Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 7

ΠΟΛΥΦΩΝΊΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΑΦΉΓΗΣΗ

ΣΤΑ «ΣΤΟΙΧΕΊΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΊΑ ΤΟΥ ‘60»

ΤΟΥ ΘΑΝΆΣΗ ΒΑΛΤΙΝΟΎ

Ο Βαλτινός δεν «πρωτοτυπεί» πρωτοπορώντας, αλλά ιδρύει νέες περιοχές στην


επικράτεια του λόγου και της τέχνης. Γιατί δεν στοχεύει σε ένα τρόπο φωτισμού της
πραγματικότητας , όπως έκαναν οι περισσότερες μοντερνιστικές πρωτοπορίες, και
αρκετές μεταμοντέρνες πρακτικές, αλλά ιδρύει νέες σχέσεις του λόγου και της τέχνης
με την πραγματικότητα, καταργώντας τα στεγανά, τα οποία όρθωναν τείχη που μέχρι
τώρα έμοιαζαν ανυπέρβλητα. Ο Βαλτινός εξαντικειμενικοποιεί τη γραφή και
αισθητικοποιεί την πραγματικότητα.

Το βιβλίο συντίθεται αποκλειστικά από ντοκουμέντα και αρχειακό υλικό της


εποχής. Ένα μεγάλο μέρος του καλύπτεται από επιστολές γυναικών που ζητούν
συμβουλές από τη ραδιοφωνική παραγωγό κυρία Μίνα, από επιστολές υποψήφιων
μεταναστών προς την αρμόδια μεταναστευτική υπηρεσία (ΔΕΜΕ), καθώς και από μία
μικρή ποσότητα αλληλογραφίας μεταξύ ξενιτεμένων και των δικών τους που έμειναν
πίσω στην πατρίδα. Παράλληλα με το επιστολικό περιεχόμενο, παρατίθενται και
«επίκαιρα» από τον Τύπο της εποχής, σε περίπου διπλάσια ποσότητα, σε σχέση με τις
επιστολές: ειδήσεις πολιτικές, κοσμικές, κοινωνικές, σχετικές με την Εκκλησία και τη
θρησκεία, ειδήσεις από το αστυνομικό δελτίο, ανακοινώσεις του Βασιλικού
Αυλαρχείου, μικρές αγγελίες, διαφημιστικές καταχωρήσεις.

Α. ΠΟΛΥΦΩΝΊΑ

Ο Βαλτινός στο συγκεκριμένο έργο του σκιαγραφεί την δεκαετία του ’60 με ένα
μωσαϊκό από αποκόμματα εφημερίδων, αγγελίες, επιστολές (ιδιωτικού ή δημόσιου
χαρακτήρα), γεγονός που καθιστά το κείμενο πολυφωνικό. Η πολυφωνία συνδέεται
με τις εικονοκλαστικές και τις επαναστατικές λαϊκές παραδόσεις , το γκροτέσκο i, τη
δύναμη του γέλιου, κ.α. . Γι’ αυτό και αναπτύσσεται σε περιόδους έντονων
γλωσσικών και πολιτι-σμι-κών συγκρούσεων, τις οποίες άλλωστε αποτυπώνει. Ο
πολυφωνικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος μπορεί να εκδηλωθεί ως ετερογένεια
είτε ύφους είτε ιδεολογικής προοπτικής. Το πολυφωνικό έργο ενδέχεται να
χαρακτηρίζεται από υφολογική πολυμορφία, από ποικιλία γλωσσικών διαλέκτων και
ιδιωμάτων. Επίσης, ενδέχεται να διαχέονται σε αυτό και να αντιπαρατίθενται οι πλέον
ιδεολογικές απόψεις. Βαδίζοντας στα βήματα του Bakhtinii, ο Βαλτινός χρησιμοποιεί
πληθώρα διαφορετικών στοιχείων προκειμένου να αποδώσει την καθημερινότητα
στην Ελλάδα την συγκεκριμένη δεκαετία, το καθένα από τα οποία αφήνει τη δική του
μοναδική αίσθηση στον αναγνώστη. Η ποικιλία των αποκομμάτων αυτών και ο
συμπληρωματικός τους χαρακτήρας αποτρέπουν τον μονοφωνικό δογματισμό και
εξασφαλίζουν την πολυφωνία των συμπερασμάτων. Μέσα από τις μικροϊστορίες των
ηρώων φωτίζεται και η μακροϊστορία, αλλά και η καθημερινότητα, οι αξίες και
γενικά η ζωή με τα καλά και τα δυσάρεστά της. Μεταφέρεται ο αναγνώστης μέσω
της πολυφωνίας με τρόπο άμεσο και παραστατικό σε κάθε χώρο και χρόνο δράσης. Η
πολυφωνική αφήγηση, με τον αφηγητή να παίρνει πολλά προσωπεία, μιλάει άμεσα
στον αναγνώστη, τον ταξιδεύει σε παθιασμένους έρωτες, πολιτικά πάθη, την
προσπάθεια των ανθρώπων της εποχής να λύσουν τα βιοποριστικά τους προβλήματα
μέσω της μετανάστευσης, και τον ψυχαγωγεί, καθώς επικοινωνεί με κειμενικούς
ήρωες που έχουν αξίες και ιδανικά. Συνεπώς, αντιλαμβανόμαστε ότι η πολυφωνική
πρακτική εξυπηρετεί τη συγγραφική βούληση και αποτελεί κύρια αφηγηματική
τεχνική, η οποία αναδεικνύει ατομικές και συλλογικές ιστορίες.

