Professional Documents
Culture Documents
Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτιστική Ζωή και Προστασία της Μειονοτικής Ετερότητας (Άρθρο 15 πρ. 1 (α) Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.)
Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτιστική Ζωή και Προστασία της Μειονοτικής Ετερότητας (Άρθρο 15 πρ. 1 (α) Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.)
Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτιστική Ζωή και Προστασία της Μειονοτικής Ετερότητας (Άρθρο 15 πρ. 1 (α) Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.)
ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
REVUE HELLÉNIQUE
DES DROITS DE L'HOMME
ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΨΑΝΗΣ
Επιτροπή του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά,
Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
και προστασία της μειονοτικής ετερότητας
ΑΝΑΤΥΠΟ
602014
Επιτροπή του Διεθνούς Συμφώνου
για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και
Πολιτιστικά Δικαιώματα
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
και προστασία της μειονοτικής ετερότητας*
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΨΑΝΗΣ
Διάγραμμα
Α. Εισαγωγή.
Β. Ο ορισμός της «πολιτιστικής ζωής» ως τρόπου ζωής.
Γ. Οι φορείς και η φύση των δικαιωμάτων της διάταξης – Το συλλογικό δικαίωμα των μειονοτή-
των στη δική τους πολιτιστική ζωή.
Δ. Το κανονιστικό περιεχόμενο της έννοιας της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή.
Ε. Η αποσαφήνιση του περιεχομένου των κρατικών υποχρεώσεων.
Ε.1. Τα επίπεδα / είδη των κρατικών υποχρεώσεων.
Ε.1.1. Η υποχρέωση σεβασμού.
Ο κ. Αθανάσιος Γιουψάνης είναι δικηγόρος και διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσ-
σαλονίκης.
* Η μελέτη αυτή συνιστά τροποποιημένη μορφή της εισήγησης του γράφοντος στην ημερίδα
που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων σε συνεργασία με τη
Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και τον Δικηγορικό Σύλλογο Ροδόπης
στις 16.05.2010 με θέμα “H Προστασία των Δικαιωμάτων των Μειονοτήτων στις Σύγχρονες Πο-
λυπολιτισμικές Κοινωνίες στο Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης - Κεκτημένο και Προκλή-
σεις”. Η αγγλόφωνη εκδοχή της δημοσιεύτηκε στο 55 German Yearbook of International Law
(2012), σσ. 345-383.
Α. Εισαγωγή.
μενο της έννοιας της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή7, την ταυτότητα των φορέων του
δικαιώματος και την υφή του, καθώς και το περιεχόμενο και την έκταση των κρατικών
υποχρεώσεων που εγκαθιδρύει για την υλοποίησή του8.
Ειδικότερα μάλιστα σε ότι αφορά το ζήτημα των πτυχών της διάταξης που άπτο-
νται της μειονοτικής προστασίας, η παραμέληση ήταν διπλή, καθώς, όπως επισημάνθηκε
στην πρώτη συζήτηση που έλαβε χώρα εντός της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. για το
δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, η απουσία ρητής αναφοράς στις μειονότη-
τες στην υπό εξέταση νόρμα είχε ως αποτέλεσμα την αγνόησή τους ή, στην καλύτερη πε-
ρίπτωση, την έλλειψη επαρκούς προσοχής σε αυτές κατά το παρελθόν9. Το γεγονός αυτό
μάλιστα, η απουσία δηλαδή ρητής πρόνοιας για τις μειονότητες στη διάταξη, έδωσε λαβή
για τη διατύπωση θέσεων στη θεωρία πως το άρθρο 15 παρ. 1 (α) του Συμφώνου παρου-
σιάζει μια γενικότερη μόνο σημασία για τα μέλη των μειονοτήτων στο πλαίσιο της ευρύ-
τερης θεωρίας και πρακτικής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς ωστόσο να σχετίζεται
ειδικότερα με τη συνθετότητα των μειονοτικών ζητημάτων10. Έτσι, το ενδιαφέρον σε ό,τι
αφορά τη μειονοτική προστασία στο πλαίσιο των διεθνών συμβάσεων περί ανθρωπίνων
δικαιωμάτων ήταν στραμμένο αποκλειστικά σχεδόν στο άρθρο 27 του Διεθνούς Συμφώ-
νου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Δ.Σ.Α.Π.Δ.), το οποίο αναφέρεται ρητά
με αρνητική διατύπωση στο δικαίωμα των μελών των μειονοτήτων να μη στερούνται του
δικαιώματος να απολαμβάνουν, από κοινού με άλλα μέλη της ομάδας τους, τον πολιτι-
σμό τους. Στο πλαίσιο αυτό ήταν και είναι κοινή η θέση ότι η συγκεκριμένη διάταξη
αποτελεί τη σημαντικότερη διεθνή δεσμευτική νόρμα για τα δικαιώματα των μελών των
11. GAETANO PENTASSUGLIA, ‘Reforming the UN Human Rights Machinery: What does the
Future Hold for the Protection of Minorities and Indigenous Peoples?’,14 International Journal on
Minority and Group Rights (2007), σ. 128.
12. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment No 21,
‘Right of Everyone to Take Part in Cultural Life (art. 15, para. 1 (a), of the International Covenant
on Economic, Social and Cultural Rights)’, UN Doc. E/C.12/GC/21, 21 December 2009.
13. Βλ. YORAM DINSTEIN, ‘Cultural Rights’, 9 Israel Yearbook on Human Rights (1979), σ. 74.
Βλ. ήδη στον ΕΜΜ. ΡΟΥΚΟΥΝΑ, στο παρόν τεύχος, σελ. 259 επ., επίσης Π. ΠΑΡΑΡΑ, Συνταγματικός
Πολιτισμός και ΔτΑ, Αντ. Ν. Σάκκ., 2011, ιδίως σελ. 18 επ.
14. Βλ.. B. N. PANDEY, ‘Culture and Cultural Rights’, XI Central India Law Quarterly
(1998), σ. 232.
15. Βλ. International Women’s Rights Action Watch, ‘Equality and the Right to Participate
in Cultural Life’, Day of General Discussion - Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a)
of the Covenant), UN Doc. E/C.12/40/10, 9 May 2008, παρ. 3.
πόν, ότι την εποχή της υιοθέτησης του Συμφώνου (1966) η έννοια της πολιτιστικής ζωής
δεν αναφερόταν σε διαστάσεις, όπως σε κάποιο συγκεκριμένο τρόπο ζωής ή στις παρα-
δόσεις μιας κοινότητας ή σε ζητήματα όπως η γλώσσα και η θρησκεία16, σε στοιχεία δη-
λαδή που εμφανίζουν ενδιαφέρον για τη μειονοτική ετερότητα. Η θέαση αυτή είχε αρχί-
σει σταδιακά να μεταβάλλεται από το 1991 με την υιοθέτηση από την Επιτροπή των
αναθεωρημένων οδηγιών για τη σύνταξη των κρατικών εκθέσεων και την υποβολή σχε-
τικών ερωτημάτων έναντι των κρατών μελών αναφορικά με το σεβασμό και την προστα-
σία στοιχείων της πολιτιστικής ταυτότητας των μειονοτήτων τους, στροφή που αποτυπώ-
νεται με τον πλέον επίσημο τρόπο στο υπό εξέταση Σχόλιο.
Η Επιτροπή, λοιπόν, σε συμφωνία και με προηγούμενες σχετικές εννοιολογικές
προσεγγίσεις της ΟΥΝΕΣΚΟ17, στις οποίες παραπέμπει και ρητά σε υποσημείωση στο
Σχόλιο της18, ενστερνίζεται παράλληλα και επίσημα πλέον και μια άλλη προσέγγιση που
παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προστασία των μειονοτήτων. Έτσι, παρατηρεί
καταρχήν ότι στο παρελθόν έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί για την έννοια culture, κοινό
σημείο των οποίων ήταν το πολυδιάστατο περιεχόμενό τους. Κατά την άποψη της Επι-
τροπής, ο όρος συνιστά μια ευρεία, περιεκτική έννοια, που περιλαμβάνει όλες τις εκδη-
λώσεις της ανθρώπινης εμπειρίας. «Η έκφραση “πολιτιστική ζωή” είναι μια ρητή αναφο-
ρά στον πολιτισμό ως μια ζωντανή διαδικασία, ιστορική, δυναμική και αναπτυσσόμενη,
με παρελθόν, παρόν και μέλλον»19. Η Επιτροπή καταλήγει, υιοθετώντας ουσιαστικά τον
ορισμό που είχε προταθεί στην πρώτη γενική συζήτηση για το δικαίωμα συμμετοχής
στην πολιτιστική ζωή που είχε λάβει χώρα στους κόλπους της το 1992, δηλώνοντας ότι
θεωρεί πως ο όρος culture στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 15 παρ. 1 (α) περι-
λαμβάνει, μεταξύ των άλλων, τους τρόπους ζωής, τη γλώσσα, την προφορική και γραπτή
φιλολογία - λογοτεχνία, τη μουσική και τα τραγούδια, τις μη προφορικές μορφές επικοινω-
νίας, τη θρησκεία και τα συστήματα δοξασιών, τις τελετουργίες και τελετές, τα αθλήματα
16. Βλ. YVONNE DONDERS, ‘Cultural Life in the Context of Human Rights’, Day of General
Discussion - Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a) of the Covenant), UN Doc.
E/C.12/40/13, 9 May 2008, σ. 3.
17. Η ΟΥΝΕΣΚΟ διαδραμάτισε και διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην επεξεργασία και απο-
σαφήνιση των πολιτιστικών δικαιωμάτων έχοντας, μεταξύ των άλλων, υιοθετήσει δεκάδες κείμενα
υπό τη μορφή μη νομικά δεσμευτικών συστάσεων αλλά και νομικά δεσμευτικών συμβάσεων για
αυτά, βλ. JANUSZ SYMONIDES, ‘UNESCO’s Contribution to the Progressive Development of Human
Rights’, 5 Max Planck Yearbook of United Nations Law (2001), σ. 336.
18. Βλ. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., σ. 3 (σημ. 12).
19. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 11.
και τα παιχνίδια, τις μεθόδους παραγωγής ή τεχνολογίας, το φυσικό και ανθρωπογενές πε-
ριβάλλον, τη τροφή, την ενδυμασία και τους χώρους καταφυγής, τις τέχνες, τα έθιμα και τις
παραδόσεις μέσω των οποίων τα άτομα, οι ομάδες ατόμων και οι κοινότητες εκφράζουν
την ανθρώπινη υπόστασή τους και τη σημασία που προσδίδουν στην ύπαρξή τους, και δο-
μούν τη δική τους οπτική για τον κόσμο αντανακλώντας τις επαφές με τις εξωτερικές δυνά-
μεις που επηρεάζουν τις ζωές τους20.
Παρατηρείται λοιπόν ότι η Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. προσεγγίζει και επίσημα
πλέον την έννοια culture μέσα από μια παραπλήσια οπτική με αυτή της Επιτροπής του
Δ.Σ.Α.Π.Δ., που στο Σχόλιό της για το άρθρο 27 επισήμανε πως: «[α]ναφορικά με την
άσκηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων που προστατεύονται από το άρθρο 27, η Επιτρο-
πή παρατηρεί ότι η πολιτιστική ζωή εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, περιλαμβανομέ-
νου ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής που συνδέεται με τη χρήση των πόρων της γης,
ιδιαίτερα στην περίπτωση των αυτόχθονων λαών. Αυτό το δικαίωμα μπορεί να περιλαμ-
βάνει παραδοσιακές δραστηριότητες, όπως είναι το ψάρεμα ή το κυνήγι και η διαβίωση
σε καταυλισμούς που προστατεύονται από το νόμο»21. Η διαφορά έγκειται στο ότι η ερ-
μηνευτική προσέγγιση της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. είναι πολύ πιο λεπτομερής και
περιεκτική και τυγχάνει γενικότερης εφαρμογής από την ειδικότερη περίπτωση των αυ-
τόχθονων λαών. Στο πλαίσιο αυτού του «ανθρωπολογικού» ορισμού η Επιτροπή ζητά
από κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή του δικαιώματος που εμπερικλείει το άρθρο 15 παρ.
1 (α) του Συμφώνου, να κινούνται πέρα από τις υλικές διαστάσεις του πολιτισμού (όπως
είναι τα μουσεία, οι βιβλιοθήκες, τα θέατρα, οι κινηματογράφοι και τα μνημεία) και να
υιοθετούν πολιτικές, προγράμματα και υποστηρικτικά μέτρα που να προωθούν επίσης
την αποτελεσματική πρόσβαση όλων στα άϋλα πολιτιστικά αγαθά (όπως είναι η γλώσσα,
οι γνώσεις και οι παραδόσεις)22. Αυτή η προσέγγιση της έννοιας του πολιτισμού ως, με-
20. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π, παρ. 13. Βλ. και MATTHEW CRAVEN, ‘The Right to Culture
in the International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights’, στο ROD FISHER, BRIAN
GROOMBRIDGE, JULIA HÄUSERMANN και RITVA MITCHELL (επιμ.), Human Rights and Cultural Poli-
cies in a Changing Europe: The Right to Participate in Cultural Life, Arts Council of Finland, Hel-
sinki, 1994, σ. 166.
21. Human Rights Committee, General Comment No 23: ‘The Rights of Minorities (Art.27)’,
UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5.08/04/1994, παρ. 7. Βλ. GUDMUNDUR ALFREDSSON, ‘Minimum
Requirements for a New Nordic Sami Convention’, 68 Nordic Journal of International Law (1999),
σσ. 401-402, 404.
22. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 70. Βλ. και KISHORE SINGH, ‘UNESCO and Cultural
Rights’, στο HALINA NIEĆ (επιμ.), Cultural Rights and Wrongs, UNESCO and Institute of Art and
ταξύ των άλλων, τρόπου ζωής που εμπερικλείει συστατικά στοιχεία της ταυτότητας των
μειονοτήτων, όπως γλώσσα, θρησκεία, έθιμα κ.ά. έχει μείζονα σημασία για την προάσπι-
ση της μειονοτικής ετερότητας, καθώς αυτά ακριβώς είναι τα στοιχεία που τελούν υπό
διακινδύνευση με εξαφάνιση ή συρρίκνωση και χρήζουν άμεσης προστασίας23, ενώ κάτι
τέτοιο δεν συντρέχει απαραίτητα για την πλειονότητα, η οποία, π.χ., σπάνια αποκλείεται
από τη χρήση της γλώσσας της ή από τη διδασκαλία αυτής στην εκπαίδευση, από τη δια-
τήρηση των παραδόσεών της κ.ά.24. Για αυτό, άλλωστε, και το δικαίωμα στην απόλαυση
του πολιτισμού / της πολιτιστικής ζωής αναγνωρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο κυρίως μέσα
από κείμενα και διατάξεις που αφορούν τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των αυτό-
χθονων λαών (π.χ. άρθρο 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ.)25. Σε κάθε περίπτωση είναι ζωτική για τη μειο-
νοτική προστασία η εννοιολογική στροφή που και επίσημα σφραγίζει με το Σχόλιό της η
Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. από την πρόσληψη του πολιτισμού την εποχή της υιοθέτη-
σης του Συμφώνου, υπό μια στενή υλιστική σύλληψη της «υψηλής τέχνης και των βέλτι-
στων γραμμάτων», σε μια ευρύτερη σύλληψη ως τρόπου ζωής που εμπερικλείει και μια
σειρά άϋλων αγαθών. Μέσα από αυτήν την ερμηνεία και σε συνδυασμό με την αποσα-
φήνιση των φορέων του δικαιώματος, στους οποίους η Επιτροπή, όπως καταδεικνύεται
παρακάτω, συγκαταλέγει τις μειονότητες ως τέτοιες και τα μέλη τους, η διάταξη αποκτά
νέα, ιδιαίτερη και δυναμική σημασία για την προστασία των μειονοτήτων.
Law, 1998, σ. 156, όπου η επισήμανση ότι για πολλές μειονότητες η διατήρηση της άϋλης πολιτι-
στικής τους κληρονομιάς συνιστά τη βασική πηγή της ταυτότητάς τους.
23. MICHAEL KIRBY, ‘Protecting Cultural Rights: Some Developments’, στο MARGARET WIL-
SON και PAUL HUNT (επιμ.), Culture, Rights, and Cultural Rights - Perspectives from the South Pa-
cific, Huia Publishers, Wellington, 2000, σ. 148.
24. Βλ. LYNDEL PROTT, ‘Understanding One Another on Cultural Rights’, στο HALINA NIEĆ
(επιμ.), Cultural Rights and Wrongs, UNESCO and Institute of Art and Law, 1998, σ. 168.
25. ALEXANDRA XANTHAKI, ‘Multiculturalism and International Law: Discussing Universal
Standards’, 32 Human Rights Quarterly (2010), σ. 26.
μέλη τους, που αρχικά φαίνεται να αποκλείονταν από τη δυνατότητα συμμετοχής στη δι-
κή τους πολιτιστική ζωή, καθώς εικάζεται ως δεδομένο - ελλείψει ιδιαίτερων συζητήσε-
ων κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για το άρθρο 15 παρ. 1 (α) - ότι την εποχή της
υιοθέτησης της διάταξης η συμμετοχή νοούνταν τόσο από τους συντάκτες του Συμφώνου
όσο και ευρύτερα από τη διεθνή κοινότητα αποκλειστικά στο πλαίσιο της «μίας και μο-
ναδικής» κουλτούρας της εθνικής κοινότητας26. Στο πλαίσιο αυτό είναι χαρακτηριστικό
το ότι δεν ευοδώθηκαν οι προσπάθειες της ΟΥΝΕΣΚΟ να εισαγάγει στοιχεία πολιτισμι-
κού πλουραλισμού, προτείνοντας, αφενός, σε πρώτη φάση ενώπιον της τότε Επιτροπής
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. την ενσωμάτωση στο άρθρο 15 διατύπωσης που
θα εγγυόταν «την ελεύθερη πολιτιστική ανάπτυξη των φυλετικών και γλωσσικών μειο-
νοτήτων»27 και, αφετέρου, σε δεύτερη φάση ενώπιον της Γ.Σ των Η.Ε., την εισαγωγή δι-
ατύπωσης που θα αναγνώριζε στον καθένα / στην καθεμία «δικαίωμα συμμετοχής στην
πολιτιστική ζωή των κοινοτήτων που ανήκει»28.
Σε ό,τι αφορά, λοιπόν, ειδικότερα τις μειονότητες η Επιτροπή διατυπώνει πλέον και
επίσημα – είχαν προηγηθεί σχετικές θέσεις της αρχικά στις αναθεωρημένες οδηγίες του
1991 για τη σύνταξη των κρατικών αναφορών29 και σε σειρά ερωτημάτων προς τα κράτη
26. YVONNE DONDERS, ‘The Legal Framework of the Right to Take Part in Cultural Life’,
στο YVONNE DONDERS και VLADIMIR VOLODIN (επιμ.), Human Rights in Education, Science and
Culture: Legal Developments and Challenges, UNESCO/Ashgate, 2007, σ. 249.
27. Βλ. ‘Draft International Covenant on Human Rights and Measures of Implementation -
Draft Articles on Educational and Cultural Rights submitted by the Director - General of the United
Nations Educational, Scientific and Cultural Organization’, UN Doc. E/CN.4/541, 18 April 1951,
σ. 3.
28. Βλ. ANA FILIPA VRDOLJAK, ‘Self – Determination and Cultural Rights’, στο FRANCESCO
FRANCIONI και MARTIN SCHEININ (επιμ.), Cultural Human Rights, Martinus Nijhoff Publishers,
Leiden/Boston, 2008, σ. 57.
29. Τα πρώτα σημάδια μιας διαφορετικής προσέγγισης του δικαιώματος της συμμετοχής
στην πολιτιστική ζωή και δη μιας ενδιαφέρουσας ανάγνωσης του άρθρου 15 παρ. 1 (α) για τα μέλη
των μειονοτήτων από την πλευρά της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. αποτυπώθηκαν καταρχήν στις
αναθεωρημένες γενικές κατευθυντήριες οδηγίες, που υιοθέτησε η Επιτροπή κατά την πέμπτη συνε-
δρίασή της στα τέλη του 1990 (26 Νοεμβρίου - 14 Δεκεμβρίου 1990) για τη μορφή και το περιεχό-
μενο των αναφορών - εκθέσεων που υποβάλλουν προς αυτήν τα κράτη μέλη του Συμφώνου, σύμ-
φωνα με τα άρθρα 16 και 17 του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. Σε αυτές τις οδηγίες, που παρείχαν ένα ομοιόμορ-
φο πλαίσιο υπόδειξης των τρόπων εφαρμογής των διατάξεων του Συμφώνου, ώστε να διευκολύνε-
ται η επεξεργασία των κρατικών αναφορών, ζητούνταν από τα κράτη μέλη να περιγράψουν στο
μέλη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 199030 και στη συνέχεια στις οδηγίες του
200831 - την άποψη ότι το άρθρο 15 παρ. 1 (α) περιλαμβάνει το δικαίωμα των μειονοτή-
των ως συλλογικοτήτων και των μελών τους αφενός να συμμετέχουν στην πολιτιστική
ζωή της ευρύτερης κοινωνίας και αφετέρου να διατηρούν, να προωθούν και να αναπτύσ-
σουν τo δικό τους πολιτισμό. Το δικαίωμα αυτό, συνεχίζει η Επιτροπή, εμπεριέχει την
υποχρέωση για τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν, να σέβονται και να προστατεύουν τους
πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 15 του Συμφώνου τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που υιοθετούν
για την υλοποίηση του δικαιώματος συμμετοχής του καθενός / της καθεμίας στην πολιτιστική ζωή,
που ο καθένας / η καθεμία θεωρεί σχετική [με τη ταυτότητά του / της]. Ειδικότερα, ζητούνταν από
τα κράτη μέλη να παρέχουν πληροφόρηση, μεταξύ των άλλων, «για την προώθηση της πολιτιστι-
κής ταυτότητας ως παράγοντα αμοιβαίας εκτίμησης μεταξύ ατόμων, ομάδων, εθνών και περιο-
χών», καθώς και για «την προώθηση της επίγνωσης και απόλαυσης της πολιτιστικής κληρονομιάς
των εθνικών εθνοτικών ομάδων και μειονοτήτων και των αυτόχθονων λαών». Βλ. Committee on
Economic, Social and Cultural Rights, ‘Revised General Guidelines Regarding the Form and Con-
tents of Reports to be submitted by States Parties under Articles 16 and 17 of the International
Covenant on Economic, Social and Cultural Rights’, UN Doc. E/C.12/1991/1, 17 June 1991, AN-
NEX, σσ. 19-20. Η Επιτροπή λοιπόν κατέστησε, για πρώτη φορά, σαφές με αυτές τις οδηγίες ότι
όλοι/όλες έχουν δικαίωμα να επιλέγουν σε ποια πολιτιστική ζωή επιθυμούν να συμμετάσχουν, υπο-
νοώντας ότι αυτή δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα η επίσημη (εθνική) πολιτιστική ζωή των κρα-
τών, βλ. ATHANASIA SPILIOPOULOU AKERMARK, Justifications of Minority Protection in Interna-
tional Law, Kluwer Law International, London/Hague/Boston, 1997, σ. 192.
30. Βλ., ενδεικτικά, List of Issues to be taken in Connection with the Consideration of the
Third Periodic Report of Portugal Concerning the Rights Referred to in Articles 1 to 15 of the
ICESCR (E/1994/104/Add.20), UN Doc. E/C.12/Q/POR/1, 21 May 1999, παρ. 35. List of Issues to
be taken in Connection with the Consideration of the Initial Report of Georgia Concerning the
Rights Covered by Articles 1 to 15 of the ICESCR (E/1990/5/Add.3) UN Doc. E/C.12/Q/GEO/1,
21 May 1999, παρ. 50.
31. Η Επιτροπή προχώρησε ένα βήμα περαιτέρω στις οδηγίες του 2008, ζητώντας από τα
κράτη μέλη στο πλαίσιο της υλοποίησης των δεσμεύσεων του άρθρου 15 παρ. 1(α) «να υποδεικνύ-
ουν τα μέτρα που λαμβάνουν για την προστασία της πολιτισμικής πολυμορφίας, την προώθηση της
επίγνωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς των εθνοτικών, θρησκευτικών ή γλωσσικών μειονοτήτων
και των αυτόχθονων λαών και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη διατήρηση, ανάπτυξη, έκ-
φραση και διάχυση της ταυτότητας, ιστορίας, κουλτούρας, γλώσσας, παραδόσεων και εθίμων
τους». Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘Guidelines on Treaty - Specific
Documents to be submitted by States Parties under Articles 16 and 17 of the International Covenant
on Economic, Social and Cultural Rights, UN Doc. E/C.12/2008/2, 24 March 2009, παρ. 68.
μειονοτικούς πολιτισμούς, ως βασικό συστατικό της ταυτότητας των ίδιων των κρατών.
Συνακόλουθα, καταλήγει η Επιτροπή, “οι μειονότητες έχουν δικαίωμα στην πολιτιστική
τους πολυμορφία, στις παραδόσεις, στα έθιμα, στη θρησκεία, στις μορφές εκπαίδευσης,
στις γλώσσες, στα μέσα επικοινωνίας (εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο)
και άλλες εκδηλώσεις της πολιτιστικής τους ταυτότητας και ιδιότητας”32.
Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι η Επιτροπή υιοθετεί εμφατικά την προσέγγιση ότι οι
μειονότητες ως συλλογικότητες και τα μέλη τους έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν και
στη δική τους πολιτιστική ζωή και όχι μόνο αποκλειστικά σε αυτή της κρατούσας εθνι-
κής κοινότητας, όπως θεωρείται ότι ήταν το αρχικό νόημα της διάταξης, σύμφωνα με την
αποδιδόμενη πρόθεση των συντακτών του άρθρου 15 παρ. 1 (α). Ειδικότερα, η Επιτροπή
ενσωματώνει στο δικαίωμα συμμετοχής των μειονοτήτων στην πολιτιστική ζωή τους όλα
εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τον πυρήνα της μειονοτικής ταυτότητας (γλώσσα,
θρησκεία, παραδόσεις, έθιμα) και προσδίδει στην προστασία τους έντονη συλλογική
χροιά, καθώς αναγνωρίζει και τις ίδιες τις μειονότητες per se και όχι μόνο τα μέλη τους
ως φορείς του δικαιώματος. Άλλωστε, η ισχυρή συλλογική διάσταση του δικαιώματος
καταδεικνύεται και από το ότι η Επιτροπή, συντασσόμενη προφανώς με τη θέση ότι αφε-
νός τα πολιτιστικά δικαιώματα είναι εγγενώς (και) συλλογικά δικαιώματα33 και αφετέ-
ρου ότι τα τελευταία όχι μόνο δεν υποσκάπτουν τα ατομικά, αλλά τουναντίον τα εμπλου-
τίζουν και αντίστροφα34, αναγνωρίζει ρητά ως ενεργητικά νομιμοποιούμενους στην
άσκησή του, όχι μόνο μεμονωμένα άτομα ή άτομα με ένωση με άλλα μέλη της ομάδας,
αλλά και τις ομάδες - κοινότητες ως τέτοιες. Έτσι, διευκρινίζει ότι ο όρος «καθένας / κα-
θεμία» (everyone) στην πρώτη γραμμή του άρθρου 15 δύναται να αναφέρεται στο άτομο
ή στη συλλογικότητα (collective). Με άλλα λόγια, επεξηγεί η Επιτροπή, τα πολιτιστικά
δικαιώματα μπορούν να ασκηθούν από ένα πρόσωπο α) ατομικά, β) με ένωση με άλλους,
ή γ) εντός μιας κοινότητας ή ομάδας ως τέτοιας35.
