Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 10

2.

ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Παλαιοχριστιανική ή Πρωτοβυζαντινή ή Πρώιμη Βυζαντινή περίοδος (3 ος αι – 726


μ. Χ.) συμπεριλαμβανομένης και της Πρωτοχριστιανικής τέχνης (3ος αι.).

Τρία είναι τα βασικά και συνδετικά στοιχεία του πολιτισμού της Πρώιμης
Βυζαντινής Περιόδου: η νέα θρησκεία δηλ. ο χριστιανισμός, η κληρονομιά της
αρχαίας ελληνικής σκέψης και η ρωμαϊκή παράδοση. Με βάση αυτά
αναπτύχθηκε στο Πρώιμο Βυζάντιο μία πλούσια πολιτισμική κίνηση, που
αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη του πνεύματος στους επόμενους αιώνες.

Μετά από μια αρχική περίοδο αποστροφής προς απεικονίσεις κάθε είδους
από αντίδραση στον ειδωλολατρικό πολιτισμό, οι πρώτοι Χριστιανοί άρχισαν να
χρησιμοποιούν την τέχνη για τα μηνύματα της θρησκευτικής τους πίστης.
Στα μέσα του 3ου αι. η τέχνη με χριστιανικό περιεχόμενο είχε διαδοθεί σε
ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Την ανάπτυξη της πρώτης χριστιανικής τέχνης ευνόησε και η νομιμοποίηση


της χριστιανικής θρησκείας με το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ. Χ. που
οδήγησε στην ανάγκη για νέα οικοδομήματα και εικαστικά έργα. Η ίδρυση της
Κωνσταντινούπολης το 324 από τον Κωνσταντίνο Α΄ δημιούργησε ένα νέο
μεγάλο καλλιτεχνικό κέντρο για το ανατολικό μισό της αυτοκρατορίας με έντονα
χριστιανικά χαρακτηριστικά.

ΕΡΩΤΗΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Αναφέρατε τα κυριότερα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής και της γλυπτικής


της παλαιοχριστιανικής περιόδου. ΕΡ 29, ΟΜΑΔΑ Α

Τα πορτραίτα Φαγιούμ και η τέχνη του πορτραίτου των ελληνιστικών και


ρωμαϊκών χρόνων υπήρξαν οι κύριες καλλιτεχνικές πηγές των πρωτοχριστιανών
ζωγράφων.

Μέσα στις κατακόμβες αναπτύχθηκε η πρώιμη χριστιανική τέχνη που βρήκε


την κύρια έκφρασή της στις τοιχογραφίες των κατακομβών. Κύριο
χαρακτηριστικό της είναι ο συμβολισμός και η αφαίρεση. Οι λατρευτικοί χώροι
είχαν λιτή ζωγραφική διακόσμηση που περιοριζόταν στην απεικόνιση συνθέσεων

1
από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, φυσιοκρατικών μοτίβων (ιχθύς, αμνός,
περιστέρι, άμπελος, πλοίο) αλλά και μυθολογικών μοτίβων που αποκτούν νέο
περιεχόμενο για να αποτυπώσουν τα ιερά πρόσωπα της νέας θρησκείας (Ορφέας
κιθαρωδός = Καλός Ποιμήν κ.ά.). Οι φυσιοκρατικές και μυθολογικές σκηνές
έπαιρναν συμβολικό χαρακτήρα και ερμηνεύονταν ως ζωγραφικές απεικονίσεις
της νέας πίστης. Ο σκοπός της τέχνης αυτής είναι καθαρά διδακτικός.

2
Δεκάδες δάπεδα των πρώιμων χριστιανικών ναών διακοσμούνται με γεωμετρικά
σχέδια, παραστάσεις από τη φύση, μυθολογικές και θρησκευτικές σκηνές. Αρχικά,
το ελληνιστικό στοιχείο (πλαστικότητα μορφών, φυσιοκρατικά θέματα) παρέμενε
έντονο, αλλά σταδιακά επικράτησαν άλλες τάσεις όπως ιερή ακαμψία, πολυτέλεια,
μετωπική στάση, δίνοντας μνημειώδη χαρακτήρα στην τέχνη, με αποκορύφωμα τις
τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά της ιουστινιάνειας περιόδου. Το χρυσό χρώμα
αντικαθιστά το γραφικό τοπίο και κυριαρχεί στον κάμπο (βάθος των σκηνών). Η
ανθρώπινη μορφή παίρνει κυρίαρχη θέση στις παραστάσεις, αποκτά
πνευματικότητα, ενώ αρκετά συχνά διατηρεί αναμνήσεις από την τέχνη της

κλασικής Αρχαιότητας και χαρακτηρίζεται από αρμονία, μέτρο και φυσιοκρατική


διάθεση. Οι μεγάλες αυτές συνθέσεις έδωσαν τον γενικότερο τόνο της βυζαντινής
ζωγραφικής με το σεμνό κάλλος και τη λιτή αρμονία των βυζαντινών εικόνων.

