Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 28

Εισαγωγή στην Οθωμανική Ιστορία

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ή το Οθωμανικό Κράτος όπως αλλιώς το αποκαλούμε, είχε διάρκεια ζωής
μεγαλύτερη από 600 χρόνια. Δηλαδή χονδρικά από το 1300μ.Χ. ως το 1923. Το σημαντικό στοιχείο που πρέπει
να προσέξουμε είναι ότι η «συνθήκη των Σεβρών» υπογράφεται το 1920 μεταξύ των νικητριών χωρών του Α
Παγκοσμίου Πολέμου (συμπεριλαμβανομένου και της Ελλάδας) και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η
«συνθήκη της Λοζάννης» υπογράφεται μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η διαφορά μεταξύ Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας και Τουρκίας είναι ότι η Αυτοκρατορία είναι ένα πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό κράτος ενώ
η Τουρκία είναι κράτος εθνικό, όπως είναι η Ελλάδα, η Βουλγαρία και όλα τα άλλα κράτη που ιδρύονται τον 19ο
και 20ο αιώνα, αυτό δηλαδή που ονομάζουμε έθνοςκράτος.

Είναι τελείως διαφορετικός κρατικός σχηματισμός η αυτοκρατορία από το έθνοςκράτος. Το έθνοςκράτος


προϋποθέτει να υπάρχει έθνος, σε αντίθεση με την αυτοκρατορία όπου δεν χρειάζεται η ύπαρξη έθνους
π.χ. η Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Οι Αψβούργοι είναι δυναστεία και η αυτοκρατορία τους έχει πρωτεύουσα
την Βιέννη. Η αυτοκρατορία των Αψβούργων παίρνει το όνομά της από την δυναστεία των Αψβούργων.
Παρομοίως και η Οθωμανική Αυτοκρατορία παίρνει το όνομά της από το όνομα του ιδρυτή της Οσμάν ή Οθμάν
κατά τους βυζαντινούς. Οι Οθωμανοί είναι και αυτοί ένα είδος δυναστείας, η δυναστεία του Οσμάν, όπως και
στην περίπτωση των Αψβούργων.

Επίσημη γλώσσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι τα αραβοπερσικά. Το Ισλάμ έχει ως επίσημη γλώσσα
μόνο την Αραβική. Απαγορεύεται να μεταφραστεί το κοράνι σε άλλη γλώσσα. Ο μουσουλμάνος ανεξάρτητα από
την μητρική του γλώσσα όταν προσεύχεται, προσεύχεται στα αραβικά. Οι Τούρκοι δηλαδή όταν προσεύχονται
στο τζαμί, τις προσευχές τους τις λένε στα αραβικά.
Η διαφορά μεταξύ αραβικής και αραβοπερσικής γλώσσας οφείλεται στο εξής: Η περσική γλώσσα είναι
διαφορετική γλώσσα από την αραβική. Οι Πέρσες είχαν πολύ μεγάλη λογοτεχνική παράδοση προγενέστερη του
Ισλάμ και αυτός ο πολιτισμός εξισλαμίζεται περνώντας στο Ισλάμ, διαμορφώνοντας την αραβοπερσική γλώσσα.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είναι εθνικό κράτος, δεν είναι τουρκικό κράτος, με την έννοια που το
κατανοούμε εμείς σήμερα. Όπως αντίστοιχα το Βυζάντιο, δεν ήταν ελληνικό κράτος όπως το κατανοούμε εμείς
σήμερα. Αυτό που στο παρελθόν επιχειρήθηκε να περάσει ότι ήταν «ελληνικό κράτος» ή «ελληνική μεσαιωνική
αυτοκρατορία» είναι τελείως λάθος αντίληψη. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν ήταν «ελληνικό κράτος» με την
έννοια που το κατανοούμε σήμερα παρά το ότι είχε ως επίσημη γλώσσα την ελληνική. Η αυτοκρατορία έχει
τελείως διαφορετικό χαρακτήρα και τελείως διαφορετικό τρόπο οργάνωσης και δημιουργίας.

Την Οθωμανική Αυτοκρατορία λοιπόν την δημιούργησε ο Οσμάν και τελειώνει το 1923 όταν καταργήθηκε
επίσημα από τον Κεμάλ το σουλτανάτο και το χαλιφάτο. Δηλαδή καταργήθηκε και ο θεσμός του Σουλτάνου το
1923 αλλά και του Χαλίφη ένα χρόνο μετά. Ο Χαλίφης είναι ο θρησκευτικός ηγέτης των μουσουλμάνων που
θεωρητικά κατάγεται από τον Μωάμεθ, τον ιδρυτή της θρησκείας. Οι Σουλτάνοι σε κάποια χρονική στιγμή,

1
όπως θα δούμε και σε επόμενα μαθήματα, έπαιρναν και τον τίτλο του χαλίφη. Έτσι αυτοί οι δύο θεσμοί
καταργούνται επίσημα με πράξη στην μεγάλη τουρκική εθνοσυνέλευση, πρώτα οι Σουλτάνοι το 1923, ενώ το
1924, χάνουν επίσημα και τον τίτλο του χαλίφη. Το 1923 ιδρύεται ένα νέο κράτος το οποίο δεν ονομάστηκε
Τουρκία αλλά Τουρκική Δημοκρατία και αυτό συμβαίνει διότι έπρεπε να τονιστεί ότι το νέο κράτος ήταν
δημοκρατία, σε αντίθεση με την προϋπάρχουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Τουρκική Δημοκρατία λοιπόν
ιδρύεται από μια μεγάλη προσωπικότητα, τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.

Εμείς ως Έλληνες, γιατί πρέπει να μελετήσουμε την ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας;
Όπως βλέπουμε και στον χάρτη (βλέπε eclass) η περιοχή των Βαλκανίων, με τα πολλά έθνη κράτη, ουσιαστικά
διαμορφώθηκε έτσι τον 20ο αιώνα. Πιο πριν, στην περιοχή υπήρχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δηλαδή ο
σημερινός χάρτης είναι αποτέλεσμα των τελευταίων 150 χρόνων. Στον χώρο σήμερα που υπάρχουν πολλά
έθνηκράτη υπήρχε ένα τεράστιο «κράτος» που ονομαζόταν Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μπορούμε μήπως να
παραβλέψουμε το γεγονός ότι οι βαλκανικοί λαοί για περισσότερο από 500 χρόνια ήταν υπήκοοι του Σουλτάνου;
Είναι δυνατό αυτοί οι λαοί να μην επηρεαστήκανε; Μπορείς να ζεις 500 χρόνια με κάποιον και να μην
επηρεαστείς;

Παράδειγμα είναι το τζαμί. Οι γυναίκες δεν πηγαίνουν στο τζαμί, προσεύχονται στο σπίτι. Είναι σπάνιες οι
περιπτώσεις που οι γυναίκες πηγαίνουν στο τζαμί. Φυσικά δεν απαγορεύεται για μια γυναίκα να επισκεφτεί το
τζαμί. Αν παρατηρήσουμε την υπόδηση λοιπόν των Μουσουλμάνων θα προσέξουμε ότι τόσο οι γυναίκες φορούν
παπούτσια που μοιάζουν με παντόφλες αλλά και οι άνδρες έχουν πατήσει το πίσω μέρος του παπουτσιού
τους. Αυτό φυσικά για την περίπτωση των ανδρών συμβαίνει διότι εντός του τζαμιού πρέπει να βγάλουν τα
παπούτσια τους. Αλλά τι γίνεται με την περίπτωση των γυναικών; Από την στιγμή που δεν επισκέπτονται το
τζαμί γιατί τα υποδήματά τους να μοιάζουν με παντόφλες; Αυτό λοιπόν γίνεται για δύο λόγους, τόσο στους
άνδρες όσο και στις γυναίκες. Πρόκειται για μια συνήθεια που είχαμε και εμείς οι έλληνες παλαιότερα. Όταν
επισκέπτεσαι ένα σπίτι δεν μπαίνεις ποτέ με τα παπούτσια. Ιδίως το χειμώνα, που τα σπίτια είναι στρωμένα με τα
χαλιά, κουρελούδες κ.τ.λ. Δεν μπαίνεις με τα παπούτσια μέσα στο σπίτι, διότι είναι λερωμένα από το δρόμο. Κάτι
που είναι απολύτως σωστό. Επομένως έχουμε να κάνουμε με μια συνήθεια που την έχουν υιοθετήσει και πολλοί
χριστιανοί.

Επανερχόμενοι λοιπόν στο θέμα μας, όσον αφορά την επίσκεψη των γυναικών στο τζαμί: Οι γυναίκες μπορούν
να επισκεφτούν το τζαμί για παράδειγμα στις μεγάλες γιορτές. Όμως ποτέ δεν μπαίνουν εκεί που μπαίνουν οι
άνδρες. Οι άνδρες μπαίνουν στον κεντρικό χώρο του τζαμιού ενώ οι γυναίκες μπαίνουν στο πίσω μέρος. Ο χώρος
των ανδρών και ο χώρος των γυναικών χωρίζεται από ένα καφασωτό (μοιάζει με δίχτυ, πλεκτό, που δεν επιτρέπει
τις γυναίκες να βλέπουν καλά το χώρο των ανδρών). Επίσης, οι γυναίκες μπαίνουν στο τζαμί από διαφορετική
είσοδο από αυτή όπου μπαίνουν οι άνδρες.
Η ίδια συνήθεια αυτή του καφασωτού παρατηρήθηκε και σε αρκετές χριστιανικές εκκλησίες. Χαρακτηριστικό
είναι το παράδειγμα μιας εκκλησίας σε ένα ορεινό χωριό της Ευρυτανίας. Η εκκλησία ήταν κτισμένη το 1784. Ο
ναός ήταν Τρίκλητου Βασιλικού ρυθμού και είχε δύο εισόδους, εκ των οποίων η μικρή είσοδος προοριζόταν για
τις γυναίκες. Επίσης, η εκκλησία στο πίσω μέρος είχε καφασωτό που χώριζε τον χώρο των ανδρών από αυτό των

2
γυναικών. Ο γυναικωνίτης βρισκόταν στο πίσω μέρος πίσω από το καφασωτό. Η έρευνα έδειξε πως όσες
εκκλησίες κτίστηκαν τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν καφασωτό. Υπάρχουν πάρα πολλές
παρόμοιες εκκλησίες, δύο τέτοιες εκκλησίες υπάρχουν και στην ευρύτερη περιοχή μας, στο Σουφλί, του οποίου ο
γυναικωνίτης είχε καφασωτό το οποίο έπειτα ξηλώθηκε.

Όταν μιλάμε λοιπόν για επιρροή, είναι σε πάρα πολλά πράγματα της καθημερινής μας ζωής και όχι μόνο. Έτσι
λοιπόν ο βαλκανικός χώρος μέσα στον οποίο ιδρύθηκαν όλα αυτά τα έθνηκράτη, μεταξύ των οποίων και η
Ελλάδα, ανήκανε για περισσότερα από 500 χρόνια σε μια πολυεθνική και πολυφυλετική Αυτοκρατορία. Για αυτό
είναι σημαντικό η μελέτη της ιστορίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διότι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα
αποτελούσαμε κι εμείς μέρος αυτής.

Στο σημείο αυτό ας εξετάσουμε λίγο την χρονική περίοδο λίγο πριν το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και
την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, περισσότερο για να μην δημιουργείται σύγχυση με την διαδοχή των
γεγονότων. Θυμίζουμε για παράδειγμα πως το 1830, το Ελληνικό Κράτος περιελάμβανε μόνο τις περιοχές της
Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας, της Εύβοιας και των Κυκλάδων. Η δυτική Θράκη ενσωματώθηκε στην
Ελλάδα με την «συνθήκη των Σεβρών» το 1920. Η Θράκη είναι ένας ευρύτερος γεωγραφικός χώρος που μοιάζει
με τραπέζιο: αρχίζοντας από την περιοχή του Αιγαίου Πελάγους, εκτείνεται μέχρι τα Βαλκάνια Όροι ή αλλιώς
Οροσειρά του Αίμου, ενώ κατά μήκος αντίστοιχα από τον Νέστο μέχρι την Μαύρη Θάλασσα και τη δυτική
Ροδόπη. Αυτός ο χώρος έγινε τρία κομμάτια εκ των οποίων το μεγαλύτερο κομμάτι το πήρε η Βουλγαρία, ένα
κομμάτι επίσης μεγάλο το πήρε η Τουρκία και το μικρότερο κομμάτι το πήρε η Ελλάδα. Η δυτική Θράκη, το
ελληνικό κομμάτι, το 1913 προσαρτήθηκε στη Βουλγαρία. Αντίθετα η ανατολική Θράκη ανήκε στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία.

Το 1919 η Βουλγαρία επειδή ηττήθηκε στο Α Παγκόσμιο Πόλεμο, εγκατέλειψε την δυτική Θράκη δίνοντάς την
στους Συμμάχους και οι Σύμμαχοι με την σειρά τους, το παρέδωσαν στην Ελλάδα. Αλλά παρέδωσαν το κομμάτι
που ανήκε στην Βουλγαρία. Και το παρέδωσαν με την «μικρή Συνθήκη των Σεβρών». Ήταν μια Συνθήκη που
έγινε μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας και Μεγάλων Δυνάμεων. Όχι μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διότι
δεν είχε δικαιώματα στην περιοχή της δυτικής Θράκης. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1913 την είχε
παραχωρήσει επίσημα στην Βουλγαρία.

Επομένως, τη δυτική Θράκη η Ελλάδα την πήρε από την Βουλγαρία μέσω των Συμμάχων και όχι από την
Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όσον αφορά την ανατολική Θράκη η Ελλάδα την πήρε το 1920 από την Οθωμανική
Αυτοκρατορία με την λεγόμενη «Μεγάλη Συνθήκη των Σεβρών». Όταν το 1922 η Ελλάδα ηττήθηκε στον πόλεμο
στην Μικρά Ασία, ο Κεμάλ και το κράτος του απέτισαν να τους παραδώσουν οι Έλληνες την ανατολική Θράκη.
Την ανατολική Θράκη την απαίτησε ο Κεμάλ, διότι την είχε παραχωρήσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία στην
Ελλάδα, για αυτό την απαίτησε να της επιστραφεί. Και η Ελλάδα την παρέδωσε γιατί έχασε τον πόλεμο. Ο Κεμάλ
δεν ζήτησε την δυτική Θράκη γιατί δεν είχε κυριαρχικά δικαιώματα εφόσον την είχε παραχωρήσει στην
Βουλγαρία. Ο Κεμάλ είχε δηλώσει ότι ήθελε να καταργήσει την Συνθήκη των Σεβρών. Και το σεβάστηκε αυτό,

3
διότι υπήρχαν τούρκοι εθνικιστές που τον πίεζαν να προσαρτήσει και την δυτική Θράκη λόγω της παρουσίας των
μουσουλμάνων. Και έτσι τα σύνορα παρέμειναν στον Έβρο.

Με την συνθήκη, λοιπόν, της Λοζάννης δεν παραχωρήθηκε η Θράκη στην Ελλάδα. Έγινε κάτι πολύ πιο
σημαντικό. Αναγνωρίστηκαν τα σύνορα στον Έβρο καθώς επίσης, η Τουρκία αναγνώρισε για πρώτη φορά την
Ελληνική Κυριαρχία στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, εκτός από την Ίμβρο και την Τένεδο. Πριν από την
Συνθήκη της Λοζάννης όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου που τα είχε καταλάβει το ελληνικό ναυτικό, η
Τουρκία δεν τα αναγνώριζε ως ελληνικά εδάφη. Τα αναγνώρισε με την Συνθήκη της Λοζάννης. Και αυτό ήταν το
μεγάλο επίτευγμα του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Για να προσπαθήσουμε λοιπόν, να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο, γύρω στο 1700μ.Χ. και να να σκεφτούμε σαν τον
άνθρωπο της εποχής εκείνης. Ποιο είναι το στοιχείο που τον προσδιορίζει; Σήμερα ποιο είναι το στοιχείο που
προσδιορίζει έναν άνθρωπο; Πως αυτόπροσδιοριζόμαστε;
Όταν μας ρωτάνε τι είσαι εμείς απαντούμε έλληνας. Άρα το στοιχείο που μας προσδιορίζει είναι η εθνικότητα.
Εκείνα τα χρόνια το στοιχείο που προσδιόριζε τους ανθρώπους ήταν η θρησκεία. Όταν τους ρώταγε κάποιος τι
είσαι έλεγε χριστιανός ειμί. Όταν έλεγε όμως χριστιανός εννοούσε ορθόδοξος χριστιανός. Και ας σκεφτούμε,
ποιος ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός για τον ορθόδοξο; Ο Οθωμανός ή ο Καθολικός; Φυσικά και ήταν ο Πάπας. Οι
Βενετοί ήταν Καθολικοί χριστιανοί. Για αυτό και η απάντηση ήταν αυτονόητη: προτιμούμε τους Οθωμανούς οι
οποίοι κατοχυρώνουν την ελευθερία ως προς την άσκηση της λατρείας.
Εμείς όλη αυτή την μεγάλη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την ονομάζουμε Τουρκοκρατία. Ο όρος
αυτός καθιερώθηκε τον 19ο αιώνα. Σήμερα αυτός ο όρος σταδιακά μπαίνει στο περιθώριο. Σήμερα
χρησιμοποιούμε τον όρο Οθωμανική Εποχή ή Εποχή της Οθωμανικής Κυριαρχίας.

