τὰ
εἶπον αὐτῷ· ἀπόλυσον τὸν τοῦ εἶπαν· διάλυσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, διὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, διὰ νὰ ὑπάγουν εἰς τὰ τριγύρω χωριὰ καὶ τὰ
ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς νὰ πᾶνε εἰς τὰ γύρω χωριά καὶ τίς ἀγροτικὲς χωράφια καὶ εὕρουν καταλύματα, ποὺ θὰ περάσουν τὴν νύκτα, καὶ
κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς κατοικίες νὰ καταλύσουν καὶ νὰ εὔρουν τρόφιμα διὰ νὰ φάγουν. Διότι ἐδῶ εὑρισκόμεθα εἰς ἔρημον τόπον.
καταλύσωσι καὶ εὕρωσι τροφάς, διὰ νὰ φάγουν, διότι ἐδῶ
ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ εὑρισκόμεθα εἰς ἔρημον τόπον».
τόπῳ ἐσμέν.
9,13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· δότε 13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· «δῶστε 13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Δώσατέ τους σεῖς νὰ φάγουν.
αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. Οἱ δὲ τους σεῖς νὰ φάγουν». Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· «δὲν Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· Δὲν μᾶς εὑρίσκονται παραπάνω ἀπὸ πέντε ἄρτους
εἶπον· οὐκ εἰσὶν ἡμῖν πλεῖον ἢ μᾶς βρίσκονται παρὰ πάνω ἀπὸ πέντε καὶ δύο ψάρια, ἐκτὸς ἐὰν ὑπάγωμεν ἡμεῖς καὶ ἠμπορέσωμεν νὰ
πέντε ἄρτοι καὶ ἰχθύες δύο, εἰ ψωμιά καὶ δύο ψάρια, ἐκτὸς ἐὰν πᾶμε ἡμεῖς ἀγοράσωμεν δι΄ ὅλον αὐτὸν τὸν λαὸν τροφάς.
μήτι πορευθέντες ἡμεῖς καὶ κυττάξωμεν νὰ ἀγοράσωμε δι' ὅλον
ἀγοράσομεν εἰς πάντα τὸν αὐτὸν τὸν λαὸν τροφάς».
λαὸν τοῦτον βρώματα,
9,14 ἦσαν γὰρ ὡσεὶ ἄνδρες 14 Διότι οἱ ἄνδρες μόνον ἦσαν περίπου 14 Καὶ εἶπαν οἱ μαθηταὶ δι’ ὅλον αὐτὸν τὸν λαόν, διότι εὑρίσκοντο
πεντακισχίλιοι. Εἶπε δὲ πρὸς πέντε χιλιάδες. Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς ἐκεῖ περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες. Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς
τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· του ὁ Κύριος· «βάλτε τους νὰ καθίσουν καθ' μαθητάς του· Βάλετέ τους νὰ καθήσουν κατὰ παρέας ἀπὸ
κατακλίνατε αὐτοὺς κλισίας ὁμάδας ἀπὸ πενῆντα, πενῆντα». πεντήκοντα ἀνθρώπους ἡ κάθε ὁμάδα.
ἀνὰ πεντήκοντα.
9,15 Καὶ ἐποίησαν οὕτω καὶ 15 Καὶ ἔκαμαν ἔτσι οἱ μαθηταὶ καὶ ἔβαλαν 15 Καὶ ἔκαμαν ἔτσι οἱ ἀπόστολοι καὶ ἔβαλαν ὅλους νὰ καθήσουν
ἀνέκλιναν ἅπαντας. ὅλους νὰ καθίσουν.
9,16 Λαβὼν δὲ τοὺς πέντε 16 Ἐπῆρε τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς πέντε ἄρτους 16 Ἀφοῦ δὲ ἐπῆρεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τὰ δύο ψάρια,
ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, καὶ τὰ δύο ψάρια, ὕψωσε τὰ μάτια εἰς τὸν ἐσήκωσε τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανὸν διὰ νὰ εὐχαριστήσῃ καὶ
ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν οὐρανόν, διὰ νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν Πατέρα, ἐπικαλέσθῃ τὸν ἐπουράνιόν του Πατέρα, καὶ εὐλόγησεν αὐτούς.

91/255
εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ καὶ εὐλόγησε τοὺς ἄρτους. Ἔπειτα τοὺς Καὶ μετὰ τὴν εὐλογίαν ἔκοψε τοὺς ἄρτους εἰς κομμάτια καὶ ἔδιδε
κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς ἔκοψε κομμάτια καὶ ἔδιδε συνεχῶς εἰς τοὺς συνεχῶς εἰς τοὺς μαθητὰς διὰ νὰ τὰ θέτουν ἐμπρὸς εἰς τὸ πλῆθος

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μαθηταῖς παραθεῖναι τῷ ὄχλῳ. μαθητάς, διὰ νὰ παραθέσουν εἰς τὸν λαὸν τοῦ λαοῦ.
νὰ φάγῃ.
9,17 Καὶ ἔφαγον καὶ 17 Καὶ ἔφαγαν καὶ ἐχόρτασαν ὅλοι καὶ 17 Καὶ ἔφαγαν καὶ ἐχορτάσθησαν ὅλοι. Καὶ ἐσήκωσαν ἔπειτα ὅ,τι
ἐχορτάσθησαν πάντες, καὶ ἐσήκωσαν ἔπειτα, ἀπὸ ὅ,τι τοὺς εἶχε τοὺς ἐπερίσσευσε, δηλαδὴ δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα ἀπὸ κομμάτια.
ἤρθη τὸ περισσεῦσαν αὐτοῖς περισσεύσει, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα.
κλασμάτων κόφινοι δώδεκα.
9,18 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι 18 Καὶ ἐνῶ προσηύχετο ἀπομονωμένος ἀπὸ 18 Καὶ ἐνῷ προσηύχετο εἰς μέρος μοναχικόν, μακρὰν ἀπὸ τὸ
αὐτὸν προσευχόμενον κατὰ τὸ πλῆθος, ἦσαν μαζῆ του οἱ μαθηταὶ καὶ πλῆθος, συνέβη νὰ εἶναι μαζί του οἱ μαθηταὶ καὶ τοὺς ἠρώτησε καὶ
μόνας, συνῆσαν αὐτῷ οἱ τοὺς ἠρώτησε, λέγων· «ποῖος λένε τὰ πλήθη εἶπε· Ποῖος νομίζουν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ὅτι εἶμαι;
μαθηταί, καὶ ἐπηρώτησεν ὅτι εἶμαι;»
αὐτοὺς λέγων· τίνα μὲ λέγουσιν
οἱ ὄχλοι εἶναι;
9,19 Οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· 19 Ἐκεῖνοι δὲ ἀποκριθέντες εἶπαν· «λέγουν, 19 Αὐτοὶ δὲ ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον· Λέγουν, ὅτι εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ
Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι ὅτι εἶσαι Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ἄλλοι δὲ ὅτι Βαπτιστής· ἄλλοι δέ, ὅτι εἶσαι ὁ Ἠλίας· ἄλλοι δὲ λέγουν διὰ σέ, ὅτι
δὲ Ἠλίαν, ἄλλοι δὲ ὅτι εἶσαι ὁ Ἠλίας, ἄλλοι δὲ ὅτι εἶσαι κάποιος κάποιος ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς προφήτας ἀνεστήθη.
προφήτης τις τῶν ἀρχαίων προφήτης ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς ποὺ
ἀνέστη. ἀναστήθηκε».
9,20 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ὑμεῖς δὲ 20 Εἶπε δὲ εἰς αὐτούς· «σεῖς, ποιὸς λέτε ὅτι 20 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Σεῖς δὲ ποῖος λέγετε, ὅτι εἶμαι; Ἀπεκρίθη ὁ
τίνα μὲ λέγετε εἶναι; εἶμαι;» Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε· «ἡμεῖς Πέτρος καὶ εἶπεν· Εἶσαι ὁ Μεσσίας, τὸν ὁποῖον ὡς ἄνθρωπον
Ἀποκριθεὶς δὲ Πέτρος εἶπε· τὸν λέμε, ὅτι εἶσαι ὁ Μεσσίας, τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἔχρισεν ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα του ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἀσυγκρίτως
Χριστὸν τοῦ Θεοῦ. ἔχρισε καὶ ἔστειλε σωτῆρα τοῦ κόσμου». καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον σωτῆρα καὶ λυτρωτήν.
9,21 Ὁ δὲ ἐπιτιμήσας αὐτοῖς 21 Αὐτὸς δὲ τότε ἐντόνως καὶ αὐστηρῶς τοὺς 21 Αὐτὸς δὲ τότε τοὺς ἀπηγόρευσεν αὐστηρῶς καὶ τοὺς παρήγγειλε
παρήγγειλε μηδενὶ λέγειν παρήγγειλε, νὰ μὴ λέγουν τοῦτο εἰς κανένα. νὰ μὴ λέγουν τοῦτο εἰς κανένα, διότι λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ λαὸς ἐπερίμενε
τοῦτο, τὸν Μεσσίαν ὡς κοσμικὸν ἄρχοντα, ὑπῆρχε κίνδυνος ἀπὸ τὸν
λαϊκὸν ἐνθουσιασμὸν νὰ προκληθῇ ἐπανάστασις ἢ ταραχὴ

92/255
παρεμποδίζουσα τὸ πνευματικὸν ἔργον του.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,22 εἰπὼν ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ 22 Ἐπρόσθεσε δὲ ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν 22 Τοὺς προσέθεσε δέ, ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν καὶ τὸ σχέδιον
ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν καὶ βουλὴν τοῦ Θεοῦ πρέπει αὐτός, ὁ υἱὸς τοῦ τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὅχι νὰ
ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν ἀνθρώπου, νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ ἀνακηρυχθῇ βασιλεὺς ἐγκόσμιος, ὅπως τὸν περιμένουν οἱ πολλοὶ
πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τοὺς
γραμματέων, καὶ ἀποκταθῆναι, τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς, καὶ νὰ προεστοὺς καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ νὰ
καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι. θανατωθῇ καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα νὰ θανατωθῇ καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν νὰ ἀναστηθῇ.
ἀναστηθῇ.
9,23 Ἔλεγε δὲ πρὸς πάντας· εἴ 23 Ἔλεγε δὲ εἰς ὅλους· «ἐὰν κανεὶς θέλῃ νὰ 23 Ἔλεγε δὲ πρὸς ὅλους· Ἐὰν κανένας θέλῃ νὰ μὲ ἀκολουθῇ ὡς
τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, μὲ ἀκολουθῇ ὡς ὀπαδός μου, πρέπει νὰ ὀπαδός μου, ἂς διακόψῃ κάθε φιλίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν
ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀπαρνηθῇ τὸν ἁμαρτωλὸν ἑαυτόν του, νὰ διεφθαρμένον ἑαυτόν του καὶ ἂς λάβη τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν καὶ
ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ' πάρῃ τὴν ἀπόφασιν, τὴν ὁποίαν κάθε σταυρικὸν ἀκόμη θάνατον δι’ ἐμὲ νὰ ὑποστῇ, τὴν ἀπόφασιν δὲ
ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι. ἡμέραν θὰ ἀνανεώνῃ νὰ ὑποστῇ δι' ἐμὲ αὐτὴν ἂς ἀνανεώνῃ κάθε ἡμέραν νεκρώνων τὰ πάθη τῆς σαρκός,
θλίψεις καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν σταυρικὸν καὶ ἂς μὲ ἀκολουθῇ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.
θάνατον καὶ ἂς μὲ ἀκολουθῇ, ἂς σκέπτεται,
ἂς ζῇ καὶ ἂς πράττῃ ἔχων ἐμὲ ὡς ὑπόδειγμα.
9,24 ῝Ος γὰρ ἂν θέλει τὴν ψυχὴν 24 Διότι, ὅποιος θέλει, ἀρνούμενος ἐμέ, νὰ 24 Μὴ διστάσῃ δὲ πᾶς τις νὰ προβῇ εἰς τὰς ἀποφάσεις καὶ θυσίας
αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· σώσῃ τὴν πρόσκαιρον ζωήν του, θὰ χάσῃ αὐτάς. Διότι ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν πρόσκαιρον ζωήν του, θὰ
ὃς δ' ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν τὴν αἰωνίαν καὶ μακαρίαν ζωὴν πλησίον χάσῃ τὴν πνευματικὴν καὶ μακαρίαν ζωὴν τοῦ μέλλοντος. Ἐκεῖνος
αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, οὗτος σώσει τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ θυσιάσῃ τὴν δὲ ποὺ θὰ χάσῃ τὴν ζωήν του διὰ τὴν πίστιν του καὶ ὑπακοήν του
αὐτήν. ζωήν του πρὸς χάριν ἐμοῦ, θὰ σώσῃ τὴν εἰς ἐμέ, αὐτὸς θὰ σώσῃ τὴν ψυχήν του ἐν τῷ μέλλοντι βίῳ, ὅπου θὰ
ψυχήν του εἰς τὴν αἰωνίαν ζωήν. κερδήσῃ τὴν αἰωνίαν ζωήν.
9,25 Τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος 25 Διότι, τί ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν 25 Ἐκείνη δὲ ἡ σωτηρία εἶναι τὸ πᾶν. Διότι, τί ὠφελεῖται ὁ
κερδήσας τὸν κόσμον ὅλον, κερδήσῃ ὅλον τὸν κόσμον, χάσῃ δὲ τὴν ἄνθρωπος, ἐὰν κερδήσῃ ὅλον αὐτὸν τὸν ὑλικὸν κόσμον, ὑποστῇ δὲ
ἑαυτὸν δὲ ἀπολέσας ἢ ψυχήν του καὶ ζημιωθῇ μὲ τὴν αἰωνίαν πλήρη ἀπώλειαν ἢ ἔστω καὶ μερικὴν ζημίαν εἰς τὴν πνευματικὴν
ζημιωθείς; καταδίκην καὶ κόλασιν; ψυχήν του, ἡ ὁποία εἶναι ὁ κυρίως ἐαυτός του καὶ ἡ ὁποία ὡς

93/255
πνευματικὴ καὶ ἄφθαρτος δὲν συγκρίνεται μὲ κανὲν ἀπὸ τὰ ὑλικὰ
τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀγαθά;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,26 ῝Ος γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με 26 Διότι, ὅποιος ἐντραπῇ ἐμὲ καὶ τοὺς 26 Θὰ χάσῃ δὲ τὴν ψυχήν του ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ ὑποστῇ δι΄ ἐμὲ
καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους, τοῦτον ὁ λόγους μου, φοβούμενος ἐμπαιγμοὺς καὶ τὰς θυσίας αὐτάς. Διότι ὁποιοσδήποτε ἐντραπῇ ἐμὲ καὶ τοὺς λόγους
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου περιφρονήσεις ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων, μου ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὰς περιφρονήσεις καὶ τοὺς χλευασμοὺς
ἐπαισχυνθήσεται ὅταν ἔλθῃ ἐν αὐτὸν θὰ ἐντραπῇ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου, θὰ ἐντραπῇ αὐτὸν καὶ ὁ υἱὸς τοῦ
τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ τοῦ πατρὸς νὰ τὸν ὀνομάσῃ ἰδικόν του καὶ θὰ τὸν ἀνθρώπου καὶ θὰ τὸν ἀποκηρύξῃ, ὅταν θὰ ἔλθῃ μὲ τὴν δόξαν, τὴν
καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων. ἀποκυρύξῃ, ὅταν μὲ ὅλην του τὴν δόξαν καὶ ὁποίαν ὡς Θεάνθρωπος Κριτὴς θὰ ἔχῃ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν δόξαν τοῦ
μὲ τὴν δόξαν τοῦ Πατρὸς καὶ τῶν ἁγίων Πατρός του καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων, ποὺ θὰ τὸν συνοδεύουν
ἀγγέλων ἔλθῃ ὡς κριτὴς ὅλων. εὐλαβῶς καὶ θὰ τὸν ὑπηρετοῦν.
9,27 Λέγω δὲ ὑμῖν ἀληθῶς, εἰσί 27 Σᾶς λέγω δὲ ἀληθινὰ καὶ τοῦτο· 27 Σᾶς λέγω δὲ ἀληθινά, ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς, ποὺ
τινες τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἳ οὐ ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ στέκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δοκιμάσουν θάνατον, προτοῦ νὰ
μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν στέκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δοκιμάσουν ἴδουν νὰ καταλύεται κατὰ τὴν καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ
ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. θάνατον, ἕως ὅτου ἴδουν νὰ ἐγκαθιδρύεται τοῦ ναοῦ των ἡ Παλαιὰ θεία τάξις καὶ διαθήκη, διὰ νὰ θεμελιωθῇ
εἰς τὸν κόσμον ἡ βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». (Νὰ μὲ δύναμιν ἀκαταγώνιστον καὶ ὑπερφυσικὴν ἡ Νέα θεία τάξις ἐν
ἱδρύεται ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς τῷ κόσμῳ, τὴν ὁποίαν θὰ ἐκπροσωπῇ ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἡ ἄλλη
Πεντηκοστῆς διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγ. βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Πνεύματος μὲ δύναμιν πολλὴν καὶ νὰ
ἐξαπλώνεται εἰς ὅλον τὸν γνωστὸν τότε
κόσμον).
9,28 Ἐγένετο δὲ μετὰ τοὺς 28 Ὕστερα ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτούς, ἔπειτα 28 Ὕστερα δὲ ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτούς, μετὰ ὀκτὼ περίπου ἡμέρας,
λόγους τούτους ὡσεὶ ἡμέραι ἀπὸ ὀκτὼ περίπου ἡμέρας, παρέλαβε ὁ ἀφοῦ ἐπῆρε μαζί του ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην καὶ τὸν
ὀκτὼ καὶ παραλαβὼν τὸν Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην καὶ τὸν Ἰάκωβον, συνέβη νὰ ἀναβῇ εἰς τὸ ὅρος διὰ νὰ προσευχηθῇ.
Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ ἀνέβηκε εἰς ἕνα ὅρος διὰ νὰ
Ἰάκωβον ἀνέβη εἰς τὸ ὅρος προσευχηθῇ.
προσεύξασθαι.
9,29 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 29 Καὶ ἐνῶ προσηύχετο, ἔγινε ἡ ἐξωτερική 29 Καὶ ἐνῶ προσηύχετο ἔγινεν ἡ ἐξωτερικὴ μορφὴ τοῦ προσώπου

94/255
προσεύχεσθαι αὐτὸν τὸ εἰδὸς του μορφὴ τοῦ προσώπου του διαφορετικὴ του διαφορετική, διότι ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιον καὶ ἡ ἐνδυμασία του
τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἕτερον καὶ καὶ ἡ ἐνδυμασία του ὁλόλευκη καὶ ἔγινε λευκὴ καὶ λαμπρὰ σὰν ἀστραπή.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὁ ἱματισμὸς αὐτοῦ λευκὸς ἀπαστράπτουσα.
ἐξαστράπτων.
9,30 Καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο 30 Καὶ ἰδοὺ δύο ἄνδρες συνωμιλούσαν μαζῆ 30 Καὶ ἰδοὺ δύο ἄνδρες συνωμίλουν μαζί του, καὶ αὐτοὶ ἦσαν ὁ
συνελάλουν αὐτῷ, οἵτινες ἦσαν του. Καὶ αὐτοὶ ἦσαν ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, Μωϋσῆς ὡς κυριώτερος τοῦ νόμου ἀντιπρόσωπος, καὶ ὁ Ἠλίας ὡς
Μωϋσῆς καὶ ᾿Ηλίας, ἐκπρόσωπος τῶν προφητῶν.
9,31 οἳ ὀφθέντες ἐν δόξῃ ἔλεγον 31 οἱ ὁποῖοι παρουσιάσθησαν μὲ δόξαν καὶ 31 Οὗτοι ἐνεφανίσθησαν περιβεβλημένοι μὲ δόξαν καὶ ἔλεγον περὶ
τὴν ἔξοδον αὐτοῦ ἣν ἔμελλε ἔλεγαν διὰ τὴν ἔξοδόν του, διὰ τὴν τῆς ἐξόδου του καὶ ἀναχωρήσεώς του ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, τὴν
πληροῦν ἐν ῾Ιερουσαλήμ. ἀναχώρησίν του ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου καὶ τῆς Ἀναλήψεώς του ἔμελλε
ὁποίαν σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας ἔμελλε σύμφωνα μὲ τὰς προτυπώσεις τοῦ νόμου καὶ τὰς προρρήσεις τῶν
νὰ ἐκπληρώσῃ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ. προφητῶν νὰ ἐκπληρώσῃ καὶ νὰ συντελέσῃ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
9,32 Ὁ δὲ Πέτρος καὶ οἱ σὺν 32 Ὁ δὲ Πέτρος καὶ οἱ δύο ἄλλοι μαθηταὶ 32 Ὁ δὲ Πέτρος καὶ οἱ σύντροφοί του εἶχαν κυριευθῇ ἀπὸ βαρὺν
αὐτῷ ἦσαν βεβαρημένοι ὕπνῳ· εἶχαν καταληφθῇ ἀπὸ βαρὺν ὕπνον. Ὅταν νυσταγμόν, ἐντὸς ὀλίγου ὅμως ἑξαγρύπνησαν καὶ εἶδαν τὴν δόξαν
διαγρηγορήσαντες δὲ εἶδον τὴν ὅμως ἐξύπνησαν, εἶδαν τὴν δόξαν του καὶ του καὶ τοὺς δύο ἄνδρας, ποὺ ἔστεκαν μαζί του.
δόξαν αὐτοῦ καὶ τοὺς δύο τοὺς δύο ἄνδρας, ποὺ ἐστέκοντο μαζῆ του.
ἄνδρας τοὺς συνεστῶτας αὐτῷ.
9,33 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 33 Καὶ συνέβη, ὅταν οἱ δύο ἄνδρες 33 Καὶ συνέβη, ὅταν οἱ δύο αὐτοὶ ἄνδρες ἐπρόκειτο νὰ χωριστοῦν
διαχωρίζεσθαι αὐτοὺς ἀπ' ἐτοιμάζοντο νὰ χωρισθοῦν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, εἶπεν ὁ Πέτρος πρὸς αὐτόν· Διδάσκαλε, καλὰ εἶναι
αὐτοῦ εἶπεν ὁ Πέτρος πρὸς τὸν εἶπεν ὁ Πέτρος πρὸς αὐτόν· «διδάσκαλε, νὰ μείνωμεν ἐδῶ. Ἂς κάμωμεν λοιπὸν τρεῖς σκηνάς· μίαν διὰ σὲ καὶ
Ἰησοῦν· ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν εἶναι καλὰ νὰ μένωμεν ἐδῶ· ἂς κάμωμεν μίαν διὰ τὸν Μωϋσῆν καὶ μίαν διὰ τὸν Ἠλίαν. Εἶπε δὲ ταῦτα ὁ
ἡμᾶς ὧδε εἶναι· καὶ ποιήσωμεν τρεῖς σκηνάς, μίαν διὰ σέ, μίαν διὰ τὸν Πέτρος φανταζόμενος, ὅτι ὁ Κύριος μετὰ τῶν δύο προφητῶν εἶχεν
σκηνὰς τρεῖς, μίαν σοὶ καὶ μίαν Μωϋσέα καὶ μίαν διὰ τὸν Ἠλίαν». Καὶ τὰ ἀνάγκην σκηνῶν καὶ ὅτι ἡ ἔνδοξος Μεταμόρφωσίς του θὰ
Μωϋσεῖ καὶ μίαν Ἠλίαν, μὴ ἔλεγεν αὐτά, χωρὶς νὰ καταλαβαίνῃ καλά - παρετείνετο παντοτεινὰ καὶ θὰ προελαμβάνετο οὕτω ἡ ἔξοδος καὶ
εἰδὼς ὃ λέγει. καλά, τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔλεγε. τὸ σταυρικὸν πάθημά του. Συνεπῶς ὁ Πέτρος δὲν ἤξευρε τί ἔλεγεν.
9,34 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ λέγοντος 34 Ἐνῶ δὲ ὁ Πέτρος ἔλεγε αὐτά, ἦλθε ἕνα 34 Ἐνῷ δὲ αὐτὸς ἔλεγε ταῦτα, ἦλθε σύννεφον καὶ τοὺς ἐσκέπασεν.
ἐγένετο νεφέλη καὶ ἐπεσκίασεν σύννεφο καὶ τοὺς ἐκέπασε. Ἐφοβήθησαν δὲ Ἐφοβήθησαν δὲ ὁ Πέτρος καὶ οἱ συμμαθηταί του, ὅταν ὁ

95/255
αὐτούς· ἐφοβήθησαν δὲ ἐν τῷ ὁ Πέτρος καὶ οἱ δύο ἄλλοι μαθηταί, ὅταν ὁ Διδάσκαλος καὶ οἱ δύο προφῆται ἐμβῆκαν εἰς τὴν νεφέλην. Καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἰσελθεῖν ἐκείνους εἰς τὴν Ἰησοῦς καὶ οἱ δύο προφῆται εἰσῆλθον εἰς τὴν ἐφοβήθησαν, διότι τὸ σύννεφον αὐτὸ δεν ἦτο σύνηθες, ἀλλ’ ἦτο
νεφέλην· παράδοξον ἐκείνην νεφέλην, ἡ ὁποία ἦτο σημεῖον τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.
σημεῖον τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ
ἄλλοτε εἰς τὸ ὅρος Σινᾶ.
9,35 καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ της 35 Καὶ ἠκούσθη φωνὴ ἀπὸ τὴν νεφέλην, ἡ 35 Καὶ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὴν νεφέλην φωνή, ποὺ ἔλεγεν· Αὐτὸς εἶναι ὁ
νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ ὁποία ἔλεγεν· «αὐτὸς εἶναι ὁ μονογενὴς Υἱός υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ποὺ τὸν ἀπέστειλα διὰ νὰ σωθῇ ὁ κόσμος.
υἱός μου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ μου, ὁ κατ' εξοχὴν ἀγαπητός, ποὺ τὸν Αὐτὸν νὰ ἀκούετε.
ἀκούετε. ἔστειλα Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Αὐτὸν νὰ
ἀκούετε».
9,36 Καὶ ἐν τῷ γενέσθαι τὴν 36 Καὶ ἀφοῦ ἔγινε αὐτὴ ἡ φωνή, εὐρέθηκε ὁ 36 Καὶ ὅταν ἔγινεν ἡ φωνὴ αὐτή, εὑρέθη ὁ Ἰησοῦς μόνος, χωρὶς νὰ
φωνὴν εὑρέθη ὁ Ἰησοῦς μόνος. Ἰησοῦς μόνος· καὶ οἱ τρεῖς μαθηταὶ εἶναι πλέον ἐκεῖ καὶ οἱ δύο προφῆται. Καὶ οἱ τρεῖς αὐτοὶ μαθηταὶ
Καὶ αὐτοὶ ἐσίγησαν καὶ οὐδενὶ ἐκράτησαν σιγὴν διὰ τὸ γεγονὸς καὶ εἰς κατ’ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου ἐσιώπησαν καὶ δὲν ἀνέφεραν κατὰ τὰς
ἀπήγγειλαν ἐν ἐκείναις ταῖς κανέναν κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας δὲν ἡμέρας ἐκείνας εἰς κανένα τίποτε ἀπὸ ὅσα εἶχον ἴδει, διότι ὑπῆρχε
ἡμέραις οὐδὲν ὧν ἑωράκασιν. ἀνεκοίνωσαν τίποτε ἀπὸ ὅσα εἶδαν. φόβος νὰ προκληθῇ εἴτε σφοδρὰ ἀντίδρασις ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ
Κυρίου εἴτε ἄκαιρος καὶ ταραχώδης ἐνθουσιασμὸς ἀπὸ τοὺς
θαυααστάς του.
9,37 Ἐγένετο δὲ ἐν τῇ ἑξῆς 37 Κατὰ δὲ τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ὅταν 37 Κατὰ τὴν ἑπομένην δὲ ἡμέραν, ὅταν αὐτοὶ κατέβησαν ἀπὸ τὸ
ἡμέρᾳ κατελθόντων αὐτῶν ἀπὸ κατέβηκαν ἀπὸ τὸ ὅρος, συνήντησε τὸν ὅρος, συνέβη νὰ τὸν συναντήση λαὸς πολύς.
τοὺ ὄρους σηνήντησεν αὐτῷ Ἰησοῦν πολὺς λαός.
ὄχλος πολύς.
9,38 Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ἀπὸ τοῦ 38 Καὶ ἰδού, ἔνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ πλῆθος 38 Καὶ ἰδοὺ ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ἐφώναξε καὶ
ὄχλου ἀνεβόησε λέγων· ἐφώναξε καὶ εἶπε· «διδάσκαλε, θερμῶς εἶπε· Διδάσκαλε, σὲ παρακαλῶ, ρίψε σπλαγχνικὸν βλέμμα εἰς τὸν
διδάσκαλε, δέομαί σου, παρακαλῶ, ρίξε ἕνα βλέμμα εὐσπλαγχνίας υἱόν μου, διότι μου εἶναι μονάκριβος.
ἐπίβλεψον ἐπὶ τὸν υἱόν μου, ὅτι εἰς τὸν υἱόν μου, διότι μου εἶναι μονογενής.
μονογενής μοί ἐστι·

96/255
9,39 καὶ ἰδοὺ πνεῦμα λαμβάνει 39 Καὶ ἰδοὺ τὸν κυριεύει ἀπὸ καιροῦ εἰς 39 Καὶ ἰδοὺ τὸν καταλαμβάνει πνεῦμα πονηρὸν καὶ ἔξαφνα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτόν, καὶ ἐξαίφνης κράζει καὶ καιρὸν πονηρὸν πνεῦμα καὶ ἔξαφνα φωνάζει δυνατὰ καὶ τὸ πνεῦμα τὸν σπαράζει μὲ ἀφρὸν ἀπὸ τὸ
σπαράσσει αὐτὸν μετὰ ἀφροῦ κραυγάζει καὶ τὸν συγκλονίζει μὲ σπασμοὺς στόμα, καὶ μὲ κόπον πολὺν φεύγει ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον, ἀφοῦ
καὶ μόγις ἀποχωρεῖ ἀπ' αὐτοῦ εἰς ὅλον τὸ σῶμα καὶ μὲ ἀφροὺς εἰς τὸ στόμα τὸν κουρελιάσῃ καὶ τὸν κάμῃ ἀναίσθητον.
συντρῖβον αὐτόν· καὶ μὲ δυσκολίαν φεύγει ἀπὸ αὐτόν, ἀφοῦ
προηγουμένως τὸν συντρίψῃ.
9,40 καὶ ἐδεήθην τῶν μαθητῶν 40 Καὶ παρεκάλεσα τοὺς μαθητάς σου, νὰ τὸ 40 Καὶ παρεκάλεσα τοὺς μαθητάς σου νὰ τὸ βγάλουν καὶ δὲν
σου ἵνα ἐκβάλωσιν αὐτό, καὶ διώξουν καὶ δὲν ἠμπόρεσαν». ἠμπόρεσαν.
οὐκ ἠδυνήθησαν.
9,41 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς 41 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· «ὦ 41 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Ὦ γενεά, ποὺ τόσα θαύματα
εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ γενεά, ποὺ παρ' ὅλα τὰ θαύματα τὰ ὁποῖα εἶδες καὶ εἶσαι ἀκόμη ἄπιστος, ἀπὸ τὴν κακίαν σου δὲ εἶσαι καὶ
διεστραμμένη, ἕως πότε ἔσομαι εἶδες, εἶσαι ἀκόμη ἄπιστος καὶ ἀπὸ τὴν διεστραμμένη, ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας καὶ θὰ σᾶς ἀνέχωμαι;
πρὸς ὑμᾶς καὶ ἀνέξομαι ὑμῶν; κακίαν σου διεστραμμένη, ἕως πότε θὰ εἶμαι Φέρε ἐδῶ τὸν υἱόν σου.
Προσάγαγε τὸν υἱόν σου ὧδε. μαζῆ σας καὶ θὰ σᾶς ἀνέχωμαι; Φέρε τὸ
παιδί σου ἐδῶ».
9,42 Ἔτι δὲ προσερχομένου 42 Ἐνῶ δὲ ὁ νέος προσήρχετο εἰς τὸν Ἰησοῦν, 42 Ἐνῷ δὲ ὁ νέος αὐτὸς ἦτο ἀκόμη εἰς τὸν δρόμον καὶ ἤρχετο πρὸς
αὐτοῦ ἔρρηξεν αὐτὸν τὸ τὸν ἐπέταξεν κάτω μὲ ὁρμὴν τὸ δαιμόνιον τὸν Σωτῆρα, τὸν ἐπέταξε κάτω μὲ βίαν τὸ δαιμόνιον καὶ τοῦ
δαιμόνιον καὶ συνεσπάραξεν· καὶ τὸν συνεκλόνισε μὲ σπασμούς. Ὁ Ἰησοῦς ἐτάραξε μὲ σπασμοὺς ὁλόκληρον τὸν ὀργανισμόν. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως
ἐπετίμησε δὲ ὁ Ἰησοῦς τῷ ὅμως ἐπέπληξε καὶ ἔδιωξε τὸ ἀκάθαρτον ἐπέπληξε τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα καὶ ἰάτρευσε τὸ παιδίον καὶ τὸ
πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ, καὶ πνεῦμα, ἐθεράπευσε τὸ παιδὶ καὶ τὸ ἔδωκε πίσω εἰς τὸν πατέρα του ὑγιές.
ἰάσατο τὸν παῖδα καὶ ἀπέδωκεν παρέδωσε εἰς τὸν πατέρα του ἐντελῶς ὑγιές.
αὐτὸν τῷ πατρὶ αὐτοῦ.
9,43 Ἐξεπλήσσοντο δὲ πάντες 43 Καὶ κατελαμβάνοντο ὅλοι ἀπὸ μεγάλην 43 Ἐκυριεύοντο δὲ ὅλοι ἀπὸ ἔκπληξιν διὰ τὸ μεγαλεῖον τῆς
ἐπὶ τῇ μεγαλειότητι τοῦ Θεοῦ. ἔκπληξιν καὶ θαυμασμόν, διὰ τὴν δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐφανερώνετο διὰ θαυμάτων, τὰ ὁποῖα
Πάντων δὲ θαυμαζόντων ἐπὶ μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐφαίνετο μὲ ἐνήργει ὁ Ἰησοῦς. Ἐνῷ δὲ ὅλοι ἐθαύμαζαν δι’ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ
πᾶσιν οἷς ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, τὰ καταπληκτικὰ αὐτὰ θαύματα. Ἐνῶ δὲ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς, εἶπεν εἰς τοὺς μαθητάς του.

97/255
εἶπε πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· ὅλοι ἐθαύμαζαν μὲ ὅλα ὅσα ἔκαμεν ὁ
Ἰησοῦς, εἶπε πρὸς τοὺς μαθητάς του,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,44 θέσθε ὑμεῖς εἰς τὰ ὦτα 44 «σεῖς μὴ ἐπηρεάζεσθε ἀπὸ τὸν ψευδῆ 44 Μὴ παρασύρεσθε σεῖς ἀπὸ τὸν θαυμασμὸν αὐτὸν τοῦ λαοῦ.
ὑμῶν τοὺς λόγους τούτους· ὁ αὐτὸν ἐνθουσιασμὸν καὶ σχηματίζετε Βάλετε εἰς τὰ αὐτιά σας, ἐντυπώσατε εἰς τὴν μνήμην σας, ὥστε νὰ
γὰρ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει ἐσφαλμένην γνώμην δι' ἐμέ. Βάλετε εἰς τ' μὴ ξεχάνετε τοὺς λόγους αὐτούς, ποὺ θὰ σᾶς εἴπω, ὅτι δηλαδὴ ὁ
παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας αὐτιά σας καὶ προσέξτε πολὺ τὰ λόγια αὐτά, υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει νὰ παραδοθῇ σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν
ἀνθρώπων. ποὺ θὰ σᾶς πῶ· ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ εἰς τὰ χέρια ἀνθρώπων, ποὺ θὰ τὸν κακοποιήσουν καὶ θὰ
ἐντὸς ὀλίγου παραδίδεται, σύμφωνα μὲ τὴν τὸν θανατώσουν.
βουλὴν τοῦ Θεοῦ, εἰς χεῖρας ἀνθρώπων οἱ
ὁποῖοι θὰ τὸν βασανίσουν καὶ θὰ τὸν
θανατώσουν».
9,45 Οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ρῆμα 45 Αὐτοὶ δὲ δὲν ἐκαταλάβαιναν τὸ νόημα 45 Αὐτοὶ δὲ δὲν ἐκατάλαβαν τὴν σημασίαν τοῦ λόγου αὐτοῦ. Καὶ
τοῦτο, καὶ ἦν τοῦ λόγου αὐτοῦ· καὶ ἔμεινε κρυμμένος ἀπὸ παρέμενε κρυμμένος ἀπὸ αὐτοὺς ὁ λόγος, διὰ νὰ μὴ τὸν
παρακεκαλυμμένον ἀπ' αὐτῶν αὐτοὺς ὁ λόγος, ὥστε νὰ μὴν ἠμποροῦν νὰ ἐννοήσουν, διότι δὲν ἦτο ἀκόμη καιρὸς νὰ φωτίση ὁ Θεὸς τὸν νοῦν
ἵνα μὴ αἴσθωνται αὐτό, καὶ τὸν ἐννοήσουν καὶ τὸν αἰσθανθοῦν. Ἐπειδὴ των διὰ νὰ ἐννοοῦν τὰς Γραφάς, ἦτο δὲ ἑπόμενον, ἐὰν παράκαιρα
ἐφοβοῦντο ἐρωτῆσαι αὐτὸν περὶ δὲν εἶχον λάβει ἀκόμη τὸν φωτισμὸν τοῦ τὸν κατενόουν, νὰ ἐκυριεύοντο ἀπὸ διαρκῆ κατήφειαν καὶ
τοῦ ρήματος τούτου. Ἁγίου Πνεύματος. Λόγω δὲ εὐλαβείας καὶ ἀποθάρρυνσιν. Καὶ ἐξ εὐλαβείας ἐφοβοῦντο καὶ δὲν εἶχον τὸ
συστολῆς ἐφοβοῦντο νὰ τὸν ἐρωτήσουν διὰ θάρρος νὰ τὸν ἐρωτήσουν καὶ νὰ ζητήσουν ἐξηγήσεις διὰ τὸν λόγον
τὸ νόημα τοῦ λόγου τούτου. αὐτόν.
9,46 Εἰσῆλθε δὲ διαλογισμὸς ἐν 46 Ἐν τούτοις εἰσεχώρησεν εἰς αὐτοὺς ἔνας 46 Ἀλλὰ ἀπὸ τὰς προειδοποιήσεις τοῦ Κυρίου, περὶ τοῦ ὅτι
αὐτοῖς, τὸ τίς ἂν εἴη μείζων κακὸς διαλογισμός, ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ἐπλησίαζεν ἡ ὥρα τοῦ ἐνδόξου τέλους του, ἐνόμισαν ἐκ
αὐτῶν. ἦτο μεγαλύτερος καὶ ἐπισημότερος εἰς τὴν παρεξηγήσεως οἱ μαθηταί, ὅτι ὁ Διδάσκαλός των ἐπρόκειτο νὰ
βασιλείαν τοῦ Χριστοῦ. βασιλεύσῃ. Εἶχον ἀντιληφθῇ ἐξ ἄλλου, ὅτι οἱ τρεῖς συμμαθηταί
των, ποὺ εἶχαν ἀναβῇ μετὰ τοῦ Ἰησοῦ εἰς τὸ ὅρος, προετιμήθησαν
ἀπὸ αὐτὸν καὶ τοὺς εἶχεν ἐμπιστευθῇ κάποιο μυστικὸν ὁ
Διδάσκαλος. Ἐξ ἀφορμῆς λοιπὸν τούτων ἐμβῆκεν εἰς αὐτοὺς
διαλογισμὸς κακός, περὶ τοῦ ποῖος θὰ ἦτο μεγαλύτερος καὶ
περισσότερον διακεκριμένος ἐξ αὐτῶν εἰς τὴν βασιλείαν, περὶ τῆς

98/255
ὁποίας ὁ Διδάσκαλος ὡμίλει.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,47 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἱδὼν τὸν 47 Ὁ δὲ Ἰησοῦς μὲ τὴν θείαν αὐτοῦ 47 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀντελήφθη διὰ τῆς ὑπερφυσικῆς του γνώσεως τὸν
διαλογισμὸν της καρδίας παγγνωσίαν εἶδε καθαρὰ τὸν ἐγωϊστικὸν διαλογισμόν, ποὺ ἀπησχόλει τὴν διάνοιάν των καὶ ἀφοῦ ἐπῆρεν
αὐτῶν, ἐπιλαβόμενος παιδίου αὐτὸν διαλογισμὸν της καρδίας των, ἐπῆρε ἀπὸ τὸ χέρι κάποιο παιδίον, τὸ ἔβαλε νὰ σταθῇ πλησίον του
ἔστησεν αὐτὸ παρ' ἑαυτῶ. ἕνα παιδί, τὸ ἔβαλε νὰ σταθῇ ὄρθιον
πλησίον του
9,48 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὃς ἐὰν 48 καὶ εἶπε εἰς αὐτούς· «ὅποιος θὰ δεχθῇ διὰ 48 καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· Ὅποιος θὰ δεχθῇ τὸν ἐξομοιωθέντα πρὸς
δέξηται τοῦτο τὸ παιδίον ἐπὶ τῷ τὸ ὄνομά μου τὸ παιδὶ τοῦτο ἢ ἕνα ἀπὸ τοὺς τὸ ἁπλοῦν καὶ ταπεινὸν καὶ ἀφιλόδοξον αὐτὸ παιδίον μαθητήν μου
ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται, καὶ ὃς ταπεινοὺς καὶ ἁπλοϊκοὺς ἀνθρώπους ποὺ μὲ τὴν πρόθεσιν νὰ τιμήσῃ ἐμέ, δέχεται ἐμὲ τὸν ἴδιον. Καὶ ὁποῖος
ἐὰν ἐμὲ δέξηται, δέχεται τὸν μοιάζουν μὲ αὐτὸ τὸ παιδί, δέχεται ἐμέ. Καὶ θὰ δεχθῇ ἐμέ, δέχεται τὸν ἐπουράνιον Πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μὲ
ἀποστείλαντα μέ. ῾Ο γὰρ ὁποῖος θὰ δεχθῇ ἐμέ, δέχεται τὸν Πατέρα, ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον. Διὰ νὰ δεχθῇ ὅμως μὲ σεβασμὸν τὸν
μικρότερος ἐν πᾶσιν ὑμῖν ποὺ μὲ ἔστειλε εἰς τὸν κόσμον. Καὶ φυσικὰ μικρὸν καὶ ἄσημον μαθητήν μου, θὰ ταπεινωθῇ καὶ θὰ γίνῃ
ὑπάρχων, οὗτός ἐστι μέγας. θὰ εἶναι ταπεινὸς καὶ θὰ δείξῃ ἀγάπην μικρότερος κατὰ τὸ φρόνημα καὶ ἀπὸ τὸν μικρὸν καὶ ἄσημον
ἐκεῖνος ποὺ θὰ δεχθῇ ἕνα τέτοιον μικρόν, τοῦτον, τὸν ὁποῖον ὑποδέχεται. Ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτὸ θὰ ἀξιωθῇ τῆς
ἀλλὰ καὶ θὰ δοξασθῇ διὰ τοῦτο· διότι δόξῃς, ἡ ὁποία ἀνήκει εἰς τοὺς ὑποδεχομένους τὸν ἀποστείλαντά
ἐκεῖνος ποὺ ταπεινώνεται καὶ φέρεται ὡς με. Διότι ἐκεῖνος ποὺ ταπεινοῦται καὶ εἶναι μικρότερος μεταξὺ
μικρότερος μεταξὺ ὅλων σας, αὐτὸς θὰ εἶναι ὅλων σας, αὐτὸς θὰ εἶναι μεγάλος εἰς τὴν βασιλείαν μου.
μεγάλος εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
9,49 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰωάννης 49 Ἔλαβε δὲ τότε τὸν λόγον ὁ Ἰωάννης καὶ 49 Ἔλαβε δὲ τότε τὸν λόγον ὀ Ἰωάννης καὶ εἶπε· Διδάσκαλε, τόσον
εἶπεν· ἐπιστάτα, εἴδομέν τινα εἶπε· «διδάσκαλε, εἴδαμε κάποιον νὰ διώχνῃ πολὺ ἐκτιμᾷς ἐκεῖνον, ποὺ θὰ δεχθῇ τὸ παιδίον εἰς τὸ ὄνομά σου.
ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου ἐκβάλλοντα δαιμόνια ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομά σου καὶ Ἡμεῖς ὅμως εἴδομεν κάποιον, ποὺ διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ
δαιμόνια, καὶ ἐκωλύσαμεν τὸν ἐμποδίσαμε, ἐπειδὴ δὲν σὲ ἀκολουθεῖ ὀνόματός σου ἔβγαζε δαιμόνια καὶ ἀντὶ νὰ τὸν ἐκτιμήσωμεν, διότι
αὐτόν, ὅτι οὐκ ἀκολουθεῖ μεθ' μαζῆ μὲ ἡμᾶς». ἐπεκαλεῖτο τὸ ὄνομά σου, τὸν ἐμποδίσαμεν, ἐπειδὴ δὲν σὲ
ἡμῶν. ἀκολούθει μαζὶ μὲ ἡμᾶς, καὶ δὲν ἔλαβε τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν ἀπὸ σέ,
ὅπως τὴν ἐλάβομεν ἡμεῖς.
9,50 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ 50 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «μὴ τὸν 50 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὀ Ἰησοῦς· Μὴ τὸν ἐμποδίζετε. Διότι δὲν εἶναι

99/255
Ἰησοῦς· μὴ κωλύετε· οὐ γάρ ἐστι ἐμποδίζετε· διότι δὲν εἶναι ἐναντίον σας, ἐνάντιόν σας. Καὶ ὅποιος δὲν εἶναι ἐνάντιόν σας καὶ δὲν εἶναι
καθ' ὑμῶν· ὃς γὰρ οὐκ ἐστὶ καθ' κάθε ἕνας ποὺ δὲν εἶναι ἐναντίον σας, εἶναι προκατειλημμένος κατὰ τῆς διδασκαλίας σας, οὐδὲ πολεμεῖ αὐτήν,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὑμῶν, ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν. μαζῆ σας». εἶναι μὲ τὸ μέρος σας καὶ ἑπόμενον εἶναι αὐτὸς νὰ γίνῃ κάποτε ἐξ
ὁλοκλήρου ἰδικός σας.
9,51 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ 51 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζε πλέον νὰ 51 Καὶ συνέβη, ὅταν συνεπληροῦτο ὁ ὡρισμένος ἀριθμὸς τῶν
συμπληροῦσθαι τὰς ἡμέρας τῆς συμπληρωθοῦν αἱ ἡμέραι, ἔπειτα ἀπὸ τὰς ἡμερῶν, μετὰ τὰς ὁποίας θὰ ἐγίνετο ἡ ἀνάληψίς του εἰς τοὺς
ἀναλήψεως αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ὁποίας θὰ ἐγίνετο ἡ ἀνάληψίς του εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ αὐτὸς ἐστήριξε τὸ πρόσωπόν του καὶ ἐκάρφωσε τὰ
ἐστήριξε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ οὐρανούς, αὐτὸς ἔστρεψε τὸ πρόσωπόν του μάτια του μὲ ἀπόφασιν στερεὰν καὶ ἀκλόνητον νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰ
τοῦ πορεύεσθαι εἰς καὶ προσήλωσε τὰ βλέμματά του μὲ Ἱεροσόλυμα, ὅπου θὰ τὸν ἐσταύρωναν.
Ἱερουσαλήμ, ἀπόφασιν σταθερὰν νὰ πορευθῇ εἰς
Ἱεροσόλυμα, ὅπου θὰ ὑφίστατο τὸ φρικτὸ
πάθος.
9,52 καὶ ἀπέστειλεν ἀγγέλους 52 Καὶ ἔστειλε ἀγγελιοφόρους πρὸ αὐτοῦ εἰς 52 Καὶ ἀπέστειλεν ἀγγελιαφόρους εἰς τὰ διάφορα χωριὰ καὶ τὰς
πρὸ προσώπου αὐτοῦ. Καὶ τὰ διάφορα χωρία καὶ τὰς πόλεις· καὶ αὐτοὶ πόλεις, προτοῦ νὰ ὑπάγῃ αὐτοπροσώπως ἐκεῖ. Καὶ αὐτοὶ ἀφοῦ
πορευθέντες εἰσῆλθον εἰς ἐπορεύθησαν καὶ ἐπῆγαν εἰς ἕνα χωριὸ τῶν ἐπῆγαν, ἐμβῆκαν εἰς κάποιο χωρίον τῶν Σαμαρειτῶν διὰ νὰ
κώμην Σαμαρειτῶν, ὥστε Σαμαρειτῶν, διὰ νὰ ἐτοιμάσουν εἰς αὐτὸν ἐτοιμάσουν εἰς αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς μαθητὰς τόπον, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ
ἑτοίμασαι αὐτῷ· καὶ τοὺς μαθητάς του τόπον νὰ μείνουν. κατέλυον.
9,53 καὶ οὐκ ἐδέξαντο αὐτόν, ὅτι 53 Ἀλλὰ οἱ κάτοικοι δὲν τὸν ἐδέχθησαν, 53 Ἀλλ’ οἱ κάτοικοι τοῦ χωρίου ἐκείνου δὲν τὸν ἐδέχθησαν, διότι
τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἦν διότι αὐτὸς ἐπήγαινε εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, αὐτὸς ἐπήγαινεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν πρωτεύουσαν τῶν ἐχθρῶν
πορευόμενον εἰς Ἱερουσαλήμ. πόλιν ἐχθρικὴν εἰς αὐτούς. των, διὰ νὰ ἑορτάσῃ ἐκεῖ τὸ Πάσχα καὶ ὄχι εἰς τὸ Γαρειζίν, ὅπου οἱ
Σαμαρεῖται ἐπέμενον ὅτι ἔπρεπε νὰ λατρεύεται ὁ Θεός.
9,54 Ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ 54 Ὅταν δὲ οἱ μαθηταί του, Ἰάκωβος καὶ 54 Ὅταν δὲ οἱ μαθηταί του Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης εἶδαν τοὺς
αὐτοῦ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης Ἰωάννης, εἶδαν τοὺς ἀπεσταλμένους νὰ ἀπεσταλμένους νὰ γυρίζουν περιφρονημένοι, εἶπαν· Κύριε, εἶναι μὲ
εἶπον· Κύριε, θέλεις εἴπωμεν γυρίζουν διωγμένοι καὶ ἐπληροφορήθησαν τὴν ἄδειαν καὶ θέλησίν σου νὰ εἴπωμεν, ἵνα καταβῇ πῦρ ἀπὸ τὸν
πῦρ καταβῆναι ἀπὸ οὐρανοῦ τὸ γεγονός, εἶπαν μὲ ἀγανάκτησιν· «Κύριε, οὐρανὸν καὶ τοὺς κατακαύσῃ, ὅπως καὶ ὁ Ἠλίας ἔκαμεν ἄλλοτε
καὶ ἀναλῶσαι αὐτούς, ὡς καὶ θέλεις νὰ ποῦμε νὰ κατεβῇ φωτιὰ ἀπὸ τὸν τοῦτο εἰς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Ὀχοζίου;
Ἠλίας ἐποίησε; οὐρανὸν καὶ νὰ τοὺς ἐξολοθρεύσῃ, ὅπως

100/255
ἔκαμε ἄλλοτε ὁ Ἠλίας;»

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


9,55 Στραφεὶς δὲ ἐπετίμησεν 55 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἐστράφη πρὸς αὐτούς, 55 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἐστράφη ὀπίσω πρὸς αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐπέπληξε
αὐτοῖς καὶ εἶπεν· οὐκ οἴδατε τοὺς ἐπέπληξε καὶ εἶπε· «δὲν ξέρετε ἀκόμη καὶ εἶπε· Δὲν ἠξεύρετε ἀκόμη ποίων διαθέσεων καὶ φρονημάτων
ποίου πνεύματός ἐστε ὑμεῖς· ποίων διαθέσεων καὶ ποίας πνευματικῆς ἀνθρώπους σᾶς κάνει ἡ νέα πνευματικὴ δύναμις καὶ ζωή, τὴν
καταστάσεως εἶσθε ἐσεῖς. Δὲν εἶσθε ὁποίαν μεταδίδει ἡ διδασκαλία μου καὶ ἡ χάρις τοῦ Πνεύματός μου.
ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καὶ τῆς Δὲν εἶσθε ἄνθρωποι καὶ διδάσκαλοι τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καὶ
τιμωρίας, ποὺ ἐκυριαρχοῦσε εἰς ἐποχὴν τῆς τιμωρίας, ποὺ ἐπεκράτει εἰς τὴν Π. Δ., ἀλλὰ τοῦ πνεύματος τῆς
Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ τοῦ πνεύματος πραότητος καὶ μακροθυμίας καὶ ἀγάπης, ποὺ δὲν καταστρέφει,
τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγνώμης, ποὺ σώζει. ἀλλὰ σώζει.
9,56 ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ 56 Διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦλθε νὰ 56 Διότι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦλθε νὰ ρίψῃ εἰς ἀπώλειαν
ἦλθε ψυχὰς ἀνθρώπων καταδικάσῃ ψυχὰς εἰς ἀπώλειαν, ἀλλὰ νὰ τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἦλθε νὰ τὰς σώσῃ. Καὶ ἐπῆγαν εἰς
ἀπολέσαι, ἀλλὰ σῶσαι. Καὶ τὰς σώσῃ». Καὶ ἐπῆγαν τότε εἰς ἄλλο ἄλλο χωρίον τῆς Σαμαρείας.
ἐπορεύθησαν εἰς ἑτέραν κώμην. χωρίον.
9,57 Ἐγένετο δὲ πορευομένων 57 Καθὼς δὲ ἐβάδιζαν εἰς τὸν δρόμον, εἶπε 57 Καὶ συνέβη, ἐνῷ αὐτοὶ ἐπήγαιναν εἰς τὸν δρόμον, εἶπε κάποιος
αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ εἶπέ τις πρὸς κάποιος πρὸς αὐτόν· «Κύριε, θὰ σὲ πρὸς αὐτόν· Κύριε, θὰ σὲ ἀκολουθήσω, ὅπου καὶ ἂν ὑπάγῃς.
αὐτόν· ἀκολουθήσω σοι ὅπου ἀκολουθήσω, ὅπου καὶ ἂν πηγαίνῃς».
ἐὰν ἀπέρχῃ, Κύριε.
9,58 Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· αἱ 58 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «οἱ 58 Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· Αἱ ἀλεποῦδες ἔχουν φωλεὰς καὶ
ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ ἀλώπεκες ἔχουν τὰς φωλεάς των καὶ τὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ ἔχουν μέρη ποὺ κουρνιάζουν· ὁ δὲ υἱὸς τοῦ
τὰ πετεινὰ τοὺ οὐρανοῦ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ τίς κούρνιες των, ὁ δὲ ἀνθρώπου, (δηλ. ἐγώ, ποὺ ἐγεννήθην ἀπὸ μόνην τὴν Παρθένον καὶ
κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἔχει ποῦ νὰ κλίνῃ εἶμαι ὁ κατ’ ἐξοχὴν καὶ γνωστὸς ἐκ τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ πρὸς
ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν τὴν κεφαλήν, καὶ κάθε ἕνας ποὺ μὲ τὸν Ἀδὰμ ἄνθρωπος), δὲν ἔχει ποὺ νὰ ἀκουμβήσῃ τὴν κεφαλήν του.
κεφαλὴν κλίνῃ. ἀκολουθεῖ θὰ ὑποβληθῇ, ὅπως καὶ ἐγώ, εἰς Μὴ περιμένῃς λοιπὸν καὶ σὺ σωματικὰς ἀνέσεις καὶ ἀναπαύσεις,
στερήσεις καὶ θυσίας». ἀλλὰ λάβε τὰς ἀποφάσεις σου γνωρίζων ἐκ προτέρου, ὅτι ἡ ζωὴ
τῶν ἀκολούθων μου εἶναι γεμᾶτη ἀπὸ στερήσεις καὶ θυσίας ὅπως ἡ
ἰδική μου.

101/255
9,59 Εἶπε δὲ πρὸς ἕτερον· 59 Εἶπε δὲ πρὸς κάποιον ἄλλον· «ἔλα μαζῆ 59 Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς εἰς κάποιον ἄλλον· Ἀκολούθει με. Αὐτὸς δὲ
ἀκολούθει μοι· ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, μου». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «Κύριε, δός μου τὴν εἶπε· Κύριε, δός μου τὴν ἄδειαν νὰ ἀπέλθω καὶ νὰ θάψω πρῶτον

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐπίτρεψόν μοι ἀπελθόντι ἄδεια νὰ πάω πρῶτον νὰ θάψω τὸν πατέρα τὸν πατέρα μου καὶ ὕστερα νὰ σὲ ἀκολουθήσω.
πρῶτον θάψαι τὸν πατέρα μου. μου καὶ ἔπειτα νὰ σὲ ἀκολουθήσω».
9,60 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· 60 Ὁ δὲ Ἰησοῦς (διότι ἤθελε νὰ τὸν 60 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως διαβλέπων, ὅτι ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος ἐκινδύνευε νὰ
ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς προφυλάξῃ ἀπὸ τὰς συνήθεις κληρονομικὰς ἐμπλέξῃ εἰς κληρονομικὰς διαμάχας, ποὺ θὰ τοῦ ἐψύχραιναν τὸν
ἑαυτῶν νεκρούς· σὺ δὲ ἀπελθὼν διαφοράς ποὺ ἐπακολουθοῦν τὸν θάνατον ζῆλον, εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἄφησε τοὺς συγγενεῖς σου, οἱ ὁποῖοι
διάγγελε τὴν βασιλείαν τοῦ τοῦ πατρός) τοῦ εἶπε· «ἄφησε τοὺς φαίνονται μὲν ζωντανοί, πράγματι ὅμως λόγῳ τῆς ἀπιστίας των
Θεοῦ. πνευματικῶς νεκρούς, τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι πνευματικῶς νεκροί, νὰ θάψουν τοὺς νεκρούς, ποὺ εἶναι ἰδικοί
δὲν πιστεύουν εἰς ἐμέ, νὰ θάψουν τοὺς των, διότι καὶ αὐτοὶ ἐν ἀπιστίᾳ ἀπέθανον. Σὺ δὲ πήγαινε μαζὶ μὲ
νεκρούς των. Σὺ δὲ μαζῆ μὲ τοὺς ἄλλους αὐτούς, ποὺ πρόκειται μετ’ ὀλίγον νὰ ἀποστείλω, καὶ διὰ τοῦ
μαθητάς μου, πήγαινε καὶ κήρυττε εἰς τοὺς κηρύγματός σου διάδιδε τὴν εἴδησιν, ὅτι μετ’ ὀλίγον ἐγκαθιδρύεται
ἀνθρώπους τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
9,61 Εἶπε δὲ καὶ ἕτερος· 61 Εἶπε δὲ καὶ ἔνας ἄλλος· «Κύριε, θὰ σὲ 61 Εἶπε δὲ καὶ κάποιος ἄλλος· θὰ σὲ ἀκολουθήσω, Κύριε· ἀλλὰ δός
ἀκολουθήσω σοι, Κύριε· πρῶτον ἀκολουθήσω, ἀλλὰ δός μου τὴν ἄδειαν νὰ μου τὴν ἄδειαν νὰ ἀποχαιρετήσω πρῶτον ἐκείνους, ποὺ εἶναι στὸ
δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι ἀποχαιρετήσω τοὺς οἰκείους μου». σπίτι μου.
τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου.
9,62 Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς 62 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «κανένας 62 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Κάθε ἕνας ποὺ ἔβαλε τὸ χέρι του
αὐτόν· οὐδεὶς ἐπιβαλὼν τὴν γεωργός, ποὺ ἔχει βάλει τὸ χέρι εἰς τὸ ἀλέτρι ἐπάνω εἰς ἀλέτρι καὶ βλέπει εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ὅχι πρὸς τὸ μέρος, τὸ
χεῖρα αὐτοῦ ἐπ' ἄροτρον καὶ καὶ βλέπει εἰς τὰ ὀπίσω, δὲν ἠμπορεῖ νὰ ὁποῖον πρόκειται νὰ ὀργώσῃ, δὲν εἶναι κατάλληλος διὰ γεωργός.
βλέπων εἰς τὰ ὀπίσω εὔθετός ὀργώσῃ τὸ χωράφι. Ἔτσι καὶ καθένας ποὺ Ἔτσι καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἐκλήθη εἰς τὴν διακονίαν τοῦ Κυρίου, πρέπει
ἐστιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ ἀναλαμβάνει νὰ ἐργασθῇ ὡς μαθητὴς καὶ νὰ βλέπῃ πάντοτε ἐμπρὸς εἰς τὸ πνευματικόν του ἔργον καὶ νὰ
Θεοῦ. ἀπόστολός μου καὶ γυρίζει πίσω πρὸς τοὺς ξεχάσῃ ὁλοτελῶς τὰ σωματικὰ καὶ ὑλικά, διότι ἄλλως δὲν θὰ
ἰδικούς του καὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, μπορέσῃ νὰ κρατήσῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του στερεὰ τὴν βασιλείαν τοῦ
δὲν εἶναι ἄξιος διὰ τὴν βασιλείαν τῶν Θεοῦ καὶ νὰ ἐργασθῇ ἀποτελεσματικῶς πρὸς διάδοσιν αὐτῆς καὶ
οὐρανῶν». εἰς τοὺς ἄλλους.

102/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 10Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
10,1 Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Μετὰ ταῦτα ἀνέδειξε ὁ Κύριος καὶ ἄλλους Μετὰ ταῦτα δὲ ἐξέλεξε καὶ ἀνεγνώρισε δημοσία ὁ Κύριος καὶ
Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα μαθητὰς καὶ τοὺς ἔστειλε δύο - ἄλλους ἑβδομήκοντα μαθητάς, καὶ ἀνὰ δύο μαζὶ ἀπέστειλεν
ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν δύο μαζῆ, νὰ μεταβοῦν ἐνωρίτερα ἀπὸ αὐτοὺς προτήτερα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του εἰς κάθε πόλιν καὶ μέρος,
αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτὸν εἰς κάθε πόλιν καὶ τόπον, ὅπου ὅπου ἐπρόκειτο νὰ ἔλθῃ καὶ αὐτός.
αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ ἐπρόκειτο καὶ αὐτὸς νὰ ἔλθῃ.
τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς
ἔρχεσθαι.
10,2 Ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτούς· ὁ 2 Ἔλεγε δὲ εἰς αὐτούς· «ὁ μὲν θερισμὸς εἶναι 2 Ἔλεγε λοιπὸν εἰς αὐτούς· Τὰ μὲν ὥριμα διὰ θερισμὸν στάχυα
μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι.(Πολλοὶ δηλαδὴ εἶναι πολλά, οἱ δὲ ἐργάται ποὺ θὰ τὰ θερίσουν, εἶναι ὀλίγοι. Πολλοὶ
ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν τὴν ἀγαθὴ διάθεσιν δηλαδὴ εἶναι οἱ εὐδιάθετοι νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιον καὶ νὰ
Κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, σωθοῦν, ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἐργάται, ποὺ θὰ
ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ ἐργάται τοῦ ὑπηρετήσουν εἰς τὸ πνευματικὸν αὐτὸ ἔργον. Παρακαλέσατε
θερισμὸν αὐτοῦ. Εὐαγγελίου). Παρακαλέσατε, λοιπόν, τὸν λοιπὸν τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι κύριος καὶ ἰδιοκτήτης τῆς ὡρίμου πρὸς
Κύριον τοῦ θερισμοῦ, τὸν Θεόν, νὰ στείλῃ θερισμὸν σπορᾶς, νὰ βγάλῃ καὶ ἀποστείλῃ ἐργάτας εἰς τὸν
ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν του. θερισμόν του.
10,3 Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ 3 Σεῖς πηγαίνετε τώρα ὡς ἐργάται τοῦ 3 Πρὸς ἐκτέλεσιν τοῦ Θείου αὐτοῦ ἔργου πηγαίνετε καὶ σεῖς τώρα
ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν Εὐαγγελίου. Θὰ συναντήσετε ὅμως καὶ ἐκτελέσατέ το μὲ θάρρος καὶ καρτερίαν. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς
μέσῳ λύκων. δυσκολίας καὶ ἐμπόδια. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς ἀποστέλλω σὰν ἀρνία ἥμερα ἐν μέσῳ αἱμοβόρων λύκων, πρὸς τοὺς
στέλνω ὡς ἀρνία ἀνάμεσα εἰς λύκους. ὁποίους ὁμοιάζουν οἱ ἐχθροὶ τοῦ εὐαγγελίου, οἱ κυριευμένοι ἀπὸ τὰ
ἄγρια πάθη τῆς κακίας.
10,4 Μὴ βαστάζετε βαλάντιον, 4 Μὴ κρατεῖτε ἐπάνω σας βαλάντιον, οὔτε 4 Μὴ βαστᾶτε πουγγίον διὰ χρήματα, οὔτε σάκκον ταξιδιωτικὸν διὰ
μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ ταξιδιωτικὸν σακκίδιο οὔτε ὑποδήματα, τροφάς, οὔτε ὑποδήματα νὰ βαστᾶτε, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆσθε εἰς αὐτὰ
μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά ποὺ φορεῖτε· καὶ εἰς τὸν ποὺ φορεῖτε. Καὶ μὴ σταματάτε εἰς τὸν δρόμον σας διὰ νὰ χάσετε

103/255
ἀσπάσησθε, δρόμον νὰ μὴ σταθῆτε νὰ χαιρετήσετε καιρὸν εἰς χαιρετισμοὺς μὲ κάποιον ποὺ συνηντήσατε.
κανένα μὲ τοὺς μακροὺς χαιρετισμούς, ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


συνηθίζουν οἱ ῾Εβραῖοι.
10,5 εἰς ἣν δ' ἄν οἰκίαν 5 Εἰς ὅποιο δὲ σπίτι εἰσέρχεσθε, πρῶτα - 5 Εἰς ὅποιο δὲ σπίτι ἐμβαίνετε, πρῶτον νὰ λέγετε· Ἄς ἔλθῃ εἰρήνη
εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· πρῶτα νὰ λέτε· Ἂς ἔλθῃ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ εἰς ὅλους, ὅσοι κατοικοῦν εἰς τὸ σπίτι αὐτό.
εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ. εἰς ὅλον αὐτὸν τὸν οἶκον.
10,6 Καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, 6 Καὶ ἂν μὲν ὑπάρχῃ ἐκεῖ ἄνθρωπος 6 Καὶ ἐὰν μὲν ὑπάρχῃ εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἄνθρωπος εἰρηνικός, ὥστε
ἐπαναπαύσεται ἐπ' αὐτὸν ἡ εἰρηνικὸς καὶ ἀγαθός, θὰ μείνῃ εἰς αὐτὸν ἡ νὰ εἶναι ἄξιος τῆς εὐχῆς σας αὐτῆς, θὰ μείνῃ μέσα του καὶ θὰ
εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μῆγε, ἐφ εἰρήνη ποὺ εὐχηθήκατε, εἰ δ' ἄλλως θὰ ἐπαναπαυθῇ εἰς αὐτὸν ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν τοῦ ηὐχήθητε. Εἰ δ’
ὑμᾶς ἐπανακάμψει. γυρίσῃ πάλιν εἰς σᾶς καὶ θὰ ἀπολαύσετε ἄλλως ἡ εἰρήνη σας θὰ ἐπιστρέψῃ πάλιν εἰς σᾶς καὶ θὰ ἀπολαύσετε
σεῖς τὴν εἰρήνην, ποὺ εὐχηθήκατε. σεῖς τὴν εὐχὴν τῆς εἰρήνης.
10,7 Ἐν αὐτῇ δὲ τῇ οἰκίᾳ μένετε 7 Εἰς τὸ σπίτι δὲ ποὺ ἐμπήκατε καὶ σᾶς 7 Εἰς αὐτὴν δὲ τὴν οἰκίαν, ποὺ ἐμβήκατε, μένετε. Καὶ ἐκεῖ τρώγετε
ἐσθίοντες καὶ πίνοντες τὰ παρ' ἐδέχθησαν, ἐκεῖ νὰ μένετε καὶ μὲ πᾶσαν καὶ πίνετε ἐκεῖνα, ποὺ σᾶς παρέχουν αὐτοί. Ἂς ἀναλαμβάνουν
αὐτῶν· ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τοῦ ἁπλότητα νὰ τρώγετε καὶ νὰ πίνετε αὐτά, αὐτοὶ τὰ ἔξοδα τῆς συντηρήσεώς σας. Διότι εἶσθε ἐργάται, ποὺ
μισθοῦ αὐτοῦ ἐστι· μὴ ποὺ σᾶς προσφέρουν. Διότι σεῖς εἶσθε ἐργάζεσθε διὰ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ
μεταβαίνετε ἐξ οἰκίας εἰς πνευματικοὶ ἐργάται καὶ εἶναι δίκαιον ὡς ἐργάτης εἶναι δίκαιον νὰ λαμβάνῃ τὸν μισθὸν τῆς ἐργασίας του.
οἰκίαν. μισθὸν τῆς ἐργασίας σας νὰ λαμβάνετε Δίκαιον λοιπὸν εἶναι καὶ σεῖς νὰ συντηρῆσθε ἀπὸ ἐκείνους, διὰ τὴν
τουλάχιστον τὴν τροφήν σας. Διότι ὁ πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ὁποίων κοπιάζετε. Καὶ μὴ πηγαίνετε
ἐργάτης εἶναι δίκαιον νὰ παίρνῃ τὸν μισθόν ἀπὸ ἕνα σπίτι εἰς ἄλλο σπίτι, ἀλλάζοντες διαμονήν.
του. Μὴ πηγαίνετε δὲ ἀπὸ τὸ ἕνα σπίτι στὸ
ἄλλο (διὰ νὰ μὴ δώσετε τὴν ἐντύπωσιν, ὅτι
μὲ τὴν συνεχῆ αὐτὴν ἀλλαγὴν ἐπιδιώκετε
περισσοτέρας περιποιήσεις).
10,8 Καὶ εἰς ἣν ἂν πόλιν 8 Εἰς ὅποιαν πόλιν πηγαίνετε καὶ σᾶς 8 Καὶ εἰς ὁποιανδήποτε πόλιν ἐμβαίνετε καὶ σᾶς δέχονται οἱ
εἰσέρχησθε καὶ δέχωνται ὑμᾶς, δέχονται οἱ κάτοικοι, νὰ τρώγετε αὐτὰ ποὺ κάτοικοί της, τρώγετε ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα σᾶς παραθέτουν, χωρὶς νὰ
ἐσθίετε τὰ παρατιθέμενα ὑμῖν, σᾶς παραθέτουν, χωρὶς νὰ ζητῆτε τίποτε τὸ ζητῆτε περισσότερον ἢ διάφορόν τι.
ἰδιαίτερον καὶ καλύτερον.

104/255
10,9 καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν 9 Νὰ θεραπεύετε τοὺς ἀσθενεῖς, ποὺ 9 Καὶ θεραπεύετε τοὺς ἀρρώστους, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὴν πόλιν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε ὑπάρχουν εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν καὶ νὰ λέγετε αὐτήν. Καὶ λέγετε εἰς αὐτούς· ἐπλησίασε καὶ μετ’ ὀλίγον ἔρχεται εἰς
αὐτοῖς· ἤγγικεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ εἰς αὐτούς· ῎Εχει πλησιάσει πλέον εἰς σᾶς ἡ σᾶς ἡ πνευματικὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διὰ τῆς ὑπὸ τοῦ
βασιλεία τοῦ Θεοῦ. βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν ὁ Μεσσίας, Μεσσίου ἱδρυομένης Ἐκκλησίας θὰ καλῇ καὶ θὰ ἑλκύῃ τοὺς
ποὺ ἦλθε, θὰ ἱδρύσῃ εἰς τὴν οἰκουμένην. ἀνθρώπους εἰς οὐρανίαν ζωήν. Ἐτοιμασθῆτε διὰ νὰ δεχθῆτε αὐτήν.
10,10 Εἰς ἣν δ' ἂν πόλιν 10 Εἰς ὅποιαν ὅμως πόλιν εἰσέρχεσθε καὶ δὲν 10 Εἰς οἰανδήποτε δὲ πόλιν ἐμβαίνετε καὶ δὲν σᾶς δέχονται οἱ
εἰσέρχησθε καὶ μὴ δέχωνται σᾶς δέχονται, ἐβγᾶτε εἰς τὰς πλατείας της κάτοικοι, ἀφοῦ βγῆτε εἰς τὰς πλατείας της, εἴπατε δημοσίως, ὥστε
ὑμᾶς, ἐξελθόντες εἰς τὰς καὶ πέστε εἰς τὸν κόσμον, ποὺ θὰ εἶναι ἐκεῖ νὰ σᾶς ἀκούσουν ὅλοι:
πλατείας αὐτῆς εἴπατε· συγκεντρωμένος·
10,11 καὶ τὸν κονιορτὸν τὸν 11 Καὶ τὴν σκόνη ποὺ ἔχει κολλήσει εἰς τὰ 11 Καὶ τὴν σκόνην, ποὺ ἐκόλλησεν εἰς τὰ πόδια μας ἀπὸ τὸ χῶμα
κοληθέντα ἡμῖν ἀπὸ τῆς πόδια μας ἀπὸ τὴν πόλιν αὐτήν, τὴν τῆς πόλεως σας, τὴν σφογγίζομεν καὶ τὴν ἀφήνομεν διὰ σᾶς. Δὲν
πόλεως ὑμῶν εἰς τοὺς πόδας τινάσσομεν καὶ σᾶς τὴν ἀφίνομεν. (Ἐφ' ὅσον θέλομεν τίποτε ἰδικόν σας νὰ μείνῃ ἐπάνω μας, οὔτε σχέσιν τινὰ νὰ
ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν· δὲν μᾶς ἐδεχθήκατε, τίποτε ἀπολύτως δὲν ἔχωμεν μαζί σας. Νὰ ἠξεύρετε ὅμως αὐτό, ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ
πλὴν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι θέλομεν νὰ ἔχωμεν ἀπὸ σᾶς) ἀλλὰ μάθετε ἐπλησίασε καὶ εἶναι κοντά σας, ἀλλοίμονον δὲ εἰς ἐκείνους, οἱ
ἤγγικεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦτο, ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔφθασε καὶ ὁποῖοι δὲν τὴν δέχονται.
τοῦ Θεοῦ. ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους, ποὺ δὲν τὴν
δέχονται.
10,12 Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις 12 Σᾶς λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι κατὰ τὴν μεγάλην 12 Σᾶς βεβαιῶ δέ, ὅτι κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς κρίσεως θὰ
ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἡμέραν της κρίσεως, περισσότερον ἐπιβληθῇ εἰς τὰ Σόδομα περισσότερον ὑποφερτὴ τιμωρία παρὰ εἰς
ἀνεκτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ὑποφερτὴ θὰ εἶναι ἡ τιμωρία τῶν Σοδόμων τὴν πόλιν ἐκείνην, ἡ ὁποία δὲν ἐδέχθη τοὺς ἀπεσταλμένους μου.
ἐκείνῃ. ἀπὸ τὴν τιμωρίαν τῆς πόλεως ἐκείνης.
10,13 Οὐαῖ σοι, Χοραζίν, οὐαῖ 13 Ἀλλοίμονό σου, Χοραζίν, ἀλλοίμονό σου, 13 Ἀλλοίμονον εἰς σέ, Χοραζίν· ἀλλοίμονον εἰς σέ, Βηθσαϊδά· διότι,
σοι Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Βηθσαϊδά ! Διότι, ἐὰν εἰς τὰς ἐὰν εἰς τὰς φημισμένας διὰ τὴν κακίαν τους εἰδωλολατρικὰς πόλεις
Σιδῶνι ἐγένετο αἱ δυνάμεις αἱ εἰδωλολατρικὰς καὶ ἁμαρτωλὰς πόλεις Τύρον καὶ Σιδῶνα εἶχαν γίνει τὰ θαύματα, ποὺ ἔγιναν εἰς σᾶς, πρὸ
γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἂν ἐν Τῦρον καὶ Σιδῶνα, εἶχαν γίνει τὰ θαύματα, πολλοῦ οἱ κάτοικοί των θὰ ἄφιναν κάθε ἄλλο ἔργον των καὶ
σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμενοι ποὺ ἔγιναν ἀνάμεσά σας, θὰ εἶχαν πρὸ καθισμένοι κατὰ γῆς ἐν συντριβῇ καὶ φέροντες τὰ σύμβολα καὶ

105/255
μετενόησαν. πολλοῦ οἱ κάτοικοί τους μετανοήσει καὶ εἰς ἐμβλήματα τοῦ πένθους, δηλαδὴ σάκκον ἀντὶ ἐνδύματος καὶ
ἐκδήλωσιν τῆς μετανείας των θὰ εἶχαν στάκτην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των, θὰ εἶχαν μετανοήσει.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καθίσει καταγῇς καὶ θὰ φοροῦσαν ἀντὶ
ἐνδύματος σάκκον καὶ θὰ εἶχαν ἀντὶ μύρου
εἰς τὸ κεφάλι των στάκτην.
10,14 Πλὴν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι 14 Ἀλλὰ θὰ εἶναι περισσότερον ὑποφερτὴ ἡ 14 Ἀλλὰ εἰς τοὺς κατοίκους τῆς Τύρου καὶ τῆς Σιδῶνος θὰ ἐπιβληθῇ
ἀνεκτότερον ἔσται ἐν τῇ κρίσει θέσις τῆς Τύρου καὶ Σιδῶνος καὶ ἐλαφροτέρα τιμωρία κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως παρὰ εἰς σᾶς.
ἢ ὑμῖν. ἐλαφροτέρα ἡ τιμωρία ποὺ θὰ τοὺς
ἐπιβληθῇ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως
παρὰ εἰς σᾶς.
10,15 Καὶ σύ, Καπερναούμ, ἡ 15 Καὶ σύ, Καπερναούμ, ποὺ ἐδοξάσθης καὶ 15 Καὶ σύ, Καπερναούμ, ποὺ ἔγινες κατοικία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος
ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσαι, ὑψώθηκες ἕως τὸν οὐρανόν, ἐκ τοῦ Κυρίου καὶ δι’ αὐτὸ ὑψώθης δοξασμένη μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, θὰ
ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ. γεγονότος ὅτι ὑπῆρξες κατοικία τοῦ καταβιβασθῇς ἐντροπιασμένη μέχρι τοῦ Ἅδου. Τὰ αὐτὰ δὲ θὰ
Μεσσίου καὶ ἀξιώθηκες νὰ ἀπολαύσῃς τόσα πάθουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν θὰ δεχθοῦν καὶ τὸ ἰδικόν σας κήρυγμα.
καὶ τόσα θαύματα, θὰ καταπέσῃς βαθειὰ εἰς
τὸν Ἅδην.
10,16 Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ 16 Ἐκεῖνος ποὺ ὑπακούει εἰς σᾶς, ὑπακούει 16 Διότι ἐκεῖνος, ποὺ ἀκούει σᾶς καὶ ὑπακούει εἰς σᾶς, ἀκούει ἐμὲ
ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ εἰς ἐμὲ καὶ ἐκεῖνος ποὺ παρακούει σᾶς, καὶ ὑπακούει εἰς ἐμέ. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ παρακούει εἰς σᾶς,
ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ παρακούει ἐμέ· ἐκεῖνος δὲ ποὺ παρακούει παρακούει εἰς ἐμέ. Καὶ ὅποιος παρακούει εἰς ἐμέ, παρακούει εἰς τὸν
τὸν ἀποστείλαντά με. ἐμέ, παρακούει τὸν Θεόν, ποὺ μὲ ἔστειλε Θεόν, ποὺ μὲ ἔστειλεν εἰς τὸν κόσμον. Πᾶσα λοιπὸν παρακοὴ καὶ
σωτῆρα εἰς τὸν κόσμον». πᾶσα ὕβρις, ποὺ θὰ γίνῃ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους εἰς σᾶς, εἶναι ὡς νὰ
γίνεται εἰς αὐτὸν τὸν ἐν οὐρανοῖς Θεόν.
10,17 Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ 17 Ἐγύρισαν ἀπὸ τὴν περιοδείαν των οἱ 17 Ἐπέστρεψαν δὲ ἀπὸ τὴν περιοδείαν των οἱ ἑβδομήκοντα μὲ
ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς ἑβδομήκοντα μὲ χαρὰν μεγάλην καὶ ἔλεγαν· χαρὰν καὶ ἔλεγον· Κύριε, καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ δαιμόνια
λέγοντες· Κύριε, καὶ τὰ «Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσονται εἰς ὑποτάσσονται εἰς ἡμᾶς διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός σου.
δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν ἡμᾶς, μόλις ἐπικαλεσθοῦμε τὸ ὄνομά σου».
τῷ ὀνόματί σου.

106/255
10,18 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐθεώρουν 18 Εἶπε δὲ εἰς αὐτούς· «ἀπὸ τότε ποὺ ἤρχισα 18 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· ἀφ’ ὅτου ἤρχισα τὸ ἔργον μου, ἀλλὰ καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τὸ ἔργον μου ἔβλεπα τὸν σατανᾶν νὰ ὅταν σᾶς ἔστειλα εἰς περιοδείαν, καὶ τώρα ποὺ ἤλθατε καὶ μοῦ
τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα. ἀπογυμνώνεται ἀπὸ τὴν τυραννικήν του ἀναγγέλλετε τὰς διώξεις αὐτὰς τῶν δαιμόνων, ἔβλεπα τὸν
ἐξουσίαν καὶ νὰ κρυμνίζεται σατανᾶν νὰ χάνῃ τὴν ἐξουσίαν καὶ τὸ κράτος του· τὸν ἔβλεπα νὰ
συντετριμμένος μὲ ταχύτητα ἀστραπῆς ἀπὸ πίπτῃ συντριμμένος χάμω ἀπὸ τὸ ὕψος τῆς ἐξουσίας του καὶ ἀπὸ
τὰ ὕψη τῆς κυριαρχίας του. τὰς ἀνωτέρας σφαίρας τοῦ ἐναερίου κόσμου, ὁπόθεν ἤσκει τὴν
κυριαρχίαν του. Νὰ πίπτῃ δὲ τόσον γρήγορα καὶ φανερὰ καὶ μὲ
τόσον πάταγον, ὅπως πίπτει ἡ ἀστραπή.
10,19 Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν 19 Ἰδοὺ ἐγὼ τώρα σᾶς δίδω τὴν ἐξουσίαν νὰ 19 Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς δίδω τώρα ἐξουσίαν κατὰ τοῦ σατανᾶ πολὺ
ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω πατῆτε ἐπάνω εἰς φίδια καὶ σκορπιούς, νὰ μεγαλυτέραν ἀπὸ ὅ,τι σᾶς ἔδωκα, ὅταν σᾶς ἐξαπέστελλον εἰς τὸ
ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ ποδοπατῆτε καὶ νὰ ἐξουθενώνετε ὅλην τὴν κήρυγμα. Σᾶς δίδω ἐξουσίαν νὰ νικᾶτε καὶ νὰ ποδοπατῆτε πάντα
πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, δηλαδὴ τοῦ διαβόλου, τὰ ὅργανα τοῦ σατανᾶ, ποὺ σὰν φίδια καὶ σκορπιοὶ ἐπιβουλεύονται
καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. καὶ τίποτε ἀπὸ ὅσα αὐτὸς ἐναντίον σας καὶ χύνουν τὸ δηλητήριον ὑπούλως εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων,
πανουργεύεται καὶ ἐφευρίσκει δὲν θὰ σᾶς διὰ νὰ θανατώσουν αὐτάς. Σᾶς δίδω ἐξουσίαν νὰ κατανικᾶτε ὅλην
ἀδικήσῃ ἢ βλάψῃ. τὴν δύναμιν, ποὺ διαθέτει ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ σατανᾶς, εἰς
τρόπον ὥστε κανὲν μέσον, ἀπὸ ὅσα θὰ χρησιμοποιῇ αὐτὸς πρὸς
παρεμπόδισιν τοῦ ἔργου σας, νὰ μὴ τελεσφορῇ. Καὶ τίποτε, ἀπὸ ὅσα
ἐναντίον σας μηχανεύεται αὐτός, δὲν θὰ σᾶς ἀδικήσῃ ἢ βλάψῃ.
10,20 Πλὴν ἐν τούτῳ μὴ 20 Πλήν, μὴ χαίρετε εἰς τοῦτο μόνον, εἰς τὸ 20 Ἀλλ’ ὅμως ἡ ὅλη σας χαρὰ ἂς μὴ περιορίζεται εἰς αὐτὸ καὶ ἀς μὴ
χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὅτι δηλαδὴ καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα χαίρετε δι’ αὐτό, διὰ τὸ ὅτι δηλαδὴ τὰ πονηρὰ πνεύματα
ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὑποτάσσονται εἰς σᾶς, κυρίως πρέπει νὰ ὑποτάσσονται εἰς σᾶς. Δὲν εἶναι ἰδικόν σας κατόρθωμα αὐτό. Εἶναι
ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς χαίρετε καὶ νὰ εὐφραίνεσθε, διότι τὰ χάρις καὶ δωρεά, ποὺ σᾶς ἔδωκα ἐγὼ καὶ προσέξατε νὰ μὴ
οὐρανοῖς. ὀνόματα σας ἔχουν γραφῆ εἰς τοὺς κυριευθῆτε ἀπὸ οἴησιν καὶ ἀλαζονείαν διὰ τὸ χάρισμα τοῦτο.
οὐρανούς, εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Χαίρετε δὲ περισσότερον, διότι τὰ ὀνόματά σας λόγῳ τῆς πίστεώς
σας ἐγράφησαν εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ εἶσθε ἐκεῖ πολιτογραφημένοι
μὲ ὅλα τὰ δικαιώματα τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἀγαθῶν τῆς

107/255
ἐπουρανίου κοινωνίας καὶ βασιλείας.
10,21 Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ 21 Αὐτὴν δὲ τὴν ὥραν ἠσθάνθη ὁ Ἰησοῦς 21 Κατ’ αὐτὴν τὴν ὥραν ὁ Ἰησοῦς ἐδοκίμασε ζωηροτάτην χαρὰν εἰς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἠγαλιάσατο τῷ πνεύματι ὁ βαθυτάτην καὶ ζωηροτάτην χαρὰν εἰς τὴν τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του καὶ εἶπε· Σὲ εὐχαριστῶ, Πάτερ, ὡς κύριον
Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· ψυχὴν καὶ τὴν καρδίαν του καὶ εἶπε· «Σὲ καὶ ἐξουσιαστὴν καὶ κυβερνήτην πάνσοφον καὶ δίκαιον τοῦ
ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, εὐχαριστῶ καὶ σὲ δοξολογῶ, Πάτερ, Κύριε οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. Σὲ εὐχαριστῶ, διότι πανσόφως καὶ ἐν
κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, διότι μὲ δικαιοσύνῃ ἐνεργῶν ἀπέκρυψες τὰς μυστηριώδεις καὶ οὐρανίους
ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ δικαιοσύνην καὶ ἀγαθότητα ἐνεργῶν, αὐτὰς ἀληθείας ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοὶ καὶ
σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἔκρυψες τὰς ὑψηλὰς αὐτὰς ἀληθείας τῆς συνετοί, καὶ ἐφανέρωσες τὰ σωτηριώδη αὐτὰ μυστήρια εἰς ἀπλοῦς
ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· ναί, πίστεως ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θεωροῦνται καὶ ἀφελεῖς καὶ ταπεινοὺς ἀνθρώπους. Ναί· σὲ εὐχαριστῶ, Πάτερ,
ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο σοφοὶ καὶ συνετοί, καὶ ἐφανέρωσες αὐτὰς εἰς διότι ἔτσι ἤρεσεν εἰς σὲ καὶ τέτοια ὑπῆρξεν ἡ ἀγαθὴ καὶ δικαία
εὐδοκία ἔμπροσθέν σου. ἁπλοϊκοὺς καὶ ἀφελεῖς ἀνθρώπους τοὺς θέλησίς σου.
μαθητάς μου, ποὺ φαίνονται σὰν νήπια
ἐμπρὸς εἰς τοὺς σοφοὺς τοῦ κόσμου. Ναὶ
Πάτερ, διότι αὐτὴ ἦτο ἡ ἀγαθὴ καὶ δικαίας
θέλησίς σου».
10,22 Καὶ στραφεὶς πρὸς τοὺς 22 Καὶ ἀφοῦ ἐστράφη πρὸς τοὺς μαθητὰς 22 Καὶ ἀφοῦ ἐστράφη πρὸς τοὺς μαθητάς, εἶπεν· Ὅλα παρεδόθησαν
μαθητὰς εἶπε· πάντα μοι εἶπε· «ὅλα μοῦ ἔχουν παραδοθῆ ἀπὸ τὸν εἰς ἐμὲ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου καὶ ἔλαβα καὶ ὡς ἄνθρωπος πᾶσαν
παρεθόδη ὑπὸ τοῦ πατρός μου· Πατέρα μου. Ἐπῆρα καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀπὸ ἐξουσίαν καὶ δύναμιν. Καὶ ἐπειδὴ ὡς Λόγος ἔχω τὴν αὐτὴν οὐσίαν
καὶ οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τίς ἐστιν αὐτὸν κάθε ἐξουσίαν. Ἐπειδὴ δὲ εἶμαι καὶ μὲ τὸν Πατέρα μου καὶ εἶμαι ἄπειρος ὡς ἐκεῖνος, κανεὶς ἄλλος δὲν
ὁ υἱός, εἰ μὴ ὁ πατήρ, καὶ τίς Θεός, ἴσος μὲ τὸν Πατέρα, κανεὶς δὲν γνωρίζει τελείως τὸν Υἱόν καὶ ποία εἶναι ἡ φύσις καὶ αἱ βουλαὶ τοῦ
ἐστιν ὁ πατήρ, εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ γνωρίζει ἀκριβῶς καὶ τελείως ποῖος εἶναι ὁ Υἱοῦ, παρὰ μόνον ὁ Πατήρ. Καὶ κανεὶς δὲν γνωρίζει τὸν Πατέρα
ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς Υἱός, παρὰ μόνον ὁ Πατήρ. Καὶ κανεὶς δὲν κατὰ βάθος καὶ κατὰ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ, παρὰ μόνον ὁ Υἱός, ἐν
ἀποκαλύψαι. γνωρίζει πλήρως καὶ τελείως τὸν Πατέρα, μέρει δὲ τὸν γνωρίζει καὶ ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ὁ Υἱὸς θὰ θελήσῃ
παρὰ μόνον ὁ Υἱός, ἐν μέρει δὲ τὸν γνωρίζει νὰ τὸν ἀποκαλύψῃ.
καὶ ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ὁ Υἱὸς ἤθελε τὸν
ἀποκαλύψει».
10,23 Καὶ στραφεὶς πρὸς τοὺς 23 Καὶ ἐστράφη τότε πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ 23 Καὶ ἀφοῦ ἐστράφη πρὸς τοὺς μαθητάς, τοὺς εἶπεν ἰδιαιτέρως·

108/255
μαθητὰς κατ' ἰδίαν εἶπε· τοὺς εἶπε ἰδιαιτέρως· «Τρισευτυχισμένα τὰ Ἄξια μακαρισμοῦ εἶναι τὰ μάτια ποὺ βλέπουν μὲ τὸ φῶς τῆς
μακάριοι οἱ ὀφθαλμοὶ οἱ μάτια σας ποὺ βλέπουν αὐτὰ τὰ ὁποῖα πίστεως καὶ ἐννοοῦν αὐτά, ποὺ βλέπετε σεῖς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


βλέποντες ἃ βλέπετε. βλέπετε.
10,24 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ 24 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι πολλοὶ προφῆται 24 Καὶ εἶναι ἄξια μακαρισμοῦ τὰ μάτια αὐτά, διότι σᾶς διαβεβαιῶ,
προφῆται καὶ βασιλεῖς καὶ βασιλεῖς ἠθέλησαν νὰ ἰδοῦν αὐτά, ποὺ ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ βασιλεῖς, ὅπως ὁ Ἀβραὰμ καὶ ὁ Μωϋσῆς
ἠθέλησαν ἰδεῖν ἃ ὑμεῖς σεῖς βλέπετε, καὶ δὲν εἶδαν καὶ νὰ ἀκούσουν καὶ ὁ Δαβὶδ καὶ ὁ Ἡσαΐας, ἠθέλησαν νὰ ἴδουν αὐτά, ποὺ βλέπετε
βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ αὐτά, ποὺ ἀκοῦτε, καὶ δὲν ἤκουσαν». σεῖς, καὶ δὲν τὰ εἶδον· καὶ ἐπόθησαν νὰ ἀκούσουν αὐτά, ποὺ
ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἀκούετε σεῖς, καὶ δὲν τὰ ἤκουσαν.
ἤκουσαν.
10,25 Καὶ ἰδοὺ νομικός τις 25 Καὶ ἰδού, κάποιος νομοδιδάσκαλος 25 Καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ, ποὺ ἐκάθηντο, ἐσηκώθη κάποιος νομοδιδάσκαλος
ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ ἐσηκώθηκε καὶ μὲ τὸν σκοπὸν νὰ πειράξῃ μὲ τὸν σκοπὸν νὰ πειράξῃ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ ἀποδείξῃ, ὅτι δὲν
λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας τὸν Χριστὸν καὶ νὰ ἀποδείξῃ εἰς αὐτὸν ὅτι ἐγνώριζε τὸν νόμον, καὶ εἶπε· Διδάσκαλε, ποῖον ἔργον ἀρετῆς ἢ
ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; δὲν γνωρίζει τὸν νόμον τοῦ εἶπε· ποίαν θυσίαν πρέπει νὰ κάμω διὰ νὰ κληρονομήσω τὴν μακαρίαν
«διδάσκαλε, τί πρέπει νὰ κάμω, διὰ νὰ καὶ παντοτεινὴν ζωήν;
κληρονομήσω τὴν αἰωνίαν ζωήν;»
10,26 Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν 26 Ὁ Κύριος δὲ τοῦ εἶπε· «εἰς τὸν νόμον τί 26 Ὁ Κύριος δὲ τοῦ εἶπεν· Εἰς τὸν νόμον τί ἔχει γραφῆ; Σὺ ποὺ
τῷ νόμῳ τί γέγραπται; Πῶς εἶναι γραμμένον; Πῶς ἀντιλαμβάνεσαι αὐτὸ σπουδάζεις καὶ ἐρευνᾷς τὸν νόμον, τί ἀναγινώσκεις ἐκεῖ περὶ τοῦ
ἀναγινώσκεις; ποῦ διαβάζεις εἰς τὸν νόμον;» ζητήματος αὐτοῦ καὶ πῶς τὸ ἀντιλαμβάνεσαι;
10,27 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· 27 Ὁ νομικὸς δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· «εἰς τὸν 27 Ὁ νομικὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Εἰς τὸν νόμον εἶναι γραμμένον·
ἀγαπήσεις Κύριον τὸ Θεόν σου νόμον εἶναι γραμμένον, νὰ ἀγαπᾷς Κύριον Νὰ ἀγαπᾷς Κύριον τὸν Θεόν σου μὲ ὅλην τὴν καρδίαν σου, ὥστε εἰς
ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ τὸν Θεόν σου μὲ ὅλην σου τὴν καρδίαν καὶ αὐτὸν ἐξ ὁλόκληρου καὶ μὲ ὅλα τὰ βάθη τῆς ἐσωτερικῆς καὶ
ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης μὲ ὅλην σου τὴν ψυχὴν καὶ μὲ ὅλην σου τὴν πνευματικῆς ὑπάρξεώς σου νὰ εἶσαι παραδομένος, καὶ μὲ ὅλην σου
τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης της δύναμιν καὶ μὲ ὅλον σου τὸν νοῦν. (Ὅλος δὲ τὴν ψυχήν, ὥστε μὲ ὅλον τὸ συναίσθημά σου αὐτὸν νὰ ποθῇς, καὶ
διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον ὁ εὐατός σου, ὁ νοῦς, ἡ καρδία, ἡ θέλησις, ἡ μὲ ὅλην τὴν θέλησιν καὶ δύναμίν σου, ὥστε κάθε τι ποὺ θὰ ἐνεργῇς
σου ὡς σεαυτόν, δραστηριότης σου, τὸ πνεῦμα καὶ τὸ σῶμα, νὰ εἶναι σύμφωνον πρὸς τὸ θέλημά του, πρὸς ἐφαρμογὴν τοῦ
νὰ πλημμυρίζουν ἀπὸ τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν ὁποίου πρέπει νὰ ἐργάζεσαι μὲ ὅλην τὴν δύναμίν σου καὶ μὲ
Θεόν). Νὰ ἀγαπᾷς δὲ καὶ τὸν πλησίον σου, δραστηριότητα ἀκούραστον, καὶ μὲ τὸν νοῦν σου ὁλόκληρον

109/255
ὅπως τὸν εὐατόν σου». ὀφείλεις νὰ τὸν ἀγαπᾷς, ὥστε αὐτὸν πάντοτε νὰ σκέπτεσαι. Νὰ
ἀγαπᾷς δὲ καὶ τὸν πλησίον σου, ὅσον καὶ ὅπως ἀγαπᾷς τὸν ἑαυτόν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σου.
10,28 εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς 28 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· «πολὺ ὀρθὰ 28 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτόν· Ὀρθὴν ἀπάντησιν ἔδωκες. Αὐτό, ποὺ εἶπες,
ἀπεκρίθης· τοῦτο ποιεῖ καὶ ἀπήντησες· ἔτσι νὰ κάνῃς καὶ θὰ φρόντιζε νὰ κάνῃς πάντοτε καὶ θὰ ζήσῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ
ζήσῃ. κληρονομήσῃς τὴν αἰώνιον ζωήν». ὡς κληρονόμος ταύτης.
10,29 Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν 29 Ἐντροπιασμένος ὁ νομικὸς διότι ἐφάνηκε 29 Ὁ νομοδιδάσκαλος ὅμως θέλων νὰ δικαιολογήσῃ τὸν ἑαυτόν του,
ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· εἰς τὰ μάτια τῶν ἄλλων ὅτι διὰ ζήτημα πολὺ ἐπειδή, καθὼς ἀπεδείχθη, ἔθεσεν εἰς τὸν Ἰησοῦν ἐρώτημα, ἐπὶ τοῦ
καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; γνωστὸν ἠρώτησεν τὸν Χριστόν, ἠθέλησε νὰ ὁποίου τοῦ ἦτο γνωστὴ ἡ ἀπάντησις, εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· Καὶ
δικαιολογηθῇ καὶ εἶπε πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν· ποῖον σύμφωνα μὲ τὴν Γραφὴν πρέπει νὰ θεωρῶ πλησίον μου;
«καὶ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου, ποὺ πρέπει
νὰ ἀγαπῶ σὰν τὸν εὐατόν μου;»
10,30 Ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς 30 Ἐπῆρε δὲ ὁ Ἰησοῦς, ἐξ ἀφορμῆς αὐτῆς τῆς 30 Ἔλαβε δὲ τότε τὸν λόγον ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Κάποιος ἄνθρωπος
εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἐρωτήσεως, πάλιν τὸν λόγον καὶ εἶπε τὴν κατέβαινεν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα εἰς τὴν Ἱεριχῶ καὶ ἔπεσεν εἰς
ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ παραβολήν· «Ἕνας ἄνθρωπος κατέβαινε ἐνέδραν καὶ καρτέρι λῃστῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἠρκέσθησαν νὰ τοῦ
λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Ἱεριχὼ καὶ πάρουν μόνον τὰ χρήματα, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔγδυσαν, ἐπὶ πλέον δὲ καὶ
ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἔπεσε εἰς τὰ χέρια λῃστῶν, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τὸν ἐπλήγωσαν καὶ ἔφυγαν ἀφήσαντες αὐτὸν μισοπεθαμένον.
ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες τοῦ ἐπῆραν τὰ χρήματα, τὸν ἐγύμνωσαν,
ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. τὸν ἐπλήγωσαν καὶ ἔφυγαν, ἀφήσαντες
αὐτὸν μισοπεθαμένον.
10,31 Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς 31 Κατὰ σύμπτωσιν ἕνας ἱερεὺς κατέβαινε 31 Κατὰ σύμπτωσιν δὲ κάποιος ἱερεὺς κατέβαινεν εἰς τὸν δρόμον
τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ εἰς τὸν δρόμον ἐκεῖνον καί, μολονότι εἶδε ἐκεῖνον, καὶ μολονότι τὸν εἶδεν, ἐπέρασεν ἀπὸ τὸ ἀπέναντι μέρος
ἐκείνῃ, καὶ ἱδὼν αὐτὸν τὸν τραυματίαν, τὸν ἐπροσπέρασε, χωρὶς νὰ τοῦ δρόμου, χωρὶς νὰ τοῦ δώσῃ βοήθειαν ἢ προσοχήν.
ἀντιπαρῆλθεν. τοῦ δώσῃ καμμίαν βοήθειαν.
10,32 Ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης 32 Τὸ ἴδιο καὶ κάποιος Λευΐτης, ὅταν ἔφθασε 32 Ὁμοίως δὲ καὶ κάποιος Λευίτης ἔφθασεν εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ
γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο, ἐπλησίασε τὸν ἀφοῦ ἐπλησίασε καὶ εἶδε τὸν πληγωμένον, ἀπεμακρύνθη ἀμέσως
ἐλθὼν καὶ ἱδὼν ἀντιπαρῆλθε. πληγωμένον, τὸν εἶδε, ἀλλὰ τὸν καὶ ἐπέρασε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὸ ἀπέναντι μέρος τοῦ δρόμου.

