Ουτοπία και κοινωνικός μετασχηματισμός στον Πλάτωνα και τον Μαρξ (Πλάτων, ουτοπία, ολοκληρωτισμός) (2011) - Παναγιώτης Τσολιάς

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 31

Πλάτων, ουτοπία, ολοκληρωτισμός

Τέσσερα δοκίμια των Μιχάλη Κατσιμίτση,


Χαράλαμπου Μαγουλά, Νικήτα Σινιόσογλου,
Παναγιώτη Τσολιά

futura
πλατων, ουτοπια, ολοκληρωτισμοσ
Τέσσερα δοκίμια των Μ. Κατσιμίτση,
Χ. Μαγουλά, Ν. Σινιόσογλου, Π. Τσολιά

Κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2011 από τις


εκδόσεις futura - Mιχάλης Παπαρούνης
Χαριλάου Τρικούπη 72, 106 80 Αθήνα
Tηλ. & φαξ: 210 5226361
futura@otenet.gr

Επιμέλεια έκδοσης: Μιχάλης Παπαρούνης


Σχεδιασμός έκδοσης: Βασίλης Σωτηρίου

© 2011 οι συγγραφείς και εκδόσεις futura

ISBN: 978-960-9489-10-2
Περιεχόμενα

Μια συζήτηση αντί εισαγωγής 7

Αναθεωρώντας την πλατωνική ουτοπία 25


Μιχάλης Κατσιμίτσης

Πλάτων και Ροβεσπιέρος 51


Νικήτας Σινιόσογλου

Ουτοπία και κοινωνικός μετασχηματισμός 107


στον Πλάτωνα και τον Μαρξ
Παναγιώτης Τσολιάς

Χρήση της Πολιτείας και νεωτερικές δυστοπίες 133


Χαράλαμπος Μαγουλάς

Βιογραφικά σημειώματα 163


Ουτοπία και κοινωνικός μετασχηματισμός
στον Πλάτωνα και τον Μαρξ

Παναγιώτης Τσολιάς

Ο 20ός αιώνας υπήρξε κατά πολλούς η εποχή της πολι-


τικής εφαρμογής της ουτοπίας, καθότι οριοθετήθηκε
από την άνοδο και την πτώση της μεγαλύτερης ουτοπι-
κής αφήγησης (όπως εσχάτως έχει καθιερωθεί ο όρος),
του κομμουνισμού. Η πρώτη απόπειρα αντιπαράθεσης
του κομμουνισμού με μια άλλη ουτοπία, το ναζισμό, και
αντικατάστασής του από αυτή, απέτυχε σχεδόν πλήρως.
Τα καταστροφικά αποτελέσματα του Β΄ Παγκοσμίου Πο-
λέμου και η επέκταση των σοσιαλιστικών ιδεών σε πολλές
χώρες, οδήγησαν στη διαμόρφωση της θεωρίας του πολι-
τικού ρεαλισμού, σύμφωνα με την οποία η αγορά και η οι-
κονομία αφαιρούν από την κοινωνία την πρωτοκαθεδρία
στη διαμόρφωση της ιστορίας. Αμέσως μετά τη διάλυση
του ανατολικού μπλοκ, καταβλήθηκε η μέγιστη δυνατή
προσπάθεια απογύμνωσης της ουτοπίας από την πολιτική
της διάσταση, καθώς έγινε κατανοητή η μεθυστική επίδρα-
ση που διαχρονικά άσκησε στα πλήθη. Στο πλαίσιο αυτό
αναπτύχθηκαν ενίοτε και ακραία ουτοπικά ιδεολογήματα,
όπως η γνωστή θεωρία του Φράνσις Φουκουγιάμα για το
«τέλος της Ιστορίας» που υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι
στη μετακομμουνιστική εποχή η κυριαρχία του νεοφιλε-
λεύθερου καπιταλισμού είναι αναπότρεπτη, καθώς και η
άποψη του Σάμιουελ Χάντιγκτον για τη σταδιακή αντικα-
τάσταση των κοινωνικοοικονομικών συγκρούσεων από
συγκρούσεις πολιτισμικού-θρησκευτικού χαρακτήρα.
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, λοιπόν, αναζωπυρώθηκε
η συζήτηση για τη δυνατότητα των ουτοπικών πολιτικών

107
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

συστημάτων να αποτελέσουν τον κινητήρα της κοινωνι-


κής μεταβολής σε παγκόσμιο επίπεδο. Παράλληλα, πα-
ρουσιάστηκε η ανάγκη να αποδοθεί η κατάρρευση των
σοσιαλιστικών καθεστώτων στον ουτοπικό χαρακτήρα της
μαρξιστικής πολιτικής φιλοσοφίας. Επιπροσθέτως, επιχει-
ρήθηκε να αναδειχθεί η πρωτοκαθεδρία της «πολιτικής
ορθότητας», ως μια μίξη οικονομιστικών θεωριών με έναν
πολιτικής χροιάς φιλοσοφικό λόγο, που ενσωμάτωσε προ-
νεωτερικά μεταφυσικά στοιχεία, προκειμένου να αναδείξει
την ηθική και οντολογική αναγκαιότητα της παγκοσμιο-
ποιημένης πολιτικής πραγματικότητας. Δεν ήταν λίγες οι
περιπτώσεις διανοητών, οι οποίοι στα πρόσφατα ιστορικά
γεγονότα διαπίστωσαν τη συνολική αποτυχία της ουτοπί-
ας στον πολιτικό στίβο, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την
εμβριθή μελέτη του John Gray Μαύρη Λειτουργία. Στην
προσπάθεια να αποδειχθεί η οριστική ήττα της ουτοπίας,
επιχειρήθηκε η φιλοσοφική και ιστορική της διερεύνηση
με κοινή αφετηρία την πλατωνική ουτοπία, ως πρώτη έν-
δειξη φαντασιακού, μη ρεαλιστικού στοχασμού στον χώρο
της πολιτικής. Με τον Πλάτωνα ανοίγει έτσι ένας κύκλος,
που κλείνει οριστικά με την αποτυχία της κομμουνιστικής
ουτοπίας και την επικράτηση της παγκοσμιοποίησης. Για
να θεωρηθεί όμως έγκυρη μια τέτοια προσέγγιση, πρέπει
να ανιχνευθούν οι όροι υπό τους οποίους η μαρξική και η
πλατωνική πολιτική σκέψη χαρακτηρίστηκαν συλλήβδην
ουτοπικές και να εξακριβωθεί το κατά πόσο μπορεί να ευ-
σταθεί ένας τέτοιος ισχυρισμός.
Για να προχωρήσουμε, είναι απαραίτητο να καθορίσου-
με αρχικά την έννοια της ουτοπίας. Κατά πρώτον θα μπο-
ρούσε να γίνει αποδεκτό ότι, αρχής γενομένης από την
πλατωνική Καλλίπολη, η ουτοπία αναφέρεται αποκλειστι-
κά στην πολιτική ως το κατεξοχήν πεδίο της ανθρώπινης
δράσης και αποτελεί τον σχεδιασμό μιας ιδανικής, τέλειας

108
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

κοινωνίας.1 Ως ουτοπίες μπορούν επίσης να χαρακτηρι-


στούν οι θρησκευτικές μεσσιανικές δοξασίες, καθότι και
σε αυτήν την περίπτωση δεν απουσιάζει εντελώς η πο-
λιτική χροιά: για τον ιουδαϊσμό ή το Ισλάμ οι περιούσιοι
πιστοί προσδοκούν ανοιχτά την πολιτική κυριαρχία επί
των απίστων, ενώ για τον χριστιανισμό η υπεσχημένη
(επ)άνοδος του Μεσσία δεν αποτελεί ένα καθαρά πνευ-
ματικό γεγονός, αλλά καθορίζει και το πολιτικώς ορθό για
τη χριστιανοσύνη στην κοσμική της διάσταση· ας μην πα-
ραβλέπουμε το γεγονός ότι, χωρίς την αυγουστίνεια civi-
tas dei, ο χριστιανισμός δεν θα μπορούσε επ’ ουδενί λόγω
να αποτελέσει την ιδεολογική βάση της ελέω θεού δεσπο-
τείας, που θεμελίωσε ηθικά και οντολογικά την κοσμική
απολυταρχία ως μίμηση της ουράνιας πολιτείας. Με άλλα
λόγια, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να θεωρήσουμε
την ουτοπία σαν μια υπερλογική έννοια αποκομμένη από
την ανθρώπινη πράξη, αλλά πρέπει να την εκλάβουμε ως
μια πρόταση για μια «ανώτερη» διαχείριση του πολιτικού
γίγνεσθαι, η δυνατότητα της οποίας να πραγματοποιηθεί
στο μέλλον μένει ανοιχτή.
Στο πεδίο του ιδεολογικού προσανατολισμού, θα μπο-
ρούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως ουτοπία το αίτημα για τη
δημιουργία μιας φαντασιακής μελλοντικής τέλειας κοι-
νωνίας, στην οποία θα αίρονται όλες οι παθογένειες που
έχουν παρατηρηθεί στους μέχρι τώρα κοινωνικούς σχημα-
τισμούς. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι όλες οι ουτοπικές
προτάσεις διατυπώθηκαν πάντοτε σε περιόδους κοινω-
νικοπολιτικής και οικονομικής κρίσης, με στόχο την όσο
το δυνατόν πιο γρήγορη και –κυρίως– μόνιμη έξοδο από
αυτήν. Σε αυτό το σημείο, ο πλατωνικός και ο μαρξικός
στοχασμός παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα. Ο Πλάτων

1
Αντωνακόπουλος (1983) 61-63.

