ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ@

You might also like

Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 32

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΟΛΛΕΓΙΟ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΧΟΛΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΩΝ
ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
(Early Childhood Education)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
«Το βίωμα του διαζυγίου στην παιδική ηλικία. Μια
μελέτη περίπτωσης.»

Ονοματεπώνυμο: Παλαμιώτη Κωνσταντίνα


Επιβλέπων καθηγητής: Σιδεράς Δημήτριος

Θεσσαλονίκη 2023

1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
ΚΥΡΙΩΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ:
1)Εισαγωγή...............................................................................................5
2)Βιβλιογραφική ανασκόπηση..............................................................6
3)Μεθοδολογία.........................................................................................13
Σκοπός και ερευνητικά ερωτήματα
Ποιοτική έρευνα και μεθοδολογία
Ερμηνευτική φαινομενολογική προσέγγιση
Μέθοδος συλλογής δεδομένων
Μέθοδος ανάλυσης δεδομένων
Ζητήματα Ηθικής Δεοντολογίας
4)Ηθικά ζητήματα.....................................................................................18
5)Ανάλυση και συζήτηση των ευρημάτων................................................20
1)Δημογραφικά στοιχεία
2)Θεματική ανάλυση
3)Ανάλυση με βάση τα ερευνητικά ερωτήματα
3.1. Πριν το διαζύγιο
3.1.1. Σχέσεις των γονέων με τα παιδιά
3.1.2. Σχέσεις των γονέων μεταξύ τους
3.2. Το διαζύγιο
3.3. Διαχείριση του διαζυγίου (α’ μέρος)
3.3.1. Διαχείριση του διαζυγίου κατά την παιδική και εφηβική ηλικία
3.3.2. Συνέπειες του διαζυγίου στα παιδιά
3.3.3. Σχολική προσαρμογή
3.4. Διαχείριση του διαζυγίου (β’ μέρος)
3.4.1. Διαχείριση του διαζυγίου κατά την ενήλικη ζωή (αφορά μητέρα και παιδιά)
3.4.2. Συνέπειες του διαζυγίου
3.5. Η μητέρα μετά το διαζύγιο
3.6. Ο πατέρας μετά το διαζύγιο
6)Συμπεράσματα......................................................................................35

1)Βιβλιογραφία.........................................................................................36
2)Παραρτήματα.........................................................................................

2
Ευχαριστίες

Η παρούσα πτυχιακή εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του πτυχιακού προγράμματος


της προσχολικής εκπαίδευσης του Μητροπολιτικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης.

Αισθάνομαι την επιθυμία και την ανάγκη να εκφράσω την ευγνωμοσύνη και τις
ευχαριστίες μου προς τα άτομα που συνέβαλαν στην πραγματοποίησή της.

Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τους συμμετέχοντες της μελέτης που


αφιέρωσαν χρόνο και μου επέτρεψαν να «εισβάλλω» στον κόσμο τους. Η προσωπική
τους εμπειρία αποτέλεσε μια ευκαιρία ικανοποίησης της επιστημονικής μου
περιέργειας αλλά και προσωπικού αναστοχασμού.

Ένα τεράστιο ευχαριστώ στον επιβλέποντα καθηγητή Σιδερά Δημήτριο, για τη διαρκή
καθοδήγηση, βοήθεια και υποστήριξή του από την αρχή έως το τέλος. Η συμβολή του
υπήρξε ιδιαίτερα καθοριστική στην εκπόνηση της εργασίας.

Ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στην οικογένεια και τους φίλους μου για την
εμπιστοσύνη, τη συμπαράσταση και την υπομονή τους όλο αυτό το διάστημα.
Μοιράστηκαν μαζί μου τον ενθουσιασμό αλλά και την αγωνία που συνεπάγεται η
εκπόνηση μιας πτυχιακής εργασίας.

Τέλος, δεν θα μπορούσα να παραλείψω τους καθηγητές και τις καθηγήτριές μου οι
οποίοι στο πλαίσιο του πτυχιακού προγράμματος με εφοδίασαν με τις πολύτιμες
γνώσεις τους και να τις αξιοποιήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο επάγγελμα
που επέλεξα.

3
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η παρούσα μελέτη αποσκοπούσε στην διερεύνηση της εμπειρίας των ενηλίκων που
βίωσαν το γονεϊκό διαζύγιο στην παιδική ή εφηβική ηλικία. Για αυτό το σκοπό
διατυπώθηκαν τρία ερευνητικά ερωτήματα που αφορούσαν στην ανακοίνωση του
διαζυγίου, στην επίδραση του χωρισμού στην προσαρμογή στη διάρκεια της παιδικής
και εφηβικής ηλικίας και τέλος στις συνέπειες του διαζυγίου στην ενήλικη ζωή. Στη
μελέτη συμμετείχαν τρεις ενήλικες (2 γυναίκες και 1 άνδρας) ηλικίας 19-47 ετών που
βίωσαν το διαζύγιο κατά μέσο όρο πριν 12 χρόνια.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η μεγάλη αύξηση των διαζυγίων τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας σε όλα τα
κοινωνικά επίπεδα αλλά και η αντίστοιχη αύξηση των παιδιών που ζουν με τον ένα
γονέα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για εμένα. Μέσα από μία παρόμοια έρευνα
διαπιστώθηκε πως το 50-70% των γάμων καταλήγει σε διαζύγιο, σαν αποτέλεσμα σε
εκατοντάδες παιδιά σε όλο τον κόσμο να τους δημιουργούνται προβλήματα σε σχέση
με την διάλυση της οικογένειας. Μέσα σε αυτά τα προβλήματα συμπεριλαμβάνονται
η παιδική κατάθλιψη, η αποτυχία στο σχολείο και η αντικοινωνική- παραβατική
συμπεριφορά (Κογκίδου,1995). Η απώλεια ενός γονέα μέσα από το διαζύγιο είναι

4
πιθανό να προκαλέσει στο παιδί σύγχυση και στη συνέχεια απογοήτευση και
μοναχικότητα και αναπτύσσουν αίσθημα απαισιοδοξίας, εγκατάλειψης, θρηνούν και
ντρέπονται. Ακόμη, αρκετά παιδιά προσπαθούν να αναπληρώσουν τον ενήλικα γονέα
που εγκατέλειψε την οικογένεια και έτσι επιφορτίζονται για πολλά χρόνια με
κοινωνικές και προσωπικές ευθύνες που προέρχονται από την ελλιπή γονική
παρουσία (Κουνουγέρη,2018).

Στις µέρες µας ο θεσµός του γάµου, που συγκεντρώνει ένα πλήθος προσδοκιών και
γεννά τα πιο έντονα συναισθήματα, συχνά αντιμετωπίζει δυσκολίες και προβλήματα
µε αποτέλεσµα να διαλυθεί. Το διαζύγιο συνήθως αποτελεί ένα τραυματικό και
επώδυνο γεγονός τόσο για τα παιδιά όσο και για τους γονείς. Μετά το διαζύγιο τα
µέλη της οικογένειας καλούνται να προσαρμοστούν σε µια νέα πραγματικότητα και να
αντιμετωπίσουν τόσο δυσκολίες πρακτικές (οικονοµικά προβλήματα, αλλαγές
κατοικίας, νοµικές δυσκολίες) όσο και ψυχολογικές (θλίψη, θυµό, ανασφάλεια)
(Χατζηχρήστου, 1999). Οι µέχρι τώρα έρευνες δείχνουν ότι ο χωρισµός των γονέων
αποτελεί, όπως και για τους γονείς, µια τραυματική εμπειρία για το παιδί· ακόµη και
όταν το ίδιο θεωρεί το χωρισµό των γονιών του ως λύτρωση από τις αδιάκοπες
συγκρούσεις τους. Η ηλικία και το στάδιο ανάπτυξης των παιδιών αποτελεί
καθοριστικό παράγοντα στις άµεσες και βραχυχρόνιες αντιδράσεις και την
προσαρμογή τους στο χωρισµό των γονέων τους (Συμεού,2005).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Η οικογένεια είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της οργάνωσης του συλλογικού και
του ατοµικού βίου (Κατάκη, 1984). Στην εποχή µας όµως, τόσο σε ατοµικό όσο και
κοινωνικό επίπεδο, ο θεσµός της οικογένειας διέρχεται κρίση, η οποία σχετίζεται µε
την απειλή της καθεστηκυίας τάξης όλων των παραδοσιακών οικογενειακών
σχημάτων. Με την αποκαλούμενη «κρίση της οικογένειας» συνδέεται άµεσα και το
διαζύγιο, το οποίο μελετάται στην παρούσα εργασία. Το διαζύγιο εµφανίζεται ως
διαχρονικό φαινόμενο σε διαφορετική όµως συχνότητα. Μετά το ∆εύτερο Παγκόσμιο
Πόλεµο αυξήθηκε το ποσοστό του διαζυγίου σε Ευρώπη και Αµερική, ενώ στη
δεκαετία ’60-΄70 το ποσοστό διπλασιάστηκε στις Ευρωπαϊκές χώρες (Γεώργας, 1998).
Στη σημερινή εποχή, τα ποσοστά διαζυγίου έχουν αυξηθεί. Στις σημερινές

5
ευρωπαϊκές κοινωνίες παρατηρείται αύξηση των διαζυγίων μεταξύ παντρεμένων
ζευγαριών. Πολλά από τα ζευγάρια που χώρισαν είχαν και παιδιά, γεγονός που οδηγεί
στην αύξηση αυτών που ζουν µε τον ένα από τους δύο γονείς ή και µε τους δύο εκ
περιτροπής (Eurostat, 2006).
Σύµφωνα µε τα στατιστικά στοιχεία, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται στην
Ελλάδα σταθερή αύξηση της συχνότητας των διαζυγίων. Γεγονός που καταδεικνύει ότι
το φαινόμενο του διαζυγίου αποτελεί µια πραγματικότητα που γίνεται όλο και
περισσότερο αντιληπτή (Μπαµπάλης, 2005).
Ένα αποτέλεσµα του διαζυγίου είναι η εµφάνιση της μονογονεϊκής οικογένειας. Με
τον όρο ¨Μονογονεϊκή οικογένεια’ εννοούµε την οικογένεια όπου υπάρχουν παιδιά
κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών, που έχουν µόνο έναν γονέα. H έκθεση των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1989), για τις Μονογονεϊκές οικογένειες ορίζει τη
μονογονεϊκή οικογένεια ως οικογένεια στην οποία: «Ένας γονέας -χωρίς σύζυγο ή
σύντροφο αλλά, ίσως, µαζί µε άλλα άτοµα (π.χ. τους γονείς του) ζει µε ένα
τουλάχιστον ανύπαντρο παιδί, εξαρτώμενο από αυτόν».

