Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 3

Κάλιο (ισοζύγιο, αποβολή, υπερκαλιαιμία, υποκαλιαιμία)

Ισοζύγιο καλίου

Βασικό ενδοκυτταρικό κατιόν, συγκέντρωση πλάσματος 3,5-5mmol/lt, εντός των


κυττάρων 150 mmol/lt. Συνεπώς η ποσότητα στο πλάσμα είναι κάτω του 2% της
ολικής ποσότητας καλίου στο σώμα (αυτό τι αποτελέσματα μπορεί να έχει; Σκεφτείτε
το). Η αναλογία εξωκυτταρικής ενδοκυτταρικής συγκέντρωσης καλίου είναι 38:1 και
είναι προϊόν της λειτουργίας της βασικοπλάγιας αντλίας Να-Κ-ΑΤΡασης που
μεταφέρουν ενεργητικά το κάλιο εντός και το νάτριο εκτός σε αναλογία 2:3.
Φυσιολογικά το κάλιο διαχέεται προς τον εξωκυττάριο χώρο.

Διέγερση της βασικοπλάγιας αντλίας Να-Κ-ΑΤΡασης : αυξημένη ενδοκυττάρια


συγκέντρωση νατρίου

Αναστολή της βασικοπλάγιας αντλίας Να-Κ-ΑΤΡασης : τοξικότητα διγοξίνης, χρόνια


νόσος π.χ. νεφρική ή καρδιακή ανεπάρκεια

Ανακατανομή εντός των κυττάρων

Ινσουλίνη : αυξάνει την λειτουργία της βασικοπλάγιας αντλίας Να-Κ-ΑΤΡασης


ανεξάρτητα από την δράση της στην γλυκόζη => αύξηση ενδοκυτταρικού καλίου. Η
έλλειψη ινσουλίνης οδηγεί στην μετατόπισή του προς τον εξωκυττάριο χώρο.

β₂-αδρενεργικοί αγωνιστές : διεγείρουν την βασικοπλάγια αντλία Να-Κ-ΑΤΡασης

α- αδρενεργικοί αγωνιστές : αναστέλουν την βασικοπλάγια αντλία Να-Κ-ΑΤΡασης

Αλδοστερόνη : αυξάνει την απέκκριση καλίου

Η καταστροφή ή διάσπαση των ιστών οδηγεί σε απελευθέρωση του ενδοκυττάριου


καλίου ενώ η παραγωγή νέων κυττάρων απομακρύνει κάλιο από το εξωκυττάριο
υγρό. Η μέτρια έως βαριά άσκηση είναι πιθανόν να προκαλέσει απελευθέρωση
καλίου από τους μυς οδηγώντας σε γλυκογονόλυση και τοπικά αγγειοδιαστολή. Αυτό
σημαίνει ότι μπορεί να επηρεαστεί η αιμοληψία αν οι ασθενείς σφίγγουν και
χαλαρώνουν επανειλημμένα το χέρι τους στην αιμοληψία.

Αναβολική κατάσταση : βιταμίνη Β₁₂ και φυλλικό οξύ ( παραγωγή


ερυθροκυττάρων ), διεγερτικός παράγοντας των αποικιών κοκκιοκυττάρων
μακροφάγων ( παραγωγή λευκοκυττάρων )

Η πρόσληψη καλίου σε άτομα που διατρέφονται με τυπική δίαιτα είναι δυτικού τύπου
είναι 40-120 mmol/lt δηλαδή περίπου 1mmol/kg/ημέρα. Το 90% της ποσότητας
αυτής απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα. Η διατήρηση της σταθερής
κατάστασης προϋποθέτει ισορροπία μεταξύ πρόσληψης και αποβολής. Αμέσως μετά
το γεύμα το μεγαλύτερο μέρος του απορροφηθέντος καλίου εισέρχεται στα κύτταρα
ως αποτέλεσμα της της αρχικής ανόδου της συγκέντρωσης καλίου στο πλάσμα με την
βοήθεια της απελευθερούμενης ινσουλίνης και των βασικών επιπέδων το
κατεχολαμινών. Τελικά η περίσσεια καλίου απεκκρίνεται στα ούρα. Η ποσότητα
καλίου που χάνεται στα κόπρανα μπορεί να αυξηθεί από 10 έως 50-60% στην χρόνια
νεφρική ανεπάρκεια. Επιπρόσθετα η έκκριση καλίου στο παχύ έντερο διεγείρεται σε
ασθενείς με μεγάλες διάρροιες οδηγώντας σε δυνητικά σοβαρό έλλειμμα καλίου.

Υπερκαλιαιμία

Θεωρείται η συγκέντρωση καλίου στο πλάσμα που υπερβαίνει τα 5,0 mmol/lt.


Μπορεί να είναι αποτέλεσμα είτε της αυξημένης απελευθέρωσης καλίου από τα
κύτταρα είτε της μειωμένης απώλειας από τους νεφρούς. Η αυξημένη πρόσληψη
καλίου σπάνια είναι η μοναδική αιτία υπερκαλιαιμίας επειδή το φαινόμενο της
προσαρμογής του καλίου επιτυγχάνει την ταχεία απέκκριση σαν απάντηση στην
αυξημένη διαιτητική πρόσληψη.