109
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

συγγράφει τους Νόμους και την Πολιτεία του κατά τη διάρ-


κεια της μεγάλης κρίσης του δουλοκτητικού συστήματος,2
η οποία ξεκίνησε με την ήττα της Αθήνας στον Πελοπον-
νησιακό Πόλεμο, γεγονός που οδήγησε σε σύντομο χρο-
νικό διάστημα στην παρακμή της πόλεως-κράτους και την
αντικατάστασή της από το συγκεντρωτικό, απολυταρχικό
κράτος των Μακεδόνων. O Μαρξ, από την άλλη, ανδρώ-
θηκε στον απόηχο της Γαλλικής Επανάστασης και της
οριστικής ήττας της αριστοκρατίας από την αστική τάξη,
είδε όμως να ξεκινά βαθμηδόν η παρέκκλιση από τις βα-
σικές αρχές του φιλελευθερισμού και η αλλοτρίωση του
νεοπαγούς καπιταλιστικού συστήματος, που οδήγησε σε
νέες βίαιες συγκρούσεις, με αποκορύφωμα τις εξεγέρσεις
του 1848. Αμφότεροι λοιπόν διατύπωσαν συγκεκριμένες
προτάσεις για τη λύση του πολιτικού αδιεξόδου της επο-
χής τους, με τρόπο που θα εξασφάλιζε κατ’ αυτούς διαρκή
πολιτική σταθερότητα και δικαιοσύνη.3 Και στις δύο περι-
πτώσεις, οι ιδέες των δύο ανδρών έμειναν ανεφάρμοστες
και σε όποια περίπτωση χρησιμοποιήθηκαν μερικώς (Σικε-
λία, ΕΣΣΔ), μετά από λίγο γνώρισαν παταγώδη αποτυχία.
Αρκεί όμως μια τόσο γενικόλογη προσέγγιση για την ταύ-
τιση των δύο φιλοσόφων ως ουτοπιστών, ιδιαίτερα όταν
βασίζεται μόνο σε αποτυχημένες απόπειρες εφαρμογής
των απόψεών τους;
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα εξαρτάται κατά
κύριο λόγο από τη φύση και το περιεχόμενο του ουτοπικού
πολιτικού λόγου. Σε αδρές γραμμές, η εκφορά του προϋ-
ποθέτει από την πλευρά του στοχαστή τρία βασικά στάδια
2
Ο Ένγκελς μάλιστα στο Αντι-Ντύριγκ, χαρακτηρίζει τον Πλάτωνα ως
έναν ευφυή διανοητή, που συνέλαβε και ανέλυσε με μοναδική οξυδέρκεια
τις δομές του δουλοκτητικού συστήματος. Βλ. σχετικά Γιοφσούκ, Όιζερμαν,
Σισιπάνο (χ.χ.) 100.
3
Crombie (1963) 169-188.

110
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

σκέψης: Πρώτον, τη δυνατότητα για εις βάθος κατανόηση


και ενδελεχή ανάλυση του ιστορικού και κοινωνικοπολιτι-
κού συγκείμενου της εποχής. Δεύτερον, τον εντοπισμό των
παθών και των κακώς κειμένων του εκάστοτε ισχύοντος
πολιτικού συστήματος, καθώς και την επακόλουθη χρήση
του ουτοπικού λόγου ως προτρεπτικού μέσου (παραδείγ-
ματος) προς την κοινωνία για την πλήρη ανατροπή τους.
Τρίτον, την κατάθεση μιας ολοκληρωμένης πρότασης για
τη δημιουργία ενός ριζικά νέου, βιώσιμου πολιτεύματος,
μη εφαρμοσμένου μέχρι στιγμής, που θα διασφαλίζει την
αέναη δικαιοσύνη, ευημερία και εξέλιξη. Σχετικά με τις δύο
πρώτες προϋποθέσεις, σε ορισμένα σημεία ο Πλάτων και ο
Μαρξ φαίνεται εκ πρώτης όψεως να ακολουθούν ανάλογες
ατραπούς. Αναλύουν σε βάθος τους κοινωνικοπολιτικούς
συσχετισμούς και τις οικονομικές σχέσεις4 της εποχής τους,
ενώ στηλιτεύουν την πλεονεξία –η οποία νοείται ως υπερ-
βολικός πλουτισμός στον Πλάτωνα5 και ως συσσώρευση
κεφαλαίων και μέσων παραγωγής στον Μαρξ– ως τη βασι-
κή αιτία κοινωνικής ανισορροπίας και πολιτειακής παρακ-
μής. Ο λόγος τους, παράλληλα, αναδεικνύει τη δυνατότητα
της διανόησης (του φιλοσόφου-βασιλέως στον Πλάτωνα
και της ιδεολογικής πρωτοπορίας στον Μαρξ) ως καθοδη-
γητικού τμήματος της κοινωνίας να σταθεί υπεράνω του
εξελισσόμενου πολιτικά κόσμου, προκειμένου να τον ανα-
λύσει και να προτείνει λύσεις για την αντιμετώπιση της πα-

4
Για τον θαυμασμό που έτρεφε ο Μαρξ στα νεανικά, αλλά και τα όψιμα
έργα του σχετικά με την ικανότητα του Πλάτωνα να θεωρητικοποιήσει και
να αναλύσει πλήρως τη λειτουργία του δουλοκτητικού συστήματος από την
πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και την εποχή του, βλ. Κουμάκης (1983) 33-34.
5
Ανάλογη άποψη αναπτύσσει ο Πλάτων και στον Γοργία (466b), ισχυ-
ριζόμενος ότι η δίψα των πολιτών για συνεχώς αυξανόμενη δύναμη και
εξουσία –υποδεικνύοντας εμμέσως τις διδασκαλίες των σοφιστών– είναι η
βασική αιτία φθοράς του πολιτεύματος.

111
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

ρακμής του. Στο σημείο αυτό όμως, φαίνεται πως ξεκινούν


και οι διαφοροποιήσεις στη μεθοδολογία και τη δομή του
πλατωνικού και του μαρξ(ιστ)ικού πολιτικού στοχασμού.
Κατά πρώτον, η προσέγγιση και ανάλυση των συστη-
μάτων που επικρίνουν ο Πλάτων και ο Μαρξ είναι παντε-
λώς διαφορετικές. Ο Πλάτων προσεγγίζει το δουλοκτητι-
κό σύστημα, έχοντας ήδη προκαθορίσει τις γραμμές στις
οποίες θεωρεί ότι αυτό πρέπει να κινηθεί, προκειμένου να
αποκαθαρθεί. Η Πολιτεία δεν αποτελεί την ποθητή μορ-
φή πολιτεύματος στο οποίο θα καταλήξει ο κοινωνικός
μετασχηματισμός, αλλά το αρχέτυπό του στο οποίο οφεί-
λει να επιστρέψει για να ευδοκιμήσει. Το κράτος πρέπει
να σχεδιαστεί στα θεία πρότυπα των ιδεών,6 της μόνης
οντολογικής αλήθειας, που εδώ βρίσκει άμεση εφαρμο-
γή στον κοινωνικοπολιτικό χώρο. Αντιθέτως, ο Μαρξ δεν
επιζητά την εφαρμογή ενός a priori καθορισμένου ηθικού
ή πολιτικού συστήματος. Η μελέτη της ιστορικής εξέλι-
ξης και η παρακολούθηση των πολιτικών μεταβολών είναι
αυτές που καθορίζουν τον φιλοσοφικό του στοχασμό και
τον οδηγούν στην καταγραφή της ιστορικής νομοτέλειας.
Έτσι, η πάλη των τάξεων ως μοχλός εξέλιξης, δεν αποτελεί
μια αξιωματική πρόταση, αλλά το πόρισμα μιας δευτερο-
γενούς, φιλοσοφικής ανάλυσης του πολιτικού γίγνεσθαι.
Το σοσιαλιστικό κράτος και η κομμουνιστική κοινωνία δεν
υφίστανται ως υπερβατικές έννοιες, αλλά είναι τα προϊό-
ντα της διαλεκτικής άρνησης του καπιταλισμού και όλων
των ισχυόντων μέχρι σήμερα πολιτικών συστημάτων.
Η θεωρητική οριοθέτηση και ο ιδεολογικός προσανα-
τολισμός της ιδανικής πολιτείας βαρύνουν και στις δύο
περιπτώσεις τους φιλοσόφους,7 οι οποίοι είτε κατά τον

6
Πολιτεία, 500e.
7
Morrison (2007) 236.

