Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 23

Ο ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΗΣ ΡΕΑΛΙΣΤΗΣ ΜΕ

ΟΡΑΜΑΤΑ
Χ. ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ
Χαρακτηριστικά εξωτερικής του πολιτικής του
 α) η συστηματική μελέτη και συγκροτημένη
διεκδίκηση βάσει του διεθνούς δικαίου προστασία
των εθνικών συμφερόντων του ελληνισμού ( αν και το
πειστικώτερον των εθνικών δικαίων επιχείρημα είναι η
δύναμις σύμφωνα με τον ιστορικό Κ.
Παπαρρηγόπουλο» 1883, για αυτό το λόγο και ο
Τρικούπης έχοντας επίγνωση της αδυναμίας της
Ελλάδας μεταθέτει τη χρήση της δύναμης για το
μέλλον)
 β)διείδε τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας μέσω της προσέλκυσης του παροικιακού
και διεθνούς κεφαλαίου λόγω της διεθνούς
οικονομικής κρίσης και της αναζήτησης πιο
προσοδοφόρων νέων αγορών για το διεθνές
κεφάλαιο, ως μέσου για την μακροπρόθεσμη
πραγμάτωση των εθνικών δικαίων και άσκησε για
πρώτη φορά δυναμική οικονομική διπλωματία, γιατί
εκκολαπτόμενη αστική τάξη στην Ρουμανία, νότια
Ρωσία ανταγωνιζόταν έντονα το ελληνικό παροικιακό
κεφάλαιο, το οποίο στράφηκε στην Τουρκία, Αίγυπτο,
Σουδάν, Αιθιοπία όπου μαζική διείσδυση του
εμπορομεσιτικού και μεταπρατικού ελληνικού
στοιχείου χάρη στη συμμαχία με Αγγλία, η οποία
προστάτευε διεφθαρμένα ντόπια καθεστώτα ( βλ. στην
Αίγυπτο κατά την κρίση του 1882)
 γ) πίστευε ότι η εξωτερική πολιτική έπρεπε να συνιστά
την κυβερνητική προτεραιότητα λόγω της
κρισιμότητας των συντελούμενων και αναπόφευκτα
αναμενόμενων εδαφικών ανακατατάξεων στην
περιοχή για τα συμφέροντα του ελληνισμού μέσω της
άμεσης προτεραιοποίησης της επιλύσεως των
εσωτερικών προβλημάτων ώστε να μπορέσει η χώρα
την κατάλληλη στιγμή με την εξωτερική της πολιτική
να παρέμβει δυναμικά και αποφασιστικά υπέρ των
εθνικών δικαίων όταν απαιτηθεί και εφόσον έχει
ανασυγκροτηθεί αναβάλλοντας έως τότε όσο πιο
επιδέξια μπορεί την αλλαγή του status quo στην
περιοχή

 δ) μακροπρόθεσμη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής


με την συγκρότηση μόνιμων διπλωματικών
αντιπροσωπειών στο εξωτερικό και ικανού μόνιμου
διπλωματικού σώματος με αποτελεσματική και
αξιοκρατική δημόσια διοίκηση προσδίδοντας στην
ελληνική εξωτερική πολιτική μία συνέχεια μη
διακοπτόμενη από τις εναλλαγές κομμάτων και
προσώπων στην πολιτική εξουσία
 ε) η προτεραιότητα που έδινε στην ρεαλιστική
διεκδίκηση των εθνικών δικαίων χωρίς επηρεασμό
από συναισθηματισμούς και πρόωρες αναμετρήσεις
που θα απέβαιναν εις βάρος της χώρας ( π.χ. βλ. 1886
από την «ειρηνοπολεμική» τακτική του Δηλιγιάννη στην
«πολεμοειρηνική» τακτική του Τρικούπη προτάσσοντας
την ειρηνική ανόρθωση και πολεμική προπαρασκευή
μεταθέτοντας διαρκώς το ενδεχόμενο του πολέμου για
αργότερα, διάλυση εθνικών οργανώσεων,
αποθάρρυνση Κρητικών κινημάτων, αντίθετος στη
ρωσόφιλη «πανορθόδοξη» πολιτική του πατριάρχη
Ιωακείμ Γ’-τον οποίο εξανάγκασε σε παραίτηση το
1884- που δεν ήθελε να χάσει τα προνόμιά του από
Πύλη, με προσπάθεια προσέγγισης Σλάβων και να
γεφυρώσει χάσμα με βουλγαρική Εξαρχία, ενώ
επιθετική αντίδραση στον εκσλαβισμό μεικτών
εθνογραφικά περιοχών της Μακεδονίας και Θράκης της
ελληνικής κυβέρνησης μέσω της ίδρυσης σχολείων και
πολιτιστικών συλλόγων, ελληνοτουρκική προσέγγιση με
τις ευλογίες της Αγγλίας από το 1882, την οποία
εγκατέλειψε το 1884 με αφορμή την αφαίρεση
δικαστικών αρμοδιοτήτων πατριαρχείου και 1889
κατάργηση συνθ. Χαλέπας από Αμδουλ Χαμίτ με
πρόσχημα την ατυχή εξέγερση του 1889 )

 στ) η αδιαπραγμάτευτη, πρακτικά υλοποιούμενη


εθνική αξιοπρέπεια βασισμένη στη διεθνή αξιοπιστία
της χώρας ως σύγχρονου κράτους με ισχυρή ιδιωτική
οικονομία και σύγχρονες υποδομές (συμβολικά από
τότε που ανέλαβε πρώτη φορά το Υπ. Εξ. αρνήθηκε να
επισκεφτεί ο ίδιος τους διάφορους πρεσβευτές των
Δυνάμεων, όπως γινόταν μέχρι τότε και αντιθέτως,
απαίτησε να έρθουν εκείνοι στο γραφείο του. Ήταν μια
επιλογή εθνικής υπερηφάνειας και ανεξαρτησίας. Όση
μπορούσε να έχει μια μικρή και οικονομικά εξαρτώμενη
χώρα. …. Από τότε πάντως κανένας υπουργός δεν
ξαναπήγε σε γραφείο πρέσβη....)βλ. όμως και δημόσιος
εξευτελισμός Ελλάδας στο επεισόδιο Νίκολσον
( παρατεταγμένη η χωροφυλακή ζήτησε συγγνώμη από
το αγγλικό στέμμα για ξυλοκόπημα Βρετανού
επιτετραμμένου Νίκολσον, ο οποίος έκανε περίπατο σε
περιοχή Λυκαβηττού όπου απαγορευόταν η διέλευση ).
Άλλο παράδειγμα η προσπάθειά του να αντιδράσει με
τρόπο που να διασώζει την υπερηφάνεια της χώρας
στην έμπλοκή της χώρας με Μ. Δυν. και Πύλη που
επακολούθησε μετά την ειρηνοπόλεμη αντίδρασή της
κυβέρνησης Δηλιγιάννη στην πραξικοπηματική κήρυξη
της ένωσης της Βουλγαρίας με Αν. Ρωμυλία.
Ειδικότερα, ο Τρικούπης την επαύριο του «πραξικοπήματος» της Ανατολικής Ρωμυλίας το
1885 υποστήριξε την εισβολή του ελληνικού στρατού στη Μακεδονία και την Ήπειρο με
σκοπό τη δημιουργία τετελεσμένου υπέρ των ελληνικών θέσεων. Η κυβέρνηση όμως
Δηλιγιάννη υπήρξε απρόθυμη στο να αναλάβει παρόμοιες ευθύνες και έκτοτε ο Τρικούπης
εγκαλούσε τον Πρωθυπουργό Δηλιγιάννη για τον πολεμικό πυρετό που καλλιέργησε στη
χώρα χωρίς να ληφθεί καμία θετική ενέργεια. Η διαφορά απόψεων μεταξύ των δύο ανδρών
σύντομα διευρύνθηκε υπό το βάρος της αρνητικής στάσης των λαών και των κυβερνήσεων
των Μεγάλων Δυνάμεων έναντι του ενδεχόμενου της πλήρους αποκατάστασης της
«Βερολινείου» ισορροπίας στη Χερσόνησο του Αίμου μετά την ένωση των δύο
«Βουλγαριών». Μιας αρνητικής στάσης που συμπυκνώνεται στην άποψη του γνωστού
φιλέλληνα και επανειλημμένως πρωθυπουργού της Βρετανίας Γλάδστωνα ότι δηλαδή θα
ήταν ντροπή για το ανθρώπινο γένος εάν τα αιτήματα του Βουλγαρικού λαού δεν
ικανοποιούνταν λόγω της Σερβικής και της Ελληνικής αντίδρασης. Το Δεκέμβριο του 1885,
όταν μετά την ήττα των Σέρβων από τους Βούλγαρους, η πίεση των Δυνάμεων για τον
αφοπλισμό της Ελλάδας εντάθηκε, ο Τρικούπης κατέφυγε στον εκπρόσωπο της Αυστρο-
ουγγρικής μοναρχίας στην Ελλάδα ελπίζοντας ότι θα έβρισκε έναν αξιόπιστο σύμμαχο στην
ανάσχεση του Σλαβισμού στη Βαλκανική. Προσπάθησε μάλιστα στις επαφές του αυτές,
χωρίς όμως αποτέλεσμα, να εξασφαλίσει είτε μια συμμαχία με την Αυστρο-ουγγαρία είτε
μια υπόσχεση ανταλλαγμάτων από τις Μεγάλες Δυνάμεις που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να
προβεί σε αποστράτευση κατά το προηγούμενο του 1878. Η ανεπιτυχής επαφή του
Τρικούπη με την Αυστρία τον έστρεψε στη συνέχεια στη Γαλλία και την Αγγλία. Έτσι, το
Μάρτιο του 1886, όταν πια η επιβολή ναυτικού αποκλεισμού στην Ελλάδα ήταν επί θύρας,
πρότεινε στους εκπροσώπους των δύο Δυνάμεων την εφαρμογή του ανεκτέλεστου μέχρι
τότε άρθρου 23 του Συνεδρίου του Βερολίνου. Το άρθρο αυτό προέβλεπε τη διαίρεση της
Μακεδονίας σε εθνολογικά βιλαέτια και ο Τρικούπης προσέβλεπε μέσω της εφαρμογής του
στην αυτονόμηση του ελληνισμού που κατοικούσε στην περιοχή που αντιστοιχεί σε αδρές
γραμμές στη σημερινή ελληνική Μακεδονία. Και αυτές του όμως οι προτάσεις δεν είχαν
καλύτερη τύχη. Ακολούθησε η επιβολή ναυτικού αποκλεισμού των Ελληνικών παραλίων
από ναυτική μοίρα των Μεγάλων Δυνάμεων στην οποία δε συμμετείχε όμως η Γαλλία. Ο
αποκλεισμός διήρκεσε ένα περίπου μήνα -από τις 10 Μαΐου έως τις 7 Ιουνίου 1886- και με
την έναρξή του ο Δηλιγιάννης παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία της χώρας.
Ακολούθησαν λίγες μέρες κυβερνητικής αστάθειας και κατόπιν επανήλθε ο Τρικούπης στον
πρωθυπουργικό θώκο. Κύριο μέλημά του ήταν η αποστράτευση του μεγαλύτερου μέρους
του ελληνικού στρατού με στόχο την άρση της αιτίας για την οποία είχε επιβληθεί ο
αποκλεισμός των ελληνικών παραλίων από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η αποστράτευση αυτή
μεθοδεύθηκε κατά τρόπο που, κατ’ επίφαση έστω, διέσωζε την εθνική αξιοπρέπεια μιας και
δεν κοινοποιήθηκε επισήμως στις Δυνάμεις όπως αυτό αναμένονταν. Αξίζει πάντως να
σημειωθεί ότι βασικό κίνητρο του Τρικούπη για την αποστράτευση του στρατού των
συνόρων δεν ήταν τόσο οι στερήσεις του ελληνικού πληθυσμού από τον αποκλεισμό όσο η
δύσκολη θέση που βρέθηκε ο ελληνικός στρατός κατά τις αψιμαχίες του με τους Τούρκους
στη Θεσσαλική μεθόριο μεταξύ της 9ης και της 13ης Μαΐου 1886. Το ενδεχόμενο του
ναυτικού αποκλεισμού από μόνο του ή αυτό της μεμονωμένης τουρκικής επιθετικότητας
ποτέ δεν είχε προβληματίσει ιδιαίτερα τον Τρικούπη. Η χρονική τους όμως σύμπτωση
καθώς και η πάγια επιθυμία του νέου Έλληνα πρωθυπουργού να αποφευχθεί η
δημοσιονομική εξάντληση της χώρας κατέστησαν εξαιρετικά επείγουσα την εκτέλεση της
ανωτέρω απόφασης.

