Professional Documents
Culture Documents
σημειωσεις απο εεμεκε
σημειωσεις απο εεμεκε
Η αυτολογοκριμένη Εγκληματολογία
μετατρέπεται σε
3 Ο Bart Cammaerts (2015, σ. 526) ορίζει την ηγεμονία ως «διακυβέρνηση
με συναίνεση μέσω την άσκησης ηθικής και πνευματικής ηγεσίας». Κατ`
αυτόν, η έννοια της ηγεμονίας συνέστησε την απάντηση του Gramsciστο
ερώτημα γιατί τόσο πολλοί-ές με τη θέλησή τους αποδέχονται την
υποδεέστερη-υποτελή θέση τους στην κοινωνία και συναινούν στην εμφανή
εκμετάλλευσή τους. Και, όπως διευκρινίζει (σ. 526), «ο Gramsci υπέδειξε
ότι η διακυβέρνηση με συναίνεση είναι πλέον αποτελεσματική (για τον
κυρίαρχο) εάν και όταν η κυριάρχηση των κυρίαρχων συμφερόντων στην
κοινωνία θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως απλή κοινή λογική ...».
Γρηγόρης Λάζος
προς τις εργατικές και ευρύτερες λαϊκές τάξεις που είναι περίπου
αυταπόδεικτο ότι περιλάμβαναν τη μεγάλη πλειονότητα των προς
τιμωρητική διαχείριση – αφού άλλωστε αποτελούσαν και τον
πρωταρχικό ταξικό στόχο: το πώς να τους-ις βάλουν να
δουλεύουν σε συνθήκες μέγιστης κερδοφορίας των αφεντικών
τους (αλλά και παρέχοντας μιαν αξιοπρεπή ζωή στο σύνολο των
κυρίαρχων τάξεων) ενώ θα ζούσαν με ένα κομμάτι ψωμί ή πιάτο
πατάτες σε όλη τη βορειοδυτική Ευρώπη της προόδου και του
πολιτισμού – ή, στη σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ελλάδα, για ένα
κομμάτι ψωμί και ένα πιάτο πατάτες είτε ως εργαζόμενοι είτε σε
μια συσσιτιακή ουρά αστικής φιλανθρωπίας. Πρωτοπορώντας
στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η σύγχρονη Ελλάδα υπαξιώνεται,
αναταξικοποιείται και αναπληθυσμοποιείται και ληστεύεται,βίαια
και συνοπτικά, στους όρους μιας νέας ‘πρωταρχικής
συσσώρευσης’.12
Μια ριζοσπαστική εγκληματολογία αναγνωρίζει ως κρίσιμο
σημείο εξήγησης και ερμηνείας των διαφοροποιήσεων τόσο στην
αγορά εργασίας όσο και στο ποινικό σύστημα, όπως επίσης και
των τρόπων που συναρτώνται σε ένα ενιαίο σύστημα ηγεμόνευσης
και εκμετάλλευσης, το ότι βασική αρχή οργάνωσης των κοινωνιών
που εδράζονται κυρίως στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής
είναι η εκμετάλλευση της εργασίας. Αυτή η κινητήρια δύναμη
της οικονομίας παρέχει τον raison d`être και της φιλελεύθερης
δημοκρατικής διακυβέρνησης.13 «(Η κοινωνική εκμετάλλευση της
6 Για την αναταξικοποίηση βλ. και την ενδιαφέρουσα ανάλυση του Im-
manuel Wallerstein (1979, σσ. 222-230).
7 «Σε τυπικά δημοκρατικές κοινωνίες, η άσκηση της ισχύος και η
διασφάλιση της κυριαρχίας τελικά ... εξαρτάται από τη λαϊκή συναίνεση.
Πρόκειται για μια συναίνεση όχι μόνο προς τα συμφέροντα και τους
σκοπούς αλλά επίσης προς τις ερμηνείες και αναπαραστάσεις της
κοινωνικής πραγματικότητας που ανεργοποιούνται από αυτούς ελέγχουν
τα πνευματικά, καθώς και τα υλικά, μέσα κοινωνικής αναπαραγωγής.»
(Hall κ. ά., 1978, σ. 219). Άλλωστε, η αστική τάξη, από την πρώτη εποχή
τής πολιτικά σημαίνουσας εμφάνισής της, ανέπτυξε μιαν ανθρωπιστική
ιδεολογία ισότητας, ελευθερίας και λόγου, δηλαδή έδωσε στα δικά της,
περιορισμένα ταξικά αιτήματα τη γοητευτική μορφή της καθολικότητας.