Παρ' όλη τη συνειδητοποίηση της ανάγκης για διερεύνηση της εσωτερικής


οργάνωσης της μονογονεϊκής οικογένειας και της αναδιοργάνωσής της µε την πάροδο
του χρόνου, εντούτοις υπάρχουν ελάχιστα ερευνητικά δεδομένα (Κογκίδου, 1995). Τα
κοινά σηµεία αυτών των ερευνών είναι ότι οι µόνοι- γονείς βιώνουν µεγάλο
συναισθηματικό και πρακτικό φόρτο και ότι τα παιδιά κατέχουν µία θέση συντρόφου
του µόνου- γονέα (Bradshaw et al., 1999). Η μονογονεικότητα βιώνεται διαφορετικά
από τους γονείς, ανάλογα µε τη σχέση που έχουν µε το παιδί. Όπως αναφέρει ο
Poussin (1993) υπάρχει η ολοκληρωτική μονογονεικότητα και η µονογονεϊκότητα των
Σαββατοκύριακων και των διακοπών. Συνήθως µετά το διαζύγιο οι µητέρες είναι αυτές
που ζουν κυρίως µε τα παιδιά. Ο ρόλος της µόνης- μητέρας, υπεύθυνης του
µονογονεϊκού νοικοκυριού, απαιτεί μεγάλη επένδυση χρόνου και δυναµικού, καµία
φορά, ίσως, είναι και αποκλειστικά δεσμευτική. Ταυτόχρονα η απουσία του πατέρα
ευνοεί τη δημιουργία ιδιαίτερης στενής σχέσης µόνου- γονέα/ παιδιού (Κογκίδου,
1995). Η µονογονεϊκότητα µπορεί να µην εμπεριέχει το ρόλο της συζύγου, δεν παύει,
όµως, η µόνη- µητέρα να είναι γυναίκα, ίσως σε µία νέα φάση της ζωής της, να βιώνει
ένα νέο ρόλο, απ' όπου µπορεί να προκύψουν και συγκρούσεις (Bradshaw et al.,
1999). Σύµφωνα µε τον Bohannon (1970), το διαζύγιο έχει µακρά χρονική διάρκεια και
περιλαμβάνει έξι στάδια τα οποία εκδηλώνονται µε διαφορετικό τρόπο και ένταση σε
κάθε άτοµο:

6
Α) Συναισθηματικό διαζύγιο:

Β) Νοµικό διαζύγιο:

Γ) Οικονοµικό διαζύγιο:

∆) «∆ιαζύγιο» από τον κοινό γονεϊκό ρόλο:

Ε) «∆ιαζύγιο» από τον κοινωνικό περίγυρο:

Στ) Ψυχικό διαζύγιο: (Herbert, 1997).

Ο Henslin (2000) σε έρευνά του, κατέληξε σε τρεις βασικούς κοινωνιολογικούς


λόγους που οδηγούν τους γάµους όλο και συχνότερα σε διαζύγιο, µε βάση τα
σημαντικότερα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα.

Συγκεκριμένα, πρόκειται για τους εξής:

Α)Οι ασύµβατοι ρόλοι των φύλων στην σημερινή εποχή είναι µια εποχή σύγχυσης
όσον αφορά στους ρόλους του άνδρα και της γυναίκας, καθώς και οι δύο
αναγκάζονται να αναλάβουν υποχρεώσεις τόσο µέσα στο χώρο της οικίας όσο και
στον εργασιακό χώρο. Ωστόσο, επικρατεί ακόµα η άποψη πως ο άνδρας εξακολουθεί
να είναι ο φορέας της ισχύος και της λογικής, ενώ η γυναίκα της συναισθηματικότητας
(Γεώργας, 1998). Αυτές οι αντιφάσεις όµως, συμβάλλουν στη σταδιακή υποχώρηση
των ιδανικών του γάµου μπροστά στην πραγματικότητα της καθημερινής ζωής, ενώ οι
διαφοροποιήσεις των δύο συζύγων ως προς τους προσανατολισμούς τους είναι
πλέον εµφανείς (Φίλιας, 1999). Οι βασικές αντιλήψεις τους για τη ζωή έρχονται σε
αντίθεση και αρχίζουν να βρίσκονται σε απόσταση, γεγονός που σταδιακά µπορεί να
οδηγήσει στην απόλυτη ρήξη. Με αυτόν τον τρόπο, ο Henslin (2000) καταλήγει στο
συμπέρασμα πως οι ασύµβατοι ρόλοι των φύλων αρκούν για να σηµάνουν την
καταστροφή των προσδοκιών του γάµου.

Β)Συσχετιζόμενος µε τον πρώτο παράγοντα, ο δεύτερος παράγοντας αναλύει τη


διαφοροποίηση του κόσµου μεταξύ των ανδρών και των γυναικών. Άντρες και
γυναίκες έχουν διαφορετική στάση ζωής και βιώνουν διαφορετικές εµπειρίες. «Ο
διαχωρισµός του κόσµου των δύο φύλων ουσιαστικά σηµαίνει ότι και τόσο οι άνδρες
όσο και οι γυναίκες ως ενήλικοι υπόκεινται σε µια διά βίου κοινωνικοποίηση» στη

7
διάρκεια της οποίας το κάθε άτοµο καταφέρνει να διδαχθεί καινούριους τρόπους
προσέγγισης και αξιολόγησης διαφόρων ζητημάτων και προβλημάτων της ζωής. Είναι
λογικό ότι οι δύο σύζυγοι που μοιράζονται την ίδια στέγη και τα ίδια προβλήματα, να
έχουν διαφορετική οπτική για την αντιμετώπιση τους και συχνά να έρχονται σε
σύγκρουση µεταξύ τους.

Η διαδικασία του διαζυγίου διέρχεται από πέντε σηµαντικές φάσεις. Κατά την
πρώτη φάση χωρισµού, το ζευγάρι αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι ο γάµος του
βρίσκεται σε κρίση. Οι σύζυγοι σκέφτονται τη διάλυση του γάµου τους και συζητάνε
ανοικτά γι’ αυτό. Η απόφαση για διαζύγιο, συνήθως δεν είναι οµόφωνη. Ένας από
τους δυο συζύγους παίρνει την πρωτοβουλία και φέρνει το θέµα προς συζήτηση. Οι
σύζυγοι συνήθως µελετούν την απόφαση για πολύ καιρό (από λίγους µήνες έως
πολλά χρόνια) πριν καταλήξουν οριστικά. Κατά τη δεύτερη φάση, το ζευγάρι προτού
καταλήξει στην απόφαση του χωρισµού, προσπαθεί να επανασυνδεθεί αλλά τελικά
αποφασίζει να χωρίσει. Στην τρίτη φάση λαµβάνει χώρα η νοµική διαδικασία, µε την
οποία κανονίζεται η διατροφή και η επιµέλεια των παιδιών, οι πρακτικές λεπτομέρειες
και τα οικονοµικά θέµατα. Στην τέταρτη φάση, όπου είναι η φάση µετά το διαζύγιο οι
πρώην σύζυγοι αλλάζουν συνήθειες στην καθημερινή ζωή τους. Τέλος, η πέµπτη
φάση χαρακτηρίζεται από µεγάλης διάρκειας περίοδο βαθμιαίας προσαρμογής του
άνδρα και της γυναίκας ως προς την ατοµική και κοινωνική ταυτότητα, αλλαγές στις
διαπροσωπικές σχέσεις και συνήθειες, και πιθανόν επέρχεται και ένας δεύτερος
γάµος. Το διαζύγιο δεν αποτελεί µόνο ένα κοινωνικό και οικογενειακό γεγονός. Είναι
µια εξαιρετικά οδυνηρή και βαθμιαία διάλυση ψυχολογικών, συναισθηματικών και
κοινωνικών δεσµών, µια περίοδος πένθους για το ζευγάρι. Οι σύζυγοι έρχονται
αντιμέτωποι µε αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα σύγχυσης, αμφιβολίας, πόνου,
ενοχής, τύψεων, φόβου και µοναξιάς. Η αντιμετώπιση καβγάδων, ίσως και βίας, η
απώλεια του συντρόφου του γάµου και της κοινωνικής ταυτότητας, είναι ήδη αρκετά
τραυματικές εµπειρίες (Hetherington, 2014).

Η ένταση των επιδράσεων του διαζυγίου στο παιδί ποικίλει και οι συνέπειες
καθορίζονται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η ηλικία, το φύλο, η
προσωπικότητα, η ικανότητα του παιδιού στην αντιμετώπιση δυσκολιών, ο βαθμός
επαφής με τους γονείς, η παρουσία τρίτου ανθρώπου κ.λπ. Μετά το διαζύγιο, το παιδί
καλείται να αντιμετωπίσει μια θύελλα ανακατατάξεων στη ζωή του και όσο λιγότερες
και ανώδυνες είναι αυτές, τόσο ταχύτερα και καλύτερα αφομοιώνονται από το παιδί.

8
Έντονος είναι επίσης και ο αντίκτυπος του διαζυγίου γι’ αυτό οι αλλαγές στη
συμπεριφορά τους είναι δεδομένες απέναντι σε γονείς, δασκάλους, συνομηλίκους.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, ότι διανύουν μια ενδιαφέρουσα ηλικία, όπου οι
αλλαγές στη φυσική και συναισθηματική ευημερία τους είναι επικρατέστερες. Τα
οδυνηρά επακόλουθα της διάστασης των γονέων ίσως οδηγήσουν τα παιδιά της
εφηβικής ηλικίας σε πρόωρες προγαμιαίες σχέσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν τη ζωή
τους εκτός ελέγχου και θα επιφέρουν αρνητικά αποτελέσματα στη σχολική τους
απόδοση. Πέραν αυτού, υπάρχει και ο κίνδυνος να διακόψουν τις σπουδές τους για να
στηρίξουν με μια δουλειά τον κηδεμόνα τους στα οικονομικά προβλήματα που
αντιμετωπίζει. Μια τέτοια απόφαση, βέβαια, θα υποσκάψει αργότερα την μελλοντική
τους επαγγελματική εξέλιξη που απαιτεί στοιχειώδη εκπαιδευτικά προσόντα.
Παράλληλα, οι έφηβοι αισθάνονται μετά το διαζύγιο των γονιών τους ιδιαίτερη
ανασφάλεια για τις σπουδές τους, καθώς φοβούνται ότι ίσως αναγκαστούν να
διακόψουν το σχολείο λόγω οικονομικών προβλημάτων του γονέα με τον οποίο
συμβιώνουν. Με το αίσθημα, λοιπόν, της ανασφάλειας να τους διακατέχει όλο και
περισσότερο, επόμενο είναι τα παιδιά του διαζυγίου να υστερούν στα μαθήματα του
σχολείου έναντι των παιδιών από τις ακέραιες οικογένειες. Οι ψυχολόγοι
υποστηρίζουν ότι, αν οι διαμάχες των γονέων είναι έντονες,, τότε είναι προτιμότερο
αυτοί να χωρίσουν, ασχέτως του αν υπάρχουν παιδιά. Η διαιώνιση μιας
προβληματικής κατάστασης όχι μόνο δεν ωφελεί σε τίποτα, αλλά αντίθετα βλάπτει
ανεπανόρθωτα τον έφηβο οδηγώντας τον τραυματισμένο ψυχικά στην εφηβεία και την
ενηλικίωση. Γι’ αυτό όλοι οι άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενοι πρέπει να βοηθήσουν τα
παιδιά του διαζυγίου να ατενίσουν το μέλλον με αισιοδοξία, να αποκτήσουν
εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και να πετύχουν στην προσωπική και επαγγελματική
τους ζωή (Τσίτουρα, 1990, σελ 101).