110/255
ἐπροσπέρασε ἀσυγκίνητος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


10,33 Σαμαρείτης δέ τις ὀδεύων 33 Ἕνας ὅμως Σαμαρείτης, ὁ ὅποιος 33 Ἕνας Σαμαρείτης ὅμως, ποὺ διέβαινεν ἀπὸ τὸν δρόμον ἐκεῖνον,
ἦλθε κατ' αὐτόν, καὶ ἱδὼν περνοῦσε ἀπὸ τὸν δρόμον ἐκεῖνον, ἦλθε εἰς ἦλθεν εἰς τὸ μέρος, ὅπου κατέκειτο οὗτος, καὶ ὅταν τὸν εἶδε, τὸν
αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, τὸ μέρος, ὅπου κατέκειτο μισοπεθαμένος ὁ ἐλυπήθη καὶ τὸν ἐπόνεσε.
τραυματίας, τὸν εἶδε καὶ τὸν
ἐσπλαγχνίσθηκε.
10,34 καὶ προσελθὼν κατέδησε 34 Ἐπλησίασε κοντά του, ἔδεσε μὲ προσοχὴν 34 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπλησίασε, τοῦ ἔδεσε μὲ ἐπιδέσμους τὰ τραύματά
τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων πολλὴν τὰ τραύματά του, ἀφοῦ του, ἀφοῦ προηγουμένως τὰ ἔπλυνε καὶ τὰ ἤλειψε μὲ λάδι καὶ μὲ
ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ προηγουμένως τὰ ἔπλυνε καὶ τὰ ἄλειψε μὰ κρασί. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασεν εἰς τὸ ζῶον του, τὸν ἐπῆγεν εἰς
αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος λάδι καὶ κρασί, τὸν ἀνέβασεν εἰς τὸ ζῶον κάποιο χάνι καὶ τὸν ἐπεριποιήθη, διακόψας τὸ ταξίδιόν του.
ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον του, τὸν ἐπῆγε εἰς κάποιο πανδοχεῖον καὶ
καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· τὸν ἐπεριποιήθηκε ὁ ἴδιος.
10,35 Καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον 35 Τὴν ἄλλην δὲ ἡμέρα ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ 35 Καὶ τὴν ἄλλην ἡμέραν τὸ πρωῒ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ μέρος, ποὺ εἶχε
ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια δωμάτιον τοῦ τραυματίου, ὅπου εἶχε διανυκτερεύσει καὶ ἀφοῦ ἔβγαλε δύο δηνάρια, τὰ ἔδωκεν εἰς τὸν
ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν διανυκτερεύσει, ἔβγαλε δύο δηνάρια, τὰ ξενοδόχον καὶ τοῦ εἶπε· Περιποιήσου τον διὰ νὰ γίνῃ καλά. Καὶ ὅ,τι
αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ἔδωσε εἰς τὸν ξενοδόχον καὶ τοῦ εἶπε· ἐξοδεύσῃς παραπάνω, ἐγώ, ὅταν ἐπιστρέφω εἰς τὴν πατρίδα μου
ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν Περιποιήσου τον, μὲ ὅσην ἐπιμέλειαν καὶ περάσω πάλιν ἀπ’ ἐδῶ, θὰ σοῦ τὰ ἐξοφλήσω.
τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω ἠμπορεῖς. Καὶ ὅ,τι ἐξοδέψεις παραπάνω,
σοι. ἐγώ, ὅταν ἐπιστρέψω ἀπὸ τὴν πατρίδα μου,
θὰ σοῦ τὸ πληρώσω σὰν προσωπικόν μου
χρέος.
10,36 Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν 36 Λοιπόν, ἠρώτησε τότε ὁ Κύριος τὸν 36 Λοιπόν, συνεπέρανεν ὁ Ἰησοῦς, ποῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς σοῦ
πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι νομοδιδάσκαλον, ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς φαίνεται, ὅτι ἐπετέλεσε τὸ πρὸς τὸν πλησίον καθῆκον καὶ
τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς αὐτοὺς νομίζεις, ὅτι ἐφάνηκε πραγματικὸς ἀπεδείχθη διὰ τῶν πραγμάτων πλησίον καὶ ἀδελφὸς ἐκείνου, ποὺ
λῃστάς; πλησίον καὶ ἀδελφὸς διὰ τὸν ἄνθρωπον ἔπεσεν εἰς τὰ χέρια τῶν λῃστῶν;
αὐτόν, ποὺ εἶχε πέσει στὰ χέρια τῶν

111/255
λῃστῶν;»
10,37 Ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ 37 Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «αὐτὸς ποὺ ἔκαμε πρᾶξιν 37 Αὐτὸς δὲ εἶπε· Πλησίον του ἀπεδείχθη αὐτός, ποὺ τὸν ἐπόνεσε

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔλεος μετ' αὐτοῦ. Εἶπεν οὖν εὐσπλαγχνίας καὶ ἀγάπης πρὸς ἐκεῖνον». καὶ τὸν ἠλέησεν. Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Πήγαινε καὶ κάνε
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «πήγαινε τὸ ἴδιο καὶ σύ. Δείκνυε δηλαδὴ συμπάθειαν εἰς κάθε πάσχοντα,
ποίει ὁμοίως. καὶ σὺ καὶ πρᾶττε ὅμοια μὲ αὐτόν. (Κάνε τὸ χωρὶς νὰ ἐξετάζῃς, ἂν αὐτὸς εἶναι συγγενής σου ἢ συμπατριώτης
καλὸν μὲ ἀγάπην πρὸς ὅλους, εἴτε Ἰουδαῖοι σου, καὶ χωρὶς νὰ λογαριάζῃς τὰς θυσίας καὶ τοὺς κόπους καὶ τὰς
εἶναι εἴτε Σαμαρεῖται εἴτε φίλοι εἴτε δαπάνας, ποὺ θὰ ὑποστῇς διὰ νὰ βοηθήσῃς καὶ νὰ συντρέξῃς τὸν
ἐχθροί»). πάσχοντα, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς εἶναι ἐχθρός σου. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστός,
ποὺ οἱ ἐχθροί του τὸν ὕβριζαν Σαμαρείτην, ἐδείχθη εἰς τὴν
καταπληγωμένην καὶ μισοπεθαμένην ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας
ἀνθρωπότητα ὁ καλὸς καὶ ἀγαθὸς Σαμαρείτης, ποὺ διὰ νὰ τὴν
ἰατρεὐσῃ ἀπὸ τὰς πληγάς της ὄχι μόνον κόπους ὑπέστη, ἀλλὰ καὶ
εἰς θάνατον σωματικὸν ὑπεβλήθη.
10,38 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ 38 Καθὼς δὲ ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητάς του 38 Ἐνῷ δὲ οἱ μαθηταὶ καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τὸν Ἰησοῦν ἐπήγαιναν
πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς ἐπήγαιναν πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ, ἐμπῆκε ὁ ἔχοντες κατεύθυνσιν τὴν Ἱερουσαλήμ, συνέβη νὰ ἔμβῃ ὁ Ἰησοῦς εἰς
εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. Γυνὴ Ἰησοῦς εἰς ἕνα χωριό. Κάποια δὲ γυναῖκα, κάποιο χωρίον· καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ὠνομάζετο Μάρθα, τὸν
δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὀνόματι Μάρθα, τὸν ὑπεδέχθη εἰς τὸ σπίτι ὑπεδέχθη εἰς τὸ σπίτι της.
ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον της.
αὐτῆς.
10,39 Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ 39 Εἶχε δὲ αὐτὴ καὶ ἀδελφήν, ὀνόματι 39 Καὶ εἶχεν αὐτὴ ἀδελφήν, ποὺ ἐλέγετο Μαρία, ἡ ὁποία ὄχι μόνον
καλουμένῃ Μαρίᾳ, ἣ καὶ Μαρίαν, ἡ ὁποία ἐκάθισε κοντὰ εἰς τὰ πόδια ὑπεδέχθη τὸν Ἰησοῦν ὡς ἡ Μάρθα, ἀλλὰ καὶ ἐκάθησε κοντὰ εἰς
παρακαθίσασα παρὰ τοὺς τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἤκουε τὴν διδασκαλίαν του. τοὺς πόδας του ὡς ταπεινὴ μαθήτρια καὶ ἤκουε μὲ προσοχὴν
πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν ἀπερίσπαστον τὴν διδασκαλίαν του.
λόγον αὐτοῦ.
10,40 Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο 40 Ἡ δὲ Μάρθα, ἀπὸ τὴν μεγάλην της 40 Ἡ δὲ Μάρθα ἦταν ἀπασχολημένη καὶ πνιγμένη εἰς πολλὴν
περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιθυμίαν καὶ προθυμίαν νὰ περιποιηθῇ ἐργασίαν, φροντίζουσα νὰ ἑτοιμάσῃ τὸ φαγητὸν καὶ νὰ περιποιηθῇ
ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ ἀξίως τὸν διδάσκαλον, ἀπερροφᾶτο ἀπὸ τὰς τὸν Διδάσκαλον. Ἀφοῦ δὲ ἐστάθη πλησίον τοῦ Χριστοῦ, εἶπε· Κύριε,

112/255
μέλει σοι ἡ ἀδελφή μου μόνην πολλὰς ἀσχολίας. Εἰς κάποιαν στιγμὴν δὲν σὲ μέλει, ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἀφῆκε μοναχὴν νὰ ὑπηρετῶ καὶ
με κατέλειπε διακονεῖν; Εἰπὲ ἐστάθη κοντὰ εἰς τὸν Ἰησοῦν καὶ εἶπε· νὰ ἑτοιμάζω τὸ τραπέζι; Πές της λοιπὸν νὰ μὲ βοηθήσῃ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


οὖν αὐτῇ ἵνα μοι «Κύριε, δὲν σὲ μέλει ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ
συναντιλάβηται. ἀφῆκε μόνην νὰ ἑτοιμάσω τὰ τοῦ φαγητοῦ
διὰ σὲ καὶ τοὺς μαθητάς σου; Πές της λοιπὸν
νὰ μὲ βοηθήσῃ».
10,41 Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ 41 Ἀπήντησε δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· «Μάρθα, 41 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπε· Μάρθα, Μάρθα, ἀσχολεῖται ἡ
ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα, Μάρθα, Μάρθα, ἐφορτώθηκες πολλὲς φροντίδες, διάνοιά σου ἀπὸ ἀνησύχους φροντίδας καὶ κουράζεται τὸ σῶμα σου
μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ ταλαιπωρεῖσαι καὶ κουράζεσαι διὰ νὰ διὰ νὰ προετοιμάσῃς πολλά.
πολλά· ἐτοιμάσῃς πολλά.
10,42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία 42 Ἕνα ὅμως εἶναι τὸ χρησιμώτερον καὶ 42 Ἕνα δὲ εἶναι χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον, ἡ ἀκρόασις τῆς
δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἀπαραίτητον, ἡ πνευματικὴ τροφή, τὴν διδασκαλίας μου, ποὺ εἶναι τροφὴ πνευματική, ἀναγκαία διὰ τὴν
ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ὁποίαν προσφέρω ἐγώ. Ἡ δὲ Μαρία ἐδιάλεξε ψυχήν. Ἡ Μαρία δὲ ἐξέλεξε τὴν καλὴν καὶ ὠφέλιμον μερίδα, ἡ
ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς. τὴν καλὴν μερίδα, τὴν πνευματικήν, ἡ ὁποία ὁποία δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθῇ ποτέ. Διότι αἱ ὠφέλειαι τῆς μερίδος
καὶ δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθῇ ποτὲ ἀπὸ κανένα. αὐτῆς τοῦ πνευματικοῦ φαγητοῦ δὲν εἶναι προσωριναὶ καὶ φθαρταί,
Διότι αἱ ὠφέλειαι ἀπὸ τὴν πνευματικὴν ἄλλα πνευματικαὶ καὶ αἰώνιοι.
τροφὴν εἶναι αἰώνιαι καὶ ἀναφαίρετοι».

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 11Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
11,1 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι Όταν ὁ Ἰησοῦς εἰς κάποιον τόπον ἔκανε Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἰς κάποιο μέρος ἔκανε τὴν προσευχήν του, ἅμα
αὐτὸν ἐν τόπῳ τινὶ τὴν προσευχήν του, μόλις ἔπαυσεν, εἶπε ἐτελείωσε, συνέβη νὰ τοῦ εἴπῃ κάποιος ἀπὸ τοὺς μαθητάς του·
προσευχόμενον, ὡς ἐπαύσατο, ἔνας ἀπὸ τοὺς μαθητάς του πρὸς αὐτόν· Κύριε, δίδαξέ μας καὶ μάθε μας νὰ προσευχώμεθα ὀρθῶς καὶ
εἶπέ τις τῶν μαθητῶν αὐτοῦ πρὸς «Κύριε, δίδαξε μας νὰ προσευχώμεθα, θεαρέστως, ὅπως καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἐδίδαξε τοὺς μαθητάς
αὐτόν· Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς ὅπως καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἐδίδαξε του.
προσεύχεσθαι, καθὼς καὶ τοὺς μαθητάς του».

113/255
Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητὰς
αὐτοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


11,2 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ὅταν 2 Εἶπε δὲ εἰς αὐτούς· «ὅταν προσεύχεσθε 2 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Ὅταν προσεύχεσθε, νὰ λέγετε· Πατέρα μας,
προσεύχησθε λέγετε· Πάτερ νὰ λέγετε· Πατέρα μας, ποὺ εἶσαι ποὺ εἶσαι εἰς κάθε μέρος παρών, ἀλλ’ ἐξαιρετικὰ εἰς τοὺς οὐρανοὺς
ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς· πανταχοῦ παρών, ἀλλὰ ἐξαιρετικὰ εἰς τοὺς δεικνύεις τὴν παρουσίαν σου, ἂς ἀναγνωρισθῇ ἡ ἁγιότης σου, ὥστε
ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω οὐρανοὺς κάνεις αἰσθητὴν τὴν ἄπειρη νὰ δοξασθῇ καὶ λατρευθῇ ἀξίως τὸ ὄνομά σου· εἴθε νὰ ἔλθῃ ἡ
ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ παρουσία σου, δῶσε νὰ ἀναγνωρισθῇ ἀπὸ βασιλεία σου διὰ τῆς προθύμου καὶ ἐλευθέρας ὑποταγῆς πάντων
θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ὅλους ἡ ἁγιότης σου καὶ νὰ δοξάζεται τὸ τῶν ἀνθρώπων εἰς σέ, ὥστε διὰ τῆς ὑπακοῆς τῶν εἰς τὰ
ἐπὶ της γῆς· ὄνομά σου. Ἂς ἔλθῃ καὶ ἂς ἀπλωθῇ ἡ προστάγματά σου νὰ γίνουν οὗτοι πραγματικοὶ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου
βασιλεία σου εἰς ὅλον τὸν κόσμον, ὥστε ἀφωσιωμένοι ὑπήκοοί σου· εἴθε νὰ γίνῃ τὸ θέλημά σου, ὅπως
πρόθυμα οἱ ἄνθρωποι, ἀφωσιωμένοι εἰς σέ, γίνεται τοῦτο εἰς τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἁγίους, οὕτω
νὰ σὲ ἀναγνωρίζουν βασιλέα των· ἂς νὰ τηρῆται καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
τηρῆται τὸ θέλημά σου ἐδῶ εἰς τὴν γῆν
ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὲ ὅσην προθυμία
καὶ χαρὰν ἐκτελεῖται ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους
εἰς τὸν οὐρανόν.
11,3 τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν 3 Τὸν ἄρτον μας, τὸν ἀπαραίτητον διὰ τὴν 3 Τὸν ἄρτον μας, τὸν ἀναγκαῖον διὰ τὴν συντήρησιν τῆς οὐσίας καὶ
ἐπιούσιον δίδου ἡμῖν τὸ καθ' συντήρησίν μας, δίδε τον εἰς ἡμᾶς κάθε ὑπάρξεώς μας, δίδε μας κάθε ἡμέραν.
ἡμέραν· ἡμέραν.
11,4 καὶ ἄφες ἡμῖν τὰς ἁμαρτίας 4 Καὶ συγχώρησε τὰς ἁμαρτίας μας, διότι 4 Καὶ συγχώρησέ μας τὰς ἁμαρτίας μας· διότι καὶ ἡμεῖς
ἡμῶν· καὶ γὰρ αὐτοὶ ἀφίεμεν καὶ ἡμεῖς συγχωροῦμεν κάθε ἕνα, ποὺ συγχωροῦμεν κάθε ἕνα, ποὺ μᾶς ἔπταισε καὶ μᾶς εἶναι χρεώστῃς
παντὶ τῷ ὀφείλοντι ἡμῖν· καὶ μὴ ἔφταιξε ἀπέναντί μας, μᾶς ἀδίκησε καὶ λόγῳ ἀδικίας, ποὺ μᾶς ἔκαμε. Καὶ μὴ ἐπιτρέψῃς νὰ πέσωμεν εἰς
εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν μᾶς εἶναι χρεώστης. Καὶ μὴ ἐπιτρέψῃς νὰ πειρασμόν, ἀλλὰ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὸν πονηρόν, ποὺ μᾶς πολεμεῖ.
ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πέσωμεν εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ φύλαξέ μας
πονηροῦ. ἀπὸ τὸν πονηρόν».
11,5 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· τίς ἐξ 5 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτοὺς τὴν διδακτικὴν 5 Καὶ διὰ νὰ διδάξῃ πόσον ἀποτελεσματικὸν εἶναι νὰ ἐπιμένωμεν ἐν
ὑμῶν ἔξει φίλον καὶ πορεύσεται παρομοίωσιν· «ποιὸς ἀπὸ σᾶς θὰ ἔχῃ φίλον τῇ προσευχῇ, εἶπε πρὸς αὐτούς· Ποῖος ἀπὸ σᾶς θὰ ἔχῃ φίλον καὶ θὰ

114/255
πρὸς αὐτὸν μεσονυκτίου καὶ ἐρεῖ καὶ θὰ ὑπάγῃ εἰς αὐτὸν κατὰ τὰ ὑπάγῃ εἰς αὐτὸν κατὰ τὰ μεσάνυχτα, καὶ θὰ τοῦ εἴπῃ φίλε, δάνεισέ
αὐτῷ· φίλε, χρῆσόν μοι τρεῖς μεσάνυκτα καὶ θὰ τοῦ πῇ· Φίλε, δάνεισέ με τρία ψωμιά.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἄρτους, μου τρία ψωμιά,
11,6 ἐπειδὴ φίλος μου 6 ἐπειδὴ κάποιος φίλος μου ἦλθε ἀπὸ 6 διότι κάποιος φίλος μου ἦλθεν ἀπὸ ταξίδιον εἰς τὸ σπίτι μου καὶ
παρεγένετο ἐξ ὁδοῦ πρός με καὶ ταξίδι εἰς τὸν σπίτι μου καὶ δὲν ἔχω τί νὰ δὲν ἔχω τίποτε νὰ τοῦ βάλω νὰ φάγῃ·
οὐκ ἔχω ὃ παραθήσω αὐτῷ· τοῦ βάλω νὰ φάγῃ.
11,7 κἀκεῖνος ἔσωθεν ἀποκριθεὶς 7 Καὶ ἐκεῖνος θὰ τοῦ ἀποκριθῇ ἀπὸ μέσα 7 ποῖος θὰ ἔχῃ φίλον, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ εἴπῃ παρακλητικῶς τοὺς
εἴπῃ· μή μοι κόπους πάρεχε· ἤδη καὶ θὰ πῇ· Μὴ μὲ βάζης σὲ κόπους· τώρα λόγους αὐτούς, καὶ ἐκεῖνος ἀπὸ μέσα θὰ τοῦ ἀποκριθῇ καὶ θὰ τοῦ
ἡ θύρα κέκλεισται καὶ τὰ παιδία πλέον ἡ πόρτα ἔχει κλεισθῇ καὶ τὰ παιδιά εἴπῃ· Μὴ μὲ βάζῃς εἰς κόπους καὶ ἐνόχλησιν· τώρα πλέον ἔχει
μου μετ' ἐμοῦ εἰς τὴν κοίτην μου εἶναι μαζῆ μου εἰς τὸ στρῶμα καὶ κλεισθῇ ἡ πόρτα μου καὶ τὰ παιδιά μου εἶναι μαζί μου εἰς τὸ
εἰσίν· οὐ δύναμαι ἀναστὰς κοιμοῦνται· δὲν ἠμπορῶ νὰ σηκωθῶ καὶ νὰ στρῶμα καὶ κοιμῶνται· δὲν ἡμπορῶ νὰ σηκωθῶ καὶ νὰ σοῦ δώσω;
δοῦναί σοι; σοῦ δώσω;
11,8 Λέγω ὑμῖν, εἰ καὶ οὐ δώσει 8 Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι καὶ ἂν ἀκόμη δὲν 8 Σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι καὶ ἐὰν δὲν σηκωθῇ νὰ τοῦ δώσῃ λόγῳ τοῦ ὅτι
αὐτῷ ἀναστὰς διὰ τὸ εἶναι αὐτοῦ θελήσῃ νὰ σηκωθῇ νὰ τοῦ δώσῃ, μολονότι εἶναι φίλος του, τουλάχιστον ὅμως διὰ τὴν ἀδιακρισίαν καὶ τὴν
φίλον, διά γε τὴν ἀναίδειαν τὸν εἶχε φίλον, πάντως διὰ τὴν ἀναίδειαν, ποὺ ἔδειξεν εἰς τέτοιαν ὥραν νὰ τὸν ἀνησυχήσῃ μὲ τὸ
αὐτοῦ ἐγερθεὶς δώσει αὐτῷ ὅσων ἀδιακρισίαν του ὅτι εἰς τέτοιαν νυκτερινὴν αἴτημά του, θὰ σηκωθῇ καὶ θὰ τοῦ δώσῃ ἐκεῖνα, ποὺ τοῦ
χρῄζει. ὥραν τὸν ἀνησυχεῖ, θὰ σηκωθῇ καὶ θὰ τοῦ χρειάζονται.
δώσῃ ὅσα τοῦ χρειάζονται.
11,9 Κἀγὼ ὑμῖν λέγω, αἰτεῖτε, καὶ 9 Διὰ τοῦτο καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω· νὰ ζητῆτε 9 Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ ἐπίμονος αἴτησις δὲν μένει ἄνευ ἀποτελέσματος
δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ ἀπὸ τὸν πανάγαθον Θεὸν καὶ θὰ σᾶς δοθῇ, οὔτε μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω νὰ ζητῆτε ἀπὸ τὸν
εὑρήσετε, κρούετε, καὶ νὰ γυρεύετε καὶ θὰ βρῆτε, νὰ κτυπᾶτε τὴν Θεὸν καὶ θὰ σᾶς δοθῇ αὐτό, ποὺ ζητεῖτε, ἀρκεῖ νὰ μὴ εἶναι τοῦτο
ἀνοιγήσεται ὑμῖν· θύραν τῆς θείας ἀγάπης καὶ θὰ σᾶς ἄτοπον ἢ ἐπιβλαβὲς εἰς σᾶς. Νὰ γυρεύετε, ὅπως εὔρετε τὸ
ἀνοιχθῇ. ζητούμενον, καὶ θὰ τὸ εὔρετε, ἐφ’ ὅσον σᾶς εἶναι ὠφέλιμον· νὰ
κτυπᾶτε τὴν θύραν τῆς θείας προστασίας καὶ θὰ σᾶς ἀνοιχθῇ.
11,10 πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει 10 Διότι καθένας ποὺ ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸν 10 Διότι καθένας, ποὺ ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεόν, λαμβάνει, καὶ καθένας
καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ λαμβάνει καὶ καθένας ποὺ γυρεύει ποὺ γυρεύει, εὑρίσκει, καὶ εἰς καθένα ποὺ κτυπᾷ τὴν θύραν τῆς
κρούοντι ἀνοιχθήσεται. εὑρίσκει καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ κτυπᾶ τὴν θείας προστασίας θὰ ἀνοιχθῇ αὕτη.

115/255
θύραν τοῦ Θεοῦ, θὰ τοῦ ἀνοιχθῇ αὐτή.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


11,11 Τίνα δὲ ἐξ ὑμῶν τὸν πατέρα 11 Ποιὸς δὲ πατέρας ἀπὸ σᾶς, ὅταν τὸ 11 Ἀπὸ ποῖον δὲ ἀπὸ σᾶς, ποὺ εἶναι πατέρας, θὰ ζητήσῃ ὁ υἱός του
αἰτήσει ὁ υἱὸς ἄρτον, μὴ λίθον παιδὶ τοῦ ζητήσῃ ψωμί, θὰ τοῦ δώσῃ λιθάρι ἄρτον καὶ θὰ τοῦ δώσῃ αὐτὸς λίθον; Ἢ ὅταν θὰ τοῦ ζητήσῃ καὶ
ἐπιδώσει αὐτῷ; ῍Η καὶ ἰχθύν, μὴ ἢ ὅταν θὰ τοῦ ζητήσῃ ψάρι, μήπως ἀντὶ ψάρι, μήπως ἀντὶ ψαριοῦ θὰ τοῦ δώσῃ φίδι;
ἀντὶ ἰχθύος ὄφιν ἐπιδώσει αὐτῷ; ψάρι τοῦ δώσῃ φίδι;
11,12 ῍Η καὶ ἐὰν αἰτήσῃ ὠόν, μὴ 12 Ἢ ἂν τοῦ ζητήσῃ αὐγό, μήπως θὰ τοῦ 12 Ἢ καὶ ἂν ζητήσῃ αὐγόν, μήπως θὰ τοῦ δώσῃ ἀντὶ
ἐπιδώσει αὐτῷ σκορπίον; δώσῃ ἀντὶ αὐγοῦ σκορπιόν; αὐγοῦ σκορπίον;
11,13 Εἰ οὖν ὑμεῖς, ὑπάρχοντες 13 Ἐάν, λοιπόν, σεῖς μολονότι εἶσθε 13 Ἐὰν λοιπὸν σεῖς, καίτοι εἶσθε ἀτελεῖς καὶ διεφθαρμένοι ἀπὸ τὸ
πονηροί, οἴδατε δόματα ἀγαθὰ πονηροί, ξέρετε νὰ δίνετε ὠφέλιμα δῶρα προπατορικὸν ἁμάρτημα, γνωρίζετε νὰ δίδετε εἰς τὰ παιδιά σας
διδόνται τοῖς τέκνοις ὑμῶν, πόσῳ εἰς τὰ παιδιά σας, πόσο μᾶλλον ὁ Πατὴρ ὁ ὠφέλιμα δοσίματα, πόσον περισσότερον ὁ πατέρας, ποὺ εἶναι εἰς
μᾶλλον ὁ πατὴρ ὁ ἐξ οὐρανοῦ οὐράνιος, θὰ δώσῃ τὸ πανάγαθον Πνεῦμα τοὺς οὐρανούς, θὰ δώσῃ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν Ἅγιον Πνεῦμα εἰς ὅσους
δώσει πνεῦμα ἀγαθὸν τοῖς εἰς ὅσους τὸ ζητοῦν;» (Καὶ ἀφοῦ θὰ δώσῃ τοῦ ζητοῦν; Καὶ ἐὰν θὰ δώσῃ Ἅγιον Πνεῦμα, πολὺ περισσότερον θὰ
αἰτοῦσιν αὐτόν; τὸ μέγιστον καὶ ὕψιστον, δὲν εἶναι λογικὸν δώσῃ τὰ ἄλλα ἀγαθά, ποὺ εἶναι ἀσυγκρίτως μικροτέρας ἀξίας.
καὶ ὀρθὸν νὰ σκεφθῶμεν ὅτι πολὺ
περισσότερον θὰ δώσῃ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά,
ποῦ εἶναι ἀσυγκρίτως μικροτέρας ἀξίας;).
11,14 Καὶ ἦν ἐκβάλλων 14 Καὶ συνέβη, τὴν ὥραν ποὺ ὁ Κύριος 14 Καὶ ἐνῷ ἐδίδασκεν, ἔβγαζε συγχρόνως καὶ δαιμόνιον, τὸ ὁποῖον
δαιμόνιον, καὶ αὐτὸ ἦν κωφόν· ἔδιωχνε ἕνα δαιμόνιον, τὸ ὁποῖον εἶχε εἶχε καταστήσει τὸν πάσχοντα κουφὸν καὶ ἄλαλον. Συνέβη δέ, ὅταν
ἐγένετο δὲ τοῦ δαιμονίου κάμει κωφὸν καὶ ἄλλαλον τὸν πάσχοντα, ἐβγῆκε τὸ δαιμόνιον, ὡμίλησεν ὁ κωφάλαλος. Καὶ ἐθαύμασαν τὰ
ἐξελθόντος ἐλάλησεν ὁ κωφός, ὅταν ἐβγῆκε τὸ δαιμόνιον, ὡμίλησεν ὁ πλήθη τοῦ λαοῦ.
καὶ ἐθαύμαζον οἱ ὄχλοι· κωφάλαλος καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ
ἐθαύμαζαν.
11,15 τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν εἶπον· ἐν 15 Μερικοὶ ὅμως ἀπὸ αὐτούς, γραμματεῖς 15 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ αὐτούς, ἀνήκοντες εἰς τὴν τάξιν τῶν γραμματέων
Βεελζεβοὺλ τῷ ἄρχοντι τῶν καὶ Φαρισαῖοι, ἔλεγαν ὅτι μὲ τὴν καὶ Φαρισαίων, εἶπαν· Μὲ τὴν βοήθειαν καὶ συνεργασίαν τοῦ
δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. συνεργασίαν τοῦ βελζεβούλ, τοῦ Βεελζεβούλ, τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν δαιμονίων, βγάζει τὰ δαιμόνια.
ἄρχοντος τῶν δαιμονίων, διώχνει τὰ

116/255
δαιμόνια.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


11,16 Ἕταιροι δὲ πειράζοντες 16 Ἄλλοι δέ, μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν 16 Ἄλλοι δὲ μὲ τὸν πονηρὸν σκοπὸν νὰ τὸν ἀποδείξουν, ὅτι δὲν
σημεῖον παρ' αὐτοῦ ἐζήτουν ἐξ πειράξουν καὶ νὰ τὸν παρουσιάσουν εἰς ἠμπορεῖ νὰ ἐνεργῇ μεγάλα θαύματα, ἐζήτουν ἀπὸ αὐτὸν
οὐρανοῦ. τὸν λαὸν ὅτι τάχα δὲν ἠμπορεῖ νὰ κάμῃ ἀποδεικτικὸν καὶ πειστικὸν θαῦμα ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὅπως τὸ πῦρ,
μεγάλα θαύματα, τοῦ ἐζητούσαν σημεῖον ποὺ κατέβασεν ὁ Ἠλίας ἀπὸ τὸν οὐρανόν, καὶ ὅπως τὸ μάννα, ποὺ
μεγάλο ἀπὸ τὸν οὐρανόν, (σὰν τὸ πῦρ ποὺ ἐδόθη ἄλλοτε διὰ τῆς μεσιτείας τοῦ Μωϋσέως.
κατέβασεν ὁ Ἠλίας ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ
σὰν τὸ μάννα, ποὺ μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ
Μωϋσέως ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν εἰς τοὺς
πεινασμένους Ἰσραηλίτας).
11,17 Αὐτὸς δὲ εἰδὼς αὐτῶν τὰ 17 Αὐτὸς ὅμως, γνωρίζων πολὺ καλὰ τὰς 17 Αὐτὸς ὅμως ἐγνώρισε τὰς ἀποκρύφους σκέψεις των καὶ τοὺς εἶπε·
διανοήματα εἶπεν αὐτοῖς· πᾶσα ἐσωτερικάς των σκέψεις καὶ διαθέσεις, Κάθε βασίλειον, τὸ ὁποῖον ἐχωρίσθῃ εἰς κόμματα ἐχθρικά, ὥστε δι’
βασιλεία ἐφ' ἑαυτὴν τοὺς εἶπε· «κάθε βασίλειον, ὅταν χωρισθῇ ἐμφυλίου πολέμου νὰ στραφῇ κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του, καταλήγει εἰς
διαμερισθεῖσα, ἐρημοῦται, καὶ εἰς ἐχθρικὰς παρατάξεις, ποὺ θὰ μάχωνται ἐρήμωσιν. Τότε δὲ καὶ κάθε σπίτι ἐπιπίπτει ἐχθρικῶς κατὰ τοῦ
οἶκος ἐπὶ οἶκον, πίπτει. ἡ μία τὴν ἄλλην, θὰ καταλήξῃ εἰς ἄλλου σπιτιοῦ, διὰ νὰ διαλυθῇ μόνον του τὸ βασίλειον τοῦτο.
καταστροφὴν καὶ ἐρήμωσιν, καὶ ὅταν μία
οἰκογένεια διαιρεθῇ μὲ ἐχθρικότητα
ἐναντίον τοῦ εὐατοῦ της πίπτει καὶ
διαλύεται.
11,18 Εἰ δὲ καὶ ὁ σατανᾶς ἐφ' 18 Ἐὰν δὲ ὁ σατανᾶς ἔχῃ διαιρεθῇ εἰς 18 Ἐὰν δὲ καὶ ὁ σατανᾶς, ὁ ἄρχων τῶν δαιμονίων, διῃρέθη τώρα εἰς
ἑαυτὸν διεμερίσθη, πῶς παρατάξεις ἐναντίον τοῦ εὐατοῦ του, πῶς κόμματα κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του, πῶς θὰ σταθῇ καὶ δὲν θὰ
σταθήσεται ἡ βασιλεία αὐτοῦ, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ σταθῇ καὶ νὰ μὴ ἑξαφανισθῇ ἡ βασιλεία του; Σᾶς λέγω αὐτά, ἐπειδὴ ἀνοήτως
λέγετε ἐν Βεελζεβοὺλ μὲ ἐξαφανισθῇ ἡ βασιλεία του; Σᾶς τὰ λέγω λέγετε, ὅτι ἐγὼ μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ σατανᾶ βγάζω τὰ δαιμόνια.
ἐκβάλλειν τὰ δαιμόνια; αὐτά, διὰ νὰ δειχθῇ πόσον παράλογος
εἶναι ὁ ἰσχυρισμός σας ὅτι ἐγὼ μὲ τὴν
δύναμιν τοῦ βελζεβοὺλ διώχνω τὰ

117/255
δαιμόνια.
11,19 Εἰ δὲ ἐγὼ ἐν Βεελζεβοὺλ 19 Ἐὰν δὲ ἐγὼ μὲ τὴν συνεργασίαν τοῦ 19 Ἐὰν δὲ ἐγὼ μὲ τὴν βοήθειαν καὶ συνεργασίαν τοῦ Βεελζεβοὺλ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, οἱ υἱοὶ βελζεβοὺλ διώχνω τὰ δαιμόνια, τὰ βγάζω τὰ δαιμόνια, οἱ μαθηταὶ καὶ τὰ πνευματικά σας τέκνα, οἱ
ὑμῶν ἐν τίνι ἐκβάλουσι; Διὰ πνευματικά σας τέκνα ποὺ ἐξορκίζουν τὰ ὁποῖοι καυχώμενοι, ὅτι ἔχουν προστάτας των καὶ διδασκάλους τὸν
τοῦτο αὐτοὶ κριταὶ ὑμῶν ἔσονται. δαιμόνια, μὲ τὴν δύναμιν ποίου τὰ Δαβὶδ καὶ τὸν Σολομῶντα, ἐξορκίζουν δαιμόνια, μὲ τὴν δύναμιν
βγάζουν; Διὰ τοῦτο αὐτοὶ ποὺ δὲν τοὺς ποίου βγάζουν καὶ ἀποδιώκουν αὐτά; Διὰ τοῦτο αὐτοί, τοὺς ὁποίους
κατηγορεῖτε δι' αὐτὸ τὸ ἔργον τους, θὰ δὲν κατηγορεῖτε, ἀλλ’ ἀφίνετε ἐλευθέρους νὰ ἐξορκίζουν, θὰ εἶναι
εἶναι δικασταί σας καὶ θὰ σᾶς δικασταί, ποὺ θὰ κατακρίνουν τὴν ὑποκρισίαν καὶ τὸν φθόνον σας.
καταδικάσουν διὰ τὴν διπροσωπίαν σας.
11,20 Εἰ δὲ ἐν δακτύλῳ Θεοῦ 20 Ἐὰν ὅμως ἐγὼ μὲ τὸν δάκτυλον καὶ τὴν 20 Ἐὰν ὅμως ἐγὼ μὲ δάκτυλον καὶ δύναμιν τοῦ Θεοῦ βγάζω τὰ
ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, ἄρα δύναμιν τοῦ Θεοῦ διώχνω τὰ δαιμόνια, δαιμόνια, ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὑπερφυσικὸν αὐτὸ γεγονός, ὅτι σᾶς
ἔφθασεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ αὐτὸ ἀποδικνύει ὅτι ἔφθασε ἐπάνω σας ἡ κατέφθασε καὶ ἔπεσεν ἐπάνω σας ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θὰ
Θεοῦ. βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοίμονό σας δέ, ἐὰν σᾶς κατακρίνῃ, ἐὰν δὲν τὴν ὑποδέχθητε.
δὲν τὴν δεχθῆτε.
11,21 Ὅταν ὁ ἰσχυρὸς 21 Ἀκούσατε δὲ καὶ τοῦτο τὸ παράδειγμα· 21 Καὶ διὰ νὰ καταλάβετε καλύτερα αὐτὰ ποὺ σᾶς λέγω, σᾶς φέρω
καθωπλισμένος φυλάσσῃ τὴν ὅταν ὁ ἰσχυρὸς ἐξωπλισμένος τέλεια ἕνα παράδειγμα. Ὅταν ὁ δυνατὸς ὡπλισμένος καλὰ φυλάσσῃ τὴν
ἑαυτοῦ αὐλήν, ἐν εἰρήνῃ ἐστὶ τὰ φυλάσσῃ τὴν αὐλήν του, μένουν περιτειχισμένην αὐλήν του, μένουν ἀσφαλισμένα καὶ ἥσυχα τὰ
ὑπάρχοντα αὐτοῦ· ἀσφαλισμένα καὶ ἥσυχα τὰ ὑπάρχοντά ὑπάρχοντά του καὶ τὰ ζῷα του.
του.
11,22 ἐπὰν δὲ ὁ ἰσχυρότερος 22 Ὅταν ὅμως ἔλθῃ ἐναντίον του ὁ ἰσχυρὸς 22 Ὅταν ὅμως ἔλθῃ ἐναντίον του ὁ ἰσχυρότερός του καὶ τὸν νικήσῃ,
αὐτοῦ ἐπελθὼν νικήσῃ αὐτόν, καὶ τὸν νικήσῃ, τοῦ παίρνει τὰ ὅπλα, εἰς τὰ τοῦ ἀφαιρεῖ τὴν ἀρματωσιάν, εἰς τὴν ὁποίαν εἶχε πεποίθησιν, καὶ
τὴν πανοπλίαν αὐτοῦ αἴρει, ἐφ' ᾗ ὁποῖα εἶχε στηρίξη τὴν πεποίθησίν του, καὶ διαμοιράζει τὰ ὑπάρχοντά του, τὰ ὁποῖα κατέκτησεν ὡς λάφυρα.
ἐπεποίθει, καὶ τὰ σκῦλα αὐτοῦ διαμοιράζει σὰν λάφυρα τὰ ὑπάρχοντά Ἔτσι καὶ ἐγὼ τώρα δυνατώτερος ἀπὸ τὸν σατανᾶν, τὸν κατενίκησα
διαδίδωσιν. του. (Ἔτσι καὶ ἐγώ, σὰν ἀπόλυτα καὶ ἐλευθερώνω αὐτούς, ποὺ κατέχει σὰν ζῷα ἄλογα, καὶ δίδω
δυνατώτερος ἀπὸ τὸν σατανᾶν τὸν ἐξουσίαν καὶ εἰς τοὺς μαθητάς μου νὰ ἀποσποῦν ἀπ’ αὐτὸν
κατανικῶ, ἐλευθερώνω αὐτοὺς ποὺ σὰν ἐκείνους, ποὺ ἕως τώρα ὥριζεν ὡς ἰδικούς του.
ἰδικά του κτήματα τοὺς κρατοῦσε

118/255
φυλακισμένους εἰς τὴν αὐλήν του καὶ ἐπὶ
πλέον δίνω ἐξουσίαν εἰς τοὺς μαθητάς μου

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


νὰ κάνουν τὸ ἴδιο).
11,23 Ὁ μὴ ὢν μετ' ἐμοῦ κατ' ἐμοῦ 23 Κανονίσατε τὴν θέσιν σας· διότι ἐκεῖνος 23 Συμβιβασμοὺς μὲ τὴν παράταξιν τοῦ διαβόλου δὲν δέχομαι,
ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ' ἐμοῦ ποὺ δὲν εἶναι μὲ ὅλη του τὴν καρδιά μαζῆ ὅπως φαντάζεσθε σεῖς. Ἐκεῖνος, ποὺ δὲν εἶναι ἐξ ὅλης του τῆς
σκορπίζει. μου, εἶναι ἐναντίον μου. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ψυχῆς μαζί μου, εἶναι ἐνάντιόν μου. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ δὲν μαζεύει μὲ
δὲν μαζεύει μαζῆ μὲ ἐμὲ καὶ δὲν ὁδηγεῖ εἰς ἐμὲ τὰ πνευματικὰ πρόβατά μου, αὐτὸς σὰν ἄλλος λύκος τὰ
τὰ λιβάδια τῆς πνευματικῆς τροφῆς τὰ σκορπίζει.
πρόβατά μου, αὐτὸς σὰν αἱμοβόρος λύκος
τὰ διασκορπίζει.
11,24 Ὅταν τὸ ἀκάθαρτον 24 Ὅταν τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα φύγῃ ἀπὸ 24 Αὐτοὶ ὅμως, τοὺς ὁποίους ἐλευθερώνω ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν τοῦ
πνεῦμα ἐξέλθῃ ἀπὸ τοῦ τὸν ἄνθρωπον, ὁμοιάζει πρὸς ἐκεῖνον, ποὺ σατανᾶ, πρέπει νὰ προσέχουν καὶ νὰ ἐργάζωνται ἀκούραστα, ὅπως
ἀνθρώπου, διέρχεται δι' ἀνύδρων περνάει ἀνάμεσα ἀπὸ κατάξηρους, χωρὶς προκόπτουν συνεχῶς εἰς ἀρετὴν καὶ ἁγιότητα. Διότι, ὅταν τὸ
τόπων ζητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ μὴ νερὸ τόπους καὶ μάταια ζητεῖ ἀνάπαυσιν. ἀκάθαρτον πνεῦμα βγῇ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ποὺ ὁπωσδήποτε
εὑρίσκον λέγει· ὑποστρέψω εἰς Καὶ ἐπειδὴ δὲν τὴν εὑρίσκει, λέγει· θὰ μετενόησεν, ὁμοιάζει πρὸς ἐκεῖνον ποὺ περνᾷ ἀπὸ τόπους, οἱ ὁποῖοι
τὸν οἶκόν μου ὅθεν ἐξῆλθον· ξαναγυρίσω εἰς τὸ σπίτι μου ἀπ' ὅπου δὲν ἔχουν νερὸ καὶ ζητεῖ ἀνάπαυσιν, καὶ ἐπειδὴ δὲν τὴν εὑρίσκει,
ἔφυγα, θὰ ἐπιστρέψω δηλαδὴ εἰς τὸν λέγει· θὰ γυρίσω πάλιν εἰς τὸ σπίτι μου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐβγῆκα. Θὰ
ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον μὲ ἔδιωξαν. ἐπιστρέψω δηλαδὴ εἰς τὴν ψυχήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐξεδιώχθην.
11,25 καὶ ἐλθὼν εὑρίσκει 25 Καὶ ὅταν ἔλθῃ, εὑρίσκει τὸ σπίτι 25 Καὶ ὅταν ἔλθῃ, εὑρίσκει τὸ σπίτι σαρωμένον καὶ στολισμένον.
σεσαρωμένον καὶ κεκοσμημένον. σαρωμένο καὶ στολισμένο, δηλαδή, Εὑρίσκει δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπον ἀδρανῆ καὶ ἕτοιμον νὰ δεχθῇ κάθε
εὑρίσκει τὸν ἄνθρωπον σχολάζοντα καὶ παλαιὸν ἐπισκέπτην καὶ γνώριμόν του.
ράθυμον, χωρὶς πνευματικὴν φροντίδα καὶ
ἐργασίαν.
11,26 Τότε πορεύεται καὶ 26 Τότε πηγαίνει καὶ παίρνει ἄλλα ἑπτὰ 26 Τότε πηγαίνει καὶ παίρνει μαζί του πολλὰ ἄλλα πνεύματα
παραλαμβάνει ἑπτὰ ἕτερα δαιμόνια, πονηρότερα ἀπὸ τὸν εὐατόν του πονηρότερα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του καὶ ἀφοῦ ἔμβουν, κατοικοῦν πλέον
πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ, καί, ἀφοῦ εἰσέλθουν, ἐγκαθίστανται μονίμως ἐκεῖ. Καὶ γίνονται τὰ ὑστερινὰ τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου
καὶ εἰσελθόντα κατοικεῖ ἐκεῖ, καὶ μονίμως πλέον ἐκεῖ καὶ γίνονται τὰ χειρότερα ἀπὸ τὰ πρῶτα. Πράγματι οἱ ἀποστατήσαντες ἀπὸ τὴν

119/255
γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ τελευταία τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, χάριν καὶ ἐκδιώξαντες αὐτὴν ἀπὸ τῆς ψυχῆς των γίνονται πολὺ
ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν χειρότερα ἀπὸ τὰ πρῶτα». (Ὅσοι χειρότεροι παρ’ ὅ,τι ἦσαν πρὶν ἢ ἐπισκεφθῇ αὐτοὺς ἡ χάρις.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πρώτων. ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ δαιμόνια ἢ ὅσοι μὲ
τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐπῆραν ἄφεσιν
ἁμαρτιῶν καὶ ἐμπῆκαν εἰς τὸν δρόμον τῆς
σωτηρίας, ἂς προσέξουν νὰ μὴ ἀφήσουν
τὴν νέαν ζωὴν τῆς χάριτος, διότι τότε θὰ
γίνουν πολὺ χειρότεροι ἀπ' ὅ,τι ἦσαν
προηγουμένως).
11,27 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν 27 Ἐνῶ δὲ ἔλεγε αὐτά, κάποια γυναίκα ἀπὸ 27 Ἐνῷ δὲ ὁ Ἰησοῦς ἔλεγε ταῦτα, κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὸ πλῆθος,
αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ τὸ πλῆθος ἐνθουσιασμένη ἀπὸ τὴν ἐνθουσιασθεῖσα ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν του, ἔβγαλε φωνὴν μεγάλην
φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· διδασκαλίαν του, ἔβγαλε φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπε· Μακαρία ἡ κοιλία, ποὺ σὲ ἐβάστασε, καὶ οἱ μαστοὶ τοὺς
μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά καὶ εἶπε· «μακαρία ἡ κοιλία ποὺ σὲ ὁποίους ἐθήλασες. Μακαρία δηλαδὴ ἡ μητέρα, ποὺ σὲ ἐγέννησε καὶ
σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. ἐβάσταξε καὶ οἱ μαστοί, τοὺς ὁποίους σὲ ἔθρεψεν.
ἐθήλασες. Μακαρία ἡ μητέρα, ποὺ σὲ
ἐγέννησε καὶ σὲ ἔθρεψε».
11,28 Αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε 28 Καὶ αὐτὸς εἶπε· «βεβαίως μακαρία εἶναι 28 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· Ἀληθῶς, μακαρία εἶναι ἡ μητέρα μου· ἀλλὰ μὴ
μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον ἡ μητέρα μου, ἀλλὰ ἐπίσης μακάριοι εἶναι λησμονεῖτε, ὅτι μακάριοι κυρίως εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀκούουν τὸν
τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες ὅλοι ὅσοι ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσουν αὐτόν. Εἰς τρόπον ὥστε καὶ αὐτή,
αὐτόν. τὸν φυλάσσουν». ποὺ μὲ ἐγέννησε καὶ μὲ ἐθήλασεν, ἠξιώθη τῆς τιμῆς αὐτῆς, διότι
ἐφύλαξε πάντοτε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.
11,29 Τῶν δὲ ὄχλων 29 Καὶ καθὼς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ 29 Καὶ ἐνῷ ἐπύκνωναν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ἤρχισε νὰ λέγῃ· Ἡ γενεὰ
ἐπαθροιζομένων ἤρξατο λέγειν· ἐμαζεύοντο πυκνὰ γύρω του, αὐτὸς ἤρχισε αὐτὴ εἶναι πονηρά. Καὶ ἕνεκα τῆς πονηρίας της ζητεῖ θαῦμα, ποὺ νὰ
ἡ γενεὰ αὕτη γενεὰ πονηρά ἐστι· νὰ λέγῃ· «αὐτῇ ἡ γενεά, εἶναι γενεὰ δεικνύῃ ἐμφανέστερον τὴν ἀποστολήν μου. Ἀλλὰ τέτοιο θαῦμα δὲν
σημεῖον ζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ πονηρά· ζητεῖ σημεῖον ἀπὸ τὸν οὐρανόν, θὰ δοθῇ εἰς αὐτήν, παρὰ τὸ θαῦμα, ποὺ προετυπώνετο καὶ
δοθήσεται αὐτῇ εἰ μὴ τὸ σημεῖον τάχα διὰ νὰ πιστεύσῃ, καὶ δὲν θὰ τῆς δοθῇ προεικονίζετο ἀπὸ τὸ θαῦμα Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου.
Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου. ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα Ἰωνᾶ τοῦ

120/255
προφήτου.
11,30 Καθὼς γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς 30 Διότι ὅπως ὁ Ἰωνᾶς μὲ τὸ νὰ βγῇ σῶος 30 Διότι ὅπως ὁ Ἰωνᾶς ἐξελθὼν σῷος καὶ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὴν κοιλίαν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σημεῖον τοῖς Νινευΐταις, οὕτως ἀπὸ τὴν κοιλίαν τοῦ κήτους, ἔγινε εἰς τοὺς τοῦ κήτους, ἔγινεν ὑπερφυσικὸν σημεῖον, μὲ τὸ ὁποῖον ὁ Θεὸς
ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τῇ Νινευΐτας ὑπερφυσικὸν σημεῖον, διὰ νὰ ἐπεβεβαίωσε τὸ περὶ μετανοίας κήρυγμά του εἰς τοὺς Νινευΐτας,
γενεᾷ ταύτῃ σημεῖον. μετανοήσουν ἔτσι θὰ γίνῃ καὶ διὰ τὴν ἔτσι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, διὰ τῆς Ἀναστάσεώς του
γενεὰν αὐτὴν σημεῖον μοναδικὸν καὶ ἀπὸ τὸν τάφον θὰ εἶναι θαῦμα μοναδικόν, μὲ τὸ ὁποῖον ὁ Θεὸς θὰ
μέγιστον ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν ἐκ δεικνύῃ εἰς τὴν γενεὰν αὐτήν, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Σωτὴρ καὶ ὁ
νεκρῶν ἀνάστασίν του, ἡ ὁποία θὰ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὸ θαῦμα αὐτὸ δὲν θὰ
ἐπιβεβαιώσῃ ὅτι αὐτὸς πράγματι εἶναι ὁ πεισθῇ αὕτη.
λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων.
11,31 Βασίλισσα νότου 31 Ἡ δὲ εἰδωλολάτρις βασίλισσα τῆς 31 Δι’ αὐτὸ δὲ ἡ εἰδωλολάτρις βασίλισσα τῆς Νοτιοδυτικῆς Ἀραβίας
ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ Ἀραβίας θὰ ἀναστηθῇ κατὰ τὴν ἡμέραν θὰ ἀναστηθῇ κατὰ τὴν ἐσχάτην κρίσιν μαζὶ μὲ τοὺς ἄνδρας τῆς
τῶν ἀνδρῶν τῇς γενεᾶς ταύτης τῆς μεγάλης ἐκείνης κρίσεως μαζῆ μὲ τοὺς γενεᾶς αὐτῆς, καὶ θὰ τοὺς καταδικάσῃ, διότι αὐτή, μολονότι ἦτο
καὶ κατακρινεῖ αὐτούς, ὅτι ἦλθεν ἀνθρώπους τῆς γενεᾶς αὐτῆς καὶ θὰ τοὺς γυνὴ καὶ δὲν ἐγνώριζε τὸν ἀληθινὸν Θέον, ἦλθεν ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ
ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι καταδικάσῃ· διότι αὐτή, ἡ εἰδωλολάτρις, κόσμου νὰ ἀκούσῃ τὴν σοφίαν τοῦ Σολομῶντος. Καὶ ἰδοὺ ἐδῶ, χωρὶς
τὴν σοφίαν Σολομῶντος, καὶ ἰδοὺ ἐξεκίνησε ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς, διὰ νὰ νὰ χρειάζεται ταξίδιον μακρυνόν, ὑπάρχει περισσότερον ἀπὸ τὸν
πλεῖον Σολομῶντος ὧδε. ἀκούσῃ τὴν σοφίαν τοῦ Σολομῶντος· καὶ Σολομῶντα, ἀφοῦ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἁπλῶς σοφός, ὅπως ἦτο ἐκεῖνος,
ἰδού, ἐδῶ ὑπάρχει ἀσυγκρίτως ἀλλ’ εἶμαι αὐτὴ ἡ ἐνσάρκωσις τῆς θείας Σοφίας. Καὶ ὅμως οἱ
περισσότερον ἀπὸ τὸν Σολομῶντα, ἀφοῦ ἄνθρωποι τῆς γενεᾶς αὐτῆς δὲν δεικνύουν ἐνδιαφέρον νὰ ἀκούσουν
ἐγὼ δὲν εἶμαι ἁπλῶς θεόπνευστος ἢ τὴν διδασκαλίαν μου.
σοφός, ὅπως ἐκεῖνος, ἀλλὰ αὐτὴ αὕτη ἡ
ἐνσάρκωσις τῆς θείας Σοφίας.
11,32 Ἄνδρες Νινευῒ 32 Ἄνδρες τῆς Νινευΐ θὰ ἀναστηθοῦν κατὰ 32 Ἄνδρες Νινευΐται θὰ ἀναστηθοῦν κατὰ τὴν μέλλουσαν κρίσιν
ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τὴν μεγάλην ἐκείνην κρίσιν μαζῆ μὲ τὴν μαζὶ μὲ τὴν γενεὰν αὐτὴν καὶ θὰ τὴν καταδικάσουν, διότι ἐκεῖνοι,
τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ γενεὰν αὐτὴν καὶ θὰ τὴν καταδικάσουν, μολονότι ἦσαν εἰδωλολάτραι καὶ ἀλλοεθνεῖς, μετενόησαν εἰς τὸ
κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι διότι ἐκεῖνοι μὲν μετενόησαν μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ, ὁ ὁποῖος ἦτο ἁπλοῦς προφήτης καὶ δὲν ἔκαμε
μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα κήρυγμα ἑνὸς ἁπλοῦ προφήτου, τοῦ Ἰωνᾶ. κανὲν θαῦμα εἰς αὐτούς. Καὶ ἰδού, ἐδῶ πολὺ περισσότερα

121/255
Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε. Καὶ ἰδού, ὑπάρχει ἐδῶ κάτι ἀσυγκρίτως συντελοῦν εἰς τὸ νὰ γίνῃ δεκτὸν τὸ ἰδικόν μου κήρυγμα, παρ’ ὅσα
ἀνώτερον ἀπὸ τὸν Ἰωνᾶ, ἐγώ, ὁ σαρκωθεὶς συνέτρεχον διὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ. Διότι ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπλοῦς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅμως ἡ προφήτης καὶ τὰ θαύματά μου καθιστοῦν τὸ κήρυγμά μου
γενεὰ αὐτὴ δὲν μετανοεῖ εἰς τὸν κήρυγμά ἐπιβλητικώτερον καὶ ἀσυγκρίτως ἔγκυρον καὶ αὐθεντικόν.
μου.
11,33 Οὐδεὶς δὲ λύχνον ἅψας εἰς 33 Ἐγὼ σκορπίζω τὸ φῶς τῆς ἀληθείας 33 Ἡ πονηρὰ αὐτὴ γενεὰ εἶναι τυφλωμένη ἀπὸ τὴν ἀμετανοησίαν
κρυπτὴν τίθησιν οὐδὲ ὑπὸ τὸν παντοῦ. Κανεὶς δέ, ἀφοῦ ἀνάψῃ τὸν της. Δι΄ αὐτὸ δὲ ζητεῖ θαῦμα, καὶ δὲν βλέπει τὸ φῶς τοῦ
μόδιον, ἀλλ' ἐπὶ τὴν λυχνίαν, ἵνα λύχνον δὲν τὸν βάζει κάτω ἀπὸ τὸν κάδον, πνευματικοῦ ἡλίου, ποὺ λάμπει καὶ ἀστράπτει εὐεργετικῶς τριγύρω
οἱ εἰσπορευόμενοι τὸ φέγγος ἀλλὰ ἐπάνω εἰς τὸν λυχνοστάτην, διὰ νὰ της. Κανένας ποὺ ἤναψε λύχνον, δὲν τὸν βάζει εἰς κρυψῶνα, οὔτε
βλέπωσιν. βλέπουν τὸ φῶς ὅσοι εἰσέρχονται εἰς τὸ ὑποκάτω ἀπὸ τὸν κάδον, μὲ τὸν ὁποῖον μετροῦν τὸ σιτάρι· ἀλλὰ τὸν
σπίτι. τοποθετεῖ ἐπάνω εἰς τὸν λυχνοστάτην, διὰ νὰ βλέπουν τὸ φῶς του
καὶ ὁδηγοῦνται ἀπὸ αὐτὸν ἐκεῖνοι, ποὺ ἐμβαίνουν εἰς τὸ σπίτι. Ἔτσι
καὶ ἐγώ, ποὺ εἶμαι ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, δὲν εἶμαι κρυμμένος,
ἀλλὰ τὸ φῶς τῆς διδασκαλίας μου καὶ τῆς ζωῆς μου σκορπίζει τὰς
σωτηριώδεις ἀκτῖνας του παντοῦ.
11,34 Ὁ λύχνος τοῦ σώματός 34 Ὁ λύχνος, ποὺ φωτίζει τὸ σῶμα, εἶναι τὸ 34 Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀπολαύσῃ κανεὶς τὸ σωτηριῶδες τοῦτο φῶς, πρέπει
ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ὅταν οὖν ὁ μάτι· ὅταν λοιπὸν τὸ μάτι εἶναι γερὸ καὶ νὰ ἔχῃ καὶ τὸν λύχνον τῆς ψυχῆς εἰς καλὴν κατάστασιν. Καὶ διὰ νὰ
ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, καὶ καθαρό, ὅλον τὸ σῶμα θὰ εἶναι μέσα εἰς τὸ καταλάβετε τοῦτο καλύτερα, σᾶς λέγω: ὁ λύχνος, ποὺ δίδει φῶς εἰς
ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν φῶς. Ὅταν ὅμως εἶναι ἄρρωστο καὶ τὸ σῶμα εἶναι τὸ μάτι· ὅταν λοιπὸν τὸ μάτι σου εἶναι ὑγιές, τότε καὶ
ἐστιν. Ἐπὰν δὲ πονηρὸς ᾖ, καὶ τὸ βλαμμένο καὶ τὸ σῶμα θὰ εἶναι μέσα στὸ ὅλον τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι γεμᾶτον φῶς. Ὅταν ὅμως εἶναι
σῶμά σου σκοτεινόν. σκοτάδι. βλαμμένος ὁ λύχνος τοῦ σώματος, καὶ ὅλον τὸ σῶμα σου εἶναι
γεμᾶτον σκότος. Ἔτσι θὰ φωτίζεται καὶ ἡ ψυχή σου ἀπὸ τὸ φῶς τῆς
διδασκαλίας μου καὶ τῆς ζωῆς μου, ὅταν ὁ νοῦς σου καὶ ἡ καρδία
σου δὲν εἶναι βλαμμένα καὶ πονηρά. Ὅπως πάλιν θὰ εἶναι ἡ ψυχή
σου γεμᾶτη σκότος, ὅταν ὁ νοῦς σου ἔχῃ βλαβῆ.
11,35 Σκόπει οὖν μὴ τὸ φῶς τὸ ἐν 35 Πρόσεχε λοιπόν, μήπως τὸ φῶς, ποὺ 35 Πρόσεχε λοιπόν, μήπως σκοτισθῇ τὸ ὄργανον, ποὺ ἔχεις διὰ νὰ
σοὶ σκότος ἐστίν. ἔχει βάλει ὁ Θεὸς μέσα σου, δηλαδὴ τὸ λαμβάνῃς μὲ αὐτὸ φῶς. Πρόσεχε δηλαδή, μήπως τυφλωθῇ ὁ νοῦς

122/255
λογικὸν καὶ ἡ συνείδησις, εἶναι σκοτάδι. σου, ποὺ εἶναι ὁ φωταγωγὸς τῆς ψυχῆς σου.
(Διότι τότε ὅσον φῶς καὶ ἂν ὑπάρχῃ ἔξω,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὅσας ὑψηλὰς διδασκαλίας καὶ ἂν ἀκούσης,
δὲν θὰ φωτισθῇς).
11,36 Εἰ οὖν τὸ σῶμά σου ὅλον 36 Ἐὰν λοιπὸν τὸ σῶμα σου εἶναι 36 Ἐὰν λοιπὸν τὸ σῶμα σου εἶναι γεμᾶτον ἀπὸ φῶς καὶ δὲν ἔχῃ
φωτεινόν, μὴ ἔχον τι μέρος φωτεινόν, χωρὶς νὰ ἔχῃ κανένα κανὲν μέρος σκοτεινόν, θὰ εἶναι πραγματικῶς φωτεινὸν
σκοτεινόν, ἔσται φωτεινὸν ὅλον ἀπόκρυφον καὶ σκοτεινὸν μέρος, θὰ εἶναι ὁλόκληρον, ὅπως ὅταν ὁ λύχνος μὲ τὴν λάμψιν του σὲ φωτίζῃ. Ἔτσι
ὡς ὅταν ὁ λύχνος τῇ ἀστραπῇ ὅλο φῶς, ὅπως ὅταν ὁ λύχνος μὲ τὴν καὶ ἡ ψυχή σου, ἐὰν δὲν ἔχῃ καμμίαν δύναμιν τῆς σκοτισμένην ἀπὸ
φωτίζῃ σε. λάμψιν του σὲ φωτίζῃ». (Ὅταν ἡ ψυχὴ καὶ τὰ πάθη τῆς ἁμαρτίας, τότε θὰ εἶναι γεμᾶτη φῶς καὶ θὰ φωτίζῃ ὡς
ἡ συνείδησις δὲν σκοτίζεται ἀπὸ τὰ πάθη, ἄλλος λαμπρὸς λύχνος καὶ τοὺς ἄλλους καὶ δὲν θὰ ζητῇ θαῦμα διὰ
τότε θὰ εἶναι γεμᾶτη φῶς Χριστοῦ). νὰ ὁδηγηθῇ ὑπ’ αὐτοῦ πρὸς τὸ φῶς τῆς ἀληθείας.
11,37 Ἐν δὲ τῷ λαλῆσαι αὐτὸν 37 Ἐνῶ δὲ εἶπε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, κάποιος 37 Ἀφοῦ δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε ταῦτα, τὸν παρεκάλει κάποιος Φαρισαῖος
ταῦτα ἠρώτα αὐτὸν Φαρισαῖός Φαρισαῖος τὸν παρακαλοῦσε νὰ γευματίσῃ νὰ πάρῃ εἰς τὸ σπίτι του τὸ πρωϊνὸν φαγητόν του. Καὶ ὁ Κύριος
τις ὅπως ἀριστήσῃ παρ' αὐτῷ· εἰς τὸ σπίτι του. Καὶ ὁ Κύριος, ὅταν ἐμπῆκε ἐδέχθη τὴν πρόσκλησιν. Ὅταν δὲ ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ
εἰσελθὼν δὲ ἀνέπεσεν. εἰς τὸ σπίτι ἐκάθισεν εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ Φαρισαίου, ἐκάθησεν ἀμέσως πλησίον τῆς τραπέζης, χωρὶς
φαγητοῦ, χωρὶς προηγουμένως νὰ πλυθῇ, προηγουμένως νὰ νιφθῇ.
ὅπως ἐσυνήθιζαν, διὰ λόγους τάχα
θρησκευτικούς, οἱ Φαρισαῖοι.
11,38 Ὁ δὲ Φαρισαῖος ἱδὼν 38 Ὁ Φαρισαῖος ὅμως, ὅταν εἶδεν αὐτό, 38 Ὁ Φαρισαῖος ὅμως, ὅταν εἶδεν αὐτό, ἠπόρησε, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν
ἐθαύμασεν ὅτι οὐ πρῶτον ἐξεπλάγη, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἔπλυνε τὰ ἐνίφθη πρὸ τοῦ φαγητοῦ σύμφωνα μὲ τὰς παραδόσεις τῶν
ἐβαπτίσθη πρὸ τοῦ ἀρίστου. χέρια του πρὸ τοῦ φαγητοῦ. παλαιοτέρων ραββίνων.
11,39 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος πρὸς 39 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος πρὸς αὐτόν· «σεῖς οἱ 39 Ὁ Κύριος ὅμως εἶπε πρὸς αὐτόν· Τώρα εἰς τὸν σημερινὸν καιρόν,
αὐτόν· νῦν ὑμεῖς οἱ Φαρισαῖοι τὸ Φαρισαῖοι καθαρίζετε τώρα τὴν ποὺ περιωρίσατε τὴν θρησκείαν εἰς μερικοὺς τύπους ἐξωτερικούς,
ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τοῦ ἐξωτερικὴν ἐπιφάνειαν τοῦ ποτηρίου καὶ Σεῖς οἱ Φαρισαῖοι καθαρίζετε τὴν ἐξωτερικὴν ἐπιφάνειαν τοῦ
πίνακος καθαρίζετε, τὸ δὲ τοῦ πιάτου, τὸ δὲ ἐσωτερικόν σας εἶναι ποτηρίου καὶ τῆς πιατέλλας· καθαρίζετε μόνον,τὰς χεῖρας σας καὶ
ἔσωθεν ὑμῶν γέμει ἁρπαγῆς καὶ γεμᾶτο ἀπὸ ἁρπαγὴν καὶ κακίαν. Τηρεῖτε τὸ ἐξωτερικὸν τοῦ σώματός σας· τὸ ἐσωτερικόν σας ὅμως εἶναι
πονηρίας τοὺς ἐξωτερικοὺς μόνον τύπους, διὰ νὰ γεμᾶτον ἀπὸ ἁρπαγὴν καὶ ἀπὸ κακίαν. Φροντίζετε μόνον τὸ σῶμα

123/255
φαίνεσθε εὐσεβεῖς, πλύνετε τὸ σῶμα σας σας νὰ εἶναι καθαρόν, ἐνῷ ἀφίνετε τὴν ψυχήν σας νὰ εἶναι
καὶ τὰ χέρια σας, ἀλλὰ ἀφίνετε τὴν ψυχήν βρωμερὰ καὶ ἀκάθαρτος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σας ἐμπαθῆ καὶ ἀκάθαρτον.
11,40 Ἄφρονες ! Οὐχ ὁ ποιήσας τὸ 40 Ἀνόητοι ! Ὁ Θεὸς ποὺ ἔκαμε τὸ ἀπ' ἔξω, 40 Ἀνόητοι ! Ὁ Θεός, ποὺ ἔκανε τὸ ἀπ’ ἕξω, δηλαδὴ τὸ σῶμα, δὲν
ἔξωθεν καὶ τὸ ἔσωθεν ἐποίησε; δηλαδὴ τὸ σῶμα, ὁ ἴδιος δὲν ἔκαμε καὶ τὸ ἔκαμε καὶ τὸ ἀπὸ μέσα, δηλαδὴ τὴν ψυχήν; Ἀφοῦ λοιπὸν ἑνὸς
ἀπὸ μέσα, δηλαδὴ τὴν ψυχήν; Πῶς τὸ μὲν πλάστου ποίημα εἶναι καὶ τὰ δύο, διατὶ καθαρίζετε μόνον τὸ ἓν καὶ
σῶμα προσπαθεῖτε νὰ τὸ κρατῆτε ἀφίνετε ἀκάθαρτον τὴν ψυχήν, ἡ ὁποία εἶναι καὶ τὸ σπουδαιότερον
καθαρόν, τὸ δὲ σπουδαιότερον, τὴν ψυχήν συστατικόν σας;
σας, τὴν ἀφίνετε ἀκάθαρτον, ἀφοῦ καὶ τὸ
ἕνα καὶ τὸ ἄλλο εἶναι ἔργα τοῦ Θεοῦ;
11,41 Πλὴν τὰ ἐνόντα δότε 41 Πλὴν ὅμως δῶστε τὰ ὑπάρχοντά σας 41 Ἀλλ’ ὅμως δώσατε ἐλεημοσύνην ἐκεῖνα, ποὺ περιέχονται μέσα
ἐλεημοσύνην, καὶ ἰδοὺ ἅπαντα ἐλεημοσύνην καὶ ἰδοὺ ὅλα θὰ σᾶς γίνουν εἰς τὸ ποτήριον καὶ τὴν πιατέλλαν, καὶ γενῆτε εὐεργετικοὶ καὶ εἰς
καθαρὰ ὑμῖν ἔσται. καθαρὰ καὶ τὸ φάγητον, τὸ ὁποῖον θὰ τοὺς ἄλλους μὲ τὰ ἀγαθά σας· καὶ ἰδοὺ ὅλα, ὅσα τρώγετε, θὰ σᾶς
τρώγετε, ἔστω καὶ ἂν προηγουμένως δὲν γίνουν τότε καθαρά, ἔστω καὶ ἂν τὰ τρώγετε, χωρὶς νὰ πλυθῆτε
πλυθῆτε. προηγουμένως.
11,42 Ἀλλ' οὐαὶ ὑμῖν τοῖς 42 Ἀλλὰ ἀλλοίμονον εἰς σᾶς τοὺς 42 Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς σᾶς τοὺς Φαρισαίους, διότι δίδετε δεκάτην
Φαρισαίοις, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ Φαρισαίους, διότι δίδετε εἰς τὸν ναὸν τὸ ἀπὸ τὸν δυόσμον καὶ ἀπὸ τὸ ἀπήγανον καὶ ἀπὸ κάθε λάχανον,
ἡδύοσμον καὶ τὸ πήγανον καὶ δέκατον, ἀπὸ τὸν δυόσμο καὶ ἀπὸ τὸ παραβαίνετε δὲ μὲ ἀδιαφορίαν τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν πρὸς τὸν
πᾶν λάχανον, καὶ παρέρχεσθε ἀπήγανο καὶ ἀπὸ κάθε λάχανο, τηρεῖτε Θεὸν ἀγάπην. Τὰ τελευταῖα αὐτὰ ἔπρεπε πρωτίστως νὰ πράττετε
τὴν κρίσιν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ δηλαδὴ ἐπουσιώδεις λεπτομερείας καὶ καὶ ἀφοῦ πράξετε αὐτά, τότε νὰ μὴ ἀφίνετε καὶ ἐκεῖνα.
Θεοῦ· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι, προσπερνᾶτε μὲ ἀδιαφορίαν τὴν
κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. δικαιοσύνην καὶ τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν
Θεόν. Αὐτὰ ἔπρεπε πρὸ παντὸς νὰ
ἐφαρμόσετε καὶ ἐκεῖνα τὰ ἄλλα νὰ μὴ τὰ
ἀφίνετε.
11,43 Οὐαῖ ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις, 43 Ἀλλοίμονο εἰς σᾶς τοὺς Φαρισαίους, 43 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς τοὺς Φαρισαίους, διότι ἀγαπᾶτε νὰ κάθεσθε
ὅτι ἀγαπᾶτε τὴν διότι ἀγαπᾶτε καὶ ἐπιδιώκετε τὰ πρῶτα εἰς τὰ πρῶτα καθίσματα μέσα εἰς τὰς συναγωγάς, διὰ νὰ

124/255
πρωτοκαθεδρίαν ἐν ταῖς καθίσματα εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ τοὺς διακρίνεσθε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ ἀρέσκεσθε νὰ σᾶς χαιρετοῦν μὲ
συναγωγαῖς καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς χαιρετισμοὺς καὶ τὸν σεβασμὸν τῶν σεβασμὸν εἰς τὰς ἀγοράς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐν ταῖς ἀγοραῖς. ἀνθρώπων εἰς τὰς ἀγοράς.
11,44 Οὐαῖ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ 44 Ἀλλοίμονό σας γραμματεῖς καὶ 44 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι
φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἐστὲ ὡς Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι εἶσθε σὰν τὰ εἶσθε σὰν τοὺς τάφους, ποὺ δὲν φαίνονται, καὶ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ
τὰ μνημεῖα τὰ ἄδηλα, καὶ οἱ μνημεῖα, ποὺ δὲν φαίνονται, καὶ οἱ ἀνύποπτοι περιπατοῦν ἀπ’ ἐπάνω εἰς τοὺς τάφους αὐτούς, δὲν
ἄνθρωποι περιπατοῦντες ἐπάνω ἄνθρωποι ποὺ περιπατοῦν ἐπάνω εἰς αὐτὰ γνωρίζουν τοῦτο καὶ μολύνονται, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν, διότι
οὐκ οἴδασιν. δὲν γνωρίζουν τοῦτο καὶ χωρὶς νὰ τὸ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον, ὅποιος ἐγγίσῃ εἰς τάφον, γίνεται
θέλουν μολύνονται, σύμφωνα μὲ ἐκεῖνα ἀκάθαρτος. Ἔτσι καὶ σεῖς, εἶσθε γεμᾶτοι κακίαν, τὴν ὁποίαν
ποὺ γράφει ὁ νόμος. Ἔτσι καὶ σεῖς κρύπτετε μὲ τὴν ὑποκρισίαν, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ σᾶς πλησιάζουν
κρύπτετε μὲ τὴν ὑποκρισίαν τὴν κακίαν ἀνύποπτοι, μολύνονται καὶ διαφθείρονται.
σας, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀνύποπτοι σᾶς
πλησιάζουν μολύνονται καὶ βλάπτονται».
11,45 Ἀποκριθεὶς δέ τις τῶν 45 Ἔλαβε τότε τὸν λόγον κάποιος ἀπὸ τοὺς 45 Ἀπεκρίθη δὲ κάποιος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐσπούδαζον τὸν νόμον
νομικῶν λέγει αὐτῷ· διδάσκαλε, νομικούς, τοὺς γνώστας τοῦ Μωσαϊκοῦ καὶ παρουσιάζοντο ὡς γνωρίζοντες αὐτόν, καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε,
ταῦτα λέγων καὶ ἡμᾶς ὑβρίζεις. Νόμου καὶ τοῦ εἶπε· «διδάσκαλε, μὲ αὐτὰ μὲ αὐτά, ποὺ λέγεις διὰ τοὺς Φαρισαίους, ὑβρίζεις καὶ ἡμᾶς τοὺς
ποὺ λέγεις, ὑβρίζεις καὶ ἡμᾶς τοὺς νομικούς.
νομικούς».
11,46 Ὁ δὲ εἶπε· καὶ ὑμῖν τοῖς 46 Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «καὶ εἰς σᾶς τοὺς 46 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· καὶ εἰς σᾶς τοὺς νομικοὺς ἀλλοίμονον· διότι
νομικὸς οὐαῖ, ὅτι φορτίζετε τοὺς νομικοὺς ἀλλοίμομον, διότι φορτώνετε φορτώνετε τοὺς ἀνθρώπους μὲ φορτώματα βαρειά, ποὺ δύσκολα
ἀνθρώπους φορτία δυβάστακτα, τοὺς ἀνθρώπους μὲ βαρειὰ καὶ βαστάζονται, καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι οὔτε μὲ ἕνα ἀπὸ τὰ δάκτυλά σας δὲν
καὶ αὐτοὶ ἑνὶ τῶν δακτύλων ὑμῶν δυσκολοβάστακτα φορτία, ἐνῶ σεῖς οἱ ἴδιοι ἐγγίζετε τὰ φορτώματα αὐτά. Μὲ τὰς παραδόσεις δηλαδὴ καὶ τὰ
οὐ προσψαύετε τοῖς φορτίοις. οὔτε μὲ ἕνα ἀπὸ τὰ δάκτυλα σας δὲν ἄλλα ἔθιμά σας μετεβάλατε τὸν νόμον εἰς βαρὺ φορτίον καὶ ἐνῷ
ἐγγίζετε τὰ φορτία αὐτά.(Ἔχετε δηλαδὴ σεῖς εὑρίσκετε τρόπους νὰ ξεφεύγετε τὰς δυσβαστάκτους αὐτὰς
ἐπινοήσει βαρειὲς ἐντολὲς διὰ τοὺς ὑποχρεώσεις, ἀναγκάζετε τοὺς ἄλλους νὰ βαστάζουν τὸ βαρύτατον
ἄλλους, ποὺ δὲν τὶς λέγει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ φορτίον των.
καὶ σεῖς βρίσκετε τρόπους νὰ μὴ τίς

125/255
τηρῆτε).
11,47 Οὐαῖ ὑμῖν, ὅτι οἰκοδομεῖτε 47 Ἀλλοίμονό σας, διότι κτίζετε τὰ μνημεῖα 47 Ἀλλοίμονόν σας, διότι οἰκοδομεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν προφητῶν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὰ μνημεῖα τῶν προφητῶν, οἱ δὲ τῶν προφητῶν, τάχα ἀπὸ σεβασμὸν δι' Καὶ φαίνεσθε μέν, ὅτι πράττετε τοῦτο ἐκ σεβασμοῦ πρὸς τοὺς
πατέρες ὑμῶν ἀπέκτειναν αὐτούς, ἐνῶ κατὰ βάθος ἔχετε τὰς ἰδίας προφήτας, ἔχετε ὅμως καὶ σεῖς τὰς αὐτὰς διαθέσεις πρὸς τοὺς
αὐτούς. φονικὰς διαθέσεις, ποὺ εἶχαν οἱ πρόγονοί προγόνους σας. Οἱ πατέρες δὲ καὶ οἱ πρόγονοί σας ὄχι μόνον δὲν
σας, οἱ ὁποῖοι ἐφόνευσαν τοὺς προφήτας. ἔδειξαν κανένα σεβασμὸν εἰς αὐτούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐφόνευσαν.
11,48 Ἄρα μαρτυρεῖτε καὶ 48 Ἐπομένως ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος μαρτυρεῖτε 48 Καὶ συνεπῶς, ἐπειδὴ δὲν ἀποκηρύττετε τοὺς πατέρας σας καὶ δὲν
συνευδοκεῖτε τοῖς ἔργοις τῶν καὶ ἐβιβεβαιώνετε ὅτι οἱ προφῆται, καθὸ συμμορφώνετε τὴν ζωήν σας πρὸς τὴν διδασκαλίαν τῶν προφητῶν,
πατέρων ὑμῶν, ὅτι αὐτοὶ μὲν ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἄξιοι παντὸς γίνεσθε μάρτυρες κατηγορίας κατὰ τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Θεοῦ
ἀπέκτειναν αὐτούς, ὑμεῖς δὲ σεβασμοῦ, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος μὲ τὴν καὶ ἐπιδοκιμάζετε καὶ ἐγκρίνετε τὰ ἔργα τῶν πατέρων σας. Διότι
οἰκοδομεῖτε αὐτῶν τὰ μνημεῖα. διάθεσιν καὶ τὰς πράξεις σας συμφωνεῖτε αὐτοὶ μὲν τοὺς ἐφόνευσαν, σεῖς δὲ θάπτετε τοὺς φονευμένους καὶ
καὶ ἐγκρίνετε τὰ ἔργα τῶν πατέρων σας. τοὺς κτίζετε τὰ μνημεῖα συμπληρώνοντες ἔτσι τὸ ἔργον τῶν
Διότι αὐτοὶ μὲν ἐφόνευσαν τοὺς προφήτας πατέρων σας.
σεῖς δὲ κτίζετε τιμητικῶς τὰ μνημεῖα των.
11,49 Διὰ τοῦτο καὶ ἡ σοφία τοῦ 49 Ἐπειδὴ ὅμως ἔχετε τὰς ἰδίας πονηρὰς 49 Ἐπειδὴ δὲ ἔχετε τὰς αὐτὰς φονικὰς διαθέσεις μὲ τοὺς πατέρας
Θεοῦ εἶπεν· ἀποστελῶ εἰς αὐτοὺς διαθέσεις μὲ τοὺς πατέρας σας, διὰ τοῦτο σας, δι’ αὐτὸ καὶ ἐγώ, ποὺ εἶμαι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶπον· θὰ τοὺς
προφήτας καὶ ἀποστόλους, καὶ εἶπεν ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ἐγώ· θὰ στείλω προφήτας καὶ ἀποστόλους, καὶ θὰ κάμω τὴν τελευταίαν
ἐξ αὐτῶν ἀποκτενοῦσι καὶ στείλω εἰς αὐτοὺς προφήτας καὶ προσπάθειαν διὰ νὰ τοὺς σώσω, ἀλλὰ αὐτοὶ θὰ φονεύσουν καὶ ἀπὸ
ἐκδιώξουσιν, ἀποστόλους, νὰ ἀκούσουν διὰ μίαν ἀκόμη τοὺς ἀπεσταλμένους μου αὐτοὺς μερικοὺς καὶ θὰ κατατρέξουν τοὺς
φορὰν τὴν ἀλήθειαν, μήπως καὶ ὑπολοίπους,
μετανοήσουν. Ἀλλὰ αὐτοὶ ἀμετανόητοι καὶ
ἐσκληρυμμένοι εἰς τὴν κακίαν των, ἄλλους
μὲν ἀπὸ αὐτοὺς θὰ φονεύσουν καὶ ἄλλους
θὰ καταδιώξουν,
11,50 ἵνα ἐκζητηθῇ τὸ αἷμα 50 διὰ νὰ ζητηθῇ ἀπὸ τὴν γενεὰν αὐτὴν 50 διὰ νὰ ζητηθῇ ἡ εὐθύνη ἀπὸ τὴν γενεὰν αὐτήν, ἡ ὁποία, ἀντὶ νὰ
πάντων τῶν προφητῶν τὸ εὐθήνη καὶ νὰ ἐπιβληθῇ τιμωρία διὰ τὸ ἔλθῃ εἰς συναίσθησιν ἀπὸ τὴν μακροθυμίαν τοῦ Θεοῦ, παρασύρεται
ἐκχυνόμενον ἀπὸ καταβολῆς αἷμα ὅλων τῶν προφητῶν, ποὺ χύνεται μὲ τὸν θάνατον, τὸν ὁποῖον μοῦ προετοιμάζει, εἰς ἔγκλημα

126/255
κόσμου ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης. ἀπὸ καταβολῆς κόσμου μέχρι σήμερα. φοβερώτερον ἀπὸ τοὺς φόνους τῶν προγόνων της. Δι’ αὐτὸ δὲ θὰ
τιμωρηθῇ αὐτὴ διὰ τὸ αἷμα ὅλων τῶν προφητῶν, ποὺ χύνεται

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἑξακολουθητικῶς ἀπὸ τὸν καιρόν, ποὺ ἐθεμελιώθη ὁ κόσμος·
51 ἀπὸ τὸ αἷμα δηλαδὴ τοῦ Ἄβελ, ποὺ ἐφονεύθη εἰς τὰ πρῶτα ἔτη
τῆς
11,51 Ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ ἕως 51 Ἀπὸ τὸ αἷμα δηλαδὴ τοῦ ἀθώου Ἄβελ 51 ἀπὸ τὸ αἷμα δηλαδὴ τοῦ Ἄβελ, ποὺ ἐφονεύθη εἰς τὰ πρῶτα ἔτη
τοῦ αἵματος Ζαχαρίου τοῦ ἕως τὸ αἷμα τοῦ Ζαχαρίου ποὺ ἐφονεύθη τῆς δημιουργίας τῶν ἀνθρώπων, μέχρι τοῦ αἵματος τοῦ Ζαχαρίου,
ἀπολομένου μεταξὺ τοῦ μεταξὺ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τοῦ ναοῦ. ποὺ ἐφονεύθη μεταξὺ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τοῦ ναοῦ, εἰς τόπον
θυσιαστηρίου καὶ τοῦ οἴκου· ναί, Ναί, σας βεβαιώνω, ὅτι δι' ὅλα αὐτὰ τὰ δηλαδὴ ἅγιον, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἔγκλημα αὐτὸ ἐβεβηλώθη. Ναί, σᾶς
λέγω ὑμῖν, ἐκζητηθήσεται ἀπὸ ἐγκλήματα θὰ ζητηθῇ εὐθύνῃ ἀπὸ τὴν βεβαιῶ, ὅτι δι’ ὅλα τὰ αἵματα αὐτὰ θὰ ζητηθῇ ἡ εὐθύνῃ ἀπὸ τὴν
τῆς γενεᾶς ταύτης. γενεὰν αὐτήν. γενεὰν αὐτήν.
11,52 Οὐαῖ ὑμῖν τοῖς νομικοῖς ὅτι 52 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς τοὺς νομικούς, διότι 52 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς τοὺς νομοδιδασκάλους· διότι μὲ τὴν
ἤρατε τὴν κλεῖδα τῆς γνώσεως· ἀφαιρέσατε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τὸ κλειδὶ διεστραμμένην διδασκαλίαν σας ἐσκοτίσατε τὰς διανοίας τῶν
αὐτοὶ οὐκ εἰσήλθετε, καὶ τοὺς τῆς γνώσεως, τοὺς ἐσκοτίσατε δηλαδὴ τὸν ἀνθρώπων καὶ τοὺς ἀφηρέσατε τὸ μέσον, μὲ τὸ ὁποῖον σὰν μὲ ἄλλο
εἰσερχομένους ἐκωλύσατε. νοῦν μὲ τὰς ψευδεῖς διδασκαλίας σας καὶ κλειδὶ θὰ ὠδηγοῦντο εἰς τὴν γνῶσιν τοῦ πραγματικοῦ δρόμου τῆς
τοὺς ἐπήρατε τὸ μέσον, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ σωτηρίας. Ἔτσι δὲ καὶ σεῖς δὲν ἐμβήκατε εἰς τὸν δρόμον αὐτόν, ποὺ
ἐγνώριζαν τὴν ἀλήθειαν καὶ θὰ θὰ σᾶς ἔφερεν εἰς τὸν Χριστὸν καὶ εἰς τὴν βασιλείαν του, ἀλλὰ καὶ
ἐπροχωροῦσαν τὸν δρόμον τῆς σωτηρίας. ἐκείνους, ποὺ ἤθελαν καὶ προσεπάθουν νὰ ἔμβουν, τοὺς
Ἔτσι καὶ σεῖς δὲν εἰσήλθατε εἰς τὴν ἠμποδίσατε.
βασιλείαν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐκείνους ποὺ
ἤθελαν νὰ εἰσέλθουν τοὺς ἐμποδίσατε».
11,53 Λέγοντες δὲ αὐτοῦ πρὸς 53 Ἐνῶ δὲ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἔλεγε αὐτά, 53 Ἐνῷ δὲ ὁ Ἰησοῦς ἔλεγε πρὸς αὐτοὺς ταῦτα, ἤρχισαν οἱ
αὐτοὺς ταῦτα ἤρξαντο οἱ ἤρχισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι νὰ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι νὰ ἐξοργίζωνται πικρῶς καὶ ἐμπαθῶς
γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι κυριεύωνται ἐσωτερικῶς ἀπὸ πικρὰν ἐναντίον του καὶ νὰ τοῦ ζητοῦν ἀμέσως καὶ ἐκ τοῦ προχείρου
δεινῶς ἐνέχειν καὶ ὀργὴν καὶ ἐμπάθειαν ἐναντίον του καὶ νὰ ἀπαντήσεις διὰ πολλὰ ζητήματα τοῦ νόμου.
ἀποστοματίζειν αὐτὸν περὶ ζητοῦν ὅλοι μαζῆ ἀπὸ αὐτὸν ἀμέσως καὶ
πλειόνων, ἐκ τοῦ προχείρου ἀπαντήσεις διὰ πολλὰ

127/255
ζητήματα τοῦ νόμου.
11,54 ἐνεδρεύοντες αὐτόν, 54 Καὶ τοῦ ἔστηναν ἔτσι παγίδα καὶ τὸν 54 Καὶ μὲ τὰ ἐρωτήματα καὶ τὰ ζητήματα αὐτὰ τὸν παρεμόνευαν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ζητοῦντες θηρεῦσαί τι ἐκ τοῦ παραμόνευαν προσπαθοῦντες κάτι μὲ καὶ ἐζήτουν νὰ ἀρπάσουν μὲ δόλον ἀπὸ τὸ στόμα του κάτι μὴ
στόματος αὐτοῦ, ἵνα δόλιον τρόπον νὰ ἁρπάξουν ἀπὸ τὸ στόμα σύμφωνον πρὸς τὸν νόμον, διὰ νὰ διατυπώσουν κατηγορίαν
κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. του, ποὺ δὲν θὰ ἦτο σύμφωνο μὲ τὸν ἐναντίον του.
νόμον, διὰ νὰ ἔχουν κατόπιν ἀφορμὴ νὰ
τὸν κατηγορήσουν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 12Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
12,1 Εν οἷς ἐπισυναχθεισῶν τῶν Εν τῷ μεταξὺ πολλὰ πλήθη λαοῦ εἶχαν Εν τῷ μεταξὺ δέ, ὅταν ἔλεγεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς λόγους αὐτούς,
μυριάδων τοῦ ὄχλου ὡς συγκεντρωθῆ ἐκεῖ, τόσον πυκνά, ὥστε νὰ ἐσυνήχθησαν πλῆθος πολὺ λαοῦ τόσον, ὥστε ἐπατοῦντο οἱ
καταπατεῖν ἀλλήλους, ἤρξατο πατοῦν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον. Ἤρχισε τότε ὁ ἄνθρωποι μεταξύ των. Καὶ ἤρχισε τότε νὰ ὁμιλῇ πρῶτον πρὸς τοὺς
λέγειν πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ Ἰησοῦς νὰ ὁμιλῇ πρὸς τοὺς μαθητάς του μαθητάς του καὶ νὰ τοὺς λέγῃ· Προσέχετε τὸν ἑαυτόν σας ἀπὸ τὸ
πρῶτον· προσέχετε ἑαυτοῖς ἀπὸ πρῶτον καὶ νὰ τοὺς λέγῃ· «προσέχετε τὸν κακὸν καὶ μολυσματικὸν προζύμιον τῶν Φαρισαίων, δηλαδὴ ἀπὸ
τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων, ἥτις εὐατόν σας ἀπὸ τὸ προζύμι τῶν τὴν ὑποκρισίαν των, ἡ ὁποία κάτω ἀπὸ τὸ φαινόμενον τῆς ἀληθείας
ἐστὶν ὑπόκρισις. Φαρισαίων, ποὺ εἶναι ἡ ὑποκρισία των. καὶ ἀρετῆς ὑποκρύπτει τὴν πλάνην καὶ διαφθοράν.
12,2 Οὐδὲν δὲ συγκεκαλυμμένον 2 Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει τίποτε τὸ σκεπασμένο, 2 Ἀλλ’ ἡ ὑποκρισία των αὐτὴ δὲν θὰ μείνῃ διὰ παντὸς σκεπασμένη.
ἐστὶν ὃ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται, ποὺ δὲν θὰ ξεσκεπασθῇ καὶ τίποτε τὸ Τίποτε δὲν ὑπάρχει, ὁσονδήποτε καλὰ καὶ ἂν εἶναι σκεπασμένον,
καὶ κρυπτὸν ὃ οὐ γνωσθήσεται· κρυφό, ποὺ δὲν θὰ γίνῃ φανερὸν καὶ ποὺ νὰ μὴ ξεσκεπασθῇ εἰς τὸ τέλος καὶ φανερωθῇ, καὶ δὲν ὑπάρχει
γνωστόν. κρυφό, ποὺ δὲν θὰ γίνῃ γνωστόν.
12,3 ἀνθ' ὧν ὅσα ἐν τῇ σκοτίᾳ 3 Ὅλα θὰ φανερωθοῦν· δι' αὐτὸ ὅσα σεῖς 3 Διότι δὲ ὁλα θὰ φανερωθοῦν, δι’ αὐτό, ὅσα καὶ σεῖς ἠρχίσατε νὰ
εἴπατε, ἐν τῷ φωτὶ λέγετε μυστικὰ μεταξύ σας καὶ πρὸς τοὺς λέγετε μυστικά, ἰδιαιτέρως ἀνακοινοῦντες τὰς ἀληθείας τοῦ
ἀκουσθήσεται, καὶ ὃ πρὸς τὸ οὖς ἀκροατὰς τῆς ἐμπιστοσύνης σας, θὰ εὐαγγελίου εἰς ἐμπίστους ἀκροατάς, θὰ ἀκουσθοῦν εἰς τὸ φῶς τῆς
ἐλαλήσατε ἐν τοῖς ταμιείοις, ἀκουσθοῦν εἰς τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος. δημοσιότητος. Καὶ ἐκεῖνο, ποὺ ὡμιλήσατε εἰς τὸ αὐτὶ μέσα εἰς τὰ
κηρυχθήσεται ἐπὶ τῶν δωμάτων. Καὶ ἐκεῖνο ποὺ ὡμιλήσατε εἰς τὸ αὐτί, ἰδιαίτερά σας δωμάτια, θὰ κηρυχθῇ ἐπάνω ἀπὸ τίς ταράτσες, ὥστε

128/255
μέσα εἰς τὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, θὰ κηρυχθῇ νὰ ἀκουσθῇ ἀπὸ ὅλους καὶ νὰ κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον μετὰ πάσης
ἀπὸ τίς ταράτσες, (Ἡ ἀλήθεια τοῦ δημοσιότητος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Εὐαγγελίου, ποὺ εἰς ὀλίγους τώρα καὶ σὰν
μὲ κάποια μυστικότητα λέγεται, θὰ
κηρυχθῇ φανερὰ εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην).
12,4 Λέγω δὲ ὑμῖν τοῖς φίλοις μου· 4 Λέγω δὲ εἰς σᾶς τοὺς φίλους μου· μὴ 4 Λέγω δὲ εἰς σᾶς τοὺς φίλους μου· θὰ ἀντιμετωπίσετε κινδύνους
μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν φοβηθῆτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θανατώνουν καὶ διωγμούς. Μὴ παρασυρθῆτε εἱς ὑποκρισίαν διὰ νὰ ἀσφαλισθῆτε
ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, καὶ τὸ σῶμα καὶ ὕστερα δὲν ἔχουν τὴν δύναμιν ἀπὸ αὐτούς. Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ θανατώνουν τὸ σῶμα
μετὰ ταῦτα μὴ ἐχόντων τίποτε περισσότερον νὰ κάμουν. καὶ ὕστερα δὲν ἠμποροῦν νὰ κάμουν τίποτε περισσότερον.
περισσότερον τί ποιῆσαι.
12,5 Ὑποδείξω δὲ ὑμῖν τίνα 5 Θὰ σᾶς ὑποδείξω ὅμως ποῖον νὰ 5 Θὰ σᾶς ὑποδείξω δὲ ἐγώ, ποῖον νὰ φοβηθῆτε. Νὰ φοβηθῆτε
φοβηθῆτε· φοβήθητε τὸν μετὰ τὸ φοβηθῆτε· νὰ φοβηθῆτε ἐκεῖνον, ὁ ὅποιος ἐκεῖνον, ποὺ ἀφοῦ σᾶς θανατώσῃ καὶ σᾶς ἀφαιρέσῃ τὴν
ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἀφοῦ σᾶς ἀφαιρέσῃ τὴν παροῦσαν ζωήν, πρόσκαιρον καὶ ἐπίγειον ζωήν, ἔχει ἐξουσίαν νὰ σᾶς ρίψῃ καὶ εἰς τὸ
ἐμβαλεῖν εἰς τὴν γέενναν· ναί, ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ σᾶς ρίψῃ εἰς τὸ αἰώνιον πῦρ τῆς κολάσεως. Ναί, σᾶς λέγω, αὐτὸν πρέπει νὰ
λέγω ὑμῖν, τοῦτον φοβήθητε. αἰώνιον πῦρ τῆς κολάσεως. Ναὶ σᾶς λέγω, φοβηθῆτε.
αὐτὸν πρέπει νὰ φοβηθῆτε.
12,6 Οὐχὶ πέντε στρουθία 6 Τοὺς διώκτας σας μὴ τοὺς λογαριάζετε, 6 Τοὺς ἀνθρώπους μὴ τοὺς λογαριάζετε. Διότι καὶ ἂν ἀκόμη σᾶς
πωλεῖτε ἀσσαρίων δύο; Καὶ ἓν ἐξ διότι ὁ Θεὸς θὰ εἶναι προστάτης θανατώσουν, μὴ νομίσετε, ὅτι ὁ Θεὸς σᾶς ἐγκατέλιπε καὶ δι’ αὐτὸ
αὐτῶν οὐκ ἐστὶν ἐπιλελησμένον σας. Πέντε σπουργίτια δὲν πωλοῦνται δύο θανατώνεσθε. Ὄχι. Πέντε σπουργίτια δὲν πωλοῦνται δύο ἀσσάρια,
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἀσσάρια; (δηλαδὴ δέκα πέντε περίπου δηλαδὴ εἴκοσι λεπτά; Καὶ ὅμως οὔτε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶναι
λεπτά). Καὶ ὅμως οὔτε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ξεχασμένον καὶ ἐγκαταλελειμμένον ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ.
εἶναι λησμονημένο καὶ παραπεταμένο
ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ.
12,7 ἀλλὰ καὶ αἱ τρίχες τῆς 7 Ὅσον δὲ γιὰ σᾶς, καὶ οἱ τρίχες τῆς 7 Ὅσον δὲ διὰ σᾶς, μάθετε, ὅτι ἀκόμη καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας
κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι κεφαλῆς σας ἔχουν μετρηθῇ ἀπὸ τὸν Θεόν, ὅλαι ἔχουν ἀριθμηθῆ. Καὶ ἠξεύρει ὁ Θεὸς καὶ τὰ πλέον ἀσήμαντα
ἠρίθμηνται. Μὴ οὖν φοβεῖσθε· ὁ ὅποιος παρακολουθεῖ καὶ τὰς πλέον καὶ ἐλάχιστα, ποὺ ἡμπορεῖ νὰ σᾶς συμβοῦν. Ἀφοῦ λοιπὸν
πολλῶν στρουθίων διαφέρετε. ἀσημάντους λεπτομερείας τῆς ζωῆς σας. παρακολουθεῖ ὁ Θεὸς ὅσα σᾶς συμβαίνουν, μὴ φοβεῖσθε. Εἶσθε σεῖς

129/255
Μὴ λοιπὸν φοβεῖσθε· σεῖς εἶσθε ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ πολλὰ σπουργίτια.
ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ πολλὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σπουργίτια.
12,8 Λέγω δὲ ὑμῖν· πᾶς ὃς ἂν 8 Σᾶς λέγω δὲ τοῦτο· καθένας, ὁ ὁποῖος μὲ 8 Διὰ δὲ τοὺς διωγμοὺς καὶ τοὺς κινδύνους, εἰς τοὺς ὁποίους
ὁμολογήσῃ ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν θάρρος καὶ χωρὶς νὰ πτοηθῇ κανένα, θὰ ἐνδέχεται νὰ ἐκτεθῆτε διὰ τὴν πρὸς ἐμὲ πίστιν σας, σᾶς λέγω·
τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ μὲ ὁμολογήσῃ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους καθέναν, ὁ ὁποῖος θὰ μὲ ὁμολογήσῃ ὡς Σωτῆρα του καὶ Θεόν του
ἀνθρώπου ὁμολογήσει ἐν αὐτῷ σωτῆρα καὶ Θεόν, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ κατατρέχουν τὴν πίστιν μου, καὶ ὁ
ἔμπροσθεν τῶν ἀγγέλων τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεάνθρωπος λυτρωτής, θὰ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεάνθρωπος Μεσσίας θὰ τὸν ὁμολογήσῃ καὶ
Θεοῦ. τὸν ὁμολογήσῃ καὶ θὰ τὸ διακηρύξῃ ὡς θὰ τὸν συστήσῃ ὡς λάτριν του καὶ ὡς πιστόν του ἀκόλουθον ἐμπρὸς
πιστὸν ὀπαδόν του ἐμπρὸς εἰς τοὺς εἰς τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως.
ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ.
12,9 Ὁ δὲ ἀρνησάμενός με 9 Ἐκεῖνον δὲ ποὺ, εἴτε ἀπὸ φόβον εἴτε ἀπὸ 9 Ἐκεῖνον δέ, ποὺ θὰ μὲ ἀρνηθῇ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν
ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ἐντροπήν, θὰ μὲ ἀρνηθῇ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀρνηθῶ ἐξ ὁλόκληρου καὶ ἐγὼ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ.
ἀπαρνηθήσεται ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπους καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀρνηθῶ
ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ. ἐντελῶς ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀγγέλους τοῦ
Θεοῦ.
12,10 Καὶ πᾶς ὃς ἐρεῖ λόγον εἰς 10 Μεγάλο ἁμάρτημα τὸ νὰ ἀρνηθῇ 10 Ὑπάρχει ἐν τούτοις καὶ ἄλλη πολὺ βαρυτέρα ἁμαρτία ἀπὸ τὴν
τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, κανείς, ἀλλὰ καθένας ποὺ θὰ ἐκστομίσῃ ἄρνησιν τοῦ ὀνόματός μου. Καθένας, ποὺ θὰ εἴπῃ λόγον ἐναντίον
ἁφεθήσεται αὐτῷ· τῷ δὲ εἰς τὸ λόγον ἐναντίον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ σκανδαλιζόμενος ἀπὸ τὸ
Ἅγιον Πνεῦμα βλασφημήσαντι σκανδαλιζόμενος ἀπὸ τὴν φαινομενικὴν ἀσθενὲς φαινόμενον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του, ἐνδέχεται νὰ
οὐκ ἁφεθήσεται, ἀδυναμίαν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του, μετανοήσῃ καὶ νὰ συγχωρηθῇ. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ θὰ εἴπῃ
θὰ λάβῃ συγχώρησιν διὰ τὴν ἁμαρτίαν του βλάσφημον λόγον κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, συκοφαντῶν
αὐτήν, ἐὰν εἰλικρινῶς μετανοήσῃ. Ἐκεῖνος ἐθελοκάκως τὰς φανερὰς ἐνεργείας τοῦ Πνεύματος, δὲν θὰ
ὅμως ποὺ θὰ ἐκστομίσῃ βλάσφημον λόγον συγχωρηθῇ. Αὐτὸς ἔχει πλέον πωρωθῆ καὶ δὲν ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ
ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ μετανοήσῃ.
ἐπίγνωσιν θὰ διαβάλῃ τὰς λυτρωτικάς του
ἐνεργείας, δὲν θὰ συγχωρηθῇ ποτέ (διότι

