Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 14

ΤΟΜΟΣ Ε’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 

5. 1 Εννοιακή προσέγγιση στους σύγχρονους δημοφιλείς χορούς.

Οι χοροί που έγιναν ευρέως γνωστοί στη χώρα μας, πήραν το όνομα «ευρωπαϊκοί»
λόγω της προέλευσής τους. Στις αγγλοσαξωνικές χώρες
ονομάζονταιballroom dances (χοροί του σαλονιού). Η δημοφιλία τους, τους καθιστά
ιδιαίτερα σημαντικούς, διότι έπαιξαν ρόλο στον εξαστισμό και τη μοντερνοποίηση
της ελληνικής κοινωνίας.

5.1.1. Βασικές έννοιες, κατηγορίες και ορολογίες 

Οι χοροί ballroom ή «μοντέρνοι» παραμένουν δημοφιλείς έως σήμερα και η


παρουσία τους στις ευρωπαϊκές και ελληνικές κοινωνικές εκδηλώσεις τους έδωσε το
χαρακτηρισμό «κοινωνικοί». Αρκετοί από αυτούς εξελίχθηκαν τόσο, που έφτασαν σε
επίπεδο ‘αθλήματος’, να παρουσιάζονται δηλαδή σε εκδηλώσεις με βαθμολογίες και
έπαθλα. 
Οι ‘ευρωπαϊκοί΄χοροί εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ου αι. Αργότερα τα πρωτεία
πήραν οι λατινοαμερικάνικοι χοροί που κι αυτοί με τη σειρά τους έδωσαν τα πρωτεία
στους ‘μοντέρνους’ χορούς που εμφανίστηκαν κατά τη μυθική πλέον δεκαετία του
1960. Η πορεία του χορού συνεχίστηκε με την παρουσία όλο και περισσότερο
‘μοντέρνων’ χορών ενώ οι παλαιότεροι επιστρέφουν ανά άτακτα χρονικά διαστήματα
ως μόδα. 
Μοντέρνους ονομάζουμε τους δημοφιλείς χορούς οι οποίοι δεν απαιτούσαν
εξειδικευμένες γνώσεις, ο χαρακτήρας τους είναι ψυχαγωγικός και χορεύονται σε
ποικίλες κοινωνικές εκδηλώσεις. 

5.1.2 Η Κοινωνική διάσταση των διεθνών ‘δημοφιλών’ χορών 

Όσο κι αν οι χοροί αυτοί βασίζονται σε λαϊκά, παραδοσιακά στοιχεία, όταν


εμφανίστηκαν θεωρήθηκαν επαναστατικοί, δημιουργώντας αναταράξεις στα
κοινωνικά δεδομένα. 
- η λαϊκή τους προέλευση συνέβαλλε στην ευρεία διάδοσή τους και
χρησιμοποιήθηκαν από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα ως μέσο έκφρασης της
ανέλιξής τους, πράγμα που προσέδωσε μια ανατρεπτική χροιά στο χορό. 
- Η δημοφιλία τους απέκτησε συχνά τις διαστάσεις φαινομένου 
- Η κοινή αποδοχή τους οδήγησε σε σύσφιξη των δεσμών της λαϊκής βάσης ενώ στις
περιπτώσεις που ένας χορός παρέμεινε σε συγκεκριμένη τάξη, όξυνε τις διαφορές
οδηγώντας συχνά σε εχθρότητα. 
- Τα ελεύθερα, ερωτικά και τολμηρά χαρακτηριστικά κάποιων χορών, οδήγησαν στην
υιοθέτησή τους από τις νεότερες ηλικίες. Αυτό οδήγησε με τη σειρά του σε σύνδεση
αυτών των χορών με το χάσμα των γενεών και τις συγκρούσεις με την ηθική
παράδοση. Το γεγονός αυτό έπαυε όταν ο χορός γινόταν καθολικά αποδεκτός και
τρόπος έκφρασης του συνόλου. Τότε εμφανιζόταν κάποιος άλλος ‘επαναστατικός’ για
να ακολουθήσει κι αυτός τον ίδιο δρόμο. 
- Οι μοντέρνοι χοροί είχαν επίπτωση και στην αισθητική κάθε εποχής. 
Χαρακτηριστικά αυτών των χορών ήταν αφενός η σωματική επαφή που απαιτούνταν
μεταξύ των χορευτών και αφετέρου ο κοινωνικός συμβολισμός τους. Αυτό είχε ως
συνέπεια να οριοθετηθούν ως σύμβολα ομάδων όπως οι χορευτές του ροκ ή της
ντίσκο. 
Σε επίπεδο τεχνικής και αθλητισμού, οι ευρωπαϊκοί χοροί προϋποθέτουν μεγάλη
σωματική επαφή, πράγμα που οδήγησε στον απαξιωτικό χαρακτηρισμό τους ως
‘κολλητούς’ και επικίνδυνους για τα χρηστά ήθη της εποχής τους. 
Μετά το 1960 η λαβή των χορών ανοίγει, επιτρέποντας στους χορευτές πλήρη
ελευθερία κίνησης κι έκφρασης. Η συμβολή τους επεκτάθηκε και στην χορευτική
τέχνη, παραμερίζοντας τις παγιωμένες μέχρι τότε πέντε θέσεις του κλασικού
μπαλέτου και εισάγοντας μια πιο φυσική κίνηση. 