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η εις βάθος διερεύνηση της εμπειρίας των
ενηλίκων που βίωσαν το γονεϊκό διαζύγιο. Η εργασία θα μελετήσει μία μονογονεική
οικογένεια στην οποία τα παιδιά βίωσαν τον χωρισμό των γονιών τους στην
προσχολική ηλικία. Ο σκοπός είναι να ερευνηθούν οι επιπτώσεις του διαζυγίου σε 2

9
παιδιά προσχολικής ηλικίας, καθώς και οι τρόποι διαχείρισης των επιπτώσεων από
την μητέρα.

ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Στην παρούσα μελέτη επιλέχθηκε η ποιοτική μεθοδολογία καθώς στόχος ήταν να


διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι ενήλικες ερμήνευσαν και νοηματοδότησαν το
διαζύγιο. Η ποσοτική μεθοδολογία, μολονότι έχει χρησιμοποιηθεί συχνότερα στη
διερεύνηση του υπό μελέτη φαινομένου δεν είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις στα
ερευνητικά ερωτήματα της συγκεκριμένης μελέτης. Αντίθετα, η ποιοτική μεθοδολογία
ενδείκνυται για τη μελέτη νέων ή σχετικά άγνωστων γνωστικών περιοχών,
αντικειμένων, γεγονότων και φαινομένων, όπως οι βιωμένες εμπειρίες, ο τρόπος ζωής
των ατόμων και οι συμπεριφορές. Ειδικότερα, κρίνεται ιδανική για τη μελέτη της
εμπειρίας, των αντιλήψεων και των συναισθημάτων συμπληρώνοντας το ερευνητικό
κενό των ποσοτικών μεθόδων (Rusinová et al., 2009).

Η ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Η ερμηνευτική φαινομενολογική προσέγγιση (ΙΡΑ) αποτελεί μια ποιοτική,


φαινομενολογική μέθοδο που αναπτύχθηκε από τον Jonathan Smith. Το ενδιαφέρον
της έγκειται στη σε βάθος ανάλυση και ερμηνεία της βιωμένης εμπειρίας αλλά και του
τρόπου νοηματοδότησής της μέσα από τα μάτια των συμμετεχόντων. Κύριος στόχος
του ερευνητή είναι η αναλυτική διερεύνηση και ερμηνεία του ψυχικού κόσμου και της
εμπειρίας των ατόμων. Σε αυτή την προσπάθεια αναπόφευκτα εμπλέκονται οι
προσωπικές και γνωστικές αντιλήψεις του ερευνητή αλλά και η ενεργή αλληλεπίδρασή
του με τους συμμετέχοντες (Smith & Osborn, 2003).

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΌΝΤΩΝ

Προκειμένου να διασφαλιστεί η εθελοντική συμμετοχή των ενηλίκων η ερευνήτρια


δημοσίευσε μια ανάρτηση όπου θέτοντας συγκεκριμένα κριτήρια αναζήτησε
συμμετέχοντες για τη διεξαγωγή εξατομικευμένων συνεντεύξεων. Ο συγκεκριμένος

10
τρόπος δειγματοληψίας («σκόπιμη εθελοντική») επιλέχθηκε προκειμένου να
διασφαλιστεί ο σεβασμός προς την εμπειρία των ατόμων, καθώς και ο εθελοντικός
χαρακτήρας της συμμετοχής. Όσοι ένιωσαν την επιθυμία και την ψυχική διάθεση να
συμμετέχουν στη μελέτη επικοινώνησαν με την ερευνήτρια, η οποία τους ενημέρωσε
περαιτέρω για το σκοπό και το χαρακτήρα της μελέτης. Οι τρεις συμμετέχοντες οι
οποίοι ερωτήθηκαν από κοινό γνωστό εάν επιθυμούν να λάβουν μέρος στη μελέτη κι
εφόσον και οι τρεις συναίνεσαν ήρθαν σε επικοινωνία με την ερευνήτρια.

ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων είναι η


ημιδομημένη σε βάθος ατομική συνέντευξη. Αυτό το εργαλείο είναι η συνηθέστερη και
προτιμότερη μέθοδος στην ερμηνευτική φαινομενολογία καθώς υποβοηθά την
εγκαθίδρυση της σχέσης ανάμεσα στον συνεντευξιαζόμενο και το συνεντευκτή και
συνεπώς τη λεπτομερή περιγραφή του υπό μελέτη βιώματος. Μάλιστα, η
αλληλεπίδραση, τόσο λεκτική όσο και μη λεκτική, μεταξύ του ερευνητή και του
συμμετέχοντα αποτελεί ένα βασικό στοιχείο της σε βάθος συνέντευξης.

Η διάρκεια των συνεντεύξεων κυμάνθηκε κατά μέσο όρο στα 30 λεπτά. Ο τόπος
διεξαγωγής ήταν μέσω βιντεοκλήσης αλλά και διαζώσης. Η συγκεκριμένη επιλογή
έγκειται στην επιθυμία η συζήτηση να διεξαχθεί σε έναν ουδέτερο χώρο ώστε να
αποφευχθεί η πιθανότητα πρόκλησης ψυχικής πίεσης στους συμμετέχοντες. Επίσης,
διασφαλίστηκε η απουσία παρεμβολών και παραγόντων που θα μπορούσαν να
διασπάσουν την προσοχή και την ηρεμία των ατόμων, όπως η ηχορύπανση ή η
διακοπή της συζήτησης από άλλα άτομα. Στην παρούσα μελέτη, ο οδηγός
συνέντευξης δημιουργήθηκε από την ερευνήτρια με βάση τον ερευνητικό σκοπό και
κατά επέκταση τα ερευνητικά ερωτήματα της μελέτης. Οι ερωτήσεις είναι ανοιχτού
τύπου προκειμένου να αναδυθεί ελεύθερα η βιωμένη εμπειρία των συμμετεχόντων και
ο τρόπος που οι ίδιοι τη νοηματοδοτούν (Smith & Osborn, 2003). Όπως αναφέρθηκε,
οι ερωτήσεις δεν διατυπώθηκαν στην προκαθορισμένη σειρά αλλά ακολούθησαν την
ελεύθερη αφήγηση του κάθε συμμετέχοντα.

Ο οδηγός συμπεριλαμβάνει έξι θεματικούς άξονες που αφορούν στο γεγονός του
διαζυγίου, στις συνθήκες διαβίωσης πριν και μετά το διαζύγιο και στην επακόλουθη
προσαρμογή, στην ποιότητα των οικογενειακών και διαπροσωπικών σχέσεων και,
τέλος, στην επίδραση του διαζυγίου στην ενήλικη ζωή. Πριν τη διεξαγωγή της

11
συνέντευξης ζητήθηκε η άδεια από τους συμμετέχοντες για τη μαγνητοφώνηση. Όλες
οι συνεντεύξεις απομαγνητοφωνήθηκαν αυτολεξεί πριν ξεκινήσει η διαδικασία της
ανάλυσης των δεδομένων.

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Στην ερμηνευτική φαινομενολογία η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιείται στο


πλαίσιο μιας σειράς συγκεκριμένων βημάτων. Στο πρώτο στάδιο ο ερευνητής
απομαγνητοφωνεί τις συνεντεύξεις σε κατά λέξη κείμενο. Στη συνέχεια, καλείται να
διαβάσει επανειλημμένα τις συνεντεύξεις που προέκυψαν από την
απομαγνητοφώνηση προκειμένου να εξοικειωθεί με το υλικό. Διαφαίνονται τα σημεία
στα οποία επικεντρώνεται ο συμμετέχοντας καθώς και οι πιθανές αντιφάσεις στα
λεγόμενά του οδηγώντας από το γενικό στο ειδικό. Η πολλαπλή ανάγνωση προσφέρει
όχι μόνο μια πρώτη εικόνα για τον κόσμο του ατόμου αλλά και τη συνειδητοποίηση
από την πλευρά του ερευνητή ότι ο συμμετέχοντας αποτελεί το επίκεντρο της
ανάλυσης. Το δεύτερο στάδιο θεωρείται το πιο χρονοβόρο της ανάλυσης. Εδώ,
σημειώνονται αρχικά σχόλια για τα σημεία που κέντρισαν το ενδιαφέρον τόσο του
συμμετέχοντα όσο και του ερευνητή.

Η καταγραφή των σημειώσεων περιλαμβάνει περιγραφικά, γλωσσικά και


εννοιολογικά σχόλια. Πιο συγκεκριμένα, τα περιγραφικά σχόλια αφορούν στο
περιεχόμενο της συζήτησης, στα σημεία γύρω από τα οποία περιστρέφονται οι
σκέψεις του ατόμου. Τα γλωσσικά σχόλια σχετίζονται με τον τρόπο που ο
συμμετέχοντας χρησιμοποιεί τη γλώσσα για να αφηγηθεί την εμπειρία του. Συνήθως
πρόκειται για λέξεις, μεταφορές, παρομοιώσεις, παύσεις, γέλιο αλλά και τον τόνο της
φωνής. Στο τρίτο και τέταρτο στάδιο αναπτύσσονται τα αναδυόμενα θέματα και
αναζητείται η σύνδεση ανάμεσα στα θέματα αυτά. Εδώ, η πολλαπλή ανάγνωση
κυρίως των αρχικών σημειώσεων οδηγεί σε θεματικούς τίτλους και σε συνοπτικές
φράσεις που εμπεριέχουν το νόημα του κειμένου. Σε αυτό το σημείο μειώνεται το
μεγάλο μέγεθος των δεδομένων, καθώς πραγματοποιείται η χαρτογράφηση των
συσχετίσεων ανάμεσα στα δεδομένα, μια αρχική ομαδοποίηση, που οδηγεί σε θέματα
ανώτερης κατηγορίας όπως επίσης και σε υποθεματικές κατηγορίες.