 ζ) την συγκρότηση μακρόπνοων, αλλά και πιο


καιροσκοπικών συμμαχιών με κερδισμένους όλα τα
μέρη με σκοπό την εξυπηρέτηση των εθνικών
συμφερόντων χωρίς την προσμονή ξένης προστασίας-
στήριξης για υλοποίηση των εθνικών δικαίων .
Θεωρούσε τη Βαλκανική συνεννόηση απαραίτητη για
το τέλος της οθωμανικής τυραννίας, την οποία όμως
φοβούνταν ο αυστριακός, αλλά και ο ρωσικός
παράγοντας όσο συμφωνούσαν μεταξύ τους στις
σφαίρες επιρροής τους (βλ. Τριπλή Συμμαχία των
αυτοκρατοριών το 1881) ή ανταγωνίζονταν για την
επιρροή στη Βουλγαρία, προσπαθούσαν να
ευνοήσουν μία βαλκανική δύναμη (βλ. Αυστρία την
Σερβία) εις βάρος των λοιπών. Αρχικά πίστευε ότι η
Αγγλία θα επιδίωκε την αντικατάσταση της
καταρρέουσας οθωμ. Αυτοκρατορίας στην περιοχή με
μια πιστή σε αυτήν περιφερειακή ναυτική δύναμη την
Ελλάδα, διείδε όμως εγκαίρως ότι αν και η Αγγλία ως
ναυτική δύναμη ήταν απαραίτητη σύμμαχος της
γεμάτης ακτές ναυτικής Ελλάδος, ενίσχυε την Οθ.
Αυτοκρ. καιροσκοπικά λόγω ευαίσθητου χώρου ΝΑ
Ευρώπης και Εγγύς Ανατολής, δεν μπορούσε η Ελλάδα
να στηριχτεί σε αυτή, αλλά θα έπρεπε να συμπράξει
με Βαλκανικά Κράτη.

 η) η εθνική πολιτική θα έπρεπε να χαράσσεται από


την υπεύθυνη κυβέρνηση και ανάγκη εθνικής
ενότητας και μη έκθεσης της χώρας στο εξωτερικό από
την αντιπολίτευση (βλ. και παρακάτω απτό
παράδειγμα η περιοδεία του ιδίου στα Βαλκάνια ως
αρχηγού της αντιπολίτευσης)
Τρεις περίοδοι πολιτικής διακυβέρνησης Τρικούπη
1. 1863 διαπραγμάτευση της Ένωσης των Επτανήσων-
1866 ΥπΕξ επί Κρητικής Επαναστάσεως βλ.
Ολοκαύτωμα Αρκαδίου-1877 Υπεξ στην οικουμενική
κυβέρνηση επί Ρωσοτουρκ. Πολέμου
2. 1882-1885 και 1886-1890 Εκσυγχρονιστής
Πρωθυπουργός-σταφιδική κρίση-κρίση των ελληνικών
εξαγωγών και από το 1890 μαζική μετανάστευση
Ελλήνωνγ-επικρατούντες χαμηλοί τόκοι στην Ευρώπη-
υπερδανεισμός Ελλάδας χωρίς αποδοτικότητα(καρποί
εμφανίστηκαν πολύ αργότερα)
3. 1892-1895 Δυστυχώς επτωχεύσαμεν : διεθνής
κατακραυγή από Γερμανούς δανειστές κυρίως που
ήθελαν να διαβρώσουν το οθωμανικό κράτος, αλλά
και ελλήνων κεφαλαιούχων
 Αναλυτική χρονολογική παράθεση
ιστορικών γεγονότων που οι άξονες της
εξωτερικής πολιτικής του επηρέασαν και
επηρεάστηκαν από αυτά

1. Ο Χαρίλαος Τρικούπης γεννήθηκε την ίδια χρονιά που γεννήθηκε και


η χώρα, ο πατέρας του ήταν τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο
θείος του ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (το 1832 όχι το 1830!!!)

(….γιατί το 1830 ναι μεν αναγνωριστήκαμε ως ανεξάρτητο κράτος από


Μεγ. Δυνάμεις αλλά λεπτομέρεια… δεν αποδεχτήκαμε τα περιορισμένα
σύνορα που ορίζονταν.)
 Ο πατέρας του υπήρξε πολιτικό πρόσωπο που πρωταγωνίστησε
στην επαναστατημένη Ελλάδα και στα πρώτα χρόνια της
λειτουργίας του νεοσύστατου Κράτους, και ως πρέσβης
εκπροσώπησε την Ελλάδα σε κρίσιμες διεθνείς συγκυρίες. ¨Ήταν
Δυτικόφιλος-Αγγλόφιλος, πολλάκις δημοκρατικά εκλεγμένος και
υπήρξε ο επίλεκτος των εκάστοτε αρχηγών του ελληνικού
κράτους για να αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας, ακόμα
και από όσους δεν ήταν αγγλόφιλοι, σε δύσκολες στιγμές για τη
χώρα και είχε διαφωνήσει πολλάκις και παραιτηθεί.

¨Ήταν νέος μεγαλωμένος στην Αγγλία, λόγω της διπλωματικής καριέρας του
πατέρα του, με σπουδές νομικής σε Ελλάδα και Γαλλία, είχε εργαστεί ως
ακόλουθος στην ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο από το 1954 έως το 1862
ξεκινώντας ως Γραμματέας του πατέρα του, ο οποίος ήταν ο πρέσβης της
Ελλάδας στο Λονδίνο. Μιλούσε άπταιστα αγγλικά και γαλλικά και καλά
γερμανικά και ιταλικά. Παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις θεωρίες του
Δαρβίνου και του Σπένσερ, του άρεσε όμως και να αφήνεται στη φλυαρία του
γέροντα Ξύδη, του κουρέα του.
Το
Επηρεασμ. από εξελικτική θεωρία ό τι η Ελλά δα προορίζεται να ζή σει και θα ζή σει. Ζού σε απλή ζωή ,
δού λευε ακατά παυστα και γνώ ριζε ό τι η πολιτική του προκαλού σε δυσαρέσκ, δρού σε βά σει της ψυχρή ς
λογική ς.

 ΤΟ 1863 καταργούνται οι πρεσβείες του εξωτερικού, εκτός της


Κωνσταντινούπολης, και επιστρέφει στην Ελλάδα.

 Εκλέγεται πληρεξούσιος της ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου για τη


Β ́ Εθνοσυνέλευση.

