Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 14

1

Θέμα: "Η σύνδεση του Αγίου Πνεύματος με την


οικονομία του Χριστού, ο χριστομονισμός και ο
πνευματομονισμός και η ανάγκη συνδυασμού
Χριστολογίας και Πνευματολογίας"

2016
2

Περιεχόμενα

Εισαγωγή.................................................................................................3-4

1ο Κεφάλαιο: Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στους κόλπους της οικονομίας


του Χριστού..............................................................................................4-8

2ο Κεφάλαιο: Οι εκτροπές του χριστομονισμού και του πνευματομονισμού στην


ιστορική πορεία της Εκκλησίας.............................................................8-11

3ο Κεφάλαιο: Ο συνδυασμός της Πνευματολογίας και της Χριστολογίας στα


πλαίσια πάντα της Εκκλησιολογίας........................................................12

Συμπεράσματα...........................................................................................13

Βιβλιογραφία..............................................................................................14
3

Εισαγωγή

Ίσως στη σκέψη εν γένει πολλών πιστών ή ακόμα και θεολόγων ή ανθρώπων
που προέρχονται από το ίδιο το ιερατείο της χριστιανικής Εκκλησίας, ο ρόλος και η
σημασία του τρίτου Προσώπου του Αγίου Πνεύματος, να είναι τιθέμενη μερικές
φορές στο περιθώριο. Να είναι με άλλα λόγια, θεωρούμενη ως υποδεέστερη και
δευτερεύουσα σε σύγκριση με εκείνη για παράδειγμα του Θεού - Πατέρα ή
αντίστοιχα σε σύγκριση με το ρόλο του Ιησού Χριστού στη διαδικασία της θείας
οικονομίας και της πορείας των ανθρώπων προς τη Βασιλεία του Θεού και τα
Έσχατα, με κεντρικό γνώμονα τη σωτηρία τους, την ανακαίνισή τους και τη θέωσή
τους.

Είναι ενδεικτικό πως εντός της Αγίας Γραφής ωστόσο, υφίστανται κείμενα και
χωρία, μέσω των οποίων αναδύεται αντίθετα το ότι το Άγιο Πνεύμα έχει έναν
πρωτεύοντα ρόλο, αναφορικά με την οικονομία, η οποία έχει ως κεντρική της
παράμετρο και ως κομβικό της σημείο την παρουσία του Χριστού και Υιού του Θεού
επί γης (με την ενσάρκωση, το κήρυγμα και το έργο Του επί γης, τη σταύρωση, την
ανάσταση κι εν τέλει την ανάληψή Του στους ουρανούς). Μια τέτοια επισήμανση
έτσι και αλλιώς είναι συνυφασμένη άρρηκτα με το ότι και το Άγιο Πνεύμα είναι ένα
από τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Είναι ομότιμο και ομοούσιο με τον Πατέρα
και τον Υιό, καθιστάμενο και Αυτό έτσι Θεός κατ' ουσίαν. Απλά δεν παύει να
διαφοροποιείται σε σύγκριση με τα άλλα δύο Πρόσωπα, ως προς τις ενέργειές Του,
ενέργειες οι οποίες για παράδειγμα, μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας που
πορεύεται προς τα Έσχατα, έχουν να κάνουν με τον φωτισμό των πιστών ως προς το
θέμα της βαθιάς συνειδητοποίησης του έργου και της σημασίας του Ιησού Χριστού
στο προαιώνιο σχέδιο της θείας Οικονομίας ή ως προς τη μετάδοση των διαφόρων
χαρισμάτων προς τα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος. Εδώ με άλλα λόγια,
αναδύεται για το Άγιο Πνεύμα ένας ρόλος που συμβάλλει καθοριστικά μέσα στο
χώρο και το χρόνο, στην ίδια την ενότητα των πιστών και στο να αποκτήσουν τις
βιωματικές εμπειρίες αναφορικά με τη συνεχή παρουσία του Χριστού στη ζωή τους.

Είναι σαφές όμως την ίδια στιγμή, πως σε ιστορικό επίπεδο, προέκυψαν
ορισμένες παρανοήσεις κι εκτροπές, ως προς το ρόλο του Αγίου Πνεύματος εν σχέσει
προς τη διάσταση της Εκκλησιολογίας, αλλά και ως προς τη σχέση εν γένει της
Πνευματολογίας με την Χριστολογία. Αυτές οι παρανοήσεις είχαν να κάνουν, είτε με
4

μια τάση έντονου πνευματομονισμού, τον οποίο παρατηρούμε κατά κύριο λόγο στη
νεώτερη εποχή σε κύκλους Σλάβων Ορθοδόξων θεολόγων και με τον οποίο
προωθήθηκε η ιδέα περί αυτονομίας του ρόλου και έργου του Αγίου Πνεύματος εντός
του εκκλησιαστικού σώματος. Αντίστοιχα, ο χριστομονισμός εδώ κι αρκετούς αιώνες
και ήδη από τον Μεσαίωνα, τονίστηκε και προωθήθηκε ιδιαίτερα στο δυτικό κόσμο
και την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Εδώ δηλαδή δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην
ανάδειξη της ιδέας και του σκεπτικού, πως ο ρόλος του Χριστού, θα πρέπει να
θεωρηθεί ανώτερος και πιο σημαντικός έναντι εκείνου του Αγίου Πνεύματος. Μια
τέτοια αντίληψη, που σε θεολογικό επίπεδο είχε εκφραστεί κατεξοχήν μέσω του
περίφημου Filioque (δηλαδή τη θεωρία περί εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος όχι
μόνο από τον Πατέρα, αλλά και από τον Υιό) μάλιστα αποτέλεσε ιστορικά ένα είδος
εργαλείου, με το οποίο εξυπηρετήθηκε το συγκεντρωτικό σύστημα εξουσίας του
παπισμού.

Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω εισαγωγικές παρατηρήσεις, η παρούσα


εργασία υπεισέρχεται στη διαδικασία ορισμένων αναλύσεων σχετικών με την
παρουσία και την δράση του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του εκκλησιαστικού
σώματος. Μια παρουσία, η οποία συγχρόνως έχει στενή και αδιάσπαστη σχέση με το
σχέδιο της οικονομίας του Χριστού. Έτσι, σε ένα πρώτο κεφάλαιο καταρχήν γίνεται
λόγος για την σχέση του Αγίου πνεύματος με αυτήν την οικονομία που προκύπτει
μέσα στην Εκκλησία μέσα από την παρουσία του Χριστού. Σε ένα δεύτερο κεφάλαιο,
γίνεται λόγος για τις εκτροπές του χριστομονισμού και του πνευματομονισμού
ιστορικά μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα, σε Δύση και Ανατολή αντίστοιχα και σε ένα
τρίτο κεφάλαιο τονίζεται για ποιο λόγο κανονικά θα πρέπει να υπάρξει συνδυασμός
της Πνευματολογίας και της Χριστολογίας στα πλαίσια πάντα της Εκκλησιολογίας

1ο Κεφάλαιο: Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στους κόλπους της οικονομίας


του Χριστού

Αν εντρυφήσει κάποιος στα διάφορα κείμενα και χωρία της ίδιας της Αγίας
Γραφής, θα μπορέσει να διαπιστώσει πως η παρουσία και ο ρόλος του Αγίου
Πνεύματος στα πλαίσια της οικονομίας που λαμβάνει χώρα διαμέσου του
απολυτρωτικού έργου του Κυρίου, είναι κάτι παραπάνω από σαφής. Για παράδειγμα,
θα μπορούσε κάποιος να λάβει υπόψη του το χωρίο Εφ. 1, 13-14, όπου λέει ο
Απόστολος Παύλος προς την εκκλησιαστική κοινότητα της Εφέσου τα εξής: "ἐν ᾧ
5

καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν, ἐν
ᾧ καὶ πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε τῷ Πνεύματι τῆς ἐπαγγελίας τῷ ῾Αγίῳ, ὅς ἐστιν
ἀρραβὼν τῆς κληρονομίας ἡμῶν, εἰς ἀπολύτρωσιν τῆς περιποιήσεως, εἰς ἔπαινον τῆς
δόξης αὐτοῦ".1 Εδώ με άλλα λόγια, αναδύεται για το Άγιο Πνεύμα ένας ρόλος
άρρηκτα συνυφασμένος με την μετάδοση του Λόγου της Αλήθειας προς τα πιστά
μέλη της Εκκλησίας. Ο ρόλος Του αποτελεί εκείνη την αποφασιστική παράμετρο, με
την οποία είναι δυνατόν οι πιστοί να εγκιβωτίσουν ακόμα πιο έντονα μέσα στην ψυχή
και το πνεύμα τους τη δύναμη του Ευαγγελίου και άρα τον ίδιο τον Χριστό. Αυτό τί
σημαίνει; Σημαίνει πολύ απλά, πως με αυτόν τον τρόπο, το Άγιο Πνεύμα είναι ενεργά
εμπλεκόμενο στη διαδικασία της απολύτρωσης των ανθρώπων, ενώ το έργο Του
σφραγίζει την επαγγελία περί σωτηρίας, δηλαδή περί σωτηρίας και έλευσης της
Βασιλείας του Θεού.

Εξάλλου υπό αυτό το πρίσμα, είναι ενδεικτικό την ίδια στιγμή, ότι μέσα από
την ενέργεια και δράση του Αγίου Πνεύματος σε διαχρονικό επίπεδο, προκύπτει για
παράδειγμα, το στοιχείο του ρόλου του κατά την περίοδο πριν από την ενσάρκωση
του Υιού και Λόγου του Θεού, δηλαδή κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης. Το
Άγιο Πνεύμα άλλωστε, είναι Αυτό, που προοικονομεί και φωτίζει τους διάφορους
Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, αναφορικά με το ζήτημα της έλευσης του Μεσσία
και σωτήρα της ανθρωπότητας, δηλαδή του Ιησού Χριστού. Μια τέτοια προοπτική
συγχρόνως όμως, αποτελεί και βασική προϋπόθεση για την αναγέννηση του πιστού
και των μελών της Εκκλησίας από το Άγιο Πνεύμα, αναγέννηση που προκύπτει
καθώς το Άγιο Πνεύμα καθιστά μέσα από την επαγγελία της σωτηρίας - σε
συνδυασμό φυσικά και με την ζωντανή παρουσία Του στην μυστηριακή ζωή της
Εκκλησίας - τον Εαυτό Του κατοικία του σώματος των πιστών.2

