Professional Documents
Culture Documents
Amalvi, Η ημέρα της Βαστίλης
Amalvi, Η ημέρα της Βαστίλης
Christian Amalvi,
«Η ημέρα της Βαστίλης: Από την Dies Irae στην εθνική εορτή»
Christian Amalvi «Bastille Day: From Dies Irae to Holiday» στο: Pierre Nora - Lawrence D
Kritzman, Realms of memory: the construction of the French past, τόμος 3: Symbols, New York;
Chichester: Columbia University Press, 1998, σ. 117-159.
(Pierre Nora, Les lieux de mémoire, t . 1 « La République », Paris, Gallimard, 1996.)
(μετάφραση υπό διαμόρφωση: Π. Ματάλας)
Η 14η Ιουλίου γίνεται εθνική εορτή: η θριαμβεύουσα Δημοκρατία προΐσταται της επίδειξης
σημαιών
2
Το 1880, […] όλη η Γαλλία αντηχούσε από τους χαρούμενους ήχους της νέας
εθνικής εορτής που τιμούσε την κατάληψη της Βαστίλης από τον λαό του
Παρισιού στις 14 Ιουλίου του 1789. […] Μετά από έναν αιώνα τελετουργικών
εορτασμών, η αρχική αναγκαιότητα, η ιστορική σημασία και το συναισθηματικό
περιεχόμενο αυτών των επετείων και συμβόλων μας διαφεύγει τόσο συχνά, που
δυσκολευόμαστε να φανταστούμε πόσο αποτελεσματικό εργαλείο ήταν η εθνική
εορτή που όρισε η Γαλλία για τον εαυτό της το 1880. Δύσκολα μπορούμε να
φανταστούμε την ποικιλία των πολιτικών αναπαραστάσεων που προέκυψαν από
αυτήν την επέτειο. Ούτε μπορούμε να αντιληφθούμε τη βία των πολεμικών
αντιδράσεων που εξαπέλυσε ο εορτασμός, ειδικά στα χρόνια μεταξύ 1880 και
1914, σήμερα που η επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης έχει
αποπολιτικοποιηθεί και έχει γίνει φολκλόρ. […]
Η Ημέρα της Βαστίλης κάποτε δεν είχε ανταγωνιστές ως η μεγαλύτερη
εθνική γιορτή της Γαλλίας: Η Ημέρα της Εκεχειρίας [11η Νοεμβρίου 1918] και η
V-E Day [Victory in Europe Day, η συνθηκολόγηση της Γερμανίας το 1945] (8
Μαΐου) δεν υπήρχαν ακόμη ως αντίπαλοι. Επιπλέον, μετά την πτώση του
καθεστώτος του Βισύ, εκείνου του τελευταίου avatar της Αντεπανάστασης, ήταν
δυνατό να πει κανείς ότι «η Επανάσταση τελείωσε».1 Ότι δεν είναι πλέον το
θεμελιώδες ιδεολογικό ζήτημα σε σχέση με το οποίο το κάθε πολιτικό κόμμα
ορίζει τη θέση του μέσα στο πολιτικό φάσμα. Το 1880, αντίθετα, τόσο οι
υποστηρικτές όσο και οι αντίπαλοι της Δημοκρατίας συμμερίζονταν την
αίσθηση ότι οι αγώνες τους ήταν μια άμεση συνέχεια εκείνης της επικής μάχης
που ξεκίνησε το 1789. Αυτός ο νέος «Εκατονταετής Πόλεμος» τροφοδοτήθηκε,
επιπλέον, από ιστορικές διαμάχες πάνω στην ερμηνεία των διαφόρων φάσεων
της Επανάστασης, συμπεριλαμβανομένης της συμβολικής κατάληψης της
Βαστίλης.
1
François Furet, Penser la Révolution française (Paris: Gallimard, 1978), σ. 11.
3
Στο βαθμό που, «εδώ και τώρα», η Γαλλική Επανάσταση δεν αποτελεί
πλέον σημαντικό διακύβευμα σε μια μάχη για τη συλλογική μνήμη, η εθνική
γιορτή έχει χάσει την ιστορική και πολιτική της ουσία. Στο βαθμό που η
δημοκρατική ιδέα, που συμβολίστηκε με τον καλύτερο τρόπο από τον εορτασμό
της Ημέρας της Βαστίλης και τα μη θρησκευτικά δημόσια σχολεία του Jules
Ferry, είναι πλέον ευρέως αποδεκτή, κανείς στη Γαλλία σήμερα δεν αισθάνεται
υποχρεωμένος να δώσει μάχη για την αναγκαιότητα της μνημόνευσης των
«επαναστατικών σατουρνάλιων», όπως οι εχθροί της στην Τρίτης Δημοκρατίας
συνήθιζαν να αποκαλούν την ημέρα της Βαστίλης. […]
Πώς προέκυψε αυτή η αλλαγή στη συλλογική μνήμη της Γαλλίας για την
εθνική της εορτή; Πώς τα ιστορικά, συμβολικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά
της Ημέρας της Βαστίλης —που κάποτε θεωρούνταν ιερά μόνο από την
δημοκρατική αριστερά— σταδιακά εσωτερικεύθηκαν και μετατράπηκαν σε
κοινή ιδιοκτησία ολόκληρου του έθνους; Πότε έπαψε η δεξιά να θεωρεί την
Ημέρα της Βαστίλης ως Dies Irae [Ημέρα της Οργής, της κρίσης] και την
αποδέχθηκε ως εθνική γιορτή για όλη τη Γαλλία;
2
Victor Hugo, “Inauguration du tombeau de Ledru-Rollin, 24 février 1878,” Œuvres complètes,
Œuvres diverses de Victor Hugo réunies et présentées par Francis Bouvet (Paris: J.-J. Pauvert,
1964), σ. 765.
4
αντίληψη της ιστορίας της Γαλλίας, επενδύθηκε με υψηλότερο νόημα από την
αρχή. Αντικατόπτριζε τα ιδανικά της νεαρής Δημοκρατίας και προοριζόταν να
χρησιμεύσει ως ο οριστικός και αμετάβλητος ιδρυτικός μύθος του νέου
καθεστώτος. Επιφανειακά, οι λόγοι για την επιλογή φαίνονται αρκετά απλοί: η
Τρίτη Δημοκρατία αυτοανακηρυσσόταν ως ο κληρονόμος της Γαλλικής
Επανάστασης, επομένως είχε την υποχρέωση να τιμήσει τη μνήμη της
Επανάστασης. Όμως, ποιά φάση της Επανάστασης έπρεπε να τιμά; Την αστική
επανάσταση του 1789, που προτιμούσαν οι λεγόμενοι Οπορτουνιστές, ή την
δημοκρατική επανάσταση του 1792, που προτιμούσαν οι ριζοσπάστες της άκρας
αριστεράς;3
Μήπως θα ήταν καλύτερο να αποφευχθεί η διαίρεση στο εσωτερικό των
δημοκρατικών, και να συμφωνήσουν σε κάποια πιο πρόσφατη επανάσταση,
όπως το 1830, το 1848 ή το 1870; Αν και κάθε μια από αυτές τις χρονολογίες
απολάμβανε κάποιας υποστήριξης, είχαν όλες μειονεκτήματα αρκετά σοβαρά
που τις καθιστούσαν μη επιλέξιμες. Η Επανάσταση του Ιουλίου του 1830, για
παράδειγμα, ήταν πολύ στενά συνδεδεμένη με τον Ορλεανισμό. Η 24η
Φεβρουαρίου του 1848, απορρίφθηκε παρά τις προσπάθειες του Λουί Μπλαν
(Louis Blanc) υπέρ της. Η Τρίτη Δημοκρατία, που είχε πρόθεση να γίνει ένα
ανθεκτικό πολιτικό σύστημα, δεν ήθελε να επικαλείται ένα καθεστώς του οποίου
η σύντομη ζωή και το τραγικό τέλος θα έριχνε σκιά στις ίδιο της το ξεκίνημα και
που πιθανότατα θα ενθάρρυνε τις ίντριγκες των μοναρχικών και των
βοναπαρτιστών. Ωστόσο, ενώ η 24η Φεβρουαρίου 1848 είχε ένθερμους
υποστηρικτές, η 4η Σεπτεμβρίου 1870 δεν είχε καμία απολύτως υποστήριξη:
κανείς στα αριστερά δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να υπενθυμίσει στο λαό το
γεγονός ότι η Γαλλική Δημοκρατία όφειλε την ανάστασή της στην πανωλεθρία
3
Για την επιλογή της ημερομηνίας, βλ Mona Ozouf, “Le Premier 14-Juillet de la République,
1880,” L'Histoire, 25 (July-August 1980), σ. 10-19.