Στη συνέχεια, ακολουθείται η ίδια διαδικασία για την κάθε περίπτωση ξεχωριστά με
τη σκέψη ότι πρόκειται για μια νέα, μοναδική περίπτωση αλλά αναπόφευκτα υπό την
επιρροή των προηγούμενων αφηγήσεων. Τέλος, πραγματοποιείται ο εντοπισμός

12
κοινών σημείων, επαναλαμβανόμενων μοτίβων, από όλες τις περιπτώσεις και η
ανάδυση αυτών των υπερθεμάτων και υποθεμάτων αποτυπώνεται σε ένα γενικό
πίνακα συνοδευόμενο από χαρακτηριστικά αποσπάσματα των αφηγήσεων των
συμμετεχόντων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην παρούσα μελέτη η συλλογή νέων
περιπτώσεων τερματίστηκε όταν επήλθε ο θεωρητικός κορεσμός, δηλαδή δεν
προέκυπταν πλέον νέα δεδομένα ή κατηγορίες.

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΗΘΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

Όπως προαναφέρθηκε, σε πρώτη φάση οι συμμετέχοντες επικοινώνησαν με την


ερευνήτρια εκφράζοντας την επιθυμία τους για συμμετοχή στη μελέτη. Κατά τη
διάρκεια αυτής της πρώτης επαφής ενημερώθηκαν για το σκοπό της μελέτης καθώς
και για διάφορα διαδικαστικά ζητήματα και παρακινήθηκαν ώστε να λύσουν
οποιαδήποτε σχετική απορία. Στις περιπτώσεις που η συνέντευξη διεξήχθη εξ
αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης η ερευνήτρια απέστειλε το έντυπο ενημέρωσης
στους συμμετέχοντες μέσω e-mail κι εφόσον συναίνεσαν προγραμματίστηκε η
συνέντευξη. Στο συγκεκριμένο έντυπο, τα άτομα ενημερώθηκαν και γραπτώς για το
σκοπό της μελέτης καθώς και για τη διαδικασία της συνέντευξης. Επιπλέον, τονίστηκε
η εθελοντική συμμετοχή, καθώς και η ανωνυμία των συμμετεχόντων με τη χρήση
ψευδώνυμων. Επιπρόσθετα, κατέστη εμφανές ότι τα δεδομένα που θα προέκυπταν
από τις συνεντεύξεις θα αποθηκεύονταν σε ασφαλές σημείο και θα χρησιμοποιούνταν
καθαρά για ερευνητικό σκοπό. Επίσης, δόθηκε έμφαση στο δικαίωμα των
συμμετεχόντων να αποσυρθούν από τη μελέτη σε οποιαδήποτε φάση της. Τέλος,
ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες η άδεια για τη μαγνητοφώνηση της συζήτησης.

Ηθικά Ζητήματα

Είναι γεγονός ότι, τα ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας είναι αρκετά, τα οποία
μπορούν να προκύψουν κατά την διεξαγωγή μιας έρευνας χρησιμοποιώντας

13
ημιδομημένη συνέντευξη. Αναμφισβήτητα, η συναίνεση μετά από ενημέρωση κρίνεται
ιδιαίτερα σημαντική, με την οποία οι συμμετέχοντες δίνουν ενημερωμένη
συγκατάθεση. Αυτό λοιπόν, σημαίνει ότι ο ερευνητής οφείλει να τους παρέχει σαφείς
πληροφορίες σχετικά με τον σκοπό της έρευνας, τα οφέλη που συνδέονται με την
συμμετοχή ή τυχόν πιθανούς κινδύνους και τον τύπο των δεδομένων που
συλλέγονται.

Πιο συγκεκριμένα, το έντυπο συγκατάθεσης πρέπει να καθιστά σαφές ότι η


συμμετοχή είναι εθελοντική και οι συμμετέχοντες μπορούν να αποσυρθούν ανά πάσα
στιγμή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διασφαλιστεί ότι, οι συμμετέχοντες έχουν
κατανοήσει τις παρεχόμενες πληροφορίες και είναι σε θέση να παρέχουν
ενημερωμένη συγκατάθεση. Η συνειδητή συναίνεση, λοιπόν, είναι η εξασφάλιση της
συναίνεσης και τις συνεργασίες των συμμετεχόντων της έρευνας. Στην παρούσα
έρευνα συμπεριλαμβάνεται μια φόρμα ενημέρωσης των συμμετεχόντων με τα στοιχεία
του ερευνητή, τον σκοπό, την χρησιμότητα της έρευνας και τον κώδικα ηθικής
δεοντολογίας βασισμένα σε νόμους και μία φόρμα συγκατάθεσης στην οποία οι
συμμετέχοντες βεβαιώνουν ότι έχουν διαβάσει το γράμμα συγκατάθεσης, ότι
κατανοούν την εθελοντική συμμετοχή και την άρνηση τους και τέλος ότι συμφωνούν
να συμμετέχουν στην έρευνα.

Επίσης, η εμπιστευτικότητα είναι αναγκαία, καθώς οι ερωτήσεις έχουν σχεδιαστεί


έτσι ώστε να προστατεύουν την ταυτότητα των συμμετεχόντων. Είναι ιδιαίτερα
σημαντικό να διασφαλιστεί ότι, τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί είναι εμπιστευτικά.
Είναι σαφές ότι, στα δεδομένα έχουν πρόσβαση μόνο εξουσιοδοτημένα άτομα που
εμπλέκονται στο ερευνητικό έργο. Ακόμη, είναι απαραίτητο να παρθούν τα κατάλληλα
μέτρα ασφαλείας για την αποτροπή αποκάλυψης ή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης.
Στην παρούσα έρευνα έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα ασφαλείας και πρόσβασης στα
δεδομένα έχει μόνο η ερευνήτρια και ο επόπτης. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι η
ανωνυμία είναι ουσιαστική, διασφαλίζοντας τα στοιχεία και την ανωνυμία των
συμμετεχόντων. Εξασφαλίζεται, δηλαδή, ότι δεν χρησιμοποιείται κανένα όνομα ή άλλα
προσωπικά στοιχεία. Απαγορεύεται η αντιγραφή των κλειδάριθμων και των αρχείων
για πρόσβαση σε δεδομένα και χρησιμοποιούνται ερευνητικά ψευδώνυμα.

Χρειάζεται επίσης να σημειωθεί ότι, είναι αναγκαίο να ληφθεί υπόψη η πιθανή


βλάβη που θα μπορούσε να προκύψει από την έρευνα και να παρθούν μέτρα ώστε να

14
ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες βλάβης. Η παρούσα έρευνα δεν προκαλεί ουδεμία
πιθανή βλάβη καθώς δεν περιλαμβάνει ευαίσθητα ή προσωπικά θέματα. Γίνεται,
λοιπόν, αντιληπτό ότι οι ερευνητές οφείλουν να διασφαλίσουν ότι διεξάγουν την
έρευνα τους με σεβασμό των δικαιωμάτων, της ακεραιότητας και της ιδιωτικής ζωής
των συμμετεχόντων και βασίζονται σε σχετικούς νόμους και κανονισμούς.

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ

1)Δημογραφικά στοιχεία

Ο αριθμός των συμμετεχόντων καθορίστηκε βάσει της Μελέτης Περίπτωσης.


Συνεπώς, στην παρούσα μελέτη συμμετείχαν τρία άτομα εκ των οποίων δύο ήταν
γυναίκες και ένας άντρας. Πιο αναλυτικά η Ε. η μητέρα της οικογένειας είναι 47 ετών
και δουλεύει ως νοσηλεύτρια σε νοσοκομείο, η Β. είναι η μεγαλύτερη κόρη, είναι 21
ετών και είναι φοιτήτρια και τέλος ο Η. ο οποίος είναι ο μικρότερος γιος, είναι 19 ετών
και είναι φοιτητής. Στην περίπτωση μας η μητέρα ανέλαβε την επιμέλεια των παιδιών
μετά το διαζύγιο. .

2)Θεματική ανάλυση:

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων είναι η


ημιδομημένη ατομική συνέντευξη. Αυτό το εργαλείο είναι η συνηθέστερη μέθοδος στην
ερμηνευτική φαινομενολογία καθώς βοηθά τη σχέση ανάμεσα στον συνεντευξιαζόμενο
και το συνεντευκτή και συνεπώς τη λεπτομερή περιγραφή του υπό μελέτη βιώματος.
Μάλιστα, η αλληλεπίδραση, τόσο λεκτική όσο και μη λεκτική, μεταξύ του ερευνητή και
του συμμετέχοντα αποτελεί ένα βασικό στοιχείο της συνέντευξης. Ο ερευνητής
χρησιμοποιεί ως οδηγό μια σειρά από προκαθορισμένες ερωτήσεις που δεν
διατυπώνονται με τη σειρά αλλά ανάλογα με τη ροή της συζήτησης. Με αυτό τον
τρόπο η συζήτηση προσανατολίζεται προς συγκεκριμένες πτυχές του φαινομένου που
μελετάται και ακολουθεί τα ενδιαφέροντα και τις ανησυχίες του συμμετέχοντα δίνοντας
την ευκαιρία να εισαχθεί ένα ζήτημα που ενδεχομένως ο ερευνητής δεν είχε σκεφτεί
(Smith & Osborn, 2003).

15
Η διάρκεια των συνεντεύξεων κυμάνθηκε από 20-30 λεπτά. Οι συνεντεύξεις
διεξάχθηκαν μέσω skype επειδή οι συμμετέχοντες δεν κατοικούν στη Θεσσαλονίκη.
Στην παρούσα μελέτη, ο οδηγός συνέντευξης δημιουργήθηκε από την ερευνήτρια με
βάση τον ερευνητικό σκοπό. Οι ερωτήσεις είναι ανοιχτού τύπου προκειμένου να
αναδυθεί ελεύθερα η βιωμένη εμπειρία των συμμετεχόντων και ο τρόπος που οι ίδιοι
τη νοηματοδοτούν.
Ο οδηγός συμπεριλαμβάνει έξι θεματικούς άξονες που αφορούν στο γεγονός του
διαζυγίου, στις συνθήκες διαβίωσης πριν και μετά το διαζύγιο και στην επακόλουθη
προσαρμογή, στην ποιότητα των οικογενειακών και διαπροσωπικών σχέσεων και,
τέλος, στην επίδραση του διαζυγίου στην ενήλικη ζωή. Στους έξι θεματικούς άξονες
συμπεριλαμβάνονται και εισαγωγικές ερωτήσεις με σκοπό τη συλλογή δημογραφικών
στοιχείων αλλά και την εγκαθίδρυση της σχέσης. Όλες οι συνεντεύξεις
απομαγνητοφωνήθηκαν αυτολεξεί.

3)Ανάλυση με βάση τα ερευνητικά ερωτήματα

Στο παρόν κεφάλαιο παρατίθενται τα αποτελέσματα στα οποία οδήγησε η βήμα


προς βήμα ερμηνευτική φαινομενολογική ανάλυση. Οι έξι κατηγορίες που αναδύθηκαν
με άξονα τα ερευνητικά ερωτήματα της μελέτης αποτυπώνουν και περιγράφουν σε
βάθος τη βιωμένη εμπειρία των συμμετεχόντων. Η χρήση των αποσπασμάτων από
τις συνεντεύξεις με τους ενήλικες προσφέρει μια πιο ζωντανή και αναλυτική
παρουσίαση του βιώματός τους.

