Εισαγωγή Και Ιη Ενότητα

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 40

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ -ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ν. Αθ. Κανελλοπούλου-Μαλούχου

Σ Υ Ν ΤΑ Γ Μ ΑΤ Ι Κ Α Δ Ι Κ Α Ι Ω Μ ΑΤΑ
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ-ΟΔΗΓΟΣ

Jean-Michel Basquiat, Liberty, 1983

Aκαδημ. έτος 2021-2022

1
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η Σ Τ Ο Α Ν Τ Ι Κ Ε Ι Μ Ε Ν Ο Τ ΟΥ Μ ΑΘ Η Μ ΑΤ Ο Σ

Ι. Ορολογικές αποσαφηνήσεις
1. Μια νομική έννοια: Ελευθερία και δικαιώματα
Στο πεδίο της φιλοσοφίας: αναφερόμαστε στην «ελευθερία» του
ανθρώπου ως στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης. Εδώ, η ελευθερία του
ανθρώπου αντιμετωπίζεται στο αφηρημένο επίπεδο της συνείδησης (forum
internum).
Το δίκαιο όμως ρυθμίζει την εξωτερική συμπεριφορά των ανθρώπων
ως μελών ενός κοινωνικού συνόλου. Δεν ενδιαφέρεται για την εσωτερική
στάση των ανθρώπων (forum internum) παρά μόνον εφ’ όσον αυτή
εξωτερικεύεται. Στο δίκαιο και στη νομική επιστήμη λοιπόν η έννοια «δικαίωμα»
ή «ελευθερία» αφορά τις σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα στην κοινωνία, και
ειδικότερα τις σχέσεις εξουσίας, και αποσκοπεί στην προστασία του ανθρώπου
από κάθε μορφής εξουσίας.
2. Παρεμφερείς όροι
Η ορολογία διαφοροποιείται συνήθως ανάλογα με το πεδίο όπου
χρησιμοποιείται ο όρος: συνταγματικά δικαιώματα, συνταγματικές ελευθερίες,
θεμελιώδη δικαιώματα, ατομικά δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες, δημόσιες
ελευθερίες, θεμελιώδεις ελευθερίες, δικαιώματα του ανθρώπου, ανθρώπινα
δικαιώματα, ανθρώπινες ελευθερίες.
Επικρατέστερος είναι ο όρος θεμελιώδη δικαιώματα

ΙΙ. Οι κοινωνικοπολιτικές παράμετροι των θεμελιωδών δικαιωμάτων


1. Μία διαρκής διεκδίκηση, με επισφαλή έκβαση
Αποτέλεσμα κοινωνικών διεκδικήσεων, που κατακτήθηκαν και

2
κατοχυρώθηκαν νομικά, σταδιακά και με παλινδρομήσεις, από την εποχή της
Γαλλικής (1789-1799) και της Αμερικανικής Επανάστασης (1775-1783) και μετά,
τα θεμελιώδη δικαιώματα εξακολουθούν να αποτελούν πεδίο έντασης όχι μόνο
στο κράτος αλλά και στο διεθνές επίπεδο.
2. Ο πολλαπλασιασμός και η διάχυση των πηγών διακινδύνευσης
Η σύγκρουση ελευθερίας και ασφάλειας αποκτά σήμερα νέες διαστάσεις
ιδιαίτερα λόγω της ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, της
ψηφιακότητας της τεχνολογίας, της διεθνούς τρομοκρατίας, της οικολογίας και του
περιβάλλοντος.
Η σύγκρουση ελευθερίας και παροχών, αφού εν κοινωνία, η
ελευθερία είναι συνυφασμένη με την οικονομική και κοινωνική πολιτική του
κράτους.
Οι διεθνείς ανακατατάξεις και το «τέλος» των ιδεολογιών μετά την
πτώση (1989) και τη λεγόμενη «δημοκρατική μετάβαση» των πρώην λαϊκών
δημοκρατιών. Η κρίση του κοινωνικού κράτους, η ανάπτυξη του νέο-
φιλελευθερισμού, και η «κατάσταση ανάγκης» και η συνακόλουθη κρίση της
δημοκρατίας. Η «αραβική άνοιξη».
Η εποχή της παγκοσμιοποίησης και η πολυδιάσπαση της εξουσίας.
Κάθετα, η κεντρική κρατική εξουσία διασπάται υπέρ των φορέων της τοπικής
αυτοδιοίκησης και των περιφερειών ενώ η δημόσια εξουσία διαχέεται σε
ιδιωτικούς φορείς, ομάδες συμφερόντων, ενώσεις, επιχειρήσεις, κοινωνία
πολιτών. Οριζόντια, η πολιτική εξουσία επιμερίζεται στο πλαίσιο των νέων
μορφωμάτων περιφερειακής ολοκλήρωσης
Μετασχηματισμός (ή αλλοίωση) της κλασικής έννοιας του
Συντάγματος και του κράτους. Διαμορφώνονται νέες θεωρίες, στον χώρο της
πολιτικής επιστήμης (π.χ. new public management), των διεθνών σχέσεων (π.χ.
θεωρίες της ολοκλήρωσης), του δικαίου (π.χ. μεταμοντέρνες θεωρίες του δικαίου

3
και του κράτους, οικουμενικότητα των θεμελιωδών δικαιωμάτων,
κοσμοπολιτισμός). Και προτείνονται νέα μοντέλα και νέες έννοιες (π.χ.
πλουραλισμός, ετεραρχία, διακυβέρνηση, πολυκεντρικό σύστημα ή δίκτυο,
societal constitutionalism, (global) civil constitution, λειτουργικό Σύνταγμα…).

ΙΙΙ. Το αντικείμενο του μαθήματος


Συστηματικά, η ύλη των θεμελιωδών δικαιωμάτων ανήκει στο
Συνταγματικό Δίκαιο αφού αφορά τη σχέση ατόμου και κοινωνικών ομάδων με
την πολιτειακή εξουσία
Αυτή η ύλη κατατέμνεται στο Γενικό Μέρος και στο Ειδικό Μέρος. Το
Γενικό Μέρος πραγματεύεται τις συνταγματικές αρχές που καθορίζουν την
ερμηνεία και άρα και την εφαρμογή των κατ’ιδίαν δικαιωμάτων που κατοχυρώνει
το Σύνταγμα. Το Ειδικό Μέρος πραγματεύεται τη συστηματική ανάπτυξη των
κατ’ιδίαν δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα. Εδώ θα ασχοληθούμε μόνο
με το Γενικό Μέρος - ή γενική θεωρία των θεμελιωδών δικαιωμάτων
Η ύλη των θεμελιωδών δικαιωμάτων διαπλέκεται και με το Διεθνές Δίκαιο
και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, βάσει του ίδιου του Συντάγματος. Η προστασία των
θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι πλέον πολυεπίπεδη

4
.
Μ Ι Α Σ Υ Σ Τ Η Μ ΑΤ Ι Κ Η Κ ΑΤΑΤΑ Ξ Η Τ Ω Ν Δ Ι Κ Α Ι Ω Μ ΑΤ Ω Ν
Σ Τ Ο Σ Υ Ν ΤΑ Γ Μ Α Τ ΟΥ 1 9 7 5 / 1 9 8 6 / 2 0 0 1 / 2 0 0 8 / 2 0 1 9

Το Σύνταγμά μας κατοχυρώνει έναν κατάλογο θεμελιωδών δικαιωμάτων


στα άρθρα 4-25, υπό τον τίτλο «Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα» (Μέρος
Δεύτερο), καθώς και σε άλλες διάσπαρτες διατάξεις του.

1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ


α) Προστασία της ανθρώπινης προσωπικότητας
αα) αξία του ανθρώπου
άρθρo 2 παρ.1 Σ, άρθρο 7 παρ.2 Σ, άρθρο 15 παρ.2 εδ.α΄ Σ,
άρθρο 106 παρ.2 Σ
ββ) ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας
άρθρο 5 παρ.1 Σ
γγ) προστασία της τιμής
άρθρο 5 παρ.2 εδ. α΄ Σ
δδ) δικαίωμα ιθαγένειας
άρθρο 4 παρ.3 Σ:
β) Ισότητα
αα) γενική αρχή της ισότητας
- ισότητα ενώπιον του νόμου
άρθρο 4 παρ 1 Σ
- γενική απαγόρευση των διακρίσεων
άρθρο 5 παρ.2 εδ. α΄ Σ

5
ββ) ειδικές μορφές ισότητας
- ισότητα των φύλων
απαγόρευση των διακρίσεων λόγω φύλου:
άρθρο 4 παρ. 2 Σ
άρθρο 116 παρ.11 Σ
θετικές διακρίσεις (affirmative action): άρθρο 116 παρ.2 Σ
- ισότητα αμοιβής για ίσης αξίας παρεχόμενη εργασία
άρθρο 22 παρ.1 Σ:
άρθρο 116 παρ.3 Σ:
- ισότητα πρόσβασης στις δημόσιες λειτουργίες
άρθρο 4 παρ.4 Σ:
- φορολογική ισότητα
άρθρο 4 παρ.5 Σ:
γ) Προστασία της ιδιωτικής σφαίρας
αα) άσυλο κατοικίας
άρθρο 9 Σ
ββ) απαραβίαστο ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής
άρθρο 9 παρ.1 εδ.β΄ Σ
γγ) απόρρητο επικοινωνίας (επιστολών και
ανταποκρίσεων)
άρθρο 19 Σ
δδ) προστασία των προσωπικών δεδομένων
άρθρο 9Α Σ
δ) Προσωπική ελευθερία και προσωπική ασφάλεια
άρθρο 5 παρ.3 Σ
άρθρο 6 Σ
άρθρο 7 παρ.4 Σ:

