Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 4

Ορθογραφία του επιθέτου:

Τα επίθετα σε κατηγορία παραδείγματα Εξαιρούνται τα:


ακμή > ακμαίος νέος, ανίδεος, στέρεος
παράγονται συνήθως από ουσιαστικά θηλυκά
-αίος αρχή > αρχαίος όσα λήγουν σε λέος, π.χ. φρικαλέος
με κατάληξη -η και -α
ώρα > ωραίος όσα λήγουν σε -τέος, π.χ. προσθετέος
• Όσα παράγονται από κύρια ονόματα • Αβερώφειος, Τοσίτσειος
-ειος • Όσα παράγονται από ονόματα ζώων • πρόβειος, βόειος
πλάγιος, ίσιος, όρθιος
προπαροξύτονα • Όσα παράγονται από λέξεις που έχουν θέμα ε • τέλειος, βασίλειος
• Όσα τελειώνουν σε -γειος (παράγωγο της λέξης γη) • υδρόγειος, Μεσόγειος
-είος
αστείος, θείος γελοίος, κρύος
παροξύτονα
-ειρος Όσα έχουν ως β΄συνθετικό τη λέξη πείρα έμπειρος, άπειρος
-ηλός σιωπηλός, χαμηλός δειλός, ψιλός (= λεπτός, γυμνός)
πονηρός, αιχμηρός, ζωηρός, αλμυρός, αργυρός, βδελυρός, βλοσυρός,
-ηρός
τολμηρός γλαφυρός, ισχυρός, οχυρός, πορφυρός
-ητός τρυπητός, τηγανητός λυτός, χυτός, διττός
δανεικός, γλυκός, θηλυκός
-ικός μαγικός, μυθικός, μαθητικός και τα σύνθετα με τη λέξη οίκος : κάτοικος,
ένοικος
δίδυμος, έρημος, έτοιμος
όσα έχουν σαν δεύτερο συνθετικό τις λέξεις:
θυμός (εύθυμος)
όνομα (επώνυμος)
-ιμος άτιμος, βάσιμος, μόνιμος
σήμα (επίσημος)
σχήμα άσχημος)
δήμος (απόδημος)
φήμη (περίφημος)
ελεεινός, επικίνδυνος, κλεινός, ορεινός, σκοτεινός,
ξύλινος, πέτρινος, πράσινος,
-ινος -ινός ταπεινός, υγιεινός, φωτεινός υπεύθυνος -
χάρτινος
ανεύθυνος φτηνός
Εξαιρούνται όσα προέρχονται από συνηρημένα
-ίσιμος νηστίσιμος, υπολογίσιμος ρήματα β΄ συζυγίας π.χ. κατοικώ - κατοικήσιμος
και το αρτύσιμος