Επιγραμματικά λοιπόν, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν από τις μεγαλύτερες σε έκταση αλλά και
μακροβιότερες μαζί με την Αυτοκρατορία των Αψβούργων στην νεότερη ιστορία. Επομένως μιλάμε για ένα
«κράτος» πάρα πολύ μεγάλο (βλέπε χάρτη eclass). Χαρακτηριστικό είναι ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία στα
χρόνια της ακμής της καταλάμβανε τα 2/3 των χωρών που βρέχονταν από την Μεσόγειο. Από το Γιβραλτάρ
μέχρι έξω από την Βιέννη. Η Ευρώπη δηλαδή μπροστά της ήταν ένα τίποτα. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε
είναι ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι το τελευταίο χρονολογικά «κράτος» που μας συνδέει με την
αρχαιότητα. Στην ουσία είναι η τελευταία αυτοκρατορία που έχει την μορφή που είχαν οι αυτοκρατορίες στην
αρχαιότητα (στη Μέση Ανατολή). Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό, όπως επίσης και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία
μέχρι το 1204 είναι η τελευταία αρχαία αυτοκρατορία (του δυτικού πολιτισμού). Πως την ονόμαζαν οι βυζαντινοί
την αυτοκρατορία τους; Την ονόμαζαν Res Publica Romana δηλαδή Ρωμαίων Πολιτεία. Το Res Publica σήμερα
στα ελληνικά σημαίνει δημοκρατία. Από τον 10 αιώνα και μετά όμως χρησιμοποιούν τον όρο Ρωμανία. Δηλαδή
είναι πάρα πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι βυζαντινοί δεν χρησιμοποιούν τον όρο Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για
την αυτοκρατορία τους αλλά Ρωμαίων Πολιτεία.

Για να επανέλθουμε, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι η τελευταία «σύγχρονη» για εμάς αυτοκρατορία που μας
συνδέει με την αρχαιότητα. Επίσης κάτι που δεν πρέπει να ξεχνούμε είναι ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία

4
διαδέχτηκε το Βυζάντιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι οι Σουλτάνοι θεωρούσαν τον εαυτό τους διάδοχο
των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων. Ο Σουλεϊμάν μέσα στους τίτλους έφερε και αυτόν του Καίσαρος των Ρωμαίων.

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε αντίθεση με την Ευρώπη είχε μια ελευθερία ως προς την διαφορετικότητα στη
θρησκευτικότητα των υπηκόων της. Την ίδια εποχή όπου οι Σουλτάνοι επιδείκνυαν ανοχή στις άλλες θρησκείες,
στην Ευρώπη επικρατούσε ένα χάος, όποιος δεν ήταν χριστιανός τον καίγανε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όταν
οι δυνάμεις της Ισαβέλλας αναδημιούργησαν το Ισπανικό βασίλειο το 1492 καταλαμβάνοντας το τελευταίο
Αραβικό κρατίδιο της Γρανάδας, έβγαλαν ένα διάταγμα και είπαν «ή θα γίνεται όλοι καθολικοί ή θα φύγετε από
την Ισπανία». Στην Γρανάδα τότε ζούσαν εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνοι και εβραίοι. Πολλοί
εκχριστιανίσθηκαν αναγκαστικά, αλλά υπήρξαν και πολλοί εβραίοι που ζήτησαν την άδεια του Σουλτάνου και
ήρθαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μάλιστα ένας αρκετά μεγάλος αριθμός εξ αυτών εγκαταστάθηκε στην
Θεσσαλονίκη. Και μάλιστα ο Σουλτάνος τους παραχώρησε και προνόμια. Και έτσι σε όλες τις μεγάλες πόλεις της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εγκαταστάθηκαν δεκάδες χιλιάδες εβραίοι. Φυσικά και δεν ισχύει λοιπόν ότι η
Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν σκληρή απέναντι στους αλλόθρησκους· ίσχυε ακριβώς το αντίθετο (στο σημείο
αυτό έγινε μια αναφορά στην φυλετική σύνθεση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης την περίοδο της
απελευθέρωσης αυτής από τους Έλληνες κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, προκειμένου να δούμε
πόσο μεγάλο ποσοστό των κατοίκων της ήταν εβραίοι και πως άλλαξαν τα δεδομένα της σύνθεσης μετά το 1922,
με την έλευση των ελλήνων μέσω της ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ ΕλλάδαςΤουρκίας).

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι ο γεωγραφικός χώρος όπου βρισκόταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν
τόσο μεγάλης σημασίας όπου ακόμη και σήμερα μιλούμε, για τον χώρο όπου βρίσκεται η σημερινή Τουρκία, για
τη γεωστρατηγική του σημασία. Για αυτό, όσο και αν μας φανεί υπερβολή, οι Οθωμανοί επηρέασαν όλους τους
ευρωπαϊκούς λαούς. Μικρά παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε το λουλούδι τουλίπα ή τον καφέ.
Και κάτι που ίσως οι περισσότεροι από εμάς δεν το γνωρίζαμε, είναι τα κρουστά, όργανα μουσικής τα οποία
αρχικώς χρησιμοποιήθηκαν στις στρατιωτικές μπάντες των γενιτσάρων.

Αυτό που πρέπει λοιπόν ως φοιτητές ιστορίας εθνολογίας είναι να μην βλέπουμε με προκατάληψη την περίοδο
της Οθωμανικής Κατάκτησης. Και φυσικά ως ιστορικοί να μην απαξιώνουμε κάποιες ιστορικές περιόδους. Ο
ιστορικός πρέπει να χαρακτηρίζεται από κριτικό πνεύμα και από πνεύμα συμπάθειας. Θα πρέπει να βλέπουμε
δηλαδή με συμπάθεια το παρελθόν και το γεγονός ότι ήταν άνθρωποι. Και κυρίως δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο
ρόλος του ιστορικού είναι να ερευνά το παρελθόν, όχι να το δικάζει. Επομένως, αν θέλουμε να κατανοήσουμε
την περίοδο της Οθωμανικής Κατάκτησης πρέπει να την δούμε ριζοσπαστικά. Αλλιώς δεν υπάρχει πιθανότητα να
την κατανοήσουμε. Όλες οι εποχές πρέπει να γνωρίζουμε πως έχουν και τα θετικά τους αλλά και τα αρνητικά
τους. Εμείς κυρίως εξαιτίας των ελληνοτουρκικών διαφορών που προέκυψαν μετά το 1974, αντιμετωπίζουμε
προκατειλημμένα αυτή την περίοδο της ιστορίας μας. Ένας ιστορικός όμως δεν μπορεί να λειτουργεί με το
συναίσθημα. Η ιστορία ως επιστήμη λειτουργεί με βάση την λογική του ανθρώπου και όχι με το συναίσθημα.
Ειδάλλως η διδασκαλία της ιστορίας μετατρέπεται σε όργανο προπαγάνδας. Είναι απολύτως λάθος ότι μέσω της
ιστορίας καλλιεργούμε άλλα πράγματα.

5
Έτσι λοιπόν πρέπει να παραδεχτούμε πως, από την στιγμή που η ιστορία είναι μια επιστήμη, αυτό σημαίνει, πως
εφόσον παραδεχόμαστε παράλληλα πως η επιστήμη βασίζεται στην λογική σκέψη και όχι για παράδειγμα στην
πίστη μας, άρα και η ιστορία βασίζεται στην λογική σκέψη και όχι στην πίστη. Είναι ξεκάθαρο το γεγονός ότι η
Ιστορία ως επιστήμη βασίζεται στην λογική του ανθρώπου. Όταν ένας έλληνας για παράδειγμα εξετάζει την
σφαγή της Χίου, είναι δύσκολο με την λογική του να αποδεχτεί την σφαγή στην Χίο, αλλά αντιμετωπίζει
διαφορετικά για παράδειγμα την σφαγή της Τριπολιτσάς.
Επομένως η πίστη, το συναίσθημα, πρέπει να απουσιάζουν από έναν μελετητή της ιστορίας, έναν ιστορικό
ερευνητή. Ο ιστορικός ερευνητής λοιπόν πρέπει να προσεγγίζει τέτοια ζητήματα καθαρά με την λογική του.

Βέβαια ένα από τα ζητήματα που θα έπρεπε να δώσουμε περισσότερη προσοχή στο παρόν μάθημα έχει να κάνει
με τις πηγές. Ως γνωστό, η επιστήμη είναι γνώση, κάτι δηλαδή που γνωρίζουμε πολύ καλά. Κάθε επιστήμη έχει
τις δικές της μεθόδους και τα δικά της εργαλεία. Ο άνθρωπος δεν γεννιέται με την γνώση, κατακτά την γνώση
στην πορεία της ζωής του με την έρευνα. Η επιστήμη λοιπόν είναι η έρευνα που μας οδηγεί στην γνώση. Δεν
υπάρχει επιστήμη που να μην έχει τις δικές της μεθόδους και τα δικά της εργαλεία. Αυτός είναι και ο σκοπός του
Πανεπιστημίου, η διεξαγωγή της έρευνας, όχι η αποστήθιση γνώσεων. Τα εργαλεία ενός ιστορικού είναι οι πηγές
που τις χωρίζουμε σε δυο κατηγορίες, τις πρωτογενείς και τις δευτερογενείς. Και μετά για την ερμηνεία των
πηγών ο εκάστοτε ιστορικός χρησιμοποιεί κάποια μέθοδο. Γνωστές μέθοδοι για παράδειγμα είναι η μαρξιστική
και η θετικιστική. Επομένως για να μελετήσουμε την Οθωμανική Ιστορία χρειαζόμαστε πηγές. Επίσης ένα
στοιχείο αφορά την γλώσσα των πηγών. Η γλώσσα των Οθωμανών είναι τα οσμανλίδικα ή παλαιοτουρκικά στα
ελληνικά. Αυτή η γλώσσα δεν έχει σχέση με τα σημερινά τουρκικά. Ένας σημερινός τούρκος δεν μπορεί να
διαβάσει τις πηγές της Οθωμανικής Εποχής. Αυτό συμβαίνει επειδή είναι γραμμένες με το παλαιό αραβικό
αλφάβητο. Πολλοί λίγοι τούρκοι σήμερα μπορούν να διαβάσουν τα οσμανλίδικα, τα οποία γραφόντουσαν όπως
και τα αραβικά από τα δεξιά προς τα αριστερά. Από την άλλη πλευρά ένας άραβας μπορεί να διαβάσει τα
οσμανλίδικα αλλά δεν μπορεί να τα κατανοήσει. Όπως ήδη έχουμε αναφέρει ο Κεμάλ ήταν αυτός ο οποίος
καθιέρωσε το λατινικό αλφάβητο στην Τουρκία το 1928. Στην Οθωμανική Εποχή υπήρχε η επίσημη γλώσσα του
κράτους, της καγκελαρίας, αλλά υπήρχε και η γλώσσα η καθομιλουμένη. Όπως και σήμερα στην χώρα μας
υπάρχει η επίσημη γλώσσα και η γλώσσα που ομιλεί ο κόσμος με τις διάφορες κατά τόπους διαλέκτους.

Για να ολοκληρώσουμε το σημερινό μάθημα πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι Οθωμανοί χρησιμοποιούν το Έτος
Εγίρας, δηλαδή το αραβικό ημερολόγιο, ακόμη και σήμερα. Αυτό φυσικά συμβαίνει επειδή είναι μουσουλμάνοι
στο θρήσκευμα. Τα ημερολογιακά συστήματα είναι επηρεασμένα από την θρησκεία. Παράδειγμα οι δικές μας
ημερομηνίες. Όταν λέμε για παράδειγμα 2014 αυτό που παραλείπουμε να πούμε είναι 2014 μετά Χριστόν.
Δηλαδή θέτουμε ως αφετηρία την γέννηση του Χριστού. Μολονότι σήμερα πιστεύεται από τους ιστορικούς ότι ο
Χριστός γεννήθηκε περίπου το 3 π.Χ. Και πως είναι δυνατό, θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, οι ιστορικοί να
μιλούν για τον Ιησού; Φυσικά ως προς την ιστορικότητα του Ιησού οι πληροφορίες που έχουμε προέρχονται από
το έργο του εβραϊκής καταγωγής ρωμαίο ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο, ο οποίος στο έργο του Αρχαιολογία αναφέρει
ότι άκουσε για τον Ιησού. Φυσικά και δεν είναι βέβαιο αν έζησε ή όχι ο Ιησούς. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ήταν
ιστορικό πρόσωπο θα πρέπει να γεννήθηκε το 3π.Χ. Επειδή μιλάμε για την επιστήμη της Ιστορίας, ένας ιστορικός

6
ως επιστήμων δεν μπορεί να διαβεβαιώσει αν ο Ιησούς ήταν πραγματικό πρόσωπο στην Ιστορία. Δεν έχει τις
πηγές εκείνες ώστε να καταλήξει με ασφάλεια, όπως παράδειγμα για τον Περικλή, ότι πράγματι ο Ιησούς υπήρξε.

Είναι ένα καλό θέμα διότι ως ιστορικοί δεν πρέπει να μπερδεύουμε την πίστη με την επιστήμη της ιστορίας. Το
αν θέλει κάποιος να πιστεύει είναι δικό του θέμα καθαρά. Τώρα ως προς το έτος Εγίρας. Είναι πάρα πολύ
σημαντικό να καταλάβουμε γιατί κάθε πολιτισμός έχει το δικό του ημερολόγιο. Μπορείτε να φανταστείτε έναν
μουσουλμάνο να λέει ότι ζούμε στο έτος 2014 μετά Χριστό; Ο Χριστός για τους μουσουλμάνους είναι ένας
ελάσσων προφήτης. Είναι πάρα πολύ άσχημο να επιβάλεις στον άλλον το ημερολόγιο διότι είναι σαν να επιβάλεις
στον άλλον ένα κομμάτι της δικής σου θρησκείας. Πως θα μας φαινόταν αν για παράδειγμα, για μας τους
χριστιανούς, αν μας επιβαλλόταν να μετρούμε την ημερομηνία σε έτος Εγίρας, να λέγαμε δηλαδή ότι ζούμε
σήμερα το 1453 έτος Εγίρας, δηλαδή 1453 έτη αφού ο Μωάμεθ αναχώρησε από τη Μέκκα για τη Μεδίνα.
Χονδρικά αυτό που πρέπει να ξέρουμε λοιπόν για να επανέλθουμε στο θέμα είναι ότι το έτος Εγίρας έχει περίπου
620 χρόνια διαφορά από το δικό μας.

Επίσης σημαντικό είναι να γνωρίζουμε ότι το έτος Εγίρας είναι σεληνιακό ημερολόγιο, δηλαδή οι μήνες
υπολογίζονται με την σελήνη. Βασίζονται στο κύκλο της σελήνης· από την νέα σελήνη μέχρι να σβήσει είναι
ένας μήνας. Για αυτό ακριβώς και η ημισέληνος στο Ισλάμ βρίσκεται σε όλα τα τζαμιά. Η ημισέληνος είναι
σύμβολο που ανήκει στο Ισλάμ και αναφέρεται στο ισλαμικό ημερολόγιο. Ως σύμβολο εκ των υστέρων
υιοθετήθηκε και από τους Τούρκους και η ημισέληνος έγινε εθνικό τους σύμβολο. Για αυτό και όλα τα
μουσουλμανικά κράτη έχουν την ημισέληνο στις σημαίες τους. Και επιπλέον αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε
είναι ότι το πράσινο είναι το χρώμα του Προφήτη και θεωρείται ιερό χρώμα για τους μουσουλμάνους. Στην
εποχή των Οθωμανών δεν μπορούσε να το χρησιμοποιήσει ένας μη μουσουλμάνος, απαγορευόταν τα ρούχα του
να είχαν το πράσινο χρώμα. Για αυτό τον λόγο και η σημαία της Σαουδικής Αραβίας, που είναι η χώρα που
είναι η καρδιά του Ισλάμ, είναι πράσινη και φέρει ένα απόσπασμα του κορανίου.

Επιπρόσθετα, αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι οι μουσουλμάνοι ξεκινούν να μετρούν τις ημέρες από την
Παρασκευή. Όπως και εμείς παρομοίως ξεκινούμε από την Κυριακή, όπου ως λέξη προέρχεται από την λέξη
Κύριος, δηλαδή Θεός, έτσι και οι μουσουλμάνοι έχουν την Παρασκευή ως κύρια ημέρα και ξεκινούν την
μέτρηση της εβδομάδας από αυτή. Η Παρασκευή λοιπόν για τους μουσουλμάνους είναι ημέρα αργίας
και ο μουσουλμάνος κλείνει το μαγαζί του προκειμένου να προσευχηθεί. Μετά την προσευχή δεν έχει κανένα
πρόβλημα να το ανοίξει και πάλι. Τέλος, πρέπει να γνωρίζουμε πως όλα τα τζαμιά είναι προσανατολισμένα προς
την Μέκκα. Το τζαμί εδώ στην Κομοτηνή π.χ. βλέπει ΝΑ ενώ τα τζαμιά για παράδειγμα της Ινδίας είναι
στραμμένα στην Δύση. Όλα αυτά είναι θέματα που πρέπει να γνωρίζουμε, πόσο μάλλον εμείς εδώ στην
Κομοτηνή όπου ζούμε μαζί με αυτούς τους ανθρώπους.