 Τον Νοεμβ. ορίζεται εκπρόσωπος της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις


για τη συνθήκη ‘Ένωσης των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα. Οι επίπονες
ενέργειές του συμβάλλουν στη βελτίωση των όρων παραχώρησης.
 Το 1865 παραιτείται από τη διπλωματική υπηρεσία και εκλέγεται για
πρώτη φορά βουλευτής Μεσολογγίου με το κόμμα του Αλέξανδρου
Κουμουνδούρου.

 Ο Χαρίλαος Τρικούπης ξεκινά την διπλωματική και πολιτική καριέρα


του πλάι στον πατέρα του και ακολουθεί την αγγλόφιλη πολιτική του,
ενώ με την πολύτιμη εμπειρία που έχει αποκομίσει συνειδητοποιεί τη
δυνατότητα της χώρας να μην είναι «υποτελής» στις Δυνάμεις, αλλά
να έχει διεθνή υπόληψη και αξιοπιστία και αναπτυξιακή πορεία.
 Πίστευε ότι η Ελλάδα έπρεπε να ακολουθήσει τα δυτικά πρότυπα και να
εκσυγχρονιστεί, υποστήριξε την φιλελεύθερη ομάδα των «Ορεινών», η
οποία είχε διαμορφωθεί ως τάση εντός της Εθνοσυνέλευσης του 1862-
1864, σε αντιδιαστολή με τους «Πεδινούς», οι οποίοι προτιμούσαν την
ασφάλεια της συντήρησης παρά την πρόοδο μέσω των τριβών και
υποστηρίζονταν κυρίως από τους μεγάλους γαιοκτήμονες της
Πελοποννήσου, ενώ οι «Ορεινοί» εξέφραζαν τις επιδιώξεις μίας
ανερχόμενης μεσοαστικής τάξης και των επιχειρηματιών.
 Ορίστηκε Υπουργός Εξωτερικών το 1866 από τον πολιτικό του μέντορα,
τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, ηγέτη της ομάδας των Ορεινών. Του
εμπιστεύτηκε το κρίσιμο αυτό Υπουργείο σε μία δύσκολη περίοδο
καθώς μόλις είχε ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση και ο Τρικούπης ήταν
μόλις 33 ετών.
Ως υπουργός Εξωτερικών όσον αφορά την κρητική επανάσταση επιδίωξε την
τήρηση αυστηρής ουδετερότητας, επιφανειακά τουλάχιστον, ενισχύοντάς την
με εφόδια και εθελοντές, αλλά ταυτοχρόνως έθεσε αμέσως τις βάσεις της
πολιτικής του όσον αφορά το Ανατολικό Ζήτημα και τη θέση της Ελλάδας σ’
αυτό. Αυτές οι βάσεις συνίσταντο στη λογική ότι για να μπορέσει η χώρα να
διεκδικήσει μεγάλο μερίδιο από την καταρρέουσα Οθωμανική
Αυτοκρατορία θα έπρεπε πρώτα να εκσυγχρονίσει τις δομές και υποδομές
της, να αποκτήσει βιομηχανική βάση και να ενισχύσει τον στρατό και τον
στόλο της.

Το 1867 υπογράφει στο Φεσλάου (Vöslau) της Αυστρίας ελληνοσερβική


συνθήκη συμμαχίας, με την οποία τα χριστιανικά βαλκανικά κράτη
συμμαχούν πρώτη φορά για την απελευθέρωση των χριστιανών της
ευρωπαϊκής Τουρκίας.

Η Συνθήκη δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ επειδή ο πρίγκιπας Μιχαήλ. Ομ.


δολοφονήθηκε λίγο αργότερα. Σκοπός της συμφωνίας ορίστηκε η απελευθέρωση
όλων των χριστιανικών πληθυσμών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας και του Αιγαίου ή
έστω να προσαρτηθούν η Θεσσαλία και η Ήπειρος στην Ελλάδα και η Βοσνία και
Ερζεγοβίνη στη Σερβία. Προβλέφθηκε ότι η προσάρτηση της Κρήτης
από την Ελλάδα δεν θα έδινε δικαιώματα στη Σερβία. Μετά την
απελευθέρωση οι πληθυσμοί θα αποφάσιζαν με δημοψήφισμα την

ένωση με την Ελλάδα ή τη Σερβία ή την ανεξάρτητη ένταξη σε μια
Βαλκανική Ομοσπονδία.

 Παρά τη δυτική μόρφωση του και την καταγωγή του από επιφανή
οικογένεια δεν δίστασε να συγκρουστεί με τον βασιλιά και να
δημοσιεύσει ανώνυμα το περίφημο άρθρο «Τις πταίει» το 1874 στην
εφημερίδα Καιροί κατακρίνοντας τον βασιλιά ότι δεν διόριζε
κυβερνήσεις πλειοψηφίας υποδεικνύοντας ότι τα αίτια της πολιτικής
αναταραχής στην Ελλάδα οφείλονταν στην ενλόγω στάση του βασιλιά.
Ο εκδότης της εφημερίδας Πέτρος Κανελλίδης προφυλακίζεται. Ο
Χαρίλαος με επιστολή του στον εισαγγελέα αναλαμβάνει εξολοκλήρου
την ευθύνη. Όταν έγινε γνωστό ότι ήταν ο συντάκτης του άρθρου
συνελήφθη για προδοσία, κρατήθηκε επί 24ωρο αλλά ο βασιλιάς τελικά
υποχώρησε και αναγνώρισε την αρχή της δεδηλωμένης. Η
δημοτικότητά του αυξάνεται κατακόρυφα. Προσοχή οι συνέπειες της
εξέλιξης αυτής είχαν αποτέλεσμα να υπάρξει πολιτική σταθερότητα
στην χώρα εις το εξής και μακροβιότερες κυβερνήσεις, έτσι ώστε να
υπάρχει μεγαλύτερη συνέχεια στην διακυβέρνηση, γεγονός που
επηρεάζει και την αποτελεσματικότερη άσκηση εξωτερικής και
εσωτερικής πολιτικής .

 Το 1877 Απριλ. κηρύσσεται ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος και στις 26


Μαΐου σχηματίζεται Οικουμενική Κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον
Κωνσταντίνο Κανάρη. Ο Τρικούπης αναλαμβάνει το υπουργείο
Εξωτερικών και υποστηρίζει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να εμπλακεί στον
πόλεμο. Του απονέμεται το γαλλικό παράσημο της Λεγεώνος της Τιμής.
Το 1878 στις 11 Ιανουαρίου παραιτείται η Οικουμενική Κυβέρνηση μετά
την κατηγορία ότι δεν συμμετείχε στον πόλεμο. Κυβέρνηση σχηματίζει ο
Αλέξανδρος Κουμουνδούρος. Τον Ιούνιο - Ιούλιο του 1878 συνέρχεται
το Συνέδριο του Βερολίνου με πρόεδρο τον Γερμανό καγκελάριο
Βίσμαρκ (Otto von Bismarck). Την εκπροσώπηση της Ελλάδας
αναλαμβάνει ο υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Δηλιγιάννης, παρά την
αρχική απόφαση για αποστολή του Τρικούπη. Η συνθήκη που
υπογράφεται (13 Ιουλίου) ανατρέπει αυτήν του Αγίου Στεφάνου και
κάνει μερικώς αποδεκτό το ελληνικό υπόμνημα με τις διεκδικήσεις στη
Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Κρήτη. Το 1880, 15 Ιανουαρίου, λαμβάνει
την εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση, αλλά την καταθέτει, καθώς ο
Κουμουνδούρος διαθέτει την πλειοψηφία.
Στις 19 Ιουνίου/1 Ιουλίου σε διάσκεψη των πρεσβευτών των Μεγάλων
Δυνάμεων στο Βερολίνο για τον ορισμό των νέων ελληνοτουρκικών
συνόρων, αποφασίζεται η παραχώρηση στην Ελλάδα περιοχών της Θεσσαλίας
και της Ηπείρου. Ο Τρικούπης αποδέχεται την απόφαση της διάσκεψης και το
γεγονός εορτάζεται με εκδηλώσεις στην Αθήνα. Καθώς όμως η Τουρκία
αντιδρά, η κυβέρνηση επιστρατεύει εφέδρους (25 Ιουλίου), αλλά δεν
κηρύσσει πόλεμο.

2. 1882 Με εντολή του Τρικούπη ελληνικές δυνάμεις καταλαμβάνουν τη


θέση Καραλί-Δερβέν στα σύνορα, η οποία κατακυρώνεται στην
Ελλάδα με επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Το 1883 του
απονέμεται η οθωμανική διάκριση της Μεγάλης Ταινίας του Οσμανιέ Α ́
Τάξεως. Το 1884 30 Μαρτίου παραιτείται ο οικουμενικός πατριάρχης
Ιωακείμ Γ ́, ύστερα από σύγκρουση με τον Τρικούπη, σχετικά με το αν
την ευθύνη για τα θέματα του εκτός Ελλάδος ελληνισμού έχει η
ελληνική κυβέρνηση ή το πατριαρχείο. Θεσμοθετούνται τα προσόντα
των δημοσίων υπαλλήλων για το διορισμό και την προαγωγή τους. Στις
2 Νοεμβρίου ο Χαρίλαος Τρικούπης ολοκληρώνει την 5ωρη αγόρευσή
του για τον προϋπολογισμό του 1885 με την ιστορική φράση: «Η Ελλάς
έχει το σθένος των εθνών, τα οποία είναι προωρισμένα ίνα ζήσωσιν,
ότι θέλει να ζήση και θα ζήση». Στις 24 Δεκεμβρίου καλούνται ξένοι
αξιωματικοί να αναλάβουν την αναδιοργάνωση του ναυτικού.
 Το 1885 κυβέρνηση Δηλιγιάννη, προσάρτηση Ανατ. Ρωμυλίας και
αποστολή στρατευμάτων από Ελλάδα στα σύνορα και ναυτικός
αποκλεισμός της από Αγγλία. Στις 9 Μαΐου ο Τρικούπης
σχηματίζει την πέμπτη κυβέρνησή του, στην οποία αναλαμβάνει
και το υπουργείο Οικονομικών και προσωρινά το Στρατιωτικών.
Στις 24 Μαΐου τερματίζεται ο ναυτικός αποκλεισμός της Ελλάδας
με την απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων από το τουρκικό
έδαφος και την κήρυξη ανακωχής.
 Ο Τρικούπης παραγγέλνει στη γαλλική εταιρεία Des Forges et
Chantiers την κατασκευή των τριών θωρηκτών «Ύδρα», «Σπέτσαι»
και «Ψαρά».

