You are on page 1of 67

ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

Οι Τρόποι Ανάπτυξης Παραγράφου στο κύριο μέρος της έκθεσής μας είναι οι ακόλουθοι:

Με ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ και μαρτυρίες

Με τη μέθοδο αυτή αναπτύσσεται η θεματική περίοδος αν το περιεχόμενό της χρειάζεται


διευκρίνηση. Τα παραδείγματα λαμβάνονται από την καθημερινή ζωή, την προσωπική
εμπειρία και την ιστορία. Η μαρτυρία (επίκληση στην αυθεντία) χρησιμοποιείται, όταν,
προκειμένου να ενισχυθεί ή να τεκμηριωθεί η άποψη της θεματικής περιόδου, γίνεται
χρήση της άποψης ή της θεωρίας κάποιου αναγνωρισμένου και καταξιωμένου ανθρώπου,
κάποιου ειδικού.

Δεν πρέπει όμως να γίνεται κατάχρηση μαρτυριών και παραδειγμάτων, γιατί κουράζουν τον
αναγνώστη και δημιουργούν την αίσθηση επιφανειακής προσέγγισης του θέματος ή
έλλειψης προσωπικών επιχειρημάτων.

Ενδεικτικές λέξεις: Για παράδειγμα, παράδειγμα, παραδείγματος χάρη, λόχου χάρη, κ.λπ.

Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος Αγνοούν οι γονείς ότι τα παιδιά τους κατά την περίοδο αυτή,
επιθυμώντας να αποκτήσουν την αυτονομία τους και να επιβεβαιώσουν την ανεξαρτησία
τους, ενεργούν συχνά : αντίθετα προς τις πατρικές επιθυμίες και ορέξεις. (…)

Λεπτομέρειες Αν, π.χ., αρέσουν στους γονείς τα κοντά μαλλιά και συχνά μιλούν με
ειρωνεία για τους «μακρυμάλληδες», εξωθούν με τον τρόπο τους αυτόν περισσότερο τον
έφηβο γιο τους να γίνει «μακρυμάλλης» παρά να προτιμήσει τα κοντά μαλλιά. Αν αρέσει
στους γονείς η κλασική μουσική ή τα παλιά τραγούδια, ενώ η μοντέρνα μουσική
αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση, οι προτιμήσεις των παιδιών θα στραφούν μάλλον προς
τη μοντέρνα έξαλλη μουσική. (…)

Κατακλείδα Πάμπολλα είναι τα παραδείγματα τα οποία θα μπορούσε κανείς να


αναφέρει σχετικά με αυτήν την τάση των εφήβων να δρουν αντίθετα προς τις επιθυμίες
των γονέων τους με πρόδηλη συχνά την πρόθεση να τους ερεθίσουν.
Με ΣΥΓΚΡΙΣΗ Και ΑΝΤΙΘΕΣΗ

Όταν η θεματική περίοδος περιέχει δύο αντιθετικά μεταξύ τους δεδομένα, αναπτύσσεται
με σύγκριση-αντίθεση. Ανάλογα με τη μορφή της σύγκρισης έχουμε:

α. Αντίθεση: Αντιπαραβολή των συγκρινόμενων και παρουσίαση των διαφορών τους.

β. Σύγκριση: Παρουσίαση των συγκρινόμενων και επισήμανση όχι μόνο των ομοιοτήτων
αλλά και των διαφορών τους.

Ως τρόπος ανάπτυξης παραγράφου ενδέχεται να έχει τους εξής τρόπους:

Με παρουσίαση όλων των ιδιοτήτων / γνωρισμάτων του ενός μέλους και στη συνέχεια του
άλλου.

Με παρουσίαση σημείο προς σημείο των ομοιοτήτων και των διαφορών των
συγκρινόμενων μελών.

Ενδεικτικές λέξεις: συγκριτικά, εντούτοις, αλλά, όμως, μολονότι, ωστόσο, εξάλλου,


παρόμοια.

Παράδειγμα:

Η τεχνολογία έφερε πιο κοντά τους ανθρώπους, αλλά και τους απομάκρυνε ταυτόχρονα.
Με τις εφαρμογές της, άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα, έφερε τους ανθρώπους πιο κοντά.
Μαζικοποίησε τους χώρους εργασίας, όπου τώρα δεκάδες, εκατοντάδες ή και χιλιάδες
άνθρωποι συνεργάζονται, για να κατασκευάσουν ένα προϊόν. (…)

Από την άλλη όμως είναι η τεχνολογία που συνέβαλε στην αποξένωση των ανθρώπων από
την εργασία τους – με τη μεσολάβηση της ειδίκευσης – τον άνθρωπο από τη φύση, αφού
χάρη στην τεχνολογία γιγαντώθηκαν οι πόλεις, τον άνθρωπο από το συνάνθρωπο αλλά και
από τον εαυτό του, εξαιτίας του τερατώδους ρυθμού ζωής αλλά και των αξιών που
επέβαλε. (…)

Κατακλείδα Έτσι η τεχνολογία είναι και ενοποιητικός αλλά και αποξενωτικός


παράγοντας για τον άνθρωπο.
Με ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Πολλές φορές οι θεματικές περίοδοι είναι κρίσεως και χρειάζεται να αποδειχτεί η ισχύς
τους με αιτιολόγηση στηριζόμενη σε επιχειρήματα αξιόπιστα και λογικά. Στην περίπτωση
αυτή η θεματική περίοδος μας παρακινεί να ρωτήσουμε: «ΓΙΑΤΙ;» Τότε είναι απαραίτητη η
αιτιολόγηση της θέσης αυτής. Αυτή οργανώνεται με διάφορους τρόπους, όπως με
αιτιολογικές προτάσεις και μετοχές, καθώς και με ανάλογα εκφραστικά μέσα.

Ενδεικτικές λέξεις: επειδή, γιατί, διότι.

Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος: Σήμερα η εξειδίκευση έγινε απολύτως αναγκαία.

Λεπτομέρειες: Πρώτον, γιατί οι ασχολίες του σύγχρονου ανθρώπου καλύπτουν ένα τόσο
ευρύ φάσμα, ώστε να είναι αδύνατη η ταυτόχρονη επίδοση του σε πολλούς και
διαφορετικούς τομείς. Έπειτα, η εξειδίκευση επιβάλλεται στην εποχή μας από την έκρηξη
των επιστημονικών γνώσεων. Όσο περισσότερα αντικείμενα περιλαμβάνονται στο πλάτος
μιας επιστήμης, όσο πιο δύσκολη γίνεται η έρευνα τους σε βάθος. (…)

Κατακλείδα: Αν σε αυτά προσθέσουμε και την ανάγκη να αντιμετωπιστούν


αποτελεσματικά τα πολύπλοκα προβλήματα που υπάρχουν στην εποχή μας,
αντιλαμβανόμαστε πόσο απαραίτητη είναι σήμερα η εξειδίκευση.

Με ΟΡΙΣΜΟ

Όταν στη θεματική περίοδο μιας παραγράφου καθορίζονται τα κύρια γνωρίσματα και οι
ιδιότητες μιας έννοιας, που την κάνουν διακριτή και ξεχωριστή, σε σχέση με τις άλλες, τότε
η παράγραφος αναπτύσσεται με τη μέθοδο του ορισμού. Σε αυτήν την περίπτωση
οφείλουμε να αναζητούμε και να παρουσιάζουμε και τα εξής στοιχεία:

την οριστέα έννοια: πρόκειται για την έννοια που οφείλουμε να ορίσουμε.

το προσεχές γένος: την ευρύτερη κατηγορία στην οποία εντάσσεται αυτή

την ειδοποιό διαφορά: τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την κάνουν να διαφοροποιείται


από τις υπόλοιπες έννοιες που ανήκουν στο ίδιο γένος.
Ο ορισμός ανάλογα με την έκτασή του διακρίνεται σε:

Α) σύντομο, όταν η παρουσίαση της έννοιας γίνεται με συνοπτικό-λεξικογραφικό τρόπο και

Β) εκτεταμένο, όταν η παρουσίαση της έννοιας εκτείνεται σε μία ή περισσότερες


παραγράφους.

Ο ορισμός ανάλογα με την προσέγγισή του διακρίνεται σε:

α) αναλυτικός, όταν εκθέτει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας έννοιας και

β) συνθετικός ή γενετικός, όταν περιγράφει τη διαδικασία γένεσης-δημιουργίας μιας


έννοιας από τα συστατικά της.

Ενδεικτικές λέξεις: ορίζεται, λέγεται, είναι, αποτελεί, ονομάζεται.

Παράδειγμα:

Θεματική Περίοδος Οι νέοι καλούνται να χρησιμοποιήσουν το δοκίμιο στο γραπτό λόγο


τους.

Λεπτομέρειες Δοκίμιο είναι ένα σύντομο, γρήγορα γραμμένο, ευπρόσιτο στο πλατύ κοινό
κείμενο, που αποτελεί μια απόπειρα να προσεγγίσει κανείς σε αρκετό βαθμό ένα θέμα
κριτικής, επιστήμης, τέχνης, ηθών με γνώσεις και καλλιέργεια, χωρίς όμως να το εξαντλεί,
γιατί τούτο θα απαιτούσε συστηματική και διεξοδική διερεύνηση, επομένως μια
πολυσέλιδη πραγματεία…

Με ΔΙΑΙΡΕΣΗ

Στην περίπτωση αυτή η θεματική περίοδος είναι διατυπωμένη έτσι ώστε να αποκαλύπτει τα
στοιχεία από τα οποία αποτελείται ένα αντικείμενο ή μία ιδέα η οποία αποκαλείται
διαιρετέα έννοια. Στη διαίρεση αναλύουμε ένα όλο (γένος) στα μέρη του (είδη) με κάποιο
βασικό, ουσιώδες γνώρισμα (διαιρετική βάση). Στις λεπτομέρειες σχολιάζονται όλα τα είδη
που δηλώνονται στη θεματική πρόταση.

Ωστόσο, μια έννοια ενδέχεται να διαιρείται σε περισσότερες από μία διαιρετικές βάσεις,
για αυτό και η διαιρετική βάση επιβάλλεται να είναι ενιαία. Απαιτείται, ακόμη, να είναι
τέλεια, δηλαδή να περιλαμβάνει όλα τα μέλη/είδη, διαφορετικά χαρακτηρίζεται ατελής,
και, επιπλέον, να είναι συνεχής, δηλαδή να μην παρατηρούνται κενά στην καταγραφή των
ειδών. Το αποτέλεσμα της διαίρεσης, που είναι ανάλογο με τη διαιρετική βάση,
αποτελείται, τέλος, από τα διαιρετικά μέλη/είδη.
Ενδεικτικές λέξεις: πρώτον, δεύτερον, από τη μια, από την άλλη, διαιρούμε, διακρίνουμε,
διχοτομείται, χωρίζεται.

Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος Μια άλλη διαίρεση των πράξεων κερδίζει έδαφος στους κύκλους
των νεωτερικών ψυχολόγων. Οι ανθρώπινες πράξεις -λέγουν- είναι δύο ειδών: έλλογες και
μη έλλογες.

Λεπτομέρειες Όπου είναι σαφής η συνείδηση του σκοπού, τα μέσα έχουν επιλεγεί με
ζύγισμα και λογισμό και η εκτέλεση ακολουθεί ένα καταστρωμένο σχέδιο που φέρνει (έχει
οργανωθεί για να φέρει) στους αλλεπάλληλους στόχους, εκεί μιλούμε για πράξεις έλλογες.
Μη έλλογες είναι όσες δεν έχουν αυτά τα γνωρίσματα (τους λείπουν τα περισσότερα ή και
όλα). Γίνονται δηλαδή ανεπίγνωτα, αλόγιστα, αμέθοδα, επειδή δεσπόζουν στη γέννηση και
στην εξέλιξή τους δυνάμεις ενστιγματικές ή βίαια, ασυγκράτητα πάθη. (…)

(Ε. Π. Παπανούτσος, Το Εκούσιο και το Ακούσιο)

Με ΑΙΤΙΟ Και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

Στη θεματική περίοδο παρουσιάζεται η αιτία που οδηγεί τα πράγματα σε μία κατάσταση ή
σε ένα αποτέλεσμα και στις λεπτομέρειες παρουσιάζεται το αποτέλεσμα της αιτίας. Μπορεί
όμως να συμβεί το αντίθετο και να διατυπωθεί στη θεματική περίοδο ένα αποτέλεσμα ή
μία συνέπεια και στις λεπτομέρειες να διατυπωθούν οι αιτίες που οδηγούν σ’ αυτά. Σε
αυτήν την περίπτωση λέμε ότι η παράγραφος αναπτύσσεται με αποτέλεσμα–αίτιο.

Ενδεικτικές λέξεις: οφείλεται, ευθύνεται, αιτία, αποτέλεσμα, συνεπώς, επομένως, άρα,


προκαλεί.

Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος Είναι γεγονός ότι ο Έλληνας δε διαβάζει. Δεν αγαπά το βιβλίο και τη
μελέτη.

Λεπτομέρειες Γιατί όμως; Κληρονομικά βάρη και φυλετικός χαρακτήρας; Μα τότε θα


‘πρεπε μάλλον το αντίθετο να συμβαίνει!… Η εθνική κληρονομιά του Έλληνα είναι βαθιά
πνευματική.
Τότε; Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο άνθρωπος δε γεννιέται αγκαλιά με το βιβλίο, του
μαθαίνουν να το αγαπάει. Είναι θέμα γενικότερης παιδείας, που ξεκινάει βέβαια από την
εκπαίδευση, από τα σχολεία όλων των βαθμίδων. Και εκεί φαίνεται πως υστερούμε. Γιατί
εμείς από τα σχολεία βγάζουμε ανθρώπους που ακούν για βιβλίο, ακούν για μελέτη και το
βάζουν στα πόδια! Κακογραμμένα βιβλία και μέθοδοι σκουριασμένες απωθούν τους νέους
από το βιβλίο και την ευπρόσδεκτη και γόνιμη γνώση. (…)

Με ΑΝΑΛΟΓΙΑ

Με τη μέθοδο αυτή ο συγγραφέας βεβαιώνει μία ομοιότητα ανάμεσα σε δύο ή


περισσότερα πράγματα εντελώς ανόμοια από όλες τις άλλες πλευρές. Η μέθοδος αυτή είναι
χρήσιμη όταν έχουμε να διασαφηνίσουμε ιδέες ή να τονίσουμε τα κύρια σημεία ενός
επιχειρήματος, παραθέτοντας χαρακτηριστικά μια άλλης έννοιας (φαινομένου) που είναι
περισσότερο γνωστή και οικεία στους αναγνώστες. Στην περίπτωση αυτή η θεματική
περίοδος είναι διατυπωμένη ως παρομοίωση ή μεταφορά και η ανάπτυξή της είναι μία
εκτεταμένη παρομοίωση.

Ενδεικτικές λέξεις: ανάλογα, αναλόγως, παρόμοια, τόσο… όσο, όπως, σαν.

Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος: Σήμερα ο άνθρωπος έχει την ιδέα πως λευτερώθηκε από πολλά
πράγματα που τον εμποδίζανε τάχα να είναι λεύτερος.

Λεπτομέρειες: Πέταξε, λοιπόν, από πάνω του, μαζί με τ’ άλλα και την παράδοση και
βρέθηκε σ’ ένα χάος. Αυτό το χάος το λέγει ελευθερία. Οι παλιοί οι θαλασσινοί βλέπανε τ’
άστρο της τραμουντάνας (τον Πολικόν Αστέρα) και βρίσκανε το δρόμο τους. Κι ο άνθρωπος,
μέσα στο ατελείωτο πέλαγο του καιρού, για να ξέρει πού πηγαίνει, είχε την παράδοση που
τον οδηγούσε. Σε καιρό που σκεπάζανε τον ουρανό σύννεφα, ο παλιός ναυτικός, σαν έχανε
το βορινό αστέρι, δεν ήξερε πού να τραβήξει. Φαντάσου, λοιπόν, αυτός ο άνθρωπος να είχε
την ιδέα πως με τη συννεφιά και δίχως το άστρο της τραμουντάνας ήταν πιο ελεύθερος να
πάει όπου ήθελε μέσα στο πέλαγος. Το ίδιο λέγει και ο σημερινός άνθρωπος που δεν θέλει
την παράδοση

Κατακλείδα: Ένας λαός που έχει χάσει την παράδοση του, είναι σαν τον άνθρωπο που
έχει χάσει το μνημονικό του, που έχει πάθει αμνησία. (…)(Φώτης Κόντογλου, περ. Ελεύθερη
Γενιά, τεύχος 27, σ. 6)

Με ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕΘΟΔΩΝ

Πολλές φορές για την ανάπτυξη της παραγράφου μπορούν να χρησιμοποιηθούν


περισσότερες από μία από τις παραπάνω μεθόδους, προκειμένου να εξασφαλιστεί
μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή πληρότητα.
Παράδειγμα

Θεματική Περίοδος Η αντικειμενική πληροφόρηση δεν είναι έργο εύκολο.

Λεπτομέρειες Γιατί η ξερή απόδοση γεγονότων, χωρίς σύγχρονη σύνδεση τους με τις
συνθήκες κάτω από τις οποίες διαδραματίστηκαν, δεν είναι ολοκληρωμένη πληροφόρηση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται και ο κίνδυνος. Γιατί μπορεί στην παρουσίαση της ειδήσεως να
παρεμβληθεί ένας άλλος επικίνδυνος παράγων, η προπαγάνδα. Με άλλους λόγους, να
αναμιχθεί η πολιτική στην είδηση, στην πληροφόρηση, οπότε είναι αδύνατο να υπάρξει
αντικειμενικότητα. Όταν οι εφημερίδες μεταδίδουν απόψεις που εξέφρασαν πολιτικές
προσωπικότητες, χωρίς αμεροληψία, αλλά με προβολή ορισμένων από αυτές σε βάρος
άλλων, ανάλογα με τις συμπάθειες του εκδότη και πολλές φορές του συντάκτη που γράφει
την είδηση, τότε η εφημερίδα δε μεταδίδει ειδήσεις, αλλά κάνει προπαγάνδα. (…)
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δημοσίευση εκτιμήσεων του όγκου πολιτικών
εκδηλώσεων. Για μια συγκέντρωση σε ανοικτό χώρο ο αριθμός των πολιτών που έλαβαν
μέρος σ’ αυτή μπορεί να κυμαίνεται στις εκτιμήσεις των εφημερίδων των άκρων μεταξύ
10.000 και 50.000, ανάλογα με την τοποθέτηση της εφημερίδας ή του ρεπόρτερ.

(Γ. Μαύρος, Προβλήματα Τύπου και Δημοσιογραφίας)

Η παραπάνω παράγραφος αναπτύσσεται με αιτιολόγηση και παράδειγμα.

Τρόποι Ανάπτυξης Παραγράφου - Ασκήσεις Εξάσκησης

Να επισημάνετε τους τρόπους ανάπτυξης καθεμίας από τις παραγράφους που ακολουθούν
παραπέμποντας σε συγκεκριμένα χωρία τους.

Αξιοπρόσεχτη η παρατήρηση. Δεν αληθεύει όμως στη δική μας εποχή. Γιατί σήμερα και τα
παιδιά είναι πολύ διαφορετικά από άλλοτε και ο αέρας, το «κλίμα» του σχολείου έχει
αλλάξει. Παλαιότερα ο μαθητής περίμενε να φωτιστεί αποκλειστικά και μόνο από το
Δάσκαλό του. Σήμερα οι πηγές των πληροφοριών έχουν πολλαπλασιαστεί σε βαθμό
εκπληκτικό και οι κρουνοί τους (η εφημερίδα, το περιοδικό, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση)
ρέουν μέσα στο σπίτι. Μπορεί λοιπόν ο μαθητής, ανάλογα με τη δύναμη και την όρεξή του,
να προμηθεύεται ελεύθερα και απεριόριστα «ειδήσεις» από όλες τις περιοχές της
ανθρώπινης περιέργειας: ιστορικές, γεωγραφικές, βιολογικές, ανθρωπολογικές, φυσικής,
χημείας, κοσμογραφίας, ηλεκτρολογίας, κάθε λογής «τεχνικής». (Απολυτήριες Εξετάσεις Γ’
Τάξης Ημερησίου Ενιαίου Λυκείου 2004)

Με τον όρο «πολιτισµός» εννοώ πρώτα απ’ όλα αυτό που εννοούν οι ανθρωπολόγοι: τον
τρόπο ζωής ενός λαού που ζει στον ίδιο τόπο. Ο πολιτισµός αυτός φανερώνεται στις τέχνες
του, στο κοινωνικό του σύστηµα, στα ήθη κι έθιµά του, στη θρησκεία του. Όλα αυτά,
ωστόσο, αν προστεθούν µαζί, δε φτιάχνουν τον «πολιτισµό», παρόλο που συχνά, για
ευκολία, το παίρνουµε αυτό για δεδοµένο. Είναι µονάχα τα µέρη που προκύπτουν απ’ την
ανατοµία του πολιτισµού, όπως τα µέρη του ανθρώπινου σώµατος. Αλλά όπως ο άνθρωπος
είναι κάτι παραπάνω από συναρµολόγηση των κοµµατιών που αποτελούν το σώµα του,
έτσι κι ένας πολιτισµός είναι κάτι περισσότερο από συνάθροιση τεχνών, εθίµων και
θρησκευτικών πεποιθήσεων. Όλα αυτά επιδρούν το ένα στ’ άλλο και, για να καταλάβει
κανείς καλά ένα απ’ αυτά, πρέπει να καταλάβει κι όλα τ’ άλλα. (Εισαγωγικές Εξετάσεις
Ομογενών 2004)

Η καταγραφή όλων των μνημείων αυτών –των πολύ ή λιγότερο γνωστών, των εντοπισμένων
αλλά μη ερευνημένων, αλλά και εκείνων των οποίων γνωρίζουμε ακόμη την ύπαρξη μόνο
από αρχαίες μαρτυρίες– με όλα τα δεδομένα τους, δηλαδή την ιστορία τους, τα
χαρακτηριστικά τους, την κατάστασή τους και τις δυνατότητες χρήσης ή απλής ανάδειξής
τους, θα προσφέρει ένα πολύ σημαντικό εργαλείο στη συστηματικότερη διαχείριση αυτού
του πλούτου. (Πανελλαδικές Εξετάσεις Εξετάσεις Γ’ Τάξης Ημερησίου Ενιαίου Λυκείου
2015)

Όταν µιλάµε για τουρισµό εννοούµε γενικά τα ταξίδια µακριά από το σπίτι που ξεπερνούν
τις είκοσι τέσσερις ώρες και που γίνονται για οιονδήποτε άλλο σκοπό – περιπέτεια
εκπαίδευση, φυγή, υγεία κ.λπ. – εκτός από τον κερδοσκοπικό. Και όταν χαρακτηρίζουµε ένα
είδος τουρισµού ως κοινωνικό τουρισµό, καταλαβαίνουµε πως πρόκειται για τουρισµό που
περιλαµβάνει όλους. «Όλους» σηµαίνει και εδώ, όπως και σε πλείστες άλλες µορφές
«κοινωνικών παροχών», τους λιγότερο προνοµιούχους της ζωής, δηλαδή εκείνους που δεν
έχουν ή που δεν έχουν πάντοτε τα υλικά και τα πολιτιστικά µέσα για να ταξιδεύσουν και για
να χαρούν, όπως αξίζει, τις διακοπές ή την άδειά τους. Πρόσθετα γνωρίσµατα του
κοινωνικού τουρισµού είναι ότι «κατευθύνεται» από το κράτος ή την κοινωνία µε τη
βοήθεια ή την ανοχή του κράτους, ότι δεν είναι εµπορικός και ότι συνήθως αποβλέπει σε
πολλούς σκοπούς, όπως π.χ. ανθρωπιστικούς, εθνικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς και
πολιτικούς, ακόµη και ότι επιδιώκει να πραγµατοποιηθεί κάτω από τις καλύτερες δυνατές
συνθήκες. (Εισαγωγικές Εξετάσεις Ομογενών 2003)

Όλες οι βραδείες μεταβολές που προκαλούνται από την εξέλιξη των ειδών ή από μια
προοδευτική μεταβολή του κλίματος, δεν μπορούν να εκθέσουν σε κίνδυνο την ισορροπία
ενός ζωτικού χώρου. Αντίθετα, οι αιφνίδιες παρεμβάσεις, όσο ασήμαντες κι αν είναι
φαινομενικά, μπορούν να έχουν συνέπειες απρόοπτες, ακόμα και καταστρεπτικές. Η
εισαγωγή ενός ζωικού είδους, εντελώς ακίνδυνου φαινομενικά, μπορεί να ερημώσει
κυριολεκτικά τεράστιες περιοχές. Κάτι τέτοιο συνέβηκε στην Αυστραλία με τους λαγούς. Η
επίθεση αυτή, εναντίον της ισορροπίας ενός βιοτόπου, προκλήθηκε από τον άνθρωπο.
Θεωρητικά, παρόμοιες αντιδράσεις είναι πιθανές, ακόμα και χωρίς την ανθρώπινη
παρέμβαση, αλλά τέτοιες περιπτώσεις είναι σπάνιες. (Εισαγωγικές Εξετάσεις Ομογενών
2007)

Ίσως είναι περιττό να υπογραμμιστεί πόσο και η βία και η τρομοκρατία, διεθνής ή
επιχώρια, βρίσκεται μέσα στον ποταμό του ψεύδους που μουσκεύει και σαπίζει τη ζωή μας.
Γιατί λύσεις δεν γεννούν· γεννούν περιπλοκές και οξύνουν το καθεστώς της βαρβαρότητας
που μας ταλανίζει. Ψευτίζουν τον άνθρωπο, αφού τον αναγκάζουν να πράττει, να λέει, και
με τη χρήση των μαζικών μέσων δημοσιότητας, τελικά και να σκέφτεται, όσα ελεύθερος,
ανεπηρέαστος κι αληθινός ποτέ δεν θα έπραττε, ούτε θα έλεγε, ούτε θα στοχαζόταν. Γιατί
μοιάζει να λύνουν τα προβλήματα εκείνων, ατόμων ή παρατάξεων, που ασκούν τη βία και
την τρομοκρατία σε βάρος των άλλων, των αντιπάλων. Όταν όμως βρισκόμαστε στη
λαίλαπα μιας κρίσης του πολιτισμού, αντίπαλοι δεν υπάρχουν. Υπάρχει ο άνθρωπος ως όν
ζωικό που ψάχνει να ξαναβρεί τη χαμένη ταυτότητά του, τη χαμένη ψυχή του στο πηκτό
αυτό σκοτάδι. (Πανελλαδικές Εξετάσεις Εσπερινών Λυκείων 2008).

