Professional Documents
Culture Documents
Η Ζωγραφική Της Εικονομαχικής Περιόδου (Ιάκωβος Χατζησταύρου)
Η Ζωγραφική Της Εικονομαχικής Περιόδου (Ιάκωβος Χατζησταύρου)
Η Ζωγραφική Της Εικονομαχικής Περιόδου (Ιάκωβος Χατζησταύρου)
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
Ακαδημαϊκό έτος 2020-2021
Ιάκωβος Χατζησταύρου
Λευκωσία 2022
Πρόλογος
Η διαμάχη για την ανεικονικότητα στη ζωγραφική απεικόνιση των προσώπων στη
βυζαντινή τέχνη που έλαβε χώρα την διακριτή ιστορική περίοδο (727-843) με την
ονομασία που της αποδόθηκε ως Εικονομαχική περίοδος και που ως αφετηρία της
είχε τον Λέοντα Γ' γεννά πολλά ερωτήματα και προβληματισμούς.
Ποια ήταν τα πολιτικοκοινωνικά αίτια και αφορμές που οδήγησαν σε αυτή την
αιματηρή θρησκευτική πολεμική αντιπαράθεση που δίχασε με σφοδρότητα την
εκκλησία τόσο με την πολιτεία όσο και με τον εαυτό της και που ως αποτέλεσμα είχε
μεγάλο μέρος της κοινωνίας να χωριστεί σε πολέμιους και υπερασπιστές;
Η εικονομαχία θα μπορούσε να ήταν το έναυσμα και η πρόκληση για κοινωνικές και
πολιτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές ή ήταν το πρόσχημα μιας ιδεολογικής
φιλοδοξίας και πολιτικής στόχευσης των κυβερνόντων που εργαλειοποίησε τις
προϋπάρχουσες θεολογικές διαμάχες. Διαμάχες που συνυπήρχαν στην ιστορική
διαδρομή του χριστιανισμού τόσο στην πρωτεύουσα πόλη όσο και στις διάφορες
Ανατολικές επαρχίες μέσα στην αυτοκρατορία; ή μήπως οι λόγοι ήταν καθαρά και
μόνο θεολογικοί που συμπαρέσυραν στο διάβα τους ολόκληρη την Βυζαντινή
κοινωνία και τον αυτοκράτορα;
Αν η αντιπαράθεση άνηκε καθαρά και μόνο στο δογματικό επίπεδο και προερχόταν
από θρησκευτικό ζήλο στην υποκειμενικότητα της ερμηνείας από την μία ή
περισσότερες πλευρές και παρέμενε εκεί, η λύση ή η μη λύση θα μπορούσε να δοθεί
στο πεδίο του λόγου και της θεολογικής επιχειρηματολογίας. Δυστυχώς όμως η
ιστορία έχει αποδείξει πως η έναρξη, η συντήρηση, ο διάλογος και κάποιες φορές, αν
όχι τις περισσότερες, το προδικασμένο αποτέλεσμα εμπεριέχουν και πολλά άλλα
ανθρωπομορφικά ζητήματα προσωπικών κινήτρων, φιλοδοξιών ή και αναγκών που
συμπαρασύρουν και διχάζουν ολόκληρη την κοινωνία.
6
Jan O. Rozenqvist, ὅ.π. σ, 64
Περιεχόμενα
Πρόλογος..................................................................................................................................4
Εισαγωγή..................................................................................................................................8
1. Ιστορική επισκόπηση..........................................................................................................10
1.1. Πολιτική εξουσία και δίκαιο........................................................................................11
1.2. Κοινωνία - Πολιτισμός.................................................................................................14
2. Εικονομαχία........................................................................................................................16
2.1. Η εξέλιξη της Εικονομαχίας.........................................................................................18
2.2. Πιθανά αίτια και αφορμές...........................................................................................20
2.3. Θρησκευτικά κινήματα και Αιρέσεις...........................................................................25
3. Θεολογική θέση των Πατέρων...........................................................................................27
Συμπεράσματα.......................................................................................................................31
Βιβλιογραφία..........................................................................................................................34
Ηλεκτρονικές πηγές:...............................................................................................................35
Εισαγωγή
Λόγω του περιορισμού ως προς το μέγεθος της εργασίας θα προσπαθήσουμε να
αποδώσουμε συνοπτικά την όλη εικόνα παραθέτοντας τους λόγους και τις πιθανές
αιτίες που οδήγησαν και έδρασαν στην εικονομαχική αντιπαράθεση. Θα
επικεντρωθούμε δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στο θεολογικό και δογματικό μέρος
αυτής της αντιπαράθεσης του προσώπου που ως αποτέλεσμα είχε μετά το πέρας της
εικονομαχίας να διατυπωθεί η μετέπειτα θεολογική βυζαντινή πρακτική στην
ιστορική της συνέχεια.
Στο δεύτερο κεφάλαιο ασχοληθήκαμε με την Εικονομαχία που αφενός η έλλειψη των
πηγών και αφετέρου η προσπάθεια όσο το δυνατόν για αντικειμενικότητα ως
αποτέλεσμα είχε να τεθούν περισσότερες ερωτήσεις και σκέψεις παρά απαντήσεις.
Έτσι ώστε να αποφύγουμε να υποπέσουμε, σε υποκειμενισμούς και εκτιμήσεις, που
θα μας οδηγούσαν σε λανθασμένα συμπεράσματα και εκδοχές και σε πιθανούς
αφορισμούς, ωραιοποιήσεις ή εμβατήρια, προσπαθήσαμε μέσο των ερωτημάτων να
αποστασιοποιηθούμε και να αφαιρέσουμε από την ιστορική έρευνα την οπτική γωνία
και τις πεποιθήσεις που εμείς έχουμε αποκτήσει μέσω των γνωστικών ή
συναισθηματικών ερεθισμάτων μας για εκείνη την ιστορική περίοδο. Ασχοληθήκαμε
ιστορικά με την παράλληλη διαδρομή της εικονομαχικής και εικονόφιλης σκέψης
στους κόλπους της Ορθοδοξίας, τη διαδρομή που εξελικτικά είχε στην ιστορία της
χριστιανικής λατρευτικής έκφρασης και πίστης τόσο τους προηγούμενους αιώνες όσο
και κατά τους 8ο και 9ο αιώνα που εκδηλώθηκε το εικονομαχικό κίνημα.
