Krivoruchko - 2012 - Η ποιητική των Ρωμανιώτικων βιβλικών μεταφράσεων

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 18

1-150praktnew.

_Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 71

JULIA G. KRIVORUCHKO

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων


ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων
μετΑΞυ ΠροΦορικοτΗτΑσ κΑι εγγρΑμμΑτοσυνΗσ1

1. Εβραιόφωνη Τορά: από την προφορικότητα στην εγγραμματοσύνη

Λ ογω ετυμοΛογικων συνειρμων (Βίβλος - βιβλίο), οι ομιλητές


της ελληνικής δύσκολα μπορούν να συλλάβουν την προφορική υπό-
σταση της Αγίας Γραφής. Ακόμα και ο όρος γραφή φαίνεται να αντιλέγει
την ουσία της προφορικότητας. για να αποφύγουμε τέτοιους συνειρμούς
στη συνέχεια θα αναφερόμαστε σ’ αυτήν ως Τορά,2 που σημαίνει στα
εβραϊκά διδαχή, διδασκαλία και κατ’ εξοχήν Ιερά Διδαχή.
Όσοι διαβάζουν την τορά ακόμα και σε μετάφραση οπωσδήποτε αισθά-
νονται πως μεγάλο μέρος της φέρει εμφανή σημάδια προφορικότητας, όπως
επαναλήψεις, λογοτυπικές δομές, παραδοσιακά επίθετα κτλ. Η εντύπωση
αυτή είναι πιο έντονη στο πρωτότυπο, που βρίθει παρηχήσεων, συνηχήσεων
και λογοπαίγνιων, ορισμένα από τα οποία αναπόφευκτα παραμένουν αμε-
τάφραστα.3 με την ανάπτυξη της εγγραμματοσύνης η τορά άρχισε να κα-
1
ρωμανιώτες λέγονται οι εβραϊκές κοινότητες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (ρωμανίας,
Βυζάντιου), και κατ’ επέκταση οι απόγονοί τους κατά την ενετοκρατία, τουρκοκρατία και
μέχρι σήμερα. ο όρος χρησιμοποιείται συνήθως προς αντίθεσιν με τον όρο σεφαρδίτες
(σφαραντίμ) που υποδηλώνει τις κοινότητες με ιστορικό τόπο καταγωγής την ισπανία.
2
τα εβραϊκά μεταγράφονται κατά την απλούστερη αποδοχή του συστήματος της Ακα-
δημίας της εβραϊκής γλώσσας και τονίζονται κατά τους κανόνες της σύγχρονης προφοράς.
3
για σύντομη αναφορά βλ. P. B. Yoder, «Biblical Hebrew», στο W. K. Wimsatt (επιμ.),
Versification. Major Language Types. Sixteen Essays, νέα υόρκη 1974, 52-65· R. F. Person, Jr.,
«The ancient Israelite scribe as performer», Journal of Biblical Literature 117 (1998) 601-9.
οι κοινωνικο-ιστορικές συνθήκες της προφορικότητας της Βίβλου έχουν μελετηθεί εις βάθος
από την S. Nidich, Oral World and Written Word. Orality and Literacy in Ancient Israel, Λον-
δίνο 1997. Βλ. επίσης Α. Dundes, Holy Writ as Oral Lit. Bible as Folklore, οξφόρδη 1999 και
F. H. Polak, «The oral and the written. Syntax, stylistics and the development of biblical prose
narrative», Janes 26 (1998) 59-105.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 72

72 JULIA G. KRIVORUCHKO

ταγράφεται, και από ζωντανό προφορικό μήνυμα βαθμιαία μετατράπηκε σε


σταθερό κείμενο. Ήδη στα παλαιότερα βιβλικά χειρόγραφα που μας είναι
γνωστά, αυτά του κουμράν (3ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ.) παρατηρούμε πως
οι γραφείς φρόντισαν να διορθώνουν τα αντίγραφα που παρήγαγαν προς
αποφυγήν κάθε απόκλισης από το πρωτότυπο.4 τα πρώτα κείμενα που φαί-
νεται να έχουν τυποποιηθεί είναι η Πεντάτευχος και οι Προφήτες, καθώς και
η λειτουργική ποίηση.
Παράλληλα, ένα ογκώδες σώμα νομικών και εθιμοτυπικών πληροφο-
ριών γνωστό ως Τορά σεμπεαλπέ (προφορική διδαχή), αποτελούσε αντικεί-
μενο συζητήσεων των νομοδιδασκάλων και υλικό μελέτης στα θρησκευτικά
σχολεία.5 υπήρξαν ειδικοί τανναΐμ (δευτερωτές), που το επάγγελμά τους
ήταν να μνημονεύουν και να αναπαράγουν κατά παραγγελία τα αποσπά-
σματα του ιερού νόμου. Χρειάστηκαν αιώνες για να καταγραφεί και αυτός
σε δύο ομάδες πραγματειών: το περιορισμένης επιρροής Παλαιστινιακό
ταλμούδ, που ολοκληρώθηκε γύρω στον 5ο αι. μ.Χ., και η κύρια αυθεντία
της εβραϊκής σκέψης, το Βαβυλωνιακό ταλμούδ που ολοκληρώθηκε στην
τελική του μορφή κατά τον 8ο αι. μ.Χ.6 Η λέξη Ταλμούδ σημαίνει κι αυτή
μάθηση ή εγχειρίδιο.
Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε τί ρόλο έπαιζαν τα βιβλικά κείμενα στην λει-
τουργική ζωή του ναού, αν έπαιζαν, δεδομένου ότι η ίδια η τορά αναφέρε-
ται μόνο στις θυσίες και προσκυνήσεις. είναι όμως βέβαιο ότι μετά την
καταστροφή του ναού η ιουδαϊκή λατρεία επικεντρώθηκε στην δημόσια
ανάγνωση της τορά, αφού ο μόνος κατάλληλος για τις θυσίες χώρος είχε
πια εκλείψει. Η συνεχώς ανανεούμενη ακρόαση του νόμου θεωρήθηκε ύψι-
στο θρησκευτικό καθήκον. ο ιώσηπος Φλάβιος γράφει ότι ο μωυσής οὐδὲ
γὰρ τὴν ἀπὸ τῆς ἀγνοίας ὑποτίμησιν κατέλιπεν, ἀλλὰ καὶ κάλλιστον καὶ
ἀναγκαιότατον ἀπέδειξε παίδευμα τὸν νόμον, οὐκ εἰσάπαξ ἀκροασαμένοις,

4
για την μεταγενέστερη εξέλιξη βλ. M. Bar-Ilan, «Scribes and books in the late second
commonwealth and rabbinic period», στο M. J. Mulder (επιμ.), Mikra. Text, Translation,
Reading and Interpretation of the Hebrew Bible in Ancient Judaism and Early Christianity,
Άσσεν - μάαστριχτ 1988, 21-38.
5
Η βασική μελέτη για το θέμα παραμένει B. Gerhardsson, Memory and Script. Oral Tra-
dition and Written Transmission in Rabbinic Judaism and Early Christianity, ουψάλα 1961.
Βλ. επίσης M. S. Jaffe, «The oral-cultural context of the Talmud Yerushalmi; Graeco-Roman
rhetorical paideia, discipleship, and the concept of Oral Torah», στο P. Scaefer (επιμ.), The
Talmud Yerushalmi and Graeco-Roman Culture, τύμπιγκεν 1998, τ. 1, 27-61 και άλλα βιβλία
του ίδιου.
6
υπάρχει σοβαρότατη διχογνωμία μεταξύ των ειδικών ως προς την χρονολογία του γε-
γονότος.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 73

