Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 43

1

Christian Amalvi,
«Η ημέρα της Βαστίλης: Από την Dies Irae στην εθνική εορτή»

Christian Amalvi «Bastille Day: From Dies Irae to Holiday» στο: Pierre Nora - Lawrence D
Kritzman, Realms of memory: the construction of the French past, τόμος 3: Symbols, New York;
Chichester: Columbia University Press, 1998, σ. 117-159.
(Pierre Nora, Les lieux de mémoire, t . 1 « La République », Paris, Gallimard, 1996.)
(μετάφραση υπό διαμόρφωση: Π. Ματάλας)

Η 14η Ιουλίου γίνεται εθνική εορτή: η θριαμβεύουσα Δημοκρατία προΐσταται της επίδειξης
σημαιών
2

Το 1880, […] όλη η Γαλλία αντηχούσε από τους χαρούμενους ήχους της νέας
εθνικής εορτής που τιμούσε την κατάληψη της Βαστίλης από τον λαό του
Παρισιού στις 14 Ιουλίου του 1789. […] Μετά από έναν αιώνα τελετουργικών
εορτασμών, η αρχική αναγκαιότητα, η ιστορική σημασία και το συναισθηματικό
περιεχόμενο αυτών των επετείων και συμβόλων μας διαφεύγει τόσο συχνά, που
δυσκολευόμαστε να φανταστούμε πόσο αποτελεσματικό εργαλείο ήταν η εθνική
εορτή που όρισε η Γαλλία για τον εαυτό της το 1880. Δύσκολα μπορούμε να
φανταστούμε την ποικιλία των πολιτικών αναπαραστάσεων που προέκυψαν από
αυτήν την επέτειο. Ούτε μπορούμε να αντιληφθούμε τη βία των πολεμικών
αντιδράσεων που εξαπέλυσε ο εορτασμός, ειδικά στα χρόνια μεταξύ 1880 και
1914, σήμερα που η επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης έχει
αποπολιτικοποιηθεί και έχει γίνει φολκλόρ. […]
Η Ημέρα της Βαστίλης κάποτε δεν είχε ανταγωνιστές ως η μεγαλύτερη
εθνική γιορτή της Γαλλίας: Η Ημέρα της Εκεχειρίας [11η Νοεμβρίου 1918] και η
V-E Day [Victory in Europe Day, η συνθηκολόγηση της Γερμανίας το 1945] (8
Μαΐου) δεν υπήρχαν ακόμη ως αντίπαλοι. Επιπλέον, μετά την πτώση του
καθεστώτος του Βισύ, εκείνου του τελευταίου avatar της Αντεπανάστασης, ήταν
δυνατό να πει κανείς ότι «η Επανάσταση τελείωσε».1 Ότι δεν είναι πλέον το
θεμελιώδες ιδεολογικό ζήτημα σε σχέση με το οποίο το κάθε πολιτικό κόμμα
ορίζει τη θέση του μέσα στο πολιτικό φάσμα. Το 1880, αντίθετα, τόσο οι
υποστηρικτές όσο και οι αντίπαλοι της Δημοκρατίας συμμερίζονταν την
αίσθηση ότι οι αγώνες τους ήταν μια άμεση συνέχεια εκείνης της επικής μάχης
που ξεκίνησε το 1789. Αυτός ο νέος «Εκατονταετής Πόλεμος» τροφοδοτήθηκε,
επιπλέον, από ιστορικές διαμάχες πάνω στην ερμηνεία των διαφόρων φάσεων
της Επανάστασης, συμπεριλαμβανομένης της συμβολικής κατάληψης της
Βαστίλης.

1
François Furet, Penser la Révolution française (Paris: Gallimard, 1978), σ. 11.
3

Στο βαθμό που, «εδώ και τώρα», η Γαλλική Επανάσταση δεν αποτελεί
πλέον σημαντικό διακύβευμα σε μια μάχη για τη συλλογική μνήμη, η εθνική
γιορτή έχει χάσει την ιστορική και πολιτική της ουσία. Στο βαθμό που η
δημοκρατική ιδέα, που συμβολίστηκε με τον καλύτερο τρόπο από τον εορτασμό
της Ημέρας της Βαστίλης και τα μη θρησκευτικά δημόσια σχολεία του Jules
Ferry, είναι πλέον ευρέως αποδεκτή, κανείς στη Γαλλία σήμερα δεν αισθάνεται
υποχρεωμένος να δώσει μάχη για την αναγκαιότητα της μνημόνευσης των
«επαναστατικών σατουρνάλιων», όπως οι εχθροί της στην Τρίτης Δημοκρατίας
συνήθιζαν να αποκαλούν την ημέρα της Βαστίλης. […]
Πώς προέκυψε αυτή η αλλαγή στη συλλογική μνήμη της Γαλλίας για την
εθνική της εορτή; Πώς τα ιστορικά, συμβολικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά
της Ημέρας της Βαστίλης —που κάποτε θεωρούνταν ιερά μόνο από την
δημοκρατική αριστερά— σταδιακά εσωτερικεύθηκαν και μετατράπηκαν σε
κοινή ιδιοκτησία ολόκληρου του έθνους; Πότε έπαψε η δεξιά να θεωρεί την
Ημέρα της Βαστίλης ως Dies Irae [Ημέρα της Οργής, της κρίσης] και την
αποδέχθηκε ως εθνική γιορτή για όλη τη Γαλλία;

Η επιλογή της ημερομηνίας

«Οι μεγάλες ημέρες προκαλούν μεγάλες αναμνήσεις. Κάποιες στιγμές αξίζουν


να τιμούνται ως ένδοξες».2 Οι Δημοκρατικοί βουλευτές που κλήθηκαν το 1880
να επιλέξουν μια «ένδοξη» ημερομηνία για μια εθνική εορτή μπορεί να
σκέφτηκαν αυτά τα λόγια, που είχε πει ο Βίκτωρ Ουγκώ το 1878. Πραγματικά, η
επιλογή τους, η οποία βασιζόταν σε μια δυναμική, βολονταριστική και γραμμική

2
Victor Hugo, “Inauguration du tombeau de Ledru-Rollin, 24 février 1878,” Œuvres complètes,
Œuvres diverses de Victor Hugo réunies et présentées par Francis Bouvet (Paris: J.-J. Pauvert,
1964), σ. 765.
4

αντίληψη της ιστορίας της Γαλλίας, επενδύθηκε με υψηλότερο νόημα από την
αρχή. Αντικατόπτριζε τα ιδανικά της νεαρής Δημοκρατίας και προοριζόταν να
χρησιμεύσει ως ο οριστικός και αμετάβλητος ιδρυτικός μύθος του νέου
καθεστώτος. Επιφανειακά, οι λόγοι για την επιλογή φαίνονται αρκετά απλοί: η
Τρίτη Δημοκρατία αυτοανακηρυσσόταν ως ο κληρονόμος της Γαλλικής
Επανάστασης, επομένως είχε την υποχρέωση να τιμήσει τη μνήμη της
Επανάστασης. Όμως, ποιά φάση της Επανάστασης έπρεπε να τιμά; Την αστική
επανάσταση του 1789, που προτιμούσαν οι λεγόμενοι Οπορτουνιστές, ή την
δημοκρατική επανάσταση του 1792, που προτιμούσαν οι ριζοσπάστες της άκρας
αριστεράς;3
Μήπως θα ήταν καλύτερο να αποφευχθεί η διαίρεση στο εσωτερικό των
δημοκρατικών, και να συμφωνήσουν σε κάποια πιο πρόσφατη επανάσταση,
όπως το 1830, το 1848 ή το 1870; Αν και κάθε μια από αυτές τις χρονολογίες
απολάμβανε κάποιας υποστήριξης, είχαν όλες μειονεκτήματα αρκετά σοβαρά
που τις καθιστούσαν μη επιλέξιμες. Η Επανάσταση του Ιουλίου του 1830, για
παράδειγμα, ήταν πολύ στενά συνδεδεμένη με τον Ορλεανισμό. Η 24η
Φεβρουαρίου του 1848, απορρίφθηκε παρά τις προσπάθειες του Λουί Μπλαν
(Louis Blanc) υπέρ της. Η Τρίτη Δημοκρατία, που είχε πρόθεση να γίνει ένα
ανθεκτικό πολιτικό σύστημα, δεν ήθελε να επικαλείται ένα καθεστώς του οποίου
η σύντομη ζωή και το τραγικό τέλος θα έριχνε σκιά στις ίδιο της το ξεκίνημα και
που πιθανότατα θα ενθάρρυνε τις ίντριγκες των μοναρχικών και των
βοναπαρτιστών. Ωστόσο, ενώ η 24η Φεβρουαρίου 1848 είχε ένθερμους
υποστηρικτές, η 4η Σεπτεμβρίου 1870 δεν είχε καμία απολύτως υποστήριξη:
κανείς στα αριστερά δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να υπενθυμίσει στο λαό το
γεγονός ότι η Γαλλική Δημοκρατία όφειλε την ανάστασή της στην πανωλεθρία

3
Για την επιλογή της ημερομηνίας, βλ Mona Ozouf, “Le Premier 14-Juillet de la République,
1880,” L'Histoire, 25 (July-August 1980), σ. 10-19.
5

του γαλλικού στρατού στο Σεντάν. Και επειδή κανείς δεν σκεφτόταν να
μνημονεύσει τις δημοκρατίες της αρχαιότητας ή τις επαναστάσεις του
Μεσαίωνα, πόσο μάλλον την ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού στις 18
Μαρτίου, μόνο η Γαλλική Επανάσταση φαινόταν ικανή να προσφέρει μια
κατάλληλη ημερομηνία.
Ωστόσο, ποια από τις μεγάλες ημέρες της Επανάστασης θα έπρεπε να
επιλεγεί; Ο ανταγωνισμός ήταν ιδιαίτερα έντονος επειδή αντανακλούσε τους
σύγχρονους πολιτικούς διχασμούς. Μεταξύ των ημερομηνιών με εύλογες
αξιώσεις ήταν, με χρονολογική σειρά: η 5η Μαΐου, η 20η Ιουνίου, η 14η Ιουλίου,
η 4η Αυγούστου και η 5-6 Οκτωβρίου του 1789· η 14η Ιουλίου 1790, η 10η
Αυγούστου και 20η ή 22α Σεπτεμβρίου του 1792· η 21η Ιανουαρίου του 1793·.
και η ένατη του Θερμιδώρ του 1794. Η τελική απόφαση υπέρ της 14ης Ιουλίου
1789, οφειλόταν ίσως τόσο στην επιθυμία των Δημοκρατικών να αποφύγουν τα
προβλήματα που θα δημιουργούσε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία όσο και στα
εγγενή πλεονεκτήματα της Ημέρας της Βαστίλης.
Η 5η Μαΐου 1789, η ημερομηνία κατά την οποία συνεδρίασαν για πρώτη
φορά οι Γενικές Τάξεις που συγκλήθηκαν από τον Λουδοβίκο 16ο, συνιστούσε
μια υπερβολική παραχώρηση στις φιλομοναρχικές δυνάμεις. Ο Όρκος του
Σφαιριστηρίου, που έδωσαν τα μέλη της αστικής Τρίτης Τάξης στις 20 Ιουνίου
του 1789, άρεσε στους Δημοκρατικούς αλλά είχε το σημαντικό μειονέκτημα να
αφήνει εκτός το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (είχε επίσης και άλλα
μειονεκτήματα, για τα οποία θα πούμε περισσότερα πιο κάτω). Η 5η και η 6η
Οκτωβρίου 1789 (όταν οι κάτοικοι του Παρισιού βάδισαν στις Βερσαλλίες και
ανάγκασαν τον βασιλιά να επιστρέψει στην πρωτεύουσα) δεν είχαν μεγάλη ή και
καθόλου υποστήριξη, επειδή μια τέτοια επιλογή θα μπορούσε εύκολα να θυμίσει
στους ανθρώπους την πρόσφατη σύγκρουση μεταξύ της Παρισινής Κομμούνας
του Παρισιού και της κυβέρνησης του Thiers στις Βερσαλλίες. Η βίαιη ανατροπή
6