130/255
τὸ βαρύτατον αὐτὸ ἁμάρτημά του
φανερώνει ὅτι αὐτὸς ἔχει πλέον

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σκληρυνθῇ ἀνεπανορθώτως εἰς τὴν
κακότητά του καὶ δὲν ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ
μετανοήσῃ).
12,11 ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς 11 Ὅταν δὲ σᾶς ὁδηγοῦν ὑποδίκους ἐμπρὸς 11 Ἀλλὰ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον οἱ διῶκται τοῦ εὐαγγελίου μου
ἐπὶ τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ καὶ τῶν ὀπαδῶν μου διατρέχουν τὸν κίνδυνον νὰ βλασφημήσουν
ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας, μὴ τὰς ἐξουσίας, μὴ ταράσσεσθε ἀπὸ καὶ νὰ μείνουν δι’ αὐτὸ ἀσυγχώρητοι, διὰ σᾶς θὰ εἶναι διδάσκαλος
μεριμνᾶτε πῶς ἢ τί ἀνησυχητικὰς φροντίδας πῶς ἢ τί θὰ καὶ ὁδηγὸς καὶ προστάτης. Ὅταν δηλαδὴ σᾶς ὁδηγήσουν πρὸς δίκην
ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε· ἀπολογηθῆτε ἢ τί θὰ πῆτε. ἐμπρὸς εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ εἰς τὰς ἐξουσίας,
μὴ ζαλισθῆτε ἀπὸ τὴν ταραχώδη φροντίδα περὶ τοῦ πῶς ἢ τί θὰ
ἀπολογηθῆτε ἢ τί θὰ εἴπετε.
12,12 τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα 12 Διότι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα θὰ σᾶς διδάξῃ 12 Διότι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα θὰ σᾶς διδάξῃ κατ’ αὐτὴν τὴν ὥραν
διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἃ δεῖ ἐκείνη τὴν ὥρα αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ πῆτε». ἐκεῖνα, ποὺ πρέπει νὰ εἴπετε, ὥστε ὅχι μόνον τοὺς ἑαυτούς σας
εἰπεῖν. πειστικῶς νὰ ὑπερασπίσετε, ἀλλὰ καὶ τὴν σωτηριώδη ἀλήθειαν νὰ
διακηρύξετε.
12,13 Εἶπε δέ τις αὐτῷ ἐκ τοῦ 13 Κάποιος δὲ ἀπὸ τὸν λαὸν τοῦ εἶπε· 13 Κάποιος δὲ ἀπὸ τὸν λαὸν εἶπεν εἰς αὐτόν· Διδάσκαλε, εἰπὲ εἰς τὸν
ὄχλου· διδάσκαλε, εἰπὲ τῷ «διδάσκαλε, πὲς εἰς τὸν ἀδελφόν μου νὰ ἀδελφόν μου νὰ μοιράσῃ μαζί μου τὴν κληρονομία τοῦ πατέρα μας.
ἀδελφῷ μου μερίσασθαι τὴν μοιρασθῇ μὲ ἐμὲ τὴν κληρονομίαν».
κληρονομίαν μετ' ἐμοῦ.
12,14 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπε, 14 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ εἶπε· «ἄνθρωπε, 14 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ εἶπεν· Ἄνθρωπε, ποῖος μὲ διώρισε μὲ
τίς με κατέστησε δικαστὴν ἢ ποιὸς μὲ ἔκαμε δικαστὴν μεταξύ σας ἢ ἐγκατέστησε δικαστὴν ἢ μοιραστήν σας διὰ νὰ ἐκδώσω ἀπόφασιν
μεριστὴν ἐφ' ὑμᾶς; μοιραστήν;» ἐπὶ τῆς διαφορᾶς σας ἢ διὰ νὰ ἐπιβλέψω εἰς τὴν τέλεσιν τῆς
διανομῆς;
12,15 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· ὁρᾶτε 15 Εἶπε δὲ τότε ὁ Κύριος πρὸς αὐτούς, ποὺ 15 Ἐκ τῆς ἀφορμῆς δὲ ταύτης εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς αὐτούς, ποὺ τὸν
καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης τὸν ἤκουσαν· «προσέχετε καὶ ἤκουαν· προσέχετε καὶ προφυλάσσεσθε ἀπὸ κάθε εἶδος πλεονεξίας.
πλεονεξίας· ὅτι οὐκ ἐν τῷ προφυλάσσεσθε ἀπὸ κάθε πλεονεξίαν, Δὲν συντελεῖ αὕτη εἰς τίποτε διὰ νὰ ἔχετε ἄνετον καὶ χαρούμενη

131/255
περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ διότι ἡ ζωὴ του ἀνθρώπου δὲν ἐξαρτᾶται τὴν ζωήν σας. Διότι ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ. καὶ δὲν διατηρεῖται ἀπὸ τὰ πολλὰ πλούτη περισσὰ πλούτη καὶ δὲν διατηρεῖται τὰ ὑπάρχοντά του, οὔτε τὰ
καὶ τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ». πολλὰ πλούτη του ἑξασφαλίζουν εἰς αὐτὸν μακροζωίαν καὶ
εὐχάριστον ζωήν.
12,16 Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς 16 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς καὶ τὴν ἐξῆς 16 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς μίαν παραβολὴν λέγων· Κάποιου πλουσίου
αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς παραβολήν· «κάποιου πλουσίου ἀνθρώπου ἀνθρώπου εὐτύχησαν καὶ ἀπέδωκαν πλουσίαν παραγωγὴν τὰ
πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· ἐσημείωσαν ἐξαιρετικὴν εὐφορίαν τὰ ἐκτεταμένα του χωράφια.
χωράφια του.
12,17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ 17 Καὶ αὐτὸς ἔπεσεν ἀμέσως εἰς 17 Καὶ ἀντὶ νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν Θεόν, καὶ νὰ εὐχαριστηθῇ δὲ καὶ ὁ
λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ἀγωνιώδην συλλογὴν καὶ μέριμναν, ἴδιος διὰ τὴν εὐφορίαν αὐτήν, ἐσυλλογίζετο μέσα του καὶ ἐζαλίζετο
ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; λέγων· Τί νὰ κάμω, διότι δὲν ἔχω ποῦ νὰ λέγων· Τί νὰ κάμω, διότι δὲν ἔχω ποὺ νὰ συνάξω τοὺς
συγκεντρώσω καὶ ἀποθηκεύσω τοὺς περισσεύοντας καρποὺς τῶν χωραφιῶν μου, οἱ ὁποῖοι θέλω νὰ
καρποὺς τῶν χωραφιῶν μου; γίνουν ὅλοι ἰδικοί μου, ὥστε νὰ τοὺς ἀπολαύσω μόνος ἐγώ;
12,18 Καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· 18 Καὶ ὕστερα ἀπὸ μεγάλην σκέψιν εἶπε· 18 Καὶ ἐπὶ τέλους ὕστερα ἀπὸ μεγάλην σκέψιν καὶ συλλογισμὸν
καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ τοῦτο θὰ κάμω· Θὰ κρημνίσω τὰς εἶπε· Τοῦτο θὰ κάμω· θὰ κρημνίσω τὰς ἀποθήκας μου καὶ θὰ
μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ ἀποθήκας μου καὶ θὰ οἰκοδομήσω ἄλλας οἰκοδομήσω μεγαλυτέρας καὶ εὐρυχωροτέρας. Καὶ θὰ συνάξω ἐκεῖ
συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ μεγαλυτέρας, καὶ θὰ συγκεντρώσω ἐκεῖ ὅλα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου.
γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά ὅλα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου.
μου,
12,19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, 19 Καὶ θὰ πῶ εἰς τὴν ψυχήν μου· Ψυχή, 19 Καὶ σὰν ἄνθρωπος, ποὺ μόνον τὰς ἀπολαύσεις τῆς κοιλίας
ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ ἀποθηκευμένα γιὰ ἔτη ἐγνώρισα, θὰ εἴπω εἰς τὴν ψυχήν μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά,
ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, πολλά· ἀπόλαυσε τὴν ζωήν, ἀναπαύου, ποὺ εἶναι ἀποθηκευμένα καὶ σὲ φθάνουν διὰ πολλὰ χρόνια. Μὴ
εὐφραίνου. φάγε, πίε, εὐφραίνου. σκοτίζεσαι διὰ τίποτε πλέον, ἀλλὰ ἀπόλαυσε ζωὴν ἀναπαυτικήν·
φάγε, πίε, εὐφραίνου.
12,20 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, 20 Ἀφοῦ δὲ ἐτοίμασε ὅλα καὶ πρὶν προλάβῃ 20 Ἀφοῦ ὅμως τὰ ἐτοίμασεν ὅλα, προτοῦ ἀκόμη προφθάσῃ νὰ εἴπῃ
ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου τίποτε ἀπὸ αὐτὰ νὰ ἀπολαύση, τοῦ εἶπεν ὁ εἰς τὴν ψυχήν του τὰ ὅσα ἐσχεδίαζε, τοῦ εἶπεν ὁ Θεὸς εἴτε διὰ τῆς

132/255
ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ Θεός· ἀνόητε ἀπὸ τὴν κακίαν σου συνειδήσεως εἴτε εἰς τὸν ὕπνόν του· Ἄμυαλε καὶ ἀνόητε ἄνθρωπε,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἡτοίμασας τίνι ἔσται; ἄνθρωπε καὶ ἀπερίσκεπτε, αὐτὴν τὴν ποὺ ἐστήριξες τὴν εὐτυχίαν σου εἰς μόνας τὰς ἀπολαύσεις τῆς
νύκτα, ποὺ ἐπίστευσες ὅτι θὰ ἀρχίσῃ ἡ κοιλίας σου καὶ ἐνόμισες ὅτι ἡ μακροζωΐα σου ἐξηρτᾶτο ἀπὸ τὰ
ἀπολαυστικὴ ζωή σου, ἀπαιτοῦν νὰ πλούτη σου καὶ ὄχι ἀπὸ ἐμέ. Τὴν νύκτα αὐτήν, τὴν ὁποίαν πρὸ
πάρουν ἀπὸ σὲ χωρὶς ἀναβολὴν τὴν ψυχήν πολλοῦ ὠνειρεύεσο ὡς νύκτα εὐτυχίας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν θὰ ἤρχιζεν
σου· αὐτὰ δὲ ποὺ ἔχεις ἑτοιμάσει, εἰς ποῖον ἡ ἀναπαυτικὴ καὶ ἀπολαυστικὴ ζωή σου, ζητοῦν χωρὶς ἄλλο νὰ
τώρα ἀνήκουν; πάρουν τὴν ψυχήν σου. Μετ’ ὀλίγον πεθαίνεις. Αὐτὰ λοιπὸν ποὺ
ἐτοίμασες καὶ ἀποθήκευσες, τίνος θὰ εἶναι καὶ εἰς ποίους
κληρονόμους θὰ περιέλθουν;
12,21 Οὕτως ὁ θησαυρίζων 21 Ἔτσι παθαίνει καὶ αὐτὸ τὸ τέλος ἔχει 21 Ἔτσι θὰ τὴν πάθῃ καὶ τέτοιο τέλος θὰ ἔχῃ ἐκεῖνος, ποὺ
ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. ἐκεῖνος, ποὺ ἐγωϊστικὰ θησαυαρίζει διὰ θησαυρίζει διὰ τὸν ἑαυτόν του, διὰ νὰ ἀπολαμβάνῃ αὐτὸς καὶ μόνον
τὸν εὐατόν του καὶ δὲν προσπαθεῖ νὰ ἐγωϊστικὰ τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς, καὶ δὲν ἀποταμιεύει μὲ τὰ ἔργα τῆς
ἀποκτήσῃ τὸν πλοῦτον τῶν καλῶν ἔργων, ἀγάπης εἰς τὸν οὐρανὸν θησαυροὺς πνευματικούς, εἰς τοὺς ὁποίους
εἰς τὰ ὁποῖα εὐχαριστεῖται ὁ Θεός». καὶ μόνους ἀρέσκεται ὁ Θεός.
12,22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητὰς 22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του· «διὰ 22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του ὁ Κύριος· ἀφοῦ ἡ διατήρησις τῆς
αὐτοῦ· διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ τοῦτο σᾶς λέγω, μὴ ταλαιπωρεῖσθε ἀπὸ ζωῆς σας δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ ἄφθονα ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλ’ ἀπὸ τὸν
μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί βασανιστικὲς φροντίδες διὰ τὴν ζωήν σας, Θεόν, διὰ τοῦτο σᾶς λέγω, ὅχι μόνον νὰ μὴ ἐπιδιώκετε τὸ νὰ
φάγητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί μὴ μεριμνᾶτε τί θὰ φᾶτε οὔτε καὶ διὰ τὸ ἀποκτήσετε πολλά, ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτὰ τὰ ἀπαραίτητα καὶ ἀναγκαῖα
ἐνδύσησθε. σῶμα σας τί θὰ ἐνδυθῆτε. νὰ μὴ καταλαμβάνεσθε ἀπὸ ἀγωνιώδεις καὶ βασανιστικὰς
φροντίδας. Μὴ φροντίζετε μὲ ἀγωνίαν καὶ ἀνησυχίαν διὰ τὴν ζωήν
σας, τί θὰ φάγετε, οὔτε διὰ τὸ σῶμα σας, τί θὰ ἐνδυθῆτε.
12,23 Οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς 23 Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν 23 Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερον ἀπὸ τὴν τροφὴν καὶ τὸ σῶμα
τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ τροφὴν καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; Ὁ περισσότερον ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; Ἀφοῦ δὲ ὁ Θεός, χωρὶς σεῖς νὰ τὸ
ἐνδύματος; Θεός ποὺ σᾶς ἔδωσε τὸ ἀνώτερον, δὲν θὰ περιμένετε, σᾶς ἔδωσε τὴν ζωὴν καὶ τὸ σῶμα, ποὺ ἀξίζουν
σᾶς δώσῃ καὶ τὸ κατώτερον; περισσότερον, θὰ σᾶς δώσῃ καὶ τὴν τροφὴν καὶ τὸ ἔνδυμα, ποὺ
ἀξίζουν ὀλιγώτερον.

133/255
12,24 Κατανοήσατε τοὺς 24 Παρατηρῆστε μὲ προσοχὴ καὶ 24 Παρατηρήσατε μὲ προσοχὴν τὰ κοράκια καὶ σκεφθῆτε, ὅτι ταῦτα
κόρακας, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ καταλάβετε, τί συμβαίνει μὲ τοὺς κόρακας δὲν σπέρνουν οὔτε θερίζουν. Δὲν ἔχουν αὐτὰ οὔτε κελλάριον οὔτε

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


θερίζουσιν, οἷς οὐκ ἐστι τεμεῖον ὅτι δηλαδὴ αὐτοὶ οὔτε σπείρουν οὔτε ἀποθήκην. Καὶ μολονότι καὶ οἱ ἄνθρωποι τὰ κυνηγοῦν, ἀλλὰ καὶ τὰ
οὐδὲ ἀποθήκη, καὶ ὁ Θεὸς τρέφει θερίζουν καὶ δὲν ἔχουν οὔτε κελλάρι οὔτε ψοφίμια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ζοῦν, εἶναι σπάνια καὶ δυσεύρετα, ὅμως ὁ
αὐτούς· πόσῳ μᾶλλον ὑμεῖς ἀποθήκην· καὶ ὅμως ὁ Θεὸς τοὺς τρέφει. Θεὸς τὰ τρέφει. Πόσον περισσότερον θὰ θρέψῃ σᾶς, οἱ ὁποῖοι
διαφέρετε τῶν πετεινῶν; Πόσῳ μᾶλλον θὰ θρέψῃ σᾶς, οἱ ὁποῖοι διαφέρετε καὶ εἶσθε ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ τὰ πετεινά;
εἶσθε ἀσυγκρίτως ἀνώτεροι ἀπὸ τὰ πτηνά;
12,25 Τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν 25 Ποιὸς δὲ ἀπὸ σᾶς ἠμπορεῖ, ἔστω καὶ ἂν 25 Ποῖος δὲ ἀπὸ σᾶς ὀσονδήποτε καὶ ἂν φροντίσῃ, ἡμπορεῖ νὰ
δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν καταβάλῃ πολλὰς καὶ μεγάλας φροντίδας, προσθέσῃ εἰς τὸ ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν; Κανείς.
ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; νὰ προσθέσῃ εἰς τὸ ἀνάστημά του ἕναν
πῆχυν;
12,26 Εἰ οὖν οὔτε ἐλάχιστον 26 Ἐὰν λοιπὸν οὔτε κάτι τὸ ἐλάχιστον δὲν 26 Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἔχετε δύναμιν νὰ αὐξήσετε τὸ ἀνάστημά σας,
δύνασθε, τί περὶ τῶν λοιπῶν ἠμπορεῖτε νὰ κάμετε, διατὶ ταλαιπωρεῖσθε ποὺ ἂν συγκριθῇ πρὸς τὴν δημιουργίαν καὶ διατήρησιν τῆς ζωῆς
μεριμνᾶτε; μὲ καταθλιπτικὲς φροντίδες διὰ τὰ ἄλλα, σας, εἶναι ἐλάχιστον, διατὶ φροντίζετε διὰ τὰ ἄλλα, τὰ ὁποῖα πολὺ
ἐπὶ τῶν ὁποίων μηδαμινὴν ἢ καὶ καμμίαν ὀλιγώτερον ἀπὸ τὸ ἀνάστημά σας εἶναι ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν σας;
ἐξουσίαν ἔχετε;
12,27 Κατανοήσατε τὰ κρίνα πῶς 27 Προσέξτε καὶ διδαχθῆτε ἀπὸ τὰ κρίνα, 27 Προσέξατε καὶ λάβετε μαθήματα ἀπὸ τὰ κρίνα, πῶς φυτρώνουν
αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· πῶς μεγαλώνουν. Δὲν κοπιάζουν οὔτε καὶ μεγαλώνουν. Δὲν κοπιάζουν οὔτε γνέθουν. Καὶ ὅμως σᾶς λέγω,
λέγω δὲ ὑμῖν, οὐδὲ Σολομὼν ἐν γνέθουν καὶ ὅμως, σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι οὔτε ὁ ἐπινοητικώτατος λόγῳ τῆς σοφίας του Σολομὼν μὲ ὅλην τὴν
πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιβάλετο οὔτε ὁ σοφὸς Σολομὼν μὲ ὅλην αὐτοῦ τὴν φημισμένην δόξαν του καὶ μεγαλοπρεπῆ περιβολήν του, δὲν
ὡς ἓν τούτων. δόξαν καὶ μεγαλοπρέπειαν δὲν ἐφόρεσε περιεβλήθη ἔνδυμα τόσον ὡραῖον καὶ μεγαλοπρεπές, ὅπως
ποτὲ ἕνα τόσον λαμπρὸν ἔνδυμα, ὡσὰν περιβάλλεται ἓν ἀπὸ τὰ κρίνα αὐτά.
αὐτὸ ποὺ φορεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ κρίνα τοῦ
ἀγροῦ.
12,28 Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, 28 Ἐὰν δὲ τὸ χορτάρι τοῦ χωραφιοῦ, ποὺ 28 Ἐὰν δὲ τὸ ἀγριόχορτον, ποὺ φυτρώνει μόνον του εἰς τὸ χωράφια
σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς σήμερα ὑπάρχει καὶ αὔριο ρίπτεται εἰς τὸν καὶ ποὺ δὲν ἔχει προορισμὸν νὰ ζήσῃ, ὅπως σεῖς, ἀλλὰ σήμερον
κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς φοῦρνο, ὁ Θεὸς τόσον ὡραῖα τὸ ἐνδύῃ, ὑπάρχει καὶ αὔριον ρίπτεται εἰς τὸν φοῦρνον, ὁ Θεὸς τόσον ὡραῖα

134/255
οὕτως ἀμφιέννυσι, πόσῳ μᾶλλον πόσῳ μᾶλλον θὰ ἐνδύσῃ σᾶς, ὀλιγόπιστοι; τὸ ἐνδύει, πόσον περισσότερον θὰ ἐνδύσῃ σᾶς, ὦ ὀλιγόπιστοι;
ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


12,29 Καὶ ὑμεῖς μὴ ζητεῖτε τί 29 Καὶ σεῖς μὴ ζητᾶτε μὲ ἁνήσυχον 29 Καὶ σεῖς λοιπὸν μὴ ζητᾶτε μὲ ἀνησυχίαν, τί θὰ φάγετε ἢ τί θὰ
φάγητε καὶ τί πίητε, καὶ μὴ φροντίδα, τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιῆτε καὶ μὴ πίετε. Καὶ μὴν ἀφίνετε τὴν ψυχήν σας νὰ παραδέρνῃ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ μὲ
μετεωρίζεσθε· περισπᾶσθε ἐδῶ καὶ ἐκεῖ μὲ τίς ἀνήσυχες ἀνησύχους σκέψεις καὶ φροντίδας.
αὐτὲς φροντίδες.
12,30 ταῦτα γὰρ πάντα τὰ ἔθνη 30 Διότι ὅλα αὐτὰ τὰ ζητοῦν καὶ 30 Διότι ὅλα αὐτὰ οἱ ἐθνικοὶ καὶ εἰδωλολάτραι, ποὺ ἀγνοοῦν τὸν
τοὺ κόσμου ἐπιζητεῖ· ὑμῶν δὲ ὁ ἀγωνίζονται νὰ τὰ ἀποκτήσουν οἱ ἀληθινὸν Θεὸν καὶ τὴν πατρικὴν πρόνοιάν του, τὰ ζητοῦν ὡς τὰ
πατὴρ οἶδεν ὅτι χρῄζετε τούτων· εἰδωλολάτραι ἐθνικοί, ποὺ δὲν ἔχουν μόνα σοβαρὰ καὶ ἀπαραίτητα. Ὁ ἰδικός σας ὅμως Πατὴρ γνωρίζει,
γνωρίσει τὸν ἀληθινὸν καὶ πανάγαθον ὅτι ἔχετε ἀνάγκην αὐτῶν καὶ συνεπῶς θὰ σᾶς τὰ δώσῃ αὐτός.
Θεόν, ἀλλὰ ἔχουν ὡς θεοὺς προστάτας τὰ
εἴδωλα. Ὁ ἰδικός σας ὅμως Πατὴρ γνωρίζει
πολὺ καλά, ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ αὐτὰ
καὶ θὰ σᾶς τὰ δώσῃ.
12,31 πλὴν ζητεῖτε τὴν βασιλείαν 31 Μόνον σεῖς νὰ ζητῆτε πρὸ παντὸς τὴν 31 Μόνον νὰ ζητῆτε σεῖς ὡς τὸ κυριώτερον ἀπὸ ὅλα νὰ ζήσετε τὴν
του Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ τότε ὅλα τὰ ζωὴν τῆς χάριτος καὶ ὑπακοῆς εἰς τὸν Θεόν, ἡ ὁποία θὰ σᾶς
προστεθήσεται ὑμῖν. ἐπίγεια ἀγαθὰ θὰ σᾶς δοθοῦν μαζῆ μὲ τὰ καταστήσῃ μέλη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τῆς παρούσης ζωῆς
πνευματικὰ καὶ οὐράνια. καὶ θὰ σᾶς ἑξασφαλίσῃ τὴν κληρονομίαν τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν
της ἐν τῷ αἰωνίῳ μέλλοντι. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν
μαζὶ μὲ ἐκεῖνα.
12,32 Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν 32 Μὴ φοβεῖσθε σεῖς, ποὺ εἶσθε μικρὸν 32 Μὴν ἀνησυχῇς διὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ μὴ φοβεῖσαι σὺ τὸ
ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ποίμνιον, ἐν συγκρίσει πρὸς τὸ πολὺ ποίμνιόν μου, ποὺ φαίνεσαι, ἐν σχέσει πρὸς τὸ πλῆθος τῶν
ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν. πλῆθος τῶν ἀπίστων, διότι ὁ Πατήρ σας ἀπίστων, μικρόν, διότι ὁ Πατήρ σας εὐηρεστήθη νὰ δώσῃ εἰς σᾶς
εὐδόκησε νὰ δώσῃ εἰς σᾶς τὴν βασιλείαν τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἐὰν λοιπὸν τόσον μεγάλην δωρεὰν
τῶν οὐρανῶν. (Πολὺ δὲ περισσότερον θὰ καὶ ἀπόλαυσιν σᾶς δίδῃ, πολὺ περισσότερον θὰ σᾶς δώσῃ τὰ
σᾶς δώσῃ τὰ πρόσκαιρα ὑλικὰ ἀγαθά). πρόσκαιρα καὶ τὰ ἐπίγεια.
12,33 Πωλήσατε τὰ ὑπάρχοντα 33 Ἐὰν βλέπετε ὅτι τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ σᾶς 33 Καὶ ἐὰν διὰ τὴν ἑξασφάλισιν τῆς οὐρανίου αὐτῆς βασιλείας τὰ

135/255
ὑμῶν καὶ δότε ἐλεημοσύνην. γίνονται ἐμπόδιον διὰ τὴν βασιλείαν τῶν ὑλικὰ ἀγαθὰ σᾶς γίνωνται ἐμπόδιον, πωλήσατε ὅσα ἔχετε καὶ
Ποιήσατε ἑαυτοῖς βαλάντια μὴ οὐρανῶν, πωλήσατε τὰ ὑπάρχοντά σας καὶ δώσατέ τα ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχούς. Καὶ μὲ τὴν ἐλεημοσύνην

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


παλαιούμενα, θησαυρὸν δῶστε ἐλεημοσύνην. Καὶ κάμετε ἔτσι τὸν καὶ τὴν ἀγαθοεργίαν κάμετε διὰ τὸν ἑαυτόν σας πουγγιά, ποὺ δὲν
ἀνέκλειπτον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, εὐατόν σας θησαυροφυλάκια ποὺ δὲν παληώνουν, θησαυρὸν ποὺ δὲν χάνεται καὶ δὲν λιγοστεύει·
ὅπου κλέπτῃς οὐκ ἐγγίζει οὐδὲ παλαιώνουν ποτέ, θησαυρὸν εἰς τοὺς θησαυρὸν εἰς τοὺς οὐρανούς, ὅπου δὲν πλησιάζει κλέπτῃς διὰ νὰ
σὴς διαφθείρει· οὐρανούς ποὺ δὲν χάνεται, ἐκεῖ ὅπου ὁ τὸν ἁρπάσῃ, οὔτε σκόρος τὸν καταστρέφει.
κλέπτῃς δὲν πλησιάζει καὶ οὔτε ὁ σκόρος
καταστρέφει.
12,34 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς 34 Διότι, ὅπου εἶναι ὁ θυσαυρός σας, ἐκεῖ 34 Πρέπει δὲ εἰς τοὺς οὐρανοὺς νὰ μεταφέρετε διὰ τῆς ἐλεημοσύνης
ὑμῶν, ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία ὑμῶν θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας. τοὺς θησαυρούς σας, διὰ νὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας προσκολλημένη
ἔσται. εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ τὰ οὐράνια. Διότι ἐκεῖ, ποὺ εἶναι ὁ θησαυρός
σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας.
12,35 Ἔστωσαν ὑμῶν αἱ ὀσφύες 35 Ἂς εἶναι ζωσμένη ἡ μέση σας καὶ τὰ 35 Ἡ μέση σας ἂς εἶναι ζωσμένη καλὰ καὶ τὰ λυχνάρια σας ἂς εἶναι
περιεζωσμέναι καὶ οἱ λύχνοι λυχνάρια σας πάντοτε ἀναμμένα· νὰ εἶσθε πάντοτε ἀναμμένα. Μὲ ἄλλας λέξεις· ἐὰν θέλετε οἱ ἐν οὐρανοῖς
καιόμενοι· δηλαδὴ ἕτοιμοι καὶ ἄγρυπνοι νὰ ἐκτελῆτε θησαυροὶ νὰ γίνουν κτῆμα σας, πρέπει νὰ εἶσθε πάντοτε ἕτοιμοι καὶ
τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ ἀποκτήσετε ἄγρυπνοι προσέχοντες νὰ ἐκτελῆτε εἰς πᾶσαν περίστασιν τὰ
ἔτσι θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν. παραγγέλματα τοῦ Κυρίου σας καὶ πρόθυμοι νὰ τὸν ὑπηρετήσετε.
12,36 καὶ ὑμεῖς ὅμοιοι ἀνθρώποις 36 Καὶ σεῖς εἶσθε ὅμοιοι μὲ ἀνθρώπους, οἱ 36 Προκειμένου νὰ κατακτήσετε τὸν οὐρανόν, εἶσθε καὶ σεῖς ὅμοιοι
προσδεχομένοις τὸν κύριον ὁποῖοι περιμένουν τὸν κύριόν των, πότε θὰ πρὸς ἀνθρώπους, ποὺ περιμένουν τὸν κύριόν των, πότε θὰ
ἑαυτῶν, πότε ἀναλύσει ἐκ τῶν ἐπιστρέψῃ ἀπὸ τοὺς γάμους, ὥστε, ὅταν ἐπιστρέψῃ πάλιν ἀπὸ τοὺς γάμους, διὰ νὰ τοῦ ἀνοίξουν ἀμέσως,
γάμων, ἵνα ἐλθόντος καὶ ἔλθῃ καὶ κτυπήσῃ τὴν θύραν, νὰ τοῦ ὅταν ἔλθῃ καὶ κτυπήσῃ τὴν θύραν. Διότι καὶ ὁ ἰδικός σας Κύριος
κρούσαντος εὐθέως ἀνοίξωσιν ἀνοίξουν ἀμέσως. εὑρίσκεται τώρα εἰς τοὺς οὐρανούς, ἀπὸ τὴν ἀτελεύτητον
αὐτῷ. πανήγυριν τῶν ὁποίων θὰ ἐπανέλθῃ, εἴτε κατὰ τὴν ἄγνωστον ὥραν
τοῦ θανάτου διὰ τὸν καθένα σας, εἴτε κατὰ τὴν ἔνδοξον ἡμέραν τῆς
δευτέρας παρουσίας του δι’ ὅλους.
12,37 Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, 37 Μακάριοι εἶναι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, τοὺς 37 Μακάριοι εἶναι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, ποὺ ὅταν θὰ ἔλθῃ ὁ Κύριος, θὰ
οὓς ἐλθὼν ὁ κύριος εὑρήσει ὁποίους, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος, θὰ τοὺς εὔρῃ τοὺς εὕρῃ νὰ ἀγρυπνοῦν. Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι εἰς τὴν μέλλουσαν

136/255
γρηγοροῦντας· ἀμὴν λέγω ὑμῖν νὰ ἀγρυπνοῦν. Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι αὐτὸς ζωὴν θὰ γίνῃ διάκονός των καὶ θὰ ζώσῃ τὴν μέσην του, ὥστε νὰ
ὅτι περιζώσεται καὶ ἀνακλινεῖ θὰ γίνῃ διάκονός των, θὰ ζώσῃ τὴν μέσην μὴν ἐμποδίζεται εἱς τὰς κινήσεις του ἀπὸ τὸ ὑποκάμισον του, καὶ θὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτούς, καὶ παρελθὼν του, διὰ νὰ μὴ ἐμποδίζεται εἰς τὰς κινήσεις τοὺς βάλῃ νὰ καθίσουν καὶ ἀφοῦ ἔλθῃ πλησίον τους, θὰ τοὺς
διακονήσει αὐτοῖς. του ἀπὸ τὰ ἐνδύματά του, θὰ τοὺς βάλῃ νὰ ὑπηρετήσῃ.
καθίσουν εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ φαγητοῦ
καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος θὰ ἔλθῃ κοντά τους καὶ
θὰ τοὺς ὑπηρετήσῃ.
12,38 Καὶ ἐὰν ἔλθῃ ἐν τῇ δευτέρᾳ 38 Καὶ ἂν ἔλθῃ εἰς τὸ δεύτερον τετράωρον 38 Καὶ ἐὰν ἔλθῃ μετὰ τὰ μεσάνυχτα κατὰ τὸ δεύτερον τετράωρον
φυλακῇ καὶ ἐν τῇ τρίτῃ φυλακῇ τῆς νυκτὸς καὶ εἰς τὸ τρίτον τετράωρον, τῆς νυκτός, καὶ περὶ τὰ ἐξημερώματα κατὰ τὸ τρίτον τετράωρον ἐὰν
ἔλθῃ καὶ εὔρῃ οὕτω, μακάριοί κατὰ τὰ ἐξημερώματα, καὶ τοὺς εὔρῃ ἔτσι, ἔλθῃ καὶ τοὺς εὔρῃ ἔτσι, νὰ εἶναι ἄγρυπνοι δηλαδὴ καὶ νὰ τὸν
εἰσιν οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι. δηλαδὴ νὰ τὸν περιμένουν ἄγρυπνοι, σᾶς περιμένουν, μακάριοι εἶναι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι. Μὲ ἄλλας λέξεις
λέγω, ὅτι εἶναι μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι. μακάριοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι προσεκτικοὶ καὶ γρήγοροι περιμένουν ὡς
πιστοί μου δοῦλοι τὴν παρουσίαν μου καὶ εἶναι πάντοτε ἕτοιμοι νὰ
ἐκτελέσουν τὸ θέλημά μου καὶ νὰ μὲ ὑποδεχθοῦν, ὁποτεδήποτε
ἔλθω. Ὅπως αὐτοὶ μὲ ὑπηρετοῦν πιστῶς κατὰ τὴν νύκτα τοῦ
παρόντος βίου, ἔτσι θὰ τοὺς ὑπηρετήσω καὶ ἐγὼ εἰς τὴν οὐράνιον
βασιλείαν, παρέχων εἰς αὐτοὺς τὰ αἰώνια ἀγαθά της.
12,39 Τοῦτο δὲ γινώσκετε ὅτι εἰ 39 Τοῦτο δὲ τὸ ξεύρετε καὶ σεῖς, ὅτι ἐὰν 39 Ἡξεύρετε δὲ ἐκ τῆς πείρας σας καὶ τοῦτο, ὅτι, ἐὰν ἐγνώριζεν ὁ
ἤδει ὁ οἰκοδεσπότης ποίᾳ ὥρᾳ ὁ ἐγνώριζε ὁ νοικοκύρης ποιὰ ὥρα ἔρχεται ὁ νοικοκύρης εἰς ποίαν ὥραν ὁ κλέπτῃς ἔρχεται, θὰ ἔμενεν ἄγρυπνος,
κλέπτῃς ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν κλέπτῃς, θὰ ἕμενε ἄγρυπνος καὶ δὲν θὰ καὶ δὲν θὰ ἄφινε νὰ ἀνοιχθῇ τρῦπα εἰς τὸν τοῖχον τοῦ σπιτιοῦ του,
ἂν καὶ οὐκ ἂν ἀφῆκε διορυγῆναι ἄφινε νὰ ἀνοιχθῇ τρύπα εἰς τὸ σπίτι του, διὰ τῆς ὁποίας ὁ κλέπτῃς θὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτὸ πρὸς ἁρπαγήν.
τὸν οἶκον αὐτοῦ. διὰ νὰ μπῇ μέσα ὁ κλέπτῃς καὶ νὰ κλέψῃ.
12,40 Καὶ ὑμεῖς οὖν γίνεσθε 40 Καὶ σεῖς λοιπὸν νὰ εἶσθε πάντοτε 40 Καὶ σεῖς λοιπὸν ἀφοῦ δὲν ἠξεύρετε, πότε θὰ ἔλθῃ ὁ Κύριος, καὶ
ἕτοιμοι· ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ ἕτοιμοι, διότι εἰς ὥραν κατὰ τὴν ὁποίαν δὲν ἀφοῦ σᾶς εἶναι ἄγνωστος καὶ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου σας καὶ ὁ χρόνος
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται. γνωρίζετε, ἔρχεται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» τῆς δευτέρας παρουσίας, πρέπει νὰ ἐτοιμάζεσθε διαρκῶς, διότι, εἰς
(εἴτε διὰ τοῦ θανάτου ἑνὸς ἑκάστου, εἴτε ὥραν ποὺ δὲν περιμένετε, ἔρχεται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἴτε διὰ τοῦ
κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν). θανάτου δι’ ἕνα ἕκαστον ἀπὸ σᾶς, εἴτε διὰ τῆς δευτέρας παρουσίας

137/255
του δι’ ὅλους.
12,41 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος· 41 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· «Κύριε, 41 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος· Κύριε, δι’ ἡμᾶς λέγεις τὴν παραβολὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Κύριε, πρὸς ἡμᾶς τὴν παραβολὴν αὐτὴν τὴν παραβολὴν δι' ἡμᾶς μόνον τὴν αὐτὴν ἢ τὴν λέγεις δι’ ὅλους; Αἱ πρωτάκουστοι ὑποσχέσεις ποὺ
ταύτην λέγεις ἢ καὶ πρὸς πάντας; λέγεις ἢ δι' ὅλους; δίδεις εἰς αὐτήν, ἀποβλέπουν μόνον εἰς ἡμᾶς ἢ ἀναφέρονται εἰς
ὅλους;
12,42 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· τίς ἄρα 42 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· «ποιὸς ἆράγε εἶναι ὁ 42 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· Ποῖος ἄραγε νὰ εἶναι ὁ ἔμπιστος καὶ
ἐστὶν ὁ πιστὸς οἰκονόμος καὶ πιστὸς καὶ συνετὸς οἰκονόμος, τὸν ὁποῖον μυαλωμένος ὑπηρέτης καὶ ἐπιστάτης, τὸν ὁποῖον θὰ ἐγκαταστήσῃ ὁ
φρόνιμος, ὃν καταστήσει ὁ κύριος θὰ ἐγκαταστήσῃ ὁ κύριος προϊστάμενον κύριος προϊστάμενον εἰς τὴν ὑπηρεσίαν του, διὰ νὰ δίδῃ εἰς τὴν
ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ εἰς τὸ ὑπηρετικὸν προσωπικόν του, διὰ νὰ κατάλληλον ὥραν τὴν ἀνάλογον καὶ κανονισμένην μερίδα τροφῆς
διδόναι ἐν καιρῷ τὸ σιτομέτριον; δίδῃ πρὸς αὐτοὺς εἰς τὴν κατάλληλον εἰς ἕκαστον ἀπὸ τοὺς συνδούλους του; Ποῖος θὰ ἀποδειχθῇ ἐν τῇ
ὥραν τὴν κανονικὴν μερίδα τῆς τροφῆς; Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ ὄχι μόνον πιστὸς ἄλλα καὶ συνετὸς τοῦ
Κυρίου διάκονος καὶ ὑπηρέτης μετὰ πάσης εἰλικρινείας καὶ σοφίας
ὑπηρετῶν καὶ ἐκτρέφων τὰ πρόβατά του;
12,43 Μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, 43 Μακάριος εἶναι ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, τὸν 43 Μακάριος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον, ὅταν ἔλθῃ ὁ
ὃν ἐλθὼν ὁ κύριος αὐτοῦ εὑρήσει ὁποῖον, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος, θὰ τὸν εὕρῃ κύριός του, θὰ εὕρῃ νὰ φέρεται καὶ νὰ ἐνεργῇ φρόνιμα καὶ πιστά.
οὕτω ποιοῦντα. νὰ ἐνεργῇ μὲ τέτοιαν σύνεσιν καὶ
ἀξιοπιστίαν.
12,44 Ἀληθῶς λέγω ὑμῖν ὅτι ἐπὶ 44 Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι θὰ τοῦ δώσῃ 44 Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι θὰ τὸν ἐγκαταστήσῃ ἐπιστάτην καὶ
πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτοῦ ἐξουσίαν ἐπάνω εἰς ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του. διαχειριστὴν εἰς ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του.
καταστήσει αὐτόν.
12,45 Ἐὰν δὲ εἴπῃ ὁ δοῦλος 45 Ἐὰν ὅμως ὁ δοῦλος ἐκεῖνος πῇ ἀπὸ μέσα 45 Ἐὰν ὅμως ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εἴπῃ ἀπὸ μέσα του· Ἀργεῖ νὰ ἔλθῃ ὁ
ἐκεῖνος ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, του· Ἀργεῖ νὰ ἔρθῃ ὁ κύριός μου· καὶ κύριός μου· καὶ κάμνων κατάχρησιν τῆς ἐξουσίας, ποὺ τοῦ ἔδωκεν ὁ
χρονίζει ὁ κύριός μου ἔρχεσθαι, ἀρχίσῃ νὰ κτυπᾷ τοὺς ὑπηρέτας καὶ τὰς κύριος, ἀρχίσῃ νὰ κτυπᾷ μὲν τοὺς ὑπηρέτας καὶ τὰς ὑπηρετρίας,
καὶ ἄρξηται τύπτειν τοὺς παῖδας ὑπηρετρίας καὶ νὰ τρώγῃ καὶ νὰ πίνῃ καὶ αὐτὸς δὲ νὰ τρώγῃ καὶ νὰ πίνῃ καὶ νὰ μεθᾷ διάγων βίον
καὶ τὰς παιδίσκας, ἐσθίειν τε καὶ νὰ μεθᾷ, ὀργιαστικόν,
πίνειν καὶ μεθύσκεσθαι,
12,46 ἥξει ὁ Κύριος τοῦ δούλου 46 θὰ ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου εἰς 46 θὰ ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου εἰς ἡμέραν, ποὺ δὲν

138/255
ἐκείνου ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ ἡμέραν ποὺ δὲν περιμένει καὶ εἰς ὥραν περιμένει, καὶ εἰς ὤραν, ποὺ δὲν ξεύρει. Καὶ θὰ τὸν τεμαχίσῃ εἰς τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει, καὶ ποὺ δὲν γνωρίζει καὶ θὰ τὸν κόψῃ εἰς τὰ δύο καὶ μετὰ τὸν σκληρὸν καὶ παραδειγματικὸν θάνατόν του θὰ
διχοτομήσει αὐτόν, καὶ τὸ μέρος δύο, θὰ τὸν τιμωρήσῃ δηλαδὴ μὲ σκληρὸν ὁρίσῃ τὴν θέσιν του μὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δὲν ὑπῆρξαν πιστοὶ εἰς
αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀπίστων θήσει. θάνατον, καὶ θὰ ὁρίσῃ τὴν θέσιν του τὴν διαχείρισίν των, ἀλλ’ ἀπεδείχθησαν καταχρασταί. Μὲ ἄλλας
μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ὑπῆρξαν ἀξιόπιστοι λέξεις ἡ προσοχὴ καὶ ἡ προθυμία του νὰ ὑπηρετήσωμεν τὸν Κύριον
καὶ καταχρασταί. (Οἱ ποιμένες καὶ καὶ νὰ εἴμεθα πάντοτε ἕτοιμοι νὰ τὸν ὑποδεχθῶμεν καὶ νὰ τοῦ
διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας θὰ εἶναι δώσωμεν λόγον τῶν πράξεών μας εἶναι καθῆκον ὅλων μας.
μακάριοι, ἐὰν καλῶς διαχειρίζωνται τὴν Ἰδιαιτέρως ὅμως ὑπόχρεοι διὰ τὸ καθῆκον αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνοι, εἰς
πνευματικὴν ἐξουσίαν καὶ τὰ χαρίσματα, τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος ἀνέθεσε τὴν ἐπιστασίαν ἐπὶ τῶν ἄλλων. Ἡ
ποὺ τοὺς ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστὸς καὶ ἀθέτησις δὲ τοῦ καθήκοντος τούτου συνεπάγεται τιμωρίας
ἐξυπηρετοῦν μὲ σύνεσιν καὶ προθυμίαν τρομερὰς καὶ αἰωνίους.
τοὺς πιστούς. Σκληροτάτη ὅμως τιμωρία
τοὺς περιμένει, ἐὰν ἀποδειχθοῦν
ἀναξιόπιστοι καὶ καταχρασταί).
12,47 Ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ὁ 47 Ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ποὺ ἐγνώρισε τὸ 47 Γενικῶς δὲ διὰ πάντα δοῦλον ἰσχύει αὐτὸς ὁ κανών· Ἐκεῖνος ὁ
γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου θέλημα τοῦ κυρίου του, καὶ δὲν ἐτοίμασε δοῦλος, ὁ ὁποῖος ἐγνώρισε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του καὶ δὲν
ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἐτοιμάσας μηδὲ οὔτε καὶ ἔπραξε σύμφωνα πρὸς τὸ θέλημα ἐτοίμασεν, οὔτε ἔκαμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του, θὰ δαρῇ μὲ
ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, τοῦ Κυρίου του, θὰ τιμωρηθῇ μὲ πολλὰς πολλὰς μαστιγώσεις καὶ θὰ τιμωρηθῇ αὐστηρά, διότι ἐν γνώσει του
δαρήσεται πολλάς· μαστιγώσεις, θα τιμωρηθῇ πολύ, διότι ἐν παρέβη τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του.
γνώσει παρέβη τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου.
12,48 ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ 48 Ἐκεῖνος δὲ ποὺ δὲν ἐγνώρισε τὸ θέλημα 48 Ἐκεῖνος δὲ ποὺ δὲν ἐγνώρισε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του, αἱ
ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. τοῦ Κυρίου, ἔκαμε δὲ πράξεις ἀξίας πράξεις ὅμως ποὺ ἔκαμε εἶναι ἄξιαι τιμωρίας καὶ μαστιγώσεων, θὰ
Παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ τιμωρίας, θὰ τιμωρηθῇ μὲ ὀλίγας δαρῇ μὲ ὀλίγας μαστιγώσεις. Καὶ εἶναι δίκαιον νὰ τιμωρηθῇ καὶ
ζητηθήσεται παρ' αὐτοῦ, καὶ ᾧ μαστιγώσεις. Εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐδόθη πολύ, οὗτος, διότι ἐξ ἀμελείας ἠγνόησε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του. Εἰς
παρέθεντο πολύ, περισότερον θὰ τοῦ ζητηθῇ καὶ πολύ, καὶ εἰς ἐκεῖνον καθένα δὲ ποὺ ἐδόθη πολὺ, θὰ ζητηθῇ ἀπὸ αὐτὸν πολύ. Ἀνάλογος
αἰτήσουσιν αὐτόν. ποὺ τοῦ παρέδωσαν πολλὰ χαρίσματα, θὰ πρὸς τὰ χαρίσματα, τὴν γνῶσιν καὶ τὸ ἀξίωμα, ποὺ ἔχει ὁ καθένας

139/255
ζητηθοῦν περισσότερα καλὰ ἔργα, παρ' μας, εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη του. Καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐνεπιστεύθησαν
ὅσα θὰ ζητήσουν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πολλά, θὰ τοῦ ζητήσουν πολλά, περισσότερα ἀπὸ ἐκείνους, οἱ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔλαβαν ὀλιγώτερα. ὁποῖοι ἔλαβον ὀλιγώτερα.
12,49 Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν 49 Ἦρθα νὰ βάλω φωτιὰ εἰς τὴν γῆν, 49 Δεν εἶναι καιρὸς κραιπάλης καὶ ὕπνου ὁ τωρινὸς καιρός, ὥστε νὰ
γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη! φλογερὸν ζῆλον καὶ ἐνθουσιασμὸν εἰς τὰς περνοῦν ξένοιαστα τὰς ἡμέρας των οἱ δοῦλοί μου. Ἦλθα νὰ βάλω
καρδίας τῶν καλοπροαιρέτων, ὁ ὁποῖος φωτιὰ εἰς τὴν γῆν. Ἦλθα δηλαδὴ νὰ ἀνάψω τὴν πυρκαϊάν, ἡ ὁποία
ὅμως ζῆλος θὰ ἀνάψῃ εἰς τοὺς εἰς μὲν τὰς καλοπροαιρέτους καρδίας θὰ ἐμβάλῃ φλογερὰν ἀγάπην
κακοπροαιρέτους πυρκαϊὰν μίσους καὶ ζῆλον διὰ τὸν Θεόν, εἰς τοὺς κακοπροαιρέτους δὲ καὶ
ἐναντίον ἐμοῦ καὶ τῶν ὀπαδῶν μου. Καὶ τί δυστρόπους θὰ διεγείρῃ φανατικὸν μῖσος. Καὶ ἔτσι θὰ χωρισθοῦν οἱ
ἄλλο θέλω, ἐὰν τώρα ἔχῃ πλέον ἀνάψει πιστοὶ ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοῦ πολέμου αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ τὴν
αὐτὴ ἡ φωτιά! φωτιὰ ἦλθα νὰ ρίψω ἀπὸ τὸν οὐρανὸν εἰς τὴν γῆν. Καὶ τί ἄλλο
περισσότερον θέλω, ἐὰν τώρα πλέον ἤναψεν ἡ φωτιὰ αὐτή;
12,50 Βάπτισμα δὲ ἔχω 50 Ἐγὼ ἔχω τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου, 50 Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀνάψῃ καὶ ἐπεκταθῇ ἡ φωτιὰ αὐτή, πρέπει
βαπτισθῆναι, καὶ πῶς συνέχομαι διὰ νὰ βαπτισθῶ εἰς αὐτό, καὶ πόσον προηγουμένως νὰ βαπτισθῶ τὸ προκαθωρισμένον δι’ ἐμὲ βάπτισμα
ἕως οὗ τελεσθῇ! κατέχομαι ἀπὸ τὸν πόθον καὶ ἀνυπομονῶ τοῦ αἵματος καὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Καὶ πῶς στενοχωροῦμαι
πότε νὰ πραγματοποιηθῇ καὶ ἀπλωθῇ ἔτσι καὶ ἀνυπομονῶ, ἕως ὅτου τελεσθῇ τὸ βάπτισμα αὐτό, τοῦ ὁποίου ἡ
εἰς ὅλον τὸν κόσμον τὸ πῦρ τῆς πίστεως πρόβλεψις καὶ ἀνάμνησις ταράττει τὴν ψυχήν μου!
καὶ τοῦ θείου ζήλου!
12,51 Δοκεῖτε ὅτι εἰρήνην 51 Νομίζετε ὅτι ἦλθα εἰς τὴν γῆν νὰ δώσω 51 Νομίζετε, ὅτι ἦλθα νὰ δώσω εἰς τὴν γῆν τέτοιαν εἰρήνην, ὅπως
παρεγενόμην δοῦναι ἐν τῇ γῇ; ὑποκριτικὴν καὶ ψευδῆ εἰρήνην, ὅπως τὴν τὴν φαντάζονται αὐτοί, ποὺ περιμένουν τὸν Μεσσίαν ὡς ἐπίγειον
Οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἢ φαντάζονται οἱ Ἑβραῖοι; Ὄχι σᾶς λέγω, βασιλέα καὶ κατακτητήν; Ὄχι. Σᾶς βεβαιῶ, ὅτι δὲν ἦλθα νὰ φέρω
διαμερισμόν. ἀλλὰ ἔχω ἔλθει, διὰ νὰ προκαλέσω τέτοιαν εἰρήνην, ἀλλὰ μόνον διαίρεσιν καὶ διχασμόν, (διὰ τὰ ὁποῖα
διαίρεσιν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, διὰ τὴν ὅμως ὑπεύθυνος εἶναι ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων).
ὁποίαν ὅμως διαίρεσιν ὑπεύθυνοι θὰ εἶναι
οἱ πονηροὶ καὶ ἀμετανόητοι ἄνθρωποι.
12,52 Ἔσονται γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν 52 Διότι ἀπὸ τώρα θὰ εἶναι εἰς ἕνα σπίτι 52 Θὰ ἔλθῃ δὲ διχασμός, διότι ἀπὸ τώρα θὰ εἶναι εἰς ἕνα σπίτι πέντε
πέντε ἐν οἴκῳ ἑνὶ πέντε χωρισμένοι, τρεῖς ἐναντίον δύο καὶ χωρισμένοι, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, ἡ κόρη, ἡ νύμφη καὶ ὁ υἱός. Τρεῖς

140/255
διαμεμερισμένοι, τρεῖς ἐπὶ δυσὶ δύο ἐναντίων τριῶν. θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν δύο καὶ δύο θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ
καὶ δύο ἐπὶ τρισί· τῶν τριῶν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


12,53 διαμερισθήσονται πατὴρ 53 Καὶ θὰ χωρισθῇ ὁ πατέρας ὁ ἄπιστος 53 Θὰ χωρισθῇ ὁ πατέρας, ποὺ δὲν ἐπίστευσεν εἰς τὸ Εὐαγγέλιον,
ἐπὶ υἱῷ καὶ υἱὸς ἐπὶ πατρί, μήτηρ ἐναντίον τοῦ πιστοῦ υἱοῦ του, καὶ ὁ κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ πιστεύσαντος· καὶ ὁ υἱὸς ὁ ἄπιστος θὰ χωρισθῇ
ἐπὶ θυγατρὶ καὶ θυγάτηρ ἐπὶ ἄπιστος υἱὸς ἐναντίον τοῦ πιστοῦ πατρός κατὰ τοῦ πατρός του· καὶ ἡ μητέρα ἡ ἄπιστος κατὰ τῆς πιστῆς κόρης
μητρί, πενθερᾷ ἐπὶ τὴν νύμφην του, ἡ μητέρα ἐναντίον τῆς κόρης της καὶ ἡ της, καὶ ἡ κόρη κατὰ τῆς μητέρας της· ἡ πενθερὰ δέ, ποὺ εἶναι τὸ
αὐτῆς καὶ νύμφη ἐπὶ τὴν κόρη ἐναντίον τῆς μητρός· ἡ πενθερὰ αὐτὸ πρόσωπον μὲ τὴν μητέρα τοῦ σπιτιοῦ, θὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὴν
πενθερὰν αὐτῆς. ἐναντίον τῆς νύμφης καὶ ἡ νύμφη ἐνάντιον νύμφην της, καὶ ἡ νύμφη ἀπὸ τὴν πενθεράν της.
τῆς πενθερᾶς· τὰ ἄπιστα μέλη τῆς
οἰκογενείας ἐναντίον τῶν πιστῶν».
12,54 Ἔλεγε δὲ καὶ τοῖς ὄχλοις· 54 Ἔλεγε δὲ εἰς τὰ πλήθη· «ὅταν ἴδετε τὸ 54 Ἔλεγε δὲ καὶ εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ· Εἶναι κρίσιμοι οἱ καιροὶ καὶ
ὅταν ἴδητε τὴν νεφέλην σύνεφο νὰ ἀνεβαίνῃ ἀπὸ τὴν δύσιν, δὲν τὸ καταλαβαίνετε. Εἶσθε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, διότι τοὺς
ἀνατέλλουσαν ἀπὸ δυσμῶν, ἀμέσως λέγετε· βροχὴ ἔρχεται· καὶ γίνεται ἄλλους καιροὺς τοῦ χειμῶνος καὶ τῆς καλοκαιρίας τοὺς νοιώθετε.
εὐθέως λέγετε, ὄμβρος ἔρχεται, ἔτσι. Ὅταν ἴδετε σύννεφον νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴν δύσιν, ἀμέσως λέγετε·
καὶ γίνεται οὕτω· Βροχὴ ἔρχεται. Καὶ γίνεται ἔτσι.
12,55 καὶ ὅταν νότον πνέοντα, 55 Καὶ ὅταν ἴδετε νότιον ἄνεμον νὰ φυσᾷ, 55 Καὶ ὅταν ἴδετε νὰ φυσᾷ νοτιᾶς, λέγετε, ὅτι θὰ γίνῃ ζέστη· καὶ
λέγετε ὅτι καύσων ἔσται, καὶ λέγεται ὅτι θὰ γίνῃ ζέστη· καὶ γίνεται ἔτσι. γίνεται.
γίνεται.
12,56 Ὑποκριταί, τὸ πρόσωπον 56 Ὑποκριταί! Τὰ σημεῖα τοῦ οὐρανοῦ καὶ 56 Ὑποκριταὶ καὶ σᾶς ἀποκαλῶ ἔτσι, διότι ἐνῷ διὰ τὰ συμφέροντά
τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς οἴδατε τῆς γῆς, ποὺ προαναγγέλους τὸν καιρόν, σας ἔχετε ἀρκετὴν ἀντίληψιν καὶ πρόγνωσιν, τὰ ὑψηλότερα καὶ
δοκιμάζειν, τὸν δὲ καιρὸν τοῦτον ξέρετε νὰ τὰ διακρίνετε. Τὸν καιρὸν ὅμως σπουδαιότερα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία σας, δὲν ἔχετε
πῶς οὐ δοκιμάζετε; τοῦτον, ποῦ ὅλα τὰ σημεῖα τὸν ἀγαθὴν διάθεσιν καὶ ἐνδιαφέρον νὰ αντιληφθῆτε. Τὰ ἐξωτερικὰ
παρουσιάζουν ὡς ἐποχὴν τῆς ἐλεύσεως δηλαδὴ σημάδια τοῦ ὁρίζοντος καὶ τῆς γῆς ξεύρετε νὰ τὰ
τοῦ Μεσσίου, πῶς δὲν τὸν διακρίνετε; διακρίνετε. Τὸν καιρὸν ὅμως αὐτόν, ποὺ παρουσιάζει τὰ σημάδια
τῆς παρουσίας τοῦ Μεσσίου, πῶς δὲν τὸν διακρίνετε;
12,57 Τί δὲ καὶ ἀφ' ἑαυτῶν οὐ 57 Διατὶ δὲ καὶ ἀπὸ μόνον τὸν ἑαυτόν σας, 57 Διατί δὲ καὶ χωρὶς σημάδια, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας, μὲ
κρίνετε τὸ δίκαιον; μὲ ὁδηγὸν τὸ λογικὸν καὶ τὴν συνείδησίν ὁδηγὸν τὴν συνείδησίν σας καὶ τὴν διάνοιάν σας κρίνετε τὸ δίκαιον

141/255
σας, δὲν κρίνετε τὸ ὀρθὸν καὶ δίκαιον, ὅτι καὶ σωστόν; Διατὶ δὲν βλέπετε, ὅτι ὁ βίος σας δὲν εἶναι σύμφωνος
δηλαδὴ εἶναι καιρὸς πλέον νὰ πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀποφασίζετε νὰ ἀλλάξετε

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μετανοήσετε, διὰ νὰ εὕρετε σωτηρίαν; συμπεριφορὰν καὶ τρόπον ζωῆς;
12,58 Ὡς γὰρ ὑπάγεις μετὰ τοῦ 58 Ἐφ' ὄσον εἶναι καιρὸς συμφιλιωθῆτε μὲ 58 Σπεύσατε νὰ συνδιαλλαγῆτε μὲ τὸν Θεὸν καὶ μὴ ἀναβάλλετε.
ἀντιδίκου σου ἐπ' ἄρχοντα, ἐν τῇ τὸν Θεόν, διότι ὅταν πηγαίνῃς μὲ τὸν Διότι, ὅταν πηγαίνῃς μὲ τὸν ἀντίδικόν σου εἰς δικαστὴν,
ὁδῷ δὸς ἐργασίαν ἀπηλλάχθαι ἀντίδικόν σου εἰς τὸν ἄρχοντα νὰ προσπάθησε εἰς τὸν δρόμον νὰ ἀπαλλαγῇς καὶ νὰ συμβιβασθῇς
ἀπ' αὐτοῦ, μήποτε κατασύρῃ σε δικασθῇς, προσπάθησε νὰ ἀπαλλαγῇς ἀπὸ μαζί του· μήπως σὲ σύρῃ, χωρὶς νὰ τὸ θέλῃς, εἰς τὸν δικαστὴν καὶ ὁ
πρὸς τὸν κριτήν, καὶ ὁ κριτὴς σε αὐτὸν καὶ νὰ συμβιβασθῇς μαζῆ του, δικαστὴς σὲ παραδώσῃ εἰς τὸν εἰσπράκτορα καὶ ὁ εἰσπράκτωρ σὲ
παραδῶ τῷ πράκτορι, καὶ ὁ μήπως σὲ τραβήξῃ ἐμπρὸς εἰς τὸν ρίψῃ εἰς φυλακήν.
πράκτωρ σὲ βαλεῖ εἰς φυλακήν. δικαστὴν καὶ ὁ δικαστὴς σὲ παραδώσῃ εἰς
τὸν εἰσπράκτορα καὶ ὁ εἰσπράκτωρ σὲ
βάλῃ εἰς τὴν φυλακήν.
12,59 Λέγω σοι, οὐ μὴ ἐξέλθῃς 59 Σοῦ λέγω ὅτι δὲν θὰ βγῇς ἀπὸ ἐκεῖ, ἕως 59 Σοῦ λέγω, ὅτι δὲν θὰ βγῇς ἀπ’ ἐκεῖ, ἕως ὅτου - πρᾶγμα ἀδύνατον
ἐκεῖθεν ἕως οὗ καὶ τὸ ἔσχατον ὅτου ἐξοφλήσῃς καὶ τὸ τελευταῖον λεπτόν. - ἐξοφλήσῃς καὶ τὸ τελευταῖον λεπτόν. Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν εἶναι
λεπτὸν ἀποδῷς. Συμφιλιωθῆτε μὲ τὸν Θεὸν διὰ της καιρὸς καὶ προτοῦ ἐκσπάσῃ ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, συμφιλιώθητε
μετανοίας σας, πρὶν ἐκδοθῇ ἀπὸ αὐτὸν ἡ μαζί του, διότι, ἐὰν παρουσιασθῆτε εἰς τὸ φοβερόν του κριτήριον
καταδικαστικὴ γιὰ σᾶς ἀπόφασίς του. χρεῶσται, τιμωρία ἀδυσώπητος καὶ αἰωνία σᾶς περιμένει.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 13Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
Κατὰ τὴν ὥραν δέ ποὺ ὠμιλοῦσε ὁ Κατ’ αὐτὴν δὲ τὴν στιγμήν, ποὺ ὡμίλει ὁ Κύριος περὶ τῶν σημείων
13,1 Παρῆσαν δέ τινες ἐν αὐτῷ τῷ Κύριος, παρουσιάσθησαν μερικοὶ καὶ τοῦ τῶν καιρῶν, παρουσιάσθησαν μερικοί, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἀνέφεραν διὰ
καιρῷ ἀπαγγέλοντες αὐτῷ περὶ ἀνήγγειλαν διὰ τοὺς Γαλιλαίους, τῶν τοὺς Γαλιλαίους, ποὺ ἐσφάγησαν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἀνέμιξε τὸ αἷμα
τῶν Γαλιλαίων, ὧν τὸ αἷμα ὁποίων τὸ αἷμα ὁ Πιλᾶτος, ὅταν μὲ τοὺς των ὁ Πιλᾶτος μὲ τὰς θυσίας, τὰς ὁποίας αὐτοὶ κατὰ τὴν ὥραν τῆς
Πιλᾶτος ἔμιξε μετὰ τῶν θυσιῶν στρατιώτας του τοὺς ἔσφαξε μέσα εἰς τὴν σφαγῆς των προσέφεραν.
αὐτῶν. αὐλὴν τοῦ ναοῦ, τὸ ἀνέμιξε μὲ τὰς

142/255
θυσίας, ποὺ ἐκεῖνοι προσέφεραν τὴν
ὥραν αὐτήν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


13,2 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν 2 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «ἐκ 2 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· Νομίζετε, ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι
αὐτοῖς· δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι τοῦ γεγονότος ὅτι ἔπαθαν αὐτά, βγάζετε οὔτοι ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοὶ περισσότερον ἀπὸ ὅλους τοὺς
οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας σεῖς τὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι Γαλιλαίους, καὶ δι’ αὐτὸ ἔπαθαν αὐτὰ καὶ ηὗραν ἕνα τόσον
τοὺς Γαλιλαίους ἐγένεντο, ὅτι αὐτοὶ ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοὶ περισσότερον οἰκτρὸν τέλος;
τοιαῦτα πεπόνθασιν; ἀπὸ ὅλους τοὺς Γαλιλαίους;
13,3 Οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ 3 Ὄχι σᾶς λέγω· διότι καὶ οἱ ἄλλοι 3 Ὄχι, σᾶς λέγω. Δὲν ὑπῆρξαν αὐτοὶ οἱ χειρότεροι. Ἀλλὰ ὁ
μετανοῆτε, πάντες ὠσαύτως Γαλιλαῖοι εἶναι ἐπίσης ἁμαρτωλοί. Ἐὰν δὲ θάνατός των συνέβη καὶ ὡς παράδειγμα σωφρονιστικὸν διὰ σᾶς.
ἀπολεῖσθε. δὲν μετανοήσετε καὶ σεῖς ὅλοι, κατὰ τὸν Διότι ἐὰν δὲν μετανοήσετε, καὶ σεῖς θὰ χαθῆτε κατὰ τὸν ἴδιον
ἴδιο τρόπον θὰ χαθῆτε.(Τὰ ρωμαϊκὰ τρόπον. Διότι θὰ σφαγῆτε ὅλοι ὑπὸ τῶν Ρωμαίων καὶ θὰ
στρατεύματα εἶναι ἕτοιμα νὰ ὀρμήσουν καταπατηθῇ ὑπ’ αὐτῶν ἡ Ἱερουσαλήμ, ὁπότε καὶ τὸ αἷμα πολλῶν
καὶ νὰ σᾶς κατασφάξουν). ἀπὸ σᾶς θὰ ἀναμιχθῇ μὲ τὰς θυσίας σας.
13,4 ῍Η ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτώ, 4 ῍Η νομίζετε ὅτι οἱ δέκα ὀκτώ, ἐπάνω εἰς 4 Ἢ ἐκεῖνοι οἱ δεκαοκτώ, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἔπεσεν ὁ πύργος, ποὺ
ἐφ' οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ τοὺς ὁποίους ἔπεσε ὁ πύργος τοῦ Σιλωὰμ ἦτο κτισμένος εἰς Σιλωάμ, καὶ τοὺς ἐσκότωσε, νομίζετε, ὅτι αὐτοὶ
Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, καὶ τοὺς ἐθανάτωσεν, αὐτοὶ ὑπῆρξαν ἦσαν ἁμαρτωλοὶ καὶ χρεῶσται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ περισσότερον
δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ κατοικοῦν εἰς Ἱερουσαλήμ;
ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς χρεῶσται περισσότερον ἀπὸ ὅλους τοὺς
ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν ἀνθρώπους, ποὺ κατοικοῦν εἰς τὴν
Ἱερουσαλήμ; Ἱερουσαλήμ;
13,5 Οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ 5 Ὄχι σας λέγω· ἀλλ' ἔπαθαν ἐκεῖνοι, διὰ 5 Ὄχι, σᾶς βεβαιῶ. Δὲν ἦσαν αὐτοὶ οἱ χειρότεροι. Ἀλλ’ ἔπαθον
μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως νὰ συνέλθετε σεῖς. Εὰν ὅμως δὲν ἐκεῖνοι διὰ νὰ σωφρονισθῆτε σεῖς. Καὶ ἐὰν δὲν δείξετε μετάνοιαν,
ἀπολεῖσθε. μετανοήσετε, ὅλοι κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον ὅλοι μὲ τὸν αὐτὸν τρόπον θὰ χαθῆτε, θαπτόμενοι κάτω ἀπὸ τὰ
θὰ χαθῆτε, διότι θὰ ταφῆτε κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς πρωτευούσης σας.
ἐρείπια τῶν πόλεών σας».
13,6 Ἔλεγε δὲ ταύτην τὴν 6 Ἔλεγε δὲ αὐτὴν τὴν παραβολήν· 6 Ἔλεγε δὲ αὐτὴν τὴν παραβολήν· Εἶχε κάποιος μίαν συκῆν
παραβολήν· συκῆν εἶχέ τις ἐν τῷ «κάποιος εἶχε μιὰ συκιά, φυτευμένη εἰς τὸ φυτευμένην μέσα εἰς τὸ ἀμπέλι του, εἰς ἔδαφος δηλαδὴ συνεχῶς

143/255
ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, ἀμπέλι του καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν εἰς καὶ κατ’ ἔτος καλλιεργούμενον. Καὶ ἦλθε καὶ ἐζήτει καρπὸν εἰς
καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, αὐτὴν καὶ δὲν εὑρῆκε. αὐτὴν καὶ δὲν ηὗρε.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ οὐχ εὗρεν.
13,7 Εἶπε δὲ πρὸς τὸν 7 Εἶπε δὲ εἰς τὸν ἀμπελουργόν· Ἰδού, τρία 7 Εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· Ἰδού, ἔρχομαι τρία χρόνια τώρα
ἀμπελουργόν· ἰδοὺ τρία ἔτη χρόνια ἔρχομαι καὶ ζητῶ καρπὸν εἰς τὴν καὶ ζητῶ καρπὸν εἰς τὴν συκῆν αὐτὴν καὶ δὲν εὑρίσκω. Κόψε την
ἔρχομαι ζητῶν καρπὸν ἐν τῇ συκῇ συκιὰν αὐτὴν καὶ δὲν εὑρίσκω. Κόψε την σύρριζα. Διατὶ νὰ πιάνῃ ἄδικα τὸν τόπον καὶ νὰ ἀχρηστεύῃ τὸ
ταύτῃ, καὶ οὐχ εὑρίσκω· ἔκκοψον καὶ ξερρίζωσέ την. Διατὶ νὰ ἀχρηστεύη μέρος αὐτὸ τῆς γῆς, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύνατο νὰ φυτευθῇ ἄλλο
αὐτήν· ἱνατὶ καὶ τὴν γῆν καταργεῖ; τὴν γῆν; καρποφόρον δένδρον;
13,8 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· 8 Ἐκεῖνος ὅμως ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Κύριε, 8 Ἐκεῖνος ὅμως ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Κύριε, ἄφησέ την
κύριε, ἄφες αὐτὴν καὶ τοῦτο τὸ ἄφησέ την καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου καὶ αὐτὸ τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω γύρω ἀπὸ αὐτὴν καὶ ρίψω εἰς
ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω περὶ αὐτὴν σκάψω γύρω ἀπὸ αὐτὴν καὶ ρίψω αὐτὴν λιπάσματα.
καὶ βάλω κόπρια. λίπασμα.
13,9 Κἂν μὲν ποιήσῃ καρπόν· εἰ δὲ 9 Καὶ ἐὰν μὲν κάμῃ καρπόν, τὴν 9 Καὶ ἐὰν μὲν κάμῃ καρπόν, ἔχει καλῶς· τὴν ἀφίνομεν τότε καὶ
μῆγε, εἰς τὸ μέλλον ἐκκόψεις ἀφίνομεν, ἐὰν ὅμως δὲν κάμῃ, τότε θὰ δὲν τὴν κόπτομεν· ἐὰν ὅμως δὲν κάμῃ καρπόν, τότε θὰ τὴν κόψῃς
αὐτήν. τὴν κόψῃς εἰς τὸ μέλλον». (Ὁ Θεὸς εἰς μέλλουσαν εὐκαιρίαν. Ἔτσι θὰ συμβῇ καὶ μὲ κάθε ράθυμον καὶ
δεχόμενος παράκλησιν τοῦ Υἱοῦ του ἀμετανόητον. Ἀναβάλλει μὲν ὁ Θεὸς νὰ τὸν τιμωρήσῃ, ἀναμένων
παριμένει τὴν μετάνοιαν τοῦ ἁμαρτωλοῦ τὴν μετάνοιαν αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐὰν τελικῶς ὁ ἁμαρτωλὸς δὲν ἐπιδείξῃ
καὶ τὰ καλά του ἔργα ὡς πνευματικὴν καρποὺς πνευματικοὺς μετανοίας, ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ θὰ τὸν
καρποφορίαν. Ἐὰν ὅμως ὁ ἁμαρτωλὸς κτυπήσῃ σκληρά. Τοῦτο δὲ ἐμφανέστερον ἐγένετο καὶ ἐπὶ τῆς
μείνῃ σκληρυμμένος καὶ ἀμετανόητος, Ἰουδαϊκῆς συναγωγῆς, ἡ ὁποία, ἐπειδὴ ἐδείχθη μέχρι τέλους
τότε ὁ Θεὸς θὰ τὸν τιμωρήσῃ. Αὐτὸ ἀμετανόητος καὶ ἄκαρπος, παρεδόθη εἰς ὄλεθρον.
συνέβη μὲ τοὺς ἀμετανοήτους Ἑβραίους,
τοὺς ὁποίους ἐσυμβόλιζε ἡ ἄκαρπος
συκῆ).
13,10 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν 10 Κάποιο Σάββατο ἐδίδασκε εἰς μίαν ἀπὸ 10 Ἐδίδασκε δὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς μίαν ἀπὸ τὰς
συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. τὰς συναγωγάς. συναγωγάς.
13,11 Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα 11 Καὶ ἰδοὺ εἶχε ἔλθει ἐκεῖ μία γυναίκα, ἡ 11 Καὶ ἰδοὺ παρευρίσκετο ἐκεῖ μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐκ συνεργείας

144/255
ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὁποία ἕνεκα μοχθηρᾶς ἐπιδράσεως τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ πονηροῦ πνεύματος, ἦτο ἀσθενὴς δέκα ἔτη, καὶ ἦτο δι’ αὐτὸ σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένον τὸ σῶμα
δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ ὀκτὼ χρόνια, σκυμμένη συνεχῶς, χωρὶς καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ σηκώσῃ ὀρθίαν τὴν κεφαλήν της ὁλοτελῶς.
παντελές. καθόλου νὰ ἠμπορῇ νὰ σηκώσῃ ὄρθιον τὸ
σῶμα καὶ τὴν κεφαλήν της.
13,12 Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς 12 Ὅταν τὴν εἶδε ὁ Ἰησοῦς, της ἐφώναξε 12 Ὅταν δὲ τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τῆς ἐφώναξε καὶ τῆς εἶπε· Γυναῖκα,
προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· καὶ τῆς εἶπε· «γυναίκα, ἐλευθερώνεσαι εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστιάν σου.
γύναι ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν σου».
σου·
13,13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. Καὶ τὴν ἰδίαν στιγμήν,
χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη Καὶ ἀμέσως ἐστάθηκε ὄρθια αὐτή, ἐπανέκτησε τὴν ὀρθίαν στάσιν τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν
καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. ἀπέκτησε δηλαδὴ τὴν ὑγείαν της καὶ Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της.
ἐδόξαζε τὸν Θεόν.
13,14 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ 14 Ὁ δὲ ἀρχισυνάγωγος ἀγανακτῶν, διότι 14 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμᾶτος ἀγανάκτησιν,
ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἰς ἡμέραν Σαββάτου διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἔκαμε τὴν θεραπείαν ὁ
τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ ἐθεράπευσε, ἔλαβε τὸν λόγον καὶ εἶπε εἰς Ἰησοῦς, καὶ ἔλεγεν εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ· Ἓξ ἡμέραι εἶναι εἰς τὴν
Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι τὸν λαόν· «ἓξ ἡμέραι εἶναι ἐκεῖναι, κατὰ διάθεσίν μας, κατὰ τὰς ὁποίας δικαιούμεθα καὶ πρέπει νὰ
εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐγάζεσθαι· ἐν τὰς ὁποίας πρέπει νὰ ἐργαζώμεθα· εἰς ἐργαζώμεθα. Κατ’ αὐτὰς λοιπὸν τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ
ταύταις οὖν ἐρχόμενοι αὐτὰς δὲ τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ
θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι κατὰ Σαββάτου.
σαββάτου. τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου».
13,15 Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος 15 Ἀπεκρίθη τότε εἰς αὐτοὺς ὁ Κύριος καὶ 15 Ἀπεκρίθη λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά, σὺ
καὶ εἶπεν· ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν εἶπε· ὑποκριτά, καθένας ἀπὸ σᾶς κατὰ ποὺ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύπτεις
τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου δὲν λύει τὸ φθόνον καὶ μοχθηρίαν· ὁ καθένας σας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ
αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης βώδι του ἡ τὸν ὄνον ἀπὸ τὴν φάτνην του Σαββάτου δὲν λύει τὸ βώδι του ἢ τὸν ὄνον του ἀπὸ τὴν φάτνην καὶ
καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; καὶ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίση; Αὐτὸ δὲν τὸ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσῃ, χωρίς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκ

145/255
θεωρεῖτε παράβασιν τῆς ἀργίας τοῦ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ
Σαββάτου, καὶ πολὺ ὀρθῶς. Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


13,16 Ταύτην δέ, θυγατέρα 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι θυγάτηρ καὶ 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν
Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ ἀπόγονος το Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν ὁ ἔδεσεν ὁ σατανᾶς μὲ τὴν ἀρρώστιαν, ὥστε ἐπὶ δεκαοκτὼ
σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, σατανᾶς ἔδεσε δέκα ὀκτὼ ὁλόκληρα ὁλόκληρα χρόνια νὰ μὴ δύναται νὰ σηκωθῇ ὀρθία, δὲν ἦτο πρέπον
οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ χρόνια, δὲν ἔπρεπε νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸν καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸ μακροχρόνιον αὐτὸ καὶ
τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; βαρὺν καὶ καταθλιπτικὸν αὐτὸν δεσμὸν ὀδυνηρὸν δέσιμον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου;
κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου;»
13,17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ 17 Καὶ ἐνῶ ὁ Κύριος ἔλεγε αὐτά, 17 Καὶ ἐνῷ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἀντίθετοί
κατῃσχύνοντο πάντες οἱ κατεντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἐχθροί του· του. Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι’ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστά
ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ἀντιθέτως δὲ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι' ὅλα ἔργα, ποὺ διαρκῶς ἐγίνετο ἀπὸ αύτόν.
ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς τὰ θαυμαστὰ ἔργα ποὺ ἐγίνοντο ἀπ'
ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ' αὐτὸν (διότι εἶχε ἀκόμη ὁ λαὸς ἄδολον
αὐτοῦ. τὴν καρδίαν καὶ ἀνεπηρέαστον ἀπὸ τὰς
συκοφαντίας τῶν Φαρισαίων).
13,18 Ἔλεγε δέ· τίνι ὁμοίᾳ ἐστὶν ἡ 18 Ἔλεγε δὲ ὁ Κύριος εἰς τὰ πλήθη· «μὲ τί 18 Ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν Ἰησοῦν ἐξ ἀφορμῆς τοῦ λαϊκοῦ ἐκείνου
βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, καὶ τίνι εἶναι ὁμοία ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μὲ τί νὰ ἐνθουσιασμοῦ παρουσιάσθη ζωντανὴ ἡ εἰκὼν τῆς ἑξαπλώσεως
ὁμοιώσω αὐτήν; τὴν παρομοιάσω; καὶ τῆς ἀναμορφωτικῆς δυνάμεως τῆς βασιλείας, τὴν ὁποίαν ἦλθε
νὰ ἱδρύσῃ. Ἔλεγε λοιπόν· Πρὸς τί ὁμοιάζει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ
ὁποία διὰ τῆς Ἐκκλησίας θὰ ἐγκατασταθῇ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς; Καὶ
πρὸς τί νὰ τὴν παραβάλῳ;
13,19 Ὁμοία ἐστὶ κόκκῳ σινάπεως, 19 Εἶναι ὁμοία μὲ ἕνα κόκκον σιναπιοῦ, 19 Εἶναι ὁμοία πρὸς τὸν μικρὸν σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, ποὺ τὸν
ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔβαλεν εἰς τὸν ὁποῖον ἔνας ἄνθρωπος ἐπῆρε καὶ τὸν ἐπῆρε κάποιος ἄνθρωπος καὶ τὸν ἐφύτευσεν εἰς τὸν κῆπον του·
κῆπον ἑαυτοῦ· καὶ ηὔξησε καὶ ἔσπειρεν εἰς τὸν κῆπον του· καὶ καὶ ηὔξησε καὶ ἔγινε δένδρον μεγάλο, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ
ἐγένετο εἰς δένδρον μέγα, καὶ τὰ ἐμεγάλωσε καὶ ἔγινε δένδρον μεγάλον ἐφώλιασαν εἰς τοὺς κλάδους του. Ἔτσι καὶ ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελίου
πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ ἐφώλιασαν εἰς τῆς βασιλείας, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἥτις διὰ τῆς
κατεσκήνωσεν ἐν τοῖς κλάδοις τὰ κλωνάρια του».(Μικρὰ καὶ ἀσήμαντος Ἐκκλησίας ἐγκαθιδρύεται ἤδη ἐπὶ τῆς γῆς. Ἀφανὴς καὶ ἀσήμαντος

146/255
αὐτοῦ. φαίνεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Θὰ εἰς τὰς ἀρχὰς θὰ δημιουργήσῃ βαθμηδὸν τεραστίας κατακτήσεις
γιγαντωθῇ ὅμως, θὰ ἀπλωθῇ εἰς ὅλην εἰς τὸν κόσμον καὶ θὰ ἑξακολουθῇ νὰ παρέχῃ προστασίαν καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὴν οἰκουμένην καὶ θὰ περιλάβῃ ἀνάπαυσιν εἰς τὰς ψυχάς.
ἀναρίθμητα πλήθη ἀνθρώπων).
13,20 Πάλιν εἶπε· τίνι ὁμοιώσω τὴν 20 Πάλιν εἶπε· «μὲ τί νὰ παρομοιάσω τὴν 20 Καὶ πάλιν εἶπε· Μὲ τί νὰ παραβάλω καὶ νὰ παρομοιάσω τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; βασιλείαν τοῦ Θεοῦ;
13,21 Ὁμοία ἐστὶ ζύμῃ, ἣν 21 Εἶναι ὁμοία μὲ προζύμι, ποὺ τὸ ἐπῆρε 21 Εἶναι ὁμοία πρὸς προζύμιον, τὸ ὁποῖον ἐπῆρε μία γυναῖκα καὶ
λαβοῦσα γυνὴ ἔκρυψεν εἰς μία γυναίκα καὶ τὸ ἀνακάτεψε εἰς τὸ ἔκρυψεν εἰς μεγάλην ποσότητα ἀλεύρου. Καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ τὸ
ἀλεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ τριάντα καὶ πλέον κιλὰ ἀλεύρι, ἕως ὅτου προζύμιον κρυμμένον, ἕως ὅτου ἐζυμώθη ὁλόκληρον τὸ ζυμάρι
ἐζυμώθη ὅλον. ὅλο τὸ ζυμάρι ἐζυμώθη καὶ ἔγινε τοῦ ἀλεύρου. Ἔτσι καὶ ἡ ἐπὶ γῆς βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ τὸ
κατάλληλο γιὰ ψωμί.(Ἡ βασιλεία τοῦ κήρυγμα τῆς πίστεως, δὲν θὰ ἐπιβληθῇ δι’ ἐξωτερικῶν μέσων
Θεοῦ φαίνεται μικρά, ἀλλὰ ἔχει δυνάμεως βίας καὶ καταναγκασμοῦ, ἀλλὰ σὰν ἄλλο προζύμι θὰ
τεραστίαν δύναμιν, διὰ νὰ ζυμώσῃ σιγά - εἰσχωρήσῃ σιγὰ - σιγὰ καὶ θὰ ἀναζυμώσῃ ὅλην τὴν μᾶζαν τῆς
σιγὰ καὶ μεταβάλῃ εἰς τὸ καλύτερον τὴν ἀνθρωπότητος.
ἀνθρωπότητα).
13,22 Καὶ διεπορεύετο κατὰ πόλεις 22 Καὶ ἐπερνοῦσε μέσα ἀπὸ πόλεις καὶ 22 Καὶ περιώδευεν εἰς πόλεις καὶ χωρία διδάσκων, ἀλλὰ καὶ
καὶ κώμας διδάσκων καὶ πορείαν χωριὰ διδάσκων τὸ εὐαγγέλιον, ἐνῶ συγχρόνως ἑξακολουθῶν νὰ βαδίζῃ πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ.
ποιούμενος εἰς Ἱερουσαλήμ. συγχρόνως ἐξακολουθοῦσε νὰ
κατευθύνεται εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
13,23 Εἶπε δέ τις αὐτῷ· Κύριε, εἰ 23 Τὸν ἐρώτησε δὲ κάποιος· «Κύριε, ὀλίγοι 23 Τὸν ἠρώτησε δὲ κάποιος· Κύριε, εἶναι ἄραγε ὀλίγοι αὐτοί, ποὺ
ὀλίγοι οἱ σῳζόμενοι; Ὁ δὲ εἶπε τάχα εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ σῴζωνται;» σώζονται; Αὐτὸς δὲ ἀποφεύγων νὰ δώσῃ ἀπάντησιν εἰς ἐρώτημα
πρὸς αὐτούς· Ἐκεῖνος δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς, ποὺ τὸν ἱκανοποιοῦν ἁπλῆν περιέργειαν καὶ ἐπὶ τὸ ὠφέλιμον στρέψας τὸν
ἀκολουθοῦσαν· λόγον, τοὺς εἶπε·
13,24 ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ 24 «ἀγωνίζεσθε νὰ εἰσέλθετε εἰς τὴν 24 Πρέπει νὰ καταβάλλετε προσπαθείας καὶ ἀγῶνας νὰ ἔμβητε
τῆς στενῆς πύλης, ὅτι πολλοί, βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, διὰ της στενὴς διὰ τῆς στενῆς πύλης, ἀπαρνούμενοι τὰς κακὰς συνηθείας σας καὶ
λέγω ὑμῖν, ζητήσουσιν εἰσελθεῖν πύλης, ἀπὸ τὴν θύραν καὶ τὸν δρόμον τὸν ἁμαρτωλὸν βίον σας. Πρέπει δὲ νὰ καταβάλλετε τὸν ἀγῶνα
καὶ οὐκ ἰσχύσουσιν. ποὺ ἀπαιτοῦν κόπους καὶ θυσίας. Σᾶς αὐτόν, διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι πολλοὶ ἔχοντες χαλαρὰν διάθεσιν θὰ

147/255
λέγω δέ, ὅτι πολλοὶ θὰ ζητήσουν νὰ ζητήσουν νὰ ἔμβουν, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν τὴν ἀπόφασιν νὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μποῦν, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν σταθερὰν ἀγωνισθοῦν, δὲν θὰ ἠμπορέσουν νὰ τὸ ἐπιτύχουν.
τὴν ἀπόφασιν νὰ ἀγωνισθοῦν, δὲν θὰ
ἠμπορέσουν νὰ τὸ ἐπιτύχουν.
13,25 Ἀφ' οὗ ἂν ἐγερθῇ ὁ 25 Ὅταν δὲ κάποτε σηκωθῇ ὁ 25 Ὅταν δὲ περάσῃ ἡ ὥρα καὶ σηκωθῇ ὁ οἰκοκύρης τῆς βασιλείας
οἰκοδεσπότης καὶ ἀποκλείσῃ τὴν οἰκοδεσπότης καὶ κλείσῃ καλὰ τὴν θύραν Χριστὸς καὶ κλείσῃ τὴν θύραν - τοῦτο δὲ θὰ συμβῇ κατὰ τὴν ὥραν
θύραν, καὶ ἄρξησθε ἔξω ἐστάναι καὶ ἀρχίσετε σεῖς νὰ στέκεσθε ἔξω καὶ νὰ τοῦ θανάτου δι’ ἕνα ἕκαστον καὶ κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν δι’
καὶ κρούειν τὴν θύραν λέγοντες· κτυπᾶτε λέγοντες· Κύριε, Κύριε ἄνοιξέ ὅλους - καὶ ὅταν ἀρχίσετε σεῖς νὰ στέκεσθε ἀπ’ ἔξω καὶ νὰ
Κύριε Κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν· καὶ μας, τότε θὰ ἀποκριθῇ καὶ θὰ σᾶς πῇ· Δὲν κτυπᾶτε τὴν θύραν λέγοντες· Κύριε, Κύριε, ἄνοιξέ μας· ἐκεῖνος δὲ
ἀποκριθεὶς ἐρεῖ ὑμῖν, οὐκ οἶδα ξέρω ἀπό ποῦ εἶσθε. Δὲν σᾶς γνωρίζω θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ καὶ θὰ σᾶς εἴπῃ· δὲν σᾶς ξεύρω ἀπὸ ποὺ εἶσθε,
ὑμᾶς πόθεν ἐστέ. καθόλου, (Ἀνοικτὴ θύρα, διὰ νὰ καὶ δὲν σᾶς ἐγνώρισα ποτὲ ὡς φίλους καὶ οἰκείους μου,
εἰσέλθωμεν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ,
εἶναι ἡ παροῦσα ζωή. Ὅταν ὅμως τὴν
κλείσῃ ὁ θάνατος, μάλιστα δὲ ἡ δευτέρα
παρουσία, τότε ποτὲ πλέον δὲν
θὰ ξανανοίξῃ διὰ τοὺς ἀμετανοήτους
ἁμαρτωλούς).
13,26 Τότε ἄρξεσθε λέγειν· 26 Τότε θὰ ἀρχίσετε νὰ λέγετε. Ἐφάγαμε 26 τότε θὰ ἀρχίσετε νὰ λέγετε· ἐφάγαμεν καὶ ἐπίομεν ἐμπρός σου
ἐφάγομεν ἐνώπιόν σου καὶ καὶ ἤπιαμε ἐμπρός σου. Καὶ εἰς τὰς διότι ἐλάβομεν μέρος εἰς τὴν θείαν λατρείαν, καὶ ἐδίδαξες εἰς τὰς
ἐπίομεν, καὶ ἐν ταῖς πλατείαις πλατείας μας, ὅπου ἥμεθα πλατείας μας, ὅπου ἤμεθα καὶ ἡμεῖς ἐκεῖ καὶ σὲ ἠκούσαμεν.
ἡμῶν ἐδίδαξας· συγκεντρωμένοι, ἐδίδαξες καὶ σὲ
ἠκολουθήσαμεν.
13,27 καὶ ἐρεῖ· λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα 27 Καὶ θὰ πῇ τότε ὁ οἰκοδεσπότης· Σᾶς 27 Καὶ θὰ εἶπῃ τότε ὁ οἰκοδεσπότης· Σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι δὲν σᾶς
ὑμᾶς πόθεν ἐστέ· ἀπόστητε ἀπ' λέγω τοῦτο, δὲν ξεύρω ἀπό ποῦ εἶσθε, ἡξεύρω ἀπὸ ποὺ εἶσθε καὶ ἀπὸ ποῖον κατάγεσθε· Δὲν ἐφροντίσατε
ἐμοῦ πάντες οἱ ἐργάται τῆς φύγετε μακρυὰ ἀπὸ ἐμὲ ὅλοι ὅσοι νὰ ἀναγεννηθῆτε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε νὰ συγγενεύετε
ἀδικίας. ἐπράξατε ἀδικίας καὶ ἐμείνατε πρὸς ἐμέ. Φύγετε μακρὰν ἀπὸ ἐμὲ ὅλοι σεῖς, ποὺ εἰργάσθητε εἰς

148/255
ἀμετανόητοι. τὸν βίον σας τὴν ἀδικίαν, διότι καὶ αὐτὰ τὰ χαρίσματά μου τὰ
ἐχρησιμοποιήσατε ὄχι κατὰ τὸ ἰδικόν μου, ἀλλὰ κατὰ τὸ ἰδικόν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σας θέλημα.
13,28 Ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ 28 Ἐκεῖ, μακρυὰ ἀπὸ τὴν βασιλείαν τοῦ 28 Ἐκεῖ, μακρὰν ἀπὸ τὸν Κύριον καὶ ἔξω τῆς βασιλείας του, θὰ
βρυγμὸς τῶν ὀδόντων, ὅταν Θεοῦ, εἰς τὴν αἰωνίαν καταδίκην, θὰ εἶναι κλαίετε ἀπαρηγόρητα καὶ ματαίως, καὶ θὰ τρίζετε τὰ δόντια ἀπὸ
ὄψησθε Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ ὁ θρῆνος καὶ τὰ δάκρυα, τὸ τρίξιμο τῶν τὴν ἀνυπόφορον βάσανον, ὅταν θὰ ἴδητε τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν
Ἰακὼβ καὶ πάντας τοὺς προφήτας δοντιῶν ἀπὸ τὸν ἀνυπόφορον πόνον, Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ καὶ ὅλους τοὺς προφήτας μέσα εἰς τὴν
ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, ὑμᾶς δὲ ὅταν θὰ ἴδετε τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Ἰσαὰκ βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς ἑαυτούς σας νὰ ἀποκλείωνται καὶ νὰ
ἐκβαλλομένους ἔξω, καὶ τὸν Ἰακὼβ καὶ ὅλους τοὺς προφήτας διώχνωνται ἔξω ἀπ’ αὐτήν.
εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, σᾶς δὲ νὰ
διώχνουν ἔξω.
13,29 καὶ ἥξουσιν ἀπὸ ἀνατολῶν 29 Καὶ θὰ ἔρθουν πλῆθος ἄνθρωποι ἀπὸ 29 Καὶ θὰ ἔλθουν ἄνθρωποι ἀπὸ ἀνατολὴν καὶ δύσιν καὶ ἀπὸ τὰ
καὶ δυσμῶν καὶ ἀπὸ βορρᾶ καὶ τὰ διάφορα σημεῖα τῆς οἰκουμένης, ἀπὸ βορεινὰ καὶ μεσημβρινὰ μέρη τοῦ κόσμου καὶ θὰ παρακαθήσουν
νότου, καὶ ἀνακλιθήσονται ἐν τῇ τὴν Ἀνατολὴν καὶ τὴν Δύσιν, ἀπὸ τὸν σὰν εἰς ἄλλο πανηγυρικὸν καὶ εὐφρόσυνον τραπέζι εἰς τὴν
βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Βορρᾶν καὶ τὸ Νότον, καὶ θὰ βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀναπαυόμενοι καὶ ἀπολαμβάνοντες ἐκεῖ
παρακαθίσουν ὁλόχαροι εἰς τὸ αἰωνίως διὰ τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνας, εἰς τοὺς ὁποίους
τρισμέγιστο τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ ὑπεβλήθησαν διὰ νὰ εἰσέλθουν εἰς αὐτήν.
Θεοῦ.
13,30 Καὶ ἰδού εἰσιν ἔσχατοι οἳ 30 Καὶ ἰδοὺ ὅτι κάτι τὸ ἀπροσδόκητον καὶ 30 Καὶ ἰδοὺ τί ἐκπληκτικὸν θὰ συμβῇ· εἶναι ἐδῶ μερικοὶ τελευταῖοι,
ἔσονται πρῶτοι, καὶ εἰσὶ πρῶτοι οἳ παράδοξον θὰ γίνῃ τότε. Ὑπάρχουν ἐδῶ οἱ ὁποῖοι ἐκεῖ θὰ εἶναι πρῶτοι, καὶ ὑπάρχουν μερικοί, ποὺ τώρα
ἔσονται ἔσχατοι. εἰς τὴν γῆν καὶ μεταξύ σας μερικοὶ ποὺ εἶναι πρῶτοι, οἱ ὁποῖοι ἐκεῖ θὰ εἶναι τελευταῖοι. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς
θεωροῦνται μικροὶ καὶ ἄσημοι, οἱ ὁποῖοι ἐθνικοὺς δηλαδή, ποὺ φαίνονται τώρα τελευταῖοι, λόγῳ τοῦ ὅτι
ἐν τούτοις διὰ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀρετὴν δὲν κατάγονται ἀπὸ τοὺς Πατριάρχας, μὲ τὴν πίστιν καὶ τὴν
αὐτῶν θὰ εἶναι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ ὑπακοήν, ποὺ θὰ δείξουν εἰς τὸν Χριστόν, θὰ γίνουν πρῶτοι. Καὶ
Θεοῦ πρῶτοι. Καὶ ἀντιθέτως μερικοὶ ποὺ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ἀποτελοῦν τώρα τὸν ἐκλεκτὸν
θεωροῦνται πρῶτοι, θὰ εἶναι λαὸν τοῦ Θεοῦ καὶ φαίνονται πρῶτοι, ἕνεκα τῆς ἀπιστίας των
τελευταῖοι».(Οἱ ἁμαρτωλοί ποὺ θὰ πρὸς τὸν Χριστὸν θὰ γίνουν τελευταῖοι.

149/255
μετανοήσουν καὶ οἱ εἰδωλολάτραι ποὺ θὰ
πιστεύσουν, θὰ καταλάβουν μεγάλα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀξιώματα εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Ἐνῶ πολλοὶ ἀπὸ τὸν ἰουδαϊκὸν λαόν, ποὺ
ἐθεωρεῖτο ὡς ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ,
θὰ εἶναι τελευταῖοι).
13,31 Ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ 31 Κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην ἦλθαν πρὸς 31 Κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἦλθαν μερικοὶ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἐκ
προσῆλθόν τινες Φαρισαῖοι αὐτὸν μερικοὶ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι διὰ νὰ φθόνου ἐπεδίωκον νὰ διακόψουν τὸ ἔργον τοῦ Ἰησοῦ καὶ νὰ
λέγοντες αὐτῷ· ἔξελθε καὶ τὸν ἀναγκάσουν νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴν ἐκφοβίσουν τοὺς ἀκολούθους του, ἤθελαν δὲ καὶ νὰ εὐαρεστήσουν
πορεύου ἐντεῦθεν, ὅτι Ἡρῴδης Γαλιλαίαν, τοῦ εἶπαν· «ἔβγα ἀπὸ τὰ ὅρια εἰς τὸν Ἡρῴδην, ὁ ὁποῖος ἐθεώρει ἐπικίνδυνον διὰ τὸν ἑαυτόν του
θέλει σε ἀποκτεῖναι. τῆς χώρας αὐτῆς καὶ φύγε ἀπὸ ἐδῶ, διότι τὴν παρουσίαν τοῦ Ἰησοῦ εἰς τὰ μέρη τῆς δικαιοδοσίας του, καὶ
ὁ ἡρῴδης θέλει νὰ σὲ θανατώσῃ». εἶπαν πρὸς αὐτὸν διὰ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ φύγῃ· Ἔβγα ἀπὸ τὰ
ὅρια τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Ἡρῴδου καὶ πήγαινε ἀπ’ ἐδῶ, διότι ὁ
Ἡρῴδης θέλει νὰ σὲ φονεύσῃ.
13,32 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· 32 Καὶ εἶπε εἰς αὐτούς· «πηγαίνετε καὶ 32 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· Πηγαίνετε καὶ εἴπατε εἰς τὸν ἄνθρωπον
πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι πέστε εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν, ποὺ εἶναι αὐτόν, ποὺ ἔχει τὴν πονηρίαν καὶ δολιότητα τῆς ἀλεποῦς· Εἶναι
ταύτῃ· ἰδοὺ ἐκβάλλω δαιμόνια καὶ πονηρὸς καὶ δόλιος σὰν τὴν ἀλεποῦ, ὅτι μετρημέναι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς μου. Ἰδοὺ σήμερον καὶ αὔριον
ἰάσεις ἐπιτελῶ σήμερον καὶ ὀλίγον καιρὸν θὰ μείνω ἀκόμη ἐδῶ, πράττω εὐεργετικὰ καὶ κοινῆς ὠφελείας ἔργα, βγάζω δαιμόνια καὶ
αὔριον, καὶ τῇ τρίτῃ τελειοῦμαι· ἐπειδὴ ἐγὼ ἔχω κανονίσει ἔτσι καὶ ὄχι κάνω θεραπείας καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν, πολὺ σύντομα δηλαδή,
διότι φοβοῦμε αὐτόν. Ἰδοὺ σήμερον καὶ φθάνω εἰς τὸ τέλος τοῦ ἔργου μου καὶ τῆς ζωῆς μου.
αὔριον, ὀλίγας ἀκόμη ἡμέρας, διώχνω
δαιμόνια καὶ κάνω θεραπείας καὶ ἔπειτα
φθάνω εἰς τὸ τέλος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ
ἔργου μου.
13,33 πλὴν δεῖ με σήμερον καὶ 33 Ἀλλὰ αὐτὲς τίς ἡμέρες πρέπει νὰ 33 Ἂς μὴ ἐνοχλῆται ὅμως ὁ Ἡρῴδης καὶ ἂς μὴ προχωρῇ εἰς
αὔριον, καὶ τῇ ἐχομένῃ μείνω καὶ θὰ μείνω ἐδῶ καὶ κατόπιν θὰ ἀπειλάς. Δὲν θὰ μὲ φονεύσῃ αὐτός. Ἐγὼ πρέπει σύμφωνα μὲ τὴν
πορεύεσθαι, ὅτι οὐκ ἐνδέχεται προχωρήσω πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἀπόφασιν τοῦ Πατρός μου σήμερον καὶ αὔριον, τὰς ὀλίγας δηλαδὴ

150/255
προφήτην ἀπολέσθαι ἔξω θὰ σταυρωθῷ. Δὲν θὰ μὲ φονεύσῃ ἐδῶ ὁ ἀκόμη ἡμέρας μου νὰ τὰς ζήσω καὶ δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ
Ἱερουσαλήμ. Ἡρώδης, διότι δὲν εἶναι πιθανὸν ματαιώσῃ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ. Καὶ κατὰ τὰς ἀκολούθους ἡμέρας

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


προφήτης νὰ θανατωθῇ ἔξω ἀπὸ τὴν πρέπει, συμμορφούμενος πρὸς τὴν θείαν βουλήν, νὰ μεταβῶ εἰς
Ἱερουσαλήμ. Ἱεροσόλυμα διὰ νὰ ἀποθάνω ὄχι ἐδῶ, ὅπως ἀπειλεῖ ὁ Ἡρῴδης,
ἀλλ’ ἐκεῖ. Διότι δὲν εἶναι ἐνδεχόμενον καὶ πιθανὸν προφήτης νὰ
φονευθῇ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ.
13,34 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ 34 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, πόλις 34 Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, ταλαίπωρε καὶ ἀξιοθρήνητε πόλις !
ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ ἁμαρτωλὴ καὶ ἀμετανοήτη, ποὺ φονεύεις σὺ ποὺ φονεύεις τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολεῖς ἐκείνους, ποὺ σοῦ
λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολεῖς ἐκείνους ἀπέστειλεν ὁ Θεός ! Πόσας φορὰς ἠθέλησα νὰ συμμαζεύσω τὰ
πρὸς αὐτήν ! Ποσάκις ἠθέλησα ποὺ σοῦ ἔστειλεν ὁ Θεός! Πόσες φορὲς παιδιά σου μὲ στοργὴν παρομοίαν πρὸς ἐκείνην, μὲ τὴν ὁποίαν
ἐπισυνάξαι τὰ τέκνα σου ὃν ἠθέλησα νὰ περιμαζέψω μὲ στοργὴν τὰ περιμαζεύει ἡ ὄρνιθα τὸ πλῆθος τῶν μικρῶν πουλιῶν της κάτω
τρόπον ὄρνις τὴν ἑαυτῆς νοσσιὰν τέκνα σου, ὅπως μαζεύει κάτω ἀπό τὶς ἀπὸ τὰ πτερά της, καὶ δὲν ἠθελήσατε !
ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ φτεροῦγες της ἡ ὄρνις τὰ μικρὰ πουλιά
ἠθελήσατε! της, καὶ δὲν ἠθελήσατε.
13,35 Ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος 35 Ἰδοὺ ἀφίνεται πρὸς τιμωρίαν σας 35 Ἰδοὺ πρὸς τιμωρίαν σας ἀφίνεται ἔρημος καὶ ἀπροστάτευτος
ὑμῶν ἔρημος. Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ ἔρημη ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπροστάτευτη ἡ ἀπὸ τὸν Θεόν, εἰς μόνας τὰς ἰδικάς σας χεῖρας, ὁ οἶκος σας,
μὴ με ἴδητε ἕως ἂν ἥξῃ ὅτε εἴπητε· πόλις σας μὲ τὸν ναόν της. Σᾶς δηλαδὴ ἡ πόλις σας μὲ τὸν ναόν της. Σᾶς λέγω δέ, ὅτι δὲν θὰ μὲ
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν διαβεβαιώνω δὲ ὅτι δὲν θὰ μὲ ἴδετε, ἕως ἴδετε πλέον. Ἕως ὅτου μετανοήσετε καὶ πιστεύσετε, ὁπότε
ὀνόματι Κυρίου. ὅτου ἔλθῃ καιρὸς καὶ πῆτε μὲ μετάνοιαν συγκαταριθμούμενοι εἰς τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου θὰ εἴπετε δι’
καὶ συντριβήν· Εὐλογημένος εἶναι αὐτὸς ἐμέ· Εὐλογημένος εἶναι αὐτός, ποὺ ἔρχεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ
ποὺ ἔρχεται ἐν ὀνόματι Κυρίου καὶ ὡς Κυρίου ὡς ἀπεσταλμένος του καὶ ἀντιπρόσωπός του.
ἀντιπρόσωπος τοῦ Κυρίου».