5
του γαλλικού στρατού στο Σεντάν. Και επειδή κανείς δεν σκεφτόταν να
μνημονεύσει τις δημοκρατίες της αρχαιότητας ή τις επαναστάσεις του
Μεσαίωνα, πόσο μάλλον την ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού στις 18
Μαρτίου, μόνο η Γαλλική Επανάσταση φαινόταν ικανή να προσφέρει μια
κατάλληλη ημερομηνία.
Ωστόσο, ποια από τις μεγάλες ημέρες της Επανάστασης θα έπρεπε να
επιλεγεί; Ο ανταγωνισμός ήταν ιδιαίτερα έντονος επειδή αντανακλούσε τους
σύγχρονους πολιτικούς διχασμούς. Μεταξύ των ημερομηνιών με εύλογες
αξιώσεις ήταν, με χρονολογική σειρά: η 5η Μαΐου, η 20η Ιουνίου, η 14η Ιουλίου,
η 4η Αυγούστου και η 5-6 Οκτωβρίου του 1789· η 14η Ιουλίου 1790, η 10η
Αυγούστου και 20η ή 22α Σεπτεμβρίου του 1792· η 21η Ιανουαρίου του 1793·.
και η ένατη του Θερμιδώρ του 1794. Η τελική απόφαση υπέρ της 14ης Ιουλίου
1789, οφειλόταν ίσως τόσο στην επιθυμία των Δημοκρατικών να αποφύγουν τα
προβλήματα που θα δημιουργούσε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία όσο και στα
εγγενή πλεονεκτήματα της Ημέρας της Βαστίλης.
Η 5η Μαΐου 1789, η ημερομηνία κατά την οποία συνεδρίασαν για πρώτη
φορά οι Γενικές Τάξεις που συγκλήθηκαν από τον Λουδοβίκο 16ο, συνιστούσε
μια υπερβολική παραχώρηση στις φιλομοναρχικές δυνάμεις. Ο Όρκος του
Σφαιριστηρίου, που έδωσαν τα μέλη της αστικής Τρίτης Τάξης στις 20 Ιουνίου
του 1789, άρεσε στους Δημοκρατικούς αλλά είχε το σημαντικό μειονέκτημα να
αφήνει εκτός το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (είχε επίσης και άλλα
μειονεκτήματα, για τα οποία θα πούμε περισσότερα πιο κάτω). Η 5η και η 6η
Οκτωβρίου 1789 (όταν οι κάτοικοι του Παρισιού βάδισαν στις Βερσαλλίες και
ανάγκασαν τον βασιλιά να επιστρέψει στην πρωτεύουσα) δεν είχαν μεγάλη ή και
καθόλου υποστήριξη, επειδή μια τέτοια επιλογή θα μπορούσε εύκολα να θυμίσει
στους ανθρώπους την πρόσφατη σύγκρουση μεταξύ της Παρισινής Κομμούνας
του Παρισιού και της κυβέρνησης του Thiers στις Βερσαλλίες. Η βίαιη ανατροπή
6
της μοναρχίας στις 10 Αυγούστου του 1792, τρόμαζε τους μετριοπαθείς ενώ είχε
και το επιπλέον μειονέκτημα του να πέφτει πολύ κοντά στις 15 Αυγούστου, που
ήταν εθνική γιορτή την εποχή της Αυτοκρατορίας.
Η επέτειος της μάχης του Βαλμύ και της ανακήρυξης της Δημοκρατίας
(20 και 21 Σεπτεμβρίου 1792) είχε όλα τα επιθυμητά πατριωτικά και πολιτικά
χαρακτηριστικά αλλά αποκλείστηκε λόγω της ατυχούς εγγύτητάς της με τις
σφαγές του Σεπτεμβρίου. Κανείς στην αριστερά, εκτός από τον παράφορο Ανρί
Ροσφόρ (Henri Rochefort) που είχε επιστρέψει από την εξορία, δεν τόλμησε να
προτείνει την ημερομηνία της εκτέλεσης του Λουδοβίκου 16ου. Όσον αφορά την
9η του Θερμιδόρ, το να επιλεγεί ως αφορμή εθνικής εορτής θα σήμαινε την
επίσημη κύρωση και θεσμική αναγνώριση της βασικής διάσπασης που δίχαζε
την αριστερά από το 1794, και θα έκρινε μια παλιά αλλά ακόμα φλέγουσα
διαμάχη υπέρ της αντι-Ιακωβινικής πλευράς. Το θέμα ήταν το εξής: Ήταν το
1793, με τη σειρά των τραγικών εξελίξεων (την Τρομοκρατία, το maximum, τον
εμφύλιο πόλεμο) μια φυσική προέκταση και αναπόφευκτη συνέπεια του 1789, ή,
αντίθετα, ήταν μια αποκλίνουσα εκτροπή; Επιπλέον, η 9η του Θερμιδόρ
αποτελούσε μια αρνητική ημερομηνία, η οποία σηματοδότησε μεν το τέλος της
Τρομοκρατίας, αλλά είχε ελάχιστη ή καθόλου θετική πολιτική απήχηση και λίγα
να προσφέρει στο νέο καθεστώς που αναζητούσε έναν εξυψωτικό ιδρυτικό μύθο.
Αυτές οι σκέψεις απέκλειαν όλες τις υποψήφιες εκτός από τρεις: τις δύο
14 Ιουλίου (Ημέρα της Βαστίλης το 1789 και γιορτή της Fédération
[Ομοσπονδίας] το 1790) και τη Νύχτα της 4ης Αυγούστου. Αυτή η τελευταία
ημερομηνία, που συμβόλιζε το τέλος της «φεουδαρχίας» και των «προνομιών»
των ευγενών και των κληρικών, είχε ένα τεράστιο πλεονέκτημα υπέρ της: αφού
οι ευγενείς και οι κληρικοί είχαν εγκαταλείψει οικειοθελώς τα προνόμιά τους με
κάθε επισημότητα στις 4 Αυγούστου 1789, η επέτειος θα απευθυνόταν στους
μετριοπαθείς και στα δύο στρατόπεδα, ιδιαίτερα στη Γερουσία. Ακόμη και η
7
αυστηρή Journal des débats το είδε θετικά, και δεδομένου ότι η ημερομηνία
ήταν ένας μη βίαιος εθνικός συμβιβασμός, ήταν αποδεκτή τόσο από την
κεντροδεξιά όσο και από την κεντροαριστερά. Ωστόσο, ενώ η ενωτική
απεύθυνση της ημερομηνίας την βοηθούσε στα δεξιά, το ίδιο χαρακτηριστικό
υπονόμευε τις πιθανότητές της στην αριστερά, οι εκπρόσωποι της οποίας τόνιζαν
ότι η 4η Αυγούστου ήταν απλώς η συνέπεια της 14ης Ιουλίου.
Το ζήτημα που προέκυπτε σε αυτό το σημείο της συζήτησης ήταν ένα
αγαπημένο των Δημοκρατικών, δηλαδή, η ιδέα ότι η 14η Ιουλίου
σηματοδοτούσε μια ρήξη με ένα απονομιμοποιημένο Παλαιό Καθεστώς (Ancien
Régime) το οποίο περιγραφόταν με τα πιο μελανά χρώματα. Αυτή η ιδέα
προερχόταν φυσικά από φιλελεύθερους δημοκρατικούς ιστορικούς όπως ο Ζαν
ντε Σισμοντί (Jean de Sismondi), ο Ζυλ Μισελέ (Jules Michelet) και ο Ανρί
Μαρτέν (Henri Martin), οι οποίοι περιέγραφαν τη Γαλλική Επανάσταση ως το
απόγειο μιας σειράς λαϊκών επιθέσεων σε ένα τυραννικό Παλαιό Καθεστώς που
ξεκίνησε με τη κοινοτική χειραφέτηση του 12ου αιώνα, συνεχίστηκε με την
αποτυχημένη εξέγερση του Ετιέν Μαρσέλ τον 14ο αιώνα και κορυφώθηκε με
την ηρωική κατάληψη της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου 1789. Ως εκ τούτου, θα ήταν
ηθικά λάθος να επιλεγεί, ως το μυθικό θεμέλιο της Δημοκρατίας, ένας χωλός
συμβιβασμός που υποβάθμιζε τον ρόλο του λαού του Παρισιού στο παρασκήνιο,
ενώ έβαζε στο προσκήνιο τους «προνομιούχους» ευγενείς και κληρικούς που
παραδοσιακά θεωρούνταν ως οι πιο άγριοι υπέρμαχοι του δεσποτισμού και οι
πιο φοβεροί αντίπαλοι της Ελευθερίας.