3.1. Πριν το διαζύγιο

Η πρώτη ενότητα αφορά στις αφηγήσεις των συμμετεχόντων ως προς την


οικογενειακή κατάσταση τα χρόνια πριν του γονεϊκού διαζυγίου. Οι συμμετέχοντες
μοιράζονται τις αναμνήσεις που διατηρούν σχετικά με το οικογενειακό κλίμα που
επικρατούσε, καθώς και την ποιότητα της οικογενειακής ζωής. Συγκεκριμένα,
περιγράφεται ένα θετικό οικογενειακό περιβάλλον το οποίο χαρακτηρίζεται από
όμορφες αναμνήσεις, αλλά η απουσία του πατέρα είναι αισθητή καθώς και των κοινών
οικογενειακών στιγμών.

16
Στην παρούσα ενότητα αναδύθηκαν δύο υποθέματα τα οποία είναι τα ακόλουθα:
«σχέσεις των γονέων με τα παιδία» και «σχέσεις των γονέων μεταξύ τους».
Παρακάτω, αναλύονται λεπτομερώς και παρατίθενται αποσπάσματα από τις
αφηγήσεις των συμμετεχόντων.

3.1.1. Σχέσεις των γονέων με τα παιδιά

Οι δύο ενήλικες θυμούνται τις παιδικές τους αναμνήσεις την περίοδο πριν το
διαζύγιο και περιγράφουν τις σχέσεις με τους γονείς τους. Όπως χαρακτηριστικά
αναφέρει η Β. οι σχέσεις με την μητέρα της ήταν καλές και πάντα ήταν εκεί για τα
παιδιά της

«οι σχέσεις με τη μητέρα μου πριν πάρουν διαζύγιο ήταν καλές, ήταν πάντα εκεί και παίζαμε και

γενικότερα δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα» , ενώ οι σχέσεις με τον πατέρα της ήταν σχεδόν
ανύπαρκτες γιατί μέσα στην ημέρα δεν τον έβλεπαν σχεδόν καθόλου λόγω φόρτου
εργασίας

«ο πατέρας μου πάντοτε ήταν κάπως απομακρυσμένος λόγω της δουλειάς του γιατί τον βλέπαμε
κυρίως τα βράδια και γυρνούσε κουρασμένος, δεν είχε όρεξη για να καθίσει να παίξει, να μας διαβάσει
ένα παραμύθι και γενικότερα να ασχοληθεί».

Σε γενικές γραμμές όμως οι σχέσεις ήταν καλές και με τους δύο, απλώς με την
μητέρα λίγο καλύτερες γιατί την έβλεπε περισσότερο

«γενικά είχαμε καλές σχέσεις και με τους δύο απλά με τη μαμά ήταν μακράν καλύτερες».

Ο Η. αναφέρει πως η σχέση με τον πατέρα του είναι σχεδόν ανύπαρκτη λόγω της
πολύωρης απουσίας του πατέρα από το σπίτι λόγω εργασίας και την μη ενασχόλησή
του με την καθημερινότητα τόσο του ίδιου όσο και της αδερφής του

«οι ώρες με τον πατέρα μου ήταν πάρα πολύ λίγες», «έλειπε πολλές ώρες από το σπίτι λόγω δουλειάς
γιατί ήταν ταξιτζής και ήταν πολλές ώρες στο δρόμο και γενικά δεν τον βλέπαμε πολύ»

με δυσκολία θυμάται κάποια περίοδο που να ήταν εκεί ο πατέρας του όταν τον
χρειάστηκε ως αποτέλεσμα να τον έχει στιγματίσει

«ο πατέρας μου ήταν απών από όλο αυτό και εμένα με είχε στιγματίσει γιατί σε πολλά πράγματα που
τον ήθελα δεν ήταν εκεί».

17
Προσπάθησε να σκεφτεί κάποιες αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία με τον
πατέρα του αλλά δυστυχώς δεν είχε μεγάλη επιτυχία

«από την παιδική μου ηλικία δεν θυμάμαι πολλές στιγμές αλλά ελάχιστες με τον πατέρα μου»

με αποτέλεσμα να αισθάνεται ότι ζούσε σε ένα αδιάφορο περιβάλλον.

Η μητέρα αναφέρει χαρακτηριστικά πως ήταν συνεχώς δίπλα στα παιδιά, κυρίως
όμως τα απογεύματα γιατί εργαζόταν και οι σχέσεις τους ήταν πολύ καλές

«ήμουν πάντα εκεί, κυρίως όμως το απόγευμα και το βράδυ γιατί τα πρωινά βρισκόμουν στη δουλειά
μου».

3.1.2. Σχέσεις των γονέων μεταξύ τους

Όπως προαναφέρθηκε, η γονεϊκή σχέση χαρακτηριζόταν από συνεχείς εντάσεις.


Συνεπώς, όλοι οι συμμετέχοντες απέδωσαν το χωρισμό στις έντονες συγκρούσεις,
όπως φαίνεται και από τις αφηγήσεις της μητέρας.

Η μητέρα μας λέει πως πριν το διαζύγιο συνεχώς υπήρχαν έντονοι καυγάδες και
διαφωνίες μέχρι και για το πιο μικρό πράγμα, δεν περνούσαν καλά και είχαν μπει σε
μία ρουτίνα ως συνέπεια να έρθει το διαζύγιο

«σαν ζευγάρι δεν τα βρίσκαμε, συνέχεια υπήρχαν τσακωμοί και διαφωνίες», «μεταξύ μας δεν
περνούσαμε καλά εμείς σαν ζευγάρι».

3.2. Το διαζύγιο

Σε αυτήν την ενότητα συζητιούνται οι λόγοι του διαζυγίου, ο χρόνος, ο τόπος και ο
τρόπος της ανακοίνωσης, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις των παιδιών
κατά τις πρώτες στιγμές και μέρες μετά την ανακοίνωση.

Η μητέρα μας αναφέρει χαρακτηριστικά πως οι λόγοι του διαζυγίου ήταν πολύ
συγκεκριμένοι, δεν τα έβρισκαν μεταξύ τους και συνεχώς υπήρχαν τσακωμοί και
διαφωνίες με τον σύζυγο της μέχρι και για κάτι πολύ απλό

«δεν τα βρίσκαμε, συνέχεια υπήρχαν τσακωμοί και διαφωνίες μεταξύ μας».

18
Η απόφαση του χωρισμού στα παιδιά έγινε μετά από αρκετή σκέψη των γονιών
διότι δεν ήξεραν πώς να τους το ανακοινώσουν για να μην υπάρξει φασαρία και
αρνητισμός, έτσι πήραν την γνώμη ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας για να τους
συμβουλεύσει τον τρόπο

«χρειαστήκαμε ψυχολόγο όταν θελήσαμε να ανακοινώσουμε στα παιδιά για το διαζύγιο, διότι
βρισκόντουσαν σε μικρή ηλικία και δεν ξέραμε πως θα αντιδρούσαν κι αν θα το καταλάβουν».

Στην περίπτωση της Β. και του Η. η ανακοίνωση έγινε κατά την διάρκεια του
παιχνιδιού, οι γονείς προσπάθησαν να τους το ανακοινώσουν με ήρεμο τρόπο αλλά
λόγω ηλικίας τα παιδιά δεν κατάλαβαν τι σήμαινε όλο αυτό που τους είπαν, μετά την
επεξήγηση κατάλαβαν πως οι γονείς τους δεν θα μένουν πλέον μαζί και κατά
συνέπεια θα μένουν μόνο με την μητέρα τους οπότε,

«μία μέρα παίζαμε στην αυλή του σπιτιού μας ήρθαν οι γονείς μας και μας φώναξαν γιατί ήθελαν να
μας ανακοινώσουν κάτι σημαντικό και μας είπαν ότι θα χωρίσουν, επειδή όμως ήμασταν σε αρκετά
μικρή ηλικία δεν καταλάβουμε ακριβώς τι σημαίνει ότι χωρίζουν. Οπότε αφού μας το εξήγησαν
περισσότερο για να το καταλάβουμε ξεκινήσαμε να κλαίμε και εγώ και ο αδερφός μου».

Ο Η. μας λέει πως μόλις έγινε η ανακοίνωση του διαζυγίου κλείστηκαν στον εαυτό
τους

«σαν μικρά παιδιά που ήμασταν τότε είχαμε κλειστεί στον εαυτό μας ειδικά στην αρχή όταν καταλάβαμε
πως η μαμά και ο μπαμπάς δεν θα ζουν στο ίδιο σπίτι»,

δεν ήθελαν να πάνε σχολείο και δεν μπορούσαν να αποχωριστούν τους γονείς τους
γιατί ήξεραν πως είναι οι τελευταίες στιγμές σαν οικογένεια και ο πατέρας τους θα
έφευγε από το σπίτι

«μόλις έγινε το γεγονός αυτό του διαζυγίου δεν πηγαίναμε στο σχολείο για ένα μικρό χρονικό διάστημα
γιατί ήμασταν στεναχωρημένα και δεν θέλαμε να πάμε σχολείο οπότε, πήραμε τον χρόνο μας. Ένιωθα
πως δεν θέλω να πάω γιατί δεν ήθελα να αφήσω τους γονείς μου στο σπίτι γιατί ήξερα πως θα τους
αποχωριστώ ή τουλάχιστον έναν από αυτούς»

όλη αυτή η άρνηση δεν κράτησε πολύ και η μητέρα ξεκίνησε πάλι να στέλνει τα παιδιά
στον παιδικό για να μπουν ξανά σε ένα πρόγραμμα και να δουν τους φίλους τους, να
παίξουν και να ξεχαστούν

«όταν έμαθαν για το διαζύγιο κλείστηκαν στον εαυτό τους, δηλαδή, δεν έπαιζαν, δεν ήθελαν να πάνε
στον παιδικό σταθμό, και γενικότερα βρισκόντουσαν σε μία άρνηση αυτό βέβαια κράτησε περίπου δύο

19
εβδομάδες , μετά ξεκίνησα να τα στέλνω πάλι στον παιδικό για να αλλάξει διάθεση τους και όντως,
βοήθησε αρκετά».

3.3. Διαχείριση του διαζυγίου

Η παρούσα θεματική κατηγορία πραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο


διαχειρίστηκαν τα παιδιά το χωρισμό κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, τις
συνέπειες του διαζυγίου στα παιδιά και τέλος αναφέρεται η σχολική προσαρμογή
μέσα από τα λόγια των παιδιών.