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 14Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
14,1 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐλθεῖν Όταν ὁ Κύριος εἰς ἡμέραν Σαββάτου Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι κάποιου ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας

151/255
αὐτὸν εἰς οἶκόν τινος τῶν ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι ἑνὸς ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας τῶν Φαρισαίων ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου διὰ νὰ φάγῃ ἄρτον, συνέβη
ἀρχόντων τῶν Φαρισαίων τῶν Φαρισαίων νὰ φάγῃ ἄρτον, αὐτοὶ τὸν αὐτοὶ νὰ τὸν παρατηροῦν καὶ νὰ τὸν παρακολουθοῦν μετὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


σαββάτῳ φαγεῖν ἄρτον, καὶ αὐτοὶ παρατηροῦσαν μὲ προσοχήν, μήπως πῇ ἢ προσοχῆς, μήπως εἴπῃ ἢ πράξῃ κάτι παράνομον καὶ
ἦσαν παρατηρούμενοι αὐτόν. πράξῃ κάτι τὸ παράνομον. ἀξιοκατάκριτον.
14,2 Καὶ ἰδοὺ ἄνθρωπός τις ἦν 2 Καὶ ἰδοὺ ἔνας ὑδρωπικὸς ἄνθρωπος 2 Καὶ ἰδοὺ κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ ἔπασχεν ἀπὸ ὑδρωπικίαν,
ὑδρωπικὸς ἔμπροσθεν αὐτοῦ. ἐστέκετο ἐμπρός του. ἐστέκετο ἐμπρός του, διστάζων διὰ τοὺς παρόντας νομικοὺς καὶ
Φαρισαίους νὰ ζητήσῃ φανερὰ τὴν θεραπείαν του, ἐλπίζων ὄμως,
ὅτι θὰ ἐκίνει τὴν συμπάθειάν του.
14,3 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπε 3 Ἔλαβε ὁ Ἰησοῦς τὸν λόγον καὶ εἶπε εἰς 3 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἔλαβε τὸν λόγον καὶ εἶπε πρὸς τοὺς νομικοὺς καὶ
πρὸς τοὺς νομικοὺς καὶ τοὺς νομικοὺς καὶ Φαρισαίους· τοὺς Φαρισαίους· εἶναι ἄραγε ἐπιτετραμμένον νὰ θεραπεύῃ κανεὶς
Φαρισαίους λέγων· εἰ ἐξέστι τῷ «ἐπιτρέπεται ἆρά γε κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ ἀρρώστους κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; Ἐκεῖνοι δὲ ἐσιώπησαν,
σαββάτῳ θεραπεύειν; Οἱ δὲ Σαββάτου νὰ θεραπεύῃ κανεὶς διότι δὲν ἐτόλμων νὰ τοῦ εἶπουν, ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται.
ἡσύχασαν. ἀρρώστους;» Ἐκεῖνοι ἐσίγησαν καὶ δὲν
ἐτόλμησαν νὰ ἀπαντήσουν τίποτε.
14,4 Καὶ ἐπιλαβόμενος ἰάσατο 4 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀφοῦ ἔπιασε τὸν 4 Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ τὸν ἔπιασε καὶ τὸν ἤγγισε μὲ τὰς χεῖρας του,
αὐτὸν καὶ ἀπέλυσε. ὑδρωπικόν, τὸν ἐθεράπευσε καὶ τὸν ἀφῆκε τὸν ἰάτρευσε καὶ τοῦ ἔδωκε τότε τὴν ἄδειαν νὰ φύγῃ.
ἐλεύθερον νὰ φύγῃ.
14,5 Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς 5 Βλέπων δὲ τοὺς πονηροὺς διαλογισμοὺς 5 Καὶ ἀπαντῶν εἰς τοὺς ἀποκρύφους διαλογισμοὺς τῶν Φαρισαίων
εἶπε· τίνος ὑμῶν υἱὸς ἢ βοῦς εἰς τῶν Φαρισαίων ἀπήντησε καὶ εἶπε εἰς εἶπε πρὸς αὐτούς· Ποίου ἀπὸ σᾶς ὁ υἱὸς ἢ τὸ βώδι θὰ πέσῃ μέσα εἰς
φρέαρ ἐμπεσεῖται, καὶ οὐκ αὐτούς· «ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ὅταν τὸ παιδί του πηγάδι καὶ δὲν θὰ καταβάλῃ πολλὰς προσπαθείας καὶ κόπους διὰ
εὐθέως ἀνασπάσει αὐτὸν ἐν τῇ ἢ τὸ βώδι του πέσῃ εἰς πηγάδι, δὲν θὰ νὰ τὸν ἀνασύρῃ ἀπ’ ἐκεῖ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; Ἀφοῦ
ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; καταβάλῃ κάθε προσπάθειαν νὰ τὸ λοιπὸν θεωρεῖτε τοῦτο ἐπιτετραμμένον, πῶς θὰ κατακρίνετε ὡς
ἀνασύρῃ ἀμέσως, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἡμέρα παραβάτην τοῦ Σαββάτου ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτὴν
Σαββάτου;» ὅχι μὲ κοπιώδη προσπάθειαν, ἀλλὰ μὲ ἀπλοῦν λόγον βοηθεῖ ὄχι
ἄλογον ζῶον, ἀλλὰ λογικὸν ἄνθρωπον πάσχοντα;
14,6 Καὶ οὖν ἴσχυσαν 6 Καὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ τοῦ δώσουν 6 Καὶ δὲν ἠμπόρεσαν εἰς αὐτὰ νὰ τοῦ ἀπαντήσουν, διότι ἦτο
ἀνταποκριθῆναι αὐτῷ πρὸς καμμίαν ἀπάντησιν, διότι καταλάβαιναν ὁλοφάνερον τὸ ἄδικόν των.

152/255
ταῦτα. πολὺ καλά, ὅτι τὸ ἄδικον ἦτο μὲ τὸ μέρος

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


των.
14,7 Ἔλεγε δὲ πρὸς τοὺς 7 Ἔλεγε δὲ πρὸς τοὺς καλεσμένους καὶ 7 Ἔλεγε δὲ πρὸς τοὺς καλεσμένους εἰς τὸ τραπέζι παραβολήν, διὰ
κεκλημένους παραβολήν, ἐπέχων μίαν παραβολήν, διὰ νὰ τοὺς κάμῃ νὰ τῆς ὁποίας τοὺς ἐδίδασκε τὴν ταπεινοφροσύνην, ἐπειδὴ
πῶς τὰς πρωτοκλισίας προσέξουν τὸν ἐγωϊσμόν των, μὲ τὸν παρετήρησε, πόσον ἐζήτουν καὶ ἐδιάλεγαν τὰς πρώτας θέσεις εἰς τὸ
ἐξελέγοντο, λέγων πρὸς αὐτούς· ὁποῖον αὐτοὶ ἐδιάλεγαν τὰς πρώτας θέσεις τραπέζι. Καὶ τοὺς εἶπε·
εἰς τὸ τραπέζι. Καὶ τοὺς εἶπε·
14,8 ὅταν κληθῇς ὑπό τινος εἰς 8 ὅταν προσκληθῇς ἀπὸ κάποιον εἰς 8 Ὅταν προσκληθῇς ἀπὸ κάποιον εἰς γάμους, μὴ καθήσης μόνος
γάμους, μὴ κατακλιθῇς εἰς τὴν γάμον, μὴ καθίσεις μόνος σου εἰς τὴν σου εἰς τὴν πρώτην θέσιν· μήπως ἄλλος ἀνώτερος κατὰ τὴν
πρωτοκλισίαν, μήποτε πρώτην θέσιν, μήπως κάποιος ἄλλος, κοινωνικὴν θέσιν καὶ ἀξίαν ἀπὸ σὲ εἶναι προσκαλεσμένος ἀπὸ
ἐντιμότερός σου ᾖ κεκλημένος προσκεκλημένος ἀπὸ τὸν οἰκοδεσπότην, αὐτόν, ποὺ σᾶς ἐκάλεσε.
ὑπ' αὐτοῦ, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ σέ.
14,9 καὶ ἐλθὼν ὁ σὲ καὶ αὐτὸν 9 Καὶ θὰ ἔλθῃ αὐτὸς ποὺ ἐκάλεσε σὲ καὶ 9 Καὶ θὰ ἔλθῃ τότε αὐτός, ποὺ ἐκάλεσε καὶ σὲ καὶ αὐτόν, καὶ θὰ σοῦ
καλέσας ἐρεῖ σοι· δὸς τούτῳ αὐτὸν καὶ θὰ σοῦ πῇ· Δῶσε τὴν θέσιν εἴπῃ: Κάνε θέσιν καὶ δῶσε τόπον εἰς αὐτόν. Καὶ θὰ ἀρχίσῃς τότε μὲ
τόπον· καὶ τότε ἄρξῃ μετ' αὐτήν, διότι δὲν ἀνήκει εἰς σέ. Καὶ τότε θὰ ἐντροπὴν νὰ ἀναζητῇς θέσιν, καὶ ἐπειδὴ ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ἄλλοι
αἰσχύνης τὸν ἔσχατον τόπον ἀρχίσῃς μὲ ἐντροπὴν νὰ ζητῇς ἄλλην ἔχουν καθίσει καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σοῦ παραχωρῇ τὴν
κατέχειν. θέσιν. Καὶ έπειδὴ ὅλοι θὰ ἔχουν καθίσει θέσιν του, θὰ ἀναγκασθῇς τότε νὰ καταλάβῃς τὴν τελευταίαν θέσιν
καὶ κανεὶς δὲν θὰ προθυμοποιῆται νὰ εἰς τὸ τραπέζι.
σηκωθῇ πρὸς χάριν σου, θὰ ἀναγκασθῇς
τότε νὰ καταλάβῃς τὴν τελευταία θέσιν.
14,10 Ἀλλ' ὅταν κληθῇς, 10 Ἀλλὰ ὅταν προσκληθῇς, πήγαινε καὶ 10 Ἀλλ’ ὅταν προσκληθῇς, πήγαινε καὶ κάθησε εἰς τὴν τελευταίαν
πορευθεὶς ἀνάπεσε εἰς τὸν κάθισε εἰς τὴν τελευταίαν θέσιν, ὥστε θέσιν, ὥστε ὅταν ἔλθῃ αὐτός, ποὺ σὲ ἔχει καλέσει, νὰ σοῦ εἴπῃ· Φίλε,
ἔσχατον τόπον, ἵνα ὅταν ἔλθῃ ὁ ὅταν ἔλθῃ αὐτὸς ποὺ σὲ ἐκάλεσε νάὰ σοῦ ἀνέβα παραπάνω καὶ κάθισε ὑψηλότερα εἰς θέσιν τιμητικωτέραν.
κεκληκὼς σὲ εἴπῃ σοι· φίλε, πῇ· Φίλε, ἀνέβα παραπάνω εἰς θέσιν Καὶ τότε θὰ σοῦ ἀποδοθῇ τιμὴ ἐμπρὸς εἰς ὅλους ἐκείνους, ποὺ
προσανάβηθι ἀνώτερον· τότε τιμητικωτέραν. Καὶ τότε θὰ εἶναι γιὰ σένα παρακάθηνται μαζὶ μὲ σὲ εἰς τὸ τραπέζι.
ἔσται σοι δόξα ἐνώπιον τῶν μεγάλη τιμὴ ἐμπρὸς εἰς ὅσους

153/255
συνανακειμένων σοι. παρακάθηνται μαζῆ μὲ σὲ εἰς τὸ τραπέζι.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


14,11 Ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν 11 Διότι ἐκεῖνος ποὺ ὑψώνει τὸν ἑαυτόν 11 Ὁ ἐξευτελισμὸς δὲ αὐτὸς ἐκείνου, ποὺ παίρνει μόνος του τὴν
ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν του καὶ ζητεῖ τιμᾶς καὶ πρωτοκαθεδρίας πρώτην θέσιν, καὶ ἡ τιμὴ ἐκείνου, ποὺ ἀφίνει εἰς τοὺς ἄλλους νὰ τοῦ
ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. θὰ ταπεινωθῇ. Καὶ καθένας ποὺ προσφέρουν τὴν πρώτην θέσιν, θὰ γίνουν, διότι ἰσχύει ὁ γενικὸς
ταπεινώνει τὸν εὐατόν του, θὰ ὑψωθῇ». νόμος καὶ κανῶν: Καθένας ποὺ ὑψώνει μόνος του τὸν ἑαυτόν του θὰ
ταπεινωθῇ καὶ καθένας ποὺ ταπεινώνει τὸν ἑαυτόν του θὰ ὑψωθῇ.
14,12 Ἔλεγε δὲ καὶ τῷ κεκληκότι 12 Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τὸν 12 Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς ἐκεῖνον, ποὺ τὸν εἶχε καλέσει· ὅταν κάνῃς
αὐτόν· ὅταν ποιῇς ἄριστον ἢ εἶχε προσκαλέσει· «ὅταν παραθέτῃς γεῦμα πρωινὸν ἢ βραδυνὸν τραπέζι, μὴ περιορίζεσαι νὰ προσκαλῇς
δεῖπνον, μὴ φώνει τοὺς φίλους ἢ δεῖπνον μὴ προσκαλεῖς τοὺς φίλους σου ἀποκλειστικῶς τοὺς φίλους σου, οὔτε τοὺς ἀδελφούς σου, οὔτε τοὺς
σου μηδὲ τοὺς ἀδελφούς σου οὔτε τοὺς ἀδελφούς σου οὔτε τοὺς συγγενεῖς σου, οὔτε γείτονας πλουσίους· μήπως καὶ ἐκεῖνοι σὲ
μηδὲ τοὺς συγγενεῖς σου μηδὲ συγγενεῖς σου οὔτε τοὺς πλουσίους καλέσουν, καὶ σοῦ γίνῃ ὑπ’ αὐτῶν καὶ ὄχι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ
γείτονας πλουσίους, μήποτε καὶ γείτονάς σου, μήπως καὶ αὐτοὶ μὲ τὴν ἀνταπόδοσις καὶ ἀνταμοιβὴ δι’ αὐτό, ποὺ τοὺς ἔκαμες.
αὐτοὶ σὲ ἀντικαλέσωσι, καὶ σειρά των σὲ καλέσουν καὶ γίνει ἔτσι
γενήσεταί σοι ἀνταπόδομα. ἀνταπόδοσις, ὄχι ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀλλὰ ἀπὸ
τοὺς ἀνθρώπους.(Καὶ οἱ κακοὶ κάνουν τὸ
ἴδιο, ἀποβλέποντες εἰς ἀνταπόδομα ἐκ
μέρους τῶν ἀνθρώπων).
14,13 Ἀλλ' ὅταν ποιῇς δοχήν, 13 Ἀλλὰ ὅταν κάνῃς τραπέζι καὶ 13 Ἀλλ’ ὅταν κάνῃς ὑποδοχὴν καὶ τραπέζι, προσκάλει εἰς αὐτὸ
κάλει πτωχούς, ἀναπήρους, ὑποδέχεσαι φιλοξενουμένους, πτωχούς, σακάτηδες, κουτσούς, τυφλούς.
χωλούς, τυφλούς, προσκάλεσε πτωχούς, ἀναπήρους,
χωλούς, τυφλούς.
14,14 καὶ μακάριος ἔσῃ, ὅτι οὐκ 14 Καὶ θὰ εἶσαι μακάριος διότι, ἐπειδὴ 14 Καὶ θὰ εἶσαι μακάριος, διότι αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἄλλο τι ἀπὸ εὐχὰς
ἔχουσιν ἀνταποδοῦναί σοι· αὐτοὶ δὲν ἔχουν τί νὰ σοῦ ἀνταποδώσουν, νὰ σοῦ ἀνταποδώσουν. Εἶσαι δὲ μακάριος δι’ αὐτό, διότι θὰ σοῦ
ἀνταποδοθήσεται γάρ σοι ἐν τῇ θὰ σοῦ ἀνταποδοθῇ τὸ καλὸν ποὺ ἔκανες ἀνταποδοθῇ αὐτό, ποὺ ἔκαμες, κατὰ τὴν ἀνάστασιν τῶν δικαίων,
ἀναστάσει τῶν δικαίων. κατὰ τὴν ἐπίσημον ἐκείνην ἡμέραν τῆς ὅταν ὁ Θεὸς θὰ ἀνταμείψῃ κάθε ἀγαθοεργίαν καὶ ἀρετήν.
ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν».

154/255
14,15 Ἀκούσας δέ τις τῶν 15 Ὅταν δὲ κάποιος ἀπὸ τοὺς 15 Ὅταν δὲ ἤκουσεν αὐτὰ κάποιος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ
συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν παρακαθημένους ἤκουσε αὐτὰ εἶπε· συμπαρεκάθηντο εἰς τὸ τραπέζι, εἶπεν εἰς αὐτόν: Μακάριος εἶναι

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτῷ· μακάριος ὃς φάγεται «μακάριος ἐκεῖνος, ποὺ θὰ παρακαθίσῃ εἰς ἐκεῖνος, ποὺ θὰ φάγῃ γεῦμα εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ μαζὶ μὲ τὸν
ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. τὸ γεῦμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ». Μεσσίαν καὶ τοὺς πατριάρχας καὶ τοὺς ἄλλους δικαίους.
14,16 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῶ· ἄνθρωπός 16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε εἰς αὐτὸν τὴν ἐξῆς 16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς διὰ νὰ διδάξῃ, ποίας ἀρετὰς πρέπει νὰ ἔχῃ κανεὶς διὰ
τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ παραβολήν· «ἕνας ἄνθρωπος παρέθεσε νὰ συμμετάσχῃ εἰς τὴν αἰωνίαν εὐφροσύνην τῆς βασιλείας τοῦ
ἐκάλεσε πολλούς· μέγα δεῖπνον καὶ ἐκάλεσε πολλούς. Θεοῦ, εἶπε πρὸς αὐτόν· Κάποιος ἄνθρωπος ἔκαμε βραδυνὸν
συμπόσιον μεγάλο καὶ ἐκάλεσε πολλούς. Ἡ χαρὰ καὶ ἀπόλαυσις
δηλαδὴ τῆς αἰωνίου βασιλείας παραβάλεται πρὸς δεῖπνον
μεγαλοπρεπές, ποὺ ἐτοίμασεν ὁ Θεὸς καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ἐκάλεσε εἰς
τὰς ἀρχὰς ὄχι ὅλους, ἀλλὰ πολλούς, τουτέστι τοὺς Ἰουδαίους.
14,17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον 17 Καὶ τὴν ὥραν, ποὺ θὰ παρετίθετο τὸ 17 Καὶ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλον του, δηλαδὴ
αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν δεῖπνον, ἔστειλε τὸν δοῦλον του νὰ πῇ εἰς τοὺς εἰς ἐκάστην ἐποχὴν ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, τότε δέ, ὅτε
τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι τοὺς προσκαλεσμένους· Ἐλᾶτε διότι τώρα ἐλέγετο ἡ παραβολή, ἔστειλε τὸν Βαπτιστὴ πρῶτον καὶ τὸν Υἱόν του
ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. εἶναι τὰ πάντα ἕτοιμα. ἔπειτα, ὁ ὁποῖος ἔλαβε διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως μορφὴν δούλου. Τὸν
ἔστειλε δὲ διὰ νὰ εἴπῃ εἰς τοὺς προσκαλεσμένους· Ἐλᾶτε, καὶ μὴ
ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα.
14,18 Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς 18 Καὶ αὐτοὶ σὰν νὰ ἦταν συνεννοημένοι 18 Καὶ ἤρχισαν οἱ προσκαλεσμένοι ἀπὸ μιᾶς γνώμης, σὰν νὰ ἦσαν
παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος ἤρχισαν νὰ παραιτοῦνται ὅλοι ἀπὸ τὸ προσυνεννοημένοι, νὰ δικαιολογοῦν τὴν ἀπουσίαν των ἀπὸ τὸ
εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ δεῖπνον μὲ διαφόρους δικαιολογίας· ὁ δεῖπνον. Ὁ πρῶτος εἶπεν· Ἠγόρασα κάποιο χωράφι καὶ ἔχω
ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν πρῶτος εἶπε· Ἀγόρασα ἕνα ἀγρὸν καὶ ἔχω ἀνάγκην νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸ ἴδω· σὲ παρακαλῶ θεώρησέ με
αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχεμε ἀνάγκην νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸν ἴδω· σὲ δικαιολογημένον καὶ ἀπηλλαγμένον τῆς ὑποχρεώσεως νὰ ἔλθω.
παρῃτημένον. παρακαλῶ νὰ μὲ θεωρήσῃς
ἀπηλλαγμένον ἀπὸ τὴν ὑποχρέωσιν νὰ
παρακαθίσω εἰς τὸ δεῖπνον.
14,19 Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν 19 Καὶ ἄλλος εἶπε· Ἀγόρασα πέντε 19 Καὶ ἄλλὸς εἶπεν· Ἠγόρασα πέντε ζευγάρια βώδια καὶ πηγαίνω νὰ
ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι ζευγάρια βώδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ συγχώρησε τὴν δικιολογημένην

155/255
δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σέ, ἔχε με δοκιμάσω· σὲ παρακαλῶ νὰ θεωρήσῃς ἀπουσίαν μου.
παρῃτημένον. δικαιολογημένην τὴν ἀπουσίαν μου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


14,20 Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα 20 Καὶ ἄλλος εἶπε· Ἐνυμφεύθην καὶ διὰ 20 Καὶ ἄλλος εἶπεν· Ἐπῆρα εἰς γάμον γυναῖκα καὶ δ΄ αὐτὸ δεν
ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι τοῦτο δὲν μπορῶ νὰ ἔλθω. ἡμπορῶ νὰ ἔλθω. Δηλαδὴ οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπερροφήθησαν
ἐλθεῖν. ἀπὸ τὰς βιοτικὰς καὶ σαρκικὰς μερίμνας καὶ ἠδιαφόρησαν εἰς τὴν
πρόσκλησιν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐκάλει νὰ γίνουν συμμέτοχοι
καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας του.
14,21 Καὶ παραγενόμενος ὁ 21 Καὶ ἐπέστρεψε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος πρὸς 21 Καὶ ἀφοῦ ἦλθεν ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθη εἰς τὸν κύριόν του τὰ
δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ τὸν κύριον του καὶ τοῦ διηγήθηκε ὅλα ὅσα εἶπον εἰς αὐτὸν οἰ προσκαλεσμένοι. Τότε ὁ οἰκοκύρης ἐθύμωσε
κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε αὐτά. Τότε, γεμᾶτος ὀργὴν ὁ οἰκοδεσπότης καὶ εἶπεν εἰς τὸν δοῦλον του· Ἔβγα γρήγορα εἰς τὰς πλατείας καὶ τὰ
ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ ἐναντίον τῶν ἀναξίων προσκαλεσμένων, στενὰ τῆς πόλεως καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς πτωχούς, τοὺς σακάτηδες
δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς εἶπε εἰς τὸν δοῦλον του· Ἔβγα γρήγορα εἰς καὶ χωλοὺς καὶ τυφλούς, ποὺ θὰ εὕρῃς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδὴ τοὺς
τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς τὰς πλατείας καὶ τοὺς δρόμους τῆς πόλεως περιφρονημένους μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι
πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ ἀρνοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴν σωτηρίαν, ποὺ τοὺς
ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ τοὺς χωλοὺς καὶ τοὺς προσφέρει ὁ Μεσσίας.
τυφλοὺς εἰσάγεγε ὧδε. τυφλούς.
14,22 Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, 22 Καὶ ἀφοῦ ἐξετέλεσε τὴν ἐντολὴν τοῦ 22 Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀλίγον εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, ἔγινεν ὅπως
γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι Κυρίου του ὁ δοῦλος, εἶπε· Κύριε, ἔγινε διέταξες καὶ ὑπάρχει ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς εἰς τὸ σπίτι διὰ νὰ
τόπος ἐστί. ὅπως διέταξες, καὶ εἶναι ἀκόμη τόπος προσκληθοῦν καὶ ἄλλοι.
ἀδειανός.
14,23 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν 23 Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· 23 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔβγα ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν εἰς
δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ Ἔβγα εἰς τοὺς δρόμους, εἰς τοὺς φράκτες τοὺς δρόμους καὶ εἰς τοὺς φράκτας τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως
φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον τῶν κτημάτων, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ μαζεύονται οἱ περιπλανώμενοι, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν σπίτι καὶ
εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός παρακίνησε μὲ ἐπιμονὴν ὅλους ὅσους μόνιμον κατοικίαν, καὶ ἐπειδὴ αὐτοὶ θὰ διστάζουν ἐκ συστολῆς νὰ
μου. εὕρῃς νὰ ἔλθουν ἐδῶ, διὰ νὰ γεμίσῃ οἶκος λάβουν μέρος εἰς τὸ δεῖπνον μου, παρακίνησε τοὺς ἐπιμόνως νὰ
μου. ἔμβουν ἐδῶ, διὰ νὰ γεμίσῃ τὸ σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδὴ καὶ
τοὺς ἐθνικοὺς νὰ λάβουν μέρος εἰς τὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ

156/255
Μεσσίου.
14,24 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς 24 Διότι σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι κανεὶς ἀπὸ 24 Διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν τοὺς προσκαλεσμένους ἐκείνους ἄνδρες προσκαλεσμένους, ὄχι μόνον δὲν θὰ παρακαθήσῃ ἀλλὰ οὐδὲ κὰν
κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δὲν θὰ γευθῇ τίποτε ἀπὸ τὸ δεῖπνον μου». θὰ γευθῇ τὸ δεῖπνον μου.
δείπνου. (Οἱ κυρίως προσκεκλημένοι, οἱ
πνευματικοὶ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ καὶ οἱ
ἄλλοι Ἑβραῖοι, ἀποροφημένοι ἀπὸ τὰ
ὑλικά των συμφέροντα καὶ τὴν
ματαιοδοξίαν των, ἠρνήθησαν τὴν
πρόσκλησιν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπέκλεισαν
τὸν εὐατόν των ἀπὸ τὴν βασιλείαν τῶν
οὐρανῶν. Οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ
οἱ εἰδωλολάτραι, οἱ περιφρονημένοι ἀπὸ
τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους
ἐδέχθησαν μὲ εὐγνωμοσύνην καὶ
ταπείνωσιν τὴν τιμητικὴν πρόσκλησιν καὶ
ἔγιναν ἔτσι ἔνδοξα μέλη τῆς βασιλείας
τῶν οὐρανῶν).
14,25 Συνεπορεύοντο δὲ αὐτῷ 25 Μαζῆ δὲ μὲ αὐτὸν ἐπήγαιναν καὶ 25 Ἐπήγαιναν δὲ μαζί του πολλὰ πλήθη λαοῦ καὶ ἀφοῦ πρὸς
ὄχλοι πολλοί. Καὶ στραφεὶς εἶπε πλήθη λαοῦ. Ἐστράφη τότε πρὸς αὐτοὺς στιγμὴν ἐσταμάτησε, ἔστρεψε πρὸς αὐτοὺς καὶ τοὺς εἶπε· Καλὰ μὲ
πρὸς αὐτούς· καὶ τοὺς εἶπε· ἀκολουθεῖτε τώρα καὶ θέλετε νὰ εἶσθε μαθηταί μου καὶ φίλοι μου.
Μάθετε ὅμως αὐτά, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα διὰ κάθε γνήσιον
ἀκόλουθόν μου.
14,26 εἴ τις ἔρχεται πρὸς με καὶ οὐ 26 ἐὰν κανεὶς ἔρχεται πρὸς ἐμέ, διὰ νὰ 26 Ἐὰν κανεὶς ἔρχεται μαζί μου, καὶ δὲν μισῇ τὸν πατέρα του καὶ
μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν γίνῃ ὀπαδός μου, καὶ δὲν ἀπαρνῆται τὸν τὴν μητέρα του καὶ τὴν γυναῖκα του καὶ τοὺς ἀδελφούς του καὶ τὰς
μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ πατέρα του καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν ἀδελφάς του, ἐφ’ ὅσον αὐτοὶ τοῦ γίνονται ἐμπόδιον εἰς τὸ νὰ μὲ
τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς ἀκολουθῇ, ἀκόμη δὲ ἐὰν δὲν μισῇ καὶ αὐτὴν τὴν ζωήν του, ἐφ’ ὅσον

157/255
ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ καὶ τὰς ἀδελφάς, ἐφ' ὅσον αὐτοὶ τοῦ εἶναι ὁ φόβος του νὰ χάσῃ τὴν ζωήν του τοῦ γίνεται αἰτία νὰ μὲ ἀρνηθῇ,
ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητὴς πρόσκομμα εἰς τὴν νέαν ζωήν του, ἀκόμη αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἶναι. δὲ δὲν ἀπαρνῆται καὶ τὴν ζωήν του, ὅταν ἡ
ἀνάγκη ἐπιβάλῃ νὰ τὴν θυσιάσῃ, αὐτὸς
δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου.
14,27 Καὶ ὅστις οὐ βαστάζει τὸν 27 Καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν βαστάζει ἐπάνω 27 Καὶ ὅποιος δὲν παίρνει ἐπάνω του τὸν σταυρόν του, καὶ μὲ ἄλλας
σταυρὸν ἑαυτοῦ καὶ ἔρχεται του τὸν σταυρόν του καὶ δὲν ἔρχεται κοντά λέξεις, ὅποιος δὲν λαμβάνει τὴν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ καὶ θάνατον
ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μου, δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου. σταυρικὸν καὶ ἐπονείδιστον δι΄ ἐμὲ καὶ δὲν ἔρχεται μὲ τὴν ἀπόφασιν
μαθητής. αὐτὴν ὀπίσω μου, δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου.
14,28 Τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων 28 Πρὶν γίνετε μαθηταί μου ἐξετάσατε 28 Ἐξετάσατε καλὰ τὸν ἑαυτόν σας καὶ ἀφοῦ σκεφθῆτε, ἐὰν
πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ καλὰ ἂν μπορῆτε νὰ μὲ ἀκολουθήσετε ἠμπορῆτε νὰ ὑποβληθῆτε εἰς τὰς θυσίας αὐτάς, ἀποφασίσατε τότε
πρῶτον καθίσας ψηφίζει τὴν ὅπως ἐγὼ θέλω. Διότι ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ὅταν νὰ μὲ ἀκολουθήσετε. Μελετήσατε τὸ πρᾶγμα, ἂν μὴ περισσότερον,
δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς θέλῃ νὰ κτίσῃ ἕνα πύργον, δὲν θὰ καθίσῃ τουλάχιστον ὅσον καὶ οἱ μελετῶντες νὰ ἀναλάβουν ἐγκοσμίους
ἀπαρτισμόν, πρῶτον νὰ προϋπολογίσῃ τὴν δαπάνην, ἐπιχείρησεις δαπανηρὰς ἢ ἐπικινδύνους. Διότι ποῖος ἀπὸ σᾶς, ποὺ
ἐὰν ἔχῃ δηλαδὴ τὰ χρήματα διὰ τὴν θέλει νὰ κτίσῃ σπίτι ἐφωδιασμένον μὲ πύργον, δὲν κάθεται πρῶτον
ὁλοκλήρωσιν τοῦ ἔργου; νὰ λογαριάσῃ τὴν δαπάνην, ὥστε νὰ πεισθῇ, ἐὰν ἔχῃ τὰ χρήματα,
ποὺ θὰ χρειασθοῦν διὰ νὰ τελειώσῃ τὸ ἔργον;
14,29 ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ 29 Καὶ τοῦτο θὰ τὸ κάμῃ, μήπως τυχὸν 29 Ἔτσι κάθε φρόνιμος λογαριάζει, διὰ νὰ μὴ τοῦ συμβῇ, ὥστε ἀφοῦ
θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος βάλῃ θεμέλια καὶ δὲν ἠμπορέσῃ ν' βάλῃ αὐτὸς θεμέλιον καὶ δὲν μπορέσῃ νὰ τελειώσῃ τὸν πύργον, νὰ
ἐκτελέσαι πάντες οἱ θεωροῦντες ἀποπερατώσῃ τὸν πύργον, ὁπότε ὅλοι ὅσοι ἀρχίσουν νὰ τὸν ἐμπαίζουν ὅλοι, ὅσοι θὰ βλέπουν, ὅτι τὸ ἔργον
ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, βλέπουν ἀτελὲς τὸ ἔργον του, θὰ ἀρχίσουν ἔμεινεν ἀτελείωτον,
νὰ τὸν ἐμπαίζουν
14,30 λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ 30 καὶ νὰ λέγουν ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος 30 λέγοντες ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἤρχισε νὰ οἰκοδομῇ καὶ δὲν
ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ ἤρχισε νὰ οἰκοδομῇ καὶ δὲν ἠμπόρεσε νὰ ἠμπόρεσε νὰ τελειώσῃ τὴν οἰκοδομήν. Οἰκοδομὴν πνευματικήν,
οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι; τελειώσῃ τὸ ἔργον του. αἰωνίαν καὶ ἀκατάλυτον καλεῖσθε νὰ κτίσετε καὶ σεῖς, ἐὰν γίνετε
μαθηταί μου. Εἶσθε λοιπὸν ἀποφασισμένοι νὰ ὑποστῆτε δι’ αὐτὴν
θυσίας καὶ νὰ μὴ ἀφήσετε τὸ ἔργον ἀτελείωτον

158/255
14,31 Ἢ τὶς βασιλεύς, 31 Ἢ ποιὸς βασιλεύς, ποὺ πηγαίνει νὰ 31 Ἀλλὰ καὶ πόλεμον ὡς στρατιώτης ἰδικός μου καλεῖτε νὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πορευόμενος συμβαλεῖν ἑτέρῳ συμπλακῇ καὶ νὰ πολεμήσῃ ἐναντίον διεξαγάγῃ κάθε μαθητής μου. Δι’ αὐτὸ λοιπὸν προτοῦ
βασιλεῖ εἰς πόλεμον, οὐχὶ πρῶτον ἄλλου βασιλέως, δὲν θὰ καθίσῃ πρῶτον συγκαταριθμηθῇ εἰς τὴν παράταξίν μου, ἂς τὸ σκεφθῇ καλά. Διότι
καθίσας βουλεύεται εἰ δυνατόν νὰ σκεφθῇ, ἐὰν ἔχῃ τὴν δύναμιν μὲ δέκα ποῖος βασιλεύς, ποὺ πηγαίνει νὰ συγκρουσθῇ καὶ νὰ πολεμίσῃ μὲ
ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ἀπαντῆσαι χιλιάδες στρατιώτας νὰ ἀπαντήσῃ καὶ ἄλλον βασιλέα, δὲν κάθεται πρῶτα νὰ σκεφθῇ καὶ λογαριάσῃ, ἐὰν
τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἀποκρούσῃ ἐκεῖνον, ποῦ ἔρχεται ἐναντίον ἔχῃ τὴν δύναμιν μὲ δέκα χιλιάδας νὰ συναντήσῃ καὶ ἀποκρούσῃ
ἐρχομένῳ ἐπ' αὐτόν; του μὲ εἴκοσι χιλιάδας; ἐκεῖνον, ποὺ ἔρχεται ἐναντίον του μὲ εἴκοσι χιλιάδας;
14,32 Εἰ δὲ μῆγε, ἔτι πόρρω αὐτοῦ 32 Εἰ δ' ἄλλως ἐνῶ ἀκόμη εἶναι μακρὰν 32 Καὶ ἐὰν δὲν εἶναι δυνατὸς νὰ τὸν ἀντικρούσῃ, ἐνόσῳ εἶναι ἀκόμη
ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας αὐτὸς ὁ Βασιλεύς, στέλνει πρεσβευτὰς καὶ μακρὰν ὁ βασιλεὺς οὗτος, στέλλει ἀνθρώπους, ποὺ μεσιτεύσουν ὡς
ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην. ζητεῖ νὰ διαπραγματευθοῦν διὰ τὴν ἀντιπρόσωποί του, καὶ ζητεῖ διαπραγματεύσεις δι’ εἰρήνην.
εἰρήνην.
14,33 Οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς 33 Ἔτσι λοιπὸν καὶ καθένας ἀπὸ σᾶς, ὁ 33 Ἔτσι λοιπὸν καθένας ἀπὸ σᾶς, ὁ ὁποῖος δὲν κάνει ἐκ μέρους του
οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ὁποῖος δὲν ἀπαρνεῖται ὅλα τὰ ὑπάρχοντά τὸν λογαριασμόν του καὶ δὲν ἀπαρνεῖται ὅλα τὰ ὑπάρχοτά του, καὶ
ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται του καὶ δὲν κόπτει διὰ τὸ ὄνομά μου κάθε φυσικοὺς δηλαδὴ δεσμοὺς καὶ πλοῦτον καὶ ἀπολαύσεις καὶ τὴν
εἶναί μου μαθητής. δεσμόν, ποὺ ὑπάρχει φόβος νὰ τὸν ζωήν του αὐτήν, δὲν δύναται νὰ εἶναι μαθητής μου.
κρατήσῃ μακρυὰ ἀπὸ ἐμέ, δὲν ἠμπορεῖ νὰ
εἶναι μαθητής μου.
14,34 Καλὸν τὸ ἅλας· ἐὰν δὲ καὶ 34 Τὸ ἁλάτι εἶναι καλὸν καὶ ὠφέλιμον διὰ 34 Καλὸν εἶναι νὰ γίνῃ κανεὶς μαθητής μου καὶ νὰ καταστῇ ἅλας
τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι τὸν ἄνθρωπον· κάθε μαθητής μου πνευματικόν, τὸ ὁποῖον προλαμβάνει τὴν ἠθικὴν σαπίλα καὶ
ἀρτυθήσεται; καλεῖται νὰ γίνῃ πνευματικὸ ἁλάτι μέσα ἐξυγιαίνει τὴν ζωὴν τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλ’ ἐὰν τὸ ἅλας χάσῃ τὴν
εἰς τὴν κοινωνίαν. Ἐὰν ὅμως τὸ ἁλάτι δύναμίν του, μὲ τί θὰ ἀρτυθῇ, ὥστε νὰ γίνῃ πάλιν χρήσιμον;
χάσῃ τὴν δύναμίν του, τότε μὲ τί εἶναι
δυνατὸν νὰ ἀρτυθῇ αὐτό, ὥστε νὰ γίνῃ
πάλι καλὸ καὶ ὠφέλιμον;
14,35 Οὔτε εἰς γῆν οὔτε εἰς 35 Οὔτε σὰν χῶμα δὲν εἶναι κατάλληλον 35 Δὲν εἶναι κατάλληλον καὶ χρήσιμον οὔτε εἰς τὴν γῆν νὰ ριφθῇ
κοπρίαν εὔθετόν ἐστιν· ἔξω νὰ ριφθῇ εἰς τὴν γῆν οὔτε βέβαια σὰν καὶ νὰ προστεθῇ εἰς αὐτὴν ὡς χῶμα ἀβλαβὲς καὶ παραγωγικόν,

159/255
βάλλουσιν αὐτό. Ὁ ἔχων ὦτα λίπασμα εἰς τὸ χωράφι. Τὸ ρίπτουν ἔξω ὡς οὔτε νὰ χρησιμοποιηθῇ ὡς λίπασμα. Τὸ ρίπτουν ἔξω ὡς ἄχρηστον.
ἀκούειν ἀκουέτω. ἐντελῶς ἄχρηστον. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ πνευματικὰ καὶ πραγματικὸν ἐνδιαφέρον,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πνευματικὰ διὰ νὰ ἀκούῃ, ἂς ἀκούσῃ, ἂς ὥστε νὰ ἀκούῃ καὶ νὰ ἐγκολποῦται αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς τὰ ἀκούῃ.
ἐννοήσῃ καὶ ἂς δεχθῇ αὐτὰ ποὺ λέγω. Καὶ ἂς μαθαίνῃ ὅτι καὶ καθένας ἀπὸ τοὺς μαθητάς μου, ποὺ δὲν θὰ
ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του καὶ ὅλους τοὺς ἐπιγείους του δεσμούς,
γίνεται ἅλας ἄχρηστον, ποὺ πρέπει νὰ πεταχθῇ ἔξω καὶ νὰ
καταπατηθῇ ἀπὸ ὅλους.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 15Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
15,1 Ήσαν δὲ ἐγγίζοντες αὐτῷ Καθὼς ἐπερνοῦσε τὰ διάφορα μέρη, τὸν Τὸν ἐπλησίαζαν δὲ εἰς κάθε πόλιν ἢ χωρίον, ποὺ ἐπήγαινεν, ὅλοι οἱ
πάντες οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἐπλησίαζαν ὅλοι οἱ τελῶναι καὶ οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἁμαρτωλοί, ὄχι ἁπλῶς ἐκ περιεργείας διὰ νὰ ἴδουν τὰ
ἁμαρτωλοὶ ἀκούειν αὐτοῦ. ἁμαρτωλοὶ μὲ ἐνδιαφέρον νὰ ἀκούσουν θαύματά του, ἀλλ’ ἐξ εἰλικρινοῦς ἐνδιαφέροντος νὰ άκούσουν τὴν
τὴν διδασκαλίαν του. διδασκαλίαν του.
15,2 Καὶ διεγόγγυζον οἱ 2 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως καὶ οἱ γραμματεῖς 2 Καὶ ἐγόγγυζαν μεταξύ των οἱ Φαρισαῖοι καὶ oι γραμματεῖς καὶ
Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς ἐγόγγυζαν μεταξύ των λέγοντες, ὅτι αὐτὸς ἔλεγαν, ὅτι αὐτὸς δέχεται μὲ πολλὴν συμπάθειαν καὶ οἰκειότητα
λέγοντες ὅτι οὗτος ἁμαρτωλοὺς δέχεται κοντά του μὲ πολλὴν συμπάθειαν τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ συντρώγει μὲ αὐτοὺς ἀθετῶν τὴν παράδοσιν
προσδέχεται καὶ συνεσθίει ἁμαρτωλοὺς καὶ μάλιστα τρώγει μαζῆ τῶν πρεσβυτέρων, ποὺ μᾶς ἐδίδαξαν νὰ εἴμεθα εὐπρεπεῖς καὶ νὰ μὴ
αὐτοῖς. των. συναναστρεφώμεθα ὑπόπτου ἠθικῆς πρόσωπα.
15,3 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς τὴν 3 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς τὴν παραβολὴν 3 Ἀντιθέτως ὅμως ὁ Κύριος τοὺς εἶπε τὴν παραβολὴν ταύτην λέγων·
παραβολὴν ταύτην λέγων· αὐτήν.
15,4 τίς ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν ἔχων 4 «Ποιὸς ἄνθρωπος ἀπὸ σᾶς, ἐὰν ἔχῃ 4 Ποῖος ἄνθρωπος ἀπὸ σᾶς, ἐὰν ἔχῃ ἑκατὸν πρόβατα καὶ χάσῃ ἓν
ἑκατὸν πρόβατα, καὶ ἀπολέσας ἑκατὸν πρόβατα καὶ χάσῃ ἕνα ἀπὸ αὐτά, ἀπὸ αὐτά, δὲν ἀφίνει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα εἰς τὴν ἐρημία καὶ δὲν
ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐ καταλείπει τὰ δὲν ἀφίνει τὰ ἐνενῆντα ἐννέα μόνα των εἰς πηγαίνει νὰ ἀναζητήσῃ τὸ χαμένο πρόβατον, καὶ δὲν παύει νὰ τὸ
ἐννενήκοντα ἐννέα ἐν τῇ ἐρήμῳ ἐρημικὸν μέρος καὶ πηγαίνει εἰς ἀναζητῇ ἕως ὅτου τὸ εὔρῃ;
καὶ πορεύεται ἐπὶ τὸ ἀπολωλὸς ἀναζήτησιν του χαμένου, ἕως ὅτου τὸ

160/255
ἕως οὗ εὕρῃ αὐτό; εὔρη;
15,5 Καὶ εὐρὼν ἐπιτίθησιν ἐπὶ 5 Καὶ ἀφοῦ τὸ εὔρῃ δὲν κτυπᾷ, ἀλλὰ τὸ 5 Καὶ ὅταν τὸ εὔρῃ, δὲν τὸ κλωτσᾷ οὔτε τὸ σύρει ὀπίσω του, ἀλλὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τοὺς ὤμους αὐτοῦ χαίρων, βάζει γεμᾶτος χαρὰν ἐπάνω εἰς τοὺς κουρασμένον, καθὼς εἶναι, τὸ βάζει μὲ χαρὰν ἐπὶ τῶν ὤμων του.
ὤμους του.
15,6 καὶ ἐλθὼν εἰς τὸν οἶκον 6 Καὶ ἀφοῦ ἔλθῃ εἰς τὸ σπίτι του, 6 Καὶ ὅταν ἔλθῃ εἰς τὸ σπίτι του, προσκαλεῖ ὅλους μαζὶ τοὺς φίλους
συγκαλεῖ τοὺς φίλους καὶ τοὺς προσκαλεῖ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γείτονας καὶ τοὺς γείτονας καὶ τοὺς λέγει· χαρῆτε καὶ σεῖς μαζί μου, διότι
γείτονας λέγων αὐτοῖς· καὶ τοὺς λέγει· Χαρῆτε καὶ σεῖς μαζῆ μου, ηὗρα τὸ πρόβατόν μου, ποὺ εἶχε χαθῆ.
συγχάρητέ μοι ὅτι εὗρον τὸ διότι εὑρῆκα τὸ χαμένο πρόβατό μου.
πρόβατόν μου τὸ ἀπολωλός.
15,7 Λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ 7 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι ἔτσι μεγάλη χαρὰ 7 Σᾶς διαβεβαιῶ λοιπόν, ὅτι κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον δι’ ἕνα
ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ θὰ εἶναι εἰς τὸν οὐρανὸν δι' ἕνα ἁμαρτωλόν, ποὺ μετανοεῖ, θὰ εἶναι χαρὰ εἰς τὸν οὐρανὸν
ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἁμαρτωλόν ποὺ μετανοεῖ, περισσότερον μεγαλυτέρα καὶ περισσότερον αἰσθητή, παρ’ ὅσον εἶναι αἰσθητή ἡ
ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, κτυπητὴ ἀπὸ ὅσον εἶναι ἡ χαρὰ διὰ τοὺς χαρὰ διὰ τοὺς ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν
οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσιν ἐνενῆντα ἐννέα δικαίους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἀνάγκην μετανοίας. Διατὶ λοιπὸν μὲ κατηγορεῖτε, ἐπειδὴ
μετανοίας. ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ μετάνοιαν.(Χαίρει ὁ καταδέχομαι τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ζητῶ τὴν σωτηρίαν των;
πανάγαθος Θεός. Χαίρουν τὰ ἀγγελικὰ
τάγματα τὰ ὁποῖα ὄχι μόνον κατ' ἐντολὴν
τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπην ποὺ
μᾶς ἔχουν, ποθοῦν καὶ ἐργάζονται ὡς
λειτουργικὰ πνεύματα νὰ μᾶς ὁδηγήσουν
εἰς μετάνοιαν καὶ σωτηρίαν).
15,8 Ἢ τις γυνὴ δραχμὰς ἔχουσα 8 Ἢ ποιὰ γυναίκα, ποὺ ἔχει δέκα δραχμές, 8 Ἢ ποία γυναῖκα, ποὺ ἔχει δέκα δραχμάς, ἐὰν χάσῃ μίαν δραχμὴν
δέκα, ἐὰν ἀπολέσῃ δραχμὴν ἐὰν χάσῃ μίαν δραχμήν, δὲν ἀνάπτει τὸν ἀπὸ αὐτάς, δὲν ἀνάπτει λύχνον ὥστε νὰ φωτίζωνται καλά ὅλα τὰ
μίαν, οὐχὶ ἅπτει λύχνον καὶ λυχνάρι καὶ δὲν σαρώνει τὸ σπίτι καὶ δὲν μέρη καὶ ὅλαι αἱ γωνίαι τοῦ σπιτιοῦ της καὶ δὲν σαρώνει αὐτὸ καὶ
σαροῖ τὴν οἰκίαν καὶ ζητεῖ ψάχνει προσεκτικὰ μὲ τὸ φῶς τοῦ δὲν ψάχνει προσεκτικὰ καὶ εἰς αὐτὰ τὰ σαρίδια, ἕως ὅτου εὔρῃ τὴν
ἐπιμελῶς ἕως ὅτου εὕρῃ; λυχναριοῦ παντοῦ, ἕως ὅτου εὔρῃ τὴν χαμένην δραχμήν;
δραχμήν;

161/255
15,9 Καὶ εὑροῦσα συγκαλεῖ τὰς 9 Καὶ ἀφοῦ τὴν εὔρῃ καλεῖ εἰς τὸ σπίτι της 9 Καὶ ὅταν τὴν εὔρῃ, καλεῖ ὅλας μαζὶ τὰς φίλας καὶ τὰς γειτόνισσας
φίλας καὶ τὰς γείτονας λέγουσα· ὄλες τίς φίλες καὶ τίς γειτόνισες καὶ λέγει· της καὶ λέγει· χαρῆτε μαζί μου, διότι ηὗρα τὴν δραχμήν, ποὺ ἔχασα.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


συγχάρητέ μοι ὅτι εὗρον τὴν Χαρῆτε μαζῆ μου, διότι εὑρῆκα τὴν
δραχμὴν ἣν ἀπώλεσα. δραχμὴν ποὺ ἔχασα.
15,10 Οὕτω, λέγω ὑμῖν, χαρὰ 10 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι γίνεται χαρὰ 10 Ὅπως λοιπὸν ἡ γυνὴ χαίρει διὰ τὴν ἀνεύρεσιν τῆς δραχμῆς, ἔτσι
γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων μεγάλη ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀγγέλους τοῦ σᾶς βεβαιῶ, γίνεται χαρὰ εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἐπὶ παρουσίᾳ τῶν
τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ Θεοῦ καὶ μὲ συμμετοχὴν τῶν ἀγγέλων δι' ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι καὶ συμμετέχουν εἰς τὴν χαρὰν αὐτήν,
μετανοοῦντι. ἕνα ἁμαρτωλόν ποὺ μετανοεῖ». δι’ ἕνα ἁμαρτωλὸν ποὺ μετανοεῖ.
15,11 Εἶπε δὲ· ἄνθρωπός τις εἶχε 11 Εἶπε δὲ ἀκόμη καὶ τὴν ἐξῆς παραβολήν· 11 Διὰ νὰ κάμῃ δὲ σαφεστέραν καὶ περισσότερον καταληπτὴν τὴν
δύο υἱούς. «ἕνας ἄνθρωπος εἶχε δύο υἱούς. ἀλήθειαν αὐτήν, εἶπε καὶ τὴν ἀκόλουθον παραβολήν· ἕνας
ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς δηλαδή, εἶχε δύο υἱούς.
15,12 Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν 12 Καὶ εἶπε ὁ νεώτερος ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὸν 12 Καὶ εἶπεν εἰς τὸν πατέρα ὁ μικρότερος υἱός, ποὺ εἰκονιζει τὸν
τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ πατέρα· πατέρα, δός μου τὸ μερίδιο τῆς ἀποστάτην ἁμαρτωλόν, ὁ ὁποῖος φεύγει ἀπὸ τὴν ὑπακοὴν καὶ
ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ περιουσίας ποὺ μοῦ ἀνήκει. Καὶ ὁ πατέρας προστασίαν τοῦ ἐπουρανίου Πατρός· Πατέρα, δός μου τὸ μερίδιον
διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. ἐμοίρασε εἰς αὐτοὺς τὴν περιουσίαν του. τῆς περιουσίας, ποὺ μοῦ ἀνήκει. Καὶ ἐμοίρασεν ὁ πατὴρ καὶ εἰς τοὺς
δύο υἱοὺς τὴν περιουσίαν. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ καὶ εἰς τὸν ἁμαρτωλόν,
ποὺ θέλει νὰ ζῇ μακρὰν ἀπὸ αὐτόν, παρέχει τὰ μέσα τῆς
συντηρήσεως καὶ ὅλα ἐκεῖνα τὰ πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ χαρίσματα,
ποὺ ἐὰν αὐτὸς δὲν τὰ κατεχρᾶτο, θὰ τὸν ἔκαναν πραγματικῶς
εὐτυχῆ καὶ μακάριον.
15,13 Καὶ μετ' οὐ πολλὰς ἡμέρας 13 Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας ὁ 13 Καὶ ὁ νεώτερος υἱὸς ὕστερα ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας, ἀφοῦ ἐμάζευσεν
συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος νεώτερος υἱὸς ἐμάζευσεν ὅλα ἀνεξαιρέτως ὅλα, ὅσα τοῦ ἔδωκεν ὁ πατέρας του, ἐταξίδευσεν εἰς μέρος
υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν ὅσα τοῦ εἶχε δώσει ὁ πατέρας καὶ μακρυνὸν καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν περιουσίαν του μὲ τὸ νὰ ζῇ βίον
μακρὰν καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν ἐταξίδεψε εἰς μακρυνὴν χώραν. Καὶ ἐκεῖ ἄσωτον καὶ παραλυμένον. Ἔτσι χωρίζουν καὶ τὸν ἁμαρτωλὸν αἱ
οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. ἐσπατάλησε τὴν περιουσίαν του ζῶν ἕνα ἁμαρτίαι του πολὺ μακρὰν ἀπὸ τὸν Θεόν, μὲ τὴν κατάχρησιν δὲ τῶν
βίον ἄσωτον, παραλυμένον καὶ χαρισμάτων, ποὺ τοῦ ἔδωκεν ὁ οὐράνιος Πατήρ, ἑξαχρειώνεται καὶ
ἀσυλλόγιστον. διαφθείρεται.

162/255
15,14 Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ 14 Ὅταν δὲ ἐξώδευσε ὅλα ὅσα εἶχε, ἔπεσε 14 Ὅταν δὲ ὁ νεώτερος υἱὸς ἐδαπάνησεν ὅλα, ὅσα εἶχεν, ἔγινε πεῖνα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς μεγάλη πεῖνα εἰς τὴν χώραν ἐκείνην καὶ μεγάλη εἰς τὴν χώραν ἐκείνην καὶ αὐτὸς ἤρχισε νὰ στερῆται. Δὲν
κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρχισε νὰ στερῆται καὶ νὰ πεινᾷ. εἶναι δηλαδὴ ἀπεριόριστοι αἱ ἀπολαύσεις τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ἀργὰ ἢ
αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. γρήγορα θὰ αἰσθανθῇ τὴν ἀθλιότητα καὶ τὸ κενόν, ποὺ δημιουργεῖ
εἰς τὴν καρδίαν του ὁ ἄσωτος βίος καὶ ἡ στέρησις τῆς θείας
παρηγορίας.
15,15 Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ 15 Καὶ ἀπὸ τὴν πεῖναν πλέον ζαλισμένος 15 Καὶ ὁ ἄσωτος υἱὸς λόγῳ τῶν στερήσεων καὶ τῆς πείνας του ἐπῆγε
τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, ἐπῆγε καὶ προσκολλήθηκε σὰν δοῦλος εἰς καὶ προσελήφθη δοῦλος ἀπὸ ἕνα ἐκ τῶν κατοίκων τοῦ τόπου
καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἕνα ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς χώρας ἐκείνης. ἐκείνου. Καὶ αὐτὸς τὸν ἔστειλε εἰς τὰ χωράφια του διὰ νὰ βόσκῃ
ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ αὐτὸς τὸν ἔστειλε εἰς τὰ χωράφια του, χοίρους, ζῷα δηλαδὴ ἀκάθαρτα, ποὺ εἰς ἕνα Ἰουδαῖον, ὅπως ἦτο ὁ
νὰ βόσκῃ χοίρους. νεώτερος υἱός, ἐπροκάλουν τὴν ἀηδίαν καὶ τὴν ἀποστροφήν. Εἰς
ποῖον ἐξευτελισμὸν καταπίπτει καὶ πόσον χάνει τὴν ἀξιοπρέπειάν
του ὁ ταλαίπωρος ἁμαρτωλός !
15,16 Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν 16 Καὶ ἐπιθυμοῦσε νὰ γεμίσῃ τὴν κοιλίαν 16 Καὶ ἐπεθύμει ὁ νεώτερος υἱὸς νὰ γεμίσῃ τὴν κοιλίαν του ἀπὸ τὰ
κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων του ἀπὸ τὰ ξυλοκέρατα, ποὺ ἔτρωγαν οἱ ξυλοκέρατα, τὰ ὁποῖα ἔτρωγαν οἱ χοῖροι, καὶ κανεὶς δὲν τοῦ ἔδιδε,
ὧν ἤσθιον οἱ χοίροι, καὶ οὐδεὶς χοίροι, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τοῦ ἔδιδε, διότι οἱ διότι οἱ ὑπηρέται, ποὺ ἔκαναν τὴν διανομήν, ἐπέβλεπον νὰ
ἐδίδου αὐτῷ. ὑπηρέται τὰ προώριζαν διὰ τοὺς χοίρους. τρέφωνται οἱ χοῖροι μὲ αὐτά.
15,17 Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· 17 Κάποιαν ὅμως ἡμέραν συνῆλθεν ἀπὸ 17 Εἰς κάποιαν ὅμως στιγμὴν συνῆλθεν οὗτος εἰς τὸν ἑαυτόν του
πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου τὴν ζάλην καὶ τὸ κατάντημα τῆς ἀπὸ τὴν μέθην καὶ τὴν τρέλλαν τῆς ἁμαρτίας καὶ εἶπε· πόσοι
περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ ἁμαρτωλῆς ζωῆς του καὶ εἶπε· Πόσοι μισθωτοὶ τοῦ πατέρα μου ἔχουν ἄφθονον καὶ περισσεύοντα τὸν
λιμῷ ἀπόλλυμαι! μισθωτοὶ τοῦ πατέρα μου ἔχουν μὲ τὸ ἄρτον, ἐγὼ δὲ κινδυνεύω νὰ χαθῶ ἀπὸ τὴν πεῖναν; Τὸ πρῶτον βῆμα
παραπάνω ψωμιὰ καὶ φαγητά, ἐγὼ δὲ τῆς μετανοίας, ἡ ὑπὸ τοῦ ἁμαρτωλοῦ συναίσθησις τῆς ἀθλιότητός
χάνομαι ἀπὸ τὴν πεῖναν; του.
15,18 Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς 18 Καὶ ἀμέσως ἐπῆρε τὴν ἀπόφασιν τῆς 18 Εἰς τὴν συναίσθησιν αὐτὴν ἐπακολουθεῖ καὶ ἡ σωτηριώδης
τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· ἐπιστροφῆς καὶ εἶπε· Θὰ σηκωθῶ, θὰ ἀπόφασις. Θὰ σηκωθῶ, λέγει ὁ ἄσωτος, καὶ θὰ ὑπάγω πρὸς τὸν
πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν ὑπάγω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ θὰ τοῦ πατέρα μου καὶ θὰ τοῦ εἴπω· Πατέρα, ἡμάρτησα εἰς τὸν οὐρανόν,

163/255
καὶ ἐνώπιόν σου· πῶ· πατέρα μου, ἡμάρτησα εἰς τὸν ὅπου ἐκτελεῖται μετ’ εὐλαβείας τὸ θεῖον θέλημα ἀπὸ τοὺς
οὐρανὸν ἐμπρὸς εἰς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀξιοῦν ὅλα τὰ κτίσματα νὰ συμμορφοῦνται

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀγγέλους του· ἡμάρτησα καὶ ἐνώπιόν σου, πρὸς αὐτό, ὅπως σομμορφοῦνται καὶ αὐτοί, λυποῦνται δὲ διὰ τὴν
διότι περιφρόνησα τὴν πατρικήν σου ἀποστασίαν κάθε ἀνθρώπου· ἡμάρτησα καὶ ἐνώπιόν σου, διότι
ἀγάπην καὶ δὲν ἐλογάριασα τὴν λύπην, ἐπεριφρόνησα τὴν στοργήν σου καὶ δὲν ἐλογάριασα τὴν λύπην, ποὺ
ποὺ θὰ σοῦ προξενοῦσα μὲ τὴν φυγήν μου. ἐδοκίμαζες, ὅταν ἔφευγα μακρὰν ἀπὸ σέ.
15,19 οὐκέτι εἶμι ἄξιος κληθῆναι 19 Δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ 19 Καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ υἱός σου. Δὲν ἔχω τὴν
υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν υἱός σου καὶ νὰ φέρω τὸ τιμημένο ὄνομά ἀξίωσιν, οὔτε ὡς μόνιμος δοῦλος σου παραμένων διαρκῶς ἐν τῇ
μισθίων σου. σου· κάμε μὲ σὰν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτας οἰκίᾳ σου νὰ προσληφθῶ. Κάμε με σὰν ἕνα ἀπὸ τοὺς μισθωτούς
σου. σου.
15,20 Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν 20 Καὶ ἔθεσε εἰς ἐφαρμογὴν τὴν καλὴν του 20 Καὶ ἡ σωτηριώδης ἀπόφασις ἐτέθη εἰς ἐνέργειαν. Ὁ ἄσωτος
πατέρα αὐτοῦ. Ἔτι δὲ αὐτοῦ ἀπόφασιν. Ἐσηκώθη καὶ ἦλθε πρὸς τὸν ἐσηκώθη καὶ ἦλθεν εἰς τὸν πατέρα του. Καὶ ἐνῷ αὐτὸς ἀπεῖχεν
μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατέρα του. Ἐνῶ δὲ ἀκόμη εὑρίσκετο εἰς ἀκόμη μακράν, τὸν εἶδεν ὁ πατέρας του καὶ τὸν ἐλυπήθη καὶ ἀφοῦ
πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχίσθη, μακρυνὴν ἀπόστασιν, ὁ πατέρας του, ποὺ ἔτρεξεν εἰς προυπάντησιν αὐτοῦ, ἔπεσεν εἰς τὸν τράχηλόν του καὶ
καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν ἀπὸ καιρὸν τώρα τὸν ἐπερίμενε καὶ ἐναγκαλισθεὶς αὐτὸν τὸν ἐφίλησε μὲ πόθον καὶ στοργήν. Ὁ Θεὸς
τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν παρατηροῦσε πάντοτε μὲ λαχτάρα εἰς τὸν δηλαδὴ ὄχι μόνον δέχεται τὸν διὰ τῆς μετανοίας ἐπιστρέφοντα
αὐτόν. δρόμον, τὸν εἶδε καὶ τὸν ἐσπλαγχνίσθη, ἁμαρτωλόν, ἀλλὰ καὶ προτοῦ ἀκόμη πλησιάσῃ αὐτὸς πρὸς τὸν
ἔτρεξε εἰς προϋπάντησίν του, ἔπεσε μὲ Θεόν, σπεύδει ὁ Θεὸς πρὸς ἀναζήτησίν του καὶ τὸν ἐναγκαλίζεται
στοργὴν ἀπέραντον εἰς τὸν τράχηλον τοῦ μὲ στοργήν.
παιδιοῦ του, τὸ ἀγκάλιασε καὶ τὸ ἐγέμισε
φιλήματα.
15,21 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, 21 Συντετριμμένος ὁ υἱὸς ἀπὸ τὴν 21 Παρὰ τὴν στοργὴν ὅμως τοῦ Πατρός, καὶ παρὰ τὴν ἐπελθοῦσαν
ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἀπέραντον αὐτὴν στοργὴν εἶπε εἰς τὸν συνδιαλλαγήν, ὁ υἱὸς συντετριμμένος ἔκαμε τὴν ἐξομολόγησίν του
ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἶμι πατέρα του· Πατέρα, ἡμάρτησα εἰς τὸν καὶ εἶπε: Πατέρα, ἡμάρτησα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ
ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου καὶ δὲν εἶμαι δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ υἱός σου.
ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ υἱός σου.
15,22 Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς 22 Ὅ δὲ πατέρας τὸν διέκοψε, ἐστράφη 22 Ὁ πατέρας δὲ τότε τὸν διέκοψε καὶ εἶπεν εἰς τοὺς δούλους του·

164/255
δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν πρὸς τοὺς δούλους, ποὺ εἶχαν μαζευθῆ Βγάλετε ἔξω τὴν πιὸ καλὴν φορεσιάν, ἀπὸ ὅσας ἔχομεν, φορεσιὰν
στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε ἐκεῖ, καὶ εἶπε· Βγάλτε τὴν πιὸ καλὴ ὁμοίαν πρὸς ἐκείνην, ποὺ ἐφοροῦσε προτοῦ φύγῃ ἀπὸ τὸ σπίτι μου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν φορεσιὰ καὶ ἐνδύσατέ τον, καὶ δῶστε του Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς θὰ ἐντρέπεται εἰς τὴν κατάστασιν ποὺ εἶναι, νὰ
χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τὸ δακτυλίδι εἰς τὰ χέρια, σὰν αὐτό ποῦ τὴν φορέσῃ, ἐνδύσατέ τον σεῖς, διὰ νὰ μὴ εἶναι πλέον γυμνὸς καὶ
τοὺς πόδας, φοροῦν οἱ ἐλεύθεροι καὶ οἱ κύριοι. Δῶστε κουρελιάρης. Καὶ δώσατε δακτυλίδιον εἰς τὸ χέρι του νὰ τὸ φορῇ,
του ὑποδήματα εἰς τὰ πόδια, διὰ νὰ μὴ ὅπως φοροῦν οἱ κύριοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι. Δώσατέ του καὶ ὑποδήματα
περπατῇ ξυπόλητος ὅπως οἱ δοῦλοι. εἰς τοὺς πόδας, νὰ μὴ περιπατῇ ἀνυπόδητος ὅπως οἱ σκλάβοι. Τὸν
ἀποκαθιστῶ δηλαδὴ ἐξ ὁλοκλήρου είς τὴν θέσιν καὶ τὰ δικαιώματα,
ποὺ εἶχε προτοῦ ἀσωτεύσῃ.
15,23 καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον 23 Καὶ φέρτε τὸ θρεφτὸ μοσχάρι, σφάξτε 23 Καὶ ἐπὶ πλέον διατάσσω νὰ φέρετε καὶ νὰ σφάξετε ἐκεῖνο ἀπὸ τὰ
τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ τὸ καὶ ἐτοιμάστε τὸ πιὸ πλούσιο τραπέζι, μοσχάρια, ποὺ τὸ τρέφομεν ξεχωριστὰ διὰ κάποιαν χαρμόσυνον καὶ
φαγόντες εὐφρανθῶμεν, διὰ νὰ πανηγυρίσωμε τὸ ἐξαιρετικὰ ἐξαιρετικὴν περίστασιν. Καὶ ἀφοῦ φάγωμεν, ἀς χαρῶμεν καὶ ἀς
χαρμόσυνο αὐτὸ γεγονός. Καὶ ἀφοῦ φᾶμε, διασκεδάσωμεν μὲ τραγούδια καὶ μὲ χορούς.
ἂς εὐφρανθοῦμε ὅλοι.
15,24 ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς 24 Διότι ὁ υἱός μου αὐτὸς ἦτο νεκρὸς καὶ 24 Διότι ὁ υἱός μου αὐτὸς ἕως πρὸ ὀλίγου ἦτο πεθαμένος καὶ
ἦν καὶ ἀνέζησε καὶ ἀπολωλὼς ἦν ἀναστήθηκε, χαμένος ἦτο καὶ εὐρέθηκε. ἑξαναζωντάνευσε· καὶ ἦτο χαμένος καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρχισαν νὰ
καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο Καὶ ἤρχισαν νὰ εὐφραίνωνται. (Ἄγγελοι εὐφραίνωνται.
εὐφραίνεσθαι. καὶ δίκαιοι καλοῦνται ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ
χαροῦν καὶ νὰ εὐφρανθοῦν, ὅταν ἔνας
ἁμαρτωλός, ποὺ ἐγκατέλειψε τὸν Θεὸν καὶ
ἐσπατάλησε τὰ θεῖα δῶρα εἰς τὴν
ἁμαρτίαν καὶ ἐβυθίσθη εἰς τὸν
ἐξευτελισμὸν καὶ τὴν κοινὴν
περιφρόνησιν, μετανοήσῃ εἰλικρινῶς,
ἐπανέλθῃ πρὸς τὸν Πατέρα καὶ ξαναπάρῃ
τὴν υἱοθεσίαν καὶ τὴν πρώτην του θέσιν).
15,25 Ἦν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ 25 Ἀλλὰ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς εὑρίσκετο εἰς 25 Ὁ μεγαλύτερος δὲ υἱός, πρὸς τὸν ὁποῖον ὠμοίαζον οἱ Φαρισαῖοι,

165/255
πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς τὸ χωράφι καὶ καθὼς τὴν ὥραν ποὺ ἤρχετο ἦτο εἰς τὸ χωράφι. Καὶ καθὼς ἤρχετο καὶ ἐπλησίαζεν εἰς τὸ σπίτι,
ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἐπλησίασε εἰς τὸ σπίτι, ἤκουσε μουσικὰ ἤκουσεν ὄργανα καὶ τραγούδια καὶ χορούς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, ὄργανα καὶ τραγούδια καὶ χορούς.
15,26 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα 26 Καὶ ἀφοῦ ἐκάλεσε ἕνα ἀπὸ τοὺς 26 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτας, ποὺ ἐστέκοντο
τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ὑπηρέτας, τὸν ἠρώτησε τί ἄραγε εἶναι ἀπ’ ἔξω, ἠρώτα νὰ μάθῃ σὰν τὶ τάχα νὰ ἦσαν αὐτά;
ταῦτα. αὐτά ποὺ γίνονται.
15,27 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ 27 Ἐκεῖνος δὲ τοῦ εἶπε ὅτι· Ἦλθε ὁ 27 Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπεν· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἦλθε καὶ ὁ πατέρας σου
ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ ἀδελφός σου καὶ ὁ πατέρας σου ἔσφαξε τὸ ἔσφαξε τὸ μοσχάρι τὸ θρεφτό, διότι τοῦ ἦλθε πάλιν ὑγιὴς
πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν θρεπτὸ μοσχάρι, διότι μὲ μεγάλην χαρὰν
σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν τὸν εἶδε καὶ τὸν ὑπεδέχθη ὑγιῆ.
ἀπέλαβεν.
15,28 Ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν 28 Ἐθύμωσε δὲ αὐτὸς καὶ δὲν ἤθελε νὰ 28 Ὅπως δὲ οἱ Φαρισαῖοι ἐσκανδαλίζοντο, ὅταν ἔβλεπαν τὸν Κύριον
εἰσελθεῖν. Ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ εἰσέλθῃ εἰς τὸ σπίτι καὶ νὰ παρακαθίσῃ εἰς νὰ συναναστρέφεται καὶ νὰ διδάσκῃ τοὺς ἁμαρτολους, ἔτσι καὶ ὁ
ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. τὸ χαρμόσυνο τραπέζι. ῞Οταν ὁ πατέρας μεγαλύτερος υἱὸς ἐθύμωσε καὶ δὲν ἤθελε να ἔμβῃ εἰς τὸ σπίτι. Ὁ
ἐπληροφορήθη αὐτό, ἐβγῆκε ἔξω πρὸς τὸν πατέρας του λοιπὸν μὲ τὴν αὐτὴν στοργήν, ποὺ ἐδέχθη τὸν
μεγαλύτερον υἱὸν καὶ μὲ στοργὴν πολλὴν νεώτερον, ἐβγῆκε καὶ εἰς αὐτὸν καὶ τὸν παρεκάλει.
τὸν παρακαλοῦσε.
15,29 Ὁδὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ 29 Ἐκεῖνος ὅμως πικραμένος ἀπεκρίθη μὲ 29 Ἀλλ’ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς ἀπεκρίθη καὶ εἶπε πρὸς τὸν πατέρα·
πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω δυσφορίαν μεγάλην καὶ τοῦ εἶπε· Ἰδοὺ Ἰδού, τόσα χρόνια σὲ δουλεύω καί ποτὲ προσταγὴν δὲν παρέβην.
σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου τόσα χρόνια σὲ ὑπηρετῶ καὶ ποτὲ δὲν Καὶ δὲν μοῦ ἔδωκες ποτὲ οὔτε ἕνα ἐρίφιον διὰ εὐφρανθῶ μὲ τοὺς
παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε κατεπάτησα τὴν ἐντολή σου. Καὶ ὅμως εἰς φίλους μου. (Πόσον ὁ πρεσβύτερος υἱὸς πλανᾶται ! Ἐὰν ὑπῆρξε
ἔδωκας ἔρριφον ἵνα μετὰ τῶν ἐμὲ δὲν ἔδωσες ποτὲ ἕνα κατσίκι, διὰ νὰ τόσον πειθαρχικὸς πρὸς τὸν πατέρα πῶς τώρα μετὰ τόσου
φίλων μου εὐφρανθῶ· ἐφρανθῶ μὲ τοὺς φίλους μου. πείσματος παρακούει αὐτόν; Πότε δὲ ζήτησεν ἐρίφιον παρὰ τοῦ
πατρὸς καὶ ὁ πατὴρ δὲν τοῦ ἔδωκε;).
15,30 ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ 30 Ὅταν δὲ ἦλθε τὸ παιδί σου αὐτό, ποὺ 30 Ὅταν δὲ ἦλθεν ὁ προκομμένος αὐτὸς υἱός σου, ποὺ κατέφαγε τὴν
καταφαγῶν σου τὸν βίον μετὰ κατέφαγε τὸ βιό σου μὲ πόρνας, ἔσφαξες περιουσίαν σου μὲ πόρνας, ἔσφαξες δι’ αὐτὸν τὸ μοσχάρι, ποὺ τὸ
πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν πρὸς χάριν του τὸ θρεπτὸ μοσχάρι. εἴχαμεν θρεφτάρι. Δηλαδὴ ὁ μεγαλύτερος υἱὸς μετεχειρίσθη τὴν

166/255
μόσχον τὸν σιτευτόν. ἀλαζονικὴν γλῶσσαν τῶν Φαρισαίων, ποὺ περιφρονοῦσαν τοὺς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἁμαρτωλοὺς καὶ ἐνόμιζαν, ὅτι μόνον αὐτοὶ ὡς δίκαιοι εἶχαν
δικαιώματα ἐπὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
15,31 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ 31 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ πατέρας· Παιδί μου, 31 Καὶ ὁ πατέρας τότε τοῦ εἶπε· Παιδί μου, σὺ εἶσαι πάντα μαζί μου.
πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα σὺ πάντοτε εἶσαι μαζῆ μου καὶ ὅλα τὰ Καὶ ὅλα ὅσα ἔχω, ἰδικά σου εἶναι.
τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· ὑπάρχοντά μου εἶναι δικά σου καί ποτὲ
ἀπὸ τίποτε δὲν σὲ ἐστέρησα.
15,32 Εὐρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι 32 Ἔπρεπε δὲ καὶ σὺ νὰ εὐρανθῇς καὶ νὰ 32 Ἔπρεπε δὲ καὶ σὺ νὰ εὐφρανθῇς καὶ νὰ χαρῇς, διότι ὁ ἀδελφός
ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος χαρῇς, διότι ὁ ἀδελφός σου αὐτὸς ἦτο σου αὐτός, διὰ τὸν ὁποῖον μὲ τόσην περιφρόνησιν ὁμιλεῖς ἦτο
νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ νεκρὸς καὶ ἀναστήθηκε, χαμένος καὶ νεκρὸς καὶ ἔζησε πάλιν· καὶ χαμένος ἦτο καὶ εὑρέθη.
ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. ξαναβρέθηκε». (Ἀγανακτοῦσαν οἱ
ὑψηλόφρονες Φαρισαῖοι, ὅταν ἔβλεπαν τὸν
Κύριον νὰ δέχεται μὲ στοργὴν τοὺς
μετανοοῦντας ἁμαρτωλοὺς καὶ νὰ τοὺς
ἀνακηρύσσῃ πολίτας τῆς βασιλείας του.
Ἐγωπαθεῖς καὶ ἰδιοτελεῖς, καθὼς ἦσαν οἱ
Φαρισαῖοι καὶ οἱ ὅμοιοι μὲ αὐτούς, τυπικῶς
μόνον καὶ ἐξωτερικῶς τιμῶντες τὸν Θεόν,
ἀπεξένωσαν τὸν εὐατόν των ἀπὸ τὴν
ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν χαρμόσυνον
ἐπικοινωνίαν μὲ τοὺς πολίτας τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν).

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 16Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα

167/255
16,1 Έλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς Έλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως κατείχοντο καὶ ἀπὸ ἄλλην κακίαν. Ἦσαν
μαθητὰς αὐτοῦ· ἄνθρωπός τις ἦν ἄλλην παραβολήν, διὰ να καταδικάσῃ τὴν φιλάργυροι καὶ κατεκράτουν τὸν πλοῦτον ἐγωϊστικῶς διὰ μόνον τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πλούσιος, ὃς εἶχεν οἰκονόμον, καὶ φιλαργυρίαν, ἀπὸ τὴν ὁποία ἑαυτόν τους. Εἶπε λοιπὸν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ τὴν
οὗτος διεβλήθη αὐτῷ ὡς ἐκυριαρχοῦντο οἱ Φαρισαῖοι· «ἕνας ἀκόλουθον παραβολήν, διὰ νὰ τοὺς διδάξῃ, πῶς πρέπει ὁ καθένας
διασκορπίζων τὰ ὑπάρχοντα ἄνθρωπος, εἶπε, ἦτο πλούσιος καὶ εἶχε νὰ χρησιμοποιῇ τὸν πλοῦτον· Ἦτο κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος, ὁ
αὐτοῦ. διαχειριστὴν εἰς τὴν περιουσίαν του. Καὶ ὁποῖος εἶχεν ἐπιστάτην καὶ διαχειριστὴν τῆς περιουσίας του. Καὶ
αὐτὸς ὁ διαχειριστὴς κατηγορήθηκε εἰς τὸν τὸν ἐπιστάτην αὐτὸν κατηγόρησαν εἰς τὸν κύριόν του, ὅτι
κύριον, ὅτι τοῦ διασκορπίζει καὶ σπαταλᾷ διασκορπίζει καὶ σπαταλᾷ τὴν περιουσίαν του.
τὴν περιουσίαν του.
16,2 Καὶ φωνήσας αὐτὸν εἶπεν 2 Καὶ ὁ κύριος τὸν ἐφώναξε καὶ τοῦ εἶπε· Τί 2 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐφώναξεν ὁ κύριος, τοῦ εἶπε· Τί εἶναι αὐτό, ποὺ
αὐτῷ· τί τοῦτο ἀκούω περί σου; εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀκούω ἐναντίον σου; Δός ἀκούω διὰ σέ; Δῶσε μου λογαριασμὸν τῆς διαχειρίσεώς σου, διότι
Ἀπόδος τὸν λόγον τῆς μου λογαριασμὸν τῆς διαχειρίσεώς σου, δὲν θὰ ἠμπορέσῃς πλέον εἰς τὸ μέλλον νὰ εἶσαι διαχειριστὴς καὶ
οἰκονομίας σου, οὐ γὰρ δύνῃ ἔτι διότι δὲν ἠμπορεῖς πλέον νὰ εἷσαι ἐπιστάτης.
οἰκονομεῖν. διαχειριστής μου.
16,3 Εἶπε δὲ ἐν ἑαυτῷ ὁ 3 Εἶπε δὲ ἀπὸ μέσα του ὁ οἰκονόμος· Τί νὰ 3 Εἶπε δὲ καθ’ ἑαυτὸν ὁ οἰκονόμος· Τί νὰ κάμω, διότι ὁ κύριός μου
οἰκονόμος· τί ποιήσω, ὅτι ὁ κύριός κάμω τώρα, ποὺ μοῦ ἀφαιρεῖ ὁ κύριός μου παίρνει τὴν διαχείρισιν ἀπὸ ἐμέ; Νὰ σκάπτω εἱς τὰ χωράφια δὲν
μου ἀφαιρεῖται τὴν οἰκονομίαν τὴν διαχείρισιν; Νὰ σκάπτω δὲν ἠμπορῶ, ἡμπορῶ νὰ ζητιανεύω ἐντρέπομαι.
ἀπ' ἐμοῦ; Σκάπτειν οὐκ ἰσχύω, νὰ ζητιανεύω ἐντρέπομαι.
ἐπαιτεῖν αἰσχύνομαι·
16,4 ἔγνων τί ποιήσω, ἵνα, ὅταν 4 Εὑρῆκα τί θὰ κάμω, ὥστε ὅταν θὰ μὲ 4 Εὗρον καὶ ἀπεφάσισα τί νὰ κάμω, διὰ νὰ μὲ δεχθοῦν ἄνθρωποι εἰς
μετασταθῶ ἐκ τῆς οἰκονομίας, διώξουν ἀπὸ τὴν διαχείρισιν καὶ ἀπὸ τὸ τὰ σπίτια των καὶ μὲ φιλοξενήσουν, ὅταν θὰ ἀποπεμφθῶ ἀπὸ τὴν
δέξωνταί με εἰς τοὺς οἴκους σπίτι τοῦ κυρίου μου, νὰ μὲ δεχθοῦν ἄλλοι διαχείρισιν.
ἑαυτῶν. γνωστοί μου ἄνθρωποι εἰς τὰ σπίτια των.
16,5 Καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα 5 Καὶ ἀφοῦ ἐπροσκάλεσε καθένα ἀπὸ τοὺς 5 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τοὺς χρεωφειλέτας τοῦ κυρίου του τὸν
ἕκαστον τῶν χρεωφειλετῶν τοῦ χρεωφειλέτας τοῦ κυρίου του χωριστά, καθένα χωριστά, εἶπεν εἰς τὸν πρῶτον· Πόσον ὀφείλεις σὺ εἰς τὸν
κυρίου ἔλεγε τῷ πρώτῳ· πόσον εἶπε εἰς τὸν πρῶτον· Πόσα χρεωστᾷς σὺ εἰς κύριόν μου;
ὀφείλεις σὺ τῷ κυρίῳ μου; τὸν κύριόν μου;

168/255
16,6 Ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν βάτους 6 Ἐκεῖνος δὲ ἀπήντησεν· Τρισήμισυ 6 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· ἑκατὸν μισοβάρελα λάδι, δηλαδὴ 2.700 ὀκάδες

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐλαίου. Καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέξαι σου περίπου χιλιάδες κιλὰ λάδι. Καὶ τοῦ εἶπε ὁ περίπου. Καὶ ὁ διαχειριστὴς τοῦ εἶπε· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου καὶ
τὸ γράμμα καὶ καθίσας ταχέως διαχειριστής· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου, ἀφοῦ καθίσῃς γράψε γρήγορα πενήντα μισοβάρελα.
γράψον πεντήκοντα. κάθισε καὶ γράψε γρήγορα ὅτι χρεωστᾷς
τὰ μισά.
16,7 Ἔπειτα ἑτέρῳ εἶπε· σὺ δὲ 7 Ἔπειτα δὲ εἶπε εἰς ἄλλον· Σὺ πόσα 7 Ἔπειτα εἶπεν εἰς ἄλλον χρεοφειλέτην· Σὺ δὲ πόσα χρεωστεῖς;
πόσον ὀφείλεις; Ὁ δὲ εἶπεν χρεωστᾷς; Ἐκεῖνος δὲ ἀπήντησε· Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπεν· ἑκατὸν σάκκους σιτάρι τῶν τριανταὲξ ὀκάδων,
ἑκατὸν κόρους σίτου. Καὶ λέγει τεσσερεσήμισυ καὶ πλέον χιλιάδες κιλὰ δηλαδὴ 3.600 ὀκάδες. Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διαχειριστής· Πάρε τὸ
αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ σιτάρι. Καὶ ὁ διαχειριστὴς του εἶπε· Πάρε γραμμάτιόν σου καὶ ἀντὶ ἑκατὸν γράψε ὀγδοήκοντα. Ἔτσι ὁ
γράψον ὀγδοήκοντα. τὸ γραμμάτιόν σου καὶ γράψε ὅτι διαχειριστὴς ἠδίκησε μὲν τὸν κύριόν του, ὡς πρὸς τὸν ἑαυτόν του
χρεωστᾷς τρισήμισυ χιλιάδες κιλά. ὅμως ἐφέρθη φρόνιμα καὶ συνετά.
16,8 Καὶ ἐπῄνεσεν ὁ κύριος τὸν 8 Καὶ ὁ κύριος ἐπῄνεσε τὸν ἄδικον καὶ 8 Καὶ ὁ κύριος ἐπῄνεσε τὸν διαχειριστήν, ὄχι βέβαια διὰ τὴν ἀδικίαν
οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ὅτι ἀναξιόπιστον αὐτὸν διαχειριστήν, διότι εἰς ποὺ τοῦ ἔκαμε, καὶ διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἀποκαλεῖ οἰκονόμον τῆς
φρονίμως ἐποίησεν· ὅτι οἱ υἱοὶ τὴν περίστασιν αὐτὴν ἐνήργησε ἄδικα μέν, ἀδικίας, ἀλλὰ διότι ἐνήργησε φρόνιμα καὶ προβλεπτικὰ διὰ τὸν
τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ἀλλὰ διὰ τὸν ἑαυτόν του συνετά». Καὶ ἑαυτόν του. Ἂς μὴ φανῇ δὲ εἰς κανένα παράδοξον, ὅτι ὁ οἰκονόμος
ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς ἐπρόσθεσεν ὁ Κύριος· «οἱ ἁμαρτωλοὶ αὐτὸς ἐνήργησε τόσον φρόνιμα, διότι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ εἶναι
τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι. ἄνθρωποι τοῦ κόσμου τούτου, προκειμένου προσκολλημένοι εἰς τὸν μάταιον αὐτὸν κόσμον, προκειμένου νὰ
νὰ ἐξασφαλίσουν τὰ συμφέροντά των, ἑξασφαλίσουν τὰ ἐπίγεια συμφέροντά των, ἀποδεικνύονται
ἀποδεικνύονται εἰς τὴν γενεάν των προνοητικώτεροι κατὰ τὴν συμπεριφοράν των καὶ τὰς σχέσεις των
συνετώτεροι καὶ προνοητικώτεροι ἀπὸ τὰ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τῆς τάξεως καὶ ἐποχῆς τῶν περισσότερον
τέκνα τοῦ φωτός, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν παρ’ ὅσον εἶναι φρόνιμοι καὶ προνοητικοὶ διὰ τὴν ἐπιδίωξιν καὶ
φωτισθῆ ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ. ἑξασφάλισιν τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, ποὺ
ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν καὶ ἔγιναν υἱοὶ φωτός.
16,9 Κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε 9 Καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω τοῦτο· μιμηθῆτε εἰς 9 Καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω, ὅπως ἐγκαίρως ἐφρόντισεν ὁ ἄδικος αὐτὸς
ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τὸν τρόπον τῆς ἐνεργείας τὸν ἄδικον διαχειριστὴς νὰ ἑξασφαλίσῃ τὴν φιλίαν τῶν ὀφειλετῶν τοῦ κυρίου
τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, οἰκονόμον. Ὅσοι ἔχετε μεγάλας του, ἔτσι καὶ σεῖς φροντίσατε νὰ κάμετε διὰ τὸ καλόν σας φίλους

169/255
δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους περιουσίας, αἱ ὁποῖαι κατὰ κανόνα ἀπὸ τὸν πλοῦτον, ποὺ εἶναι ἄδικος, διότι αἱ μεγάλαι περιουσίαι μὲ
σκηνάς. ἀποκτῶνται μὲ ἀδικίας, ἀφοῦ ἀδικίαν ἐπισωρεύονται καὶ ἀδικίαν μεγάλην διαπράττει αὐτός, ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μετανοήσετε, κάμετε ἔργα καλὰ μὲ τὰ μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν του κατακρατεῖ τὰ πλούτη. Κάμετε λοιπὸν καὶ
χρήματα αὐτὰ τῆς ἀδικίας, ἀποκτήσατε σεῖς φίλους ἀπὸ τὸν ἄδικον μαμωνᾶν ἀγαθοεργοῦντες καὶ
φίλους μὲ τὰς ἀγαθοεργίας σας, ὥστε οἱ εὐεργετοῦντες τοὺς ὁμοίους σας, ὥστε, ὅταν ἀποθάνετε, νὰ σᾶς
φίλοι σας αὐτοὶ νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦν εἰς τὴν ὑποδεχθοῦν οἱ φίλοι αὐτοὶ εἰς τὰς αἰωνίους σκηνὰς τοῦ Παραδείσου.
αἰωνίαν ζωήν, ὅταν φύγετε ἀπὸ τὸν
κόσμον αὐτόν.
16,10 Ὁ πιστὸς ἐν ἐλαχίστῳ καὶ 10 Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι πιστὸς εἰς τὸ 10 Σεῖς σκορπίζοντες εἰς ἀγαθοεργίας τὰ πλούτη σας, δὲν θὰ
ἐν πολλῷ πιστός ἐστι, καὶ ὁ ἐν ἐλάχιστον, εἰς τὰ ὑλικὰ δηλαδὴ ἀγαθὰ ποὺ ὁμοιάζετε πρὸς τὸν οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ὁ ὁποῖος μὲ κλοπὰς καὶ
ἐλαχίστῳ ἄδικος καὶ ἐν πολλῷ θὰ χρησιμοποιῇ πρὸς ἀγαθοεργίας, αὐτὸς καταχρήσεις εἰς βάρος τοῦ κυρίου του ἐπρονόησε νὰ κάμῃ φίλους.
ἄδικός ἐστιν. εἶναι πιστὸς καὶ εἰς τὰ περισσότερα, εἰς τὰ Θὰ ἀποδειχθῆτε διὰ τῆς εὐεργετικῆς διαθέσεως τοῦ πλούτου τίμιοι
πνευματικὰ δηλαδὴ καὶ οὐράνια ἀγαθά. καὶ ἀξιόπιστοι διαχειρισταὶ καὶ οἰκονόμοι τοῦ Θεοῦ, ποὺ σᾶς
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἄδικος καὶ εἰς τὰ ἐνεπιστεύθη τὸν ὑλικὸν πλοῦτον. Ἐκεῖνος δέ, ποὺ εἶναι ἀξιόπιστος
ἐλάχιστα, εἶναι ἄδικος καὶ ἀναξιόπιστος εἰς τὸν ὑλικὸν πλοῦτον, ὁ ὁποῖος ἐν συγκρίσει πρὸς τὰ οὐράνια
καὶ εἰς τὸν πολὺν καὶ ἀνεκτίμητον ἀγαθὰ εἶναι κάτι ἐλάχιστον καὶ τιποτένιον, αὐτὸς εἶναι πιστὸς καὶ
πνευματικὸν πλοῦτον. εἰς τὸν οὐράνιον πλοῦτον, ὁ ὁποῖος εἶναι πολύς. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ
εἶναι ἄδικος εἰς τὸ ἐλάχιστον, ἄδικος καὶ ἀνάξιος ἐμπιστοσύνης θὰ
εἶναι καὶ εἰς τὸν πολὺν καὶ ἀνεκτίμητον πλοῦτον.
16,11 Εἰ οὖν ἐν τῷ ἀδίκῳ μαμωνᾷ 11 Ἐὰν λοιπὸν εἰς τὸν ἄδικον μαμωνᾶν, εἰς 11 Ἐὰν λοιπὸν εἰς τὸν ἄδικον μαμωνᾶν δὲν ἐφάνητε ἀξιόπιστοι καὶ
πιστοὶ οὐκ ἐγένεσθε, τὸ ἀληθινόν τὸν φθαρτὸν καὶ προσωρινὸν πλοῦτον, τίμιοι, ἀλλὰ διεχειρίσθητε αὐτὸν ἐγωϊστικῶς καὶ παρὰ τὸ θέλημα
τίς ὑμῖν πιστεύσει; ποὺ παρασύρει εἰς ἀδικίαν, δὲν ἐφανήκατε τοῦ Θεοῦ, ποὺ σᾶς τὸν ἐνεπιστεύθη, τὸν ἀληθινὸν καὶ αἰώνιον
ἀξιόπιστοι, τὸν ἀληθινὸν καὶ αἰώνιον πλοῦτον τῆς βασιλείας ποῖος θὰ σᾶς τὸν ἐμπιστευθῇ; Οὐδείς.
πλοῦτον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ποιὸς θὰ
σᾶς τὸν ἐμπιστευθῇ;
16,12 Καὶ εἰ ἐν τῷ ἀλλοτρίῳ 12 Καὶ ἐὰν εἰς τὸν ὑλικὸν καὶ ξένον πρὸς 12 Καὶ ἐὰν εἰς τὸν ὑλικὸν πλοῦτον, ποὺ εἶναι ξένος πρὸς τὴν
πιστοὶ οὐκ ἐγένεσθε, τὸ ὑμέτερον τὴν πνευματικήν σας φύσιν ἄδικον πνευματικήν σας φύσιν καὶ ποὺ δὲν γίνεται ποτὲ σταθερὸν καὶ

170/255
τίς ὑμῖν δώσει; μαμωνᾷν δὲν ἐφανήκατε ἀξιόπιστοι, τὸν αἰώνιον κτῆμα ἐκείνου, ποὺ μόνον προσωρινῶς τὸν ἀπέκτησε, δὲν
πνευματικὸν πλοῦτον τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἐφάνητε ἄξιοι ἐμπιστοσύνης, τὸν πνευματικὸν πλοῦτον, ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


προώρισεν ὡς ἰδικάν σας κτῆμα, ποιὸς θὰ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς διὰ νὰ γίνῃ αἰώνιον κτῆμα ἰδικόν σας, ποῖος θὰ
σᾶς τὸν δώσῃ; σᾶς τὸν δώσῃ; Οὐδείς.
16,13 Οὐδεὶς οἰκέτης δύναται δυσί 13 Κανένας ὑπηρέτης δὲν ἠμπορεῖ νὰ 13 Μὴ ἀπατᾶτε τὸν ἑαυτόν σας μὲ τὴν ἰδέαν, ὅτι εἶναι δυνατὸν καὶ
κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα ὑπηρετῇ συγρόνως δύο κυρίους. Διότι ἢ θὰ εἰς τὸν πλοῦτον νὰ εἶσθε προσκολλημένοι καὶ εἰς τὸν Θεὸν νὰ
μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, μισήσῃ τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσῃ τὸν δουλεύετε. Κανεὶς ὑπηρέτης δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι δοῦλος
ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου ἄλλον, ἢ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὸν ἕνα καὶ συγχρόνως εἰς δύο κυρίους. Διότι, ἢ θὰ μισήσῃ τὸν ἕνα καὶ θὰ
καταφρονήσει. Οὐ δύνασθε Θεῷ θὰ καταφρονήσῃ τὸν ἄλλον. Δὲν εἶναι ἀγαπήσῃ τὸν ἄλλον· ἢ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὸν ἕνα καὶ θὰ
δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. δυνατὸν νὰ εἷσθε συγχρόνως δοῦλοι τοῦ καταφρονήσῃ τὸν ἄλλον. Ἢ θὰ μισήσῃ τὸν πλοῦτον καὶ θὰ
Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾷ». ἀγαπήσῃ τὸν Θεόν, ἢ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὸν πλοῦτον καὶ θὰ
καταφρονήσῃ τὸν Θεόν. Δὲν δύνασθε νὰ εἶσθε συγχρόνως δοῦλοι
καὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾶ.
16,14 Ἤκουον δὲ ταῦτα πάντα 14 Οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι ὡς γνωστὸν 14 Ἤκουον δὲ ὅλα αὐτὰ οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἦσαν φιλάργυροι, καὶ
καὶ οἱ Φαρισαῖοι φιλάργυροι ἦσαν φυλάργυροι, ἤκουσαν ὅλα αὐτὰ καὶ τὸν περιέπαιζον, διότι ἐφρόνουν, ὅτι τὰ πλούτη των ἐδόθησαν εἰς
ὑπάρχοντες, καὶ ἐξεμυκτήριζον τὸν ἐνέπαιζαν.(Αὐτοὶ ἐπίστευαν ὅτι τὰ αὐτοὺς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς ἀνταμοιβὴν τῆς δικαιοσύνης των.
αὐτόν. πλούτη εἶνα τιμητικὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ πρὸς
αὐτούς).
16,15 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐστε 15 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· «σεῖς εἶσθε ποὺ 15 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· Σεῖς εἶσθε, ποὺ κατορθώνετε νὰ
οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον παρουσιάζετε τὸν εὐατόν σας δίκαιον παρουσιάζεσθε δίκαιοι ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους· ὁ Θεὸς ὅμως
τῶν ἀνθρώπων, ὁ δὲ Θεὸς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων· ὁ Θεὸς ὅμως γνωρίζει τὰς καρδίας σας καὶ τὸ ἐσωτερικόν σας καὶ σᾶς
γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν· ὅτι γνωρίζει τὰς καρδίας σας. Διότι αὐτὸ ποὺ ἀποστρέφεται· διότι αὐτό, ποὺ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἐμφανίζεται
τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν παρουσιάζετε μὲ τὴν ὑποκρισίαν ὡς διὰ τῆς ὑποκρισίας καὶ ἐπιδείξεως ὑψηλὸν καὶ ἄξιον τιμῆς, εἶναι
βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. ὑψηλόν, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος σιχαμάρα καὶ ἀηδία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
γνωρίζει κατὰ βάθος τὰ πράγματα, εἶναι
βδελυκτὸν καὶ μισητόν.
16,16 Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται 16 Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται μέχρι τοῦ 16 Φροντίσατε λοιπὸν νὰ δικαιωθῆτε καὶ νὰ ὑψωθῆτε ἐνώπιον τοῦ