6
- αρχή nullum crimen nulla poena sine lege
άρθρo 7 παρ.1 Σ:
- απαγόρευση γενικής δήμευσης και θανατικής ποινής
άρθρο 7 παρ.3 Σ:
ε) Δικαστική προστασία
αα) δικαίωμα νόμιμου δικαστή
άρθρο 8 Σ
ββ) δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας και
προηγούμενης ακρόασης
άρθρο 20 παρ.1 Σ
στ) Διοικητική προστασία
αα) δικαίωμα αναφοράς
άρθρο 10 Σ
ββ) δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης
άρθρο 20 παρ.2 Σ
γγ) οι ανεξάρτητες αρχές
άρθρο 9Α Σ: η Αρχή Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων
άρθρο 15 παρ.2 Σ: το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης
άρθρο 19 παρ.2 Σ: η Αρχή Προστασίας του Απορρήτου των
Επικοινωνιών
άρθρο 103 παρ.7 Σ: το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής
Προσωπικού
άρθρο 103 παρ.9 Σ: ο Συνήγορος του Πολίτη
άρθρο 101Α Σ:
ζ) Οι θεμελιώδεις ερμηνευτικές αρχές του άρθρου 25
- εγγύηση του κράτους, αρχή του κοινωνικού κράτους
δικαίου

7
άρθρo 25 Σ
- επιφύλαξη του νόμου, αρχή της τριτενέργειας, αρχή της
αναλογικότητας
άρθρο 25 παρ.1 Σ
- απαγόρευση της κατάχρησης δικαιώματος
άρθρο 25 παρ.3 Σ

θ) το δικαίωμα αντίστασης
άρθρο 120 παρ.4 Σ

2. ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
α) δικαίωμα στη ζωή
άρθρο 5 παρ.2 εδ. α΄ Σ
άρθρο 7 παρ. 3 εδ.β΄ Σ
β) δικαίωμα σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας
άρθρο 7 παρ.2 Σ
άρθρο 5 παρ.5 Σ
γ) ελευθερία κίνησης και εγκατάστασης
άρθρο 5 παρ.4 Σ
άρθρο 5 παρ.2 εδ.β΄ Σ

3. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
α) θρησκευτική ελευθερία (συνείδησης και λατρείας)
άρθρο 13 Σ:
[Βλ. και άρθρο 3 παρ.1]
β) ελευθερία έκφρασης γνώμης και πληροφορίας
αα) ελευθερία έκφρασης γνώμης

8
άρθρο 14 παρ.1 Σ
ββ) ελευθερία της πληροφορίας και δικαίωμα στην πληροφόρηση
άρθρο 5Α Σ
άρθρο 10 παρ. 3 Σ
γ) ελευθερία και εγγυήσεις μαζικής επικοινωνίας
αα) ελευθερία του τύπου
- ελευθερία του τύπου και απαγόρευση της λογοκρισίας
άρθρo 14 Σ
- δικαίωμα απάντησης
άρθρο 14 παρ.5 Σ
- δημοσιογραφικό επάγγελμα
άρθρο 14 παρ.8 Σ
- ιδιοκτησιακό καθεστώς, οικονομική κατάσταση,
χρηματοδότηση των επιχειρήσεων ενημέρωσης
άρθρο 14 παρ.9 Σ
ββ) ελευθερία του κινηματογράφου και της φωνογραφίας
άρθρο 15 παρ.1 Σ
γγ) εγγυήσεις της ραδιοτηλεόρασης
άρθρο 15 Σ
- άμεσος έλεγχος του κράτος από το ΕΣΡ
άρθρο 15 παρ. 2 Σ
δ) ελευθερία πνευματικής δημιουργίας και διδασκαλίας
αα) ελευθερία της τέχνης
άρθρο 16 παρ.1 εδ.α΄ Σ
ββ) ελευθερία της επιστήμης, έρευνας και διδασκαλίας
άρθρο 16 παρ.1 Σ
γγ) ελευθερία και δικαίωμα στην παιδεία

9
- δωρεάν δημόσια παιδεία
άρθρο 16 Σ
- ιδιωτικά εκπαιδευτήρια
άρθρο 16 παρ.8 Σ
δδ) πανεπιστημιακή αυτοδιοίκηση και ακαδημαϊκή ελευθερία
άρθρο 16 Σ
εε) επαγγελματική και ειδική εκπαίδευση
άρθρο 16 παρ.7 Σ
ζζ) αθλητισμός
άρθρο 16 παρ.9 Σ

4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
α) Προστασία οικογένειας, γάμου, μητρότητας, παιδικής
ηλικίας, πολυτέκνων, θυμάτων πολέμου κτλ.
άρθρo 21 Σ
- δημογραφική πολιτική
άρθρο 21 παρ. 5 Σ
β) προστασία της υγείας
άρθρο 5 παρ.2 Σ
άρθρο 5 παρ.5 Σ
άρθρο 21 παρ.3 Σ
- θετικά μέτρα υπέρ των αναπήρων
άρθρο 21 παρ.6
γ) απόκτηση κατοικίας
άρθρο 21 παρ.4 Σ
δ) ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα
άρθρο 21 παρ.1 εδ.β΄ Σ

10
ε) εργασιακά δικαιώματα.
αα) δικαίωμα και ελευθερία εργασίας
- δικαίωμα εργασίας
άρθρο 22 παρ.1 εδ.α΄ Σ
- απαγόρευση αναγκαστικής εργασίας
άρθρο 22 παρ.4 Σ
ββ) κοινωνική ασφάλιση
άρθρο 22 παρ.5 Σ:
γγ) συνδικαλιστική ελευθερία και δικαίωμα απεργίας
- συνδικαλιστική ελευθερία
άρθρo 23 παρ.1 Σ
- συλλογική αυτονομία
άρθρο 22 Σ:
- δικαίωμα απεργίας
άρθρο 23 παρ.2 Σ
στ) προστασία του περιβάλλοντος (φυσικού και πολιτιστικού)
- δικαίωμα στο περιβάλλον
άρθρo 24 παρ.1 Σ
- αρχή της αειφορίας ή της βιώσιμης ανάπτυξης
άρθρο 24 παρ.1 Σ
- προστασία δασών και δασικών εκτάσεων
άρθρο 24 παρ.1 Σ
- προστασία του οικιστικού περιβάλλοντος
άρθρο 24 Σ παρ. 2-5
- προστασία μνημείων, παραδοσιακών περιοχών και στοιχείων
άρθρο 24 παρ.6 Σ

11
5. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
α) δικαίωμα ιδιοκτησίας
- δικαίωμα ιδιοκτησίας
άρθρo 17 παρ.1 Σ
- ιδιοκτησία μεταλλείων, αρχαιολογικών χώρων, λιμνών κτλ.
άρθρo 18 Σ
- απαγόρευση δήμευσης
άρθρο 7 παρ 3 Σ
- αναγκαστική απαλλοτρίωση για δημόσια ωφέλεια.
άρθρο 17 Σ παρ.2-7
άρθρο 18 παρ. 8 Σ
- επίταξη ιδιοκτησίας, αναγκαστική χρήση ή διάθεση
άρθρο 18 παρ.3-7
άρθρο 24 παρ. 3- 5
- υπερτίμηση συνεπεία δημοσίων έργων
άρθρο 78 παρ.4 εδ.β
β) γενική οικονομική ελευθερία
αα) εμπόριο, συμβάσεις, εταιρείες κτλ.
άρθρο 5 παρ.1 Σ
άρθρο 106 παρ.2 Σ
ββ) παρέμβαση του κράτους στην οικονομία
άρθρο 106 Σ παρ.1-2
- κοινωνικοποίηση επιχειρήσεων
άρθρο 106 Σ παρ. 3-6

6. ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ


α) συλλογικές ελευθερίες

12
αα) ελευθερία των συναθροίσεων
άρθρο 11 Σ
ββ) (μη κερδοσκοπικές) ενώσεις (σύσταση και συμμετοχή)
άρθρo 12 Σ
άρθρο 16 παρ.5 εδ.β΄ Σ
γγ) πολιτικά κόμματα (ίδρυση συμμετοχή, δράση)
- δικαίωμα ίδρυσης και συμμετοχής
άρθρo 29 Σ παρ.1
- οικονομικά των πολιτικών κομμάτων
άρθρο 29 παρ.2 Σ
- κομματική δραστηριότητα δημοσίων υπαλλήλων και δημοσίων
λειτουργών
άρθρο 29 παρ. 3 Σ
β) ενεργητικό και παθητικό εκλογικό δικαίωμα
αα) δικαίωμα και υποχρέωση του εκλέγειν
- δημοκρατική αρχή
άρθρo 1 Σ:
άρθρo 52 Σ
- αντιπροσωπευτική δημοκρατία
άρθρo 51 παρ.3. εδ.α΄ Σ
άρθρο 102 παρ.2 Σ
- δημοψήφισμα
- συμβουλευτικό δημοψήφισμα
άρθρο 44 παρ.2 εδ.α΄Σ
- νομοθετικό δημοψήφισμα
άρθρο 44 παρ.2 εδ.β΄και γ
- δικαίωμα λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας

13
άρθρο 73 παρ.6 Σ
- εκλογικό δικαίωμα
άρθρo 51 παρ.3 εδ.β΄ Σ
άρθρο 51 παρ.4. εδ.α΄ Σ
- εκλογικό δικαίωμα των πολιτών που βρίσκονται έξω από
την Επικράτεια
άρθρο 51 παρ.4 εδ.β΄
άρθρο 54 παρ.4
- υποχρέωση άσκησης του εκλογικού δικαιώματος
άρθρο 51 παρ.5 Σ
ββ) δικαίωμα του εκλέγεσθαι
- γενικές προϋποθέσεις
άρθρo 55 παρ.1 Σ
- κωλύματα εκλογιμότητας
άρθρo 56 Σ
γ) θεσμικές εγγυήσεις
αα) λειτουργικά προνόμια του βουλευτή
άρθρo 60 Σ
άρθρo 61Σ
άρθρo 62 Σ
άρθρo 63 Σ
ββ) διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των οργανισμών
τοπικής αυτοδιοίκησης
άρθρο 102 παρ.2 Σ
γγ) δικαστική ανεξαρτησία
άρθρο 87 Σ:
δδ) μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων

14
Α΄ ΕΝΟΤΗΤΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΕΝΝΟΙΑ - ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΕΣ ΤΗΣ


ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

1. Η ιστορική καμπή των επαναστάσεων του 18ου αιώνα


- Θεμελιώδη δικαιώματα αναγνωρίζονται ήδη από τη Γαλλική (1789-1799)
και την Αμερικανική Επανάσταση (1775-1783), όπου διακηρύττονται για
πρώτη φορά πανηγυρικά:
Διακήρυξη των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη της 26ης
Αυγούστου 1789, Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ του 1776,
- Η αναγνώριση αυτή έχει όμως περισσότερο πολιτική, δογματική και
παιδαγωγική αξία παρά νομική ισχύ, και δεν θεμελίωναν δικαιώματα με τη νομική
έννοια του όρου.
- Πριν από τη γένεση των θεμελιωδών δικαιωμάτων με τις Επαναστάσεις
του 18ου αιώνα προηγήθηκε μια μακρά περίοδος «κύησης» των θεμελιωδών
δικαιωμάτων, που περιλαμβάνει την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και τους
Νεώτερους Χρόνους. Η αναγνώριση θεμελιωδών δικαιωμάτων με την νομική
έννοια υπήρξε προϊόν περισσότερων συνιστωσών.

2. Η πραγματολογική συνιστώσα: Η διεκδίκηση του ανθρώπου για


προστασία,
Η ιστορική εξέλιξη της κατοχύρωσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων

15
καταδεικνύει ότι όπου η κοινωνική δυναμική γεννά επίμαχες σχέσεις και νέα
πεδία έντασης διεκδικούνται και αντίστοιχα δικαιώματα.
Παραδείγματα:
- Η κατοχύρωση ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων με τη Γαλλική
Επανάσταση (1789-1799) υπήρξε προϊόν της διεκδίκησης της αστικής τάξης,
που έχει αποκτήσει σημαντική οικονομική δύναμη κυρίως χάρη στο εμπόριο και
στην κατοχή των μέσων παραγωγής. Η αστική τάξη ζητά την κατοχύρωση της
οικονομικής της ελευθερίας και της ιδιοκτησίας της (φυσιοκράτες: Quesnay,
ελεύθερη αγορά: Adam Smith).
- H Αμερικανική Επανάσταση (1776) υπήρξε προϊόν της εξέγερσης των
αγγλικών αποικιών στην Αμερική κατά της βαριάς επιτροπείας της Αγγλίας, η
οποία ρύθμιζε περιοριστικά το εμπόριο (τριγωνικό εμπόριο) και θέσπιζε
μονομερώς τους φόρους. Οι Άγγλοι άποικοι επικαλέστηκαν το δικαίωμα
αντίστασης κατά της Αγγλίας και διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους από την
Αγγλία :
- Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 πήγασε από την μακροχρόνια εθνική
και θρησκευτική καταπίεση των Ελλήνων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία:
Ο ελληνικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας στηρίχτηκε στις ιδεολογικές
τάσεις του διαφωτισμού και στα πρόσφατα προηγούμενα της Αμερικανικής και
της Γαλλικής Επανάστασης και εξέφρασε την αφύπνιση των εθνών.
Χαρακτηριστικό είναι το προοίμιο του Σχεδίου Συντάγματος του Ρήγα, η Νέα
Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μ. Ασίας, των Μεσογείων
Νήσων και της Βλαχομπογδανίας, του 1779.
- η Βιομηχανική Επανάσταση ( μέσα του 19ου αιώνα) δημιούργησε μία
νέα εργατική τάξη που ζούσε σε συνθήκες αθλιότητας απέναντι στην εύπορη
αστική που κατείχε τα μέσα παραγωγής. Για την προστασία του
«προλεταριάτου» ( Karl Marx) έναντι της αστικής τάξης που είχε την οικονομική

16
και την πολιτική εξουσία (τιμηματική ψηφοφορία) δημιουργήθηκαν οι πρώτες
ενώσεις εργατών για τη διεκδίκηση και την προάσπιση των συμφερόντων τους.
(> δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι 1871, 1884, 1869) και ενώσεων με πολιτικό
χαρακτήρα (>πολιτικά κόμματα).

3. Η πολιτειολογική συνιστώσα: Η θέση του ανθρώπου στην πολιτεία


Προϋπόθεση για την αναγνώριση θεμελιωδών δικαιωμάτων έναντι της
κρατικής εξουσίας είναι η αναγνώριση του ανθρώπου ως ύπαρξη αυθυπόστατη,
ως οντότητα αυθύπαρκτη.
- Στις αρχαϊκές κοινωνίες τα άτομα αποτελούν από τη γένεσή τους
αναπόσπαστο μέρος μιας κοινωνικής ομάδας, οικογένεια, γένος, φατρία δήμος,
πόλη.. Ο άνθρωπος συγχωνεύεται με την κοινωνική ομάδα στην οποία ανήκει και
δεν νοείται ως ύπαρξη αυθυπόστατη.
- Στην κλασική ελληνική Αρχαιότητα (και στην Αρχαία Ρώμη), με εξαίρεση
τους δούλους που θεωρούνταν αντικείμενα (res) και σε κάποιο βαθμό και τους
μετοίκους, ο πολίτης νοείτο ως άνθρωπος, αλλά αποτελούσε μέρος, όργανο,
«μόριον» της πολιτείας:
«φύσει η πόλις εστί», «ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζώον» » (Αριστοτέλης).
Η διάκριση δημοσίου και ιδιωτικού συμφέροντος, άρα κράτους και
κοινωνίας, πολίτη και ανθρώπου, δεν ήταν νοητή: η μόνη νοητή διάκριση ήταν η
διάκριση «οίκου» και «πόλεως» ή «δήμου», όπου ο «ιδιώτης» ήταν αχρείος,
άτομο περιφρονημένο (Αριστοτέλης)
Την περίοδο της Δημοκρατίας, ο πολίτης συμμετείχε άμεσα στην ψήφιση
του νόμου (ισονομία, ισηγορία): το συμφέρον του συμπίπτει με το κοινό
συμφέρον.
Κατά τα άλλα, το αρχαίο κράτος ήταν κατ’εξοχήν παρεμβατικό.
- Στον Μεσαίωνα, και πάλι δεν υφίσταται διάκριση μεταξύ ιδιωτικής και

17
πολιτικής κοινωνίας. Το καθεστώς των ατόμων καθορίζεται από την κοινωνική
ομάδα ή τάξη (τρεις τάξεις: του κλήρου, των ευγενών, και των χωρικών ή
δουλοπάροικων και αστών) ή το σώμα (κοινότητα, συντεχνία, πανεπιστήμιο…)
στο οποίο εντάσσονται.
Ο Μεσαίωνας χαρακτηρίζεται από την απουσία κράτους. Η πολιτική
εξουσία έρχεται να ταυτιστεί με το άτομο που την ασκεί και αποκτά προσωπικό
(senior) και περιουσιακό (dominus) χαρακτήρα. Οι φεουδαλικές σχέσεις
εξουσίας στηρίζονται σε προσωπική διμερή συμφωνία (όρκος αμοιβαίας
πίστης και αφοσίωσης) και συνεπάγεται αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις
που πηγάζουν από το έθιμο.
Ο φεουδάρχης άρχοντας έχει κάθε εξουσία να ρυθμίζει την οικονομική και
ιδιωτική ζωή στο φέουδό του («χαράτσι», «αγγαρεία»…),την ίδρυση των πόλεων
και τη βιοτεχνική και εμπορική δραστηριότητα.
Το έθιμο ωστόσο προέβλεπε και κάποια όρια στην εξουσία του άρχοντα:
ήδη από τον 5ο αιώνα οι «συνελεύσεις» των αρχόντων-υποτελών που
αποτελούσαν την «αυλή» (> Κοινοβούλιο) του άρχοντα και είχαν αρμοδιότητα
να συναινούν στο φόρο ( > της νομιμότητας του φόρου) και να δικάζουν
τους όμοιούς τους (> προσωπική ασφάλεια) καθώς και έναν πρόδρομο του
δικαιώματος αντίστασης (< ρήτρα του μη εκπληρωθέντος συναλλάγματος).
Αργότερα, τον 11ο-12ο αιώνα, οι αμοιβαίες υποχρεώσεις και τα δικαιώματα
καταγράφονται και οριστικοποιούνται σε γραπτά κείμενα τους περίφημους
«Χάρτες» Γι’ αυτό και οι Χάρτες θεωρούνται πρόδρομοι του Συντάγματος (>
«Σύνταγμα-συνάλλαγμα» ή «παραχωρημένο Σύνταγμα»):
Κλασικό ιστορικό παράδειγμα τέτοιου Χάρτη είναι η περίφημη
Magna Carta Libertatum (Μέγας Χάρτης των Ελευθεριών), που
παραχώρησε ο βασιλιάς Ιωάννης ο Ακτήμονας το 1215 στους άρχοντες
τον κλήρο, τους χωρικούς και αστούς του βασιλείου, και που