112
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

Πλάτωνα κατέχουν τη γνώση του αγαθού ως την αενά-


ως αμετάβλητη αλήθεια,8 είτε κατά τον Μαρξ μπορούν να
σταθούν απέναντι από τον κόσμο και να τον αναστρέψουν
(umkehren). Για τον τελευταίο, οι φιλόσοφοι-διανοούμε-
νοι απαρτίζουν μια πνευματική ελίτ, η οποία όμως δεν αξι-
ώνει καμία εξουσία για τον εαυτό της, αλλά απλώς αποτε-
λεί την πρωτοπορία του κινήματος για κοινωνική αλλαγή.
Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός
ότι στον Μαρξ οι παραγωγικές τάξεις είναι πιο σημαντι-
κές από την πνευματική πρωτοπορία για τη δόμηση της
ιδανικής κομμουνιστικής κοινωνίας. Αυτές μόνο μπορούν
να υλοποιήσουν την αλλαγή νοοτροπίας στο παραγωγι-
κό προτσές (κοινωνικοποιώντας δηλαδή την παραγωγή)
και να δημιουργήσουν με αυτόν τον τρόπο την υλική βάση
για μια νέου τύπου κοινωνία, στο πολιτιστικό/πνευματι-
κό εποικοδόμημα της οποίας εντάσσεται και η νεωτερική
φιλοσοφία. Εξάλλου, για τον ίδιο τον Μαρξ, η τελευταία
είναι ο πνευματικός αντίκτυπος της αλλαγής των οικονο-
μικών σχέσεων στις κοινωνίες της Δύσης που επέφερε η
μετάβαση από τη φεουδαρχία στον πρώιμο καπιταλισμό.
Η βασική δραστηριότητα της διανόησης συνίσταται στο
να συλλάβει εν τη γενέσει της κάθε κοινωνική αλλαγή, να
την αναλύσει και να κατευθύνει –ιδεολογικά και πολιτι-
κά– το προλεταριάτο σε μια μεθοδευμένη και στοχευμένη
επαναστατική κίνηση· αυτό προσφέρει στους διανοητές
μια ιδιότυπη «προτεραιότητα» όσον αφορά στα καθήκο-
ντα και τις υποχρεώσεις (ιδίως κατά τις προεπαναστατικές
περιόδους), σε καμία όμως περίπτωση την πρωτοκαθεδρία
στην οργάνωση, διοίκηση και λειτουργία του σοσιαλιστι-
κού κράτους. Με άλλα λόγια, το κύριο έργο του φιλοσό-
φου στον μαρξισμό είναι να υπερβεί τις δεδομένες πολι-

8
Πολιτεία, 473c και 484b.

113
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

τικές συνθήκες, να στοχοθετήσει την αντίδραση και να


οργανώνει συνεχώς σε μοχλό αλλαγής το προλεταριάτο,
την κατώτερη τάξη που αποτελεί και τη μόνη επαναστατι-
κή/ηγέτιδα δύναμη.9
Για τον Πλάτωνα όμως οι φιλόσοφοι δεν είναι καθο-
δηγητές, αλλά δυνητικά (και δικαιωματικά) η κυρίαρχη
πολιτική δύναμη, αυτοί που πρέπει να επικρατήσουν και
να καθορίσουν τη μορφή της Πολιτείας.10 Οι υπόλοιπες
τάξεις είναι εκ φύσεως καθορισμένες να υπηρετούν και να
ακολουθούν τις επιταγές των φιλοσόφων. Η παραπάνω
πρόταση του Πλάτωνα βέβαια κάθε άλλο παρά ουτοπική
μπορεί να χαρακτηριστεί, αφού ο ίδιος διατηρούσε σχο-
λή φιλοσοφίας και προερχόταν από αριστοκρατική οικο-
γένεια, μέλη της οποίας (όπως ο Χαρμίδης και ο Κριτίας)
υπήρξαν θιασώτες του καθεστώτος των Τριάκοντα.11 Ο

Για τις σχετικές απόψεις του Πλάτωνα, βλ. Ρέκκας (2001) 93-107.
9

Πολιτεία, 471c-474b.
10

11
Ο Alfred Hoernlé, εξετάζοντας κάτω από αυτό το πρίσμα τον λανθά-
νοντα συντηρητισμό της πολιτικής θεωρίας του Πλάτωνα και τη γοητεία
που άσκησε διαχρονικά σε συντηρητικούς ελιτιστές, επισημαίνει ότι πολλές
από τις θέσεις του, παρεφθαρμένες, αξιοποιήθηκαν ως ιστορική βάση για
τα νεωτερικά ανελεύθερα καθεστώτα, με αποκορύφωμα τον ναζισμό και
τον φασισμό. Συγκεκριμένα, οι δικτάτορες του 20ού αιώνα χαρακτήρισαν
την ολοκληρωτική θεώρηση της πολιτείας ως ένα νέο κοσμοείδωλο, μια γε-
νική έποψη του κόσμου (Weltanschauung) και μια προσπάθεια σωτηρίας
του, που δεν πηγάζει από τη βούληση ενός τυράννου, αλλά από την παι-
δεία ενός φιλοσόφου-βασιλέως. Στο πλαίσιο αυτό, οι θεωρητικοί του ναζι-
σμού βρήκαν στο πολιτικό τους εγχείρημα την εφαρμογή της πλατωνικής
πολιτείας στον σύγχρονο κόσμο: ο Theodor von Pfordten παρομοίασε τον
Χίτλερ με τον φιλόσοφο-βασιλέα που αφοσιώνεται στην εύρυθμη λειτουρ-
γία του κράτους, ο Hans Guenther θεώρησε την ταξική διαστρωμάτωση
της Πολιτείας ως προανάκρουσμα της ρατσιστικής θεωρίας περί φυλετικής
καθαρότητας, ενώ ο H. Grunsky χαρακτήρισε τον τριμερή διαχωρισμό της
ψυχής ως την ιδεολογική βάση του διαχωρισμού ηγέτιδων και υπόδουλων
τάξεων και φυλών. Ο ίδιος ο Hoernlé αποδέχεται ότι η πλατωνική παρα-
δοχή του φιλοσόφου-βασιλέως ως κατόχου της απόλυτης αλήθειας μπορεί

114
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

Morrison μάλιστα διατυπώνει την άποψη ότι ουσιαστικά η


Ακαδημία λειτούργησε ως «φυτώριο» φιλοσόφων, προερ-
χόμενων από τις ανώτερες οικονομικά τάξεις της αθηναϊ-
κής κοινωνίας, οι οποίοι φιλοδοξούσαν να ασχοληθούν με
την πολιτική σε μια δύσκολη για την παράταξή τους περί-
οδο.12 Ακόμα και ο ίδιος ο Μαρξ θεωρούσε ότι πολλές από
τις απόψεις του Πλάτωνα για τον καταμερισμό εργασίας
ανάλογα με την τάξη στην οποία ανήκει ο κάθε πολίτης,
αποτέλεσαν τη βάση της αντεργατικής νομοθεσίας από
την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες του: στην υποσημείωση 80
του Κεφαλαίου, χαρακτηρίζει την πλατωνική ρήση «ἔργου
καιρόν διόλλυται» (Πολιτεία, 370b), για την προσαρμογή
της ζωής του εργαζομένου στις ανάγκες της εργασίας που
του έχει αναθέσει η πολιτεία, ως την πρώτη θεωρητική
αποτύπωση της υποταγής των ανθρώπινων αναγκών στο
κέρδος της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Την παρομοιάζει
μάλιστα με την απαίτηση των άγγλων βιομηχάνων υφα-
ντουργίας τον 19ο αιώνα να καταστρατηγηθεί η κείμενη
νομοθεσία για την υποχρεωτική ώρα φαγητού στους εργά-
τες, αφού αυτή δημιουργούσε προβλήματα στην ταχύτητα
της παραγωγής. Ο Μαρξ μάλιστα σημειώνει γλαφυρά στο
κείμενό του: «Και πού δεν τρυπώνει ο Πλατωνισμός!».
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, είναι δύσκολο να
υποθέσουμε ότι οι απόψεις του Πλάτωνα για τον ρόλο του
φιλοσόφου στην πολιτεία αποτελούν μόνο ένα θεωρητικό
σχήμα και δεν εκφράζουν την προσπάθεια να διαδραματί-
σει προσωπικά ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Όπως επισημαί-
νει ο Sinclair,13 η απόφαση του Πλάτωνα να μην ασχοληθεί

να δικαιολογήσει την εφαρμογή απολυταρχικών πολιτικών, σε καμιά όμως


περίπτωση δεν αποτελεί ιδεολογικό στήριγμα του ναζισμού. Βλ. Hoernlé
(1938) 162-182.
12
Morrison (2007) 240.
13
Sinclair (1997) 219-231.