171/255
ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ ἐπαιδαγώγησαν Θεοῦ καὶ μάλιστα τώρα, ὁπότε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν
βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται τοὺς ἀνθρώπους· καὶ τώρα ἔχουν ἐγκαθιδρύεται ἐπὶ τῆς γῆς. Ἤρχισεν ἄλλη ἐποχὴ τώρα. Ὁ νόμος μὲ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται. παραχωρήσει τὴν θέσιν των εἰς τὴν τὰς προτυπώσεις καὶ προεικονίσεις του καὶ οἱ προφῆται μὲ τὰς
ἐποχὴν τῆς χάριτος. Διότι ἀπὸ τὸν καιρὸν προφητείας των μέχρι τοῦ Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν, καὶ
τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ κηρύσσεται πραγματοποιοῦνται ὅλα αὐτὰ τώρα. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴν δὲ τοῦ
φανερὰ καὶ ὄχι συνεσκιασμένα τὸ Ἰωάννου καταγγέλλεται φανερὰ τὸ χαρμόσυνον κήρυγμα τῆς
χαρμόσυνον ἄγγελμα τῆς βασιλείας τοῦ βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ κάθε ἄνθρωπος φρόνιμος καὶ συνετὸς
Θεοῦ. Καὶ καθένας, ποὺ ποθεῖ τὴν βιάζει τὸν ἑαυτόν του καὶ σπεύδει νὰ ἔμβῃ εἰς αὐτήν.
σωτηρίαν του, βιάζει τὸν εὐατόν του νὰ
ἐνταχθῇ εἰς αὐτήν.
16,17 Εὐκοπώτερον δέ ἐστι τὸν 17 Εἶναι εὐκολώτερον ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ 17 Μὴ φαντασθῆτε ὅμως, ὅτι ἐπειδὴ ἐπληρώθησαν καὶ
οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν ἢ νὰ περάσουν καὶ νὰ καταστραφοῦν, παρὰ ἐπραγματοποιήθησαν πλέον αἱ προτυπώσεις καὶ προεικονίσεις τοῦ
τοῦ νόμου μίαν κεραίαν πεσεῖν. ἕνα κόμμα, καὶ ἡ παραμικροτέρα δηλαδὴ νόμου, ἔπαυσαν νὰ ἰσχύουν καὶ αἱ ἠθικαὶ διατάξεις του. Εἶναι
ἐντολὴ τοῦ νόμου, νὰ ἀχρηστευθῇ καὶ εὐκολώτερον ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ νὰ περάσουν καὶ νὰ
χάσῃ τὸ κῦρος της. καταστραφοῦν, παρὰ ἔστω καὶ ἕνα κόμμα, δηλαδὴ ἡ μικροτάτη ἀπὸ
τὰς ἐντολὰς νὰ πέσῃ καὶ νὰ χάσῃ τὸ κῦρος της.
16,18 Πᾶς ὁ ἀπολύων τὴν 18 Τώρα ὁ νέος νόμος τοῦ Θεοῦ 18 Τώρα ὁ νόμος θὰ ἐφαρμοσθῇ αὐστηρότερον παρ’ ὅσον κατὰ τοὺς
γυναῖκα αὐτοῦ καὶ γαμῶν ἑτέραν ἐφαρμόζεται αὐστηρότερον. Καθένας ποὺ πρὸ ἐμοῦ χρόνους. Ἀπόδειξις τούτου ὅτι ὅποιος χωρίζει τώρα τὴν
μοιχεύει, καὶ πᾶς ὁ χωρίζει τὴν γυναῖκα του καὶ νυμφεύεται γυναῖκα του καὶ λαμβάνει εἰς γάμον ἄλλην, διαπράττει μοιχείαν·
ἀπολελυμένην ἀπὸ ἀνδρὸς ἄλλην, διαπράττει μοιχείαν. Καὶ καθένας καὶ ὅποιος λαμβάνει εἰς γάμον γυναῖκα διαζευγμένην ἀπὸ ἄνδρα,
γαμῶν μοιχεύει. ποὺ νυμφεύεται γυναῖκα διαζευγμένην διαπράττει μοιχείαν.
ἀπὸ τὸν ἄνδρα της, διαπράττει μοιχείαν.
16,19 Ἄνθρωπος δέ τις ἦν 19 Εἰδικώτερα δὲ διὰ τὸν πλοῦτον 19 Καὶ διὰ νὰ συνεχίσω τὴν διδασκαλίαν περὶ τῆς καλῆς
πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο ἀκούσατε καὶ αὐτὴν τὴν παραβολήν· Ἕνας χρησιμοποιήσεως τοῦ πλούτου, σᾶς λέγω καὶ τὴν ἀκόλουθον
πορφύραν καὶ βύσσον ἄνθρωπος ἦτο πλούσιος καὶ ἐφοροῦσε παραβολήν. Ὑπῆρχε κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος καὶ ἐφόρει
εὐφραινόμενος καθ' ἡμέραν κόκκινον πανάκριβον ἔνδυμα καὶ λευκόν, βασιλικὰ ἐνδύματα. Ἀπ’ ἔξω ἐνεδύετο μάλλινον ροῦχον κόκκινον
λαμπρῶς. λινόν πολυτελῆ χιτῶνα. Καὶ κάθε ἡμέρα καὶ πανάκριβον. Ἀπὸ μέσα δὲ ἐφόρει λευκὸν χιτῶνα πολυτελῆ ἀπὸ

172/255
ηὐφραίνετο μὲ πολυδάπανα λαμπρὰ λεπτόν αἰγυπτιακὸν λινάρι. Καὶ διεσκέδαζε εἰς πλούσια συμπόσια
συμπόσια. κάθε ἡμέραν μεγαλοπρεπῶς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


16,20 Πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι 20 Ἐζοῦσε δὲ τότε καὶ κάποιος πτωχὸς 20 Ἦτο δὲ καὶ κάποιος πτωχός, ποὺ ἐλέγετο Λάζαρος, ὁ ὁποῖος ἦτο
Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν ὀνάματι Λάζαρος, ὁ ὅποιος ἦτο πεταγμένος πλησίον τῆς ἐξώπορτας τοῦ πλουσίου, γεμᾶτος ἀπὸ
πυλῶνα αὐτοῦ ἠλκωμένος παραπεταμένος κοντὰ εἰς τὴν μεγάλην πληγάς.
ἐξώπορτα τοῦ πλουσίου, γεμᾶτος ἀπὸ
πληγάς.
16,21 καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι 21 Καὶ αὐτὸς ἐπιθυμοῦσε νὰ χορτάσῃ τὴν 21 Καὶ ἐπεθύμει νὰ χορτασθῇ ἀπὸ τὰ ψίχουλα, ποὺ ἔπιπταν ἀπὸ τὸ
ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων πεῖνα του ἀπὸ τὰ ψίχουλα, ποὺ ἔπιπταν τραπέζι τοῦ πλουσίου. Ἀλλὰ σὰν νὰ μὴ ἔφθανεν ἡ στέρησις αὐτή,
ἀπὸ της τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου. Καὶ σὰν νὰ ἐπειδὴ ἦτο σχεδὸν καὶ γυμνός, ἤρχοντο καὶ οἱ σκύλοι καὶ ἔγλυφαν
ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι μὴν ἔφθαναν αὐτά, οἱ σκύλοι ἔγλειφαν τὰς τὰς πληγάς του. Παρ’ ὅλα δὲ αὐτὰ ὁ Λάζαρος δὲν ἔβγαλεν ἀπὸ τὸ
ἀπέλειχον τὰ ἕλκῃ αὐτοῦ. πληγὰς τοῦ γυμνοῦ σχεδὸν σώματός του. στόμα του οὔτε τὴν παραμικρὰν λέξῃ παραπόνου κατὰ τοῦ
πλουσίου, ἢ γογγυσμόν τινα κατὰ τοῦ Θεοῦ.
16,22 Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν 22 Συνέβη δὲ νὰ πεθάνῃ ὁ πτωχὸς καὶ νὰ 22 Συνέβη δὲ νὰ ἀποθάνῃ ὁ πτωχὸς καὶ νὰ μεταφερθῇ οὗτος ἀπὸ
πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν μεταφερθῇ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους εἰς τὰς τοὺς ἀγγέλους εἰς τὰς ἀγκάλας τοῦ Ἀβραάμ, διὰ νὰ εὔρη
ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον ἀγκάλας τοῦ Ἀβραάμ, εἰς τὸν παράδεισον ἀνάπαυσιν εἰς αὐτὰς ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου. Ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ
Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ δηλαδὴ ὅπου ὁ Ἀβραὰμ μαζῆ μὲ τοὺς πλούσιος καὶ ἐτάφη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μεγαλοπρεπῶς, χωρὶς νὰ
πλούσιος καὶ ἐτάφη. δικαίους ἀναπαύονται καὶ εὐφραίνονται. φανοῦν πουθενὰ ἄγγελοι ἀγαθοὶ δι’ αὐτόν.
Ἐπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη μὲ
πολλὴν μεγαλοπρέπειαν. Ἡ ψυχή του
ὅμως κατέβηκε εἰς τὸν Ἅδην.
16,23 Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς 23 Καὶ εἰς τὸν Ἅδην ὅπου ἐβασανίζετο, 23 Καὶ εἰς τὸν τόπον τοῦ ᾅδου ἐσήκωσε τὰ μάτια του, ἐνῶ
ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν ἐσήκωσε τὰ μάτια του καὶ βλέπει τὸν ἐβασανίζετο, καὶ βλέπει τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρυὰ καὶ τὸν Λάζαρον
βασάνοις, ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρυὰ καὶ τὸν Λάζαρον εἰς νὰ εἶναι εἰς τοὺς κόλπους του.
μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς τὰς ἀγκάλας του.
κόλποις αὐτοῦ.
16,24 Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· 24 Καὶ αὐτός, ποὺ τόσην ἀδιαφορίαν καὶ 24 Καὶ αὐτός, ποὺ εἰς τὴν γῆν τὰ εἶχεν ὅλα καὶ δὲν παρεκάλε

173/255
πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν μὲ καὶ σκληρότητα εἶχε δείξει, ὅταν ζοῦσε εἰς τὴν κανένα νὰ τὸν βοηθήσῃ, ἐφώναξε τώρα καὶ εἶπε· Πάτερ Ἀβραάμ,
πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ γῆν, ἐφώναξε τώρα καὶ εἶπε· Πάτερ κάμε ἔλεος εἰς ἐμέ· λυπήσου με· καὶ στεῖλε τὸν Λάζαρον νὰ βάψῃ τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ Ἀβραάμ, σπλαγχνίσου με καὶ στεῖλε τὸν ἄκρον τοῦ δακτύλου του εἰς τὸ νερὸ καὶ νὰ δροσίσῃ τὴν γλῶσσαν
ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν Λάζαρον νὰ βρέξῃ τὴν ἄκρη ἀπὸ τὸ μου, διότι τυραννοῦμαι καὶ πονῶ μέσα εἰς αὐτὴν τὴν φλόγα.
γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ δάκτυλο του εἰς τὸ νερὸ καὶ νὰ δροσίσῃ τὴν
φλογὶ ταύτῃ. γλῶσσαν μου, διότι πονῶ φοβερὰ μέσα εἰς
τὴν βασανιστικὴν αὐτὴν φλόγα τοῦ Ἅδου.
16,25 Εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, 25 Εἶπε δὲ ὁ Ἀβραάμ· Τέκνον, θυμήσου, ὅτι 25 Εἶπε δὲ ὁ Ἀβραάμ· Παιδί μου, ἐνθυμήσου ὅτι σὺ ἔλαβες μὲ τὸ
μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ σὺ ἀπήλαυσες μὲ τὸ παραπάνω τὰ ἀγαθά παραπάνω τὰ ἀγαθά σου, ὅταν ἔζης εἰς τὴν γῆν. Καὶ ὁ Λάζαρος
ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ σου εἰς τὴν ζωήν σου καὶ ὁ Λάζαρος ὁμοίως ἀπήλαυσε τὰ κακὰ τῆς δυστυχίας καὶ τῆς ἀσθενείας. Τώρα
Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὁμοίως ἐδοκίμασε τὰ κακὰ τῆς φτώχειας ὅμως ἐδῶ ὁ Λάζαρος παρηγορεῖται δι’ αὐτά, ποὺ συνεχῶς ἄλλοτε
ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ καὶ τῆς ἀσθενείας. Τώρα δὲ αὐτὸς ἐδῶ ὑπέφερε, σὺ δὲ πονεῖς καὶ βασανίζεσαι χωρὶς διακοπήν, ὅπως
ὀδυνᾶσαι· παρηγορεῖται καὶ εὐφραίνετε διὰ τὴν ἀδιάκοπος καὶ συνεχὴς ἦτο καὶ ἡ ἐπὶ τῆς γῆς εὐτυχία σου.
ὑπομονήν, ποὺ ἔδειξε εἰς τὸν καιρὸν τῆς
θλίψεώς του, σὺ δὲ κατὰ λόγον
δικαιοσύνης βασανίζεσαι διὰ τὴν
φιλαυτίαν σου καὶ τὴν σκληρότητα της
καρδίας σου.
16,26 καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ 26 Καὶ ἐπὶ πλέον μεταξὺ τοῦ τόπου, ποὺ 26 Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ ὅλα αὐτά, ποὺ σοῦ εἶπα, ἔχει ἐπὶ πλέον στηριχθῇ
ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα εἴμεθα ἡμεῖς, καὶ τοῦ τόπου ποὺ μεγάλο βάραθρον μεταξύ μας, ὥστε ἐκεῖνοι, ποὺ θέλουν νὰ
ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες εἶσθε σεῖς, ἔχει στηριχθῆ μέγα καὶ περάσουν ἀπ’ ἐδῶ πρὸς σᾶς, νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ διαβοῦν, οὔτε
διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ ἀνυπέρβλητον χάσμα, ὥστε ἐκεῖνοι ποὺ αὐτοί, ποὺ εἶναι ἀπ’ ἐκεῖ, νὰ ἠμποροῦν νὰ διαπεράσουν πρὸς ἡμᾶς.
δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς θέλουν νὰ περάσουν ἀπὸ ἐδῶ εἰς σᾶς νὰ
ἡμᾶς διαπερῶσιν. μὴ ἠμποροῦν οὔτε καὶ αὐτοί, ποὺ εἶναι εἰς
τὸ μέρος σας νὰ μὴν ἠμποροῦν νὰ
περάσουν πρὸς ἡμᾶς.
16,27 Εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, 27 Εἶπε δὲ ὁ πλούσιος· Τότε σὲ παρακαλῶ, 27 Εἶπε δὲ ὁ πλούσιος· Ἀφοῦ μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει πλέον ἐλπὶς

174/255
πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν πάτερ, νὰ στείλῃς τὸν Λάζαρον εἰς τὸ διὰ πάντα μὴ μετανοήσαντα κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς ζωήν του, σὲ
οἶκον τοῦ πατρός μου· πατρικό μου σπίτι, παρακαλῶ λοιπόν, πάτερ, νὰ στείλῃς τὸν Λάζαρον εἰς τὸ σπίτι τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πατέρα μου.
16,28 ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· 28 διότι ἔχω ἐκεῖ πέντε ἀδελφούς, στεῖλε 28 Διότι ἔχω πέντε ἀδελφούς· στεῖλε τον νὰ τοὺς βεβαιώσῃ ὡς
ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα τον νὰ τοὺς διαβεβαιώσῃ δι' αὐτὰ ποὺ αὐτόπτης μάρτυς περὶ αὐτῶν, ποὺ συμβαίνουν ἐδῶ, διὰ νὰ μὴ
μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν συμβαίνουν ἐδῶ, ὥστε νὰ μὴ καταντήσουν ἔλθουν καὶ αὐτοὶ εἰς τὸν τόπον αὐτὸν τῆς τιμωρίας καὶ τῶν
τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. καὶ αὐτοὶ εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῶν βασάνων, ποὺ εὑρίσκομαι ἐγώ.
βασάνων.
16,29 Λέγει αὐτῷ ᾿Αβραάμ· 29 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· Ἔχουν τὸν 29 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· Ἔχουν τὸν Μωϋσῆν καὶ τοὺς
ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἂς ἀκούσουν προφήτας, ποὺ τοὺς βεβαιώνουν δι’ αὐτά. Ἂς ἀκούσουν ἐκείνους.
προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. αὐτῶν τὰς μαρτυρίας.
16,30 Ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ 30 Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· ὄχι, πάτερ Ἀβραάμ, δὲν 30 Ἐκεῖνος δὲ εἶπεν· Ὄχι, πάτερ Ἀβραάμ, δὲν θὰ ὑπακούσουν εἰς τὸν
Ἀβραάμ, ἀλλ' ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν θὰ προσέξουν τὴν μαρτυρίαν τοῦ Μωϋσῆν καὶ τοὺς προφήτας. Ἐὰν ὅμως κανένας ἀπὸ τοὺς
πορευθῇ πρὸς αὐτούς, Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν. Ἀλλὰ ἐὰν πεθαμένους ἀνθρώπους ὑπάγῃ εἰς αὐτούς, θὰ μετανοήσουν.
μετανοήσουσιν. κανεὶς ἀπὸ τοὺς πεθαμένους ὑπάγῃ πρὸς
αὐτούς, θὰ μετανοήσουν.
16,31 Εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως 31 Εἶπε δὲ εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· ἐὰν δὲν 31 Εἶπεν ὅμως εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· Ἐὰν δὲν ἔχουν τὴν καλὴν
καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούσουν τὸν Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας, διάθεσιν νὰ ὑπακούσουν εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ τοὺς προφήτας, δὲν
ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ δὲν θὰ πεισθοῦν καὶ ἂν ἀκόμη ἀναστηθῇ θὰ πεισθοῦν καὶ ἐὰν ἀκόμη ἀναστηθῇ κάποιος ἐκ νεκρῶν· διότι,
νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται. κάποιος ἐκ νεκρῶν». (Ὅταν λείπῃ ἡ καλὴ ὅταν ἡ πρώτη των ἐντύπωσις ἐκ τῆς ἀναστάσεως ταύτης παρέλθῃ,
διάθεσις οὔτε καὶ τὸ μεγαλύτερον θαῦμα θὰ ἐπανέλθουν πάλιν εἰς τὴν προτέραν των σκληρότητα.
ἠμπορεῖ νὰ ὁδηγήσῃ εἰς πίστιν καὶ
μετάνοιαν).

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 17Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα

175/255
17,1 Έλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς Έλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του ὁ Ο Κύριος τώρα ἀπευθύνεται ἀποκλειστικῶς πρὸς τοὺς μαθητάς του.
μαθητὰς αὐτοῦ· ἀνένδεκτόν ἐστι Κύριος· «εἶναι ἀδύνατον μέσα εἰς τὸν Τοὺς ἔλεγε δέ· Ὅπως ἔχει τώρα ἡ κατάστασις τοῦ κόσμου τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα· οὐαὶ διεφθαρμένον καὶ πονηρὸν αὐτὸν διεφθαρμένου, εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ ἔλθουν τὰ σκάνδαλα καὶ οἱ
δὲ δι' οὗ ἔρχεται. κόσμον, νὰ μὴν ἔλθουν τὰ σκάνδαλα καὶ πειρασμοί, ποὺ σπρώχνουν τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν ἁμαρτίαν.
οἱ πειρασμοί. Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς ἐκεῖνον, διὰ τοῦ ὁποίου ἔρχεται τὸ σκάνδαλον
ἐκεῖνον, διὰ τοῦ ὁποίου ἔρχεται τὸ καὶ γίνεται αἰτία νὰ ἁμαρτήση ὁ πλησίον του.
σκάνδαλον καὶ σκοντάπτει ὁ ἀδύνατος
εἰς τὸν δρόμον του.
17,2 Λυσιτελεῖ αὐτῷ εἰ λίθος 2 Εἶναι προτιμότερον δι' αὐτὸν νὰ 2 Τὸν συμφέρει περισσότερον νὰ κρεμασθῇ γύρω ἀπὸ τὸν λαιμόν
μυλικὸς περίκειται περὶ τὸν κρεμασθῇ γύρω ἀπὸ τὸν λαιμόν του του μυλόπετρα καὶ μὲ αὐτὴν νὰ ριφθῇ εἰς τὴν θάλασσαν, παρὰ νὰ
τράχηλον αὐτοῦ καὶ ἔρριπται εἰς μυλόπετρα καὶ νὰ ἔχῃ ριφθῇ εἰς τὴν παρασύρῃ εἰς τὴν ἁμαρτίαν ἕνα ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ταπεινοὺς καὶ
τὴν θάλασσαν, ἢ ἵνα σκανδαλίσῃ θάλασσαν, παρὰ νὰ σκανδαλίσῃ ἕνα ἀπὸ ἀπλοῦς, ποὺ πιστεύουν εἰς ἐμέ.
ἕνα τῶν μικρῶν τούτων. τοὺς ταπεινοὺς αὐτοὺς καὶ ἁπλοϊκοὺς
ποὺ πιστεύουν εἰς ἐμέ.
17,3 Προσέχετε ἑαυτοῖς. Ἐὰν δὲ 3 Προσέχετε εἰς τοὺς ἑαυτούς σας. Ἐὰν 3 Προσέχετε εἰς τοὺς ἑαυτούς σας νὰ μὴ γίνετε ποτὲ σκάνδαλον εἰς
ἁμάρτῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, φταίξῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ἐπίπληξέ τὸν πλησίον σας. Ἐὰν δὲ σοῦ πταίσῃ ὁ ἀδελφός σου, ἐπίπληξέ τον
ἐπιτίμησον αὐτῷ· καὶ ἐὰν τον μὲ ἀδελφικὴν ἀγάπην. Καὶ ἂν μὲ ἀδελφικὴν συμπάθειαν ἀποβλέπων εἰς τὸ νὰ τὸν διορθώσῃς. Καὶ
μετανοήσῃ, ἔφες αὐτῷ· μετανοήσῃ, συγχώρησέ του τὸ φταίξιμο. ἐὰν μετανοήσῃ, συγχώρησέ τον.
17,4 καὶ ἐὰν ἑπτάκις τῆς ἡμέρας 4 Καὶ ἐὰν ἑπτὰ φορὲς τὴν ἡμέραν σοῦ 4 Καὶ ἐὰν ἑπτὰ φορὰς τὴν ἡμέραν (δηλαδὴ πολλὰς φοράς) σοι
ἁμάρτῃ εἰς σὲ καὶ ἑπτάκις τῆς φταίξῃ καὶ ἑπτὰ φορὲς ἐπιστρέψῃ καὶ σοῦ πταίσῃ καὶ ἑπτὰ φορὰς ἐπιστρέψῃ καὶ σοῦ εἴπῃ· Μετανοῶ· ὀφείλεις
ἡμέρας ἐπιστρέψῃ πρὸς σὲ λέγων, πῇ «μετανοῶ», ἔχεις καθῆκον νὰ τὸν νὰ τὸν συγχωρῇς.
μετανοῶ, ἀφήσεις αὐτῷ. συγχωρήσῃς».
17,5 Καὶ εἶπον οἱ ἀπόστολοι τῷ 5 Καὶ εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι πρὸς τὸν 5 Καὶ εἶπαν οἱ ἀπόστολοι εἰς τὸν Κύριον· Κύριε· πρόσθεσέ μας
Κυρίῳ· πρόσθες ἡμῖν πίστιν. Κύριον· «Κύριε πρόσθεσεν εἰς ἡμᾶς πίστιν, καὶ διὰ τῆς χάριτός σου αὔξησε τὴν πίστιν ποὺ ἔχομεν, καὶ
πίστιν, ὥστε καὶ τὰ σκάνδαλα νὰ κάνε την τελειοτέραν, ὥστε δι’ αὐτῆς νὰ ἀνταποκριθῶμεν εἰς τὰς
ὑπερνικῶμεν καὶ μὲ ὅλην μας τὴν ὑποχρεώσεις τῆς ἀποστολῆς μας καὶ ὑπερνικήσωμεν τὰ σκάνδαλα
καρδίαν τοὺς ἀδελφύς μας νὰ τοῦ κόσμου.

176/255
συγχωροῦμεν».

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


17,6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· εἰ ἔχετε 6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· «ἐὰν ἔχετε πίστιν 6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· Πράγματι ἔχετε ἀνάγκην νὰ τελειοποιηθῆτε εἰς
πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, θερμὴν καὶ δραστικὴν σὰν τὸν σπόρον τὴν πίστιν. Ἐὰν εἴχατε πίστιν τόσον θερμὴν καὶ σφοδρὰν σὰν τὸν
ἐλέγετε ἂν τῇ συκαμίνῳ ταύτῃ, τοῦ σιναπιοῦ, θὰ ἐλέγατε εἰς τὴν μικρὸν σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, θὰ ἐλέγατε εἰς τὸ δένδρον αὐτὸ τῆς
ἐκριζώθητι καὶ φυτεύθητι ἐν τῇ συκαμινιὰ αὐτήν· Ξερριζώσου καὶ συκαμινιᾶς, ξερριζώσου καὶ πήγαινε νὰ φυτευθῇς μέσα εἰς τὴν
θαλάσσῃ, καὶ ὑπήκουσεν ἂν ὑμῖν. πήγαινε νὰ φυτευθῇς μέσα εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ θὰ σᾶς ὑπήκουε.
θάλασσαν, καὶ θὰ σᾶς ὑπήκουε.
17,7 Τίς δὲ ἐξ ὑμῶν δοῦλον ἔχων 7 Ἐὰν δὲ καὶ τέτοια θαύματα 7 Καὶ τέτοια θαύματα ὅμως ἐὰν κατορθώσετε, μὴ ὑπερηφανευθῆτε,
ἀροτριῶντα ἢ ποιμαίνοντα, ὃς πραγματοποιήσετε, μὴ λησμονεῖτε ὅτι καὶ μὴ ξεχάνετε ποτέ, ὅτι εἶσθε ταπεινοὶ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ.
εἰσελθόντι ἐκ τοῦ ἀγροῦ ἐρεῖ, εἶσθε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ Πράγματι· ποῖος ἀπὸ σᾶς, ποὺ ἔχει δοῦλον, ὁ ὁποῖος ὀργώνει τὸ
εὐθέως παρελθὼν ἀνάπεσε, ὑπερηφανευθῆτε· διότι ποιὸς ἀπὸ σᾶς χωράφι ἢ βόσκει τὰ πρόβατα, ὅταν ὁ δοῦλος αὐτὸς ἐπιστρέψῃ καὶ
ποὺ ἔχει ἕνα δοῦλον καὶ ὀργώνει τὸ ἔμβῃ εἰς τὸ σπίτι ἀπὸ τὸ χωράφι, ποῖος κύριος ἀπὸ σᾶς θὰ τοῦ εἴπῃ·
χωράφι ἢ βόσκει τὰ πρόβατα, ὅταν αὐτὸς πέρασε ἀμέσως καὶ κάθησε νὰ φάγῃς; Κανείς.
ὁ δοῦλος ἐπιστρέψῃ ἀπὸ τὸ χωράφι εἰς τὸ
σπίτι, ποιὸς ποτὲ κύριος θὰ τοῦ πῇ·
Πέρασε ἀμέσως καὶ κάθισε νὰ φᾶς;
17,8 ἀλλ' οὐχὶ ἐρεῖ αὐτῷ· 8 Ἀλλὰ θὰ τοῦ πῇ τοῦτο· Ἐτοίμασέ μου τὸ 8 Ἀλλὰ τί θὰ τοῦ εἴπῃ; Δὲν θὰ τοῦ εἴπῃ· ἑτοίμασε ἐκεῖνο, ποὺ θὰ
ἐτοίμασον τί δειπνήσω, καὶ φάγητον νὰ δειπνήσω καὶ ζώσου νὰ μὲ δειπνήσω καὶ ζώσου νὰ μὲ ὑπηρετήσῃς, ἕως ὅτου φάγω καὶ πίω, καὶ
περιζωσάμενος διακόνει μοι ἕως ὑπηρετῇς, ἕως ὅτου φάγω καὶ πίω· καὶ ὕστερα θὰ φάγῃς καὶ θὰ πίῃς σύ;
φάγω καὶ πίω, καὶ μετὰ ταῦτα ἔπειτα φάγε καὶ πιὲ ἐσύ.
φάγεσαι καὶ πίεσαι σύ;
17,9 Μὴ χάριν ἔχει τῷ δούλῳ 9 Μήπως ὁ κύριος αὐτὸς θὰ χρεωστῇ 9 Μήπως ὁ κύριος οὗτος χρεωστεῖ εὐγνωμοσύνην εἰς τὸν δοῦλον
ἐκείνῳ ὅτι ἐποίησε τὰ εὐγνωμοσύνην εἰς ἐκεῖνον τὸν δοῦλον, ἐκεῖνον, ἐπειδὴ ἔκαμεν, ὅσα τὸν διέταξε; Δὲν νομίζω, ὅτι τοῦ
διαταχθέντα; Οὐ δοκῶ διότι ἔκαμεν ὅσα τὸν διέταξε; Δὲν τὸ χρεωστεῖ εὐγνωμοσύνην.
νομίζω.
17,10 Οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν 10 Ἔτσι καὶ σεῖς, καὶ ὅταν ἀκόμα 10 Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν κάμετε ὅλα, ὅσα σᾶς διέταξεν ὁ Θεὸς διὰ τῶν

177/255
ποιήσετε πάντα τὰ διαταχθέντα ἐκτελέσατε ὅλα ὅσα σας διέταξεν ὁ Θεός, ἐντολῶν του, πρέπει νὰ λέγετε, ὅτι εἴμεθα δοῦλοι ἄχρηστοι· διότι
ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί πρέπει νὰ λέγετε ὅτι εἴμεθα ἄχρηστοι ἐκεῖνο, ποὺ εἴχαμεν χρέος καὶ καθῆκον νὰ κάμωμεν, αὐτὸ καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι δοῦλοι, διότι ἁπλῶς ἐκάμαμεν ὅ,τι μόνον ἐκάμαμεν, τίποτε δὲ τὸ ἔκτακτον καὶ ἐξαιρετικόν.
πεποιήκαμεν. εἴχαμεν χρέος νὰ κάμωμεν.
17,11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 11 Καὶ ἐνῶ ἐβάδιζεν αὐτὸς πρὸς τὴν 11 Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, συνέβη νὰ
πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἐπέρασε ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ διέρχεται διὰ μέσου τῶν συνόρων τῆς Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας
καὶ αὐτὸς διήρχετο διὰ μέσου σύνορα Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας. βαδίζων ἀπὸ δυσμῶν πρὸς ἀνατολὰς πρὸς τὴν πέραν τοῦ Ἰορδάνου
Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας. χώραν.
17,12 Καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἰς 12 Καὶ καθὼς εἰσήρχετο εἰς ἕνα χωριό, τὸ 12 Καὶ ὅταν εἰσήρχετο εἰς κάποιο χωρίον, τὸν συνήντησαν δέκα
τινὰ κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα ἀπήντησαν δέκα λεπροί, οἱ ὁποῖοι λεπροὶ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἐστάθησαν ἀπὸ μακράν, ἐπειδὴ σύμφωνα
λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν ἐστάθηκαν ἀπὸ μακρυά, διότι ὁ μωσαϊκὸς μὲ τὸν νόμον κάθε λεπρὸς ἐθεωρεῖτο ἀκάθαρτος καὶ δὲν τοῦ
πόρρωθεν, νόμος διέτασσε νὰ μὴ πλησιάζουν ποτὲ οἱ ἐπετρέπετο νὰ πλησιάσῃ κανένα.
λεπροὶ τοὺς ὑγιεῖς.
17,13 καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν 13 Καὶ αὐτοὶ ἐφώναξαν δυνατὰ καὶ εἶπαν· 13 Καὶ αὐτοὶ ἔβγαλαν φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπαν· Ἰησοῦ, Κύριε, κάμε
λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, «Ἰησοῦ διδάσκαλε, σπλαγχνίσου μας, ἔλεος εἰς ἡμᾶς καὶ θεράπευσέ μας.
ἐλέησον ἡμᾶς. ἐλέησέ μας, δός μας τὴν ὑγείαν μας».
17,14 Καὶ ἱδὼν εἶπεν αὐτοῖς· 14 Καὶ ὅταν τοὺς εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· 14 Καὶ ὅταν τοὺς εἶδε, εἶπε πρὸς αὐτούς· Πηγαίνετε καὶ δείξατε τὸ
πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς «πηγαίνετε καὶ δείξετε τὸ σῶμα σας εἰς σῶμα σας εἰς τοὺς ἱερεῖς διὰ νὰ βεβαιώσουν αὐτοί, σύμφωνα μὲ τὴν
τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ τοὺς ἱερεῖς, διὰ νὰ βεβαιώσουν αὐτοὶ διάταξιν τοῦ νόμου, ἐὰν πράγματι ἐθεραπεύθητε. Καὶ συνέβη, ὅταν
ὑπάγειν αὐτοῦ ἐκαθαρίσθησαν. ἐπισήμως τὴν θεραπείαν σας». Καὶ αὐτοὶ ἐπήγαιναν νὰ ἐξετασθοῦν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ἐκαθαρίσθησαν
καθὼς ἐπήγαιναν ἐκαθαρίσθησαν ἀπὸ ἀπὸ τὴν λέπραν.
τὴν λέπραν.
17,15 Εἰς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἱδὼν ὅτι 15 Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτούς, ὅταν εἶδεν ὅτι 15 Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτούς, ὅταν εἶδε ὅτι ἐθεραπεύθη, ἐπέστρεψε καὶ μὲ
ἰάθη, ὑπέστρεψεν μετὰ φωνῆς ἐθεραπεύθη, ἐπέστρεψε δοξάζων καὶ φωνὴν μεγάλην ἐκφράζων τὴν χαρὰν καὶ εὐγνωμοσύνην του
μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, εὐχαριστῶν τὸν Θεὸν μὲ μεγάλην φωνήν. ἐδόξαζε τὸν Θεόν, ποὺ διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἐθεράπευσε.
17,16 καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον 16 Καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπον κατὰ γῆς 16 Καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπον κατὰ γῆς πλησίον τῶν ποδῶν τοῦ

178/255
παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ κοντὰ εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, εὐχαριστῶν Ἰησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστεῖ. Καὶ αὐτὸς ἦτο Σαμαρείτης, σχισματικὸς
εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἢν αὐτὸν ἐκ βάθους ψυχῆς. Καὶ αὐτὸς ἦτο καὶ ὀλιγώτερον φωτισμένος ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνεπῶς δὲν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Σαμαρείτης. Σαμαρείτης. θὰ ἐπερίμενε κανεὶς νὰ δείξῃ αὐτὸς εὐγνωμοσύνην, ὁποίαν δὲν
ἔδειξαν οἱ ἄλλοι ἐννέα, ποὺ ἦσαν Ἰσραηλῖται.
17,17 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς 17 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· «δὲν 17 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Δὲν ἐκαθαρίσθησαν ἀπὸ τὴν
εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι λέπραν καὶ οἱ δέκα; Οἱ δὲ ἄλλοι ἐννέα ποὺ εἶναι;
ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; ἐννέα ποῦ εἶναι;
17,18 Οὐχ εὑρέθησαν 18 Δὲν ἐθεώρησαν καθῆκον των νὰ 18 Ἐχάθησαν νὰ γυρίσουν πίσω καὶ νὰ δώσουν δόξαν εἰς τὸν Θεόν,
ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ ἐπιστρέψουν καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Θεόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ξένον αὐτόν, ποὺ δὲν ἀνήκει εἰς τὸ γνήσιον ἰουδαϊκὸν
Θεῷ εἰ μὴ ἀλλογενὴς οὗτος; ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ δὲν εἶναι Ἰουδαῖος, γένος;
ἀλλὰ κατάγεται ἀπὸ ἄλλο γένος;»
17,19 Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς 19 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· «σήκω καὶ 19 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Σήκω καὶ πήγαινε· ἡ πίστις σου δὲν
πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. πήγαινε, ἡ πίστις σου ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐθεράπευσε τὸ σῶμα σου μόνον, ἀλλ’ ἀποτελεῖ καὶ καλὴν ἀρχήν,
θεραπείαν τοῦ σώματος, σοῦ ἔχει δώσει ποὺ θὰ σὲ ὁδηγηση εἰς τὴν πνευματικὴν σωτηρίαν.
καὶ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς σου». (Ἡ
εὐγνωμοσύνη μας πρὸς τὸν Θεὸν μᾶς
κάνει ἀξίους ἀκόμη μεγαλυτέρων
δωρεῶν ἐκ μέρους του).
17,20 Ἐπερωτηθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν 20 Ὅταν δὲ κάποιος ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους 20 Ὅταν δὲ ἠρωτήθη ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, πότε ἔρχεται ἡ βασιλεία
Φαρισαίων πότε ἔρχεται ἡ τὸν ἠρώτησε, πότε ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπερίμεναν αὐτοὶ ὅτι θὰ ἐβασίλευεν ὁ
βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπεκρίθη Θεοῦ, ἀπεκρίθη εἰς αὐτοὺς καὶ εἶπεν· «ἡ Μεσσίας μετὰ κοσμικῆς δυνάμεως, ἀπεκρίθη εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς
αὐτοῖς καὶ εἶπεν· οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἔρχεται μὲ καὶ εἶπεν· ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἔρχεται μὲ πομπὴν καὶ
βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετὰ ἐξωτερικὴν πομπὴν καὶ ἐντυπωσιακὰ ἐξωτερικὴν λαμπρότητα, ὥστε νὰ προσελκύῃ τὴν παρατήρησιν
παρατηρήσεως, γεγονότα, ὥστε νὰ προκαλῇ τὴν ὅλων καὶ νὰ γίνεται ἀντιληπτὴ ἡ ἔλευσίς της ἀπὸ τὰς ἐξωτερικὰς
προσοχὴν καὶ παρατήρησιν τῶν τῶν ἀνθρώπων αἰσθήσεις.
ἀνθρώπων.
17,21 οὐδὲ ἐροῦσιν ἰδοὺ ὧδε ἢ ἰδοὺ 21 Οὔτε ὅταν ἔλθῃ θὰ εἴπουν οἱ 21 Οὔτε ὅταν ἔλθῃ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θὰ εἴπουν οἱ ἄνθρωποι·

179/255
ἐκεῖ· ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι· Ἰδοὺ ἐδῶ εἶναι ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ Ἰδοὺ ἐδῶ εἶναι ὁ βασιλεὺς καὶ Μεσσίας· ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ εἶναι. Ὅτι δὲ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν. εἶναι. Διότι εἰς τὴν πραγματικότητα ἡ αὐτά, ποὺ σᾶς λέγω, εἶναι ἀληθῆ, ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι ἐγὼ ὁ
βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὑρίσκεται μεταξύ Μεσσίας, ποὺ εἶμαι ἡ προσωποποίησις τῆς βασιλεῖας τοῦ Θεοῦ,
σας, ἐφ' ὅσον ἐγώ, ὁ Μεσσίας καὶ εἶμαι μεταξύ σας καὶ σεῖς ἑξακολουθεῖτε νὰ μὴ ἔχετε εἴδησιν, ὅτι
ἀρχηγὸς τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἦλθεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
εὑρίσκομαι ἐνώπιόν σας. Καὶ ὅμως σεῖς
δὲν τὸ ἔχετε ἀντιληφθῇ».
17,22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς· 22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του· «θὰ 22 Εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς· θὰ φύγω καὶ θὰ ἐπιθυμήσετε τὴν
ἐλεύσονται ἡμέραι ὅτε ἔλθουν ἡμέραι, ποὺ θὰ ἐπιθυμήσετε νὰ παρουσίαν μου. Θὰ ἔλθουν ἡμέραι, ποὺ ὕστερα ἀπὸ ἀντιδράσεις καὶ
ἐπιθυμήσετε μίαν τῶν ἡμερῶν τοῦ ἰδῆτε, διὰ νὰ πάρετε θάρρος καὶ μόχθους καὶ δυσκόλους περιστάσεις, τὰ ὁποῖα θὰ ἀντιμετωπίζετε
υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἰδεῖν, καὶ οὐκ ἐνίσχυσιν εἰς τὸν ἀγῶνα σας, μίαν ἀπὸ ἐν τῷ ἔργῳ τῆς ἀποστολῆς σας, θὰ ἐπιθυμήσετε νὰ ἴδετε μίαν ἀπὸ
ὄψεσθε. τὰς ἡμέρας τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὰς ἐνδόξους ἡμέρας τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ υἱοῦ τοῦ
δὲν θὰ ἴδετε, διότι ἐγὼ θὰ ἔχω φύγει καὶ ἀνθρώπου. Καὶ δὲν θὰ τὴν ἴδετε.
δὲν θὰ εἶμαι κατὰ ἕνα τρόπον αἰσθητὸν
μαζῆ σας.
17,23 Καὶ ἐροῦσιν ὑμῖν· ἰδοὺ ὧδε, 23 Καὶ θὰ σᾶς ποῦν τότε· Ἰδοὺ ἐδῶ εἶναι ὁ 23 Καὶ θὰ σᾶς εἶπουν τότε: Ἰδοὺ ἔδω εἶναι ὁ Χριστὸς ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ εἶναι
ἰδοὺ ἐκεῖ· μὴ ἀπέλθητε μηδὲ Χριστός, ἰδοὺ ἐκεῖ εἶναι ὁ Χριστός. Μὴν ὁ Χριστός. Προσέξατε νὰ μὴ πάτε, οὔτε νὰ ἀκολουθήσετε αὐτόν,
διώξητε. πᾶτε καὶ μὴν ἀκολουθήσετε αὐτόν, ποὺ ποὺ θὰ σᾶς φέρῃ τὴν εἴδησιν αὐτήν.
θὰ σᾶς φέρῃ τὴν ψευδῆ αὐτὴν
πληροφορίαν.
17,24 Ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ 24 Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἔλθῃ κατὰ 24 Σᾶς λέγω δὲ νὰ μὴ ἀκολουθήσετε εἰς ὡρισμένον τόπον, διότι ὁ
ἀστράπτουσα ἐκ τῆς ὑπ' οὐρανὸν τὴν ἡμέραν τῆς ἐνδόξου αὐτοῦ δευτέρας Μεσσίας δὲν θὰ εἶναι τότε κρυμμένος εἰς μέρος τι, ἀλλὰ καθὼς ἡ
λάμπει, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ παρουσίας, θὰ ἔλθῃ ὅμως τότε ἀστραπή, ποὺ ἀστράπτει ἀπὸ ἕνα οἰονδήποτε σημεῖον τῆς
ἀνθρώπου ἐν τῇ ἡμέρᾳ αὐτοῦ. ὁλοφάνερα, ἀλλὰ καὶ ἔξαφνα, ὅπως ἀτμοσφαίρας καὶ τῶν νεφῶν, καὶ ἐν γένει τῆς περιοχῆς, ποὺ εἶναι
ἀκριβῶς ἡ ἀστραπὴ φαίνεται ἔξαφνα καὶ κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανόν, λάμπει διὰ μιᾶς εἰς ὅλην τὴν ἔκτασιν τοῦ
ἀστράφτει ἀπὸ κάποιαν περιοχὴν τοῦ ὁρίζοντος, ποὺ εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἔτσι θὰ εἶναι καὶ ὁ υἱὸς

180/255
οὐρανοῦ, λάμπει δὲ καὶ φωτίζει ὅλην τὴν τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐνδόξου παρουσίας του. Ἡ
ἔκτασιν κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανόν. παρουσία του θὰ ἐπέλθῃ αἰφνιδίως καὶ θὰ εἶναι εἰς ὅλους αἰσθητή.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


17,25 Πρῶτον δὲ δεῖ αὐτὸν πολλὰ 25 Πρὶν ὅμως ἔλθῃ μὲ ὅλην του τὴν δόξαν 25 Προτοῦ ὅμως ἔλθῃ ἐνδόξως ὡς κριτής, πρέπει σύμφωνα μὲ τὴν
παθεῖν καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ ὡς κριτής, πρέπει σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα ὡρισμένην βουλὴν καὶ πρόγνωσιν τοῦ Θεοῦ νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ
τῆς γενεᾶς ταύτης. τοῦ Θεοῦ νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τὴν γενεὰν αὐτὴν τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων.
ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τὴν γενεὰν αὐτήν.
17,26 Καὶ καθὼς ἐγένετο ἐν ταῖς 26 Καὶ καθὼς συνέβη κατὰ τὰς ἡμέρας 26 Καὶ καθὼς συνέβη κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Νῶε, ἔτσι θὰ συμβῇ καὶ
ἡμέραις Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἐν τοῦ Νῶε, ἔτσι θὰ εἶναι καὶ κατὰ τὰς κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
ταῖς ἡμέραις τοῦ υἱοῦ τοῦ ἡμέρας ποὺ θὰ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου· ἀνθρώπου.
17,27 ἤσθιον, ἔπινον, ἐγάμουν, 27 Οἱ ἄνθρωποι τότε ἔτρωγαν, ἔπιναν, 27 Οἱ ἄνθρωποι δηλαδὴ τότε ἐπὶ τοῦ Νῶε, μολονότι οὗτος τοὺς
ἐξεγαμίζοντο, ἄχρι ἧς ἡμέρας διασκέδαζαν, ἐνυμφεύοντο, ἔδιδαν εἰς προανήγγελλε τὴν διὰ τοῦ κατακλυσμοῦ καταστροφήν, ἔτρωγαν
εἰσῆλθε Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, καὶ γάμον τὰ παιδιά των, χωρὶς νὰ δίδουν ἀσυλλόγιστα καὶ ἔπιναν, ἐνυμφεύοντο καὶ ὑπάνδρευαν τὰ παιδιά
ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ σημασίαν εἰς ὅσα τοὺς ἔλεγεν ὁ Νῶε, των μέχρι τῆς ἡμέρας, ποὺ ἐμβῆκεν ὁ Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, χωρὶς νὰ
ἀπώλεσεν ἅπαντας. μέχρι τῆς ἡμέρας ποὺ ἐμπῆκε ὁ Νῶε εἰς ἔρχεται καμμία σκέψις εἰς αὐτοὺς περὶ τῆς τιμωρίας, ποὺ τοὺς
τὴν κιβωτὸν καὶ ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς ἐπερίμενε. Καὶ ἔξαφνα ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ τοὺς κατέστρεψεν
καὶ ἐξωλόθρευσεν ὅλους. ὅλους.
17,28 Ὁμοίως καὶ ὡς ἐγένετο ἐν 28 Θὰ συμβῇ ὅ,τι ἔγινε καὶ κατὰ τὰς 28 Θὰ συμβῇ τὸ ἴδιο μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔγινε καὶ εἰς τὰς ἡμέρας τοῦ Λώτ·
ταῖς ἡμέραις Λώτ· ἤσθιον, ἔπινον, ἡμέρας τοῦ Λώτ. Καὶ τότε οἱ ἄνθρωποι ἔτρωγαν τότε οἱ ἄνθρωποι, ἔπιναν, ἠγόραζαν, ἐπωλοῦσαν,
ἠγόραζον, ἐπώλουν, ἐφύτευον, ἔτρωγαν, ἔπιναν, ἠγόραζαν, ἐπωλοῦσαν, ἐφύτευαν, ἔκτιζαν οἰκοδομάς, χωρὶς νὰ συλλογίζονται τὴν ὀργὴν
ᾠκοδόμουν· ἐφύτευαν, ἔκτιζαν χωρὶς νὰ σκέπτωνται τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μετ’ ὀλίγον θὰ ἐξέσπα κατ’ αὐτῶν.
καθόλου τὸν Θεόν.
17,29 ᾗ δὲ ἡμέρᾳ ἐξῆλθε Λὼτ ἀπὸ 29 Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ ἔφυγεν ὁ Λὼτ ἀπὸ 29 Τὴν ἡμέραν ὅμως, ποὺ ἐβγῆκεν ὁ Λὼτ ἀπὸ τὰ Σόδομα, ἔβρεξε
Σοδόμων, ἔβρεξε πῦρ καὶ θεῖον ἀπ' τὰ Σόδομα, ἔβρεξε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν φωτιὰ καὶ θειάφι ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ τοὺς κατέστρεψεν ὅλους.
οὐρανοῦ καὶ ἀπώλεσεν ἅπαντας. φωτιὰ καὶ θειάφι καὶ κατέστρεψε ὅλους.
17,30 Κατὰ τὰ αὐτὰ ἔσται ᾗ ἡμέρᾳ 30 Ὅμοια μὲ αὐτὰ θὰ συμβοῦν καὶ κατὰ 30 Ὅμοια πρὸς αὐτὰ θὰ συμβοῦν καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν, ποὺ θὰ
ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἡμέραν τῆς δευτέρας παρουσίας, ποὺ φανερωθῇ ἐνδόξως ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου διὰ νὰ κρίνῃ τὸν κόσμον.

181/255
ἀποκαλύπτεται. θὰ φανῇ μὲ ὅλην του τὴν δόξαν ὁ υἱὸς τοῦ Καὶ τότε δηλαδὴ θὰ εἶναι ἀμέριμνοι καὶ ἀσυλλόγιστοι οἱ ἄνθρωποι,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀνθρώπου. ὅπως ἐπὶ τοῦ Νῶε καὶ τοῦ Λώτ, καὶ θὰ ἔλθῃ ἔξαφνα, καὶ χωρὶς νὰ
τὴν περιμένουν, ἡ δευτέρα παρουσία.
17,31 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ὃς ἔσται 31 Κατὰ τὴν ἄλλην δὲ ἡμέραν τῆς ὀργῆς 31 Κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν, ποὺ θὰ πρόκειται νὰ ἐπέλθῃ ἡ δευτέρα
ἐπὶ τοῦ δώματος καὶ τὰ σκεύη τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν θὰ βραδύνῃ νὰ ἔλθῃ παρουσία, οἱ φρόνιμοι καὶ εὐσεβεῖς ἂς ἔχουν νεκρωμένον κάθε
αὐτοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ, μὴ καταβάτω (ὅταν δηλαδὴ θὰ πλησιάζουν τὰ ρωμαϊκὰ ἐνδιαφέρον πρὸς τὰ ἐγκόσμια καὶ ἂς εἶναι ἄγρυπνοι καὶ
ἆραι αὐτά, καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ στρατεύματα διὰ νὰ καταστρέψουν τὴν προσεκτικοὶ διὰ νὰ δεχθοῦν τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖνος, ποὺ
ὁμοίως μὴ ἐπιστρεψάτω εἰς τὰ Ἱερουσαλήμ) ἐκεῖνος ποὺ θὰ εὑρίσκεται θὰ εὑρίσκεται ἐπάνω εἰς τὸ ἠλιακωτὸν καὶ τὴν στέγην, ἐνῷ τὰ
ὀπίσω. εἰς τὴν ταράτσαν καὶ τὰ πράγματά του πράγματά του θὰ εἶναι κάτω, μέσα εἰς τὸ σπίτι, ἂς μὴ καταβῇ διὰ
θὰ ἔχῃ μέσα στὸ σπίτι, ἂς μὴ κατεβῇ νὰ νὰ τὰ πάρῃ. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὸ χωράφι, ὁμοίως καὶ
τὰ πάρῃ. Καὶ ἐκεῖνος ἐπίσης ποὺ θὰ αὐτός, ἂς μὴ γυρίσῃ ὀπίσω εἰς τὴν πόλιν διὰ νὰ σώσῃ τὰ ἐκεῖ
εὑρίσκεται στὸ χωράφι, ἂς μὴ γυρίσῃ εἰς πράγματά του.
τὴν πόλιν.
17,32 Μνημονεύετε τῆς γυναικὸς 32 Νὰ ἐνθυμῆσθε τὴν γυναῖκα τοῦ Λώτ, ἡ 32 Νὰ ἐνθυμῆσθε τὴν γυναῖκα τοῦ Λώτ, ποὺ ἁπλῶς καὶ μόνον
Λώτ. ὁποία ἔγινε στήλη ἅλατος, μόνον καὶ ἐγύρισεν ὀπίσω διὰ νὰ ἴδῃ τί ἐγίνετο εἰς τὰ Σόδομα, καὶ μετεβλήθη
μόνον διότι ἔστρεψε τὸ κεφάλι της, διὰ νὰ εἰς στήλην ἅλατος.
ἵδῃ τί γίνεται εἰς τὰ Σόδομα.
17,33 ῝Ος ἐὰν ζητήσῃ τὴν ψυχὴν 33 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ζητήσῃ μὲ τὴν 33 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἐπιδιώξῃ διὰ τῆς προσκολλήσεώς του εἰς τὰ
αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν, καὶ προσκόλλησίν του εἰς τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, νὰ ἐπίγεια νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του ἀπὸ τὸν σωματικὸν θάνατον, αὐτὸς
ὃς ἐὰν ἀπολέσῃ αὐτήν, ἐξασφαλίση τὴν ζωήν του, θὰ τὴν χάσῃ. θὰ χάσῃ αὐτὴν αἰωνίως, διότι ἡ ψυχή του θὰ καταδικασθῇ εἰς τὴν
ζωογονήσει αὐτήν. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ χάσῃ τὴν ζωὴήν του, αἰωνίαν κόλασιν. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ διὰ νὰ μείνῃ πιστὸς εἰς τὸ
διὰ νὰ μείνῃ πιστὸς εἰς τὸ καθῆκον του, καθῆκον, θὰ χάσῃ τὴν ζωήν του, αὐτὸς θὰ τὴν διατηρήσῃ, διότι θὰ
εἰς τὴν πραγματικότητα θὰ τὴν σώσῃ τὴν ψυχήν του εἰς τὸν μέλλοντα βίον.
διατηρήσῃ, διότι θὰ ἐξασφαλίσῃ τὴν
αἰωνίαν ζωήν.
17,34 Λέγω ὑμῖν, ταύτῃ τῇ νυκτὶ 34 Σᾶς λέγω δὲ ὅτι αὐτὴν τὴν νύκτα, ποὺ 34 Ἡ στενὴ σχέσις καὶ συμβίωσίς σας εἰς τὴν ζωὴν αὐτὴν δὲν θὰ

182/255
δύο ἔσονται ἐπὶ κλίνης μιᾶς, εἷς θὰ προηγηθῇ ἀπὸ τὴν μεγάλην ἐμποδίσῃ νὰ χωρισθῆτε καὶ νὰ ἔχετε διάφορον τύχην ὁ ἕνας ἀπὸ
παραληφθήσεται καὶ ὁ ἕτερος καταστροφήν, δύο θὰ εὑρίσκονται εἰς ἕνα τὸν ἄλλον κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν. Σᾶς βεβαιῶ· κατ’ αὐτὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἁφεθήσεται· κρεββάτι, ὁ ἔνας, ὁ πιστός, θὰ τὴν νύκτα, ποὺ θὰ προηγηθῇ τῆς δευτέρας παρουσίας, δύο θὰ
παραληφθῇ καὶ θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ κοιμῶνται εἰς τὸ αὐτὸ κρεββάτι, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι μητέρα καὶ
φωτισμὸν Θεοῦ καὶ θὰ φύγῃ, διὰ νὰ σωθῇ κόρη ἢ σύζυγος μετὰ τῆς συζύγου ἢ δύο ἀδελφοὶ ἢ δι’ ἄλλου δεσμοῦ
μακράν, ὡς ἐὰν θὰ ἔχῃ παραληφθῇ ἀπὸ συγγενείας συνδεόμενα πρόσωπα. Ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὡς δίκαιος
τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ· καὶ ἄλλος, ὁ καὶ θεοφιλὴς θὰ παραληφθῇ πρὸς προϋπάντησιν τοῦ Κυρίου, καὶ ὁ
ἄπιστος, θὰ ἀφεθῇ, διὰ νὰ τιμωρηθῇ. ἄλλος ὡς ἀνάξιος θὰ ἐγκαταλειφθῇ.
17,35 δύο ἔσονται ἀλήθουσαι ἐπὶ 35 Δύο γυναῖκες θὰ εἶναι ποὺ θὰ ἀλέθουν 35 Δύο γυναῖκες θὰ εἶναι, ποὺ θὰ ἀλέθουν εἰς τὸ αὐτὸ μέρος καὶ θὰ
τὸ αὐτό, μία παραληφθήσεται καὶ μαζῆ, ἡ μία, ἡ πιστή, θὰ παραληφθῇ καὶ γυρίζουν καὶ αἱ δύο τὸν αὐτὸν χειρόμυλον. Ἡ μία θὰ παραληφθῇ
ἡ ἑτέρα ἁφεθήσεται· θὰ σωθῇ, ἡ ἄλλη θὰ ἀφεθῇ, διὰ νὰ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἡ ἄλλη θὰ ἀφεθῇ ἐκεῖ, ποὺ εὑρίσκεται.
τιμωρηθῇ.
17,36 δύο ἐν τῷ ἀγρῷ, εἷς 36 Δύο θὰ εἶναι εἰς τὸ χωράφι, ὁ ἔνας, ὁ 36 Δύο θὰ εἶναι εἰς τὸ χωράφι. Ὁ ἕνας θὰ παραληφθῇ ἀπὸ τοὺς
παραληφθήσεται καὶ ὁ ἕτερος πιστός, θὰ παραληφθῇ διὰ νὰ σωθῇ, ὁ ἀγγέλους καὶ ὁ ἄλλος θὰ ἐγκαταλειφθῇ.
ἁφεθήσεται. ἄλλος, ὁ ἄπιστος, θὰ ἀφεθῇ νὰ
τιμωρηθῇ».
17,37 Καὶ ἀποκριθέντες λέγουσιν 37 Ἀπεκρίθησαν δὲ οἱ μαθηταὶ καὶ τοῦ 37 Καὶ ἀπεκρίθησαν οἱ μαθηταὶ καὶ εἶπαν· Ποῦ θὰ ἐγκαταλειφθοῦν
αὐτῷ· ποῦ, Κύριε; ὁ δὲ εἶπεν εἶπαν· «ποῦ, Κύριε, θὰ γίνουν αὐτά;» ὁ δὲ καὶ εἰς ποῖον μέρος θὰ ἀφεθοῦν, Κύριε; Ὁ δὲ Κύριος τοὺς εἶπεν· ἐκεῖ
αὐτοῖς· ὅπου τὸ σῶμα, ἐκεῖ Κύριος τοὺς εἶπε· «ὅπου εἶναι τὸ νεκρὸν ὅπου εἶναι τὸ νεκρὸν σῶμα, δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι οἱ νεκροὶ ἠθικῶς
ἐπισυναχθήσονται καὶ οἱ ἀετοί. σῶμα, ἐκεῖ θὰ μαζευθοῦν ἀπὸ διάφορα καὶ ἁμαρτωλοί, ἐκεῖ θὰ μαζευθοῦν καὶ οἱ ἀετοί, ποὺ θὰ
σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος τὰ ὄρνια διὰ νὰ τὸ καταβροχθίσουν τὸ πτῶμα· δηλαδὴ ἐκεῖ θὰ συναχθοῦν καὶ οἱ
καταβροχθίσουν». (Ὅπου οἱ ἠθικῶς τιμωροὶ ἄγγελοι, ποὺ θὰ τιμωρήσουν τοὺς ἠθικῶς νεκροὺς καὶ
νεκροί, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν των, ἁμαρτωλούς.
ἄνθρωποι, ἐκεῖ θὰ πέσουν καὶ αἱ
τιμωρίαι).

183/255
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 18Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


18,1 Έλεγε δὲ καὶ παραβολὴν Διὰ νὰ διδάξῃ δὲ τοὺς μαθητάς του νὰ Έλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ παραβολήν, διὰ να τοὺς
αὐτοῖς πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύχωνται πάντοτε καὶ νὰ μὴ διδάξῃ, ὅτι πρέπει πάντοτε αὐτοὶ νὰ προσεύχωνται καὶ νὰ μὴ
προσεύχεσθαι αὐτοὺς καὶ μὴ ἀποκάμνουν εἰς τὴν προσευχήν, τοὺς ἀποκάμνουν καὶ ἀποθαρρύνωνται, ἐὰν αἱ προσευχαί των δὲν
ἐκκακεῖν, εἶπε καὶ τὴν παραβολὴν αὐτήν· εἰσακούωνται ἀμέσως.
18,2 λέγων· κριτής τις ἦν ἔν τινι 2 «Εἰς μίαν πόλιν ὑπῆρχε κάποιος κριτής, 2 Καὶ τοὺς εἶπε· Ἦτο κάποιος δικαστὴς εἰς μίαν πόλιν, ποὺ δὲν
πόλει τὸ Θεὸν μὴ φοβούμενος καὶ ὁ χειρότερος τύπος τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐφοβεῖτο τὸν Θεόν, ἀλλ’ οὔτε ἐντρέπετο καὶ κανένα ἄνθρωπον.
ἄνθρωπον μὴ ἐντρεπόμενος. εἶναι δυνατὸν νὰ νοηθῇ, ὁ ὁποῖος οὔτε
τὸν Θεὸν ἐφοβεῖτο οὔτε καὶ κανένα
ἄνθρωπον ἐντρέπετο.
18,3 Χήρα δὲ ἦν ἐν τῇ πόλει ἐκείνῃ, 3 Εἰς τὴν πόλιν ἐκείνην ἦτο ἐπίσης καὶ 3 Ἦτο δὲ εἰς τὴν πόλιν ἐκείνην μία χήρα, καὶ ἤρχετο εἰς αὐτὸν καὶ
καὶ ἤρχετο πρὸς αὐτὸν λέγουσα· μία χήρα, καὶ ἤρχετο πρὸς αὐτὸν τοῦ ἔλεγε· Κάμε δικαίαν κρίσιν καὶ προστάτευσέ με ἀπὸ αὐτόν, μὲ
ἐκδίκησόν μὲ ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου λέγουσα· Ἀπόδωσέ μου τὸ δίκαιον· τὸν ὁποῖον εὑρίσκομαι εἰς δίκην, διότι μὲ ἀδικεῖ.
μου. προστάτευσέ με ἀπὸ τὸν ἀντίδικόν μου, ὁ
ὁποῖος μὲ ἀδικεῖ.
18,4 Καὶ οὐκ ἠθέλησεν ἐπὶ χρόνον· 4 Ἀλλὰ ὁ κριτὴς ἐπὶ ἀρκετὸν χρόνον δὲν 4 Καὶ δὲν ἤθελεν ἐπὶ ἀρκετὸν χρόνον ὁ δικαστὴς νὰ ἀποδώσῃ τὸ
μετὰ δὲ ταῦτα εἶπεν ἐν ἑαυτῷ· εἰ ἤθελε νὰ ἀποδώσῃ τὸ δίκαιον. Ἔπειτα δίκαιον εἰς τὴν χήραν. Μετὰ ταῦτα ὅμως, ἐπειδὴ ἐπέμενεν ἡ χήρα,
καὶ τὸν Θεὸν οὐ φοβοῦμαι καὶ ὅμως ἀπὸ καιρόν, ἐπειδὴ ἡ χήρα ἐπέμενε εἶπε μέσα του· Ἂν καὶ δὲν φοβοῦμαι τὸν Θεὸν καὶ δεν ἐντρέπομαι
ἄνθρωπον οὐκ ἐντρέπομαι, νὰ τὸν ἐνοχλῇ, εἶπε ἀπὸ μέσα του: Ἂν καὶ κανένα ἄνθρωπον,
ἐγὼ τὸν Θεὸν δὲν φοβοῦμαι καὶ κανένα
ἄνθρωπον δὲν ἐντρέπομαι,
18,5 διά γε τὸ παρέχειν μοι κόπον 5 ὅμως ἐπειδὴ ἡ χήρα αὐτὴ μὲ ἐνοχλεῖ 5 ὅμως μόνον καὶ μόνον ἐπειδὴ μοῦ παρέχει ἐνόχλησιν ἡ χήρα αὐτή,
τὴν χήραν ταύτην ἐκδικήσω συνεχῶς, θὰ τῆς ἀποδώσω τὸ δίκαιον, θὰ τῆς ἀποδώσω τὸ δίκαιον, διὰ νὰ μὴ μὲ ἐνοχλῇ καὶ μὲ πιέζῃ μὲ τὸ
αὐτήν, ἵνα μὴ εἰς τέλος ἐρχομένη μόνον καὶ μόνον διὰ νὰ μὴ ἔρχεται καὶ μὲ νὰ ἔρχεται ἑξακολουθητικῶς ἕως ὅτου λάβῃ τέλος ἡ ὑπόθεσίς της.
ὑποπιάζῃ με. πιέζῃ καὶ μὲ στενοχωρῇ».
18,6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· ἀκούσατε τί 6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· «ἀκοῦστε καὶ 6 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· Ἀκούσατε καὶ προσέξατε καλῶς, τί λέγε ὁ κριτὴς

184/255
ὁ κριτὴς τῆς ἀδικίας λέγει· προσέξτε καλά, τί λέγει ὁ ἄδικος κριτής. ὁ ἄδικος.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


18,7 ὁ δὲ Θεὸς οὐ μὴ ποιήσῃ τὴν 7 Ἀφοῦ λοιπὸν ἐκεῖνος, ἀσεβὴς καὶ 7 Αἳ λοιπόν, ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀποδώσῃ τὸ δίκαιον καὶ δὲν θὰ κάμῃ τὴν
ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ ἀναιδής, ἐδέχθηκε ἐπὶ τέλους τὴν αἴτησιν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν του, ποὺ διὰ τῶν προσευχῶν των
τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας τῆς χήρας, ὁ Θεὸς ὁ πανάγαθος καὶ φωνάζουν εἰς αὐτὸν ἡμέραν καὶ νύκτα καὶ ἀναβάλλει διὰ τὸ καλόν
καὶ νυκτός, καὶ μακροθυμῶν ἐπ' δίκαιος δὲν θὰ ἀποδώσῃ τὸ δίκαιον εἰς τους νὰ κάμῃ τὴν κρίσιν;
αὐτοῖς; τοὺς ἐκλεκτούς του, οἱ ὁποῖοι φωνάζουν
πρὸς αὐτὸν μὲ τὰς προσευχάς των
ἡμέραν καὶ νύκτα, ἔστω καὶ ἂν εἰς
πολλὰς περιστάσεις δὲν ἀπαντᾷ ἀμέσως
ἀλλὰ ἀναβάλλει (μὲ τὸν σκοπὸν αὐτοὺς
μὲν νὰ στηρίξη εἰς τὴν πίστιν, τοὺς δὲ
ἀδικοῦντας νὰ καλέσῃ εἰς μετάνοιαν;)
18,8 Λέγω ὑμῖν ὅτι ποιήσει τὴν 8 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι ὁ Θεὸς γρήγορα 8 Σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ κάμῃ γρήγορα τὴν ἐκδίκησιν τῶν
ἐκδίκησιν αὐτῶν ἐν τάχει. Πλὴν ὁ θὰ ἀποδώσῃ τὸ δίκαιον εἰς τοὺς ἐκλεκτῶν του καὶ θὰ τιμωρήσῃ ἐκείνους, ποὺ τοὺς ἀδικοῦν. Ἀλλ’
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα ἐκλεκτούς του καὶ θὰ τιμωρήσῃ τοὺς ὅμως ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου διὰ νὰ κάμῃ κρίσιν καὶ νὰ
εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς; ἀδικοῦντας, ἐὰν δὲν μετανοήσουν. Ἀλλά, ἀποδώσῃ δικαιοσύνην, θὰ εὕρῃ ἄραγε ἐπὶ τῆς γῆς ἀνθρώπους, ποὺ
ὅταν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔλθῃ διὰ νὰ νὰ ἔχουν τὴν ἐπίμονον καὶ ἀκατάβλητον αὐτὴν πίστιν, ὥστε νὰ μὴ
ἀποδώσῃ δικαιοσύνην, ἆρά γε θὰ εὔρῃ εἰς ἀποκάμνουν προσευχόμενοι;
τοὺς ἀνθρώπους αὐτὴν τὴν ζωντανὴν
πίστιν, ποὺ θὰ τοὺς ἐνισχύῃ, ὥστε νὰ μὴ
ἀποκάμνουν εἰς τὴν προσευχήν;»
18,9 Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς 9 Εἶπε δὲ καὶ πρὸς μερικούς, ποὺ εἶχαν 9 Εἶπε δὲ καὶ πρὸς μερικούς, ποὺ εἶχαν πεποίθησιν εἰς τοὺς ἑαυτούς
πεποιθότας ἐφ' ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ τὴν ἀλαζονικὴν αὐτοπεποίθησιν ὅτι εἶναι των, ὅτι εἶναι δίκαιοι καὶ ἐνάρετοι, καὶ δι’ αὐτὸ περιφρονοῦσαν τοὺς
δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς δίκαιοι καὶ περιφρονοῦσαν τοὺς ἄλλους, ἄλλους, αὐτὴν τὴν παραβολήν·
λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· τὴν παραβολὴν αὐτήν.
18,10 Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς 10 «Δύο ἄνθρωποι ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν 10 Δύο ἄνθρωποι ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν διὰ νὰ προσευχηθον· ὁ ἕνας

185/255
τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἰς νὰ προσευχηθοῦν, ὁ ἔνας Φαρισαῖος καὶ ὁ ἦτο Φαρισαῖος καὶ ὁ ἄλλος τελώνης.
Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ἄλλος τελώνης.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


18,11 Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς 11 Ὁ Φαρισαῖος ἐστάθη ἐπιδεικτικῶς διὰ 11 Ὁ Φαρισαῖος ἐστάθη ὄρθιος, ὥστε νὰ φαίνεται καλά, καὶ
ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, νὰ προκαλῇ ἐντύπωσιν· καὶ διὰ νὰ προσηύχετο καθ’ ἑαυτὸν καὶ δι’ ἑαυτὸν ταῦτα· Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ
εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ δοξάσῃ τὸν εὐατόν του, αὐτὰ μου, διότι δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ποὺ εἶναι
οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, προσηύχετο· Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, διότι ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ σὰν αὐτὸν ἐκεῖ τὸν τελώνην. Εἰς
ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ δὲν εἶμαι ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, καιρὸν δηλαδὴ ποὺ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἔνοχοι καὶ ἀξιοκατάκριτοι,
τελώνης· ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοὶ ἢ καὶ ὡσὰν αὐτὸς ἐγὼ προβάλλω ὡς μόνος ἀνένοχος καὶ σὲ εὐχαριστῶ, διότι δὲν
ὁ τελώνης. βλέπω εἰς τὸν ἑαυτόν μου τὰς τόσας κακίας, τὰς ὁποίας ἔχουν οἱ
ἄλλοι.
18,12 νηστεύω δίς τοῦ σαββάτου, 12 Ἐγὼ νηστεύω δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα, 12 Ἔχω ὅμως καὶ ἀρετάς. Νηστεύω δύο φορὰς τὴν ἑβδομάδα
ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Δευτέρα καὶ Πέμπτην, δίδω τὸ δέκατον (Δευτέραν καὶ Πέμπτην)· δίδω τὸ δέκατον ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ
ἀπὸ ὅλα γενικῶς ὅσα ἀποκτῶ. Ἐγὼ εἶμαι ἀποκτῶ, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ πλέον μικρὰ καὶ εὐτελῆ, διὰ τὰ ὁποῖα
ἐνάρετος. δὲν ἐπιβάλλει ὁ νόμος τὴν δεκάτην.
18,13 Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν 13 Καὶ ὁ τελώνης, ποὺ ἐστέκετο κάπου 13 Ὁ τελώνης ὅμως ἔστεκε μακρὰν ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον, ποὺ
ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς μακρυὰ ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον, δὲν ἤθελε ἐκαίοντο αἱ θυσίαι, καὶ δὲν εἶχε τὴν τόλμην ὄχι μόνον τὰς χεῖρας
ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσῃ εἰς τὸν του, ἀλλὰ οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσῃ ἐπάνω πρὸς τὸν οὐρανόν.
ἐπᾶραι, ἀλλ' ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος οὐρανόν, ἀλλ' ἐκτυποῦσε τὸ στῆθος του Ἀλλ’ ἐκτύπα συνεχῶς τὸ στῆθος του, ποὺ περιέκλειε τὴν
αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἰλάσθητί μοι λέγων· Θεέ μου, σπλαγχνίσου με τὸν ἁμαρτωλὴν καὶ ἀκάθαρτον καρδίαν του, καὶ ἔλεγεν· Ὦ Κύριε καὶ
τῷ ἁμαρτωλῷ. ἁμαρτωλὸν καὶ συγχώρησέ με. Θεέ, σπλαγχνίσου με καὶ συγχώρησέ με τὸν ἁμαρτωλόν.
18,14 Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος 14 Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι αὐτὸς ὁ 14 Σᾶς βεβαιῶ, ὅτι αὐτὸς ὁ περιφρονημένος τελώνης κατέβη ἀπὸ τὸ
δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ περιφρονημένος ἀπὸ τὸν Φαρισαῖον ἱερὸν εἰς τὸ σπίτι του ἀθωωμένος καὶ δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ
ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν τελώνης κατέβηκε εἰς τὸ σπίτι του μὲ ὄχι ὁ Φαρισαῖος ἐκεῖνος. Ἐδικαιώθη δὲ ὁ τελώνης καὶ κατεκρίθη ὁ
ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ συγχωρημένας τὰς ἁμαρτίας του, ἀθῶος Φαρισαῖος, διότι καθένας ποὺ ὑψώνει τὸν ἑαυτόν του, θὰ ταπεινωθῇ
ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. καὶ δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, παρὰ ὁ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ θὰ κατακριθῇ· ἐκεῖνος δέ, ποὺ ταπεινώνει τὸν
Φαρισαῖος ἐκεῖνος. Διότι κάθε ἔνας ποὺ ἑαυτόν του, θὰ ὑψωθῇ καὶ θὰ τιμηθῇ ἀπὸ τὸν Θεόν.
ὑψώνει τὸν εὐατόν του, θὰ ταπεινωθῇ

186/255
ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ θὰ καταδικασθῇ, ἐνῶ
ἐξ ἀντιθέτου ἐκεῖνος ποὺ ταπεινώνει τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εὐατόν του θὰ ὑψωθῇ καὶ θὰ δοξασθῇ
ἀπὸ τὸν Θεόν».
18,15 Προσέφερον δὲ αὐτῷ καὶ τὰ 15 Ἔφεραν δὲ εἰς αὐτὸν ἐκτὸς τῶν 15 Τοῦ ἔφερναν δὲ ὄχι μόνον τοὺς ἀσθενεῖς, ἀλλὰ καὶ τὰ πολὺ μικρὰ
βρέφη ἵνα αὐτῶν ἅπτηται· καὶ ἀσθενῶν καὶ τὰ βρέφη, διὰ νὰ τὰ ἐγγίσῃ παιδιὰ διὰ νὰ ἐγγίζῃ τὸ καθένα μὲ τὰς χεῖρας του πρὸς εὐλογίαν· οἱ
ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐπετίμησαν μὲ τὰ ἄχραντα χέρια του καὶ τοὺς δώσῃ μαθηταὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τοὺς γονεῖς νὰ πλησιάζουν, τοὺς
αὐτοῖς. τὴν εὐλογίαν του. ᾿Αλλὰ οἱ μαθηταί, ὅταν ἐπέπληττον, ἐπειδὴ ἐνομιζαν, ὅτι δὲν ἤρμοζεν εἰς τὸν Χριστὸν νὰ
εἶδαν τοὺς γονεῖς μὲ τὰ βρέφη νὰ τὸν ἀπασχολοὺν διὰ μικρὰ παιδιά.
πλησιάζουν, τοὺς ἐπέπληξαν, νὰ μὴ
ἐνοχλοῦν τὸν διδάσκαλον μὲ τέτοια
μικρὰ καὶ ἀσήμαντα ζητήματα.
18,16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς 16 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἐπροσκάλεσε αὐτὰ καὶ 16 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς προσεκάλεσεν αὐτὰ νὰ ἔλθουν πλησίον του καὶ
προσκαλεσάμενος αὐτὰ εἶπεν· εἶπε· «ἀφῆστε τὰ παιδιά νὰ ἔρχωνται εἶπεν· Ἀφήσατε τὰ παιδιὰ νὰ ἔρχωνται πρὸς ἐμὲ καὶ μὴ τὰ
ἄφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρός με κοντά μου καὶ μὴ τὰ ἐμποδίζετε, διότι εἰς ἐμποδίζετε· διότι δι’ αὐτούς, ποὺ θὰ γίνουν σὰν αὐτά, καὶ θὰ
καὶ μὴ κωλύετε αὐτά· τῶν γὰρ αὐτά, καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ θὰ ὁμοιάσουν ἀποκτήσουν ταπεινὴν καρδίαν καὶ παιδικὴν διάθεσιν, εἶναι ἡ
τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ μὲ αὐτὰ κατὰ τὴν ἁπλοϊκότητα καὶ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Θεοῦ. ἀγαθότητα, ἀνήκει ἡ βασιλεία τῶν
οὐρανῶν.
18,17 Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὃς ἐὰν μὴ 17 Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ 17 Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ δεχθῇ τὸν λόγον καὶ τὸ
δέξηται τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ δεχθῇ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν κήρυγμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ μὲ ἀφέλειαν καὶ ἐμπιστοσύνην καὶ
ὡς παιδίον, οὐ μὴ εἰσέλθῃ εἰς ἀφέλειαν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνην μικροῦ ταπείνωσιν σὰν αὐτήν, ποὺ δεικνύει τὸ παιδίον εἰς τοὺς γονεῖς καὶ
αὐτήν. παιδιοῦ, δὲν θὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν». διδασκάλους του, δὲν θὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτὴν.
18,18 Καὶ ἐπηρώτησέ τις αὐτὸν 18 Καὶ τὸν ἠρώτησε κάποιος ἄρχων, 18 Καὶ τὸν ἠρώτησε κάποιος ἄρχων τῆς συναγωγῆς καὶ εἶπε·
ἄρχων λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί λέγων· «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί πρέπει νὰ Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάμω διὰ νὰ κληρονομήσω ζωὴν αἰώνιον;
ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κάμω, διὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνιον
κληρονομήσω; ζωήν;»

187/255
18,19 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί μὲ 19 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «ἐφ' ὅσον 19 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἀφοῦ ἀπευθύνεσαι πρὸς ἐμὲ μὲ τὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὲ θεωρεῖς ἁπλοῦν ἄνθρωπον, διατὶ μὲ ἰδέαν, ὅτι εἶμαι ἄνθρωπος ἁπλοῦς, διατὶ μὲ ἀποκαλεῖς ἀγαθόν;
μὴ εἰς, ὁ Θεός. ὀνομάζεις ἀγαθόν; Κανένας δὲν εἶναι Κανεὶς δὲν εἶναι ἀπολύτως καὶ ἐξ ἑαυτοῦ ἀγαθός, παρὰ μόνον ἕνας,
ἀπολύτως ἀγαθός, εἰς τὸν ὁποῖον καὶ νὰ ὁ Θεός.
ταιριάζῃ πλήρως τὸ ὄνομα αὐτό, εἰ μὴ
μόνον ὁ Θεός.
18,20 Τὰς ἐντολὰς οἶδᾳς· μὴ 20 Γνωρίζεις τὰς ἐντολάς· νὰ μὴ 20 Γνωρίζεις τὰς ἐντολάς· Νὰ μὴ μοιχεύσης· νὰ μὴ φονεύσῃς· νὰ μὴ
μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ μοιχεύσῃς, νὰ μὴ φονεύσῃς, νὰ μὴ κλέψης· νὰ μὴ ψευδομαρτυρήσῃς· νὰ τιμᾷς τὸν πατέρα σου καὶ τὴν
κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, κλέψῃς, νὰ μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, νὰ μητέρα σου.
τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν τιμᾶς τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα
μητέρα σου. σου».
18,21 Ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα 21 Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «ὅλα αὐτὰ τὰ 21 Καὶ ἐκεῖνος εἶπεν· Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐφύλαξα ἀπὸ τὰ χρόνια, ποὺ
ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ἐφύλαξα ἐκ νεότητός μου». ἤμουν νέος.
18,22 Ἀκούσας δὲ τοῦτα ὁ Ἰησοῦς 22 Ὅταν ἤκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς 22 Ὅταν δὲ ἤκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, τοῦ εἶπεν· Ἀκόμη ἕνα
εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· τοῦ εἶπε· «ἕνα ἀκόμα σοῦ λείπει· ὅλα ὅσα σοῦ λείπει· πώλησε ὅλα, ὅσα ἔχεις, καὶ μοίρασέ τα εἰς τοὺς πτωχοὺς
πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ ἔχεις πώλησέ τα καὶ μοίρασέ τα εἰς τοὺς καὶ θὰ ἔχῃς θησαυρὸν εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσῃς
διάδος πτωχοῖς, καὶ ἔξεις πτωχοὺς καὶ θὰ ἀποκτήσῃς ἔτσι ὡς μαθητής μου, συμμορφούμενος πάντοτε πρὸς ὅσα τὸ
θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο θυσαυρὸν εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐμπρὸς παράδειγμά μου καὶ ἡ διδασκαλία μου θὰ σὲ διδάσκουν.
ἀκουλούθει μοι. ἀκολούθησέ με ὡς πιστὸς καὶ ὑπάκουος
μαθητής μου».
18,23 Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα 23 Ἐκεῖνος, ὅταν ἤκουσε αὐτά, 23 Αὐτὸς ὅμως, ὅταν ἤκουσε τὰ λόγια αὐτά, ἐκαταλυπήθη· διότι ἦτο
περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ ἐλυπήθηκε βαθύτατα· διότι ἦτο πολὺ πολὺ πλούσιος καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἀποχωρισθῇ τὰ πλούτη του.
πλούσιος σφόδρα. πλούσιος καὶ εἶχε προσκόλλησιν εἰς τὰ
πλούτη του.
18,24 Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς 24 Ὅταν δὲ τὸν εἶδε ὁ Ἰησοῦς 24 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε νὰ γίνεται καταλυπημένος, εἶπε·
περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς καταλυπημένον νὰ φεύγῃ, εἶπε εἰς τοὺς Πόσον δυσκόλα αὐτοί, ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα, θὰ ἔμβουν εἰς τὴν

188/255
δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες μαθητάς του· «πόσον δύσκολα αὐτοὶ ποὺ βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν ἔχουν τὰ χρήματα θὰ μποῦν εἰς τὴν
τοῦ Θεοῦ! βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!
18,25 Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι 25 Διότι εἶναι εὐκολώτερον νὰ περάσῃ 25 Πράγματι· πολὺ δυσκόλα. Διότι εἶναι εὐκολώτερον μία καμήλα
κάμηλος διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος μιὰ γκαμήλα ἀπὸ τὴν μικρὴ τρύπα ποὺ νὰ περάσῃ ἀπὸ τὴν μικρὰν τρύπαν, ποὺ ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρὰ νὰ
εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν ἀνοίγει ἕνα βελόνι, παρὰ ἔνας πλούσιος εἰσέλθῃ ἕνας πλούσιος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
18,26 Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ 26 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ τὸν ἤκουσαν εἶπαν· 26 Ἐκεῖνοι δέ, ποὺ ἤκουσαν αὐτά, εἶπαν· Καὶ ποῖος ἠμπορεῖ νὰ
τίς δύναται σωθῆναι; «καὶ ποιὸς εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῇ, ἀφοῦ σωθῇ, ἀφοῦ εἶναι μέχρι τοῦ ἀδυνάτου δύσκολον νὰ σωθοῦν οἱ
λίγο - πολὺ ὅλοι ἀνακατευόμεθα μὲ τὰ πλούσιοι, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ηὐνόησε καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς τὰ
χρήματα καὶ ἑλκυόμεθα ἀπὸ τὰ χρήματα; ἐπίγεια ἀγαθά του;
18,27 Ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ 27 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· «τὰ ἀδύνατα διὰ 27 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· Ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνουν μὲ τὴν
ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι κατορθωτὰ καὶ ἀσθενῆ δύναμιν τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὰ εἶναι κατορθωτὰ καὶ δυνατὰ
ἐστιν. δυνατὰ εἰς τὸν Θεόν». διὰ τῆς χάριτος καὶ τῆς δυνάμεως, μὲ τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς λύει κάθε
καλοπροαιρέτου πλουσίου τοὺς δεσμοὺς τῆς καρδίας του πρὸς τὸ
χρῆμα καὶ τὸν καθιστᾲ ἄξιον τῆς σωτηρίας.
18,28 Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἰδοὺ ἡμεῖς 28 Λαβὼν ὁ Πέτρος ἀφορμὴν ἀπὸ τὴν 28 Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος ἐξ ἀφορμῆς τῆς προτροπῆς τοῦ Ἰησοῦ πρὸς τὸν
ἀφήκαμεν πάντα καὶ προτροπὴν τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν πλούσιον· Κύριε, ἰδοὺ ἡμεῖς ἔχομεν ἀφήσει ὅλα καὶ σὲ
ἠκολουθήσαμέν σοι. πλούσιον εἶπε· «Κύριε, ἰδοὺ ἡμεῖς ἠκολουθήσαμεν.
ἀφήσαμεν ὅλα καὶ σὲ ἠκολουθήσαμεν».
18,29 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω 29 Ὁ δὲ Κύριος τοὺς εἶπε· σας 29 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ σᾶς βεβαιῶ, ὅτι
ὑμῖν ὅτι οὐδείς ἐστιν ὃς ἀφῆκεν διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν ὑπάρχει κανένας δὲν ὑπάρχει κανείς, ὁ ὁποῖος ἀφῆκε σπίτι ἢ γονεῖς ἢ ἀδελφοὺς ἢ
οἰκίαν ἢ γονεῖς ἢ ἀδελφοὺς ἢ ποὺ ἀφῆκε οἰκίαν ἡ γονεῖς ἡ ἀδελφοὺς ἡ γυναῖκα ἢ παιδιὰ διὰ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ,
γυναῖκα ἢ τέκνα ἕνεκεν της γυναῖκα ἡ τέκνα διὰ τὴν βασιλείαν τοῦ
βασιλείας τοῦ Θεοῦ, Θεοῦ,

189/255
18,30 ὃς οὐ μὴ ἀπολάβῃ 30 καὶ ὁ ὅποιος νὰ μὴ τὰ ξαναπάρῃ 30 καὶ ὁ ὁποῖος νὰ μὴ λάβῃ πάλιν ὡς ἀμοιβὴν πολλαπλὰ μὲν ἀγαθὰ
πολλαπλασίονα ἐν τῷ καιρῷ πολλαπλάσια κατὰ τὸν καιρὸν τῆς εἰς τὸν καιρὸν αὐτὸν τῆς ἐπιγείου ζωῆς, ἀλλὰ καὶ ζωὴν αἰώνιον εἰς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τούτῳ καὶ ἐν τῷ αἰῶνι τῷ ἐπιγείου του ζωῆς, κατὰ δὲ τὸν αἰῶνα ποὺ τὸν αἰῶνα ποὺ μέλλει νὰ ἔλθῃ.
ἐρχομένῳ ζωὴν αἰώνιον. ἔρχεται αἰωνίαν ζωήν».
18,31 Παραλαβὼν δὲ τοὺς δώδεκα 31 Ἐπῆρε τότε ἰδιαιτέρως τοὺς δώδεκα καὶ 31 Ἀφοῦ δὲ ἐπῆρεν ἰδιαιτέρως τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, τοὺς εἶπεν·
εἶπε πρὸς αὐτούς· ἰδοὺ τοὺς εἶπε· «ἰδοὺ ἀναβαίνομεν τώρα εἰς Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ θὰ πληρωθοῦν τελείως
ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ Ἱεροσόλημα καὶ θὰ πραγματοποιηθοῦν κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ὅλα, ὅσα εἶναι ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ
τελειωθήσεται πάντα τὰ πλήρως ὅλα ὅσα ἔχουν γραφῆ ἀπὸ τοὺς Ἅγιον γραμμένα διὰ μέσου τῶν προφητῶν.
γεγεραμμένα διὰ τῶν προφητῶν προφήτας διὰ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
τῷ υἱῷ τοῦ ἀνθρώπου.
18,32 Παραδοθήσεται γὰρ τοῖς 32 Διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ 32 Διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῇ ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ
ἔθνεσι καὶ ἐμπαιχθήσεται καὶ παραδοθῇ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας τῶν ἄρχοντας τῶν Ἰουδαίων εἰς τοὺς ἐθνικούς, τὸν Πιλᾶτον δηλαδὴ καὶ
ὑβρισθήσεται καὶ ἐμπτυσθήσεται, Ἰουδαίων εἰς τοὺς ἐθνικοὺς καὶ τοὺς στρατιώτας τῆς εἰδωλολατρικῆς Ρώμης, καὶ θὰ ἐμπαιχθῇ καὶ
εἰδωλολάτρας καὶ θὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ θὰ ὑβρισθῇ καὶ θὰ ἐμπτυσθῇ.
θὰ τὸν ὑβρίσουν καὶ θὰ τὸν φτύσουν.
18,33 καὶ μαστιγώσαντες 33 Καὶ ἀφοῦ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν 33 Καὶ ἀφοῦ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν φονεύσουν, καὶ κατὰ τὴν
ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ ἡμέρᾳ φονεύσουν· καὶ τὴν τρίτην ἡμέρα ἀπὸ τοῦ τρίτην ἡμέραν ἀπὸ τοῦ θανάτου του θὰ ἀναστηθῇ.
τῇ τρίτῃ ἀναστήσεται. θανάτου του θὰ ἀναστηθῇ».
18,34 Καὶ αὐτοὶ οὐδὲν τούτων 34 Αὐτοὶ ὅμως τίποτε δὲν ἐκατάλαβαν 34 Αὐτοὶ ὅμως δὲν ἐκατάλαβαν τίποτε ἀπὸ αὐτά, ποὺ τοὺς προεῖπεν
συνῆκαν, καὶ ἦν τὸ ρῆμα τοῦτο ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔμεινε κρυμμένος καὶ ὁ διδάσκαλός των· καὶ ἡ ἔννοια τοῦ λόγου αὐτοῦ ἔμενε κρυμμένη
κεκρυμμένον ἀπ' αὐτῶν, καὶ οὐκ ἀκατάληπτος ἀπὸ αὐτοὺς ὁ λόγος αὐτὸς ἀπὸ αὐτοὺς καὶ δὲν ἤξευραν, τὶ σημασίαν εἶχαν τὰ λεγόμενα, διότι
ἐγίνωσκον τὰ λεγόμενα. τοῦ διδασκάλου καὶ δὲν ἐγνώριζαν ποίαν δὲν ἐφαντάζοντο, πῶς ἦτο δυνατὸν να σταυρωθῇ ὁ Μεσσίας, διὰ
σημασίαν εἶχαν τὰ λεγόμενα του. τὸν ὁποῖον ὑπῆρχε γενικῶς ἡ πεποίθησις, ὅτι δὲν θὰ ἀπέθνησκε
ποτέ.
18,35 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν 35 Καθὼς δὲ ἐπλησίαζε ὁ Κύριος εἰς τὴν 35 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζεν ὁ Κύριος εἰς τὴν Ἱεριχῶ, συνέβη κάποιος
αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις Ἱεριχώ, ἔνας τυφλὸς ἐκάθητο δίπλα εἰς τυφλὸς νὰ κάθεται κοντὰ εἰς τὸν δρόμον καὶ νὰ ζητιανεύῃ.
ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν τὸν δρόμον καὶ ἐζητιάνευε.

190/255
προσαιτῶν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


18,36 Ἀκούσας δὲ ὄχλου 36 Ὅταν δὲ ἤκουσε τὸν θόρυβον τοῦ λαοῦ 36 Ὅταν δὲ ἤκουσε τὸν θόρυβον τοῦ λαοῦ ποὺ ἐπερνοῦσεν,
διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη που ἐπερνοῦσε, ἐρώτησε, τί τάχα εἶναι ἠρώτησε, σὰν τί νὰ ἦσαν αὐτά, ποὺ ἤκουε.
ταῦτα. αὐτά, ποὺ ἤκουε.
18,37 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι 37 Τὸν ἐπληροφόρησαν δὲ ὅτι περνᾷ ἀπὸ 37 Τοῦ ἀνήγγειλαν δέ, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ἐπέρνα ἀπ’ ἐκεῖ.
Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. ἐκεῖ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος.
18,38 Καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ 38 Καὶ ἐφώναξε μὲ μεγάλην φωνὴν καὶ 38 Καὶ τότε αὐτὸς ἔβαλε φωνὴν δυνατὴν καὶ ἔλεγεν· Ἰησοῦ, ἀπόγονε
Δαυΐδ, ἐλέησόν με. εἶπε· «Ἰησοῦ, ἀπόγονε τοῦ Δαυΐδ, ἐλέησέ ἔνδοξε τοῦ Δαβίδ, τὸν ὁποῖον προανήγγειλαν καὶ προεκήρυξαν οἱ
με». προφῆται, ἐλέησέ με.
18,39 Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων 39 Καὶ αὐτοὶ ποὺ ἐπροπορεύοντο, τὸν 39 Καὶ αὐτοί, ποὺ ἐπροπορεύοντο, τὸν ἐπέπληττον καὶ τὸν
αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ ἐπέπλητταν καὶ τοῦ ἔλεγαν νὰ σιωπήσῃ, ἀνάγκαζον νὰ σιωπήσῃ νομίζοντες, ὅτι μὲ τὰς φωνάς του θὰ
πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, διὰ νὰ μὴ ἐνοχλῇ τὸν διδάσκαλον. Αὐτὸς ἠνωχλεῖτο ὁ Ἰησοῦς. Αὐτὸς ὅμως πολὺ περισσότερον ἐφώναζεν·
ἐλέησόν με. ὅμως πολὺ περισσότερο ἐκραύγαζε· Ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, ἐλέησέ με.
«ἀπόγονε τοῦ Δαυῒδ, ἐλέησέ με».
18,40 Σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς 40 Ἐστάθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔδωσε ἐντολὴν 40 Διέκοψε δὲ τὴν πορείαν του ὁ Ἰησοῦς καὶ διέταξε νὰ τὸν φέρουν
ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς νὰ φέρουν τὸν τυφλὸν πλησίον του. πλησίον του. Ὅταν δὲ αὐτὸς ἐπλησίασε, τὸν ἠρώτησεν ὁ Κύριος
αὐτόν. Ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ Ὅταν δὲ αὐτὸς ἐπλησίασε, τὸν ἠρώτησε
ἐπηρώτησεν αὐτὸν
18,41 λέγων· τί σοι θέλεις ποιήσω; 41 λέγων· «τί θέλεις νά σοῦ κάνω;» 41 καὶ τοῦ εἶπε· Τί θέλεις νὰ σοῦ κάμω; Ὁ δὲ τυφλὸς εἶπε· Κύριε,
Ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω. ᾿Ἐκεῖνος δὲ εἶπε· «Κύριε, θέλω νὰ θέλω νὰ ἀποκτήσω πάλιν τὸ φῶς μου καὶ νὰ ξαναΐδω.
ἀποκτήσω καὶ πάλιν τὸ φῶς τῶν
ὀφθαλμῶν μου».
18,42 Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· 42 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· «ἀνάβλεψε· ἡ 42 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπεν: Ἀνάβλεψον· ἡ πίστις ποὺ ἔχεις, ὅτι εἶμαι ὁ
ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ πίστις, ποὺ ἔχεις σ' ἐμένα, σὲ ἔσωσε ἀπὸ ἀπόγονος τοῦ Δαβὶδ καὶ ὅτι ἔχω τὴν δύναμιν νὰ σοῦ δώσω τὴν
σε. τὴν τύφλωσίν σου». ὑγείαν τῶν ματιῶν σου, σὲ ἔσωσεν ἀπὸ τὴν ἀθεράπευτον τύφλωσίν

191/255
σου.
18,43 Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, 43 Καὶ ἀμέσως ἀπέκτησε τὸ φῶς τῶν 43 Καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἀπέκτησε πάλιν τὸ φῶς του καὶ ἠκολούθει

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν ὀφθαλμῶν του καὶ γεμᾶτος χαρὰν τὸν Ἰησοῦν δοξάζων τὸν Θεόν, ποὺ τὸν ἐθεράπευσε διὰ μέσου τοῦ
Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἱδὼν ἔδωκεν ἀκολουθοῦσε τὸν Χριστόν, δοξάζων τὸν Ἰησοῦ. Καὶ ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ὅταν εἶδε τὸ θαῦμα,
αἶνον τῷ Θεῷ. Θεόν. Καὶ ὅλος ὁ λαός, ὅταν εἶδε τὸ ἐδοξολόγησε καὶ ἀνύμνησε τὸν Θεόν.
θαῦμα, ἔδωσε δόξαν εἰς τὸν Θεόν. (Οἱ
καλοπροαίρετοι δοξάζουν τὸν Θεὸν καὶ
διὰ τὸ καλόν, ποὺ γίνεται εἰς τοὺς
ἄλλους).

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 19Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
19,1 Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν Καὶ ἀφοῦ εἰσῆλθε εἰς τὴν Ἱεριχώ, διέβαινε Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὴν Ἱεριχῶ, διέβαινε τὴν πόλιν.
Ἱεριχώ· τὴν πόλιν.
19,2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι 2 Καὶ ἰδοὺ ὑπῆρχεν ἐκεῖ ἔνας ἄνθρωπος, 2 Καὶ ἰδοὺ ὑπῆρχεν ἐκεῖ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ἐκαλεῖτο Ζακχαῖος· καὶ
καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ὀνόματι Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦτο αὐτὸς ἦτο ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος.
ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος.
πλούσιος,
19,3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν 3 Καὶ ἐζητοῦσε νὰ ἰδῇ τὸν Ἰησοῦν, ποῖος 3 Καὶ ἐζήτει νὰ ἴδῃ τὸν Ἰησοῦν ποῖος εἶναι, καὶ δὲν ἠμποροῦσεν ἀπὸ
τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ εἶναι, καὶ δὲν ἠμποροῦσε ἕνεκα τοῦ τὴν συρροὴν τοῦ λαοῦ, διότι ἦτο κοντὸς κατὰ τὸ ἀνάστημα καὶ
ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. πολλοῦ πλήθους, διότι αὐτὸς ἧτο μικρὸς ἐσκεπάζετο ἀπὸ τὸ πλῆθος.
κατὰ τὸ ἀνάστημα.
19,4 Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν 4 Καὶ ἀφοῦ ἔτρεξε ἐμπρός, ἀνέβηκε εἰς 4 Καὶ ἀφοῦ ἔτρεξεν ἐμπρὸς ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν
ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ μία συκομορέαν, χωρὶς νὰ λογαριάσῃ τὴν Ἰησοῦν, ἀνέβη σὰν νὰ ἦτο μικρὸ παιδὶ εἰς μίαν σοκομορέαν διὰ νὰ
αὐτόν, ὅτι δι' ἐκείνης ἤμελλε θέσιν καὶ τὴν ἠλικίαν του, διὰ νὰ ἵδῃ τὸν τὸν ἴδη, διότι ἀπὸ τὸν δρόμον ἐκεῖνον, εἰς τὸν ὁποῖον εὑρίσκετο τὸ
διέρχεσθαι. ᾿Ιησοῦν, διότι ἀπὸ τὸν δρόμον ἐκεῖνον θὰ δένδρον αὐτό, ἔμελλε νὰ διέλθῃ ὁ Ἰησοῦς.

