Griva Eugenia

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 231

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ


ΤΟΜΕΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ
ΔΙΚΑΙΟΥ

“Βωξίτης Παρνασσού, Θησαυρός ή Πληγή για το


Νομό Φωκίδας”

Διπλωματική Εργασία της Ευγενίας Κ. Γρίβα

Επιβλέπων Καθηγητής: Βασίλειος Καρασμάνης, Καθηγητής Ε.Μ.Π.


Υπεύθυνη Εκπόνησης: Αλίκη Τζίκα-Χατζοπούλου, Ομότιμη Καθηγήτρια Ε.Μ.Π.

Εγκρίθηκε από τριμελή επιτροπή στις .../.../....

Βασίλειος Καρασμάνης, Καθηγητής Ε.Μ.Π. ....................


Ματθαίος Καρλαύτης, Αναπληρωτής Καθηγητής Ε.Μ.Π. ....................
Χρύσα Μιχαηλίδου, Λέκτορας Π.Δ. 407 Ε.Μ.Π. ....................

Αθήνα, Μάρτιος 2012

[1]
...................................
Ευγενία Κ. Γρίβα
Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.

Copyright © Ευγενία Κ. Γρίβα, 2012


Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος. All rights reserved.

Απαγορεύεται η αντιγραφή, αποθήκευση και διανομή της παρούσας εργασίας, εξ


ολοκλήρου ή τμήματος αυτής, για εμπορικό σκοπό. Επιτρέπεται η ανατύπωση,
αποθήκευση και διανομή για σκοπό μη κερδοσκοπικό, εκπαιδευτικής ή ερευνητικής
φύσης, υπό την προϋπόθεση να αναφέρεται η πηγή προέλευσης και να διατηρείται το
παρόν μήνυμα. Ερωτήματα που αφορούν τη χρήση της εργασίας για κερδοσκοπικό
σκοπό πρέπει να απευθύνονται προς τον συγγραφέα.
Οι απόψεις και τα συμπεράσματα που περιέχονται σε αυτό το έγγραφο εκφράζουν
τον συγγραφέα και δεν πρέπει να ερμηνευθεί ότι αντιπροσωπεύουν τις επίσημες
θέσεις του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

[2]
Περίληψη
Ο βωξίτης είναι το βασικό μετάλλευμα για την παραγωγή αλουμίνας, της βασικής
πρώτης ύλης για την παραγωγή αλουμινίου. Η Ελλάδα κατέχει παγκοσμίως την 8η
θέση στην παραγωγή βωξίτη και πρακτικά είναι η μόνη βωξιτοπαραγωγός χώρα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης με ετήσια παραγωγή πάνω από 2 εκατομμύρια τόνους. Αν και
τα αποθέματα του βωξίτη δεν έχουν προσδιοριστεί πλήρως, τα βέβαια αποθέματα
ανέρχονται σε περίπου 130 εκατομμύρια τόνους με τα 100 από αυτά να βρίσκονται
στο Νομό Φωκίδας.

Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η αποτύπωση του Νομοθετικού


Πλαισίου που διέπει τη μεταλλευτική δραστηριότητα, η εφαρμογή του γενικά αλλά
και ειδικότερα στο Νομό Φωκίδας, και η εξαγωγή συμπερασμάτων για τη σημασία
του βωξίτη και της εκμετάλλευσής του στο Νομό.

Πιο συγκεκριμένα, μελετάται η εξόρυξη του βωξίτη, δραστηριότητα η οποία αποτελεί


μία από τις κύριες πηγές της οικονομικής ανάπτυξης του Νομού. Παρουσιάζονται
αναλυτικά οι τρόποι εκμετάλλευσης των βωξιτικών κοιτασμάτων από τις
δραστηριοποιούμενες εταιρείες στην περιοχή και οι επιπτώσεις τους. Στη συνέχεια,
παρατίθεται το Νομοθετικό Πλαίσιο της μεταλλευτικής δραστηριότητας, καθώς και η
Περιβαλλοντική Αδειοδότηση που τη συνοδεύει. Επίσης, παρουσιάζονται τα
πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της μεταλλευτικής δραστηριότητας και
εξάγονται γενικά συμπεράσματα για το Νομό και συμπεράσματα όσον αφορά στην
εφαρμογή της ισχύουσας Νομοθεσίας.

Για τη συγγραφή της εργασίας πραγματοποιήθηκε εκτενής αναζήτηση υλικού και


πληροφορίων στο διαδίκτυο, σε διάφορους Δημόσιους Φορείς (ΕΛ.ΣΤΑΤ., ΥΠΕΚΑ),
στη σχολή Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσόβιο
Πολυτεχνείου, στην εταιρεία «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.», σε Τοπικούς Φορείς
του Νομού, καθώς και σε ελληνική και ξένη βιβλιογραφία. Στη συνέχεια, το υλικό
αυτό μελετήθηκε διεξοδικά και εκπονήθηκε η παρούσα εργασία.

Λέξεις Κλειδιά
Νομός Φωκίδας, Βωξίτης, Τρόποι Εκμετάλλευσης (Υπαίθρια, Υπόγεια),
Αποκατάσταση, Natura 2000, Τρόποι Κτήσεως Μεταλλείου, Νομοθετικό Πλαίσιο
Μεταλλευτικής Δραστηριότητας, Περιβαλλοντική Αδειοδότηση

[3]
[4]
Abstract
Bauxite is the principal ore to produce alumina, which is the basic raw material for
aluminum production. Greece holds the 8th position in the global bauxite production
and is practically the only European country with an annual bauxite production which
exceeds the 2 million tons. Even though the bauxite reserves are not fully determined,
it is believed that they amount to approximately 130 million tons, with the 100 of
these to be located in the prefecture of Fokida.

The purpose of this thesis is to study the Legislative Framework that governs the
mining activity, its application in general and particularly in Prefecture of Fokida, and
to draw conclusions about the importance of bauxite and its exploitation in the county.
In particular, we study the mining of bauxite, an activity which is one of the main
sources of economic development in the county. We present the methods of the
processing of the bauxite deposits by the active firms in the region and their effects.
Then, we analyze the Legislative Framework of the mining activity and the
Environmental Authorization that accompanies it. Also, we present the advantages
and disadvantages of mining activity and we draw general conclusions about the
county and conclusions regarding the implementation of the existing legislation.

For the writing of this project, we did extensive search for material and information
on the Internet, in various public institutions (Greek Statistical Authority, Ministry of
Environment, Energy and Climate Change), in the Department of Mining and
Metallurgical Engineering at the National Technical University of Athens, in the
company «S&B Industrial Minerals SA», in Local Bodies of the county, as well as in
Greek and foreign literature. Subsequently, the material was studied thoroughly and
this thesis was written.

Keywords
Prefecture of Fokida, Bauxite, Exploitation Methods (Open pit, Underground),
Reclamation, Natura 2000, Ways of mining space acquisition, Legislative
Framework of Mining Activity, Environmental Authorization

[5]
[6]
Ευχαριστίες
Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στην κυρία Αλίκη Τζίκα-Χατζοπούλου,
Ομότιμη Καθηγήτρια του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου για την καθοδήγησή της
καθ’όλη τη διάρκεια εκπόνησης της διπλωματικής μου εργασίας.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κύριο Σπυρίδων Τζίμα, Διευθυντή της Διεύθυνσης
Μεταλλευτικών και Βιομηχανικών Ορυκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, στον κύριο Ανδρέα Μπενάρδο, Λέκτορα της
σχολής Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσοβίου
Πολυτεχνείου και στον κύριο Γρηγόριο Πουτιό, Μηχανικό Μεταλλείων-
Μεταλλουργό της εταιρείας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε», για το υλικό που μου
παρείχαν, την επίλυση των αποριών μου και τις πολύτιμες συμβουλές τους.

Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένειά μου για την απλόχερη υλική και
ηθική συμπαράσταση σε όλη τη διάρκεια των σπουδών μου.

Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ στην αδερφή μου Πέγκυ, για την εμψύχωση όλα τα
χρόνια της φοίτησής μου.

[7]
[8]
Πίνακας Περιεχομένων
Κεφάλαιο 1. Νομός Φωκίδας

1.1. Γεωγραφική Θέση-Έκταση...................................................................................21


1.2. Διοικητική Οργάνωση...........................................................................................22
1.3. Δημογραφικά Στοιχεία..........................................................................................22
1.3.1. Κατανομή Πληθυσμού και Έκτασης στους Δήμους του Νομού................24
1.3.2. Πληθυσμιακή Πυκνότητα...........................................................................24
1.3.3. Νόμιμος και Μόνιμος Πληθυσμός Νομού .................................................25
1.3.4. Κατανομή Πληθυσμού κατά Ηλιακές Ομάδες............................................26
1.4. Κοινωνικά Στοιχεία ..............................................................................................27
1.4.1. Μορφωτικό Επίπεδο....................................................................................27
1.4.2. Ανεργία........................................................................................................28
1.4.3. Απασχόληση................................................................................................29
1.5. Οικονομικά Στοιχεία.............................................................................................31
1.5.1. Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν .....................................................................31
1.5.2. Κατά Κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν..............................................32
1.5.3. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία................................................................33
1.6. Παραγωγικοί Τομείς..............................................................................................35
1.6.1. Πρωτογενής Τομέας....................................................................................35
1.6.2. Δευτερογενής Τομέας..................................................................................37
1.6.3. Τριτογενής Τομέας......................................................................................38
1.7. Προστατευόμενες Περιοχές..................................................................................40
1.7.1. Δίκτυο NATURA 2000...............................................................................40
1.7.1.1. Όρη Βαρδούσια, Όρος Βαρδούσια.................................................42
1.7.1.2. Όρος Γκιώνας.................................................................................44
1.7.1.3. Παραλιακή ζώνη από Ναύπακτο έως Ιτέα.....................................47
1.7.1.4. Νοτιοανατολικός Παρνασσός-Εθνικός Δρυμός Παρνασσός-Δάσος
Τιθορέας.........................................................................................49
1.7.1.5. Κορυφές Όρους Γκιώνας-Χαράδρα Ρεκάς, Λαζόρεμα και Βαθιά
Λάκκα.............................................................................................51
1.7.1.6. Ευρύτερη Περιοχή Γαλαξειδίου.....................................................51
1.7.2. Δελφικό Τοπίο.............................................................................................52
1.7.3. Καταφύγια Άγριας Ζωής.............................................................................55
1.7.4. Περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους......................................................56
1.8. Γεωμορφολογία Νομού Φωκίδας..........................................................................56
Πηγές 1ου Κεφαλαίου...................................................................................................61

Κεφάλαιο 2. Βωξίτης

2.1. Ιστορική Αναδρομή...............................................................................................63


2.2. Κοιτασματολογία..................................................................................................63
2.3. Γένεση Βωξιτικών Κοιτασμάτων..........................................................................65
2.3.1. Θεωρίες Βωξιτογένεσης..............................................................................65
2.3.2. Παλαιογεωγραφία.......................................................................................67
2.3.3. Γεωλογική Κατανομή των Οριζόντων .......................................................70
2.4. Κοιτάσματα Βωξίτη..............................................................................................72

[9]
2.4.1. Κοιτάσματα Βωξίτη στον Ελλαδικό Χώρο.................................................72
2.4.2. Κοιτάσματα Βωξίτη ανά Γεωλογικές Ζώνες..............................................73
2.5. Χημική Σύσταση Βωξίτη......................................................................................74
2.6. Ιδιότητες Βωξίτη...................................................................................................75
2.7. Χρήσεις Βωξίτη.....................................................................................................76
2.8. Αποθέματα Βωξίτη................................................................................................78
2.9. Η Εξόρυξη του Βωξίτη στο Νομό Φωκίδας.........................................................79
2.9.1. Εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην Παραγωγή Βωξίτη.......................81
2.9.1.1. «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»................................................83
2.9.1.2. «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.» ............................................................86
2.9.1.3. «Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις Α.Ε.»............................88
Πηγές 2ου Κεφαλαίου...................................................................................................89

Κεφάλαιο 3. Τρόποι Εκμετάλλευσης Βωξιτικών Κοιτασμάτων

3.1. Υπαίθριες Εκμεταλλεύσεις....................................................................................95


3.1.1. Βασικοί Ορισμοί και Στοιχεία Σχεδιασμού.................................................96
3.1.2. Τύποι Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων............................................................98
3.1.2.1. Επιφανειακή Εκμετάλλευση Κοιτασμάτων κατά Λωρίδες (Strip
mining)...........................................................................................99
3.1.2.2. Επιφανειακή Εκμετάλλευση με Ανοιχτές Βαθμίδες....................100
3.1.3. Βασικές Κατηγορίες Παραμέτρων Σχεδιασμών.......................................102
3.1.3.1. Φυσικές Παράμετροι....................................................................102
3.1.3.2. Οικονομικές Παράμετροι.............................................................103
3.1.3.3. Περιβαλλοντικές Παράμετροι .....................................................105
3.1.3.4. Τεχνολογικές Παράμετροι............................................................108
3.1.4. Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις των Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων .............108
3.2. Υπόγειες Εκμεταλλεύσεις...................................................................................112
3.2.1. Βασικοί Ορισμοί και Στοιχεία Σχεδιασμού...............................................115
3.2.2. Τύποι Υπόγειων Εκμεταλλεύσεων............................................................116
3.2.2.1. Μέθοδος των Θαλάμων και Στύλων (Room and Pillar method).117
3.2.2.2. Μέθοδος Διαδοχικών Ορόφων με Κατακρήμνιση (Sublevel Caving
Method)........................................................................................120
3.2.3. Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις των Υπόγειων Εκμεταλλεύσεων...............122
3.3. Κεντρική μεταφορά Βωξίτη-Επεξεργασία-Φόρτωση.........................................123
3.4. Επιλογή Μεθόδου Εκμετάλλευσης.....................................................................124
3.5. Εξορυκτικά Απόβλητα........................................................................................128
3.6. Αποκατάσταση ...................................................................................................132
3.6.1. Ανάλυση των Σταδίων Αποκατάστασης ..................................................133
3.6.2. Περιπτώσεις Αποκατάστασης και μη στο Νομό Φωκίδας........................139
Πηγές 3ου Κεφαλαίου ................................................................................................146

Κεφάλαιο 4. Νομοθετικό Πλαίσιο Μεταλλευτικής Δραστηριότητας

4.1. Ιστορική Αναδρομή στην Ελληνική Νομοθεσία για τα Μεταλλεία...................147


4.2. Βασικές Αρχές και Γενικοί Ορισμοί...................................................................150
4.2.1. Βασικές Αρχές...........................................................................................150

[10]
4.2.2. Γενικοί Ορισμοί.........................................................................................151
4.3. Τρόποι Κτήσεως Μεταλλείου.............................................................................153
4.3.1. Πρωτότυπος Τρόπος Κτήσεως Μεταλλείου.............................................153
4.3.1.1. Στάδιο Αιτήσεως-Δηλώσεως, Άδεια Μεταλλευτικών Ερευνών..153
4.3.1.2. Στάδιο Αιτήσεως Παραχωρήσεως................................................156
4.3.1.3. Στάδιο Εκδόσεως Προεδρικού Διατάγματος για την Παραχώρηση
του Μεταλλείου............................................................................159
4.3.2. Παράγωγος Τρόπος Κτήσεως Μεταλλείου ..............................................161
4.4. Περιβαλλοντική Νομοθεσία................................................................................162
4.4.1. Περιβαλλοντική Αδειοδότηση..................................................................163
4.4.1.1. Κατάταξη Έργων και Δραστηριοτήτων.......................................163
4.4.1.2. Στάδια Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης......................................165
4.4.1.2.1. Προκαταρτικός Προσδιορισμός Περιβαλλοντικών
Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ)...................................................166
4.4.1.2.2. Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ)..........168
4.4.1.2.3. Έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων
(ΑΕΠΟ)........................................................................169
4.4.1.3. Περιοχές Δικτύου NATURA 2000..............................................172
4.4.1.4. Περιβαλλοντικές Επιθεωρήσεις και Αρμόδιοι Έλεγχοι...............174
4.4.2. Περιβαλλοντική Αδειοδότηση στην Πράξη..............................................175
4.4.3. Δασική Νομοθεσία....................................................................................176
4.4.4. Εξορυκτικά Απόβλητα..............................................................................179
4.5. Χωροταξικές Ρυθμίσεις.......................................................................................183
4.5.1. Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου
Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας...............................................183
4.5.2. Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης..185
4.5.3. Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη
Βιομηχανία................................................................................................186
4.6. Κατευθυντήριες Γραμμές από την Ευρωπαϊκή Ένωση.......................................191
4.6.1. Οδηγία Περιβαλλοντικής Ευθύνης...........................................................192
4.7. Δικαιώματα Παρέμβασης των Πολιτών..............................................................194
Πηγές 4ου Κεφαλαίου.................................................................................................197

Κεφάλαιο 5. Προβλήματα της Μεταλλευτικής Δραστηριότητας στο


Νομό Φωκίδας

5.1. Απόβλητα Εξόρυξης και Βιομηχανίας Βωξίτη-Επιβάρυνση Κορινθιακού


Κόλπου.......................................................................................................................199
5.2. Η περίπτωση "Λαρνάκι" στην Ιτέα.....................................................................203
5.3. Επιπτώσεις στην Υγεία ......................................................................................214
5.4. Αναφορές από Τουριστικούς Οδηγούς του Εξωτερικού και η Επίδραση στον
Τουρισμό της Περιοχής.......................................................................................217

Πηγές 5ου Κεφαλαίου ................................................................................................221

[11]
Κεφάλαιο 6. Συμπεράσματα-Προτάσεις
6.1. Συμπεράσματα.....................................................................................................223
6.2. Η Σημασία του Ορυκτού Πλούτου......................................................................227
6.3. Προτάσεις............................................................................................................228

Πίνακας Εικόνων...................................................................................................13

Πίνακας Πινάκων..................................................................................................15

Συντομεύσεις...........................................................................................................17

Εισαγωγή..................................................................................................................19

[12]
Πίνακας Εικόνων
Εικόνα 1.1. Η θέση του Νομού Φωκίδας στον Ελλαδικό Χώρο.................................21
Εικόνα 1.2. O χάρτης του Νομού Φωκίδας σύμφωνα με το “Πρόγραμμα
Καλλικράτης”...............................................................................................................23
Εικόνα 1.3. Πληθυσμιακή Πυκνότητα.........................................................................25
Εικόνα 1.4. Νόμιμος και Μόνιμος Πληθυσμός Νομού Φωκίδας................................26
Εικόνα 1.5. Πληθυσμός ανά ομάδες ηλικιών στο Νομό Φωκίδας και στο σύνολο της
Χώρας...........................................................................................................................27
Εικόνα 1.6. Μορφωτικό Επίπεδο.................................................................................28
Εικόνα 1.7. Μη οικονομικά ενεργός πληθυσμός Νομού Φωκίδας–Αιτίες που δεν
εργάζονται....................................................................................................................29
Εικόνα 1.8. Απασχόληση ανά τομέα παραγωγής στο Νομό Φωκίδας.........................30
Εικόνα 1.9. Απασχολούμενοι ανά Τομέα και Άνεργοι ανά Δήμο του Νομού
Φωκίδας........................................................................................................................30
Εικόνα 1.10. Εξέλιξη του ΑΕΠ για την Στερεά Ελλάδα και το Νομό Φωκίδας τη
περίοδο 2000-2006 (σε εκατομμύρια ευρώ)................................................................32
Εικόνα 1.11. Κατά Κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν των Νομών της
Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.....................................................................................33
Εικόνα 1.12. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία Κατά Κλάδο του Νομού Φωκίδας,
Έτος 2006.....................................................................................................................34
Εικόνα 1.13. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία Κατά Κλάδο Νομού Φωκίδας και
Ελλάδος, Έτος 2006.....................................................................................................34
Εικόνα 1.14. Ποσοστά απασχόλησης κατά παραγωγικό τομέα στο Νομό Φωκίδας...35
Εικόνα 1.15. Ποσοστά γεωργικής γης και καλλιεργειών κατά κατηγορίες του Νομού
Φωκίδας στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και στο σύνολο της Χώρας..................36
Εικόνα 1.16. Ποσοστά απασχόλησης επιχειρήσεων κατά κλάδους.............................38
Εικόνα 1.17. Δελφικό Τοπίο (Ελαιώνας).....................................................................52
Εικόνα 1.18. Γεωλογικές Ζώνες Νομού Φωκίδας.......................................................58
Εικόνα 2.1. Μεσόγειος κατά το Ανώτερο Τριαδικό....................................................68
Εικόνα 2.2. Μεσόγειος κατά το Κατώτερο Κρητιδικό................................................69
Εικόνα 2.3. Μεσόγειος κατά το Ηώκαινο....................................................................70
Εικόνα 2.4. Κατανομή των βωξιτικών οριζόντων στην Κεντρική Ελλάδα.................71
Εικόνα 2.5. Κατανομή Βωξιτοφόρων Περιοχών Στον Ελλαδικό Χώρο......................72
Εικόνα 2.6. Σύσταση-Χημικές Αναλύσεις Διαφορετικής Προέλευσης Ελληνικών
Βωξιτών........................................................................................................................75
Εικόνα 2.7. Διασπορικός-βαιμιτικός βωξίτης..............................................................80
Εικόνα 2.8. Μεταλλευτικές παραχωρήσεις στο Νομό Φωκίδας .................................80
Εικόνα 2.9. Εξορυκτική δραστηριότητα στο Νομό Φωκίδας .....................................81
Εικόνα 2.10. Εγκαταστάσεις επεξεργασίας-φόρτωσης βωξίτη στην Ιτέα...................84
Εικόνα 2.11. Πωλήσεις και Παραγωγή Βωξίτη τη περίοδο 1989-2009......................86
Εικόνα 2.12. Η εταιρεία «Αλουμίνιον Α.Ε.»..............................................................87
Εικόνα 3.1. Γεωμετρικά Χαρακτηριστικά Βαθμίδας...................................................97
Εικόνα 3.2. Πρανές Εκμετάλλευσης ...........................................................................98
Εικόνα 3.3. Επιφανειακή εκμετάλλευση με ανοιχτές βαθμίδες.................................101
Εικόνα 3.4. Σημασία του ορθού προσανατολισμού της εκμετάλλευσης...................105

[13]
Εικόνα 3.5. Προσαρμογή στις γραμμές του φυσικού αναγλύφου.............................107
Εικόνα 3.6. Αποτελεσματικότητα του αναχώματος σε σχέση με τη θέση
κατασκευής.................................................................................................................107
Εικόνα 3.7. Σχηματική αναπαράσταση μιας υπόγειας εκμετάλλευσης.....................112
Εικόνα 3.8. Τυπική μορφή ανάπτυξης μεθόδου θαλάμων και στύλων......................118
Εικόνα 3.9. Προοπτική απεικόνιση του τμήματος της εκμετάλλευσης στο οποίο έχουν
απομονωθεί οι στύλοι.................................................................................................119
Εικόνα 3.10. Μέθοδος διαδοχικών ορόφων με κατακρήμνιση της οροφής...............121
Εικόνα 3.11. Επιλογή μεταξύ επιφανειακής και υπόγειας εκμετάλλευσης..............125
Εικόνα 3.12. Αβαθές στρωσιγενές κοίτασμα ............................................................125
Εικόνα 3.13. Στρωσιγενές κοίτασμα σε μεγάλο βάθος..............................................126
Εικόνα 3.14. Επιλογή μεθόδου εκμετάλλευσης βάσει οικονομικών κριτηρίων........126
Εικόνα 3.15. Μεταβολή του κόστους εκμετάλλευσης συναρτήσει της μεταβολής του
βάθους .......................................................................................................................127
Εικόνα 3.16. Χώρος εκμετάλλευσης πριν και μετά την διαμόρφωσή του.................135
Εικόνα 3.17. Υδροσπορά...........................................................................................136
Εικόνα 3.18. Υδροσπορά σε περιοχή στο Νομό Φωκίδας.........................................137
Εικόνα 3.19. Φύτευση ..............................................................................................138
Εικόνα 3.20. Αποκατάσταση Εκσκαφής Λιανοκλάδι Α1...........................................139
Εικόνα 3.21. Αποκατάσταση Αποθέσεων ΣΤΟΑΣ 920.............................................140
Εικόνα 3.22. Αποκατάσταση Εκσκαφής ΒΑ Νερά 7.................................................141
Εικόνα 3.23. Αποκάσταση Αποθέσεων Κλεισούρας.................................................142
Εικόνα 3.24. Περιπτώσεις όπου δεν έγινε αποκατάσταση.........................................145
Εικόνα 5.1. Δείγματα Ιζημάτων ερυθράς ιλύος και καφέ-κόκκινης ιλύος στον
Κορινθιακό Κόλπο.....................................................................................................200
Εικόνα 5.2. Τοποθεσία Λαρνάκι Φωκίδας.................................................................203
Εικόνα 5.3. Εγκαταστάσεις εταιρείας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» στη περιοχή
Λαρνάκι......................................................................................................................204
Εικόνα 5.4. Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου Στο Νομό Φωκίδας.....................................205
Εικόνα 5.5. Εγκαταστάσεις εταιρείας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» στη περιοχή
Λαρνάκι......................................................................................................................206
Εικόνα 5.6. Απόσπασμα τοπογραφικού με όρους δόμησης στο Λαρνάκι πρό
Δελφικού Τοπίου........................................................................................................206
Εικόνα 5.7. Ζώνες Προστασίας Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών..............................207
Εικόνα 5.8. Αδειοδότηση Κατασκευών στην περιοχή του Λαρνακίου.....................208
Εικόνα 5.9. Αδειοδότηση Κατασκευών στην περιοχή του Λαρνακίου.....................209
Εικόνα 5.10. Υπάρχουσα κατάσταση ........................................................................210
Εικόνα 5.11. Ο παραλιακός δρόμος Ιτεάς-Γαλαξιδίου πριν και μετά το μπάζωμα...211
Εικόνα 5.12. Εγκαταστάσεις......................................................................................213
Εικόνα 5.13. Εγκαταστάσεις μετά από βροχή ...........................................................214
Εικόνα 5.14. Φωτογραφίες με την σκόνη που εκπέμπεται από τις εγκαταστάσεις...216
Εικόνα 5.15. Άποψη των εγκαταστάσεων στην περιοχή Λαρνάκι............................218

[14]
Πίνακας Πινάκων
Πίνακας 1.1. Κατανομή έκτασης και πληθυσμού στους Δήμους του Νομού
Φωκίδας........................................................................................................................24
Πίνακας 1.2. Ποσοστά Ανεργίας στο Νομό Φωκίδας, στη Στερεά Ελλάδα και στο
Σύνολο της Χώρας την περίοδο 2004-2008.................................................................29
Πίνακας 1.3. Εξέλιση του ΑΕΠ για την Στερεά Ελλάδα τη περίοδο 2000-2006
(σε εκατομμύρια ευρώ)................................................................................................31
Πίνακας 1.4. Γεωργική γη και καλλιέργειες κατά κατηγορίες (σε στρέμματα) στην
Ελλάδα, στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και στους Νομούς της...........................36
Πίνακας 1.5. Προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 στο Νομό Φωκίδας................42
Πίνακας 1.6. Καταφύγια άγριας ζωής Νομού Φωκίδας...............................................55
Πίνακας 1.7. Περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους Νομού Φωκίδας......................56
Πίνακας 2.1. Μέση χημική σύσταση βωξίτη...............................................................74
Πίνακας 2.2. Αποθέματα Βωξιτικών Περιοχών...........................................................78
Πίνακας 2.3. Ελληνική Συνολική Παραγωγή Βωξίτη και Αλουμίνας.........................78
Πίνακας 2.4. Πωλήσεις Βωξίτη, Εσωτερικού και Εξωτερικού το Έτος 2010.............79
Πίνακας 2.5. Παραγωγή βωξίτη στην Ελλάδα και αξία πωλήσεων.............................79
Πίνακας 5.1. Τιμές ραδιενεργών στοιχείων που εντοπίστηκαν στον Κορινθιακό
Κόλπο.........................................................................................................................203

[15]
[16]
Συντομεύσεις

ΕΛ.ΣΤΑΤ. : Ελληνική Στατιστική Αρχή

ΑΕΠ: Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν

ΑΠΑ: Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία

ΖΕΠ: Ζώνες Ειδικής Προστασίας

ΕΖΔ: Ειδικές Ζώνες Διατήρησης

ΤΚΣ: Τόποι Κοινοτικής Σημασίας

ΠΕΕ: Περιοχή Ειδικής Προστασίας

ΤΙΦΚ: Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους

ΚΑΖ: Καταφύγια Άγριας Ζωής

ΕΜΠ: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

ΥΠΕΧΩΔΕ: Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων

ΥΠΕΚΑ: Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής

Α.τ.Ε.: «Αλουμίνιο της Ελλάδος ΑΒΕΕ»

ΦΕΚ: Φύλλα Εφημερίδας της Κυβερνήσεως

ΚΜΛΕ: Κανονισμός Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών

AME: Άδεια Μεταλλευτικών Ερευνών

ΑΕΠΟ: Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων

ΠΠΠΑ: Προκαταρτικός Προσδιορισμός Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων

ΜΠΕ: Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

ΙΓΜΕ: Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών

ΥΑ: Υπουργική Απόφαση

ΚΥΑ: Κοινή Υπουργική Απόφαση

ΗΠΜ: Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό Μητρώο

ΕΥΕΠ: Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος


[17]
[18]
Εισαγωγή
Παρακάτω παρουσιάζονται συνοπτικά τα κεφάλαια της παρούσας διπλωματικής
εργασίας:

Στο 1ο Κεφάλαιο, παρουσιάζονται η γεωγραφική θέση, η διοικητική οργάνωση, τα


δημογραφικά, κοινωνικά και οικονομικά στοιχεία του Νομού Φωκίδας καθώς και η
δραστηριότητά του στους παραγωγικούς τομείς. Επίσης, αναφέρονται οι
προστατευόμενες περιοχές του Νομού που εντάσσονται στο Δίκτυο Natura 2000, το
Δελφικό Τοπίο, τα Καταφύγια Άγριας Ζωής και οι Περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού
Κάλλους. Τέλος, γίνεται μια σύντομη αναφορά στη γεωμορφολογία του Νομού.

Στο 2ο Κεφάλαιο, παρουσιάζεται ο βωξίτης με τη χημική σύσταση, τις ιδιότητες, τις


χρήσεις και τα αποθέματά του. Αρχικά αναφέρεται η κοιτασματολογία του, η γένεση
των βωξιτικών κοιτασμάτων και η κατανομή τους στον Ελλαδικό Χώρο. Στην
προσπάθεια για την καλύτερη κατανόηση των κοιτασμάτων αναλύεται ο τρόπος
δημιουργίας τους. Παρουσιάζεται η Παλαιογεωγραφία του Ελλαδικού χώρου και
ειδικότερα της περιοχής Παρνασσού-Γκιώνας, όπως και η γεωλογική κατανομή των
βωξιτικών οριζόντων στη Στερεά Ελλάδα, η οποία δείχνει τον τρόπο, χώρο και χρόνο
στον οποίο δημιουργήθηκαν οι βωξίτες. Κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό,
περιγράφονται η εξορυκτική δραστηριότητα στο Νομό Φωκίδας, όπως επίσης και οι
εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη εξόρυξη βωξίτη.

Στο 3ο Κεφάλαιο, μελετώνται οι τρόποι εκμετάλλευσης των βωξιτικών κοιτασμάτων.


Αναλύονται οι δύο τύποι εκμετάλλευσης, υπαίθριες και υπόγειες, και δίνονται
βασικοί ορισμοί και στοιχεία του σχεδιασμού τους. Μελετώνται οι τρόποι
εκμετάλλευσης του βωξίτη στο Νομό Φωκίδας, τα κριτήρια επιλογής τους και
παρουσιάζονται οι περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις. Στη συνέχεια περιγράφεται η
διαδικασία που ακολουθεί την εξόρυξη του βωξίτη και περιλαμβάνει την μεταφορά,
την επεξεργασία και την φόρτωσή του. Τέλος, αναφέρονται τα εξορυκτικά απόβλητα
και η διαχείρισή τους, καθώς και το πολύ σημαντικό στάδιο της αποκατάστασης.

Στο 4ο Κεφάλαιο, γίνεται εκτενής αναφορά στο Νομοθετικό Πλαίσιο της


Μεταλλευτικής Δραστηριότητας. Αναφέρονται οι τρόποι κτήσεως ενός μεταλλείου
σύμφωνα με την ισχύουσα μεταλλευτική νομοθεσία, οι οποίοι είναι ο Πρωτότυπος
Τρόπος (άδεια μεταλλευτικών ερευνών, ζητήματα μεταλλειοκτησίας, Προεδρικό
Διάταγμα για την παραχώρηση του μεταλλείου) και ο Παράγωγος Τρόπος. Στη
συνέχεια παρουσιάζονται τα στάδια της περιβαλλοντικής αδειοδότησης για τις
εξορυκτικές δραστηριότητες (ΠΠΠΑ, ΜΠΕ, ΑΕΠΟ). Ειδική αναφορά γίνεται και για
τις περιοχές Natura 2000 καθώς οι μεταλλευτικές παραχωρήσεις του Νομού Φωκίδας
βρίσκονται σε μεγάλο ποσοστό εντός των ορίων αυτών. Στη συνέχεια περιγράφονται
η Δασική Νομοθεσία και η Νομοθεσία που διέπει τα εξορυκτικά απόβλητα.
Ακολουθούν οι ισχύουσες Χωροταξικές Ρυθμίσεις οι οποίες αφορούν στον
εξορυκτικό-μεταλλευτικό κλάδο, σε Εθνικό Επίπεδο (Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού
Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης-Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και
Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία) και στην Περιφέρεια (Περιφερειακό
Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας). Τέλος, αναφέρονται οι κατευθυντήριες γραμμές από την Ευρωπαϊκή
Ένωση για τις πρώτες ύλες και τα δικαιώματα παρέμβασης των πολιτών.

[19]
Στο 5ο Κεφάλαιο, γίνεται ανάλυση των προβλημάτων της μεταλλευτικής
δραστηριότητας στο Νομό Φωκίδας. Αυτά περιλαμβάνουν την επιβάρυνση του
Κορινθιακού Κόλπου λόγω των εξορυκτικών αποβλήτων, τις επιπτώσεις στην υγεία
και την αρνητική επίδραση στον τουρισμό της περιοχής. Γίνεται εκτενής ανάλυση για
την περιοχή Λαρνάκι στην Ιτέα, όπου βρίσκονται βιομηχανικές εγκαταστάσεις, και η
οποία χαρακτηρίζεται από νομοθετικές παραβάσεις προκαλώντας διάφορα
προβλήματα στην περιοχή.

Στο 6ο Κεφάλαιο, παρουσίαζεται η εκστρατεία «Γύρω-Γύρω Όλα» από τον Σύνδεσμο


Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, από την οποία προκύπτει η σημασία του ορυκτού
πλούτου στη ζωή μας. Σε αντίθεση αναφέρεται και ο αντίλογος μιας ζωής χωρίς
ορυκτά. Τέλος, παρουσιάζονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της
μεταλλευτικής δραστηριότητας στο Νομό Φωκίδας και εξάγονται συμπεράσματα.

[20]
1. Νομός Φωκίδας

1.1. Γεωγραφική Θέση-Έκταση


Ο νομός Φωκίδας αποτελεί γεωγραφική περιοχή και Νομό της Περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας. Βρίσκεται στο κέντρο (ομφαλός) της Ελλάδας και συνορεύει ανατολικά με
το Νομό Βοιωτίας, βόρεια με το Νομό Φθιώτιδας και δυτικά με το Νομό
Αιτωλοακαρνανίας. Σε όλη τη νότια πλευρά βρέχει τα ακρογιάλια του ο Κορινθιακός
Κόλπος. Εκτείνεται σε 2.121 τ.χλμ., από τα οποία τα 36 είναι πεδινά, τα 560 δάση και
τα υπόλοιπα ημιορεινά με χαμηλή βλάστηση και πετρώδες έδαφος. Καταλαμβάνει το
13,6% της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και το 1,6% της συνολικής έκτασης της
χώρας. Είναι από τους πιο ορεινούς νομούς της Ελλάδας με εναλλασσόμενο
γεωμορφολογικό τοπίο, αφού περιλαμβάνει τέσσερα από τα υψηλότερα βουνά της
χώρας, την Γκιώνα, τον Παρνασσό, τα Βαρδούσια και την Οίτη. Ταυτόχρονα,
διαθέτει την λίμνη του Μόρνου από την οποία υδροδοτείται η Αθήνα και τον
Ελαιώνα της Άμφισσας, ίσως την μεγαλύτερη έκταση με ελιές που υπάρχει
σήμερα.[1]

Εικόνα 1.1. Η θέση του Νομού Φωκίδας στον Ελλαδικό Χώρο


(Πηγή: http://www.google.gr/)

[21]
1.2. Διοικητική Οργάνωση

Κατά τη διοικητική διαίρεση του Ελληνικού Κράτους το 1833, ιδρύθηκε ο Νομός


Φωκίδας και Λοκρίδος, ο οποίος περιελάμβανε τις μέχρι τότε επαρχίες των Σαλώνων,
του Γαλαξιδίου, του Λιδωρικίου, του Μαλανδρίνου, του Ζητουνίου, του
Πατρατζικίου και της Βουδουνίτσης. Ο Νομός αυτός αποτελούνταν από τις επαρχίες
της Παρνασσίδος με έδρα τα Σάλωνα (Άμφισσα), της Δωρίδος με έδρα το Λιδωρίκι,
της Φθιώτιδος με έδρα το Ζητούνιον (Λαμία) και της Λοκρίδος με έδρα το
Ταλάντιον (Αταλάντη). Πρωτεύουσα του νομού ορίστηκε η Άμφισσα, που ήταν
ιστορική πρωτεύουσα της Ρούμελης.

Το 1836-1837 ο Νομός, με την εισαγωγή του συστήματος Διοικήσεων-


Υποδιοικήσεων, διαιρέθηκε στις Διοικήσεις Φωκίδας και Φθιώτιδος και τις
Υποδιοικήσεις Δωρίδος και Λοκρίδος. Το 1845 ιδρύθηκε εκ νέου ο παλαιός Νομός,
με το όνομα Φθιώτιδος και Φωκίδας, με την έδρα του να μεταφέρεται στη Λαμία. Το
1899 ο Νομός διασπάστηκε και έτσι για πρώτη φορά ιδρύθηκαν δύο ξεχωριστοί
νομοί, ο Νομός Φωκίδας (με έδρα την Άμφισσα) και ο Νομός Φθιώτιδος
(Φθιωτιδοφωκίδος). Το 1946 ο Νομός Φωκίδας διασπάστηκε ξανά και αποτελούνταν
αρχικά από τις δύο επαρχίες (Παρνασσίδα και Δωρίδα), έως την κατάργηση των
επαρχιών και την ίδρυση των Καποδιστριακών Δήμων (Δήμο Αμφίσσης, Γαλαξιδίου,
Γραβιάς, Δελφών, Δεσφίνας, Ιτέας, Καλλιέων, Παρνασσού, Ευπαλίου, Βαρδουσίων,
Λιδορικίου, Τολοφώνος).

Σήμερα, με το “Πρόγραμμα Καλλικράτης”, η Φωκίδα είναι χωρισμένη σε δύο


μεγάλους Δήμους , το Δήμο Δελφών με έδρα την Άμφισσα και ιστορική έδρα τους
Δελφούς και το Δήμο Δωρίδος με έδρα το Ευπάλιο και ιστορική έδρα το Λιδωρίκι.

Τέλος, ο Νομός Φωκίδας εκπροσωπείται από ένα βουλευτή στο Ελληνικό


Κοινοβούλιο.[1]

1.3. Δημογραφικά Στοιχεία


Ο πληθυσμός του Νομού Φωκίδας κατανέμονταν σε δώδεκα Δήμους σύμφωνα με το
“Σχέδιο Καποδίστρια”1, οι οποίοι συγχωνεύτηκαν με το “Πρόγραμμα Καλλικράτης”2
σε δύο μεγάλους δήμους, το Δήμο Δελφών και το Δήμο Δωρίδος. Ο Δήμος Δελφών
έχει έδρα την Άμφισσα, ιστορική έδρα τους Δελφούς και περιλαμβάνει τους Δήμους
Αμφίσσης, Γαλαξιδίου, Γραβιάς, Δελφών, Δεσφίνας, Ιτέας, Καλλιέων και
Παρνασσού οι οποίοι καταργούνται. Ο Δήμος Δωρίδος με έδρα το Ευπάλιο και

1
“Σχέδιο Καποδίστρια”, Ν.2539/97 (ΦΕΚ 244/Α’) περί «Συγκρότησης της Πρωτοβάθμιας Τοπικής
Αυτοδιοίκησης»
2
“Πρόγραμμα Καλλικράτης”, Ν.3852/2010, (ΦΕΚ 87/τ.Α’/7.06.2010) «Νέα Αρχιτεκτονική της
Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης-Πρόγραμμα Καλλικράτης»

[22]
ιστορική έδρα το Λιδορίκι, περιλαμβάνει τους Δήμους Βαρδουσίων, Ευπαλίου,
Λιδορικίου και Τολοφώνος οι οποίοι επίσης καταργούνται.[1],[2]

Εικόνα 1.2. O χάρτης του Νομού Φωκίδας σύμφωνα με το “Πρόγραμμα


Καλλικράτης”
(Πηγή: «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης-
Πρόγραμμα Καλλικράτης»)

Ο πραγματικός πληθυσμός του Νομού ανέρχεται σε 40.430 κατοίκους κατά το έτος


2011, ενώ έχει παρουσιάσει μικρή αύξηση από το έτος 2001 που ήταν 37.866
κάτοικοι. Πρόκειται για πληθυσμό που αντιστοιχεί στο 0,37% του συνόλου της χώρας
και στο 7,4% του συνόλου της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Πρόκειται για το
δεύτερο κατά σειρά Νομό της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας με τόσο μικρό ποσοστό
συμμετοχής στο σύνολο της.[3],[5]

Η συνολική έκταση του Νομού ανέρχεται σε 2.121 τ.χλμ. και καταλαμβάνει το 13,6%
της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και το 1,6% της χώρας. Η πληθυσμιακή πυκνότητα
του Νομού ανέρχεται σε 19,07 κάτοικοι/km2, τη στιγμή που στην Περιφέρεια και στη
χώρα το μέγεθος αυτό είναι αντίστοιχα 35,17 κάτοικοι/km2 και 81,75
κάτοικοι/km2.[5]

[23]
1.3.1. Κατανομή Πληθυσμού και Έκτασης στους Δήμους του Νομού
Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται η κατανομή έκτασης και πληθυσμού στους
Δήμους του Νομού έπειτα από επεξεργασία των στοιχείων της απογραφής του 2001
(σύμφωνα με το “Σχέδιο Καποδίστρια”). Τα στοιχεία που έχουμε από την απογραφή
του 2011 αναφέρονται μόνο στον πληθυσμό στο σύνολο των Δήμων Δελφών και
Δωρίδος (σύμφωνα με το “Πρόγραμμα Καλλικράτης”).[3],[5]

Πληθυσμός Πληθυσμός
Ο.Τ.Α. Έκταση (Κάτοικοι) (Κάτοικοι)
(τ.χλμ.) Απογραφή 2001 Απογραφή 2011
Αμφίσσης 315.17 8.864
Γαλαξιδίου 126.09 2.600
Γραβιάς 161.65 2.274
Δελφών 73.13 2.435
Δήμος Δελφών Δεσφίνας 148.99 2.115
Ιτέας 26.35 5.943
Καλλιέων 183.25 848
Παρνασσού 87.03 1.913
Σύνολο 1121.66 26.992 26.700
Βαρδουσίων 248.78 781
Ευπαλίου 204.16 4.850
Δήμος Δωρίδος Λιδορικίου 393.086 2.720
Τολοφώνος 131.38 2.523
Σύνολο 977.39 10.874 13.730
Νομός Φωκίδας 2.120 37.866 40.430
Στερεά Ελλάδα 15.549 605.329 546.870
Σύνολο Χώρας 131.957 10.934.097 10.787.690

Πίνακας 1.1. Κατανομή έκτασης και πληθυσμού στους Δήμους του Νομού Φωκίδας

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το μεγαλύτερο πληθυσμιακά κέντρο του Νομού
είναι ο Δήμος Αμφίσσης με 8.864 κατοίκους (23,41% του συνολικού πληθυσμού του
Νομού). Ακολουθεί ο Δήμος Ιτέας με 5.943 κατοίκους (15,7% του Νομού) και ο
Δήμος Ευπαλίου με 4.850 κατοίκους (12,8% του Νομού), ενώ τα μικρότερα
πληθυσμιακά κέντρα είναι ο Δήμος Καλλιέων με 848 κατοίκους (2,3% του Νομού)
και ο Δήμος Βαρδουσίων όπου καταγράφηκαν 781 κάτοικοι (2% του Νομού).[3]

1.3.2. Πληθυσμιακή Πυκνότητα


Όπως φαίνεται στην παραπάνω εικόνα (Εικόνα 1.3.) η μεγαλύτερη πληθυσμιακή
πυκνότητα παρουσιάζεται στο Δήμο Ιτέας με 225,53 κατοίκους/km2 και ακολουθούν
οι Δήμοι Δελφών με 33,3, Άμφισσας με 28,12, Ευπαλίου με 23,75 και Παρνασσού

[24]
με 21,98 κατοίκους/km2. Αντιθέτως, ο Δήμος Βαρδουσίων παρουσιάζει τη μικρότερη
πληθυσμιακή πυκνότητα η οποία είναι 3,1 κάτοικοι/km2.[3]

Οι υψηλές τιμές της πληθυσμιακής πυκνότητας στην Ιτέα και στην Άμφισσα
οφείλονται στο γεγονός ότι είναι μεγάλα αστικά κέντρα που απέχουν πολύ μικρή
απόσταση από τις εγκαταστάσεις των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην
εξόρυξη του βωξίτη, οι οποίες απορροφούν σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού.
Επομένως, αποτέλεσμα αυτών είναι ο πληθυσμός να συγκεντρώνεται σε αυτές τις δύο
πόλεις. Καθοριστικό ρόλο όσον αφορά στην πληθυσμιακή πυκνότητα του Δήμου
Δελφών έχει διαδραματίσει το Αρχαιολογικό Μουσείο και οι θέσεις εργασίας που
έχουν δημιουργηθεί σε αυτό.

Εικόνα 1.3. Πληθυσμιακή Πυκνότητα

1.3.3. Νόμιμος και Μόνιμος Πληθυσμός Νομού


Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί η διαφορά που παρατηρείται ανάμεσα στο
νόμιμο και στο μόνιμο πληθυσμό του Νομού και η οποία απεικονίζεται στην
παρακάτω εικόνα (Εικόνα 1.4.). Σημαντικό είναι να αναφερθούν οι ορισμοί των δύο
εννοιών και να επισημανθεί η διαφορά τους.

Στις ελληνικές απογραφές ως νόμιμος πληθυσμός ορίζεται ο αριθμός των δημοτών,


δηλαδή το σύνολο των ατόμων κάθε ηλικίας και φύλου, που είναι καταχωρημένα στα
αντίστοιχα δημοτολόγια και εφόσον κατά την ημέρα της απογραφής βρίσκονταν στη
Χώρα και απογράφηκαν ως παρόντες ή απουσίαζαν προσωρινά στο εξωτερικό.

Ως μόνιμος πληθυσμός μιας περιφέρειας (δήμου/κοινότητας, δημοτικού/κοινοτικού


διαμερίσματος ή οικισμού) ορίζεται το σύνολο των ατόμων που έχουν τη συνήθη

[25]
διαμονή τους σε κάθε περιφέρεια, νομό, δήμο/κοινότητα, δημοτικό/κοινοτικό
διαμέρισμα και αυτοτελή οικισμό.[6]

Από τα στοιχεία για τους δύο πληθυσμούς κατά την Απογραφή του 2001,
παρατηρούμε σημαντικές αποκλίσεις οι οποίες ανέρχονται σε 10.516 άτομα. Οι
αποκλίσεις είναι έντονες στους Δήμους Ευπαλίου, Καλλιέων, Βαρδουσίων,
Λιδωρικίου, και λιγότερο αξιοσημείωτες στους Δήμους Ιτέας και Αμφίσσης.[3]

Εικόνα 1.4. Νόμιμος και Μόνιμος Πληθυσμός Νομού Φωκίδας

Είναι εύκολο λοιπόν να παρατηρήσουμε ότι σε όλους τους Δήμους ο μόνιμος


πληθυσμός είναι μικρότερος από το νόμιμο. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί με πολλούς
τρόπους. Αρχικά ο Νομός Φωκίδας δεν έχει ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, με
αποτέλεσμα οι νέοι να επιλέγουν άλλες πόλεις για να σπουδάσουν. Επίσης,
παρατηρείται μετακίνηση πληθυσμού την χειμερινή περίοδο από τα χωριά στα
μεγάλα αστικά κέντρα από πολλούς συνταξιούχους. Επίσης, πόλο έλξης αποτελούν
τα απομακρυσμένα χωριά στους ορεινούς όγκους της περιοχής όπως και τα
παραθαλάσσια μέρη τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους.

1.3.4. Κατανομή Πληθυσμού κατά Ηλικιακές Ομάδες

Κατά την απογραφή του 2001, ο πληθυσμός της Χώρας αλλά και κάθε Νομού
ξεχωριστά κατανεμήθηκε στις ηλιακές ομάδες των 0-14 ετών, 15-24, 25-39, 40-54,
55-64, 65-79 και τελευταία των 80 και άνω. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση
του Νομού όπως θα δούμε παρακάτω.

[26]
Μετά από ανάλυση των στοιχείων, προέκυψε η εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 1.5.),
στην οποία παρουσιάζεται η κατανομή του πληθυσμού κατά ηλικιακές ομάδες στο
Νομό Φωκίδας και στο σύνολο της χώρας.[3]

Εικόνα 1.5. Πληθυσμός ανά ομάδες ηλικιών στο Νομό Φωκίδας και στο σύνολο της
Χώρας

Από τη μελέτη της εικόνας αυτής μπορούμε να εξάγουμε τα ακόλουθα


συμπεράσματα. Παρατηρούμε σημαντική διαφορά στις κατηγορίες των 65-79, 80 και
άνω, όπου στην πρώτη στο Νομό Φωκίδας συγκεντρώνεται το 20% του πληθυσμού
σε αντίθεση με το ποσοστό στο Σύνολο της Χώρας που είναι μόλις 14%, και στη
δεύτερη τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 6% και 3%. Επίσης, όσον αφορά στην
κατηγορία των 25-39, μια κατηγορία με τις πιο παραγωγικές ηλικίες, το ποσοστό του
Νομού είναι μόλις 20% και το αντίστοιχο σε επίπεδο χώρας είναι 23%. Από αυτό
μπορούμε να συμπεράνουμε ότι μεγάλο ποσοστό του Νομού ανήκει στα γεροντικά
στρώματα, γεγονός που επηρεάζει την οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου.

1.4. Κοινωνικά Στοιχεία

1.4.1. Μορφωτικό Επίπεδο

Από την ανάλυση των στοιχείων της απογραφής του 2001, ο μέσος όρος για τα τρία
επίπεδα εκπαίδευσης καθώς και αυτών που δεν πήγαν σχολείο είναι:

x Δεν πήγαν σχολείο: ποσοστό 13,22%


x Πρωτοβάθμια εκπαίδευση (Δημοτικό): ποσοστό 42,19%
x Δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Γυμνάσιο-Λύκειο): ποσοστό 36,29%

[27]
x Τριτοβάθμια εκπαίδευση (Πτυχιούχοι Α.Ε.Ι.&Τ.Ε.Ι., Μεταπτυχιακό,
Διδακτορικό): ποσοστό 8,31%.[3]

Εικόνα 1.6. Μορφωτικό Επίπεδο

1.4.2. Ανεργία
Από τα στοιχεία της απογραφής του 2001 πρόκυψε ότι 23.820 κάτοικοι του Νομού
ήταν οικονομικά μη ενεργοί, όταν ο πληθυσμός καταγράφηκε στους 37.866
κατοίκους. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγηθεί με διαφόρους λόγους. Αρχικά,
σχεδόν το 50% του πληθυσμού είναι γυναίκες από τις οποίες ελάχιστες συμμετέχουν
σε όλους του κλάδους παραγωγής καθώς οι περισσότερες ασχολούνται με τις
οικιακές ασχολίες. Σημαντικό επίσης είναι το ποσοστό των συνταξιούχων, όπως
είδαμε στη κατανομή του πληθυσμού σε ηλικιακές ομάδες, που αγγίζει το 20%.
Σημαντικό είναι και το ποσοστό των μαθητών και των νέων που επιλέγουν να
μετακομίσουν και να σπουδάσουν σε κάποια άλλη πόλη. Τέλος, αξίζει να
αναφέρουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού απορροφάται από τις δημόσιες
υπηρεσίες και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη του βωξίτη,
κλάδοι αρκετά συσσωρευμένοι ώστε να μην μπορούν να απασχολήσουν νέους
εργαζομένους.[3]

[28]
Εικόνα 1.7. Μη οικονομικά ενεργός πληθυσμός Νομού Φωκίδας–Αιτίες που δεν
εργάζονται

Έτος Σύνολο Χώρας Στερεά Ελλάδα Φωκίδα


2004 10,1% 12,2% 15,5%
2005 9,7% 10,3% 13,1%
2006 8,3% 8,8% 9,3%
2007 7,9% 9,1% 15,5%
2008 7,2% 8,2% 14,6%

Πίνακας 1.2. Ποσοστά Ανεργίας στο Νομό Φωκίδας, στη Στερεά Ελλάδα και στο
Σύνολο της Χώρας την περίοδο 2004-2008

1.4.3. Απασχόληση

Όσον αφορά στην απασχόληση του πληθυσμού στο Νομό Φωκίδας, το μεγαλύτερο
ποσοστό το οποίο ανέρχεται στο 56,8% των απασχολουμένων (7.978 εργαζόμενοι)
παρατηρείται στον τριτογενή τομέα, ενώ ακολουθεί ο δευτερογενής με 24,4% (3.427
εργαζόμενοι). Το μικρότερο ποσοστό των απασχολουμένων καταγράφηκε στον
πρωτογενή τομέα και είναι μόλις 18,8% (2.641 εργαζόμενοι).[3]

Οι περισσότεροι απασχολούμενοι του τριτογενή και δευτερογενή τομέα προέρχονται


από την Άμφισσα και την Ιτέα. Αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι είναι τα
μεγαλύτερα αστικά κέντρα του Νομού, στα οποία συγκεντρώνονται όλες οι
υπηρεσίες, όπως και από το ότι απέχουν πολύ μικρή απόσταση από τις εγκαταστάσεις
των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη του βωξίτη, όπου απασχολείται
ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απασχόληση στο

[29]
δευτερογενή τομέα του Νομού υπερβαίνει την αντίστοιχη σε επίπεδο χώρας και
συνδέεται κυρίως με την επεξεργασία του ορυκτού πλούτου (βωξίτη).

Εικόνα 1.8. Απασχόληση ανά τομέα παραγωγής στο Νομό Φωκίδας

Εικόνα 1.9. Απασχολούμενοι ανά Τομέα και Άνεργοι ανά Δήμο του Νομού Φωκίδας

[30]
1.5. Οικονομικά Στοιχεία

1.5.1. Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ)

Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι το σύνολο των προϊόντων και αγαθών που
παράγει μια οικονομία, εκφρασμένο σε χρηματικές μονάδες. Με άλλα λόγια είναι η
συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών (υλικών και άυλων) που παράχθησαν εντός
μιας χώρας σε διάστημα ενός έτους, ακόμα και αν μέρος αυτού παράχθηκε από
παραγωγικές μονάδες που ανήκουν σε κατοίκους του εξωτερικού.[7]

Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι ένας πολύ καλός δείκτης μέτρησης της
παραγωγής μιας οικονομίας. Ως δαπάνη, μπορεί να διακριθεί σε ιδιωτική
κατανάλωση (δαπάνες νοικοκυριών για αγορά καταναλωτικών αγαθών διαρκών ή μη
διαρκών), σε ακαθάριστη ιδιωτική επένδυση και σε κρατική δαπάνη. Η ακαθάριστη
ιδιωτική επένδυση περιλαμβάνει τρεις υποκατηγορίες, τις δαπάνες των επιχειρήσεων
για κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, τις δαπάνες νοικοκυριών για απόκτηση νέων σπιτιών
και τις μεταβολές στα αποθέματα. Όσον αφορά στην κρατική δαπάνη (ή δημόσια),
αυτήν αποτελούν οι επενδύσεις του δημοσίου που γίνονται σε έργα υποδομής και σε
επιχειρηματική δραστηριότητα. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ως εισόδημα
διακρίνεται στις εξής τέσσερις κατηγορίες: στους μισθούς (κάθε αμοιβή του
συντελεστή “εργασία” για τη συμβολή του στην παραγωγική διαδικασία), στις
προσόδους περιουσίας (σύνολο εισοδημάτων που εισπράττεται από ενοίκια εδαφικών
εκτάσεων, κτιρίων), στους τόκους και στα κέρδη.[8]

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέλιξη του ΑΕΠ για τη Στερεά Ελλάδα και για
το Νομό Φωκίδας τα τελευταία έξι χρόνια. Η εξέλιξη αυτή παρουσιάζεται στον
πίνακα που ακολουθεί.

Περιφέρεια και Έτη


Νομοί 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006
Βοιωτία 3.138 3.200 3.049 3.157 3.569 3.773 3.952
Εύβοια 2.132 2.262 2.335 2.576 2.816 2.983 3.244
Ευρυτανία 135 141 141 169 178 205 242
Φθιώτιδα 1.977 1.999 1.965 2.003 2.204 2.607 2.632
Φωκίδα 388 386 405 445 485 499 512
Στερεά Ελλάδα 7.770 7.988 7.895 8.351 9.253 10.067 10.583

Πίνακας 1.3. Εξέλιση του ΑΕΠ για την Στερεά Ελλάδα τη περίοδο 2000-2006
(σε εκατομμύρια ευρώ)

Από τα στοιχεία αυτά μπορούμε να διακρίνουμε ότι η Στερεά Ελλάδα παρουσιάζει


σημαντικές ανισότητες στους Νομούς της όσον αφορά στο ΑΕΠ την περίοδο αυτή.
Οι Νομοί Φωκίδας και Ευρυτανίας έχουν τα χαμηλότερα ΑΕΠ κατά μέσο όρο, 445,7

[31]
εκατ.€ και 173 εκατ.€ αντίστοιχα ενώ τα υψηλότερα είναι αυτά του Νομού Βοιωτίας
3.045 εκατ.€ και του Νομού Εύβοιας 2.621 εκατ.€ αντίστοιχα. Βλέπουμε πόσο
σημαντική είναι η διαφορά.[4]

Στην εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 1.10.) γίνεται μια σύγκριση στην εξέλιξη του
ΑΕΠ της Στερεάς Ελλάδας και του Νομού Φωκίδας τη χρονική περίοδο 2000-2006.
Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι ο Νομός Φωκίδας είναι από τους πιο φτωχούς
Νομούς της Περιφέρειας με ακόλουθο το Νομό Ευρυτανίας.

Εικόνα 1.10. Εξέλιξη του ΑΕΠ για την Στερεά Ελλάδα και το Νομό Φωκίδας τη
περίοδο 2000-2006 (σε εκατομμύρια ευρώ)

1.5.2. Κατά Κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν


Το κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν για έναν Νομό προκύπτει αν
διαιρέσουμε το πραγματικό κατά κεφαλή ΑΕΠ3 με τον πληθυσμό του. Αποτελεί
σημαντικό δείκτη για την οικονομία μιας περιοχής και την κατάσταση που επικρατεί
σε αυτήν.[8]

Όσον αφορά στο κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν για την Περιφέρεια
Στερεάς Ελλάδας το 2006, αυτό αντιστοιχούσε σε 18.485€ που είναι το τρίτο
μεγαλύτερο μετά την περιφέρεια Αττικής (25.843€) και την περιφέρεια Νότιου
Αιγαίου (19.541€).[4]

Ο Νομός με το μεγαλύτερο κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι ο Νομός


Βοιωτίας με 30.284€, ακολουθεί ο Νομός Εύβοιας με 15.350€ και ο Νομός

3
Το πραγματικό κατά κεφαλή ΑΕΠ δίνει το προϊόν που θα αντιστοιχούσε σε κάθε κάτοικο μιας
οικονομίας, αν η διανομή του ήταν ίση.

[32]
Φθιώτιδας με 15.347€. Προτελευταίος είναι ο Νομός Ευρυτανίας με 13.433€ ενώ
τελευταίος είναι ο Νομός Φωκίδας με 12.520€. Παρατηρούμε ότι μέσοι όροι απέχουν
πολύ από το μέσο όρο της χώρας ο οποίος είναι ίσος με 18.878€. Επίσης, αξίζει να
σημειωθεί ότι σε εθνικό επίπεδο ο Νομός Φωκίδας βρίσκεται στην 30η θέση, όσον
αφορά στην κατάταξή του σε σχέση με τους υπόλοιπους Νομούς.

Εικόνα 1.11. Κατά Κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν των Νομών της
Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας

1.5.3. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ)


Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία υπολογίζεται ως η διαφορά δύο αξίων: της
συνολικής παραγωγής (πωλήσεις, αποθέματα) και της ενδιάμεσης ανάλωσης πρώτων
υλών και αγαθών που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή. Αποτελεί ένα μέγεθος με
το οποίο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την οικονομία μιας περιοχής, ενός Νόμου,
μιας περιφέρειας, γενικά οπουδήποτε έχει προσδιοριστεί.

Στις Εικόνες 1.12 και 1.13 που ακολουθούν, παρουσιάζεται αντίστοιχα η ακαθάριστη
προστιθέμενη αξία κατά τομέα παραγωγής στο Νομό Φωκίδας και στην Ελλάδα για
το έτος 2006.

[33]
Εικόνα 1.12. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία Κατά Κλάδο
του Νομού Φωκίδας, Έτος 2006

Εικόνα 1.13. Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία Κατά Κλάδο Νομού Φωκίδας και
Ελλάδος, Έτος 2006

[34]
Από τις παραπάνω εικόνες παρατηρούμε ότι για το Νομό Φωκίδας και την Ελλάδα το
ποσοστό της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που αντιστοιχεί στον πρωτογενή
τομέα (γεωργία, δασοκομία, αλιεία) είναι αντίστοιχα 11% και 12%. Στο δευτερογενή
τομέα (βιομηχανίες) τα αντίστοιχα ποσοστά διαμορφώνονται σε 15% και 13,90%.
Στον τομέα αυτό το αρκετά μεγάλο ποσοστό για το Νομό Φωκίδας οφείλεται κατά
κύριο λόγο στην εξόρυξη του βωξίτη και την επεξεργασία του σε αλουμίνιο. Τέλος,
στον τριτογενή τομέα (εμπόριο, ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορές και επικοινωνίες)
τα αντίστοιχα ποσοστά που καταγράφηκαν ανέρχονται σε 20% και 30,70%.[9]

1.6. Παραγωγικοί Τομείς


Ο Νομός Φωκίδας σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2001, συγκεντρώνει
το μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης στον τριτογενή τομέα, το οποίο ισούται με
56,8%, ακολουθεί ο δευτερογενής με 24,4% και τελευταίος ο πρωτογενής με
18,8%.[3]

Εικόνα 1.14. Ποσοστά απασχόλησης κατά παραγωγικό τομέα στο Νομό Φωκίδας

1.6.1. Πρωτογενής Τομέας


Ο Νομός Φωκίδας είναι κατά κύριο λόγο ένας ορεινός νομός με περιορισμένη τη
διαθεσιμότητα των εδαφών που μπορούν να καλλιεργηθούν και των εκτάσων που
μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βοσκοτόπια. Σε αυτό συμβάλλουν καθοριστικά τα
δασικά οικοσυστήματα της περιοχής, όπως επίσης και τα κοιτάσματα βωξίτη που
υπάρχουν στην περιοχή (από τα μεγαλύτερα σε όλη την Ελλάδα και στην Ευρώπη)
και που έχουν στρέψει την παραγωγή προς τον δευτερογενή τομέα.

[35]
Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται η γεωργική γη και οι καλλιέργειες κατά
κατηγορίες στην Ελλάδα, στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και στους Νομούς της.
Συνολική Σύνολο Κηπευτική
Περιφέρει Γεωργική Καλλιεργειών Γη, Δενδρώδεις Φυτώρια Αμπέλια,
α/ Γη Και Θερμοκήπια Καλλιέργειες Σταφιδο
Νομός Αγρανάπαυσης -άμπελοι
Βοιωτία 1.075.905 1.082.560 82.506 197.295 1.588 41.426
Εύβοια 833.866 833.877 38.003 318.668 39 34.565
Ευρυτανία 56.980 58.127 1.908 11.896 529
Φθιώτιδα 1.551.792 1.560.795 37.024 422.891 448 12.197
Φωκίδα 148.943 148.960 1.522 83.228 2.393
Στερεά 3.667.486 3.684.281 160.963 1.033.978 2.075 91.110
Ελλάδα
Σύνολο 36.992.721 37.324.212 1.047.821 10.246.950 11.493 1.226.15
Ελλάδας 2

Πίνακας 1.4. Γεωργική γη και καλλιέργειες κατά κατηγορίες (σε στρέμματα) στην
Ελλάδα, στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και στους Νομούς της

Αξίζει να αναφέρουμε τα ποσοστά της γεωργικής γης και των καλλιεργειών του
Νομού Φωκίδας ως προς το σύνολο της χώρας. Όσον αφορά στη γεωργική γη, ο
Νομός Φωκίδας συμβάλλει μόλις με το 0,4% όπως και στο σύνολο των
καλλιεργειών. Στην κηπευτική το ποσοστό είναι 0,15%, στις δενδρώδεις καλλιέργειες
0,81% (σημαντικό ρόλο έχει παίξει ο ελαιώνας της Αμφίσσης), 0,00% στα φυτώρια
και τέλος μόλις 0,20% στα αμπέλια και τους σταφιλοαμπέλους. Τα ποσοστά αυτά
είναι πολύ μικρά για ένα Νομό όπως ο Νομός Φωκίδας, στον οποίο το 68,7% του
πληθυσμού είναι αγροτικός και το 31,3% αστικός.

Εικόνα 1.15. Ποσοστά γεωργικής γης και καλλιεργειών κατά κατηγορίες του Νομού
Φωκίδας στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και στο σύνολο της Χώρας

Η εκμετάλλευση της γεωργικής έκτασης στο Νομό Φωκίδας επικεντρώνεται στην


ελαιοκαλλιέργεια (ελαιώνας Αμφίσσης), σε αμπέλια, σε βοσκοτόπους, σε φυτώρια

[36]
καρποφόρων δένδρων καθώς επίσης και σε οικογενειακούς λαχανόκηπους όπου
αναπτύσσονται βιολογικές καλλιέργειες.

Ένας άλλος πολύ σημαντικός κλάδος είναι η κτηνοτροφία, η οποία αποτελεί την
κυριότερη δραστηριότητα του πρωτογενή τομέα. Εμφανίζεται κυρίως στους ορεινούς
Δήμους του Νομού, όπου υπάρχουν σημαντικές εκτάσεις για τη δημιουργία
βοσκοτόπων. Εκτρέφονται αρκετά είδη ζώων όπως βοειδή, πρόβατα, αίγες, χοίροι,
κουνέλια, πουλερικά και κυψέλες μελισσών και παράγονται κτηνοτροφικά προϊόντα
όπως γάλα, τυρί (λευκό-φέτα), μυζήθρα, βούτυρο, κρέας, μέλι και αυγά.

Όσον αφορά στην αλιευτική δραστηριότητα, αυτή περιορίζεται στην παράκτια


θαλάσσια αλιεία. Στην περιοχή κυριαρχεί η ερασιτεχνική αλιεία, ενώ η
επαγγελματική είναι περιορισμένη.[10]

1.6.2. Δευτερογενής Τομέας


Ο σημαντικότερος κλάδος του δευτερογενή τομέα στο Νομό Φωκίδας είναι η
εξόρυξη του βωξίτη. Ο νομός διαθέτει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα σε όλη την Ελλάδα
αλλά και στην Ευρώπη και απασχολεί το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων.
Εκτενής αναφορά θα γίνει σε επόμενο Κεφάλαιο (Κεφάλαιο 2ο: Βωξίτης, 2.9. Η
εξόρυξη του βωξίτη στο Νομό Φωκίδας).

Στο Νομό Φωκίδας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Μητρώου Επιχειρήσεων της


ΕΛ.ΣΤΑΤ. 2002, όσον αφορά στον κλάδο της βιομηχανίας-βιοτεχνίας,
δραστηριοποιούνται 2.574 επιχειρήσεις. Από αυτές, αν εξαιρεθούν οι 770 που
ανήκουν στο δευτερογενή τομέα της οικονομίας (ποσοστό 29,9% επί του συνόλου),
το 2,0% αφορά επιχειρήσεις που κατασκευάζουν μεταλλικά προϊόντα, το 2,6%
επιχειρήσεις στον κλάδο τροφίμων και ποτών, το 20,4% επιχειρήσεις που
ασχολούνται με τις κατασκευές, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό ανήκει στις επιχειρήσεις
που δραστηριοποιούνται στον βιομηχανικό τομέα και ισούται με 29,7%. Οι λοιποί
κλάδοι συγκεντρώνουν ποσοστό μικρότερο από 1,5%. Τα παραπάνω φαίνονται στην
εικόνα που ακολουθεί.[11]

Όσον αφορά στην οικοδόμηση, η κατασκευαστική δραστηριότητα στο Νομό ολοένα


και φθίνει. Τα μεγαλύτερα ποσοστά ανοικοδόμησης έχουν παρουσιαστεί στην Ιτέα,
στην Άμφισσα, στο Ευπάλιο, στην Τολοφώνα και στο Λιδωρίκι την τελευταία
πενταετία. Είναι ένας κλάδος όπου εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης της χώρας
παρουσιάζει σημαντική μείωση των κατασκευών.

[37]
Εικόνα 1.16. Ποσοστά απασχόλησης επιχειρήσεων κατά κλάδους

1.6.3. Τριτογενής Τομέας


Όπως προαναφέρθηκε ο τριτογενής τομέας συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό
των απασχολούμενων στο Νομό, το οποίο ανέρχεται σε 57% του Οικονομικά
Ενεργού Πληθυσμού. Στην περιοχή δραστηριοποιούνται πολλές ξενοδοχειακές
επιχειρήσεις, εστιατόρια όπως και επιχειρήσεις που ασχολούνται με το χονδρικό, το
λιανικό εμπόριο και τις ενδιαμέσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

Από την άποψη του αριθμού των επιχειρήσεων, ο τριτογενής τομέας αριθμεί 1.768
επιχειρήσεις, το 68,7% των επιχειρήσεων του Νομού. Σε κλαδικό επίπεδο οι κλάδοι
με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση επιχειρήσεων είναι το λιανικό εμπόριο (21,8%), τα
ξενοδοχεία-εστιατόρια (17,5%) και οι χερσαίες μεταφορές (7,6%). Το χονδρικό
εμπόριο επίσης συγκεντρώνει μεγάλο μέρος του πληθυσμού των επιχειρήσεων
(4,1%).

Ο κλάδος του τριτογενή τομέα που διαθέτει τη μεγαλύτερη δυναμική ξενοδοχεία-


εστιατόρια, ο οποίος συνδέεται με την εξυπηρέτηση επισκεπτών.

Τουρισμός

Ο νομός είναι ιδιαίτερα προικισμένος τόσο σε φυσικούς πόρους (ορεινούς και


παράκτιους) όσο και σε ανθρώπινους, πολιτιστικούς πόρους (αρχαιολογικοί χώροι
και μνημεία) οι οποίοι αποτελούν πόλους έλξης και συνθέτουν το τουριστικό προϊόν
της περιοχής.

