Παιδομάζωμα

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 3

« ΤΟ ΠΑΙΔΩΜΑΖΩΜΑ »

(Καθισμένη σε ένα ξύ λινο καρεκλά κι η μητέρα διαβά ζει την κό ρη της κείμενα από
το ψαλτή ρι. Η κό ρη κά θεται κά τω κι έχει ακουμπισμένο στο καρεκλά κι τον
πίνακά της με το φτερό . Δίπλα η γιαγιά γνέθει μαλλί).
ΜΗΤΕΡΑ : Τελειώ νεις πουλά κι μου ; ό που νά ναι θά ρθει ο Κωστή ς να σε πά ρει για
να πά τε στο σχολειό , σας περιμένει ο παπα-Κοσμά ς στο μοναστή ρι.
ΜΑΡΙΩ : Έτοιμη είμαι μά να, να διαβά σω μια φορά ακό μη για τον Λεωνίδα γιατί
είναι ο αγαπημένος βασιλιά ς του παπα-Κοσμά και μας ρωτά συχνά γι’ αυτό ν.
ΜΗΤΕΡΑ : Μα τι έκανε αυτό ς οοοο… πως τον είπες ;
ΜΑΡΙΩ : Λεωνίδας μαμά , Λεωνίδας!
ΜΗΤΕΡΑ : Ναι, Λεωνίδας. Τι έκανε αυτό ς ;
ΜΑΡΙΩ : Θυσιά στηκε μαζί με 300 Σπαρτιά τες για την πατρίδα του. Ήξερε ό τι θα
πεθά νει κι ό μως έμεινε μαζί με τα παλικά ρια του και πολέμησαν μέχρι το τέλος.
Έτσι πρέπει να κά νουμε κι εμείς λέει ο παπα-Κοσμά ς αν θέλουμε να λευτερωθεί η
πατρίδα μας, να πολεμή σουμε τους Τού ρκους.
ΓΙΑΓΙΑ : (Σηκώ νεται ανή συχη και κοιτά ζει γύ ρω της) Πιο σιγά παιδά κι μου, πιο
σιγά . Και οι τοίχοι έχουν αυτιά . Δεν είδες τι έπαθε ο κυρ-Βαγγέλης. Ήρθαν τον
πή ραν οι Τού ρκοι γιατί ο γιος του είναι κλέφτης στο βουνό , και δεν τον ματά δε
κανένας.
ΜΑΡΙΩ : ( την πλησιά ζει και την αγκαλιά ζει) Φτά νει πια γιαγιά κα μου …φτά νει ο
φό βος…ο θά νατος για την πατρίδα δεν είναι θά νατος είναι τιμή να πε θ….
(ακού γονται έντονα χτυπή ματα στην πό ρτα)
ΜΗΤΕΡΑ : Μα ποιος να ‘ναι ; (πλησιά ζει προς την πό ρτα ανή συχη) Ποιος είναι ;
ΚΩΣΤΗΣ : Εγώ είμαι θεια, ο Κωστή ς…ά νοιξε γρή γορα … γρή γορα..
(ανοίγει την πό ρτα και μπαίνει μέσα ο Κωστή ς αναστατωμένος με κρεμασμένη
στον ώ μο την πά νινη σά κα του)
ΜΗΤΕΡΑ : Μα τι συμβαίνει παιδά κι ; Τι συμβαίνει ;
ΚΩΣΤΗΣ : (πανικό βλητος) Τού ρκοι θεια, Τού ρκοι στο χωριό κι έρχονται κατά δω.
Γυρνά ν ό λα τα σπίτια και μαζεύ ουν κορίτσια για το χαρέμι του πασά . Να
κρύ ψουμε τη Μαριώ … γρή γορα θεια ….
ΓΙΑΓΙΑ : Θεέ μου … Παναγία μου ….
ΜΗΤΕΡΑ : Μά να, κρύ ψε τη Μαριώ στο υπό γειο, εσύ Κωστή μου πή δα από το
πίσω παρά θυρο και τρέχα να ειδοποιή σεις και τις ά λλες κυρά δες του χωριού .
(ακού γονται δυνατά χτυπή ματα στην πό ρτα, χτυπή ματα από κοντά κι ό πλου-
στη βιασύ νη της η Μαριώ ξεχνά ει το κονδύ λι της)
Γρή γορα μά να, πά ρε τα παιδιά από δω.
ΤΟΥΡΚΟΣ1 : Ανοίξτε γκιαού ρηδες … ανοίξτε…
ΜΗΤΕΡΑ : Τώ ρα εφέντες μου, τώ ρα έρχομαι …. (κοιτά ζει γύ ρω της και πά ει να
ανοίξει)
ΤΟΥΡΚΟΣ2 : Ανοίξτε γκιαού ρηδες …(τα χτυπή ματα γίνονται πιο έντονα) ανοίξτε
