Διάρροια

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 8

Διάρροια

Ως διάρροια ορίζεται η μεταβολή των κενώσεων του εντέρου η οποία και


χαρακτηρίζεται από μη σχηματισμένες κενώσεις ή αύξηση του όγκου των κενώσεων
ή/και αύξηση της συχνότητας των κενώσεων (3 ή περισσότερες την ημέρα ).

Ανάλογα με την διάρκεια διακρίνονται σε

1. Οξεία διάρροια < 14 μέρες


2. Εμμένουσα διάρροια >14 μέρες
3. Χρόνια διάρροια >30 μέρες

Αιτιολογία

Τα αίτια της διάρροιας διακρίνονται σε λοιμώδη και μη λοιμώδη

Μη λοιμώδη αίτια

1. Φάρμακα
2. Αλλεργίες σε τροφές
3. Φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου
4. Σπάνια νοσήματα π.χ. θυρεοτοξίκωση, σύνδρομο καρκινοειδούς

Λοιμώδη αίτια

Ανιχνεύεται η παρουσία του λοιμώδους παράγοντα στα κόπρανα με καλλιέργεια.


Συνηθέστερα εμφανίζονται:

1. Salmonella 60%
2. Cambylobacter 25%
3. Shigella 3%
4. Clostridium 6%

Από ιούς διάρροια προκαλούν οι

1. Ροταϊοί
2. Νοροϊοί
3. Αδενοϊοί στελέχοι 40, 41
4. Κορονοϊοί
5. Μεγαλοκυτταροϊός
6. Αστροϊοί

Τα πρωτόζωα είναι σπάνια σε Έλληνες αλλά συχνά σε οικονομικούς μετανάστες

Από Έλμινθες έχουμε

1. Strongyloides
2. Schistosoma
Πότε απαιτείται κλινική εκτίμηση στην ΟΞΕΙΑ διάρροια

Προσοχή ο παρακάτω κατάλογος αφορά μόνο τις περιπτώσεις οξείας διάρροιας (<14
μέρες ). Κλινική εκτίμηση απαιτείται όταν έχουμε :

1. Πολλαπλές διάρροιες με βλέννη ( φανταστείτε ότι υπάρχουν ευρήματα σαν


μύξες στα κόπρανα ) και αίμα
2. Αιματηρή διάρροια
3. Σοβαρή διάρροια με συμπτώματα υπογκαιμίας ( Το πρώτο πρόβλημα είναι η
ξηρότητα του στόματος, της μύτης και άλλων βλεννογόνων . Το δέρμα χάνει την
ελαστικότητά του και η παραγωγή ούρων μειώνεται. Εάν η απώλεια αίματος ή
άλλων υγρών δεν αναπληρωθεί επαρκώς μπορεί κανείς να πάθει υποογκαιμικό
σοκ, μία κατάσταση που επέρχεται όταν υπάρχει απώλεια 1/5 του όγκου του
αίματος. Σε αυτό το σημείο, ίσως παρουσιαστούν συμπτώματα όπως κρύος
ιδρώτας, ωχρότητα του δέρματος, ταχεία αναπνοή και αυξημένος καρδιακός
ρυθμός, αδυναμία, άγχος, σύγχυση και απώλεια των αισθήσεων.)
4. Διαρροϊκές κενώσεις > 6/24ωρο
5. Πυρετός > 38,5
6. Έντονο κοιλιακό άλγος
7. Διάρροια σε ηλικιωμένους άνω των 70 ετών
8. Έντονο κοιλιακό άλγος
9. Ανοσοκαταστολή

Διαγνωστικά Μυστικά….

