Professional Documents
Culture Documents
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ
ομάδα σε ομάδα αλλά και από άτομο σε άτομο στο εσωτερικό της ομάδας. Ο σχεδιασμός
τους βασίζεται στο συνολικό προφίλ του κάθε παιδιού δηλαδή στο επίπεδο του νοητικού
του ελλείμματος και της προσαρμοστικής του συμπεριφοράς αλλά και στο εύρος
επισημανθούν».
U164Ν2286
1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ……………………………………………………………….......3
2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο :
Νοητική Υστέρηση………………………………………….…………4
Εννοιολογικός Προσδιορισμός……………………………………..…5
3. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο :
4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο:
- Άμεση διδασκαλία
- Διδασκαλία με project
Συμπεράσματα …………………………………………………….....11
Βιβλιογραφικές Αναφορές……………………………………………13
2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το εκπαιδευτικό σύστημα της σύγχρονης Ελλάδας πρεσβεύει μια νεωτεριστική εκδοχή της
κτήσης της γνώσης καθώς και της κοινωνικής ανέλιξης των μαθητών βάσει της οποίας
προάγεται η φοίτηση όλων των παιδιών με ειδικές ανάγκες στο σχολείο της γειτονιάς τους και
προωθείται η αξία της ισότιμης εκπαίδευσης για όλους τους μαθητές. Στον καινοτόμο αυτό
κύκλο των εκπαιδευτικών τροποποιήσεων υπάγεται η πρόταση της συνεκπαίδευσης
(Λαμπροπούλου & Παντελιάδου 2000: 162-163), πρωταρχικό στόχο της οποίας αποτελεί η
διασφάλιση της κοινωνικής ταυτότητας όλων των μαθητών καθώς και η κατάργηση του όρου
‘’ειδική εκπαίδευση’’. (Stainback & Stainback 1990: 34-35, Ware, 2000). Όπως είναι
κατανοητό, η διεκπεραίωση ενός τέτοιου επαναστατικού -για τα δεδομένα της παλιότερης
κατά κύριο λόγο εποχής- μοντέλου εκπαίδευσης προϋποθέτει την διαφοροποίηση τόσο των
εκπαιδευτικών δομών όσο και του γενικού εκπαιδευτικού συστήματος, ενός συστήματος που
οφείλει να αναμορφωθεί προκειμένου να καλωσορίσει και να εκπληρώσει τις ανάγκες των
νεόφερτων μαθητών του. Σύμφωνα, μάλιστα με τις Δόικου–Αυλίδου 2007: 207-208,
απαραίτητος κρίνεται ο σχεδιασμός νέων εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα στοχεύουν
στην επίτευξη τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των κοινωνικών αναγκών των μαθητών.
Η παρούσα εργασία στόχο έχει την εστίαση της στην επιμέρους κατηγορία των μαθητών με
Νοητικές Δυσκολίες/ Νοητική Υστέρηση καθώς και στην αναγκαιότητα ύπαρξης
προγραμμάτων εκπαίδευσης και παρέμβασης. Κατόπιν, θα γίνει αναφορά στις στρατηγικές
διδασκαλίας που δύνανται να επιτευχθούν με γνώμονα τόσο το επίπεδο της νοητικής
δυσκολίας όσο και της προσαρμοστικής συμπεριφοράς. Εν κατακλείδι, θα μας απασχολήσει
το ζήτημα της αναγκαιότητας ύπαρξης ποικίλων προγραμμάτων παρέμβασης και θα γίνει
αναφορά τόσο στο περιεχόμενο όσο και στους στόχους του εξατομικευμένου προγράμματος
παρέμβασης αναφορικά με το προφίλ του κάθε μαθητή.