 1877, στις 28 Ιουλίου ο Τρικούπης ζητεί από τις Μεγάλες


Δυνάμεις να προστατεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό στην Κρήτη.
Στις 31 Ιουλίου η κυβέρνηση Τρικούπη εκτιμώντας τη διεθνή
κατάσταση «αποκηρύσσει» την Κρητική Επανάσταση.

 Έως την περίοδο εκείνη η Μεγάλη Ιδέα είχε γίνει αντικείμενο


πολιτικής εκμετάλλευσης από πολιτικούς όπως ο Κωλέττης
παλιότερα και ο Βούλγαρης αργότερα, οι οποίοι όμως
ενδιαφέρονταν πρωτίστως να διατηρούν την πολιτική εξουσία
τους μέσω ενός πελατειακού συστήματος και δολοπλοκίες. Η
αδυναμία κυριαρχίας επί των φατριαστικών προσωποκεντρικών
παρατάξεων και της επίλυσης των προβλημάτων της χώρας
οδηγούσε στην ταπεινωτική μεταχείρισή της από τις Μεγάλες
Δυνάμεις της εποχής, βλέπε Αγγλία και Γαλλία το 1850 και 1854.
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν μπορούσε να
εξυπηρετήσει το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, και αντιθέτως έθετε
σε κίνδυνο την ίδια την υπόσταση του μικρού καχεκτικού
Κράτους. Η αγγλική πρόταση για την πραγμάτωση της εθνικής
αποκατάστασης ήταν η απόδοση προτεραιότητας στην
εσωτερική ενδυνάμωση του Ελληνικού Βασιλείου. Μετά την
επέλαση του πανσλαβισμού, το Ηνωμένο Βασίλειο
χρησιμοποιούσε ανάλογα με τα συμφέροντά της το χαρτί του
ελληνισμού για να περιορίσει τη ρωσική πανσλαβιστική
πολιτική.
 Τα κυριότερα εμπόδια για την ανάπτυξη της χώρας συνδέονταν
με την ανυποληψία της χώρας, την έλλειψη στέρεας παραγωγικής
βάσης, με άλυτο το αγροτικό ζήτημα και την αναδιανομή των
εθνικών γαιών, την οικονομική εξαθλίωση των αγροτών, την
απουσία εσωτερικής ασφάλειας με την δράση ομάδων ληστών
που είχαν λάβει και την υποστήριξη του πολιτικού κατεστημένου,
δρώντας εναλλακτικά και ως «φύλακες των συνόρων» και
«σώματα ατάκτων» κατά των Οθωμανών στην Ήπειρο-Θεσσαλία-
Μακεδονία. Η ανάγκη του εκσυγχρονισμού προέβαλε ως
μονόδρομος για την νέα γενιά πολιτικών όπως ο Τρικούπης, και
ως αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή αποτελεσματικής
εξωτερικής πολιτικής, ο οποίος όμως συνάντησε ως εμπόδιο στο
διάβα του πολιτικού του βίου, την παραλυτική δημαγωγία του
πολιτικού του αντιπάλου Δεληγιάννη, ο οποίος αποτελώντας τον
έτερο πόλο του συστήματος του δικομματισμού που
διαμορφώθηκε, συγκέντρωνε την υποστήριξη των
δυσαρεστημένων από την πολιτική του Τρικούπη.

 Βαθύτατος γνώστης των διεθνών σκοπιμοτήτων και θέσεων, δεν


διακινδύνευσε με εξτρεμιστικές ενέργειες τη γεωπολιτική
υποβάθμιση της Ελλάδας, ενώ με μετριοπαθείς ενέργειες
διεύρυνε τα σύνορα χωρίς να προβεί σε παράτολμες κινήσεις,
κυρίως στο ζήτημα της Κρήτης.
 Επιχείρησε να αλλάξει τη δημόσια διοίκηση και πέτυχε να έχει
δημόσιους υπαλλήλους με προσόντα και όχι διορισμένους από
ρουσφέτια.

 Πίστεψε στον αποφασιστικό ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης και


την ενίσχυσε με πόρους και αρμοδιότητες.

 Ασχολήθηκε με τη δημόσια εικόνα της Αθήνας, με την έλλειψη


υπονόμων και υδρευτικού δικτύου.

 Δεν ήταν καθόλου φειδωλός όμως στις αμυντικές δαπάνες, ενώ


δεν κατόρθωσε πολλά όσον αφορά τη βιομηχανική ανάπτυξη της
χώρας και την ενίσχυση της αγροτικής οικονομίας. Δεν
κατόρθωσε να αποφύγει τη χρεοκοπία ούτε κατάλαβε την έκτασή
της και αυτό του κόστισε.

 Επιδίωξε να δημιουργήσει κόμματα αρχών, να καταργήσει τους


κομματάρχες και να μειώσει τον κομματικό φατριασμό και
φανατισμό. Με τον τρόπο του πολιτεύεσθαι, που ακολούθησε,
έφερε ένα νέο ήθος στην πολιτική ζωή του τόπου, συνετέλεσε
στην επιβολή πολιτικής σταθερότητας για αρκετά χρόνια, καθώς
και στην καταπολέμηση των σαθρών πολιτικών ηθών του
παρελθόντος, που δεν εξέλιπαν, βέβαια, αλλά περιορίστηκαν
σημαντικά.

Το Νεωτερικό Κόμμα του Τρικούπη έθετε ως στόχο την ανάπτυξη της


ιδιωτικής κοινωνίας μέχρι την αυτονόμησή της και πρέσβευε τη διάκριση των
εξουσιών. Το Εθνικό Κόμμα του Δηλιγιάννη υποστήριζε την ανάπτυξη του
ανάμικτου κρατικο-κοινωνικού συγκροτήματος μέσα στο οποίο έδρευαν
αναπόσπαστα και τα ιδιωτικά συμφέροντα με την συγκέντρωση των εξουσιών
και την διεύθυνσή τους από την πολιτική. Ο Τρικούπης ήταν υπέρ του
μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου, απαραίτητου για την πορεία προς την
αστικοποίηση και τον εξευρωπαϊσμό των κοινωνικών σχέσεων.

 Στο εξής το βασικό δίλημμα θα ήταν αν η Ελλάδα θα ακολουθούσε το


δρόμο της αναπτύξεως του κεφαλαίου ή του μικροαστισμού με τη
μορφή μίας «φατριαστικής υπαλληλίας».
 Ο αντιτρικουπισμός εμφορείτο από αντι-αγγλισμό, μετά την
εγκατάλειψη από αυτόν αργότερα του γαλλικού και ρωσικού
προσανατολισμού υποστήριζε το ανερχόμενο στρατόπεδο της Κεντρικής
Ευρώπης και ειδικότερα τη Γερμανία. Στον φιλελευθερισμό του
αγγλικού κόμματος του Τρικούπη αντέτασσαν εθνικιστικά πρότυπα
εμπνευσμένα από τον Κρόμγουελ, τον Καποδίστρια και τον Βίσμαρκ.
 Ο αντιτρικουπισμός είχε ως κανόνα της διεθνούς πολιτικής του την
υποστήριξη της Γαλλίας, όμως ερωτοτροπούσε και με την Ρωσία και
θαύμαζε βαθύτατα τη Γερμανία.

 Ο Τρικούπης είδε τη Μεγάλη Ιδέα ως ευκαιρία για την επιτάχυνση των


διαδικασιών του εξευρωπαϊσμού, ενώ οι αντίπαλοί του την είδαν ως
πρόσχημα για την κυριαρχία της Ελλάδας στην Ανατολή και
κατ’επέκταση για την σύσφιξη της εθνικής ενότητας.
 H πιο τολμηρή κίνηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ήταν η
αποστολή το 1882 στην Aίγυπτο δύο πλοίων για την προστασία των
ελλήνων υπηκόων. Ήταν ακριβώς μετά τη βίαιη καταστολή του
εθνικιστικού, αντιευρωπαϊκού κινήματος του Aραμπή. O Xαρίλαος
Tρικούπης πρότεινε επιπλέον την αποστολή εκστρατευτικού σώματος
7.000 αντρών. O άγγλος πρεσβευτής στην Πύλη και ο ναύαρχος των
αγγλικών δυνάμεων ζήτησαν να ανακληθεί η μοίρα, πράγμα που έγινε
στις 30 Αυγούστου 1882. Έτσι τερματίστηκε η πρώτη και μοναδική για
το 19ο αιώνα προσπάθεια της Eλλάδας να παίξει το ρόλο της
υπολογίσιμης διεθνούς δύναμης. Ως κέρδος αυτής της επιχείρησης
μπορεί να θεωρηθεί η ευνοϊκή για τους έλληνες υπηκόους εμπορική
σύμβαση Eλλάδας-Aιγύπτου το 1883. Ως αποτέλεσμα αυτής, τα
τουρκικά καπνά εκτοπίστηκαν από τα ελληνικά και μέσα σε δύο χρόνια
οι ελληνικές εξαγωγές πενταπλασιάστηκαν. Για τα επόμενα 20 χρόνια οι
Έλληνες μεγαλέμποροι μονοπώλησαν την βιομηχανία και το εμπόριο
καπνών στην Αίγυπτο. Τα συμφέροντα του ελληνικού παροικιακού
κεφαλαίου έπρεπε να προστατευτούν καθώς η οικονομική και
πολιτική συνδρομή του ήταν το βασικό στήριγμα του πρωθυπουργού
για την προώθηση του αναπτυξιακού του προγράμματος. Το 1882 η
ελληνική παροικία ήταν η μεγαλύτερη ξένη παροικία στην Αίγυπτο. Με
την απροκάλυπτη συνταύτιση της ελληνικής κυβερνήσεως με την
αγγλική, οι κοινότητες εξασφάλισαν τη διευρυμένη συμμετοχή τους στα
μεικτά δικαστήρια και την αντιπροσώπευση της Ελλάδος στην Επιτροπή
των αποζημιώσεων.

