Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 16

1

ΑΓΑΠΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ…

Της ΕΥΑΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΓΟΥΕΜΠΣΤΕΡ

ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ:

ΜΠΟΜΠ -ένα παιχνιδιάρικο σκυλάκι


ΣΤΑΘΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ – Το αφεντικό του, ετών 40
ΙΣΜΗΝΗ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ – Η μητέρα του Στάθη
ΜΠΕΛΛΑ – σκυλίτσα μίνι πιτ μπούλ, φίλη του
ΜΠΑΜΠΗΣ ΤΑΓΑΡΗΣ – Γείτονας, αρνητής εμβολίου
ΓΙΑΝΝΗΣ – Εθελοντής στο Βοήθεια στο Σπίτι
ΑΝΤΖΕΛΑ – Συνεργάτιδα και για λίγο φιλενάδα του Μπάμπη
2

ΣΚΗΝΗ 1. ΕΞΩΤ. ΧΩΡΟΣ – ΠΑΡΚΟ – ΛΙΒΑΔΙ ΜΕ ΓΡΑΣΙΔΙ - ΜΕΡΑ

Χαμηλή λήψη σε χορτάρι καθώς ο ΜΠΟΜΠ (ετών 3) τρέχει


λαχανιάζοντας. Μια κόκκινη μπάλα γεμίζει το πλάνο και
ακούγεται ΓΑΒΓΙΣΜΑ. Το πλάνο ανοίγει και βλέπουμε την
μπάλα στα πόδια ενός άνδρα και τον Μπομπ να χοροπηδά
ΓΑΒΓΙΖΟΝΤΑΣ.

ΣΤΑΘΗΣ (ετών 40)


Μπομπ! Τι θέλει το αγόρι μου; Τι θές; Να
σου ξαναπετάξω τη μπάλα, ε;

ΜΠΟΜΠ
Γαβ! Γαβ!

ΣΤΑΘΗΣ
Ναι; Να την πετάξω; Εντάξει λοιπόν.
Πιάσ’την!

Ένα χέρι κατεβαίνει, πιάνει τη μπάλα και την πετά. Ο


Μπομπ εκτοξεύεται, τρέχοντας πίσω της, την πιάνει και
τρέχει σαν βολίδα πίσω στον Στάθη, που γελά και την
ξαναπετά. Καθώς ο Μπομπ τρέχει για την μπάλα, ο Στάθης
κοιτά το ρολόι του.

ΣΤΑΘΗΣ
Έλα Μπομπ! Φτάνει! Ώρα να πάμε σπίτι, έλα!

Ο Μπομπ επιστρέφει και αφήνει την μπάλα στα πόδια του


Στάθη, που την μαζεύει και του δίνει μια λιχουδιά για
επιβράβευση.

ΣΤΑΘΗΣ
Μπράβο το αγόρι μου! Ποιο είναι το πιο
καλό σκυλί; Σε ποιόν θα φέρει ο Γιάννης
λιχουδιές; Πάμε γρήγορα σπίτι να τον
προλάβουμε!

Ο Στάθης κανακεύει τον Μπομπ, που πετάγεται πάνω και τον


«φιλά». Οι δύο τους ξεκινούν προς το μονοπάτι. Φτάνουν σε
ένα δασάκι. ΕΝΑ ΚΙΝΗΤΟ ΧΤΥΠΑ. Ο Στάθης κοιτά την οθόνη,
βλέπει την λέξη «Μαμά» και απαντά. Η ΙΣΜΗΝΗ (ετών 65)
εμφανίζεται στην οθόνη, που καθρεπτίζει κλαριά δέντρων.

ΙΣΜΗΝΗ
Καλημέρα, αγόρι μου. Που σε βρίσκω; Τι
δέντρα είναι αυτά; Μα δεν έχουμε πει ότι
δεν πρέπει να βγαίνεις έξω έτσι μόνος… Τι
θα γίνει αν σε πιάσει καμμιά κρίση;

ΣΤΑΘΗΣ
(χαμογελώντας)
Καλημέρα, Μαμά. Νωρίς-νωρίς με θυμήθηκες
σήμερα. Τρέχει κάτι;

ΙΣΜΗΝΗ
(φανερά εκνευρισμένη)
3

Μην αλλάζεις θέμα. Ώρες-ώρες έχω την


αίσθηση ότι δεν έχεις μεγαλώσει καθόλου.
Πότε θα το πάρεις απόφαση; Έχεις σκλήρυνση
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

ΙΣΜΗΝΗ
(ΣΥΝ.) κατά πλάκας. Ανά πάσα στιγμή
μπορεί να έχεις μια κρίση. Θυμάσαι τι
έγινε την τελευταία φορά-

ΣΤΑΘΗΣ
(γελάει)
-Καλά, καλά, μανούλα μου, ηρέμησε… Δεν
χρειάζεται να ανησυχείς. Καταρχήν, δεν
είμαι μόνος, είμαι με το Μπομπ. Έλα,
Μπομπ! Έλα να πεις γεια σου στην Μαμά
Ισμήνη!!

O Μπομπ τρέχει κοντά, σηκώνεται στα πίσω πόδια και


«χαιρετά» με τα δύο μπροστινά χαριτωμένα, όπως του έχει
μάθει ο Στάθης.

ΙΣΜΗΝΗ (O.S)
(Ενώ βλέπουμε τον ΜΠΟΜΠ)
Στάθη, δεν είναι αστείο! Είχες χάσει το
φως σου για ώρες. Δεν έβλεπες καθόλου! Τι
θα κάνεις αν είσαι σε μια εξοχή
ολομόναχος;

Ο Μπομπ παίρνει τη λιχουδιά που του δίνει ο Στάθης και


τρέχει μπροστά καταχαρούμενος.

ΣΤΑΘΗΣ (O.S)
Στο αλσάκι κοντά στο σπίτι είμαι, Μαμά,
όχι σε καμμιά βουνοκορφή. Ξέρεις πόσος
κόσμος περνά από εδώ; Ειδικά τώρα με την
πανδημία - σάμπως έχουν και που αλλού να
πάνε;

Όσο μιλούν ο Μπομπ τρέχει μπροστά στο μονοπάτι, όπου


εμφανίζεται ξαφνικά ένα δεύτερο σκυλί, η ΜΠΕΛΛΑ (ετών
1.5) ένα νεαρό μικρόσωμο πιτ μπουλ, που κοντοστέκεται και
τους παρατηρεί γεμάτο περιέργεια.