115
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

με τα κοινά παρά την ισχυρή οικογενειακή του παράδοση


απηχεί μια γενικότερη τάση της εποχής, καθώς οι γόνοι των
διακεκριμένων οικογενειών μετά την αποκατάσταση της
δημοκρατίας το 403 π.Χ. επεδίωξαν μέσω της αποχής από
τις δημοκρατικές πολιτικές διαδικασίες να προστατεύσουν
τα ιδιωτικά τους συμφέροντα, εμφανώς απογοητευμένοι
από τη διαχείριση των κοινών από τη δημοκρατική παρά-
ταξη. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι στη νέα πολιτική
κατάσταση δεν επρόκειτο να βρει πρόθυμους υπερασπι-
στές των ιδεών του πέρα από τον κύκλο της Ακαδημίας, ο
Πλάτων με την Πολιτεία και τους Νόμους στράφηκε κατά
της δημοκρατίας καθ’ εαυτήν, καλύπτοντας πίσω από την
ουτοπία τη μεταρρυθμιστική του πρόθεση.
Όσον αφορά τώρα στη χρήση της ουτοπίας ως μέσου
παραδειγματισμού, τόσο ο Πλάτων, όσο και ο Μαρξ, χρη-
σιμοποιούν το φαντασιακό μιας τέλειας πολιτείας, προ-
κειμένου να φρονηματίσουν τα μέλη της υπάρχουσας
κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το «γενναῖον
ψεῦδος» του Γ΄ βιβλίου της Πολιτείας,14 όπου ο Πλάτων
ομολογεί ανοικτά πως η χρήση του μη πραγματικού λό-
γου (μύθου) είναι όχι μόνο ανεκτή, αλλά και επιβεβλη-
μένη, προκειμένου να υπάρξουν όσο το δυνατόν λιγότε-
ρες αντιρρήσεις στην εδραίωση της Πολιτείας. Ανάλογη
άποψη ο Πλάτων επαναλαμβάνει και στους Νόμους (665a,
κ.ε.), υπογραμμίζοντας την ανάγκη για δημιουργία νέων
μύθων που θα τρέπουν τα μέλη της πολιτείας στην αρετή,
αντικαθιστώντας όσους παλαιούς δεν κατάφεραν να επι-
τύχουν αυτόν τον στόχο. Με νεωτερικούς όρους, αυτό θα
μπορούσε να είναι μια άκρως αντιουτοπική πρόταση, αφού
η ηθική διάσταση της προπαγάνδας συναντάται ευρέως
στο έργο των πολιτικών στοχαστών μετά τον Μακιαβέλι· η

14
Schofield (2007) 149-153, καθώς και Wild (1953) 51-53.

116
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

πλατωνική θεωρία όμως δεν είναι προϊόν αναλυτικής προ-


σέγγισης της πολιτικής πράξης, αλλά μια θεωρητικοποι-
ημένη απόπειρα εφαρμογής του πρώτου ολοκληρωμένου
ιδεαλιστικού φιλοσοφικού συστήματος στον χώρο της
πολιτικής. Σε αυτό το σημείο η πλατωνική Πολιτεία ου-
δόλως στερείται ρεαλιστικής βάσης: το πρότυπό της είναι
υπαρκτό και ταυτίζεται με το αξιακό σύστημα της αθηνα-
ϊκής αριστοκρατίας. Το «γενναῖον ψεῦδος», ως επιμέρους
ουτοπία, υποβοηθά την προσπάθεια του Πλάτωνα να ενι-
σχύσει θεωρητικά και να ανανεώσει ιδεολογικά το κλυδω-
νιζόμενο αριστοκρατικό μοντέλο με ένα ηθικής διάστασης
πολιτειακό πρόταγμα. Η χρήση, επομένως, του ουτοπικού
λόγου ανταποκρίνεται άμεσα σε έναν πολύ συγκεκριμένο
πολιτικό στόχο, βοηθώντας τον Πλάτωνα να αναπτύξει
κατά τον Cassirer15 μια μυστική συλλογιστική (όχι όμως
με τη νεοπλατωνική έννοια), η οποία ελέγχεται «τόσο
από τη λογική, όσο και από την πολιτική του σκέψη» και
απευθύνεται σε μια συγκεκριμένη ομάδα «μυστών», πολι-
τικών δηλαδή συνοδοιπόρων του, που απεργάζονταν από
κοινού την κατάλυση της αθηναϊκής δημοκρατίας και τη
σωτηρία της πολιτείας μέσα από την επιστροφή σε προ-
δημοκρατικούς πολιτικούς συσχετισμούς. Η αξιοποίηση
του μύθου αποσκοπεί στη διαπαιδαγώγηση των φιλοσό-
φων μέσω ιδεών θεμελιωδών για τον μετασχηματισμό της
πολιτείας σε ένα κράτος δικαίου, δηλαδή σε έναν πολιτικό
σχηματισμό στον οποίο η δικαιοσύνη και η ευδαιμονία θα
είναι αρχές τάξεως και όχι απλοί ρυθμιστικοί κανόνες του
κοινωνικού βίου. Έτσι, μέσα από την ουτοπία και τον μύθο,
ο Πλάτων γίνεται για πρώτη φορά στην ιστορία απολογη-
τής του έννομου κράτους.

15
Cassirer (1991) 94-99.

117
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

Από την άλλη, πρέπει να αποδεχτούμε ότι ο μαρξισμός,


φαινομενικά έστω, βρίθει ουτοπικών θέσεων. Ο Μαρξ συ-
χνά αρέσκεται σε ουτοπικές διατυπώσεις, όπως η ιδέα μιας
εποχής αφθονίας, η ιδέα της μη καταναγκαστικής εργασίας,
του καταμερισμού μέσων παραγωγής και εξουσιών κ.ά. Το
σύνολο όμως της μαρξιστικής φιλοσοφίας δεν αφήνει κα-
νένα περιθώριο στην απουσία πραγματισμού από τον πο-
λιτικό σχεδιασμό και την οικονομική στόχευση. Έτσι, μπο-
ρούμε να πούμε ότι οι όποιες ουτοπικές εξάρσεις του Μαρξ
αποτελούν τη μετάλλαξη (στο πλαίσιο βεβαίως του διαλε-
κτικού υλισμού ως φιλοσοφικού συστήματος) του μεσσια-
νισμού, ενός πολύ χρήσιμου εργαλείου που κληροδότησε η
ιουδαιοχριστιανική κοσμοθεωρία16 στην ευρωπαϊκή διανό-
ηση. Παρότι ο επιστημονικός σοσιαλισμός αρνείται κάθε
μη λογική μέθοδο, για τον Μαρξ δεν υφίσταται η ανάγκη
να απορρίψει τον μεσσιανισμό ως εκφορά πολιτικού λόγου
και μέσο φρονηματισμού, καθώς χτίζει διαλεκτικά τον νέο
κόσμο με τα αντεστραμμένα υλικά του παλαιού· αντιθέ-

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Μαρξ χρησιμοποιεί τον μεσσιανισμό


16

με έναν απόλυτα «ιουδαιοχριστιανικό» τρόπο –κατά τον ορισμό του Scho-


lem– αντιμετωπίζοντάς τον τόσο ως οδό ατομικής μεταμόρφωσης (όπως
στον χριστιανισμό), όσο και ως συλλογική ιστορική προοπτική (ιουδαϊ-
σμός), βλ. σχετικά Scholem (χ.χ.) 15-19. Η θεμελιώδης διαφορά έγκειται
στο ότι η χριστιανική ομφαλοσκοπική άσκηση αντικαταστάθηκε από τη
διαρκή προσπάθεια για τη δημιουργία του ανθρώπου νέου τύπου μέσα από
την ανάπτυξη ταξικής συνείδησης, ενώ ο ιουδαϊκός μεσσιανισμός από τη
λογική βεβαιότητα για την επικράτηση της κομμουνιστικής κοινωνίας ως
αναγκαίας λύσης στη νομοτελειακά αναμενόμενη φθορά και πτώση του κα-
πιταλιστικού συστήματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι, αρκετά χρόνια μετά τον
θάνατο του Μαρξ και ενώ μεσουρανούσε το σοβιετικό πείραμα, ο Μπερ-
ντιάγιεφ, αντιλαμβανόμενος την παραπάνω διάσταση της μαρξικής σκέ-
ψης, χαρακτήρισε την ΕΣΣΔ ως μεταμόρφωση της τσαρικής μεσσιανικής
ιδέας προσαρμοσμένης στις ανάγκες του νέου καθεστώτος, το οποίο κατά
τον ίδιο αποτελούσε την πιο ακραία εξέλιξη (πολιτικά) του ιακωβινισμού
και (θεωρητικά) της ριζοσπαστικής πτέρυγας των διαφωτιστών.