Παρατηρήσαμε πως ως αλληλένδετα δοχεία οι χριστολογικές αιρέσεις, η γεωπολιτική
αναγκαιότητα όσο και το ανθρώπινο κίνητρο διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο, ίσως
και καθοριστικό στην εκδήλωση και εξέλιξη της εικονομαχικής έριδας. Στο
υποκεφάλαιο "Πιθανά αίτια και αφορμές" θέσαμε ερωτήματα ερευνώντας
διαφορετικούς νεωτερικούς στοχαστές που οι τοποθετήσεις τους παρουσιάζουν
διαφοροποιήσεις για το ίδιο φαινόμενο. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως οι
αιρέσεις και οι δογματικές διαφορές ήταν η γενεσιουργός αιτία αν όχι η βάση που
δυναμίτιζε και προκαθόριζε τα αποτελέσματα. Οι εικονοποίηση ήταν το πρόσχημα
καθώς κάτω από την επιφάνεια, η αντίθεση στις εικόνες στρέφονταν κατά της ύλης,
του σώματος και της ανθρώπινης φύσης του Χριστού.
1. Ιστορική επισκόπηση
Η Α' περίοδος 650-843 (από τον θάνατο του Ηρακλείου μέχρι την αποκατάσταση των
εικόνων) ήταν το πέρασμα από την ύστερη αρχαιότητα προς στο μεσαίωνα. Αυτή η
υποπερίοδος, έχει χαρακτηριστεί και ως "Σκοτεινοί αιώνες του Βυζαντίου" και ανήκει
στη μέση Βυζαντινή περίοδο 650-1204. Υπήρξε καταλυτικής σημασίας με μεγάλες
πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που ήρθαν να ανατρέψουν το ως τότε
βυζαντινό αξίωμα της ακλόνητης αυτοκρατορικής δύναμης και παράλληλα να
αναδείξουν την προσαρμοστικότητα της στα νέα δεδομένα.
Η Βυζαντινή αυτοκρατορία από τα μέσα του 7ου αιώνα και έως τα μέσα του 8ου θα
ζήσει μέσα σε κλίμα αναρχίας, αστάθειας και αποσταθεροποίησης με 11
αυτοκράτορες να διαδέχονται ο ένας τον άλλον στο θρόνο. Μετά από το θάνατο του
Ηρακλείου στις 11 Φεβρουαρίου 641 και έως την στέψη στις 25 Μαρτίου 717 του
στρατηγού του θέματος των Ανατολικών Λέοντα Γ' της Συριακής δυναστείας ή
Δυναστείας των Ισαύρων8 με την υποστήριξη των στρατιωτικών θεμάτων των
Αρμενιακών και των Οψικιανών,
7
Ε, Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. εκδ.
Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.38
8
Α. Α. Βασίλιεφ. Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (324-1453). τομ. 1. μτφ. Δ.
Σαβράμης. εκδ. Πάπυρος: Αθήνα 1995 σ.298
Επιστολή Λέων Γ' προς πάπα Γρηγόριο
Β' 9
Με την εξουσία του να εκπορεύεται από τον θεό και από το λαό, είχε στην
επιτέλεση των καθηκόντων του την υποχρέωση να κυβερνά τους υπηκόους του με
πνεύμα φιλάνθρωπης δικαιοσύνης και παράλληλα να προετοιμάζει τις ψυχές τους
για την επουράνια βασιλεία.19 (όπως συμβουλεύει ο Διάκονος Αγαπητός στο
9
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σ.327
10
Ε, Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. εκδ.
Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.47
11
ὅ.π. σ.159
12
Α, Laiou. « Law, Justice, and the Byzantine Historians: Ninth to Twelfth Centuries». στο A.
Laiou & D. Simon Law and Society in Byzantium: Ninth to Twelfth Centuries. Washington:
Harvard University Press 1994, σ.184
13
Σπ, Τρωϊανός. "Ο βυζαντινός άνθρωπος μπροστά στον νόμο" στο Βυζαντινό κράτος και
κοινωνία. Αθήνα: Ηρόδοτος 2003, σ.35, Γ, Καραγιαννόπουλος. Το Βυζαντινό κράτος.
Αθήνα: Ερμής 1983, σ.24
14
Σπ, Τρωϊανός. ὅ.π. σ.38, Κεκαυμένος Στρατηγικόν. μτφ. Τσουγκαράκης, Δ. Αθήνα:
Άγρωστις 1993, κεφ. 77
15
Σπ, Τρωϊανός. ὅ.π. σ.31, Γ, Καραγιαννόπουλος. ὅ.π. σ.26
16
Κεκαυμένος Στρατηγικόν ὅ.π. κεφ. 77
17
Γ, Καραγιαννόπουλος. σ.23, Ε, Γλύκατζη-Αρβελέρ. ὅ.π. σ.21, 29
18
Γ, Καραγιαννόπουλος. ὅ.π. σ.28
19
Γ, Καραγιαννόπουλος. ὅ.π. σ.24, 27
"Ἔκθεσιν κεφαλαίων παραινετικῶν" ο βασιλέας ως κυβερνήτης σκάφους να
κρατάει γερά το πηδάλιο της ευνομίας απωθώντας τα ρεύματα της ανομίας). 20
Αν και από τον 7ο αιώνα και μετά η λαϊκή βούληση έχει υποβαθμιστεί από τη
δυναμική επέμβαση του στρατού στις εκλογές των αυτοκρατόρων η πεποίθηση για το
θείο ρόλο του αυτοκράτορα παραμένει η ίδια.