Όλα τα παραπάνω είναι δυνατόν να καταστούν ακόμα πιο εμφανή, αν


αντιληφθεί (με αφορμή την αναφορά μας στην παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην
μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας) κάποιος πως το Άγιο Πνεύμα είναι παρόν για
παράδειγμα κατά την διάρκεια του Βαπτίσματος και της Θείας Ευχαριστίας. Μέσα
από αυτήν την παρουσία επέρχεται ο αγιασμός των πιστών και συγχρόνως, με αυτά
τα δύο Μυστήρια, το άτομο αντιλαμβάνεται ξεκάθαρα μέσα του την εσχατολογική
διάσταση της Βασιλείας του Θεού, μια διάσταση που ούτως ή άλλως έχει ως
1
Εφ. 1, 13-14
2
Τρεμπέλας, Π.Ν., Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος Α΄, έκδοση 3η, εκδόσεις Ο Σωτήρ,
Αθήναι, 1997, σελ. 245
6

επίκεντρό της τον ίδιο το Χριστό. Μια τέτοια διαδικασία αγιασμού μέσω της
μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά τη προσπάθεια του
πεπερασμένου κτιστού ανθρώπινου όντος να οδηγηθεί τη θέωση, που είναι και ο
φυσικός του προορισμός μέσα στον κόσμο και την ιστορία, δεδομένου, ότι είναι
πλασμένο κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του Θεού. Έτσι, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα
συμμετέχει ενεργά στο προαιώνιο σχέδιο της οικονομίας του Χριστού, από τη στιγμή,
που συμβάλλει με καθοριστικό τρόπο στο να ομοιάσει ο άνθρωπος στο Θεό - Πατέρα
και να κυβερνήσει την κτίση, στην οποία έχει καταστεί κέντρο από την αρχή της
Δημιουργίας και από την εποχή ακόμα των Πρωτοπλάστων, για λογαριασμό του
Θεού.3 Η χάρη του Αγίου Πνεύματος που έχουν τα Μυστήρια του Κυρίου, αγιάζει
τον άνθρωπο από τη στιγμή, που ο ίδιος ο άνθρωπος, ως ελεύθερος και αυτεξούσιος,
έχει καλοπροαίρετη και καθαρή την ύπαρξή του και όχι μολυσμένη από την αμαρτία,
βασική εκδήλωση της οποίας είναι η κακία.4

Όλα τα παραπάνω φυσικά καταδεικνύουν συγχρόνως με τον πιο εύγλωττο


τρόπο το εξής: πως το Άγιο Πνεύμα είναι κι Αυτό Θεός, είναι αναπόσπαστο τμήμα
της τρισυπόστατης τριαδικής μονάδας (Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα). Εδώ όμως
την ίδια στιγμή, ο ρόλος Του στην οικονομία του Χριστού συνδέεται με
συγκεκριμένες ενέργειες, όπως ο αγιασμός ή η επαγγελία της εσχατολογικής
προοπτικής του ανθρώπινου γένους, όπως ήδη αναφέρθηκε λίγο πιο πάνω. Και είναι
χαρακτηριστικό πως δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιον επικουρικό και
συμπληρωματικό ρόλο, αλλά για μια πολύ καίρια και σημαντική συμβολή. Έτσι, δεν
είναι τυχαίο πως μέσα από την ίδια την Αγία Γραφή εξάλλου, αναδύεται με τον πλέον
έντονο τρόπο το στοιχείο τόσο της θειότητας του Αγίου Πνεύματος, όσο και του
καθοριστικού Του ρόλου. Για παράδειγμα, ο μεν Παύλος επισημαίνει στην Β΄ Κορ.
ότι: " Ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία.  ἡμεῖς
δὲ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τὴν αὐτὴν
εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος". 5 Και
αντίστοιχα, στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, καθώς ο Κύριος αναχωρεί από τη γη με την
Ανάληψή Του, θα τονίσει στους μαθητές Του τα εξής: " Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος

3
Αγόρας, Κ., "Περί Κόσμου, Ανθρώπου και Ιστορίας" στο Πίστη και Βίωμα της Ορθοδοξίας, Τόμος Α΄,
Δόγμα, Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας, εκδόσεις Ε.Α.Π., Πάτρα, 2002, σελ. 90
4
Δρ. Λίλης Ι. Ν., "Η Εκκλησιολογία του Ιωάννη Δαμασκηνού στο δογματικό του έργο Έκδοσις ακριβής
της Ορθοδόξου Πίστεως" στο Απόστολος Τίτος, τεύχος 8, Δεκέμβριος 2007, σελ. 155
5
Β΄ Κορ. 3,17-18
7

ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς
ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ".6

