Gri 2016 17170

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 154

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΔΟΓΜΑΤΟΣ, ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΩΝ

ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΚΟΣΜΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ


ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ.

ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ,ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ:

ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ.

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΚΟΥΚΟΥΣΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΔΟΓΜΑΤΟΣ, ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΩΝ

ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΚΟΣΜΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ:

ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ.

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ.

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΚΟΥΚΟΥΣΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016

1
ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ,

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ:

ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Συντομογραφίες…………………………………………………………………….…….5

Προλεγόμενα….…………………………………………………………………..…........6

Εισαγωγή…………………………………………………………………………….….....8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ

1. Καταγωγή - Μόρφωση – Σπουδές…………………………………..……..12

2. Η προσωπικότητά του Κουρίλα…………………………………………....14

3. Διακονία στο Άγιο Όρος…………………………………………………….17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΟΡΥΤΣΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ

ΕΠΟΧΗ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ

1. Η κατάσταση στη Μητρόπολη Κορυτσάς

στα τέλη του 19ου αι. – αρχές 20ου…………….……………………………19

1.1. Γεωγραφικά όρια Ιερής Μητρόπολης Κορυτσάς.……………………...19

1.2. Αυτοκέφαλος Ορθόδοξος Εκκλησία Αλβανίας – Ιδιαιτερότητες Β΄

Κληρικολαϊκού Συνεδρίου Κορυτσάς το έτος 1929………..…………...20

1.3. Περίοδος 1925–1939…....………………………………………..……………22

1.4. Περίοδος 1940–1941…………………………………………………………..23

2. Εκλογή ως Μητροπολίτης Κορυτσάς……………………………………..24

3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ…………...…27

1. Η συμβολή του στο Μακεδονικό Αγώνα…………….…………………...29

2. Η Δράση του στους Βαλκανικούς Πολέμους-

Η δράση του στους απελευθερωτικούς αγώνες στο Άγιο Όρος……….33

3. Βορειοηπειρωτικός Αγώνας – Αυτονομία Κορυτσάς (1914–1920).

Η στάση του στο Βορειοηπειρωτκό Ζήτημα……………………………...36

4. Η συμμετοχή στα Νοεμβριανά του 1916-1917…………………………..45

5. Η συμμετοχή στην Κατοχή- Δεκεμβριανά του 1944-Εμφύλιο…………49

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ……57

1. Ο Ευλόγιος Κουρίλας ως εκπαιδευτικός δημόσιος

λειτουργός και Πανεπιστημιακός Δάσκαλος…………………………...57

2. Η βιβλιοθήκη του Ευλόγιου Κουρίλα……………………………………..60

3. Το συγγραφικό έργο του Ευλόγιου Κουρίλα……………………………..63

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄: Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ …………………...100

ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ………...………………………………………………………………103

Α. ΠΗΓΕΣ………………………………………………………………………………...106

Β. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ …………………………………………………………………….108

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ …………………………………………………………………….……113

4
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΕΛΙΑ Κώδικας αρχειοθετημένων χειρογράφων-εγγράφων του

Αρχείου του Ευλόγιου Κουρίλα στη Βιβλιοθήκη του

Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι. Ακαταλογογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο

τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» της Κεντρικής

Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι. Ακαταλογογράφητο απόκομμα εφημερίδας του Ευλόγιου

Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» της

Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Φ.Ε.Κ.Β.Π.Ι. Φωτογραφίες του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο

Ευλόγιου Κουρίλα» της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του

Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

ΦΙΔ Β΄ΜΕΡΟΣ Φάκελος αρχείου Ε.Κ. αδημοσιεύτου Β΄ ΜΕΡΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ

ΚΩΔΙΚΟΣ Ι.Μ. Ι.Μ. Κορυτσάς.

ΚΟΡΥΤΣΑΣ

Θ.Η.Ε. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια

βλ. βλέπε

ό.π. όπου παραπάνω

5
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Στην παρούσα εργασία αρχικά ανατρέξαμε στην εποχή και τις συνθήκες

κάτω απ’ τις οποίες έζησε ο λόγιος Μητροπολίτης Κορυτσάς, Ευλόγιος

Κουρίλας στην Ελλάδα του α΄ μισού του 20ου αιώνα αλλά και στην Αλβανία και

συγκεκριμένα στην επαρχία της Κορυτσάς τη δεκαετία του 1930. Στο πρώτο

κεφάλαιο ασχοληθήκαμε γενικά με τη ζωή του, ενώ στο δεύτερο παραθέσαμε

τις εκκλησιαστικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην

Μητροπολιτική περιφέρεια Κορυτσάς κατά την εποχή της Αρχιερατείας του.

Στη συνέχεια στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάσαμε αναλυτικά την εθνική δράση

του Κουρίλα (ιδεολογία και εθνικούς αγώνες) στο Μακεδονικό και

Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα, στους Βαλκανικούς Πολέμους, στα Νοεμβριανά του

1917, στην Κατοχή, στα Δεκεμβριανά του 1944 και στον Εμφύλιο που

ακολούθησε. Ακολούθως στο τέταρτο κεφάλαιο επιχειρήσαμε να αναδείξουμε

τον Κουρίλα ως λόγιο διδάσκαλο, δημόσιο εκπαιδευτικό λειτουργό, καθηγητή

Πανεπιστημίου Αθηνών στον Τομέα Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής καθώς

και πολυγραφότατο συγγραφέα με βιβλιοθήκη στην κατοχή του που περιείχε

πάνω από 3.000 βιβλία. Καταληκτικά στο πέμπτο κεφάλαιο αναφερόμαστε

περιληπτικά στο θάνατο του Κουρίλα στην Αθήνα έχοντας ως κατακλείδα τα

επιλεγόμενα.

Βαθύτατη ευγνωμοσύνη και θερμότατες ευχαριστίες εκφράζονται στον

σύμβουλο καθηγητή μου κ. Βασίλειο Κουκουσά, ο οποίος καθ΄ όλη τη διάρκεια

της συγγραφής της παρούσης εργασίας ενέσκυψε με παιδαγωγικό και

καθοδηγητικό τρόπο καθώς και επιστημονική μεθοδολογία στην έρευνά μου

καθοδηγώντας με μεράκι, ανεκτικότητα, ευελιξία και πολύτιμες υποδείξεις ως

προς την ολοκλήρωση αυτού του έργου. Επίσης θερμότατες ευχαριστίες και

στους υπολοίπους καθηγητές της τριμελούς επιτροπής στον καθηγητή του

Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ. και πρώην

6
κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής κ. Μιχαήλ Τρίτο καθώς και στην κ. Άννα

Καραμανίδου, καθηγήτρια του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής

Θεολογίας του Α.Π.Θ. για τις συμπληρώσεις, παρατηρήσεις, διορθώσεις και την

αμέριστη συμπαράστασή τους. Τέλος ευγνωμονώ εκ βάθους καρδίας και την

οικογένειά μου για την ειλικρινή κατανόηση, θυσιαστική αγάπη και πολύτιμη

συμπαράσταση που έλαβα καθ’ όλη την διάρκεια της προσπάθειάς μου και θα

τους ευχαριστώ πάλιν και πολλάκις.

7
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η σύνδεση ελληνισμού – χριστιανισμού και η προσφορά της εκκλησίας

είναι πασιφανής στην ιστορία. Για τον Ρώσο ιστορικό Ostrogorsky «ο ελληνικός

πολιτισμός παρέμεινε πάντα το θεμέλιο της πνευματικής ζωής» στο Βυζάντιο.

Ο ακαδημαϊκός Σπ. Μελάς (αλλά και ο σοφός Σπ. Ζαμπέλιος, ο Κ.

Παπαρρηγόπουλος κ.α.) προσυπέγραψαν στα έργα τους ότι μοναδική υπήρξε

πάντοτε η σύνδεση Ελληνισμού-Χριστιανισμού και η σωτηρία δια της

Εκκλησίας. Μέχρι σήμερα η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στάθηκε στο πλευρό

του Έθνους στους αγώνες του: 1821, Μακεδονικός, Μικρασιατική εκστρατεία,

1940. Όλη σχεδόν η ιστορία της νεοελληνικής παιδείας αρχή και τέλος έχει την

Εκκλησία: λόγιοι, σχολεία, χειρόγραφα, βιβλία, πνευματική κίνηση εκκινεί και

τερματίζει σ' αυτήν. Από την Μεγάλη του Γένους Σχολή ως το κοινό σχολείο

του τελευταίου χωριού του ευρύχωρου ελληνισμού η Εκκλησία είναι παρούσα

ως κινητήριος δύναμη: Ακαδημία της Πάτμου, η Αθωνιάδα, σχολεία στην

Αθήνα, την Ήπειρο και την Μακεδονία. Ακόμη και αυτού του Νεοελληνικού

Διαφωτισμού τα καλά του στοιχεία εισήλθαν στην Ελληνική Ανατολή μέσω της

Εκκλησίας και μέσω των στελεχών της όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο

Νικηφόρος Θεοτόκης, οι Μηλιώτες Κωνσταντάς και Γαζής. Παραλλήλως, σειρά

ολόκληρη φιλολόγων, θεολόγων, φιλοσόφων έγραφε και στήριζε την

Ορθοδοξία, αγωνιζόμενη κατά του Παπισμού, αναπτύσσοντας τα φιλολογικά

και θεολογικά συγγράμματα. Στις ακρότητες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού

άνθρωποι της Εκκλησίας αντέταξαν με επιτυχία τον Ορθόδοξο Φωτισμό με

εκπροσώπους τον άγιο Αθανάσιο Πάριο και τον Νικόδημο Αγιορείτη, που ήσαν

και οι γνήσιοι εκφραστές του γενναίου κινήματος των Κολλυβάδων. Και δεν

είναι υπερβολή να λεχθεί ότι όλη η νεοελληνική φιλολογία, συλλήβδην η

νεοελληνική γραμματεία από του 15ου αι. μέχρι τις αρχές του 20ου αι. είναι

ουσιαστικά εκκλησιαστική φιλολογία, αφού οι λόγιοι της περιόδου από την

Εκκλησία προέρχονται. Κατά την Εθνική Παλιγγενεσία η συμβολή της

8
Εκκλησίας ήταν η μεγίστη δυνατή, αφού η εμπειρία της από τους αγώνες ήταν

τέτοια, ώστε ήταν αδύνατο να μη λάβει μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα. Το

Άγιο Όρος γνώρισε τότε πρωτοφανή αγριότητα, όπως και οι αντιπρόσωποί του

στη Θεσσαλονίκη στα θρυλικά αγιορειτικά κονάκια που απαγχονίστηκαν στο

Καπάνι με τον επίσκοπο Κίτρους Μελέτιο, τον παπά Γιάννη του αγίου Μηνά,

τους προκρίτους της πόλεως. Η Εκκλησία ήταν και επικεφαλής των μετέπειτα

εθνικών αγώνων όπως ο Μακεδονικός Αγώνας της περιόδου 1860-1912, οπότε

διακρίνεται ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και μετέπειτα Οικουμενικός

Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ ο Μεγαλοπρεπής και οι συνεργάτες του επίσκοποι στην

Μακεδονία κατά την πλέον κρίσιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα

Χρυσόστομος Καλαφάτης, ο έπειτα ιεροεθνομάρτυς Σμύρνης, Γερμανός

Καραβαγγέλης στην Καστοριά, Θεοδώρητος Βασματζίδης στο Νευροκόπι,

Ιωακείμ Φορόπουλος στην Πελαγονία, Φώτιος Κορυτσάς, κ.ά. Αυτοί και οι

διάδοχοί τους ακολούθησαν τους παλμούς και τα οράματα της Μεγάλης Ιδέας

και συντήρησαν σε χαλεπούς καιρούς την χριστιανική πίστη και την εθνική

συνείδηση. Η προσφορά της Εκκλησίας στο Γένος κατά την δραματική δεκαετία

’40-‘50 έδειξε αυτόν τον ανεπανάληπτο δεσμό της με τον λαό μας και βρέθηκε

πρώτη στην γραμμή του μετώπου. Κατά την διάρκεια της Κατοχής η Εκκλησία

οργάνωσε συσσίτια, περιέθαλψε ασθενείς και αναξιοπαθούντες με τον Εθνικό

Οργανισμό Χριστιανικής αλληλεγγύης (ΕΟΧΑ), ενίσχυσε την αντίσταση κατά

του κατακτητή. Πρόσωπα λίαν αγαπητά της περασμένης γενιάς μας

σημάδευσαν με την αυτοθυσία τους την εποχή και έδειξαν τι σημαίνει

Εκκλησία για τον λαό μας: Αυγουστίνος Καντιώτης στη Κοζάνη, Λεωνίδας

Παρασκευόπουλος στην Θεσσαλονίκη, ο Δεσπότης Ιωακείμ στον Βόλο, ο

Γεννάδιος στην Θεσσαλονίκη, ο Παντελεήμων Φωστίνης στην Εύβοια, ο

Σπυρίδων Βλάχος στα Ιωάννινα, ο Δεσπότης Σάμου και Ικαρίας Ειρηναίος

Παπαμιχαήλ, ο Κορινθίας Μιχαήλ Κωνσταντινίδης και ο Σεραφείμ Τίκκας, ο

μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Και δεν είναι ολίγοι εκείνοι που

θυσιάσθηκαν κατά την αδελφοκτόνο ανταρσία της περιόδου 1946-1949

9
συνθέτοντας το Σύγχρονο Συναξάρι Ιερομαρτύρων και Εθνομαρτύρων

κληρικών, δυστυχώς σταυρούμενοι αυτοί τότε από αδελφούς-μια πρώτη

καταγραφή τους ανεβάζει στους πεντακόσιους τριάντα έξι (536).

Μεταξύ των λογίων Ελλήνων κληρικών που διακρίθηκαν τον περασμένο

αιώνα στην επιστημονική συγγραφή αλλά και εθνική δράση ξεχωριστή θέση

κατέχει ο πολυγραφότατος Μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας.

Καταγόμενος από τη Βόρειο Ήπειρο συνδύασε τα διακριτικά γνωρίσματα των

ελληνικών γραμμάτων και πνευματικά χαρίσματα της ελληνικής παιδείας

επιδεικνύοντας ιδιαίτερα φλογερή αγάπη προς τα γράμματα και τη

φιλομάθεια. Αξιώθηκε βέβαια να καλλιεργήσει αυτά και να τα αναπτύξει σε

δύο σεβαστά και ονομαστά κέντρα του Έθνους, στην Αθωνιάδα Σχολή του

Αγίου Όρους και στη πάλαι ποτέ Μεγάλη του Γένους Σχολή της

Κωνσταντινούπολης1. Στη συνέχεια υποκινούμενος από έμφυτη φιλομάθεια

σπούδασε αρχικά στη Θεολογική Σχολή Αθηνών και αμέσως μετά στη

Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών, της οποίας μετά από εμβριθείς

σπουδές και αξιόλογη διατριβή αναγορεύθηκε αριστούχος διδάκτορας και

επάξια εργάστηκε ως τακτικός καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο για λίγο

όμως χρονικό διάστημα. Έτσι λοιπόν καταρτισμένος στη φιλολογική επιστήμη

και ειδικότερα σε ιστοριοδιφικές έρευνες επιδόθηκε μετά την αποφοίτησή του

από το Πανεπιστήμιο με ιερό ζήλο και ακάματη φιλοπονία σε σχετικές έρευνες

και μελέτες σε χειρόγραφα των Βιβλιοθηκών του Αγίου Όρους, των Μετεώρων,

της Πάτμου, των Αθηνών κ.α. Μελετώντας την συγγραφική παρακαταθήκη του

Ευλόγιου Κουρίλα διακρίνει κανείς πλουσιότατους ερευνητικούς καρπούς που

εμπεριέχονται σε πλήθος επιστημονικών συγγραφών, πραγματειών, μελετών,

διατριβών και άρθρων με ποικίλα θέματα. Πολλές μάλιστα από τις εργασίες

αυτές εκδόθηκαν σε τόμους και δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες

1 Θεόδουλος Παπαδάκης, ‘’Πραγματεῖαι καί συγγραφαί’’, 5.

10
εκείνης της εποχής2. Μερικές απ΄ αυτές τις εργασίες έχουν ως θεματικές τους

ενότητες βιογραφίες Αγιορειτών Αγίων, λογίων και άλλων επισήμων Θρακών3

καθώς και θέματα λεξικογραφικά, λαογραφικά, εκκλησιαστικά, θεολογικά και

φιλοσοφικά αλλά οι περισσότερες είναι ιστορικές σχετιζόμενες με το Άγιο Όρος

αλλά και την εκκλησιαστική ιστορία γενικότερα. Από την άλλη ο αοίδιμος

ιεράρχης ποίμανε ιεροπρεπώς και κόσμησε λαμπρά τη Μητρόπολη Κορυτσάς

σε μια δύσκολη ιστορική συγκυρία προσφέροντας ατίμητες εθνικές υπηρεσίες

στο Βορειοηπειρωτικό και Μακεδονικό ζήτημα καθώς και σε άλλες κρίσιμες

καμπές της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας.

2 Περίπου 230 σύμφωνα με ανακοίνωση του Αρχ. θεόδουλου Παπαδάκη.

3 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Ἐπίσκοποι-Λόγιοι-Ἐπίσημοι-Εὐεργέται Ἡρακλείας’’, 13-191.

11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ

1. Καταγωγή-Μόρφωση – Σπουδές

Ο Ευλόγιος Κουρίλας, κατά κόσμο, Ηλίας γεννήθηκε το 1880 στη

Ζήτσιστα της επαρχίας Κορυτσάς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Βασίλειος, η

μητέρα του Σοφία και είχε δύο αδελφές τη Θωμαΐδα και την Κωνσταντίνα 4. Το

1892 σε ηλικία 12 ετών και κατόπιν επιθυμίας των γονέων του5 πηγαίνει στο

Άγιο Όρος όπου μένει κοντά στον αυτάδελφό του γέροντα Θεόφιλο, στο κελί

του αγίου Δημητρίου, εξάρτημα της μονής Φιλοθέου. Μετά από δύο έτη

πηγαίνει στη Μονή Μεγίστης Λαύρας 6 προσλαμβάνεται ως υποτακτικός από

τον προϊστάμενο της μονής γέροντα Γαβριήλ τον Ίμβριο, κείρεται μοναχός και

λαμβάνει το όνομα Ευλόγιος7. Από αυτή τη στιγμή μέχρι το θάνατο του οι

δεσμοί του με την Ιερά αυτή Μονή παραμένουν, παρά τις πολλές διακυμάνσεις,

άρρηκτοι. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, μετά την αποφοίτηση από τις γυμνασιακές

σπουδές στον Άθω, ο Γαβριήλ τον στέλνει στην Κωνσταντινούπολη για να

4 Στο περιοδικό Απόστολος Ανδρέας (10/5/1961) σε άρθρο για τον θάνατο του Κουρίλα
αναφέρεται ότι εκάρη μοναχός στην I. Μ. Φιλοθέου εκεί που μόναζε ο μεγαλύτερος αδελφός
του. Μετά έγινε αδελφός της Μ. Μ. Λαύρας. Η πληροφορία ότι είχε αδελφό δε διασταυρώθηκε.
5 Στην εφημερίδα Βορειοηπειρωτικός Αγών φ. 43-44/1961 αναφέρεται ότι στο άγιο Όρος πήγε ως
εργατόπαιδο με ομάδα υλοτόμων που εργάζονταν κατά παράδοση στα δάση της Μ. Λαύρας. Η
ροπή του, αναφέρεται, στη μοναχική ζωή προσέλκυσε την προσοχή των μοναχών και τον
κράτησαν εκεί.
6 Η μονή Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Η ίδρυσή της
οφείλεται στον όσιο Αθανάσιο με την υποστήριξη των Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννη Τσιμισκή
(663) και εορτάζει την 5η Ιουλίου. Το καθολικό και η τράπεζα έχουν τοιχογραφίες κρητικών
ζωγράφων του 16ou αι. Στην αυλή βρίσκονται τα παρεκκλήσια Παναγίας Κουκουζέλισσας και
του αγίου Μιχαήλ Συνάδων, το κτίριο που στεγάζει τη βιβλιοθήκη, το σκευοφυλάκιο και η
φιάλη (κρήνη). Στο σκευοφυλάκιο σώζονται σημαντικά κειμήλια. Στη μονή υπάγονται οι
σκήτες Μικρή Αγία Άννα, Καυσοκαλυβίων και Προδρόμου και οι οικισμοί Προβάτα, Κερασιά
και Μορφωνού.
7 Στο Γ' Κώδικα εγγράφων του Αγίου Όρους και στο φ. 411 ο Κουρίλας σημειώνει πάνω σε
γράμμα του γέροντα Γαβριήλ ότι είναι αυτός που τον ανέδειξε ως μοναχό το 1899 (δύο έτη πιο
αργά από πληροφορία που ο ίδιος καταγράφει σε άλλα βιογραφικά σημειώματα για τη φοίτησή
του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή).

12
συνεχίσει τη μόρφωσή του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Όμως, λόγω του

υγρού κλίματος και μετά από σύσταση των γιατρών, όπως αναφέρει ο

Κουρίλας σε βιογραφικό του σημείωμα, εγκαταλείπει την Κωνσταντινούπολη

και συνεχίζει τις σπουδές του στη Β' Βαρβάκειο Σχολή στη Αθήνα. Γράφεται

στη Θεολογική Σχολή αλλά, μετά από διετή φοίτηση, προτιμά τη Φιλοσοφική

από όπου και παίρνει το πτυχίο του το 1911 (ή 1912).

13
2. Η προσωπικότητά του Κουρίλα

Ο Κουρίλας, ηγετική φυσιογνωμία στο Άγιο Όρος, έχει χαρακτήρα που

έρχεται σε αντίθεση με τη δημόσια εικόνα του μοναχού που επέλεξε το

μοναχικό βίο από μικρή ηλικία. Παρ’ ότι ο τόπος διαμονής του ήταν για

δεκαετίες το άγιο Όρος, τόπος στον οποίο καταφεύγει σε κάθε δύσκολη

κατάσταση της ζωής του, διαπιστώνει κανείς ότι η ζωή του είναι πολυκύμαντη

με περιόδους έντονης δράσης. Ο εκρηκτικός και ελεύθερος χαρακτήρας του

είναι η αιτία που δημιουργεί πολλούς εχθρούς όπως ο Σπυρίδων Λαυριώτης, ο

οποίος αναφέρει ότι “ἐάν ὁ Κουρίλας εἶχε ἠθικές ἤ κοινωνικές βάσεις θά ἄφινεν

εἰς τό Ἅγιον Ὅρος ἐποχήν, ἀλλ’ ὁ ἀχαρακτήριστος χαρακτήρ αὐτοῦ ἠμαύρωσε

τήν δόξαν τῆς πολυμάθειας αὐτοῦ»8. Ο ίδιος παραπονείται συχνά όταν δέχεται

κριτικές. Αντιδρά με πέννα αιχμηρή και η αντιπαράθεσή του με πρόσωπα και

καταστάσεις γίνεται συχνά μέσω λιβελλογραφημάτων και φυλλαδίων.

Ο Κουρίλας παρ’ ότι αναδίφησε επί σειρά ετών τα χειρόγραφα των

βιβλιοθηκών του Αγίου Όρους αλλά και των Μετεώρων 9 και των Αθηνών και

ανέδειξε πολλά νέα στοιχεία, μέχρι κάποιο βαθμό δεν είναι κάτοχος της

μεθοδολογίας της επιστημονικής εργασίας, μ΄ αποτέλεσμα να υπάρχουν

ανακρίβειες και ανακολουθίες. Ο ίδιος όμως υπήρξε πολυγραφότατος και

πολυπράγμων. Το έργο του αναφέρεται στην πολιτική, την εκκλησία, τη

θεολογία, την ιστορία, τη γεωργία και τη βοτανική, την αστρολογία και τη

μαντεία, περιεχόμενο ποικίλο, επίκαιρο αλλά και πατριωτικό αφού η

ερευνητική και συγγραφική του δραστηριότητα πολλές φορές εξυπηρετεί

εθνικούς σκοπούς. Όπως αναφέρει ο Ν. Τωμαδάκης υπήρξε ένας από τους

τελευταίους πολυγραφότατους λόγιους αρχιερείς – μοναχούς του περασμένου

αιώνα. Σχολιάζοντας επίσης την εκλογή του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

8 Σπυρίδων ἤ Αθανάσιος Λαυριώτης, Τό κίβδηλον νόμισμα, 20.


9 Δε φαίνεται να επισκέφτηκε ο ίδιος τα Μετέωρα, όμως έχει ζητήσει την αντιγραφή τμημάτων
από χειρόγραφα.

14
αναφέρει ότι αφού δεν έγινε με κανονική διαδικασία προκάλεσε σάλο και

επισημαίνει ότι θα ήταν προτιμότερο τότε να ιδρυθεί Ελληνοαλβανικό

Ινστιτούτο και να ανέθεταν τη διεύθυνση στον Ευλόγιο Κουρίλα10 ο οποίος ήταν

καλός γνώστης της αλβανικής γλώσσας και της αλβανικής φιλολογίας.

Η δημόσια εικόνα δεν έρχεται σε αντίθεση με την ιδεολογία του. Ο

Ευλόγιος δικαιολογεί την ένοπλη δράση των κληρικών και κάνει κοινωνικές και

ηθικές παρεμβάσεις αλλά και υπερβάσεις αρμοδιοτήτων αφού γίνεται κριτής

δημόσιων ενεργειών και πολιτικών αποφάσεων. Έχει συντηρητικές θέσεις και

απόψεις και λόγο για όλα τα εθνικά ζητήματα και κυρίως για το

βορειοηπειρωτικό. Εκφωνεί εθνικούς λόγους με ελληνοχριστιανικό

περιεχόμενο. Πιστεύει στον αποφασιστικό ρόλο της μοναρχίας ως σύμβολο της

ιστορικής συνέχειας από το Βυζάντιο στην Ελλάδα. Γίνεται πολέμιος του

κομμουνισμού, πιστεύει στην καταδίκη του και δηλώνει την πλήρη απαξίωσή

του στις σοσιαλιστικές ιδέες. Η στάση του είναι πάντα βαθιά συντηρητική δηλ.

αντίθετη σε ό, τι ανατρέπει την καθεστηκυία τάξη πολιτικών, κοινωνικών και

εκκλησιαστικών πραγμάτων και την αλλαγή.

Θεωρεί ότι για πολλές από τις ενέργειές του δίδονται εντολές και χάρη

από το Θεό. Κατέχεται από εθνοφυλετικές προκαταλήψεις και με πορίσματα

επιθυμεί να αποδείξει τη χαρισματικότητα της ελληνικής φυλής και την

ανωτερότητα του ελληνικού πολιτισμού. Ακμαίος και μαχητικός διεξήγαγε εν

τόνους αγώνας για την επικράτηση των απόψεων του. Οι λόγοι του πλήρεις

θρησκευτικού περιεχομένου υπήρξαν βάλσαμο στις ψυχές των αγωνιζομένων.

«Υψικάμινος δρυς» του πνεύματος, ιεράρχης εκ των εκλεκτότερων με άκρατο

πατριωτισμό. Σοφός και ακαταπόνητος υπήρξε ικανός της ορθοδοξίας και

σθεναρός αμύντορας της παραδόσεως. Τις ιδέες του πολλοί δεν τις

συμμερίζονταν, άλλοι απολύτως. Αν υπέπεσε σε λάθη από εσφαλμένη

εκτίμηση αξίων κληρικών, σε άλλες περιπτώσεις ενήργησε εύστοχα και είχαν οι

10 Νικολάος Τωμαδάκης,’’Εὐλόγιος Κουρίλας – Νεκρολογία’’, 565-566.

15
ενέργειές του αποτέλεσμα. Με την συνηθισμένη οξύτητα της πολεμικής του

υπερέβη τα όρια της χριστιανικής προσοχής. Πολλές οι μελέτες του για την

τεκμηρίωση της ελληνικότητας της Ηπείρου, Βορείου Ηπείρου, Μακεδονίας και

Θράκης.

16
3. Διακονία στο Άγιο Όρος

Το 1913 επιστρέφει στο Άγιο Όρος και το 1914 αναλαμβάνει τη διοίκηση

της μονής Μεγίστης Λαύρας. Στις 26 Νοεμβρίου του ίδιου έτους κηρύσσεται η

μονή από ιδιόρρυθμος σε κοινοβιακή για να αποφευχθεί ο διαχωρισμός των

μοναχών και η ισόβια διοίκηση των προϊσταμένων. Οι αντιπρόσωποι όμως

κατορθώνουν να καταργήσουν το σύστημα, και ο Κουρίλας, από τους

πρωτοστάτες της αλλαγής, καταφεύγει στην Αθήνα ως καθηγητής. Τότε

αρχίζει να συγκροτεί και τη βιβλιοθήκη του. Το 1918 διαγράφεται από το

μοναχολόγιο της Μεγίστης Λαύρας, μετά τη γνωστοποίηση της δράσης του

στην Αθήνα και της φυλάκισής του, η δε διαγραφή του ανακοινώνεται στον

ημερήσιο τύπο. Το 1924 όμως, μετά από παράκληση της μονής, επιστρέφει στη

Μεγίστη Λαύρα. Προσφέρει τις υπηρεσίες του στα γενικά διοικητικά όργανα

του Αγίου Όρους και γίνεται αντιπρόσωπος της μονής στην Iερά Κοινότητα.

Συμβάλλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση και σύνταξη του Καταστατικού Χάρτη

το 1924, που επικυρώνεται με Ν.Δ. το 1926, τον εφαρμόζει και εισάγει τους

κανονισμούς στις μονές. Το 1930-1931 γίνεται πρωτοεπιστάτης της Ιεράς

Κοινότητας. Τότε επανιδρύεται η Αθωνιάδα Σχολή, λειτουργεί τυπογραφείο στο

Άγιο Όρος και του δίδεται η άδεια, μετά από αίτημά του, να διδάξει στην

Αθωνιάδα Σχολή. Υποδέχεται και προσφωνεί τον επισκεφθέντα το Άγιο Όρος

Ελευθέριο Βενιζέλο11. Αργότερα κατηγορείται για υπεξαίρεση εγγράφων και

σπάνιων χειρογράφων του αποβιώσαντος μοναχού Χρυσοστόμου αλλά με

απόφαση του Πλημμελειοδικείου στις 16/10/1933 απαλλάσσεται από την

κατηγορία. Ο ίδιος το 1934 ως εργολάβος οικοδομών ανεγείρει κτίριο στην

ανατολική πλευρά της Μεγίστης Λαύρας. Το 1935 αποπέμπεται με το

χαρακτηρισμό του αλβανιστή, την κατηγορία της απεμπολήσεως πολλών και

μεγάλης αξίας πραγμάτων του αγίου Όρους, του χρηματισμού, της

υπεξαίρεσης καταστίχων και βιβλίων της μονής, και για την αναχώρηση από τη

11 Εὐλόγιος Κουρίλας, Ὁ κ. Βενιζέλος ἐν Ἄθω, 31.

17
μονή χωρίς άδεια. Αναγκάζεται να συντάξει υπόμνημα - απολογία όπου

υπερασπίζεται τον εαυτό του για τις κατηγορίες που του προσάπτονται. Παρά

τις κακές σχέσεις καλείται πάλι από τη μονή και το 1936 διορίζεται

αντιπρόσωπος της στην Ιερά Κοινότητα μέχρι το 1937 που εκλέγεται επίσκοπος

Κορυτσάς.

18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΟΡΥΤΣΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΣ ΤΟΥ

1. Η κατάσταση στη Μητρόπολη Κορυτσάς στα τέλη του 19 ου αι. – αρχές

20ου12.

1.1. Γεωγραφικά όρια Ιερής Μητρόπολης Κορυτσάς.

Η Ορθόδοξη διοικητική σύσταση της περιοχής της Ιερής Μητρόπολης

Κορυτσάς περιλαμβάνει την περιφέρεια των νομών Πόγραδετς, Κορυτσάς,

Δεβολίου και Κολώνιας, όπως είναι διαμορφωμένη στην επικράτεια του

αλβανικού κράτους. Η περιφέρεια ήταν εντελώς διαφορετική στη Ρωμαϊκή

εποχή, την Βυζαντινή και κατά την Οθωμανική κυριαρχία. Άγνωστος είναι ο

χρόνος της ίδρυσης της επισκοπής Κορυτσάς. Η περιφέρεια είχε διάφορες

επισκοπές που εμφανίζονται σε διαφορετικούς χρόνους και ανήκουν στην

Αρχιεπισκοπή Αχρίδος ἤ στην Ιερή Μητρόπολη Καστοριάς. Η πλήρης

περιγραφή των ορίων κάθε επισκοπής δεν είναι εύκολη διότι λείπουν ακριβή

στοιχεία τόσο σε διάφορες πηγές όπου οι ερευνητές σε διαφορετικές εποχές

κάνουν μνεία για τους επισκόπους και κτιτορικές επιγραφές που από θαύμα

σώθηκαν από την καταστροφική μανία των κατακτητών. Αποκορύφωμα των

καταστροφών ήταν η μανία του αθεϊστικού κομμουνιστικού καθεστώτος του

Ενβέρ Χότζα στην περιοχή με την επιβολή της αθεΐας το 1967–1990. Η

καταστροφική μανία του καθεστώτος με την κατεδάφιση των ιερών ναών και

την εξάλειψη οτιδήποτε θρησκευτικού και ελληνικού στερεί την επιστήμη από

την πλήρη προσέγγιση και μελέτη τους. Από τα αρχαία χρόνια ο Ελληνισμός

στην περιοχή υπαγόταν σε διάφορα κέντρα αναπτυξιακά ή κατακτημένες

περιοχές πού διαιρούνταν αναλόγως τῶν περιστάσεων και διαφορετικών

συμφερόντων των διοικήσεων των περιοχών, σύμφωνα πάντοτε με την

επικρατούσα εκκλησιαστική αρχή. Βέβαια η Ιερή Μητρόπολη Κορυτσάς σε

12 Ελευθέριος Απ. Καρακίτσιος, Ο Ελληνισμός, 55-62.

19
κάποια χρονικά διαστήματα άλλαζε γεωγραφικά όρια και συμπεριλαμβάνει

και άλλες περιοχές, όπως Πρεμετής και Δρόπολης. Με την παρούσα έρευνά μας

περιοριζόμαστε στο χώρο των σημερινών ορίων της Ιερής Μητρόπολης

Κορυτσάς δηλαδή των τεσσάρων νομών πού προαναφέραμε στα τέλη 19 ου με

αρχές 20ου αιώνα, εποχή κατά την οποία δραστηριοποιήθηκε ως μητροπολίτης

της ο Ευλόγιος Κουρίλας.

1.2. Αυτοκέφαλος Ορθόδοξος Εκκλησία Αλβανίας –

Ιδιαιτερότητες Β΄ Κληρικολαϊκού Συνεδρίου Κορυτσάς το έτος 1929.

Στις 7-12-1912 ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει την Κορυτσά και στις

8 Δεκεμβρίου 1912 η ελληνική σημαία κυματίζει στην ελληνικότατη

Μοσχόπολη13. Το 1922 συγκλήθηκε το πρώτο κληρικολαϊκό Συνέδριο στο

Μπεράτι, αποτελούμενο από 33 αντιπροσώπους, λαϊκούς και ιερείς κατώτατης

μόρφωσης χωρίς να το γνωρίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην πνευματική

και κανονική δικαιοδοσία του οποίου υπάγονταν οι τέσσερις Ορθόδοξοι

επαρχίες της Αλβανίας, Δυρραχίου, Κορυτσάς, Βελεγράδων και

Δρυϊνουπόλεως14. Το Συνέδριο ανακήρυξε πραξικοπηματικά την Αλβανική

Ορθόδοξη Εκκλησία Αυτοκέφαλη με επικεφαλής Ανώτατο Εκκλησιαστικό

Συμβούλιο το οποίο διόρισε πρόεδρο τον Κορυτσαίο έγγαμο ιερέα Βασίλειο

Μάρκου από την Μπορόβα της Κολώνιας λόγω έλλειψης επισκόπων και

συνέταξε προσωρινό καταστατικό αποτελούμενο από 14 άρθρα ορίζοντας την

Κορυτσά έδρα του Ανωτάτου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου15. Μέχρι την 18η

Φεβρουαρίου του 1929 αυτό το Συμβούλιο διοίκησε την Ορθόδοξη Εκκλησία της

13 Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., Ὁ Βορειοηπειρωτικός ἀγώνας,59∙ Θαλ. Μυλωνᾶς, ‘’Τό Βορειοηπειρωτικό’’,46∙


Ἀχιλ. Ἀνθεμίδης, Ἤπειρος – Ἠπειρῶτες, 55∙ Απ. Παπαθεοδώρου, ‘’Ἡ παιδεία στή Βόρειο
Ἤπειρο’’, 355.
14 Παντελεήμων Ἐπίσκοπος Ἀργυροκάστρου, Ἀλβανίας, ‘’Μετά τό 1914’’, Θ.Η.Ε., 71∙ Φ.
Οικονόμου, ‘’ Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός’’, 82.
15 Ἀπ. Γλαβίνας,Ἡ Ὀρθόδοξη Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, 45.