Στρατιωτικά οι Άραβες είναι προ των πυλών της βασιλεύουσας ενώ οι Σλάβοι στα
δυτικά παρελαύνουν ανενόχλητοι. Στο εσωτερικό απειλείται σοβαρά η συνοχή του
κράτους, οι κοινωνικές ανισότητες και η γενική παρακμή απαιτούν άμεσες
μεταρρυθμίσεις με την οικονομία να είναι σχεδόν κατεστραμμένη. Στην
αναγκαιότητα για την επιβίωση της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ο Λέων Γ'
αποφάσισε το μέλλον επιλέγοντας το: "Η Κωνσταντινούπολη χωρίς τη Ρώμη"21
Το Βυζάντιο των τριών ηπείρων τον 8ο αιώνα έχει συρρικνωθεί. Σημαντικά εδάφη
στην Ανατολή με την Συρία, την Παλαιστίνη, τμήμα της Μεσοποταμίας και το
23
ὅ.π. σ.37, 39
24
Κ. Παπαρηγόπουλου - Π, Καρολίδη - Γ, Αναστασιάδη. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους.
τομ. 5. εκδ. Αλέξανδρος: Θεσσαλονίκη 1994, σ.253 τομ. 5. εκδ. Αλέξανδρος: Θεσσαλονίκη
1994, σ.254
μεγαλύτερο μέρος της Αιγύπτου25 έχουν περιέλθει στην κυριαρχία των Αράβων με
δυσβάσταχτες οικονομικές συνέπειες. Η Αίγυπτος παραδοσιακός σιτοβολώνας έχει
χαθεί από την επικράτεια και πλέον δεν εφοδιάζει τον πληθυσμό της
Κωνσταντινούπολης με τα αναγκαία υλικά αγαθά. Στη Δύση η αυτοκρατορία
απειλείται από τους Βουλγάρους που έχουν συστήσει κράτος εντός της και το
Λογγοβαρδικό βασίλειο επιτίθεται στην Ιταλία δίνοντας την ευκαιρία στον Πάπα να
αναζητήσει βοήθεια από τους Φράγκους. Επικρατεί η εσωτερική αποδιοργάνωση και
οι κοινωνικές αντιθέσεις γίνονται εντονότερες. Η οικονομία αγροτοποιείται 26 και
κυριαρχεί αντί της νομισματικής οικονομίας η ανταλλακτική.
Το αποτέλεσμα της οικονομικής ύφεσης και των επιδρομών έχει αρνητικές συνέπειες
στην κοινωνική και πνευματική ζωή. Ο πολίτης της αυτοκρατορίας μετακινείται από
την ύπαιθρο που η κοινωνική και οικονομική ζωή της έχει καταστραφεί καθώς
λεηλατείτε από τις αραβικές επιδρομές και αναζητεί προστασία στις πόλεις που έχουν
διαμορφωθεί σε κάστρα-φρούρια.27 Φαίνεται πως έχει η ζωή έχει στρατικοποιηθεί, 28 η
αρχιτεκτονική των πόλεων έχει αλλάξει δραματικά μορφή και πολεοδομικό
σχεδιασμό και ο αστικός τρόπος ζωής στο μεσοβυζάντιο έχει παρακμάσει στα
πρότυπα των μεσαιωνικών οικισμών χάνοντας την αρχαιοπρεπή αστική φυσιογνωμία
του.
25
C. Mango, Η Ιστορία του Βυζαντίου. μτφ. Ο, Καραγιώργου. εκδ. Νεφέλη: Αθήνα 2002.
σ.181
26
Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. εκδ.
Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.40
27
Γ. Τσορμπατζόγλου. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ. ΣΥΜΒΟΛΗ
ΣΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ. Διδακτορική διατριβή Α.Π.Θ,
τμήμα ποιμαντικής σχολής. Εθνικό κέντρο τεκμηρίωσης.
(https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/3733) Θεσσαλονίκη 1993, σ. 65
28
Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. ὅ.π. σ.42
λίγα βυζαντινά κείμενα που χρονολογούνται στην περίοδο από το 650 έως το 775 και
δεν υπάρχει κανένα χειρόγραφο που να προέρχεται πριν από το 800.29
Απόρροια αυτών των ανατροπών που κλονίζουν το Βυζάντιο και απάντηση κατά του
ιερού πολέμου του Ισλάμ θα είναι η γέννηση του βυζαντινού εθνικισμού 30 και η
στρατικοποίηση της χώρας.31 Στην προσπάθεια συσπείρωσης του αγροτικού
πληθυσμού, που είναι η κύρια άμυνα της αυτοκρατορίας, όλη η χώρα χωρίζεται σε
στρατιωτικές περιφέρειες που καλούνται Θέματα. Ο εθνικός στρατός 32 επεμβαίνει
ενεργά στην πολιτική σκηνή και επιβάλλει τις αρχές του για την σωτηρία της
πατρίδας.
2. Εικονομαχία34
29
Jan O. Rozenqvist, Η Βυζαντινή λογοτεχνία από τον 6ο αιώνα ως την άλωση της
Κωνσταντινούπολης, μτφ. Ι. Βάισσης, εκδ. Κανάκη, Αθήνα: 2008, σ. 65
30
Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. εκδ.
Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.47
31
ὅ.π. σ.42
32
ὅ.π. σ.44
33
ὅ.π. σσ.47-48, 55
34
Επιλέγουμε τη χρήση του όρου Εικονομαχία για την περίοδο και όχι Εικονοκλαστική
περίοδο καθώς ο δεύτερος όρος δεν την χαρακτηρίζει πλήρως. βλ. Α. Α. Βασίλιεφ. Ιστορία
της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (324-1453). τομ. 1. μτφ. Δ. Σαβράμης. εκδ. Πάπυρος: Αθήνα
1995 σ.320, Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
εκδ. Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.40
Ως όρος η εικονομαχία προσδιόριζε την εκκλησιαστική διαμάχη και τους οπαδούς της
που ως κίνημα τον 8ο και 9ο αιώνα στράφηκαν κατά την κατασκευή και χρήση των
θρησκευτικών εικόνων που εικόνιζαν τα λατρευτικά πρόσωπα.35
Από την αμεσότητα της επαναφοράς των εικόνων μετά την αποκατάσταση τους το
843, η εικονομαχική κίνηση δείχνει την αποτυχία της να ριζώσει στο κοινό
θρησκευτικό συναίσθημα. Το εικονομαχικό κίνημα ενώ βασίστηκε σε διαθρωτικές
θρησκευτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις ως αποτέλεσμα αυτοκρατορικών
πεποιθήσεων, ιδεολογιών και ιστορικών αναγκών βρήκε απέναντι της μεγάλο μέρος
του λαού και του κλήρου που όχι μόνο αδυνατούσε να ενστερνιστεί αυτές τις
μεταρρυθμίσεις αλλά τις βίωνε εχθρικά ως υπαρκτό κίνδυνο ενάντια στην πίστη
του.37 Τα μέλη της εκκλησίας δεν αντέδρασαν όλα με τον ίδιο τρόπο, 38 ακόμα και τα
περισσότερα μέλη των ανώτερων κοινωνικών τάξεων ανάλογα τις αυτοκρατορικές
αποφάσεις χρησιμοθηρικά υιοθετούσαν με μεγάλη ευκολία την αλλαγή στην στάση
τους.
