Professional Documents
Culture Documents
13 12 43 Αποχαιρετισμός Ελύτης
13 12 43 Αποχαιρετισμός Ελύτης
Ερωτήσεις-Απαντήσεις:
Χώρος: Πάνω στην … 13-12-43, χώρος μαρτυρίου, ελεεινό κενοτάφιο. Ο χώρος δεν
κατονομάζεται από τον αφηγητή, αλλά τον συμπεραίνουμε από τα συμφραζόμενα
(τόπος ομαδικής εκτελέσεως, τόπος μαρτυρίου, τόπος ομαδικής ταφής, μαστόροι
Καλαβρυτινοί, το ιστορικό της εκτελέσεως 1200 ανθρώπων, την ημερομηνία 13-12-43) και
από εξωκειμενικά στοιχεία, όπως είναι φωτογραφία του χώρου, της πλαγιάς στην οποία
«είναι σχηματισμένη με άσπρες, πάλι, πέτρες η ημερομηνία: 13-12-43».
2. Αφηγηματικές τεχνικές
• Πρωτοπρόσωπη αφήγηση – α’ ενικό πρόσωπο («φτάνω στο σημείο…») → Η
πρωτοπρόσωπη αφήγηση προσδίδει βιωματικότητα, εξομολογητική διάθεση,
αμεσότητα.
• Πρωτοπρόσωπη αφήγηση – α’ πληθυντικό πρόσωπο → Συναισθηματική ταύτιση του
αφηγητή με τα αδέλφια του αγοριού.
• Ομοδιηγητικός αφηγητής, εσωτερική εστίαση. Τα συναισθήματα παρουσιάζονται με
ένταση και βάθος μέσω της αφήγησης, της συνειρμικής αφήγησης, των σχολίων, της
περιγραφής, του μονολόγου.
3. Στο κείμενο υπάρχουν δύο αντιθετικές σκηνικές ενότητες με βάση τις οποίες
δομείται το πεζογράφημα. Να τις εντοπίσετε και να εξηγήσετε.
Α΄ ενότητα:
«Φτάνω … καλύτερο από τ’ άλλα»: Η επίσκεψη του αφηγητή στα Καλάβρυτα και η
ανακομιδή των οστών του δεκαεξάχρονου θύματος των Γερμανών (ιερότητα χώρου,
σεβασμός, θρήνος).
Στην 1η ενότητα η ατμόσφαιρα είναι ιερή, υπάρχει σιγή, δέος, συγκίνηση. Είναι ένας χώρος
μαρτυρίου που επιβάλλει ένα είδος ευλαβικής σιωπής. Εδώ υπάρχουν οι αγωνιστές, οι
ιδεολόγοι, ο ιερός χώρος και οι ηθικές αξίες.
Β΄ ενότητα:
«Όμως ένα μπουλούκι … υποκείμενα»: Η τυπική επίσκεψη μιας ομάδας εκδρομέων και η
ανάρμοστη στάση τους (τυπικότητα, ασέβεια, ιεροσυλία). Είναι η βέβηλη, η ιερόσυλη
επιδρομή, οι βολεμένοι, οι δουλοπρεπείς και οι υλικές αξίες.
Η ευχή του συγγραφέα αναφέρεται στο παρελθόν, άρα είναι ανεκπλήρωτη. Ο συγγραφέας
εύχεται να μην είχε βρεθεί ποτέ σ' εκείνο τον τόπο γιατί βίωσε μια έντονη ψυχική
αναστάτωση. Με το να τοποθετεί την ευχή στην αρχή του πεζογραφήματος προκαταβάλλει
τον αναγνώστη. Το γεγονός ότι θα ήθελε να μην είχε αποκτήσει την τραυματική εμπειρία
που έχει καταγραφεί στην ψυχή του, μας οδηγεί από την αρχή στο συμπέρασμα ότι
προτίθεται να μας κάνει κοινωνούς των οδυνηρών αυτών εντυπώσεων. Έτσι, με την
αφηγηματική αυτή "πρόληψη" μας προετοιμάζει ψυχολογικά ώστε να δεχτούμε με τον
ανάλογο ψυχολογικό εξοπλισμό τα τραγικά γεγονότα που θα μας αφηγηθεί. Ίσως, μας
παραξενεύει ως αναγνώστες η ευχή του συγγραφέα να μην είχε παρευρεθεί στη σκηνή της
εκταφής. Θα περιμέναμε, ενδεχομένως, να θεωρούσε αγαθή τύχη τη σύμπτωση αυτή, αφού
του δόθηκε η ευκαιρία να τιμήσει με τον πιο έντονο και δραματικό τρόπο τα θύματα. Με την
ευχή του είναι σαν να ταυτίζεται με τους λιπόψυχους και αδιάφορους επισκέπτες που
απέστρεψαν το πρόσωπό τους από το σημάδι της χαριστικής βολής νεκρό κρανίο. Στην
πραγματικότητα εύχεται να μην είχε γίνει μάρτυρας της προσβλητικής στάσης των
τουριστών.