20
Αλβανίας. Το ίδιο έτος συγκροτήθηκε πραξικοπηματικά η Ιερή Σύνοδος της

Ορθοδόξου Εκκλησίας Αλβανίας. Το Ανώτατο Συμβούλιο αμφισβήτησε η

πλειοψηφία τῶν Ορθοδόξων Ελλήνων παρ’ όλες τις πιέσεις του επισήμου

αλβανικού κράτους. Η Αλβανική Κυβέρνηση έλαβε αυστηρά μέτρα κατά των

κληρικών, οι οποίοι ήταν αποφασισμένοι να διατηρήσουν την κανονική τάξη. Η

ωμή επέμβαση της Αλβανικής Κυβερνήσεως στα εσωτερικά της Ορθόδοξης

Αλβανικής Εκκλησίας και οι υποδείξεις – επεμβάσεις να συμμορφώνεται με την

πολιτική αλβανική θέληση και προπαγάνδα αποτελούσαν σαφείς ενδείξεις

απειλής και τρομοκρατίας. Ο διορισμένος Αρχιεπίσκοπος Βησσαρίων Τζιοβάνι,

όργανο της Σερβικής προπαγάνδας στην Αλβανία, χειροτονηθείς το 1925 στη

Σερβία, κλήθηκε από την αλβανική Κυβέρνηση μαζί με τον Σέρβο επίσκοπο

Σκόδρας Βίκτωρα Μιχαήλοβιτς να λύσουν το πρόβλημα της συγκρότησης της

ιερής Συνόδου και να κάμουν Β΄ Κληρικολαϊκό Συνέδριο για να φέρουν

αλλαγές στο καταστατικό της Ορθοδόξου Αλβανικής Εκκλησίας. Πράγματι, οι

δύο αυτοί Επίσκοποι την 11η, 12η και 17η Φεβρουαρίου 1929 χειροτόνησαν τρεις

Αλβανούς Αρχιερείς. Η εξαγορά των μελών του κληρικολαϊκού Συνεδρίου, οι

φυλακίσεις αξιόμαχων ιερέων, οι φυλακίσεις και εξορίες εξεχόντων

Βορειοηπειρωτών συνθέτουν το μωσαϊκό των διωγμών του Ελληνισμού16. Έτσι

λοιπόν, ψηφίστηκε την 29η Ιουνίου 1929 ο Καταστατικός Χάρτης της Ορθοδόξου

Εκκλησίας στην Αλβανία με τις καταστρωμένες δολοπλοκίες του Βησσαρίωνα

Τζοβάνι και η Αλβανική Κυβέρνηση επικύρωσε τα 64 άρθρα του ως νόμο του

κράτους. Με αυτό τον Καταστατικό Χάρτη διοικήθηκε η Ορθόδοξος Εκκλησία

στην Αλβανία ως το 1950 οπότε ψηφίσθηκε ὁονέος Καταστατικός Χάρτης.

16 Ελευθέριος Καρακίτσιος, Οἱ Διωγμοί τοῦ Ἑλληνισμοῦ,72.

21
1.3. Περίοδος 1925–1939.

Το κράτος της Αλβανίας μετά την οριοθέτηση του ήταν πια γεγονός και

στελεχώθηκε από τούς παλαιούς δημοσίους υπαλλήλους πού κατείχαν

διάφορες θέσεις στην Οθωμανική αυτοκρατορία και εξακολουθούσαν να

θεωρούν την χώρα τους «μικρή Τουρκία». Την θλιβερή εικόνα συμπλήρωναν οι

Ορθόδοξοι φιλοαλβανοί (εξωμότες Έλληνες) οι οποίοι κατέλαβαν θέσεις στον

κρατικό μηχανισμό. Το Αλβανικό κράτος επιζούσε χάρη στο δανεισμό και την

υποθήκευση του στην Ιταλία, η οποία κρατούσε δέσμια την Αλβανία και

προέβλεπε στην πλήρη υποδούλωση της και ενσωμάτωση της, πράγμα που

πέτυχε μετά δεκαετίας. Οι Αλβανοί ανέλαβαν την εξουσία και άρχισαν

αδίστακτα τον έντονο εξαλβανισμό του ελληνικού πληθυσμού και την αφόρητη

καταπίεσή του ώστε να εξαναγκασθεί να εκπατρισθεί ή να απαρνηθεί την

εθνική του συνείδηση17. Από το 1919–1922 εκπατρίστηκαν ζητώντας καταφύγιο

στην Ελλάδα 403 οικογένειες που αποτελούνταν από 1.352 άτομα χωρίς ποτέ να

σταματά η αιμορραγία αυτή του Ελληνισμού μέχρι το 1990 που «άνοιξαν τα

σύνορα» με την πτώση του κομμουνισμού. Η κυβέρνηση της Αλβανίας έθεσε ως

στόχο την κατεδάφιση των δύο βάθρων του Ελληνισμού: των ελληνικών

σχολείων της Ελληνικής Παιδείας και Γλώσσας και της Ορθόδοξης

Χριστιανικής Εκκλησίας με απάνθρωπα, αμετακίνητα, βραχυπρόθεσμα και

μακροπρόθεσμα σχέδια18. Το 1921 υπήρχαν στην Μητροπολιτική περιφέρεια,

στην Κορυτσά 78 σχολεία, στην Κολόνια 23 και στο Λεσκοβίκι 25. Με διοικητικά

και άλλα μέτρα περιόρισε την αναγνώριση της καλουμένης «Ελληνικής

Μειονότητας» σε όλη την Βόρειο Ήπειρο και αναγνώρισε μόνο το νομό

Αργυροκάστρου ως έχοντα ελληνική μειονότητα. Η περιοχή Κορυτσάς δεν έχει

«Ελληνική Μειονότητα» επειδή για πρακτικούς λόγους (εμπορικούς κ.τ.λ.)

διατηρεί διγλωσσία. Αυτός ο νόμος ισχύει ως σήμερα στην Μητροπολιτική

Περιφέρεια Κορυτσάς που στερεί τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα στους

17 Θαλ. Μυλωνάς, ό.π., 57.


18 Απ. Παπαθεοδώρου,’’Ἡ παιδεία στή Βόρειο Ἤπειρο’’, 368∙ Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., Ἐπίτομη Ἱστορία, 443.

22
Βορειοηπειρώτες. Στη Μητροπολιτική Περιφέρεια Κορυτσάς που δεν

χαρακτηρίσθηκε «Μειονοτική» σίγησαν τα σχολεία μετά το 1925. Η Αλβανία

για την πλήρη εξοστράκιση της Ελληνικής γλώσσας και την αλβανοποίηση της

Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας εφάρμοσε ότι σκληρότερο μέτρο επινοούσε.

Πολλοί εκπαιδευτικοί και ιερείς στάλθηκαν σε εξορίες, καταναγκαστικά έργα

και μερικοί σε προχωρημένη ηλικία απεβίωσαν στη φυλακή.

1.4. Περίοδος 1940–1941.

Το έτος 1939 σημαντικά γεγονότα σημαδεύουν την ζωή του Αλβανικού

κράτους μαζί και την Βόρειο Ήπειρο. Την 7-4-1939 η Ιταλία καταλαμβάνει την

Αλβανία19 και την ενσωματώνει πλήρως την 8η Απριλίου 1941. Η κατάληψη της

Αλβανίας από την Ιταλία, η ευθυγράμμιση την Αλβανίας με την πολιτική την

Ιταλίας, οι επιθέσεις της ναζιστικής Γερμανίας στην Ευρώπη (Πολωνία, Δανία,

Ολλανδία κ.τ.λ.) ανησυχούν την Ελληνική Κυβέρνηση και ιδιαίτερα από τις

αρχές του 1939 άρχιζε να θωρακίζει με αμυντικά έργα τα σύνορά της από τον

Βορρά για να αντιμετωπίσει την Βουλγαρία και έλαβε «τα πρώτα Μέτρα

Άμυνας του Ελληνικού Χώρου»20. Η Ιταλία που είχε καταλάβει όλο το τμήμα

της Βορείου Ηπείρου και κατά μήκος των συνόρων από το Ιόνιο Πέλαγος ως την

Κορυτσά, παρέθετε τον Ιταλικό Στρατό έτοιμο να εισβάλει στην Ελλάδα. Η 28η

Οκτωβρίου 1940 γίνεται ορόσημο στην ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος όταν

δέχεται σε όλο το μέτωπο της Ηπείρου ιταλική απρόκλητη επίθεση21. Τα σύνορα

της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Κορυτσάς της Βορείου Ηπείρου από το

Λεσκοβίκι ως τις Πρέσπες δέχονται σε όλο το μήκος την αντεπίθεση του

ενδόξου Ελληνικού Στρατού.

19 Γ.Ε.Σ. – Δ.Ι.Σ., Αἴτια καί ἀφορμαί, 13.


20 Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., ό.π., 11.
21 Στυλιανός Τζιρόπουλος, Ἡμερολόγιον ἀπό τόν πόλεμο τοῦ 1940, 57-67.

23
2. Εκλογή ως Μητροπολίτης Κορυτσάς.

Το 1937 το οικουμενικό Πατριαρχείο θέλησε να θέσει τέρμα στο

εκκλησιαστικό ζήτημα της ορθόδοξης αλβανικής εκκλησίας με πατριαρχικό και

συνοδικό τόμο. Ο πατριάρχης Βενιαμίν Β' ανακηρύσσει αυτοκέφαλη την

ορθόδοξη εκκλησία στην Αλβανία και χειροτονεί στην Κωνσταντινούπολη την

11η Απριλίου 1937 επίσκοπο Κορυτσάς τον Ευλόγιο Κουρίλα22. Συγκεκριμένα

αναφέρεται σε κώδικα της Μητρόπολης Κορυτσάς: «Εὐλόγιος Κουρίλλας

Λαυριώτης, ἀπό Ζήτσιστα/ τοῦ Δεβολίου,1937–1939 ὅταν διώχθηκε ἀπό τήν Ἱερά

Σύνοδο23». Μαζί του εκλέγεται και ο Παντελεήμων Κοτόκος ως επίσκοπος

Αργυροκάστρου. Ο Κουρίλας αναλαμβάνει τα καθήκοντά του σε μία περιοχή

όπου το ορθόδοξο χριστιανικό στοιχείο είχε δεχθεί ιδιαίτερες πιέσεις κυρίως

από τις ξένες θρησκευτικές προπαγάνδες. Τα δύο χρόνια που παραμένει στην

Κορυτσά οργανώνει κατηχητικά σχολεία και ιδρύει Ιεροδιδασκαλείο ή

Σεμινάριο με την οικονομική στήριξη του Μπαγκείου24 κληροδοτήματος. Ως

αντιπρόσωπος της αλβανικής ορθόδοξης εκκλησίας λαμβάνει μέρος στη γενική

συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών που συνήλθε στο

Εδιμβούργο. Περιοδεύει στα 120 χωριά της επαρχίας του και προβαίνει και σε

άλλες ενέργειες που αποσκοπούν στην ενίσχυση του ορθόδοξου στοιχείου.

Είναι όμως γεγονός ότι οι σχέσεις του με το εγχώριο στοιχείο πολλές φορές

είναι τεταμένες. Αυτή είναι και η αιτία που, μετά από αναφορά των κατοίκων

τον Μάρτιο του 1939, η Σύνοδος αποφασίζει τη μετάθεσή του στη μητρόπολη

Βερατίου, ορίζοντας αντικαταστάτη του τον Βερατίου Αγαθάγγελο. Ο Κουρίλας

προσφεύγει στον βασιλιά Ζώγου ο οποίος επεμβαίνει και αποτρέπεται η

μετάθεση25. Στις 7 Απριλίου, το Πάσχα του 1939, γίνεται η κατάληψη της

22 Φ. Οἰκονόμου, ό.π., 104.


23 ΦΙΔ Β΄ Μέρος Κώδικος Κορυτσᾶς, πρακ. 204/28–9–1943. Στη σύνταξη του καταλόγου των
Αρχιερέων Ι.Μ. Κορυτσάς, έχουμε ως βάση την πιστή αντιγραφή του ὀπως είναι στο Β΄ Μέρος
Κώδικα Κορυτσάς.
24 Ή Παγκείου.
25 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας, 147,186.

24
Κορυτσάς από τους Ιταλούς. Το τέλος της παρουσίας του Κουρίλα στην

Κορυτσά τίθεται στις 7/8/1939 όταν μεταβαίνει στην Ελλάδα. Η συστηματική

παρεμπόδιση της εκτέλεσης των αρχιερατικών καθηκόντων τον αναγκάζει να

ζητήσει δίμηνη άδεια, του δίδεται δεκαπενθήμερη και τον Αύγουστο φεύγει από

την Αλβανία, μέσω Κρυσταλλοπηγής. Του απαγορεύουν όμως να επιστρέψει,

όταν το ζητά, επειδή δεν έχει την αλβανική υπηκοότητα. Μάλιστα αργότερα

(Μάρτιος του 1943) αθηναϊκή εφημερίδα της εποχής δημοσιεύει την

πληροφορία26 ότι ο Κουρίλας μετέβη την εποχή αυτή στον Πάπα της Ρώμης για

να λάβει τη βοήθειά του να επιστρέψει στην Κορυτσά μ΄ αντάλλαγμα να

προσηλυτίσει τον γηγενή πληθυσμό στην Ουνία. Τότε οργισμένος ο Κουρίλας

σημειώνει χαρακτηριστικά: «ὅλον τό ἄρθρον εἶναι ἀναμάσημα τῶν λεχθέντων

ὑπό τοῦ οἰκτροῦ Κουγέα εἰς τήν συνεδρίαν τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς (πρό

ἑξαμήνου) ἀλλ΄ ὁ κατάπτυστος συκοφάντης ἐπηύξησε ταῦτα καί ἀφῆκε τήν

φαντασίαν ἀχαλίνωτον. Διά τοῦ ὑβριστικοῦ καί χυδαιοτάτου τούτου ἄρθρου

ἀποδεικνύεται δυστυχῶς πλήρης ἡ συνεργασία τῶν τριῶν ἀμετανοήτων

συναδέρφων μετά τῶν κομμουνιστῶν, ὄν καί ὤπλισαν τήν χείρα διά τήν

ἐξόντωσιν. Ὁ ταῦτα γράφων δέν θέλει νά παρουσιασθῆ ἠθικολόγος

διδάσκαλος, ὅστις συνήθισε δι΄ ὅλου τοῦ βίου του νά διδάσκη μᾶλλον διά τοῦ

παραδείγματος καί νά ἀποστρέφηται πάσαν διαφήμισιν. Ἀλλά χάριν τῆς

ἱστορίας καί ἐκ πατριωτικοῦ καθήκοντος ἐκτιθέμενος τά ἀνωτέρω διά νά ἄρω

πάσαν κατ΄ ἐμοῦ ἐνδεχομένην ἐπίκρισιν τῶν γλωσσαλγούντων, οἵτινες διά τοῦ

Τύπου κατελάλησαν κακά κατ΄ ἐμοῦ, ὅτι ἐγκατέλιπον τήν ἐπαρχίαν μου μόλις

ἐνεφανίσθησαν οἱ Ἰταλοί. Βεβαίως ἄν ἐσκεπτόμην μόνον διά τό σαρκίον μου,

αὐτό ἔπρεπε νά κάμω , ὅταν μετά τοῦ βασιλέως Ζώγου καί τῆς κυβερνήσεως

ὅλοι ἐγκατέλιπον τήν Ἀλβανίαν. Δέν τό ἔπραξα ἀλλά προέκρινα

συγκακουχεῑσθαι μετά τοῦ ποιμνίου μου. Ἐγνώριζον τί μέ ἀνέμενεν ἀφοῦ ἐπί

26 Ο Κουρίλας κατηγορεί ως υπαίτιο της δημοσίευσης τον συνάδερφό του ακαδημαϊκό ονόματι
Κουγέα, ο οποίος τον κατηγορούσε γενικότερα ως εθνικιστή Αλβανό.

25
τριετίαν εἶχον κηρύξει ἀμείλικτον κατά τῶν Ἰταλῶν καί τῶν καθολικῶν

προπαγάνδας πόλεμον27».

Ο Κουρίλας καταβάλλει μακροχρόνιες προσπάθειες για να επιστρέψει

στην Κορυτσά. Τα διαβήματά του και προς τις ιταλικές αρχές είναι ατελέσφορα.

Στο τέλος του 1939 απευθύνεται προς τον Pelegrino Ghigi, πληρεξούσιο

υπουργό της Ιταλίας για την Ελλάδα από τον οποίο ζητά την άρση της

απαγόρευσης εισόδου του στην Αλβανία και στις αρχές του 1940 προς τον

Grazzi, ιταλό πρέσβυ στην Αθήνα που του ζητά την αναθεώρηση του

αλβανικού διαβατηρίου του. Παράλληλα τον Απρίλιο του 1940 στέλνει επιστολή

στον τοποτηρητή των Τιράνων Jacomoni, όπου αφού εκθέτει τη στάση του

απέναντι στις ιταλικές αρχές κατά την υποδοχή τους στην Κορυτσά, την άδεια

και τα χρήματα που του χορηγήθηκαν κατά την αναχώρησή του, τη λύση του

θέματος της υπηκοότητας για το οποίο έχει παυθεί μη βλέποντας το λόγο για

τον οποίο δεν του επιτρέπεται η επάνοδος στην Κορυτσά για να συνεχίσει τη

δράση του. Στις 8 Απριλίου 1941 η Σύνοδος της αυτοκέφαλης αλβανικής

εκκλησίας με επιστολή της γνωστοποιεί στον Ευλόγιο ότι τον απαλλάσσει από

τα καθήκοντα του επισκόπου.

27 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Ἁρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ

Ο Ευλόγιος Κουρίλας αφιέρωσε μεγάλο μέρος της φοιτητικής, μοναχικής,

αρχιερατικής και πανεπιστημιακής ζωής του για τα δίκαια της τότε

χειμαζόμενης Ελλάδας. Με τόσο σθένος και παρρησία αγωνίστηκε, που

κατηγορήθηκε κιόλας ότι το έπραξε προς ίδιο όφελος. Όμως ο ίδιος σε μια

συνεδρίαση της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών απαντώντας σε κατηγορίες του

συναδέρφου του πανεπιστημιακού δασκάλου Κουγέα αναφέρει

χαρακτηριστικά: «Πάντως δέν θά ἐκθέσω τήν ὅλην μου ἐθνικήν δράσιν, διότι

οὔτε ἀνάγκη εἶναι, οὔτε ὁ ἁρμόδιος τόπος ἐνταύθα, ἀλλά θά περιοριστῶ νά

δώσω ἐξηγήσεις ἁπλῶς καί διά βραχέων εἰς τάς τρεῖς ἐνστάσεις δι΄ ὧν ὁ κ.

Κουγέας ζήτησε νά μοί προσάψη μομφήν, α) ὅτι σκοπίμως ἔλαβον τήν ἕδραν

διά νά βλάψω τό μακεδονικόν ζήτημα, β) ὅτι ἐνήργησα ἀλβανικήν

προπαγάνδαν καί σοσιαλισμόν ἐν ἁγίω ὄρει καί γ) ὅτι ἐγώ ὧν Ἐθνικιστής

Ἀλβανός ἔρχομαι νά διδάξω τήν ἐθνικήν ἱστορίαν τῶν Ἑλλήνων. Δέν πρόκειται

νά ἀπολογηθῶ, διότι οὐδείς λόγος συντρέχει πρός τοῦτο, εἶναι γνωστή ἡ δράσις

μου ἐνταύθα, ὅπου διήνησα ὅλον τόν βίον μου καί ὅπου ἐτιμήθην μέ τά ὕπατα

ἀξιώματα καί ἐνεπιστώθην σπουδαίας ἐθνικᾶς ἀποστολᾶς…, πρίν δέ

καταλάβω τήν θέσιν ταύτην ὡς ἔπαθλον τῆς ἐπιστομονικῆς μου καί ἐθνικῆς

δράσεως μοί εἶχε δοθῆ θέσις ὅμοια ἐν τῷ πανεπιστημίω Θεσσαλονίκης (1935).

Μάρτυρες ἀψευδεῖς εἶναι τά συγγράμμματά μου ἄπερ χάριτι τοῦ

ἐνδυναμοῦντος μέ Θεοῦ, φθάνουσιν ἤδη τήν ἠμίσειαν ἑκατοντάδα. Ταῦτα δέ

οὐδείς πώποτε ἐτόλμησεν κἂν νά ψέλη ἀπό οἱασδήποτε ἀπόψεως, ἐπομένως

κατηγορία κατ΄ ἀνδρός, οὕτως ἐφοδιασμένος ἐπ΄ οὐδῶ μάλιστα γήρατος

εὐρισκομένου καί ἔχοντος ὅλον τό παρελθόν χιόνος λευκότερον …28».

Παρακάτω εκτίθεται η εθνική δράση του στους Βαλκανικούς Πολέμους, στο

28 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Ἁρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

27
Άγιο Όρος, στο Μακεδονικό και Βορειοηπερωτικό ζήτημα, στα γεγονότα του

Νοεμβρίου του 1916 και στην Κατοχή, στα Δεκεμβριανά του 1944 και στον

εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε.

28
1. Η συμβολή του στο Μακεδονικό Αγώνα

Ο Μακεδονικός αγώνας ήταν ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου

αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια (1904-1908) και διεξήχθη στη Μακεδονία

(τότε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) μεταξύ κυρίως Ελλήνων,

Βουλγάρων και Τούρκων, και δευτερευόντως Σέρβων και Ρουμάνων από τη

στιγμή που έγινε αντιληπτό πως η σημαντική αυτή επαρχία της Οθωμανικής

Αυτοκρατορίας θα ήταν η επόμενη εδαφική απώλεια του Μεγάλου Ασθενούς.

Λόγω του ότι, η περιοχή της Μακεδονίας, τέθηκε υπό διεθνή Επιτροπεία μετά

τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878) και Γάλλοι, Ρώσοι και Αυστριακοί

στρατιωτικοί ανέλαβαν καθήκοντα παράλληλης διοίκησης με τους Οθωμανούς,

η Υψηλή Πύλη αδυνατούσε να παρέμβει δραστικά στις ένοπλες συγκρούσεις

μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων. Οι αντιμαχόμενες πλευρές προσπαθούσαν

κατά καιρούς, αφενός να στρέφουν τις ευρωπαϊκές και οθωμανικές

στρατιωτικές διοικήσεις κατά των αντιπάλων τους και αφετέρου να

συνεργάζονται με όποιες απ΄ αυτές ήταν δυνατό, ενώ παράλληλα το Ηνωμένο

Βασίλειο υπέσκαπτε με κάθε τρόπο την ενδεχόμενη Ελληνο-Βουλγαρική

συνεργασία, φοβούμενη την εκμετάλλευσή της από τη Ρωσία. Ο αγώνας για

την ανεξαρτησία της Μακεδονίας είχε αρχίσει συγχρόνως με την Ελληνική

Επανάσταση του 1821. Με την ίδρυση του μικρού Ελληνικού Βασιλείου, μόνιμη

επιδίωξη των Ελλήνων ήταν η τύχη των υπόδουλων που ήταν υπό τον

Οθωμανικό ζυγό. Όμως για δεκαετίες παρέμενε αποκομμένη από το ελληνικό

βασίλειο. Το 1893 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική Μακεδονική

Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) με επίσημο σκοπό το συντονισμό των

προσπαθειών των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας για την

απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό. Η οργάνωση αναφερόταν

γενικά στα δικαιώματα του "Μακεδονικού λαού" χωρίς εθνικές ή δογματικές

διακρίσεις, δηλώνοντας "σταθερά ενωτική" και "μαχητικά αντισωβινιστική".

Στην πραγματικότητα ήταν μία Βουλγαρική εθνικιστική οργάνωση με μυστική

29
ατζέντα τον εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας και την απόσχισή της από την

Οθωμανική Αυτοκρατορία ως ενδιάμεσο στάδιο πριν την τελική ένωσή της με

τη Βουλγαρία. Η δράση γενικότερα του Βουλγαρικού Κομιτάτου αρχικά είχε

κάποια επιτυχία αλλά σύντομα έγιναν αντιληπτά τα πραγματικά του κίνητρα

όταν ένοπλες ομάδες του (κομιτατζήδες) άρχισαν να εκτελούν και να

βασανίζουν ιερείς, δασκάλους, τοπικές προσωπικότητες αλλά και απλούς

πολίτες που αρνούνταν το συγκεκαλυμμένο αυτό εκβουλγαρισμό που

εντάθηκε κατά τη διάρκεια προετοιμασίας (1902-1903) για την εξέγερση του

Ίλιντεν. Αυτό αφύπνισε την κοινή γνώμη στην Ελλάδα. Κατόπιν δραματικών

εκκλήσεων του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να

οργανώνει τοπικά τμήματα αυτοάμυνας σε Καστοριά και Φλώρινα, ιδρύθηκε

στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο υπό τον δημοσιογράφο Δημήτριο

Καλαποθάκη. Ακολούθησαν κάποιες αποστολές Ελληνικών ένοπλων σωμάτων

(κατά κύριο λόγο Κρητών και Μανιατών εθελοντών) στη Μακεδονία. Η

επίσημη εμπλοκή του Ελληνικού κράτους στα Μακεδονικά πράγματα

πραγματοποιήθηκε μετά τον Ιανουάριο του 1904 αλλά οι εθελοντές και

συνεπακόλουθα τα τμήματά τους πολλαπλασιάστηκαν θεαματικά μετά την

πανελλήνια συγκίνηση που προκάλεσε ο θάνατος του Παύλου Μελά το 1904.

Το 1912, μετά την επιτυχία της Αλβανικής επανάστασης οι Σέρβοι επειγόμενοι

να προλάβουν τη δημιουργία μίας μεγάλης Αλβανίας υποχώρησαν στις

μαξιμαλιστικές βουλγαρικές απαιτήσεις επί της διανομής της Μακεδονίας και

προχώρησαν από κοινού στη δημιουργία της Βαλκανικής Συμμαχίας (Λίγκας).

Η επιτακτική ανάγκη παρουσίας στόλου στο Αιγαίο οδήγησε λίγο αργότερα και

στην εισδοχή της Ελλάδας στη συμμαχία ολοκληρώνοντας έτσι το σκηνικό του

Α' Βαλκανικού Πολέμου. Με την έκρηξή του ένα μεγάλο μέρος της Μακεδονίας

μαζί με τη Θεσσαλονίκης απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό. Το 1913 οι

Βούλγαροι αν και υποτιθέμενα σύμμαχοι επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και χωρίς

προηγούμενη κήρυξη πολέμου κατά των Ελλήνων και των Σέρβων

προσπάθησαν να καταλάβουν για λογαριασμό τους τα μόλις

30
απελευθερωθέντα από αυτούς εδάφη της Μακεδονίας αλλά απωθήθηκαν (Β'

Βαλκανικός Πόλεμος). Μετά την συντριβή που ακολούθησε, η Βουλγαρία

αναγκάστηκε να παραχωρήσει και το ανατολικό τμήμα (Σέρρες, Δράμα και

Καβάλα) στην Ελλάδα, η οποία ολοκλήρωσε με αυτό το τρόπο τους εθνικούς

της στόχους στη Μακεδονία.

Μέσα σ΄ αυτό το ιστορικό πλαίσιο και δύσκολη εθνική συγκυρία ο

Κουρίλας δεν μένει ασυγκίνητος και άπρακτος. Ως φοιτητής το 1907 γίνεται

πρόεδρος του Συνδέσμου φοιτητών, το 1908 εκλέγεται μέλος του

Παμμακεδονικού Συλλόγου Αθηνών, διορίζεται ειδικός γραμματέας και

αναμειγνύεται στον μακεδονικό αγώνα. Εργάζεται άοκνα μέσα από τους

Μακεδονικούς Συλλόγους υπέρ των δικαιωμάτων της κατακτημένης και

υπόδουλης ακόμη στους Τούρκους Μακεδονία και δραστηριοποιείται ακόμη και

στο εξωτερικό για την ανάδειξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των

Μακεδόνων με ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα τονίζοντας ότι θα

πρέπει να απελευθερωθούν από τους Τούρκους και να ενωθούν με την Ελλάδα.

Έτσι το 1910 ως μέλος του Συμβουλίου του Μακεδονικού Συλλόγου Αθηνών

επισκέπτεται την Αίγυπτο με σκοπό τη διάδοση του περιοδικού «Μακεδονικόν

Ἡμερολόγιον», τη συλλογή εράνων και την ενίσχυση του αγώνα. Επίσης όταν

κάτω από αυστηρή μυστικότητα επισκέφθηκε την Αθήνα ο υφυπουργός

Εξωτερικών της Αγγλίας29 Λόρδος Allen Upveard για να ενημερωθεί για το

Μακεδονικό και να έχει προσωπική άποψη μιας και στο Λονδίνο έδρευε και

δραστηριοποιόταν το βουλγαρικό κομιτάτο, ορίστηκε εκ μέρους της ελληνικής

κυβερνήσεως να παρουσιαστεί ενώπιον του Λόρδου αντιπροσωπεία για να

εκθέσει την ελληνική άποψη επί του θέματος. Τότε καλέστηκε να συμμετάσχει

ως μέλος της αντιπροσωπείας ο Ευλόγιος Κουρίλας ο οποίος και συζήτησε τα

σχετικά απευθείας με τον άγγλο υφυπουργό. Τότε ο λόρδος επηρεάστηκε

29 Τις πληροφορίες αυτές πιστοποιεί ο ίδιος ο Κουρίλας σε ιδιόχειρο σημείωμά του που
βρίσκεται στην προσωπική του συλλογή που φυλάσσεται στην κεντρική βιβλιοθήκη του
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

31
ευμενώς προς τα ελληνικά δίκαια από τα ειλικρινή και διαφωτιστικά

επιχειρήματα που του παρουσιάστηκαν γύρω από τις διάφορες πτυχές του

μακεδονικού ζητήματος και τα έλαβε υπόψη στο ταξίδι που συνέχισε με

προορισμό τη Σόφια για να ακούσει και τη βουλγαρική αντιπροσωπεία περί του

ιδίου θέματος. Την αγωνία του αλλά και την αποφασιστικότητά του να

συνδράμει στην επίλυση του μακεδονικού ζητήματος με αγώνες και θυσίες την

αντιλαμβάνεται κανείς διαβάζοντας στα ιδιόχειρα σημειώματά του: «Τῷ 1907

ὡς φοιτητής τῆς Θεολογίας ἤμην πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου τῶν Μακεδόνων

φοιτητῶν. Τότε τό μακεδονικόν ζήτημα ἦτο εἰς τό ὀξύτερον σημεῖον, διότι αἵ Μ.

Δυνάμεις κατόπιν ἐντόνων διαμαρτυριῶν τῆς Τουρκίας ἔκλεισαν τά

ἑλληνοτουρκικά σύνορα, διά νά ἐμποδίσωσι τήν εἰσβολή τῶν ἑλληνικῶν

σωμάτων. Εἶχον τότε ἀποσταλῆ παρά τῆς κυβερνήσεως εἰς Μακεδονίαν νά

ἐργασθῶ πρός ἐντοπισμόν τοῦ ἀγῶνος, ὄν εἶχον ἐφαρμόσει οἱ Βούλγαροι καί

ἐχρησιμοποίουν αὐτούς τούς χωρικούς κατά τήν νύκτα ὡς κομιτατζῆδες. Αὐτό

ἦτο μία ἐπιτυχία, διότι διέθεσαν τήν κοινήν εὐρωπαϊκήν γνώμην ὑπέρ ἑαυτῶν,

ὅτι ἡ Μακεδονία κατοικεῖται ὑπό Βουλγάρων. Ἕλληνες δέν ὑπάρχουσιν, ἔλεγον

καί ἔρχονται ἐξ Ἑλλάδος οἱ ἀντάρται. Εἶχον τελείως ὀργανωμένην

προπαγάνδαν ἐν Εὐρώπη καί τήν κοινήν γνώμην ὑπέρ αὐτῶν… Ὅταν ἔφθασα

εἰς Μοναστήριον ὁ ἐπίσκοπος Αἰμιλιανός, ὁ μέτ΄ ὀλίγον δολοφονηθεῖς ὑπό τῶν

Ρουμανιζόντων, μέ ἀπέτρεψε νά προχωρήσω εἰς τήν ἐπαρχία Κορυτσᾶς, ὅπου

ἀλβανικαί συμμορίαι ἄρχουν, ὄτε ἔπρεπε νά διέλθω πρῶτον διά τῆς ἐπαρχίας

Πρεσπῶν, ὅπου ἦτο τό κέντρον τῶν κομιτατζήδων. Ἄλλ΄ εἰς τό πρόγραμμά μου

δέν ἐγράφετο ἡ λέξις ὑποχώρησις. Ἀνεχώρησα ἔφ΄ ἁμάξης τό μεσονύκτιον, τήν

δέ μεσημβρίαν κατελύσαμεν εἰς τό χάνι τῆς Πρέσπας 30».

30 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Ἁρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

32
2. Η Δράση του στους Βαλκανικούς Πολέμους και στους απελευθερωτικούς

αγώνες στο Άγιο Όρος.

Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά το δεύτερο ήμισυ του 19 ου αι. μέχρι

τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. στο Άγιο Όρος και στην ευρύτερη περιοχή της

Χαλκιδικής και σχετίζονται με την προσφορά των μοναχών του Αγίου Όρους

στους εθνικούς Αγώνες της Ελλάδος είναι σχεδόν άγνωστα έως τις μέρες μας.

Εξαιτίας αυτού του κενού η μελέτη του Βασιλείου Παππά συμβάλλει στην

αναβίωση της ιστορικής μνήμης για την εν λόγω περιοχή, αναδεικνύοντας

πρωτογενές αρχειακό υλικό των Αρχείων της Αγιώνυμης Πολιτείας του Άθω

που συντάχθηκε κατά την περίοδο (1870-1913)31. Το υλικό αυτό σχετίζεται με τα

σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία της Μακεδονίας έως την

απελευθέρωσή της, όπως είναι ο Ελληνορωσικός ανταγωνισμός στο Άγιο

Όρος, ο Μακεδονικός Αγώνας και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Με την ανάδειξη του

πρωτογενούς αυτού αρχειακού υλικού δημιουργείται μια Τράπεζα εγγράφων

που παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά και θεματική κατάταξη.

Παράλληλα, περιγράφεται η επικρατούσα κατάσταση στο Άγιο Όρος και στη

Χαλκιδική, μέσω της ανάπτυξης των ζητημάτων που ανεφύησαν – όπως το

Κελλιώτικο, το Γεωργιανό και το ζήτημα των Ονοματολατρών – αλλά και της

δράσης Ελλήνων οπλαρχηγών πριν αλλά και κατά τη διάρκεια του

Μακεδονικού Αγώνα. Επίσης, καταγράφεται το αμέριστο ενδιαφέρον των

μοναχών που διέμεναν στις Μονές και στα εξαρτήματά τους (Κελλιά, Σκήτες,

Μετόχια, Καλύβες κλπ.), για την παιδεία, την έκδοση βιβλίων, και την

ενίσχυση χωρίων, εκκλησιών, συλλόγων και φυσικών προσώπων της

ευρύτερης περιοχής. Ακόμη από τα εν λόγω αρχεία, αναδεικνύονται από τα

έγγραφά τους πληροφορίες για κινήσεις στρατιωτικών σωμάτων, σχέσεις

Ελλήνων και Σλάβων μοναχών, συμπλοκές, συλλήψεις, διακίνηση πολεμικού

31 Βασίλειος Ν. Παππάς, ‘’Η Αθωνική Πολιτεία στους εθνικούς αγώνες’’, 65.

33
υλικού κλπ. Εκτενής αναφορά γίνεται και για το μνημειακό απόθεμα του

Αγίου Όρους (αρχιτεκτονική, αγιογραφία, μαρμαροτεχνία, χαλκογραφία,

ξυλογλυπτική, φωτογραφία, μεταλλοτεχνία, κεντητική, βυζαντινή μουσική,

ψαλτική) και για τους πατριωτικούς συλλόγους των Αθηνών που έδειχναν

έντονο ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα στο Άγιο Όρος. Εκτενής επιπλέον

αναφορά γίνεται και στις Αθωνικές προσωπικότητες που συνέβαλαν με τις

μελέτες τους αλλά πολλάκις και με την αυτοπρόσωπη συμμετοχή τους υπέρ

του Αγώνα (όπως Ευλόγιου Κουρίλα, Κτενά, Γεδεών, Χρυσοστόμου Λαυριώτη,

Μεταξάκη, Βλάχου, Αλέξανδρου Λαυριώτη, Σμυρνάκη κ.ά,), όπως και άλλες

προσωπικότητες με καταγωγή τη Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική (Παιονίδης,

Κατούνης, Χαϊδευτός, Αγγελάκης κ.ά.). Τέλος η μελέτη καταλήγει με τα

γεγονότα της απελευθέρωσης του Αγίου Όρους από το ένδοξο Ελληνικό

Ναυτικό την 2α Νοεμβρίου 1912 και τα όσα συνέβησαν μετά από αυτήν, με την

προσπάθεια του ρωσικού παράγοντα για τη διεθνοποίηση του, η οποία ωστόσο

κατέστη ανεπιτυχής.

Έτσι λοιπόν κατά την έκρηξη των βαλκανικών πολέμων ο Ευλόγιος

Κουρίλας βρίσκεται στο Άγιο Όρος, όπου συγκροτεί σώμα από εκατό μοναχούς

και λαϊκούς και αναλαμβάνει ένοπλη δράση στα βουνά της Χαλκιδικής

αναπτύσσοντας έντονη δραστηριότητα στην περιοχή. Συγκεκριμένα αναφέρει

ο ίδιος: « Τό 1912 μετά τό τέλος τῶν σπουδῶν μου ἀπεσύρθην εἰς τήν μονήν τῆς

Λαύρας τοῦ Ἄθωνος, ὡς ἀδερφός αὐτῆς καί ἐτοιμαζόμην διά νά μεταβῶ εἰς τήν

Γερμανίαν δαπάναις τοῦ Βελλιείου κληροδοτήματος ὄτε ἐκηρύχθη ὁ

βαλκανικός πόλεμος. Τότε μή δυνάμενος νά ἔλθω ἐνταύθα ἐσχημάτισα σῶμα

ἐξ 100 σχεδόν μοναχῶν καί λαϊκῶν, τόν πυρήνα καί ὀχυρώθην εἰς ὁρισμένον

τόπον ἀναμένων καί ἄλλους μοναχούς καί ἤθελον συγκεντρωθῆ περί τούς

2000, ἐάν δέν ἐπροδιδόμην. Ἐσώθην διά θαύματος ἀπό τήν πρώτην τῶν

Τούρκων ἐπίθεσιν. Τό λέγω ἐκ θαύματος διότι τό σῶμα δέν εἶχε ὄπλα, εἰμή 4-

34
5…32». Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης επιστρέφει στο άγιο Όρος

και αγωνίζεται κατά της ρωσικής πρότασης που επιζητούσε τη διεθνοποίηση

του Αγίου Όρους υπό τύπου προτεκτοράτου όπου τη διεύθυνση θα κατείχαν οι

Σλάβοι μοναχοί λόγω πλειοψηφίας. Ο Κουρίλας τότε σε συνεργασία με την

επιτροπή που ορίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση ενήργησε τα δέοντα ως

εκπρόσωπος της Μεγίστης Λαύρας για να υπάρξει γενικότερα ένα κίνημα

αντίστασης κατά των Ρωσικών βλέψεων στη διοίκηση του Αγίου Όρους με την

επαναφορά της κοινοβιακής μορφής διοίκησης των ιερών μονών που είχε

καταργηθεί λόγω Τουρκοκρατίας, γεγονός το οποίο εκμεταλλευόταν η ρωσική

εξωτερική πολιτική33.