Όλα τα παραπάνω είναι σαφές, πως καταδεικνύουν, το ότι το Άγιο Πνεύμα


είναι επιφορτισμένο με τη συνέχιση της σωτηρίας των ανθρώπων, μετά από την
Ανάσταση και Ανάληψη του Υιού του Θεού. Επί παραδείγματι και σε σύνδεση με τον
αγιασμό που επιφέρει στους πιστούς διαμέσου της παρουσίας Του στη μυστηριακή
ζωή της Εκκλησίας, θα μπορούσε να λάβει κάποιος υπόψη του, ότι στη διάρκεια της
Θείας Ευχαριστίας και κατά τον αγιασμό των Τιμίων Δώρων και κατά την μεταβολή
τους σε Σώμα κι Αίμα Χριστού, διακηρύσσεται ο θάνατος, η Ανάσταση και η
Ανάληψη του Κυρίου, ενώ στη συνέχεια αμέσως υποδηλώνεται η αναγγελία της
εκπλήρωσης της παρουσίας του Θεού, με άλλα λόγια, η κάθοδος του ίδιου του Αγίου
Πνεύματος. Η παρουσία του τελευταίου συνδυάζεται δε, με την ενεργή συμμετοχή
των πιστών στην πρόγευση της Βασιλείας των Ουρανών και των Εσχάτων.

Καθώς στον ιστορικό χρόνο της Εκκλησίας, το Άγιο Πνεύμα αφηγείται και
προαναγγέλλει την δεύτερη Έλευση του Κυρίου "μετά δόξης", η παρουσία Του κατά
τη διάρκεια του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, στην ουσία τελεσιουργεί τη
μεταβολή των ευχαριστιακών υλικών. Την ίδια στιγμή, καθιστά τον Ιησού Χριστό
παρόντα. Ο Χριστός εξάλλου, έχοντας αναλάβει προσωπικά την ανθρώπινη ύπαρξη,
μέσα από την Ενανθρώπησή Του, συνδέεται αιωνίως με την Εκκλησία και είναι
πάντα παρών εντός της, ως τις έσχατες μέρες. Είναι ο αιώνιος Ιερέας και Παράκλητος
προς το Θεό - Πατέρα, και ενώ αποστέλλει ως άλλο Παράκλητο το Άγιο Πνεύμα,
μετά την Ανάληψη. Υπό από αυτό το πρίσμα, τα μυστήρια δεν αποτελούν ένα είδος
αφηρημένων ή μαγικών αναπαραστάσεων και τελετών. Γενικά αλλά και ειδικά,
κανένα εκκλησιαστικό Μυστήριο δεν μπορεί να είναι οργανικά και πραγματικά
ξεκομμένο από την φυσική και ιστορική πραγματικότητα. Γι' αυτό άλλωστε μέσα
στην Εκκλησία υπάρχουν για κάθε μυστήριο συγκεκριμένα υλικά στοιχεία που
αγιάζονται και μεταμορφώνονται.7 Η ίδια η μυστηριακή δομή του σώματος της
Εκκλησίας επιτελεί το θρίαμβο και τη θεραπεία του σώματος της κτιστής
πραγματικότητας, το οποίο αυτοδιαβρώνεται.

6
Ιω. 15, 26
7
Ματσούκας, Ν., Δογματική και Συμβολική Θεολογία, εκδόσεις Π. Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη, 1996,
σελ. 466
8

Το ίδιο Άγιο Πνεύμα, σε ένα τέτοιο πλαίσιο, επιφορτίζεται ταυτόχρονα με την


επιδαψίλευση προς τον κάθε πιστό, μιας σειράς χαρισμάτων, τα οποία συνδέονται έτι
περισσότερο με αυτήν την διαδικασία της Δεν είναι τυχαίο πως κατά τον Εσπερινό
της Ημέρας της Πεντηκοστής, ψάλλουμε στην εκκλησία "Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα
τὸ ἅγιον· βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν, ἁλιεῖς
θεολόγους ἀνέδειξεν. Ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας. Ὁμοούσιε καὶ
ὁμόθρονε, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, Παράκλητε, δόξα σοι". 8 Η παρουσία δε, όλων αυτών
των χαρισμάτων στους πιστούς, αποτελεί ένα εργαλείο, με το οποίο γίνεται ακόμα
περισσότερο αντιληπτή και κατανοητή από τους τελευταίους η ενεργή παρουσία του
Ιησού Χριστού στη ζωή της Εκκλησίας, ως μια άμεση βιωματική εμπειρία.

Το Άγιο Πνεύμα παρόλο που δεν σαρκώθηκε, ενεργεί και παρίσταται


αοράτως στη διαδικασία της οικονομίας του Χριστού εντός του θεανθρώπινου
οργανισμού της Εκκλησίας. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα, όπως φάνηκε και πιο
πάνω, με την λειτουργία της Θείας Ευχαριστίας, ενώ την ίδια στιγμή, το Άγιο Πνεύμα
σημαίνεται ως ζέον ύδωρ (όπως επισημαίνει ο Νικόλαος Καβάσιλας) 9 ως μια από τις
παραστατικές εικόνες της καθόδου Του κατά τη Θεία Ευχαριστία. Ο άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός εν τω μεταξύ από τη μεριά του επισημαίνει πως αν θέλει να ξέρει ο
πιστός πώς ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται σε Σώμα κι Αίμα Χριστού, οφείλει να
γνωρίζει πως αυτό γίνεται με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Εξάλλου, όπως ο
Κύριος με το Άγιο Πνεύμα έφτιαξε από τη Θεοτόκο "σάρκα εαυτώ και εν εαυτώ",
έτσι και ο άρτος μετατρέπονται σε σώμα κι αίμα Χριστού, χωρίς να γνωρίζουμε τον
τρόπο της μετατροπής. Μας αρκεί δε να γνωρίζουμε πως πραγματικά μετατρέπονται
και μας θεραπεύουν.10