Έτσι ώστε να τη συνδράμουν στο έργο κατάκτησης της εξουσίας (που έδινε
ενάντια στο ‘παλαιό καθεστώς’ απόλυτης μοναρχίας και φεουδαρχίας)
ακριβώς οι ανθρώποι που θα απελευθέρωνε ώστε να τους εκμεταλλευτεί,
με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι εκμεταλλεύσιμοι (από Louis Althusser, σε
Για τη ριζοσπαστική εγκληματολογία στην Ελλάδα
(2015), βασικό συστατικό της αστικής ηγεμονίας είναι το ότι είναι τα μέσα
μαζικής επικοινωνίας και ενημέρωσης που αναλαμβάνουν την παρουσίαση
του νεοφιλελευθερισμού ως μη ιδεολογικού, ως μιας κοινής λογικής (μα
τόσο κοινής λογικής, που να φαίνεται λογικά σαν η μοναδική λογική), ως
μιας φυσικής κατάστασης. Είναι τα μμε&ε που έχουν τον κύριο λόγο στο
να αορατοποιούν τις κεντρικές ιδιότητες του αυταρχικού νεοφιλελεύθερου
καθεστώτος, αυτές που έχουν να κάνουν με τη μεταφορά του πλούτου από
τις εργαζόμενες και τις ευρύτερες λαϊκές τάξεις στην αστική-καπιταλιστική
τάξη.
Γρηγόρης Λάζος
ρεαλιστική για την εποχή που ζούμε και αμέσως πειστική ιδέα.16
Το δε αντεγκληματικό – ακριβέστερα, αντεγκληματιακό – σχέδιο
αποτροπής αντί πρόληψης του οποίου το θεώρημα του Becker
αποτελεί κρίσιμο συστατικό στοιχείο, συνέβαλε αποφασιστικά
σε μια συντηρητική αντίδραση, την πλέον μαζική διεύρυνση του
ποινικού τομέα στο σύνολο της κοινωνικής δομής, ακριβέστερα
στα πεδία ζωής και εργασίας των εργατικών τάξεων μετά το 1970,
αρχικά στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρεττανία. Όπως τονίζει ο Har-
court, στο πλαίσιο της επικρατούσας νεοφιλελεύθερης ποινικοτητας,
«η λειτουργία της ποινικής κύρωσης σε μια καπιταλιστική αγοραία
οικονομία είναι να αποτρέπει τα άτομα (από το) να παρακάμπτουν
την αποδοτική αγορά, γιατί η παράκαμψη της αγοράς – μη
αμειβόμενες μορφές κοινωνικής διαντίδρασης – είναι από τη φύση
της μη αποδοτική και μειώνει το κοινό καλό» (2011, σ. 147).17
Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη ποινικότητα, η εγκληματική δράση
γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μια σκόπιμη παράκαμψη της
αγοράς, ο δε ποινικός νόμος δεν είναι παρά αυτό που εμποδίζει
αυτό το είδος παράκαμψης της αγοράς.18
οδήγησε πριν από κάποιο καιρό και τον υπουργό Οικονομικών της
Γερμανίας, να επισημάνει ότι η Ελλάδα εύκολα θα μπορούσε να
μετατραπεί σε «αποτυχημένο κράτος» (“failed state”),
επιλέγοντας για μια ακόμη φορά το απειλητικό χαρτί του γνωστού
μας πια “Grexit” (Καθημερινή, 3.3.2016).
Αν κάτι γίνεται πρόδηλο μετά από όλα τα παραπάνω
σχόλια και δηλώσεις, είναι ότι η έννοια της επικινδυνότητας, στα
χρόνια του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, δεν αποτελεί απλά
προκάλυμμα για την αυταρχοποίηση της δημόσιας ασφάλειας
αλλά μετεξελίσσεται σε αυτόνομο και αυτοτελές σύστημα
κοινωνικού ελέγχου. Προς την κατεύθυνση αυτή καταλυτικό ρόλο
παίζει η διαδικασία «χρηματιστοποίησης» (“financialization”), ως
νέο μοντέλο συσσώρευσης κεφαλαίου, η οποία αντικατέστησε σε
συντριπτικό ποσοστό την παραγωγική διαδικασία. Βασικός της
στόχος είναι η πρόσδοση, μέσω του μηχανισμού τιτλοποίησης,
χρηματικής και ανταλλακτικής αξίας σε όλες ανεξαιρέτως τις
πλευρές της ανθρώπινης ζωής (Fumagalli A., Lucarelli S., 2011).