Η πολυφωνία και η πολυπροσωπία του μυθιστορήματος iii καταλήγει έτσι σε ένα


είδος μονοφωνίας και ανωνυμίας, όπου όλες οι εκκλήσεις των επιστολογράφων
ενώνονται σε μία συλλογική φωνή, στο ίδιο αίτημα να ξεπεραστούν τα όρια και η
αβεβαιότητα που τους καθηλώνουν. Την εντύπωση αυτής της μονοφωνίας
υπογραμμίζει και η παντελής απουσία απαντήσεων από τους παραλήπτες, που
σιωπούν, αφού η αναμενόμενη ανταπόκρισή τους δεν είναι παρά το πρόσχημα για να
ακουστούν οι προσωπικές ιστορίες των αποστολέων. Επιπλέον ο συγγραφέας δεν
παρεμβαίνει φανερά και δεν αναλαμβάνει το ρόλο του αφηγητή, ούτε και παραθέτει
κάποια μετά-αφηγηματικά / μετά-διηγηματικά σχόλια iv σχετικά με τους στόχους, τη
μέθοδο, το υλικό και την αυθεντικότητά του, η συγγραφική περιπέτεια που κατέληξε
στο βιβλίο αυτό, όπως συνηθίζεται στο είδος της «λογοτεχνίας – ντοκουμέντο».
Μόνη τυπωμένη απόδειξη της παρουσίας του συγγραφέα αποτελούν το όνομά του
στο εξώφυλλο, ο υπότιτλος «μυθιστόρημα», η αφιέρωση και η προμετωπίδα. Η
πολυφωνία των αφηγητών δημιουργεί έναν πολυσυλλεκτικό κόσμο, του οποίου τα
επιμέρους στοιχεία ή χαρακτηριστικά δεν έχουν σκοπό ούτε να εναρμονιστούν, ούτε
να διαχωριστούν. Αυτή η άρση της μονοφωνίας και μονοτροπίας μας οδηγεί στη
μπαχτινική πολυφωνίαv, την οποία απασχολεί όχι «η διαλεκτική εξομάλυνση των
αντιθέσεων αλλά η συνύπαρξη» των διαφορετικών στοιχείων.

Τα πρόσωπα είναι ταυτόχρονα χαρακτήρες και τύποι, φωτίζονται σαν εξαιρέσεις και
σαν ατομικότητες, αλλά και εντάσσονται στα απρόσωπα όρια του κοινωνικού
κανόνα, που φαίνεται να επιβάλλει τις αντιδράσεις τους. Οι αφηγηματικές αυτότητες
του έργου, εν προκειμένω οι επιστολογράφοι που απευθύνονται στη ραδιοφωνική
εκπομπή, υπόκεινται σε ένα σχήμα ιδιοτυπίας και υποδειγματικότητας, προβάλλονται
ως πρωταγωνιστές αλλά, την ίδια στιγμή, υπονομεύεται η ταυτότητά τους από τις
υπόλοιπες συναφείς επιστολές όσο και την επιλεγμένη ειδησεογραφία που καθορίζει
το πλαίσιο της δεκαετίας.

Εκτός από τα γράμματα συναισθηματικού περιεχομένου των νεαρών, κυρίως,


γυναικών, σημαντικό μέρος του αποσπάσματός μας από τα «Στοιχεία για τη δεκαετία
του ‘60» καλύπτει μία ομάδα επιστολών προς την αρμόδια υπηρεσία μετανάστευσης.
Οι υπογράφοντες των επιστολών αυτών είναι στην πλειονότητά τους άντρες που
αγωνιούν για τη διασφάλιση των βιοτικών τους αναγκών και απευθύνονται προς τη
συγκεκριμένη υπηρεσία προκειμένου να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Οι
περισσότερες επιστολές είναι σύντομες και περιέχουν τα απολύτως απαραίτητα
βιογραφικά στοιχεία και ερωτήματα σχετικά με τις διαδικασίες της μετανάστευσης.