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 73

οὐδὲ δὶς ἢ πολλάκις, ἀλλ’ ἑκάστης ἑβδομάδος τῶν ἄλλων ἔργων ἀφειμένους
ἐπὶ τὴν ἀκρόασιν ἐκέλευσε τοῦ νόμου συλλέγεσθαι καὶ τοῦτον ἀκριβῶς
ἐκμανθάνειν (Κατὰ Ἀππ., 2.175).7
Από την ελληνιστική περίοδο έως τις μέρες μας, η προφορική επανεκτέ-
λεση ενός μέρους της ιεράς Διδαχής συνιστά αναπόσπαστο μέρος του ιου-
δαϊκού τελετουργικού. Η τορά απαγγέλλεται με ιδιαίτερο τρόπο, παρόμοιο
με την ψαλτική. τα σχετικά τεαμίμ (νεύματα) εισήχθηκαν κατά το τέλος της
πρώτης χιλιετίας μ.Χ., αλλά αναμφισβήτητα αποτελούσαν τυποποίηση μιας
παλαιότερης πρακτικής.
2. Προφορική διδασκαλία και μετάφραση. Οι αραμαϊκές μεταφράσεις
στην προφορική κοινωνία ο εκφωνητής της διδασκαλίας αναγκαστικά προ-
σάρμοζε το μήνυμά του στο γλωσσικό επίπεδο του κοινού – αλλιώς δεν θα
γινόταν κατανοητός. εκσυγχρόνιζε την γλώσσα, άλλαζε τα διαλεκτικά
στοιχεία, αν μετακινιόταν από περιοχή σε περιοχή κτλ. Όταν η ίδια η κοι-
νότητα άλλαζε (μεταμάθαινε όπως λέει ο Ηρόδοτος) την γλώσσα – θα με-
τέφραζε, και οπωσδήποτε θα μετέφραζε αν επρόκειτο για κήρυγμα σε
ξενόγλωσση ομάδα. Ας σημειωθεί πως όλες οι προαναφερθείσες γλωσσικές
αλλαγές θα γίνονταν με ένα τρόπο φυσικό και αβίαστο. ουσιαστικά η με-
τάφραση στο προφορικό στάδιο πολιτιστικής ανάπτυξης δεν ήταν παρά η
μεμονωμένη περίπτωση της γλωσσικής τροποποίησης. Η ίδια η εβραϊκή
γλώσσα της πρώιμης περιόδου δεν ξεχωρίζει την έννοια της μετάφρασης,
αφού το ρήμα tirgem μπορεί να σημαίνει και εξηγώ, ερμηνεύω και μετα-
φράζω, διερμηνεύω.
στο νεεμία 8:8, όταν ο Έσδρας και οι λευίτες ἀνέγνωσαν ἐν βιβλίῳ νόμου
τοῦ Θεοῦ [...] καὶ συνῆκεν ὁ λαὸς ἐν τῇ ἀναγνώσει, το έκαναν πιθανότατα
στα Αραμαϊκά. σε πολλά σημεία του ταλμούδ βρίσκουμε να γίνεται πραγ-
μάτευση της μετάφρασης της Διδαχής, της καλούμενης ταργούμ (που ση-
μαίνει κυριολεκτικά η μετάφραση), αφού ο λαός έπαψε να χρησιμοποιεί τα
εβραϊκά ως γλώσσα καθημερινής επικοινωνίας. κατά παράδοση θεωρείται
πως η μετάφραση αυτή ήταν αραμαϊκή και πρόκειται για τα κείμενα που
μας είναι γνωστά σήμερα ως Ταργούμ Όγκελος, Ταργούμ Ιωναθάν κ.ά.8 οι

7
Πρβ. Φίλων Αλεξ., Περί ονείρ. 2.127.
8
γενικότερα για τα ταργούμ: P. S. Alexander, «Targum, Targumim», στο D. N. Freedman
(επιμ.), The Anchor Bible Dictionary, νέα υόρκη 1992, τ. 6, 320-31, και ο ίδιος, «The Targu-
mim and the rabbinic rules for the delivery of the Targum», στο J. A. Emerton (επιμ.), Con-
gress Volume Salamanca 1983, Λάιντεν 1985, 14-28. επίσης, A. D. York, «Targum in the
synagogue and in the school», Journal for the Study of Judaism in the Persian, Hellenistic and
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 74

74 JULIA G. KRIVORUCHKO

αραμαϊκές μεταφράσεις της τορά καταγράφτηκαν κατά τους πρώτους αι-


ώνες μ.Χ.,9 τυποποιήθηκαν και χρησιμοποιούνταν ως διδακτικά βοηθήματα,
αλλά στη συνέχεια αχρηστεύτηκαν, αφού η Αραμαϊκή έπαψε κι αυτή να μι-
λιέται στις περισσότερες κοινότητες.
μαθαίνουμε λοιπόν από το ταλμούδ, πως η μετάφραση έπρεπε να ακο-
λουθεί ανά στίχο τα εβδομαδιαία αναγνώσματα της εβραϊκής τορά (Meg.
4., Talmud και Tosefta ad loc.), και ανά τρεις στίχους τα αναγνώσματα των
προφητών (Meg. 4.4). σε ορισμένα χειρόγραφα η αντιφωνική αυτή δομή
της λειτουργίας μαρτυρείται και με τον τρόπο της καταγραφής της.10
τα προφητικά και βιβλικά αναγνώσματα, καθώς και οι μεταφράσεις
τους, διαβάζονταν από ένα πρόσωπο από την αρχή μέχρι το τέλος. ο ανα-
γνώστης του εβραϊκού πρωτοτύπου απαγορευόταν να το απαγγέλλει απ’
έξω και υποχρεωτικά έπρεπε να ακολουθήσει το κείμενο με τα μάτια του.
Αντίθετα, ο διερμηνέας απαγορευόταν να κοιτάζει συγχρόνως κάποιο γρα-
πτό, ακόμα και το ίδιο το πρωτότυπο (πβλ. Tanh. Vayira 5.), για να μη δη-
μιουργηθεί η εντύπωση πως η μετάφραση συμπεριλαμβάνεται στα γραπτά
ή έχει κάποια αιτιολογική σχέση μ’ αυτά. για τον ίδιο λόγο δεν επιτρεπόταν
ο αναγνώστης να παροτρύνει τον μεταφραστή (‘Ulla in Meg. 32a). Η ταλ-
μουδική πραγματεία Μεγκιλά απαγορεύει ρητώς κάθε δημόσια χρήση γρα-
πτών μεταφράσεων (y. Meg. 4:1), αλλά όχι και τις ιδιωτικές μεταφράσεις
κατ’ άνδρα. μαθαίνουμε, λόγου χάριν, πως στις αρχές του 4ου αιώνα ο σα-
μουήλ μπεν ισαάκ επισκέφτηκε μια παλαιστινιακή συναγωγή και αποδοκί-
μασε τον εκεί γραμματέα που αναγίγνωσκε την μετάφραση από το
γραπτό.11
Η πραγματεία σοφρίμ περιέχει κάπως διαφορετικές οδηγίες, αφού υπο-
χρεώνει να διαβάζεται η μετάφραση προς το τέλος της λειτουργίας για να
φωτιστούν οι γυναίκες. σ’ αυτή την περίπτωση το απόσπασμα θα διαβαζό-

Roman Periods 10 (1979) 4-86. για την συναγωγική λειτουργία βλ. C. Perrot, «The reading
of the Bible in the Ancient Synagogue», στο Mulder, Mikra, 137-160.
9
Βλ. υποσ. 5. οι χρονολογήσεις κυμαίνονται από την ελληνιστική περίοδο μέχρι τον 8ο
αι. μ.Χ.
10
W. Smelik, «The Rabbinic reception of early Bible translations as Holy Writings and
Oral Torah», Journal for the Aramaic Bible 1 (1999) 252, υποσ. 14. επίσης, σε ορισμένα χει-
ρόγραφα οι αραβικές μεταφράσεις ακολουθούν ανά στίχο το πρωτότυπο της τορά, βλ. C.
Sirat, Hebrew Manuscripts of the Middle Ages, κέμπριτζ 2002, 54.
11
Δεν αποκλείεται σ’ αυτήν την περίπτωση να πρόκειται για την ελληνική μετάφραση,
εφόσον οι κοινότητες της Παλαιστίνης ήταν εξελληνισμένες, πρβ. S. Fraade, «Rabbinic views
on the practice of Targum and multilingualism in the Jewish Galilee of the third-sixth cen-
turies», στο L. Levine (επιμ.), The Galilee in Late Antiquity, νέα υόρκη 1992, 23-86.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 75