ΣΤΑΘΗΣ (O.S)
Όλο και κάποιος θα βρεθεί να βοηθήσει αν,
ο μη γένοιτο, μου συμβεί κάτι… που έχει
χρόνια να γίνει, παρεμπιπτόντως.

Ο Μπομπ σταματά, μετά πλησιάζει την Μπέλλα προσεκτικά,


κουνώντας την ουρά του συγκρατημένα. Ο Στάθης τους
βλέπει.

ΣΤΑΘΗΣ
Μαμά, πρέπει να σε κλείσω. Τα λέμε πιο
μετά.
4

Ο Στάθης κλείνει βιαστικά το τηλέφωνο. Τα δύο σκυλιά


μυρίζονται και ξαφνικά κουνούν τις ουρές τους δυνατά,
κάνουν υπόκλιση και στήνουν παιχνίδι κυνηγητού, τρέχοντας
πάνω κάτω. Το πιτ μπουλ παίρνει φόρα και χώνεται σε κάτι
θάμνους όπου ο Μπομπ το ακολουθεί και εξαφανίζεται.

ΣΤΑΘΗΣ
(τρέχοντας, κουτσαίνοντας λίγο)
Μπομπ! Έλα πίσω! Μπομπ!

ΣΚΗΝΗ 2 – ΕΞΩΤ. ΧΩΡΟΣ – ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ - ΜΕΡΑ

Ο Στάθης τρέχει κουτσαίνοντας στο μονοπάτι, κοιτάζει


δεξιά-αριστερά. Ακούγεται ένα ΣΦΥΡΙΓΜΑ και ο ΜΠΑΜΠΗΣ
(ετών 42), φορώντας ένα τζιν και πέτσινο γιλέκο
εμφανίζεται, τρέχοντας και αυτός, από την άλλη
κατεύθυνση.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Μπέλλα! Μπέελλααα! Συγγνώμη, κύριε, μήπως
είδατε μια σκυλίτσα, άσπρη με καφέ,
περίπου τόση; Το έσκασε πάλι…

Καθώς πλησιάζει, ο Στάθης του κάνει νεύμα να περιμένει


και βιαστικά βγάζει από την τσέπη μια μάσκα και την φορά.

ΣΤΑΘΗΣ
Συγχωρέσετε με. Δεν θέλω να φανώ αγενής
αλλά πρέπει να προσέχω πάρα πολύ. Θα ήταν
πολύ επικίνδυνο να κολλήσω κορονοϊό. Και,
ναι, την είδα. Μάλλον το σκάσανε μαζί με
το δικό μου σκύλο.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Μη σας απασχολεί. Αν και η επίσημη γραμμή,
νόμιζα, είναι πως η μάσκα δεν βοηθάει και
πάρα πολύ. Αλλά μάλλον αυτό το λένε επειδή
δεν υπάρχουν αρκετές..

Καθώς μιλά, τα δύο σκυλιά εμφανίζονται τρέχοντας το ένα


πίσω από το άλλο σαν σίφουνες και έρχονται όλο χαρά στα
αφεντικά τους, πολύ περήφανα για τον εαυτό τους.

ΜΠΑΜΠΗΣ
(ψευτο-αυστηρά)
Μπέλλα! Που χάθηκες πάλι, παλιοκόριτσο.
Έτσι κάνουν στο μπαμπά;

(γελώντας, γυρνά στον Στάθη καθώς βάζει λουρί στη Μπέλλα)

Επιτρέψτε μου να συστηθώ. Μπάμπης, και η


δεσποινίδα από εδώ είναι η Μπέλλα. Μένουμε
εδώ πιο πάνω, στην οδό Αρχιμήδους –

ΣΤΑΘΗΣ
5

-Αλήθεια; Τι σύμπτωση! Και εμείς στον ίδιο


δρόμο μένουμε. Στάθης, και αυτός ο τυπάκος
εδώ είναι ο Μπομπ.

Πιάνει τον Μπομπ, που παίζει όσο μιλάνε με την Μπέλλα,


και τον βάζει και αυτόν σε λουρί.

Έλα εδώ, κατεργάρη, άσε την κοπέλα ήσυχη-

ΜΠΑΜΠΗΣ
(γελώντας)
-Κάτι μου λέει ότι μάλλον γεννιέται ένα
μεγάλο ειδύλλιο…

ΣΤΑΘΗΣ
(γελώντας μαζί του)
Πράγματι. Νομίζω έχεις δίκιο. Πως και δεν
σας έχουμε ξαναδεί στο πάρκο;

ΜΠΑΜΠΗΣ
Η αλήθεια είναι πως δεν έχω την Μπέλλα
πολύ καιρό. Την υιοθέτησα όταν ξεκίνησε
όλη αυτή η ιστορία της πανδημίας, για να
έχω μια παρέα και να μπορώ να βγαίνω. Αλλά
ήδη δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς
αυτήν-

ΣΤΑΘΗΣ
-Έχεις δίκιο, κάπως έτσι είναι….

Ο Στάθης και ο Μπάμπης περπατούν μαζί, συζητώντας και


γελώντας, καθώς απομακρύνονται με τα δυο σκυλιά.

ΣΚΗΝΗ 3 – ΕΞΩΤ. – ΟΔΟΣ ΑΡΧΙΜΗΔΟΥΣ – ΜΕΡΑ

Οι δύο άντρες μπαίνουν στον δρόμο με τα σκυλιά. Γελάνε


και φαίνεται πως περνάνε καλά μαζί. Ο Στάθης σταματά έξω
από το σπίτι του, δείχνοντας τη πόρτα.

ΣΤΑΘΗΣ
Εδώ είμαστε εμείς.

Ο Μπαμπης τον κοιτά καλά-καλά και ξεκαρδίζεται στα γέλια.

ΜΠΑΜΠΗΣ
(δείχνοντας την ακριβώς διπλανή πόρτα)
Κι’ εδώ εμείς. Μα καλά, πως καταφέραμε να
μην έχουμε δει ο ένας τον άλλο ούτε μια
φορά τόσο καιρό; Βέβαια, εγώ έχω το μπαρ
και συνήθως τα πρωινά κοιμάμαι μέχρι αργά.
Εσύ που εργάζεσαι;

ΣΤΑΘΗΣ
Από το σπίτι, κυρίως. Με τηλεργασία. Είμαι
προγραμματιστής. Και πριν από το κορονοϊό,
έτσι δούλευα. Μάλλον τις ώρες που
6

κυκλοφορείς εσύ, εγώ είμαι κλεισμένος μέσα


και δουλεύω.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Τυχερός είσαι, φίλε μου. Εγώ αναγκάστηκα
να το κλείσω, λόγο πανδημίας. Για την ώρα,
ζω από τα έτοιμα.