Η αποδυνάμωση της συγγραφικής ταυτότητας, η φαινομενική μη διεκδίκηση της


συγγραφικής πατρότητας, συνδέεται άμεσα με το ζήτημα της λογοτεχνικότητας του
έργουvi. Μπορεί να μην υπάρχει αφηγητής και μετά-αφήγηση και ο συγγραφέας που
υπογράφει να προβάλλεται έμμεσα και δια της απουσίας του ως αντιγραφέας ενός
έτοιμου αρχειακού υλικού, η δομή ωστόσο του μυθιστορήματος απαιτεί μία
επεξεργασία επιλογής των κειμένων και διάταξής τους στον κειμενικό χώρο.
Οπωσδήποτε, απλά και μόνο η δημοσίευση επιστολών και, πόσο μάλλον, του
ειδησεογραφικού υλικού δεν θα ήταν από μόνη της ικανή να διεκδικήσει τα εύσημα
της λογοτεχνικότητας. Τόσο τα επιστολικά μυθιστορήματα, όσο και το είδος του
λογοτεχνικού ντοκουμέντου έχουν συνηθίσει τον αναγνώστη σε ορισμένες συμβάσεις
τις οποίες ο Βαλτινός δεν φαίνεται να υιοθετεί, ωθώντας έτσι τις μοντερνιστικές
επιλογές του εκτός των ορίων των λογοτεχνικών ειδών.
Β. ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΑΦΉΓΗΣΗ

Η ετερογένεια, η πολυφωνία, η ασυνέχεια, η διακειμενικότητα και η


πολυκειμενικότητα, οι πολλαπλές όψεις και τα κείμενα-θραύσματα επιτείνουν την
αίσθηση της διάχυσης του πραγματικού και θέτουν υπό αμφισβήτηση τον
καθοδηγητικό ρόλο ενός συγγραφέα αφηγητή που κατευθύνει τον αναγνώστη προς
μία μοναδική κατεύθυνση. Το ατελές και ρευστό ως προς τα όριά του κείμενο με το
ασαφές τέλος υποδεικνύει την αβεβαιότητα και την υποκειμενικότητα, την πληθώρα
εκδοχών ερμηνείας μίας τέχνης «ακατέργαστης», που ζητά από τους αναγνώστες να
συνθέσουν μόνοι τους τις αποσπασματικές εικόνες του κειμένου και να
δημιουργήσουν αμφιβολίες για τα όρια της πραγματικότητας και της μυθοπλασίας vii.
Ο αφηγηματικός λόγος και ο τρόπος αναπαράστασης των γεγονότων αποτελούν το
μεταίχμιο όπου συγχέονται Ιστορία και μυθοπλασία. Η ιστορία, την οποία ο Βαλτινός
ανασυγκροτεί με ένα ανορθόδοξο συνθετικό τρόπο, εδράζεται σε ένα βιωμένο
ιστορικό χωροχρόνο και αισθητικοποιείται μέσω των τεκμηριακών συνθέσεων και
λόγων.

Οι ιστορικές αναφορές αποτελούν το σκελετό της πλοκής του μυθιστορήματος και


θυμίζουν τον ιστοριογραφικό λόγο μέσα από τα κείμενα που μιμούνται αυθεντικά
ντοκουμέντα. Κάθε προσπάθεια να συσχετιστεί η τεχνική αυτή με τον μοντερνισμό
του Ντος Πάσσοςviii θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ατυχής, καθώς ο αμερικανός
συγγραφέας ακολουθεί μία κλασική μυθιστορηματική μορφή που δεν προκαλεί
ρήγματα και δεν έχει συνθέσει μυθιστόρημα αποκλειστικά από αποκόμματα. Στο
συγκεκριμένο έργο ο παραλληλισμός των αυθεντικών κειμένων με τις επιστολές
γυναικών στη ραδιοφωνική «Μίνα» και υποψήφιων μεταναστών στην ΔΕΜΕ
δημιουργούν συνθήκες για την εγκαθίδρυση μίας σχέσης αιτίας-αιτιατού ανάμεσα
στις ιστορικές συνθήκες και δυστυχίας των ανθρώπων. Παρά να γενικευτεί αυτή η
αιτιολογική σχέση, στο μυθιστόρημα διαφαίνεται ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ
ιδιωτικού και δημόσιου βίου. Σημειώνεται παραλληλισμός των ιστορικών γεγονότων
με την προσωπική ζωή των πολιτών γεγονός που αφήνει τον αναγνώστη μετέωρο στα
συμπεράσματά του. Οι αιτιολογικές σχέσεις ισχύουν, αλλά ταυτόχρονα υφίσταται
υπό όρους και, συχνά, υπονομεύονταιix.