Η προσέγγιση είναι ριζοσπαστική και καινοτόμα και υπερβαίνει, σε ό,τι έχει να κά-
νει ειδικότερα με τις μειονοτικές διαστάσεις του δικαιώματος, την κλασική προσέγγιση
των διεθνών και περιφερειακών μειονοτικών κειμένων που παρέχουν δικαιώματα στα
μέλη των μειονοτήτων και όχι στις μειονότητες καθαυτές36. Βέβαια, αναγνωρίζεται στα
κείμενα και κάποια συλλογική διάσταση στη μειονοτική προστασία μέσω καταρχήν της
δυνατότητας της από κοινού άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων37. Έτσι, το άρθρο 27
του ΔΣΑΠΔ, αναγνωρίζει δικαιώματα στα πρόσωπα που ανήκουν σε μειονότητες και όχι
στις ίδιες per se38, παρέχοντας, ωστόσο, στα άτομα - μέλη μιας μειονότητας τη δυνατό-
τητα της από κοινού με άλλα μέλη της ομάδας άσκησης των δικαιωμάτων αυτών39, όπως
έχει επισημάνει και η αρμόδια για τον έλεγχο της εφαρμογής του Συμφώνου Επιτροπή
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Γενικό Σχόλιο που έχει επεξεργαστεί για τη συγκεκριμέ-
νη διάταξη40. Στο πλαίσιο μάλιστα αυτό έχει επιπλέον αποφανθεί, σε υποθέσεις που έχει
επιληφθεί αναφορικά με επικαλούμενες παραβιάσεις της διάταξης, ότι «…μια ομάδα
ατόμων, που διατείνονται πως είναι θύματα της ίδιας παραβίασης, μπορούν να υποβά-
λουν μαζί μια αναφορά καταγγέλλοντας την προσβολή των δικαιωμάτων τους»41. Αυτή,
ωστόσο, η «συλλογική όψη», όπως έχει χαρακτηρισθεί42, της προστασίας των ατομικών
τροπής, ‘Report of the Independent Expert in the Field of Cultural Rights, Ms. FARIDA SHAHEED,
submitted pursuant to Resolution 10/23 of the Human Rights Council’, UN Doc. A/HRC/14/36, 22
March 2010, παρ. 10.
36. Βλ. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων και Εδαφική Ακεραιό-
τητα των Κρατών, 18 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2003), σ. 398.
37. ΜΙΧΑΛΗ Ι. ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ και ΒΑΣΙΛΗ Π. ΤΖΕΒΕΛΕΚΟΥ, Το Μειονοτικό Ζήτημα στο Διεθνές
Πολιτικό Στερέωμα: Διαστάσεις και Προοπτικές Διεθνούς Συνεργασίας, Εφαρμογές Δημοσίου Δι-
καίου, Έτος ΙΔ΄, Τεύχος 1 (2001), σσ. 60-61.
38. ΛΑΜΠΡΟΣ ΜΠΑΛΤΣΙΩΤΗΣ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΣΤΕΛΙΚΗΣ, Η Μειονοτική Εκπαίδευση της
Θράκης. Συλλογή Νομοθεσίας - Σχόλια, Αθήνα - Κομοτηνή, 2001, σσ. 17-18.
39. ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΕΡΡΑΚΗΣ, Προβληματισμοί για το Σύγχρονο Νομικό Καθεστώς των Μειονοτή-
των υπό το Φως της Σύμβασης - Πλαισίου για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων: Η Μετεξέλι-
ξη του Δικαιϊκού Πλαισίου, στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ - Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των
Μειονοτήτων: Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα – Κομοτηνή, 1997, σ. 68.
40. Βλ. UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 6.2.
41. ΣΤΕΛΙΟΥ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗ, Τα Δικαιώματα των Λαών. Επιχειρηματολογία για Νομικές Αντιστί-
ξεις και Οριοθετήσεις, στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειο-
νοτήτων: Μια Προβληματική σε Εξέλιξη, Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 51.
42. Βλ. ΛΙΝΟΣ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ, Η Προστασία των Μειονοτήτων στην Ευρώπη:
Συλλογικές Όψεις Ατομικών Δικαιωμάτων, στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ - Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η
μειονοτικών δικαιωμάτων, που απορρέει από τη δυνατότητα της από κοινού, με άλλα μέ-
λη της ομάδας, άσκησής τους είναι διαφορετική από την έννοια των συλλογικών δικαιω-
μάτων, όπως, λόγου χάρη, τονίζεται στην Επεξηγηματική Έκθεση της Σύμβασης Πλαί-
σιο43. Όμως, «η ενδιάμεση λύση της άσκησης «από κοινού» ορισμένων δικαιωμάτων δεν
μπορεί να ικανοποιήσει περιπτώσεις αμιγών συλλογικών δικαιωμάτων, όπου η ομάδα και
μόνον αυτή – από τη φύση του δικαιώματος – μπορεί να είναι υποκείμενο δικαίου»44.
Τέτοια δικαιώματα είναι, π.χ., τα πολιτιστικά δικαιώματα που «...αποκτούν την πλήρη
τους έννοια όταν εκφράζονται σε ένα συλλογικό περιβάλλον...»45, καθώς οι πολιτιστικοί
θεσμοί και παραδόσεις μπορούν να διατηρηθούν μόνο σε συλλογική - κοινοτική βάση,
για αυτό και είναι απαραίτητη η αναγνώριση και προστασία των πολιτιστικών μειονοτι-
κών δικαιωμάτων ως συλλογικών46. Τέτοιο είναι και το δικαίωμα συμμετοχής στην πολι-
τιστική ζωή, που παραπέμπει έντονα στην έννοια της συλλογικότητας47. Τα κράτη βέ-
Προστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτη-
νή, 1997, σ. 93 επ.
43. Βλ. ‘Explanatory Memorandum on the Framework Convention for the Protection of Na-
tional Minorities’, 16 Human Rights Law Journal (1995), σσ. 102 (παρ. 13), 103 (παρ. 31). Όπως
εύγλωττα και ρεαλιστικά παρατηρούσε ο ΒΥΡΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ: «Δεν με παραξενεύει μια τέ-
τοια διγλωσσία στη διατύπωση, γιατί στη δουλειά που άσκησα επί 35 χρόνια, αναγκαζόμαστε συ-
χνά να κατασκευάζουμε τέτοιες διατυπώσεις που να συγκαλύπτουν, προσωρινά έστω, διαφορές
ουσίας. Αλλά λυπάμαι εκείνους που θα πρέπει να αναζητήσουν την ευκρίνεια και σαφήνεια της
νομικής επιστήμης σε τέτοιες διατυπώσεις», «Η Διεθνής Πολιτική και το Διεθνές Δίκαιο στο Θέμα
των Μειονοτήτων», 18 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2003), σ. 424.
44. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗ, Το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Καθεστώς Προστασίας των
Γλωσσικών Δικαιωμάτων των Μειονοτήτων και η Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα - Κομοτηνή,
1996, σ. 212.
45. ΦΩΤΕΙΝΗ ΠΑΖΑΡΤΖΗ, «Μειονοτική Ταυτότητα και Πολιτιστικά Δικαιώματα», στο Α.
ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ / Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο
του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτηνή, 1997, σ. 90, όπου και η επισήμανση ότι «[κ]άτω
από αυτή την οπτική, δε μπορεί να νοηθεί ουσιαστική προστασία χωρίς παράλληλη αναγνώριση
της συλλογικής υπόστασης των μειονοτήτων».
46. Βλ. ενδεικτικά RΟDOLFO STAVENHAGEN, ‘Cultural Rights and Universal Human Rights’,
στο ASBJØRN EIDE / CATARINA KRAUSE / ALLAN ROSAS (επιμ.), Economic, Social and Cultural
Right: A Textbook, Dordrecht/Boston/London, 1995, σ. 68.
47. PATRICK THORNBERRY, ‘Cultural Rights and Universality of Human Rights’, Day of Ge-
neral Discussion – Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a) of the Covenant), UN Doc.
E/C.12/40/15, 9 May 2008, σ. 9.
48. RUSSEL LAWRENCE BARSH, ‘The United Nations and Protection of Minorities’, 58 Nordic
Journal of International Law (1989), σ. 188.
49. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ, «Ζητήματα Προστασίας των Δικαιωμάτων των Μειονο-
τήτων υπό το Φως της Διάλυσης της Πρώην Γιουγκοσλαβίας», 21 Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊ-
κού Δικαίου, Ειδικό Τεύχος (2001), σσ. 86, 88, ο οποίος σχολιάζει πρόσθετα ότι «[τ]ο επιχείρημα
υπέρ της διεθνούς αναγνώρισης συλλογικών δικαιωμάτων σε μειονότητες είναι πράγματι ισχυρό».
Για μια διαμετρικά αντίθετη θέση που υποστηρίζει ότι «[η] αναγνώριση ειδικών συλλογικών δι-
καιωμάτων σε μειονοτικές ομάδες, παρά την ελπίδα ότι θα αποσυμπιέσει εθνικιστικές εξάρσεις,
δεν αποτελεί λύση…[η] λύση… βρίσκεται στη βαθύτερη και εκτενέστερη προστασία των ατομι-
κών δικαιωμάτων», βλ. ΚΡΑΤΕΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, «Από τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων στα Δικαιώμα-
τα των Λαών: Η Φαινομενολογία των Εθνικισμών στο Σύγχρονο Διεθνές Δίκαιο», στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε.
ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων - Μια Προβληματική σε Εξέλιξη,
Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 30.
50. ΠΑΖΑΡΤΖΗ, ό.π., σσ. 85-86.
51. ΛΕΝΑ ΔΙΒΑΝΗ, «Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Σύστημα Μει-
ονοτικής Προστασίας της ΚτΕ: Μαθαίνοντας από τα Λάθη του Παρελθόντος», στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ -
Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο του Συμβου-
λίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτηνή, 1997, σ. 32.
52. ΧΡΗΣΤΟΥ Π. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ, «Δικαιώματα Ομάδων: Αυτοδιάθεση, Αυτόχθονες Λαοί,
Μειονότητες», στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων -
Μια Προβληματική σε Εξέλιξη, Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 142.
53. ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΕΡΡΑΚΗ, «Ο Νέος Διευρυμένος Ρόλος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», στο
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΚΟΥΦΑ (Διευθ. Εκδ.), 50 Χρόνια της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου 1948-1998, Θεσσαλονίκη, 1999, σ. 115.
54. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15.
55. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (a).
56. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (b).
γ) η συμβολή στην πολιτιστική ζωή αναφέρεται στο δικαίωμα συμμετοχής του κα-
θενός / της καθεμιάς στη δημιουργία των υλικών, πνευματικών και συναισθηματικών
εκφράσεων μιας κοινότητας. Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα συμμετοχής στον ορισμό,
επεξεργασία και εφαρμογή των πολιτικών και αποφάσεων που επιδρούν στην άσκηση
των πολιτιστικών δικαιωμάτων ενός προσώπου»57.
Προβαίνοντας σε κάποιες γενικές επισημάνσεις, παρατηρείται, καταρχάς, η έμφαση
που προσδίδει η Επιτροπή, όπως γίνεται εμφανές και από τις επανειλημμένες αναφορές
της στο Σχόλιο58, στο δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής της ταυτότητας που αποτελεί
συστατικό στοιχείο του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, το οποίο έχει χαρακτηρι-
στεί ως «πεμπτουσία» της μειονοτικής προστασίας59. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορι-
σμού ως δικαίωμα του ανήκειν αποτυπώθηκε για πρώτη φορά στο Καταληκτικό Κείμενο
της Κοπεγχάγης (1990) της τότε ΔΑΣΕ.60 Συγκεκριμένα, η παράγραφος 32 του κειμένου
ορίζει πως «[τ]ο να ανήκει κανείς σε μια εθνική μειονότητα είναι θέμα ατομικής επιλο-
γής και κανένα μειονέκτημα δεν πρέπει να προκύπτει από την άσκηση αυτής της επιλο-
γής»61. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια νηφάλια προσέγγιση, η προσωπική αυτή επιλογή των
ατόμων όχι μόνο δεν πρέπει να επιφέρει αρνητικές συνέπειες, αλλά «...ούτε και μπορεί
να αμφισβητηθεί από το κράτος»62. Βέβαια, οι διατάξεις της πρώην ΔΑΣΕ και νυν ΟΑΣΕ
είναι, κατά την κρατούσα άποψη, ηθικής και πολιτικής και όχι νομικής υφής63. Ωστόσο,
αυτό δεν συνεπάγεται ότι δεν δημιουργούν δεσμεύσεις, καθώς τα κράτη οφείλουν να εκ-
πληρώνουν τις διατάξεις πολιτικών συμφωνιών σύμφωνα με τη νομική υποχρέωση να
πράττουν με καλή πίστη64. Οι αυτές επισημάνσεις ισχύουν και για τη Διακήρυξη των
Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Προσώπων που Ανήκουν σε Εθνικές ή Εθνοτικές, Θρη-
σκευτικές και Γλωσσικές Μειονότητες (1992), η οποία αναφέρεται πιο έμμεσα στο δι-
καίωμα του αυτοπροσδιορισμού, ορίζοντας στο άρθρο 3 παρ. 2 πως «κανένα μειονέκτη-
μα δεν θα προκύπτει έναντι οποιουδήποτε ατόμου ανήκει σε μειονότητα, ως συνέπεια της
άσκησης ή της μη άσκησης των δικαιωμάτων που τίθενται στην παρούσα Διακήρυξη»65.