5.1.3 Σημερινή θέση και προοπτικές των διεθνών ‘δημοφιλών’ χορών


 
Η ευρεία αποδοχή, η δημιουργία ειδικών χώρων, η τεχνολογική πρόοδος με το
γραμμόφωνο και το πικάπ, έδωσε άλλη μια διάσταση πέρα από την κοινωνική κι αυτή
ήταν η αγωνιστική. Εθνικοί αγώνες ballroom ξεκίνησαν από το 1920 ενώ ο πρώτος
διεθνής διηξήχθη στο Λονδίνο το 1960. 
Οι αγώνες αυτοί στάθηκαν αιτία να διαμορφωθούν κανόνες και να καθοριστούν
κριτήρια. Δύο ήταν οι τάσεις που αναπτύχθηκαν, το αμερικάνικο και το διεθνές στυλ.
Αξίζει να αναφέρουμε πως οι ‘ευρωπαϊκοί’ χοροί έχουν προταθεί και για ολυμπιακό
άθλημα. 
Αυτή η ανάπτυξη είχε ως αποτέλεσμα ένα μόνιμο ενδιαφέρον του κοινού για το χορό.
Στην Ελλάδα, από τα τέλη του 19ου αι. και για πολλές δεκαετίες του 20ου μεγάλος
αριθμός νέων φοιτούσε σε σχολές προκειμένου να μάθει ‘ευρωπαϊκούς’ χορούς.
Σήμερα υπάρχει πλήθος σχολών πολλές από αυτές αγωνιστικού επιπέδου. 

5.2 Ευρωπαϊκοί χοροί 

Χαρακτηρίζονται ‘απαλοί’ και περιλαμβάνουν το βαλς, το βιεννέζικο βαλς. Το


φόξτροτ, το τανγκό και το quick step. Όλοι εκτός από το τανγκό, δημιουργήθηκαν
στην κεντρική Ευρώπη με ρίζες στην Αναγέννηση. Πρόκειται για χορούς ζευγαριών
με κλειστή λαβή και σημαντική σωματική επαφή, από το διάφραγμα ως τα γόνατα.
Ο Borrows τους αναφέρει ως χορούς ‘ενός σώματος με τέσσερα πόδια’. Οι χοροί
αυτοί περιθωριοποίησαν την πόλκα και τη μαζούρκα, προκαλώντας επανάσταση για
την εποχή τους. Χαρακτηριστικό τους είναι η διαρκής κίνηση των χορευτών στο
χώρο, μέσω στροβιλισμού προς τα αριστερά με μεγάλους βηματισμούς. Η κίνηση του
τάνγκο είναι κοφτή και απότομη ενώ το βαλς και το φοξτροτ εκφράζεται μέσω
καμπύλης κίνησης. 

5.2.1 Τάνγκο 

Αν και η καταγωγή του είναι ‘λάτιν’ και ειδικά νοτιοαμερικάνικη στην πορεία
καθιερώθηκε ως ‘ευρωπαϊκός’ ενώ θεωρείται ο δημοφιλέστερος χορός. 
Πρόκειται με συνδυασμό του τανγκάνο, ενός χορού που μεταφέρθηκε από την
Αφρική στην Αϊτή και την Κούβα από τους σκλάβους το 18ο αι. με το χορό
χαμπανιέρα που κυριαρχούσε στην Αβάνα του 19ου αι. Αργότερα το συνδυασμό αυτό
μετέφεραν οι μαύροι μετανάστες στην Αργεντινή για να ζυμωθεί με τη μιλόνγκα,
χορό των φτωχότερων κατοίκων του Μπουένος Άιρες. 
Αρχικά το τάνγκο εξέφρασε τις δυσκολίες της ζωής των ορίγιας, των φτωχών
κατοίκων του Μπουένος Άιρες ταυτόχρονα με τον αισθησιακό τους χαρακτήρα.
Έντονα αυτοσχεδιαστικός, το τάνγκο χορευόταν αρχικά από άνδρες. Αργότερα τον
χόρευαν και οι γυναίκες των κακόφημων σπιτιών κι έτσι εξελίχθηκε σε ζευγαρωτό. Η
μουσική του με έντονα τονισμένα στακκάτο παιζόταν με κιθάρα, βιολί, φλάουτο και
πιθανόν και πιάνο. Το 1870 οι Γερμανοί μετανάστες έφεραν μαζί τους το μπαντονεόν,
ένα είδος ακορντεόν με κουμπιά, το οποίο ‘ταίριαξε’ απόλυτα με το τάνγκο. 
Το τάνγκο έφτασε στο Παρίσι το 1907 και στο Λονδίνο το 1912. Οι Γάλλοι του
αφαίρεσαν τα πιο βίαια και σεξουαλικά υπονοούμενα με αποτέλεσμα ο χορός να βρει
τη θέση του στα αστικά σαλόνια όλης της Ευρώπης. 
Μεγάλος εκφραστής του τάνγκο και μυθική φυσιογνωμία υπήρξε ο Κάρλος Γκαρδέλ
ενώ σημαντική ήταν η συμβολή του Άστορ Πιατσόλα, όταν ενστάλαξε στο τάνγκο
στοιχεία τζαζ και κλασσικής μουσικής. Ο Πιατσόλα συνέγραψε μεγάλο αριθμό
συμφωνικών και συναυλιακών τάνγκο, ενσωματωμένα και μη σε κοντσέρτα για
μπαντονεόν. 
Σήμερα διδάσκεται και το αργεντίνικο και το ευρωπαϊκό τάνγκο αν και το ευρωπαϊκό
καθιερώθηκε σε αθλητικό και επαγγελματικό επίπεδο. 
Στη χώρα μας το τάνγκο αγαπήθηκε ιδιαίτερα πριν και μετά τον πόλεμο. Οι μεγάλες
επιτυχίες όπως η ‘Κουμπαρσίτα’ το ‘Τάνγκο Νοττούρνο» και άλλες, χορεύτηκαν από
το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού. Μάλιστα, ένας από τους ‘μάγους’ του τάνγκο, ο
Εντοάρντο Μπιάνκο, έμεινε στην Αθήνα για τρία χρόνια γράφοντας πολλές επιτυχίες,
μια από αυτές σε στίχους του Αλέκου Σακελλάριου, τη ‘Μοναξιά’. 
Πολλοί ήταν οι έλληνες συνθέτες που ασχολήθηκαν με το είδος, όπως ο
Χαιρόπουλος, ο Γιαννίδης, ο Σογιούλ. Υπάρχουν πολλά τραγούδια σε στυλ
χαμπανιέρα, όπως το ‘Ετίναξε την ανθισμένη μυγδαλιά’, το ‘Στης νύχτας τη σιγαλιά’
και αρκετά του Αττίκ, όπως η ‘Παπαρούνα’, το ‘Να ζει κανείς ή να μη ζει’, η
‘Πάολα’ και πολλά ακόμη. Η τελευταία επιτυχία ήταν ‘Μια Μαύρη Φορντ’, τραγούδι
του Μάνου Χατζιδάκι από την παράσταση ‘Οδός Ονείρων’. 
Το τάνγκο ήταν για την Ελλάδα μια απλή και αθώα ψυχαγωγία των μαζών χωρίς
τίποτε το επαναστατικό πέρα από τη σωματική επαφή των χορευτών. Άλλωστε
εξέφραζε το κοινωνικό κατεστημένο. 