Πρόκειται, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο V. Ruggiero, για μια
«μέγα-μηχανή» (“mega-machine”) (Gallino L., 2011) η οποία, σε
αντίθεση με την πολιτική μηχανή (“boss”) του R. Merton (Merton
R., 1968), που θεμελίωνε τις παρεμβάσεις της, θεμιτές και αθέμιτες,
στην εξισορρόπηση συστημικών δυσλειτουργιών, με τον αέρα του
εκσυγχρονισμού πιστοποιεί τις διαθέσεις της να κατασπαράξει
οτιδήποτε αποφέρει χρήμα, φλερτάροντας, ακόμη και τζογάροντας
στον κίνδυνο της καταστροφής. Η υποτίμηση της αγγλικής λίρας
και η νομισματική κρίση που υπέστη η Μεγάλη Βρετανία το 1992,
μέσα από τις επιθέσεις του κορυφαίου επενδυτή και επιχειρηματία
George Soros, αποφέροντας του 1 δισ. δολάρια, είναι μια από τις
πιο διάσημες περιπτώσεις.
Στο επίκεντρο, επομένως, της διαδικασίας της
«χρηματιστοποίησης» τίθεται όχι η παραγωγή κέρδους μέσω της
εκμετάλλευσης της υπεραξίας της εργασίας αλλά η κερδοσκοπία
μέσω της παραγωγής χρέους (Lazzarato Μ., 2014). Σε ένα τέτοιο
πλαίσιο λειτουργίας της σύγχρονης οικονομίας, οι πιστώσεις
των πολύπλοκων και ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών
αγορών υπερβαίνουν κατά πολύ την πραγματική τους βάση,
Βίκυ Βασιλαντωνοπούλου
Στράτος Γεωργούλας
Εισαγωγή
Τα τελευταία χρονιά γίνεται μια προσπάθεια στη διεθνή ακαδημαϊκή
κοινότητα να οριστεί και να ελεγχθεί επιστημονικά ο όρος «κρατικό-
επιχειρηματικό έγκλημα» σε αντικατάσταση και εξειδίκευση του
όρου «εγκλήματα λευκού κολάρου». Είναι ένας όρος που πολιτικά
και ερευνητικά αντιστοιχεί σε αυτό που περιορίζουμε ως «διαφθορά-
διαπλοκή», με δυο σημαντικές όμως διαφορές:
Πρώτον, στο ότι γίνεται μια προσπάθεια εγκληματοποίησης
αυτής της πράξης από τη σκοπιά της προστασίας των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και της κοινωνικής βλάβης. Εγκλήματα δεν είναι
μόνο τα γνωστά «εγκλήματα του δρόμου», αλλά και αυτές οι
πράξεις, οι οποίες μάλιστα σύμφωνα με μελέτες συνεπάγονται
πολύ περισσότερες απώλειες ανθρωπίνων ζωών, σωματικές ή
άλλες βλάβες, απώλειες σε ιδιοκτησίες, χρήματα, περιουσίες από
αντίστοιχα καταγεγραμμένους φόνους, απόπειρες, κλοπές-ληστείες,
κ.ο.κ. Η ανάγκη για εγκληματοποίηση αυτών των πράξεων
συνδέεται και με την ανάγκη για αντίστοιχο προσανατολισμό
της επίσημης αντεγκληματικής πολιτικής (δίκαιο, αστυνόμευση,
απονομή δικαιοσύνης), αλλά και την ευαισθητοποίηση πολιτών,
καταναλωτών, εργαζομένων, κοινωνικών κινημάτων.
Η δεύτερη διαφορά έγκειται στην αποκάλυψη της πραγματικής
φύσης αυτού του εγκλήματος και άρα στον προσανατολισμό όχι
μόνο της αντεγκληματικής αλλά και της πολιτικής και κοινωνικής
δράσης. Η αλληλεξάρτηση κράτους και επιχειρηματικού κεφαλαίου,
είτε με απευθείας μετατροπή δημοσίου χρήματος σε ιδιωτικό
Στράτος Γεωργούλας
Η ελληνική πραγματικότητα
Η μνημονιακή κατάσταση
Από το 2010 ζούμε μια εποχή συνεχώς μνημονίων – «προγραμμάτων
Kρατικό-Εταιρικό Έγκλημα
Συμπεράσματα
Θα πρέπει να καταθέσουμε καταρχάς δύο επιλογές που κάναμε
εκ των προτέρων για τη συγκεκριμένη δουλειά. Πρώτον επιλέξαμε
τη μετάφραση του όρου κρατικοεπιχειρηματικό και όχι κρατικο-
εταιρικό έγκλημα για να μείνουμε πιστοί στην ανάλυση του όρου
από τους δημιουργούς του και ως πολιτική επιλογή για να δείξουμε
την επέκτασή του όχι μόνο στο μεγάλο καπιταλιστικό κεφάλαιο
αλλά σε κάθε μορφή επιχειρηματικής ή οιονεί επιχειρηματικής
δραστηριότητας όπως είναι η επικρατούσα μορφή στην Ελλάδα.