της μοναρχίας στις 10 Αυγούστου του 1792, τρόμαζε τους μετριοπαθείς ενώ είχε
και το επιπλέον μειονέκτημα του να πέφτει πολύ κοντά στις 15 Αυγούστου, που
ήταν εθνική γιορτή την εποχή της Αυτοκρατορίας.
Η επέτειος της μάχης του Βαλμύ και της ανακήρυξης της Δημοκρατίας
(20 και 21 Σεπτεμβρίου 1792) είχε όλα τα επιθυμητά πατριωτικά και πολιτικά
χαρακτηριστικά αλλά αποκλείστηκε λόγω της ατυχούς εγγύτητάς της με τις
σφαγές του Σεπτεμβρίου. Κανείς στην αριστερά, εκτός από τον παράφορο Ανρί
Ροσφόρ (Henri Rochefort) που είχε επιστρέψει από την εξορία, δεν τόλμησε να
προτείνει την ημερομηνία της εκτέλεσης του Λουδοβίκου 16ου. Όσον αφορά την
9η του Θερμιδόρ, το να επιλεγεί ως αφορμή εθνικής εορτής θα σήμαινε την
επίσημη κύρωση και θεσμική αναγνώριση της βασικής διάσπασης που δίχαζε
την αριστερά από το 1794, και θα έκρινε μια παλιά αλλά ακόμα φλέγουσα
διαμάχη υπέρ της αντι-Ιακωβινικής πλευράς. Το θέμα ήταν το εξής: Ήταν το
1793, με τη σειρά των τραγικών εξελίξεων (την Τρομοκρατία, το maximum, τον
εμφύλιο πόλεμο) μια φυσική προέκταση και αναπόφευκτη συνέπεια του 1789, ή,
αντίθετα, ήταν μια αποκλίνουσα εκτροπή; Επιπλέον, η 9η του Θερμιδόρ
αποτελούσε μια αρνητική ημερομηνία, η οποία σηματοδότησε μεν το τέλος της
Τρομοκρατίας, αλλά είχε ελάχιστη ή καθόλου θετική πολιτική απήχηση και λίγα
να προσφέρει στο νέο καθεστώς που αναζητούσε έναν εξυψωτικό ιδρυτικό μύθο.
Αυτές οι σκέψεις απέκλειαν όλες τις υποψήφιες εκτός από τρεις: τις δύο
14 Ιουλίου (Ημέρα της Βαστίλης το 1789 και γιορτή της Fédération
[Ομοσπονδίας] το 1790) και τη Νύχτα της 4ης Αυγούστου. Αυτή η τελευταία
ημερομηνία, που συμβόλιζε το τέλος της «φεουδαρχίας» και των «προνομιών»
των ευγενών και των κληρικών, είχε ένα τεράστιο πλεονέκτημα υπέρ της: αφού
οι ευγενείς και οι κληρικοί είχαν εγκαταλείψει οικειοθελώς τα προνόμιά τους με
κάθε επισημότητα στις 4 Αυγούστου 1789, η επέτειος θα απευθυνόταν στους
μετριοπαθείς και στα δύο στρατόπεδα, ιδιαίτερα στη Γερουσία. Ακόμη και η
7

αυστηρή Journal des débats το είδε θετικά, και δεδομένου ότι η ημερομηνία
ήταν ένας μη βίαιος εθνικός συμβιβασμός, ήταν αποδεκτή τόσο από την
κεντροδεξιά όσο και από την κεντροαριστερά. Ωστόσο, ενώ η ενωτική
απεύθυνση της ημερομηνίας την βοηθούσε στα δεξιά, το ίδιο χαρακτηριστικό
υπονόμευε τις πιθανότητές της στην αριστερά, οι εκπρόσωποι της οποίας τόνιζαν
ότι η 4η Αυγούστου ήταν απλώς η συνέπεια της 14ης Ιουλίου.
Το ζήτημα που προέκυπτε σε αυτό το σημείο της συζήτησης ήταν ένα
αγαπημένο των Δημοκρατικών, δηλαδή, η ιδέα ότι η 14η Ιουλίου
σηματοδοτούσε μια ρήξη με ένα απονομιμοποιημένο Παλαιό Καθεστώς (Ancien
Régime) το οποίο περιγραφόταν με τα πιο μελανά χρώματα. Αυτή η ιδέα
προερχόταν φυσικά από φιλελεύθερους δημοκρατικούς ιστορικούς όπως ο Ζαν
ντε Σισμοντί (Jean de Sismondi), ο Ζυλ Μισελέ (Jules Michelet) και ο Ανρί
Μαρτέν (Henri Martin), οι οποίοι περιέγραφαν τη Γαλλική Επανάσταση ως το
απόγειο μιας σειράς λαϊκών επιθέσεων σε ένα τυραννικό Παλαιό Καθεστώς που
ξεκίνησε με τη κοινοτική χειραφέτηση του 12ου αιώνα, συνεχίστηκε με την
αποτυχημένη εξέγερση του Ετιέν Μαρσέλ τον 14ο αιώνα και κορυφώθηκε με
την ηρωική κατάληψη της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου 1789. Ως εκ τούτου, θα ήταν
ηθικά λάθος να επιλεγεί, ως το μυθικό θεμέλιο της Δημοκρατίας, ένας χωλός
συμβιβασμός που υποβάθμιζε τον ρόλο του λαού του Παρισιού στο παρασκήνιο,
ενώ έβαζε στο προσκήνιο τους «προνομιούχους» ευγενείς και κληρικούς που
παραδοσιακά θεωρούνταν ως οι πιο άγριοι υπέρμαχοι του δεσποτισμού και οι
πιο φοβεροί αντίπαλοι της Ελευθερίας.
Πράγματι, η ελευθερία ήταν η λέξη κλειδί που συμβόλιζε τα επιτεύγματα
της Επανάστασης και έδινε νόημα στην ίδρυση της Δημοκρατίας. Δεδομένης της
χειραφετητικής οπτικής των Δημοκρατικών, μόνο η 14η Ιουλίου 1789
σηματοδοτούσε μια αδιαμφισβήτητη νέα αρχή που οριοθετούσε ένα πριν και ένα
μετά. Η κατάληψη της Βαστίλης, όπως υποστηρίχθηκε, καθιέρωνε μια σαφή
8

διαχωριστική γραμμή μεταξύ ενός καταδικασμένου Παλαιού Καθεστώτος και


μιας σύγχρονης Γαλλίας που είχε απελευθερωθεί οριστικά από τον τριπλό ζυγό
της φεουδαρχίας, του κληρικαλισμού και της μοναρχίας, και αυτό παρά τις
επανειλημμένες προσπάθειες των αντιδραστικών του 19ου αιώνα να
αντιστρέψουν τα επιτεύγματά της. Με άλλα λόγια, η πτώση αυτού του σκοτεινού
μεσαιωνικού μπουντρουμιού της Βαστίλης συμβόλιζε «το τέλος του παλιού
κόσμου και την αρχή του νέου». Επιλέγοντας λοιπόν να τιμήσουν τη μνήμη της
14ης Ιουλίου 1789, με μια νέα εθνική γιορτή, οι δημοκρατικοί στην
πραγματικότητα επικύρωναν το έργο των μεγαλύτερων υπέρμαχων της
Επανάστασης, ιδιαίτερα του Μισελέ και του Βίκτορ Ουγκό.
Το μυθιστόρημα του τελευταίου Ενενήντα τρία (Quatrevingt-treize 93),
που εκδόθηκε το 1874, σίγουρα βοήθησε στο να γίνει δημοφιλής η Ημέρα της
Βαστίλης με πολλές αποφθευγματικές διατυπώσεις: «Ογδόντα εννέα, η πτώση
της Βαστίλης, το τέλος των δεινών του λαού». «Το να ανατρέπεις Βαστίλες
σημαίνει ότι απελευθερώνεις την ανθρωπότητα». Ο Ουγκό έγραφε και ότι ο
διαβόητος πύργος της Βαστίλης, La Tourgue, «ήταν ο μοιραίος απόγονος του
παρελθόντος, που στο Παρίσι ονομαζόταν Βαστίλη, στο Λονδίνο ο Πύργος του
Λονδίνου, στη Γερμανία Σπίλμπεργκ, στην Ισπανία Εσκοριάλ, στη Μόσχα
Κρεμλίνο και στη Ρώμη Castel Sant’Angelo. Ο πύργος La Tourgue αποτύπωνε
την ιστορία των 1.500 ετών: τον Μεσαίωνα, την υποτέλεια, την δουλοπαροικία,
τη φεουδαρχία». 4
Την ίδια ταύτιση της Βαστίλης με τον Μεσαίωνα και το Ancien Régime
εξέφρασε ο Γαμβέτας (Gambetta) σε μια ομιλία που εκφώνησε στις 14 Ιουλίου
του 1872, στο La Ferté-sous-Jouarre. Ο Γαμβέτας υποστήριξε ότι ο λαός του
Παρισιού είχε ξεσηκωθεί «όχι για να ανατρέψει μια πέτρινη Βαστίλη, αλλά για
να καταστρέψει την αληθινή Βαστίλη: τον Μεσαίωνα, τον δεσποτισμό, την

4
Victor Hugo, Quatrevingt-treize (Paris: Garnier-Flammarion, 1965), σ. 117, 151, 342.
9

ολιγαρχία, τη μοναρχία!». (Το ρεπορτάζ σημειώνει ότι αυτές οι φράσεις


χαιρετίστηκαν με «χειροκροτήματα» και «επευφημίες».5)
Ωστόσο, η εθνική εορτή που εορτάστηκε το 1880 δεν τιμούσε μόνο την
14η Ιουλίου 1889. Η επέτειος είχε και ένα άλλο προηγούμενο: τη Γιορτή της
Ομοσπονδίας (Fédération) της 14ης Ιουλίου 1790. Αυτό το δεύτερο γεγονός είχε
πανεθνικό χαρακτήρα, και αυτό βοήθησε να απομακρυνθεί η προσοχή από τη
βίαιη και αιματηρή φύση της Ημέρας της Βαστίλης και να καθησυχάσει τους
μετριοπαθείς, χωρίς μεγάλο κόστος για τους Δημοκρατικούς. Παρ’όλα αυτά, για
τους αληθινούς Δημοκρατικούς ήταν πρώτα και κύρια η 14η Ιουλίου 1789 αυτή
που τιμούσε η εθνική εορτή, παρά τις αιματηρές υπερβολές που διέπραξε εκείνη
την ημέρα ο λαός. Στα μάτια των δημοκρατικών, η Γιορτή της Ομοσπονδίας δεν
ήταν παρά μια επανάληψη της 14ης Ιουλίου 1789, μια μέρα που ήταν από μόνη
της μια γιορτή και επέτειος σε μια ατμόσφαιρα αδελφικής χαράς, όπως εύστοχα
είχε επισημάνει ο Σαρλ Πεγκύ (Charles Péguy) στην Clio:

«Η κατάληψη της Βαστίλης, μας λέει η ιστορία, ήταν ουσιαστικά μια γιορτή. Ήταν ο πρώτος
εορτασμός και, κατά μία έννοια, η πρώτη επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης. Ή, μάλλον, η
επέτειος μηδέν. Κάναμε λάθος, μας λέει η ιστορία. Είδαμε τα πράγματα με έναν τρόπο, έπρεπε να
τα δούμε με άλλο τρόπο. Είδαμε. Η Γιορτή της Fédération δεν ήταν ο πρώτος εορτασμός, η
πρώτη επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης. Η κατάληψη της Βαστίλης ήταν η πρώτη Γιορτή
της Fédération, μια Fédération πριν το ίδιο το γεγονός». 6

Στην αρχική Ημέρα της Βαστίλης, εξάλλου, ο πρωταγωνιστής ήταν ο λαός, το


ανώνυμο πλήθος. Εξυμνώντας τον ηρωισμό του πλήθους, οι Δημοκρατικοί
επιτύχαιναν μ’ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: επιβεβαίωναν στις δημοκρατικές τους

5
Léon Gambetta, Discours prononcé à La Ferté-Sous-Jouarre, le 14 juillet 1872 (Paris: Leroux,
1870), σ. 10.
6
Charles Péguy, Clio (Paris: Gallimard, 1932), σ. 114-115.
10

τάσεις και γλίτωναν από τις πολεμικές που σίγουρα θα είχαν προκύψει γύρω από
τους διάφορους ηγέτες της Τρίτης Τάξης αν είχαν επιλέξει την 20η Ιουνίου ή την
4η Αύγουστου: στην πραγματικότητα, οι άντρες που ήταν οι ήρωες στις δύο
πρώτες ημέρες (Bailly, Mirabeau, Lafayette κλπ.) «πήραν στραβό δρόμο» καθώς
η Επανάσταση γινόταν όλο και πιο ριζοσπαστική και θα ήταν δύσκολο να
υποστηριχθεί ότι τιμούμε την Επανάσταση ενώ αποδίδουμε εμμέσως φόρο τιμής
σε άνδρες που αργότερα την πρόδωσαν ή έστω την εγκατέλειψαν ενώ ήταν σε
εξέλιξη.
Για τους Δημοκρατικούς ο εορτασμός της 14ης Ιουλίου 1789 είχε και μια
άλλη κρίσιμη πρόσθετη λειτουργία: να παραμερίσει την ενοχλητική αλλά
αναπόφευκτη επαναστατική χρονολογία και να τοποθετήσει την Επανάσταση
εκτός χρόνου. Η ιερή ημερομηνία δεν συμβόλιζε απλώς την αυγή της
Επανάστασης· συνόψιζε ολόκληρη την επαναστατική διαδικασία με τέτοιο
τρόπο που να υπερβαίνει τη σειρά των δραματικών γεγονότων που συνέβησαν
μεταξύ 1789 και 1794 και πιο συγκεκριμένα συγκάλυπτε τα «κακά χρόνια»,
1793 και 1794. Η αναβίωση αναμνήσεων από εκείνες τις σκοτεινές εποχές θα
μπορούσε να πυροδοτήσει διαμάχες και να υπονομεύσει τον ομολογημένο στόχο
των Οπορτουνιστών για επίτευξη εθνικής ενότητας και συμφιλίωσης.
Σε κοινωνικό επίπεδο, επιπλέον, ο εορτασμός της 14ης Ιουλίου
εξυπηρετούσε θαυμάσια τα συμφέροντα των ίδιων Οπορτουνιστών ή
μετριοπαθών δημοκρατικών, που αρνούνταν με οργή την ύπαρξη «κοινωνικού
ζητήματος» και προτιμούσαν να προβάλουν μια οικουμενική εικόνα των
κατακτητών της Βαστίλης ως ενός πλήθος όπου τα μέλη της παριζιάνικης
αστικής τάξης είχαν σμίξει αδελφικά με απλούς Παριζιάνους, αγρότες και
στρατιώτες ως ένα είδος απόλυτου ιδανικού για τη σύγχρονη γαλλική κοινωνία.
Στην ομιλία του στο La Ferté-sous-Jouarre, ο Γαμβέτας είχε αναπτύξει την ιδέα
της επίτευξης κοινωνικής σταθερότητας στη νέα Δημοκρατία με την
11