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 75

ταν μάλλον ολόκληρο, και όχι ανά στίχο ή στίχους.12 Βλέπουμε όμως πως η
Διδαχή παρουσιάζεται πάντα ως αυτοτελής και πλήρης, ενώ η μετάφραση
ως δευτερεύουσα και κατά βάθος αποτελεί συμβιβασμό και υποχώρηση για
τα αμαθή μέλη της κοινότητας.
Η επιπλέον απόδειξη της παλαιότερης προφορικής υπόστασής των ταρ-
γούμ είναι τα επιτονικά σημάδια που ανακαλύφτηκαν τελευταία σε ορι-
σμένα αραμαϊκά χειρόγραφα.13 Προφανώς θα ήταν άχρηστα σε ένα κείμενο
που δεν προοριζόταν για προφορική απαγγελία.
το έργο της μετάφρασης – composition-in-performance – θα ήταν
οπωσδήποτε δυσχερές και επίπονο. ο διερμηνέας παρήγε τη μετάφραση
κάθε φορά εκ νέου αντικρίζοντας το κοινό του και βοηθούμενος μόνο από
την μνήμη του. για να προετοιμαστεί κανείς για την διερμηνευτική δραστη-
ριότητα χρειαζόταν να κατέχει άψογα το πρωτότυπο. Πιθανότατα η μετά-
φραση γινόταν από τους επαγγελματίες που τους πλήρωνε η κοινότητα
(Pes. 50b· Rashi ad loc.), οι οποίοι επίσης δίδασκαν την τορά στους νέους
(y. Meg. 74d, πβλ. Meg. 4:4), αλλά και από πρόσωπα που εντρυφούσαν στην
μελέτη της Αγίας γραφής και είχαν γλωσσική ευαισθησία και λογοτεχνικό
ταλέντο. Αυτές οι ικανότητες θα τους επέτρεπαν να δημιουργούν κείμενα
με κάποια αισθητική αξία μέσα στα εξαιρετικά στενά πλαίσια του επιτρεπό-
μενου.14
Η εκφορά των μεταφράσεων κατά την λειτουργία επέζησε μέχρι τις
μέρες μας στις κοινότητες που διατήρησαν την Αραμαϊκή ως μητρική τους
γλώσσα.15 Παρόμοιες λατρευτικές πρακτικές αναπτύχθηκαν στη συνέχεια
και μεταξύ των ομιλητών της ισπανοεβραϊκής16 και της γεωργιανής.17

12
I. Abrahams, Jewish Life in the Middle Ages, Λονδίνο 1896, 345.
13
W. Smelik, «Orality, Manuscript reproduction and the Targums», στο A. den Hollander
- U. Schmidt - W. Smelik (επιμ.), Paratext and Megatext as Channels of Jewish and Christian
Traditions. The Textual Markers of Contextualization, Λάιντεν 2003, 49-50.
14
Βλ. 5. παρακάτω.
15
Y. Sabar, «On the nature of the oral translation of the book of Exodus in the Neo-Ara-
maic dialect of the Jews of Zakho», Maarav 5-6 (1990) 311-7, και ο ίδιος, «The Hebrew Bible
vocabulary as reflected through traditional oral Neo-Aramaic translations», στο A. S. Kaye
(επιμ.), Semitic Studies in Honor of Wolf Leslau on Occasion of His Eighty-Fifth Birthday, No-
vember 14th, 1991, Βισμπάντεν 1991, τ. 2, 1385-401. επίσης, A. Shinan, «Live translation.
οn the nature of the Aramaic Targums to the Pentateuch», Prooftexts 3 (1983) 41-9.
16
D. M. Bunis, «Translating from the head and from the heart. The essentially oral nature
of the Ladino Bible-translation tradition», στο W. Busse – M.-C. Varol-Bornes (επιμ.), Hom-
mage a Haim Vidal Sephiha, Βέρνη 1996, 337-57.
17
ρ. ενόχ, Milim ‘ivriyot ba-targum ha-masoreti (she-be-al pe) shel ha-Tora be-qerev
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 76

76 JULIA G. KRIVORUCHKO

3. Αντιφατικότητα της μετάφρασης στον ραβινικό ιουδαϊσμό


Όταν μετά την καταστροφή του ναού η τορά μετατράπηκε σε επίκεντρο
της θρησκευτικής ζωής των εβραίων, στον ιουδαϊσμό αναπτύχθηκε βαθμη-
δόν μια ιδιότυπη και πολύ ισχυρή κειμενοκεντρική ιδεολογία. κατ’ αυτήν,
η Πεντάτευχος όχι απλά περιέχει την αλήθεια, αλλά είναι η ίδια φορέας
απόλυτης αλήθειας και γίνεται ιερή καθ’ εαυτή. σύμφωνα με τις ταλμουδι-
κές πραγματείες, η τορά προϋπήρχε της δημιουργίας του κόσμου,18 ολό-
κληρο το σύμπαν είναι μόνο 1/3200 μέρος της τορά (Er. 21a), η πρώτη
Πεντάτευχος είναι ουράνια, γραμμένη με μαύρα πύρινα γράμματα πάνω σε
λευκό πυρ (y. Sheq. 49a και παράλληλα χωρία), ο ίδιος ο Θεός μελετά την
τορά (Av. Zara 3b), την συμβουλεύτηκε κατά την δημιουργία του κόσμου,
καθώς είναι η ίδια η σοφία (Tan. Bereshit, passim). μέχρι και μεμονωμένα
γράμματα τής τορά παίρνουν μέρος στη δημιουργία (S. Yezira 1:10-11).
για τη ραβινική κειμενολατρεία, η μετάφραση αποτελεί ένα φαινόμενο
άκρως αντιφατικό: είναι ταυτόχρονα αναγκαία και βοηθητική, αλλά συγ-
χρόνως χυδαία και εκλαϊκευτική. είναι απαραίτητη για τους μαθητές, αλλά
και επικίνδυνη και επικριτέα, αφού εκπροσωπεί το πρωτότυπο και μπορεί,
έστω και δυνάμει, να το αντικαταστήσει. Η πετυχημένη μετάφραση είναι
επιθυμητό να καταγραφεί για πρακτικούς λόγους, όχι όμως για ιδεολογι-
κούς, αφού αν καταγραφεί, θα αποκτήσει το κύρος του Κειμένου και μπορεί
να συναγωνίζεται το μοναδικό και τέλειο ιερό Βιβλίο, την τορά. οπότε προ-
τιμότερο να εξακολουθεί να παράγεται προφορικά, χωρίς να αποκτάει ποτέ
την αυτονομία και την αγιοσύνη του πρωτοτύπου.19 μ’ αυτόν τον τρόπο
στον ιουδαϊσμό καθιερώθηκε όχι κάποιο συγκεκριμένο κείμενο, αλλά η συ-
νεχώς ανανεούμενη παράδοση της προφορικής παραγωγής/σύνθεσης των
μεταφράσεων (composition-in-performance).
4. Ελληνικές βιβλικές μεταφράσεις και ζητήματα προφορικότητας
οι μεταφράσεις στα ελληνικά, όπως και οι άλλες που προηγήθηκαν και
ακολούθησαν, θα αποτελούσαν μέρος του σχολιασμού της τορά και των

yehudey Gruziya [οι εβραϊκές λέξεις στην παραδοσιακή προφορική μετάφραση της τορά
στους εβραίους της γεωργίας]. Ανακοίνωση στο Β΄ Διεθνές συνέδριο του κέντρου εβραϊκών
γλωσσών και Λογοτεχνιών, ιερουσαλήμ 2006.
18
συγκεκριμένα, αυτή υπήρξε 947 γενεές πριν τη δημιουργία κατά την Zeb. 116a και πα-
ράλληλα χωρία, και δύο χιλιάδες χρόνια πριν, σύμφωνα με το Gen. Rab. 8 και παράλληλα
χωρία.
19
για τις προσπάθειες να καταπολεμηθούν οι μεταφράσεις βλ. Smelik, «The Rabbinic
reception», 255-67.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 77