Έχουμε τέσσερις κατηγορίες εγγράφων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που για εμάς σήμερα έχουν μεγάλη
σημασία: τα φιρμάνια που είναι οι αποφάσεις του σουλτάνου, οι δικαστικές αποφάσεις, τα φορολογικά κατάστιχα

7
και τα κτηματολογικά κατάστιχα. Ως προς την σπουδαιότητά τους, ακόμη και σήμερα στην Θεσσαλονίκη
σώζεται στο Μουσείο Μακεδονίας ένας τεράστιος αριθμός Οθωμανικών κτηματολογικών κατάστιχων
στα οποία ανατρέχουν οι σημερινοί άνθρωποι για να καθορίσουν τα σύνορα των αγρών και των οικοπέδων τους.
Πηγαίνουν στο Αρχείο, βρίσκουν την μερίδα τους στο Οθωμανικό Κτηματολογικό Κατάστιχο, το μεταφράζουν
και με βάση αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει τα σύνορα των οικοπέδων τους. Εδώ στην Κομοτηνή,
επίσης, στην Μουφτεία σώζονται δικαστικές αποφάσεις από τον 15ο αιώνα. Γιατί είναι εξαιρετική πηγή τα
δικαστικά κατάστιχα; Διότι μέσα βρίσκουμε διάφορες προσωπικές υποθέσεις όπως για παράδειγμα ζητήματα
διαζυγίων, μεταβίβασης περιουσίας κ.α.

Στην Τουρκία υπάρχουν εκατομμύρια έγγραφα. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ανάμεσα στα Οθωμανικά Έγγραφα
συμπεριλαμβάνονται τα Οθωμανικά Αρχεία της Πρωθυπουργίας, τα αρχεία του Μουσείου του Τοπ Καπί, το
Αρχείο της Γενικής Διεύθυνσης Κτηματολογίου (πρόκειται για ένα εκπληκτικό αρχείο η καταγραφή του
οποίου ξεκινά από τον 15ο αιώνα σκεφτείτε η Ελλάδα ακόμη και σήμερα δεν έχει αποκτήσει κτηματολόγιο).
Έχουμε επίσης τα Βακούφια, που είναι ιερά καθιδρύματα, δηλαδή κάποιοι πρόσφεραν την περιουσία τους σε
ιδρύματα προκειμένου τα ιδρύματα αυτά να έχουν έσοδα.
Υπάρχει μια δημόσια υπηρεσία στην Ελλάδα που ονομάζεται Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.). Τα κεντρικά
τους βρίσκονται στην Αθήνα και σε κάθε πρωτεύουσα νομού υπάρχει κι ένα παράρτημα (όπως κι εδώ στην
Κομοτηνή). Το Ιστορικό Αρχείο της Μακεδονίας έχει έναν τεράστιο αριθμό οθωμανικών εγγράφων και μάλιστα
πάρα πολύ σημαντικών. Περιέχει ιεροδικαστικά αρχεία, δικαστικά αρχεία της εποχής του Τανζιμάτ,
κτηματολογικά και φορολογικά κατάστιχα. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό και πλούσιο αρχείο με λιγοστούς
ανθρώπους που μπορούν να δουλέψουν επάνω σε αυτές τις πηγές, διότι όπως ήδη έχουμε πει όλα τα Οθωμανικά
έγγραφα είναι γραμμένα στην οσμανλίδικη γραφή. Επίσης ένα από τα σημαντικότερα αρχεία φυλάσσονται
στο Μόνιμο Τοπικό Ιστορικό Αρχείο της Κοζάνης. Επίσης σημαντικά είναι αυτά του Ηρακλείου Κρήτης και της
Βέροιας, μέρος των οποίων έχουν δημοσιευτεί και στα ελληνικά. Να σημειώσουμε πως τόσο οι Οθωμανοί όσο
και οι Βενετοί, κάθε φορά που αποχωρούσαν από μία περιοχή, έπαιρναν μαζί τους και τα αρχεία τους. Αυτό μας
κάνει να σκεφτούμε για το τι αντίληψη είχαν περί κράτους και μιλάμε για τον 15ο και 16ο αιώνα. Θεωρούσαν ότι
το Αρχείο ήταν κομμάτι δικό τους. Οι Βενετοί για παράδειγμα είχαν την Κρήτη ως το 1669. Όταν οι Οθωμανοί
μετά από πολιορκία είκοσι ετών (του Χάντακα) ανάγκασαν τους Βενετούς να συνθηκολογήσουν και να
αποχωρήσουν από το Ηράκλειο, η μόνη συμφωνία που έκαναν οι Βενετοί πριν φύγουν ήταν να πάρουν μαζί τους
το Αρχείο.
Αντί να γεμίσουν τα καράβια τους με ότι πολύτιμο είχαν ζήτησαν να πάρουν μαζί τους το Αρχείο του Κράτους
τους. Ήταν πολύ υψηλή η αντίληψη των Βενετών για το Κράτος τους, για την εποχή εκείνη. Χάρις αυτό το
γεγονός έχουν σωθεί στην Βενετία όλα τα αρχεία της Κρήτης και για εκατοντάδες χρόνια οι μελετητές θα
μπορούν να μελετούν επάνω στα αρχεία της Κρήτης. Το ίδιο έκαναν και οι Οθωμανοί. Όταν έφευγαν έπαιρναν
μαζί τους το Αρχείο τους, με εξαίρεση την Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο και μερικές περιοχές ακόμη. Τα
αρχεία από τις περισσότερες ελληνικές πόλεις βρίσκονται σήμερα στην Τουρκία.

Παρόλα ταύτα τα Οθωμανικά Αρχεία της ελληνικής Θράκης βρίσκονται σήμερα στη Βουλγαρία. Αυτό συνέβη
επειδή οι Βούλγαροι τα αγόρασαν από την Τουρκία. Φυλάσσονται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη «Αγ.

8
Κυρίλλου και Μεθοδίου» στην Σόφια. Φυσικά ο λόγος που τα αγόρασαν είναι προφανής. Εφόσον επί
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των Ελλήνων και Οθωμανών ζούσαν στις περιοχές αυτές και Βούλγαροι, η
Βουλγαρία για να θεμελιώσει δικαίωμα προσάρτησης της περιοχής, όπως ήταν η ελληνική Θράκη, θα
έπρεπε να το τεκμηριώσει βασιζόμενη σε αρχεία. Άλλωστε αυτό επιτεύχθηκε δυο φορές, την περίοδο 19131919
και 19401944[ 1]. Δεν πρέπει να ξεχνούμε άλλωστε πως οι Βούλγαροι ζούσαν εδώ μέχρι την ανταλλαγή του
1919[2]. Υπάρχουν όμως οικογένειες βουλγαρικές που έμειναν στην δυτική Θράκη και οι οποίες εξελληνίστηκαν.
Όπως επίσης παρέμειναν πολλοί έλληνες στην Βουλγαρία και εκβουλγαρίστηκαν. Αυτό που πρέπει να
κρατήσουμε είναι ότι οι βούλγαροι αγόρασαν τα οθωμανικά αρχεία προκειμένου να αποδείξουν ότι εδώ έμεναν
Βούλγαροι.

Υπάρχει στην Αθήνα η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία με ένα θαυμάσιο Μουσείο[3] όπου μπορεί να βρει
κανείς χιλιάδες οθωμανικά έγγραφα. Επίσης πολλά οθωμανικά έγγραφα υπάρχουν στα μοναστήρια του Αγίου
Όρους.
Ως προς την σημαντικότητα τους να υπενθυμίσουμε ότι τα έγγραφα αυτά είναι άμεσες πηγές. Αντιθέτως στις
έμμεσες πηγές κατατάσσονται κυρίως οι αφηγηματικές πηγές. Και στην εποχή στην οποία αναφερόμαστε οι
αφηγηματικές πηγές είναι πλουσιότατες σε πληροφορίες. Στην σπουδαιότερη κατηγορία αυτών κατατάσσονται οι
χρονογραφίες.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε η επιστήμη της ιστορίας. Η χρονογραφία είναι ένα είδος αφηγηματικής πηγής που
ξεκινά από τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους. Οι Οθωμανοί υιοθετούν την χρήση της χρονογραφίας τόσο από
τους Βυζαντινούς όσο και από τους Άραβες. Έτσι λοιπόν σκοπός των χρονογράφων κατά την Οθωμανική Εποχή
είναι η καταγραφή του Οίκου του Οσμάν. Αυτή την εποχή οι Σουλτάνοι πλήρωναν τον «ιστορικό[4]» για να
αποτυπώσει την ιστορία στις χρονογραφίες. Έτσι λοιπόν όταν λέμε η καταγραφή του «οίκου του Οσμάν[5]» είναι
η καταγραφή των γεγονότων[6] από την εποχή που έζησε ο Οσμάν μέχρι την εποχή όπου περιγράφει ο
χρονογράφος. Οι χρονογραφίες περιγράφουν όλη την Οθωμανική ιστορία, με τα σημαντικότερα κατορθωμάτων
των Σουλτάνων που πέρασαν. Μέσα σε αυτά επίσης συναντάμε για παράδειγμα την περιγραφή του Παλατιού ή
φυσικές καταστροφές όπως είναι οι πυρκαγιές. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι αυτή την εποχή που εξετάζουμε τα
σπίτια χτίζονται από ξύλο και η θέρμανση και ο φωτισμός γινόταν αποκλειστικά με την χρήση της φωτιάς.

Σημαντικό είναι να γνωρίζουμε ότι οι χρονογράφοι χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία που
φτάνει μέχρι τον 15ο αιώνα, είναι κατά ένα τρόπο χρονογράφοι ανεξάρτητοι από την οθωμανική αυλή του
Σουλτάνου. Επρόκειτο για λόγιους, διανοούμενους, που γράφουν επειδή το θέλουν οι ίδιοι· δεν παίρνουν εντολή
από τον Σουλτάνο. Η δεύτερη κατηγορία αποτελείται από τους επίσημους χρονογράφους της αυλής. Δηλαδή ο
εκάστοτε Σουλτάνος είχε τον επίσημο χρονογράφο του, ο οποίος θα αναλάμβανε να καταγράψει την ιστορία
ξεκινώντας από τον Οσμάν μέχρι και τις ημέρες του. Τρίτη κατηγορία χρονογράφων από τον 17ο αιώνα είναι οι
Βακανουβήδες (uakanuvi) οι οποίοι είναι καταγραφείς γεγονότων. Και πληροφοριακά να πούμε πως σώζεται και
ένα χρονικό ενός σουλτάνου που είναι γραμμένο από ελληνόφωνο στα ελληνικά. Αυτό δεν πρέπει να μας
προξενεί έκπληξη διότι οι υπήκοοι του σουλτάνου που ήταν ελληνόφωνοι, έπρεπε να μάθουν την ιστορία του
Οσμάν.

9
Επίσης, πάρα πολύ σημαντικές πηγές μας παρέχουν σήμερα οι περιηγητές. Από τον 17ο αιώνα και έπειτα
αρχίζουν και επισκέπτονται την Οθωμανική Αυτοκρατορία πολλοί ευρωπαίοι περιηγητές και γράφουν για την
περιοχή την οποία επισκέπτονται. Αν προσέξουμε μάλιστα από ένα χρονικό σημείο και μετά αυτοί οι περιηγητές
επισκέπτονται ως επί το πλείστον την περιοχή των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας. Αυτό συμβαίνει διότι
θέλουν να δουν τα κατάλοιπα της αρχαίας Ελλάδας. Πρόκειται για μια εποχή κλασικισμού[7]. Αυτό που πρέπει
να μας μείνει είναι ότι οι Περιηγητές έρχονταν κυρίως από ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες και από κάποιο σημείο
και μετά για να μελετήσουν την ανατολίτικη ζωή· τους εντυπωσίαζε η ανατολίτικη ζωή[8]. Για παράδειγμα οι
Ευρωπαίοι εντυπωσιάζονταν από το χαμάμ, την «λαγνεία» της ανατολής[9]. Οι περιηγητές λοιπόν μας
περιγράφουν με αρκετά μεγάλη ακρίβεια την ζωή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, επισκεπτόμενοι τα χωριά, τις
πόλεις (και άλλες εξίσου σημαντικές λεπτομέρειες όπως που έχει σχολείο κ.λ.).

Είναι γνωστή η ιστορία με το «κρυφό σχολειό». Όταν γύρω στα 1670 δυο άγγλοι περιηγητές[10] επισκέπτονται
την Αθήνα, ζητούν από τους γενίτσαρους[11] που τους συνοδεύανε, να επισκεφτούν εκτός από τις αρχαιότητες
και το σχολείο. Και ο γενίτσαρος πήγε και τους έδειξε το σχολείο της Αθήνας όπου τα παιδιά μάθαιναν ελληνικά.
Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα για να καταλάβουμε πόσο «κρυφά» ήταν τα σχολεία επί Οθωμανικής
Κατάκτησης. Ήταν αδιανόητο η Οθωμανική διοίκηση και ο Σουλτάνος να απαγορεύσουν την διδασκαλία της
ελληνικής γλώσσας διότι από την στιγμή που οι χριστιανοί ήταν ελεύθεροι να ασκούν τα θρησκευτικά τους
καθήκοντα και εφόσον η θεία λειτουργία γινόταν στα ελληνικά[12], θα μπορούσε ο Σουλτάνος να απαγορεύσει
την διδασκαλία της ελληνικής; Παράδειγμα επίσης η Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη.
Ιδρύθηκε το 1454, ένα χρόνο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Η Μεγάλη του Γένους Σχολή τις
παραμονές της επαναστάσεως του 1821 είχε περίπου 150 μαθητές και 15 δασκάλους. Και όλα αυτά τα
αναφέρουμε για να δούμε πόσο ενδιαφέρουσες ως πηγές είναι αυτά τα κείμενα των περιηγητών. Διότι μας
παρέχουν απίστευτες λεπτομέρειες μέσα από τις οποίες ανασυγκροτούμε την ιστορία μας για αυτή την περίοδο.

Τέλος ας εξετάσουμε λίγο και το θέμα της τυπογραφίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το Ισλάμ είχε έντονο
πρόβλημα ως προς την τυπογραφία. Το κοράνι[13] δεν επιτρεπόταν να τυπωθεί διότι έπρεπε να είναι χειρόγραφο.
Τυπωμένα κείμενα με το αραβικό αλφάβητο έχουμε από το 1729 και μετά. Οι Οθωμανοί δεν επέτρεπαν τα
τυπογραφία, για αυτό και δεν έχουμε και ελληνικά τυπογραφία μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα. Το πρώτο ελληνικό
τυπογραφείο που ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1730 το κατέστρεψαν οι γενίτσαροι. Σε ότι αφορά λοιπόν
την τυπογραφία έχει επιπτώσεις και στους χριστιανούς. Τα περισσότερα βιβλία που τυπώνονταν στα ελληνικά
εκείνη την εποχή τυπώνονταν στο εξωτερικό (π.χ. Ιταλία, Βιέννη).

Μια εξαιρετική πηγή είναι και οι επίσημες επετηρίδες ή αλλιώς Salname. Πρόκειται για ογκωδέστατα βιβλία
όπου καταγράφεται με λεπτομέρεια η κάθε περιοχή (π.χ. καταγράφεται ποιος είναι διοικητής, ποιος είναι
υποδιοικητής, πόσους γιατρούς έχει κτλ). Το μόνο πρόβλημα που έχουμε με αυτά τα κείμενα εμείς ως μελετητές
είναι ότι είναι γραμμένα στα Οσμανλίδικα ή παλαιοτουρκικά. Όσον αφορά τις εφημερίδες, η πρώτη ελληνική
εφημερίδα εκδόθηκε στα ελληνικά το 1790 στην Βιέννη και ονομαζόταν Εφημερίς[14]. Εκδότες της ήταν οι
αδερφοί ΜαρκίδηΠούλιου[ 15]. Τα φύλλα της σήμερα σώζονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη και στην Βιβλιοθήκη

10
της Βουλής. Πληροφοριακά τέλος να αναφέρουμε ότι η πρώτη εφημερίδα που τυπώθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα
ονομαζόταν Σάλπιγξ και εκδόθηκε την 1η Αυγούστου του 1821 στην επαναστατημένη Καλαμάτα από τον
Θεόκλητο Φαρμακίδη. Η πρώτη επίσημη οθωμανική εφημερίδα είναι η Takvimi Vekavi η οποία εκδόθηκε στην
Κωνσταντινούπολη το 1831 και ήταν κάτι σαν την δική μας Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Την ίδια περίπου
εποχή[16] εκδίδεται και η εφημερίδα Ceridei Ηavadis που είναι η πρώτη ιδιόκτητη εφημερίδα που ξεκινάει την
κυκλοφορία της το 1840 από τον άγγλο William Churchill. Έτσι με την τυπογραφία η Οθωμανική Αυτοκρατορία
μπαίνει στην περίοδο του εκσυγχρονισμού (τανζιμάτ).