3
Καθώς η καλλιτεχνική δημιουργία της Πρώιμης Βυζαντινής εποχής
συνέχισε σε μεγάλο βαθμό τις παραδόσεις της ρωμαϊκής τέχνης, η γλυπτική
εξακολούθησε να υπάρχει αλλά σταδιακά η παραγωγή αγαλμάτων και τιμητικών
στηλών μειώθηκε πολύ και ουσιαστικά περιορίστηκε στην παραγωγή αγαλμάτων
των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, η οποία και αυτή σταμάτησε τελικά τον 7ο αι .

Η γλυπτική σύντομα μπήκε στην υπηρεσία της εκκλησιαστικής τέχνης.


Άντλησε και αυτή τα θέματά της από την ελληνορωμαϊκή τέχνη, τους έδωσε όμως
το περιεχόμενο και το νόημα της νέας θρησκείας. Κατά τους πρώτους τρεις αιώνες
επικράτησε ο συμβολισμός μέχρι τη δημιουργία, μετά τα μέσα του 4 ου αι., των
κατεξοχήν χριστιανικών θεμάτων. Χαρακτηριστικά είναι τα θέματα που
προέρχονται από την κλασική – ρωμαϊκή τέχνη, όπως αυτό του Ορφέα με τα ζώα,
που λαμβάνουν ένα συμβολικό νόημα και αναφέρονται στον Σωτήρα Χριστό ως
Καλό Ποιμένα.

Ο καλός Ποιμένας

Μάρμαρο, Μουσείο Βατικανού

4
Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζουν οι σαρκοφάγοι, όχι μόνο για την τεχνική
τους, αλλά κυρίως γιατί προσφέρουν πλούσιο θεματολόγιο των πρώτων αιώνων
(επεισόδια της ζωής και θαύματα του Χριστού, γεγονότα της Παλαιάς και της
Καινής Διαθήκης κ. ά).

Παιδική Σαρκοφάγος

Η δημιουργικότερη όμως περιοχή της βυζαντινής γλυπτικής είναι αυτή της


διακοσμητικής των αρχιτεκτονημάτων. Τα κιονόκρανα, τα θωράκια, τα επιστύλια,
τα γείσα, άμβωνες και φιάλες αγιασμού υδάτων των χριστιανικών ναών και άλλα
στοιχεία αποτελούν απαραίτητα μέλη. Τα θέματα, όταν δεν είναι καθαρά
χριστιανικά (σταυρός με πουλιά ή με κλαδιά), είναι γεωμετρικά ή φυτικά
σχηματοποιημένα. Στα κιονόκρανα η άκανθα πλουτίζεται με μορφές αετών ή
αγγέλων.

Παράλληλα, σώζονται πολλά δείγματα ελεφαντουργίας, δηλαδή


αντικειμένων κατασκευασμένων από ελεφαντόδοντο. Τρίπτυχα με χριστιανικές
παραστάσεις, κιβωτίδια με μυθολογικές σκηνές, καλύμματα ευαγγελίων, ακόμα

5
και επισκοπικοί θρόνοι και άλλα πολύτιμα αντικείμενα, θρησκευτικά ή κοσμικά,
με σκαλιστό ελεφαντοκόκαλο, συχνά συνδυασμένο με άλλα βαρύτιμα υλικά :
χρυσάφι, σμάλτο και πολύτιμες πέτρες. Τα αντικείμενα χρησιμοποιούνταν για τη
χριστιανική λατρεία και για την καθημερινή κοσμική ζωή. Η βασική διαφορά τους
εντοπίζεται στη διακόσμηση, καθώς τα κοσμικά απεικονίζουν σκηνές από
κυνήγια, από τον ιππόδρομο και τις εορτές, ενώ τα πρώτα σκηνές της χριστιανικής
λατρείας. Είδος πολυτελείας το ελεφαντοστό διατηρεί την κλασική παράδοση με
τα ευγενικά πρόσωπα, την κίνηση των μορφών και την πλαστικότητα των
σωμάτων. Τελώντας υπό την αιγίδα της αυτοκρατορικής εξουσίας και την
προστασία των ισχυρών κρατικών και εκκλησιαστικών αξιωματούχων από την
εποχή του Κωνσταντίνου Α΄ και εξής, η βυζαντινή αρχιτεκτονική και εικαστική
παραγωγή άρχισε να αποκτά χαρακτηριστικά επίσημης τέχνης: μνημειακότητα,
πολυτέλεια και συστηματικότητα.