ΣΤΑΘΗΣ
Δύσκολο, πράγματι. Αλλά και τι άλλο να
γίνει; Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει άλλη
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

ΣΤΑΘΗΣ
(ΣΥΝ.) λύση… Ωπ, να και ο Γιάννης. Ίσα-ίσα
τον πρόλαβα. Μου ψωνίζει, ξέρεις, για να
μην χρειάζεται να μπαίνω στο σουπερμάρκετ.

Καθώς μιλά, ένα βανάκι που γράφει «Βοήθεια Στο Σπίτι» στο
πλάι μπαίνει στο δρόμο και σταματά έξω από το σπίτι του
Στάθη. Βγαίνει ο ΓΙΑΝΝΗΣ (ετών 28), φορώντας μάσκα,
χαιρετάει, βγάζει δύο σακούλες με ψώνια και τις δίνει
στον Στάθη.

ΓΙΑΝΝΗΣ
Γειά σας, κύριε Στάθη. Όλα καλά; Μπομπ;
Σου βρήκα τις αγαπημένες σου κροκέτες,
τυχεράκια. Με γεύση αρνί, μμμμ μμμμ.

ΣΤΑΘΗΣ
Ευχαριστώ Γιάννη, να’σαι καλά.
(Γυρνώντας στον Μπάμπη)
Εμείς συνήθως ξεκινάμε γύρω στις 8:00 τη
βόλτα αν θέλετε εσύ και η Μπέλλα να έρθετε
μαζί μας. Μετά πιάνω δουλειά.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Έγινε αδερφέ μου. Τα λέμε τότε… Γιάννη.

Ο Μπάμπης χαιρετά με ένα νεύμα και μπαίνει στο σπίτι του.

ΣΚΗΝΗ 4 – ΕΣΩΤ. ΚΟΥΖΙΝΑ – ΜΈΡΑ

Ο Στάθης μπαίνει στη κουζίνα, ακουμπά τις τσάντες, βάζει


του Μπομπ να φάει. Τακτοποιεί τα ψώνια και φτιάχνει καφέ.
Ο Μπομπ τρώει γρήγορα, πίνει νερό και τρέχει έξω:

ΣΚΗΝΗ 5 – ΕΣΩΤ. ΣΑΛΟΝΙ – ΜΕΡΑ

Ο Μπομπ μπαίνει τρέχοντας, πηδά πάνω στο καναπέ και


πιάνει θέση. Ο Στάθης ακολουθεί με ένα πιάτο και ένα
καφέ. Κάθεται δίπλα του, ανοίγει την τηλεόραση και
αρχίζει να τρώει.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΠΟ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ.

Ο Στάθης ταΐζει τον Μπομπ λίγο από το πρωινό του, αλλάζει


κανάλι.
7

ΦΩΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗ (O.S.): Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ


ΕΔΑΦΟΣ, ΚΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΙ ΤΗΛΕΘΕΑΤΕΣ ΑΛΛΑ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ
ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ ΠΟΥ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΠΙΣΩ ΤΗΝ
ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ…»

Ο Στάθης κλείνει την τηλεόραση και κάθεται σε υπολογιστή.

ΣΤΑΘΗΣ
Ησυχία τώρα, Μπομπ. Ώρα για δουλειά…

FADE OUT με το Στάθη να κοιτά τον υπολογιστή ενώ τα μάτια


του Μπομπ κλείνουν και κοιμάται.
ΣΚΗΝΗ 6 – ΕΣΩΤ. ΣΑΛΟΝΙ – ΑΠΟΓΕΥΜΑ

Ο Μπομπ ανοίγει τα μάτια και βλέπει τον Στάθη να κάθεται


στο γραφείο ενώ να δέχεται βίντεο-κλήση από την Ισμήνη.

ΙΣΜΗΝΗ
Ανησυχώ, αγόρι μου. Πως να μην ανησυχώ.
Μήνες έχω να σε δω από κοντά, να δω πως
είσαι, αν είσαι καλά. Σε σκέφτομαι εκεί
πέρα ολομόναχο όλη μέρα…

ΣΤΑΘΗΣ
Έλα, Μαμά. Τα είπαμε αυτά. Δεν είμαι
μόνος, έχω το Μπομπ. Α, να ’τος. Ξύπνησε.
Μαμά, τα λέμε. Πρέπει να του βάλω να φάει.

ΙΣΜΗΝΗ
Καλά, Στάθη μου. Καλό βράδυ. Πάρε με
αργότερα, αν θες.

Η βίντεο-κλήση τερματίζει αλλά ο Στάθης έχει μπει στο


Facebook. Πατάει αποδοχή σε ένα αίτημα φιλίας από το
Μπάμπη. Μετά, το μάτι του πέφτει σε ένα διαδικτυακό
καυγά. «Μας έκλεισαν μέσα για μια γριπούλα και πέντε
γερόντια με το ένα πόδι στον τάφο» γράφει η ανάρτηση. Από
κάτω τα πληκτρολόγια έχουν πάρει φωτιά.

ΣΤΑΘΗΣ
Μπομπ, έλα! Έλα, αγόρι μου!

Ο Μπομπ πηδά στην αγκαλιά του Στάθη και αυτός τον


χαϊδεύει αφηρημένα ενώ διαβάζει. «Τον ιό τον κατασκεύασε
ο Μπιλ Γκέιτς για να μας βάλει το 5G» σχολιάζει ο
‘Christaras’. «Εγώ διάβασα πως τον ιό τον έφτιαξαν σε
εργαστήριο οι Κινέζοι» απαντά η Bibi Bubo. «Τι λέτε βρεεε
ψέεεεκιαααα!!!» γράφει πιο κάτω ένας John Dimopoulos. Ο
Στάθης αναστενάζει.

ΣΤΑΘΗΣ
Μπομπ, νομίζω μερικοί-μερικοί έχουν χάσει
τη μπάλα.

Στην λέξη μπάλα, ο Μπομπ κοιτάζει πάνω, θορυβημένος.