1. Οι εμετοί όταν φυσικά συνυπάρχουν με διάρροιες, καθότι τις διάρροιες


μελετάμε, υποδηλώνουν είτε ιογενή αίτια είτε προϋπάρχουσα τοξίνη ( π.χ.
staphylococcus aureus περίοδος παράγει μια τοξίνη όπου η συμπτωματολογία
έχεις χρόνο επώασης 1-6 ώρες, σημεία και συμπτώματα : Ξαφνική έναρξη
σοβαρής ναυτίας και εμέτου, κοιλιακές κράμπες, , διάρκεια νοσήματος : 24–
48 ώρες)
2. Ο πυρετός υποδηλώνει διεισδυτικά μικρόβια π.χ. Salmonella, Shigella,
Campylobacter, είτε εντεροιούς είτε κυτταροτοξικά παθογόνα π.χ. Clostridium
difficile.
3. Οι αιματηρές διάρροιες υπονοούν κυτταροτοξικά ή διεισδυτικά μικρόβια όχι
ιούς ή εντεροτοξίνες από παθογόνα. Εργαστηριακά η παρουσία αίματος και
λευκοκυττάρων στα κόπρανα θέτει την διάγνωση βακτηριακού τύπου
διάρροιας.
4. Πρέπει να γίνει διερεύνηση του ιστορικού κατανάλωσης μη παστεριωμένων
γαλακτοκιμικών, ωμών ή ατελώς ψημένων κρεάτων ή ψαριών, νερού από
φυσικές πηγές, πρόσφατη χρήση αντιβιωτικών ειδικά κινολόνες, β λακτάμες
και κλινδαμυκίνη.
5. Τα περισσότερα μικροβιακής αιτιολογίας διαρροϊκά σύνδρομα είναι
αυτοπεριοριζόμενα. Τα μισά από αυτά είναι και βραχύβια.

Μικρό ερμηνευτικό λεξιλόγιο


 Δυσεντερία = Η δυσεντερία είναι φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, κυρίως
του παχέος εντέρου, η οποία πάντα οδηγεί σε σοβαρή διάρροια και κοιλιακούς
πόνους. Άλλα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν τον πυρετό και το αίσθημα
ατελούς αφόδευσης. Η ασθένεια προξενείται από διάφορα είδη μολυσματικών
παθογόνων, όπως βακτήρια, ιοί και παράσιτα.
 Τεινεσμός = Ο ορθικός τεινεσμός είναι μια ιατρική κατάσταση που χαρακτηρίζεται
από σπασμωδική συστολή και συχνά συνδέεται με πόνο στο ορθό, συνοδευόμενη
από μια συνεχή ανάγκη για εκκένωσή του, ακόμη και όταν τα έντερα ενός ατόμου
είναι σχετικά κενά. Όταν ένα άτομο έχει ορθικό τεινεσμό, μπορεί να πιέσει
σκληρότερα να παράγει ακόμη και τις μικρότερες ποσότητες κοπράνων κατά τη
διάρκεια των κινήσεων του εντέρου.
 Τοξικό μεγάκολο ( δες παρακάτω) : Ορισμός Τo τοξικό μεγάκολο περιγράφει την
οξεία κολίτιδα, η οποία συνοδεύεται από συστηματικές τοξικές εκδηλώσεις και
απεικονιστικά ευρήματα τμηματικής ή καθολικής μη αποφρακτικής διάτασης (> 6
εκατοστά σε διάμετρο) του παχέος εντέρου. Στη σύγχρονη κλινική ορολογία, αρμόζει
καλύτερα ο όρος «τοξική κολίτιδα», αφού πολλοί ασθενείς αναπτύσσουν τοξικότητα,
χωρίς την παρουσία διάτασης. Το τοξικό μεγάκολο, το οποίο αρχικά αναγνωρίστηκε
από τον Marshak το 1950, αποτελεί μια ασυνήθη, καταστροφική, δυνητικά
θανατηφόρο επιπλοκή κολίτιδας η οποία παρουσιάζεται συνηθέστερα στα πλαίσια
της ελκώδους κολίτιδας, αλλά, πρόσφατα συχνά και μετά πiό σοβαρή προσβολή
ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας. Παθολογική φυσιολογία Αν και η ακριβής
παθοφυσιολογία του τοξικού μεγακόλου δεν έχει διασαφηνιστεί πλήρως, πολλοί
παράγοντες μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη του. Σημεία και συμπτώματα
οξείας κολίτιδας μπορεί να είναι παρόντα για χρονικό διάστημα έως και μία
εβδομάδα πριν από την ανάπτυξη της διάτασης. Ο προσδιορισμός εκλυτικών ή
προδιαθεσικών παραγόντων είναι συχνά εφικτός. Ενώ ο κίνδυνος του τοξικού
μεγακόλου αυξάνει με τη σοβαρότητα της κολίτιδας, η ταχεία απόσυρση ή η
αιφνίδια διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής (στεροειδή, σουλφασαλαζίνη, και
5-αμινοσαλικυλικό οξύ) μπορεί να προκαλέσει τοξιναιμία και κολονική διάταση.
Φάρμακα που επιδρούν αρνητικά στην κινητικότητα επίσης εμπλέκονται στην
ανάπτυξη τοξικού μεγακόλου.  Αυτά περιλαμβάνουν αντιχολινεργικά,
αντικαταθλιπτικά, loperamide, και οπιοειδή.  Βαριούχος υποκλυσμός και
ορθοσκόπηση ενδέχεται να προκαλέσουν διάταση, να επηρεάσουν την αιμάτωση του
παχέος εντέρου ή να επιδεινώσουν μια μικροδιάτρηση με επόμενη την πρόκληση
τοξιναιμίας. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της μικροσκοπικής εικόνας στο τοξικό
μεγάκολο είναι η επέκταση της φλεγμονής σε βαθύτερες του βλεννογόνου στιβάδες.
Η πρόοδος της φλεγμονής στις λείες μυϊκές ίνες του τοιχώματος οδηγεί στην αύξηση
της τοπικής παραγωγής μονοξειδίου του αζώτου (ΝΟ) από τα φλεγμονώδη κύτταρα
της περιοχής, όπως τα ιστικά μακροφάγα και τα ουδετερόφιλα που έλκονται από την
κυκλοφορία. Το ΝΟ έχει ανασταλτική δράση στις μυϊκές ίνες με αποτέλεσμα την
κολονική διάταση, Οι Mourelle και συν απέδειξαν την παρουσία  αυξημένων
ποσοστών συνθετάσης του ΝΟ στην ιδίως μυϊκή στιβάδα του κόλου ασθενών με
τοξικό μεγάκολο. Κλινική εικόνα Οι ασθενείς έχουν συνήθως σημεία και
συμπτώματα οξείας κολίτιδας που μπορεί να είναι ανθεκτική στη θεραπεία.
Διάρροια, κοιλιακό άλγος, αιμορραγία από το ορθό, τεινεσμός, ταχυκαρδία, σημεία
αφυδάτωσης, έμετος και πυρετός προεξάρχουν στην κλινική εμφάνιση. Η παρουσία
περιτοναϊσμού μπορεί να υποδεικνύει διάτρηση, αλλά μπορεί να επισκιαστεί από τη
χρήση των στεροειδών. Αιτιολογία Τα συνηθέστερα αίτια και εκλυτικοί παράγοντες
για την ανάπτυξη τοξικού μεγακόλου συνοψίζονται παρακάτω:

