Δηλώνει το πρόσωπο που χαρακτηρίζεται από μια ιδιότητα ή που έχει μια συγκεκριμένη ηλικία: (πείσμα) πεισματάρης - πεισματάρα - πεισματάρικο & (πενήντα) πεντηντάρης - πενηντάρα.
-άτος -άτη -άτο
● Δηλώνει ότι το φαγητό ή το γλυκό που προσδιορίζει το επίθετο παρασκευάστηκε από κάποιο υλικό: (κρασί) κρασάτος ● Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο έχει ορισμένα χαρακτηριστικά: (μούσι) μουσάτος.
-ένιος -ένια -ένιο
Δηλώνει ύλη ή χρώμα: (ασήμι) ασημένιος, (τριαντάφυλλο) τριανταφυλλένιος.
-ερός -ερή -ερό
Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο έχει έντονα ορισμένα στοιχεία: (βροχή) βροχερός, (τύχη) τυχερός.
-ής -ιά -ί Δηλώνει χρώμα: (βύσσινο) βυσσινής
-ιαίος -ιαία -ιαίο
● Δηλώνει διάρκεια ή ό,τι εμφανίζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα: (εβδομάδα) εβδομαδιαίος ● Δηλώνει μέγεθος ή ποσότητα: (γίγαντας) γιγαντιαίος ● Δηλώνει τρόπο: (αστραπή) αστραπιαίος
-ιακός -ιακή -ιακό & -ακός -ακή -ακό
● Δηλώνει ότι κάτι προέρχεται από έναν τόπο ή ανήκει σε αυτόν:(Kόρινθος - Kορίνθιος) κορινθιακός
● Δηλώνει ότι κάτι έχει ορισμένα χαρακτηριστικά: (ναυτιλία) ναυτιλιακός
-ιανός -ιανή -ιανό
● Δηλώνει χρόνο ή τόπο: (άκρη) ακριανός, (μεσημέρι) μεσημεριανός ● Δηλώνει προέλευση: (Πάρος) παριανός
-ιάρης -ιάρα -ιάρικο
Δηλώνει ιδιότητα, εμφάνιση ή συμπεριφορά (για έντονη ιδιότητα):(σπυρί) σπυριάρης
-ιάτικος -ιάτικη -ιάτικο
Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο έχει ορισμένα στοιχεία ή ιδιότητες:(Xριστούγεννα) χριστουγεννιάτικος, (γαμπρός) γαμπριάτικος.
-ιδερός -ιδερή -ιδερό
Δηλώνει δηλώνει χρώμα παραπλήσιο με αυτό που εκφράζει η πρωτότυπη λέξη: (μαύρος) μαυριδερός.
-ίδικος -ίδικη -ίδικο
Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο έχει ορισμένα χαρακτηριστικά:(φιγουρατζής)
-ικος -ικη (& -ικια), -ικο
● Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο έχει ορισμένα χαρακτηριστικά: (γέρος) γέρικος ● Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο προέρχεται από κάποιον τόπο, πόλη, περιοχή ή γενικά από ένα σύνολο ανθρώπων: (Τούρκος) τούρκικος || το ουδέτερο στον πληθυντικό δηλώνει γλώσσα (τουρκικά).
-ικός -ική -ικό
● Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο ανήκει ή αναφέρεται σε κάτι, έχει ορισμένα χαρακτηριστικά ή ιδιότητες: (δημοκρατία) δημοκρατικός. ● Δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζει το επίθετο προέρχεται από κάποιον τόπο, πόλη, περιοχή ή γενικά ένα σύνολο ανθρώπων: (Γάλλος) γαλλικός || το θηλυκό στον ενικό και το ουδέτερο στον πληθυντικό δηλώνουν γλώσσα (Γαλλική, γαλλικά).
-ινος -ινη -ινο
Δηλώνει ύλη από την οποία είναι φτιαγμένο ή προέρχεται κάτι: (βελούδο) βελούδινος