8

Όχι, όχι εσύ, φιλαράκο… Εσύ ποτέ δεν


χάνεις τη μπάλα…

ΣΚΗΝΗ 7 – ΕΣΩΤ. ΚΡΕΒΑΤΟΚΆΜΑΡΑ – ΝΥΧΤΑ

Ο Στάθης μπαίνει φορώντας τις πιτζάμες του, με μια μικρή


πετσέτα στον ώμο που σκουπίζει το πρόσωπό του. Πέφτει στο
κρεβάτι. Ο Μπομπ μπαίνει, πηδά πάνω στο κρεβάτι και
κουλουριάζεται δίπλα του. Ο Στάθης απλώνει το χέρι του
και σβήνει το φως δίπλα από το κρεβάτι. Σκοτάδι.

ΣΚΗΝΗ 8 – ΕΣΩΤ. ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ – ΞΗΜΈΡΩΜΑ

Ο ήλιος μπαίνει από το παράθυρο. Μια ηλιαχτίδα πέφτει


πάνω στον κοιμισμένο Μπομπ. Πετάγεται επάνω, πηδά από το
κρεβάτι και τρέχει από το δωμάτιο. Σε λίγο επιστρέφει με
την μπάλα στο στόμα. Την ακουμπά δίπλα στο κρεβάτι και
ΓΑΒΓΙΖΕΙ ΣΤΑΚΑΤΑ δυο φορές, κουνώντας την ουρά. Ο Στάθης
ξυπνά, τον χαϊδεύει και σηκώνεται αγουροξυπνημένος.

ΣΚΗΝΗ 9 – ΕΞΩΤ. ΟΔΟΣ ΑΡΧΙΜΗΔΟΥΣ - ΜΕΡΑ

Ο Στάθης και ο Μπομπ βγαίνουν από το σπίτι. Έξω


περιμένουν ο Μπάμπης και η Μπέλλα. Οι δυο άντρες
χαιρετιούνται και τα σκυλιά συναντιούνται όλο χαρά. Όλοι
μαζί ξεκινούν για το πάρκο.

ΣΚΗΝΗ 10 - ΜΟΝΤΑΖ ΑΠΟ ΠΛΑΝΑ ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΙΑ - ΜΕΡΑ

Οι δύο άντρες και τα δυο σκυλιά συναντιούνται έξω από το


σπίτι ή να επιστρέφουν, με αλλαγές που να δείχνουν την
πάροδο του χρόνου, όπως βροχή, χιόνι, καλοκαιρινά ρούχα
και άλλα. Μετά πλάνα όπου κάθονται στον κήπο και πίνουν
μπύρες, παίζουν τάβλι ή συζητούν.

Πλάνα με τα δύο σκυλιά να παίζουν χαρούμενα στο πάρκο ή


στο κήπο, σε διάφορες εποχές. Ιδανικά να υπάρχουν σκηνές
με χιόνι, κυνηγητό γάτας με τον Μπομπ και τη Μπέλλα, και
τον Μπάμπη να πετά τη μπάλα για το Μπομπ. Τον Στάθη και
τον Μπάμπη να κάθονται μαζί να τα βλέπουν να παίζουν.

ΣΚΗΝΗ 11 – ΕΞΩΤ. ΠΑΡΚΟ – ΜΕΡΑ

Ο Στάθης και ο Μπάμπης περπατούν αργά. Γύρω από το


μονοπάτι έχουν φυτρώσει αμέτρητα αγριολούλουδα σε μια
πανδαισία χρωμάτων. Ο ΜΠΟΜΠ και η ΜΠΕΛΛΑ παίζουν κυνηγητό
στο ολάνθιστο, ανοιξιάτικο τοπίο και εξερευνούν.

ΣΤΑΘΗΣ
Τι όμορφα και ήσυχα που είναι όλα! Ξέρω
ότι είναι πρόβλημα για τη δουλειά σου αλλά
εμένα ειλικρινά θα μου λείψει αυτή η
ηρεμία του λοκντάουν. Μου φαίνεται
απίστευτο ότι τώρα είμαστε στην πόλη.
9

ΜΠΑΜΠΗΣ
Αδερφέ, σε καταλαβαίνω αλλά δεν μπορώ να
συμφωνήσω. Άμα θέλω ηρεμία παίρνω τα
βουνά. Η πόλη θέλει κίνηση, θέλει ζωή και,
προπάντων, θέλει λεφτά. Άμα δεν έχεις μια,
δεν έχεις ούτε ηρεμία, με πιάνεις;

ΣΤΑΘΗΣ
Δεν έχεις και άδικο. Να πω την αλήθεια,
όλο αυτό το κλείσιμο έχει κουράσει και
μένα… άμα βγει επιτέλους αυτό το εμβόλιο
ίσως μπορέσουμε να χαλαρώσουμε λίγο-

ΜΠΑΜΠΗΣ
-Εγώ, να σου πω την αλήθεια, δεν το πολύ-
εμπιστεύομαι. Σαν να τα παραλένε, μου
φαίνεται. Πως το βρήκανε τόσο γρήγορα;
Ούτε στην τσέπη να το είχαν…Το έχω ψάξει
και δεν με πείθουν.

Ο Στάθης τον παρατηρεί, καθαρά προβληματισμένος, αλλά δεν


λέει τίποτα.

ΜΠΑΜΠΗΣ (συνεχίζει)
…και να σου πω. Δεν ξέρω αν πιστεύω καν
αυτά τα νούμερα που μας λένε. Κολλάει ο
άλλος κόβιντ και τον πατάει το τρένο –
θάνατος λόγο κορονοϊού βαφτίζεται! Μας
έχουν κλείσει μέσα, μας πήραν τις
ελευθερίες μας και δεν αντιδρούμε! Πάμε
σαν τα πρόβατα στη σφαγή!

ΣΚΗΝΗ 12 – ΟΔΟΣ ΑΡΧΙΜΗΔΟΥΣ – ΜΕΡΑ

Ο Στάθης και ο Μπάμπης περπατούν μαζί, με τα δυο σκυλιά


σε λουρί. Είναι ντυμένοι ελαφριά, σχεδόν καλοκαιρινά.
Φαίνονται κάπως πιο κουμπωμένοι στις σχέσεις τους. Καθώς
πλησιάζουν, φθάνει το βαν του Γιάννη και σταματά μπροστά
στο σπίτι. Ο Γιάννης βγαίνει με τα ψώνια.