 Η σθεναρή στάση του Τρικούπη με την βίαιη κατάληψη του σημείου


Καραλί-Δερβέν χρησιμοποιήθηκε μαζί με το επεισόδιο της Αιγύπτου για
να διατρανωθεί η νέα εθνική αξιοπρέπεια και αποτελούν τις πρώτες
ενδείξεις της μεταστροφής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής προς την
Μεγάλη Βρετανία
 Μετά το συνέδριο του Βερολίνου τέθηκε για πρώτη φορά επί τάπητος
το ζήτημα του μέλλοντος της Μακεδονίας για την οποία οι βλέψεις των
Ελλήνων και Βουλγάρων ήταν ασυμβίβαστες, καθιστώντας αδύνατη την
άμεση συνεννόηση με τους βαλκάνιους γείτονες, στην οποία στόχευε
και ο Τρικούπης, όπως και ο Κουμουνδούρος πριν από αυτόν, για την
πραγμάτωση των εθνικών βλέψεων. Πριν από το 1875 η
πραγματοποίηση μιας μόνιμης βαλκανικής συνεννοήσεως προσέκρουε
στην σύσσωμη αντίδραση των Δυνάμεων, κυρίως της Βρετανίας. Ο
Τρικούπης έλεγε «ΌΤΑΝ ΈΛΘΕΙ Ο ΜΈΓΑΣ ΠΌΛΕΜΟΣ Η ΜΑΚΕΔΟΝΊΑ ΘΑ
ΓΊΝΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΉ Ή ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΉ ΚΑΤΆ ΤΟΝ ΝΙΚΉΣΑΝΤΑ. ΑΝ ΤΗ
ΛΆΒΩΣΙΝ ΟΙ ΒΟΎΛΓΑΡΟΙ ΘΑ ΕΚΣΛΑΒΊΣΩΣΙ ΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΌΝ. ΑΝ
ΗΜΕΊΣ ΤΗΝ ΛΆΒΟΜΕΝ, ΘΑ ΤΟΥΣ ΚΆΝΟΜΕΝ ΌΛΟΥΣ ΈΛΛΗΝΑΣ ΜΈΧΡΙ
ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΉΣ ΡΩΜΥΛΊΑΣ».
 Σύμφωνα με τον Χαρίλαο Τρικούπη εθνική πολιτική είναι η
πρωτοβουλία της Ελλάδας υπέρ των δικαιωμάτων του Ελληνισμού.
Υποστήριζε την αρχή των εθνοτήτων, ως προέκταση και της λαϊκής
κυριαρχίας (βλ. και απόρροια της αρχής της δεδηλωμένης).
 Αντιμετωπίζοντας τη διεθνή αυτή κατάσταση, ο Χαρ. Τρικούπης
αναστρέφει για πρώτη φορά το δόγμα των προηγούμενων χρόνων που
πρότασσε το εθνικό έναντι οποιουδήποτε άλλου προβλήματος και
ισχυριζόταν ότι το ελληνικό κράτος δεν ήταν δυνατόν να αναπτυχθεί,
αν προηγουμένως δεν ολοκληρωνόταν εθνικά. Ο Τρικούπης αντιτάσσει
ότι το ελληνικό κράτος δεν θα μπορέσει ποτέ να ολοκληρωθεί εθνικά,
αν προηγουμένως δεν έχει επιτευχθεί η οικονομική και κοινωνική
ανάπτυξή του. Επομένως, ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη του
κράτους προηγούνται της εθνικής ολοκλήρωσης και αποτελούν μέσα
επίτευξής της. Η άποψη αυτή του Έλληνα ηγέτη θα αποτελέσει τον
ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής του πολιτικής κατά την περίοδο της
πρωθυπουργίας του. Συγκεκριμένα, ο ίδιος υποστήριζε: «Εάν θέλωμεν
να ζήσωμεν ως Κράτος αληθώς ανεξάρτητον, πρέπει σήμερον ότε
πρόκειται να θέσωμεν τα θεμέλια της εθνικής ημών πολιτικής, να
αποδείξωμεν ότι εννοούμεν οποίον είναι το μέγεθος της πολιτικής
ταύτης, ότι το έργον το οποίον πρόκειται να διεξάγωμεν, δεν είναι έργον
το οποίον περατούται διά συνήθων θυσιών. Πρέπει να αποδείξωμεν ότι
αισθανόμεθα, οπόσους ο εθνισμός ημών διατρέχει κινδύνους και ότι
εάν, κατά την αναγγελομένην προσεχή αναρρύθμισιν των εν τη
Ανατολή πραγμάτων, δεν είναι έτοιμη η Ελλάς ίνα αναπτύξη πάσας
τας δυνάμεις, όσας εκ φύσεως κέκτηται, δύναται ίσως να εξακολουθή
υπάρχουσα, όπως κατ’ επιφάνειαν έχει σήμερον, αλλά θα υπάρχει
ουχί ως Κράτος ανεξάρτητον. Καίτοι ίσως θα ονομάζεται η Ελλάς
κράτος ανεξάρτητον, εάν εν τη εξελίξει των πραγμάτων της Ανατολής
δεν αποδοθή εις αυτήν η θέσις, ήτις τη ανήκει εξ απαραγράπτων
δικαιωμάτων- και ίνα ανήκη εις αυτήν πρέπει να την αποκτήση, διότι
εάν περιμένη παρ’ άλλων, μη εργαζομένη αυτή, αλλοίμονον εις την
Ελλάδα – αν η Ελλάς, καθ’ ην ώραν πρόκειται ν’ αποδείξη τι σκέπτεται
περί εαυτής, φωραθή υπολογίζουσα ως ο έμπορος ο επιχειρών
κερδοσκοπίαν, ας είναι βεβαία, ότι παρ’ ουδενός θέλει θεωρηθή ως
αξία του προορισμού, τον οποίον αυτή εις εαυτήν καθώρισε και τον
οποίον πάντες όσοι τα της Ανατολής μελετώσι καθορίζουσι εις
εαυτήν». Με βάση αυτούς τους άξονες, της απαλλαγής της χώρας από
την κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων, της ανόρθωσης και
ισχυροποίησης του κράτους και, τέλος, της συστηματικής και
υπεύθυνης εξωτερικής πολιτικής, κινήθηκε ο Χαρ. Τρικούπης κατά το
διάστημα της πρωθυπουργίας του. Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν
καθόλου εύκολα.