[1] Μάλιστα η περιοχή με νόμο του Βουλγαρικού Κράτους ενσωματώθηκε διοικητικά στην Βουλγαρία.
[2] Πιθανότατα να ξεπερνούσαν τις 40.000.
[3] Στεγάζεται στην Παλαιά Βουλή.
[4] Ο όρος «ιστορικός» αναφέρεται στον χρονογράφο.
[5] Κάτι επίσης που πρέπει να προσέξουμε είναι η έννοια «οίκος του Οσμάν». Η λέξη «οίκος» αποτελεί το κλειδί
για να κατανοήσουμε την Οθωμανική εποχή. Το σημείο αυτό θα αναλυθεί στα επόμενα μαθήματα.
[6] Κατορθωμάτων του Οσμάν.
[7] Τάση στην τέχνη που εμφανίζεται στη Γαλλία κατά το 17ο αι., αναζητεί τα πρότυπα και την έμπνευσή της
στην κλασική αρχαιότητα, ελληνική και ρωμαϊκή, και χαρακτηρίζεται από την αναζήτηση της τελειότητας στη
φόρμα και το σεβασμό στο μέτρο.
[8] Στο σημείο αυτό έγινε αναφορά στην ταινία του 1986 με πρωταγωνιστή τον Ομάρ Σαρίφ, «Το Χαρέμι Η
απώλεια της Αθωότητας».
[9] Στο σημείο αυτό έγινε αναφορά, μεταξύ αστείου και σοβαρού, για το χασίς και την ελεύθερη χρήση του στην
Οθωμανική Αυτοκρατορία γιατί όπως ειπώθηκε το Ισλάμ καταδίκαζε το αλκοόλ. Στην Θεσσαλονίκη για
παράδειγμα μέχρι και την περίοδο του Β Παγκοσμίου Πολέμου υπήρχαν πολυτελέστατα καφενεία που
σερβίριζαν ναργιλέ που είχε μέσα και χασίς.
[10] G. Wheler και J. Spon
[11] Εκείνη την εποχή οι ξένοι ταξιδιώτες έπρεπε υποχρεωτικά να συνοδεύονται από
γενίτσαρους τους οποίους μάλιστα και πλήρωναν.
[12] Κοινή Αλεξανδρινή ή κοινή ελληνιστική γλώσσα.
[13] Η καλύτερη έκδοση του «Ιερού Κορανίου» στην Ελληνική έγινε από το ίδρυμα Λάτση.
[14] Τα φύλλα της ανατυπώθηκαν από την Ακαδημία Αθηνών και αντίγραφο αυτής υπάρχει και στην βιβλιοθήκη
της σχολής μας.
[15] Τα δύο αυτά αδέρφια ήταν σύντροφοι του Ρήγα Φεραίου. Τον έναν τον σκότωσαν οι Οθωμανοί μαζί με τον
Ρήγα στο Βελιγράδι το 1798. Το ίδιο έτος έκλεισε και η εφημερίδα τους.
[16] Την εποχή του Μαχμούτ Β ο οποίος μάλιστα πήρε και το όνομα ο Μεταρρυθμιστής

11
Στο πρώτο μέρος της διάλεξης μας δόθηκε το εξής απόσπασμα πάνω στο οποίο σημειώσαμε στα πλαίσια του
μαθήματος τις σημαντικότερες πληροφορίες που μπορεί κανείς να αντλήσει από το κείμενο:

Ε. Α. Ζαχαριάδου, Ιστορία και Θρύλοι των παλαιών σουλτάνων[1] (13001400), Αθήνα, ΜΙΕΤ, 1991 σ.σ. 127129.

Ενδεικτικά αναφέρουμε:
«Ο Ερτογρούλ έμεινε εκεί. Δεν πήγε με τους αδελφούς του. Έμεινε με τετρακόσιες σκηνές.(στίχοι 12)
[...] Λίγο αργότερα ο σουλτάνος Αλαεντίν επίσης κατευθύνθηκε προς το Βιλαέτι του Ρούμ» (στίχοι 57).

Από την στιγμή που μιλάμε για βιλαέτι, μιλάμε για διοικητική περιφέρεια, επομένως μιλάμε για τουρκικό κράτος
στην δυτική κεντρική Ασία. Επίσης, στο κείμενο βλέπουμε ότι συνεχώς αναφέρεται στο Ρουμ. Στον στίχο 12 για
παράδειγμα αναφέρει «[...]όταν ήρθε από την Περσία στο Ρουμ[2][...]». Οι Σελτζούκοι έδωσαν αυτό το όνομα
στα εδάφη του Σουλτάνου τους επειδή για μεγάλο χρονικό διάστημα τα κατείχαν οι Ρωμαίοι. Επίσης μαθαίνουμε
ότι το τουρκικό αυτό φύλο έρχεται από την Ανατολή, από την Περσία, με άδεια του Σελτζούκου ηγεμόνα.
Όσον αφορά τώρα τις τετρακόσιες σκηνές, αναφέρονται στην φάρα που ήρθε μαζί με τον Ερτογρούλ. Αν θέλουμε
να τους υπολογίσουμε, για την εποχή αυτή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε κάθε σκηνή ζούσαν τουλάχιστον
πέντε άτομα. Επομένως, μιλάμε για περίπου 2000 ανθρώπους.

«[...] ο Ερτογρούλ παρέμεινε για κάμποσο καιρό. Κατασκήνωνε στα βουνά το καλοκαίρι και περνούσε το χειμώνα
κάτω στα χειμαδιά [...]» (στίχοι 35)

Ας σκεφτούμε με τι δουλειές ασχολούνταν ο πληθυσμός. Ποιοι είναι αυτοί που τον χειμώνα κατεβαίνουν κάτω
στα χειμαδιά[3]; Πρόκειται για νομάδες κτηνοτρόφων. Δεν έχουν κάποιο σταθερό τόπο διαμονής αλλά αντιθέτως
μετακινούνται συνεχώς. Τι ζώα εκτρέφει ένας κτηνοτρόφος συνήθως; Κυρίως αιγοπρόβατα. Και γιατί
αιγοπρόβατα; Μια αγελάδα για παράδειγμα χρειάζεται πάρα πολύ ώρα για την μετακίνησή της. Ο νομάς
προκειμένου να μετακινηθεί εύκολα δεν χρησιμοποιεί βαριά ζώα. Μέχρι και σήμερα αγαπημένο κρέας των
Τούρκων είναι το πρόβιο και το κατσικίσιο. Επίσης οι άνθρωποι μετέφεραν από τόπο σε τόπο όλα τους τα
πράγματα. Επομένως, σίγουρα είχαν και καμήλες. Για παράδειγμα εδώ στην Κομοτηνή οι καμήλες
χρησιμοποιούνταν ως μεταφορικό μέσο μέχρι και το 1940. Οι νομάδες της ανατολής έχουν καμήλες για να
μεταφέρουνε τα πράγματά τους. Τα άλογα τα είχαν οι πολεμιστές. Επομένως σίγουρα είχαν και άλογα μαζί
τους

«Κι εμείς λοιπόν ας κάνουμε ιερό πόλεμο» (στίχοι 1516)

Ο Ερτογρούλ λοιπόν λέει ότι θα κάνει ιερό πόλεμο. Έρχεται δηλαδή στην Μικρά Ασία μεταφέροντας 400 σκηνές,
εγκαθίσταται ο πληθυσμός με άδεια του Σελτζούκου Ηγεμόνα και λέει ότι θα κάνουμε ιερό πόλεμο.

«Να έρθουμε να κάνουμε ιερό πόλεμο» (στίχοι 2425)

12
Μέσα σε λίγους στίχους βλέπουμε για δεύτερη φορά την αναφορά στον ιερό πόλεμο. Θα δούμε παρακάτω γιατί
είναι σημαντικές αυτές οι αναφορές στον ιερό πόλεμο όπου θα τους παρεμβάλλουμε με άλλους στίχους του
κειμένου.

«Ο Ερτογρούλ γαζή είχε τρεις γιους. Ένας ήταν ο Οσμάν, ένας ο Γκιουντούζ κι ένας ο ΣαρήΓατή
[...]» (στίχοι 1617)

Στο σημείο αυτό εμφανίζεται για πρώτη φορά το όνομα του Οσμάν. Ο οποίος ήρθε μαζί με τον πατέρα του στην
Μικρά Ασία.

«Ο Σουλτάνος Αλαεντίν τους υπέδειξε μέρος για να κατασκηνώσουν, τη Σογιούτη, που βρίσκεται ανάμεσα στο
ΚαρατζάΧισάρ και στο Μπιλετζίκ» (στίχοι 2932)

Η περιοχή αυτή είναι κοντά στην Προύσα (βλέπε χάρτη eclass). Επομένως πρόκειται για μια πάρα πολύ
σημαντική πληροφορία γιατί μαθαίνουμε πως αυτή η φυλή εγκαταστάθηκε τελικά στην περιοχή της Σογιούτ. Να
σημειώσουμε πως η Σογιούτ, η μικρή αυτή πόλη, στην ουσία θεωρείται μέχρι σήμερα το λίκνο των Οθωμανών.

«Ο χριστιανός άρχοντας του ΣουλτάνΟνού και του ΚαρατζάΧισάρ είχε ήδη δηλώσει υποταγή στους Τούρκους»
(στίχοι 2729)

Στους στίχους 2729 υπάρχει επίσης η σημαντική πληροφορία ότι ένας βυζαντινός άρχοντας είχε δηλώσει υποταγή
στους Σελτζούκους Τούρκους. Όπως θα δούμε η εικόνα που έχουμε ότι οι Σελτζούκοι εισέβαλλαν και έσφαξαν
και κατέλαβαν τα μέρη αυτά με βία δεν είναι ακριβής. Μερικοί άρχοντες της Μικράς Ασίας δήλωσαν υποταγή
στους Σελτζούκους. Και αυτό θα το συναντήσουμε αρκετές φορές στις πηγές. Χαρακτηριστικά ας
σκεφτούμε ότι τουλάχιστον το 25% του Οθωμανικού ιππικού (Σπαχήδων[4]) ήταν χριστιανοί[5].

«Στα χρόνια του Ερτογρούλ γαζή δεν έγινε ούτε πόλεμος ούτε μάχη ούτε σύγκρουση» (στίχοι 3638)

Πρόκειται για μια εκπληκτική πληροφορία. Λέει ότι στα χρόνια του Ερτογρούλ γαζή δεν έγινε ούτε πόλεμος,
ούτε μάχη, ούτε σύγκρουση. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό αν το συγκρίνουμε με τις πληροφορίες του
κειμένου που μιλάει για ιερό πόλεμο. Γαζής να σημειώσουμε είναι ο πολεμιστής της πίστης. Όποιος δηλαδή
πολεμούσε για την ισλαμική του πίστη ονομαζόταν γαζή[6]. Δηλαδή ήρθαν στην Μικρά Ασία για να κάνουν ιερό
πόλεμο αλλά δεν έκαναν. Η σημαντικότερη θεωρία για την γένεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
αναφέρει ότι γεννήθηκε από γαζήδες. Πως γεννήθηκε από γαζήδες αφού δεν κάνανε ούτε μάχη ούτε πόλεμο;
Πρόκειται για μια πληροφορία που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πληροφορίες που είδαμε πρωτύτερα περί
ιερού πολέμου.

«Και επίσης ένας Τάταρος, που τον ονόμαζαν Τζαβντάρ. Και κάθε τόσο έρχονταν, χτυπούσαν και ταράζανε το
βιλαέτι του ΚαράΧισάρ και του Μπιλετζίκ». (στίχοι 4143)

13
Η πληροφορία εδώ είναι ότι αυτοί οι Τάταροι[7] σε συνεργασία με κάποιον εκεί ντόπιο Τούρκο ηγεμόνα
λεηλατούσαν την περιοχή στην οποία εγκαταστάθηκαν ο Ερτογρούλ με την φάρα του. Στον στίχο 31 είδαμε ότι η
Σογιούτ βρισκόταν ανάμεσα στο ΚαρατζάΧισάρ και στο Μπιλετζίκ. Επομένως σε αυτή την περιοχή είχαμε
λεηλασίες διότι προφανώς ήταν πλούσια. Είναι σημαντική αυτή η πληροφορία διότι όπως θα δούμε:

«Με τον ερχομό του Ερτογρούλ αυτό το βιλαέτι των απίστων εξασφαλίστηκε εναντίον των Τατάρων» (στίχοι 4345)

Επομένως χάρις στον Ερτογρούλ η περιοχή αυτή προστατεύτηκε από επιδρομές μουσουλμάνων όπως ήταν οι
Τάταροι. Όχι μονάχα δεν έγινε ιερός πόλεμος λοιπόν, διότι μην ξεχνάμε ο ιερός πόλεμος γίνεται με τους απίστους,
αλλά έχουμε και πόλεμο με μουσουλμάνους. Η περιοχή των απίστων ονομάστηκε έτσι γιατί εκεί ζούσαν
χριστιανοί. Και αυτό που έκανε ο Ερτογρούλ ήταν να πουλήσει προστασία στους χριστιανούς κατοίκους
της περιοχής. Όπως θα δούμε και παρακάτω και ο γιος του Ερτογρούλ, ο Οσμάν προστάτευε τους χριστιανικούς
πληθυσμούς:

«Στη Σογιούτ έκριναν άξιο τον Οσμάν να πάρει την θέση του πατέρα του. Μόλις ο Οσμάν γαζή πήρε την θέση του
πατέρα του, άρχισε καλές σχέσεις με τους κοντινούς άπιστους γείτονες» (στίχοι 5053)

Φυσικά δεν τους προστάτευε επειδή τους αγαπούσε αλλά επειδή έπαιρνε χρήματα. Εδώ εμφανίζεται λοιπόν ο
Οσμάν, ο γενάρχης των Οθωμανών. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι μετά το θάνατο του Ερτογρούλ, η
διαδοχή δεν γίνεται με βάση τον μεγαλύτερο γιο. Το κείμενο αναφέρει ότι «έκριναν άξιο». Ποιοι κρίνουν άξιο
έναν ηγεμόνα; Οι πολεμιστές έκριναν άξιο τον Οσμάν, δηλαδή θα λέγαμε, αυτοί που μπορούν να τον κρίνουν τον
έκαναν ηγεμόνα τους. Ο Οσμάν ήταν ένας τοπικός ηγεμόνας σε μια μικρή περιοχή.

«Άρχισε εχθρότητα προς τον Γερμιγιάνογλου, επειδή δεν άφηνε σε υσηχία το λαό του βιλαετιού στο οποίο αυτός είχε
έρθει». (στίχοι 5354)

Στο σημείο αυτό βλέπουμε ότι ο Οσμάν άρχισε εχθρότητα με ακόμη μια φάρα (Γκερμιγιάνογλου[8]) επειδή οι
δεύτεροι έκαναν συνεχώς επιδρομές και πείραζαν τόσο τους μουσουλμάνους όσο και τους χριστιανούς του
βιλαετιού του Οσμάν. Το συμπέρασμα είναι ότι η φυλή του Οσμάν έρχεται από την Περσία και αφού
περάσει από την Άγκυρα, με άδεια των Σελτζούκων ηγεμόνων, έρχεται και εγκαθίσταται στην περιοχή της
Σογιούτ. Ποιος είναι ο χαρακτήρας αυτής της φάρας; Είναι νομάδες που ζουν με την κτηνοτροφία και
ταυτόχρονα είναι και πολεμιστές. Επίσης ενώ επικαλείται ιερό πόλεμο ο ιμάμης Γιαχσή Φακίχ στο κείμενό του,
βλέπουμε τελικά ότι όχι μονάχα δεν συνέβη κάτι τέτοιο, αλλά έχουμε και προστασία των χριστιανικών
πληθυσμών. Επιπλέον οι σχέσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων όπως φαίνεται και στο κείμενο δεν ήταν
εχθρικές αλλά ειρηνικές. Κάποιοι είχαν δηλώσει υποταγή και κάποιοι αναθέτουν την προστασίας τους στους
Οθωμανούς. Ευνόητο είναι ότι αυτοί που αναθέτουν την προστασία τους στους Οθωμανούς δεν είναι παρά
αγροτικοί πληθυσμοί (αγρότες και κτηνοτρόφοι). Ο αγρότης και ο κτηνοτρόφος είναι αυτός που φοβάται τις
επιδρομές. Μιλάμε πάντα για εγκατεστημένους πληθυσμούς. Αυτούς λεηλατούν οι διάφοροι επιδρομείς.