Αυτό το στοιχείο μας φέρνει πιο κοντά στο δεύτερο στοιχείο
που θέλουμε να αναδείξουμε. Με το να μην επιλέξουμε μόνο μια
μελέτη περίπτωσης, όπως οι περισσότερες αντίστοιχες δουλειές που
παρουσιάσαμε, αλλά μια ευρύτερη ανάλυση πολλών νομοθετημένων
μέτρων εφαρμοσμένης πολιτικής, θέλαμε να σταθούμε σε αυτά που
έλεγε ο Durkheim (Georgoulas 2017) ότι σε καταστάσεις όπου
επικρατεί η ανομία, όπου οι υπάρχουσες συλλογικές παραστάσεις
και η συλλογική συνείδηση έχουν εξασθενήσει, τότε το κανονικό, ο
κανόνας (και όχι η εξαίρεση) είναι μέρος του προβλήματος, είναι
παθολογικό. Είναι η σύγχρονη εποχή μας, μια τέτοια εποχή όπου
τέτοιες κρατικο – επιχειρηματικές συμπεριφορές που προξενούν
κοινωνικές βλάβες, αντιπροσωπεύουν το «πνεύμα της εποχής», ένα
πνεύμα όμως ανομικό, καταδικασμένο να εξαλειφθεί μέσα από μια
ευρύτερη κοινωνικοπολιτική αλλαγή που θα δημιουργήσει μια νέα
κοινωνική «ηθική».
Η επιστημονική ανάδειξη και η αντιμετώπιση των κρατικό-
επιχειρηματικών εγκλημάτων μπορεί να παίξει συμπληρωματικά
ένα τέτοιο ρόλο, καθώς
• αποτελεί ένα πρόβλημα που αναγνωρίζεται ως τέτοιο από
Στράτος Γεωργούλας
Ελένη Μιχαλοπούλου
Εισαγωγή
Στις μέρες μας το «οικονομικό» έγκλημα 1 δεν μπορεί να διαφεύγει
του ενδιαφέροντος της εγκληματολογίας, της επιστήμης που μελετά
τους τρόπους με τους οποίους το ποινικό σύστημα δικτυώνεται
στην κοινωνία, με σκοπό την επιλογή, τον ορισμό και τον εντοπισμό
κοινωνικών δράσεων ως ποινικών παραβάσεων ή εγκλημάτων
και τη δίωξή τους, ως επικίνδυνων για τη συγκεκριμένη ιστορική
κοινωνία.2 Με εφαλτήριο τη χρονική συγκυρία της κρίσης3 που
βιώνει η χώρα μας, αλλά και την παρατήρηση των διεθνών
συνθηκών,
Θεωρητικές αφετηρίες
Η σημερινή κοινωνία είναι ίσως η πλουσιότερη, αλλά η πλέον άνιση
στην ανθρώπινη ιστορία. Το οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό
κεφάλαιο λειτουργώντας μέσα από τη διαρθρωτική βία του ταξισμού,
του ανδρισμού, της φυλετικής διαφοράς συγκεντρώνεται σε λίγα
κέντρα εξουσίας, και πέρα από αυτά σε ελάχιστα φυσικά πρόσωπα.
Η οικονομική εξαθλίωση ατόμων, κοινωνιών και πληθυσμών είναι
ιστορική πραγματικότητα μη ανατρέψιμη εντός των υφισταμένων
νομοθετικών πλαισίων, που δημιούργησε η επιδίωξη του ελέγχου
και της ασφάλειας, η οποία μεταμόρφωσε το κράτος πρόνοιας σε
ποινικό κράτος. Η κοινωνική δικαιοσύνη δεν μπορεί να λειτουργήσει
με το υφιστάμενο ποινικό σύστημα. Κεντρικό ζήτημα, λοιπόν,
αναδεικνύεται το οικονομικό έγκλημα, γιατί ενώ παρουσιάζεται ως
mala prohibita και το κίνητρό του φαινομενικά είναι το κέρδος, στην
πραγματικότητα στόχος του είναι η εξουσία. Πρόκειται για μία
ενδόμυχη επιθυμία του ατόμου, που πηγάζει από την αναδομική
του κατάσταση και εκδηλώνεται μέσω της επιδίωξης της ηδονής και
της ορμής του θανάτου. Η κατάκτηση των αγορών οργανωμένων,
νόμιμων και μη είναι μόνο η αρχή, το παιχνίδι μεταφέρεται στον
έλεγχο της πολιτικής κυριαρχίας και αντίστροφα, και καταλήγει
στην εξουσίαση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η κριτική άποψη ότι το πλέγμα: έγκλημα, τρόποι ορισμού
και αντιμετώπισής του, είναι προϊόν της οργάνωσης της κοινωνίας,
χαρακτηρίζει κυρίως το οικονομικό έγκλημα. Ο ορισμός του
308
5 Λάζος Γρ.,ό.π. σελ. 195-215.