 Φλεγμονώδη
Ελκώδης κολίτιδα
Ν. Crohn

 Λοιμώδη

Clostridium difficile
Salmonella, Shigella, Yersinia, Campylobacter
Cryptosporidium
Entamoeba histolytica
Cytomegalovirus

 Iσχαιμική κολίτιδα
 Κακοήθεια

Σάρκωμα Kaposi

 Άλλοι παράγοντες

Υποκαλιαιμία, υπομαγνησιαιμία
Βαριούχος υποκλυσμός
Διακοπή στεροειδών
Ναρκωτικά
Αντιχολινεργικά
Χημειοθεραπεία
Κολονοσκόπηση
 Αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο : Μια οξεία κατάσταση που συνίσταται σε
μικροαγγειοπαθητική αιμολυτική αναιμία, θρομβοκυτταροπενία και οξεία
νεφροπάθεια. Η Escherichia coli 0157:H7 θεωρείται ως ένας από τους υπεύθυνους
μικροοργανισμούς και μπορεί να ληφθεί καταναλώνοντας επιμολυσμένο ωμό ή όχι
καλά ψημένο μπιφτέκι ή άλλα κρέατα. Τα παιδιά προσβάλλονται συχνότερα. Η
έναρξη μπορεί αρχικά να περιλαμβάνει γαστρεντερίτιδα και διάρροια ή λοίμωξη του
ανωτέρου αναπνευστικού. Ακολουθεί μια οξεία φάση, της οποίας χαρακτηριστικά
είναι το πορφυρικό εξάνθημα, η ευερεθιστότητα, ο λήθαργος και η ολιγουρία και
στη συνέχεια εμφανίζονται σπληνομεγαλία, ήπιος ίκτερος, σπασμοί (σε κάποιους
ασθενείς), ηπατομεγαλία, πνευμονικό οίδημα και νεφρική ανεπάρκεια. Η οξεία φάση
μπορεί να διαρκεί από 1 έως 2 εβδομάδες σε ήπιες περιπτώσεις και πολύ
περισσότερο στις σοβαρές περιπτώσεις. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ: Η αντιμετώπιση αυτού
του συνδρόμου αφορά τη νεφρική ανεπάρκεια και την αναιμία. Τα αντιβιοτικά είναι
αναποτελεσματικά.
Χρόνοι επώασης και διάγνωση