118
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

τως, αφού τον απογυμνώσει από οποιοδήποτε υπερφυσικό


ή υπερλογικό στοιχείο, τον χρησιμοποιεί έτσι, ώστε να εμ-
φυσήσει με τον πλέον πρόσφορο τρόπο στο προλεταριάτο
–τα περισσότερα μέλη του οποίου δεν έτυχαν της αστικής
παιδείας του Μαρξ και ως εκ τούτου μπορούσαν εύκολα να
γοητευθούν από κάθε είδος δογματικής θρησκευτικής πί-
στης– την πεποίθηση ότι ένας νέος κόσμος είναι εφικτός,
αρκεί να υπάρχει η σωστή πολιτική κατεύθυνση. Μέσα από
αυτό το πρίσμα μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι, ενώ ο
Μαρξ και κυρίως ο Ένγκελς επαινούσαν τα μεσσιανικά κι-
νήματα της Μεταρρύθμισης (όπως του Thomas Münster)
και τους ουτοπικούς σοσιαλιστές (Saint Simon, Owen κ.ά.)
ως προδρόμους του κομμουνισμού, τους άσκησαν δριμεία
κριτική για πολιτική ανεπάρκεια. Με άλλα λόγια, ο Μαρξ
προσφέρει στην ιδεολογική πρωτοπορία τη δυνατότητα να
χρησιμοποιήσει τον ουτοπικό λόγο ως μέσο προσέγγισης
των πολιτικά και μορφωτικά ανώριμων μαζών, έχοντας πά-
ντα υπόψη, όπως πολύ παραστατικά επισημαίνει και ο J.
Biard, ότι

αυτό που έχουμε ανάγκη, δεν είναι μια a priori σχεδίαση


του χώρου και του χρόνου της ζωής του μέλλοντος, ... εί-
ναι κυρίως η αφθονία εικόνων ενός ιδεώδους, προσδοκιών
που μπορούν να κινητοποιούν, συμπεριλαμβανομένης και
της πιο μακρινής προοπτικής και της πιο ριζικής φιλοδοξί-
ας – στοιχεία, χωρίς τα οποία μετασχηματιστική δράση δεν
μπορεί να νοηθεί. (...) Η δράση αντλούσε πάντα από τις πη-
γές της φαντασίας.17

Η προσέγγιση του Biard είχε βρει προ πολλού την πρα-


κτική της εφαρμογή στον πολιτικό λόγο του Β. Ι. Λένιν,

17
Biard (1998) 118.

119
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

ο οποίος, στο κομβικής σημασίας έργο του Τι να κάνουμε


(1902), προέτρεπε συνεχώς τους ομοϊδεάτες του: «πρέπει
να ονειροπολούμε!».
Όσον αφορά στην απόπειρα εντοπισμού των παθογε-
νειών των υπαρχόντων συστημάτων, ο Πλάτων και ο Μαρξ,
αν και αφιερώνουν γι’ αυτόν τον σκοπό μεγάλο μέρος του
έργου τους, ακολουθούν διαμετρικά αντίθετες πορείες,
υπαγορευμένες από το φιλοσοφικό τους υπόβαθρο. Ο
Μαρξ, μέσα από τη μεθοδολογία του διαλεκτικού υλισμού
προσέγγισε το κράτος ως δημιούργημα της κοινωνίας και
αναγνώρισε στη διαλεκτική αντίθεση εξουσιαστή-εξουσια-
ζόμενου τη βασική αιτία της ιστορικής κίνησης. Η ιστορική
νομοτέλεια στον μαρξισμό δεν αποτελεί μεταφυσικό αξίω-
μα, αλλά εδράζεται στην a posteriori κριτική ανάλυση της
κοινωνικής εξέλιξης. Η βιωσιμότητα ενός πολιτεύματος
κρίνεται καθαρά με οικονομικούς όρους και ως εκ τούτου
η παρακμή του οφείλεται στην πτώση της παραγωγής και
τη διεύρυνση των ταξικών ανισοτήτων. Σε αυτήν την περί-
πτωση η επανάσταση, ο βασικός μοχλός της ιστορικής εξέ-
λιξης, δεν θεάται ως ευαγγελισμός μιας ανώτερης πολιτεί-
ας, αλλά ως μια καθ’ όλα φυσική εξέλιξη, που όχι μόνο δεν
καταστρέφει την κοινωνία, αλλά την οδηγεί στο διαλεκτικά
επόμενο στάδιο. Όσο και αν φαντάζει ουτοπική η κομμου-
νιστική κοινωνία, είναι ένας στόχος βάσει του οποίου πρέ-
πει να κατευθύνονται οι ταξικοί αγώνες, προκειμένου να
αρθούν οι κοινωνικές στρεβλώσεις. Η ιστορική κίνηση που
προέρχεται από τη δράση του ανθρώπου ως επαναστατι-
κού υποκειμένου, αποτελεί δείκτη υγείας του ανθρώπινου
πολιτισμού και απόδειξη ότι οι εκάστοτε ανερχόμενες τά-
ξεις αποτελούν τα ιστορικά δρώντα υποκείμενα.
Στον αντίποδα, ο Πλάτων δεν συλλαμβάνει τη δημι-
ουργία του κράτους στην ιστορική του εξέλιξη, αλλά θεω-
ρεί ότι είναι μία αυθύπαρκτη κατάσταση, ακριβώς όπως και

120
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

η κοινωνία, οντολογικά εδραιωμένη πάνω στα πρότυπα


των ιδεών. Ως εκ τούτου δεν αντιμετωπίζει τις μεταβολές
της εξουσίας, τον ταξικό διαχωρισμό και τον επιμερισμό
της εργασίας ως κοινωνικά διαμεσολαβημένα φαινόμενα,
αλλά σαν απόλυτα φυσικές καταστάσεις.18 Η παραβίαση
αυτής της ισορροπίας από την πλεονεξία των πολιτών είχε
ως αποτέλεσμα τη γένεση της οικονομικής ανισότητας και
τη δημιουργία διαρκών κοινωνικών αναταράξεων. Οι επα-
ναστάσεις, που προκαλούνται, έχουν ως μόνο αποτέλεσμα
την επικράτηση του μίσους και των παθών και την κατα-
στροφή της κοινωνικής ενότητας.19 Έτσι, παρατηρείται το
εξής παράδοξο: ενώ από τη μία ο Πλάτων κρίνει απαραίτη-
τη την άμεση και ριζική μεταβολή του πολιτεύματος, από
την άλλη ανάγει τη σταθερότητα σε μείζονος σημασίας
αρχή, καταδικάζοντας την επαναστατική κίνηση. Φυσικά
ο Πλάτων, όπως και ο Μαρξ, αποδέχεται τη μεταβολή ως
ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του πολιτικού γί-
γνεσθαι. Αναγνωρίζει όμως την κίνηση στην ιστορία μόνο
ως αρνητικό μέγεθος, ταυτίζοντάς την με την παρακμή,
που προκαλείται από την απόρριψη των δομών του ιδεα-
τού του συστήματος.
Σε αυτό το σημείο λοιπόν, μένει να εξεταστεί η στάση
των δύο φιλοσόφων σχετικά με τη δυνατότητα δημιουρ-
γίας ή μη ενός εφαρμόσιμου συστήματος. Εδώ είναι πολύ
χρήσιμος ο διαχωρισμός που κάνει ο Morrison20 ανάμεσα
18
Τη διαπίστωση αυτή κάνει ο ίδιος ο Μαρξ στο Κεφάλαιο, αν και υπο-
στηρίζει ότι πριν από αυτόν κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα και άλλοι δι-
ανοητές, όπως ο Τσεζάρε Μπεκαρία και ο Τζέιμς Χάρις. Ο τελευταίος μάλι-
στα, όπως επισημαίνει ο Μαρξ, υποστηρίζει ότι η επιχειρηματολογία όσων
θεωρούν τον καταμερισμό της εργασίας σαν ένα φυσικό γεγονός (ακριβώς
όπως και την κοινωνία), βασίζεται στο δεύτερο βιβλίο της Πολιτείας. Βλ.
Μαρξ (2002) [1867] 381.
19
Πολιτεία, 555b-d και 556e- 557a.
20
Morrison (2007) 232.