5.2.2 Βαλς
 
Το βαλς έρχεται από τη Γερμανία και η καταγωγή του ανάγεται στους
παραδοσιακούς, χωριάτικους χορούς, με συγγένεια στο χορό βόλτα της Προβηγγίας
και την πολωνική πόλκα. Είναι περιστροφικός, ζευγαρωτός και σε μέτρο ¾ ή
3/8 . 
Εισήλθε στο Παρίσι με την εισβολή του Ναπολέοντα στη Γερμανία, από εκεί πέρασε
στο Λονδίνο για να καταλήξει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου λόγω της κλειστής
λαβής του έγινε αποδεκτό στα τέλη του 19ου αι. 
Το βαλς είχε άμεση σχέση με την κλασσική και τη ρομαντική μουσική. Λατρεύτηκε
και απαξιώθηκε ταυτόχρονα από την αριστοκρατία και την αστική τάξη, ενώ
ασχολήθηκαν μαζί του πολλοί συνθέτες, μεταξύ των οποίων ο Χάιντν και ο
Μπετόβεν. 
Το βαλς αναπτύχθηκε κατά τη ρομαντική περίοδο, όταν εξελίχθηκε η τεχνική και
δημοφιλής φόρμα για ένα όργανο, σύνολα δωματίου ή συμφωνική ορχήστρα και
μπαλέτα. Κατά το 19ο αι. οι συνθέτες είχαν ως κινητήρια δύναμη την έκφραση μιας
ελαφρότητας, του ερωτικού πάθους, της παραίσθησης, ακόμα και παραφυσικών
δυνάμεων όπως των βρικολάκων ή του ίδιου του Χάρου. 
Την ίδια χρονική στιγμή, στη Βιέννη το βαλς είναι μια δημοφιλής ψυχαγωγία που
προκαλεί χαρά, κάνοντας μια διαδρομή από το χορό στην οπερέτα κι από την οπερέτα
στην όπερα. 
Με το βαλς ασχολήθηκε συστηματικά η μουσική οικογένεια των Στράους. Ο πατέρας
και γιος Γιόχαν και τα υπόλοιπα παιδιά. Τα βαλς που κληροδότησαν είναι πολλά,
ιδιοφυή και περίπλοκα. Μέγιστο ανάμεσά τους, ο ‘Ωραίος Γαλάζιος Δούναβης’ του
υιού Γιόχαν. 
Η εξέλιξη του βαλς υπήρξε σταθερή χωρίς ποτέ να χάσει το χορευτικό του
χαρακτήρα. Οφείλουμε να αναφέρουμε τον Ιππότη του Ρόδου, του Ρίχαρντ Στράους
και το La Valse του Μωρίς Ραβέλ. 
Τον 20ο αι. τα νέα, πιο ελεύθερα ήθη επιτρέπουν στο βαλς να αποκτήσει ευρύτερη
αποδοχή και να ζυμωθεί με το ελαφρό τραγούδι. Με την πάροδο των ετών αποκτά
νοσταλγικό χαρακτήρα, η έντασή του μειώνεται και καθιερώνεται σε δυο εκδοχές, το
αργό και το βιεννέζικο βαλς. Η διαφορά τους βρίσκεται στην ταχύτητα καθώς το
βιεννέζικο χορεύεται στη διπλάσια ακριβώς ταχύτητα από το αργό. 
Το βαλς αγαπήθηκε πολύ στην Ελλάδα, αφήνοντας το στίγμα του σε οπερέτες που
σημείωσαν μεγάλη επιτυχία. Σημαντικότερα ήταν τα βαλς ‘Σφίξε με κι ενωμένα τα
χείλη ας μείνουν’ του Θεόφραστου Σακελλαρίδη και το ‘Στο στόμα στο στόμα στο
στόμα τρελά φίλησέ με’ του Νίκου Χατζηαποστόλου. 
Γενικά οι συνθέτες που ασχολήθηκαν με το βαλς είναι οι ίδιοι που ασχολήθηκαν και
με το τάνγκο. Στην πορεία του το βαλς αποκτά νοσταλγικό και γλυκόπικρο
χαρακτήρα, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ανεκπλήρωτου έρωτα. 
Η μεγαλύτερη βαλς επιτυχία στην Ελλάδα ήταν το μεταπολεμικό τραγούδι του Μίμη
Κατριβάνου ‘Δυο πράσινα μάτια με μπλε βλεφαρίδες’ . Ο Μάνος Χατζιδάκις
δημιουργεί τη δεκαετία του 1960 το ‘Βαλς των χαμένων ονείρων’ με συμφωνικά
στοιχεία. 
Η επιτυχία του βαλς συνεχίζεται καθώς εισχωρεί στη δουλειά των λαϊκών και
ρεμπέτικων συνθετών, με γνωστότερο το ‘Μια παλιά ιστορία’, τραγούδι που έγραψε
και απέδωσε ο Στέλιος Καζαντζίδης σε στίχους Κώστα Βίρβου. 
Το βαλς χορεύεται ακόμη και σήμερα, άλλοτε με ζωντανό, χαρούμενο ύφος, κι
άλλοτε με αίσθηση καθαρά νοσταλγική. 