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 77

κηρυγμάτων σε πολύγλωσσες κοινότητες που πολλαπλασιάστηκαν την ελ-


ληνιστική περίοδο.
Δεν διαθέτουμε επαρκείς πληροφορίες για τα πρώιμα στάδια της ελλη-
νόφωνης προφορικής Διδαχής. ενδεχομένως επισκιάστηκαν επειδή οι μεγά-
λες θρησκευτικές σχολές της Βαβυλωνίας που καλλιεργούσαν τα ταργούμ,
βρίσκονταν έξω από την εμβέλεια του ελληνισμού και προτιμούσαν τα Αρα-
μαϊκά. είναι όμως πολύ πιθανό πως στα γενικότερα σημεία η αντιμετώπιση
των μεταφράσεων από το θρησκευτικό κατεστημένο της πρώιμης βυζαντι-
νής περιόδου δεν διέφερε πολύ από γλώσσα σε γλώσσα. επομένως μπορού-
με, mutatis mutandis, να υποθέτουμε βάσει των πληροφοριών που παρέ-
χονται για τα ταργούμ, ότι και οι ελληνικές μεταφράσεις ψάλλονταν ή
απαγγέλλονταν κατά την λειτουργία μετά τα πρωτότυπά τους σύμφωνα με
τις προδιαγραφές που αναφέραμε.
ορισμένοι μελετητές πιστεύουν πως η πιο διάσημη ελληνική μετάφραση
της τορά, αυτή των εβδομήκοντα (3ος π.Χ.), ήταν κι αυτή αρχικά προφο-
ρική και συνόδευε τη δημόσια ανάγνωση του εβραϊκού κειμένου.20 Η μετέ-
πειτα ελληνιστική παραλλαγή του Ακύλα (2ος μ.Χ.), που έγινε στα πλαίσια
της ιουδαϊκής παράδοσης, ήταν σίγουρα αποδεκτή για τη λειτουργική
χρήση.21 ο Α. Barthélemy υποστήριξε ακόμα πως η τορά δεν θα καταγρα-
φόταν ποτέ στο σύνολό της, αν η καταγραφή δεν υπαγορευόταν από τις
ανάγκες των ελληνιστικών βασιλείων.22
είναι πολύ σημαντικό να καταλάβει κανείς την βασική διαφορά μεταξύ
της χριστιανικής και της ιουδαϊκής αντιμετώπισης της βιβλικής μετάφρα-
σης. ενδεχομένως, κατά τους πρώτες αιώνες μ.Χ. οι ιουδαϊκοί θρησκευτικοί
παράγοντες δεν απέδιδαν ακόμα την υπερβολική σημασία στην γλωσσική
μορφή της ιεράς τους διδαχής. ο Φίλων Αλεξανδρεύς, λ.χ., φαίνεται πλή-
ρως ικανοποιημένος να χρησιμοποιεί τη μετάφραση των εβδομήκοντα.
Αλλά ήδη στην εποχή του ιουστινιανού οι ραβίνοι επιμένουν να διαβάζεται
η τορά στα εβραϊκά, και όχι στα ελληνικά.23

20
P. Kahle, The Cairo Geniza, οξφόρδη 1959, 214.
21
D. Barthélemy, Les devanciers d’Aquila, Λάιντεν 1963.
22
A. Barthélemy, «Pourquoi la Torah a-t-elle été traduite en grec?», στο M. Black – W.
A. Smalley (επιμ.), On Language, Culture and Religion. In Honour of Eugene A. Nida, Χάγη
1974, 23-41.
23
Η σχετική νεαρά του ιουστινιανού συζητείται σε πλούσια βιβλιογραφία: V. Colorni,
«L’ uso del greco nella liturgia del giudaismo ellenistico e la novella 146 di Giustiniano», An-
nali della storia del diritto 8 (1964) 19-80· A. Linder, The Jews in Roman Imperial Legislation,
ντιτρόιτ 1987· G. Veltri, «Die Novelle 146 peri Hebraion. Das Verbot des Targumsvortrags
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 78

78 JULIA G. KRIVORUCHKO

ο χριστιανισμός κληρονόμησε την παλαιά εμπιστοσύνη στο έργο των


μεταφραστών, και επικεντρώθηκε στο μήνυμα της Αποκάλυψης και όχι στην
μορφή της. σε γενικότερες γραμμές, η μετάφραση θεωρήθηκε επαρκής για
την κατανόηση του Θείου μηνύματος, και η γνώση της εβραϊκής δεν θεω-
ρούνταν απαραίτητη για τους νεόφυτους χριστιανούς. οι αναθεωρήσεις
των κειμένων περιορίζονταν σε υφολογικές και ερμηνευτικές αλλαγές και
στη συμπλήρωση των ελλειμμάτων από καλύτερα χειρόγραφα, ενώ το εν-
διαφέρον για την ακριβή εβραϊκή διατύπωση φαίνεται να έχει χαθεί. με την
πάροδο του χρόνου, οι προσπάθειες βελτίωσης των μεταφράσεων σταμά-
τησαν και τα κείμενα της Αγίας γραφής τυποποιήθηκαν.
Έτσι ιστορικά, ενώ η εκκλησία ρίζωνε στο μεταφρασμένο κείμενο, ο ιου-
δαϊσμός απομακρυνόταν από αυτό και το υποβάθμιζε. ενώ η εκκλησία απο-
δεχόταν τη μετάφραση και την προωθούσε στο επίπεδο κειμένου, ο ιου-
δαϊσμός την κατέβαζε πίσω στην προφορικό επίπεδο. ως αποτέλεσμα, οι
ερευνητές της χριστιανικής ελληνικής Βίβλου έχουν τώρα στη διάθεση τους
χιλιάδες χειρόγραφα, ενώ οι ερευνητές της ελληνόφωνης ιουδαϊκής υπο-
φέρουν από τεράστια έλλειψη υλικού. και όντως, πώς μπορεί να μελετηθεί
μια μεσαιωνική προφορική παράδοση, μια παράδοση εφήμερη και παραγ-
κωνισμένη;
Η προφορική μετάφραση μέσα στα ιστορικά της συμφραζόμενα θα
έπαιρνε δύο κύριες μορφές:
α΄ - επίσημη δημόσια μετάφραση κατά τη συναγωγική λειτουργία. Λόγω
της ημινόμιμης ή αμφιλεγόμενης θέσης της στον ραβινικό ιουδαϊσμό, η κα-
ταχώρησή της θα συνέβαινε σε μεμονωμένες περιπτώσεις,24
β΄ - προπαιδευτική σχολική μετάφραση που αποβλέπει να αναπτύξουν
οι μαθητές την ικανότητα για δημόσια μετάφραση (= α΄). κατά κανόνα, σε
όσες εβραϊκές παραδόσεις μάς είναι γνωστές, οι μαθητές αποστηθίζουν τη
μετάφραση χωρίς γραπτά βοηθήματα. Όμως, ακόμα και αν κάποια σχολια-
ρούδια κατέγραφαν ορισμένες «παραδειγματικές» μεταφράσεις με υπαγό-

in Justinians Politik», στο M. Hengel – A. M. Schwemer (επιμ.), Die Septuaginta zwischen


Judentum und Christentum, τύμπιγκεν 1994, 116-30· E. Klingenberg, «Justinian’s Novella
concerning the Jews», Jewish Law Association Studies 8 (1996) 79-99· L. V. Rutgers, «Justinian’s
Novella 146 between Jews and Christians», στο R. Kalmin – S. Schwartz (επιμ.), Jewish Cul-
ture and Society under the Christian Roman Empire, Λουβέν 2003, 385-407.
24
είναι αναμενόμενο πως οι ιουδαϊκές αιρέσεις που απογαλακτίστηκαν από το ραβινι-
σμό, όπως οι καραΐτες, θα διαφυλάξουν περισσότερα μνημεία του μεταφραστικού λόγου ως
λιγότερο δέσμιοι της κυρίαρχης ιδεολογίας. τα ελληνικά παραθέματα σώζονται και στα έργα
μεσαιωνικών σχολιαστών καραϊτικής προέλευσης.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 79

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 79

ρευση δασκάλου, τα σχολικά τετράδια σπανίως θεωρούνται αξιοσυντήρητα.