Γενικότερα, η χρήση τεκμηρίων στη μεταμυθοπλασία υπογραμμίζει την κειμενική


πρόσβαση στο παρελθόν, κι έπειτα, αφού εγγράψει την αξιοπιστία τους σε αυτά, τα
υπονομεύει και τα ανατρέπει. Θα μπορούσαμε, δηλαδή, να πούμε ότι «χτίζει μία
ψευδαίσθηση κι ακολούθως αποδεικνύει την προσωρινότητά της ή την καταρρίπτει» x.

Ο συγγραφέας επιβάλλει, μέσα από τα Στοιχεία, στον αναγνώστη τη μετωνυμική


έρευνα των απαρχών της προσωπικής και εθνικής δυστυχίας, αλλά αυτή η
αναζήτηση δεν κλείνει στην κατάδειξη μίας εμφανούς πηγής από την οποία
απορρέουν τα εν οίκω και εν δήμω δεινά. Εκτός και εάν θεωρηθεί ως πηγή αφήγηση
και η ιδεολογία. Το μυθιστόρημα είναι η αλληγορία του μη συμπερασματικού
χαρακτήρα τουλάχιστον της λογοτεχνικής και ιστορικής ερμηνείας ως πεδίου
ανοιχτού που δύναται να υποστεί ποικίλες αφηγηματοποιήσεις , μερικές από τις
οποίες τυγχάνουν πιο βλαβερές ή πιο απατηλές από άλλες. Η ειρωνεία, πάντως, στο
απόσπασμα είναι το αισθητικό αποτέλεσμα της αποσπασματικής παρουσίασης των
τεκμηρίων και των αληθοφανών στοιχείων, η φύση και οι λεπτομέρειες των οποίων
δεν δύνανται για τη λήψη ερμηνευτικών αποφάσεων που να μπορούν να θεωρηθούν
αδιαμφισβήτητα σωστές ή δίκαιες. Η απόλυτη και σταθερή σημασία μετατοπίζονται
λόγω της ειρωνείας αυτής, αλλά δεν προκύπτει η αναγκαστική παύση της αναζήτησης
όσον αφορά τα στοιχεία που δεν παύουν να την υποδαυλίζουν ή να την υπονομεύουν.