ΣΤΑΘΗΣ
Ευχαριστώ πολύ, Γιάννη. Άφησε τα εκεί. Θα
τα πάρω μπαίνοντας. Πως πάει; Όλα καλά;

ΓΙΑΝΝΗΣ
Μια χαρά, κύριε Στάθη. Εσείς;

ΣΤΑΘΗΣ
Εξαιρετικά, μπορώ να πω. Είμαι στην
ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι μόλις
έκανα το εμβόλιο και σύντομα θα σε
απαλλάξω από τον μπελά να μου ψωνίζεις.

ΓΙΑΝΝΗΣ
Τι λέτε τώρα, κύριε Στάθη. Καθόλου μπελάς.
Δεν με αναγκάζει και κανείς…Αλλά μπράβο
σας, πολύ χαίρομαι. Θα είσαστε πολύ πιο
10

ασφαλής τώρα. Κύριε Μπάμπη, τι κάνετε;


Πήγατε και εσείς για εμβόλιο;

ΜΠΑΜΠΗΣ
Όχι εγώ, φίλε μου. Δεν βάζω εγώ χημείες
στο σώμα μου. Το ποτό και τα τσιγάρα μου.
Μέχρι εκεί.

ΣΤΑΘΗΣ
(στο ΓΙΑΝΝΗ)
Εσύ θα το κάνεις τώρα; Ή θα πρέπει να
περιμένεις μέχρι να ανοίξει για τους
εικοσάρηδες;

ΓΙΑΝΝΗΣ
Να σας πω, κύριε Στάθη, θα το έκανα, αλλά
μάλλον δεν χρειάζεται. Πρέπει να κόλλησα
χωρίς καν να το καταλάβω. Το βρήκαν όταν
πήγα εθελοντής στις κλινικές δοκιμές για
το εμβόλιο. Είχα αντισώματα και με
διώξανε.

ΜΠΑΜΠΗΣ
(περιφρονητικά)
Πάλι καλά, δε λες. Έτσι απέκτησες την
ανοσία σου φυσικά και είναι ακόμα
καλύτερη. Εγώ δεν θα είχα καμία διάθεση
να γίνω πειραματόζωο ώστε να πλουτίζουν οι
πολυεθνικές. Κύριοι, σας χαιρετώ, η Μπέλλα
πεινάει. Τα λέμε αύριο, Στάθη…

Ο Στάθης χαιρετάει αμήχανα, και όταν η πόρτα του ΜΠΆΜΠΗ


κλείνει πίσω του, η έκφρασή του είναι φανερά
προβληματισμένη.

ΓΙΑΝΝΗΣ
Μη δίνετε σημασία, κύριε Στάθη, και μη
στεναχωριέστε. Εσείς κάνατε αυτό που
έπρεπε να κάνετε. Μέχρι να ‘ρθει η σειρά
του, μπορεί να έχει αλλάξει γνώμη.

Ο Γιάννης μπαίνει στο βαν και φεύγει, ενώ ο Στάθης και ο


Μπομπ μαζεύουν τα ψώνια και μπαίνουν στο σπίτι.

ΣΚΗΝΗ 13 – ΕΣΩΤ. ΣΑΛΟΝΙ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ – ΒΡΑΔΥ

Ο Στάθης κάθεται στον καναπέ με τον Μπομπ. Η τηλεόραση


δείχνει διαδήλωση αντι-εμβολιαστών. Κοιτάζει αναρτήσεις
του Μπάμπη στα κοινωνικά δίκτυα. Σε μία, αποκαλεί όσους
έκαναν το εμβόλιο «τρομοκρατημένα πρόβατα». Όταν κάποιος
αντιδρά, απαντά: «Κάνε εσύ όσα εμβόλια θέλεις. Εμένα,
κανείς δεν θα με αναγκάσει. Άμα θέλω πιστοποιητικό,
προτιμώ να κολλήσω και να το πάρω έτσι».

ΣΚΗΝΗ 14 – ΕΣΩΤ ΣΑΛΟΝΙΟΎ - ΜΕΡΑ

Ο Στάθης παρακολουθεί το δρόμο από το παράθυρο, κρυμμένος


πίσω από την κουρτίνα. Ο Μπομπ έχει τη μπάλα του και
11

περιμένει. Στο πεζοδρόμιο περιμένουν ο Μπάμπης και η


Μπέλλα. Ο Μπάμπης κοιτά επανειλημμένα το ρολόι του και
τελικά φεύγουν. Λίγο μετά, βγαίνει ο Στάθης με τον Μπομπ.

ΣΚΗΝΗ 15 – ΠΑΡΚΟ – ΛΙΒΑΔΙ ΜΕ ΓΡΑΣΙΔΙ - ΜΕΡΑ

Ο Στάθης και ο Μπομπ παίζουν με τη μπάλα. Εκείνη την ώρα,


καταφθάνουν ο Μπάμπης και η καινούργια του φιλενάδα, η
ΑΝΤΖΕΛΑ (ετών 36), με την Μπέλλα. Όταν τους βλέπει, ο
Στάθης γρήγορα φορά τη μάσκα του, τους χαιρετά αμήχανα
από απόσταση και βγάζει το λουρί του Μπομπ.

ΣΤΑΘΗΣ
Έλα Μπομπ! Ώρα να πάμε σπίτι!

Ο Μπομπ τρέχει, αφήνει τη μπάλα στα πόδια του αλλά όταν


βλέπει τη Μπέλλα και τον Μπάμπη, παρατάει τη μπάλα και
τρέχει να τους χαιρετήσει, κάνοντας μεγάλες χαρές και
κουνώντας ζωηρά την ουρά του.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Μπομπ, φιλαράκο! Πού είσαι, αγόρι μου; Σας
χάσαμε.
(γυρνά στο Στάθη με μια δόση παράπονο)
Στάθη, αδερφέ μου, καιρό έχω να σε δω. Όλα
καλά;

ΣΤΑΘΗΣ
(ένοχα, καθώς απομακρύνεται)
Μια χαρά, φίλε. Εσείς; Απλά έμπλεξα λίγο
με τη δουλειά. Πελάτες… Ερχόμαστε άλλες
ώρες. Και τώρα, δηλαδή, έχω ένα zoom. Γεια
σου Άντζελα, ελπίζω να τα ξαναπούμε … Έλα
Μπομπ! Πάμε! Μπάμπη, τα λέμε άλλη φορά …

Όταν φτάνει το μονοπάτι, ο Στάθης αρχίζει να περπατά


γρήγορα. Ο Μπόμπ κοιτάζει μια τον Στάθη και μια τη Μπέλλα
που περιμένει όλο λαχτάρα, χωρίς να καταλαβαίνει. Όταν ο
Στάθης κοντεύει να εξαφανιστεί, τρέχει να τον προλάβει. Ο
Μπάμπης τους κοιτά που απομακρύνονται κάπως μελαγχολικά.