5.2.3 Φοξτροτ
 
Χορός που ονομάστηκε από το χορευτή του μιούζικ χωλ Χάρι Φοξ. Ο Φοξ χόρεψε με
τριποδισμό στα περίφημα Ziegfield Follies του 1914. Αργότερα ο όρος απέκτησε την
ερμηνεία ‘τριποδισμός της αλεπούς’ . 
Το νέο βήμα πέρασε στην Αγγλία ένα χρόνο αργότερα, όπου του αφαιρέθηκαν
κάποια από τα στοιχεία του, προκειμένου να ταιριάξει περισσότερο στην περιοχή.
Στη Γερμανία έγινε προσπάθεια από την εθνική υπηρεσία ελέγχου της μουσικής να
εκδιωχθεί το φοξτροτ από την εθνική σκηνή, χωρίς όμως αποτέλεσμα. 
Στην Ελλάδα τα φοξ ανήκουν αρχικά στα ελαφρά δημοφιλή τραγουδάκια που
συνοδεύουν τα γλέντια, τις επιθεωρήσεις και τις χοροεσπερίδες των νέων.
Χαρακτηριστικά φοξ των πρώτων δεκαετιών είναι τα ‘Ριρίκα’, ‘Ακόμα ένα ποτηράκι’
της Σωτηρίας Ιατρίδου, το ‘Λίγα λουλούδια’ και το ‘Εγώ θα σ’αγαπώ και μη σε
νοιάζει’ του Κώστα Γιαννίδη και άλλα. 
Το φοξ αναμειγνύεται με δημοτικά στοιχεία και προκύπτουν τραγούδια όπως η
‘Μάρω’ αλλά και με το αρχοντορεμπέτικο, με γνωστότερο το ‘Μια ζωή την έχουμε’
των Σουγιουλ, Σακελλάριου, Γιαννακόπουλου. 
Το φοξτροτ χορεύεται μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα στα Επτάνησα. 

5.3 Λάτιν ή Λατινοαμερικάνικοι Χοροί 

Οι χοροί αυτοί περιλαμβάνουν τη ρούμπα και τους συγγενείς με αυτήν όπως το


μάμπο, το τσα τσα τσα, η σάμπα και άλλοι. Χορεύονται σε ρυθμό μέτριο ή γρήγορο,
είναι ζευγαρωτοί, η λαβή τους είναι ανοιχτή χωρίς να έρχεται το διάφραγμα του
ζευγαριού σε επαφή, το οποίο μένει στατικό στο δάπεδο. Κάποιες εξαιρέσεις σε αυτά
διαθέτει η σάμπα. 
Η μουσική λάτιν είναι μελωδική και ρυθμική, ενώ οι χοροί παρέχουν μεγάλη
ελευθερία κινήσεως. Η ρυθμική κίνηση των γοφών των χορευτών εκπέμπει ιδιαίτερο
αισθησιασμό και το ‘παιχνίδι’ της ‘ανταπόκρισης’ και ‘αντίστασης’ μεταξύ τους είναι
υπεύθυνο για πολλά από τα αισθητικά χαρακτηριστικά των χορών αυτών. 
Αν και κατάγονται από τη Λατινική Αμερική, οι χοροί αυτοί εξευρωπαΐστηκαν και
διδάσκονται έκτοτε σε όλες τις σχολές χορού. Πρόσφατα άρχισαν να παίρνουν την
αυθεντική μορφή τους, όπως έγινε και με το τάνγκο. 

5.3.1 Ρούμπα 

Είναι δύσκολο να αποδοθεί ετυμολογικά καθώς οι λέξεις από τις οποίες κατάγεται ο
όρος σημαίνουν ένα ευχάριστο κοινωνικό γεγονός, το όνομα ενός χορού, αλλά και
μέλος ενός ευρύτερου συνόλου χορών, το επονομαζόμενο ‘σύμπλεγμα της ρούμπα’. 
Ο χορός αυτός αναπτύχθηκε στην Κούβα στα μέσα του 19ου αι. ανάμεσα σε δούλους
και απελεύθερους Αφρικανούς. Μετά την κατάργηση της δουλείας, στα αστικά
κέντρα της Κούβας αναμίχθηκαν Αφρο-Κουβανοί, αυτόχθονες Ινδιάνοι, Ευρωπαίοι
και μιγάδες. Όλοι αυτοί συγκεντρώνονταν κι εκφράζονταν με τη ρούμπα. 
Στην Αβάνα η ρούμπα απέκτησε καθολική αποδοχή κατά τον 20ο αι. και
μεταλλάχθηκε σε είδος τέρψης των τουριστών. 
Παραλλαγές της μεταφέρθηκαν στο Μεξικό, την Ισπανία, τις ΗΠΑ και την Αφρική. 
Η γνωστότερη ρούμπα είναι ένα ιδίωμα αυτής, το son, πιο αργό και συναισθηματικά
φορτισμένο. Ο χορός εξαμερικανίστηκε και καθιερώθηκε η τετράγωνη ρούμπα ή
ρούμπα καρέ, η οποία διδάσκεται έως σήμερα. 
Το μέτρο της είναι 4/4. 