32 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Ἁρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
33 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Ἁρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

35
3. Βορειοηπειρωτικός Αγώνας – Αυτονομία Κορυτσάς (1914–1920).

Η στάση του στο Βορειοηπειρωτκό Ζήτημα.

Το 1908 με την ιδιότητα του μοναχού και φοιτητή επισκέπτεται τα χωριά

της βορείου Ηπείρου για να μιλήσει στους κατοίκους για τους

απελευθερωτικούς αγώνες34. Αργότερα στο Κάιρο συναντάται με τον γιατρό

Μιχαήλ Τούρτουλη,35 πρόεδρο της αλβανικής κοινότητας στην Αίγυπτο, τον

οποίο προσπαθεί να προσηλυτίσει στην αλβανική ιδέα με βάση την ένωση με

την Ελλάδα σε δυαρχικό βασίλειο36. Ο Κουρίλας συμβάλλει, και με την

οικονομική ενίσχυση της ελληνικής κυβέρνησης, στην έκδοση της εφημερίδας

Shkreptima και ενώνει τους Αλβανούς στον αγώνα κατά των Βουλγάρων και

Τούρκων37. Ήδη στην Αίγυπτο εκδιδόταν η εφημερίδα Kufeja από τον Σπύρο

Μπρούχο από την Κολωνία που είχε συγκεντρώσει γύρω του πυρήνα

αλβανιστών οι οποίοι είδαν θετικά τον προσηλυτισμό του Τούρτουλη στην

αλβανική ιδέα. Τότε από τον Κουρίλα ιδρύεται το 1938 ένα ανάχωμα κατά του

αλβανισμού, ο Αλβανοελληνικός Σύνδεσμος. Η ιδέα για την ίδρυση του

Συνδέσμου ήταν του Λ. Νάτση γι΄ αυτό και του ανατέθηκε η σύνταξη του

Καταστατικού το οποίο εκτυπώθηκε στά Τίρανα «Statuti i Lidhjes

Shqiptarohellenike». Κατά το β΄ άρθρο σκοπός του Συνδέσμου είναι: «Ἡ

μεγαλυτέρα σύσφιγξις τῶν φιλικῶν σχέσεων μεταξύ Ἑλλήνων καί Ἀλβανῶν».

Η προσπάθεια του μητροπολίτου επαινέθηκε από τους πάντες, εκτός από τον

κατήγορό του καθηγητή Σωκρ. Κουγέα, ο οποίος επιτεθόταν δριμύτατα

εναντίον του μητροπολίτου Κορυτσάς Κουρίλα. Ο Ευλόγιος απάντησε στον

34 Ο Γερβάσιος μητροπ. Κορυτσάς και Πρεμετής σε επιστολή - άδεια (28/8/1908) που ενεχείρισε
στον Κουρίλα για την επίσκεψή του, προτρέπει τους ιερείς και μουχταροδημογέροντες των
κοινοτήτων Πόγρη, Τραίνη, Βίγλίστα, Χότσιστα, Γράψη, Ζήτσιστα κλ., να ακούσουν τους
λόγους του Ευλόγιου.
35 Με τον Τούρτουλη αλληλογραφεί και ανταλλάσσει απόψεις επί των ελληνοαλβανικών
ζητημάτων. Το 1913 ο Τούρτουλλης επέστρεψε στην Αλβανία και συμμετείχε σε όλες τις
κυβερνήσεις μέχρι την άφιξη του Φαν Νόλι∙
36 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας,270,489.
37 Βλ. ό.π.

36
κατήγορό του Σωκρ. Κουγέα και τον χαρακτηρίζει κοντόφθαλμο και μικρόψυχο

με ολόκληρο το σύγγραμμά του το οποίο αναφέρεται στο βιβλίο του «Κράτος

της Αληθείας38». Παρουσιάζουμε μια μικρή παράγραφο: «Τά πρός τήν εὐθεῖαν

ταύτην πολιτικήν ἀντίθετα κηρύγματα τοσοῦτον ἔχουσι δηλητηριάσει τήν

ψυχήν τῆς πλειονότητος τῶν Ἀλβανῶν, ὥστε νά μή δύναταί τις νά ἀνοίξῃ τό

στόμα ὑπέρ τῶν Ἑλλήνων. Τά βιβλία μου εἶναι γραμμένα εἰς ὡραίαν ἑλληνικήν

καταθέλγουσαν καί αὐτούς τούς φιλολόγους τῆς Ἀλβανίας καί τοῦτο βαρέως

φέρουσιν οἱ ἀλβανισταί διότι οὐδέν ἔχω γράψει ἀλβανιστί, καί τοῦτο ἐγώ εἰμι

ἑλληνικώτερος τοῦ ὑπουργείου ἐξωτερικῶν, ὅπερ τό 1910 ἐτύπωσε διδακτικά

ἀλβανικά βιβλία (...)». Ο σύνδεσμος έπαυσε να λειτουργεί τό 1939 όταν

διώχθηκε ο μητροπολίτης Ευλόγιος Κουρίλας από την αλβανική κυβέρνηση39.

Έτσι λοιπόν από το 1911 με τη βοήθεια και του Ελληνοαλβανικού Συνδέσμου, ο

Κουρίλας προσπαθεί να πείσει την ελληνική κυβέρνηση να ενισχύσει υλικά την

αλβανική επανάσταση. Τότε με τη βοήθεια και του υπουργού Εξωτερικών Ίωνα

Δραγούμη και του διπλωμάτη Α. Σαχτούρη εκτυπώθηκαν σειρές αλβανικών

βιβλίων για τα σχολεία της Αλβανίας. Ο Σύνδεσμος διατηρήθηκε μέχρι το 1913.

Μετά την κήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αλβανίας στις 28-11-1912

σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση40 με επτά υπουργούς μουσουλμάνους και

χριστιανούς με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων.

Οι τρεις δυνάμεις Τουρκία, Ιταλία και Αυστροουγγαρία είχαν βοηθήσει μυστικά

στην κήρυξη της ανεξαρτησίας για τα δικά τους συμφέροντα. Η Ελλάδα δεν

έμεινε στατική και προπάντων αυτή την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων

ολόκληρος ο λαός επιθυμεί διακαώς την απελευθέρωση όλων των περιοχών

των υποδούλων Ελλήνων προπάντων στο Βορρά όπου μπλέκονταν τα

συμφέροντα των άλλων γειτόνων λαών με την επέκταση τους. Τα συμφέροντα

των Μεγάλων Δυνάμεων ήθελαν μικρά κράτη για να τα διοικούν σύμφωνα με

38 Εὐλόγιος Κουρίλας, Τό Κράτος τῆς Ἀληθείας, 75–76.


39 Φ. Ι.Δ. Β΄ Μέρος Κώδικος Κορυτσάς. πρακ. 204/28–9–1943.
40 Θεοφ. Μαλκίδης, Ἡ Ἐθνική Ἑλληνική μειονότητα στήν Ἀλβανία, 57.

37
τα συμφέροντά τους και, το κυριότερο, Αλβανικό κράτος. Η Ελλάδα είχε

οργανώσει τα ελληνικά Προξενεία (Γενικό Ιωαννίνων), τα υποπροξενεία

Πρεβέζης, Αργυροκάστρου, Αυλώνα και Μοναστηρίου όπου υπάγεται η

περιοχή Κορυτσάς με εμπείρους υπαλλήλους και Έλληνες αξιωματικούς 41.

Οργάνωναν με τους ντόπιους εθελοντές αλλά και από άλλες περιοχές ένοπλα

τμήματα, τα Ηπειρωτικά Κομιτάτα όπου είχε ιδρυθεί η Ηπειρωτική Εταιρεία 42

από τον αξιωματικό Παν. Δαγκλή και τον ηρωικό Χειμαρριώτη ταγματάρχη της

Χωροφυλακής Σπύρο Σπυρομήλιο. Τα κράτη Ελλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας και

Μαυροβουνίου μετά από αλληλοσυννενοήσεις συνήψαν συμμαχία 43 και

κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας. Η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο κατά

της Τουρκίας την 5-10-1912 και στο δυτικό μέτωπο της Ηπείρου κυριεύει την

Πρέβεζα, Μέτσοβο αλλά ο τουρκικός στρατός ανθίσταται στα Ιωάννινα. Στις 5-

11-1912 ο ηρωικός Χειμαρριώτης Σ. Σπυρομήλιος με τον Ιερό Λόχο των ντόπιων

και εθελοντικό σώμα 200 Κρητών ελευθέρωσε την Χειμάρρα 44. Με απόφαση της

Ελληνικής Κυβερνήσεως, την διοίκηση όλων των δυνάμεων στην Ήπειρο καθώς

και την διεύθυνση των εκεί επιχειρήσεων ανέλαβε ο ίδιος ο Αρχιστράτηγος

Διάδοχος Κωνσταντίνος. Στις 23-2-1913 απελευθερώνεται το Λεσκοβίκι και μετά

από λίγες ημέρες η Πρεμετή με όλη την περιοχή. Στις 3-3-1913

απελευθερώνεται η περιοχή Δροπόλεως και το Αργυρόκαστρο αφού ο

Ελληνικός Στρατός έτρεψε σε φυγή τον τουρκικό και τούς άτακτους

τουρκαλβανούς45. Στην Αλβανία, η Ιταλία είχε υποκινήσει τον κυβερνήτη

Ισμαήλ Κεμάλ να κηρύξει «την αυτονομία της Αλβανίας» στην Αυλώνα, ενώ η

Αυστροουγγαρία είχε υποκινήσει τον Εσάτ Πασά46 στο Δυρράχιο, για τα δικά

41 Απ. Παπαθεοδώρου, ‘’Οἱ ἀπελευθερωτικοί ἀγῶνες τῶν βορειοηπειρωτῶν’’, 540.


42 Ἀλεξ. Λιβαδέως, Τό Ἠπειρωτικόν Κομιτᾶτον, 30–44.
43 Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., Ὁ Βορειοηπειρωτικός ἀγώνας, 45–46.
44 Αχιλλέας Ανθεμίδης, Ἤπειρος–Ἠπειρῶτες, 55∙ Θαλ. Μυλωνάς, ό.π., 46∙ Απ. Παπαθεοδώρου,
ό.π., 542.
45 Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., ό.π., 60–63.
46 Απ. Παπαθεοδώρου, ό.π., 542.

38
της συμφέροντα. Οι Τουρκαλβανοί συντάσσονται και οπλίζονται από τούς

πάτρωνές τους οι οποίοι έχουν συμμάχους και τις υπόλοιπες δυνάμεις που

εποφθαλμιούν την Ελλάδα, υποστηρίζοντας ανάλογα με τα συμφέροντα τους η

κάθε μία την Αλβανία. Μάλιστα διεμήνυσαν στην Ελλάδα «κάθε περαιτέρω

πρός βορρᾶν προσπάθεια (Αὐλώνα, Βεράτι κ.λ.π.) ἐμποδίζεται ἀπό τίς ἀνωτέρω

Εὐρωπαϊκές δυνάμεις μέ τελεσίγραφα κάτω ἀπό τήν ἀπειλή τοῦ Casus Belli

(Αἰτίας πολέμου)»47. Κατά το διάστημα των προελάσεων του Ελληνικού

Στρατού και της απελευθερώσεως του μεγαλυτέρου μέρους της Βορείου

Ηπείρου οι Μεγάλες δυνάμεις με το πρωτόκολλο του Λονδίνου (17/30) Μαΐου

1913 υπέγραψαν την απόφαση για τη δημιουργία ανεξάρτητου Αλβανικού

κράτους. Από το έτος 1871 η Ιταλία πού επέτυχε την εθνική της ένωση είχε

ενδιαφέρον για τον αλβανικό χώρο και την Αδριατική θάλασσα γνωστό με την

ονομασία Mare nostrum (η θάλασσά μας), ενώ η Αυστρία προώθησε τα δικά της

επεκτατικά σχέδια προς νότο. Αυτή ακριβώς την περίοδο (1912–1913) που ο

Ελληνικός Στρατός αγωνίζεται και συντρίβει τα οθωμανικά στρατεύματα,

απελευθερώνει τα περισσότερα Ηπειρωτικά εδάφη - προαιώνιος πόθος των

αδελφών Ηπειρωτών - συνέβη το παράδοξο και θλιβερό φαινόμενο στην

ευρωπαϊκή ιστορία, κατ’ αντίθεση η ευρωπαϊκή διπλωματία με την πίεση της

Ιταλίας και Αυστρίας να εκμηδενίζει τις νίκες του και να επαναφέρει στην

σκλαβιά τούς δυστυχείς Βορειοηπειρώτες πού έγινε πιο αφόρητη από τούς

Αλβανούς όπως καταδεικνύει η ιστορία μέχρι σήμερα (μέχρι το 2000

τουλάχιστον). Με την αναγνώριση του Αλβανικού κράτους χωρίς σύνορα οι

Μεγάλες Δυνάμεις όρισαν μία Επιτροπή αντιπροσώπων τους που θα όριζε τα

σύνορα του νέου κράτους. Στην ουσία όμως θα διχοτομούσε την Ήπειρο και θα

βύθιζε τούς ηρωικούς Βορειοηπειρώτες στην νέα τυραννία των Αλβανών. Αξίζει

να αναφέρουμε μερικές λεπτομέρειες για την επιτροπή αλλά και γεγονότα που

διαδραματίστηκαν σε βάρος του Ελληνισμού στην υπό εξέταση περιφέρεια

47 ό.π., 543.

39
Κορυτσάς για να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα του δράματος που συνάντησε ο

Κουρίλας άμα τη εκλογή του. Επί πλέον συμπεραίνεται από τις επισκέψεις της

διεθνούς επιτροπής στις πόλεις και στην ύπαιθρο, ότι σε κάθε γωνιά έσφυζε ο

Ελληνισμός. Ένα άλλο στοιχείο που συμπληρώνει την ιστορία είναι η θέληση

των Μουσουλμάνων κατοίκων στην περιοχή να μείνουν με την Ελλάδα παρ’ ότι

αποφευγόταν συστηματικά η επίσκεψη της διεθνούς επιτροπής στα χωριά τους.

Ο Κουρίλας και μετέπειτα ως επίσκοπος Κορυτσάς παροτρύνει το λαό

της επαρχίας του και όχι μόνο να ξεσηκωθούν και να αιτηθούν από τις

Μεγάλες Δυνάμεις ένωση με την Ελλάδα πριν την Ιταλική εισβολή στην

Κορυτσά. Χαρακτηριστικά σημειώνει: «Ἐγνώριζον τί μέ ἀνέμενεν ἀφοῦ ἐπί

τριετίαν εἰχον κηρύξει ἀμείλικτον κατά τῶν Ἰταλῶν καί τῶν καθολικῶν

προπαγάνδας πόλεμον. Ἀκόμη 2-3 ἡμέρας πρίν φθάσωσιν ἐνῶ ἐβομβάρδιζον

τήν πόλιν, τούς ἔψαλλον τόν ἀναβαλλόμενον. Τό Μέγα Σάββατον ἐξέγειρον

τόν λαόν νά ζητήση τήν ἕνωσιν μετά τῆς Ἑλλάδος καί προσωπικῶς ἀπήτησα

τοῦτο παρά τοῦ Ἕλληνος προξένου ἀλλ΄ ἀφήνω τά ὁμιλήσουν ἄλλοι48». Το

εκκλησίασμα βέβαια και εν γένει το ελληνικό στοιχείο της περιοχής

συμφώνησε με την ένωση και ο Κουρίλας μετέβη στον έλληνα πρόξενο της

Κορυτσάς μεταφέροντας το αίτημα ζητώντας άμεσα να έρθει ο ελληνικός

στρατός να καταλάβει την Κορυτσά και την ευρύτερη περιοχή της. Κατά την

εισβολή των Ιταλών στην Κορυτσά μάλιστα την Μεγάλη Παρασκευή η στάση

του Μητροπολίτη ήταν χριστιανική και πατριωτική αφού όχι μόνο δεν διέκοψε

τον λόγο που απηύθυνε εκείνη την ώρα στο εκκλησίασμα όταν έλαβε εντολή

να το διαλύσει αλλά επέβαλε ψυχραιμία στο λαό, ενώ τα εχθρικά αεροπλάνα

πετούσαν ορμητικά και απειλητικά πάνω από την πόλη σκορπίζοντας τον φόβο

και τον τρόμο. Δεν παρέλειψε μάλιστα καμία ιερή τελετή και συνέχισε με τις

στάσεις των εγκωμίων της Ταφής του Χριστού «Αἵ γενεαί πάσαι» κτ.λ. την

48 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

40
περιφορά του επιταφίου πέριξ του ιερού ναού συστήνοντας στο αναστατωμένο

συγκεντρωμένο πλήθος θάρρος, ησυχία και τάξη. Και όταν ήλθαν οι Ιταλοί

στην Κορυτσά η στάση του αγίου Κορυτσάς ήταν παραδειγματική. Ενώ η πόλη

υποδέχτηκε τους κατακτητές Ιταλούς και χαιρετούσε τους στρατιώτες αυτός

έμενε κλειστός στη Μητρόπολη και αφού περίμεναν περίπου ένα τέταρτο της

ώρας εντός του μητροπολιτικού ναού όλοι οι επίσημοι με τις στρατιωτικές

αρχές την άφιξη του, αυτός εμφανίστηκε εκεί μετά τη βίαιη προσαγωγή του.

Τότε εξεφώνησε τις παρακάτω λέξεις: « ἄλλαι μέν βουλαί ἀνθρώπων ἄλλα δέ

θεός κελεύει, τό λάβαρον τοῦ σταυροῦ θέλει ἀντικαταστήσει τήν ἡμισέληνον,

εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον49». Τότε οι Ιταλοί θύμωσαν και αντέδρασαν

στα λεγόμενά του. Στη συνέχεια το επόμενο χρονικό διάστημα ο Κουρίλας

συνέχισε να κρατά παθητική στάση απέναντι στις Ιταλικές αρχές μένοντας

αποκλεισμένος στο μητροπολιτικό οίκο, ενώ η πόλη είχε ενθουσιαστεί με την

είσοδο των Ιταλών. Αργότερα ο ιταλός στρατηγός ονόματι Ρώση απεφάσισε να

τον επισκεφθεί στη μητρόπολη, όπου και είχαν συνάντηση. Ο λόγος του

μητροπολίτη ήταν τόσο εμπνευσμένος αφού με τόλμη και στεντόρεια φωνή του

μίλησε για τα δικαιώματα υπέρ της ορθοδοξίας και των ελληνικών πατρίων,

εκθέτοντας με σαφή τρόπο επιχειρήματα για τον ελληνικό πολιτισμό της

επαρχίας αυτής, ενημερώνοντας το στρατηγό και για τους μεγάλους ευεργέτες

που ανέδειξε η περιοχή αυτή λόγω της ορθόδοξης πίστης και του ελληνικού

πολιτισμού και παιδείας. Τότε ο στρατηγός αφού συγκινήθηκε βαθιά

υποσχέθηκε στον ιεράρχη και τη δημογεροντία της Κορυτσάς ενώπιον του

επιτελείου του ότι θα σεβαστεί την εκκλησία και τα ήθη και έθιμα του

ευγενικού και πολιτισμένου λαού της Κορυτσάς. Συνέπεια βέβαια αυτού του

γεγονότος ήταν η παρεμπόδιση και το σταμάτημα του έργου προσηλυτισμού

των Ουνιτών, οι οποίοι είχαν περιδιαβεί όλη την επαρχία γι΄ αυτό το σκοπό. Ως

εκ τούτου και οι Ουνίτες στην περιοχή διέδιδαν στον αλβανικό λαό ότι ο

49 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

41
Κουρίλας εξυπηρετούσε μόνο Ελληνικά συμφέροντα και εργάζονταν ύπουλα

με σκοπό την απομάκρυνσή του από την περιοχή προκειμένου να επιβάλουν

τον Ουνιτισμό.

Γενικότερα το βορειοηπειρωτικό ζήτημα και η ένοπλη ή πολιτική λύση

του απασχολεί τον Κουρίλα από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σχεδόν το

θάνατό του. Βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τους απανταχού βορειοηπειρώτες

εμφανιζόμενος ο ίδιος ως κέντρο πνευματικής αναφοράς για την καθοδήγηση

του αγώνα. Θεωρεί τον εαυτό του εθνικό υπερασπιστή, ρυθμιστή κρίσιμων

πολιτικών καταστάσεων με διπλωματικές ικανότητες για εφικτή λύση του

βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 οι πολιτικές

συνθήκες τον αναγκάζουν να στηρίξει τον βορειοηπειρωτικό αγώνα ιδρύοντας

το 1948 σύλλογο με έδρα την Αθήνα και με την επωνυμία Σελασφόρος

Κορυτσάς - Μοσχοπόλεως - Πρεμετής - Κολωνίας. Σκοπός του συλλόγου είναι ο

αγώνας για την πραγμάτωση των εθνικών δικαίων, η εμψύχωση των μελών

του, η συστηματική καταπολέμηση κάθε προπαγάνδας, η διατήρηση των

εθίμων και η παροχή κάθε βοήθειας στους καταδιωκομένους ομογενείς σε

συνεργασία με την Κεντρική Επιτροπή Βορειοηπειρωτικού Αγώνα και τις

οργανώσεις εσωτερικού και εξωτερικού. Ο δε πρωθυπουργός Ν. Πλαστήρας του

ζητά εγγράφως τη γνώμη του για τα Ελληνο-Αλβανικά πράγματα και ο

Κουρίλας καταγράφει το ζήτημα, σε απόρρητο σημείωμα 50.

Μάλιστα προς αναγνώριση της προσφοράς του εκλεκτού ιεράρχη για το

Βορειοηπειρωτικό ζήτημα το Διοικητικό Συμβούλιο της Εθνικής Νεολαίας

Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα εξέδωσε ομόφωνο ψήφισμα – το οποίο

γνωστοποίησε και στον ίδιο – που επί λέξει αναφέρει τα παρακάτω: «Τό

Διοικητικόν Συμβούλιον τῆς Ἐθνικῆς Νεολαίας Βορείου Ἠπείρου Ἰωαννίνων

συνελθόν ἐκτάκτως σήμερον τήν 8ην Φεβρουαρίου 1948 καί ἀκοῦσαν τόν

πρόεδρον αὐτοῦ ἐκθέσαντος τήν ὑπέροχον Θρησκευτικήν, Ἐθνικήν καί

50 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας, 186, 489.

42
Κοινωνικήν δράσιν τοῦ ἀκαμάτου ἐργάτου τῶν γραμμάτων σοφοῦ καθηγητοῦ

τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Σεβασμ. Μητροπολίτου Κορυτσᾱς κού

κού Εὐλογίου Κουρίλα ἀγωνιζομένου τόν δίκαιον ἀγώνα ὑπέρ ἀπολυτρώσεως

τῆς ὑποδούλου ἠμῶν Πατρίδος Βορείου Ἠπείρου, τῆς ὁποίας ἐπίλεκτον

τυγχάνει τέκνον καί τήν ὁποίαν ἰδιατέρως τιμᾶν τῆ Μητρί πατρίδι ἀποφασίζει

ὅπως ἐκφρασθῆ πρός αὐτόν ἡ βαθυτάτη εὐγνωμοσύνη τῆς Ἐθνικῆς Νεολαίας

Βορείου Ἠπείρου Ἰωαννίνων δι΄ ὅσα ἔπραξε καί πράττει ὑπέρ τῆς αἰσίας

λύσεως τῆς βορειοηπειρωτικῆς ὑποθέσεως51» και ακολουθούν τα ονόματα και οι

υπογραφές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Επιπλέον

δημοσιεύεται στο περιοδικό «Βορειοηπηρωτικά Νειάτα» του σωματείου της

προαναφερόμενης νεολαίας, άρθρο του σχετικό με το έργο της νεολαίας αυτής

που το συνέταξε στο Ψυχικό την 21 Νοεμβρίου 1949., όπου με γλαφυρό και

παραστατικό τρόπο λέγει τα παρακάτω: «Ἐπιθυμῶ νά συγχαρῶ τούς εὐγενεῖς

καί φιλοπάτριδας νέους διά τό περιοδικόν. Ἦτο ἔμπνευσις θεία ἡ ἔκδοσις

αὐτοῦ, διά νά ἐξυπνήσωσι τούς νυσταλέους ἐκ τοῦ καμάτου τοῦ μακροῦ

ἀγῶνος… Ἦτο ἡ παραμονή τοῦ ἐτησίου μνημοσύνου ὑπέρ τῶν ἐν Κορυτσᾱ

πεσόντων καί ἡ ὥρα ἀρκετά προχωρημένη. Βεβαίως ἤμην ἀπό ἑξαμήνου

παρητημένος ἀπό τῆς προεδρίας τοῦ Σελασφόρου καί τῆς Ἀνωτάτης

Συντονιστικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐθν. Ἀγώνων Ἠπείρου καί παρά τήν ἐπιμονήν τῶν

συμβουλίων ἀμφοτέρων τῶν Σωματείων καί τήν λίαν εὐγενῆ ἐξόρμησιν τοῦ

τέως προέδρου τῆς Κ.Ε.Β.Α. τοῦ συναδέρφου Ἁγίου Ἀργυροκάστρου κ.

Παντελεήμονος καί τῶν ἀξιοτίμων μελῶν αὐτῆς δέν ἐπείσθην ν΄ἀνακαλέσω

τήν παραίτησίν μου, διότι ἡ παράνομος ἀπό τοῦ Πανεπιστημίου ἀπόλυσίς μου

εἶχε τήν ἔννοιαν τῆς ἀποδοκιμασίας τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος. Ἀφήνω ἑπομένως τήν

θέσιν μου εἰς τούς ἐκλεκτούς. Τοῦ λοιποῦ θά ἐργασθῶ ἀφανῶς καί ἀθορύβως,

ὅπως κάθ΄ ὅλον τόν βίον μου. Ὅταν ἡ πατρίς κηρύξη πανστρατιάν θά

51 Ψήφισμα της Εθνικής Νεολαίας Βορείου Ηπείρου Ιωαννίνων σε ακαταλογογράφητο


χειρόγραφο στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

43
καταλάβω εἰς τήν πρώτην γραμμήν θέσιν ὡς ἁπλούς στρατιώτης νά χύσω, ὅτι

ὑπολείπεται ἐκ τοῦ γεροντικοῦ μου αἵματος ὑπέρ τῆς πολυποθήτου παροικίας

μου52».

52 Βορειοπηρωτικά Νειάτα, απόκομμα του περιοδικού σε ακαταλογογράφητο έντυπο στο τμήμα


«Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

44
4. Η συμμετοχή στα Νοεμβριανά του 1916-1917.

Μετά το πέρας53 των Βαλκανικών Πολέμων η διαφωνία Ελευθερίου

Βενιζέλου και βασιλιά Κωνσταντίνου στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας για

την εμπλοκή της στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο οδήγησε στην παραίτηση του

πρώτου αφού ο βασιλιάς θεωρούσε ότι η εξωτερική πολιτική είναι προνόμιο του

Στέμματος. Όμως με την επάνοδο του Ελευθερίου Βενιζέλου στην εξουσία με

τις εκλογές της 31 Μαΐου 1915 αλλάζει το πολιτικό σκηνικό. Τα γεγονότα του

Νοεμβρίου του 1916 στην Ελλάδα αφορούσαν μια πολιτική διένεξη σχετικά με

την ουδετερότητα της Ελλάδας κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, που οδήγησε

σε στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των

Αγγλογαλλικών δυνάμεων. Η ουδετερότητα της Ελλάδας είχε δημιουργήσει

ένταση στις σχέσεις των δύο πλευρών από την αρχή του πολέμου. Η χωρίς

διαπραγμάτευση παράδοση του Οχυρού Ρούπελ τον Μάιο του 1916 από τους

Έλληνες στις δυνάμεις της Γερμανίας και Βουλγαρίας, ήταν η αφορμή που

οδήγησε στα Νοεμβριανά, καθώς οι Αγγλογάλλοι υποπτεύθηκαν πιθανή

μυστική συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των αντιπάλων τους, κάτι που θα

έθετε σε κίνδυνο τις δυνάμεις τους στη Μακεδονία. Και οι δύο πλευρές

προχώρησαν σε έντονες διπλωματικές διαπραγματεύσεις, ο Βασιλιάς

Κωνσταντίνος υποστήριζε την ουδετερότητα της Ελλάδας ενώ οι σύμμαχοι

ήθελαν τη κινητοποίηση του Ελληνικού στρατού και την παράδοση πολεμικού

υλικού ισοδύναμη με αυτή που παραδόθηκε στο Οχυρό Ρούπελ, ως εγγύηση της

ουδετερότητας της χώρας. Οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν και αυτό οδήγησε σε

πραξικόπημα από τους στρατιωτικούς του Βενιζέλου εναντίον του βασιλικού

καθεστώτος στη Θεσσαλονίκη. Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ο

οποίος υποστήριζε ανέκαθεν τους συμμάχους, ίδρυσε ξεχωριστή κυβέρνηση

στη Βόρεια Ελλάδα και οργάνωσε στρατό για την απελευθέρωση των περιοχών

53 Ι.Ε.Ε., τόμος ΙΕ΄, 24-46.

45
που είχαν καταλάβει οι δυνάμεις της Βουλγαρίας. Έτσι ο Νοέμβριος του 1916

βρίσκει την Ελλάδα με δύο αντίπαλες κυβερνήσεις, μία στη Θεσσαλονίκη υπό

τον Ελευθέριο Βενιζέλο και μία στην Αθήνα υπό την επιρροή του βασιλιά

Κωνσταντίνου. Ο εθνικός διχασμός είναι προ των πυλών. Στις 3 Νοεμβρίου, οι

Αγγλογάλλοι, που είναι στο πλευρό του Βενιζέλου, αξιώνουν την παράδοση

τεράστιων ποσοτήτων πολεμικού υλικού από την κυβέρνηση των Αθηνών. Το

αίτημά τους θα απορριφθεί τέσσερις ημέρες αργότερα. Η αντίδραση του

γάλλου ναυάρχου Φουρνιέ θα έρθει στις 18 Νοεμβρίου. Συμμαχικά αγήματα

αποβιβάζονται στο Φάληρο και συγκρούονται με τον ελληνικό στρατό. Λίγο

αργότερα, η πόλη πλήττεται από τα μαζικά πυρά του συμμαχικού στόλου. Ο

βομβαρδισμός θα σταματήσει αργά το βράδυ, έπειτα από συμφωνία του

Κωνσταντίνου με τους πρεσβευτές της Αντάντ. Οι απώλειες σε νεκρούς και

τραυματίες είναι μεγάλες και για τις δύο πλευρές. Οι συμμαχικές δυνάμεις

αποσύρονται, δίνοντας τη θέση τους στην αναρχία. Οι υποστηρικτές του

βασιλιά εξαπολύουν άγριες επιθέσεις κατά «βενιζελικών» στόχων. Λεηλατούν

σπίτια και καταστήματα, κακοποιούν πολίτες και επώνυμους υποστηρικτές του

Βενιζέλου, καταστρέφουν εγκαταστάσεις εφημερίδων. «Τακτοποιούμε τα του

οίκου μας» φέρεται να δήλωσε ο πρωθυπουργός Σπυρίδων Λάμπρος. Ως

απάντηση, η «Τριανδρία» και η προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης θα

κηρύξουν, με ειδικό διάγγελμα στις 25 Νοεμβρίου, έκπτωτο το Βασιλιά

Κωνσταντίνο. Παράλληλα, οι δυνάμεις της Αντάντ θα επιβάλουν γενικό

αποκλεισμό για τις «αθλιότητες του καθεστώτος των Αθηνών», επιτείνοντας

την ήδη κακή κατάσταση της αγοράς και φανατίζοντας ακόμη περισσότερο τον

πληθυσμό, που αδυνατεί να εξασφαλίσει πλέον τα τρόφιμα της ημέρας. Οι

εξελίξεις αυτές προκάλεσαν έντονες διαμαρτυρίες ενάντια στους συμμάχους

στην Αθήνα από τους υποστηρικτές του Βασιλιά. Την 1η Δεκεμβρίου 1916, οι

σύμμαχοι θέλοντας να ελέγξουν τη κατάσταση συγκέντρωσαν μικρή

στρατιωτική δύναμη έξω από την Αθήνα, η οποία συνάντησε οργανωμένη

αντίσταση και τελικά αναγκάστηκε να απομακρυνθεί. Την επόμενη μέρα και

46
για τρεις συνεχόμενες ημέρες, υποστηρικτές του Βασιλιά εξεγέρθηκαν εναντίον

των υποστηρικτών του Βενιζέλου, φέρνοντας πιο κοντά αυτό που αργότερα

ονομάστηκε Εθνικός Διχασμός. Τα γεγονότα αυτά, αν και διαδραματίστηκαν

τον Δεκέμβριο, έγιναν γνωστά ως Νοεμβριανά καθώς το χρονικό διάστημα

αυτό ανήκε στον μήνα Νοέμβριο σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο. Μετά από

αυτά τα γεγονότα, οι σύμμαχοι αποφάσισαν να απομακρύνουν τον Βασιλιά

Κωνσταντίνο από την εξουσία, αποκλείοντας με το ναυτικό τους περιοχές που

υποστηρίζονταν από τον βασιλιά, ο οποίος τελικά παραιτήθηκε του αξιώματός

του στις 15 Ιουνίου 1917. Οι Έλληνες ενώθηκαν κάτω από τη ηγεσία του

Ελευθερίου Βενιζέλου και συμμετείχαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό

των συμμάχων. Η είσοδος των Ελλήνων στον πόλεμο, δημιούργησε αριθμητικό

πλεονέκτημα στο Μακεδονικό μέτωπο και οι σύμμαχοι τελικά κατάφεραν να

απομακρύνουν τις Γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις από τα Βαλκάνια.

Στα γεγονότα της προαναφερόμενης περιόδου ο Ευλόγιος Κουρίλας το

1917 λαμβάνει μέρος στα Νοεμβριανά και οργανώνει ομάδα με την οποία

βάλλει εναντίον αντιβασιλικών οικογενειών. Ο ίδιος αναφέρει σε σημείωμά

του: «....,ὅτε οἱ ἀγγλογάλλοι ἐπολιόρκησαν τό κλεινόν τοῦτο ἄστυ καί ἐζήτησαν

διά τῆς τρομοκρατίας νά ἀφαιρέσωσι τά ὄπλα τῶν Ἑλλήνων ἐτέθην

ἐπικεφαλῆς τῶν ἐπιστράτων καί ἔκαμα τό καθῆκον μου ἐκεῖ ὅπου ἡ φωνή τοῦ

Θεοῦ μέ ἐκάλει». Με την αλλαγή της πολιτικής κατάστασης αρχίζει η

καταδίωξή του και αναχωρεί από την Αθήνα54 για να καταφύγει στο άγιο Όρος.

Εκεί όμως είχε προηγηθεί διαταγή να παρουσιαστεί αμέσως στην έδρα

διοίκησης χωροφυλακής, εμφανίζεται στις 7 Σεπτεμβρίου και του

ανακοινώνεται ότι είναι ανεπιθύμητος. Επιστρέφει στην Αθήνα στις 15/9 και

πληροφορείται ότι με διάταγμα έχει παυθεί από ελληνοδιδάσκαλος. Διδάσκει

για λίγο στη σχολή Παναγιωτόπουλου στον Πειραιά. Εν τω μεταξύ εκδίδεται

54 Μετά από σύσταση του προέδρου της Βουλής Σοφούλη, επισημαίνει σε βιογραφικό του
σημείωμα.

47
ένταλμα σύλληψης και στις 8/12/1917 συλλαμβάνεται και οδηγείται στο Α'

Στρατοδικείο για ανάκριση. Η δίκη του γίνεται στις 29/3/1918 κηρύσσεται ένοχος

και καταδικάζεται σε φυλάκιση 4 ετών με ψήφους 4 έναντι 1. Ο εγκλεισμός του

στις φυλακές Αίγινας γίνεται στις 17/7/1918 όπου παραμένει για περίπου έξη

μήνες μέχρι την απονομή χάριτος που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ29 στις 7/2/1919.

48
5. Η συμμετοχή στην Κατοχή- Δεκεμβριανά του 1944-Εμφύλιο.

Κατά την άνοιξη του 194455 και ενώ ολόκληρος ο ελεύθερος κόσμος

αγωνιζόταν για την οριστική συντριβή των Δυνάμεων του Άξονα στην Ελλάδα

ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας μετατράπηκε σε αγώνα πολιτικής

επικράτησης και εξουδετέρωσης των πολιτικών αντιπάλων. Η χώρα πλέον

διέθετε τρεις κυβερνήσεις την –πλήρως ελεγχόμενη από τις γερμανικές

δυνάμεις- κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, την αυτο-ανακηρυχθείσα

κομμουνιστική «Κυβέρνηση του βουνού» (ή επισήμως, Πολιτική Επιτροπή

Εθνικής Απελευθερώσεως-ΠΕΕΑ) και τη, μόνη νόμιμη, ελληνική κυβέρνηση

του Καϊρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η εξέλιξη της κατάστασης

προμήνυε για την Ελλάδα ότι τα επερχόμενα νέα δεινά θα ήταν χειρότερα από

εκείνα της τριπλής ξένης κατοχής. Επιπλέον επεμβαίνει εκ νέου η Βρετανία

στα εσωτερικά της Ελλάδος με πρόφαση τις ιδεολογικές διαφορές των

κυβερνώντων με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Η αφορμή εκδηλώθηκε με

την αιματηρή διαδήλωση της 3ης Δεκεμβρίου 1944 που έχει συμβολική κυρίως

σημασία. Οι οργανωμένες εχθροπραξίες ξεκίνησαν όταν ο ΕΛΑΣ (Εθνικός

Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός)56 επιτέθηκε εναντίον των κυβερνητικών

δυνάμεων την επόμενη μέρα. Έτσι ζητήθηκε ο αφοπλισμός τόσο του ΕΛΑΣ όσο

και του ΕΔΕΣ (Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος) 57. Συντελέστηκε

55 Θεόδωρος Δημόπουλος, ‘’ Ο ματωμένος Δεκέμβριος των Αθηνών’’ , Στρατιωτική Ιστορία, 5-10.