ανασύσταση της «ηθικής Fédération» που είχε δημιουργηθεί για την έφοδο στη
Βαστίλη αλλά την οποία οι αντιδραστικές κυβερνήσεις του 19ου αιώνα είχαν
καταφέρει να καταστρέψουν. Σε εκείνη την ομιλία σκιαγράφησε ένα είδος
αποθέωσης της Ημέρας της Βαστίλης, υποστηρίζοντας ότι «η 10η Αυγούστου,
… η 22η Σεπτεμβρίου… [και οι άλλες] μεγάλες ημερομηνίες της Γαλλικής
Επανάστασης περιέχονται, σιωπηρά, στην αρχική πρώτη πράξη: στην 14η
Ιουλίου 1789. Και γι’ αυτό αυτή η ημερομηνία είναι η αληθινή ημερομηνία της
Επανάστασης, η ημέρα που συγκλόνισε τη Γαλλία... Εκείνη την ημέρα ξέραμε
ότι είχαμε λάβει την Καινή μας Διαθήκη και ότι όλα τα άλλα θα ακολουθούσαν.
[Επευφημίες με Ναι, ναι! Χειροκροτήματα.]»7
Ως εκ τούτου, η επιλογή της 14ης Ιουλίου 1789 δεν είχε παρά μόνο
πλεονεκτήματα για τους Δημοκρατικούς: αρνούμενη ότι η γαλλική κοινωνία
ήταν χωρισμένη σε ανταγωνιστικές τάξεις, διέγραφε ένα απειλητικό παρελθόν,
ενώ διακηρύσσοντας την επιθυμία της Δημοκρατίας να εκπληρώσει την
επαγγελία της ηθικής και πνευματικής χειραφέτησης που η Επανάσταση δεν
μπόρεσε να πετύχει λόγω έλλειψης χρόνου, πρόσφερε την προοπτική ενός
μέλλοντος βασισμένου στην επιστήμη, στη λογική και στην πρόοδο: η κατάληψη
της Βαστίλης είχε καθιερώσει την κοινωνική ισότητα στη Γαλλία, ενώ η
επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848 είχε καθιερώσει την πολιτική ισότητα
μέσω της καθολικής ψηφοφορίας. Αυτό που απέμενε για την Τρίτη Δημοκρατία
ήταν να απελευθερώσει τη Γαλλία από τον ζυγό του κλήρου, ο οποίος είχε
αδρανοποιήσει την ελευθερία της συνείδησης, να ιδρύσει λαϊκά δημόσια σχολεία
και να διαχωρίσει την εκκλησία από το κράτος. Τέλος, οι Δημοκρατικοί
τιμούσαν την 14η Ιουλίου με ιδιωτικές τελετές ήδη από το 1872 (όπως
φανερώνει και η πιο πάνω ομιλία του Γαμβέτα στο La Ferté-sous-Jouarre): η
απόφαση που ελήφθη τον Ιούλιο του 1880 να μετατραπεί αυτή η ιδιωτική γιορτή

7
Gambetta, Discours, σ. 13-14.
12

σε εθνική εορτή στην πραγματικότητα θεσμοποίησε μια πρακτική που ήδη


υπήρχε.
Η δεξιά δεν είχε καμία πραγματική απάντηση στη συμφωνημένη επιλογή
των δημοκρατικών, δεν μπορούσε να προσφέρει καμία αξιόπιστη εναλλακτική
λύση, αφού μάλιστα ήταν χωρισμένη σε τρεις αντίπαλες φατρίες: Ορλεανιστές,
Βοναπαρτιστές και Νομιμόφρονες. Οι Ορλεανιστές δύσκολα μπορούσαν να
αποκηρύξουν την 14η Ιουλίου, τη στιγμή που ο ίδιος Λουδοβίκος-Φίλιππος είχε
επιλέξει να τιμήσει τη μνήμη των νεκρών του Ιουλίου του 1789 καθώς και του
Ιούλιο του 1830, διατάσσοντας να χτιστεί η «στήλη του Ιουλίου» στην πρώην
τοποθεσία της Βαστίλης. Οι Βοναπαρτιστές, οι οποίοι ανέκαθεν διεκδικούσαν
τις αρχές του ’89, δεν αισθάνονταν άνετα να επικρίνουν την εθνική εορτή.
Αντίθετα, οι Νομιμόφρονες, ως υπερασπιστές του Παλαιού Καθεστώτος του
οποίου η ανατροπή συμβολιζόταν από την πτώση της Βαστίλης, δεν είχαν
παρόμοιους ενδοιασμούς, αλλά δεν είχαν τίποτα να αντιπροτείνουν. Βέβαια, η
παλιά Γαλλία δεν είχε έλλειψη σημαντικών ημερομηνιών (από τη Μάχη του
Τολμπιάκ έως του Yorktown), αν και καμία από αυτές δεν ήταν υπεράνω
συζήτησης.
Αν όμως επέλεγαν να προβάλουν το Παλαιό Καθεστώς σε αντίθεση προς
την Επανάσταση, δεν θα αυτοπροσδιορίζονταν ως αντιδραστικοί υπερασπιστές
μιας παρελθούσης εποχής, αναγνωρίζοντας ότι το 1789 ήταν, όπως ακριβώς
διακήρυσσαν οι Δημοκρατικοί αντίπαλοί τους, ένα αξεπέραστο ρήγμα στην
ιστορία της Γαλλίας, ένα γεγονός ορόσημο που χώριζε τη νύχτα από τη μέρα, το
σκοτάδι από το φως, τον έναν κόσμο από τον άλλο; Τελευταίο, αλλά εξίσου
σημαντικό, αν οι Νομιμόφρονες είχαν προτείνει την ημερομηνία κάποιου
ιστορικού γεγονότος απέναντι στην Ημέρα της Βαστίλης, στην πραγματικότητα
θα είχαν αποκηρύξει το ιδανικό τους για μια καθολική μοναρχία. Ως αδιάλλακτοι
υπερασπιστές του θρόνου και του βωμού, που θυμίαζαν στην παλιά μοναρχία
13

του Κλόβις και του Αγίου Λουδοβίκου, δεν μπορούσαν να διανοηθούν καμία
άλλη γιορτή για τη Γαλλία εκτός από την ονομαστική εορτή του νόμιμου βασιλιά
της. Διαφορετικά, θα ήταν σαν να αρνούνταν δεκαπέντε αιώνες καθολικισμού.
Ως εκ τούτου, οι Νομιμόφρονες ηγέτες ζήτησαν από τους οπαδούς τους να
εορτάσουν τον Άγιο Ερρίκο, την ονομαστική εορτή του Κόμη de Chambord, του
διεκδικητή του θρόνου, η οποία έπεφτε στις 15 Ιουλίου. Κι αυτό τόσο για να
αντιταχθούν στην ιερόσυλη δημοκρατική γιορτή όσο και για να τιμήσουν την
υπόθεση και το πρόσωπο του «Ερρίκου Ε΄».
Η δεξιά δεν είχε άλλη επιλογή από το να συνεχίσει την πολιτική πάλη σε
ιστορικό έδαφος επιτιθέμενη στη συμβολική σημασία της 14ης Ιουλίου 1789.
Αυτό ήταν ένα πεδίο το οποίο η δεξιά το γνώριζε καλά, γιατί από το 1871 και
μετά εξαπέλυε επιθέσεις ενάντια στις «συκοφαντίες» και τις «παραποιήσεις»
των δημοκρατικών αντιπάλων της όσον αφορά την Επανάσταση γενικά και την
ιστορία της Βαστίλης ειδικότερα. Αυτά τα φυλλάδια, που εκδόθηκαν ως επί το
πλείστον υπό την αιγίδα της κυβέρνησης της «Ordre Moral» (Ηθικής Τάξης),
μεταξύ 1873 και 1877, χλεύαζαν τη απεικόνιση της Βαστίλης από τον Μισελέ ως
ένα μπουντρούμι όπου χιλιάδες αθώα θύματα κρατούνταν σε υγρά κελιά με
βαριές αλυσίδες, για να απελευθερωθούν μόνο από μια αυθόρμητη εξέγερση του
λαού του Παρισιού στις 14 Ιουλίου 1789. Για τους βασιλόφρονες, αυτή η εικόνα
της Βαστίλης ήταν ένας καθαρός μύθος, ένα ψέμα που έπρεπε να αντικατασταθεί
από μια πολύ λιγότερο ένδοξη αλήθεια, η οποία μπορούσε να συνοψιστεί σε
λίγες προτάσεις: Στις 14 Ιουλίου 1789 η Βαστίλη δεν καταλήφθηκε με έφοδο,
αλλά ουσιαστικά παραδόθηκε αμαχητί. Οι δήθεν κατακτητές της ατίμασαν τον
εαυτό τους σφαγιάζοντας αθώους ανθρώπους. Όσο για τους φυλακισμένους, ο
όχλος βρήκε μόνο επτά, στους όποιους είχαν φερθεί αρκετά καλά: «Ένα
ανεπαρκώς προστατευμένο φρούριο που άνοιξε τις πύλες του σε ένα πλήθος
ταραξιών, σε ένα σωρό εγκληματίες που βρήκαν σε αυτήν την παράδοση την
14

ευκαιρία να σφαγιάσουν άοπλους ανθρώπους: αυτό συνέβη, τίποτα περισσότερο


ή λιγότερο».8
Όλα τα φυλλάδια κατέληγαν στο ίδιο ξεκάθαρο συμπέρασμα: το να
γιορτάζουμε την εξέγερση, τη λιποταξία, το ψέμα και τη δολοφονία ως εθνική
εορτή θα ήταν διαστροφή, γιατί «η 14η Ιουλίου ήταν στην πραγματικότητα η
πρώτη μέρα της Τρομοκρατίας. Αλλά οι φιλελεύθεροι δεν είναι δυνατόν ποτέ να
δεχτούν την έλευση της δημαγωγικής τυραννίας ως μια ένδοξη ημερομηνία. Δεν
γιορτάζει κανείς την ελευθερία περιφέροντας κομμένα κεφάλια καρφωμένα σε
λόγχες».
Επιπλέον, «η 14η Ιουλίου ήταν η πρώτη από μια σειρά επαναστατικών
κατακτήσεων των οποίων οι ημερομηνίες ήταν η 6η Οκτωβρίου, η 10η
Αυγούστου, η 21η Ιανουαρίου και η 31η Μαΐου, με τις πιο θριαμβευτικές να
είναι ο αποκεφαλισμός του Λουδοβίκου 15ου και η υποδούλωση των
εκπροσώπων του έθνους». 9 Τέλος, «η 14η Ιουλίου, την οποία το δημοτικό
συμβούλιο του Παρισιού θέλει να τιμήσει με εθνική εορτή, μας θυμίζει όχι μόνο
τον θρίαμβο της εξέγερσης, αλλά κυρίως σκηνές σφαγής και κανιβαλισμού που
στην πραγματικότητα ξεπέρασαν την Τρομοκρατία για την οποία έθεσαν τις
βάσεις.»10
Αυτή η αναθεωρητική εικόνα Αποκάλυψης για την Ημέρα της Βαστίλης
αναπτύχθηκε συστηματικά από τον ταλαντούχο ιστορικό Ιππόλυτο Ταιν
(Hippolyte Taine), ο οποίος το 1878 δημοσίευσε τον τόμο του έργου του Η
καταγωγή της σύγχρονης Γαλλίας (Origines de la France contemporaine) που
είχε θέμα το 1789 με τον ενδεικτικό τίτλο Αναρχία (Anarchie). Μεταξύ 1880 και

8
Léon de Poncins, La prise de la Bastille, Brochures populaires sur la Révolution française
(Paris: Société Bibliographique, 1873), σ. 28.
9
Στο ίδιο, σ. 35.
10
Auguste Vitu, Le Contrepoison, extrait du Figaro du 21 mai 1878, σ. 4.
15

1914 ο αντιδραστικός Τύπος αντλούσε ελεύθερα από αυτό το εμπρηστικό έργο,


που φλεγόταν από αντεπαναστατικό πάθος, επιτιθέμενος εναντίον του
«εορτασμού των δολοφονιών» και των δημοκρατικών «Σατουρναλίων».
Στην αριστερά, φυσικά, οι Δημοκρατικοί συγγραφείς εξοργίζονταν από
αυτές τις προσπάθειες απομυθοποίησης του γεγονότος. Οι μπροσούρες τους, με
εξίσου μεγάλο πάθος, τόνιζαν ότι η 14η Ιουλίου 1789 υπήρξε, όπως είχαν
υποστηρίξει ο Ζυλ Μισελέ, ο Λουί Μπλαν και ο Βίκτορ Ουγκώ, η αυγή της
ελευθερίας πάνω από τα ερείπια του δεσποτισμού στη Γαλλία.11
Αυτές οι διαμάχες αποδεικνύουν δύο τουλάχιστον πράγματα: ότι ακόμη
και πριν να επιλεγεί η Ημέρα της Βαστίλης ως εθνική εορτή, τόσο οι αριστεροί
όσο και οι δεξιοί την αντιλαμβάνονταν ως ένα σύμβολο μοναδικής σημασίας με
ισχυρό συναισθηματικό περιεχόμενο και ότι ακόμη και πριν ανέβει η αυλαία της
πρώτης επετείου, υπήρχαν ελάχιστες πιθανότητες συμβιβασμού ανάμεσα στους
υποστηρικτές της Επανάστασης και στους αντιπάλους της. Και στις δύο πλευρές
το σύνθημα ήταν, και θα παρέμενε για πολύ καιρό: «Ο καθένας με τη δική του
εκδοχή της αλήθειας».