35
C. Mango, Η Ιστορία του Βυζαντίου. μτφ. Ο, Καραγιώργου. εκδ. Νεφέλη: Αθήνα 2002,
σ.212
36
Jan O. Rozenqvist, Η Βυζαντινή λογοτεχνία από τον 6ο αιώνα ως την άλωση της
Κωνσταντινούπολης, μτφ. Ι. Βάισσης, εκδ. Κανάκη, Αθήνα: 2008, σ, 299
37
Γ. Τσορμπατζόγλου. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ. ΣΥΜΒΟΛΗ
ΣΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ. 1995, Διδακτορική διατριβή
Α.Π.Θ, τμήμα ποιμαντικής σχολής. Εθνικό κέντρο τεκμηρίωσης.
(https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/3733), Θεσσαλονίκη: 1993, σ.41
38
C, Mango, ὅ.π. σ.212
με την λατρεία των εικόνων και των λειψάνων. Ενώ ο Κ Ν. Ουσπένσκι υποστηρίζει
πως η κίνηση αυτή στόχο είχε την καταπολέμηση της μοναστικής φεουδαρχίας καθώς
τον 8ο αιώνα τα μοναστήρια είχαν καταλάβει μια αφύσικη αριθμητική θέση στην
αυτοκρατορία.39 Αυτή τη θέση πιθανά έρχεται να υποστηρίξει ο Cyril Mango
υποστηρίζοντας πως η θεολογική διαμάχη είχε διώξεις κυρίως στους μοναχούς που
οφείλονταν περισσότερο σε πολιτικούς λόγους παρά σε θρησκευτικούς.40
Η αντίθεση στην απεικόνιση των λατρευτικών προσώπων προϋπήρχε από τον 4ο και
5ο αιώνα όταν άρχισε να εδραιώνεται η απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής στην
χριστιανική τέχνη και είχε ρίζα ιουδαϊκή.42
39
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σσ.321-322, 326
40
C. Mango, ὅ.π. σ.217
41
Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. ὅ.π. σ.40
42
C. Mango, Η Ιστορία του Βυζαντίου. μτφ. Ο, Καραγιώργου. εκδ. Νεφέλη: Αθήνα 2002,
σ.214
Μεγάλο μέρος της εκκλησίας και των πιστών αποδέχονταν τον εικονισμό των
λατρευτικών προσώπων. Άλλωστε αυτή η πρακτική είχε κάνει ιστορικά την εμφάνιση
της στις κατακόμβες στα πρώτα δειλά βήματα της χριστιανικής έκφρασης με τις
διάφορες απεικονίσεις από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, είτε ως μνήμη του νεκρού
ή του μάρτυρα, είτε ως συμβολισμός που έφερνε ένα μήνυμα στους μυημένους
πιστούς, είτε ως σωτηριολογική υπενθύμιση. Η απόφαση της Πενθέκτης
οικουμενικής συνόδου στο Τρούλο (692) ορίζει στον 82ο κανόνα, να απεικονίζεται ο
Χριστός με ανθρώπινη μορφή για να εκφράζεται η ενσάρκωση και όχι ως ο Αμνός
του Θεού. "Ὡς ἄν οὗν τὸ τέλειον κἄν ταῖς χρωματουργίαις, ἐν ταῖς ἁπάντων ὄψεσιν
ὑπογραφήται τὸν τοῦ αἴροντος τὴν ἀμαρτίαν τοῦ κόσμου ἀμνοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ
ἡμῶν, κατὰ τὸ ἀνθρώπινον χαρακτῆρα, καὶ ἐν ταῖς εἰκόσιν ἀπὸ τοῦ νῦν, ἀντὶ τοῦ
παλαιοῦ ἀμνοῦ ἀναστηλούσθαι ὁρίζομεν. Δι' αὐτοῦ τὸ τῆς ταπεινώσεως τοῦ Θεοῦ
Λόγου κατανοοῦντες, καὶ πρός μνήμην τῆς ἐν σαρκὶ πολιτείας, τοῦ τε πάθους αὐτοῦ καὶ
τοῦ σωτηρίου θανάτου χειραγωγούμενοι, καὶ τῆς ἐντεῦθεν γενομένης τῷ κόσμῳ
43
απολυτρώσεως" Το επιχείρημα της απεικόνισης από τους υπέρμαχους Πατέρες
ήταν πως οι εικόνες λειτουργούσαν ως η Βίβλος των αγραμμάτων προσδίδοντας τους
χρηστικά, διδακτική αξία: "Ἐπεὶ δὲ οὐ πάντες ἴσασι γράμματα οὐδὲ τῇ ἀναγνώσει
σχολάζουσιν, οἱ πατέρες συνεῖδον ὥσπερ τινὰς ἀριστείας ἐν εἰκόσι ταῦτα γράφεσθαι εἰς
ὑπόμνησιν σύντομον".44
Στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα οι εικόνες για μέρος πιστών που άνηκαν ως επί τι
πλείστον στις λαϊκές τάξεις θα αποκτήσει δεισιδαιμονικές διαστάσεις και θα
μετατραπούν σε αντικείμενο λατρείας, αυτή η πρακτική λατρευτικής χρήσης θα
ενοχλήσει μερίδα βαθιά θρησκευόμενων ανθρώπων που έβλεπαν ειδωλολατρικές
ομοιότητες.45 Το επιχείρημα προϋπήρχε καθώς η Σύνοδος της Ελβίρας (300) στον 36 ο
κανόνα της είχε ρητά ορίσει: "δεν πρέπει να υπάρχουν εικόνες στους ναούς και ότι
στους τοίχους δεν πρέπει να απεικονίζονται όσα σεβόμεθα και λατρεύουμε (ne quod
culitur et adoratur in parietibus depingatur)".46 Στο ίδιο θρησκευτικό μοτίβο, ο
43
C. Mango, ὅ.π. σ.214, R.P. Boris Bobrinskoy. Σύντομη ανασκόπηση της εικονομαχίας. μτφ.
Καραμπέρη. http://www.myriobiblos.gr
44
Ιωάννης Δαμασκηνός. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 89. πρβλ.