Πράγματι, η ελευθερία ήταν η λέξη κλειδί που συμβόλιζε τα επιτεύγματα
της Επανάστασης και έδινε νόημα στην ίδρυση της Δημοκρατίας. Δεδομένης της
χειραφετητικής οπτικής των Δημοκρατικών, μόνο η 14η Ιουλίου 1789
σηματοδοτούσε μια αδιαμφισβήτητη νέα αρχή που οριοθετούσε ένα πριν και ένα
μετά. Η κατάληψη της Βαστίλης, όπως υποστηρίχθηκε, καθιέρωνε μια σαφή
8
4
Victor Hugo, Quatrevingt-treize (Paris: Garnier-Flammarion, 1965), σ. 117, 151, 342.
9
«Η κατάληψη της Βαστίλης, μας λέει η ιστορία, ήταν ουσιαστικά μια γιορτή. Ήταν ο πρώτος
εορτασμός και, κατά μία έννοια, η πρώτη επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης. Ή, μάλλον, η
επέτειος μηδέν. Κάναμε λάθος, μας λέει η ιστορία. Είδαμε τα πράγματα με έναν τρόπο, έπρεπε να
τα δούμε με άλλο τρόπο. Είδαμε. Η Γιορτή της Fédération δεν ήταν ο πρώτος εορτασμός, η
πρώτη επέτειος της κατάληψης της Βαστίλης. Η κατάληψη της Βαστίλης ήταν η πρώτη Γιορτή
της Fédération, μια Fédération πριν το ίδιο το γεγονός». 6
5
Léon Gambetta, Discours prononcé à La Ferté-Sous-Jouarre, le 14 juillet 1872 (Paris: Leroux,
1870), σ. 10.
6
Charles Péguy, Clio (Paris: Gallimard, 1932), σ. 114-115.
10
τάσεις και γλίτωναν από τις πολεμικές που σίγουρα θα είχαν προκύψει γύρω από
τους διάφορους ηγέτες της Τρίτης Τάξης αν είχαν επιλέξει την 20η Ιουνίου ή την
4η Αύγουστου: στην πραγματικότητα, οι άντρες που ήταν οι ήρωες στις δύο
πρώτες ημέρες (Bailly, Mirabeau, Lafayette κλπ.) «πήραν στραβό δρόμο» καθώς
η Επανάσταση γινόταν όλο και πιο ριζοσπαστική και θα ήταν δύσκολο να
υποστηριχθεί ότι τιμούμε την Επανάσταση ενώ αποδίδουμε εμμέσως φόρο τιμής
σε άνδρες που αργότερα την πρόδωσαν ή έστω την εγκατέλειψαν ενώ ήταν σε
εξέλιξη.
Για τους Δημοκρατικούς ο εορτασμός της 14ης Ιουλίου 1789 είχε και μια
άλλη κρίσιμη πρόσθετη λειτουργία: να παραμερίσει την ενοχλητική αλλά
αναπόφευκτη επαναστατική χρονολογία και να τοποθετήσει την Επανάσταση
εκτός χρόνου. Η ιερή ημερομηνία δεν συμβόλιζε απλώς την αυγή της
Επανάστασης· συνόψιζε ολόκληρη την επαναστατική διαδικασία με τέτοιο
τρόπο που να υπερβαίνει τη σειρά των δραματικών γεγονότων που συνέβησαν
μεταξύ 1789 και 1794 και πιο συγκεκριμένα συγκάλυπτε τα «κακά χρόνια»,
1793 και 1794. Η αναβίωση αναμνήσεων από εκείνες τις σκοτεινές εποχές θα
μπορούσε να πυροδοτήσει διαμάχες και να υπονομεύσει τον ομολογημένο στόχο
των Οπορτουνιστών για επίτευξη εθνικής ενότητας και συμφιλίωσης.
Σε κοινωνικό επίπεδο, επιπλέον, ο εορτασμός της 14ης Ιουλίου
εξυπηρετούσε θαυμάσια τα συμφέροντα των ίδιων Οπορτουνιστών ή
μετριοπαθών δημοκρατικών, που αρνούνταν με οργή την ύπαρξη «κοινωνικού
ζητήματος» και προτιμούσαν να προβάλουν μια οικουμενική εικόνα των
κατακτητών της Βαστίλης ως ενός πλήθος όπου τα μέλη της παριζιάνικης
αστικής τάξης είχαν σμίξει αδελφικά με απλούς Παριζιάνους, αγρότες και
στρατιώτες ως ένα είδος απόλυτου ιδανικού για τη σύγχρονη γαλλική κοινωνία.
Στην ομιλία του στο La Ferté-sous-Jouarre, ο Γαμβέτας είχε αναπτύξει την ιδέα
της επίτευξης κοινωνικής σταθερότητας στη νέα Δημοκρατία με την
11
ανασύσταση της «ηθικής Fédération» που είχε δημιουργηθεί για την έφοδο στη
Βαστίλη αλλά την οποία οι αντιδραστικές κυβερνήσεις του 19ου αιώνα είχαν
καταφέρει να καταστρέψουν. Σε εκείνη την ομιλία σκιαγράφησε ένα είδος
αποθέωσης της Ημέρας της Βαστίλης, υποστηρίζοντας ότι «η 10η Αυγούστου,
… η 22η Σεπτεμβρίου… [και οι άλλες] μεγάλες ημερομηνίες της Γαλλικής
Επανάστασης περιέχονται, σιωπηρά, στην αρχική πρώτη πράξη: στην 14η
Ιουλίου 1789. Και γι’ αυτό αυτή η ημερομηνία είναι η αληθινή ημερομηνία της
Επανάστασης, η ημέρα που συγκλόνισε τη Γαλλία... Εκείνη την ημέρα ξέραμε
ότι είχαμε λάβει την Καινή μας Διαθήκη και ότι όλα τα άλλα θα ακολουθούσαν.
[Επευφημίες με Ναι, ναι! Χειροκροτήματα.]»7
Ως εκ τούτου, η επιλογή της 14ης Ιουλίου 1789 δεν είχε παρά μόνο
πλεονεκτήματα για τους Δημοκρατικούς: αρνούμενη ότι η γαλλική κοινωνία
ήταν χωρισμένη σε ανταγωνιστικές τάξεις, διέγραφε ένα απειλητικό παρελθόν,
ενώ διακηρύσσοντας την επιθυμία της Δημοκρατίας να εκπληρώσει την
επαγγελία της ηθικής και πνευματικής χειραφέτησης που η Επανάσταση δεν
μπόρεσε να πετύχει λόγω έλλειψης χρόνου, πρόσφερε την προοπτική ενός
μέλλοντος βασισμένου στην επιστήμη, στη λογική και στην πρόοδο: η κατάληψη
της Βαστίλης είχε καθιερώσει την κοινωνική ισότητα στη Γαλλία, ενώ η
επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848 είχε καθιερώσει την πολιτική ισότητα
μέσω της καθολικής ψηφοφορίας. Αυτό που απέμενε για την Τρίτη Δημοκρατία
ήταν να απελευθερώσει τη Γαλλία από τον ζυγό του κλήρου, ο οποίος είχε
αδρανοποιήσει την ελευθερία της συνείδησης, να ιδρύσει λαϊκά δημόσια σχολεία
και να διαχωρίσει την εκκλησία από το κράτος. Τέλος, οι Δημοκρατικοί
τιμούσαν την 14η Ιουλίου με ιδιωτικές τελετές ήδη από το 1872 (όπως
φανερώνει και η πιο πάνω ομιλία του Γαμβέτα στο La Ferté-sous-Jouarre): η
απόφαση που ελήφθη τον Ιούλιο του 1880 να μετατραπεί αυτή η ιδιωτική γιορτή
7
Gambetta, Discours, σ. 13-14.
12
του Κλόβις και του Αγίου Λουδοβίκου, δεν μπορούσαν να διανοηθούν καμία
άλλη γιορτή για τη Γαλλία εκτός από την ονομαστική εορτή του νόμιμου βασιλιά
της. Διαφορετικά, θα ήταν σαν να αρνούνταν δεκαπέντε αιώνες καθολικισμού.