308
Μία κριτική προσέγγιση του «οικονομικού» εγκλήματος
309
Ελένη Μιχαλοπούλου
312
Ελένη Μιχαλοπούλου
εκάστοτε δημόσιας
314
12 Βλ. αναλυτικά Κουράκη Ν., ό.π. σελ. 32-65.
315
Ελένη Μιχαλοπούλου
Προβληματισμοί
Στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης.14 η οποία
συντελέστηκε σχεδόν παράλληλα και με προκάλυμμα τις διεθνείς
συνθήκες αναγνώρισης των Ατομικών Ελευθεριών, τα ανθρώπινα
δικαιώματα συρρικνώνονται και τα άτομα προσαρμόζονται εκούσια
ή μη στα νέα δεδομένα. Η παγκοσμιοποίηση15 εδραιώθηκε στη βάση
13 Google accounts show 11 billion euros moved via low tax ‘Dutchs and
wich’ in 2014, http://www.reuters.com/article/us-google-tax-idUSKCN0VS-
1GP.
14 Λάζος Γρ. (2005) Διαφθορά και Αντιδιαφθορά, σελ. 208-212.
15 Μουλόπουλος Μ. (2013) Παράδεισος και κόλαση στις αγορές της
παγκοσμιοποίησης, http://e-epiloges-dionysos.blogspot.gr/2013/04/blog-
316
Μία κριτική προσέγγιση του «οικονομικού» εγκλήματος
τριών παραγόντων: Την πλήρη και εκτός κάθε ελέγχου (εθνικού και
διεθνούς) απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, την αποϋλοποίηση
των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και την μέσω της τεχνολογίας
ιλιγγιώδη εξάπλωσή τους. Σήμερα, η διάσταση της διεθνούς
οικονομικής ύφεσης διαψεύδει τις προσδοκίες του «σεναρίου της
μέγιστης επίδοσης» της παγκόσμιας αγοράς της δεκαετίας του
1990. Η νεοσυντηριτική αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος
και η τεχνοκρατική προσέγγισή του, που κυριάρχησε στις δυτικές
δημοκρατίες μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οδήγησαν ίσως σε μια
γενικότερη αυστηροποίηση του ήδη υφισταμένου νομικού πλαισίου,
αλλά απέτυχαν να δώσουν λύση στις ανάγκες της σύγχρονης
κοινωνίας, στην οποία εκλείπει πλέον η αίσθηση της ασφάλειας και
η ιδέα της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, 16 αξίες στις οποίες η
δυτική κοινωνία είχε επενδύσει.
Ας παρατηρήσουμε την τελευταία μεγάλη υπόθεση των
Panama papers. Η δημοσιοποίηση των στοιχείων των ιδιοκτητών
εξωχώριων εταιριών έφερε σε δύσκολη θέση πολλές εταιρίες,
εύπορους πολίτες, διασημότητες, εγκληματίες, αλλά και αρχηγούς
κρατών και κυβερνήσεων. Πρόκειται για ακόμη μία λίστα προϊόν
«διαρροής πληροφοριών» και όχι καρπός έρευνας κάποιας αρμόδιας
αρχής. Το γεγονός καταδεικνύει την αδυναμία εθνικών και διεθνών
ελεγκτικών αρχών να διεισδύσουν στα άδυτα του οικονομικού
εγκλήματος. Ο Παναμάς είναι ένας μόνο από τους φορολογικούς
παραδείσους, που ευδοκιμούν στις εκούσια αφημένες γκρίζες ζώνες
της διεθνούς οικονομίας, ο οποίος επιβεβαιώνει ότι η οργανωμένη ή
η απλή εγκληματικότητα υποχρεωτικά καταλήγει στην οικονομική
εγκληματικότητα. Τα χρήματα που δεν μπορούν να διέλθουν
ευθέως από το τραπεζικό σύστημα, είναι χρήματα προερχόμενα
από παράνομες δράσεις κάθε είδους από τη φοροδιαφυγή έως το
εμπόριο όπλων, τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τα ναρκωτικά,
κέρδη από παιδική ή ανασφάλιστη εργασία, από παραβάσεις
των νόμων για το περιβάλλον κ.λ.π. Μόλις μετά τις τελευταίες
αποκαλύψεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προβεί σε προτάσεις για λήψη
post_5.html
16 Campesi G.(2003) Neoliberal and Neoconservative Discourses On
Crime and Punishment, Sortuz 3.