121
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

σε ουτοπία και καθαρή ουτοπία (utopia και mere utopia),


ορίζοντας την πρώτη ως την περιγραφή μιας φανταστικής
μελλοντικής κοινωνίας που παρουσιάζεται από τον συγ-
γραφέα ενός πολιτικού κειμένου ως η καλύτερη που έχει
υπάρξει ποτέ στο παρελθόν ή το παρόν και τη δεύτερη ως
μια ιδανική πολιτεία, για την οποία ο ίδιος ο συγγραφέας
πιστεύει ότι είναι πολύ δύσκολο ή και απίθανο να εγκα-
θιδρυθεί. Θεωρώ, ωστόσο, ότι στον ορισμό της καθαρής
ουτοπίας πρέπει να συνυπολογιστεί και μία ακόμη παρά-
μετρος: η εμμονή του συγγραφέα (εσκεμμένη ή ακούσια)
για την επιστροφή σε αποτυχημένα πολιτειακά σχήματα
του παρελθόντος, τα οποία παρουσιάζει ως ανακαινιστι-
κά, αδυνατώντας να συλλάβει τις ιστορικές παραμέτρους
που οδήγησαν στην ανατροπή τους.
Με βάση τα παραπάνω, θα μπορούσαμε να πούμε ότι
η μαρξική ουτοπία ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Όσον
αφορά στις προθέσεις του ίδιου του Μαρξ, δεν αφήνει που-
θενά να εννοηθεί ότι οι πολιτικές του διακηρύξεις είναι ένα
απλό φιλοσοφικό γύμνασμα. Αντιθέτως, αναλύει τις δομές
του καπιταλισμού με ιστορικότητα και σε τόσο βάθος, που
ακόμα και σήμερα γίνεται αποδεκτός από τους οπαδούς
και –κατά ειρωνικό τρόπο– κυρίως από τους αντιπάλους
της πολιτικής του φιλοσοφίας. Η δημιουργία της κομμου-
νιστικής κοινωνίας είναι η κατάληξη του νόμου της ιστορι-
κής εξέλιξης και δεν αντιμετωπίζεται σαν μια μεταφυσική
αρχή, αλλά αποτελεί βαθμίδα της ανθρώπινης ιστορίας,
ως διαλεκτική άρνηση του καπιταλισμού. Με άλλα λό-
για, απομακρυσμένος από κάθε ιδεαλιστικό κατάλοιπο, ο
Μαρξ «αντιλαμβάνεται την εξέλιξη με όρους που αφορούν
όλη την ανθρωπότητα»,21 προτείνοντας την πάλη για τον
κομμουνισμό ως τη μόνη βιώσιμη μελλοντική λύση για την

21
Gray (2009) 76.

122
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

ανθρωπότητα. Φυσικά, ένα πολύ ισχυρό αντεπιχείρημα


στα παραπάνω αποτελεί και ο ισχυρισμός ότι για την κα-
τάρρευση των πρώην ανατολικών καθεστώτων ευθύνεται
τελικά το γεγονός ότι στηρίχτηκαν στις ουτοπικές πολι-
τικές απόψεις του Μαρξ. Εδώ όμως, φαίνεται πως γίνεται
(εκουσίως ή ακουσίως) ένα σοβαρό μεθοδολογικό σφάλ-
μα, δηλαδή ο μη διαχωρισμός του μαρξισμού ως φιλοσο-
φικού συστήματος από τον σοσιαλισμό ως εφηρμοσμένη
πολιτική πρακτική.22 Στην περίπτωση αυτή, μπορούμε να
κάνουμε λόγο απλά για ένα πείραμα, το οποίο παρέβη
μια βασική αρχή του Μαρξ, ότι η οποιαδήποτε σαρωτική
μεταβολή θα προερχόταν κατόπιν επαναστατικής διαδι-
κασίας σε ένα κράτος με ήδη αναπτυγμένο καπιταλιστικό
σύστημα και η επακόλουθη εξαγωγή της επανάστασης θα
προχωρούσε, αφού θα είχαν προηγηθεί ανάλογες διαδικα-
σίες στις κοινωνίες και άλλων χωρών. Στο παράδειγμα της
ΕΣΣΔ και των εξηρτημένων από αυτήν κρατών συνέβη το
ακριβώς αντίθετο: μια χώρα με πρωτόγονο καπιταλισμό
–ένα μείγμα φεουδαρχίας, απολυταρχίας και ορθόδοξης
θεοκρατίας– πέρασε στο σοσιαλιστικό κράτος μέσα σε
ελάχιστο χρονικό διάστημα, ενώ ο σοσιαλισμός στην Ανα-
τολική Ευρώπη «εξήχθη» ως συμβατικό δικαίωμα των νι-
κητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, επιβαλλόμενος ενίοτε
και σε χώρες (όπως η Τσεχοσλοβακία και η Ουγγαρία) που
προπολεμικώς είχαν γνωρίσει ένα πιο εξελιγμένο καπιτα-
λιστικό σύστημα από αυτό της προεπαναστατικής Ρωσίας.
Είναι λοιπόν εμφανές ότι η αποτυχία του πειράματος δεν
οφείλεται στον ουτοπισμό της μαρξιστικής φιλοσοφίας·
η διάρκειά του μάλιστα καταδεικνύει το αντίθετο. Ακόμα
22
Μάλιστα ο John Gray (ό.π., ιδιαιτέρως στις σελίδες 53-78), αν και
πολέμιος του μαρξισμού, παραδέχεται ότι αυτό που οδήγησε στην πτώση
τον υπαρκτό σοσιαλισμό δεν ήταν η εφαρμογή της μαρξιστικής φιλοσοφί-
ας, αλλά ο πολιτικός σχεδιασμός των σοβιετικών ηγετών.

123
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

πιο εμφανής όμως γίνεται ο πραγματισμός του Μαρξ στον


τρόπο με τον οποίο σκιαγράφησε τη ζοφερή εξέλιξη του
καπιταλισμού όπως τη βιώνουμε σήμερα, «προβλέποντας»
τον εκβαρβαρισμό που επέφεραν στη νεωτερική κοινωνία
οι καπιταλιστικές σχέσεις και οι δογματικού χαρακτήρα
οικονομικές θεωρίες, οι οποίες οδήγησαν τη δυτική σκέψη
στην ιδιόμορφη νεο-θεοκρατία της αγοράς.
Υπάρχει όμως και ένα βασικό σημείο, το οποίο αποτε-
λεί, κατά τη γνώμη μου, την κυριότερη διαφορά μεταξύ
πλατωνικής και μαρξικής θεωρίας, καθιστώντας την πρώτη
μια καθαρή ουτοπία, που στερείται της δυνατότητας οιασ-
δήποτε επιτυχούς εφαρμογής στο μέλλον. Η διαφορά αυτή
έγκειται τόσο στην πρόθεση του κάθε διανοητή σχετικά με
τον στόχο της πολιτειακής μεταβολής, όσο και στο προσ-
δοκόμενο τελικό αποτέλεσμα: το πολιτειακό μοντέλο που
προτείνει ο Πλάτων δεν είναι ούτε εφαρμόσιμο, ούτε ανε-
φάρμοστο, αλλά ήδη εφαρμοσμένο, και δη αποτυχημένο.
Οι απόψεις που διατυπώνει στην Πολιτεία και τους Νόμους
δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια απεγνωσμένη προσπάθεια
να καταστήσει ξανά κυρίαρχη την αριστοκρατική μερίδα
των Αθηναίων, στην οποία ανήκε τόσο ο ίδιος, όσο και ο
Σωκράτης και οι μαθητές της Ακαδημίας και η οποία μετά
την επαίσχυντη κατάληξη του Πελοποννησιακού Πολέμου
και την ανατροπή των Τριάκοντα, έχασε οριστικά κάθε ελ-
πίδα επικυριαρχίας στον πολιτικό στίβο. Το σύστημα που
αναλύει στην Πολιτεία, με τον αυστηρό ταξικό διαχωρι-
σμό και καταμερισμό εργασίας, αλλά και οι κανονιστικές
αρχές του συστήματος αυτού, όπως καταγράφονται και
κωδικοποιούνται στους Νόμους, αποτελούν τη συνειδητή
προσπάθεια ιδεολογικής εδραίωσης του αριστοκρατικού
προτύπου με ηθικούς όρους. Στο εγχείρημά του αυτό, χρη-
σιμοποίησε ως βάση τη σολώνειο νομοθεσία,23 που καθι-
23
Παπαδόπουλος (1978) 323-331.

124
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

έρωσε τον ταξικό διαχωρισμό της αθηναϊκής κοινωνίας,


έθεσε δε ως στόχο τη δημιουργία απολυταρχικών κρατι-
κών δομών, όμοιων με των αιγυπτιακών, όπως επισημαίνει
και ο Μαρξ στο Κεφάλαιο.24 Σε σχέση με την παραγωγι-
κή διαδικασία, όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτεία, ο
Πλάτων ανήγαγε την αυτάρκεια, το κυρίαρχο ιδεολόγημα
της πόλεως-κράτους, σε ύψιστο οικονομικό ιδεώδες.25 Δεν
μπόρεσε συνεπώς να διαπιστώσει το επικείμενο τέλος του
συγκεκριμένου πολιτικού μοντέλου (που υπήρξε και το
πεδίο εμφάνισης, δράσης και ανάπτυξης της αριστοκρα-
τίας), αλλά αντίθετα προτίμησε την εμμονή του σε αυτό,
αν και είχε ήδη παρακμάσει πριν από πολύ καιρό. Με το
να προβάλει ως σωτηρία του πολιτεύματος την επιστρο-
φή στις αριστοκρατικές αρχές, δεν κάνει τίποτα παραπάνω
από το να συγχέει τα αίτια της παρακμής με τη λύση του
αδιεξόδου της αθηναϊκής δημοκρατίας.26
Θα μπορούσαμε εκ των ανωτέρω να υποστηρίξουμε ότι
αυτό τελικά που προσδίδει στον πολιτικό στοχασμό του
Πλάτωνα τον ορισμό του ουτοπικού (με την έννοια του
μη πραγματοποιήσιμου) δεν είναι αυτή καθαυτή η συλλο-
γιστική που αναπτύσσει, αλλά η δυσλειτουργικότητά της.
Το πολιτειακό του πρόγραμμα στοχεύει στην επαναφορά
της εξυγιασμένης αριστοκρατίας όχι μέσα από νομοθετική
μεταρρύθμιση, αλλά μέσω της τέλειας φιλοσοφικής παι-
δείας.27 Παραβλέπει συνεπώς το γεγονός ότι μια ανάλογη
παιδεία μπορούσε να δοθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο μιας
τέλειας κοινωνίας, βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία

24
Μαρξ (2002) [1867] 383, ο οποίος και εστιάζει στον θαυμασμό που
επέδειξαν για τον αιγυπτιακό απολυταρχισμό και άλλοι συγγραφείς της αρ-
χαιότητας.
25
Κονδύλης (1984).
26
Κουμάκης (1983) 39-43.
27
Annas (1981) 187.