5.3.2 Μάμπο
 
Πρόκειται για κατασκευασμένο παράγωγο της ρούμπα, δημιουργημένο από τον
Κουβανό διευθυντή ορχήστρας Πέρες Πράδο το 1950. Η ιστορία αναφέρει πως ο
Πράδο συνδύασε την αλλαγή δομής του Ισραέλ Λόπες και τον εμπλουτισμό
του son με κρουστά, τρομπέτες και αφρικανικό ύφος που είχε προσπαθήσει ο
Αρσένιο Ροδρίγες. Όσον αφορά το όνομα, άλλοι θεωρούν πως δεν σημαίνει τίποτα κι
άλλοι ότι εκφράζει ικεσία προς τους θεούς. 
Το μάμπο επηρέασε τη τζαζ, τη σάμπα και το ρυθμ εντ μπλουζ, το ιταλικό τραγούδι,
ακόμη και το ανατολίτικο τσιφτετέλι. Έχει τετράσημο μέτρο σε γρήγορο ρυθμό, με
απλή δομή. Οι δάσκαλοι χορού εξέλιξαν τα βήματα κι αυτή τη στιγμή πρόκειται για
έναν γρήγορο και έντονο χορό που αγαπιέται διεθνώς. 

5.3.3 Τσα τσα τσα


 
Δημιουργήθηκε το 1951 όταν ο μαέστρος και μουσικός Ενρίκο Χορίν εξέλιξε το
τελευταίο μέρος του ντανσόν σε ένα νέο μουσικό είδος. Η ονομασία του προήλθε από
ήχο που έκαναν οι γυναίκες της Κούβας με τις παντόφλες τους. Έχει τετράσημο
μέτρο και μεσαίο τέμπο. Μερικοί υποστηρίζουν πως το τσα τσα τσα αντιπροσωπεύει
ένα μουσικό σημείο με διαδοχή τριών γρήγορων τονισμών πάνω στους οποίους
κινούνται τα βήματα του chasse (κυνηγητού). 
Το τσα τσα τσα ταίριαξε πολύ στη Δύση και αγαπήθηκε ιδιαίτερα. Το γεγονός πως
μπορούσαν να το χορέψουν όλες οι ηλικίες είχε ως αποτέλεσμα να θεωρηθεί ως
‘γέφυρα’ μεταξύ των ηλικιών. 

5.3.4 Σάμπα και μπαγιό 

Ετυμολογικά η σάμπα περιγράφει τους χορούς των αφρικανών σκλάβων που ζούσαν
στη Βραζιλία, χώρα όπου συναντώνται πολλές παραλλαγές της. Μια από αυτές, η
ομαδική, κατάγεται από το μασίσε, μια βραζιλιάνικη μορφή τάνγκο, ενώ η μουσική
της θυμίζει κουβανική χαμπανιέρα. Έχει επίσης στοιχεία του μπαγιό, χορού της
βραζιλιάνικης πόλης Μπαΐα. 
Το μέτρο της είναι 2/4. Έφτασε στις ΗΠΑ το 1939 ως ζευγαρωτός χορός και έτσι
πέρασε στην Ευρώπη. Επιτυχία σημείωσε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν
εξευρωπαΐστηκε και οι αισθησιακές κινήσεις εμπρός και πίσω των Μαύρων,
αντικαταστάθηκαν από το ‘σουστάρισμα’, κίνηση από πάνω προς τα κάτω. Ο χορός
μπόσα νόβα, είναι μια τζαζ διαφοροποίηση της σάμπα. 
Η αυθεντική σάμπα διαθέτει μελωδίες σχεδόν αφηρημένες, σε μια εξελιγμένη
αρμονική γλώσσα. Χαρακτηριστικό της είναι επίσης μια τεράστια ποικιλία ρυθμών,
παιγμένων από μεγάλο αριθμό ιδιοφώνων. Ιδιαίτερη δεξιοτεχνία απαιτείται στις
περιπτώσεις που συνοδεύεται από κιθάρα. 
Έργα σάμπα έχει ενσωματώσει στο έργο του ο συνθέτης Έιτορ Βίλλα Λόμπος με
αντιπροσωπευτικότερα το Καρνεβάλ, το Μπαχιάνας Μπραζιλέιρας. Στο είδος
ξεχώρισε επίσης ο Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ. 