ΣΚΗΝΗ 15 – ΟΔΟΣ ΑΡΧΙΜΗΔΟΥΣ – ΜΕΡΑ

Ο Στάθης και ο Μπομπ επιστρέφουν σπίτι. Ξαφνικά ανοίγει η


εξώπορτα του Μπάμπη και βγαίνει η Αντζελα, έξω φρενών.
Κρατά ένα σακβουαγιάζ μισανοιγμένο, με ρούχα να εξέχουν.
Ο Μπάμπης εμφανίζεται στη πόρτα.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Έλα τώρα. Πως κάνεις έτσι; Ένα αστειάκι
ήταν. Μα σοβαρά τώρα, φεύγεις;

ΑΝΤΖΕΛΑ
Έχεις το θράσος να το ρωτάς; Μετά από αυτό
που είπες; Ναι, φεύγω, κύριε! Φεύγω και
δεν θα ξανάρθω!

ΜΠΑΜΠΗΣ
12

Ειλικρινά, δεν νομίζεις ότι υπερβάλλεις;


Έχω φτιάξει και τόσο φαγητό…

ΑΝΤΖΕΛΑ
(ουρλιάζοντας με εκνευρισμό)
Θα σου έλεγα τώρα τίποτα αλλά είμαι κυρία.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Μα καλά, τι θέλεις από μένα πια. Μια χαρά
δεν περνάγαμε…

ΑΝΤΖΕΛΑ
Άκου να σου πω, Μπάμπη. Χρόνια τώρα σε
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
ΑΝΤΖΕΛΑ
(ΣΥΝ.) βλέπω να περνάς από τη μια στην
άλλη λες και θα περάσει η μόδα. Και πολύ
συνειδητά κρατούσα αποστάσεις. Νόμιζα
μήπως ολάκερη πανδημία σε βοήθησε να
βάλεις μυαλό, αλλά μάλλον έκανα λάθος!

ΜΠΑΜΠΗΣ
Τι θέλεις να πεις;

ΓΥΝΑΙΚΑ
Ότι δεν είναι χαριτωμένο πια να κάνεις σαν
εικοσάρης… ότι εσύ μπορείς παραπάνω και
εμένα μου αξίζουν περισσότερα! Και να σου
πω και κάτι ακόμα;

ΜΠΑΜΠΗΣ
Σαν τι, δηλαδή;

ΓΥΝΑΙΚΑ
Κόψε τις σαχλαμάρες και πήγαινε κάνε το
εμβόλιο! Πριν καταλήξεις να το πληρώσεις
πολύ ακριβά! Έκανα υπομονή τόσο καιρό
επειδή καταλαβαίνω ότι σε τρομοκρατεί αυτή
η κατάσταση αλλά κάποτε πρέπει να
αντιμετωπίσεις αυτό που συμβαίνει. Όχι να
κάνεις σαν μωρό παιδί…

ΜΠΑΜΠΗΣ
(θυμωμένα)
Και σένα τι σε κόφτει; Αφού φεύγεις.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι, φεύγω. Άντε γειά σου, Μπάμπη. Να
χαίρεσαι την ελευθερία σου, την ησυχία σου
και το σκύλο σου! Ελπίζω να μην το
μετανιώσεις μια μέρα. Εμένα, πάντως, δε θα
με ξαναδείς!

Με αυτά τα λόγια, πάει στο αυτοκίνητο της, πετάει τα


πράγματα μέσα και φεύγει. Ο Μπάμπης κουνά το κεφάλι του,
αλλά χωρίς να φαίνεται ιδιαίτερα στεναχωρημένος. Κοιτάει
το Στάθη που στέκεται εκεί αμήχανα και μπαίνει πάλι μέσα.
13

ΣΚΗΝΗ 16 – ΕΣΩΤ. ΣΑΛΟΝΙΟΎ – ΜΕΡΑ

Ο Στάθης κάθεται στο παράθυρο, πίσω από την κουρτίνα και


παρατηρεί το δρόμο. Ο Μπομπ είναι στην πόρτα με την μπάλα
του και περιμένει. Ο Μπάμπης και η Μπέλλα εμφανίζονται
στο δρόμο, επιστρέφοντας από το πάρκο, και μπαίνουν στο
σπίτι τους. Όταν κλείνει η πόρτα πίσω τους, ο ΣΤΑΘΗΣ
σηκώνεται γρήγορα.
ΣΤΑΘΗΣ (O.S.)
Φύγαμε Μπομπ…ώρα για βόλτα. Μπράβο καλό
σκυλί. Πάμε.

Από το παράθυρο φαίνεται ο άδειος δρόμος ενώ ακούγονται


ΒΗΜΑΤΑ και ΚΛΕΙΔΙΑ στο χολ, το ΑΝΟΙΓΜΑ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΙΜΟ
ΠΟΡΤΑΣ. Λίγο μετά, από το παράθυρο φαίνονται ο Στάθης και
ο Μπομπ να βγαίνουν βιαστικά και κατευθύνονται προς το
πάρκο.

ΣΚΗΝΗ 17 – ΕΞΩΤ. ΔΡΟΜΟΣ – ΜΕΡΑ

Ο Στάθης με τον Μπομπ σε λουρί περπατούν στο δρόμο.


Απέναντι φαίνεται η πύλη του πάρκου. Διασχίζουν τον
μεγάλο δρόμο και μπαίνουν μέσα.

ΣΚΗΝΗ 18 – ΕΞΩΤ. ΔΑΣΑΚΙ – ΜΕΡΑ

Ο Μπομπ τρέχει σε ένα μονοπάτι ανάμεσα σε δέντρα. Φτάνει


στην κορυφή ενός λόφου, σταματά και κοιτάζει πίσω του. Ο
Στάθης ανεβαίνει την ανηφόρα ιδρωμένος, λαχανιάζοντας. Ο
Μπομπ ΓΑΒΓΙΖΕΙ με ανυπομονησία.

