ο ρατακος

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 1

χωριάτισσα ανέβηκε τα τρία σκαλοπατάκια προς την πόρτα του ράφτη

λαχανιασμένη. Ο ραφτάκος ζήτησε να δει το σύνολο της πραμάτειας και άνοιξε


τα καπάκια από όλες τις κατσαρόλες που κουβαλούσε η γυναίκα. Έλεγξε μία
προς μία της κατσαρόλες, τις σήκωσε ως την μύτη του, τις μύρισε ώσπου
κατέληξε: «Η μαρμελάδα σας μου φαίνεται καλή, βάλτε μου 80 γραμμάρια. Ακόμα
και ένα δέκατο του κιλού να μου βάλετε δεν θα με πειράξει καθόλου!»
Η αγρότισσα είχε ελπίσει ότι θα έκανε μια καλή πώληση. Έτσι έδωσε στον
ραφτάκο την μαρμελάδα που ζήτησε, δεν έκρυψε όμως την δυσφορία της και
έφυγε μουρμουρίζοντας. «Αυτή η μαρμελάδα θα πρέπει να είναι ευλογημένη από
τον Θεό» φώναξε περίχαρος ο ραφτάκος «θα μου δώσει δύναμη και υγεία».
Πετάχτηκε στο ντουλάπι, έβγαλε το ψωμί, έκοψε μια μεγάλη φέτα την οποία
και επάλειψε με την μαρμελάδα την οποία είχε μόλις αγοράσει. «Δεν θα είναι
κακή» μονολόγησε «αλλά πρώτα θα τελειώσω το γιλέκο που ράβω πριν ρίξω την
πρώτη δαγκωνιά

You might also like