3.3.1. Διαχείριση του διαζυγίου κατά την παιδική και εφηβική ηλικία

Όπως αναφέρουν τα παιδιά η καθημερινότητά τους σε γενικές γραμμές παρέμεινε


ίδια. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν συνέβησαν πολλές αλλαγές μετά το χωρισμό,
όπως επίσης και στην ήδη συχνή απουσία του πατέρα από το σπίτι, επομένως η
αλλαγή δεν έγινε ιδιαίτερα αισθητή. Όπως δηλώνει ο Η. είχε συνηθίσει να είναι μόνο
με τη μητέρα και την αδερφή του στο σπίτι και γενικότερα σε δραστηριότητες

«ο πατέρας μου έτσι κι αλλιώς έλειπε από το σπίτι πολλές ώρες λόγω δουλειάς. Ήμασταν μόνο οι τρεις
μας και το είχα συνηθίσει».

Όπως μας αναφέρει η Β. όταν έγινε η ανακοίνωση του διαζυγίου ήταν ένα δύσκολο
γεγονός και δυσκολεύτηκαν να το διαχειριστούν

«αρχικά ήτανε δύσκολο να το διαχειριστώ σαν μικρό παιδί»,

μόλις το κατάλαβαν ξεκίνησαν να κλαίνε , γενικότερα στεναχωρήθηκαν αρκετά και τους


πήρε αρκετό καιρό να νιώσουν καλύτερα

«στεναχωριόμουν πάρα πολύ δεν μπορούσα να το διαχειριστώ» , «ήταν αρκετά δύσκολο να


διαχειριστώ, μου πήρε αρκετό καιρό να νιώσω καλύτερα».

Ο Η. αναφέρει χαρακτηριστικά πως δεν ήθελε ούτε σχολείο να πηγαίνει γιατί δεν είχε
όρεξη

«δεν πηγαίναμε στο σχολείο για ένα μικρό χρονικό διάστημα γιατί ήμασταν στεναχωρημένα και δεν
είχαμε όρεξη» , «δεν ήθελα να δω τα παιδιά στο σχολείο, δεν είχα όρεξη».

20
3.3.2. Συνέπειες του διαζυγίου στα παιδιά

Στην συνέντευξη του ο Η. μας λέει πως ζήλευε κάποια παιδιά γιατί όταν πήγαινε στο
πάρκο τα έβλεπε με τις οικογένειες τους και έπαιζαν όλοι μαζί, λίγο περισσότερο όμως
ζήλευε εκείνα τα παιδιά που περνούσαν τον χρόνο με τον πατέρα τους και έπαιζαν
ποδόσφαιρο γιατί ο Η. είναι λάτρης του ποδοσφαίρου

«τα υπόλοιπα παιδιά ήταν με τις οικογένειες τους στο πάρκο και εγώ ζήλευα λίγο περισσότερο τα
παιδιά που έπαιζαν ποδόσφαιρο με τον μπαμπά τους ενώ εμένα ο δικός μου ήταν απών».

3.3.3. Σχολική προσαρμογή

Σε αυτό το κομμάτι θα συζητηθεί η σχολική προσαρμογή που βίωσαν τα παιδιά


μετά το διαζύγιο. Όπως αναφέρει ο Η. στις αρχές δεν πήγαιναν σχολείο για ένα μικρό
χρονικό διάστημα, δεν τους έστελνε η μητέρα τους γιατί ήθελε να τους δώσει χρόνο
αλλά, ούτε τα ίδια τα παιδιά ήθελαν να πάνε γιατί ήταν στεναχωρημένα με το θέμα του
διαζυγίου, δεν είχαν όρεξη και δεν ήθελαν να δουν τους φίλους τους γιατί δεν ήξεραν
πως θα τους αντιμετωπίσουν

«δεν πηγαίναμε στο σχολείο για ένα μικρό χρονικό διάστημα γιατί ήμασταν στεναχωρημένα και δεν
θέλαμε να πάμε σχολείο» , «δεν ήθελα να δω τα παιδιά στο σχολείο, δεν είχα όρεξη» .

Οι πρώτες μέρες ήταν σχετικά δύσκολες γιατί μαθεύτηκε στο σχολείο το διαζύγιο και
κάποια παιδιά ξεκίνησαν να τους χλευάζουν και να τους κοροϊδεύουν και εκείνα ως
μικρά παιδιά τότε στεναχωριόντουσαν. Η Β. μας είπε

«τις πρώτες ημέρες που ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε κάποια παιδιά μας κορόϊδευαν, μας έλεγαν δεν
είναι οικογένεια, δεν θα βλέπετε τον πατέρα σας οπότε, σαν μικρά παιδιά μας πείραζε και με
στεναχωρούσε».

Ήταν όμως και κάποια παιδιά τα οποία περνούσαν παρόμοια κατάσταση στο σπίτι
ήταν κοντά τους και τους στήριζαν σε αυτήν την δύσκολη περίοδο που βιώνουν

«υπήρχαν και κάποια παιδιά που βρισκόντουσαν στην ίδια κατάσταση είτε ζούσαν κάτι παρόμοιο δεν
μας πείραζαν, ίσα-ίσα ήταν δίπλα μας».

Οι δασκάλες του σχολείου τους στάθηκαν και ήταν δίπλα τους, όταν δεν ήταν καλά
ψυχολογικά και δεν είχαν όρεξη τους άφηναν να πάρουν τον χρόνο τους όπως
αναφέρει η Β.

21
«οι δασκάλες ήτανε εκεί για εμάς, μας στήριζαν ακόμα και όταν δεν ήμασταν καλά ψυχολογικά»

και ο Η.

«όσον αφορά τις δασκάλες ήταν δίπλα μας και μας στήριζαν» .

Σε γενικές γραμμές η αντιμετώπιση στο σχολείο ήταν καλή και δεν υπήρξαν ιδιαίτερα
προβλήματα προσαρμογής και συμπεριφοράς, αντίθετα τους έκανε καλό γιατί
έφευγαν από το σπίτι και ξεχνιόνταν.

Ο Η. λέει

«η αντιμετώπιση στο σχολείο ήτανε πολύ καλή οπότε δεν μας έχει μείνει στο μυαλό κάποιο γεγονός
που να μας στεναχώρησε ιδιαίτερα»

ενώ η Β. αναφέρει

«δεν μπορώ να πω ότι με αντιμετώπισαν διαφορετικά στο σχολείο, τις πρώτες μέρες δεν πηγαίναμε
σχολείο όπως ήταν φυσιολογικό και δεν θέλαμε κιόλας. Όμως, όταν ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε,
πιστεύω μας έκανε αρκετά καλό γιατί, ήμασταν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον εκτός του σπιτιού».

Τους βοήθησε αρκετά που πήγαιναν σχολείο γιατί έπαιζαν με τους φίλους τους και το
κλίμα ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό του σπιτιού

«μας βοηθούσε αρκετά το ότι πηγαίναμε σε έναν διαφορετικό χώρο, ξεφεύγαμε λίγο από το σπίτι,
παίζαμε με τα άλλα παιδιά και γενικότερα ξεχνιόμασταν».

Στο σπίτι υπήρχε ένα εχθρικό κλίμα λόγω των γονιών που συνεχώς φώναζαν και
τσακωνόντουσαν οπότε τους έκανε καλό που έφευγαν από εκεί και πήγαιναν κάπου
όπου μπορούσαν να παίζουν και να γελάνε. Η Β. μας λέει χαρακτηριστικά

«στο σπίτι υπήρχαν πολλές φασαρίες ανάμεσα στους γονείς μου και μας έκανε καλό που ξεφεύγαμε
γιατί βρισκόμασταν με τους φίλους μας και παίζαμε».

3.4. Διαχείριση του διαζυγίου (β’ μέρος)

Σε αυτή την θεματική κατηγορία αποτυπώνεται ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκαν


τα παιδιά και η μητέρα το χωρισμό κατά την ενήλικη ζωή, καθώς και τις συνέπειες που
βίωσαν η μητέρα και τα παιδιά μετά το διαζύγιο.

22
3.4.1. Διαχείριση του διαζυγίου κατά την ενήλικη ζωή (αφορά μητέρα και παιδιά)

Η διαχείριση του διαζυγίου είναι μια δύσκολη κατάσταση και μία τεράστια αλλαγή
πόσο μάλλον για μία μητέρα όταν μένει μόνη της με δύο μικρά παιδιά που πρέπει να
τα κάνει όλα μόνη της. Η μητέρα υποστηρίζει

«στην αρχή μου ήταν δύσκολο να το διαχειριστώ γιατί η ψυχολογία μου δεν ήταν και πολύ καλή, ήταν
μία τεράστια αλλαγή στη ζωή μου και έπρεπε να τα κάνω όλα μόνη μου. Ευτυχώς είχα τους γονείς μου
οι οποίοι με βοήθησαν και στην ψυχολογία μου σε σχέση με το διαζύγιο» , «ήταν δύσκολο να
αντιμετωπίσω ένα διαζύγιο, να μείνω πίσω με δύο παιδιά χωρίς βοήθεια από τον σύζυγό μου» .

Όμως καθώς περνούσαν τα χρόνια η διαχείριση γινόταν πιο εύκολη από την πλευρά
της μητέρας διότι συνήθιζε την νέα συνθήκη στην ζωή της και είχε και βοήθεια από την
οικογένεια της, οπότε η ψυχολογία της ήταν διαφορετική

«καθώς περνούσε ο καιρός το διαχειριζόμουνα πολύ καλύτερα γιατί είχα συνηθίσει τη νέα συνθήκη της
ζωής μου».

Πλέον, μετά από τόσα χρόνια η ζωή της είναι καλύτερη από ποτέ και το διαζύγιο δεν
την επηρεάζει καθόλου, περνάει ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά και τις φίλες της

«η ζωή μου μετά από τόσα χρόνια είναι πολύ καλύτερη, περνάω χρόνο με τα παιδιά μου, πηγαίνω
βόλτες και εκδρομές μαζί με τις φίλες μου».

Οι σχέσεις με τα παιδιά είναι πολύ καλές, πηγαίνει και τα βλέπει όποτε μπορεί, κάνει
δραστηριότητες μαζί τους, έχουν καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία και γενικότερα
είναι πολύ δεμένοι και δεν τους επηρεάζει πως ο πατέρας δεν είναι εκεί διότι το έχουν
συνηθίσει. Η μητέρα αναφέρει

«οι σχέσεις μου με τα παιδιά είναι καλύτερες από ποτέ, ειδικά τώρα που έχουν μεγαλώσει, αν και έχουν
φύγει και τα δύο για σπουδές οι επαφές μας παραμένουν ίδιες, δηλαδή, έρχονται οπότε μπορούν να με
βλέπουν ή πηγαίνω εγώ όταν έχω άδεια από τη δουλειά και γενικότερα έχουμε μία καλή επικοινωνία.
Ακόμη και τώρα κάνω πολλές δραστηριότητες μαζί τους και δεν μας επηρεάζει το γεγονός ότι ο πρώην
σύζυγός μου δεν βρίσκεται ποτέ εκεί γιατί το έχουμε συνηθίσει».