56 Ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) ήταν το στρατιωτικό σκέλος του
Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) κατά την τριπλή κατοχή της Ελλάδας. Ιδρύθηκε
στις 16 Φεβρουαρίου του 1942 κατόπιν απόφασης που είχε λάβει τον Ιανουάριο του 1942 η
συγκροτηθείσα "Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή" του ΕΑΜ. Μία από τις πρώτες ομάδες που
ανέλαβαν δράση από έμπειρα στελέχη του ΚΚΕ στη Θεσσαλία και Μακεδονία την εποχή εκείνη
ήταν και αυτή που δραστηριοποιούταν στη Φθιώτιδα από τον κομμουνιστή, Άρη Βελουχιώτη,
που πολύ σύντομα ανέλαβε αρχικαπετάνιος της μεγαλύτερης και μαζικότερης αντιστασιακής
οργάνωσης στην Ελλάδα, στα χρόνια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
57 Ο ΕΔΕΣ ιδρύθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1941 από τον απόστρατο συνταγματάρχη Ναπολέοντα
Ζέρβα, τον αξιωματικό Λεωνίδα Σπάη, το δικηγόρο Ηλία Σταματόπουλο, και τον Μιχάλη
Μυριδάκη. Η οργάνωση φαίνεται ότι εκινείτο στον βενιζελικό-αντιμοναρχικό πολιτικό χώρο και

49
έτσι κατά κάποιο τρόπο πραξικόπημα, αφού τμήμα του στρατού του ΕΛΑΣ

στασίασε εναντίον της κυβέρνησης (ως τις 2/12/44 ο ΕΛΑΣ υπαγόταν στην

κυβέρνηση). Κατά συνέπεια ήταν εμφύλιος καθώς Έλληνες πολέμησαν

εναντίον Ελλήνων για το ποιος θα επικρατήσει στην εξουσία. Ο ΕΛΑΣ απέτυχε

να υποτάξει τις κυβερνητικές δυνάμεις στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου

και η άφιξη βρετανικών ενισχύσεων με τεθωρακισμένα και αεροπλάνα υπήρξε

καταλυτική για τη συνέχεια. Βίαιες ακρότητες έγιναν και από τις δύο πλευρές.

Χιλιάδες άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και παιδιά συνελήφθησαν στα σπίτια

τους και χιλιάδες ήταν αυτοί που έχασαν τη ζωή τους από εν ψυχρώ εκτελέσεις

και κακουχίες. Οι ανεπανόρθωτες καταστροφές σε κτίρια και υποδομές της

Αθήνας συμπλήρωναν την εικόνα της καταστροφής. Τα γεγονότα το Δεκέμβρη

του 1944 αποτελούν την πλέον αιματοβαμμένη στιγμή της μετα-

απελευθερωτικής Αθήνας, αν λάβουμε υπ’ όψη το περιορισμένο χρονικό

διάστημα μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε και την ένταση με την οποία

εκδηλώθηκε. Οι εχθροπραξίες επιχειρήθηκε να κοπάσουν με τη λεγόμενη

συμφωνία της Βάρκιζας που υπογράφηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945 μεταξύ των

κυβερνητικών δυνάμεων με την υποστήριξη των Βρετανών και του ΕΛΑΣ. Οι

διαφορετικές προθέσεις και επιδιώξεις κάθε παράταξης αποτέλεσαν

ανασταλτικό παράγοντα στην εφαρμογή της συμφωνίας, που έμελε να

περιοριστεί μόνο σε μια προσωρινή ανακωχή.

Στα γεγονότα αυτά των Δεκεμβριανών του 1944 εμπλέκεται και ο

Ευλόγιος Κουρίλας. Το 1943 το ελληνικό κράτος εξασφαλίζει από τις

γερμανικές αρχές άδεια και διαβατήριο στον Ευλόγιο Κουρίλα με σκοπό να

είχε ανακυρήξει ερήμην ως αρχηγό τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα. Αρχικά ο Σύνδεσμος
οργανώθηκε μόνο στην περιοχή της Αθήνας με επιρροή κυρίως στις προσφυγικές συνοικίες, σε
ένα τμήμα του βενιζελικού πολιτικού προσωπικού και σε ορισμένους απότακτους αξιωματικούς
του κινήματος του 1935. Τον Μάρτη του 1942 μέσω επαφών με τις Βρετανικές μυστικές
υπηρεσίες, παρουσιάζει το ιδρυτικό του ΕΔΕΣ με αντιστασιακούς σκοπούς ενώ στέλνει κρυφά
μήνυμα νομιμοφροσύνης στον εξόριστο βασιλέα.

50
μεταβεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ώστε το κράτος να ενημερωθεί για όλα

τα τρέχοντα ζητήματα και για την κατάσταση που επικρατεί στο Πατριαρχείο.

Οι πολιτικές του ενέργειες και πεποιθήσεις τον οδηγούν κατά τα Δεκεμβριανά

το 1944 σε σύλληψη και ομηρεία από τον ΕΛΑΣ. Κατά τη σύλληψή του

υποφέρει και αυτός όπως και οι συγκρατούμενοί του βάναυση συμπεριφορά.

Σημειώνει αργότερα στην οικία του στο Ψυχικό στις 21-11-49 χαρακτηριστικά ο

ίδιος: « Εἰς τούς Ἁγίους Ἀναργύρους μικροῦ δεῖ νά ἐγένετο τό ἐμόν ἄλλοτε

μνημόσυνον! Μέ μετέφερον ἀπό τήν Κυψέλην τή 4η Ἰανουαρίου 1944. Ἔπεσα

τρίς ἐκ πόνων τοῦ στομαχικοῦ ἕλκους καί πλέον ἦταν ἀδύνατον νά βαδίσω, ὄτε

εἶδον τόν ἀγαθόν ἐφημέριον Κωνσταντῖνον. Μοί ἐκόμισεν ὀλίγην μπομπόταν,

τήν κατεβρόχθισα, ἔπειτα καί κύπελλον γάλακτος, ὅποτε ἐνέσκηψεν ὁ

Βασίλειος Παναγόπουλος, ὁ ἄγριος ἀνακριτής τοῦ Περιστερίου καί οὐ μόνον

ἔχυσε τό γάλα, ἄλλ΄ ὀλίγον ἔλειψε νά τόν φυλακίση εἰς τό μπακάλικον, ὅπου

μας εἶχον συγκεντρώσει περί τούς 100 ὁμήρους. Μας τράβηξαν εἰς τό

ἐσωτερικόν καί ὠδεύσαμεν ἐπί ἑβδομάδα τήν πορείαν τοῦ θανάτου μέχρι τοῦ

Παρνασσοῦ, ὅπου ἐσώθην ὡς ἐκ θαύματος58».

Κατορθώνει τελικά όμως να δραπετεύσει και κατά τον εμφύλιο ενεργεί

πάλι πολιτικά αφού περιοδεύει το 1948 στην περιοχή της Κόνιτσας και όχι

μόνο59, ως πρόεδρος του Ανωτάτου Εθνικού Συντονιστικού Οργανισμού Ενιαίας

Ηπείρου60 για την εμψύχωση των ανταρτών του ΕΔΕΣ εκεί όπου διεξάγονταν

μάχες μεταξύ των ανταρτικών ομάδων. Σε ακαταλογράφητο χειρόγραφο 61 του

ιδίου που φυλάσσεται στην κεντρική βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου

58 Βορειοπηρωτικά νειάτα, ό.π.


59 Στην κωμόπολη Φιλιάτες τον Ιανουάριο του 1948 ο Δωρόθεος μητροπ. Παραμυθίας Φιλιατών
- Γηρομερίου ζήτησε την άμεση αποχώρηση του, λόγω της δημόσιας ομιλίας του χωρίς άδεια.
60 Ή της Ανωτάτης Συντονιστικής Επιτροπής Εθνικών Αγώνων Ηπείρου.
61 Ευλογίος Κουρίλας, Δεκεμβριανή τραγωδία, τόμος β΄, χωρίς σελίδα. Ακαταλογράφητο
χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» στην Κεντρική
Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

51
Ιωαννίνων με τίτλο «Ἡ Δεκεμβριανή Ἐπανάστασις» αφηγείται με γραφυρό και

χαρακτηριστικό τρόπο: «Ἐπανάστασις ἐν Ἀθήναις! Ἐμφύλιος σπαραγμός ἐντός

τῆς πόλεως καί εἰς αὐτά τά προάστεια! Δέν προτίθεμαι νά ἐκθέσω τά τρομερά

ἐκεῖνα γεγονότα, ἄπερ ἐγένοντο ἤδη γνωστά καί ἐκ τῶν ἐφημερίδων καί ἐκ τῆς

τῶν ἀριστερῶν «Λευκῆς Βίβλου» ἤτις μαύρη ἐδει νά καλῆται, ἀλλά πρό παντός

ἐκ τῶν δηλώσεων τοῦ πρωθυπουργοῦ κ. Τσώρτσιλ ἐν τή ἀγγλικῆ βουλῆ. Θά μέ

ἀπασχολήσουν τά ὁμηρικά πάθη. Εἶναι τό δεύτερον μετά τά Νοεμβριανά, ὅτ΄

ἐξεκένωσα τό ποτήριον τοῦ μαρτυρίου μέχρι τρυγός, ὅπου παρίσταμαι μάρτυς

τοιούτων συμβάντων. Ἐνομίσαμεν πάντες ὅτι μετά τήν ἀποβίβασιν τῶν

συμμάχων ἐτελείωσαν τά βάσανα καί αἵ δειναί τῆς κατοχῆς περιπέτειαι. Ἐν

ἑξαισίω ἐνθουσιασμῶ ἐωρτάζομεν τά ἐλευθέρια, καμπάνες καί χωνιά ἐκάλουν

εἰς συνεγαρμόν διαδηλώσεις ὀργανοῦντες καί φωναί ὀργιαστικαί διέσχιζον τόν

ἀέρα ὑπέρ τῆς δημοκρατίας, ὑπέρ τῆς λαοκρατίας! Τά ἀριστερά κηρύγματα καί

ἠκούομεν καί ἀνεγινώσκομεν ἐπί τῶν ταινιῶν, ἐπί τῶν τοίχων, ἐπί τῶν ὁδῶν

καί εἰς πᾱσαν γωνίαν, τό ἐρυθρόν χρῶμα διεκρίνετο πανταχοῦ. Οἱ Ἄγγλοι

στρατιῶται πράγματι ἔτυχον θερμοτάτως ὑποδοχῆς ἀλλ΄ ἡ συγκίνησις τῶν

μετεβάλλετο εἰς ἔκπληξιν πρό τοῦ ἐρυθροῦ χρώματος καί τῶν κομμουνιστικῶν

ἰαχῶν. Ἀπροσδόκητος μεταβολή τῆς στάσεως προκλητικά κηρύγματα,

ἀριστερά, ἐχθρικά. Τό «πολιτικό γραφεῖο» τοῦ Ἐάμ ἀνεπιφυλάκτως εἰς τάς

προκηρύξεις ἔγραφε (1-10-44) « Κομμουνιστές καί κομμουνίστριες! Σταθήκατε

ἡ ψυχή ἐθνικοῦ καί λαοκρατικοῦ σηκωμοῦ. Σταθῆτε τώρα οἱ πρωτοπόροι στήν

ἐπιβολή τῆς τάξης καί τῆς δημοκρατικῆς λευτεριᾶς». Ἠκούσαμεν δέ αἰφνιδίως

μίαν μεσημβρία εἰς διάφορα τοῦ Ψυχικοῦ μέρη τόν τηλεβόαν (ἤ τάς λεγομένας

λίαν ἐπιτυχῶς σειρήνας), ἐξερευγόμμενον ἐπανάστασιν κατά τῶν προδοτῶν

Ἄγγλων. Ἔκπληκτοι ἠνωτιζόμεθα ταῦτα διότι πρό ὀλίγων μερῶν εἰς τάς

προκηρύξεις ἔλεγον: «Πατριῶτες ὅλοι ἡνωμένοι στήν πάλη γιά νά

ὁλοκληρώσουμε μαζί μέ τόν ΕΛΑΣ καί τούς συμμάχους μας τήν ἀπελευθέρωση

τῆς Ἑλλάδος κάτω ἀπό τήν ἑνιαία κυβέρνηση». Δηλαδή ἐκάλουν τόν Λαόν νά

ἐξηγερθῆ κατά τῶν Ἄγγλων ὡς εἰς ἐπιδρομέα καί τύραννον ἐπιβουλευόμενον

52
τά κυριαρχικά, ἐθνικά καί δημοκρατικά δικαιώματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

Ἐξιπάσθημεν ὅλοι, διότι ἠτο καί τό πρῶτον «χουνί», ἐλασιτικόν λαλούμενον ἐν

Ψυχικῶ. Μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης ἐκ τοῦ ἔναντι συνοικισμοῦ οὐδείς ἐτόλμα νά

πατήσει τόν πόδα εἰς τό «φασιστικόν ψυχικόν». Ἤδη οἱ Κουκουέδες ὡς

κεκηρυγμένοι πλέον ἐπαναστᾶται ἐνεφανίζοντο ἐν μέσω ἠμῶν καί ἐτόλμων νά

κάμωσι τό ἀπαίσιον κήρυγμα πρός ἀνθρώπους πρός οὖς οὐδέν ἀπολύτως

συνέδεεν ἰδεολογικῶς. Εἰς τάς 4 τοῦ Δεκεμβρίου, ἡμέραν Δευτέραν, τῆς Ἁγίας

Βαρβάρας μετέβαινον εἰς τό ἐγγύς παρεκκλήσιον, ὅπου εἶχον κληθῆ νά

ἐκφωνήσω τόν πανηγυρικόν. Πρό τῆς εἰσόδου ἀνακοινοί μοί ἔντρομος ὁ γείτων

κ. Ι. Καμπίτσης, τραπεζιτικός, τό θλιβερόν μήνυμα τῆς ἐπαναστάσεως. Μετά τά

γεγονότα τῆς Κυριακῆς, ὄτε ἡ Κυβέρνησις διέλυσε τήν διαδήλωσιν τῶν

Ἐαμιτῶν βιαίως εἰς τήν πλατείαν τοῦ Συντάγματος διότι ἐπετέθησαν κατά τῆς

οἰκίας τοῦ πρωθυπουργοῦ κ. Γ. Παπανδρέου, συνέβησαν δέ καί αἱματηρά

κρούσματα κατῆλθον ἐν Ἀθήναις περί τούς 30.000 ἀντάρται τοῦ ΕΛΑΣ.

Ἐμάθομεν ὅτι εἰς τό πλησίον τοῡ Ἐρυθροῦ Σταυροῡ Γηροκομεῖον

ἠμποδίσθησαν ὑπό τῶν ταγμάτων ἀσφαλείας. Ἡ εἴδησις αὔτη διεδόθη εἰς τό

συνωστιζόμενον ἐκκλησίασμα. Φόβος δέ καί τρόμος συνέχει τούς πάντες, ἐφ΄

ὅσον ἔβλεπον καί αὐτοκίνητα κατερχόμενα πλήρη ἀνταρτῶν. Ἔπρεπε λοιπόν

καί ὁ ἱεροκῆρυξ νά συνδυάση τόν λόγον του ἄλλως καί ἡ ἁγία Βαρβάρα εἶναι

οὐχί ξένος πρός τά πολεμικά, εἶναι προστάτις τοῦ στρατοῦ, τοῦ πυροβολικοῦ

μάλιστα. Οἱ Ἕλληνες ἀντάρται, εἶπον, ἀντί ἀπό τῶν ὀρέων νά κατευθύνονται

πρός τήν Μακεδονίαν, ἔχασαν τόν δρόμον καί συρρέουσιν εἰς τήν πρωτεύουσαν

καί ἀντί νά πολεμῶσιν κατά τῶν ἐπιδρομέων Βουλγάρων χύνουσιν ἀδελφικόν

αἷμα. Τό αἷμα αὐτό θά βοᾶ πρός Κύριον καί θά εἶναι ὀργή θεοῦ καί κατάρα δι΄

αὐτούς καί τάς οἰκογενείας τῶν, ἕως νά ἀνοίξη ἡ γῆ καί καταπίη αὐτούς ὅπως

τόν ἀδελφοκτόνον Κάιν. Ἄς γονατίσωμεν ἐνώπιόν τοῦ Ὑψίστου νά κάμη ἔλεος,

νά λυπηθεῖ τό δυστυχισμένον ἔθνος μας. Εἶναι κακόν μεγάλο αὐτό ποῦ γίνεται

χριστιανοί. Μετά τήν ἐπανάστασιν τοῦ 1821 πολλοί ἀγωνισταί ἐπειδή δέν

ἰκανοποιήθησαν ὅπως αὐτοί ἤθελον, κατέφυγον εἰς τά ὅρη ὡς λησταί καί

53
ἀποτέλεσαν ὀνόματα ἰσχυρά καί ἤρχισαν ἀτέλειωτον πόλεμον μετά τοῦ

στρατοῦ τοῦ κράτους. Ἀνεκδιήγητα δεινά καί μεγάλαι συμφοραί

ἐπηκολούθησαν εἰς τό κράτος ἐπί 50ετίαν καί πλέον χωρία ὁλόκληρα καί δύο

γενεαί ἀνθρώπων ἔσβυσαν εἷς τόν ἐμφύλιον αὐτόν πόλεμον».

Επίσης ο Κουρίλας στιγματίζει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του

εμφυλίου του 1944 ως 1949 που ξέσπασε στην Ελλάδα λόγω πολλών

μεταρρυθμίσεων που θέλησαν να επιβάλουν οι πρωτεργάτες του ανατρεπτικού

κομμουνισμού – με τις δράσεις και αρχές του οποίου εκείνη την εποχή υπήρξε

αντίθετος - επηρεάστηκαν εκατοντάδες εκπαιδευτικοί με αποτέλεσμα να

γίνουν καθοδηγητές των κομμουνιστών ορδών και όργανα της ΟΠΛΑ62.

Αναφέρουμε χαρακτηριστικά παρακάτω το συγκεκριμένο απόσπασμα που

φανερώνει τόσο γλαφυρά το σχολιασμό του στα επικείμενα του Εμφυλίου

γεγονότα: «… οἱ εἰσηγηταί καί ἐκπαιδευτικοί ἐκείνων τῶν μεταρρυθμίσεων,

πρωτεργᾶται τοῦ ἀνατρεπτικοῦ κομμουνισμοῦ ἴσως νά μή εἶχον διαφθαρῆ

τόσον ἐκατατοντάδες ἐκπαιδευτικῶν λειτουργῶν, ὥστε νά γίνουν

«καθοδηγηταί» τῶν κομμουνιστικῶν ὀρδῶν, ἐκτελεσταί τῆς ΟΠΛΑ,

«καπεταναῑοι» τῶν ἀθηναϊκῶν ὁδομαχιῶν, νά μή εἶχον παραπλανηθῆ μέχρι

τοιούτου τραγικοῦ σημείου χιλιάδες ἁγνῶν ἑλληνόπαιδων χάρις εἰς τήν κακήν

ἠθικήν καθοδήγησιν σχολείου καί πανεπιστημίου… καί διεκτραγωδεῖ τήν

ἐγκληματικήν ἀδιαφορίαν τοῦ ὑπουργείου τῆς Παιδείας πρός ὑπεράσπισιν τῶν

ἰδανικῶν ἄπερ ἀπετέλεσαν διά τῶν αἰώνων πηγήν δυνάμεων διά τήν φυλήν

μας. Ἔχομεν κάθε λόγον νά φοβούμεθα ὅτι ἐπιζῆ καί βυσσοδόμει καί ἐργάζεται

ἡ πνευματική ἐκείνη ὀργάνωσις ἡ ὁποία ἀπό τοῦ 1923 ἕως σήμερα μᾶς ἔφερεν

εἰς τήν τραγικήν αὐτήν κατάστασιν καί διαπιστώνει ὅτι ἰσχύει ὁ νόμος ὅν

62 Η Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών (Ο.Π.Λ.Α.) ήταν μια ένοπλη οργάνωση, με


καθήκοντα ασφαλείας, συλλογής πληροφοριών και εκτέλεσης ειδικών αποστολών, που έδρασε
στις πόλεις της Ελλάδας από το καλοκαίρι του 1943 μέχρι το 1947, ήτοι στην Κατοχή, μετά το
τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Το 1947, κατά τη
διάρκεια του εμφυλίου, η ηγεσία του ΚΚΕ δημιούργησε στη θέση της την Λαϊκή Πολιτοφυλακή.

54
ὑπέγραψαν ἕνα μήνα προτοῦ Δεκεμβριανῶν οἱ «συναγωνιστές», δημοσιευθεῖς

ὑπό τῆς ἀναλαβοῦσης τοῦ Ἰανουαρίου κυβερνήσεως (Πλαστῆρα) «ὅτι διέπουν

τά τῆς διοικήσεως ἄνθρωποι οἵτινες στενῶς συνεδέθησαν μέ τούς πνευματικούς

ἠγέτας τῆς ἀποπείρας τῆς ἀνατροπῆς καί οἱ ὁποῖοι οὔτε ἔναντι τῶν ξένων

κατακτητῶν… ἔδειξαν ἠθικήν ἀντοχήν». Καί αὐτό δέ τό ἀνώτατον

ἐκπαιδευτικόν συμβούλιον εἶναι τῆς κοσμοθεωρίας καί ἰδεολογίας τῆς ρότας

σχεδόν μέ τούς ἠγέτας τῆς Δεκεμβριανῆς ἐπαναστάσεως καί ὅτι « οἱ ἀριστεῑς

τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαιδεύσεως ἀγωνισθέντες πάντοτε μέ σθένος διά τά ἐθνικά

ἰδανικά καί ἐπιδείξαντες πατριωτικήν διαγωγήν ἔναντι τῶν κατακτητῶν

ἀπομακρύνονται μέ τήν δικαιολογίαν ὅτι εἶναι πολλοί συντηρητικοί… ὅτι καί

αὐτή ἡ ἀνακίνησις τοῦ γλωσσικοῦ ζητήματος γίνεται διά νά καταδικασθῆ ἡ

ἀντιπαθής εἰς τούς μεταρρυθμιστάς καθαρεύουσα ὡς ἀντεθνική63 …». Μάλιστα

ο Κουρίλας στη συνέχεια κάνει ιδιαίτερη μνεία για τους Ηπειρώτες δασκάλους

και στα αίτια που τους οδήγησαν να υποκύψουν στις πιέσεις των

κομμουνιστικών οργάνων αφήνοντας έτσι να συμβεί ένα «ἐπάρατο

παιδομάζωμα». Πιο συγκεκριμένα αναφέρει: « …Πάντες σχεδόν ἐν Ἠπείρω οἱ

διδάσκαλοι ὑπῆρξαν ριψάσπιδες καί τότε εὗρον οἱ κομμουνισταί εὐκαιρίαν νά

ἐφαρμόσουν τό ἐπάρατον παιδομάζωμα. Εἶναι καί ἄλλος λόγος δι’ ὄν

συνέβησαν τά ἀνωτέρω, ὁ αἰσχρός μισθός καί τό οἰκονομικόν βάραθρον. Ἡ

πείνα εἶναι κακός σύμβουλος…».

Τέλος επίσης ένα πειστήριο όχι μόνο της ομηρείας του κατά τα Δεκεμβριανά

αλλά και του ήθους που επέδειξε αποτελεί και η απόφαση της συνεδρίας της

Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών την 3η και 5η Φεβρουαρίου του 1945, η οποία του

απεστάλη διά του κοσμήτορά της Ν. Βλάχου. Ανέφερε χαρακτηριστικά στην

επιστολή: «Ἔχω τήν τιμήν νά ἀνακοινώσω ἠμῑν ὅτι ἡ Σχολή κατά τήν

συνεδρίαν αὐτῆς τῆς 3 καί 5 Φ/ρίου ἐ. ἐ. ἀπεφάσισε νά ἐκφράση πρός ὑμᾱς τήν

63 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

55
λύπην καί τήν συμπάθειάν της διότι συλληφθέντες ὡς ὅμηρος κατά τό

πρόσφατον ἀντεθνικόν κίνημα οὐ μόνον ἐδεινοπαθήσατε, ἀλλά εἴχετε τό

ψυχικόν σθένος νά ἐνθαρρύνητε τούς συνομήρους σας εἰς τήν ἐγκαρτέρησιν

τῶν κακουχιῶν64».

64 Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

56
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ

1. Ο Ευλόγιος Κουρίλας ως εκπαιδευτικός δημόσιος λειτουργός και

Πανεπιστημιακός Δάσκαλος.

Ο Κουρίλας υπηρετεί κατά διαστήματα και τη δημόσια παιδεία. Στις

10/9/1915 διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος65 στο 6° σχολείο στην Αθήνα και στις

4/9/1917 απολύεται66, λόγω της συμμετοχής του στα Νοεμβριανά. Στις 2/1/1921

επανέρχεται στην υπηρεσία ως δευτεροβάθμιος καθηγητής 67, ξανά στο 6°

σχολείο και στις πέντε του ίδιου μήνα προάγεται σε πρωτοβάθμιο καθηγητή.

Στις 21/3/1923 υποβιβάζεται σε δευτεροβάθμιο καθηγητή του γυμνασίου

Σητείας Κρήτης και στις 11/5/1923 γίνεται δεκτή η παραίτησή του από τη θέση

αυτή. Το 1931 διορίζεται καθηγητής των φιλολογικών μαθημάτων στην

Αθωνιάδα Σχολή που μόλις είχε επανιδρυθεί στο Άγιο Όρος. Η διδακτορική του

διατριβή με τίτλο: « Ἡ Μοσχοπόλις καί ἡ Νέα Ἀκαδημία αὐτῆς, ἡ καταγωγή

τῶν Κουτσοβλάχων καί ἡ ἐγγραμμάτισις τῆς γλώσσης αὐτῶν»68 υποβλήθηκε το

1935, πήρε το βαθμό άριστα και ο Κουρίλας ανακηρύχθηκε παμψηφεί διδάκτωρ

του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η παρουσία του στην εκπαίδευση

επαναπροσδιορίζεται στις 3 Οκτωβρίου 193569 τότε δηλαδή που διορίζεται

έκτακτος καθηγητής της έκτακτης αυτοτελούς έδρας της Ιστορίας Νεωτέρων

Χρόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΦΕΚ 123) αμέσως όμως μετά, στις

12/10/ 1935 και με την υπ' αριθμ. 12-12/10/1935 (ΦΕΚ 461) συντακτική πράξη

ακυρώνεται ο διορισμός του. Μετά από θετική πρόταση της τριμελούς

εισηγητικής επιτροπής και σύμφωνα με το διάταγμα της 20/9/1942 διορίζεται

καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας των Αλεξανδρινών Χρόνων μέχρι

65 ΦΕΚ 205/1915 Υπουργείου Παιδείας.


66 ΦΕΚ 191/1917 Υπουργείου Παιδείας.
67 ΦΕΚ 292/1920 Υπουργείου Παιδείας.
68 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί Συγγραφαί, 60-67.
69 Επί κυβερνήσεως Παν. Τσαλδάρη.

57
της διαιρέσεως του Ρωμαϊκού κράτους στη Φιλοσοφική Σχολή, του

Πανεπιστημίου Αθηνών. Το εναρκτήριο μάθημα του ήταν «Ὁ Μακεδονικός

ἑλληνισμός συνδιαλλαττόμενος μετά τοῦ Χριστιανισμοῦ». Ο διορισμός του

δημοσιεύεται στο ΦΕΚ υπ' αριθμ. 178-26/9/1942 (τ. Γ') και στις 12/10/ 1942 τον

βρίσκουμε να συμμετέχει για πρώτη φορά στη β' συνεδρία της Φιλοσοφικής

Σχολής αλλά και να απουσιάζει συχνότατα από πολλές συνεδρίες της σχολής 70.

Η δημιουργία έδρας με γνωστικό αντικείμενο τους Ελληνιστικούς και

Χριστιανικούς χρόνους επέφερε αναστάτωση στο χώρο των καθηγητών και ο

διορισμός του Κουρίλα στο Πανεπιστήμιο προκάλεσε την οξεία αντιπαράθεσή

του κυρίως με τον καθηγητή Σωκράτη Κουγέα ο οποίος τον κατέκρινε για

αλβανικές εθνικιστικές ιδέες και ενέργειες και παράλληλα τον θεώρησε

ανεπαρκή και με ελλιπή προσόντα για να καταλάβει την Έδρα της Ιστορίας 71. Η

διαμάχη δεν άργησε να δημοσιοποιηθεί και υπήρξαν τοιχοκολλήσεις με βαρείς

χαρακτηρισμούς για τον Κουρίλα. Ο Κουρίλας κατόπιν αυτών αναγκάζεται να

καταφύγει στη δικαιοσύνη72.Διορίζεται επίσης για λίγο χρονικό διάστημα στη

διεύθυνση των Χειρογράφων των Γενικών Αρχείων του Κράτους 73 και την

Εθνική Βιβλιοθήκη, ο διορισμός του όμως ανακαλείται ως αντικανονικός.

Απολύεται από τη θέση του καθηγητή αυτοδικαίως, με βάση το άρθρο 4 της υπ'

αριθμ. 60/1945 συντακτικής πράξης (ΦΕΚ 167), εφόσον ο διορισμός του έγινε επί

Κατοχής. Κατά τη νέα ψηφοφορία στις 16/12/1946 λαμβάνει 8 ψήφους υπέρ, 7

κατά και 1 ψήφο λευκή. Η απόφαση διαβιβάστηκε από την πρυτανεία προς το

Υπουργείο Παιδείας που παρέπεμψε την υπόθεση στο νομικό σύμβουλο, ο

70 Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριών Φιλοσοφικής Σχολής, 12/10/1942.


71 Ευλόγιoς Κουρίλας, Το Κράτος της Αληθείας, 47-55.
72 Σε συνεδρίαση της Φιλοσοφικής Σχολής το Μάρτιο του 1943 ο Κουρίλας ανακοινώνει την
προσφυγή του στη δικαιοσύνη, για τη διαμάχη του με τον Κουγέα, έχει δε την υποστήριξη των
καθηγητών Ν. Εξαρχόπουλου, Δ. Ζακυθηνού, Ν. Βλάχου και Σ. Μαρινάτου.
73 Αντικαθιστώντας τον Σ. Κουγέα γεγονός που προκαλεί και πάλι αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Ο Κουγέας στέλνει επιστολή προς το Υπουργείο Παιδείας όπου επισημαίνει ότι είναι εθνικά
επικίνδυνο να έχει πρόσβαση ο Κουρίλας σε αμιγώς εθνικά χειρόγραφα, βλ. Ευ. Κουρίλα, όπ.,
171

58
οποίος θεώρησε τη λευκή ψήφο υπέρ του Κουρίλα. Στη δεύτερη ψηφοφορία

έλαβε την πλειονοψηφία των παρόντων. Με βασιλικό διάταγμα της 19/6/1947

που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 146 (τ. Γ' 2/7/1947) διορίστηκε καθηγητής της Β'

τακτικής Έδρας της Αρχαίας Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών74. Μετά

από διετία περίπου το Συμβούλιο Επικρατείας ακυρώνει με την απόφαση υπ'

αριθμ. 1789/1948 το ως άνω διάταγμα διορισμού (ΦΕΚ 138-23/5/1949)75 αφού

συζητήθηκε η εκ νέου προσφυγή κατά του διορισμού που είχε γίνει από τους

καθηγητές Κ. Σπυριδάκη και Σ. Κουγέα, επειδή δεν έγινε πρόταση από τη

Σχολή αλλά διαβιβάστηκε η απόφαση της εκλογής από τα πρακτικά. Ο

Κουρίλας απολύεται στις 11/6/1949.

74 Μετά την εκλογή δημοσιεύονται στην εφημερίδα Ελεύθερη Ελλάδα δύο άρθρα με τίτλους:
‘’Ευλόγιος Κουρίλας ο «όφις της Εκκλησίας», Σφετεριστής των ιερών και οσίων και φανατικός
παλαιοημερολογίτης’’ και ‘’Λίγα ακόμη για τον νέο καθηγητή Ε. Κουρίλα, μια ζωή
πολυκύμαντη από τα Νοεμβριανά του 1917 έως την ιταλική κατοχή’’ με αρνητικότατα σχόλια
για την εκλογή αλλά και τη δράση του Ε. Κουρίλα στο άγιο Όρος και την Αλβανία. Στην εφημ.
Μάχη, τον Μάρτιο του 1943, όπως σημειώνει ο ίδιος ο Κουρίλας, και με τίτλο «Ο διαβολόπαπας»
γίνεται επίσης αναφορά στη ζωή και το έργο του.
75 Πιστοποιητικό του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας/Τμήμα Αρχείων
13/9/1948.

59
2. Η βιβλιοθήκη του Ευλόγιου Κουρίλα.

Το συγγραφικό έργο του Κουρίλα διακρίνεται σύμφωνα με τον ίδιο σε

επτά θεματικές ενότητες: α) Ιστορικά και Βυζαντινολογικά, β) Βιογραφίες, γ)

Λεξικογραφικά και Γλωσσολογικά, δ) Λαογραφικά, ε) Εκκλησιαστικά και

Θεολογικά, στ) Φιλοσοφικά. και ζ) Διάφορα. Η βιβλιοθήκη και το αρχείο του

Ευλόγιου Κουρίλα κληροδοτήθηκαν στην πόλη των Ιωαννίνων το 1961 με

σκοπό να δοθούν στο υπό ίδρυση Πανεπιστήμιο. Μετά από τρεις δεκαετίες, το

1992, μεταφέρθηκαν στον Τομέα Ιστορίας Νεότερων Χρόνων του Τμήματος

Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ο οποίος μερίμνησε ώστε να τοποθετηθούν σε

ιδιαίτερο χώρο φύλαξης. Η πρώτη εργασία που πραγματοποιήθηκε εκ μέρους

του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ήταν η οργάνωση και καταγραφή των βιβλίων

της βιβλιοθήκης, εργασία ιδιαίτερα επίπονη και χρονοβόρα αφού οι 13.850 τόμοι

χωρίστηκαν αρχικά σε ελληνικούς και ξενόγλωσσους τίτλους, τοποθετήθηκαν

σε απόλυτη αλφαβητική σειρά, έγινε καταγραφή στο βιβλίο εισαγωγής και σε

βιβλία - αλφαβητικά ευρετήρια και τέλος συντάχθηκαν τα απαραίτητα

βιβλιογραφικά δελτία. Το ίδιο έγινε και για τους 2.000 περίπου τόμους που

αντιστοιχούν σε 330 τίτλους περιοδικών. Μετά από αρκετά χρόνια το 2009

αποφασίστηκε η δεύτερη φάση που ήταν η καταγραφή του αρχείου από την

φιλόλογο κ. Μαίρη Ζαγκλή-Μπόζιου76. Μετά από αρκετή σκέψη και

παλινδρομήσεις έγινε η επεξεργασία του υλικού, η ταξινόμηση των αρχειακών

περιγραφών ανά φάκελο και η καταγραφή των εκατοντάδων χιλιάδων

τεκμηρίων. Σκοπός της καταγραφής και παρουσίασης του περιεχομένου του

αρχείου του Ευλόγιου Κουρίλα είναι η γνωστοποίηση και συμπλήρωση της

εκδοτικής του δραστηριότητας, η τεκμηρίωση πολλών από τις κοινωνικές και

πολιτικές, κυρίως, δραστηριότητές του και η έρευνα του ρόλου τον οποίο

διαδραμάτισε ως μοναχός στο άγιο Όρος, ως τελευταίος επίσκοπος Κορυτσάς

76 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας, 2-5.

60
και ως προσωπικότητα στους κόλπους της εκκλησίας με παρεμβάσεις στη

διαμόρφωση πολιτικής στο εθνικό ζήτημα της Βορείου Ηπείρου καθώς και ως

καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το αρχείο πιστοποιεί την ενεργή του

παρουσία και δραστηριότητα τόσο στο μοναχικό βίο στο άγιο Όρος και στην

εκκλησιαστική ζωή γενικότερα όσο και στους χώρους της πολιτικής και

στρατιωτικής ζωής στην Ελλάδα. Αναδεικνύονται επίσης πτυχές του

χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Τα προσωπικά του κατάλοιπα και η

συλλογή υλικού γίνονται εργαλείο έρευνας για την κατανόηση και προσέγγιση

ατομικών περιπτώσεων, που συμβάλλουν ή θεωρούν ότι συνεισφέρουν ή

διαμορφώνουν καταστάσεις και ισορροπίες στην κλειστή κοινωνία του αγίου

Όρους και στην Ελλάδα το πρώτο μισό του 20ou αι. Το αρχείο λόγω του εύρους

των πληροφοριών χρήζει πολλών αναγνώσεων και η παρουσίασή του θα δώσει

το κίνητρο και τη δυνατότητα να αναδειχθούν πολυσήμαντες πληροφορίες και

να συμπληρωθούν κενά ή ερμηνείες. Πρόθεση της εργασίας ήταν η

παρουσίαση ενός βιβλίου - εργαλείου έρευνας που θα συμβάλει ώστε ο

Κουρίλας να λάβει τη θέση που του αρμόζει στην ιστορία και να τεκμηριώσει

τον εθνικοθρησκευτικό και παιδευτικό του ρόλο. Η πίεση του χρόνου για την

έκδοση, λόγω συνταξιοδότησης της κ. Ζαγκλή-Μπόζιου από τον Ιανουάριο του

2008 και των δυσκολιών που ανέκυψαν μετά την απομάκρυνση από το χώρο

εργασίας, καθόρισε και την έκταση της έρευνας, της επεξεργασίας του υλικού

και των ευρετηρίων. Προτιμήθηκε από τη μη έκδοση την έκδοση με το

ενδεχόμενο να υπάρχουν κάποια λάθη ή αβλεψίες και όπως τόνισε η

ερευνήτρια: « Δε γνωρίζουμε αν η επιλογή της ομάδας μας θα είναι επιτυχής,

επειδή το αρχείο είναι πολύ μεγάλο σε έκταση και ποικίλου περιεχομένου.