2ο Κεφάλαιο: Οι εκτροπές του χριστομονισμού και του πνευματομονισμού στην


ιστορική πορεία της Εκκλησίας

Ο Χριστομονισμός από τη μια μεριά, ιστορικά αποτέλεσε μια διακριτή τάση


στους κόλπους της δυτικής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Μπορεί να θεωρηθεί
συνυφασμένος με μια εξελικτική πορεία της δυτικής θεολογίας, καθώς δόθηκε στα
πλαίσιά του ιδιαίτερη βαρύτητα στην ανάδειξη του έργου και της παρουσίας του
Χριστού στην ιστορική πορεία, και το μυστηριακό και λειτουργικό γίγνεσθαι του

8
Ακολουθία του Εσπερινού της Πεντηκοστής, στο www.pigizois.net
9
Νικόλαου Καβάσιλα, Εις την Θείαν Λειτουργίαν, ΛΗ΄, 1-5
10
Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, Kotter II 8694-101 , σελ. 194-195
9

δυτικού εκκλησιαστικού σώματος, τη στιγμή, που ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος σε


αυτό το γίγνεσθαι τέθηκε σαφώς σε έναν υποδεέστερο ρόλο.

Μια διδασκαλία μάλιστα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, η οποία επρόκειτο


να καταστεί ακόμα πιο σαφής ιδίως μετά τον ένατο αιώνα, και με την οποία
αναφύεται έντονα αυτό το στοιχείο Χριστομονισμού, είναι η περίπτωση του Filioque,
με άλλα λόγια, της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και από τον Υιό και όχι μόνο
από τον Πατέρα, όπως διδάσκει η Ανατολική Ορθόδοξη Θεολογία. Ωστόσο μια
τέτοια αντίληψη, που αποτέλεσε ιστορικά σημαντική διαστρέβλωση της αρχαίας
πατερικής θεολογικής Παράδοσης και σκέψης, φαίνεται στην ουσία να συμβάλλει
καθοριστικά στην κατάργηση του δόγματος της Μοναρχίας, αναφορικά με τον τρόπο
σύλληψης της Θεότητας. Συγχρόνως, εδώ προκύπτει μια θέση υποβιβασμού του
Αγίου Πνεύματος και του ρόλου του στην Εκκλησία και στην πραγματοποίηση του
σχεδίου της θείας Οικονομίας για την ανθρώπινη σωτηρία. Αυτός ο υποβιβασμός
φαίνεται συνακόλουθα να οδηγεί σε ένα είδος δυαρχίας στα πλαίσια του τριαδικού
Θεού, που αναμφίβολα συνιστά σοβαρή δογματική παρεκτροπή. Ο κίνδυνος
ανάδυσης της δυαρχίας είναι συνδεδεμένος με το εξής σκεπτικό. Εφόσον, τόσο ο
Πατέρας όσο και ο Υιός έχουν την ιδιότητα της εκπόρευσης, αν δεν συμβαίνει το ίδιο
και με το Άγιο Πνεύμα, τότε το τελευταίο μοιάζει αυτομάτως να τίθεται στο
περιθώριο και να στερείται της δόξας, η οποία λογικά αφορά και το ίδιο, λόγω του
ομοούσιου έτσι κι αλλιώς της Αγίας Τριάδος.

Πέραν αυτής της διάστασης, η εμμονή στον χριστομονισμό, μπορεί να έχει


και άλλη μια σημαντική προέκταση: εδώ δηλαδή θα μπορούσε κάποιος να οδηγηθεί
συνακόλουθα και στην αμφισβήτηση ακόμα και αυτής της ίδιας της θείας
τελειότητας. Και αυτό εφόσον είναι ενδεικτικό το ότι σε μια τέτοια περίπτωση
καταλήγουμε σε μια άλλη θεώρηση περί θεότητας, από τη στιγμή δηλαδή, που
υφίσταται μια θεολογική και δογματική αντίληψη διάφορη από εκείνη της Ανατολική
Ορθόδοξης θεολογίας. Αυτή η εκτροπή εδώ συγκεκριμένα φαίνεται να μπερδεύει η
διάσταση της Ουσίας με τη διάσταση του Προσώπου, με άλλα λόγια, μπερδεύει την
Ουσία με τις διάφορες υποστατικές Ιδιότητες καθενός εκ των τριών προσώπων της
Αγίας Τριάδος. Εδώ θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μάλιστα, πως για την Ορθόδοξη
δογματική θεολογία, ανέκαθεν η κεντρική βάση της Τριαδολογίας ήταν και είναι το
Πρόσωπο, μέσα από το οποίο άλλωστε προβάλλει η διάσταση των υποστάσεων.
Αντίθετα, ο δυτικός Ρωμαιοκαθολικός κόσμος στην πορεία επρόκειτο να συνδέσει
10

την Τριαδολογία καθαρώς με το στοιχείο της Ουσίας, εξέλιξη, που θα τον οδηγούσε
αυτήν την εκτροπή περί Χριστομονισμού.