Η καθιέρωση του τελετουργικού

Ο μαχητικός εορτασμός, 1880-1889: Στην Αριστερά, «Η Ελευθερία που


καθοδηγεί τον λαό»

Για τους Δημοκρατικούς, τα χρόνια 1880-1889 ήταν η περίοδος της μαχητικής,


λυρικής φάσης του εορτασμού της Ημέρας της Βαστίλης. Οι σύγχρονοι

11
Jacques Malacamp, Vous en avez menti! Réponse péremptoirement prouvée adressée aux
détracteurs systématiques de ce fait à la fois légitime et glorieux: la prise de la Bastille
(Bordeaux, 1874).
16

συνέδεαν την ηρωική εικόνα του γεγονότος με τη μάχη για τα λαϊκά δημόσια
σχολεία, που δόθηκε ουσιαστικά στα έτη 1881-1887. Αργότερα, συνδέθηκε με
τον αγώνα κατά του μπουλανζισμού, ενός κινήματος που, παρά τη ριζοσπαστική
ρητορική του, οι εχθροί του το συνέδεαν με την αντεπανάσταση. Κατά τη
διάρκεια της δεκαετίας του 1880, ο εορτασμός της Ημέρας της Βαστίλης ήταν
πιθανώς ένα από τα κύρια εργαλεία για την εδραίωση των ριζών της
Δημοκρατίας στην France profonde (βαθιά Γαλλία), ειδικά σε αγροτικές
περιοχές που εξακολουθούσαν να βρίσκονται υπό την επιρροή παραδοσιακών
τοπικών ηγετών από την αριστοκρατία και τον κλήρο. Η αριστερά συνδύαζε δύο
επίπεδα μνήμης στις προσπάθειές της να εκπαιδεύσει τις μάζες: στο επίπεδο της
ιστορίας, τόνιζε και δραματοποιούσε τον ζοφερό μύθο μιας Βαστίλης γεμάτης με
κελιά και φρικτά όργανα βασανιστηρίων που προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν
εναντίον του απλού λαού, ενώ σε συμβολικό επίπεδο γιόρταζε με αυτό που είχε
γίνει τυπικό τελετουργικό την αυγή της ελευθερίας πάνω από τα ερείπια του
Μεσαίωνα και του Παλαιού Καθεστώτος.

[…]

Επιπλέον, σε μέρη όπου ο ανταγωνισμός μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων


της Δημοκρατίας συνέχιζε την αντιπαράθεση της εποχής της Επανάστασης
μεταξύ «Γαλάζιων» και «Λευκών», οι Δημοκρατικοί ήθελαν να
χρησιμοποιήσουν την εθνική εορτή για να αποδείξουν, μέσω ορατών
συμβολικών ενεργειών, ότι ήταν οι άμεσοι απόγονοι των ηρώων του '89. Στο
Saumur, για παράδειγμα, μια δημοκρατική πόλη απομονωμένη στην επαρχία
Maine-et-Loire, που ήταν προπύργιο της επαρχιακής αντεπανάστασης, η Ημέρα
της Βαστίλης το 1880 γιορτάστηκε με την ένθεση στην πρόσοψη του δημαρχείου
μιας πέτρας από την Βαστίλη η οποία είχε δοθεί στην πόλη ως δώρο από τον
17

Aubin Bonnemère, έναν από τους αρχικούς «εκπορθητές» του φρουρίου. Αυτό
το φοβερό δώρο το είχαν παρατήσει σε μια αποθήκη τα «αντιδραστικά»
καθεστώτα του 19ου αιώνα. Με αυτή τη θεατρική χειρονομία, η οποία
πραγματοποιήθηκε παρουσία ενός από τους απογόνους του Aubin Bonnemère,
του Eugène Bonnemère, ο οποίος ήταν κι ο ίδιος ιστορικός της 14ης Ιουλίου
1789, οι Δημοκρατικοί έδειχναν τη σταθερή τους πίστη στο μήνυμα και τα
επιτεύγματα των προγόνων τους.12
Ο μαχητικός χαρακτήρας της εθνικής εορτής βρήκε έκφραση και σε μια
ισχυρή αντικληρικαλιστική συνιστώσα. Αν η πτώση της Βαστίλης είχε
απελευθερώσει τους Γάλλους κοινωνικά και τελικά πολιτικά, οι Δημοκρατικοί
αρέσκονταν να επισημαίνουν ότι η ηθική και πνευματική χειραφέτηση του
έθνους εξαρτιόταν από την άλωση της εκκλησιαστικής Βαστίλης, η οποία
εξακολουθούσε να είναι ένα φοβερό φρούριο. Ο αντικληρικαλισμός ήταν
ιδιαίτερα επιθετικός στη δεκαετία του 1880, μια δεκαετία έντονης αντίστασης εκ
μέρους της Καθολικής Εκκλησίας στην εκκοσμίκευση της γαλλικής δημόσιας
εκπαίδευσης και της γαλλικής κοινωνίας. Δεν ήταν ασυνήθιστο να συνδέεται ο
αντικληρικαλισμός με την κατάληψη της Βαστίλης: στο Ρεζέ το 1889, για
παράδειγμα, ένας ομιλητής διακήρυξε ότι υπήρχαν άλλες Βαστίλες που
εξακολουθούσαν να στέκουν:

«Σε αντίθεση με αυτήν για την οποία λέγαμε πριν, αυτές δεν περιβάλλονται από πύργους και
τάφρους, κινητές γέφυρες και απόρθητα τείχη, ωστόσο συνιστούν εξίσου μεγάλη απειλή για την
ελευθερία. Πρέπει να ξεπεράσουμε περισσότερες από μία Βαστίλες άγνοιας και δεισιδαιμονίας,
και θέλω να πιστεύω ότι θα ξέρετε πώς να κάνετε μια νικηφόρο έφοδο, όπως έκαναν οι πατέρες
μας το 1789 κατά της Βαστίλης της Rue Saint-Antoine». 13

12
Eugène Bonnemère, 1389: La prise de la Bastille, 14 juillet-4 août (Paris: Librairie Central des
Publications Populaires, 1881).
13
Le Phare de la Loire (16, Ιουλίου 1889). Αυτή η δημοκρατική εφημερίδα, που ιδρύθηκε το
18

Σε άλλες πόλεις στη δυτική Γαλλία, οι παρατηρητές επεσήμαναν με πικρία μια


σχέση αιτίου-αποτελέσματος μεταξύ της μετριότητας των εορτασμών της
Ημέρας της Βαστίλης και της λαμπρότητας των παραδοσιακών θρησκευτικών
τελετών. Στη La Roche-Bernard, για παράδειγμα, οι Δημοκρατικοί το 1883
εξέφρασαν υποψίες ότι «οι δημοτικές αρχές κάνουν ό,τι μπορούν για να
διασφαλίσουν ότι η [εθνική] γιορτή δεν θα έχει επιτυχία. [Όμως] όταν ο
επίσκοπος της Vannes ήρθε στη La Roche για την ποιμαντική του επίσκεψη, μια
αψίδα θριάμβου στήθηκε ως δια μαγείας, τα σπίτια ήταν όλα στολισμένα και οι
νέοι της πόλης σχημάτισαν ένα είδος καβαλαρίας για να καλωσορίσουν τον
ιεράρχη.» 14
Ο καλύτερος τρόπος για να καταδείξουν την «οπισθοδρομική» στάση της
Καθολικής Εκκλησίας ήταν να εγκωμιάζουν το πνεύμα καλού πολίτη που
επιδείκνυαν οι Προτεστάντες και οι Εβραίοι, οι εκκλησίες και οι συναγωγές των
οποίων ήταν σε ορισμένες πόλεις τα μόνα κτίρια στα οποία αναρτιόνταν σημαίες
την Ημέρα της Βαστίλης ως κάτι αυτονόητο. Στη Νάντη, ο Phare de la Loire
επισήμαινε ότι «η συναγωγή και ο προτεσταντικός ναός ήταν φωτισμένα, ενώ τα
κτίρια που ελέγχονταν από τη ρωμαϊκή λατρεία παρέμεναν τυλιγμένα στο
απόλυτο σκοτάδι». Και το άρθρο συνέχιζε: «Αυτή η έντονη αντίθεση δείχνει τις
διαφορές μεταξύ των θρησκειών που σχετίζονται με αυτά τα οικοδομήματα. Από
τις τρεις θρησκείες που αναγνωρίζει το κράτος, μόνο μία φοβάται το φως· μόνο
μία αρνείται να λάβει μέρος στη δημόσια ζωή του έθνους· μόνο μία
δυσανασχετεί στο θέαμα του εορτασμού της 14ης Ιουλίου που μνημονεύει το
μεγάλο λαϊκό κίνημα στο οποίο οφείλουμε, μεταξύ άλλων, την ελευθερία της

1814, ήταν ένα από τα σημαντικότερα επαρχιακά έντυπα στην Τρίτη Δημοκρατία.
14
Στο ίδιο, 20 Ιουλίου 1883.
19

συνείδησής μας».15
Έμμεση κριτική της Εκκλησίας μπορούμε επίσης να δούμε και στους
επαίνους για τον «δημοκρατικό Καθολικισμό» που είχε απελευθερωθεί,
ακολουθώντας τη μεγάλη παράδοση των επαναστατών του 1848, από το στενό
μανδύα του δόγματος και την ιεραρχία του κλήρου. Μια άλλη στρατηγική ήταν
να αποτίουν φόρο τιμής στους ανορθόδοξους Καθολικούς που είχαν απορριφθεί
ή καταδικαστεί από την Εκκλησία. Το 1883, για παράδειγμα, ο Phare de la Loire
συνεχάρη έναν ιδιοκτήτη εστιατορίου στη Νάντη που τοποθέτησε μπροστά από
το σπίτι του ένα μεγάλο άγαλμα του Χριστού τυλιγμένο με τρίχρωμες σημαίες,
μαζί με επιγραφές που συνέδεαν τις εντολές των Ευαγγελίων με τα σύνθημα της
Δημοκρατίας:

«Ελευθερία Ισότητα Αδελφότητα


Ήρθα να σας ελευθερώσω Δεν θα υπάρχει ούτε πρώτος Αγαπάτε αλλήλους»
ούτε τελευταίος.

«Αυτή η πρωτότυπη ιδέα», έγραφε η εφημερίδα, «μας υπενθυμίζει την ιδέα του δημοκρατικού
σχολείου όπως προτάθηκε από τους Λαμεναί (Lamennais), Γεωργία Σάνδη (George Sand) και
Πιερ Λερού (Pierre Leroux), και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Αναπόφευκτα θα σκανδαλίσει
ορισμένους, κυρίως εκείνους που έχουν δεσμούς με τον σημερινό Καθολικισμό, τον αδυσώπητο
εχθρό της αρχής της ισότητας την οποία ο Χριστός ήταν ένας από τους πρώτους που κήρυξε». 16

Στην Lunéville το 1885, οι Δημοκρατικοί αφιέρωσαν ένα άγαλμα στον Αμπέ


Γκρεγκουάρ (Abbé Grégoire), έναν κορυφαίο Γαλλικανό κληρικό που
παρέμεινε πιστός στη Γαλλική Επανάσταση. Περιττό να πούμε ότι ο

15 Στο ίδιο, 15-16 Ιουλίου 1882.


16
Στο ίδιο, 16 Ιουλίου 1883.
20

Γκρεγκουάρ δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους ουλτραμοντανιστές της


εποχής.
Ωστόσο, ο κομματικός χαρακτήρας της εθνικής εορτής μετριάστηκε
κάπως από τη ρητή επιθυμία των Οπορτουνιστών να εορτάσουν την πτώση της
Βαστίλης «ως μια τελική νίκη, και όχι ως την αρχή μιας νέας μάχης».17 Από αυτή
την άποψη, ο τελετουργικός, θεσμοθετημένος εορτασμός της Ημέρας της
Βαστίλης δεν ήταν, όπως επέμενε η δεξιά, ένα κάλεσμα για εξέγερση, αλλά ένας
τρόπος να εξορκιστεί το φάντασμα μιας νέας Κομμούνας. Επιπλέον, ακόμα κι αν
η κατάληψη της Βαστίλης ήταν υποχρεωτικό σημείο αναφοράς καθ’όλη τη
διάρκεια της δεκαετίας του 1880, η γιορτή της Fédération δεν ξεχάστηκε. Η
Δημοκρατία των Οπορτουνιστών ήθελε να προωθήσει την εικόνα μιας
Ομοσπονδίας συναδέλφωσης, μιας χώρας συμφιλιωμένης με τον στρατό και την
ιστορία της. Ήθελε να αποδείξει στους ξένους ότι η Γαλλία είχε μάθει το πώς να
παντρεύει την Τάξη με την Πρόοδο και την Δημοκρατία με την Ελευθερία, η
οποία στο εξής θα υπερασπιζόταν αποκλειστικά στην κάλπη. Ωστόσο, η δεξιά
απέρριψε ακριβώς αυτή την οικουμενική αναφορά στην Ομοσπονδία του 1790
και εστίασε αποκλειστικά στη σύνδεση ανάμεσα στην εθνική εορτή και στην
επαναστατική διαδικασία.