Ως εκ τούτου, οι Νομιμόφρονες ηγέτες ζήτησαν από τους οπαδούς τους να
εορτάσουν τον Άγιο Ερρίκο, την ονομαστική εορτή του Κόμη de Chambord, του
διεκδικητή του θρόνου, η οποία έπεφτε στις 15 Ιουλίου. Κι αυτό τόσο για να
αντιταχθούν στην ιερόσυλη δημοκρατική γιορτή όσο και για να τιμήσουν την
υπόθεση και το πρόσωπο του «Ερρίκου Ε΄».
Η δεξιά δεν είχε άλλη επιλογή από το να συνεχίσει την πολιτική πάλη σε
ιστορικό έδαφος επιτιθέμενη στη συμβολική σημασία της 14ης Ιουλίου 1789.
Αυτό ήταν ένα πεδίο το οποίο η δεξιά το γνώριζε καλά, γιατί από το 1871 και
μετά εξαπέλυε επιθέσεις ενάντια στις «συκοφαντίες» και τις «παραποιήσεις»
των δημοκρατικών αντιπάλων της όσον αφορά την Επανάσταση γενικά και την
ιστορία της Βαστίλης ειδικότερα. Αυτά τα φυλλάδια, που εκδόθηκαν ως επί το
πλείστον υπό την αιγίδα της κυβέρνησης της «Ordre Moral» (Ηθικής Τάξης),
μεταξύ 1873 και 1877, χλεύαζαν τη απεικόνιση της Βαστίλης από τον Μισελέ ως
ένα μπουντρούμι όπου χιλιάδες αθώα θύματα κρατούνταν σε υγρά κελιά με
βαριές αλυσίδες, για να απελευθερωθούν μόνο από μια αυθόρμητη εξέγερση του
λαού του Παρισιού στις 14 Ιουλίου 1789. Για τους βασιλόφρονες, αυτή η εικόνα
της Βαστίλης ήταν ένας καθαρός μύθος, ένα ψέμα που έπρεπε να αντικατασταθεί
από μια πολύ λιγότερο ένδοξη αλήθεια, η οποία μπορούσε να συνοψιστεί σε
λίγες προτάσεις: Στις 14 Ιουλίου 1789 η Βαστίλη δεν καταλήφθηκε με έφοδο,
αλλά ουσιαστικά παραδόθηκε αμαχητί. Οι δήθεν κατακτητές της ατίμασαν τον
εαυτό τους σφαγιάζοντας αθώους ανθρώπους. Όσο για τους φυλακισμένους, ο
όχλος βρήκε μόνο επτά, στους όποιους είχαν φερθεί αρκετά καλά: «Ένα
ανεπαρκώς προστατευμένο φρούριο που άνοιξε τις πύλες του σε ένα πλήθος
ταραξιών, σε ένα σωρό εγκληματίες που βρήκαν σε αυτήν την παράδοση την
14
8
Léon de Poncins, La prise de la Bastille, Brochures populaires sur la Révolution française
(Paris: Société Bibliographique, 1873), σ. 28.
9
Στο ίδιο, σ. 35.
10
Auguste Vitu, Le Contrepoison, extrait du Figaro du 21 mai 1878, σ. 4.
15
11
Jacques Malacamp, Vous en avez menti! Réponse péremptoirement prouvée adressée aux
détracteurs systématiques de ce fait à la fois légitime et glorieux: la prise de la Bastille
(Bordeaux, 1874).
16
συνέδεαν την ηρωική εικόνα του γεγονότος με τη μάχη για τα λαϊκά δημόσια
σχολεία, που δόθηκε ουσιαστικά στα έτη 1881-1887. Αργότερα, συνδέθηκε με
τον αγώνα κατά του μπουλανζισμού, ενός κινήματος που, παρά τη ριζοσπαστική
ρητορική του, οι εχθροί του το συνέδεαν με την αντεπανάσταση. Κατά τη
διάρκεια της δεκαετίας του 1880, ο εορτασμός της Ημέρας της Βαστίλης ήταν
πιθανώς ένα από τα κύρια εργαλεία για την εδραίωση των ριζών της
Δημοκρατίας στην France profonde (βαθιά Γαλλία), ειδικά σε αγροτικές
περιοχές που εξακολουθούσαν να βρίσκονται υπό την επιρροή παραδοσιακών
τοπικών ηγετών από την αριστοκρατία και τον κλήρο. Η αριστερά συνδύαζε δύο
επίπεδα μνήμης στις προσπάθειές της να εκπαιδεύσει τις μάζες: στο επίπεδο της
ιστορίας, τόνιζε και δραματοποιούσε τον ζοφερό μύθο μιας Βαστίλης γεμάτης με
κελιά και φρικτά όργανα βασανιστηρίων που προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν
εναντίον του απλού λαού, ενώ σε συμβολικό επίπεδο γιόρταζε με αυτό που είχε
γίνει τυπικό τελετουργικό την αυγή της ελευθερίας πάνω από τα ερείπια του
Μεσαίωνα και του Παλαιού Καθεστώτος.
[…]
Aubin Bonnemère, έναν από τους αρχικούς «εκπορθητές» του φρουρίου. Αυτό
το φοβερό δώρο το είχαν παρατήσει σε μια αποθήκη τα «αντιδραστικά»
καθεστώτα του 19ου αιώνα. Με αυτή τη θεατρική χειρονομία, η οποία
πραγματοποιήθηκε παρουσία ενός από τους απογόνους του Aubin Bonnemère,
του Eugène Bonnemère, ο οποίος ήταν κι ο ίδιος ιστορικός της 14ης Ιουλίου
1789, οι Δημοκρατικοί έδειχναν τη σταθερή τους πίστη στο μήνυμα και τα
επιτεύγματα των προγόνων τους.12
Ο μαχητικός χαρακτήρας της εθνικής εορτής βρήκε έκφραση και σε μια
ισχυρή αντικληρικαλιστική συνιστώσα. Αν η πτώση της Βαστίλης είχε
απελευθερώσει τους Γάλλους κοινωνικά και τελικά πολιτικά, οι Δημοκρατικοί
αρέσκονταν να επισημαίνουν ότι η ηθική και πνευματική χειραφέτηση του
έθνους εξαρτιόταν από την άλωση της εκκλησιαστικής Βαστίλης, η οποία
εξακολουθούσε να είναι ένα φοβερό φρούριο. Ο αντικληρικαλισμός ήταν
ιδιαίτερα επιθετικός στη δεκαετία του 1880, μια δεκαετία έντονης αντίστασης εκ
μέρους της Καθολικής Εκκλησίας στην εκκοσμίκευση της γαλλικής δημόσιας
εκπαίδευσης και της γαλλικής κοινωνίας. Δεν ήταν ασυνήθιστο να συνδέεται ο
αντικληρικαλισμός με την κατάληψη της Βαστίλης: στο Ρεζέ το 1889, για
παράδειγμα, ένας ομιλητής διακήρυξε ότι υπήρχαν άλλες Βαστίλες που
εξακολουθούσαν να στέκουν:
«Σε αντίθεση με αυτήν για την οποία λέγαμε πριν, αυτές δεν περιβάλλονται από πύργους και
τάφρους, κινητές γέφυρες και απόρθητα τείχη, ωστόσο συνιστούν εξίσου μεγάλη απειλή για την
ελευθερία. Πρέπει να ξεπεράσουμε περισσότερες από μία Βαστίλες άγνοιας και δεισιδαιμονίας,
και θέλω να πιστεύω ότι θα ξέρετε πώς να κάνετε μια νικηφόρο έφοδο, όπως έκαναν οι πατέρες
μας το 1789 κατά της Βαστίλης της Rue Saint-Antoine». 13
12
Eugène Bonnemère, 1389: La prise de la Bastille, 14 juillet-4 août (Paris: Librairie Central des
Publications Populaires, 1881).
13
Le Phare de la Loire (16, Ιουλίου 1889). Αυτή η δημοκρατική εφημερίδα, που ιδρύθηκε το
18
1814, ήταν ένα από τα σημαντικότερα επαρχιακά έντυπα στην Τρίτη Δημοκρατία.
14
Στο ίδιο, 20 Ιουλίου 1883.