Με το δεδομένο ότι έχουμε καταλήξει σε τροφιμογενούς μετάδοσης διάρροια,


δηλαδή π.χ. δεν οφείλεται στην λήψη αντιβιωτικών…αλλά σε τρόφιμα, ο χρόνος
επώασης, μια αδρή εκτίμησή του, μπορεί να είναι χρήσιμη για την διαφορική
διάγνωση του μικροβίου ή της τοξίνης. Συγκεκριμένα

 Η έναρξη εντός 8 ωρών από την λήψη τροφής υποδηλώνει προϋπάρχουσα


τοξίνη από S.aureus ή Bacillus cereus
 Η έναρξη μεταξύ 8 και 14 ωρών υποδηλώνει Clostridium perfringers ή
Bacillus cereus
 Μετά τις 14 ωρες οι διάγνωση είναι ευρύτερη.

Αντιμετώπιση της λοιμώδους διάρροιας

Κεφαλαιώδους σημασίας είναι η άμεση ενυδάτωση του ασθενούς

Ήπια διάρροια : απλά αυξημένη πρόσληψη υγρών από του στόματος π.χ. νερό,
αραιωμένοι χυμοί, ζωμοί, σούπες

Βαρειά αφυδάτωση : ειδικά διαλύματα. Αν δεν είναι σε shock και δεν κάνει εμετούς
μπορεί άνετα να ενυδατωθεί από τους στόματος. Π.Ο.Υ. προτείνει παρασκευή
διαλύματος 3,5 gr αλάτι, 2,5 gr σόδα, 1,5 gr χλωριούχο κάλιο, 20 gr γλυκόζη
( καθαρή σάκχαρη) μέχρι τελικού όγκου ενός κιλού νερού.

Κατάλληλη διατροφή : σκοπός η ανανέωση των εντεροκυττάρων => βραστές


αλατισμένες αμυλούχες τροφές και δημητριακά π.χ. ρύζι, πατάτες, ζυμαρικά, σιτάρι,
βρώμη. Σε ασθενείς με υδαρή διάρροια μπανάνες, γιαούρτι, σούπες και βραστά
λαχανικά, μπισκότα.

Η φλεγμονή του εντέρου παράγει δευτεροπαθώς δυσανεξία στην λακτόζη που μπορεί
να κρατήσει και εβδομάδες. Συνιστάται προσωρινή αποφυγή γαλακτοκομικών. Η
χρήση προβιοτικών για πληθυσμιακή ανασύσταση της χλωρίδας δεν έχει
τεκμηριωθεί στους ενήλικες.

Λοπεραμίδη…

Ισχυρότατος αντιδιαρροϊκός παράγοντας, ανακουφίζει σημαντικά ειδικά στην


περίπτωση της διάρροιας ταξιδιωτών. Η χορήγησή της σχετίζεται με

1. Παράταση πυρετού σε ασθενείς με σιγκέλλωση ( Η σιγκέλλωση, γνωστή και ως


βακτηριακή δυσεντερία, είναι μία τροφιμογενής λοίμωξη, που προκαλείται από το
παθογόνο Shigella spp. Η Shigella spp. είναι ένα Gram αρνητικό βακτήριο της
οικογένειας των εντεροβακτηριοειδών. Το γένος Shigella περιλαμβάνει τέσσερα είδη:
S. dysenteriae (ομάδα Α), S. flexneri (oμάδα Β), S. boydii (oμάδα C) και S. sonnei
(oμάδα D). Οι ομάδες A, B και C διαιρούνται περαιτέρω σε 15, 15 και 19 ορότυπους
και υπότυπους, αντίστοιχα που αποδίδονται με αραβικούς αριθμούς και μικρά
γράμματα (π.χ. S. flexneri 2a). Η S. sonnei (ομάδα D) έχει ένα μόνο ορότυπο. Οι
ορότυποι διαφοροποιούνται με βάση το ειδικό αντιγόνο επιφανείας και το αντιγόνο
του κυτταρικού τοιχώματος (Ο). Βλεφαριδικά αντιγόνα (Η) δεν υπάρχουν στις
σιγκέλλες. Το νόσημα εμφανίζεται συχνά σε νεαρά παιδιά αλλά και σε ενήλικες
ύστερα από ταξίδι σε περιοχές όπου το νόσημα ενδημεί. Ο μικροοργανισμός είναι
υπεύθυνος για την εμφάνιση μεμονωμένων κρουσμάτων, αλλά και
συρροών/επιδημιών τροφιμογενούς αιτιολογίας. Η συμπτωματολογία της
σιγκέλλωσης χαρακτηρίζεται από διάρροια που συνοδεύεται από πυρετό, ναυτία και
κάποιες φορές τοξιναιμία, εμέτους, συσπάσεις του κοιλιακού τοιχώματος και
τεινεσμό του εντέρου. Σε τυπικές περιπτώσεις τα διαρροϊκά κόπρανα περιέχουν αίμα
και βλέννη (δυσεντερία). Αρκετά περιστατικά εμφανίζονται και με διάρροιες
υδαρούς χαρακτήρα. Οι σπασμοί μπορεί να αποτελέσουν σοβαρή επιπλοκή σε μικρά
παιδιά, ενώ η βακτηριαιμία είναι ασυνήθης. )
2. Αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης τοξικού μεγάκολου σε ασθενείς με διάρροια από
C.difficile
3. Αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης αιμολυτικού ουραιμικού συνδρόμου σε παιδιά με
διάρροια από στελέχη E.coli που παράγουν τοξίνη Shiga