-ίσιος βουνίσιος, αρνίσιος ετήσιος, ημερήσιος, γνήσιος, Ιθακήσιος, Μιλήσιος


όμοιος
Όσα τελειώνουν σε -ποιός
-οιος -οίος
(από το ρήμα ποιώ) π.χ.
-οιός
επιπλοποιός, φαρμακοποιός,
ειρηνοποιός
Όσα έχουν σαν δεύτερο
-οιρος συνθετικό τη λέξη μοίρα, π.χ.
άμοιρος, καλόμοιρος
όσα προέρχονται από τις λέξεις:
ότερος ψηλότερος, στερεότερος, άνω (ανώτερος)
(συγκρ. βαθμός) νεότερος κάτω (κατώτερος)
άπω (απώτερος)
ύτερος
πλατύτερος, μεγαλύτερος
(συγκρ. βαθμός)
-ώδης υποτυπώδης, στοιχειώδης
-ώος αθώος, σώος, κεντρώος
-ωπός αγριωπός, χαρωπός
θολωτός, μεταξωτός,
-ωτός
φτερωτός, καμαρωτός
Ορθογραφία του ρήματος - ενεστωτικές καταλήξεις:
Τα ρήματα σε γράφονται με παραδείγματα Εξαιρούνται τα:
παύω, αναπαύω, απολαύω, θραύω (σπάζω),
-άβο (-αύω) β ανάβω, θάβω, ράβω, σκάβω
ψαύω (ψηλαφώ, αγγίζω)
-έβο (-εύω) ευ γυρεύω, κλαδεύω, παλεύω κλέβω, σέβομαι
-έο (-έω) αι κλαίω, φταίω, καίω αναπνέω, λέω, πλέω, ρέω
δένω, πλένω, μένω
-ένο (-αίνω) αι ζεσταίνω, ανεβαίνω, φαίνομαι [και τα λαϊκά: κρένω (μιλώ, απαντώ), ψένω (ψήνω), γένομαι
(γίνομαι)]
-έρνο (-έρνω) ε γδέρνω, γέρνω, φέρνω παίρνω
-έρο (-αίρω) αι χαίρω, συγχαίρω, εξαίρω ξέρω φέρω
αδειάζω, χρειάζομαι
-ιάζο (-ιάζω) ι αγκαλιάζω, νευριάζω, βιάζομαι
μοιάζω, μονοιάζω, νοιάζομαι
μπήζω, πήζω, πρήζω
αναβρ(λ)ύζω, δακρύζω, γογγύζω, ολολύζω, κατακλύζω, κελαρύζω,
-ίζο (-ίζω) ι ανθίζω, αντικρίζω, φτερνίζομαι συγχύζω, σφύζω, τανύζω
δανείζω
αθροίζω
-λο (-λλω) λλ αναβάλλω, ανατέλλω, ποικίλλω θέλω, οφείλω, μέλει
-λό (-λώ) λ αμελώ, γελώ, καλώ κολλώ
-όνο (-ώνω) ώ πληρώνω, κλειδώνω, γλιτώνω
-σο (-σσω) σσ αναπτύσσω, απαλλάσσω αρέσω
-το (-ττω) ττ πλήττω, φρίττω, εισπράττω θέτω, κείτομαι
ίνω δίνω, κλίνω, πίνω, κρίνω
ήνω αφήνω, σβήνω, στήνω, ψήνω
αμβλύνω, αμύνομαι, απευθύνω, απομακρύνω, βαρύνω, βραδύνω, γδύνω, διευθύνω, ενθαρρύνω,
-ίνο
ύνω επιμηκύνω, ευκολύνω, καταπραΰνω, κατευθύνω, λαμπρύνω, λύνω, μακρύνω, μεγεθύνω, μικρύνω,
μολύνω, ντύνω, ξύνω, οξύνω, παροτρύνω, φτύνω, χύνω, σμικρύνω,
είνω κλείνω, τείνω
Ορθογραφία μετοχών: -οντας, -ώντας // -μένος, -μένη, -μένο:

Η μετοχή του ενεργητικού ενεστώτα που έχει κατάληξη -οντας γράφεται:


με -ο- όταν η μετοχή δεν τονίζεται στο -ο- τρώγοντας, παίζοντας, βλέποντας
με -ώ- όταν η μετοχή τονίζεται στο -ώ- γελώντας, τραγουδώντας, ακολουθώντας

Η μετοχή του παθητικού ενεστώτα ή του παθητικού παρακείμενου σε [omenos]


● Γράφεται -όμενος όταν η μετοχή τονίζεται στο [ο], π.χ. εργάζομαι - εργαζόμενος, έρχομαι - ερχόμενος
● Γράφεται -ωμενος όταν η μετοχή δεν τονίζεται στο [ο], π.χ. ξηλώνομαι - ξηλωμένος, διορθώνομαι - διορθωμένος
Εξαίρεση: Μερικές μετοχές που προέρχονται από λόγια ρήματα της β' συζυγίας δεν ακολουθούν τον κανόνα και γράφονται με ώ,
π.χ. τιμώ - τιμώμενος, προσδοκώ - προσδοκώμενος

Οι μετοχές του παθητικού παρακειμένου που τελειώνουν σε -μένος, -μένη, -μένο κανονικά γράφονται με ένα μ
π.χ. ιδρύω > ιδρυμένος, λύνω > λυμένος, καίω > καμένος.
Γράφονται με δύο μμ όταν το ρήμα από το οποίο προέρχονται είναι ρήμα της α' συζυγίας (π.χ. γράφω) και έχει χαρακτήρα π, β, φ (πτ, φτ)

Με χαρακτήρα π εγκαταλείπω, επιτρέπω εγκαταλειμμένος, επιτετραμμένος (λογ.)


Με χαρακτήρα β ανάβω, θάβω, κλέβω, κόβω, κρύβω, αναμμένος, θαμμμένος, κλεμμένος, κομμένος, κρυμμένος, ραμμένος,
ράβω, σκάβω, σκύβω, στρίβω, στύβω, τρίβω, θλίβω σκαμμένος, σκυμμένος, στριμμένος, στυμμένος, τριμμένος, θλιμμένος
Με χαρακτήρα φ αλείφ(β)ω, βάφω, γράφω, γλείφω, αλειμμένος, βαμμένος, γραμμένος, γλειμμένος, γλυμμένος,
γλύφω, στρέφω, θρέφω στραμμένος, θρεμμένος
Με χαρακτήρα πτ απορρίπτω, αποκόπτω, βλάπτω, απορριμμένος (απορρίμματα), αποκομμένος, βλαμμένος,
καλύπτω, συνάπτω καλυμμένος, συνημμένος

You might also like