14
[1] Βλέπε επίσης το ακόλουθο άρθρο.
[2] Ρουμ στα Αραβικά λέγεται η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
[3] Χειμαδιά είναι το μέρος όπου εγκαθίστανται οι κτηνοτρόφοι κατά την διάρκεια του χειμώνα.
[4] Στα τουρκικά σπαχής σημαίνει ιππότης, δηλαδή ο έφιππος πολεμιστής.
[5] Χριστιανούς Σπαχήδες έχουμε μέχρι και τον 16ο αιώνα. Σταδιακά εξαλείφουν διότι εξισλαμίστηκαν.
[6] Ο τελευταίος που πήρε τον τίτλο του γαζή ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ (18311938). Πήρε τιμητικά
αυτόν τον τίτλο επειδή κέρδισε τον πόλεμο εναντίον των Ελλήνων.
[7] Μουσουλμάνοι από την περιοχή της Κριμαίας.
[8] Μπέης που σκοπό είχε να λεηλατεί τους γείτονες. Για να κατανοήσουμε καλύτερα: Ένας γεωργός εξασφαλίζει
τα προς το ζην, για τον ίδιο και την οικογένειά του, με τη σοδειά του. Το ίδιο και ο κτηνοτρόφος με τα ζώα του.
Ο πολεμιστής πως θα εξασφαλίσει τα προς το ζην; Ο Πολεμιστής κάνει περιουσία με την λεηλασία και την
αιχμαλωσία. Δηλαδή από τα λάφυρα και τους αιχμαλώτους.
[9] Αντικείμενα που είχαν αξία όπως για παράδειγμα τα εκκλησιαστικά σκεύη τα οποία έπειτα τα έλιωναν και τα
πουλούσαν προκειμένου να βγάλουν χρήματα.
[10] Αιχμάλωτοι θα μπορούσε να είναι είτε μια όμορφη κοπέλα ή ένα άνδρας προκειμένου να πουληθεί ως
δούλος είτε τέλος κάποιος πλούσιος προκειμένω να του αποσπάσουν λίτρα.

Αφού λοιπόν πήραμε μια ιδέα από την αφηγηματική πηγή της εποχής, ας εξετάσουμε ειδικότερα για το πώς
γεννήθηκε το «κράτος» των Οθωμανών το οποίο όπως όλοι μας γνωρίζουμε εξελίχθηκε μετέπειτα στην
αποκαλούμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε κάτι που είναι εξαιρετικά χρήσιμο. Στα ελληνικά, δυστυχώς, υπάρχει
ο όρος «τουρκικοί λαοί», θεωρώντας πως όλοι οι λαοί είναι Τούρκοι όπως οι γείτονές μας. Το σημειώνουμε αυτό
διότι στα ελληνικά είναι καλύτερο να χρησιμοποιούμε τον όρο τουρκόφωνοι λαοί. Η διευκρίνιση αυτή γίνεται
διότι τουρκικός λαός είναι ο λαός που ζει σήμερα στο εθνικό κράτος της Τουρκίας. «Τουρκικοί λαοί» είναι οι
λαοί οι οποίοι ζουν σε μια αυτοκρατορία και μιλούν τα τουρκικά ως γλώσσα. Για αυτό πιο σωστός όρος είναι
τουρκόφωνοι λαοί. Μιλούμε δηλαδή για λαούς που κατοικούσαν στον ευρύτερο χώρο της Μικράς Ασίας και της
πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Τον όρο τουρκόφωνοι λαοί τον καθιέρωσε ένας κορυφαίος Ούγγρος Βυζαντινολόγος,
ο Gyula (Ιούλιος) Moravcsik[1] που τον εισήγαγε στην έρευνά του το 1942[2]. Σύμφωνα με τον Moravcsik
τουρκόφωνοι είναι όσοι λαοί μιλούσαν κάποια εκ των τουρκικών διαλέκτων που κατάγονται από τον κλάδο της
ουραλοαλταϊκής ομογλωσσίας. Όσο και αν μας κάνει εντύπωση, από αυτούς τους λαούς που ήρθαν από
την περιοχή των Ουραλίων κατάγονται οι Φινλανδοί, οι Ούγγροι και οι Βούλγαροι. Οι πρώτοι Βούλγαροι
μιλούσαν μια τουρκική διάλεκτο. Ως λαός έπειτα εκσλαβίστηκε. Οι τουρκόφωνοι λαοί ζούσαν στην Ασία. Οι
Βούλγαροι τον 6ο αιώνα ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας μέχρι την περιοχή
του Καυκάσου. Από εκεί μετακινήθηκαν έπειτα και ήρθαν προς νότο. Είναι ουραλοαλταϊκό φύλο για αυτό και
είναι συγγενείς με τους Ούγγρους και τους Φινλανδούς (φυλετικά).

15
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα τουρκόφωνα φύλα μετακινήθηκαν από δύο δρόμους. Ο ένας είναι από
νότο δηλαδή από την Μικρά Ασία και ο άλλος είναι από βορρά δηλαδή από την περιοχή βόρεια[3] του Ευξείνου
Πόντου[4] (βλέπε χάρτη eclass).
Ενδιαφέρον έχει επίσης το ότι το όνομα Τούρκοι[5] οφείλεται στους κινέζους χρονογράφους που τους ονόμαζαν
ΤουΚιου. Οι τουρκόφωνοι λαοί μετακινούνται από την Ανατολή προς την Δύση. Οι μετακινήσεις αυτές
συντελούνται μέσα σε μεγάλη χρονικά περίοδο, από τον 6ο αιώνα μέχρι τον 1112 αιώνα μ.Χ. Και την περίοδο
του 6ου με 8ου αιώνα στην κεντρική Ασία εμφανίζεται αυτή η, κατά μίαν έννοια, συνομοσπονδία
των τουρκόφωνων λαών που ονομάζονταν Ογούζοι[6]. Αυτά τα φύλα ήταν γνωστά στους Βυζαντινούς. Για
παράδειγμα έχουμε τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέων Δ ο Χάζαρος[7] (750780). Λεγόταν Χάζαρος[8] γιατί
η μητέρα του ήταν τουρκικής καταγωγής. Οι Βυζαντινοί γνώριζαν τους Χαζάρους διότι μέσα από τις περιοχές
όπου έμεναν περνούσε ο δρόμος του μεταξιού.

Είναι πάρα πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι στο μοντέλο της τότε κοινωνίας υπήρχε, ένα μεγάλο στρώμα
πληθυσμού που ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία, έπειτα ένα στρώμα στρατιωτικό (πολεμιστές
δηλαδή) και τέλος στην κορυφή της πυραμίδας υπήρχε το στρώμα των ευγενών. Δεν είχε σημασία τι καταγωγής
ήταν ο απλός λαός. Ο λαός συντηρεί τους πολεμιστές και τους ευγενείς. Το κράτος το δημιουργούν οι ευγενείς
και οι πολεμιστές. Ο λαός δεν έχει καμία συμμετοχή ως προς την δημιουργία του κράτους. Ο λαός πλήρωνε σε
είδος στρατιωτικούς και ευγενείς προκειμένου οι δεύτεροι να εξασφαλίσουν την προστασία τους. Η προστασία
των διαφόρων νομάδων αρχικώς εξασφαλιζόταν με τα όπλα και έπειτα με τους νόμους.

Αυτή την εποχή επίσης πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτοί οι λαοί δεν έχουν ακόμη εξισλαμιστεί. Είναι ακόμη
νομάδες σαμάνων. Οι τουρκόφωνοι αυτοί λαοί εξισλαμίστηκαν τον 10ο αιώνα. Επίσης, πρέπει να γνωρίζουμε ότι
κατά την διάρκεια του 9ου αιώνα στον οποίο και αναφερόμαστε στην παρούσα φάση οι τουρκόφωνοι λαοί
χρησιμοποιούσαν την ρουνική[9] γραφή. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό, το ότι από τον 8ο και 9ο αιώνα
έχουμε επιγραφές που είναι γραμμένες στην τουρκική με ένα αλφάβητο που μοιάζει πολύ με το ρουνικό
αλφάβητο. Επομένως, μιλάμε για έναν πολιτισμένο λαό από την στιγμή που κάνει χρήση της γραφής.

Οι τουρκόφωνοι αυτοί λαοί τον 10ο αιώνα εξισλαμίζονται μεν όπως ήδη αναφέραμε αλλά γίνονται Σουνίτες και
όχι Σιίτες[10]. Οι Οθωμανοί ως κρατικό μόρφωμα διαδέχτηκαν τους Σελτζούκους. Οι Σελτζούκοι είναι αυτοί που
ιδρύουν το πρώτο τουρκικό κράτος (στην Μικρά Ασία). Μια επισήμανση που πρέπει όλοι να κρατήσουμε είναι
ότι την εποχή αυτή και με τον τρόπο που οργανώνεται το «κράτος», παίρνουν το όνομά τους από τον ηγεμόνα
τους. Δηλαδή οι ευγενείς και οι στρατιωτικοί παίρνουν το όνομά τους από τον ηγεμόνα[11] τους.
Οι Σελτζούκοι λοιπόν, είναι πολεμιστές και μπαίνουν στην υπηρεσία των Περσών βασιλέων. Έπειτα απέκτησαν
δύναμη και ανέτρεψαν τους Πέρσες βασιλείς βάζοντας τον δικό τους ηγεμόνα. Και δημιούργησαν στην κεντρική
και νότια Μικρά Ασία την περίφημη μεγάλη Αυτοκρατορία των Σελτζούκων[12]. Οι Σελτζούκοι λοιπόν ιδρύουν
το δικό τους «κράτος» και υιοθετούν τον περσικό πολιτισμό[13]. Είναι σημαντικό αυτό διότι και οι Οθωμανοί
που τους διαδέχτηκαν έκαναν ακριβώς το ίδιο[14].

16
Το Βυζάντιο μέχρι και τον 11ο αιώνα στηριζόταν στην Μικρά Ασία[15] και όχι στα Βαλκάνια. Αυτό διότι ο
μεγάλος εχθρός των Βυζαντινών στην ανατολή ήταν οι Πέρσες. Όπως είδαμε και στο μάθημα της Βυζαντινής
ιστορίας ο Ηράκλειος νίκησε τους Πέρσες στις αρχές του 7ου αιώνα. Επόμενος εχθρός των Βυζαντινών ήταν οι
Άραβες. Από τον 7ο μέχρι τα τέλη του 11ου αιώνα που μπαίνουν οι τουρκομάνοι στην Μικρά Ασία[16], στην
περιοχή αυτή επικρατεί ειρήνη[17]. Μπορούμε να φανταστούμε τι πλούτο λοιπόν βρήκαν οι τουρκόφωνοι λαοί
που καταφτάνουν τον 11ο αιώνα. Μέσα σε λίγα χρόνια από την μάχη στο Μαντζικέρτ οι τουρκόφωνοι αυτοί λαοί
έφτασαν μέχρι τα παράλια της Μικράς Ασίας. Το πρώτο κράτος των Σελτζούκων είχε πρωτεύουσα τη Νίκαια,
που βρισκόταν πολύ κοντά στην Κωνσταντινούπολη (βλέπε χάρτη eclass).

Αυτό που πρέπει να μας μείνει είναι ότι οι Σελτζούκοι είναι αυτοί που εισβάλλουν στην Μικρά Ασία. Όχι οι
Οθωμανοί. Οι Οθωμανοi ήρθαν στην περιοχή αργότερα.
Για να κλείσουμε, επιγραμματικά οι Σελτζούκοι ίδρυσαν το πρώτο κράτος τους με πρωτεύουσα την Νίκαια,
έπειτα ηττήθηκαν από τους Βυζαντινούς και δημιούργησαν το Σουλτανάτο του Ρουμ με πρωτεύουσα το Ικόνιο.
Το Σελτζουκικό κράτος είναι το πρώτο τουρκικό κράτος που ιδρύεται στην Μικρά Ασία και θα μείνει ενιαίο
μέχρι το 1243. Το 1243 καταλύεται το Σελτζουκικό κράτος και έπειτα οι Οθωμανοί ίδρυσαν το δικό τους
κρατίδιο που όπως θα δούμε στα επόμενα μαθήματα ονομαζόταν μπεηλίκι. Οι Οθωμανοί πάτησαν επάνω στην
κρατική παράδοση που είχαν δημιουργήσει οι Σελτζούκοι Τούρκοι. Για αυτό η παράδοση η Περσική περί
κράτους μέσω των Σελτζούκων φτάνει μέχρι και τους Οθωμανούς.

[1] Γκιούλα Μοράβτσικ (18921972)


[2] Byzantinoturcica (Berlin 19423 & 1958, Leiden 1983)
[3] Όλοι αυτοί οι λαοί που ήρθαν από τα βόρεια εκχριστιανίστηκαν και έχασαν την τουρκική γλώσσα (για
παράδειγμα είτε εξελληνίστηκαν είτε εκσλαβίστηκαν). Δηλαδή αφομοιώθηκαν από τους πληθυσμούς τους
ντόπιους.
[4] Η μετανάστευση αυτή προηγήθηκε αυτής από τον Νότο. Εν αντιθέσει αυτοί οι πληθυσμοί αφομοίωσαν τους
ντόπιους πληθυσμούς.
[5] Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι οι Τούρκοι δεν είναι Μογγολικής καταγωγής όπως επικαλείται ο ακροδεξιός
χώρος. Το γεγονός ότι ήρθαν από την Ανατολή δεν είναι ντροπή. Άλλωστε ο πολιτισμός εκεί πρωτοεμφανίστηκε.
[6] Το όνομα Ογούζ είναι μια κλασική τουρκογενής λέξη που σημαίνει φυλή.
[7] Ο Λέων γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 750 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του βυζαντινού
αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε' του Κοπρώνυμου και της πριγκίπισσας των Χαζάρων Τζιτζάκ (Ανθή στα
ελληνικά), η οποία είχε βαφτιστεί χριστιανή με το όνομα Ειρήνη. Εξ ου και το προσωνύμιο Χάζαρος για τον
νεαρό Λέοντα. Οι Χάζαροι ήταν ένας νομαδικός λαός τουρκομογγολοουνικής καταγωγής, που ζούσε στα δυτικά
και βόρεια της Κασπίας θάλασσας.
[8] Οι Χάζαροι ή Χαζάροι ήταν ένας ημινομαδικός Τουρκικός λαός, που δημιούργησε την ισχυρότερη
αυτοκρατορία της Δυτικής στέπας, τη Χαζαρία, από τα τέλη του 7ου μέχρι το 10ο αιώνα.
[9] Είναι απίστευτο πως αυτοί οι λαοί χρησιμοποιούν ένα αλφάβητο που χρησιμοποιούνταν στην Βόρεια Ευρώπη
από τα γερμανικά φύλα.
[10] Πρόκειται για μια από τις τρεις παλαιότερες υποδιαιρέσεις του Ισλάμ.

17
[11] Για παράδειγμα αν ο ηγεμόνας τους λέγεται Σελτζούκ ονομάζονται Σελτζούκοι. Αν ο ηγεμόνας τους
ονομάζεται Οσμάν γίνονται Οσμανλίδες.
[12] Εκτείνονταν από τα όρια της Ινδίας μέχρι τα όρια του Βυζαντίου στην Μικρά Ασία.
[13] Δηλαδή υιοθετούν τις περσικές αντιλήψεις περί «κράτους».
[14] Μιλάμε για μια παράδοση η οποία ξεκινά από τους Πέρσες και φτάνει μέχρι και τους Οθωμανούς.
[15] Ήταν θα λέγαμε η «σπονδυλική στήλη» του Βυζαντινού κράτους.
[16] Μάχη του Μαντζικέρτ 1071 μ.Χ.
[17] Δηλαδή στην περιοχή αυτή υπάρχει πολύ πλούτος, οι πόλεις είναι ανοχύρωτες κ.τ.λ.

Είναι βασικό να ξεκαθαρίσουμε τι ακριβώς έγινε στη Μικρά Ασία. Επιγραμματικά θα πρέπει να σημειωθεί ότι τη
Μικρά Ασία την κατέλαβαν οι Τούρκοι, τα τουρκικά φύλα με επιδρομή ενώ τα Βαλκάνια οι Οθωμανοί βάσει
σχεδίου. Είναι δυο τελείως διαφορετικά πράγματα. Δεν κατέλαβαν τη Μικρά Ασία οι Οθωμανοί, τα τουρκικά
φύλα την κατέλαβαν. Η κατάληψη της Μικράς Ασίας και ο πλήρης εκτουρκισμός της μέσα σε τέσσερις περίπου
αιώνες ήταν αποτέλεσμα επιδρομών των τουρκικών φύλων. Αυτό θα πρέπει να το κατανοήσουμε όχι μόνο ως ύλη
του μαθήματος αλλά και ως πολίτες. Η αλλαγή αυτή ήταν πάρα πολύ σημαντική και καθόρισε την τύχη της
περιοχής από τότε μέχρι και σήμερα. Επομένως είναι τελείως διαφορετικό πράγμα η κατάκτηση της Μικράς
Ασίας και ο σταδιακός εκτουρκισμός της από την κατάκτηση της Βαλκανικής, η οποία ακολούθησε μετά από
τρεις περίπου αιώνες.