18
κατοχυρώνει την προσωπική ασφάλεια, την αρχή nullum crimen nulla
poena sine lege, τη συγκατάθεση των τριών τάξεων στο φόρο και το
δικαίωμα αντίστασης.
- Η διάκριση κράτους και κοινωνίας γίνεται από τον 16ο αιώνα και μετά, με
την αναγέννηση του εθνικού κράτους. Αρχικά, το κράτος προσωποποιείται από
τον μονάρχη ( Λουδοβίκος XIV: «L’état c’est moi»), ενώ το ιδιωτικό συμφέρον
χάνεται μπροστά στο δημόσιο συμφέρον (την περίφημη raison d”état), που εξ
ορισμού είναι ανώτερο και το οποίο ορίζει ο μονάρχης: Το κράτος του 17ου και
18ου αιώνα είναι απόλυτο και ολοκληρωτικό. Ο άνθρωπος νοείται ως
«υπήκοος», χωρίς δικαιώματα. Ελευθερίες αναγνωρίζονταν μόνο κατ’εξαίρεση,
με τη μορφή «προνομίων», δηλαδή ατομικών διατάξεων για συγκεκριμένο
πρόσωπο ή συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων, και παραχωρούσαν κυρίως
κοινωνικά προνόμια στους ευγενείς και οικονομικές ελευθερίες στους αστούς.
Στην Αγγλία ωστόσο ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα το Κοινοβούλιο
αποσπά από τον μονάρχη την αναγνώριση δικαιωμάτων: Habeas Corpus Act
(1679), Bill of Rights (1689), Act of Settlement (1701) και εδραιώνεται η
κυριαρχία του Κοινοβουλίου.

4. Η ιδεολογική συνιστώσα: Η αναγνώριση της αξίας του ανθρώπου


η αναγνώριση των «φυσικών δικαιωμάτων» του ανθρώπου και οι θεωρίες
του κοινωνικού συμβολαίου.
- Βασικός είναι ο ρόλος των θεωριών του Φυσικού Δικαίου: Οι θεωρίες
του Φυσικού Δικαίου επέτρεψαν να νοηθεί η χειραφέτηση του ατόμου από την
κοινότητα.
Οι θεωρίες του Φυσικού Δικαίου γεννήθηκαν ήδη κατά την Αρχαιότητα, με
τους σοφιστές (τέλη του 5ου αιώνα πΧ) και τους στωϊκούς (4ος αιώνας πΧ). Η
οικονομική ανάπτυξη και οι κατακτήσεις του 5ου αιώνα έφεραν σε επαφή τον

19
τοπικό πολιτισμό – την πόλη- με άλλους πολιτισμούς –πόλεις με αποτέλεσμα η
ενότητα ανθρώπου και πόλης, ως φυσικό πλαίσιο ένταξης του ανθρώπου, να
διασπαστεί και να διαμορφωθεί η έννοια της ανθρώπινης φύσης, της
ανθρώπινης αξίας : η ανθρώπινη υπόσταση από τη φύση της είναι άξια
προστασίας. Η προστασία της ανθρώπινης αξίας ανήκει στο Φυσικό Δίκαιο που
είναι οικουμενικό και παγκόσμιο
Κλασικό παράδειγμα: η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή.
Στην Αρχαιότητα, στόχος των θεωριών του Φυσικού Δικαίου είναι
κατάργηση της δουλείας και η αναγνώριση της φυσικής ισότητας όλων των
ανθρώπων.
Στην Αρχαία Ρώμη, τη σκυτάλη παίρνουν φιλόσοφοι που είναι ταυτόχρονα
νομικοί και πολιτικοί [Κικέρων (1ος αιώνας π.Χ.), Σενέκας (1ος μΧ). Έτσι οι θεωρίες
του Φυσικού Δικαίου και της ανθρώπινης αξίας συνδέονται ειδικότερα με τον
περιορισμό της κρατικής εξουσίας [Μάρκος Αυρήλιος (2ος μΧ): φωτισμένη
απολυταρχία]
- Βασικό ρόλο για την αναγνώριση της αξίας του ανθρώπου έπαιξε ο
Χριστιανισμός: Αναγνωρίζοντας ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος «κατ’ εικόνα
και ομοίωση» με το θείο, η ανθρώπινη μοίρα μετέχει στην αιωνιότητα και ο
άνθρωπος μετέρχεται της ελεύθερης βούλησης. Παράλληλα, αφού όλοι οι
άνθρωποι είναι πλασμένοι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση όλοι είναι ίσοι ενώπιον
του Θεού, και έτσι η δουλεία είναι καταδικαστέα.
Από την άλλη, ο Χριστιανισμός συνέβαλε στον περιορισμό της εξουσίας,
πρεσβεύοντας τον διαχωρισμό της κοσμικής εξουσίας από την πνευματική: η
εξουσία του κράτους σταματά στο πεδίο της προσωπικής συνείδησης:
Βλ. τη ρήση του Ευαγελίου: «Απόδοτε ούν τα του Καίσαρος τω
Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ»
Βλ. θεωρία των «δύο πόλεων» του Άγιου Αυγουστίνου (3ος αιών. μΧ)

20
- Η αντίληψη αυτή επέτρεψε, στον Μεσαίωνα, στον περιορισμό της
εξουσίας του βασιλιά ή αυτοκράτορα από την Εκκλησία:
Παράδειγμα: το χρίσμα, που κάθε νέος ηγεμόνας λαμβάνει από την
Εκκλησία, και που δηλώνει όχι μόνον ότι ο ηγεμόνας ορίζεται από το
Θεό ή, αργότερα, από την Εκκλησία ( > ελέω Θεού), αλλά και ότι η
εξουσία του δεσμεύεται από το θείο νόμο.
Κατά τον 13ου και 14ου αιώνα, θεολόγοι και νομικοί υποστηρίζουν λοιπόν
πως η κοσμική εξουσία περιορίζεται από το Φυσικό Δίκαιο που είναι ο νόμος του
Θεού, και ο άνθρωπος έχει φυσικά δικαιώματα από τον Θεό:
Θωμάς Ακινάτης , Ιωάννης Ντουνς Σκώτος, Γουλιέλμος του Οκκαμ
Τον 14ο – 15ο αναπτύσσονται πολιτικές θεωρίες για μια «δίκαιη» πολιτική
εξουσία, δηλαδή μια εξουσία που σέβεται τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου.
Ως εγγύηση για την τήρηση των δικαιωμάτων αυτών από τον ηγεμόνα,
προβάλλεται άλλωστε η συναίνεση στον νόμο των υπηκόων-πιστών
(consensus fidelium)
Γουλιέλμος του Όκκαμ, Μπάρτολος του Σαξοφερράτου, Μαρσίλιος της
Παδούας, Νικόλαος Κουζάνος
Στους Νεώτερους χρόνους (16ος, 17ος αιώνας) το Φυσικό Δίκαιο γνωρίζει
μεγάλη ανάπτυξη χάρη στην περίφημη Σχολή του δικαίου της φύσης και των
εθνών (ο Ολλανδός Hugo Grotius και ο Γερμανός Samuel Pufendorf). Αυτό
οφείλεται κυρίως στο ότι διαχωρίζουν το φυσικό δίκαιο από το θρησκευτικό και
μεταφυσικό του υπόβαθρο και το στηρίζουν πλέον στον «λόγο», σε μια
οικουμενική λογική.
Οι θεωρίες του φυσικού δικαίου γνώρισαν μία αναγέννηση με τον
Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και την ανάγκη προστασίας του ανθρώπου από το ίδιο το
θετικό δίκαιο της χώρας του > στη ρητή κατοχύρωση της αξίας του ανθρώπου και
των αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων του, και κατοχύρωση των θεμελιωδών