317
Ελένη Μιχαλοπούλου
Καταλήξεις
Το οικονομικό έγκλημα σήμερα προσφέρεται για την εφαρμογή της
πρότασης του Steven Box 17 να δημιουργηθεί και να σταθεροποιηθεί
ένα «δεύτερο μέτωπο» για την Κριτική Εγκληματολογία, στο οποίο
τα εγκλήματα των ισχυρών θεσμών και των προνομιούχων θα
τεθούν ως αντικείμενο μελέτης. Στόχος είναι να μην αφεθούν στην
μονοπωλιακή διαχείρισή τους από τη συμβατική εγκληματολογία
και το ποινικό σύστημα, με συνέπεια τη διαιώνιση του ταξισμού και
της ανισότητας, που βρίσκει γόνιμο έδαφος σε μία μεσοπρόθεσμη
αντιμετώπιση του «οικονομικού» εγκλήματος. Στο μέτωπο αυτό
318
Μία κριτική προσέγγιση του «οικονομικού» εγκλήματος
319
Κοινωνική ιεραρχία και φυλακή
321
Κοινωνική ιεραρχία και φυλακή
324
Άννα Κασάπογλου
σωφρονιστικό σύστημα δυσλειτουργεί, αλλά τους ίδιους δεν τους επηρεάζει αφού
εκτός φυλακής η ζωή τους θα συνεχιστεί. Θεωρούν πως έχουν πολλές προοπτικές
βγαίνοντας και δεν προβληματίζονται για την κοινωνική τους επανένταξη, αφού
θεωρούν πως είναι ήδη ενταγμένοι, όπως θεωρούν και τα πρόσωπα από το στενό
και ευρύτερο περιβάλλον τους. Για τους ίδιους οι πιθανότητες στιγματισμού
μειώνονται, και αν αλλάξει κάτι σε σχέση με αυτούς, θα είναι η σκληρότητα και η
επιφυλακτικότητα σε σχέση με την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους. Γενικά,
«αντιστέκονται» στην ταμπέλα του εγκληματία (Benson και Cullen 1988: 211).
Οι κρατούμενοι διαφέρουν στον τρόπο με τον οποίο προσαρμόζονται στη φυλακή
και η προσαρμογή αυτή εξαρτάται τόσο από τα προσωπικά τους αποθέματα (υγεία,
ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, αξίες κι εμπειρίες), όσο και από τα εξωτερικά
αποθέματα (κοινωνική και υλική υποστήριξη) (Wright 1991: 221). Οι συμμετέχοντες
στην έρευνα διαθέτουν και προσωπικά και εξωτερικά αποθέματα και συνολικά,
μάλιστα προκύπτει ότι οι κρατούμενοι του λευκού κολάρου διαθέτουν τα εφόδια
εκείνα ώστε να αντεπεξέλθουν και να προσαρμοστούν στον εγκλεισμό.
Εκείνα τα εφόδια τα οποία χρησιμοποιούν στην εκτός φυλακής ζωή τους,
προσωπική και επαγγελματική, τα ίδια χρησιμοποιούν και μέσα στη φυλακή κι έτσι
ο εγκλεισμός αποτελεί για τους ίδιους μια δυσάρεστη μεν εμπειρία, η οποία όμως
δεν τους καταβάλλει και οι συνέπειές της δεν είναι τόσο δυσμενείς όσο για τους
κρατουμένους του κοινού ποινικού δικαίου (Benson και Cullen 1988, Stadler κ.α.
2013).
2 Αποτίμηση των εγκληματολογικών προσεγγίσεων-Επίλογος Τα εγκλήματα των ισχυρών
αποτελούν μια σχετικά νέα κατηγορία εγκλημάτων, η οποία αναδείχτηκε από το κριτικό
πνεύμα που απορρέουν οι εγκληματολογικές θεωρίες της Κριτικής Εγκληματολογίας. Στα
εγκλήματα των ισχυρών εντάσσονται εγκληματικές συμπεριφορές που έως και τη δεκαετία
του 1970 δεν χαρακτηρίζονταν ως εγκλήματα, είτε χαρακτηρίζονταν αλλά η ποινική τους
απαξία ήταν ιδιαίτερα πενιχρή (Βιδάλη, 2019, σ.307). Οι θεωρητικές απόψεις πάνω στο θέμα
της εγκληματικότητας των ισχυρών που προαναφέρθηκαν εστιάζουν στην διαφοροποιημένη
μεταχείριση τους σε σχέση με τους εγκληματίες άλλων κοινωνικό-οικονομικών στρωμάτων.