Πάντως είναι γεγονός ότι από μέρους μας η όλη εργασία έφθασε στο τέλος με

πολύ δουλειά, πολύ προσωπικό χρόνο και χωρίς καμία απολύτως χρηματική

ανταμοιβή. Εκ των προτέρων ζητούμε συγνώμη για κάποια τεχνικά ζητήματα

και τυχόν μεθοδολογικά λάθη. Στην πρώτη φάση ταξινόμησης πολύτιμη ήταν η

βοήθεια της συναδέλφου μου κ. Δέσποινας Γιαραλή και αργότερα της

61
φιλολόγου κ. Αθανασίας Λύτρα τις οποίες και ευχαριστώ θερμότατα. Επίσης

ευχαριστώ θερμά τον κ. Γ. Σιορόκα, καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

για τις υποδείξεις του, τον καθηγητή και αντιπρύτανη του Πανεπιστημίου

Ιωαννίνων κ. Γ. Παπαγεωργίου που βοήθησε για την έκδοση και μερίμνησε

ώστε να συμπεριληφθεί η έκδοση του αρχείου στη σειρά των παραρτημάτων

της Επιστημονικής Επετηρίδας της Φιλοσοφικής Σχολής Δωδώνη καθώς και την

κ. Μαρία Βακαλοπούλου, προϊσταμένη Γενικού Ευρετηρίου ΓΑΚ Αθηνών, για το

χρόνο που διέθεσε και για τις πολύτιμες συμβουλές της για την ολοκλήρωση

του ευρετηρίου77».

77 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας, 6.

62
3. Το συγγραφικό έργο του Ευλόγιου Κουρίλα.

Κατάλογο των έργων του εξέδωσε ο ίδιος ο Κουρίλας το 1935 78 τα οποία,

συνολικά είναι 57 παρουσιάζοντας καθ' ύλη σε 7 θεματικές ενότητες δηλ.

Ιστορικά και Βυζαντινολογικά (29), Βιογραφίες (8), Λεξικογραφικά και

Γλωσσολογικά (5), Λαογραφικά (5), Εκκλησιαστικά και Θεολογικά (5),

Φιλοσοφικά (3), και τέλος Διάφορα (2). Ο Θεόδουλος Παπαδάκης, διάκονος και

αργότερα αρχιμανδρίτης, έμπιστος συνεργάτης του Ευλόγιου. Κουρίλα και

πνευματικό του τέκνο από το άγιο Όρος, μετά το θάνατο του Κουρίλα και

στηριζόμενος στον κατάλογο του 1935 συνέταξε και εξέδωσε κατάλογο79 των

έργων που είδαν το φως της δημοσιότητας. Στον κατάλογο καταγράφονται οι

εκδόσεις 251 εργασιών και καταχωρούνται τα σχόλια του ίδιου του Κουρίλα,

καθώς βιβλιοκρισίες και κρίσεις που προκάλεσαν οι εκδόσεις αυτές. Επιπλέον

μεταφέρει από τον κατάλογο που συνέταξε και εξέδωσε το 1935 ο Ευλόγιος

Κουρίλας τις πιο σπουδαίες ανέκδοτες μελέτες του.

3.1. Στα ιστορικά - Βυζαντινολογικά του έργα συγκαταλέγονται έργα και

μελέτες και ενδεικτικά παρακάτω αναφέρονται οι σπουδαιότερες:

3.1.1. ‘’Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης80’’:

Πρόκειται για μια μελέτη ιστορική, γλωσσική και ερμηνευτική που

περιέχει την πρωτότυπη βιογραφία του αρχιεπισκόπου Γρηγορίου γιατί μέχρι

τότε δεν υπήρχε κάποια άλλη σχετική έκδοση και εξετάζει συναφή θέματα

περί Αλβανικών μελετών των προηγούμενων πέντε περίπου αιώνων σε σχέση

με την πνευματική κίνηση για τη μετάφραση των Αγίων Γραφών στα

78 Ευλόγιος Κουρίλας, Αναγραφή συγγραφών και επιστημονικών διατριβών (1909-1935), 31.


79 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί, 15.
80 Εὐλόγιος Κουρίλας, Γρηγόριος ὁ Ἀργυροκαστρίτης, 62.

63
Αλβανικά. Μάλιστα ο Κουρίλας προβάλλει τον Γρηγόριο ως κληρικό

μεταφραστή της Καινής Διαθήκης με αλβανικά γλωσσολογικά στοιχεία

(μετάφραση που εκδόθηκε το 1824 και παρουσιάστηκε στην Κέρκυρα) και

εκδότη-τυπογράφο της Ακαδημίας της Μοσχοπόλεως. Πρόκειται λοιπόν για

τον αρχιεπίσκοπο Δυρραχίου Γρηγόριο Κωνσταντινίδη (μέσα 18 ου αι.), μαθητή

του Ιωάννου του Χαλκέως, ο οποίος φέρεται από μαρτυρίες να έχει επινοήσει

«ἰδίαν γραφήν, δι΄ ἦς Παλαιάν τέ καί Νέαν μετέφρασεν εἰς Ἀλβανικήν»81,

δηλαδή μετέφρασε την Αγία Γραφή με στοιχεία Αλβανιτικά, τα οποία ο ίδιος

εφηύρε κατά το έτος 1761. Υπήρξε δηλαδή και αυτός πρωτοστάτης της

εγγραμάτησης της αλβανικής γλώσσας όπως και άλλοι διαπρεπείς

αρχιεπίσκοποι, μητροπολίτες, διδάσκαλοι και ιεροκήρυκες, προσφορά που η

Ελλαδική Εκκλησία αναγνώρισε προβιβάζοντας κάποιους απ΄ αυτούς σ΄

ανώτερα εκκλησιαστικά αξιώματα. Γι΄ αυτό και το έτος 1767 σε σύνοδο της

Κωνσταντινούπολης ο Γρηγόριος υπογράφει ως Μητροπολίτης Δυρραχίου,

πράγμα το οποίο μαρτυρείται και σε κώδικα του ναού της Παναγίας στη

Μοσχόπολη82. Αργότερα ο Γρηγόριος με μετάθεση χρημάτισε αρχιεπίσκοπος

Εύβοιας και Μητροπολίτης Αθηνών (1799-1824).

Χαρακτηριστικό είναι και το σημείο του έργου του Κουρίλα όπου γίνεται

αναφορά στη Θρησκεία του Χριστού για την αναγέννηση των εθνικών

γλωσσών. Πιο συγκεκριμένα πρεσβεύει ότι η θρησκεία έδωσε την πρώτη

ώθηση στην εγγραμάτηση της Αλβανικής Γλώσσας μέσα από την ανάγκη που

προέκυψε για την κατανόηση του κηρύγματος από τους Αλβανούς και

ιδιαίτερα του αγίου Ευαγγελίου. Σ΄ αυτό βέβαια συνηγορεί και η μαρτυρία που

επικαλείται ο Κουρίλας του διάσημου θεολόγου Gerlach, που επισκέφτηκε την

Αλβανία το 157683. Για το πότε όμως αισθάνθηκαν την ανάγκη οι ίδιοι Αλβανοί

να μεταφραστεί η Αγία Γραφή στα Αλβανικά δεν υπάρχει βεβαιότητα. Πάντως

81 Γ. Κρέμου, ‘’ Νέα Ἑλλάς ἤ Ἑλληνικόν Θέατρον’’, 236.


82 Εὐλόγιος Κουρίλας, ό.π., 65.
83 Εὐλόγιος Κουρίλας, ό.π., 66.

64
η επιθυμία τους διαφαίνεται κατά τον Κουρίλα στο πρόσωπο του εθνικού τους

ήρωα Γεωργίου Καστριώτη ή Σκενδέρβεη που έζησε και δραστηριοποιήθηκε

κυρίως το πρώτο μισό του 15ου αιώνα. Σχολιάζει ο Κουρίλας ότι οι ιστορικοί τον

εθνικό ήρωα της Αλβανίας Σκενδέρβεη τον παρουσιάζουν σαν θρησκευτικό

άνδρα που αποτάσσεται το θρήσκευμα του Μωάμεθ και συντάσσεται με την

θρησκεία του Χριστού έχοντας την πεποίθηση ότι κάνει έτσι θεάρεστο έργο και

σώζει την ψυχή του διατηρώντας την παράδοση της οικογενείας του84. Μάλιστα

μαρτυρείται ότι ο Γρηγόριος, αρχιεπίσκοπος Δυρραχίου, είχε στην κατοχή του

το αρχαιότερο εκκλησιαστικό χειρόγραφο στην Αλβανική γλώσσα που

φανερώνει την προσπάθεια του Καστριώτη να δημιουργήσει εθνική

εκκλησιαστική γλώσσα με τη συνδρομή λογίων και κληρικών της Αυλής του.

Αυτό είχε ανακαλυφτεί από τον Ρουμάνο ιστορικό Jorga στη Λαυρετινή

βιβλιοθήκη της Φλωρεντίας και σχετικό δημοσίευμα έγινε από τον καθηγητή

Μάριο Rogues στο περιοδικό «Romania» στο Παρίσι το 192685. Το χειρόγραφο

βέβαια αυτό είναι γραμμένο πάνω σε εκλεπτυσμένη περγαμηνή διαστάσεων

0,20Χ0,14 και περιέχει συνολικά τριάντα επτά (37) φύλλα. Άλλη μαρτυρία για

την προσπάθεια μετάφρασης της Αγίας Γραφής στην Αλβανική γλώσσα είναι

και το χειρόγραφο του Μεδιολάνου που εμπεριέχει αλβανικές μεταφράσεις με

αριθμό Β112 supp της Αμβροσιανής Βιβλιοθήκης που πιθανότατα έχει γραφεί

τον 17ο αιώνα. Ο Κουρίλας αναφέρει ότι τη σχετική δημοσίευση την επιμελείται

ο μακαριστός καθηγητής του Σπ. Λάμπρου86. Το χειρόγραφο απαριθμεί εξήντα

84 Ανωνύμου, Επιτομή της ιστορίας Γεωργίου του Καστριώτου του επονομασθέντος Σκεντέρμπεη
βασιλέως της Αλβανίας μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού, Μόσχα, 1812, σελ.22. Είναι η πρώτη στα
ελληνικά βιογραφία. Αποτελεί μετάφραση άγνωστου μεταφραστή από άγνωστο γαλλικό έργο.
Αυτό το έργο επηρέασε πολλούς Έλληνες λόγιους και λογοτέχνες του 19ου αιώνα, ενώ ήταν
γνωστό και σε αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης. Μεταφράστηκε
στη ρουμανική, ρωσική και ιταλική γλώσσα. Η μετάφραση στα ιταλικά είχε τη σημαντικότερη
απήχηση, από την οποία προήλθε το έργο του Α. Παπαδόπουλου-Βρετού, «Ιστορία Γεωργίου
Καστριώτου του μετονομασθέντος Σκεντέρμπεη», Αθήνα, 1848.
85 Μάριο Rogues,’’ Περί Καστριώτου’’, Romania, 206, ( 1926) 162-164.

86 Σπ. Λάμπρου, ‘’Το χειρόγραφο του Μεδιολάνου’’, Νέος Ελληνομνήμων, τόμος Γ΄, (1906) 481-
482.

65
τρία φύλλα έχοντας στην εμπρόσθια όψη το «Χριστός Ανέστη» στα Αλβανικά

και στην οπίσθια την ευαγγελική περικοπή που διαβάζεται την Μεγάλη

Παρασκευή.

Στο τρίτο μέρος του εν λόγω έργου ο Κουρίλας αναφέρεται στη

συνδρομή και βοήθεια των καθηγητών της Ακαδημίας Μοσχοπόλεως για το

μεταφραστικό έργο καθώς και τη σημαντική αρωγή εξωτερικών συντελεστών,

όπως των ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Πιο συγκεκριμένα υπογραμμίζει το

«ιερό τρίγωνο» της άνθησης των γραμμάτων 87, Ελμπασάν-Κορυτσά και

Αργυρόκαστρο, όπου στο πρώτο αντιπροσωπεύεται ο γλωσσολογικός τύπος

της Γκεγικής διαλέκτου στο δεύτερο της Τοσκικής και στο τρίτο (το

σημαντικότερο) της Κορυτσάς της Τσαμικής και Λιαπικής, οι τέσσερις δηλαδή

αποχρώσεις της κοιτίδας της Αλβανικής γλώσσας. Στη συνέχεια όμως τονίζει

ότι το κέντρο της πνευματικής κίνησης της Κορυτσάς εστιάζεται στην

Ακαδημία της Μοσχόπολης και στο εκδοτικό έργο του τυπογραφείου κυρίως

κατά το 18ο αιώνα, που απέχει τέσσερις περίπου ώρες απ΄ αυτή, που από τον

ιστορικό Πουκεβίλ88 μαρτυρείται η ανέγερσή της πόλης από τον Κουϊντο

Μάξιμο τον ενδέκατο αιώνα πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης των

Μόσχων89.

Περίληψη αυτού του έργου ο Κουρίλας δημοσιοποίησε 90 το χρονικό

διάστημα 1926-1934 εξετάζοντας όλες τις μεταφραστικές προσπάθειες

τεσσάρων περίπου αιώνων (15-19ος αι.) της Αγίας Γραφής στην Αλβανική

γλώσσα, που πραγματώθηκαν και κορυφώθηκαν στη Νέα Ακαδημία της

Μοσχόπολης και είχαν ως πρωταρχική αιτία την διευκόλυνση του ποιμαντικού

και διδακτικού έργου της Εκκλησίας στους γηγενείς Αλβανούς κατοίκους.

Εξαίρει επίσης την άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών μέσα από τα

87 Εὐλόγιος Κουρίλας, ό.π., 76.


88 Pouqueville, Voyage de la Grece , 329-330.
89 Κων/νος Σκενδέρης, Ιστορία της Μοσχοπόλεως, 38.
90 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης’’, Θεολογία, τόμος Ζ΄,(1929) 348-363∙
Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης ’’, Θεολογία, τόμος ΙΒ΄(1934) 69-84.

66
ευαγή ιδρύματα, το τυπογραφείο και την οργάνωση της περιώνυμης και

ξακουστής Ακαδημίας της Μοσχόπολης, που υπήρξε το κέντρο σπουδαίας

ελληνιστικής κίνησης προετοιμάζοντας ακόμα και την απελευθέρωση των

Ελλήνων και την πνευματική αφύπνιση όλων των Βαλκανίων. Άλλωστε ο

Κουρίλας υπενθυμίζει ότι η βιογραφία πάνω από τριάντα λογίων της

Μοσχόπολης (όπως του Νικολάου Κωστίκα Μοσχοπολίτου, Νικολάου Στίγνη,

Χρυσάνθου του Ηπειρώτη, Νεκταρίου Τέρπου του Ιερομονάχου, Μιχαήλ Γκόρα

του Υπισχιώτη, κ.α.) που σκιαγραφήθηκαν στο έργο του αποτελεί

σπουδαιότατη συμβολή στα ελληνικά γράμματα μετά τους χρόνους της

Άλωσης, όπως και η ανακάλυψη της σχέσης της Ακαδημίας αυτής με τις

Σχολές του Ιασίου και Βουκουρεστίου, των οποίων ιδρυτές και οργανωτές

υπήρξαν προσωπικότητες με καταγωγή από κοντινές στη Μοσχόπολη

περιοχές91.

3.1.2. ‘’Αλβανικαί Μελέται – Η μετάφρασις της Καινής Διαθήκης εις το

αλβανικόν’’:

Πρόκειται για μελέτη, όπου ο Κουρίλας πραγματεύεται την ιστορία της

συγκεκριμένης μετάφρασης καθώς και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες

προέκυψε αυτή η ανάγκη. Επειδή η συγκεκριμένη μετάφραση έγινε στην

Κέρκυρα γίνεται λόγος και για την εκεί πνευματική κίνηση και ιδιαίτερα για το

ζήτημα της νεοελληνικής μετάφρασης της Αγίας Γραφής, θέμα που

εξεταζόταν ευρύτερα και στις υπόλοιπες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Πιο

συγκεκριμένα εξετάζεται η μετάφραση του Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου

Δυρραχίου από γλωσσικής, ερμηνευτικής και δογματικής άποψης και

μελετώνται τα χαρακτηριστικά της ελληνοαλβανικής διαλέκτου. Θεωρεί ο

Κουρίλας από γλωσσική άποψη την μετάφραση του Γρηγορίου ως την

91 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί. 28.

67
καταλληλότερη για λειτουργική εκκλησιαστική χρήση, επειδή βρίσκεται πολύ

κοντά στη γλώσσα του αλβανικού λαού και χρησίμευσε ως βάση στη

λεξικογραφία και γραμματική των Αλβανολόγων μελετητών. Μάλιστα στη

συνέχεια προτάσσει κάποιους ιδιωματισμούς αλλά και φθογγολογικές

διαφορές και ρηματικούς τύπους που συναντώνται στην εν λόγω μετάφραση,

εντάσσοντάς την έτσι στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και όχι

της σλαβικής. Στο δεύτερο μέρος της πραγματείας του αναφέρεται στην

ερμηνευτική πλευρά της μετάφρασης εξετάζοντάς την κάτω από το πρίσμα

της «θεοπνευστίας» της Αγίας Γραφής στηλιτεύοντας έτσι τα τρωτά της

σημεία. Καταληκτικά μάλιστα αντιτάσσεται στον εξοστρακισμό ελληνικών

λέξεων από την αλβανική εκκλησιαστική γλώσσα, φέροντας ως παράδειγμα

μίμησης την Ρουμανική Εκκλησία, η οποία διατήρησε περίπου εξακόσιες (600)

ελληνικές λέξεις στην λειτουργική της γλώσσα92.

3.1.3. Βιβλιογραφία Ηπείρου – Αλβανίας.

Πρόκειται για μια πραγματεία του που τη θεωρεί συμπλήρωμα της

μελέτης που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό σύγγραμμα «Ηπειρωτικά

Χρονικά»93 από τους κυρίους Λουδοβίκο Βύρχνερ, καθηγητή του Μονάχου,

Περικλή Βιζουκίδη, νομοδιδάσκαλο του Βερολίνου και Νίκο Βέη, καθηγητή του

πανεπιστημίου Αθηνών, έργο των οποίων θεωρούσε «ως το πρώτο

σπουδαιότατο έργο μέσω του οποίου ανοίγονται οι λεωφόροι της ιστορίας,

γεωγραφίας, αρχαιολογίας κ.τ.λ. για τους μελετητές της πανάρχαιας χώρας

της Ελλάδας»94. Το κυρίαρχο θέμα που πραγματεύεται ο Κουρίλας είναι η

92 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 48-49.


93 Ευλόγιος Κουρίλας,’’Βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας. Μετά εισαγωγής εις την
Αλβανικήν φιλολογίαν’’, Ηπειρωτικά Χρονικά, τόμος Β΄,(1932) 110-152 και τόμος Δ΄,(1934)112-
145.
94 Ευλόγιος Κουρίλας,’’Βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας. Μετά εισαγωγής εις την
Αλβανικήν φιλολογίαν’’, Ηπειρωτικά Χρονικά, τόμος Γ΄,(1933) 50-152.

68
προέλευση και χρήση των όρων «Ήπειρος» και «Αλβανία», καθώς οι πρώτοι

μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης συγγραφείς από του Βαρλετίου και

μετά χρησιμοποιούσαν τη λέξη «Ήπειρος» και για την Αλβανία, όπως και τον

όρο «Νέα Ήπειρος» κατονομάζοντας την Εκκλησιαστική Διοίκηση της

Αλβανίας μετά την ίδρυσή της. Μάλιστα οι λόγιοι Αλβανοί που κατοικούσαν

στην Ιταλία και συνέγραψαν τα πρώτα γραμματικά και λεξικά δοκίμια της

Αλβανικής γλώσσας τους προσέδωσαν τον όρο «Epirotica». Από την άλλη στη

συνέχεια επικαλείται το γεγονός ότι πολλοί συγγραφείς του δεύτερου μισού

του 19ου αιώνα, όπως και ίδιος, ονομάζουν και την Ήπειρο Αλβανία, δίνοντας

την εξήγηση ότι οι ηπειρώτες και Αλβανοί είναι γνήσιοι απόγονοι των

Πελασγών, δίδυμα αδέρφια, που μοιάζουν όλο και περισσότερο όσο γυρίζουμε

στα άδυτα της αρχαιότητας95, ώστε στα χρόνια διοίκησης του Πύρρου δύσκολα

διακρινόταν ο Ηπειρώτης από τον Ιλλυριό στρατιώτη. Το ότι βέβαια στην

εποχή του (αρχές 20ου αιώνα) διαχωρίζεται έντονα η Ήπειρος από την Αλβανία,

κατά τον Κουρίλα, οφείλεται στον άκρατο φυλετισμό και στις σκοπιμότητες

των πολιτικών της εποχής που θέλουν να εξυπηρετούν σκοτεινά και ίδια

συμφέροντα χειραγωγώντας την ιστορία και υποκινώντας μίσος και διχόνοιες

ανάμεσα στους Ηπειρώτες και Αλβανούς της εποχής του. Γι΄ αυτό αισθάνθηκε

ως υποχρέωσή του να επεκτείνει την βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας που

μέχρι τότε είχε εκδοθεί προκειμένου να ενισχυθεί και τεκμηριωθεί

επιστημονικά η θέση του αυτή. Μάλιστα ο Θεόδουλος Παπαδάκης αναφέρει 96

ότι αν και μέχρι τότε είχαν δημοσιευτεί περίπου χίλια μόνο βιβλία σχετικά με

την βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας ο Κουρίλας το 1931 αναδημοσίευσε τις

περιλήψεις και τα σημαντικότερα κεφάλαια περίπου άλλων τριών χιλιάδων

95 Ευλόγιος Κουρίλας, ’’Βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας’’, Ηπειρωτικά Χρονικά, τόμος


Γ΄,(1933) 52.
96 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί, 38.

69
σχετικών βιβλίων στο περιοδικό σύγγραμμα «Ηπειρωτικά Χρονικά» 97 κατόπιν

συστηματικής μελέτης και ταξινόμησης ανά συγγραφείς και δημοσιεύματα.

Πρόκειται λοιπόν κατ΄ ουσία για την πρώτη συστηματική επιστημονική

εμπεριστατωμένη δημοσίευση στο χώρο της ελληνικής βιβλιογραφίας που

ξεκινά από την εμφάνιση του Τύπου μέχρι και της εποχής του Κουρίλα. Ως εκ

τούτου λοιπόν δημιουργήθηκε θετική εντύπωση στους επιστημονικούς

κύκλους της εποχής98 γι΄ αυτή τη δημοσίευση και τον δημιουργό της. Άλλωστε

η βιβλιογραφία είναι ο οφθαλμός της ιστορίας και το ήμισυ κάθε

επιστημονικής πραγματείας. Κάνει λοιπόν σαφείς αναφορές σε συγγράμματα

που αφορούν την αλβανική γλώσσα, τις αλβανικές αποικίες στην

τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, στην Ιταλία και Σικελία αλλά και στις εχθρικές

επιδρομές Βουλγάρων και Σέρβων στην Ήπειρο και Αλβανία. Άλλο ενδεικτικό

θέμα που σχολιάζει είναι το Κουτσοβλαχικό Ζήτημα κάνοντας μια ιστορική

αναδρομή σ΄ αυτό μέσα από πονήματα του 15ου αιώνα και συγκεκριμένα από

το 1480 έως και τις αρχές του 20ου αιώνα (περίπου ως το 1930). Με το πέρας των

Βαλκανικών πολέμων που οδήγησαν στην δημιουργία του όρου «Βορείου

Ηπείρου» κρίνει ότι πρόκειται για ζήτημα στο οποίο δεν πρέπει να αναφερθεί

αυτός αλλά οι μεταγενέστεροι ιστορικοί μελετητές.

Τα πονήματα του Κουρίλα 3.1.1, 3.1.2 και 3.1.3. που προηγήθηκαν

αποτελούν μια τριλογία που υπήρξε προϊόν τριακονταετούς και πλέον έρευνας

και σπουδής του για την Ιστορία της Ηπείρου και της Αλβανίας αλλά και τον

πολιτισμό, τις τέχνες και τα Γράμματα. Μάλιστα ο αρχιγραμματέας της Ιεράς

Συνόδου του πατριαρχείου Ιεροσολύμων αρχιμανδρίτης κ. Επιφάνιος εξαίρει

την δημοσιευμένη εργασία του Ευλόγιου Κουρίλα που ασχολείται με τη δράση

και το μεταφραστικό έργο του Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου Δυρραχίου αλλά και

την εν γένει πνευματική κίνηση στην Αλβανική Εκκλησία κατά τον 18 ο αιώνα

97 Μάλιστα ο εκδότης του περιοδικού Σεβ. Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων


προθυμοποιήθηκε να διαθέσει όλο το Ι΄ τόμο για την έκδοση πλήρους της βιβλιογραφίας,
αναγνωρίζοντας την αρτιότητα του έργου του Ευλόγιου Κουρίλα.
98 Μιλτ. Σταμούλης, ΄΄ Θρακική Βιβλιογραφία΄΄, Θρακικά, τόμος Γ΄, (1932) 67-79.

70
με ιδιάζον πνευματικό κέντρο την ακαδημία της Μοσχόπολης99. Δυστυχώς

στην Ελλάδα δεν έτυχε κριτικής εκτός του θεολογικού μέρους της τριλογίας.

Όμως στην Αλβανία έτυχε καλής αποδοχής, όπως υποστηρίζει ο Θεόδουλος

Παπαδάκης, αφού τόσο ο ημερήσιος όσο και ο περιοδικός τύπος φιλοξένησε

στις σελίδες του αποσπάσματα της τριλογίας του Κουρίλα θεωρώντας τα ως

καλή ερευνητική αρχή για την Αλβανική γλώσσα 100.

3.1.4. ‘’Ὁ κ. Βενιζέλος ἐν Ἄθω. Ὁ ἐκφωνηθεῖς ἱστορικός λόγος καί αἵ

ἐπίσημαι δηλώσεις. Τά σχόλια τοῦ τύπου (1930)’’.

Με αφορμή την επίσκεψη του τότε Πρωθυπουργού της Ελλάδας

Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αθωνική πολιτεία, ο Ευλόγιος Κουρίλας ορίστηκε

από την ιερά επιστασία του Αγίου Όρους να το εκπροσωπήσει εκφωνώντας

πανηγυρικό λόγο σχετικά με τη μεγαλειώδη ιστορική σταδιοδρομία και τις

πολύτιμες υπηρεσίες που προσέφερε το Άγιο Όρος στο Έθνος. Μάλιστα η

βαρύτητα της σημασιολογίας της επίσκεψης υποδηλώνεται από το γεγονός ότι

αν και η περιφέρεια αυτή είχε απελευθερωθεί από την Οθωμανική κατοχή εδώ

και δύο δεκαετίες κανείς ούτε από τους βασιλείς ούτε από τους

πρωθυπουργούς της Ελλάδος είχαν επισκεφτεί επίσημα ή ανεπίσημα την

Αθωνική πολιτεία. Κατά συνέπεια σύσσωμος ο ιερός αυτός τόπος αποφάσισε

να υποδεχτεί αυτόν τον άνδρα με μεγάλες τιμές βλέποντας στο πρόσωπό του

τρόπο τινά τον διάδοχο του Παλαιολόγου, τον εκπρόσωπο ολόκληρου του

Ελληνικού Γένους μετά από πεντακόσια χρόνια σκλαβιάς και υποταγής στον

ξενικό ζυγό. Άρα αυτή η επίσημη επίσκεψη απέκτησε μεγάλη εθνική

βαρύτητα και σημασία και γι΄ αυτό εκφωνήθηκαν πολιτικοί λόγοι από τους

διαφόρους εκπροσώπους φορέων, οι οποίοι κατά τον Κουρίλα τον «ἐλιβάνισαν

99 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 50.


100 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π. σ. 51.

71
ἀρκούντως» μιας και αυτός λόγω των διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων

φυλακίστηκε για δύο χρόνια όπως και άλλοι Έλληνες. Σε εκείνη όμως την

χρονική συγκυρία συμβιβάστηκε με την επίσημη πολιτική Βενιζέλου χάρη της

ομόνοιας και του εθνικού γοήτρου απέναντι στους ξένους, όπως ο ίδιος

σημειώνει101. Μάλιστα ο ίδιος στη συνέχεια υπογραμμίζει ότι στην ομιλία του

τόνισε ότι οι συνεχείς προσευχές και οι πόθοι των Ελλήνων μοναχών του Αγίου

Όρους τείνουν στην εκπλήρωση του οράματος της Μεγάλης Ιδέας, δηλαδή

στην αποκατάσταση του Γένους και στην ανάκτηση της Αγίας του θεού Σοφίας

αποσπώντας τον θαυμασμό του Βενιζέλου ο οποίος συγκινήθηκε βαθύτατα

από τον λόγο του αν και ήταν συνταγμένος σε άκρα καθαρεύουσα, η οποία δεν

ήταν και τόσο συμπαθητική στον επισκέπτη Πρωθυπουργό, μιας και η

κυβέρνησή του είχε εισαγάγει στην εκπαίδευση τη δημοτική γλώσσα.

3.1.5. ‘’Χρυσόβουλλα τῶν ἡγεμόνων Μολδοβλαχίας καί τό σύμβολον «ΙΩ» ἤ

Ἰωάννης (1933)’’.

Πρόκειται για μια πραγματεία του Κουρίλα που ανακοινώθηκε στο 4 ο

Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο στην Αθήνα το 1931, όπου αναλύει τη δική

του ερμηνεία για το σύμβολο «ΙΩ» που βρίσκεται αναγεγραμμένο στα

χρυσόβουλα των Ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Τονίζει πως λανθασμένα οι

Σλαβιστές θεωρούν πως το «ΙΩ» ήταν επίτμηση του Ιωάννης, ονόματος του

βασιλιά των Βουλγάρων Ιωαννίτζη γιατί αυτός ουδέποτε υπήρξε βασιλιάς των

Ρουμάνων. Άρα αποτελεί κομμάτι των θρύλων και των λαϊκών παραδόσεων.

Υποστηρίζει ότι το «ΙΩ» ως σύμβολο του ονόματος του θεού στα βυζαντινά

χρυσόβουλλα εισήχθη ως σύμβολο προσηγορικό και δηλωτικό αξιώματος όπως

το Φαραώ, Σουλτάνος και Καίσαρ. Μάλιστα αναφέρει τους Αργείους των

Αρχαίων χρόνων που καλούσαν το όνομα της σελήνης Ιώ καθώς και τους

χρησμούς του Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού και του Ταρασίου, πατριάρχου

101 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 32-33.

72
Κων/πολης στους οποίους ο άγνωστος βασιλιάς Ιώ από τους ερμηνευτές

διαβάζεται ως Ιωάννης συμβολίζοντας την ανώτατη αρχή και εξουσία

περικλείοντας ακόμα και την έννοια της θεότητας με κάποιο μυστικιστικό

τρόπο αποδίδοντας έτσι αλληγορικό νόημα στο Ελληνικό αλφάβητο. Γι΄ αυτό,

κατά τη γνώμη του, προτάσσεται το σύμβολο «ΙΩ» μπροστά από τα ονόματα

των αυτοκρατόρων στα βυζαντινά χρυσόβουλλα και των Ηγεμόνων της

Μολδοβλαχίας στα αντίστοιχα χειρόγραφα ως μελλοντικό αναγνωριστικό

σημείο των Ρουμάνων Ηγεμόνων που θα καταλάμβαναν τον Θρόνο του

Βυζαντινού Κράτους.

3.1.6. ‘’Ἡ Μοσχοπόλις καί ἡ νέα Ἀκαδημία αὐτῆς. Ἡ καταγωγή τῶν

Κουτσοβλάχων καί ἡ ἐγραμμάτισις τῆς γλώσσης αὐτῶν (1934)’’.

Το σύγγραμμα αυτό αποτελείται από δύο μέρη. Το μεν πρώτο

αναφέρεται102 στο ιστορικό της ένδοξης πόλης της Μοσχόπολης103, στην

102 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’ Ἡ Μοσχοπόλις καί ἡ νέα Ἀκαδημία αὐτῆς ‘’, Θεολογία, τόμος ΙΒ΄, (1934)
35-47. Έτσι δημοσιεύτηκε το πρώτο μέρος του συγγράματος του Κουρίλα.

103
Ως το τέλος του 17ου αιώνα η Μοσχόπολη ήταν ένας μικρός οικισμός, όμως παρουσίασε
αλματώδη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη από τον επόμενο αιώνα. Την περίοδο της
μεγάλης ακμής της πόλης, τη δεκαετία του 1730, ο πληθυσμός της είχε φτάσει τις 60.000.
Μάρτυρες της ακμής της είναι οι επιβλητικοί ναοί του Αγίου Νικολάου (1721), του Αγίου
Αθανασίου (1721) και των Ταξιαρχών (1722) που κοσμούνται από πολλές και αξιόλογες
αγιογραφίες. Η πόλη κατοικούνταν κυρίως από Έλληνες και Βλάχους, υπήρξε ένα από τα
σημαντικότερα βλαχόφωνα κέντρα, με κύρια ενασχόληση το εμπόριο, την κτηνοτροφία, την
κατεργασία μαλλιού, ταπητουργίας και ανάπτυξη βυρσοδεψίας. Περίφημη ήταν η πόλη και για
την σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και την χαλκουργική της. Πολλοί Μοσχοπολίτες έμποροι στη
Βενετία, στη Βιέννη, στην Οδησσό, την Κωνσταντινούπολη και άλλα σημαντικά κέντρα της
εποχής ενίσχυσαν οικονομικά την πατρίδα τους και συντέλεσαν στην ίδρυση σχολείου, περίπου
το 1700. Το σχολείο, με την ονομασία, «Ελληνικόν Φροντιστήριο» εξελίχθηκε σε σημαντικό
εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, το 1744 αναβαθμίστηκε από δωρεές και μετονομάστηκε σε
«Νέα Ακαδημία». Εκεί δημιουργήθηκε και το δεύτερο τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου
ελληνισμού (μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης), το 1731, με πρωτοβουλία του
ιερομόναχου Γαβριήλ Κωνσταντινίδη. Επίσης τυπώθηκε και το πρώτο τετράγλωσσο λεξικό
(Ελληνικής, Αλβανικής, Βλάχικης και Βουλγάρικης γλώσσας). Η πόλη μνημονεύεται και στην
«Νεωτερική Γεωγραφία», γνωστό περιηγητικό έργο του 18ου αιώνα των Δανιήλ Φιλιππίδη και

73
περιγραφή της οργάνωσης της πολιτείας και του πολιτεύματος, στην κίνηση

των εμπορικών δραστηριοτήτων, στην ανάπτυξη των Τεχνών και γενικά του

πολιτισμού με την ίδρυση και δραστηριοποίηση φιλόμουσων συντεχνιών, στην

κατασκευή εργοστασίων δίνοντας ώθηση στη βιομηχανοποίηση της περιοχής,

στην περιγραφή της τοπικής ναοδομίας και καταγραφή ναών και μοναστηριών

(όπως η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου), στην εξιστόρηση της εκκλησιαστικής

ιστορίας των μητροπολιτικών περιφερειών Αχρίδος και Κορυτσάς καθώς και

στην μοιραία καταστροφή της Μοσχόπολης το β΄ μισό του 18 ου αιώνα. Στο

δεύτερο όμως μέρος104 αναδύεται με ανάγλυφο τρόπο ο ιδιαίτερος χαρακτήρας

της Νέας Ακαδημίας της Μοσχόπολης καθώς και οι ευρύτεροι στόχοι και

σκοποί των καθηγητών της στα παιδευτικά, γλωσσικά και πολιτιστικά

δρώμενα της εκεί αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Πολλοί μάλιστα

Μοσχοπολίτες105 έμειναν ονομαστοί στην ιστορία της πόλης αλλά και εν γένει

για την προσφορά και το πολυσχιδές έργο τους.