Στις παραγράφους που ακολουθούν να βρείτε δύο τρόπους ανάπτυξης.

Σ’ αυτόν τον υπαρκτό εκδημοκρατισμό της γνώσης ορθώνονται τρεις γκρίνιες. Η μία είναι η
άρνηση της τεχνολογίας, εξαιτίας των πιθανών κινδύνων που έχει η ανάπτυξή της. Ο Πολ
Βιρίλιο, για παράδειγμα, έγραψε την «Πληροφοριακή Βόμβα». Είναι σίγουρος ότι η
κοινωνία της γνώσης ενέχει κινδύνους, αλλά άγνωστους. Δεν τους ξέρει, αλλά…υπάρχουν.
Η δεύτερη γκρίνια έχει να κάνει με τα «παιδάκια της Αφρικής». Το ακούμε για κάθε νέα
τεχνολογία: «Τι να το κάνω εγώ το εμβόλιο για το Αλτσχάιμερ2, όταν τα παιδιά της Αφρικής
δεν έχουν ούτε ασπιρίνη για τον πυρετό;». Το επιχείρημα έχει εν μέρει λογική. Πραγματικά
«τι να το κάνεις το εμβόλιο για το Αλτσχάιμερ, αν δεν έχεις Αλτσχάιμερ;». Αν όμως
αποκτήσεις, το πρώτο που ξεχνάς είναι τα «παιδάκια της Αφρικής». Η τρίτη γκρίνια έχει να
κάνει με το διαβόητο «ψηφιακό χάσμα». Βέβαια, καμιά τεχνολογία, καμιά επιστημονική
επανάσταση δεν διαχέεται αμέσως σε όλη την υφήλιο. Ο Γουτεμβέργιος τύπωσε την πρώτη
Βίβλο το 1455· ωστόσο στην Ελλάδα η τυπογραφία ήρθε στις αρχές του 19ου αιώνα. Όσο
για το τυπωμένο βιβλίο, ακόμη πασχίζουμε να γίνει κτήμα του ελληνικού λαού. Το
σημαντικό, όμως, είναι ότι η επανάσταση έγινε και ακόμη προχωρεί. Εξάλλου, αυτοί που
μιλούν για ψηφιακό χάσμα στην Αφρική πρέπει να αναλογιστούν ποιο είναι το
τυπογραφικό χάσμα του δυτικού κόσμου με την Αφρική. (Πανελλήνιες Εξετάσεις Γ’ Τάξης
Ημερησίου Ενιαίου Λυκείου 2011)

Η «ανθρωπιά» είναι μια λέξη του καιρού μας, ένας όρος κοινόχρηστος, ένα νόμισμα που
κυκλοφορεί σ’ όλα τα χέρια, γιατί συμβαίνει η ανταλλακτική του αξία να είναι πολύ μεγάλη.
Και με την «ανθρωπιά» εννοούμε, φυσικά, τη συμπόνια, τη συμμετοχή, με τον ένα ή τον
άλλο τρόπο, στο πάθος του γείτονα. Και όχι μόνο του γείτονα. Του κάθε ανθρώπου. Άλλοτε
χρησιμοποιούσαν τον όρο «ανθρωπισμός». Έλεγαν: «αυτός είναι μεγάλος ανθρωπιστής»
και με τούτο εσήμαιναν μια προσωπικότητα που ξοδευόταν ολόκληρη για να κάμει το καλό.
Ο Ντυνάν, για παράδειγμα, ο ιδρυτής του «Ερυθρού Σταυρού», υπήρξε ένας τέτοιος
ανθρωπιστής. Πέρα απ’ ό,τι θα μπορούσε να ενδιαφέρει αποκλειστικά το άτομό του,
εσυλλογίσθηκε τους ανθρώπους που έπασχαν, έξω από διάκριση φυλής και θρησκείας, «εν
πολέμω και εν ειρήνη». (Πανελλαδικές Εξετάσεις Ημερησίων Λυκείων 2014)

Όσο πιο πνευματικός είναι ο πολιτισμός στο σύνολό του ή ο άνθρωπος ατομικά, τόσο
περισσότερο ενδιαφέρεται για το «είναι» του και τόσο λιγότερο για το «έχειν» του. Οι
θρησκευτικού τύπου πολιτισμοί, λ.χ., ενδιαφέρονταν για το «είναι» του ανθρώπου. Και οι
άνθρωποι απαιτούσαν από τον εαυτό τους την οντολογική τους τελείωση, δηλαδή να
δημιουργήσουν ένα «είναι» άξιο να σταθεί ενώπιον του Θεού. Αλλά και, γενικότερα,
διηνεκής μέριμνά τους ήταν πώς να βελτιώσουν τον εαυτό τους εσωτερικά, για να είναι
άξιοι ενός υψηλού μέτρου (θρησκευτικού, ηθικού, αισθητικού, φιλοσοφικού), το οποίο
παρείχε την οντολογική πληρότητα. Αποκλειστικό έργο του πνευματικού πολιτισμού είναι
να φτειάξει ανθρώπους σύμφωνα με τα ιδεατά πρότυπα τα οποία παρέχουν την τελείωση
και διασώζουν τον άνθρωπο από τις μηδενιστικές ροπές. (Επαναληπτικές Πανελλαδικές
Εξετάσεις Ημερησίων Λυκείων 2014)

Παιδεία, κατά τον Πλάτωνα, είναι η «ολκή[1]» και η αγωγή των παιδιών προς τον «ορθό
λόγο». Αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα και ευκολότερα με τη συμμετοχή και τη συνεργασία
του μαθητευόμενου στο παιδευτικό έργο, επειδή το ενδιαφέρον διατηρείται σε υψηλά
επίπεδα, οι δε νοητικές και ψυχικές δυνάμεις των μετεχόντων σ’ αυτόν βρίσκονται σε
συνεχή εγρήγορση. Ο μαθητής, συνεπώς, δεν παραμένει παθητικός δέκτης μιας ψυχρής
μετάδοσης έτοιμων γνώσεων, αλλά και ο ίδιος ζητάει να βρει την αλήθεια, με το να ερευνά,
να εξετάζει, να ερωτά και να ελέγχει. Βρίσκεται γενικά σε διαλεκτική μάχη συχνών
εναλλαγών επίθεσης και άμυνας, με αποτέλεσμα να σημειώνεται πνευματική ανύψωση και
ψυχική καλλιέργεια. Με τον τρόπο αυτό, ο διάλογος αποκτά ένα δραματικό στοιχείο, αφού
τα δρώντα πρόσωπα δοκιμάζουν μια διαλεκτική περιπέτεια, ανάλογη με εκείνη των ηρώων
της τραγωδίας, η οποία συνίσταται, κατά τον Αριστοτέλη, σε μεταβολή στο αντίθετο των
«πραττομένων». Η περιπέτεια των προσώπων του διαλόγου έγκειται στην αμηχανία, στην
οποία αυτά περιπίπτουν με τον ειρωνικό Σωκρατικό έλεγχο. Έτσι η παιδεία καθίσταται μια
τάση, που διαπερνά όλο τον ανθρώπινο βίο. (Επαναληπτικές Πανελλαδικές Εξετάσεις
Ημερησίων Λυκείων 2013)

[1] ολκή: η έλξη, το τράβηγμα

Να βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσονται οι παρακάτω παράγραφοι

Η εκπαίδευση δεν νοείται πια ως η απλή, κανονιστική μετάδοση γνώσεων από τις
μεγαλύτερες γενιές στις νεότερες, όπως την όριζε ο E. Durkheim κατά τον 19ο αιώνα. Και
τούτο επειδή, τόσο το περιεχόμενο της εκάστοτε εκπαιδευτικής πράξης όσο και ο χρόνος
που αφιερώνεται σε αυτήν, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στις
διαφορετικές γενιές, τα δύο φύλα και τις διαφορετικές κουλτούρες των ανθρώπων, γεγονός
που παρατηρείται σε όλες τις σύγχρονες πρακτικές της καθημερινής ζωής. Η εκπαιδευτική
πράξη καθίσταται επομένως μια διαδικασία που δεν περιορίζεται στο χώρο (το σχολείο) και
το χρόνο (περίοδος της νεότητας), αλλά επεκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής και πέραν
των σχολικών τειχών. (Απολυτήριες Εξετάσεις Γ’ Τάξης Ημερησίου Ενιαίου Λυκείου 2010)

Ο Ντούσσελ, ο γιατρός που μοιράστηκε μαζί μου την καμαρούλα, έχει να μας πει ένα σωρό
πράγματα για τον έξω κόσμο, τώρα πια που πάψαμε ν’ ανήκουμε σ’ αυτόν. Οι ιστορίες του
είναι θλιβερές. Πολλοί φίλοι εξαφανίστηκαν. Η τύχη τους μας τρομάζει. Κάθε βραδιά
χτενίζουν την πόλη τα στρατιωτικά αυτοκίνητα με τους πράσινους μουσαμάδες. Οι
Γερμανοί χτυπούν όλες τις πόρτες και ψάχνουν για Εβραίους. Αν βρουν Εβραίους,
φορτώνουν στα καμιόνια ολόκληρη την οικογένεια. Όσοι δεν κρύβονται υπογράφουν την
καταδίκη τους. Οι Γερμανοί το κάνουν αυτό συστηματικά με τη λίστα στο χέρι, χτυπώντας
εκείνη την πόρτα που θα βρουν να τους περιμένει πλούσια λεία. Άλλοτε πάλι, οι
δυστυχισμένοι πληρώνουν λύτρα για κάθε κεφάλι. Το πράγμα είναι τραγικό. Το βράδυ
βλέπω να περνάνε συχνά αυτές οι λιτανείες των ασθενών με τα παιδιά τους να κλαίνε, να
σέρνονται κάτω απ’ τις διαταγές μερικών κτηνανθρώπων, που τους χτυπούν με το μαστίγιο
και τους βασανίζουν, ώσπου να πέσουν κάτω. Δε λυπούνται κανένα, ούτε τους γέρους,
ούτε τα μωρά, ούτε τις έγκυες γυναίκες, ούτε τους αρρώστους. Όλοι είναι κατάλληλοι για
το ταξίδι προς το θάνατο. (Πανελλαδικές Εξετάσεις 2000 – Β’ Λυκείου)

Στην έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής της UNESCO για την εκπαίδευση στον 21ο αιώνα
τονίζεται ότι η διά βίου εκπαίδευση πρέπει να στηρίζεται στους παρακάτω τέσσερις
πυλώνες, που αποτελούν διαφορετικά είδη μάθησης: 1. Μαθαίνω πώς να αποκτώ τη
γνώση, συνδυάζοντας ικανοποιητικά μια ευρύτατη γενική παιδεία με τη δυνατότητα
εμβάθυνσης σε ορισμένα θέματα. 2. Μαθαίνω να ενεργώ με τέτοιον τρόπο, ώστε να
αποκτώ όχι μόνο επαγγελματική κατάρτιση αλλά και γενικότερα τη δυνατότητα να
αντιμετωπίζω διάφορες καταστάσεις και να εργάζομαι αρμονικά σε ομάδες. 3. Μαθαίνω να
συμβιώνω, κατανοώντας τους άλλους και έχοντας επίγνωση των κοινωνικών
αλληλεξαρτήσεων -συμβάλλοντας στην πραγματοποίηση κοινών δράσεων και στη
διευθέτηση των συγκρούσεων-, με σεβασμό στις αξίες του πλουραλισμού, της αμοιβαίας
κατανόησης και της ειρήνης. 4. Μαθαίνω να ζω με τέτοιον τρόπο, ώστε να αναπτύσσω την
προσωπικότητά μου και να μπορώ να ενεργώ με μεγαλύτερη αυτονομία και περισσότερη
κρίση και προσωπική υπευθυνότητα. Για τον λόγο αυτόν η εκπαίδευση δεν πρέπει να
παραμελεί την ανάπτυξη των ατομικών δυνατοτήτων, τη μνήμη, τη λογική κρίση, την
αίσθηση του ωραίου, τις φυσικές ικανότητες του ατόμου και τη δεξιότητα της επικοινωνίας,
με παράλληλη ευαισθησία στη χρήση της μητρικής γλώσσας. (Πανελλαδικές Εξετάσεις 2000
– Γ’ Λυκείου)

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η τηλεργασία μπορεί να οριστεί ως η μορφή εργασίας


που εκτελείται από ένα άτομο κυρίως ή σε ένα σημαντικό μέρος της, σε τοποθεσίες εκτός
του παραδοσιακού εργασιακού χώρου, για έναν εργοδότη ή πελάτη, και η οποία
περιλαμβάνει τη χρήση των τηλεπικοινωνιών και προηγμένων τεχνολογιών πληροφόρησης
ως ένα ουσιαστικό και κεντρικό χαρακτηριστικό της εργασίας. Οι δύο βασικοί τρόποι
τηλεργασίας είναι είτε κάποιος να είναι υπάλληλος σε έναν εργοδότη είτε ελεύθερος
επαγγελματίας. Στην πρώτη περίπτωση, ο εργαζόμενος είναι μόνιμα συνδεδεμένος με το
δίκτυο των εργοδοτών, η εργασιακή του ζωή είναι πολύ περισσότερο ελεγχόμενη μέσω της
τεχνολογίας και έχει πολύ λιγότερη ευελιξία ως προς τον τρόπο που θα οργανώσει τον
εργάσιμο χρόνο του. Στη δεύτερη περίπτωση, ο εργαζόμενος είναι πολύ περισσότερο
ελεύθερος να καθορίσει τον ρυθμό εργασίας του εκτελώντας την εργασία του στον
προσωπικό του υπολογιστή και συνδεόμενος μόνο, όταν είναι απαραίτητο, με το δίκτυο της
επιχείρησης, το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί σε πολλά επαγγέλματα. (Πανελλαδικές
Εξετάσεις 2001 – Β’ Λυκείου)

Αξιοπρόσεκτες, επίσης, είναι και οι επιπτώσεις αυτής της νέας αίσθησης του χρόνου στην
εκπαιδευτική διαδικασία. Παρατηρείται π.χ. δυσκολία συγκέντρωσης της προσοχής των
παιδιών, όπως και υπερβολική κινητικότητα, αφού η καθημερινή ζωή δεν συμβαδίζει με το
ρυθμό της τηλεοπτικής εικόνας. Πολύ φυσικό είναι να θεωρείται ανιαρό το σχολικό
μάθημα, όπως και ο διάλογος στην οικογένεια, που τώρα έχει αντιπάλους τα κανάλια με τα
ελκυστικά τους προγράμματα. Ας μην παραλείψουμε και τις ταινίες του Σαββατόβραδου, οι
οποίες έχουν στοιχίσει σε πλήθος παιδιών την απουσία από τον κυριακάτικο εκκλησιασμό ή
από το οικογενειακό τραπέζι. (Πανελλαδικές Εξετάσεις 2003 – Β’ Λυκείου)
Ο σκοπός του σημερινού ανθρώπου, που ζει μέσα στις βιομηχανικές κοινωνίες, είναι να
πουλήσει τον εαυτό του με επιτυχία στην αγορά. Γι’ αυτό και δεν αντλεί τη συναίσθηση του
εαυτού του από την ενεργητικότητα του σαν ένα ον που σκέπτεται και αγαπά, παρά από
τον κοινωνικό-οικονομικό ρόλο του. Το αίσθημα της αξίας του εξαρτάται από την επιτυχία,
δηλαδή από το αν μπορεί να πουλήσει σε συμφέρουσα τιμή τον εαυτό του, το σώμα του, τη
νόησή του, τη νοητική του ικανότητα και δυνατότητα. Και η ψυχή του ακόμη είναι το
κεφάλαιό του.

Οι αγώνες των θυμάτων της εκμετάλλευσης στις βιομηχανικές κοινωνίες του 19ου αιώνα,
με αποκορύφωμα τη Ρωσική Επανάσταση (1917), έθεσαν τα θεμέλια γι’ αυτό που
ονομάζουμε 2η γενιά δικαιωμάτων: Τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα.
Είναι τα δικαιώματα που έχουν ως στόχο την προστασία του ανθρώπου από τη στέρηση και
αντικείμενο την επιβολή αντίστοιχων θετικών υποχρεώσεων των ισχυρών και του κράτους
απέναντι στους πολίτες.

Να αναγνωρίσετε τον τρόπο/-ους ανάπτυξης των ακόλουθων παραγράφων.

Η Ενωμένη Ευρώπη είναι μια πραγματικότητα και αυτό διαφαίνεται μέσα από την
καθημερινή μας ζωή. Τα δικαιώματα που έχουμε ως Ευρωπαίοι πολίτες καθιστούν τη ζωή
μας ευκολότερη. Με τη χρήση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, την απλή επίδειξη
ταυτότητας, για να μεταβούμε σε μια άλλη χώρα, με τα μειωμένα δίδακτρα σπουδών που
καταβάλλουμε, τα τόσα προγράμματα ανταλλαγής μαθητών στη σχολική ζωή, όπως είναι το
πρόγραμμα «Σωκράτης», συνειδητοποιούμε ότι η Ευρωπαϊκή οικογένεια είναι μια
πραγματικότητα.

Και σ’ αυτό –υποθέτω εγώ– βρίσκεται όλη η διαφορά γάτας και σκύλου. Η νοημοσύνη της
γάτας είναι φύσει κατώτερη από τη νοημοσύνη του σκύλου. Επομένως, δεν μπορεί νά ’χει
με τον άνθρωπο τη συνεννόηση που έχει εκείνος. Κι όταν υστερεί η συνεννόηση, δεν
μπορεί παρά να υστερεί κι η αγάπη και η αφοσίωση. Γιατί το γατάκι μού έχωσε τα νύχια
του στο χέρι μου, να κρατηθεί, όπως θα τά ’χωνε σ’ ένα μαξιλάρι; Από κουταμάρα. Τη
γατίσια κουταμάρα, τη φυσική του. Ο σκύλος είναι πολύ πιο έξυπνος, να…! Ωστόσο, αν και
το βλέπουν και το παραδέχονται αυτό, πολλοί αγαπούν περισσότερο τη γάτα, πρώτο γιατί
είναι πιο όμορφη, πιο χαριτωμένη, πιο καλλιτεχνική –κι αλήθεια, ούτε τις καμπύλες της έχει
ο σκύλος ούτε τα κουνήματά της. Και δεύτερο, γιατί προτιμούν το χαρακτήρα της, ο οποίος
είναι πιο περήφανος και πιο… ανθρώπινος. Το σκύλο τον βρίσκουν κάπως ταπεινό, δουλικό.
Παραδίδεται στον άνθρωπο ολόψυχα, χωρίς όρους, και τον υπηρετεί πιστά, σ’ όλη του τη
ζωή, σα σκλάβος αγορασμένος. Η γάτα, απεναντίας, και στη μεγαλύτερή της αγάπη κι
αφοσίωση διατηρεί τον εγωισμό της, την αξιοπρέπειά της, την ελευθερία της. Με άλλους
λόγους: ο σκύλος το παρακάνει· η γάτα κρατεί ένα μέτρο, δεν φτάνει παρά ως ένα βαθμό.
Έτσι, μοιάζει πολύ περισσότερο με τον ελεύθερο άνθρωπο. Κι ένας ελεύθερος άνθρωπος –
σας λένε– δεν ταιριάζει ν’ αγαπά παρά το ζώο που του μοιάζει. Κι έν’ άλλο ακόμα: η αγάπη
του ανθρώπου στο σκύλο είναι κάπως… συμφεροντολογική, διότι ξέρει πως θά ’χει όλη τη
δυνατή ανταπόδοση. Η αγάπη όμως στη γάτα, την περήφανη και εγωίστρια, είναι
αφιλόκερδη. Κι αυτή είναι η αληθινή αγάπη…

Γρ. Ξενόπουλος, Αθηναϊκές επιστολές (από το βιβλίο του Χρ. Τσολάκη,


Από το λόγο στη συνείδηση του λόγου, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 128).