ΣΤΑΘΗΣ
(Σκύβει, λαχανιάζοντας)
Καλά, καλά. Μην κάνεις έτσι. Έρχομαι!

Ο Στάθης σηκώνεται και ανηφορίζει αργά όταν ξαφνικά


βγάζει μια κραυγή και σκοντάφτει, πέφτοντας στα τέσσερα.
Το τηλέφωνο εκσφενδονίζεται από την τσέπη του και πέφτει,
μακριά από το σημείο όπου βρίσκεται. Αρχίζει να ψηλαφίζει
τυφλά το έδαφος γύρω του ψάχνοντας, χωρίς να βλέπει.

ΣΤΑΘΗΣ
(τρομοκρατημένος)
Μπομπ! Μπομπ! Έλα εδώ! Πού είσαι; Έλα στο
μπαμπά, Μπομπ! Βοήθεια! Κάποιος!

Ο Μπομπ τρέχει προς το μέρος του και στέκεται αβέβαια,


προσπαθώντας να καταλάβει τι θέλει. ΓΑΒΓΙΖΕΙ κοφτά.
Ακούγοντάς τον, ο Στάθης σηκώνεται και προσπαθεί να πάει
προς το μέρος του, τρεκλίζοντας. Παραπατά και μπερδεύεται
στις ρίζες ενός δέντρου, χάνει την ισορροπία του και
πέφτει κατρακυλώντας σε μια απότομη πλαγιά.

Ο Στάθης χτυπά το κεφάλι του σε μια πέτρα και χάνει τις


αισθήσεις του. Ο Μπομπ εμφανίζεται στην κορυφή της
πλαγιάς, βλέπει τον Στάθη και τρέχει κοντά του. ΓΑΒΓΙΖΕΙ
επίμονα αλλά, όταν αυτός δεν αποκρίνεται, ξαφνικά φεύγει
τρέχοντας.
14

ΣΚΗΝΗ 19 – ΜΟΝΤΑΖ ΑΠΟ ΣΎΝΤΟΜΑ ΠΛΑΝΩΝ - ΜΕΡΑ

Ο Μπομπ τρέχει ολοταχώς στο μονοπάτι στο δάσος.


Φτάνει σε ένα χωματόδρομο και συνεχίζει να τρέχει.
Ο Μπομπ περνά τρέχοντας από τη πύλη του πάρκου και
βγαίνει στον μεγάλο δρόμο.
Ο Μπομπ γυρνά μια γωνία, τρέχοντας μέσα στη πόλη.

ΣΚΗΝΗ 20 – ΕΞΩΤ. ΟΔΟ ΑΡΧΙΜΗΔΟΥΣ – ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΗ – ΜΕΡΑ

Ο Μπομπ μπαίνει τρέχοντας στην Οδό Αρχιμήδους και φτάνει


την αυλόπορτα του Μπάμπη. Πηδά από πάνω με ένα σάλτο και
στέκεται έξω από την πορτα ΓΑΒΓΙΖΟΝΤΑΣ δυνατά και
επίμονα. Η πόρτα ανοίγει και ο Μπάμπης στέκεται και τον
κοιτά σαστισμένος.
ΜΠΑΜΠΗΣ
Μπομπ; Εσύ είσαι; Τι θέλεις εδώ, αγόρι
μου; Που είναι ο Στάθης;

Ο Μπάμπης κοιτάζει τριγύρω να δει αν φαίνεται πουθενά ο


Στάθης. Ο Μπομπ ΓΑΒΓΙΖΕΙ πάλι και τρέχει προς την
αυλόπορτα, μετά σταματά και γυρνά, να δείξει πως θέλει ο
Μπάμπης να τον ακολουθήσει. Ο Μπάμπης παίρνει τα κλειδιά
και το κινητό του από ένα τραπεζάκι δίπλα στην πόρτα και
βγαίνει έξω. Βήχει ξερά.

ΜΠΑΜΠΗΣ
Που πάμε, αγόρι μου; Έπαθε κάτι ο Στάθης;
Δείξε μου.

Ο Μπάμπης ανοίγει την αυλόπορτα και ο Μπομπ βγαίνει έξω


τρέχοντας. Μετά σταματά και κοιτά πάλι πίσω του αν ο
Μπάμπης τον ακολουθεί. Ο Μπάμπης κλείνει την πόρτα και
τον ακολουθεί.

ΣΚΗΝΗ 21 – ΔΑΣΟΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ – ΜΕΡΑ

Ο Μπάμπης κατεβαίνει την απότομη πλαγιά, ανάμεσα από τα


δέντρα, ακολουθώντας τον Μπομπ. Βρίσκει το Στάθη
αναίσθητο και αιμόφυρτο. Καλεί βοήθεια, μιλώντας στο
κινητό του. Καθώς μιλά, τον πιάνει μια κρίση βήχα.

ΣΚΗΝΗ 22 – ΔΑΣΑΚΙ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ – ΝΥΧΤΑ

Τραυματιοφορείς βάζουν τον Στάθη σε ασθενοφόρο που


περιμένει στην πύλη του πάρκου. Ο Μπάμπης περπατά δίπλα
του κρατώντας τον Μπομπ. Μπλε φώτα πλημμυρίζουν το πάρκο.
Την ώρα που ξεκινά το ασθενοφόρο, ο Μπάμπης παθαίνει
έντονη κρίση βήχα. Ο Μπομπ του φεύγει και τρέχει πίσω από
το ασθενοφόρο.

ΣΚΗΝΗ 23 – ΕΣΩΤ. ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ - ΝΥΧΤΑ

Ο Μπομπ τρέχει μέσα στους διαδρόμους, λαχανιάζοντας,


ανάμεσα από πόδια, ράντζα, θορύβους, έπιπλα. Περνά από
μια μεγάλη πόρτα και βρίσκει το Στάθη σε ΜΕΘ. Πηδά πάνω
15

στο κρεβάτι και κουλουριάζεται δίπλα του. Μια νοσοκόμα


μπαίνει μέσα, τον βλέπει, και βάζει τις φωνές…

ΣΚΗΝΗ 24 – ΕΞΩΤ. ΕΙΣΟΔΟΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ – ΜΕΡΑ

Ένας γιατρός, με το Μπομπ σε λουρί, βγαίνει από την


κεντρική είσοδο του νοσοκομείου όπου περιμένει η Ισμήνη,
δακρυσμένη, μπροστά από ένα αυτοκίνητο. Της δίνει το
λουρί και πάει να φύγει.