Γρηγόριου Κωνσταντά για την ακμή που σημείωνε στον τομέα του πολιτισμού και του
εμπορίου. Το 1769 λόγω της συμμετοχής της πόλης στην προετοιμασία της εξέγερσης του 1770
(Ορλωφικά), η πόλη υπέστη λεηλασίες από μουσουλμάνους Αλβανούς (Τουρκαλβανούς).
Σημαντικές καταστροφές έγιναν και από τα στρατεύματα του Αλή Πασά το 1788, που κατόπιν
διαταγής του, καταστράφηκαν πολύτιμοι πολιτιστικοί θησαυροί της πόλης. Η Μοσχόπολη δεν
μπόρεσε να ανακτήσει την παλιά της δόξα, συνέχιζε να υπάρχει όμως ως οικισμός μικρότερης
εμβέλειας. Οι κάτοικοί της κατέφυγαν σε περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Πολλοί
άλλοι Μοσχοπολίτες μετά την καταστροφή της πόλης τους διακρίθηκαν ως έμποροι, ως
τραπεζίτες και ως βιοτέχνες στην Ουγγαρία και την Αυστρία και συνέχισαν την παράδοση των
προγόνων τους σε έργα ευποιίας με γενναίες δωρεές και την χρηματοδότηση κοινωφελών
ελληνικών ιδρυμάτων (όπως η οικογένεια Σίνα). Το 1916 ομάδα Αλβανών άτακτων λεηλάτησε
την πόλη κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
104
Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Νέα Ἀκαδημία Μοσχοπόλεως, ό ίδιάζων αὐτης χαρακτήρ καί οί
εὐρύτεροι σκοποί’’, 62-172. Το δεύτερο μέρος το επιμελήθηκε συστηματικά και επιστημονικά ο
Κουρίλας υποβάλλοντάς το ως διατριβή για διδακτορικά στη Φιλοσοφική Σχολή του
πανεπιστημίου Αθηνών, τα μέλη της οποίας σε συνεδρίαση παμψηφεί το ενέκριναν με βαθμό
άριστα.
105 Αξιομνημόνευτοι Μοσχοπολίτες: 1.Θεόδωρος Καβαλιώτης (1718-1789), καθηγητής της "Νέας
Ακαδημίας" Μοσχόπολης και διευθυντής της από το 1750, 2.Γαβριήλ Κωνσταντινίδης,
ιερομόναχος και λόγιος, ιδρυτής του τυπογραφείου της Μοσχόπολης.3. Δανιήλ Μοσχοπολίτης
(1754-1825), λόγιος.4. Γεώργιος Σίνας (1783-1856), έμπορος και εθνικός ευεργέτης.5. Σίμων Σίνας
(1810-1876), γιος του προαναφερόμενου, έμπορος και εθνικός ευεργέτης.6. Νεκτάριος Τέρπος

74
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά από τον Κουρίλα στην καταγωγή

των Κουτσοβλάχων και στην εγγραμάτηση της γλώσσας τους καταλήγοντας

στο συμπέρασμα ότι η γραμματεία τόσο της Αλβανικής όσο και της

Κουτσοβλαχικής γλώσσας έλαβε σάρκα και οστά από την πνοή των ελληνικών

σπουδών. Απόδειξη αυτού του γεγονότος αποτελούν τα διάφορα μεταφραστικά

δοκίμια των ακαδημαϊκών καθηγητών της Μοσχοπόλεως στο κείμενο της

καινής και παλαιάς Διαθήκης, σε διάφορες προσευχές και εκκλησιαστικούς

ύμνους. Ιδιαίτερα όμως κάνει μνεία στα δύο λεξικά: α) Τό «Λεξικόν Ἑλληνικόν

Ἁπλοῦν Βλαχικόν καί Ἀλβανικόν, ὑπό Θεοδώρου Ἀναστασίου Καβαλλιώτου»

που τυπώθηκε το 1770 στη Βενετία στο Ελληνικό αλφάβητο και β) το σημαντικό

έργο που γράφηκε από τον λόγιο ιερομόναχο Δανιήλ «Εἰσαγωγή Διδασκαλία

περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον τῶν τεσσάρων κοινῶν διαλέκτων τῆς

ἁπλῆς Ρωμαϊκῆς, τῆς ἐν Μοισίᾳ Βλαχικῆς, τῆς Βουλγαρικῆς καί τῆς

Ἀλβανικῆς»το οποίο δημοσιεύθηκε στη Βιέννη το 1794 με ελληνικούς

χαρακτήρες106. Επίσης κάνει αναφορά και στον περίφημο κώδικα Dimonie που

περιέχει μεταφράσεις εκκλησιαστικών λόγων στην Κουτσοβλαχική. Κατά αυτό

τον τρόπο μάλιστα ο Κουρίλας ισχυρίζεται ότι ανατρέπεται άρδην η παλιά

θεωρία, ότι οι Κουτσόβλαχοι συγγενεύουν γλωσσικά και φυλετικά με τους

Ρουμάνους και αποδεικνύεται από την έρευνά του στο ζήτημα της

εγγραμάτησης της γλώσσας τους ότι είναι αυτόχθονες των περιοχών που

(17ος-18ος αιώνας,†1740/41;), ιερομόναχος και διδάσκαλος (βλ. και Τρίτος Μιχ., «Νεκτάριος
Τέρπος ὁ Μοσχοπολίτης διδάσκαλος τοῦ γένους», Μοσχόπολις, Διεθνές Συμπόσιο, ἔκδ.
Ἑταιρείας Μακεδονικῶν Σπουδῶν, Θεσσαλονίκη 1999), 7. Κωνσταντίνος Τζεχάνης (1740-1800),
λόγιος.
106 Τρίτος Μιχ., «Ἡ Μοσχόπολη τοῦ χθές καί τοῦ σήμερα», 15.
Στον πρόλογο του Λεξικού αναγράφεται (έμμετρα):
«Ἀλβανοί, Βλάχοι, Βούλγαροι, ἀλλόγλωσοι χαρῆτε /
κι’ ἑτοιμασθῆτε ὅλοι σας Ρωμαῖοι (Ἕλληνες) νά γενῆτε /
Βαρβαρικήν ἀφήνοντες, γλῶσσαν, φωνήν καί ἤθη /
Λαοί οἱ πρίν ἀλλόγλωσσοι, ἀλλ’ εὐσεβεῖς τά θεῖα /
Ξυπνήσατε ἀπό τόν βαθύν ὕπνον τῆς ἀμαθείας /
Ρωμαίϊκια γλῶσσα μάθετε μητέρα τῆς σοφίας …»

75
ανέκαθεν κατοικούσαν, όπου σχηματίστηκε η γλώσσα τους από τις επιρροές

της Λατινικής γλώσσας των Ρωμαίων στρατιωτικών που είχαν εγκατασταθεί

σε εκείνα τα μέρη.

3.1.7. ‘’Πατριαρχική Ἱστορία. Τό Οἰκουμενικόν πατριαρχεῖον. Ἀγών ὑπέρ

τῶν προνομίων – Θέσις. Τό αὐτοκέφαλον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ

πολιτειοκρατία – Ἄρσις. Τόμος Α΄’’.

Πρόκειται για μια ιστορική μελέτη του Ευλόγιου Κουρίλα που εστιάζει

και φωτίζει τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο οικουμενικό πατριαρχείο

Κων/πολης τα τελευταία 100 χρόνια (1830-1930) μετά δηλαδή τη σύσταση του

πρώτου νεοελληνικού κράτους μέχρι και την τρέχουσα εποχή του Κουρίλα. Το

βιβλίο λοιπόν αυτό του Μητροπολίτη Κορυτσάς ασχολείται ιδιαίτερα με τον

αγώνα του Οικουμενικού πατριαρχείου για τη διατήρηση των προνομίων του,

τη θέση του στο πολιτικό και εκκλησιαστικό γίγνεσθαι, τη δημιουργία του

Αυτοκέφαλου της Ελληνικής Εκκλησίας και την Πολιτειοκρατία της Ελλάδος.

Ειδικότερα ο τόμος αυτός δημοσιεύτηκε σε εβδομαδιαία εκδιδόμενη εφημερίδα

της Αθήνας107 και περιέχει εννέα κεφάλαια σε έκταση περίπου 420 σελίδων.

Στη συνέχεια παραθέτουμε περιληπτικά το περιεχόμενο των κεφαλαίων του

έργου: Εισαγωγή: (σσ.1-20). Επεξηγείται η αιτία της ιστορικής αυτής έρευνας

και η περίληψη του περιεχομένου της. Κεφάλαιο Α΄: (σσ.20-55). Δίνοντας

έμφαση στην ενότητα της Εκκλησίας και της σπουδαιότητάς της

σκιαγραφείται με πρέποντα τρόπο η αντικανονική σύγκρουση των δύο

εξουσιών της Ελλάδας κατά τον 19ο αιώνα δηλαδή της Πολιτείας και της

Εκκλησίας αρχής γενομένης από την διακήρυξη περί Ανεξαρτησίας της

Εκκλησίας της Ελλάδος το 1833, με εισηγητή τον Προτεστάντη Γ. Μάουερ, που

εισήγαγε το νομικό σύστημα σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας όμοιο με εκείνο

107 Βλ. εφημ. «Ο Προσφυγικός Κόσμος» στα φύλλα της υπ΄. αριθμ. 869-1016 στο διάστημα από
10/08/1947 έως 04/06/1950.

76
που ίσχυε στη Βαυαρία (χώρα Προτεσταντική). Στο νομικό λοιπόν αυτό

πλαίσιο αποφασίζεται από το Ελληνικό Κράτος η καταστροφική

απαλλοτρίωση της Εκκλησιαστικής περιουσίας, η διάλυση μοναχικών

αδελφοτήτων και η καταστροφή μοναστηριών κ.ά. και πραγματοποιείται έτσι

από τον Κουρίλα μια ωμή εξιστόρηση πολλών άλλων θλιβερών συνεπειών που

επακολούθησαν μεταξύ των οποίων και η για μεγάλο χρονικό διάστημα

νομική αντίληψη σχετικά με τη διάκριση που υφίστανται οι κανονικές

διατάξεις της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας σε δογματικές και διοικητικές.

Κεφάλαιο Β΄: (σσ.56-79). Σ΄ αυτό το σημείο ο Κουρίλας παραθέτει μία

εμπεριστατωμένη έρευνα για τη θέση και το ρόλο των Ιερών Μονών και

αγιορείτικων μετοχιών στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, αναπτύσσει το

Πολιτειακό Δίκαιο περί αναπαλλοτρίωτου της εκκλησιαστικής περιουσίας της

Βυζαντινής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως και το Δίκαιο της Ελληνικής

Πολιτείας για τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους. Κεφάλαια Γ΄- Ε΄: (σσ. 112-274).

Στα επόμενα αυτά κεφάλαια εξιστορούνται με πολύ ακρίβεια και προσοχή τα

γεγονότα σχετικά με την αναγνώριση της Εκκλησίας της Ελλάδας ως

Αυτοκέφαλης με το πρώτο σύνταγμα της Ελλάδας το 1844 με ιδιαίτερη μνεία

και σαφήνεια σε όσα προηγήθηκαν αλλά και σ΄ όσα ακολούθησαν μετά από

αυτή. Μάλιστα προδιατίθεται αρνητικά απέναντι σ΄ αυτή την ενέργεια της

Ελλαδικής Εκκλησίας θεωρώντας ότι έφερε καίριο πλήγμα στην ύπαρξη του

Οικουμενικού Θρόνου. Στη συνέχεια αναφέρει τη ρήξη μεταξύ δύο μεγάλων

ανδρών των χρόνων εκείνων σχετικά με το γεγονός, του Θεόκλητου

Φαρμακίδη108 οπαδού και ηγέτη του Αυτοκέφαλου της Ελλαδικής Εκκλησίας με

τον Κωνσταντίνο Οικονόμου109 που πίστευε ότι το Αυτοκέφαλο ήταν μια

ολέθρια πολιτικά και εκκλησιαστικά πράξη. Έπειτα εξιστορεί την αξιοζήλευτη

108 Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, κατά κόσμο Θεοχάρης Φαρμακίδης (15 Ιανουαρίου 1784 – Αθήνα
26 Απριλίου 1860), ήταν διδάσκαλος του Γένους, κορυφαίος Νεοέλληνας διαφωτιστής,
αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, λόγιος κληρικός και πρωτοπόρος εφημεριδογράφος.
109 Ο Κωνσταντίνος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων (1780-1857) ήταν Έλληνας λόγιος και
εκπρόσωπος του Νεοελληνικού διαφωτισμού.

77
θέση του Οικουμενικού πατριαρχείου την εποχή εκείνη (1850) που διακρινόταν

από αληθινή οικουμενικότητα με τεράστια ευεργετική επίδραση σε όλους τους

ορθόδοξους λαούς που επιζητούσαν την προστασία του και με ευλάβεια

προσέτρεχαν στον Οικουμενικό πατριάρχη σαν πολικό και εκκλησιαστικό

αστέρα καθώς και την πολιτική ενέργεια που κατέληξε στην έκδοση του

Συνοδικού τόμου το 1952 ελέγχοντας με δριμύτητα το έργο του Θεόκλητου

Φαρμακίδη. Κεφάλαια ΣΤ΄- Θ΄: (σ.275-472). Σ΄ αυτά τα κεφάλαια ο Κουρίλας

εξιστορεί με επιβεβλημένη ακρίβεια και σοβαρότητα το Εθνικό θέμα, που

συνίσταται στον αγώνα για τη διατήρηση των προνομίων της Μεγάλης του

Χριστού Εκκλησίας από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά. Αποδίδει με γλαφυρό

και συγκινητικό τρόπο τις προσπάθειες των Οικουμενικών πατριαρχών, της

Πατριαρχικής Αυλής καθώς και τις διατάξεις που ισχύουν για τους άρχοντες

και αξιωματούχους (οφικιάλιους) της. Πάντως η ιστορική αυτή συμβολή στα

γεγονότα που εκτυλίσσονται με κέντρο το Οικουμενικό Πατριαρχείο

διακρίνεται για τον πλούτο των πηγών της όπως άλλωστε διακρίνεται κάθε

πνευματική εργασία του Μητροπολίτη Κορυτσάς, αφού με άψογο και ειλικρινή

τρόπο προσπαθεί με πάθος να υπηρετήσει την αλήθεια συμβάλλοντας ισχυρά

στην απόδειξη της σταθερότητας του μεγαλοπρεπούς οικοδομήματος της

Ελληνικής Εκκλησιαστικής Ἱστορίας110. Ο βαθυστόχαστος συγγραφέας λοιπόν

εξιστορεί την βλαβερή κατά τη γνώμη του επιθυμία χειραφέτησης της

Εκκλησίας της Ελλάδας από την μητέρα Μεγάλη Εκκλησία και σαν

αθεράπευτος νοσταλγός και λάτρης της παλιάς αίγλης του Οικουμενικού

θρόνου κατόρθωσε να επισημάνει εύστοχα τα ουσιώδη σημεία, που στήριξαν

την οικουμενικότητα και το κύρος της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης 111.

Την ευμένειά τους μάλιστα για αυτή τη συγγραφή καταγράφουν στη

βιβλιοκρισία τους και επιφανείς εκκλησιαστικές προσωπικότητες του Αγίου

110 Π. Παναγιωτάκος, ‘’Πλήρης ανάλυση και κριτική’’, Ἀρχεῖον Ἐκκλησιαστικοῦ καί Κανονικοῦ
Δικαίου, τεύχος 1ο, (1952) 78-80.
111 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί,103.

78
Όρους οι οποίες εκθειάζουν την συγγραφικό έργο του Κουρίλα και την

προσπάθειά του μέσα από την ανάδειξη τεκμηριωμένων πηγών να

υπερασπιστεί τα δίκαια και προνόμια των Μονών του Αγίου Όρους, που

κινδύνευαν την εποχή εκείνη από τις αδίστακτες προθέσεις του Ελληνικού

Κράτους για δημεύσεις και καταστροφές 112. Γενικότερα βέβαια στον έντυπο

περιοδικό τύπο και δημοσιεύματα της εποχής εκείνης (1952) στην Αθήνα οι

βιβλιοκρισίες και τα σχόλια υπήρξαν ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά για τον Ευλόγιο

Κουρίλα αφού θεωρούσαν ότι για το φλέγον ζήτημα του Αυτοκέφαλου ο άρτιος

αυτός επιστήμονας εξιστόρησε τα σημαντικότερα γεγονότα φωτίζοντας αίτια

και αφορμές που οδήγησαν την πολιτική και εκκλησιαστική εξουσία της

Ελλάδος σε μια τέτοια λανθασμένη ενέργεια σε βάρος του Οικουμενικού

θρόνου.

112 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 104-108.

79
3.2.Στα εκκλησιαστικά-Θεολογικά συγκαταλέγονται:

3.2.1. ‘’Ἱστορία τοῦ Ἀσκητισμοῦ’’113 που περιέχει: α) μια εισαγωγική

πραγματεία περί του Ασκητισμού, αναλύοντας την έννοια αυτή και εν

συνεχεία περιγράφει τις θαυμαστές δράσεις των ασκητών μοναχών, β)

Περιγραφή της Αρχαίας Σκήτης των Καυσοκαλυβίων, γ) Βίους Οσίων

Καυσοκαλυβιτών πατέρων, που υπήρξαν κτήτορες της Σκήτης και δ) Πενήντα

πέντε επίσημα έγγραφα της Σκήτης, ανέκδοτα μέχρι τότε, σχετικά με την

ίδρυση και οργάνωση της Σκήτης. Μάλιστα ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος

Αθηνών, Χρυσόστομος (1929) σε μια βιβλιοκρισία114 του σημειώνει ότι ο

συγγραφέας του έργου λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική φιλολογία με ορθή

επιστημονική μέθοδο και ποιητική χάρη συμπληρώνει την ιστορία του

Ασκητισμού στους κόλπους του Αγίου Όρους. Επίσης ο καθηγητής

Πανεπιστημίου Γρηγόριος Παπαμιχαήλ συνηγορεί115 ότι το σύγγραμμα αυτό

ήταν πληρέστατο και με έγκριτη μεθοδολογία συντεταγμένο στη βάση

ανέκδοτων πηγών καταστώντας τον Κουρίλα ακούραστο μελετητή της

σύγχρονής του Αγιορείτικης Ζωής. Τέλος ο τότε διευθυντής του περιοδικού «

Γρηγόριος Παλαμάς»116 και καθηγητής των Ιερών Ανδράδης Γ. συνηγορεί ότι το

έργο αυτό είναι περισπούδαστο για κάθε χριστιανό αλλά κι λόγιο ερευνητή.

Στον ευρωπαϊκό τύπο τέλος ο σεβασμιώτατος Ειρηναίος Hausherr, καθηγητής

σε σχολή της Ρώμης, μεταφράζει αποσπάσματα του έργου που ενδιέφεραν

τους Παπικούς και ονομάζει τον Ευλόγιο Κουρίλα, «αὐτόπτην Παλλάδιον», ο

οποίος γνωρίζει τη σχετική φιλολογία του Αγιορείτικου Ασκητισμού

παροτρύνοντάς τον μάλιστα να εκδώσει και τους δύο νεώτερους τόμους, που

ήδη είχε προαναγγείλει117.

113 Εὐλόγιος Κουρίλας, Ἱστορία τοῦ Ἀσκητισμού- Αθωνίται (1929), 1-242.


114 Χρυσόστομος Αθηνών, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας’’ Θεολογία, τόμος Ζ΄, (1929) 370-373.
115 Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, ‘’Περί του έργου’’, Εκκλησία, (1929) 268.
116 Γ. Ανδρεάδης, ‘’Κρίσις έργου’’, Γρηγόριος Παλαμάς,(1929) 482-484.
117 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί, 25.

80
3.2.2. ‘’Κατάλογος τῶν Κωδίκων τῆς ἱερᾶς σκήτης Καυσοκαλυβίων (1930)’’:

Πρόκειται για μια σπουδαιότατη έρευνα και συμπληρωματική καταγραφή

στον ήδη εκδοθέντα κατάλογο ελληνικών κωδίκων στις βιβλιοθήκες των ιερών

Μονών του Αγίου Όρους από τον μακαριστό καθηγητή του Λάμπρου, που σε

τρεις μόνο σελίδες περιγράφει 48 συνολικά κώδικες. Ο Ευλόγιος Κουρίλας

περιδιαβαίνοντας παραπάνω από ένα χρόνο σ΄ όλα τα καλύβια, σκήτες και

Μονές κατορθώνει να καταγράψει άλλους 272, εκτός από τους κώδικες των

Ιωασαφαίων και τους συγκεντρώνει στην κεντρική βιβλιοθήκη της Ιερής

Σκήτης των Καυσοκαλυβίων118. Ο κατάλογος αυτός μάλιστα θεωρείται ότι

συμπληρώνει συσχετιζόμενος και την Ιστορία του ασκητισμού. Μάλιστα όπως

ο ίδιος αναφέρει119 αν κάποιος μελετήσει το συγγραφικό έργο των μοναχών

αλλά και το είδος και περιεχόμενο των αναγνωσμάτων τους εμβαθύνει

καλύτερα στον τρόπο ζωής των ασκητών μέσα από αυτό την πνευματική τους

εργασία. Στη συνέχεια αποκαλύπτει ότι επίσης κίνητρο αυτής της εργώδους

και επικίνδυνης περιδιάβασής του από κρημνώδη και βραχώδη μέρη για να

περισυλλέξει τους κώδικες ήταν και εθνικό αφού επίσημα έγγραφα και

χειρόγραφα αλλά και εικόνες και ιερά άμφια βρίσκονταν στην κατοχή

απλοϊκών ασκητών γινόμενα έτσι περιζήτητη λεία στα χέρια κάθε ξένου

αρχαιοκαπήλου. Η εργασία λοιπόν αυτή με λεπτομερή περιγραφή των

ασκητικών και κελλιωτικών χειρογράφων αποτέλεσε τρίτομο έργο που

εκδόθηκε το 1930 και βάση αυτού εκδόθηκαν και άλλες μελέτες και πονήματα.

Χαρακτηριστικό της σημασίας του έργου αυτού αποτελεί η κρίση του

φιλομόναχου ιεράρχη Σωφρονίου Ευστρατιάδη, μητροπολίτου Λεοντουπόλεως,

στον προτασσόμενο πρόλογο της έκδοσης όπου αναφέρει ότι η μελέτη αυτού

του πονήματος αποτελεί μια λεπτολόγο επιστημονική περιγραφή που

αποκαλύπτει τους ένδοξους και λαμπρούς πνευματικούς αγώνες των ασκητών

118 Ο Κουρίλας περιέγραψε τους κώδικες με κάθε λεπτομέρεια κατά το σύστημα των Ιταλών
κωδικογράφων, που είχαν καθιερώσει στις αρχές του 20ου αιώνα.
119 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 33.

81
της Αθωνικής πολιτείας. Επίσης ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος

αναλύοντας και κρίνοντας τον κατάλογο τον ονομάζει «ἐπιστημονικήν τήν

περιγραφήν»120. Τέλος ο σεβασμιώτατος Φραγκίσκος Halkin, καθηγητής στο

Louvain, επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Ὁ Κατάλογος τοῦ Κουρίλα

ἀναμφιβόλως εἶναι ὁ πληρέστερος καί ἀκριβέστερος πάντων τῶν καταλόγων

τοῦ Ἄθω τῶν μέχρι τουδε δεδημοσιευμένων. Ἡ περιγραφή ἑκάστου

χειρογράφου δέν περιορίζεται εἰς πίνακα τοῦ τίτλου τῶν περιεχομένων. Οἱ ἐπί

κεφαλῆς τίτλοι ἀποδίδονται ἐξ ὁλοκλήρου. Αἵ (παρατιθέμεναι) ἀρχαί

ἐπιτρέπουσιν τήν ἀναγνώρισιν τῶν κειμένων, αἵ δέ εἰς τήν πατρολογίαν τοῦ

Migne παραπομπαί ἤ εἰς ἄλλας ἐκδόσεις καθιστῶσιν τελείαν τῶν

ἀναπαράστασιν αὐτών…121».

3.2.3. ‘’Τά κημειλαρχεία καί ἡ βιβλιοθήκη τῆς ἐν Ἄθω Μονῆς Μεγίστης

λαύρας. Ἡ παροῦσα κατάστασις αὐτῶν (1935)’’122.

Πρόκειται για μια δημοσιευμένη πραγματεία123 πρωτότυπη γιατί τότε

ήταν δυσεύρετες οι δημοσιεύσεις σχετικά με την καταγραφή κειμηλίων από

κάποια Μονή του Αγίου Όρους. Ο Κουρίλας όμως επέμενε κυρίως στην

συγκεντρωτική καταγραφή κειμηλίων, εικόνων, χειρογράφων και κωδίκων της

βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας στην ιστορία της οποίας οι

ηγούμενοι δεν υποστήριζαν τέτοιου είδους προσπάθειες αν και υπήρχε πλούσιο

αδημοσίευτο υλικό. Στη Μονή Μεγίστης Λαύρας λειτούργησε Βιβλιοθήκη124,

120 Χρυσόστομος Αθηνών, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας, Κατάλογος τῶν Κωδίκων’’, Θεολογία, τόμος
Ι΄,(1930)82-83.
121 Φραγκίσκος Halkin, ‘’Σχόλια επί του Καταλόγου τῶν Κωδίκων’’, Analecta Bollandiana, τόμος
49,( 1931) 442-444.
122 Θεόδουλος Παπαδάκης, όπ., 78.
123 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Τά κημειλαρχεία καί ἡ βιβλιοθήκη τῆς ἐν Ἄθω Μονῆς Μεγίστης
λαύρας’’, Επετηρίδα Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμος ΙΑ΄,(1935) 306-345.
124 Η Βιβλιοθήκη που διατηρούσε ο Ευλόγιος Κουρίλας στην Λαύρα μεταφέρθηκε από το κελί
του μετά το θάνατο του και τοποθετήθηκε χωρίς κατάταξη στα ράφια της κεντρικής
βιβλιοθήκης. Υπάρχει σταχωμένος χειρόγραφος κατάλογος της που πρέπει να συντάχτηκε από
βοηθό του Κουρίλα γύρω στα 1930. Δεν είναι γνωστό ποια από τα βιβλία εκείνης της

82
από την ίδρυση της (961) με χειρόγραφα βιβλία που έφεραν στο μοναστήρι ο

ιδρυτής και οι πρώτοι μοναχοί. Στις αρχές του 13ου αι. ο αριθμός των

χειρογράφων έφτασε τα χίλια με την προσθήκη στον αρχικό πυρήνα

χειρογράφων πού είτε αντιγράφηκαν στο μοναστήρι από καλλιγράφους, είτε

ήρθαν απ΄ έξω, από δωρεές, ανταλλαγές, αγορές. Τα χειρόγραφα αυτά ήταν

τοποθετημένα από το 13ο αι. σε 16 τουλάχιστον «θέσεις» που είχε η βιβλιοθήκη,

όπως δείχνουν οι αριθμοί κατάταξης που υπάρχουν πάνω σε όσα χειρόγραφα

σώζονται και έχουν εντοπιστεί στη βιβλιοθήκη του μοναστηρίου ή σε άλλες

βιβλιοθήκες της Ανατολής και της Δύσης. Σ΄ αυτών των δυνατοτήτων για την

εποχή βιβλιοθήκη ο Κουρίλας συνέταξε με μεγάλη επιμέλεια και ακρίβεια αυτό

το προαναφερόμενο πόνημα που εμπεριείχε κατάλογο 22 κατηγοριών

πολύτιμων κειμηλίων και εγγράφων. Στη συνέχεια αναφέρει διάφορες κλοπές

από Φράγκους και Ρώσους καταγγέλλοντας συνάμα τέτοιου είδους παράνομες

δραστηριότητες. Καταληκτικά εισάγει τον αναγνώστη του στο πλουσιότατο

σκευοφυλάκιο, από το οποίο περιγράφει τα σπουδαιότερα κειμήλια

καταχωρώντας σε επιμέρους κατηγορίες.

3.2.4. ‘’Εἰσαγωγή εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν Ἡρακλείας’’125 .

Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη επιστημονική έρευνα του Ευλόγιου

Κουρίλα που κατέληξε στη συγγραφή δύο ξεχωριστών μελετημάτων που

δημοσιεύει τμηματικά. Η πρώτη πραγματεία του σοφού Ιεράρχου Κουρίλα

φωτίζει άγνωστες σελίδες σχετικά με την ίδρυση της πρώτης εκκλησίας της

Ηράκλειας στον Ελλήσποντο στην περιοχή του Βυζαντίου και

επιχειρηματολογεί υπεραμυνόμενος της παράδοσης ότι ο Ανδρέας ο

καταγραφής δεν υπάρχουν τώρα στη βιβλιοθήκη. Το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιοθήκης του
Κουρίλα αποτελούνταν από ιστορικά και θεολογικά βιβλία πού εκδόθηκαν από τις τελευταίες
δεκαετίες του 19ου αιώνα ως το 1930 και είχαν σχέση με τα ιστορικά και θεολογικά
ενδιαφέροντα του.
125 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Εἰσαγωγή εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν Ἡρακλείας’’, Θρακικά,
ΙΖ΄,(1942) 358-378.

83
Πρωτόκλητος ήταν ο ιδρυτής της. Μάλιστα αναφέρει ότι η Ηράκλεια υπήρξε η

πρώτη Αποστολική Εκκλησία σε Ευρωπαϊκή ακτή γι΄ αυτό και ονομάστηκε

«Μητρόπολη της Ευρώπης». Και αυτή την ονομασία την συναντούμε πρώτα

στο βίο της Αγίας Σεβαστιανής το 93 μ.Χ.. Αυτή ήταν μαθήτρια του Αποστόλου

των Εθνών Παύλου και όταν ανακρινόταν από τις αρχές για την χριστιανική

της ιδιότητα δήλωσε ότι βαπτίστηκε και κατηχήθηκε από τον Παύλο στον

χριστιανισμό που ήδη συζητιόταν στην περιοχή της. Άρα ο σπόρος του

Αποστόλου Ανδρέα προλείανε το ειδωλολατρικό έδαφος δίνοντας στον

Απόστολο Παύλο τη δυνατότητα να ολοκληρώσει τη διδαχή του Ευαγγελίου.

Αυτό το μαρτυρικό πνεύμα το συναντούμε και στους κατοπινούς μάρτυρες που

υπερασπιζόμενοι τη νέα τους θρησκεία θυσίαζαν και τη ζωή τους ακόμη σ΄

αυτή την ευλογημένη περιοχή. Στη συνέχεια ο Κουρίλας στο δεύτερο πόνημα

του με τίτλο «Ἅγιοι Μάρτυρες τῆς Ἐπαρχίας Ἡρακλείας καί μερικῶς τή πόλης

Θράκης»126 επισημαίνει το γεγονός ότι ερευνώντας ανακάλυψε στους

εκδιδομένους Επισκοπικούς καταλόγους της Θράκης να φέρεται ο Ανδρέας ο

Πρωτόκλητος ως πρώτος Επίσκοπος Ηρακλείας αλλά επειδή ως γνωστό από

την παράδοση το Βυζάντιο ήταν παλιότερα επισκοπή που υπαγόταν στη

Μητρόπολη Ηρακλείας φαίνεται αρρήκτως να συνδέονται οι δύο Εκκλησίες με

το όνομα του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων ως ιδρυτού της Εκκλησίας του

Βυζαντίου. Επιτείνοντας την ορθότητα της επιχειρηματολογίας του ο Κουρίλας

υπογραμμίζει ότι η εκκλησιαστική ιστορία της Θράκης μέχρι της εμφάνισης

της Κωνσταντινούπολης επικεντρώνεται στην Ηράκλεια. Μάλιστα, συνεχίζει,

πρώτος ο Ιππόλυτος Ρώμης, ο φίλος του Ωριγένη, στην πραγματεία του «Περί

τῶν Δώδεκα καί τῶν Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων» αναφέρει τον Ανδρέα ως

ιδρυτή της Εκκλησίας του Βυζαντίου, όπως και ο Ιερός Φώτιος ως Οικουμενικός

Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης μνημονεύει αργότερα ότι η Ρώμη ζητά να

πρωτεύει στα πρεσβεία λόγω του κορυφαίου Πέτρου αλλά και το Βυζάντιο έχει

126 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί, 138-139.

84
ως ιδρυτή του τον Ανδρέα τον Πρωτόκλητο θέτοντας έτσι το θέμα των

Πρεσβυγενών πατριαρχείων. Μάλιστα στη βιβλιοκρισία του ο

πρωτοπρεσβύτερος Δημήτρης Καλλιμάχου, Διευθυντής και επίτιμος πρόεδρος

των Ελλήνων δημοσιογράφων στην Αμερική, τονίζει οι αυτές επιστημονικές

έρευνες του Κουρίλα εμπλουτίζουν την χριστιανική αρχαιογνωσία και γενικά

την επιστήμη της Βυζαντινολογίας127. Συμπληρωματικά και ο ελλογιμώτατος

Θεόδωρος Μοσχονάς, Διευθυντής της Πατριαρχικής βιβλιοθήκης

Αλεξανδρείας, επισημαίνει ότι αυτά τα έργα συμβάλλουν στην ιστορία και

λαογραφία της Θράκης αποδεικνύοντας το άοκνο πνεύμα του συγγραφέα με

επιμονή, υπομονή και επιστημονική τεκμηρίωση 128.

3.2.5.’’Έρευνα γιά τήν τυπική διάταξη των Μηνιαίων της Εκκλησίας’’.

Σ΄ αυτό του το πόνημα ο Κουρίλας κάνει μια έρευνα πάνω στις διάφορες

επεμβάσεις που είχαν κατά καιρούς από διάφορους στην τυπική διάταξη των

μηναίων της Εκκλησίας καθώς στην μελέτη της προέλευσης των ονομάτων των

κατηγοριών των τροπαρίων (π.χ. κοντάκια) και των ύμνων που εμπεριέχονταν

στα Μηναία. Χαρακτηριστική είναι μάλιστα η ανακοίνωση της περίληψης της

έρευνάς του, που ο ίδιος συνέγραψε: «Ἐν πρώτοις ἐκτίθενται αἵ πρός διόρθωσιν

τούτων ἀπόπειραι, ἀρξάμεναι ἀπό τῶν μέσων τοῡ IH' αἰῶνος ἐν Ἅγίω Ὀρει. Εἰς

ταύτας ἐπρωτοστάτησαν Παχώμιος ὁ Τουσάνος (παλαιότερον), Καισάριος ὁ

Δαπόντες, Διονύσιος ὁ Καλλιπολίτης, Προκόπιος ὁ Δενδρινός, Δωρόθεος ὁ

Βουλισμᾶς, Λεόντιος ὁ ἱεροδιδάσκαλος και Ἀνδρέας ὁ Ἱδρωμένος (ὁ τελευταῖος

μή Ἁγιορείτης). Τάς ἐργασίας τούτων ἐχρησιμοποίησεν ὁ Βαρθολομαῖος

Κουτλουμουσιανός, ἔκδους ἐν Βενετία πάντα τά τῆς ἐκκλησίας λειτουργικά

βιβλία ἀπό τοῦ 1832-43. Ἑπομένως ὴ γνησία παράδοσις καί πλήρης τοῡ

127 Δημήτρης Καλλιμάχου,’’ Έπιστημονικαί Ἔρευναι’’,Ἐθνικός Κήρυκας, (1958) 4-5.


128 Γεώργιος Μοσχονάς, ‘’Εὐλόγιου Κουρίλα, Heraclea Sacra’’,Πανταίνω, (1958) 47-48.

85
τυπικοῦ ἐφαρμογή, ὡς καί τά ἄριστα τῶν χειρογράφων, ἄπερ καί νῦν παρά τά

ἔντυπα χρησιμοποιοῦνται, σώζονται ἐν ταῖς μοναῑς τοῦ Ἀθω. Εἰς τό δεύτερον

μέρος γίνεται εὐρεία ἀνάπτυξις περί τῆς ἐν τοῖς μηναίοις προελεύσεως τῶν

διαφόρων ὕμνων καί τῆς ἀρχικῆς διατάξεως αὐτῶν (π. χ. τό μηναῖον ἐλέγετο

τροπολόγιον καί ὁ Ἑσπερινός ἤρχιζεν ἀπό τοῦ Θεός Κύριος, τοῦ νῦν λεγομένου

ἀπολυτίκιου, τῶν καθισμάτων καί τοῦ οἴκου, καί μετά τά προσόμοια Στιχηρά

ἀκολουθεῖ ὁ Κανών, οἵ Αἶνοι, καί οὐδέν πλέον.) Οὕτω μεταφερόμεθα εἰς τήν

πρό τῆς ἐμφανίσεως τῶν κανόνων ἐποχήν τῶν κονδακίων (κακῶς λέγονται

ὕμνοι). Τά κονδάκια (ὧν ἐν μόνον τό πρῶτον τροπάριον διεσώθη νῦν ἔv τοῖς

μηναίοις μετά το οἴκου) ἦτο ἄσμα ἔμμετρον, συνεχές, ἀποτελούμενον ἐκ

πολλῶν στροφῶν (μέχρι 30), ἐν ὤ ἐξιστορεῖται ὴ ὑπόθεσις τῆς ἑορτῆς, καί ὅπερ

ἀντικατέστησε τό δράμα παρά τοῖς Χριστιανοῑς. Τοιαῦτα κονδάκια

προερχόμενα ἐκ τῶν λεγομένων κονδαρίων έξεδόθησαν ὑπό τοῦ καρδιναλίου

Pitra τῷ 1876 ἐν ὄλω 197, ταῦτα ἐπανελήφθησαν ὑπό τοῦ Ρώσσου

ἀρχιμανδρίτου Ἀμφιλοχίου, τῷ 1878 ἐν Μόσχα, μετά προσθήκης 165 νέων

συντόμων (ταῦτα προέρχονται ἐκ τῶν παραληφθέντων εἰς τά μηναῖα μετά τήν

κατάργησιν τῶν κονδακίων). Μετά ταῦτα o Α. Π. Κεραμεύς, Κρουμβάχερ κ. ἄ.

ἐξέδωκαν καί ἄλλα περί τά 30, ὥστε ἐν ὄλω ὑπάρχουσι νῦν ἐκδεδομένα

κονδάκια περί τά 400. (Τινά τούτων διεσώθησαν ἐν τῆ ἐκκλησιαστικῆ

ἀκολουθία καί δή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί τῆ νεκρωσίμω). Δύο

κώδικες τῆς Πάτμου καί ἕτερος τῆς Λαύρας τοῦ Ἄθωvoc, ἀνακαλυφθέντες ὑπό

τοῡ Κρουμβάχερ, πρόκειται νά ἐκδοθῶσιν ὑπό τοῡ καθηγητοῦ Paul Maas,

μέλλοντες νά αὔξησωσι τόν ἀριθμόν τῶν κονδακίων εἷς τόν αὐτόν ἅγιον

ὑπῆρχον 2 καί 3 κονδάκια (ὡς ἔπειτα καί κανόνες). Ἕν τέλει ἀνεγνώσθησαν

στροφαί τίνες θαυμάσιαι ἐκ τῶν εἰς κοιμηθέντας καί εἰς τήν ἐξορίαν τοῦ Ἀδάμ

κονδακίων129».

129 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ‘’Περί της τυπικής διατάξεως των Μηναίων της Εκκλησίας
πάλαι τε και νυν’’, Δελτίο Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρίας, 4, (1934-1936), 69-70.

86
3.3.Στα γεωπονικά:

3.3.1. ‘’Δασονομία καί γεωπονία πάλαι τέ καί νῦν – Ἄθως - Ἡ σαδική χλωρίς

καί ἡ καλλιεργουμένη βλάστησις ἐν Ἄθω. Τά γεωπονικά εἴδη. Ἕν βλέμμα

εἰς τήν ἐκτεταμένην περιοχήν τῆς Μεγίστης Λαύρας - ὁ Ἐθνικός πλοῦτος

ἐν κινδύνω’’.

Πρόκειται για μια δημοσίευση του Κουρίλα130 που περικλείει

αποσπάσματα των βοτανικών του μελετών από το ιστορικό λεξικό Βοτανικής

που βρισκόταν υπό έκδοση. Θεωρεί ότι οι μελέτες αυτές ανήκουν στον ιστορικό

κλάδο γιατί η κάθε φυτό παρακολουθείται συνολικά στο πέρασμα των αιώνων

διαγράφοντας τη δική του ιστορία. Αφορμή γι΄ αυτές τις μελέτες υπήρξαν τα

μαθήματα Δασονομίας που ο Κουρίλας δίδασκε στην Αθωνιάδα Σχολή και του

πόθου του να μελετηθεί επιστημονικότερα ο φυσικός πλούτος του Αγίου

Όρους και ιδιαίτερα μέσα από σωζόμενα χειρόγραφα της βιβλιοθήκης της

Μεγίστης Λαύρας. Μάλιστα κύριος στόχος του αποτελούσε το όραμα να

καταστεί ο Άθωνας αξιομίμητο υπόδειγμα επιστημονικής και εκτεταμένης

καλλιέργειας μιας και πρόκειται για τόπο προικισμένο με φυσική χάρη και

γόνιμα εδάφη δίνοντας στους εκεί μοναχούς αυτάρκεια στα προς ζην αγαθά.