Δωρόθεος Πάπαρης http://users.uoa.gr
45
C. Mango, ὅ.π. σ.214, Α. Α. Βασίλιεφ. Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (324-1453).
τομ. 1. μτφ. Δ. Σαβράμης. εκδ. Πάπυρος: Αθήνα 1995 σ.326
46
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σ.323. Ο Boris Bobrinskoy αιτιολογεί την απόφαση της συνόδου ως
προσπάθεια αποφυγής παρερμηνειών από τους μη μυημένους και όχι ως απαγόρευση
Ευσέβιος Καισαρίας την χαρακτηρίζει ως συνήθεια των ειδωλολατρών, ανάλογα και
ο Επιφάνειος Κύπρου σε επιστολή του αναφέρει πως είχε κομματιάσει μια
αναπαράσταση επειδή "εμόλυνε την εκκλησία". Κατά τη διάρκεια του 5ου, 6ου και
7ου αιώνα υπάρχουν καταδίκες από διάφορους Επισκόπους και κατά τη διάρκεια των
αιώνων καταστρέφονται εικόνες και γίνονται σποραδικά σοβαρές ταραχές εναντίων
της λατρείας τους.47
Αν ισχύει η εκτίμηση του Αντρέγιεφ πως ο αριθμός των μοναχών την περίοδο που
εξετάζουμε υπολογίζεται χωρίς υπερβολή στους 100.000, τότε πολύ πιθανά οι σχέσεις
του "κοσμικού κράτους" και των συμφερόντων που είχε σε σχέση με αυτά της
εκκλησίας θα βρίσκονταν σε συγκρουσιακή αντιπαράθεση. Στον ίδιο τόνο ο
Κοντακόφ υποστηρίζει πως όσο πλησίαζε ο 8ος αιώνας υπήρχε δραματική αύξηση
στον αριθμό μοναστηριών και μοναστικών κοινοτήτων. Η εκκλησιαστική-
του εικονισμού. βλ. R.P. Boris Bobrinskoy. Σύντομη ανασκόπηση της εικονομαχίας. μτφ.
Καραμπέρη. http://www.myriobiblos.gr
47
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σσ.323-325
48
ὅ.π. σσ.323-325
49
Παυλικιανισμός https://el.wikipedia.org
μοναστηριακή περιουσία και παράλληλα το δυναμικό των υγιών νέων που εξέλειπε
από τις δυνάμεις του κράτους ενώ θα μπορούσε να χρησιμεύσει στην άμυνα της
χώρας, τη γεωργία και τη βιομηχανία σε συνδυασμό ή πρόσχημα με τη λατρεία των
εικόνων που πολλές φορές παρέπεμπε σε ειδωλολατρία θα μπορούσαν να οδηγήσουν
στην έναρξη της εικονομαχίας.50
Στη δεύτερη φάση της εικονομαχίας, κατά των Rosenqvist,61 η πολεμική διαμάχη είχε
ολοκληρωτικά μετατραπεί σε πολεμική μεταξύ του κύρους του αυτοκράτορα και της
εκκλησιαστικής εξουσίας. Η αφοσίωση στις εικόνες αντικαθιστούσε την αφοσίωση
στο πρόσωπο του αυτοκράτορα και σύμφωνα με τον C. Mango οι πράξεις ποικίλλουν
από την απλή παραβίαση των νόμων μέχρι και την προδοσία. Την περίοδο αυτή, οι
εικονολάτρες έχουν προετοιμασμένοι θεολογικά και με χαρακτήρα εναντίωσης στις
αποφάσεις του Λέων Ε' και την αυτοκρατορική εξουσία η λεκτική αντιπαράθεση θα
είναι δογματικής επιχειρηματολογίας και θα λάβει διαστάσεις προδοσίας. Ως τέτοιο
δείγμα προδοσίας θα μπορούσε να ερμηνευθεί η επιστολή που απεύθυνε προς τον
πάπα Πασχάλιο, ο ηγούμενος του Στουδίου, Θεόδωρος, υπέρμαχος των
εικονολατρών, ικετεύοντας τον να γνωστοποιήσει σε ολόκληρο τον κόσμο την
συνοδική απόφαση αφορισμού του αυτοκράτορα.62 Ο επόμενος εικονομάχος της
δευτέρας περιόδου ο Μιχαήλ Β' άσκησε μετριοπαθή πολιτική καθώς σύμφωνα με τον
Bury "πέρασε τα νεανικά του χρόνια στη Φρυγία ανάμεσα σε αιρετικούς, Εβραίους και
ημι-εξελληνισμένους Φρύγιους".63 Ο τελευταίος εικονομάχος αυτοκράτορας ο
Θεόφιλος έχει μνημονευθεί για το ζήλο του προς τη δικαιοσύνη. Ήταν πιστός
χριστιανός και έμπειρος ως προς τα θεολογικά ζητήματα ως εικονομάχος «είχετο μεν
της επί θεόν και την τούτου πάναγνον μητέρα, ως έλεγε, πίστεως, είχετο δε και της
πατροπαραδότου μιαράς των εικονομάχων αιρέσεως» (Συνεχισταί Θεοφάνους 87)64
60
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σσ.330, 332-334
61
Jan O. Rozenqvist, ὅ.π. σ. 63
62
C. Mango, ὅ.π. σ.218
63
Bury. "Eastern Romanian empire" III, σ.78 πρβλ. Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σ.245
64
Αυτοκράτορας Θεόφιλος. https://el.wikipedia.org
Αν θεωρήσουμε πως η πολιτική του Λέοντος Γ' στρεφόταν προς το ρεαλισμό και την
Ανατολή τότε πολύ πιθανά η διπλωματία εξομάλυνσης των σχέσεων με τους όμορους
λαούς όσο και η προσέγγιση των βυζαντινών επαρχιακών πληθυσμών να τον
οδηγούσαν σε αυτή τη ριζοσπαστική πολιτική θρησκευτικής μεταρρύθμισης.