Εμπόδια-Κριτική αποτίμηση εξωτερικής πολιτικής του


Η ελληνική κυβέρνηση, στερούμενη κάθε εξωτερικού ερείσματος,
αδυνατούσε να διασπάσει το φράγμα της διπλωματικής απομόνωσης και να
προωθήσει τις καίριες εθνικές διεκδικήσεις. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα ήταν
απροετοίμαστη στρατιωτικά και σε κακή οικονομική κατάσταση για να
διακινδυνεύσει να υποστηρίξει τις εξεγέρσεις των αλυτρώτων και να εμπλακεί
σε πόλεμο με την Τουρκία. Ο ίδιος ο Τρικούπης ομολογούσε την αδυναμία
αυτή σε συνέντευξη που παραχώρησε στους Times: «ό,τιδήποτε βάρος και αν
μας επιβάλλει ο στόλος, όστις επί τέλους συνεπληρώθη, είμεθα
υποχρεωμένοι να το υπομείνωμεν, διότι όσον καιρόν δεν τον είχαμεν, ήμεθα
αναγκασμένοι να αντιμετωπίζωμεν τα πλέον επείγοντα και σπουδαιότερα
ζητήματα ανίσχυροι και καταδικασμένοι να αφίνωμεν να διαπράττωνται υπό
τα όμματά μας και εις βάρος των ομοεθνών μας αληθιναί αδικίαι. Τούτο
ευτυχώς πλησιάζει ήδη να αλλάξει. Ούτω π.χ. εις το ζήτημα της Κρήτης, όχι
μόνον ηναγκάσθημεν να παριστάμεθα θεαταί και να μην πράττωμεν τίποτε
εις βοήθειαν των αδελφών μας Κρητών, αλλ’η κοινή φρόνησις μας ηνάγκασε,
αν όχι να ενθαρρύνωμεν ή υποστηρίζωμεν, τουλάχιστον να μη
δυσχεραίνωμεν το έργον της Πύλης».
Αποφεύγοντας λοιπόν τους λαϊκίστικους θεατρινισμούς και τις αναξιοπρεπείς
«ένοπλες επαιτείες», ο Τρικούπης, αντιμετώπιζε με ρεαλισμό τις
διεκδικήσεις της Ελλάδας και τα αιτήματα των αλυτρώτων. Η φράση του
«ηναγκάσθημεν να παριστάμεθα θεαταί» εξηγεί και την αρνητική του στάση
απέναντι στους εξεγερμένους Κρητικούς, καθώς διέβλεπε μία ακόμα ήττα και
ένα πλήγμα στο εθνικό γόητρο. Έχοντας πλήρη συνείδηση του κυρίαρχου
ρόλου των Βρετανών στη Μεσόγειο και της δυνατότητάς τους να ελέγχουν
και να επηρεάζουν την ελληνική οικονομία, απέφυγε να διαταράξει, χωρίς
ουσιαστικό λόγο, τις ισορροπίες και να βρεθεί σε μειονεκτική θέση.
Ο Κ. Τσουκαλάς γράφει για τον συγκεκριμένο προσανατολισμό του Έλληνα
ηγέτη. «Έτσι η στροφή του Τρικούπη προς τη Μεγάλη Βρετανία δεν μπορεί να
ερμηνευθεί απλώς και μόνο με την αναφορά στα αναμφισβήτητα αγγλόφιλα
αισθήματά του, αλλά πρέπει να διερευνηθεί σε συνάρτηση με τη γενικότερη
μεταβολή στη διπλωματική κονίστρα. Ο φιλορωσισμός του Κουμουνδούρου,
υπόλειμμα μιας άλλης εποχής, είχε ταφεί οριστικά σαν εναλλακτική λύση ήδη
πριν από τον θάνατό του. Και στο μέλλον όλες οι ρωσόφιλες επιβιώσεις
(όπως και τα γερμανόφιλα προανακρούσματα) θα προσκρούσουν όλο και
σαφέστερα στην κρυστάλλωση του «σλαβικού κινδύνου». Έτσι, αν στη
διαδικασία της οικοδομήσεως των δορυφόρων της η Μεγάλη Βρετανία
ενέτεινε από το 1880 και πέρα τις προσπάθειές της προς την πλήρη
διπλωματική κηδεμόνευση της Ελλάδας, αντίστοιχα στη διαδικασία επιλογής
«πατρώνων» και συμμάχων οι αντικειμενικές εξελίξεις έριχναν αναπόφευκτα
την Ελλάδα στην αγκαλιά της Βρετανίας. Η αύξουσα απομόνωση της Ελλάδας
κινδύνευε να αποβεί αλλιώς καταστρεπτική». Επομένως, η διεθνής συγκυρία
και ο εξωτερικός προσανατολισμός της Ελλάδας την περίοδο εκείνη
οδηγούσαν την Ελλάδα στο βρετανικό άρμα, καθώς μια διαφορετική πολιτική
θα την απομόνωνε ή δεν θα ευνοούσε τις διεκδικήσεις της. Στο πλαίσιο της
συγκυριακής ανάγκης κατατάσσεται και η πολιτική σύμπραξης και
συνεργασίας με την Τουρκία κατά τις αρχές της πρώτης τετραετίας της
πρωθυπουργίας του Τρικούπη, γεγονός που τον έφερε σε σύγκρουση με τον
πατριάρχη Ιωακείμ Γ’. Ο ίδιος ο Τρικούπης, στις ιδιαίτερες διπλωματικές
συνομιλίες του, δεν δίσταζε να υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα δεν θα είχε τίποτε
να ελπίσει από μία συμβιβαστική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Όσο,
όμως, το ελληνικό κράτος βρισκόταν στο στάδιο της αναδιοργάνωσης και δεν
ήταν σε θέση να διακινδυνεύσει έναν Ελληνοτουρκικό πόλεμο, έκρινε ότι
ήταν σκόπιμο και αναγκαίο να συνυπάρχει ειρηνικά με την Τουρκία,
προκειμένου να κερδίσει τον απαιτούμενο χρόνο. Εξάλλου, η πολιτική της
προσέγγισης με την Τουρκία δεν ήταν δυνατόν να προσλάβει συγκεκριμένο
περιεχόμενο, εφόσον η Πύλη όχι μόνο δεν είχε φανεί διατεθειμένη να
υιοθετήσει τις τολμηρές εγγυήσεις για τη σύμπηξη ενός αντισλαβικού άξονα
εδραιωμένου στη συνεννόηση των δύο λαών, αλλά έτεινε ήδη να ευνοήσει
την εκδήλωση των ανταγωνιστικών πιέσεων σε βάρος του ελληνικού
στοιχείου της αυτοκρατορίας. Η ανάγκη, συνεπώς, να κερδηθεί ο
απαραίτητος χρόνος για να υλοποιηθεί ο εκσυγχρονισμός του κράτους, η
ανόρθωση των οικονομικών και η ισχυροποίηση των ενόπλων δυνάμεων,
υπαγόρευσε τις ενέργειες του Μεσολογγίτη πολιτικού για την ελληνοτουρκική
προσέγγιση.
 Η βαλκανική πολιτική του Τρικούπη, η οποία εγκαινιάστηκε πριν από το
1881, και όταν αυτός ήταν υπουργός Εξωτερικών, αναδεικνύει και τις
απώτερες επιδιώξεις του για την επίλυση του αλυτρωτικού ζητήματος.
Το χρόνιο δίλημμα της εξωτερικής πολιτικής –συνεργασία με τους
άλλους Βαλκάνιους για την έξωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας
από την Ευρώπη ή σύμπλευση με την Τουρκία για την αντιμετώπιση
του σλαβικού κινδύνου– δεν φαίνεται να εγκλώβισε τον Χαρ.
Τρικούπη. με την Τουρκία δεν ήταν γι’ αυτόν παρά μόνο συγκυριακή
ανάγκη, και επομένως, μια κίνηση τακτικής, ενώ η διαβαλκανική
προσέγγιση είχε μια βαθύτερη προοπτική. Ο Έλληνας πολιτικός ηγέτης
είχε χαράξει σαφώς τη στρατηγική του και γι’ αυτό καταδίκαζε έντονα
τους αυτοσχεδιασμούς και τους επικίνδυνους πατριωτικούς
ακροβατισμούς. «Εθνική πολιτική», έλεγε, «είναι πρωτοβουλία της
Ελλάδος υπέρ των δικαιωμάτων του ελληνισμού». Στην εξαγγελία του
αυτή συμπύκνωνε και τη βαλκανική πολιτική του. Η διαβαλκανική
προσέγγιση θα ενίσχυε τη δύναμη της Ελλάδας, προκειμένου να
επιτύχει την απελευθέρωση των αλύτρωτων αδελφών από την Τουρκία.

Επομένως, ο Τρικούπης, εμπνεόμενος από τα εθνικά οράματα, εξαρτούσε


την επίλυση του αλυτρωτικού ζητήματος από δύο βασικές προϋποθέσεις:
αφενός την ανόρθωση και την ανασυγκρότηση του ελληνικού κράτους και
αφετέρου την ενδυνάμωσή του, με την εξασφάλιση της συνεργασίας με τα
γειτονικά βαλκανικά κράτη. Όσο έβλεπε τις δύο αυτές προϋποθέσεις να μην
υλοποιούνται, ο Τρικούπης προέβαινε σε διάφορες κινήσεις τακτικής, ώστε
να διαφυλαχθεί το εθνικό γόητρο. Είναι χαρακτηριστικό και ταυτόχρονα
τραγικό το γεγονός ότι στις δύο ταπεινώσεις του ελληνισμού το 1886 και το
1897 η εξωτερική πολιτική δεν περνούσε από τα χέρια του Τρικούπη.
Ο Μεσολογγίτης πολιτικός ήταν ρεαλιστής αλλά ταυτόχρονα και οραματιστής
τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική. Αρκετές φορές
κατακρίθηκε ότι τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του υπερέβαιναν τις πραγματικές
δυνατότητες της εποχής. Έτσι κάπως αντιμετωπίστηκε και το βαλκανικό του
όραμα. Πόσο όμως ήταν έτοιμη η Ελλάδα και πόσο τα Βαλκάνια να
υιοθετήσουν και, πολύ περισσότερο, να υλοποιήσουν τα οράματά του; Ο
ίδιος πάντως φαινόταν να είναι πεπεισμένος ότι η ελληνική δύναμη χωρίς τη
σύμπραξη των βαλκανικών χωρών δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει
επιτυχώς τους Τούρκους. Η σύμπραξη των βαλκανικών κρατών θα ήταν η
αποτελεσματική λύση του αλυτρωτικού ζητήματος, καθώς η Τουρκία θα
πιεζόταν να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα των βαλκανικών λαών ή,
διαφορετικά, θα αντιμετώπιζε συσπειρωμένες τις δυνάμεις του
 Ο Χ. Τρικούπης τον Ιούνιο του 1891, όταν κατείχε τη θέση του αρχηγού της
αντιπολίτευσης, πραγματοποίησε περιοδεία στα Βαλκάνια. Πρώτος σταθμός της
περιοδείας του ήταν το Βελιγράδι. Η επίσκεψη του Τρικούπη και οι συναντήσεις
του προκάλεσαν γενικό πολιτικό ενδιαφέρον. Στις δηλώσεις του προς τους
εκπροσώπους του Τύπου, κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων Τύπου που έδινε
μαζί με τους Σέρβους συνομιλητές του, και στον λόγο που εκφώνησε κατά τη
διάρκεια του γεύματος που οργάνωσε προς τιμήν του ο μεγαλύτερος εθνικός
σύλλογος του Βελιγραδίου, ο «Άγιος Σάββας», κάλεσε τους βαλκανικούς λαούς να
ξεπεράσουν τις αντιθέσεις τους και να καθορίσουν από κοινού και με δική τους
πρωτοβουλία τη μελλοντική τους τύχη. Ο
ιστορικός λόγος του Τρικούπη,
ο οποίος τόνιζε τις κοινές τύχες των χωρών της χερσονήσου
του Αίμου, την ανάγκη συνεργασίας τους, διατηρώντας την
εθνική τους ιδιαιτερότητα, χωρίς φρούδες προσδοκίες στις
Δυνάμεις, προκάλεσε αίσθηση στους διεθνείς διπλωματικούς
κύκλους που έσπευσαν να διερευνήσουν το περιεχόμενο και
τις προεκτάσεις του. Ο Βλ . Γαβριηλίδης χαρακτήρισε τον Έλληνα πολιτικό
μέγα πραγματιστή, ο οποίος, όπως ο Μπίσμαρκ και ο Καβούρ , απολάκτισε τα
νοσηρά αισθήματα, τους σωβινιστικούς υστερισμούς, τις αβάσιμες ιδέες και ως
άνθρωπος των μεγάλων αποφάσεων απέβλεψε στην πραγματικότητα.