Η πιθανότητα να φτάσουν στα χέρια ερευνητών ύστερα από αιώνες είναι
τόσο μικρή, που θεωρούνται από ορισμένους ... ανύπαρκτα. Έτσι, η Colette
Sirat, γνωστή ερευνήτρια της εβραϊκής παλαιογραφίας, δηλώνει κατηγορη-
ματικά: «in Christendom (both Western Europe and Byzantium) there are
no written Jewish translations into the vernacular».25 στη συνέχεια η ίδια
εκφράζεται πιο επιφυλακτικά: «translations into Greek and Romance lan-
guages undoubtedly existed (there are traces of them in Greek, French, Ital-
ian and Spanish glossaries of biblical words) but they remained oral and
were only written down and published after the end of the Middle Ages».26
κατά τη γνώμη μας, τα περισσότερα αποσπάσματα που ήρθαν στο φως
από το ιεροφυλάκιο της Παλαιάς συναγωγής του καΐρου, όπως βιβλικοί
στίχοι και εβραιοελληνικά βιβλικά γλωσσάρια του 8ου-11ου αιώνα, προέρ-
χονται από το σχολικό περιβάλλον και αποτελούν σημειώσεις για εκπαι-
δευτική χρήση. Η ιδιόμορφη κωδικολογική τους εμφάνιση το μαρτυρεί
εύγλωττα: στο μεγαλύτερο συνεχές εβραιοελληνικό κείμενο, το απόσπασμα
του εκκλησιαστή, «there is no indication that the leaf was bound in a codex:
some sort of loose arrangement should be envisaged. [...] perhaps assembled
on a spike or string».27 Χαρακτηριστικά, πουθενά δεν αναφέρονται τα ονό-
ματα των μεταφραστών. στα μεταγενέστερα χειρόγραφα παρατηρούμε
αμελή και πρόχειρη γραφική εκτέλεση,28 αν και πιθανόν κατά την νεώτερη
περίοδο οι προετοιμασμένες μεταφράσεις χρησιμοποιούνταν ακόμα και για
την δημόσια ανάγνωση.
το γεγονός ότι μερικές μεταφράσεις, όπως του ιώβ (έκδ. 1576), των ιε-
ρεμία, Δανιήλ και Έσδρα (έκδ. 1627), βρήκαν τελικά το δρόμο τους για το
τυπογραφείο, οφείλεται στο συνδυασμό παραγόντων, οι πιο σημαντικοί από
τους οποίους είναι η υποχώρηση του ταλμουδικού κωλύματος εν όψει λαϊ-
κοποίησης και η σταδιακή αύξηση του κύρους των ομιλούμενων γλωσσών

25
Sirat, Hebrew Manuscripts.
26
Ό.π., 55, πρβ. η ίδια, «Orality/literacy, languages and alphabets. Examples from Jewish
cultures», στο C. Pontecorvo (επιμ.), Writing Development. An Interdisciplinary View, Άμ-
στερνταμ 1997, 101-15.
27
N. R. M. De Lange, Greek Jewish Texts from Cairo Genizah, τύμπιγκεν 1996, 71.
28
S. Sznol, «Haftarat Nehamu ba-targum li-yevanit yehudit [Haftara “Nehamu” (Isaiah
40, 1-26) in the Judeo-Greek translation]», Beit Miqra 3 (1996-7) 332-42· ι. κριβορούτσκο,
«τα ελληνικά χειρόγραφα σε εβραϊκή γραφή: η προέλευση και τα κύρια χαρακτηριστικά της
γλώσσας τους», στο Α. Αργυρίου – κ. Δημάδης – Α. Δ. Λαζαρίδου (επιμ.), Ο Ελληνικός κό-
σμος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. 1453-1981. Πρακτικά του Α΄ Ευρωπαϊκού συνεδρίου
Νεοελληνικών σπουδών, Βερολίνο, 2-4 Οκτωβρίου 1998, Αθήνα 1999, τ. 1, 647-60.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 80

80 JULIA G. KRIVORUCHKO

κατά την Αναγέννηση. επιπλέον, στην δημοσίευση της Πεντατεύχου της


Κωνσταντινούπολης (έκδ. 1547) φαίνεται να συνέδραμαν ειδικοί λόγοι: κα-
τόπιν μετανάστευσης από την ιβηρική χερσόνησο οι ισπανόφωνοι ραβίνοι
ανησυχούσαν για τον ξεπεσμό της θρησκευτικής μόρφωσης στην κοινότητά
τους.29 και αφού τυπώθηκε η ισπανική μετάφραση, μαζί της τυπώθηκε και
η ελληνική.30 την προφορική καταγωγή της τελευταίας έχει επισημάνει ήδη
o J. Perles το 1893,31 αλλά δυστυχώς η άποψή του δεν βρήκε απήχηση στους
μελετητές της Παλαιάς Διαθήκης.32 Πιθανότατα, η μετάβαση από τον προ-
φορικό λόγο κατ’ ευθείαν στο τυπωμένο βιβλίο, χωρίς να μεσολαβήσει το
στάδιο του χειρογράφου, δεν φαινόταν πολύ πειστική.
κι όμως γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι οι ελληνικές μεταφράσεις ψάλ-
λονταν στη συναγωγή έως πολύ πρόσφατα, αφού διαθέτουμε την σχετική
μαρτυρία του αείμνηστου γιαννιώτη λόγιου ιωσήφ μάτσα.33 στο χειρό-
γραφο, αποσπάσματα από το οποίο είχαμε δημοσιεύσει,34 βρίσκουμε επιτο-
νικά σημάδια που επιβεβαιώνουν την πληροφορία του.
5. Η ποιητική της προφορικής μετάφρασης
Η κειμενολατρική ιδεολογία ορίζει – και περιορίζει – όχι μόνο τον τρόπο
της πραγμάτωσης, αλλά και την ίδια την υφή της μετάφρασης. καθώς η
τορά είναι απολύτως τέλεια και αποτελεί το βαθύτατο μυστικό ή ακόμα και
το προσχέδιο του σύμπαντος, είναι μόνο εν μέρει προσεγγίσιμη από τον
ανθρώπινο νου. Η μετάφρασή της είναι καταδικασμένη στην ατέλεια. ο
ράμπι ιούδα μπεν ιλάι (2ος αι. μ.Χ.), μαθητής του γνωστού σοφού Ακίβα,
δήλωσε χαρακτηριστικά: όποιος μεταφράζει τον βιβλικό στίχο κατά λέξη –
ψευδολογεί, και όποιος προσθέτει κάτι – βλασφημεί.35 το δέος που ενέπνεε
το κείμενο στους μελετητές/αναγνώστες του οδήγησε στην αντίληψη, κατά
την οποία στην Αγία γραφή «et verborum ordo mysterium est».36