Εδώ πέραν όλων των παραπάνω, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη πως για την
Ορθόδοξη δογματική θεολογία, οι θεοφάνειες της θείας Αποκάλυψης που είναι ούτως
ή άλλως στενά συνδεδεμένη με τον κεντρικό άξονα της θείας οικονομίας μέσα από το
Πρόσωπο του Χριστού, είναι κάτι με το οποίο αποτυπώνεται η πραγματικότητα του
Τριαδικού Θεού. Ο τελευταίος είναι απρόσιτος πάντοτε μεν ως προς την ουσία Του,
αλλά είναι προσιτός μέσα στην Κτίση και την Ιστορία, μέσα από τις ενέργειές Του.
Αυτό σημαίνει το εξής πολύ σημαντικό: πως μεταξύ των τριών Προσώπων της Αγίας
Τριάδος δεν υφίσταται και δεν προκύπτει κάποιο είδος ανταγωνισμού ή πολυαρχίας
και κανένα είδος υποβιβασμού του ενός Προσώπου προς όφελος των άλλων δύο. Ο
Χριστομονισμός αντίθετα αποτέλεσε εκτροπή, μέσα από την οποία αυτό το είδος
ανταγωνισμού και της διάστασης του υποβιβασμού, εν προκειμένω του Προσώπου
του Αγίου Πνεύματος, κατέστη εμφανές. Εξάλλου, το στοιχείο της πλήρους ισοτιμίας
κι ενότητας μεταξύ των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κάτι μέσα από το
οποίο είναι δυνατόν να εκφραστεί πρακτικά και πραγματικά η ενότητα κατά
προέκταση και όλων των ανθρώπων, όλου του ανθρώπινου γένους, προκειμένου να
καταστεί αληθινή η κατάκτηση της σωτηρίας (υπό το πρίσμα άλλωστε της
εσχατολογικής θεώρησης ως προς την Εκκλησία του Χριστού).

Μια κεντρική παράμετρος, που είναι δυνατόν να εξηγήσει αυτήν την


διαχρονική τάση του Χριστομονισμού στο χώρο της Ρωμαιοκαθολικής θεολογίας,
ήταν το ότι με αυτόν τον τρόπο, επιχειρήθηκε ιστορικά ο τονισμός της
συγκεντρωτικής παπικής εξουσίας. Το σκεπτικό εδώ, ήταν πως από τη στιγμή, που ο
Χριστός, ως άνθρωπος, εγκατέλειψε τη γη, άφησε όλη του την εξουσία στον πάπα
Ρώμης, ο οποίος κατέστη το ορατό Του σημάδι και εκπρόσωπος επί γης και που
απόντος του Κυρίου, κλήθηκε να αναλάβει την διασφάλιση της ενότητας και της
παγκοσμιότητας του εκκλησιαστικού σώματος. Ο Χριστομονισμός με άλλα λόγια,
οδήγησε στην αντίληψη, πως το Άγιο Πνεύμα σαφώς και είναι παρόν μεν στην
Εκκλησία, μετά από την Ανάληψη του Κυρίου, αλλά την ίδια στιγμή έχει
περισσότερο ένα βοηθητικό και επικουρικό ρόλο, προκειμένου να υποστηριχθεί αυτό
το σύστημα ανάθεσης που έγινε υποτίθεται εκ μέρους του Κυρίου στον πάπα
11

Ρώμης.11 Μια τέτοια δογματική αντίληψη από την άλλη, είναι σαφές, πως συνέβαλε
στο δυτικό χριστιανισμό σε φαινόμενα, όπως η έλλειψη της ελευθερίας έκφρασης
αλλά και της ποικιλίας ως προς τα χαρίσματα που προσφέρει το Άγιο Πνεύμα στους
πιστούς του εκκλησιαστικού σώματος.12

Ο πνευματομονισμός από την άλλη μεριά, αποτέλεσε ένα είδος αντίδρασης


προς τον Χριστομονισμό του δυτικού κόσμου. Ήταν μια μορφή αντίδρασης που
προήλθε από κύκλους Σλάβων ορθόδοξων θεολόγων, που επιχείρησαν να δώσουν μια
μεγαλύτερη μορφή αυτονομίας ως προς το ρόλο και την Οικονομία του Αγίου
Πνεύματος. Αυτή η αυτονομία, κατά κάποιο τρόπο, προέκρινε την ανεξάρτητη και
διακεκριμένη οικονομία του Αγίου Πνεύματος έναντι εκείνης του Χριστού. 13 Υπό
αυτό το πρίσμα η βαρύτητα δόθηκε στην εξής θεολογική σκέψη: ότι δηλαδή, Χριστός
και Άγιο Πνεύμα έχουν δύο διακριτούς και διαφορετικούς ρόλους. Ο μεν Χριστός
είναι συνδεδεμένος άρρηκτα με το στοιχείο της ανάδειξης της ενότητας διαχρονικά
μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι συνδεδεμένο αποκλειστικά
με την διάσταση της ανάδειξης της πολλαπλότητας των προσώπων και των
χαρισμάτων σε αυτά.