125
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

της οποίας κατά τον ίδιο είναι η τέλεια παιδεία. Ο Πλά-


των περιπίπτει με αυτόν τον τρόπο σε έναν φαύλο κύκλο,
όμως πέρα από αυτήν την αντίφαση, προβαίνει και σε ένα
ακόμα μεθοδολογικό ολίσθημα: οραματίζεται ένα αιώνιο
κράτος απόλυτης ευδαιμονίας και δικαιοσύνης, χωρίς να
λαμβάνει υπόψη του τους νόμους της ιστορικής κίνησης.
Στην προσπάθειά του μάλιστα να αποδείξει ότι ένα τέτοιο
εγχείρημα είναι εφικτό, ανάγει ένα αμιγώς πολιτικό-ηθικό
ζήτημα (τη σύσταση μιας δίκαιης κοινωνίας) σε οντολογι-
κό (ένα κράτος προσαρμοσμένο στα πρότυπα των ιδεών).
Η εγγενής αυτή αδυναμία της πλατωνικής πολιτικής θεώ-
ρησης κληροδοτήθηκε και σε άλλους ουτοπικούς πολιτι-
κούς στοχαστές (Αυγουστίνο, More, Campanella κ.α.) μέ-
χρι και τον 19ο αιώνα. Αυτό είναι που δίνει και την αφορμή
στον Λένιν να σχολιάσει με καυστικό τρόπο τη χρήση του
πλατωνικού ιδεαλισμού από τον Hegel, ιδιαίτερα στις ανα-
φορές που κάνει ο τελευταίος στην Πολιτεία:

Ο μυστικιστής-ιδεαλιστής-πνευματοκράτης Hegel (καθώς


και όλη η δημόσια, παπαδίστικη ιδεαλιστική φιλοσοφία του
καιρού μας) εξυμνεί και αναμασάει τον μυστικισμό, τον ιδεα-
λισμό στην ιστορία της φιλοσοφίας, αγνοώντας και κακομε-
ταχειριζόμενος περιφρονητικά τον υλισμό. Ο Hegel για τον
Δημόκριτο: τίποτα! Για τον Πλάτωνα ένα σωρό μυστικιστι-
κής αοριστίας.28

Σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση, ο Μαρξ απλώς χρη-


σιμοποίησε την ουτοπία ως κάλεσμα για πολιτική δράση,
έχοντας πλήρη επίγνωση του ότι πρόκειται για ένα εργα-
λείο, που δεν διαμορφώνει τους ιστορικούς νόμους, αλλά
διαμορφώνεται από αυτούς. Μαζί με τον Ένγκελς επεσήμα-

28
Λένιν (1977) 254.

126
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

ναν από νωρίς τη φαντασιακή βάση του ουτοπικού λόγου,


αλλά και την άμεση σύνδεσή του με τη διαμόρφωση της
πραγματικότητας, αντιμετωπίζοντας τα ουτοπικά έργα ως
μια καθαρή πνευματική άσκηση, στην οποία όμως «ο λόγος
έγινε το μοναδικό μέτρο των πάντων». Ο Ένγκελς μάλι-
στα παρατηρεί ότι από τον Πλάτωνα και μετά, τα έργα των
ουτοπιστών οριοθέτησαν «την ιδεαλιστική αναζήτηση της
απόλυτης αλήθειας ανεξάρτητα από τον χρόνο, τον χώρο
και την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας».29 Τόσο ο Μαρξ
όσο και ο Ένγκελς κατέστησαν σαφές ήδη από το Κομμου-
νιστικό Μανιφέστο ότι η ουτοπία δεν συνάδει ούτε προς τη
θεωρία του διαλεκτικού υλισμού, ούτε προς την πολιτική
στόχευση του κομμουνισμού, αλλά μπορεί να χρησιμοποιη-
θεί μόνο ως πολιτική προπαγάνδα. Κατά την άποψή τους, ο
ουτοπικός λόγος επέζησε μέχρι και την εποχή των πρώιμων
σοσιαλιστών (Babuef, Saint Simon, Owen, Fourier, Cabet
κ.ά.). Στις παραπάνω περιπτώσεις, η ουτοπία δεν εξέφρασε
κάτι μη πραγματικό (ή έστω μη πραγματοποιήσιμο), αλλά
σηματοδότησε την προσπάθεια των πιο μορφωμένων και
συνειδητοποιημένων αστών να διαμορφώσουν τους όρους
ανάπτυξης του προλεταριάτου, κινούμενοι όμως ενάντια
στην ιστορική νομοτέλεια. Παραβλέποντας δηλαδή την
ιστορικότητα, επιχείρησαν να αναστείλουν την ταξική συ-
νειδητοποίηση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων,
προκειμένου να μπορέσουν να προασπιστούν τα δικά τους
συμφέροντα. Πρότειναν, ως εκ τούτου, ένα ιδεατό πολιτει-
ακό πλαίσιο, το οποίο, παρότι δύσκολα βρίσκει πρακτική
εφαρμογή, φαινομενικά διασφαλίζει τη δικαιοσύνη και
την ευμάρεια του κοινωνικού συνόλου, στην ουσία όμως
απομακρύνει τον κίνδυνο της επαναστατικής δράσης, που
απειλεί τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.30

29
Ένγκελς (2006) [1880] 112.
30
Μαρξ-Ένγκελς (1945) [1847] 60-63.

127
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

Με αυτόν τον τρόπο, όλοι οι ουτοπιστές κατά τον Μαρξ


και τον Ένγκελς διολισθαίνουν σταδιακά στον συντηρητι-
σμό, αφού βλέπουν ότι η ιστορία ακολουθεί τη δική της
νομοτέλεια και –αργά ή γρήγορα– οι μάζες απογοητεύο-
νται από τα μεγαλεπήβολα σχέδιά τους. Με άλλα λόγια,
όσο και αν αυτοσυστήνονται ως φιλοσοφούντες ηγήτο-
ρες, που αναλώνονται στην ευδοκίμηση του κοινωνικού
συνόλου, επιθυμούν απλώς να γίνουν ρυθμιστές της ιστο-
ρίας και γι’ αυτό καταδικάζουν κάθε μαζικό επαναστατικό
κίνημα ως αναποτελεσματικό και ανήθικο. Λίγα χρόνια
πριν από το Μανιφέστο, ο Μαρξ, αποποιούμενος την ηθι-
κή διάσταση της ουτοπικής σκέψης, είχε ήδη διακρίνει τον
σύνδεσμό της με τον δογματισμό: σε μια επιστολή του το
1843 επισημαίνει:

Δεν παρουσιαζόμαστε στον κόσμο δογματικά, με μια καινού-


ρια αρχή: «να η αλήθεια, γονατίστε μπροστά της»! Φέρνουμε
στον κόσμο τις αρχές που αυτός ο ίδιος ανέπτυξε στους κόλ-
πους του.31

Αυτή η άκρως ρεαλιστική, μη-ουτοπική πλευρά του


μαρξισμού υπήρξε η αιτία της ραγδαίας διάδοσής του. Η
αντίληψη αυτή επέτρεψε στον Μαρξ να μετασχηματίσει
τη σοσιαλιστική θεωρία από ουτοπία σε επιστήμη και να
ανακαλύψει στο μακρινό παρελθόν κάποια βασικά χαρα-
κτηριστικά της νεωτερικότητας που ισχυροποιήθηκαν και
ήρθαν στο φως μετά την εποχή του, μαζί με ένα κατηγορι-
κό σχεδίασμα μέσω του οποίου μπορούμε ακόμη να κατα-
νοήσουμε κάποια προβλήματα που σχετίζονται με τη δική
μας εποχή.32 Νιώθοντας την ανάγκη να διευκρινίσουν ότι

31
Νούτσος (1988) 50.
32
Heller (1988).