29
Αλντίνα κιντάνα μπαρ-Ασέρ, Ha-shimush ba-‘ivrit beyn ha-sfaradim ba-imperiya ha-
‘otomanit ba-meot ha-16-18 [Η χρήση της Εβραϊκής μεταξύ των Σεφαρδιτών της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας τον 16ο-18ο αι.]. Ανακοίνωση στο Β΄ Διεθνές συνέδριο του κέντρου εβραϊκών
γλωσσών και Λογοτεχνιών, ιερουσαλήμ 2006.
30
Η τοποθέτηση του ελληνικού κειμένου στο εξωτερικό μέρος της σελίδας δείχνει πως
δεν αποτελούσε προτεραιότητα για τους εκδότες.
31
J. Perles, «Jüdisch-byzantinische Beziehungen», BZ 2 (1893) 569-84.
32
D. S. Blondheim, «Échos du Judéo-Hellénisme. Étude sur l’influence de la Septante et
d’Aquila sur les versions néo-grecques des Juifs», Revue des Études Juives 78 (1924) 1-14.
33
ι. μάτσας, Γιαννιώτικα εβραϊκά τραγούδια, ιωάννινα 1953, 11, υποσ. 1.
34
κριβορούτσκο, «τα ελληνικά χειρόγραφα σε εβραϊκή γραφή», 653-9.
35
b. Qid. 49a· πρβ. τ. Meg. 3:41.
36
Αγ. ιερώνυμος, Επιστ. προς Παμμάχ. 57.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 81

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 81

Δεν παραμένει στον μεταφραστή παρά να προσπαθήσει να μιμηθεί κάθε


λεπτομέρεια της τορά χωρίς καμία παρέκκλιση, αφού δεν μπορεί να ξέρει
τι υπερφυσική σημασία έχουν οι λεπτομέρειες αυτές. Πρέπει δηλ. να μετα-
δοθεί όχι μόνο το νόημα, αλλά και η μορφή του κειμένου, αφού η ιερότητα
έγκειται και σ’ αυτήν. οπότε θεωρητικά δεν επιτρέπονται ούτε αφαιρέσεις,
ούτε προσθήκες,37 ούτε μεταθέσεις.
Η εφαρμογή τέτοιων ιδεολογικών αρχών βιάζει την δομή της γλώσσας-
στόχου και οδηγεί στην δημιουργία μιας τεχνητής γλωσσικής παραλλαγής,
της ονομαζόμενης «calque language» (αποτυπωματική γλώσσα), όπως Šarh
στα εβραιοαραβικά, Lehrn-Taytš στα γερμανοεβραϊκά (Yiddish), Ladino
στα ισπανοεβραϊκά ή Šar‘em στα εβραϊκά νεοαραμαϊκά. Παρόμοια
γλώσσα-αποτύπωμα εξελίχτηκε και σε βάση της ελληνικής, και την αποκα-
λέσαμε Βιβλικά Εβραιοελληνικά.38
Δυστυχώς, η πρώτη δημοσίευση των σημαντικότερων εβραιοελληνικών
πηγών, όπως η Πεντάτευχος της Κωνσταντινούπολης και το Βιβλίο του Ιωνά,
έγινε από τον D. C. Hesseling,39 ο οποίος αντιμετώπιζε τα δημιουργήματα
της ρωμανιώτικης παράδοσης ως προϊόντα εγγραμματοσύνης. κατ’ αυτόν,
«notre texte a été écrit à Constantinople», «les différentes parties peuvent
avoir été écrites à des intervalles plus ou moins grands» (έμφαση δική μας –
ι.κ.).40 στο εισαγωγικό του κεφάλαιο για την Πεντάτευχο σημειώνει πως ο
συγγραφέας του «ne pouvait ni ne voulait se servir du grec scolastique; il
lui fallait donc écrire la langue parlée de son époque et de son milieu, c’est-
à-dire une langue sans tradition littéraire».41
ο συλλογισμός αυτός του Hesseling επανελήφθη στη συνέχεια από πολ-
λούς ιστορικούς λογοτεχνίας, γλωσσολόγους και παλαιοδιαθηκολόγους.
Ας περιοριστούμε σε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: ο H.-G. Beck πίστευε
πως ο συγγραφέας της Πεντατεύχου χρησιμοποιούσε τη γλώσσα που μιλιό-
ταν στο περιβάλλον του,42 και επομένως το ελληνικό κείμενο της Πεντατεύ-

37
τα αραμαϊκά ταργούμ και οι εβδομήκοντα περιέχουν επεξηγήσεις, αλλά το περιεχό-
μενό τους προσδιορίζεται αυστηρώς από την παράδοση.
38
J. G. Krivoruchko, «Prosodic nature of word segmentation in Modern Biblical Judeo-
Greek (MGJG)», στο C. Clairis (επιμ.), Recherches en linguistique grecque: Actes du 5-e Col-
loque international de linguistique grecque, Sorbonne, 13-15.09.2001, Παρίσι 2002, τ. 2, 47.
39
D. C. Hesseling (εκδ.), Les cinq livres de la loi (le Pentateuque). Traduction en néo-grec
publiée en caractères hébraiques à Constantinople en 1547, transcrite et accompagnée d’une in-
troduction d’un glossaire et d’un fac-simile, Λάιντεν-Λιψία 1897, και ο ίδιος, «Le livre de Jonas»,
BZ 10 (1901) 208-17.
40
Ό.π., lxi.
41
Ό.π., lx-lxi.
42
H.-G. Beck, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, μτφρ. ν. Eideneier, Αθήνα 1988, 288.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 82

82 JULIA G. KRIVORUCHKO

χου [...] φυσικά δεν είναι αρχαιότερο του 16ου αιώνα.43 ο γ. Χατζιδάκις θε-
ωρούσε πως η Πεντάτευχος αποτελεί απόδειξη της επιβίωσης του απαρεμ-
φάτου στα μεταγενέστερα στάδια της ελληνικής.44 Παρόμοια γνώμη
εκφράστηκε και από τον B. Joseph: «the author of the translation was not
particularly learned, so that influence from the learned language can be dis-
counted as a source of infinitives [...]».45 Ένας από τους μεγαλύτερους σύγ-
χρονους ειδικούς στις βιβλικές μεταφράσεις, ο νατάλιο Φερνάνδες μάρκος
έγραφε: «El valor de esta traducción reside in que refleja el griego hablado
de Constantinopla a mediados del s. XVI, libre [...] del influjo del griego li-
terario»,46 «es obra de un judío que desconoce la literatura griega (y en con-
sequentia esta exento de influjos literarios o arcaizantes)», «reflejo de la
lengua común hablada en Constantinopla, una lengua sin tradición literaria,
excepto en los términos relativos al culto y mas específicos de la traducción
judía»,47 «un monumento del griego hablado».48
είναι φανερό πως ο D. C. Hesseling και όσοι τον ακολούθησαν, δεν μπό-
ρεσαν να αποφύγουν κάποιες λανθασμένες γενικεύσεις. Πρώτον, ταύτισαν
την παράδοση με την γραπτή λογοτεχνική παράδοση και απέρριψαν – ή
και δεν υποψιάστηκαν – την προφορική καταγωγή του κειμένου.49 Δεύτε-
ρον, ταύτισαν τη μόρφωση με τη μόρφωση της χριστιανικής πλειοψηφίας,
χωρίς να λάβουν υπόψη το χαρακτηριστικό περιεχόμενο της ιουδαϊκής λο-
γιοσύνης και τη σχολική παράδοση μέσα από την οποία αναπαραγόταν.
Όμως, οι ρωμανιώτικες βιβλικές μεταφράσεις αποτελούν είδος έντεχνου
λόγου, λόγο-τεχνία, αν και προορίζονται για την προφορική εκτέλεση και
μεταδίδονται από προφορικούς διαύλους. είναι εξελιγμένο λογοτεχνικό
είδος, παμπάλαιο μάλιστα, με δικούς του περιορισμούς και κανόνες, δικά
του κριτήρια του αποδεκτού και του μη-αποδεκτού και δικές του προτιμή-