[…]
Ι. Μονάχα όταν βρέθηκε το κρανίο, άκουσα τον αδελφό να λέει βραχνά: η χαριστική βολή.
Ήταν μια μικρή τρύπα λίγο πιο πάνω απ’ το μέτωπο. Είχα γίνει πια ένα με το χώμα, έτσι
ένιωθα. Τώρα σκέφτομαι πως έπρεπε να προσκυνήσω, αν και είμαι τόσο ανάξιος. Κοίταζα
συνεχώς ένα βραχάκι κοντά μου και τις λειχήνες του. Αυτό σίγουρα θα ήταν και τότε εδώ,
και το παιδί θα το είδε· ίσως και να το ζήλεψε. Μπορεί να ήταν και κείνο το αρκετά μεγάλο
δέντρο, αν και δεν αποκλείεται να έχει μεγαλώσει πιο γρήγορα, εφόσον βρήκε άφθονο
λίπασμα από τόσο αίμα και τόσες εκατοντάδες κορμιά. Καλά θα ήταν να μπορούσε να
μεταμορφώνεται ο άνθρωπος, όταν πέφτει σε μεγάλο κίνδυνο, ή ν’ ανοίγει η γη και να τον
κρύβει. Εγώ τουλάχιστο έτσι παρακαλούσα, όταν βρέθηκα σε κάτι τιποτένιους κινδύνους,
που είναι ντροπή και να τους σκέφτομαι ακόμα. Πάντως, θυμούμαι πως εκείνες τις στιγμές
λάτρευα και πρόσεχα, όσο ποτέ, τα άψυχα, αλλά και τα έντομα και τα φυτά και τα πουλιά.
Σ’ αυτό ακριβώς στηρίζομαι και πιστεύω πως έτσι θα’ νιωσε κι αυτός εκείνη την ώρα.
Εξάλλου ήταν της ηλικίας μου. Δεν είναι δυνατό να διαφέρω και τόσο πολύ από τους άλλους.
Άνθρωπος είμαι και εγώ. Κι όμως η κάποια διαφορά είναι που με καίει.
[…]
ΙΙ. Όμως ένα μπουλούκι εντόπιοι τουρίστες φάνηκε να μπαίνει μέσα στον ιερό περίβολο.
Στάθηκαν γύρω απ’ το ελεεινό για μια τέτοια θυσία κενοτάφιο. Φαίνονταν απ’ τους
μορφωμένους και δεν μπορώ να πω πως η στάση τους δεν ήταν σεμνή. Κατέθεσαν μάλιστα
ένα καλοκαμωμένο δάφνινο στεφάνι και κατόπι κράτησαν ένα λεπτό σιγή. Κάποιος τους
άρχισε να διαβάζει από ένα χαρτί το ιστορικό της εκτελέσεως των 1200 ανθρώπων. Ήταν
τόσο ψυχρή η περιγραφή, ώστε αμέσως υπέθεσα πως σίγουρα θα τα είχε ξεσηκώσει απ’ την
τελευταία εγκυκλοπαίδεια. Ύστερα σκόρπισαν μιλώντας δυνατά ή χαχανίζοντας. Πολλοί
ήρθαν τριγύρω μας. Και φυσικά αμέσως άρχισαν τις ερωτήσεις, ιδίως οι γυναίκες. Το
παλικάρι με την αξίνα απαντούσε, πιέζοντας ολοφάνερα τον εαυτό του. Φαινόταν καθαρά
πως θεωρούσαν σχεδόν ευτυχία τους και σπουδαίο συμπλήρωμα στις συγκινήσεις της
εκδρομής την ανακομιδή, που πέτυχαν πάνω στην ώρα.