Το δοκίμιο είναι ένα ιδιότυπο γραμματειακό είδος που βρίσκεται ανάμεσα στα καθαρώς
λογοτεχνικά κείμενα και στις σύντομες μελέτες. Αυτό σημαίνει ότι δεν ταυτίζεται με τα
λογοτεχνικά κείμενα ούτε, βέβαια, με τις εμπεριστατωμένες μελέτες. Πραγματεύεται
συνήθως ένα θέμα που το εξετάζει στις πιο βασικές του πλευρές, χωρίς όμως να το
εξαντλεί, και κατά κανόνα είναι σύντομο στην έκτασή του. Τέλος, δηλώνει περισσότερο και
εκφράζει την υποκειμενική οπτική του δημιουργού σχετικά με το θέμα που πραγματεύεται.

Λεξικό λογοτεχνικών όρων, ΟΕΔΒ, σ. 51.

Ένα χάσμα χωρίζει το Σωκράτη από τους σοφιστές. Ο Σωκράτης αναζητούσε τη μία και
καθολική έννοια, τη μία και καθολική αλήθεια, ενώ οι σοφιστές υποστήριζαν τις πολλές
γνώμες για το ίδιο πράγμα. Επίσης και στον τρόπο της ζωής υπάρχει ριζική αντίθεση μεταξύ
σοφιστών και Σωκράτη. Οι σοφιστές ήταν έμποροι γνώσεων, ενώ ο Σωκράτης υπήρξε ένας
άμισθος δάσκαλος και ερευνητής της αλήθειας. Το μόνο κοινό μεταξύ των σοφιστών και
του Σωκράτη ήταν ότι κι αυτός κι εκείνοι διαπίστωσαν ότι η παραδεδομένη μόρφωση και
παιδεία δεν ήταν αρκετή για την εποχή τους.

Η δημοσιογραφία μπορεί να διακριθεί με βάση το περιεχόμενό της σε ειδησεογραφική και


ερμηνευτική. Η πρώτη ασχολείται ειδικά με την αναγραφή ειδήσεων, δηλαδή ανακοινώνει
τα γεγονότα που ενδιαφέρουν τον άνθρωπο και επηρεάζουν τη ζωή του. Η δεύτερη ως
άρθρο, σχόλιο, χρονογράφημα, γελοιογραφία ερμηνεύει και σχολιάζει τα γεγονότα και τις
ειδήσεις.

Η προπαγάνδα είναι πολιτική, κοινωνική, εμπορική. Είναι το σκληρό σφυροκόπημα που


επιδιώκει να επιβάλλει ένα προϊόν οποιασδήποτε μορφής. Αυτό το προϊόν μπορεί να είναι
μια πίστη, μια κοινωνική οργάνωση, ένα πολιτικό καθεστώς ή ένα είδος της καθημερινής
χρήσης. Όλοι οι τρόποι της επικοινωνίας έχουν επιστρατευθεί, για να υπηρετήσουν την
προπαγάνδα. Ο άμεσος λόγος, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, το
τυπωμένο χαρτί, περιοδικό, εφημερίδα, βιβλίο.

Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος

Η οικογένεια είναι η θεμελιώδης κοινωνική ομάδα, αναπόσπαστα δεμένη με τον κοινωνικό


βίο των ανθρώπων. Αποτελείται από δύο ετερόφυλα άτομα –μη συγγενείς εξ αίματος– τα
οποία έχουν ενωθεί με τα δεσμά του γάμου και έχουν συναποδεχθεί ότι θ’ αντιμετωπίσουν
από κοινού τα προβλήματα.

Αποτέλεσμα της ανισοτιμίας ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα είναι η σύγκρουση του
αντρόγυνου, η οποία φέρνει την κρίση στο γάμο και τη δυσαρμονία στις προσωπικές
σχέσεις των μελών της οικογένειας. Οι διαμάχες και οι ανταγωνισμοί που ακολουθούν
αποξενώνουν τους συζύγους μεταξύ τους και διαμορφώνουν τα παιδιά τους σε
αντικοινωνικά άτομα και ανήλικους επαναστάτες. Όταν η σχέση στην οικογένεια είναι
ανταγωνιστική και όχι συνεργατική, ο στόχος είναι όχι η σύνθεση των αντίθετων απόψεων
για τη συνοχή της οικογένειας, αλλά η επιβολή της μιας και μόνης άποψης και η
προσπάθεια να υποκύψει ο άλλος.

[Γ. Σκληρός]

Ζούμε σε μια περιοχή όπου τα σημάδια αναζωπύρωσης του εθνικισμού είναι έκδηλα.
Γεγονότα, όπως αυτά που διαδραματίστηκαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία και στον ευρύτερο
βαλκανικό χώρο, είναι εύγλωττα δείγματα εθνικιστικής έξαρσης.

Κοινωνία δεν είναι μόνο το απρόσωπο σύνολο ανθρώπων που έχουν κοινά πολιτιστικά
γνωρίσματα, συνδέονται με κοινές παραδόσεις και αξίες και επιδιώκουν κοινούς στόχους·
κοινωνία είναι και οι θεσμοί, οι κανόνες, οι αρχές και οι ιδέες που ρυθμίζουν τη ζωή των
ανθρώπων που την αποτελούν. Τα ιδεολογικά και οργανωτικά αυτά σχήματα είναι
προϊόντα της μακράς συμβίωσης των ανθρώπων. Χωρίς αυτά δε θα υπήρχε κοινωνική
οργάνωση και συνοχή, και επομένως ούτε κοινωνική ζωή.

Αν επιχειρήσουμε να ταξινομήσουμε σχηματικά τα παιδαγωγικά ιδεώδη που


διαμορφώθηκαν στην ευρωπαϊκή ιστορία, μπορούμε να τα διαφοροποιήσουμε σε τέσσερις
κατηγορίες: α) το ατομικό ή το ατομικιστικό ιδεώδες της αγωγής, β) το κοινωνικό ή
κοινωνιοκρατικό ιδεώδες, γ) το ανθρωπιστικό ιδεώδες και δ) το θρησκευτικό ή μεταφυσικό
ιδεώδες της αγωγής.

Όπως είναι αναγκαία η ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του ανθρώπου, έτσι είναι
αναγκαία και η ικανοποίηση των πνευματικών και ψυχικών του αναγκών. (Οὐκ ἐπ΄ ἄρτῳ
μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος [: ο άνθρωπος έχει ανάγκη και από πνευματική τροφή]). Την
ανάγκη αυτή ικανοποιεί η ψυχαγωγία.

Αυτή τη διαδικασία με την οποία ένα άτομο μαθαίνει και υιοθετεί τα σχήματα
συμπεριφοράς και τους κανόνες που θεωρούνται κατάλληλοι για το κοινωνικό του
περιβάλλον την ονομάζουμε κοινωνικοποίηση. Από την άποψη της κοινωνίας, η
κοινωνικοποίηση είναι ένας τρόπος με τον οποίο μεταδίδεται η κουλτούρα και το άτομο
προσαρμόζεται σ’ έναν οργανωμένο τρόπο ζωής. Από την άποψη του ατόμου, η
κοινωνικοποίηση είναι μια πραγματοποίηση των δυνατοτήτων του, ένας τρόπος που
«ανθρωποποιεί» το βιολογικό οργανισμό του και τον μεταμορφώνει σε ένα «εγώ» με μια
αίσθηση ταυτότητας. Έτσι, η κοινωνικοποίηση καθορίζει τη συμπεριφορά του ατόμου, είναι
ένα μέσο με το οποίο η κοινωνία ασκεί έλεγχο στο άτομο, αλλά αποτελεί και την
απαραίτητη συνθήκη για την ανάπτυξη της ατομικότητας.

(Γ. Mανωλίδης)

Ο επαναστάτης διαφέρει ουσιαστικά από τον επαναστατημένο πολίτη. Ο επαναστάτης


είναι ευαισθητοποιημένος αλλά και ενεργός πολίτης με υψηλή πολιτική συνειδητότητα.
Επιδεικνύει έμπρακτο ενδιαφέρον και συμμετέχει αγωνιστικά, μέσα από συλλογικού
χαρακτήρα δραστηριότητες, στην αντιμετώπιση των κοινωνικοπολιτικών προβλημάτων με
μακροπρόθεσμη στόχευση την ανατροπή του καθεστώτος. Αντίθετα, ο επαναστατημένος
πολίτης αντιδρά στις αρνητικές πτυχές της πολιτικής πραγματικότητας, εκδηλώνει όμως μία
συναισθηματική, φραστική διαμαρτυρία που εξαντλείται σ’ ένα θεωρητικό επίπεδο. Η
παρορμητική εναντίωση και η ενδεχόμενη αγανάκτησή του συχνά δε συνοδεύονται από
δημιουργική δράση και έμπρακτη αντίθεση.

Ο παραπλανητικός χαρακτήρας της διαφήμισης επιδρά αρνητικά στη διαμόρφωση της


συνείδησης του ατόμου. Με τις τεχνικές της πετυχαίνει τον εθισμό των μαζών, εκτός από
την αποδοχή και υπακοή σε διαφημιστικά μηνύματα, στην άκριτη υιοθέτηση μηνυμάτων
πολιτικού και ιδεολογικού περιεχομένου. Έτσι, οι πολίτες απογυμνώνονται έντεχνα από το
αναφαίρετο δικαίωμα και καθήκον τους να αποφασίζουν για την τύχη τους.

Αναντίρρητα, η τεχνολογία επέφερε κοσμογονικές αλλαγές στον πολιτισμό και αποτέλεσε


ευλογία για τον άνθρωπο. Είναι αλήθεια ότι μετέτρεψε την εργασία, χάρη στα μέσα που
εξασφάλισε, από επίμοχθη και επώδυνη σε άκοπη και απλή διαδικασία. Παράλληλα,
απομάκρυνε το φάσμα της πείνας από ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας και απάλλαξε
τον άνθρωπο από την ασφυκτική κυριαρχία της φύσης. Αξίζει επίσης να παρατηρηθεί ότι με
τη συνδρομή της τεχνολογικής ανάπτυξης τα πολιτιστικά αγαθά αποτελούν πλέον κτήμα
των περισσότερων ανθρώπων του πλανήτη.

Πρώτα απ’ όλα ας προσπαθήσουμε να περιγράψουμε συνοπτικά το Διαδίκτυο και


ειδικότερα τον παγκόσμιο ιστό (Web) με μια αναλογία. Ας φανταστούμε τον κυβερνοχώρο
ως μια τεράστια έκθεση. O κάθε «εκθέτης» δημιουργεί το δικό του περίπτερο (site) που
καταχωρείται σε μία διεύθυνση (www.address). O χρήστης του διαδικτύου, μέσα από τους
τηλεπικοινωνιακούς διαδρόμους που δημιούργησε η σύζευξη τηλεφώνου–υπολογιστή,
επισκέπτεται αυτήν την άυλη, διαρκή και παγκόσμια ψηφιακή έκθεση. Περνά από διάφορα
sites, επικοινωνεί με τον «εκθέτη», και βεβαίως μπορεί να πάρει («κατεβάσει»)
πληροφοριακό υλικό. Αρκεί να έχει εξασφαλίσει την είσοδό του μέσω ενός προμηθευτή
(provider) σύνδεσης στο Διαδίκτυο.

(Le Monde diplomatique)

Ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο ρόλος του πρωινού καθ’ όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας
του μαθητή για τις εξετάσεις. Γιατί ένα πλήρες πρωινό αυξάνει τη διάθεση και την ενέργεια
του παιδιού, για να αντεπεξέλθει τις δυσκολίες του διαβάσματος και των άλλων
υποχρεώσεων της ημέρας. Το πρωινό, αφού μειώνει το αίσθημα της πείνας κατά τις
μεσημεριανές ώρες, αποτρέπει την υπερκατανάλωση φαγητού το μεσημέρι και έτσι δεν
προκαλεί υπνηλία και μείωση της απόδοσης του μαθητή. Συνεπώς, θα συμβουλεύαμε τον
μαθητή, ιδιαίτερα στην περίοδο των εξετάσεων, να τρώει ένα καλό πρωινό, για να είναι πιο
αποδοτικός στο διάβασμά του.

Το προστατευτικό χρώμα είναι ένα ακόμα από τα γνωστά θαύματα του φυσικού κόσμου.
Αυτό καθιστά το κατάστικτο ελαφάκι αόρατο στο ηλιόλουστο δάσος· αυτό κάνει και τον
γραμμωτό τράχηλο της πέρδικας δυσδιάκριτο μέσα στα καλάμια. Σε μερικά από τα
πλάσματα της η Φύση χάρισε ακόμη πιο καταπληκτικούς προστατευτικούς χρωματισμούς,
που μπορούν να μεταβάλλονται σύμφωνα με τις μεταλλαγές του περιβάλλοντος, δίνοντας
τη δυνατότητα, π.χ., στα διάφορα έντομα και τις σαύρες να μετακινούνται άφοβα από τα
πράσινα φύλλα στα καστανόχρωμα κλαδιά.

Βέβαια άλλη η «ύλη» και άλλοι οι «τρόποι μιμήσεως» του δημοτικού τραγουδιού και άλλοι
της λαϊκής τέχνης. Όμως και τα δύο εκφράζουν τον ίδιο λαό στην ίδια ιστορική περίοδο.
Όμοια είναι και η κατεργασία της πρώτης ύλης τους. Ο στίχος που βγαίνει από τον
ποιητάρη στο πανηγύρι του χωριού, από στόμα σε στόμα, υφίσταται μια αργή ομαδική
κατεργασία που τον στρογγυλεύει, τον προσαρμόζει στους κοινούς εκφραστικούς τύπους
και του δίνει τον υπερατομικό χαρακτήρα του δημοτικού τραγουδιού. Τον παντρεύει και με
παλιότερες δοκιμασμένες εκφράσεις. Ο Κ. Θ. Δημαράς, στην Ιστορία της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας, σημειώνει μερικές τέτοιες εκφράσεις: τρία πουλάκια κάθονται — ακόμα ο
λόγος έστεκε — πολύ του κακοφάνη. Και τα διακοσμητικά θέματα της λαϊκής τέχνης από
χέρι σε χέρι υφίστανται την ίδια ομαδική κατεργασία, προσαρμόζονται στις κοινές οπτικές
συνήθειες και με τις μικρές ανώνυμες προσφορές του τεχνίτη ή της τεχνίτριας ακολουθούν
μια πορεία παράλληλη με του δημοτικού στίχου. Κι αυτά συντίθενται με παλιότερα θέματα.
Τα πανάρχαια διακοσμητικά σχήματα και μορφές κοσμημάτων αντιστοιχούν με τους
πανάρχαιους μύθους και τα μορφολογικά στοιχεία που σώζονται μέσα στα δημοτικά μας
τραγούδια. Η Αγγελική Χατζημιχάλη βρήκε σε γεωμετρικά θέματα της τέχνης των
Σαρακατσάνων αναλογία με ευρήματα της νεολιθικής εποχής.

Από παιδαγωγική άποψη, το θέμα της ενότητας στη γλώσσα είναι θεμελιώδες. Γιατί είναι
γνωστό ότι ο ενιαίος χαρακτήρας της γλώσσας ασκεί άμεση επίδραση πάνω στην ευφυΐα
του παιδιού, τη συγκρότησή της και την έκφρασή της κατά τρόπο οργανικό. Εφόσον οι
πνευματικές ικανότητες αναπτύσσονται ταυτόχρονα με τη γλώσσα, είναι ολοφάνερο ότι η
μάθηση της γλώσσας τελικά σημαίνει καλλιέργεια της ευφυΐας. Γι’ αυτό το λόγο οι ατέλειες
στο διανοητικό τομέα (φράσεις χωρίς περιεχόμενο, αδυναμία στη λογική οργάνωση της
ύλης κ.τ.λ.) δεν πρέπει να αναζητούνται έξω από το γλωσσικό όργανο που χρησιμοποιείται
(…).

Τα αποτελέσματα της δωρικής εισβολής δεν άργησαν να φανούν. Όπου εγκαταστάθηκαν οι


Δωριείς, σταμάτησε κάθε πρόοδος, η τέχνη οπισθοδρόμησε και οι άνθρωποι ξαναγύρισαν
στις πρωτόγονες συνήθειες. Τα αγγεία τώρα είναι χοντροειδή και μεγάλα με άτεχνες
παραστάσεις ή απλά γεωμετρικά αγήματα εν αντιθέσει προς τα κομψά κρητομυκηναϊκά με
τις φυσικότατες παραστάσεις. Η θαλασσοκρατία πέρασε στα χέρια των Φοινίκων.
Ακολούθησαν κύματα μεταναστεύσεων προς τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και τα
μικρασιατικά παράλια.

Μια ανθρώπινη ψυχή χωρίς την πρέπουσα παιδεία μοιάζει με ένα μάρμαρο λατομείου που
δεν αποκαλύπτει καμιά από τις ομορφιές του, ως τη στιγμή που η τέχνη του μαρμαρά
αποκαλύψει τα χρώματα και φέρει στο φως κάθε απόχρωση, κηλίδα και φλέβα που περνά
μέσα απ’ τον κορμό του. Με τον ίδιο τρόπο και η παιδεία, όταν επενεργήσει πάνω σ’ ένα
έξοχο πνεύμα, μας αποκαλύπτει όλες τις κρυφές αρετές και τα προτερήματα του…
Η ενδυμασία συγκεντρώνει άπειρες ιδιότητες και χαρακτηρισμούς, έχει δεχτεί σοβαρές
έρευνες και θεωρήσεις αλλά συγχρόνως έχει παρουσιαστεί σαν ένα χωρίς σημασία
στοιχείο, έχει αντιμετωπιστεί σαν κάτι πολύτιμο αλλά και ασήμαντο, της έχουν αποδοθεί
δραματικές διαστάσεις, αλλά έχει συγχρόνως γελοιοποιηθεί κατά το χειρότερο τρόπο.
Παρά ταύτα, είναι σημείο ταυτότητας, αναγνώρισης και αναφοράς, έλξης και γοητείας,
αποστροφής και εκφοβισμού, συμβολικό στοιχείο, σημειολογικός κώδικας, πομπός και
δέκτης μηνυμάτων.

Τα επαγγέλματα του μέλλοντος είναι εκείνα των οποίων οι προοπτικές είναι θετικές ή πολύ
θετικές στην αγορά εργασίας. Τα επαγγέλματα δηλαδή για τα οποία οι κενές θέσεις
εργασίας στο άμεσο μέλλον των επομένων 5-10 ετών προβλέπεται να είναι περισσότερες
από τον αριθμό των ατόμων που επιθυμούν να έχουν τα προσόντα να τις καταλάβουν
(υπερβάλλουσα ζήτηση εργασίας).

Επειδή στην κοινωνία δεσπόζουν οι αντιλήψεις για την απομόνωση των αναπήρων (και των
μειονοτήτων γενικότερα), γι’ αυτό και η κοινή γνώμη υποστηρίζει βασικά την ιδεολογία της
προστασίας και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο παρεμποδίζεται και η ένταξη των αναπήρων στο
κοινωνικό σύνολο. Έτσι, πολλά ανάπηρα άτομα μεγαλώνουν σε ιδρύματα. Τα περισσότερα
από αυτά είναι τόποι προστασίας και συντήρησης (φιλανθρωπικά ιδρύματα) που
απομονώνουν τους τροφίμους τους από την κανονική ζωή.

Δύο είναι οι κύριοι συντελεστές της καταστροφής των μνημείων. Είναι η ίδια η φύση πρώτα
πρώτα, που είτε δια μέσου της γήρανσης και της κόπωσης των υλικών είτε με τις
καταστροφές που η ίδια προκαλεί-τους σεισμούς, για παράδειγμα- συντελεί στην
εξαφάνιση των μνημείων. Και είμαστε και εμείς, οι άνθρωποι, τμήμα της φύσης και εμείς,
που με την καθημερινή μας δράση και επέμβαση προκαλούμε αντίστοιχες καταστροφές.

Ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός υπήρξε ο πολιτισμός του «δύο». Το μέν είχε και το δέ, το
πότερον είχε και το ἤ, το οὕτως είχε και το ὥσπερ. Η σύγκριση, η αντίθεση, η αναλογία ήταν
ελληνικά εννοιολογικά προνόμια. Οι αριθμοί στην κλίση ήταν τρεις: υπήρχε και ο δυικός. Οι
σοφιστές στήριξαν τη ρητορική τους διδασκαλία στους δισσούς λόγους. Και η ρητορική,
που καθόριζε την πολιτική, ήταν μια αντιπαράθεση αντικρουόμενων απόψεων.
Συνακόλουθα, ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός αναδείχθηκε ως πολιτισμός του λόγου, της
σκέψης και της έκφρασης, όπως διττά εννοούσαν τον όρο οι προγονοί μας. Και μάλιστα της
ελεύθερης σκέψης και έκφρασης, του κριτικού πνεύματος, της δημοκρατίας, της ισοτιμίας,
της αντιπαράθεσης. Στους σύγχρονους του πολιτισμούς δεν κυριαρχούσε ούτε το «δύο»,
ούτε ο λόγος, ούτε η ελευθερία. Κυριαρχούσε ο ένας, ο μονάρχης και ο λόγος του ήταν
αδιαμφισβήτητος. Οι υπήκοοι δεν είχαν το δικαίωμα να αντιπαρατεθούν στο λόγο του ενός.
Και γι’ αυτό ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός ξεχώρισε. Ο δογματικός λόγος δεν μπορεί να
εγγυηθεί την πρόοδο. Αυτό περνά αναγκαστικά μέσα από τη σύγκρουση.

Η δημοτική γλώσσα μας έχει γραμματική ενότητα. Η ενότητα αυτή έχει την έννοια της
συγχώνευσης σ’ ένα ενιαίο γραμματικό σύστημα με φωνητική, μορφολογική και λεξιλογική
συνέπεια και ομοιογένεια. Το σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικό για την κατανόηση της
υφής της δημοτικής. Γιατί θα μπορούσε να προβληθεί το επιχείρημα (που προβλήθηκε) ότι
η δημοτική έχει δεχτεί γλωσσικά στοιχεία με ποικίλη προέλευση (λόγια, λαϊκά, ξένα), που
την καθιστούν γλώσσα ανομοιογενή — και είναι μερικοί που αυτό, θαρρείς, επιζητούν απ’
αυτή, την ανομοιογένεια. Όμως αν και η δημοτική έχει πραγματικά δεχτεί τα στοιχεία αυτά,
ο χαρακτήρας της παραμένει γενικά ομοιογενής – οι κάποιες εξαιρέσεις αποτελούν
λεπτομέρειες που δεν αλλοιώνουν τη γενική εικόνα, γιατί όλα τα στοιχεία προσαρμόστηκαν
κατά το δυνατόν φωνητικά και ιδίως μορφολογικά στο γραμματικό σύστημα της δημοτικής.
Τουλάχιστον αυτή είναι η γενική τάση (…)

Κατανάλωση είναι η χρήση αγαθών ή υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών μας.
Δεν είναι μόνο η λήψη τροφής ή το κάψιμο των ξύλων, που η εξαφάνιση τους συντελείται
μπροστά στα μάτια μας, είναι και το ντύσιμό μας, η κίνηση των μηχανών, η μετάβαση στο
σχολείο, η κόμμωσή μας, η επίσκεψη του γιατρού, το ταξίδί μας με αυτοκίνητο ή
αεροπλάνο, το διάβασμα βιβλίων ή περιοδικών, η μετάβασή μας στον κινηματογράφο, η
παρακολούθηση ενός προγράμματος στην τηλεόραση, η ταχυδρόμηση γράμματος ή
οποιοδήποτε πράγμα που απαιτεί εργασία από άλλους ή χρησιμοποιεί, έστω και
ανεπαίσθητα, τα συσσωρευμένα «καπιταλιστικά αγαθά». Αλλά το αγαθό που η
κατανάλωση του φτάνει σε ποσοστό 100% είναι ο χρόνος. Ο καθένας μας, από τότε που
γεννιέται ως να πεθάνει, είναι ένας καταναλωτής του χρόνου. Μπορεί να είμαστε ή να μην
είμαστε παραγωγικά στοιχεία, γιατί, όπως οι μέλισσες, έχουμε βασίλισσες, εργάτες και
κηφήνες· είμαστε όμως όλοι μας καταναλωτές. Και επειδή αυτή είναι η αλήθεια, ο καθένας
μας, είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα, ενδιαφέρεται για το τι αγοράζει και τι χρησιμοποιεί
και ακόμη για τον τρόπο που αυτό του προσφέρεται.