Μαχητικός εορτασμός, 1880-1889: Στα Δεξιά, «Το φάντασμα της


Ελευθερίας»

Η επίθεση της δεξιάς εναντίον της δημοκρατικής εθνικής εορτής εκτυλίχθηκε σε


τρία συμπληρωματικά επίπεδα: στο πολιτικό, στο ιστορικό-μνημονικό και στο
θρησκευτικό. Για έναν δεξιό, τα πράγματα ήταν απολύτως ξεκάθαρα:
επιλέγοντας μια ημερομηνία, αμέσως μετά τη χορήγηση αμνηστίας σε πρώην

17
Στο ίδιο, 8 Ιουλίου 1880.
21

κομμουνάρους (στις 11 Ιουλίου 1880), που τιμούσε τον θρίαμβο της προδοσίας
και της εξέγερσης εναντίον της νόμιμης εξουσίας, η δημοκρατική κυβέρνηση
ενθάρρυνε ανοιχτά μια άλλη ένοπλη εξέγερση. Οι Καθολικοί ήταν ιδιαίτερα
οργισμένοι που η επιστροφή των Κομμουνάρων και ο πρώτος εορτασμός της
νέας εθνικής εορτής συνέβησαν και τα δύο μέσα σε λίγες μέρες μετά την
αποβολή των Ιησουιτών από τα σχολεία, σύμφωνα με το διάταγμα του Jules
Ferry της 27ης Μαρτίου 1880. Για τους Καθολικούς, αυτή η σύμπτωση δεν ήταν
τυχαία: η Δημοκρατία απαλλάσσονταν σκόπιμα από τους «αξιοπρεπείς
ανθρώπους» για να ανοίξει το δρόμο στους δολοφόνους και τους εγκληματίες.
[…]
Αλλά αυτές οι ταραχές που η δεξιά δημοσίως φοβόταν -και στα κρυφά
ήλπιζε- ότι θα πυροδοτούσε η εθνική εορτή δεν έγιναν ποτέ, και καθώς η Ημέρα
της Βαστίλης κέρδιζε σε δημοτικότητα, οι δεξιοί της αντίπαλοι ελάττωσαν τις
επιθέσεις τους ενάντια στο «προοίμιο μιας νέας Κομμούνας» και υποχώρησαν
στο πεδίο που γνώριζαν καλά, εκείνο της ιστορίας και της μνήμης.
Όσον αφορά την ιστορία, ωστόσο, οι Δημοκρατικοί και οι συντηρητικοί
παραδόξως συμφωνούσαν: το ’89 ήταν πράγματι η επιτομή της Γαλλικής
Επανάστασης. Από εκεί και πέρα οι απόψεις τους διέφεραν. Καθ’ όλη τη
διάρκεια της δεκαετίας του 1880, ο αντιδημοκρατικός τύπος επέμενε ότι η 14η
Ιουλίου 1789 δεν ήταν μια ένδοξη μέρα, αλλά ένα προοίμιο της Τρομοκρατίας,
ένα πρότυπο για όλα τα επαναστατικά σατουρνάλια που θα ακολουθούσαν:

«D. Θα θέλατε να μας δώσετε μια περιγραφή του τι ήταν η 14η Ιουλίου 1789;
R. Η 14η Ιουλίου 1789, ήταν, αυτή καθαυτή και στις συνέπειές της, μία ημέρα αναρχίας,
μέθυσων, κοινών ταραχοποιών· μία ημέρα δειλίας και ψεμάτων, μία ημέρα ψευδορκίας· μία
ημέρα ανυπακοής, προδοσίας και στρατιωτικής λιποταξίας, μία ημέρα λεηλασίας, άγριας
βαρβαρότητας και κανιβαλισμού. Ήταν, με μια λέξη, η αποκατάσταση όλων των εγκλημάτων
22

και η αληθινή αρχή της επαναστατικής εποχής, που τόσο δίκαια είναι γνωστή ως ο Τρόμος.» 18

«Είναι μέσα στην ενστικτώδη λογική της Επανάστασης να εορτάζεται η νίκη πενήντα χιλιάδων
άγριων ανδρών έναντι τριάντα δύο μισθοφόρων και ογδόντα δύο ανάπηρων βετεράνων. Με
αυτόν τον τρόπο αποδεικνύει τη φτώχεια των στιγμών δόξας της, και μάλιστα αδέξια.
Το κάθε κόμμα κάνει αυτό που μπορεί. Ο Χριστιανισμός εορτάζει τις ημέρες του Θεού
του, των ηρώων του, των αγίων του και των μαρτύρων του· η μοναρχία έχει το υπέροχο εθνικό
της ημερολόγιο: Tolbiac, Bouvines, Taillebourg, Marignano, Arques, Ivry, Rocroi, Fontenoy,
Marengo, Austerlitz, Jena, Algiers, Sebastopol, Magenta. Η Δημοκρατία γιορτάζει τη δειλία, την
προδοσία και τον φόνο.
Και έτσι είναι το σωστό».19
Αλλά η αγαπημένη τακτική της δεξιάς στη δεκαετία του 1880 ήταν σίγουρα η
χρήση των «πνευματικών όπλων». 20 Οι καμπάνες των εκκλησιών παρέμεναν
σιωπηλές, οι σημαίες δεν υψώνονταν στις εκκλησίες, τελούνταν ακολουθίες
«στη μνήμη των αθώων θυμάτων που έπεσαν στις 14 Ιουλίου 1789, ενώ
υπερασπίζονταν τη νόμιμη εξουσία και τους νόμους της χώρας τους». Αυτές οι
πράξεις αντίστασης δείχνουν ότι η Αγία Μητέρα Εκκλησία δεν έμεινε απαθής
στον εορτασμό της Μαριάν. Μερικοί μαχητικοί κληρικοί προχώρησαν ακόμη
πάρα πέρα. Στη Βανδέα, για παράδειγμα, το 1882 ο ιερέας του Cezais
κατηγόρησε μερικούς από τους ενορίτες του ότι είχαν συμμετάσχει σε αληθινά
σατουρνάλια κοντά στην αυλή της εκκλησίας: «Δεν τους αρκούσε να εορτάσουν
τη 14η Ιουλίου… Έπρεπε και να προσβάλλουν τους νεκρούς, να βεβηλώσουν
την τελευταία τους ανάπαυση με φωτισμούς, με πυροτεχνήματα και ρουκέτες
που έπεφταν βροχή πάνω στους τάφους τους, με τη συνοδεία άγριων

18
Une Leçon d’histoire ou le 14 juillet 1989 avec ses antécédents et ses conséquences (Grenoble,
1880), σ. 9.
19
Eugène Roulleaux, La Prise de la Bastille et la fête du 14 juillet (Fontenay-le-Comte:
Imprimerie Vendéenne, 1882), σ. 1.
20
René Rémond, “La Droite dans l’opposition,” L’Histoire, 54 (March 1983) σ. 29.
23

κραυγών».21
Η προσφυγή στα «πνευματικά όπλα» ήταν επίσης φανερή στη
συμπεριφορά μεμονωμένων Καθολικών. Μια ενεργός μειοψηφία δεν αρκούνταν
στο να φεύγει στην εξοχή, να κλείνει τα παντζούρια και να αποφεύγει να κάθε
μορφή στολισμού για να εκφράσει τη σιωπηλή αποδοκιμασία της κάθε φορά που
ένα κύμα από μπλε, λευκά και κόκκινα υφάσματα κατέκλυζε τους δρόμους και
τις πλατείες της πόλης, όπως το ξέρουμε από τις εκθαμβωτικές αναπαραστάσεις
που μας άφησαν οι Ιμπρεσιονιστές και οι Φωβ ζωγράφοι. Μερικοί Καθολικοί
τοποθετούσαν θρησκευτικά αγαλματίδια και άλλα ευσεβή αντικείμενα στα
μπαλκόνια τους, ως προστασία από τα εμβλήματα της Επανάστασης. Το 1883
στη Νάντη, ο Phare de la Loire αναφερόταν χλευαστικά σε ένα σπίτι του οποίου
«το μπαλκόνι ήταν φυσικά χωρίς σημαία ή φανάρι αλλά διακοσμημένο με μια
σειρά από μικρές γύψινες παρθένες, που αναμφίβολα ήταν τοποθετημένες εκεί
ως φυλαχτά και προφυλακτικά εναντίον της δημοκρατικής ασθένειας.»22

21
Souvenirs judiciaires de la République aimable et neutre: procès de M. l’abbé Murzeau curé de
Ceçais (Fontenay-le-Comte, 1882), σ. 20.
22
Le Phare de la Loire, 16 Ιουλίου 1883.
24

Claude Monet, Rue Saint-Denis, 1878


25

Alfred Philippe Roll, 14η Ιουλίου 1880, τα εγκαίνια του μνημείου της Δημοκρατίας, 1882.

Παρέλαση μαθητών στην Place de la République. Λαϊκή εικόνα, 1883.


26

Εκτός από την προφυλακτική χρήση των γύψινων αγίων, υπήρχε και η λατρεία
της Ιεράς Καρδίας: οι Καθολικοί επιχείρησαν να θάψουν τις κατ’αυτούς
εγγενώς διεστραμμένες αρχές του 1789 θεσμοθετώντας μια άλλη επέτειο, την
28η Ιουνίου 1689 (όταν η Marguerite-Marie Alacoque είδε το όραμα της Ιεράς
Καρδίας στο Paray-le-Monial) εναντίον της 14ης Ιουλίου 1789. Αυτό σήμαινε
ότι, για τους Καθολικούς, το 1889 θα έπρεπε να εορταστεί όχι ως η
εκατονταετηρίδα της καταστροφικής Επανάστασης αλλά ως η 200ή επέτειος του
θαύματος στο Paray-le-Monial. Εάν «η μεγαλύτερη κόρη της Εκκλησίας»
επέστρεφε στο μαντρί και γινόταν ξανά μια καθολική μοναρχία, η Γαλλία θα
ελευθερωνόταν επιτέλους από τον αιώνα της επαναστατικής αναρχίας στον
οποίο είχε γίνει βυθιστεί: «Η Γαλλία του 1889 θα σβήσει τη Γαλλία του 1789». 23
Αυτοί οι ευσεβείς πόθοι, ωστόσο, διαψεύστηκαν από την πρώτη
εκατονταετηρίδα της Επανάστασης, που ήταν μια πραγματική αποθέωση της
Δημοκρατίας, η εικόνα της οποίας εξυψώθηκε και μεταμορφώθηκε περαιτέρω
από την Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Έναν αιώνα μετά την πτώση του
Παλαιού Καθεστώτος, η Δημοκρατία δόξαζε τον εαυτό της προβάλλοντας μια
μανιχαϊστική αντίθεση: από τη μια η Βαστίλη, σύμβολο του Μεσαίωνα, και από
την άλλη ο Πύργος του Άιφελ, εκθαμβωτική απόδειξη του θριάμβου του Ορθού
Λόγου, της Επιστήμης και της Προόδου επί του δεσποτισμού, του φανατισμού
και της άγνοιας: από τη μια μεριά ένα ζοφερό φρούριο που κάποτε έκρυβε ένα
αποτρόπαιο παρελθόν και από την άλλη ένα ολοκαίνουργιο, διαφανές μνημείο
που εκτινάσσεται ψηλά προς τον ουρανό ως σύμβολο των θριάμβων που
σίγουρα θα πετύχαινε η κυβέρνηση πάνω στα ερείπια της παλιάς Γαλλίας.24
Δέκα χρόνια μαχητικής προσπάθειας είχαν ανοίξει το δρόμο για αυτόν τον
θρίαμβο και βοήθησαν στην καθιέρωση της εθνικής εορτής σε όλη τη χώρα. Οι

23
Les Trois 89: 1689-1789-1889 par Ma Bà (Paris: René Haton, 1889), σ. 44.
24
P. Clemençon: Gloire au centenaire, 1989-1889, Bibliothèque Nationale, Prints.
27

τελετουργίες της Ημέρας της Βαστίλης, καλά εδραιωμένες πλέον, θα παρέμεναν


αμετάβλητες για πολύ καιρό ακόμη.