Έπεται, σε επίπεδο νομικά δεσμευτικού κειμένου, η Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστα-
σία των Εθνικών Μειονοτήτων (1995) που προβλέπει στο άρθρο 3 παρ. 1 ότι «[κ]άθε
άτομο που ανήκει σε εθνική μειονότητα έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα αν θα
αντιμετωπίζεται ή όχι βάσει της ιδιότητάς του αυτής και καμία δυσμενής επίπτωση δεν
μπορεί να προκύψει από την επιλογή αυτή»66. Εν προκειμένω, το δικαίωμα του αυτο-
προσδιορισμού φαίνεται να αναγνωρίζεται υπό μια πιο πλουραλιστική, διττή διάσταση,
αυτή δηλαδή της ελευθερίας των ατόμων να επιλέγουν να ανήκουν στη μειονοτική κοι-
νότητά τους χωρίς να αντιμετωπίζουν διακρίσεις για αυτόν τον λόγο από τις κρατικές
αρχές ή / και τη δεσπόζουσα εθνοτική ομάδα, αλλά και παράλληλα και εναλλακτικά της
ελευθερίας ταύτισης με την πλειονότητα / άρνησης της μειονοτικής ταυτότητας χωρίς
αυτό να συνεπάγεται διακρίσεις και αποκλεισμούς από τους φορείς, θεσμικούς ή άτυ-
πους, μιας μειονότητας67.
63. ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΣ, «Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή
Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟ-
ΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα - Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επιστη-
μών, Αθήνα, 1997, σ. 28.
64. ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Ο ΟΑΣΕ και η Προστασία των Μειονοτήτων», στο Α. ΜΠΡΕΔΗ-
ΜΑΣ/Λ.-Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων - Η Σύμβαση - Πλαίσιο του
Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα – Κομοτηνή, 1997, σ. 39.
65. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ε. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΣ, Η Διεθνής Προστασία των Μειονοτήτων και η Αντιμετώπισή
τους στα Παρευξείνια Κράτη της Πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., Αθήνα, 2010, σ. 131.
66. ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛΟΥ - ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ, Μειονότητες στην Ελλάδα: Η Τρίτη Άποψη,
Αθήνα, 2008, σ. 22.
67. Βλ. ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, «Τα Συστήματα Μειονοτικής Προστασίας της Κοινωνίας
των Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης: Προσπάθεια Συγκριτικής Μελέτης», Εφαρμογές Δη-
μοσίου Δικαίου, Έτος ΙΣΤ΄, Τεύχος III (2003), σ. 828. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ, ό.π., σσ. 120-121, ο οποίος σχο-
λιάζοντας τη διάταξη παρατηρεί πως «..το άτομο δεν θα πρέπει απαραίτητα να ταυτιστεί με την
ομάδα στην οποία ανήκει “φυσιολογικά”, με βάση δηλαδή τα λεγόμενα αντικειμενικά κριτήρια
προσδιορισμού των μειονοτήτων. Η ομάδα δεν μπορεί να εξαναγκάζει τα μέλη της να αφομοιω-
θούν σ’ αυτή. Το “δικαίωμα στη διαφορά” ισχύει όχι μόνον προς τη μειονότητα ως σύνολο σε σχέ-
ση με την πλειονότητα, αλλά και στο εσωτερικό της ίδιας της μειονοτικής ομάδας».
68. Αυτή λόγου χάρη ήταν και η επίσημη ερμηνεία και θέση της ελληνικής πλευράς απένα-
ντι στο δικαίωμα του μειονοτικού αυτοπροσδιορισμού, βλ. ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Μειονότητες,
Εξωτερική Πολιτική και Ελλάδα», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
(επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα: Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών, Αθήνα,
1997, σ. 217. Η στάση αυτή άλλαξε στο βαθμό που η άρνηση αναγνώρισης μιας συλλογικής -
ενιαίας εθνοπολιτικής ταυτότητας στη μειονότητα της Θράκης δεν γίνεται πλέον με βάση την επί-
κληση της ατομικής αποκλειστικά υφής του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, αλλά με βάση
το επιχείρημα ότι ακριβώς λόγω του σεβασμού του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού η Ελλη-
νική Πολιτεία αναγνωρίζει τρεις εθνοτικές ομάδες, τους τουρκογενείς, τους πομάκους και τους ρο-
μά, που απαρτίζουν τη μειονότητα, θεωρώντας, έτσι, ότι οποιαδήποτε απόπειρα χαρακτηρισμού
της μειονότητας ως «τουρκικής» συνιστά αφενός παραβίαση του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού
των άλλων δύο εθνοτικών ομάδων που συνθέτουν τη μειονότητα και αφετέρου αφομοίωσής τους
από τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα κατά καταστρατήγηση των σχετικών διεθνών και περιφε-
ρειακών μειονοτικών διατάξεων. Βλ. ‘Consideration of Reports submitted by States Parties under
Article 40 of the Covenant: Greece’, UN Doc. CCPR/C/GRC/2004/1, 15 April 2004, παρ. 899, 903.
Συνιστά δε αναμφίβολα «νίκη» για το ελληνικό κράτος η πρόσφατη αποδοχή αυτής της θέσης της
από την Επιτροπή για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, βλ. Concluding Observations of
the Committee on the Elimination of Racial Discrimination: Greece, UN Doc. CERD/C/GRC/CO/
16-19, 14 September 2009, παρ. 9. Από την άλλη, βλ. τη θέση «…ότι μια τέτοια κατηγοριοποίηση
καθίσταται προβληματική από τη στιγμή που σημαντικό τμήμα του πληθυσμού φαίνεται πως πλέον
έχει εντάξει εαυτόν σε μια συλλογική έκφραση τουρκικής εθνικής συνείδησης». ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Ο Εντοπισμός του Μειονοτικού Φαινομένου στην Ελ-
λάδα από τη Νομική Επιστήμη και το Δίκαιο», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙ-
ΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα - Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επι-
στημών, Αθήνα, 1997, σ. 436. Για «σύγκλιση των Πομάκων με τον τουρκόφωνο πληθυσμό» κάνει
λόγο η ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΟΠΠΑ, Οι Μειονότητες στα Μετα - Κομμουνιστικά Βαλκάνια. Πολιτικές του Κέ-
μηνεία αυτή βέβαια, αν και γραμματικώς τουλάχιστον δείχνει να είναι η πιο στέρεα, εν-
δέχεται να αδυνατεί, κατά περίπτωση, να δώσει λειτουργικές απαντήσεις σε σύνθετα και
πολιτικά φορτισμένα ζητήματα, όταν, λόγου χάριν, η πλειονότητα ή σημαντικό τμήμα
των μελών μιας μειονότητας αυτοπροσδιορίζεται ως έχουσα μια συγκεκριμένη ταυτότη-
τα, αλλά δεν της επιτρέπεται να αυτοπροσδιοριστεί συλλογικά κατά αυτόν το τρόπο69.
Στο συγκεκριμένο σημείο λοιπόν η Επιτροπή, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης προ-
σέγγισής της, που αναγνωρίζει το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, ως α) α-
τομικό, β) ως ατομικό ομαδικής δράσης (άσκησή του από κοινού με άλλους / άλλες) αλ-
λά και γ) ως καθαυτό συλλογικό, προβαίνει σε ένα ριζοσπαστικό βήμα μπροστά αναγνω-
ρίζοντας, μεταξύ των άλλων, το δικαίωμα της κοινότητας (community) να επιλέγει ελεύ-
θερα ως τέτοια την ταυτότητά της70.
Ενδιαφέρουσα, επίσης, διάσταση στην προσέγγιση της Επιτροπής στο ζήτημα είναι
ότι αποδεχόμενη ρεαλιστικά πως οι πολιτισμοί δεν έχουν δεδομένα σύνορα71, δεν συνι-
στούν απομονωμένες εκδηλώσεις ή ερμητικά κλειστούς χώρους, αλλά ζωντανές και ανα-
πτυσσόμενες διαδικασίες αλληλεπίδρασης ατόμων και ομάδων72, αναγνωρίζει το υπό
εξέταση δικαίωμα ως δυνάμενο να ασκηθεί υπό τη μορφή είτε της παράλληλης επιλογής /
ταύτισης με πλείονες των μίας ταυτοτήτων, είτε της καθολικής άρνησης ταύτισης με
οποιαδήποτε ταυτότητα, με διαρκή πάντα δυνατότητα μεταστροφής αυτών των επιλογών.
Πρόκειται, ίσως, για την πιο περιεκτική νομική προσέγγιση που έχει επιχειρηθεί στο
πλαίσιο των Η.Ε. επί του συγκεκριμένου πάντα ζητήματος.
Ένα δεύτερο κομβικό στοιχείο, που τελεί σε αλληλένδετη σχέση με το δικαίωμα της
επιλογής του ανήκειν, συνιστά το δικαίωμα του μετέρχεσθαι των πολιτιστικών πρακτι-
ντρου και Μειονοτικές Απαντήσεις, Αθήνα, 1997, σ. 53. Βλ. επίσης, για μια σύγχρονη κριτική προ-
σέγγιση, ΤΑΣΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, Το “Μακεδονικό” της Θράκης: Κρατικοί Σχεδιασμοί για τους Πο-
μάκους (1956-2008), Αθήνα, 2009.
69. Βλ., π.χ., τη θέση ότι «[ο]ι σχετικές διακηρύξεις Ελλήνων πολιτικών κατά τη δεκαετία
του 1990 για την εφαρμογή της αρχής του αυτοπροσδιορισμού, σε ατομικό και όχι συλλογικό επί-
πεδο, ασφαλώς απαιτούν μια πιο συγκροτημένη προσέγγιση και επαναδιατύπωση», ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ, «Η Ιστορική Προσέγγιση της Προστασίας των Μειονοτήτων στην Ελλάδα», στο ΜΙ-
ΧΑΛΗΣ ΤΣΑΠΟΓΑΣ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα στην Ελλάδα 1953-2003: Από
το Τέλος του Εμφυλίου στο Τέλος της Μεταπολίτευσης, Αθήνα, 2004, σ. 122.
70. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (a), 49 (a), 55, 55 (b).
71. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 41.
72. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 11-12. Βλ. και STEPHEN J. TOOPE, ‘Cultural Diversity
and Human Rights (F.R. Scott Lecture)’, 42 McGill Law Journal (1997), σ. 181.
κών της αρεσκείας του καθενός / της καθεμιάς, στο οποίο επανέρχεται συχνά η Επιτροπή
στο Σχόλιό της73. Ένα από τα ζητήματα λοιπόν που άπτονται της θεματικής των πολιτι-
στικών δικαιωμάτων, αποτελώντας μάλιστα αρκετές φορές τροχοπέδη για τη συζήτησή
τους74, είναι αυτό του πολιτισμικού σχετικισμού, της προβληματικής, δηλαδή, που σε
ό,τι αφορά ειδικότερα τις μειονότητες και τους αυτόχθονες λαούς ανακύπτει σχετικά με
εκείνες τις παραδόσεις τους, έθιμα και πρακτικές που παραβιάζουν ή παρεμποδίζουν την
άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και που παρά ταύτα για ορισμένους δεν μπορούν
να υπαχθούν σε ουδέτερες αξιολογικές κρίσεις από τη στιγμή που απορρέουν από διαφο-
ρετικά πολιτισμικά συμφραζόμενα75. Στην αντίθετη περίπτωση σύμφωνα με αυτήν την
άποψη έχουμε επιβολή ξένων πολιτισμικών προτύπων και ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την
έννοια και το περιεχόμενο των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δυτικών α-
ξιών76. Η Επιτροπή εξετάζει ενδελεχώς στο Σχόλιό της το συγκεκριμένο ζήτημα παρέχο-
ντας τους κατευθυντήριους άξονες αντιμετώπισης του. Έτσι, υπενθυμίζει, επαναλαμβά-
νοντας τη σχετική διατύπωση της Διακήρυξης της Παγκόσμιας Διάσκεψης της Βιέννης
για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ότι, αν και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές και
περιφερειακές ιδιαιτερότητες και το διαφορετικό ιστορικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό
υπόβαθρο, είναι υποχρέωση των κρατών, ανεξαρτήτως των πολιτικών, οικονομικών ή
πολιτιστικών συστημάτων τους, να προωθούν και να προστατεύουν όλα τα ανθρώπινα
δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες77. Στη λογική αυτή, και παραπέμποντας πα-
ράλληλα στο ανάλογο άρθρο 4 της πρόσφατης Οικουμενικής Διακήρυξης της ΟΥΝΕ-
ΣΚΟ για την Πολιτιστική Πολυμορφία, η Επιτροπή τονίζει ότι «κανείς/καμιά δεν μπορεί
να επικαλείται την πολιτιστική πολυμορφία για να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα
που αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο, ή να περιορίζει την εμβέλειά τους»78. Συνα-
73. Βλ. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (a), 49 (d), 52 (b), 55 (c).
74. Βλ. ΕΛΣΑΣ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ, «Πολιτισμικά Δικαιώματα και Σύγχρονες Πραγματικότητες:
Το Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτισμική Ζωή», Αρμενόπουλος, Τεύχος 9, (2006), σ. 1398.
75. Βλ. ΣΟΦΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, Πολιτισμικά Δικαιώματα και Διαπολιτισμική Επικοινωνία,
28 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2005), σ. 1214.
76. Βλ. V. T. THAMILMARAN, ‘Cultural Rights in International Law’, 13 Sri Lanka Journal of
International Law (2001), σ. 80.
77. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 18. Βλ. και JANUSZ SYMONIDES, ‘Reflection on the
Human Rights Agenda at the Dawn of the Next Century’, στο ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΚΟΥΦΑ (Διευθ. Εκδ), 50
Χρόνια της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου 1948-1998, Αθήνα - Θεσ-
σαλονίκη, 1999, σ. 172.
78. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 18. Βλ. και SOPHIA KOUKOULIS - SPILIOTOPOULOS,
κόλουθα και ειδικότερα, η Επιτροπή τονίζει ότι το άρθρο 15 παρ. 1 (α) δεν μπορεί να ερ-
μηνεύεται κατά τρόπο που να υπονοεί για οποιοδήποτε κράτος, ομάδα ή πρόσωπο δικαί-
ωμα να μετέρχεται δραστηριοτήτων ή να προβαίνει σε πράξεις που αποσκοπούν στη
βλάβη οποιουδήποτε από τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται στο
Σύμφωνο79. Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα της ισότιμης απόλαυσης από άνδρες και γυ-
ναίκες των δικαιωμάτων του Συμφώνου, η Επιτροπή τονίζει πως απαιτείται, μεταξύ των
άλλων, η εξάλειψη των θεσμικών και νομικών εμποδίων, όπως και αυτών που βασίζονται
σε αρνητικές πρακτικές, περιλαμβανομένων όσων αποδίδονται σε έθιμα και παραδόσεις,
που αποτρέπουν τις γυναίκες από το να συμμετέχουν πλήρως στην πολιτιστική ζωή80. Η
Επιτροπή, λοιπόν, επιβεβαιώνει το σχετικό consensus που έχει αναδυθεί σταδιακά και
επίπονα την τελευταία εικοσαετία και αποτυπωθεί και στις ειδικότερες οικείες διατάξεις
των διεθνών συμβατικών και μη κειμένων για τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των
αυτόχθονων λαών αναφορικά με την οικουμενικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και
το προβάδισμά τους έναντι πρακτικών που τα παραβιάζουν. Στο πλαίσιο αυτό η Επιτρο-
πή επικεντρώνει ειδικότερα στο ότι η αποτυχία των κρατών να λαμβάνουν μέτρα για την
καταπολέμηση πρακτικών επιβλαβών για την ευημερία κάποιου ατόμου ή ομάδας προ-
σώπων, συνιστά παραβίαση του άρθρου 15 παρ. 1 (α). Συγκεκριμένα, η θεμελίωση της
προαναφερόμενης θέσης της Επιτροπής έγκειται στο ότι οι επιβλαβείς αυτές πρακτικές,
περιλαμβανομένων εκείνων που αποδίδονται σε έθιμα και παραδόσεις, όπως είναι η κλει-
τοριδεκτομή των γυναικών και οι κατηγορίες για την εξάσκηση μαγείας, θέτουν εμπόδια
στην απόλαυση από τα θιγόμενα πρόσωπα του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολι-
τιστική ζωή81.
Περαιτέρω, ένα τρίτο ουσιαστικό στοιχείο που η Επιτροπή εντάσσει στο πεδίο
προστασίας της διάταξης, αναφερόμενη επίσης σε αυτό επαναλαμβανόμενο στο Σχόλιό
‘The Limits of Cultural Traditions’, III Annuaire International des Droits de l’ Homme (2008), σ.
419.
79. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 20.
80. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 25.
81. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 64. Βλ. και ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Μεταξύ Κοινοτισμού
και Ισότητας ή για τη Θρησκευτική Ελευθερία των Μειονοτήτων», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
(επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σ.
207, ο οποίος, σχολιάζοντας τις αρνητικές πολιτιστικές πρακτικές, όπως π.χ. την κλειτοριδεκτομή,
παρατηρεί ότι «πέραν της οδύνης που προκαλούν, η βλάβη την οποία επιφέρουν δεν είναι παροδι-
κή ούτε ιάσιμη, αλλά διαρκής, αφού τέτοιες αποτρόπαιες επεμβάσεις σημαδεύουν μια ολόκληρη
ζωή».
της82, είναι ο σεβασμός και η προάσπιση της γλωσσικής διάστασης της πολιτισμικής /
μειονοτικής ετερότητας, υπό τη μορφή της ελεύθερης έκφρασης στη γλώσσα επιλογής,
καθώς, όπως έχει τονιστεί, «...η γλώσσα δεν είναι απλά ένας ιμάντας μεταβίβασης γνώ-
σεων, αλλά αποτελεί, ιδιαίτερα για τις μειονότητες, το ίδιο το περιεχόμενο του πολιτι-
σμού τους και της πολιτιστικής τους ταυτότητας»83. Έτσι, η Επιτροπή στο πλαίσιο του
άρθρου 15 παρ. 1 (α) θέτει συχνά ερωτήματα στα κράτη μέλη για τη χρήση των μειονο-
τικών γλωσσών στην καθημερινή ζωή και δη στην εκπαίδευση84, για τα μέτρα διατήρη-
σης των μειονοτικών γλωσσών, τα περιοδικά που εκδίδονται σ’ αυτές και τις ραδιοφωνι-
κές και τηλεοπτικές εκπομπές που λαμβάνουν χώρα σε αυτές85, για τη δυνατότητα χρή-
σης των γλωσσών των διαφόρων γλωσσικών ομάδων ενώπιον των δικαστηρίων και άλ-
λων δημόσιων αρχών86 κ.ά.
Συνεχίζοντας, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που άπτεται της μειονοτικής προστα-
σίας και στο οποίο δίνει ιδιαίτερη έμφαση η Επιτροπή είναι αυτό της εκπαίδευσης, η
οποία στο πλαίσιο του ευρύτερου «ανθρωπολογικού» ορισμού της έννοιας culture θεω-
ρείται από πλειάδα μελετητών, περιλαμβανομένης της ανεξάρτητης εμπειρογνώμονος
των Η.Ε. για τα πολιτιστικά δικαιώματα87, ως καθαυτό πολιτιστικό δικαίωμα88. Το δι-
82. Έτσι, στις παραγράφους 15 (a) και 49 (b) αναφέρεται στο δικαίωμα έκφρασης του καθε-
νός / της καθεμιάς στη γλώσσα επιλογής· στην παράγραφο 16 (b) στο δικαίωμα επιδίωξης, λήψης
και διάχυσης πληροφοριών για όλες τις εκδηλώσεις της κουλτούρας / του πολιτισμού στη γλώσσα
επιλογής· στην παράγραφο 49 (d) στο δικαίωμα πρόσβασης στη γλωσσική κληρονομιά και στην
παράγραφο 55 (c) στο δικαίωμα χρήσης της γλώσσας επιλογής.
83. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, «Η Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία και η Σύμβαση - Πλαίσιο
του Συμβουλίου της Ευρώπης», στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ / Λ.-Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία
των Μειονοτήτων - Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σ. 194.
84. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Initial Re-
port of Slovenia Concerning Articles 1-15 of the ICESCR, UN Doc. E/C.12/Q/SVN/1, 7 June 2004,
παρ. 30.
85. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Third Perio-
dic Report of Austria Concerning the Rights Referred to in Articles 1-15 of the ICESCR, UN Doc.
E/C.12/Q/AUT/1, 14 December 2004, παρ. 33-34.
86. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Second to
Third Periodic Report of Belgium Concerning the Rights Covered by Articles 1-15 of the ICESCR,
UN Doc. E/C.12/BEL/Q/3, 10 April 2007, παρ. 23.
87. Βλ. UN Doc. A/HRC/14/36, ό.π., παρ. 15.
88. Βλ. ASBJØRN EIDE, ‘Cultural Rights as Individual Human Rights’, στο ASBJØRN EIDE /
καίωμα στην εκπαίδευση, ιδιαίτερα στη μητρική γλώσσα, θεωρείται κομβικό δικαίωμα
για τις μειονότητες καθώς συνιστά τον θεμέλιο λίθο για τη διατήρηση της ταυτότητάς
τους89. Η Επιτροπή λοιπόν τονίζει, όπως και σε προηγούμενο σχετικό Σχόλιο της για το
ζήτημα, ότι η εκπαίδευση πρέπει να είναι πολιτιστικά κατάλληλη90, ώστε να καθιστά τα
παιδιά ικανά να αναπτύσσουν την προσωπικότητα και την πολιτιστική τους ταυτότητα
και να μαθαίνουν και να κατανοούν τις πολιτιστικές αξίες και πρακτικές των κοινοτήτων
που ανήκουν, όπως και αυτές άλλων κοινοτήτων και κοινωνιών91.
Η Επιτροπή σημειώνει, στο πνεύμα της παραγράφου 34 του Κειμένου της Κοπεγ-
χάγης, ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα των κρατών μελών πρέπει να σέβονται τις πο-
λιτισμικές ιδιαιτερότητες των εθνικών ή εθνοτικών, γλωσσικών και θρησκευτικών μειο-
νοτήτων και να ενσωματώνουν την ιστορία, τη γνώση και τις τεχνολογίες τους, όπως επί-
σης και τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αξίες και προσδοκίες τους. Ακόμη,
πρέπει να υιοθετούν μέτρα και να μη φείδονται προσπαθειών για να εξασφαλίζουν τη δι-
εξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τις μειονότητες στη γλώσσα τους ή για τη
γλώσσα τους, λαμβάνοντας υπόψη τις επιθυμίες των κοινοτήτων και τα διεθνή standards
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πεδίο αυτό. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά προγράμματα
πρέπει να μεταδίδουν τις απαραίτητες γνώσεις ώστε να καθιστούν το καθένα / την καθε-
μία ικανό-ή να συμμετέχει πλήρως και σε ισότιμη βάση στη δική του / της κοινότητα αλ-
λά και στην εθνική92. Τέλος, η Επιτροπή ενσωματώνει στο σκληρό πυρήνα των θεμελιω-
δών υποχρεώσεων των κρατών το σεβασμό της ελευθερίας επιλογής και ίδρυσης εκπαι-
δευτικών ιδρυμάτων93, χωρίς, ωστόσο, να αποσαφηνίζει αν συντρέχει και υποχρέωση
δημόσιας χρηματοδότησής τους.
Έπεται η σημαντική για τη μειονοτική ετερότητα θέση της Επιτροπής, στο πλαίσιο
CATARINA KRAUSE / ALLAN ROSAS (επιμ.), Economic, Social and Cultural Rights: A Textbook,
Martinus Nijhoff Publishers, Boston, 1995, σ. 232.
89. GUDMUNDUR ALFREDSSON και ERICA FERRER, Minority Rights: A Guide to United Na-
tions Procedures and Institutions, Minority Rights Group International and Raoul Wallenberg Insti-
tute of Human Rights and Humanitarian Law, 1998, σ. 15.
90. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment No 13: ‘The Ri-
ght to Education (Art. 13)’, UN Doc. E/C.12/1999/10, 8 December 1999, παρ. 50.
91. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 26.
92 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 27. Βλ. και IRENE J. TAAFAKI, ‘Cultural Rights: A Cur-
riculum and Pedagogy for Praxis’, στο MARGARET WILSON και PAUL HUNT (επιμ.), Culture, Rights,
and Cultural Rights – Perspectives from the South Pacific, Huia Publishers, Wellington, 2000, σ. 108.
93. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (c).
και της προαναφερόμενης ευρύτατης ερμηνείας που έχει προσδώσει στην έννοια culture,
ότι το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή περιλαμβάνει το δικαίωμα να ακο-
λουθεί κανείς / καμιά μια κοινότητα, ως τέτοια ή έναν τρόπο ζωής που συνδέεται με τη
χρήση των πολιτιστικών αγαθών και πόρων, όπως είναι η γη, το νερό, η βιοποικιλότητα,
η γλώσσα ή συγκεκριμένοι θεσμοί, θέση που απηχεί την προαναφερόμενη αντίστοιχη
προσέγγιση της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δ.Σ.Α.Π.Δ. στο Σχόλιό της
για το άρθρο 27 του Συμφώνου94, αλλά και σε σειρά αποφάσεων που έχει εκδώσει επί
προσφυγών σχετικών με επικαλούμενες παραβιάσεις της εν λόγω διάταξης95. Η ευρεία
αυτή πρόσληψη της έννοιας culture ως τρόπου ζωής έχει, όπως επισημάνθηκε, ιδιαίτερη
αξία για τη διατήρηση και προστασία της μειονοτικής ταυτότητας. Σημειώνεται, μάλι-
στα, η ενδιαφέρουσα σύνδεση που επιχειρεί στο παρόν Σχόλιο η Επιτροπή του
Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. του στοιχείου της γλώσσας με τον τρόπο ζωής, διάσταση που απουσιάζει
από τις αντίστοιχες προσεγγίσεις της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ. αναφορικά με το άρθρο 27
του Συμφώνου, λόγω ίσως και του ότι οι σχετικές υποθέσεις, επί των οποίων έχει επιληφθεί
η τελευταία, αφορούν κατά κόρον τους αυτόχθονες λαούς και τις πιο ιδιαίτερες ανάγκες και
δικαιώματά τους επί των γαιών που διαβιούν και των κείμενων φυσικών πόρων.
Κλείνοντας με τα συστατικά κανονιστικά στοιχεία της έννοιας της συμμετοχής, η
Επιτροπή εμπερικλείει σε αυτήν μια γκάμα δικαιωμάτων συμμετοχής του καθενός / της
καθεμιάς στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων που επιδρούν στην άσκηση και από-
λαυση των πολιτιστικών δικαιωμάτων του / της96. Με αυτόν τον τρόπο, η Επιτροπή ερ-
94. Βλ. FEDERICO LENZERINI, ‘Sovereignty Revisited: International Law and Parallel Sove-
reignty of Indigenous Peoples’, 42 Texas International Law Journal (2008), σ. 182.
95. Βλ. Human Rights Committee, Communication No 760/1997, J. G. A. (late Captain of
the Rehoboth Baster Community) et al. v. Namibia, UN Doc. CCPR/C/69/D/760/1997, 6 September
2000, παρ. 10.6.