65
Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ. Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. εκδ.
Ψυχογιός: Αθήνα 1988, σ.39
66
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π σ.325, R.P. Boris Bobrinskoy. Σύντομη ανασκόπηση της εικονομαχίας.
μτφ. Καραμπέρη. http://www.myriobiblos.gr
67
Α. Α. Βασίλιεφ. ὅ.π. σσ.322-323, 327
2.3. Θρησκευτικά κινήματα και Αιρέσεις
Οι αιρέσεις είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που ιστορικά οδηγούσε την εκκλησία σε μια
διαρκή πολεμική με αιματηρά πολλές φορές αποτελέσματα. Απόκοπτε από το κυρίως
σώμα της μεγάλους πληθυσμούς που με την σειρά τους αποτελούσαν κίνδυνο όχι
τόσο για το δόγμα αλλά περισσότερο για την ύπαρξη της ίδιας της αυτοκρατορίας.
Ο Χριστιανισμός από τις απαρχές του βρέθηκε αντιμέτωπος με διάφορα συγκριτικά
κινήματα σωτηριολογικού θρησκευτικού και κοινωνικού προσανατολισμού με
προεξέχοντα το ανομοιόμορφο κίνημα του δυαλιστικού Γνωστικισμού και την
υποτιμητική ερμηνεία του για την ύλη. Ως φιλοσοφικο-θρησκευτικό κίνημα έκανε
την εμφάνιση του στους κόλπους του Χριστιανισμού τους τέσσερις πρώτους αιώνες
στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Δίδασκε την ύπαρξη δυο αρχών του
αγαθού και του κακού και πρέσβευε ένα σύστημα αυτοθέωσης που επιτυγχάνεται
μέσω του συναισθήματος, της θελήσεως και κυρίως της γνώσης, στα πλαίσια μιας
ηθικής που ως πρότυπο ζωής κινούνταν από την αυστηρότητα μέχρι την ασυδοσία. 68
Στην όλη εξελικτική του πορεία κατά τη μακρόχρονη χρονική διαδρομή που είχε, 69
επηρέασε διάφορα θρησκευτικά αιρετικά κινήματα που υιοθέτησαν στο αφήγημα
τους στοιχεία του και στην συνέχεια πρόσθεσαν σε έναν απόλυτο συνδυασμό και τα
τοπικά παραδοσιακά και πολιτικά χαρακτηριστικά τους όπως ο Μανιχαϊσμός,
Παυλιανισμός, Καρποκρατιανισμός κτλ.70
Παιδί του Γνωστικισμού ο Δυαλισμός, πρέσβευε την ύπαρξη δυο αρχών του καλού
και του κακού θεωρώντας την ύλη ως προϊόν του κακού. Επηρέασε με την σειρά του
το Δοκητισμό που διεκδίκησε δυναμικά μια από τις βασικότερες αιτιάσεις του
πολέμου κατά των εικόνων. Ο Δοκητισμός δεν δεχόταν τη δεύτερη ανθρώπινη φύση
του Χριστού, πρέσβευε πως ήταν κατά δόκηση άνθρωπος και συνεπώς καθώς ο
Χριστός φαινόταν άνθρωπος αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν η απεικόνιση του
ήταν ύβρις στην ουσία του θεού.71 Ο Δοκητισμός συνέβαλλε στη διαμόρφωση
αντιλήψεων πολλών αιρετικών συστημάτων που είχαν σχέση με την ανθρώπινη φύση
του Χριστού, όπως επιγραμματικά είναι ο Αρειανισμός, ο Νεστοριανισμός, ο
Μονοφυσιτισμός.72
68
Ν. Νικολαΐδης, Θέματα Πατερικής Θεολογίας, εκδ. Μέλισσα, Θεσσαλονίκη: 2019, σσ. 89-
91
69
Μορφές της ιδεολογίας του Γνωστικισμού στην εξέλιξη τους επηρέασαν το κίνημα του
Διαφωτισμού και του Ανθρωπισμού και απαντώνται σε πολλά νεωτερικά και
μετανεωτερικά φιλοσοφικό-θρησκευτικά συστήματα και αντιλήψεις. πρβλ. ὅ.π. σσ. 92-93
70
Γνωστικισμός. https://el.wikipedia.org
71
Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ. 88
72
ὅ.π. σσ. 85-88
Νεστοριανούς, Μονοφυσίτες, Μανιχαίους κ.α. Αυτές οι "χριστόμαχες αιρέσεις"
συνδυάζοντας πολλές φορές περισσότερα από ένα των αιρετικών αφηγημάτων δεν
τιμούσαν και δεν προσκυνούσαν τις εικόνες καθώς περιφρονούσαν την ύλη.