[…]
ΙΙΙ. Έμεινα ξοπίσω και με πήρε το παράπονο. Δεν ήμουν γνωστός τους ή συγγενής τους για
να με πάρουν μαζί τους, όπως θα ήθελα. Εγώ τα’ χω καταφέρει να χωρώ και να ταιριάζω
μονάχα με κάτι τέτοιους σαν αυτούς του πούλμαν. Γι’ αυτό ξεκίνησα για το πιο λαϊκό
καφενείο, και στο δρόμο συνέχεια έλεγα: Θεέ μου, μη μ’ αφήνεις ούτε καλημέρα να’ χω πια
με τέτοια, δήθεν εξευγενισμένα, υποκείμενα.
Ερωτήσεις:
Θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο σε σχέση με το παιδί που αγωνίστηκε, αντιστάθηκε και
σκοτώθηκε. Νιώθει ντροπή.
Νιώθει ντροπή και ταπείνωση (δηλώνει πως ένιωθε να γίνεται ένα με το χώμα).
Συμπάσχει με τα δύο αδέλφια και συγκλονίζεται από την όλη σκηνή της ανακομιδής.
Νιώθει συγκίνηση και δέος (συναισθήματα που γεννιούνται από τη σκηνή της
ανακομιδής).
Νιώθει ντροπή και παρακαλεί να ανοίξει η γη και να τον κρύψει γιατί, συγκρίνοντας τη
στάση που ο ίδιος τήρησε σε πολύ μικρότερους κινδύνους, σε σχέση με το παιδί, δεν έδειξε
το ανάλογο ανάστημα.
Nιώθει θαυμασμό για το παιδί που ήταν τότε συνομήλικό του και ενώ και οι δύο
αγαπούσαν τη ζωή, εκείνος έγινε ήρωας με τη θυσία του.
Νιώθει ενοχή γιατί ο ίδιος ζει και έμεινε ένας συνηθισμένος άνθρωπος που δεν
θυσιάστηκε, ενώ το παιδί μαρτύρησε.
β) Το κείμενο κινείται σε δύο χρονικά επίπεδα. Ποια είναι αυτά και με ποια γεγονότα
συνδέονται;
Παρελθόν 1943
Γερμανική κατοχή στην Ελλάδα και ομαδική εκτέλεση Ελλήνων στα Καλάβρυτα
Παρόν 1963
Γ. Ιωάννου, +13-12-43
Τότε που πρωτοζύγωσα, το σκάψιμο με την αξίνα είχε προχωρήσει. Εξάλλου δεν τον είχαν
θαμμένο καθόλου βαθιά. Μάλλον γυναίκες θα είχαν φροντίσει για την ταφή του. Σε λίγο,
ένα ένα, άρχισαν να ξεφυτρώνουν τα κόκαλα. ΄Ηταν κατακίτρινα, με λίγο καστανό χώμα
κολλημένο πάνω τους. Η γυναίκα, μ’ ένα τσεμπέρι στο κεφάλι, σχεδόν γονατιστή, αφού τα
ξέπλενε λίγο με κόκκινο κρασί, τ’ αράδιαζε ευλαβικά μέσα σε μια κάσα χαρτονένια, απ’
αυτές της αμερικάνικης βοήθειας. Σε όλα αυτά δεν υπήρχε τίποτα το αηδιαστικό ή το
τρομαχτικό. ΄Αλλωστε το παιδάκι ήταν δεκάξι χρονών όταν μαρτύρησε. Και πιστεύω, χωρίς
αμφιβολία, πως θα έχει αγιάσει. Στο χώμα δίπλα ήταν μπηγμένο ένα κερί και στο θυμιατό
σιγόκαιγε θυμίαμα. Ευωδίαζε όλος ο τόπος. Λέξη δεν έλεγαν, ούτε ακουγόταν κλάμα.
Καταλάβαινα πως τα μάτια τους τρέχαν, γι’ αυτό έσκυψα το κεφάλι μου προς το χορτάρι και
δεν προσπαθούσα ούτε τολμούσα να τους κοιτάξω. Πολύ ήταν και που με άφηναν κοντά
τους μια τέτοια ώρα. Μονάχα όταν βρέθηκε το κρανίο, άκουσα τον αδελφό να λέει βραχνά:
η χαριστική βολή. ΄Ηταν μια μικρή τρύπα λίγο πιο πάνω απ’ το μέτωπο.