96. Έτσι, στην παράγραφο 15 (c) αναφέρεται στο δικαίωμα συμμετοχής του καθενός / καθε-
μιάς στον καθορισμό, επεξεργασία και εφαρμογή των πολιτικών και αποφάσεων που έχουν αντί-
χτυπο στην άσκηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων· στην παράγραφο 16 (c) στην ανάγκη διεξαγω-
γής διαβουλεύσεων (consultations) μεταξύ των κρατών και των ενδιαφερομένων προσώπων και
κοινοτήτων, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα μέτρα για την προστασία της πολιτιστικής πολυ-
μορφίας είναι αποδεκτά· στην παράγραφο 33 στο δικαίωμα συμμετοχής των μειονοτήτων ως τέ-
τοιων και των μελών τους στα προγράμματα που αποσκοπούν σε μια εποικοδομητική ενσωμάτω-
ση· στην παράγραφο 49 (e) στο δικαίωμα του καθενός / της καθεμιάς, αλλά και μιας κοινότητας ως
τέτοιας στην ελεύθερη και ενεργό συμμετοχή σε κάθε σημαντική διαδικασία λήψης αποφάσεων που
δύναται να επηρεάσει τον τρόπο ζωής και τα δικαιώματα του άρθρου 15 παρ. 1 (α) και στην παρά-
μηνεύει και ως προς αυτήν του τη διάσταση το υπό εξέταση δικαίωμα με όρους ανάλο-
γους με αυτούς της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ., η οποία έχει αποφανθεί, αναφορικά με το
άρθρο 27 του Συμφώνου, ότι «[η] απόλαυση αυτών των δικαιωμάτων [του άρθρου 27]
δύναται να απαιτεί... μέτρα για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής συμμετοχής των
μελών των μειονοτικών κοινοτήτων στις αποφάσεις που τους επηρεάζουν»97 και ότι
«…η αποδοχή των μέτρων που επηρεάζουν ή παρεμβαίνουν στις πολιτιστικά σημαντικές
οικονομικές δραστηριότητες μιας μειονότητας εξαρτάται από το αν τα μέλη της εκάστοτε
μειονότητας είχαν την ευκαιρία να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων
αναφορικά με τα συγκεκριμένα μέτρα...»98. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η Επιτροπή του
Δ.Σ.Α.Π.Δ. αναφέρεται σε δυνατότητα (opportunity) και όχι σε δικαίωμα συμμετοχής99,
σε αντιδιαστολή με την Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. που προβαίνει γενικότερα σε πιο
δυναμικές διατυπώσεις, αναγνωρίζοντας δικαιώματα [και όχι απλά δυνατότητες] συμμε-
τοχής τα οποία φτάνουν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως θα συζητηθεί, μέχρι του
βαθμού της απαίτησης έναντι των κρατών για την επιδίωξη απόσπασης της προηγούμε-
νης και ελεύθερης συναίνεσης των ενδιαφερόμενων προσώπων (όχι όμως και των κοινο-
τήτων που ανήκουν ως τέτοιων).
γραφο 54 (a) στην κρατική υποχρέωση ενεργοποίησης κατάλληλης νομοθεσίας για την εγκαθίδρυ-
ση μηχανισμών αποτελεσματικής συμμετοχής των προσώπων, των κοινοτήτων και ομάδων στις δι-
αδικασίες λήψης αποφάσεων.
97. UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 7.
98. Βλ. Human Rights Committee, Communication No 547/1993, Mahuika et al. v. New Zea-
land, UN Doc. CCPR/C/70/D/547/1993, 20 October 2000, παρ. 9.5.
99. Βλ. ANNELIES VERSTICHEL, ‘Recent Developments in the UN Human Rights Committee’s
Approach to Minorities, with a Focus on Effective Participation’, 12 International Journal on Mi-
nority and Group Rights (2005), σσ. 29-30.
ση δικαίωμα σάρκα και οστά. Κομβικός στο πλαίσιο αυτό είναι ο καθορισμός των κρατι-
κών υποχρεώσεων απέναντι ειδικότερα στο δικαίωμα αφενός των μειονοτήτων ως συλλο-
γικοτήτων και αφετέρου των μελών τους να απολαμβάνουν τη δική τους πολιτιστική ζωή.
Η Επιτροπή αναφέρεται, καταρχάς, κατά τρόπο γενικό, στα τρία επίπεδα των συ-
γκεκριμένων έννομων υποχρεώσεων (specific legal obligations) που το δικαίωμα της συμ-
μετοχής στην πολιτιστική ζωή, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα που περιέχεται στο Σύμ-
φωνο, σύμφωνα και με προγενέστερα Σχόλια της100, επιβάλλει στα κράτη, ήτοι α) την
υποχρέωση σεβασμού (obligation to respect), β) την υποχρέωση προστασίας (obligation
to protect), και γ) την υποχρέωση υλοποίησης / πραγματοποίησης (obligation to fulfill)101.
Σύμφωνα με τη διάκριση της Επιτροπής, η πρώτη υποχρέωση επιβάλλει στα κράτη
αποχή από άμεσες ή έμμεσες ενέργειες / επεμβάσεις που παρεμποδίζουν ή παραβιάζουν
την απόλαυση του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή· η δεύτερη απαιτεί
από τα κράτη τη λήψη μέτρων που να αποτρέπουν τρίτα μέρη από το να παρεμβαίνουν
στην άσκηση του δικαιώματος· και η τρίτη επιβάλλει στα κράτη τη λήψη κατάλληλων
νομοθετικών, διοικητικών, δικαστικών, οικονομικών, προωθητικών και άλλων μέτρων
για την πλήρη υλοποίηση του δικαιώματος102.
Επισημαίνεται ότι η Επιτροπή, κινούμενη στο πνεύμα τόσο της ανάλογης θέσης
που έχει διατυπώσει η Επιτροπή του Δ.Σ.Α.Π.Δ. στο Σχόλιό της για το άρθρο 27 του
Συμφώνου103 όσο και των σχετικών μειονοτικών διεθνών και περιφερειακών διατάξεων
(π.χ. άρθρο 8 παρ. 3 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε., άρθρο 4 παρ. 3 της Σύμβασης
Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων), τονίζει πως τα προσωρινά ειδι-
κά μέτρα (special measures) που υιοθετούνται με σκοπό την επίτευξη πραγματικής ισό-
100. Βλ ενδεικτικά Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment
12: ‘The Right to Adequate Food (Art.11)’, UNDoc.E/C.12/1999/5, 12 May 1999, παρ. 15.
101. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 48.
102. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment 18: ‘The
Right to Work’, UN Doc. E/C.12/GC/18, 6 February 2006, παρ. 22.
103. “…as long as those measures are aimed at correcting conditions which prevent or impair
the enjoyment of the rights guaranteed under article 27, they may constitute a legitimate differentia-
tion under the Covenant, provided that they are based on reasonable and objective criteria”, UN
Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 6.2. Βλ. και CHRISTOPHER MCCRUDDEN, ‘International
and European Norms Regarding National Legal Remedies for Racial Inequality’, στο SANDRA
FRENDMAN (επιμ.), Discrimination and Human Rights: The Case of Racism, Oxford University
Press, 2001, σ. 277.
τητας δεν συνιστούν διάκριση104, στο βαθμό βέβαια που αφενός δεν διαιωνίζουν μια ανι-
σότιμη προστασία ή δεν διαμορφώνουν ξεχωριστά συστήματα προστασίας για συγκεκρι-
μένα άτομα ή ομάδες ατόμων και αφετέρου παύουν να ισχύουν όταν οι στόχοι για τους
οποίους ελήφθησαν έχουν πλέον επιτευχθεί105.
104. Βλ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ, «Η Εξέλιξη της Προστασίας των Μειονοτήτων στο Διεθνές
Δίκαιο», 20 Αρμενόπουλος - Επιστημονική Επετηρίδα (1999), σ. 104.
105. UNDoc.E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 24. Βλ. και ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Χρειάζεται η Πολυ-
πολιτισμικότητα μια Νέα Θεωρία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου;», 28 Δικαιώματα του Ανθρώ-
που (2005), σ. 1201 επ.
106. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (a).
107 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (b).
τητες και τα μέλη τους έχουν δικαίωμα τόσο στην πρόσβαση στην πολιτιστική και γλωσ-
σική τους κληρονομιά όσο και στην εκμάθηση του πολιτισμού των άλλων.
λυμορφίας και μέτρα για την ενδυνάμωση αυτής της πολυμορφίας, μέσω δημοσίων ραδιο-
φωνικών εκπομπών στις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες114,
β) να υιοθετούν πολιτικές που να καθιστούν δυνατό στα πρόσωπα που ανήκουν σε
διαφορετικές πολιτισμικές κοινότητες να μετέχουν ελεύθερα και χωρίς διάκριση στις δι-
κές τους πολιτιστικές πρακτικές και αυτές των άλλων και να επιλέγουν ελεύθερα τον
τρόπο ζωής τους115,
γ) να προωθούν την άσκηση του δικαιώματος της συνένωσης των πολιτιστικών και
γλωσσικών μειονοτήτων [ως τέτοιων] για την ανάπτυξη των πολιτιστικών και γλωσσι-
κών τους δικαιωμάτων116,
δ) να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ή προγράμματα για την υποστήριξη των μειο-
νοτήτων ή άλλων κοινοτήτων στις προσπάθειες τους για τη διατήρηση του πολιτισμού
τους117,
ε) να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την επανόρθωση των θεσμικών μορφών
διάκρισης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η υποαντιπροσώπευση προσώπων από συγκεκρι-
μένες κοινότητες στη δημόσια ζωή δεν θα επηρεάζει αρνητικά το δικαίωμα συμμετοχής
του στην πολιτιστική ζωή118,
στ) να υιοθετούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να δημιουργούν πρόσφορες συνθήκες
για μια εποικοδομητική διαπολιτισμική σχέση μεταξύ ατόμων και ομάδων βασιζόμενη
στον αμοιβαίο σεβασμό, κατανόηση και ανοχή119,
ζ) να προβαίνουν στη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διεξαγωγή δημόσιων εκ-
στρατειών μέσω των μέσων ενημέρωσης, εκπαιδευτικών θεσμών και άλλων διαθέσιμων
οδών με σκοπό την εξάλειψη οποιασδήποτε προκατάληψης ενάντια σε άτομα ή κοινότη-
τες που βασίζεται στην πολιτιστική τους ταυτότητα»120.
Στα ενδιαφέροντα στοιχεία των άνωθι κρατικών υποχρεώσεων σημειώνεται η υιο-
θέτηση μέτρων για τη στήριξη ραδιοφωνικών (αλλά και τηλεοπτικών) εκπομπών στις
περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες, ζήτημα που άπτεται του σεβασμού και της
προάσπισης της γλωσσικής ετερότητας στην οποία δίνει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή,
121. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Fifth Peri-
odic Report of Poland (E/C.12/POL/5) Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the
ICESCR, UN Doc. E/C.12/POL/Q/5, 8 January 2009, παρ. 32. List of Issues to be taken up in Con-
nection with the Consideration of the Fifth Periodic Report of the United Kingdom of Great Britain
and Northern Ireland Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the ICESCR, UN Doc.
E/C.12/GBR/Q/5, 10 June 2008, παρ. 34.
122. Για την «αδυναμία προληπτικής χρήσης της νομολογίας του ΕυρΔΔΑ από τα ελληνικά
δικαστήρια και διοίκηση» στο ζήτημα, βλ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, «Υπόθεση Σιδηρόπουλου και
Λοιπών κατά Ελλάδος Ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», Το
Σύνταγμα, Τεύχος 2, (1999), σ. 307 επ. Στο αυτό πνεύμα και συγκεκριμένα για το ότι «τα ελληνικά
δικαστήρια επιδεικνύουν αδυναμία προσαρμογής στο «ερμηνευτικό» δεδικασμένο των αποφάσεων
του ΕΔΔΑ» σχετικά με το αναφερόμενο δικαίωμα, βλ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, «Ετερότητα και
Δημόσια Τάξη: Η Ελευθερία Συνένωσης ως «Μειονοτικό» Δικαίωμα στη Νομολογία του Ευρωπαϊ-
κού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Ελληνικών Δικαστηρίων», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη,
Αθήνα, 2008, σ. 167 επ. Βλ. και Π. ΠΑΡΑΡΑ, Το ευρωπαϊκό δίκαιο των ΔτΑ, Αντ. Ν. Σάκκ., 2013,
passim, ιδίως σελ. 62 επ.
123. Βλ. ΕΛΕΝΗ ΚΑΛΑΜΠΑΚΟΥ, «Το Δικαίωμα στη Συνένωση υπό το Φως της Αρχής του Πο-
λιτισμικού Πλουραλισμού - Σχόλιο στην Απόφαση του ΕΔΔΑ “Τουρκική Ένωση Ξάνθης κατά Ελλά-
δας”», 43 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2009), σ. 849 επ. Βλ. επίσης ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΤΙΣΤΑΚΗΣ, «Πότε
Είναι Θεμιτή η Διάλυση Σωματείου», 36 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2007), σ. 1295 επ.
ζωή σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως μεταξύ άλλων, των μειονοτήτων και των αυτό-
χθονων λαών124.
Τέλος, η τρίτη υποκατηγορία δεσμεύει τα κράτη να παρέχουν όλα όσα είναι απα-
ραίτητα για την πραγμάτωση του δικαιώματος συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, όταν
τα άτομα ή οι κοινότητες δεν είναι σε θέση, για λόγους ανεξάρτητους από αυτά-ές, να
υλοποιήσουν το δικαίωμα με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους. Αυτό περιλαμβάνει
μεταξύ των άλλων:
α) τη θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας και την εγκαθίδρυση αποτελεσματικών μη-
χανισμών που να επιτρέπουν στα πρόσωπα ατομικά, σε ένωση με άλλους ή στο πλαίσιο
μιας κοινότητας ή ομάδας (ως τέτοιας), να συμμετέχουν αποτελεσματικά στις διαδικασί-
ες λήψης αποφάσεων, να αξιώνουν προστασία του δικαιώματός τους να συμμετέχουν
στην πολιτιστική ζωή και να διεκδικούν και να λαμβάνουν αποζημίωση αν τα δικαιώμα-
τά τους έχουν παραβιαστεί125,
β) την εισαγωγή μιας πολιτισμικής εκπαίδευσης σε κάθε επίπεδο των σχολικών
προγραμμάτων, που να περιλαμβάνει την ιστορία, τη φιλολογία - λογοτεχνία, και τη μου-
σική των άλλων πολιτισμών, σε διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους126.