Αντιμετώπιζαν την ύλη ως προϊόν του κακού θεού "φθορᾶς καὶ σκότους καὶ
θανάτου", συμβάλλοντας σε μεγαλύτερο ή μικρότερο ποσοστό στον πόλεμο εναντίων
των εικόνων.73
Τα διάφορα αιρετικά μορφώματα προέβαλλαν την αντίθεση τους στις εικόνες και
στρέφονταν κατά της ύλης, του σώματος και της ανθρώπινης φύσης του Χριστού και
είχαν ως επιχείρημα: "παντελῶς ἀκοινώνητα καὶ ἐνάντια ἀλλήλων ὑπάρχουσιν" 74
Έθεταν το διττό ερώτημα, αφενός, πως είναι δυνατό το πνεύμα να χωράει και να
συνυπάρχει στην ακάθαρτη ύλη και αφετέρου πως τα ιερά πρόσωπα μπορούν να
αποτυπώνονται στις εικόνες και στην συνέχεια να προσκυνούνται στους ιερούς
χώρους;.75 Η απάντηση των πατέρων βάσιζε την επιχειρηματολογία της στη Γένεση
"καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν" (Γεν. 1,31) θέτοντας το
ρητορικό ερώτημα που ταυτόχρονα έδινε και την απάντηση στους αιρετικούς
εικονομάχους. Πως είναι δυνατόν τα κτιστά που εποίησε ο δημιουργός "ἀεὶ ἀγαθὀς"
Θεός να μην είναι αγαθά και άριστα; "ποιεῖ, ἀγαθὰ ἐστίν ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ οὐκ ἐκχωρεῖ
73
ὅ.π. 212, 214
74
Ιωάννου Δαμασκηνού. Κατὰ Μανιχαίων, 28, PG 94, 1532B. πρβλ. Ν. Νικολαΐδης,
Θέματα Πατερικής Θεολογίας, εκδ. Μέλισσα, Θεσσαλονίκη: 2019, σ.214
75
Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.214
κακὰ γίνεσθαι",76 "Μὴ κάκιζε τῆν ὕλην. οὐ γὰρ ἄτιμος. Οὑδὲν γὰρ ἄτιμον, ὅ παρὰ Θεοῦ
γεγένηται".77
76
Ιωάννη Δαμασκηνού, Κατὰ Μανιχαίων, 32, PG 94, 1537C. πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π.
σ.215
77
Ιωάννου Δαμασκηνού. Πρός τούς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας είκόνας, 1,16, PG 94, 1245C
78
Ιωάνου Δαμασκηνού. Πρός τούς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας είκόνας, 2,13-14, PG 94, 1297B-
1300C, πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.105
79
Jan O. Rozenqvist, Η Βυζαντινή λογοτεχνία από τον 6ο αιώνα ως την άλωση της
Κωνσταντινούπολης, μτφ. Ι. Βάισσης, εκδ. Κανάκη, Αθήνα: 2008, σ. 67-68
80
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 89.
πρβλ. Δωρόθεος Πάπαρης http://users.uoa.gr
81
Ιωάννου Δαμασκηνού. Πρὸς τούς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας είκόνας, 3, 26, PG 94, 1345 B
πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.204
82
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 89.
πρβλ. Δωρόθεος Πάπαρης ὅ.π.
Η απεικόνιση του προσώπου του Χριστού αρδεύεται από την πραγματικότητα της
ανθρώπινης φύσης του.83 Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός θα απαντήσει στις ερμηνείες των
μονοφυσιτών: "Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν Ίησοῦς Χριστός ἐκ θεότητος ὤν καὶ ἀνθρωπότητος,
ἐν θεότητί τε ἐστὶ καὶ ἀνθρωπότητι τέλειος, καὶ θεός καὶ ἄνθρωπος ἔστι τε καὶ λέγεται,
καὶ ὅλως Θεός καὶ ὅλως ἄνθρωπος" 84 και θα φέρει ως μέγα παράδειγμα την
σταύρωση και το συναίσθημα που αποκαλύπτεται στον πιστό "ἔχοντες τὸ τοῦ Κυρίου
πάθος, τὴν εἰκόνα τῆς Χριστοῦ σταυρώσεως ἰδόντες, τοῦ σωτηρίου πάθους εἰς
ἀνάμνησιν ἐλθόντες, πεσόντες προσκυνοῦμεν οὐ τῇ ὕλῃ, ἀλλὰ τῷ εἰκονιζομένῳ, ὥσπερ
οὐ τῇ ὕλῃ τοῦ Εὐαγγελίου οὐδὲ τῇ τοῦ σταυροῦ ὕλῃ προσκυνοῦμεν, ἀλλὰ τῷ
ἐκτυπώματι".85 Οι εικόνες αποκαλύπτουν ότι είναι αόρατο ή απόμακρο ή επερχόμενο
και φανερώνουν τη θεία παρουσία. Όπου υπάρχει το σύμβολο του Χριστού βρίσκεται
και αυτός.86 Για να συνοψίσει πως οι χριστιανοί δεν προσκυνούν ειδωλολατρικά την
ύλη "κἀγώ τῇ εἰκόνι τοῦ Χριστοῦ προσκυνῶ, οὐ τῇ φύσει τοῦ ξύλου καὶ τῶν
χρωμάτων·" 87αλλά μέσω της υλικής απεικόνισης αντικρίζουν το πρωτότυπο, «ἡ τῆς
εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει»..88
83
Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.201
84
Ιωάννου Δαμασκηνού. Τόμος, Ὠς ἐκ προσώπου Πέτρου ἀγιώτατου ἐπισκόπου Δαμασκοῦ,
1, 24, PG 94, 1450 B
85
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 89.
πρβλ. Δωρόθεος Πάπαρης ὅ.π.
86
C. Mango, Η Ιστορία του Βυζαντίου. μτφ. Ο, Καραγιώργου. εκδ. Νεφέλη: Αθήνα 2002,
σ.216
87
Ιωάννου Δαμασκηνού. Πρός τούς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας είκόνας, 3, Τοῦ ἁγίου
Λεοντίου Νεαπόλεως τῆς Κυπρίων νήσου, πρὸς Ἰουδαίους, ε' λόγου, PG 94, 1385Α
88
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 89.
πρβλ. Δωρόθεος Πάπαρης ὅ.π.
89
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ἔκδοσις ἀκριβὴς. 2,12, PG 94, 920B πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π.