Νοητική Καθυστέρηση
3
Εννοιολογικός προσδιορισμός
Επιπροσθέτως και για την ορθότερη κατανόηση του εννοιολογικού φάσματος της Νοητικής
Υστέρησης, κρίνεται αξιόλογο να αναφερθεί ο ορισμός που διαπιστώνεται από την
Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση (American Psychiatric Association-APA) στην τελευταία
έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου για τις Ψυχικές Διαταραχές (DSM-IV)
και σύμφωνα με τον οποίο η διάγνωση ενός ατόμου με Νοητική Υστέρηση διαπιστώνεται ε
περιπτώσεις όπου χαρακτηρίζεται από:
«σημαντική κάτω του ορίου γενική νοητική λειτουργία (κριτήριο Α) που συνοδεύεται από διακριτούς
περιορισμούς στην προσαρμοστική λειτουργία σε τουλάχιστον δύο από τις ακόλουθες περιοχές
δεξιοτήτων: επικοινωνία, αυτοεξυπηρέτηση, αυτόνομη διαβίωση, κοινωνικές/ διαπροσωπικές σχέσεις,
χρήση των κοινωνικών πόρων, αυτοπροσδιορισμός, μαθησιακή ετοιμότητα και ανάπτυξη, εργασία,
διαχείριση ελεύθερου χρόνου, υγεία και ασφάλεια (κριτήριο Β). Τα παραπάνω πρέπει να εκδηλωθούν
πριν την ηλικία των 18 ετών (κριτήριο Γ). Η νοητική καθυστέρηση έχει πολλαπλή αιτιολογία και μπορεί
να εκδηλωθεί ως απόρροια διαφορετικών παθολογικών διεργασιών που επηρεάζουν την λειτουργία του
κεντρικού νευρικού συστήματος» (ΑPA 2000: 41).
Επιπροσθέτως, και βάσει της ταξινόμησης που εντόπισε ο Grossman (1983) και θεσπίστηκε
από την APA έως και την τελευταία έκδοση του DSM- IV (2000) τα είδη Νοητικής
Υστέρησης που εντοπίζονται είναι τέσσερα:
4
Λόγω των εν γένει πολυποίκιλων πεδίων που προσδιορίζονται κατά τη μελέτη της Νοητικής
Υστέρησης, γίνεται κατανοητή η αναγκαιότητα ύπαρξης προγραμμάτων παρέμβασης που θα
απευθύνονται στο σύνολο των πολλαπλών διαφορετικών ομάδων που υπάγονται στο φάσμα
της. Όπως αναφέρεται και στο βασικό ερώτημα της παρούσας εργασίας, η παρέμβαση και οι
στρατηγικές διδασκαλίας στα παιδιά με Νοητική Υστέρησης όχι μόνο αποτελούν ένα συνεχές
άνυσμα μιας και διαρκώς μεταβάλλονται και επαναξιολογούνται. Όπως γίνεται κατανοητό,
λοιπόν, χρήζει αρχικά να πραγματοποιηθεί η αναμόρφωση μεμονωμένων εκπαιδευτικών
προγραμμάτων παρέμβασης με γνώμονα τόσο τις νοητικές λειτουργίες όσο και τα επίπεδα
προσαρμοστικής και κοινωνικής συμπεριφοράς ανά υποομάδα.
Πιο αναλυτικά, οι μαθητές με ήπια νοητική υστέρηση καλούνται να υπακούουν στις οδηγίες
των δασκάλων τους, να αντιδρούν σε οπτικοακουστικά ερεθίσματα καθώς και να εξασκούν
τις αδρές κινήσεις τους μέσω ασκήσεων που θα οφείλουν να ολοκληρώνουν. Επιπροσθέτως,
μείζονος σημασίας στρατηγική θεωρείται και αυτή της καλλιέργειας της αυτοεξυπηρέτησής
τους, η οποία χτίζεται σταδιακά σε συνεργασία με το δάσκαλο και κατά την οποία το παιδί
καλείται να εξασκηθεί σε καθημερινές δραστηριότητες όπως είναι αυτές του να δένει τα
κορδόνια των παπουτσιών του, να χρησιμοποιεί σωστά την τουαλέτα ή να χρησιμοποιεί τα
σχολικά του αντικείμενα αυτόνομα. Σε συνάρτηση με τις νέες αυτές πρακτικές που καλείται
5
να υιοθετήσει η εκπαιδευτική κοινότητα, από την προσχολική κιόλας ηλικία, βασικό ρόλο
αποτελεί και η κοινωνική αλληλοεπίδραση του μαθητή. Συνεπώς, η κτήση κοινωνικών
δεξιοτήτων καθώς και η εφαρμογή ενός κατάλληλα τροποποιημένου αναλυτικού
προγράμματος που θα βασίζεται κατά κύριο λόγο στην ενίσχυση του επικοινωνιακού
ελλείμματος , αποτελούν τους βασικότερους στόχους που θέτει η εκπαιδευτική κοινότητα.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Στασινού (2020), η ομάδα αυτή μέχρι και τέλη της