Σχολιάζει μάλιστα ο Κουρίλας ότι ο απέραντος καστανεώνας του Άθωνα

θαυμάζεται από όλους γι΄ αυτό και ο Fallmerayer ονόμασε το θέαμα αυτό κατά

την επίσκεψή του «πανήγυριν οφθαλμών». Επίσης στη δημοσίευσή του

περιλαμβάνει ανέκδοτα βυζαντινά χειρόγραφα σχετικά με τα αμπέλια και τα

κρασιά. Παράλληλα καυτηριάζει την αδιαφορία των συγχρόνων του για

κάποια είδη της γεωπονίας επιδιώκοντας να εξυψώσει το επάγγελμα του

γεωπόνου με την γνωστοποίηση στο φιλομαθές κοινό του απανθίσματος των

αρχαίων γεωπονικών συγγραμμάτων, τα οποία εξυμνούν τα έργα της

130 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’Δασονομία καί γεωπονία πάλαι τέ καί νῦν’’, Θρακικά,τόμος Ε΄,(1933)
141.

87
Γεωργίας. Τέλος ο Διονύσιος Καλογερόπουλος στη βιβλιοκρισία του αναφέρει

ότι στη δημοσίευση του Ευλόγιου Κουρίλα εκθέτεται η δασονομία και

γεωπονία Αγίου Όρους παρέχοντας πλήρη φιλολογική και ιστορική εξέλιξη

των δασών και βλαστήσεων στο βουνό του Άθωνα όχι γενικά αλλά με

λεπτομερή ανάλυση των φυτών και δένδρων που φύονται εκεί καθώς και την

περιγραφή περίπου 200 είδη οίνων που εμπεριέχονται σε αρχαία συγγράμματα

δικαιολογώντας έτσι για ποιο λόγο επέλεξαν το ιερό τούτο μέρος για να

εγκαταβιώσουν οι μοναχοί131.

3.3.2. ‘’Διοσκουρίδειοι μελέται, ὁ Διοσκουρίδης καί ὁ λαυρεωτικός κῶδιξ.

(1935)’’.

Πρόκειται για μια εξέχουσα μελέτη του Κουρίλα στο πλαίσιο της

25χρονης έρευνάς του σε διάφορους βοτανολογικούς κώδικες που σώζονταν

στην Αθωνική Πολιτεία με επίκεντρο τον σωζόμενο στη Μεγίστη Λαύρα

κώδικα του πατέρα της βοτανολογικής φαρμακολογίας Διοσκορίδη με απώτερο

σκοπό την σύνταξη ιστορικού βοτανολογικού λεξικού. Είχε βέβαια υπ΄ όψιν

την έκδοση του κώδικα του Γερμανού Welhnann που όμως αποτελεί το «άκρον

άωτον» της Γερμανικής κριτικής των κειμένων. Συγκεκριμένα σ΄ αυτή την

πραγματεία ο Κουρίλας αντιπαραβάλλει τον Λαυρεωτικό και άλλους κώδικες

μ΄ αυτόν του Welhnann αποδεικνύοντας τα τρωτά της έκδοσής του. Μάλιστα

αναφέρει ότι ο Welhnann επέφερε αναστάτωση στη διαρρύθμιση των

κεφαλαίων αφού δεν έλαβε υπόψιν ούτε τους μισούς σχετικούς κώδικες της

Ευρώπης παρά μόνο ελάχιστους που με δικά του κριτήρια θεωρούσε σωστούς.

Άρα με τη βοήθεια του Λαυρεωτικού κώδικα ο Κουρίλας αποκαθιστά τα τρωτά

131 Διονύσιος Καλογερόπουλος, ‘’Ευλόγιου Κουρίλα,Διοσκουρίδειοι μελέται, ὁ Διοσκουρίδης καί

ὁ λαυρεωτικός κῶδιξ.’’ Θρακικά, τόμος ΣΤ΄, (1936) 48-53.

88
της έκδοσης του Welhnann καταρτίζοντας πίνακα με νέες ονομασίες και

κατηγορίες φυτών με τη συνδρομή και του Αλφαβητικού καταλόγου του

κώδικα του Διοσκορίδη, από τον οποίον προήλθαν τα Βοτανολογικά

γλωσσάρια. Κατά συνέπεια η μελέτη και πραγματεία αυτή του Κουρίλα

υπήρξε η πρώτη ελληνική κριτική για το έργο του Διοσκορίδη αλλά και

ιστορική γιατί εκθέτει περιληπτικά όλες τις σχετικές εργασίες που είχαν γίνει

μέχρι τότε στην Ευρώπη, αποτελώντας σημαντικό εργαλείο στα χέρια των

Βοτανολόγων και των επιστημόνων της Φαρμακολογίας και γενικότερα των

Φυσικών επιστημών της εποχής. Αυτή η άποψη ενισχύεται και από την

βιβλιοκρισία του κ. Εμμανουήλ, καθηγητή Φαρμακολογίας στο Εθνικό

Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου αναφέρει ότι το έργο του ακούραστου ιστορικού

και ερημίτου του Άθωνος συμβάλλει ουσιαστικά στον χώρο έρευνας όχι μόνο

τον φιλολογικό αλλά και των Φυσικών επιστημών, αφού καταγράφει

σημαντικούς καταλόγους βοτανολογίας συμπληρώνοντας τον κατάλογο του

λαυρεωτικού κώδικα του Διοσκορίδη132.

132Εμμανουήλ Εμμανουήλ, ‘’Εὐλογίου Κουρίλα Λαυριώτου, Διοσκουρίδειοι μελέται καί ὁ


λαυρεωτικός Διοσκουρίδης‘’, Αρχεία Φαρμακευτικής, τεύχος 5ο, (1935) 120-124, 160.

89
3.4.Στις βιογραφίες:

3.4.1. ‘’Θεόκλητος Πολυείδης καί τό ἐν Γερμανία Λεύκωμα αὐτοῦ. Ὁ

φιλελληνισμός τῶν Γερμανῶν(1731-1733)’’.

Μια από τις χαρακτηριστικότερες βιογραφικές πραγματείες του

αποτελεί και το προαναφερόμενο δημοσίευμα133 στον Θεόκλητο Πολυείδη που

βασίζεται στο ανέκδοτο λεύκωμα που ανακάλυψε ο Κουρίλας στη Μονή

Ιβήρων, το οποίο γράφηκε το 1730 και περιείχε 180 αναγραφές 134 με τις οποίες

εξέφρασαν το θαυμασμό τους βασιλείς, ηγεμόνες, δούκες, εκκλησιαστικοί και

πανεπιστημιακοί άνδρες τουλάχιστον 100 πόλεων της Γερμανίας

αποδεικνύοντας ότι ο άνδρας αυτός ήταν ο γνωστός Αγαθάγγελος (αρχές 18 ου

αιώνα), μοναχός της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους, που μετέβη σε περιοδείες

στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γερμανία αλλά και στη Ρωσία για την

αναθέρμανση του φιλελληνισμού προκειμένου να αφυπνιστούν συνειδήσεις

και να στηρίξουν τον αγώνα της απελευθέρωσης από τον Οθωμανικό ζυγό

αναβιώνοντας τον πάλαι ποτέ βυζαντινό θρόνο. Απευθύνθηκε συνολικά στους

επίσημους φορείς των χωρών μιας και οι επίσημοι κυβερνήτες του (βασιλιάς

Φρειδερίκος και Μεγάλη Αικατερίνα) λόγω των συμφερόντων δεν είχαν σκοπό

να στηρίξουν το δίκαιο αγώνα της Ελλάδος. Η πραγματεία αυτή του Κουρίλα135

περιείχε περίπου 235 σελίδες που απετέλεσαν και τον πρόλογο του ανέκδοτου

μέχρι τότε αυτού λευκώματος. Οι προαναφερθείσες αναγραφές αποτελούν ένα

συνεχή ύμνο στο εθναποστολικό έργο του Πολυείδη, αφού ανέλαβε να

εξεγείρει τους Γερμανούς και τους Ρώσους (τα δύο ισχυρότερα κράτη της

Ευρώπης) κατά των Τούρκων με σκοπό την απελευθέρωση των χριστιανών της

Ανατολής. Μάλιστα ο Πολυείδης για να στερεώσει το έργο του και να το κάνει

133 Ευλόγιος Κουρίλας, ‘’ Θεόκλητος Πολυείδης ’’, Θρακικά, τόμος Ε΄(1935) 127-139.
134 Σε γλώσσα αρχαία και νέα ελληνική, λατινική, γερμανική, Γαλλική, Εβραϊκή σε πεζή ή
ποιητική μορφή.
135 Θεόδουλος Παπαδάκης, Πραγματεῖαι καί συγγραφαί, 39-40.

90
πιο πιστευτό προς τους λαούς της Ευρώπης συνέγραψε τους «χρησμούς τοῦ

Ἀγαθαγγέλου», όπου προφήτευε την απελευθέρωση των Ελλήνων στον 19ο

αιώνα μ΄ αποτέλεσμα να γίνει ένα προσφιλέστατο λαϊκό ανάγνωσμα

(πρωτοεκδόθηκε τό 1750). Συνάμα το λεύκωμα αυτό ανέδειξε ο Κουρίλας για

να αφυπνίσει και τους εντός της τότε Ελλάδος Έλληνες μέσα από τη

συμπαράσταση στους υπόλοιπους υπόδουλους ομοεθνείς τους σε επίπεδο

θρησκευτικό, παιδευτικό και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

γενικότερα. Προβάλλει μάλιστα τον Πολυείδη (μοναχικό όνομα Αγαθάγγελος)

ως τον μοναδικό μετά την άλωση εθναπόστολο και πρεσβευτή των ελληνικών

δικαίων σε Ευρώπη και Ρωσία στην οποία μάλιστα υπηρέτησε και ως

εφημέριος τοπικής ελληνικής εκκλησίας.

3.4.2. ‘’Ρήγας Φεραῖος καί τά ἀνέκδοτα ποιήματα τοῦ ἐξ Ἀθωνικοῦ

χειρογράφου (1933)’’.

Μία περαιτέρω εξίσου ανακάλυψη του Κουρίλα σε κάποιο ασκητικό κελί

υπήρξε το χειρόγραφο που περιέχει συνολικά δεκαοχτώ ποιήματα φέροντα ως

όνομα του δημιουργού τους τον Ρήγα Φεραίο. Μάλιστα ο Κουρίλας επισημαίνει

ότι μετά το άδοξο τέλος του Ρήγα Φεραίου (στη Βιέννη το 1798) δεν

κυκλοφορούσαν -έντυπα τουλάχιστον- ποιήματα για την ελευθερία του

μεγάλου επαναστάτη αγωνιστή. Γι΄ αυτό με μεγάλη έκπληξη και ενθουσιασμό

εντόπισε παραπεταμένο αυτό το χειρόγραφο αφημένο στη λήθη του χρόνου σε

κάποιο μοναχικό κελί και αφού το μελέτησε κατόπιν διαίρεσε τους στίχους σε

ενότητες και τις παρέβαλλε με άλλα γνωστά ποιήματά του για να εξακριβώσει

αν ήταν όντως του Ρήγα. Όντως μετά την αντιπαραβολή και από άλλες

μαρτυρίες που δεν αναφέρει διαπίστωσε τη γνησιότητα των ποιημάτων αυτών,

τα σχολίασε, τα ανέλυσε και επιμελήθηκε της σχετικής δημοσίευσή τους136. Με

ιδιαίτερη επιμέλεια και επιμονή ο Κουρίλας με βάση τις πληροφορίες των

136 Ευλόγιος Κουρίλας,’’Ρήγας Φεραῖος’’, Θεσσαλικά Χρονικά, τόμος Γ΄, (1933) 1-98.

91
ποιημάτων αυτών φωτίζει και άλλες πτυχές της βιογραφίας του εθνικού

αγωνιστή τις οποίες συμπεριλαμβάνει στην πραγματεία του αυτή.

Καταληκτικά ο Κουρίλας διακρίνει επιπρόσθετα στην εμβάθυνση του

περιεχομένου των ποιημάτων και τρεις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες ο Ρήγας

Φεραίος στήριξε τις δυνατότητες απελευθέρωσης του Γένους: α. Κανένας λαός

δεν μπορεί να στηρίξει την ελευθερία του στην βοήθεια ξένων δυνάμεων.

Πρέπει λοιπόν να καταστεί άξιος για να τη διεκδικήσει απ΄ αυτούς που την

στερούν, β. Η ελληνική ιστορία και τα τρόπαια νίκης των ενδόξων προγόνων

είναι το μόνο μέσο για την αναζωπύρωση του αισθήματος της ελευθερίας.

Πρόδρομοι επομένως της ελευθερίας είναι οι Μούσες και γ) Οι Τούρκοι

κατακτητές διακρίνονται από αλαζονεία και εξευτελίζονται όταν πιστεύουν

πως είναι αήττητοι και υπεράνθρωποι. Ο ίδιος ο ποιητής μέσα από τα

ποιήματά του αποδεικνύει ότι αντλούν τις δυνάμεις τους από τους υπηκόους

τους, γι΄ αυτό και όλους τους καλεί σε εξέγερση κατά της τυραννίας του

ανθρώπου (ακόμα και τον ίδιο τον τουρκικό λαό)137.

3.4.3. Κύριλλος προηγούμενος Λαυριώτης, χρονογράφος ὁ Κορωναῖος,

Πελοποννήσιος ἐκ Μικρομάνης τῶν Καλαμῶν (1935).

Πρόκειται για μια μονογραφία του Κουρίλα σχετικά με τον Προηγούμενο

ιερομόναχο λόγιο Λαυρεώτη Κύριλλο. Παραθέτουμε στη συνέχεια ακριβή

αποσπάσματα της μονογραφίας του για να καταστεί σαφές το γλαφυρό,

λογοτεχνικό, ιστορικό και ποιητικό ύφος με το οποίο συνέγραφε: «Ὁ Κύριλλος

κατήγετο ἐκ Μικρομάνης τῶν Καλαμῶν καί ὑπογράφεται Πελοποννήσιος,

ἀλλά καί Κορωναῖος ἤ Κορωνιός καί ἅπαξ Ἀρκαλᾶς 138 ὡς μαθητής ἐν Σίφνω.

Καί τό μέν πρῶτον ἐπίθετον, μαρτυρεῖ ,ὅτι ἡ οἰκογένεια αὐτοῦ μετώκησεν ἐκ

137 Θεόδουλος Παπαδάκης, ό.π., 46-47.


138 από τουρκικό επίθετο αρκαλί, arkali = ισχυρός. (Το Αρκαλάς παραγόμενο από το τούρκικο
επίθετο arkali σημαίνει «ισχυρός» και είναι τύπος μεγεθυντικός.)

92
Κορώνης, τό δέ Ἀρκαλᾶς εἶναι τό πράγματι οἰκογενειακόν αὐτοῦ. Κορωναίους

ἔχομεν πλείστους μετοίκους ἰδίως εἰς τήν Μάνην. Τοῦτο συνέβαινεν ὁσάκις τό

ὀχυρώτατον εἰς Πελοποννήσω φρούριον τῆς Κορώνης ἐκυριεύετο ὑπό τῶν

ἐχθρῶν διεσκορπίζοντο δήλ. οἱ κάτοικοι εἰς διάφορα μέρη μάλιστα, δι’

ἐγκατέλιπον οἱ Ἐνετοί εἰς τούς Τούρκους τήν Κορώνην, κατέφυγον οἱ κάτοικοι

εἰς Οἴτυλον…»

…«Ἀλλ’ ἡ Μικρομάνη πόθεν καί πότε συνέστη139; Αὔτη ἐπί Τουρκοκρατίας

ἐλέγετο Κιουτσούκ Μάνη, καί οὕτως ἀναφέρεται ὑπό τοῦ Κυρίλλου. Τό «Μικρά»

εἶναι χαρακτηριστικόν ἐν ἀντιθέσει πρός τήν Μεγάλην Μάνην καί la Grande

Mangne, ὅπως ἐκαλεῖτο τό κάστρον τῆς Μάνης, τό κτισθέν ὑπό τοῦ Γουλιέλμου

Βιλλαρδουίνου καί ἐν γένει ἡ Παλαιά Μάνη. Φέρεται καί Μικρά ἡ Νέα Μάνη, ἤς

ἀκριβῶς δέν ἔχει καθορισθῆ ἡ θέσις. Πράγματι συναντῶμεν ἐν τῷ τμήματι

τούτω ἀπό τῶν Βυζαντινῶν ἐπί χρόνων καί ἐπί Τουρκοκρατίας προνομιούχα

χωρία ἤτοι κεφαλοχώρια (μητροκωμίαι) ἐπί τό ἑλληνικώτερον. Τοιαῦτα κατ’

ἀρχάς, ἦσαν τό Καλάμιον ὁ Ἀντικάλαμος (Ἀΐζαγα), τό Καμάρι, καί ἡ

Μικρομάνη, ἡ ὁποία ἦταν ἡ ἕδρα τῆς Ἐπαρχίας καί μετά τό 1821, καί

ἐποπτεύονταν ὑπό ἀγά καλουμένου «σούμπαση» ἤτοι ἐπιτηρητοῦ. Οὗτος

κατώκει εἰς πύργον, οὗτινος ὑπάρχουσιν ἐρείπια μακράν του Καλάμου. Οἱ δέ

κάτοικοι μέχρις ἐσχάτων διεμνημόνευον ὀνόματα τοιούτων ἀγάδων, Σαντίκ

ἐφένδη καί Ρουστέμ ἐφένη. Μετά ταῦτα ἡ ἕδρα τοῦ ἀγά μετετέθη εἰς τό

Κουρτσαούσι, ἤτοι τήν νῦν Θουρίαν…».

… «Τοῦρκοι (ἐν τοῖς ἐρημένοις χωρίοις τῆς Κιουτσιούκ (Μικρῆς Μικρομάνης)

δέν κατώκουν ὅπερ εἶναι ἀληθές, καί ὅτι πᾶσαι αἵ οἰκογένειαι ἤσαν 2250,

παρέχουσαι 350 ὁπλοφόρους ὑπό ὁπλαρχηγούς τόν Ἀναγνώστην

Παπασταθόπουλον καί Θεοδ. Πουλόπουλον. Εἰς πάσας τάς μάχας ταύτας, ἄς

προχείρως ἐσταχυολογήσαμεν, διέπρεψαν οἱ γενναῖοι της Μικρομάνης, καί τῶν

πέριξ Μεσσήνιοι ὡς καί κατά τούς Βαλκανικούς πολέμους ἐν γένει,

139 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ‘’Κύριλλος προηγούμενος Λαυριώτης’’, 7.

93
καταλιπόντες ἀείμνηστον ὄνομα» . (Σημειωτέον ὅτι ) «(εἰς τήν μονήν τῶν

Ἰβήρων) διέπρεψεν ἐπί ἁγιότητι καί ὁ Μικρομαναῖος ὅσιος Ἰερόθεος γεννηθεῖς

τό 1686 καί ἀποθανῶν τό 1745». «…Σπουδαία εἶναι καί ἐκ τῶν συγγραμμάτων

τοῦ Κυρίλλου, ἄτα αὐτά τά ὁποία ἀποκεῖνται ἐν τή Λαυρεωτική βιβλιοθήκη

ἅπαντα σχεδόν ἀνέκδοτα. Θά ἀποπειραθῶμεν νά καθορίσωμεν τήν

φιλολογικήν αὐτοῦ δράσιν. Ὁ κύριος τοῦ Κυρίλλου χαρακτήρ εἶναι τοῦ

χρονογράφου καί εἶναι ἐκ τῶν ὀλίγων, οἵτινες ἐπιχείρησαν νά ἐξιστορήσουν τά

μετά τήν Ἄλωσιν140».

Μας πληροφορεί λοιπόν ο βιογράφος Ευλόγιος141, στηριζόμενος σε

κώδικες που είχε γράψει ο Κύριλλος ότι κατάγεται από την Μικρομάνη της

Καλαμάτας που βρίσκεται ανάμεσα στην Καλαμάτα και στο Νησί (Μεσσήνη)

και κατά κόσμον λεγόταν Κωνσταντίνος γεννημένος κατά τον Ευλόγιο περίπου

το 1725. Ο πατέρας του λεγόταν Ιωάννης και επειδή ο Κωνσταντίνος

επιθυμούσε να ζήσει και να διακριθεί ως μοναχός λόγιος μετέβη ως λαϊκός στη

νήσο Σίφνο να μαθητεύσει στο εκεί σχολείο χρησιμοποιώντας το επώνυμο

Κορωνιός και Πελοποννήσιος. Στη νήσο από το 1687 λειτουργούσε τη σχολή

που είχε τον τίτλο «Ἅγιος Τάφος». Η σχολή άκμαζε το 18ο αιώνα και εξήλθαν

από αυτή μεγάλες προσωπικότητες μεταξύ των οποίων ήταν και ο

Μαυρογένης, ο ηγεμόνας της Βλαχίας (Ρουμανίας). Μετά από αυτή φοίτησε

επιθυμώντας να λάβει ανώτερη μόρφωση και στη Σχολή Πάτμου που είχε

ιδρυθεί το 1713 από τον ιερομόναχο Μακάριο τον Πάτμιο142 και τελευταία τον

συναντάμε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης που ως «περικλεές φυτώριον

τῶν γραμμάτων» είχε γίνει (από το 1743) ανεξάρτητο από την ελληνική

Κοινότητα, υποστηριζόμενο από την Βρετανική Κυβέρνηση. Τον 18ο αιώνα

σχολάρχης ήταν ο Ιερόθεος Δενδρινός όπου και διετέλεσε μαθητής μέχρι το

1760. Το 1759 επισκέφτηκε και διέμεινε μερικούς μήνες στην Ι.Μ. Μεγίστης

140 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ό.π., 7.


141 Δημήτρης Δ. Σταματόπουλος, Η Μικρομάνη και η επαρχία της, 21.
142 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ό.π., 7-8.

94
Λαύρας και συνέγραψε ως κοσμικός με το όνομα Κωνσταντίνος Πελοποννήσιος

την ακολουθία της Αγίας Ειρήνης. Τότε φαίνεται ότι παρακολούθησε

μαθήματα από τον Ευγένιο Βούλγαρη στην Αθωνιάδα Σχολή143. Λέγει, λοιπόν,

ο Ευλόγιος Κουρίλας144: «Ἐάν τό 1739 δέχεται ὡς δῶρον τό «Βιβλίον Γεροντικόν»,

πρέπει νά ἦταν ὄχι μικρότερος τῶν 15 ἐτῶν καί συνεπῶς νά εἶχε γεννηθεῖ

περίπου τό 1725. Σέ κοινόβιο τῆς Μεγίστης Λαύρας «ἐκοινοβίασε τό πλέον ὡς

ὑποτακτικός του "προηγούμενου" καί θείου τοῦ «Σάββα τοῦ Πελοποννησίου»

(χωρίς νά γνωρίζουμε ἄν αὐτός ἦταν θεῖος ἀπό πατέρα ἤ μητέρα). Γιά τήν

οἰκονομικήν ἐνίσχυσιν τῆς μόνης, διά λόγους «ἐλεητικούς» ἔλαβε μέρος σέ

πολλές ἀποστολές. Στή Βλαχία (Ρουμανία), στήν Ἰταλία (Βενετία) καί τή Ρωσία.

Λόγω τῆς δραστηριότητος τοῦ ἀπόκτησε μέ τή βοήθεια καί τοῦ θείου τοῦ

μεγάλη ἐπιρροή καί ἔγινε «ἐκκλησιάρχης» καί «καθηγούμενος». Γιά τήν

ἀνύψωσή του σέ ἐκκλησιάρχη, ὅμως, κατέβαλε ὡς «ἀντίτιμο» στή μονή 700

γρόσια « ἐκ τῶν ἀναγραφῶν (γραπτῶν ἀποδείξεων) ἀποδεικνύεται ὅτι ὑπῆρξε

κατά πάντα ἄξιος τῶν ἐπιδαψιλευθεισῶν αὐτῶ ὑπό τῆς ἱερᾶς αὐτοῦ Μετανοίας

τοῦ (τῆς μονῆς τοῦ) ἀξιωμάτων …». «..Διά τήν ἐκκλησιαρχίαν πλήρωσε γρόσια

700, καί ἄλλα τόσα σχεδόν διά τήν ἡγουμενίαν, ἄπερ ἔλαβε μεταβάς εἰς

Μικρομάνην ἐκ κληρονομίας. Τό τοῦ ἡγουμένου κατά τήν περίοδον ταύτην,

ἰδιορρύθμω οὔση, ἀξίωμα ἤν εἰκονικόν, καί ὁ ἑκάστοτε καθηγούμενος (ἀφοῦ

ἀγόραζε τόν τίτλο τοῦ «καθηγουμένου» (τοῦ ἡγουμένου, δηλ.) διετήρει τόν

τίτλον τοῦτον ὑπογράφων ἁπλῶς τά ἐπίσημα ἔγγραφα μέχρι τῆς ἀναδείξεως

ἄλλου, ὄτε ἐτάσσετο εἰς τήν τάξιν τῶν «προηγουμένων». Τό ἀξίωμα τοῦτο, (τοῦ

«καθηγουμένου») διετήρησεν ὁ Κύριλλος τουλάχιστον διά δύο ἔτη, διότι τό 1788

ἐθέσπισεν τήν ἑξῆς φήμην (του) λεγομένην κατά τήν παραμονήν τῶν

Θεοφανείων εἰς τάς ΄Ὥρας (ἀκολουθεῖ τό κείμενο τῆς «φήμης» τοῦ Ἁγίου

καθηγουμένου). Μετά τήν πάροδο τῶν δύο ἐτῶν τῆς ἡγουμενίας τοῦ ὁ Κύριλλος

ὑπογράφει ὄχι ὡς Πελοποννήσιος ἤ Κορωναῖος ἤ Κορωνιός, ἀλλά μέ τόν τίτλο

143 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ό.π., 7-8.


144 Δημήτρης Δ. Σταματόπουλος, ό.π., 32.

95
του ὡς Κύριλλος Προηγούμενος Λαυριώτης». Επιπλέον ο Κουρίλας σημειώνει:

«Ὁ Κύριλλος ἠσθάνετο ἰδιαιτέραν πρός τήν Ἁγίαν Βαρβάραν εὐλάβειαν, ὡς

πολιοῦχον τῆς γενετείρας αὐτοῦ, δι’ ὅ καί κανόνα ἐμελοποίησε πρός δόξαν

αὐτῆς». Πέραν του γεγονότος ότι σε χώρες και μέρη που επισκέφτηκε, άσκησε

και το έργο του διδασκάλου, («ιεροδιδάσκαλος) στο αρχείο της Ιεράς Μονής

έφερε σε πέρας με επιτυχία και το έργο του αρχειοθέτη. Κατά την επίσκεψη του

δε στη Ρωσία για λόγους οικονομικούς«ελεητικούς», («ζητείες») περιέγραψε και

ως περιηγητής τις καλλονές της χώρας και των κτισμάτων της τσαρικής

Ρωσίας145. Επιπρόσθετα ο Μανουήλ Γεδεών146 που εξέδωσε το «Πατριαρχικόν

Χρονικόν» του Κυρίλλου αποφαίνεται: «Τόν δίκαιον ἀποδιδόντες ἔπαινον

προϊόντες (προχωρώντας) ἐν ταῖς ἐπί τῆς μετά τήν ἅλωσιν ἐθνικῆς ἱστορίας

μελέταις ἠμῶν ὡς καί περί αὐτοῦ του χρονογράφου, (εἴμεθα) εὐτυχεῖς ὅτι ἐκ τῆς

λήθης ἐσώσαμεν ὄνομα φιλοπόνου λογίου καί εὐτυχέστεροι, ἐάν δυνηθῶμεν νά

καταστήσωμεν τό ἔργον κοινόν ἀνάγνωσμα παντί147». Μετά από μια πενταετία

ο ίδιος ιστοριοδίφης (ο Μ. Γεδεών) προετοιμάζει για χάρη του Γάλλου

συγγραφέα Αιμιλίου Λεγκράν, «σύντομον βιογραφίαν τοῦ Κυρίλλου» και

σημειώνει τα παρακάτω: « Βέβαιον ὑπάρχει ὅτι ὁ Κύριλλος ἐστίν ἄξιος μυρίων

ἐπαίνων, καθ΄ ὅ περισώσας ἐν ταῖς αὐτοῦ χρονογραφίαις πλείστας εἰδήσεις

περί τῶν συγχρόνων αὐτῶ προσώπων, εἴτε περί τῶν παρελθόντων. Ὁ Κύριλλος

ἐστί εἰς τῶν πολυτίμων χρονογράφων τῆς μετά τήν ἅλωσιν ἑλληνικῆς ἱστορίας

καί ἡ ἔκδοσις τῶν δύο χρονογραφιῶν αὐτοῦ ὑπάρχει πόθος κοινός, ἐκείνων ὅσοι

θέλουσι νά μάθωσι τί ἐπραξεν ὁ μετά τήν Ἅλωσιν ἑλληνισμός». Ακόμη ο

Κουρίλας επισημαίνει: «Ἠμεῖς δέ (δηλ. ὁ Εὐλόγιος) δέν διστάζομεν ν’

ἀποφανθῶμεν ὅτι τῶν τοιαῦτα μετά τήν ἅλωσιν ἀναγραψαμένων

(συγγραφέων) ὁ Κύριλλος ὑπάρχει ὁ κράτιστος, διότι οὐ μόνον προσεπάθησε νά

ἐξακριβώση ὅσα γράφει , ἀλλά καί κατώρθωσε νά συγκεντρώση ἐν ὀλίγοις τά

145 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ό.π., 7-8.


146 Μανουήλ Γεδεών, ‘’Κυρίλλου Λαυριώτου,Πατριαρχικόν Χρονικόν’’, Αθήναιον,τόμ.6 (1877), 3-
52.
147 Μανουήλ Γεδεών,όπ.,14-15.

96
σπουδαιότερα γεγονότα -ὅπερ ἀποτελεῖ τό μεγαλύτερον προσόν τοῦ ἱστορικοῦ-

τό μόνον μειονέκτημα τῆς χρονογραφίας τοῦ εἶναι ἡ μανία τῆς «ἀηδοῦς

στιχοπλοκίας», ἤτις θυσιάζει πολλάκις τήν ἔννοιαν χάριν τοῦ στίχου148».

Καταληκτικά σημειώνουμε ότι ο Κύριλλος ασχολήθηκε επισταμένως και

μεταξύ των πρώτων και με τη μελέτη των αυτοκρατορικών χρυσόβουλων, που

εξετάζει και αξιολογεί η φιλολογική/ιστορική επιστήμη η οποία με τη βοήθεια

άλλων κλάδων, όπως η παλαιογραφία, η χρονολογία, η σφραγιδογραφία και η

ιστορία του δικαίου, μελετά τα έγγραφα (διπλώματα)149 και καθορίζει τα

απαραίτητα κριτήρια για την εξακρίβωση της αυθεντικότητάς τους, με σκοπό

να προσδιορίσει την αξία τους ως ιστορικών μαρτυριών.

148 Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης, ό.π., 7-8.


149 Ο όρος δίπλωμα (στην κυριολεξία, σημαίνει έγγραφο διπλωμένο στα δύο) χρησιμοποιήθηκε
ορισμένες φορές κατά την κλασική αρχαιότητα, για να υποδηλώσει τα κείμενα που ήταν
γραμμένα σε δύο πινακίδες, συναρμοσμένες μεταξύ τους.

97
3.5. Προσωπικά βιώματα.

Στα προσωπικά του βιώματα συγκαταλέγονται οι εκδόσεις:

Πανεπιστημιακά - Τό Κράτος τῆς Ἀληθείας, Δεκεμβριανή Τραγωδία τῶν

Ὁμήρων (Δεκεμβριανά)150. Ο ίδιος παρουσιάζοντας το έργο του κρίνει και την

προσφορά του στις επιστήμες που θεωρεί ότι υπηρετεί. Για τις ιστορικές του

μελέτες και δημοσιεύσεις αξίζει να παραθέσουμε απόσπασμα κειμένου του που

καταδεικνύει την ιδεολογική προσέγγιση της ιστορικής σκέψης: «Ὡς πρός τάς

ἱστορικᾶς μου μελέτας καί δημοσιεύσεις ἄγομαι ἐκ τῆς ἰδέας καί στερρῶς

πιστεύω ὅτι ὅπως τό σύμπαν διέπεται καί κινεῖται ἐπί τή βάσει τῶν

ἀναλλοιώτων φυσικῶν νόμων, οὕτω καί ἡ ἱστορία ἔχει τούς ἑαυτῆς νόμους,

τούς ἠθικούς καί ἐπί τή βάσει τῆς ἠθικῆς ταύτης ἀρχῆς τῆς ὑπερεχούσης θείας

προνοίας ἐξελίσσεται ἐν τή ἱστορία ἡ ἀνθρωπότης καί τό σύμπαν. Τούτων

οὕτως ἐχόντων πάντες σχεδόν οἱ μεγάλοι ἱστορικοί οἱ συντάξαντες τήν

παγκόσμιον ἱστορίαν ὡς πρότυπον ἔχουσι τήν Πεντάτευχον τοῦ Μωϋσέως καί

κατά τό σχέδιον τοῦτο καί τάς θεμελιώδεις ἀρχάς τῆς ἁγίας γραφῆς

συντάσσουσι τάς κοσμικός ἱστορίας. Εἶχον πολύ δίκαιον οἱ προπάτορες ἠμῶν

ἀρχόμενοι τοῦ λόγου ἔγραφον: «Χριστέ, ἠγοῦ τῶν ἐμῶν βουλημάτων» οἱ τέ

πρόγονοι Ἕλληνες προτάσσοντες τό «ἐκ θεοῦ ἄρχεσθαι καί εἰς θεόν

ἀναπαύεσθαι». Μή ἀκολουθοῦντες τήν θεοπάροχον ταύτην δέν ἱστάμεθα ἐπί

στερρού ἐδάφους τάς ἱστορίας γράφοντες καί τολμῶ νά εἴπω δέν ἔχομεν

ἱστορίας ἑλληνικᾶς οὔτε τῶν ἔσω οὔτε τῶν θύραθεν. Χριστιανοί ὄντες καί τήν

ἀλήθειαν λατρεύοντες ἀρχόμεθα ἀπό τῆς μυθολογίας νά διδάσκομεν εἰς τά

παιδία μας τήν ἱστορίαν».

Πλήθος άρθρων, σχολίων και απόψεων έχουν καταχωρηθεί στον

ημερήσιο και απογευματινό τύπο των Αθηνών και της επαρχίας αλλά και σε

πολλές περιοδικές εκδόσεις. Στη βιβλιοθήκη του σώζονται 55 μελέτες του,

μονογραφίες ή ανάτυπα από άρθρα σε περιοδικά. Μερικά στοιχεία του γραπτού

150 Επανέκδοση της μελέτης αυτής έγινε από τον εκδοτικό οίκο Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 2003.

98
του λόγου μας οδηγούν σε επί μέρους εκπλήξεις ως προς τις γνώσεις του

Κουρίλα όταν ανακαλύπτουμε στοιχεία νεωτεριστικά που υπερβαίνουν την

εποχή του και κυρίως τον ίδιο. Οι φράσεις του όπως: «Τό πράσινον εἶναι ὁ

πρῶτος βαθμός τοῦ πολιτισμοῦ...» καί «....Ὡς πρός τά ἱστορικά μου ἔργα

ἐπεχείρησα νά κάμω μίαν καινοτομίαν καί νά προσανατολάσω τούς ὁμιλητᾶς

μου πρός τήν νέαν θεωρίαν τῆς διδασκαλίας τῆς ἱστορίας ἤτοι πρός τήν

ἱστορίαν τοῦ πολιτισμοῦ καί τῶν ἐπιστημῶν μᾶλλον ἤ πρός τήν τῶν πολέμων

ἤτις ἀποτελεῖ τήν ἀρχήν καί τήν ὄψιν αὐτῆς», καθώς και τα αποκόμματα τύπου

για τη σχέση της ιστορίας με τον κινηματογράφο καί πως πρέπει νά διδάσκεται

η ιστορία, έρχονται σε αντίθεση με τον κλασικό τρόπο προσέγγισης των πηγών

και την ερευνητική και συγγραφική του δραστηριότητα. Η πνευματική του

βιογραφία θα ολοκληρωθεί με την παρουσίαση μιας εργασίας όπου με μέσο τα

κείμενά του και την ιστορικότητά τους θα αποτυπωθεί και θα αναδειχθεί το

μέγεθος της πνευματικής και επιστημονικής του προσφοράς αφενός και ο

ιστορικός του ρόλος αφετέρου.

99
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΚΟΥΡΙΛΑ

Μετά την παύση του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και την απονομή

σύνταξης καθηγητή Πανεπιστημίου, ο Κουρίλας παραμένει δραστήριος και δεν

παύει να ασχολείται με τα προσφιλή του θέματα δηλαδή τα διοικητικά της

Μεγίστης Λαύρας, το βορειοηπειρωτικό ζήτημα και τη συγγραφή και έκδοση

μελετών του. Το 1952 η μονή Μεγίστης Λαύρας τον ορίζει γενικό πληρεξούσιο

και αντιπρόσωπο της στην Αθήνα για θέματα απαλλοτριώσεων μετοχιών της.

Οι καλές σχέσεις που διατηρεί όλα τα χρόνια με τον πατριάρχη Αλεξανδρείας

Χριστόφορο είναι και ο λόγος που ο Κουρίλας ζητά θεώρηση του διαβατηρίου

του ώστε να μεταβεί στην Αίγυπτο και να αναλάβει τη διεύθυνση των

περιοδικών «Εκκλησιαστικός Φάρος» και «Πάνταινος». Ο πατριάρχης

Αλεξανδρείας παρεμβαίνει με επιστολή του στον πρόεδρο της ελληνικής

κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή και ζητά να δοθούν οι αναγκαίες

οδηγίες για θεώρηση του διαβατηρίου του Ευλόγιου Κουρίλα. Ο υπουργός

Παιδείας, κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού, απαντά ότι δε δίδεται άδεια

αναχώρησης στον Ευλόγιο Κουρίλα επειδή η κυβέρνηση έχει ανάγκη και των

υπηρεσιών του και της παρουσίας του που θεωρείται απαραίτητη λόγω του

βορειοηπειρωτικού ζητήματος151.