192/255
ἐπερνοῦσε.
19,5 Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, 5 Καὶ ὁ Κύριος ἀμέσως μόλις ἔφθασε εἰς 5 Καὶ εὐθὺς ὡς ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν τόπον αὐτόν, ἐσήκωσε τὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν τὸν τόπον τῆς συκομορέας, ὕψωσε τὰ μάτια του καὶ τὸν εἶδε, καὶ χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζῃ ἀπὸ παλαιότερα,
καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, μάτια του, τὸν εἶδε καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· τὸν ἐφώναξε μὲ τὸ ὄνομά του καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, κατέβα
σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ «Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα γρήγορα, διότι σήμερον πρέπει ἐγὼ σύμφωνα μὲ τὴν θείαν βουλήν,
ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. πρέπει νὰ μείνω εἰς τὸ σπίτι σου». ποὺ παρασκευάζει τὴν σωτηρίαν σου, νὰ μείνω εἰς τὸ σπίτι σου.
19,6 Καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ 6 Καὶ ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε γρήγορα καὶ 6 Καὶ κατέβη ὁ Ζακχαῖος γρήγορα καὶ τὸν ὑπεδέχθη εἰς τὸ σπίτι του
ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. τὸν ὑπεδέχθη μὲ μεγάλην χαράν. μὲ χαράν.
19,7 Καὶ ἰδόντες πάντες 7 Καὶ ὅταν εἶδαν τὸ γεγονὸς αὐτό, 7 Καὶ ὅταν εἶδαν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐπροτίμησε τὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου,
διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἐγόγγυζαν ὅλοι μεταξύ των καὶ μὲ ἐμουρμούριζαν ὅλοι μεταξύ των μὲ ἀγανάκτησιν καὶ περιφρόνησιν
ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε ἀγανάκτησιν ἔλεγαν, ὅτι ἐμπῆκε νὰ κατὰ τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔλεγαν, ὅτι εἰς τὸ σπίτι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ
καταλῦσαι. καταλύσῃ εἰς τὸ σπίτι ἁμαρτωλοῦ ἐμβῆκε νὰ μείνῃ καὶ νὰ ἀναπαυθῇ.
ἀνθρώπου.
19,8 Σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε 8 Ἐστάθη δὲ ὁ Ζακχαῖος ἐμπρὸς εἰς τὸν 8 Ἐστάθη δὲ ὁ Ζακχαῖος ἐμπρὸς εἰς τὸν Κύριον καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν·
πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἤμιση Κύριον καὶ τοῦ εἶπε· «Κύριε, ἰδού, τὰ μισὰ Ἰδοὺ τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου, Κύριε, τὰ δίδω ἐλεημοσύνην εἰς
τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου τὰ δίδω εἰς τοὺς τοὺς πτωχούς. Καὶ ἐὰν τυχὸν ὡς τελώνης μετεχειρίσθην
δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός πτωχούς. Καὶ ἂν τυχόν, σὰν τελώνης ποὺ συκοφαντίαν καὶ ψευδεῖς καταγγελίας καὶ ἀναφορὰς διὰ νὰ
τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι εἶμαι, ἀδίκησα μὲ ψευδεῖς μαρτυρίας ἀδικήσω καὶ καταχρασθῶ κανένα εἰς τίποτε, τοῦ τὸ γυρίζω πίσω
τετραπλοῦν. κάποιον καὶ εἰσέπραξα περισσότερα, τοῦ τετραπλάσιον.
τὰ ἐπιστρέφω τετραπλάσια».
19,9 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς 9 Ὁ Ἰησοῦς ἱδὼν τὴν εἰλικρινῆ μετάνοιαν 9 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς, ὅτι σήμερον εἰς τὸ σπίτι αὐτό, τόσον
ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τοῦ Ζακχαίου εἶπε πρὸς αὐτὸν ὅτι εἰς τὸν οἰκοδεσπότην, ὅσον καὶ εἰς τοὺς οἰκιακούς του, συνετελέσθη
τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς «σήμερον εἰς τὸ σπίτι τοῦτο ἦλθε διὰ τῆς ἐπισκέψεώς μου σωτηρία. Ἐπεβάλλετο δὲ νὰ σωθῇ καὶ ὁ
υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν. σωτηρία ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, διότι καὶ ἀρχιτελώνης οὗτος, διότι καὶ αὐτὸς ἐξ ἴσου πρὸς σᾶς, ποὺ γογγύζετε,
αὐτὸς ὁ ἀρχιτελώνης εἶναι ἀπόγονος τοῦ εἶναι υἱὸς καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, εἰς τὸν ὁποῖον ἔχει δοθῇ ἀπὸ
Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ἀπὸ τὸν τὸν Θεὸν ἡ ἐπαγγελία τῆς σωτηρίας.
Θεὸν ὑποσχέσεις διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν

193/255
ἀπογόνων του.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


19,10 Ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ 10 Διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε νὰ 10 Ἔπρεπε δὲ νὰ συντελέσω ἐγὼ εἰς τὴν σωτηρίαν αὐτήν, διότι ὁ υἱὸς
ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀναζητήσῃ καὶ σώσῃ τὸν ἁμαρτωλὸν τοῦ ἀνθρώπου ἦλθεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εἰς τὴν γῆν, διὰ νὰ ζητήσῃ καὶ
ἀπολωλός. ἄνθρωπον, ποὺ ὁμοιάζει μὲ τὸ χαμένο σώσῃ τὸ ὡς ἄλλο χαμένον πρόβατον κινδυνεῦον νὰ ἀποθάνῃ ἐν τῇ
πρόβατο». ἁμαρτίᾳ σύνολον τῆς ἀνθρωπότητος.
19,11 Ἀκουόντων δὲ αὐτῶν ταῦτα 11 Ἐνῶ δὲ ἐκεῖνοι ἤκουαν αὐτὰ τὰ λόγια, 11 Ἐνῷ δὲ αὐτοί, ποὺ ἀπετέλουν τὸν στενώτερον κύκλων τῶν
προσθεὶς εἶπε παραβολήν, διὰ τὸ τοὺς εἶπε μίαν παραβολήν· καὶ τοῦτο ἀκολούθων του, ἤκουον ταῦτα, ὁ Κύριος εἶπε καὶ μίαν παραβολήν·
ἐγγὺς αὐτὸν εἶναι Ἱερουσαλὴμ ἐπειδὴ ἐνόμιζαν ὅτι τώρα ποὺ πλησιάζει ὁ προσέθεσε δὲ καὶ τὴν παραβολὴν αὐτήν, διότι ἐπλησίαζεν εἰς
καὶ δοκεῖν αὐτοὺς ὅτι παραχρῆμα διδάσκαλος εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, θὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐνόμιζαν ἐκεῖνοι, ὅτι ἐπρόκειτο ἀμέσως νὰ
μέλλει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ φανερωθῇ μὲ ὅλην της τὴν δόξαν ἡ φανερωθῇ μὲ λαμπρότητα καὶ δόξαν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
ἀναφαίνεσθαι· βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
19,12 εἶπεν οὖν· ἄνθρωπός τις 12 Εἶπε λοιπόν· «ἔνας ἄνθρωπος εὐγενοῦς 12 Εἶπε λοιπόν· κάποιος ἄνθρωπος καταγόμενος ἀπὸ λαμπρὸν καὶ
εὐγενὴς ἐπορεύθη εἰς χώραν καταγωγῆς, ἐπῆγεν εἰς μακρυνὴν χώραν, ὑψηλὸν γένος ἐπῆγεν εἰς μακρυνὴν χώραν διὰ νὰ λάβῃ βασιλείαν
μακρὰν λαβεῖν ἑαυτῷ βασιλείαν διὰ νὰ πάρῃ βασιλείαν καὶ κατόπιν νὰ καὶ ὕστερα νὰ ἐπιστρέψῃ. (Εἶναι φανερὸν ὅτι οὐδεὶς ἄλλος εἶναι
καὶ ὑποστρέψαι. ἐπιστρέψῃ. εὐγενέστερος τοῦ Κυρίου, τόσον διὰ τὴν θείαν προαιώνιον γέννησιν
αὐτοῦ ὡς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅσον καὶ διὰ τὴν βασιλικὴν καταγωγὴν
αὐτοῦ ὡς ἀνθρώπου. Ὄντως δὲ παραλαβὼν ὁ Κύριος τὴν ἐν
οὐρανοῖς βασιλείαν διὰ τῆς ἀναλήψεως αὐτοῦ, μέλλει μετὰ χρόνον
πολὺν νὰ ἐπιστρέψῃ ἔνδοξος κατὰ τὴν δευτέραν αὐτοῦ παρουσίαν).
19,13 Καλέσας δὲ δέκα δούλους 13 Αφοῦ δὲ ἐκάλεσε δέκα δούλους του, 13 Ἀφοῦ δὲ ἐκάλεσε δέκα δούλους ἰδικούς του, τοὺς ἔδωκε δέκα
ἑαυτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς δέκα μνᾶς τοὺς ἔδωσε δέκα μνᾶς, μίαν εἰς τὸν χρυσὰ ἑκατοντάδραχμα, ἤτοι ἀπὸ ἐν ἑκατοντάδραχμον εἰς τὸν
καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· καθένα, δηλαδὴ ἑκατὸ περίπου δραχμὰς καθένα, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Ἐμπορευθῆτε μὲ τὸ κεφάλαιον αὐτό,
πραγματεύσασθε ἐν ᾦ ἔρχομαι. τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, καὶ τοὺς εἶπε· ἕως ὅτου ἔλθω. (Ἐν τῷ μεταξὺ τουτέστιν ἐμπιστεύεται ὁ Κύριος εἰς
Ἐμπορευθῆτε μὲ τὰ χρήματα αὐτά, ἕως πάντας τοὺς πιστοὺς χαρίσματα καὶ τάλαντα διάφορα, διὰ νὰ
ὅτου ἔλθω, ὁπότε καὶ θά μοῦ δώσετε χρησιμοποιήσουν αὐτὰ ἐπ’ ἀγαθῷ ἑαυτῶν καὶ τοῦ πλησίον, καὶ
λογαριασμόν. ἐπιφυλάσσεται νὰ ζητήσῃ λόγον διὰ τὸν καθένα μας, ὅταν θὰ

194/255
ἐπανέλθῃ κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν του).
19,14 Οἱ δὲ πολῖται αὐτοῦ ἐμίσουν 14 Οἱ συμπολῖται του ὅμως τὸν ἐμισοῦσαν 14 Οἱ δὲ συμπολῖται του (οἱ Ἰουδαῖοι τουτέστιν) ἐμίσουν αὐτὸν (τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτόν, καὶ ἀπέστειλαν πρεσβείαν καὶ ἀμέσως μόλις αὐτὸς ἀνεχώρησε, Ἰησοῦν) καὶ ἀπέστειλαν ἐπιτροπὴν ἐξ ἀντιπροσώπων ἀπὸ πίσω του
ὀπίσω αὐτοῦ λέγοντες· οὐ ἔστειλαν μίαν ἐπιτρπὴν καὶ ἔλεγαν· Δὲν καὶ ἔλεγαν· Δὲν θέλομεν αὐτὸν νὰ γίνῃ βασιλεύς μας. (Αὐτὴ ἦτο καὶ
θέλομεν τοῦτον βασιλεῦσαι ἐφ' θέλομεν νὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλεύς μας. εἶναι ἡ περὶ τοῦ Ἰησοῦ εὐχὴ τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων πρὸς τὸν Θεόν).
ἡμᾶς.
19,15 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 15 Καὶ ὅταν αὐτὸς ἐπέστρεψε, ἀφοῦ 15 Καὶ ὅταν αὐτὸς ἐπανῆλθεν, ἀφοῦ ἔλαβε τὴν βασιλείαν, εἶπε νὰ
ἐπανελθεῖν αὐτὸν λαβόντα τὴν πλέον εἶχε λάβει τὴν βασιλείαν, εἶπε νὰ τοῦ φωνάξουν τοὺς δούλους αὐτούς, εἰς τοὺς ὁποίους ἔδωκε τὰ
βασιλείαν, καὶ εἶπε φωνηθῆναι φωνάξουν τοὺς δούλους του, εἰς τοὺς χρήματα, διὰ νὰ μάθῃ τί ὁ καθένας των μὲ τὸ ἐμπόριόν του
αὐτῷ τοὺς δούλους τούτους οἷς ὁποίους εἶχε δώσει τὰ χρήματα διὰ νὰ ἐκέρδησε.
ἔδωκε τὸ ἀργύριον, ἵνα ἐπιγνῷ τίς μάθῃ τί ὁ καθένας των ἐμπορεύθηκε καὶ
τί διεπραγματεύσατο. τί ἐκέρδησε.
19,16 Παρεγένετο δὲ ὁ πρῶτος 16 Ἦρθε ὁ πρῶτος καὶ εἶπε· Κύριε, ἡ μνᾶ 16 Ἦλθε δὲ ὁ πρῶτος καὶ εἶπε· Κύριε, τὸ ἑκατοντάδραχμόν σου καὶ
λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου σου ἐκέρδησε δέκα ἄλλας μνᾶς. ὄχι ἡ ἰδική μου ἐργασία ἐκέρδησε δέκα ἀκόμη ἑκατοντάδραχμα.
προσειργάσατο δέκα μνᾶς.
19,17 Καὶ εἶπεν αὐτῷ· εὖ, ἀγαθὲ 17 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος· Εὖγε 17 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ κύριος· εὖγε, καλέ μου δοῦλε, διότι εἰς τὸ
δοῦλε ! Ὅτι ἐν ἐλαχίστῳ πιστὸς καλὲ καὶ πιστὲ δοῦλε. Ἐπειδὴ δὲ ἐδείχθης ἐλάχιστον ποσὸν τοῦ ἑνὸς ἑκατονταδράχμου δὲν ἀδιαφόρησες, ἀλλ’
ἐγένου, ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων εἰς τὰ ὀλίγα, ποὺ σοῦ ἔδωσα, ἀξιόπιστος, ἐδείχθης πιστὸς εἰς ὅ,τι σοῦ παρήγγειλα. Λάβε τώρα πλησίον μου
ἐπάνω δέκα πόλεων. σοῦ δίδω τώρα ἐξουσίαν ἐπάνω εἰς δέκα τιμὴν καὶ δόξαν βασιλικὴν καὶ ἔχε μονίμως ἐξουσίαν ἐπὶ δέκα
πόλεις. πόλεων τοῦ βασιλείου μου.
19,18 Καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος 18 Καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος λέγων· Κύριε, ἡ 18 Καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος καὶ εἶπε· Κύριε, τὸ ἑκατονταδραχμόν σου
λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου ἐποίησε μνᾶ σου ἔφερε ὡς κέρδος ἄλλας πέντε ἔβγαλε κέρδος ἄλλα πέντε ἑκατοντάδραχμα.
πέντε μνᾶς. μνᾶς.
19,19 Εἶπε δὲ καὶ τούτῳ· καὶ σὺ 19 Εἶπε καὶ εἰς τὸν πιστὸν αὐτὸν δοῦλον ὁ 19 Εἶπε δὲ ὁ κύριος καὶ εἰς τὸν δοῦλον τοῦτον· Καὶ σὺ λάβε ἐξουσίαν
γίνου ἐπάνω πέντε πόλεων. κύριος· καὶ σὺ γίνε διοικητὴς ἐπάνω εἰς ἐπὶ πέντε πόλεων τοῦ βασιλείου μου.
πέντε πόλεις.

195/255
19,20 Καὶ ἕτερος ἦλθε λέγων· 20 Καὶ ἄλλος δοῦλος ἦλθε λέγων· Κύριε, 20 Καὶ ἄλλος δοῦλος ἦλθε καὶ εἶπε· Κύριε, ἰδοὺ τὸ ἑκατοντάδραχμόν
κύριε, ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου, ἣν εἶχον ἰδοὺ ἡ μνᾶ, ποὺ μοῦ ἔδωσες, τὴν ὁποίαν σου, τὸ ὁποῖον εἶχα δεμένον καὶ φυλαγμένον εἰς μανδήλιον.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ. εἶχα φυλαγμένην καὶ ἀσφαλισμένην εἰς
ἕνα μανδήλι.
19,21 Ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι 21 Τὴν ἐφύλαττα διὰ νὰ σοῦ τὴν 21 Καὶ τὸ ἐφύλαττον δεμένον, διότι σὲ ἐφοβούμην, ἐπειδὴ εἶσαι
ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ· αἴρεις ὃ ἐπιστρέψω ἀσφαλῶς, ἐπειδὴ σὲ ἄνθρωπος δύσκολος καὶ ἀπαιτητικός. Παίρνεις σὰν νὰ ἦτο ἰδικόν
οὐκ ἔθηκας, καὶ θερίζεις ὃ οὐκ ἐφοβούμην, διότι εἶσαι ἄνθρωπος σου ἐκεῖνο, ποὺ δὲν τὸ ἔβαλες σύ, ἀλλὰ τὸ ἔβαλαν ἐκεῖ ἄλλος, εἰς
ἔσπειρας, καὶ συνάγεις ὅθεν οὐ σκληρὸς καὶ ἀπαιτητικός. Παίρνεις ὡς τὸν ὁποῖον καὶ ἀνήκει. Καὶ θερίζεις τὸ χωράφι, τὸ ὁποῖον δὲν
διεσκόρπισας. ἰδικόν σου, ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔδωσες καὶ ἔσπειρες· καὶ μαζεύεις ἀπὸ ἀλώνι, εἰς τὸ ὁποῖον δὲν ἐσκόρπισες καὶ
θερίζεις χωράφι ποὺ δὲν ἔσπειρες, καὶ δὲν ἐλίχνισες αὐτά, ποὺ παίρνεις. Ἀπαιτεῖς δηλαδὴ ἐκεῖνα, διὰ τὰ
μαζεύεις εἰς ἁλώνι, εἰς τὸ ὁποῖον δὲν ὁποῖα δὲν ἐκοπίασες σύ, ἀλλ’ ἐκοπίασαν ἄλλοι καὶ σὺ τὰ εὑρίσκεις
ἐσκόρπισες καὶ δὲν ἐλύχνισες. ἕτοιμα.
19,22 Λέγει αὐτῷ· ἐκ τοῦ 22 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ κύριος· Ἀπὸ τὰ 22 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ κύριος· Ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ στόματός σου θὰ
στόματός σου κρινῶ σε, πονηρὲ λόγια σου θὰ σὲ κρίνω, πονηρὲ δοῦλε. σὲ κρίνω καὶ θὰ σὲ καταδικάσω, κακὲ δοῦλε. Διότι, ὅπως
δοῦλε. Ἤδεις ὅτι ἄνθρωπος Ἐγνώριζες ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος ὠμολόγησες, ἐγνώριζες, ὅτι εἶμαι ἄνθρωπος δύσκολος καὶ σκληρός,
αὐστηρός εἰμι ἐγώ, αἴρων ὃ οὐκ αὐστηρός, ποὺ παίρνω ὅ,τι δὲν ἔβαλα, καὶ ποὺ παίρνω ὅ,τι δὲν ἔβαλα καὶ θερίζω ὅ,τι δὲν ἔσπειρα, καὶ μαζεύω
ἔθηκα, καὶ θερίζων ὃ οὐκ θερίζω ἐκεῖ ποὺ δὲν ἔσπειρα καὶ μαζεύω ἀπ’ ἐκεῖ ὅπου δὲν ἐσκόρπισα εἰς τὸ ἀλῶνι, διὰ νὰ λιχνισθῇ εἰς τὸν
ἔσπειρα, καὶ συνάγων ὅθεν οὐ ἐκεῖ ποὺ δὲν ἐλίχνισα. ἀέρα.
διεσκόρπισα.
19,23 Καὶ διατὶ οὐκ ἔδωκας τὸ 23 Τότε, διατὶ δὲν ἔδωσες τὸ χρῆμα μου εἰς 23 Ἀφοῦ λοιπὸν μὲ ἤξερες τέτοιον, διατὶ δὲν ἔβαλες τὸ χρῆμα μου εἰς
ἀργύριόν μου ἐπὶ τὴν τράπεζαν, τὴν τράπεζαν, ὥστε ὅταν ἐγὼ θὰ τὴν τράπεζαν, ὅπου καὶ περισσότερον ἀσφαλισμένον θὰ ἦτο, ἀλλὰ
καὶ ἐγὼ ἐλθὼν σὺν τόκῳ ἂν ἠρχόμην, νὰ τὸ εἰσέπραττα μαζῆ μὲ τὸν καὶ ἐγὼ ὅταν θὰ ἠρχόμην, θὰ τὸ εἰσέπραττον ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὸν τόκον
ἔπραξα αὐτό; τόκον; του;
19,24 Καὶ τοῖς παρεστῶσιν εἶπεν· 24 Καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ ἐστέκοντο ἐκεῖ 24 Καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ παρέστεκαν ἐκεῖ, εἶπε· Πάρετε ἀπὸ αὐτὸν τὸ
ἄρατε ἀπ' αὐτοῦ τὴν μνᾶν καὶ κοντὰ εἶπε· Πάρτε ἀπὸ αὐτὸν τὴν μνᾶν ἑκατοντάδραχμον καὶ δώσατέ το εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει κερδήσει τὰ
δότε τῷ τὰς δέκα μνᾶς ἔχοντι. καὶ δῶστε την εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἔχει τὰς δέκα ἑκατοντάδραχμα.
δέκα μνᾶς.

196/255
19,25 Καὶ εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἔχει 25 Καὶ ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν· Κύριε ἔχει δέκα 25 Καὶ εἶπαν πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνοι· Κύριε, αὐτὸς ἔχει δέκα

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


δέκα μνᾶς. μνᾶς. ἑκατοντάδραχμα.
19,26 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι παντὶ τῷ 26 Κάμετε ὅπως σᾶς εἶπα. Διότι σᾶς λέγω 26 Ἐκτελέσατε τὴν διαταγήν μου καὶ δώσατε τὸ ἑκατοντάδραχμον
ἔχοντι δοθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ τοῦτο· εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἔχει τὰ χαρίσματα εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει τὰ δέκα. Διότι σᾶς λέγω, εἰς καθένα, ὁ ὁποῖος
ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ' καὶ τὰ καλλιεργεῖ καὶ τὰ χρησιμοποιεῖ ἔχει πίστιν καὶ προθυμίαν καὶ ἐργατικότητα καὶ ηὔξησε τὰ
αὐτοῦ. ὅπως πρέπει, θὰ δοθῇ ἀκόμη χαρίσματα, ποὺ τοῦ ἐδόθησαν, θὰ δοθῇ τιμὴ καὶ ἀμοιβὴ καὶ
περισσότερον. Ἀπὸ ἐκεῖνον ὅμως ποὺ δὲν χαρίσματα ἀκόμη περισσότερα καὶ μεγαλύτερα· ἀπὸ ἐκεῖνον δὲ ποὺ
ἔχει οὔτε ἐλάχιστον καλὸν ἔργον νὰ δὲν ἔχει ἐπιμέλειαν καὶ προθυμίαν καὶ παρημέλησε τὰ δοθέντα εἰς
παρουσιάσῃ, θὰ τοῦ ἀφαιρεθῇ καὶ τὸ αὐτὸν χαρίσματα, θὰ ἀφαιρεθῇ καὶ θὰ παρθῇ ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὸ
μικρὸν χάρισμα, ποὺ ἔχει. ὀλίγον χάρισμα, τὸ ὁποῖον κατακρατεῖ παραμελημένον καὶ
ἀκαλλιέργητον.
19,27 Πλὴν τοὺς ἐχθρούς μου 27 Ὅσον δὲ διὰ τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους 27 Ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους, ποὺ δὲν ἠθέλησαν νὰ
ἐκείνους, τοὺς μὴ θελήσαντάς με ποὺ δὲν μὲ ἤθελαν βασιλέα των, φέρετέ βασιλεύσω ἐπ’ αὐτῶν, φέρετέ τους ἐδῶ καὶ κατασφάξατέ τους
βασιλεύσαι ἐπ' αὐτούς, ἀγάγετε τους ἐδῶ καὶ κατασφάξατέ τους ἐμπρός ἐμπρός μου. Ρίψατέ τους εἰς τὸν αἰώνιον θάνατον, τοῦ ὁποίου
ὧδε καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς μου». προαναγγελία καὶ προεικόνισις ὑπῆρξεν ἡ ἐπὶ τοῦ Τίτου
ἔμπροσθέν μου. πανωλεθρία τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τῶν Ἰουδαίων.
19,28 Καὶ εἰπὼν ταῦτα ἐπορεύετο 28 Καὶ ἀφοῦ εἶπεν αὐτά, συνέχισε τὴν 28 Καὶ ἀφοῦ εἶπε ταῦτα, ἐξηκολούθει νὰ προχωρῇ πρὸς τὰ ἐμπρὸς
ἔμπροσθεν ἀναβαίνων εἰς πορείαν του, ἀναβαίνων εἰς τὰ καὶ νὰ ἀναβαίνῃ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.
Ἱεροσόλυμα. Ἱεροσόλυμα.
19,29 Καὶ ἐγένετο ὡς ἤγγισεν εἰς 29 Καὶ καθὼς ἐπλησίσεν εἰς τὴν 29 Καὶ ἀκολούθως συνέβη τοῦτο· Ὅταν ἐπλησίασεν εἰς ἡ Βηθσφαγῆ
Βηθσφαγῆ καὶ Βηθανίαν πρὸς τὸ Βηθσφαγῆ καὶ τὴν Βηθανίαν, κοντὰ εἰς τὸ καὶ τὴν Βηθανίαν κοντὰ εἰς τὸ βουνόν, ποὺ ἐλέγετο ὄρος τῶν
ὅρος τὸ καλούμενον ἐλαιῶν, ὅρος, ποὺ ἐλέγετο ὅρος τῶν ᾿Ελαιῶν, Ἐλαιῶν, ἀπέστειλε δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του
ἀπέστειλε δύο τῶν μαθητῶν ἔστειλε δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του,
αὐτοῦ.
19,30 Εἰπών· ὑπάγετε εἰς τὴν 30 καὶ τοὺς εἶπε· «πηγαίνετε εἰς τὸ 30 καὶ εἶπε· Πηγαίνετε εἰς τὸ ἀπέναντι χωριό, εἰς τὸ ὁποῖον ὅταν
κατέναντι κώμην, ἐν ᾗ ἀπέναντι χωριὸ καὶ καθὼς θὰ εἰσέρχεθε, ἔμβητε, θὰ εὕρετε πουλάρι δεμένον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου δὲν ἐκάθισε ποτὲ

197/255
εἰσπορευόμενοι εὑρήσετε πῶλον θὰ βρῆτε ἕνα δεμένο πουλάρι, ἐπάνω εἰς κανεὶς ἄνθρωπος. Ἀφοῦ τὸ λύσετε, φέρετέ το ἐδῶ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


δεδεμένον, ἐφ' ὃν οὐδεὶς πώποτε τὸ ὁποῖον ποτέ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν ἔχει
ἀνθρώπων ἐκάθισε· λύσαντες καθίσει. Λῦστε το καὶ φέρτε το ἐδῶ.
αὐτὸν ἀγάγετε.
19,31 Καὶ ἐάν τις ὑμᾶς ἐρωτᾷ, 31 Καὶ ἂν κανεὶς σᾶς ἐρωτήσῃ, διατὶ τὸ 31 Καὶ ἂν σᾶς ἐρωτήσῃ κανείς· Διατὶ λύετε τὸ πουλάρι; θὰ τοῦ εἴπετε
διατί λύετε; Οὕτως ἐρεῖτε αὐτῷ, λύετε; Σεῖς θὰ τοῦ ἀπαντήσετε ὡς ἐξῇς· αὐτὰ τὰ λόγια· ὅτι τὸ χρειάζεται ὁ Κύριος.
ὅτι ὁ Κύριος αὐτοῦ χρείαν ἔχει. ὅτι τὸ χρειάζεται ὁ Κύριος».
19,32 Ἀπελθόντες δὲ οἱ 32 Ὅταν δὲ ἐπῆγαν οἱ ἀπεσταλμένοι, 32 Ὅταν δὲ ἐπῆγαν ἐκεῖ οἱ ἀπεσταλμένοι, ηὗραν νὰ στέκεται τὸ
ἀπεσταλμένοι εὗρον καθὼς εἶπεν εὐρῆκαν ὅπως ἀκριβῶς εἶχεν εἴπει ὁ πουλάρι ἐκεῖ, ὅπως ἀκριβῶς τοὺς εἶπεν ὁ Κύριος.
αὐτοῖς, ἑστῶτα τὸν πῶλον· Κύριος, δηλαδὴ τὸ πουλάρι νὰ στέκεται
ἐκεῖ.
19,33 λυόντων δὲ αὐτῶν τὸν 33 Ὅταν δὲ ἔλυαν τὸ πουλάρι, εἶπαν πρὸς 33 Ἐνῷ δὲ οἱ μαθηταὶ ἔλυαν τὸ πουλάρι, εἶπον οἱ κύριοι πρὸς αὐτούς·
πῶλον εἶπον οἱ κύριοι αὐτοῦ πρὸς αὐτοὺς οἱ κύριοι του· «διατὶ λύετε τὸ Διατὶ λύετε τὸ πουλάρι;
αὐτούς· τί λύετε τὸν πῶλον; πουλάρι;»
19,34 Οἱ δὲ εἶπον ὅτι ὁ Κύριος 34 Ἐκεῖνοι δὲ ἀπήντησαν, ὅτι τὸ 34 Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· ὅτι τὸ χρειάζεται ὁ Κύριος.
αὐτοῦ χρείαν ἔχει. χρειάζεται ὁ Κύριος.
19,35 Καὶ ἤγαγον αὐτὸν πρὸς τὸν 35 Καὶ τὸ ἔφεραν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ 35 Καὶ τὸ ἔφεραν εἰς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ ἀφοῦ ἔρριψαν ἐπάνω εἰς τὸ
Ἰησοῦν, καὶ ἐπιρρίψαντες ἑαυτῶν ἀφοῦ ἔρριψαν ἐπάνω εἰς αὐτὸ τὰ πουλάρι τὰ ἐξωτερικά των ἐνδύματα, ἀνέβασαν ἐπ’ αὐτοῦ τὸν
τὰ ἱμάτια ἐπὶ τὸν πῶλον ἐξωτερικά των ἐνδύματα, ἐβοήθησαν τὸν Ἰησοῦν.
ἐπεβίβασαν τὸν Ἰησοῦν. Κύριον νὰ ἀνεβῇ εἰς τὸ πουλάρι.
19,36 Πορευομένου δὲ αὐτοῦ 36 Καθὼς δὲ ὁ Κύριος ἐπροχωροῦσε, οἱ 36 Ἐνῷ δὲ ὁ Κύριος ἐπήγαινεν, ἄλλοι μαθηταὶ καὶ ἀκροαταὶ του
ὑπεστρώννυον τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἀκροαταὶ ποὺ τὸν συνώδευαν, ἔστρωναν ἔστρωναν εἰς τὸν δρόμον τὰ ἐνδύματά των, διὰ νὰ περάσῃ ἐπ’
ἐν τῇ ὁδῷ. τὰ ἐνδύματά των εἰς τὸν δρόμον, εἰς αὐτῶν.
ἔνδειξιν σεβασμοῦ, διὰ νὰ περάσῃ ἐπάνω
ἀπὸ αὐτά.

198/255
19,37 Ἐγγίζοντος δὲ αὐτοῦ ἤδη 37 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζε εἰς τὸ τέρμα τοῦ 37 Ὅταν δὲ ἐπλησίαζεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ ἔφθασε πλησίον τοῦ
πρὸς τῇ καταβάσει τοῦ ὅρους τῶν κατηφορικοῦ δρόμου τοῦ ὅρους τῶν μέρους, ὅπου τελειώνει ὁ κατηφορικὸς δρόμος τοῦ ὄρους τῶν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐλαιῶν ἤρξατο ἅπαν τὸ πλῆθος Ἐλαιῶν, ὅλον τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν μὲ Ἐλαιῶν, ἤρχισεν ὅλον τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν μὲ χαρὰν νὰ
τῶν μαθητῶν χαίροντες αἰνεῖν χαρὰν ἤρχισαν νὰ δοξολογοῦν τὸν Θεὸν ἀνυμνοῦν καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεὸν μὲ φωνὴν μεγάλην δι’ ὅλα τὰ
τὸν Θεὸν φωνῇ μεγάλῃ περὶ μὲ φωνὴν μεγάλην δι' ὅλα τὰ θαύματα, ποὺ ἕως τότε εἶχαν ἴδει νὰ γίνωνται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν.
πασῶν ὧν εἶδον δυνάμεων καταπληκτικὰ θαύματα, ποὺ εἶχαν ἰδεῖ,
19,38 λέγοντες· εὐλογημένος ὁ 38 λέγοντες· «εὐλογημένος ὁ βασιλεύς, 38 Καὶ ἔλεγαν· εὐλογημενος καὶ δοξασμένος εἶναι ὁ βασιλεύς, ποὺ
ἐρχόμενος βασιλεὺς ἐν ὀνόματι ποὺ ἔρχεται ἐν ὀνόματι Κυρίου. Δι' αὐτοῦ ἔρχεται ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου ὡς ἀντιπρόσωπος αὐτοῦ. Διὰ σοῦ τοῦ
Κυρίου· εἰρήνη ἐν οὐρανῷ καὶ θὰ ἀποκατασταθῇ ἡ εἰρήνη μεταξὺ τοῦ Μεσσίου γίνεται εἰρήνη ἐν τῷ οὐρανῷ, διότι συμφιλιώνονται καὶ
δόξα ἐν ὑψίστοις. οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν εἰρηνεύουν διὰ σοῦ οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸν οὐράνιον Πατέρα καὶ τοὺς
ἀνθρώπων καὶ θὰ ἀναπέμπεται δόξα εἰς ἀγγέλους του, καὶ διὰ τὴν ἐνανθρώπησιν καὶ ἔλευσίν σου
τὸν ἐν ὑψίστοις πανάγαθον Θεόν». ἀναπέμπεται δόξα εἰς τὸν Θεὸν ὑπὸ τῶν ἐν ὑψίστοις τοῦ οὐρανοῦ
ἀγγέλων.
19,39 Καί τινες τῶν Φαρισαίων 39 Καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, ποὺ 39 Καὶ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους μερικοὶ ἐβγῆκαν ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ
ἀπὸ τοῦ ὄχλου εἶπον πρὸς αὐτόν· ἦσαν ἀναμεμιγμένοι μὲ τὸν ὄχλον, λαοῦ, μὲ τὸ ὁποῖον εἶχαν ἀναμιχθῇ διὰ νὰ κατασκοπεύσουν τὸν
διδάσκαλε, ἐπιτίμησον τοῖς ἐβγῆκαν καὶ εἶπαν εἰς αὐτόν· «Διδάσκαλε, Ἰησοῦν, καὶ εἶπαν πρὸς αὐτόν· Διδάσκαλε, ἐπίπληξε τοὺς μαθητάς
μαθηταῖς σου. νὰ ἐπιπλήξῃς τοὺς μαθητάς σου, διὰ τὴν σου διὰ τοὺς βλασφήμους αὐτοὺς λόγους, ποὺ λέγουν, ἀποδιδόντες
δόξαν, ποὺ σοῦ ἀποδίδουν καὶ ἡ ὁποία εἰς σὲ τιμάς, αἱ ὁποῖαι εἰς μόνον τὸν Μεσσίαν ἀνήκουν.
ἀνήκει μόνον εἰς τὸν Μεσσίαν».
19,40 Καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν 40 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· 40 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Σᾶς βεβαιῶ, ὅτι καὶ αὐτοὶ
αὐτοῖς· λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν οὗτοι «σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι ἐὰν αὐτοὶ ἐὰν σιωπήσουν, θὰ φωνάξουν οἱ ἄψυχοι λίθοι.
σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι σιωπήσουν, οἱ πέτρες θὰ φωνάξουν».
κεκράξονται.
19,41 Καὶ ὡς ἤγγισεν, ἱδὼν τὴν 41 Καὶ καθὼς ἐπλησίασε πρὸς τὴν 41 Καὶ ἅμα ἐπλησίασεν, ὅταν εἶδε τὴν πόλιν Ἱερουσαλήμ, τὸν
πόλιν ἔκλαυσεν ἐπ' αὐτῇ, λέγων Ἱερουσαλὴμ καὶ εἶδε τὴν πόλιν, ἀνελύθη κατέλαβαν λυγμοὶ καὶ ἔχυσεν ἄφθονα δάκρυα δι’ αὐτὴν καὶ εἶπεν·
εἰς δάκρυα καὶ λυγμοὺς δι' αὐτήν, λέγων
19,42 ὅτι εἰ ἔγνως καὶ σύ, καί γε 42 ὅτι «ἐὰν ἐγνώριζες καὶ σύ, ἔστω καὶ 42 ὅτι ἐὰν ἐμάνθανες καὶ σύ, ὅπως τὸ ἠξεύρουν οἱ μαθηταί μου καὶ

199/255
ἐν τῇ ἡμέρᾳ σου ταύτῃ, τὰ πρὸς κατὰ τὴν τελευταίαν αὐτὴν ἡμέραν, ποὺ οἱ ταπεινοὶ αὐτοὶ σύνοδοί μου, ἔστω καὶ κατὰ τὴν ἐσχάτην ταύτην

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


εἰρήνην σου ! Νῦν δὲ ἐκρύβη ἀπὸ σοῦ δίδει ὡς μεγάλην εὐκαιρίαν ἡμέραν, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν τελευταίαν προθεσμίαν, τὴν ὁποίαν σοῦ
ὀφθαλμῶν σου· μετανοίας ὁ Θεός, ἐὰν ἐγνώριζες καὶ δίδει ὁ Θεός, ἐὰν ἤξευρες ἐκεῖνα, ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήσουν εἰς τὸ νὰ
ἐδέχεσο ὅτι ἐγὼ θὰ σοῦ παρεῖχα τὴν εἰρηνεύσῃς μὲ τὸν Θεὸν καὶ νὰ ἀποφύγῃς τὰς τρομερὰς συνεπείας
εἰρήνην καὶ τὴν ἀσφάλειαν, θὰ ἐσώζεσο τῆς ὀργῆς του· ἐὰν ἤξευρες, ὅτι ἡ πίστις καὶ ὑπακοὴ πρὸς ἐμὲ θὰ σοῦ
ἀπὸ τὴν τρομερὰν καταστροφήν ποὺ σὲ ἐξησφάλιζε τὴν μετὰ τοῦ Θεοῦ εἰρήνην καὶ συγχρόνως θὰ ἀπέτρεπε
περιμένει. Τώρα ὅμως, ἐξ αἰτίας τῆς τὴν καταστροφὴν τῆς ἐρημώσεώς σου, δὲν θὰ ἐχάνεσο. Τώρα ὅμως
ἀμετανοήτου κακίας σου, τὰ μάτια σου εἶναι τυφλωμένα τὰ μάτια σου καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἴδῃς ποῖα δεινὰ σὲ
εἶναι σκοτισμένα καὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ περιμένουν.
ἴδουν τὸν ὄλεθρον, ποὺ ἔρχεται.
19,43 ὅτι ἥξουσιν ἡμέραι ἐπὶ σὲ 43 Διότι θὰ ἔλθουν φοβεραὶ διὰ σὲ ἡμέραι 43 Διότι θὰ ἔλθουν ἡμέραι ὀλέθριαι διὰ σέ. Καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας
καὶ περιβαλοῦσιν οἱ ἐχθροί σου καὶ οἱ ἐχθροί σου θὰ σκάψουν γύρω σου ἐκείνας θὰ βάλουν γύρω ἀπὸ σὲ περίφραγμα ὠχυρωμένον οἱ ἐχθροί
χάρακά σοι καὶ περικυκλώσουσί χαρακώματα καὶ θὰ σὲ περικυκλώσουν σου καὶ θὰ σὲ περικυκλώσουν καὶ θὰ σὲ στενοχωρήσουν ἀπὸ ὅλα τὰ
σε καὶ συνέξουσί σε πάντοθεν, καὶ θὰ σὲ συνθλίβουν ἀπὸ παντοῦ. μέρη διὰ στενῆς πολιορκίας.
19,44 καὶ ἐδαφιούσί σε καὶ τὰ 44 Καὶ θὰ κατακρημνίσουν τὰ 44 Καὶ θὰ κατεδαφίσουν τὰ οἰκοδομήματά σου καὶ τὰ τείχη σου,
τέκνα σου ἐν σοί, καὶ οὐκ οἰκοδομήματά σου καὶ θὰ πετάξουν, ἀλλὰ θὰ ρίψουν εἰς τὸ ἔδαφος καὶ τὰ τέκνα σου σφαγμένα, ὅσα θὰ
ἀφήσουσιν ἐν σοὶ λίθον ἐπὶ λίθῳ, σφαγμένα κάτω εἰς τὸ ἔδαφος τὰ παιδιά εὐρεθοῦν μέσα εἰς τὰ τείχη σου, καὶ δὲν θὰ ἀφήσουν μέσα εἰς τὴν
ἀνθ' ὧν οὐκ ἔγνως τὸν καιρὸν τῆς σου, καὶ δὲν θὰ ἀφήσουν πέτραν ἐπάνω πόλιν λίθον ἐπάνω εἰς λίθον. Καὶ ὅλα αὐτὰ θὰ τὰ πάθῃς ὡς
ἐπισκοπῆς σου. εἰς τὴν πέτραν· καὶ τοῦτο εἰς τιμωρίαν τιμωρίαν, διότι λόγῳ τῆς θεληματικῆς σου τυφλώσεως δὲν ἔνοιωσες
σου, διότι δὲν ἠθέλησες νὰ γνωρίσῃς καὶ τὸν καιρόν, κατὰ τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς σὲ ἐπεσκέφθη διὰ νὰ σὲ ἐλεήσῃ
νὰ δεχθῇς τὸν καιρόν, κατὰ τὸν ὁποῖον ὁ καὶ σώσῃ.
Θεὸς σὲ ἐπεσκέφθηκε διὰ νὰ σὲ σώσῃ».
19,45 Καὶ εἰσελθὼν εἰς τὸ ἱερὸν 45 Καὶ ὅταν εἰσῆλθεν εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ 45 Καὶ ὅταν ἐμβῆκεν εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ ἤρχισε νὰ
ἤρξατο ἐκβάλλειν τοὺς ναοῦ, ἤρχισε νὰ βγάζῃ ἔξω ἐκείνους, ποὺ βγάζῃ ἔξω ἐκείνους, ποὺ ἐπώλουν καὶ ἠγόραζον,
πωλοῦντας ἐν αὐτῷ καὶ πωλοῦσαν καὶ ἀγόραζαν ἐκεῖ,
ἀγοράζοντας

200/255
19,46 λέγων αὐτοῖς· γέγραπται ὅτι 46 λέγων πρὸς αὐτούς· «ἔχει γραφῆ ἀπὸ 46 λέγων πρὸς αὐτούς· Ἔχει γραφῆ ἀπὸ τοὺς προφήτας ἐξ ὀνόματος
ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς τοὺς προφήτας κατ' ἔμπνευσιν Θεοῦ, ὅτι ὁ τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ οἶκος μου εἶναι οἶκος προσευχῆς· Σεῖς ὅμως τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐστιν ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε οἶκος μου εἶναι οἶκος προσευχῆς. Σεῖς ἐκάματε σπήλαιον, ποὺ μαζεύονται λῃσταί, διότι ἐμπορεύεσθε καὶ
σπήλαιον λῃστῶν. ὅμως τὸν ἐκάματε σπήλαιον λῃστῶν, διὰ χρησιμοποιεῖτε πλῆθος ψέματα καὶ ἀπάτας διὰ νὰ κλέψετε ὁ ἕνας
νὰ λῃστεύετε καὶ κλέπτετε τοὺς ἄλλους τὸν ἄλλον.
μὲ τὰς ἀπάτας καὶ τὰ ψέματά σας».
19,47 Καὶ ἦν διδάσκων τὸ καθ' 47 Καὶ ἐδίδασκε, ὅπως συνήθως, κάθε 47 Καὶ ἐξηκολούθει νὰ διδάσκῃ καθημερινῶς μέσα εἰς τὸ ἱερόν· οἱ
ἡμέραν ἐν τῷ ἱερῷ· οἱ δὲ ἀρχιερεῖς ἡμέραν εἰς τὸ ἱερόν. Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς δὲ καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ oὶ προεστοὶ τοῦ λαοῦ ἐζήτουν νὰ
καὶ οἱ γραμματεῖς ἐζήτουν αὐτὸν γραμματεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ τὸν ἐξοντώσουν.
ἀπολέσαι καὶ οἱ πρῶτοι τοῦ ἐζητοῦσαν νὰ τὸν ἐξοντώσουν.
λαοῦ,
19,48 καὶ οὐχ εὕρισκον τὸ τί 48 Καὶ δὲν κατώρθωναν νὰ εὔρουν τί νὰ 48 Καὶ δὲν εὕρισκον τὶ νὰ κάμουν πρὸς ἐκτέλεσιν τοῦ κακούργου
ποιήσουσιν· ὁ λαὸς γὰρ ἅπας κάμουν, διὰ νὰ φέρουν εἰς πέρας τὸ σχεδίου των, διότι ὅλος ὁ λαὸς τὸν ηὐλαβεῖτο καὶ ἐκρέμετο ἀπὸ τὸ
ἐξεκρέματο αὐτοῦ ἀκούων. κακοῦργον σχέδιόν των, διότι ὁ λαὸς μὲ στόμα του μὲ πόθον πολὺν ἀκροώμενος τὴν διδασκαλίαν του.
πολὺ θαυμασμὸν καὶ εὐλάβειαν
ἐκρέματο ἀπὸ τὸ στόμα του ἀκούων τὴν
διδασκαλίαν του.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 20Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
20,1 Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν Μίαν ἀπὸ τὰς μεγάλας ἐκείνας ἡμέρας Καὶ κατὰ μίαν ἀπὸ τὰς ἀξιομνημονεύτους ἐκείνας ἡμέρας, ἐνῷ
ἡμερῶν ἐκείνων διδάσκοντος καθὼς ὁ Κύριος ἐδίδασκε εἰς τὰς αὐλὰς αὐτὸς ἐδίδασκε τὸν λαὸν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἐκήρυττε τὸ εὐαγγέλιον
αὐτοῦ τὸν λαὸν ἐν τῷ ἱερῷ καὶ τοῦ Ναοῦ τὸν λαὸν καὶ ἐκήρυττε τὸ τῆς σωτηρίας, συνέβη νὰ ἔλθουν ἔξαφνα οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ
εὐαγγελιζομένου ἐπέστησαν οἱ χαρμόσυνον μήνυμα τῆς σωτηρίας, ἦλθαν γραμματεῖς μαζὶ μὲ τοὺς προεστοὺς
ἱερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς σὺν τοῖς ἔξαφνα κοντά του ἀποφασιστικοὶ οἱ

201/255
πρεσυτέροις ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς μαζῆ μὲ τοὺς
πρεσβυτέρους

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


20,2 καὶ εἶπον πρὸς αὐτὸν 2 καὶ τοῦ εἶπαν· «πέ μας, μὲ ποιὰ ἐξουσία 2 καὶ τοῦ εἶπαν αὐτοὺς τοὺς λόγους· Εἰπέ μας, μὲ ποίαν ἐξουσίαν
λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν ἐν ποίᾳ κάμνεις αὐτὰ ἢ ποιὸς σοῦ ἔδωκε τὴν ἐνεργεῖς αὐτά; Ἢ ποῖος σοῦ ἔδωκε τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν τοῦ νὰ
ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς, ἢ τίς ἐστιν ὁ ἐξουσίαν αὐτήν, ὥστε, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, διώχνῃς ἀπὸ τὸ ἱερὸν τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ διδάσκῃς μέσα εἰς
δούς σοι τὴν ἐξουσίαν ταύτην; νὰ διώχνῃς καὶ τοὺς ἐμπορευομένους ἀπὸ τὸν ἱερὸν αὐτὸν τόπον;
τὸν ναόν;»
20,3 Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπε πρὸς 3 Ἀπεκρίθη δὲ καὶ εἶπεν εἰς αὐτοὺς ὁ 3 Ἀπεκρίθη δὲ καὶ τοὺς εἶπε· θὰ σᾶς ἐρωτήσω καὶ ἐγὼ περὶ ἑνὸς
αὐτούς· ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ ἕνα Κύριος· «καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς ὑποβάλω μίαν ζητήματος. Ἐφ’ ὅσον δὲ σεῖς παρουσιάζεσθε ὡς ἐξουσιοδοτημένοι
λόγον, καὶ εἴπατέ μοι· ἐρώτησιν, εἰς τὴν ὁποίαν σὰν διδάσκαλοι διδάσκαλοι, ὁμιλήσατε πρῶτοι καὶ εἴπατέ μου τὴν ἐπὶ τοῦ
μὲ ἐξουσίαν καὶ κῦρος ποὺ θέλετε νὰ ἐρωτήματός μου τούτου ἀπάντησίν σας.
εἶσθε, πρέπει νὰ μοῦ ἀπαντήσετε.
20,4 τὸ βάπτισμα Ἰωάννου ἐξ 4 Τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἦτο ἀπὸ τὸν 4 Τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε δι’ ἐμὲ καὶ
οὐρανοῦ ἦν ἢ ἐξ ἀνθρώπων; οὐρανόν, ἐγίνετο κατόπιν ἐντολῆς τοῦ ὑπῆρξε πρόδρομός μου, ἦτο ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ ἀπὸ ἐντολὴν τοῦ
Θεοῦ, ἢ ἦτο ἁπλῆ καὶ ἄνευ σημασίας Θεοῦ ἢ ἦτο ἀπὸ ἐπινόησιν καὶ ἐντολὴν ἀνθρώπων;
ἐπινόησις ἀνθρώπων».
5 Οἱ δὲ συνελογίσαντο πρὸς 5 Ἐκεῖνοι δὲ ἐσκέφθησαν μεταξύ των καὶ 5 Αὐτοὶ δὲ ἐσυλλογίσθησαν μεταξύ των καὶ εἶπαν, ὅτι ἐὰν
ἑαυτοὺς λέγοντες ὅτι ἐὰν εἶπαν ὅτι, ἐὰν εἴπωμεν ἐξ οὐρανοῦ, εἴπωμεν, ὅτι ἦτο ἐξ οὐρανοῦ καὶ συνεπῶς εἶχεν ὁρισθῇ ἀπὸ τὸν
εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ, διατὶ δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Θεόν, θὰ μᾶς πῇ· διατὶ Θεόν, θὰ εἴπῃ, διατὶ λοιπὸν δὲν ἐπιστεύσατε εἰς αὐτόν;
οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ; δὲν ἐπιστεύσατε εἰς αὐτόν;
20,6 ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ 6 Ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ὅτι ἦτο ἐπινόησις 6 Ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ὅτι τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἦτο ἐπινόησις
ἀνθρώπων, πᾶς ὁ λαὸς ἀνθρώπων καὶ ἐπομένως ὁ Ἰωάννης δὲν ἀνθρώπων, ὅλος ὁ λαὸς θὰ μᾶς καταλιθοβολήσῃ, διότι ὅλοι εἶναι
καταλιθάσει ὑμᾶς πεπεισμένος ἦτο προφήτης, ἀπεσταλμένος δηλαδὴ ἀπὸ πεπεισμένοι, ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦτο προφήτης.
γάρ ἐστιν Ἰωάννην προφήτην τὸν Θεόν, ὅλος ὁ λαὸς θὰ μὰς λιθοβολίσῃ
εἶναι. ἀγρίως, διότι ὅλοι ἔχουν ἀκλόνητον τὴν
πεποίθησιν, ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι προφήτης
τοῦ Θεοῦ.

202/255
20,7 Καὶ ἀπεκρίθησαν μὴ εἰδέναι 7 Καί, αὐτοί, οἱ ἐπίσημοι διδάσκαλοι τοῦ 7 Καὶ αὐτοί, ποὺ ἐκαυχῶντο, ὅτι ἦσαν oὶ ἀνεγνωρισμένοι

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πόθεν. Ἰσραήλ, κατησχημένοι ἀπήντησαν, ὅτι διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ, ἀπεκρίθησαν, ὅτι δὲν ἤξευραν, πόθεν ἦτο
δὲν ξεύρουν, ἀπό ποῦ ἦτο τὸ βάπτισμα τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου.
τοῦ Ἰωάννου.
20,8 Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· 8 Καὶ τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· «οὔτε ἐγὼ 8 Καὶ τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς αὐτούς· Οὔτε ἐγὼ σᾶς λέγω, μὲ ποίαν
οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ σᾶς λέγω μὲ ποίαν ἐξουσίαν κάμνω ἐξουσίαν καὶ μὲ ποῖον δικαίωμα πράττω αὐτὰ ποὺ βλέπετε.
ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. αὐτά».
20,9 Ἤρξατο δὲ πρὸς τὸν λαὸν 9 Ἤρχισε δὲ νὰ διδάσκῃ πρὸς τὸν λαὸν 9 Ἤρχισε δὲ νὰ λέγῃ πρὸς τὸν λαὸν τὴν ἀκόλουθον παραβολήν·
λέγειν τὴν παραβολὴν ταύτην· τὴν ἐξῆς παραβολήν· «ἔνας ἄνθρωπος Ἕνας ἄνθρωπος ἐφύτευσεν ἄμπελον· Ὁ Θεὸς δηλαδὴ
ἄνθρωπός τις ἐφύτευσεν ἐφύτευσε ἀμπέλι καὶ ἔδωσεν αὐτὸ μὲ παρεσκεύασε καὶ ἐπεμελήθη ὡς λαὸν ἰδικόν του τὸν Ἰουδαϊκον
ἀμπελῶνα, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν ἐνοίκιον εἰς τοὺς γεωργοὺς καὶ ἐταξίδευσε λαόν. Καὶ ἐνοικίασε τὴν ἄμπελόν του αὐτὴν εἰς γεωργοὺς καὶ
γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησε χρόνους διὰ πολὺν καιρὸ εἰς ξένην χώραν. ἀνεχώρησεν εἰς ξένην χώραν δι’ ἀρκετὰ χρόνια. Ἐνεπιστεύθη
ἱκανούς. δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὸν λαόν του εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας
διὰ νὰ τὸν καλλιεργήσουν πρὸς παραγωγὴν ἔργων πίστεως καὶ
ἀρετῆς.
20,10 Καὶ ἐν τῷ καιρῷ ἀπέστειλε 10 Εἰς τὸν καιρὸν δὲ τῆς ἐσοδείας ἔστειλε 10 Καὶ εἰς τὸν κατάλληλον χρόνον, δηλαδὴ εἰς τὸν καιρὸν τῆς
πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον ἵνα πρὸς τοὺς γεωργοὺς ἕνα δοῦλον, διὰ νὰ ἐσοδείας, ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον, διὰ νὰ τοῦ
ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ δώσουν τὸ μέρος τοῦ καρποῦ, ποὺ δώσουν μέρος ἀπὸ τὸν καρπὸν τῆς ἀμπέλου. Οἱ γεωργοὶ ὅμως
δώσωσιν αὐτῷ· οἱ δὲ γεωργοὶ ἐδικαιοῦτο. Οἱ γεωργοὶ ὅμως ἀφοῦ τὸν ἀφοῦ ἔδειραν αὐτόν, τὸν ἐδίωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Ἔστειλε
δείραντες αὐτὸν ἐξαπέστειλαν ἔδειραν, τὸν ἔδιωξαν ἀδειανόν. δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὴν πρώτην σειρὰν τῶν προφητῶν διὰ νὰ
κενόν. διαπιστώσουν τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, ποὺ ὤφειλεν ὡς ἄλλη
καλλιεργημένη ἄμπελος νὰ καρποφορήσῃ ὁ τόσον εὐνοηθεῖς ἀπὸ
τὸν Θεὸν λαός. Ἀλλ’ ἡ πρώτη αὐτὴ σειρὰ τῶν προφητῶν ἐστάλη
ματαίως καὶ χωρὶς κανὲν ἀγαθὸν ἀποτέλεσμα.
20,11 Καὶ προσέθετο αὐτοῖς 11 Τότε ὁ οἰκοδεσπότης ἀπεφάσισε νὰ 11 Καὶ προσθέτως ἀπεφάσισεν ὁ οἰκοδεσπότης νὰ ἀποστείλῃ εἰς
πέμψαι ἕτερον δοῦλον. Οἱ δὲ στείλῃ ἀκόμη εἰς αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον. αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον· αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ ἔδειραν καὶ ἠτίμασαν καὶ

203/255
κἀκεῖνον δείραντες καὶ Αὐτοὶ δέ, ἀφοῦ καὶ ἐκεῖνον ἔδειραν καὶ ἐκεῖνον, τὸν ἐδίωξαν μὲ ἀδειανὰ χέρια. Μὲ ἄλλας λέξεις καὶ
ἀτιμάσαντες ἐξαπέστειλαν κενόν. ἐξευτέλισαν, τὸν ἔστειλαν μὲ ἀδειανὰ δευτέρα σειρὰ προφητῶν ἀπεστάλη, ἀλλὰ ἀντὶ ἐκ τῆς διδασκαλίας

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


χέρια. τούτων νὰ συνέλθουν οἱ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ καὶ νὰ στηριχθοῦν
εἰς τὴν ὑπακοὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν ἐργασίαν τῆς ἀρετῆς,
ἐκακομεταχειρίσθησαν καὶ αὐτὴν τὴν σειρὰν περισσότερον ἀπὸ
τὴν πρώτην.
20,12 Καὶ προσέθετο πέμψαι 12 Καὶ ἀπεφάσισε ἀκόμη νὰ στείλῃ καὶ 12 Καὶ ἐπρόσθεσε καὶ τρίτην ἀποστολήν· ἔστειλε λοιπὸν πάλιν
τρίτον. Οἱ δὲ καὶ τοῦτον τρίτον δοῦλον. Ἐκεῖνοι ὅμως καὶ τοῦτον, τρίτον δοῦλον. Αὐτοὶ ὅμως, ἀφοῦ ἐτραυμάτισαν καὶ αὐτόν, τὸν
τραυματίσαντες ἐξέβαλον. ἀφοῦ ἐτραυμάτισαν, τὸν πέταξαν ἔξω ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελον. Ἡ τρίτη δηλαδὴ σειρὰ τῶν
ἀπὸ τὸ ἀμπέλι. προφητῶν ἔτυχε πολὺ μεγαλυτέρας κακομεταχειρίσεως.
20,13 Εἶπε δὲ ὁ κύριος τοῦ 13 Εἶπε τότε ὁ κύριος τοῦ ἀμπελιοῦ· Τί νὰ 13 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος τῆς ἀμπέλου· Τί νὰ κάμω; Ἂν στείλω καὶ ἄλλον
ἀμπελῶνος· τί ποιήσω; Πέμψω κάμω τώρα; Ἕνα μοῦ μένει· θὰ στείλω τὸν δοῦλον, δὲν ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ μεταχειρισθοῦν καὶ τοῦτον
τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν· ἴσως υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν. Ἴσως, ὅταν τὸν καλύτερον. Θὰ στείλω τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν. Ἴσως ὅταν
τοῦτον ἰδόντες ἐντραπήσονται. ἴδουν, νὰ ἐντραποῦν. ἴδουν αὐτόν, θὰ ἐντραποῦν. Καὶ ἔστειλε τὸν ἐνανθρωπήσαντα
υἱόν του, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
20,14 Ἰδόντες δὲ αὐτὸν οἱ γεωργοὶ 14 Ὅταν ὅμως τὸν εἶδαν οἱ γεωργοί, 14 Ὅταν ὅμως οἱ γεωργοὶ εἶδον αὐτόν, ἐσκέπτοντο μεταξύ των καὶ
διελογίζοντο πρὸς ἑαυτοὺς ἐσκέπτοντο μεταξύ των καὶ ἔλεγαν· ἔλεγαν· Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος τῆς ἀμπέλου. Ἐλᾶτε νὰ τὸν
λέγοντες· οὗτός ἐστιν ὁ Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος· ἐλᾶτε λοιπὸν φονεύσωμεν, διὰ νὰ γίνῃ ἡ ἄμπελος κληρονομία ἰδική μας, καὶ
κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν νὰ τὸν θανατώσωμεν, διὰ νὰ γίνῃ πλέον ἀνενόχλητοι πλέον νὰ ἐξουσιάζωμεν τὴν συναγωγὴν καὶ νὰ
αὐτόν, ἵνα ἡμῶν γένηται ἡ ἰδική μας ἡ κληρονομία. ἐκμεταλλευώμεθα αὐτήν.
κληρονομία.
20,15 Καὶ ἐκβαλόντες αὐτὸν ἔξω 15 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὸ 15 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν ἄμπελον, τὸν ἐφόνευσαν.
τοῦ ἀμπελῶνος ἀπέκτειναν. Τί ἀμπέλι, τὸν ἐφόνευσαν. Τί λοιπὸν θὰ Τί λοιπὸν θὰ κάμῃ εἰς αὐτοὺς ὁ κύριος τῆς ἀμπέλου:
οὖν ποιήσει αὐτοῖς ὁ κύριος τοῦ κάμῃ ἐναντίον αὐτῶν ὁ κύριος τοῦ
ἀμπελῶνος; ἀμπελιοῦ;
20,16 Ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει 16 Θὰ ἔλθῃ ὁ ἴδιος καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ 16 Θὰ ἔλθῃ αὐτοπροσώπως πλέον καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς
τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσῃ τὸ γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσῃ τὴν ἄμπελον εἰς ἄλλους. Μερικοὶ δὲ

204/255
τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. ἀμπέλι εἰς ἄλλους». Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, ὅταν ἤκουσαν τὴν παραβολήν,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἀκούσαντες δὲ εἶπον· μὴ γένοιτο. Φαρισαίους, ποὺ ἦσαν ἐκεῖ, ὅταν ἤκουσαν εἶπαν· Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ, ὥστε νὰ μὴ μᾶς γίνῃ ἕνας τέτοιος
τὴν παραβολὴν καὶ ἐνόησαν τὴν ἐξολοθρευμός.
σημασίαν της, εἶπαν· Μὴ γένοιτο!
20,17 Ὁ δὲ ἐμβλέψας αὐτοῖς εἶπε· 17 Ὁ δὲ Κύριος τοὺς ἐκύτταξε κατάματα 17 Ὁ Κύριος δὲ τοὺς παρετήρησε μὲ ζωηρὸν βλέμμα, διὰ να τοὺς
τί οὖν ἐστι τὸ γεγραμμένον τοῦτο, καὶ εἶπε· «καὶ ὅμως ἔτσι θὰ γίνῃ, διότι τί προσελκύσῃ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν προσοχήν, καὶ τοὺς εἶπε· Ἐὰν
λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ σημασίαν ἔχει τότε αὐτὸ ποὺ εἶναι σύμφωνα μὲ τὴν εὐχήν σας δὲν ἐπέλθῃ ἡ καταστροφή, ποὺ σᾶς
οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς γραμμένο εἰς τοὺς προφήτας, ὅτι δηλαδὴ προεῖπον, ποίαν λοιπὸν ἔννοιαν καὶ σημασίαν ἔχει αὐτό, ποὺ εἶναι
κεφαλὴν γωνίας; λίθον τὸν ὁποῖον ἐπέταξαν ὡς γραμμένον ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα; Λίθον,τὸν ὁποῖον ἐπέταξαν ὡς
ἀκατάλληλον οἱ οἰκοδόμοι, αὐτὸς ἔγινε ἀκατάλληλον οἱ κτίσται, αὐτὸς ἔγινε τῆς ὅλης οἰκοδομῆς ἡ κεφαλὴ
κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος, δι' ὅλην καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος. Δηλαδὴ ἐγώ, τὸν ὁποῖον σεῖς οἱ ἀρχιερεῖς
τὴν οἰκοδομήν; καὶ γραμματεῖς, ποὺ ἔχετε καθῆκον καὶ ἔργον νὰ οἰκοδομῆτε τὸν
λαὸν τοῦ Κυρίου, ἀπερρίψατε σὰν ἄλλον λίθον ἀκατάλληλον διὰ
τὸ οἰκοδόμημα τοῦ Θεοῦ, ἔγινα θεμέλιον καὶ ἀγκωνάρι, ποὺ βαστᾷ
καὶ συνδέει ὁλόκληρον τὴν οἰκοδομὴν καὶ συνενώνει εἰς ἕνα λαὸν
τοὺς Ἰσραηλίτας καὶ τοὺς ἐθνικούς, ὅπως τὸ ἀγκωνάρι συνδέει δύο
τοίχους.
20,18 Πᾶς ὁ πεσὼν ἐπ' ἐκεῖνον τὸν 18 Καὶ καθένας ποὺ θὰ ἐπιπέσῃ ἐναντίον 18 Καὶ καθένας ποὺ θὰ ἐπιπέσῃ μὲ ἐχθρικὰς διαθέσεις ἐπάνω εἰς
λίθον συνθλασθήσεται· ἐφ' ὃν δ' τοῦ λίθου αὐτοῦ, θὰ τσακισθῇ. ᾿Εκεῖνον τὸν λίθον ἐκεῖνον, θὰ τσακισθῇ· ἐκεῖνον δὲ ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ πέσῃ
ἄν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν. δέ, ἐπάνω εἰς τὸν ὁποῖον θὰ πέσῃ βαρὺς βαρὺς ὁ λίθος αὐτός, θὰ τὸν κάμῃ θρύμματα καὶ θὰ τὸν σκορπίσῃ
αὐτὸς ὁ λίθος, θὰ τὸν συντρίψῃ, θὰ τὸν σὰν σκόνην. Ὄλεθρος δηλαδὴ καὶ ἀφανισμὸς ἐπιφυλάσσεται εἰς
κάμῃ θρύψαλα καὶ σκόνην καὶ θὰ τὸν ἐκεῖνον, ποὺ θὰ πολεμήσῃ τὸν Χριστόν.
διαλύσῃ. (Ἄμπελος ἦτο ὁ Ἰσραηλιτικὸς
λαός, κακοὶ γεωργοὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ
λαοῦ, δοῦλοι ἦσαν οἱ προφῆται τοὺς
ὁποίους οἱ ἄπιστοι ἄρχοντες τοῦ λαοῦ

205/255
ἐκακοποίησαν καὶ ἐφόνευσαν· υἱὸς τοῦ
κυρίου τοῦ ἀμπελῶνος, ὁ ἐναθρωπήσας

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον οἱ ἄρχοντες τοῦ
λαοῦ θὰ ἐσταύρωναν ἔξω ἀπὸ τὴν
Ἱερουσαλήμ. Καὶ ὁ Θεὸς κατὰ λόγον
δικαιοσύνης, θὰ τοὺς ἀφαιροῦσε πλέον
τὴν ἠγεσίαν τοῦ λαοῦ, διὰ νὰ δώσῃ αὐτὴν
εἰς ἄλλους καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ
ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς Ἐκκλησίας, θὰ
τοὺς συνέτριβε διὰ τὴν σκληροκαρδίαν
αὐτῶν καὶ θὰ τοὺς διέλυε).
20,19 Καὶ ἐζήτησαν οἱ ἀρχιερεῖς 19 Καταγανακτημένοι τότε οἱ γραμματεῖς 19 Καὶ ἐζήτησαν oὶ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς νὰ βάλουν χέρι
καὶ οἱ γραμματεῖς ἐπιβαλεῖν ἐπ' καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐζήτησαν νὰ τὸν ἐπάνω του καὶ νὰ τὸν συλλάβουν κατ’ ἐκείνην ἀκριβῶς τὴν ὥραν,
αὐτὸν τὰς χεῖρας ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ, συλλάβουν ἐκείνην τὴν ὥρα, διότι ἀλλ’ ἐφοβήθησαν τὸν λαόν. Ἤθελαν δὲ αὐτοστιγμεὶ νὰ τὸν
καὶ ἐφοβήθησαν τὸν λαόν· ἐκατάλαβαν καλά, ὅτι δι' αὐτοὺς ἔλεγε συλλάβουν, διότι ἐκατάλαβαν, ὅτι δι’ αὐτοὺς ἔλεγε τὰς
ἔγνωσαν γὰρ ὅτι πρὸς αὐτοὺς τὰς τὰς παραβολάς, ἀλλὰ ἐφοβήθησαν τὸν παραβολάς.
παραβολὰς ἔλεγε. λαόν.
20 Καὶ παρατηρήσαντες 20 Καὶ ἀφοῦ ἐπερίμεναν κατάλληλον 20 Καὶ ἀφοῦ ἐκαιροφυλάκτησαν, ἀπέστειλαν κατασκόπους, oὶ
ἀπέστειλαν ἐγκαθέτους, εὐκαιρίαν, ἔστειλαν βαλτοὺς ἀνθρώπους ὁποῖοι ὑπεκρίνοντο ὅτι ἦσαν εὐσυνείδητοι καὶ ἐνδιεφέροντο πολὺ
ὑποκρινομένους ἑαυτοὺς δικαίους των, ποὺ ὑπεκρίνοντο ὅτι εἶναι δίκαιοι, διὰ νὰ συμμορφώνωνται πρὸς τὸ δίκαιον. Τοὺς ἔστειλαν δέ, διὰ νὰ τοῦ
εἶναι, ἵνα ἐπιλάβωνται αὐτοῦ νὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ αὐτὸν κάποιον ἀποσπάσουν κάποιον λόγον ἐνοχοποιητικόν, ὥστε νὰ τὸν
λόγου εἰς τὸ παραδοῦναι αὐτὸν τῇ ἐνοχοποιητικὸν ἢ παρεξηγήσιμον λόγον, παραδώσουν εἰς τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ ἡγεμόνος.
ἀρχῇ καὶ τῇ ἐξουσίᾳ τοῦ ὥστε νὰ τὸν παραδώσουν εἰς τὴν ἀρχὴν
ἡγεμόνος. καὶ ἐξουσίαν τοῦ ἡγεμόνος.
20,21 Καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν 21 Καί, λοιπόν, τὸν ἠρώτησαν λέγοντες· 21 Καὶ τὸν ἠρώτησαν καὶ εἶπαν· Διδάσκαλε, γνωρίζομεν, ὅτι ὀρθὰ
λέγοντες· διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι «διδάκαλε, γνωρίζομεν, ὅτι ὀρθὰ καὶ καὶ ἀληθῆ λέγεις καὶ διδάσκεις, χωρὶς νὰ παρεκκλίνῃς διόλου ἀπὸ
ὀρθῶς λέγεις καὶ διδάσκεις, καὶ οὐ σωστὰ λέγεις καὶ διδάσκεις καὶ δὲν τὴν εὐθεῖαν γραμμήν, καὶ δὲν λογαριάζεις ἀνθρώπους, οὔτε

206/255
λαμβάνεις πρόσωπον, ἀλλ' ἐπ' λαμβάνεις ὑπ' ὄψιν σου πρόσωπα χαρίζεσαι εἰς πρόσωπον, ἀλλὰ βασιζόμενος πάντοτε εἰς τὴν
ἀληθείας τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων, ἀλλά, στηριζόμενος εἰς τὴν ἀλήθειαν διδάσκεις τὸν δρόμον τοῦ Θεοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διδάσκεις· ἀλήθειαν, διδάσκεις πάντοτε τὸν δρόμον
τοῦ Θεοῦ.
20,22 ἔξεστιν ἡμῖν Καίσαρι φόρον 22 Σὲ παρακαλοῦμεν, λοιπὸν νὰ μᾶς 22 Σὲ συμβουλευόμεθα λοιπόν· Ἐπιτρέπεται εἰς ἡμᾶς, ποὺ
δοῦναι ἢ οὔ; δώσῃς μίαν συμβουλήν. Ἐπιτρέπεται εἰς ἀνήκομεν εἰς τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ καὶ βασιλέα ἔχομεν αὐτὸν τὸν
ἡμᾶς, ποὺ εἴμεθα ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Θεόν, νὰ δώσωμεν εἰς τὸν Καίσαρα φόρον, ἢ δὲν ἐπιτρέπεται;
Θεοῦ, νὰ δίνωμεν φόρον εἰς τὸν Καίσαρα
ἢ ὄχι;»
20,23 Κατανοήσας δὲ αὐτῶν τὴν 23 Ἐκατάλαβε πολὺ καλὰ ὁ Κύριος τὴν 23 Ἀντελήφθη ὅμως τὴν πονηρίαν των καὶ τοὺς εἶπε· Διατὶ μὲ
πανουργίαν εἶπε πρὸς αὐτούς· τί πανουργίαν αὐτῶν καὶ τοὺς εἶπε· «διατὶ ἐκθέτετε εἰς πειρασμὸν καὶ ζητεῖτε νὰ μὲ συλλάβετε εἰς παγίδα;
μὲ πειράζετε; μὲ ἐρωτᾶτε μὲ δολιότητα καὶ θέλετε νὰ μὲ
συλλάβετε εἰς παγίδαν;
20,24 Δείξατέ μοι δηνάριον· τίνος 24 Δείξατέ μου ἕνα δηνάριον· ποίου τὴν 24 Δείξατέ μου ἓν δηνάριον. Ποίου τὴν εἰκόνα καὶ ἐπιγραφὴν ἔχει
ἔχει εἰκόνα καὶ ἐπιγραφήν; εἰκόνα καὶ τὴν ἐπιγραφὴν ἔχει;» Ἐκεῖνοι τὸ νόμισμα αὐτό; Ἀπεκρίθησαν ἐκεῖνοι καὶ εἶπον· τοῦ Καίσαρος.
Ἀποκριθέντες δὲ εἶπον· Καίσαρος. ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπαν »τοῦ Καίσαρος».
20,25 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἀπόδοτε 25 Αὐτὸς τότε τοὺς εἶπε· «δῶστε, λοιπόν, 25 Αὐτὸς δὲ τότε τοὺς εἶπε· Μόνοι σας ἐδέχθητε εἰς τὰς
τοίνυν τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ πίσω εἰς τὸν Καίσαρα, αὐτὰ ποὺ ἀνήκουν συναλλαγάς σας τὰ νομίσματα τοῦ Καίσαρος καὶ μὲ αὐτὰ
τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ. εἰς τὸν Καίσαρα, πληρώσατε φόρον εἰς διενεργεῖτε τὸ ἐμπόριον σας καὶ διευκολύνεσθε εἰς τὰς μεταξύ σας
τὸν Καίσαρα, τοῦ ὁποίου τὰ νομίσματα σχέσεις. Δώσατε λοιπὸν ὀπίσω εἰς τὸν Καίσαρα ἐκεῖνα, ποὺ
χρησιμοποιεῖτε εἰς τὰς συναλλαγάς σας ἀνήκουν εἰς τὸν Καίσαρα, τοὺς φόρους δηλαδὴ καὶ τὴν ὑποταγὴν
καὶ δηλώνετε ἔτσι, ὅτι εὑρίσκεσθε ὑπὸ τὴν εἰς τοὺς νόμους, ποὺ ἀσφαλίζουν τὴν ἀπονομὴν τοῦ δικαίου καὶ
ἐξουσίαν καὶ προστασίαν του. Δῶστε τὴν εἰρηνικὴν συμβίωσιν τῶν πολιτῶν. Δώσατε δὲ καὶ εἰς τὸν Θεὸν
ὅμως καὶ εἰς τὸν Θεὸν αὐτὰ ποὺ ἀνήκουν ἐκεῖνα, ποὺ ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν, δηλαδὴ ὁλόκληρον τὸν
εἰς τὸν Θεόν, ὁλόκληρον τὸν εὐατόν σας ἐσωτερικόν σας ἄνθρωπον καὶ ὅλον τὸν ἑαυτόν σας.
μὲ ἀγάπην καὶ ὑποταγὴν εἰς ἐκεῖνον».
20,26 Καὶ οὐκ ἴσχυσαν 26 Καὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ τοῦ 26 Καὶ δὲν κατώρθωσαν νὰ τοῦ πάρουν οὔτε τὸν παραμικρὸν

207/255
ἐπιλαβέσθαι αὐτοῦ ρήματος ἀποσπάσουν ἐμπρὸς εἰς τὸν λαὸν ἐνοχοποιητικὸν λόγον ἐνώπιον τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν στιγμὴν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐναντίον τοῦ λαοῦ, καὶ κανένα ἐνοχοποιητικὸν λόγον. Καὶ ἐκείνην τὸν ἤκουε καὶ θὰ ἐχρησίμευεν ὡς μάρτυς. Καὶ
θαυμάσαντες ἐπὶ τῇ ἀποκρίσει γεμᾶτοι θαυμασμὸν διὰ τὴν θαυμάσαντες διὰ τὴν ἀπόκρισίν του ἐσιώπησαν.
αὐτοῦ ἐσίγησαν. ἀποστομωτικὴν ἀπάντησίν του, ἔκλεισαν
τὸ στόμα των.
20,27 Προσελθόντες δέ τινες τῶν 27 Ἐπλησίασαν τότε τὸν Ἰησοῦν μερικοὶ 27 Ἐπλησίασαν δὲ τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τοὺς Σαδδουκαίους μερικοί,
Σαδδουκαίων, οἱ λέγοντες μὴ ἀπὸ τοὺς Σαδδουκαίους, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν ποὺ ἔλεγαν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάστασις. Καὶ τὸν ἠρώτησαν
εἶναι ἀνάστασιν, ἐπηρώτησαν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν καὶ
αὐτὸν τὸν ἠρώτησαν
20,28 λέγοντες· διδάσκαλε, 28 λέγοντες· «διδάσκαλε, ὁ Μωϋσῆς 28 καὶ εἶπαν· Διδάσκαλε, ὁ Μωϋσῆς μᾶς ἔγραψε εἰς τὸν νόμον· ἐὰν
Μωϋσῆς ἔγραψεν ἡμῖν, ἐάν τινος ἔγραψε γιὰ μᾶς εἰς τὸν νόμον του, ὅτι ἐὰν ὁ ἀδελφὸς κάποιου ἀποθάνῃ καὶ ἔχῃ γυναῖκα καὶ ἀποθάνῃ οὗτος
ἀδελφὸς ἀποθάνῃ ἔχων γυναῖκα, ὁ ἀδελφὸς κάποιου ἀποθάνῃ καὶ ἔχῃ ἄτεκνος, πρέπει νὰ πάρῃ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα καὶ νὰ
καὶ οὗτος ἄτεκνος ἀποθάνῃ, ἵνα γυναῖκα καὶ αὐτὸς ἀποθάνῃ ἄτεκνος, γεννήσῃ μὲ αὐτὴν ἀπόγονον εἰς τὸν ἀποθανόντα ἄτεκνον
λάβῃ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν πρέπει ὁ ἀδελφός του νὰ λάβῃ σύζυγον ἀδελφόν του.
γυναῖκα καὶ ἐξαναστήσῃ σπέρμα τὴν γυναῖκα καὶ νὰ γεννήσῃ ἀπόγονον εἰς
τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ. τὸν ἀδελφόν του.
20,29 Ἑπτὰ οὖν ἀδελφοὶ ἦσαν· καὶ 29 Ἦσαν λοιπὸν ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ 29 Ἦσαν λοιπὸν ἑπτὰ ἀδελφοί. Καὶ ὁ πρῶτος, ἀφοῦ ἐνυμφεύθη
ὁ πρῶτος λαβὼν γυναῖκα πρῶτος ἀφοῦ ἐνυμφεύθη μίαν γυναῖκα μίαν γυναῖκα, ἀπέθανεν ἄτεκνος.
ἀπέθανεν ἄτεκνος· ἀπέθανε ἄτεκνος.
20,30 καὶ ἔλαβεν ὁ δεύτερος τὴν 30 Καὶ ἐπῆρε ὁ δεύτερος τὴν γυναῖκα 30 Καὶ ἔλαβεν ὁ δεύτερος τὴν γυναῖκα αὐτήν. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸς
γυναῖκα, καὶ οὗτος ἀπέθανεν αὐτήν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ἀπέθανε ἄτεκνος. ἀπέθανεν ἄτεκνος.
ἄτεκνος·
20,31 καὶ ὁ τρίτος ἔλαβεν αὐτὴν 31 Καὶ ὁ τρίτος ἐπῆρε ἐπίσης αὐτήν. Τὸ 31 Καὶ ὁ τρίτος τὴν ἐπῆρεν ὅπως καὶ ὁ δεύτερος. Τὸ ἴδιο δὲ ἔκαμαν
ὡσαύτως· ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ ἑπτά· ἴδιο καὶ οἱ ἑπτά· καὶ δὲν ἀφῆκαν τέκνα καὶ καὶ οἱ ἑπτά. Δὲν ἄφησαν ὅμως τέκνα καὶ ἀπέθανον.
οὐ κατέλιπον τέκνα, καὶ ἀπέθανον.
ἀπέθανον·

208/255
20,32 ὕστερον δὲ πάντων καὶ ἡ 32 Ὕστερα δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ 32 Ὕστερον δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


γυνὴ ἀπέθανεν. γυναῖκα.
20,33 Ἐν τῇ ἀναστάσει οὖν τίνος 33 Κατὰ τὴν ἀνάστασιν λοιπὸν τῶν 33 Κατὰ τὴν ἀνάστασιν λοιπὸν ποίου ἐκ τῶν ἑπτὰ ἀδελφῶν θὰ
αὐτῶν γίνεται γυνῇ; Οἱ γὰρ ἑπτὰ νεκρῶν εἰς ποῖον ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἀδελφοὺς γίνῃ σύζυγος; Διότι ὅλοι τὴν ἐπῆραν γυναῖκα.
ἔσχον αὐτὴν γυναῖκα. θὰ εἶναι σύζυγος ἡ γυναῖκα αὐτή; Διότι
καὶ οἱ ἑπτὰ τὴν εἶχαν νόμιμον σύζυγον».
20,34 Καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς 34 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· «οἱ 34 Καὶ ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Αὐτοί, ποὺ ζοῦν εἰς τὴν
ὁ Ἰησοῦς· οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος ἄνθρωποι τῆς παρούσης ζωῆς παροῦσαν ζωὴν καὶ εἶναι παιδιὰ τοῦ κόσμου αὐτοῦ ποὺ θὰ
τούτου γαμοῦσι καὶ ἐκγαμίζονται· νυμφεύονται καὶ δίδονται εἰς γάμον. παρέλθῃ, αὐτοὶ ἔρχονται εἰς γάμον καὶ ὑπανδρεύουν ἔπειτα καὶ
τοὺς ἀπογόνους των.
20,35 οἱ δὲ καταξιωθέντες τοῦ 35 Ἐκεῖνοι ὅμως ποὺ θὰ ἀξιωθοῦν νὰ 35 Ἐκεῖνοι ὅμως, ποὺ ἀξιώθησαν νὰ ἀπολαύσουν τὸν αἰῶνα καὶ
αἰῶνος ἐκείνου τυχεῖν καὶ τῆς ἀπολαύσουν τὴν μέλλουσαν ζωὴν καὶ τὴν τὸν κόσμον ἐκεῖνον τὸν μέλλοντα καὶ οὐράνιον καὶ νὰ
ἀναστάσεως τῆς ἐκ νεκρῶν οὔτε ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν οὔτε νυμφεύονται ἀναστηθοῦν ἐνδόξως ἐκ νεκρῶν, οὔτε αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἔρχονται εἰς
γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται· οὔτε δίδονται εἰς γάμον. γάμον, οὔτε ὑπανδρεύουν τοὺς ἀπογόνους των.
36 οὔτε γὰρ ἀποθανεῖν ἔτι 36 Διότι οὔτε καὶ νὰ ἀποθάνουν πλέον 36 Ἀλλ’ οὔτε καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἔλθουν εἰς γάμον, τοῦ ὁποίου
δύνανται· ἰσάγγελοι γάρ εἰσι καὶ δύνανται, ἐπειδὴ τὰ σώματά των εἶναι ἕνας ἐκ τῶν σκοπῶν εἶναι νὰ προλάβῃ τὴν διὰ τοῦ θανάτου
υἱοί εἰσι τοῦ Θεοῦ, τῆς ἄφθαρτα καὶ αἰώνια. Εἶναι ὅμοιοι μὲ τοὺς ἐξάλειψιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Καὶ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ
ἀναστάσεως υἱοὶ ὄντες. ἀγγέλους καὶ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ, υἱοὶ ποὺ δὲν ἔλθουν εἰς γάμον, διότι πλέον δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποθάνουν,
προέρχονται ἀπὸ φυσικὴν γέννησιν, ἀλλὰ ἐπειδή, ὅσοι ζοῦν ἐκεῖ, ἔχουν φύσιν ἄφθαρτον καὶ ἀθάνατον, ὅπως
ἀπὸ τὴν ἀνάστασιν, ποὺ ὁ Θεὸς θὰ οἱ ἄγγελοι, καὶ εἶναι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Διότι τὰ σώματά των δὲν θὰ
διατάξῃ καὶ θὰ πραγματοποιήσῃ. προέρχονται ἐκ γεννήσεως σαρκικῆς, ἀλλὰ θὰ ξαναγεννηθοῦν διὰ
τῆς ἀναστάσεως, τὴν ὁποίαν θὰ πραγματοποιήσῃ ἡ ἄμεσος
ἐπέμβασις τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι παρέμβασις σαρκικῶν γονέων.
20,37 Ὅτι δὲ ἐγείρονται οἱ νεκροί, 37 Ὅτι δὲ ἀνασταίνονται οἱ νεκροὶ τὸ 37 Ὅτι δὲ ἀνασταίνονται oἱ νεκροί, τὸ ἐφανέρωσε καὶ ὁ Μωϋσῆς
καὶ Μωϋσῆς ἐμήνυσεν ἐπὶ τῆς ἀνήγγειλε καὶ ὁ Μωϋσῆς ἐκεῖ εἰς τὴν εἰς τὸ μέρος τῆς Γραφῆς, ποὺ γίνεται λόγος περὶ τῆς βάτου. Ὅταν
βάτου, ὡς λέγει Κύριον τὸν Θεὸν βάτον, ὅταν δηλαδὴ ὀνομάζῃ τὸν Κύριον δηλαδὴ ἀποκαλῇ καὶ ἀναφέρῃ τὸν Κύριον ὡς τὸν Θεὸν τοῦ

209/255
Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν Ἰσαὰκ καὶ ὡς τὸν Θεὸν τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ Ἰακώβ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τὸν Θεὸν Ἰακώβ. τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ Ἰακώβ.
20,38 Θεὸς δὲ οὐκ ἐστὶ νεκρῶν, 38 Μάθετε δὲ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι Θεὸς 38 Ὁ Θεὸς δὲ δὲν εἶναι Θεὸς νεκρῶν, τοὺς ὁποίους ὁ θάνατος
ἀλλὰ ζώντων· πάντες γὰρ αὐτῷ νεκρῶν, ἀλλὰ ζωντανῶν. Διότι ὅλοι, ὅσοι ἐξεμηδένισεν, ἀλλ’ εἶναι Θεὸς ζωντανῶν. Διότι ὅλοι, καὶ αὐτοί,
ζῶσιν. ἔχουν φύγει ἀπὸ τὴν γῆν καὶ εἶναι δι' ποὺ δι’ ἡμᾶς εἶναι πεθαμένοι, διὰ τὸν Θεὸν εἶναι ζωντανοί, καὶ
ἡμᾶς νεκροί, διὰ τὸν Θεὸν εἶναι ζωντανοί, ἑξακολουθοῦν νὰ ζοῦν καὶ νὰ εὑρίσκωνται εἰς σχέσιν καὶ
ζοῦν πλησίον αὐτοῦ εἰς ἐπικοινωνίαν μὲ κοινωνίαν μετ’ αὐτοῦ καὶ δὲν διατελοῦν εἰς κατάστασιν ληθάργου
αὐτόν». καὶ ἀναισθησίας.
20,39 Ἀποκριθέντες δέ τινες τῶν 39 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, 39 Τότε μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, ποὺ ἐπίστευον εἰς τὴν
γραμματέων εἶπον· διδάσκαλε, ἀντίθετοι τῶν Σαδδουκαίων, ἔλαβαν τὸν ἀνάστασιν, ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπαν· Διδάσκαλε, καλὰ ὡμίλησες.
καλῶς εἶπας. λόγον τότε καὶ εἶπαν· «Διδάσκαλε, πολὺ
καλὰ ὠμίλησες».
20,40 Οὐκέτι δὲ ἐτόλμων 40 Δὲν ἐτολμοῦσαν δὲ πλέον νὰ τὸν 40 Δὲν ἐτόλμων δὲ πλέον νὰ τὸν ἐρωτοῦν τίποτε, διότι πάντοτε
ἐπερωτᾶν αὐτὸν οὐδέν. ἐρωτοῦν κατὰ τρόπον δόλιον εἰς τίποτε, ἐξήρχετο νικητὴς ἀπὸ τὴν μετ’ αὐτῶν συζήτησιν.
διότι ἔβγαιναν νικημένοι καὶ
ἐντροπιασμένοι.
20,41 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· πῶς 41 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· «πῶς λέγουν ὅτι ὁ 41 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Πῶς λέγουν oι διδάσκαλοί σας, ὅτι ὁ
λέγουσι τὸν Χριστὸν υἱὸν Δαυῒδ Χριστὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Δαυΐδ; Μεσσίας Χριστὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ;
εἶναι;
20,42 Καὶ αὐτὸς Δαυῒδ λέγει ἐν 42 Ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ Δαυῒδ εἰς τὸ βιβλίον τῶν 42 Καὶ πῶς ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος αὐτὸς ὁ Δαβὶδ λέγει εἰς τὸ βιβλίον
βίβλῳ τῶν ψαλμῶν· εἶπεν ὁ ψαλμῶν λέγει· εἶπεν ὁ Κύριος καὶ Θεὸς εἰς τῶν Ψαλμῶν· Εἶπεν ὁ Κύριος καὶ Θεὸς εἰς τὸν Κύριόν μου Χριστόν·
Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ τὸν Κύριόν μου Χριστόν, κάθισε εἰς τὰ Κάθισε ἐπὶ τοῦ θρόνου μου εἰς τὰ δεξιά μου δοξαζόμενος καὶ
δεξιῶν μου δεξιά μου ἐπὶ τοῦ θρόνου, τιμώμενος μαζί μου,
20,43 ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου 43 ἕως ὅτου βάλω τοὺς ἐχθρούς σου 43 ἕως ὅτου θέσω τοὺς ἐχθρούς σου σὰν ἄλλο ὑποστήριγμα, ποὺ
ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. ὑποπόδιον εἰς τὰ πόδια σου. θὰ πατοῦν ἐπάνω τὰ πόδια σου;

210/255
20,44 Δαυῒδ οὖν αὐτὸν Κύριον 44 Ὁ Δαυῒδ λοιπὸν ὀνομάζει αὐτὸν 44 Ὁ Δαβὶδ λοιπὸν καλεῖ αὐτὸν Κύριον. Καὶ πῶς εἶναι υἱός του;
καλεῖ· καὶ πῶς υἱὸς αὐτοῦ ἐστιν; Κύριον, καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι Στέκει ὁ πρόγονος νὰ καλῇ τὸν τρισέγγονον καὶ ἀπόγονόν του

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μόνον ἀπόγονός του; Ἡ προσφώνησις Κύριον; Αὐτὸ σημαίνει, ὅτι ὁ Μεσσίας δὲν εἶναι μόνον υἱὸς τοῦ
αὐτὴ εκ μέρους τοῦ Δαυΐδ, φανερώνει ὅτι Δαβίδ, ἀλλὰ καὶ υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς τοιοῦτος εἶναι καὶ Κύριος
ὁ Μεσσίας δὲν εἶναι μόνον ἀπόγονος τοῦ τοῦ Δαβίδ.
Δαυΐδ, ἀλλὰ Κύριος καὶ Θεός».
20,45 Ἀκούοντος δὲ παντὸς τοῦ 45 Ἐνῶ δὲ ὅλος ὁ λαὸς τὸν ἤκουε εἶπε 45 Ἐνῷ δὲ ἤκουεν αὐτὰ ὅλος ὁ λαός, εἶπεν εἰς τοὺς μαθητάς του·
λαοῦ εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· εἰδικώτερα εἰς τοὺς μαθητάς του·
20,46 προσέχετε ἀπὸ τῶν 46 «προσέχετε ἀπὸ τοὺς γραματεῖς, οἱ 46 Προσέχετε ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, ποὺ θέλουν νὰ περιπατοῦν μὲ
γραμματέων τῶν θελόντων ὁποῖοι θέλουν νὰ περιπατοῦν μὲ ἐνδυμασίας ἐπισήμους καὶ ἐπιδεικτικὰς καὶ ἀγαποῦν τοὺς
περιπατεῖν ἐν στολαῖς καὶ ἐπισήμους στολὰς καὶ ἀγαποῦν τοὺς εὐλαβεῖς καὶ τιμητικοὺς χαιρετισμοὺς εἰς τὰς ἀγορὰς καὶ τὰ
φιλούντων ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς τιμητικοὺς χαιρετισμοὺς εἰς τὰς ἀγορὰς πρῶτα καθίσματα εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς πρώτας θέσεις εἰς
ἀγοραῖς καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας εἰς τὰς τὰ δεῖπνα.
ταῖς συναγωγαῖς καὶ συναγωγὰς καὶ τὰς πρώτας θέσεις εἰς τὰ
πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις, δεῖπνα.
20,47 οἳ κατεσθίουσι τὰς οἰκίας 47 Αὐτοὶ εἶναι ποὺ κατατρώγουν τὰς 47 Αὐτοὶ κατατρώγουν τὰ σπίτια καὶ τὴν περιουσίαν τῶν χηρῶν
τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ κατόπιν μὲ καὶ ὑποκριτικῶς μὲ πρόσχημα εὐλαβείας πρὸς ἐξαπάτησιν τῶν
προσεύχονται· οὗτοι λήψονται ὑποκριτικὴν εὐλάβειαν κάνουν ἐμπρὸς εἰς χηρῶν κάνουν μακρὰς προσευχάς. Αὐτοὶ θὰ λάβουν μεγαλυτέραν
περισσότερον κρῖμα. τοὺς ἀνθρώπους μακρᾶς προσευχάς. καταδίκην ἀπὸ τὴν καταδίκην τῶν κλεπτῶν καὶ ἁρπάγων.
Αὐτοὶ θὰ λάβουν μεγαλυτέραν
καταδίκην, ἀπὸ ἐκείνην ποὺ θὰ λάβουν οἱ
ἄλλοι ἁμαρτωλοί».