21
δικαιωμάτων σε υπερεθνικό επίπεδο με τη διεθνή προστασία των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων.
- Η θεωρία του «κοινωνικού συμβολαίου» και η διεκδίκηση
Συντάγματος.
Κοινή θεωρητική αφετηρία: η «φυσική κατάσταση του ανθρώπου», ο
«άνθρωπος της φύσης» (ως λογική υπόθεση), και η σύναψη ενός «κοινωνικού
συμβολαίου» μεταξύ όλων των μελών της κοινότητας για την υπέρβαση της
κατάστασης αυτής. Το κράτος είναι δημιούργημα της θέλησης των ανθρώπων, η
συναίνεση των οποίων είναι το νομιμοποιητικό θεμέλιο κάθε πολιτικής εξουσίας.
Από τη θεωρία αυτή πηγάζουν τα δύο βασικά θεμέλια του δυτικού
πολιτικού και συνταγματικού πολιτισμού: ο άνθρωπος ως υποκείμενο
φυσικών, αιώνιων, οικουμενικών και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων και η
συναίνεση, ως δημοκρατικό θεμέλιο νομιμοποίησης της πολιτικής
εξουσίας.
Τη θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου διαμόρφωσαν πρώτα ο Thomas
Hobbes (1588-1679) και ο John Locke (1632-1704), οι οποίοι επηρέασαν
αργότερα τον Jean-Jacques Rousseau (1712-1778), με διαφορετικά
συμπεράσματα ως προς τη μορφή της πολιτικής εξουσίας:
Έτσι, για τον Thomas Hobbes, στον Λεβιάθαν (1651), ο άνθρωπος της
φύσης κινείται από την επιθυμία να κυριαρχήσει στους άλλους ανθρώπους: στο
«bellum omnium contra omnes». Για να αποφύγουν την κατάσταση αυτή, οι
άνθρωποι αναγκάζονται να συνάψουν ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» με το οποίο
υποτάσσονται σε έναν φορέα απόλυτης και αδέσμευτης εξουσίας, τον Λεβιάθαν,
και στον οποίο εκχωρούν όλα τους τα δικαιώματα: «pactum subjectionis»,
ιδρύοντας την απόλυτη μοναρχία. Ως αντάλλαγμα, ο μονάρχης παραχωρεί στους
υπηκόους του δικαιώματα (civil rights).
Για τον ο John Locke (Two Treatises of Government (1689), αντίθετα, ο

22
άνθρωπος της φύσης ζούσε ειρηνικά και ευτυχισμένα, ελεύθερος και ίσος. Με το
«κοινωνικό συμβόλαιο» οι άνθρωποι παραχωρούν ορισμένα μόνο από τα
δικαιώματά τους (civil rights) για να τα διαφυλάξουν από τις ιδιωτικές αυθαιρεσίες
και διατηρούν τα υπόλοιπα ως φυσικά και αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα (π.χ. το
δικαίωμα της ιδιοκτησίας). Η η εξουσία του κράτους είναι περιορισμένη και έχει
ως κύριο στόχο τη δικαιοσύνη και τη λύση των διαφορών μεταξύ των ιδιωτών: ο
Locke θεωρείται ο πατέρας του κλασικού φιλελευθερισμού.
Τέλος, για τον Jean-Jacques Rousseau ο άνθρωπος της φύσης είναι
ελεύθερος, ευτυχισμένος και, κυρίως, καλός. Η καταπάτηση της ελευθερίας του
είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής συμβίωσης. Με το «κοινωνικό συμβόλαιο» ο
άνθρωπος παραχωρεί μεν όλα τα φυσικά του δικαιώματα στην κρατική εξουσία
για να διασφαλίσει μεγαλύτερη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα δράσης,
ανακτά όμως τα δικαιώματά του μέσα από τη συμμετοχή του στη ψήφιση του
νόμου, που είναι η έκφραση της «γενικής βούλησης». Ο Rousseau είναι
υπέρμαχος της άμεσης δημοκρατίας.
Οι θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου μαζί με το ιστορικό
προηγούμενο των «χαρτών» οδήγησαν στη διεκδίκηση Συντάγματος και
στο κίνημα του συνταγματισμού.

23
Ι Ι . Η Ε Ν Ν Ο Ι Α Τ Ω Ν Θ Ε Μ Ε Λ Ι Ω Δ Ω Ν Δ Ι Κ Α Ι Ω Μ ΑΤ Ω Ν

1. Η έννοια «δικαίωμα» γενικά στο Δίκαιο


- H έννοια «δικαίωμα» γεννήθηκε στο Ιδιωτικό Δίκαιο, και μάλιστα στο
Ρωμαϊκό δίκαιο (< «jus»: αυτό που σε μία εμπράγματη ή ενοχική έννομη σχέση
σου απονέμεται ως δίκαιο / «dominium»: η νομική και φυσική εξουσία σε ένα
πράγμα)
- Προϋποθέτει: έννομη σχέση, έννομο συμφέρον, έννομη αξίωση
(=εξουσία για την πραγμάτωση του εννόμου συμφέροντος, δηλαδή την
εξουσία να απαιτήσει τη σχετική πράξη ή παράλειψη για τη συμμόρφωση
του άλλου και την αποκατάσταση των πραγμάτων σύμφωνα με το δίκαιο.

Ορισμός: Δικαίωμα είναι η εξουσία που παρέχει το σύστημα του


Δικαίου σε πρόσωπο ή κατηγορία προσώπων ή ένωση προσώπων για
την ικανοποίηση ενός συμφέροντος στο οποίο έτσι δίνει νομική
υπόσταση. Εξουσία σημαίνει έννομη αξίωση.

2. Η έννοια «δικαίωμα» στο Δημόσιο Δίκαιο


- Ιδιωτικό Δίκαιο: σύστημα των νομικών κανόνων που ρυθμίζουν τις
σχέσεις μεταξύ προσώπων που είναι ή που ενεργούν σαν ιδιώτες.
Δημόσιο Δίκαιο: σύστημα των νομικών κανόνων που ρυθμίζουν σχέσεις
στις οποίες μετέχει το κράτος (μέσω των αρμοδίων οργάνων του) ή άλλοι
οργανισμοί ή πρόσωπα (που έχουν σχετική κρατική εξουσιοδότηση) ως φορείς
δημόσιας εξουσίας (δηλ. επιβάλλεται επιτακτικά μονομερώς).
- Γίνεται η κλασική διάκριση μεταξύ:
* ιδιωτικών δικαιωμάτων, που αναγνωρίζονται στις σχέσεις Ιδιωτικού

24
Δικαίου και ρυθμίζονται από το Ιδιωτικό Δίκαιο
π.χ. δικαίωμα αμοιβής εργαζόμενου σε ιδιωτική επιχείρηση
* δημοσίων δικαιωμάτων, που αναγνωρίζονται στις σχέσεις Δημοσίου
Δικαίου και ρυθμίζονται από το Δημόσιο Δίκαιο
π.χ. δικαίωμα αποδοχών δημοσίου υπαλλήλου
- To Δημόσιο Δίκαιο άργησε πολύ να υποδεχτεί την έννοια του δικαιώματος,
μέσα από μια μακρά θεωρητική διεργασία που ξεκίνησε από τα μέσα του 19ου
αιώνα και την περίοδο της συνταγματικής μοναρχίας, και που βασίστηκε
ουσιαστικά στη μετάβαση από την έννοια του «υπηκόου» στην έννοια του
«πολίτη» [ G.F.Gerber (Περί δημοσίων δικαιωμάτων 1852, G. Jellinek, 1892]
Δύο θεωρητικές συνιστώσες:
η έννοια του υποκειμένου δικαίου (subjectum juris > Γουλιέλμος
του Όκκαμ
θεωρητική διάκριση κράτους και κοινωνίας (<Hegel)
Στη συνταγματική μοναρχία, ο μονάρχης σέβεται κάποιες δυνατότητες
ελεύθερης ανάπτυξης του υπηκόου: δεν αποτελούν όμως δικαιώματα, αλλά όρια,
που ο ίδιος ο μονάρχης δέχεται να θέσει στην εξουσία του. Με τη μετάβαση στη
δημοκρατία, ο πολίτης γίνεται ο ίδιος πηγή της εξουσίας και η αναγνώριση
δικαιωμάτων, ως αξιώσεων, είναι πλέον νοητή.
Παράλληλα, στις συνταγματικές μοναρχίες του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε
ένα ισχυρό με κράτος με καλά οργανωμένη διοίκηση, κάτι που επέτρεψε την
αναγνώριση δικαιικής υπόστασης στα δικαιώματα: είναι η εποχή όπου
οικοδομείται η έννοια του κράτους δικαίου.

3. Η έννοια «θεμελιώδη δικαιώματα»


- Ο όρος «θεμελιώδη δικαιώματα» (Grundrechte) προέρχεται από το
γερμανικό Δίκαιο

25
- Αποτελούν τη σπουδαιότερη κατηγορία των «δημοσίων δικαιωμάτων»,
επειδή έχουν θεμελιακό, πρωταρχικό χαρακτήρα: καθορίζουν συνολικά και
συνθετικά τη νομική κατάσταση των ανθρώπων στο πλαίσιο της (κρατικά
οργανωμένης) πολιτείας. Γι’ αυτό και κατοχυρώνονται συνήθως από κανόνες
αυξημένης τυπικής ισχύος, δηλαδή, το Σύνταγμα (στα γερμανικά:
Grundgesetz) > συνταγματικά δικαιώματα
Τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι δικαιώματα που συστηματοποιούν τη
σχέση ατόμων ή της κοινωνικής ομάδας με την (κρατική) εξουσία. Είναι
έννομη αξίωση του ατόμου ή της κοινωνικής ομάδας έναντι της (κρατικής)
εξουσίας.