[38]
Ορεινός Τουρισμός

Ο ορεινός/περιηγητικός τουρισμός επικεντρώνεται στους ορεινούς όγκους Βαρδούσια


και Γκιώνα. Η οροσειρά Βαρδουσίων (υπάρχουν ήδη δύο ορεινά καταφύγια) αποτελεί
πόλο έλξης πολλών ορειβατών/αναρριχητών και στην ευρύτερη περιοχή της
υπάρχουν ενδιαφέρουσα χωριά διαμονής και πρόσβασης στο βουνό (Αρτοτίνα, Αθ.
Διάκος, Μουσουνίτσας, Βίννναη, Καλλοσκοπή αλλά και άλλοι οικισμοί), υπάρχουν
δυνατότητες για ενδιαφέρουσες διαδρομές/περιηγήσεις σε φαράγγια ή χαράδρες.
Ιδιαίτερα, η χαράδρα της Ρέκκας, στην ανατολική Γκιώνα, είναι ένα από τα
μεγαλύτερα και ομορφότερα φαράγγια της χώρας. Πρόκειται για περιοχή μεγάλης
οικολογικής σημασίας με ενδημικά είδη φυτών, αρπακτικά πουλιά, αγριόγιδα, κ.λπ.

Στον Παρνασσό (στο Νομό εντάσσεται το ΒΔ τμήμα του) υπάρχουν δυνατότηες


άσκησης δραστηριοτήτων και ορεινού/περιηγητικού και χειμερινού/χιονοδρομικού
τουρισμού. Στη πρώτη περίπτωση εντάσσονται επισκέψεις/περιηγήσεις και στον
Εθνικό Δρυμό αλλά και σε ενδιαφέροντα ορεινά τοπία και σπήλαια (π.χ. Κωρύκειο
Άντρο). Στη δεύτερη περίπτωση ο αριθμός των επισκεπτών προς το χιονοδρομικό
κέντρο είναι πολύ μικρότερος αυτών που κατευθύνονται από Αράχωβα (Ν.
Βοιωτίας). Η σχετική προσπέλαση πραγματοποιείται από τους Δελφούς και ορισμένα
χωριά ΒΑ της Άμφισσας.

Παραθαλάσσιος Τουρισμός

Η παράκτια ζώνη του Νομού (μήκους 175km) ενδείκνυται και προσφέρει


δυνατότητες παραπέρα ανάπτυξης των μορφών αυτών του τουρισμού με βασικά
κέντρα την Ιτέα, το Γαλαξίδι, (με πλούσια ναυτική παράδοση και Ναυτικό Μουσείο)
και την Ερατεινή. Αναγκαία θεωρείται η προσέλκυση και αλλοδαπών τουριστών (που
σήμερα εντοπίζονται σχεδόν αποκλειστικά στους Δελφούς) που θα διαμένουν (μικρή
διάρκεια παραμονής) σε καταλύματα (υπάρχοντα και νέα) των οικισμών-χωρίς τη
δημιουργία resorts ή κέντρων μαζικού τουρισμού-και θα έχουν πρόσβαση στις πλαζ
(οργανωμένης ή μη). Με βάση τα κύρια τουριστικά λιμάνια Γαλαξιδίου και Ιτέας, οι
δραστηριότητες θαλάσσιου τουρισμού εντοπίζονται σε θαλάσσιες διαδρομές/
περιηγήσεις και σπορ στον Κορινθιακό (π.χ. επισκέψεις στο νησί Τριζόνια-μοναδικό
νησί της Δωρίδας, κατάφυτο και με ενδιαφέρουσες παραλίες) και στην παραπέρα
προώθηση υφιστάμενων διαδρομών προς Ναύπακτο/Νησιά Ιονίου.

Συνεδριακός Τουρισμός

Τα κύρια προϊόντα και δραστηριότητες των μορφών αυτών τουρισμού εντοπίζονται


αποκλειστικά στους Δελφούς, που αποτελεί βασικό πόλο έλξης Εθνικής/Διεθνούς
σημασίας (συνεδριακό κέντρο Δελφών). Σύμφωνα με τη Μελέτη Τουριστικής
Ανάπτυξης της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, μια παραπέρα ανάπτυξη της κύριας
αυτής μορφής τουρισμού για το νομό επιβάλλει ή πρέπει να συνδυασθεί:

[39]
1. Με την απόλυτη προστασία, όχι μόνο του κορυφαίου αρχαιολογικού χώρου αλλά
και του οικισμού και ιδιαίτερα του ελκυστικού φυσικού περιβάλλοντος της γύρω
περιοχής.

2. Με αποκέντρωση και σωστή χωρική διάρθρωση των νέων ανωδομών και


υποδομών π.χ. η ίδρυση ανεξάρτητου Συνεδριακού Κέντρου θα μπορούσε
εναλλακτικά να χωροθετηθεί αντί στους Δελφούς, όπως προτείνεται, σε άλλο
χώρο, π.χ. στην Άμφισσα.

3. Με την προώθηση και ορθολογική αξιοποίηση και των άλλων πολιτιστικών


πόρων του Νομού (που διαγράψαμε προηγουμένως) και με κέντρα/αφητηρίες
επίσκεψης την Άμφισσα και το Λιδωρίκι (Αρχαιολογικό Μουσείο).

Με τη δυναμική προώθηση και των άλλων μορφών (που αναφέρουμε στη συνέχεια)
και κυρίως τη σωστή (χωρικά και λειτουργικά) διασύνδεσή τους με με τον
πολιτιστικό τουρισμό.

1.7. Προστατευόμενες Περιοχές

1.7.1. Natura 2000


Το Δίκτυο Natura 2000 αποτελεί ένα Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο περιοχών, οι
οποίες φιλοξενούν φυσικούς τύπους οικοτόπων και οικοτόπους ειδών που είναι
σημαντικοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών:

x τις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)» (Special Protection Areas-SPA) για την
Ορνιθοπανίδα, όπως ορίζονται στην Οδηγία 79/409/EK «για τη διατήρηση των
άγριων πτηνών»
x τους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)» (Sites of Community Importance-
SCI) όπως ορίζονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Χαρακτηρίζεται ένας τόπος ο
οποίος συνεισφέρει σημαντικά στη διατήρηση ή την αποκατάσταση ενός τύπου
φυσικού οικοτόπου του Παραρτήματος Ι ή ενός είδους του Παραρτήματος ΙΙ της
Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ καθώς και τα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙΙ αυτής.

Οι ΖΕΠ, μετά το χαρακτηρισμό τους από τα Κράτη Μέλη, εντάσσονται αυτόματα στο
Δίκτυο Natura 2000, και η διαχείρισή τους ακολουθεί τις διατάξεις του Άρθρου 6
παρ. 2, 3, 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΚ και τις διατάξεις του Άρθρου 4 της Οδηγίας
79/409/ΕΟΚ. Αντίθετα, για την ένταξη των ΤΚΣ πραγματοποιείται επιστημονική
αξιολόγηση και διαπραγμάτευση μεταξύ των Κρατών Mελών και της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των κατά οικολογική ενότητα
Βιογεωγραφικών Σεμιναρίων. Οι ΤΚΣ υπόκεινται στις διατάξεις του ρθρου 6 παρ. 2,
3, 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

[40]
Ο Κατάλογος των Ζωνών Ειδικής Προστασίας δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ
1495/06.09.2010 ως παράρτημα στη νέα ενσωμάτωση της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ (η
οποία κωδικοποιήθηκε με την Οδηγία 2009/147/ΕΚ).

Μετά την οριστικοποίηση του καταλόγου των ΤΚΣ, τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται να
κηρύξουν τις περιοχές αυτές ως «Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ)» (Special Areas
of Conservation-SAC)» το αργότερο μέσα σε μια εξαετία και να καθορίσουν τις
προτεραιότητες για την διατήρηση σε ικανοποιητική κατάσταση των τύπων
οικοτόπων και ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος εντός αυτών. Οι ΕΖΔ υπόκεινται στις
διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1, 2, 3, 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.[16]

Η Εφαρμογή του Δικτύου στην Ελλάδα

Η καταγραφή των τόπων που πληρούν τα κριτήρια της παρουσίας τύπων οικοτόπων
και οικοτόπων ειδών της Οδηγίας 92/43/ΕΚ στη χώρα μας (296 περιοχές-
«Επιστημονικός Κατάλογος»), έγινε από ομάδα περίπου 100 επιστημόνων που
συστήθηκε ειδικά για το σκοπό αυτό στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος
LIFE (1994-1996) με τίτλο «Καταγραφή, Αναγνώριση, Εκτίμηση και Χαρτογράφηση
των Τύπων Οικοτόπων και των Ειδών Χλωρίδας και Πανίδας της Ελλάδας (Οδηγία
92/43/ΕΟΚ)». Στον «Επιστημονικό Κατάλογο» εντάχθηκε το σύνολο σχεδόν των
μέχρι τότε προστατευόμενων περιοχών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Η επιλογή των τόπων που προτάθηκαν από τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έγινε
από κοινή ομάδα εργασίας των πρώην Υπουργείων ΠΕΧΩΔΕ και Γεωργίας κατόπιν
γνωμοδοτήσεων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων. Οι συμπληρώσεις-
τροποποιήσεις του καταλόγου βασίστηκαν στα συμπεράσματα των βιογεωγραφικών
σεμιναρίων για τη Μεσογειακή ζώνη και στον χαρακτηρισμό από το BirdLife
International Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά στην Ελλάδα.

Η Ελλάδα έχει χαρακτηρίσει σήμερα 202 ΖΕΠ και 241 ΤΚΣ, εκ των οποίων οι δύο
είναι ακόμη προτεινόμενοι. Οι δύο κατάλογοι περιοχών παρουσιάζουν μεταξύ τους
επικαλύψεις όσον αφορά τις εκτάσεις τους.

Όλοι οι τόποι του Δικτύου Natura 2000, που περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων,
συνοδεύονται από δελτίο δεδομένων με γενικότερα περιγραφικά στοιχεία και
ειδικότερες πληροφορίες για τους τύπους οικοτόπων και τα είδη που ενδιαιτούν στον
κάθε τόπο και από χάρτη κλίμακας 1:100.000.

Όλοι οι ανωτέρω χάρτες έχουν αποσταλεί στις Διευθύνσεις Περιβάλλοντος και


Χωροταξίας των Περιφερειών της χώρας, στα Τμήματα Περιβάλλοντος των
Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, στις αρμόδιες Υπηρεσίες των Κεντρικών
Υπουργείων, στη βιβλιοθήκη του ΥΠΕKA και διανέμονται σε όλους τους

[41]
ενδιαφερόμενους πολίτες. Λόγω του όγκου της πληροφορίας δεν επισυνάπτονται επί
του παρόντος στο Διαδίκτυο οι χάρτες 1:100.000 των περιοχών του καταλόγου αλλά
παρατίθενται ενδεικτικοί συνοπτικοί χάρτες της θέσης των περιοχών στο εθνικό
έδαφος σε κλίμακα 1:2.800.000.[13]

Στο νομό Φωκίδας οι προστατευόμενες περιοχές Natura είναι οι ακόλουθες:

Α/Α Κωδικός Κατηγορία Ονομασία Τόπου Ονομασία Τόπου Έκταση(ha)

1 GR2450001 SCI Ori Vardousia Όρη Βαρδούσια 19373,53

2 GR2450002 SCI Oros Gkiwna Όρος Γκιώνα 21879,82

Paraliaki Zwni Apo Παραλιακή Ζώνη


3 GR2450004 SCI Nafpakto Eos Itea Από Ναύπακτο 10618,68
Έως Ιτέα
Notioanatolikos Νοτιοανατολικός
Parnassos-Ethnikos Παρνασσός-
4 GR2450005 SCI Drumos Parnassou- Εθνικός Δρυμός 18422,57
Dasos Tithoreas Παρνασσού-
Δάσος Τιθορέας
Korufes Orous Κορυφές Όρους
5 GR2450007 SPA Gkiona,Chararda Γκιώνας,Χαράδρα 10399,14
Reka,Lazorema Kai Ρεκάς,Λαζόρεμα
Vathia Lakka Και Βαθιά Λάκκα

6 GR2450008 SPA Oros Vardousia Όρος Βαρδούσια 24789.15


Ευρύτερη
7 GR2450009 SPA Evryteri Periochi Περιοχή 12157,27
Galaxeidiou Γαλαξιδίου
Πίνακας 1.5. Προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 στο Νομό Φωκίδας

1.7.1.1. Όρη Βαρδούσια, Όρος Βαρδούσια


Όρη Βαρδούσια

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450001
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 19373.53
Χερσαία Έκταση (ha) 19373.53
Συνολική Περίμετρος 64.4
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 2427.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 456.0

[42]
Όρος Βαρδούσια

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450008
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 24789.15
Χερσαία Έκταση (ha) 24789.15
Συνολική Περίμετρος 70.4
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 2444.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 444.0

Περιγραφή Τόπου

Τα όρη Βαρδούσια, με ψηλότερη κορυφή τον Κόρακα, αποτελούνται με βάση τη


διάταξη των κορυφών τους από τρία συγκροτήματα. Το βόρειο που έχει το πιο ομαλό
ανάγλυφο, το νότιο (Κόρακας 2495m) και το δυτικό που είναι ένα σύνολο από
απότομες κορυφές και διάσελα.

Η οροσειρά των Βαρδουσιών ανήκει στη γεωτεκτονική ζώνη Ωλώνου-Πίνδου με


κύριο γεωλογικό υπόστρωμα το φλύσχη και τον ασβεστόλιθο. Στο βόρειο τμήμα του
συγκροτήματος κυριαρχεί στα χαμηλότερα υψόμετρα ο φλύσχης, ενώ στα υψηλότερα
ο πλακώδης ασβεστόλιθος. Στο νότιο τμήμα κυριαρχεί ο συμπαγής ασβεστόλιθος. Η
παραπάνω διάταξη δημιουργεί εκτεταμένα οροπέδια κυρίως στα βόρεια και πολλές
απόκρημνες πλαγιές και σάρες στα νότια. Η παρουσία του φλύσχη συμβάλλει στη
δημιουργία πολλών χειμάρρων και ρεμάτων που τροφοδοτούν τους ποταμούς Εύηνο
στα βόρεια, Κόκκινο και Μόρνο στα νοτιο-δυτικά και νοτιο-ανατολικά αντίστοιχα.

Η βλάστηση της οροσειράς χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της κεφαλληνιακής


ελάτης (Abies cephalonica), ενώ τοπικά απαντά και η υβριδογενής ελάτη (Abies
bonssii-regis) που ανέρχεται μέχρι το υψόμετρο 1500-1600m. Σε χαμηλότερες θέσεις
υπάρχουν σχηματισμοί αείφυλλών πλατύφυλλων με κύριους εκπροσώπους τα είδη:
πουρνάρι (Quercus coccifera), αριά (Q.ilex), κουμαριά (Arbutus unedo), άρκευθος ή
οξύκεδρος (Juniperus oxycedrus), ρείκι το δενδρώδες (Erica arborea). Η αριά (Q.ilex)
υπάρχει κυρίως στην περιοχή του ποταμού Κόκκινου συγκροτώντας πυκνές συστάδες
με τα είδη Erica arborea και Arbjtus unedo.

Ανάμεσα στους σχηματισμούς των αειφύλλων-πλατύφυλλων υπάρχουν διάσπαρτα


άτομα πλατύφυλλου δρυός (Q conferta) και χνοώδους δρυός (Q.pubescens). Τέλος,
στα πολυάριθμα ρέματα και χείμαρρους κυριαρχεί η παρουσία του πλατάνου
(Platanus orientals) μαζί με την λευκή ιτιά (Salix alba) και την λευκή λεύκα (Populus
alba). Πάνω από το δάσος της κεφαλληνιακής ελάτης υπάρχουν εκτεταμένοι

[43]
βοσκότοποι (στεππόμορφα λιβάδια) που τοπικά χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη
υγρόφιλων μονάδων βλάστησης λόγω της παρουσίας πηγών και ρυακιών.

Περιβαλλοντική αξία του τόπου

Η ύπαρξη στην οροσειρά των Βαρδουσίων ιδιαίτερα στις εξωδασικές φυτοκοινωνίες


ενός σημαντικού αριθμού ενδημικών και σπάνιων φυτών, όπως Verbascum reiseri,
Cirsium mairli, Asperula oetaea, προσδίδει στην περιοχή σημαντική οικολογική αξία.
Επίσης, η παρουσία της αριάς (Q.ilex), ενός είδους με μικρή εμφάνιση στην Ελλάδα
που σε μερικές θέσεις σχηματίζει πυκνές συστάδες, ενισχύει ακόμη περισσότερο την
παραπάνω άποψη. Συνεπώς, τα κατάλληλα μέτρα διατήρησης και προστασίας
επιβάλλονται.

Από πανιδική άποψη, τρία από τα είδη που καταγράφηκαν ως παρόνται σ’αυτόν τον
τόπο βρίσκονται στους καταλόγους του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 92/43/EEC. Ο
λύκος Canis lupus που είναι είδος προτεραιότητας της Οδηγίας παρουσιάζει τη
νοτιότατη περιοχή της μόνιμης εξάπλωσής του σε αυτόν τον τόπο. Το ζώο αυτό μαζί
με το δεύτερο είδος της Οδηγίας, τη βίδρα Lutra lutra, είναι απειλούμενα είδη της
ελληνικής πανίδας και βρίσκονται και τα δύο στην κατηγορία "Τρωτά" σύμφωνα με
το Ελληνινκό Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων. Η ελληνική νομοθεσία (Προεδρικό
Διάταγμα 67/1981) προστατεύει τη βίδρα. Η ειδική πανιδική σημασία αυτού του
τόπου είναι επίσης εμφανής από την παρουσιά 21 σημαντικών ειδών (τυφλοπόντικας,
ζαρκάδι, αγιόγατα, λαγός, αγριογούρουνο, κ.ά.)

Επιπτώσεις

Σημαντική επίπτωση αποτελεί η έντονη βόσκηση που ασκείται στα υψομετρικά


επίπεδα των αείφυλλων πλατύφυλλων και των ορεινών λιβαδιών, με αποτέλεσμα την
υποβάθμιση της βλάστησης και την εμφάνιση φαινομένων διάβρωσης.[14],[15]

1.7.1.2. Όρος Γκιώνας

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450002
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 21879.82
Χερσαία Έκταση (ha) 21879.82
Συνολική Περίμετρος 66.9
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 2456.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 558.0

[44]
Περιγραφή Τόπου

Η Γκιώνα είναι το πέμπτο σε ύψος Ελληνικό βουνό και το ψηλότερο στη νότια
Ελλάδα (2456m). Από γεωλογική άποψη, ανήκει στην γεεωτεκτονική ζώνη
"Παρνασσού-Γκιώνας" με κύριο γεωλογικό υπόστρωμα τον ασβεστόλιθο (το
συνολικό πάχος της ασωεστολιθικής σιεράς υπολογίζεται στα 1300m) ενώ στην
επιφάνεια μόνο σε μερικά σημεία υπάρχουν αποθέσεις φλύσχη και κροκαλοπαγών.
Βασικό στοιχείο της παραπάνω σειράς είναι η ύπαρξη πολλών καρστικών
σχηματισμών και τριών Βωξιτικών οριζόντων που παρεμβάλλονται στη συνεχή
ασβεστολιθική σειρά.

Από γεωλογική άποψη διακρίνουμε τρεις κύριες κορυφογραμμές που συγκλίνουν


στην υψηλότερη κορυφή (πυραμίδα). Σημαντικότερη είναι η νότια, μήκους 13km
εκατέρωθεν της οποίας σχηματίζονται δύο σημαντικές χαράδρες, η Ρεκά προς τα
ανατολικά και το Λαζόρεμα προς τα δυτικά, με σημαντική οικολογική αξία. Η
χαράδρα της Ρεκάς μήκους 12km με μεγάλες ορθολπαγιές χαρακτηρίζεται από
τραχύτητα, και από εποχιακά ορμητικά νερά με μεγάλη βιαιότητα. Η δε του
Λαζορέματος έχει μήκος 4km με μεγάλες ορθοπλαγιές ύψους 1000-1200m. Επίσης
υπάρχουν πολλά οροπέδια και σάρες.

Στα παραπάνω γεωλογικά υποστρώματα υπάρχει ποικιλία βλάστησης με κύριο είδος


την Αies cephalonica που εκτείνεται από τα 800-1300m. Σε χαμηλότερα σημεία
υπάρχουν σχηματισμοί αείφυλλων πλατύφυλλων με κύριους εκπροσώπους τα
Quercus coccifera και Juniperus oxycedrus, ενώ τοπικά υπάρχουν μεμονωμένα άτομα
των Quercus pubesces και Ostrya carpinifolia. Επίσης στη Βόρεια-Δυτική πλευρά
της οροσειράς κατά θέσεις συναντώνται μικροί σχηματισμοί Platanus orientalis και
Salix alba. Πάνω από το δάσος της κεφαλληνιακής ελάτης υπάρχουν βοσκότοποι
(στεπώση χορτολίβαδα) των οποίων η κάλυψη δεν ξεπερνά το 50%. Επίσης
συναντώνται διαπλάσεις αρκεύθων, με κύριο εκπρόσωπο Juniperus communis
ssp.alpina. Τέλος, στους βραχώδεις σχηματισμούς και τις σάρρες υπάρχουν
βραχόφιλες φυτοκοινωνίες. Το βουνό χαρακτηρίζεται από έντονο ενδημισμό: δύο
είδη ενδημούν μόνο στην Γκιώνα (Arenania gionae, Potentilla Kionaea), 10 είδη με
εξάπλωση στα βουνά της Κεντρικής Ελλάδας, 14 είδης της Κεντρικής και Νότιας
Ελλάδας, 13 είδη της Κεντρικής Ελλάδας Πελοποννήσου, Κρήτης, Ηπείρου και
Μακεδονίας, 5 είδη της Δυτικής Ασίας που η εξάπλωσή τους φτάνει μέχρι την
Ελλάδα.

Περιβαλλοντική αξία του τόπου

Η Γκιώνα, θεωρείται ως το πιο σημαντικό ορεινό οικοσύστημα της Κεντρικής


Ελλάδας και ένα από τα πέντε σημαντικότερα της χώρας. Τα τέσσερα άλλα είναι ο
Όλυμπος, η Ροδόπη, ο Χελμός και τα Λευκά Όρη.

[45]
Η ύπαρξη στην οροσειρά της Γκιώνας και ιδιαίτερα στους βραχώδεις σχημαντισμούς
των κορυφών και στις ορθοπλαγιές των χαραδρών σημαντικού αριθμού ενδημικών
και σπανίων φυτών (π.χ. Arenaria ghionae) δίνει στην περιοχή μεγάλη οικολογική
αξία. Συνεπώς πρέπει να οαρθούν τα κατάλληλα μέτρα διατήρησης και προστασίας
των παραπάνω ειδών.

Από ζωολογικής πλευράς θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας α)στην


παρουσία του μεγαλύτερου κοπαδιού R. Rupicapra (αγριόγιδου) στην Ελλάδα, β)στη
μόνιμη παρουσία του Λύκου. Το γεγονός αυτό είναι σημαντικό επειδή το ζώο
απειλείται και η Ελλάδα είναι μία από τις τρεις μόνο ευρωπαϊκές ζώρες που
διατηρούν βιώσιμους πληθυσμούς λύκων, γ)στην ύπαρξη των νοτιότατων πληθυσμών
ζαρκαδιού και αγριόγιδου, για το δεύτερο μάλιστα είδος η περιοχή της Γκιώνας είναι
η νοτιότατη στην Ευρώπη, δ)στο γεγονός ότι ο τόπος αυτός αποτελεί Σημαντική
Περιοχή για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΠΕ)

Στην περιοχή υπάρχει μια αξιόλογη ορνιθοπανίδα που περιλαμβάνει πολλά είδη
απειλούμενων αρπακτικών πουλιών (Gypaetus barbatus, Neophron percnopterus,
Gyps fulvus, Circaetus gallicus, Aquila chrysaetos, Flaco peregrinus κ.λπ.). Υπάρχουν
όμως αρκετά ακόμη σπάνια και απειλούμενα taxa πουλιών όπως για παράδειγμα τα
Dendrocopos leucotos, Lanius minor κ.ά.

Επιπτώσεις

Η ύπαρξη σημαντικών ποσοτήτων του ορυκτού βωξίτη και η εντατική του κυρίως
επιφανειακή απόληψη, επιβαρύνει σημαντικά το ευρύτερο οικοσύστημα της
οροσειράς της Γκιώνας. Οι σημαντικότερες επιδράσεις είναι:

-Το εκτεταμένο οδικό δίκτυο των μεταλλευτικών εγκαταστάσεων που ευνοεί την
αδιαβροχοποίηση των δρόμων, την διάβρωση, το μπάζωμα των πλαγιών και συνεπώς
την καταστροφή των βραχόφιλων φυτοκοινωνιών.

-Οι εκρηκτικές δραστηριότητες εξόρυξης και η συνεχής διέλευση των φορτηγών


μεταλλεύματος, που συμβάλλουν στη δημιουργία σκόνης (πλούσιας σε ασβέστιο) με
άμεσες και έμμεσες συνέπειες στα φυτά.

-Η εξαφάνιση τμημάτων της βλάστησης, κυρίως της Κεφαλληνιακής ελάτης και των
βοσκοτόπων λόγω της δημιουργίας εργοταξίων και άναρχης απόθεσης στείρων
υλικών. Ειδικά για τα τελευταία πρέπει να αναφερθεί το μπάζωμα της χαράδρας της
Ρεκάς.

-Η ρήξη της συνέχειας των βιότοπων σε πολλά σημεία οδήγησε στην μείωση του
διαθέσιμου χώρου για βόσκηση, με συνέπεια την αύξηση των πιέσεων πάνω στη
φυσική βλάστηση από την ήδη υπάρχουσα υπερβόσκηση στην περιοχή.

[46]
-Τέλος, πρέπει να αναφερθούν οι μελλοντικές επιπτώσεις από την εξόρυξη στα
υψηλότερα σημεία του βουνού που γίνονται ή πρόκειται να γίνουν, ιδιαίτερα για τις
συνέπειες στα σπάνια και ενδημικά φυτά.[14],[15]

1.7.1.3. Παραλιακή ζώνη από Ναύπακτο έως Ιτέα

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450004
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 10618.68
Χερσαία Έκταση (ha) 10618.68
Συνολική Περίμετρος 183.5
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 624.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m)

Περιγραφή Τόπου

Ο συγκεκριμένος τόπος από γεωλογική άποψη ανήκει κατά το ήμισυ στις


γεωτεκτονικές ζώες Παρνασσού-Γκιώνας προς τα ανατολικά με καθολική παρουσία
σκληρών ασβεστόλιθων, και Ωλώνου-Πίνδου προς τα δυτικά με εναλλαγές φλύσχη
και ασβεστόλιθου. Ο συνδυασμός του ασβεστολιθικού γεωλογικού υποστρώματος με
τις ισχυρές κλίσεις των παραλιακών ορέων δημιουργεί ένα εντυπωσιακό παραλιακό
ανάγλυφο.

Η ζώνη αυτή χαρακτηρίζεται από εναλλαγή απόκρημνων ακτών με μικρές


προσχωματικές πεδιάδες και ταυτόχρονη παρουσία μικρών χωριών αισθητικά
ενταγμένων στο τοπίο. Η βλάστηση χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία εκτεταμένων
σχηματισμών με άρκευθο τη φοινικική (Juniperus phoenicea) και τη γαλατσίδα τη
δενδρώδη (Euphorbia dendroides), που διατηρούνται σε πολύ καλή οικολογική
κατάσταση. Επίσης συναντώνται φυτοκοινότητες χαμηλής μακκίας βλάστησης και
φρυγάνων με τοπική κυριαρχία του πουρναριού (Quercus coccifera) και της ασφάκας
αντίστοιχα (Phlomis fruticosa), ενώ ιδιαίτερη οικολογική σημασία έχουν τα
υπολειμματικά παλαιά δάση της δρυός της μακρολεπίου (Quercus macrolepis) στην
περιοχή Γαλαξιδίου. Τέλος, σημειώνεται η παρουσία τεχνητών συστάδων χαλεπίου
πεύκης (Pinus halepensis) σε δύο τουλάχιστον τμήματα της περιοχής,καθώς και σε
διάσπαρτες μικρές συστάδες με πλάτανο τον ανατολικό (Platanus orientalis) κυρίως
κατά μήκος των χειμάρρων. Στην περιοχή της Ιτέας υπάρχουν σημαντικές
εγκαταστάσεις απόθεσης και εκφόρτωσης βωξίτη δύο μεταλλευτικών εταιριών.

Περιβαλλοντική αξία του τόπου

Τα δάση με άρκευθο τη φοινικική (J.Phoenicea) με καλή δομή και ανάπτυξη είναι


εκτεταμένα στον εξεταζόμενο τόπο και έχουν ιδιαίτερη αισθητική και οικολογική

[47]
αξία, που οφείλεται στα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής (έντονες
κλίσεις του ανάγλυφου) δύσκολη επανάκαμψη της βλάστησης πάνω σε σκληρό
ασβεστόλιθο και στην αργή αύξηση των προαναφερόμενων δασών. Επιβάλλεται η
προστασία τους και η ορθολογική διαχείρισή τους.

Οι σχηματισμοί της γαλατσίδας της δενδώδους (Euphorbia dendroides) παρουσιάζουν


καλή ανάπτυξη ιδιαίτερα κατά θέσεις όπου συνδυαζόμενοι με σχηματισμούς
φρυγάνων δίνουν ένα μωσαϊκό βλάστησης μεγάλης αισθητικής και οικολογικής
αξίας.

Τα υπολείμματα των αρχαίων δασών με Quercus macrolepis είναι σε πολύ κακή


οικολογική κατάσταση και έχουν περιορισμένη εξάπλωση. Επιβάλλεται η καθολική
προστασία τους και η ορθολογική διαχείρισή τους. Όσον αφορά τη πανίδα των
σπονδυλωτών αυτού του τόπου, 12taxa, εκτός πουλιών είναι γνωτό ότι υπάρχουν
εκεί. Ανάμεσα σ’αυτά δύο είδη θηλαστικών και δύο ερπετών περιλαμβάνονται στους
καταλόγους του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 92/43/EEC. Από αυτά, η μεσογειακή
φώκια Monachus monachus, είναι ένα είδος προτεραιότητας της Οδηγίας και μαζί με
τη νυχτερίδα Rhinolophus ferrumequinum είναι απειλούμενα είδη στην Ελλάδα και
αναφέρονται στο Ελληνικό Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ως "Κινδυνεύοντα" και
"Τρωτά", αντίστοιχα. Τα υπόλοιπα οκτώ taxa αξιολογούνται ως Άλλα και Ελληνικά
Σημαντικά Είδη. Από αυτά, το Cricetulus mignatorius είναι ένα απειλούμενο είδος
που τοποθετείται στη κατηγορία "Κινδυνεύοντα" στο Ελληνική Βιβλίο Ερυθρών
Δεδομένων. Τρία από αυτά τα οκτώ taxa προστατεύονται από τη Συνθήκη της Βέρνης
(κίνητρο C) ενώ και τα οκτώ προστατεύονται από το Προεδρικό Διάταγμα 67/1981,
πληρώντας, έτσι, τις προϋποθέσεις για το κίνητρο D. Η σαύρα Cyrtodactylous
kotschyi bibroni σημειώνεται επιπροσθέτως, με D, επειδή παρουσιάζει ένα πολύ
ασυνεχές πρότυπο εξάπλωσης στην Ελλάδα, και έχει αξιολογηθεί από το Πρόγραμμα
CORINE-Biotopes. Ομοίως, ο κρικετός Cricetulus mignatorius λαμβάνει το κίνητρο
D επειδή παρουσιάζει το νοτιοδυτικότατο όριο της περιοχής εξάπλωσής του στην
Ελλάδα.

Επιπτώσεις

Η περιοχή δέχεται έντονες οικιστικές πιέσεις κυρίως για δευτερεύουσα κατοικία με


συνέπεια την υποβάθμιση της βλάστησης και των χαρακτηριστικών του
τοπίου.[14],[15]

[48]
1.7.1.4. Νοτιοανατολικός Παρνασσός-Εθνικός Δρυμός Παρνασσός-
Δάσος Τιθορέας

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450005
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 18422.57
Χερσαία Έκταση (ha) 18422.57
Συνολική Περίμετρος 65.8
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 2427.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 360.0

Περιγραφή Τόπου

Η περιοχή εκτείνεται σε τρεις νομούς, τη Βοιωτία, τη Φθιώτιδα και τη Φωκίδα,


καλύπτοντας συνολικά μία έκταση 18400ha. Περιλαμβάνει τον Εθνικό Δρυμό
Παρνασσού, με ένα τμήμα του στη Βοιωτία και το υπόλοιπο στη Φωκίδα, τις
νοτιοανατολικές παρυφές του βουνού, και το Αισθητικό Δάσος Τιθορέας που ανήκει
στη Φθιώτιδα. Το αρχαιολογικής σημασίας Μαντείο των Δελφών έχει επίσης
συμπεριληφθεί στην περιοχή.

Το κλίμα που επικρατεί είναι ηπειρωτικό με σχετικά δροσερό αλλά ξηρό καλοκαίρι,
βροχερό φθινόπωρο και βαρύ χειμώνα, ο οποίος και διαρκεί πολλούς μήνες. Επί δύο
τουλάχιστον μήνες του χρόνου οι κορυφές του Παρνασσού και ο Εθνικός Δρυμός
καλύπτονται από χιόνι που μπορεί να φτάσει έως και τέσσερα μέτρα πάνω από το
έδαφος. Στην υπαλπική ζώνη το χιόνι συνεχίζει να λιώνει μέχρι τον Ιούνιο. Το
Αισθητικό Δάσος Τιροθέας βρίσκεται στην βορειοανατολική πλευρά του Παρνασσού,
πάνω από το ομώνυμο χωριό. Με υψόμετρο που κυμαίνεται από 500m έως 1.200m
καλύπτει 200ha (1% της συνολικής έκτασης της περιοχής). Το δάσος έχει πολύ
ενδιαφέρουσα γεωμορφολογία, με καρστικές σπηλιές και παλαιοντολογικούς
βράχους. Ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού έχει πυρήνα εκτάσεως 3.513ha (περίπου
20%της περιοχής) και δεν περιλαμβάνει τις υψηλότερες κορυφές του βουνού (π.χ.
Λιάκουρα, Γεροντόβραχο) που όμως έχουν συμπεριληφθεί στην περιοχή. Ξεκινώντας
από το χαμηλότερο υψόμετρο της περιοχής (500m) και φθάνοντας μέχρο τα 800m,
διαπιστώνεται η επικράτηση διαπλάσεων αείφυλλων πλατύφυλλων. Όσο αυξάνει το
υψόμετρο, παρατηρείται μία μετάβαση προς κωνοφόρα των όρεων. Σε αυτά τα
υψίπεδα το επικρατέστερο δασικό είδος είναι το Abies cephalonica, το οποίο
διαμορφώνει εκτεταμένες αμιγείς συστάδες. Μερικοί κλώνοι Pinus nigra
ssp.pallasiana μπορεί επίσης να παρατηρηθούν. Σε μερικά σημεία το δάσος
διακόπτεται από μικρότερα ή μεγαλύτερα διάκενα που καλύπτονται από θάμνους.

[49]
Περιβαλλοντική αξία του τόπου

Η ποιότητα και η σπουδαιότητα της περιοχής έγκεται στην οικολογική και αισθητική
αξία των φυσικών της στοιχείων, κυρίως στη βιοποικιλότητα της καθώς και στην
πολιτιστική αξία των αρχαιολογικών και ιστορικών μνημείων.

Από οικολογικής σκοπιάς, διατηρείται μία μεγάλη ποικιλία τύπων βλάστησης με


εξαιρετική δομή, μεταξύ των οποίων και ορισμένοι τύποι οικοτόπων ειδικής
προτεραιότητας. Υπάρχουν αλπικά λιβάδια σε μεγάλα υψόμετρα, γυμνοί βράχοι και
λιθώνες, και εντυπωσιακά δάση, κυρίως τα δάση δρυός και το ενδημικό δάσος
Ελάτης. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά σε συνδυασμό με την ενδιαφέρουσα
γεωμορφολογία της, καθιστούν την περιοχή ιδιαίτερα πλούσια σε χλωρίδα και
πανίδα.

Ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού ιδρύθηκε το 1938. Ήταν ο δεύτερος Ελληνικός


Εθνικός Δρυμός, με πρώτο τον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου. Ο πυρήνας του συμπίπτετι
με Περιοχή Ειδικής Προστασίας (ΠΕΕ Special Protection Area ή SPA) σύμφωνα με
την Οδηγία για τα Πουλιά. Το αισθητικό Δάσος Τιροθέας έχει αναφερθεί ως
εξαιρετικά πλούσιο σε χλωρίδα και πανίδα, ενώ ταυτόχρονα οι καρστικοί του
σχηματισμοί και οι σπηλιές προσδίδουν ιδιαίτερη έλξη στην περιοχή.

Το παγκοσμίως γνωστό Μαντείο των Δελφών έχει περιληφθεί στην προτεινόμενη


περιοχή, όχι μόνο λόγω της αρχαιολογικής του σημασίας αλλά επειδή έχει μελετηθεί
διεξοδικά ως προς τα είδη φυτών και ζώων που απαντούν εκεί και περιλαμβάνει
μερικά από τα σπουδαιότερα είδη που έχουν αναφερθεί στην Ελλάδα. Η διατήρηση
και προστασία των Δελφών και ως φυσικού καταφυγίου (natural reserve) προτείνεται
τόσο για τη διατήρηση των σημαντικών φυτικών και ζωικών taxa όσο και για την
οικοτουριστική του έλξη. Ολόκληρη η περιοχή είναι πολύ σημαντική για τα
αρπακτικά πτηνά, τους δρυοκολάπτες και τα αλπικά πουλιά.

Επιπτώσεις

Ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού έχει αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα, το κυριότερο


από τα οποία είναι η έλλεψη περιφέρειας που θα εξασφάλιζε την καλύτερη προστασία
του. Επιπλέον, έχει προταθεί η επέκταση των ορίων του Δρυμού, ώστε να
ενσωματώσεις μερικές τουλάχιστον από τις υψηλότερες κορυφές του βουνού. Η
προτεινόμενη περιοχή θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτά τα προβλήματα. Οι
ανθρώπινες δραστηριότητες μέσα στην περιοχή περιλαμβάνουν κτηνοτροφία, κυνήγι,
ψυχαγωγία, καλλιέργειες και εξορύξεις. Η διαρκώς αυξανόμενη ανθρώπινη
παρέμβαση, υπό μορφή δραστηριοτήτων σκι και οικοδόμησης, σε συνδυασμό με το
παράνομο κυνήγι και η μεγάλης κλίμακας εξόρυξη βωξίτη επηρεάζουν την
περιοχή.[14],[15]

[50]
1.7.1.5. Κορυφές Όρους Γκιώνας-Χαράδρα Ρεκάς, Λαζόρεμα και
Βαθιά Λάκκα

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450007
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 10399.14
Χερσαία Έκταση (ha) 10399.14
Συνολική Περίμετρος 60.7
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 2456.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 558.0

Περιγραφή Τόπου

Πρόκειται για βιότοπο με υψηλές κορυφές (η υψηλότερη είναι 2.150m) βραχώδεις


ορεινούς γκρεμούς και ρεματιές. Υπάρχουν επίσης αλπικά και υποαλπικά λιβάδια και
ορεινοί χείμαρροι. Η περιοχή είναι ενδιαφέρουσα από τη σπάνια χλωρίδα της και την
παρουσία Rupricapra rupricapra (ευρωπαϊκό αγριόγιδο).

Επιπτώσεις

Επέκταση της επιφανειακής εξόρυξης βωξίτη και του σχετικού οδικού δικτύου.
Παράνομο κυνήγι, υπερβόσκηση τοπικά. Τα σπάνια φυτά κινδυνεύουν από τη
βόσκηση, ενώ τα αγριόγιδα κινδυνεύουν να εξαφανιστούν από το παράνομο κυνήγι.
Ωστόσο η συνεχής εξόρυξη βωξίτη αποτελεί τη κύρια απειλή για την
περιοχή.[14],[15]

1.7.1.6. Ευρύτερη Περιοχή Γαλαξειδίου

Κατηγορία Τόπου Βιότοπος Natura


Κωδικός Περιοχής GR2450009
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Συνολική έκταση (ha) 12157.27
Χερσαία Έκταση (ha) 12157.27
Συνολική Περίμετρος 80.4
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 892.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m)

[51]
Περιγραφή Τόπου

Η περιοχή περιλαμβάνει την πόλη του Γαλαξειδίου και τους γειτονικούς οικισμούς
της Αγίας Ευθυμίας, Γυφτοχώρι, Βουνιχώρα, Πεντεόρια και Αγίων Πάντων, μαζί με
τη γύρω λοφώδη και ορεινή χώρα.

Η παρουσία μιας μεγάλης αποικίας των κιρκινεζίων στο Γαλαξείδι και στους γύρω
οικισμούς είναι πολύ σημαντική σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, χρυσοκέφαλοι
φωλιάζουν στην περιοχή, ενώ ο πληθυσμός της πέρδικας Rock είναι εντυπωσιακός,
δεδομένου του οικοτόπου (χαμηλό υψόμετρο λοφώδεις περιοχές με εύκολη
πρόσβαση). Τα τυπικά μεσογειακή πουλιά όπως η Ασπροκώλα (Oenanthe hispanica),
και σκουρόβλαχος (Emberiza caesia) βρίσκονται στην περιοχή.

Επιπτώσεις

Η περιοχή είναι υπό συνεχή πίεση για τη χρήση γης (κυρίως λόγω της κατασκευής
των κτιρίων υπέρ της επέκτασης του χωριού) με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της
βλάστησης και του τοπίου.[14],[15]

1.7.2. Δελφικό Τοπίο

Εικόνα 1.17. Δελφικό Τοπίο (Ελαιώνας)


(Πηγή: delphi.pblogs.gr)

[52]
Κατηγορία Τόπου Τοπίο (ΤΙΦΚ)
Κωδικός Περιοχής ΑΤ2010031
Διοικητική Υποδιαίρεση Νομός Φωκίδας
Δήμος-Κοινότητα Δελφών
Συνολική έκταση (ha) 340.65
Χερσαία Έκταση (ha) 340.00
Συνολική Περίμετρος 7.7
(Km)
Μέγιστο Υψόμετρο (m) 1100.0
Ελάχιστο Υψόμετρο (m) 600.0
Αρχαιολογικός Χώρος
Δίκτυο CORINE-Biotopes
Ένταξη στο Υπάρχον Δίκτυο NATURA 2000
Θεσμικό Πλαίσιο Ιστορικός Τόπος
Καταφύγιο Θηραμάτων
Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού
Κάλλους

Περιγραφή Τόπου

Ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους νοείται ο χώρος πάνω από το χωριό των
Δελφών με τους γκρεμούς και την Κασταλλία πηγή και όλο τον αρχαιολογικό χώρο,
από την είσοδο στον χώρο ερχόμενοι από Αθήνα, μέχρι την έξοδο του χωριού προς
Ιτέα. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπαχθεί στο ΤΙΦΚ το χωριό το οποίο δεν
παρουσιάζει καμία γραφικότητα, ούτε παραδοσιακά στοιχεία.

Στο Δελφικό Τοπίο υπάρχουν αρχαία κτίσματα και ο αρχαιολογικό χώρος των
Δελφών. Είναι ένα ορεινό τοπίο με βραχώδεις σχηματισμούς και ορθοπλαγιές. Όλη η
περιοχή έχει εκπληκτική θέα προς τον κάμπο με τους ελαιώνες και τη θάλασσα της
Ιτέας.

Οικολογική αξία

Στην περιοχή του Δελφικού τοπίου συναντάμε πολλά ενδημικά είδη, κινδυνεύοντα
είδη πανίδας καθώς και σημαντικά αποδημητικά είδη και ζωοκοινωνίες. Σπάνια είδη
πανίδας και χλωρίδας αλλά και τοπικά ενδημικά είδη το χαρακτηρίζουν. Επίσης
συναντάμε αξιόλογα πτηνά όπως ο χρυσαητός (Aquila chrysaetos chrysaetos), o
πετρίτης (Flaco peregrinus peregrinus), ο γυπαητός (Gypaetus barbatus aureus), ο
σταυραητός (Hieraaetus pennatus) και ο ασπροπάρης (Neophorn percnopterus).[15]

Κοινωνικοοικονομική-πολιτιστική αξία

Το Δελφικό Τοπίο παρουσιάζει αρχαιολογικό, ιστορικό, τουριστικό, φυσιολατρικό


και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Αναπτύσσεται σε αυτό ιστορικός και πολιτισμικός
τουρισμός.

[53]
Επίσης η περιοχή των Δελφών, μετά από εισήγηση που κατατέθηκε από το Διεθνές
Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), έχει χαρακτηριστεί ένα από τα
κορυφαία παγκοσμίως «Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» της
UNESCO4 (Αριθμός Πρωτοκόλλου 393/Χρονολογία ένταξης Οκτώβριος 1987)
καθώς ικανοποιεί τα παρακάτω πολιτιστικά κριτήρια από τα κριτήρια επιλογής από
την UNESCO:

x Κριτήριο Ι: «αποτελεί αριστούργημα της ανθρώπινης δημιουργικής διάνοιας»


x Κριτήριο IΙ: «επιδεικνύει σημαντικές ανθρώπινες αξίες για μακρά περίοδο χρόνου
ή σε μία πολιτιστική περιοχή του κόσμου, σε εξελίξεις στην αρχιτεκτονική ή την
τεχνολογία, τις μνημειακές τέχνες, την πολεοδομία ή τον σχεδιασμό τοπίου»
x Κριτήριο IIΙ: «φέρει μια μοναδική ή τουλάχιστον εξαιρετική μαρτυρία για κάποια
πολιτισμική παράδοση, ζώντα ή εξαφανισμένο πολιτισμό»
x Κριτήριο ΙV: «αποτελεί σημαντικό παράδειγμα τύπου κτιρίου αρχιτεκτονικού ή
τεχνολογικού συνόλου ή τοπίου που απεικονίζει σημαντική ή σημαντικές φάσεις
της ανθρώπινης ιστορίας»
x Κριτήριο VΙ: «συνδέεται άμεσα ή διακριτά με γεγονότα ή ζώσες παραδόσεις, με
ιδέες ή πίστεις, με καλλιτεχνικά ή λογοτεχνικά έργα εξέχουσας παγκόσμιας
κληρονομιάς».

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι:

Κριτήριο Ι: «H χωροθέτηση των Δελφών{…} αποτελεί μια μοναδική καλλιτεχνική


υλοποίηση: το βουνό (Παρνασσός) είναι το ουσιαστικό στοιχείο και ο χώρος μιας
μνημειακής δημιουργίας του οποίου τα μορφοποιητικά στοιχεία (αναβαθμίδες, ναοί,
θησαυροί κλπ) ανάγουν σε μια έκφραση πιο ισχυρή από τις ηθικές και φυσικές αξίες
μιας τοποθεσίας, τοιουτοτρόπως αποκαλούμενη μαγική».
Κριτήριο ΙΙ: «...σταυροδρόμι όλων των επιδράσεων σε όλα τα μήκη και πλάτη του
κόσμου, το ιερό μαντείο ήταν αντίστροφα, ένα μοντέλο που μιμήθηκε όλος ο αρχαίος
κόσμος».
Κριτήριο ΙΙΙ: «Οι Δελφοί φέρουν μια μοναδική μαρτυρία για τον πολιτισμό και τη
θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα».
Κριτήριο ΙV: «Οι Δελφοί, σε ένα άθικτο και υπέροχο φυσικό πλαίσιο, είναι ένα
έξοχο παράδειγμα ενός μεγάλου ιερού του Πανελλήνιου».
Κριτήριο VI: «Το Ιερό του Απόλλωνα στέγαζε για τους Αρχαίους τον Ομφαλό της
Γης (Σύμπαντος). Οι Δελφοί είναι τοιουτοτρόπως, άμεσα και φυσικά συνδεδεμένοι με
μια πίστη της οποίας η οικουμενική σημασία είναι δεδομένη».

Τέλος πρέπει να αναφέρουμε ότι για να κριθεί η εξαιρετική παγκόσμια αξία του, ένα
μνημείο πρέπει να κριθεί και σε δύο άλλους παράγοντες: την αυθεντικότητα και την

4
UNESCO: United Nations Educational Scientific and Cultural Organization
Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών

[54]
ακεραιότητα και πρέπει να απολαμβάνει ιδιαίτερης προστασίας και συστημάτων
διαχείρισης ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του.[15],[20],[21]

Επιπτώσεις

Από τις σημαντικότερες επιπτώσεις είναι η υπερβολική τουριστική εκμετάλλευση του


χώρου, όπου μπορεί να αλλοιώσεις κάπως τα φυσικά του χαρακτηριστικά. Η περιοχή
προστατεύεται καλά λόγω αρχαιολογικής και ιστορικής αξίας. Σημαντικό επίσης
είναι το γεγονός της εξόρυξης του βωξίτη στην περιοχή και κυρίως οι βιομηχανικές
εγκαταστάσεις στην περιοχή Λαρνάκι Ιτεάς, όπου θα γίνει εκτενής αναφορά σε
επόμενο κεφάλαιο.[15]

1.7.3. Καταφύγια Άγριας Ζωής

Αρκετές περιοχές του Νομού λόγω της σημασίας τους για την ενδημική πανίδα
προστατεύονται με θεσμικές ρυθμίσεις και αποτελούν Προστατευόμενες Περιοχές
Εθνικού Επιπέδου. Σε αρκετές από τις περιοχές αυτές υπάρχει επικάλυψη με τις
περιοχές Natura και Corine. Οι περιοχές αυτές παρουσιάζονται στον πίνακα που
ακολουθεί.[15]

Κωδικός Ονομασία - Περιοχή Έκταση ΦΕΚ Δασαρχείο


(ha)
Κ367 Μοναστηριακό δάσος 1.200 426/5-5-79 Λιδωρικίου
Ι.Μ.Βαρνάκοβας
Κ627 Καναλάκια-Ψηλά 2.000 ΥΑ 677/4-6-76 Λιδωρικίου
πλατάνια(Κρίνων
Δαπατόλακων)
Κ344 Ρεκάς -Γουρλομύτα - Γκιώνα 3.300 528/Β/88 Άμφισσας
(Προσηλίου)
Κ337 Λευκαδιτίου (Συκιάς) 2.894 540/4-7-86 Λιδωρικίου
Κ348 Μακριά Ράχη Δρυοδάσος 1.652,6 168/Β.10-3-95 Λιδωρικίου
Πενταγιών
Κ358 Δασικό σύμπλεγμα ΝΑ 2.100 305/Β/86 Άμφισσας
Γκιώνας (Βουνιχώρας -
Άμσφισας-Αγ.Ευθυμίας)
Κ383 Ξηροβούνι (Καλλιθέας- 1.480 253/4-5-81 Άμφισσας
Δαφνοχωρίου-Ελαίας -
Μακρυνής)
Κ388 Ξηροτύρι-Παλαιοπούρναρα - 1.300 464/Β Άμφισσας
Καρβελάς (Γαλαξιδίου-
Πεντεορίων)
Κ376 Άγιοι Πάντες (Δελφών - 2.400 343/Β/87 Άμφισσας
Δεσφίνας-Χρυσού)
Συνολική Έκταση 18.327

Πίνακας 1.6. Καταφύγια άγριας ζωής Νομού Φωκίδας

[55]
1.7.4. Περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους

Ορισμένες περιοχές του Νομού που παρουσιάζουν ορισμένα ιδιαίτερα


χαρακτηριστικά έχουν προταθεί να χαρακτηρισθούν ως περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού
Κάλλους σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ‘Filotis’ των στοιχείων φυσικού
περιβάλλοντος του ΕΜΠ. Οι περιοχές, τα βασικά χαρακτηριστικά και η έκτασή τους
παρουσιάζονται στον πίνακα που ακολουθεί.[15]

Όνομα Τόπου Κωδικός Κύριος Χαρακτήρας Έκταση (ha)

Γαλαξίδι ΑΤ2010030 Δομημένο Τοπίο 159,86


Δελφικό Τοπίο ΑΤ2010031 Φυσικό Τοπίο 340,65
Νησίδα Δριμνιά ΑΤ2011016 Βιότοπος ,Φυσικό Τοπίο 10,00
Δωρίδας
Νησίδα Πρασούδι ΑΤ2011015 Βιότοπος ,Φυσικό Τοπίο 3,50
Δωρίδας
Νήσος Τριζόνια ΑΤ2011017 Φυσικό Τοπίο 233,88
Δωρίδας
Χερσόνησος ΑΤ2011018 Φυσικό Τοπίο 23,12
Κόκκινος
Μοναστηρακίου
Σύνολο Έκτασης 771,01

Πίνακας 1.7. Περιοχές Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους Νομού Φωκίδας

1.8. Γεωμορφολογία Νομού Φωκίδας

Η γεωγραφική περιοχή του νομού χαρακτηρίζεται από το έντονο ανάγλυφο του


εδάφους. Οι κλίσεις ποικίλουν από επίπεδες (στις κοιλάδες των ποταμών, στις πεδινές
εκτάσεις και τα οροπέδια) μέχρι ισχυρές (35%-50%) και σε πολλά σημεία απότομες
(50%-70%) ή και απόκρημνες (>70%) όπως οι κορυφές της Γκιώνας και των
Βαρδουσίων. Ο νομός είναι καθαρά ορεινός. Σύμφωνα με την κατάταξη της
ΕΛ.ΣΤΑΤ. όλοι οι Δήμοι του νομού είναι ορεινοί. Το βασικό χαρακτηριστικό των
εδαφών του νομού είναι η περιορισμένη διαθεσιμότητα καλλιεργήσιμων εδαφών τα
οποία απαντώνται στις περιορισμένες πεδινές εκτάσεις της κοιλάδος της Άμφισσας,
στις εκβολές του Μόρνου (Ευήλιο) και στο οροπέδιο της Γραβιάς (άνω ρου του
ποταμού Βοιωτικού Κηφισού). Κυριαρχούν τα εδάφη με αργιλοπηλώδη-αργιλώδη
υφή. Οι βασικές κατηγορίες πετρωμάτων που απαντώνται στην περιοχή και από τα
οποία προέρχονται τα εδάφη είναι: φλύσχης, σκληροί συμπαγείς ασβεστόλιθοι,
πυριγενή πετρώματα (οφειόλιθοι) και τεταρτογενείς- πρόσφατες αποθέσεις.

[56]
Η γεωλογική δομή του νομού Φωκίδας συμμετέχουν πετρώματα τα οποία ανήκουν εκ
δυσμών προς ανατολάς στις γεωτεκτονικές ζώνες Ωλωνού-Πίνδου, Παρνασσού
Γκιώνας και Υποπελαγωνική ζώνη. Πρόκειται για ανθρακικούς ως επί το πλείστον
σχηματισμούς Τριαδικής έως και Ηωκαινικής ηλικίας ως και φλυσχικά πετρώματα
σημαντικού πάχους, τριαδικά λατυποπαγή, σχιστοκερατόλιθους.[17]

Η ζώνη Ωλωνού-Πίνδου καλύπτει το δυτικό τμήμα του νομού (γεωγραφική περιοχή


στο Δήμο Δωρίδος, στις Τοπικές Κοινότητες Βαρδουσίων, Ευπαλίου, Τολοφώνος και
μέρος του Λιδωρικίου και στο Δήμο Δελφών στη Τοπική Κοινότητα Καλλιέων) και
περιλαμβάνει ανθρακικά και καρστικά ιζήματα,ως τριαδικούς λεπτοπλακώσεις
ασβεστόλιθους με ενστρώσεις κερατολίθων και αργιλικών σχιστόλιθων μικρού
επιφανειακού αναπτύγματος και ορατού πάχους, ιουρασικούς ασβεστόλιθους και
σχιστόλιθους σε εναλλαγές, ιουρασικούς σχιστοκερατόλιθους με μικρές
ασβεστολιθικές ενστρώσεις με πάχος μερικές δεκάδες μέτρα,πλακώδεις κρητιδικούς
ασβεστόλιθους και περιοσμένες εμφανίσεις φλύσχη, καθώς και νεώτερα πλειοκαινικά
ιζήματα από μάργες, μαργαϊκούς ασβεστόλιθους κροκαλοπαγή κ.λπ. περιορισμένης
έκτασης στο πεδινό τμήμα στις εκβολές του Μόρνου.[18]

Η ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας καταλαμβάνει το ανατολικό τμήμα του νομού με


εσωτερικές ζώνες της Υποπελαγωνικής Ζώνης. Τα πετρώματα είναι κυρίως
αυτόχθονα ανθρακικά ιζήματα (ασβεστόλιθοι και δολομίτες), αβαθών θαλασσών με
μεγάλα σχετικά πάχη και κατά δεύτερο λόγο ιζήματα φλύσχη που αφορούν τη
περίοδο μέχρι το Ηώκαινο του Παλαιογενούς (τριτογενές του Καινοζωϊκού αιώνα).
Ακολουθούν, σε μικρότερη έκταση (κοιλάδα Άμφισσας, Άνω Ρου Βιοτικού Κηφισού)
σχηματισμοί όπως τα κροκαλοπαγή κ.λπ. (μειόκαινο-πλειστόκαινο). Στο Ανατολικό
τμήμα του νομού (περιοχή Οίτης και Παρνασσού) παρατηρείται ευρεία εμφάνιση
πετρωμάτων της Υποπελαγωνικής ζώνης ως αποτέλεσμα επώθησης και εν μέρει
εφίππευσης της Ζώνης αυτής επί της Ζώνης Παρνασσού-Γκιώνας. Κύριο
χαρακτηριστικό της γεωλογικής δομής του νομού Φωκίδας είναι η παρουσία
καρστικών συστημάτων κυρίως στο κεντρικό και ανατολικό τμήμα τα οποία
συμβάλλουν στην πλούσια υδροφορία.

[57]
Εικόνα 1.18. Γεωλογικές Ζώνες Νομού Φωκίδας
(Πηγή: Μελέτη Θηραματικής Ανάπτυξης Νομού Φωκίδας)

Εδαφολογικά ο νομός περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες εδαφών, ο σχηματισμός των


οποίων καθορίζεται από το μητρικό πέτρωμα και της κλιματολογικές συνθήκες της
περιοχής. Τα βασικά πετρώματα που απαντώνται στην εδαφική έκταση του νομού
είναι: ο φλύσχης, σκληροί συμπαγείς ασβεστόλιθοι, πυριγενή πετρώματα
(οφειόλιθοι), και τεταρτογενείς αποθέσεις. Οι βασικές κατηγορίες εδαφικών
σχηματισμών του νομού είναι:

1. Εδάφη από φλύσχη ,όξυνα με πηλώδη-αργιλοπηλώδη υφή με μεγάλη δασική αξία.


Επί των εδαφών αυτών απαντούν δάση ελάτης και φυλλοβόλων δρυών. Ένας από
τους επικρατέστερους τύπους εδαφών κυρίως στο δυτικό τμήμα του νομού.
2. Εδάφη από σκληρούς ασβεστόλιθους, ουδέτερα με αργιλοπηλώδη-αργιλώδη υφή
με μικρή γενικά δασική αξία τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως
βοσκότοποι. Ένας από τους επικρατέστερους τύπους εδαφών κυρίως στο
ανατολικό τμήμα του νομού.
3. Εδάφη από βασικά πυρογενή πετρώματα, ουδέτερα με πηλώδη υφή με ιδιαίτερη
δασική αξία. Απαντώνται σε περιορισμένη έκταση στα βόρεια του νομού.
4. Εδάφη από τριτογενείς αποθέσεις συνήθως όξυνα με αργιλοπηλώδη υφή και
γεωργικά αλλουβιακά εδάφη τα οποία έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη γεωργία.
Απαντώνται σε περιορισμένες εκτάσεις στις πεδινές εκτάσεις του Νομού (κοιλάδα
της Άμφισσας, πεδινό τμήμα του Λιδωρικίου και στα οροπέδια των Τοπικών
Κοινοτήτων Γραβιάς, Λιδωρικίου και Δεσφίνας).[18]

Ο νομός διαθέτει μία εκτεταμένη ακτογραμμή (περίπου 175km) η οποία εκτείνεται


από τη Δεσφίνα μέχρι το Ευπάλιο. Οι ορεινοί όγκοι του νομού που καταλήγουν στον

[58]
Κορινθιακό κόλπο διαμορφώνουν μια πολυσχιδής ακτογραμμή με έντονο διαμελισμό
που σχηματίζει πολλούς κόλπους και μικρές παραλίες. Χαρακτηριστικό της περιοχής
είναι οι μικρές σε μήκος παραλίες που σχηματίζονται στο μυχό των κόλπων και η
υψηλή ποιότητα των νερών κολύμβησης. Η χωρητικότητα -φέρουσα ικανότητα- των
παραλιών (λόγω του μικρού μήκους και πλάτους) κρίνεται περιορισμένη και το
καλοκαίρι πολλές από αυτές υπερφορτίζονται. Όλες σχεδόν οι παραλίες, εκτός της
Τοπικής Κοινότητας Δεσφίνας (απόκρημνες παραλίες) έχουν αναπτυχθεί τουριστικά
και οικιστικά και σε πολλές περιπτώσεις άναρχα απρογραμμάτιστα. Σύμφωνα με την
Έκθεση Ποιότητας ως νερών Κολύμβησης της Ελλάδος για το 2006 ΥΠΕΧΩΔΕ οι
παραλίες του Νομού πληρούν τις τιμές της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ. Όλες οι παραλίες
κατατάσσονται στην κατηγορία G.I. (μικροβιακή ποιότητα) και στην κατηγορία Α
(φυσικοχημική ποιότητα). Οι ακτές του νομού λόγω της γεωλογικής διαμόρφωσης
του θαλάσσιου μετώπου (μεγάλες-απότομες κλίσεις των απολήξεων των ορεινών
σχηματισμών) υπόκειται στη διαδικασία της διάβρωσης και απόθεσης φετρών υλών
των χειμάρρων που εκβάλλουν σ’αυτές με αποτέλεσμα αρκετές από αυτές, ανάλογα
με την ένταση της χειμαρρώδους δράσης, να υποβαθμίζονται και να αλλοιώνονται.
Εκτός από τους χείμαρρους σε ορισμένες περιοχές της ακτογραμμής ο θαλάσσιος
κυματισμός δημιουργεί προβλήματα διάβρωσης και καταστροφές σε παράκτιες
κατασκευές.[18]

[59]
[60]
Πηγές 1ου Κεφαλαίου
[1] Νομός Φωκίδας, Δικτυακός Τόπος: http://el.wikipedia.org

[2] Ν.3852/2010 (ΦΕΚ 87/τ.Α’/7.06.2010) «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης


και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης-Πρόγραμμα Καλλικράτης»

[3] Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ., πρώην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της
Ελλάδος ΕΣΥΕ), Αποτελέσματα Απογραφής 2001
Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[4] Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), Έρευνα 2006


Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[5] Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), Προσωρινά Αποτελέσματα Απογραφής


2011 (Δελτίο Τύπου, Πειραιάς 22 Ιουλίου 2011)
Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[6] Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων


Δικτυακός Τόπος: http://www.e-demography.gr

[7] Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν


Δικτυακός Τόπος: http://el.wikipedia.org

[8] Υπουργείο Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Ψηφιακό Σχολείο
Αρχές Οικονομικής Θεωρίας, Μάθημα Γ’ Λυκείου
Δικτυακός Τόπος: http://digitalschool.minedu.gov.gr/

[9] Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), Διεύθυνση Στατιστικών Πληθυσμού και


Αγοράς Εργασίας (Έρευνα 2006)
Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[10] Καπελέρης Σ., «Κείμενο Εργασίας Επιχειρησιακού Προγράμματος Πρωτογενή


Τομέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, Ενότητα Β’», Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας,
Γραφείο Αντιπεριφερειάρχη Αγροτικής Οικονομίας & Κτηνιατρικής, Λαμία,
Σεπτέμβριος 2011

[11] Ελληνική Στατιστική Αρχή, Μητρώου Επιχειρήσεων 2002


Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[12] Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), Έτος 2009


Δικτυακός Τόπος: http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE

[13] Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ)


Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Νatura 2000
Δικτυακός Τόπος: http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=432

[14] Διαδικτυακό Σύστημα Γεωγραφικών Πληροφοριών (ΣΓΠ) Ε.Ε.


Δικτυακός Τόπος: http://natura2000.eea.europa.eu/#

[61]
[15] Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τομέας Υδάτινων Πόρων & Περιβάλλοντος
Φιλότης (“Filotis”), Βάση Δεδομένων για την Ελληνική φύση
Δικτυακός Τόπος: http://filotis.itia.ntua.gr/home/

[16] Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγρoτόπων


Δικτυακός Τόπος: http://www.ekby.gr/ekby/el/EKBY_home_el.html

[17] Νταλής Δ. (2005) «Εναλλακτικές μορφές τουρισμού στη Στερεά Ελλάδα»

[18] Καλογήρου Χ. «Νομός Φωκίδας: Πολιτική Γης και Ανάπτυξη»


Εργασία στο μάθημα «Κτηματολόγιο, Πολιτική και Χρήσεις Γης στις Ορεινές
Περιοχές»

[19] Ποτουρίδης Α., Ροϊνιώτη Α., Ρετσίνης Ε., Ζαρογιάννης Θ., Κεφαλάς Π,
Καραπάτη Σ, Λώλου Σ. «Διεπιστημονική Μελέτη για την Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη
του Νομού Φωκίδας», Μεταπτυχιακή Εργασία, Φεβρουάριος 2010

[20] Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομίας


Δικτυακός Τόπος: http://el.wikipedia.org

[21] Ελληνική Εθνική Επιτροπή UNESCO


Δικτυακός Τόπος: http://www.unesco-hellas.gr/gr/default.htm

[62]
2. Βωξίτης

2.1. Ιστορική Αναδρομή


Ο βωξίτης είναι το σημαντικότερο μετάλλευμα από το οποίο λαμβάνεται με
μεταλλουργική κατεργασία το αλουμίνιο. Ο όρος βωξίτης (beauxite)
χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1845 από τον A. Dufrenoy για ένα αλουμινούχο
πέτρωμα που είχε προηγουμένως ανακαλυφθεί από τον Pierre Berthier το 1821 κοντά
στο χωριό Les Beaux de Provence στην Aries της Ν. Γαλλίας. Το ορυκτό διάσπορο
είχε ήδη ανακαλυφθεί το 1801 και ο γιββσίτης το 1822. Το 1885 το όνομα του χωριού
άλλαξε σε Les Baux και τότε ο Γάλλος μεταλλουργός Hennri Sainte-Claire Deville
πρότεινε την γενικευμένη χρήση του ονόματος bauxite (βωξίτης) για τέτοιου τύπου
μεταλλεύματα.

Η εκμετάλλευση του βωξίτη άρχισε το 1860 στην Auriol. Κατά τον 19ο αιώνα, η
παραγωγή αλουμίνας από βωξίτη γινόταν αρχικά με την μέθοδο του Γάλλου
μεταλλειολόγου Louis Le Chatelier (1815-1873), η οποία συνίστατο στην θερμική
κατεργασία της πρώτης ύλης σε τρία στάδια. Η διεργασία κατέληξε στην καταβύθιση
υδροξειδίου του αλουμινίου σχετικά χαμηλής καθαρότητας. Στην συνέχεια η
παραγωγή του αλουμινίου από το Al(OH)3 γινόταν με την μέθοδο Deville στο
εργοστάσιο στην Salindres. Αρχικά η αλουμίνα χρησιμοποιείτο στην
χρωματοβιομηχανία αλλά σταδιακά με την ανάπτυξη της μεθόδου Hall-Heroult έγινε
η πρώτη ύλη για την ηλεκτρολυτική παρασκευή αλουμινίου. Παράλληλα ο
εξορυσσόμενος λευκός βωξίτης προοριζόνταν για την παραγωγή αλουμινίου,
πυρότουβλων και τσιμέντου ταχείας πήξης δηλαδή για μη μεταλλουργικές χρήσεις.
Στην εποχή μας για την παραγωγή άνυδρης αλουμίνας έχει πλέον επικρατήσει
παγκοσμίως η μέθοδος Bayer η οποία χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη διάφορες
ποιότητες βωξίτη. Η μέθοδος αυτή αναπτύχθηκε από τον Αυστριακό χημικό Karl
Josef Bayer (1847-1904).[1]

2.2. Κοιτασματολογία

Ο βωξίτης αποτελεί το κυριότερο μετάλλευμα παραγωγής αλουμινίου και έχει γαιώδη


συνήθως όψη. Πετρολογικά ο βωξίτης είναι ένας λατερίτης. Οι λατερίτες είναι
προϊόντα χημικής αποσάθρωσης, υπολειμματικά πετρώματα φτωχά σε SiO2 (οξείδιο
του πυριτίου), τα οποία διακρίνονται με τη σειρά τους σε βωξίτες και Fe/λατερίτες,
ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε Al2O3 (οξείδιο του αργιλίου) και Fe2Ο3
(οξείδιο του σιδήρου).

Από χημικής πλευράς ο βωξίτης αποτελεί μίγμα από υδροξείδια του Al (αργιλίου),
υδροξείδια και οξείδια του Fe (σιδήρου), του Ti (τιτανίου) , καθώς και άλλων
ορυκτών σε πολύ μικρά ποσοστά. Μπορεί να χαρακτηρισθεί και πέτρωμα που

[63]
περιέχει σε ελεύθερη μορφή υδροξείδια του Al τα οποία εύκολα αποχωρίζονται από
τα άλλα συνυπάρχοντα οξείδια, υδροξείδια και πυριτικές ενώσεις. Βασικά
αποτελείται από υδροξείδιο του Fe και Al, μαζί με άλλα οξείδια Fe, Ti, και
αργιλοπυριτικές ενώσεις.

Άλλα συνθετικά ορυκτά μπορεί να είναι θειούχες ενώσεις σε μικρά ποσοστά, με


μορφή μαρκασίτη (FeS2), συνηθέστερα, και σιδηροπυρίτη (FeS) σπανιότερα.

Ο όρος “Κοίτασμα Βωξίτη” αναφέρεται σε βωξίτες οι οποίοι είναι οικονομικά


εκμεταλλεύσιμοι και επεξεργάσιμοι. Τα κοιτάσματα αυτά περιέχουν 40-50%
τουλάχιστον Αl2O3, επίσης 3-5% SiO2 σε ενώσεις και 20% το πολύ Fe2O3.

Ο Liebich (1892) επέκτεινε τον όρο σε λατεριτικά προϊόντα, πλούσια σε γυψίτη, τα


οποία προέρχονται από βασάλτες στο Yogelsberg (Γερμανία). Ο όρος αλουμίνα
αναφέρεται στο καθαρό Αl2O3, το οποίο περιέχει 52,9% Al και 47,1% O2.

Σύμφωνα με τον Bardossv (1958) οι βωξίτες διακρίνονται σε:

1. Βωξίτες, οι οποίοι προσδιορίζονται σαν το τμήμα του βωξιτικού μέλους, όπου


περισσότερο από το 75% από την όλη περιεκτικότητα σε αργίλιο βρίσκεται με
την μορφή υδροξειδίων.

2. Αργιλιτικούς βωξίτες, οι οποίοι περιέχουν 72-75% του αργιλίου με την μορφή


υδροξειδίων.

3. Βωξιτική άργιλο, όπου λιγότερο από το 25% του ολικού αργιλίου βρίσκεται με
την μορφή υδροξειδίων.

4. Άργιλους, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από απουσία υδροξειδίου.

Πλέον ως βωξίτης χαρακτηρίζεται το πέτρωμα που προήλθε από την in situ διάβρωση
και αποσάθρωση ανθρακικών πετρωμάτων, πλούσιων σε Al, με ταυτόχρονη
απόπλυση του CaCO3 (ανθρακικό ασβέστιο), ή από τη λατεριτική διάβρωση και
αποσάθρωση πυριγενών (κύρια οφιολιθών) και μεταμορφωμένων πετρωμάτων που
περιέχουν ορυκτά του Al.

Στην δεύτερη περίπτωση τα προϊόντα της λατεριτικής διάβρωσης ή παραμένουν in


situ ή μεταφέρονται σε μικρή ή και μεγαλύτερες αποστάσεις που μπορεί να φθάσουν
και τα 400km.

Ορυκτολογικά τον όρο “βωξίτη” συνοδεύει η παρουσία χαρακτηριστικών ορυκτών


που αποτελούν την κύρια παραγένεση, όπως ο βαιμίτης, το διάσπορο, ο γκυψίτης και
δευτερευόντων ορυκτών όπως ο καολινίτης, ο αιματίτης, ο λειμωνίτης, ο ανατάσης,
το ρουτίλιο κ.λπ.[2]
[64]
2.3. Γένεση Βωξιτικών Κοιτασμάτων

2.3.1. Θεωρίες Βωξιτογένεσης


Για τη γένεση των βωξιτικών κοιτασμάτων επικρατούν σήμερα δύο θεωρίες: η
θεωρία της αλλόχθονης γένεσης και η θεωρία της αυτόχθονης γένεσης.