σ.202
90
Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.205
Οι αισθητοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται το μυστήριο του θεού και την οικονομία του
"δι' αἰσθητῶν συμβόλων νὰ ἀναγώμεθα πρὸς τὰ νοητὰ" 91 συνεπώς η κατάργηση του
εικονισμού κατά τη Ζ οικουμενική σύνοδο σήμαινε την "σμίκρυνσιν τοῦ μεγάλου
μυστηρίου τῆς σωτηρίας" και την "ἀνατροπήν τοῦ μυστηρίου τῆς οίκονομίας τοῦ
Θεοῦ".92Αντικρίζοντας στην εικόνα το πρόσωπο του Χριστού βλέπουμε το
"αρχέτυπον" του "κατ' εικόνα" μας,93 με αυτό τον τρόπο και τα εικονιζόμενα
πρόσωπα των Αγίων καταφάσκουν το ανακαινισμένο και θεωμένο "κατ' εικόνα" τους
και γίνονται το παράδειγμα προς μίμηση. Ο Άγιος Δαμασκηνός δίνει τον σκοπό που
έχει η ύλη: "οὐ προσκυνῶ τῇ ὕλη, τὸν ὕλης δημιουργόν, τὸν ὕλης δι' ἐμὲ γενόμενον καὶ
ἐν ὕλῃ κατοικῆσαι καταδεξόμενον καὶ δι' ὕλης τῆν σωτηρίαν μου εργασάμενων, καὶ
σέβων οὐ παύσομαι τῆν ὕλην, δι' ἧς ἡ σωτηρία μου εἴργησται".94 Η αγιογραφική
απεικόνιση αποκτά και έχει δοξαστικό και σωτηριολογικό περιεχόμενο και είναι
αναγκαία στη θρησκευτική λατρευτική πράξη των μελών της εκκλησίας. 95
91
MANSI, 13, 482 πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.206
92
MANSI, 13, 228, 446 πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.206
93
Ιωάννου Δαμασκηνού. Ὁμιλία εἰς τῆν Μεταμόρφωσιν, 4, PG 96, 552C πρβλ. Ν.
Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.207
94
Ιωάννου Δαμασκηνού. Πρός τούς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας είκόνας, 1,16, PG 94, 1245ΑB
πρβλ. Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.218
95
Ν. Νικολαΐδης, ὅ.π. σ.208
96
Ιωάννου Δαμασκηνού. "Τὰ εὐρισκόμενα πάντα" 2,Γ PG 96, 14C
Συμπεράσματα
Αυτός ο εχθρός είχε πολλά ονόματα. Στρατιωτικά ο εχθρός ήταν οι Άραβες που
απειλούσαν τα κεκτημένα, οι Βούλγαροι που είχαν δημιουργήσει το κράτος τους
εντός της επικράτειας και στη Δύση το λοβαρδικό βασίλειο.
Κοινωνικά ο εχθρός είχε αλλάξει τις συνήθειες και τη ζωή με την εσωστρέφεια και το
κλείσιμο στα κάστρα που χαρακτηρίζει ιστορικά τον μεσαίωνα λόγο των πιέσεων από
τις εισβολές που δέχονταν οι επαρχιακοί βυζαντινοί πληθυσμοί, με επιπτώσεις στα
γράμματα, στην αρχιτεκτονική και τον τρόπο σκέψης.
Θρησκευτικά ο εχθρός, στην εξελικτική πορεία του χρόνου, είχε αλλοιώσει την
πνευματική αγνότητα του Χριστιανισμού και η αναζήτηση της επιστροφής στα παλιά
ιδεώδη επέβαλλε ριζοσπαστικές αλλαγές και προσανατολισμό. Έπρεπε στα αίτια να
βρεθεί η αφορμή και την αφορμή στο όνομα των εικόνων την έδωσε η
αυτοκρατορική εξουσία αρχόμενη ως ορθόδοξη θρησκευτική θέση για να δυναμιτίσει
τις αντιπαραθέσεις που περίμεναν στωικά ώστε να αναδυθούν επάνω στην εύθραυστη
επιφάνεια μιας γεωγραφίας που ποίκιλε και διέφερε σε όλα τα επίπεδα χωρίζοντας
και διαιρώντας τη Βυζαντινή αυτοκρατορία σε δυο ομάδες αντίπαλων παρατάξεων,
των εικονόφιλων και των εικονομάχων.
Το ζητούμενο προϋπήρχε και δεν ήταν άλλο από την ύλη έναντι του πνεύματος και
αυτή η αντιπαράθεση παρουσίαζε όλες τις δυνατές αποχρώσεις δογματικών
ερμηνειών. Με πρωταγωνιστή το δυαλιστικό κίνημα διάφορων ομάδων του
Γνωστικισμού που μέσω της φιλοσοφικό - θρησκευτικής τους τοποθέτησης για το
θεό, καθώς πρέσβευαν την ύπαρξη ενός καλού και ενός κακού θεού, αντρώθηκαν
δεκάδες αν όχι εκατοντάδες αιρετικές ομάδες σκέψεων που με τις διαφορετικές
ερμηνείες επί του Ορθόδοξου δόγματος έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση
ενός κλίματος πόλωσης. Αυτές οι αιρετικές ερμηνείες πρωτοστάτησαν στο
εικονομαχικό κίνημα, η κάθε μια σε διαφορετικό ποσοστό. Η διατύπωση τους για τον
εικονισμό του προσώπου καθώς η ύλη είτε με την μορφή της σάρκας είτε με την
μορφή της εικόνας ως προϊόν του κακού θεού δεν μπορούσε να έχει σχέση με τον
καλό θεό και δεν θα μπορούσε να ήταν συμβατή μια τέτοια σχέση. Απόρροια αυτής
της σκέψης ήταν η μονοφυσιτικές διατυπώσεις για τις δυο φύσεις του Χριστού, την
ανθρώπινη και τη θεϊκή. Δεν είναι τυχαίο που η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος στην
αναφορά της για τους εικονομάχους τους προσδιορίζει συγκεκριμένα με τα ονόματα
εικονοκλάστες Δυαλιστές, Δοκητές, Νεστοριανούς, Μονοφυσίτες, Μανιχαίους κ.ά.
Τόπος καταγωγής, έκφρασης, ύπαρξης και εξέλιξης αυτών όλων των αιρετικών
χριστολογικών σχημάτων ήταν οι Ανατολικές επαρχίες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
που έκαναν την εμφάνιση τους τα τέσσερα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού.
Βιβλιογραφία