Ο Εορτασμός στο Χώρο και στο Χρόνο

Εξ αρχής, η 14η Ιουλίου δεν ήταν απλώς μια αφορμή για μια αφηρημένη
μνημόνευση μιας αξιομνημόνευτης ημερομηνίας: οι εμπνευστές της εθνικής
εορτής οραματίστηκαν την επέτειο ως μια ορατή, ενεργό ενσάρκωση των
δημοκρατικών αξιών, τις οποίες τα άτομα θα εσωτερίκευαν μέσα από τη
συμμετοχή τους σε προσεκτικά οργανωμένους συλλογικούς εορτασμούς. Αυτή
η «ιδιαίτερη ημέρα» δεν επρόκειτο απλώς να είναι «ανακτημένος χρόνος», αλλά
μια κοινή εμπειρία στο παρόν, προσεκτικά σχεδιασμένη και οργανωμένη. Αυτή
η προσπάθεια των δημοκρατικών, που στέφθηκε με επιτυχία το 1880, κέρδισε τη
σταθερή υποστήριξη του κόσμου στις κάλπες. Αυτή η σταθερή επιτυχία θα
πρέπει αναμφίβολα να αποδοθεί σε έναν συνδυασμό ευνοϊκών παραγόντων,
συμπεριλαμβανομένης της επιλογής της ημερομηνίας, του σχεδιασμού του
τελετουργικού και της ανάθεσης ρόλων καθώς και της ύπαρξης συνοδευτικών
εκδηλώσεων ψυχαγωγίας και διασκέδασης.
Η επιλογή της ημερομηνίας ήταν σίγουρα σημαντική: ο καλός
καλοκαιρινός καιρός ενθάρρυνε φυσικά τις υπαίθριες δραστηριότητες όπως
παρελάσεις, συμπόσια, παιχνίδια, αθλητικές εκδηλώσεις, χορούς και
πυροτεχνήματα. Η 14η Ιουλίου σηματοδοτούσε ένα είδος παύσης στα μέσα του
έτους για τους εργάτες των εργοστασίων (λίγο πριν από τις ετήσιες διακοπές
τους), για τους τεχνίτες (που εκείνες τις μέρες δεν είχαν διακοπές) και για τους
αγρότες (λίγο πριν από τη συγκομιδή). Η ημέρα ξεκούρασης και δωρεάν
ψυχαγωγίας εκτιμήθηκε πολύ.
Διάφορες μορφές δημόσιου εορτασμού (όπως αποκάλυψη αγαλμάτων,
28

παρελάσεις, λαμπαδηδρομίες και κάθε είδους μνημονεύσεις) επέτρεπαν στη


Δημοκρατία να αμφισβητήσει τον σχεδόν αποκλειστικό έλεγχο που είχε η
Εκκλησία στον δημόσιο χώρο από το 1815· ένα μέρος του ιερού χαρακτήρα του
θρησκευτικού εορτασμού μεταφέρθηκε στον κοσμικό δημόσιο χώρο. […] Η
ατμόσφαιρα ήταν εορταστική, με τον ήχο των κροτίδων και ζωηρή μουσική από
τις τοπικές αίθουσες χορού να γεμίζουν τον αέρα. Σε αντίθεση με τις
θρησκευτικές εορτές, ωστόσο, η σχετική πολυτέλεια ή λιτότητα της
διακόσμησης δεν εξαρτιόταν από τον πλούτο ή τη φτώχεια των πολιτών αλλά
από τη δύναμη ή την αδυναμία των δημοκρατικών τους πεποιθήσεων. Στο
Παρίσι, για παράδειγμα, οι κάτοικοι των φτωχών γειτονιών στις βόρειες και
ανατολικές συνοικίες της πόλης ήταν τόσο ενθουσιώδεις με την γιορτή της
Δημοκρατίας όσο από την άλλη οι κάτοικοι των beaux quartiers [πλούσιων
συνοικιών] έσπευδαν να εγκαταλείψουν την πόλη ή να αγνοήσουν την επέτειο
της la Gueuse [της ζητιάνας, όπως αποκαλούσαν υποτιμητικά την Δημοκρατία οι
μοναρχικοί την εποχή της Επανάστασης]. Αν εξετάσουμε το πώς στολίζονταν το
Παρίσι και άλλες μεγάλες πόλεις για την εθνική εορτή, μπορούμε να
διαπιστώσουμε τα πολιτικά αισθήματα των πόλεων της Γαλλίας.
Υπήρχαν δύο φάσεις στην διεξαγωγή της γιορτής. Το πρωί ήταν γενικά
αφιερωμένο σε επίσημες ή κομματικές τελετές· το απόγευμα προοριζόταν για
αθλητισμό και διασκέδαση. Σε κάθε φάση, στις τρεις ομάδες συμμετεχόντων
—οι επίσημοι, τα μέλη και οι υποστηρικτές κομμάτων, και το ευρύ κοινό—
ανατίθονταν συμπληρωματικοί ρόλοι. Το πρωί ήταν οι επίσημοι και οι
οργανωμένοι που έπαιζαν τον ενεργό ρόλο, με ομιλίες και διάφορες μορφές
πολιτικής δραστηριότητας. […] Σε αυτό το κομματικό κλίμα, ο εορτασμός της
κατάληψης της Βαστίλης δεν ήθελε απλώς να τιμήσει ένα μεμονωμένο γεγονός
σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας, αλλά να ανακαλέσει στη μνήμη μια
σειρά ημερομηνιών που συνδέονταν από ανάγκη και όχι από τύχη και
29

οδηγούσαν κατευθείαν στην ίδρυση της Τρίτης Δημοκρατίας: 1789, 1792, 1830,
1848, 1870, 1880. Αυτές οι ημερομηνίες σημάδευαν τα κορυφαία σημεία της
δημοκρατικής μνήμης, στο Παρίσι αυτήν την ιεροποίηση του επαναστατικού
χώρου και χρόνου την βλέπουμε, για παράδειγμα, στα ανάγλυφα στο άγαλμα
της Δημοκρατίας (République), το οποίο εγκαινιάστηκε στην τότε Place du
Château-d’Eau (τη σημερινή Place de la République) στις 14 Ιουλίου του 1883.25
Ωστόσο, δεν ήταν όλοι οι επίσημοι που συμμετείχαν σε αυτές τις τελετές
μέλη ή υποστηρικτές των Δημοκρατικών, και πολλοί, ιδιαίτερα ιερείς και
στρατιωτικοί, συμμετείχαν μόνο επειδή ήταν υποχρεωμένοι. Δεδομένου ότι οι
ιερείς πληρώνονταν από το κράτος, σύμφωνα με τους όρους του Κονκορδάτου,
έπαιρναν εντολή να χτυπήσουν τις καμπάνες τους χαρμόσυνα προς τιμήν της
Μαριάν. Σε μέρη όπου οι πολιτικές και θρησκευτικές εντάσεις ήταν έντονες,
τέτοιες εντολές αναπόφευκτα προκαλούσαν συγκρούσεις. Όσο για τους
στρατιωτικούς, παρά τις ειλικρινείς μοναρχικές τους πεποιθήσεις, ήταν
υποχρεωμένοι σε όλες τις πόλεις όπου υπήρχε στρατόπεδο να οδηγούν τους
στρατιώτες στην παραδοσιακή στρατιωτική παρέλαση.26 Με τα χρόνια, αυτή η
παρέλαση, ειδικά αυτή στον ιππόδρομο του Longchamp στο Παρίσι, έγινε το
επίκεντρο της επετείου, ένα θέαμα μέσα στο θέαμα, με πολύχρωμες στολές,
ιππικό και μπάντες.
Μεταξύ της στρατιωτικής παρέλασης, που συνήθως γινόταν το πρωί, και
των απογευματινών διασκεδάσεων του πλήθους, γινόταν η παραδοσιακή
δημοκρατική γιορτή (συμπόσιο), που ήταν ένα κορυφαίο σημείο στο κοινωνικό

25
Αυτά τα ανάγλυφα απεικονίζουν τις: 20η Ιουνίου 1789· 14η Ιουλίου 1789· 4η Αυγούστου
1789· 14η Ιουλίου 1790· 11η Ιουλίου 1792· 20η Σεπτεμβρίου 1792· 13 Prairial, Έτος II· 29η
Ιουλίου 1830· 4η Μαρτίου 1848· 4η Σεπτεμβρίου 1870· και 14η Ιουλίου 1880.
26
Βλ. William Serman, Les Officiers français dans la nation, 1848-1914 (Paris: Aubier-
Montaigne, 1982).
30

ημερολόγιο της αριστεράς και μια κοσμική εκδοχή της θείας λειτουργίας, όπου
οι Δημοκρατικοί συγκεντρώνονταν για να τραγουδήσουν και να κάνουν
προπόσεις για τη Δημοκρατία καθώς και για να μιλήσουν για τις νικηφόρες
μάχες του παρελθόντος και για τα πολιτικά ζητήματα του παρόντος.
Εκεί, ενώπιον ενός ένθερμου ακροατηρίου του οποίου η υποστήριξη
μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένη, οι ρήτορες σηκώνονταν για να δώσουν μια
μαχητική, κομματική εκδοχή του δημοκρατικού παρελθόντος. Οι ομιλίες τους
μερικές φορές μνημόνευαν τις μεγάλες μάχες που διεξήγαγε η Τρίτη Τάξη από
τον 12ο αιώνα ενάντια στη φεουδαρχία, την εκκλησία και τη μοναρχία, και
υμνούσαν πάντα, με τυπικά πομπώδεις όρους, την κατάληψη της Βαστίλης ως
την θεμελιακή πράξη της Επανάστασης και του έθνους. Το συμπόσιο
χρησίμευσε ως ένα είδος καθρέφτη των καθολικών τελετουργιών που
εξακολουθούσαν να ασκούν ισχυρή επιρροή σε πολλούς ανθρώπους και
φαινόταν να γοητεύει τους λάτρεις της Μαριάννας.
[…]

Την ώρα του εσπερινού ξανάρχιζαν οι δημόσιες εορταστικές εκδηλώσεις, οι


οποίες ποίκιλλαν ανάλογα με τα τοπικά έθιμα. Το πλήθος, που μέχρι τότε ήταν
μάλλον παθητικός θεατής, είχε τώρα έναν πολύ πιο ενεργό ρόλο. Τοπικές
αθλητικές και μουσικές ομάδες βοηθούσαν τις αρχές στη διοργάνωση των
εκδηλώσεων. Οι απογευματινές δραστηριότητες περιελάμβαναν ερασιτεχνικά
θεατρικά έργα, φιλαρμονικές του δήμου και χορωδίες, αθλήματα και γιορτές των
δημοσίων σχολείων. Η μέρα έκλεινε με χορούς της γειτονιάς και του χωριού που
συνεχίζονταν μέχρι αργά στη ζεστή νύχτα. Η Ημέρα της Βαστίλης προσέφερε σε
πολλούς ανθρώπους μια σπάνια ευκαιρία να χορέψουν, και η γιορτή πιθανότατα
οφείλει μεγάλο μέρος της μυθολογίας της και μεγάλο μέρος της επιτυχίας της σε
αυτούς τους χορούς (bals) (δείτε τις ταινίες του René Clair).
31

Η εθελοντική συμμετοχή του πληθυσμού ήταν πολύ σημαντική για την


επιβίωση της Ημέρας της Βαστίλης. Από το 1880 και μετά, η πλειονότητα των
Γάλλων, εκτός από τη δυτική Γαλλία, ρίχτηκε ολόψυχα στις δραστηριότητες της
ημέρας, έτσι ώστε η 14η Ιουλίου να γίνει ένα σύμβολο, αν όχι το σύμβολο, της
δημοκρατικής ισχύος σε επίπεδο χωριού. Ένας λόγος αυτής της επιτυχίας ήταν η
ισορροπία που προσπάθησαν και πέτυχαν οι Δημοκρατικοί μεταξύ των
πολιτικών στόχων των πρωινών εκδηλώσεων και των ψυχαγωγικών και
εορταστικών στόχων του απογεύματος. Για πρώτη φορά μετά την Επανάσταση,
εξάλλου, οι Γάλλοι χαμηλής κοινωνικής θέσης δεν αισθάνονταν πλέον
αποκλεισμένοι και περιορισμένοι στο ρόλο των παθητικών θεατών στους
επίσημους εορτασμούς του έθνους, όπως συνέβαινε στην περίπτωση της
συνταγματικής μοναρχίας και της Αυτοκρατορίας. Τώρα προσκαλούνταν να
γίνουν πλήρεις συμμετέχοντες. Η ιδέα ότι στις 14 Ιουλίου «η Γαλλία δοξάζει τον
εαυτό της» ξεκινάει από το 1880.27 Η εθνική γιορτή ήταν η γιορτή όλων, μια
ευκαιρία για οικογένειες, παιδιά και ηλικιωμένους. Για μία ημέρα καταργούνταν
η αυστηρή κοινωνική ιεραρχία. Στις αίθουσες χορού, ειδικά στην πόλη, οι αστοί
συναναστρεφόταν με τη βοηθό της μοδίστρας και ο έμπορος χόρευε με τη
ράφτρα. Αναμφίβολα αυτές οι σύντομες συναντήσεις περιείχαν πολλές
ψευδαισθήσεις, αλλά σε μια ακόμα κατακερματισμένη κοινωνία, στην οποία η
δημόσια τάξη είχε αντικαταστήσει την ηθική τάξη, τέτοιες διακοπές της
ρουτίνας μπορεί να έκαναν το υπόλοιπο της χρονιάς πιο ανεκτό.
Μέχρι το 1914 τουλάχιστον, υπήρχαν μικρές διαφοροποιήσεις στο
τελετουργικό της εθνικής εορτής, και όπως κάθε τελετουργικό, τελικά έγινε
κάπως άκαμπτο. Οι βίαιες πολεμικές της δεκαετίας του 1880 ξεθώριασαν μετά
το 1890 παντού εκτός από τη δυτική Γαλλία. Αυτό οφειλόταν πρώτα απ’ όλα στη