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 21Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
21,1 Αναβλέψας δὲ εἶδε τοὺς Ο Κύριος ἐσήκωσε τὰ μάτια του καὶ εἶδε Εσήκωσε δὲ τὰ μάτια του καὶ εἶδε τοὺς πλουσίους, ποὺ ἔρριπταν τὰ

211/255
βάλλοντας τὰ δῶρα αὐτῶν εἰς τὸ τοὺς πλουσίους, ποὺ ἔρριπταν τὰ δῶρα δῶρα τους εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον τοῦ Ναοῦ.
γαζοφυλάκιον πλουσίους. των εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον τοῦ ναοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


21,2 Εἶδε δέ τινα χήραν πενιχρὰν 2 Εἶδε καὶ κάποιαν πτωχὴν χήραν, νὰ 2 Εἶδε δὲ καὶ κάποιαν χήραν πτωχήν, ἡ ὁποία ἔρριπτεν ἐκεῖ δύο
βάλλουσαν ἐκεῖ δύο λεπτά, ρίπτῃ ἐκεῖ δύο λεπτά. λεπτά.
21,3 καὶ εἶπεν· ἀληθῶς λέγω ὑμῖν 3 Καὶ εἶπε· «σᾶς διαβαβαιώνω, ὅτι ἡ 3 Καὶ εἶπε· Σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι ἡ πτωχὴ αὐτὴ χήρα ἔρριψε
ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πτωχὴ αὐτὴ χήρα ἔρριψε περισσότερα περισσότερα ἀπ’ ὅλους.
πάντων ἔβαλεν· ἀπὸ ὅλους.
21,4 ἅπαντες γὰρ οὗτοι ἐκ τοῦ 4 Διότι ὅλοι αὐτοὶ ἔρριψαν εἰς τὰ δῶρα 4 Διότι ὅλοι αὐτοὶ ἀπὸ ἐκεῖνο, ποὺ τοὺς ἐπερίσσευεν, ἔρριψαν εἰς τὰ
περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον εἰς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ περίσσευμά τους, αὐτὴ δῶρα, ποὺ προσφέρονται εἰς τὸν Θεόν, αὐτὴ ὅμως ἀπὸ τὴν τελείαν
τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, αὕτη δὲ ἐκ τοῦ δὲ ἀπὸ τὸ ὑστέρημά της· ὅλον της τὸν βίο πτωχείαν καὶ στέρησίν της, κάθε τι ποὺ εἶχε πρὸς συντήρησίν της,
ὑστερήματος αὐτῆς ἅπαντα τὸν ποὺ εἶχε, τὸν ἔρριψε». (Ἡ ἀξία τῆς τὸ ἔρριψεν ὁλόκληρον εἰς τὸ κιβώτιον τῆς συνεισφορᾶς.
βίον ὃν εἶχεν ἔβαλε. ἐλεημοσύνης δὲν κρίνεται ἀπὸ τὸ μικρὸν
ἡ μεγάλο ποσόν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν διάθεσιν
τοῦ ἐλεοῦντος καὶ ἀπὸ τὰς μικρὰς ἡ
μεγάλας δυνατότητας, ποὺ ἔχει).
21,5 Καί τινων λεγόντων περὶ τοῦ 5 Καὶ ὅταν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητὰς 5 Καὶ τὴν ὥρα ποὺ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητάς του ἔλεγαν διὰ τὸ
ἱεροῦ ὅτι λίθοις καλοῖς καὶ ἔλεγαν διὰ τὸ ἱερόν, ὅτι εἶναι ἱερόν, ὅτι εἶναι στολισμένον μὲ ὡραίους λίθους καὶ ἀφιερώματα,
ἀναθήμασι κεκόσμηται, εἶπε· στολισμένον μὲ ὡραίους λίθους καὶ εἶπεν·
ἀφιερώματα, εἶπε·
21,6 ταῦτα ἃ θεωρεῖτε, ἐλεύσονται 6 «αὐτὰ ποὺ βλέπετε, θὰ ἔλθουν ἡμέραι, 6 Αὐτὰ ποὺ βλέπετε, θὰ ἔλθουν ἡμέραι, κατὰ τὰς ὁποίας δὲν θὰ
ἡμέραι ἐν αἷς οὐκ ἀφεθήσεται κατὰ τὰς ὁποίας δὲν θὰ μείνῃ πέτρα μείνῃ πέτρα ἐπάνω εἰς πέτραν, ποὺ νὰ μὴ κρημνισθῇ.
λίθος ἐπὶ λίθῳ ὃς οὐ ἐπάνω εἰς τὴν πέτρα, ποὺ νὰ μὴ
καταλυθήσεται. κρημνισθῇ.
21,7 Ἐπερώτησαν δὲ αὐτὸν 7 Τὸν ἠρώτησαν δὲ καὶ εἶπαν· «διδάσκαλε, 7 Τὸν ἠρώτησαν δὲ καὶ εἶπαν· Διδάσκαλε, πότε λοιπὸν θὰ γίνουν αἱ
λέγοντες· διδάσκαλε, πότε οὖν πότε λοιπὸν θὰ συμβοῦν αὐτὰ καὶ ποιὸ καταστροφαὶ αὐταί; Καὶ ποῖον εἶναι τὸ σημάδι ποὺ θὰ φανῇ, ὅταν
ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον θὰ εἶναι τὸ σημεῖον, ποὺ θὰ φανῇ, ὅταν πρόκειται νὰ γίνουν αὐτά;
ὅταν μέλλῃ ταῦτα γίνεσθαι; πρόκειται αὐτὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν;»

212/255
21,8 Ὁ δὲ εἶπε· βλέπετε μὴ 8 Αὐτὸς δὲ εἶπε· «προσέχετε, μὴν 8 Αὐτὸς δὲ εἶπε· Προσέχετε νὰ μὴ παραπλανηθῆτε ἀπὸ κανένα. Καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πλανηθῆτε· πολλοὶ γὰρ ἐξαπατηθῆτε ἀπὸ κανένα. Διότι πολλοὶ σᾶς συνιστῶ νὰ προσέχετε, διότι πολλοὶ θὰ ἔλθουν, ποὺ θὰ
ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου θὰ ἔλθουν, χρησιμοποιοῦντες ὡς ἰδικόν διεκδικοῦν καὶ θὰ οἰκειοποιοῦνται τὸ ὄνομά μου καὶ θὰ λέγουν· ὅτι
λέγοντες ὅτι ἐγὼ εἰμι καὶ ὁ καιρὸς των τὸ ὄνομά μου καὶ θὰ λέγουν, ὅτι ἐγὼ ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας, καὶ ὁ καιρός, ποὺ θὰ γίνουν αὐτά, ἐπλησίασε.
ἤγγικε. Μὴ οὖν πορευθῆτε ὀπίσω εἶμαι ὁ Μεσσίας. Μὴ τοὺς ἀκολουθήσετε, Προσέξατε λοιπὸν νὰ μὴ τοὺς ἀκολουθήσετε ὡς μαθηταὶ καὶ
αὐτῶν. διότι εἶναι ψευδοπροφῆται. ὀπαδοί των.
21,9 Ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους 9 Ὅταν δὲ ἀκούσετε, ὅτι γίνονται πόλεμοι 9 Ὅταν δὲ ἀκούσετε, ὅτι γίνονται πόλεμοι καὶ ἐπαναστάσεις καὶ
καὶ ἀκαταστασίας, μὴ πτοηθῆτε· καὶ ἀναταραχαὶ καὶ διασάλευσις τῆς διασαλεύσεις τῆς τάξεως, μὴ ταραχθῆτε νομίζοντες, ὅτι αὐτὰ εἶναι
δεῖ γὰρ ταῦτα γενέσθαι πρῶτον, τάξεως, μὴ ταραχθῆτε. Διότι πρέπει, σημάδια, ποὺ προαναγγέλλουν τὸ τέλος. Διότι σύμφωνα μὲ τὸ θεῖον
ἀλλ' οὐκ εὐθέως τὸ τέλος. σύμφωνα μὲ τὸ θεῖον σχέδιον, νὰ γίνουν σχέδιον πρέπει αὐτὰ νὰ γίνουν πρῶτον, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔλθῃ ἀμέσως
αὐτὰ πρῶτον, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔλθῃ ἀμέσως τὸ τέλος.
τὸ τέλος».
21,10 Τότε ἔλεγεν αὐτοῖς· 10 Καὶ ἔλεγεν πάλιν εἰς αὐτούς· «θὰ 10 Καὶ μετὰ μικρὰν διακοπὴν τοὺς εἶπε τότε· Θὰ σηκωθῇ τὸ ἓν
ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ ἐξεγερθῇ καὶ θὰ ἐπιτεθῇ τὸ ἕνα ἔθνος ἔθνος κατὰ τοῦ ἅλλου ἔθνους καὶ τὸ ἓν βασίλειον θὰ σηκωθῇ κατὰ
βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, ἐναντίον τοῦ ἄλλου καὶ τὸ ἕνα βασίλειον τοῦ ἅλλου βασιλείου.
ἐναντίον τοῦ ἄλλου βασιλείου.
21,11 σεισμοί τε μεγάλοι κατὰ 11 Καὶ θὰ γίνουν σεισμοὶ μεγάλοι εἰς 11 Καὶ θὰ γίνουν σεισμοὶ μεγάλοι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, καὶ πεῖνες καὶ
τόπους, καὶ λιμοὶ καὶ λομοὶ διαφόρους τόπους καὶ πεῖνα καὶ ἐπιδημίαι μολυσματικοὶ καὶ φαινόμενα, ποὺ θὰ προκαλοῦν φόβον,
ἔσονται, φόβητρά τε καὶ σημεῖα ἐπιδημίαι, σημεῖα ποὺ θὰ προκαλοῦν καὶ σημεῖα ἀπὸ τὸν ἔναστρον οὐρανὸν μεγάλα.
ἀπ' οὐρανοῦ μεγάλα ἔσται. φόβον, καὶ ἄλλα μεγάλα σημεῖα ἀπὸ τὸν
οὐρανόν.
21,12 Πρὸ δὲ τούτων πάντων 12 Ἀλλὰ πρὶν γίνουν ὅλα αὐτά, θὰ σᾶς 12 Ἀλλὰ προτοῦ νὰ γίνουν ὅλα αὐτά, θὰ βάλουν τὰ χέρια τους
ἐπιβαλοῦσιν ἐφ' ὑμᾶς τὰς χεῖρας συλλάβουν καὶ θὰ σᾶς καταδιώξουν καὶ ἐπάνω σας διὰ νὰ σᾶς συλλάβουν καὶ θὰ σᾶς καταδιώξουν, καὶ θὰ
αὐτῶν καὶ διώξουσι, παραδιδόντες θὰ σᾶς παραδίδουν εἰς τὰς συναγωγάς, σᾶς παραδίδουν εἰς συναγωγὰς διὰ νὰ σᾶς δικάσουν, καὶ εἰς
εἰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς, διὰ νὰ δικασθῆτε καὶ εἰς τὰς φυλακὰς καὶ φυλακάς, καὶ θὰ ὁδηγῆσθε ἐνώπιον βασιλέων καὶ ἡγεμόνων, ἐπειδὴ
ἀγομένους ἐπὶ βασιλεῖς καὶ θὰ σᾶς ὁδηγοῦν ὡς ὑποδίκους ἐμπρὸς εἰς θὰ πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά μου καὶ θὰ μὲ ὁμολογῆτε Κύριόν σας καὶ

213/255
ἡγεμόνας ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας, μόνον καὶ μόνον Σωτῆρα σας.
μου· ἐπειδὴ πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά μου.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


21,13 ἀποβήσεται δὲ ὑμῖν εἰς 13 Ὅλαι δὲ αὐταὶ αἱ μεγάλαι ταλαιπωρίαι 13 Ὅλαι δὲ αἱ καταδιώξεις καὶ περιπέτειαι αὐταὶ θὰ ἔχουν ὡς
μαρτύριον. θὰ ἔχουν ὡς τελικὸν ἀποτέλεσμα διὰ σᾶς, τελικὴν ἔκβασιν καὶ ἀποτέλεσμα τὴν μαρτυρίαν, τὴν ὁποίαν θὰ
νὰ δώσετε τὴν καλὴν μαρτυρίαν δι' ἐμέ, δώσετε διὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, διὰ νὰ εἶναι ἡ μαρτυρία αὐτὴ
καὶ ἀκόμα νὰ κερδήσετε τὴν δόξαν καὶ τὰ ἔλεγχος κατὰ τῶν ἀπίστων, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δύνανται νὰ
βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου. δικαιολογηθοῦν κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως, ὅτι δὲν ἤκουσαν
κήρυγμα εὐαγγελίου.
21,14 Θέσθε οὖν εἰς τὰς καρδίας 14 Βάλετε, λοιπόν, αὐτά, μέσα εἰς τὴν 14 Βάλετε λοιπὸν βαθειὰ εἰς τὰς καρδίας σας, ὥστε νὰ ἐνθυμῆσθε
ὑμῶν μὴ προμελετᾶν καρδιάν σας, ὅτι ἐγὼ τὰ ἐπιτρέπω, ὥστε πάντοτε τὴν σύστασιν αὐτὴν καὶ παραγγελίαν, ποὺ σᾶς κάνω τὴν
ἀπολογηθῆναι· νὰ μὴ συλλογίζεσθε ἐκ τῶν προτέρων τί στιγμὴν αὐτήν, νὰ μὴ προμελετᾶτε καὶ νὰ μὴ σκέπτεσθε ἐκ
θὰ ἀπολογηθῆτε. προτέρου, τί θὰ ἀπολογηθῆτε.
21,15 ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα 15 Διότι ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω πνεῦμα 15 Διότι ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω εὐκολίαν καὶ ἱκανότητα νὰ ἐκφράζεσθε,
καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται φωτεινὸν καὶ σοφίαν, διὰ νὰ εὑρίσκετε ἀλλὰ καὶ σοφίαν νοημάτων καὶ ἐπιχειρημάτων, εἰς τὴν ὁποίαν κατ’
ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες ἀκλόνητα νοήματα καὶ ἐπιχειρήματα, εἰς οὐδένα λόγον θὰ ἠμπορέσουν νὰ ἀντείπουν ἢ νὰ ἀντισταθοῦν ὅλοι
οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν. τὰ ὁποῖα δὲν θὰ ἠμποροῦν νὰ ἀντείπουν οἱ ἀντίθετοί σας.
ἢ νὰ ἀντισταθοῦν ὅλοι οἱ ἀντίπαλοί σας.
21,16 Παραδοθήσεσθε δὲ καὶ ὑπὸ 16 Θὰ παραδοθῆτε δὲ εἰς τοὺς διώκτας καὶ 16 Θὰ παραδοθῆτε δὲ εἰς τοὺς διώκτας σας ὄχι μόνον ἀπὸ ξένους,
γονέων καὶ συγγενῶν καὶ φίλων εἰς τὰ δικαστήρια καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀκόμη ἀλλὰ καὶ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς καὶ φίλους καὶ θὰ
καὶ ἀδελφῶν, καὶ θανατώσουν ἐξ τοὺς γονεῖς καὶ συγγενεῖς καὶ φίλους καὶ θανατώσουν μερικοὺς ἀπὸ σᾶς.
ὑμῶν, ἀδελφοὺς καὶ θὰ θανατώσουν μερικοὺς
ἀπὸ σᾶς.
21,17 καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ 17 Καὶ θὰ μισῆσθε ἀπὸ ὅλους, διότι θὰ 17 Καὶ θὰ σᾶς μισοῦν ὅλοι, ἐπειδὴ θὰ πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά μου.
πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά μου.
21,18 καὶ θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς 18 Ἀλλὰ οὔτε μία τρίχα ἀπὸ τὸ κεφάλι 18 Καὶ παρ’ ὅλους τοὺς διωγμοὺς καὶ τὰ μίση αὐτά, οὔτε τρίχα ἀπὸ
ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται· σας δὲν θὰ χαθῇ, χωρὶς ὁ Θεὸς νὰ τὸ τὴν κεφαλήν σας δὲν θὰ χαθῇ, καὶ συνεπῶς οὔτε ἡ ψυχή σας, ἥτις
ἐπιτρέψῃ, καὶ τοῦτο μόνον καὶ μόνον διὰ εἶναι ἡ καθ’ αὑτὸ προσωπικότης σας, θὰ βλαβῇ εἰς τὸ παραμικρόν,

214/255
τὴν πνευματικήν σας ὠφέλειαν καὶ τὴν ἀλλ’ οὔτε καὶ εἰς τὸ σῶμα σας θὰ συμβῇ ἡ παραμικρὰ βλάβη, χωρὶς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


διάδοσιν τοῦ Εὐαγγελίου. ὁ Θεὸς ἀποβλέπων εἰς τὴν πραγματικὴν ὠφέλειάν σας νὰ ἐπιτρέψῃ
τοῦτο.
21,19 ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν 19 Μὲ τὴν ὑπομονήν σας κερδήσατε τὰς 19 Μὲ τὴν ὑπομονήν σας κερδήσατε καὶ σώσατε τὰς ψυχάς σας ἀπὸ
κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. ψυχάς σας διὰ τὴν αἰώνιον ζωήν. τὸν κίνδυνον τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς αἰωνίας ἀπωλείας.
21,20 Ὅταν δὲ ἴδητε κυκλουμένην 20 Ὅταν δὲ θὰ ἴδετε τὴν Ἱερουσαλὴμ νὰ 20 Σχετικῶς δὲ μὲ τὴν καταστροφὴν τῶν κτιρίων αὐτῶν, ποὺ σᾶς
ὑπὸ στρατοπέδων τὴν Ἱεροσαλήμ, περικυκλώνεται ἀπὸ στρατεύματα, τότε εἶπα εἰς τὴν ἀρχήν, μάθετε, ὅτι ὅταν ἴδετε νὰ περικυκλώνεται ἡ
τότε γνῶτε ὅτι ἤγγικεν ἡ ἐρήμωσις μάθετε ὅτι ἔφθασε πλέον ὁ καιρὸς τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ στρατεύματα, τότε νὰ ξεύρετε, ὅτι ἐπλησίασεν ἡ
αὐτῆς. ἐρημώσεώς της. ἐρήμωσίς της.
21,21 Τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ 21 Τότε ὅσοι θὰ εὑρίσκονται εἰς τὴν 21 Τότε αὐτοί, ποὺ θὰ εὑρίσκωνται εἰς τὴν Ἰουδαίαν, ἂς φεύγουν εἰς
φευγέτωσαν εἰς τὰ ὅρη, καὶ οἱ ἐν Ἰουδαίαν, ἂς φεύγουν εἰς τὰ βουνά, καὶ τὰ ὅρη, καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ θὰ εὑρίσκωνται ἐν μέσῳ τῆς πόλεως
μέσῳ αὐτῆς ἐκχωρείτωσαν, καὶ οἱ ὅσοι θὰ εἶναι μέσα εἰς τὴν πόλιν, ἂς Ἱερουσαλήμ, ἂς φεύγουν ἔξω εἰς τὴν ὕπαιθρον χώραν, καὶ ὅσοι θὰ
ἐν ταῖς χώραις μὴ εἰσερχέσθωσαν φεύγουν ἔξω καὶ μακρυὰ ἀπὸ αὐτήν. Καὶ εἶναι εἰς τὰ χωράφια, ἂς μὴ ἐμβαίνουν εἰς τὴν πόλιν.
εἰς αὐτήν, ὅσοι θὰ εὑρίσκονται εἰς τὴν ὕπαιθρον, νὰ
μὴ εἰσέλθουν εἰς τὴν πόλιν.
21,22 ὅτι ἡμέραι ἐκδικήσεως αὗταί 22 Διότι αἱ ἡμέραι αὐταὶ εἶναι ἡμέραι τῆς 22 Διότι αἱ ἡμέραι αὐταὶ εἶναι ἡμέραι θείας ἐκδικήσεως καὶ
εἰσι τοῦ πληρωθῆναι πάντα τὰ δικαίας θείας τιμωρίας, ὥστε νὰ τιμωρίας, διὰ νὰ ἐπαληθεύσουν καὶ πραγματοποιηθοῦν ὅλα ὄσα
γεγραμμένα. ἐκπληρωθοῦν ἔτσι ὅλα ὅσα ἔχουν γραφῆ ἔχουν γραφῆ ἀπὸ τοὺς προφήτας περὶ καταστροφῆς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ
διὰ τὴν καταστροφὴν τοῦ Ἰσραηλιτικοὺ τῆς πρωτευούσης αὐτοῦ.
λαοῦ καὶ τῆς Ἱερουσαλήμ.
21,23 Οὐαῖ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ 23 Ἀλλοίμονον δὲ εἰς τὰς ἐγκύους καὶ εἰς 23 Ἀλλοίμονον δὲ εἰς τὰς ἐγκύους καὶ εἰς ἐκείνας, ποὺ θὰ θηλάζουν
ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν αὐτὰς ποὺ θηλάζουν μικρὰ παιδιὰ κατὰ μικρὰ παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας. Διότι θὰ εἶναι δυστυχία καὶ
ἐκείναις ταῖς ἡμέραις· ἔσται γὰρ τὰς ἡμέρας ἐκείνας. Διότι θὰ εἶναι θλῖψις στέρησις μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς καὶ θὰ εἶναι ὀργὴ κατὰ τοῦ λαοῦ
τότε ἀνάγκη μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς καὶ στέρησις μεγάλη εἰς τὴν γῆν, καὶ τούτου τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ. Αἱ ἔγκυοι λοιπὸν καὶ αἱ θηλάζουσαι, ἐνῷ
καὶ ὀργὴ τῷ λαῷ τούτῳ, ὀργὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων θὰ δυσκολεύωνται νὰ τρέξουν καὶ νὰ σωθοῦν, δὲν θὰ εὑρίσκουν
ἐναντίον τοῦ λαοῦ τούτου. εὔκολα καὶ τὰ μέσα πρὸς στηριγμὸν καὶ ἐνδυνάμωσιν τοῦ

215/255
ὀργανισμοῦ των.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


21,24 καὶ πεσοῦνται στόματι 24 Καὶ θὰ πέσουν σφαγμένοι ἀπὸ 24 Καὶ θὰ πέσουν σφαζόμενοι μὲ τὴν κόψιν τῆς μαχαίρας καὶ θὰ
μαχαίρας, καὶ κοφτερὰ μαχαίρια, ἄλλοι δὲ αἰχμάλωτοι μεταφερθοῦν αἰχμάλωτοι πρὸς πώλησιν εἰς ὅλα τὰ ἔθνη, καὶ ἡ
αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τὰ καὶ δοῦλοι θὰ μεταφερθοῦν πρὸς Ἱερουσαλὴμ θὰ ἑξακολουθῇ νὰ καταπατῆται ἀπὸ ἐθνικούς, μέχρις
ἔθνη, καὶ Ἱερουσαλὴμ ἔσται πώλησιν εἰς ὅλα τὰ ἔθνη. Καὶ ἡ ὅτου συμπληρωθοῦν οἱ χρόνοι τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τοῦ
πατουμένη ὑπὸ ἐθνῶν ἄχρι Ἱερουσαλὴμ θὰ καταπατῆται ἀπὸ ξένα Ἰσραήλ, κατὰ τοὺς ὁποίους τὰ ἔθνη θὰ κατέχουν ἀποκλειστικῶς τὰ
πληρωθῶσι καιροὶ ἐθνῶν. ἔθνη, ἕως ὅτου συμπληρωθῇ ὁ καιρὸς ποὺ προνόμιά του, ὁπότε μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς Χριστὸν ὅλων τῶν
ὥρισε ὁ Θεός, διὰ τὴν κυριαρχίαν τῶν ἐθνῶν καὶ ὁ Ἰσραὴλ θὰ ἐπιστροφῇ καὶ θὰ σωθῇ.
ἐθνῶν ἐπὶ τῆς Ἱερουσαλήμ.
21,25 Καὶ ἔσται σημεῖα ἐν ἡλίῳ καὶ 25 Ὡς πρὸς δὲ τὴν δευτέραν παρουσίαν, 25 Ἀκούσατε τώρα καὶ τὰ σημεῖα τῆς δευτέρας παρουσίας καὶ τῆς
σελήνῃ καὶ ἄστροις, καὶ ἐπὶ τῆς θὰ γίνουν πρωτοφανῆ καὶ καταπληκτικὰ συντελείας τοῦ παρόντος κόσμου. Θὰ γίνουν ἔκτακτα καὶ
γῆς συνοχὴ ἐθνῶν ἐν ἀπορίᾳ φαινόμενα εἰς τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην πρωτοφανῆ φαινόμενα εἰς τὸν ἥλιον καὶ εἰς τὴν σελήνην καὶ εἰς τὰ
ἠχούσης θαλάσσης καὶ σάλου, καὶ τὰ ἀστέρια. Εἰς δὲ τὴν γῆν θὰ ἄστρα λόγῳ τῶν βιαίων καὶ ριζικῶν μεταβολῶν, αἱ ὁποῖαι θὰ γίνουν
καταλάβῃ τὰ ἔθνη μεγάλη στενοχωρία εἰς τὸ ὑλικὸν σύμπαν. Καὶ ἐπὶ τῆς γῆς μεγάλη στενοχώρια καὶ
καὶ φόβος καὶ ἀμηχανία πολλή, καθὼς τὰ ἀδημονία θὰ καταλάβῃ τὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα λόγῳ τοῦ ἤχου καὶ τοῦ
τεράστια ὁρμητικὰ κύματα τῆς θαλάσσης θορύβου τῶν βιαίων κυμάτων τῆς θαλάσσης, τὰ ὁποῖα θὰ ὁρμοῦν
μὲ θόρυβον πολὺν καὶ σάλον θὰ ὁρμοῦν διὰ νὰ καταπλημμυρίσουν τὴν γῆν, θὰ κυριευθοῦν ἀπὸ μεγάλην
νὰ κατακλύσουν τὴν γῆν. ἀπορίαν καὶ ἀμηχανίαν, ἐπειδὴ δὲν θὰ ξεύρουν, πῶς νὰ
προφυλαχθοῦν.
21,26 ἀποψυχόντων ἀνθρώπων 26 Οἱ ἄνθρωποι θὰ παραλύουν καὶ θὰ 26 Καὶ θὰ λιποθυμοῦν καὶ θὰ χάνουν τὰς αἰσθήσεις των καὶ θὰ
ἀπὸ φόβου καὶ προσδοκίας τῶν χάνουν τὰς αἰσθήσεις των καὶ θὰ εἶναι γίνωνται σὰν νεκροὶ πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸν φόβον των καὶ ἀπὸ
ἐπερχομένων τῇ οἰκουμένῃ· αἱ γὰρ σὰν νεκροὶ ἀπὸ τὸν φόβον δι' αὐτά, ποὺ τὰ κακά, ποὺ θὰ περιμένουν νὰ καταπλακώσουν τὴν Οἰκουμένην.
δυνάμεις τῶν οὐρανῶν θὰ βλέπουν, καὶ διὰ τὰ ἄλλα μεγάλα Πράγματι δὲ τὰ κακὰ αὐτὰ θὰ εἶναι μεγάλα, διότι αἱ οὐράνιαι καὶ
σαλευθήσονται. κακά, ποὺ θὰ περιμένουν νὰ ἐπιπέσουν ἀγγελικαὶ δυνάμεις, αἱ συγκρατοῦσαι ἤδη τὴν τάξιν τοῦ σύμπαντος,
ἐναντίον τῆς οἰκουμένης. Διότι αἱ θὰ σαλευθοῦν καὶ θὰ μετακινηθοῦν, ἐπειδὴ ἡ παροῦσα μορφὴ τοῦ
δυνάμεις, ποὺ κρατοῦν τὴν ἁρμονίαν τοῦ κόσμου θὰ παρέλθῃ, ἵνα τὸ σύμπαν ἀνακαινισθῇ.

216/255
σύμπαντος, θὰ σαλευθοῦν καὶ θὰ
κλονισθοῦν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


21,27 Καὶ τότε ὄψονται τὸν υἱὸν 27 Καὶ τότε θὰ ἴδουν τὸν υἱὸν τοῦ 27 Καὶ τότε οἱ κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην ζῶντες θὰ ἴδουν τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν ἀνθρώπου νὰ ἔρχεται ἐπάνω εἰς τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρχεται καθισμένος θεοπρεπῶς εἰς σύννεφον καὶ
νεφέλῃ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξῃς ὁλόφωτον νεφέλην μὲ δύναμιν καὶ δόξαν μὲ δύναμιν καὶ συνοδείαν ἀγγέλων καὶ μὲ δόξαν πολλήν.
πολλῆς. πολλήν.
21,28 Ἀρχομένων δὲ τούτων 28 Ὅταν δὲ θὰ ἀρχίσουν αὐτὰ νὰ 28 Ὅταν δὲ θὰ ἀρχίσουν νὰ γίνωνται αὐτά, σεῖς, τὸ σῶμα τῆς
γίνεσθαι ἀνακύψατε καὶ ἐπάρατε γίνωνται, σεῖς οἱ πιστοὶ ὀπαδοί μου, Ἐκκλησίας μου, δὲν πρέπει νὰ φοβηθῆτε, ἀλλὰ πεταχθῆτε ἐπάνω
τὰς κεφαλὰς ὑμῶν, διότι ἐγγίζει ἡ σηκωθῆτε ἐπάνω γεμᾶτοι ἐλπίδα καὶ γεμᾶτοι ἐλπίδα καὶ σηκώσατε τὰς κεφαλάς σας, ποὺ ἕως τότε θὰ
ἀπολύτρωσις ὑμῶν. σηκῶστε τὰ κεφάλια σας πρὸς τὸν εἶναι σκυμμένοι λόγῳ τῶν θλίψεων, ποὺ θὰ σᾶς εὕρουν.
οὐρανὸν ὄχι μὲ φόβον, ἀλλὰ μὲ χαρὰν Ἀναθαρρήσατε, διότι πλησιάζει ἡ ἀπολύτρωσις καὶ τελεία
καὶ ἐλπίδα, διότι πλησιάζει πλέον ἡ ἀπαλλαγή σας ἀπὸ τὰ δεινὰ τοῦ παρόντος βίου.
ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ δεινὰ τῆς παρούσης
ζωῆς καὶ ἡ ἔνδοξος σωτηρία σας εἰς τὴν
βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
21,29 Καὶ εἶπε παραβολὴν αὐτοῖς· 29 Εἶπε δὲ εἰς αὐτοὺς καὶ μίαν 29 Καὶ μετὰ μικρὰν διακοπὴν εἶπεν εἰς αὐτοὺς καποίαν παραβολὴν
ἴδετε τὴν συκῆν καὶ πάντα τὰ παραβολήν· «παρατηρῆστε τὴν συκιὰ καὶ καὶ παρομοίωσιν· Ἴδετε τὴν συκῆν καὶ ὅλα τὰ δένδρα.
δένδρα. ὅλα τὰ δένδρα.
21,30 Ὅταν προβάλωσιν ἤδη, 30 Ὅταν ἔχουν ἀρχίσει νὰ βγάζουν 30 Ὅταν βγάζουν φύλλα καὶ ἄνθη, τότε βλέποντες σεῖς αὐτὰ
βλέποντες ἀφ' ἑαυτῶν γινώσκετε φύλλα καὶ ἄνθη, μόνοι σας γνωρίζετε μόνοι σας, ὅτι πλησιάζει πλέον τὸ θέρος.
ὅτι ἤδη ἐγγὺς τὸ θέρος ἐστίν. καταλαβαίνετε καὶ γνωρίζετε ὅτι τὸ
θέρος εἶναι πλέον κοντά.
21,31 Οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ἴδητε 31 Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν ἴδετε νὰ γίνωνται 31 Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν ἴδετε νὰ γίνωνται αὐτὰ ποὺ σᾶς ἀνέφερα, νὰ
ταῦτα γινόμενα, γινώσκετε ὅτι αὐτά, ποὺ σᾶς εἶπα, νὰ ξέρετε ὅτι εἶναι ξεύρετε, ὅτι πλησιάζει νὰ ἔλθῃ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἰς τὴν ὁποίαν
ἐγγύς ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. κοντὰ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ χαρὰ καὶ ἡ οἱ δίκαιοι θὰ ἀπολαύουν ἀτελευτήτως τὴν αἰωνίαν μακαριότητα.
μακαριότης τῶν δικαίων.
21,32 Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ 32 Σᾶς διαβεβαιώνω δέ, ὅτι ὅσα σᾶς εἶπα 32 Ὅσον δὲ ἀφορᾷ εἰς τὴν καταστροφὴν τῆς Ἱερουσαλήμ, ἡ ὁποία

217/255
παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὐτῇ ἕως ἂν διὰ τὴν τρομερὰν καταστροφὴν τῆς εἶναι τύπος καὶ εἰκὼν τῆς μελλούσης καταστροφῆς, ποὺ θὰ γίνῃ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πάντα γένηται. Ἱερουσαλήμ, θὰ πραγματοποιηθοῦν ὅλα κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν, σᾶς βεβαιῶ, ὅτι δὲν θὰ περάσῃ ἡ
πρὶν περάσῃ ἡ γενεὰ αὐτῇ. γενεὰ αὐτὴ προτοῦ νὰ γίνουν ὅλα αὐτά, ποὺ σᾶς προεΐπον.
Συντόμως λοιπὸν θὰ συντελεσθῇ καὶ ἡ καταστροφὴ τῆς
Ἱερουσαλήμ.
21,33 Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ 33 Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποὺ φαίνονται 33 Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποὺ σᾶς φαίνονται τόσον μόνιμα καὶ στερεά,
παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ τόσον μόνιμα καὶ ἀσάλευτα, θὰ θὰ περάσουν καὶ θὰ ἐκλείψουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δεν θὰ
μὴ παρέλθωσι. περάσουν καὶ θὰ λείψουν, οἱ λόγοι μου περάσουν, ἀλλὰ θὰ ἐπαληθεύσουν καὶ θὰ παραμείνῃ ἀσάλευτος ἡ
ὅμως δὲν θὰ περάσουν, ἀλλὰ θὰ ἰσχύς των καὶ τὸ κῦρος των.
πραγματοποιηθοῦν ἕως καὶ τὴν
τελευταίαν λεπτομέρειάν των.
21,34 Προσέχετε δὲ ἑαυτοῖς μήποτε 34 Προσέχετε δὲ τοὺς ἑαυτούς σας, μήπως 34 Προσέχετε δὲ εἰς τοὺς ἑαυτούς σας, μήπως αἱ ψυχαί σας γίνουν
βαρηθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν γίνουν βαρειὲς οἱ καρδιές σας καὶ βαρεῖαι καὶ ἀνίκανοι νὰ προσέχουν καὶ νὰ ἀγρυπνοῦν. Γίνονται δὲ
κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις ἀσυγκίνητες εἰς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀπὸ αἱ ψυχαὶ βαρεῖαι καὶ δυσκίνητοι εἰς τὸ πνευματικὸν ἔργον ἀπὸ τὸ
βιοτικαῖς, καὶ αἰφνίδιος ἐφ' ὑμᾶς τὴν κραιπάλην καὶ ἀπὸ τὴν μέθην καὶ ἄσωτον φαγοπότι καὶ ἀπὸ τὴν μέθην καὶ ἀπὸ τὰς ἀγωνιώδεις καὶ
ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνῃ· ἀπὸ τὰς βασανιστικὰς φροντίδας τῆς βασανιστικὰς φροντίδας τῆς παρούσης ζωῆς. Προσέχετε λοιπὸν νὰ
παρούσης ζωῆς. Νὰ εἶσθε ἄγρυπνοι, μὴ γίνουν δυσκίνητοι καὶ ἀποκοιμισμέναι αἱ ψυχαί σας καὶ ἔξαφνα,
μήπως τυχὸν καὶ μέσα εἰς τὴν χωρὶς νὰ τὴν περιμένετε, ἔλθῃ ἐπάνω σας σὰν κάποιος, ποὺ σᾶς
κατάστασιν αὐτὴν τῆς πνευματικῆς ἔστησεν ἐνέδραν, ἡ ἡμέρα ἐκείνη τῆς δευτέρας παρουσίας, ἢ δὲ
χαλαρώσεως καὶ παραζάλης πέσῃ ἐπάνω ὅσους δὲν θὰ προφθάσουν νὰ ἴδουν ζωντανοὶ τὴν ἔνδοξον ἐκείνην
σας ἄξαφνα ἡ μεγάλη ἐκείνη ἡμέρα τῆς τοῦ Κυρίου ἔλευσιν, ἡ ἡμέρα τοῦ θανάτου.
δευτέρας παρουσίας.
21,35 ὡς παγὶς γὰρ ἐπελεύσεται 35 Διότι πράγματι σὰν παγίδα θὰ ἔλθῃ ἡ 35 Λέγω ἔξαφνα καὶ χωρὶς νὰ τὴν περιμένετε, διότι σὰν παγίς, ποὺ
ἐπὶ πάντας τοὺς καθημένους ἐπὶ ἡμέρα ἐκείνη καὶ θὰ συλλάβῃ θὰ συλλάβῃ ἀμερίμνους ἐπάνω εἰς τὰ πονηρὰ ἔργα των τοὺς
πρόσωπον πάσης τῆς γῆς. ἀπροετοιμάστους ὅλους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι κακοὺς καὶ ἀπίστους, θὰ ἔλθῃ ἡ ἡμέρα ἐκείνη εἰς ὅλους, ὅσοι
ξένοιαστοι εἰς τὴν ἁμαρτωλὴν καὶ κάθηνται ξένοιαστοι καὶ ἀσυλλόγιστοι ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς.

218/255
κοσμικὴν ζωήν των κάθονται ἐπάνω εἰς
τὴν γῆν.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


21,36 Ἀγρυπνεῖται οὖν ἐν παντὶ 36 Νὰ εἶσθε λοιπὸν ἄγρυπνοι καὶ νὰ 36 Νὰ εἶσθε λοιπὸν ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοὶ προσευχόμενοι καὶ
καιρῷ δεόμενοι ἵνα καταξιωθῆτε προσεύχεσθε κάθε ὥραν καὶ στιγμήν, νὰ παρακαλοῦντες κάθε ὥραν καὶ στιγμὴν τὸν Θεόν, διὰ νὰ σᾶς δώσῃ
ἐκφυγεῖν πάντα τὰ μέλλοντα σᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς χάριν καὶ δύναμιν, διὰ χάριν καὶ δύναμιν, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ γίνετε ἄξιοι καὶ δυνατοὶ νὰ
γίνεσθαι καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν νὰ ἀποφύγετε ὅλα αὐτὰ τὰ φοβερά, ποὺ ξεφύγετε, χωρὶς νὰ βλαβῆτε ψυχικῶς, ὅλα αὐτὰ ποὺ μέλλουν νὰ
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. πρόκειται νὰ γίνουν καὶ νὰ σταθῆτε μὲ γίνουν καὶ νὰ σταθῆτε ἄφοβοι καὶ μὲ θάρρος ἐμπρὸς εἰς τὸν υἱὸν
θάρρος καὶ χαρὰν ἐμπρὸς εἰς τὸν υἱὸν τοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
ἀνθρώπου».
21,37 Ἦν δὲ τὰς ἡμέρας ἐν τῷ ἱερῷ 37 Τὰς ἡμέρας δὲ ἐκείνας ἐδίδασκε ὅπως 37 Ἐξηκολούθει δὲ ὁ Κύριος εἰς τὰς παραμονὰς τῆς συλλήψεως του
διδάσκων, τὰς δὲ νύκτας πρῶτα ὁ Κύριος εἰς τὸ ἱερόν, κατὰ δὲ τὴν νὰ διδάσκῃ κατὰ τὰς ἡμέρας εἰς τὸ ἱερόν, κατὰ τὰς νύκτας δὲ
ἐξερχόμενος ηὐλίζετο εἰς τὸ ὅρος νύκτα ἔβγαινεν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἔβγαινεν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐπέρνα τὴν νύκτα του εἰς τὸ ὅρος,
τὸ καλούμενον ἐλαιῶν· ἕμενε εἰς τὸ ὅρος, ποὺ ἐκαλεῖτο »ὅρος τῶν ποὺ ἐλέγετο ὄρος τῶν Ἐλαιῶν.
Ἐλαιῶν».
21,38 καὶ πᾶς ὁ λαὸς ὤρθριζε πρὸς 38 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς πρωΐ - πρωΐ ἤρχετο εἰς 38 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἤρχετο πολὺ πρωῒ εἰς αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ διὰ νὰ
αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ ἀκούειν αὐτοῦ. αὐτὸν μέσα πρὸς τὰς αὐλὰς τοῦ ναοῦ, διὰ τὸν ἀκούῃ.
νὰ τὸν ἀκούῃ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 22Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
22,1 ΄Ήγγιζε δὲ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀζύμων Επλησίαζε δὲ ἡ ἑορτή, κατὰ τὴν ὁποίαν Επλησίαζε δὲ ἡ ἑορτή, ποὺ ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας οἱ Ἰουδαῖοι ἔτρωγον τὰ
ἡ λεγομένη πάσχα. οἱ Ἰσραηλῖται ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἔτρωγαν ἄζυμα, καὶ ἡ ὁποία ἐλέγετο Πάσχα.
ψωμὶ ἄζυμο καὶ ἡ ὁποία ἐλέγετο πάσχα
22,2 Καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ 2 Καὶ ἐζητοῦσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ 2 Καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς νὰ εὕρουν τρόπον, μὲ
γραμματεῖς τὸ πῶς ἀνέλωσιν γραμματεῖς, μὲ ποιὸν τρόπον νὰ τὸν τὸν ὁποῖον ἀσφαλῶς καὶ ἀκινδύνως νὰ τὸν φονεύσουν· ἐλάμβανον
αὐτόν· ἐφοφοῦντο γὰρ τὸν λαόν. φονεύσουν, χωρὶς νὰ ἐκτεθοῦν· διότι δὲ τὰ μέτρα αὐτά, διότι ἐφοβοῦντο τὸν λαόν, ὁ ὁποῖος συνεπάθει

219/255
ἐφοβοῦντο τὸν λαόν. τὸν Ἰησοῦν.
22,3 Εἰσῆλθε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν 3 Ἐμπῆκε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν Ἰούδα, 3 Ἐμβῆκε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς τὸν Ἰούδαν, ποὺ ἐπωνομάζετο

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Ἰούδαν τὸν ἐπικαλούμενο τὸν ἐπονομαζόμενον Ἰσκαριώτην, ὁ Ἰσκαριώτης καὶ ἦτο ἀπὸ τὸν στενὸν κύκλον τῶν μαθητῶν, δηλαδὴ
Ἰσκαριώτην, ὄντα ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ ὁποῖος ἦτο ἔνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους.
τῶν δώδεκα, Ἀποστόλους.
22,4 καὶ ἀπελθὼν συνελάλησε τοῖς 4 Καὶ αὐτὸς ἐπῆγε καὶ συνενοήθηκε μὲ 4 Καὶ ἐπῆγε καὶ συνομίλησε μὲ τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ μὲ τοὺς
ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ γραμματεῖς καὶ μὲ τὸν Λευΐτην ἀρχιφύλακα καὶ τοὺς ὑπ’ αὐτὸν
στρατηγοῖς τὸ πῶς αὐτὸν παραδῷ τοὺς στρατηγοὺς τῆς φρουρὰς τοῦ ναοῦ, ἀξιωματικοὺς τῆς λευϊτικῆς φρουρᾶς τοῦ ἱεροῦ. Συνεζήτησε δὲ μετ’
αὐτοῖς. πῶς θὰ παρέδιδε εἰς αὐτοὺς ἀσφαλῶς αὐτῶν περὶ τοῦ ἀσφαλεστέρου τρόπου, μὲ τὸν ὁποῖον θὰ παρέδιδεν
τὸν Χριστόν. αὐτὸν εἰς αὐτούς.
22,5 Καὶ ἐχάρησαν, καὶ συνέθεντο 5 Καὶ ἐχάρησαν αὐτοί, διότι ἕνας ἀπὸ 5 Καὶ ἐχάρησαν ἐκεῖνοι διὰ τὴν ἀνέλπιστον αὐτὴν λύσιν καὶ
αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι· τοὺς δώδεκα σὰν προδότης θὰ τοὺς συνεφώνησαν νὰ τοῦ δώσουν χρήματα.
βοηθοῦσε εἰς τὸ ἔγκλημά των, καὶ
συνεφώνησαν νὰ τοῦ δώσουν χρήματα.
22,6 καὶ ἐξωμολόγησε, καὶ ἐζήτει 6 Καὶ αὐτὸς τοὺς διαβεβαίωσε μὲ ὅλην 6 Καὶ μὲ τὴν καρδιά του ἐβεβαίωσε καὶ ὑπεσχέθη νὰ τοὺς βοηθήσῃ.
εὐκαιρίαν τοῦ παραδοῦναι αὐτὸν του τὴν καρδιά, νὰ τοὺς βοηθήσῃ. Καὶ Καὶ ἐζήτει κατάλληλον περίστασιν νὰ τοὺς τὸν παραδώσῃ, χωρὶς νὰ
αὐτοῖς ἄτερ ὄχλου. ἐζητοῦσε κατάλληλον εὐκαιρίαν νὰ προκληθῇ συρροὴ ὄχλου καὶ θόρυβος.
παραδώσῃ εἰς αὐτοὺς τὸν Χριστὸν
κρυφὰ ἀπὸ τὸν λαόν.
22,7 Ἦλθε δὲ ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων, 7 Ἦλθε ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων, ἡ ὁποία 7 Ἔφθασε δὲ ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων, κατὰ τὴν ὁποίαν ἔπρεπε
ἐν ᾗ ἔδει θύεσθαι τὸ πάσχα, ἤρχιζε ἀπὸ τὴν δύσιν τῆς Μ.Πέμπτης καὶ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον νὰ θυσιάζεται ὁ πασχάλιος ἀμνός. (Καὶ ἡ
ἐτελείωνε μὲ τὴν δύσιν τῆς ἡμέρα αὐτὴ ἤρχιζεν ἀπὸ τὴν δύσιν τῆς 13ης Νισὰν καὶ ἔληγε κατὰ
Μ.Παρασκευῆς. Κατ' αὐτὴν ἔπρεπε οἱ τὴν δύσιν τῆς 14ης, ὀλίγον δὲ πρὸ τῆς δύσεως τῆς 14ης ἐσφάζετο ὁ
Ἑβραῖοι νὰ ἐτοιμάσουν τὰ ἄζυμα ψωμιά, ἀμνός, ὥστε μετὰ τὴν δύσιν, ὅτε ἤρχιζεν ἡ 15η Νισὰν καὶ ἐτελεῖτο τὸ
νὰ θυσιάσουν δὲ καὶ νὰ ψήσουν τὸν Πάσχα, νὰ εἶναι οὗτος ἐτοιμασμένος καὶ ψημένος).
πασχάλιον ἀμνόν, ὥστε νὰ εἶναι ἕτοιμος
μετὰ τὴν δύσιν τῆς Παρασκευῆς, ποὺ θὰ

220/255
ἤρχιζε ἡ μεγάλη ἡμέρα τοῦ Πάσχα.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


22,8 καὶ ἀπέστειλε Πέτρον καὶ 8 Καὶ ἔστειλε ὁ Ἰησοῦς κατὰ τὸ 8 Καὶ περὶ τὴν δύσιν τῆς 13ης τοῦ Νισὰν ἀπέστειλεν ὁ Κύριος τὸν
Ἰωάννην εἰπών· πορευθέντες ἀπόγευμα τῆς Μ.Πέμπτης τὸν Πέτρον Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην καὶ τοὺς εἶπε· Πηγαίνετε καὶ ἐτοιμάσατέ
ἐτοιμάσατε ἡμῖν τὸ πάσχα ἵνα καὶ τὸν Ἰωάννην καὶ τοὺς εἶπε· μας τὸ Πάσχα διὰ νὰ φάγωμεν αὐτό.
φάγωμεν. «πηγαίνετε καὶ ἐτοιμάσατέ μας τὸ
Πάσχα, διὰ νὰ φάγωμεν».
22,9 Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ποῦ θέλεις 9 Αὐτοὶ δὲ τοῦ εἶπαν· «ποῦ θέλεις νὰ 9 Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· Εἰς ποῖον μέρος θέλεις νὰ ἐτοιμάσωμεν τὸ πάσχα;
ἐτοιμάσωμεν; ἐτοιμάσωμεν»;
22,10 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἰδοὺ 10 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «ἰδοὺ καθὼς 10 Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπεν· Ἰδού, ὅταν θὰ ἔμβητε εἰς τὴν πόλιν, θὰ σᾶς
εἰσελθόντων ὑμῶν εἰς τὴν πόλιν θὰ εἰσέλθετε εἰς τὴν πόλιν, θὰ σᾶς συναντήσῃ κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ θὰ βαστάζῃ μίαν στάμναν
συναντήσει ὑμῖν ἄνθρωπος συναντήσῃ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ θὰ νερό. Ἀκολουθήσατέ τον είς τὸ σπίτι, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ ἔμβῃ.
κεράμιον ὕδατος βαστάζων· βαστάζῃ μιὰ πήλινῃ στάμνα νερό·
ἀκολουθήσατε αὐτῷ εἰς τὴν οἰκίαν ἀκολουθῆστε τον εἰς τὸ σπίτι, ποὺ θὰ
οὗ εἰσπορεύεται, μπῇ.
22,11 καὶ ἐρεῖτε τῷ οἰκοδεσπότῃ τῆς 11 Καὶ θὰ πῆτε εἰς τὸν οἰκοδεσπότην τοῦ 11 Καὶ θὰ εἴπετε εἰς τὸν οἰκοδεσπότην τοῦ σπιτιοῦ ἐκείνου· Λέγει εἰς
οἰκίας· λέγει σοι ὁ διδάσκαλος, ποῦ σπιτιοῦ· σὲ ἐρωτᾷ ὁ διδάσκαλος, ποῦ σὲ ὁ διδάσκαλος· Ποὺ εἶναι ἡ αἴθουσα τοῦ φαγητοῦ, ὅπου θὰ φάγω
ἐστι τὸ κατάλυμα ὅπου τὸ πάσχα εἶναι τὸ κατάλυμα, ὅπου μαζῆ μὲ τοὺς μὲ τοὺς μαθητάς μου τὸ νέον Πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης;
μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω; μαθητάς μου θὰ φάγω τὸ Πάσχα;
22,12 Κἀκεῖνος ὑμῖν δείξει 12 Καὶ ἐκεῖνος θὰ σᾶς δείξῃ ἕνα μεγάλο 12 Καὶ ἐκεῖνος θὰ σᾶς δείξῃ ἕνα μεγάλο ἀνώγειον, δηλαδὴ τὸ ἐπάνω
ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον· ἐκεῖ ἀνώγειον τακτοποιημένον καὶ μὲ διαμέρισμα τοῦ σπιτιοῦ, μὲ καναπέδες στρωμένους γύρω ἀπὸ τὰ
ἐτοιμάσατε. στρωμένα τὰ ἀνάκλιντρα γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζια τοῦ φαγητοῦ. Ἐκεῖ ἐτοιμάσατε τὸ Πάσχα.
τραπέζι τοῦ φαγητοῦ. Ἐκεῖ νὰ
ἑτοιμάσετε (διὰ τὸ νέον πάσχα, τὸ
πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ ἐγὼ
θὰ ἐγκαινιάσω ἀπόψε μαζῆ σας)».
22,13 Ἀπελθόντες δὲ εὗρον καθὼς 13 Ἐπῆγαν δὲ οἱ δύο μαθηταί, εὐρῆκαν 13 Ἐπῆγαν δὲ οἱ δύο μαθηταὶ καὶ εὗρον, καθὼς τοὺς εἶχεν εἴπει ὁ

221/255
εἴρηκεν αὐτοῖς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ ὅπως τοὺς εἶχε πεῖ ὁ Κύριος καὶ Διδάσκαλος. Καὶ ἡτοίμασαν τὸ δεῖπνον, εἰς τὸ ὁποῖον παρέδωκεν ὁ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


πάσχα. ἐτοίμασαν τὰ τοῦ πάσχα. Κύριος τὸ Πάσχα τῆς θείας Εὐχαριστίας.
22,14 Καὶ ὅτε ἐγένετο ἡ ὥρα, 14 Καὶ ὅταν ἦλθεν ἡ ὥρα ἐξηπλώθη ὁ 14 Καὶ ὅταν ἦλθεν ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, ἑξαπλώθη πλησίον τῆς
ἀνέπεσε, καὶ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι Κύριος κοντὰ εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ τραπέζης καὶ μαζί του ἐπῆραν θέσεις καὶ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι.
σὺν αὐτῷ. φαγητοῦ καὶ μαζῆ μὲ αὐτὸν οἱ δώδεκα, ὁ
καθένας εἰς τὴν θέσιν του.
22,15 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· 15 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· «πάρα πολὺ 15 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Τοῦτο τὸ τελευταῖον τῆς ἐπιγείου ζωῆς μου
ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ ἐπεθύμησα προτοῦ νὰ σταυρωθῶ, νὰ Πάσχα, τὸ ὁποῖον ὡς συνδεδεμένον μετὰ τοῦ μυστηρίου τῆς θείας
πάσχα φαγεῖν μεθ' ὑμῶν πρὸ τοῦ φάγω μαζῆ σας τοῦτο τὸ πάσχα· (ὄχι τὸ Εὐχαριστίας εἶναι τῆς Καινῆς Διαθήκης πάσχα, μεγάλως
μὲ παθεῖν· ἐβραϊκὸν ποὺ θὰ ἀρχίσῃ αὔριον μὲ τὸν ἐπεθύμησα νὰ τὸ φάγω μαζί σας προτοῦ νὰ σταυρωθῶ.
πασχάλιον ἀμνόν, ἀλλὰ τὸ νέον πάσχα
τῆς Καινῆς Διαθήκης, κατὰ τὸ ὁποῖον
ἐγὼ θὰ τελέσω τὸ μυστήριον τῆς θείας
Εὐχαριστίας καὶ θὰ σᾶς δώσω πρὸς
τροφήν, ὄχι τὸν συμβολικὸν πασχάλιον
ἀμνόν, ἀλλὰ αὐτὸ τοῦτο τὸ σῶμα μου
καὶ τὸ αἷμα μου).
22,16 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ 16 Σᾶς λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι αὐτὸ εἶναι τὸ 16 Ἐπεθύμησα δὲ πολὺ νὰ φάγω τὸ πάσχα τοῦτο τῆς Καινῆς
μὴ φάγω ἐξ αὐτοῦ ἕως ὅτου τελευταῖον μου πάσχα καὶ δὲν θὰ φάγω Διαθήκης μαζί σας, διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι αὐτὸ εἶναι, ὅπως σᾶς εἶπα,
πληρωθῇ ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. πλέον μαζῆ σας ἀπὸ αὐτό, μέχρι ὅτου τὸ τελευταῖον Πάσχα μου καὶ δὲν θὰ φάγω πλέον τὸ Πάσχα, μέχρις
τοῦτο ὁλοκληρωθῇ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ ὅτου γίνῃ τοῦτο πλῆρες καὶ τέλειον ἐν τῇ οὐρανίῳ βασιλείᾳ τοῦ
Θεοῦ, ὁπότε ἡ ἐπικοινωνία καὶ ἑνότης Θεοῦ, ὁπότε ἡ μεταξύ μας κοινωνία καὶ ἕνωσις, ποὺ γίνεται τώρα
μεταξύ μας θὰ εἶναι πλήρης καὶ μυστηριακῶς, θὰ εἶναι τότε τελεία.
αἰωνία».
22,17 Καὶ δεξάμενος τὸ ποτήριον 17 Καὶ ἀφοῦ ἔλαβε ἀπὸ τοὺς μαθητὰς τὸ 17 Καὶ ἀφοῦ ἔλαβεν ἀπὸ τοὺς μαθητὰς ποτήριον, ὄχι τῆς θείας
εὐχαριστήσας εἶπε· λάβετε τοῦτο ποτήριον μὲ τὸν οἶνον, εὐχαρίστησε τὸν Εὐχαριστίας, τὸ ὁποῖον καθηγιάσθη καὶ ἐδόθη εἰς τοὺς μαθητὰς

222/255
καὶ διαμερίσατε ἑαυτοῖς· Θεὸν καὶ τὸ ἔδωκε εἰς αὐτούς, ὅπως μετὰ τὸ τέλος τοῦ δείπνου, ἀλλὰ τὸ ποτήριον μὲ τὸ ὁποῖον
ἐσυνιθίζετο πάντοτε εἰς τὴν ἀρχὴν κάθε ἐσυνηθίζετο νὰ γίνεται ἡ ἔναρξις παντὸς ἱεροῦ δείπνου,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐπισήμου δείπνου, καὶ τοὺς εἶπε· λάβετε εὐχαρίστησε τὸν Θεόν, καὶ εἶπε· Λάβετε τοῦτο καὶ μοιράσατέ το
τοῦτο καὶ μοιράσατέ το μεταξύ σας, μεταξύ σας, ὥστε νὰ πίωμεν ὅλοι μαζὶ ἀπὸ αὐτό.
ὥστε νὰ πίωμεν ὅλοι ἀπὸ αὐτό, εἰς
δεῖγμα τῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς συνδέει.
22,18 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω 18 Διότι σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ ξαναπιῶ 18 Διότι σᾶς λέγω, ὅτι ἀπὸ τὴν στιγμὴν αὐτήν, ποὺ τὸ ἔπια διὰ
ἀπὸ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἀπὸ τὸ προϊὸν αὐτὸ τῆς ἀμπέλου, ἕως τελευταίαν φοράν, δὲν θὰ ξαναπίω ἀπὸ τὸ προϊὸν καὶ γένημα τῆς
ἕως ὅτου ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔλθῃ. ὅτου ἔλθῃ ἡ χαρμόσυνος βασιλεία τοῦ ἀμπέλου, ἕως ὅτου ἔλθῃ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου θὰ πίνωμεν
Θεοῦ». μαζὶ τὸ ποτήριον τῆς θείας εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς.
22,19 Καὶ λαβὼν ἄρτον 19 Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε εἰς τὰ χέρια του 19 Καὶ ἀφοῦ ἔλαβεν εἰς τὰς χεῖρας του ἄρτον, ηὐχαρίστησε τὸν Θεὸν
εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν ἄρτον, εὐχαρίστησε τὸν Θεόν, ἔκοψεν εἰς καὶ ἔκοψεν εἰς τεμάχια τὸν ἄρτον καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς λέγων·
αὐτοῖς λέγων· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά τεμάχια τὸν ἄρτον, ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς Αὐτό, ποὺ σᾶς δίνω νὰ φάγετε, εἶναι τὸ σῶμα μου, τὸ ὁποῖον μετ’
μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον· τοῦτο καὶ εἶπεν· «αὐτό, ποὺ σᾶς δίδω τώρα, δὲν ὀλίγον παραδίδεται, ἵνα σταυρωθῇ διὰ τὴν ἰδικήν σας σωτηρίαν.
ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. εἶναι κοινὸς καὶ συνήθης ἄρτος. Εἶναι Πράττετε συνεχῶς τοῦτο, δηλαδὴ λαμβάνετε καὶ σεῖς ἄρτον,
αὐτὸ τοῦτο τὸ σῶμα μου, τὸ ὁποῖον μετ' εὐχαριστεῖτε ὑπεράνω αὐτοῦ, κόπτετέ τον εἰς τεμάχια καὶ τρώγετε
ὀλίγον παραδίδεται θυσία ἐπάνω εἰς τὸν αὐτόν. Καὶ πράττετε τοῦτο διὰ νὰ φέρετε εὐγνωμόνως καὶ μετὰ
σταυρὸν διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν πίστεως εἰς τὴν μνήμην σας καὶ εἰς τὴν μνήμην τῶν ἄλλων τὴν
ἀνθρώπων. Τοῦτο νὰ πράττετε πάντοτε, ὑπὲρ ὑμῶν σταυρικήν μου θυσίαν καὶ τὴν ἀπολύτρωσιν καὶ
διὰ νὰ φέρετε ζωηρὰ εἰς τὴν μνήμην σας σωτηρίαν σας, ποὺ ἐπετεύχθη μὲ τὴν θυσίαν αὐτήν.
τὴν θυσίαν, τὴν ὁποίαν ἐγὼ προσφέρω
εἰς σωτηρίαν, ὄχι μόνον ἰδικήν σας,
ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ κόσμου».
22,20 Ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον 20 Ἐπίσης ὅταν ἐτελείωσε τὸ δεῖπνον 20 Ὡσαύτως ἔλαβε καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ πέρας τοῦ δείπνου καὶ
μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ἐπῆρε τὸ ποτήριον, εὐχαρίστησε τὸν εὐχαρίστησε καὶ ἔδωσε τοῦτο εἰς αὐτούς, καὶ εἶπε· Αὐτό, ποὺ
ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ οὐράνιον πατέρα, τὸ ἔδωκε εἰς τοὺς περιέχεται μέσα εἰς τὸ ποτήριον τοῦτο, εἶναι ἡ Καινὴ Διαθήκη, ἡ
αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν μαθητὰς καὶ εἶπε· «αὐτὸ ποὺ περιέχεται ὁποία ἐπικυροῦται καὶ ἐπισφραγίζεται μὲ τὸ αἷμα μου, τὸ ὁποῖον

223/255
ἐκχυνόμενον. μέσα εἰς τὸ ποτήριον δὲν εἶναι πλέον προκεῖται μετ’ ὀλίγον νὰ χυθῇ διὰ τὴν σωτηρίαν σας.
οἶνος. Εἶναι ἡ Καινὴ Διαθήκη, ποὺ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐπικυρώνεται μὲ τὸ αἷμά μου, τὸ ὁποῖον
ἐντὸς ὀλίγου θὰ χυθῇ διὰ τὴν σωτηρίαν
σας.
22,21 Πλὴν ἰδοὺ ἡ χεὶρ τοῦ 21 Ἀλλ' ἐνῶ ἐγὼ προσφέρω τὴν μεγάλην 21 Ἀλλ’ ἐνῷ ἐγὼ χύνω τὸ αἷμα μου διὰ σᾶς, ἰδοὺ ἡ χεὶρ ἐκείνου, ποὺ
παραδιδόντος με μετ' ἐμοῦ ἐπὶ τῆς θυσίαν καὶ καθιερώνω τὴν νέαν μὲ παραδίδει εἰς τοὺς ἐχθρούς μου διὰ νὰ θανατωθῶ, εἶναι μαζί μου
τραπέζης. διαθήκην μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἐπὶ τῆς τραπέζης καὶ βουτᾷ τὸν ἄρτον εἰς τὴν αὐτὴν πιατέλλαν, εἰς
ἰδοὺ τὸ χέρι ἐκείνου, ποὺ μὲ παραδίδει τὴν ὁποίαν καὶ ἡ ἰδική μου χεὶρ βουτᾷ.
εἰς τοὺς σταυρωτάς μου, εἶναι μαζῆ μου
εἰς τὴν τράπεζαν αὐτὴν καὶ βουτᾷ τὸν
ἄρτον εἰς τὸ αὐτὸ μὲ ἐμὲ πιάτο.
22,22 Καὶ ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου 22 Καὶ ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου 22 Καὶ ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου φεύγει ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωὴν
πορεύεται κατὰ τὸ ὡρισμένον· πλὴν προχωρεῖ τὸν δρόμον του, ὅπως ὁ σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει ὁρισθῇ ἀπὸ τὴν θείαν βουλὴν τοῦ
οὐαὶ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι' οὗ οὐράνιος Πατὴρ ὥρισε. Ἀλλὰ ἐπουρανίου Πατρός. Ἀλλοίμονον ὅμως εἰς τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον,
παραδίδοται. ἀλλοίμονον εἰς τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδεται εἰς τοὺς
διὰ τοῦ ὁποίου ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σταυρωτάς του.
παραδίδεται εἰς τοὺς σταυρωτάς».
22,23 Καὶ αὐτοὶ ἤρξαντο συζητεῖν 23 Καὶ αὐτοὶ ἤρχισαν νὰ συζητοῦν 23 Καὶ αὐτοὶ ἤρχισαν νὰ συζητοῦν μεταξύ των, ποῖος λοιπὸν ἀπὸ
πρὸς ἑαυτοὺς τὸ τίς ἄρα εἴη ἐξ μεταξύ των, ποῖος τάχα ἀπὸ αὐτοὺς θὰ αὐτοὺς νὰ ἦτο ἐκεῖνος, ποὺ ἔμελλε νὰ πράξῃ τὴν προδοσίαν αὐτήν.
αὐτῶν ὁ τοῦτο μέλλων πράσσειν. ἦτο ἐκεῖνος, ποὺ ἔμελλε νὰ διαπράξῃ
αὐτὸ τὸ ἔγκλημα.
22,24 Ἐγένετο δὲ καὶ φιλονεικία ἐν 24 Ἔγινε ὅμως καὶ φιλονεικίαν μεταξύ 24 Ἐκτὸς δὲ τῆς συζητήσεως αὐτῆς ἔγινε καὶ φιλονεικία μεταξύ των,
αὐτοῖς, τὸ τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι των περὶ τοῦ ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς περὶ τοῦ ποῖος ἐξ αὐτῶν ἤξιζε νὰ θεωρῆται ὁ μεγαλύτερος καὶ
μείζων. ἐθεωρεῖτο πρῶτος. περισσότερον διακεκριμένος, ὥστε νὰ ἔχῃ τὴν πρωτεύουσαν θέσιν.
22,25 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· οἱ βασιλεῖς 25 Ὁ δὲ Κύριος τοὺς εἶπε· «οἱ βασιλεῖς 25 Ὁ Κύριος ὅμως εἶπε πρὸς αὐτούς· οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν
τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, καὶ τῶν ἐθνῶν κυριαρχοῦν ἐπάνω εἰς τὰ κυριαρχοῦν ἐπ’ αὐτῶν διὰ τυραννικῆς δυνάμεως. Καὶ αὐτοί, ποὺ

224/255
οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται ἔθνη μὲ τὴν δύναμιν καὶ τὴν βίαν. Καὶ ἔχουν ἐξουσίαν ὡς ἡγεμόνες ἐπ’ αὐτῶν, καλοῦνται ἀπὸ τοὺς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


καλοῦνται· αὐτοί, ποὺ ἔχουν ἐξουσίαν ἐπάνω εἰς τὰ κόλακας εὐεργέται.
ἔθνη καὶ ταλαιπωροῦν τὰ ἔθνη,
ἀνακηρύσσονται ἀπὸ τοὺς κόλακας, κατ'
ἀνάγκην δὲ καὶ ἀπὸ τὸν λαόν, εὐργέται.
22,26 ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ' ὁ 26 Σεῖς ὅμως δὲν πρέπει νὰ κάνετε ὅπως 26 Σεῖς ὅμως δὲν πρέπει νὰ εἶσθε ὅπως ἐκεῖνοι. Ἀλλ’ ἐκεῖνος, ποὺ
μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ ἐκεῖνοι, ἀλλὰ ὁ μεγαλύτερος μεταξύ σας πράγματι εἶναι μεγαλύτερος καὶ περισσότερον διακεκριμένος
νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ ἂς γίνῃ ὅπως ὁ νεώτερος, ὁ ὁποῖος καθὸ μεταξύ σας, ἂς γίνῃ ὡς ὁ νεώτερος, ὁ ὁποῖος λόγῳ τῆς ἡλικίας του
διακονῶν. νεώτερος ἔχει τὴν ὑποχρέωσιν νὰ ὀφείλει νὰ ὑπηρετῇ τοὺς ἄλλους. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει θέσιν
ὑπηρετῇ τοὺς ἄλλους. Καὶ ὁ ἀνώτερος ἐξαιρετικὴν καὶ προηγεῖται ἀπὸ τοὺς ἄλλους, αὐτὸς ἂς ὑπηρετῇ
μεταξύ σας, ἂς ὑπηρετῇ σὰν δοῦλος τοὺς τούτους ὡς δοῦλος των.
ἄλλους.
22,27 Τίς γὰρ μείζων, ὁ ἀνακείμενος 27 Διότι ποῖος εἶναι ἀνώτερος; Ἐκεῖνος 27 Εἰς τοῦτο δὲ σᾶς ἔδωκα ἐγὼ τὸ παράδειγμα. Διότι ποῖος εἶναι
ἢ ὁ διακονῶν; Οὐχὶ ὁ ἀνακείμενος; ποὺ κάθεται εἰς τὸ τραπέζι καὶ τρώγει ἢ μεγαλύτερος; Ἐκεῖνος ποὺ κάθεται εἰς τὸ τραπέζι καὶ τρώγει, ἢ
Ἐγὼ δέ εἰμι ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ ἐκεῖνος ποῦ ὄρθιος τὸν ὑπηρετεῖ; Δὲν ἐκεῖνος ποὺ στέκεται ὄρθιος καὶ ὑπηρετεῖ; Δὲν εἶναι ἀνώτερος
διακονῶν. εἶναι ἀνώτερος αὐτὸς ποὺ κάθεται εἰς τὸ αὐτός, ποὺ κάθηται; Βεβαίως. Καὶ ὅμως ἐγὼ καὶ τώρα, ποὺ σᾶς
τραπέζι; Ἀσφαλῶς. Καὶ ὅμως ἐγὼ ὁ ἔνιψα τοὺς πόδας καὶ πάντοτε εἰς τὸ παρελθόν, εἶμαι μεταξύ σας ὡς
διδάσκαλος καὶ ὁ Κύριος σας, εἶμαι ὑπηρέτης, ποὺ σᾶς διακονεῖ.
μεταξύ σας ὡς ὑπηρέτης, ποὺ σᾶς
ἐξυπηρετεῖ.
22,28 Ὑμεῖς δέ ἐστε οἱ 28 Σεῖς, οἱ μαθηταί μου, εἶσθε ἐκεῖνοι 28 Δὲν σᾶς λέγω ὅμως αὐτὰ διὰ νὰ σᾶς ἀποδοκιμάσω καὶ σᾶς
διαμεμενηκότες μετ' ἐμοῦ ἐν τοῖς ποὺ ἐμείνατε μαζῆ μου ὅλο τὸ διάστημα ἀποκηρύξω, ἀλλὰ διὰ νὰ σᾶς δείξω, ποὺ θὰ εὕρετε τὸ πραγματικὸν
πειρασμοῖς μου· τῶν δοκιμασιῶν μου καὶ τῶν διωγμῶν, μεγαλεῖον. Σεῖς οἱ ἕνδεκα καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς ζωῆς μου
καὶ δὲν ἐκλονισθήκατε εἰς τὴν πίστιν. ἐμείνατε μαζί μου εἰς τὰς δοκιμασίας μου καὶ δὲν ἐκλονίσθητε ἀπὸ
αὐτάς.
22,29 κἀγὼ διατίθεμαι ὑμῖν καθὼς 29 Καὶ ἐγώ, διὰ νὰ ἀνταμείψω τὴν 29 Καὶ ἐγὼ ὡς ἀνταμοιβὴν τῆς πρὸς ἐμὲ ἀφοσιώσεώς σας σᾶς

225/255
διέθετό μοι ὁ πατήρ μου βασιλείαν, ἀφοσίωσιν σας, σᾶς ὑπόσχομαι ὑπόσχομαι βασιλείαν, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσίαν ποὺ ἔχω, λόγῳ τοῦ
βασιλείαν, ὅπως καὶ ὁ Πατὴρ ὥρισε καὶ ὅτι καὶ ὁ Πατήρ μου ὥρισε βασιλικὸν ἀξίωμα καὶ δι’ ἐμέ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔδωσεν εἰς ἐμὲ βασιλείαν καὶ ἀξίωμα
βασιλέως.
22,30 ἵνα ἐσθίητε καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς 30 Καὶ μία ἀπολαυὴ αὐτῆς τῆς 30 Συνέπεια δὲ τοῦ βασιλικοῦ αὐτοῦ ἀξιώματος, τὸ ὁποῖον σᾶς
τραπέζης μου ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, ὑποσχέσεώς μου εἶναι νὰ τρώγετε καὶ νὰ ὑπόσχομαι, εἶναι νὰ τρώγετε καὶ νὰ πίνετε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου, νὰ
καὶ καθίσεσθε ἐπὶ θρόνων πίνετε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου εἰς τὴν ἀπολαμβάνετε δηλαδὴ τὰ αἰώνια ἀγαθὰ ἐν τῇ βασιλείᾳ μου,
κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ βασιλείαν μου, νὰ ἀπολαμβάνετε τὰ διατελοῦντες εἰς στενὴν σχέσιν καὶ κοινωνίαν μετ’ ἐμοῦ. Καὶ ἐπὶ
Ἰσραήλ. ἀνεκτίμητα ἀγαθὰ τῆς αἰωνίου ζωῆς. πλέον θὰ καθίσετε ἐπὶ θρόνων διὰ νὰ ἀσκῆτε βασιλικὴν ἐξουσίαν
Καὶ τὸ ἐπίσης σπουδαῖον, θὰ καθίσετε καὶ δικάζετε τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ νέου Ἰσραὴλ τῆς χάριτος.
ἐπάνω εἰς θρόνους, διὰ νὰ δικάζετε τὰς
δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ.
22,31 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος· Σίμων, ἰδοὺ ὁ 31 Μείνατε, λοιπόν, πιστοὶ μέχρι τέλους, 31 Μὴν ὑπερηφανευθῆτε ὅμως ἀπὸ τὸν ἔπαινόν μου αὐτὸν καὶ τὰς
σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ διότι θὰ ἀντικρύσετε πολλοὺς ὑποσχέσεις, ποὺ σᾶς ἔδωκα. Παρεμείνατε πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι
σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον· πειρασμούς». Εἶπε δὲ ἀκόμη ὁ Κύριος· εἰς ἐμὲ λόγῳ τῆς χάριτος καὶ προστασίας τοῦ Θεοῦ. Πράγματι.
«Σίμων, Σίμων, ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐζήτησε Σίμων, Σίμων, ἰδοὺ ὁ σατανᾶς, ὅπως ἄλλοτε περὶ τοῦ Ἰώβ, οὕτω καὶ
τὴν ἄδειαν ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ σᾶς διὰ σᾶς τώρα ἐζήτησε νὰ σᾶς ταράξῃ καὶ σᾶς κλονίσῃ, ὅπως
συγκλονίσῃ καὶ σᾶς ξεσκονίσῃ, ὡσὰν τὸ κοσκινίζεται καὶ σείεται τὸ σιτάρι μέσα εἰς τὸ κόσκινον.
σιτάρι μέσα εἰς τὸ κόσκινο.
22,32 ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα 32 Καὶ ἐγὼ προσευχήθηκα γιὰ σένα, νὰ 32 Ἐγὼ ὅμως προσηυχήθην ὑπὲρ σοῦ καὶ παρεκάλεσα νὰ μὴ χάσῃς
μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου· καὶ σύ ποτε μὴ χαθῇ ἡ πίστις σου. Καὶ σύ, ὅταν τὴν πίστιν σου. Καὶ σύ, ὅταν κάποτε ἐπιστρέψῃς διὰ τῆς μετανοίας
ἐπιστρέψας στήριξον τοὺς κάποτε μετανοημένος ἐπιστρέψῃς κοντά καὶ ἀποκατασταθῇς εἰς τὸ ἀξίωμά σου, γίνε εἰς τοὺς ἀδελφούς σου
ἀδελφούς σου. μου, στήριξε τοὺς ἀδελφούς σου καὶ μὲ ὑπόδειγμα μετανοίας καὶ πίστεως, ὥστε νὰ στηρίζωνται οὗτοι καὶ
τοὺς λόγους σου καὶ μὲ τὸ παράδειγμα νὰ παρηγοροῦνται τόσον διὰ τῶν λόγων σου, ὅσον καὶ διὰ τοῦ
τῆς μετανοίας σου». παραδείγματός σου.
22,33 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, μετὰ 33 Ὁ Πέτρος ὅμως, σὰν 33 Ἀλλ’ ὁ Πέτρος εἶπεν εἰς αὐτόν· Κύριε, εἶμαι ἕτοιμος μαζί σου νὰ
σοῦ ἕτοιμός εἰμι καὶ εἰς φυλακὴν διαμαρτυρόμενος δι' αὐτό ποὺ ὑπάγω καὶ εἰς φυλακὴν καὶ εἰς θάνατον.

226/255
καὶ εἰς θάνατον πορεύεσθαι. ἀπεκάλυψε ὁ Κύριος, τοῦ εἶπε· «Κύριε,
εἶμαι ἕτοιμος νὰ βαδίσω μαζῆ σου εἰς

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


φυλακὴν καὶ εἰς θάνατον».
22,34 Ὁ δὲ εἶπε· λέγω σοι, Πέτρε, οὐ 34 Ὁ δὲ Κύριος τοῦ εἶπε· «σὲ 34 Ὁ δὲ Κύριος εἶπε· Σὲ βεβαίῳ, Πέτρε· Δὲν θὰ λαλήσῃ ὁ πετεινὸς
φωνήσει σήμερον ἀλέκτωρ πρὶν ἢ διαβεβαιώνω, Πέτρε, ὅτι δὲν θὰ λαλήσῃ κατὰ τὰ ἐξημερώματα τῆς σημερινῆς ἡμέρας, προτοῦ νὰ μὲ
τρὶς ἀπαρνήσῃ μὴ εἰδέναι με. κατὰ τὴν νύκτα αὐτὴν ὁ πετεινός, πρὶν ἀπαρνηθῇς τρεῖς φορᾶς καὶ νὰ βεβαιώσης ὅτι δὲν μὲ γνωρίζεις.
σὺ τρεῖς φορὲς μὲ ἀπαρνηθῇς καὶ
διακηρύξῃς ὅτι δὲν μὲ γνωρίζεις».
22,35 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὅτε 35 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· «ὅταν σᾶς 35 Καὶ προαναγγέλλων εἰς αὐτούς, ὅτι εἰς τὸ μέλλον ὅλων ἡ πίστις
ἀπέστειλα ὑμᾶς ἄτερ βαλαντίου ἔστειλα κατὰ τὴν πρώτην περιοδείαν θὰ ἐδοκιμάζετο, τοὺς εἶπεν· Ὅταν εἰς τὴν πρώτην σας περιοδείαν
καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή σας χωρὶς χρήματα, χωρὶς ταξιδιωτικὸ σᾶς ἔστειλα χωρὶς βαλλάντιον καὶ χωρὶς σάκκον ταξιδιωτικὸν καὶ
τινος ὑστερήθητε; Οἱ δὲ εἶπον· σακκίδιο καὶ χωρὶς ὑποδήματα, μήπως ὑποδήματα, μήπως ἐστερήθητε τίποτε; Αὐτοὶ δὲ εἶπον· ὄχι· δὲν
οὐθενός· ἐστερηθήκατε τίποτε;» Ἐκεῖνοι δὲ ἐστερήθημεν τίποτε.
ἀπήντησαν· «ὄχι,τίποτε δὲν
ἐστερηθήκαμε».
22,36 εἶπεν οὖν αὐτοῖς· ἀλλὰ νῦν ὁ 36 Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτούς· «τὰ 36 Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτούς· Τὰ πράγματα τώρα ἤλλαξαν καὶ πρέπει
ἔχων βαλάντιον ἀράτω, ὁμοίως καὶ πράγματα τώρα ἀλλάζουν καὶ πρέπει νὰ νὰ ὁπλισθῆτε μὲ σύνεσιν καὶ νὰ ἔχετε πάντοτε εἰς τὸν νοῦν σᾶς, ὅτι
πήραν, καὶ ὁ μὴ ἔχων πωλήσει τὸ εἶσθε συνετοὶ καὶ προνοητικοί, διότι θὰ περικυκλώνεσθε ἀπὸ ἐχθρούς. Τώρα ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει βαλλάντιον,
ἱμάτιον αὐτοῦ καὶ ἁγοράσει συναντήσετε δυσκολίας. Ἐκεῖνος ποὺ ἂς τὸ πάρη μαζί του, διὰ νὰ ἔχῃ χρήματα πρὸς ἀγορὰν τῶν
μάχαιραν. ἔχει βαλάντιον, ἂς τὸ πάρῃ μαζῆ του, ἀναγκαίων διὰ τὴν συντήρησίν του. Τὸ ἴδιον ἂς κάμῃ καὶ αὐτός, ποὺ
διότι θὰ τοῦ χρειασθοῦν χρήματα, πρὸς ἔχει σάκκον. Ἂς τὸν πάρῃ μαζί του γεμᾶτον μὲ τρόφιμα. Δὲν θὰ
συντήρησίν του. Τὸ ἴδιο ἂς κάμῃ καὶ εὕρετε πλέον τὴν φιλόξενον προθυμίαν καὶ ὑποδοχήν, ποὺ
ἐκεῖνος ποὺ ἔχει σακκίδιο· ἂς τὸ πάρῃ συνηντήσατε εἰς τὴν πρώτην περιοδείαν σας. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν
γεμᾶτο τρόφιμα καὶ ἂς πωλήσῃ τὸ ἔχει μάχαιραν, ἂς πωλήσῃ καὶ αὐτὸ τὸ ροῦχο του καὶ ἂς ἀγοράσῃ
ἔνδυμά του ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει μάχαιραν. Δὲν θέλω νὰ εἴπω μὲ αὐτό, ὅτι σᾶς ἐπιτρέπεται εἰς τὴν
μάχαιραν, διὰ νὰ ἀγοράσῃ.(Μὲ τὰ λόγια βίαν νὰ ἀντιτάσσετε τὴν βίαν. Οὔτε ὅτι ἔχετε δικαίωμα διὰ τῆς
μου αὐτὰ δὲν θέλω νὰ σᾶς συστήσω μαχαίρας νὰ ἐπιδιώξετε τὴν διάδοσιν τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλ’ ἁπλῶς

227/255
ποτὲ νὰ ὁπλισθῆτε μὲ φονικὰ ὄργανα, διὰ ζωηρᾶς εἰκόνος θέλω νὰ σᾶς παραστήσω, ὅτι ὁ παρὼν καιρὸς
διὰ νὰ ἀνθίσταθε εἰς τοὺς ἐχθρούς σας, εἶναι καιρὸς ἀμύνης καὶ ὅτι θὰ ἀντιμετωπίσετε θανατηφόρους

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἀλλὰ θέλω νὰ σᾶς κάμω νὰ ἐννοήσετε ἐπιβουλὰς καὶ ἐχθρότητας.
καλά, ὅτι θὰ συναντήσετε θανασίμους
ἐχθροὺς διὰ τὸ ὄνομά μου, ἀπέναντι τῶν
ὁποίων πρέπει νὰ φέρεσθε μὲ
σταθερότητα καὶ μὲ σύνεσιν. Δι' αὐτὸ
πρέπει νὰ ὁπλισθῆτε μὲ τὰ πνευματικὰ
ὅπλα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς).
22,37 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἔτι τοῦτο τὸ 37 Ὁ ἄσπονδος πόλεμος ἔχει τώρα 37 Ὅτι δὲ τώρα ἦλθαν καιροὶ διωγμῶν καὶ ἐπιβουλῶν,
γεγραμμένον δεῖ τελεσθῆναι ἐν ἀρχίσει ἐναντίον μου. Διότι σᾶς λέγω ὅτι ἀποδεικνύεται ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μετ’ ὀλίγον θὰ συμβοῦν εἰς ἐμέ. Διότι
ἐμοί, τὸ καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη· πρέπει νὰ ἐκπληρωθῇ εἰς ἐμὲ τώρα καὶ σᾶς λέγω, ὅτι μαζὶ μὲ τόσα ἄλλα, ποὺ ἐπληρώθησαν, πρέπει νὰ
καὶ γὰρ τὰ περὶ ἐμοῦ τέλος ἔχει. τοῦτο ἀκόμα, ποὺ ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν πληρωθῇ καὶ νὰ ἐπαληθεύσῃ εἰς ἐμὲ καὶ αὐτό, ποὺ ἔχει γραφῆ εἰς
προφήτην Ἡσαΐαν, τὸ· Καὶ μεταξὺ τὸν προφήτην Ἡσαΐαν· δηλαδὴ τὸ καὶ μεταξὺ τῶν ἀνόμων καὶ
ἀνόμων καὶ κακούργων κακούργων κατετάχθη διὰ νὰ τιμωρηθῇ μαζὶ μὲ αὐτοὺς ὡς ἄνομος.
συγκαταριθμήθηκε, διὰ νὰ τιμωρηθῇ Πρέπει δὲ νὰ ἐπαληθεύσῃ καὶ ὁ προφητικὸς αὐτὸς λόγος εἰς ἐμέ,
μαζῆ μὲ αὐτοὺς ὡς ἄνομος. Πρέπει νὰ διότι ὅσα ἐγράφησαν καὶ ἐπροφητεύθησαν δι’ ἐμέ, λαμβάνουν τώρα
γίνῃ καὶ αὐτό, διότι ὅσα ἔχουν τέλος καὶ πραγματοποίησιν πλήρη.
προφητευθῆ περὶ ἐμοῦ παίρνουν τώρα
τέλος καὶ πλήρη πραγματοποίησιν».
22,38 Ὁ δὲ εἶπον· Κύριε, ἰδοὺ 38 Οἱ δὲ μαθηταί, ποὺ δὲν ἐκατάλαβαν 38 Οἱ μαθηταὶ ὅμως δὲν ἐκατάλαβαν τὴν σημασίαν τῶν λόγων
μάχαιραι ὧδε δύο. Ὁ δὲ εἶπεν τὸ ἀλληγορικὸν νόημα τῶν λόγων του, αὐτῶν τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ εἶπαν: Κύριε, ἰδοὺ ἐδῶ ὑπάρχουν δύο
αὐτοῖς· ἱκανόν ἐστι. εἶπαν· «Κύριε, ἰδού, ὑπάρχουν ἐδῶ δύο μάχαιραι. Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν εἰς αὐτούς· Δὲν ἐννοεῖτε τί σᾶς λέγω.
μάχαιραι». Ὁ δὲ Κύριος τοὺς εἶπε· Φθάνει λοιπόν. Ἂς μὴ ἐκτεινώμεθα εἰς περαιτέρω συζήτησιν.
«φθάνει ἕως ἐδῶ· ἂς σταματήσωμε τὴν
συζήτησιν».
39 Καὶ ἐξελθὼν ἐπορεύθη κατὰ τὸ 39 Καὶ ἀφοῦ ἐβγῆκεν ἐπῆγε, ὅπως 39 Καὶ ἀφοῦ ἐβγῆκεν, ἐπῆγε κατὰ τὴν συνήθειάν του εἰς τὸ ὅρος

228/255
ἔθος εἰς τὸ ὅρος τῶν ἐλαιῶν· ἐσυνήθιζε, εἰς τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν· τὸν τῶν Ἐλαιῶν. Τὸν ἠκολούθησαν δὲ καὶ οἱ μαθηταί του.
ἠκολούθησαν δὲ αὐτῷ καὶ οἱ ἠκολούθησαν δὲ καὶ οἱ μαθηταί του.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μαθηταὶ αὐτοῦ.
22,40 Γενόμενος δὲ ἐπὶ τοῦ τόπου 40 Ὅταν δὲ ἔφθασε εἰς τὸν γνωστὸν 40 Ὅταν δὲ ἦλθεν εἰς τὸν τόπον, ποὺ ἐσυνήθιζε νὰ ἔρχεται, τοὺς
εἶπεν αὐτοῖς· προσεύχεσθε μὴ τόπον, ποὺ συνήθως ἤρχετο, τοὺς εἶπε· εἶπε· Προσεύχεσθε καὶ παρακαλέσατε τὸν Θεὸν νὰ σᾶς προφυλάξῃ,
εἰσελθεῖν εἰς πειρασμόν. «προσεύχεσθε καὶ παρακαλεῖτε τὸν ὥστε νὰ μὴ πέσετε εἰς πειρασμόν.
Θεὸν νὰ μὴ πέσετε εἰς πειρασμόν».
22,41 Καὶ αὐτὸς ἀπεσπάσθη ἀπ' 41 Καὶ αὐτὸς ἀπεμακρύνθη ἀπὸ αὐτούς, 41 Καὶ αὐτὸς ἀπεμακρύνθη ἀπὸ αὐτοὺς εἰς ἀπόστασιν πετροβολιᾶς,
αὐτῶν ὡσεὶ λίθου βολήν, καὶ θεὶς ὅσον περίπου ἠμπορεῖ ἔνας νὰ ρίψῃ τὸν καὶ ἀφοῦ ἐγονάτισε προσηύχετο.
τὰ γόνατα προσηύχετο λίθον καὶ ἀφοῦ ἐγονάτισε προσηύχετο
22,42 λέγων· πάτερ, εἰ βούλει 42 λέγων· «πάτερ, ἐὰν θέλῃς νὰ 42 Καὶ ἔλεγε· Πάτερ, ἐὰν εἶναι θέλημά σου νὰ ἀπομακρύνῃς τὸ
παρενεγκεῖν τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ' ἀπομακρύνης ἀπὸ ἐμὲ τὸ πικρὸν τοῦτο ποτήριον αὐτὸ τοῦ θανάτου ἀπὸ ἐμέ, ἀπομάκρυνέ το· ἀλλ’ ὅμως ὄχι
ἐμοῦ· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ ποτήριον τοῦ Θανάτου, ἀπομάκρυνε τὸ, νὰ γίνῃ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον λόγῳ τῆς φυσικῆς ἀποστροφῆς πρὸς τὸν
τὸ σὸν γινέσθω. πλὴν ὅμως ἂς μὴ γίνῃ τὸ θέλημά μου, θάνατον ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μου θέλει, ἀλλ’ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον
ἀλλὰ τὸ ἰδικόν σου θέλημα». θέλεις σύ.
22,43 Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος ἀπ' 43 Παρουσιάσθηκε δὲ εἰς αὐτὸν τὴν 43 Ἐνεφανίσθη δὲ εἰς αὐτὸν ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὁ ὁποῖος
οὐρανοῦ ἐνισχύων αὐτόν. ὥραν ἐκείνην ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἐνίσχυε τὰς σωματικάς του δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι εἶχον ἑξαντληθῆ
ὁ ὁποῖος τοῦ ἐνίσχυε τὰς σωματικάς του μέχρι λιποθυμίας.
δυνάμεις ποὺ εἶχαν πλέον ἐξαντληθῆ.
22,44 Καὶ γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ 44 Καὶ περιέπεσε εἰς ἀγωνίαν καὶ 44 Καὶ τὸν κατέλαβεν ἐν τῷ μεταξὺ ἀγωνία καὶ δι’ αὐτὸ προσηύχετο
ἐκτενέστερον προσηύχετο. Ἐγένετο προσηύχετο τώρα θερμότερα καὶ τώρα θερμότερον καὶ μὲ περισσοτέραν ἐπιμονήν. Καὶ ὁ ἱδρώς του
δὲ ὁ ἱδρὼς αὐτοῦ ὡσεὶ θρόμβοι ἐκτενέστερα, καὶ ὁ ἄφθονος ἱδρώς, ποὺ ἔγινε ἄφθονος καὶ πηκτὸς σὰν κομμάτια πηγμένου αἵματος, ποὺ
αἵματος καταβαίνοντες ἐπὶ τὴν ἔτρεχε ἀπὸ τὸ πρόσωπον καὶ τὸ σῶμα πίπτουν εἰς τὴν γῆν.
γῆν. του, ἔγινε πηκτὸς σὰν θρόμβοι αἵματος,
ποὺ πίπτουν εἰς τὴν γῆν.
22,45 Καὶ ἀναστὰς ἀπὸ τῆς 45 Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθηκε ἀπὸ τὴν 45 Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθη ἀπὸ τὴν προσευχήν, ἦλθε πρὸς τοὺς μαθητὰς

229/255
προσευχῆς, ἐλθὼν πρὸς τοὺς προσευχήν, ἦλθε πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ καὶ τοὺς εὗρε νὰ κοιμῶνται ἀπὸ τὴν κόπωσιν καὶ χαλάρωσιν, ποὺ
μαθητὰς εὗρεν αὐτοὺς τοὺς εὗρε νὰ κοιμῶνται, ἀπὸ τὴν ἐπροκάλεσεν εἰς τὰ νεῦρα των ἡ πολλή των λύπη.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


κοιμωμένους ἀπὸ τῆς λύπης, κατάπτωσιν ποὺ τοὺς εἶχε προκαλέσει ἡ
πολὺ λύπη.
22,46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τί καθεύδετε; 46 Καὶ τοὺς εἶπε· «διατὶ κοιμᾶσθε; 46 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Διατί κοιμᾶσθε; Σηκωθῆτε καὶ
Ἀναστάντες προσεύχεσθε, ἵνα μὴ Σηκωθῆτε καὶ προσεύχεσθε, διὰ νὰ μὴν προσεύχεσθε, διὰ νὰ μὴ ἐμβῆτε εἰς πειρασμὸν καὶ κυριευθῆτε ὑπ’
εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν. πέσετε εἰς πειρασμόν». αὐτοῦ.
22,47 Ἔτι δὲ αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ 47 Ἐνῶ δὲ αὐτὸς ὠμιλοῦσε, ἰδοὺ ἔφθασε 47 Ἐνῷ δὲ ὁ Ἰησοῦς ὡμίλει ἀκόμη, ἔξαφνα κατέφθασεν ὄχλος, καὶ
ὄχλος, καὶ ὁ λεγόμενος Ἰούδας, εἶς ὁ ὄχλος καὶ αὐτὸς ποὺ ἐλέγετο Ἰούδας, αὐτός, ποὺ ὠνομάζετο Ἰούδας, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ἐπήγαινεν
τῶν δώδεκα, προῆγεν αὐτούς, καὶ ἔνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ἐπήγαινεν ἐμπρὸς ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐπλησίασε τὸν Ἰησοῦν διὰ νὰ τὸν φιλήσῃ.
ἤγγισε τῷ Ἰησοῦ φιλῆσαι αὐτόν· ἐμπρὸς ὡς ὁδηγός των καὶ ἐπλησίασε Διότι αὐτὸ τὸ σημάδι εἶχε δώσει εἰς αὐτούς. Τοὺς εἶχεν εἴπει δηλαδή:
τοῦτο γὰρ σημεῖον δεδώκει αὐτοῖς· τὸν Ἰησοῦν, διὰ νὰ τὸν φιλήσῃ. Διότι Ἐκεῖνον ποὺ θὰ φιλήσω, αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς.
ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστιν. αὐτὸ τοὺς εἶχε δώσει ὡς σημεῖον. Τοὺς
εἶχε δηλαδὴ πεῖ· «ὅποιον φιλήσω, αὐτὸς
εἶναι ὁ Ἰησοῦς».
22,48 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· 48 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπεν· «Ἰούδα, μὲ 48 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπεν· Ἰούδα, μὲ φίλημα, ποὺ ἕως τώρα ἦτο
Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ φίλημα, μὲ αὐτὸ τὸ δεῖγμα τῆς ἀγάπης, δεῖγμα τῆς ἀγάπης μας, προδίδεις αὐτόν, ποὺ εἶναι ὁ μοναδικὸς
ἀνθρώπου παραδίδως; προδίδεις σὺ τώρα τὸν υἱὸν τοῦ ἐκπρόσωπος τοῦ ἀνθρώπινου γένους καὶ ἀναμενόμενος κατὰ τοὺς
ἀνθρώπου;» προφήτας Μεσσίας;
22,49 Ἰδόντες δὲ οἱ περὶ αὐτὸν τὸ 49 Ὅταν δὲ εἶδαν οἱ μαθηταί, ποὺ ἦσαν 49 Ὅταν δὲ εἶδον ἐκεῖνοι, ποὺ ἦσαν γύρω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν αὐτό, ποὺ
ἐσόμενον εἶπον αὐτῷ· Κύριε, εἰ γύρω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, αὐτὸ ποὺ θὰ ἔμελλε νὰ συμβῇ, ὅτι δηλαδὴ ἐπρόκειτο νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ
πατάξομεν ἐν μαχαίρᾳ; συνέβαινε, τοῦ εἶπαν· «Κύριε, μᾶς δίνεις τὸν πάρουν, εἶπαν πρὸς αὐτόν· Κύριε, ἐὰν τὸ ἐπιτρέπῃς, νὰ τοὺς
τὴν ἄδειαν νὰ τοὺς κτυπήσωμεν μὲ κτυπήσωμεν μὲ μάχαιραν;
μάχαιραν;»
22,50 Καὶ ἐπάταξεν εἷς τις ἐξ αὐτῶν 50 Καὶ κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ἐκτύπησε μὲ 50 Καὶ ἕνας κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ἐκτύπησε μὲ τὴν μάχαιραν τὸν
τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως καὶ μάχαιραν τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως καὶ δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως καὶ τοῦ ἔκοψε τὸ δεξιὸν αύτί.
ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ οὖς τὸ δεξιόν. τοῦ ἀπέκοψε τὸ δέξι αὐτί.

230/255
22,51 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· 51 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· 51 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἀφήσατε· φθάνει ἕως αὐτοῦ. Μὴ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐᾶτε ἕως τούτου· καὶ ἁψάμενος τοῦ «φθάνει ἕως ἐδῶ, μὴ προχωρεῖτε ἄλλο». ἀνθίστασθε περισσότερον. Καὶ ἀφοῦ ἤγγισε τὸ αὐτὶ τοῦ δούλου, τὸν
ὠτίου αὐτοῦ ἰάσατο αὐτόν· Καὶ ἀφοῦ ἤγγισε τὸ αὐτὶ τοῦ δούλου, τὸν ἐθεράπευσε.
ἐθεράπευσε.
22,52 εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς 52 Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς 52 Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς στρατηγοὺς τοῦ
παραγενομένους ἀπ' αὐτὸν καὶ τοὺς στρατηγοὺς τοῦ ἱεροῦ καὶ τοὺς ἱεροῦ καὶ τοὺς πρεσβυτέρους, ποὺ ἦλθαν μαζὶ μὲ τὸν ὄχλον
ἀρχιερεῖς καὶ στρατηγοὺς τοῦ ἱεροῦ πρεσβυτέρους, ποὺ εἶχαν ἔλθει καὶ αὐτοὶ ἐναντίον του· Ἐβγήκατε μὲ σπαθιὰ καὶ μὲ ρόπαλα, σὰν νὰ ἤρχεσθε
καὶ πρεσβυτέρους· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐναντίον του· «ἐβγήκατε ὡπλισμένοι μὲ ἐναντίον λῃστοῦ;
ἐξεληλύθατε μετὰ μαχαιρῶν καὶ μαχαίρια καὶ ρόπαλα, σὰν νὰ
ξύλων; ἐπηγαίνετε ἐναντίον λῃστοῦ;
22,53 Καθ' ἡμέραν ὄντος μου μεθ' 53 Ὅταν ἐγὼ κάθε ἡμέραν ἤμουν μαζῆ 53 Ὅταν ἐγὼ ἤμην μαζί σας κάθε ἡμέραν εἰς τὸ ἱερόν, δὲν
ὑμῶν ἐν τῷ ἱερῷ οὐκ ἐξετείνατε τὰς σας εἰς τὸ ἱερόν, δὲν ἀπλώσατε τὰ χέρια ἀπλώσατε τὰς χεῖρας σας ἐπάνω μου διὰ νὰ μὲ συλλάβετε. Καὶ
χεῖρας ἐπ' ἐμέ. Ἀλλ' αὕτη ἐστὶν σας ἐπάνω μου. Ἀλλὰ αὐτὴ εἶναι ἡ ὥρα, ἤλθετε τὴν ὥραν αὐτὴν τῆς νυκτός. Ἀλλ’ αὐτὴ ἡ ὥρα παρεχορήθη
ὑμῶν ἡ ὥρα καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ ποὺ τὴν ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς ὡς ὥραν ἰδικήν ἀπὸ τὸν Θεὸν ὡς ὥρα ἰδική σας διὰ νὰ ἐπιτύχετε τὸ κακοῦργον
σκότους. σας, διὰ νὰ ἐκτελέσετε τὴν κακοῦργον σχέδιόν σας, καὶ συμπίπτει αὐτὴ πρὸς τὴν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ
ἀπόφασίν σας». (Καὶ εἶναι ὥρα τοῦ σατανᾶς φανερώνει τὴν ἐξουσίαν καὶ δύναμίν του, διότι εἰς τὸ
σκότους καὶ τῆς νυκτός, διότι κατὰ σκότος γίνονται τὰ ἐγκλήματα καὶ ὑπὸ τὸ σκότος ζητεῖ ὁ ἄνθρωπος
κανόνα οἱ κακοῦργοι τὸ σκότος νὰ κρύπτεται, διὰ νὰ ἁμαρτάνῃ ἐλευθέρως.
προτιμοῦν διὰ τὰ ἐγκλήματά των. Οἱ
ἄνθρωποι, τοῦ σκότους, ὅπως εἶσθε σεῖς,
οἱ ὁποῖοι μάλιστα ὑποκρίνονται τὸν
δίκαιον, εἰς τὸ σκότος διαπράττουν τὰ
σκοτεινά των ἔργα).
22,54 Συλλαβόντες δὲ αὐτὸν 54 Ἀφοῦ δὲ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔφεραν εἰς 54 Ἀφοῦ δὲ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔφεραν εἰς τὴν πόλιν καὶ τὸν ἔμβασαν
ἤγαγον καὶ εἰσήγαγον αὐτὸν εἰς τὴν πόλιν καὶ τὸν ἔβαλαν εἰς τὸ σπίτι εἰς τὸ σπίτι τοῦ ἀρχιερέως. Ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει ἀπὸ μακράν.
τὸν οἶκον τοῦ ἀρχιερέως. Ὁ δὲ τοῦ ἀρχιερέως. Ὁ δὲ Πέτρος

231/255
Πέτρος ἠκολούθει μακρόθεν. ἀκολουθοῦσε μακράν.
22,55 Ἁψάντων δὲ πυρὰν ἐν μέσῳ 55 Ἀφοῦ δὲ οἱ στρατιῶται καὶ οἱ 55 Ἀφοῦ δὲ ἤναψαν φωτιὰν εἰς τὸ μέσον τῆς αὐλῆς καὶ ἐκάθησαν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τῆς αὐλῆς καὶ συγκαθισάντων ὑπηρέται ἄναψαν φωτιὰ εἰς τὸ μέσον ὅλοι μαζὶ διὰ νὰ ζεσταίνωνται, ἐκάθητο καὶ ὁ Πέτρος ἐν μέσῳ
αὐτῶν ἐκάθητο ὁ Πέτρος ἐν μέσῳ τῆς αὐλῆς καὶ ἐκάθισαν γύρω ἀπὸ αὐτῶν.
αὐτῶν. αὐτήν, ἐκάθητο καὶ ὁ Πέτρος ἀνάμεσα
εἰς αὐτούς.
22,56 Ἰδοῦσα δὲ αὐτὸν παιδίσκη τις 56 Μία δὲ νεαρὰ ὑπηρέτρια ὅταν τὸν εἶδε 56 Ὅταν δὲ μία νεαρὰ ὑπηρέτρια τὸν εἶδε νὰ κάθηται κοντὰ εἰς τὸ
καθήμενον πρὸς τὸ φῶς καὶ νὰ κάθεται εἰς τὸ φῶς ποὺ ἔρριχνε ἡ φῶς, ποὺ ἔρριπτεν ἡ φωτιά, τὸν παρετήρησε προσεκτικὰ καὶ εἶπε·
ἀτενίσασα αὐτῷ εἶπε· καὶ οὗτος σὺν φωτιά, τὸν ἐκύτταξε προσεκτικὰ καὶ Καὶ αὐτὸς ἦτο μαζὶ μὲ τοῦτον, ποὺ εἶναι μέσα δεμένος.
αὐτῷ ἦν. εἶπε· «καὶ αὐτὸς ἦτο μαζῆ μὲ ἐκεῖνον».
22,57 Ὁ δὲ ἠρνήσατο λέγων· γύναι, 57 Ὁ δὲ Πέτρος ἠρνήθη, λέγων· «γυναίκα 57 Ἀλλ’ ὁ Πέτρος τὸν ἠρνήθη καὶ εἶπε· Γυναῖκα, δὲν τὸν ξεύρω.
οὐκ οἶδα αὐτόν. δὲν τὸν ξεύρω αὐτόν».
22,58 Καὶ μετὰ βραχὺ ἕτερος ἱδὼν 58 Καὶ ἔπειτα ἀπὸ ὀλίγον καὶ ἄλλος τὸν 58 Καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τὸν εἶδε κάποιος ἄλλος καὶ εἶπε· Καὶ σὺ
αὐτὸν ἔφη· καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ. Ὁ δὲ εἶδε καὶ εἶπε· «καὶ σὺ εἶσαι ἀπὸ αὐτούς». εἶσαι ἀπὸ αὐτούς. Ἀλλ’ ὁ Πέτρος εἶπεν· Ἄνθρωπε, δὲν εἶμαι ἀπὸ
Πέτρος εἶπεν· ἄνθρωπε, οὐκ εἰμί. Ὁ Πέτρος ὅμως εἶπε· «ἄνθρωπε, ὄχι δὲν αὐτούς.
εἶμαι ἀπὸ αὐτούς».
22,59 Καὶ διαστάσης ὡσεὶ ὥρας μιᾶς 59 Καὶ ἀφοῦ ἐπέρασε μία περίπου ὥρα, 59 Καὶ ἀφοῦ ἐπέρασε περίπου μία ὥρα, κάποιος μὲ ἐπιμονὴν
ἄλλος τις διισχυρίζετο λέγων· ἐπ' καὶ κάποιος ἄλλος ἰσχυρίζετο καὶ ἔλεγε· ἐβεβαίωνε καὶ ἔλεγεν· Ἀλήθεια καὶ αὐτὸς ἦτο μαζὶ μὲ τοῦτον, ποὺ
ἀληθείας καὶ οὗτος μετ' αὐτοῦ ἦν· «ἀλήθεια, καὶ τοῦτος ἐδῶ ἦτο μαζῆ μὲ δικάζεται μέσα, διότι καθὼς φαίνεται ἀπὸ τὴν προφοράν του εἶναι
καὶ γὰρ Γαλιλαῖός ἐστιν. αὐτόν, ποὺ δικάζεται μέσα. Διότι, ὅπως Γαλιλαῖος.
φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν προφοράν του,
εἶναι Γαλιλαῖος».
22,60 Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἄνθρωπε, 60 Ἀλλ' ὁ Πέτρος εἶπε· «ἄνθρωπε δὲν 60 Ἀλλ’ ὁ Πέτρος εἶπεν· Ἄνθρωπε, δὲν ξεύρω τί λέγεις. Καὶ ἀμέσως,
οὐκ οἶδα ὃ λέγεις. Καὶ παραχρῆμα, ξέρω τί λέγεις». Καὶ ἀμέσως, ἐνῶ αὐτὸς ἐνῷ ἀκόμη ὡμίλει ὁ Πέτρος καὶ ἔλεγε τὰ λόγια αὐτά, ἐλάλησεν ὁ
ἔτι λαλοῦντος αὐτοῦ, ἐφώνησε ἀκόμη ὠμιλοῦσε, ἐλάλησεν ὁ πετεινός. πετεινός.
ἀλέκτωρ.

232/255
22,61 Καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος 61 Καὶ τὴν στιγμὴν ἀκριβῶς ἐκείνην 61 Καὶ τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἔστρεψεν ὁ Κύριος καὶ παρετήρησεν
ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ, καὶ ἔστρεψεν ὁ Κύριος τὸ βλέμμα του καὶ ἐκφραστικὰ τὸν Πέτρον. Καὶ ἐνεθυμήθη ὁ Πέτρος τὸν λόγον τοῦ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ λόγου τοῦ ἐκύτταξε βαθύτατα τὸν Πέτρον. Καὶ Κυρίου, ὅπως τοῦ τὸν εἶπεν, ὅτι δηλαδὴ προτοῦ λαλήσῃ ὁ πετεινός,
Κυρίου, ὡς εἶπεν αὐτῷ ὅτι πρὶν ἐθυμήθηκε ὁ Πέτρος τὸν λόγον, ποὺ τοῦ θὰ μὲ ἀρνηθῇς τρεῖς φοράς.
ἀλέκτορα φωνῆσαι ἀπαρνήσῃ με εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι πρὶν λαλήσῃ ὁ
τρίς· πετεινός, θὰ μὲ ἀπαρνηθῇς τρεῖς φορές.
22,62 καὶ ἐξελθὼν ἔξω ὁ Πέτρος 62 Καὶ ἐξελθὼν τότε ὁ Πέτρος ἔξω ἀπὸ 62 Καὶ ἀφοῦ ἐβγῆκεν ὁ Πέτρος ἔξω ἀπὸ τὴν περιοχὴν τοῦ
ἔκλαυσε πικρῶς. τὴν αὐλὴν τοῦ σπιτιοὺ τοῦ ἀρχιερέως ἀρχιερατικοῦ μεγάρου, ἔκλαυσε πικρά.
ἔκλαψε πικρά.
22,63 Καὶ οἱ ἄνδρες οἱ συνέχοντες 63 Καὶ οἱ ἄνδρες, ποὺ ἐφρουρούσαν τὸν 63 Καὶ οἱ ἄνδρες ποὺ ἐκράτουν καὶ ἐφύλαττον καλὰ τὸν Ἰησοῦν, τὸν
τὸν Ἰησοῦν ἐνέπαιζον αὐτῷ Ἰησοῦν τὸν ἐνέπαιζαν καὶ τὸν ἔδερναν. ἐνέπαιζαν καὶ τὸν ἔδερναν.
δέροντες,
22,64 καὶ περικαλύψαντες αὐτὸν 64 Καὶ ἀφοῦ τοῦ ἐσκέπασαν ὁλόγυρα 64 Καὶ ἀφοῦ τοῦ ἐκάλυψαν τριγύρω τὴν κεφαλὴν διὰ νὰ μὴ βλέπῃ,
ἔτυπτον αὐτοῦ τὸ πρόσωπον καὶ τὴν κεφαλήν, διὰ νὰ μὴ βλέπῃ, τὸν τοῦ ἐκτύπων τὸ πρόσωπον καὶ τὸν ἠρώτων λέγοντες· Προφήτευσε,
ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἐκτυποῦσαν εἰς τὸ πρόσωπον καὶ τὸν ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ σὲ ἐκτύπησε.
προφήτευσον τίς ἐστιν ὁ παίσας σε; ἐρωτοῦσαν, λέγοντες· «εἶπες ὅτι εἶσαι
προφήτης· λοιπὸν προφήτευσε, ποιὸς
εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σὲ ἐκτύπησε;»
22,65 Καὶ ἕτερα πολλὰ 65 Καὶ ἄλλας πολλὰς ὕβρεις καὶ 65 Καὶ τοῦ ἔλεγαν πολλὰς ἄλλας ὕβρεις, μὲ τὰς ὁποίας
βλασφημοῦντες ἔλεγον εἰς αὐτόν. χυδαιολογίας τοῦ ἔλεγαν, ἐβλασφήμουν.
βλασφημοῦντες αὐτόν.
22,66 Καὶ ὡς ἐγένετο ἡμέρα, 66 Καὶ ἀμέσως μόλις ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος 66 Καὶ ὅταν ἐξημέρωσεν, ἐμαζεύθησαν οἱ προεστοὶ τοῦ λαοῦ,
συνήχθη τὸ πρεσβυτέριον τοῦ λαοῦ, καὶ ἔγινε ἡμέρα, ἐμαζεύθηκαν οἱ δηλαδὴ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς, καὶ ἀνέβασαν αὐτὸν
ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, καὶ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου των λέγοντες· Εἰπέ μας, ἐὰν εἶσαι σὺ ὁ
ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ συνέδριον οἱ γραμματεῖς καὶ ἀνέβασαν αὐτὸν Χριστός.
ἑαυτῶν λέγοντες· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, ἐμπρὸς εἰς τὸ συνέδριόν των, λέγοντες·
εἰπὲ ἡμῖν. «ἐὰν εἶσαι σὺ ὁ Χριστός, πές μας».