5.3.5 Το ‘λάτιν’ στοιχείο στον ελληνικό μουσικοχορευτικό ορίζοντα


 
Τα λάτιν εμφανίστηκαν εξευρωπαϊσμένα στην Ελλάδα το 19ο αι. Μετά το Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισαν να έρχονται αυθεντικότερες μορφές. Πολλά στοιχεία του
λάτιν όπως ο ρυθμός, η ελεύθερη κίνηση και η κοινωνική του σημασία ταίριαζαν με
το τσιφτετέλι κι αναπτύχθηκε παράλληλα με αυτό. 
Τα δυο είδη συνδύασαν το όνειρο της φυγής και του ‘εξωτισμού’ λειτουργώντας ως
ενωτικός κρίκος ανάμεσα σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Ενδιαφέρον
παρουσιάζει η σύγκριση της Ζαΐρα του Βασίλη Τσιτσάνη με τη Ζεχρά του Σουγιούλ.
Το τελευταίο τραγούδι έφτασε σε δημοτικότητα τον εθνικό ύμνο, όταν το 1940 ο
Μίμης Τραϊφόρος χρησιμοποίησε τη μουσική για να φτιάξει το ‘Παιδιά, της Ελλάδος
Παιδιά’ σε εκτέλεση της Σοφίας Βέμπο. 
Ο συνδυασμός ‘εξωτισμού’ και ‘λάγνας΄ Ανατολής είχε ως αποτέλεσμα να
μετουσιωθούν όλα τα είδη λάτιν σε ένα, να εκσυχρονιστεί μέσα από λάτιν στοιχεία το
αρχοντορεμπέτικο, το λάτιν και το τσιφτετέλι να ανταλλάξουν στοιχεία και να έρθει
πιο κοντά το λαϊκό με το ελαφρύ τραγούδι. 
Υπήρξαν πολλές ελληνικές επιτυχίες που λόγω των λάτιν στοιχείων τους έκαναν
διεθνή καριέρα, όπως το ‘Θα σε πάρω να φύγουμε’ του Γιάννη Σπάρτακου που
παίχτηκε από το διάσημο λάτιν μαέστρο Χαβιέ Κούγκατ με τίτλο ‘Greek Bolero’, και
η διάσημη ‘Μισιρλού’ του Ρουμπάνη, ορχηστρικό με πλήθος επανεκτελέσεων. Ο
Μανώλης Χιώτης συνεισφέρει επίσης στο μάμπο, με κλασικό το τραγούδι
‘Περασμένες μου αγάπες’. Υπήρξαν κι άλλες ανάλογες επιτυχίες όπως το ‘Λόντρα
Παρίσι’ των Ραπίτη και Τραϊφόρου, το ‘Αν σ’αρνηθώ αγάπη μου’ του Μίμη Πλέσσα
και το ‘Τώρα κλαις’ του Απόστολου Καλδάρα. 
Ακολουθώντας τη μόδα του ’60 που ήθελε καλλονές ντυμένες με φρούτα να
χορεύουν λάτιν και να υπόσχονται εξωτικά ταξίδια, ο Γιώργος Μουζάκης κυριάρχησε
στη νυχτερινή Αθήνα με το λάτιν ύφος του. Τραγούδια του απέδωσαν η Μάγια
Μελάγια, η Σπεράντζα Βρανά και η Ζωζώ Σαπουντζάκη. Οι μελωδίες του ήταν
ιδιαίτερα κεφάτες κι αποδείκνυαν το ταλέντο του, οι στίχοι όμως ήταν επιφανειακοί. 
Το λάτιν στην Ελλάδα υπήρξε ένα μείγμα με στοιχεία μεξικάνικης μουσικής,
αραβικής και ινδικής, έως τσιγγάνικης. Ο Μάνος Χατζιδάκις με το τσα τσα τσα
‘Γκρίζο γατί’ κάνει ασύλληπτες για την εποχή πωλήσεις. Η Σοφία Λώρεν τραγουδά
το ‘τι είναι αυτό που το λένε αγάπη’ του Τάκη Μωράκη και του Τώνη Μαρούδα ενώ
ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Νίκος Γκάτσος γράφουν το μπαγιό ‘Αν θυμηθείς τ’όνειρό
μου’ που τραγουδούν οι Beatles. 
Το λάτιν επηρεάζει τον ελληνικό συρτό, το μπάλο, το τσιφτετέλι, το ποπ και κάθε
ρυθμό τετράσημων μέτρων. 

5.4.1 Βορειοαμερικάνικοι και ευρωπαϊκοί νεανικοί συρμοί του ’60 

Ανάμεσα στους ‘μοντέρνους’ χορούς που γνώρισαν επιτυχία μέχρι το 1960 ήταν το
μάντισον, το χάλι γκάλι, η γιάνκα, το λίμπο και άλλα. Οι χοροί αυτοί υπήρξαν
βραχύβιοι και δε διδάσκονται πια στις σχολές χορού. 
Σημαντικότερος όλων αυτών ήταν το τσάρλεστον, με καταγωγή από την ομώνυμη
αμερικανική πόλη. Επίσημα εμφανίστηκε στα Ziegfeld Follies του 1923 κι η επιτυχία
του ώθησε τους δάσκαλους χορού να το μορφοποιήσουν έτσι ώστε να μπορεί να το
χορέψει ο καθένας. Το 1925 κατακτά την Αγγλία και γίνεται αντικείμενο λατρείας
αλλά και αντιδράσεων καθώς το τσάρλεστον είναι ιδιαίτερα σεξουαλικός και έντονος
χορός. Η περίοδος εμφάνισής τους είναι ιδιαίτερη. Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος έχει
τελειώσει αφήνοντας πίσω του αμέτρητους νεκρούς και σκληρές ιδεολογικές
αντιθέσεις. Η Σοβιετική Επανάσταση συμβαίνει ταυτόχρονα με την άνοδο του
Ναζισμού, την ίδια στιγμή που οι νέοι καταλύουν τα βικτωριανά άτεγκτα ήθη. Στο
Παρίσι και το Βερολίνο ανεβαίνουν πλήθος θεαμάτων – πρόκληση για τις κοινωνικές
αξίες της εποχής. Η Αμερική είναι διχασμένη ανάμεσα στον πουριτανισμό και τη
χειραφέτηση, την ποτοαπαγόρευση και την παράνομη διακίνηση αλκοόλ, την αύξηση
της εγκληματικότητας, τις συμμορίες των γκάνγκστερ, τα νέγρικα και τα εργατικά
κινήματα. 
Μέσα σε όλον αυτόν τον αναβρασμό αναδύεται και το γυναικείο κίνημα. Στην
προσπάθειά τους για χειραφέτηση, οι γυναίκες αναδιαμορφώνουν το ντύσιμό τους σε
πιο ελεύθερο και προκλητικό. Η συμπεριφορά τους αλλάζει και απέναντι στο χορό
καθώς μπορούν να χορεύουν και μόνες ή αλλάζοντας διαρκώς παρτενέρ. Η αίσθηση
που δίνει ο έντονος χορός στο σώμα είναι κάτι πρωτόγνωρο. 
Το τσάρλεστον χαρακτήρισε ολόκληρη τη δεκαετία του 1920 και τελείωσε με το
Κραχ του Χρηματιστηρίου το 1929. Μια προσπάθεια αναβίωσής του το 1960 δεν
απέδωσε ίσως επειδή εξέλειπαν οι κοινωνικές συνθήκες που το δημιούργησαν. 