Ο Κουρίλας τελικά πεθαίνει στις 21 Απριλίου 1961 από εγκεφαλικό

επεισόδιο στη Στρατονίκη Θεσσαλονίκης, όπου είχε πάει να επισκεφθεί

συγγενείς του και μεταφέρεται στην Αθήνα. Η νεκρώσιμος ακολουθία ψέλνεται

στον μητροπολιτικό ναό Αθηνών χοροστατούντος του αρχιεπισκόπου Αθηνών

Θεόκλητου με την παρουσία πολλών άλλων μητροπολιτών, πανεπιστημιακών

καθηγητών και κρατικών λειτουργών και πολλών ηπειρωτικών αρχών,

151 Μαίρη Ζάγκλη-Μπόζιου, Ευλόγιος Κουρίλας, 454,531.

100
συλλόγων και ηπειρωτών. Η ταφή του γίνεται στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών σε

τάφο που παραχώρησε ο δήμος Αθηναίων.

Ο Ευλόγιος έφυγε από τη ζωή έχοντας την πεποίθηση ότι διήνυσε τη ζωή του

εν μέσω πόνων και μόχθων, ότι υπερασπίστηκε τα συμφέροντα του αγίου

Όρους, αγωνίστηκε με όλους τους τρόπους, ένοπλα και πνευματικά, για τη

σωστή, κατά τις πεποιθήσεις του, διακυβέρνηση της Ελλάδας και ότι

αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή με γνώμονα τη δίκαιη λύση του

βορειοηπειρωτικού ζητήματος ως όφειλε ως ο τελευταίος μητροπολίτης

Κορυτσάς, τίτλο με τον οποίο πάντοτε υπέγραφε και ποτέ δεν έπαψε να

αποκαλεί τον εαυτό του, αν και ο ιερατικός τίτλος ήταν επίσκοπος Κορυτσάς152.

Κατανάλωσε λοιπόν όλη τη ζωή του σε εθνικούς, πατριωτικούς και

θρησκευτικούς αγώνες. Είχε γίνει ιδιαίτερα για τους Βορειοηπειρώτες σύμβολο

θρησκευτικού αρχηγού, γύρω από τον οποίο συσπειρώθηκαν για την δικαίωση

της Βορείου Ηπείρου. Οι λόγοι του πλήρεις θρησκευτικού και πατριωτικού

περιεχομένου υπήρξαν το «βάλσαμο» στις ψυχές των αγωνιζομένων όχι μόνο

για τη Βόρειο Ήπειρο αλλά και για τη Μακεδονία και τον χειμαζόμενο

ελληνισμό. Ο σύλλογος Σελασφόρος, τον οποίον ο ίδιος ίδρυσε για να

υποστηρίζει και να προωθεί τα συμφέροντα του βορειοηπειρωτικού αγώνα,

διοργάνωσε, λίγους μήνες μετά, πνευματικό μνημόσυνο. «Τό δαψιλές πόνημα

τῆς ζωῆς τοῦ περικλεῖον εὐρείαν του ἐπιστητοῦ μοίρα, πρόκειται τοῖς πάσιν

ὑπόδειγμα εὐρυμάθειας, ἐργατικότηττας καί ὑπομονῆς. Θά ἀντλοῦν ἐξ΄ αὐτοῦ

πάντοτε οἱ ἐρευνηταί καί μελετηταί, ὄχι μόνο θεολογικῶν καί ἱστορικῶν, ἀλλά

καί κοινωνιολογικῶν καί φιλοσοφικῶν καί φυσικῶν ἐπιστάσεων καί

ἐπιστημῶν. Ἀκμαῖος καί μαχητικός διεξήγαγεν ἔντονους ἀγώνας διά τήν

152 Ο Ευλόγιος Κουρίλας σημειώνει σε φύλλο: «Οἱ φάκελοι αὐτοί εἶναι ἀποδείξεις. Ὁ φίλιος
ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν Σπυρίδων ἠθέλησε καί τόν τίτλον τοῦ μητροπολίτου νά μοί ἀφαιρέση
καθιστῶν μέ ἐπίσκοπον παρά τάς ἐπανειλημμένης προφορικῶς διαβεβαιώσεις, ὅτι καί ἄν
ἐλεγόμην ἐπίσκοπος διά λόγους ἐθνικούς ἔπρεπε νά λέγομαι μητροπολίτης κ.τ.λ.». Βλ.
Ακαταλογράφητο χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα στο τμήμα «Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα»
της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

101
ἐπικράτησιν τῶν ἀπόψεών του. Πολυειδῶς καί πολυτρόπως ὑπηρέτησεν τήν

Πατρίδα ἐνόπλως καί ἐν λόγω, «ἐν γραφίδι καί ἀσπίδι» κηρύττων ἀόκνως τόν

Λόγον τοῦ θεοῦ καί καταρτίζων ἑαυτόν ἐν πληρότητι βίου κατά Χριστόν…»

όπως χαρακτηριστικά μνημονεύεται σε άρθρο της εποχής. Όταν απεβίωσε

πολλοί ήταν οι χαρακτηρισμοί στον ημερήσιο τύπο, παραθέτουμε δε μερικούς:

«…φλογερός καί ἀκούραστος ἀγωνιστής μέ ἐθνική δράση, …ἐλάμπρυνε διά τῆς

ἱστορίας του καί τῆς δράσεώς του τήν ἱστορία, … ἀρετές του ἡ πίστη, ἡ

εὐσέβεια, ἡ ἑλληνολατρεία, ἡ αὐτοθυσία, ὁ ζῆλος, …διθυραμβικός ὑμνητής τῆς

ἑλληνικῆς ὀρθοδοξίας, ἀπαράμιλλος μαχητής, μέ τεράστια καί πολυσχιδῆ

εὐρυμάθεια, κινούμενη βιβλιοθήκη, ὑπερασπιστής τῶν ἀτομικῶν

ἐπιστημονικῶν πεποιθήσεων, …ἔκανε αὐστηρές κρίσεις διά τούς ἐχθρούς ἀλλά

καί μέ ὑπερβολές πού ἔθιγαν καί φίλους, … διεκατείχετο ἀπό εὐρυμάθεια καί

ἐργατικότητα, (ἐργαζόταν ἀδιαλείπτως ἐπί 18ωρον ἡμερησίως), … μελετητής

ὄχι μόνο θεολογικῶν ἀλλά καί κοινωνιολογικῶν, φιλοσοφικῶν καί φυσικῶν

ἐπιστασιῶν καί ἐπιστημῶν». 153

153 Στέφανος Λιππιώτης, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας’’, Βραδυνή,φύλλο της 25-4-1961.

102
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Μία πεφωτισμένη και αγλαώς δραστηριοποιουμένη λοιπόν

προσωπικότητα υπήρξε ο λόγιος Μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας,

στο πρόσωπο του οποίου σαρκώνεται ο πολυεπίπεδος αγώνας που αναφέρθηκε

κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα τόσο σε εκκλησιαστικό, όσο και σε εθνικό

και πανεπιστημιακό επίπεδο. Ο Κουρίλας υπήρξε μια φλογερή πατριωτική

ψυχή που το όραμά της αποτέλεσε η διάσωση και ενδυνάμωση των ιδανικών

της Ελλάδας σε κρίσιμες καμπές της ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας

(Μακεδονικός Αγώνας, Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα, Κατοχή, Εμφύλιος Πόλεμος

κ.ά.). Εντάσσεται και αυτός με το παράδειγμά του και τον όλο του βίο στο φως

το ανέσπερο της παιδείας, του πολιτισμού και της παραδόσεως. Υπήρξε μέλος

της Εκκλησίας της θυσίας και της αναστάσεως, του πάθους και της λυτρώσεως.

Αποτελεί χρέος μας να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι η πολυσχιδής και

αναμφισβήτητα πολυεπίπεδη και χαρισματική προσωπικότητα του μακαριστού

Ιεράρχου Ευλογίου Κουρίλα διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο τόσο στις

εκκλησιαστικές όσο και πολιτικές εξελίξεις σε κρίσιμες καμπές της

νεοελληνικής ιστορίας του Ελληνικού Κράτους κάνοντας υπερβάσεις και

«εισπηδήσεις» σε χώρους μη αρμοδιότητάς του προκειμένου να χαραχθεί η όσο

το δυνατόν συμφερότερη λύση για τα δίκαια των δεινώς χειμαζομένων

συμπατριωτών του τόσο στην Μακεδονία όσο και στη Βόρειο Ήπειρο.Γι΄αυτό

και απέδειξε ποικιλοτρόπως και μια άλλη ικανότητα της προσωπικότητάς του,

αυτή της διπλωματίας. Τρανταχτή απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι ενώ στα

τέλη της δεκαετίας του 1930 προσπαθεί να προσελκύσει με κάθε τρόπο την

πολιτισμική και πολιτική κουλτούρα των Αλβανών, γιατί πίστευε στην

συνύπαρξη του ελληνικού και αλβανικού πληθυσμιακού στοιχείου στην

επαρχία της Κορυτσάς και γενικότερα, από την άλλη κατά τη διάρκεια του

εμφυλίου ελληνικού σπαραγμού στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940

103
κηρύττει με μένος την αποστροφή του κατά του Κομμουνισμού και γενικά της

κομμουνιστικής ιδεολογίας.

Σ΄αυτή λοιπόν την εργώδη και μακροχρόνια επίπονη πορεία του ποτέ δεν

εκμεταλλεύθηκε καταστάσεις , ως ένας κοινός αδίστακτος καιροσκόπος και

λαοπλάνος, αλλά πάντοτε έθετε την υπηρεσία του «ΕΓΩ» στην υπηρεσία του

«ΕΜΕΙΣ» οραματιζόμενος την επίλυση, για παράδειγμα του Μακεδονικού και

Βορειοηπεριωτικού Ζητήματος, είτε με ένοπλη είτε με πολιτική λύση,

προτάσσοντας ο ίδιος ως όπλο την μαχητικότητα, την εμπεριστατωμένη

επιχειρηματολογία του, το δυναμισμό του, την γνήσια και άδολη φιλοπατρία

του αλλά και, γιατί όχι ακόμα, και την ίδια την ζωή του. Τις προαναφερόμενες

αυτές αρετές του τις απέδειξε και στις δύο φυλακίσεις που υπέστη κατά τα

Νοεμβριανά του 1916 και τα Δεκεμβριανά του 1944 όπου στη διάρκεια και των

δύο παρηγορούσε τους συγκρατούμενούς του και τους παρότρυνε να

υπομείνουν μέχρι τέλους για την ελευθερία της πατρίδας και την μη υποταγή

της σε ξενικές δυνάμεις και άνομα συμφέροντα. Όσο για το πολυτιμότερο

αγαθό, τη ζωή του, απευθυνόμενος τα τελευταία χρόνια της βιωτής του σε

νέους της Εθνικής Νεολαίας Ηπείρου τόνιζε προς κάθε κατεύθυνση ότι ήταν

έτοιμος να θυσιάσει και την τελευταία ρανίδα του αίματός του για χάρη της

πολυαγαπημένης του πατρίδας.

Σαφέστατα λοιπόν επηρεασμένος από τις εμβριθείς σπουδές του στην

κλασική φιλολογία και φιλοσοφία του αρχαίου ελληνικού και βυζαντινού

πολιτισμού εμπνέεται από τις αρχές, αξίες και ιδανικά της Φυλής μας και

οραματίζεται μια επανάσταση με κύρια χαρακτηριστικά της όχι την βία, απειλή

και καταστροφή αλλά την διαφώτιση των απλών ανθρώπων και γενικότερα

την απάλειψη από την κοινή γνώμη δεισιδαιμονιών, προκαταλήψεων και

μισαλλοδοξιών προκειμένου να επέλθει και πάλι στους λαούς η ειρήνη και η

ευημερία.

104
Συμπερασματικά η χριστιανική του ζωή αγκάλιασε όλους τους τομείς

της καθημερινότητας και απέδειξε σ’ όλη την πορεία του ότι τα ιδανικά της

θυσίας, του αλτρουισμού, της φιλοπατρίας, της έμπρακτης αγάπης, των

αγώνων για έναν καλύτερο κόσμο, είναι πανανθρώπινες αξίες, που πηγάζουν

από το φρέαρ της πνευματικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Μεγάλο το

χρέος μας λοιπόν απέναντι στην πατρίδα και στην ιστορία. Ας εμπνευστούμε

από την ζωντανή πίστη και το ήθος των αθανάτων ηρώων της φυλής μας.

105
Α. ΠΗΓΕΣ

 Κουρίλας Ευλόγιος, Ακαταλογράφητα χειρόγραφά του στο τμήμα

«Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα» της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του

Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Λαυριώτης, Κύριλλος προηγούμενος Λαυριώτης,

χρονογράφος ὁ Κορωναῖος, Πελοποννήσιος ἐκ Μικρομάνης τῶν Καλαμῶν»,

Ἀθήνα 1935.

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσᾶς, Γρηγόριος ὁ

Ἀργυροκαστρίτης (1926-1934).

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσᾶς, Δεκεμβριανή τραγωδία,

τόμος β΄. Ἡ μαρτυρική διαδρομή τῆς στ΄ φάλαγγος τῶν ἐπιλέκτων ὁμήρων

ἀπό Ἀθηνῶν μέχρι Παρνασσού. Ἡ ὀρειβατική φάλαγξ τῆς Πάρνηθος.

Δραματικά γεγονότα. Εἰκών καί προέλευσις τοῦ κομμουνισμοῦ ἐν Ἑλλάδι.

Ἠθική κρίσις.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Ἱστορική βιβλιογραφία: τά φυτικά καί αἵ

συναφεῖς ἐν Ἑλλάδι ἐπιστῆμαι ἀπ'ἀρχῆς μέχρι τοῦ παρόντος, ἤτοι

φαρμακολογία, ἰατρική, διαιτητική, ἀλχημεία, ἑρμητική, μαγεία.... Ἔκδοση

1938.

 Κουρίλας Εὐλόγιος -Λαυριώτης, Διοσκορίδειοι μελέται καί ὁ Λαυριωτικός

Διοσκορίδης: μελέτη κριτική καί ἱστορική. Ἔκδοση 1935.

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσᾶς, Νέα Ἀκαδημία

Μοσχοπόλεως. Ὁ ἰδιάζων αὐτῆς χαρακτήρ καί οἱ εὐρύτεροι σκοποί. Ἡ

καταγωγή τῶν Κουτσοβλάχων καί ἡ ἐγγραμμάτισις τῆς γλώσσας αὐτῶν

(ἀπόσπασμα ἐκ της Ἱστορίας τῆς Μοσχοπόλεως), Εκδόσεις Ρόκου Δ.

Κων/νου, Ἀθῆναι 1935.

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσᾶς, Περί τῆς ἑλληνοαλβανικῆς

διαλέκτου. Θεσσαλονίκη 1933.

106
 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσᾶς, Τό Κράτος τῆς Ἀληθείας,

ἐπίμετρον.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος , Μοναχολογία: περί τοῦ ἐν Ἄθω κοινοβίου.

Ἔκδοση 1931.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ: Ἀθωνίται.

Ἔκδοση 1929.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Πατριαρχική ἱστορία: τό Οἰκουμενικόν

Πατριαρχεῖον, ἀγών ὑπέρ τῶν προνομιῶν-θέσις. Τό αὐτοκέφαλόν της

Ἑλληνικῆς ἐκκλησίας. Ἡ πολιτειοκρατία-ἄρσις. Ἔκδοση 1951.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Ὁ κ. Βενιζέλος ἐν Ἄθω. Ὁ ἐκφωνηθεῖς

ἱστορικός λόγος καί αἵ ἐπίσημοι δηλώσεις. Τά σχόλια τοῦ τύπου.

Θεσσαλονίκη 1930.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Οἱ ἀμπελῶνες τοῦ Ἀθω: ἀπόσπασμα ἀπό

τό ἔργο "Ἄθως, φῶς ἐν σκοτει": Ἀθῆναι, 1935 / Ἔκδοση 2001.

 Κουρίλας-Λαυριώτης, Εὐλόγιος, Τά ἁγιορείτικα ἀρχεῖα καί ὁ κατάλογος

τοῦ Πορφύριου Οὐσπενσκη. Ἔκδοση 1930.

 Κώδικες ἐγγράφων Ἄγ. Ὅρους ΑΓ. ΟΡ. ΚΩΔ. 10.4.

 Φάκελλος ἀρχείου ἀδημοσιεύτου: Β΄ Μέρος Κώδικος Ι.Μητρόπολης

Κορυτσάς. Στή βιβλιοθήκη: «Νεοφύτου Μαρτινιανοῦ – Ἀγαθαγγέλου

Τσάμτση» της Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

107
Β. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Ανδρεάδης Γ., ‘’Κρίσις έργου Ευλόγιου Κουρίλα, Περί Ασκητισμού’’,

Γρηγόριος Παλαμάς, τόμος 13ος ,(1929) 482-484.

 Ἀνθεμίδης Ἀχ., Ἤπειρος – Ἠπειρῶτες, Βορειοηπειρωτικό ζήτημα,

Θεσσαλονίκη 1994.

 Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριών Φιλοσοφικής Σχολής, 12/10/1942.

 Βορειοηπειρωτικός Ἀγών, φύλλο 43-44/1961.

 Γ.Ε.Σ. – Δ.Ι.Σ., τόμ. Αἴτια καί ἀφορμαί Ἑλληνο-ἰταλικοῦ πολέμου, Ἀθῆναι

1959,σελ. 13.

 Γ.Ε.Σ.–Δ.Ι.Σ., Ἐπίτομη Ἱστορία τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ καί Ἑλληνογερμανικού

πολέμου 1940–1941. Ἀθῆναι 1985.

 Γ.Ε.Σ., Ὁ Βορειοηπειρωτικός ἀγώνας, Ἀθῆναι 1997.

 Γλαβίνας Ἀπ., Ἡ Ὀρθόδοξη αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας,

Θεσσαλονίκη 1992.

 Δημόπουλος Θεόδωρος, ‘’Ο ματωμένος Δεκέμβριος των Αθηνών’’,

Στρατιωτική Ιστορία, 36, (2008) 5-10.

 Εμμανουήλ Εμμανουήλ, ‘’Ευλογίου Κουρίλα Λαυριώτου, Διοσκουρίδειοι

μελέται καί ὁ λαυρεωτικός Διοσκουρίδης‘’, Αρχεία Φαρμακευτικής,

τεύχος 5ο, (1935) 120-124, 160.

 Ζάγκλη–Μπόζιου Μαίρη, Εὐλόγιος Κουρίλας (1880-1961). Τὸ Ἀρχεῖο του

στὸ Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων, Ἰωάννινα 2009

 Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΕ΄.

 Halkin Φραγκίσκος, ‘’Σχόλια επί του Καταλόγου τῶν Κωδίκων τῆς ἱερᾶς

σκήτης Καυσοκαλυβίων’’, Analecta Bollandiana, τόμος 49,( 1931) .442-444.

Σύλλογος Βολλανδιστών, Βρυξέλλες.

 Καρακίτσιος Ἐλευθέριος, Οἱ διωγμοί τῶν Ἑλλήνων στήν Ἀνατολική Βόρειο

Ἤπειρο. Πρωτογενές ὑλικό τῶν μαρτυριῶν, Θεσσαλονίκη 2010 (υπό

έκδοση).

108
 Καλλιμάχου Δημήτρης,’’ Έπιστημονικαί Ἔρευναι –Εἶναι το Οίκουμενικόν

Πατριαρχεῑον Άποστολική Έκκλησία;’’, Ἐθνικός Κήρυκας, (16-03-1958) 4-5.

Νέα Ὑόρκη.

 Καλογερόπουλος Διονύσιος, ‘’Ευλόγιου Κουρίλα,Διοσκουρίδειοι μελέται,

ὁ Διοσκουρίδης καί ὁ λαυρεωτικός κῶδιξ.’’, Θρακικά, τόμος ΣΤ΄, (1935) 48-

53.

 Καρακίτσιος Ελευθέριος, Οἱ Διωγμοί τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἰς τήν Βόρειον

Ἤπειρον, Θεσσαλονίκη (ὑπό ἔκδοσιν).

 Καρακίτσιος Απ. Ελευθέριος, Ο Ελληνισμός στην μητροπολιτική

περιφέρεια Κορυτσάς, Θεσσαλονίκη 2012.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘’Δασονομία καί γεωπονία πάλαι τέ καί νῦν’’,

Θρακικά,τόμος Ε΄,(1933) 141.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ’’Βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας. Μετά

εισαγωγής εις την Αλβανικήν φιλολογίαν’’, Ηπειρωτικά Χρονικά, τόμος

Β΄,(1932) 110-152 και τόμος Δ΄,(1934)112-145.

 Κουρίλας Ευλόγιος,’’Βιβλιογραφία Ηπείρου και Αλβανίας. Μετά

εισαγωγής εις την Αλβανικήν φιλολογίαν’’, Ηπειρωτικά Χρονικά, τόμος

Γ΄, (1933).

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘’Ἡ Μοσχοπόλις καί ἡ νέα Ἀκαδημία αὐτῆς‘’,

Θεολογία, τόμος ΙΒ΄, (1934).

 Κουρίλας Ευλόγιος,’’Ρήγας Φεραῖος καί τά ἀνέκδοτα ποιήματα τοῦ ἐξ

Ἀθωνικοῦ χειρογράφου’’, Θεσσαλικά Χρονικά, τόμος Γ΄, (1933) 1-98.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘’Θεόκλητος Πολυείδης καί τό Λεύκωμα αὐτοῦ’’,

Θρακικά, τόμος Ε΄(1935) 127-139.

 Κουρίλας Ευλόγιος, Μητροπολίτης Κορυτσάς, Δεκεμβριανή τραγωδία των

ομήρων. Η έκτη των "επιλέκτων φάλαγξ" και η των Κρορών πορεία του

θανάτου,Ανωνύμου, Ελεύθερη Σκέψις, 2003.

109
 Κουρίλας-Λαυριώτης Εὐλόγιος, ‘’Περί τῆς τυπικῆς διατάξεως τῶν

Μηναίων τῆς Ἐκκλησίας πάλαι τέ καί νῦν’’, Δελτίο Χριστιανικής

Αρχαιολογικής Ἐταιρίας 4 (1934-1936), Ἀθήνα.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘’Τά κημειλαρχεία καί ἡ βιβλιοθήκη τῆς ἐν Ἄθω

Μονῆς Μεγίστης λαύρας. Ἡ παροῦσα κατάστασις αὐτῶν (1935)’’,

Επετηρίδα Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμος ΙΑ΄,(1935) 306-345.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘’ Γρηγόριος ό Ἀργυροκαστρίτης καί εἰς τὀ Ἀλβανικόν

μετάφρασις της Καινής Διαθήκης’’, Θεολογία, τόμος Ζ΄,(1929) 348-363.

 Κουρίλας Ευλόγιος, ‘‘Γρηγόριος ό Ἀργυροκαστρίτης καί εἰς τὀ Ἀλβανικόν

μετάφρασις της Καινής Διαθήκης’’Θεολογία, τόμος ΙΒ΄(1934) 69-84.

 Κουρίλας Εὐλόγιος, Μητρ. Κορυτσᾶς,’’Ἐπίσκοποι - λόγιοι -ἐπίσημοι -

εὐεργέται Ἡρακλείας’’, Θρακικά, 36 (1963).

 Κουρίλα Ευλόγιου, ‘’Εἰσαγωγή εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν

Ἡρακλείας’’, Θρακικά, ΙΖ΄,(1942) 358-378.

 Κρέμου Γεώργιος, Νέα Ἑλλάς ἤ Ἑλληνικόν Θέατρον, Ἀθήνα 1872.

 Λάμπρου Σπ., ‘’Το χειρόγραφο του Μεδιολάνου’’, Νέος Ελληνομνήμων,

τόμος Γ΄, (1906) 481-482.

 Λιβαδέως Ἀλεξ., Τό Ἠπειρωτικόν Κομιτᾶτον, Ἱστορικά Σημειώματα (1904 –

1912– 1913), Ἀθῆναι 1964.

 Λιππιώτης Στέφανος, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας, Μητροπολίτης Κορυτσάς,

Καθηγητής Πανεπιστημίου’’, Βραδυνή, στις 25-4-1961.

 Μανουήλ Γεδεών, ‘’Κυρίλλου Λαυριώτου, Πατριαρχικόν Χρονικόν νῦν

πρῶτον ἐκδιδόμενον’’, Αθήναιον, τόμ.6, (1877).

 Γεώργιος Μοσχονάς,‘’Ευλόγιου Kουρίλα, Heraclea Sacra’’,Πάνταινος,

(1958) 47-48.

 Μυλωνάς Θαλ., Τό Βορειοηπειρωτικό στό κατώφλι τῆς Ἐθνικῆς

μειοδοσίας,ἐκδόσεις Ι. Σιδέρης, Ἀθῆνα 1987.

 Οἰκονόμου Φ., Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός στήν Βόρειο Ἤπειρο, ἔκδοσις

δευτέρα, Αθήνα 1990.

110
 Παναγιωτάκος Π., ‘’Πλήρης ανάλυση και κριτική. Ευλογίου Κουρίλα,

Μητροπολίτου Κορυτσάς και Καθηγητού Παν/μίου, «Πατριαρχική

Ἱστορία. Τό Οἰκουμενικόν πατριαρχεῖον. Ἀγών ὑπέρ τῶν προνομίων –

Θέσις. Τό αὐτοκέφαλόν της Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πολιτειοκρατία –

Ἄρσις. Τόμος Α΄.», Αρχείο Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου, τεύχος

1ο, (1952) 78-80.

 Παπαδόπουλος Κυπριανός (αρχ.), ’’Κορυτσάς Ευλόγιος. Πατριαρχική

Ιστορία’’, 8, Πάνταινος, (1952) 279.

 Παντελεήμονος Ἐπισκόπου Ἀργυροκάστρου, Ἀλβανίας, ‘’Μετά τό 1914’’,

Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, 3 (1963) 71.

 Παπαδάκη Θεοδούλου (Ἄρχ.), Πραγματεῖαι καί συγγραφαί τοῦ ἀοιδίμου

Μητροπολίτου Κορυτσᾶς Εὐλόγιου Κουρίλα, Ἀθῆναι, 1963.Εταιρία

Ηπειρωτικών Μελετών.

 Παπαμιχαήλ Γρηγόριος, ‘’Περί του έργου, Ιστορία του Ασκητισμού’’, ,

Εκκλησία, Ζ΄, (1929) 268.

 Παπαθεοδώρου Απόστολος, ‘’Οἱ ἀπελευθερωτικοί ἀγῶνες τῶν

Βορειοηπειρωτῶν’’, Τό Βορειοηπειρωτικόν ζήτημα, παρελθόν, παρόν,

μέλλον, Πρακτικά Β΄ Πανελληνίου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, Κόνιτσα 23 –

26 /8/1990, Αθήνα 1992.

 Παπαθεοδώρου Απόστολος,’'Ἡ παιδεία στή Βόρειο Ἤπειρο μετά τό ’21’’,

Βόρειος Ἤπειρος – Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Πρακτικά Α΄ Πανελληνίου

Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, Κόνιτσα 1987, Ἀθῆναι 1988.

 Παππάς Ν. Βασίλειος, Η Αθωνική Πολιτεία στους εθνικούς αγώνες (1850-

1913), υπό έκδοση. Διαθέσιμο στο: http://www.dimokratianews. gr/content

/56937/oi-afaneis-agioreites-iroes-poy-matosan-ta-rasa-toys-gia-tin-patrida

 Προσφυγικός Κόσμος, στα φύλλα της υπ΄. αριθμ. 869-1016 στο διάστημα

από 10-/08/1947 έως 04/06/1951.

 Rogues Μάριο,’’ Περί Καστριώτου’’, Romania, 206, ( 1926) 162-164.

111
 Μιλτ. Σταμούλη, ΄΄ Θρακική Βιβλιογραφία΄΄, Θρακικά, τόμος Γ΄, (1932) 67-

79.

 Σκενδέρης Κων., Ἱστορία τῆς Ἀρχαίας καί συγχρόνου Μοσχοπόλεως,

Ἀθῆναι 1928.

 Σπυρίδωνος ἤ Ἀθανασίου Λαυριώτου, Τό κίβδηλον νόμισμα, ἤτοι ὁ

ἀποκεκηρυγμένος λιβελλογράφος Εὐλόγιος Κουρίλας ὁ Ἀλβανός,

Θεσσαλονίκη 1936.

 Σταματόπουλου Δ. Δημήτρη, Η Μικρομάνη και η επαρχία της, (13ος 19ος

αιώνας), Καλαμάτα 1997.

 Τζιρόπουλος Στ., Ἡμερολόγιον ἀπό τόν πόλεμο τοῦ 1940, Νέα Θέσις,

Αθήνα 1997.

 Τρίτος Μιχ.,’’Ἡ Μοσχόπολη τοῦ χθές καί τοῦ σήμερα’’, Εκκλησία, ἔτος

ΟΔ΄ (1977). Ἀνάτυπον.

 Τρίτος Μιχ. – Ἰσμυρλιάδου Ἀδελαΐς, Ἱστορική Διήγησις περί τοῦ

Καστριώτου τοῦ ἐπονομασθέντος καί Σκενδέρμπεη, Εκδόσεις Αφών

Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008.

 Τρίτος Μιχ., Ἡ Ἐκκλησία στό ἀνατολικό Ἰλλυρικό καί τήν Ἀλβανία,

ἐκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1999.

 Τωμαδάκη, Ν., ‘’Εὐλόγιος Κουρίλας – Νεκρολογία’’, Ἐπετηρίς Ἑταιρείας

Βυζαντινῶν Σπουδῶν, Λ (1960-61).

 Τωμαδάκης Ν., «Ὁ Ἐθναπόστολος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὁ

ἐπανευαγγελισμός τῆς παιδείας», Βόρειος Ἤπειρος – Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ

Αἰτωλός, Πρακτικά Α΄ Πανελληνίου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, Κόνιτσα

1987, Ἀθῆναι 1988.

 Χρυσόστομος Αθηνών, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας, Περί Ασκητισμού-Αθωνίται,

Θεολογία, τόμος Ζ΄, (1929) 370-373.

 Χρυσόστομος Αθηνών, ‘’Ευλόγιος Κουρίλας, Κατάλογος τῶν Κωδίκων

τῆς ἱερᾶς σκήτης Καυσοκαλυβίων’’, Θεολογία, τόμος Ι΄,(1930) 82-83.

112
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Α. ΕΙΚΟΝΕΣ (Βρίσκονται όλες στο Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα της

Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων).

Ειδικός χώρος φύλαξης του Αρχείου Ευλόγιου Κουρίλα.

Προθήκη φύλαξης βιβλίων και χειρογράφων του Αρχείου Ευλόγιου Κουρίλα.

113
Φωτογραφίες του Ευλόγιου Κουρίλα με τις επίσημες Αρχές στην Κορυτσά

(Φ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

114
Ο Ευλόγιος Κουρίλας ως νέος (στα αριστερά) (Φ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

Η πανεπιστημιακή ταυτότητα του Κουρίλα.

115
Πανοραμική φωτογραφία από την νεκρώσιμη πομπή του Κουρίλα

στην Αθήνα (Φ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

Ο Κουρίλας γονυπετής στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτου (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

116
Δύο ιστορικές φωτογραφίες από την επίσκεψη του τότε Πρωθυπουργού
Ελευθέριου Βενιζέλου και της συνοδείας του στον Άθωνα, περί το 1930, κατά
την επίσκεψή του στη βόρεια Ελλάδα.

117
Ο Λογιώτατος Ευλόγιος Κουρίλας ως συγγραφέας στη βιβλιοθήκη του

(Φ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

118
Απόκομμα εφημερίδας (Πατρίς Κων/πολης) της 12-4-1937 σχετικά με τη
χειροτονία Κουρίλα (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι).

119
.

Δημόσιες διακηρύξεις του Κουρίλα στον Τύπο της εποχής για την ανάγκη
στράτευσης στον Αγώνα της Πατρίδας στα εθνικά ζητήματα (Μακεδονικό,
Βορειοηπειρωτικό) (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

120
Δίπλωμα απονομής σύνταξης του Κουρίλα το 1952 (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

121
Επίσημο έγγραφο (Άδεια αναχωρήσεως) του Κουρίλα από το Ιταλικό
Φρουραρχείο Αθηνών (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

122
Απόκομμα εφημερίδας Εστίας (13-1-1947) όπου εικονίζεται ο συμμετέχων
Κουρίλας σε εορταστική εκδήλωση των Βορειοηπηρωτών σε κινηματογράφο της
Αθήνας (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

123
Απόκομμα εφημερίδος Ηπειρωτικό Μέλλον (3-7-1947) που εικονίζει τον
Κουρίλα ως μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Ηπειρωτικού Αγώνα να
επισκέπτεται τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Μάξιμο (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

124
Άρθρο του Ευλόγιου Κουρίλα στην εφημερίδα Βορειοηπειρωτικά (1949)
σχετικά με την προσφορά όσων συντελούν στην έκδοση
«Βορειοηπειρωτικά Νειάτα» (Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

125
Αποκόμματα εφημερίδων σχετικά με τον κοινωνικό αντίκτυπο του θανάτου του
Ευλογίου Κουρίλα που περισυνέλεξε ο συνεργάτης του Θεόδουλος Παπαδάκης
(Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

126
Απόκομμα εφημερίδας σχετικά με τον κοινωνικό αντίκτυπο του θανάτου του
Ευλογίου Κουρίλα, που περισυνέλεξε ο συνεργάτης του Θεόδουλος Παπαδάκης
(Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

127
Αποκόμματα εφημερίδων σχετικά με τον κοινωνικό αντίκτυπο του θανάτου του
Ευλογίου Κουρίλα που περισυνέλεξε ο συνεργάτης του Θεόδουλος Παπαδάκης
(Α.Α.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

128
Β. Έγγραφα. (Βρίσκονται όλα στο Αρχείο Ευλόγιου Κουρίλα της Κεντρικής

Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων).

Απονομή του Σταυρού του Τάγματος του Φοίνικα στον Ευλόγιο Κουρίλα από
τον Βασιλιά Γεώργιο. (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.)

129
Προσωπικές Πανεπιστημιακές παραδόσεις του Κουρίλα για την Ιστορία
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.)

130
Ανακοίνωση προγράματος πανεπιστημιακών μαθημάτων του Ευλόγιου
Κουρίλα κατά το β΄εξάμηνου του έτους 1935-6 (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

131
Χειρόγραφο του Κουρίλα με πληροφορίες για τις αντιδράσεις των ελληνκών
στρατιωτικών σωμάτων κατά των Τούρκων και Βουλγάρων το 1907
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

132
Αυθεντικό τετράδιο επισύναψης σχετικών αποκομμάτων του Τύπου της εποχής
από τον Ευλόγιο Κουρίλα σχετικά με το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

133
Ακαταλογογράφητο έντυπο στο Αρχείο του Ευλόγιου Κουρίλα στη Βιβλιοθήκη
του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπου καταγράφεται ο Κουρίλας ως μέλος της
οργανωτικής επιτροπής του Συλλόγου Βορειοηπερειρωτών Αθήνας
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

134
Αυθεντικό εξώφυλλο τετραδίου επισύναψης σχετικών αποκομμάτων του Τύπου
της εποχής από τον Ευλόγιο Κουρίλα αλλά και άλλες ιδιόγραφες σημειώσεις
του σχετικά με τα Δεκεμβριανά (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

135
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τα όσα
βίωσε κατά την Δεκεμβριανή Επανάσταση του 1944 (1) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

136
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τα όσα
βίωσε κατά την Δεκεμβριανή Επανάσταση του 1944 (2) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

137
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου καταγράφει τις ενέργειες και εν γένει
προσπάθειες που κατέβαλε ως Μητροπολίτης Κορυτσάς (1937-1939)
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

138
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου καταγράφει τα βιώματά του από την
εισβολή των Ιταλών στην Αλβανία (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

139
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου καταρρίπτει τις κατηγορίες του
συναδέρφου του Κουγέα πως είναι Αλβανός εθνικιστής (1) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

140
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου καταρρίπτει τις κατηγορίες του
συναδέρφου του Κουγέα πως είναι Αλβανός εθνικιστής (2) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

141
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για την
Ακαδημία Μοσχοπόλεως (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

142
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για τον
Γρηγόριο Αργυροκαστρίτη και τον Σκενδέρμπεη (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

143
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για την
επιθυμία του να επανακαθιερωθεί ο κοινοβιακός βίος σε όλα τα Μοναστήρια
του Αγίου Όρους (1) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

144
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για την
επιθυμία του να επανακαθιερωθεί ο κοινοβιακός βίος σε όλα τα Μοναστήρια
του Αγίου Όρους (2) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

145
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για την
επίσκεψη του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Άγιο Όρος μετά την απελεύθερωσή
του από τους Τούρκους (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

146
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του γα την
οργάνωση του φοιτητικού μακεδονικού κινήματος το 1907 (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

147
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για το πρώτο
μέρος της διατριβής του (1) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

148
Χειρόγραφο του Ευλόγιου Κουρίλα όπου περιέχει σημειώσεις του για το πρώτο
μέρος της διατριβής του (2) (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

149
Δακτυλογραφημένο έντυπο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Αθηνών με το οποίο εκφράζεται προς τον Κουρίλα η συμπαράσταση των
συναδέλφων του καθηγητών για τη σύλληψή του κατά τα
Δεκεμβριανά(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

150
Πιστοποιητικό χειροθεσίας αναγνώστου από τον Κουρίλα του λαϊκού Γ. Λαδά
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

151
Χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας που αιτείται από τον Ευλόγιο
Κουρίλα τον Ιανουάριο του 1948 να συγγράψει την ιστορία της Μονής
(Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

152
Ψήφισμα του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Νεολαίας Βορείου Ηπείρου,
όπου εκφράζεται η βαθυτάτη ευγνωμοσύνη προς τον Ευλόγιο Κουρίλα για όσα
κάνει για το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα (Α.Χ.Ε.Κ.Β.Π.Ι.).

153

You might also like