19
συνείδησής μας».15
Έμμεση κριτική της Εκκλησίας μπορούμε επίσης να δούμε και στους
επαίνους για τον «δημοκρατικό Καθολικισμό» που είχε απελευθερωθεί,
ακολουθώντας τη μεγάλη παράδοση των επαναστατών του 1848, από το στενό
μανδύα του δόγματος και την ιεραρχία του κλήρου. Μια άλλη στρατηγική ήταν
να αποτίουν φόρο τιμής στους ανορθόδοξους Καθολικούς που είχαν απορριφθεί
ή καταδικαστεί από την Εκκλησία. Το 1883, για παράδειγμα, ο Phare de la Loire
συνεχάρη έναν ιδιοκτήτη εστιατορίου στη Νάντη που τοποθέτησε μπροστά από
το σπίτι του ένα μεγάλο άγαλμα του Χριστού τυλιγμένο με τρίχρωμες σημαίες,
μαζί με επιγραφές που συνέδεαν τις εντολές των Ευαγγελίων με τα σύνθημα της
Δημοκρατίας:
«Αυτή η πρωτότυπη ιδέα», έγραφε η εφημερίδα, «μας υπενθυμίζει την ιδέα του δημοκρατικού
σχολείου όπως προτάθηκε από τους Λαμεναί (Lamennais), Γεωργία Σάνδη (George Sand) και
Πιερ Λερού (Pierre Leroux), και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Αναπόφευκτα θα σκανδαλίσει
ορισμένους, κυρίως εκείνους που έχουν δεσμούς με τον σημερινό Καθολικισμό, τον αδυσώπητο
εχθρό της αρχής της ισότητας την οποία ο Χριστός ήταν ένας από τους πρώτους που κήρυξε». 16
17
Στο ίδιο, 8 Ιουλίου 1880.
21
κομμουνάρους (στις 11 Ιουλίου 1880), που τιμούσε τον θρίαμβο της προδοσίας
και της εξέγερσης εναντίον της νόμιμης εξουσίας, η δημοκρατική κυβέρνηση
ενθάρρυνε ανοιχτά μια άλλη ένοπλη εξέγερση. Οι Καθολικοί ήταν ιδιαίτερα
οργισμένοι που η επιστροφή των Κομμουνάρων και ο πρώτος εορτασμός της
νέας εθνικής εορτής συνέβησαν και τα δύο μέσα σε λίγες μέρες μετά την
αποβολή των Ιησουιτών από τα σχολεία, σύμφωνα με το διάταγμα του Jules
Ferry της 27ης Μαρτίου 1880. Για τους Καθολικούς, αυτή η σύμπτωση δεν ήταν
τυχαία: η Δημοκρατία απαλλάσσονταν σκόπιμα από τους «αξιοπρεπείς
ανθρώπους» για να ανοίξει το δρόμο στους δολοφόνους και τους εγκληματίες.
[…]
Αλλά αυτές οι ταραχές που η δεξιά δημοσίως φοβόταν -και στα κρυφά
ήλπιζε- ότι θα πυροδοτούσε η εθνική εορτή δεν έγιναν ποτέ, και καθώς η Ημέρα
της Βαστίλης κέρδιζε σε δημοτικότητα, οι δεξιοί της αντίπαλοι ελάττωσαν τις
επιθέσεις τους ενάντια στο «προοίμιο μιας νέας Κομμούνας» και υποχώρησαν
στο πεδίο που γνώριζαν καλά, εκείνο της ιστορίας και της μνήμης.
Όσον αφορά την ιστορία, ωστόσο, οι Δημοκρατικοί και οι συντηρητικοί
παραδόξως συμφωνούσαν: το ’89 ήταν πράγματι η επιτομή της Γαλλικής
Επανάστασης. Από εκεί και πέρα οι απόψεις τους διέφεραν. Καθ’ όλη τη
διάρκεια της δεκαετίας του 1880, ο αντιδημοκρατικός τύπος επέμενε ότι η 14η
Ιουλίου 1789 δεν ήταν μια ένδοξη μέρα, αλλά ένα προοίμιο της Τρομοκρατίας,
ένα πρότυπο για όλα τα επαναστατικά σατουρνάλια που θα ακολουθούσαν:
«D. Θα θέλατε να μας δώσετε μια περιγραφή του τι ήταν η 14η Ιουλίου 1789;
R. Η 14η Ιουλίου 1789, ήταν, αυτή καθαυτή και στις συνέπειές της, μία ημέρα αναρχίας,
μέθυσων, κοινών ταραχοποιών· μία ημέρα δειλίας και ψεμάτων, μία ημέρα ψευδορκίας· μία
ημέρα ανυπακοής, προδοσίας και στρατιωτικής λιποταξίας, μία ημέρα λεηλασίας, άγριας
βαρβαρότητας και κανιβαλισμού. Ήταν, με μια λέξη, η αποκατάσταση όλων των εγκλημάτων
22
και η αληθινή αρχή της επαναστατικής εποχής, που τόσο δίκαια είναι γνωστή ως ο Τρόμος.» 18
«Είναι μέσα στην ενστικτώδη λογική της Επανάστασης να εορτάζεται η νίκη πενήντα χιλιάδων
άγριων ανδρών έναντι τριάντα δύο μισθοφόρων και ογδόντα δύο ανάπηρων βετεράνων. Με
αυτόν τον τρόπο αποδεικνύει τη φτώχεια των στιγμών δόξας της, και μάλιστα αδέξια.
Το κάθε κόμμα κάνει αυτό που μπορεί. Ο Χριστιανισμός εορτάζει τις ημέρες του Θεού
του, των ηρώων του, των αγίων του και των μαρτύρων του· η μοναρχία έχει το υπέροχο εθνικό
της ημερολόγιο: Tolbiac, Bouvines, Taillebourg, Marignano, Arques, Ivry, Rocroi, Fontenoy,
Marengo, Austerlitz, Jena, Algiers, Sebastopol, Magenta. Η Δημοκρατία γιορτάζει τη δειλία, την
προδοσία και τον φόνο.
Και έτσι είναι το σωστό».19
Αλλά η αγαπημένη τακτική της δεξιάς στη δεκαετία του 1880 ήταν σίγουρα η
χρήση των «πνευματικών όπλων». 20 Οι καμπάνες των εκκλησιών παρέμεναν
σιωπηλές, οι σημαίες δεν υψώνονταν στις εκκλησίες, τελούνταν ακολουθίες
«στη μνήμη των αθώων θυμάτων που έπεσαν στις 14 Ιουλίου 1789, ενώ
υπερασπίζονταν τη νόμιμη εξουσία και τους νόμους της χώρας τους». Αυτές οι
πράξεις αντίστασης δείχνουν ότι η Αγία Μητέρα Εκκλησία δεν έμεινε απαθής
στον εορτασμό της Μαριάν. Μερικοί μαχητικοί κληρικοί προχώρησαν ακόμη
πάρα πέρα. Στη Βανδέα, για παράδειγμα, το 1882 ο ιερέας του Cezais
κατηγόρησε μερικούς από τους ενορίτες του ότι είχαν συμμετάσχει σε αληθινά
σατουρνάλια κοντά στην αυλή της εκκλησίας: «Δεν τους αρκούσε να εορτάσουν
τη 14η Ιουλίου… Έπρεπε και να προσβάλλουν τους νεκρούς, να βεβηλώσουν
την τελευταία τους ανάπαυση με φωτισμούς, με πυροτεχνήματα και ρουκέτες
που έπεφταν βροχή πάνω στους τάφους τους, με τη συνοδεία άγριων
18
Une Leçon d’histoire ou le 14 juillet 1989 avec ses antécédents et ses conséquences (Grenoble,
1880), σ. 9.
19
Eugène Roulleaux, La Prise de la Bastille et la fête du 14 juillet (Fontenay-le-Comte:
Imprimerie Vendéenne, 1882), σ. 1.
20
René Rémond, “La Droite dans l’opposition,” L’Histoire, 54 (March 1983) σ. 29.