Είχα γίνει πια ένα με το χώμα, έτσι ένιωθα. Τώρα σκέφτομαι πως έπρεπε να προσκυνήσω,
αν και είμαι τόσο ανάξιος. Κοίταζα συνεχώς ένα βραχάκι κοντά μου και τις λειχήνες του.
Αυτό σίγουρα θα ήταν και τότε εδώ, και το παιδί θα το είδε· ίσως και να το ζήλεψε. Μπορεί
να ήταν και κείνο το αρκετά μεγάλο δέντρο, αν και δεν αποκλείεται να έχει μεγαλώσει πιο
γρήγορα, εφόσον βρήκε άφθονο λίπασμα από τόσο αίμα και τόσες εκατοντάδες κορμιά.
Καλά θα ήταν να μπορούσε να μεταμορφώνεται ο άνθρωπος, όταν πέφτει σε μεγάλο
κίνδυνο, ή ν’ ανοίγει η γη και να τον κρύβει. Εγώ τουλάχιστο έτσι παρακαλούσα, όταν
βρέθηκα σε κάτι τιποτένιους κινδύνους, που είναι ντροπή και να τους σκέφτομαι ακόμα.
Πάντως θυμούμαι πως εκείνες τις στιγμές λάτρευα και πρόσεχα, όσο ποτέ, τα άψυχα, αλλά
και τα έντομα και τα φυτά και τα πουλιά. Σ’ αυτό ακριβώς στηρίζομαι και πιστεύω πως τσι
θα ’νιωσε κι αυτός εκείνη την ώρα. Εξάλλου ήταν της ηλικίας μου. Δεν ήταν δυνατό να
διαφέρω και τόσο πολύ απ’ τους άλλους. ΄Ανθρωπος είμαι και εγώ. Κι όμως η κάποια
διαφορά είναι που με καίει.
Ερώτηση Δ1:
(α) Στο πιο πάνω απόσπασμα ο αφηγητής πιστεύει πως το δεκαεξάχρονο παιδί «έχει
αγιάσει». Ποια στοιχεία του αποσπάσματος επιβεβαιώνουν την πεποίθησή του αυτή;
- Τ΄ αράδιαζε ευλαβικά
- Στο χώμα δίπλα ήταν μπηγμένο ένα κερί και στο θυμιατό σιγόκαιγε θυμίαμα
- Το κρανίο
- ΄Επρεπε να προσκυνήσω
(β) Με ποια συμπεριφορά και ποιες σκέψεις ο αφηγητής υποδηλώνει τη δική του αναξιότητα
απέναντι στο παιδί;
Ο αφηγητής υποδηλώνει τη δική του αναξιότητα μπροστά στο παιδί με τις εξής αναφορές:
- ΄Εσκυψα το κεφάλι μου προς το χορτάρι και δεν προσπαθούσα, ούτε τολμούσα να τους
κοιτάξω
- Πολύ ήταν και που με άφηναν κοντά τους μια τέτοια ώρα
- Βρέθηκα σε κάτι τιποτένιους κινδύνους, που είναι ντροπή και να τους σκέφτομαι ακόμα
(α) Στο πιο πάνω απόσπασμα υπάρχουν αισιόδοξα μηνύματα. Να τα επισημάνετε και
να τα αναλύσετε με συντομία.
Στο δ΄ άσμα από το ΄Αξιον Εστί του Ελύτη εντοπίζουμε τα αισιόδοξα μηνύματα στα πιο κάτω
σημεία:
- στη δεύτερη και τρίτη στροφή ο ποιητής προφητεύει ότι, όπως η σταυρωμένη θεότητα
(πάθος) αναστήθηκε έτσι και η σταυρωμένη Ελλάδα (πόλεμος, πείνα, κατοχή) θα αναστηθεί
– απελευθερωθεί.
Μέσα από το σκοτάδι των παθών θα λάμψει το ζωηφόρο φως της Ανάστασης – Ελευθερίας.