Η κατάκτηση της Μικράς Ασίας γίνεται ουσιαστικά από τα τουρκικά φύλα που έρχονται από την Ανατολή. Είναι
μια μεγάλη ομοσπονδία οι Ογούζοι Τούρκοι που βρίσκονται στην κεντρική Ασία τον 6ο 7ο αιώνα.
Εξισλαμίζονται κατά τον 9ο και 10ο αιώνα και στη συνέχεια ένας κλάδος από αυτούς επεκτάθηκε δυτικά και
πλησίασε τη μεθόριο του ανατολικού τμήματος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δημιουργώντας τη μεγάλη
αυτοκρατορία των Σελτζούκων. Από τους Ογούζους Τούρκους, λοιπόν, προέρχονται οι Σελτζούκοι, οι οποίοι
εισβάλουν στη Μικρά Ασία στα τέλη του 11ου αιώνα, μετά τη μάχη του Ματζικέρτ και είναι αυτοί, οι οποίοι
κυριαρχούν στη Μικρά Ασία μέχρι τα μέσα του 13ου αιώνα. Όσο οι Σελτζούκοι εδραιώνονται και δημιουργούν
κράτος στη Μικρά Ασία επιτρέπουν τη σταδιακή είσοδο τουρκικών φύλων, όπως των λεγόμενων Τουρκομάνων,
οι οποίοι ήταν νομάδες και οι οποίοι μετακινούνται συνεχώς και μπαίνουν στη Μικρά Ασία ειρηνικά ως έφιπποι.

Πρόκειται, λοιπόν, για μια μακρά περίοδο στη Μικρά Ασία, που αρχίζει στα τέλη του 11ου αιώνα έως και τα μέσα
του 13ου αιώνα και μετά έως τον 15ο αιώνα κατά την οποία πραγματοποιείται ο πλήρης εκτουρκισμός της
Μικράς Ασίας. Ο εκτουρκισμός πραγματοποιείται με δυο τρόπους, είτε με τον εποικισμό της Μικράς Ασίας με
νέα φύλα είτε με τον εξισλαμισμό της. Η μεν Μικρά Ασία εκτουρκίστηκε ή πιο σωστά εκτουρκίστηκαν οι
πληθυσμοί που την κατοικούσαν ενώ στα Βαλκάνια δεν είχαμε το ίδιο αποτέλεσμα καθώς δεν πραγματοποιήθηκε
εκτουρκισμός ή εξισλαμισμός όλων των πληθυσμών που ζούσαν εκεί.
Οι επιδρομές ή η κατάκτηση της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους είχε μια πολύ σοβαρή ριζική, κοσμοϊστορική
θα έλεγε κανείς αλλαγή, τον εκτουρκισμό των Τούρκων. Ένα μέρος τους, βέβαια, θανατώθηκε ως αποτέλεσμα
των επιδρομών. Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο αριθμός αυτών που έχασαν τη ζωή τους δεν ήταν τόσο

18
μεγάλος αλλά από την άλλη δεν μπορεί κανείς να αποφανθεί με βεβαιότητα, καθώς δεν υπάρχουν ακριβή
στοιχεία.

Ας δούμε πως ήταν η Μικρά Ασία από τον 7ο αιώνα έως τα μέσα ή καλύτερα τα τέλη του 10ου αιώνα, πριν
εισβάλλουν σε αυτή οι Τούρκοι. Είναι καταρχήν μια μακρά ειρηνική περίοδος, δεν έχουμε εισβολές στη Μικρά
Ασία, ούτε Αράβων, ούτε Περσών, ούτε κανενός άλλου. Μετά την ήττα των Περσών η περιοχή κατά κάποιο
τρόπο παγιώθηκε ή καλύτερα τα σύνορα παγιώθηκαν και η Μικρά Ασία παρέμεινε υπό Βυζαντινή κυριαρχία
μέχρι το εσωτερικό της. Όλη η περιοχή ελεγχόταν από τους Βυζαντινούς επί τέσσερις τουλάχιστον αιώνες. Η
μάχη με τους Τούρκους που έγινε στο Μαντζικέρτ στην ουσία έγινε στο ανατολικό άκρο της Μικράς Ασίας
σχεδόν ούτε καν στη Μικρά Ασία.

Οι πληθυσμοί της Μικράς Ασίας κατά την εξεταζόμενη περίοδο είναι χριστιανοί αλλά δεν είναι ορθόδοξοι, δεν
υπάρχει η εικόνα ότι όλοι οι χριστιανοί αναγνωρίζουν το Πατριαρχείο. Και οπωσδήποτε δεν είναι χριστιανοί με
τη σημερινή έννοια που αποδίδεται στον εν λόγω όρο. Μπορεί να είναι ολίγον ή περισσότερο ετερόδοξοι. Ως
προς τη γλώσσα δεν ομιλούν την ελληνική γλώσσα. Ομιλούν αραβικά, ασσυριακά, αρμενικά, κ.α. Επίσημη
γλώσσα του Βυζαντινού κράτους ήταν τα ελληνικά αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι όλοι οι πληθυσμοί που ζούσαν στο
Βυζάντιο ομιλούσαν ελληνικά, δεν ήταν η μητρική τους γλώσσα. Ούτε όλοι ήταν «Έλληνες», όπως το
κατανοούμε, εμείς σήμερα. Στα Βαλκάνια για παράδειγμα μιλούσαν ελληνικά, σλαβικά, βουλγάρικα, ρουμάνικα
πιο βόρεια, αρβανίτικα, βλάχικα, ακόμα και τούρκικα σε κάποιες περιπτώσεις.
Οι πληθυσμοί είναι χριστιανικοί και ομιλούν σε μεγάλο βαθμό και την ελληνική γλώσσα, ασσυριακά, αραβικά,
αρμενικά κ.α. Με την εισβολή των τουρκικών φύλων σταδιακά αλλοιώνονται τα ανωτέρω στοιχεία. Έτσι οι
πληθυσμοί της Μικράς Ασίας στα τέλη του 15ου αιώνα δεν είναι πια χριστιανοί αλλά είναι μουσουλμάνοι σε
ποσοστό που αγγίζει το 90%. Μόλις το 10% των πληθυσμών παρέμειναν χριστιανοί. Η αλλαγή των πληθυσμών
έγινε κατά κύριο λόγο με τον εποικισμό καθώς τουρκομανικά φύλα, μουσουλμάνοι μετακινήθηκαν στη Μικρά
Ασία και δευτερευόντως με τον εξισλαμισμό.

Αξίζει να αναφερθεί ότι κάποια φύλα, λίγα στον αριθμό, εξισλαμίστηκαν δια της βίας και κάποια άλλα στο
μεγαλύτερο μέρος τους εξισλαμίστηκαν οικειοθελώς. Δεν έχουμε πολλές μαρτυρίες για βίαιο εξισλαμισμό, έτσι
τουλάχιστον προκύπτει από τις διαθέσιμες πηγές. Οι Τούρκοι, είχαν σαφώς πρόθεση να εξισλαμίσουν τους
πληθυσμούς που κατοικούσαν στα εδάφη της Μικράς Ασίας. Κυρίαρχο, άλλωστε, στοιχείο ήταν οι μουσουλμάνοι.
Ωστόσο ο εξισλαμισμός δεν συνιστά κρατική πολιτική και πρέπει ρητά να διαχωριστεί από την πολιτική που
ακολούθησαν οι θρησκευτικές ηγέτες της εποχής. Η κρατική πολιτική, δηλαδή η πολιτική του κεντρικού κράτους,
δεν ήταν να εξισλαμίσουν τους Τούρκους. Η κρατική πολιτική δεν επεδίωκε τον εξισλαμισμό, η κρατική πολιτική
έδινε έμφαση στους εποικισμούς ενώ αντίθετα η πολιτική των θρησκευτικών ταγμάτων ήταν οι εξισλαμισμοί.
Το γεγονός, άλλωστε, ότι ο εξισλαμισμός δεν στοιχειοθετούσε επίσημη κρατική πολιτική αντικατοπτρίζεται και
στη διατήρηση των χριστιανικών πληθυσμών ακόμη και μέχρι τις μέρες μας. Δεν άλλαξε θεμελιωδώς η
κατάσταση στα Βαλκάνια. Σε πολλές μάλισταπεριπτώσεις έχουμε προστασία χριστιανικών πληθυσμών.

19
Επανερχόμενοι στη συζήτηση για τη Μικρά Ασία θα πρέπει να τονιστεί ότι οι Σελτζούκοι αφού δημιούργησαν
ένα μεγάλο σε μέγεθος κράτος, σε Μεσοποταμία, Ιράν καθώς και στα βορειοδυτικά της Ινδίας, εισέβαλαν και στη
Μικρά Ασία και δημιούργησαν αυτό το αχανές κράτος.
Το κράτος που δημιουργούν οι Σελτζούκοι στη Μικρά Ασία, που ονομάζεται Rum (αντιστοιχεί σε γεωγραφικό
όρο) είναι η Μικρά Ασία ή καλύτερα ένα μέρος της Μικράς Ασίας. To Σελτζουκικό Σουλτανάτο του Ρουμ
κυβέρνησε τη Μικρά Ασία μέχρι τη Μογγολική εισβολή το 1243, οπότε διασπάστηκε σε αρκετά μικρά Τουρκικά
μπεηλίκια μεταξύ των οποίων και εκείνο των Οσμανλιδών, μεταγενέστερα γνωστών ως Οθωμανών.

Το οθωμανικό, λοιπόν, κράτος ήταν αρχικά ένα από τα πολλά μικρά κρατίδια ή μπεηλίκια που προέκυψαν στη
Μικρά Ασία κατά τη διάρκεια και μετά την κατάρρευση του κράτους των Σελτζούκων Τούρκων, στα τέλη του
13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα.
Ακολούθησε μια ακόμη ήττα των Οθωμανών από τον Μογγόλο Ταμερλάνο στη μάχη της Άγκυρας που διεξήχθη
στα εδάφη της Μικράς Ασίας στα 1402. Η συντριπτική ήττα που υπέστησαν οι Οθωμανοί ανέκοψε για κάποιο
διάστημα τη γρήγορη άνοδο και επέκταση της οθωμανικής επικράτειας. Παράλληλα, δημιούργησε το πρόβλημα
της μεσοβασιλείας (14041413) αλλά δεν κατάφερε να διαλύσει την οθωμανική αυτοκρατορία. Οπωσδήποτε
την περιόρισε και τη συρρίκνωσε για να επανέλθει και πάλι στην πρότερη κατάστασή της υπό τη βασιλεία του
Μουράτ Β΄.

Μέρη όπως η Κριμαία, η νότια Ουκρανία, η νότια Ρωσία και ο Καύκασος, περιοχές με ιδιάζουσα σημασία και
επίκαιρες ακόμη και στις μέρες μας, δέχονται πολύ σημαντικές αλλαγές αυτή την εποχή. Οι Μογγόλοι, όπως
προαναφέρθηκε, καταλύουν το μεγάλο σελτζουκικό κράτος της Μικράς Ασίας στα μέσα του 13ου αιώνα και
δημιουργούν το δικό τους κράτος, την αυτοκρατορία των Ιλχανιδών. Χαν ονομάζονται οι ηγεμόνες των
Μογγόλων.
Η μεταβολή αυτή υπήρξε πολύ σημαντική καθώς εκεί που είχαμε ένα κράτος της κεντρικής Τουρκίας αρκετά
ισχυρό και οργανωμένο, το σελτζουκικό κράτος, αυτό καταλύεται από τους Μογγόλους και γεννιούνται μια σειρά
από μικρά τουρκικά κρατίδια, τα οποία είναι φεουδαρχικού χαρακτήρα. Η μορφή της φεουδαρχικής κοινωνίας
είναι ξεκάθαρη και στηρίζεται στην ηγεμονεύουσα δυναστεία, δηλαδή τους Τούρκους. Πιο αναλυτικά σε κάθε
μπεηλίκι, σε κάθε εμιράτο υπάρχει μια οικογένεια που έχει δημιουργήσει το κράτος, η οποία ονομάζεται
ηγεμονεύουσα δυναστεία. Υπάρχει, επίσης, μια ομάδα ευγενών, στα τουρκικά ονομάζονται μπέηδες, οι οποίοι
ουσιαστικά στηρίζουν την ηγεμονεύουσα δυναστεία και οι οποίοι ελέγχουν τους πολεμιστές. Κάθε μπέης έχει τη
δική του ομάδα πολεμιστών ενώ υπάρχουν και οι στρατιωτικοίπολεμιστές οι οποίοι μέσω των ευγενών υπηρετούν
την ηγεμονεύουσα δυναστεία.

Ανάλογα με το όνομα του εκάστοτε ηγεμόνα ονομάζονται όλοι. Επί παραδείγματι αν τον ηγεμόνα τον λένε
Σελτζούκ όλοι αποκαλούνται Σελτζουκήδες, αν λέγεται Οσμάν όλοι ονομάζονται Οσμανλίδες. Φυσικά θα πρέπει
να σημειωθεί ότι το ίδιο φαινόμενο απαντάται και στη δυτική Ευρώπη, δεν είναι κάτι τόσο διαφορετικό ή πολύ
διαφορετικό. Κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται μια σειρά κρατιδίων Νταντάρογλου, Καραήντογλου,
Καρασίογλου, Αιδήνογλου, Καραμάνογλου, Εστρέφογλου κ.α. Αυτά όλα τα κρατίδια αναδύθηκαν μετά την
κατάλυση του σελτζουκικού κράτους, ακολουθούν τη μορφή των φεουδαρχικών κρατών και ως εκ τούτου δεν

20
υπάρχει πια κεντρική διοίκηση. Οι φορολογούμενοι πληθυσμοί δύναται να είναι μουσουλμάνοι, Εβραίοι,
Αρμένιοι. Οι ηγεμόνες δεν ενδιαφέρονται για τη σύσταση των πληθυσμών αρκεί να εισπράττουν κανονικά τους
φόρους, που έχουν επιβάλλει, προσφέροντάς τους ως αντάλλαγμα προστασία από επιδρομές πολεμιστών άλλων
εμιράτων.

Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι κατά τον 13ο 14ο αιώνα λόγω των επιδρομών και της συγκεχυμένης
κατάστασης που επικρατεί, η προστασία είναι συνώνυμο της στρατιωτικής προστασίας. Οι πολεμιστές ζουν από
τα λάφυρα και από τους αιχμαλώτους και είναι οι μόνοι που μπορούν να παρέχουν προστασία στους πληθυσμούς
του εμιράτου τους. Όταν αργότερα μετά από 200 με 300 χρόνια δημιουργηθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία η
προστασία θα αποκτήσει τη μορφή των νόμων και θα έχει δυο μορφές και στρατιωτική προστασία και προστασία
μέσα από το οργανωμένο κράτος. Η κατανόηση αυτών των μηχανισμών ανά τους αιώνες είναι πολύ σημαντική
καθώς μας επιτρέπει την ομαλή μετάβασή μας στο 19ο αιώνα και την ερμηνεία των όσων έλαβαν χώρα στο
μεσοδιάστημα.
Μεταξύ των φεουδαρχικών κρατιδίων που δημιουργήθηκαν αυτή την περίοδο, τα οποία είναι στην πλειονότητα
τους τουρκικά υπάρχουν και κάποια χριστιανικά κρατίδια. Αυτά είναι η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το
κρατίδιο της Μικράς Αρμενίας, τα οποία στη συνέχεια θα καταλυθούν από τους Οθωμανούς.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία θα αποκτήσει και αυτή φεουδαρχική μορφή κράτους μετά την κατάλυσή της το 1204.
Η Αυτοκρατορία της Νίκαιας ήταν ένα από διάδοχα κράτη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι το 1261 και
βρίσκεται σε περιοχές της Μικράς Ασίας που είχαν, ήδη, σταδιακά περάσει στην κυριαρχία των Σελτζούκων. Και
είναι άξιο λόγου πως αυτό το κράτος κατάφερε να σταθεί και να ανασυστήσει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία σε
μέρη όπου είχαν μέσα σε τριάντα χρόνια περιέλθει στον έλεγχο οθωμανικών φύλων. Για να μπορέσει να δοθεί
μια λογική εξήγηση σε αυτή τη διαπίστωση θα πρέπει κανείς να υποθέσει ότι στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας
ζούσαν και τουρκικοί πληθυσμοί, πιθανότητα και όχι απαραίτητα μουσουλμάνοι. Μπορεί οι Τούρκοι να είχαν
εκχριστιανιστεί καθώς δεν υπήρξαν μονάχα εξισλαμισμοί. Εξάλλου δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι οι
Βυζαντινοί από τον 4ο αιώνα και εφεξής έχουν ως κεντρική πολιτική τους τον εκχριστιανισμό των αλλοφύλων
όπως των Βούλγαρων, των Ρώσων, κάποιων τουρκικών φύλων αλλά και άλλων.