27
Paul Berne, Souvenir du 14 juillet 1880 -Trois dates: fête nationale du 14 juillet 1880, le 14
juillet 1989, le 14 juillet 1990 (Lyons, 1880), σ. 6.
32

μείωση της πολιτικής έντασης που ακολούθησε την ήττα του μπουλανζιστικού
κινήματος. Χάρη εν μέρει στην Παγκόσμια Έκθεση του 1889, η Δημοκρατία θα
επιβιώσει από αυτήν την πολύ υπαρκτή απειλή που έθεσε η ποικιλόμορφη
πολιτική βάση του «καλού στρατηγού». Με τη νίκη δεδομένη, η ανάγκη για μια
ημέρα εθνικού εορτασμού για να επιβεβαιωθούν οι δημοκρατικές αρχές και το
δημοκρατικό παρελθόν δεν ήταν πλέον τόσο επιτακτική. […]
Επιπλέον, η άνοδος του γαλλικού εθνικισμού, τον οποίο είχε ενθαρρύνει
το μπουλανζιστικό κίνημα, είχε βοηθήσει στη δημοφιλία της στρατιωτικής
παρέλασης της Ημέρας της Βαστίλης στο Longchamp. Αυτή η παρέλαση τελικά
θα γίνει ένα σημαντικό αξιοθέατο, πραγματικό σύμβολο της εθνικής εορτής,
συσκοτίζοντας έτσι την αρχική ιστορική σημασία της. Πώς θα μπορούσαν οι
δεξιοί να υποστηρίξουν ότι η Ημέρα της Βαστίλης προωθούσε μνήμες εξέγερσης
και λιποταξίας από τους Γάλλους Φρουρούς το 1789, όταν ένα ολοένα και
μεγαλύτερο και πιο ενθουσιώδες πλήθος συγκεντρωνόταν στις 14 Ιουλίου για να
«δει και να επευφημήσει τον γαλλικό στρατό»; Το 1899, στο αποκορύφωμα της
υπόθεσης Ντρέιφους, οι υποστηρικτές και οι πολέμιοι μιας νέας δίκης για τον
λοχαγό συγκρούστηκαν σε πολλές μεγάλες πόλεις κατά τη διάρκεια των
παρελάσεων της Ημέρας της Βαστίλης.
[…]

Κορυφαία σημεία στην ιστορία της Ημέρας της Βαστίλης

Τα κορυφαία σημεία στην ιστορία της Ημέρας της Βαστίλης στον εικοστό αιώνα
ήταν τα έτη 1906-1914, 1935-1936, 1939 και 1945. Αλλά καθεμία από αυτές τις
περιόδους πρόσφερε μια ιδιαίτερη εκδοχή στην αρχική ιδέα της γιορτής, η οποία
ταίριαζε στις πολιτικές, κοινωνικές και διεθνείς συνθήκες της στιγμής. Αυτή η
προσαρμογή με τη σειρά της οδήγησε σε νέες επίσημες τελετουργίες και άλλαξε
33

τη φύση της λαϊκής συμμετοχής στην εκδήλωση (ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του
Λαϊκού Μετώπου).

1906-1914: «Η εποχή της περιφρόνησης»


Αμέσως μετά τις αρχές του 20ου αιώνα, η Δημοκρατία αμφισβητήθηκε και από
τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος. Η πρόκληση περιελάμβανε επιθέσεις σε
βασικά σύμβολα της Δημοκρατίας, και ιδιαίτερα στην Ημέρα της Βαστίλης: από
τη μια η εθνικιστική, αντισημιτική και ξενοφοβική ακροδεξιά κατήγγειλε με
οργή την κατάληψη της Βαστίλης ως «γερμανικό κατόρθωμα» (!), από την άλλη
η επαναστατική αριστερά επιτέθηκε στην Ημέρα της Βαστίλης ως γιορτή της
αστικής τάξης.
Από το 1880 έως το 1905, η άκρα αριστερά, που ακόμα ανέρρωνε από τις
πληγές της, έκανε μόνο σποραδικές, τοπικές επιθέσεις στην Ημέρα της Βαστίλης
και διαδηλώσεις υπέρ της Πρωτομαγιάς. Μεταξύ 1906 και 1914, ωστόσο, η
κριτική έγινε όλο και πιο συστηματική και σκληρή. Αυτό φυσικά συνδέθηκε με
την άνοδο του επαναστατικού συνδικαλισμού, της Confédération Générale du
Travail (CGT) και των bourses du travail, και αντανακλούσε μια εγγενή
δυσπιστία και ριζική εχθρότητα προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία και τα
σύμβολά της (όπως σημαίες, γιορτές, και ύμνοι) και τους θεσμούς, ιδιαίτερα τον
στρατό, που τον έβλεπαν ως ένα κρίσιμο όργανο για την καταστολή της
εργατικής τάξης. Πράγματι, ήταν την εποχή της αυταρχικής πρωθυπουργίας του
Ζωρζ Κλεμανσώ (Georges Clemenceau, 1906-1909) που η αιματηρή καταστολή
από την αστυνομία και τον στρατό στο Draveil και στο
Villeneuve-Saint-Georges ενίσχυσε τη αντίθεση των συνδικαλιστών σε κάθε
είδους συμμετοχή της εργατικής τάξης στην εθνική εορτή.
Ο αντιμιλιταρισμός δεν ήταν ο μόνος λόγος για την καταδίκη της Ημέρας
της Βαστίλης από την άκρα αριστερά. Υπήρχαν άλλα δύο μείζονα παράπονα.
34

Πρώτον, η γιορτή ήταν μια πραγματική βιτρίνα της αστικής υποκρισίας. Όλη τη
Γαλλία αντηχούσε από τους ρητορικούς κενούς και πομπώδεις παιάνες για την
Ελευθερία, την Ισότητα και την Αδελφότητα, την ώρα που οι περισσότεροι
εργαζόμενοι μοχθούσαν κάθε μέρα μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες. Δεύτερον, η
Ημέρα της Βαστίλης ήταν αφορμή για ένα γλέντι μεθυσιού, το οποίο τα αφεντικά
και η κυβέρνηση ενθάρρυναν ως έναν τρόπο να παρακινήσουν τους
εργαζόμενους να ξεχάσουν τη μίζερη μοίρα τους. Η Ημέρα της Βαστίλης, με
άλλα λόγια, ήταν το όπιο του λαού. Η εφημερίδα La Voix du Peuple
προειδοποιούσε το 1910: «Η Πρωτομαγιά δεν πρέπει να γίνει ένα είδος
προλεταριακής 14ης Ιουλίου, μια περίσταση κατά την οποία το φαγοπότι και ο
εμετός αποτελούν μέρος του εορτασμού όσο και οι πομπώδεις ομιλίες και τα
επίσημα συμπόσια».28
Κανείς δεν εξέφρασε τα παράπονα της αναρχικής και επαναστατικής
άκρας αριστεράς καλύτερα από τον Aristide Delannoy, έναν από τους πιο
σκληρούς σατιρικούς των αρχών του 20ου αιώνα, σε ένα ειδικό τεύχος του
περιοδικού L’Assiette au beurre που δημοσιεύτηκε το 1907. Σε ένα σκίτσο, ο
Κλεμανσό, ντυμένος σαν μπάτσος, έχει δώσει ένα μπουκέτο λουλούδια
τυλιγμένο σε χασαπόχαρτο σε μια χοντρή και άσχημη Μαριάν. Σε ένα άλλο
σκίτσο, η υποκρισία της εθνικής εορτής αναπαρίσταται από τρεις μορφές που
κάθονται σε ένα επίσημο βήμα: ένας δικαστής που μοιάζει με χοντρό γάτο, ένας
καπιταλιστής του οποίου τα χέρια είναι φορτωμένα με σάκους με χρυσάφι και
ένας στρατιωτικός που το κεφάλι του είναι ένα κρανίο και που κρατάει ένα
ματωμένο σπαθί κάθονται κάτω από μια πινακίδα που γράφει «Ελευθερία,
Ισότητα, Αδελφότητα», ενώ ένας εργάτης με γκασμά στέκεται από κάτω και
μουρμουρίζει: «Des mots, des maux [Λόγια, δεινά]».

28
La Voix du peuple (1-8 Μαΐου 1910), παρατίθεται στο: Dommanget, Histoire du premier mai,
σ. 360.
35
36

[…]

Παρά αυτές τις επιθέσεις στην εθνική εορτή τόσο από την άκρα αριστερά όσο
και από την άκρα δεξιά, η επαναστατική και αναθεωρητική προπαγάνδα
φαίνεται να επηρέαζε μόνο έναν μικρό αριθμό μυημένων. Οι επιθέσεις της
C.G.T. κατά του αστικού εορτασμού της Ημέρας της Βαστίλης, όπως και της
Action Française κατά της πρωσικής μασονικής συνωμοσίας, δεν επηρέαζαν
τους απλούς ανθρώπους στις πόλεις, για τους οποίους η εθνική εορτή ήταν πλέον
μια πολύτιμη ημέρα ανάπαυσης και αναψυχής. Τον Ιούλιο του 1911, για
παράδειγμα, ο Phare de la Loire μπορούσε να πανηγυρίσει για την αποτυχία των
διαμαρτυριών και από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος καθώς και για την
επιτυχία της στρατιωτικής παρέλασης, η οποία είχε γίνει το «κέντρο» της
εθνικής εορτής, απ’όπου «επιστρέφει κανείς στο σπίτι του σκονισμένος και
κουρασμένος αλλά χωρίς τύψεις, γιατί χαίρεται που έχει βιώσει την αίσθηση ότι
η Γαλλία υπάρχει ακόμα. Η παρέλαση είναι το μεγάλο, το αληθινό θέαμα της
Εθνικής Εορτής. Φυσικά μπορεί επίσης να παρακολουθήσουμε τα αερόστατα, τη
σχολική γιορτή ή την επίδειξη πυροτεχνημάτων, αλλά αυτά δεν είναι καθόλου το
ίδιο πράγμα».29
Πράγματι, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Πουανκαρέ το 1913, όταν
το κοινοβούλιο συζητούσε έναν νόμο που επέβαλε 3 χρόνια υποχρεωτική
στρατιωτική θητεία, η επαναστατική, ειρηνιστική, αντιμιλιταριστική άκρα
αριστερά απέτυχε στην προσπάθειά της να διακόψει τη θριαμβευτική παρέλαση
της Ημέρας της Βαστίλης στο Longchamp. Ωστόσο, το κύμα εθνικισμού που
σάρωσε τη Γαλλία δεν είχε να κάνει μόνο με την στρατιωτική παρέλαση.
Επηρέασε επίσης το περιεχόμενο των εορτασμών για την Ημέρα της Βαστίλης.
Σε ένα άρθρο με τίτλο «Η Βαστίλη αναστήθηκε» που δημοσιεύτηκε στον Phare

29
Le Phare de la Loire (15 Ιουλίου 1911).
37

de la Loire τον Ιούλιο του 1914, ο Maurice Schwob σχολίαζε την ποινή που είχε
επιβάλλει στον Αλσατό σατιρικό Hansi ένα γερμανικό δικαστήριο για τις
σατιρικές του επιθέσεις στο γερμανικό Ράιχ. Το κλίμα στη Γαλλία εκείνη την
εποχή, λίγο πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν φυσικά κλίμα
έντονης διεθνούς έντασης και αντιγερμανικών συναισθημάτων και ο Schwob
συνέκρινε το Ράιχ με μια γιγάντια Βαστίλη, η οποία μια μέρα θα έπρεπε να
καταληφθεί για να ελευθερωθούν αυτές οι δύο δύστυχες κρατούμενες, η
Αλσατία και η Λωρραίνη: «Η Γερμανία δέχεται έναν νέο κρατούμενο στη
Βαστίλη της, την ίδια ημέρα που εμείς γιορτάζουμε την καταστροφή της δικής
μας: η καταπίεση εναντίον της ελευθερίας».30
[…]

«Ο ανακτημένος χρόνος»: Η αναβίωση της Μνήμης, 1935-1936


Μετά τη νίκη των Συμμάχων το 1918, η αριστερά -συνδικάτα, σοσιαλιστές και
κομμουνιστές- κατήγγειλε τακτικά την εθνική εορτή ως έκφραση του αστικού
εθνικισμού». Το 1935, ωστόσο, ως απάντηση στον κίνδυνο για τη Δημοκρατία
που φανέρωσαν οι «φασιστικές» ταραχές της 6ης Φεβρουαρίου 1934, η
δημοκρατική, χειραφετητική και λαϊκή σημασία της Ημέρας της Βαστίλης
ανακαλύφθηκε ξαφνικά και πάλι. Μετά τις ταραχές, το Σοσιαλιστικό και το
Κομμουνιστικό κόμμα και τα συνδικάτα C.G.T. και C.G.T.U. παραμέρισαν τις
διαφορές τους για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό. Και για να διαφημίσουν
αυτή τη συμφιλίωση, η πρόσφατα ενωμένη αριστερά οργάνωσε έναν εορτασμό
μαμούθ για την Ημέρα της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου του 1935. Ενώ το
ακροδεξιό κόμμα Croix de Feu του συνταγματάρχη de La Rocque παρέλασε στα
Ηλύσια Πεδία, ένα πλήθος που υπολογίζεται σε μισό εκατομμύριο πορεύτηκε
από την Place de la Bastille στην Place de la Nation μέσα από τις εργατικές