κρισης και της ισότητας των φύλων στην απόλαυση του δικαιώματος συμμετοχής του
καθενός / της καθεμιάς στην πολιτιστική ζωή»128.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, ναι μεν τα κράτη έχουν ευρύ περιθώριο διάκρισης ως
προς την επιλογή των βημάτων που θεωρούν πιο κατάλληλα για την υλοποίηση του δι-
καιώματος, πρέπει ωστόσο να προβαίνουν άμεσα στα βήματα εκείνα που αποσκοπούν
στην εγγύηση της πρόσβασης του καθενός / της καθεμιάς, χωρίς διάκριση, στην πολιτι-
στική ζωή129. Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή έχει τονίσει πως η εξάλει-
ψη των διακρίσεων δύναται σε πολλές περιπτώσεις να επιτευχθεί μέσω περιορισμένων
πόρων με την υιοθέτηση, τροποποίηση ή κατάργηση νόμων ή δια της δημόσιας πληρο-
φόρησης. «Ειδικότερα, ένα πρώτο και σημαντικό βήμα προς την κατάργηση των διακρίσε-
ων, άμεσων ή έμμεσων, είναι η αναγνώριση από τα κράτη της ύπαρξης των διαφόρων πο-
λιτιστικών ταυτοτήτων των ατόμων και κοινοτήτων της επικράτειάς τους», (προσθήκη έμ-
φασης)130.
«β) σεβασμό του δικαιώματος του καθενός / της καθεμιάς [ως ατόμου, από κοινού
με άλλους ή μιας κοινότητας ως τέτοιας] να ταυτίζεται ή να μην ταυτίζεται με μία ή πε-
ρισσότερες κοινότητες, καθώς και του δικαιώματος να μεταβάλλει αυτή την επιλογή131,
γ) σεβασμό και προστασία του δικαιώματος του καθενός / της καθεμιάς να μετέρ-
χεται των δικών του πολιτιστικών πρακτικών, που περιλαμβάνει σεβασμό των ανθρωπί-
νων δικαιωμάτων που εμπεριέχονται σε αυτό, ειδικότερα σεβασμό στην ελευθερία της
σκέψης, της πίστης και της θρησκείας, της ελευθερίας της άποψης και της έκφρασης, του
δικαιώματος ενός προσώπου να χρησιμοποιεί τη γλώσσα της επιλογής του, την ελευθε-
ρία της συνένωσης και ειρηνικής συνάθροισης και την ελευθερία της επιλογής και ίδρυ-
σης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων132,
δ) εξάλειψη των φραγμών ή εμποδίων που απαγορεύουν ή περιορίζουν την πρό-
σβαση ενός προσώπου στη δική του κουλτούρα / πολιτισμό133,
ε) άδεια και ενθάρρυνση της συμμετοχής των προσώπων που ανήκουν σε μειονοτι-
κές ομάδες στο σχεδιασμό και εφαρμογή των νόμων και πολιτικών που τους επηρεάζουν.
Τα κράτη πρέπει να αποσπούν την ελεύθερη, προηγούμενη και εν πλήρει γνώσει συναίνεσή
τους, όταν η διατήρηση των πολιτιστικών πόρων τους, ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με
τον τρόπο ζωής τους και την πολιτιστική τους έκφραση, τελεί υπό διακινδύνευση (προσθή-
κη έμφασης)»134.
Επιχειρώντας ορισμένες επισημάνσεις αναφορικά με τις κρατικές υποχρεώσεις που
η Επιτροπή εντάσσει στον πυρήνα των θεμελιωδών δεσμεύσεων παρατηρείται ότι η σύ-
σταση - πρόσκληση της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη για αναγνώριση των διαφόρων
πολιτιστικών ταυτοτήτων των ατόμων και κοινοτήτων της επικράτειάς τους δύναται να
ερμηνευτεί ως έμμεση – ή και άμεση ανάλογα με την ανάγνωση και οπτική του καθενός /
της καθεμιάς – παρότρυνση για αναγνώριση, μεταξύ των άλλων, των μειονοτήτων που
διαβιώνουν στο εσωτερικό τους. Στο παρελθόν βέβαια είχε διατυπωθεί η άποψη στο
πλαίσιο τόσο της έκθεσης της συνάντησης των εμπειρογνωμόνων της ΔΑΣΕ (νυν ΟΑΣΕ)
για τις εθνικές μειονότητες135 όσο και της επεξηγηματικής έκθεσης της Σύμβασης Πλαί-
σιο136, πως η ύπαρξη εθνοτικών, πολιτισμικών, γλωσσικών ή θρησκευτικών διαφορών
μέσα σε ένα κράτος δεν συνεπάγεται απαραίτητα την ύπαρξη εθνικών συγκεκριμένα μει-
ονοτήτων και κατ’ επέκταση θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς γλωσσικών, θρησκευτι-
κών, πολιτιστικών ή εθνοτικών137. Η άποψη αυτή που στηρίζουν κράτη, όπως η Γαλλία
και η Ελλάδα, είναι από την οπτική του δικαίου καταρχήν βάσιμη στο βαθμό που δεν πα-
ρουσιάζεται διεκδίκηση για την επίσημη αναγνώριση της ύπαρξης της διαφοράς / ετερό-
τητας και προστασίας της δια ‘ειδικών’ μειονοτικών δικαιωμάτων («η μειονότητα είναι η
διεκδίκησή της»)138. «Άρα, ο προσδιορισμός της μειονότητας δεν είναι συνάρτηση των
139. ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ό.σημ.68, σ. 422. Βλ. επίσης ΣΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ, σσ. 423-
424, 438-439.
140. ΠΕΡΡΑΚΗΣ, ό.σημ.39, σ. 64.
141. Βλ. GEOFF GILBERT, ‘The Council of Europe and Minority Rights’, 18 Human Rights
Quarterly (1996), σ. 177. STEPHEN J. ROTH, ‘Comments on the CSCE Meeting of Experts on Na-
tional Minorities and its Concluding Document’, 12 Human Rights Law Journal (1991), σ. 331.
142. Βλ. DIETER KUGELMANN, ‘The Protection of Minorities and Indigenous Peoples Re-
specting Cultural Diversity’, 11 Max Planck Yearbook of United Nations Law (2007), σ. 246, ο
οποίος αναφέρεται στα “κλασικά” παραδείγματα της Γαλλίας και της Τουρκίας. Αναφορικά με την
Ελλάδα, βλ. την επισήμανση ότι «...ως γνωστό η Ελλάδα αρνείται κατά πάγια τακτική της την
ύπαρξη τέτοιων ομάδων [σημ. πέραν της μουσουλμανικής μειονότητας ως αποκλειστικά θρησκευ-
τικής] στο έδαφός της.», ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ, «Η Θέση σε Ισχύ της Σύμβασης - Πλαίσιο
για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Υπογραφή της
από την Ελλάδα», 18 Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου (1998), σ. 76. Για μια γόνιμα
κριτική περιγραφή και ανάλυση αυτής της θέσης, βλ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Εισαγωγή: Το
Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελλάδα», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το
Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σσ. 9 επ.
143. Βλ., για την επίσημη θέση της Τουρκίας, Note Verbale dated 19 March 2008 from the
των μελετητών ότι η ύπαρξη μιας μειονότητας είναι ζήτημα πραγματικό και όχι νομικό
και συνακόλουθα δεν εξαρτάται από την αναγνώρισή της ή μη από το κράτος που δια-
βιώνει,144 άποψη που βασίζεται στην ανάλογη θέση τόσο του Διεθνούς Δικαστηρίου Δι-
αρκούς Δικαιοσύνης στην υπόθεση των ελληνο-βουλγαρικών κοινοτήτων145 όσο και στη
πιο σύγχρονη θέση της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δ.Σ.Α.Π.Δ.146. Από
την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται πως «η άποψη περί «πραγματικού» χαρακτήρα των μει-
ονοτήτων προβάλλεται με επιμονή, προκειμένου να αμφισβητηθεί η ικανότητα-νομιμο-
ποίηση του νομοθέτη να (περι)ορίζει τις μειονότητες και τα δικαιώματά τους και να εμ-
φανισθεί ως υποχρέωση των κρατών να αναγνωρίσουν το πραγματικό, εμπειρικό, οιονεί
φυσικό γεγονός της ύπαρξης μειονότητας. Αυτή η άποψη είναι εξόχως προβληματι-
κή»147. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση «..ο προσδιορισμός της εθνικής μειονότητας
από όργανα του κρατικού μηχανισμού καθώς και η άσκηση σχετικών δικαιωμάτων είναι
Permanent Mission of Turkey addressed to the Secretariat of the Human Rights Council, Annex,
Turkey’s Statement on the Mandate of the Independent Expert on Minority Issues, 18 March 2008,
UN Doc. A/HRC/7/G/14, 26 March 2008. Για την επισήμανση σχετικά με την ανάλογη θέση της
Βουλγαρίας και της Ελλάδας, βλ. ΚΟΠΠΑ, ό.π., σ. 32.
144. Βλ. ενδεικτικά PATRICK THORNBERRY, ‘International European Standards on Minority
Rights’, στο HUGH MIALL (επιμ.), Minority Rights in Europe: The Scope for a Transnational Re-
gime, Royal Institute of International Affairs, London, 1994, σ. 15. Βλ., επίσης, και την πολιτικά
ρεαλιστική θέση του ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ ότι «…στην πρακτική των κρατών η ύπαρξη ή όχι μιας μει-
ονότητας εξαρτάται από το εάν τρίτα Κράτη δέχονται ή όχι ότι μια μειονότητα όντως υπάρχει»,
ό.π., σ. 85.
145. “The existence of communities is a question of fact; it is not a question of law.” Βλ. In-
terpretation of the Convention between Greece and Bulgaria Respecting Reciprocal Emigration,
Signed at Neuilly-Sur-Seine on November 27th, 1919 (Question of the "Communities"), Advisory
Opinion No 17, PCIJ, Ser.B, No 17, 1930, σ. 22. Βλ., επίσης, ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Τα Αίτια της
Αντιμειονοτικής Στάσης της Ελλάδας: Ορισμένες Υποθέσεις για Έρευνα», στο Μειονότητες στην Ελ-
λάδα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα, 2004, σ. 54.
146. “The existence of an ethnic, religious or linguistic minority in a given State party does
not depend upon a decision by that State party but requires to be established by objective criteria.”,
UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 5.2. Βλ., επίσης, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ, Αναζητώ-
ντας τα Χαμένα Δικαιώματα στην Ελλάδα - Η Σκοτεινή Πλευρά της Ελληνικής Δημοκρατίας, Αθήνα,
2007, σσ. 178-179.
147. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΟΥΛΗΣ, «Οι Αόρατες Εθνικές Μειονότητες της Ελληνικής Έννομης Τά-
ξης», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΛΥΛΟΣ (επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελ-
ληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σ. 137.
κανονιστικό ζήτημα που επιλύεται από το ισχύον δίκαιο...»148 και «..η αναφορά στην
πραγματικότητα ως πηγή ή κριτήριο αποτελεί γνωσιολογικό εμπόδιο στην έγκυρη και γό-
νιμη συγκρότηση της μειονότητας ως έννοιας και γνωστικού αντικειμένου στις νομικές
προσεγγίσεις του φαινομένου»149. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που δεν υφίσταται
ένας επίσημος, οικουμενικά αποδεκτός ορισμός της μειονότητας στο Διεθνές Δίκαιο150,
ούτε ένας καθορισμός του ελάχιστου αριθμού των μελών που πρέπει αυτή να έχει για να
συγκροτείται και να ορίζεται ως τέτοια151, τα κράτη είναι μεν ελεύθερα, από τη μια, στην
πράξη να αναγνωρίζουν ή όχι την ύπαρξη μιας μειονότητας, από την άλλη, ωστόσο, «το
κάθε κράτος έχει εκ του διεθνούς δικαίου την υποχρέωση να συμπεριφέρεται με «καλή
πίστη», που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αυθαιρετεί στο θέμα αυτό, όταν συντρέχουν αντι-
κειμενικά στοιχεία που δείχνουν την ύπαρξη μιας εθνικής μειονότητας στο έδαφός
του»152. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή από τη δική της πλευρά αντιμετωπίζει με επιφυλα-
κτικότητα τις θέσεις κρατών, όπως π.χ. της Γαλλίας και της Ελλάδας, που δεν αναγνωρί-
ζουν την ύπαρξη μειονοτήτων εντός της επικράτειάς τους (πλην της επίσημα χαρακτηρι-
ζόμενης ως μουσουλμανικής στη δεύτερη περίπτωση), ζητώντας με τη διπλωματική
γλώσσα των Η.Ε. από τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τη στάση τους153.
Ένα άλλο καινοτόμο στοιχείο της προσέγγισης της Επιτροπής είναι η εισαγωγή θε-
μελιώδους υποχρέωσης στα κράτη να αποσπούν την ελεύθερη, προηγούμενη και εν πλήρει
γνώσει συναίνεση των μελών των μειονοτήτων (και όχι των μειονοτήτων καθαυτών), όταν
η διατήρηση των πολιτιστικών πόρων τους, ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με τον τρό-
πο ζωής τους και την πολιτιστική τους έκφραση, τελεί υπό διακινδύνευση. Δεν αποσα-
φηνίζεται, ωστόσο, στο Σχόλιο αν απαιτείται να επιτυγχάνεται η συναίνεση των μειονο-
τικών πολιτών ή απλώς χρειάζεται τα κράτη να επιδιώκουν καλόπιστα την επίτευξη συ-
ναίνεσης, άσχετα αν τελικά η προσπάθεια δεν τελεσφορεί, όπως έχει ερμηνευτεί ότι είναι
το πραγματικό νόημα των ανάλογων σχετικών διατάξεων της Σύμβασης Νο 169 της
Δ.Ο.Ε. για τους αυτόχθονες και φυλετικούς λαούς154. Επιπλέον, η κρατική υποχρέωση
φέρεται να υπάρχει αποκλειστικά απέναντι στα άτομα - μέλη των μειονοτήτων και όχι
στις ίδιες per se, αφορά περιορισμένο πεδίο (όταν τελούν υπό διακινδύνευση οι πολιτι-
σμικοί πόροι), ενώ δεν αποσαφηνίζεται ποιος είναι αρμόδιος να κρίνει πότε θεωρείται
απαραίτητη η ενεργοποίησή της.