Αντιμικροβιακή αγωγή

Αντίθετα από ό,τι νομίζεται η αντιμικροβιακή αγωγή δεν αλλάζει θεαματικά την
πορεία της νόσου σε μη επιλεγμένους πληθυσμούς. Οι πιθανές παρενέργειες της
αντιμικροβιακής αγωγής είναι

 Παράταση χρόνου φορείας σαλμονέλλας


 Αυξημένη αντοχή εντεροπαθογόνων ( αιτία και μειωμένης αλλαγής της
πορείας της νόσου )

 Κίνδυνος επαγωγής φάγων προκαλούντων νόσο π.χ. φάγος επάγων παραγωγή


τοξίνης Shiga (Ο όρος «κολοβακτηρίδια που παράγουν Shiga-τοξίνη,
χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια ομάδα στελεχών του που έχουν την ικανότητα
να παράγουν τη Shiga- τοξίνη. Εναλλακτικά, ονομάζονται εντεροαιμορραγικά
κολοβακτηρίδια. Συμπτώματα

 Κοιλιακές κράμπες
 Υδαρή διάρροια συνήθως αιμορραγική
 Πυρετός
 Εμετός
 Κόπωση και αδυναμία
 Μειωμένη ούρηση
Η εργαστηριακή επιβεβαίωση της λοίμωξης από εντεροαιμορραγικό κολοβακτηρίδιο
βασίζεται στην απομόνωση του υπεύθυνου μικροοργανισμού στα κόπρανα του ασθενή.)

 Κίνδυνος υπερλοιμώξεων κατά την διάρκεια της αντιμικροβιακής αγωγης

Ξανά το Imodium…

Θεραπευτικές ενδείξεις: Η υδροχλωρική λοπεραμίδη ενδείκνυται για τη συμπτωματική


αντιμετώπιση της οξείας μη αιμορραγικής διάρροιας. Εάν υπάρχει αίμα στα κόπρανα ή τα
συμπτώματα επιμένουν πέραν των 48 ωρών να ζητηθεί ιατρική συμβουλή
Δοσολογία και τρόπος χορήγησης:
Ενήλικες και παιδιά άνω των 12 ετών : Αρχικώς 4 mg και ακολούθως 2 mg μετά
από κάθε διαρροϊκή κένωση. Mέγιστη ημερήσια δόση 8 mg.

Παιδιά κάτω των 12 ετών Η χρήση της υδροχλωρικής λοπεραμίδης σε παιδιά 6-12 ετών
πρέπει να γίνεται υπό την καθοδήγηση γιατρού. Αρχικώς 2 mg και ακολούθως 2 mg μετά από
κάθε διαρροϊκή κένωση. Δεν συνιστάται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών.

Αντενδείξεις:

Δεν πρέπει να δίδεται σε ασθενείς


- με οξεία ελκώδη κολίτιδα,
-με βακτηριακή εντεροκολίτιδα που προκαλείται από διηθητικούς οργανισμούς
συμπεριλαμβανομένων των Salmonella, Shigella και Campylobacter,
- με ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα που συσχετίζεται με τη χρήση αντιβιοτικών.
- με οξεία δυσεντερία, που χαρακτηρίζεται από αίμα στα κόπρανα και υψηλό πυρετό.