Αρχιτεκτονική

Στη θρησκευτική αρχιτεκτονική (ναοδομία), στόχος είναι η ιδεολογική


επιβολή της Εκκλησίας, την οποία εξυπηρετούσε η μεγαλοπρέπεια των κτιρίων και
η λαμπρότητα των υλικών. Καθορίστηκαν οι κυριότεροι τύποι εκκλησιαστικών
κτηρίων ανάλογα με τον προορισμό τους (ναοί, μαρτύρια, βαπτιστήρια κ.λ.π.).
Καταστρώθηκε η συγκρότηση του χριστιανικού ναού, η λειτουργία κάθε τμήματος
του, δημιουργήθηκαν νέα αρχιτεκτονικά μέλη όπως ο τρούλος σε ποικίλους
συνδυασμούς που αποτελεί και το κύριο χαρακτηριστικό της βυζαντινής
αρχιτεκτονικής.

Στόχος της χριστιανικής αρχιτεκτονικής ήταν να επιβληθεί στους πιστούς με


την καλλιτεχνική διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου και όχι όπως ο αρχαίος
ελληνικός με την εξωτερική εμφάνιση. Ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος
φανέρωνε την προσπάθεια να δοθεί στον χώρο λαμπρότητα με τα πολύτιμα και
ψιλοδουλεμένα υλικά που έντυναν τους τοίχους και το δάπεδο.

Σημαντική διαφορά με τους ελληνικούς ειδωλολατρικούς ναούς είναι και η


αλλαγή κατεύθυνσης της εισόδου και του ιερού. Στις χριστιανικές εκκλησίες η
είσοδος είναι στα δυτικά και η αψίδα στα ανατολικά.

6
Βασικό δομικό υλικό ήταν το τούβλο. Υπάρχει η αμιγής πλινθοδομή, αλλά
και η μεικτή όπου εναλλάσσονται ζώνες λαξευμένων λίθων και τούβλων. Σε πιο
επαρχιακά κτήρια, συχνή ήταν και η χρήση της αργολιθοδομής (Αμελές σύστημα
τοιχοδομίας, αποτελούμενο από λίθους που έχουν άτακτα τοποθετηθεί στους
τοίχους του ναού).

ΕΡΩΤΗΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Ποιος είναι ο νέος τύπος ναού που εμφανίστηκε κατά την εποχή του Μεγάλου
Κωνσταντίνου; Αναφέρατε τα κύρια χαρακτηριστικά του. ΕΡ 3, ΟΜΑΔΑ Α

Η αναγνώριση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του ρωμαϊκού


κράτους αποτέλεσε το έναυσμα για την ανοικοδόμηση σημαντικών
εκκλησιαστικών κτηρίων με μνημειακές διαστάσεις. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας
Κωνσταντίνος Α (306-337) και τα μέλη της οικογένειάς του ίδρυσαν πολλές
εκκλησίες που χρησίμευσαν σαν καθεδρικοί ναοί, μαρτύρια ή αυτοκρατορικά
παρεκκλήσια και μαυσωλεία.

Όσον αφορά στην αρχιτεκτονική μορφή των νέων χριστιανικών


οικοδομημάτων υιοθετήθηκε ένας τύπος κτηρίου, η βασιλική, που είχε ευρύτατη
χρήση στον ρωμαϊκό κόσμο για δικαστικούς, εμπορικούς, στρατιωτικούς και
τελετουργικούς σκοπούς. Οι βασιλικές εξυπηρετούσαν τις ανάγκες συγκέντρωσης
ενός πολυάριθμου εκκλησιάσματος.