Η ποίηση μπορεί να διαιρεθεί αδρομερώς σε τρία μέρη: στην επική, στη λυρική και στη
δραματική. Οι μορφές αυτές αντανακλούν τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, μέσα στις
οποίες εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν. Έτσι η επική ποίηση εκφράζει το πνεύμα και τα
ιδανικά κατά την εποχή της βασιλείας, όπου η αγωνιστική διάθεση και η παλικαριά
θεωρούνταν οι μεγαλύτερες αρετές του ανθρώπου. Αντίθετα, την ταραγμένη εποχή, που
στα πράγματα βρίσκονταν οι ευπατρίδες αριστοκρατικοί, και κάτω από την απειλή των
ναυτικών και των βιομηχάνων, που με τον πλούτο τους κατακτούσαν όλο και περισσότερα
πολιτικά δικαιώματα, αναπτύχθηκε η λυρική ποίηση. Αργότερα, την εποχή της
δημοκρατίας, δημιουργείται μια νέα μορφή ποίησης, που αγκαλιάζει τις λαχτάρες και τους
πόθους ολόκληρου του λαού, η δραματική ποίηση.

Άλλο ουσιώδες συστατικό που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες ανέσεις — η επαρκής θέρμανση
των σπιτιών – πραγματοποιήθηκε, τουλάχιστο ως ένα μεγάλο βαθμό εξαιτίας της πολιτικής
δομής των αρχαίων κοινωνιών. Οι απλοί άνθρωποι ήταν πιο τυχεροί στο ζήτημα αυτό απ’
ό,τι οι ευγενείς. Ζώντας μέσα σε μικρά σπίτια μπορούσαν πιο εύκολα να ζεσταθούν.
Ευγενείς, πρίγκιπες, βασιλιάδες και κλήρος, κατοικούσαν σε μεγαλοπρεπή παλάτια που
ταίριαζαν στην κοινωνική τους θέση. Για να αποδείξουν την ανωτερότητά τους, έπρεπε να
ζουν σε περιβάλλον που να δίνει την αίσθηση του υπερφυσικού. Δέχονταν τους
καλεσμένους τους σε μεγάλα σαλόνια σαν γήπεδα πατινάζ. Βάδιζαν σε ιεροπρεπείς πομπές
κατά μήκος των διαδρόμων που ήταν μακριοί και δροσεροί σαν σήραγγες των «Άλπεων»,
ανεβοκατέβαιναν μεγαλοπρεπείς σκάλες που έμοιαζαν καταρράχτες του «Νείλου»
αποκρυσταλλωμένοι σε μάρμαρο. Για να ικανοποιήσει όλα του τα κέφια ένα σπουδαίο
πρόσωπο την εποχή εκείνη, έπρεπε να σπαταλάει χρόνο και χρήμα για μεγαλοπρεπείς
παραστάσεις, συμβολικούς συλλαβόγριφους και πομπώδη μπαλέτα – παραστάσεις που
χρειάζονταν πολλά δωμάτια, για να μπορούν να στεγάσουν τους πολυάριθμους καλλιτέχνες
και θεατές. Αυτό εξηγεί τις απέραντες διαστάσεις των βασιλικών και πριγκιπικών παλατιών,
ακόμη και των επαύλεων των μέσων γαιοκτημόνων.

Ο δυναµικός αυτός χαρακτήρας της πολιτιστικής υποδοµής δηµιουργεί αναπόφευκτα


µεγάλες δυσκολίες στο πρακτικό επίπεδο. Γιατί ο κάθε πολιτιστικός φορέας που
επιφορτίζεται µε το έργο της δηµιουργίας της πολιτιστικής υποδοµής πρέπει να
αποσυνδέσει την προσπάθειά του αυτήν από άµεσα και ορατά αποτελέσµατα, και τα
πρόσωπα (οι υπεύθυνοι) να αποδεχθούν µια πραγµατικότητα, ότι δηλαδή τους καρπούς
της προσπάθειάς τους πιθανόν να τους γευθούν άλλοι, ύστερα από χρόνια.

(Κ. Κασιµάτη, Περιπλάνηση στην Επικαιρότητα, διασκευή)

Ψυχαγωγία µέσα στο χώρο νοσηλείας του ασθενούς, σε συνεργασία µε τους επαγγελµατίες
υγείας, µπορεί να είναι η ανάγνωση ενός βιβλίου, ενός περιοδικού, η παρακολούθηση µιας
ευχάριστης βιντεοταινίας, µια ενδιαφέρουσα συζήτηση, ένα ταξίδεµα σε ευχάριστα
γεγονότα του παρελθόντος, η συµµετοχή φίλων και µελών της οικογένειας σε γιορτές ή
γενέθλια που τυχόν θα συµπέσουν µε το χρόνο της νοσηλείας, η µουσική, ένα δώρο, ένα
λουλούδι, ένα επιτραπέζιο παιχνίδι.

(Άρθρο από τον επαρχιακό τύπο διασκευασμένο).

Αναγνωσιμότητα είναι η αρετή ενός βιβλίου ή οποιουδήποτε τυπωμένου κειμένου. Αυτή


ορίζεται ως «το συνολικό άθροισμα όλων εκείνων των στοιχείων τα οποία ενυπάρχουν σ’
ένα δεδομένο τυπωμένο υλικό που επηρεάζει την αποτελεσματικότητα της ανάγνωσης». Η
αποτελεσματικότητα της ανάγνωσης εκφράζεται με το πόσο κατανοείται το περιεχόμενο
ενός βιβλίου, πόσο γρήγορα διαβάζεται και πόσο ενδιαφέρον προκαλεί.

Τζων Σπινκ, Τα παιδιά ως αναγνώστες, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1990 (διασκευή).

Η αποκωδικοποίηση, εξάλλου, του ανθρώπινου γονιδιώματος οδήγησε τους βιολόγους σε


καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο δουλεύει ο ανθρώπινος οργανισμός και
δημιούργησε νέες ελπίδες για την αντιμετώπιση ασθενειών που παραμένουν αθεράπευτες,
όπως είναι ο καρκίνος και ο διαβήτης. Αντιστοίχως, οι φυσικοί ανέπτυξαν την ψηφιακή
τεχνολογία, έκαναν υποατομικές ανακαλύψεις και έστειλαν τον άνθρωπο στο φεγγάρι, ενώ
ταυτόχρονα δημιούργησαν την υποδομή για την παρατήρηση των πλανητών. «Για πολλούς
ανθρώπους η ζωή έγινε ευκολότερη σε πολλά επίπεδα» αναφέρει ο James Watson.

(Από τον ημερήσιο τύπο, διασκευή)


Η μεγάλη αντοχή του πνευματικού δημιουργού γεννιέται και συντηρείται, κατά κύριο λόγο,
από την ψυχή του. Η φλογερή αγάπη προς το έργο του και η πίστη η αδιάσειστη στον
προορισμό αυτού του έργου είναι οι μεγάλες πηγές της δύναμής του. Αυτές δεν τον
αφήνουν (και στην περίπτωση ακόμη της κλονισμένης υγείας) να λυγίσει. Ο άνθρωπος που
αγαπάει και πιστεύει αυτό που κάνει, ζει όρθιος με την ψυχή του. Αυτή τον διατηρεί
ακμαίο, νέο, δροσερό. Και επειδή την αγάπη και την πίστη τη βρίσκει μόνο εκείνος που με
ορισμένη πνευματική τοποθέτηση δίνει περιεχόμενο, πρόγραμμα, νόημα στη ζωή του, και
δικαίωση του μόχθου του θεωρεί την εκτέλεση αυτού του προγράμματος (την «πλήρωση
του νοήματος» της ζωής), η πνευματική τοποθέτηση είναι, σε τελευταίαν ανάλυση, το
στοιχείο που τροφοδοτεί την αντοχή του δημιουργού (απέναντι στη φθορά που φέρνει ο
κάματος, αλλά και απέναντι στους κλυδωνισμούς της ζωής, στο φυσικό και στον ηθικό
«πόνο»). Ο κοινός άνθρωπος που δεν είναι κατά τον ίδιο τρόπο τοποθετημένος, εύκολα
εξαντλείται και καταρρέει όταν χτυπηθεί από ένα ανεπάντεχο δεινό ή όταν η υπέρμετρη
δουλειά αρχίσει να φθείρει την υγεία του. Ο πνευματικά τοποθετημένος δημιουργός δεν
γκρεμίζεται εύκολα ούτε από τη νόσο, ούτε από τα γερατειά, ούτε από τις απογοητεύσεις
και τα πένθη, τα ατυχήματα της ζωής, και όπως ο πολυάσχολος και προκομμένος άνθρωπος
δεν «ευκαιρεί», καθώς λέμε, ν’ αρρωστήσει, έτσι κι αυτός, με την προσήλωσή του στο
νόημα που έχει δώσει στη ζωή του, δεν «ευκαιρεί» ούτε τον κόπο να αισθανθεί ούτε τη
φθορά — και φτάνει στο τέρμα του βίου σαν τον αθλητή που πέφτει επιτέλους για να
αναπαυθεί στη χαρά της νίκης.

(Ε. Π. Παπανούτσος, Πρακτική Φιλοσοφία, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1980)

Έπειτα και τούτο: ο φανατισμός είναι μια παραγωγική επένδυση των καιροσκόπων, των
μηχανορράφων και των εκμεταλλευτών της ανθρώπινης καλοπιστίας ή και αφέλειας·
αφέλειας που φτάνει συχνά ίσαμε τα σύνορα της ηλιθιότητος. Νομίζω, πως, όταν μιλούμε
για ενάρετο φανατισμό, θα πρέπει να εννοούμε το φανατισμό των ταπεινών ηρώων της
αλήθειας και της αρετής και όχι το φανατισμό των πληθών. Τα πλήθη, όταν φανατίζονται
από τους επιδέξιους σκηνοθέτες των ιερών πολέμων ή των «επικών» εξορμήσεων, είναι
πάντα ετερόφωτα, άβουλα και καταστροφικά. […] Οι φανατικοί, όποιας μορφής, είναι οι
μεγάλοι εγκληματίες που έσπειραν τον όλεθρο απάνω στη γης και σπίλωσαν ανεξίτηλα το
νόημα του άνθρωπου.

(Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Οι σκληροί καιροί. Η τραγωδία του εικοστού αιώνα, ένατη


έκδοση,

Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1993, σσ. 89-92.)


ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ

Γενικές Πληροφορίες

Με τον επιτονισμό ο ομιλητής δηλώνει ευρύ φάσμα γλωσσικού σχολιασμού των


λεγομένων. Με την ανάλογη κύμανση της φωνής ο ομιλητής μπορεί να διακρίνει μεταξύ
ερώτησης και απόφανσης, να τονίσει ορισμένα στοιχεία, να επιλύσει αμφισημίες και
περαιτέρω να εκφράσει τη βεβαιότητα, την αταλάντευτη πίστη, την πεποίθησή του ή,
αντίθετα, την επιφύλαξη, τον δισταγμό, την απορία ή την έκπληξή του σχετικά με τα
λεγόμενα. Η δήλωση των λειτουργιών του επιτονισμού στο γραπτό κείμενο αποτελεί
δυσεπίλυτο πρόβλημα καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδοθούν στη γραφή οι
διακυμάνσεις της φωνής τού ομιλητή της γλώσσας.

Το σημειολογικό σύστημα που διαθέτουν τα συστήματα γραφής για την απόδοση των
χρήσεων του επιτονισμού είναι τα σημεία στίξης. Τα σημεία στίξης αποδίδουν μέρος των
χρήσεων που μπορεί να εκφράσει ο φυσικός ομιλητής με τις διακυμάνσεις της φωνής του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολυσημίας των σημείων στίξης είναι το θαυμαστικό. Κατ’
αρχήν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δηλώσει θετική στάση τού ομιλητή στα λεγόμενα:

Η πολιτική μας στην Κοινότητα απέδωσε επιτέλους καρπούς!

Παράλληλα, το θαυμαστικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με την αντίθετη χρήση,


προκειμένου δηλαδή να εκφράσει την αποδοκιμασία του προς τα λεγόμενα:

Η πολιτική μας στην Κοινότητα δεν έχει ακόμη αποδώσει καρπούς!

Οι διαφορετικές αυτές χρήσεις του θαυμαστικού αντιστοιχούν σε διαφορετικούς τύπους


διακύμανσης τής φωνής στον προφορικό λόγο. Στο γραπτό κείμενο, ο αναγνώστης
λαμβάνει μέσω της στίξης μόνο μερική πληροφορία. Από το θαυμαστικό συμπεραίνει την
ιδιαίτερη βιωματική φόρτιση τής πρότασης. Το ακριβές είδος φόρτισης το συνάγει από το
περιεχόμενο της πρότασης, των συμφραζομένων και από τη γενική γνώση του για τον
γράφοντα και τον κόσμο της πραγματικότητας.

Τα σημεία στίξης διακρίνονται ως προς τη λειτουργία τους σε συντακτικά και σχολιαστικά.


Ο γράφων χρησιμοποιεί τα συντακτικά σημεία στίξης προκειμένου να διακρίνει συντακτικές
ενότητες του κειμένου. Αυτή τη χρήση έχουν η τελεία, το κόμμα, η άνω τελεία, οι
παρενθέσεις και οι αγκύλες, η παύλα, το δίστιγμο και τα εισαγωγικά προτάσεως.
Συντακτική χρήση σχετικά με τη σύνδεση μεμονωμένων λέξεων έχουν επίσης το ενωτικό και
η πλάγια γραμμή. Τα σχολιαστικά ή κειμενικά σημεία στίξης χρησιμοποιούνται για να
εκφράσουν στον γραπτό λόγο ό,τι εκφράζουν οι επιτονικές κυμάνσεις της φωνής του
ομιλητή. Τέτοια είναι το θαυμαστικό, το ερωτηματικό, τα αποσιωπητικά και τα εισαγωγικά
λέξης.

Αναλυτική Παρουσίαση

Τελεία

Ο γράφων χρησιμοποιεί την τελεία:

για να δηλώσει το τέλος περιόδου:

Έτοιμο είναι και το ασανσέρ ατόμων με ειδικές ανάγκες. Θα παραδοθεί στο τέλος της
εβδομάδας.

για τη σύντμηση λέξεων:

Ο εισαγγελέας Π. Λαζόπουλος επενέβη εγκαίρως.

στους αριθμούς για τη διάκριση χιλιάδων, εκατοντάδων χιλιάδων κ.λπ., π.χ. 6.891
εισιτήρια,094.000 ευρώ. Δεν χρησιμοποιείται στις χρονολογίες, π.χ. το 1100 μ.Χ.

Σε ορισμένες περιπτώσεις πλήρων προτάσεων η τελεία δεν χρησιμοποιείται:

σε τίτλους:

Σκάλωσαν στο μέγεθος

Παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα

σε λεζάντες φωτογραφιών:

Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας ξεναγείται στην Ακρόπολη

Ποικιλία στη χρήση ή μη χρήση τελείας εμφανίζεται:

κατά την απαρίθμηση στοιχείων (εφόσον πρόκειται για πλήρη πρόταση):

Στα μειονεκτήματα των έργων:


εγκαταλείφθηκε η δημιουργία χώρων πρασίνου

δεν εκπονήθηκαν προγράμματα στάθμευσης

δεν εφαρμόστηκε σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης ή

Στα μειονεκτήματα των έργων:

εγκαταλείφθηκε η δημιουργία χώρων πρασίνου.

δεν εκπονήθηκαν προγράμματα στάθμευσης.

δεν εφαρμόστηκε σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης.

στις συντομογραφίες:

Ε.Μ.Π.

Ε.Ε. αλλά

ΔΕΗ

ΔΕΚΟ

κατά τη διάκριση τίτλου και υπότιτλου χρησιμοποιείται ενίοτε η τελεία, ενίοτε η άνω-
κάτω τελεία:

Συγκριτική μελέτη. Μια αδιάκοπη δημιουργία Συγκριτική μελέτη: Μια αδιάκοπη


δημιουργία

Θαυμαστικό

Ο γράφων χρησιμοποιεί το θαυμαστικό:

σε προστακτικές:

Βάλε και λίγο κόκκινο!

κατά την προσφώνηση προσώπων (σε ελλειπτική πρόταση):

Γιάννη!
για να αποδώσει έμφαση:

Η Οδύσσεια της ξεκίνησε όταν προσπάθησε να συνδεθεί με το τηλεφωνικό κέντρο τού


νοσοκομείου. Ματαίως!

για να δηλώσει την έκπληξή του για το περιεχόμενο του μηνύματος:

Κανένας από τους αρμοδίους δεν σκέφτηκε ότι η δημιουργία των έργων θα δημιουργούσε
και μπάζα!

εντός παρενθέσεων για να δηλώσει την έκπληξή του σε σχέση με ένα στοιχείο του
μηνύματος:

Οι αλλαγές στο καταστατικό αποφασίστηκαν διά βοής (!) στο 4ο Συνέδριο.

για να δηλώσει έντονα συναισθήματα (φόβο, χαρά, οργή κ.λπ.) σε επιφωνήματα ή


επιφωνηματικές πράξεις.

Ο Θεός να βάλει το χέρι του!

για να δηλώσει ειρωνεία ή σαρκασμό

Ή δικαιώνουμε την ύπαρξή μας μέσα στο σύμπαν ή τη μηδενίζουμε. Και να σκεφτεί κανείς
πως θα τη μηδενίσουμε ίσως, αφού πρώτα έχουμε πάρει άριστα στα μαθηματικά!

για να δηλώσει απορία

Λέει ότι πήγε στην Αθήνα από τη Θεσ/ νίκη σε τρεις ώρες!

Ερωτηματικό

Ο γράφων χρησιμοποιεί το ερωτηματικό:

στο τέλος ευθείας ερωτηματικής πρότασης:

Ποιος θα διευθύνει την ορχήστρα από 100 κιθάρες στο Ηρώδειο;

επίσης σε ρητορικές ερωτήσεις. (Η ρητορική ερώτηση διατυπώνεται για να προβάλει μια


θέση ή γνώμη. Δεν αναμένουμε απάντηση. Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για ερώτηση, αλλά
για έμμεση διατύπωση ισχυρισμού):

Φυσικά, ο πελάτης μου εφάρμοσε με συνέπεια τις εντολές που έλαβε από τους ανωτέρους
του. Ποιος θα τολμούσε να αντιμιλήσει στον προϊστάμενό του;
σε αντικατάσταση ενός στοιχείου του μηνύματος που είναι άγνωστο:

Ο Ηράκλειτος (640-; π.Χ.) πέρασε τη ζωή του στην Έφεσο.

εντός παρενθέσεων για να δηλώσει την αβεβαιότητα του για ένα στοιχείο του
μηνύματος:

Η ελαιογραφία τού Lucas Cranach «Η κρίση τού Πάρη» βρίσκεται στο Μουσείο τής
Καρλσρούης (;).

Άνω τελεία

Ο γράφων χρησιμοποιεί την άνω τελεία (ή άνω στιγμή) για να δηλώσει την ημιπερίοδο.
Στον γραπτό λόγο, περίοδος θεωρείται το διάστημα ανάμεσα σε δύο τελείες. Ημιπερίοδος
είναι το διάστημα μεταξύ τελείας και άνω τελείας. Ο γράφων συνδέει δύο προτάσεις ως
ημιπεριόδους της ίδιας περιόδου προκειμένου να δηλώσει ότι οι δύο προτάσεις είναι
συνδεδεμένες νοηματικά (και εφόσον δεν συνδέονται μέσω της παράταξης ή της
υπόταξης):

Τα μέσα μαζικής μεταφοράς πρέπει να προτιμηθούν από τους Αθηναίους τις επόμενες
ημέρες· στόχος είναι να καλύψουν το 50% των μετακινήσεων.

Παράλληλα, η άνω τελεία χρησιμοποιείται για να ξεχωρίσει ή ομαδοποιήσει φράσεις στις


οποίες παρουσιάζουμε δραστηριότητες, στάδια, διαδικασίες κ.λπ. Με την άνω τελεία
ομαδοποιούμε και ταυτόχρονα διαφοροποιούμε τις πληροφορίες που λαμβάνει ο
αναγνώστης.

Δίστιγμο (άνω κάτω τελεία)

Ο γράφων χρησιμοποιεί το δίστιγμο (ή άνω-κάτω τελεία, άνω-κάτω στιγμή, δύο τελείες,


διπλή τελεία) για να:

προαναγγείλει και να δώσει έμφαση

εισάγει

διαχωρίσει.

Ειδικότερα:

για να εισαγάγει κατάλογο στοιχείων:

Οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να υποβάλουν εις διπλούν τα ακόλουθα δικαιολογητικά: α.


Αίτηση για τη συγκεκριμένη θέση κατά ειδικότητα, β. Αντίγραφο πτυχίου.
για να εισαγάγει παράθεμα:

Θα υιοθετήσουμε τον στίχο του ποιητή: «Μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζονται».

για να συνδέσει δύο προτάσεις από τις οποίες η δεύτερη επεξηγεί την πρώτη:

Η έκθεση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους φιλότεχνους, αλλά και για τους καλλιτέχνες:
συνδέεται με ζητήματα που αφορούν στην εκπαιδευτική και τη θεσμική εμπλοκή
καλλιτεχνών.

για να συνδέσει δύο προτάσεις από τις οποίες η δεύτερη είναι το αποτέλεσμα της
πρώτης:

Το παλικαράκι παθιάστηκε τόσο πολύ, ώστε δημιούργησε στον κήπο του μια αυτοσχέδια
βαλβίδα και προπονούνταν με τις ώρες: δύο χρόνια αργότερα ήταν αυτός ο παγκόσμιος
πρωταθλητής της σφαίρας.

για να παρουσιάσει με λεπτομέρειες ή να αποσαφηνίσει την ιδέα που βρίσκεται πριν την
άνω κάτω τελεία

Ο Πισκάτορ έγραψε γι΄ αυτό το θέμα πολύ σημαντικά πράγματα: θεωρεί το θέατρο
εργαστήριο της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

προκειμένου να διακρίνει το θέμα από το σχόλιο σε κείμενο με επιγραμματικό


χαρακτήρα όπως ένας κατάλογος:

Α’ βραβείο: ένα ταξίδι τριών ημερών στη Ρώμη.

για να παραθέσει κατά λέξη, μέσα σε εισαγωγικά, μια ξένη γνώμη.

Ο Τζον Κέννεντι είχε πει: «Μην ρωτάτε τι μπορεί να κάνει η πατρίδα σας για σας· να ρωτάτε
τι μπορείτε να κάνετε εσείς για την πατρίδα σας.

για να δώσει έμφαση σε μία λέξη, φράση, πρόταση.