 Το νέο «δόγμα Τρικούπη», όπως αποκλήθηκε από τη μεγάλη


ουγγρική εφημερίδα Πέστερ Λόυδ, συνοψιζόταν στην από κοινού υπεράσπιση της
ανεξαρτησίας των βαλκανικών εθνών εναντίον κάθε ξενικής αντίδρασης και στην
από κοινού εκπλήρωση της αποστολής που επέβαλε η ιστορία κάθε κράτους.
Ιδιαίτερα έντονες ήταν οι αντιδράσεις στην Αυστροουγγαρία, που είχε βλέψεις στη
Βαλκανική, επομένως ήταν σαφώς αντίθετη σε κάθε διαβαλκανική συνεννόηση και
προσέγγιση. Η αυστριακή κυβέρνηση και ο ημιεπίσημος αυστρο-ουγγρικός Τύπος
δεν απέκρυπταν τη ζωηρή δυσφορία τους για τη διπλωματική δραστηριότητα του
Τρικούπη, που αποσκοπούσε στη χειραφέτηση των βαλκανικών λαών από κάθε
ξένη επιρροή. Αρνητική ήταν και η στάση των Βρετανών απέναντι σε αυτές τις
πρωτοβουλίες, ενώ η Ρωσία, όταν κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να ελέγξει αυτές τις
προσεγγίσεις, δεν ήταν ευνοϊκή. Το γεγονός των ελληνοσερβικών συνομιλιών
απασχόλησε και τα άλλα βαλκανικά κράτη, όπως τη Ρουμανία. Είναι αξιοσημείωτο
ότι η γαλλόφωνη Ρουμανική Ανεξαρτησία αναφερόταν στη διαβαλκανική
προσέγγιση με εκτεταμένη ανταπόκριση υπό τον τίτλο Ομοσπονδία του Αίμου.

Στην επίσκεψή του στην Βουλγαρία που ακολούθησε ο Τρικούπης ήταν ιδιαίτερα
επιφυλακτικός κατά τις επίσημες επαφές που είχε. Αυτό φάνηκε και από τη δήλωση που
έκανε στον ανταποκριτή των Τάιμς, Μπάουτσερ, μόλις έφθασε στη Βουλγαρία και πριν
συναντηθεί με Βούλγαρους αξιωματούχους: «Μικράν τρέφω ελπίδαν», είπε , «ότι οι
Βούλγαροι θα φανούν ευδιάθετοι προς συμβιβασμόν. Ενίκησαν επί του πεδίου της μάχης,
εθωπεύθησαν από την Ευρώπην, έτυχαν της ευνοίας της Πύλης και εσυνήθισαν να
βλέπουν τα πράγματα να πηγαίνουν κατά τας επιθυμίας των. Οι Έλληνες και οι Σέρβοι
είχαν τας ατυχίας των και δι’ αυτό είναι περισσότερον διατεθειμένοι να φανούν λογικοί»
Οι υποβολιμαίες, όμως, πληροφορίες της Βουλγαρίας, που μοναδικό στόχο είχαν την
επίδειξη καλής πίστης ή δουλοφροσύνης στους Τούρκους, προκάλεσαν έντονες
αντιδράσεις και στην Αθήνα. Οι Δηλιγιαννικοί σωβινιστές, αρπάζοντας την ευκαιρία ,
ξεσηκώθηκαν και κατήγγειλαν τον Τρικούπη ότι εξέθεσε άσκοπα την Ελλάδα στο εξωτερικό,
καθώς οι θέσεις των Βουλγάρων ήταν γνωστές από πριν, ενώ η συμμαχία Ελλάδας-Σερβίας
δεν ήταν ικανή από μόνη της να αντισταθεί στην τουρκική δύναμη.

Η ολομέτωπη αυτή επίθεση στην πρωτοβουλία του Τρικούπη και ο θόρυβος που
προκλήθηκε τον έκαναν να ακυρώσει το προγραμματισμένο του ταξίδι στη Ρουμανία, όπου
τον ανέμεναν οι πολυπληθείς Έλληνες της παροικίας. «Δεν διήλθον της Ρουμανίας», είπε,
«διότι εφοβούμην μη το ταξίδιον μου παρεξηγηθή υπό τινων, ως τούτο εγένετο ήδη δια
την εν ταις λοιπαίς χώραις περιοδείαν μου. Όταν ταξιδεύω, είμαι Έλλην αδιακρίτως
κόμματος. Εφοβήθην μη ερωτηθώ υπό των εκεί ομοεθνών μας περί της εν Ελλάδι
καταστάσεως και ιδία περί του υπουργείου και των άλλων πραγμάτων εν γένει. Δεν μοι
αρέσκει να ψεύδωμαι, ουδέ να κατηγορώ τον αντίπαλον μου εν τω εξωτερικώ
ευρισκόμενος. Απέφυγα, λοιπόν, να διέλθω δυσάρεστους σκοπέλους». Ο λόγος, όμως,
της αναβολής της επίσκεψης στο Βουκουρέστι δεν φαίνεται να ήταν μόνο αυτός. Την
αναβολή προκάλεσε και η εμφανής εχθρότητα των ιθυνόντων της Ρουμανίας προς την ιδέα
της διαβαλκανικής συνεργασίας. Η κυβέρνηση του βασιλέα Καρόλου πράγματι, εξαιτίας
της αντίθεσής της με τη Ρωσία, είχε συνδεθεί από τα τέλη του 1883 με τις κεντρικές
αυτοκρατορίες. Η συμμαχία αυτή, που στρεφόταν κατά της Ρωσίας, έθεσε τη Ρουμανία
υπό την επιρροή του Βερολίνου και της Βιέννης. Εχθρότητα έδειξε και ο Τύπος της
Ρουμανίας, ο οποίος απέδωσε σε ρωσικό σχέδιο το ταξίδι του Χ. Τρικούπη στα Βαλκάνια.
Επομένως, η μετάβαση του Έλληνα πολιτικού ηγέτη στη χώρα αυτή μόνο περισσότερα
προβλήματα μπορούσε να δημιουργήσει, επομένως ορθώς ματαιώθηκε.

 Συνοψίζοντας, η διαβαλκανική προσέγγιση και συμμαχία, την οποία ο


Τρικούπης θεωρούσε βασική προϋπόθεση για την επίλυση των
αλυτρωτικών ζητημάτων των Βαλκάνιων, πολεμήθηκε από τις Μεγάλες
Δυνάμεις και προσέκρουσε στην ανωριμότητα και στα στενά
συμφέροντα των βαλκανικών κρατών. Οι παράγοντες αυτοί ματαίωσαν
κάθε θετική εξέλιξη του εγχειρήματος ή, καλύτερα, του οράματος. Η
αρνητική στάση και η πολεμική των Μεγάλων Δυνάμεων κατά της
προοπτικής μιας διαβαλκανικής συμμαχίας ενάντια στην Τουρκία δεν
θα αποτελούσε, κατ ́ ανάγκην, ανασταλτικό παράγοντα, αν τα
βαλκανικά κράτη ήταν πεπεισμένα και αποφασισμένα να προχωρήσουν
χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Προς την κατεύθυνση αυτή προσπαθούσε
να τους πείσει ο Τρικούπης, όταν έλεγε: «Αν επαναπαυθούμε στο
εξωτερικό, για να προασπίσουμε τα συμφέροντά μας, θα περιμένουμε
ματαίως. Οι θυσίες εναπόκεινται σε μας και μόνον σε μας και η τιμή
της πρωτοβουλίας οφείλει να ανήκει μόνο σε μας τους ίδιους».
Πίστευε ότι, παρά την αντίθεσή τους και την έντονη δυσαρέσκειά τους, δεν θα
είχαν τα μέσα να αποτρέψουν μια ισχυρή διαβαλκανική συμμαχία παρά μόνο
με τα όπλα, πράγμα όμως που δεν επιθυμούσαν Επομένως, η αποφασιστική
θέληση και η ωριμότητα των βαλκανικών χωρών να απαλλαγούν από την
κηδεμονία των Δυνάμεων και να πάρουν τις τύχες στα χέρια τους, ώστε να
διεκδικήσουν αποτελεσματικά τα δίκαιά τους, αποτελούσαν τις
προϋποθέσεις για την επίτευξη της διαβαλκανικής συμμαχίας. Το γεγονός
αυτό ενισχύεται και από τα αντικρουόμενα συμφέροντα των Δυνάμεων στον
βαλκανικό χώρο, τα οποία δεν επέτρεπαν κοινή δράση και πίεση. Την
εκμετάλλευση αυτών των αντιθέσεων μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι
Βαλκάνιοι ως διπλωματική κάλυψη για τις ενέργειές τους, ώστε να επιτύχουν
τον σκοπό τους. Πλην όμως οι βαλκανικές ηγεσίες αποδείχθηκαν κατώτερες
των περιστάσεων και ανασφαλείς, καθώς φάνηκε ότι προσέδιδαν
προτεραιότητα στη σύνδεσή τους με τις Μεγάλες Δυνάμεις σε βάρος κάθε
κίνησης διαβαλκανικής συνεργασίας. Οι αφορμές για να αναφανούν σύννεφα
στην προσέγγιση ήταν πολλές. Η διένεξη των βαλκανικών κρατών για τον
χώρο της Μακεδονίας ήταν από μόνο του ένα γεγονός που η επίκληση και η
εμμονή σε αυτό τορπίλιζαν κάθε δυνατότητα προσέγγισης. Η Βουλγαρία
προσπάθησε να εκμεταλλευθεί για δικές της σκοπιμότητες τις ενέργειες του
Έλληνα ηγέτη, καθώς έσπευσε να κοινοποιήσει την υποτιθέμενη πρόταση
Τρικούπη στον Σταμπούλωφ για τη διανομή της Μακεδονίας, με στόχο να
γίνει αρεστή στην Τουρκία και κατ’ επέκταση στη Βρετανία. Η κοινοποίηση της
πρότασης αυτής, σε συνδυασμό με την πολιτική της Βουλγαρίας, προκάλεσε,
όπως ήταν αναμενόμενο, έντονες αντιδράσεις στην Ελλάδα, αυθόρμητες ή
κατευθυνόμενες, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται ολοένα περισσότερο το
ενδεχόμενο μιας διαβαλκανικής σύμπραξης. Η Βουλγαρία, από την πλευρά
της, ήταν αρνητική στις προτάσεις του Τρικούπη για διαβαλκανική
συνεργασία, καθώς πίστευε ότι οι διεκδικήσεις της, προπαντός στη
Μακεδονία, θα ικανοποιούνταν με την υποστήριξη της Βρετανίας και με την
παρελκυστική πολιτική που ακολουθούσε απέναντι στην Τουρκία. Η
Ρουμανία ήταν αδιάφορη έως και εχθρική απέναντι στην προοπτική της
διαβαλκανικής συνεργασίας, επειδή κυρίως δεν είχε διεκδικήσεις από την
Τουρκία και, δευτερευόντως, επηρεαζόταν από τις κεντρικές αυτοκρατορίες.

 Βασικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής του Τρικούπη ήταν ο στόχος


του για την συγκρότηση ισχυρής διπλωματικής αντιπροσωπείας στο
εξωτερικό για τη διεκδίκηση των δικαίων του ελληνισμού. Το γεγονός
και μόνο ότι ο Χαρ. Τρικούπης στις αρχές της πολιτικής του
σταδιοδρομίας έγινε υπουργός Εξωτερικών και εν συνεχεία στις επτά
πρωθυπουργίες του ο ίδιος κράτησε πέντε φορές αυτό το Υπουργείο,
δείχνει τη μεγάλη σημασία που του απέδιδε. Σε όλες τις περιόδους,
παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, δεν έπαψε να καταβάλλει
προσπάθειες προκειμένου να οργανώσει σε σωστές βάσεις τη
διπλωματική και προξενική υπηρεσία. Ο Μεσολογγίτης πολιτικός
αντιλαμβανόταν ότι μέσα στην πολιτική αστάθεια που επικρατούσε
στην Ελλάδα, η ύπαρξη διπλωματικού σώματος, έστω και ατελούς, θα
αποτελούσε ένα στοιχείο συνέχειας στην εξωτερική πολιτική. Η θέση
του αυτή τον έκανε να είναι ριζικά αντίθετος με τις καταργήσεις
πρεσβειών για οικονομικούς λόγους που έγιναν από τις ελληνικές
κυβερνήσεις το 1843, το 1863 και το 1873. Οι καταργήσεις
πρεσβειών, σύμφωνα με την άποψή του, δυσκόλευαν την άσκηση
εξωτερικής πολιτικής και ταυτόχρονα προκαλούσαν αλγεινή
εντύπωση στο εξωτερικό. Τη θέση του πάνω στο θέμα αυτό εκφράζει
και σε αγόρευσή του στη συνεδρίαση της Βουλής της 1ης Δεκεμβρίου
1875: «Είμαι και εγώ εκ των φρονούντων ότι αι πρεσβείαι είναι
χρήσιμοι, προσθέτω μάλιστα, ου μόνον χρήσιμοι, αλλ’ είναι και
αναγκαίαι. Νομίζω ότι η διατήρησις αυτών και μόνον η νόμιμος
επιβάλλεται εις τον τόπον. Επιβάλλεται εις τον τόπον εκ των
υποχρεώσεων αυτού προς τον όλον Ελληνισμόν, επιβάλλεται εις τον
τόπον εκ των υποχρεώσεων του κράτους να διατηρή την θέσιν αυτού
[....] Όταν η ελληνική κυβέρνησις έχει τα όργανα της εν Ευρώπη
δύναται πάντοτε δια των οργάνων αυτής να έρχηται εις άμεσον
συνάφειαν μετά των ξένων δυνάμεων». Με τις σκέψεις αυτές ο Χαρ.
Τρικούπης προέβη στο έργο της αναδιοργάνωσης αυτών των
υπηρεσιών

 Ένα εξίσου βασικό χαρακτηριστικό της εξωτερικής πολιτικής του


Τρικούπη ήταν η προσήλωσή του στο σεβασμό των διεθνών νομίμων.
Η διαμόρφωση ακόμα ενός διεθνούς προσώπου της Ελλάδας
σοβαρού και αξιόπιστου, ήταν φιλοδοξία που πέτυχε, αν και
αργότερα η εικόνα αυτή έμελλε εκ νέου να σκιαστεί. Η διεθνής
κοινότητα διέκρινε στους λόγους και τις ενέργειες του Τρικούπη την
αντανάκλαση πεποιθήσεων και αναζητήσεων ευρύτερα αποδεκτών
στη λογική θεμελίωσή τους. Με την επίκληση του δικαιώματος στην
άμυνα, η ρητορική της Μεγάλης Ιδέας επενδυόταν από τον Τρικούπη
με την πολιτική της νομιμοφροσύνης στο διεθνές σύστημα. Άλλωστε,
ο πρωθυπουργός προέβλεπε ότι η ειρήνη θα διαταράσσετο όχι από
την ελληνική πολιτική, αλλά «ἐκ τῆς ἐνεργείας ἄλλων», υπονοώντας
τα ανταγωνιστικά προς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα βουλγαρικά.
Γι’ αυτό το λόγο, στη συνέχεια τοποθετούσε στο κέντρο της ελληνικής
εξωτερικής πολιτικής τις αγαθές σχέσεις με «τὴν γείτονα ∆ύναμιν»,
μια περιφραστική φόρμουλα, με την οποία από τότε γινόταν
αναφορά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία χωρίς αυτή να
κατονομάζεται. Οι αγαθές σχέσεις με την Πύλη γίνονταν τόσο πιο
αναγκαίες, καθόσον αφενός θα ενίσχυαν τη θέση «τοῦ Ἑλληνισμοῦ»
στην Οθωμανική επικράτεια, αφετέρου διότι «ἔχομεν ἐν τῷ μέσῳ
ἡμῶν συμπολίτας ἐκ τοῦ Ἔθνους ἐκείνου τοῦ γείτονος» με
εκπροσώπηση μάλιστα και μέσα στην ελληνική Βουλή από τους
μουσουλμάνους βουλευτές της Θεσσαλίας.
 Θεμελιώδης προϋπόθεση στο όλο προγραμματικό οικοδόμημα του
Τρικούπη ήταν ο υλικός, αλλά και πολιτιστικός, εκσυγχρονισμός μέσω
της ενοποίησης του εθνικού χώρου, η σύνδεση όλης της χώρας με
δίκτυα επικοινωνιών ανθρώπων και αγαθών, με άλλα πάλι λόγια, ένα
απαραίτητο βήμα προς την εθνική συγκρότηση. Ο Τρικούπης θα
προτρέξει της εποχής του προκειμένου να αντλήσει τα αναγκαία
ερείσματα από τη ζύμωση που συντελούνταν στους κόλπους μίας
κοινωνίας καθ’οδόν προς τον αστισμό στην προσπάθειά του να
διαρρήξει τον φαύλο κύκλο των αδυναμιών που είχαν περιάγει την
Ελλάδα σε κατάσταση εδαφικής στενότητας, οικονομικής καχεξίας,
διπλωματικής ανεπάρκειας και πολιτικού μαρασμού. Προπορευόταν
της ελληνικής κοινωνίας με ιδέες και αναζητήσεις που ενέπνεαν τη
διεθνή ζωή της εποχής του, εκβίασε ρυθμό επιτάχυνσης και
προσέκρουσε μοιραία σε αντιδράσεις και δυσυπέρβλητα εμπόδια,
αντιθέτως ο Ελ. Βενιζέλος αργότερα τον 20 αι. ενστερνίστηκε
διεκδικήσεις διατυπωμένες από ευρύτερα στρώματα της κοινής
γνώμης, μπόρεσε χάρη στην κατάλληλη σύμπλευση με την πολιτική των
Βαλκάνιων γειτόνων, έχοντας πλέον ωριμάσει η ιδέα της διαβαλκανικής
συμμαχίας που είχε διατυπώσει ο Τρικούπης, να επιτύχει τον εδαφικό
διπλασιασμό της Ελλάδος, ενώ η χώρα είχε καταφέρει να ανακάμψει
οικονομικά και στρατιωτικά χάρη στις βάσεις σύγχρονων υποδομών και
κρατικών θεσμών που είχε θέσει ο Τρικούπης τον προηγούμενο αιώνα.

You might also like