Το ποίημα γεννημένο απ’ την επώδυνη εμπειρία της γερμανικής κατοχής, αποδίδει την
απόγνωση των Ελλήνων μπροστά στη φονική δράση των Γερμανών, στην πείνα που θέριζε
κατά χιλιάδες τους πολίτες και στην αδυναμία ουσιαστικής αντίδρασης. Στις δραματικές
αυτές στιγμές για το ελληνικό έθνος καθίσταται σαφές πως οι άνθρωποι οφείλουν να
δράσουν συλλογικά, αποδεχόμενοι πως η ατομική δράση δεν επαρκεί και πως το βίωμα του
πολέμου είναι καθολικό. Μια κοινή εμπειρία που καλεί τους πολίτες να ενωθούν, για να
αντιμετωπίσουν μαζί τον πόνο και να δώσουν μαζί το σημαντικότερο αγώνα της ζωής τους.
Η αγωνιστική διάθεση πάντως του ποιήματος και η απουσία συγκεκριμένων αναφορών, το
αποδεσμεύουν απ’ τη δεδομένη ιστορική περίοδο και το καθιστούν διαχρονικό σύμβολο
ελπίδας για τον πολύπαθο ελληνισμό.
Στο ποίημα υπάρχουν σύμβολα. Να τα εντοπίσετε και να τα εξηγήσετε.
Ο Ήλιος συμβολίζει την ελευθερία, την ανάσταση, τη δικαιοσύνη και τον αγώνα για την
κατάκτησή τους.
Ερωτήσεις
Το χελιδόνι συμβολίζει την ελπίδα για μια μεταφορική Άνοιξη. Λίγες είναι οι ελπίδες («ένα
το χελιδόνι») και η ανάσταση της Ελλάδας από τα πάθη της: η απελευθέρωση της από τη
γερμανική κατοχή («κι η Άνοιξη») αργεί να εμφανισθεί («είναι ακριβή»).
Ο ήλιος είναι πηγή ζωής, σύμβολο του πνεύματος και της δικαιοσύνης. Θέλει βοήθεια για να
γυρίσει η «ρόδα» του. Χρειάζεται εντατική και επίπονη προσπάθεια όλων για να κερδίσει το
καλό τη μάχη εναντίον του κακού.
Χρειάζεται τις σάρκες χιλιάδων νεκρών στους τροχούς του άρματος του ήλιου της
ελευθερίας.
2. Με ποιο ιστορικό γεγονός συνδέεται η όλη ποιητική αφήγηση, πώς συνδέεται με τον
Χριστιανισμό και ποιο μήνυμα μεταδίδει;
Στη β’ στροφή προφητεύεται η Ανάσταση. Η άνοιξη είναι φυλακισμένη στη γη, είναι ο ίδιος
ο ενταφιασμένος Χριστός. Μέσα στα έγκατα της γης ετοιμάζεται η νέα ανθοφορία. Ο Θεός
των Παθών αποφασίζει την Ανάσταση. Στη β’ στροφή ο ποιητής μιλά μεταφορικά,
χρησιμοποιώντας την ιδέα και το σύμβολο της Ορθοδοξίας.
Το μήνυμα είναι αισιόδοξο → Όπως ο Χριστός που έκανε τόσα καλά στους ανθρώπους
σταυρώθηκε άδικα και μετά αναστήθηκε, έτσι και η «σταυρωμένη Ελλάδα» που έκανε τόσα
καλά στην ανθρωπότητα, θα αναστηθεί. Θα νικήσει η ελευθερία και η δικαιοσύνη.
Σύμβολα:
4. Να εντοπίσετε στο άσμα δ΄ τις λέξεις που παραπέμπουν στο αντιθετικό σχήμα φως-
σκοτάδι, και να ερμηνεύσετε τη σημασία αυτής της αντίθεσης.
Η μνήμη της σοφίας και της γνώσης περνά στην ψυχή του Έθνους για να τη γονιμοποιήσει
με φως που δαγκώνει το σκοτάδι, που αστραπιαία θα φωτίσει το μυαλό των Ελλήνων, όπως
αστραπιαία δαγκώνει το θήραμα της η αράχνη και το εγκλωβίζει στον ιστό της.
Το φως της δικαιοσύνης νικά το σκοτάδι, με αποτέλεσμα η ηθική τάξη να αποκαθίσταται και
η Ελλάδα να δικαιώνεται.
5. Να σχολιάσετε την αλλαγή στα ρήματα της επωδού στο άσμα δ’ (έχτισες-θεμέλιωσες,
έκλεισες, έζωσες).