Η ηγεμονεύουσα δυναστεία στο Βυζάντιο μετά το 1261 είναι η οικογένεια των Παλαιολόγων, η οποία κατάφερε
να ανασυστήσει την αυτοκρατορία, γεγονός ομολογουμένως παράδοξο αν σκεφτεί κανείς ότι η περιοχή αυτή έχει,
ήδη, κατακτηθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους. Παράλληλα, περίπου την ίδια περίοδο ηγεμονεύουσα
δυναστεία στους Οθωμανούς είναι ο Οίκος του Οσμάν .
Σημαντικό είναι να αναφερθεί ακόμη μια φορά ότι ενώ οι Οθωμανοί ηγεμόνες δίνουν το όνομά τους σε όλους
τους πληθυσμούς του κρατιδίου τους, η ηγεμονεύουσα κάθε φορά δυναστεία στο Βυζάντιο δεν επέβαλλε το
όνομά της. Για παράδειγμα κατά την ηγεμονία των Κομνηνών και των Παλαιολόγων το Βυζάντιο δεν
ονομάστηκε αντίστοιχα Κομνηνείο ή Παλαιολόγγειο κράτος. Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι τα σύμβολα των
δυναστειών του Βυζαντίου, όπως ο δικέφαλος αετός των Παλαιολόγων, παρέμειναν ως σύμβολα της
ηγεμονεύουσας δυναστείας και όχι του Βυζαντίου στο σύνολό του.

21
Επανερχόμενος κανείς στη συζήτηση που περιστρέφεται γύρω από τις επιδρομές των πολεμιστών διαφόρων
εμιράτων της εποχής θα πρέπει να συγκρατήσει ότι αυτές συνιστούσαν έναν αγώνα επικράτησης του πιο ισχυρού
μπεηλικιού. Αυτό ήταν άλλωστε και το ζητούμενο. Το μπεηλίκι, λοιπόν, που θα επικρατήσει έναντι των άλλων
είναι αυτό του Οσμάν. Από ένα μικρό κρατίδιο που ήταν αρχικά, κατάφερε μέσα σε 100 περίπου χρόνια να γίνει
κράτος. Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη καθώς με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε το οθωμανικό κράτος,
το οποίο πήρε το όνομά του από την ηγεμονεύουσα δυναστεία του Οσμάν και ενώ αρχικά γεννήθηκε ως μια
παραμεθόρια ηγεμονία, στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σταδιακά σε ένα τεράστιο κράτος . Φυσικά το
μπεηλίκι του Οσμάν ευνοήθηκε και από τη διάλυση του σελτζουκικού κράτους αλλά και από τη γεωγραφική του
θέση καθώς συνόρευε με το Βυζάντιο και είχε περιθώρια επιδρομών σε χώρα χριστιανών, σε γη απίστων ώστε να
επεκτείνει τα εδάφη του ενώ κατάφερε να επιβληθεί και στα υπόλοιπα εμιράτα.

Οι Οθωμανοί μετά βεβαιότητας είναι Ογούζοι. Το οθωμανικό κράτος σε σύντομο χρονικό διάστημα επεκτείνεται
και καταλαμβάνει εδάφη κυρίως του βυζαντινού κράτος και όχι των άλλων εμιράτων που βρίσκονται στη Μικρά
Ασία. Εν ολίγοις επεκτάθηκε εις βάρος των γειτονικών επαρχιών του Βυζαντινού κράτους, όσων είχαν απομείνει,
και όχι των εμιράτων που ήταν στη γειτονιά του αν και θεωρητικά αυτό φαινόταν πιο λογικό και ''σωστό''. Αυτό
εξηγείται εύκολα, εάν αναλογιστεί κανείς ότι ο μουσουλμάνος πολεμιστής δικαιούται να κάνει επιδρομή σε
περιοχή που κατοικούν χριστιανοί και όχι σε περιοχή που κατοικούν ομόθρησκοί του μουσουλμάνοι.

Το εμιράτο, λοιπόν, του Οσμάν μετεξελίχθηκε από κρατίδιο σε κράτος και στη συνέχεια σε τεράστια
αυτοκρατορία. Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι μόνο αυτό από τα τουρκικά εμιράτα κατάφερε να
επεκταθεί στα Βαλκάνια. Οι Σελτζούκοι είχαν, αρχικά, πρωτεύουσά τους τη Νίκαια και μετά μετέφεραν την έδρα
τους στο Ικόνιο. Το κρατίδιο των Οθωμανών ιδρύθηκε κατά προσέγγιση γύρω στο 1290 ακριβώς στο σημείο που
βρισκόταν η αυτοκρατορία της Νίκαιας. Είναι άξιο απορίας πως εκεί που υπήρχε ένα βυζαντινό κράτος, η
Αυτοκρατορία της Νίκαιας, αυτή ανατράπηκε και στη θέση της δημιουργήθηκαν τουρκικά κρατίδια. Θα πρέπει,
βέβαια, να τονιστεί ότι η Μικρά Ασία είχε, ήδη, κατακτηθεί από τουρκικά φύλα ενώ και οι βυζαντινές κτήσεις
είχαν χαθεί στη δεκαετία 12801290.

Πρώτη πρωτεύουσα του οθωμανικού κράτους με χαρακτηριστικά πρωτεύουσας ήταν η Προύσα μια πόλη που
σήμερα απαριθμεί 4 εκατομμύρια πληθυσμό. Στη συνέχεια 50 περίπου χρόνια αργότερα πρωτεύουσα γίνεται η
Ανδριανούπολη στα τούρκικα Edirne, αγαπημένη πόλη των σουλτάνων μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας. Η
Ανδριανούπολη διέθετε πολύ όμορφα ξύλινα παλάτια, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων κάηκε το 1878
μετά την πολιορκία της πόλης από τους Ρώσους. Τελευταία πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους από το 1453
μέχρι και το 1923 υπήρξε η Κωνσταντινούπολη ή αλλιώς IstanbulIslambol, ονομασία που υποδηλώνει ότι ήταν
πόλη του Ισλάμ. Μετά την κατάργηση της Κωνσταντινούπολης η Άγκυρα έγινε πρωτεύουσα του τουρκικού
εθνικού κράτους, δεν έχει, όμως, πια σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ας μην επεκταθούμε περισσότερο σε ό,τι αφορά στις παραμεθόριες ηγεμονίες, όπου έχουμε ένα φαινόμενο
ανάλογο με τους περίφημους ακριτές των Βυζαντινών αλλά αντεστραμμένο. Οι ακρίτες των Βυζαντινών είναι

22
στρατιωτικοί, είναι πολεμιστές, δεν είναι, ωστόσο, αγρότες. Το ότι έχουν γη στη διάθεσή τους είναι για να έχουν
εισοδήματα και για να είναι δεμένοι με την περιοχή στην οποία βρίσκονται. Λέγονται ακρίτες γιατί
τοποθετούνται στα «άκρα», δηλαδή, στα σύνορα. Θα μπορούσαμε κατά το σημερινό όρο να τους αποκαλέσουμε
συνοριοφύλακες.
Οι ακρίτες, λοιπόν, είναι τοποθετημένοι στα σύνορα της βυζαντινής Μικράς Ασίας. Αναπτύσσονται κυρίως στα
σημεία όπου συνορεύει το Βυζαντινό κράτος με τους Άραβες και πιο ανατολικά βέβαια. Ένας από τους ακρίτες
ήταν ο περιβόητος Διγενής Ακρίτας. Το όνομά του προέκυψε από το γεγονός ότι είχε διπλό γένος, ο πατέρας του
δεν ήταν χριστιανός, ήταν Άραβας, ενώ η μάνα του ήταν χριστιανή. Πρόκειται για ένα φαινόμενο σύνηθες για την
εποχή που μιλάμε. Οι ακρίτες όπως προαναφερθήκαμε ζουν στα «άκρα».

Αν το αντιστρέψουμε θα δούμε ότι εκεί που δημιουργείται το κράτος των Σελτζούκων, το οποίο στη συνέχεια
αποδυναμώνεται, διασπάται και υποτάσσεται στους Μογγόλους, θα δημιουργηθεί το κράτος των τελευταίων.
Οι Μογγόλοι και αυτοί με τη σειρά τους δημιουργούν ακρίτες. Που ακριβώς; Στα σύνορα με ένα κράτος που δεν
είναι μουσουλμάνοι, δηλαδή το Βυζάντιο. Οι μουσουλμάνοι ακρίτες λέγονται ουτςμπέη, δηλαδή μπέηδες των
«άκρων», των συνόρων και είναι και αυτοί πολεμιστές των παραμεθορίων περιοχών. Δημιουργούνται, δηλαδή,
στα σύνορα με τα χριστιανικά κράτη αντίστοιχα ακρίτες αλλά μουσουλμάνοι αυτή τη φορά. Αυτοί, λοιπόν, είναι
οι περιβόητοι Ούτσμπεη, οι οποίοι ουσιαστικά προστατεύουν το κράτος των Μογγόλων από τους χριστιανούς ή
αντιθέτως μπορεί να κάνουν επιδρομές μέσα στο Βυζαντινό κράτος. Ένας από αυτούς ήταν και ο Οσμάν Γαζής.
Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται αυτό το μικρό κρατίδιο του Οσμάν, το οποίο στην ουσία θα μετατραπεί στην
Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι ακρίτες, έρχονται στη Μικρά Ασία το 13ο αιώνα από τα ανατολικά με άδεια των
Σελτζούκων σουλτάνων εγκαθίστανται στην Άγκυρα και εν συνεχεία στη Σογιούτ για να φθάσουν στα σύνορα με
το βυζαντινό κράτος.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι, αυτή την εποχή στη Μικρά Ασία οι πληθυσμοί είναι μεικτοί, συνυπάρχουν,
δηλαδή, χριστιανοί και μουσουλμάνοι και δεν έχει σημασία, εάν οι μουσουλμάνοι είναι εξισλαμισμένοι. Είναι
σημαντικό δε να αναφερθεί ότι ανάλογα με τη δυνατότητα που τους παρέχει η εκάστοτε ηγεμονία οι πολεμιστές
υποτάσσονται στην αντίστοιχη δυναστεία.
Το θέμα, δηλαδή, είναι ότι μπορεί η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, οι Βατατζήδες, να είχαν τους ίδιους υπηκόους
που πριν από 30 50 χρόνια τους είχαν οι Σελτζούκοι ή που μετά από 30 χρόνια τους είχαν οι Οθωμανοί. Είναι
βασικό να σημειωθεί ότι μουσουλμάνοι και χριστιανοί υπήκοοι που αποτελούσαν τη βάση της πυραμίδας,
παρέμεναν ενώ άλλαζαν οι πολεμιστές και η ηγεμονεύουσα δυναστεία. Δεν άλλαζαν, δηλαδή, οι πληθυσμοί. Έτσι
στάθηκε το κράτος της Νίκαιας, το οποίο αρχικά ήταν κράτος των Βατάτζηδων, μετά έγινε των Παλαιολόγων και
μετά από αυτό, περίπου το ίδιο κράτος, έγινε το κράτος των Οθωμανών. Και για να είμαστε πιο ακριβείς, οι
υπήκοοί του παρέμεναν σταθεροί. Είναι, βέβαια, άλλο θέμα εάν οι χριστιανικοί πληθυσμοί εξαφανίζονταν λόγω
του εξισλαμισμού. Άρα το κράτος του Οσμάν δημιουργήθηκε ακριβώς με αυτόν τον τρόπο. Μια ηγεμονεύουσα
δυναστεία με μια ομάδα ευγενών μπέηδων και πολεμιστών κατάφερε να υποτάξει ένα σύνολο πληθυσμών,
χριστιανικών και μουσουλμανικών.

23
Εδώ υπάρχει ένα θέμα μεγάλο καθώς υπάρχουν μια σειρά από θεωρίες σχετικά με το πώς δημιουργήθηκε η
Οθωμανική Αυτοκρατορία, δηλαδή ποιοι ήταν οι παράγοντες εκείνοι που επέτρεψαν στους Οθωμανούς να
δημιουργήσουν αρχικά το κράτος που δημιούργησαν και στη συνέχεια την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Οι θεωρίες αυτές είναι πάρα πολύ σημαντικές και μέχρι και σήμερα οι ιστορικοί εξακολουθούν να ασχολούνται
με το θέμα αυτό:

1η θεωρία: Θεωρία της Ανάμειξης Επιμειξίας Τούρκων & Εξισλαμισμένων Χριστιανών


Η 1η και κύρια θεωρία είναι ότι στην ουσία οι Οθωμανοί αποτελούν ανάμειξη χριστιανικών και τουρκικών
φύλων, στη Μικρά Ασία. Δηλαδή είναι Ογούζοι Τούρκοι που ήρθαν από την Ανατολή, ήρθαν σε επιμειξία με
ντόπιους Βυζαντινούς και δημιούργησαν μια «νέα φυλή». Η θεωρία έχει διατυπωθεί από τον Gibbons και σήμερα
έχει καταλυθεί, είναι μια ασθενής θεωρία. Σύμφωνα με την ίδια θεωρία μάλιστα το κράτος που δημιουργούν οι
Οθωμανοί υιοθετεί βυζαντινές πρακτικές, την ίδια πρακτική για το κράτος, πράγμα που δεν ευσταθεί, είναι λάθος.
Σχεδόν την ίδια αντίληψη υιοθέτησε ένας ελληνοαμερικανός ιστορικός ο Αρνάκης. Υποστήριξε και αυτός με τη
σειρά του τη δημιουργία αυτής της «νέας φυλής». Το ότι υπήρχαν επιμειξίες στον πληθυσμό είναι σίγουρο αλλά
αυτό δεν σημαίνει ότι δημιουργείται «νέα φυλή».
Ο Έλληνας ιστορικός Βρυώνης προχώρησε λίγο πιο πέρα, δεν απέρριψε τη θεωρία της επιμειξίας, αλλά επέμεινε
σε εξισλαμισμούς. Πιο συγκεκριμένα ο Βρυώνης αναφέρει ότι υπάρχει βυζαντινό υπόστρωμα στους Οθωμανούς
αλλά αυτό δεν είναι και τόσο ισχυρό όσο υποστήριξαν οι προηγούμενοι ιστορικοί. Από τη μεριά του ο
Αμερικανός ιστορικός RonaldJenningsυποστήριξε ότι στη βορειοδυτική Μικρά Ασία υπήρξε επιμειξία
πληθυσμών και ότι υιοθετήθηκαν και βυζαντινά πρότυπα.

2η θεωρία: θεωρία της Φυλετικής Καταγωγής του Οθωμανικού Κράτους


Η θεωρία αυτή διατυπώθηκε από τον Τούρκο Mehmed Fuad Koprulu, oοποίος θεωρείται ο Παπαρρηγόπουλος της
Τουρκίας. Ο εν λόγω ιστορικός πιστεύει ότι το Οθωμανικό κράτος είναι δημιούργημα μιας καθαρά τουρκικής
φυλής των Καγί, Ογούζων υπό μία έννοια, οι οποίοι κατάφεραν να δημιουργήσουν αυτό το κράτος πολεμώντας
εναντίον των βυζαντινών.
Πρόκειται για μια καθαρά θεωρία φυλής, των Ογούζων, οι οποίοι κατάφεραν να δημιουργήσουν το κράτος τους
πολεμώντας εναντίον των Βυζαντινών. Ο Koprulu υποστηρίζει ότι οι Οθωμανοί υιοθέτησαν τα σελτζουκικά
πρότυπα, αυτό, δηλαδή, που προϋπήρχε και καταλύθηκε λίγο πριν έρθουν οι Οθωμανοί. Προφανώς, βέβαια,
υιοθέτησαν και βυζαντινά πρότυπα πριν την έλευση των Οθωμανών. Ο Mehmed Fuad Koprulu είναι ιστορικός
του 20ου αιώνα, μετά το 1920, δηλαδή, μετά την ίδρυση του τουρκικού εθνικού κράτους. Έπρεπε, λοιπόν, να
ερμηνεύσει την ιστορία με βάση τη λογική ότι το έθνος είναι μια διαχρονική οντότητα. Πρόκειται για μια
πολύ γνωστή θεωρία των εθνικιστών, η οποία δημιουργεί ένα εθνικό αφήγημα. Και σε μας τους Έλληνες
συμβαίνει κάτι ανάλογο. Ο Κων. Παπαρρηγόπουλος είπε ότι το ελληνικό έθνος είναι διαχρονική οντότητα.
Έγραψε ιστορία με αυτόν τον τίτλο «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το καθ΄
ημάς», δηλαδή από τους Μυκηναίους και πιο πίσω από τους Πρωτοέλληνες κλπ. Το έργο αυτό
συνιστά ένα εθνικό αφήγημα. Ένα ανάλογο εθνικό αφήγημα δημιούργησε και ο Τούρκος Koprulu μετά το 1920,
ισχυριζόμενος ότι το Οθωμανικό Κράτος είναι καθαρά τουρκικό κράτος, δηλαδή, ότι η Τουρκία αποτελεί

24
συνέχεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι βασικό και θεμελιώδες να δει κανείς «πίσω» από τις ερμηνείες,
το σκοπό που εξυπηρετούν. Ο ανωτέρω ισχυρισμός είναι λάθος στο σύνολό του, καθώς η σημερινή Τουρκία,
όπως και η Ελλάδα, είναι κράτη του τουρκικού και ελληνικού έθνους αντίστοιχα. Το τουρκικό έθνος
δημιούργησε το σύγχρονο τουρκικό κράτος. Ο Κεμάλ αυτή την επανάσταση έκανε. Ενώ η Οθωμανική
Αυτοκρατορία είναι «Κράτος» του Οσμάν και των διαδόχων του.
Κάποιες φυλές που υπήρχαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να υπάρχουν στην
Τουρκία, προέρχονταν από το οθωμανικό κράτος. Ανακύπτει, όμως, το ερώτημα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία:
Υπάρχει έθνος; Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, κυριαρχούν πλειοψηφικά το τουρκικό έθνος. Προφανώς και έχει
μέσα πολλές μειονότητες αλλά η μεγαλύτερη μειονότητα είναι οι Τούρκοι. Και στην Ελλάδα ζουν μειονότητες
όπως για παράδειγμα στη Θράκη.