Γενικότερα, η υδροχλωρική λοπεραμίδη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε


περιπτώσεις που αναστολή της περισταλτικότητας πρέπει να αποφεύγεται και η χρήση του
πρέπει να διακόπτεται όταν παρουσιάζονται δυσκοιλιότητα, κοιλιακή διάταση ή κλινικά
φαινόμενα ατελούς ειλεού ή ενδείξεις τοξικού μεγακόλου. Επίδραση στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Κόπωση, ζάλη ή υπνηλία μπορεί να παρουσιασθούν
κατά τη διάρκεια θεραπείας διαρροϊκού συνδρόμου με υδροχλωρική λοπεραμίδη. Για το λόγο
αυτό, εφιστάται προσοχή κατά την οδήγηση ή το χειρισμό μηχανημάτων. Η
υδροχλωρική λοπεραμίδη καθ΄ αυτή δεν έχει επίδραση στην ικανότητα αντίδρασης διαίτερες
προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την χρήση:

Επειδή η θεραπεία της διάρροιας με υδροχλωρική λοπεραμίδη είναι μόνο


συμπτωματική, σε περιπτώσεις που η διάρροια μπορεί να αντιμετωπισθεί
αιτιολογικά, πρέπει να προτιμάται η αιτιολογική θεραπεία. Σε ασθενείς με διάρροια,
μπορεί να εμφανισθεί απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η
θεραπεία αναπλήρωσης με χορήγηση κατάλληλων υγρών και ηλεκτρολυτών, είναι το πιο
σημαντικό μέτρο.

Σε οξεία διάρροια, αν δεν παρουσιασθεί κλινική βελτίωση μέσα σε 48 ώρες, η χορήγηση της
υδροχλωρικής λοπεραμίδης πρέπει να διακοπεί και οι ασθενείς πρέπει να συμβουλευθούν
τον γιατρό τους.

Μη κλινικά δεδομένα έχουν δείξει ότι η λοπεραμίδη είναι ένα υπόστρωμα P-


γλυκοπρωτεϊνης. Ταυτόχρονη χορήγηση λοπεραμίδης (εφάπαξ δόση 16mg) με
κινιδίνη ή ριτοναβίρη, που είναι και οι δύο αναστολείς της P-γλυκοπρωτεϊνης, είχε ως
αποτέλεσμα μια διπλάσια ως τριπλάσια αύξηση των επιπέδων της λοπεραμίδης
στο πλάσμα. Η κλινική συσχέτιση αυτής της φαρμακοκινητικής αλληλεπίδρασης με
αναστολείς της P-γλυκοπρωτεϊνης, όταν η λοπεραμίδη χορηγείται στις συνιστώμενες
δόσεις (2mg, μέχρι 16mg μέγιστη ημερήσια δόση), είναι άγνωστη

Βρείτε πιο φάρμακο που δίνετε συχνά σχετίζεται με την p-


γλυκοπρωτεϊνη και ψάξτε αν υπάρχει αλληλεπίδραση

Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες: Η λοπεραμίδη συνδέεται με τους υποδοχείς των οπιούχων στο


εντερικό τοίχωμα.
Κατά συνέπεια, αναστέλλει την απελευθέρωση της ακετυλχολίνης και των
προσταγλανδινών, ελαττώνοντας έτσι την προωθητική περισταλτικότητα αυξανόμενου
και του χρόνου διάβασης του εντέρου. Η λοπεραμίδη αυξάνει τον τόνο του σφιγκτήρα του
ορθού, ελαττώνοντας έτσι την ακράτεια και την έπειξη προς κένωση. Λόγω της μεγάλης
χημικής συγγένειας προς το εντερικό τοίχωμα και του υψηλού μεταβολικού φαινομένου
πρώτης διόδου, η λοπεραμίδη σχεδόν δεν φθάνει στην συστηματική κυκλοφορία.
Ο χρόνος ημιζωής της λοπεραμίδης στον άνθρωπο είναι περίπου 11 ώρες
με διακύμανση 9-14 ώρες.
Οι πιο συχνά αναφερόμενες (≥ 1%) ανεπιθύμητες ενέργειες στις δοκιμές της
οξείας διάρροιας ήταν: δυσκοιλιότητα (2.7%), μετεωρισμός (1.7%), πονοκέφαλος (1.2%)
και ναυτία (1.1%). Οι πιο συχνά αναφερόμενες (≥ 1%) ανεπιθύμητες ενέργειες
στις δοκιμές της χρόνιας διάρροιας ήταν: μετεωρισμός (2.8%), δυσκοιλιότητα
(2.2%), ναυτία (1.2%) και ζάλη (1.2%).

You might also like