Στην α’ επωδό:
«Μ’ έχτισες μέσα στα βουνά» → δηλώνει συμβολικά το τοπία της ελληνικής μοίρας. Δηλώνει
την ώρα που ο Ελύτης βρίσκεται στα βουνά της Ηπείρου, όπου πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο.
«Μ’ έκλεισες μες στη θάλασσα» → Δηλώνει ότι ο Θεός-Δημιουργός περιέβαλε την Ελλάδα
με θάλασσα. Η θάλασσα επηρέασε τον Ελύτη και τον ενέπνευσε να γράφει τα ποιήματά
του.
Στη γ΄ επωδό:
Το παράπονο που είχε ο Ελύτης στην α’ επωδό γίνεται τώρα περηφάνια. Ο Ελύτης νιώθει
αγκαλιασμένος από την Ελλάδα και περήφανος που πολεμά για την Ελευθερία.
Παρουσιάζεται η ομορφιά της Ελλάδας.
Αποχαιρετισμός, Γιάννης Ρίτσος
Χωροχρονικό Πλαίσιο:
Αφηγηματικοί τρόποι:
Χρήση προσωπείου:
Ποιητικό υποκείμενο είναι ο Γρηγόρης Αυξεντίου. Ουσιαστικά, όμως πίσω του κρύβεται ο
ίδιος ο ποιητής που εκφράζει τις σκέψεις του για τον θάνατο, τον αγώνα, την πατρίδα και
την ελευθερία. Σκοπός της χρήσης του προσωπείου είναι να έχουμε αληθοφάνεια στον λόγο
και αντικειμενικότητα.
Στοιχεία θεατρικότητας:
• Χρόνος → Κυριακή, 3 Μαρτίου 1957, λίγες ώρες πριν την ηρωική θυσία
• Χώρος → κρησφύγετο (Έτσι βρέθηκα σε τούτη τη σπηλιά), καλύβα (σταμάτησα τ’
αμάξι μπροστά σε μια καλύβα)
• Τα πρόσωπα → Γρηγόρης Αυξεντίου, μαυροφορεμένη γριά.
Εκφραστικά μέσα:
«σαν τιμή και σα χρέος για τους άλλους»: ο ηρωισμός του Αυξεντίου φαίνεται από το ότι
διαλέγει το θάνατο γιατί θεωρεί ότι έτσι πρέπει, είναι ένα χρέος πέρα από τον εαυτό του,
είναι προς τους άλλους. Αυτή η σκέψη για τους άλλους μεγαλώνει την αξία της θυσίας του.
«Όποιος μπορεί να νικήσει μια στιγμή τη ζωή του νικάει και το θάνατο»: όταν ο
άνθρωπος γίνει ηθικά ελεύθερος και νικήσει τους πειρασμούς της ζωής τότε
απελευθερώνεται και από το φόβο του θανάτου. Φοβάσαι το θάνατο γιατί αγαπάς τη ζωή
και δεσμεύεσαι από αυτήν.
«Τα πάντα είναι ανύπαρκτα πριν τα σκεφτείς και πριν τα πράξεις»: ο ήρωας εδώ λέει ότι
η σκέψη μόνο για θυσία χωρίς την έμπρακτη υλοποίηση δεν είναι επαρκής αλλά και η πράξη
που δεν είναι αποτέλεσμα ενσυνείδητης επιλογής, είναι μια ενστικτώδης επιπόλαιη πράξη.
Αυτό που απαιτείται είναι και τα δύο (σκέψη ενσυνείδητη απόφαση-πράξη)
«Και σεις αδέλφια μου πολύ με βοηθήσατε»: στον υπεράνθρωπο αγώνα του ο ήρωας
αισθάνεται θερμή την παρουσία των συντρόφων του, σύσσωμο το έθνος γύρω του, αλλά και
εκείνων που αγωνίστηκαν πριν απ’ αυτόν αλλά και εκείνων στους οποίους θα παραδώσει
τη σκυτάλη για να συνεχίσουν την πορεία στο μέλλον. Πιστεύει ότι οι μεταγενέστεροι του
θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Η βεβαιότητα ότι «κάποιοι θα κλάψουν γι’ αυτόν» τον
ενδυναμώνει στην απόφαση του θανάτου.