Μετά την ολονύκτια συνεδρίαση, ένα μόνο πράγμα μπορούσε να τον συνεφέρει: ο καφές.
σε ένα τίτλο άρθρου:

Συμβασιούχοι: Αίσθηση από την απόφαση Πρωτοδικείου

Κόμμα

Ο γράφων χρησιμοποιεί το κόμμα:

μεταξύ στοιχείων σε ασύνδετο σχήμα:

Οι αλλαγές αυτές χρειάζονται σκέψη, συζήτηση, διαβούλευση και ωρίμαση.

μεταξύ προτάσεων που συνδέονται παρατακτικά μέσω του αλλά:

Το ζήτημα τής παιδείας απασχόλησε τα μέλη τής επιτροπής, αλλά η συζήτηση δεν οδήγησε
σε σαφείς αποφάσεις.

στους αριθμούς για τη διάκριση των δεκαδικών ψηφίων:

Η μέση διάρκεια ζωής στη Σιέρα Λεόνε είναι 34,3 χρόνια. Η τιμή υποχώρησε στα 8,89 ευρώ.

στο αναφορικό ό,τι, όπου και ονομάζεται υποδιαστολή:

Ο αέρας παρέσυρε ό,τι βρήκε μπροστά του.

Τα ακόλουθα στοιχεία τοποθετούνται μεταξύ κομμάτων. Όταν ένα από τα όρια τους
συμπίπτει με την αρχή ή το τέλος της πρότασης, το κόμμα παραλείπεται:

η επιρρηματική εξαρτημένη πρόταση:

Αν προχωράει κάποιος πεζός μπροστά σας πολύ αργά, μην τον παρακάμψετε!

η επεξήγηση:

Κανείς από τους δύο υποψηφίους, Γιαννόπουλος και Πετράκης, δεν έχει ξεκάθαρο σχέδιο
για τα απορρίμματα τού δήμου.
η μη περιοριστική αναφορική πρόταση:

Πηγές του Υπουργείου ανέφεραν χτες πως η υπόθεση, που φυσικά ερευνήθηκε,
παρουσιάζει φαιδρές διαστάσεις.

η κλητική προσφώνηση εντός πρότασης:

Γιατί, κυρία δήμαρχε, δεν αναφέρατε το ζήτημα στον προεκλογικό σας αγώνα;

η παρενθετική πρόταση:

Η κυβέρνηση, πρόσθεσε ο υπουργός, είχε διαμαρτυρηθεί και παλιότερα.

συχνά το προτασιακό επίρρημα:

Χωρίς κανένα στοιχείο, λοιπόν, διαδίδεται ότι η ακτή αυτή έχει γίνει ορμητήριο
λαθρομεταναστών.

Ενωτικό

Ο γράφων χρησιμοποιεί το ενωτικό:

για να δηλώσει την ένωση στοιχείων:

Βορειοδυτικοί-δυτικοί άνεμοι 3 έως 5 μποφόρ στα δυτικά

για να δηλώσει το διάστημα μεταξύ δυο ορίων:

Ο κλωστοϋφαντουργικός δείκτης είχε μεγάλη απόδοση στο διάστημα Μαρτίου-Αυγούστου.

Οι γέροντες της Τροίας στο Γ154-160 υποβαθμίζουν τη σημασία του πολέμου.

για να δηλώσει διάζευξη:

Μετά τη συναυλία το συγκρότημα αφιέρωσε τρία-τέσσερα κομμάτια στο κοινό.


για να ενώσει στοιχεία ίδιας κατηγορίας που χρησιμοποιούνται σε άμεση συνέχεια χωρίς
να συνδέονται παρατακτικά:

Ο υπουργός δήλωσε ορθά-κοφτά: «Ζούμε σε κοινωνία δημοκρατική».

σε φραστικά ονόματα του τύπου όνομα + όνομα:

παιδί-θαύμα λέξη-κλειδί

σε κείμενα για τη γλώσσα για να δηλωθεί ότι το παρατιθέμενο στοιχείο αποτελεί μέρος
της λέξης:

Το -εξ ήταν η πιο συχνή κατάληξη στις επωνυμίες εταιρειών κατά τη δεκαετία του ’70.

Η μονή ή διπλή παύλα

Ο γράφων χρησιμοποιεί τη μονή ή διπλή παύλα:

για να δώσει έμφαση σε ένα σχόλιο

Τι θα γίνει αν ο πληθυσμός της Γης αυξάνει -συμμετρικά ή ασύμμετρα, κατά τόπους,


αδιάφορο- με έναν ανάλογο ή έστω βραδύτερο ρυθμό;

για να προσθέσει και υπενθυμίσει σημαντικές πληροφορίες στον αναγνώστη.

Η σκέψη δε συμπτίπτει άμεσα με τη γλωσσική έκφραση. Το νόημα -όπως και η γλώσσα- δε


συνίσταται από μεμονωμένες λέξεις.

για να απομονώσει από την υπόλοιπη πρόταση ομοειδή και διαδοχικά επεξηγηματικά
στοιχεία που θα μπορούσαν εναλλακτικά να εισαχθούν με λέξεις ή φράσεις όπως:
δηλαδή, για παράδειγμα κ.λπ.

Η εργασία που αλλοτριώνει και απογοητεύει βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις


παραδοσιακές κοινωνίες όπου καθημερινά όλοι οι άνθρωποι, γυναίκες και άντρες,
ασκούσαν μια ποικιλία δραστηριοτήτων –καλλιέργειες, ψάρεμα, κυνήγι, υφαντουργία,
ράψιμο ρούχων, χτίσιμο σπιτιών, αγγειοπλαστική, κατασκευή εργαλείων, μαγείρεμα,
θεραπεία- που όλες τους αντιπροσώπευαν μια χρησιμότητα, απαιτούσαν μιαν επιδεξιότητα
και πρόσφεραν μια βαθιά ηθική ικανοποίηση.
Συχνά τίθεται ζήτημα επιλογής μεταξύ παύλας και κόμματος. Η παύλα διευκολύνει τον
αναγνώστη να διακρίνει ότι τα στοιχεία πριν και μετά το παρενθετικό τμήμα τής
πρότασης αποτελούν ενιαίο σύνολο.

Για παράδειγμα, όταν ένα παρενθετικό σχόλιο τοποθετείται μεταξύ άρθρου και
ονόματος:

Καταδίκασε την -κατά τα άλλα θεμιτή- πολιτική του υπουργείου.

Σε τέτοιου είδους παραδείγματα, η χρήση του κόμματος δυσκολεύει την ανάγνωση:

Καταδίκασε την, κατά τα άλλα θεμιτή, πολιτική του υπουργείου.

για την οριοθέτηση παρενθετικών προτάσεων:

Ύστερα από πολύ -πόσο πολύ, άραγε;- καιρό υποδεχτήκαμε και πάλι τη μουσική δωματίου
στον χώρο τού Ηρωδείου.

κατά την απαρίθμηση στοιχείων σε ξεχωριστές σειρές:

Τομείς ειδικοτήτων:

Μηχανολογία

Ηχοληψία

Ναυτιλιακά

Η μονή παύλα χρησιμοποιείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

για να δοθεί έμφαση σε ερώτηση στο τέλος περιόδου.

Είμαστε υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουμε την αλματώδη εξέλιξη της τεχνολογίας –


αλλά με τι κόστος;

για να διατυπωθεί ένα συμπέρασμα ή μια γενίκευση στο τέλος περιόδου.

Χρήματα, φήμη, δύναμη –αυτοί ήταν οι στόχοι της ζωής του.


για να παρουσιαστεί μια απρόσμενη τροπή των γεγονότων στο τέλος περιόδου ή
παραγράφου.

Σχεδίαζε αυτό το ταξίδι για μήνες με κάθε λεπτομέρεια –και στο τέλος το ακύρωσε.

Πλάγια γραμμή

Ο γράφων χρησιμοποιεί την πλάγια γραμμή:

για να δηλώσει διάζευξη («ή»):

Οι επικοί ποιητές απέφυγαν να περιγράψουν την όψη τής Ελένης, αφήνοντας ελεύθερη τη
φαντασία τού ακροατή/αναγνώστη.

σε παραθέματα ποίησης για να δηλώσει την αλλαγή στίχου:

Χαίρε καμπυλοβλέφαρη γλυκόλαλη, δώσ’ στον αγώνα Ι αυτόν εδώ τη νίκη να κερδίσω, και
το τραγούδι μου κάνε ώριο. Ι Κι εγώ και σε και άλλο μου θα θυμηθώ τραγούδι.

στη σύντμηση λέξεων:

Κων/ πολη, Θεσ/νίκη.

στην απόδοση φωνολογικής μεταγραφής: /efOimos/

Παρένθεση

Με την παρένθεση διακόπτουμε τη ροή του κειμένου:

Για να δώσουμε δευτερεύουσες πληροφορίες

Για να σχολιάσουμε άποψη που προηγείται

Για να διαφοροποιήσουμε τις βασικές πληροφορίες από τις δευτερεύουσες.

Ο γράφων τοποθετεί σε παρενθέσεις (ή καμπύλες αγκύλες):


επεξηγηματικά στοιχεία:

Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Παραπληγικών (ΠΑ.Σ.ΠΑ.) επικαλέστηκε υπουργική απόφαση.

Ο γιος του Θησέα, Ακάμας (που δίνει το όνομά του στο ομώνυμο όρος της βορειοδυτικής
Κύπρου), ιδρύει την Αίπεια.

παραδείγματα:

Μοίρα των λέξεων είναι να φθείρονται στο στόμα του ανθρώπου. Όχι από την πολλή
χρήση, σαν τα παλιά νομίσματα, αλλά από την κακή χρήση, σαν τα όργανα του σώματος
(π.χ. το μάτι) ή τις ψυχικές λειτουργίες (π.χ. τη φαντασία).

ορισμούς εννοιών όρων:

Οι αστρονόμοι που μελετούν τις ιδιότητες των «μαύρων οπών» (αυτών των τόσο πυκνών
συγκεντρώσεων ύλης που ακόμα και το φως δεν μπορεί να τους διαφύγει, γιατί το
αιχμαλωτίζει η βαρύτητα) μοιάζουν να αδιαφορούν για αυτόν τον μικροσκοπικό κόκκο
σκόνης, τον άνθρωπο, που είναι ασήμαντος μέσα στο άπειρο σμήνος των γαλαξιών.

πηγές παραθεμάτων:

Ο Όμηρος περιγράφει την καθημερινή ζωή τής Ιωνίας στις απεικονίσεις της «Ασπίδος του
Αχιλλέως» (Ιλ., Σ 480 κ.ε.).

Αγκύλες

Ο γράφων χρησιμοποιεί τα διάφορα είδη αγκυλών (τετράγωνες αγκύλες [ ], αγκιστροειδείς


αγκύλες { }, γωνιώδεις αγκύλες < >) για να απομονώσει από το κείμενο ειδικές πληροφορίες
παρενθετικού τύπου:

Η Κύπρος μνημονεύεται χαρακτηριστικά στον επίλογο [στ. 292].

Περαιτέρω ρυθμίσεις για την επιλογή του ενός ή του άλλου τύπου αγκυλών υπάρχουν μόνο
σε ειδικά κειμενικά είδη. Για παράδειγμα, σε γλωσσολογικά κείμενα, οι τετράγωνες
αγκύλες χρησιμοποιούνται στην απόδοση φωνητικής μεταγραφής: [pedi]
Εισαγωγικά

Ο γράφων χρησιμοποιεί τα εισαγωγικά:

για να παραθέσει κείμενο που έχει διατυπωθεί από κάποιον άλλο ομιλητή / γράφοντα:

«Ό,τι έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας το λάβαμε» είπε εκείνη και αποχώρησε.

για να δηλώσει αποστασιοποίηση του γράφοντος από τα γραφόμενα:

Περιορισμένα «κέρδη» αφήνουν οι Αγώνες για την πρωτεύουσα.

για να εστιάσει την προσοχή του αναγνώστη σε μια λέξη ή φράση, στην οποία αποδίδει
διαφορετική σημασία από την καθιερωμένη, ή όταν εισάγει έναν νεολογισμό.

Θα πρέπει να δεχτούμε ότι υπάρχει ένα «εννοιολογικό πεδίο», το οποίο σχηματίζεται από
την προσπάθεια να προσδιορίσουμε μια έννοια με τη χρήση άλλων εννοιών.

για να δηλώσει ότι μια λέξη τού κειμένου εμφανίζεται σε μεταφορική χρήση:

«Φούσκα» αποδείχτηκε για 9 στις 10 μετοχές η περσινή χρηματιστηριακή έκρηξη.

για να σχολιάσει τη σημασία μιας λέξης ή φράσης.

Όταν ο Άγγελος Τερζάκης μιλάει για «δημοκρατία», δεν αναφέρεται απλώς και μόνο σε ένα
πολίτευμα· αναφέρεται σε ένα ανώτερο στάδιο πολιτισμού.

για να σχολιάσει ειρωνικά, αμφισβητήσει ή μειώσει το κύρος μιας λέξης ή φράσης.

Δέκα στρατιώτες σκοτώθηκαν από «φιλικά πυρά».

για επωνυμίες:

Την ανάγκη δημιουργίας πρασίνου τόνισε στην «Ε» ο καθηγητής Πολεοδομίας στο Ε.Μ.Π.

Θα περιμένουμε να επαναδρομολογηθούν τα πλοία «Πάτμος» και «Ρόδος».


σε κείμενα για τη γλώσσα τοποθετούνται εντός εισαγωγικών οι σημασίες λέξεων:

Το αγγλικό book «βιβλίο» σχηματίζει ομαλά τον πληθυντικό.

Αποσιωπητικά

Ο γράφων χρησιμοποιεί τα αποσιωπητικά (ή τρεις τελείες):

για να δηλώσει ότι αποσιωπά ένα μέρος του μηνύματος:

Με τις επιχειρήσεις να βάζουν το πιστόλι στον κρόταφο των εργαζομένων για να εργαστούν
περισσότερο ή …, ο Κορεάτης πρωθυπουργός υπόσχεται ότι θα κάνει στόχο τής πολιτικής
του τον επαναπατρισμό των θέσεων εργασίας.

για να δηλώσει ότι το μήνυμα περιέχει κάποιο υπονοούμενο, το οποίο πρέπει να


συμπεράνει ο αναγνώστης, δημιουργώντας κλίμα αβεβαιότητας:

Πάντως, και παρότι η πρόσκληση είχε ανακοινωθεί από καιρό, ο υπουργός δεν παρέστη στα
εγκαίνια…

για να δηλώσει απρόσμενη μεταβολή στην εξέλιξη του νοήματος. Σε αυτή τη χρήση
καταφεύγει όταν θέλει να τονίσει την υπερβολή ή να δημιουργήσει ένα κωμικό
αποτέλεσμα. Σε αυτήν την περίπτωση, βάζει αποσιωπητικά πριν από τη λέξη που
προξενεί αυτήν την απρόσμενη μεταβολή.

Οι πορτοκαλιές πινακίδες έγιναν… μαύρες.

Πρώτοι οι Έλληνες, αλλά … στο κάπνισμα.


ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ

Α. ΓΕΝΙΚΑ

1. Παράγραφος είναι το αυτοτελές τμήμα του λόγου που αναπτύσσει σε βάθος


και με πληρότητα μια ιδέα. Με τη χρήση της παραγράφου επιδιώκεται η επαρκής
πληροφόρηση πάνω σε μια ιδέα, η οποία αποτελεί μέρος του ευρύτερου
προβληματισμού ενός θέματος. Η προώθηση των ιδεών μιας έκθεσης γίνεται με
παραγράφους.
2. Κάθε παράγραφος πραγματεύεται μία βασική ιδέα. Με την παράγραφο
προωθείται η σε βάθος διερεύνηση και ανάπτυξη αυτής της ιδέας.
3. Η παράγραφος αποτελεί - δομικά και λειτουργικά - μια μικρογραφία της
έκθεσης:
α. Από την άποψη της δομής, γιατί διαθέτει πρόλογο, κυρίως θέμα και
επίλογο.
β. Από την άποψη της λειτουργίας, γιατί αποτελεί την αναλυτική
αντιμετώπιση, διερεύνηση και πληροφόρηση πάνω σε ένα - επιμέρους - θέμα.

Β. ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

Μια παράγραφος αναπτύσσεται πάντα με την ακόλουθη δομή:


α. Θεματική περίοδος (Θ.Π.) - πρόλογος της παραγράφου.
β. Λεπτομέρειες - ανάπτυξη της παραγράφου.
γ. Κατακλείδα πρόταση - επίλογος της παραγράφου.

1. Θεματική περίοδος

Ο ρόλος της Θ.Π. είναι να πληροφορεί τον αναγνώστη γι’ αυτό που θα
απασχολήσει την παράγραφο. Με τη θεματική πρόταση πληροφορείται ο
αναγνώστης το σκοπό της παραγράφου, το λόγο για τον οποίο υπάρχει η
παράγραφος ή αλλιώς: τη σχέση της παραγράφου με το θέμα της έκθεσης, τη
σχέση της με την κυρίαρχη έννοια ή προβληματική. Η Θ.Π. λοιπόν:
α. πληροφορεί για το θέμα, παρουσιάζει δηλαδή τη βασική ιδέα της π.
β. διευκρινίζει τη σχέση της π. με τη συνολική προβληματική του θέματος
γ. συμπυκνώνει το νοηματικό βάρος της παραγράφου
Θέση: η Θ.Π. βρίσκεται συνήθως στην αρχή της παραγράφου, γιατί συνηθίζουμε
την παραγωγική πορεία στην ανάπτυξή της. Θεωρητικά ωστόσο η Θ.Π. μπορεί
να βρίσκεται οπουδήποτε στην παράγραφο, στην αρχή, στο μέσο ή στο τέλος της
παραγράφου, ανάλογα με τον παραγωγικό ή επαγωγικό, αναλυτικό ή συνθετικό
τρόπο σκέψης.
Ρόλος: Η Θ.Π. αποτελεί τον πρόλογο της παραγράφου. Με ακρίβεια, σαφήνεια,
απλότητα και περιεκτικότητα καταγράφει την ιδέα που θα αναπτυχθεί στην
παράγραφο. Μέσα στα πλαίσια της διαμορφώνονται κάποτε τα οδηγητικά
νήματα για την πλήρη ανάπτυξη της παραγράφου. Αν και η ιδέα που πρέπει να
δηλωθεί είναι ατομική, τα περιθώρια για μια καλή Θ.Π. διευρύνονται, όταν οι
επιμέρους όροι της συνοδεύονται από αναγκαίους - προεξαγγελτικούς -
προσδιορισμούς. Πάντως, για την καταγραφή της Θ.Π. θα πρέπει να υπάρχει
ξεκάθαρη αντίληψη για το περιεχόμενο και το ρόλο της, σε σχέση με το θέμα.

2. Λεπτομέρειες - Ανάπτυξη της παραγράφου

Γενικά: Οι λεπτομέρειες (λ) αποτελούν τις επιμέρους ιδέες με τις οποίες


διερευνάται και αναπτύσσεται η θεματική περίοδος. Πρόκειται για αναλυτικές
προτάσεις που προσπαθούν να πληροφορήσουν για την κύρια ιδέα (Θ.Π.) της
παραγράφου.
Ρόλος: α. Οι λ. είναι αυτές που θα αναπτύξουν με πληρότητα και θα
πληροφορήσουν με επάρκεια τον αναγνώστη, σχετικά με τη Θ.Π. και το λόγο
ύπαρξης της παραγράφου.
β. Η δόμηση και η οργάνωση τους είναι που θα προσδώσουν στην ανάπτυξη της
Θ.Π. εγκυρότητα, λογική συγκρότηση, αρτιότητα, ενδιαφέρον και
διεισδυτικότητα.
γ. Είναι ακόμη αυτές που θα τεκμηριώσουν συνολικά τη σχέση της παραγράφου
με τον ευρύτερο προβληματισμό. Από την άποψη αυτή αποτελούν τα
επιχειρήματα τα οποία στηρίζουν, δικαιολογούν και αποδεικνύουν έναν
ισχυρισμό, αυτόν της θεματικής πρότασης. Είτε ατομικά, η κάθε μία ξεχωριστά,
είτε συλλογικά, στη μεταξύ τους συσχέτιση, συντελούν σ’ αυτό που
λέγεται απόδειξη της θεματικής πρότασης, δηλ. απόδειξη της σχέσης που
συνδέει την παράγραφο με τον συνολικό προβληματισμό ενός θέματος.
Διάκριση: Οι λεπτομέρειες χωρίζονται α. σε βασικές προτάσεις (κύρια νοήματα,
βαρύνουσες πληροφορίες) και β. σε βοηθητικές προτάσεις (δευτερεύοντα,
συμπληρωματικά νοήματα και συμπληρωματικές πληροφορίες).
Οι βασικές προτάσεις συμβάλλουν άμεσα στην ανάπτυξη της παραγράφου και
στην προώθηση της κύριας ιδέας της (Θ.Π.). Οι βοηθητικές προτάσεις
υποστηρίζουν τις βασικές προτάσεις και προωθούν έμμεσα την κύρια ιδέα της
παραγράφου. Πρόκειται προφανώς για δευτερεύουσες προτάσεις που συντελούν
στην πληρότητα των βασικών νοημάτων. Σημαντικό είναι το έργο της
αιτιολόγησης - στήριξης των βασικών προτάσεων, έργο το οποίο επιτελούν
αυτές οι δευτερεύουσες προτάσεις και είναι εντέλει αυτό που θα προσδώσει ισχύ
και εγκυρότητα στα νοήματα των βασικών προτάσεων.

3. Κατακλείδα πρόταση

Γενικά: Η κατακλείδα πρόταση είναι αυτή που επισφραγίζει την παράγραφο,


είτε συμπεραίνοντας είτε αποτελώντας ένα “μνημόνιο” για το περιεχόμενο της.
Ρόλος: α. Η κ.π. μπορεί να συνοψίζει τον προβληματισμό της παραγράφου, όταν
αυτός είναι σύνθετος και μεγάλος σε έκταση. Στην περίπτωση αυτή αποτελεί το
συμπέρασμα από την αναλυτική διερεύνηση, αυτό που πρέπει να μείνει στον
αναγνώστη για να παρακολουθήσει τη συνέχεια της διερεύνησης.
β. Η κ.π. μπορεί να είναι μια προέκταση του αρχικού νοήματος, όπως αυτό
καταγράφεται με τη θεματική περίοδο. Ως προς το περιεχόμενο της σ’ αυτήν την
περίπτωση, η κατακλείδα προέρχεται από τη θεματική πρόταση και αποτελεί μια
διεύρυνση – επέκτασή της.
γ. Η κατακλείδα συμπεραίνει, αλλά δεν είναι κάτι αποκομμένο από την
υπόλοιπη λογική της παραγράφου. Εντάσσεται λειτουργικά σ’ αυτή και
αποτελεί συνέχεια του κυρίως μέρους ανάπτυξης.

Γ. ΑΡΕΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ


1. ΣΑΦΗΣ ΣΚΟΠΟΣ: Η παράγραφος θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη στο σκοπό της
και ελέγξιμη ως προς την εκπλήρωση αυτού του σκοπού. Ο σκοπός της π.
καταγράφεται από τη θ.π. και δηλώνει άμεσα αυτό που θα απασχολήσει την
παράγραφο και έμμεσα τη σχέση της παραγράφου με την κυρίαρχη έννοια ή
προβληματική. Ασαφείς και συγκεχυμένες παράγραφοι δημιουργούνται, όταν ο
συγγραφέας της παραγράφου δεν έχει ξεκαθαρίζει στο μυαλό του αυτό το οποίο
θέλει να αναπτύξει.

2. ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ: Κάθε παράγραφος θα πρέπει να πληροφορεί επαρκώς τον


αναγνώστη για τη βασική ιδέα που πραγματεύεται. Η πληρότητα έχει να κάνει
με την επαρκή ανάπτυξη της θεματικής πρότασης, με την ικανοποιητική
διείσδυση στην προβληματική που αυτή εισάγει. Η πληρότητα μιας παραγράφου
αφορά στη συγκέντρωση αξιόλογου υλικού, έτσι ώστε να μην υπάρχουν
ελλείψεις και απορίες στον αναγνώστη. Παράγραφοι εξειδικευμένες απαιτούν
λεπτές και διεισδυτικές κρίσεις, ενώ παράγραφοι γενικού χαρακτήρα απαιτούν
ισορροπημένη διάταξη γενικών κρίσεων, ώστε να παρέχουν σφαιρική και
ολοκληρωμένη πληροφόρηση. Ακόμη, η πληρότητα της π. έχει να κάνει με την
επάρκεια των επιχειρημάτων ή των τεκμηρίων, με τα οποία στηρίζεται και
αιτιολογείται η Θ.Π. Η πληρότητα της παραγράφου λοιπόν κρίνεται από τη
σφαιρική πληροφόρηση, από τη διεισδυτική ανάλυση και από την τεκμηρίωση
της θεματικής περιόδου.

3. ΕΝΟΤΗΤΑ: πρόκειται για την ύπαρξη λογικής συνάφειας ανάμεσα στις


λεπτομέρειες και τη θεματική πρόταση. Οι λεπτομέρειες θα πρέπει να
σχετίζονται με τη Θ.Π., να απορρέουν από αυτή ή να οδηγούν σ’ αυτή. Η
ιδιοτυπία του ανθρώπινου συνειρμού είναι ότι οδηγεί σε διαδρομές ή ιδέες,
άσχετες πολλές φορές με την αφετηρία απ’ όπου ξεκίνησαν. Η θεματική
περίοδος είναι που καθοδηγεί την εκτύλιξη αυτών των ιδεών και αποτελεί
θεματικό κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφονται, γι’ αυτό και πρέπει κατά
τη συγγραφή μιας παραγράφου να ελέγχεται συχνά η λογική σχέση των
λεπτομερειών με τη Θ.Π. Για την επίτευξη της ενότητας θα πρέπει η παράγραφος
να αντιμετωπίζεται ως ένα ενιαίο σύνολο, το περιεχόμενο του οποίου έχει εκ
των προτέρων ελεγχθεί.
4. ΣΥΝΟΧΗ: Το να μην υπάρχουν λογικά χάσματα ή άλματα κατά τη μετάβαση
από τη μία ιδέα στην άλλη. Η μία ιδέα (βασική λεπτομέρεια) “χτίζεται” πάνω ή
δίπλα στην άλλη, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό ένα αρραγές “όλο”. Η
συνοχή των επιμέρους ιδεών επιτυγχάνεται μέσα από τη χρήση συγκεκριμένων
λέξεων ή εκφράσεων (π.χ. επιπλέον, επίσης, αντίθετα, ωστόσο, επομένως κ.λπ.).
Οι διαρθρωτικές αυτές λέξεις εκφράζουν προεκτάσεις των νοημάτων,
επεξηγήσεις, διασαφήσεις, αιτιολογήσεις, προσθήκες, αντιθέσεις και αποτελούν
αναγκαία, αλλά όχι επαρκή συνθήκη για την αλληλουχία (βλ. ‘‘Τρόποι
επίτευξης της συνοχής μέσα στα πλαίσια μιας έκθεσης ή μιας παραγράφου).

5. ΑΛΛΗΛΟΥΧΙΑ: Είναι η σύνδεση των ιδεών κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η μία να
απορρέει από την άλλη ή να οδηγεί στην άλλη. Οι βασικές λεπτομέρειες
συνδέονται μεταξύ τους με σχέσεις αιτίου – αποτελέσματος, προηγουμένου -
επομένου και κατατάσσονται με μία λογική σειρά. Αποτελεί το λογικό
επακόλουθο της συνοχής

ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ


1. Αν ο σαφής σκοπός αφορά τη θεματική πρόταση, οι υπόλοιπες αρετές αφορούν
την ανάπτυξη της παραγράφου και τον τρόπο δόμησης των λεπτομερειών.
Γενικότερα, οι λεπτομέρειες – επιχειρήματα πρέπει να σχετίζονται λογικά, τόσο
μεταξύ τους όσο και προς τη θεματική πρόταση, η οποία αποτελεί τον
ενοποιητικό παράγοντα για τη δική τους παρουσία. Ανάλογα με τον τρόπο
ανάπτυξης της παραγράφου (παραδείγματα, αιτιολόγηση, αίτιο-αποτέλεσμα
κ.λπ.) οι λεπτομέρειες αναφέρονται στη Θ.Π, είτε στο μεταξύ τους συνδυασμό
είτε η καθεμία ξεχωριστά.
2. Μέρος της πληρότητας αποτελεί και η στήριξη - τεκμηρίωση της θεματικής
πρότασης, με το σύνολο των λεπτομερειών. Σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός
που διατυπώνεται στη Θ.Π. θα πρέπει να στηρίζεται με αποδεικτικές προτάσεις
- επιχειρήματα, με αιτιολογήσεις, με τεκμήρια και πληροφορίες που θα πείθουν
τον αναγνώστη για την ορθότητα των λεγομένων.

Δ. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ


1. Πριν γράψουμε μια παράγραφο
α. ξεκαθαρίζουμε το θέμα που θα την απασχολήσει και
β. σκεφτόμαστε εκ των προτέρων την ανάπτυξή της, συγκεντρώνοντας για το
λόγο αυτό ένα σύνολο επιχειρημάτων ή προτάσεων που θα την αναπτύξουν.
Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή την παράγραφο ως ένα ενιαίο σύνολο,
συγκεντρώνουμε το υλικό της και καθορίζουμε την πορεία ανάπτυξής της. Στην
διαδικασία της ανάπτυξης δεν υπάρχει αυτοσχεδιασμός, αλλά προ-σχεδιασμός.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει εξευρεθεί προηγουμένως ένα ικανοποιητικό
σύνολο λεπτομερειών και να έχει υπάρξει μέριμνα για την διάρθρωση - δομή
του.
2. Το σύνολο των προτάσεων για την ανάπτυξη μιας παραγράφου, μπορεί να
εξευρεθεί είτε με την επεξεργασία των βασικών όρων της θεματικής πρότασης
(ρήμα, κατηγόρημα, υποκείμενο, αντικείμενο κλπ.), είτε με την ανάλυση των
σχέσεων που δημιουργούν οι όροι αυτοί.
3. Για τη συγκέντρωση του υλικού της παραγράφου, μπορούν να
χρησιμοποιηθούν τα ερωτήματα ‘‘δικαστικής διαλεύκανσης’’: τι, πού, πότε,
ποιος, γιατί (για ποιες αιτίες, ποιους σκοπούς), πώς (με τι τρόπους, τι μέσα). Οι
απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά και κυρίως στα ερωτήματα:
α. Γιατί διατυπώνω έναν τέτοιο ισχυρισμό στη Θ.Π, τι με κάνει να έχω μια
τέτοια άποψη ή διαπίστωση;
β. Πώς γίνεται, με ποιους τρόπους ή μέσα πραγματοποιείται αυτό που
ισχυρίζομαι στη θ.π;
4. Κάθε θεματική πρόταση συνιστά έναν ισχυρισμό του γράφοντος, ισχυρισμό ο
οποίος θα πρέπει να στηριχτεί. “Στήριξη” του ισχυρισμού αυτού σημαίνει
άλλοτε πληροφόρηση, άλλοτε επεξήγηση και άλλοτε αιτιολόγηση ή απόδειξή
του. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξηγείται γιατί ο ισχυρισμός αυτός υπάρχει
ως τέτοιος, γιατί είναι αυτός και όχι κάποιος άλλος, γιατί είναι έτσι και όχι
αλλιώς.

5. ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ


Η ανάπτυξη μιας παραγράφου κινείται πάντα αποδεικτικά προς τη θεματική
πρόταση: άλλοτε αποδεικνύει σχέσεις μεταξύ των βασικών όρων της θεματικής
περιόδου και άλλοτε συσσωρεύει πληροφορίες για βασικούς της όρους,
πληροφορίες οι οποίες στηρίζουν τον ισχυρισμό της Θ.Π. Έτσι μία παράγραφος,
σε σχέση πάντα με την αναγκαιότητα απόδειξης της θεματικής πρότασης, μπορεί
να αναπτυχθεί με τους ακόλουθους τρόπους (που εξυπηρετούν ο καθένας
ξεχωριστά την πληροφοριακή, επεξηγηματική ή αποδεικτική ανάπτυξη).

α. Ορισμός
β. Παραδείγματα (ένα ή πολλά)
γ. Διαίρεση
α. Στη θεματική περίοδο παρουσιάζεται το διαιρούμενο σύνολο και τα μέρη
που το αποτελούν
β. Στην ανάπτυξη της παραγράφου υπάρχουν σχόλια ή παρέχονται
πληροφορίες για κάθε μέρος του διαιρούμενου όλου χωριστά
γ. Στην κατακλείδα υπάρχει συμπέρασμα
δ. Σύγκριση – αντίθεση:
α. Στη θεματική περίοδο αναφέρονται τα δύο συγκρινόμενα – αντιτιθέμενα
μέρη
β. Στην ανάπτυξη της παραγράφου υπάρχουν σχόλια ή παρέχονται
πληροφορίες για κάθε αντιτιθέμενο ή συγκρινόμενο μέρος ξεχωριστά
γ. Στην κατακλείδα υπάρχει συμπέρασμα πάνω στην αντίθεση – σύγκριση
ε. Αναλογία:
α. Στη θεματική περίοδο υπάρχει μια μεταφορά ή μια παρομοίωση, όπου
συσχετίζονται δύο καταστάσεις: μία της γνώριμης σε όλους πραγματικότητας
ή καθημερινότητας και μία που αφορά κάποια πτυχή από το θέμα της έκθεσης
π.χ. ζωή – ποδόσφαιρο, ζούγκλα – ανθρώπινη κοινωνία, ασθένεια -
εγκληματικότητα
β. Η ανάπτυξη χωρίζεται σε δύο χονδρικά μέρη, που το ένα αφορά την
πραγματικότητα και το άλλο το θέμα
γ. Κατακλείδα συχνά δεν υπάρχει
ς. Αιτιολόγηση:
α. Στη θεματική περίοδο διατυπώνεται μία κρίση, θέση, άποψη η οποία
χρειάζεται οπωσδήποτε αιτιολόγηση – στήριξη. Έτσι μπορούμε να
ρωτήσουμε «γιατί» αμέσως μετά τη διατύπωσή της
β. Στην ανάπτυξη της παραγράφου, οι περίοδοι που ακολουθούν παίρνουν το
χαρακτήρα απάντησης στο προηγούμενο «γιατί», αποτελούν τα επιχειρήματα
με τα οποία αιτιολογείται – στηρίζεται η κρίση, θέση, άποψη της Θ.Π. Η
ύπαρξη τεκμηρίων δε συνιστά ανάπτυξη με αιτιολόγηση
γ. Στην κατακλείδα υπάρχει συμπέρασμα-επιβεβαίωση της αρχικής
τοποθέτησης
ζ. Αίτιο – αποτέλεσμα:
α. Στη θεματική περίοδο καταγράφεται ένα βασικό αίτιο ενός προβλήματος ή
φαινομένου, το οποίο στην ανάπτυξη θα δημιουργήσει ένα σύνολο
αποτελεσμάτων
β. Στην ανάπτυξη της παραγράφου, καταγράφεται το σύνολο των
αποτελεσμάτων (σε παράθεση ή στη μεταξύ τους αλληλουχία)
η. Συνδυασμός μεθόδων (προσεκτική ανάγνωση όλης της παραγράφου με
επισήμανση των διαρθρωτικών λέξεων)
Όλοι οι παραπάνω τρόποι είναι σε άμεση συνάρτηση με τη φύση της θεματικής
περιόδου και εξυπηρετούν κάθε φορά τις ανάγκες τις έκθεσης.

6. Σύμφωνα με τα παραπάνω αναπτύσσονται αποδεικτικά οι ακόλουθες


συγκεκριμένες ανάγκες του θέματος:
α. Αιτίες: Δείχνουμε πώς από την αιτία π.χ. την οικονομική δυσπραγία,
οδηγούμαστε στο αποτέλεσμα, δηλαδή στην κυρίαρχη έννοια ή προβληματική
π.χ. στο ρατσισμό
β. Αποτελέσματα: Δείχνουμε πώς από την κυρίαρχη έννοια π.χ. στο ρατσισμό,
οδηγούμαστε στο αποτέλεσμα π.χ. στη βία.
γ. Τρόποι αντιμετώπισης: Αποδεικνύουμε πώς ο προτεινόμενος τρόπος
αντιμετώπισης π.χ. η κινητοποίηση των πολιτών, μπορεί να οδηγήσει στην
άρση, στην αλλαγή, στην ελάττωση ή στη βελτίωση της κυρίαρχης έννοιας ή
προβληματικής π.χ. στην ανάσχεση του πολέμου.
δ. Προϋποθέσεις: Δείχνουμε πώς η θεωρούμενη προϋπόθεση π.χ. η ύπαρξη
δημοκρατικού πολιτεύματος, μπορεί να οδηγήσει στο πιθανό ή επιδιωκόμενο
αποτέλεσμα, δηλαδή στην κυρίαρχη έννοια ή προβληματική π.χ. στον
εποικοδομητικό διάλογο, στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.λπ.
ε. Θετικά (αξία) μιας έννοιας: Δείχνουμε ουσιαστικά ένα θετικό αποτέλεσμα της
υπό διερεύνηση κυρίαρχης έννοιας. Δείχνουμε με άλλα λόγια πώς η Κ.Ε. ή Κ.Π.
π.χ ο εθνισμός οδηγεί σε ένα θετικό αποτέλεσμα π.χ. στην εθνική ομοψυχία και
ενότητα.
στ. Αρνητικά (απαξία) μίας έννοιας: Δείχνουμε ένα αρνητικό αποτέλεσμα, όπως
παραπάνω.
ζ. Επιχειρήματα: Εδώ η ανάπτυξη περιλαμβάνει επιμέρους συλλογισμούς ή
παίρνει την τυπική μορφή ενός συλλογισμού, όπου οι λεπτομέρειες παίζουν τον
ρόλο των προκείμενων προτάσεων και η κατακλείδα το τελικό συμπέρασμα.

Ε. ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΩΝ

Κάθε παράγραφος συνδέεται λογικά με την προηγούμενη και με την επόμενη.


Υπάρχει μια λογική ακολουθία ανάμεσα στις παραγράφους, ακολουθία που
παράγεται μέσα από σχέσεις αιτίου - αιτιατού, συμπλήρωσης, αντίθεσης,
αναλογίας, ομοιότητας κλπ. Η λογική αυτή ακολουθία διασφαλίζεται εποπτικά
με το σχεδιάγραμμα, στο οποίο οι ιδέες υπάρχουν με γενική μορφή.
Παρουσιάζεται έτσι μια διαπλοκή τόσο στη σχέση της μιας παραγράφου με την
άλλη, όσο και στη σχέση της κάθε παραγράφου με την κυρίαρχη έννοια ή
προβληματική.
Η σύνδεση των παραγράφων εξυπηρετείται τυπικά με συνδέσμους
ή εκφραστικούς τρόπους, σύμφωνα με τις ακόλουθες λογικές σχέσεις:
1. Με επανάληψη λέξεων
2. Με αναφορά σε προηγούμενο νόημα
3. Με χρήση αντωνυμιών
4. Με χρήση διαρθρωτικών λέξεων ή εκφράσεων και των νοηματικών σχέσεων
που αυτές εκφράζουν.
Συγκεκριμένα:
α. Προσθήκη: ακόμη, επίσης, επιπλέον, επιπρόσθετα, πέρα από αυτά
β. Αντίθεση: ωστόσο, όμως αντίθετα, αλλά, παρ’ όλα αυτά, από την άλλη
πλευρά, μολονότι
γ. Αιτιολόγηση: διότι, επειδή, εξαιτίας, ο λόγος/παράγοντας/αιτία που…
δ. Αποτέλεσμα: κατά συνέπεια, αποτέλεσμα, απόρροια, απότοκο, επίπτωση,
για το λόγο αυτό…
ε. Συμπέρασμα: έτσι, λοιπόν, συμπερασματικά, συγκεφαλαιώ-νοντας, άρα…
ζ. Διασάφηση – επεξήγηση: δηλαδή, με άλλα λόγια, συγκεκριμένα,
ειδικότερα, αυτό σημαίνει…, λόγου χάρη, για παράδειγμα
η. Χρονική σχέση: κατ’ αρχάς, αρχικά, πρώτα, έπειτα, ύστερα, τέλος, πριν…
θ. Έμφαση: αξίζει να σημειωθεί/να τονιστεί, να επισημανθεί, το κυριότερο,
το σημαντικότερο, είναι αναγκαίο, ιδιαίτερα…
Περίληψη
ΟΡΙΣΜΟΣ

Περίληψη είναι η σύντομη απόδοση του περιεχομένου ενός κειμένου, η οποία


μπορεί να υποκαταστήσει το αρχικό κείμενο. Είναι προσωπική δημιουργία, με
πληροφοριακό ύφος, χωρίς ίχνος σχολιασμού ή κριτικής.
Είδη περίληψης
Α) Εκτενής περίληψη: Συντίθεται από τα βασικά σημεία ανά παράγραφο και
καλύπτει σε έκταση το ένα τρίτο του αρχικού κειμένου.
Β) Συνοπτική περίληψη: Συντίθεται από τα βασικά σημεία ανά νοηματική ενότητα
και καλύπτει σε έκταση το ένα έκτο του αρχικού κειμένου.
ΠΡΟΣΟΧΗ
Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση των βημάτων για την προετοιμασία και τη
σύνθεση της περίληψης, θα πρέπει να σταθούμε με προσοχή στον τρόπο
οργάνωσης του διαγράμματος ενός κειμένου. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη
δημιουργία σχεδιαγράμματος είναι να κρατήσουμε σημειώσεις.
Κρατάμε σημειώσεις, όταν θέλουμε να συγκρατήσουμε τα κύρια σημεία ενός
κειμένου. Πρόκειται για μια αφαιρετική διαδικασία, κατά την οποία
επισημαίνουμε το ουσιώδες και παραλείπουμε το επουσιώδες. Με τη διαδικασία
αυτή:
α. αποταμιεύουμε και αφομοιώνουμε ευκολότερα γνώσεις και
β. οξύνουμε την κριτική μας ικανότητα.
Είδη σημειώσεων
Μπορούμε να κρατήσουμε σημειώσεις με δύο τρόπους:
α. Σημειώσεις ανά παράγραφο

1. Εντοπίζουμε τα κύρια συστατικά της παραγράφου, δηλαδή τη θεματική


περίοδο (ή το θέμα της, αν δεν υπάρχει θεματική περίοδος) και τις πιο
σημαντικές λεπτομέρειες.
2. Επισημαίνουμε τις διαρθρωτικές λέξεις, με τις οποίες δηλώνονται: το αίτιο-
αποτέλεσμα, η αντίθεση- εναντίωση, ο όρος-προϋπόθεση, η επεξήγηση, η
έμφαση, το συμπέρασμα κτλ.
3. Αποδίδουμε το περιεχόμενο των σημειώσεων με πλαγιότιτλο.
β. Σημειώσεις ανά νοηματική ενότητα
Όταν καλούμαστε να κρατήσουμε σημειώσεις από τα κεφάλαια ενός βιβλίου, από
τα μέρη ενός κειμένου (πρόλογος, κύριο μέρος, επίλογος) ή από ένα σύνολο
παραγράφων με ενιαίο νοηματικό κέντρο, τότε εργαζόμαστε σε ευρύτερες
νοηματικές ενότητες. Έτσι συντάσσουμε έναν πλαγιότιτλο για
κάθε νοηματική ενότητα.
Είδη πλαγιότιτλων
Οι πλαγιότιτλοι μπορούν να έχουν δύο μορφές, ανάλογα με την προσωπική μας
επιλογή και το σκοπό για τον οποίο γράφονται. Έτσι λοιπόν οι πλαγιότιτλοι
αποδίδονται:
α. με κανονικές φράσεις.
β. τηλεγραφικά, με παράλειψη ρημάτων, άρθρων κ.ά. λέξεων που εννοούνται
εύκολα.
Διάγραμμα κειμένου
Είτε λοιπόν έχουμε κρατήσει σημειώσεις ανά παράγραφο είτε ανά νοηματική
ενότητα και έχουμε εξαγάγει τους κατάλληλους πλαγιότιτλους, μπορούμε στη
συνέχεια να προχωρήσουμε στη δημιουργία του διαγράμματος του κειμένου μας.
Το διάγραμμα είναι ένα σχέδιο που παρουσιάζει τη συλλογιστική πορεία που
ακολουθείται κατά την ανάπτυξη ενός θέματος και τη δομή του κειμένου που το
πραγματεύεται. Κατά συνέπεια, σε αυτό φαίνονται τα δομικά μέρη του κειμένου
(πρόλογος, κύριο μέρος, επίλογος) και ανά μέρος, ενότητα και παράγραφο
σημειώνονται οι πλαγιότιτλοι.

Δημιουργία Περίληψης

Η δημιουργία της περίληψης χωρίζεται σε δύο βασικά στάδια: την


προετοιμασία και τη σύνθεση, στα οποία πραγματοποιούμε συγκεκριμένα βήματα
για να επιτύχουμε το ποθητό αποτέλεσμα. Ας τα δούμε αναλυτικά.
ΒΗΜΑ 1ο: ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

1. Διαβάζουμε το κείμενο που μας δίνεται, ώστε να γίνει κατανοητό το


περιεχόμενο του. Σε περίπτωση άγνωστων λέξεων προσπαθούμε να τις
ερμηνεύσουμε είτε μέσα από τα συμφραζόμενα, είτε μέσα από ομόρριζα ή
παράγωγα τους.
2. Αναζητούμε τη βασική ιδέα του κειμένου, δηλαδή το νοηματικό κέντρο
του (ίσως σε αυτό το σημείο να χρειαστεί μια δεύτερη ανάγνωση). Σε αυτή
την αναζήτηση μάς βοηθούν ιδιαίτερα οι παρακάτω διαδικασίες:
3. Εντοπίζουμε τις βασικές έννοιες του κειμένου, ενώ παράλληλα
υπογραμμίζουμε λέξεις ή φράσεις που τις διασαφηνίζουν ή τις
συμπληρώνουν.
4. Διακρίνουμε τη δομή του κειμένου, βήμα απολύτως απαραίτητο
προκειμένου η περίληψη μας να ακολουθήσει την αρχική μορφή του. Σε
αυτό το σημείο χρήσιμη είναι η τεχνική των πλαγιότιτλων ή της υπερδομής
(εντοπισμός στοιχείων όπως: χώρος, χρόνος, πρόσωπα, γεγονός, πρόβλημα
κτλ.)
• Επιλέγουμε τις απολύτως απαραίτητες λεπτομέρειες, οι οποίες είτε
διασαφηνίζουν είτε τεκμηριώνουν το νοηματικό κέντρο του κειμένου.