43
Ό.π., 288-9.
44
γ. ν. Χατζιδάκις, Μεσαιωνικά και νέα ελληνικά, Αθήνα 1905, τ. 1, 585-98.
45
B. D. Joseph, The Synchrony and Diachrony of the Balkan Infinitive. Α Study in Areal,
General and Historical Linguistics, κέμπριτζ 1983, 77.
46
N. Fernández Marcos, «El Pentateuco griego de Constantinopla», Erytheia 6 (1985)
192. (το άρθρο αναπτύσσει την προσέγγιση που διατυπώθηκε ήδη στο N. Fernández Marcos,
Introducción a las versiones griegas de la Biblia, μαδρίτη 1979. Η νεώτερη έκδοση του βιβλίου
(1998) και η αγγλική του μετάφραση (2000) επαναλαμβάνουν τις ίδιες ιδέες).
47
Ό.π., 197.
48
Ό.π., 203.
49
για ανάλογες διαστρεβλώσεις στην αντιμετώπιση των μη-ιουδαϊκών κειμένων βλ. Η.
Eideneier, Όψεις της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας. Από τον Όμηρο έως σήμερα, από την
ραψωδία στο ραπ, Αθήνα 2004.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 83

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 83

σεις. σημειωτέον ότι ενώ από γλωσσολογική άποψη οι ρωμανιώτικες μετα-


φράσεις προκαλούσαν και προκαλούν μεγάλο ενδιαφέρον, το ζήτημα της
ποιητικής τους δεν έχει καν τεθεί, σαν να ήταν προϊόντα ενός υπολογιστι-
κού προγράμματος ή μιας καθαρά αυτόματης διαδικασίας με αυτονόητα
αποτελέσματα. κατά τη γνώμη μας, η μελέτη της ποιητικής των μεταφρά-
σεων πρέπει να διεξάγεται παράλληλα ή και να προηγείται της γλωσσολο-
γικής περιγραφής, αφού οι ανάγκες, οι περιορισμοί και οι απαιτήσεις του
λογοτεχνικού είδους (και ευρύτερα – type of discourse) συχνά καθορίζουν
τα γλωσσικά στοιχεία.
Πρώτον και κύριον, ο ρωμανιώτης μεταφραστής ενδιαφερόταν να απο-
δώσει πιστά την τορά. Πιστά σημαίνει:

α΄ να αποδώσει άνευ εξαιρέσεως κάθε μόρφημα που έμαθε να ξεχωρίζει


στο πρωτότυπο,
β΄ να παραγάγει τη μετάφραση που να μοιάζει με τις προηγούμενες ρω-
μανιώτικες μεταφράσεις, ούτως ώστε να αναγνωριστεί όχι μόνο ως
πιστός στο πρωτότυπο, αλλά και πιστός στον παραδοσιακό τρόπο
ερμηνείας του.

ο παραδοσιακός μεταφραστής ενδιαφερόταν για σωστά ή έστω και κατα-


νοήσιμα ελληνικά πολύ λιγότερο απ’ ό,τι για τα παραπάνω – κάτι που δεν
σημαίνει πως δεν νοιαζόταν γι’ αυτά καθόλου, απλώς είχαν γι’ αυτόν δευ-
τερεύουσα σημασία.
το δεύτερο κριτήριο είναι εξίσου σημαντικό με το πρώτο, αφού το ακρο-
ατήριο στη συναγωγή περιλάμβανε άνδρες που αποφοίτησαν κι αυτοί από
το παραδοσιακό σχολείο και ξενίζονταν με νεωτερισμούς. Όπως και στο
σχολείο, η υποδειγματική μετάφραση κινιόταν από μόρφημα σε μόρφημα
ή από λέξη σε λέξη, και η κάθε μια είχε το δικό της καθιερωμένο ελληνικό
αντίστοιχο. το λεξιλόγιο που διαμορφωνόταν μ’ αυτό τον τρόπο αναγκα-
στικά έπρεπε να περιέχει αρχαΐζοντα ή ακόμα και διαλεκτικά στοιχεία
επειδή η διατήρηση των στοιχείων αυτών προδιαγραφόταν και εξασφαλιζό-
ταν από τις τεχνικές της παραδοσιακής διδασκαλίας. επερχόταν βέβαια και
ο εκσυγχρονισμός του, αλλά με αργό ρυθμό που δεν προσέκρουε στα δρώ-
μενα του σχολικού και του λειτουργικού περιβάλλοντος. Αρχαϊσμοί και
ασάφειες ήταν αναγκαίοι για να μην ταυτίζεται η γλώσσα της λειτουργικής
μετάφρασης με την τρέχουσα καθομιλούμενη. Η ύπαρξη του απαρεμφάτου
στην Πεντάτευχο της Κωνσταντινούπολης δεν αποτελεί λοιπόν απόδειξη
της επιβίωσής του στον 16ο αιώνα, όπως η ύπαρξη του αττικού υπερσυντέ-
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 84

84 JULIA G. KRIVORUCHKO

λικου στην Αλεξιάδα δεν αποδεικνύει την χρήση του στον 11ο αι. και τα
δύο είναι λόγια φαινόμενα διαφορετικής αιτιολογίας και προελεύσεως.
εξίσου λανθασμένη είναι η υπεργενικευτική ερμηνεία του ρωμανιώτικου
λεξιλογίου ως δήθεν αντιπροσωπευτικού για την ομιλούμενη. στις περισ-
σότερες περιπτώσεις ο χαρακτηρισμός αυτός ισχύει, αλλά οπωσδήποτε όχι
σε όλες. Η μεταφραστική παράδοση καλλιεργούσε λεξήματα (κυρίως βοη-
θητικά μέρη του λόγου, όπως τα μόρια, τους συνδέσμους κτλ.) που είχαν
από καιρό εξαφανιστεί ή παραμεριστεί από τη ζωντανή γλώσσα, αλλά θε-
ωρούνταν απαραίτητα για την μετάδοση των εβραϊκών λέξεων.
Αξίζει εδώ να υπογραμμίσουμε ότι το λεξιλόγιο των εβραιοελληνικών
βιβλικών μεταφράσεων είναι σαφώς παράγωγο του δίγλωσσου περιβάλ-
λοντος που το δημιούργησε. Η αγία γλώσσα (lashon ha-qodesh) με το κύρος
της επισκίαζε κάθε απόφαση για την επιλογή του μεταφραστικού αντίστοι-
χου, ούτως ώστε το κέντρο της λεξικής επιλογής να βρίσκεται συχνά εξω-
γλωσσικά, πέρα από τα ελληνικά. Όσοι λοιπόν από τους σύγχρονους
αναγνώστες γνωρίζουν εβραϊκά, βρίσκονται πιο κοντά στην κατανόηση
της λογικής των μεταφραστών. Ένας δίγλωσσος αναγνώστης εύκολα θα
προσέξει, π.χ., ότι οι ρωμανιώτες προτιμούσαν την μετάφραση που έμοιαζε
ακουστικά με την εβραϊκή λέξη, επειδή αυτού του είδους η ζεύξη διευκόλυνε
την απομνημόνευση. ενδεχομένως η ακουστική ομοιότητα με το πρωτό-
τυπο επιζητούνταν και στην επίσημη δημόσια εκτέλεση. Παραμένει να ερευ-
νήσουμε αν οι μεταφραστές κατέβαλλαν συνειδητές προσπάθειες να
δημιουργήσουν ακουστικά παρόμοια κείμενα.
για παράδειγμα, στη φράση και έκραξεν ο θεός το φως μέρα και το σκότο
έκραξεν νύχτα (κωνστ. Πεντ., Γεν. 1:5),50 ο μεταφραστής επέλεξε το ρήμα
κράζω και όχι λ.χ. λέγω ή ονομάζω, επειδή, αφ’ ενός, του θύμιζε το εβρ. qara’,
και, αφ’ ετέρου, πιθανότατα βασιζόταν στην πρακτική των προηγούμενων
μεταφράσεων.51
Πλάι σε τέτοιες καθιερωμένες επιλογές, συναντάμε και προσπάθειες να
εφαρμοστεί η σύγχρονη φρασεολογία. Π.χ., στο αντίτυπο της Πεντατεύχου
της Κωνσταντινούπολης που επελέγη ως βάση για την έκδοση του D. C.
Hesseling, το εβραϊκό «wayyavo happalit wayyagged le’avram ha‘ivri, wehu’
shohen be’eloney Mamre» (Γεν. 14:13) μεταφράζεται ως και ήρτεν ο γλυτω-

τα παραθέματα από την Πεντάτευχο της κωνσταντινούπολης ακολουθούν την έκ-


50

δοση του D. C. Hesseling.