«Τούτη η ώρα δεν είναι για καυχησιές και ηρωισμούς»: μπροστά στην κρισιμότητα των
στιγμών, μπροστά στο θάνατο, οι καυχησιές δεν έχουν θέση. Εκδηλώνεται απλά ο
συναισθηματικός πλούτος του ήρωα που δεν είναι καθόλου ασυμβίβαστος με τον ηρωισμό.
Ενώ προτίμησε το θάνατο δε σημαίνει ότι ήταν απάνθρωπος μισητής της ζωής. Αντίθετα με
τις σκέψεις που κάνει ξεδιπλώνεται όλη η ανθρώπινη του διάσταση, η απλότητα και η
γνησιότητα. Ο ήρωας ήταν πολύ ευαίσθητος, τρυφερός, συνηθισμένος, λάτρευε τη ζωή, δεν
ήταν υπεράνθρωπος.
«Τ’ αληθινό μπόι του ανθρώπου μετριέται πάντα με το μέτρο της λευτεριάς»: η αξία του
ανθρώπου φαίνεται από το πόσο έτοιμος είναι να θυσιαστεί για την ελευθερία. Το ανάστημα
του είναι τόσο πιο μεγάλο όσο αγαπά και εκτιμά την ελευθερία. Η δύναμη της ψυχής του
κρίνεται από την εσωτερική ελευθερία. Χωρίς αυτή λέει ο ήρωας χάνεται και το νόημα της
ζωής.
«Αν λυπάμαι για κάτι είναι...»: Η σκέψη του ήρωα παλινδρομεί στις χαρές που ο ίδιος θα
στερηθεί, ξεκινώντας από την υπέρτατη αγαλλίαση της γιορτής της απελευθέρωσης. Ο
καημός του πλημμυρίζει την καρδιά του, γιατί δε θα συμμετάσχει στην οικοδόμηση του
μελλοντικού ειρηνικού κόσμου αλλά ούτε θα μπορέσει να επαναλάβει τη βοήθεια που
πρόσφερε στους απλούς ανθρώπους του τόπου του (να βοηθήσει τη γριά ή το γέρο αγωγιάτη,
δε θα μπορεί να παίξει με τους νέους, δε θα μπορεί να διασκεδάσει με τους συνομηλίκους
του). Παρουσιάζεται για άλλη μια φορά ο ανθρώπινος χαρακτήρας του ήρωα και το
απαράμιλλο πάθος με το οποίο αγαπά τη ζωή. Εδώ έγκειται και το μεγαλείο της θυσίας του.
«πέτρινα γόνατα του φιλικού μας κόσμου»: η λέξη πέτρινα υποδηλώνουν τη σκληρότητα
του αγώνα. Τα γόνατα του φιλικού μας κόσμου είναι η ικετευτική και παρακλητική στάση
του Κυπριακού λαού και αυτών που συμπάσχουν με την Κύπρο μέχρι την τελική
απελευθέρωση.
«Άντε γριά μάνα, μην αρχίσεις τώρα τις κλάψες...»: σ’ ένα νοερό διάλογο με τη μητέρα του
ο ήρωας προβάλλει την απαίτηση του για μια αξιοπρεπή , λεβέντικη, σπαρτιατική στάση
ζωής και ταυτόχρονα εκφράζει τη βεβαιότητα ότι η μητέρα του ως γνήσια Ελληνίδα δε θα
τον διαψεύσει. Της ζητά να παραμείνει περήφανη γιατί τότε ο εχθρός θα υποχωρήσει.
«Ο πατέρας θα με γνωρίσει από τις χοντρές ελληνικές κοκάλες και από το σταυρό της
πατρίδας»: Η αναφορά στις «ελληνικές κοκάλες» και το «σταυρό της πατρίδας, είναι ένας
ποιητικός υπαινιγμός στο ολοκαύτωμα του αλλά φανερώνουν και την ελληνορθόδοξη
ταυτότητα του ήρωα. Ο ήρωας-ποιητής καθώς οδεύει στην ολοκλήρωση της θυσίας του, σε
μια αυτοερωτική έξαρση νιώθει ταυτισμένος με την καρδιά της Ρωμιοσύνης. Η στάση του
κόσμου, ο θαυμασμός, η εκτίμηση, η ευγνωμοσύνη, ακόμα και το πένθος δίνουν το δικαίωμα
στον ήρωα να μιλά έτσι για τον εαυτό του.