3. Οργανώνουμε το σχεδιάγραμμα της περίληψης ακολουθώντας τους κανόνες


δομής μιας παραγράφου (θεματική περίοδος, λεπτομέρειες, κατακλείδα).
ΒΗΜΑ 2ο: ΣΥΝΘΕΣΗ
1. Ακολουθώντας το σχεδιάγραμμα που έχουμε ήδη οργανώσει, προχωρούμε
στη σύνθεση της περίληψης, ξεκινώντας απαραιτήτως από
το είδος (δοκίμιο, άρθρο κ.λ.π.) και το σκοπό του κειμένου και τη στάση του
συγγραφέα. Μπορούμε προαιρετικά να προσθέσουμε και άλλα στοιχεία,
όπως το όνομα του συγγραφέα, τον τίτλο του κειμένου ή κ.τ.λ.).
2. Το ύφος της περίληψης οφείλει να είναι πληροφοριακό, αφού έχει ως στόχο
να πληροφορήσει με συντομία, σαφήνεια και ακρίβεια τον αναγνώστη για το
αρχικό κείμενο. Επομένως οποιαδήποτε προσπάθεια μίμησης του ύφους του
συγγραφέα είναι απολύτως άσκοπη. Η περίληψη είναι δική μας εργασία που
μεταφέρει τις ιδέες και το πνεύμα ενός άλλου εκτενέστερου κειμένου.
3. Επιλέγουμε την ενεργητική σύνταξη, όταν χρειάζεται να τονιστεί το
πρόσωπο που ενεργεί (υποκείμενο), και την παθητική, όταν δίνεται έμφαση
στην πράξη ή στο ίδιο το κείμενο (απρόσωπο ύφος).
1. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ: Ο συγγραφέας του κειμένου τονίζει,
υποστηρίζει, διαπιστώνει, επισημαίνει, διατυπώνει, εκφράζει, θίγει,
υπερασπίζεται, επιχειρηματολογεί, προσεγγίζει, επιχειρεί να
προσδιορίσει..
2. ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ: Το κείμενο πραγματεύεται, ασχολείται,
αναφέρεται, ισχυρίζεται.. Εναλλακτικά Στο κείμενο εκφράζεται,
παρουσιάζεται, προβάλλεται, ερμηνεύεται, ερευνάται, σχολιάζεται,
διερευνάται, υποστηρίζεται.
4. Εφαρμόζουμε τις κατάλληλες τεχνικές πύκνωσης:
1. αντικαθιστούμε τις δευτερεύουσες προτάσεις με
μετοχές, π.χ. Επειδή το κράτος θέσπισε αυστηρούς
νόμους… ð θεσπίζοντας το κράτος αυστηρούς νόμους.. :
2. αποφεύγουμε τις ερωτηματικές προτάσεις (ευθείες ή πλάγιες) και
προτιμούμε προτάσεις κρίσης, π.χ. Μήπως είναι απαράδεκτο,
αναρωτιέται κάποιος, το να μένουμε παθητικοί δέκτες με όσα
συμβαίνουν ð Είναι απαράδεκτο να μένουμε απαθείς με όσα
συμβαίνουν.
3. αντικαθιστούμε ένα αρνητικού περιεχομένου ρήμα με ένα
θετικό, π.χ. δεν ενστερνίζεται τις απόψεις του ð απορρίπτει τις
απόψεις του, δεν λησμόνησε ð θυμήθηκε.
4. ένα σύνολο πράξεων το αντικαθιστούμε με ένα σύνολο που
περιγράφει τη συγκεκριμένη ενέργεια, π.χ. πλύθηκε, χτενίστηκε,
ντύθηκε κι έφυγε… ð ετοιμάστηκε κι έφυγε.
5. μια περίφραση καλό θα είναι να την αντικαθιστούμε με ένα
μονολεκτικό τύπο, π.χ. ο ένας βοηθάει τον
άλλο ð αλληλοβοηθιόμαστε.
6. αντικαθιστούμε τις αναφορικές προτάσεις με ένα ισοδύναμο
ουσιαστικό, επίθετο ή επίρρημα, π.χ. καλό θα είναι να μην
καταλαμβάνουν τις θέσεις ευθύνης άτομα που δεν αναλαμβάνουν
πρωτοβουλίες ð καλό θα είναι να μην καταλαμβάνουν τις θέσεις
ευθύνης άβουλα άτομα.
7. αντικαθιστούμε τα υπώνυμα με το υπερώνυμό
τους, π.χ. τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες, περιοδικά… ð τα μέσα
ενημέρωσης.
8. μετατρέπουμε την παθητική σύνταξη σε ενεργητική (η σύνταξη
παραμένει παθητική μόνο αν θέλουμε να τονίσουμε την πράξη),
π.χ. Από το Υπουργείο Παιδείας ανακοινώθηκαν οι βάσεις για την
εισαγωγή των υποψηφίων στα ΑΕΙ και ΤΕΙ ð Το ΥΠΕΠΘ ανακοίνωσε
τις βάσεις....
Προσοχή
Χρήσιμη, επίσης, επισήμανση για το περιληπτικό μας κείμενο είναι: να μην
χρησιμοποιούμε απαριθμήσεις, αποσιωπητικά, βραχυλογίες,
αρκτικόλεξα. Επιπλέον, αν το αρχικό μας κείμενο έχει διαλογική μορφή, στο
περιληπτικό κείμενο ο διάλογος αποδίδεται με γ’ (τρίτο)
ρηματικό πρόσωπο. Ακόμη, αν οι ιδέες του συγγραφέα εκτίθενται μεταφορικά,
εμείς τις αποδίδουμε κυριολεκτικά.

5. Χρησιμοποιούμε τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις, ώστε η


περίληψη να έχει συνοχή (δηλαδή ομαλή και ολοκληρωμένη σύνδεση των
μερών του κειμένου), κάτι που επιτυγχάνεται με επιρρήματα, σύζευξη,
διάζευξη κ.τ.λ. βλ. Συνοχή. Η συνεκτικότητα επίσης (δηλαδή η εξασφάλιση
ενιαίου και λογικού νοήματος) πρέπει να είναι ένας ακόμη στόχος της
περίληψης μας, βλ. Συνεκτικότητα. Επιπλέον, χρησιμοποιούμε ρήματα
δήλωσης, όπως: αναφέρω, τονίζω, υπογραμμίζω, επισημαίνω κ.τ.λ. που
βοηθούν στη μεταφορά του περιεχομένου του αρχικού κειμένου.

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

Κατά τη σύνταξη της περίληψης χρησιμοποιούμε τα παρακάτω ρήματα (συνήθως)


για να μεταφέρουμε με οικονομία λέξεων στον αναγνώστη- διορθωτή τις έννοιες
που κυριαρχούν στο αρχικό κείμενο.
Αναφορική όψη

1. Όταν αναφερόμαστε στην αναφορική (ποιοτική)


όψη του κειμένου χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– διατυπώνει τη γνώμη, προτείνει, δηλώνει, εισηγείται, ανακοινώνει
– αναφέρει, μνημονεύει, παραθέτει αυτολεξεί (ένα άλλο κείμενο)
– σχολιάζει, ερμηνεύει, συζητά (ένα άλλο κείμενο)
– παρατηρεί, διαπιστώνει
– ορίζει με ακρίβεια, προσδιορίζει, καθορίζει
– αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, επεξηγεί
– εξηγεί, αιτιολογεί
– ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει
– συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραθέτει, αντιπαραβάλλει
– επιχειρηματολογεί (υπέρ ή κατά), υπερασπίζεται, υποστηρίζει, υπεραμύνεται,
συνηγορεί
– συμφωνεί με, ταυτίζεται με, δικαιολογεί
– ανασκευάζει, απορρίπτει, αντικρούει, αντιτείνει, αντιπροτείνει
– τεκμηριώνει, στηρίζει (την άποψη του)
– αποδεικνύει, δείχνει
– κρίνει αξιολογεί, αποτιμά
– διαβεβαιώνει, βεβαιώνει, ισχυρίζεται, αποφαίνεται, υποστηρίζει, επιμένει (ότι),
προβλέπει
– λέει, σημειώνει, τονίζει, επισημαίνει, υπογραμμίζει
– πραγματεύεται, εξετάζει, συζητά, ασχολείται (με), αναφέρεται (σε)
– αναλύει, αναπτύσσει
– ορίζει
– διαιρεί, ταξινομεί
– περιγράφει
– απαριθμεί, συμπληρώνει, προσθέτει
– αφηγείται, διηγείται
– αναρωτιέται, απορεί
– ρωτά
– υποδεικνύει, προτείνει, αντιπροτείνει, συμβουλεύει, συστήνει
– απολογείται
– εύχεται
– εξεγείρεται, αγανακτεί, εκφράζει την έκπληξη του
Ποσοτική όψη

2. Όταν θέλουμε να δείξουμε την ποσοτική όψη, δηλαδή το χρόνο που


αφιερώνει ο συντάκτης του αρχικού κειμένου σε κάθε σκέψη-ιδέα
του, χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– προσπερνά βιαστικά, με συντομία
– αποσιωπά, παραλείπει, δεν αναφέρει / αναφέρεται
– θίγει πλαγίως, έμμεσα, επιφανειακά
– εξετάζει διεξοδικά, αναλυτικά, προσεκτικά, συζητά διεξοδικά
– ανοίγει – κλείνει – τερματίζει τη συζήτηση
– εξαντλεί το θέμα, συμπεραίνει
– προσθέτει, υπογραμμίζει, επισημαίνει
Μεταγλωσσική όψη

3. Σε περίπτωση που υπάρχει αναφορά σε άλλα κείμενα, τότε για να


δηλώσουμε τη μεταγλωσσική όψη, χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– επεξηγεί, συγκεκριμενοποιεί (για άλλο κείμενο)
– παραφράζει (για άλλο κείμενο)
Διορθωτική όψη

4. Σε περίπτωση που ο συντάκτης του κειμένου σε κάποιο σημείο υπαναχωρεί


από τις αρχικές του θέσεις (διορθωτική όψη) χρησιμοποιούμε φράσεις
όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– τροποποιεί, αλλάζει (τη διατύπωση)
– διορθώνει (τον εαυτό του / τους συνομιλητές του)
– ανασκευάζει τα επιχειρήματα
– αναιρεί όσα είπε
Διαλογική όψη

5. Σε περίπτωση που το κείμενο έχει διαλογική μορφή (διαλογική όψη) για να


αποδώσουμε την πορεία της συνομιλίας χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– απευθύνει το λόγο
– παρεμβαίνει
– δίνει τον λόγο
– διακόπτει
– ζητά τον λόγο
– απαντά
– παίρνει, υφαρπάζει τον λόγο
– δευτερολογεί
– διεκδικεί τον λόγο
– απευθύνεται
Οργανωτική όψη

6. Τέλος, για να αποδώσουμε την οργανωτική όψη του αρχικού


κειμένου χρησιμοποιούμε φράσεις όπως:
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
– αρχίζει, προλογίζει
– μεταβαίνει (σε άλλο θέμα)
– συνεχίζει
– παρεκβαίνει
– τελειώνει, καταλήγει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Προκειμένου να εντοπίσουμε με ασφάλεια τις υπάρχουσες νοηματικές σχέσεις του


κειμένου μπορούμε να εντοπίσουμε
συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες (διαθρωτικές λέξεις) που
δηλώνουν καθορισμένες έννοιες. Λειτουργούμε δηλαδή ανάποδα, από τις λέξεις
ανακαλύπτουμε το νόημα, το οποίο και παρουσιάζουμε στη συνέχεια
στην περίληψή μας.

1. Αιτιολόγηση
εξαιτίας, επειδή, γιατί, διότι, αφού, μια και, μια που, που, ένας ακόμη λόγος,
καθώς, αυτό (οφείλεται, εξηγείται ερμηνεύεται, αιτιολογείται), εφόσον, (η αιτία ο
λόγος, η εξήγηση) είναι, γι’ αυτό το λόγο, έτσι, με αιτιολογικές μετοχές ή
εμπρόθετους προσδιορισμούς της αιτίας κ.τ.λ.

2. Αποτέλεσμα
γι’ αυτό το λόγο, ως επακόλουθο, κατά συνέπεια, αποτέλεσμα / απόρροια /
απότοκο όλων αυτών, και γι’ αυτό, ώστε, έτσι που, λοιπόν, κ.τ.λ.

3. Αντίθεση – εναντίωση
Αλλά, μα, όμως, και όμως, παρά, μόνο, παρόλο, ωστόσο, εντούτοις, μάλιστα,
έπειτα, μολαταύτα, εξάλλου, αντίθετα, σε αντίθεση, απεναντίας, διαφορετικά,
ειδάλλως, ειδεμή, αλλιώς, αλλιώτικα, από την άλλη πλευρά, πάλι, ενώ, αν και, και
αν, μολονότι, αντίστροφα, ενάντια, στον αντίποδα, ακόμη κι αν, παρ’ όλα αυτά, δε
συμβαίνει όμως το ίδιο, όχι μόνο… αλλά και, όχι μόνο… αλλά και να, και που, και ας.
όχι μόνο δεν… μα ούτε, όχι μόνο… παρά, όχι μόνο να μην… αλλά ούτε και να, όχι
μόνο να μη… αλλά να κ.τ.λ.
4. Χρονική σχέση
αρχικά, προηγουμένως, στη συνέχεια, πρώτα, ύστερα, πριν, εντωμεταξύ, έπειτα,
τέλος, όταν, καθώς, όποτε, μόλις, αργότερα κ.τ.λ.

5. Ένας όρος, προϋπόθεση


αν, εκτός αν, σε περίπτωση που, με την προϋπόθεση, σε περίπτωση που κ.τ.λ.

6. Επεξήγηση
δηλαδή, αυτό σημαίνει, ειδικότερα, με άλλα λόγια, ήτοι, συγκεκριμένα, με όσα είπα
προηγουμένως εννοούσα, για να γίνω πιο σαφής, (για να με καταλάβετε) θα σας το
παρουσιάσω με άλλο τρόπο, κ.τ.λ.

7. Έμφαση
το σημαντικότερο απ’ όλα, το κυριότερο, είναι αξιοσημείωτο ότι, αξίζει να
σημειωθεί πως, εκείνο που προέχει, θα έπρεπε να τονιστεί ότι, αξιοπρόσεκτο είναι
πως, ιδιαίτερα σημαντικό είναι, πρέπει ακόμη να σημειωθεί, θα ήθελα να τονίσω το
εξής… να επιστήσω την προσοχή σας κ.τ.λ.

8. Παράδειγμα – διευκρίνιση
λόγου χάρη, π. χ., για παράδειγμα κ.τ.λ.

9. Επεξήγηση
δηλαδή, ειδικά, ειδικότερα, συγκεκριμένα κ.τ.λ.

10. Απαρίθμηση επιχειρημάτων, εισαγωγή μιας καινούριας ιδέας


πρώτο… δεύτερο, καταρχήν, τελικά, το επόμενο επιχείρημα / θέμα που θα μας
απασχολήσει κ.τ.λ.

11. Διάρθρωση του κειμένου


το άρθρο / η μελέτη / η εισήγηση / η ομιλία μου χωρίζεται σε… μέρη: στο πρώτο
κ.τ.λ.

12. Συμπέρασμα, συγκεφαλαίωση


για να συνοψίσουμε, συγκεφαλαιώνοντας/ επιλογικά / συμπερασματικά θα λέγαμε
ότι, λοιπόν, τελικά, συνάγεται το συμπέρασμα, ανακεφαλαιώνοντας κ.τ.λ.

13. Γενίκευση
γενικά, τις περισσότερες φορές, ευρύτερα, κ.τ.λ.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

• Η έκταση της περίληψης είναι το 1/3 του αρχικού κειμένου ή όση ορίζεται
στις οδηγίες.
• Η ανάπτυξη των κύριων σημείων του κειμένου μέσα στην περίληψη πρέπει
να είναι ισοζυγισμένη.
• Αποφεύγουμε να αλλάξουμε το πρόσωπο ή το χρόνο του ρήματος στο οποίο
είναι διατυπωμένο το αρχικό κείμενο. (Κυρίως. γ’ ενικό ή α’ πληθυντικό )
• Αποφεύγουμε, όσο είναι δυνατό, τη χρήση λέξεων ή φράσεων του κειμένου
καθώς και τη συγγραφή αποσπασμάτων από το αρχικό κείμενο.
• Αποδίδουμε τα νοήματα όπως εκφράζονται στο κείμενο, ανεξάρτητα από το
αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις θέσεις του συγγραφέα. Τις δικές μας
απόψεις τις αναφέρουμε μόνο αν μας ζητηθούν.
Τρόποι σύνδεσης προτάσεων

Με πόσους τρόπους συνδέονται οι προτάσεις;

Οι προτάσεις στα νέα ελληνικά, συνδέονται με τρεις τρόπους μεταξύ τους:

1. με ασύνδετο σχήμα

2. με παρατακτική σύνδεση

3. με υποτακτική σύνδεση

Τι είναι το ασύνδετο σχήμα;

Πολλές φορές, όταν μιλάμε και θέλουμε να μεταδώσουμε μια πληροφορία γρήγορα, λέμε
τις προτάσεις τη μια αμέσως μετά την άλλη, π.χ.

[Ο Γιώργος πλύθηκε], [ντύθηκε].

Στο παράδειγμα υπάρχουν δύο προτάσεις, αφού υπάρχουν δύο ρήματα. Η κάθε πρόταση
μπαίνει δίπλα στην άλλη. Δεν υπάρχει κάποια λέξη που να τις ενώνει. Χωρίζονται μεταξύ
τους με κόμμα.

Αυτός ο τρόπος σύνδεσης λέγεται ασύνδετο σχήμα.

Ας δούμε περισσότερα παραδείγματα:

[Πήγαινε στο δωμάτιο], [άνοιξε τη ντουλάπα], [πάρε το παντελόνι], [φόρεσέ το] κι έλα να σε
δω.
Όπως παρατηρείς, οι τέσσερις προτάσεις είναι τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη και
χωρίζονται με κόμμα.

Έχουμε συνεπώς το σχήμα: πρόταση, πρόταση, πρόταση, πρόταση.

Συμπέρασμα: Στο ασύνδετο σχήμα οι προτάσεις δε συνδέονται μεταξύ τους· απλώς μπαίνει
η μία δίπλα στην άλλη και χωρίζονται με κόμμα.

Τι είναι η παρατακτική σύνδεση;

Το προηγούμενο παράδειγμα [Ο Γιώργος πλύθηκε], [ντύθηκε] μπορούμε να το πούμε και με


άλλο τρόπο, π.χ.

[Ο Γιώργος πλύθηκε] και [ντύθηκε].

Στο παράδειγμα υπάρχουν πάλι δύο προτάσεις. Η πρώτη όμως και η δεύτερη ενώνονται με
το και. Συνδέονται δηλαδή με μια λέξη που λέγεται σύνδεσμος.

Ας δούμε περισσότερα παραδείγματα:

α. [Ο Γιώργος ούτε πλύθηκε] [ούτε ντύθηκε].

β. [Δε θέλω τίποτα άλλο] παρά [να μ' αφήσεις ήσυχο]

γ. [Ή θα μείνεις μόνος σου] [ή θα έρθεις μαζί μας]

δ. [Δεν είχε λεωφορείο εκείνη την ώρα]· [αναγκάστηκαν λοιπόν] να γυρίσουν με ταξί

Στα παραπάνω παραδείγματα υπάρχουν από δύο προτάσεις. Στο α' παράδειγμα οι
προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τον συμπλεκτικό σύνδεσμο ούτε-ούτε, στο β' με τον
αντιθετικό παρά, στο γ' με τον διαχωριστικό ή και στο δ' με τον συμπερασματικό λοιπόν.
Συμπέρασμα: Στην παρατακτική σύνδεση οι προτάσεις παρατάσσονται, δηλ. μπαίνουν η
μία δίπλα στην άλλη, και συνδέονται μεταξύ τους με συνδέσμους, τους συμπλεκτικούς,
τους αντιθετικούς, τους διαχωριστικούς και τους συμπερασματικούς, που με μια λέξη
λέγονται παρατακτικοί σύνδεσμοι.
Συνεπώς στην παρατακτική σύνδεση έχουμε το σχήμα: πρόταση παρατακτικός σύνδ.
πρόταση παρατακτικός σύνδ. πρόταση

Παρατακτικοί σύνδεσμοι είναι οι: α) συμπλεκτικοί, β) διαζευκτικοί ή διαχωριστικοί, γ)


αντιθετικοί ή εναντιωματικοί, δ) συμπερασματικοί και ε) ο επεξηγηματικός δηλαδή.

Συμπλεκτικοί: και/κι, ούτε, μήτε (ουδέ, μηδέ σε παλαιότερα κείμενα)

Διαζευκτικοί ή διαχωριστικοί: ή, είτε

Αντιθετικοί: αν και, αλλά, μα, παρά, όμως, ωστόσο, ενώ, μολονότι, μόνο (που)

Συμπερασματικοί: λοιπόν, ώστε, άρα, επομένως, οπότε

Επεξηγηματικός: δηλαδή

Στην παρατακτική σύνδεση ενώνονται ισοδύναμες προτάσεις, δηλαδή: κύριες + κύριες ή


δευτερεύουσες + δευτερεύουσες

• κύρια + κύρια, π.χ. [Θα διαβάσω] και [θα κοιμηθώ].

• δευτερεύουσα + δευτερεύουσα, π.χ. Θέλω [να διαβάσω] και [να κοιμηθώ].

Τι είναι η υποτακτική σύνδεση;

Τα προηγούμενα παραδείγματα:

[Ο Γιώργος πλύθηκε], [ντύθηκε] ασύνδετο

[Ο Γιώργος πλύθηκε] και [ντύθηκε] παρατακτική σύνδεση

μπορούμε να τα πούμε και με τρίτο τρόπο, πιο σύνθετο, πιο ποικίλο, π.χ.

[Ο Γιώργος ντύθηκε], [αφού είχε πλυθεί.]

1η πρόταση: κύρια

2η πρόταση: δευτερεύουσα
Στο παράδειγμα υπάρχουν πάλι οι δύο προτάσεις. Τώρα όμως τα πράγματα αλλάζουν. Οι
δύο προτάσεις δεν είναι ισοδύναμες. Η πρόταση που «κουβαλάει» το κυρίως νόημα είναι η
πρώτη, η κύρια.

Ας δούμε άλλο ένα παράδειγμα:

Θέλω να φάω, γιατί πεινάω

1η πρ. 2η πρ. 3η πρ.

Στο παράδειγμα υπάρχουν τρεις προτάσεις. Η πρώτη Θέλω είναι η κύρια, η πρόταση που
«κουβαλάει» το κυρίως νόημα. Η δεύτερη πρόταση να φάω υποτάσσεται στην πρώτη και
είναι δευτερεύουσα. Η τρίτη πρόταση γιατί πεινάω είναι κι αυτή δευτερεύουσα,
υποτάσσεται όμως στην προηγούμενη δευτερεύουσα (να φάω).

Συμπέρασμα: Στην υποτακτική σύνδεση μια δευτερεύουσα πρόταση (δπ) υποτάσσεται σε


μια κύρια πρόταση (κπ) ή σε μια άλλη δευτερεύουσα πρόταση (δπ)· οι προτάσεις
συνδέονται με τους υποτακτικούς συνδέσμους.