Ο Βαλτινός περιέγραψε το μυθιστόρημα αυτό ως «φανταστικό όσο και η ίδια η


πραγματικότηταxi» υπονοώντας ότι η πραγματικότητα καθίσταται αντιληπτή μέσα
από μία γλώσσα που μυθοποιεί και αυτή η μυθοποίηση κατασκευάζει της
πραγματικότητα σε βαθμό που να μη γίνεται, άμεσα τουλάχιστον, αντιληπτή η
διαφορά μεταξύ του πραγματικού και της αφηγηματοποιημένης του μορφής. Κατ’
αυτόν τον τρόπο δυσχεραίνεται ο διαχωρισμός της πραγματικότητας από της
αφήγησή της. Από τη στιγμή που δεν είναι δυνατή η απεξάρτηση της προσωπικής και
ιστορικής μνήμης από τον λόγο, γίνεται αντιληπτό ότι δεν υπάρχει ο κατάλληλος
εξοπλισμός σχετικά με το αν, τελικά, η αφήγηση απεικονίζει την πραγματικότητα ή
αντίστροφα. Το ίδιο ισχύει και για το λόγο της ιστοριογραφίας που δεν είναι εφικτό
να ανεξαρτητοποιηθεί πλήρως από τις ιδεολογικές επιταγές της εποχής του.
i
Δεν πρόκειται για ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό κίνημα, αλλά για ένα σύνολο χαρακτηριστικών που μπορεί να
εντοπίζεται στο ύφος του συγγραφέα, στους χαρακτήρες ή στο θέμα του έργου, κτλ. Συγκεκριμένα, το γκροτέσκο
προβάλλει συστηματικά την άσχημη, κωμική, γελοία ή και παράλογη πλευρά των πραγμάτων.
ii
Ο Μιχαήλ Μιχαήλοβιτς Μπαχτίν (1895-1975) ήταν Ρώσος φιλόσοφος, γλωσσολόγος, θεωρητικός και ιστορικός της
λογοτεχνίας και μελετητής του λαϊκού πολιτισμού. Εισήγαγε την αρχή της διαλογικότητας ως κεντρικό άξονα του
έργου του.
iii
Βλ. Μαρκόπουλος Θ. , «Θανάσης Βαλτινός. Ο βρασμός της Ιστορίας και της γραφής», Μανδραγόρας, τχ. 42, σ. 64-
69.
iv
Culler J. , Λογοτεχνική Θεωρία, σ. 121-122 και Χρυσομάλλη-Henrich K. , «Το ύφος της αμεσότητας, η αρμονία λόγου
και περιεχομένων», Πόρφυρας, τχ. 103, σ.29-42
v
Η πολυφωνία του, αυτή η περίφημη μπαχτινική έννοια που αποκαλύπτει την πολυμέρεια του είδους, αποτελεί μία
διαλογική συνάντηση υφών, βλέποντας τις λέξεις των ηρώων ως διφωνικές υπάρξεις που απηχούν λόγους άλλων. Η
ανάλυση αυτή περιλαμβάνει τη μαρξιστική-ιστορική ματιά που βλέπει το κείμενο μέσα στον ορίζοντα της συγγραφής
του, αλλά και την αναγνωστική θεωρία, που θεωρεί τον αναγνώστη τη δεύτερη συνείδηση που έρχεται να
κατανοήσει την πρώτη.
vi
Αλλά με το ζήτημα του αναγνώστη, που βρίσκεται αντιμέτωπος με το ερώτημα «πώς πρέπει να διαβάσω;»
vii
Βλ. Wall A. , “Dilemmas of the Modern Fiction Writer”, Myth, metaphor and science, σ. 11-19 και Todorov T. ,
Ποιητική, σ. 88-89
viii
Ο Τζον Ντος Πάσσος (1896-1970) ήταν αμερικανός συγγραφέας, ο οποίος στην τριλογία του “USA” χρησιμοποιεί
«ντοκουμενταριστικά» στοιχεία, όπως συνθήματα, στίχους τραγουδιών της εποχής, τίτλους εφημερίδων αλλά και
αποσπάσματα από πολιτικές ομιλίες.
ix
Παϊβανάς Δημήτρης, 2004: 140 - 1
x
Βλ. Τζιόβας Δ. , «Centrifugal topographies, cultural allegories and metafictional strategies since 1974», Mackridge
and Yannakakis (ed), Contemporary Greek Fiction in a United Europe: from local history to the global individual, Peter
Mackridge and Eleni Yannakakis (ed), Oxford: European Humanities Research Centre of the University of Oxford 2004,
σ. 25
xi
Πολίτη Τζίνα 1991: 95

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΊΑ
 Digital.govstis.gr/product/1140/i-polyfwniki-afigisi-kai-i-afigimatiki-texni-toy-
giwrgoy.html
 Avgi-anagnoseis.blogspot.com/01/blog-post_93.html
 Goodreads.com/book/show/16141730-60
 E-journals.publishing.ekt.gr/index.php/sas/article/viewFile/777/800
 Tvxs.gr/news/πρόσωπα/τζον-ντος-πάσσος-γράφοντας-μυθιστορήματα-και-ιστορία
 Bookpress.gr/kritikes/idees/batkhin-mikhail-pek-panepistimiakes-ekdoseis-kritis-
dokimia-poiitikis-holquist-michael-gutenberg-dialogikotita
 Αλεξιάδου Θεοδούλη, «Στοιχεία ταυτότητας της δεκαετίας του ’60. Αλληλεπίδραση
ιδιωτικού και δημόσιου στο μυθιστόρημα του Θ. Βαλτινού», τ. 1, σ. 663-680,
Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο (από το 1204 έως σήμερα): Δ’ Ευρωπαϊκό
Συνέδριο Νεοελληνικών Σπουδών Γρανάδα, 9-10 Σεπτεμβρίου 2010 : πρακτικά /
επιμέλεια Κωνσταντίνος Α. Δημάδης
 Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Πρόσωπα-Έργα-Ρεύματα-Όροι, Εκδ. Πατάκη,
Αθήνα, Έκδοση 2014, σ. 411, 506-507
 Παρασκευά Ματίνα, «Θανάσης Βαλτινός. Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη, Βιβλίο
Δεύτερο: Βαλκανικοί – ’22: Από τα ίχνη της Ιστορίας στα ίχνη της αφήγησης»,
Πανεπιστήμιο Πατρών, Χρόνος, τχ. 46, 2017

You might also like