128
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

η ουτοπία μπορεί και πρέπει να έχει μόνο προπαγανδιστι-


κή-φρονηματιστική χρήση, ο Μαρξ και ο Ένγκελς τόνισαν
κατηγορηματικά ότι:

ο κομμουνισμός δεν είναι για εμάς μια κατάσταση πραγμά-


των που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σε αυτό
θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε
κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί τη ση-
μερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης
προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που από τώρα κιόλας
υπάρχουν.33

Συνοψίζοντας λοιπόν, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι


σε σχέση με τη διαλεκτική εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορί-
ας, οι απόψεις του Μαρξ στοχεύουν να οδηγήσουν διαλε-
κτικά την ανθρωπότητα ένα ποιοτικό βήμα μπροστά, ενώ,
αντιθέτως, οι πολιτικές και πολιτειακές απόψεις του Πλά-
τωνα παρουσιάζουν ως σωτήρια λύση την πραγματοποίη-
ση ενός ποσοτικού βήματος προς τα πίσω.34 Την αντίφαση
αυτή του πλατωνισμού φαίνεται πως είχε διαπιστώσει και
ο ίδιος ο Μαρξ, ο οποίος πολύ σαρκαστικά σημειώνει:

Εννοείται πως ό,τι στον Πλάτωνα εμφανίζεται πρωτότυπο,


αναγκαίο και υπέροχο σε μια ορισμένη βαθμίδα της φιλο-
33
MEW, τ. IV, 36.
34
Εδώ πρέπει να σημειωθεί, πως η ευρέως διαδεδομένη άποψη (κυρί-
ως μεταξύ νεόκοπων «πλατωνιστών» που κινούνται στις παρυφές της ακα-
δημαϊκής κατ’ επάγγελμα φιλοσοφίας) ότι ο πλατωνικός «κομμουνισμός»
αποτελεί το προανάκρουσμα της μαρξιστικής ουτοπίας, είναι πλήρως απορ-
ριπτέα, όχι μόνο ως ανιστορική, αλλά κυρίως γιατί παραβλέπει μια βασική
παράμετρο της πλατωνικής πολιτικής φιλοσοφίας: η κοινοκτημοσύνη του
Πλάτωνα δεν αφορά το σύνολο της κοινωνίας, αλλά μόνο τις ανώτερες
ομάδες, για το συμφέρον των οποίων επιβάλλεται ως θεσμός στις παραγω-
γικές τάξεις της Καλλιπόλεως.

129
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

σοφικής παιδείας σε ένα άτομο, που στέκει στο κατώφλι του


αρχαίου κόσμου, είναι απλώς η ξεθωριασμένη ανάμνηση της
μέθης κάποιου νεκρού, ένα λυχνάρι από την κατακλυσμιαία
εποχή, η αποκρουστικότητα ενός γέρου που γίνεται πάλι
παιδί.35

35
Η μετάφραση του χωρίου είναι από το Κονδύλης (1983) 15.

130
ου τ ο π ι α κ α ι κ ο ι ν ω ν ι κ ο σ μ ε τα σ χ η μ ατ ι σ μ ο σ

Βιβλιογραφία
Marx und Engels Werke (MEW) (1956 – 1989) Berlin: Dietz Verlag.
Annas, Julia (1981) An Introduction to Plato’s Republic, Oxford:
Clarendon Press.
Biard, Joel (1998) «Κομμουνισμός και Ουτοπία», μτφρ. Κατερίνα Κέη,
Ουτοπία 32: 113-118.
Cassirer, Ernst (1991) Ο μύθος του κράτους, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης
– Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Αθήνα: Γνώση.
Crombie, I.M. (1963) Plato, the Midwife’s Apprentice, London:
Routledge and Kegan Paul.
Gray, John (2009) [2007] Μαύρη λειτουργία. Η αποκαλυπτική θρησκεία
και ο θάνατος της ουτοπίας, μτφρ. Γ. Λαμπράκος, Αθήνα: Οκτώ.
Heller, Agnes (1988) «Μαρξ και νεωτερικότητα», μτφρ. Δ. Μιχαλάκης,
Λεβιάθαν 1.
Hoernlé, A.R.F. (1938) «Would Plato Have Approved of the National-
Socialist State?», Philosophy 13, No. 50: 166-182.
Morrison, D. R. (2007) «The Utopian Character of Plato’s Ideal
City», στο Cambridge Collections Online, Cambridge: Cambridge
University Press: 232-255.
Schofield, Malcolm (2007) «The Noble Lie», στο The Cambridge
Companion to Plato’s Republic, Cambridge: Cambridge University
Press: 138-164.
Scholem, Gershom (χ.χ.) Ο Ιουδαϊκός Μεσσιανισμός, εισαγωγή – μτφρ.
Νικόλας Σεβαστάκης, Αθήνα: Έρασμος.
Sinclair, R.K. (1997) Δημοκρατία και συμμετοχή στην αρχαία Αθήνα,
μτφρ. Ελένη Ταμβάκη, Αθήνα: Καρδαμίτσας.
Wild, John (1953) Plato’s Modern Enemies and the Theory of Natural
Law, Chicago: University of Chicago Press.
Αντωνακόπουλος, Αντώνης (1983) Η έννοια της πολιτικής ουτοπίας
στον Πλάτωνα, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
Γιοφσούκ, Μ., Όιζερμαν, Τ., Σισιπάνο Ι. (χ.χ.) Παγκόσμια ιστορία της
φιλοσοφίας, τ. Α΄, Αθήνα: Αναγνωστίδης.
Ένγκελς, Φρίντριχ (2006) [1880] Σοσιαλισμός, ουτοπικός και
επιστημονικός, μτφρ. Δήμητρα Κυρίλλου, Αθήνα: Μαρξιστικό
Βιβλιοπωλείο.
Κονδύλης, Παναγιώτης (1983) (εισαγωγή, μετάφραση,
υπομνηματισμός) Καρλ Μαρξ, «Διαφορά της Δημοκρίτειας και
Επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας» Αθήνα: Γνώση.

131
π α ν α γ ι ω τ η σ τ σο λ ι α σ

Του ιδίου (1984) Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα, Αθήνα: Στιγμή.


Κουμάκης, Γιώργος (1983) «Ο Πλάτων στη σκέψη του Μαρξ»,
στο Πρακτικά Α΄ Πανελληνίου Συμποσίου «O Karl Marx και η
φιλοσοφία», Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Αθήνα: Gutenberg: 33-44.
Λένιν, Ι. Β. (1977) Άπαντα, τόμος 29, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
Μαρξ, Καρλ (2002) [1867] Το Κεφάλαιο, τ. Α΄, μτφρ. Παναγιώτης
Μαυρομμάτης, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
Μαρξ, Κ. – Ένγκελς, Φ. (1945) [1847] Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο,
Αθήνα: Ειρήνη.
Νούτσος, Παναγιώτης (1988) Karl Marx, ο κριτικός της ιδεολογίας,
Αθήνα: 1988.
Παπαδόπουλος, Θανάσης (1978) Ιδεολογία και φιλοσοφία της
δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα, Αθήνα: Κέδρος.
Ρέκκας, Αντώνης (2001) «Ο ρόλος της εργατικής τάξης ως
υποκειμένου οικουμενικής χειραφέτησης στον Μαρξ», Ουτοπία 44:
93-107.

132
Βιογραφικά σημειώματα

Μιχάλης Κατσιμίτσης Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο


Αθηνών, όπου και έχει διδάξει ως ΠΔ 407/80 νεότερη
ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Εργάζεται ως μεταφραστής και
επιμελητής κειμένων. Έχει αρθρογραφήσει σε περιοδικά και
εφημερίδες και έχει γράψει βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου.

Χαράλαμπος Μαγουλάς Σπούδασε φιλοσοφία, κοινωνιολογία


και σημειωτική στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Πάντειο και
Franche-Comté. Βιβλία: Aristote dans les théories sémiotiques
contemporaines (Lille: ANRT, 2006), Γκαστόν Μπασλάρ: Η
Ψυχανάλυση της Φωτιάς (Αθήνα: Ερατώ, 2007), Ντέιβιντ
Θορώ: Πολιτική Ανυπακοή (Αθήνα: Ερατώ, 2009).

Νικήτας Σινιόσογλου Σπούδασε φιλοσοφία στα πανεπιστήμια


Αθηνών, Μονάχου και Cambridge. Βιβλία: Radical Platonism:
Illumination and Utopia in Gemistos Plethon (Cambridge:
CUP 2011), Plato and Theodoret: The Christian Appropriation
of Platonic Philosophy and the Hellenic Intellectual Resistance
(Cambridge: CUP 2008), Θεόφιλος Καΐρης: Γνωστική – Στοιχεία
Φιλοσοφίας (Άνδρος: Καΐρειος Βιβλιοθήκη 2008).

Παναγιώτης Τσολιάς Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο


Αθηνών. Εργάζεται ως δημοσιογράφος την τελευταία
δεκαετία. Δημοσιευμένη μελέτη: Η κριτική της θρησκείας στον
Νεοελληνικό Διαφωτισμό (Αθήνα: Προσκήνιο 2010).

163

You might also like