Τα παιδιά αναφέρουν πως δεν ήταν εύκολο να διαχειριστούν το διαζύγιο των γονιών
τους και τους πήρε αρκετό χρονικό διάστημα για να μπορέσουν να μην επηρεάζονται
στην ζωή τους όπως παλιά

«μου πήρε αρκετό καιρό να νιώσω καλύτερα και ότι πλέον δεν με επηρεάζει όλο αυτό στη ζωή μου
όπως με πείραζε στην παιδική μου ηλικία».

23
3.4.2. Συνέπειες του διαζυγίου

Ο Η. υποστηρίζει πως οι συνέπειες του διαζυγίου των γονιών του ήταν η στέρηση
των οικογενειακών στιγμών

«δεν έχουμε ζήσει και πολλές οικογενειακές στιγμές» το ίδιο υποστηρίζει και η Β. « μου λείπουν
οι οικογενειακές στιγμές».

Μία ακόμη συνέπεια είναι η εξαφάνιση του πατέρα, δεν είχαν και δεν έχουν καμία
επαφή πέρα από Χριστούγεννα, Πάσχα και γενέθλια, όπως αναφέρει η Β.

«πλέον φτάσαμε σε ένα σημείο να μιλάμε μόνο σε γιορτές, Χριστούγεννα, Πάσχα και στα γενέθλια μου
όμως μόνο μέσω τηλεφώνου».

3.5. Η μητέρα μετά το διαζύγιο

Το διαζύγιο είναι μία δύσκολη διαδικασία τόσο για τα παιδιά, όσο και για την
μητέρα, ειδικά στην αρχή γιατί πρέπει να αλλάξει όλη η ζωή σου. Στην δική μου
Μελέτη Περίπτωσης η μητέρα μετά το διαζύγιο έμεινε μόνη της με δύο παιδιά και
έπρεπε να περνούν όλα από τα χέρια της, ευτυχώς είχε μία χείρα βοηθείας από τους
συγγενείς της που την στήριξαν, όπως υποστηρίζει

«στην αρχή μου ήταν δύσκολο να το διαχειριστώ γιατί η ψυχολογία μου δεν ήταν και πολύ καλή, ήταν
μία τεράστια αλλαγή στη ζωή μου και έπρεπε να τα κάνω όλα μόνη μου, ευτυχώς όμως είχα και τους
γονείς μου και γενικότερα την οικογένεια μου η οποία με βοήθησε και στην ψυχολογία μου σε σχέση με
το διαζύγιο».

Στάθηκε δίπλα στα παιδιά της και δεν άφησε να γίνει αισθητή η απουσία του πατέρα
μέχρι και για ποδόσφαιρο πήγαινε με τον γιο της

«ήμουν εκεί για τα παιδιά μου, ότι και να χρειάστηκαν. Κάναμε βόλτα στο πάρκο, πηγαίναμε σε
παιδότοπους, πηγαίναμε να δούμε ποδόσφαιρο με το γιο μου».

Ο Η. αναφέρει χαρακτηριστικά

«η μητέρα μου ήξερε ότι μου αρέσει το ποδόσφαιρο έτσι πήγα σε μία τοπική ομάδα για να μάθω,
φρόντιζε πάντα τις Κυριακές που είχαμε ελεύθερο χρόνο τα πρωινά να πηγαίνουμε στο γήπεδο και
όταν έπαιζα κάποιον αγώνα ποδοσφαίρου με την ομάδα μου, πάντα με στήριζε και ερχόταν να με δει» ,

24
και τους αφιέρωνε πολύ χρόνο και από την προσωπική της ζωή αλλά και από τις
υποχρεώσεις του σπιτιού δηλαδή τους στάθηκε σαν μητέρα και πατέρας ταυτόχρονα

«από το απόγευμα και μετά μας αφιέρωνε αρκετό χρόνο γιατί ήθελε να περνάει χρόνο μαζί μας και
άφηνε πίσω την προσωπική της ζωή και τις υποχρεώσεις του σπιτιού».

Τέλος, η μητέρα μας αφηγείται τις σχέσεις της πλέον με τα παιδιά της μετά από
αρκετά χρόνια από το διαζύγιο και είναι καλύτερες από ποτέ

«οι σχέσεις μου με τα παιδιά είναι καλύτερες από ποτέ, ειδικά τώρα που έχουν μεγαλώσει, αν και έχουν
φύγει και τα δύο για σπουδές οι επαφές μας παραμένουν ίδιες, δηλαδή, έρχονται οπότε μπορούν να με
βλέπουν ή πηγαίνω εγώ όταν έχω άδεια από τη δουλειά. Ακόμη και τώρα κάνω πολλές δραστηριότητες
μαζί τους και γενικότερα περνάμε πολύ όμορφα καθώς είμαστε πολύ δεμένοι σαν οικογένεια και δεν
μας επηρεάζει το γεγονός ότι ο πρώην σύζυγός μου δεν βρίσκεται εκεί γιατί το έχουμε συνηθίσει».

3.6. Ο πατέρας μετά το διαζύγιο

Στην συγκεκριμένη ενότητα θα αποτυπωθεί η αφήγηση των συμμετεχόντων οι οποίοι


δεν είχαν πολύ συχνή και σταθερή επαφή με τον πατέρα τους μετά το διαζύγιο. Για
αυτά τα παιδιά δεν τηρήθηκε η εβδομαδιαία επαφή. Αφηγούνται με πικρία και
απογοήτευση την εμπειρία τους.

Ο πατέρας των παιδιών αμέσως μετά το διαζύγιο σχεδόν εξαφανίστηκε, είχαν


κανονίσει με την μητέρα να πηγαίνει κάθε Σαββατοκύριακο να τα παίρνει και να
περνάει χρόνο μαζί τους αλλά το έκανε με δυσκολία και μετά από ένα διάστημα δεν
πήγαινε καθόλου και έβρισκε δικαιολογίες, όπως αναφέρει η μητέρα

«δεν ενδιαφέρθηκε και πολύ για τα παιδιά μας, στην αρχή είχαμε μία επικοινωνία για τα παιδιά μόνο,
δηλαδή, ερχόταν στο σπίτι μία στο τόσο για να τα δει, αλλά όταν ερχόταν το Σαββατοκύριακο και ήταν η
σειρά του να πάνε σπίτι του για να τα κρατήσει δεν ερχόταν και συνέχεια έβρισκε δικαιολογίες».

Η Β. μας αφηγείται πως η απουσία του πατέρα μετά το διαζύγιο ήταν αισθητή κυρίως
τα Σαββατοκύριακα που ήταν η σειρά του να περνάει χρόνο μαζί τους, ενώ
επικοινωνία δεν υπήρχε καθόλου

«οι ώρες με τον πατέρα μου ήταν πάρα πολύ λίγες, υποτίθεται πως θα τον βλέπαμε κάθε
Σαββατοκύριακο αφού πήραν το διαζύγιο αλλά, ο πατέρας μας δεν το τηρούσε αυτό και εγώ με τον
αδερφό μου φανταζόμασταν διάφορα πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε, επειδή όμως δεν
ερχόταν στεναχωριόμασταν».

25
Ο Η. εξομολογήθηκε πως ζήλευε τα παιδιά στο σχολείο και στο πάρκο γιατί πάντα
υπήρχε μία πατρική φιγούρα δίπλα στα άλλα παιδιά ενώ ο δικός του ήταν απών από
όλα

«μου φαινόταν πολύ περίεργο το γεγονός ότι ερχόντουσαν να πάρουν τα υπόλοιπα παιδιά και οι
πατεράδες τους από το σχολείο, διότι εμένα πάντα ερχόταν η μητέρα μου να με πάρει, ο πατέρας μας
δεν ήρθε ποτέ λόγω δουλειάς» , «τα υπόλοιπα παιδιά περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους και με τους
δύο γονείς και φυσικά ζήλευα λίγο περισσότερο τα παιδιά εκείνα που έπαιζαν ποδόσφαιρο με τον
μπαμπά τους ενώ εμένα ο δικός μου ήταν απών» , «μου λείπει μία πατρική φιγούρα, να καθίσουμε όλοι
μαζί στο τραπέζι να πούμε τα νέα μας και γενικότερα να κάνουμε κάτι όλοι μαζί, μου λείπει μία Κυριακή
να με πάρει για να πάμε να δούμε μπάλα στο γήπεδο».

Κανένα από τα δύο παιδιά δεν έχουν στο μυαλό τους οικογενειακές στιγμές με τον
πατέρα τους πέρα από ελάχιστες

«από την παιδική μου ηλικία δεν μπορώ να πω πως θυμάμαι πολλές στιγμές αλλά ελάχιστες με τον
πατέρα μου»

και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως ακόμη και πριν το διαζύγιο έλειπε από το σπίτι
σχεδόν όλη μέρα λόγω δουλειάς και όταν γυρνούσε ήθελε να ξεκουραστεί και
παραμελούσε τα παιδιά του

«πάντοτε ήταν κάπως απομακρυσμένος λόγω της δουλειάς του γιατί τον βλέπαμε κυρίως τα βράδια και
γυρνούσε κουρασμένος και δεν είχε όρεξη για να καθίσει να παίξει, να μας διαβάσει ένα παραμύθι και
γενικότερα να ασχοληθεί» .

Πλέον, μετά από τόσα χρόνια και αφού τα παιδιά είναι πλέον σε ηλικία σπουδών ο
πατέρας τους εξακολουθεί να είναι εξαφανισμένος και μιλάνε σχεδόν 2-3 φορές τον
χρόνο

«φτάσαμε σε ένα σημείο να μιλάμε μόνο σε γιορτές και στα γενέθλια μου όμως μόνο μέσω
τηλεφώνου»,

έγιναν κάποιες προσπάθειες από την μεριά του για επικοινωνία αλλά δεν κράτησε
πολύ

«όταν πήγαμε να σπουδάσουμε ο μπαμπάς έκανε κάποιες κινήσεις για επικοινωνία κυρίως μέσω
μηνυμάτων όμως δεν κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα».