23
κραυγών».21
Η προσφυγή στα «πνευματικά όπλα» ήταν επίσης φανερή στη
συμπεριφορά μεμονωμένων Καθολικών. Μια ενεργός μειοψηφία δεν αρκούνταν
στο να φεύγει στην εξοχή, να κλείνει τα παντζούρια και να αποφεύγει να κάθε
μορφή στολισμού για να εκφράσει τη σιωπηλή αποδοκιμασία της κάθε φορά που
ένα κύμα από μπλε, λευκά και κόκκινα υφάσματα κατέκλυζε τους δρόμους και
τις πλατείες της πόλης, όπως το ξέρουμε από τις εκθαμβωτικές αναπαραστάσεις
που μας άφησαν οι Ιμπρεσιονιστές και οι Φωβ ζωγράφοι. Μερικοί Καθολικοί
τοποθετούσαν θρησκευτικά αγαλματίδια και άλλα ευσεβή αντικείμενα στα
μπαλκόνια τους, ως προστασία από τα εμβλήματα της Επανάστασης. Το 1883
στη Νάντη, ο Phare de la Loire αναφερόταν χλευαστικά σε ένα σπίτι του οποίου
«το μπαλκόνι ήταν φυσικά χωρίς σημαία ή φανάρι αλλά διακοσμημένο με μια
σειρά από μικρές γύψινες παρθένες, που αναμφίβολα ήταν τοποθετημένες εκεί
ως φυλαχτά και προφυλακτικά εναντίον της δημοκρατικής ασθένειας.»22
21
Souvenirs judiciaires de la République aimable et neutre: procès de M. l’abbé Murzeau curé de
Ceçais (Fontenay-le-Comte, 1882), σ. 20.
22
Le Phare de la Loire, 16 Ιουλίου 1883.
24
Alfred Philippe Roll, 14η Ιουλίου 1880, τα εγκαίνια του μνημείου της Δημοκρατίας, 1882.
Εκτός από την προφυλακτική χρήση των γύψινων αγίων, υπήρχε και η λατρεία
της Ιεράς Καρδίας: οι Καθολικοί επιχείρησαν να θάψουν τις κατ’αυτούς
εγγενώς διεστραμμένες αρχές του 1789 θεσμοθετώντας μια άλλη επέτειο, την
28η Ιουνίου 1689 (όταν η Marguerite-Marie Alacoque είδε το όραμα της Ιεράς
Καρδίας στο Paray-le-Monial) εναντίον της 14ης Ιουλίου 1789. Αυτό σήμαινε
ότι, για τους Καθολικούς, το 1889 θα έπρεπε να εορταστεί όχι ως η
εκατονταετηρίδα της καταστροφικής Επανάστασης αλλά ως η 200ή επέτειος του
θαύματος στο Paray-le-Monial. Εάν «η μεγαλύτερη κόρη της Εκκλησίας»
επέστρεφε στο μαντρί και γινόταν ξανά μια καθολική μοναρχία, η Γαλλία θα
ελευθερωνόταν επιτέλους από τον αιώνα της επαναστατικής αναρχίας στον
οποίο είχε γίνει βυθιστεί: «Η Γαλλία του 1889 θα σβήσει τη Γαλλία του 1789». 23
Αυτοί οι ευσεβείς πόθοι, ωστόσο, διαψεύστηκαν από την πρώτη
εκατονταετηρίδα της Επανάστασης, που ήταν μια πραγματική αποθέωση της
Δημοκρατίας, η εικόνα της οποίας εξυψώθηκε και μεταμορφώθηκε περαιτέρω
από την Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Έναν αιώνα μετά την πτώση του
Παλαιού Καθεστώτος, η Δημοκρατία δόξαζε τον εαυτό της προβάλλοντας μια
μανιχαϊστική αντίθεση: από τη μια η Βαστίλη, σύμβολο του Μεσαίωνα, και από
την άλλη ο Πύργος του Άιφελ, εκθαμβωτική απόδειξη του θριάμβου του Ορθού
Λόγου, της Επιστήμης και της Προόδου επί του δεσποτισμού, του φανατισμού
και της άγνοιας: από τη μια μεριά ένα ζοφερό φρούριο που κάποτε έκρυβε ένα
αποτρόπαιο παρελθόν και από την άλλη ένα ολοκαίνουργιο, διαφανές μνημείο
που εκτινάσσεται ψηλά προς τον ουρανό ως σύμβολο των θριάμβων που
σίγουρα θα πετύχαινε η κυβέρνηση πάνω στα ερείπια της παλιάς Γαλλίας.24
Δέκα χρόνια μαχητικής προσπάθειας είχαν ανοίξει το δρόμο για αυτόν τον
θρίαμβο και βοήθησαν στην καθιέρωση της εθνικής εορτής σε όλη τη χώρα. Οι
23
Les Trois 89: 1689-1789-1889 par Ma Bà (Paris: René Haton, 1889), σ. 44.
24
P. Clemençon: Gloire au centenaire, 1989-1889, Bibliothèque Nationale, Prints.
27
Εξ αρχής, η 14η Ιουλίου δεν ήταν απλώς μια αφορμή για μια αφηρημένη
μνημόνευση μιας αξιομνημόνευτης ημερομηνίας: οι εμπνευστές της εθνικής
εορτής οραματίστηκαν την επέτειο ως μια ορατή, ενεργό ενσάρκωση των
δημοκρατικών αξιών, τις οποίες τα άτομα θα εσωτερίκευαν μέσα από τη
συμμετοχή τους σε προσεκτικά οργανωμένους συλλογικούς εορτασμούς. Αυτή
η «ιδιαίτερη ημέρα» δεν επρόκειτο απλώς να είναι «ανακτημένος χρόνος», αλλά
μια κοινή εμπειρία στο παρόν, προσεκτικά σχεδιασμένη και οργανωμένη. Αυτή
η προσπάθεια των δημοκρατικών, που στέφθηκε με επιτυχία το 1880, κέρδισε τη
σταθερή υποστήριξη του κόσμου στις κάλπες. Αυτή η σταθερή επιτυχία θα
πρέπει αναμφίβολα να αποδοθεί σε έναν συνδυασμό ευνοϊκών παραγόντων,
συμπεριλαμβανομένης της επιλογής της ημερομηνίας, του σχεδιασμού του
τελετουργικού και της ανάθεσης ρόλων καθώς και της ύπαρξης συνοδευτικών
εκδηλώσεων ψυχαγωγίας και διασκέδασης.
Η επιλογή της ημερομηνίας ήταν σίγουρα σημαντική: ο καλός
καλοκαιρινός καιρός ενθάρρυνε φυσικά τις υπαίθριες δραστηριότητες όπως
παρελάσεις, συμπόσια, παιχνίδια, αθλητικές εκδηλώσεις, χορούς και
πυροτεχνήματα. Η 14η Ιουλίου σηματοδοτούσε ένα είδος παύσης στα μέσα του
έτους για τους εργάτες των εργοστασίων (λίγο πριν από τις ετήσιες διακοπές
τους), για τους τεχνίτες (που εκείνες τις μέρες δεν είχαν διακοπές) και για τους
αγρότες (λίγο πριν από τη συγκομιδή). Η ημέρα ξεκούρασης και δωρεάν
ψυχαγωγίας εκτιμήθηκε πολύ.
Διάφορες μορφές δημόσιου εορτασμού (όπως αποκάλυψη αγαλμάτων,
28
οδηγούσαν κατευθείαν στην ίδρυση της Τρίτης Δημοκρατίας: 1789, 1792, 1830,
1848, 1870, 1880. Αυτές οι ημερομηνίες σημάδευαν τα κορυφαία σημεία της
δημοκρατικής μνήμης, στο Παρίσι αυτήν την ιεροποίηση του επαναστατικού
χώρου και χρόνου την βλέπουμε, για παράδειγμα, στα ανάγλυφα στο άγαλμα
της Δημοκρατίας (République), το οποίο εγκαινιάστηκε στην τότε Place du
Château-d’Eau (τη σημερινή Place de la République) στις 14 Ιουλίου του 1883.25
Ωστόσο, δεν ήταν όλοι οι επίσημοι που συμμετείχαν σε αυτές τις τελετές
μέλη ή υποστηρικτές των Δημοκρατικών, και πολλοί, ιδιαίτερα ιερείς και
στρατιωτικοί, συμμετείχαν μόνο επειδή ήταν υποχρεωμένοι. Δεδομένου ότι οι
ιερείς πληρώνονταν από το κράτος, σύμφωνα με τους όρους του Κονκορδάτου,
έπαιρναν εντολή να χτυπήσουν τις καμπάνες τους χαρμόσυνα προς τιμήν της
Μαριάν. Σε μέρη όπου οι πολιτικές και θρησκευτικές εντάσεις ήταν έντονες,
τέτοιες εντολές αναπόφευκτα προκαλούσαν συγκρούσεις. Όσο για τους
στρατιωτικούς, παρά τις ειλικρινείς μοναρχικές τους πεποιθήσεις, ήταν
υποχρεωμένοι σε όλες τις πόλεις όπου υπήρχε στρατόπεδο να οδηγούν τους
στρατιώτες στην παραδοσιακή στρατιωτική παρέλαση.26 Με τα χρόνια, αυτή η
παρέλαση, ειδικά αυτή στον ιππόδρομο του Longchamp στο Παρίσι, έγινε το
επίκεντρο της επετείου, ένα θέαμα μέσα στο θέαμα, με πολύχρωμες στολές,
ιππικό και μπάντες.