ΓΙΑΤΡΟΣ
Ορίστε, κυρία Δεληγιάννη. Φροντίστε, σας
παρακαλώ, μη σας φύγει πάλι. Κατάφερε και
τρύπωσε στη ΜΕΘ και έγινε χαμός!

ΙΣΜΗΝΗ
Μην ανησυχείτε. Θα τον πάω κατευθείαν στο
σπίτι. Έχει μείνει πίσω ο σύζυγός μου.
Μήπως έχετε κανένα νέο για τον γιό μου,
τον Στάθη; Είναι πολύ άσχημα;

ΓΙΑΤΡΟΣ
Κάνουμε ότι μπορούμε, κυρία Δεληγιάννη. Το
τραύμα του δεν είναι σοβαρό αλλά η γενική
του κατάσταση επιδεινώθηκε. Επιπλέον,
σήμερα διαγνώσθηκε με κορονοϊό…όπως είπα,
κάνουμε ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό.

Η Ισμήνη χλομιάζει. Σοκαρισμένη, βάζει τον Μπομπ στο


αυτοκίνητο, παρά τις προσπάθειες του να ξεφύγει και να
ξαναμπεί στο νοσοκομείο. Πριν μπει στο αυτοκίνητο, κοιτά
τον γιατρό στα μάτια.

ΙΣΜΗΝΗ
Κάντε ότι μπορείτε, γιατρέ. Σας ικετεύω.

ΣΚΗΝΗ 25 – ΕΣΩΤ. ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ – ΜΕΡΑ

Μοντάζ από πλάνα όπου ο Μπομπ τριγυρνά στο σπίτι χωρίς


κέφι. Παίρνει το μπαλάκι και πάει στο κρεβάτι αλλά είναι
άδειο. Πάει στον καναπέ αλλά ο Στάθης δεν είναι εκεί.
Στέκεται πίσω από την εξώπορτα και περιμένει αλλά ο
Στάθης δεν επιστρέφει. Απογοητευμένος, πάει και
κουλουριάζεται πάνω στο μαξιλάρι του Στάθη. Μπαίνει η
Ισμήνη αλλά δεν αντιδρά.

ΙΣΜΗΝΗ
Μπομπ; Εδώ είσαι, αγόρι μου; Έλα να φας.
Δεν έχεις αγγίξει το φαγητό σου. Μην
στεναχωριέσαι, σε παρακαλώ.

ΧΤΥΠΑ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ

Η Ισμήνη απαντά και κάποιος της μιλά χωρίς να ακούγεται.


Ψελλίζει «κατάλαβα» και αφήνει το τηλέφωνο να γλιστρήσει
ξεχασμένο, κλαίγοντας βουβά.

ΣΚΗΝΗ 26 – ΕΞΩΤ. ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ – ΣΟΥΡΟΥΠΟ


16

Η Ισμήνη, ντυμένη στα μαύρα, μπαίνει στο νεκροταφείο. Στα


χέρια κρατά μια τεφροδόχο που γράφει επάνω ΜΠΟΜΠ. Σταματά
σε έναν τάφο που γράφει ΣΤΑΘΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ, 1981-2021.
Σκύβει, καθαρίζει το μνήμα, τακτοποιεί τα λουλούδια και
τοποθετεί την τεφροδόχο σε μια εσοχή.

ΙΣΜΗΝΗ
(ψιθυρίζοντας)
Δεν είσαι πια μόνος, γιέ μου. Τώρα έχεις
τον Μπομπ.

Όταν κοιτά πάνω, βλέπει πως μια κηδεία έχει μόλις


τελειώσει και ο λιγοστός κόσμος φεύγει. Μια μαυροφορεμένη
κοπέλα με ένα σκυλί βαδίζει προς το μέρος της. Όταν
πλησιάζει, φαίνεται πως είναι η Άντζελα με την Μπέλλα.
Καθώς περνούν, η Μπέλλα αρχίζει να τραβά επίμονα προς το
μνήμα του Στάθη.

ΑΝΤΖΕΛΑ
Μπέλλα! Μπέλλα! Σταμάτα! Συγγνώμη, δεν
ξέρω τι την έπιασε. Ω, κυρία Ισμήνη, εσείς
είστε. Δεν σας γνώρισα… Μα τι λέω; Δεν με
ξέρετε. Εγώ σας ξέρω από μια φωτογραφία
που είχε ο Στάθης. Συγχωρέστε με… είμαι σε
κακό χάλι αυτή τη στιγμή…

Κοιτά το μνήμα του Στάθη δακρυσμένη και όταν βλέπει την


τεφροδόχο του Μπομπ αρχίζει να κλαίει.

ΑΝΤΖΕΛΑ
Μόλις θάψαμε το Μπάμπη, ξέρετε. Ήταν πολύ
φίλοι με τον Στάθη, και γείτονες. Τελικά
έχασε και αυτός τη μάχη με τον κορονοϊό.
Μακάρι να με είχε ακούσει!

ΙΣΜΗΝΗ
Συλλυπητήρια. Και ο γιός μου έτσι έφυγε.
Σήμερα έφερα και τον Μπομπ. Δεν άντεξε, ο
καημένος τον αποχωρισμό!

ΑΝΤΖΕΛΑ
Καημένε Μπομπ. Παίζανε με την Μπέλλα. Έτσι
γνώρισε ο Μπάμπης τον Στάθη. Τώρα έμεινα
μόνο εγώ να την προσέχω την κακομοίρα…Μα
τι έχει πάθει; Τι κοιτάς εκεί, Μπέλλα;
Φαντάσματα βλέπεις;

Η Μπέλλα τραβά επίμονα το λουρί και κοιτάζει πέρα από το


μνήμα προς το ηλιοβασίλεμα. Ακολουθώντας το βλέμμα της,
οι σιλουέτες δύο ανδρών που μοιάζουν με τον Μπάμπη και
τον Στάθη φαίνονται να απομακρύνονται παρέα. Τους
ακολουθεί ένα μικρό σκυλί σαν το Μπομπ, που σε μια στιγμή
γυρνάει σαν να την προσκαλεί να τους ακολουθήσει.

ΤΕΛΟΣ

You might also like