γιατί θα σπά σουμε την πό ρτα !
(ανοίγει η πό ρτα και σπρώ χνοντά ς την μπαίνουν μέσα)
ΜΗΤΕΡΑ : Περά στε εφέντες μου, καθίστε … καθίστε … θέλετε να σας τρατά ρω
κά τι ; έχουμε μπρού σκο κρασί και γλυκά σύ κα ….
ΤΟΥΡΚΟΣ1 : Δεν είναι καιρό ς για κερά σματα γκιαού ρισσα , μά θαμε ό τι έχει
ό μορφη κό ρη και ο πασά ς τη θέλει για το χαρέμι του.
ΜΗΤΕΡΑ : Αχ , αφέντη μου, είχα μια κό ρη σαν τα κρύ α τα νερά , μα τη ζή λεψε ο
χά ρος και μου την πή ρε, πά ει ένας χρό νος τώ ρα. Είμαι μό νη μου η καψερή .
( ο δεύ τερος Τού ρκος ψά χνει το σπίτι – βλέπει το κοντύ λι- το σηκώ νει και
πλησιά ζει αγριεμένος )
ΤΟΥΡΚΟΣ2: Κι αυτό ποιανού είναι ; μή πως στα γερά ματα μαθαίνεις γρά μματα ;
(την πιά νει από τα μαλλιά ) πες μου που είναι γιατί θα σου πά ρουμε τώ ρα το
κεφά λι.
ΜΗΤΕΡΑ : (με δυσκολία και με λυγμού ς) Πέθανε σας λέω, πέθανε…είμαι μό νη η
έρημη.
ΤΟΥΡΚΟΣ1: Ποιον πας να γελά σεις; Πες μας που την έχεις κρύ ψει γιατί αυτές θα
οι τελευταίες σου στιγμές. (σηκώ νει το σπαθί του κι ετοιμά ζεται να τη σκοτώ σει-
εμφανίζεται τό τε η Μαριώ )
ΜΑΡΙΩ : Όχι, μά να μου, εδώ είμαι ά πιστοι… αφή στε τη μά να μου… (μά να και
κό ρη αγκαλιά ζονται)
ΜΗΤΕΡΑ : Γιατί ψυχή μου… Μαριώ μου (οι Τού ρκοι της αποσπού ν με τη βία τη
Μαριώ )
ΜΑΡΙΩ : Αντίο μά να μου … κά νε κουρά γιο … κά ποτε θα ξαναβρεθού με …
(την πιά νουν και τη βγά ζουν έξω- η μά να καταρρέει σηκώ νεται προσπαθεί να
ακολουθή σει μα τη σταματά ει η γιαγιά )
ΓΙΑΓΙΑ : Που πας καημένη, θέλεις να χαθείς κι εσύ ;
ΜΗΤΕΡΑ : Τι να την κά νω τη ζωή μά να μου; Τι να την κά νω τη ζωή χωρίς τη
Μαριώ μου;
ΓΙΑΓΙΑ : Υπομονή να κά νεις, υπομονή !
(ακού γονται φωνές και ένας πυροβολισμό ς- πετά γονται ό ρθιες)
Παναγιά μου , τι γίνεται ;( η μητέρα τρέχει στην πό ρτα μα πριν προλά βει να βγει
έρχεται ο Κωστή ς- κρατά ει το μαντή λι της Μαριώ ς βαμμένο στο αίμα)
ΚΩΣΤΗΣ : Θεια – θεια ! (δυσκολεύ εται να πει κά τι)
ΜΗΤΕΡΑ : Τι έγινε παιδά κι μου, τι έγινε …. μίλα …(βλέπει το ματωμένο μαντίλι
και το αναγνωρίζει- το αρπά ζει με αγωνία) η Μαριώ μου … μίλα παιδί μου , τι
έγινε ;
ΚΩΣΤΗΣ : (κομπιά ζοντας) Καθώ ς οι Τού ρκοι περνού σαν κά τω από το μεγά λο
πλά τανο δίψασαν κι έσκυψαν να πιουν νερό . Τό τε η Μαριώ το έβαλε στα πό δια.
Λίγο ακό μα και θα ‘φτανε στην εκκλησιά . Την είδε ο Τού ρκος και την
πυροβό λησε ο ά τιμος … η σφαίρα την πή ρε … έτρεξα δίπλα της…μα ή ταν αργά …
το μό νο που είπε πως πεθαίνει σαν… Ελληνίδα
( η μητέρα αφή νει τον Κωστή – προχωρά ει μηχανικά στη μέση της σκηνή ς)
ΜΗΤΕΡΑ : Στο καλό πουλά κι μου … στο καλό … δε θ’ αργή σω να έρθω κοντά σου.

You might also like