26
4)Συζήτηση των βασικών ευρημάτων

Η συγκεκριμένη μελέτη είχε ως στόχο στην διερεύνηση της εμπειρίας των ενηλίκων
που βίωσαν το διαζύγιο των γονιών τους στην παιδική ή εφηβική ηλικία.
Στη συγκεκριμένη μελέτη βρέθηκε ότι οι συμμετέχοντες και κυρίως το ένα από τα
παιδιά είχε συχνές συγκρούσεις με τον πατέρα. Το διαζύγιο έφερε ως συνέπειες την
απουσία ευχάριστων οικογενειακών στιγμών και δραστηριοτήτων, όπως επίσης και
την συχνή απουσία του πατέρα από το σπίτι και την καθημερινότητα. .
Τα παραπάνω ευρήματα συνάδουν με τα δεδομένα άλλων ερευνών που κάνουν
λόγο για τη βίωση έντονων γονεϊκών εντάσεων καθώς και την απουσία του πατέρα
πριν και μετά το διαζύγιο (Kelly, 2000), (Booth & Amato, 2001). Ένα επίσης φλέγον
ζήτημα είναι η ανακοίνωση του διαζυγίου στα παιδιά. Το παραπάνω εύρημα βρίσκεται
σε συμφωνία με άλλες έρευνες (Jacobson, 1978), (Kurdek & Siesky, 1979) (Hingst,
1981). Οι γονείς ασχολήθηκαν με το πώς θα ενημερώσουν σωστά τα παιδιά τους
λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες τους. Όπως φανερώθηκε και στη μελέτη των
Goldstein και Solnit (1984) η ανακοίνωση και από τους δύο γονείς μειώνει τα αρνητικά
συναισθήματα και τη σύγχυση, καθώς το παιδί βλέπει ότι οι γονείς μπορούν
τουλάχιστον να συνεργαστούν προκειμένου να του μιλήσουν για το μέλλον του.
Οι προαναφερθείσες δυσκολίες ανάγκασαν πολλά παιδιά να αναλάβουν
υποχρεώσεις, όπως την οικονομική υποστήριξη της μητέρας και τη φροντίδα των
αδερφών. Αντίστοιχα, πολλοί ερευνητές έκαναν λόγο για την ανάληψη ευθυνών μετά
το διαζύγιο που δεν αρμόζουν στο αναπτυξιακό στάδιο των παιδιών (Amato, 2000) ,
(Hetherington et al., 2014).

Είναι αξιοσημείωτη η αφήγηση των παιδιών ότι η συχνή απουσία του πατέρα από
το σπίτι αλλά και η προσπάθεια αναπλήρωσης αυτού του κενού από τη μητέρα
δημιούργησαν μια αίσθηση σταθερότητας. Συμπεραίνεται λοιπόν ότι τα παιδιά έχουν
ανάγκη από σταθερότητα και ότι η προσαρμογή τους διευκολύνεται όταν το διαζύγιο
δεν προκαλεί πολλά ψυχοπιεστικά γεγονότα που διαταράσσουν την ψυχική τους
ηρεμία. Όλοι οι ερευνώμενοι αφηγήθηκαν ότι υποστηρίχθηκαν από το κοινωνικό τους
περιβάλλον (φίλους, οικογένεια, εκπαιδευτικούς) και αυτή η στήριξη τούς βοήθησε να
αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες, εύρημα που συναντάται στη βιβλιογραφία (Wolchik,
Ruehlman, Braver, & Sandler, 1989).

Από την άλλη πλευρά, η επαφή με τον πατέρα μετά το διαζύγιο ήταν σπάνια και
ασταθής, καθώς ο πατέρας απομακρύνθηκε από τα παιδιά..

27
Τα παιδιά αφηγήθηκαν με ιδιαίτερη στεναχώρια ότι η απώλεια της σχέσης με τον
πατέρα τους ήταν μία από τις σημαντικότερες συνέπειες του διαζυγίου. Διατηρούν
άσχημες αναμνήσεις από την αδιάφορη και απόμακρη στάση του και εύχονταν ως
παιδιά να είχαν περάσει περισσότερο χρόνο μαζί του αλλά και όλοι μαζί ως
οικογένεια. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται σε πλήθος μελετών (Fabricius & Hall,
2000), (Healy, Malley & Stewart, 1990), (Hetherington, 1999), (Emery, 2000)
καταδεικνύοντας την ανεκτίμητη σημασία της παρουσίας (φυσικής αλλά κυρίως
συναισθηματικής) του πατέρα στη ζωή ενός παιδιού.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η παρούσα εργασία μελέτησε το διαζύγιο και τις επιδράσεις του στα παιδιά
προσχολικής, σχολικής. Το διαζύγιο είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο µε αυξημένη
συχνότητα. Ως αίτια διαζυγίου αναφέρονται διαπροσωπικοί παράγοντες (έλλειψη
επικοινωνίας, τσακωμοί). Τα προβλήματα αυτά ενδυναμώνονται και από τη ρουτίνα
της καθημερινότητας. Το διαζύγιο δεν αποτελεί όµως µόνο ένα κοινωνικό και
οικογενειακό γεγονός. Είναι µια εξαιρετικά οδυνηρή και βαθμιαία διάλυση
συναισθηματικών ,ψυχολογικών και κοινωνικών δεσµών, µια περίοδος δύσκολη, τόσο
για το ζευγάρι, όσο κυρίως για τα παιδιά. .
Γενικά, η πλήρης αποκατάσταση από το χωρισµό ή το διαζύγιο απαιτεί πολλά
χρόνια (Μάρκος, 1998). Ο χωρισµός, είναι ένα γεγονός της ζωής και σηµασία έχει
πως ο καθένας µπορεί να το αντιμετωπίσει. Για κάποιους µπορεί να είναι πηγή
δυστυχίας, ενώ για άλλους να σηµαίνει την αρχή μιας καινούργιας ζωής. Όταν
ξεπεραστεί η φάση της μοναξιάς και της σύγχυσης, οι περισσότεροι εντάσσονται στο
κοινωνικό σύνολο και συμμετέχουν σε φιλικές συγκεντρώσεις. Λίγοι είναι αυτοί που
μένουν στην αποµόνωση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

28
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γεώργας, Δ. (1998) «Ψυχολογικές και οικολογικές διαστάσεις στη δομή και λειτουργία
της οικογένειας», στο Βασική Παιδοψυχιατρική, τόμ. 2ος, τεύχ. 1ο , Αθήνα, Εκδ.
Καστανιώτη

Κατάκη, Χ. (1984) Οι τρεις ταυτότητες της Ελληνικής οικογένειας . Αθήνα: Ελληνικά


Γράμματα

Κογκίδου, Δ. (1995) Μονογονεϊκές οικογένειες. Πραγματικότητα-Προοπτικές-


Κοινωνική Πολιτική . Αθήνα: Νέα σύνορα - Λιβάνη

Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Ε. (2018) Οικογενειακό Δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας

Μπαμπάλης, Θ. (2005) Η ζωή στη σχολική τάξη. Αθήνα: Διάδραση

Συμεού, Λ. (2005) Η Ενδοϋπηρεσιακή Επιμόρφωση των Εκπαιδευτικών στα Πλαίσια


της Δια Βίου Επαγγελματικής Ανάπτυξης. Ενημερωτικό Δελτίο Παιδαγωγικού
Ινστιτούτου, 6, 12-17

Τσίτουρα, Σ. (1990) Σωματική κακοποίηση του παιδιού, στο: Γ. Νικολαΐδης & Μ.


Σταυριανάκη (επιμ.), Βία στην οικογένεια: Τεκμηριωμένη πρακτική και τεκμήρια από
την πρακτική. Αθήνα: ΚΨΜ, σελ. 94-116

Χατζηχρήστου, Δ. (1999) Divorced families. In C.A. Smith (Ed.), The Encyclopedia


of Parenting. Theory and Research (pp. 135- 137) Westport, Connecticut: Greenwood
Press

ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Amato, P.R. (2000). The consequences of divorce for adults and children. Journal of
Marriage and Family, 62(4), 1269–1287. Available at: doi:10.1111/j.1741-
3737.2000.01269.x

Biller, H. B. (1993) Fathers and Families: Paternal Factors in Child Development .


Wesport, CT: Auburn House

Bohannon, P. (1970). The six stations of divorce. In P. Bohannon (Ed.), Divorce and
after (pp. not specified). Doubleday: New York & London

29
Booth, A., & Amato, P. R. (2001) Parental predivorce relations and offspring post
divorce wellbeing. Journal of Marriage and Family, 63, 197 – 212

Bradshaw, J.R. (1999) 'The taxonomy of social need', in McLachlan, G. (ed),


Problems and Progress in Medical Care,. Oxford University Press: Oxford

Emery, R. (2000) Marriage divorce and children’s adjustment. (2nd Ed). Beverly Hills.
CA: Sage Publication

Emery, R. E. (2012) Renegotiating family relationships: Divorce, child custody, and


mediation. New York: Guilford Press

Fabricius, W. V., & Hall, J. (2000) Young adults’ perspectives on divorce: Living
arrangements. Family and Conciliation Courts Review, 38, 446–461

Fischbach, R. L., & Herbert, B. (1997). Domestic Violence and Mental Health:


Correlates and Conundrums within and across Cultures. International Journal of
Comparative Sociology, 38(1-2), 86-104.

Goldstein, S., & Solnit, A. J. (1984) Divorce and Your Child: Practical Suggestions for
Parents. New Haven and London: Yale University Press

Gottman, J., Gottman, J. S., Greendorfer, A., & Wahbe, M. (2014) An empirically


based approach to couples' therapy. In Gurman, A.S., Lebow, J.L., & Snyder, D.K.
(Eds.), Clinical Handbook of Couple Therapy (5th ed., pp. 69-93). New York: Guilford
Press.

Healy, J. M., Malley, J. E., & Stewart, A. J. (1990) Children and their fathers after
parental separation. American Journal of Orthopsychiatry, 60(4), 531-543

Hingst, A. G. (1981). Children and divorce: The child's view. Journal of Clinical Child
Psychology, 10(3), 161–164

Henslin, J. (2000) Social Problems: A Down-to-Earth Approach. Boston, MA: Allyn &
Bacon.

Hetherington, E. M. (1999) Should we stay together for the sake of the children? In E.
M. Hetherington (Ed.), Coping with divorce, single parenting, and remarriage: A risk
and resiliency perspective (pp. 93–116) Mahwah NJ: Erlbaum

30
Hetherington, E. M., & Kelly, J. (2014) For better or for worse: Divorce reconsidered.
New York: Norton

Jacobson, D. (1978) The impact of marital separation/divorce on children: Interparent


hostility and child adjustment. Journal of Divorce, 2, 3–17

Kelly, J. B. (2000) Children’s adjustment in conflicted marriage and divorce: A decade


review of research. Journal of the American Academy of Child and Adolescent
Psychiatry, 39(8), 963-973

Kurdek, L. A., & Siesky, A. E., Jr. (1979) An Interview Study of Parents Perceptions of
Their Children's Reactions and Adjustments to Divorce. Journal of Divorce, 3(1), 5-17

Smith, J.A., & Osborn, M. (2003) Interpretative phenomenological analysis. In J.A


Smith (Ed.), Qualitative psychology: A practical guide to research methods (pp. 51-
80). London: Sage Publications.

Wolchik, S. A., Ruehlman, L. S., Braver, S. L., & Sandler, I. N. (1989). Social support
of children of divorce: direct and stress buffering effects. American Journal of
Community Psychology, 17(4), 485-501.

31
32

You might also like