Κατά τα λοιπά επισημαίνεται για μια ακόμη φορά η έμφαση που επιδεικνύει η Επι-
τροπή στα κομβικά ζητήματα του ατομικού και συλλογικού αυτοπροσδιορισμού υπό τη
μορφή της ελεύθερης επιλογής του «ανήκειν», της άσκησης των πολιτιστικών πρακτι-
κών, της χρήσης της γλώσσας επιλογής, της ελευθερίας της συνένωσης και της ελευθερί-
ας επιλογής και ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εντάσσοντας, λόγω ακριβώς της ση-
cognition of other ethnic, religious or linguistic minorities which may exist within its territory in
accordance with recognized international standards…”, Concluding Observations of the Committee
on Economic, Social and Cultural Rights: Greece, UN Doc. E/C.12/1/Add. 97, 7 June 2004, παρ.
31. “Although the State party, in its third periodic report to the Human Right Committee
(CCPR/C/76/Add.7, para. 94), has declared that “France is a country in which there are no [ethnic,
religious or linguistic] minorities”, it is obvious that France is characterized by great ethnic and cul-
tural richness”, List of Issues to be Taken Up in Connection with the Consideration of the Second
Periodic Report of France Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the International
Covenant on Economic, Social and Cultural Rights, UN Doc. E/C.12/Q/FRA/1, 18 May 2001, παρ.
28. “The Committee therefore recommends that the State party considers reviewing its position
with regard to the recognition of minorities under the Constitution and recognize officially the need
to protect the cultural diversity of all minority groups under the jurisdiction of the State Party, in
accordance with the provisions of article 15”, Concluding Observations of the Committee on Eco-
nomic, Social and Cultural Rights: France, UN Doc. E/C.12/FRA/CO/3, 9 June 2008, παρ. 50.
154. Βλ. RUSSEL LAWRENCE BARSH, ‘An Advocate’s Guide to the Convention on Indigenous
and Tribal Peoples’, 15 Oklahoma City University Law Review (1990), σσ. 218-219.
μασίας που ενέχουν για την πολιτισμική ετερότητα, την εγγύηση της απόλαυσής τους
στον πυρήνα των θεμελιωδών υποχρεώσεων των κρατών.
Κλείνοντας, η Επιτροπή τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα
μέτρα χωρίς καθυστέρηση για να εγγυηθούν άμεσα τουλάχιστον το ελάχιστο περιεχόμενο
των προαναφερόμενων θεμελιωδών υποχρεώσεων. Μπορεί κάποια από τα μέτρα αυτά,
όπως σημειώνει, να απαιτούν πόρους, είναι ωστόσο βασικά για την εξασφάλιση της
εφαρμογής αυτού του minimum περιεχομένου. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει πως τα
μέτρα αυτά δεν είναι στατικά αλλά τα κράτη είναι υποχρεωμένα να κινηθούν προοδευτι-
κά προς την κατεύθυνση της πλήρους υλοποίησης του άρθρου 15 παρ. 1 (α)155.
ΣΤ. Συμπεράσματα.
Η Επιτροπή, ανταποκρινόμενη στις σχετικές επισημάνσεις και παροτρύνσεις για
την υιοθέτηση εκ μέρους της Γενικού Σχόλιου που να αποσαφηνίζει το κανονιστικό πε-
δίο της διάταξης του άρθρου 15 παρ. 1 (α) Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.156, έρχεται με το Σχόλιό της να
δώσει σάρκα και οστά στο δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή βγάζοντάς το
πλέον από την ιδιότυπη αφάνεια στην οποία τελούσε και καθιστώντας το ίσης αξίας και
σημασίας με τα υπόλοιπα δικαιώματα του Συμφώνου. Συγκεκριμένα, επιχειρεί να καλύ-
ψει με τον πλέον λεπτομερή και κατατοπιστικό τρόπο ένα σημαντικό κενό που υφίστατο
μέχρι πρότινος αναφορικά με την ασάφεια του περιεχομένου του δικαιώματος, της εμβέ-
λειας / έκτασης της προστασίας που αυτό παρέχει, των δικαιούχων - υποκειμένων της
διάταξης, της φύσης των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει και των κρατικών υποχρεώσεων
που εγκαθιδρύει για την υλοποίησή της. Ουσιαστικά και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις δια-
στάσεις της διάταξης που άπτονται της μειονοτικής ετερότητας, η Επιτροπή κινείται στο
πνεύμα (στο βαθμό του δυνατού) της σχετικής επισήμανσης ότι «...η διαπραγμάτευση
των νομικών και πολιτικών πτυχών για την διεθνή προστασία των μειονοτήτων απαιτεί
ξεκάθαρους νομικούς ορισμούς των εννοιών, των δικαιούχων των δικαιωμάτων, καθώς
και των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για την εφαρμογή τους»157.
εθνείς Σχέσεις στη Μεταψυχροπολεμική Εποχή – Από τη Γεωπολιτική στη Γεωοικονομία και οι Προ-
κλήσεις του 21ου αιώνα, Αθήνα, 1999, σ. 224.
Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, αλλά και πέρα από
αυτή, π.χ. αναγνώριση ευρείας γκάμας συλλογικών δικαιωμάτων στη Σύμβαση Νο 169
της Δ.Ο.Ε. για τους Αυτόχθονες και Φυλετικούς Λαούς των Ανεξάρτητων Κρατών και
πολύ περισσότερο στη Διακήρυξη των Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Αυτόχθονων Λαών.
Η σημασία του Σχόλιου, βέβαια, δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, αφού, αφενός τα Γε-
νικά Σχόλια που επεξεργάζεται η Επιτροπή δεν είναι νομικώς δεσμευτικά158 και αφετέ-
ρου η απόσταση μεταξύ των θέσεων που υιοθετούν οι διεθνείς επιτροπές επίβλεψης της
εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την ερμηνεία
των διατάξεών τους και της πραγματικότητας της πρακτικής των κρατών είναι συχνά αρ-
κετά μεγάλη159. Από την άλλη, ωστόσο, δεν πρέπει και να υποβαθμίζεται, καθώς μπορεί
μεν οι ερμηνείες των διατάξεων του Συμφώνου στις οποίες προβαίνει η Επιτροπή μέσα
από τα Σχόλια που εκδίδει να μην είναι νομικά δεσμευτικές, φέρουν όμως αναμφίβολα
ένα αξιοσημείωτο ειδικό βάρος160, καθώς εκδίδονται από ένα διεθνές όργανο που συντί-
θεται από διεθνώς αναγνωρισμένους εξειδικευμένους εμπειρογνώμονες και συνακόλουθα
συνιστούν την πιο αυθεντική αποσαφήνιση των διατάξεων του Συμφώνου161. Επιπλέον,
σε ό,τι αφορά την απόσταση που υφίσταται στην πρακτική των περισσοτέρων κρατών
από θέσεις, όπως αυτή της αναγνώρισης συλλογικών δικαιωμάτων στο παρόν Σχόλιο,
υπενθυμίζεται ότι η αναφορά της Επιτροπής του ΔΣΑΠΔ, στο Σχόλιό της για το άρθρο 27,
στην αναγκαιότητα λήψης θετικών μέτρων για την υλοποίηση των δικαιωμάτων που κατο-
χυρώνει, θεωρούνταν πρωτοποριακή την εποχή που αυτό εκδόθηκε και στην καλύτερη πε-
ρίπτωση αποδεκτή με επιφύλαξη από αρκετά κράτη, ενώ σήμερα, στη θεωρία τουλάχιστον,
158. EIBE RIEDEL, ‘The Development of International Law: Alternatives to Treaty Making?
International Organizations and Non - State Actors’, στο RÜDIGER WOLFRUM και VOLKER RÖBEN
(επιμ.), Development of International Law in Treaty Making, Springer, Berlin/Heidelberg/New
York, 2005, σ. 314.
159. Βλ. ASBJØRN EIDE και RIANNE LETSCHERT, ‘Institutional Developments in the United
Nations and at the Regional Level’, 14 International Journal on Minority and Group Rights (2007),
σσ. 327-328, που σημειώνουν με νόημα ότι “[t]he possible impact of minority and indigenous
rights institutions should therefore not be overestimated. They will always remain dependent on the
willingness of governments to make further progress and will have to continue to act while negoti-
ating the borderline of law and politics”.
160. Βλ. MATTHEW C. R. CRAVEN, The International Covenant on Economic, Social and Cul-
tural Rights - A Perspective on its Development, Oxford University Press, 1995, σ. 91.
161. Βλ. HANS MORTEN HAUGEN, ‘General Comment No 17 on “Authors' Rights”’, 10 The
Journal of World Intellectual Property (2007), σ. 55.
σπάνια απαντάται μελέτη που αμφισβητεί την αναγκαιότητα της λήψης θετικών μέτρων με
σκοπό την επίτευξη πραγματικής ισότητας μεταξύ πλειονότητας και μειονότητας162.
Περαιτέρω, η πιθανή σημαντική συμβολή που δύναται να επιτελέσει το Σχόλιο στο
τομέα της αποτελεσματικότερης μειονοτικής προστασίας τελεί σε συνάρτηση και με μια
άλλη πρόσφατη κομβική εξέλιξη στο πλαίσιο του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ., την υιοθέτηση Προαι-
ρετικού Πρωτοκόλλου στο Σύμφωνο που δίνει τη δυνατότητα σε άτομα και ομάδες ατό-
μων να προσφεύγουν στην Επιτροπή επικαλούμενα παραβίαση των διατάξεών του163 και
συνακόλουθα και της υπό εξέταση διάταξης, η οποία σημειωτέον είχε προταθεί ανεπιτυ-
χώς κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες του Πρωτοκόλλου να εξαιρεθεί από την
ομάδα των διατάξεων για τις οποίες θα εγκαθιδρυόταν δικαίωμα προσφυγής164. Βέβαια,
και σε αυτή την περίπτωση οι τυχόν αποφάσεις που ενδέχεται να εκδώσει η Επιτροπή
στο μέλλον αναφορικά με επικαλούμενες από μέλη μειονοτήτων παραβιάσεις του άρ-
θρου 15 παρ. 1 (α) του Συμφώνου δεν θα είναι νομικά δεσμευτικές, αφού η Επιτροπή δεν
(θα) είναι δικαιοδοτικό όργανο, αλλά στην καλύτερη περίπτωση «οιονεί» δικαιοδοτικό,
που σημαίνει ότι οι αποφάσεις της δεν μπορούν να έχουν παρά μόνο μια αυξημένη ηθική
ισχύ, όπως αυτή της Ε.Α.Δ. του Δ.Σ.Α.Π.Δ.165. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται, πάντως,
η πρόσφατη θέση της Ε.Α.Δ. του Δ.Σ.Α.Π.Δ αναφορικά με την υφή της λειτουργίας που
επιτελεί κατά την εξέταση των ατομικών προσφυγών που επιλαμβάνεται δυνάμει του
πρώτου άρθρου του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου ότι, ναι μεν, αυτή δεν είναι ίδια με εκείνη
ενός δικαστικού οργάνου, αλλά εν τούτοις οι αποφάσεις που εκδίδει επί των προσφυγών
παρουσιάζουν ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τις δικαστικές απο-
φάσεις166. Σε κάθε περίπτωση, η συνεκτική, συγκροτημένη, λεπτομερής και πάνω από
όλα πλουραλιστική και προοδευτική ερμηνεία του δικαιώματος της συμμετοχής στην πο-
λιτιστική ζωή από την Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ., που υπερκερά, όπως αναφέρθηκε,
σε ότι αφορά τη μειονοτική διάσταση του δικαιώματος, σε ορισμένα σημεία την ανάλογη
ερμηνεία της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ. για το άρθρο 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ., σε συνάρτηση και
με την υιοθέτηση του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου και τη δυνατότητα της ατομικής και
ομαδικής προσφυγής που αυτό αναγνωρίζει, δύνανται να αναβαθμίσουν ουσιαστικά την
παρεχόμενη προστασία, μεταβάλλοντας προς το θετικότερο τη στάση των κρατών μελών
ειδικότερα προς τα πολιτιστικά δικαιώματα των μειονοτήτων167. Στην κατεύθυνση αυτή
είναι δυνατόν να συμβάλλει γόνιμα και ο επίσης πρόσφατος θεσμός του Ανεξάρτητου
Εμπειρογνώμονα των Η.Ε. στο πεδίο των Πολιτιστικών Δικαιωμάτων που έχει, μεταξύ
των άλλων, ως αποστολή τη συνεργασία με τα κράτη με σκοπό την προώθηση της υιοθέ-
τησης μέτρων σε τοπικό, εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο για την προστασία
των πολιτιστικών δικαιωμάτων168. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτών των εξελίξεων και δη της
ριζοσπαστικά πλουραλιστικής ερμηνείας της Επιτροπής, δεν θα ήταν αβάσιμο να υποτε-
θεί ότι, σε ένα όχι ιδιαίτερα μακρινό μέλλον η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 1 (α) του
Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. θα μπορούσε να καταστεί σε ότι αφορά τη μειονοτική προστασία ισοδύ-
ναμη σε συμβολική και πρακτική αξία με αυτή του 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ., λειτουργώντας «ως
σημαντικό αντίδοτο στη τάση ομογενοποίησης και ισοπέδωσης των διαφορών και της
πολυμορφίας»169.
Αθανάσιος Γιουψάνης
Parties under the Optional Protocol to the International Covenant on Civil and Political Rights’,
Advanced Unedited Version, UN Doc. CCPR/C/GC/33, Nov. 5, 2008, παρ. 11.
167. Βλ. MARINA HADJIOANNOU, ‘The International Human Right to Culture: Reclamation of
the Cultural Identities of Indigenous Peoples under International Law’, 8 Chapman Law Review
(2005), σ. 212.
168. Βλ. UN Doc. A/HRC/RES/10/23, Independent Expert in the Field of Cultural Rights, 26
March 2009, παρ. 9 (c).
169. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘Report of the Eighteenth and
Nineteenth Sessions, (27 April-15 May 1998, 16 November - 4 December 1998)’, Economic and
Social Council, Official Records, 1999, Supplement No 2, UN Doc. E/1999/22-E/C.12/1998/26,
παρ. 483.