Έχουμε συνεπώς το σχήμα:

Θέλω να φάω

κπ υποτακτικός σύνδεσμος δπ

Θέλω να φάω γιατί πεινάω

κπ υποτακτικός σύνδεσμος δπ υποτακτικός σύνδεσμος δπ

Υποτακτικοί σύνδεσμοι είναι οι: α) παραχωρητικοί ή ενδοτικοί, β) χρονικοί, γ) τελικοί, δ)


ειδικοί, ε) υποθετικοί, στ) ενδοιαστικοί ή διστακτικοί.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Για να μάθουμε να διακρίνουμε εύκολα αν η σύνδεση των προτάσεων είναι


παρατακτική ή υποτακτική, θα πρέπει να ξέρουμε καλά τους συνδέσμους.

Ανακεφαλαίωση
Ασύνδετο σχήμα πρόταση, πρόταση, πρόταση, πρόταση

Παρατακτική σύνδεση πρόταση παρατακτικός σύνδεσμος πρόταση παρατακτικός


σύνδεσμος πρόταση

Υποτακτική σύνδεση κπ υποτακτικός σύνδεσμος δπ υποτακτικός σύνδεσμος δπ


Διαρθρωτικές λέξεις και φράσεις

I. ΑΡΧΗ ΔΟΚΙΜΙΑΚΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ


 Οι απόψεις που διατυπώνονται πάνω στο θέμα είναι διαμετρικά αντίθετες…
 Είναι πλάνη/παρακινδυνευμένο/τολμηρό να υποστηρίζει κανείς ότι…
 Λέγεται συχνά… – Κανείς δεν αμφισβητεί… – Είναι έξω από κάθε αμφιβολία…
 Είναι γεγονός ότι…
 Είναι γενικά παραδεκτό/αποδεκτό ότι…
 Τις αιτίες αυτού πρέπει να τις αναζητήσουμε σε…
 Σε μια τέτοια περίπτωση…
 Τις περισσότερες όμως δυσχέρειες προκαλούν…
 Δεν πρέπει ωστόσο να αγνοήσουμε/υποτιμήσουμε/παραβλέψουμε ότι…
 Προχωρώντας πιο πέρα διαπιστώνει κανείς ότι…
 Κάτι ανάλογο ισχύει και…
 Τη λύση στο πρόβλημα θα δώσει…

II. ΣΥΝΔΕΣΗ ΟΜΟΙΩΝ ΝΟΗΜΑΤΩΝ


Προσθετικά:
 Επίσης – Ακόμη – Επιπλέον – Συμπληρωματικά – Εξάλλου – Επιπρόσθετα – Ε-
κτός απ’ αυτό – Μεταξύ των άλλων – Τέλος
 Κατά πρώτο λόγο... Κατά δεύτερο λόγο...
 Το ίδιο συμβαίνει και…
 Εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα/ιδιαίτερη σημασία είναι…
 Αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα…
 Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε…
 Δεν φτάνει μόνο αυτό χρειάζεται και…
 Δεν είναι καθόλου υπερβολικό να υποστηρίξει κανείς ότι...
 Ας σημειωθεί ακόμη ότι… – Ας προστεθεί ότι…
 Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι...
 Προεκτείνοντας τη σκέψη μας θα λέγαμε ότι...
 Δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι…
 Χωρίς αυτό δεν…
 Σε συνάρτηση μ’ αυτό το θέμα…
 Προσπαθώντας να προσεγγίσει κανείς το θέμα/Σε μια προσπάθεια προσέγγισης
του θέματος/διείσδυσης στο πρόβλημα…
 Αρχίζοντας από… – Παίρνοντας ως αφετηρία το…
Βεβαιωτικά:
 Κυρίως – Βέβαια – Φυσικά – Ασφαλώς – Αναντίρρητα – Αναμφισβήτητα – Ο-
πωσδήποτε – Προφανώς
 Μια και – Μια που – Αφού – Όσο για το…
 Μ’ αυτόν τον τρόπο – Μ’ αυτή τη συλλογιστική – Μ’ αυτό το σκεπτικό…
 Παίρνοντας ως αφορμή – Μ’ αυτή την προοπτική – Μέσα από αυτό το πρίσμα
 Βλέποντας τα πράγματα απ’ αυτή την οπτική γωνία…
 Στηριζόμενοι σε αυτό το δεδομένο...
Εμφατικά:

1
 Ειδικά – Προπάντων – Κατεξοχήν
 Έχει μεγάλη/ιδιαίτερη σημασία ν’ αναφέρουμε…
 Είναι απαραίτητο/αναγκαίο/επιβεβλημένο να αναφερθούμε και στον/στην/στο...
 Είναι αξιοσημείωτο…
 Πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή… – Πρέπει να τονιστεί…
 Θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην τονίσουμε ότι...
Διαζευκτικά:
 Είτε… είτε – Ή
Αναλογικά:
 Σαν – Όπως ακριβώς…
 Μ’ αυτόν τον τρόπο… – Με/Κατά τον ίδιο τρόπο… – Με παρόμοιο τρόπο…
 Στο ίδιο μοτίβο…
Με χρονική σειρά:
 Πρώτα/Πρώτα πρώτα – Αρχικά – Στην αρχή – Ταυτόχρονα – Συγχρόνως – Προη-
γουμένως… ύστερα – Έπειτα – Στη συνέχεια – Στο μεταξύ
Με όρο-προϋπόθεση:
 Εάν – Αν – Εφόσον – Καθόσον – Με την προϋπόθεση – Με δεδομένο – Εκτός αν
– Σε περίπτωση που…
 Προϋπόθεση όλων αυτών… – Υπό τον όρο…
Με παράδειγμα:
 Λόγου χάρη – π.χ. – Για παράδειγμα – Ενδεικτικά

III. ΣΥΝΔΕΣΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ Ή ΑΝΤΙΘΕΤΩΝ ΝΟΗΜΑΤΩΝ


 Στο άλλο άκρο βρίσκεται…
 Δε συμβαίνει όμως το ίδιο…
 Δεν πρέπει να παραβλέψουμε και…
 Θα μπορούσε κανείς να αντιπαρατηρήσει…
 Από την άλλη πλευρά…
 Παρόλ’ αυτά – Αντίθετα – Ωστόσο – Απεναντίας – Εντούτοις – Αλλά – Ενώ – Σε
αντίθεση…
 Μια διαφορετική άποψη/έκφανση/υπόσταση του προβλήματος/της κατάστασης
είναι και…
 Βλέποντας τα πράγματα από μια διαφορετική θέση/οπτική γωνία/πρίσμα…
 Σε μια προσπάθεια προσέγγισης/προσπέλασης του ζητήματος από άλλη άποψη, α-
ντιλαμβάνεται κανείς ότι…
 Αν αντιστρέψει κανείς την εικόνα, για να φανούν και οι άλλες πτυχές του προ-
βλήματος, θα δει…

IV. ΣΥΝΔΕΣΗ ΑΙΤΙΑΣ-ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ


Αιτιολογικά:
 Γιατί – Διότι – Αφού – Επειδή – Καθώς
 Και τούτο συμβαίνει γιατί…
Επεξηγηματικά:
 Δηλαδή – Με άλλα λόγια – Αυτό σημαίνει – Συγκεκριμένα – Ειδικότερα – Ιδιαί-
τερα – Διευκρινιστικά

2
 Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι…
 Για τους παραπάνω λόγους…
 Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι…
 Για να γίνουμε σαφέστεροι…
Συμπερασματικά:
 Ως συνέπεια/Ως αποτέλεσμα (άμεσο ή έμμεσο)…
 (Άμεσο) αποτέλεσμα των παραπάνω είναι…
 Έτσι – Λοιπόν – Επομένως – Άρα – Συνεπώς – Κατά συνέπεια
 Γι’ αυτούς τους λόγους…
 Όλα αυτά δημιουργούν προσβάσεις/ερείσματα για την ανάπτυξη/παρουσίαση του
προβλήματος…
 Το τελευταίο αυτό ισοδυναμεί με…
 Δεν είναι απαραίτητο όμως να…
 Κάπως έτσι δημιουργείται…
 Αυτό κάνει/αναγκάζει/ωθεί πολλούς να…
 Από τη στιγμή λοιπόν που…
 Όταν γίνει συνείδηση το παραπάνω, κατανοεί κανείς ότι…
 Κατ’ αυτό τον τρόπο προκύπτουν και… – Όπως προκύπτει από τα παραπάνω…
 Έτσι οδηγούμαστε σε…
 Αυτό αντανακλά θετικά/δυσάρεστα/πολύπλευρα σε…
 Χαρακτηριστικό δείγμα…
 Από το τελευταίο απορρέει…
 Εύκολα προκύπτει το συμπέρασμα ότι... – Προκύπτει λοιπόν αβίαστα το συμπέ-
ρασμα ότι...
 Επαγωγικά λοιπόν σκεπτόμενοι καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι...
 Οι σκέψεις αυτές οδηγούν/συγκλίνουν στο γενικότερο συμπέρασμα ότι...
 Συνοψίζοντας/Ανακεφαλαιώνοντας/Συμπερασματικά/Επιλογικά θα λέγαμε ότι…

3
ΠAΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ
ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
(συµπλήρωση και επέκταση των κανόνων της
Μεγάλης Γραµµατικής του Μ. Τριανταφυλλίδη)

Το κόµµα χρησιµεύει για τον λογικό χωρισµό των νοηµάτων στον γραπτό λόγο και
την ανάδειξη της σηµασίας των προτάσεων. Διευκολύνει την κατανόηση και συντελεί
στη σωστή ανάγνωση. Μερικές φορές ισοδυναµεί µε παύση στον προφορικό λόγο,
άλλες φορές όχι.

1) Το κόµµα χρησιµοποιείται στο ασύνδετο σχήµα εκφοράς του λόγου, όπου παραθέ-
τουµε όµοιους συντακτικά όρους της πρότασης (δηλ. υποκείµενα, αντικείµενα κτλ.) ή
όµοιες συντακτικά προτάσεις (δηλ. κύριες ή δευτερεύουσες) χωρίς συνδέσµους:
Η ατµόσφαιρα ήταν ζεστή, φιλική, χαρούµενη.
Ξαφνικά άρχισε να βρέχει, να αστράφτει, να βροντάει.

2) Τη µετοχή σε -οντας (και τους προσδιορισµούς της) τη χωρίζουµε µε κόµµα στην


περίπτωση που έχει θέση επεξήγησης ή αντιστοιχεί σε εξαρτηµένη (δευτερεύουσα)
πρόταση µε χαλαρή νοηµατική σύνδεση µε την ανεξάρτητη (κύρια) πρόταση:
Έτσι συµπεριφέρεσαι πάντα, φωνάζοντας και βρίζοντας;
Ξέροντας πως δεν ακούει (= επειδή ήξερα), σταµάτησα να µιλάω.
αλλά:
Έφυγε τρέχοντας.
Αποµακρύνθηκε γελώντας.

3) Σε απαρίθµηση επιθέτων το κόµµα χωρίζει τα επίθετα µεταξύ τους όταν το καθένα


από αυτά προσδιορίζει το ουσιαστικό ακριβώς όπως τα άλλα:
Μιλούσε µε βραχνή, λυπηµένη (= βραχνή και λυπηµένη) φωνή.

Όταν όµως το τελευταίο επίθετο αποτελεί µε το ουσιαστικό σύνολο στο οποίο ανα-
φέρεται το προηγούµενο επίθετο, τότε δε χωρίζεται µε κόµµα:
Ένα θαυµάσιο ηλιόλουστο πρωινό.
(Παραφράζοντας θα πούµε: «ένα θαυµάσιο πρωινό µε “ήλιο” και όχι “ένα θαυµάσιο
και ηλιόλουστο πρωινό”»)

4) Η παράθεση και κάθε είδους επεξήγηση χωρίζονται µε κόµµα:


Η κυρία Μαρία, η σπιτονοικοκυρά µου, είναι θαυµάσια γυναίκα.
Αυτό δεν το ήξερα, πως σπουδάζει στο εξωτερικό.

1
5) Η κλητική προσφώνηση χωρίζεται πάντοτε µε κόµµα:
Πήρα την κάρτα σου, Γιάννη, και σ’ ευχαριστώ.

6) Κάθε µόριο ή επίρρηµα στην αρχή της πρότασης που συνδέει το νόηµα µε τα προ-
ηγούµενα χωρίζεται µε κόµµα:
Όχι, δεν έχω καµιά διάθεση να σε δω.
Έτσι, έµειναν όλοι ικανοποιηµένοι.

7) Χωρίζουµε µε κόµµα τις επιρρηµατικές εξαρτηµένες (δευτερεύουσες) προτάσεις


από τις ανεξάρτητες (κύριες) –αιτιολογικές, χρονικές, υποθετικές, εναντιωµατικές,
αποτελεσµατικές, τελικές– όταν το νόηµά τους δεν είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένο
µε το νόηµα της ανεξάρτητης (κύριας) πρότασης (σ’ αυτή την περίπτωση συνήθως
προηγούνται, ενώ στη στενή νοηµατική σύνδεση συνήθως έπονται):
Επειδή έκανε πολύ κρύο, αποφασίσαµε να µη βγούµε.
(αλλά: Είµαι πολύ ανήσυχη γιατί δεν ήρθε ακόµα.)
Αν δεν έχω δουλειά, θα πάµε µαζί στο θέατρο.
(αλλά: Θα λυπηθώ αν δεν τον δω.).
Όταν τακτοποιήσω το ζήτηµα, θα σου τηλεφωνήσω.
(αλλά: Θα το συζητήσουµε όταν βρεθούµε.)
Μου είναι αδύνατον να συµφωνήσω, όσο κι αν επιµένεις.
Ήταν τόσο όµορφα, που κανείς δεν ήθελε να φύγει.
Για να µπορέσει να έρθει στην ώρα του, ξεκίνησε πολύ νωρίς.
(αλλά: Τρώµε για να ζούµε. Ήρθα να σε δω.)

9) Χωρίζουµε µε κόµµα τις αναφορικές µη προσδιοριστικές (δηλ. αυτές που δεν απο-
τελούν αναγκαίο συµπλήρωµα) προτάσεις:
Βρήκε στον δρόµο τον Γιώργο, που είναι ξάδερφος του Νίκου.
αλλά δε χωρίζουµε τις αναφορικές προσδιοριστικές:
Ο άνθρωπος που µου σύστησες δε µου άρεσε.

10) Δε χωρίζονται µε κόµµα οι εξαρτηµένες (δευτερεύουσες) προτάσεις που έχουν


θέση αντικείµενου ή υποκειµένου (π.χ. πλάγιες ερωτηµατικές, ειδικές κτλ.):
Πείτε µου αν θα έρθετε.
Φοβήθηκα µήπως βρέξει.
Δεν ήξερε πού να πάει.
Σας συνιστώ να διαβάζετε λογοτεχνία.

2
11) Στην αφήγηση µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε τα κόµµατα αντί για εισαγωγικά
(όχι όµως και κόµµατα και εισαγωγικά) ή να χωρίσουµε µε κόµµατα τα λόγια που δεν
ανήκουν στην αφήγηση:
Τότε, πρόσθεσε, θα πρέπει να αναλάβεις τις ευθύνες σου.
ή: «Τότε» πρόσθεσε «θα πρέπει να αναλάβεις τις ευθύνες σου».
«Εκείνη τη στιγµή, µας είπε, ένιωσα µεγάλο φόβο».

12) Όταν έχουµε σύνδεση προτάσεων µε συµπλεκτικό ή διαχωριστικό σύνδεσµο, δε


χρειάζεται συνήθως κόµµα:
Ούτε τον είδα ούτε τον γνωρίζω.
Ή εγώ θα µείνω ή εκείνη.

13) Κανονικά δε χρειάζεται κόµµα πριν από τον σύνδεσµο «και». Βάζουµε κόµµα:
α) όταν µεσολαβεί δευτερεύουσα πρόταση:
Ξεκινήσαµε µε το αυτοκίνητο, µόλις ξηµέρωσε,
και φτάσαµε στη θάλασσα το µεσηµέρι.
β) όταν το «και» ενώνει όλα τα προηγούµενα µε τα επόµενα:
Ύστερα ήρθαν κι αυτά τα Χριστούγεννα κι έφυγαν,
και ξαφνικά έφτασε η Πρωτοχρονιά.
γ) όταν µε το κόµµα διευκολύνουµε την κατανόηση:
Μάλωσε µαζί του τη µέρα που έφυγε
από το σπίτι, και τον χτύπησε.
δ) όταν πρόκειται για τον συντετµηµένο τύπο του «και», το «κι»:
Έφυγε βιαστικά, κι όταν ξαναγύρισε (= και, όταν...),
είχε τελειώσει το µάθηµα.
.

3
Υποτακτικοί
ότι Φαίνεται ότι είναι νόστιμο.
6. Ειδικοί πως Φαίνεται πως είναι νόστιμο.
που Φαίνεται που είναι νόστιμο.
μην Φοβάμαι μην κτυπήσεις.
7. Ενδοιαστικοί
μήπως Φοβάμαι μήπως κτυπήσεις.
8. Βουλητικός να Πρέπει να έρθεις αμέσως.
άμα Θα φάω άμα το αποφασίσω.
όταν Θα φάω όταν το αποφασίσω.
ενώ Κόπηκε το ρεύμα ενώ έκανα μπάνιο.
καθώς Κόπηκε το ρεύμα καθώς έκανα μπάνιο.
αφού Ήρθε αφού έφυγες.
Δεν τους ξαναείδε, αφότου τελείωσαν τα
αφότου
μαθήματα.
9. Χρονικοί πριν Έφυγαν, πριν έρθεις.
μόλις Έφυγαν, μόλις ήρθες.
προτού Φάε λίγο, προτού φύγεις.
ώσπου Θα μείνω μαζί σας, ώσπου να ξημερώσει.
ωσότου Θα μείνω μαζί σας, ωσότου ξημερώσει.
σαν Σαν ξημερώσει, θα ξεκινήσουμε.
Tην ώρα που θα ξεκινάς, κάνε μας ένα
που
τηλεφώνημα
Πάρε μαζί σου ομπρέλα, γιατί μάλλον θα
γιατί
βρέξει.
επειδή Δεν έγραψα, επειδή πονούσε το κεφάλι μου.
αφού Αφού αρρώστησες, καλύτερα να μείνεις σπίτι.
τι Δεν έφαγε τι δεν πεινούσε.
10. Αιτιολογικοί ότι Xαίρομαι ότι πέτυχαν οι προσπάθειές μας
Tους είπε να φύγουν· όχι πως δεν τους
πως
αγαπούσε
Tρέξε να τους βοηθήσεις, σαν που είσαι ο πιο
σαν που
μικρός.
Παραξενεύτηκε που τους βρήκε να κάθονται
που
φρόνιμα.
αν/εάν Αν νυστάζεις, κοιμήσου.
11. Υποθετικοί άμα Δεν πάω πουθενά, άμα δεν έρθεις κι εσύ.
σαν Σαν θέλει η νύφη κι ο γαμπρός, όλα γίνονται.
12. Τελικοί να Θα πάμε στο δάσος, να κόψουμε ξύλα.
για να Θα πάμε στο δάσος, για να κόψουμε ξύλα.
Τόσο πολύ δε μου άρεσε η
13. ώστε
ταινία, ώστε έφυγα τρέχοντας.
Αποτελεσματικοί
που Έχω χρόνια να τον δω, που δεν τον θυμάμαι.
αν και Θα σ' ακολουθήσω αν και διαφωνώ μαζί σου.
Τους άκουγε προσεκτικά, μολονότι δεν τους
μολονότι
καταλάβαινε.
14. Εναντιωματικοί
Δεν πήγε στο γάμο, ενώ τον είχαν
ενώ
προσκαλέσει.
που Kαι που τον προσκάλεσαν, πάλι δεν πήγε.
15. Συγκριτικός παρά Προτιμώ να διαβάζω παρά να γράφω.
Ρηματικά Πρόσωπα

- Καλό είναι κατά τη διαδικασία ανάγνωσης και κατανόησης ενός κειμένου, να είμαστε
σε θέση να παρατηρούμε και να «αποκωδικοποιούμε» τη λειτουργία των ρηματικών
προσώπων:

Ρηματικό Πρόσωπο Λειτουργία


α’ ενικό Με τη χρήση του α’ ενικού προσώπου αναδεικνύεται η προσωπική
και εξομολογητική διάθεση του πομπού. Ο δέκτης έχει την αίσθηση
ότι επικοινωνεί νοερά με τον πομπό, ο οποίος του εκθέτει τις σκέψεις
του και εξομολογείται τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς
του. Έτσι, δημιουργείται μια σχέση οικειότητας και εμπιστοσύνης
ανάμεσα στον πομπό και τον δέκτη του κειμένου.
β’ ενικό Με τη χρήση του β’ ενικού προσώπου εκφράζεται η προσπάθεια του
πομπού να προσεγγίσει λογικά και συναισθηματικά το δέκτη. Έτσι, ο
λόγος αποκτά οικειότητα, αμεσότητα και ζωντάνια, καθώς φαίνεται
πως «ανοίγει» ένας διάλογος, κατά τη διάρκεια του οποίου ο πομπός
επιδιώκει την ενεργό εμπλοκή του δέκτη σε όσα γράφονται ή
λέγονται. Αν μάλιστα τα ρήματα βρίσκονται σε προστακτική έγκλιση
ή προτρεπτική υποτακτική, τότε το ύφος γίνεται διδακτικό –
παραινετικό.
γ’ ενικό Με τη χρήση του γ’ ενικού προσώπου εκφράζεται η αντικειμενική
και απρόσωπη στάση του πομπού, ο οποίος αποστασιοποιείται από τα
γεγονότα και παρουσιάζει καταστάσεις ή εκθέτει απόψεις και ιδέες
ευρύτερα αποδεκτές.
α’ πληθυντικό Με τη χρήση του α’ πληθυντικού προσώπου ο πομπός εντάσσει και
τον εαυτό του στο θέμα που παρουσιάζει ή στην κατάσταση που
περιγράφει. Έτσι, τονίζει την καθολικότητα ενός φαινομένου ή την
αναγκαιότητα συλλογικής δράσης για την αντιμετώπιση ενός
προβλήματος (ταύτιση, συλλογική ευθύνη). Ο λόγος αποκτά
οικειότητα, αμεσότητα και ζωντάνια.
β’ πληθυντικό Με τη χρήση του β’ πληθυντικού προσ. εκφράζεται η προσπάθεια
του πομπού να προσεγγίσει λογικά και συναισθηματικά το δέκτη.
Έτσι, ο λόγος αποκτά οικειότητα, αμεσότητα και ζωντάνια, καθώς
φαίνεται πως «ανοίγει» ένας διάλογος, κατά τη διάρκεια του οποίου ο
πομπός επιδιώκει την ενεργό εμπλοκή του δέκτη σε όσα γράφονται ή
λέγονται. Αν μάλιστα τα ρήματα βρίσκονται σε προστακτική έγκλιση
ή προτρεπτική υποτακτική, τότε το ύφος γίνεται διδακτικό –
παραινετικό.
γ’ πληθυντικό Με τη χρήση του γ’ πληθυντικού προσ. εκφράζεται η αντικειμενική
και απρόσωπη στάση του πομπού, ο οποίος αποστασιοποιείται από τα
γεγονότα και παρουσιάζει καταστάσεις ή εκθέτει απόψεις και ιδέες
ευρύτερα αποδεκτές.

You might also like