Σύμφωνα με την θεωρία της αλλόχθονης γένεσης, το βωξιτικό κοίτασμα


σχηματίσθηκε κάπου αλλού από όπου βρίσκεται σήμερα με τη βοήθεια της
λατεριτικής αποσαθρώσεως και ύστερα υπέστη διάβρωση, μεταφορά και απόθεση
στην σημερινή του θέση σε μορφή αλουβιακή. Από αυτόν τον σχηματισμό προκύπτει
ότι ο βωξίτης αυτός είναι ίζημα λατερικό και αλλόχθονο. Τα κοιτάσματα αυτά
χαρακτηρίζονται ως λατερικά.

Σύμφωνα με τη θεωρία της αυτόχθονης γένεσης, ο βωξίτης προήλθε από την επί
τόπου (in situ) αποσάρθρωση των ανθρακικών πετρωμάτων και ειδικότερα των
ασβεστολίθων. Από την αποσάρθρωση αυτή, που είχε για αποτέλεσμα την
διαλυτοποίηση και απομάκρυνση των ανθρακικών ορυκτών, παρέμειναν σαν
υπόλειμμα τα αδιάλυτα αργιλοπυριτικά ορυκτά, που στη συνέχεια έπαθαν
λατεριτίωση στον τόπο τους, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό των βωξιτικών
κοιτασμάτων.[3]

Για να γίνει η λατεριτίωση και κατ’επέκταση η βωξιτογένεση θα πρέπει να τηρούνται


οι παρακάτω προϋποθέσεις:

1. ‘Υπαρξη κατάλληλων πετρωμάτων:


Πετρώματα πλούσια σε Al2O3 για να σχηματισθεί βωξίτης. Πλούσια σε Al2O3 είναι
τα όξινα-ενδιάμεσα και βασικά μαγματογενή πετρωμάτα (π.χ. γάβροι, βασάλτες),
όπως και πολλά μεταμορφωμένα ή ιζηματογενή πετρώματα (π.χ. αργιλικοί
σχιστόλιθοι, αρκόζες). Μητρικά πετρώματα είναι κατά σειρά σπουδαιότητας οι
βασάλτες, οι διαβάσες, οι αρκόζες, οι καολινιτικές άργιλοι, οι αργιλικοί σχιστόλιθοι,
οι γρανίτες, κ.λπ.

2. Ύπαρξη τροπικού κλίματος:


Η ένταση της αποσάθρωσης αυξάνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας και του
ποσού των βροχοπτώσεων. Επομένως, η αποσάθρωση είναι πιο έντονη στις υγρές,
τροπικές ζώνες. Προκειμένου να γίνει η λατεριτίωση η μέση θερμοκρασία πρέπει να
είναι μεγαλύτερη των 22ο C, το ύψος των βροχοπτώσεων μεγαλύτερο των 1200mm,
ενώ η κατανομή των υδατοπτώσεων κατά την διάρκεια του έτους πρέπει να είναι
άνιση (9-11 υγροί και 1-3 ξηροί μήνες). Οι συνθήκες αυτές εκπληρούνται μόνο στην
τροπική ζώνη και μόνο όταν επικρατεί κλίμα μουσώνων. Ο Ελληνικός χώρος, κατά
την περίοδο της γένεσης των μεγάλων λατεριτικών κοιτασμάτων είχε τροπικό κλίμα
και μάλιστα κλίμα μουσώνων.
[65]
3. Ύπαρξη τροπικής βλάστησης:
Η φυτοκάλυψη επιδρά στη λατεριτίωση καθώς το κάλυμμα του δάσους συγκρατεί την
υγρασία του εδάφους που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αποσάθρωση.
Επίσης, το ριζικό σύστημα των δένδρων ευνοεί την κατείσδυση του ύδατος διαμέσου
του λατεριτικού μανδύα βοηθώντας στην αποστράγγιση. Επιπλέον οι
μικροοργανισμοί που ζουν στις ρίζες των δένδρων συμβάλλουν στην εξαλλοίωση των
αργιλοπυριτικών ορυκτών και δρουν ως καταλύτες σε ορισμένες χημικές αντιδράσεις.
Το τροπικό δάσος συμβάλλει στην απομάκρυνση του πυριτίου από τον λατεριτικό
μανδύα καθώς αυτό το αποθηκεύεται στα φύλλα των δένδρων. Τέλος, το πυκνό δάσος
προστατεύει το λατεριτικό μανδύα από την αποσάθρωση. Όπου το κάλυμμα δάσους
καταστρέφεται προκαλείται μηχανική αποσάθρωση του λατεριτικού μανδύα.

4. Ύπαρξη πανεπιπέδου:
Οι περισσότεροι βωξίτες βρίσκονται σε πανεπίπεδα (plateaux). Στις περιοχές αυτές
δημιουργούνται οι ευνοϊκές συνθήκες για τη λατεριτίωση. Αυτό συμβαίνει γιατί
εξαιτίας του μεγάλου υψομέτρου επιβοηθείται η αποστράγγιση, βασική προϋπόθεση
για την βωξιτογένεση. Επίσης η προσκομιδή και η απόθεση προϊόντων αποσάθρωσης
σε αυτά τα ύψη είναι μικρή και ως εκ τούτου ο λατεριτικός μανδύας μένει στην
επιφάνεια επί μακρόν. Τέλος, εξαιτίας της μικρής κλίσης των πανεπιπέδων
αποτρέπεται η αποκομιδή του λατεριτικού μανδύα.

5. Καλή αποστράγγιση:
Βωξίτης μπορεί να δημιουργηθεί μόνο πάνω από τον υδροφόρο ορίζοντα υπό καλές
συνθήκες αποστράγγισης. Για να επιτευχθεί ικανοποιητική διάλυση και αποκομιδή
των διαλυμένων συστατικών απαιτείται καλή αποστράγγιση. Με την καλή
αποστράγγιση δημιουργείται ένας ορίζοντας πλούσιος σε βωξιτικά ορυκτά αντί ενός
πλούσιου σε καολινίτη.

Συνεπώς πρόκειται για έναν αλουβιακό σχηματισμό σε συνθήκες τροπικού κλίματος.

Η επικρατέστερη θεωρία για τα κοιτάσματα στην περιοχή Παρνασσού-Γκιώνας, είναι


αυτή της αλλόχθονης γενέσεως. Συγκεκριμένα, το βωξιτικό κοίτασμα σχηματίσθηκε
σε κάποια άλλη τοποθεσία από αυτή που το συναντούμε σήμερα. Η δημιουργία του
κοιτάσματος οφείλεται στην λατεριτική αποσάθρωση οφιολίθων και άλλων
αργιλοπυριτών πετρωμάτων. Ύστερα το υλικό που προήλθε από τη λατεριτίωση
διαβρώθηκε, μεταφέρθηκε και αποτέθηκε σε αβαθείς ασβεστολιθικές λεκάνες (που
σχηματίστηκαν σε περιόδους του Μεσοζωϊκού και Παλαιογενούς) στην σημερινή
του θέση σε αλλουβιακή μορφή. Από τη διαδικασία αυτή προκύπτει ότι ο
συγκεκριμένος βωξίτης είναι ίζημα λατεριτικό και αλλόχθονο. Ένα υγροτροπικό
κλίμα συνέτεινε στην αποσάθρωση και εξαλλοίωση των μητρικών πετρωμάτων σε
οξείδια του αργιλίου και του σιδήρου.[2]

[66]
2.3.2. Παλαιογεωγραφία
Η γένεση των βωξιτικών κοιτασμάτων είναι συνδεδεμένη με τα καρστικά φαινόμενα,
την παλαιογεωγραφία και την παλαιοκλιματολογία της περιοχής όπου εναποτέθηκε
το βωξιτικό υλικό. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος της παλαιογεωγραφίας των
γειτονικών περιοχών.

Δεδομένου ότι τα κοιτάσματα βωξίτη στην Ελλάδα είναι Μεσοζωϊκής ηλικίας και
ουσιαστικά η διαμόρφωση του ελληνικού χώρου (γεωλογικές ζώνες) στη μορφή που
τις γνωρίζουμε σήμερα ξεκινά εκείνη την εποχή, μια σύνοψη της εξέλιξής τους είναι
απαραίτητη στην προσπάθεια για καλύτερη κατανόηση. Η γεωμορφολογική εξέλιξη
του ελληνικού χώρου ακολουθεί την Αλπική ορογένεση, καθότι από αυτή
διαμορφώθηκε και αποτελεί την απόρροιά της. Έτσι σαν χρονική αφετηρία στην
παλαιογεωγραφική εξέλιξη της περιοχής Παρνασσού-Γκιώνας και των βωξιτικών
κοιτασμάτων, θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε την Τριαδική περίοδο.[5]

Κατά το κάτω Τριαδικό, άρχισε η επίκλυση της θάλασσας, Τηθύος, επί της τότε
ξηράς, Ερκύνια χέρσος, αν και σε περιορισμένες μόνο εκτάσεις, όπου και
δημιούργησε κλειστές μάλλον θάλασσες (περιοχές Χίου, Ύδρας, Αν. Αργολίδας,
Δυτικής Πάρνηθας).

Κατά το μέσο Τριαδικό, συνεχείς καταβυθίσεις κατέκλυσαν νέες εκτάσεις και


δημιούργησαν επιμήκεις θαλάσσιους βραχίονες.

Αυτές οι θαλασσευμένες περιοχές υπήρξαν τα όρια μεταξύ των ζωνών Ωλόνου-


Πίνδου και Υποπελαγωνικής. Παρόμοια άρχισε και η δημιουργία των αυλάκων
Ιονίου και Πίνδου. Το ύβωμα του Γαβρόβου χώριζε τις αυλάκες.

Kατά το ανώτερο Τριαδικό η Τηθύς είχε καλύψει όλη την ξηρά. Σε αυτή την
κατάσταση συνέχισε να βρίσκεται ο ελληνικός χώρος καθ’όλη τη διάρκεια της
Ιουράσιας περιόδου. Εξαίρεση σε αυτή την κατάσταση αποτελούν οι περιοχές
Παρνασσού-Γκιώνας, Υποπελαγωνικής, πιθανόν και Αξιού. Σε αυτές τις περιοχές
πραγματοποιήθηκε η πρώτη ανάδυση Αλπικής χέρσου, έστω και εάν διατηρήθηκε για
λίγο μόνο. Η περιοχή Παρνασσού-Γκιώνας χαρακτηρίζεται από σχεδόν συνεχόμενη
απόθεση ηπειρωτικών ανθρακικών ιζημάτων από το Άνω Τριαδικό έως το Άνω
Κρητιδικό. Το βωξιτικό υλικό προέρχεται από βορειοανατολικά της ζώνης
Παρνασσού-Γκιώνας, από την Πελαγονική ζώνη, απ’όπου το μετέφεραν πλατιά
ποτάμια και εκτεταμένες εκβολές ποταμών.[4]

[67]
Εικόνα 2.1. Μεσόγειος κατά το Ανώτερο Τριαδικό
(Πηγή: Dr Ron Blaket, «Γεωλογικές Αναπαραστάσεις»)

Σε αυτές τις περιοχές συναντάται και ο κατώτερος βωξιτικός ορίζοντας (B1), με


υποκείμενο μεσοϊουρασικούς ασβεστόλιθους και υπερκείμενο κιμμερίδιους
ασβεστόλιθους. Η ορογενετική ανησυχία που εκδηλώνεται στις περιοχές αυτές
συμπίπτει με την παλαιοαλπική Αγκασιζική πτύχωση.

Έτσι λοιπόν συνεχίζει να βρίσκεται υπό της θάλασσας όλος ο ελληνικός χώρος μέχρι
την εκδήλωση της Νεοκιμμερικής πτύχωσης προς το τέλος της Ιουράσιας περιόδου.
Τότε αναδύονται περιοχές που ιχνηλατούνται στα ανατολικά της ζώνης Αξιού
(περιοχή Κιλκίς), στην Υποπελαγωνική ζώνη (Λοκρίδα, Εύβοια, Ακροκόρινθος,
Αργολίδα) και σε περιοχές στην ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας όπου βρίσκεται ο μεσαίος
βωξιτικός ορίζοντας (B2) (υποκείμενος Τιθωνίων ασβεστολίθων). Η έκταση της
πτύχωσης αυτής είναι μεγάλη, αλλά η ανάδυση των χέρσων τμημάτων ήταν σύντομη.
Έτσι ο ελληνικός χώρος κατακλύσθηκε ξανά ολόκληρος από θάλασσα στο τέλος της
Ιουράσιας περιόδου και κατά τη διάρκεια του κατώτερου Κρητιδικού, με εξαίρεση
ίσως τμήματα της Υποπελαγωνικής.

Κατά το τέλος του κατώτερου Κρητιδικού εκδηλωνόταν η Αυστριακή πτύχωση η


οποία δεν ανέδειξε ξηρά στην περιοχή Παρνασσού-Γκιώνας. Έπειτα εκδηλώθηκε η
Υποερκυνική πτύχωση, η οποία οδήγησε σε ανάδυση χέρσου στην περιοχή
Παρνασσού-Γκιώνας και στη δημιουργία του ανώτερου βωξιτικού ορίζοντα (B3), με
υποκείμενο ασβεστόλιθους Κενομάνιου ηλικίας και ως υπερκείμενο ασβεστόλιθους
Τουρωνίου-Σενωνίου ηλικίας. Έπειτα, κατά το Τουρώνιο-Σενώνιο η θάλασσα
κατακλύζει ξανά τις χέρσες περιοχές μέχρι σχεδόν το τέλος της ανώτερης Κρητιδικής,
έως το Μαιστρίχτιο.

[68]
Εικόνα 2.2. Μεσόγειος κατά το Κατώτερο Κρητιδικό
(Πηγή: Dr Ron Blaket, «Γεωλογικές Αναπαραστάσεις»)

Η ιζηματογένεση ασβεστολίθων ή φλύσχη συνεχίζεται παντού στην Ελλάδα μέχρι το


τέλος του Μαιστρίχτιου. Κατά το Μαιστρίχτιο άρχισε η προετοιμασία της πτύχωσης.
Εκδηλώθηκε η Λαραμική πτύχωση που επηρέασε τις ζώνες Πελαγωνικής, Ροδόπης
και Αξιού. Έχοντας περάσει στον Καινοζωικό αιώνα και κατά το Ηώκαινο
εκδηλώνεται η μεσοαλπική Πυρηναϊκή πτύχωση. Για τη ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας
αυτή υπήρξε η τελική παροξυσμική πτύχωση.

Οι πρώτες πτυχώσεις της Αλπικής ορογένεσης αυξάνουν βαθμιαία ως προς την


έκταση της αναδυόμενης ξηράς όσο και ως προς τη διάρκεια διατήρησης της άνω της
θάλασσας. Η ανάδυση της ξηράς προηγείται στην ανατολή. Με τις μεσοαλπικές
πτυχώσεις ολοκληρώνεται η περίοδος των έντονων πτυχώσεων και κατόπιν οι
νεοαλπικές δημιουργούν ελαφρές πτυχώσεις. Διαρρήξεις και εγκατακρημνίσεις
συνεχίζονται με φθίνουσα συχνότητα κατά το Τεταρτογενές, όπου κατά το ανώτερο
Τεταρτογενές διαμορφώνεται η σημερινή μορφή της Ελλάδας.[5]

[69]
Εικόνα 2.3. Μεσόγειος κατά το Ηώκαινο
(Πηγή: Dr Ron Blaket, «Γεωλογικές Αναπαραστάσεις»)

2.3.3. Γεωλογική Κατανομή των Οριζόντων


Η παλαιογεωγραφική κατανομή των βωξιτικών οριζόντων δείχνει μια μετατόπιση
των περιοχών απόθεσης κατά τη διάρκεια των εποχών σχηματισμού τους. Ο πρώτος
βωξιτικός ορίζοντας έχει βορειοανατολική διεύθυνση ενώ ο δεύτερος και τρίτος
αλλάζουν και αποκτούν νοτιοδυτική. Ο πρώτος ορίζοντας εκτείνεται κυρίως στο
Καλλίδρομο Όρος και τον Παρνασσό. Οι νεώτεροι δύο ορίζοντες έχουν μεγαλύτερη
κατανομή, από βορειοδυτικά στην Οίτη και την Γκιώνα μέχρι νοτιοανατολικά στον
Ελικώνα. Τα μεγαλύτερα κοιτάσματα απαντώνται στη ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας
(Γκιώνα, Οίτη, Παρνασσός, Ελικώνας). Μικρότερα κοιτάσματα απαντώνται στη
Χαλκιδική, στην Εύβοια, στη Σκόπελο, στην Πύλο, στη Γκλόκοβα, στο Αρτεμίσιο,
στην Αμοργό, κ.λπ.

Κατά τη διάρκεια της ανάδυσης η περιοχή γινόταν παράκτια και το ανάγλυφο


καρστικό. Ο πρώτος βωξιτικός ορίζοντας (Β1) λόγω αναγλύφου και χαμηλής
μεταφορικής ενέργειας των ιζημάτων δεν σχημάτισε συνεχόμενο βωξιτικό στρώμα
οικονομικής σημασίας.

[70]
Ο δεύτερος βωξιτικός ορίζοντας (Β2) -στρώμα αρκετών μέτρων πάχους- επικάθεται
σε ελαφρώς καρστικοποιημένα στρώματα ή και σε μη-καρστικές επιφάνειες. Οι
συνθήκες απόθεσης δείχνουν ότι η ιζηματογένεση των λατεριτών έγινε σε θαλάσσιο
περιβάλλον.

Σε αντίθεση με τον δεύτερο, τα υποκείμενα του τρίτου βωξιτικού ορίζοντα (Β3)


στρώματα είναι εντόνως καρστικά, με το βάθος της καρστικής διάβρωσης (καρστικό
ανάγλυφο) να αυξάνει από τα νοτιοανατολικά προς τα βορειοδυτικά. Ο τρίτος
ορίζοντας εκτείνεται σε μεγάλες αποστάσεις σαν ένα συνεχόμενο στρώμα πάχους 1-
10m πάνω από το καρστικό ανάγλυφο και συνεπώς είναι μεγάλης οικονομικής
σημασίας. Και σε αυτόν τον ορίζοντα ασβεστόλιθοι θαλάσσιας προέλευσης
υποδεικνύουν ότι η απόθεση έγινε σε θαλάσσιο περιβάλλον.

Πουθενά στην περιοχή δεν βρίσκονται πρωτογενή κοιτάσματα ή πετρώματα που


μπορούν να θεωρηθούν ως μητρικά. Η θέση των μητρικών πετρωμάτων παραμένει
ακόμη άγνωστη και μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Οι ενδείξεις συμφωνούν ότι
ήταν από περιοχή βορειοανατολικά της Εύβοιας. Η παρουσία οφιόλιθων στην
Λοκρίδα και την Εύβοια ενισχύει αυτόν τον ισχυρισμό. Όπως και στους
σιδηρονικελιούχους λατερίτες της Λοκρίδας/Εύβοιας, το λατεριτικό υλικό
μεταφέρθηκε από μια ηπειρωτική περιοχή μέσω ενός συστήματος εντόνως
διακλαδισμένων ποταμών σε μια υφάλμυρη λιμνοθάλασσα ή θαλάσσιο περιβάλλον
με κατεύθυνση από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά. Ότι το υλικό αποτέθηκε
σε υδάτινο περιβάλλον το γνωρίζουμε με σιγουριά λόγω του ιστού του
μεταλλεύματος.[4],[5]

Εικόνα 2.4. Κατανομή των βωξιτικών οριζόντων στην Κεντρική Ελλάδα


(Πηγή: Petraschek και Mach, 1978)

[71]
2.4. Κοιτάσματα βωξίτη

2.4.1. Κοιτάσματα Βωξίτη στον Ελλαδικό Χώρο


Τα κοιτάσματα βωξίτη της Ελλάδας είναι δευτερογενή κοιτάσματα. Προήλθαν από
την αποσάθρωση πρωτογενών κοιτασμάτων (λατεριτικών μανδυών), τα οποία είχαν
αναπτυχθεί πάνω στους οφιολίθους της Υποπελαγωνικής Ενότητας. Τα υπό
λατεριτίωση πετρώματα ήταν κυρίως τα βασικά μέλη των οφιολιθικών
συμπλεγμάτων (βασάλτες, γάββροι και διαβάσεις) με συμμετοχή και των
υπερμαφικών πετρωμάτων των οφιολιθικών συμπλεγμάτων όπως υποδηλώνει η
σημαντική περιεκτικότητα σε Ni (νικέλιο) και Cr (χρώμιο). Το υλικό που προέκυψε
από την καταστροφή των πρωτογενών κοιτασμάτων μεταφέρθηκε σε αβαθές
θαλάσσιο περιβάλλον και αποτέθηκε μέσα σε ασβεστολιθικά καρστ δίνοντας έτσι
τους καρστικού τύπου βωξίτες. Ο ιστός του μεταλλεύματος είναι πισσολιθικού ή
συμπαγούς τύπου. Το πισσολιθικού τύπου μετάλλευμα αποτελείται από κλασσικούς
κόκκους (πισσόλιθοι) πλουσίους σε αιματίτη και από τη θεμελιώση μάζα η οποία
είναι πλούσια σε διάσπορο ή/ και βαιμίτη.

Το συμπαγούς τύπου μετάλλευμα αποτελείται από μικροκρυσταλλικό διάσπορο ή/και


βαιμίτη και έχει πηλιτική μορφή.

Στην παρακάτω εικόνα φαίνονται τα κοιτάσματα του βωξίτη, τα οποία υπάρχουν


διάσπαρτα στον Ελλαδικό Χώρο. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι τα κοιτάσματα
βωξίτη καθώς και οι κύριες ζώνες συγκέντρωσής του εμφανίζονται κυρίως στη
Στερεά Ελλάδα και ειδικότερα στο Νομό Φωκίδος.[2]

Εικόνα 2.5. Κατανομή Βωξιτοφόρων Περιοχών Στον Ελλαδικό Χώρο


(Πηγή: «Ελληνικά Κοιτάσματα Βωξιτών», [3])

[72]
2.4.2. Κοιτάσματα Βωξίτη ανά Γεωλογικές Ζώνες

Τα βωξιτικά κοιτάσματα ανήκουν σε τρεις γεωλογικές ζώνες:

Α. Ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας

1. 1ος βωξιτικός ορίζοντας ηλικίας Μ.Ιουρασικό-Α.Ιουρασικό με Cladocoropsis


2. 2ος βωξιτικός ορίζοντας ηλικίας Α.Ιουρασικό με Nirenea-Κ.Κρητιδικό
3. 3ος βωξιτικός ορίζοντας ηλικίας Κενομάνιο-Τουρώνιο

Ο 3ος βωξιτικός ορίζοντας είναι και ο μεγαλύτερος σε ποσότητα κοιτάσματος.


Μεταξύ του 2ου και του 3ου (100m από τον 3ο) εντοπίζεται κατά θέσεις η παρουσία
του ενδιάμεσου ορίζοντα. Από τους τρεις ορίζοντες, ο 2ος και ο 3ος είναι υπό
εκμετάλλευση.

Β. Ζώνη Ανατολικής Ελλάδας (Πελαγονική & Υποπελαγονική)

1. 1ος βωξιτικός ορίζοντας, όπως και ο παλιότερος στη ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας,


ηλικίας Α.Ιουρασικός-Κ.Κρητιδικός
2. 2ος βωξιτικός ορίζοντας ηλικίας Τριαδικό-Κενομάνιο

Σε αυτή τη ζώνη περιλαμβάνονται τα κοιτάσματα του Καλλιδρόμου, της Λοκρίδας,


του Δομοκού, της Νοτιοανατολικής Θεσσαλίας, της περιοχής Μάνδρας-Ελευσίνας,
της βόρειου και κεντρικής Ευβοίας και της Σκοπέλου.

Γ. Υπόλοιπος Ελλαδικός Χώρος

Τα παρακάτω κοιτάσματα βρίσκονται σε άλλες γεωλογικές ζώνες που σχηματίσθηκαν


κυρίως λόγω τεκτονικών φαινομένων :

1. Όρος Κατσίκα Χαλκιδικής


2. Νότιο τμήμα της Χίου
3. Ναύπακτος-Πύλος και ανατολική Πελοπόννησος (όρη Αρτεμίσιο, Παρθένιο)
4. Βροντερό της περιοχής Πρεσπών.

Τα περισσότερα από τα παραπάνω κοιτάσματα βρίσκονται μέσα σε ασβεστόλιθους


της κάθε περιοχής.[3]

[73]
2.5. Χημική Σύσταση Βωξίτη

Η χημική σύσταση του βωξίτη καθώς και οι φυσικές του ιδιότητες ποικίλουν. Όσον
αφορά στην χημική του σύσταση, αυτή αποτελείται κυρίως από τα ακόλουθα: οξείδια
του αργιλίου (Al2Ο3), του αιματίτη (Fe2O3), του καολινίτη (SiO2) και οξείδια του
τιτανίου με την μορφή ανατάση (TiO2). Η μέση χημική σύσταση των βωξιτών του
ανώτερου ορίζοντα, της ζώνης Παρνασσού-Γκιώνας,είναι: Al2O3 (55-65%), Fe2O3
(2-25%), SiO2 (1,2-25%) και TiO2 (2-2,5%). Επίσης έχει διαπιστωθεί η παρουσία των
παρακάτω ιχνοστοιχείων : Ga, Ge, V, U, Th, La, Ce, Zr, Y, Nb, Nd, Ni, Cr, Zn, Pb,
Cu, Mn, Sr, Co, B, Be, Sm, Au, Ag, κ.α., από τα οποία τα πρώτα οκτώ απαντούν σε
ενδιαφέρουσες συγκεντρώσεις. Ειδικότερα, σε ότι αφορά στα στοιχεία Ni, Cr, V, Mn,
Cu, και Ga, οι τιμές στους ελληνικούς βωξίτες κυμαίνονται αντίστοιχα, από 81-1.300,
73-2.430, 125-3.100, 25-1.117, 9-76 και 24-102 ppm.[1],[3]

Στον Πίνακα που ακολουθεί, παρουσιάζονται τα σημαντικότερα στοιχεία που


περιέχονται στο βωξίτη καθώς και μία συνήθης διακύμανση των αντίστοιχων
περιεκτικοτήτων.

Χημική Ένωση ή Στοιχείο Περιεκτικότητα %


Απώλεια Πύρωσης 10-30
Al2Ο3 40-60
SiO2 1-15
Fe2O3 2-30
TiO2 1-5
CaO 0,2-4
Cr2O3 0,01-0,25
Ga ~0,1
Mn2O3 0,05-0,3
ZnO 0-0,04
P2O5 0,04-0,3
V2O5 0,01-0,14
Zr,Nb ~0,01

Πίνακας 2.1. Μέση χημική σύσταση βωξίτη

Στην παρακάτω εικόνα παρουσιάζεται η χημική ανάλυση του βωξίτη σε διάφορους


ορίζοντες του Ελλαδικού χώρου.

[74]
Εικόνα 2.6. Σύσταση-Χημικές Αναλύσεις Διαφορετικής Προέλευσης Ελληνικών
Βωξιτών
(Πηγή: «Ελληνικά Κοιτάσματα Βωξιτών», [3])

2.6. Ιδιότητες Βωξίτη

Ο βωξίτης έχει ειδικό βάρος 2,7-3,5gr/cm3 ανάλογα με την περιεκτικότητά του σε


οξείδια του σιδήρου.

Η σκληρότητά του κυμαίνεται συνήθως μεταξύ του 1 και 3 της σκληρογραφικής


κλίμακας Mohr, αν και όχι σπάνια συναντώνται και πολύ σκληρότερα είδη που
φθάνουν μέχρι και τον έβδομο βαθμό της κλίμακας. Η σκληρότητά του είναι συνήθως
τόσο μεγαλύτερη όσο μικρότερη είναι η περιεκτικότητα σε νερό. Αυτό όμως δεν
ισχύει γενικά, διότι υπάρχουν είδη βωξίτη της ίδιας σύνθεσης αλλά διαφορετικού
βαθμού σκληρότητας.

Ο δείκτης διάθλασης του βωξίτη είναι 1,57, η απόχρωση της γραμμής ποικίλει, ο
θραυσμός είναι ακανόνιστος και η λάμψη του είναι ασθενής και αδιαφανής.

Το σημείο τήξης του εξαρτάται από το ποσοστό περιεχομένων προσμίξεων και


κυρίως από την ποσότητα του οξειδίου του σιδήρου. Σχετικά καθαρά μεταλλεύματα
έχουν σημείο τήξης που ανέρχεται στους 1880-2050ο C.

[75]
Το χρώμα του βωξίτη ποικίλει και εξαρτάται από την περιεκτικότητά του σε
σιδηρούχα οξείδια. Ο βωξίτης είναι καστανέρυθρος έως κίτρινος, γκρίζος και λευκός.
Οι ανοιχτόχρωμοι, κίτρινοι έως γκρίζοι και λευκοί βωξίτες, ποιοτικά είναι οι
ανώτεροι. Σε αυτούς απουσιάζουν τα οξείδια του σιδήρου και παρουσιάζεται
αυξημένη περιεκτικότητα σε οξείδιο του αργιλίου (>80%).

Κατά γενικό κανόνα η περιεκτικότητα του σιδήρου είναι τόσο μεγαλύτερη όσο πιο
καστανό ή ερυθρό είναι το χρώμα του βωξίτη. Πρέπει να σημειωθεί ότι το χρώμα δεν
εξαρτάται απόλυτα από την περιεκτικότητα του σιδήρου, διότι υπάρχουν βωξίτες που
έχουν ζωηρό ερυθρό χρώμα και μικρή περιεκτικότητα σε σίδηρο. Το ζωηρό χρώμα σε
αυτήν την περίπτωση οφείλεται στο οξείδιο του σιδήρου, το οποίο επικαλύπτει
επιφανειακά αργιλούχους πυρήνες, χωρίς να εισδύει ομοιόμορφα στη μάζα του
μεταλλεύματος.

Ο βωξίτης πολλές φορές παρουσιάζει ιστό πισολιθικό, ωολιθικό, και μερικές φορές
στιφρό. Η διαλυτότητά του σε οξέα ή αλκάλια ποικίλει ανάλογα με την ορυκτολογική
σύνθεση σε σχέση με τα ένυδρα οξείδια του αργιλίου. Η διαλυτότητά του σε
καυστικό νάτριο (NaOH) παίζει σημαντικό ρόλο στην επεξεργασία του για την
παραγωγή αλουμίνας.

Ο βωξίτης είναι ανθεκτικός σε υψηλές θερμοκρασίες (πυρίμαχος) και όταν θερμανθεί


ως την τήξη του, παίρνει κρυσταλλική μορφή αποκτώντας υψηλή σκληρότητα που
του δίνει και λειαντικές ιδιότητες. Αυτό οφείλεται στη μετατροπή των οξειδίων του
αργιλίου σε τεχνητό κορούνδιο (Al2O3).

2.7. Χρήσεις Βωξίτη

x Αλουμίνιο

Περίπου το 85% της παγκόσμιας παραγωγής βωξίτη χρησιμοποιείται για την


παραγωγή αλουμίνας, η οποία προορίζεται για την παραγωγή αλουμινίου. Άλλο ένα
10% χρησιμοποιείται για την παραγωγή αλουμίνας, η οποία προορίζεται για
παραγωγή χημικών, λειαντικών και πυράντοχων προϊόντων. Χονδρικά, τέσσερις
τόνοι βωξίτη χρειάζονται για να παραχθούν δύο τόνοι αλουμίνα, οι οποίοι με τη σειρά
τους θα δώσουν ένα τόνο αλουμίνιο.

x Αλουμινούχα Τσιμέντα

Ο βωξίτης αποτελεί μια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται στην παραγωγή


αλουμινούχων τσιμέντων με υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο. Είναι ένα από τα
βασικά συστατικά για την παραγωγή αλουμινούχων τσιμέντων, με πλεονέκτημα την

[76]
χονδρόκκοκη μορφή του, την αντοχή του σε καταπόνηση βάρους, τον υψηλό δείκτη
θερμικής αντοχής κ.λπ.

x Χαλυβουργία

Ο βωξίτης χρησιμοποιείται ως ρευστό υλικό στην υψικάμινο, συνεισφέροντας στη


βελτίωση των υδραυλικών ιδιοτήτων της κοκκοποιημένης σκωρίας, η οποία
χρησιμοποιείται για την παραγωγή τσιμέντου σκωρίας.

x Τσιμέντα τύπου Portland

Ο βωξίτης χρησιμοποιείται ως μία πλούσια πηγή οξειδίου του αργιλίου (Al2O3) για τη
ρύθμιση της τροφοδοσίας για την παραγωγή clinker. Στα πλεονεκτήματα του βωξίτη
της περιοχής της Γκιώνας συγκαταλέγεται η χαμηλή περιεκτικότητα σε πυρίτιο και σε
ιχνοστοιχεία, η υψηλή περιεκτικότητά του σε Fe2O3 , η περιεκτικότητά του σε
αλκάλια και MgO κ.λπ.

x Ορυκτές Ίνες

Οι ορυκτές ίνες με υψηλή περιεκτικότητα σε αλουμίνα παρουσιάζουν βελτιωμένη


βιοδιαλυτότητα και καλύτερες πυρίμαχες ιδιότητες.

x Άλλες χρήσεις

9 Μεταλλουργία Σιδήρου
9 Λίπασμα (Flux)
9 Παραγωγή γαιών διηθήσεως
9 Καταλύτες πυρόλυσης πετρελαίου
9 Επίστρωση οδοστρωμάτων και διαδρόμων αεροδρομίων.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του 2009, το 61% του βωξίτη που παρήγαγε η «S&B
Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» πουλήθηκε για την παραγωγή αλουμίνας, το 27% στην
τσιμεντοβιομηχανία, το 6% για χύτευση σιδήρου και το υπόλοιπο 6% για άλλες
χρήσεις. Το 2009, υπήρξε μεγάλη πτώση στη ζήτηση του βωξίτη και στην τιμή του.
Κυρίαρχα η πτώση σημειώθηκε στη ζήτηση των τσιμεντοβιομηχανιών, κατά 48%,
στη χύτευση σιδήρου και έως 75% στο χάλυβα. Ο μόνος τομέας όπου η ζήτηση
παρέμεινε σταθερή ήταν για την παραγωγή αλουμίνας/αλουμινίου. Συνολικά η πτώση
στη ζήτηση του βωξίτη το 2009 σε σχέση με αυτή του 2008 ανήλθε στο 35%.

[77]
2.8. Αποθέματα Βωξίτη

Σύμφωνα με στοιχεία του United States Geological Survey (Γεωλογικό Ινστιτούτο


των ΗΠΑ-USGS) για τον Ιούλιο 2009, στην παγκόσμια παραγωγή βωξίτη την πρώτη
θέση κατέχει η Αυστραλία ακολουθούμενη από την Κίνα, τη Βραζιλία, την Ινδία, τη
Γουινέα, τη Τζαμάϊκα, ενώ η Ελλάδα κατέχει την 8η θέση. Πρακτικά είναι η μόνη
βωξιτοπαραγωγός χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ετήσια παραγωγή που ξεπερνά
τους 2.000.000 τόνους. Αν και τα αποθέματα του βωξίτη δεν έχουν προσδιοριστεί
πλήρως, (τα βέβαια αποθέματα ανέρχονται σε περίπου 130.000.000 τόνους) στον
πίνακα που ακολουθεί μπορεί κάποιος να δει μία εκτίμησή τους ανά περιοχές. Τα
αποθέματα του βωξίτη στo Νομό Φωκίδας φτάνουν τα 100.000.000 τόνους, ενώ η
αξία τους εκτιμάται σε 2,4 δις. ευρώ.
Περιοχή Αποθέματα σε Τόνους
Παρνασσός-Γκιώνα-Ελικώνας 45.000.000-50.000.000
Ελευσίνα 2.000.000-2.500.000
Εύβοια 700.000
Σκόπελος 1.000.000
Χαλκιδική 600.000
Αμοργός 300.000

Πίνακας 2.2. Αποθέματα Βωξιτικών Περιοχών


(Πηγή: «Ελληνικά Κοιτάσματα Βωξιτών», [3])

Η Ελληνική και η Ευρωπαϊκή παραγωγή βωξίτη ανέρχονται αντίστοιχα στο 1,7% και
στο 2,8% της Παγκόσμιας παραγωγής, ενώ η Ελληνική Παραγωγή και η Βαλκανική
παραγωγή κατέχουν αντίστοιχα το 59,2% και 83,7% της Ευρωπαϊκής παραγωγής.
Μπορεί λοιπόν να καταλάβει κανείς ότι η παραγωγή βωξίτη στον Ελλαδικό Χώρο
είναι πολύ σημαντική. Το 2010 σημειώθηκε ανάκαμψη στη ζήτηση των πρώτων υλών
στις αγορές, μετά από μία δύσκολη χρονιά λόγω οικονομικής ύφεσης και η συνολική
παραγωγή βωξίτη έφτασε τους 1.092.000 τόνους. Οι εξαγωγές ελληνικού βωξίτη
ξεπερνούν τα 30 εκατ.€ ετησίως.

Στους πίνακες που ακολουθούν παρουσιάζονται η συνολική Ελληνική παραγωγή


βωξίτη-αλουμίνας για την τελευταία επταετία και οι πωλήσεις βωξίτη εσωτερικού και
εξωτερικού για το έτος 2010.

‘Ετος 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010


Βωξίτης
(χιλιάδες 2.444 2.495 2.194 2.128 2.174 1.935 1.092
Τόνοι)
Αλουμίνα 786 782 780 789 807,500 796 785,100

Πίνακας 2.3. Ελληνική Συνολική Παραγωγή Βωξίτη και Αλουμίνας


(Πηγή: «Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων»)

[78]
Πωλήσεις Βωξίτη 2010 Ποσότητα σε Τόνους Αξία σε €
Εσωτερικού 1.482,785 37.629.244
Εξωτερικού 465.131 16.504.109

Πίνακας 2.4. Πωλήσεις Βωξίτη, Εσωτερικού και Εξωτερικού το ‘Ετος 2010


(Πηγή: «Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων»)

Έτος Παραγωγή σε Πωλήσεις σε € Εξαγωγές σε €


τόνους
2006 2.194.000 74.832.000 36.872.000
2007 2.128.000 79.978.000 42.595.000
2008 2.174.000 84.059.000 45.400.000
2009 1.935.000 - -

Πίνακας 2.5. Παραγωγή βωξίτη στην Ελλάδα και αξία πωλήσεων


(Πηγή: «Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων»)

Στον παραπάνω πίνακα (Πίνακας 5.), παρουσιάζονται η παραγωγή βωξίτη, καθώς και
η αξία των πωλήσεων και των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια. Τα οικονομικά οφέλη
από την εξόρυξη του βωξίτη είναι εμφανή, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό
επίπεδο.[7]

2.9. Η Εξόρυξη του Βωξίτη στο Νομό Φωκίδας


Στο Νομό Φωκίδας εντοπίζονται τα πλουσιότερα κοιτάσματα βωξίτη της χώρας. Η
εκμετάλλευσή του δρομολογήθηκε και εντατικοποιήθηκε στη δεκαετία 1950-1960,
φτάνοντας στην ακμή της τη δεκαετία 1970-1980.

Τα βωξιτικά κοιτάσματα αναπτύσσονται στη γεωτεχνική ζώνη Οίτης-Γκιώνας-


Παρνασσού-Ελικώνα-Κιθαιρώνα, η οποία εκτείνεται στους γειτονικούς Νομούς του
Νομού Φωκίδας, τη Βοιωτία και της Φθιώτιδας. Τα κοιτάσματα είναι διασπορικού
τύπου (τον τύπο αυτό συναντάμε γενικότερα στην Ελλάδα), μικρού έως μεσαίου
μεγέθους και παρουσιάζουν μεγάλη γεωγραφική διασπορά. Μόνο στη Φωκίδα έχουν
εντοπιστεί 800 διαφορετικές εμφανίσεις με βέβαια αποθέματα της τάξης των 100
εκατομμυρίων τόνων.

Η ανάπτυξή τους κοντά στην επιφάνεια του εδάφους επέτρεψε αρχικά μια κατά
κανόνα υπαίθρια εξόρυξη. Τα τελευταία χρόνια έχει εντατικοποιηθεί η υπόγεια
παραγωγή για διαφόρους λόγους, όπως η εξάντληση των επιφανειακών κοιτασμάτων,
η περιβαλλοντική προστασία, η αποφυγή αντιδράσεων και η βελτίωση του τεχνικού
εξοπλισμού.

[79]
Εικόνα 2.7. Διασπορικός-βαιμιτικός βωξίτης
(Πηγή: «Vagonetto», Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας, [12])

Η γεωγραφική διασπορά προκάλεσε και μεγάλη επέκταση των μεταλλευτικών


παραχωρήσεων, οι οποίες καταλαμβάνουν έκταση περίπου 95.000 εκτ., μια επιφάνεια
που αντιστοιχεί στο 45% της συνολικής έκτασης του Νομού Φωκίδας. Στην
παρακάτω εικόνα μπορεί κανείς να διακρίνει την έκταση των παραχωρήσεων. Αξίζει
να σημειωθεί ότι οι μεταλλευτικές παραχωρήσεις αφορούν δικαιώματα στο υπέδαφος
και η έκτασή τους δεν ταυτίζεται κατά κανόνα με την έκταση των επεμβάσεων
εξόρυξης. Οι τελευταίες αναπτύσσονται σε πολύ μικρό ποσοστό της παραχωρούμενης
έκτασης.

Εικόνα 2.8. Μεταλλευτικές παραχωρήσεις στο Νομό Φωκίδας


(Πηγή: Κάρκα Λ., Διδακτορική Διατριβή University Sorbonne, 1995, [13])

[80]
Η εξορυκτική δραστηριότητα όπως φαίνεται και στην παρακάτω εικόνα χωροθετείται
κατά το μεγαλύτερο μέρος της μέσα σε προστατευόμενη περιοχή (όρος Γκιώνας). Με
τη χρήση του προγράμματος ArcGis 9.2. μετρήθηκε η έκταση της προστατευόμενης
περιοχής η οποία είναι σε 21.907 ha, και η έκταση της περιοχής της εξορυκτικής
δραστηριότητας σε 19.785 ha. Οπότε το ποσοστό της εξορυκτικής δραστηριότητας
εντός των ορίων της προστατευόμενης περιοχής είναι 55,65%. Υπάρχει λοιπόν
έντονη ασυμβατότητα χρήσεων στη συγκεκριμένη περιοχή αφού σε μια περιοχή
προστασίας υπάρχει ταυτόχρονα μια έντονα όχλουσα δραστηριότητα.[8]

Εικόνα 2.9. Εξορυκτική δραστηριότητα στο Νομό Φωκίδας


(Πηγή: Οικονόμου Α., «Εκτίμηση επιπτώσεων της εξορυκτικής δραστηριότητας στο
Νομό Φωκίδας & προτεινόμενα σενάρια ολοκληρωμένης ανάπτυξης», [8])

2.9.1. Εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Παραγωγή Βωξίτη στη


Φωκίδα

Οι παραχωρήσεις των βωξιτικών κοιτασμάτων στο Νομό Φωκίδας ανήκουν σε τρεις


εταιρείες, τις «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.», «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.» και
«ΕΛΜΙΝ Α.Ε.». Στην πρώτη εταιρεία ανήκουν οι πρώην «Βωξίτες Παρνασσού» του
ομίλου Ηλιόπουλου, η δεύτερη ανήκει στον Όμιλο Μυτιληναίου (πρώην Pechiney)
και η τρίτη κατέχει τις εγκαταστάσεις και τα μεταλλευτικά δικαιώματα του πρώην
συγκροτήματος Σκαλιστήρη. Όλες διαθέτουν μεταλλουργικά συγκροτήματα αλλά
μόνο η Pechiney παράγει τελικό προϊόν (αλουμίνα-αλουμίνιο). Η παραγωγή των
μεταλλείων της «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.» τροφοδοτεί αποκλειστικά το εργοστάσιο
της Αντίκυρας, στο Νομό Βοιωτίας. Οι δύο άλλες εταιρείες εξάγουν το
εμπλουτισμένο μετάλλευμα κυρίως στις πρώην ανατολικές χώρες (Ρουμανία, Ρωσία).
[81]
Στις επόμενες παραγράφους θα μιλήσουμε αναλυτικότερα για κάθε μία εταιρεία
ξεχωριστά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού και Χωροταξιακού Σχεδιασμού και


Εξορυκτικής Δραστηριότητας του ΤΕΕ, το 2006, οι οικονομικές επιπτώσεις της
εξορυκτικής δραστηριότητας σε επίπεδο νομού είναι:

x Τα τελευταία 10 χρόνια ο κλάδος διατηρεί σταθερά περί τις 800 θέσεις εργασίας
στην εξόρυξη βωξίτη.

x Εισρέουν στην περιφέρεια 45.000.000€ ετησίως υπό μορφή μισθών πληρωμών,


αγορών και πάσης φύσεως τοπικών δαπανών.

x Μέσα σε 50 χρόνια περίπου έχουν συνταξιοδοτηθεί από τα μεταλλεία περί τους


6000 εργαζόμενους.

x Δημιουργήθηκαν σημαντικά έργα υποδομής όπως 950km δασομεταλλευτικών


δρόμων και σωρεία τεχνικών, γεφυριών κ.λπ., τα οποία παραμένουν εις όφελος
των αγροτών, των κτηνοτρόφων, των τουριστών περιηγητών.

x Συμβολή και συμμετοχή στην πυροπροστασία και την πυρόσβεση των


εκτεταμένων δασικών εκτάσεων των νομών Φωκίδας και Φθιώτιδας.

x Ενεργή στήριξη αγροτών και κτηνοτρόφων με τεχνική βοήθεια, μεταφορά υλικών


και νερού.

x Διάχυση γνώσης στην τοπική κοινωνία τόσον σε εξειδικευμένη τεχνογνωσία,


όσον και σε ζητήματα υγείας-ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος.

x Συνεισφορά με έργα, δωρεές κ.λπ. στις τοπικές κοινωνίες ή ειδικές δράσεις (π.χ.
ίδρυση της «Πρωτοβουλία Φωκίδας» και του θεαματικού πάρκου «Vagonetto»
από την «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»). Το πιο χαρακτηριστικό είναι η
κατασκευή του Πολιτιστικού Κέντρου «Κυριακοπούλειο-Ηλιοπούλειο» στην
πόλη της Ιτέας, όπου στεγάζονται δημόσιες υπηρεσίες, ενώ πραγματοποιούνται σε
αυτό πολιτιστικές και τοπικές εκδηλώσεις.

Από την ίδια πηγή όσον αφορά στην εθνική ανάπτυξη, τα συμπεράσματα είναι τα
ακόλουθα:

x Η ανεξαρτησία σε α’ ύλη του κλάδου του αλουμινίου οδήγησε σε πλήρη


καθετοποίηση και διαμόρφωσε μια εύρωστη δραστηριότητα με έντονα
αναπτυξιακό και εξαγωγικό χαρακτήρα. Αν δεν υπήρχε ο ελληνικός βωξίτης οι

[82]
ανάγκες της χώρας σε αλουμίνιο, που είναι πλέον δεδομένες θα ικανοποιούνταν
από εισαγωγές.

9 Προφανείς οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ


9 Προφανείς οι επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο

x Ο ίδιος ο βωξίτης αποτελεί σημαντικό εξαγωγίσιμο προϊόν (εξαγωγή από την


«S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» 1.023.000 τόνους και από την «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.»
130.000 τόνους το 2005).

x Ο βωξίτης εν κατακλείδι βοήθησε στο να δημιουργηθεί ένας βιομηχανικός κλάδος


εντάσεως κεφαλαίου και τεχνολογίας που δεν μεταφέρεται εύκολα σε χώρες
χαμηλού κόστους. Η υψηλή τεχνογνωσία τόσον στην εξόρυξη όσον και στο
εργοστάσιο της Α.τ.Ε. , εγγύωνται μαζί με τα γνωστά αποθέματα του βωξίτη την
συνέχιση της δραστηριότητας για τουλάχιστον 40 χρόνια.[14]

2.9.1.1. «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»

Η εταιρεία αυτή αποτελεί έναν πολυμετοχικό όμιλο εταιρειών με εκτεταμένη διεθνή


δραστηριότητα. Ο Όμιλος απαρτίζεται από θυγατρικές και συνδεδεμένες εταιρείες
και δραστηριοποιείται σε περισσότερες από εβδομήντα πέντε χώρες σε πέντε
ηπείρους. Διαθέτει είκοσι έξι (26) ορυχεία, σαράντα έξι (46) εργοστάσια και μονάδες,
είκοσι έξι (26) κέντρα διανομής και απασχολεί χίλιους εννιακόσιους οχδόντα τρεις
(1.983) εργαζομένους.

Το κέντρο της μεταλλευτικής δραστηριότητας της εταιρείας είναι η θέση 51


Χιλιόμετρο σε υψόμετρο 850m επί του Εθνικού δρόμου Λαμίας-Άμφισσας, 200km
περίπου βορειοδυτικά των Αθηνών και 36km από το λιμάνι φόρτωσης των πλοίων
στην Ιτέα. Στο 51 Χιλιόμετρο βρίσκονται οι κεντρικές εγκαταστάσεις της εταιρείας
που περιλαμβάνουν το κτίριο Εκπαιδεύσεως, Διοικήσεως και Ερευνών, τις αποθήκες
υλικών και ανταλλακτικών, καθώς και τα κεντρικά συνεργεία συντηρήσεως και
επισκευών του μηχανικού εξοπλισμού. Στη συνέχεια στο λιμάνι της Ιτέα υπάρχουν
επίσης γραφεία, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας του εμπλουτισμού και φορτώσεως
του βωξίτη, συνεργεία για συντηρήσεις και επισκευές των εγκαταστάσεων και των
μηχανημάτων και αποθήκες καυσίμων, υλικών και ανταλλακτικών.

Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1933, τότε «ΑΕΜ Βωξίται Παρνασσού» (ΒΠ), η έναρξη της
δραστηριότητάς της στη Φωκίδα ξεκίνησε το 1934. Το πρώτο συμβόλαιο εξαγωγής
βωξίτη υπογράφτηκε το 1935 με τη γαλλική τσιμεντοβιομηχανία Lafarge. Το 1938 η
παραγωγή βωξίτη έφτασε το 5% περίπου της παγκόσμιας παραγωγής. Το 1941
διακόπηκε η λειτουργία της λόγω του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και της γερμανικής
κατοχής και το 1946 η εταιρεία επαναλειτούργησε.

[83]
Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα συμβόλαια που υπογράφηκαν την περίοδο 1956-1958 με
τη Σοβιετική Ένωση για αγορά δέκα εκατομμυρίων τόνων βωξίτη για τα επόμενα
τριάντα πέντε χρόνια και το 1963 όπου ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος του
εφοδιασμού της πρώτης Ελληνικής Βιομηχανίας Αλουμίνας-Αλουμινίου
(«Αλουμίνιον της Ελλάδος ΑΕΒΕ» στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας) που ιδρύθηκε από το
Ελληνικό Κράτος σε συνεργασία με τη γαλλική εταιρεία Pechiney Το 1967
πραγματοποίησε επέκταση των εγκαταστάσεών της με νέες εγκαταστάσεις
επεξεργασίας-φόρτωσης βωξίτη στην Ιτέα.

Η παραγωγή της εταιρείας στο χρονικό διάστημα 1893-1992 ανήλθε κατά μέσο όρο
σε 1,4 εκατομμύρια τόνους ετησίως, το 60% περίπου της συνολικής παραγωγής
βωξίτη στην Ελλάδα.

Εικόνα 2.10. Εγκαταστάσεις επεξεργασίας-φόρτωσης βωξίτη στην Ιτέα


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

Το 1996 η βωξιτική δραστηριότητα απορροφήθηκε μέσω συγχώνευσης από την


«ΑΕΕ Αργυρομεταλλευμάτων και Βαρυτίνης» (Α&Β). Το 2000 δημιουργήθηκε η
«S&B North America Inc.» στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής καθώς και η εταιρεία
πιστοποιήθηκε με το ISO 14001 “Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης”, από τις
πρώτες στην Ελλάδα.

Το 2003 μετονομάσθηκε σε «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.». Το Σεπτέμβριο της


ίδιας χρονίας ανοίγει τις πύλες του στο κοινό το «Vagonetto-Μεταλλευτικό Πάρκο
Φωκίδας», αφού έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες κατασκευής και έχουν ληφθεί όλα
τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Το τρενάκι που χρησιμοποιούσαν οι μεταλλωρύχοι
για τη μεταφορά του βωξίτη γίνεται το μεταφορικό μέσο των επισκεπτών στον τόπο
εκκίνησης της περιπατητικής διαδρομής τους στην ιστορία του βωξίτη.

Το 2008 εγκαινιάζεται το ψηφιακό σύστημα ξενάγησης σε έξι γλώσσες (ελληνικά,


αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά) κατά το πρότυπο Μουσείων όπως
του Λούβρου, του Βατικανού και του Μητροπολιτικού της Νέας Υόρκης. Το έργο
[84]
συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Ταμείο
Περιφερειακής Ανάπτυξης) και την Ελλάδα.

Το 2009 εγκαινιάζεται η νέα Διαδραστική Πτέρυγα Ψηφιακής Τεχνολογίας που


αποτελείται από τρεις νέες αίθουσες που αξιοποιούν την ψυχαγωγική διάσταση της
ψηφιακής τεχνολογίας μαζί με την παιδαγωγική. Η ξενάγηση είναι και εδώ διαθέσιμη
σε έξι γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά) και το
έργο συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Ταμείο
Περιφερειακής Ανάπτυξης) και την Ελλάδα.

Σήμερα η εταιρεία αυτή, εκμεταλλεύεται βωξίτη στους Νομούς Φωκίδας, Φθιώτιδας


και Βοιωτίας. Στους Νομούς Φωκίδας και Φθιώτιδας είναι μισθώτρια Δημόσιων
Μεταλλείων και έχει μεταλλευτικά δικαιώματα σε ιδιόκτητες παραχωρήσεις. Σήμερα
η εξόρυξη γίνεται μόνο από τα Δημόσια μεταλλεία ΧΑΝΣΑ και ΟΤΑΒΙ, τα οποία
βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή των ορεινών όγκων Παρνασσού και Γκιώνας.

Η «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» είναι η μεγαλύτερη παραγωγός βωξίτη στην


Ελλάδα και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη. Μεγάλο μέρος της σημερινής παραγωγής
βωξίτη της εξάγεται, ενώ εξακολουθεί να τροφοδοτεί το εργοστάσιο παραγωγής
αλουμινίου στα Άσπρα Σπίτια, σύμφωνα με τη δεκαετή συμφωνία που υπογράφηκε
το 2006.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2010 η δραστηριότητα του βωξίτη παρουσίασε ζημίες της
τάξης των δέκα εκατομμυρίων ευρώ, εξαιτίας συσσωρευμένων καθυστερήσεων νέων
αδειοδοτήσεων κοιτασμάτων και παύση εργασιών από το ΣτΕ (Συμβούλιο της
Επικράτειας) σε ένα επιφανειακό κοίτασμα. Σαν αποτέλεσμα η παραγωγή του
μεταλλείου έφτασε τις 766.904 τόνους και οι συνολικές πωλήσεις τις 816.390 τόνους.
Για πρώτη φορά η εταιρεία αναγκάστηε να εισάγει στην Ιτέα βωξίτη περίπου 100.000
τόνους από την Τουρκία και την Σαρδηνία για να ικανοποιήσει μέρος των
συμβατικών υποχρεώσεών της.

Στην εικόνα που ακολουθεί φαίνονται οι πωλήσεις βωξίτη καθώς και η παραγωγή του
από την εταιρεία από το 1989 έως το 2009.

[85]
Εικόνα 2.11. Πωλήσεις και Παραγωγή Βωξίτη τη περίοδο 1989-2009
(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

Στόχος της εταιρείας για το 2011 ήταν η επαναφορά της παραγωγής σε φυσιολογικά
επίπεσα της τάξης των 1.200.000 τόνων βωξίτη.

Στρατηγική της εταιρείας είναι να αναπτύσσει βιομηχανικές λύσεις μετατρέποντας


φυσικούς πόρους σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας. Οι στρατηγικοί άξονές της για
βιώσιμη κερδοφόρα ανάπτυξη είναι τρεις, η δημιουργία αξίας από το υφιστάμενο
χαρτοφυλάκιο των βιομηχανικών της λύσεων, η διαφοροποίηση για την αύξουσα της
διεύρυνσής της σε αγορές πέραν της μεταλλουργίας και η γεωγραφική επέκταση προς
τις αναπτυσσόμενες χώρες. Για να διασφαλίζει υπευθυνότητα στην λειτουργία και
μακροπρόθεσμη επιτυχία των δραστηριοτήτων της, επιδιώκει την ισόρροπη επίτευξη
οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιταγών.[9]

2.9.1.2. «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.»

Η εταιρία ιδρύθηκε το 1972, ως θυγατρική της «Αλουμίνιον της Ελλάδος», με την


επωνυμία «Ελληνικοί Βωξίται Διστόμου» (ΕΒΔ). Το 1975 δημιουργήθηκε η εταιρία
«Δελφοί-Δίστομον Α.Μ.Ε.» για να ελέγχει τις μεταλλευτικές παραχωρήσεις της
εταιρίας «Βωξίται Δελφών». Το 1989 οι εταιρίες ΕΒΔ και «Βωξίται Δελφών»
συγχωνεύτηκαν στη «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.». Το 1995 η εταιρία μετέφερε το
κέντρο των δραστηριοτήτων της από το Δίστομο Βοιωτίας στην Άμφισσα Φωκίδας.
Από το 2007 αποτελεί θυγατρική εταιρεία του Ομίλου Μυτιληναίος έπειτα από
εταιρικό μετασχηματισμό.

Σήμερα η εταιρία δραστηριοποιείται στους νομούς Φωκίδας και Βοιωτίας (Γκιώνα,


Παρνασσό και Ελικώνα). Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός βωξίτη στην
Ελλάδα και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη, με ετήσια παραγωγή οκτακόσιους
περίπου τόνους βωξίτη από υπόγεια εργοτάξια και μόνον. Τα εργοτάξια αυτά
βρίσκονται στις περιοχές Διστόμου (1) και Άμφισσας (10). Η δύναμη του

[86]
προσωπικού της είναι συνολικά εκατόν είκοσι τέσσερα άτομα
(συμπεριλαμβανομένης και της έδρας της).

Με το σύνολο της παραγωγής της τροφοδοτεί το εργοστάσιο παραγωγής


αλουμινίου στα Άσπρα Σπίτια. Το βιομηχανικό αυτό συγκρότημα της
«Αλουμίνιον Α.Ε.» έχει δυναμικότητα παραγωγής 750.000 τόνων αλουμίνας και
160.000 τόνων αλουμινίου εκ των οποίων τα 2/3 περίπου της παραγωγής
διατίθενται στην εγχώρια αγορά ενώ το 1/3 εξάγεται κυρίως σε χώρες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απασχολεί άμεσα 1250 άτομα, που προέρχονται από όλο τον
Ελληνικό χώρο και από το 2005 είναι μέλος του Ομίλου Μυτιληναίος. Η
«Αλουμίνιον Α.Ε.» έχει αποτελέσει την κινητήρια δύναμη ανάπτυξης του
βιομηχανικού κλάδου μεταποίησης του αλουμινίου στην Ελλάδα.

Εικόνα 2.12. Η εταιρεία «Αλουμίνιον Α.Ε.»


(Πηγή: «AL Αλουμίνιον Ελλάδος Α.Ε.»)

Στα πλαίσια της προσέγγισης συνεχούς προόδου, οι δύο αυτές επιχειρήσεις του
Ομίλου Μυτιληναίος καθορίζουν φιλόδοξους στόχους, η πραγματοποίηση των οποίων
αποτελεί αντικείμενο συστηματικού και ελεγχόμενου προγραμματισμού. Το σύνολο της
δραστηριότητας της «Δελφοί-Δίστομον Α.Μ.Ε.» εφαρμόζει Σύστημα
Περιβαλλοντικής Διαχείρισης (πιστοποιημένο σύμφωνα με το πρότυπο ISO 14001:2004)
και Σύστημα Διαχείρισης Υγείας και Ασφάλειας (πιστοποιημένο σύμφωνα με το πρότυπο
OHSAS 18001:2007), ενώ η «Αλουμίνιον Α.Ε.» εφαρμόζει επιπλέον Σύστημα
Διαχείρισης Ποιότητας (πιστοποιημένο σύμφωνα με το διεθνές πρότυπο ISO 9001).
Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι στην εταιρεία λειτουργεί υπηρεσία αποκατάστασης
θιγμένων επιφανειών και ότι το 1998 επιστράφησαν στο Δασαρχείο οι πρώτες πλήρως
αποκαταστημένες και αυτοδύναμες πλέον εκτάσεις (διακόσια εξήντα στρέμματα).[10]

[87]
2.9.1.3. «Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις Α.Ε.»

Η εταιρεία «Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις Α.Ε.» με το διακριτικό τίτλο


«ΕΛΜΙΝ Α.Ε.», είναι εταιρεία εκμετάλλευσης και εμπορίας βωξίτη με παρουσία
στην παγκόσμια αγορά και με εξαγωγές σχεδόν του 99% των προϊόντων της σε τρεις
ηπείρους (Ευρώπη, Αφρική και Αμερική).

Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2000 από τον Ι. Βαρδινογιάννη και τον Λ. Πολυχρονόπουλο


με την κατόπιν εξαγορά δημοσίου πλειοδοτικού διαγωνισμού του μεγαλύτερου
μέρους του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση εταιρείας «Μεταλλεία Βωξίτου
Ελευσίνας Α.Ε.» (πρώην συγκρότημα Σκαλιστήρη).

Η «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.» εκμεταλλεύεται βωξίτη στους Νομούς Φθιώτιδας και Φωκίδας και
σε περιοχές της Οίτης και της Γκιώνας, όπου πραγματοποιεί αποκλειστικά υπόγεια
εξόρυξη. Ο εξορυσσόμενος βωξίτης μεταφέρεται στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας
και φόρτωσης της εταιρείας στην Αγία Μαρίνα Φθιώτιδας. Η εταιρεία διαθέτει
μεταλλευτικές παραχωρήσεις και στη Βοιωτία, Αττική και Εύβοια, καθώς και σκάλα
φόρτωσης πλοίων στην Ιτέα Φωκίδας.

Η «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.» για να επιτύχει τη βέλτιστη ποιότητα στα προϊόντα της σε


συνδυασμό με το κόστος αλλά και με σεβασμό στο περιβάλλον και την τοπική
κοινωνία:

x Εφαρμόζει συστήματα ποιοτικού ελέγχου τα οποία ελέγχουν με προσοχή όλες τις


φάσεις παραγωγής και επεξεργασίας
x Επενδύει στην τεχνολογία πληροφοριών
x Επενδύει στο σύγχρονο μηχανικό εξοπλισμό
x Χρησιμοποιεί φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους εκμετάλλευσης και
διαχείρισης των αποβλήτων, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τις περιβαλλοντικές
επιπτώσεις.

Η εταιρεία από την έναρξη της λειτουργίας της μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει
συνολικά επενδύσεις πλέον των 23.000.000€, ενώ οι εξαγωγές της κατά το 2008
ανήλθαν σε 21.000.000€. Η εταιρεία κατά την τελευταία τριετία έχει απασχολήσει
κατά μέσο όρο 250 εργαζομένους.

Οι περισσότερες από τις εκμεταλλεύσεις των παραπάνω μεταλλείων είναι πλέον


υπόγειες και υπάρχει η τάση συνεχούς περιορισμού των επιφανειακών
εκμεταλλεύσεων (από τις τρεις παραπάνω εταιρίες μόνο η πρώτη συνεχίζει τις
επιφανειακές εκμεταλλεύσεις, αλλά με τάση περιορισμού).[11]

[88]
Πηγές 2ου Κεφαλαίου

[1] Κωνσταντίνος Παπαγγέλης, «Χρήση καταλοίπων βωξίτη ως στρώματος χαμηλής


διαπερατότητας σε χώρους υγειονομικής ταφής αστικών απορριμάτων», Διπλωματική
Εργασία, Οκτώβριος 2010

[2] Κατωπόδης Διονύσιος, «Σχεδιασμός Υπόγειας Εκμετάλλευσης Βωξιτικού


Κοιτάσματος Κοκκινόλιθου Φωκίδας», Διπλωματική Εργασία, Μάρτιος 2011

[3] Ιωαννίδου Ευαγγελία, Πολυχρονιάδης Κωνσταντίνος, «Ελληνικά Κοιτάσματα


Βωξιτών», Εργασία στο μάθημα «Ορυκτολογικά–Πετρολογικά–Κοιτασματολογικά
Θέματα», 2004

[4] Valeton, Biermann, Reche and Rosenberg, 1986, «Genesis of nickel laterites and
bauxites in Greece durinh the Jurassic and Cretaceous, and their relation to ultrabasic
parent rocks» Ore Geology Reviews, p.359-404

[5] Γ. Μαράτος, «Γεωλογία της Ελλάδος», 1972

[6] Dr Ron Blaket, «Γεωλογικές Αναπαραστάσεις», Department of Geology, Northern


Arizona University
Δικτυακός Τόπος: http://jan.ucc.nau.edu/~rcb7/index.html

[7] Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (Σ.Μ.Ε.)


Δικτυακός Τόπος: http://www.sme.gr/

[8] Οικονόμου Αλεξάνδρα, «Εκτίμηση επιπτώσεων της εξορυκτικής δραστηριότητας


στο Νομό Φωκίδας & προτεινόμενα σενάρια ολοκληρωμένης ανάπτυξης»,
Μεταπτυχιακή Εργασία, Μάιος 2009

[9] «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» Δικτυακός Τόπος: http://www.sandb.com/el/

[10] «AL Αλουμίνιον Ελλάδος Α.Ε.»


Δικτυακός Τόπος: http://www.alhellas.com/default.asp?langid=1&siteid=3

[11] «Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις» (ΕΛΜΙΝ Α.Ε.)


Δικτυακός Τόπος: http://www.elmin.gr/

[12] «Vagonetto», Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας


Δικτυακός Τόπος: http://www.vagonetto.gr/

[13] Κάρκα Λένα, Διδακτορική Διατριβή University Sorbonne, 1995

[89]
[14] Τζιμόπουλος Χ., «Βωξίτης-Αλουμίνα-Αλουμίνιο και η συμβολή τους στην
περιφερειακή και την εθνική ανάπτυξη. Πενήντα χρόνια δράσης και συνύπαρξης
στους Νομούς Βοιωτίας, Φωκίδας και Φθιώτιδας. Εθνικός Χωροταξικός Σχεδιασμός
και Εξορυκτική Δραστηριότητα».

[15] Σωτήρης Μπακογιάννης, «Ακουστική Εκπομπή κατά την καταπόνηση βωξίτη»,


Διπλωματική Εργασία, Οκτώβριος 2011

[90]
3. Τρόποι Εκμετάλλευσης Βωξιτικών Κοιτασμάτων
Στο στερεό φλοιό της γης απαντούν ενενήντα οκτώ στοιχεία. Από αυτά μόνο οκτώ
απαντούν σε περιεκτικότητα μεγαλύτερη του 1% (O, Si, Al, Fe, Ca, Na, Mg, K). Τα
στοιχεία αυτά συνιστούν το 99% του στερεού φλοιού ενώ τα υπόλοιπα ενενήντα
στοιχεία το 1%. Η μέση περιεκτικότητα του στερεού φλοιού σε μεταλλικά στοιχεία
είναι πολύ μικρή. Παρόλα αυτά μέσω διαφόρων γεωλογικών διεργασιών έχουν
δημιουργηθεί στο παρελθόν τοπικές συγκεντρώσεις, στις οποίες η περιεκτικότητα σε
ένα ή περισσότερα μεταλλικά στοιχεία είναι πολλαπλάσια της μέσης σύστασης του
στερεού φλοιού.

Όταν κάποια συγκέντρωση δύναται να εκμεταλλευτεί για την παραγωγή χρήσιμων


πρώτων υλών αποφέροντας κάποιο κέρδος (οικονομικά συμφέρουσα/βιώσιμη
εκμετάλλευση) τότε ονομάζεται κοίτασμα (ore/mineral deposit). Στην περίπτωση
όπου η εκμετάλλευση, υπό τις δεδομένες συνθήκες, δεν είναι οικονομικά
συμφέρουσα, τότε η συγκέντρωση αυτή χαρακτηρίζεται ως εμφάνιση (occurrence).

Η εκμεταλλευσιμότητα ενός κοιτάσματος είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων,


όπως:

1. Της περιεκτικότητάς του σε χρήσιμα συστατικά: η περιεκτικότητα μετρούμενη σε


% ή ppm πρέπει να υπερβαίνει το κατώτερο όριο εκμεταλλευσιμότητας (cut-off
grade), ένα όριο που τίθεται, κυρίως, από τεχνολογικούς και οικονομικούς
περιορισμούς.

2. Των αποθεμάτων του: τα αποθέματα, ανάλογα με το βαθμό βεβαιότητας


διακρίνονται σε βέβαια, πιθανά και δυνατά. Βέβαια χαρακτηρίζονται τα
αποθέματα που έχουν εξακριβωθεί με βάση συστηματική δειγματολοψία,
εκτεταμένη γεωτρητική έρευνα και γεωφυσικές, γεωχημικές διασκοπήσεις. Σε
περίπτωση όπου η παραπάνω έρευνα δεν είναι πλήρως εμπεριστατωμένη, τότε τα
αποθέματα χαρακτηρίζονται ως πιθανά. Τέλος λαμβάνοντας υπόψη τη γεωμετρία
του κοιτάσματος, την πιθανή έκτασή του και στρωματογραφικούς, τεκτονικούς
παράγοντες υπολογίζονται τα δυνατά αποθέματα.

3. Του τρόπου εμφάνισης του μεταλλεύματος: ο ιστός, τα σύνδρομα ορυκτά και τα


υποπροϊόντα παίζουν σημαντικό ρόλο.

4. Της δυνατότητας απόληψής του: γεωγραφική θέση, γεωμορφολογικές,


υδρολογικές συνθήκες της περιοχής, εγγύτητα σε κατοικημένη περιοχή, χώροι με
ιστορικό, αρχαιολογικό ενδιαφέρον κ.λπ.

5. Του τρόπου εξόρυξης: υπαίθρια ή υπόγεια εκμετάλλευση.

6. Της ανάγκης για έργα υποδομής: οδικά, κτιριακά έργα κ.λπ.

[91]
7. Του κόστους μεταφοράς του μεταλλεύματος: οδική, σιδηροδρομική μεταφορά,
μεταφορά με πλοία.

8. Της τιμής του μεταλλεύματος: η διακύμανση της τιμής του μετάλλου είναι δυνατόν
να επιτρέψει την εκμετάλλευση φτωχών κοιτασμάτων ή κοιτασμάτων με μεγάλο
κόστος εξόρυξης και αντίστοιχα να οδηγήσει σε κλείσιμο μεταλλεία με
μεγαλύτερο κόστος.

9. Του επιπέδου της τεχνολογίας: αφορά τόσο σε θέματα εξόρυξης και εμπλουτισμού
όσο και σε θέματα αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις
εργασίες της εξόρυξης.

10. Της γενικότερης πολιτικής κατάστασης: δικτατορίες,πόλεμοι κ.λπ.

11. Της επέμβασης των cartel5: διαμόρφωση των τιμών των προϊόντων.