Η βασιλική χρησιμοποιήθηκε πάρα πολύ σε όλη την αυτοκρατορία ειδικά


ως τον 6ο αι. Πρόκειται για μια μεγάλη, μακρόστενη, ορθογώνια αίθουσα,
χωρισμένη με κιονοστοιχίες, σε τρία ή πέντε κλίτη (δηλαδή αποτελούνταν από
τρεις ή πέντε διαδρόμους που χωρίζονταν με κιονοστοιχίες), από τα οποία το
μεσαίο είναι ευρύτερο και ψηλότερο από τα άλλα. Σε πολύ μεγαλοπρεπή κτήρια
χωρίζεται σε 7 ή και 9 κλίτη από σειρές κιόνων ή σπανιότερα πεσσών.

Το μεσαίο κλίτος ήταν συνήθως υπερυψωμένο για να φωτίζεται το


εσωτερικό του ναού από τα παράθυρα του κεντρικού κλίτους με πολυτελέστερη
διακόσμηση οροφής και δαπέδου, όπου βρισκόταν και ο άμβωνας. Η αίθουσα
καταλήγει ανατολικά σε μια μεγάλη, συνήθως εξέχουσα ημικυκλική αψίδα με το

7
ιερό βήμα, ακριβώς απέναντι από την είσοδο του ναού. Η Αγία Τράπεζα βρίσκεται
είτε μέσα στην αψίδα του ιερού είτε στο κεντρικό κλίτος.

Το ιερό διαχωριζόταν από τον ναό με ένα κιγκλίδωμα με μαρμάρινες


κολόνες και θωράκια που αργότερα εξελίχθηκε στο τέμπλο.

Στον 4ο αι. εμφανίστηκε μια παραλλαγή του τύπου, δημιουργήθηκε μπροστά


στο ιερό ένα εγκάρσιο κλίτος, που μπορούσε και να εξέχει στα πλάγια. Στην
είσοδο του ναού, υπάρχει ένα είδος προθαλάμου, ο νάρθηκας, όπου περιμένουν οι
κατηχούμενοι μέχρι να κληθούν και αυτοί να λειτουργηθούν μέσα στον ναό. Στην
παλαιοχριστιανική βασιλική προηγείται μια αυλή με περιστύλιο, το αίθριο. Στην
αυλή είναι και η φιάλη (κρήνη).

8
Υπήρχε μεγάλη ποικιλία των παραλλαγών στον τύπο αυτό. Συχνά συνδεόταν με
μεγάλα περίκεντρα κτίρια. Η αψίδα μπορούσε να είναι τρίπλευρη, μπορεί και να
μην εξείχε του ορθογωνίου.

Παράλληλα με τις βασιλικές, χρησιμοποιήθηκαν για μικρότερα ιερά, κυρίως


για Μαρτύρια και βαπτιστήρια, περίκεντρα κτίρια στεγασμένα με τρούλο, σε
ποικίλες μορφές. Ο τύπος του βυζαντινού περίκεντρου ναού έχει βασικό
χαρακτηριστικό ότι μεγαλώνει εύκολα προς όλες τις κατευθύνσεις γύρω από το
κέντρο και το ενιαίο του χώρου τονίζεται από τον τρούλο. Όλα τα δομικά στοιχεία
– πεσσοί, κολόνες και τόξα – τόνιζαν τον κατακόρυφο άξονα και ο τρούλος
υψώνει το βλέμμα του θεατή προς το φως. Στα περίκεντρα κτήρια ανήκουν τους
πρώτους αιώνες του Βυζαντίου τα μαρτύρια – κυκλικά, πολυγωνικά ή σταυρικά
κτίρια, αφιερωμένα στη μνήμη αγίων, κτισμένα κυρίως στον τόπο της ταφής τους
ή του μαρτυρίου τους – και τα βαπτιστήρια, παρόμοιας αρχιτεκτονικής διάταξης.
Μετά τον 6ο αι έχασαν κάθε λόγο ύπαρξης ως ξεχωριστά κτίρια, καθώς τα
μυστήρια του βαφτίσματος και της κηδείας τελούνταν στους ναούς. Σημαντικά
περίκεντρα κτήρια είναι το Μαυσωλείο της Γάλλας Πλακιδίας στη Ραβέννα και ο
Άγιος Στέφανος ο Στρογγυλός στη Ρώμη.

9
Κατόψεις περίκεντρων κτιρίων

10

You might also like