26
ΙΙΙ. Η Δ ΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

1. Οι κλασικές διακρίσεις

Α) Η θεωρία των τριών status του Γερμανού δημοσιολόγου Georg


Jellinek (System der subjektiven öffentlichen Rechte, 1892) και η διάκριση
ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με τον Jellinek, το κράτος και το δίκαιο παρέχουν δημόσια
δικαιώματα, που ανάλογα με το είδος της προστασίας που περιλαμβάνουν
δημιουργούν διαφορετικό νομικό καθεστώς (status) για το υποκείμενο της
προστασίας. Έτσι, ανάλογα με το είδος της νομικής σχέσης που δημιουργείται
μεταξύ του υποκειμένου της προστασίας και του κράτους, ο Jellinek διακρίνει:
* το status subjectionis ή status passivus, που ορίζεται ως σχέση
υποταγής και εμπεριέχει δικαιώματα έναντι της κρατικής εξουσίας,
* το status negativus ή status libertatis, που παρέχει στο άτομο μια
σφαίρα ελευθερίας από την παρουσία τοι κράτους
* το status positivus ή status civitatis, που παρέχει στο άτομο θετικές
αξιώσεις για παροχές ή για χρήση υπηρεσιών και θεσμών της κρατικής
εξουσίας, και
* το status activus, π.χ. το εκλογικό δικαίωμα
Με βάση την τυπολογία αυτή, η κλασσική θεωρία καθιέρωσε τις τρεις
κατηγορίες θεμελιωδών δικαιωμάτων:

α)Τα ατομικά δικαιώματα (status negativus)

27
Ορισμός: Έννομη αξίωση, που παρέχεται στο άτομο, στον πολίτη ή στην
κοινωνική ομάδα, για αποχή της κρατικής εξουσίας από κάθε ενέργεια
παρέμβασης στο βιοτικό και κοινωνικό χώρο που καθορίζεται από το πεδίο
προστασίας του δικαιώματος.
Π.χ. άρθρα 5 παρ.1, 6 παρ. 1, 7 παρ.1, 9 παρ.1 κλπ.
- Ορολογία : ατομικά ή αμυντικά δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες
- Ιστορία : Αναγνωρίστηκαν κατά την περίοδο από τις Επαναστάσεις του
18ου αιώνα έως τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πηγάζουν από τη διεκδίκηση της
ανερχόμενης αστικής τάξης για προστασία της προσωπικής και οικονομικής
ελευθερίας και της ιδιοκτησίας της από τον μονάρχη.
- Πολιτική φιλοσοφία : Τα ατομικά δικαιώματα συνδέονται με τον
φιλελευθερισμό, ειδικότερα με τον ατομοκεντρικό ή αστικό φιλελευθερισμό.
Εκφράζουν τη στεγανή διάκριση κράτους και κοινωνίας και σημαίνουν ότι «ό,τι
δεν απαγορεύεται από τον νόμο, επιτρέπεται» ή «in dubio pro libertate».
- Οργάνωση της πολιτείας : Τα ατομικά δικαιώματα συνδέονται με τον
συνταγματισμό, δηλαδή τη διεκδίκηση Συντάγματος ως νομιμοποιητικού
θεμελίου της κοινωνικής συμβίωσης (< κοινωνικό συμβόλαιο), Στο πλαίσιο αυτό,
τα ατομικά δικαιώματα συνδέονται με τη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των
εξουσιών (Montesquieu, Το πνεύμα των νόμων, 1748), το αντιπροσωπευτικό
σύστημα (κατεξοχήν αρμοδιότητα της Βουλής στο πεδίο των θεμελιωδών
δικαιωμάτων) και αργότερα με την αρχή του κράτους δικαίου.

β)Τα πολιτικά δικαιώματα (status activus)


- Ορισμός : Έννομη αξίωση για ενεργητική συμμετοχή στη διαμόρφωση
και άσκηση της πολιτικής εξουσίας, στις διαδικασίες παραγωγής και
διαμόρφωσης της πολιτικής βούλησης.
Π.χ..το ενεργητικό και το παθητικό εκλογικό δικαίωμα, αλλά και άρθρο 5

28
παρ.1, 29, 4 παρ.4 και 103, 88 παρ.1Σ
Αποτελούν οιονεί λειτουργία της πολιτείας, πράγμα που τους προσδίδει
έναν οιονεί θεσμικό χαρακτήρα:
π.χ. κατά το άρθρο 51 παρ.5 του Συντάγματος, η συμμετοχή στις εκλογές
δεν είναι μόνο δικαιώμα αλλά και υποχρέωση
- Ιστορία : Σε πρώτη, «εμβρυώδη» μορφή τα πολιτικά δικαιώματα
συνδέονται με τις Επαναστάσεις του 18ου αιώνα και αποτελούν διεκδίκηση της
αστικής τάξης για την εγγύηση και προστασία των ατομικών της δικαιωμάτων.
Έτσι, σε μία πρώτη περίοδο, ανήκουν κατ’ ουσίαν μόνο στην αστική τάξη και την
παλαιά αριστοκρατία (> τιμηματική ψηφοφορία, έννοια της εθνικής κυριαρχίας
στην Γαλλική Επανάσταση). Η διεύρυνση των πολιτικών δικαιωμάτων γίνεται
αργότερα, σε μία πορεία από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά, με την
κατοχύρωση της καθολικής ψηφοφορίας, και συνδέεται με την κατοχύρωση των
συλλογικών δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων συλλογικής δράσης στο πλαίσιο της
βιομηχανικής επανάστασης και της ανάπτυξης της εργατικής τάξης
- Πολιτική φιλοσοφία : Τα πολιτικά δικαιώματα συνδέονται με τον
φιλελευθερισμό αρχικά, και στη συνέχεια με τη φιλελεύθερη ή τυπική
δημοκρατία.
- Οργάνωση της πολιτείας : Αντίστοιχα, συνδέοννται αρχικά με τη
συνταγματική μοναρχία και το αντιπροσωπευτικό σύστημα, και στη συνέχεια
με τη δημοκρατική αρχή, ειδικότερα – στο δυτικό συνταγματικό πολιτισμό – με
την αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

γ)Τα κοινωνικά δικαιώματα (status positivus)


Ορισμός: Έννομη αξίωση για την παρέμβαση ή τη συνδρομή της κρατικής
εξουσίας, παρέμβαση που συνίσταται σε υλικές παροχές, σε παροχή υπηρεσιών
ή σε θεσμικές ρυθμίσεις.

29
Π.χ. υλικές παροχές: σύνταξη, επιδόματα, περίθαλψη, στέγη…
υπηρεσίες: οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, δημόσια νοσοκομεία,
σχολεία, πανεπιστήμια
ρυθμίσεις: νόμοι για την προστασία των εργαζόμενου, της μητρότητας, των
ανέργων, της παιδικής ηλικίας, των αναπήρων, των ηλικιωμένων, των
απόρων…
- Ιστορία: Άρχισαν να αναγνωρίζονται από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και
μετά. Δύο είναι οι ιστορικοπολιτικές συνιστώσες της αναγνώρισής τους:
Αφ’ενός, η βιομηχανική επανάσταση των μέσων του 19ου αιώνα, όπου
αναπτύχθηκε το εργατικό κίνημα με τη διεκδίκηση της εργατικής τάξης για
προστασία από την κεφαλαιοκρατική αστική τάξη > ήδη από το δεύτερο μισό του
19ου αιώνα, μέτρα για την προστασία των παιδιών και των γυναικών στο πεδίο
της εργασίας, τον περιορισμό των ωρών εργασίας, την εισαγωγή των συλλογικών
συμβάσεων εργασίας, την πρόβλεψη συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης….
Αφ’ετέρου, ο Α ΄και κυρίως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, που οδήγησαν στην
ανάγκη παρέμβασης του κράτους πρώτα για τις ανάγκες διεξαγωγής του
πολέμου και μετά για την ανόρθωση της οικονομίας > ήδη από τα μέσα του 19ου
αιώνα η πρόοδος της τεχνολογίας επέτρεψε την ανάπτυξη δημοσίων υπηρεσιών
όπως ο ηλεκτρισμός, οι συγκοινωνίες, το ταχυδρομείο.
- Πολιτική φιλοσοφία: Η διεκδίκηση κοινωνικών δικαιωμάτων συνδέεται
με την κριτική του φιλελευθερισμού, σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, κυρίως
της φιλελεύθερης αντίληψης για τον άνθρωπο, τον οποίο ο κλασικός
φιλελευθερισμός, στηριζόμενος στη φυσικοδικαιική αντίληψη, νοεί in abstracto.
Στον αντίποδα, οι σοσιαλιστικές θεωρίες αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο in
concreto, δηλαδή με τη συγκεκριμένη θέση, που έχει στη συγκεκριμένη κοινωνία,
τη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή: αναδεικνύονται έτσι οι ουσιαστικές ανισότητες
μεταξύ των ανθρώπων, τις οποίες η πλασματική «φυσική» - τυπική ή νομική -