Στη βάση των παραπάνω γίνεται φανερό ότι είναι δυνατό μια συγκέντρωση μπορεί
υπό προϋποθέσεις να αποτελεί κοίτασμα σε μια περιοχή και εμφάνιση σε μια άλλη.
Αντίστοιχα ένα κοίτασμα, το οποίο θεωρείται σήμερα ασύμφορο προς εκμετάλλευση,
στο μέλλον μπορεί να καταστεί εκμεταλλεύσιμο. Η δυναμική αυτή κατάσταση είναι
παρούσα σε όλη τη διάρκεια ζωής ενός μεταλλείου, τα όρια του κοιτάσματος
συρρικνώνονται ή διευρύνονται με κάθε αλλαγή στο κόστος παραγωγής, την τιμή
πώλησης ή τη διαθεσιμότητα νέων ερευνητικών στοιχείων.[2]

Με τον όρο «μέθοδος εκμετάλλευσης» εννοείται η διάρθρωση όλων των απαραίτητων


για την εξόρυξη (απόσπαση πετρώματος από την φυσική του θέση) εργασιών στην
κλίμακα του εργοταξίου. Για τον προσδιορισμό της εκμετάλλευσης ενός
κοιτάσματος, τα πρώτα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη και επιτρέπουν την
περαιτέρω έρευνα προκύπτουν από:

x Γεωλογικο-τεκτονικές χαρτογραφήσεις
x Δειγματοληπτικές γεωτρήσεις
x Γεωφυσικές μεθόδους (π.χ. σεισμικών ή γεωηλεκτρικών διασκοπήσεων κ.λπ.)
x Ερευνητικά υπόγεια έργα (φρέατα, κεκλιμένα, ή στοές)
x Γεωχημικές αναλύσεις

Κατόπιν, εφόσον τα αποτελέσματα της μεταλλευτικής έρευνας είναι θετικά,


ερευνάται η βέλτιστη μέθοδος εκμετάλλευσης, δηλαδή η διαδικασία εξόρυξης
μεταλλεύματος από το μέτωπο εργασίας του κάθε τομέα και η αλληλουχία των
βοηθητικών εργασιών ή ο βέλτιστος συνδυασμός μεθόδων εκμετάλλευσης που
5
Cartel (Καρτέλ): Ονομάζεται η ρητή σύμπραξη (συμφωνία) μεγάλων κυρίως επιχειρήσεων εταιρικής
μορφής δραστηριοποιούμενων στον ίδιο κλάδο, δηλαδή ανταγωνιστικών, με σκοπό την αποφυγή του
μεταξύ τους ανταγωνισμού δια κοινής διαμόρφωσης ενιαίας τιμής των προσφερομένων υπηρεσιών ή
των προϊόντων τους, ή και με πολύ ελάχιστες μεταξύ τους διαφορές τιμών.

[92]
πρόκειται να εφαρμοστεί. Κατόπιν επιλέγεται ο τρόπος εφαρμογής της μεθόδου, έτσι
ώστε να ανταποκρίνεται τόσο στα γεωμηχανικά και γεωμετρικά δεδομένα του
κοιτάσματος όσο και στις ανάγκες της οικονομικότητας, παραγωγής,
αποληψιμότητας και της ασφάλειας. Όλα τα παραπάνω δεδομένα ορίζουν τελικά το
σύστημα εκμετάλλευσης, δηλαδή τον καθορισμό των τομέων που θα διαιρεθεί το
κοίτασμα και την αλληλουχία των έργων επί των τομέων, που πρόκεται να
εφαρμοστεί και την οικονομικότητά του.

Στη συνέχεια της μελέτης εκμεταλλευσιμότητας μελετώνται και άλλοι σημαντικοί


παράμετροι όπως τα λειτουργικά, κατασκευαστικά κόστη καθώς και τα κόστη
προώθησης του προϊόντος στην αγορά όπου τελικά ο συνδυασμός των κριτηρίων
αυτών καθορίζει την οικονομικότητα της εκμετάλλευσης.[1]

Οι μέθοδοι εκμετάλλευσης ορυκτών ή μεταλλεύματος είναι δύο, οι υπαίθριες


εκμεταλλεύσεις (επιφανειακές) και οι υπόγειες.

Ένα τυπικό διάγραμμα ροής βωξιτικής εκμετάλλευσης είναι το παρακάτω.

[93]
ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ:
Γεωλογικές Αποτυπώσεις &
Αρχική Γεωτρητική Έρευνα

ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ:
Πύκνωση Κανάβου Γεωτρήσεων & Στατιστική Ανάλυση Δεδομένων
Αξιολόγηση Χαρακτηριστικών Κοιτάσματος & Μεταλλεύματος

ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ:
Μελέτη Σκοπιμότητας & Επιλογή Μεθόδου Εκμετάλλευσης
Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

ΑΝΑΠΤΥΞΗ:
Επιφανειακή Εκμετάλλευση: Υπόγεια Εκμετάλλευση:
ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΗ & ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΗ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΜΕΤΑΦΟΡΑ-ΑΠΟΘΕΣΗ-


ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΣΤΕΙΡΩΝ
Εξόρυξη Μεταλλεύματος ΥΛΙΚΩΝ

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
ΜΕΤΑΛΛΕΥΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ:
Κάλυψη με φυσικό έδαφος
Υδροσπορά-Αχυροκάλυψη
Φύτευση
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ: Περίφραξη
Θραύση-Κοσκίνηση Συντήρηση

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ&ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ

ΦΟΡΤΩΣΗ
Τυπικό Διάγραμμα Ροής Βωξιτικής Εκμετάλλευσης

[94]
3.1. Υπαίθριες Εκμεταλλεύσεις

Ο σχεδιασμός κάθε εκμετάλλευσης θα πρέπει να στηρίζεται σε τρεις κύριους


πυλώνες: την οικονομικότητα, την ασφάλεια και την περιβαλλοντική προστασία.

Η εκμετάλλευση οποιουδήποτε ορυκτού ή μεταλλεύματος αποτελεί καταρχήν μια


οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα πρέπει να έχει θετικά οικονομικά
αποτελέσματα. Ταυτόχρονα κατά το σχεδιασμό της εκμετάλλευσης θα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη οι πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και να προτείνονται
μέτρα για την αντιμετώπισή τους. Η εκ των υστέρων αντιμετώπιση των
περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποδεικνύεται στις περισσότερες περιπτώσεις
ανέφικτη, ιδίαιτερα κατά τη φάση της αποκατάστασης καθώς το κόστος καθίσταται
απαγορευτικό. Η υλοποίηση των εργασιών με ασφάλεια αποτελεί επίσης
προαπαιτούμενο κατά τη φάση του σχεδιασμού της εκμετάλλευσης. Η αγνόηση
κάποιων από τους παραπάνω παράγοντες κατά τη φάση του σχεδιασμού, μπορεί να
οδηγήσει ακόμη και στον τερματισμό της δραστηριότητας.

Ο σχεδιασμός μιας εκμετάλλευσης στοχεύει στον προσδιορισμό των κάτωθι


χαρακτηριστικών:
x Των ορίων της εκμετάλλευσης
x Των γεωμετρικών χαρακτηριστικών της εκμετάλλευσης
x Των απολήψιμων αποθεμάτων
x Της διάρκειας, των φάσεων και της χρονικής εξέλιξης της εκμετάλλευσης
x Της περιοχής και του τρόπου απόθεσης των στείρων υλικών
x Της αποκατάστασης-αξιοποίησης του χώρου μετά το πέρας της εκμετάλλευσης

Οι υπαίθριες εκμεταλλεύσεις που υπάρχουν στην Ελλάδα μπορούν να διακριθούν


στις ακόλουθες κατηγορίες: στους λιγνίτες, στα αδρανή, στα μάρμαρα, στα
βιομηχανικά ορυκτά και στα μεταλλεύματα.

Όσον αφορά στα μεταλλεύματα, στην Ελλάδα, η παραγωγή μεταλλικών ορυκτών


σήμερα συνίσταται στην εξόρυξη νικελίου, βωξίτη, μεικτών θειούχων και χρωμίτη.
Επίσης, έχουν ανακαλυφθεί σημαντικά κοιτάσματα χρυσού, κυρίως στη Βόρεια
Ελλάδα, η εκμετάλλευση των οποίων δεν έχει καταστεί μέχρι σήμερα δυνατή, κυρίως
για περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς λόγους. Καλύπτουν το 1,5-2% περίπου, της
ελληνικής μεταλλευτικής δραστηριότητας. Κρίσιμη παράμετρος είναι η
περιεκτικότητα του κοιτάσματος. Σε ορισμένες περιτώσεις ειδικά περιβαλλοντικά
ζητήματα, αναδεικνύονται σε παράγοντα καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της
εκμετάλλευσης.[2]

[95]
3.1.1. Βασικοί Ορισμοί και Στοιχεία του Σχεδιασμού

Υπαίθρια εκμετάλλευση: Οποιαδήποτε εκμετάλλευση στερεών πρώτων υλών, η οποία


πραγματοποιείται με οικονομικά συμφέροντες όρους.

Άγονα και υπερκείμενα: Το χωρίς οικονομική σημασία πέτρωμα που περιβάλλει το


κοίτασμα. Άγονα (στείρα) χαρακτηρίζονται και τα χαμηλής ποιότητας τμήματα του
κοιτάσματος των οποίων η επεξεργασία μετά την εξόρυξη είναι ασύμφορη.
Υπερκείμενα χαρακτηρίζονται τα άγονα που υπέρκεινται του κοιτάσματος και πρέπει
να απομακρυνθούν για να πραγματοποιηθεί η εκμετάλλευση.

Αποκάλυψη: Η εξόρυξη και απομάκρυνση των αγόνων από το μέτωπο. Αρχική


αποκάλυψη ονομάζεται η φάση της εργασίας, η οποία πραγματοποιείται πριν την
έναρξη της παραγωγής του ορυκτού ή του μεταλλεύματος.

Σχέση αποκάλυψης: Ορίζεται ως ο αριθμός των μονάδων όγκου ή βάρους αγόνων που
πρέπει να απομακρυνθούν για να αποκαλυφθεί μία μονάδα χρήσιμου προϊόντος και
δίνεται από τη σχέση:

ΣΑ= Άγονα (m3) / Χρήσιμο Συστατικό (ton ή m3)

Κλίση πρανούς: Η γωνία ή η κλίτυς ενός πρανούς με το οριζόντιο επίπεδο.

Γωνία κατολίσθησης: Η κλίση του πρανούς, φυσικού ή τεχνητού, στην οποία ξεκινά η
κατολίσθηση.

Γωνία φυσικού πρανούς: Η μέγιστη κλίση υπό την οποία σωρός χαλαρού ή
θραυσμένου υλικού βρίσκεται σε ισορροπία.

Βαθμίδα: Είναι η συνήθης μορφή ενός μετώπου παραγωγής. Αποτελείται από δύο
ελεύθερες επιφάνειες: μία οριζόντια και μία κατακόρυφη ή κεκλιμένη με μεγάλη
κλίση. Κάθε βαθμίδα αποτελεί μονάδα παραγωγής και χαρακτηρίζεται με βάση την
κλίση, το πλάτος, το ύψος, το φρύδι και το πόδι. (Εικόνα 3.1.)

[96]
Εικόνα 3.1. Γεωμετρικά Χαρακτηριστικά Βαθμίδας
(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Το μήκος και η κατεύθυνση προς την οποία αναπτύσσεται η βαθμίδα εξαρτάται από
τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του κοιτάσματος, τη μορφολογία της περιοχής και το
βάθος. Υπάρχουν δύο κατηγορίες βαθμίδων, οι ανοιχτές οι οποίες αναπτύσσονται
όταν η εκμετάλλευση πραγματοποιείται στην πλαγιά ενός λόφου και οι κλειστές οι
οποίες αναπτύσσονται σε βάθος δημιουργώντας μια χοανοειδή εκσκαφή.

Κλίση πρανούς εκμετάλλευσης: Η κλίση που έχουν τα πρανή της εκμετάλλευσης προς
το οριζόντιο επίπεδο οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της εκμετάλλευσης.
Μέγιστη, τελική ή οριακή κλίση είναι η κλίση στην οποία μπορεί να φθάσει με
ασφάλεια η εκμετάλλευση κατά την τελική φάση.

[97]
Ύψος
Βαθμίδας

Πλάτος
Εξοφλημένης
Βαθμίδας
Πλάτος Βαθμίδας

Κλίση βαθμίδας

Πλάτος προσπελαστικής
οδού

Τελική κλίση πρανούς

Εικόνα 3.2. Πρανές Εκμετάλλευσης


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Εσωτερική και εξωτερική απόθεση: Ο χώρος στον οποίο θα αποτεθούν τα άγονα υλικά
της εξόρυξης. Όταν η απόθεση πραγματοποιείται εντός της τελικής περιμέτρου της
εκμετάλλευσης ονομάζεται εσωτερική, ενώ όταν πραγματοποιείται εκτός,
εξωτερική.[2]

3.1.2. Τύποι Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων

Οι υπαίθριες (επιφανειακές) εκμεταλλεύσεις μπορούν να διακριθούν σε τέσσερις


βασικούς τύπους:

x Επιφανειακή εκμετάλλευση κοιτασμάτων κατά λωρίδες (Strip mining).


x Επιφανειακή εκμετάλλευση με βαθμίδες για κοιτάσματα μεγάλης οριζόντιας
εξάπλωσης (Terrace mining).
x Επιφανειακή εκμετάλλευση με κλειστές βαθμίδες (χοανοειδής εκμετάλλευση-
Conical pit).
x Επιφανειακή εκμετάλλευση με ανοιχτές βαθμίδες.

Η επιλογή του τύπου εκμετάλλευσης εξαρτάται από τη γεωμετρία, τα χαρακτηριστικά


του κοιτάσματος, το ανάγλυφο της περιοχής, για κάθε κοίτασμα αποτελεί ξεχωριστή
[98]
περίπτωση μελέτης. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την επιφανειακή
εκμετάλλευση είναι το βάθος της μεταλλειοφορίας, η απόσταση αποθέσεως των
στείρων, η ποιότητα του μεταλλεύματος, οι τεκτονικές ανωμαλίες, η συνεργασία με
άλλα κοιτάσματα μιας ευρύτερης περιοχής σχετικά με πλήρωση γειτονικών
εκσκαφών προς εξοικονόμηση χώρου αποθέσεως των στείρων κ.λπ.[2]

Στον Νομό Φωκίδας, όσον αφορά στις υπαίθριες εκμεταλλεύσεις, εφαρμόζεται ο


κυρίως ο τέταρτος τύπος (επιφανειακή εκμετάλλευση με ανοιχτές βαθμίδες) και ο
πρώτος (επιφανειακή εκμετάλλευση κοιτασμάτων κατά λωρίδες). Σε αυτούς λοιπόν
θα αναφερθούμε.

3.1.2.1. Επιφανειακή Εκμετάλλευση Κοιτασμάτων κατά Λωρίδες


(Strip mining)

Στην επιφανειακή εκμετάλλευση πρέπει να κάνω αποκάλυψη του (stripping) του


κοιτάσματος.

Η επιφανειακή εκμετάλλευση κοιτασμάτων κατά λωρίδες αναφέρεται κυρίως σε


κοιτάσματα γαιανθράκων, εφαρμόζεται σε κοιτάσματα βωξίτη και διακρίνεται σε δύο
βασικές κατηγορίες:

α. Περιφερειακή Εκμετάλλευση (Contour Mining)

Αναπτύσσεται σε λοφώδες περιβάλλον όταν τα κοιτάσματα είναι οριζόντια ή σχεδόν


οριζόντια, όπου ένα απότομο πρανές οριοθετεί το εύρος να είναι οικονομικά
εκμεταλλεύσιμο. Η εκμετάλλευση ακολουθείται συχνά από πλευρική εξόρυξη
τμήματος του εναπομένοντος κοιτάσματος που έχει εγκαταλειφθεί στο πρανές της
εκσκαφής, με συστήματα ατέρμονων κοχλιών (augering). Μικροί ερπυστριοφόροι
(crawler-mounted) εκσκαφείς με συρόμενο κάδο (draglines) και μηχανικά πτύα
(shovels) χρησιμοποιούνται προωθητήρες (bulldozers), μηχανικά άροτρα (rippers),
ελαστιχοφόροι φορτωτές (rubber-tyred loaders) και αποξεστήρες (scrapers), ιδιαίτερα
τα τελευταία χρόνια.

Για περιβαλλοντικούς λόγους έχει υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια η μέθοδος “haul-


back”, όπου τα υπερκείμενα μεταφέρονται κατά μήκος της περιφερειακής εκσκαφής
και αποτίθενται στην εξοφλημένη από την εκμετάλλευση περιοχή.

β. Εκμετάλλευση Ευρείας Περιοχής (Area Mining)

Εφαρμόζεται όταν η επιφάνεια του εδάφους και το κοίτασμα είναι σχετικά οριζόντια,
έτσι ώστε η ευρύτερη περιοχή να μπορεί να εκμεταλλεύεται από μία διαδοχή
λωρίδων (strips). Συνήθως, τα μεγάλα αποθέματα (κυρίως άνθρακα) υφίστανται

[99]
εκμετάλλευση με μία συνεχή προοδευτική κίνηση ενός επιμήκους μετώπου
καλύπτοντας έτσι ολόκληρη την περιοχή της εκμετάλλευσης, πολλές φορές κάτω από
συνθήκες μικρής διακύμανσης του πάχους των υπερκείμενων. Η τάση γενικά για
αυτού του είδους τις εκμεταλλεύσεις ευνοεί των χρήση μεγάλων μηχανημάτων.

Η μέθοδος strip mining εφαρμόζεται όλο και περισσότερο σε πολυστρωματικά


κοιτάσματα καθώς τα μικρού βάθους μονοστρωματικά κοιτάσματα τείνουν να
εξαντληθούν. Ένας αριθμός τεχνικών έχει αναπτυχθεί με σκοπό την αντιμετώπιση
πολυστρωματικών κοιτασμάτων, εξαιτίας όμως της τεράστιας ποικιλίας των
γεωμετρικών κυρίως χαρακτηριστικών των κοιτασμάτων, είναι δύσκολο να γίνει
ταξινόμηση των μεθόδων αυτών και να υιοθετηθεί μία διαδικασία λογικής επιλογής
όπως στην περίπτωση των μονοστρωματικών κοιτασμάτων.

3.1.2.2. Επιφανειακή Εκμετάλλευση με Ανοιχτές Βαθμίδες

Η μέθοδος αυτή είναι η πλέον χρησιμοποιούμενη μέθοδος εκμετάλλευσης


κοιτασμάτων στην Ελλάδα, ειδικά όσον αφορά στα μάρμαρα και στα αδρανή υλικά,
ενώ εφαρμόζεται και στη περίπτωση των βωξιτικών κοιτασμάτων. Η μορφή ορυχείου
προσαρμόζεται στις εκάστοτε γεωμορφολογικές συνθήκες και στις ιδιαιτερότητες του
κοιτάσματος.

Η επιφανειακή εκμετάλλευση των κοιτασμάτων γίνεται με την μέθοδο των ορθών


βαθμίδων με χρήση εκρηκτικών υλών στην αποκάλυψη και στην παραγωγή
μεταλλεύματος, όπου οι μηχανικές ιδιότητες του βωξίτη το απαιτούν.

Οι εκσκαφές, που είναι συνήθως ανοικτού τύπου, λόγω του έντονου ανάγλυφου της
περιοχής, σχεδιάζονται με κλίση τελικών πρανών 65ο για τον ασβεστόλιθο και 45ο για
τον φλύσχη και για την βελτίωση της τελικής διαμορφώσεως των πρανών
χρησιμοποιείται “ελεγχόμενη εξόρυξη”.

Η εξόρυξη των στείρων και του βωξίτη στην επιφανειακή εκμετάλλευση είναι
πλήρως μηχανοποιημένη.

Σε κοιτάσματα οριζόντια ή με μικρή κλίση υπάρχει η δυνατότητα να προηγηθεί


σχεδόν όλη η αποκάλυψη και να ακολουθήσει ανεξάρτητα η επιφανειακή παραγωγή.
Όταν όμως η κλίση είναι μεγάλη τότε η αποκάλυψη και η παραγωγή εναλλάσσονται
σε κάθε βαθμίδα.

Στην δραστηριότητα της αποκαλύψεως μετά τα προπαρασκευαστικά που είναι


διάνοιξη δρόμων, βαθμίδων κ.λπ. διακρίνονται οι εξής φάσεις: διάτρηση, γόμωση και
πυροδότηση, φόρτωση, μεταφορά και απόθεση των στείρων.

[100]
Η διάτρηση6 στην αποκάλυψη γίνεται με περιστροφικά δηζελοϋδραυλικά
μηχανήματα, ελαστικοφόρα του κατασκευαστικού οίκου HAUSHERR, με διάμετρο
διατρημάτων 115 ή 160mm και με αποδόσεις 15-30m ανά ώρα πραγματικής
λειτουργίας. Το ύψος των βαθμίδων είναι 10-20m και η διάτρηση γίνεται σε μία ή
δύο σειρές με κλίση των διατρημάτων 70ο.

Η γόμωση7 των διατρημάτων γίνεται με ζελατοδυναμίτιδα, αμμωνίτη και ANFO, με


ειδική κατανάλωση εκρηκτικών 250-300G/m3.

Η πυροδότηση γίνεται με την χρησιμοποίηση ηλεκτρικών καψυλίων ΜS και


δυναμοεκρηκτήρων του οίκου SCHAFFLER. Ανάλογα με τον αριθμό και την
διάταξη των διατρημάτων μπορεί να χρησιμοποιηθεί “εν σειρά” ή και “σειρών εν
παραλλήλω” για την σύνδεση των καψυλίων.

Μετά τη διάτρηση, γόμωση και έκρηξη ακολουθεί η αποκάλυψη, η φόρτωση,


μεταφορά και απόθεση των στείρων σε εσωτερικές ή εξωτερικές αποθέσεις.[3]

Μια τυπική μορφή της επιφανειακής εκμετάλλευσης βωξιτικών κοιτασμάτων είναι


αυτή που φαίνεται στην εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 3.3.).

Εικόνα 3.3. Επιφανειακή εκμετάλλευση με ανοιχτές βαθμίδες


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

6
Διάτρηση: Η διαδικασία κατασκευή διατρημάτων. Το διάτρημα είναι μια τρύπα που διανοίγεται στο
έδαφος από κρουστικό ή κρουστικό-περιστροφικό γεωτρύπανο, η οποία γεμίζεται με εκρηκτική ύλη
και άλλα απαραίτητα υλικά.
7
Γόμωση: To γέμισμα του μηχανήματος με εκρηκτική ύλη.

[101]
3.1.3. Βασικές Κατηγορίες Παραμέτρων Σχεδιασμού

Οι παράμετροι που επιδρούν στο σχεδιασμό μιας εκμετάλλευσης μπορούν να


διακριθούν στις ακόλουθες γενικές κατηγορίες:

x Φυσικές παράμετροι
x Οικονομικές παράμετροι
x Περιβαλλοντικές παράμετροι
x Τεχνολογικές παράμετροι

3.1.3.1.Φυσικές Παράμετροι
Τα γεωλογικά και ορυκτολογικά χαρακτηριστικά ενός κοιτάσματος, τα οποία έχουν
επίπτωση στην οικονομικότητα και κατ’επέκταση στο σχεδιασμό μιας εκμετάλλευσης
είναι:

ƒ Υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής

Τα χαρακτηριστικά αυτά επιδρούν αφενός στην ευστάθεια των πρανών και αφετέρου
στο συνολικό κόστος της εκμετάλλευσης, λόγω των αυξημένων δαπανών που
απαιτούνται για την άντληση των υδάτων στην περίπτωση της εισροής νερών στην
εκμετάλλευση.

ƒ Τεκτονική της περιοχής (ρήγματα, συστήματα κατακλάσεων κ.λπ.)

Επηρεάζει την αντοχή και τα μηχανικά χαρακτηριστικά των πετρωμάτων, καθώς και
την ευστάθεια των πρανών. Επιδρά, επομένως, άμεσα στα χαρακτηριστικά της
εκμετάλλευσης (μέθοδος εκμετάλλευσης, γωνία πρανών, κ.λπ.).

ƒ Τοπογραφία της περιοχής

Το τοπογραφικό ανάγλυφο της περιοχής επιδρά στη σχέση αποκάλυψης του


κοιτάσματος αλλά και στη γεωμετρία της εκμετάλλευσης επηρεάζοντας άμεσα το
βαθμό στον οποίο η εκμετάλλευση είναι ορατή από την ευρύτερη περιοχή.

ƒ Γεωμετρία κοιτάσματος

Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τη μέθοδο και κατ’επέκταση την


οικονομικότητα της εκμετάλλευσης είναι:

1. Το σχήμα και η μορφή του κοιτάσματος


2. Η κλίση του κοιτάσματος
3. Το πάχος των υπερκείμενων

[102]
4. Το τελικό βάθος του κοιτάσματος
5. Η γεωμετρία του κοιτάσματος σε συνδυασμό με τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά
καθορίζει επίσης τα απολήψιμα αποθέματα.

ƒ Μηχανικά χαρακτηριστικά κοιτάσματος και περιβαλλόντων πετρωμάτων

Επηρεάζουν την επιλογή της μεθόδου εκμετάλλευσης, την μέγιστη επιτρεπόμενη


κλίση των πρανών ενώ έχουν σημασία και για το κόστος όρυξης διατρημάτων και την
κατανάλωση των εκρηκτικών υλών.

ƒ Γεωγραφική θέση κοιτάσματος

Η γεωγραφική θέση του κοιτάσματος επηρεάζει άμεσα το κόστος μεταφοράς του


υλικού. Καθορίζει, επίσης, τα έργα υποδομής που απαιτούνται στην περιοχή (οδικό
δίκτυο, δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, κ.λπ.). Η γεωγραφική θέση συνδέεται
άμεσα με τις επιπτώσεις της εκμετάλλευσης στην ευρύτερη περιοχή. Η γειτνίαση μιας
εκμετάλλευσης με αστικά κέντρα μπορεί να οδηγήσει σε έντονες κοινωνικές
αντιδράσεις (περίπτωση λατομείων αδρανών υλικών) με αποτέλεσμα ακόμη και των
τερματισμό των εργασιών της εκμετάλλευσης. Σε άλλες περιπτώσεις (π.χ. λιγνίτες)
μπορεί να απαιτείται η μετεγκατάσταση οικισμών, η οποία και θα πρέπει να
προβλεφθεί κατά τη φάση του σχεδιασμού της εκμετάλλευσης, καθώς αυξάνει το
κόστος και επηρεάζει την πορεία των εργασιών της εκμετάλλευσης.

ƒ Κλίμα της περιοχής

Οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή μπορεί να επηρεάσουν


την περίοδο λειτουργίας της εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια του έτους και το είδος
του εξοπλισμού που θα χρησιμοποιηθεί. Επίσης μπορεί να απαιτηθούν
διαφοροποιήσεις στο σχεδιασμό της εκμετάλλευσης (π.χ. διαπλάτυνση
προσπελαστικών οδών σε συνθήκες παγετού για την ασφαλή και απρόσκοπτη κίνηση
των οχημάτων).[2]

3.1.3.2.Οικονομικές Παράμετροι

ƒ Οικονομική ή οριακή ή μέγιστη σχέση αποκάλυψης

Η οικονομική σχέση αποκάλυψης προσδιορίζει το «νεκρό σημείο» της


δραστηριότητας, το σημείο, δηλαδή, εκείνο, όπου το κόστος της επιφανειακής
εκμετάλλευσης ισούται με το έσοδο της επιχείρησης, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να
καλύπτει τα έξοδά της χωρίς να πραγματοποιεί ούτε κέρδος ούτε ζημία. Στην
περίπτωση επιλογής μεταξύ επιφανειακής και υπόγειας εκμετάλλευσης η οικονομική
σχέση αποκάλυψης αναφέρεται στη στιγμιαία εκείνη σχέση όπου το κόστος της

[103]
επιφανειακής εξισώνεται με το κόστος της υπόγειας εκμετάλλευσης. Η οικονομική
σχέση αποκάλυψης προσδιορίζεται από τη σχέση:

Όπου, Α: Έσοδα/ton χρήσιμου συστατικού


Β: Κόστος εξόρυξης και επεξεργασίας/ton χρήσιμου συστατικού
C: Κόστος αποκάλυψης/ton αγόνων

Σε αρκετές περιπτώσεις η οικονομική σχέση αποκάλυψης αναφέρεται στο ελάχιστα


αποδεκτό κέρδος για την επιχείρηση αντί για το νεκρό σημείο, οπότε η προοηγούμενη
σχέση διαμορφώνεται ως εξής:

Όπου, D:Ελάχιστο κέρδος/ton χρήσιμου συστατικού

ƒ Οριακή Περιεκτικότητα

Η οριακή περιεκτικότητα ορίζεται ως η ελάχιστη περιεκτικότητα του κοιτάσματος σε


χρήσιμο συστατικό, για την οποία υπό δεδομένες συνθήκες (κόστος εκμετάλλευσης
και επεξεργασίας, τιμή πώλησης του υλικού) η εκμετάλλευση του κοιτάσματος είναι
οικονομικά συμφέρουσα. Εκφράζει, δηλαδή, την περιεκτικότητα ανά τόνο
μεταλλεύματος στην οποία εξισώνονται τα κόστη εκμετάλλευσης, επεξεργασίας και
διάθεσης του τελικού προϊόντος με τα έσοδα από την πώληση αυτού. Όταν η
περιεκτικότητα σε χρήσιμο συστατικό είναι μικρότερη από την οριακή
περιεκτικότητα τότε το υλικό χαρακτηρίζεται ως άγονο, ενώ όταν είναι μεγαλύτερη
ως μετάλλευμα.

Η τιμή πώλησης του μεταλλεύματος αποτελεί καθοριστικό παράγονται για τον


προσδιορισμό της οριακής περιεκτικότητας, η οποία ανάλογα με την διαμόρφωση
των τιμών των μετάλλων μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια ζωής της εκμετάλλευσης.
Επομένως κατά το σχεδιασμό της εκμετάλλευσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη
σενάρια για διαφορετικές τιμές πώλησης, καθώς οι τιμές των μετάλλων σε μια
δεδομένη χρονική περίοδο καθορίζονται από τους νόμους της αγοράς και η πρόβλεψη
της εξέλιξής τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Επίσης κατά τη διάρκεια ζωής της
εκμετάλλευσης μεταβάλλεται και το κόστος ανάλογα με την απόσταση μεταφοράς,
τον όγκο των αγόνων που πρέπει να απομακρυνθούν τη δεδομένη χρονική στιγμή για
την αποκάλυψη ενός τμήματος του κοιτάσματος, κ.λπ.[2]

[104]
3.1.3.3. Περιβαλλοντικές Παράμετροι

Ο σχεδιασμός μιας εκμετάλλευσης θα πρέπει υπό το πρίσμα της περιβαλλοντικής


προστασίας να επιδιώκει:

x Την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (τοπίο, αέρας, έδαφος,


νερά, χλωρίδα, πανίδα)
x Την ελαχιστοποίηση της όχλησης
x Την διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού σχεδίου αποκατάστασης (αειφορία,
συμβατότητα με περιβάλλουσες χρήσεις γης, κ.λπ.)

ƒ Προσανατολισμός της εκμετάλλευσης-Προχώρηση των εργασιών

Ο προσανατολισμός της εκμετάλλευσης και η διεύθυνση προχώρησης των


εξορυκτικών εργασιών σε σχέση με τα κρίσιμα σημεία παρατήρησης, αποτελούν
βασικούς παράγοντες του σχεδιασμού, καθώς επηρεάζουν την επιφάνεια των
μετώπων της εκσκαφής που γίνεται αντιληπτή από τους παρατηρητές. Η επιλογή του
προσανατολισμού και της διεύθυνσης προχώρησης πρέπει να αποσκοπεί στην
ελαχιστοποίηση της επιφάνειας των πρανών, η οποία, συνήθως, εμφανίζει έντονη
γεωμετρική και χρωματική αντίθεση με το περιβάλλον τοπίο.[2]

Εικόνα 3.4. Σημασία του ορθού προσανατολισμού της εκμετάλλευσης


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

[105]
ƒ Προσαρμογή στις γραμμές του φυσικού αναγλύφου

Η ανάπτυξη των βαθμίδων της εκμετάλλευσης υιοθετώντας τις γραμμές του φυσικού
αναγλύφου, σε περιπτώσεις που η θέαση της εκσκαφής είναι έντονη, βοηθά στην
καλύτερη προσαρμογή της εκμετάλλευσης στο περιβάλλον τοπίο και στην άμβλυνση
της οπτικής ρύπανσης.

Στην εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 3.5. (α), (β) και (γ) ), φαίνεται το φυσικό
ανάγλυφο τις περιοχής καθώς και δύο εναλλακτικές δυνατότητες σχεδιασμού της
εκμετάλλευσης. Η πρώτη εναλλακτική λύση προκαλεί έντονη καταστροφή του
τοπίου, καθώς αλλοιώνει πλήρως τον χαρακτήρα του. Η δεύτερη επιλογή υιοθετεί τις
βασικές γραμμές του τοπίου. Για να το επιτύχει όμως μειώνει την συνολικά
απολήψιμη ποσότητα του κοιτάσματος.[2]

(α) Φυσικό ανάγλυφο

(β) Πρώτος εναλλακτικός σχεδιασμός (δραστική αλλαγή τοπίου)

[106]
(γ) Δεύτερος εναλλακτικός σχεδιασμός (υιοθέτηση γραμμών του τοπίου)

Εικόνα 3.5. Προσαρμογή στις γραμμές του φυσικού αναγλύφου


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

ƒ Αναχώματα

Εάν το υπό εκμετάλλευση κοίτασμα έχει μεγάλη οικονομική αξία είναι προτιμότερη η
δημιουργία τεχνικών οπτικών εμποδίων (αναχώματα), που θα επιτρέψουν τη μερική ή
ολική απόκρυψη της εκμετάλλευσης. Στην περίπτωση αυτή, παράγοντας κρίσιμης
σημασίας είναι η επιλογή της θέσης που θα κατασκευαστεί το ανάχωμα και
μικρότερης σημασίας ο σχεδιασμός της εκμετάλλευσης. Όπως φαίνεται στην Εικόνα
3.6., η κατασκευή του οπτικού εμποδίου κοντά στη θέση παρατήρησης αυξάνει την
αποτελεσματικότητά του. Συχνά όμως προκύπτουν προβλήματα ως προς τη θέση
κατασκευής, καθώς εμπλέκονται διάφοροι εξωγενείς παράγοντες (π.χ. ιδιοκτησιακό
καθεστώς του χώρου που θα πραγματοποιηθεί η κατασκευή).[2]

Εικόνα 3.6. Αποτελεσματικότητα του αναχώματος σε σχέση με τη θέση κατασκευής


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

[107]
3.1.3.4. Tεχνολογικές Παράμετροι

Οι τεχνολογικές εξελίξεις τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού όσο και σε επίπεδο εργαλείων


σχεδιασμού προσφέρουν σήμερα πολλές δυνατότητες για την βέλτιστη αξιοποίηση
των κοιτασμάτων. Η επιλογή κατάλληλου τύπου μηχανημάτων για την εξόρυξη αλλά
και την επεξεργασία είναι κρίσιμης σημασίας για την απρόσκοπτη λειτουργία της
επιχείρησης, καθώς μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το τελικό οικονομικό
αποτέλεσμα.

Τα σύγχρονα εργαλεία σχεδιασμού, τέλος, παρέχουν τη δυνατότητα διαμόρφωσης


πολλών εναλλακτικών σεναρίων που μπορούν να ελεγχθούν άμεσα ως προς την
αποτελεσματικότητάς τους σε οικονομικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο
περιβαλλοντικής προστασίας.[2]

3.1.4. Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις των Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων

Η εξορυκτική δραστηριότητα βωξίτη, στην ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας αποτελεί σε


συνδυασμό με τις δασικές πυρκαγίες, την παράνομη υλοτομία και τη βόσκηση, τη
σημαντικότερη από τις πιέσεις, που δέχονται τα οικοσυστήματα της
βορειοανατολικής Γκιώνας. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιήθηκε μέχρι σήμερα
η εξόρυξη του βωξίτη, με πλημμελή σχεδιασμό και με κυρίαρχη την υπαίθρια
(επιφανειακή) μέθοδο εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων, οδήγησε στη δημιουργία
μιας ιδιόμορφης ενότητας περιβάλλοντος, η οποία εκτείνεται και καταλαμβάνει
σημαντικά τμήματα δασών και δασικών εκτάσεων και αποτελείται από
εναλλασσόμενενες, εκσκαφές (νταμάρια), αποθέσεις "στείρων" υλικών και πυκνό
δίκτυο οδών προσπέλασης των μεταλλείων.

Τώρα όσον αφορά στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την μεταλλευτική


δραστηριότητα κατατάσσονται σε μόνιμες και προσωρινές. Σαν μόνιμες θεωρούνται
η αλλαγή της μορφολογίας του εδάφους, η αλλοίωση τοπίου και η καταστροφή της
πανίδας και της χλωρίδας. Σαν προσωρινές θεωρούνται η μόλυνση της ατμόσφαιρας
και των υπογείων υδάτων καθώς και η ηχορύπανση.

Αναλυτικά, οι κυριότερες επιπτώσεις (αναστρέψιμες ή μη) που έχουν προκληθεί στο


φυσικό περιβάλλον της ζώνης Παρνασσού-Γκιώνας, από την εξορυκτική
δραστηριότητα του βωξίτη και ιδιαίτερα από τις επιφανειακές εκμεταλλεύσεις,
αναφέρονται στη συνέχεια και είναι:

ƒ Μεταβολές στα γεωλογικά-υδρογεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής,


εξαιτίας της δημιουργίας τεχνητών κοιλοτήτων, εξάρσεων από την εναπόθεση
των "στείρων" και από τη διάνοιξη πυκνού οδικού δικτύου προσπέλασης, οι
οποίες αντιπροσωπεύονται κυρίως από τη διαταραχή της μορφολογίας του

[108]
ανάγλυφου, τις αλλαγές στο καθεστώς διάβρωσης-απόθεσης του εδάφους, τη
δημιουργία επίκτητων ασταθών καταστάσεων εδάφους ή αλλαγών στη γεωλογική
διάταξη των πετρωμάτων καθώς και τις διασπάσεις, μετατοπίσεις, συμπιέσεις ή
υπερκαλύψεις του επιφανειακού στρώματος του εδάφους και των γεωλογικών
σχηματισμών

ƒ Μεταβολές στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, που αντιστοιχούν στη


διαφοροποίηση της πορείας ή κατεύθυνσης της κίνησής τους, της ποιότητας και
ποσότητάς τους καθώς και στις αλλαγές του ρυθμού απορρόφησης των
επιφανειακών υδάτων και των οδών αποστράγγισης ή του ρυθμού και της
ποσότητας έκπλυσης του εδάφους.

ƒ Αλλοίωση του τοπίου, της βορειοανατολικής Γκιώνας, λόγω της διαφοροποίησης


της φυσιογνωμίας και της δημιουργίας τοπικών αλλαγών, από την καταστροφή
των φυσικών στοιχείων του (βλάστηση, έδαφος, βραχώδεις σχηματισμοί). Η
καταστροφή φυσικών στοιχείων, συνοδεύεται από την εξαφάνιση των οπτικών
χαρακτηριστικών του φυσικού τοπίου (γραμμές, υφή, χρώμα). Συγκεκριμένα,
αλλοιώνται οι ακονόνιστες μορφές του φυσικού αναγλύφου και δημιουργούνται
κανονικές γεωμετρικές μορφές. Επίσης εμφανίζονται άκαμπτα ευθύγραμμα
τμήματα σε αντικατάσταση των ομαλών καμπυλών του φυσικού τοπίου και
ανοικτά και έντονα χρώματα των εκσκαφών σε αντιπαράθεση με τα σκούρα
χρώματα των φυσικών στοιχείων. Στο τοπίο λοιπόν προστίθενται νέοι
ανθρωπογενείς οπτικοί χαρακτήρες λόγω της αφαίρεσης όγκου από τον χώρο του
ορύγματος και της εναπόθεσης "στείρων", σε σωρούς κατάντη. Σε πολλά σημεία
της ζώνης Παρνασσού-Γκιώνας έχουν πραγματοποιηθεί εξορύξεις και έκτοτε το
τοπίο έχει μείνει «πληγωμένο», ενώ κάποιες εταιρείες έχουν εγκαταλείψει τη
δραστηριότητα, με αποτέλεσμα σήμερα κανείς να μην ευθύνεται για τα
εγκαταλελειμμένα νταμάρια. Τα πρώτα χρόνια υπεύθυνο για την αποκατάσταση
του περιβάλλοντος μετά την εκμετάλλευση του κοιτάσματος ήταν το ελληνικό
κράτος σήμερα είναι οι μεταλλευτικές εταιρείες.

ƒ Μεταβολές στη ποιότητα του αέρα, που οφείλεται στη δημιουργία σκόνης, την
εκπομπή καυσαερίων από τα βαρέα οχήματα διακίνησης του μεταλλεύματος και
των "στείρων" καθώς και κατά τη διαδικασία της εξόρυξης του βωξίτη
(εκσκαφές, διατρήσεις, εκρήξεις) και οι οποίες είναι δυνατόν να δημιουργήσουν
προβλήματα στην υγεία των εργαζομένων που εκτίθενται συνεχώς σ’αυτά.

ƒ Μεταβολές στο μικροκλίμα, που οφείλονται στις ακάλυπτες επιφάνειες των


μετώπων εξόρυξης και των αποθέσεων των "στείρων" οι οποίες λειτουργούν ως
συλλέκτες θερμότητας, με αποτέλεσμα την εμφάνιση υψηλών θερμοκρασιών,
ιδιαίτερα κατά τις μεσημβρινές ώρες της θερινής περιόδου. Στο φαινόμενο αυτό
αποδίδεται και η ξύρανση φυταρίων ελάτης, σε μεταλλείο της Γκιώνας.

[109]
ƒ Πρόκληση θορύβου και δονήσεων, εξ αιτίας των εκρήξεων και των εξορυκτικών
διαδικασιών από τις οποίες παράγεται θόρυβος.

ƒ Μεταβολές στη χλωρίδα και στη πανίδα, με σημαντικότερη τη συρρίκνωση δασών,


δασικών εκτάσεων και βοσκότοπων, λόγω της δημιουργίας διαδοχικών κενών
βλάστησης, από τις εκσκαφές και την εναπόθεση των "στείρων". Σημαντικό
στοιχείο αποτελούν, η εξαφάνιση των πολλαπλών λειτουργιών που ασκούσε το
δάσος, το οποίο αποψιλώθηκε, (παραγωγή ξύλου και δευτερογενών καρπώσεων,
αντιδιαβρωτική προστασία του εδάφους και ρύθμιση της υδατικής οικονομίας,
παροχή τροφής και καταφυγίου στα άγρια ζώα και πτηνά, κλιματική ρύθμιση και
αισθητική). Παράλληλα με την εξορυκτική δραστηριότητα,οι αλλεπάλληλες
πυρκαγιές, επιδείνωσαν τις αρνητικές συνέπειες για τη πανίδα της περιοχής,
καθ’ότι εξαφανίστηκαν θέσεις φωλιάσματος και τροφοληψίας για πολλά είδη
παρασύροντας μαζί τους και τα είδη αυτά, με αποτέλεσμα και τον περιορισμό των
ειδών της πανίδας.[4]

Μεταβολές Στη Γεωμορφολογική Δομή Και Τις Υδρογεωμορφολογικές


Διεργασίες

Οι μεταβολές στη γεωλογική-γεωμορφολογική δομή και τις υδρογεωμορφολογικές


διεργασίες, του ορεινού όγκου της Γκιώνας συγκεκριμένα, οφείλονται κυρίως στην
εφαρμογή της επιφανειακής μεθόδου εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων βωξίτη, και
ειδικότερα αποδίδονται στη τεχνητή διαμόρφωση μεγάλου ύψους μετώπων
(νταμαριών) και ογκωδών εξάρσεων από την εναπόθεση "στείρων" υλικών εκσκαφής
καθώς και στη διάνοιξη πυκνού οδικού δικτύου προσπέλασης των μεταλλείων.
Εκτιμάται ότι η επιφάνεια που καταλαμβάνουν τα "στείρα", είναι πολλαπλάσιου
μεγέθους από την έκταση του "νταμαριού" και ξεπερνάει, κατά μέσο όρο το μέγεθος
του, κατά 3,5 φορές.

Αναλυτικότερα οι μεταβολές αυτές περιγράφονται στη συνέχεια, ενώ επισημαίνεται


ότι, το μέγεθος, η διάρκεια και η δυνατότητα ανάταξης, των μεταβολών (επιπτώσεων)
αυτών, βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με τη θέση και τις τοπικές παραμέτρους του
περιβάλλοντος, της περιοχής στην οποία βρίσκεται χωροθετημένο το κάθε μεταλλείο,
καθώς και με τα χαρακτηριστικά της εξόρυξης (μέγεθος εκσκαφών και μπαζών,
μέθοδος εξόρυξης κ.λπ.):

x Αύξηση των ρυθμών διάβρωσης του εδάφους.

Οι μεγάλου μεγέθους εκσκαφές στα μέτωπα εξόρυξης, με τεχνητή διαμόφρωση


κατακόρυφων κλίσεων, της τάξης του ύψους 90%, σε σχέση με το προυπάρχον
ανάγλυφο, και η απογύμνωση του εδάφους από τη βλάστηση, σε συνδυασμό με την
κατασκευή του πυκνού δικτύου χωματόδρομων προσπέλασης, με νέες κλίσεις
οδοστρώματος (7-10%) και με επιμήκη εκχώματα, έχουν προκαλέσει μεταβολές στην

[110]
κατεύθυνση της κίνησης και στις φυσιολογικές συνθήκες ροής των επιφανειακών
υδάτων, που κινούνται, στα ανάντη τμήματα των λεκανών, σύμφωνα με τις
διεργασίες της υδροστρωματορροής και σε μικρής τάξης κλάδους του υδρογραφικού
δικτύου. Κατά συνέπεια, τα επιφανειακά απορρέοντα ύδατα, υποχρεώνονται να
εγκαταλείψουν τη φυσιολογική τους διαδρομή, εξαιτίας της συμπύκνωσης και
αδιαβροχοποίησης του οδοστρώματος και ακολουθούν τη κλίση του ή υπερχειλίζουν
από τα επιχωματωμένα πρανή, με αποτέλεσμα την ενίσχυση των φαινομένων της
κατά βάθος-χαραδρωτικής και οπισθοδρομούσας διάβρωσης.

x Αύξηση των επίκτητων φαινομένων εδαφικών θραύσεων και αστάθειας, στα


ακάλυπτα από βλάστηση πρανή των εναποθέσεων των "στείρων".

Οι εκτεταμένες και μεγάλου ύψους αποθέσεις "στείρων", οι οποίες έχουν


διαμορφωθεί, με αυξημένες κλίσεις πρανών (περί το 70-90%) και χαμηλά
εδαφομηχανικά χαρακτηριστικά, σε συνδυασμό με την απουσία πυκνής βλάστησης
και ειδικών προστατευτικών έργων, αυξάνουν την πιθανότητα δημιουργίας επίκτητων
φαινομένων αστάθειας και διαβρώσεων. Τα φαινόμενα αυτά στη περιοχή έρευνας,
είναι περιορισμένης έκτασης και αντιμετωπίζονται κυρίως με τη διαμόρφωση
αναβαθμίδων και φύτευση των πρανών των αποθέσεων.

x Αύξηση της στερεοπαροχής, στους ποταμούς και χείμαρρους.

Η απόθεση των "στείρων", σε θέσεις διαφορετικές, από την αρχική και τα


επιχωματωμένα πρανή του πυκνού οδικού δικτύου προσπέλασης των μεταλλείων,
ευνοούν την ανάπτυξη επίκτητων διεργασιών διάβρωσης και την εκλεκτική μεταφορά
των λεπτομερέστερων κοκκομετρικών κλασμάτων, κατάντη. Τα προιόντα αυτά,
προκαλούν αύξηση των στερεοπαροχών στους υδάτινους αποδέκτες, ιδιαίτερα κατά
τη διάρκεια των ραγδαίων βροχοπτώσεων και οδηγούνται κατάντη, μέσα από το
υδρογραφικό δίκτυο, όπου και αποτίθενται, σε θέσεις όπου η μορφολογία το
επιτρέπει. Αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών είναι η σταδιακή ενίσχυση της
συσσώρευσης ιζημάτων στην κοίτη του ποταμού Φωκικού Κηφισού, στη περιοχή
μεταξύ κάτω Τιροθέας και Κάστρου, όπου για τους παραπάνω λόγους και την
αποφυγή πλυμμήρων, διενεργούνται κατά θέσεις, εκβαθύνσεις στην κοίτη του, ενώ
ταυτόχρονα, δεν αποκλείονται μεταβολές της σύστασης των καλλιεργούμενων
εδαφών, των προαναφερόντων περιοχών.

x Απόφραξη της κοίτης χειμάρρων.

Η απόθεση "στείρων", εντός της κοίτης ροής χειμάρρων, διακόπτει τη φυσιολογική


απορροή των υδάτων και σε πολλές περιπτώσεις, οδηγεί στη δημιουργία μικρών,
περιστασιακών λιμνών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της απόθεσης ογκώδους
σωρού στείρων εντός της κοίτης του ρέματος Κρανόρρεμα.[4]

[111]
3.2. Υπόγειες Εκμεταλλεύσεις

Για την εξόρυξη μεταλλεύματος από το υπέδαφος πρέπει να κατασκευαστούν υπόγεια


έργα προσπέλασης προς την ζώνη μεταλλοφορίας, έργα ανάπτυξης και εξόφλησης για
την απόσπαση του μεταλλεύματος και έργα μεταφοράς αυτού στην επιφάνεια.
Χρειάζονται εκσκαφές διαφόρων γεωμετριών, μεγεθών, προσανατολισμών και
λειτουργιών για την υποστήριξη της σειράς των εργασιών που αποτελούν όλη τη
μεταλλευτική διαδικασία. Στην παρακάτω εικόνα, παρουσιάζεται μια τυπική
σχηματική αναπαράσταση μιας υπόγειας εκμετάλλευσης.

Εικόνα 3.7. Σχηματική αναπαράσταση μιας υπόγειας εκμετάλλευσης


(Πηγή: Μπενάρδος Α. «Αρχές υπόγειας εκμετάλλευσης»)

[112]
Σ’αυτό το σχήμα μπορούν να διακριθούν τρεις τύποι εκσκαφών:
x Τα μέτωπα
x Τα έργα προσπέλασης προς τα μέτωπα ή έργα ανάπτυξης
x Τα μόνιμα έργα προσπέλασης

Ανεξαρτήτως της εφαρμοζόμενης μεθόδου εκμετάλλευσης ενός κοιτάσματος,


υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ των λειτουργιών και των απαιτούμενων
γεωμηχανικών συμπεριφορών των διαφόρων μη-παραγωγικών εκσκαφών.

Το μέτωπο είναι το τμήμα εκείνο της εκμετάλλευσης που λαμβάνει χώρα η εξόρυξη
και παραγωγή μεταλλεύματος από ένα κοίτασμα. Το σύστημα των μετώπων που
διαμορφώνεται κατά την εξόρυξη του μεταλλεύματος συνήθως αντιπροσωπεύει το
μεγαλύτερο όγκο (μέγεθος) των εκσκαφών που θα δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια
εκμετάλλευσης. Ο πυρήνας την μεταλλευτικής διαδικασίας βρίσκεται στη διάνοιξη
μετώπων, την απόσταση του μεταλλεύματος από τη φυσική του θέση και την
απομάκρυνσή του από αυτά. Είναι προφανές ότι ο έλεγχος της γεωχημικής
συμπεριφοράς του κοιτάσματος και των περιβαλλόντων στείρων πετρωμάτων
αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στην αποδοτική γεωμηχανική και οικονομική
συμπεριφορά ενός εκάστου των μετώπων, αλλά και του συστήματος εκμετάλλευσης
συνολικά.

Το ότι το μέγεθος των μετώπων είναι σημαντικό σημαίνει ότι η ζώνη επιρροής τους
είναι μεγάλη σε σχέση με όλους τους άλλους τύπους εκσκαφών. Επομένως, ο ρόλος
σχεδιασμού των μετώπων είναι σημαντικός επί του σχεδιασμού και της
λειτουργικότητας των άλλων εκσκαφών που υποστηρίζουν μια μεταλλευτική
δραστηριότητα.

Ο δεύτερος τύπος μεταλλευτικών εκσκαφών είναι τα έργα ανάπτυξης. Αυτά μπορεί να


είναι ράμπες, λούκια μεταλλεύματος, εγκάρσιες στοές, κεκλιμένα αερισμού,
μεταφοράς υλικού και προσωπικού, χοάνες στοές υποσκαφής κ.ά. Αυτές οι εκσκαφές
ορύσσονται είτε εντός του μεταλλεύματος είτε στο περιβάλλον στείρο πέτρωμα. Η
λειτουργική ζωή αυτών των υπογείων έργων είναι περίπου ίση μ’αυτή των
παραγωγικών μετώπων. Λόγου χάριν οι διευθυντικές στοές που διαιρούν τμήμα του
κοιτάσματος σε υποορόφους "καταναλώνονται" κατά την εξόφληση του κοιτάσματος.
Η τοποθεσία των έργων ανάπτυξης στη ζώνη γεωμηχανικής επιρροής των
παραγωγικών μετώπων ή διαφορετικά η περιοχή πέριξ των μετώπων και των
σχετιζόμενων μ’αυτά έργων ανάπτυξης μπορεί να προκαλέσει αντίξοες
εντατικοπαραμορφωσιακές τοπικής συνθήκες στη μάζα του πετρώματος με προφανή
αρνητικά αποτελέσματα στην ασφάλεια των εργαζομένων και του μηχανικού
εξοπλισμού.

Με σκοπό την αποφυγή τέτοιων φαινομένων είναι αναγκαία: α) η κατανόηση των


αιτιών της αστάθειας της βραχόμαζας και β) η λήψη κατάλληλων σχεδιαστικών

[113]
μέτρων για την εξάλειψη ή ελαχιστοποίηση τέτοιων προβλημάτων με προφανή
αρνητικά αποτελέσματα στην ασφάλεια των εργαζομένων και του μηχανολογικού
εξοπλισμού του μεταλλείου. Επιπροσθέτως, λόγω της αραίωσης του μεταλλεύματος
εξαιτίας κατάπτωσης τμημάτων της μάζας του περιβάλλοντος πετρώματος (λ.χ.
ογκοτεμαχίων οροφής κ.λπ.) μπορεί να μειωθεί η οικονομικότητα της εκμετάλλευσης.

Γι’αυτό το σκοπό ο σχεδιασμός αυτών των έργων προϋποθέτει λεπτομερή γεωτεχνική


μελέτη της διαταραχής του εντατικού πεδίου στο περιβάλλον πέτρωμα λόγω της
εξόρυξης των μετώπων σε αυτό. Για τον σκοπό της απρόσκοπτης και ασφαλούς
λειτουργίας των έργων αυτών χρειάζεται να ληφθεί υπόψη α) η γεωμετρία των
μετώπων, β) η θέση των μετώπων, γ) η ενδεχόμενη υποστήριξη των έργων ανάπτυξης
πέριξ των μετώπων, δ) οι γεωμηχανικές ιδιότητες των περιβαλλόντων πετρωμάτων, ε)
η παρουσία νερού, κ.λπ.[1]

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι ταξινόμησης των υπογείων μεθόδων εκμετάλλευσης. Ο


συνηθέστερος τρόπος ταξινόμησης ακολουθεί το Αγγλοσαξωνικό Σύστημα
Ταξινόμησης που βασίζεται στις μηχανικές ιδιότητες του περιβάλλοντος πετρώματος
και του μεταλλεύματος.

Έτσι, οι μέθοδοι εκμετάλλευσης υπογείων ταξινομούνται στις ακόλουθες τέσσερις


κατηγορίες:

1. Οι μέθοδοι με ανοίγματα τα οποία δεν χρειάζονται πρόσθετη υποστήρικη


(naturally supported stopes), που περιλαμβάνουν την μέθοδο των Θαλάμων και
Στύλων, την μέθοδο κατά μέτωπο προσβολής με εγκατάλειψη Στύλων (Breast
Stoping), την μέθοδο των Βαθμίδων Άνευ Εγκαταλείψεως Στύλων, την μέθοδο
των Διαδοχικών Ορόφων, την μέθοδο του Ανεστραμμένου Κρατήρα, κ.λπ.

2. Οι μέθοδοι με ανοίγματα που χρειάζονται πρόσθετη υποστήριξη (artificially


supported stopes), που περιλαμβάνουν την μέθοδο του Συμπτυσσομένου
Μετώπου, την μέθοδο των Διαδοχικών Κοπών και Λιθογομώσεων, την μέθοδο
του Επιμήκους Μετώπου με Λιθογόμωση, την μέθοδο των Ξύλινων Πρισματικών
Πλαισίων, κ.λπ.

3. Οι μέθοδοι με κατακρήμνιση της οροφής (caving methods) λαμβάνει χώρα


ταυτόχρονα με την εξόφληση, περιλαμβάνουν την μέθοδο των Διαδοχικών
Ορόφων με Κατακρήμνιση, την μέθοδο της Κατακρήμνισης Οροφής, την μέθοδο
του Επιμήκους Μετώπου με Κατακρήμνιση της Οροφής, την μέθοδο Κοπών
Κατά Πλάκες, κ.λπ.

4. Οι μέθοδοι με την κατακρήμνιση της οροφής να γίνεται σε δεύτερη φάση, που


περιλαμβάνουν τη μέθοδο Θαλάμων και Στύλων, με κατακρήμνιση της οροφής,
Διαδοχικών Ορόφων με κατακρήμνιση σε δεύτερη φάση, κ.λπ.

[114]
Οι επιλεκτικές μέθοδοι εκμετάλλευσης συνήθως σχεδιάζονται για υψηλή ανάκτηση
του μεταλλεύματος με ελάχιστη αραίωση, ενώ οι μέθοδοι κατακρήμνισης της οροφής
ή του πατώματος αποδέχονται απώλειες και αραίωση μεταλλεύματος.[1]

3.2.1. Βασικοί Ορισμοί και Στοιχεία Σχεδιασμού

Διεύθυνση (Strike): Καλείται η γωνία ως προς το Βορρά του ίχνους της επιφάνειας
στο οριζόντιο επίπεδο αναφοράς.

Κλίση (dip): Καλείται η γωνία που σχηματίζει η μελετούμενη επιφάνεια (ή κοίτασμα)


με την οριζόντιο και περιέχει και την έννοια της φοράς βύθισης (π.χ. 38ο Ν σημαίνει
ότι η μελετούμενη επιφάνεια κλίνει 38ο προς το Νότο).

Διευθυντική Στοά ή Ανάπτυξης (drift): Κύριο ή δευτερεύων οριζόντιο ή παραοριζόνται


άνοιγμα, παράλληλο με την παράταξη του κοιτάσματος.

Εγκάρσιο (crosscut): Τριτεύων οριζόντιο άνοιγμα που συνδέει στοές.

Ελικοειδές κεκλιμένο (ramp): Κύριο κεκλιμένο άνοιγμα που συνδέει την επιφάνεια με
τα υπόγεια.

Θάλαμος (room): οριζόντιο υπόγειο άνοιγμα εκμετάλλευσης (συνήθως σε


στρωσιγενή κοιτάσματα).

Μέτωπο εργασίας (face): Το περιορισμένο τμήμα του κοιτάσματος στο οποίο


λαμβάνει χώρα εξόρυξη.

Σήραγγα (tunnel): Κύριο παρα(οριζόντιο) υπόγειο άνοιγμα που συνδέεται με την


επιφάνεια και με τα δύο άκρα του.

Στύλος (pillar): τμήμα του κοιτάσματος που παραμένει ανεκμετάλλευτο και παρέχει
υποστήριξη της οροφής του κοιτάσματος.

Στοά (adit): Κύριο υπόγειο άνοιγμα που συνδέει την επιφάνεια με τα υπόγεια.

Οροφή (haning wall): Ο υπερκείμενος του κοιτάσματος γεωλογικός σχηματισμός.

Φρέαρ (shaft): Κύριο κατακόρυφο άνοιγμα που συνδέει την επιφάνεια με τα υπόγεια.

Ανέλκυση (drawing): Διακίνηση εργαζομένων, υλικών, εξοπλισμού και θραυσμένου


υλικού από τον χώρο αποθήκευσης του προς την επιφάνεια μέσω φρέατος.

[115]
Διάτρηση (drilling): Όρυξη επιμηκών οπών με χρήση μηχανημάτων, για την
δημιουργία θέσεων εντός του μετώπου εξόρυξης ικανών για πλήρωση με εκρηκτική
ύλη.

Κατακρήμνιση (caving): θραύση και πτώση τεμαχών πετρώματος λόγω βαρύτητας.

Μεταφορά (haulage): Φόρτωση και διακίνηση του θραυσμένου υλικού από το


μέτωπο εργασίας προς άλλο χώρο αποθήκευσης.

Υποστήριξη (support): Σύνολο λειτουργιών που πραγματοποιούνται μετά την εξόρυξη


για αντιστάθμιση των αναδιανεμημένων τάσεων μετά την δημιουργία κενού προς
αποφυγή της αστοχίας του πετρώματος.

Ανάκτηση (recovery): Ποσοστό του επί τόπου μεταλλεύματος που είναι δυνατόν να
ανακτηθεί με την εφαρμοζόμενη μέθοδο.

Αραίωση (dilution): Ποσοστό των αγόνων ή στείρων υλικών που αναμιγνύεται με το


μετάλλευμα κατά την εκμετάλλευση.[1]

3.2.2. Τύποι Υπόγειων Εκμεταλλεύσεων

Οι μέθοδοι εκμετάλλευσης είναι πολλές, αν θεωρήσουμε ότι κάθε κοίτασμα αποτελεί


μοναδική περίπτωση και η μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι προσαρμοσμένη στα
χαρακτηριστικά του. Η πλέον συνήθης μέθοδος σε βωξιτικά κοιτάσματα στην
Ελλάδα (και στο Νομό Φωκίδας) είναι η μέθοδος των θαλάμων και στύλων με
διάφορες παραλλαγές, ενώ χρησιμοποιείται και η μέθοδος διαδοχικών ορόφων με
κατακρήμνιση.

Η μέθοδος των θαλάμων και στύλων είναι μέθοδος με κενά και υποστήριξη της
οροφής με στύλους βωξίτη. Εφαρμόζεται σε κοιτάσματα βωξίτη με κλίση 30ο, πάχος
μέχρι 8-10m και σχετικά ανθεκτικά υπερκείμενα πετρώματα. Σε περίπτωση που το
πάχος του βωξίτη είναι μεγαλύτερο των 8-10m τότε χρησιμοποιείται η μέθοδος
θαλάμων και στύλων με ξηρή λιθογόμωση.

Στις περιπτώσεις κοιτασμάτων των οποίων η κλίση υπερβαίνει τις 60ο εφαρμόζεται η
μέθοδος των διαδοχικών ορόφων με κατακρήμνιση οροφής που αφορά όμως πολύ
μικρό αριθμό εκμεταλλεύσεων.

Γενικά πάντως στην επιλογή της κατάλληλης μεθόδου εκμετάλλευσης ενός βωξιτικού
κοιτάσματος συνεκτιμώνται η γεωλογική του εικόνα, καθώς και τα μηχανικά
χαρακτηριστικά του βωξίτη και των περιβαλλόντων πετρωμάτων προκειμένου να

[116]
υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή απόληψη και η μικρότερη δυνατή αραίωση του
μεταλλεύματος.[3]

3.2.2.1. Μέθοδος των Θαλάμων και Στύλων (Room and Pillar


method)

Η εξόρυξη του μεταλλεύματος στην περιοχή Παρνασσού-Γκιώνας γίνεται, σχεδόν


αποκλειστικά, με τη μέθοδο των θαλάμων και στύλων. Έχουν εφαρμοσθεί και άλλες
μέθοδοι κατακρήμνισης οροφής κ.ά., αλλά κυρίαρχη είναι η προαναφερθείσα.

Η μέθοδος των θαλάμων και στύλων, εφαρμόζεται για πάχη βωξίτη 8 μέχρι 10m και
κοιτάσματα με ήπιες κλίσεις (μέχρι 30ο). Συγκαταλέγεται στις μεθόδους “ανοικτών
μετώπων”. Δηλαδή, ο χώρος που έχει ήδη εκμεταλλευθεί διατηρείται κενός και η
κατακρήμνιση του ανοίγματος προλαμβάνεται με τη βοήθεια φυσικής υποστήριξης. Η
φυσική υποστήριξη παίρνει τη μορφή στύλων (διαστάσεις 5x5m ή και μεγαλύτερες),
κατάλληλα διαμορφωμένα τμήματα του μεταλλεύματος που αναλαμβάνουν την
υποστήριξη της οροφής και εν συνόλω της εκσκαφής. Σε περίπτωση που χρειάζεται
να γίνει απόληψη και των στύλων του πετρώματος, κατασκευάζονται τεχνητοί (ξύλο,
οπλισμένο σκυρόδεμα, άοπλο σκυρόδεμα, εκτοξευμένο σκυρόδεμα ή λιθόδεμα, ή και
προϊόντα εκσκαφής στο στείρο πέτρωμα).

Η μορφή των ασβεστολίθων στις οροφές των κοιτασμάτων βωξίτη απαιτεί την
εφαρμογή τεχνητής υποστήριξης της εκσκαφής. Η ύπαρξη δευτερεύουσας
υποστήριξης δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα του ανοικτού μετώπου. Η οροφή του
κοιτάσματος κοχλιώνεται, σχεδόν πάντα, με αγκύρια (roof bolt). Τα μεγάλα αυτά
κενά μετά την ολοκλήρωση της εξόρυξης του κοιτάσματος συνηθίζεται να
γομώνονται, για να αποφευχθεί ανεξέλεγκτη κατακρήμνιση της οροφής με την
πάροδο του χρόνου.

Ο θάλαμος είναι στοά μεγάλου πλάτους και ευθύγραμμης διαδρομής, που ορύσσεται
με στόχο την απόληψη του κοιτάσματος και όχι την προσπέλασή του. Οι στύλοι
δημιουργούνται όταν ανοιχθούν νέες στοές κάθετες ή με κλίση προς τις πρώτες.[3]

Οι διαστάσεις των ανοιγμάτων και των στύλων εξαρτώνται από τις εξής
παραμέτρους:
x Το πάχος του κοιτάσματος
x Τις μηχανικές ιδιότητες του υπερκείμενου σχηματισμού (οροφής)
x Τις μηχανικές ιδιότητες του μεταλλεύματος
x Το εντατικό πεδίο στην ευρύτερη περιοχή

[117]
Προϋποθέσεις εφαρμογής

Οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της μεθόδου είναι:


x Σχετικά υψηλή αντοχή μεταλλεύματος
x Σχετικά υψηλή αντοχή περιβάλλοντος πετρώματος (οροφής-δαπέδου)
x Ομαλό γεωμετρικό σχήμα του κοιτάσματος
x Κοίτασμα παράλληλο με την στρώση των σχηματισμών που έχει αρκετά μεγάλη
οριζόντια ανάπτυξη αλλά μικρό σχετικά πάχος
x Μετάλλευμα μικρής σχετικής αξίας, έτσι ώστε να γίνεται παραδεκτή η σημαντική
απώλεια που προκύπτει από την εγκατάλειψη στύλων.

Οι στύλοι μεταλλεύματος τοποθετούνται γενικώς όσο το δυνατόν σε κανονικό σχέδιο


και η διατομή τους μπορεί να είναι κυκλικού ή τετραγωνικού σχήματος ή να είναι
μορφής τοίχων μεγάλου πάχους (rib pillars) οι οποίοι διαχωρίζουν τα μέτωπα
παραγωγής. Το μετάλλευμα που εγκαταλείπεται στους στύλους μπορεί να αποληφθεί
κατά ένα ποσοστό, κατά το τελευταίο στάδιο της εξόφλησης, γενικά όμως θεωρείται
απωλεσθέν μετάλλευμα.[1]

Εικόνα 3.8. Τυπική μορφή ανάπτυξης μεθόδου θαλάμων και στύλων


(Πηγή: Κατωπόδης Δ. «Σχεδιασμός Υπόγειας Εκμετάλλευσης Βωξιτικού
Κοιτάσματος Κοκκινόλιθου Φωκίδας»)

[118]
Εικόνα 3.9. Προοπτική απεικόνιση του τμήματος της εκμετάλλευσης στο οποίο έχουν
απομονωθεί οι στύλοι
(Πηγή: Γ.Ε. Εξαδάκτυλος, «Σχεδιασμός Συστημάτων Υπογείων Έργων Για Την
Εκμετάλλευση Μεταλλευτικών Κοιτασμάτων»)

Η εξόρυξη είτε ακολουθεί συμβατικό κύκλο διάτρησης, ανατίναξης, φόρτωσης,


μεταφοράς (θα αναφερθεί σε επόμενη παράγραφο), και τοπική υποστήριξη με κοχλίες
και πλέγματα, είτε πραγματοποιείται με μηχανικά μέσα συνεχούς εξόρυξης-
αποκομιδής. Κατά την εξέλιξη των εργασιών εγκαταλείπονται αρχικά κουβέρτες
προστασίας του μεταλλεύματος, όπου στη συνέχεια μέσω της διάνοιξης εγκάρσιων
αφήνονται στύλοι αρχικά μεγάλης διαμέτρου που κατά το στάδιο της εξόφλησης
γίνεται μερική εξόφλησή τους με σκοπό την αύξηση του ποσοστού ανάκτησης.

Η μεταφορά του μεταλλεύματος κατά τον συμβατικό κύκλο εξόρυξης γίνεται με


ντιζελοκίνητα οχήματα τύπου LHD που λειτουργούν είτε αυτόνομα είτε σε
συνδυασμό με φορτηγά αν αυτό είναι επιτρεπτό από τις διαστάσεις των
ανοιγμάτων.[1]

Πλεονεκτήματα-Μειονεκτήματα

Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι σημαντικά και συνοψίζονται στα ακόλουθα:

1. Υψηλή απόδοση κατά την εξόρυξη και την αποκόμιση, που οφείλεται στη
δυνατότητα αποτελεσματικής μηχανοποίησης.
2. Σχεδόν ολοσχερής κατάργηση της τεχνικής υποστήριξης και μεγάλη
παραγωγικότητα ανά μονάδα επιφάνειας κοιτάσματος.
3. Ευχέρεια εναπόθεσης των παραγόμενων στείρων κατά την πορεία της εξόρυξης.
4. Ουσιαστικός περιορισμός των έργων προπαρασκευής, που σε κάθε περίπτωση
τοποθετούνται στο σύνολό τους μέσα στο κοίτασμα.

[119]
5. Δυνατότητα εκλεκτικής εξόρυξης και αποτελεσματικής διαλογής μέσα στο
μέτωπο.

Τα πιο πάνω πλεονεκτήματα καθιστούν τη μέθοδο ενδιαφέρουσα, από την άποψη


τιμής κόστους που επιτυγχάνεται. Αντισταθμίζονται, όμως, μερικώς από ορισμένα
μειονεκτήματα όπως τα πιο κάτω:

1. Σημαντική απώλεια μεταλλεύματος, που προέρχεται από την ανάγκη


εγκατάλειψης στύλων. Το ποσοστό του κοιτάσματος που εγκαταλείπεται υπό
μορφή στύλων κυμαίνεται μεταξύ 10% στις περιπτώσεις κοιτασμάτων μικρού
βάθους και ανθεκτικών πετρωμάτων και σε 50% σε λιγότερο ανθεκτικά
κοιτάσματα μεγάλου βάθους. Μεγάλες επίσης απώλειες μπορούν να προκύψουν
εξαιτίας γεωμετρικών ανωμαλιών της οροφής και του δαπέδου. Εξάλλου, τέτοιες
ανωμαλίες προκαλούν μερικές φορές σοβαρές αρρυθμίες στην πορεία του
μετώπου.
2. Μειονεκτικές συνθήκες ασφαλείας, σε σύγκριση με αυτές που επιτυγχάνονται με
άλλες μεθόδους. Οι μεγάλες διαστάσεις των κενών είναι δυσμενής παράγοντας,
από άποψη ελέγχου της οροφής, μέσα στην οποία δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη η
τυχόν παρουσία διασταυρωμένων επιπέδων με μικρότερη αντίσταση.[5]

3.2.2.2. Μέθοδος Διαδοχικών Ορόφων με Κατακρήμνιση

Για τα κοιτάσματα βωξίτη των οποίων η κλίση υπερβαίνει τις 60ο, στο Νομό Φωκίδας
οι δραστηριοποιούμενες εταιρείες στο κλάδο της εξόρυξης, έχουν αρχίσει ήδη από το
1985 να εφαρμόζουν την μέθοδο των διαδοχικών ορόφων με κατακρήμνιση της
οροφής.