30
Στο ίδιο, 13 Ιουλίου 1914.
38

γειτονιές του ανατολικού Παρισιού. Η χαρούμενη ατμόσφαιρα της ενότητας και


της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο αποκατέστησε ένα μέρος της
απελευθερωτικής, επαναστατικής σημασίας της Ημέρας της Βαστίλης:
βλέποντας το θέαμα, βετεράνοι πολιτικών και συνδικαλιστικών μαχών
αναγνώρισαν ότι δεν είχαν δει τέτοια έκρηξη λαϊκού ενθουσιασμού από το
απόγειο της υπόθεσης Ντρέιφους.31 Και το φαινόμενο επεκτάθηκε πέρα από το
Παρίσι: οι επαρχίες συνέβαλαν και αυτές ουσιαστικά στη δημιουργία του
Λαϊκού Μετώπου.
Ο αντίκτυπος της Ημέρας της Βαστίλης του 1935 ήταν τόσο μεγάλος που
το «αντιφασιστικό» πνεύμα της δεν τελείωσε μετά τη γιορτή. Πέρασε στην
προεκλογική εκστρατεία της άνοιξης του 1936 και βοήθησε στη νίκη του
Λαϊκού Μετώπου. Η εφημερίδα των Ριζοσπαστών L’Œuvre συνόψισε το
διακύβευμα των εκλογών σε μια φράση: «Υπάρχει μόνο μία επιλογή: Ή 6η
Φεβρουαρίου ή 14η Ιουλίου». Αυτό ήταν το κλίμα μέσα στο οποίο γιορτάστηκε
η θριαμβευτική Ημέρα της Βαστίλης του 1936. Στις επαρχίες καθώς και στο
Παρίσι τα γεγονότα της ημέρας βιώθηκαν από εκατομμύρια ενθουσιώδεις
άνδρες και γυναίκες ως εκδίκηση των μαζών για την 6η Φεβρουαρίου και ως
έκφραση λαϊκής ευγνωμοσύνης προς την κυβέρνηση, η οποία μόλις είχε κάνει
παραχωρήσει εργάτες, μεταξύ άλλων, τις πρώτες τους υποχρεωτικές
πληρωμένες διακοπές. Η επιτυχία της Ημέρας της Βαστίλης του 1936
αποδείχθηκε μεταδοτική: επηρέασε την ατμόσφαιρα της Πρωτομαγιάς του 1937,
που έμοιαζε με συνέχεια της προηγούμενης 14ης Ιουλίου. Για έναν παλαίμαχο
συνδικαλιστή όπως ο Georges Dumoulin, που είχε διαμορφωθεί σε μια
διαφορετική εποχή, αυτό ήταν πάρα πολύ: «Η Πρωτομαγιά δεν πρέπει να αφεθεί
να εκφυλιστεί ή να παραμορφωθεί σε μια παρωδία αστικών εορτασμών ή σε μια

31
Le Populaire (15 Ιουλίου 1935).
39

ηλιόλουστη εκδοχή της Ημέρα της Ανακωχής.» 32


Οι «λυρικές ψευδαισθήσεις» του καλοκαιριού του ’36 δεν κράτησαν
όμως πολύ. Οι «μεγάλες ελπίδες» που γεννήθηκαν την Ημέρα της Βαστίλης
διαψεύστηκαν πολύ σκληρά στον απόηχο του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και
των αυξανόμενων οικονομικών δυσκολιών. Με το Λαϊκό Μέτωπο σε σύγχυση
μετά το 1937, η αριστερά, διχασμένη για άλλη μια φορά, γιόρτασε με κατήφεια
τα 150 χρόνια από την κατάληψη της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου του 1939. Με τη
διάσκεψη του Μονάχου να βαραίνει την περίσταση, αυτή η Ημέρα της Βαστίλης,
σε αντίθεση με εκείνες του 1935 και του 1936, δύσκολα θα περίμενε κανείς να
σηματοδοτήσει ένα ορόσημο στη γαλλική εθνική μνήμη.
Όσο σύντομη κι αν ήταν η περίοδος του Λαϊκού Μετώπου,
σηματοδότησε ωστόσο μια σημαντική καμπή για την Ημέρα της Βαστίλης. Ο
«λαός της αριστεράς» συμμετείχε και χειροκρότησε μια συνειδητή
επανοικειοποίηση, μια ειρηνική ανακατάκτηση της δημοκρατικής μνήμης και
των επαναστατικών συμβόλων της, όπως η τρίχρωμη σημαία, η Μασσαλιώτιδα,
η κατάληψη της Βαστίλης και ούτω καθεξής, τα οποία η δεξιά, στο κλίμα
ευφορίας που ακολούθησε το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε πάρει και
ξαναερμηνεύσει με το δικό της νόημα. Το 1935, για παράδειγμα, ο Victor Basell,
ο πρόεδρος της Ligue des Droits de l’Homme, εξέφραζε την πλήρη του επίγνωση
ότι αυτή η ημέρα ... πρέπει να συγκριθεί με τις ένδοξες μέρες της 14ης Ιουλίου
1789 και της 14ης Ιουλίου 1790. Όπως στις 14 Ιουλίου 1789, όταν οι κάτοικοι
του Παρισιού γκρέμισαν πέτρα-πέτρα το βασιλικό μπουντρούμι, σήμερα, στις 14
Ιουλίου του 1935, ο λαός είναι αποφασισμένος να εξαπολύσει μια επίθεση
εναντίον των Βαστίλων που έχουν απομείνει: η Βαστίλη του φασισμού, η
Βαστίλη των αξιοκαταφρόνητων ποινικών νόμων, η Βαστίλη της φτώχειας, η

32
Syndicats, 29 (29 Απριλίου 1937); παρατίθεται στο: Dommanget, Histoire du premier mai, σ.
290.
40

Βαστίλη των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κλικών και η Βαστίλη του


πολέμου – τις οποίες 150 χρόνια σκληρού αγώνα και τέσσερις επαναστάσεις δεν
μπόρεσαν να καταρρίψουν.33
Η νίκη του Λαϊκού Μετώπου το 1936 επιβεβαίωνε φυσικά τον
παραλληλισμό μεταξύ των λαϊκών κινημάτων του 1789 και του 1936:

«Αυτό που έχει ξαναξυπνήσει η αξέχαστη μέρα της 14ης Ιουλίου 1936 είναι το αιώνια νεανικό
πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης, το πνεύμα των Ογδόντα Εννέα. Όλα θυμίζουν αυτό το
πνεύμα: εικόνες της κατάληψης της Βαστίλης, φρυγικοί σκούφοι, η Μασσαλιώτιδα, που
ανακτήθηκε, και έγινε και πάλι ο ύμνος του λαού, και τα τρία χρώματα, που είχαν αρπάξει οι
φασίστες, έγιναν ξανά το έμβλημα της ελευθερίας!
Διστάζουμε να το πούμε… αλλά το νιώθουμε παρόλα αυτά: αυτό που επιτεύχθηκε στις 14
Ιουλίου 1936 ήταν εξίσου σπουδαίο με εκείνο που επιτεύχθηκε στις 14 Ιουλίου του 1789.»34
[…]

1919-1945: Εορτάζοντας τη Νίκη


Στις 14 Ιουλίου 1945, το Παρίσι γιόρτασε άλλη μια μέρα θριάμβου, η οποία με
την πρώτη ματιά έμοιαζε με τη μεγάλη παρέλαση της νίκης του 1919: και στις
δύο περιπτώσεις διάσημοι στρατιωτικοί διοικητές (Foch και Joffre το 1919,
Lattre de Tassigny το 1945) παρέλασαν έφιπποι επικεφαλής των νικηφόρων
στρατευμάτων τους υπό τις επευφημίες του ενθουσιώδους πλήθους. Οι
διαδρομές ήταν βέβαια διαφορετικές: από την Αψίδα του Θριάμβου στην Place
de la Concorde το 1919, από τη Βαστίλη στην Αψίδα του Θριάμβου το 1945.
Παρά τα φαινόμενα, ωστόσο, η κατάσταση της Γαλλίας το 1945 ήταν ριζικά
διαφορετική από εκείνη του 1919. Ένα μέτρο της ραγδαίας παρακμής της

33
Les Cahiers des droits de l’homme, σ. 517.
34
Albert Bayet, La Lumière (18 Ιουλίου 1936); παρατίθεται στο: Bodin και Touchard, Front
populaire, σ. 134-135.
41

διεθνούς θέσης της Γαλλίας είναι η αλλαγή της εθνικής μνήμης και του
συμβολισμού της που έλαβε χώρα μεταξύ αυτών των δύο χρονολογιών.
Τον Ιούλιο του 1919, όταν ο γαλλικός στρατός με επικεφαλής τον Joffre
και τον Foch κατέβηκε τα Ηλύσια Πεδία επικεφαλής αποσπασμάτων από τα
άλλα νικηφόρα συμμαχικά έθνη, οι Γάλλοι μπορούσαν ακόμα να πιστέψουν,
παρά τις απογοητεύσεις της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ότι είχαν ανακτήσει την
προηγούμενη σημασία της ως παγκόσμια δύναμη. Αλλά ο στρατός που
παρέλασε το πρωί της 14ης Ιουλίου του 1945, δεν είχε πλέον φωνή στις
διασκέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων στη Γιάλτα και στο Πότσνταμ. Τον Ιούλιο
του 1919, η Γαλλία εξέφραζε τη χαρά της που κέρδισε, με μεγάλο κόστος, μια
τεράστια νίκη. Τον Ιούλιο του 1945 γιόρτασε την απελευθέρωσή της για να
αποδείξει στον εαυτό της και σε έναν δύσπιστο κόσμο ότι υπήρχε ακόμα και είχε
πράγματι επιζήσει από τη μεγαλύτερη καταστροφή της ιστορίας της. Η εθνική
εορτή του 1919 σηματοδότησε ένα ένδοξο τέλος σε μια τεράστια σύγκρουση,
ενώ αυτή του 1945 επιχείρησε να αναβιώσει την προπολεμική εορταστική
παράδοση για να αποδείξει ότι η κανονικότητα είχε αποκατασταθεί και ότι όλα
ήταν για το καλύτερο στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους. Με
άλλα λόγια, αν η 14η Ιουλίου 1919 απέδειξε την υπερεκτίμηση της Γαλλίας στο
μεγαλείο της, η 14η Ιουλίου 1945 απλώς απέδειξε τη συνέχιση της ύπαρξης της
Γαλλίας σε έναν κόσμο που είχε έρθει τα πάνω κάτω , όπου, παρά τις καλύτερες
προσπάθειες του στρατηγού Ντε Γκωλ, η Γαλλία δεν ήταν πλέον μεταξύ των
εθνών της πρώτης γραμμής.
Βεβαίως, ήταν ακόμα δυνατό να ισχυριστεί κανείς, όπως έκανε και η
εφημερίδα Le Monde, ότι «η πρώτη Ημέρα της Βαστίλης μετά από έξι χρόνια
[είναι] ακόμη μεγαλύτερη από εκείνη της 14ης Ιουλίου 1919. Τότε γιορτάζαμε
μόνο τη νίκη. Σήμερα γιορτάζουμε και τη νίκη και την ελευθερία». Εμμέσως,
ωστόσο, αυτό δεν ήταν επίσης μια υπενθύμιση ότι η νίκη του 1945 δεν ήταν
42

απλώς μια στρατιωτική νίκη του γαλλικού στρατού επί του γερμανικού στρατού,
αλλά επίσης και μια νίκη Γάλλων έναντι άλλων Γάλλων που ήταν ένοχοι για
«συνεργασία» με τον εχθρό;

14 Ιουλίου 1919: Ο Foche και ο 14 Ιουλίου 1945: Ο Ντε Γκωλ επιθεωρεί τα


Joffre επικεφαλής των στρατεύματα στην Place de la Bastille.
συμμαχικών στρατευμάτων στο
Champs Élysée
1

4 Ιουλίου 1976:
Χορός στο Παρίσι
43

1792-1804 Πρώτη Δημοκρατία


1804-1815 Πρώτη Αυτοκρατορία
1815-1830 Παλινόρθωση
1830-1848 Ιουλιανή Μοναρχία
1848-1852 Δεύτερη Δημοκρατία
1852-1870 Δεύτερη Αυτοκρατορία
1871 Παρισινή Κομμούνα Μάρτιος-Μάιος
1870-1940 Τρίτη Δημοκρατία
1940-1944 Καθεστώς του Βισύ- Γερμανική κατοχή
1946-1958 Τέταρτη Δημοκρατία
1958- Πέμπτη Δημοκρατία

You might also like