Πως έγινε η μετάβαση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο Τουρκικό Εθνικό Κράτος;
Επρόκειτο για μια οδυνηρή μετάβαση, μέσα από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η κατάλυση και περαιτέρω ειρηνική
ή βίαιη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν «γέννησε» μόνο την Τουρκία αλλά και όλα τα εθνικά κράτη
της Βαλκανικής. Ένα κράτος που ιδρύθηκε στα 1913 στα Βαλκάνια χωρίς πόλεμο αλλά κατόπιν συμφωνίας ήταν
η Αλβανία, η Ελλάδα ιδρύθηκε με Επανάσταση, η Βουλγαρία και ναι και όχι, η Ρουμανία, επίσης, με συμφωνία.
Εν ολίγοις έχουμε διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ανάδυση εθνικών κρατών.
Ο Koprulu επιμένει σε φυλετική καταγωγή, Καγί τουρκική φυλή, δεν δέχεται εκδοχή εξισλαμισμένων χριστιανών
Μικράς Ασίας. Με την ανάλογη εθνικιστική αντίληψη θα μπορούσαμε και εμείς να πούμε ότι το Ελληνικό
κράτος δημιουργήθηκε αμιγώς από Έλληνες που φυλετικά κατάγονται απευθείας από τον Περικλή. Όμως δεν θα
πρέπει κανείς να παραβλέπει και να λησμονεί το γεγονός ότι στην Ελληνική Επανάσταση πολέμησαν άνθρωποι
με διαφορετική γλώσσα και θρήσκευμα από εμάς, αρβανίτες, βούλγαροι, μη χριστιανοί. Έτσι δεν θα ήταν σωστό
να ισχυριστεί κανείς ότι το κράτος ιδρύεται από μια φυλή. Η φυλετική καταγωγή ενός κράτους είναι τελείως
απίθανο πράγμα.

3η θεωρία: Θεωρία του Ιερού Πολέμου (Gaza)


Πρόκειται για τη σπουδαιότερη θεωρία για τη γένεση και ανάπτυξη του Οθωμανικού Κράτους. Εισηγητής της
υπήρξε ο Γερμανός ιστορικός Paul Wittek. Ο εν λόγω ιστορικός απορρίπτει τη 2η θεωρία περί φυλετικής
καταγωγής του οθωμανικού κράτους. Υποστηρίζει ότι το κράτος το δημιούργησαν γαζήδες, δηλαδή, πολεμιστές
της πίστης, οι οποίοι ήταν μουσουλμάνοι καθώς δεν νοείται να είναι πολεμιστής της πίστης χριστιανός.
Το Οθωμανικό Κράτος συνόρευε με ένα κράτος χριστιανικό, το Βυζάντιο, γεγονός που οδήγησε στη
συγκέντρωση μουσουλμάνων πολεμιστών, φρουρών των συνόρων, οι οποίοι αγωνίζονταν για την επέκταση της
χώρας των πιστών, δηλαδή του ισλαμικού κόσμου. Η γενικότερη αντίληψη ότι ο πιστός πρέπει να αγωνίζεται για
την επέκταση του κράτους του υφίσταται.
Ο Wittek απέρριψε προηγούμενες θεωρίες. Θα μπορούσε, ωστόσο, κανείς να κάνει κάποιες παρατηρήσεις όπως
το γεγονός ότι ο Ερτογλού ήρθε με τη φυλή του στη Μικρά Ασία για να κάνει ιερό πόλεμο αλλά τελικά δεν έκανε,
όπως, επίσης, και ο Οσμάν. Και ως απόρροια αυτής της παρατήρησης να διατυπώσει ερωτήσεις του τύπου αφού
ήταν γαζήδες πως τελικά δεν έκαναν ιερό πόλεμο; Διακρίνει, λοιπόν, κανείς μια αντίφαση ανάμεσα στις

25
πηγές που υποστηρίζουν ότι ήταν γαζήδες και στα πεπραγμένα του Ερτογλού και του Οσμάν, οι οποίοι δεν
φαίνεται να έκαναν ιερό πόλεμο. Η διαπίστωση αυτή συνιστά την πρώτη βασική παρατήρηση.

Συνεχίζοντας κανείς θα μπορούσε να διατυπώσει και ένα δεύτερο ερώτημα βασιζόμενος στην 3η κατά σειρά
θεωρία περί δημιουργίας του Οθωμανικού κράτους από τους γαζήδες. Οι στρατιωτικοί του Οσμάν δεν ήταν μόνο
μουσουλμάνοι ήταν και χριστιανοί. Το ερώτημα αυτό έχει ως εξής: είναι λογικό και δυνατό να έχουμε πόλεμο
γαζήδων και μέσα στους κόλπους τους να βρίσκονται χριστιανοί πολεμιστές; Τι σόι γαζήδες ήταν;
Αντιλαμβάνεται, κανείς, ότι υπάρχουν σοβαρές αμφισβητήσεις, αν και κατά πόσο ήταν γαζήδες.

Ο Wittekεπιμένει στη θεωρία του ότι πρόκειται για γαζήδες, πολεμιστές /υπερασπιστές της μουσουλμανικής
θρησκείας. Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι ιστορικοί συντάσσονται με αυτή την άποψη, και κυρίως οι
Ευρωπαίοι. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, υπάρχουν και κάποιοι ιστορικοί, όπως οι Αμερικάνοι, που έχουν
αναθεωρήσει τις σχετικές απόψεις τους. Από τη μια είναι ο γαζής (ο γαζής είναι το σπαθί του Θεού,
δηλαδή του Ισλάμ, ο γαζής είναι στην υπηρεσία του Αλλάχ) και από την άλλη ο πολεμιστής χριστιανός.
Μουσουλμάνος σπαθί (=πολεμιστής) και χριστιανός σπαθί δεν μπορεί να δικαιολογηθεί σε καμία των
περιπτώσεων. Μουσουλμάνος και χριστιανός πολεμιστής πολεμούν μαζί ο μεν πρώτος πολεμά για τον ιερό
πόλεμο, ο δε δεύτερος γιατί πολεμά;

Ο γαζής είναι μουσουλμάνος, δεν μπορεί να είναι χριστιανός σε καμία των περιπτώσεων. Οι γαζήδες είναι λαϊκό
κίνημα κατά τη θεωρία του Wittek. Στην ίδια θεωρία αξίζει να αναφερθεί και να προσεχθεί η αναφορά του Wittek
ότι η Μικρά Ασία κατακτήθηκε από τους Τούρκους επιδρομείς, ότι ουσιαστικά η κατάκτηση είχε να κάνει με
την επέκταση των Οσμάνων προς τα δυτικά. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική παρατήρηση.

Παραμένοντας στην ίδια θεωρία ο Χαλίλ Ιναλτζίκ διατύπωσε τη δική του θεωρία και παντρεύει τρόπον τινά τη
θεωρία του Mehmed Fuad Kφprόlό, που λέει ότι το οθωμανικό κράτος είναι δημιούργημα της φυλής των Καγί με
τη θεωρία του Wittek. Πρόκειται για μια συμβιβαστική τρόπον τινά λύση για να παντρέψει τις ανωτέρω θεωρίες.
Ναι μεν υπήρχε φυλή των Καγί που θεμελίωσε το κράτος αλλά αυτό το κράτος στη συνέχεια επεκτάθηκε με τη
λογική του Gaza, δηλαδή του ιερού πολέμου. Το οθωμανικό μπεηλίκι του Οσμάν ήταν αφοσιωμένο στον ιερό
πόλεμο ταυτόχρονα, όμως, έχει και φυλετικά χαρακτηριστικά, είναι δηλαδή Ογούζοι Τούρκοι.

Υπάρχουν πολλοί που υιοθετούν τη θεωρία του Wittek αλλά υπάρχει και μια νεότερη θεωρία που απορρίπτει τη
θεωρία του περί Gaza, περί ιερού, δηλαδή, πολέμου όπου υποστηρίζεται η άποψη ότι το κράτος αυτό, είτε
δημιουργήθηκε από τη δυναστεία του Οσμάν, ως καθαρά φεουδαρχικό κράτος, είτε ως ληστρική ηγεμονία. Τη
θεωρία αυτή λέγεται ότι την υποστηρίζει ο Lowry, ο οποίος πιστεύει ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία
δημιουργήθηκε στη λογική των επιδρομών. Υπάρχει, δηλαδή, μια ηγεμονεύουσα δυναστεία του Οσμάν σε ένα
μόρφωμα κρατικό στα σύνορα με Βυζάντιο. Ο Οσμάν αποδεικνύεται ικανός ηγεμόνας, όπως οι βυζαντινοί
βατατζήδες τριάντα χρόνια πριν. Σε μια ταραχώδη περίοδο ο Οσμάν καταφέρνει να συγκεντρώσει γύρω του
Τούρκους πολεμιστές, οι οποίοι μπαίνουν στην υπηρεσία του με τη λογική των συνεχών επιδρομών.

26
Κάτι ανάλογο έχει συμβεί και στη δυτική ιστορία. Οι στρατιωτικοί, οι πολεμιστές αυτή την εποχή ζουν από δυο
πράγματα, από τα λάφυρα και από τους αιχμαλώτους. Όποιος, λοιπόν, του προσφέρει τη δυνατότητα της
επιδρομής και της απόκτησης λαφύρων ή/και αιχμαλώτων μπαίνει στην υπηρεσία του. Τουλάχιστον το 35% των
Οθωμανών πολεμιστών ήταν χριστιανοί, οι οποίοι είτε παρέμειναν χριστιανοί είτε εξισλαμίστηκαν στην πορεία
μετά από αρκετά χρόνια. Με βεβαιότητα το 30%, όπως προκύπτει από τις πηγές, ήταν χριστιανοί. Επομένως η
συμμετοχή των χριστιανών πολεμιστών σε τέτοιο μεγάλο ποσοστό, έρχεται από μόνη της να καταρρίψει τη
θεωρία του Gaza και τη θεωρία περί φυλετικής καταγωγής του κράτους και καταλήγει στο ότι οι άνθρωποι αυτοί
πολεμούν είτε για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους είτε για να κάνουν επιδρομές. Δηλαδή ο Βυζαντινός
στρατιωτικός που ζει στη Βιθυνία, όταν καταλαβαίνει ότι οι Παλαιολόγοι ως ηγεμονεύουσα δυναστεία δεν
μπορούν ούτε να τον προστατεύσουν ούτε να του εξασφαλίσουν τα εισοδήματα που απαιτείται για να είναι
πολεμιστής, μπαίνει στην υπηρεσία του Οσμάν. Όπως προκύπτει από τις πηγές, χριστιανοί πολεμιστές υπήρχαν
στην υπηρεσία των Οθωμανών. Η θεωρία αυτή είναι πιο κοντά στην αλήθεια.

Ο πολεμιστής της Ανατολής, ονομάζεται σπαχής και αντιστοιχεί με τον ιππότη της Δυτικής Ευρώπης. Είναι
λανθασμένη η εντύπωση ότι μόνο στη Δυτική Ευρώπη υπήρχαν ιππότες. Οι Σαμουράι, οι Μογγόλοι, οι σπαχήδες
Οθωμανοί, οι ιππότες της Δύσης είναι όλοι πολεμιστές, προστατεύουν πληθυσμούς από τη μια με αντάλλαγμα
την είσπραξη φόρων και τη λήψη προϊόντων. Ταυτόχρονα πολεμάνε στο εξωτερικό και λεηλατούν.
Αναπτύσσεται, δηλαδή, στη Μικρά Ασία ένα είδος «ιπποτισμού». Είναι πάντοτε έφιππος ο στρατιώτης, ο οποίος
ζει ασκώντας το επάγγελμα του στρατιωτικού. Άρα όποιος τον πληρώνει και του εξασφαλίζει εισοδήματα σε
αυτόν, προσφέρει τις υπηρεσίες του. Αυτή είναι η δουλειά του, όποιος του προσφέρει καλύτερες συνθήκες με
αυτόν πηγαίνει. Και πάλι θα πρέπει να επισημανθεί ότι το Οθωμανικό Κράτος το δημιούργησε η δυναστεία του
Οσμάν, όχι ένα έθνος, δεν υπήρχαν έθνη εκείνη την εποχή, ούτε μια φυλή, ούτε γαζήδες, το δημιούργησε μια
οικογένεια, η οποία δημιούργησε μια δυναστεία μέχρι το 1923.

Έχουμε ένα κράτος που το δημιουργεί μια συγκεκριμένη δυναστεία οι Οσμαλήδες και μια ομάδα πολεμιστών, οι
οποίοι έχουν τεθεί στην υπηρεσία του Οσμάν. Ο τίτλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υποδηλώνει τους θεϊκά
προστατευόμενους και αδιάκοπα αυξανόμενους καθώς και την ευημερούσα απόλυτη κυριαρχία του Οίκου του
Οσμάν. Είναι το κράτος του Οσμάν και των διαδόχων του. Ούτε των Τούρκων, ούτε των Ελλήνων, ούτε των
Βουλγάρων.

Υπάρχει ένα κομμάτι όπου ιδρύεται το κρατικό μόρφωμα, το μπεηλίκι, δηλαδή, των άκρων, η παραμεθόρια
ηγεμονία, η οποία μετά από 230 χρόνια περίπου θα φθάσει με τον Σελίμ στο απόγειό της και θα δημιουργηθεί η
μεγάλη Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Έχουμε μια πρώτη φάση, όταν δημιουργήθηκε αυτή η παραμεθόριος ηγεμονία στο βορειοδυτικό άκρο της
Μικράς Ασίας στη Βιθυνία, στα τέλη του 13ου και αρχές του 14ου αιώνα, δηλαδή όσο είναι ο Οσμάν. Αυτό το
κρατικό μόρφωμα το ίδρυσε ο Οσμάν ο Α΄. Η δημιουργία της παραμεθόριας ηγεμονίας είναι η 1η φάση,
ακολουθεί μια 2η φάση όπου αυτή η ηγεμονία μετατρέπεται σε κράτος από τον Ορχάν Α΄. Ο τελευταίος
θεωρείται ο θεμελιωτής του οθωμανικού κράτους, το οποίο πατάει και στις δυο ηπείρους και στη

27
Βορειοδυτική Μικρά Ασία και στη σημερινή ανατολική Θράκη εκεί που είναι σήμερα η Τουρκία. Και ακολουθεί
η 3η φάση και τελευταία, όπου από κράτος γίνεται αυτοκρατορία, μέσα σε 100 περίπου χρόνια περίπου από το
1350 μέχρι το 1453 με τον Μεχμέτ που κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη.

Υπάρχουν τρεις φάσεις εξέλιξης, από παραμεθόριος ηγεμονία μετατρέπεται σε κράτος μέσα σε 5060
χρόνια με φεουδαρχικό σύστημα, νόμισμα και από κράτος σε αυτοκρατορία. Αυτή η αυτοκρατορία στην ουσία
αντικατέστησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία των Μακεδόνων, ο Βασίλειος ο Α΄, ο Βασίλειος ο Β΄ ο
Βουλγαροκτόνος δεν ήταν Μακεδόνες καθώς κατάγονταν από την Ανδριανούπολη. Σε αυτές τις τρεις
φάσεις η εξέλιξη πέρασε από τη λαίλαπα των Μογγόλων, κινδύνεψε αλλά βγήκε πιο δυνατή με τον Μουράτ τον
Β΄. Στη μάχη της Άγκυρας συγκρούεται ο οθωμανικός στρατός με τον μογγολικό στρατό. Επικεφαλής των
Οθωμανών είναι ο σουλτάνος Βαγιαζήτ ο Α. Τα στρατεύματά του αποτελούνται από πολεμιστές Τούρκους,
τουρκικής φυλετικής καταγωγής και από τα συμμαχικά χριστιανικά στρατεύματα μεταξύ των οποίων και Σέρβοι,
Βούλγαροι, Βυζαντινοί κ.α., οι οποίοι πολεμούν με τις δικές τους σημαίες. Αρχίζει η μάχη και το
εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι κατά τη διάρκεια αυτής οι μονάδες του στρατού που ήταν τουρκικής καταγωγής
λιποτάκτησαν και τάχθηκαν με τους Μογγόλους ενώ έμειναν και πολέμησαν οι χριστιανοί. Το κράτος
αποκαταστάθηκε το 1430 με τον Μουράτ Β' ο οποίος κατέκτησε όλα τα Βαλκάνια.

28

You might also like