233/255
22,67 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐὰν ὑμῖν εἴπω, 67 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· «ἐὰν σᾶς πῶ τί 67 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· Ἐὰν σᾶς εἴπω τί εἶμαι, δὲν θὰ τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


οὐ μὴ πιστεύσητε, εἶμαι, δὲν θὰ πιστεύσετε. πιστεύσετε.
22,68 ἐὰν δὲ καὶ ἐρωτήσω, οὐ μὴ 68 Ἐὰν δὲ καὶ σᾶς ἐρωτήσω, δὲν θὰ μοῦ 68 Ἐὰν δὲ καὶ προβάλω εἰς σᾶς ἐρωτήσεις καὶ ἐπιχειρήματα
ἀποκριθῆτέ μοι ἢ ἀπολύσητε· ἀπαντήσετε οὔτε καὶ θὰ μὲ ἀφήσετε πειστικά, δὲν θὰ μοῦ δώσετε ἀπάντησιν εἰς αὐτά, οὔτε θὰ μὲ
ἐλεύθερον. ἀφήσετε ἐλεύθερον.
69 ἀπὸ τοῦ νῦν ἔσται ὁ υἱὸς τοῦ 69 Ἀλλὰ ἀπὸ τώρα ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου 69 Τόσον μόνον σᾶς λέγω, ὅτι ἀπὸ τώρα ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ
ἀνθρώπου καθήμενος ἐκ δεξιῶν θὰ κάθεται αἰωνίως εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Μεσσίας, θὰ κάθεται διαρκῶς εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ.
τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. παντοδυνάμου Θεοῦ».
22,70 Εἶπον δὲ πάντες· σὺ οὖν εἶ ὁ 70 Εἶπον δὲ ὅλοι· «σύ, λοιπόν, εἶσαι ὁ 70 Εἶπον δὲ τότε ὅλοι· Σὺ λοιπὸν εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ; Ὁ δὲ Ἰησοῦς
υἱὸς τοῦ Θεοῦ; Ὁ δὲ πρὸς αὐτοὺς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ;». Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπήντησε εἶπε πρὸς αὐτούς· Τὸ λέγετε καὶ σεῖς, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
ἔφη· ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐγὼ εἶμι. εἰς αὐτούς· «τὸ λέγετε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι,
ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ».
22,71 Οἱ δὲ εἶπον· τί ἔτι χρείαν 71 Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· «τί μᾶς χρειάζεται 71 Αὐτοὶ δὲ εἶπον· Τί μᾶς χρειάζεται πλέον ἄλλη μαρτυρία; Εἶναι
ἔχομεν μαρτυρίας; Αὐτοὶ γὰρ πλέον μαρτυρία; Διότι ὅλοι ἠκούσαμε περιττή. Διότι ὅλοι ἠκούσαμεν ἀπὸ τὸ στόμα του νὰ λέγῃ, ὅτι αὐτὸς
ἠκούσαμεν ἀπὸ τοῦ στόματος ἀπὸ τὸ στόμα του, νὰ λέγῃ ὅτι εἶναι ὁ εἶναι ὁ Μεσσίας καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
αὐτοῦ. Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι βλασφημία,
ποὺ τιμωρεῖται μὲ θάνατον». (Καὶ ἔτσι ἡ
ἀλήθεια ποὺ τοὺς εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι εἶναι
ὁ Μεσσίας, καὶ τὴν ὁποίαν μὲ τὴν ἁγίαν
διδασκαλίαν του, μὲ τὰ πρωτοφανῆ
ἀναρίθμητα θαύματά του καὶ μὲ τὴν
῾Αγιωτάτην ζωὴν του εἶχε ἀποδείξει,
ἐχρησιμοποιήθη ἀπὸ τοὺς παρανόμους
ἐκείνους δικαστὰς ὡς αἰτία τῆς
καταδίκης του).

234/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 23Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
23,1 Καὶ ἀναστὰν ἅπαν τὸ πλῆθος Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθηκε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθη ὅλον τὸ πλῆθος τῶν πρεσβυτέρων καὶ
αὐτῶν ἤγαγον αὐτὸν ἐπὶ τὸν συνέδρων, ἔφεραν τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν ἀρχιερέων καὶ γραμματέων, ποὺ ἀπετέλουν τὸ συνέδριον, ἔφεραν
Πιλᾶτον. Πιλᾶτον. τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν Πιλᾶτον.
23,2 Ἤρξαντο δὲ κατηγορεῖν αὐτοῦ 2 Ἤρχισαν δὲ νὰ τὸν κατηγοροῦν καὶ νὰ 2 Ἤρχισαν δὲ νὰ τὸν κατηγοροῦν καὶ νὰ λέγουν· Αὐτὸν τὸν ηὕραμε
λέγοντες· τοῦτον εὕρομεν λέγουν· «αὐτὸν τὸν εὑρήκαμεν νὰ νὰ διαστρέφῃ καὶ νὰ παρακινῇ εἰς ἐπανάστασιν τὸ ἔθνος καὶ νὰ
διαστρέφοντα τὸ ἔθνος καὶ παρακινῇ τὸ ἔθνος εἰς ἐπανάστασιν καὶ ἐμποδίζῃ νὰ δίδωμεν φόρους εἰς τὸν Καίσαρα. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ
κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, νὰ ἐμποδίζῃ τὴν πληρωμὴν τῶν φόρων ἔκαμε, διότι λέγει διὰ τὸν ἑαυτόν του, ὅτι εἶναι ὁ Χριστός, δηλαδὴ
λέγοντα ἑαυτὸν Χριστὸν βασιλέα εἰς τὸν Καίσαρα καὶ νὰ λέγῃ διὰ τὸν εἶναι βασιλεύς.
εἶναι. εὐατόν του, ὅτι εἶναι ὁ Χριστός, ὁ
βασιλεύς».
23,3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐπηρώτησεν 3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος τὸν ἠρώτησε, λέγων· «σύ, 3 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἠρώτησε τὸν Ἰησοῦν καὶ τοῦ εἶπε· Σὺ ὁ ἀβοήθητος
αὐτὸν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ὁ δεμένος ὑπόδικος, εἶσαι βασιλεὺς τῶν καὶ ἐγκαταλελειμμένος εἶσαι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; Ὁ δὲ Ἰησοῦς
Ἰουδαίων; Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ Ἰουδαίων;» Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοῦ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Τὸ λέγεις καὶ σὺ ὅτι εἶμαι ὁ βασιλεὺς τῶν
ἔφη· σὺ λέγεις. τοῦ εἶπε· «ὅπως καὶ σὺ τὸ λέγεις εἶμαι Ἰουδαίων. Ἡ βασιλεία μου ὅμως δὲν εἶναι, ὅπως τὴν ἐννοεῖς σὺ καὶ
βασιλεύς, ὄχι ὅμως ὅπως οἱ κοσμικοὶ οἱ κατήγοροί μου.
βασιλεῖς».
23,4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς 4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς 4 Ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ· Δὲν
ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ὄχλους ὅτι οὐδὲν καὶ τοὺς ὄχλους, ὅτι »δὲν εὑρίσκω εὑρίσκω τίποτε τὸ ἔνοχον καὶ ἀξιοκατάκριτον εἰς τὸν ἄνθρωπον
εὑρίσκω αἴτιον ἐν τῷ ἀνθρώπῳ καμμίαν ἐνόχην εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν.
τούτῳ. αὐτόν».
23,5 Οἱ δὲ ἐπίσχυον λέγοντες ὅτι 5 Ἀλλὰ αὐτοὶ μὲ περισσότερον πεῖσμα 5 Ἀλλ’ αὐτοὶ μὲ δύναμιν καὶ ἐπιμονὴν μεγαλυτέραν κατηγόρουν
ἀνασείει τὸν λαὸν διδάσκων καθ' καὶ φανατισμὸν ἐπέμεναν, λέγοντες ὅτι τὸν Ἰησοῦν καὶ ἔλεγαν, ὅτι ἀναστατώνει τὸν λαόν, καὶ διδάσκει τὸ

235/255
ὅλης τῆς Ἰουδαίας, ἀρξάμενος ἀπὸ ἀναταράσσει τὸν λαὸν μὲ τὸ νὰ διδάσκῃ ἐπαναστατικόν του κήρυγμα εἰς ὅλην τὴν Ἰουδαίαν, διότι τὸ ἤρχισεν
τῆς Γαλιλαίας ἕως ὧδε. τὰ ἐπαναστατικά του κηρύγματα, ποὺ ἀπὸ τὴν Γαλιλαῖαν καὶ τὸ μετέφερεν ἕως ἐδῶ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἔκαμε ἀρχὴν ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν καὶ τὰ
ἔφερε ἕως ἐδῶ.
23,6 Πιλᾶτος δὲ ἀκούσας Γαλιλαίαν 6 Ὁ δὲ Πιλᾶτος, ὅταν ἤκουσε τὴν λέξιν 6 Ὁ Πιλᾶτος δέ, ὅταν ἤκουσε τὴν λέξιν Γαλιλαίαν, ἠρώτησεν ἐὰν ὁ
ἐπηρώτησεν εἰ ὃ ἄνθρωπος Γαλιλαία, ἠρώτησε, ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἄνθρωπος εἶναι Γαλιλαῖος.
Γαλιλαῖός ἐστι, αὐτὸς εἶναι ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν.
23,7 καὶ ἐπιγνοὺς ὅτι ἐκ τῆς 7 Καὶ ὅταν ἐξηκρίβωσε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι 7 Καὶ ὅταν ἐπληροφορήθη ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν τῆς
ἐξουσίας Ἡρῴδου ἐστίν, ἀνέπεμψεν ἀπὸ τὴν περιοχὴν τῆς δικαιοδοσίας τοῦ ἐξουσίας καὶ δικαιοδοσίας τοῦ Ἡρῴδου, τὸν παρέπεμψεν εἰς τὸν
αὐτὸν πρὸς Ἡρῴδην, ὄντα καὶ Ἡρῴδου, τὸν παρέπεμψεν εἰς τὸν Ἡρῴδην, ποὺ ἦτο καὶ αὐτὸς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα κατὰ τὰς ἡμέρας
αὐτὸν ἐν Ἱερουσαλύμοις ἐν ταύταις Ἡρῴδην, ὁ ὁποῖος κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτὰς τοῦ Πάσχα.
ταῖς ἡμέραις. αὐτὰς τοῦ Πάσχα εὑρίσκετο καὶ αὐτὸς
εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.(Καὶ τοῦτο, διὰ νὰ
ἀπαλλαγῇ αὐτὸς ἀπὸ τὴν ἐνοχλητικὴν
ἐκείνην δίκην).
23,8 Ὁ δὲ Ἡρῴδης ἱδὼν τὸν Ἰησοῦν 8 Ὁ δὲ Ἡρῴδης, ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦ 8 Ὁ δὲ Ἡρῴδης, ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦν, ἐχάρη πολύ· διότι ἐπεθύμει
ἐχάρη λίαν· ἦν γὰρ ἐξ ἱκανοῦ ἐχάρηκε πολύ, διότι ἀπὸ πολὺν καιρὸν ἀπὸ πολὺν καιρὸν νὰ τὸν ἴδῃ, ἐπειδὴ ἤκουε πολλὰ δι’ αὐτὸν καὶ
θέλων ἰδεῖν αὐτὸν διὰ τὸ ἀκούειν ἤθελε νὰ τὸν ἴδῃ, ἐπειδὴ πολλὰ συνεχῶς ἤλπιζε τώρα νὰ ἴδῃ κάποιο θαῦμα νὰ γίνεται ὑπ’ αὐτοῦ.
αὐτὸν πολλὰ περὶ αὐτοῦ, καὶ ἤκουε δι' αὐτὸν καὶ ἤλπιζε, πρὸς
ἤλπιζέ τι σημεῖον ἰδεῖν ὑπ' αὐτοῦ ἰκανοποίησιν τῆς περιεργείας του, νὰ ἴδῃ
γινόμενον. κάποιο θαῦμα νὰ γίνεται ἀπὸ τὸν
Ἰησοῦν.
23,9 Ἐπηρώτα δὲ αὐτὸν ἐν λόγοις 9 Τὸν ἐρωτοῦσε δὲ ὁ Ἡρῴδης διὰ πολλὰ 9 Τὸν ἠρώτα δὲ ὁ Ἡρῴδης καὶ τοῦ προέβαλλε ζητήματα καὶ
ἱκανοῖς· αὐτὸς δὲ οὐδὲν ἀπεκρίνατο καὶ μὲ πολλὰς ἐρωτήσεις. Ὁ Ἰησοῦς ἐρωτήσεις πολλάς. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως οὐδεμίαν ἀπόκρισιν ἔδωκεν εἰς
αὐτῷ. ὅμως δὲν τοῦ ἔδωκε καμμίαν ἀπάντησιν. αὐτόν.
23,10 Εἰστήκεισαν δὲ οἱ γραμματεῖς 10 Ἐκεῖ δὲ κοντὰ ἐστέκοντο οἱ 10 Ἔστεκαν δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ μὲ ἐπιμονὴν καὶ
καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐντόνως γραμματεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ τὸν ζωηρότητα κατηγόρουν τὸν Ἰησοῦν.

236/255
κατηγοροῦντες αὐτοῦ. κατηγοροῦσαν μὲ ζωηρὸν τόνον καὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐπιμονήν.
23,11 Ἐξουθενήσας δὲ αὐτὸν ὁ 11 Ὁ Ἡρῴδης ὅμως, ἀφοῦ τὸν 11 Ἀφοῦ δὲ τὸν ἐξηυτέλισεν ὁ Ἡρῴδης μαζὶ μὲ τὸ στράτευμά του καὶ
Ἡρῴδης σὺν τοῖς στρατεύμασιν ἐξηυτέλισε μαζῆ μὲ τὰ στρατεύματά του ἀφοῦ τὸν ἐνέπαιξε, τὸν ἐνέδυσε πρὸς μεγαλύτερον ἐμπαιγμόν
αὐτοῦ καὶ ἐμπαίξας, περιβαλών καὶ τὸν ἐνέπαιξε, τοῦ ἐφόρεσε, διὰ νὰ λαμπρὰν ἡγεμονικὴν στολὴν καὶ τὸν ἔστειλε πάλιν εἰς τὸν Πιλᾶτον.
αὐτὸν ἐσθῆτα λαμπρὰν ἀνέπεμψεν τὸν εἰρωνευθῇ καὶ τὸν γελοιοποιήσῃ,
αὐτὸν τῷ Πιλάτῳ. μίαν λαμπρὰν στολήν, καὶ τὸν
παρέπεμψε πάλιν εἰς τὸν Πιλᾶτον.
23,12 Ἐγένετο δὲ φίλοι ὅ τε Ἡρῴδης 12 Ἔγιναν δὲ ἐξ ἀφορμῆς τοῦ γεγονότος 12 Μὲ τὴν κολακευτικὴν δὲ ταύτην φιλοφροσύνην, ποὺ ἔκαμεν ὁ
καὶ ὁ Πιλᾶτος ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ αὐτοῦ φίλοι μεταξύ των ὁ Ἡρῴδης καὶ ὁ Πιλᾶτος ἀποστείλας εἰς τὸν Ἡρῴδην τὸν Ἰησοῦν, συνεφιλιώθησαν
μετ' ἀλλήλων· προϋπῆρχον γὰρ ἐν Πιλᾶτος κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτήν. Διότι κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν μεταξύ των καὶ οἱ δύο, καὶ ὁ Πιλᾶτος δηλαδὴ
ἔχθρᾳ ὄντες πρὸς ἑαυτούς. προηγουμένος εὑρίσκοντο εἰς ἔχθραν καὶ ὁ Ἡρῴδης, διότι προτήτερα εἶχαν ἔχθραν μεταξύ των.
μεταξύ των. (Ἴσως ἓξ αἰτίας ζητημάτων
δικαιοδοσίας).
23,13 Πιλᾶτος δὲ συγκαλεσάμενος 13 Ὁ Πιλᾶτος δέ, ἀφοῦ ἐκάλεσε μαζῆ 13 Ὁ Πιλᾶτος δὲ ἀφοῦ συνεκάλεσε τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς
τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας καὶ ἄρχοντας καὶ τὸν λαόν,
καὶ τὸν λαὸν τὸν λαόν,
23,14 εἶπε πρὸς αὐτούς· 14 εἶπε πρὸς αὐτούς· «μοῦ ἐφέρατε τὸν 14 εἶπε πρὸς αὐτούς· Μοῦ ἔφερατε τὸν ἄνθρωπον αὐτὸν καὶ τὸν
προσηνέγκατέ μοι τὸν ἄνθρωπον ἄνθρωπος αὐτὸν νὰ τὸν δικάσω, διότι ἐκατηγορήσατε, ὅτι ἀποτρέπει καὶ ἀπομακρήνει τὸν λαὸν ἀπὸ τὴν
τοῦτον ὡς ἀποστρέφοντα τὸν λαόν, τάχα ἐξεγείρει τὸν λαὸν ἐναντίον τοῦ ὑπακοὴν καὶ νομιμοφροσύνην πρὸς τὸν Καίσαρα. Καὶ ἰδοὺ ἐγώ,
καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἐνώπιον ὑμῶν Καίσαρος καὶ τῶν νόμων τοῦ κράτους. ἀφοῦ τὸν ἀνέκρινα ἐμπρός σας, δὲν ηὗρα εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτὸν
ἀνακρίνας οὐδὲν εὗρον ἐν τῷ Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ τὸν ἀνέκρινα ἐνώπιόν σας τίποτε τὸ ἔνοχον καὶ ἀξιοκατάκριτον ἀπὸ ὅλα αὐτά, ποὺ τὸν
ἀνθρώπῳ τούτῳ αἴτιον ὧν καὶ δὲν εὑρῆκα εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτὸς κατηγορεῖτε.
κατηγορεῖτε κατ' αὐτοῦ. καμμιὰν παράβασιν καὶ ἐνοχήν, εἰς ὅσα
σεῖς τὸν κατηγορεῖτε.
23,15 Ἀλλ' οὐδὲ Ἡρῴδης· ἀνέπεμψα 15 Ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ Ἡρῴδης δὲν τὸν 15 Ἀλλ’ οὔτε ὁ Ἡρῴδης εὗρεν ἐνοχήν. Καὶ ἡ ἀνάκρισις αὐτὴ τοῦ

237/255
γὰρ ὑμᾶς πρὸς αὐτόν· καὶ ἰδοὺ εὑρῆκε ἔνοχον· διότι ἐγὼ ἔστειλα καὶ σᾶς Ἡρῴδου ἦτο σοβαρά, διότι ἔστειλα πρὸς αὐτὸν καὶ σᾶς διὰ νὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


οὐδὲν ἄξιον θανάτου ἐστὶ μαζῆ μὲ τὸν ἄνθρωπον αὐτὸν πρὸς τὸν διατυπώσετε μόνοι σας τὰς κατηγορίας εἰς τὸν Ἡρῴδην. Καὶ ἰδοὺ
πεπραγμένον αὐτῷ. Ἡρῴδην καὶ ἰδού, ὅτι τίποτε τὸ ἄξιον ἀπεδείχθη, ὅτι δὲν ἔχει διαπραχθῇ ἀπὸ αὐτὸν κανὲν ἔγκλημα ἄξιον
θανάτου δὲν ἔχει διαπραχθῇ ἀπὸ αὐτόν. τῆς ποινῆς τοῦ θανάτου.

23,16 Παιδεύσας οὖν αὐτὸν 16 Λοιπόν, ἀφοῦ τὸν βασανίσω καὶ 16 Λοιπόν, ἀφοῦ τοῦ ἐπιβάλω κάποιαν σωφρονιστικὴν ποινὴν καὶ
ἀπολύσω. διατάξω νὰ τὸν φραγγελώσουν θὰ τὸν τὸν μαστιγώσω, θὰ τὸν ἀπολύσω.
ἀπολύσω».
23,17 Ἀνάγκην δὲ εἶχεν ἀπολύειν 17 Εἶχε δὲ ὑποχρέωσιν ὁ Πιλᾶτος, ἀπὸ 17 Ὑπεχρεοῦτο δὲ ὁ Πιλᾶτος ἀπὸ ἔθιμον κάθε ἑορτὴν τοῦ Πάσχα νὰ
αὐτοῖς κατὰ ἑορτὴν ἕνα κάποιο ἔθιμον, νὰ ἀπελευθερώνῃ χάριν ἀφίνῃ ἐλεύθερον πρὸς χάριν αὐτῶν ἕνα φυλακισμένον.
τοῦ λαοῦ κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα
ἕνα κρατούμενον.
23,18 Ἀνέκραξαν δὲ παμπληθεὶ 18 Ἐφώναξαν δὲ δυνατὰ ὅλον τὸ πλῆθος 18 Ἐφώναξε δὲ ὅλον μαζὶ τὸ πλῆθος καὶ εἶπαν· Σήκωσε αὐτὸν ἀπὸ
λέγοντες· αἶρε τοῦτον, ἀπόλυσον δὲ μαζῆ, ἄρχοντες καὶ λαός, λέγοντες· τὸ μέσον· θανάτωσέ τον, ἄφησέ μας δὲ ἐλεύθερον τὸν Βαραββάν,
ἡμῖν Βαραββᾶν· «φόνευσε αὐτόν, νὰ μᾶς ἀφήσῃς
ἐλεύθερον τὸν Βαραββᾶν».
23,19 ὅστις ἦν διὰ στάσιν τινὰ 19 Ὁ ὁποῖος Βαραββᾶς εἶχε ριφθῇ εἰς τὴν 19 ὁ ὁποῖος εἶχε ριφθῇ εἰς τὴν φυλακὴν διὰ κάποιαν στάσιν, ποὺ
γενομένην ἐν τῇ πόλει καὶ φόνον φυλακὴν διὰ κάποιαν στάσιν, ποὺ ἔγινε ἔγινεν εἰς τὴν πόλιν τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ διὰ κάποιον φόνον.
βεβελημένος εἰς τὴν φυλακήν. εἰς τὴν πόλιν καὶ διὰ φόνον.
23,20 Πάλιν οὖν ὁ Πιλᾶτος 20 Πάλιν λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος ὡμίλησε 20 Πάλιν λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος ἐφώναξε καὶ ὡμίλησε πρὸς τὸν λαόν,
προσεφώνησε, θέλων ἀπολῦσαι τὸν πρὸς τὸν λαόν, διότι ἤθελε νὰ ἀπολύσῃ ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἀφήσῃ ἐλεύθερον τὸν Ἰησοῦν.
Ἰησοῦν. τὸν Ἰησοῦν.
23,21 Οἱ δὲ ἐπεφώνουν λέγοντες· 21 Αὐτοὶ ὅμως εἰς ἀπάντησιν ἐφώναζαν 21 Αὐτοὶ ὅμως ἐφώναζαν δυνατὰ καὶ ἔλεγον· Σταύρωσον,
σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. δυνατὰ λέγοντες· «σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν.
σταύρωσον αὐτόν».

238/255
23,22 Ὁ δὲ τρίτον εἶπε πρὸς αὐτούς· 22 Ὁ δὲ Πιλᾶτος διὰ τρίτην φορὰν εἶπεν 22 Ὁ δὲ Πιλᾶτος διὰ τρίτην φορὰν τοὺς εἶπε· θὰ τὸν ἀφήσω
τί γὰρ κακὸν ἐποίησεν οὗτος; εἰς αὐτούς· «διατὶ νὰ τὸν σταυρώσω; ἐλεύθερον καὶ δὲν θὰ τὸν σταυρώσω. Διότι τί κακὸν ἔκαμεν αὐτός;

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


Οὐδὲν ἄξιον θανάτου εὗρον ἐν Ποῖον κακόν, ἄξιον σταυρικοῦ θανάτου, Δὲν εὗρον εἰς αὐτὸν τίποτε τὸ ἄξιον τῆς ποινῆς τοῦ θανάτου. Θὰ τὸν
αὐτῷ· παιδεύσας οὖν αὐτὸν ἔπραξε αὐτός; Τίποτε τὸ ἄξιον θανάτου μαστιγώσω λοιπὸν καὶ θὰ τὸν ἀφήσω ἐλεύθερον.
ἀπολύσω. δὲν εὑρῆκα εἰς αὐτόν. Θὰ τὸν
μαστιγώσω λοιπὸν καὶ θὰ τὸν
ἀπολύσω». (Ἂν ἦτο ἀθῶος διατὶ νὰ τὸν
μαστιγώση; Ἂν ἦτο ἔνοχος διατὶ νὰ τὸν
ἀπολύσῃ; Ὁ Πιλᾶτος ἄδικος καθὼς ἦτο
δὲν εἶχε τὸ θάρρος νὰ ἀποδώσῃ
δικαιοσύνην καὶ ἀπολύσῃ τὸν Κύριον).
23,23 Οἱ δὲ ἐπέκειντο φωναῖς 23 Αὐτοὶ δὲ μαινόμενοι ἐπέμεναν μὲ 23 Αὐτοὶ ὅμως ἐπέμενον μὲ μεγάλας φωνὰς καὶ ἐζήτουν νὰ
μεγάλαις αἰτούμενοι αὐτὸν μεγάλας φωνὰς καὶ ἐζητοῦσαν νὰ σταυρωθῇ οὗτος. Καὶ ὑπερίσχυον αἱ φωναὶ αὐτῶν καὶ τῶν
σταυρωθῆναι, καὶ κατίσχυον αἱ σταυρωθῇ. Καὶ αἱ φωναὶ αὐτῶν καὶ τῶν ἀρχιερέων, ὥστε νὰ μὴ ἀκούεται ἡ φωνὴ τοῦ Πιλάτου.
φωναὶ αὐτῶν καὶ τῶν ἀρχιερέων. ἀρχιερέων ὑπερίσχυαν καὶ ἐσκέπαζαν
τὰ λόγια τοῦ Πιλάτου.
23,24 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐπέκρινε 24 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἀπεφάσισε ὁριστικῶς 24 Ὡς ἐκ τούτου δὲ ὁ Πιλᾶτος ἔβγαλε τὴν ὁριστικὴν ἀπόφασιν νὰ
γενέσθαι τὸ αἴτημα αὐτῶν, νὰ γίνῃ τὸ αἴτημά των. γίνῃ αὐτό, ποὺ ἐζήτουν.
23,25 ἀπέλυσε δὲ αὐτοῖς τὸν 25 Ἀφῆκε δὲ πρὸς χάριν αὐτῶν 25 Τοὺς ἀφῆκε δὲ ἐλεύθερον τὸν Βαραββᾶν, ὁ ὀποῖος εἶχε ριφθῇ εἰς
Βαραββᾶν τὸν διὰ στάσιν καὶ ἐλεύθερον τὸν Βαραββᾶν, ὁ ὁποῖος ἦτο τὴν φυλακὴν διὰ στάσιν καὶ φόνον, καὶ τοῦ ὁποίου τὴν ἀπόλυσιν
φόνον βεβλημένον εἰς τὴν φυλακισμένος διὰ στάσιν καὶ φόνον καὶ ἐζήτουν οἱ Ἰουδαῖοι, τὸν δὲ Ἰησοῦν παρέδωκε νὰ τὸν κάνουν ὅ,τι
φυλακήν, ὃν ᾐτοῦντο, τὸν δὲ τοῦ ὁποίου τὴν ἀπόλυσιν ἐζητοῦσαν αὐτοὶ ἤθελαν, δηλαδὴ νὰ τὸν σταυρώσουν.
Ἰησοῦν παρέδωκε τῷ θελήματι ἐκεῖνοι, τὸν δὲ Ἰησοῦν παρέδωκε,
αὐτῶν. σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά των, νὰ
σταυρωθῇ.
23,26 Καὶ ὡς ἀπήγαγον αὐτόν, 26 Καὶ ὅταν τὸν ἐπήγαιναν πρὸς τὸν 26 Καὶ ὅταν τὸν ἐπήγαιναν εἰς τὸν τόπον τῆς σταυρώσεως, ἐπειδὴ ὁ
ἐπιλαβόμενοι Σίμωνός τινος Γολγοθάν, ἔπιασαν κάποιον Σίμωνα Ἰησοῦς εἶχεν ἑξαντληθῇ καὶ δὲν ἄντεχε πλέον νὰ βαστάζῃ τὸν

239/255
Κυρηναίου, ἐρχομένου ἀπ' ἀγροῦ, Κυρηναῖον, ποὺ ἤρχετο ἀπὸ τὸ χωράφι, σταυρόν του, ἔπιασαν κάποιον Σίμωνα Κυρηναῖον, ποὺ ἤρχετο ἀπὸ
ἐπέθηκαν αὐτῷ τὸν σταυρὸν φέρειν τοῦ ἐφόρτωσαν τὸν σταυρὸν νὰ τὸν τὸ χωράφι, καὶ ἔβαλαν ἐπὶ τῶν ὤμων του τὸν σταυρόν, διὰ νὰ τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ὀπίσω τοῦ Ἰησοῦ. φέρῃ πίσῳ ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, ὁ ὅποῖος εἶχε φέρῃ ὀπίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν
πλέον σωματικῶς ἐξαντληθῆ.
23,27 Ἠκολούθει δὲ αὐτῷ πολὺ 27 Τὸν ἀκολουθοῦσε δὲ πολὺ πλῆθος 27 Τὸν ἠκολούθει δὲ πολὺ πλῆθος λαοῦ καὶ γυναικῶν, αἱ ὁποῖαι
πλῆθος τοῦ λαοῦ καὶ γυναικῶν, αἳ λαοῦ καὶ γυναικῶν, αἱ ὁποῖαι ἐστηθοκοποῦντο καὶ τὸν ἔκλαιον.
καὶ ἐκόπτοντο καὶ ἐθρήνουν αὐτόν. ἐκτυποῦσαν τὸ στῆθος καὶ τὴν κεφαλήν 28 Ἀφοῦ δὲ ἔστρεψε πρὸς αὐτὰς ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Γυναῖκες, κάτοικοι
των καὶ ἐθρηνοῦσαν δι' αὐτόν. τῆς Ἱερουσαλήμ, μὴ κλαίετε δι’ ἐμέ, ἀλλὰ κλαίετε τοὺς ἑαυτούς σας
καὶ τὰ παιδιά σας.
23,28 Στραφεὶς δὲ πρὸς αὐτὰς ὁ 28 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφοῦ ἐγύρισε πρὸς αὐτὰς 28 Ἀφοῦ δὲ ἔστρεψε πρὸς αὐτὰς ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Γυναῖκες, κάτοικοι
Ἰησοῦς εἶπε· θυγατέρες εἶπε· «θυγατέρες Ἱερουσαλήμ, μὴ τῆς Ἱερουσαλήμ, μὴ κλαίετε δι’ ἐμέ, ἀλλὰ κλαίετε τοὺς ἑαυτούς σας
Ἱερουσαλήμ, μὴ κλαίετε ἐπ' ἐμέ, κλαίετε δι' ἐμέ, ἀλλὰ κλαίετε διὰ τὸν καὶ τὰ παιδιά σας.
πλὴν ἐφ' ἑαυτὰς κλαίετε καὶ ἐπὶ τὰ εὐατόν σας καὶ τὰ τέκνα σας.
τέκνα ὑμῶν.
23,29 Ὅτι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέραι ἐν 29 Διότι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέραι, κατὰ τὰς 29 Διότι ἰδού, ἔρχονται ἡμέραι, κατὰ τὰς ὁποίας θὰ εἶπουν·
αἷς ἐροῦσι· μακάριαι αἱ στεῖραι καὶ ὁποίας θὰ εἴπουν· καλότυχες εἶναι οἱ Καλότυχες εἶναι αἱ στεῖραι γυναῖκες καὶ κοιλίαι, ποὺ δὲν
κοιλίαι αἳ οὐκ ἐγέννησαν, καὶ στεῖρες γυναῖκες καὶ αἱ κοιλίαι ποὺ δὲν ἐγέννησαν, καὶ μαστοὶ ποὺ δὲν ἐθήλασαν μικρά. Διότι ἐκεῖναι, ποὺ
μαστοὶ οἳ οὐκ ἐθήλασαν. ἐγέννησαν καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ δὲν θὰ ἔχουν παιδιά, θὰ θλίβονται πολύ, ἐπειδὴ θὰ αἰσθάνωνται τὴν
ἐθήλασαν βρέφη. Διότι αὐταὶ ποὺ ἔχουν δυστυχίαν καὶ τὰ δεινὰ τῶν παιδιῶν τους.
παιδιὰ θὰ αἰσθανθοῦν δριμύτερον τὸν
πόνον διὰ τὰ δεινὰ ποὺ θὰ ἔλθουν εἰς
αὐτὰς καὶ εἰς τὰ παιδιά των.
23,30 Τότε ἄρξονται λέγειν τοῖς 30 Τότε θ'αρχίσουν νὰ λέγουν εἰς τὰ ὅρη· 30 Τότε κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, ἐπειδὴ δὲν θὰ ἡμποροῦν νὰ
ὅρεσι, πέσετε ἐφ' ἡμᾶς, καὶ τοῖς πέσατε ἐπάνω μας· καὶ εἰς τὰ βουνά· ὑποφέρουν τὰ δεινά, θὰ ἀρχίσουν νὰ λέγουν εἰς τὰ ὅρη· πέσατε
βουνοῖς, καλύψατε ἡμᾶς· σκεπάσατέ μας μὲ τὸ βάρος σας, διὰ νὰ ἐπάνω μας· Καὶ εἰς τὰ βουνὰ θὰ λέγουν· σκεπάσατέ μας, νὰ
ἀποθάνωμεν μίαν ὥραν ἐνωρίτερα καὶ ἀποθάνωμεν διὰ μιᾶς καὶ νὰ γλυτώσωμεν ἀπὸ τὰ ἀνυπόφορα
μὴ βασανιζώμεθα ἀπὸ τὰ ἀνυπόφορα βάσανα.

240/255
πλέον δεινά.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


23,31 ὅτι εἰ ἐν τῷ ὑγρῷ ξύλῳ ταῦτα 31 Διότι ἐὰν εἰς τὸ χλωρὸν δένδρον 31 Καὶ θὰ εἶναι πράγματι ἀνυπόφορα τὰ βάσανα, διότι ἐὰν εἰς ἐμέ,
ποιοῦσιν, ἐν τῷ ξηρῷ τί γένηται; κάνουν αὐτὰ οἱ Ρωμαῖοι, εἰς τὸ ξηρὸν τί ποὺ εἶμαι ἀθῷος καὶ ὁμοιάζω πρὸς χλωρὸν δένδρον, ἐπειδὴ ἔχω
θὰ συμβῇ; (Ἐὰν εἰς ἐμὲ τὸν ἀθῶον, ποὺ θείαν ζωήν, κάνουν αὐτὰ οἱ Ρωμαῖοι, εἰς σᾶς, ποὺ εἶσθε δένδρον
ἔχω θείαν καὶ ἀκατάλυτον ζωήν, ξηρὸν καὶ νεκρὸν ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας, τί θὰ συμβῇ;
γίνωνται αὐτά, τί μέλλει νὰ γίνῃ εἰς σᾶς,
ποὺ εἶσθε τόσον βαρειὰ ἔνοχοι διὰ τὰ
πολλὰ καὶ μεγάλα ἁμαρτήματά σας;)»
23,32 Ἤγοντο δὲ καὶ ἕτεροι δύο 32 Ὡδηγοῦντο δὲ εἰς τὸν τόπον τῆς 32 Ὠδηγοῦντο δὲ εἰς τὸν τόπον τῆς ἐκτελέσεως ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν
κακοῦργοι σὺν αὐτῷ ἀναιρεθῆναι. σταυρώσεως καὶ ἄλλοι δύο, οἱ ὁποῖοι καὶ ἄλλοι δύο κακοῦργοι, διὰ νὰ θανατωθοῦν μαζί του.
ἦσαν κακοῦργοι, διὰ νὰ θανατωθοῦν
μαζῆ μὲ αὐτόν.
23,33 Καὶ ὅτε ἀπῆλθον ἐπὶ τὸν 33 Καὶ ὅταν ἔφθασαν εἰς τόπον, ποὺ 33 Καὶ ὅταν ἔφθασαν εἰς τὸν τόπον, ποὺ λόγω τοῦ ἐξωτερικοῦ
τόπον τὸν καλούμενον Κρανίον, ἐλέγετο Κρανίον, ἐκεῖ ἐσταύρωσαν σχήματός του ἐλέγετο κρανίον, ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτὸν καὶ τοὺς
ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτὸν καὶ τοὺς αὐτὸν καὶ τοὺς δύο κακούργους, ἕνα εἰς κακούργους, τὸν ἕνα μὲν δεξιὰ τοῦ Ἰησοῦ, τὸν ἄλλον δὲ ἀριστερά.
κακούργους, ὃν μὲν ἐκ δεξιῶν ὃν δὲ τὰ δεξιὰ καὶ ἕνα εἰς τὰ ἀριστερά.
ἐξ ἀριστερῶν.
23,34 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔλεγε· πάτερ, 34 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔλεγε· «Πάτερ, 34 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἀντιθέτως πρὸς τὰ βασανιστήρια, ποὺ τοῦ
ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί συγχώρησέ τους· διότι τυφλωμένοι ἀπὸ ἔκαμαν, ἔλεγε· Πάτερ, συγχώρησέ τους· διότι εἶναι τυφλωμένοι ἀπὸ
ποιοῦσι. Διαμεριζόμενοι δὲ τὰ τὴν ἐμπάθειάν των, δὲν γνωρίζουν τί τὰ πάθη των καὶ δὲν ἡξεύρουν, τί κάνουν. Φονεύουν τὸν Μεσσίαν
ἱμάτια αὐτοῦ ἔβαλον κλῆρον. κάνουν». Καὶ οἱ στρατιῶται ἐμοιράζοντο των καὶ δὲν καταλαβαίνουν, ὅτι μὲ αὐτὸ καταφέρουν θανάσιμον
μεταξύ τους τὰ ἱμάτιά του καὶ ἔβαλλαν κτύπημα καὶ κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ των. Καὶ ὅταν ἐμοίραζαν τὰ
κλῆρον, τί θὰ πάρῃ ὁ καθένας. ἐνδύματά του, ἔρριπταν λαχνόν.
23,35 Καὶ ἑστήκει ὁ λαὸς θεωρῶν. 35 Καὶ ἐστέκετο ὁ λαὸς παρατηρῶν καὶ 35 Καὶ ἐστέκετο ὁ λαὸς καὶ παρετήρει σὰν νὰ ἐπρόκειτο περὶ
Ἐξεμυκτήριζον δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες ἀπολαμβάνων τὸ θέαμα τῆς θεάματος περιέργου. Περιέπαιζον δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες μαζὶ μὲ
σὺν αὐτοῖς λέγοντες· ἄλλους σταυρώσεως. Περιγελοῦσαν δὲ αὐτὸν μερικοὺς ἄλλους ἐκ τοῦ λαοῦ καὶ ἔλεγον· Ἄλλους ἔσωσε μὲ τὰ

241/255
ἔσωσε, σωσάτω ἑαυτόν, εἰ οὗτός καὶ οἱ ἄρχοντες μαζῆ μὲ ἄλλους καὶ ἀγυρτικά του θαύματα. Ἂς σώσῃ τώρα καὶ τὸν ἑαυτόν του, ἐὰν
ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ τοῦ Θεοῦ ἔλεγαν· «ἄλλους ἔσωσε. Ἂς σώσῃ τώρα αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός, καὶ ἐὰν πράγματι ἔχῃ ἐκλεγῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἐκλεκτός. καὶ τὸν ἑαυτόν του, ἐὰν εἶναι πράγματι διὰ νὰ πραγματοποιήσῃ τὸ σχέδιον τῆς σωτηρίας τοῦ Ἰσραήλ.
αὐτὸς ὁ Χριστὸς ὁ ἐκλεκτὸς τοῦ Θεοῦ».
23,36 Ἐνέπαιζον δὲ αὐτῷ καὶ οἱ 36 Τὸν ἐνέπαιζαν δὲ οἱ στρατιῶται, οἱ 36 Τὸν ἐνέπαιζον δὲ καὶ οἱ στρατιῶται, οἱ ὁποῖοι ἐπλησίαζαν καὶ τοῦ
στρατιῶται προσερχόμενοι καὶ ὄξος ὁποῖοι προσήρχοντο καὶ τοῦ προσέφεραν προσέφεραν ξίδι
προσφέροντες αὐτῷ. ξύδι
23,37 Καὶ λέγοντες· εἰ σὺ εἶ ὁ 37 καὶ ἔλεγαν· «ἐὰν σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς 37 καὶ ἔλεγαν: Ἐὰν σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, σῶσε, τὸν
βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, σῶσον τῶν Ἰουδαίων, σῶσε τὸν ἑαυτόν σου». ἑαυτόν σου ἀπὸ τὸ σκληρὸν αὐτὸ μαρτύριον, ποὺ θὰ σοῦ φέρῃ τὸν
σεαυτόν. θάνατον.
23,38 Ἦν δὲ καὶ ἐπιγραφὴ 38 Ἦτο δὲ καὶ ἐπιγραφὴ εἰς εἰδικὴν 38 Ἦτο δὲ καὶ ἐπιγραφὴ εἰς πινακίδα στερεωμένην ἀπ’ ἐπάνω του,
γεγραμμένη ἐπ' αὐτῷ γράμμασιν σανίδα, στερεωμένη εἰς τὸ ἐπάνω μέρος γραμμένη μὲ γράμματα ἑλληνικὰ καὶ ρωμαϊκὰ καὶ ἑβραϊκά· Αὐτὸς
Ἑλληνικοῖς καὶ Ρωμαϊκοῖς καὶ τοῦ σταυροῦ, γραμμένη μὲ γράμματα εἶναι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
Ἑβραϊκοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς Ἑλληνικὰ καὶ Ρωμαϊκὰ καὶ Ἑβραϊκά·
τῶν Ἰουδαίων. Αὐτὸς εἶναι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
23,39 Εἶς δὲ τῶν κρεμασθέντων 39 Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς σταυρωθέντας 39 Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς κακούργους, ποὺ ἐκρεμάσθησαν εἰς τὸν
κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν κακούργους τὸν ἐβλασφημοῦσε λέγων· σταυρόν, τὸν ἐνέπαιζε μὲ βλασφήμους ὕβρεις καὶ ἔλεγεν· ἐὰν εἶσαι
λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον «ἐὰν σὺ εἶσαι πράγματι ὁ Χριστός, σῶσε σὺ ὁ Χριστός, σῶσε τὸν ἑαυτόν σου καὶ ἡμᾶς
σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. τὸν εὐατόν σου καὶ ἡμᾶς».
23,40 Ἀποκριθεὶς δὲ ἕτερος ἐπετίμα 40 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ ἄλλος, τὸν ἐπέπληττε 40 Τοῦ ἀπεκρίθη δὲ ὁ ἄλλος καὶ τὸν ἐπέπληττε λέγων· Ὕστερα ἀπὸ
αὐτῷ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν καὶ τοῦ ἔλεγε· οὔτε τὸν Θεὸν σὺ ὁ λίγο θὰ ἐμφανισθῆς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ὁ φόβος λοιπὸν τοῦ
Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; ἐγκληματίας καὶ ἔνοχος δὲν φοβεῖσαι, Θεοῦ σὲ συγκροτεῖ ἀπὸ τοῦ νὰ προσθέτης καὶ τώρα νέας ἁμαρτίας
διότι ὑφίστασαι τὴν ἰδίαν καταδίκην μὲ εἰς τὸν ἑαυτόν σου; Δὲν ἐνθυμεῖσαι τὸ παρελθόν σου καὶ τὰ τόσα
αὐτὸν τὸν ἀθῶον; σου ἐγκλήματα; Διότι ὑφίστασαι τὴν αὐτὴν καταδίκην καὶ τὴν
αὐτὴν ποινὴν τοῦ σταυροῦ, τὴν ὁποίαν καὶ αὐτός.
23,41 Καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια 41 Καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως τιμωρούμεθα, 41 Καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως τιμωρούμεθα, διότι ἀπολαμβάνομεν ἄξια

242/255
γὰρ ὧν ἐπράξαμεν διότι ἀπολαμβάνομεν ἄξια ἐκείνων ποὺ ἐκείνων, ποὺ ἐπράξαμεν. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε τίποτε τὸ ἄτοπον
ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἐπράξαμεν. Αὐτὸς ὅμως κανένα ποτὲ καὶ ἀπρεπές. Πολὺ περισσότερον δὲν ἔκαμε τίποτε τὸ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἄτοπον ἔπραξε. ἄτοπον δὲν ἔπραξε». ἐγκληματικόν.
23,42 Καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· μνήσθητί 42 Καὶ ἔλεγεν εἰς τὸν Ἰησοῦν· 42 Καὶ ἔλεγεν εἰς τὸν Ἰησοῦν: Ἐνθυμήσου με, Κύριε, ὅταν θὰ
μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ «ἐνθυμήσου με, Κύριε, ὅταν θὰ ἔλθῃς μὲ ἐπανέλθῃς μὲ τὴν δόξαν καὶ δύναμιν τῆς βασιλείας σου καὶ
βασιλείᾳ σου. δόξαν καὶ δύναμιν εἰς τὴν βασιλείαν ἀνάστησέ με διὰ νὰ ἀπολαύσω καὶ ἐγὼ αὐτήν.
σου, ὥστε νὰ ἀπολαύσω καὶ ἐγὼ τὴν
χαρὰν καὶ τὴν μακαριότητα αὐτῆς».
23,43 Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· 43 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· «σὲ 43 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἐν πάσῃ ἀληθεῖᾳ σὲ βεβαιῷ, ὅτι
ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ' ἐμοῦ διαβεβαιώνω, ὅτι σήμερον θὰ εἶσαι μαζῆ σήμερον ἀπὸ τὴν στιγμήν, ποὺ θὰ ἀποθάνωμεν, θὰ εἶσαι μαζί μου
ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ. μου εἰς τὸν παράδεισον». εἰς τὸν Παράδεισον.
23,44 Ἦν δὲ ὡσεὶ ὥρα ἕκτη καὶ 44 Ἦτο δὲ ὥρα ἓξ περίπου ἀπὸ τὴν 44 Ἦτο δὲ ὥρα περίπου ἓξ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου, δηλαδὴ
σκότος ἐγένετο ἐφ' ὅλην τὴν γῆν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου, δηλαδὴ μεσημέρι, μεσημβρία. Καὶ ἔγινε σκότος εἰς ὅλην τὴν γῆν ἕως τὰς τρεῖς τὸ
ἕως ὥρας ἐνάτης, τοῦ ἡλίου καὶ ἀπλώθηκε σκότος εἰς ὅλην τὴν γῆν ἀπόγευμα, καὶ ἐσκοτείνιασεν ὁ ἥλιος.
ἐκλείποντος, ἕως τὰς τρεῖς τὸ ἀπόγευμα, διότι εἶχε
χαθῆ ὁ ἥλιος ἀπὸ τὸν οὐρανόν.
23,45 καὶ ἐσχίσθη τὸ καταπέτασμα 45 Καὶ ἐσχίσθη εἰς τὸ μέσον τὸ 45 Καὶ ἐσχίσθη εἰς τὸ μέσον τὸ παραπέτασμα, ποὺ ἐχώριζεν εἰς τὸν
τοῦ ναοῦ μέσον· πολύτιμον παραπέτασμα τοῦ ναοῦ. ναὸν τὰ Ἅγια ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων.
23,46 καὶ φωνήσας φωνῇ μεγάλῇ ὁ 46 Καὶ ἐφώναξε μὲ φωνὴν μεγάλην ὁ 46 Καὶ ἐφώναξε μὲ φωνὴν μεγάλην ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Πάτερ,
Ἰησοῦς εἶπε· πάτερ, εἰς χεῖράς σου Ἰησοῦς καὶ εἶπε· «πάτερ, εἰς τὰς χεῖρας γεμᾶτος ἐλπίδα καὶ ἐμπιστοσύνην εἰς σέ, παραδίδω εἰς τὰς χεῖρας
παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου· καὶ σου παραίδω τὸ πνεῦμα μου». Καὶ ἀφοῦ σου τὴν λογικὴν καὶ ἀθάνατον ψυχήν μου. Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοὺς
ταῦτα εἰπὼν ἐξέπνευσεν. εἶπε τοὺς λόγους αὐτούς, ἐξέπνευσε. λόγους αὐτούς, ἐξεψύχησεν.
23,47 Ἰδὼν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος τὸ 47 Ὅταν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος εἶδεν αὐτὸ 47 Ὅταν δὲ εἶδεν ὁ ἑκατόνταρχος αὐτὸ ποὺ ἔγινε, τὸ σκότος δηλαδὴ
γενόμενον ἐδόξασεν τὸν Θεὸν ποὺ ἔγινε, δηλαδὴ τὸ σκότος, τὸν καὶ τὸν σεισμόν, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον ὁ Χριστός, ὡς
λέγων· ὄντως ὁ ἄνθρωπος οὗτος σεισμὸν καὶ πρὸ παντὸς τὸν τρόπον μὲ ἄνθρωπος ποὺ ὥριζε τὴν ζωήν του, παρέδωκε τὸ πνεῦμα του εἰς τὸν
δίκαιος ἦν. τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς ὡς Κύριος τῆς ζωῆς Πατέρα του, ἐδόξασε τὸν Θεὸν μὲ τὴν ὁμολογίαν αὐτήν, ποὺ εἶπε·

243/255
του παρέδωσε τὸ πνεῦμα, ἐδόξασε τὸν Πράγματι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦτο δίκαιος καὶ δὲν ἠπατᾶτο, ὅταν
Θεόν, λέγων· «πράγματι ὁ ἄνθρωπος ἔλεγε τὸν ἑαυτόν του Υἱὸν τοῦ Θεοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


οὗτος ἦτο δίκαιος».
23,48 Καὶ πάντες οἱ 48 Καὶ ὅλα τὰ πλήθη ποὺ εἶχαν ἔλθει 48 Καὶ ὅλα τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ποὺ εἶχαν ἔλθει μαζὶ ἐκ περιεργείας
συμπαραγενόμενοι ὄχλοι ἐπὶ τὴν μαζῆ διὰ νὰ παρακολουθήσουν τὸ διὰ νὰ ἴδουν τὸ θέαμα αὐτὸ τῆς θανατικῆς ἐκτελέσεως, ὅταν εἶδαν
θεωρίαν ταύτην, θεωροῦντες τὰ θέαμα τῆς σταυρώσεως, ὅταν εἶδαν αὐτὰ ὅσα ἔγιναν, ἐγύριζαν ὀπίσω εἰς τὴν πόλιν κτυπῶντες τὰ στήθη των
γενόμενα, τύπτοντες ἑαυτῶν τὰ ποὺ ἔγιναν, ἐγύρισαν πίσω εἰς τὴν εἰς ἐκδήλωσιν λύπης καὶ μετανοίας.
στήθη ὑπέστρεφον. πόλιν, κτυπῶντες τὰ στήθη των, διὰ νὰ
ἐκδηλώσουν ἔτσι τὴν μετάνοιάν των.
23,49 Εἰστήκεισαν δὲ πάντες οἱ 49 Ὅλοι δὲ οἱ γνωστοὶ τοῦ Κυρίου 49 Ὅλοι δὲ οἱ γνωστοί του καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες, ποὺ τὸν
γνωστοὶ αὐτοῦ ἀπὸ μακρόθεν, καὶ ἐστέκοντο ἀπὸ μακρυά, ὅπως ἐπίσης καὶ ἠκολούθησαν μαζὶ ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν, ἐστέκοντο ἀπὸ μακρυὰ καὶ
γυναῖκες αἱ συνακολουθήσασαι αἱ γυναῖκες, ποὺ τὸν εἶχαν ἀκολουθήσει ἔβλεπαν καὶ τὰ περιστατικὰ τῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου καὶ τὰ
αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας, ὁρῶσαι ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν, καὶ ἔβλεπαν ὅλα τὰ σημεῖα, ποὺ ἐτρόμαξαν ὅλους, καὶ τὴν ἐπάνοδον τῶν ἀνθρώπων,
ταῦτα. περιστατικὰ τῆς σταυρώσεως. ποὺ ἐκτύπων τὰ στήθη των.
23,50 Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι Ἰωσήφ, 50 Καὶ ἰδού, ἐμφανίζεται ἔνας ἄνθρωπος 50 Καὶ ἰδοὺ παρουσιάζεται ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ἐλέγετο Ἰωσήφ, ὁ
βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ποὺ ἐλέγετο Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος ἦτο ὁποῖος ἦτο βουλευτής, μέλος τοῦ ἰουδαϊκοῦ συνεδρίου δηλαδή,
ἀγαθὸς καὶ δίκαιος - βουλευτής, μέλος δηλαδὴ τοῦ συνεδρίου, ἄνθρωπος καλὸς καὶ εὐεργετικός, συγχρόνως δὲ καὶ ἐνάρετος.
ἄνθρωπος ἀγαθὸς καὶ δίκαιος.
23,51 - οὗτος οὐκ ἦν 51 Αὐτὸς δὲν εἶχε συγκατατεθῆ εἰς τὴν 51 Αὐτὸς δὲν εἶχε συμφωνήσει εἰς τὴν ἀπόφασιν, ποὺ ἔλαβαν κατὰ
συγκατατεθειμένος τῇ βουλῇ καὶ ἀπόφασιν τοῦ συνεδρίου καὶ εἰς τὴν τοῦ Ἰησοῦ καὶ οὔτε εἰς τὰ μέτρα καὶ τὴν ἐνέργειάν των, διὰ τῶν
τῇ πράξει αὐτῶν - ἀπὸ Ἀριμαθαίας ἄλλην ἐνέργειαν τῶν συνέδρων διὰ τὴν ὁποίων ἐξησφάλισαν τὴν ἐπικύρωσιν καὶ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς
πόλεως τῶν Ἰουδαίων, ὃς σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς κατήγετο ἀποφάσεως. Ἦτο δὲ ἀπὸ τὴν πόλιν τῶν Ἰουδαίων Ἀριμαθαίαν καὶ
προσεδέχετο καὶ αὐτὸς τὴν ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαίαν, πόλιν τῶν εἶχε πιστεύσει εἰς τὸ περὶ βασιλείας τοῦ Θεοῦ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, Ἰουδαίων, εἶχε δὲ δεχθῇ καὶ πιστεύσει εἰς καὶ ἐπερίμενε καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τόσους ἄλλους μαθητὰς τὴν
τὸ κήρυγμα περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ βασιλείαν ταύτην.
τὴν ὁποίαν καὶ ἐπερίμενε.
23,52 οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ 52 Αὐτὸς προσῆλθε εἰς τὸν Πιλᾶτον καὶ 52 Ὁ διακεκριμένος λοιπὸν καὶ ἐνάρετος αὐτὸς ἄνθρωπος

244/255
ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, ἐζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. παρουσιάσθη εἰς τὸν Πιλᾶτον καὶ ἐζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


23,53 καὶ καθελὼν αὐτὸ ἐνετύλιξε 53 Καὶ ἀφοῦ τὸ κατέβασε ἀπὸ τὸν 53 Καὶ ἀφοῦ τὸ ἐκατέβασεν ἀπὸ τὸν σταυρόν, τὸ ἐτύλιξεν εἰς
σινδόνι καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν μνήματι σταυρόν, τὸ ἐτύλιξεν εἰς σινδόνι καὶ τὸ σινδόνα καὶ τὸ ἔθεσεν εἰς μνημεῖον σκαλισμένον μέσα εἰς βράχον,
λαξευτῷ, οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς οὐδέπω ἔθεσε εἰς μνημεῖον σκαλισμένον εἰς εἰς τὸ ὁποῖον κανεὶς ἀκόμη δὲν εἶχε ἀποτεθῇ καὶ ταφῇ.
κείμενος· βράχον, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον κανείς ποτὲ
δὲν εἶχε ταφῇ.
23,54 καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευή, 54 Καὶ ἦτο ἀκόμη ἡμέρα Πρασκευή. 54 Καὶ ἦτο ἡμερα Παρασκευή· διότι δὲν εἶχε δύσει ἀκόμη ὁ ἥλιος.
σάββατον ἐπέφωσκε. Ἐπλησίαζεν ὅμως τὸ Σάββατον, ποὺ θὰ Ἐπλησίαζεν ὅμως μὲ τὸ ἐσπερινὸν φῶς νὰ ἀρχίσῃ τὸ Σάββατον.
ἤρχιζε μὲ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου.
23,55 Κατακολουθήσασαι δὲ αἱ 55 Παρακολουθοῦσαν δὲ μὲ προσοχὴν αἱ 55 Παρηκολούθησαν δὲ μέχρι τέλους τὴν ταφὴν αἱ γυναῖκες, αἱ
γυναῖκες, αἵτινες ἦσαν γυναῖκες, ποὺ εἶχαν ἔλθει μαζῆ μὲ τὸν ὁποῖαι εἶχον ἔλθει μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τὴν Γαλιλαῖαν καὶ
συνεληλυθυῖαι αὐτῷ ἐκ τῆς Ἰησοῦν ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν καὶ εἶδαν τὸ παρετήρησαν μὲ προσοχὴν τὴν τοποθεσίαν τοῦ μνημείου, καθὼς
Γαλιλαίας, ἐθεάσαντο τὸ μνημεῖον μνημεῖον, ὅπως ἐπίσης εἶδαν πῶς ἐτέθη καὶ τὸ πῶς, σαβανωμένον καὶ τυλιγμένον εἰς τὴν σινδόνα, ἐτέθη εἰς
καὶ ὡς ἐτέθη τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ σῶμα του εἰς αὐτὸ σαβανωμένον. αὐτὸ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
23,56 ὑποστρέψασαι δὲ ἡτοίμασαν 56 Ἀφοῦ δὲ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν πόλιν, 56 Ἀφοῦ δὲ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν πόλιν, ἐτοίμασαν πρὸ τῆς δύσεως
ἀρώματα καὶ μύρα. Καὶ τὸ μὲν ἡτοίμασαν πρὶν δύσῃ ὁ ἥλιος, ἀρώματα τοῦ ἡλίου βοτάνια ἀρωματικὰ καὶ ἔλαια εὐώδη. Καὶ κατὰ μὲν τὸ
σάββατον ἡσύχασαν κατὰ τὴν καὶ εὐώδη ἔλαια. Καὶ κατὰ μὲν τὸν Σάββατον ἡσύχασαν σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολήν, ποὺ ἐπιβάλλει
ἐντολήν. Σάββατον ἡσύχασαν καὶ δὲν ἔκαναν ἀργίαν κατὰ τὸ Σάββατον.
τίποτε, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴν περὶ
τῆς σαββατικῆς ἀργίας.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 24Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Πρωτότυπο Κείμενο Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
24,1 Τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων Κατὰ τὴν πρώτην δὲ ἡμέραν τῆς Κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, μὲ τὰ βαθειὰ χαράματα
ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα ἐβδομάδος, ἐνῶ ἦσαν ἀκόμη βαθειὰ ἦλθον αἱ γυναῖκες εἰς τὸ μνῆμα φέρουσαι τὰ ἀρώματα, ποὺ

245/255
φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, χαράματα, ἦλθον εἰς τὸ μνῆμα οἱ ἡτοίμασαν. Καὶ μαζί των ἦλθον καὶ μερικαὶ ἄλλαι.
καί τινες σὺν αὐταῖς. γυναῖκες μὲ τὰ ἀρώματα, ποὺ εἶχαν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


ἑτοιμάσει, καὶ μερικαὶ ἄλλαι μαζῆ των.
24,2 Εὗρον δὲ τὸν λίθον 2 Εὐρῆκαν δὲ τὸν λίθον, ποὺ ἔκλειε τὸ 2 Εὗρον δὲ τὴν πέτραν, ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖον, κυλισμένην
ἀποκεκυλισμένον ἀπὸ τοῦ μνημεῖον, κυλισμένον πέρα ἀπὸ αὐτό. μακρὰν ἀπὸ αὐτό.
μνημείου,
24,3 καὶ εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ 3 Καὶ ὅταν ἐμπῆκαν, δὲν εὐρῆκαν τὸ 3 Καὶ ὅταν ἐμβῆκαν εἰς τὸ μνημεῖον, δὲν εὗρον τὸ σῶμα τοῦ
σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Κυρίου Ἰησοῦ.
24,4 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 4 Ἐνῶ δὲ εὑρίσκοντο εἰς ἀπορίαν διὰ τὸ 4 Καὶ συνέβη, ἐνῷ αὐταὶ εὑρίσκοντο εἰς μεγάλην ἀπορίαν διὰ τὸ
διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου καὶ γεγονὸς αὐτὸ καὶ ἰδοὺ παρουσιάσθησαν συμβὰν αὐτό, καὶ ἰδοὺ δύο ἄγγελοι παρουσιάσθησαν αἴφνης εἰς
ἰδοὺ ἄνδρες δύο ἐπέστησαν αὐταῖς ἔξαφνα εἰς αὐτὰς δύο ἄνδρες μὲ στολάς, αὐτὰς ὡς ἄνδρες μὲ στολάς, ποὺ ἤστραπτον ἀπὸ τὴν λαμπρότητα.
ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις. ποὺ ἄστραφταν ἀπὸ λαμπρότητα.
24,5 Ἐμφόβων δὲ γενομένων καὶ 5 Ἐνῶ δὲ αὐτὰς τὰς κατέλαβε μεγάλος 5 Ἐνῷ δὲ αὐταὶ ἔγιναν καταφοβισμέναι καὶ ἔγερναν τὸ πρόσωπόν
κλινουσῶν τὸ πρόσωπον εἰς τὴν φόβος καὶ ἔγερναν τὸ πρόσωπον των μὲ των εἰς τὴν γῆν ἐξ εὐλαβείας, ἀλλὰ καὶ διότι δὲν ἀντεῖχον εἰς τὴν
γῆν εἶπον πρὸς αὐτάς· τί ζητεῖτε εὐλάβειαν εἰς τὴν γῆν, εἶπον ἐκεῖνοι πρὸς λάμψιν τῶν ἀγγέλων, εἶπον οὔτοι πρὸς αὐτάς· διατὶ ζητεῖτε
τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; αὐτάς· «διατὶ ζητεῖτε μεταξὺ τῶν νεκρῶν μεταξὺ τῶν νεκρῶν αὐτόν, ποὺ τώρα πλέον εἶναι ζωντανός;
αὐτὸν ποῦ εἶναι ὁλοζώντανος;
24,6 Οὐκ ἐστὶν ὧδε, ἀλλ' ἠγέρθη· 6 Δὲν εὑρίσκεται ἐδῶ, ἀλλὰ ἀναστήθηκε· 6 Δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλ’ ἀνεστήθη. Ἐνθυμηθῆτε πῶς σᾶς ὡμίλησε καὶ
μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὢν ἐνθυμηθῆτε, τί σᾶς εἶπε, ὅταν ἀκόμη ἦτο τί σᾶς εἶπεν, ὅταν ἀκόμη ἦτο εἰς τὴν Γαλιλαίαν,
ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, εἰς τὴν Γαλιλαίαν.
24,7 λέγων ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ 7 Σᾶς εἶπε ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν 7 λέγων, ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθωρισμένον σχέδιον τοῦ Θεοῦ
ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ παραδοθῇ εἰς χεῖρας ἀνθρώπων
ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ παραδοθῇ εἰς χεῖρας ἁμαρτωλῶν ἁμαρτωλῶν καὶ νὰ σταυρωθῇ καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν ἀπὸ τοῦ
σταυρωθῆναι, καὶ τῃ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀνθρώπων καὶ νὰ σταυρωθῇ καὶ τὴν τρίτη θανάτου του νὰ ἀναστηθῇ.
ἀναστῆναι. ἡμέρα θὰ ἀναστηθῇ».
24,8 Καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ρημάτων 8 Καὶ θυμήθηκαν τότε τὰ λόγια τοῦ 8 Καὶ αἱ Μυροφόροι ἐνεθυμήθησαν τότε τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου.

246/255
αὐτοῦ, Κυρίου.
24,9 καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ 9 Καὶ ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖον 9 Καὶ ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖον, ἀνήγγειλαν ὅλα αὐτὰ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


μνημείου ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα ἀνήγγειλαν αὐτά, ποὺ εἶδαν καὶ ἄκουσαν, εἰς τοὺς ἕνδεκα καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἄλλους, ποὺ ἦσαν μαζὶ μὲ τοὺς
τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς. εἰς τοὺς ἕνδεκα καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους.
μαθητὰς τοῦ Κυρίου, ποὺ εὑρίσκοντο ἐκεῖ.
24,10 Ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ 10 Αἱ μυροφόροι δὲ γυναῖκες, ἦσαν ἡ 10 Αἱ γυναῖκες δέ, ποὺ ἔλεγαν αὐτὰ εἰς τοὺς Ἀποστόλους, ἦσαν ἡ
Μαρία καὶ Ἰωάννα καὶ Μαρία Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ Μαρία ἡ μήτηρ τοῦ
Ἰακώβου καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ αἱ Ἰακώβου καὶ αἱ λοιπαί, ποὺ ἦσαν μαζί των.
αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ἄλλαι, ποὺ ἦσαν μαζῆ των, καὶ ὅλαι
ταῦτα. ἔλεγαν αὐτὰ εἰς τοὺς Ἀποστόλους.
24,11 Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν 11 Καὶ ἐφάνησαν εἰς τοὺς Ἀποστόλους 11 Καὶ ἐφάνησαν εἰς αὐτοὺς σὰν φλυαρία καὶ ἐπινόησίς τῆς
ὡσεὶ λῆρος τὰ ρήματα αὐτῶν, καὶ σὰν παραληρήματα φαντασίας τὰ λόγια φαντασίας οἱ λόγοι τῶν γυναικῶν αὐτῶν καὶ δὲν τὰς ἐπίστευαν.
ἠπίστουν αὐταῖς. τῶν γυναικῶν καὶ δὲν ἐπίστευσαν εἰς
αὐτάς.
24,12 Ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν 12 Ὁ δὲ Πέτρος ἐσηκώθηκε καὶ ἔτρεξεν εἰς 12 Παρὰ ταῦτα ὅμως ὁ Πέτρος ἐσηκώθη καὶ ἔτρεξεν εἰς τὸ
ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας τὸ μνημεῖον. Καὶ ἀφοῦ ἔσκυψεν ἀπὸ τὴν μνημεῖον. Καὶ ἀφοῦ ἔσκυψεν ἀπὸ τὴν θύραν, βλέπει τοὺς
βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ εἴσοδον, βλέπει τίς λωρίδες ἀπὸ σινδόνι, νεκρικοὺς ἐπιδέσμους νὰ εἶναι χάμω εἰς τὸ μνημεῖον μόνοι χωρὶς
ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ μὲ τίς ὁποῖες εἶχε τυλιχθῇ τὸ σῶμα τοῦ τὸ σῶμα. Καὶ ἐπέστρεψε εἰς τὸ κατάλυμά του θαυμάζων αὐτὸ ποὺ
γεγονός. Κυρίου νὰ εἶναι κάτω εἰς τὸ μνημεῖον ἔγινε.
μόνες, χωρὶς τὸ σῶμα καὶ ἐπέστρεψεν εἰς
τὸ σπίτι θαυμάζων τὸ γεγονός.
24,13 Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν 13 Καὶ ἰδού, δύο ἀπὸ τοὺς μαθητὰς 13 Καὶ ἰδοὺ δύο ἀπὸ τοὺς μαθητὰς αὐτοὺς τοῦ Ἰησοῦ ἔβγαιναν
πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς ἐπήγαιναν αὐτὴν τὴν ἡμέραν εἰς κάποιο κατὰ τὴν αὐτὴν ἡμέραν εἰς κάποιο χωρίον, ποὺ ἀπεῖχεν ἀπὸ τὴν
κώμην ἀπέχουσαν σταδίους χωριό, ποὺ ἀπεῖχε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλὴμ ἑξήκοντα στάδια, περίπου ἕνδεκα σημερινὰ
ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ἕνδεκα περίπου χιλιόμετρα καὶ τὸ ὁποῖον χιλιόμετρα· καὶ ἐκαλεῖτο τὸ χωρίον τοῦτο Ἐμμαούς.
ὄνομα Ἐμμαούς. ἐλέγετο Ἐμμαούς.
24,14 Καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς 14 Καὶ αὐτοὶ συνωμιλοῦσαν μεταξύ των 14 Καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν μεταξύ των δι’ ὅλα αὐτά, ποὺ εἶχαν συμβῇ,

247/255
ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν δι' ὅλα αὐτὰ τὰ γεγονότα. ἤτοι διὰ τὰ περιστατικὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς ταφῆς τὸν Ἰησοῦ,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


συμβεβηκότων τούτων. καθὼς καὶ διὰ τὰ ὅσα ἀνήγγειλαν εἰς τοὺς μαθητὰς αἱ Μυροφόροι.
24,15 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν 15 Καὶ ἐνῶ αὐτοὶ συνωμιλοῦσαν καὶ 15 Καὶ συνέβη, ἐνῷ αὐτοὶ ὡμίλουν καὶ συνεζήτουν, αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ
αὐτοὺς καὶ συζητεῖν καὶ αὐτὸς ὁ συζητοῦσαν περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ἐπλησίασε καὶ ἐπήγαινε μαζί των.
Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο Ἰησοῦς τοὺς ἐπλησίασε καὶ ἐπήγαινε
αὐτοῖς· μαζῆ των.
24,16 οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν 16 Τὰ δὲ μάτια των ἐμποδίζοντο ἀπὸ 16 Καὶ εἴτε διότι ἡ μορφὴ τοῦ ἀναστάντος Κυρίου εἶχε ἀλλάξει, εἴτε
ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι κάποια ὑπερφυσικὴν δύναμιν, διὰ νὰ μὴ διότι ἀπὸ ὑπερφυσικὴν δύναμιν ἠμποδίζοντο αἱ αἰσθήσεις των,
αὐτόν. τὸν ἀναγνωρίσουν. ἦσαν κρατημένα τὰ μάτια των διὰ νὰ μὴ τὸν ἀναγνωρίσουν.
24,17 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· τίνες οἱ 17 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· «ποῖοι εἶναι αὐτοὶ 17 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Ποῖα εἶναι τὰ ζητήματα αὐτά, τὰ ὁποῖα
λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλετε πρὸς οἱ λόγοι καὶ ποιὰ εἶναι τὰ θέματα, τὰ συζητεῖτε μεταξύ σας καὶ ἀνταλλάσσετε ἐπ’ αὐτῶν τὰς σκέψεις
ἀλλήλους περιπατοῦντες καὶ ἔστε ὁποῖα καθὼς περιπατεῖτε, συζητεῖτε σας, ἐνῷ περιπατεῖτε, καὶ διὰ τὰ ὁποῖα εἶσθε σκυθρωποί;
σκυθρωποί; ματαξύ σας καὶ εἶσθε σκυθρωποί;»
24,18 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα 18 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ ἔνας, ποὺ ἐλέγετο 18 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ ἕνας, ποὺ ὠνομάζετο Κλεόπας, καὶ εἶπε πρὸς
Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ Κλεόπας καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· «σὺ μόνος αὐτόν· Σὺ μόνος ἀπὸ τοὺς ξένους, ποὺ ἦλθαν νὰ προσκυνήσουν
μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ σὰν προσκυνητὴς κατοικεῖς τὸν καιρὸν κατὰ τὸ Πάσχα, διαμένεις εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ δὲν ἔμαθες ὅσα
οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν αὐτὸν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ δὲν ἔμαθες ἔγιναν ἐν αὐτῇ κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτάς;
ταῖς ἡμέραις ταύταις; ὅσα ἔγιναν εἰς αὐτὴν κατὰ τὰς ἡμέρας
αὐτάς;»
24,19 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; Οἱ δὲ 19 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· «ποῖα;» Ἐκεῖνοι δὲ 19 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ποῖα; Αὐτοὶ δὲ τοῦ εἶπαν· Αὐτὰ
εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ τοῦ εἶπαν· «τὰ περὶ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ ποὺ ἔγιναν μὲ τὸν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε
Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ Ναζωραίου, ὁ ὅποιος ἀνεδείχθη προφήτης προφήτης καὶ ἀπεδείχθη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ
προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ, δυνατὸς καὶ εἰς ἔργα ὑπερφυσικὰ καὶ εἰς διδασκαλίαν
λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ δυνατὸς εἰς ἔργα θαυμαστὰ καὶ εἰς θεόπνευστον καὶ τελείαν.
παντὸς τοῦ λαοῦ, διδασκαλίαν πρωτάκουστον.

248/255
24,20 ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ 20 Δὲν ἔμαθες καὶ πῶς τὸν παρέδωκαν οἱ 20 Δὲν ἔμαθες ἀκόμη καὶ μὲ ποῖον τρόπον τὸν παρέδωκαν οἱ
ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες μας εἰς Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντές μας εἰς καταδίκην θανάτου καὶ τὸν

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν θανατικὴν καταδίκην καὶ τὸν ἐσταύρωσαν;
αὐτόν. ἐσταύρωσαν;
24,21 Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός 21 Καὶ ὅμως ἡμεῖς ἠλπίζαμεν, ὅτι αὐτὸς 21 Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζαμεν, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας, ποὺ μέλλει νὰ
ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν εἶναι ὁ Μεσσίας, ποὺ θὰ ἐλευθέρωνε τὸν ἐλευθερώσῃ τὸν Ἰσραὴλ καὶ νὰ ἀποκαταστήσῃ τὸ βασίλειόν του.
Ἰσραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις Ἰσραήλ. Ἀλλὰ μαζῆ μὲ ὅλα αὐτά, ποὺ σοῦ Ἀλλ’ ἡ ἐλπίς μας αὐτὴ ἐκλονίσθη, διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σταύρωσίν
τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει εἴπαμε, ἰδοὺ ὅτι εἶναι ἡ τρίτη ἡμέρα του καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ ἔγιναν, εἶναι ἡ τρίτη ἡμέρα σήμερον,
σήμερον ἀφ' οὗ ταῦτα ἐγένετο. σήμερα ἀπὸ τότε ποὺ ἔγιναν αὐτά, καὶ δὲν ἀφ’ ὅτου συνέβησαν αὐτὰ καὶ δὲν εἴδομεν ἀκόμη τίποτε, ποὺ νὰ
εἴδαμε ἀκόμη τίποτε, ποὺ νὰ δικαιολογῇ στηρίξῃ τὰς ἐλπίδας μας.
τὰς ἐλπίδας μας.
24,22 Ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ 22 Ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο συνέβη· μερικαὶ 22 Ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ συνέβη, ηὔξησε τὴν
ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι δηλαδὴ γυναῖκες ἀπὸ τὸν κύκλον μας μᾶς ἀπορίαν μας. Μερικαὶ τουτέστι γυναῖκες ἀπὸ τὸν κύκλον ἡμῶν
ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἐξέπληξαν, διότι ἐπῆγαν κατὰ τὰ τῶν πιστῶν μαθητῶν του μᾶς ἐξέπληξαν. Διότι ἐπῆγαν πολὺ πρωῒ
χαράματα εἰς τὸ μνημεῖον εἰς τὸ μνημεῖον
24,23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα 23 καὶ ἐπειδὴ δὲν εὗρον ἐκεῖ τὸ σῶμα του, 23 καὶ ἀφοῦ δὲν ηὗραν ἐκεῖ τὸ σῶμα του, ἦλθαν καὶ εἶπαν, ὅτι
αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ἦρθαν καὶ εἶπαν ὅτι εἶδαν καὶ ὀπτασία εἶδον καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι λέγουν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ζῇ·
ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι λέγουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς
λέγουσιν αὐτὸν ζῆν. ζῇ.
24,24 Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν 24 Ἐπῆγαν ἐπίσης εἰς τὸ μνημεῖον καὶ 24 Καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸ μνημεῖον μερικοὶ ἀπὸ τοὺς δικούς μας καὶ
ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς, ποὺ εἶναι μαζῆ μας, ηὗραν τὰ πράγματα ἔτσι, καθὼς τὰ εἶπαν καὶ αἱ γυναῖκες. Δηλαδὴ
οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, καὶ εὐρῆκαν τὰ πράγματα, ὅπως τὰ εἶχαν εὗρον ἀνοικτὸν τὸ μνημεῖον, αὐτὸν ὅμως τὸν Ἰησοῦν δὲν τὸν εἶδον.
αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον. εἴπει αἱ γυναῖκες· εἶδαν ἀνοικτὸν μὲν τὸ
μνημεῖον, ὄχι ὅμως καὶ τὸν Ἰησοῦν».
24,25 Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ 25 Καὶ τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτούς· «ὦ 25 Καὶ τότε αὐτὸς εἶπε πρὸς τοὺς δύο μαθητάς· Ὦ ἄνθρωποι, ποὺ
ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ ἀνόητοι, ποὺ ἔχετε βραδυκίνητη τὴν δὲν ἔχετε νοῦν φωτισμένον διὰ νὰ κατανοῇ τὰς γραφάς, καὶ ποὺ
πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησα οἱ καρδιὰ εἰς τὸ νὰ πιστεύετε ὅλα ὅσα ἔχετε καρδίαν βραδυκίνητον καὶ δύσκολον εἰς τὸ νὰ πιστεύετε εἰς

249/255
προφῆται! ἐλάλησαν οἱ προφῆται. ὅλα, ὅσα ἐλάλησαν οἱ προφῆται.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


24,26 Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν 26 Αὐτὰ δὲν ἔπρεπε, σύμφωνα μὲ τὴν 26 Σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν καὶ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ, τὰ ὁποῖα
Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν βουλὴν τοῦ Θεοῦ, νὰ πάθῃ ὁ Χριστὸς καὶ προεκήρυξαν οἱ προφῆται, δὲν ἔπρεπε αὐτὰ νὰ πάθῃ ὁ Χριστὸς καὶ
αὐτοῦ; νὰ εἰσέλθῃ κατόπιν εἰς τὴν δόξαν του, ἡ διὰ τῶν παθημάτων τούτων νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν δόξαν του, ἡ ὁποία
ὁποία καὶ ἤρχισε μὲ τὴν ἀνάστασίν του;» ἤρχισε διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ θὰ τελειωθῇ διὰ τῆς ἀναλήψεώς
του;
24,27 Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως 27 Καὶ ἀφοῦ ἤρχισε ἀπὸ τὸν Μωϋσέα καὶ 27 Καὶ ἀφοῦ ἤρχισεν ἀπὸ τὰς προφητείας καὶ τὰς προεικονίσεις,
καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν ἐν συνεχείᾳ ἀπὸ ὅλους τοὺς προφήτας, ποὺ περιέχονται εἰς τὰ συγγράμματα τοῦ Μωϋσέως καὶ ἔλαβεν
διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς ἐξηγοῦσε λεπτομερῶς εἰς αὐτοὺς ὅλας ἀκολούθως ἀπὸ ὅλους τοὺς προφήτας τὰ εἰς τὸν Μεσσίαν
γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ. τὰς προφητείας τῶν Γραφῶν, ποὺ ἀναφερόμενα χωρία, ἐξηγοῦσεν ἐν συνεχείᾳ εἰς αὐτοὺς τὰς
ἀνεφέρεντο εἰς αὐτόν. προφητείας, ποὺ ἀνεφέροντο εἰς τὸν ἑαυτόν του.
24,28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ 28 Καὶ ἐπλησίασαν εἰς τὸ χωρίον, ὅπου οἱ 28 Καὶ ἐπλησίασαν εἰς τὸ χωρίον, εἰς τὸ ὁποῖον οἱ δύο μαθηταὶ
ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς δύο μαθηταὶ ἐπήγαιναν καὶ αὐτὸς ἐσκόπευαν νὰ ὑπάγουν. Καὶ αὐτὸς ἐφάνη, ὅτι θὰ ἐπροχώρει
προσεποιεῖτο πορρωτέρω ἐφαίνετο ὅτι προχωροῦσε μακρύτερα. μακρύτερα. Πράγματι δὲ θὰ ἐχωρίζετο ἀπὸ αὐτούς, ἐὰν αὐτοὶ δὲν
πορεύεσθαι· ἐπέμεναν νὰ τὸν κρατήσουν.
24,29 καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν 29 Αὐτοὶ ὅμως μὲ τίς ἐπίμονες 29 Ἀλλ’ αὐτοὶ τὸν ἠνάγκασαν διὰ παρακλήσεων λέγοντες· Μεῖνε
λέγοντες· μεῖνον μεθ' ἡμῶν, ὅτι παρακλήσεις των τὸν ἠνάγκασαν νὰ μαζί μας, διότι πλησιάζει νὰ βραδυάσῃ καὶ ἔχει προχωρήσει ἡ
πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ μείνῃ, λέγοντες· «μεῖνε μαζῆ μας, διότι ἡμέρα πολὺ πρὸς τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου. Καὶ ἐμβῆκε εἰς τὸ σπίτι διὰ
ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν πλησιάζει ἡ ἑσπέρα καὶ ἡ ἡμέρα ἔχει νὰ μείνῃ μαζί των.
αὐτοῖς. προχωρήσει πρὸς τὴν δύσιν». Καὶ ἐμπῆκε
εἰς τὸ σπίτι νὰ μείνῃ μαζῆ τους.
24,30 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ 30 Καὶ ἐνῷ ἐξηπλώθη κοντὰ εἰς τὸ 30 Καὶ τότε συνέβη τοῦτο· Ὅταν αὐτὸς κατεκλίθη μαζί των εἰς τὴν
κατακλιθῆναι αὐτὸν μετ' αὐτῶν τραπέζι τοῦ φαγητοῦ μαζῆ μὲ αὐτούς, τράπεζαν τοῦ φαγητοῦ, ἀφοῦ ἐπῆρε εἰς τὰς χεῖρας του τὸν ἄρτον,
λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε, καὶ ἐπῆρε τὸν ἄρτον, τὸν εὐλόγησε εὐλόγησε δι’ εὐχαριστίας τὸν Θεόν, ὅπως συνήθιζαν νὰ κάνουν
κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς. εὐχαριστῶν τὸν Θεόν, ὅπως συνήθιζε νὰ πρὸ τοῦ φαγητοῦ, καὶ ἀφοῦ τὸν ἔκοψε εἰς τεμάχια, ἔδιδεν εἰς
κάνῃ πρὸ τοῦ φαγητοῦ, καὶ ἀφοῦ τὸν αὐτούς.

250/255
ἔκοψε εἰς κομμάτια, ἔδιδε εἰς αὐτούς.

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


24,31 Αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ 31 Τὴν στιγμὴν αὐτήν, ὅταν εἶδαν τὸν 31 Ὅταν δὲ εἶδαν τὴν εὐλογίαν καὶ τὸν τεμαχισμὸν τοῦ ἄρτου νὰ
ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν, τρόπον τῆς εὐλογίας καὶ τοῦ τεμαχισμοὺ γίνεται κατὰ τὸν τρόπον, ποὺ ἐσυνήθιζεν ὁ Διδάσκαλός των, τότε
καὶ αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ' τοῦ ἄρτου, ἤνοιξαν μὲ θεῖον φωτισμὸν τὰ καὶ δι’ ἐπενεργείας θείας ἤνοιξαν τὰ μάτια των καὶ ἀνεγνώρισαν
αὐτῶν. μάτια των καὶ ἀνεγνώρισαν ἀμέσως τὸν καλῶς αὐτόν. Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην καὶ αὐτὸς ἔγινεν
διδάσκαλον των. Ἀλλὰ αὐτὸς ἔγινε ἄφαντος ἀπὸ αὐτούς.
ἀμέσως ἄφαντος ἀπὸ αὐτούς.
24,32 Καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους· 32 Καὶ εἶπαν μεταξύ των· «ἡ καρδία μας 32 Καὶ εἶπαν μεταξύ των ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον· ἡ καρδία μας δὲν
οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν δὲν ἐφλογίζετο ἐντὸς ἡμῶν ἀπὸ θεῖον ᾐσθάνετο μέσα μας τὴν πνευματικὴν φλόγα τοῦ θείου ζήλου καὶ
ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ἐνθουσιασμόν, καθὼς μᾶς ὠμιλοῦσε εἰς τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Χριστὸν καὶ δὲν ἐζεσταίνετο ἀπὸ τὴν
ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς; τὸν δρόμον καὶ μᾶς ἐφανέρωνε τὰ θερμότητα τοῦ φωτὸς τῆς θείας ἀληθείας, ὅταν μᾶς ὡμίλει εἰς τὸν
δυσκολονόητα γιὰ μᾶς νοήματα τῶν δρόμον καὶ μᾶς ἐξήγει τὰς Γραφάς; Πῶς ἠμποδίσθημεν λοιπὸν
Γραφῶν;» ἀπὸ τοῦ νὰ τὸν ἀναγνωρίσωμεν ἀμέσως;
24,33 Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ 33 Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθησαν ἀμέσως αὐτὴν 33 Καὶ ἀφοῦ ἐσηκώθησαν κατὰ τὴν αὐτὴν ὥραν τῆς ἑσπέρας.
ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ τὴν ὥρα, ἐγύρισαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ εὗρον συναθροισμένους τοὺς
εὗρον συνηθροισμένους τοὺς εὐρῆκαν συγκεντρωμένους τοὺς ἕνδεκα ἕνδεκα Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἄλλους, ποὺ ἦσαν μαζί τους,
ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἄλλους, ποὺ ἦσαν
μαζῆ των.
24,34 λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος 34 Ὅλοι δὲ ἔλεγαν, ὅτι πραγματικὰ 34 ὅλοι δὲ αὐτοὶ ἔλεγον, ὅτι πραγματικῶς ἀνέστη ὁ Κύριος καὶ
ὄντως καὶ ὤφθη Σίμωνι. ἀναστήθηκε ὁ Κύριος καὶ παρουσιάσθηκε ἐνεφανίσθη εἰς τὸν Σίμωνα.
εἰς τὸν Σίμωνα.
24,35 Καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ 35 Καὶ οἱ δύο αὐτοὶ διηγοῦντο λεπτεμερῶς 35 Καὶ αὐτοὶ οἱ δύο διηγοῦντο τὰ ὅσα συνέβησαν εἰς τὸν δρόμον
ὁδῷ καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ ὅσα συνέβησαν εἰς τὸν δρόμον καὶ πῶς καὶ πῶς ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ αὐτούς, ὅταν ἔκοπτεν εἰς τεμάχια τὸν
κλάσει τοῦ ἄρτου. ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ αὐτοὺς ὁ Κύριος τὴν ἄρτον.
ὥραν ποὺ ἔκοπτε τὸν ἄρτον.
24,36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων 36 Ἐνῶ δὲ αὐτοὶ ὠμιλούσαν περὶ αὐτῶν, 36 Ἐνῷ δὲ αὐτοὶ διηγοῦντο αὐτά, αἴφνης αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐστάθη ἐν

251/255
αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστην ἐν μέσῳ αἴφνης ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ἐστάθηκε εἰς τὸ μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει εἰς αὐτούς· Εἴθε νὰ εἶναι εἰς σᾶς εἰρήνη·

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς, εἰρήνη μέσον αὐτῶν καὶ τοὺς λέγει· «εἰρήνη ἂς εἰρήνη μετὰ τοῦ Θεοῦ καὶ μεταξύ σας· εἰρήνη καὶ εἰς τὸ ἐσωτερικόν
ὑμῖν. εἶναι μαζῆ σας». σας.
24,37 Πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι 37 Ἐκεῖνοι ἐξαφνιάστηκαν, ἐταράχθησαν 37 Ἡ αἰφνίδια ὅμως ἐμφάνισις τοῦ Κυρίου τοὺς κατετάραξε. Καὶ
γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα καὶ κατελήφθησαν ἀπὸ φόβον, διότι καταληφθέντες ἀπὸ φόβον ἐνόμιζαν, ὅτι ἔβλεπαν ψυχὴν
θεωρεῖν. ἐνόμιζαν ὅτι ἔβλεπαν κάποιον πνεῦμα. ἀποθαμένου, ποὺ ἦλθεν ἀπὸ τὸν Ἅδην, χωρὶς νὰ ἔχῃ καὶ σῶμα.
24,38 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τί 38 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος εἰς αὐτούς· «διατὶ 38 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος εἰς αὐτούς· Διατὶ εἶσθε ταραγμένοι; Καὶ διατὶ
τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατὶ εἶσθε ταραγμένοι, καὶ διατί ἀνεβαίνουν διαλογισμοὶ ἀμφιβολίας περὶ τοῦ ἂν πράγματι εἶμαι ὁ ἀναστὰς
διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς εἰς τὰς καρδίας σας διαλογισμοὶ ἀπιστίας; Διδάσκαλός σας, γεννῶνται εἰς τὰς διανοίας σας;
καρδίαις ὑμῶν;
24,39 Ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς 39 Ἰδέτε τὰς χεῖρας μου καὶ τοὺς πόδας 39 Ἴδετε τὰς χεῖρας μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι φέρουν τὰ
πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγὼ εἶμι· μου, ποὺ φέρουν τὰ σημάδια ἀπὸ τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ βεβαιωθῆτε, ὅτι εἶμαι ὁ σταυρωθεὶς
ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι καρφιά, διὰ νὰ πεισθῆτε ὅτι εἶμαι ἐγὼ ὁ Διδάσκαλός σας. Ψηλαφήσατέ με διὰ τῶν χειρῶν σας καὶ
πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει ἴδιος. Ψηλαφήσατέ με μὲ τὰ χέρια σας καὶ βεβαιωθῆτε, ὅτι δὲν εἶμαι ἄσαρκον πνεῦμα. Διότι ἡ ψυχὴ καὶ τὸ
καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. ἰδέτε, ὅτι δὲν εἶμαι πνεῦμα, ὅπως φάντασμα τοῦ πεθαμένου δὲν ἔχει σῶμα καὶ ὀστᾶ, καθὼς βλέπετε
νομίζετε, διότι τὸ πνεῦμα δὲν ἔχει σάρκα καὶ πείθεσθε, ὅτι ἔχω ἐγώ.
καὶ ὀστά, ὅπως βλέπετε ἐμὲ νὰ ἔχω».
24,40 Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν 40 Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, ἔδειξε εἰς αὐτοὺς 40 Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, ἔδειξεν εἰς αὐτοὺς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς
αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. πόδας.
24,41 Ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν 41 Ἐπειδὴ δὲ ἐκεῖνοι, ἕνεκα τῆς χαρᾶς, 41Ἐπειδὴ δὲ αὐτοὶ ἠπίστουν ἀκόμη λόγῳ τῆς χαρᾶς των
ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων ἀπιστοῦσαν ἀκόμη καὶ ἐθαύμαζαν διὰ τὸ νομίζοντες, ὅτι ἔβλεπον ὄνειρον, καὶ ἐπειδὴ ἐθαύμαζον διὰ τὰ
εἶπεν αὐτοῖς· ἔχετέ τι βρώσιμον καταπληκτικὸν καὶ ἀνέλπιστον αὐτὸ πρωτοφανῆ ταῦτα καὶ ἀνέλπιστα, τοὺς εἶπεν ὁ Κύριος· Ἔχετε ἐδῶ
ἐνθάδε; γεγονός, εἶπεν εἰς αὐτοὺς ὁ Κύριος· τίποτε φαγώσιμον διὰ νὰ φάγω καὶ διὰ νὰ πεισθῆτε ἔτσι ἀκόμη
«μήπως ἔχετε τίποτε φαγώσιμον ἐδῶ;» περισσότερον, ὅτι δὲν εἶμαι πνεῦμα;
24,42 Οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος 42 Ἐκεῖνοι δὲ τοῦ ἔδωσαν ἕνα κομάτι ψητὸ 42 Αὐτοὶ δὲ τοῦ ἔδωκαν ἕνα τεμάχιον ἀπὸ ψάρι ψημένον καὶ

252/255
ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου ψάρι καὶ κηρήθρα. ὀλίγην κηρήθραν.
κηρίου,

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


24,43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν 43 Καὶ ἀφοῦ τὰ ἐπῆρε, ἔφαγε ἐνώπιόν 43 Καὶ ἀφοῦ τὰ ἐπῆρεν, ἔφαγεν ἐμπρός των, ὄχι διότι εἶχε ἀνάγκην
ἔφαγεν. των, ὄχι διότι εἶχε ἀνάγκην τροφῆς τὸ συντηρήσεως τὸ σῶμα του, ἀλλ’ ἔπραξε τοῦτο διὰ νὰ βεβαιώσῃ
ἀναστημένον σῶμα του, ἀλλὰ διὰ νὰ αὐτούς, ὅτι ὄντως ἀνέστη.
πεισθοῦν ἐκεῖνοι ὅτι αὐτὸς εἶναι ὄντως ὁ
ἀναστημένος διδάσκαλος.
24,44 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· οὗτοι οἱ λόγοι 44 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· «αὐτὰ ποὺ 44 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Αὐτὰ τὰ γεγονότα, ποὺ βλέπετε καὶ σᾶς
οὖς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν βλέπετε τώρα καὶ θαυμάζετε, εἶναι προκαλοῦν τὸν θαυμασμόν, εἶναι ἡ πραγματοποίησις τῶν λόγων,
ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ ἀκριβῶς ὅσα σᾶς ἔλεγα, ὅταν ἤμουν μαζῆ ποὺ σᾶς εἶπα προφητικῶς, ὅταν ἀκόμη ἤμην μαζί σας ζῶν, προτοῦ
γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως σας, ὅτι πρέπει δηλαδὴ νὰ ἐκπληρωθοῦν νὰ σταυρωθῶ. Σᾶς ἔλεγα δηλαδή, ὅτι σύμφωνα πρὸς τὸ
καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ καὶ νὰ πραγματοποιηθοῦν ὅλα ὅσα ἔχουν προκαθωρισμένον σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ πληρωθοῦν καὶ νὰ
ἐμοῦ. γραφῆ γιὰ μένα εἰς τὸν νόμον τοῦ πραγματοποιηθοῦν ὅλα, ὅσα ἔχουν γραφῆ περὶ ἐμοῦ εἰς τὸν νόμον
Μωϋσέως, εἰς τοὺς προφήτας καὶ εἰς τοὺς τοῦ Μωϋσέως καὶ εἰς τοὺς προφήτας καὶ εἰς τοὺς ψαλμούς.
ψαλμούς».
24,45 Τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν 45 Τότε ἐφώτισε καὶ ἤνοιξε αὐτῶν τὸν 45 Τότε τοὺς μετέδωκε θεῖον φωτισμὸν καὶ τοὺς ἤνοιξε τὸν νοῦν
νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, νοῦν, ὥστε νὰ ἐννοοῦν τὰς Γραφάς. διὰ νὰ ἐννοοῦν τὰς Γραφάς.
24,46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι οὕτω 46 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· «ὅτι ἔτσι, ὅπως 46 Καὶ ἀφοῦ ἀνέπτυξεν εἰς αὐτοὺς τὰς κυριωτέρας προφητείας,
γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν ἀκριβῶς ἔγιναν, εἶναι γραμμένα εἰς τὴν τοὺς εἶπεν, ὅτι ἔτσι ἔχει γραφῆ προφητικῶς εἰς τὰς Γραφάς, καὶ
τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ Ἁγίαν Γραφήν, καὶ ἔτσι σύμφωνα μὲ τὸ ἔτσι ἔπρεπε σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας αὐτὰς νὰ πάθῃ ὁ
νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, πάνσοφον σχέδιον τοῦ Θεοῦ, ἔπρεπε νὰ Χριστὸς καὶ νὰ ἀναστηθῇ τὴν τρίτην ἀπὸ τοῦ θανάτου του ἡμέραν,
πάθῃ ὁ Χριστὸς καὶ νὰ ἀναστηθῇ ἐκ
νεκρῶν τὴν τρίτην ἡμέραν,
24,47 καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ 47 καὶ νὰ κηρυχθῇ ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ 47 καὶ σύμφωνα μὲ ὅσα ἐδιδάχθητε καὶ ἐμάθετε διὰ τὸ ὄνομά μου
ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ εἰς ὅλα τὰ ἔθνη μετάνοια καὶ ἄφεσις ὡς τοῦ μόνου Σωτῆρος καὶ λυτρωτοῦ τῶν ἀνθρώπων νὰ κηρυχθῇ
ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἁμαρτιῶν. Νὰ ἀρχίσῃ δὲ τὸ κήρυγμα ἀπὸ μετάνοια καὶ ἄφεσις ἁμαρτίων εἰς ὅλα τὰ Ἔθνη, νὰ ἀρχίσῃ δὲ τὸ
ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. τὴν Ἱερουσαλήμ. κήρυγμα τοῦτο ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ.

253/255
24,48 Ὑμεῖς δὲ ἔστε μάρτυρες 48 Σεῖς δὲ εἶσθε οἱ φιλαλήθεις καὶ 48 Σεῖς δὲ εἶσθε μάρτυρες ὅλων αὐτῶν, δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τούτων. ἀξιόπιστοι μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι θὰ μου, τοῦ βίου μου, τοῦ πάθους μου καὶ τῆς ἀναστάσεώς μου. Καὶ
κηρύξετε καὶ θὰ βεβαιώσετε ὅλα ὅσα μὲ τὴν μαρτυρίαν, τὴν ὁποίαν θὰ κάνετε περὶ ἐμοῦ, θὰ
ἔχετε ἀκούσει καὶ ὅσα ἔχετε ἰδεῖ ἀπὸ ἐμέ. συντελεσθῇ τὸ μέγα τοῦτο ἔργον τοῦ κηρύγματος μετανοίας καὶ
ἀφέσεως ἁμαρτίων εἰς ὅλα τὰ ἔθνη.
24,49 Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν 49 Σᾶς ἀναγγέλῳ δέ, ὅτι ἐγὼ σᾶς στέλνω 49 Σᾶς ὑπόσχομαι δὲ καὶ ἐγὼ νὰ σᾶς βοηθήσω ἀποτελεσματικῶς
ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' τώρα αὐτό ποὺ ὑπεσχέθη ὁ Πατήρ, εἰς τὸ ἔργον αὐτό. Ἰδοὺ ἐγώ, ποὺ ἀπὸ τώρα εἶμαι καὶ ὡς ἄνθρωπος
ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει δηλαδὴ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, διὰ νὰς σᾶς ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου καὶ ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἀποστέλλω
Ἱερουσαλὴμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε φωτίζῃ καὶ σᾶς ἐνισχύῃ καὶ σᾶς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐπάνω σας τὴν ἐπαγγελίαν, τὴν ὁποίαν ὁ Πατὴρ
δύναμιν ἐξ ὕψους. περιφρουρῇ εἰς τὸ ἀποστολικόν σας ὑπεσχέθη, δηλαδὴ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, περὶ τοῦ ὁποίου οἱ
ἔργον. Σεῖς λοιπὸν καθίσατε εἰς τὴν πόλιν προφῆται προανήγγειλαν, ὅτι θὰ δοθῇ εἰς πᾶσαν σάρκα. Σεῖς δὲ
Ἱερουσαλὴμ ἕως ὅτου φορέσετε, σὰν ἄλλο καθίσατε εἰς τὴν πόλιν Ἱερουσαλὴμ καὶ μὴ ἀπομακρυνθῆτε ἐξ
ἔνδυμα, καὶ κάμετε ἰδικήν σας πλέον τὴν αὐτῆς, ἕως ὅτου φορέσετε ὡς πνευματικὸν ἔνδυμα δύναμιν καὶ
σοφίαν καὶ τὴν δύναμιν, ποὺ θὰ σᾶς ἔλθῃ ἐνίσχυσιν, ποὺ θὰ σᾶς ἔλθῃ ἐξ οὐρανοῦ διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ
ἀπὸ τὸν οὐρανὸν μὲ τὴν ἐπιφοίτησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἁγίου Πνεύματος».
24,50 Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως 50 Ἔπειτα δὲ ἀπὸ αὐτὰς καὶ ἄλλας 50 Ὅταν δὲ ἐτελείωσε τὰς διδασκαλίας ταύτας, τοὺς ἔβγαλε ἔξω
εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς διδασκαλίας, τοὺς ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὴν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ἕως ποὺ ἐπλησίασαν πρὸς τὴν Βηθανίαν. Καὶ
χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. πόλιν κάπου ἐκεῖ κοντὰ εἰς τὴν Βηθανίαν, ἀφοῦ ὕψωσε τὰς χεῖρας του τοὺς ηὐλόγησε.
καὶ ἀφοῦ ἐσήκωσε τὰ χέρια του, τοὺς
εὐλόγησε.
24,51 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν 51 Καὶ συνέβη τοῦτο τὸ θαυμαστόν· ἐνῶ 51 Καὶ συνέβη, ἐνῷ αὐτὸς τοὺς ηὐλόγει, ἐχωρίσθη καὶ
αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ' αὐτῶν καὶ αὐτὸς τοὺς εὐλογοῦσε, ἐχωρίσθη ἀπὸ ἀπεμακρύνθη ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐφέρετο πρὸς τὰ ἐπάνω, πρὸς τὸν
ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. αὐτοὺς καὶ ἐφέρετο πρὸς τὰ ἐπάνω εἰς τὸν οὐρανόν.
οὐρανόν.
24,52 Καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες 52 Καὶ αὐτοί, ἀφοῦ τὸν ἐπροσκύνησαν, 52 Καὶ αὐτοί, ἀφοῦ τὸν προσεκύνησαν, ἐπέστρεψαν εἰς

254/255
αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ μὲ Ἱερουσαλὴμ μὲ χαρὰν μεγάλην διὰ τὴν ἔνδοξον ἀνύψωσιν τοῦ
μετὰ χαρᾶς μεγάλης, μεγάλην χαράν. διδασκάλου καὶ διὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, περὶ

Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης


τῆς ὁποίας τοὺς ἐβεβαίωσε.
24,53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ 53 Καὶ ἦσαν συνεχῶς κατὰ τὰς ὥρας τῆς 53 Καὶ ἦσαν πάντοτε, κατὰ τὰς ὤρας τῆς προσευχῆς καὶ λατρείας,
ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν λατρείας εἰς τὸ ἱερὸν ὑμνοῦντες καὶ εἰς τὸ ἱερόν, ὑμνοῦντες καὶ δοξολογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν.
Θεόν. Ἀμήν. δοξολογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν.
(ἐδοξολογοῦσαν τὸν Θεὸν δι' ὅλα ὅσα
εἶδαν καὶ ἤκουσαν κατὰ τὸ διάστημα τῶν
τριῶν ἐτῶν, καὶ μάλιστα διὰ τὴν ἔνδοξον
ἀνάστασιν καὶ τὴν θριαμβευτικὴν
ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου).

255/255
Επιμέλεια: π.Αθανάσιος Εφημέριος Ι.Ν.Αγίας Αικατερίνης Λαρίσης

You might also like