Η διαφοροποιημένη αυτή μεταχείριση τείνει να υποβαθμίζει τη σοβαρότητα αυτών των
ισχυρών εγκληματιών, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να καταφέρει να την εκμηδενίσει. Το
οργανωμένο κράτος φέρεται με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, ότι διατηρεί μια διαλεκτική
σχέση με την παρανομία των ισχυρών (Βιδάλη, 2013, σ.184) Είτε με την επιτρεπτικότητα,
είτε με την αδυναμία καταστολής τους. Σε αυτό μας παραπέμπει και η λεγόμενη “γκρίζα”
εγκληματικότητα που παραμένει στο μεγαλύτερο μέρος της αόρατη. Η νόμιμη οικονομία
είναι λιγότερο ή περισσότερο συνδεδεμένη με την παράνομη οικονομία, τα νήματα της
οποίας κινούν επί το πλείστον 326
ισχυροί κοινωνικόοικονομικοί παράγοντες παγκόσμια. Το
οικονομικό έγκλημα των ισχυρών είναι τελικά μια κατασκευή κοινωνική. Αυτό συμβαίνει,
γιατί η οργανωμένη κοινωνία δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη διατήρηση και την ευνοϊκή
μεταχείριση ανάλογων εγκλημάτων, συχνά από άγνοια για το μέγεθος της βλάβης που
προκαλείται (Καρύδης&Βασιλαντωνοπούλου, 2014). Εξελικτικά, η ποινική μεταχείριση των
εγκλημάτων των ισχυρών φαίνεται να μεταβαίνει σε μια τυποποίηση που εμφανίζει έτσι
δειλά σημάδια διαχείρισης του φαινομένου. Σε αυτό συνετέλεσε και η αποκάλυψη πολλών
υποθέσεων που είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια (Βιδάλη, 2013β, σ.70).
Μια σημαντική εξέλιξη στην κινητοποίηση για διασπάθιση της εγκληματικότητας των
ισχυρών είναι η τροποποίηση της ποινικής νομοθεσίας για την καταγγελία μαρτύρων σε
ανάλογες υποθέσεις (Κωνσταντινίδης, 2019, σ.241). Αποτελεί μια ώθηση, ώστε η κοινωνία
να διαμορφώσει υπεύθυνα και ώριμα το αίτημα της για πάταξη του φαινομένου μέσω
καταγγελιών. «Κατσιφού Φωτεινή», «Θεωρία και πράξη και εγκλήματα των ισχυρών.
Κοινωνική Κατασκευή του Εγκλήματος» Πτυχιακή / Διπλωματική Εργασία 59 Ένα μεγάλο
πρόβλημα για την αντιμετώπιση των εγκλημάτων των ισχυρών αποτελεί η διαφθορά. Ενώ η
ίδια διαφεύγει ορισμού, αποδεικνύεται μέσα από τις εγκληματικές πράξεις που τη
χαρακτηρίζουν (Ράικος, 2006). Τα εγκλήματα των ισχυρών αποσκοπούν στην ενίσχυση της
εξουσίας τους. Αυτή η επιδίωξη φαίνεται ως ένα ισχυρό κίνητρο που κινεί και θρέφει το
φαινόμενο αυτό. Η υψηλή κοινωνική θέση δίνει τη δυνατότητα στα άτομα να έχουν
πρόσβαση στα θεσμικά μέσα (Βασιλαντωνοπούλου, 2014, σ.88). Σε περιπτώσεις πολιτική
διαφθοράς είναι εμφανές ότι η κοινωνική θέση παίζει καθοριστικό ρόλο γιατί διαφοροποιεί
και τις ευκαιρίες. Η συγκάλυψη των οικονομικών εγκλημάτων των ισχυρών υποβοηθάται από
τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Το απόρρητο των οικονομικών συναλλαγών ευνοεί τις
συνθήκες για την τέλεση τους και παρέχει ψυχολογική ασφάλεια ότι αυτά τα εγκλήματα δεν
θα αποκαλυφθούν (Falziani&Minguzzi, 2015). Για την ποινική διαδικασία, τα εγκλήματα των
ισχυρών αποτελούν ένα φλέγον θέμα. Η νομοθέτηση και η εφαρμογή της ποινικής
δικαιοσύνης στην εγκληματικότητα αυτής της μορφής προσκρούει σε εμπόδια. Η
περιπλοκότητα στη διαλεύκανση και τον εντοπισμό τους, αλλά και η ποινική μεταχείριση που
τους αρμόζει παρεμποδίζεται από διάφορες ηθικές, νομικές και κοινωνικές παραμέτρους, οι