30
ισότητα καλύπτει, και προκύπτει ένας νέος ρόλος του κράτους, αυτού της
παρέμβασης στο κοινωνικό γίγνεσθαι με σκοπό τη διασφάλιση της ουσιαστικής
ισότητας. Το κράτος, από «ουδέτερο» - «κράτος-νυχτοφύλακας» - πρέπει να γίνει
παρεμβατικό.
Οι πρώτες σοσιαλιστικές θεωρίες περιορίζονται στην κριτική της
οικονομικής ελευθερίας και καλούνται «ανθρωπιστικός σοσιαλισμός».
Πρόκειται για προάγγελους του «ουτοπικού σοσιαλισμού», το οποίο
αναπτύσσουν λίγα χρόνια αργότερα οι Robert Owen, Charles Fourrier, Henri de
Saint-Simon (χριστιανικός σοσιαλισμός) και μεταγενέστερα ο Proudhon και ο
Louis Blanc. Ο ουτοπικός σοσιαλισμός πρεσβεύει μια σοσιαλιστική οργάνωση
της παραγωγής με την κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων και ένα σύστημα
αυτοδιαχείρησης:
Σε δεύτερη φάση, από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά, ο καλούμενος
«επιστημονικός σοσιαλισμός», θεμελιώνει τον ιστορικό υλισμό για να
απορρίψει τα δύο θεμελιώδη αξιώματα του φιλελευθερισμού:
* Πρώτον, την ύπαρξη φυσικών δικαιωμάτων ως δικαιωμάτων του
ανθρώπου στη γενική και αφηρημένη του διάσταση. Έτσι, τα δικαιώματα δεν
αποτελούν δηλαδή παρά τυπικές και όχι ουσιαστικές ελευθερίες.
* Δεύτερον, τον ατομοκεντρισμό, ειδικότερα, την αλλοτρίωση του
ανθρώπου (δηλαδή την αποξένωση του ανθρώπου από τα κοινά, και την
επιδίωξη του αποκλειστικά ιδιωτικού του συμφέροντος)
Τις θέσεις αυτές αναπτύσσουν ο Karl Marx στο βιβλίο του Για το Εβραϊκό
Ζήτημα (1843) και με τον Friedrich Engels, στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού
Κόμματος (1848)
- Οργάνωση της πολιτείας: Τα κοινωνικά δικαιώματα συνδέονται με την
αρχή του κοινωνικού κράτους. Στη δυτική Ευρώπη, οι σοσιαλιστικές θεωρίες
είχαν ως αντίκτυπο αφ’ενός τη θέσπιση κοινωνικών δικαιωμάτων, αφ’ετέρου τη

31
σχετικοποίηση των κλασικών ατομικών δικαιωμάτων με τη δυνατότητα
περιορισμού τους χάριν του κοινωνικού συνόλου. Η αρχή του κοινωνικού
κράτους εκφράζει τον κοινωνικό προσανατολισμό της εξουσίας, επιτάσσει την
παρέμβαση του κράτους με στόχο την αποτροπή ή την εξομάλυνση των
κοινωνικών συγκρούσεων, χωρίς όμως να ανατρέπει τη φιλελεύθερη βάση του
πολιτεύματος.

Β) Η διάκριση των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε τρεις γενιές, που


εισήγαγε το 1977 ο καθηγητής του διεθνούς δικαίου, Karel Vasak.
Η διάκριση εκκινεί από την ιστορική εξέλιξη του περιεχομένου των
δικαιωμάτων: [ η πρώτη και δεύτερη γενιά συμπίπτουν με την κλασική διάκριση
ατομικά/ πολιτικά/ κοινωνικά]
α) πρώτη γενιά: δικαιώματα που συνίστανται σε ελευθερίες > ατομικά και
πολιτικά δικαιώματα
β) δεύτερη γενιά: δικαιώματα που συνίστανται σε παροχές > κοινωνικά
δικαιώματα
γ) τρίτη γενιά: δικαιώματα αλληλεγγύης. Tα δικαιώματα της τρίτης γενιάς
ορίζονται ως δικαιώματα της ανθρωπότητας και αξιώνουν την παρέμβαση της
διεθνούς κοινότητας καθώς και την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών και των γενεών:
π.χ. δικαίωμα στην αυτοδιάθεση των λαών, το δικαίωμα διάθεσης του εθνικού
τους πλούτου το δικαίωμα στην ειρήνη, το δικαίωμα στο περιβάλλον, το
δικαίωμα στην ανάπτυξη, το δικαίωμα στην προστασία της κοινής
κληρονομιάς της ανθρωπότητας…

2. Η υπέρβαση των κλασικών διακρίσεων

Α) Η παραπληρωματικότητα των θεμελιωδών δικαιωμάτων: η

32
πραγμάτωση της ελευθερίας του ατόμου προϋποθέτει το συνδυασμό ατομικών,
πολιτικών και κοονωνικών δικαιωμάτων. Οι τρείς κατηγορίες θεμελιωδών
δικαιωμάτων διαπλέκονται μεταξύ τους, αλληλεξαρτώνται και
αλληλοσυμπληρώνονται: κάθε κατηγορία δικαιωμάτων αποτελεί προϋπόθεση για
την πραγμάτωση της άλλης. Η θεωρία κάνει εδώ λόγο για τη σύνθετη
(Δ.Τσάτσος), παραπληρωματική (Αρ.Μάνεσης) ή συναγωνιστική
(Γ.Παπαδημητρίου) προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ή, ακόμη, και για
τη συναίρεση των τριών status ως «status mixtus».
Η σύνθετη προστατευτική λειτουργία των τριών κατηγοριών θεμελιωδών
δικαιωμάτων κατοχυρώνεται στο Σύνταγμά μας, ειδικότερα στο άρθρο 25 παρ.1,
και διακηρύσσεται ρητά και στο Διεθνές Δίκαιο
Η θεώρηση αυτή οδηγεί στη θεσμική αντίληψη των θεμελιωδών
δικαιωμάτων: τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελούν παράλληλα και θεσμούς
συμμετοχής στη διαμόρφωση και λειτουργία της πολιτειακής έννομης τάξης και
κατ’ επέκταση στην πραγμάτωση της δημοκρατίας. Περνάμε από την τυπική ή
αστική ή πολιτική δημοκρατία στην ουσιαστική δημοκρατία.

Β) O πολυφυής χαρακτήρας των δικαιωμάτων: κάθε δικαίωμα, είτε


είναι ατομικό, είτε πολιτικό, είτε κοινωνικό, εμπεριέχει εν τέλει τόσο μια αξίωση
αποχής, δηλαδή μια αρνητική υποχρέωση για το κράτος, όσο και μια αξίωση
συμμετοχής ή θετικής παρέμβασης, δηλαδή μια θετική υποχρέωση για το
κράτος.
Στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου έχει αναπτυχθεί η αντίληψη ότι όλα τα
δικαιώματα, είτε είναι ατομικά, είτε πολιτικά, είτε κοινωνικά, γεννούν μια τριπλή
υποχρέωση για τον αποδέκτη τους:
- την υποχρέωση για σεβασμό (obligation to respect), δηλαδή την
υποχρέωση του κράτους να απέχει από κάθε πράξη που θα προσέβαλλε τα

33
δικαιώματα αυτά. Πρόκειται για υποχρέωση αποχής ή, αποθετική ή αρνητική
υποχρέωση.
- την υποχρέωση για προστασία (obligation to protect), δηλαδή την
υποχρέωση του κράτους να θεσπίζει το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των
δικαιωμάτων έναντι τρίτων αλλά και να διασφαλίζει την πρόσβαση στη
δικαιοσύνη. Πρόκειται για θετική υποχρέωση.
- την υποχρέωση για πραγμάτωση (obligation to fulfil), δηλαδή την
υποχρέωση του κράτους να παρεμβαίνει για να καθίσταται εφικτή η απόλαυση
των δικαιωμάτων και στην πράξη. Πρόκειται για θετική υποχρέωση.
Η έννοια των θετικών υποχρεώσεων του κράτους συνδέεται άλλωστε με
την έννοια του κράτους πρόληψης : Το κράτος πρόληψης παρεμβαίνει όχι μόνον
για την αποτροπή υφιστάμενων κινδύνων αλλά και για την πρόληψη μελλοντικών,
δυνητικών κινδύνων. Συνδέεται με ένα νέο δικαίωμα, το δικαίωμα στην
ασφάλεια.

34
ΙΙΙ. Η ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

1. Τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν «θετικό» και όχι


«υπερθετικό» χαρακτήρα
- Υπενθύμιση:
*Θετικό Δίκαιο είναι ο Δίκαιο που πηγάζει από το κράτος μέσα από
συγκεκριμένες διαδικασίες και θεσμούς, είτε το κράτος το θεσπίζει (θετό Δίκαιο),
είτε το αποδέχεται (εθιμικό δίκαιο).
* Φυσικό Δίκαιο είναι το δίκαιο που πηγάζει από την ίδια τη φύση του
ανθρώπου, άρα είναι οικουμενικό, πανανθρώπινο και έχει δεσμευτική ισχύ,
άσχετα αν το αναγνωρίζει η πολιτεία ή όχι.
- Στη θεωρία υπάρχουν δύο «σχολές» ως προς τη φύση των θεμελιωδών
δικαιωμάτων:
* τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι φυσικό δίκαιο, πηγάζουν από τη θεία
βούληση, τον ορθό λόγο, τη φύση του ανθρώπου, το οικουμενικό αίσθημα
δικαίου: είναι υπερθετικά, υπερκρατικά ή προκρατικά, υπερσυνταγματικά ή
προσυνταγματικά.
* τα θεμελιώδη δικαιώματα θεσπίζονται από το θετικό δίκαιο και
ισχύουν μόνο εφόσον και καθόσον προβλέπονται από αυτό, ειδικότερα, από το
Σύνταγμα, τους νόμους, τις διεθνείς συμβάσεις κλπ. Η αποτελεσματικότητα της
προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων εξαρτάται εν τέλει από το θετικό
δίκαιο, που προβλέπει και τους κυρωτικούς μηχανισμούς (π.χ. δικαστήρια) που
εγγυώνται την τήρησή τους.
- Σύνθεση των δύο θέσεων: Οι φυσικοδικαιικές αντιλήψεις εκφράζουν, σε
μία συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα, ένα συγκεκριμένο «αξιακό
σύστημα». Ο συντακτικός νομοθέτης και ο ερμηνευτής του Συντάγματος

35
οφείλουν να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους αυτό το δέον αν θέλουν οι αποφάσεις τους
να είναι νομιμοποιημένες.