Αν όμως μια τέτοια θεώρηση γινόταν αποδεκτή, αυτό κατά προέκταση θα


σήμαινε, ότι ο Χριστός σε τελική ανάλυση είναι απών από το ίδιο το σώμα της
Εκκλησίας. Θα σήμαινε ακόμα, ότι το Άγιο Πνεύμα αφενός μεν συνδέεται
αποκλειστικά με την διαδικασία της θέωσης και της σωτηρίας των ανθρώπων, μέσα
από μια καθαρά ασκητική ζωή κι αφετέρου, ότι το Πνεύμα έχει έναν πραγματικά
δυναμικό ρόλο μέσα στην Εκκλησία. Κάτι τέτοιο, κατά συνέπεια θα σήμαινε, ότι ο
Χριστός, σε αντίθεση με ό, τι πραγματικά διδάσκει η δογματική θελογία της
Ορθοδοξίας, δεν είναι καν η κεφαλή του εκκλησιαστικού σώματος. Έτσι το τελευταίο
θα ήταν απλά ένα σώμα χαρισματούχων και παράλληλα επέρχεται ένα είδος
σύγχυσης, δεδομένου, ότι η Εκκλησία καθίσταται το πεδίο εφαρμογής μιας
χαρισματικού τύπου κοινωνιολογίας.14

11
Γιαγκαζόγλου Στ., "Περί Εκκλησίας" στο Πίστη και Βίωμα της Ορθοδοξίας, Τόμος Α΄, Δόγμα,
Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας, εκδόσεις Ε.Α.Π., Πάτρα, 2002, σελ. 181
12
Ματσούκας, Ν., Δογματική και Συμβολική Θεολογία, εκδόσεις Π. Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη, 1999,
σελ. 135
13
Γιαγκαζόγλου Στ., "Περί Εκκλησίας" στο Πίστη και Βίωμα της Ορθοδοξίας, Τόμος Α΄, Δόγμα,
Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας, εκδόσεις Ε.Α.Π., Πάτρα, 2002, σελ. 183
14
Φλωρόφσκυ, Γ., Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδόσεις Άρτος Ζωής, Αθήνα, 1973, σελ. 182
12

3ο Κεφάλαιο: Ο συνδυασμός της Πνευματολογίας και της Χριστολογίας στα


πλαίσια πάντα της Εκκλησιολογίας

Η ανάγκη του συνδυασμού της Πνευματολογίας με τη Χριστολογία, στα


πλαίσια πάντα της Εκκλησιολογίας είναι ένα εκ των ων ουκ άνευ στοιχείων, που θα
πρέπει να λαμβάνεται πάντα σοβαρά υπόψη στο πεδίο της χριστιανικής δογματικής
θεολογίας. Κι αυτό από τη στιγμή άλλωστε, που μέσα από μια τέτοια αντίληψη, είναι
δυνατόν να καταστεί σεβαστό το αρχαίο δόγμα της απόλυτης ισοτιμίας των τριών
Προσώπων της Αγίας Τριάδος, ισοτιμίας, η οποία ανά πάσα ώρα και στιγμή
αναδεικνύεται μέσα στην Κτίση και την Ιστορία. Ο συνδυασμός της Χριστολογίας με
την Πνευματολογία, μπορεί να θεωρηθεί, πως είναι κεντρικής σημασίας για την
Εκκλησία, από την άποψη, πως έτσι τονίζεται η διάσταση μέσα στο εκκλησιαστικό
σώμα.

Η Εκκλησία εξάλλου είναι ενότητα στο ένα Σώμα του Ιησού Χριστού και
οποιαδήποτε αποκοπή ή παρέκκλιση, θα σήμαινε και την απομάκρυνση από τον ίδιο
τον Χριστό. Εκτροπές, όπως αυτές του Χριστομονισμού και του Πνευματομονισμού,
αποτελούν από την άλλη μεριά αποκοπή και μοναχική πορεία έξω από την
εκκλησιαστική κοινωνία. Μέσα από μια τέτοια απώλεια αυτής της κοινωνικότητας,
είναι ενδεικτικό, ότι προκύπτει ένα είδος πνεύματος, το οποίο είναι το ακριβώς
αντίθετο από το πνεύμα της Εκκλησίας.15

Μετά από την ημέρα της Πεντηκοστής εξάλλου, το Άγιο Πνεύμα έρχεται να
κατοικήσει ανάμεσα στους ανθρώπους και μέσα στον κόσμο, με έναν τρόπο, που δεν
είχε ξανασυμβεί ποτέ πιο πριν. Τώρα στην εποχή πια της καινής κτίσης και της
καινής διαθήκης, αποκαλύπτεται οριστικά στους ανθρώπους, μια ανεξάντλητη πηγή
ζώντος ύδατος και αιώνιας ζωής. Αυτό βέβαια γίνεται στα πλαίσια μιας διαρκούς
βίωσης της πραγματικότητας πως και ο Κύριος είναι πάντα παρών στην Εκκλησία
Του και η κεφαλή της τελευταίας, στοιχείο που καθιστά έτσι ακόμα πιο έντονη την
αντιπαράθεση έναντι τόσο του Χριστομονισμού όσο και του Πνευματομονισμού.