Ιατρογενής υπερκαλιαιμία : μόνο σε αυξημένη παρεντερική πρόσληψη ( δεν σας


ενδιαφέρει παρατηρείται εντός νοσοκομείου ) ή σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια

Ψευδουπερκαλιαιμία : τεχνητά αυξημένη συγκέντρωση καλίου λόγω εξόδου καλίου


από κύτταρα λίγο πριν ή λίγο μετά φλεβοκέντηση. Παράγοντες που συμβάλλουν :
παρατεταμένη περίδεση με ή χωρίς συγκλείσεις παλάμης, η αιμόλυση, σημαντική
λευκοκυττάρωση ή θρομβοκυττάρωση. Οι τελευταίες αυξάνουν το κάλιο λόγω
σχηματισμού θρόμβου. Υποψία εγείρεται σε κατά τα άλλα ασυμπτωματικό ασθενή
χωρίς υποκείμενη αιτία. Αν εφαρμοστεί σωστός τρόπος φλεβοκέντησης και μετρηθεί
η συγκέντρωση στο πλάσμα ( όχι στον ορό ) πρέπει να είναι φυσιολογική.

Ενδαγγειακή αιμόλυση, σύνδρομο λύσης του όγκου και ραβδομυόλυση οδηγούν σε


εκτεταμένη απελευθέρωση καλίου από τα κύτταρα λόγω διάσπασης των τελευταίων

Η ανεπάρκεια ινσουλίνης και η υπερτονικότητα ( π.χ. υπεργλυκαιμία ) προκαλούν


μετακίνηση καλίου στο εξωκυττάριο υγρό ( υπερκαλιαιμία ) . Η βαρύτητα της
υπερκαλιαιμίας μετά από άσκηση έχει σχέση με το βαθμό της προσπάθειας,
αναστρέφεται γρήγορα και μπορεί να οδηγήσει σε παλίνδρομη υποκαλιαιμία. Η
θεραπεία με β αποκλειστές σπανίως προκαλεί υπερκαλιαιμία αλλά μπορεί να
συμβάλλει στην αύξησή της συγκέντρωσης του καλίου που παρατηρείται σε άλλες
καταστάσεις.

Η χρόνια υπερκαλιαιμία έχει σχεδόν πάντοτε σχέση με μειωμένη νεφρική απέκκριση


καλίου οφειλόμενη σε διαταραχές της απέκκρισης.
Τα ΜΣΑΦ αναστέλλουν την έκκριση ρενίνης και την σύνθεση αγγειοδιασταλτικών
νεφρικών προσταγλαδινών με επακόλουθη μείωση του GFR1 και απέκκρισης καλίου
με αποτέλεσμα την εκδήλωση υπερκαλιαιμίας.

Οι αναστολείς ΜΕΑ (μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτενσίνης ) αναστέλλουν την


μετατροπή της αγγειοτενσίνης Ι σε ΙΙ οδηγώντας σε μείωση της απελευθέρωσης
αλδοστερόνης. Περισσότερο κινδυνεύουν με υπερκαλιαιμία οι ασθενείς που έχουν
σακχαρώδη διαβήτη, νεφρική ανεπάρκεια, κάνουν χρήση καλιοσυντηρητικών
διουρητικών, έχουν αμφοτερόπλευρη στένωση νεφρικών αρτηριών.

Η ηπαρίνη ( συμπεριλαμβανομένης της ηπαρίνης χαμηλού μοριακού βάρους )


αναστέλλει την σύνθεση αλδοστερόνης από τα κύτταρα της σπειροειδούς στιβάδας
και μπορεί να προκαλέσει βαριά υποκαλιαιμία σε μια κατηγορία ασθενών με

1. Υποκείμενη νεφρική νόσο


2. Σακχαρώδη διαβήτη
3. Όσους λαμβάνουν αΜΕΑ
4. Όσους λαμβάνουν ΜΣΑΦ
5. Όσους λαμβάνουν καλιοσυντηρητικά διουρητικά

Περίπτωση για σκέψη

Παυλοπούλου Αθανασία, αιμοκαθαιρόμενη, υπό αγωγή με innohep 4.500 x 10 (3) και


carvepen 6.25 ( πλέον το έχει σταματήσει ). Κινδυνεύει από υπερκαλιαιμία;
Σκεφτείτε προτού δώσετε την απάντηση και τεκμηριώστε την.

1
 εκτιμώμενος ρυθμός σπειραματικής διήθησης (eGFR) είναι μία τιμή που καταδεικνύει πόσο καλά 
διηθούν οι νεφροί σας τα απόβλητα προϊόντα από το αίμα σας και επίσης βοηθά να διαπιστωθεί η παρο
υσία 
βλάβης στους νεφρούς. Επίσης αποτελεί το καλύτερο μέτρο της νεφρικής λειτουργίας. Όσο πιο υψηλό
ς είναι 
ο ρυθμός διήθησης, τόσο καλύτερα λειτουργούν οι νεφροί. Ο φυσιολογικός ρυθμός διήθησης είναι περ
ίπου  90‐100 millilitres ανά λεπτό, ή 100 mL/min.

You might also like