51
το ίδιο ρήμα συναντάμε στον Ακύλα (μιχ. 3:4) και ιερ. 20:8 (συρ.), όπου αντιστοιχεί
όμως στο εβρ. «za‘aq». οι εβδομήκοντα χρησιμοποιούσαν το καλέω.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 85

Η ΠοιΗτικΗ των ρωμΑνιωτικων ΒιΒΛικων μετΑΦρΑσεων 85

μένος και ανάγγειλεν του Αβρα του Εβραιού, και αυτός σκηνώνει εις τους
γάμπους του Μαμερε [...]. το ρήμα σκηνώνει αντιστοιχεί στο εβρ. «shοhen»
και αποτελεί οπωσδήποτε ιδανική ρωμανιώτικη μετάφραση, αφού όλα τα
σύμφωνα των δύο λέξεων μοιάζουν, ώστε να είναι σχεδόν ομώνυμες. είναι
και η πατροπαράδοτη μεταφραστική λύση που την βρίσκουμε ήδη στον
Ακύλα (Έξοδ. 24:16, 25:7, κ.α.), στον σύμμαχο (ιώβ 11: 14) και στον Θεο-
δoτίονα (ιώβ 38:19). και όμως, το ρήμα σκηνώνει αντικαθίσταται στην πα-
ραλλαγή της μπρεσλάου από το απλικεύγει που δεν είναι ούτε παραδο-
σιακό, ούτε ομόφωνο. μας μένει να υποθέσουμε πως θεωρήθηκε πιο μον-
τέρνο ή ήταν πιο κατανοητό στη συγκεκριμένη κοινότητα.
γενικώς, τα υφολογικά γούστα των ρωμανιωτών δείχνουν αρκετή ομοι-
ότητα μ’ αυτά του ευρύτερου περιβάλλοντος. είναι γνωστή, λ.χ., η αντικα-
τάσταση του ρήματος ποιώ με τους τύπους του κά(μ)νω στα έργα της
κρητικής λογοτεχνίας. ο ν. Παναγιωτάκης παρατήρησε πως στην Παλαιά
και Νέα Διαθήκη, ανώνυμο κρητικό ποίημα του 15ου-16ου αι., το ρήμα ποιώ
έχει αντικατασταθεί σχεδόν παντού, εκτός από τις ομοιοκαταληξίες όπου
η αντικατάστασή του ήταν αδύνατη.52 την ίδια ακριβώς διαδικασία παρα-
τηρεί κανείς και στην Πεντάτευχο της Κωνσταντινούπολης, όπου στις πα-
ραλλαγές P και P1 διαβάζουμε:
π ο ί σ ε εσέν κιβωτό ξύλα αδρυνά, φωλιές να π ο ί σ η ς το κιβωτό,
ενώ στο αντίτυπο της μπρεσλάου:
κ ά μ ε εσέν κιβωτό ξύλα αδρυνά, φωλιές να κ ά μ η ς το κιβωτό (Γεν.
6:14).53
οι γραμματικοί εκσυγχρονισμοί που εφάρμοσε ο ανώνυμος συντάκτης
της Πεντατεύχου ήταν κι αυτοί ολόιδιοι με αυτούς των χριστιανών συγγρα-
φέων. τα απαρέμφατα της παλαιότερης παραλλαγής υποκαθίστανται στο
αντίτυπο της μπρεσλάου με τους προσωπικούς ρηματικούς τύπους:
από όλη τη δουλειά του ος έπλασεν ο θεός ν α κ ά μ η (P και P1),
από όλη τη δουλειά του ος έπλασεν ο θεός τ ο υ κ ά μ ε ι
(μπρεσλάου) (Γεν. 2:3).54
με τον ίδιο τρόπο τα απαρέμφατα του χειρογράφου της κοπεγχάγης αν-

52
Βλ. ν. μ. Παναγιωτάκης (εκδ.), Παλαιά και νέα διαθήκη, ανώνυμο κρητικό ποίημα
(τέλη 15ου - αρχές 16ου αι.), επιμ. στ. κακλαμάνης – γ. κ. μαυρομάτης, Βενετία 2004, λη΄.
53
Πρβ. επίσης Γεν. 6:16.
54
Πρβ. Γεν. 1:29, 1:30, 3:22, 3:23, 3:24, 4:2, 4:7, 4:12, 4:26, 6:1, 6:20, 6:21 κ. α.
1-150praktnew._Layout 1 /1611/12 2:24 PM Page 86

86 JULIA G. KRIVORUCHKO

ταλλάζονται με την υποτακτική στη μεταγενέστερη Παρισινή εκδοχή του


Χρονικού του Μορέως:
ὁ ρήγας ἄρξετον λ α λ ε ί (7118, H)
ὁ ρήγας ἤρξεν ν ὰ λ α λ ε ί (7118, P).55
Παρά την απαγόρευση να απομακρυνθούν από την τορά, οι μεταφρά-
σεις αναπτύσσουν ιδιόμορφη υποτυπώδη ρητορική, πολύ πιο περιορισμένη
βέβαια από αυτή των πρωτότυπων κειμένων. Χρησιμοποιούν όμως ομοι-
οτέλευτα, ισόκωλα, μετρική οργάνωση και άλλα ρητορικά μέσα που γίνον-
ται αντιληπτά εύκολα με αυτί. Π.χ., ο μεταφραστής του Ησαΐα στο
χειρόγραφο YBZ 351956 επανειλημμένα εισάγει τις προτάσεις με το επίρ-
ρημα τότες, που το αντίστοιχό του απουσιάζει από το εβραϊκό πρωτότυπο
και δεν υπάρχουν εξηγητικοί λόγοι για την προσθήκη του:
τ ό τ ε ς θα γνωρίεις που ιγώ Α[δονάι] (49:23),57
τ ό τ ε ς θα γνωρίσισουν η κάθε σάρκα που ιγώ Α[δονάι] (49:26).
Πρβ. επίσης:
και τ ό τ ε ς θα χαιδευτεί εις το φάχι η ψυχή σας (55:2)
τ ό τ ε ς θελα κόψω με ισάς συνιθήκη παντουτινή (55:3).
Δημιουργείται όμως δυνατός παραλληλισμός μεταξύ των συνεχόμενων στί-
χων και ενισχύεται η ακουστική συνοχή του κειμένου.
Δεν είναι ο σκοπός μας τώρα να πολλαπλασιάσουμε τα παραδείγματα:
αξίζουν οπωσδήποτε περισσότερη μελέτη. ελπίζουμε να μας δοθεί ευκαιρία
να συνεχίσουμε την έρευνά τους, καθώς οι ελληνοεβραϊκές βιβλικές μετα-
φράσεις αποτελούν ωφέλιμο υλικό για πολλούς κλάδους της φιλολογίας
και γλωσσολογίας. Η σωστή τους τοποθέτηση στον άξονα προφορικότητα-
εγγραμματοσύνη είναι εκ των ων ουκ άνευ και θα επιτρέψει να αναλυθούν
πιο πολύπλευρα, διακριτικότερα, αλλά και ιστορικότερα.

Joseph, Balkan infinitive, 57-8.


55

για το χειρόγραφο βλ. κριβορούτσκο, «τα ελληνικά χειρόγραφα σε εβραϊκή γραφή»,


56

653-5. Η πλήρης του έκδοση ετοιμάζεται από μας.


57
Η μορφολογία και ο τονισμός στα παραδείγματα ακολουθούν το χειρόγραφο.

You might also like