«Η αρετή μας είναι η αμοιβαία μας χρησιμότητα»: ο ήρωας αισθάνεται ήρεμος γιατί
νιώθει δίπλα του τη συμπαράσταση του συνανθρώπου του και οφείλει και αυτός να του
συμπαρασταθεί διότι η αρετή του ανθρώπου στηρίζεται στην συμπαράσταση. Η ύψιστη
αρετή είναι η αμοιβαία προσφορά και αλληλεγγύη. Μόνο έτσι θα πραγματοποιηθεί η
αδελφοσύνη.
«με τούτη την αγάπη θα λυγίσουμε κείνους που φέρνουν τ’ άδικο και σπέρνουνε το
μίσος»: ο ήρωας πιστεύει ότι με την αγάπη προς την ελευθερία θα λυγίσει ο εχθρός. Δε θα
λυγίσει με το μίσος αλλά με την αγάπη του πάσχοντα αδελφού μας.
«Όλο σας αποχαιρετώ, κι ακόμα στέκω σα κάτι να’ χω να προσφέρω στον κόσμο»: ο
ήρωας βρίσκεται σε τραγικό δίλημμα. Από τη μια νιώθει, ότι πρόσφερε πολύ λίγα στον
κόσμο και θα ήθελε να προσφέρει ακόμη περισσότερα. Εκδηλώνει για ακόμα μια φορά την
υπέρμετρη αγάπη του για τη ζωή.
«Καλή λευτεριά, γιαγιά...κι ένιωσα πως της την χρωστάω»: από την άλλη όμως αναφέρεται στη
στιγμή που συνειδητοποίησε το χρέος του προς την πατρίδα.
Γριά: σύμβολο του χρέους, της ιστορίας, της παράδοσης, των προγόνων.
Αντιπροσωπεύει όλο τον απλό Κυπριακό λαό αλλά και τον πόθο όλων των προγόνων για ελευθερία.
«Τη λευτεριά ο καθένας μας τήνε χρωστάει σ’ όλους»: τονίζει την αναγκαιότητα της συνεισφοράς
όλων στον αγώνα. Η προσπάθεια πρέπει να είναι συλλογική. Δεν μπορεί να είναι κάποιος ελεύθερος
όταν η πατρίδα είναι σκλαβωμένη.
«ένιωθα ν’ ανεβαίνω με τ’ αμάξι μου, μαζί κι ο μέγα κάμπος της Μεσαορίας»: ο ήρωας αισθάνεται
να παίρνει το δρόμο προς τον ουρανό. Υπερρεαλιστική εικόνα. Η βαθιά συνείδηση του χρέους τον
πλημμυρίζει με μια υπέρτατη ευδαιμονία, ενώ αισθάνεται το γενέθλιο χώρο της Μεσαορίας να
ενώνεται με το είναι του. Η φωτιά πλησιάζει προς το τέλος και προοικονομείται το ολοκαύτωμα του.
• Ελεύθερος στίχος
• Καθημερινό λεξιλόγιο
• Ακανόνιστη στίξη
• Υπερρεαλιστικές εικόνες «ένιωθα ν’ ανεβαίνω με τ’ αμάξι μου, μαζί κι ο μέγα κάμπος της
Μεσαορίας»: ο ήρωας αισθάνεται να παίρνει το δρόμο προς τον ουρανό. Η βαθιά συνείδηση
του χρέους τον πλημμυρίζει με
μια υπέρτατη ευδαιμονία, ενώ αισθάνεται το γενέθλιο χώρο της Μεσαορίας
να ενώνεται με το είναι του. Η φωτιά πλησιάζει προς το τέλος και
προοικονομείται το ολοκαύτωμά του.
• Απουσία ομοιοκαταληξίας
Πώς διαγράφεται η έννοια του χρέους και της αξιοπρέπειας απέναντι στον επερχόμενο
θάνατο;
Ο Αυξεντίου συνειδητά επιλέγει τον θάνατο. Ενώ μπορούσε να τον αποφύγει, εκείνος τον
επιλέγει. Ξεπερνά την ατομικότητα και θυσιάζεται ώστε οι υπόλοιποι να ζήσουν ελεύθεροι.
Ύψιστη έκφραση τιμής και αξιοπρέπειας. Υπερβαίνει τον θάνατο.
Να αναλύσετε την πορεία του ήρωα προς την ελευθερία, έτσι όπως παρουσιάζεται
κλιμακωτά στο πιο πάνω απόσπασμα.