5.4.2 Μοντέρνοι χοροί του ’50 και του ‘60 

Η δεκαετία του 1950 σημαδεύεται από τη σαρωτική έλευση στην Αμερική του ροκ
εντ ρολ. Πρώτος διδάξας ο νέγρος Μπιλ Χάλεϊ και το συγκρότημά του Κόμετς. Το
τραγούδι του ‘Rock around the clock’ με ερμηνευτή τον Έλβις Πρίσκλεϋ
καθιερώνεται το 1956. 
Το ροκ εντ ρολ γεννιέται το 1930 έχοντας ως βάση το χορό λίντι χοπ ή τζίτερμπαγκ
με ρυθμό σουίνγκ ή μπούγκι. Η κλειστή λαβή σπάει δίνοντας την πρωτοβουλία
κινήσεων και το σόλο στον άντρα, ενώ για τις γυναίκες έχουμε αιωρήσεις και
τινάγματα στον αέρα. Αρχικά ο χορός απαγορεύτηκε, η επιτυχία του όμως ήταν
τέτοια που τελικά καθιερώθηκε ενώ συνδέθηκε και με τη σεξουαλική απελευθέρωση. 
Το ροκ εντ ρολ δεν είναι μόνο χορός. Συνδέθηκε με τη μαζική κουλτούρα, την
ψυχαγωγία και την κατανάλωση. Η νεολαία διαμορφώνεται σε καταναλωτικό κοινό
κι επιθυμεί να διαφοροποιηθεί από τις προηγούμενες γενεές. Οι κοινωνικές τάξεις
αντιμάχονται η μία την άλλη και η επιστημονική πρόοδος επιτρέπει ταχύτητα στην
πληροφορία, μια ταχύτητα που εκφράζεται με το ροκ εντ ρολ. 
Ο χορός είναι ιδιαίτερα γρήγορος, με αισθησιακές κινήσεις της λεκάνης και των
γοφών, κάτι που συναντούσαμε και σε προηγούμενους χορούς, όπως τα λάτιν. Η
διαφορά είναι πως τώρα η τεχνολογία επιτρέπει τη δημιουργία ολιγάριθμων
συγκροτημάτων που παίζουν μουσική σε μια πρωτοφανή ένταση που ξενίζει όποιον
την ακούει για πρώτη φορά. Η ένταση των οργάνων απευθύνεται στο ένστικτο και ο
στίχος παύει να έχει σημασία. Πάγια τακτική είναι η επανάληψη σεξουαλικών
μηνυμάτων. 
Η άμεση και έντονη αντίδραση των μεγαλύτερων ηλικιών διαμορφώνει το ροκ εντ
ρολ ως ειδοποιό διαφορά των γενεών. Μέσα από αυτή τη σύγκρουση αυτονομείται
για πρώτη φορά ο έφηβος ή, σύμφωνα με τον αμερικάνικο όρο ο teenager και
ομαδοποιείται με άτομα της ηλικίας του. Η χορευτική έκφραση είναι πλέον τελείως
ελεύθερη. 
Το νέο είδωλο που απελευθερώνει το ροκ εντ ρολ από τη νέγρικη καταγωγή του είναι
ο Έλβις Πρίσλεϋ. Τραγουδώντας αυτό που ο ίδιος ονόμαζε κάντρι ροκ, μια μείξη
ρυθμ εντ μπλουζ και κάντρι εντ γουέστερν, κατάφερε να συνδέσει λευκούς και
μαύρους. Η εποχή ήταν ώριμη για κάτι τέτοιο, διότι η οικονομία και ο ψυχρός
πόλεμος ήθελαν τη μαζικοποίηση του κοινού που θα λειτουργούσε ως μια γιγάντια
αγορά. 
Προκειμένου να ολοκληρωθεί η σεξουαλική επανάσταση, δημιουργήθηκε το σλόου
ροκ, του νωχελικού χορού όπου τα ζευγάρια χόρευαν μάγουλο με μάγουλο και
ολόσωμη αγκαλιαστή λαβή. 
Η συντηρητική Ελλάδα άργησε να δεχτεί τόσο ροκ εντ ρολ όσο και το σλοου ροκ που
ονομαζόταν λανθασμένα μπλουζ. 
Το τουίστ σηματοδοτεί μια ολόκληρη εποχή, λόγω του ιδιοφυούς συνδυασμού
κινήσεων που δεν έχουν φαλλική ή θηλυπρεπή σημειολογία. Το επάνω και το κάτω
μέρος του σώματος στρέφονται αντίστροφα, αριστερά το ένα και δεξιά το άλλο. 
Δημιουργός του είναι ο αμερικανός Τσάμπι Τσέκερ από τη Φιλαδέλφεια και γνωρίζει
τεράστια επιτυχία, τόση που μετά την αρχική επιφύλαξη, άρχισαν να το χορεύουν και
μεγαλύτερες ηλικίες. 