2. Τα θεμελιώδη δικαιώματα κατοχυρώνονται από το θετικό


Δίκαιο.
- Τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν νομική δεσμευτικότητα: γεννούν
έννομη αξίωση του δικαιούχου και αντίστοιχη υποχρέωση του αποδέκτη για την
τήρησή τους, τη συμμόρφωση σε αυτά, και την πραγμάτωσή τους.
Βλ. άρθρο 25 παρ.1του Συντάγματος: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως
ατόμου και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού
κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά
όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και
αποτελεσματική άσκησή τους…»
- Εγγυήσεις τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων:
* Η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη: είναι μάλλον ο δραστικότερος
μηχανισμός προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αφού ο δικαστής
περιβάλλεται με την εγγύηση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Το
δικαίωμα πρόσβασης στα δικαστήρια, η παροχή δικαστικής προστασίας και η
αρχή της δίκαιης δίκης είναι θεμελιώδη στοιχεία του κράτους δικαίου:
Βλ. άρθρα 8, 20, 87 Σ, άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών
Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ιδιαίτερο ρόλο παίζει ο έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων της
εκτελεστικής εξουσίας και ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων.
* Ο ρόλος των ανεξάρτητων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την
προστασία ορισμένων ή περισσότερων δικαιωμάτων:
Βλ. Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, η Αρχή Προστασίας του

36
Απορρήτου των Επικοινωνιών, το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής
Προσωπικού, ο Συνήγορος του Πολίτη…
* Η προσφυγή στη Διοίκηση:
Βλ. αναφορά, διοικητική προσφυγή (απλή ή ειδική διοικητική προσφυγή,
ενδικοφανής προσφυγή, ιεραρχική προσφυγή).
* Ο πολιτικός και ο δημόσιος έλεγχος της εξουσίας:
π.χ. ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, ο τύπος, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η
άσκηση συλλογικών δικαιωμάτων, το δικαίωμα της συνάθροισης, το δικαίωμα
απεργίας κτλ. Το δικαίωμα αντίστασης, και η πολιτική ανυπακοή (civil
disobedience).

3. Το ζήτημα της κανονιστικότητας και της δικαστικής


προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων
Α) Η κρατούσα άποψη
α) Γίνεται κατά κανόνα δεκτό ότι οι διατάξεις που θεσπίζουν κοινωνικά
δικαιώματα αποτελούν, όπως και οι διατάξεις που θεσπίζουν ατομικά δικαιώματα,
κανόνες δικαίου. Γεννούν δεσμευτικές επιταγές προς τον νομοθέτη και δεν
αποτελούν απλώς ευχολόγιο ή κατευθυντήριες ή προγραμματικές διατάξεις.
β) Εκ πρώτης όψεως όμως, τα κοινωνικά δικαιώματα φαίνεται να
υπακούουν σε μια διαφορετική λογική από τα ατομικά και πολιτικά. Τα κοινωνικά
δικαιώματα καλούν την κρατική εξουσία να ενεργήσει: να παρέμβει διορθωτικά,
αναδιανέμοντας δικαιότερα το εισόδημα, και να εγγυηθεί σε όλους την απόλαυση
των ελάχιστων βιοτικών αναγκών. Έτσι, η πραγμάτωσή τους εξαρτάται από την
πολιτική της εκάστοτε εξουσίας αλλά και από τα δημοσιονομικά περιθώρια
παρέμβασης που έχει.
Υποστηρίζεται επομένως ότι υπάρχει μια δομική διαφορά μεταξύ ατομικών
και κοινωνικών δικαιωμάτων:

37
- Τα ατομικά δικαιώματα προστατεύουν μια υπάρχουσα ελευθερία: ο
φορέας τους έχει έννομη αξίωση, δικαστικά διεκδικήσιμη, για την προστασία της
ελευθερίας αυτής.
- Τα κοινωνικά δικαιώματα δεν έχουν ως περιεχόμενο κάτι που ήδη υπάρχει
αλλά κάτι που πρέπει να παρασχεθεί ή να δημιουργηθεί από το κράτος: η
πραγμάτωσή τους επαφίεται δηλαδή στον νομοθέτη.
γ) ‘Ομως, επειδή οι διατάξεις που θεσπίζουν κοινωνικά δικαιώματα είναι
κανόνες δικαίου, ο νομοθέτης έχει την νομική υποχρέωση να προβεί σε ρυθμίσεις
και ενέργειες για τη συγκεκριμενοποίηση και εξειδίκευσή τους με στόχο την
υλοποίησή τους.
Το ερώτημα είναι όμως ποιο είναι το περιεχόμενο και η έκταση της θετικής
αυτής υποχρέωσης του κοινού νομοθέτη και, ακολούθως, ποια είναι η φύση των
κυρώσεων που την συνοδεύουν.
Και αυτό επειδή η απόφαση είναι πολιτική: Ο νομοθέτης καταρτίζει τον
προϋπολογισμό, και αποφασίζει με ποια κοινωνική πολιτική και σε ποια
κοινωνικά δικαιώματα πρέπει να επιμεριστούν τα κρατικά έσοδα, καθώς και ποιο
ποσό πρέπει να κατανεμηθεί. Η πραγμάτωση των κοινωνικών δικαιωμάτων
ανήκει στην «διακριτική ευχέρεια του νομοθέτη», και υπόκειται «στην
επιφύλαξη του εφικτού» (αρχή impossibilium nulla obligatio est ).
δ) Με τα δεδομένα αυτά, γίνεται δεκτό ότι:
- Ο νομοθέτης έχει τη νομική υποχρέωση να υλοποιήσει ένα κοινωνικό
δικαίωμα που θεσπίζεται από το Σύνταγμα τουλάχιστον ως προς την αρχή του.
- Η έκταση ή το περιεχόμενο της έννομης αξίωσης που γεννούν τα
κοινωνικά δικαιώματα διαφέρουν σημαντικά όχι μόνον από αυτήν των ατομικών
δικαιωμάτων, αλλά και από το ένα κοινωνικό δικαίωμα στο άλλο, καθώς και από
την κάθε ειδικότερη έκφανση και εξειδίκευση ενός κοινωνικού δικαιώματος.
-

38
- Ο νομοθέτης μπορεί να μειώσει μια κοινωνική παροχή ή να καταργήσει
ένα νομοθέτημα που υλοποιεί ένα κοινωνικό δικαίωμα, αρκεί η κατάργηση να μην
είναι ολοκληρωτική ή η πράξη αυθαίρετη: πρόκειται για το λεγόμενο σχετικό
κοινωνικό κεκτημένο.
- Πότε υπάρχει δυνατότητα δικαστικής διεκδίκησης: Αν η ιεράρχηση και η
στάθμιση των κοινωνικών αναγκών από τον νομοθέτη είναι αυθαίρετη, αν,
δηλαδή, ο νομοθέτης καταργήσει ή μειώσει αυθαίρετα μία κοινωνική παροχή, η
παραβιάσει κάποιο άλλο δικαίωμα ή συνταγματική αρχή ή διάταξη: το
νομοθέτημα είναι αντισυνταγματικό.

Β) Προς μία νέα αντίληψη που έρχεται από το Διεθνές Δίκαιο


- Η Επιτροπή για το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και
Πολιτιστικά Δικαιώματα του 1966 υποστηρίζει ότι αυτή η ευχέρεια εκτίμησης της
πολιτικής εξουσίας ως προς την πραγμάτωση των κοινωνικών δικαιωμάτων
πρέπει να ερμηνεύεται στενά, και τούτο επειδή η υποχρέωση που γεννούν τα
κοινωνικά δικαιώματα αναλύεται ως υποχρέωση «συμπεριφοράς» αλλά και ως
υποχρέωση «αποτελέσματος».
Υποχρέωση αποτελέσματος: τα κράτη έχουν την υποχρέωση προοδευτικής
πραγμάτωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, που γεννά για το κράτος τη
δέσμευση να προχωρήσει όσο ταχύτερα και αποτελεσματικότερα μπορεί προς
την πραγμάτωση των κοινωνικών δικαιωμάτων, να αιτιολογεί ενδεχόμενη
συρρίκνωσή τους, και σε κάθε περίπτωση να διασφαλίζει το ελάχιστο
περιεχόμενο κάθε δικαιώματος.
- Επιπρόσθετα, εκτός από την υποχρέωση αποτελέσματος, τα
κράτη βαρύνονται και με μια υποχρέωση συμπεριφοράς, να καταβάλλουν
κάθε προσπάθεια πραγμάτωσης κατά προτεραιότητα του ελάχιστου
περιεχομένου των κοινωνικών δικαιωμάτων δεδομένων των

39
περιορισμένων δυνατοτήτων τους.

40

You might also like