οποίες επηρεάζουν τους εφαρμοστές του νόμου (Καρύδης, 2010, σ.206). Για την πρόληψη,
την αποτροπή και την καταστολή της εγκληματικότητας των ισχυρών έχουν εμπλακεί
οργανισμοί και θεσμοί, οι οποίοι προσπαθούν να ελέγξουν το φαινόμενο αυτό. Η
αντεγκληματική πολιτική λειτουργεί ως μια προστατευτική ασπίδα ενάντια στην εγκληματική
δράση των ισχυρών τα τελευταία χρόνια (Βιδάλη, 2017). Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται
και η ενίσχυση της εκπαίδευσης ειδικών επιστημόνων που εξειδικεύονται στην
εγκληματολογική επιστήμη με έμφαση τα οικονομικά εγκλήματα. Ένα ανάλογο παράδειγμα
αποτελεί το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών “Εγκληματολογικές και ποινικές
προσεγγίσεις του οικονομικού και οργανωμένου εγκλήματος” του Ε.Α.Π, το οποίο έρχεται να
καλύψει την ανάγκη για ειδικό καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό στο πεδίο αυτό. Από
όσα αναφέρθηκαν, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι το σύστημα των φορέων ελέγχου
(όπως οι Ανεξάρτητες αρχές) οικονομικής εγκληματικότητας επιδέχεται ίσως αλλαγές και
τροποποιήσεις, ώστε να γίνει πιο ευέλικτο και λειτουργικό. Η δημιουργία και η ενίσχυση
ελεγκτικών μηχανισμών που θα ασχολείται κατεξοχήν με την οικονομική εγκληματικότητα,
οι οποίοι θα είναι πλαισιωμένοι από επιστημονικό προσωπικό υψηλής κατάρτισης ίσως
αποτελούν μια λύση για το μέλλον της πάταξης του φαινομένου. Μια άλλη προσέγγιση του
«Κατσιφού Φωτεινή», «Θεωρία και πράξη και εγκλήματα των ισχυρών. Κοινωνική
Κατασκευή του Εγκλήματος» Πτυχιακή / Διπλωματική Εργασία 60 ζητήματος της
εγκληματικότητας των ισχυρών, θα μπορούσε να είναι η εφαρμογή προληπτικών μέτρων για
την αποφυγή της διάπραξης των εγκλημάτων αυτών. Για παράδειγμα, μια σχετικά επιτυχής
προληπτική αντιμετώπιση του εγκλήματος, θα μπορούσε να αποτελέσει η χρηματοδότηση
των κομμάτων. Δίνοντας βαρύτητα στη διαφάνεια, εξασφαλίζεται σε κάποιο βαθμό η
αποφυγή του εγκλήματος εξαρχής. Όλα τα παραπάνω αποτελούν διαπίστωση που οδηγούν
στο συμπέρασμα ότι, η εγκληματικότητα αυτή αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή. Παρόλο
που η προβληματική γύρω από την προέλευση και την αιτιολόγηση της εγκληματικότητας
των ισχυρών βρίσκεται σε μια συνεχή προσπάθεια για την εξήγηση και οριοθέτηση του όρου,
327
φαίνεται ότι πίσω από κάθε αναζήτηση κρύβονται οι κοινωνικές ανισότητες. Αυτές θα
μπορούσαν να θεωρηθούν και ως παράγοντες εγκληματογένεσης στην καπιταλιστική
κοινωνία. Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο Marx, το έγκλημα είναι αναπόσπαστος παράγοντας
που συμβάλλει στην λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος παγκοσμίως. Ο εγκληματίας
δεν παράγει μόνο εγκλήματα, αλλά ποινικό δίκαιο, θέσεις εκπαίδευσης σχετικές με αυτό,
θέσεις εργασίας σε σώματα ασφαλείας, δικαιοσύνης, τέχνη, λογοτεχνία και πολλά ακόμα. Το
“Ακαθάριστο Εγκληματικό Προϊόν” αποτελεί μια κινητήρια δύναμη που κινεί επομένως την
καπιταλιστική μηχανή (Marx, 2011). Τα εγκλήματα των ισχυρών πιο ειδικά, προπορεύονται
και θα προπορεύονται πάντα της νομοθετικής και ποινικής αντιμετώπισης τους
λειτουργώντας αέναα ως ένα σπειροειδές συνεχές