Η προσπέλαση γίνεται με οριζόντιες ή κεκλιμένες στοές ανάλογα με την μορφολογία


της περιοχής όπου βρίσκεται το κοίτασμα. Από τις στοές προσπελάσεως ορύσσονται
οι στοές περιχαράξεως τραπεζοειδούς μορφής με εμβαδόν 14m2 (4m περίπου πλάτος
και 3,50m ύψος) στην διεύθυνση της παρατάξεως του κοιτάσματος και συνήθως στην
επαφή με τους υπερκείμενους ασβεστόλιθους. Οι στοές αυτές υποστηρίζονται με
ξυλεία, όπου αυτό απαιτείται. Η εξόφληση των ορόφων αρχίζει από τα άκρα με την
εξόρυξη διατρημάτων στην οροφή των στοών περιχαράξεως ή αναπτύξεως, υπό
μορφή “βεντάλιας”, με σκοπό την κατακρήμνιση της οροφής. Τα διατρήματα που
γίνονται στην οροφή έχουν κλίσεις 30ο-35ο από το κατακόρυφο επίπεδο και
ορύσσονται μέχρι αποστάσεως 1,0 έως 1,50m κατά από το δάπεδο του ανώτερου
ορόφου με σκοπό την διατήρηση προσωρινά μικρής οροφής από βωξίτη προς μείωση
της αραιώσεως του μεταλλεύματος με στείρα από την κατακρήμνιση. Σχετικά με το
ύψος των ορόφων μετά από διάφορους πειραματισμούς έχει επιλεχτεί να είναι 10m.

[120]
Ο βαθμός απολήψεως με την μέθοδο των διαδοχικών ορόφων είναι της τάξεως του
75-85%, όμως η εφαρμογή αυτής της μεθόδου έχει το πρόβλημα της αραίωσης του
βωξίτη κατά την φάση ιδιαίτερα της εξοφλήσεως, με στείρο υλικό από την
κατακρήμνιση.[3]

Εικόνα 3.10. Μέθοδος διαδοχικών ορόφων με κατακρήμνιση της οροφής


(Πηγή: Πέππας Σ. «Μεταλλευτική Δραστηριότητα της Εταιρείας Α.Ε.Μ. Βωξίται
Παρνασσού στα μεταλλεία βωξίτη του Νομού Φωκίδας».)

Στην υπόγεια εκμετάλλευση όσον αφορά στην διάτρηση, χρησιμοποιούνται σε βαθμό


90% περίπου ελαστικοφόρα δηζελοϋδραυλικά κρουστικοπεριστροφικά διατρητικά
φορεία ενός βραχίονα για τον βωξίτη και για τις στείρες στοές προσπελάσεως. Μόνο
σε περιοχές που έχουν μεγάλη κλίση και μικρό πάχος βωξίτη χρησιμοποιούνται οι
κλασσικές διατρητικές αερόσφυρες με υποστάτη.

Στην γόμωση των διατρημάτων χρησιμοποείται ζελατοδυναμίτιδα 30% και


αμμωνίτης με συνολική κατανάλωση εκρηκτικών 280-320G/T στον βωξίτη και
2.000-2.200g/m3στην διάνοιξη στοών προσπελάσεως. Η πυροδότηση γίνεται με την
χρησιμοποίηση ηλεκτρικών καψυλίων ΜS και δυναμοσεκτήρων του οίκου
SCHAFFLER. Στην φόρτωση και μεταφορά των στείρων και του βωξίτη, ως και τη
διάστρωση της λιθογομώσεως χρησιμοποιούνται δηζελοκίνητροι ελαστικοφόροι
φορτωτές της EIMSO ή της WAGNER 2,4,5, και 6 m3, ενώ στην κεντρική μεταφορά
οχήματα WAGNER MT ή M.A.N./G.H.H.H. MK-25, μεταφορικής ικανότητας 25
τόννων περίπου ανά δρομολόγιο.

[121]
Πέραν αυτών χρησιμοποιείται και μια σειρά μηχανημάτων για βοηθητικές εργασίες
όπως ξεσκαρωτές με νύχι, πλατφόρμες γομώσεως με καλάθι ή ανυψωμένου δαπέδου,
εκσκαφείς και πολλά άλλα μηχανήματα.[3]

Προϋποθέσεις εφαρμογής

Οι προϋποθέσεις εφαρμογής της μεθόδου είναι:

x Κατακόρυφο ή σχεδόν κατακόρυφο κοίτασμα, με την μεγαλύτερη διάστασή του


κατά την κατακόρυφο
x Μετάλλευμα εύκολα κατακρημνιζόμενο. (Σημειώνεται ότι το ποσοστό ανάκτησης
είναι άμεσα συνδεδεμένο με την δυνατότητα κατακρήμνισης του μεταλλεύματος)
x Ευκόλως κατακρημιζόμενα περιβάλλοντα πετρώματα
x Ομαλή γεωμετρία των παρυφών
x Απουσία ανάγκης εκλεκτικής εξόρυξης
x Η φυσική επιφάνεια του εδάφους δεν επηρεάζεται δυσμενώς από την παρουσία
φαινομέων καθίζησης.[1]

Πλεονεκτήματα-Μειονεκτήματα της μεθόδου

Τα κύρια πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ο υψηλός ρυθμός παραγωγής, το υψηλό


ποσοστό ανάκτησης, η μέτρια αραίωση και η υψηλή παραγωγικότητα. Τα
μειονεκτήματά της είναι η αραίωση του κοιτάσματος με το κατακρημνιζόμενο
περιβάλλον πέτρωμα και τα αρκετά έργα προπαρασκευής.[1]

3.2.3. Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις Της Υπόγειας Εξόρυξης

ƒ Υδρολογικές επιπτώσεις
Η υπόγεια εξόρυξη μαστεύει τα νερά της ευρύτερης περιοχής,τα οποία διαφεύγουν
προς τα χαμηλότερα επίπεδα των στοών, όπου επιβαρύνονται με ευδιάλυτες ορυκτές
ουσίες. Τα νερά αυτά αντλούνται από τα υπόγεια έργα επειδή εμποδίζουν τις εργασίες
εξόρυξης και απορρίπτονται επιβαρυμένα σε επιφανειακούς αποδέκτες. Συχνά πριν
την έναρξη της εκμετάλλευσης διανοίγεται μία σειρά από γεωτρήσεις περιφερειακά
του κοιτάσματος, από τις οποίες αντλείται όλος ο υδροφόρος ορίζοντας για να μην
δημιουργήσει προβλήματα στην εξόρυξη. Όσο πιο βαθιά κάτω από την επιφάνεια
είναι το υπόγειο μέταλλο, τόσο πιο βαθιά πρέπει να πάνε οι γεωτρήσεις άντλησης των
νερών.

ƒ Καθιζήσεις
Το φαινόμενο της καθίζησης του εδάφους στις περιοχές των υπόγειων εξορύξεων
είναι αναπόφεκτο, όποια και αν είναι η μέθοδος εξόρυξης. Μπορεί να είναι
εκτεταμένη ή περιορισμένη, μπορεί να εμφανιστεί με μεγάλη χρονική καθυστέρηση

[122]
(έχουν καταγραφεί περιπτώσεις καθιζήσεων 100 χρόνια μετά το πέρας της
εκμετάλλευσης), όμως είναι ένας κίνδυνος που δεν μπορεί να εξαλειφθεί. Οι
καθιζήσεις κάνουν την περιοχή ασταθή και επικίνδυνη και την αποκλείνουν από κάθε
μελλοντική χρήση. Η άντληση των υπόγειων υδάτων που γίνεται για να διευκολυνθεί
η εξόρυξη δημιουργεί κενά εκεί που άλλοτε υπήρχαν θύλακες νερού και είναι η ίδια
μία σημαντική αιτία πρόκλησης καθιζήσεων.[4]

3.3. Κεντρική μεταφορά Βωξίτη-Επεξεργασία-Φόρτωση

Ο βωξίτης από τα διάφορα κοιτάσματα της επιφανειακής και της υπόγειας


εκμεταλλεύσεως φορτώνεται σε φορτηγά αυτοκίνητα ωφέλιμου φορτίου 15-25
τόννων ανά δρομολόγιο και μεταφέρεται στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας που
βρίσκονται σε απόσταση 36km νότια του 51 Χιλιομέτρου. Για την κεντρική
μεταφορά του βωξίτη χρησιμοποιούνται σε ποσοστό 35% της εταιρείας και σε
ποσοστό 65% μισθωμένα φορτηγά αυτοκίνητα Δημόσιας Χρήσεως διαφόρων
ιδιοκτητών (μεταφορέων).

Οι αποστάσεις της κεντρικής μεταφοράς του βωξίτη κυμαίνονται και ανέρχονται,


ανάλογα με την γεωγραφική θέση των κοιτασμάτων στην ευρύτερη περιοχή, από 30-
55km.

Σκέψεις για κεντρική μεταφορά με μεταφορική ταινία, με εναέριο ή άλλες μεθόδους


δεν φαίνεται να έχουν εφαρμογή, επειδή οι θέσεις φορτώσεως του βωξίτη είναι
πολλές και διάσπαρτες με μικρές ετήσιες ποσότητες μεταφοράς μεταλλεύματος.

Ο βωξίτη στην Ιτέα ζυγίζεται, δειγματίζεται και κατόπιν θραύεται σε διαγωνοτό


σπαστήρα κάτω από 200mm, με απόδοση 1.000τόννους/ώρα πραγματικής
λειτουργίας.

Μετά από τη θραύση ο βωξίτης κοσκινίζεται σε κλάσματα 0-30, 30-50, 50-100 και
100-200mm και τοποθετείται κατόπιν σε διάφορες πλατείες με κύριο χαρακτηριστικό
την κοκκομετρία και την ποιότητα (χημική σύνθεση). Από τις πλατείες αυτές γίνεται,
ανάλογα με τις προδιαγραφές των πελατών, η σύνθεση των φορτίων των πελατών
εξωτερικού και εσωτερικού. Η φόρτωση των πλοίων γίνεται από δύο γέφυρες
φορτώσεως. Από την γέφυρα εξωτερικού φορτώνονται πλοία μέχει 30.000 τόνους με
αποδόσεις, ανάλογα με την κοκκομετρία, από 500-1.000 τόνους ανά ώρα
πραγματικής λειτουργίας της γέφυρας. Από την γέφυρα εσωτερικού φορτώνεται μόνο
ο βωξίτης που προορίζεται για το εργοστάσιο της αλουμίνας, με απόδοση περίπου
800 τόννους/ώρα πραγματικής λειτουργίας.

Στις εγκαταστάσεις Ιτέας λειτουργούν επίσης και δύο εργοστάσια εμπλουτισμού, τα


οποία μπορούν να “εμπλουτίζουν” χονδρόκοκκο βωξίτη 10-30mm και ψιλόκοκκο

[123]
1-10mm που προέρχεται από αραίωση του μεταλλεύματος με ασβεστόλιθο, ιδιαίτερα
της υπόγειας εκμεταλλεύσεως.[3]

3.4. Επιλογή Μεθόδου Εκμετάλλευσης

Η μέθοδος που θα επιλεγεί θα πρέπει να διασφαλίζει τρία βασικά κριτήρια:

x Την ασφάλεια των εργαζομένων


x Την οικονομικότητα του κοιτάσματος
x Την μέγιστη δυνατή απόληψη του κοιτάσματος.

Η επιλογή της μεθόδου εκμετάλλευσης επηρεάζεται από συγκεκριμένους παράγοντες


όπως:

x Την θέση του κοιτάσματος στον χώρο και τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του
(σχήμα, μέγεθος, κλίση)
x Τα φυσικά και μηχανικά χαρακτηριστικά του κοιτάσματος και των
περιβαλλόντων πετρωμάτων
x Την ποιότητα και την αξία του μεταλλεύματος
x Τους επιθυμητούς ρυθμούς παραγωγής
x Το κόστος του παραγόμενου προϊόντος
x Την προστασία του περιβάλλοντος.

Συνήθως δεν τίθεται θέμα επιλογής μεταξύ επιφανειακής και υπόγειας


εκμετάλλευσης (Εικόνα 3.11.). Όταν οι υπαίθριες εκμεταλλεύσεις καθίστανται
οικονομικά ασύμφορες τότε υιοθετούνται μέθοδοι υπόγειας εκμετάλλευσης.

Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι γεωλογικές συνθήκες. Οι γεωλογικές συνθήκες


που απεικονίζονται στην Εικόνα 3.12. είναι ευνοϊκότερες για επιφανειακή
εκμετάλλευση. Αντιθέτως, στην περίπτωση της Εικόνας 3.13., φαίνεται να είναι
οικονομικά πιο συμφέρουσα η υπόγεια εκμετάλλευσης. Στην περίπτωση της Εικόνας
3.14., η επιλογή μεθόδου εκμετάλλευσης δεν είναι προφανής και θα πρέπει να ληφθεί
οικονομική απόφαση.

[124]
Κοιτάσματα

Κοντά στην επιφάνεια ή


Σχετικά μικρού βάθους Βαθιά

Μικρής
Κλίμακας
Εκμεταλλεύσεις

Υπαίθριες Υπόγειες
Εκμεταλλεύσεις Εκμεταλλεύσεις

Εικόνα 3.11. Επιλογή μεταξύ επιφανειακής και υπόγειας εκμετάλλευσης


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Εικόνα 3.12. Αβαθές στρωσιγενές κοίτασμα


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

[125]
Εικόνα 3.13. Στρωσιγενές κοίτασμα σε μεγάλο βάθος
(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Εικόνα 3.14. Επιλογή μεθόδου εκμετάλλευσης βάσει οικονομικών κριτηρίων


(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Γενικά, η σχέση εκμετάλλευσης αυξάνεται με την αύξηση του βάθους εκσκαφής,


οπότε αυξάνεται και το συνολικό κόστος. Αντίθετα, το κόστος ενός υπόγειου έργου
είναι εξαρχής υψηλό χωρίς να παρουσιάζει σημαντική αύξηση με τη μεταβολή του
[126]
βάθους. Στην Εικόνα 3.15. παρουσιάζεται η μεταβολή του κόστους εκμετάλλευσης
για υπόγεια και επιφανειακή εκσκαφή συναρτήσει της μεταβολής του βάθους. Το
σημείο τομής των δύο καμπυλών καθορίζει το βάθος πέρα από το οποίο η
επιφανειακή εκμετάλλευση καθίσταται ασύμφορη και θα πρέπει να προτιμηθεί η
υπόγεια. Το σημείο αυτό προσδιορίζει την οριακή τιμή της σχέσης εκμετάλλευσης
RE, η οποία ονομάζεται μέγιστη οικονομική σχέση εκμετάλλευσης και καθορίζεται από
τη σχέση:

RE = (Κόστος/ton υπόγειας εκμετάλλευσης-Κόστος/ton υπαίθριας)/Κόστος


αποκάλυψης/ton αγόνων

Εικόνα 3.15. Μεταβολή του κόστους εκμετάλλευσης συναρτήσει της μεταβολής του
βάθους
(Πηγή: Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»)

Ένα άλλο βασικό κριτήριο για την επιλογή της μεθόδου εξόρυξης, το οποίο είναι
οικονομικής φύσης και προσδιορίζεται από τον λόγο: λ= Όγκος στείρων (m3)/ Βάρος
Βωξίτη (ton). Διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:

x λ<5, κρίνεται οικονομικά συμφέρουσα η επιφανειακή εξόρυξη


x λ>5÷6, κρίνεται οικονομικά συμφέρουσα η υπόγεια εξόρυξη

Μεταξύ των κριτηρίων, για την επιλογή μεθόδου εξόρυξης, περιλαμβάνονται


αυξημένης βαρύτητας κριτήρια, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος καθώς
και η αποκατάσταση των μεταλλευτικών χώρων είναι επιβεβλημένη.

Οι υπαίθριες εκμεταλλεύσεις γενικά θεωρείται ότι παρουσιάζουν τα κάτωθι


πλεονεκτήματα σε σχέση με τις υπόγειες:

x Δυνατότητα εκλεκτικής εκμετάλλευσης (υπό προϋποθέσεις)


x Υψηλός συντελεστής απόληψης

[127]
x Χαμηλότερο κόστος εξόρυξης
x Δυνατότητα παραγωγής μεγάλων διαστάσεων όγκων κατάλληλων για ειδικές
χρήσεις
x Ευελιξία στην παραγωγή

Τα βασικά μειονεκτήματα των υπαίθριων έναντι των υπόγειων εκμεταλλεύσεων


είναι:

x Άμεση επίδραση καιρικών συνθηκών


x Καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος τόσο από την εξόρυξη όσο και από την
απόθεση των αγόνων.

Ο δεύτερος παράγοντας είναι καθοριστικής σημασίας και μπορεί να αποτελέσει ένα


ακόμη κριτήριο, σε συνδυασμό με το οικονομικό κριτήριο, για την επιλογή υπόγειας
εκμετάλλευσης.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι στην ουσία δεν υπάρχουν τυποποιήσεις που να
οδηγούν σε γενικεύσεις ως προς την επιλογή μεταξύ υπαίθριας και υπόγειας
εκμετάλλευσης. Κάθε κοίτασμα αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση μελέτης με τις
ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του.

3.5. Εξορυκτικά Απόβλητα

Τα παραγόμενα εξορυκτικά ορυκτά ποικίλουν ανάλογα με το προϊόν εξόρυξης.

Τα κριτήρια τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν για την ταξινόμηση των εξορυκτικών


αποβλήτων και την κατάταξή τους ως προς τους εν δυνάμει κινδύνους για τα
περιβαλλοντικά μέσα που προσλαμβάνουν τη ρύπανση αφορούν στα ακόλουθα:

x Τύποι μεταλλευτικών-μεταλλουργικών εξορυκτικών αποβλήτων


x Σύσταση εξορυκτικών αποβλήτων
x Εκχυλισιμότητα & περιεκτικότητα στοιχείων
x Όγκος αποθέσεων
x Θέση αποθέσεων
x Άλλα στοιχεία.

Τύποι μεταλλευτικών-μεταλλουργικών εξορυκτικών αποβλήτων

Σε γενικές γραμμές τα μεταλλευτικά-μεταλλουργικά εξορυκτικά απόβλητα μπορούν


να ταξινομηθούν στις ακόλουθες κατηγορίες:
x Υπερκείμενα
x Στείρα εξόρυξης

[128]
x Προσωρινές αποθέσεις μεταλλεύματος
x Τέλματα εμπλουτισμού
x Άλλα απορρίμματα εμπλουτισμού8
x Ιλύες μεταλλουργικής επεξεργασίας
x Σκωρίες

Η κατηγοριοποίηση αυτή αντιστοιχεί στην προέλευση του κάθε εξορυκτικού


αποβλήτου και σχετίζεται αφενός με την πρώτη ύλη και αφετέρου με τη μέθοδο
επεξεργασία που εφαρμόστηκε για την παραγωγή του. Η κατηγοριοποίηση αυτή
παραπέμπει άμεσα σε μια κατ’ αρχήν εκτίμηση τόσο για τα φυσικά χαρακτηριστικά
του υλικού όσο και για τα αντίστοιχα γεωχημικά. Για παράδειγμα, τα υπερκείμενα
και τα στείρα εξόρυξης είναι συνήθως υλικό με μεγάλο μέγεθος κόκκων και σχετικά
μικρή συγκέντρωση συστατικών του μεταλλεύματος, άρα και μικρή συγκέντρωση
ρύπων. Αντίθετα, τα τέλματα εμπλουτισμού είναι λεπτομερή, συνήθως στην
κοκκομετρική διαβάθμιση της αργίλου και ιλύος και μπορούν εύκολα με
μηχανισμούς αιολικής διάβρωσης ή και υδάτινης μεταφοράς τους να μεταναστεύσουν
σε γειτονικές περιοχές. Οι μεταλλουργικές σκωρίες είναι συνήθως υλικά με μεσαίο ή
μεγάλο μέγεθος κόκκων που εξαρτάται από τις συνθήκες ψύξης τους, υαλώδους
μορφής όπου συνήθως οι ρύποι που μπορεί να υπάρχουν είναι εγκλωβισμένοι στην
υαλώδη μήτρα και επομένως δύσκολα μεταναστεύουν.

Σύσταση εξορυκτικών αποβλήτων

Πέραν της παραπάνω ταξινόμησης ως προς τον τύπο των εξορυκτικών αποβλήτων,
επιβάλλεται η περαιτέρω ταξινόμηση τους με βάση γενικά χαρακτηριστικά της
σύστασής τους. Βασικό στοιχείο στην ταξινόμηση αυτή είναι η παρουσία ή όχι
θειούχων ορυκτών τα οποία μπορούν να οξειδωθούν και να οδηγήσουν σε παραγωγή
όξινης απορροής. Επίσης, σημαντικό στοιχείο αποτελεί και η παρουσία τοξικών
στοιχείων, όπως για παράδειγμα ιόντων κυανίου. Κατά συνέπεια, με βάση τη χημική
τους σύσταση, τα απορρίμματα διακρίνονται σε:
α) Θειούχα
β) Μη θειούχα
γ) Περιέχοντα τοξικά στοιχεία

Εκχυλισιμότητα

Η εκχυλισιμότητα (συνολική διαλυτότητα) στοιχείων που περιέχονται στα


εξορυκτικά απόβλητα μπορεί να προσδιορισθεί με την εφαρμογή αντίστοιχων
εργαστηριακών δοκιμών, αποτελεί δε σημαντικό στοιχείο για την αξιολόγηση της
επικινδυνότητας τους και επομένως για την ταξινόμηση και κατάταξή τους. Στις

8
Εμπλουτισμός μεταλλευμάτων:αποτελεί το πρώτο στάδιο της εξαγωγικής μεταλλουργίας, κατά το
οποίο ένα εξορυσσόμενο μετάλλευμα, διαχωρίζεται με μεθόδους φυσικές, σε ορυκτά με οικονομικό
ενδιαφέρον (συμπύκνωμα) και σε ορυκτά με ελάχιστο ή κανένα ενδιαφέρον (απορρίματα).

[129]
περιπτώσεις εκείνες που οι περιεχόμενοι ρύποι μπορούν να διαλυτοποιηθούν και δε
λαμβάνονται τα ενδεικνυόμενα μέτρα προστασίας, οι ρύποι είναι πιθανόν να
μεταναστεύουν και να καταλήξουν στον υδροφόρο ορίζοντα, στα επιφανειακά ύδατα
και στα εδάφη θέτοντας σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και τα οικοσυστήματα.

Όγκος αποθέσεων

Ο όγκος των αποθέσεων αποτελεί μια επίσης σημαντική παράμετρο που σε


συνδυασμό με τον τύπο, τη σύσταση και την εκχυλισιμότητα των αποβλήτων
καθορίζουν τη δυνητική ποσότητα των ρύπων που θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν
από τα απορρίμματα και να ρυπάνουν την ευρύτερη περιοχή. Συνήθως οι όγκοι των
εξορυκτικών αποβλήτων είναι μεγάλοι σε σύγκριση με άλλα αντίστοιχα π.χ. οικιακά
απορρίμματα. Ενδεικτικά, η ταξινόμηση των όγκων των αποθέσεων των εξορυκτικών
αποβλήτων μπορεί να γίνει με βάση την εξής κλίμακα:

α) Μικρού όγκου αποθέσεις αποβλήτων


β) Μεσαίου όγκου αποθέσεις αποβλήτων
γ) Μεγάλου όγκου αποθέσεις αποβλήτων
δ) Πολύ μεγάλου όγκου αποθέσεις αποβλήτων.

Θέση αποθέσεων

Σημαντικό στοιχείο το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη σε ποιοτικές και ποσοτικές


εκτιμήσεις επικινδυνότητας αποτελεί η θέση απόθεσης σε σχέση με:

1. Υδάτινους πόρους
α) Πηγές υδροληψίας
β) Επιφανειακά ύδατα (ποτάμια, λίμνες)
γ) Υδροφόρο ορίζοντα
2. Πόλεις-Οικισμούς-χωριά κλπ.
3. Προστατευόμενες περιοχές (NATURA, κ.λπ.)
4. Αρχαιολογικές περιοχές

Άλλα στοιχεία

Άλλα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εκτίμηση επικινδυνότητας
είναι:
1. Υπόβαθρο της περιοχής απόθεσης
2. Τοπογραφικό ανάγλυφο
3. Μετεωρολογικά στοιχεία (π.χ. συχνοί άνεμοι που μπορούν να οδηγήσουν στη
αιολική διάβρωση και μεταφορά)
4. Σεισμικότητα της περιοχής απόθεσης.

[130]
Διαχείριση εξορυκτικών αποβλήτων στην Ελλάδα

Οι συνήθως εφαρμοζόμενες μέχρι σήμερα στην Ελλάδα πρακτικές, που αφορούν


στην διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων περιλαμβάνουν:

x Απόθεση των εξορυκτικών αποβλήτων σε βαθμιδωτούς σωρούς, σε χώρους εκτός


της εκσκαφής.
x Απόθεση των εξορυκτικών αποβλήτων σε χώρους εντός της εκσκαφής (γέμισμα
κενών εκσκαφής).
x Χρησιμοποίηση των εξορυκτικών αποβλήτων ως εδαφικό υλικό για
αποκαταστάσεις ή διαστρώσεις δρόμων.
x Χρησιμοποίηση των εξορυκτικών αποβλήτων ως υλικού λιθογόμωσης κενών
υπογείων εκσκαφών.
x Παροχέτευση των εξορυκτικών αποβλήτων σε ιδιαίτερους Χώρους Απόθεσης
Τελμάτων.

Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Εταιρειών (ΣΜΕ), που


αφορούν μέσους όρους της τριετίας 2006-2008, τα παραγόμενα εξορυκτικά απόβλητα
στο Νομό Φωκίδας ανά εταιρεία και ο τρόπος διαχείρισης αυτών έχουν ως
ακολούθως:

1. «Δελφοί-Δίστομο Α.Μ.Ε.»
Ασβεστολιθικά αδρανή που παράγονται από υπόγεια έργα κατά τη φάση της
προσπέλασης ή περιχάραξης. Παράγονται 250.000 τόνοι ετήσια, 60% των οποίων
αποτίθενται εντός εκσκαφής.

2. «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»


Παράγονται 3.600.000 τόνοι ασβεστολιθικά αδρανή κυρίως από αποκαλύψεις
επιφανειακών έργων. Από αυτά 1.400.000 τόνοι αποτίθενται εντός εκσκαφής.

3. «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.»
Στην περιοχή Οίτης και Γκιώνας παράγονται ετήσια 26.000 τόνοι ασβεστολιθικών
στείρων, κατά την φάση της περιχάραξης και αποτίθενται εντός εκσκαφών.

Συνολικά στο Νομό Φωκίδας, 1.576.000 τόνοι εξορυκτικών αποβλήτων αποτίθενται


εντός των εκσκαφών και 2.300.000 εκτός των εκσκαφών από τις
δραστηριοποιούμενες εταιρείες.[7]

Υποθαλάσσια απόθεση εξορυκτικών αποβλήτων

Ένας άλλος τρόπος απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων είναι η υποθαλάσσια απόθεση


(Submarine mine waste disposal). Είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται σε αρκετές
χώρες. Στο Νομό Φωκίδας αποτίθονταν στον πυθμένα του Κορινθιακού Κόλπου. Η

[131]
έκχυση της κόκκινης λάσπης στον Κόλπο πραγματοποιούται με υποθαλάσσιους
μεταλλικούς αγωγούς μήκους δύο χιλιομέτρων (2km) οι οποίοι εκβάλουν σε βάθος
νερού περίπου εκατόν δέκα μέτρων (110m). Ιδιαίτερη επιβάρυνση αποτελεί η
αποβολή των στερεών αποβλήτων του εργοστασίου αλουμινίου (Αλουμίνιο της
Ελλάδας Α.Ε.-Α.τ.Ε.) που λειτουργεί στον Κόλπο των Αντικύρων που βρίσκεται στις
βόρειες ακτές του Κορινθιακού Κόλπου (στην οποία πωλείται το σύνολο της
παραγωγής της εταιρείας «Δελφοί-Δίστομο» και μέρος της παραγωγής των εταιρειών
«ΕΛΜΙΝ Α.Ε.» και «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»). Το εργοστάσιο
επεξεργάζεται τους βωξίτες της περιοχής Παρνασσού και Γκιώνας και απέρριπτε
στον Κορινθιακό τη γνωστή «ερυθρά ύλη» ή απλούστερα «κόκκινη λάσπη», η οποία
είναι το στερεό απόβλητο της επεξεργασίας του βωξίτη. Στις εγκαταστάσεις της
«Α.τ.Ε.», προκύπτουν 1,06 τόνοι ερυθράς ιλύος ανά τόνο παραγόμενης αλουμίνας και
η μέση ετήσια παραγωγή κόκκινης λάσπης ανέρχεται σήμερα σε περίπου 800.000
τόνους. Εκτενής αναφορά γίνεται σε επόμενο κεφάλαιο (Κεφάλαιο 5, 5.1.).

3.6. Αποκατάσταση

Με τον όρο αποκατάσταση του τοπίου δεν εννοούμε την επαναφορά του χώρου στην
προ εκμετάλλευσης του κατάσταση. Εξάλλου, στις περισσότερες των περιπτώσεων
επέρχεται τόσο ισχυρή διατάραξη των οικολογικών συνθηκών, ώστε να είναι αδύνατη
η επαναφορά στην αρχική κατάσταση και χρήση. Συχνότερα όμως, ένα τέτοιο
εγχείρημα είναι ασύμφορο λόγω υπερβολικά υψηλού κόστους. Γενικά, με τον όρο
αυτό εννοείται η δημιουργία συνθηκών μετά την εκμετάλλευση, που θα επιτρέπει την
εγκατάσταση κατά προσέγγιση των προϋπαρχόντων φυτικών και ζωικών οργανισμών
στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον. Αυτό σημαίνει ότι και άλλα είδη πέραν των
προϋπαρχόντων μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Με τον όρο αποκατάσταση νοείται η δημιουργία μιας σταθερής κατάστασης και η


εγκατάσταση της χρήσης που έχει προεπιλεγεί. Για να μπορέσει όμως, μια
αποκατάσταση να έχει επιτυχή κατάληξη, θα πρέπει να ξεκινά με τον σχεδιασμό της
εκμετάλλευσης και να αποτελεί λειτουργικό της μέρος. Η διαμόρφωση του χώρου
αλλά και τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του εδάφους θα δημιουργούνται σταδιακά,
ώστε να ανταποκρίνονται αισθητικά και λειτουργικά στις απαιτήσεις της χρήσης που
έχει επιλεγεί. Ανάλογα με τη φύση της εκμετάλλευσης και τις συνθήκες που
δημιουργούνται άλλες εκμεταλλεύσεις με την αποκατάσταση μπορούν να
εξυπηρετήσουν παραγωγικούς σκοπούς, ενώ σε άλλες τα μέτρα αποκατάστασης
έχουν προστατευτικό χαρακτήρα, διευκολύνουν την αναψυχή και την εγκατάσταση
της άγριας ζωής. Η ενσωμάτωση της αποκατάστασης στο μεταλλευτικό σχεδιασμό,
έχει ως αποτέλεσμα την αποφυγή δημιουργίας ακραίων συνθηκών ή φαινομένων, την
ταχύτερη αποκατάσταση του χώρου και τη σημαντική ελάττωση του κόστους της. Η
ενσωμάτωση αυτή στο σχεδιασμό και την εκμετάλλευση του μεταλλείου σημαίνει
ότι, ο αποκαταστάτης μελετητής θα πρέπει να είναι παρών από τη σύνταξη της

[132]
τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης και όχι να καλείται να προτείνει έργα
αποκατάστασης αφού έχει τελειώσει αυτή η μελέτη αυτή. Η ενσωμάτωση της
αποκατάστασης σημαίνει ακόμη ότι, οι εμπλεκόμενοι στην εκμετάλλευση θα πρέπει
να γνωρίζουν τη διαδικασία, τις απαιτήσεις και τους σκοπούς της αποκατάστασης,
ώστε να προσαρμόζουν καθημερινά τα έργα και να χρησιμοποιούν τα προκύπτοντα
υλικά, όπως επίσης και τα κάθε φορά διαθέσιμα μηχανήματα, για την επιτυχία των
σκοπών της αποκατάστασης.

Για τις μεταλλευτικές εκμεταλλεύσεις στη χώρας μας που αναπτύσσονται σε δασικές
εκτάσεις, η αποκατάσταση είναι συνώνυμη με την αναδάσωση, ενώ μπορεί να
περιληφθούν και κάποια μικρά κοινωφελή έργα που ο Νόμος 998/79 επιτρέπει.
Βέβαια στις μη δασικές εκτάσεις η επιλογή της χρήσης δεν είναι δεσμευτική και
πρακτικά μπορεί να περιλάβει οποιαδήποτε χρήση.

Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι οι εκμεταλλεύσεις πέρα από την πρόκληση δυσμενών


επιπτώσεων, σε ορισμένες περιπτώσεις δημιουργούν συνθήκες που επιτρέπουν νέες
και επιθυμητές χρήσεις στη περιοχή, αποκαλύπτουν γεωλογικά φαινόμενα, έχουν
ιστορική ή εκπαιδευτική αξία κ.λπ., στοιχεία που καλόν είναι να αξιοποιούνται και να
ενσωματώνονται στην αποκατάσταση. Εκτός όμως από την τελική χρήση της
έκτασης, αυτή μπορεί να χρησιμεύει για μια περίοδο και για ενδιάμεσες χρήσεις,
όπως απόθεση στείρων υλικών, απορριμμάτων κ.λπ.[8]

Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αποκατάσταση του τοπίου μιας μεταλλευτικής


περιοχής διαρκεί από 3 έως 4 χρόνια και εξαρτάται από το κλίμα, την τοπογραφία και
το έδαφος της περιοχής. Η διαδικασία της αποκατάστασης αποτελείται από έξι
στάδια και κάθε ένα από αυτά εξαρτάται από την επιτυχή έκβαση του προηγούμενου
σταδίου:

9 Ανάπλαση και διαμόρφωση των επιφανειών προς αποκατάσταση


9 Χωματοκαλύψεις με φυτική γη
9 Υδροσπορά με αχυροκάλυψη
9 Φύτευση δενδρυλλίων
9 Περιφράξεις των αποκατεστημένων εκτάσεων
9 Συντήρηση των φυτών μέσω άδρευσης και παροχής λιπασμάτων όπου
απαιτείται.[3]

3.6.1. Ανάλυση των Σταδίων Αποκατάστασης

ƒ Ανάπλαση-Διαμόρφωση

Η διαμόρφωση του χώρου εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων, όπως είναι το είδος
των πετρωμάτων, το βάθος των εκμεταλλευόμενων ορυκτών, η μέθοδος

[133]
εκμετάλλευσης, η ποσότητα και το είδος των παραγόμενων υποπροϊόντων και βέβαια
η χρήση για την οποία προορίζεται η έκταση. Γενικά, μια εκμετάλλευση οδηγεί στη
δημιουργία εκσκαφής και ταυτόχρονα στην ανάγκη για εξεύρεση λύσης ως προς το
χώρο απόθεσης των στείρων υλικών.

Ανάπλαση έχουμε κυρίως σε παλαιούς χώρους αποθέσεως στείρων όπου σε μεγάλα


πρανή δημιουργούνται βαθμίδες ύψους 10-20m με κλίση πρανών 40ο-45ο. Στις νέες
εκμεταλλεύσεις, δηλαδή από το 1990 και μετά, οι αποθέσεις των στείρων γίνονται
βαθμιδωτά και έτσι αποφεύγονται οι εργασίες αναπλάσεως.

Όσον αφορά τις εκσκαφές, αυτές αποτελούνται από ένα περισσότερο ή λιγότερο
εκτεταμένο κλιμακωτό μέτωπο και την πλατεία που αναπτύσσεται στη βάση του
μετώπου. Σε κάποιες περιπτώσεις η εκσκαφή πληρούται εν μέρει, και σπανιότερα
εξ’ολοκλήρου με στείρα υλικά. Συνήθως όμως παραμένει ως έχει, με τα επίπεδα
τμήματα των βαθμίδων να διαστρώνονται με έδαφος, το πάχος του οποίου δεν μπορεί
να είναι μικρότερο από 30cm.

Τα στείρα υλικά αποτελούνται από το θρυμματισμένο υπερκείμενο του


εκμεταλλευόμενου ορυκτού πέτρωμα, στο οποίο αναμιγνύονται και οι όποιες
ποσότητες επιφανειακού χώματος, συνήθως ελάχιστες. Τα υλικά αυτά αποτίθενται σε
σωρούς, με βαθμίδες ή όχι, το άνω μέρος των οποίων είναι περίπου οριζόντιο, ενώ η
κλίση των πρανών καθορίζεται από τη γωνία ισορροποίας των στείρων υλικών.
Γενικά εφόσον η αποκατάσταση αποτελεί μέρος της εκμετάλλευσης, είναι δυνατή και
σχετικά εύκολη η επιθυμητή από άποψη μορφής και κλίσης διαμόρφωση. Συνήθως
όμως σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα πρανή διαμορφώνονται με ηπιότερες κλίσεις. Η
διαμόρφωση βέβαια ηπιότερων κλίσεων δημιουργεί τη συνέχεια της επιφάνειας και
διευκολύνει την αφομοίωση των σωρών από το τοπίο, επιτρέπει περισσότερες και
αποδοτικότερες χρήσεις και βελτιώνει την ευστάθειά τους. Επίσης, περιορίζει τα
φαινόμενα επιφανειακής διάβρωσης.

Τα υλικά αυτά παρουσιάζουν προβλήματα σε μία ή περισσότερες από τις χημικές και
φυσικές τους ιδιότητες. Ως προς τις φυσικές τους ιδιότητες, χαρακτηρίζονται από
μικρές ποσότητες λεπτόκοκκων υλικών, με μικρή ικανότητα υδατοσυγκράτησης στην
περίπτωση χονδρόκοκκων υλικών, ενώ στις επίπεδες επιφάνειες παρατηρούνται
φαινόμενα συμπίεσης. Ως προς τις χημικές τους ιδιότητες, παρατηρείται έλλειψη
οργανικής ουσίας και θρεπτικών στοιχείων. Επίσης εμφανίζονται προβλήματα
τοξικότητας σε ορισμένες περιπτώσεις και αναφέρονται στην παρουσία βαρέων
μετάλλων και σε ακραίες τιμές pH, κυρίως χαμηλές.

Τα παραπάνω προβλήματα καθιστούν την εγκατάσταση της βλάστησης


προβληματική και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδύνατη χωρίς βελτιωτικές
επεμβάσεις. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες αποθέσεις που περιέχουν μεγάλες
ποσότητες λεπτού υλικού και κυρίως επιφανειακού, αλλά και από βαθύτερα
στρώματα εδάφους.
[134]
Η επίλυση ή ο περιορισμός των προβλημάτων των διαταραγμένων επιφανειών είναι
περισσότερο ή λιγότερο εφικτός. Η συμπίεση αίρεται με αναμόχλευση σε βάθος μέχρι
30-40cm και στην περίπτωση υλικών με μικρή περιεκτικότητα σε λεπτόκοκκη γη
(<2mm) προστίθενται οργανικά υλικά ή λεπτόκοκκα υλικά της εκμετάλλευσης στην
περίπτωση όπου δεν υπάρχει επιφανειακό χώμα.

Για την βελτίωση της υδατοσυγκράτησης χρησιμοποιούνται ακόμη πολυμερή


συνθετικά προϊόντα, γνωστά ως υδροζελατίνες ή υπεραπορροφητικά, ενώ η χρήση
βαθύρριζων ειδών βοηθάει στην άμεση παράκαμψη της ελλειματικής υγρασίας του
εδάφους. Η έλλειψη θρεπτικών στοιχείν αντιμετωπίζεται με λίπανση. Το χαμηλό pH
(<4,5) αντιμετωπίζεται με την προσθήκη ασβεστίου, ενώ το υψηλό με προσθήκη
οργανικής ουσίας.[3],[8]

ƒ Χωματοκάλυψη

Η χωματοκάλυψη περιλαμβάνει την απόθεση χώματος στα πρανή και στα οριζόντια
τμήματα των αποθέσεων σε ικανό πάχος προκειμένου να βοηθήσει την ανάπτυξη των
χορτολιβαδικών φυτών που σπέρνονται με υδροσπορά και αχυροκάλυψη και των
δενδρυλλίων που φυτεύονται σε αραιό σύνδεσμο χειρωνακτικά.

(α) Χώρος εκμετάλλευσης πριν την διαμόρφωση του χώρου

(β) Χώρος εκμετάλλευσης μετά την διαμόρφωση του χώρου

Εικόνα 3.16. Χώρος εκμετάλλευσης πριν και μετά την διαμόρφωσή του
(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[135]
Στην παραπάνω εικόνα (Εικόνα 3.16.) φαίνεται ο χώρος εκμετάλλευσης πριν και μετά
την ανάπλασή του, όπου δημιουργήθηκαν βαθμίδες ύψους 10-20m με κλίση πρανών
38ο-40ο. Επίσης, εξασφαλίστηκε η ροή των νερών με τη δημιουργία
αποστραγγιστικού συστήματος.

Στην συνέχεια πραγματοποιείται η εγκατάσταση της βλάστησης, η οποία


χρησιμοποιείται ευρέως και έχει πολλαπλούς σκοπούς να εκπληρώσει. Η απόκρυψη
επιφανειών ή εγκαταστάσεων, η σταθεροποίηση των εδαφών, η προστασία από τη
διάβρωση, η παροχή τροφής και καταφυγίου στην πανίδα, η βελτίωση του εδάφους
και των οπτικών χαρακτηριστικών του τοπίου, είναι οι κυριότερες λειτουργίες της
βλάστησης που θα εγκατασταθεί.

Τα είδη που θα επιλεγούν θα πρέπει να μπορούν να εκπληρώσουν τις παραπάνω


λειτουργίες, ενώ παράλληλα θα πρέπει να είναι ικανά να προσαρμοστούν στις
συγκεκριμένες εδαφοκλιματικές συνθήκες.[3]

ƒ Υδροσπορά

Μέθοδοι και τεχνικές σποράς

Τις τελευταίες δεκαετίες χρησιμοποιείται κυρίως η υδροσπορά, η οποία θα μπορούσε


να θεωρηθεί ως βελτιωμένη και εξειδικευμένη μέθοδος ευρυσποράς.

Η υδροσπορά είναι μια εξειδικευμένη μέθοδος σποράς που επινοήθηκε για ασταθείς,
κεκλιμένες και δυσπρόσιτες ή απρόσιτες επιφάνειες (Εικόνα 3.17.), η χρησιμοποίησή
της όμως έχει γενικευτεί. Συνίσταται στην εκτόξευση υδατικού διαλύματος που
περιέχει σπόρους, λιπάσματα και διάφορα άλλα βοηθητικά προϊόντα, στις προς
σπορά επιφάνειες. Τα προϊόντα αυτά ποικίλλουν, ανάλογα με την παραλλαγή της
μεθόδου και την τεχνολογία των διάφορων εταιρειών υδροσποράς.

Εικόνα 3.17. Υδροσπορά


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[136]
Γενικά μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κύριες παραλλαγές:

x Την απλή υδροσπορά, το υδατικό διάλυμα της οποίας περιέχει σπόρους και
λιπάσματα, ενδεχόμενα δε και κάποιο στερεωτικό (κόλλα).
x Την υδροσπορά που ακολουθεί επικάλυψη με άχυρο και στερέωση του άχυρου με
κάποια συγκολλητική ουσία, συνήθως ασφαλτικό γαλάκτωμα, ενώ έχουν
χρησιμοποιηθεί και δίκτυα πλαστικά.
x Την υδροσπορά με κυτταρίνη, το υδατικό διάλυμα της οποίας περιέχει σπόρους
και λιπάσματα, κυτταρίνη, ενδεχόμενα δε και κάποιο στερεωτικό.

Από τις παραπάνω παραλλαγές, η δεύτερη είναι περισσότερο αποτελεσματική, αλλά


έχει πολύ υψηλό κόστος και είναι επίπονη στην εφαρμογή, με αποτέλεσμα να έχει
περιοριστεί η χρήσης της μόνο σε δύσκολες συνθήκες και σε μεγάλα υψόμετρα.
Αντίθετα, η τρίτη μέθοδος έχει αρχίσει να κερδίζει σημαντικό έδαφος, διότι δεν
παρουσιάζει τα μειονεκτήματα της προηγούμενης.

Στην παρακάτω εικόνα (Εικόνα 3.18.) φαίνεται η διαδικασία της υδροσποράς από την
εταιρεία «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.», όπου με τη χρήση ειδικού υδροσπορέα
εκτοξεύεται μίγμα, από ποικιλία σπόρων λιβαδικών φυτών, λιπάσματα, ίνες ξύλου
και κόλλες με βοήθεια νερού υπό πίεση, από ειδικά διαμορφωμένο βυτίο. Η
διαδικασία αυτή αναπτύχθηκε από την εταιρεία σε συνεργασία με τον Αυστριακό
οίκο HYDROGREEN.[3],[8]

Εικόνα 3.18. Υδροσπορά σε περιοχή στο Νομό Φωκίδας


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

ƒ Αχυροκάλυψη

Αμέσως μετά την υδροσπορά ακολουθεί η αχυροκάλυψη, όπου από ειδικό μηχάνημα
εκτοξεύεται άχυρο πάχους κατ΄ εκτίμηση 3cm και στην συνέχεια το άχυρο
διαβρέχεται με διάλυμα ασφαλτικού γαλακτώματος για την συγκόλλησή του, με
σκοπό να μην παρασύρεται από τον αέρα ή την βροχή. Το άχυρο από την πλευρά του

[137]
προστατεύει τους σπόρους να μην τους παρασύρει η βροχή και δημιουργεί ευνοϊκές
συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας.[3]

ƒ Φύτευση

Χρησιμοποιούνται φυτά μονοετή αλλά εύρωστα, αναπτυγμένα σε σακκουλάκια, ενώ


αποφεύγονται τα γυμνόριζα αλλά και τα αναπτυγμένα σε χαρτογλαστρίδια. Για την
καλύτερη επιτυχία της φύτευσης, καλό είναι το υπέργειο τμήμα να μην είναι πολύ
αναπτυγμένο και η σχέση του μήκους του με το αντίστοιχο του ριζικού συστήματος
να είναι μικρότερο ή ίσο με τη μονάδα.

Η εγκατάσταση των δένδρων και θάμνων γίνεται με φύτευση, είτε με κλασική


χειρωνακτική μέθοδο είτε με τη χρήση κατάλληλα προσαρμοσμένων γεωργικών
μηχανημάτων. Καλά αποτελέσματα επιβίωσης των φυτών έχει δώσει και η κάλυψη
του λάκκου συντήρησης με πλαστικό διαμέτρου 40-50cm, από την οπή στο κέντρο
του οποίου διέρχεται το φυτό. Το πλαστικό στη συνέχεια καλύπτεται με έδαφος για
να προστατεύεται από τον ήλιο, επίσης προστατεύει αποτελεσματικά το νερό του
εδάφους από την εξάτμιση.

Η σπορά και η φύτευση πραγματοποιούνται το φθινόπωρο για τα χαμηλά υψόμετρα


και τις θερμές περιοχές και την άνοιξη για τα μεγαλύτερα και πιο ψυχρά υψόμετρα.
Πρανή όμως που διαμορφώνονται πριν το φθινόπωρο, πρέπει να σπέρνονται το
φθινόπωρο ανεξαρτήτως υψομέτρου. Αυτό δε, γιατί θα δεχθούν όλες τις
βροχοπτώσεις του φθινοπώρου και του χειμώνα και θα υποστούν έντονη διάβρωση.

Συνήθως φυτεύονται πεύκα, κυπαρίσσια κοινά και αριζόνας, ακακίες, σπάρτα και
ευκάλυπτοι.[3],[8]

Εικόνα 3.19. Φύτευση


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[138]
ƒ Περίφραξη και Συντήρηση

Τέλος, προκειμένου να προστατευτούν τα φυτά και τα δενδρύλλια από τα ζώα που


βόσκουν ελεύθερα στην περιοχή, οι αποκατασταθείσες επιφάνειες περιφράσσονται με
δικτυωτό πλέγμα και συντηρούνται τα δενδρύλλια για τρία μέχρι πέντε χρόνια με
σκάλισμα, λίπανση και πότισμα στάγδην.[3]

3.6.2. Περιπτώσεις Αποκατάστασης και μη Στο Νομό Φωκίδας

(α) πριν

(β) μετά

Εικόνα 3.20. Αποκατάσταση Εκσκαφής Λιανοκλάδι Α1


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)
[139]
(α) πριν

(β) μετά

Εικόνα 3.21. Αποκατάσταση Αποθέσεων ΣΤΟΑΣ 920


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[140]
(α) πριν

(β) μετά

Εικόνα 3.22. Αποκατάσταση Εκσκαφής ΒΑ Νερά 7


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[141]
(α) πριν

(β) μετά

Εικόνα 3.23. Αποκατάσταση Αποθέσεων Κλεισούρα


(Πηγή: «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»)

[142]
(α)

(β)

(γ)

[143]
(δ)

(ε)

(στ)

[144]
(ζ)

(η)

(ι)
Εικόνα 3.24. Περιπτώσεις όπου δεν έγινε αποκατάσταση
(Πηγή: «Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων»)

[145]
Πηγές 3ου Κεφαλαίου

[1] Γ.Ε. Εξαδάκτυλος, «Σχεδιασμός Συστημάτων Υπογείων Έργων Για Την


Εκμετάλλευση Μεταλλευτικών Κοιτασμάτων», Πολυτεχνείο Κρήτης, Τμήμα
Μηχανικών Ορυκτών Πόρων, Χανιά Οκτώβριος 2005

[2] Μενεγάκη Μ., «Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων»,


Σημειώσεις Μαθήματος, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών ΕΜΠ,
Αθήνα 2010

[3] Πέππας Σ., «Μεταλλευτική Δραστηριότητας της Εταιρείας Α.Ε.Μ. Βωξίται


Παρνασσού στα μεταλλεία βωξίτη του Νομού Φωκίδας»

[4] Παΐζης Ν., Υπεύθυνος Ερευνητικών προγραμμάτων ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕΕ.


Παρουσίαση με τίτλο «Φτώχεια, εκπαίδευση & κοινωνικές ανισότητες», Κέντρο
Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (24
Ιανουαρίου 2008)

[5] Σωτήρης Μπακογιάννης, «Ακουστική Εκπομπή κατά την καταπόνηση βωξίτη»,


Διπλωματική Εργασία, Οκτώβριος 2011

[6] Κατωπόδης Διονύσιος «Σχεδιασμός Υπόγειας Εκμετάλλευσης Βωξιτικού


Κοιτάσματος Κοκκινόλιθου Φωκίδας», Διπλωματική Εργασία, Μάρτιος 2011

[7] Υλικό από την κα. Αδάμ Κατερίνα (Λέκτορας, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων-
Μεταλλουργών ΕΜΠ) «Εκπόνηση Μελέτης για τη μεταφορά της Οδηγίας
2006/21/ΕΚ στο Εθνικό Δίκαιο και εκπόνηση τεχνικών προδιαγραφών διαχειρισή
τους»

[8] Χιονίδου Ε., «Μελέτη και αξιολόγηση των μεθόδων αποκατάστασης του τοπίου
και της βλάστησης διαταραγμένων περιοχών από μεταλλευτικές δραστηριότητες. Η
περίπτωση του λιγνιτικού κέντρου Πτολεμαΐδας-Αμυνταίου», Ερευνητική διατριβή
μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης, Πανεπιστήμιο Πατρών, Πάτρα 2007

[9] Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων


Δικτυακός Τόπος: http://antigoldgreece.wordpress.com/

[10] Ποτουρίδης Α., Ροϊνιώτη Α., Ρετσίνης Ε., Ζαρογιάννης Θ., Κεφαλάς Π,
Καραπάτη Σ., Λώλου Σ. «Διεπιστημονική Μελέτη για την Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη
του Νομού Φωκίδας», Μεταπτυχιακή Εργασία, Φεβρουάριος 2010

[146]
4. Νομοθετικό Πλαίσιο Μεταλλευτικής Δραστηριότητας

4.1. Ιστορική Αναδρομή στην Ελληνική Νομοθεσία για τα Μεταλλεία

Από την ανεξαρτησία του Ελληνικού Έθνους μέχρι το έτος 1861 δεν υπήρχε στην
Ελλάδα ειδικό για τα μεταλλεία δίκαιο, αλλά οι σχέσεις σχετικά με τα μεταλλεία
καλύπτοταν από το κοινό δίκαιο, δηλαδή το ρωμαϊκό αστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις
διατάξεις του οποίου τα μεταλλεία δεν είχαν νομική αυτοτέλεια, αλλά υπάγοταν στην
ιδιοκτησία του εδάφους, ως μέρος και προϊόν του.

Πρώτος ο Νόμος ΧΗ9 του 1861 καθιέρωσε τον νομικό χωρισμό της μεταλλείας από
την εδαφική ιδιοκτησία, πράγμα το οποίο επανέλαβε και ο Νόμος ΓΦΚΔ του 1910.10
Με τους νόμους αυτούς καθιερώθηκε στη χώρα μας ειδικό δίκαιο που ρύθμιζε τα
σχετικά με την μεταλλεία, το μεταλλευτικό δίκαιο.

Και οι δύο αυτοί Νόμοι απορρέουν από την αρχή του Κράτους, να μεριμνά για την
ανάπτυξη της μεταλλείας της χώρας προς εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος.
Χάρις στο γενικό συμφέρον οι παραπάνω μεταλλευτικοί Νόμοι περιορίζουν την
εδαφική ιδιοκτησία, στην οποία κατά το κοινό δίκαιο, υπάγονται τα ορυκτά, ως
συσταστικά του εδάφους, εξαιρούντες από αυτήν εκείνα τα ορυκτά που είχαν
ιδιαίτερη σημασία για την εθνική οικονομία θέτοντας την αναζήτηση και
εκμετάλλευση αυτών σε ειδική ρύθμιση.

Η επέμβαση αυτή του Κράτους στα θέματα των Μεταλλείων δεν αποτελεί διαχείριση
Κρατικής Περιουσίας αλλά περιορίζεται στην προστασία των δημοσίων
συμφερόντων.

Έπειτα από τα παραπάνω ως μεταλλευτικό δίκαιο μπορεί να ορισθεί το σύνολο των


νομικών κανόνων με τους οποίους ορισμένα ορυκτά χωρίζονται νομικά από την
ιδιοκτησία εδάφους και ρυθμίζεται ειδικά η αναζήτηση και η εκμετάλλευση αυτών.

Στις χώρες που δεν ισχύει ο νομικός χωρισμός της μεταλλείας από την ιδιοκτησία του
εδάφους (Αγγλία, ΗΠΑ), ο ιδιοκτήτης του εδάφους έχει και το δικαίωμα διαθέσεως
των απαντώμενων ορυκτών, η εκμετάλλευσή τους δηλαδή ρυθμίζεται με τους
κανόνες του κοινού δικαίου και ο όρος “Μεταλλεία” είναι όρος οικονομικός και
τεχνικός, χωρίς νομική σημασία.

Στο μεταλλευτικό δίκαιο ανήκουν οι διατάξεις περί μεταλλευτικών ερευνών, περί


μεταλλειοκτησίας, περί σχέσεων της μεταλλειοκτησίας προς την εδαφική ιδιοκτησία
κ.λπ.

9
Ν. ΧΗ (ΦΕΚ 44/Α/24-8-1861) “Περί Μεταλλείων”
10
Ν. ΓΦΚΔ 3524/1910 (ΦΕΚ 11/Α/13-1-1910) “Περί Μεταλλείων”

[147]
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου ΧΗ που ακολουθούσαν το σύστημα του
Γαλλικού Μεταλλευτικού Νόμου του 1810, οι παραχωρήσεις γίνοταν με Βασιλικά
Διατάγματα σ’εκείνο τον εκμεταλλευτή που έκρινε κατάλληλο η Διοίκηση, έπειτα
από απόφαση του Συμβουλίου.11

Για ένα Κράτος όμως που πρόσφατα είχε συσταθεί όπως το Ελληνικό όπου υπήρχαν
έντονες κομματικές έριδες και ανταγωνισμοί, συνήθως αυτοί που έπαιρναν τα
μεταλλεία δεν ήταν κατά κανόνα και οι πιο κατάλληλοι εκμεταλλευτές αλλά αυτοί
που είχαν κομματική ισχύ και φίλους στην κρατική μηχανή. Έτσι η αποτυχία του
ήταν τέτοια όπου επί Πρωθυπουργίας Χαριλάου Τρικούπη (1882) ψηφίστηκε νόμος
(Νόμος 980) που προέβλεπε την έκδοση ειδικού νόμου για κάθε παραχώρηση
μεταλλείου. Με τον Νόμο αυτό δεν αποφεύχθηκε το κακό, επιπρόσθετα δε επέφερε
επιβράδυνση και αναστολή της μεταλλευτικής δραστηριότητας.

Το 1910 εκδόθηκε ο Νόμος ΓΦΚΔ που είχε ως βάση των πρωσσικό γενικό
μεταλλευτικό νόμο του 1865 που ακολουθεί την αρχή της μεταλλευτικής ελευθερίας
όπως και ο Νόμος ΧΗ αλλά εφαρμόζεται το σύστημα προτεραιότητας, βάσει του
οποίου χορηγείται στον πρώτο αιτητή το αποκλειστικό δικαίωμα: α) μεταλλευτικής
έρευνας και β) κτήσεως της μεταλλειοκτησίας υπό τον όρο της εκ μέρους του αιτητή
αποδείξεως υπάρξεως μεταλλεύματος έπειτα από αιτιολογημένη απόφαση του
αρμοδίου Επιθεωρητού Μεταλλείων.

Ο Νόμος ΓΦΚΔ με το σύστημα της προτεραιότητας εξαφάνισε μεν τα μειονεκτήματα


του Νόμου ΧΗ πλην όμως παρουσίασε τα μειονεκτήματα της συγκεντρώσεως
πολλών μεταλλείων στα χέρια ανίκανων μεταλλευτικά προσώπων, στερουμένων των
απαραίτητων από οικονομική και τεχνική άποψη στοιχείων για την εκμετάλλευση
των μεταλλείων.

Το παραπάνω μειονέκτημα σε συνδυασμό και προς την μη εφαρμογή από τη


Διοίκηση των νομίμων κυρώσεων κατά των αμελών ή ανίκανων εκμεταλλευτών,
παρόλο που προβλεπόταν τέτοιες από τις διατάξεις του ΓΦΚΔ καθώς και από
νεότερες διατάξεις, περιόρισε αισθητά την ανάπτυξη της μεταλλείας στη χώρα. Το
μειονέκτημα αυτό περιορίσθηκε στη συνέχεια με τις διατάξεις του Νομοθετικού
Διατάγματος 4029/195912. Μετά το Νόμο ΓΦΚΔ που μπορεί να υποστηριχθεί ότι
υπήρξε ένα άρτιο νομοθέτημα, απόδειξη του οποίου αποτελεί ότι και μέχρι σήμερα
ισχύουν οι βασικές αρχές του, εκδόθηκαν αφενός διάφοροι μεταλλευτικοί νόμοι που
τον τροποποίησαν και τον συμπλήρωσαν, αφετέρου πλήθος αυτοτελών
μεταλλευτικών διατάξεων που συμπεριλήφθηκαν σε νόμους όχι καθαρά

11
Το Συμβούλιο αποτελούνταν από τους Υπουργούς του Κράτους, τους Προέδρους των Βουλευτικών
Σωμάτων, τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τους
Εισαγγελείς Αρείου Πάγου και Εφετείου Αθηνών.
12
Ν.Δ. 4029/1959 (ΦΕΚ 250Α_59) “Περί αργούντων μεταλλείων και τροποποιήσεως διατάξεων του
Μεταλλευτικού Κώδικος και της Υπηρεσίας Μεταλλείων”

[148]
μεταλλευτικού περιεχομένου, σε τρόπο που απέβαινε πολύ δυσχερής η πλήρης και
ακριβής γνώση και εφαρμογή της μεταλλευτικής νομοθεσίας.

Ακολούθησαν πολλοί νόμοι που συμπλήρωναν και τροποποιούσαν τους υπάρχοντες


χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η προσπάθεια αυτή παρουσίαζε σοβαρά μειονεκτήματα
ουσιαστικής φύσεως όπως έλλειψη σαφήνειας, ενότητας, ομοιογένειας και
συμφωνίας προς τις καθιερωμένες αρχές καθώς και πολλά νομοθετικά κενά.

Από το έτος 1950 καταβλήθηκαν από τη Διοίκηση προσπάθειες για την έκδοση νέου
ενιαίου μεταλλευτικού νόμου, απαλλαγμένο από τα ελαττώματα και τα κενά που
προαναφέρθηκαν, που να μπορεί να ανταποκριθεί πληρέστερα στις σύγχρονες
απαιτήσεις της οικονομικής εξελίξεως και προόδου.

Η παραπάνω προσπάθεια ολοκληρώθηκε το έτος 1973 με την έκδοση του


Νομοθετικού Διατάγματος 210/7313 η ισχύς του οποίου άρχισε στις 6-4-1974.

Ο Μεταλλευτικός Κώδικας περιέχει διατάξεις που αφορούν στα μεταλλευτικά


ορυκτά, την κυριότητά τους, την μεταλλευτική έρευνα (αίτηση, άδεια ερευνών), την
παραχώρηση των μεταλλείων (αίτηση παραχώρησης, οριοθέτηση μεταλλείου), την
μεταλλειοκτησία (δικαίωμα μεταλλειοκτησίας, περιέχομενο-έκταση), τις υποχρεώσεις
και τα δικαιώματα των μεταλλειοκτητών, βασικές για το νομοθετικό πλαίσιο της
μεταλλευτικής δραστηριότητας και πολλές άλλες διατάξεις.

Κατά τη σύνταξη αυτού του Ν. Δ/τος κρίθηκε σκόπιμο, από την συντακτική ομάδα
του, να μην απομακρυνθεί ο νέος νόμος από την αρχής της μεταλλευτικής ελευθερίας
και του συστήματος της προτεραιότητας από τα οποία διέποταν και ο Νόμος ΓΦΚΔ
που αποτέλεσε καταστατικό νόμο της μεταλλείας για εξήντα περίπου χρόνια.

Σοβαρή καινοτομία του Μεταλλευτικού Κώδικα είναι η καθιέρωση της


οικονομοτεχνικής μελέτης σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση του
μεταλλείου και σκοπός της οποίας είναι η ορθολογική εκμετάλλευση των μεταλλείων.
Επίσης ο περιορισμός του χρόνου ισχύος της παραχωρήσεως σε πενήντα χρόνια με
δικαίωμα παρατάσεως και όχι στο διηνεκές όπως ίσχυε πρωτύτερα. Άλλη σοβαρή
καινοτομία είναι ότι σε περίπτωση εκπτώσεως του μεταλλειοκτητού ή παραιτήσως
αυτού καταργείται η μεταλλειοκτήσια και ελευθερώνεται ο χώρος που είναι δεκτικός
νέας δηλώσεως και δεν περιέρχεται στην κυριότητα του Δημοσίου όπως ίσχυε
παλαιότερα. Οι διατάξεις του Ν.Δ/τος 210/73 τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του
Νόμου 274/76.14

13
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) “Περί Μεταλλευτικού Κώδικος”
14
Ν.274/76 (ΦΕΚ 50/Α/6-3-76) “Περί τροποποιήσεως του Μεταλλευτικού Κώδικος”

[149]
Ο τελευταίος Νόμος που εκδόθηκε είναι ο “Κανονισμός Μεταλλευτικών και
Λατομικών Εργασιών” (ΚΜΛΕ)15 ο οποίος καταργεί τον προηγούμενο του 1984,
καθώς και κάθε σχετική τροποποιητική του απόφαση, έχουν ενσωματωθεί οι
διατάξεις των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρονται σε θέματα
ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων και περιοίκων, ενώ περιέχονται και οι
διατάξεις που αφορούν στην ορθολογική μεταλλευτική και λατομική δραστηριότητα,
με παράλληλη προστασία του περιβάλλοντος και διαχείριση των εξορυκτικών
αποβλήτων, κατά την έρευνα και αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου.

‘Ηδη το μεταλλευτικό δίκαιο που ισχύει σήμερα στη χώρα μας στηρίζεται και πάλι
στην αρχή της μεταλλευτικής ελευθερίας κατά την οποία η έρευνα ανατίθεται στην
ιδιωτική πρωτοβουλία και στην εφαρμογή του συστήματος της προτεραιότητας
δηλαδή στη παραχώρηση του μεταλλείου του πρώτου αιτητή. Παρέκκλιση της
παραπάνω μεταλλευτικής ελευθερίας μπορεί να θεωρηθούν οι διατάξεις με τις οποίες
εξαιρούνται μεταλλευτικά ορυκτά, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας που έχουν για την
εθνική μας οικονομία (υδρογονάθρακες, λιγνίτης, τύρφης, φυσικοί ατμοί, γηγενή
αέρια, ραδιενεργά στοιχεία κ.λπ.), στα οποία το δικαίωμα αναζητήσεως και
εκμεταλλεύσεως ανήκει αποκλειστικά στο Δημόσιο.[1]

4.2.Βασικές Αρχές και Γενικοί Ορισμοί

4.2.1. Βασικές Αρχές

Μεταλλευτικά και λατομικά ορυκτά

Σύμφωνα με τις διατάξεις του Μεταλλευτικού Κώδικα (Ν.Δ. 210/1973) οι ορυκτές


ύλες διακρίνονται σε μεταλλευτικά ορυκτά ή μεταλλεύματα και σε λατομικά ορυκτά.
Το δικαίωμα επί των μεταλλευτικών ορυκτών είναι εμπράγματο δικαίωμα
διακεκριμένο από την ιδιοκτησία ενώ τα λατομικά ορυκτά ανήκουν στον ιδιοκτήτη
του εδάφους.

Μεταλλευτικά Δικαιώματα του Δημοσίου

Για ορισμένα μεταλλεύματα (μη παραχωρήσιμα) το δικαίωμα έρευνας και


εκμεταλλεύσεως ανήκει μόνο στο Δημόσιο. Σε ορισμένους χώρους το Δημόσιο
απέκτησε δικαιώματα και επί των μεταλλευμάτων που είναι παραχωρήσιμα στους
ιδιώτες. Το Δημόσιο μπορεί να ασκεί τα μεταλλευτικά δικαιώματά του, έρευνας και
εκμετάλλευσης, με αυτεπιστασία ή με εκμίσθωση.

15
ΚΜΛΕ (ΦΕΚ 1227/τ.Β/14-6-2011)

[150]
Ευνοϊκό καθεστώς για τα μεταλλευτικά δικαιώματα

Τα μεταλλευτικά δικαιώματα έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων δικαιωμάτων και


ουσιαστικά συνιστούν ένα περιορισμό των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας.

Το δικαίωμα της επί του εδάφους κυριότητος δεν επεκτείνεται επί των μεταλλευτικών
ορυκτών, είτε αυτά βρίσκονται στην επιφάνεια είτε υπό αυτήν. Το δικαίωμα έρευνας
και εκμεταλλεύσεως των ορυκτών αυτών, με εξαίρεση αυτά υπέρ του Δημοσίου,
παραχωρείται πάντα.16 Η εκμετάλλευση των μεταλλείων χαρακτηρίζεται ως
"δημοσίας ωφέλειας".17

Σαν ειδική έκφραση του ευνοϊκού καθεστώτος, που ισχύει για τα μεταλλευτικά
δικαιώματα, μπορούμε να αναφέρουμε το ότι ο μεταλλειοκτήτης θεωρείται απέναντι
οποιουδήποτε τρίτου, ακόμη και του ιδιοκτήτη του εδάφους, ότι έχει "οιονεί νομή"
και μπορεί να επικαλείται όλα τα νομικά προστατευτικά μέτρα για την απρόσκοπτη
διεξαγωγή των μεταλλευτικών ερευνών και ακόμα να κάνει προσωρινή κατάληψη
εδαφών. Για την εξυπηρέτηση των αναγκών της εκμετάλλευσης του μεταλλείου
μπορεί να προβαίνει και σε αναγκαστική απαλλοτρίωση αστικών ή αγροτικών
ακινήτων.[1]

4.2.2. Γενικοί Ορισμοί

Μεταλλευτικά ορυκτά ή μεταλλεύματα: θεωρούνται οι ορυκτές ύλες από τις οποίες


μπορούν να αποληφθούν και να αποτελέσουν αντικείμενο οικονομικής
εκμετάλλευσης τα αντίστοιχα ορυκτά, με εφαρμογή μηχανών ή χημικών ή θερμικών
ή μεταλλουργικών μεθόδων.18 Κάποιες από αυτές είναι οι παρακάτω:

Τα μέταλλα σε αυτοφυή κατάσταση (οίον χαλκός, χρυσός, κ.λπ.), οι ενώσεις των


μετάλλων (οιόν αργιλίου, αργύρου, αρσενικού, καλίου, μολύβδου νικελίου, σιδήρου,
τιτανίου, χαλκού, χρυσού, κ.λπ.), τα ορυκτά των ραδιενεργών στοιχείων, οι πολύτιμοι
λίθοι, οι φυσικοί ατμοί, το αέριο ήλιον, τα γηγενή αέρια και πολλά άλλα.19

Από τη χημική σύσταση του βωξίτη, ο οποίος αποτελεί μίγμα από υδροξείδια του
αλουμινίου (Al), υδροξείδια και οξείδια του σιδήρου (Fe) καθώς και του τιτανίου
(Ti), προκύπτει ότι είναι μεταλλευτικό ορυκτό.

Μεταλλευτικοί χώροι: είναι οι χώροι για τους οποίους έχουν χορηγηθεί Προκαταρτικά
Δικαιώματα Μεταλλειοκτησίας (Άδειες Μεταλλευτικών Ερευνών), οι Παραχωρήσεις

16
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Κυριότης μεταλλευτικών ορυκτών» Άρθρο 3
17
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Εκμετάλλευσις» Άρθρο 102
18
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) , «Μεταλλευτικά Ορυκτά» Άρθρο 2 §2
19
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) , «Μεταλλευτικά Ορυκτά» Άρθρο 2 §1,2

[151]
Μεταλλείων, οι «Άδειες Εξόρυξεις», οι Παραχωρήσεις Μεταλλείων με Φιρμάνια20,
τα Δημόσια Μεταλλεία, οι Ερευνητέες από το Δημόσιο Περιοχές, τα Γεωθερμικά
Πεδία και αυτοί που χαρακτηρίζονται από τη νομοθεσία.21

Μεταλλευτικές Εργασίες: είναι οι εργασίες που εκτελούνται κυρίως με διατρητικά ή


γεωτρητικά ή εξορυκτικά ή και άλλα μηχανικά μέσα που συμβάλλουν άμεσα ή
έμμεσα στον εντοπισμό κοιτασμάτων ορυκτών υλών καθώς και οι εργασίες που
άμεσα ή έμμεσα συμβάλλουν στην εκμετάλλευση ή επεξεργασία ή γενικότερα
αξιοποίηση των ορυκτών υλών κάθε μεταλλευτικού χώρου για τις οποίες έχουν
χορηγηθεί οι απαιτούμενες άδειες ή εγκρίσεις.7

Έργο: είναι το σύνολο των μεταλλευτικών εργασιών που αναπτύσσονται σε ενιαίο


μεταλλευτικό χώρο ή και σε γειτονικούς ανάλογους μεταλλευτικούς χώρους που
ανήκουν στον ίδιο εκμεταλλευτή και υπάγονται σε ενιαία Διεύθυνση που έχει τη
δυνατότητα εποπτείας.7

Εκμεταλλευτής: είναι το φυσικό πρόσωπο ή το νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία


προσώπων που έχει, σύμφωνα με την νομοθεσία, το δικαίωμα έρευνας ή και
εκμετάλλευσης στο μεταλλευτικό χώρο που βρίσκεται το έργο.7

Εργοδότης: είναι ο ίδιος ο εκμεταλλευτής, εφόσον αυτοδύναμα εκτελεί το έργο ή


κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνδέεται με τον εκμεταλλευτή, με σχέση
εργολαβικής ανάθεσης του συνόλου ή μέρους του έργου και περιοριστικά μόνο για
τις εργασίες που αναφέρονται στη σχετική σύμβαση.7

Αξιοποίηση: είναι το σύνολο των εργασιών του έργου που γίνονται με σκοπό την
παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων από τις ορυκτές ύλες που περιλαμβάνονται
στους αντίστοιχους μεταλλευτικούς χώρους καθώς και οι εργασίες, εκμετάλλευσης
και διαχείρισης του γεωθερμικού δυναμικού.7

Εκμετάλλευση: είναι το μέρος των εργασιών του έργου από την προσπέλαση του
κοιτάσματος μέχρι την παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων.7

Εγκατάσταση: είναι ο συνδυασμός μηχανημάτων ή και δικτύων που λειτουργούν


μόνιμα τοποθετημένα, καθώς και η δομική κατασκευή που χρησιμοποιείται για τη
στέγαση ή τοποθέτηση μηχανημάτων ή δικτύων ή οργάνων ή εργαλειών ή
βοηθητικού εξοπλισμού ή υλικών κ.λπ. και που, σε κάθε περίπτωση, για την
κατασκευή και λειτουργίας της απαιτείται, σύμφωνα με την νομοθεσία, ειδική άδεια.7

20
Φιρμάνι:Λέξη που μπήκε στην ελληνική επί τουρκοκρατίας και σήμαινε το διάταγμα του σουλτάνου
21
ΚΜΛΕ (ΦΕΚ 1227/τ.Β/14-6-2011), «Γενικοί Ορισμοί» Άρθρο 2

[152]
4.3. Τρόποι Κτήσεως Μεταλλείου

Διακρίνουμε δύο τρόπους κτήσεως μεταλλείου:

x Πρωτότυπος τρόπος κτήσεως μεταλλείου, δηλαδή με παραχώρηση από το Κράτος


x Παράγωγος τρόπος κτήσεως.