Μεταξύ της στρατιωτικής παρέλασης, που συνήθως γινόταν το πρωί, και
των απογευματινών διασκεδάσεων του πλήθους, γινόταν η παραδοσιακή
δημοκρατική γιορτή (συμπόσιο), που ήταν ένα κορυφαίο σημείο στο κοινωνικό
25
Αυτά τα ανάγλυφα απεικονίζουν τις: 20η Ιουνίου 1789· 14η Ιουλίου 1789· 4η Αυγούστου
1789· 14η Ιουλίου 1790· 11η Ιουλίου 1792· 20η Σεπτεμβρίου 1792· 13 Prairial, Έτος II· 29η
Ιουλίου 1830· 4η Μαρτίου 1848· 4η Σεπτεμβρίου 1870· και 14η Ιουλίου 1880.
26
Βλ. William Serman, Les Officiers français dans la nation, 1848-1914 (Paris: Aubier-
Montaigne, 1982).
30
ημερολόγιο της αριστεράς και μια κοσμική εκδοχή της θείας λειτουργίας, όπου
οι Δημοκρατικοί συγκεντρώνονταν για να τραγουδήσουν και να κάνουν
προπόσεις για τη Δημοκρατία καθώς και για να μιλήσουν για τις νικηφόρες
μάχες του παρελθόντος και για τα πολιτικά ζητήματα του παρόντος.
Εκεί, ενώπιον ενός ένθερμου ακροατηρίου του οποίου η υποστήριξη
μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένη, οι ρήτορες σηκώνονταν για να δώσουν μια
μαχητική, κομματική εκδοχή του δημοκρατικού παρελθόντος. Οι ομιλίες τους
μερικές φορές μνημόνευαν τις μεγάλες μάχες που διεξήγαγε η Τρίτη Τάξη από
τον 12ο αιώνα ενάντια στη φεουδαρχία, την εκκλησία και τη μοναρχία, και
υμνούσαν πάντα, με τυπικά πομπώδεις όρους, την κατάληψη της Βαστίλης ως
την θεμελιακή πράξη της Επανάστασης και του έθνους. Το συμπόσιο
χρησίμευσε ως ένα είδος καθρέφτη των καθολικών τελετουργιών που
εξακολουθούσαν να ασκούν ισχυρή επιρροή σε πολλούς ανθρώπους και
φαινόταν να γοητεύει τους λάτρεις της Μαριάννας.
[…]
27
Paul Berne, Souvenir du 14 juillet 1880 -Trois dates: fête nationale du 14 juillet 1880, le 14
juillet 1989, le 14 juillet 1990 (Lyons, 1880), σ. 6.
32
μείωση της πολιτικής έντασης που ακολούθησε την ήττα του μπουλανζιστικού
κινήματος. Χάρη εν μέρει στην Παγκόσμια Έκθεση του 1889, η Δημοκρατία θα
επιβιώσει από αυτήν την πολύ υπαρκτή απειλή που έθεσε η ποικιλόμορφη
πολιτική βάση του «καλού στρατηγού». Με τη νίκη δεδομένη, η ανάγκη για μια
ημέρα εθνικού εορτασμού για να επιβεβαιωθούν οι δημοκρατικές αρχές και το
δημοκρατικό παρελθόν δεν ήταν πλέον τόσο επιτακτική. […]
Επιπλέον, η άνοδος του γαλλικού εθνικισμού, τον οποίο είχε ενθαρρύνει
το μπουλανζιστικό κίνημα, είχε βοηθήσει στη δημοφιλία της στρατιωτικής
παρέλασης της Ημέρας της Βαστίλης στο Longchamp. Αυτή η παρέλαση τελικά
θα γίνει ένα σημαντικό αξιοθέατο, πραγματικό σύμβολο της εθνικής εορτής,
συσκοτίζοντας έτσι την αρχική ιστορική σημασία της. Πώς θα μπορούσαν οι
δεξιοί να υποστηρίξουν ότι η Ημέρα της Βαστίλης προωθούσε μνήμες εξέγερσης
και λιποταξίας από τους Γάλλους Φρουρούς το 1789, όταν ένα ολοένα και
μεγαλύτερο και πιο ενθουσιώδες πλήθος συγκεντρωνόταν στις 14 Ιουλίου για να
«δει και να επευφημήσει τον γαλλικό στρατό»; Το 1899, στο αποκορύφωμα της
υπόθεσης Ντρέιφους, οι υποστηρικτές και οι πολέμιοι μιας νέας δίκης για τον
λοχαγό συγκρούστηκαν σε πολλές μεγάλες πόλεις κατά τη διάρκεια των
παρελάσεων της Ημέρας της Βαστίλης.
[…]
Τα κορυφαία σημεία στην ιστορία της Ημέρας της Βαστίλης στον εικοστό αιώνα
ήταν τα έτη 1906-1914, 1935-1936, 1939 και 1945. Αλλά καθεμία από αυτές τις
περιόδους πρόσφερε μια ιδιαίτερη εκδοχή στην αρχική ιδέα της γιορτής, η οποία
ταίριαζε στις πολιτικές, κοινωνικές και διεθνείς συνθήκες της στιγμής. Αυτή η
προσαρμογή με τη σειρά της οδήγησε σε νέες επίσημες τελετουργίες και άλλαξε
33
τη φύση της λαϊκής συμμετοχής στην εκδήλωση (ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του
Λαϊκού Μετώπου).
Πρώτον, η γιορτή ήταν μια πραγματική βιτρίνα της αστικής υποκρισίας. Όλη τη
Γαλλία αντηχούσε από τους ρητορικούς κενούς και πομπώδεις παιάνες για την
Ελευθερία, την Ισότητα και την Αδελφότητα, την ώρα που οι περισσότεροι
εργαζόμενοι μοχθούσαν κάθε μέρα μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες. Δεύτερον, η
Ημέρα της Βαστίλης ήταν αφορμή για ένα γλέντι μεθυσιού, το οποίο τα αφεντικά
και η κυβέρνηση ενθάρρυναν ως έναν τρόπο να παρακινήσουν τους
εργαζόμενους να ξεχάσουν τη μίζερη μοίρα τους. Η Ημέρα της Βαστίλης, με
άλλα λόγια, ήταν το όπιο του λαού. Η εφημερίδα La Voix du Peuple
προειδοποιούσε το 1910: «Η Πρωτομαγιά δεν πρέπει να γίνει ένα είδος
προλεταριακής 14ης Ιουλίου, μια περίσταση κατά την οποία το φαγοπότι και ο
εμετός αποτελούν μέρος του εορτασμού όσο και οι πομπώδεις ομιλίες και τα
επίσημα συμπόσια».28
Κανείς δεν εξέφρασε τα παράπονα της αναρχικής και επαναστατικής
άκρας αριστεράς καλύτερα από τον Aristide Delannoy, έναν από τους πιο
σκληρούς σατιρικούς των αρχών του 20ου αιώνα, σε ένα ειδικό τεύχος του
περιοδικού L’Assiette au beurre που δημοσιεύτηκε το 1907. Σε ένα σκίτσο, ο
Κλεμανσό, ντυμένος σαν μπάτσος, έχει δώσει ένα μπουκέτο λουλούδια
τυλιγμένο σε χασαπόχαρτο σε μια χοντρή και άσχημη Μαριάν. Σε ένα άλλο
σκίτσο, η υποκρισία της εθνικής εορτής αναπαρίσταται από τρεις μορφές που
κάθονται σε ένα επίσημο βήμα: ένας δικαστής που μοιάζει με χοντρό γάτο, ένας
καπιταλιστής του οποίου τα χέρια είναι φορτωμένα με σάκους με χρυσάφι και
ένας στρατιωτικός που το κεφάλι του είναι ένα κρανίο και που κρατάει ένα
ματωμένο σπαθί κάθονται κάτω από μια πινακίδα που γράφει «Ελευθερία,
Ισότητα, Αδελφότητα», ενώ ένας εργάτης με γκασμά στέκεται από κάτω και
μουρμουρίζει: «Des mots, des maux [Λόγια, δεινά]».
28
La Voix du peuple (1-8 Μαΐου 1910), παρατίθεται στο: Dommanget, Histoire du premier mai,
σ. 360.