5.4.3 Ο ιστορικός ρόλος του ροκ κινήματος


 
Με την εκπνοή της δεκαετίας του 1960 κυριαρχεί η σόουλ, νέγρικη μουσική που
συνδυάζει τζαζ, μπλουζ και ρυθμ εντ μπλουζ. Δεν υπάρχει συγκεκριμένος χορός διότι
η κίνηση είναι πλέον ρυθμική και ελεύθερη. Η τζαμαϊκανή ρέγκε, μια χορευτική μόδα
και κοινωνικές προεκτάσεις, απέκτησε αρκετή δημοφιλία στην Αγγλία του 1970 ο
‘κόντρα’ τονισμός της όμως δυσκόλευε τον κόσμο να τη χορέψει. 
Η ποπ των Μπήτλς και των Ρόλλινγκ Στόουνς επίσης χορεύεται δύσκολα. Η ροκ
μουσική συμβολίζει την επιθυμία για κοινωνική αλλαγή, επιθυμία που κορυφώνεται
το 1968 όταν οι φοιτητές των πανεπιστημίων και όχι μόνο, αποφασίζουν να
εναντιωθούν σε μια κοινωνία που δεν τους αντιπροσωπεύει. Εκφραστές αυτής της
κίνησης είναι οι χίπις, που εναντιώνονται στα πάντα μέσω μιας ‘ειρηνικής’
αντίστασης που έχει προεκτάσεις παντού, στα ρούχα, στη γλώσσα, στην ίδρυση
κοινοβίων, την αντιπολεμικότητα και τη σεξουαλική χειραφέτηση, στη χρήση
παραισθησιογόνων και τις ανατολικές θρησκείες. 
Ο χορός εκφράζει φυσικά όλα αυτά, αλλά με τρόπο απλό, χωρίς συγκεκριμένα
βήματα. Ορόσημο αποτέλεσε το ιστορικό ποπ φεστιβάλ του Γούντστοκ, το Μάιο του
1969. 
Στην Ελλάδα μεταξύ 1950 και 1960, αν και οι αντιδράσεις των παλαιότερων που
έβλεπαν την αμφισβήτηση των νέων ως ‘τεντυμποϊσμό’ δημιουργήθηκαν
συγκροτήματα που χρησιμοποιούσαν αγγλικό κι ελληνικό στίχο με αρκετή επιτυχία.
Τέτοιο συγκρότημα ήταν οι Φόρμιγξ και η διεθνής επιτυχία τους ‘Τζερόνυμο Γιάνκα’
. Οι Φόρμιγξ υπήρξαν το εφαλτήριο για τη δημιουργία των Aphrodite’s Child με
διεθνή καριέρα, ενώ τα μέλη τους Ντέμης Ρούσσος και Βαγγέλης Παπαθανασίου
γνώρισαν παγκόσμια επιτυχία, ο πρώτος ως τραγουδιστής, ο δεύτερος ως συνθέτης.
Άλλα συγκροτήματα ήταν οι Τσαρμς, οι Άιντολς, οι Σάουντς ενώ σημαντική καριέρα
έκαναν οι Ολύμπιανς. Όλοι τους πέρα από δικά τους τραγούδια μεταγλώττιζαν
ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιτυχίες. 
Το επόμενο ‘κύμα’ συγκροτημάτων ήταν προσανατολισμένο στην ψυχεδέλεια και
επηρεασμένο από τους χίπις. Αντιπροσωπευτικά ήταν τα σχήματα των Πολλ, οι
Νοστράδαμος, οι Πελόμα Μποκιού και οι Σόκρατες. Αρκετοί καλλιτέχνες αυτών των
γκρουπ έκαναν σημαντική σόλο καριέρα, όπως ο Κώστας Τουρνάς, ο Γιάννης Σπάθας
και άλλοι. 
Πιο σκληρό ήχο εξέφραζαν οι Σπυριδούλα, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Δημήτρης
Πουλικάκος αλλά και το σατυρικό σχήμα ‘Μουσικές Ταξιαρχίες’ με αρχηγό το Τζίμη
Πανούση. 
Το ροκ επηρέασε και καλλιτέχνες του αμιγώς ελληνικού τραγουδιού, όπως ο
Διονύσης Σαββόπουλος, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Μαρίζα Κωχ. Μαζί του
ασχολήθηκαν επίσης ο Μίκης Θεοδωράκης στο ‘Ήλιος και χρόνος’ και ο Μάνος
Χατζηδάκις με το Reflections, σε εκτέλεση του New York Rockand Roll Ensemble.
Εδώ όμως η απουσία χορού ήταν πλήρης. 
Η παρακμή ξεκίνησε με το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ που άφησε
τραυματισμένους τους Αμερικάνους έως σήμερα. Η γενιά των λουλουδιών έγινε
κατεστημένο κι εμφανίστηκαν τα κομπιούτερ. 
Άσχετα με την απομυθοποίηση το ροκ εξέφρασε τις νέες αισθητικές και κοινωνικές
ανησυχίες των νέων και μέσω της σύγκρουσης με τις παλαιότερες γενιές, έδωσε
ώθηση σε μια πορεία ελεύθερη από συμβάσεις. Τα πρότυπα που παγίωσε,
δημιούργησαν μια νέα καταναλωτική ομάδα, τη νεανική. Αργότερα, όταν οι νέοι
γίνονται μεσήλικες η αγορά γίνεται πραγματικά παγκόσμια. 
Η Αμερική είναι το κέντρο των αποφάσεων κι όλα ξεκινούν από εκεί. Η μουσική που
αποκτά παγκοσμιότητα είναι σε αγγλικό στίχο. Η ροκ σκηνή άλλων χωρών είναι κατά
βάση μιμητική και πάντα σχεδόν αγγλόφωνη. 
Η δρομολογημένη παγκοσμιοποίηση απορρίπτει τα περιττά στοιχεία, δημιουργώντας
μια νέα συντηρητική κοινωνία, όσο κι αν τα πρότυπά της είναι διαφορετικά από των
προηγούμενων. 

5.4.4 Δεκαετία του 1970 και μετά 

Η νέα μόδα των αρχών του 1980 είναι η ντισκοτέκ, χώροι όπου ο καθένας μπορεί να
αναδειχθεί με το χορό του. Η ταινία ‘Πυρετός το Σαββατόβραδο’ καθιερώνει το Τζον
Τραβόλτα ως ντίσκο ήρωα, υπάρχει όμως και το ροκ στρατόπεδο. Η ποπ αποκτά
πολλές διαφορετικές αποχρώσεις, όπως σοφτ, ροκαμπίλι και άλλες. Οι διαφορές τους
είναι δυσδιάκριτες κι αφορούν περισσότερο την ηλεκτρονική τους απόδοση και το
στίχο. 
Η μουσική κι ο χορός αποκτούν έντονα καταναλωτική χροιά και οι μόδες έρχονται
και παρέρχονται, όπως το breakdance, τo hip hop και άλλες. Ο χορός πλέον χάνει τα
κοινωνικά και αντισυμβατικά του χαρακτηριστικά και γίνεται απλή σωματική
έκφραση . 

You might also like