4.3.1. Πρωτότυπος Τρόπος Κτήσεως Μεταλλείου

Στον πρωτότυπο τρόπο κτήσεως διακρίνουμε τρία στάδια:

α. Στάδιο Αιτήσεως-Δηλώσεως, Άδεια Μεταλλευτικών Ερευνών (ΑΜΕ)


β. Στάδιο Αιτήσεως Παραχωρήσεως
γ. Στάδιο Εκδόσεως Προεδρικού Διατάγματος για την παραχώρηση του Μεταλλείου.

4.3.1.1. Στάδιο Αιτήσεως-Δηλώσεως, Άδεια Μεταλλευτικών


Ερευνών (ΑΜΕ)

Αρχικά πρέπει να αναφέρουμε ότι η μεταλλευτική έρευνα είναι η πραγματοποίηση


επιστημονικών μελετών ή έργων πάσης φύσεως, επιφανειακώς ή υπογείως σε
ορισμένη περιοχή με σκοπό διαπίστωσης κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών, η
οποία πρέπει να είναι σύμφωνη με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης.22

Κάθε ενδιαφερόμενος φυσικό ή νομικό πρόσωπο (μόνο Έλληνες και αλλοδαποί


κάτοικοι των κρατών-μελών της Ε.Ε.) που θέλει να αποκτήσει μεταλλείο, θα πρέπει
να υποβάλει στον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα της Διευρημένης Περιφέρειας αίτηση-
δήλωση, για την χορήγηση ΑΜΕ. Η αίτηση αυτή καταχωρίζεται στο Ειδικό Βιβλίο
Μεταλλείων της Περιφέρειας με αύξοντα αριθμό.23

Η αίτηση θα πρέπει να περιέχει:

1. Αίτηση (κατατίθεται με δικαστικό επιμελητή). Στην αίτηση πρέπει να


αναφέρονται: το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος, και
για νομικά πρόσωπα, η επωνυμία, η έδρα και η διεύθυνσή τους, το Δημοτικό
Διαμέρισμα και ο Δήμος στον οποίο βρίσκεται ο χώρος.

2. Το εμβαδό του αιτούμενου χώρου (εφαρμόζεται η αναλυτική μέθοδος), τα όρια


προσδιοριζόμενα με αζιμούθιες συντεταγμένες αναγόμενες στο Εθνικό
Τριγωνομετρικό Δίκτυο, το Κέντρο Αναφοράς προσδιοριζόμενο με τις
γεωγραφικές συντεταγμένες L και M (L:το γεωγραφικό πλάτος μετρούμενο
22
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Μεταλλευτική Έρευνα» Άρθρο 16
23
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αίτησις αδείας» Άρθρο 20

[153]
βορείως από τον Ισημερινό, M:το γεωγραφικό μήκος μετρούμενο από
Μεσημβρινού της Αθήνας) και την περίμετρο του αιτούμενου χώρου. Η έκταση
του χώρου προς έρευνα πρέπει να καλύπτει έκταση μέχρι δέκα τετραγωνικά
χιλιόμετρα.

3. Γραμμάτιο Δημοσίου Ταμείου 190,76€.

4. Έξι τοπογραφικά σχεδιαγράμματα αντίγραφα τοπικού χάρτη κλίμακας 1:50.000.

5. Πιστοποιητικό Ιθαγένειας, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο.

6. Το ΦΕΚ στο οποίο δημοσιεύτηκε το καταστατικό της εταιρείας, και το ΦΕΚ για
παροχή εξουσιοδότησης στον εκπρόσωπο της εταιρείας, εφόσον πρόκειται για
νομικό πρόσωπο.

7. Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων.

8. Ανταποδοτικό τέλος 59,00€.24

Η αίτηση για την ΑΜΕ καταχωρείται σε ειδικό τηρούμενο Βιβλίο Μεταλλείων, με


αύξοντα αριθμό, με το οποίο προκύπτει και η σειρά προτεραιότητας. Αν στην αίτηση
περιλαμβάνεται χώρος εκτός των διοικητικών ορίων της Περιφέρειας, ο χώρος αυτός
αυτόματα περικόπτεται.23

Η αδειοδότηση για μεταλλευτική έρευνα (ως κατηγορία έργου) και συγκεκριμένα η


χορήγηση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) δίνεται από το
ΥΠΕΚΑ. Για την αδειοδότηση εκμετάλλευσης μεταλλείου αρμόδια υπηρεσία είναι το
ΥΠΕΚΑ, σε κάθε περίπτωση. Σε επόμενο κεφάλαιο θα γίνει εκτενής αναφορά για το
συγκεκριμένο θέμα.

Μετά την εξέταση των παραπάνω περιπτώσεων και εφ’όσον δεν υπάρχουν λόγοι
δημοσίου συμφέροντος αναγόμενοι στην ασφάλεια της χώρας ή αναφερόμενοι σε
δημόσιους ή κοινοτικούς δρόμους και πλατείες, σε σιδηροδρομικές γραμμές, σε
γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου, δίκτυα τηλεπικοινωνιών
και ύδατος καθώς και σε άλλα δημόσιας ωφέλειας έργα, ο Γενικός Γραμματέας της
Διευρημένης Περιφέρειας, υποχρεούται να εκδόσει απόφαση χορηγήσεως ΑΜΕ ή να
χορηγήσει τέτοια με όρους αν κατά την κρίση του υπάρχουν άλλοι λόγοι δημόσιου
συμφέροντος ανώτεροι της μεταλλείας, π.χ. τουριστικοί, δασικοί, αρχαιολογικοί κ.λπ.
εφόσον ζητήσει την σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων υπηρεσιών: Αρχαιολογικές
Υπηρεσίες, Διεύθυνση Τοπογραφήσεων & Κτηματολογικών Καταγραφών, ΙΓΜΕ,

24
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) «Αίτηση αδείας» ‘Αρθρα 20,21 και 22,
Ελληνική Δημοκρατία, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας

[154]
Διεύθυνση Τουρισμού, Αρμόδιο Δασαρχείο, Φορέα Διαχείρισης Υγροτοπικού
Συστήματος κ.λπ.25

Η χρονική διάρκεια της ΑΜΕ είναι τρία χρόνια και παραχωρεί το δικαίωμα
διενέργειας έρευνας και όχι εκμετάλλευσης, το οποίο εκτείνεται τόσον επί της
επιφάνειας του χώρου, όσον και υπό αυτής (προσδιορίζεται με κατακόρυφα επίπεδα
αναγόμενα από τις ευθείες γραμμές που συνδέουν τα όρια που προαναφέρθηκαν σε
απεριόριστο βάθος).26

Αξίζει να αναφερθεί ότι, ο κεκτημένος άδειαν μεταλλευτικών ερευνών ή ο διάδοχος


αυτού ή ο εξ αυτών έλκων δικαιώματα δικαιούται να καταλαμβάνη προσωρινώς
εδάφη κείμενα εντός του χώρου της άδειας μεταλλευτικών ερευνών προς ενέργειαν
των υπ΄αυτού εκτελεσθησιμένων ερευνών, ως επίσης να καταλαμβάνει προσωρινώς
εδάφη κείμενα και εκτός του χώρου της άδειας δια την διενέργεια έργων
απαραιτήτων δια την εκτέλεσιν των ερευνών, ως οδούς προσπελάσεως προς τον
χώρον της αδείας, εγκατάστασιν σωληνώσεων, εγκατάστασιν κυκλώνων δια την
διοχεύτεσιν ρεύματος κ.λπ. εφ’όσον και εν ω μέτρω η τοιαύτη κατάληψις είναι
αναγκαία δια την ενέργεια μεταλλευτικών ερευνών.27

Σημαντικό επίσης είναι το θέμα της απαλλοτρίωσης. Σύμφωνα με το Άρθρο 106 του
Συντάγματος (παρ. 1), τα υπόγεια και τα υποθαλάσσια κοιτάσματα χαρακτηρίζονται
εθνικός πλούτος, θεσπίζονται ειδικοί Νόμοι γι’αυτά, η δε Πολιτεία θα πρέπει να
λαμβάνει όλα τα επιβαλλόμενα μέτρα για την εκμετάλλευσή τους μέσα στο πλαίσιο
της Εθνικής Οικονομικής Ανάπτυξης. Ακριβώς λόγω της σημασίας του ορυκτού
πλούτου και της συνταγματικής προστασίας της εκμετάλλευσής τους μπορεί να
προβλέπεται ακόμα και η μετεγκατάσταση παρακείμενων οικισμών με χρήση των
διατάξεων για την αναγκαστική απαλλοτρίωση.

Γενικά, οι απαλλοτριώσεις ιδιοκτησιών είναι συνταγματικά ανακτές μόνο όταν


εξυπηρετείται δημόσια ωφέλεια, αφού σύμφωνα με το Άρθρο 17 του Συντάγματος
(παρ. 2), «κανένας δε στερείται την ιδιοκτησία του παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια
που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο Νόμος ορίζει, και
πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση» ενώ όπως προαναφέρθηκε, με ειδικές
διατάξεις ρυθμίζονται θέματα απαλλοτριώσεων επί των περιπτώσεων του Άρθρου 18
του Συνταγμάτος, μεταξύ των οποίων και σχετικά με την ιδιοκτησία και τη διάθεση
των μεταλλείων και των ορυχείων.

Ο Μεταλλευτικός Κώδικας προβλέπει τα περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης αστικών


ή αγροτικών ακινήτων28 με σκοπό την εκτέλεση έργων που είναι απαραίτητα για την

25
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) «Μεταλλευτική Έρευνα» Άρθρο 18 «Άδεια Ερευνών», Άρθρο 31
Ελληνική Δημοκρατία, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας
26
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Άδεια Ερευνών» Άρθρο 30
27
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) «Προσωρινή κατάληψις», Άρθρο 38
28
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αναγκαστική απαλλοτρίωσις ακινήτου» Άρθρο 128

[155]
εκμετάλλευση μεταλλείων, σκοπός που λογίζεται ως «δημόσια ωφέλεια». Επίσης
επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση σε κάθε περίπτωση που τα κτίσματα, ή η
ζωή ή η υγεία των κατοίκων αυτών τίθεται σε κίνδυνο από τις υπόγειες ή
επιφανειακές εργασίες εκμεταλλεύσεως.

4.3.1.2. Στάδιο Αιτήσεως Παραχωρήσεως

Ο κάτοχος ΑΜΕ και κατά την διάρκειά της εφόσον διενήργησε μεταλλευτική έρευνα
και διαπίστωσε κοιτάσματα μεταλλευτικών ορυκτών υποχρεούται μέσα στην τριετή
ισχύ της, να υποβάλλει αίτηση στον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα της Διευρημένης
Περιφέρειας για να του παραχωρήσει όλο ή μέρος του χώρου της άδειας.29 Να
αποκτήσει δηλαδή το δικαίωμα της μεταλλειοκτησίας. Η μεταλλειοκτησία είναι το
δικαίωμα της κυριότητας επί μεταλλείου, το οποίο παραχωρείται αφού έχει χορηγηθεί
η άδεια για την μεταλλευτική έρευνα και τηρούνται οι αντίστοιχες διατάξεις.30

Η αίτηση παραχωρήσεως πρέπει να περιέχει:

1. Το ονοματεπώνυμο, το όνομα πατρός και την διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος


και για Νομικό Πρόσωπο την επωνυμία, την έδρα και την διεύθυνσή τους.

2. Το μεταλλευτικό ή μεταλλευτικά ορυκτά τα οποία διαπιστώθηκαν κατά την


έρευνα.

3. Τα όρια του αιτούμενου μεταλλευτικού χώρου προς παραχώρηση,


προσδιοριζόμενα από τις αζιμούθιες συντεταγμένες, το Κέντρο Αναφοράς όπως
έχουν οριστεί παραπάνω.31

Μετά από την αίτηση για παραχώρηση ή το αργότερο μέχρι τη λήξη της άδειας των
μεταλλευτικών ερευνών, πρέπει να υποβάλλονται:

1. Γραμμάτιο Δημοσίου Ταμείου 190,76€.

2. Εγγυητική επιστολή τραπέζης 2.641,23€ όταν ο χώρος είναι μέχρι 5km2 και
3.815,12€ όταν ο χώρος είναι μεγαλύτερος από 5km2, ως εγγύηση για την
εκμετάλλευση των διαπιστωθέντων κοιτασμάτων ή για τη διενέργια μελετών και
ερευνών αξιοποίησής τους ή για την επέκταση των μεταλλευτικών ερευνών εντός
του παραχωρηθέντα μεταλλευτικού χώρου.

29
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αίτηση Παραχωρήσεως» Άρθρο 44
30
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Άδεια Ερευνών» Άρθρο 30
31
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αίτηση Παραχωρήσεως» Άρθρο 45
Ελληνική Δημοκρατία και Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας

[156]
3. Οικονομοτεχνική μελέτη, επαρκής και ακριβής υπογραφομένη από γεωλόγο και
μηχανικό μεταλλείων (ο οποίος να έχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος), σε τρία
αντίγραφα.32

Η οικονομοτεχνική μελέτη αποτελεί βασικό στοιχείο για την οριστική παραχώρηση


του μεταλλείου και πρέπει να περιλαμβάνει:

1. Στοιχεία επιχείρησης: επωνυμία, έδρα, ταχυδρομική διεύθυνση, αριθμό


τηλεφώνου, Αστυνομικό Τμήμα και στοιχεία Νόμινου εκπροσώπου της.

2. Στοιχεία έργου: Ονομασία, έδρα, διεύθυνση, αριθμό τηλεφώνου, Αστυνομικό


Τμήμα και Διευθυντής έργου.

3. Στοιχεία μέρους έργου: επωνυμία, έδρα, ταχυδρομική διεύθυνση, αριθμός


τηλεφώνου μεταλλευτικού χώρου όπου ανήκει, επιβλέποντες μέρους έργους
(εφόσον πρόκεται για έργο που ήδη λειτουργεί), και διοικητική υπαγωγή.

4. Κεφάλαιο ερευνητικών εργασιών για εντοπισμό κοιτασμάτων.

x Περιγραφή του χώρου και της ευρύτερης περιοχής, σε ακτίνα 1km από τα
όρια του χώρου με πλήρες τοπογραφικό σχεδιάγραμμα στο Ελληνικό
Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς 1987 (σύστημα ΕΓΣΑ 1987). Για έκταση
μέχει 500 στρέμματα, η κλίμακα πρέπει να είναι 1:5000 και για μεγαλύτερη
έκταση 1:20.000 και 1:25.000.

x Γεωλογικά στοιχεία και γεωλογική χαρτογράφηση του χώρου με τις


αντίστοιχες κλίμακες που προαναφέρθηκαν, και συνοδεύονται από σχετικές
τομές. Υδρολογικά στοιχεία και ενδεχόμενα προβλήματα λόγω υπογείων
νερών.

x Στόχος των σχετικών ερευνητικών εργασιών.

x Δρόμοι προσπέλασης.

x Καθορισμός και περιγραφή των σχετικών ερευνητικών εργασιών (θέση,


αριθμός, έκταση, σχεδιαγράμματα κλίμακας ανάλογης όπως παραπάνω με
κατόψεις και τομές για όλες τις εργασίες).

x Περιγραφή μηχανικού εξοπλισμού, αριθμός εργαζομένων ανάλογα με την


ειδικότητα και το είδος εργασίας, μέτρα για το μεγαλύτερο δυνατό

32
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αίτηση Παραχωρήσεως» Άρθρο 47 §1
Ελληνική Δημοκρατία, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας

[157]
περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον, μέτρα για την υγεία των
εργαζομένων και την ασφάλεια εργασιών, εργαζομένων και περιοίκων.

x Χρονοδιάγραμμα εξέλιξης των παραπάνω εργασιών και ύψους


προϋπολογιζόμενης δαπάνης.

x Χρονοδιάγραμμα εργασιών αποκατάστασης του περιβάλλοντος, εφόσον δεν


επακολουθήσει σε εύλογο διάστημα εκμετάλλευσης.

5. Προμελέτη για τη δυνατότητα οικονομικής εκμετάλλευσης του κοιτάσματος που


εντοπίσθηκε και απόψεις για τις προοπτικές αξιοποιήσεως του χώρου προς
παραχώρηση.

6. Κεφάλαιο μεταλλευτικών εργασιών εκμετάλλευσης:

x Περιγραφή του χώρου εκμετάλλευσης του κοιτάσματος καθώς και της


ευρύτερης περιοχής σε ακτίνα το λιγότερο 1km από τα όρια του χώρου, με
πλήρες τοπογραφικό σχεδιάγραμμα, όπως παραπάνω.

x Γεωλογικά και κοιτασματολογικά στοιχεία του χώρου, με βάση τις


ερευνητικές εργασίες που έχουν γίνει, που συνοδεύονται από γεωλογικούς
χάρτες αντίστοιχης κλίμακας και τομές. Υδρολογικά στοιχεία και ενδεχόμενα
προβλήματα λόγω υπογείων νερών.

x Υπολογισμός αποθεμάτων ορυκτών υλών, ανάλογα με το είδος τους και


κατάταξής τους σε συγκεκριμένη κατηγορία με βάση τα ορυκτολογικά,
πετρολογικά, μηχανικά κ.λπ. χαρακτηριστικά τους, τις φυσικοχημικές
ιδιότητες, την περαιτέρω επεξεργασία και χρήση τους.

x Επιλογή μεθόδου για την εκμετάλλευση του κοιτάσματος και υπολογισμός


των απολήψιμων αποθεμάτων.

x Προσπέλαση από το κύριο οδικό δίκτυο, στο χώρο της εκμετάλλευσης του
κοιτάσματος και απαιτούμενα έργα υποδομής.

x Αναλυτική περιγραφή ή ειδική μελέτη για κάθε φάση και είδος εργασίας
(κύριες εξορυκτικές εργασίες, φόρτωση-μεταφορά, αερισμός, αποθέσεις
κ.λπ.). Στην περίπτωση της αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων
και των εγκαταστάσεων αποβλήτων, που αποτελούν αντικείμενο της ΜΠΕ,
γίνεται μόνο περιληπτική αναφορά και παραπομπή στη ΜΠΕ.

[158]
Περιέχει και άλλα στοιχεία που αφορούν στους εργαζομένους, τις εργασίες, τις
εγκατάστασεις, την μέθοδο επεξεργασία, τα προϊόντα που παράγονται κ.λπ.33

Η αίτηση για παραχώρηση καταχωρίζεται αυθημερόν στο Ειδικό Βιβλίο Μεταλλείων


υπ’ αύξοντα αριθμό. Ο Γενικός Γραμματέας της Διευρημένης Περιφέρειας, αφού
ελέγξει την ορθότητα των δικαιολογητικών και ότι ο αιτούμενος χώρος προς
παραχώρηση συμπίπτει με τον χώρο στον οποίο έχει χορηγηθεί άδεια, απευθύνεται
στην Υπηρεσία Μεταλλείων της αρμόδιας Περιφερειακής Διοικήσεως για
διαπίστωση του κοιτάσματος που έχει ανευρεθεί και διαβιβάζει το φάκελο στον
Υπουργό ΠΕΚΑ.

Ο Υπουργός ΠΕΚΑ ο οποίος μετά τη γνώμη του ΙΓΜΕ περί υπάρξεως


μεταλλευτικών κοιτασμάτων και διενεργηθέντων ερευνών εντός του αιτούμενου
χώρου και εφ’όσον η οικονοτεχνική μελέτη είναι ακριβής, επιστρέφει το σχετικό
φάκελο στον Γενικό Γραμματέα της Διευρημένης Περιφέρειας. Αν η
οικονομοτεχνική μελέτη δεν είναι ακριβής, τότε χορηγείται παράταση της τριετούς
μεταλλευτικής έρευνας κατά ένα μόνο έτος για να μπορέσει να υποβάλλει νέα ακριβή
και επαρκή. Εάν και κατά την παράταση δεν υποβληθεί από τον δικαιούχο νέα
οικονομοτεχνική μελέτη ή η υποβληθείσα κριθεί και πάλι ανακριβής, ο Υπουργός
ΠΕΚΑ απορρίπτει την αίτηση για την παραχώρηση και ο χώρος της ΑΜΕ
ελευθερώνεται.34

4.3.1.3. Στάδιο Εκδόσεως Προεδρικού Διατάγματος για την


Παραχώρηση του Μεταλλείου

Εφόσον ο Υπουργός ΠΕΚΑ κρίνει ότι μπορεί να συνεχισθεί η διαδικασία


παραχωρήσεως, ο Γενικός Γραμματέας της Διευρημένης Περιφέρειας, εκδίδει
προκήρυξη περί παραχωρήσεως του μεταλλείου στον δικαιούχο της ΑΜΕ και καλεί
κάθε ενδιαφερόμενο να ασκήσει, εάν θίγεται επό μεταλλευτική άποψη, προσφυγή στο
αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο του τόπου όπου εκδόθηκε η ΑΜΕ σε εξήντα
ημέρες.

Η προκήρυξη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (κοινοποιείται από


δικαστικό επιμελητή ή την αρμόδια Αστυνομική Αρχή) καθώς και σε τρεις
εφημερίδες (μία των Αθηνών και δύο της πρωτεύουσας της οικείας Περιφέρειας)
μέσα σε προθεσμία σαράντα ημερών από της κοινοποίησης εις τον ενδιαφερόμενο
της προκήρυξης για οριστική παραχώρηση. Έτσι προτείνει την παραχώρηση μόνο του
συμπίπτοντος χώρου της αιτήσεως.35

33
ΚΜΛΕ (ΦΕΚ 1227/τ.Β/14-6-2011) , «Έγκριση τεχνικής μελέτης» Άρθρο 101 «Περιεχόμενο
Μελέτης» και Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Αίτησις Παραχωρήσεως» Άρθρο 47
34
Ν.274/1976 (ΦΕΚ 50/Α/6-3-76) Άρθρο 5
35
Ελληνική Δημοκρατία, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας

[159]
Η προκήρυξη πρέπει να περιέχει:

1. Το ονοματεπώνυμο και την διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος την παραχώρηση


του μεταλλευτικού χώρου, αν είναι Νομικό Πρόσωπο, την επωνυμία, την έδρα και
την διεύθυνση.

2. Τον αύξοντα αριθμό και τη χρονολογία καταχωρήσεως της αίτησης στο Ειδικό
Βιβλίο Μεταλλείων.

3. Τον αριθμό, τη χρονολογία και τα όρια της μεταλλευτικής έρευνας, στο εξής ο
προς παραχώρηση μεταλλευτικός χώρος.

4. Τα όρια του προς παραχώρηση μεταλλευτικού χώρου.

5. Το μεταλλευτικό ορυκτό που ανευρέθηκε.

6. Το Δήμο (ή την Κοινότητα) της Περιφέρεια στον οποίον βρίσκεται ο


μεταλλευτικός χώρος.36

Εάν καμία προσφυγή δεν ασκηθεί σε προθεσμία τριάντα ημερών από την τελευταία
ημερομηνία των προαναφερόμενων δημοσιεύσεων, ο Γενικός Γραμματέας της
Διευρημένης Περιφέρειας διαβιβάζει τον σχετικό φάκελο στον Υπουργό ΠΕΚΑ.

Ο Υπουργός ΠΕΚΑ αφού ελένξει τα δικαιολογητικά και λοιπά στοιχεία της


προκήρυξης, εκδίδει το Προεδρικό Διάταγμα, περί παραχωρήσεως του δικαιώματος
της μεταλλειοκτησίας που δημοσιεύεται στο ΦΕΚ. Η παραχώρηση του μεταλλείου
διαρκεί για πενήντα έτη και μπορεί να ανανεωθεί για άλλα είκοσι πέντε που
διαμορφώνεται με βάση το ρυθμό εκμετάλλευσης, το βαθμό επεξεργασίας του
μεταλλεύματος, το μέγεθος των εγκαταστάσεων, το μέγεθος και τη ποιότητα των
αποθεμάτων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με τη γνωμοδότηση του ΙΓΜΕ η παραπάνω
ανανέωση μπορεί να πάρει παράταση άλλα είκοσι πέντε έτη. Η αίτηση για ανανέωση
υποβάλλεται εντός της τελευταίας δεκαετίας της πεντηκονταετίας ή εικοσιπεντιετίας
και η αποφάση του Υπουργού Βιομηχανίας εκδίδεται εντός έτους από την υποβολή
της.37

Ο μεταλλειοκτήτης έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να αναζητεί, να εξορύσσει και να


εκμεταλλεύεται όλα τα ορυκτά που απαντώνται στην επιφάνεια και το υπέδαφος του
χώρου της παραχώρησης, εκτός από αυτά που έχουν εξαιρεθεί υπέρ του Δημοσίου.38

Το δικαίωμα μεταλλειοκτησίας μεταβιβάζεται και μισθώνεται, με συμβολαιογραφικό


έγγραφο, και φυσικά κληρονομείται ύστερα από έγκριση του Υπουργού Ανάπτυξης.
36
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Η προκήρυξις δέον να περιέχη» Άρθρο 52
37
Ν.274/1976 (ΦΕΚ 50/Α/6-3-76) Άρθρο 8
38
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Περιεχόμενον-Έκτασις» Άρθρο 67

[160]
Τα παραχωρητήρια διατάγματα καθώς και οι συμβάσεις μεταβίβασης, μίσθωσης των
δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας με τις έγκριτες Υπουργικές Αποφάσεις πρέπει να
μεταγράφονται στο αντίστοιχο υποθηκοφυλάκιο, δεδομένου ότι τα μεταλλεία
θεωρούνται ακίνητα.

4.3.2. Παράγωγος Τρόπος Κτήσεως Μεταλλείου

¾ Δικαίωμα αναζητήσεως, έρευνας και εκμεταλλεύσεως των αμέσως επόμενων


μεταλλευτικών ορυκτών έχει μόνο το Δημόσιο:

x Υδρογονάνθρακες σε υγρή και αέρια κατάσταση


x Στερεά καύσιμα ορυκτών υλών (λιγνίτου, τύρφης, κ.λπ.)
x Ορυκτές ύλες που περιέχουν εκμεταλλεύσιμες ποσότητες ραδιενεργών
στοιχείων
x Γεωθερμικό δυναμικό
x Γηγενή αέρια
x Σμύριδα (υπάρχει ειδικό καθεστώς)
x Ορυκτό χλωριούχου νατρίο μετά των παρακολουθούντων αυτό αλάτων
x Φυσικές εναποθέσεις οργανικών λιπασμάτων.39

Τα δικαιώματα μεταλλευτικής έρευνας και εκμετάλλευσης των παραπάνω


μεταλλευμάτων μπορούν να εκμισθωθούν. Καθώς επίσης και τα δικαιώματα επί
μεταλλευμάτων που είναι παραχωρίσιμα σε ιδιώτες, αλλά βρίσκονται σε ορισμένους
χώρους όπου το Δημόσιο απέκτησε δικαιώματα με διαφόρους τρόπους (Εθνικοί
Χώροι, ερευνητέες από το Δημόσιο περιοχές κ.λπ.). Ακόμη στο Δημόσιο ανήκει το
δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης των λοιπών μεταλλευμάτων που εντοπίζονται
στον Ελληνικό υποθαλάσσιο χώρο και στους πυθμένες των λιμνών.

Η εκμίσθωση των δικαιωμάτων του Δημοσίου γίνεται με δημοπρασία και κατ’


εξαίρεση για λόγους Δημοσίου συμφέροντος με απ’ευθείας σύμβαση.40

Η διάρκεια των μεταλλευτικών δικαιωμάτων που αποκτώνται δια μισθώσεως από το


Δημόσιο δεν έχει περιορισμούς από το Νόμο και ρυθμίζεται από τους όρους της
συμβάσεως μισθώσεως. Επίσης δεν υπάρχει περιορισμός και στην έκταση της
εκμισθούμενης δημόσιας μεταλλευτικής περιοχής.

Στην περίπτωση της δημοπρασίας, ο συναγωνισμός μεταξύ των πλειοδοτών γίνεται η


επί του καταβλητέου υπό του αναδόχου αναλογικού μισθώματος ή επί της
εκτελέσεως ερευνητικών έργων ή έργων εκμετάλλευσης ή επί της καταβλητέας
εγγυήσεως ή και άλλου σημείου καθώς επίσης και συνδυασμού αυτών.

39
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Δικαιώματα Ερεύνης κ.λπ. του Δημοσίου» ‘Αρθρο 143
40
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Άσκησις δικαιώματος» Άρθρο 144

[161]
¾ Η μεταβίβαση δικαιωμάτων επί υφισταμένης παραχωρήσεως Μεταλλείου, δια
πωλήσεως δηλαδή των δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας ή δωρεάς κ.λπ.41

¾ Η διαδοχή ή κληροδοσία ή δωρεά λόγω θανάτου των μεταλλευτικών


δικαιωμάτων.

¾ Η εκμίσθωση των μεταλλευτικών δικαιωμάτων επί παραχωρήσεως μεταλλείου.

Οι παραπάνω τρόποι αποκτήσεως μεταλλευτικού δικαιώματος τελούν υπό την


έγκριση του ΥΠΕΚΑ.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι οι αλλοδαποί εκτός Ε.Ε. μπορούν να αποκτήσουν
δικαιώματα αγοράς ή εκμισθώσεως από τους έχοντας, δηλαδή ιδιώτες-Δημόσιο, μετά
από προηγούμενη έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Δικαιώματα έρευνας και
εκμεταλλεύσεως με άδεια μεταλλευτικών ερευνών ή παραχώρηση μεταλλείου,
μπορούν να αποκτήσουν και οι αλλοδαποί κάτοικοι των κρατών της Ε.Ε.42 [1]

4.4. Περιβαλλοντική Νομοθεσία

Ο πρώτος Νόμος που ψηφίστηκε για την προστασία του περιβάλλοντος και για την
περιβαλλοντική αδειοδότηση είναι ο Νόμος 1650/198643 που προέβλεπε την Έγκριση
των Περιβαλλοντικών Όρων (ΕΠΟ) για οποιαδήποτε επέμβαση στο περιβάλλον και
παράλληλα εισήγαγε την έννοια των Ζωνών Ανάπτυξης Παραγωγικών
Δραστηριοτήτων. Ο Νόμος αυτός ενεργοποιήθηκε με την ΚΥΑ 69269/5387/25-10-
199044 και περιλάμβανε τη κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες.
Παράλληλα προσδιόριζε το περιεχόμενο της απαιτούμενης Μελέτης
Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) καθώς επίσης και τα απαιτούμενα για την
σύνταξη των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ).

Στη συνέχεια ο Νόμος 1650/1986 τροποποιήθηκε με τον Νόμο 3010/200245,


σύμφωνα με τις οδηγίες 97/11 και 96/61 της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνέχεια
ακολούθησαν και νέες ΚΥΑ για ρύθμιση θεμάτων αποκέντρωσης στις Περιφέρειες,
των διαδικασιών έγκρισης των ΕΠΟ και Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής
Εκτίμησης και Αξιολόγησης (ΠΠΕΑ) καθώς και κατηγοριοποίησης δημόσιων και
ιδιωτικών έργων.

41
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73), «Έγκρισης Συμβάσεων και τύπος» Άρθρα 74,75,76
42
Π.Δ. 92/1986 (ΦΕΚ 33/Α/28.3.1986), «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στην απόκτηση
μεταλλευτικών εν γένει δικαιωμάτων από φυσικά ή νομικά πρόσωπα των Κρατών Μελών των
Ευρωπαϊών Κοινοτήτων»
43
Ν.1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986), «Για την προστασία του περιβάλλοντος»
44
ΚΥΑ 69269/5387/25-10-1990 (ΦΕΚ 678 θ’)
45
Ν.3010/2002 (ΦΕΚ 91/Α/25.04.2002), «Εναρμόνιση του Ν. 1650/86 με τις οδηγίες 97/11/ΕΕ και
96/61/ΕΕ, διαδικασία οριοθέτησης και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα και άλλες διατάξεις»

[162]
Ο τελευταίος Νόμος που ψηφίστηκε είναι ο Νόμος 4014/201146, όπου τα έργα και η
δραστηριότητες κατατάσσονται σε κατηγορίες. Ανάλογα με την κατηγορία στην
οποία ανήκουν ακολουθείται και διαφορετική διαδικασία για την περιβαλλοντική
αδειοδότηση με τη διεξαγωγή ΜΠΕ και τελικά έκδοση ΑΕΠΟ. Θα αναφερθούμε πιο
αναλυτικά στις επόμενες παραγράφους.

Σημαντική επίσης είναι η Δασική Νομοθεσία σε περίπτωση όπου ο μεταλλευτικός


χώρος βρίσκεται σε δάσος ή δασική έκταση γενικότερα. Αρχικά θεσπίστηκε το
Νομοθετικό Διάταγμα 86/6947 και στη συνέχεια ο Νόμος 998/7948 στον οποίον θα
αναφερθούμε. Με το Νόμο αυτό έγινε η πρώτη προσπάθεια της αποκατάστασης του
περιβάλλοντος, μετά από επιτρεπτές επεμβάσεις του Άρθρου 57, σύμφωνα και με τις
σύμφωνα και με τις ειδικότερες διατάξεις των Άρθρων 16 και 45 του ίδιου Νόμου.
Στη συνέχεια ψηφίστηκε ο Νόμος 3208/0349.

Τέλος, πολύ σημαντική είναι η Νομοθεσία που αφορά στα εξορυκτικά απόβλητα η
οποία θεσπίστηκε με την ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009.50

4.4.1. Περιβαλλοντική Αδειοδότηση

4.4.1.1. Κατάταξη Έργων και Δραστηριοτήτων

Σύμφωνα με τον τελευταίο Νόμο που ψηφίστηκε από την Βουλή, τον Νόμο
4014/201151, τα έργα και οι δραστηριότητες του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, των
οποίων η κατασκευή ή η λειτουργία δύναται να έχουν επιπτώσεις στον περιβάλλον,
κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες (Α και Β) ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο
περιβάλλον.52

46
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21.9.2011), «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων,
ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις
αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος»
47
Ν.Δ. 86/69 (ΦΕΚ Α’7) «Δασικός Κώδιξ»
48
Ν.998/79 (ΦΕΚ 289/29-12-1979/Τ.Α.), «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει
εκτάσεων της Χώρας»
49
Ν.3208/03 (ΦΕΚ Α’303/24.12.2003), «Προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, κατάρτιση
δασολογίου, ρύθμιση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί δασών»
50
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009 (ΦΕΚ 2076/Β’/25.9.2009) «Μέτρα, όροι και περιορισμοί για τη
διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας», σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της
οδηγίας 2006/21/ΕΚ της 15ης Μαρτίου 2006 «Σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της
εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ» του Συμβουλίου της 15 ης
Μαρτίου 2006».

51
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011)
52
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 1 «Κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων» §1

[163]
Η πρώτη κατηγορία (Α) περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες τα οποία
ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και
κατατάσσονται σε δύο υποκατηγορίες (Α1 και Α2). Στις υποκατηγορίες Α1 και Α2
περιλαμβάνονται τα έργα που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές και
σημαντικές αντίστοιχα επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η δεύτερη κατηγορία (Β)
περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες τα οποία χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη
σημαντικές μόνο επιπτώσεις στο περιβάλλον.29

Η κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων γίνεται βάσει των σχετικών κριτηρίων
του Παραρτήματος Ι του Νόμου.

Tα κριτήρια κατάταξης είναι:

1. Τα χαρακτηριστικά του έργου ή της δραστηριότητας και ιδιαίτερα:

i. το είδος και το μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας,


ii. η συσσώρευση και αλληλεπίδραση με άλλα έργα,
iii. η χρήση των φυσικών πόρων,
iv. η παραγωγή αποβλήτων,
v. η ρύπανση και οι οχλήσεις,
vi. ο κίνδυνος σοβαρού ατυχήματος, ιδίως ως προς χρησιμοποιούμενες ουσίες ή
τεχνολογίες.

2. Η περιβαλλοντική ευαισθησία των γεωγραφικών περιοχών που ενδέχεται να


θιγούν από το έργο ή δραστηριότητα, ιδίως ως προς:

i. την υπάρχουσα χρήση γης με έμφαση στα θεσμοθετημένα σχέδια


χωροταξικής οργάνωσης (όπως Ρυθμιστικά Σχέδια, ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ, όρια
οικισμών),
ii. τον σχετικό πλούτο, την ποιότητα και την αναγεννητική ικανότητα των
φυσικών πόρων της περιοχής, στις παράκτιες περιοχές, στις ορεινές και
δασικές περιοχές, στις περιοχές που έχουν ενταχθεί στο Σύστημα
Προστατευόμενων Περιοχών του Νόμου 3937/201153, όπως ισχύει, σε
περιοχές στις οποίες καταστρατηγούνται ήδη τα πρότυπα για την ποιότητα
του περιβάλλοντος που καθορίζει η νομοθεσία σε πυκνοκατοικημένες
περιοχές και σε τοπία ιστορικής πολιτιστικής ή αρχαιολογικής σημασίας.

3. Τα χαρακτηριστικά των ενδεχομένων επιπτώσεων του έργου ή δραστηριότητας,


οι οποίες εξετάζονται σε συνάρτηση με κριτήρια που καθορίζονται ανωτέρω,
ιδίως ως προς:

i. Την έκταση των επιπτώσεων (γεωγραφική περιοχή και μέγεθος του θιγόμενου

53
Ν. 3937/2011 (ΦΕΚ Α’ 60/31.3.2011) «Προστασία της Βιοποικιλότητας»

[164]
πληθυσμού),
ii. Το διασυνοριακό χαρακτήρα των επιπτώσεων,
iii. Το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιπτώσεων, την πιθανότητα των
επιπτώσεων,
iv. Τη διάρκεια, τη συχνότητα και την αναστρεψιμότητα των επιπτώσεων.54

Σύμφωνα με την Υ.Α. 1958/13.01.201255 του Υπουργού ΠΕΚΑ, η οποία καταργεί


την προηγούμενη (ΗΠ 15393/2332/2002), τα έργα και οι δραστηριότητες που
παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση των
περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων (Βάσει των κριτηρίων του Παραρτήματος Ι του
Ν.4014/2011) κατατάσσονται σε δώδεκα ομάδες.56

Οι «Εξορυκτικές Δραστηριότητες» που άμεσα μας ενδιαφέρουν όσον αφορά στην


εξόρυξη του βωξίτη περιλαμβάνονται στην Ομάδα 5η.57 Σύμφωνα με το Παράρτημα
V της Υπουργικής Απόφασης, όταν το είδος έργου σχετίζεται με εξόρυξη
μεταλλευμάτων και ερευνητικές γεωτρήσεις για ανεύρεση μεταλλευμάτων ανήκει
στην υποκατηγορία Α1.58

4.4.1.2. Στάδια Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης

Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων κατηγορίας Α ή τη


μετεγκατάσταση ήδη υφιστάμενων απαιτείται διαδικασία περιβαλλοντικής
αδειοδότησης με τη διεξαγωγή ΜΠΕ και έκδοση ΑΕΠΟ. Ο φορέας του έργου ή της
δραστηριότητας της κατηγορίας Α δύναται να ζητήσει γνωμοδότηση της αρμόδιας
περιβαλλοντικής αρχής με την υποβολή φακέλου ΠΠΠΑ, πριν την υποβολή ΜΠΕ.59

Αρμόδια περιβαλλοντική αρχή για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των έργων και
δραστηριοτήτων είναι το ΥΠΕΚΑ. Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων γίνεται με
απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ.60

Για κάθε νέο έργο ή δραστηριότητα απαιτείται γνώμη του Υπουργείου Πολιτισμού
και Τουρισμού σχετικά με το εάν η περιοχή όπου χωροθετείται το έργο ή η
δραστηριότητα είναι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Για το σκοπό αυτό αποστέλλεται
αντίγραφο του φακέλου της ΜΠΕ στην αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία σε
ηλεκτρονική μορφή. Σύμφωνη γνώμη με το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού

54
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Παράρτημα Ι «Κριτήρια Κατάταξης»
55
ΥΑ 1958/13.01.2012 (ΦΕΚ 21/Β/13.01.2012)
56
ΥΑ 1958/13.1.2012 (ΦΕΚ 21/Β/13.01.2012), Άρθρο 4
57
ΥΑ 1958/13.1.2012 (ΦΕΚ 21/Β/13.01.2012), Άρθρο 4, Άρθρο 5 «Αντιστοίχιση ομάδων έργων και
δραστηριοτήτων του Άρθρου 20 § 10 του Ν.4014/2011 με τις ομάδες της παρούσας απόφασης»
58
ΥΑ 1958/13.1.2012 (ΦΕΚ 21/Β/13.01.2012), Παράρτημα V
59
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 2 «Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης
έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §1,2
60
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 3«Έργα και δραστηριότητες υποκατηγορίας Α1» §1

[165]
απαιτείται εφόσον το έργο ή η δραστηριότητα χωροθετείται εν όλω ή εν μέρει εντός
κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, Ζωνών Προστασίας Α’ και Β’ ή πλησίον
αρχαίου.61

Αν τα έργα χωροθετούνται σε δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, άλση και


πάρκα και, εν γένει, σε εκτάσεις εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, εκτός
οικισμών και εκτός οργανωμένων υποδοχέων παραγωγικών δραστηριοτήτων
απαιτείται γνώμη της δασικής υπηρεσίας.

Για την έκδοση ΑΕΠΟ για τα τουριστικά καταλύματα και τις εγκαταστάσεις ειδικής
τουριστικής υποδομής γνωμοδοτεί επιπλέον και ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού
όσον αφορά την τουριστική καταλληλότητα του οικείου οικοπέδου ή γηπέδου και τη
σκοπιμότητα της αιτούμενης ειδικής τουριστικής υποδομής.62

Η αρμόδια υπηρεσία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση ορίζει έναν υπάλληλο


υπεύθυνο για το συντονισμό και τη διαχείριση όλης της διαδικασίας περιβαλλοντικής
αδειοδότησης του εκάστοτε έργου ή δραστηριότητας, εντός των προβλεπόμενων από
το νόμο προθεσμιών.63

4.4.1.2.1. Προκαταρτικός Προσδιορισμός Περιβαλλοντικών


Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ)

Όπως προαναφέρθηκε η υποβολή φακέλου ΠΠΠΑ πραγματοποιείται πριν την


υποβολή ΜΠΕ, όπου ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας ζητάει γνωμοδότηση
της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής. Στην περίπτωση των έργων ή δραστηριοτήτων
της κατηγορίας Α1, αρμόδια περιβαλλοντική αρχή για την περιβαλλοντική
αδειοδότηση είναι το ΥΠΕΚΑ, η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων γίνεται με
απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ. Η υποβολή του φακέλου ΠΠΠΑ, καθίσταται
προαιρετική, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο στα βήματα που ακολουθούνται για την
έκδοση της ΑΕΠΟ, όπως θα δούμε στις παρακάτω παραγράφους.

Στο πλαίσιο του ΠΠΠΑ, ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας δύναται να
διενεργήσει δημόσιο διάλογο αναφορικά με τα βασικά τεχνικά του έργου ή της
δραστηριότητας και τις ενδεχόμενες κύριες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

61
Ν.4014/2011(ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 2 «Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης
έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §4 και Ν. 3028/2010 (ΦΕΚ:Α 153/28.06.2002), Άρθρα
12,13 και 10 §3
62
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 2 «Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης
έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §11
63
Ν.4014/2011 Άρθρο 2 «Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και
δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §12
[166]
Η γνωμοδότηση κατά το στάδιο της ΠΠΠΑ προσδιορίζεται αιτιολογημένα τα
ακόλουθα στοιχεία σχετικά με το περιεχόμενο της ΜΠΕ.

i. Τις δέσμες των εναλλακτικών λύσεων,


ii. Τις ειδικές μελέτες ανά κατηγορία επίπτωσης που κρίνεται αναγκαίο να
εκπονηθούν και τις κατευθύνσεις σχετικά με τη μεθοδολογία και τα
χαρακτηριστικά των μελετών,
iii. Τα θέματα στα οποία θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα κατά την
εξέταση των επιπτώσεων,
iv. Τον κατάλογο των φορέων των οποίων ζητείται γνώμη και τις προτάσεις για
τη διαβούλευση,
v. Τις ενδεχόμενες ειδικότερες κατευθύνσεις σχετικά με το περιεχόμενο της
ΜΠΕ και τα απαιτούμενα στοιχεία,
vi. Παράρτημα με όλες τις διατυπωθείσες γνώμες.64

Ο φάκελος ΠΠΠΑ περιλαμβάνει τουλάχιστον τις παρακάτω πληροφορίες:

1. Συνοπτική περιγραφή του έργου ή της δραστηριότητας και της σκοπιμότητάς του,
με έμφαση σε θέματα εκπομπών και συστημάτων επεξεργασίας, συνοδευόμενη
από τοπογραφικό διάγραμμα (υποβάλλεται επιπλέον σε ψηφιακή μορφή και
περιλαμβάνει περίγραμμα του προς πραγματοποίηση έργου ορισμένο με
ορθογώνιες συντεταγμένες στο κρατικό σύστημα συντεταγμένων, καθώς και
φωτογραφική αποτύπωση).

2. Συνοπτική περιγραφή των εναλλακτικών λύσεων, ιδίως ως προς τη θέση, το


μέγεθος και την τεχνολογία αυτών, συμπεριλαμβανομένης της μηδενικής λύσης,
που θα εξεταστούν στο στάδιο της ΜΠΕ.

3. Συνοπτική πρόταση σχετικά με τα κύρια περιβαλλοντικά θέματα της ΜΠΕ που


προτίθεται να καταθέσει, της προτεινόμενες μεθοδολογίες εκτίμησης των
επιπτώσεων, την έκταση της περιοχής μελέτης εντός της οποίας θα γίνει η
εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων, το χρονικό ορίζοντα εκτίμησης των
επιπτώσεων αυτών και τις προτάσεις για εξειδικευμένες μελέτες που θα χρειαστεί
να εκπονηθούν και να υποβληθούν κατά το σχέδιο της ΜΠΕ.

Η εξειδίκευση των προδιαγραφών του περιεχομένου, καθώς και τον τυχόν


απαιτούμενων δικαιολογητικών του φακέλου ΠΠΠΑ καθορίζονται με απόφαση του
Υπουργού ΠΕΚΑ.65

64
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 2«Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης
έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §2 και 3
65
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 11 «Περιεχόμενο φακέλων περιβαλλοντικής
αδειοδότησης» §2 και 3

[167]
4.4.1.2.2. Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ)

Τα ελάχιστα περιεχόμενα φακέλου ΜΠΕ είναι τα ακόλουθα:

1. Επιτρεπόμενες χρήσεις γης στην περιοχή του έργου ή της δραστηριότητας.

2. Περιγραφή της θέσης του έργου, του σχεδιασμού και των τεχνικών
χαρακτηριστικών του συνόλου του έργου κατά τα στάδια κατασκευής και της
λειτουργίας. Επίσης, την περιγραφή των κυριότερων χαρακτηριστικών των
μεθόδων κατασκευής, τη φύση και τις ποσότητες των χρησιμοποιούμενων
υλικών, καθώς και την περιγραφή των προβλεπόμενων τύπων και ποσότητας
καταλοίπων και εκπομπών, ιδίως στα νερά, ατμόσφαιρα, έδαφος, θόρυβο,
δονήσεις, ακτινοβολίες, που αναμένεται να προκύψουν από την κατασκευή και
λειτουργία του προτεινόμενου έργου ή της δραστηριότητας.

3. Περιγραφή και αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων, ιδίως ως προς τη θέση, το


μέγεθος ή/και την τεχνολογία αυτών, συμπεριλαμβανομένης της μηδενικής λύσης,
που εξετάστηκαν από τον φορεά του έργου ή της δραστηριότητας και παρουσίαση
των κύριων λόγων της επιλογής της προτεινόμενης λύσης σχετικά με τις
επιπτώσεις στο περιβάλλον.

4. Περιγραφή των στοιχείων του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος που


ενδέχεται να θιγούν σημαντικά από το προτεινόμενο έργο ή δραστηριότητα,
συμπεριλαμβανομένων ειδικότερα του πληθυσμού, της πανίδας, της χλωρίδας,
των οικοτόπων, του εδάφους, του νερού, του αέρα, των κλιματικών παραγόντων,
των υλικών αγαθών, μεταξύ των οποίων η αρχιτεκτονική, πολιτιστική και
αρχαιολογική κληρονομιά, το τοπίο, καθώς και η περιγραφή της αλληλεπίδρασης
των στοιχείων αυτών.

5. Περιγραφή, εκτίμηση και αξιολόγηση των πιθανά σημαντικών επιπτώσεων που το


προτεινόμενο έργο ή δραστηριότητα ενδέχεται να προκαλέσει στο περιβάλλον
από τη χρήση των φυσικών πόρων, την εκπομπή ρυπάντων, τη δημιουργία
οχλήσεων και τη διάθεση των αποβλήτων, το σύνολο των δεδομένων και την
περιγραφή των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν για την πρόβλεψη και εκτίμηση
των επιπτώσεων στο περιβάλλον, με αναφορά στην αξιοπιστία των μεθόδων,
καθώς και επισήμανση των ενδεχόμενων δυσκολιών που προέκυψαν κατά τη
συλλογή των απαιτούμενων πληροφοριών.

6. Αναλυτική περιγραφή των μέτρων που προβλέπονται για να αποφευχθούν,


μειωθούν, αποκατασταθούν και αντισταθμιστούν οι σημαντικές δυσμενείς
επιπτώσεις του έργου ή της δραστηριότητας στο περιβάλλον.

[168]
7. Σχέδιο περιβαλλοντικής διαχείρισης που θα εφαρμοστεί για τη διασφάλιση της
αποτελεσματικής προστασίας του περιβάλλοντος και εφαρμογής των
προτεινόμενων μέτρων, το οποίο περιλαμβάνει και το προτεινόμενο πρόγραμμα
παρακολούθησης. Το πρόγραμμα παρακολούθησης στην εφαρμογή του οποίου
δεσμεύεται ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας περιλαμβάνει τουλάχιστον:

i. τις παραμέτρους, τα στοιχεία και τους δείκτες του περιβάλλοντος που


παρακολουθούνται,
ii. τις μεθόδους, τον τόπο, τον χρόνο και τη συχνότητα καταγραφής,
iii. τα μέτρα διασφάλισης της ποιότητας και αξιοπιστία των καταγραφών,
iv. το χρονοδιάγραμμα ενημέρωσης του Ηλεκτρονικού Περιβαλλοντικού
Μητρώου (ΗΠΜ)

8. Μια τεχνική περίληψη των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στην ΜΠΕ.

9. Εξειδικευμένες μελέτες οι οποίες τυχόν προέκυψαν κατά το στάδιο της


διαδικασίας ΠΠΠΑ (εφόσον ακολουθήθηκε) και παρατίθεται σε παράρτημα της
ΜΠΕ.66

4.4.1.2.3. Έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων


(ΑΕΠΟ)

Για την έκδοση της ΑΕΠΟ ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία:

¾ Εάν επιλέγεται από τον υπόχρεο φορέα του έργου ή της δραστηριότητας η
διαδικασία της γνωμοδότησης με την υποβολή, σε πρώτο στάδιο, φακέλου ΠΠΠΑ,
τότε απαιτούνται:

1. Υποβολή φακέλου ΠΠΠΑ με συνοδευτικά έγγραφα ή και σχέδια τεκμηρίωσης,

2. Έλεγχος της τυπικής πληρότητας φακέλου ΠΠΠΑ εντός δέκα εργάσιμων ημερών.

3. Αποστολή του φακέλου ΠΠΠΑ προς τις υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης για
γνωμοδότηση εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση του ελέγχου
πληρότητας.

4. Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης
σε χρονικό διάστημα τριάντα ημερών από την αποστολή και δημοσιοποίηση του
φακέλου του ΠΠΠΑ.

66
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Παράρτημα ΙΙ «Ελάχιστα Περιεχόμενα Φακέλου ΜΠΕ»

[169]
5. Αξιολόγηση και στάθμιση γνωμοδοτήσεων και απόψεων, καθώς και τυχόν
απόψεων του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας επ’ αυτών εντός είκοσι
εργάσιμων ημερών.

6. Σύνταξη της θετικής γνωμοδότησης ΠΠΠΑ (ή αρνητικής) απόφασης εντός είκοσι


εργάσιμων ημερών ανεξαρτήτως αν έχουν εκφραστεί οι αρμόδιες υπηρεσίες και
φορείς.

7. Υπογραφή της θετικής γνωμοδότησης ΠΠΠΑ ή αρνητικής απόφασης από τον


Γενικό Διευθυντή Περιβάλλοντος.

Η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται σε οχδόντα δύο εργάσιμες ημέρες, και σε


περίπτωση θετικής γνωμοδότησης ΠΠΠΑ από τον Γενικό Διευθυντή Περιβάλλοντος
ακολουθεί η επόμενη διαδικασία ή οποία συμπίπτει με αυτή της περίπτωσης όπου ο
φορεάς του έργου ή της δραστηριότητας δεν επιλέγει να ζητήσει γνωμοδότηση με την
υποβολή φακέλου ΠΠΠΑ.67

¾ Εάν δεν επιλέγεται από τον υπόχρεο φορέα του έργου ή της δραστηριότητας η
διαδικασία της γνωμοδότησης με την υποβολή, σε πρώτο στάδιο, φακέλου ΠΠΠΑ,
τότε απαιτούνται:

1. Υποβολή φακέλου ΜΠΕ και φακέλου με συνοδευτικά έγγραφα και σχέδια


τεκμηρίωσης, από τον φορέα του έργου ή της δραστηριότητας.

2. Έλεγχος τυπικής πληρότητας φακέλου ΜΠΕ εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών


από την ημέρα υποβολής του. Στην περίπτωση διαπίστωσης μη πληρότητας
αυτού, η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή δεν αποδέχεται το φάκελο και τον
επιστρέφει με έγγραφη αιτιολόγηση, καταγράφοντας τα απαιτούμενα προς
συμπλήρωση πεδία και στοιχεία.

3. Αποστολή του φακέλου της ΜΠΕ προς τις υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης,
καθώς και δημοσιοποίηση της ΜΠΕ για την έναρξη της διαδικασίας
διαβούλευσης εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση του ελέγχου
πληρότητας.

4. Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης
και απόψεων κοινού και άλλων φορέων (διαδικασία διαβούλευσης) σε χρονικό
διάστημα σαράντα πέντε εργάσιμων ημερών από την αποστολή και
δημοσιοποίηση της ΜΠΕ.

67
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 3 « Έργα και δραστηριότητες υποκατηγορίες Α1»

[170]
5. Αξιολόγηση και στάθμιση γνωμοδοτήσεων και απόψεων, καθώς και τυχόν
απόψεων του φορεά του έργου ή της δραστηριότητας επ’αυτών, από την αρμόδια
υπηρεσία εντός είκοσι εργάσιμων ημερών.

6. Σύνταξη ΑΕΠΟ ή απόφασης απόρριψης από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή


εντός είκοσι πέντε εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση του προηγούμενου
σταδίου βάσει της αξιολόγησης των υφιστάμενων γνωμοδοτήσεων και απόψεων
ανεξαρτήτως αν έχουν γνωμοδοτήσει όλοι οι συναρμόδιοι φορείς.

7. Έκδοση ΑΕΠΟ ή απόφαση απόρριψης, αν η αρμόδια αρχή κρίνει αιτιολογημένα


ότι οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου ή της
δραστηριότητας είναι εξαιρετικά σημαντικές ακόμη και μετά την πρόβλεψη
ειδικών όρων και περιορισμών, καθώς και μετά την αντιστάθμισή τους.68

Για το σύνολο των έργων και δραστηριοτήτων ζητείται γνώμη της Διεύθυνσης
Χωροταξίας του ΥΠΕΚΑ. Επίσης σε περίπτωση όπου δεν έχουν διαβιβασθεί
γνωμοδοτήσεις από υπηρεσίες των οποίων το περιεχόμενο εκτιμάται ως ουσιώδες για
τον πληρέστερο καθορισμό των περιβαλλοντικών όρων ως προς την κατασκευή και
λειτουργία του συγκεκριμένου έργου ή δραστηριότητας ή από τις διαβιβασθείσες
γνωμοδοτήσεις προκύπτουν αντιφατικά δεδομένα που χρήσουν ιδιαίτερης
τεκμηρίωσης, τότε ο Υπουργός ΠΕΚΑ ή ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΕΚΑ,
μπορούν να ζητήσουν την γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου
Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης.69

Η ΑΕΠΟ έχει διάρκεια ισχύος δέκα έτη, εφόσον δεν επέρχεται μεταβολή των
δεδομένων βάσει των οποίων εκδόθηκε. Η ισχύς της παρατείνεται για τέσσερα χρόνια
εφόσον αφορά έργα ή δραστηριότητες που διαθέτουν ως Σύστημα Περιβαλλοντικής
Διαχείρισης την Οικολογική Διαχείριση και Οικολογικό Έλεγχο (EMAS) και για δύο
έτη εφόσον αφορά σε έργα ή δραστηριότητες που διαθέτουν Σύστημα
Περιβαλλοντικής Διαχείρισης ISO 14001 ή άλλο αντίστοιχο σε ισχύ και για όσο
χρόνο το Σύστημα αυτό βρίσκεται σε ισχύ.70 Επίσης ο φορέας του έργου ή της
δραστηριότητας μπορεί να ανανεώσει την διάρκεια της ΑΕΠΟ.71

Για τις ανάγκες αξιολόγησης των ΜΠΕ και σύνταξης των ΑΕΠΟ, συνίσταται
Μητρώο Πιστοποιημένων Αξιολογητών Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Η
πιστοποίηση των αξιολογητών διενεργείται από το ΥΠΕΚΑ, το οποίο τηρεί σχετικό
μητρώο, στο οποίο εγγράφονται αξιολογητές με ικανή εμπειρία σε όλους τους τομείς
εξειδίκευσης.

68
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 3 « Έργα και δραστηριότητες υποκατηγορίες Α1»
69
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011) , Άρθρο 3 « Έργα και δραστηριότητες υποκατηγορίες Α1» §5
70
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 2 «Κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης
έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α» §8α
71
Ν.4014/2011(ΦΕΚ 209/21-9-2011) , Άρθρο 5 «Διαδικασία ανανέωσης ΑΕΠΟ»

[171]
Οι Πιστοποιημένοι Αξιολογητές Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ελέγχουν τις ΜΠΕ,
διεκπεραιώνουν τις απαιτούμενες επαφές με τους φορείς των προβλεπόμενων από τις
διατάξεις γνωμοδοτήσεων, συντάσσουν το σχέδιο ΑΕΠΟ, το οποίο στη συνέχεια το
υποβάλλουν στην αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΕΚΑ ή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Αυτή με τη σειρά της διατηρεί το δικαίωμα αποδοχής ή μη του σχεδίου ΑΕΠΟ,
καθώς και το δικαίωμα αλλαγών/συμπληρώσεων στο σχέδιο ΑΕΠΟ που συντάσσει ο
Πιστοποιημένος Αξιολογητής.72

4.4.1.3. Περιοχές Natura 2000

Στην περίπτωση έργων και δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε


προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000, για έργα κατηγορίας Α
υποβάλλεται ως τμήμα της ΜΠΕ, ειδική οικολογική αξιολόγηση στην αρμόδια κατά
περίπτωση υπηρεσία.73

Η Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση για έργα και δραστηριότητες κατηγορίες Α


εντάσσεται σε παράρτημα της ΜΠΕ, ως αναπόσπαστο μέρος της, παρουσιάζοντας:
α)αναλυτική καταγραφή στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα
προστατευόμενα αντικείμενα των περιοχών Natura σύμφωνα με τον Νόμο
3937/201174, που δύναται να επηρεαστούν από το έργο ή τη δραστηριότητα και β)
δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων. Επιπρόσθετα πρέπει να έχει τα προβλεπόμενα:

Η δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων πρέπει να λαμβάνει ανάλυση και αξιολόγηση των


εκτιμώμενων επιπτώσεων με ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία επί:

i. των τύπων οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ75, ιδίως ως προς την
αντιπροσωπευτικότητα, τη σχετική επιφάνεια και το καθεστώς διατήρησής
τους,
ii. των ειδών χλωρίδας και πανίδας του Παραρτήματος ΙΙ της ΚΥΑ64, ιδίως ως
προς το μέγεθος και την πυκνότητα των πληθυσμών, την κατάσταση
διατήρησής τους και την απομόνωσή τους,
iii. των ειδών ορνιθοπανίδας του Παραρτήματος Ι της ΚΥΑ76, καθώς και άλλων
ειδών μεταναστευτικής ορνιθοπανίας με σημαντική παρουσία στην περιοχή
Natura 2000, ιδίως ως προς το μέγεθος και την πυκνότητα των πληθυσμών,
την κατάσταση διατήρησής τους και την απομόνωσής τους,

72
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 16 «Μητρώο Πιστοποιημένων αξιολογητών ΜΠΕ»
§1 και 3
73
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 10 «Διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης για έργα
και δραστηριότητες σε περιοχές που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000»
74
Ν.3937/2011 (ΦΕΚ/Α 60/31.03.2011), «Διατήρηση της Βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις»
Άρθρο 9 §6
75
KYA Η.Π.14849/853/Ε103/4.4.2008 (Β’645)
76
KYA Η.Π.37338/1807/Ε.103 (Β’1495)

[172]
iv. ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία σχετικά με το αν διασφαλίζεται η ακεραιότητα
των περιοχών.77

Τα έργα και οι δραστηριότητες, που πρόκειται να πραγματοποιηθούν εν μέρει ή στο


σύνολό τους σε περιοχές του Δικτύου NATURA 2000, υπόκεινται κατά τη
διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης τους υποχρεωτικά σε περιβαλλοντική
επιθεώρηση με αυτοψία, η οποία διενεργείται από τον φορέα διαχείρισης της
προστατευόμενης περιοχής, εφόσον υφίσταται, άλλως από περιβαλλοντικό ελεγκτή.78

Η ειδική οικολογική αξιολόγηση και η ΜΠΕ, εστιάζει στις συνέπειες για την περιοχή
βάσει των στόχων διατήρησής της. Η σημασία των επιπτώσεων προσδιορίζεται σε
σχέση με τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες που
επικρατούν στην προστατευόμενη περιοχή την οποία αφορά το έργο ή η
δραστηριότητα, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους στόχους διατήρησης της
περιοχής.

Βάσει των συμπερασμάτων τους, η αρμόδια αρχή συμφωνεί με το οικείο έργο ή


δραστηριότητα μόνο αφού βεβαιωθεί ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της
συγκεκριμένης περιοχής. Ειδικότερα, η εξέταση πιθανών μέτρων αντιμετώπισης των
επιπτώσεων και εναλλακτικών λύσεων μπορεί να επιτρέψει τη διαπίστωση ότι, βάσει
τέτοιων λύσεων ή μέτρων, το έργο ή η δραστηριότητα δεν θα παραβλάψει την
ακεραιότητα της περιοχής.

Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων, ένα έργο ή
δραστηριότητα πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους
σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή
οικονομικής φύσεως, λαμβάνεται κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να
εξασφαλισθεί η προστασία της συνοχής των περιοχών του δικτύου Natura 2000.
Εντός δύο μηνών από την έκδοση ΑΕΠΟ του έργου ή της δραστηριότητας, η
Υπουργός ΠΕΚΑ, ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις επιπτώσεις που
ενδέχεται να προκύψουν και τα αντισταθμιστικά μέτρα που ελήφθησαν.

Η απόφαση σχετικά με το αν ένα έργο ή δραστηριότητα πρέπει να πραγματοποιηθεί


για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, λαμβάνεται από τον
Υπουργό ΠΕΚΑ.79

77
Ν.4014/2011(ΦΕΚ 209/21-9-2011) , Άρθρο 11 «Περιεχόμενο φακέλων περιβαλλοντικής
αδειοδότησης» §9 και 10
78
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 20 «Περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις» §7
79
Ν.4014/2011, (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 10 «Διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης για έργα
και δραστηριότητες σε περιοχές που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000» §4,5

[173]
4.4.1.4. Περιβαλλοντικές Επιθεωρήσεις και Αρμόδιοι Έλεγχοι

Αρχικά πρέπει να αναφέρουμε ότι δημιουργείται Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό


Μητρώο (ΗΠΜ) πληροφοριών, που αφορούν στη διαδικασία έκδοσης, ανανέωσης,
τροποποίησης, καθώς και στην παρακολούθηση της εφαρμογής της ΑΕΠΟ, το οποίο
τηρείται στο ΥΠΕΚΑ.80

Περιβαλλοντικές Επιθεωρήσεις

Κάθε έργο ή δραστηριότητα κατηγορίας Α υπόκειται σε προληπτικές και τακτικές ή


έκτατες επιθεωρήσεις για τον έλεγχο της τήρησης των ΑΕΠΟ και της εν γένει
περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Οι εν λόγω επιθεωρήσεις διακρίνονται σε:

x προληπτικές: που διενεργούνται κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής


αδειοδότησης, για τη διασφάλιση της επάρκειας των προτεινόμενων μέτρων
x τακτικές: που διενεργούνται μετά την αδειοδότηση, σε προσδιορισμένο χρόνο
βάσει του σχεδιασμού των επιθεωρήσεων είτε κατά το στάδιο κατασκευής του
έργου είτε κατά το στάδιο της λειτουργίας του έργου ή της δραστηριότητας, για
την εξέταση όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τη
διασφάλιση της τήρης των ΑΕΠΟ στα στάδια αυτά,
x έκτακτες: που διενεργούνται μετά της αδειοδότηση, εκτός του χρονικά
προσδιορισμένου σχεδιασμού.

Αρμόδιοι Έλεγχοι

Αρμόδιες αρχές για τη διεξαγωγή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων:

x Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ)


x Η αδειoδοτούσα αρχή για τις προληπτικές επιθεωρήσεις κατά τη διαδικασία
περιβαλλοντικής αδειοδότησης
x Οι αρμόδιες υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των Περιφερειών
σε έργα και δραστηριότητες της χωρικής αρμοδιότητάς τους, ανεξαρτήτως της
κατηγορίας του έργου ή της δραστηριότητας
x Τα Κλιμάκια Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος σε έργα και δραστηριότητάς
τους (απαρτίζονται κυρίως από το προσωπικό των περιβαλλοντικών υπηρεσιών
της Περιφέρειας, η σύνθεσή τους καταχωρίζεται στο ΗΠΜ)
x Οι Περιβαλλοντικοί Ελεγκτές, ενεργούντες κατόπιν εντολής των αμέσως
προαναφερόμενων ελεγκτικών υπηρεσιών. (Μητρώο Περιβαλλοντικών Ελεγκτών,

80
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 18 «Ηλεκτρονική διαχείριση διαδικασίας
περιβαλλοντικής αδειοδότησης»

[174]
μετά από πρόταση του Υπουργού ΠΕΚΑ, καθορίζονται οι όροι και οι
προϋποθέσεις για τη σύσταση και την τήρησή του, η χορήγηση της άδειας
περιβαλλοντικού ελεγκτή, οι αρμοδιότητες κ.λπ. αναμένεται Προεδρικό
Διάταγμα).

Πρέπει να αναφερθεί ότι η δαπάνη ελέγχου τήρησης της ΑΕΠΟ βαρύνει τον φορεά
εκμετάλλευσης του έργου ή της δραστηριότητας.81

4.4.2. Περιβαλλοντική Αδειοδότηση στην Πράξη

Κατά την έγκριση της ΑΕΠΟ, στην πραγματικότητα, ισχύουν τα εξής:

x Ένας κατατεθειμένος φάκελος μελέτης δεν εξετάζεται εντός της εκ του Νόμου
προθεσμίας και υπάρχουν περιπτώσεις, όπου συμπληρωματικά στοιχεία
ζητήθηκαν 5-6 μήνες από την κατάθεση της μελέτης.
x Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διαβίβαση του φακέλου στις αρμόδιες Υπηρεσίες
προς γνωμοδότηση, έχει γίνει 3-8 μήνες μετά από την αρχική κατάθεση.
x Συνήθης πρακτική είναι η Δημόσια Υπηρεσία που είναι αρμόδια για την ΑΕΠΟ
να περιμένει τις γνωμοδοτήσεις από όλες τις Υπηρεσίες στις οποίες έχει
διαβιβάσει τη μελέτη, όσος χρόνος κι αν χρειαστεί για να απαντήσουν. Η
προθεσμία των τριάντα ημερών (ΠΠΠΑ) και των σαρανταπέντε ημερών (ΑΕΠΟ)
δεν τηρείται σε καμία περίπτωση.

Γενικά, η διαδικασία της ΑΕΠΟ συνήθως «κολλά» στη γραφειοκρατία και δεν
τηρούνται οι χρονικές προθεσμίες. Προκειμένου να αδειοδοτηθεί ένα νέο έργο,
απαιτούνται τουλάχιστον 2-3 χρόνια, σε σχέση με τις οχδόντα δύο ημέρες που ορίζει
η Νομοθεσία.

Για τις μεταλλευτικές εργασίες, η υποχρέωση αδειοδότησης δεν περιορίζεται μόνο


στη μεταλλευτική έρευνα και την εκμετάλλευση, αλλά και στα συνοδά τους
υποστηρικτικά έργα, όπως είναι οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας, εργοστάσια
εμπουτισμού, σκάλες φόρτωση, χώροι απόθεσης μεταλλευμάτων ή στείρων υλικών,
κλπ. Για τις εν λόγω άδειες απαιτούνται πρόσθετες διαδικασίες, που συνολικά
επιβαρύνουν την αδειοδότηση των έργων.

Επίσης, τη διαδικασία αδειοδότησης εμπλέκουν ακόμη περισσότερο η ενσωμάτωση


της οδηγίας διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων και η οδηγία περιβαλλοντικής
ευθύνης.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διαδικασίες αδειοδότησης μεταλλευτικών εργασιών


καθυστερούν σημαντικά, εξ αιτίας αντιδράσεων οικολογικών οραγνώσεων και
81
Ν.4014/2011 (ΦΕΚ 209/21-9-2011), Άρθρο 20 «Περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις»

[175]
τοπικών φορέων, που συχνά υποβάλλουν ενστάσεις ενάντια σε με΄λετες έναρξης ή
παράτασης μεταλλευτικών εργασιών.

4.4.3. Δασική Νομοθεσία

Ο πρώτος Νόμος για την προστασία των δασών ψηφίστηκε το 1979, ήταν ο Νόμος
998/7982, με τον οποίο έγινε μια πρώτη προσπάθεια της αποκατάστασης του
περιβάλλοντος μετά από επιτρεπτές επεμβάσεις του Άρθρου 57, σύμφωνα και με τις
ειδικότερες διατάξεις των Άρθρων 16 και 45 του ίδιου Νόμου, ενώ είχε προηγηθεί το
Νομοθετικό Διάταγμα 86/196983, όπου όριζε γενικές διατάξεις για τα δάση (δημόσια
και ιδιωτικά), νόμους που διέπουν τη διαχείρισή τους κ.λπ.

Αναφορά θα γίνει στον Νόμος 998/7971 μιας και σε αυτόν γίνεται η πρώτη αναφορά
για τις μεταλλευτικές εργασίες.