15
Δημητριάδης Β.Β., "Η διδασκαλία του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ για την Εκκλησία" στο περιοδικό
Θεολογία, Τεύχος 1ο, Ιανουάριος - Μάρτιος 2013, σελ. 101
13

Συμπεράσματα

Με βάση τις αναλύσεις που σημειώθηκαν στα τρία παραπάνω κεφάλαια, είναι
σαφές πρώτον, ότι το Άγιο Πνεύμα είναι κι Αυτό Θεός, είναι αναπόσπαστο τμήμα της
τρισυπόστατης τριαδικής μονάδας (Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα). Εδώ όμως την
ίδια στιγμή, ο ρόλος Του στην οικονομία του Χριστού συνδέεται με συγκεκριμένες
ενέργειες, όπως ο αγιασμός ή η επαγγελία της εσχατολογικής προοπτικής του
ανθρώπινου γένους, όπως ήδη αναφέρθηκε λίγο πιο πάνω. Και είναι χαρακτηριστικό
πως δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιον επικουρικό και συμπληρωματικό ρόλο, αλλά
για μια πολύ καίρια και σημαντική συμβολή. Έτσι, δεν είναι τυχαίο πως μέσα από την
ίδια την Αγία Γραφή εξάλλου, αναδύεται με τον πλέον έντονο τρόπο το στοιχείο τόσο
της θειότητας του Αγίου Πνεύματος, όσο και του καθοριστικού Του ρόλου. Το Άγιο
Πνεύμα παρόλο που δεν σαρκώθηκε, ενεργεί και παρίσταται αόρατα στη διαδικασία
της οικονομίας του Χριστού εντός του θεανθρώπινου οργανισμού της Εκκλησίας.

Ο Χριστομονισμός που αποτέλεσε εκτροπή εντός των κόλπων της δυτικής


Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και ο Πνευματομονισμός που ήταν αντίδραση ενός
μέρους θεολόγων στα πλαίσια της σλαβικής ορθόδοξης θεολογίας, αποτέλεσαν ιδέες
με τις οποίες στην πραγματικότητα διαστρεβλώθηκε το μήνυμα της Ορθόδοξης
Δογματικής Θεολογίας. Έναντι αυτών των ιδεών είναι αναγκαία η διαδικασία του
γόνιμου συνδυασμού ανάμεσα στην Πνευματολογία και την Χριστολογία, στα
πλαίσια πάντα της Εκκλησιολογίας. Κι αυτό επειδή αναδεικνύεται έτσι εδώ το
στοιχείο των σωστών βάσεων της Τριαδολογίας, όπως τέθηκαν ανά τους αιώνες από
την Ορθόδοξη σκέψη. Κεντρικός γνώμονας εδώ είναι αυτός του Προσώπου και όχι
της Ουσίας. Κι αυτός καθώς μέσα από την διάσταση του Προσώπου αναδύεται το
σκεπτικό, πως ο Θεός είναι απρόσιτος πάντοτε μεν ως προς την ουσία Του, αλλά
είναι προσιτός μέσα στην Κτίση και την Ιστορία, μέσα από τις ενέργειές Του. Αυτό
σημαίνει το εξής πολύ σημαντικό: πως μεταξύ των τριών Προσώπων της Αγίας
Τριάδος δεν υφίσταται και δεν προκύπτει κάποιο είδος ανταγωνισμού ή πολυαρχίας
και κανένα είδος υποβιβασμού του ενός Προσώπου προς όφελος των άλλων δύο.
14

Βιβλιογραφία

1. Αγόρας, Κ., "Περί Κόσμου, Ανθρώπου και Ιστορίας" στο Πίστη και Βίωμα της
Ορθοδοξίας, Τόμος Α΄, Δόγμα, Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας,
εκδόσεις Ε.Α.Π., Πάτρα, 2002
2. Ακολουθία του Εσπερινού της Πεντηκοστής, στο www.pigizois.net
3. Γιαγκαζόγλου Στ., "Περί Εκκλησίας" στο Πίστη και Βίωμα της Ορθοδοξίας,
Τόμος Α΄, Δόγμα, Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας, εκδόσεις Ε.Α.Π.,
Πάτρα, 2002
4. Δημητριάδης Β.Β., "Η διδασκαλία του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ για την
Εκκλησία" στο περιοδικό Θεολογία, Τεύχος 1ο, Ιανουάριος - Μάρτιος 2013
5. Δρ. Λίλης Ι. Ν., "Η Εκκλησιολογία του Ιωάννη Δαμασκηνού στο δογματικό
του έργο Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως" στο Απόστολος Τίτος,
τεύχος 8, Δεκέμβριος 2007
6. Εφ. 1, 13-14
7. Ιω. 15, 26
8. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, Kotter II
8694-101
9. Ματσούκας, Ν., Δογματική και Συμβολική Θεολογία, εκδόσεις Π. Πουρνάρας,
Θεσσαλονίκη, 1999
10. Νικόλαου Καβάσιλα, Εις την Θείαν Λειτουργίαν, ΛΗ΄, 1-5
11. Τρεμπέλας, Π.Ν., Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος Α΄, έκδοση 3η,
εκδόσεις Ο Σωτήρ, Αθήναι, 1997
12. Φλωρόφσκυ, Γ., Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδόσεις Άρτος Ζωής,
Αθήνα, 1973

You might also like