35
36
[…]
Παρά αυτές τις επιθέσεις στην εθνική εορτή τόσο από την άκρα αριστερά όσο
και από την άκρα δεξιά, η επαναστατική και αναθεωρητική προπαγάνδα
φαίνεται να επηρέαζε μόνο έναν μικρό αριθμό μυημένων. Οι επιθέσεις της
C.G.T. κατά του αστικού εορτασμού της Ημέρας της Βαστίλης, όπως και της
Action Française κατά της πρωσικής μασονικής συνωμοσίας, δεν επηρέαζαν
τους απλούς ανθρώπους στις πόλεις, για τους οποίους η εθνική εορτή ήταν πλέον
μια πολύτιμη ημέρα ανάπαυσης και αναψυχής. Τον Ιούλιο του 1911, για
παράδειγμα, ο Phare de la Loire μπορούσε να πανηγυρίσει για την αποτυχία των
διαμαρτυριών και από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος καθώς και για την
επιτυχία της στρατιωτικής παρέλασης, η οποία είχε γίνει το «κέντρο» της
εθνικής εορτής, απ’όπου «επιστρέφει κανείς στο σπίτι του σκονισμένος και
κουρασμένος αλλά χωρίς τύψεις, γιατί χαίρεται που έχει βιώσει την αίσθηση ότι
η Γαλλία υπάρχει ακόμα. Η παρέλαση είναι το μεγάλο, το αληθινό θέαμα της
Εθνικής Εορτής. Φυσικά μπορεί επίσης να παρακολουθήσουμε τα αερόστατα, τη
σχολική γιορτή ή την επίδειξη πυροτεχνημάτων, αλλά αυτά δεν είναι καθόλου το
ίδιο πράγμα».29
Πράγματι, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Πουανκαρέ το 1913, όταν
το κοινοβούλιο συζητούσε έναν νόμο που επέβαλε 3 χρόνια υποχρεωτική
στρατιωτική θητεία, η επαναστατική, ειρηνιστική, αντιμιλιταριστική άκρα
αριστερά απέτυχε στην προσπάθειά της να διακόψει τη θριαμβευτική παρέλαση
της Ημέρας της Βαστίλης στο Longchamp. Ωστόσο, το κύμα εθνικισμού που
σάρωσε τη Γαλλία δεν είχε να κάνει μόνο με την στρατιωτική παρέλαση.
Επηρέασε επίσης το περιεχόμενο των εορτασμών για την Ημέρα της Βαστίλης.
Σε ένα άρθρο με τίτλο «Η Βαστίλη αναστήθηκε» που δημοσιεύτηκε στον Phare
29
Le Phare de la Loire (15 Ιουλίου 1911).
37
de la Loire τον Ιούλιο του 1914, ο Maurice Schwob σχολίαζε την ποινή που είχε
επιβάλλει στον Αλσατό σατιρικό Hansi ένα γερμανικό δικαστήριο για τις
σατιρικές του επιθέσεις στο γερμανικό Ράιχ. Το κλίμα στη Γαλλία εκείνη την
εποχή, λίγο πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν φυσικά κλίμα
έντονης διεθνούς έντασης και αντιγερμανικών συναισθημάτων και ο Schwob
συνέκρινε το Ράιχ με μια γιγάντια Βαστίλη, η οποία μια μέρα θα έπρεπε να
καταληφθεί για να ελευθερωθούν αυτές οι δύο δύστυχες κρατούμενες, η
Αλσατία και η Λωρραίνη: «Η Γερμανία δέχεται έναν νέο κρατούμενο στη
Βαστίλη της, την ίδια ημέρα που εμείς γιορτάζουμε την καταστροφή της δικής
μας: η καταπίεση εναντίον της ελευθερίας».30
[…]
30
Στο ίδιο, 13 Ιουλίου 1914.
38
31
Le Populaire (15 Ιουλίου 1935).
39
32
Syndicats, 29 (29 Απριλίου 1937); παρατίθεται στο: Dommanget, Histoire du premier mai, σ.
290.
40
«Αυτό που έχει ξαναξυπνήσει η αξέχαστη μέρα της 14ης Ιουλίου 1936 είναι το αιώνια νεανικό
πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης, το πνεύμα των Ογδόντα Εννέα. Όλα θυμίζουν αυτό το
πνεύμα: εικόνες της κατάληψης της Βαστίλης, φρυγικοί σκούφοι, η Μασσαλιώτιδα, που
ανακτήθηκε, και έγινε και πάλι ο ύμνος του λαού, και τα τρία χρώματα, που είχαν αρπάξει οι
φασίστες, έγιναν ξανά το έμβλημα της ελευθερίας!
Διστάζουμε να το πούμε… αλλά το νιώθουμε παρόλα αυτά: αυτό που επιτεύχθηκε στις 14
Ιουλίου 1936 ήταν εξίσου σπουδαίο με εκείνο που επιτεύχθηκε στις 14 Ιουλίου του 1789.»34
[…]
33
Les Cahiers des droits de l’homme, σ. 517.
34
Albert Bayet, La Lumière (18 Ιουλίου 1936); παρατίθεται στο: Bodin και Touchard, Front
populaire, σ. 134-135.
41
διεθνούς θέσης της Γαλλίας είναι η αλλαγή της εθνικής μνήμης και του
συμβολισμού της που έλαβε χώρα μεταξύ αυτών των δύο χρονολογιών.
Τον Ιούλιο του 1919, όταν ο γαλλικός στρατός με επικεφαλής τον Joffre
και τον Foch κατέβηκε τα Ηλύσια Πεδία επικεφαλής αποσπασμάτων από τα
άλλα νικηφόρα συμμαχικά έθνη, οι Γάλλοι μπορούσαν ακόμα να πιστέψουν,
παρά τις απογοητεύσεις της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ότι είχαν ανακτήσει την
προηγούμενη σημασία της ως παγκόσμια δύναμη. Αλλά ο στρατός που
παρέλασε το πρωί της 14ης Ιουλίου του 1945, δεν είχε πλέον φωνή στις
διασκέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων στη Γιάλτα και στο Πότσνταμ. Τον Ιούλιο
του 1919, η Γαλλία εξέφραζε τη χαρά της που κέρδισε, με μεγάλο κόστος, μια
τεράστια νίκη. Τον Ιούλιο του 1945 γιόρτασε την απελευθέρωσή της για να
αποδείξει στον εαυτό της και σε έναν δύσπιστο κόσμο ότι υπήρχε ακόμα και είχε
πράγματι επιζήσει από τη μεγαλύτερη καταστροφή της ιστορίας της. Η εθνική
εορτή του 1919 σηματοδότησε ένα ένδοξο τέλος σε μια τεράστια σύγκρουση,
ενώ αυτή του 1945 επιχείρησε να αναβιώσει την προπολεμική εορταστική
παράδοση για να αποδείξει ότι η κανονικότητα είχε αποκατασταθεί και ότι όλα
ήταν για το καλύτερο στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους. Με
άλλα λόγια, αν η 14η Ιουλίου 1919 απέδειξε την υπερεκτίμηση της Γαλλίας στο
μεγαλείο της, η 14η Ιουλίου 1945 απλώς απέδειξε τη συνέχιση της ύπαρξης της
Γαλλίας σε έναν κόσμο που είχε έρθει τα πάνω κάτω , όπου, παρά τις καλύτερες
προσπάθειες του στρατηγού Ντε Γκωλ, η Γαλλία δεν ήταν πλέον μεταξύ των
εθνών της πρώτης γραμμής.
Βεβαίως, ήταν ακόμα δυνατό να ισχυριστεί κανείς, όπως έκανε και η
εφημερίδα Le Monde, ότι «η πρώτη Ημέρα της Βαστίλης μετά από έξι χρόνια
[είναι] ακόμη μεγαλύτερη από εκείνη της 14ης Ιουλίου 1919. Τότε γιορτάζαμε
μόνο τη νίκη. Σήμερα γιορτάζουμε και τη νίκη και την ελευθερία». Εμμέσως,
ωστόσο, αυτό δεν ήταν επίσης μια υπενθύμιση ότι η νίκη του 1945 δεν ήταν
42
απλώς μια στρατιωτική νίκη του γαλλικού στρατού επί του γερμανικού στρατού,
αλλά επίσης και μια νίκη Γάλλων έναντι άλλων Γάλλων που ήταν ένοχοι για
«συνεργασία» με τον εχθρό;
4 Ιουλίου 1976:
Χορός στο Παρίσι
43