Σκοπός του Νόμου ήταν ο καθορισμός συγκεκριμένων μέτρων προστασίας για την
διατήρηση, την ανάπτυξη και την βελτίωση των δασών και των δασικών εν γένει
εκτάσεων της Χώρας εντός του πλαισίου και προς τον σκοπό της διατήρησης και της
βελτίωσης του όλου φυσικού περιβάλλοντος και εν συναρτήσει προς το ιδιαίτερο
νομικό καθεστώς το διέπον την ιδιοκτησία και την εκμετάλλεσιν αυτών, ως και ο
προσδιορισμός κατά περίπτωση ή κατηγορίας περιπτώσεων, των όρων και
προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα δάση και οι δασικές εν γένει εκτάσεις ή τμήματα
αυτών δύναται να μεταβάλλουν την κατά προορισμόν χρήση των ή να εξυπηρετούν
και άλλες χρήσεις, δια λόγους επιβαλλομένους εκ δημοσίου συμφέροντος.84

Γενική υποχρέωση τόσο των κρατικών οργάνων με την άσκηση των αρμοδιοτήτων
του, όσο και των πολιτών, είναι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις να συνιστούν εθνικό
κεφάλαιο, η δε προστασία τους αποτελεί υποχρέωση.85

Αρχικά πρέπει να δώσουμε τους ορισμούς του δάσους ή δασικού οικοσυστήματος


όπως ορίζεται στην νομοθεσία:

«Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με


ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την
εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας
αλληλεξάρτησης και αλληλοεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα
(δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση

82
Ν. 998/79 (Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.) «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει
εκτάσεων της Χώρας»
83
Ν.Δ. 86/1969 (ΦΕΚ Α'7), «Δασικός Κώδιξ»
84
Ν. 998/79 (Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.), Άρθρο 1 «Σκοπός»
85
Νόμος 998/79 (Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.), Άρθρο 2 «Γενικαί υποχρεώσεις»

[176]
υπάρχει όταν στο παραπών σύνολο η άγρια ξυλώσης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης,
είναι αραιά».86

Η προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, και η λήψη των προβλεπόμενων
ειδικότερων μέτρων του Νόμου ανήκει στην αρμοδιότητα της δασικής υπηρεσίας.
Όταν στις εκτάσεις αυτές υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα, γενικότερα
αρχαιολογικοί χώροι, η μέριμνα των περιοχών ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και
Τουρισμού.87

Λόγω του ότι τα κάποια βωξιτικά κοιτάσματα στο Νομό Φωκίδας, ανήκουν σε δάση
ή δασικές εκτάσεις, πρέπει να γίνει αναφορά και στην αντίστοιχη νομοθεσία.

Σύμφωνα με το Άρθρο 57 του ίδιου Νόμου, όσον αφορά στις Μεταλλευτικές


Εργασίες, εφ’όσον εφαρμόζονται οι διατάξεις περί μεταλλευτικής έρευνας, και οι
περιοχές ανήκουν σε δάση ή δασικές εκτάσεις επιτρέπονται:

x οι έρευνες μέσω γεωλογικών, κοιτασματολογικών, γεωφυσικών και γεωχημικών


μεθόδων όπου δεν χρειάζονται άδεια ή έγκριση από την δασική αρχή

x οι έρευνες μέσω γεωτρήσεων και για όρυξη φρεάτων ή στοών επιτρέπονται


κατόπιν εγκρίσεως από τον αρμόδιο Νομάρχη, αφού γνωμοδοτήσει το
Νομαρχιακό Συμβούλιο Δασών και εφ’όσον την διεξαγωγή αυτών θεωρήσει
ιδιαίτερα συμφέρουσα για την εθνική οικονομία το Υπουργείο Εμπορίου,
Βιομηχανίας και Τουρισμού. Σε περίπτωση που αρνηθεί ο Νομάρχης, ο Υπουργός
Γεωργίας δύναται να παρέχει, κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Συμβουλίου Δασικής
Πολιτικής.

Ο ερευνητής, είναι υποχρεωμένος να προστατεύει το δασικό περιβάλλον και την


αποκατάσταση του τοπίου και της δασικής βλάστησης μετά το πέρας των ερευνών,
αντίστοιχα και αν συνεχίσει στην εκμετάλλευση του χώρου.

x Όσον αφορά στην εκμετάλλευση των μεταλλείων δια εξορύξεως, διαλογής,


επεξεργασίας και αποκομιδής μεταλλευτικών ορυκτών, στην διάνοιξη οδών
προσπελάσεων και ανέγερση εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τις ανάγκες των
εκμεταλλεύσεων αυτών εντός των δασών ή των δασικών εκτάσεων επιτρέπονται
ελεύθερα, εφ’όσον έχει χορηγηθεί η έγκριση για την έρευνα. Εάν δεν έχει
χορηγηθεί ή έγκριση για έρευνα, απαιτείται ειδική έγκριση της εκμετάλλευσης
που εκδίδεται από τον Νομάρχη, μετά από γνωμοδότηση του Νομαρχιακού
Συμβουλίου Δασών και εφ’όσον την εκμετάλλευση θεωρήσει ιδιαίτερα
συμφέρουσα για την εθνική οικονομία το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και
Τουρισμού. Σε περίπτωση που αρνηθεί ο Νομάρχης, ο Υπουργός Γεωργίας

86
Ελληνικό Σύνταγμα, Άρθρο 24 (ερμηνευτική δήλωση)
87
Νόμος 998/79 (Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.), Άρθρο 5 «Καθορισμός αρμοδιοτήτων»

[177]
δύναται να παρέχει έγκριση, κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Συμβουλίου Δασικής
Πολιτικής. Οποιαδήποτε περίπτωση εκμετάλλευσης εντός δασών ή δασικών
εκτάσεων πρέπει να εγκριθεί από τον Υπουργό Γεωργίας, μετά την σύμφωνη
γνώμη του Συμβουλίου Δασικής Πολιτικής.

Η εκμετάλλευση των μεταλλευτικών ορυκτών πρέπει να πραγματοποιηθεί


υποχρεωτικά με τέτοιο τρόπο ώστε, να μην καταστρέφεται η δασική βλάστηση ή αν
καταστραφεί να είναι σε βαθμό που να είναι αποδεκτός.

Ένα πολύ σημαντικό θέμα είναι αυτό της αποκατάστασης. Η ζημία που έχει
προκληθεί στο δάσος ή στη δασική έκταση κατά το στάδιο της έρευνας ή της
εκμετάλλευσης, πρέπει να αποκατασταθεί από την αρμόδια δασική αρχή. Η
επιχείρηση στην οποία ανήκει η εκμετάλλευση είναι υποχρεωμένη σε περιοδικά
χρονικά διαστήματα, να αποκαθιστά το τοπίο και την δασική βλάστηση μέσω
προγράμματος αναδασώσεως, το οποίο εγκρίνεται από την αρμόδια δασική αρχή. Εάν
η αποκατάσταση και η αναδάσωση είναι ιδιαιτέρως δυσχερής, η δασική αρχή
υποχρεώνει την επιχείρηση να αποκαταστήσει περιοχή εκτάσεως μέχρι και
πενταπλάσια από αυτή της πρώτης. Αν δεν πραγματοποιηθεί τίποτα από τα
παραπάνω, τότε η δασική αρχή επιβάλλει πρόστιμα στην επιχείρηση για την ζημία
του δασικού περιβάλλοντος.

Η παραχώρηση δημόσιων δασών και δασικών εκτάσεων για την διενέργεια των
παραπάνω εργασιών επιτρέπεται:

x Η χρήση των δασών και των δασικών εκτάσεων χωρίς αντάλλαγμα, εφόσον
πρόκειται για διενέργεια μεταλλευτικών εργασιών διά γεωτρήσεων και
διανοίξεως φρεάτων ή διανοίξεως οδών προσπελάσεως.
x Η χρήση των δασών και των δασικών εκτάσεων επ’ανταλλάγματι, εφόσον οι
παραχωρούμενες εκτάσεις πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την εκμετάλλευση
ορυκτών ή την δημιουργία πρόχειρων εγκαταστάσεων.
x Κατά κυριότητα και επ’ανταλλάγματι, εφόσον οι παραχωρούμενες εκτάσεις είναι
αναγκαίες για την ανέγερση μονίμων εγκαταστάσεων.88

Για τον καθορισμό του ανταλλάγματος απαιτείται σύμφωνη γνωμοδότηση των


αρμόδιων Συμβουλίων και Επιτροπών και η καταβολή των οικείων χρηματικών
ποσών ενεργείται προς το Κεντρικό Ταμείον Γεωργείας, Κτηνοτροφίας και Δασών. Η
παραχώρηση κατά κυριότητα ενεργείται έπειτα από απόφαση του Υπουργού
Γεωργίας μετά την γνώμη του Συμβουλίου Δασικής Πολιτικής και ισχύει για όσο
χρονικό διάστημα διαρκεί η εκμετάλλευση, ενώ απαγορεύεται η αλλαγή του σκοπού
της παραχώρησης.

88
Ν.998/79(Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.), Άρθρο 57 «Μεταλλευτικαί και λατομικαί εργασίαι»
§1,2,3,4,5

[178]
4.4.4. Εξορυκτικά Απόβλητα

Ένα πολύ σημαντικό θέμα για την Νομοθεσία του Περιβάλλοντος είναι τα
εξορυκτικά απόβλητα από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες και η διαχείρισή τους
από τις εταιρείες.

Ο Μεταλλευτικός Κώδικας89αναφέρει στο Άρθρο 68:

«1.Ο μεταλλειοκτήτης ή ο διάδοχος αυτού η ο εξ αυτών έλκων δικαιώματα


δικαιούται, άνευ αποζημιώσεως του ιδιοκτήτου του εδάφους, να χρησιμοποιή δια τας
ανάγκας εκμεταλλεύσεως του μεταλλείου του ή να διαθέτη ελευθέρως τα λατομικά
ορυκτά άτινα εξορύσσονται κατά την εκμετάλλευσιν των μεταλλευτικών τοιούτων
και τα εκ μηχανικής ή της χημικής επεξεργασίας των μεταλλευτικών ορυκτών
προερχόμενα τοιαύτα, ως και τα εμπεριεχόμενα εις τας εκ της καμινείας των
μεταλλευτικών ορυκτών προκύπτουσας σκωρίας».

Στη συνέχεια το ανωτέρω άρθρο (Άρθρο 68, §1) τροποποιήθηκε με το Άρθρο 3, παρ.
7 του Ν.1428/198490:

«[Τα αδρανή υλικά που εξορρύσσονται κατά την εκμετάλλευση των μεταλλευτικών
ορυκτών ανήκουν στο Δημόσιο και είναι δυνατό, με απόφαση του αρμόδιου
Νομάρχη, να διατίθενται για τις ανάγκες της Νομαρχίας ή των Ο.Τ.Α. ή να
εκχωρούνται σε αμιγείς δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις για εκμετάλλευση ή να
πωλούνται με πλειοδοτική δημοπρασία]. Κατ’εξαίρεση, για τις ανάγκες της
εκμετάλλευσης του μεταλλείου ή της αποκατάστασης του τοπίου, μπορεί ο
εκμεταλλευτής να χρησιμοποιήσει τις προς τούτο αναγκαίες ποσότητες».

Το δε εντός [ ] εδάφιο, τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του Άρθρου 49 του


Ν.1832/198991.

Το Άρθρο 3 του Νόμου 1428/198479 αντικαταστάθηκε από το Άρθρο 3 του Νόμου


2115/199392, παρ. 6, χωρίς ρητή αναφορά στη διάταξη του Μεταλλευτικού Κώδικα,
(αναφέρεται σε οποιαδήποτε κατηγορία ορυκτών και όχι μόνο μεταλλευτικών), και
πάλι ως προς τα αδρανή υλικά τα εξορυσσόμενα κατά την εκμετάλλευση των
μεταλλευτικών ορυκτών, έχει εφαρμογή η παράγραφος αυτή, η οποία έχει ως εξής:

«Τα αδρανή υλικά, που εξορύσσονται κατά την εκμετάλλευση οποιασδήποτε


κατηγορίας ορυκτών, διατίθεται ελεύθερα από τον εκμεταλλευτή, ο οποίος

89
Ν.Δ. 210/73 (ΦΕΚ 277/Α/5-10-73) “Περί Μεταλλευτικού Κώδικος”
90
Ν.1428/1984 (ΦΕΚ 43Α/84) «Εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών και άλλες διατάξεις»
91
Ν.1832/89 (ΦΕΚ Α'54) «Τροποποίηση και συμπλήρωση της νομοθεσίας για την τοπική
αυτοδιοίκηση, την αποκέντρωση και άλλες διατάξεις»
92
Ν.2115/93 (ΦΕΚ 15/Α/15-2-93) «Τροποποίηση, αντικατάσταση και συμπλήρωση διατάξεων του
Ν.1428/1984 “Εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών και άλλες διατάξεις”»

[179]
υποχρεούται στην καταβολή αναλογικού μισθώματος στον ιδιοκτήτη της εκτάσεως
του χώρου εκμετάλλευσης και για όσο χρόνο έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης. Το
ανωτέρω μίσθωμα ανέρχεται σε ποσοστό 10% στην τιμή πωλήσως επί δαπέδου των
ακατέργαστων υλικών ή 5% της τιμής πωλήσεως επί δαπέδου των επεξεργασμένων
υλικών».

Εκτενής αναφορά για τα στερεά απόβλητα, γίνεται στο Νόμο 1650/198693 στο Άρθρο
12 «Στερεά απόβλητα» όπου αναφέρονται τα εξής:

Στην παράγραφο 1: «Η διαχείριση των στερεών αποβλήτων γίνεται με τρόπο ώστε: α)


να μην δημιουργούνται κίνδυνοι για την υγεία και το περιβάλλον και ενοχλήσεις από
θόρυβο ή δυσοσμίες, β) να μην προκαλείται υποβάθμιση στο φυσικό περιβάλλον και
σε χώρους που παρουσιάζουν ιδιαίτερο οικολογικό, πολιτιστικό και αισθητικό
ενδιαφέρον, γ) να εξοικονομούνται πρώτες ύλες και να μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη
δυνατή επαναχρησιμοποίησή τους».

Στην παράγραφο 2: «Υπόχρεοι φορείς για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων


είναι οι ΟΤΑ που μπορούν όμως να μη δέχονται τη διαχείριση στερεών αποβλήτων
που λόγω της σύνθεσης, του είδους ή της ποιότητας και ποσότητάς τους δεν είναι
δυνατόν να διατεθούν μαζί με τα οικιακά. Στην περίπτωση αυτή υπόχρεοι για τη
διαχείριση των στερεών αποβλήτων είναι τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα από τις
δραστηριότητες των οποίων προέρχονται τα απόβλητα ή τρίτα πρόσωπα στα οποία
μπορούν ν’αναθέτουν την εκτέλεση των σχετικών εργασιών, μετά από άδεια που
χορηγείται και στις δύο περιπτώσεις από τον οικείο Νομάρχη....».

Στην παράγραφο 5: «Απαγορεύεται η ανεξέλεγκτη απόρριψη στερεών αποβλήτων


εντός ή εκτός αστικών περιοχών και σε οποιοδήποτε φυσικό αποδέκτη. Ο κάτοχος
στερεών αποβλήτων τα παραδίδει στον υπόχρεο διαχείρισης σύμφωνα με την
παράγραφο 2».

Ουσιαστικά, το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο χαρακτηριζόταν από κενά και ασάφειες.


Σημαντικές βελτιώσεις επήλθαν με την ΥΑ 39624/2209/Ε103/200994, με την οποία
καθορίστηκαν τα μέτρα, οι όροι και περιορισμοί για τη διαχείριση των αποβλήτων
της εξορυκτικής βιομηχανίας, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας
2006/21/ΕΚ της 15ης Μαρτίου 2006 «σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της
εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ» του
Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006».

93
Ν.1650/1986 (ΦΕΚ Α’160) «Για την προστασία του περιβάλλοντος»
94
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009 (Φ.Ε.Κ. 2076/Β’/25.9.2009), «Μέτρα, όροι και περιορισμοί για τη
διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας», σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της
οδηγίας 2006/21/ΕΚ της 15ης Μαρτίου 2006 «Σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της
εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ» του Συμβουλίου της 15 ης
Μαρτίου 2006».

[180]
Ως «εξορυκτικά απόβλητα», εννοούμε τα απόβλητα που προκύπτουν από την
αναζήτηση, την εξόρυξη, την επεξεργασία και την αποθήκευση ορυκτών πόρων και
από την εκμετάλλευση λατομείων.

Ως «εξορυκτικές βιομηχανίες», ορίζονται όλες οι εγκαταστάσεις και επιχειρήσεις που


ασχολούνται με την επιφανειακή ή υπόγεια εξόρυξη ορυκτών πόρων για εμπορικούς
σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης μέσω γεώτρηση ή της επεξεργασία του
εξορυχθέντος υλικού.

Ως «εγκαταστάσεις αποβλήτων», ορίζεται κάθε τόπος που επιλέγεται για τη


συσσώρευση ή την εναπόθεση εξορυκτικών αποβλήτων, υπό στερεά ή υγρά μορφή ή
υπό μορφή διαλύματος ή αιωρήματος για τις διάφορες χρονικές περιόδους.95

Η διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων πρέπει γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε:

x Να μην τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία,


x Να μην χρησιμοποιούνται μέθοδοι που μπορούν να βλάψουν το περιβάλλον, και
ειδικότερα τα ύδατα, τον αέρα, το έδαφος, την πανίδα και τη χλωρίδα,
x Να μην προκαλείται όχληση από θόρυβο ή οσμές ούτε να επηρεάζεται αρνητικά
το τοπίο και οι τοποθεσία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος.

Απαγορεύεται η εγκατάλειψη, εκφόρτωση ή ανεξέλεγκτη εναπόθεση εξορυκτικών


αποβλήτων. Ο φορεάς διαχείρισης υποχρεούται να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα:

x Για την κατά το δυνατόν πρόληψη ή μείωση παντός είδους δυσμενών επιπτώσεων
στο περιβάλλον και στην ανθρώπινη υγεία που προκύπτουν κατά τη διαχείριση
των εξορυκτικών αποβλήτων αλλά και μετά το κλείσιμο της εγκατάστασης
αποβλήτων και
x Για την πρόληψη σοβαρών ατυχημάτων που αφορούν την εγκατάσταση
αποβλήτων, και τον περιορισμό των συνεπειών τους για το περιβάλλον και την
ανθρώπινη υγεία.96

Ο φορέας διαχείρισης υποχρεούται να καταρτίζει σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων για


την μείωση στο ελάχιστο, την επεξεργασία, την αξιοποίηση και τη διάθεση των
εξορυκτικών αποβλήτων, λαμβάνοντας υπόχη την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης. Οι
στόχοι του είναι:

9 Η πρόληψη ή μείωση της παραγωγής αποβλήτων και των επιβλαβών της


επιπτώσεων λαμβάνοντας υπόψη:

95
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009, (Φ.Ε.Κ. 2076/Β’/25.9.2009) Άρθρο 3 «Ορισμοί»
96
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009 (Φ.Ε.Κ. 2076/Β’/25.9.2009), Άρθρο 4 «Γενικές Απαιτήσεις»

[181]
x Τη διαχείριση των αποβλήτων κατά το στάδιο σχεδιασμού και κατά την επιλογή
της μεθόδου εξόρυξης και επεξεργασίας του ορυκτού
x Τις μεταβολές που δύναται να υποστούν τα εξορυκτικά απόβλητα λόγω αύξησης
της έκτασης που καταλαμβάνουν και της έκθεσής τους στις συνθήκες επιφάνειας
x Την επαναφορά των εξορυκτικών αποβλήτων εντός της κοιλότητας εκσκαφής
μετά την εξόρυξη του ορυκτού (εφόσον είναι τεχνικά, οικονομικά εφικτό και
περιβαλλοντικά ορθό)
x Την επαναφορά του επιφανειακού χώματος στην αρχική του θέση μετά το
κλείσιμο των εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων ή, εφόσον αυτό δεν είναι
πρακτικώς εφικτό, την εκ νέου χρήση του επιφανειακού χώματος αλλού
x Την χρησιμοποποίηση λιγότερο επικίνδυνων ουσιών για την επεξεργασία των
ορυκτών πλούτων.

9 Η προαγωγή της αξιοποίησης των εξορυκτικών αποβλήτων μέσω της


ανακύκλωσης, της επαναχρησιμοποίησης ή της ανάκτησής τους, εφόσον αυτό
είναι περιβαλλοντικά ορθό σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις της
νομοθεσίας και τις απαιτήσεις της παρούσας απόφασης.
9 Η εξασφάλιση ασφαλούς βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης διάθεσης των
εξορυκτικών αποβλήτων, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη κατά το στάδιο του
σχεδιασμού μιας εγκατάστασης αποβλήτων τη διαχείριση κατά τη διάρκεια
λειτουργίας της καθώς και μετά το κλείσιμό της και επιλέγοντας τυ λύση που:

x Απαιτεί ελάχιστη και, εάν είναι δυνατόν, κανενός είδους παρακολούθησης,


έλεγχο και διαχείριση της εγκατάστασης αποβλήτων που έκλεισε.
x Αποτρέπει ή τουλάχιστον ελαχιστοποιεί οποιεσδήποτε μακροπρόθεσμες
αρνητικές επιπτώσεις που μπορούν, για παράδειγμα, να αποδοθούν στη διασπορά
αερομεταφερόμενων ή υδατικών ρύπων από την εγκατάσταση αποβλήτων και
x Εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη γεωτεχνική σταθερότητα οποιωνδήποτε
φραγμάτων ή σωρών που υψώνονται πάνω από την προϋπάρχουσα επιφάνεια του
εδάφους.97

Έτσι συντάσσεται από το φορεά διαχείρισης το σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων, το


οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία που περιγράφονται στο Άρθρο 6 της ίδιας ΥΑ. Ο
φορεάς διαχείρισης υποβάλλει στην αρμόδια αρχή, το σχέδιο διαχείρισης μαζί με την
ΜΠΕ ως αυτοτελές παράρτημα αυτής, για την ΑΕΠΟ. Ακολουθεί η διαδικασία
αξιολόγησης (εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία αξιολόγησης της ΜΠΕ) από την
αρμόδια υπηρεσία, η οποία ζητάει την γνωμοδότηση από συναρμόδιες υπηρεσίες
όπως τις νομαρχιακές, τις περιφερειακές, φορείς, τη Κεντρική ή Περιφερειακής
Υπηρεσίας Υδάτων κ.α. προκειμένου να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους επί του
περιεχομένου του.

97
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009, (Φ.Ε.Κ. 2076/Β’/25.9.2009) Άρθρο 5 «Στόχοι του σχεδίου
διαχείρισης»

[182]
Στη συνέχεια ο φορεάς διαχείρισης της εγκατάστασης αποβλήτων, υποβάλλει αίτηση
για τη λειτουργία της εγκατάστασης, στην αρμόδια αρχή. Για τη λειτουργία των
εγκαταστάσεων αποβλήτων εξορυκτικής δραστηριότητας απαιτείται ομοίως ΑΕΠΟ.
Η διαδικασία περιγράφεται αναλυτικά στο Άρθρο 11 της ίδιας ΥΑ. Σημαντικό επίσης
είναι το στάδιο κατά το οποίο ενημερώνεται και συμμετέχει το κοινό κατά την
διαδικασία έκδοσης της ΑΕΠΟ.98

Η διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα και θα πρέπει
να τηρούνται όλοι οι όροι που ορίζονται στην νομοθεσία για την προστασία του
περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας.

4.5. Χωροταξικές Ρυθμίσεις

4.5.1. Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και


Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας

Στο εγκεκριμένο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου


Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας99, όσον αφορά το δευτερογενή τομέα στο
Άρθρο 3, §Β.3. «Οικονομική Φυσιογνωμία-Τομείς Παραγωγής» στην §Β.3.2.
«Δευτερογενής Τομέας» αναγράφεται το εξής:

«Κύρια χαρακτηριστικά του είναι η δημιουργία μεγάλων βιομηχανικών και


εμπορικών ομίλων τόσο στο μεταποιητικό τομέα τον συνδεδεμένο με την εξορυκτική
δραστηριότητα όσο και σε κλάδους σημαντικής έντασης τεχνολογίας (είδη διατροφής,
μοντέρνα υφαντουργία, επεξεργασία αλουμινίου και μη σιδηρούχα μέταλλα). Η
ενσωμάτωση νέας υψηλής τεχνολογίας και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των
νέων δυναμικών κλάδων με αξιόλογες εξαγωγικές επιδόσεις, με αποτέλεσμα η
Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας να χαρακτηρίζεται σαν η περιφέρεια των μεγάλων
εταιρειών και ομίλων, αφού το 16% των εταιρειών αυτών (εβδομήντα εταιρείες)
λειτουργούν σε αυτές».

Στο Άρθρο 3Δ «Πρόταση Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και


Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας», στην §Δ2 «Αναπτυξιακό Πλαίσιο», όσον
αφορά το αναπτυξιακό σχέδιο:

«Με αιχμή την ισχυρή διασύνδεση του δευτερογενούς τομέα, εκσυγχρονισμένου


έντονα εξαγωγικού και συνδεδεμένου με τους ειδικούς πόρους (ορυκτά, διατροφικά
προϊόντα) και τη θέση της Περιφέρειας με τον τριτογενή τομέα, έντονα

98
ΥΑ 39624/2209/Ε103/2009, (Φ.Ε.Κ. 2076/Β’/25.9.2009)
99
Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας (ΦΕΚ 1469 Β/09.10.2003)

[183]
αναπτυσσόμενου και ενισχυόμενου με υποδομές έρευνας και ανώτατης εκπαίδευσης,
επιδιώκεται η ποσοτική και ποιοτική ανάπτυξη της Περιφέρειας».

Στο ίδιο άρθρο (Άρθρο 3), § Δ.3.3. για τις Περιοχές μεταλλευτικών και λατομικών
δραστηριοτήτων:

«Όσον αφορά τις Μεταλλευτικές Περιοχές, τα μεγάλα λατομεία πλην αδρανών και τις
βιομηχανικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας συναντώνται σε πολλές αναπτυξιακές
οικιστικές ενότητες της Περιφέρειας αλλά κυρίως στην Άμφισσα, Δίστομο-Αντίκυρα,
Λάρυμνα, Μαντούδι-Λίμνη, Κάρυστο, Αλιβέρι και Χαλκίδα.»

«Οι περιοχές αυτές διέπονται από το ίδιο καθεστώς αλλά για το ΠΠΧΣΑΑ αποτελούν
ζώνες όπου προτεραιότητα έχει η συγκεκριμένη δραστηριότητα σύμφωνα με το
συνολικό πρότυπο χωρικής ανάπτυξης της Περιφέρειας, λόγω της σημαντικής θέσης
τους στη παραγωγική διαδικασία. Η διαχείριση περιβαλλοντικών θεμάτων γίνεται
σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις κατευθύνσεις του παρόντος πλαισίου».

Στην παράγραφο Δ.3.4. «Διαχείριση φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος» του


ίδιου άρθρου (Άρθρο 3), όσον αφορά τις περιοχές Natura 2000:

«Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, καλύπτεται σε ποσοστό του 15,6% της έκτασης της
από περιοχές για ένταξη στο δίκτυο Natura 2000».

«Οι αρχές διαχείρισης χρήσεων γης στις περιπτώσεις όπου η προστασία μιας
περιοχής Natura 2000 και μιας συγκεκριμένης χρήσης γης πρέπει να συνυπάρχουν
μπορούν ναι είναι οι εξής:

x Εξέταση της δυνατότητας περιορισμού της χρήσης γης κατά το δυνατόν σε σχέση
με το σύνολο των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων που αυτό συνεπάγεται, και
όχι μόνο των επιτπώσεων στο φυσικό περιβάλλον,

x Καθορισμός ζωνών της περιοχής προστασίας, ώστε να ξεχωρίζουν οι ζώνες


απόλυτης προστασίας (πιο συγκεκριμένες), σε σχέση με αυτές όπου επιτρέπονται
συγκεκριμένες χρήσεις.

x Υιοθέτηση συγκεκριμένων τρόπων παραγωγικής διαδικασίας των αναγκαίων


χρήσεων γης (π.χ. εξόρυξη, βιομηχανία), ώστε να δημιουργούνται ελάχιστες
έως καθόλου αρνητικές επιπτώσεις».

Κατά συνέπεια, οι μεταλλευτικές αυτές περιοχές οι οποίες θεσπίστηκαν προ


δεκαετιών και βρίσκονται σε ισχύ είναι σε απόλυτη συμωνία με την κείμενη
νομοθεσία για τον Χωροταξικό Σχεδιασμό της Ευρύτερης Περιοχής αλλά και τη
νομοθεσία για την Προστασία του Περιβάλλοντος.

[184]
4.5.2. Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου
Ανάπτυξης

Στο εγκεκριμένο Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου


Ανάπτυξης100, στο Άρθρο 7 «Χωρική διάρθρωση, εξειδίκευση και
συμπληρωματικότητα των παραγωγικών τομέων», στη παράγραφο Β
«Βιομηχανία (εξόρυξη-μεταποίηση)» καθορίζονται οι βασικοί στόχοι-επιδιώξεις
για τον τομέα της βιομηχανίας, σύμφωνα με τους οποίους δίνονται οι ακόλουθες
κατευθύνσεις, οι οποίες εξειδικεύονται στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τη
Βιομηχανία:

«Διατήρηση της εξορυκτικής δραστηριότητας στις υφιστάμενες περιοχές


εκμετάλλευσης και διασφάλιση της δυνατότητας επέκτασης σε περιοχές, όπου
εντοπίζονται νέα κοιτάσματα ή νέα ορυκτά, με τήρηση των όρων προστασίας του
περιβάλλοντος και των προϋποθέσεων λειτουργίας των γειτονικών δραστηριοτήτων.
Πρόκεται, κυρίως, για ορυκτούς πόρους που καλύπτουν εγχώριες ανάγκες ή
απαυθύνονται σε διεθνείς αγορές, όπως: ο βωξίτης στη Φωκίδα ... Αρκαδίας και
νήσων όπως η Χίος και η Νάξος».

Συνεπώς, η εξορυκτική δραστηριότητα είναι συμβατή με τις καθορισμένες


χωροταξικές ρυθμίσεις και προτείνεται ως χωροταξική κατεύθυνση.

«Εξασφάλιση των θεμελιωδών προϋποθέσεων για τη λειτουργία των


εξορυκτικών δραστηριοτήτων και κυρίως της δυνατότητας χωροθέτησης
μονάδων πρωτογενούς επεξεργασίας ορυκτών πρώτων υλών και μονάδων
μεταποίησης για καθετοποίηση τηςπαραγωγής στους χώρους εξόρυξης,
όπως επίσης και της εξασφάλισης θαλάσσιων διεξόδων για διακίνηση των
προϊόντων, όταν αυτό επιβάλλεται για τεχνικοοικονομικούς λόγους ή για λόγους
ασφάλειας, λαμβάνοντας μέτρα προστασίας και αποκατάστασης τους
περιβάλλοντος».

«Διασφάλιση των χώρων της εξορυκτικής δραστηριότητας από ανταγωνιστικές


χρήσεις, με κριτήρια τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη σπανιότητα των προς
εκμετάλλευση πόρων, ειδικά στις παράκτιες ζώνες και στις περιοχές του δικτύου
ΦΥΣΗ 2000».

«Εξασφάλιση των προϋποθέσεων σταδιακής και οριστικής αποκατάστασης των


μεταλλείων και των λατομείων».

«Εξορθολογισμός της χωροθέτησης των βιομηχανικών μονάδων, αφ' ενός με


πρόσφορες ρυθμίσεις για την εγκατάσταση νέων μονάδων, αφετέρου με
100
Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης
ΚΥΑ υπ' αρ. 6876/4871/12.6.2008 (ΦΕΚ128Α/2008)

[185]
αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκαλούν οι ήδη υφιστάμενες
συγκεντρωμένες ή οι διάσπαρτες μονάδες».

Στο Άρθρο 6 «Χωρική διάρθωση των στρατηγικής σημασίας δικτύων υποδομών και
υπηρεσιών μεταφορών, ενέργειας και επικοινωνιών», καθορίζονται τα ακόλουθα:

Όσον αφορά τις Μεταφορές:

Άρθρο Α1. Γενικές κατευθύνσεις για τις μεταφορές:

«Βασικό κριτήριο για την υλοποίηση νέων ή τη διατήρηση υφιστάμενων υποδομών


μεταφορών συνιστά η συμβολή τους στο ισοζύγιο μεταξύ προστασίας του
περιβάλλοντος και ανάπτυξης».

Άρθρο Α2. Ειδικές κατευθύνσεις για τις μεταφορές:

Για τις εξειδικευμένες βιομηχανικές λιμενικές εγκαταστάσεις (ναυπηγεία,


διυλιστήρια, μεταλλεία κ.ά.) επιδιώκεται :

α. Σε ότι αφορά τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις: Διαρκής αναβάθμιση της ποιότητας


και της ασφάλειας των εγκαταστάσεων και επέκτασή τους στο αναγκαίο μέτρο, με
σκοπό τη βελτίωση της αποδοτικότητάς τους και την προστασία του περιβάλλοντος.

β. Σε ότι αφορά τις μελλοντικές εγκαταστάσεις: Δημιουργία νέων λιμενικών


εγκαταστάσεων για την εξυπηρέτηση βιομηχανικών-μεταλλευτικών εγκαταστάσεων
και άλλων συναφών χρήσεων στο αναγκαίο μέτρο, το οποίο επιβάλλεται είτε από τα
ιδιαίτερα τεχνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά των εξυπηρετούμενων μονάδων, είτε
από τη φύση των μεταφερόμενων φορτίων (όπως, επί παραδείγματι, ύπαρξη
επικίνδυνων ή πολύ μεγάλων φορτίων για τα οποία η θαλάσσια μετακίνηση κρίνεται
ασφαλέστερη, μονάδες που, για τεχνικοοικονομικούς λόγους, επιβάλλεται να έχουν
ίδιες λιμενικές εγκαταστάσεις κ.λπ.).

4.5.3. Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου


Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία

Στο εγκεκριμένο Ειδικό Πλαίσιο Χωροατξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης


για τη Βιομηχανία101, στο εισαγωγικό κείμενο, για τον κλάδο της εξόρυξης
επισημαίνονται τα εξής:

101
Ειδικό Πλαίσιο Χωροατξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία (υπ’αρ.
11508/18.2.2009, ΦΕΚ 151Α.Α.Π./2009)

[186]
«Ορισμένοι κλάδοι ή κατηγορίες βιομηχανικών δραστηριοτήτων έχουν έντονες,
αμφίδρομες ή μη, σχέσεις με ορισμένες άλλες δραστηριότητες τόσο στο εσωτερικό
του δευτερογενούς τομέα όσο και εκτός αυτού. Μια ομάδα τέτοιων δραστηριοτήτων
είναι αυτές που τροφοδοτούν τη βιομηχανία με τοπικά παραγόμενες ή άκαμπτα
χωροθετημένες πρώτες ύλες, και ειδικότερα δύο κυκλώματα: γεωργία↔κλάδοι
αγροτοβιομηχανίας, και εξόρυξη↔κλάδοι επεξεργασίας προϊόντων της εξόρυξης».
(Σημείο 17)

«Ορισμένοι κλάδοι ή κατηγορίες βιομηχανικών δραστηριοτήτων παρουσιάζουν έντονη


χωρική εξάρτηση από ειδικά χαρακτηριστικά της χωρικής οργάνωσης. Τέτοιες
περιπτώσεις αφορούν, ιδίως, την εξάρτηση από υποδομές μεταφορών (φορτία
μεγάλου όγκου/βάρους, εξαγωγικές δραστηριότητες), την εξάρτηση από τις υποδομές
μεταφοράς ενέργειας (ενεργοβόρες μονάδες, ή μονάδες που για περιβαλλοντικούς
λόγους ενδείκνυται να χρησιμοποιούν φυσικό αέριο) και την εξάρτηση από θαλάσσιο
μέτωπο». (Σημείο 18)

Ο σκοπός του Ειδικού Πλαισίου όπως ορίζεται στο Άρθρο 1 είναι:

«Σκοπός του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης


για τη Βιομηχανία είναι ο μετασχηματισμός της χωρικής διάρθρωσης του εθνικού
σημασίας τομέα της βιομηχανίας προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης, η
οποία περιλαμβάνει τρεις διαστάσεις: την προστασία του περιβάλλοντος, την
κοινωνική ισότητα και συνοχή και την οικονομική ευημερία».

Στο Άρθρο 2, περιγράφονται οι Στόχοι του Ειδικού Πλαισίου, και είναι μεταξύ
άλλων:

x Προσδιορισμός όρων και προϋποθέσεων διάσπαρτης χωροθέτησης της


βιομηχανίας. Ειδικότερα διαμόρφωση ειδικών όρων χωροθέτησης για
τους κλάδους ή κατηγορίες βιομηχανίας που παρουσιάζουν έντονες χωρικές
εξαρτήσεις από συγκεκριμένα στοιχεία της γενικότερης οργάνωσης του χώρου
(συμπεριλαμβανομένων των ορυκτών πρώτων υλών).

x Εξορθολογισμός των σχέσεων της βιομηχανίας με κλάδους ή δραστηριότητες,


με τις οποίες υπάρχει δυνητική σύγκρουση σε επίπεδο χρήσεων γης ή
ανταγωνισμός για την αξιοποίηση των ίδιων πόρων, με παράλληλη επιδίωξη
τη διατήρηση ενός βασικού βιομηχανικού ιστού σε όλες τις περιοχές.

x Απλούστευση διαδικασιών και ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου για τις


βιομηχανικές επενδύσεις.

x Αποφυγή ρυθμίσεων και δράσεων που δε λαμβάνουν υπόψη την εφικτότητα


υλοποίησης ή τις δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλα πεδία.

[187]
Στο Άρθρο 4 «Εθνικό πρότυπο χωροταξικής οργάνωσης της βιομηχανίας», στην
παράγραφο 3 «Ειδικές κατηγορίες χώρου με συγκεκριμένες προτεραιότητες για την
ανάπτυξη της βιομηχανίας», αναφέρονται τα εξής:

Λαμβάνονται υπόψη τις ευρείες ζώνες στις οποίες διαχωρίζεται η επικράτεια με


γεωμορφολογικά κριτήρια, δίνονται οι εξής κατευθύνσεις σε εθνικό επίπεδο:

α. Ορεινός όγκος: Στον ορεινό χώρο πρέπει να επιδιωχθεί η διατήρηση ενός ιστού
βιομηχανικών μονάδων, ιδιαίτερα αυτών που αξιολογούν τοπικούς πόρους, στο
πλαίσιο μιας πολιτικής πολυαπασχόλησης. Η προσπάθεια αυτή επιβάλλει ένα πιο
ευέλικτο σύστημα ρυθμίσεων για τις μονάδες, αλλά παράλληλα απαιτεί οριζόντια
μέτρα για την αποφυγή αλλοίωσης του τοπίου, συγκρούσεων με άλλες χρήσεις όπως
ο τουρισμός, αρνητικών επιπτώσεων στους παραδοσιακούς οικισμούς και επιβάρυνση
του περιβάλλοντος.

β. Παράκτιος χώρος: Στην κρίσιμη παραθαλάσσια ζώνη πρέπει να αποθαρρύνεται η


χωροθέτηση βιομηχανικών μονάδων, με εξαίρεση αυτές που έχουν ανάγκη
χωροθέτησης σε άμεση επαφή με θαλάσσιο μέτωπο. Η κατεύθυνση αυτή είναι
ιδιαίτερα έντονη σε ζώνες που χαρακτηρίζονται από το χωροταξικό σχεδιασμό ως
προτεραιότητας για τον τουρισμό ή τον παραθερισμό.

Στο Άρθρο 5 «Κατευθύνσεις κλαδικού και ειδικού χαρακτήρα για τη στρατηγική


χωρικής οργάνωση της βιομηχανίας» αξίζει να αναφερθούμε στην παράγραφο 2
«Κατηγορίες δραστηριοτήτων με χωρική εξάρτηση από πρώτες ύλες προερχόμενες
από εξόρυξη» όπου επισημαίνονται τα ακόλουθα:

α) Στις κατηγορίες αυτές εντάσσονται, σύμφωνα με σχετική γνωμοδότηση των


αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Ανάπτυξης:

x Εγκαταστάσεις πρωτογενούς επεξεργασίας ορυκτών πρώτων υλών στις περιοχές


εξόρυξής τους.
x Μονάδες μεταποίησης χωροθετημένες σε περιοχές εκμετάλλευσης ορυκτών
πρώτων υλών, τις οποίες οι μονάδες αυτές καθετοποιούν.
x Μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με εξάρτηση από ορυκτές πρώτες ύλες στις
περιοχές εξόρυξης τους.

β) Για την ίδρυση ή το μετασχηματισμό μονάδων που ανήκουν στις


δραστηριότητες αυτές, δίνονται οι ακόλουθες κατευθύνσεις:

x Σε χωροθετημένα μεταλλεία ή λατομεία επιτρέπονται μονάδες του παρόντος


άρθρου, εφόσον παρουσιάζουν εξάρτηση από πρώτες ύλες που παράγονται στον
αντίστοιχο χώρο.
x Σε περιοχές του δικτύου NATURA 2000, εκτός των οικοτόπων κοινοτικής

[188]
προτεραιότητας όπου απαγορεύεται η εγκατάσταση των ανωτέρω
βιομηχανικών μονάδων, είναι δυνατή η χωροθέτηση τους, σύμφωνα με τους
όρους και τις προϋποθέσεις που τίθεται από τα νομικά καθεστώτα προστασίας
τους.
x Ομοίως, είναι καταρχήν αποδεκτή η εγκατάσταση των βιομηχανικών μονάδων
της παρούσας παραγράφου σε δάση ή δασικές εκτάσεις, στο πλαίσιο των
διατάξεων της δασικής νομοθεσίας, όταν δεν είναι τεχνικοοικονομικά
πρόσφορη ή εφικτή η εγκατάσταση εκτός των περιοχών αυτών.

Στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου (Άρθρο 5), ορίζονται οι «Κατηγορίες


βιομηχανικών δραστηριοτήτων με ανάγκη χωροθέτησης σε άμεση επαφή με
θαλάσσιο μέτωπο», και αναφέρονται τα εξής:

α) Βιομηχανικές δραστηριότητες που εντάσσονται στην παρούσα περίπτωση


θεωρούνται όσες καλύπτουν ένα από τα εξής κριτήρια:

x Μονάδες (των ενεργειακών συμπεριλαμβανομένων) που για


τεχνικοοικονομικούς λόγους επιβάλλεται να έχουν ίδιες λιμενικές
εγκαταστάσεις.
x Μονάδες που επιβαρύνουν με πολύ μεγάλα φορτία τα χερσαία δίκτυα
μεταφορών ή συνδέονται με επικίνδυνα φορτία, για τα οποία η
θαλάσσια μετακίνηση κρίνεται ασφαλέστερη.
x Μονάδες που έχουν άμεση εξάρτηση από τη θάλασσα (αφαλάτωση, αλυκές
κ.λπ.).

Η υπαγωγή μιας μονάδας στην παρούσα παράγραφο γίνεται από το Υπουργείο


Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.

β) Για την ίδρυση ή το μετασχηματισμό υφιστάμενων μονάδων που υπάγονται στις


διατάξεις της παρούσας παραγράφου, καθώς και για την ίδρυση οργανωμένων
υποδοχέων που εξειδικεύονται σε μονάδες ανάλογου χαρακτήρα που λόγω της
κλίμακας τους δεν μπορούν να δημιουργήσουν αυτοτελείς λιμενικές
εγκαταστάσεις, δίδονται οι εξής κατευθύνσεις:

x Να είναι αποδεκτή υπό προϋποθέσεις, που σχετίζονται με την οργάνωση


του χώρου, η χωροθέτηση τους στην κρίσιμη παραθαλάσσια ζώνη.
x Να επεκταθούν και σε αυτές οι διατάξεις περί παραχώρησης αιγιαλού και
παραλίας που προβλέπει για τις Β.Ε.ΠΕ. ο Ν.2545/1997 άρθρο 14, πλην
αυτών που αναφέρονται στην αναγκαστική απαλλοτρίωση.
x Σε περιοχές του δικτύου ΦΥΣΗ (NATURAL 2000), εκτός των οικοτόπων
κοινοτικής προτεραιότητας όπου απαγορεύεται η εγκατάσταση των ανωτέρω
βιομηχανικών μονάδων, είναι δυνατή η χωροθέτησή τους, σύμφωνα με τους

[189]
όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται από τα νομικά καθεστώτα προστασίας
τους.

Στη παράγραφο 2 του Άρθρου, όσον αφορά στις εγκαταστάσεις, υπάγονται οι


εγκαταστάσεις επεξεργασίας των πρώτων υλών (μεταλλευτικά ορυκτά) που
προέρχονται από την εξόρυξη, ενώ στην παράγραφο 3 συμπεριλαμβάνονται (εκτός
από τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας) και οι εγκαταστάσεις φόρτωσης
μεταλλευμάτων (σκάλες φόρτωσης) σε πλοία, οι οποίες έχουν ανάγκη χωροθέτησης
σε άμεση επαφή με το θαλάσσιο μέτωπο, είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση
θαλάσσιων διεξόδων για τη διακίνηση των προϊόντων και είναι απαραίτητες για τη
βιωσιμότητα των μεταλλευτικών εταιρειών.

Στο κεφάλαιο Δ’ «Κατευθύνσεις για το καθεστώς χωροθέτησης και δόμησης της


Βιομηχανίας», στο Άρθρο 8 «Κριτήρια και συμβατότητα χωροθέτησης των
βιομηχανικών μονάδων και υποδοχέων που συνδέονται με τα χαρακτηριστικά της
περιοχής χωροθέτησης», στη παράγραφο 2 «Κατευθύνσεις που συνδέονται με ειδικά
θεσμικά καθεστώτα και κατηγορίες χώρου», αναφέρεται ότι:

«Σε περιοχές του δικτύου ΦΥΣΗ (NATURA 2000, περιλαμβανομένων των Ζωνών
Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της ορνιθοπανίδας της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ η
εγκατάστασή τους είναι δυνατή, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που
τίθενται από τα νομικά καθεστώτα προστασίας τους. Δεν επιτρέπεται η
εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων στους οικοτόπους προτεραιότητας, στις
περιοχές απολύτου προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης που
καθορίζονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 19 παρ. 1 και 2 και 21 του
Ν.1650/1986, καθώς επίσης και στους πυρήνες εθνικών δρυμών, στα διατηρητέα
μνημεία της φύσης, στα Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους με εξαίρεση τις
περιπτώσεις όπου το σύνολο της εδαφικής περιφέρειας ενός Ο.Τ.Α. ή ενός
νησιού χαρακτηρίζεται τοιουτοτρόπως και στα αισθητικά δάση που δεν
περιλαμβάνονται στην προηγούμενη περίπτωση».

«Στην κρίσιμη παραθαλάσσια ζώνη πρέπει να αποθαρρύνεται η χωροθέτηση


βιομηχανικών μονάδων, με εξαίρεση των προβλεπόμενων στο Άρθρο 5, παράγραφο
3».

Στο Παράρτημα Ι, στην παράγραφο 3.2., όπου καθορίζονται κατευθύνσεις για την
Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, τονίζονται τα βασικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά και
οι στόχοι. Εκεί αναγράφονται τα ακόλουθα:

«Για το νομό Φωκίδας αναφέρεται στις κλαδικές προτεραιότητες: «Δεν υπάρχει


σαφής φυσιογνωμία, πλην της ειδίκευσης στον κλάδο 27 (παραγωγή βασικών
μετάλλων) σε συνάρτηση της πολύ υψηλής παρουσίας στον κλάδο 13
(μεταλλούχα μεταλλεύματα) της εξόρυξης (βωξίτης). Το ειδικό αυτό

[190]
χαρακτηριστικό άκαμπτα χωροθετημένης πρώτης ύλης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη
στον υποκειμενικό σχεδιασμό».

4.6. Κατευθυντήριες Γραμμές από την Ευρωπαϊκή Ένωση

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρωτοβουλία


Verheugen), σχετικά με την «Πρωτοβουλία για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες-
Κάλυψη των Ουσιωδών Αναγκών μας για Ανάπτυξη και Απασχόληση στην
Ευρώπη» (4/11/2008), τονίζεται ότι: «Η σημασία των πρώτων υλών για τη βιώσιμη
λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών είναι ουσιαστική. Η διασφάλιση πρόσβασης
αξιόπιστης και χωρίς στρεβλώσεις στις πρώτες ύλες αποτελεί παράγοντα
αυξανόμενης σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και, επομένως, καίριας
σημασίας για την επιτυχία της εταιρικής σχέσης της Λισαβόνας για την ανάπτυξη
και την απασχόληση. Η σημαντική εξάρτηση της ΕΕ από ορισμένες πρώτες ύλες
δείχνει ότι είναι ακόμη πιo επιτακτική η ανάγκη για μετάβαση σε οικονομία με πιο
αποδοτική αξιοποίηση των πόρων και βιώσιμη ανάπτυξη».

Αναφέρεται επίσης ότι: «Για το βιώσιμο εφοδιασμό με πρώτες ύλες από την ΕΕ
πρέπει να βελτιωθούν οι γνώσεις σχετικά με τα κοιτάσματα ορυκτών που
βρίσκονται στην ΕΕ. Επιπλέον, η μακροπρόθεσμη πρόσβαση στα κοιτάσματα
αυτά πρέπει να ληφθεί υπόψη στο σχέδιο χρήσης γης». Η Επιτροπή αναφέρει ότι
η εφαρμογή της νομοθεσίας "Natura 2000" έχει ιδιαίτερη σημασία για την
εξορυκτική βιομηχανία και τονίζει ότι οι εξορυκτικές δραστηριότητες δεν
αποκλείονται κατά κανένα τρόπο από το νομικό πλαίσιο του "Natura 2000"».

Η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ στηρίζεται σε δύο θεμελιώδεις αρχές:


x την αρχή της προφύλαξης: όταν μία δραστηριότητα ή πολιτική εμπεριέχει
κίνδυνο για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία, λαμβάνονται έκτακτα μέτρα.
x την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει": αυτός που ρυπαίνει είναι υπεύθυνος για την
πρόληψη και την αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημίας.

Για την αντιμετώπιση των τεχνολογικών προκλήσεων σε σχέση με τη βιώσιμη


παραγωγή ορυκτών, η Επιτροπή θα προωθήσει ερευνητικά έργα με επίκεντρο
την εξόρυξη και την επεξεργασία πρώτων υλών στο 7° πρόγραμμα πλαίσιο
(FP7). Η ευρωπαϊκή τεχνολογική πλατφόρμα για τους βιώσιμους ορυκτούς
πόρους αφορά στις καινοτόμες τεχνολογίες εξόρυξης με σκοπό τον εντοπισμό
κοιτασμάτων σε μεγάλο βάθος στην ξηρά και τη θάλασσα (συμπεριλαμβανομένης
της εκμετάλλευσης στον πυθμένα της θάλασσας σε μεγάλο βάθος), και νέες
τεχνολογίες εξόρυξης προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα οικονομικά και
περιβαλλοντικά οφέλη.

[191]
Προτείνονται, εκτός των άλλων:

x Βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου που σχετίζεται με την πρόσβαση στο


έδαφος, μέσω της προώθησης των ανταλλαγών ορθών πρακτικών όσον αφορά
στα σχέδια χρήσης γης και των διοικητικών συνθηκών για την εξερεύνηση
και την εξόρυξη, καθώς και της ανάπτυξης κατευθυντήριων γραμμών που
προσδιορίζουν με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο οι εξορυκτικές
δραστηριότητες που πραγματοποιούνται εντός ή πλησίον περιοχών «Natura
2000» μπορούν να συμβιβαστούν με την προστασία του περιβάλλοντος.

x Προώθηση των δεξιοτήτων και της στοχοθετημένης έρευνας, σχετικά με τις


καινοτόμες τεχνολογίες εξερεύνησης και εξόρυξης, την ανακύκλωση, την
υποκατάσταση υλικών και την αποδοτική χρήση των πόρων.

Τα αναφερόμενα στη συγκεκριμένη ανακοίνωση Θα αποτελέσουν κατευθυντήρια


γραμμή για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συμπερασματικά, αναφέρεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια της


ανταγωνιστικότητας, της βιώσιμης παραγωγής καχ της αειφόρου ανάπτυξης,
προτείνει την προώθηση ερευνητικών έργων με επίκεντρο την εξόρυξη,
προκειμένου να βελτιωθούν οι γνώσεις σχετικά με τα κοιτάσματα στην Ε.Ε. Η
μηδενική ανάπτυξη, η μη απόκτηση νέων γνώσεων και ο αρνητισμός, δηλαδή η
μη πραγματοποίηση ερευνητικών εργασιών, θα συμβάλλουν στη μη βιώσιμη
λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών.

4.6.1. Οδηγία Περιβαλλοντικής Ευθύνης

Η οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21 ης


Απριλίου 2004, σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη
και την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, διαμορφώνει ένα πλαίσιο για την
περιβαλλοντική ευθύνη βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», με σκοπό την
πρόληψη και την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών. Αναφέρεται στις
ζημίες που προκαλούνται στα ζώα, στα φυτά, στους φυσικούς οικοτόπους, στους
υδάτινους πόρους καθώς και στο έδαφος.

Το καθεστώς ευθύνης εφαρμόζεται, αφενός, σε ορισμένες επαγγελματικές


δραστηριότητες οι οποίες απαριθμούνται ρητώς και αφετέρου, στις άλλες
επαγγελματικές δραστηριότητες οσάκις ο φορέας εκμετάλλευσης ενήργησε εκ
δόλου ή εξ αμελείας. Επιπλέον, εναπόκειται στις δημόσιες αρχές να μεριμνούν ώστε
οι υπεύθυνοι φορείς εκμετάλλευσης να λαμβάνουν ή να χρηματοδοτούν οι ίδιοι τα
αναγκαία μέτρα πρόληψης ή αποκατάστασης.

[192]
Πεδίο εφαρμογής και καθεστώς ευθύνης

Για τους σκοπούς της οδηγίας, οι περιβαλλοντικές ζημίες ορίζονται ως:

x Άμεσες ή έμμεσες ζημίες που προκαλούνται στο υδάτινο περιβάλλον που


καλύπτεται από την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της διαχείρισης των
υδάτων.
x Άμεσες ή έμμεσες ζημίες που προκαλούνται στα είδη και στα φυσικά
ενδιαιτήματα που προστατεύονται σε κοινοτικό επίπεδο από την οδηγία περί
«άγριων πτηνών» του 1979 και από την οδηγία περί «φυσικών ενδιαιτημάτων»
του 1992.
x Άμεση ή έμμεση μόλυνση του εδάφους η οποία δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο για
την ανθρώπινη υγεία.

Πρόληψη και αποκατάσταση ζημιών

Όταν εμφανίζεται μια άμεση απειλή περιβαλλοντικής ζημιάς, η αρμόδια αρχή η


οποία έχει διοριστεί από κάθε κράτος μέλος υποχρεώνει το φορέα εκμετάλλευσης
(δυνητικός ρυπαίνων) να λάβει τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα ή η ίδια αρχή
λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα και στη συνέχεια ανακτά τα έξοδα τα οποία
σχετίζονται με τα εν λόγω μέτρα.

Όταν επέρχεται η ζημία, η αρμόδια αρχή υποχρεώνει τον σχετικό φορέα


εκμετάλλευσης να λάβει τα κατάλληλα μέτρα αποκατάστασης ή λαμβάνει η ίδια τα
κατάλληλα μέτρα και ανακτά στη συνέχεια τα έξοδα. Εάν προκληθούν πολλαπλές
ζημιές, η αρμόδια αρχή δύναται να αποφασίσει τη σειρά προτεραιότητας κατά την
αποκατάσταση των διαφόρων ζημιών.

Η αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών λαμβάνει διαφορετική μορφή


ανάλογα με το χαρακτήρα της ζημίας:

x για τις ζημίες του εδάφους, ο οδηγία απαιτεί την απορρύπανση των μολυνθέντων
εδαφών ούτως ώστε να μην υπάρχει πλέον κανένας κίνδυνος αρνητικών
επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία
x για τις ζημίες που αφορούν ύδατα ή προστατευόμενα βιολογικά είδη και φυσικά
ενδιαιτήματα, η οδηγία αποσκοπεί στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος ως
είχε πριν από τις ζημίες. Προς τούτο, οι θιγέντες φυσικοί πόροι ή οι υπηρεσίες
που υπέστησαν υποβάθμιση επιβάλλεται να αποκατασταθούν ή να
αντικατασταθούν με άλλα φυσικά στοιχεία, απολύτως όμοια, αντίστοιχου
επιπέδου ή ισοδύναμα, είτε στον τόπο του συμβάντος είτε, εν ανάγκη, σε άλλη
τοποθεσία.

[193]
Λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με τη μέθοδο που πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη για την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών παρατίθενται στο
παράρτημα ΙΙ της οδηγίας.

Δαπάνες σχετικά με την πρόληψη και την αποκατάσταση

Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έθεσε σε εφαρμογή τα μέτρα πρόληψης ή


αποκατάστασης, η εν λόγω αρχή ανακτά τις δαπάνες στις οποίες υπεβλήθη από το
φορέα εκμετάλλευσης που είναι υπεύθυνος για τη ζημία ή για την άμεση απειλή
ζημίας. Η ως άνω αρχή ισχύει επίσης σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις
που διεξάγονται για να καθοριστεί το μέγεθος της ζημίας και τα μέτρα που πρέπει να
ληφθούν για την αποκατάστασή της. Η αρμόδια αρχή υποχρεούται να αρχίζει τις
διαδικασίες ανάκτησης εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του
μέτρου πρόληψης ή αποκατάστασης ή από την ημερομηνία κατά την οποία ο
υπεύθυνος φορέας εκμετάλλευσης ή τρίτοι έχουν χαρακτηρισθεί ως υπεύθυνοι. Εν
τοιαύτη περίπτωση χρησιμοποιείται η πλέον πρόσφατη των προαναφερόμενων
ημερομηνιών.

Εάν πολλοί φορείς εκμετάλλευσης είναι συνυπεύθυνοι για κάποια ζημία, οφείλουν να
επωμιστούν το κόστος της αποκατάστασης είτε αλληλέγγυα είτε σε αναλογική βάση.

Η οδηγία δεν υποχρεώνει τους φορείς εκμετάλλευσης να συστήσουν


χρηματοοικονομική εγγύηση, όπως για παράδειγμα ασφαλίσεις, για να
αντιμετωπίζεται ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους. Εντούτοις, τα κράτη μέλη έχουν
την υποχρέωση να ενθαρρύνουν τους φορείς εκμετάλλευσης να αξιοποιούν
ανάλογους μηχανισμούς και παράλληλα προωθούν την ανάπτυξη των ως άνω
υπηρεσιών.

4.7. Δικαιώματα παρέμβασης των πολιτών

Τα τελευταία χρόνια η επικοινωνία και η παγκοσμιοποιημένη τακτική της έχουν


οδηγήσει σε νέα δεδομένα, αναφορικά με τη διαφάνεια, την ενημέρωση και
συνειδητοποίηση του πολίτη. Δεν υπάρχουν πλέον «κλειστά κουτιά», που κρύβουν
πράγματα και που μπορούν να παραμείνουν κρυμμένα. Σε μια δημοκρατία, που
καθ' υπερβολή ονομάζουμε σήμερα συμμετοχική, όλα μπορούν και πρέπει να
είναι διαφανή. Πέρασαν ανεπιστρεπτί οι εποχές που οι πολίτες δέχονταν χωρίς
διαβούλευση και συμμετοχή τις όποιες επιλογές της πολιτείας και που η πολιτική
των αντισταθμιστικών οφελών και των οικονομικών ανταλλαγμάτων, ανεξαρτήτως
της προέλευσης τους, εξασφάλιζε άκοπα την συναίνεση των τοπικών κοινωνιών.

[194]
Πρόκειται για μια κατάκτηση του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου, η οποία
κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών σε ενημέρωση και συναπόφαση για θέματα
που σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος

Η σύμβαση αυτή υπογράφτηκε στο Άαρχους της Δανίας το 1998, τέθηκε σε ισχύ
το 2001 και κυρώθηκε στην Ελλάδα το Δεκέμβριο του 2005 με το Νόμο
3422/2005.102 Τυπικά, λοιπόν, κάθε Έλληνας πολίτης έχει το δικαίωμα
πρόσβασης στην πληροφορία, συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων και προσφυγής
στη δικαιοσύνη, για θέματα που αφορούν στο φυσικό περιβάλλον. Η σύμβαση
συντάχτηκε με την πίστη ότι η ενημέρωση και ενεργοποίηση των πολιτών μπορεί
να κατοχυρώσει ένα περιβαλλοντικά βιώσιμο μέλλον, σε μια εποχή όπου ο
πλανήτης μας φαίνεται ότι αγγίζει τα όρια του, εξαιτίας ανθρώπινων παρεμβάσεων.
Με τη σύμβαση αυτή ο πολίτης έχει το δικαίωμα να ζητάει πληροφορίες από τις
δημόσιες αρχές, οι οποίες έχουν την υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες
(σύμφωνα με το Άρθρο 4). Οι αρχές μάλιστα έχουν και την υποχρέωση να
διαχέουν τις πληροφορίες, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη αίτηση του
ενδιαφερομένου (Άρθρο 5). Εξίσου, σημαντικό θεωρείται το δικαίωμα του κοινού
για συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων για συγκεκριμένες δραστηριότητες, καθώς
και στην προετοιμασία περιβαλλοντικών σχεδίων, προγραμμάτων και πολιτικών.
Εννοείται ότι ο πολίτης έχει το δικαίωμα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη για
υποθέσεις σχετικές με το περιβάλλον, για πράξεις ή παραλείψεις δημοσίων
αρχών.

Με τη σύμβαση Άαρχους το δίκαιο του Περιβάλλοντος εγγυάται αυτό που απαιτεί


μια σύγχρονη δημοκρατία: διαφάνεια στη δράση των οργάνων των πολιτείας και
δυνατότητα των πολιτών για ενημέρωση και παρέμβαση στις διαδικασίες
διαμόρφωσης προγραμμάτων και για έλεγχο της νομιμότητας της δράσης των
δημοσίων αρχών.

102
Νόμος 3422/2005 «Κύρωση της Σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του
κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα» (ΦΕΚ
303Α 13-12-2005)

[195]
[196]
Πηγές 4ου Κεφαλαίου

[1] Εγχειρίδιο Μεταλλείων και Λατομείων, Κωδικοποίηση Μεταλλευτικής


Νομοθεσίας, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ), Αθήνα 1992

[2] Νομοθετικό Διάταγμα Αριθμ.210/73 (ΦΕΚ 227/Α/5-10-73) «Περί Μεταλλευτικού


Κώδικος»

[3] Νόμος 274/76 (ΦΕΚ 50/Α/6-3-76) «Περί τροποποιήσεως του Μεταλλευτικού


Κώδικος»

[4] «Κανονισμός Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών» (ΚΜΛΕ),


(ΦΕΚ 1227/τ.Β/14-6-2011)

[5] Νόμος 4014/2011 «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων,


ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και
άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 209/21.9.2011)

[6] Υπουργική Απόφαση 1958/13.01.2012 (ΦΕΚ 21/Β/13.01.2012)

[7] Νόμος 998/79 (Φ.Ε.Κ.289/29-12-1979/Τ.Α.) «Περί προστασίας των δασών και


των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας»

[8] Υπουργική Απόφαση 39624/2209/Ε103/2009 (ΦΕΚ 2076/Β’/25.9.2009) «Μέτρα,


όροι και περιορισμοί για τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής
βιομηχανίας», σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/21/ΕΚ της 15ης
Μαρτίου 2006 «Σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής
βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ» του Συμβουλίου της 15ης
Μαρτίου 2006

[9] Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης


Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (υπ’αριθμό 26298/1.7.2003 Απόφαση Υπουργού
ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ.-ΦΕΚ 1469Β/2003)

[10] Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης


(ΚΥΑ υπ' αρ. 6876/4871/12.6.2008-ΦΕΚ128Α/2008)

[11] Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη


Βιομηχανία (υπ’αρ. 11508/18.2.2009, ΦΕΚ151Α.Α.Π./2009)

[12] Οδηγία Περιβαλλοντικής Ευθύνης (2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου


και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004)

[13] Νόμος 3422/2005 «Κύρωση της Σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες,
τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη
για περιβαλλοντικά θέματα» (ΦΕΚ 303Α 13-12-2005)

[197]
[14] Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής&Ασφάλειας Της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.)
Δικτυακός Τόπος: http://www.elinyae.gr/el/index.jsp

[15] Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής(ΥΠΕΚΑ)


Δικτυακός Τόπος: http://www.ypeka.gr/

[16] Σύνταγμα της Ελλάδας


Δικτυακός Τόπος: el.wikisource.org/wiki/Σύνταγμα_της_Ελλάδας

[17] Αργύρης Κ., Γεωργιάννης Ζ., Μαργωμένος Θ., Σακελλάρης Ν., Σιαφάκας Χ.,
Φαρέας Κ., «Μεταλλευτικές Δραστηριότητες στην Περιοχή Ευθύνης του Τ.Ε.Ε./ΤΜ.
Ανατ. Στερεάς-Προβλήματα και Προοπτικές», Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας,
Τμήμα Ανατολικής Στερεάς, Λαμία, Ιανουάριος 2010

[198]
5. Προβλήματα της Μεταλλευτικής Δραστηριότητας στο Νομό
Φωκίδας

5.1. Απόβλητα Εξόρυξης και Βιομηχανίας Βωξίτη-Επιβάρυνση


Κορινθιακού Κόλπου

Για να παραχθεί ένας τόνος αλουμινίου, απαιτούνται τέσσερις με πέντε τόνοι βωξίτη.
Στον υπολογισμό δεν μπαίνουν τα στείρα υλικά που μπορεί να είναι σημαντικά σε
ποσότητα και που αποτίθενται επιφανειακά στην περιοχή της εξόρυξης, με ότι
συνεπάγεται για τα δάση και τις περιοχές που βρίσκονται κατάντη των αποθέσεων
(έκπλυση από τις βροχοπτώσεις και κατάληξη στους επιφανειακούς υδατικούς
αποδέκτες). Ενδεικτικά, αξίζει να αναφερθεί ότι για να παραχθεί ένα τόνος
αλουμινίου, τα στείρα υλικά ανέρχονται σε δέκα τόνους και η κόκκινη λάσπη σε τρεις
τόνους.

Από τα εκατομμύρια τόνους που εξορύσσονταν, μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 20-
25% απομακρύνοταν από την ευρύτερη περιοχή της εξόρυξης και του εργοστασίου
επεξεργασίας. Από το υπόλοιπο προϊόν της εξόρυξης, το οποίο με το επίπλυσμα είχε
όγκο μεγαλύτερο του αρχικού εξορυσσόμενου όγκου, ένα μέρος αποτίθονταν
επιφανειακά ενώ το περισσότερο κατέληγε στον πυθμένα του Κορινθιακού Κόλπου.
Ιδιαίτερη επιβάρυνση αποτελούσε η αποβολή των στερεών αποβλήτων του
εργοστασίου αλουμινίου (Α.τ.Ε.) που λειτουργεί στον Κόλπο των Αντικύρων (στην
οποία πωλείται το σύνολο της παραγωγής της εταιρείας «Δελφοί-Δίστομο» και μέρος
της παραγωγής των εταιρειών «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.» και «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά
Α.Ε.».[1] Το εργοστάσιο επεξεργάζεται τους βωξίτες της περιοχής Παρνασσού και
Γκιώνας και απέρριπτε στον Κορινθιακό τη γνωστή «ερυθρά ύλη» ή απλούστερα
«κόκκινη λάσπη», η οποία είναι το στερεό απόβλητο της επεξεργασίας του βωξίτη.
Στις εγκαταστάσεις της «Α.τ.Ε.», προκύπτουν 1,06 τόνοι ερυθράς ιλύος ανά τόνο
παραγόμενης αλουμίνας και η μέση ετήσια παραγωγή κόκκινης λάσπης ανέρχεται
σήμερα σε περίπου 800.000 τόνους. Δηλαδή αρκετές χιλιάδες τόνοι κόκκινης λάσπης
ελευθερώνονταν κάθε χρόνο στον Κορινθιακό, με αποτέλεσμα ο Κόλπος Αντικύρων
να αποτελεί ένα αρκετά βεβαρυμένο θαλάσσιο περιβάλλον.

Η έκχυση της κόκκινης λάσπης στον Κόλπο των Αντικύρων πραγματοποιούνταν με


υποθαλάσσιους μεταλλικούς αγωγούς μήκους δύο χιλιομέτρων (2km) οι οποίοι
εκβάλουν σε βάθος νερού περίπου εκατόν δέκα μέτρων (110m). Πριν από λίγους
μήνες, μετά από πολυετή δικαστικό αγώνα κατοίκων και φορέων της περιοχής η
εταιρία υποχρεώθηκε στην κατασκευή φίλτρων για το διαχωρισμό της σκόνης από το
νερό. Σταμάτησε λοιπόν η απόρριψη της λάσπης, τοποθέτησαν φίλτρα που
παρακρατούν την σκόνη, η οποία αποτίθεται στη στεριά, και ρίχνουν στην θάλασσα
μόνο το υγρό που περισσεύει. Η εταιρία υποστηρίζει ότι το υγρό αυτό είναι νερό
χωρίς ουσίες επιβαρυντικές για το περιβάλλον, ωστόσο κάτοικοι και φορείς της

[199]
περιοχής έχουν προβεί σε ενέργειες για την διεξοδική ανάλυση για πιθανούς ρυπαντές
που δεν συγκρατούν τα φίλτρα.

Οι έρευνες που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Ωκεανογραφίας του Πανεπιστημίου


Πατρών, στα μέσα της δεκαετίας του ’90 (1994-95) έδειξαν ότι πλέον η κόκκινη
λάσπη έχει καλύψει ένα πολύ μεγάλο μέρος του κόλπου των Αντικύρων.
Συγκεκριμένα:

i. Στον Κόλπο των Αντικύρων, δίπλα στους υποθαλάσσιους αγωγούς που


απέρριπταν την κόκκινη λάσπη, έχουν δημιουργηθεί δύο λόφοι κόκκινης
λάσπης ύψους εικοσιπέντε μέτρων (25m), έναντι δεκαεπτά μέτρων (17m) στα
τέλη της δεκαετίας του ’80.

ii. Στον πυθμένα του Κόλπου των Αντικύρων η κόκκινη λάσπη καλύπτει τα
δεκαέξι τετραγωνικά χιλιόμετρα (16km2), ενώ στο πυθμένα της κεντρικής
λεκάνης του Κορινθιακού Κόλπου καλύπτει επιφάνεια διακόσια εβδομήντα
επτά τετραγωνικά χιλιόμετρα (277km2). Δηλαδή στα μέσα της δεκαετίας του
’90 η κόκκινη λάσπη κάλυπτε περίπου τριακόσια τετραγωνικά χιλιόμετρα
(300km2) στον θαλάσσιο πυθμένα του Κορινθιακού Κόλπου, έναντι
εβδομήντα πέντε τετραγωνικά χιλιόμετρων (75km2) στα τέλη της δεκαετίας.

Εικόνα 5.1. Δείγματα Ιζημάτων ερυθράς ιλύος και καφέ-κόκκινης ιλύος στον
Κορινθιακό Κόλπο
(Πηγή: Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας
Τμήματος Γεωλογίας Πανεπιστημίου Αθηνών)

[200]
Η πρακτική της υποθαλάσσιας απόθεσης των αποβλήτων είναι απαγορευμένη από
διεθνείς συμβάσεις που έχει υπογράψει η Ελλάδα, αλλά επιτρέποταν «χαριστικά» εδώ
και χρόνια, τόσο στην Α.τ.Ε. όσο και στη ΛΑΡΚΟ. Με την εφαρμογή του Νόμου στις
εγκαταστάσεις αλουμινίου και την διακοπή ρίψης της στη θάλασσα, έχει
δημιουργηθεί ήδη μεγάλο πρόβλημα στην εταιρία σχετικά με την διαχείρισή της.
Χαρακτηριστική είναι η μη προετοιμασία της επιχείρησης για το που θα διατεθεί η
κόκκινη σκόνη (πιά) παρά το ότι η πολυετής διαδικασία που οδήγησε στην
απαγόρευση απόρριψής της (σε μορφή λάσπης) στη θάλασσα διήρκησε πολλά έτη με
γνωστούς τους Νόμους που διέπουν την δραστηριότητα. Η επιβολή δε των Νόμων
δεν προήλθαν από την λειτουργία των Αρμόδιων Υπηρεσιών αλλά από επίμονες
δικαστικές προσφυγές πολιτών με ίδια μέσα.