δεκαετίας του ’70 δε θεωρούνταν ‘’εκπαιδεύσιμη’’, λόγω της στατικής κατά κύριο λόγο
προοπτικής της νοητικής τους ανάπτυξης. Τουναντίον, η στάση αυτή με την πάροδο των
χρόνων παρουσίασε συντριπτική βελτίωση με αποτέλεσμα τα παιδιά που ανήκουν σε αυτή
την υποομάδα να χαρακτηρίζονται από εξελικτική πορεία. Όπως διαπιστώνεται μέσω των
δεδομένων έρευνας, το περιορισμένο επίπεδο νοητικής λειτουργίας των απιδιών αυτών
στοχεύει στην εκπαιδευτική τους ανέλιξη μέσω της ανάπτυξης βασικών δεξιοτήτων της
καθημερινής ζωής. Είναι αξιόλογο να αναφερθεί πως στόχος των προγραμμάτων παρέμβασης
θα είναι η καθημερινή διαβίωση και η αυτοεξυπηρέτηση των παιδιών, η οποία θα
κλιμακώνεται ανά σχολική βαθμίδα. Πιο αναλυτικά, κατά την προσχολική ηλικία των
απιδιών, στόχο του εκπαιδευτικού προγράμματος θα αποτελεί η αισθησιοκινητική –
κιναισθητική, γλωσσική και φυσική τους ανάπτυξη.. Παράλληλα, μέριμνα των
προγραμμάτων α αποτελεί η καλλιέργεια των διαπροσωπικών τους σχέσεων καθώς και η
εξασφάλιση της προσωπικής τους φροντίδας. Μεταγενέστερα, κατά τη σχολική τους περίοδο,
η έμφαση θα πρέπει να δοθεί εναργεστέρα στο συντονισμό κινήσεων μέσω της κιναισθητικής
και γλωσσικής τους ανάπτυξης σε συνάφεια πάντα με την ενεργοποίησης της κοινωνικής τους
ταυτότητας. Εν κατακλείδι, τα προγράμματα παρέμβασης κατά την ενήλικη τους ζωή θα
αποτελούν εφαρμογή παρόμοιων προγραμμάτων και θα στοχεύουν στην συμμετοχή των
παιδιών σε προγράμματα εργασιακής απασχόλησης.
7
Ο σχεδιασμός ενός εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης αποτελεί μια πρακτική που
συνίσταται στην δημιουργίας ενός γενικού αναλυτικού προγράμματος βασιζόμενου στις
ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες του κάθε μαθητή με νοητική υστέρησης ανεξαρτήτως του
σε ποια από τις προαναφερθείσες υποομάδες ανήκει. Άμεσος στόχος του προγράμματος
αυτού είναι η διασφάλιση της ενεργητικής συμμετοχής των μαθητών στο εκπαιδευτικό
περιβάλλον μέσω της επίτευξης στόχων που συσχετίζονται με την αυτορρύθμιση του
μαθησιακού τους προφίλ και της χρήσης ορθών στρατηγικών παρέμβασης. Είναι αξιόλογο να
αναφερθεί πως πρωταρχικός στόχος του εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης που
απευθύνεται στους μαθητές με Νοητική υστέρηση δεν είναι η εκμάθηση βασικών γνωστικών
λειτουργιών αλλά η κοινωνική αλληλοεπίδραση των μαθητών σε συνάφεια με την
προσαρμοστική τους συμπεριφορά.
Άμεση διδασκαλία
Διδασκαλία με project
8
Η εμφάνιση της καινοτόμου αυτής μεθόδου πραγματοποιήθηκε από το δεύτερο μισό του 19ου
αιώνα και βασίζεται στην ενεργητικότητα του μαθητή μέσω της οργάνωσης της μάθησης και
της διδασκαλίας. Ακολουθώντας, λοιπόν, το μαθητοκεντρκό μοντέλο διδασκαλίας, η
διδακτική αυτή μέθοδος προάγει τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός project που
διεξάγεται από τους μαθητές από τις απαρχές του. Οι μαθητές είναι υπεύθυνοι τόσο για την
επιλογη του θέματος, το διαμοιρασμό αρμοδιοτήτων καθώς και της διατύπωσης των στόχων
της εργασίας τους. Η εφαρμογή της παρούσας καινοτόμου δραστηριότητας ολοκληρώνεται με
την παρουσίαση της εργασίας καθώς και της τελική της αξιολόγηση. (Ταρατόρη 2003).
Συμπεράσματα
9
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Ελληνόγλωσσες
Δόικου – Αυλίδου, Μ. (2007). Ειδική Αγωγή, στο Ξωχέλλης, Π. Δ. (επιμ.). Λεξικό της
Παιδαγωγικής, σσ. 206-208. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
Ταρατόρη, Ε. (2003). Η μέθοδος project στη θεωρία και στην πράξη. Θεσσαλονίκη:
Αφοί Κυριακίδη.
Ξενόγλωσσες
10
11