Σύμφωνα με τον κ. Κατσαρό, ο Κορινθιακός κόλπος παρά ότι είναι αρκετά ευρύς και
ιδιαίτερα βαθύς, ως κλειστό σύστημα επηρεάζεται από τις εκροές από τη χέρσο. Η
πλούσια θαλάσσια χλωρίδα του Κορινθιακού και οι ιδιαιτερότητές του οδήγησαν
στην εκπόνηση λεπτομερών μελετών της επίδρασης των βαρέων μετάλλων στην δομή
και στην ανάπτυξη των μακροφυκών και των θαλάσσιων φανερογάμων. Στις μελέτες
αυτές εντοπίστηκαν πολύ ψηλές τιμές σιδήρου (Fe), καδμίου (Cu), ασβεστίου (Ca) σε
σχέση με άλλες περιοχές. Τα μέταλλα αυτά αποτελούν συστατικά των βωξιτών και
των αποβλήτων του εργοστασίου. Οι συγκεντρώσεις ψευδάργυρου (Zn) βρέθηκαν σε
φυσιολογικά επίπεδα καθώς δεν αποτελούν παραπροϊόν των εργασιών του
εργοστασίου. Οι συγκεντρώσεις μολύβδου (Pb) και καδμίου (Cb) μετρήθηκαν υψηλές
σε σχέση με γειτονικές περιοχές. Τα περισσότερα από τα βαρέα μέταλλα είναι
βλαβερά και επικίνδυνα γιατί έχουν την τάση να συσσωρεύονται στους οργανισμούς
και να επιδρούν τοξικά στα ζώα, τα φυτά και τους ανθρώπους. Τέτοια
χαρακτηριστικά έχουν για παράδειγμα ο υδράργυρος, ο μόλυβδος και το κάδμιο.
Ατυχώς, δεν υπάρχουν νεώτερα στοιχεία για την κατάσταση που επικρατεί τώρα στη
χλωρίδα του Κορινθιακού. Η συνεχής επιβάρυνση του κόλπου επηρεάζει την
ισορροπία του οικοσυστήματος και μακροπρόθεσμα τη χλωρίδα, ιδιαίτερα των
περιοχών που βρίσκονται κοντά στις εκροές της κόκκινης λάσπης.[4]

Η κόκκινη λάσπη (red mud) προκύπτει ως στερεό απόβλητο κατά τη διαδικασία


παραγωγής αλουμίνας/αλουμινίου από βωξίτη. Χαρακτηρίζεται από υψηλές
συγκεντρώσεις τριοξειδίου του σιδήρου (FeO3), διοξειδίου του τιτανίου (TiO2),
τριοξειδίου του χρωμίου (CrO3), Νικελίου (Ni), κοβαλτίου (Co) και μολύβδου (Pb),
σε αντίθεση με τα φυσικά ιζήματα του κόλπου των Αντικύρων και της κεντρικής
λεκάνης του Κορινθιακού, τα οποία παρουσιάζουν αξιοσημείωτα χαμηλότερες
συγκεντρώσεις των παραπάνω μετάλλων. Αν και η κόκκινη λάσπη χαρακτηρίζεται
από υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων ωστόσο, η επίδραση της κόκκινης
λάσπης στους θαλάσσιους οργανισμούς και κατ’ επέκταση στη δημόσια υγεία, μέσα
από τη χρόνια κατανάλωση αλιευμάτων από την περιοχή, δεν έχει μελετηθεί
συστηματικά.

[201]
Πρόσφατες διατμηματικές έρευνες του Πανεπιστημίου Πατρών έδειξαν επίσης ότι η
κόκκινη λάσπη που απορρίπτονταν στον Κορινθιακό Κόλπο είναι εμπλουτισμένη με
τα φυσικά ραδιενεργά στοιχεία Ουράνιο (238U), Ράδιο (226Ra) και Θόριο (232Th)
(ενδεικτικές τιμές των ερευνών παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα).
Συγκεκριμένα, οι συγκεντρώσεις των φυσικών ραδιενεργών στοιχείων στην κόκκινη
λάσπη κοντά στα στόμια των υποθαλάσσιων αγωγών είναι οι υψηλότερες που έχουν
εντοπιστεί ποτέ σε θαλάσσια ιζήματα τόσο του Αιγαίου όσο και του Ιονίου πελάγους.
Οι υψηλές τιμές του Ουρανίου και του Ραδίου είναι δεκαέξι φορές και επτά φορές
αντίστοιχα υψηλότερες από τις μέσες παγκόσμιες που προτείνει ο UNSCEAR103.

Σύμφωνα με την κα. Ξυλοτύρη, τα βαρέα μέταλλα υποσυσσωρεύονται στους


θαλάσσιους οργανισμούς-δηλαδή κάθε ποσότητα που λαμβάνει ένας οργανισμός
προστίθεται στις προηγούμενες και δεν διαλύεται-αλλά και σε αυτούς που στη
συνέχεια καταναλώνουν τα αλιεύματα στην περιοχή.[5]

Ωστόσο δεν είναι μόνο οι υψηλές συγκεντρώσεις των βαρέων μετάλλων που
επηρεάζουν την ισορροπία του οικοσυστήματος του Κορινθιακού Κόλπου. Μεγάλες
ποσότητες ανόργανων θρεπτικών (κυρίως νιτρικών, αμμωνιακών και φωσφορικών
αλάτων) εισέρχονται στον Κορινθιακό και γενικότερα στη θάλασσα από
ανθρωπογενείς επιδράσεις. Βιομηχανικά, αγροτικά και αστικά λύματα, καθώς και
απόβλητα βιολογικών καθαρισμών, ελευθερώνονται στη θάλασσα, με εμφανή τα
αποτελέσματά τους στα υδάτινα οικοσυστήματα. Στο Νομό Φωκίδας υπάρχουν
βόθροι, οι οποίοι ιδιαίτερα στα παλιά σπίτια δεν είναι στεγανοί. Επιπλέον,τα
απορρίματα απορρίπτονται σε χωματερές χωρίς καμία ειδική διαχείριση-
ανακύκλωση. Το νερό της βροχής ξεπλένει τις χωματερές και μεταφέρει στη θάλασσα
ρυπογόνες ουσίες. Με τον ίδιο τρόπο μεταφέρονται και υπολείμματα λιπασμάτων και
γεωργικών φαρμάκων, που στις συμβατικές καλλιέργειες ρίπτονται χωρίς φειδώ στη
γη. Η πλειονότητα των αποβλήτων που επιβαρύνουν τα θαλάσσια περιβάλλοντα είναι
αγροτικά, δηλαδή ουσίες πλούσιες σε ανόργανα στοιχεία όπως άζωτο,φώσφορος
κ.λπ., τα οποία αποτελούν παράγοντες μόλυνσης. Ο εμπλουτισμός ενός κλειστού
υδάτινου οικοσυστήματος (όπως ένας κόλπος) με τέτοια θρεπτικά στοιχεία προκαλεί
το φαινόμενο του ευτροφισμού, το οποίο με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα την
υπερβολική ανάπτυξη κάποιων οργανισμών (που ευνοούνται από αυτές τις συνθήκες)
εις βάρος άλλων οργανισμών. Αν η παροχή θρεπτικών από τη χέρσο συνεχισθεί για
πολύ, το υδάτινο οικοσύστημα υποβαθμίζεται συνεχώς και το τελικό αποτέλεσμα
είναι οι νεκρές ζώνες. Ακόμα όμως και αν δεν γίνει κάτι τέτοιο, οποιαδήποτε
διατάραξη έχει αρνητικά αποτελέσματα στην «υγεία» του οικοσυστήματος. Οι
πολυάριθμες «τσούχτρες» που ορισμένες φορές εμφανίζονται στον Κορινθιακό είναι
αποτέλεσμα μιας τέτοιας διατάραξης της ισορροπίας.[1]

103
UNSCEAR:UΝΙΤΕD NATIONS COMMITTEE ΟΝ ΤΗΕ EFFECTS OF ATOMIC RADIATION
(Επιτροπή Των Ηνωμένων Εθνών για τις Επιπτώσεις της Ατομικής Ακτινοβολίας)

[202]
Κύρια Μάζα Ερυθράς Ερυθρά Ιλύς Στην
Ιλύος Στα Στόμια Των Κεντρική Λεκάνη Του
Αγωγών Κορινθιακού Κόλπου
(Κόλπος Αντικύρων)
(Bq kg-1) Μέγιστη Ελάχιστη Μέγιστη Ελάχιστη
Τιμή Τιμή Τιμή Τιμή
238
U 399.8±28.1 250.4±399.8 112.7±16.7 67.6±12.4 Αποθέσεις
226
Ra 185.2±9.2 167.6±2.3 65.6±1.0 49.3±3.1 Ερυθράς
232
Th 412.0±5.0 399.4±1.1 112.8±2.2 82.7±1.5 Ιλύος
238
U 25 Μέση
226
Ra 25 Παγκόσμια
232
Th - Τιμή
(UNESCEAR)
Πίνακας 5.1. Τιμές ραδιενεργών στοιχείων που εντοπίστηκαν στον
Κορινθιακό Κόλπο

5.2. Η περίπτωση "Λαρνάκι" στην Ιτέα

Το Λαρνάκι είναι μια περιοχή της Φωκίδας, στο Δήμο Δελφών, δίπλα στην πόλη της
Ιτέας όπου βρίσκονται βιομηχανικές εγκαταστάσεις της εταιρείας «S&B Βιομηχανικά
Ορυκτά Α.Ε.». Η περιοχή αυτή βρίσκεται εντός του προστατευόμενου Δελφικού
Τοπίου (περίπου 7,2 χλμ σε ευθεία από τους Δελφούς) και σε προέκταση της δυτικής
πλευράς της πόλης της Ιτέας (κατοικημένη περιοχή) στην οποία βρίσκεται και το
Λιμάνι των Δελφών και της ευρύτερης περιοχής. Η περιοχή αυτή ανήκει επίσης στο
δίκτυο Νatura 2000 (στις περιοχές SPA) και έχει χαρακτηριστεί και από την
UNESCO ως «Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (το Δελφικό
Τοπίο).

Λαρνάκι

Ιτέα

Εικόνα 5.2. Τοποθεσία Λαρνάκι Φωκίδας


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[203]
Οι εγκαταστάσεις της εταιρείας περιλαμβάνουν εγκαταστάσεις θραύσης-κοσκίνησης
και εμπλουτισμού του βωξίτη, συνεργείο και αποθήκες υλικών, ζυγιστήριο, παλαιό
σπαστήρα-κόσκινο και αποβάθρα φόρτωσης πλοίων.

(α)

(β)
Εικόνα 5.3. Εγκαταστάσεις εταιρείας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.»
στη περιοχή Λαρνάκι
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[204]
Δίπλα στις εγκαταστάσεις βωξίτη υπάρχουν περιοχές με αρχαιολογικά ευρήματα.
Στην περιοχή Καμιώτισσα υπάρχουν τρία σημεία με κτιριακά αρχαιολογικά
ευρήματα (ΑΑ, Πύργος, Ακρόπολη, κίτρινα βελάκια). Αναφορά στα ευρήματα αυτά
υπάρχει και στο σύγγραμμα «Η μνημειακή τοπογραφία της Δυτικής Λοκρίδας μετά
τις νεώτερες ανακαλύψεις» του κου Ραφτόπουλου. Κοντά στην περιοχή Λαρνάκι
υπάρχουν ευρήματα στην περιοχή Γλας και στον Λόφο των Αγ. Αναργύρων (κόκκινα
βελάκια), όπως μπορεί κανείς να παρατηρήσει στην παραπάνω εικόνα (Εικόνα 5.2.).

Η ευρύτερη περιοχή των Δελφών χαρακτηρίστηκε ως προστατευτέα σύμφωνα με


απόφαση που δημοσίευτηκε στο ΦΕΚ 551/Β/1981. Η απόφαση αυτή ανέθετε μεταξύ
των άλλων στον Υπουργό Πολιτισμού και Επιστημών την εισήγηση και λήψη κάθε
αναγκαίου μέτρου για τη διαφύλαξη του φυσικού τόπου και τη διατήρηση του
παραδοσιακού χαρακτήρα της περιοχής. Στις 27-7-1985 εκδόθηκε Προεδρικό
Διάταγμα που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 417/Δ/3-9-1985 με το οποίο καθορίστηκε η
Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.) και έγινε ο καθορισμός του κατώτατου ορίου
κατάτμησης και λοιπών όρων και περιορισμών δόμησης στην, εκτός σχεδίου και
εκτός ορίων οικισμών προϋφισταμένων του 1923, ευρύτερη περιοχή Δελφών Νομού
Φωκίδας και Νομού Βοιωτίας.

Εικόνα 5.4. Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου Στο Νομό Φωκίδας


(Πηγή: Προεδρικό Διάταγμα 27-7-1985)

Σύμφωνα με την απόφαση του 1985, (από την Εικόνα 5.4.) ένα μέρος της περιοχής
Λαρνακίου ανήκει στην κατηγορία 2 και ένα μέρος στην κατηγορία 4. Στην πρώτη
περίπτωση, όπου υπάρχουν βιομηχανικές εγκαταστάσεις της εταιρείας, σύμφωνα με
το Άρθρο 2 του Προεδρικού Διατάγματος, στη παράγραφο Β (περιοχές με αριθμό 2,

[205]
ορεινοί όγκοι και εκτάσεις εκτός ελαιώνα) επιτρέπεται μόνο η ανέγερση αγροτικών
κατοικιών και αποθηκών. Κατ’εξαίρεση επιτρέπεται η εγκατάσταση μικρών
κτηνοτροφικών μονάδων σε λιθόκτιστα κτίσματα κατά τον παραδοσιακό τρόπο.
Πουθενά δεν αναφέρεται ότι επιτρέπεται η εγκατάσταση βιομηχανικών
εγκαταστάσεων. Στην δεύτερη περίπτωση (κατηγορία 4), σύμφωνα με το Άρθρο 2,
στη παράγραφο Δ1 (περιοχές με αριθμό 4) επιτρέπεται η ανέγερση χαμηλής όχλησης
βιοτεχνικών και βιομηχανιών εγκαταστάσεων καθώς και ελαιοτριβίων. Επιτρέπεται
μόνο ένας όροφος με μέγιστο ύψος 7,5 μέτρα συμπεριλαμβανομένου του ύψους της
στέγης, η κατασκευή της οποίας είναι υποχρεωτική. Βέβαια, όπως φαίνεται στην
παρακάτω εικόνα (Εικόνα 5.5.), το ύψος του κτιρίου ξεπερνάει τα 15 μέτρα.

Εικόνα 5.5. Εγκαταστάσεις εταιρείας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.» στη περιοχή
Λαρνάκι
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

Σύμφωνα με απόσπασμα τοπογραφικού της εταιρίας στην οποία ανήκουν οι


εγκαταστάσεις αυτές, στους όρους δόμησης πρό του Δελφικού Τοπίου προβλεπόταν
μέγιστο ύψος 11 μέτρα.

Εικόνα 5.6. Απόσπασμα τοπογραφικού με όρους δόμησης στο Λαρνάκι πρό


Δελφικού Τοπίου
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[206]
Στην περιοχή 4Α, όπου ανήκει η περιοχή της Καμιώτισσας, επιτρεπόταν μόνο η
ανέγερση αποθηκών και λοιπών εγκαταστάσεων για εξυπηρέτηση θαλάσσιων
μεταφορών με τους αντίστοιχους περιορισμούς για τα εμβαδά τους, το μέγιστο
αριθμό ορόφων και το ύψος τους.

Στη συνέχεια, στην Υπουργική Απόφαση104 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ259/Β/25-4-


1991 "Για λόγους προστασίας του σημαντικού αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και
των μεμονωμένων αρχαιολογικών θέσεων που περιλαμβάνονται στο ευρύτερο
Δελφικό Τοπίο" καθορίζονται οι Ζώνες Δόμησης και οι περιοχές που
προστατεύονται. Με αυτήν την Υπουργική Απόφαση, καταργείται η περιοχή 4Α και η
θέση «Καμιώτισσα», εντάσσεται πλέον μέσα στα όρια της Ζώνης Β’ προστασίας
του κηρυγμένου Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών. Για αυτή τη περιοχή ισχύουν οι
όροι για την περιοχή 2 του Π.Δ. 27-7-1985 (ΦΕΚ 417/Δ/3-9-1985) που
προαναφέρθηκαν. Eπίσης αναφέρεται ο αρχαιολογικός χώρος στο ύψωμα «Γλας
Ιτέας» (μυκηναϊκή πόλη και λαξευτοί τάφοι), δυτικά του οικισμού Ιτέας που
εντάσσεται μέσα στα όρια της Ζώνης Α’, όπου είναι ζώνη αδόμητη και απολύτου
προστασίας.

Εικόνα 5.7. Ζώνες Προστασίας Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών


(Πηγή: Ιστοσελίδα www.geodata.gr)

104
ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ10/13624/725/27-3-1991

[207]
Η απόφαση του 1991 πάρθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την ακύρωση της απόφασης
του 1985 από το ΣτΕ. Παρόλα αυτά και δεδομένου ότι δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα
απόφαση αναστολής της ισχύος της απόφασης του 1985, ότι κατασκευαζόταν
τουλάχιστον από το 1985 και μετά στην περιοχή του Δελφικού Τοπίου και στις
εγκαταστάσεις βωξίτη έπρεπε υποχρεωτικά πριν την έκδοση των σχετικών αδειών να
έχει πάρει σχετική έγκριση από το Υπουργείο Πολιτισμού μέσω γνωμοδότησης από
το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.

Εάν δε δεν προκύπτει από την απόφαση του ΣτΕ κάτι διαφορετικό για την περίοδο
1985-1991, όλες οι κατασκευές μετά το 1985 ως σήμερα χωρίς σχετική έγκριση από
το Υπουργείο Πολιτισμού είναι αυθαίρετες και όποιες σχετικές άδειες έχουν εκδοθεί
είναι άκυρες.

Στην Εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 5.8.) από έγγραφο της εταιρίας «S&B
Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.», υπάρχουν τέσσερις κατασκευές από το 1985 (έκδοση
Π.Δ. με χρήσεις και όρους δόμησης εντός ζώνης Β) και μέχρι το 1987 όπου σε καμία
δεν υπάρχει γνωμοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού όπως θα έπρεπε.

Εικόνα 5.8. Αδειοδότηση Κατασκευών στην περιοχή του Λαρνακίου


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

Επίσης σε απόσπασμα από τοπογραφικό της εταιρίας «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά


Α.Ε.» αναφέρονται περισσότερες αδειοδοτήσεις κατασκευών, μεταξύ 1985 και 1989
και μία του 2000, όλες χωρίς σχετική έγκριση από το Υπουργείου Πολιτισμού (λόγω
Δελφικού Τοπίου).

[208]
Εικόνα 5.9. Αδειοδότηση Κατασκευών στην περιοχή του Λαρνακίου
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις περιοχές αυτές και
όπως φαίνεται στην παρακάτω Εικόνα (Εικόνα 5.10. από έτη 2010, 2011), οι εργασίες
απόθεσης βωξίτη έχουν επεκταθεί και στον διπλανό κολπίσκο της Καμιώτισσας
παρότι απαγορεύεται σύμφωνα με τους όρους του Δελφικού Τοπίου.

[209]
(α)

(β)

Εικόνα 5.10. Υπάρχουσα κατάσταση


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

Για να υλοποιηθούν τα παραπάνω και να κατασκευαστούν οι εγκαταστάσεις


καταπατήθηκε ο παραλιακός δρόμος Ιτεάς-Γαλαξιδίου και εκτελέστηκε μπάζωμα το
1972, επί δικτατορίας, για το οποίο είχαν παρθεί εγκρίσεις από μόνο δύο
συναρμόδιους φορείς αλλά τελική άδεια δεν δόθηκε ποτέ. Το μπάζωμα μπορεί κανείς
να διακρίνει στην εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 5.11.). Η παραχώρηση των θέσεων
προς εκμετάλλευση γίνεται από το Λιμενικό Ταμείο, το οποίο όμως περιγράφει το
Λαρνάκι ως «ζώνη λιμένα», αποφεύγοντας έτσι να αναγνωρίσει ότι πρόκειται για
«μπαζωμένο κόλπο». Φορείς Πολιτών έχουν καταγγείλει (τουλάχιστον από το 2009
μέχρι σήμερα) σε όλους του αρμόδιους εποπτικούς, ελεγκτικούς κ.λ.π. φορείς ότι
τουλάχιστον από το 1972 έως το 2000 αναπτύχθηκε και συνεχίστηκε η λειτουργία
των εγκαταστάσεων με περιφρόνηση των Νόμων και του Δελφικού Τοπίου αλλά,
σύμφωνα με τους εκπροσώπους τους, καμία Αρχή δεν έχει ασχοληθεί με το ζήτημα

[210]
(είτε αποκρούοντας τις καταγγελίες, είτε προβαίνοντας στους απαραίτητους ελέγχους
και εφαρμογή των Νόμων).

(α) Πριν το μπάζωμα

(β) Μετά το μπάζωμα

Εικόνα 5.11. Ο παραλιακός δρόμος Ιτεάς-Γαλαξιδίου πριν και μετά το μπάζωμα


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[211]
Όλα αυτά τα ζητήματα έχουν προκαλέσει την αντίδραση της τοπικής κοινωνίας και
των τοπικών συλλογικών φορέων των Δήμων με αφορμή την ανανέωση της άδειας
λειτουργίας των εγκαταστάσεων αυτών η οποία έληξε στις 31-12-2011. Για την
ανανέωση χρειάζεται έγκριση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, όπου έχει
προκαλέσει ενστάσεις από τους φορείς και την τοπική κοινωνία. Αξίζει να σημειωθεί
ότι οι δεσμεύσεις της εταιρείας κατά την Μελέτη Περιβαλλοντικών Όρων του 2000
και στη συνέχεια με την ανανέωσή της το 2007 ήταν οι παρακάτω:

¾ Μέτρα και έργα αντιμετώπισης της υποβάθμισης του περιβάλλοντος

1. Όλες οι μεταφορικές ταινίες διακίνησης του μεταλλεύματος να είναι


καλυμμένες κατά το δυνατόν σε όλο το μήκος τους στα πλευρικά και άνω
τοιχώματα
2. Να αποφεύγεται η υπερφόρτωση των μεταφορικών ταινιών
3. Να λαμβάνεται μέριμνα για την τακτική απομάκρυνση τυχόν συσσωρευμένων
διαρροών από τις μεταφορικές ταινίες
4. Οι υπαίθριοι σωροί μεταλλεύματος και σπαστήρες θραύσης του
μεταλλεύματος να είναι εφοδιασμένοι με συστήματα διαβροχής (νεφοποιητές
κ.ά)
5. Τα τμήματα των εγκαταστάσεων στα οποία πραγματοποιείται πτώση του
υλικού σε μεταφορικές ταινίες, σιλό, κ.ά. να είναι καλυμμένα, ή να
διαβρέχονται ώστε να περιορίζονται στο ελάχιστο οι διάχυτες εκπομπές
σκόνης
6. Τα κόσκινα να είναι εγκατεστημένα σε κλειστούς χώρους και να είναι
εφοδιασμένα με νεφοποιητές νερού για τη συγκράτηση της σκόνης
7. Στις πλευρές του οικοπέδου της εταιρείας να πραγματοποιηθούν
δενδροφυτεύσεις επαρκούς πυκνότητας, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή
απομόνωση των υπαίθριων σωρών μεταλλεύματος από την πλευρά του
αυτοκινητόδρομου.

Επίσης η εταιρεία συμπληρωματικά για να στηρίξει την έγκριση την Μελέτη


Περιβαλλοντικών όρων κατέθεσε τις παρακάτω προτάσεις:

1. Να κατασκευαστεί υπόγεια διάβαση


2. Να γίνεται κυκλοφοριακή ρύθμιση (κατασκευή κόμβου)
3. Να κατασκευαστούν κλειστοί ταινιόδρομοι
4. Να κατασκευαστεί εσωτερική οδοποιία και πλυντήριο τροχών
5. Να γίνονται δειγματοληψίες και μετρήσεις των θαλάσσιων υδάτων από
ανεξάρτητους φορείς
6. Να γίνουν δενδροφυτεύσεις που θα καλύψουν την βλάβη στο τοπίο
7. Να γίνονται τακτικοί έλεγχοι από αρμόδιες υπηρεσίες.

Βέβαια τίποτα από όλα αυτά δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα, ενώ οι εγκαταστάσεις
συνεχίσουν κανονικά τη λειτουργία τους.
[212]
Για την ανανέωση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, πρέπει να
γνωμοδοτήσει το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, όπου στην αρχή αποφάνθηκε
κατά, ενώ από τελευταίες πληροφορίες, στις 14-2-2012 αποφάνθηκε υπέρ. Στη
συνέχεια πρέπει να γνωμοδοτήσει ο Υπουργός Πολιτισμού, και να υπογράψει την
ΜΠΕ. Σε περίπτωση μη υπογραφής το θέμα μεταβιβάζεται στη δικαιοδοσία του
Υπουργείου Κλιματικής Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι ότι η βωξιτική ιλύς πρέπει να οδηγείται για φυσική
ξήρανση σε λεκάνες καθίζησης στεγανές, ώστε να μην σημειώνονται διαρροές στο
περιβάλλον. Στην περίπτωση μας, οι λεκάνες καθίζησης έχουν κατασκευαστεί πάνω
στην μπαζωμένη και μισθωμένη από το λιμενικό ταμείο επιφάνεια και δεν είναι
στεγανές, με αποτέλεσμα βιομηχανικά λύματα να απελευθερώνονται απευθείας στο
περιβάλλον, στη ροή των υπογείων νερών προς τη θάλασσα. Σύμφωνα με την μελέτη
του κου Εμμανουήλ Γ. η οποία έγινε στα πλαίσια της διπλωματικής του διατριβής105
πιστοποιεί ότι ο βυθός είναι καλυμμένος με βωξίτη από 5% έως 80% ανάλογα με την
απόσταση από τη σκάλα φόρτωσης και τις εγκαταστάσεις.

Επίσης, σύμφωνα με την μελέτη της κα Καραγιαννίδη Θ. η οποία πραγματοποιήθηκε


στα πλαίσια μεταπτυχιακού κύκλου σπουδών106 ο κόλπος της Ιτέας έχει μολυνθεί από
ραδιενέργεια.

Εικόνα 5.12. Εγκαταστάσεις


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

105
«Ιζηματολογική-Γεωχημική και Ορυκτολογική Μελέτη των Επιφανειακών Ιζημάτων του Όρμου
της Ιτέας» ,Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Περιβάλλοντος, Μυτιλήνη, Νοέμβριος 2009
106
«Επίδραση της εξόρυξης του βωξίτη στα ιζήματα του κόλπου της Ιτεάς:προσδιορισμός
ιχνοστοιχείων και ραδιενεργών νουκλιδίων», Πανεπιστήμιο Πατρών, Μεταπτυχιακός Κύκλος Σπουδών
στην Περιβαλλοντική ανάλυση

[213]
Εικόνα 5.13. Εγκαταστάσεις μετά από βροχή
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

5.3. Επιπτώσεις στην Υγεία

Όπως προαναφέρθηκε σύμφωνα με την μελέτη του κου Εμμανουήλ Γ.2 η οποία έγινε
στα πλαίσια της διπλωματικής του διατριβής πιστοποιεί ότι ο βυθός είναι καλυμμένος
με βωξίτη από 5% έως 80% ανάλογα με την απόσταση από τη σκάλα φόρτωσης και
τις εγκαταστάσεις. Επίσης, σύμφωνα με την μελέτη της κα Καραγιαννίδη Θ. η οποία
πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια μεταπτυχιακού κύκλου σπουδών3 ο κόλπος της Ιτέας
έχει «μολυνθεί» από ραδιενέργεια.

Ο βωξίτης δεν διαλύεται στο νερό αλλά πιθανόν να διασπάται από τους
μικροοργανισμούς και να απελευθερώνει βαρέα μέταλλα στην τροφική αλυσίδα.
Όπως αναφέρθηκε και στην μελέτες για τον Κορινθιακό Κόλπο εντοπίστηκαν πολύ
ψηλές τιμές σιδήρου (Fe), καδμίου (Cu), ασβεστίου (Ca). Τα μέταλλα αυτά
αποτελούν συστατικά των βωξιτών και των αποβλήτων του. Οι συγκεντρώσεις
μολύβδου (Pb) και καδμίου (Cb) μετρήθηκαν υψηλές. Τα περισσότερα από τα βαρέα
μέταλλα είναι βλαβερά και επικίνδυνα γιατί έχουν την τάση να συσσωρεύονται στους
οργανισμούς και να επιδρούν τοξικά στα ζώα, τα φυτά και τους ανθρώπους. Τέτοια
χαρακτηριστικά έχουν για παράδειγμα ο υδράργυρος, ο μόλυβδος και το κάδμιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κόλπος «Λαρνάκι» είναι κατεξοχήν κόλπος όπου τρέφονται
πολλά είδη ψαριών του Κρισαίου Κόλπου τα οποία στη συνέχεια αλιεύονται και

[214]
καταναλώνονται από τους κατοίκους της περιοχής. Σε πολύ μικρή απόσταση
βρίσκεται η δυτική παραλία της πόλης της Ιτεάς (κατοικημένη περιοχή) και η
παραλία «Τροκαντερό» όπου τα καλοκαίρια πολλοί κάτοικοι και τουρίστες την
επιλέγουν για τα θαλάσσια μπάνια τους.

Επίσης σε δειγματοληψία πεταλίδας που έγινε από τον μελετητή κ.Εμμανουήλ Γ.,
έδειξε στη σάρκα της ότι υπάρχουν μέταλλα εκ των οποίων το τοξικό βαρύ μέταλλο
χρώμιο σε ποσοστό περισσότερο από όλους τους παρόμοιους βιομηχανικούς βυθούς
της Ελλάδας. Επίσης σύμφωνα με την έρευνα «Radioactive impact of a bauxite
beneficiation plant in the Itea Gulf (Gulf of Corinth, Greece» των Καραγιαννίδη,
Παπαευθυμίου και Παπαθεοδώρου το Νοέμβριο του 2008, όπου τα δείγματα
πάρθηκαν και από το οικημένο σημείο της πόλης στη στεριά της παραλίας
«Τροκαντερό» της Ιτέας, τα συμπεράσματα της μελέτης έδειξαν ότι η περιοχή είναι
μολυσμένη από τα ραδιενεργά στοιχεία Ουράνιο (238U), Ράδιο (226Ra) και Θόριο
(232Th). Στην ίδια μελέτη αναφέρεται ότι η μόλυνση οφείλεται στη σκόνη του βωξίτη
από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που υπάρχουν στη περιοχή.

Ο βωξίτης θεωρείται μη ραδιενεργό υλικό διότι η φυσική του ραδιενέργεια όση και
των άλλων υλικών γύρω μας. Περιέχει μια μικρή ποσότητα ραδιενεργών ατόμων που
ακτινοβολούν σε φυσιολογικά επίπεδα για την πυκνότητα που έχουν μέσα στη μάζα
του φυσικού πλούτου. Όταν όμως ο βωξίτης γίνεται συστηματικά σκόνη και
απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα, πιθανόν με κάποιο μηχανισμό διασποράς και
επικάθισης, τα σωματίδια σκόνης με μεγαλύτερη πυκνότητα σε ραδιενεργά άτομα να
πέφτουν πίσω στη γη πρώτα από τα άλλα (ίσως απλά λόγω βαρύτητας), δηλαδή να
συσσωρεύονται στην περιοχή γύρω από το σημείο που απελευθερώνεται η σκόνη. Σε
μια τέτοια περίπτωση, όντως η πυκνότητα ατόμων ραδιενεργών στοιχείων αυξάνεται
στον περιβάλλοντα χώρο του εργοστασίου, οπότε αυξάνεται και η ακτινοβολία και
κάποια στιγμή ξεπερνά τα φυσικά και ακίνδυνα όρια. Τότε έχουμε μόλυνση από
ραδιενέργεια.

Στην εικόνα που ακολουθεί (Εικόνα 5.14.) μπορεί να διακρίνει κανείς την σκόνη που
απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα από τις εγκαταστάσεις επεξεργασία του βωξίτη
στην περιοχή.

[215]
(α)

(β)
Εικόνα 5.14. Φωτογραφίες με την σκόνη που εκπέμπεται από τις εγκαταστάσεις
(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[216]
Σύμφωνα με την έρευνα του Καθηγητή Mai Thanh Truyet από το Βιετνάμ
«Environmental & Social Impacts of Bauxite Expoitation in the Central Highhlands
of Vietnam» (η μελέτη έχει εντοπιστεί στο διαδίκτυο και δεν έχουν αναζητηθεί
εκτενέστερα στοιχεία σχετικά με τον μελετητή) που έγινε δίπλα σε εγκαταστάσεις του
βωξίτη όσον αφορά την ατμοσφαιρική μόλυνση και την όξινη βροχή, η σκόνη είναι
κυρίως περιβαλλοντικό πρόβλημα που προετείνεται από την εξόρυξη του βωξίτη. Η
«κόκκινη» σκόνη των αποβλήτων προσκολλάται σε φυτείες και είναι πολύ επιβλαβής
για την ανάπτυξη γεωργικών προϊόντων ενώ μειώνει την αποδοτικότητα των
δένδρων. Η σκόνη αυτή αποτελείται από τοξικά χημικά καθώς επίσης και από τη
φυσική εκπομπή ραδιενεργών προϊόντων όπως ράδιο, θόριο και βηρύλιο...μπορεί
μετά από μεγάλο διάστημα να γίνει αιτία καρκίνου του πνεύμονα σε κατοίκους των
γύρω περιοχών.

Επίσης από την μελέτη «Επαγγελματικά νοσήματα πνεύμονος» που έχει δημοσιευτεί
στην ιστοσελίδα της «Εταιρεία Μελέτης Πνευμονοπαθειών & Επαγγελματικών
Παθήσεων Θώρακος» οι εργάτες εξόρυξης βωξίτη και επεξεργασίας του για την
παραγωγή αλουμινίου, η προσβολή του πνεύμονα εκδηλώνονται με δύο τρόπους: ως
νόσος Shaver, και ως οξύ αναπνευστικό σύνδρομο. Η πρώτη περίπτωση, κλινικώς
μοιάζει με υδατοπαθή πνευμονική ίωση και εμφανίζεται σε εργάτες που
επεξεργάζονται τον βωξίτη, για να παράγουν αλουμίνα, και η δεύτερη περίπτωση
προκαλείται από την εισπνοή μεγάλης ποσότητας κόνεως αλουμινίου.

Επίσης από την μελέτη «Περιβαλλοντική και επαγγελματική έκθεση σε μέταλλα»


του κου Σιχλετίδη Λ. Όσον αφορά το αργίλιο που είναι βασικό συστατικό του βωξίτη,
καθ’όλη τη διαδικασία παραγωγής αλουμινίου από την εξόρυξη του βωξίτη,
παράγεται πληθώρα σωματιδίων, αερίων και ατμών βλαπτικών στην υγεία των
εργαζομένων.

Όλα αυτά βέβαια βρίσκουν εφαρμογή και στους κατοίκους των γύρω περιοχών από
το σημείο που βρίσκονται οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις μιας και τα ποσοστά της
εκπεμπόμενης σκόνης είναι πολύ μεγάλα.

5.4. Αναφορές από Τουριστικούς Οδηγούς του Εξωτερικού και η


Επίδραση στον Τουρισμό της Περιοχής

Η περιοχή της Ιτέας, ο “δορυφόρος” και λιμάνι των Δελφών βρίσκεται μόλις λίγα
χιλιόμετρα μακρυά από την πόλη των Δελφών, τον “ομφαλό” της γης, το
σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου, το οποίο κάθε χρόνο
προσελκύει πολλούς επισκέπτες. Η περιοχή με Δημοτική Απόφαση του Δήμου και
Προεδρικό Διάταγμα (Π.Δ. 899/1976) κηρύσσεται τουριστική περιοχή, όπως και με
το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της

[217]
Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, όπου αναφέρεται ότι η Ιτέα είναι κόμβος του
Δελφικού και Περιφερειακού Τουρισμού για την ανάπτυξη παραλιακού τουρισμού.
Η περιοχή εντάσσεται μέσα στο Δελφικό Τοπίο, σε περιοχή NATURA 2000 και έχει
χαρακτηριστεί «Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» της UNESCO.
Παρόλα αυτά, οι εγκαταστάσεις του βωξίτη που βρίσκονται σε κομβική περιοχή,
έχουν επηρεάζει τους τουριστικούς οδηγούς του εξωτερικού.

Εικόνα 5.15. Άποψη των εγκαταστάσεων στην περιοχή Λαρνάκι


(Πηγή: «Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών»)

[218]
Αξίζει λοιπόν να αναφερθούμε στις αναφορές των τουριστικών οδηγών:

1. Έντυπος οδηγός The Rough Guide to Greece (ΗΠΑ, Αγγλία, Καναδά):

«Η Ιτέα, θα πρότεινα να είναι πιο ευχάριστη από ό,τι τα μωβ-κόκκινα υπολείμματα


βωξίτη από τα τεράστια έργα αλουμινίου στα δυτικά προάστια...»

2. Γαλλικός έντυπος Ιστιοπλοϊκός Οδηγός Les quides de navigation του εκδοτικού


οίκου Vagnon:

«Η Ιτέα είναι μία μικρή πόλη περίεργη. Επιβιώνει χάρις στο μετάλλευμα κοκκινωπού
σιδήρου (αιματίτης), το οποίο βγαίνει στην ακτή και υπάρχει σ’όλη την ενδοχώρα η
οποία είναι αγροτική περιοχή. Η παραλία είναι μια συνέχεια από ταβέρνες και μπαρ,
και αν ο αέρας δε στέλνει το συνηθισμένο του σύννεφο κόκκινης σκόνης στην πόλη
είναι ένας τόπος πολύ ευχάριστος να μείνεις. Στην Ιτέα όλα είναι σκεπασμένα από
παχιά κόκκινη σκόνη συμπεριλαμβανομένων και των σκαφών στη μαρίνα. Πίσω από
την παραλία είναι όμορφα παλιά. Υπάρχουν λίγοι τουρίστες εκτός από αυτούς που
φτάνουν εδώ για να πάνε έπειτα στους Δελφούς...»

«Στα βόρειο-δυτικά του Κρισσαίου Κόλπου υπάρχουν μικρά κολπάκια


προστατευμένα αλλά τα ανοιχτά μεταλλεία μεταμορφώνουν την ακτή και όταν έχει
αέρα ο κόκκινος σίδηρος συγκεντρώνεται στη θάλασσα και στις γειτονικές περιοχές.
Πρόσφατα στην περιοχή εγκαταστάθηκαν και ιχθυοκαλλιέργειες. Τελικά υπάρχουν
λίγα μέρη για να βραχεί κάποιος στη θάλασσα...»

3. Οδηγός Travels in a VW Camper για ταξίδι του 2006 στην Ελλάδα:

«Κάπου εκεί στο σκοτάδι ήταν οι Δελφοί. Πρώτα όμως έπρεπε να περάσουμε το
θλιβερό βιομηχανικό λιμάνι της Ιτέας, η περιοχή γύρω ήταν σημαδεμένη με τα
λάφυρα σωρούς των πρώην ορυχείων βωξίτη. Στην βροχή, οι δρόμοι είναι
καλυμμένοι με βρώμικη ερυθρά ιλύς να αναδεύεται από τα φορτηγά. Ήταν ένα
θλιβερό θέαμα μετά το ευχάριστο Γαλαξίδι. Ευτυχώς, ξεκινήσαμε την ανάβαση μέσα
από τον ελαιώνα...»

Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει αρνητική εικόνα για την περιοχή σε χώρες του
εξωτερικού, με άμεσο αντίκτυπο στην τουριστική δραστηριότητά της. Παρόλο που οι
Δελφοί αποτελούν πόλο έλξης για πολλούς τουρίστες, ο παραμένων τουρισμός
περιορίζεται σε μονοήμερες διανυκτερεύσεις όσων δεν προλαβαίνουν να επισκεφτούν
το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο και να φύγουν την ίδια μέρα.

Η ανάπτυξη του τουρισμού και των τουριστικών υποδομών στην περιοχή της Ιτέας
αλλά και των Δελφών ήταν αλματώδης τη δεκαετία του 1970. Η ανάπτυξη των
εγκαταστάσεων βωξίτη δυτικά της Ιτέας άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και
ολοκληρώθηκε στο μεγαλύτερο ποσοστό της σημερινής έκτασης στα τέλη της
[219]
δεκαετίας του 1980. Την ίδια περίοδο άρχισε η πτώση της ανάπτυξης τουριστικών
υποδομών και εγκαταστάσεων με τις τελευταίες να κατασκευάζονται μέχρι το 1980.
Στη συνέχεια και μέχρι το 1990 υπήρξε σταδιακό κλείσιμο τουριστικών μονάδων
(ξενοδοχεία, κάμπινγκ, ενοικιαζόμενα δωμάτια) και αντίστοιχη πτώση του
τουρισμού στα σημερινά μηδενικά (σε σύγκριση με την παρελθούσα δυναμική
ανάπτυξη του κλάδου) επίπεδα τα οποία είναι ίδια έως σήμερα. Την ίδια εποχή και
ως σήμερα, αναπτύχθηκαν τουριστικά, αλματωδώς σε όλη την Ελλάδα, δεκάδες
περιοχές δυσπρόσιτες και με πολύ λιγότερα στοιχεία τουριστικού ενδιαφέροντος σε
σύγκριση με την περιοχή των Δελφών.

[220]
Πηγές 5ου Κεφαλαίου

[1] Τζιμόπουλος Χ. «Βωξίτης-Αλουμίνα-Αλουμίνιο και η συμβολή τους στην


περιφερειακή και την εθνική ανάπτυξη. Πενήντα χρόνια δράσης και συνύπαρξης
στους Νομούς Βοιωτίας, Φωκίδας και Φθιώτιδας, Εθνικός Χωροταξικός Σχεδιασμός
και Εξορυκτική Δραστηριότητα», 2006

[2] Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας, Τμήμα


Γεωλογίας Πανεπιστημίου Αθηνών
Δικτυακός Τόπος: http://www.oceanus.upatras.gr/?q=el/node/41

[3] Γκιάτας Α. «Αποκατάσταση παλαιών μεταλλείων, λατομείων στο Νομό Φωκίδας


(Χαρτογράφηση της εξορυκτικής δραστηριότητας)» Εργασία μαθήματος
«Κτηματολόγιο, Πολιτική και Χρήσεις Γης στις Ορεινές Περιοχές», Μέτσοβο 2009

[4] "Πολίτες της Φωκίδας για το Περιβάλλον και τον Πολιτισμό"


«Ας προστατεύσουμε τα φύκη, για να μας προστατεύσουν»
Δικτυακός Τόπος: http://politesfokidas.blogspot.com/2009/10/blog-post_08.html

[5] Μερτζάνης Α., Παπαδόπουλος Α., Marabini F. «Επιπτώσεις της εξορυκτικής


δραστηριότητας των μεταλλείων βωξίτη στα υδρο0γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά
των δασικών οικοσυστημάτων του ορεινού όγκου της Γκιώνας», 2004

[6] Φορείς Πολιτών Δήμου Δελφών: «Πολιτιστικό Κέντρο Στρώμης», «Κίνηση για
τη σωτηρία της Γκιώνας», «Σύλλογος ΚΑΡΤΕΡΙΑ», «Δημοτική Παράταξη Πολίτες
στο Προσκήνιο»

[7] «Κορινθιακός Κόλπος, ένα μικρό καταφύγιο ζωής», GREENPEACE

[8] "Διαρκής Κατάλογος Των Κηρυγμένων Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων


της Ελλάδος"
Δικτυακός Τόπος: http://listedmonuments.culture.gr/fek.php?ID_FEKYA=5417

[9] Geodata Αρχαιολογικοί Χώροι


Δικτυακός Τόπος: http://www.eranet.gr/geodata/el/garchsites.html

[10] Εμμανουήλ Γ. «Ιζηματολογική-Γεωχημική και Ορυκτολογική Μελέτη των


Επιφανειακών Ιζημάτων του Όρμου της Ιτέας», Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα
Περιβάλλοντος, Μυτιλήνη, Νοέμβριος 2009

[11] Καραγιαννίδη Θ. «Επίδραση της εξόρυξης του βωξίτη στα ιζήματα του κόλπου
της Ιτεάς: προσδιορισμός ιχνοστοιχείων και ραδιενεργών νουκλιδίων», Πανεπιστήμιο
Πατρών, Μεταπτυχιακός Κύκλος Σπουδών στην Περιβαλλοντική ανάλυση

[221]
[222]
6. Συμπεράσματα-Προτάσεις

6.1. Συμπεράσματα
Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας δεν είναι σημερινή υπόθεση. Το
ενδιαφέρον, η ανησυχία και η αντίδραση όμως που εκδηλώνεται σήμερα συνδέεται
κυρίως με την κλίμακα των επεμβάσεων, αλλά και την περιορισμένη
αποτελεσματικότητα της αποκατάστασης.

Η εξορυκτική-μεταλλουργική βιομηχανία, λόγω της φύσης της, αναπτύσσεται και


δραστηριοποιείται εκεί όπου η φύση έχει δημιουργήσει και τοποθετήσει τα
κοιτάσματα ή τα πετρώματά της. Κατά κανόνα, λοιπόν, τα μεταλλεία βρίσκονται
στην περιφέρεια και προσπαθούν να παράγουν και να αξιοποιήσουν τον ελληνικό
ορυκτό πλούτο συνήθως σε απομακρυσμένες περιοχές, που τις περισσότερες φορές
δεν διαθέτουν υποδομές, ούτε το απαραίτητο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό.

Η εξορυκτική δραστηριότητα των μεταλλείων θίγει το περιβάλλον, κυρίως λόγω της


οπτικής αλλοίωσης που επιφέρει στο τοπίο και της καταστροφής τμήματος της
χλωρίδας. Παρότι σε αρκετές περιπτώσεις οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις δαπανούν
μεγάλα ποσά για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, η τοπική κοινωνία (άτομα,
ομάδες, σύλλογοι, περιβαλλοντικές οργανώσεις κ.λπ.) συχνά αντιδρά και προκαλεί
σοβαρά προβλήματα στις μεταλλευτικές εργασίες.

Τα προβλήματα που οφείλονται στην μεταλλευτική δραστηριότητα εστιάζονται


κυρίως στα εξής:

x Στην κακή περιβαλλοντική εικόνα των παλιών και μη αποκαταστημένων


επιφανειακών εκμεταλλεύσεων,
x Στην απαξίωση και έλλειψη προσωπικού των ελεγκτικών μηχανισμών,
x Στη δράση τοπικών συμφερόντων,
x Στην ελλιπή ενημέρωση των κατοίκων των γύρω περιοχών γύρω από τη
δραστηριότητα και για τα περιβαλλοντικά μέτρα που λαμβάνονται,
x Στην τάση των πολιτών τη σημερινή εποχή να θέτουν υπό διαρκή κατηγορία την
όποια εξουσία.

Ειδικότερα, κάνοντας μια ανασκόπηση των όσων προαναφέρθησαν στα προηγούμενα


κεφάλαια, αναφέρονται συγκεντρωτικά παρακάτω τα πλεονεκτήματα και τα
μειονεκτήματα που χαρακτηρίζουν την εκμετάλλευση των βωξιτικών κοιτασμάτων
στο Νομό Φωκίδας.

Πλεονεκτήματα

¾ Η Ελλάδα κατέχει την 8η θέση στην παγκόσμια παραγωγή βωξίτη και είναι
πρακτικά η μόνη βωξιτοπαραγωγός χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέχοντας το
59,2% και έχοντας ετήσια παραγωγή που ξεπερνά τους 2.000.000 τόνους. Τα

[223]
αποθέματα του βωξίτη στη Φωκίδα φτάνουν τα 100.000.000 τόνους, ενώ η αξία
τους εκτιμάταται σε 2,4 δις. ευρώ. Από αυτά, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η
παραγωγή βωξίτη είναι καίριας σημασίας για την ενίσχυση της οικονομικής
ανάπτυξης στον Ελλαδικό Χώρο και ειδικότερα στο Νομό Φωκίδας.

¾ Ο δευτερογενής τομέας συγκεντρώνει το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό


αποασχόλησης στο Νομό Φωκίδας το οποίο ανέρχεται σε 24%. Ο σημαντικότερος
κλάδος στο τομέα αυτό είναι η εξόρυξη του βωξίτη, στον οποίο
δραστηριοποιείται το 29,7% του συνόλου των επιχειρήσεων.

¾ Τα τελευταία 10 χρόνια ο κλάδος διατηρεί σταθερά περί τις 800 θέσεις εργασίας
στην εξόρυξη βωξίτη και εισρέουν στην περιφέρεια 45.000.000€ ετησίως υπό
μορφή μισθών πληρωμών, αγορών και πάσης φύσεως τοπικών δαπανών. Αυτό
είναι πολύ σημαντικό για την ενίσχυση της οικονομίας της περιοχής. Επίσης,
αξίζει να αναφερθεί ότι τα τελευταία 50 χρόνια έχουν συνταξιοδοτηθεί από τα
μεταλλεία περίπου 6000 εργαζόμενοι.

¾ Ο Νομός Φωκίδας έχει πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο με το 91,7% του


πληθυσμού να έχει ολοκληρώσει την Πρωτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
ή να μην έχει πάει σχολείο. Η ανάπτυξη του βιομηχανικού κλάδου, που βασίζεται
κυρίως στην εξόρυξη των βωξιτικών κοιτασμάτων του Νομού, αποτέλεσε τη
βασική απασχόληση των κατοίκων της περιοχής.

¾ Η μεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή οδήγησε στη δημιουργία


σημαντικών έργων υποδομής, όπως 950km δασομεταλλευτικών δρόμων και
σωρεία τεχνικών έργων, γεφυριών κ.λπ., τα οποία παραμένουν εις όφελος των
αγροτών, των κτηνοτρόφων, των τουριστών περιηγητών.

¾ Συμβολή και συμμετοχή στην πυροπροστασία και την πυρόσβεση των


εκτεταμένων δασικών εκτάσεων των Νομών Φωκίδας και Φθιώτιδας καθώς και
ενεργή στήριξη αγροτών και κτηνοτρόφων με τεχνική βοήθεια, μεταφορά υλικών
και νερού.

¾ Ο κλάδος αυτός συνέσφερε με έργα, δωρεές κ.λπ. στις τοπικές κοινωνίες. Το πιο
χαρακτηριστικό είναι η κατασκευή του Πολιτιστικού Κέντρου «Κυριακοπούλειο-
Ηλιοπούλειο» στην πόλη της Ιτέας, όπου στεγάζονται δημόσιες υπηρεσίες, ενώ
πραγματοποιούνται σε αυτό πολιτιστικές και τοπικές εκδηλώσεις. Επίσης, μια
άλλη σημαντική κίνηση είναι η λειτουργία του θεαματικού μεταλλευτικού
πάρκου «Vagonetto» από την «S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.», το οποίο
μπορούν να επισκεφθούν οι πολίτες, με σκοπό να γνωρίσουν την ιστορία του
βωξίτη και τη διαδικασία εξόρυξής του, μέσω της περιήγησής του σε διάφορους
χώρους των μεταλλείων (Στοά 850, Εκθεσιακός Χώρος Μεταλλευτικής Ιστορίας,
Πτέρυγα Ψηφιακής Τεχνολογίας και Υπαίθρια Έκθεση Μηχανημάτων).

[224]
Μειονεκτήματα

¾ Το σημαντικότερο μειονέκτημα της εξόρυξης των βωξιτικών κοιτασμάτων στο


Νομό Φωκίδας αφορά στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των μεθόδων
εκμετάλλευσης. Αυτές περιλαμβάνουν τα εξής:

Επιπτώσεις των επιφανειακών εκμεταλλεύσεων

x Μεταβολές στα γεωλογικά-υδρογεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της


περιοχής
x Μεταβολές στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα
x Αλλοίωση του τοπίου
x Μεταβολές στη ποιότητα του αέρα
x Μεταβολές στο μικροκλίμα
x Πρόκληση θορύβου και δονήσεων
x Μεταβολές στη χλωρίδα και στη πανίδα
x Αύξηση των ρυθμών διάβρωσης του εδάφους
x Αύξηση των επίκτητων φαινομένων εδαφικών θραύσεων και αστάθειας,στα
ακάλυπτα από βλάστηση πρανή των εναποθέσεων των "στείρων"
x Αύξηση της στερεοπαροχής, στους ποταμούς και χείμαρρους
x Απόφραξη της κοίτης χειμάρρων

Επιπτώσεις των υπόγειων εκμεταλλεύσεων

x Υδρολογικές επιπτώσεις
x Καθιζήσεις

Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν τυποποιήσεις που να οδηγούν σε γενικεύσεις ως προς


την επιλογή μεταξύ επιφανειακής και υπόγειας εκμετάλλευσης και λόγω του ότι η
υπόγεια μέθοδος εκμετάλλευσης παρουσιάζει συνήθως μεγαλύτερο κόστος, οι
δραστηριοποιούμενες εταιρείες, λόγω της πληθώρας των βωξιτικών κοιτασμάτων στο
Νομό Φωκίδας, εξόρυσσαν αρχικά με επιφανειακές εκμεταλλεύσεις τα πιο "εύκολα"
κοιτάσματα με το χαμηλότερο κόστος εξόρυξης, χωρίς να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση
στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Μόνο στις περιπτώσεις που το κόστος της
επιφανειακής εκμετάλλευσης υπερβαίνει αυτό της υπόγειας, οι εταιρείες επιλέγουν
την δεύτερη. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι η αναλογία του κόστους μεταξύ
επιφανειακής και υπόγειας εκμετάλλευσης είναι 1 προς 5. Επίσης, πρέπει να
αναφερθεί ότι δεν πραγματοποιούνταν αποκατάσταση περιβάλλοντος στις
εκμεταλλεύσεις, για την οποία ήταν υπεύθυνη η αρμόδια δασική αρχή ή οι εταιρείες,
ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν
πραγματοποιούνταν οι απαραίτητοι έλεγχοι από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Σήμερα,
όπου το νομοθετικό πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης έχει γίνει
αυστηρότερο, ελπίζουμε ότι οι έλεγχοι αυτοί θα πραγματοποιούνται.

[225]
¾ Σημαντική επίδραση στο περιβάλλον έχει επίσης και η διαχείριση των εξορυκτικών
αποβλήτων. Σε γενικές γραμμές η απόθεσή τους πραγματοποιείται σε βαθμιδωτούς
σωρούς, σε χώρους εκτός της εκσκαφής, και σε χώρους εντός της εκσκαφής (γέμισμα
κενών εκσκαφής). Ωστόσο, πραγματοποιούνταν και υποθαλάσσια απόθεση στον
Κορινθιακό Κόλπο, ο οποίος έχει επιβαρυνθεί ιδιαίτερα. Αρκετές χιλιάδες τόνοι
κόκκινης λάσπης ελευθερώνονταν κάθε χρόνο στον Κορινθιακό, με αποτέλεσμα να
αποτελεί ένα αρκετά βεβαρυμένο θαλάσσιο περιβάλλον. Συνέπεια αυτού είναι η
ένταξη των περισσοτέρων παραλιών του Νομού στην κατηγορία G.I., την οποία
χαρακτηρίζει η παρουσία έντονης μικροβιακής ποιότητας.

¾ Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός της χωροθέτησης των μεταλλευτικών παραχωρήσεων


του Νομού Φωκίδας εντός περιοχών Natura 2000. Tο ποσοστό της εξορυκτικής
δραστηριότητας εντός των ορίων των προστατευόμενων αυτών περιοχών είναι
55,65%. Η εκμετάλλευση στις περιοχές αυτές αδειοδοτείται σύμφωνα με την
υπάρχουσα Νομοθεσία από την αρμόδια αρχή (ΥΠΕΚΑ), μόνο αφού βεβαιωθεί ότι
δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της συγκεκριμένης περιοχής. Παρόλα αυτά, η
μεταλλευτική δραστηριότητα και η προστασία των περιοχών αυτών αποτελούν δύο
αντιτιθέμενες δραστηριότητες. Η δημιουργία εργοταξίων και οδικού δικτύου, η
διέλευση των φορτηγών, οι εκρηκτικές δραστηριότητες και η άναρχη απόθεση των
στείρων υλικών επιδρούν αρνητικά στην πανίδα και στη χλωρίδα της περιοχής,
θέτοντας σε κίνδυνο την βιοποικιλότητα των οικοσυστημάτων. Αποτέλεσμα αυτών
είναι η διακύβευση της ακεραιότητας των περιοχών.

¾ Αρνητικές επιπτώσεις σε διάφορους τομείς έχουν προκαλέσει και οι εγκαταστάσεις


στην περιοχή Λαρνάκι στην Ιτέα. Οι εγκαταστάσεις αυτές βρίσκονται σε πολύ μικρή
απόσταση από αρχαιολογικά ευρήματα και εντός του Δελφικού Τοπίου, το οποίο έχει
χαρακτηριστεί ως «Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς», και
συμβάλλουν αρνητικά στον τουρισμό της περιοχής. Αυτό αποδεικνύεται από
αναφορές τουριστικών οδηγών του εξωτερικού. Επίσης, οι εγκαταστάσεις αυτές
χωροθετούνται εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 (Παραλιακή Ζώνη από
Ναύπακτο έως Ιτέα και Ευρύτερη περιοχή Γαλαξειδίου). Επιπλέον, απέχουν πολύ
μικρή απόσταση από τη θάλασσα, με αποτέλεσμα οι διαδικασίες που
πραγματοποιούνται σε αυτές για την επεξεργασία του βωξίτη να τη μολύνουν. Αυτό
δεν επηρεάζει μόνο το θαλάσσιο περιβάλλον αλλά πιθανώς και την υγεία των
κατοίκων των γύρω περιοχών, μιας και ο κόλπος «Λαρνάκι» είναι κατεξοχήν κόλπος
όπου τρέφονται τα ψάρια που καταναλώνουν οι κάτοικοι.

¾ Σύνηθες φαινόμενο από τις δραστηριοποιούμενες εταιρείες αποτελούσε και αποτελεί


η πρόσληψη εργαζομένων από περιοχές μεταλλευτικού ενδιαφέροντος. Αυτό
αντιτίθεται στην αξιοκρατική διαδικασία πρόσληψης που αποτελεί δικαίωμα του
κάθε εν δυνάμει εργαζόμενου. Ο λόγος για τον οποίο γίνεται αυτό είναι πιθανώς ο
περιορισμός των αντιδράσεων της τοπικής κοινωνίας. Από πολλούς, για τον ίδιο λόγο
μπορούν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιούνται τα έργα και οι δωρεές από τις
εταιρείες.

[226]
6.2. Η σημασία του Ορυκτού Πλούτου
«Γύρω-Γύρω Όλα»

Το «Γύρω-Γύρω Όλα» είναι μια εκστρατεία που ξεκίνησε ο Σύνδεσμος


Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ), για τη διάδοση της χρησιμότητας των
ορυκτών στη ζωή μας. Ενώ τα ορυκτά βρίσκονται παντού ολόγυρα μας, η αξία
τους δεν αναγνωρίζεται από τον περισσότερο κόσμο. Μπορεί να μην το
συνειδητοποιούμε, αλλά στη διάρκεια της ζωής μας θα χρησιμοποιήσουμε περίπου
400 τόνους ορυκτών (στο σπίτι, στη δουλειά, στο αυτοκίνητο, στην τηλεόραση, σε
φάρμακα, καλλυντικά κλπ.).

Η χρήση των ορυκτών υλών είναι απαραίτητη σήμερα για την παραγωγή
ενέργειας, τη βιομηχανία φαρμάκων, τη βιομηχανία διατροφής, τη νοσηλευτική,
τα μέσα μεταφοράς, τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, τις τεχνικές
κατασκευές και γενικότερα σε ό,τι κάνει τη ζωή μας πιο άνετη. Υπάρχουν μέταλλα
και ορυκτά, τα οποία βρίσκουν εφαρμογή στην αντιμετώπιση περιβαλλοντικών
προβλημάτων, ή συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας των καλλιεργήσιμων
εδαφών ή της ζωικής παραγωγής.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι:

x Για ένα σπίτι απαιτούνται περίπου 150 τόνοι βιομηχανικών ορυκτών.


x Τα κεραμικά και το γυαλί παράγονται 100% από ορυκτές πρώτες ύλες.
x Τα χρώματα και το χαρτί περιέχει ορυκτά σε ποσοστό 50%.
x Για κάθε χιλιόμετρο εθνικής οδού χρειάζονται 30.000 τόνοι ορυκτών (αδρανή και
τσιμέντο).
x Το 79% της Ευρωπαϊκής κατασκευαστικής βιομηχανίας εξαρτάται από τις
ορυκτές πρώτες ύλες (μεταλλεύματα, βιομηχανικά και λατομικά ορυκτά).

Η ζωή χωρίς ορυκτά

Ας προσπαθήσουμε ειλικρινά να φανταστούμε πώς θα ήταν η καθημερινότητα


μας αν σταματούσε σε όλο τον πλανήτη η εξόρυξη ορυκτών, η άντληση
πετρελαίου και φυσικού αερίου, άρα και η επεξεργασία τους για παραγωγή
ενέργειας, καυσίμων και μετάλλων. Σίγουρα δεν είναι εύκολο για κανέναν άνθρωπο
που έχει ζήσει και γνωρίσει το σημερινό τρόπο ζωής να φανταστεί την
καθημερινότητα χωρίς τις ευκολίες που παρέχει το υφιστάμενο επίπεδο
τεχνολογικής εξέλιξης, το οποίο στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη χρήση των
ορυκτών πρώτων υλών. Πώς θα ήταν η ζωή χωρίς το σπίτι που κατοικούμε, το
αυτοκίνητο που μας μετακινεί εύκολα και γρήγορα, τις ηλεκτρικές συσκευές που
τόσο διευκολύνουν τις καθημερινές μας ανάγκες, τα ρούχα και τόσα άλλα
αναρίθμητα προϊόντα, που δυστυχώς λίγοι γνωρίζουν ότι για την παραγωγή τους
απαιτείται η χρήση ορυκτών;

[227]
Οι πολέμιοι της μεταλλείας, που νοσταλγούν τις «παλιές καλές ημέρες», όταν ο
άνθρωπος ζούσε κοντά στη φύση και όλα τα έκανε χειρωνακτικά, ας
αναλογιστούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητα τους οι
πολίτες πολλών υπό ανάπτυξη χωρών, οι οποίοι στερούνται πολλές από τις ανέσεις
που για εμάς θεωρούνται στοιχειώδεις. Όμως εδώ υπάρχει η «πονηρή» πλευρά,
αφού όσοι υποστηρίζουν την ανάγκη επιστροφής σε έναν πιο φυσικό και
παραδοσιακό τρόπο ζωής κάνουν, όπως όλοι μας, χρήση των πλεονεκτημάτων και
παροχών που απλόχερα μας δίνει ο σημερινός τρόπος ζωής, ο οποίος βέβαια
στηρίζεται στη βιομηχανική ανάπτυξη και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Αλήθεια,
ποιος θα μπορούσε να φτιάξει χωρίς ορυκτά και μέταλλα ένα αυτοκίνητο, μια
ηλεκτρική συσκευή, ή έστω μια καρφίτσα; Αντίθετα, η επιστροφή στη φύση είναι
πολύ πιο εύκολη όταν μεταφέρει κανείς την τεχνολογία στη φύση, για παράδειγμα
ξεκινήσει για εκδρομή στο βουνό με τζιπ φορτωμένο ένα σωρό πράγματα (π.χ.
μοντέρνα σκηνή, σουγιά, αναπτήρα, γκαζάκι, μαγειρικά σκεύη, τρανζίστορ, κ.λπ.).

Από την άλλη πλευρά, οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (π.χ. απόθεση


στείρων, ρύπανση νερών, εκπομπές αερίων) της μεταλλευτικής δραστηριότητας
είναι μια πραγματικότητα που δε μπορεί να αγνοηθεί. Στη σημερινή εποχή η
πρόκληση για την επιστημονική και τεχνική κοινότητα είναι η διατήρηση των
πλεονεκτημάτων που παρέχει η βιομηχανική και εξορυκτική δραστηριότητα, χωρίς
τα περιβαλλοντικά προβλήματα που δημιουργεί. Από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν
τεθεί κανόνες σε πολλούς τομείς, όπως η ποιότητα του αέρα, τα χημικά και η
διαχείριση των αποβλήτων. Η μείωση της ρύπανσης, η καταπολέμηση της
κλιματικής αλλαγής, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η ορθολογικότερη χρήση
των φυσικών πόρων πρέπει να χαρακτηρίζουν τις περιβαλλοντικά υπεύθυνες
επιχειρήσεις.

6.3. Προτάσεις
Συνοψίζοντας, η εκμετάλλευση του εθνικού ορυκτού πλούτου δεν είναι σημερινή
υπόθεση και δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση δεδομένου ότι αποτελεί σύγχρονη
οικονομική και κοινωνική αναγκαιότητα. Αναγκαιότητα όμως με μεγαλύτερες
προεκτάσεις αποτελεί η προστασία του περιβάλλοντος δεδομένης της προσφοράς του
σε αναντικατάστατα προϊόντα και υπηρεσίες. Κατά συνέπεια οι επεμβάσεις θα πρέπει
να γίνονται με ιδιαίτερη προσοχή και σεβασμό προς το περιβάλλον. Για να επιτευχθεί
αυτό θα μπορούσαν να γίνουν τα εξής:

¾ Αρχικά, πραγματοποιείται η αίτηση για Άδεια Μεταλλευτικών Ερευνών (ΑΜΕ)


και ακολουθεί το στάδιο της Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης (ΑΕΠΟ), το Στάδιο
Αιτήσεως Παραχωρήσεως και στη συνέχεια εκδίδεται το Προεδρικό Διάταγμα με
το οποίο παραχωρείται ο μεταλλευτικός χώρος στον αιτητή. Σύμφωνα με το
μεταλλευτικό δίκαιο που ισχύει στη χώρα μας, εφαρμόζεται το σύστημα της
προτεραιότητας, δηλαδή το μεταλλείο παραχωρείται στον πρώτο αιτητή.

[228]
Σωστότερο θα ήταν να αξιολογούνται όλες οι αιτήσεις, καθώς κάποιος άλλος
αιτητής εκτός του πρώτου μπορεί με την οικονομοτεχνική μελέτη που καταθέτει
να πληρεί περισσότερο τις προϋποθέσεις για σωστότερη αξιοποίηση των
κοιτασμάτων αλλά και καλύτερη αποκατάσταση του περιβάλλοντος.

¾ Κατά τις διαδικασίες αδειοδότησης μεταλλευτικών εργασιών, δημιουργούνται


σοβαρά προβλήματα, τα οποία δυσχεραίνουν την ανάπτυξη νέων έργων και
επενδύσεων. Το πρώτο που θα πρέπει να γίνει είναι να καταργηθεί η
γραφειοκρατία, η οποία μεγενθύνει το επιχειρηματικό ρίσκο και τοποθετεί τη
μεταλλευτική δραστηριότητα σε μια εξαιρετικά ευάλωτη θέση. Επίσης, η πιστή
τήρηση από την μεριά της αρμόδιας για την ΑΕΠΟ Δημόσιας Υπηρεσίας των
προθεσμιών που έχει ορίσει ο Νομοθέτης, θα βοηθούσε σημαντικά στην επίλυση
των προβλημάτων. Τα αρμόδια τμήματα αυτών των ΔΥ θα πρέπει να είναι
στελεχωμένα με το αναγκαίο ικανό έμπειρο προσωπικό, έτσι ώστε να εξετάζονται
και να προωθούνται οι φάκελοι ταχύτερα από την ισχύουσα πρακτική. Επίσης, θα
πρέπει να δοθούν σαφείς κατευθύνσεις για την τήρηση των προθεσμιών του
Νόμου. Επίσης, θα πρέπει να οργανωθούν ανάλογα και οι ΔΥ που γνωμοδοτούν
(Νομαρχιακό Συμβούλιο, Αρχαιολογική υπηρεσία, Δασαρχεία, Συναρμόδια
Υπουργεία κ.λπ.), έτσι ώστε να απαντούν εντός των χρονικών ορίων.

¾ Πολύ σημαντικό είναι οι αρμόδιοι φορείς να πραγματοποιούν τους απαραίτητους


ελέγχους έτσι ώστε να διαπιστώνεται οποιαδήποτε παράβαση στην εφαρμογή του
Νομοθετικού Πλαισίου και να εξασφαλίζεται η τήρηση των δεσμεύσεων των
εταιρειών όσον αφορά στη σωστή υλοποίηση της περιβαλλοντικής
αποκατάστασης. Συνεπώς, χρειάζεται ένας κρατικός μηχανισμός ακέραιος,
αδιάβλητος, ικανός να κρατήσει τους όρους αυτής της ισορροπίας και όχι ένας
ανυπόληπτος μηχανισμός, έρμαιο πιέσεων και συμφερόντων.

¾ Οι κρατικές υπηρεσίες και η τοπική αυτοδιοίκηση θα πρέπει να έχουν ενεργό


ρόλο έτσι ώστε ο ορυκτός πλούτος να αναγνωρίζεται ισότιμος προς τους λοιπούς
φυσικούς πόρους και να εξασφαλίζεται η δυνατότητα αξιοποίησής του, κατά
τρόπο συμβατό με την προστασία του περιβάλλοντος και την άσκηση
τουριστικών ή άλλων δραστηριοτήτων.

¾ Οι πολίτες, μέσω οργανωμένων φορεών, θα πρέπει να συμμετέχουν ουσιαστικά


σε όλη τη διαδικασία, να έχουν λόγο και ρόλο πραγματικό, όχι μόνο στο επίπεδο
της συζήτησης για τους κοινά αποδεκτούς όρους της εκμετάλλευσης, αλλά και
στην ίδια την εφαρμογή τους. Μόνο έτσι θα μπορεί να χτίζεται, επίπονα μεν αλλά
με σταθερότητα, ένα κλίμα αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης.

¾ Όσον αφορά στις εταιρείες, θα πρέπει οι επεμβάσεις να περιλαμβάνουν τη σωστή


χωροθέτηση, την ελαχιστοποίηση της επιφάνειας που καταλαμβάνουν και τον
περιορισμό των επιπτώσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έκταση των επιφανειακών
εκμεταλλεύσεων είναι πολλαπλάσια αυτής των υπογείων και οι περιβαλλοντικές
[229]
επιπτώσεις εντονότερες, άρα οι εταιρείες θα μπορούσαν να εκμεταλλεύονται τα
κοιτάσματα με υπόγειες εκμεταλλεύσεις. Επιπρόσθετα, ιδιαίτερη βαρύτητα θα
πρέπει να δίνεται στο σχεδιασμό της αποκατάστασης, η οποία να είναι από την
αρχή πλούσια και ουσιαστική, και όχι μια προσχηματική «δήθεν αποκατάσταση».
Επίσης, οι εταιρείες θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη χρησιμοποίηση
των κατάλληλων υλικών και μεθόδων αποκατάστασης έτσι ώστε η αλλοίωση του
περιβάλλοντος να είναι η μικρότερη δυνατή. Συνεπώς, η μελέτη των
περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η αποκατάσταση θα πρέπει να αποτελούν
οργανικό μέρος της μελέτης εκμετάλλευσης.

¾ Μια σημαντική ενέργεια που θα μπορούσε να γίνει, είναι να καταγραφούν οι


παλιές εκσκαφές και οι μεταλλευτικές αποθέσεις που δεν έχουν αποκατασταθεί
(προ του 1979) και να πραγματοποιηθούν μελέτες και προγράμματα
αποκατάστασης από τους αρμόδιους φορείς (π.χ. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση
Φωκίδας) με παροχή κινήτρων σε κάθε ενδιαφερόμενο.

¾ Τέλος, οι μεταλλευτικές εταιρείες θα πρέπει να ξεκινήσουν αγώνα ενημέρωσης


του ευρύτερου κοινού για τη χρησιμότητα και αναγκαιότητα των ορυκτών
πρώτων υλών στην καθημερινή μας ζωή. Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί
στην ενημέρωση των μαθητών και να συνδυαστεί με επισκέψεις σε χώρους
μεταλλευτικής δραστηριότητας.

[230]
[231]

You might also like