Professional Documents
Culture Documents
Βασικές οδηγίες για τη χρήση των σημείων στίξης
Βασικές οδηγίες για τη χρήση των σημείων στίξης
στο τέλος μια πρότασης και δείχνει πως ό,τι ειπώθηκε έχει ακέραιο
νόημα: Το αυτοκίνητο είναι άσπρο.
Η τελεία του τέλους δε σημειώνεται σε τίτλους βιβλίων, σ' επιγραφές και σ'
επικεφαλίδες.
Στο εσωτερικό μιας φράσης χωρίζει δυο μέρη της που σχετίζονται μεταξύ
τους, αλλά και που έχουν διαφορές, ιδίως όταν το δεύτερο επεξηγεί ή
έρχεται σε αντίθεση με το πρώτο, π.χ.: Αυτός δεν ήταν άνθρωπος· ήτανε
θεριό, δράκος, του βουνού στοιχειό. Του πατέρα σου, όταν έλθης,/ δε θα βρης
παρά τον τάφο·/ είμαι ομπρός του και σου γράφω/ μέρα πρώτη του Μαγιού.
(Σολωμός).
1
Η άνω τελεία και τα άλλα σημεία της στίξης:
Παρατήρηση: Η χρήση της άνω τελείας έχει ατονήσει σήμερα· στη θέση της
χρησιμοποιείται το κόμμα ή η τελεία.
Κόμμα ( , ) Το κόμμα χρησιμεύει συνήθως για να σημειώσουμε λογικό χωρισμό
και μικρό σταμάτημα στο εσωτερικό της περιόδου, ή σε μεγάλες
φράσεις για να δώσουμε ευκαιρία σε αναπνοή, είτε για να κάνουμε
το κείμενο να διαβάζετε ευκολότερα (λ.χ. σε θεατρικά κείμενα,
διδακτικά βιβλία) ή για να προκαλέσουμε προσδοκία. Το κόμμα είναι
το πιο συχνό σημείο της στίξης και η χρήση του είναι απαραίτητη
προκειμένου ν' αποφεύγονται παρανοήσεις και η ανάγνωση, ή η
απαγγελία, να γίνεται ευκολότερη. Αν και δεν υπάρχουν απόλυτοι
κανόνες για τη χρήση του κόμματος, σε γενικές γραμμές χρησιμεύει
για να χωρίζουμε:
Μέσα στην πρόταση τους όμοιους αναμεταξύ τους όρους, όταν τους
παραθέτουμε ασύνδετους, π.χ.: Η θάλασσα ήταν ήρεμη, γαλήνια,
καθαρή.
Στην απαρίθμηση επιθέτων μπρος από ένα ουσιαστικό το κόμμα
μπαίνει και πριν το τελευταίο επίθετο, όταν αυτό προσδιορίζει το
ουσιαστικό ακριβώς όπως και τ' άλλα: Με αργά, βαριά, κουρασμένα
βήματα. Αλλά δεν μπαίνει όταν το τελευταίο επίθετο αποτελεί με το
ουσιαστικό έννοια που την προσδιορίζουν τα προηγούμενα επίθετα:
Με κέρασε άσπρο παλιό κρασί.
Την παράθεση και κάθε είδους επεξήγηση: Άρχισε μια βροχή,
κατακλυσμός.– Ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, ήταν
κατοικία των θεών.
Την κλητική: Νίκο, σου στέλνω σήμερα το γράμμα.– Πήρα το γράμμα
σου, κύριε Γιώργο, και χαίρομαι που είσαι καλά.
Ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό (ή αρνητικό) επίρρημα στην αρχή της
περιόδου, που χρησιμεύει για τη σύνδεση με τα προηγούμενα: Ναι,
θα φύγω.– Όχι, δε θέλω.– Τότε, θα συμφωνήσουμε (δηλ. αφού είναι
έτσι).
Τις κύριες από δευτερεύουσες προτάσεις – τις αιτιολογικές, τελικές
(εκτός όταν εισάγονται με το να), αποτελεσματικές, υποθετικές,
εναντιωματικές, χρονικές ή που εισάγονται με το χωρίς να, ιδίως
όταν αυτές προηγούνται ή όταν είναι μεγάλες, π.χ.:Δεν πρέπει να
ξεκινήσουμε, γιατί ο καιρός άρχισε να χαλά.– Αν θέλεις, έλα.– Χωρίς
να το καταλάβω, μου πήραν το πορτοφόλι.
Τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις όταν προηγούνται του
ρήματος: Το τι έκρυβε η στάση της, ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί.
Αλλά: Ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί το τι έκρυβε η στάση της..
Το ρήμα και τον αμέσως κατόπι του εμπρόθετο προσδιορισμό που
φανερώνει αντίθεση, π.χ.: Περισσότερο έβλαψε, παρά ωφέλησε.
Τις συμπλεκτικές προτάσεις, π.χ.: Δε θα πάω στα Χανιά, ούτε στο
2
Ρέθυμνο.– Και γενναίοι άνθρωποι ήταν, και τον εαυτό τους πρόσεχαν.
Τις διαζευκτικές προτάσεις, π.χ.: Ή θα σωθούμε, ή θα χαθούμε.
Τις αντιθετικές προτάσεις, π.χ.: Δεν έχουμε εμείς, μα κάτι θα γίνει.–
Ναι μεν είναι ακριβότερο, αλλά είναι το καλύτερο για τη δουλειά μου.
Τις συμπερασματικές προτάσεις: Να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα,
ώστε... – Δεν είναι κακός, να (=ώστε να) μη μας δώσει νερό.
Το σύνδεσμο και, όταν αυτός έχει σημασία συνδέσμου που
χρειάζεται κόμμα, π.χ.:Εσύ μαζεύεις, και (= ενώ) αυτός σκορπά.–
Πήγαινε στο καλό, και (= γιατί) δε σ' έχω ανάγκη.
Τους όρους μιας πρότασης που συνδέονται με τους συνδέσμους ή,
είτε, μήτε, ούτε, όταν είναι περισσότεροι των δυο: Ούτε ο Κώστας,
ούτε ο Γιώργος, ούτε Μαρία κατάφεραν να λύσουν το γρίφο.
Αλλά: Ούτε ο Μπάμπης ούτε ο Θωμάς είπαν την αλήθεια.
Η δυσκολότερη περίπτωση είναι η θέση ή μη του κόμματος πριν από
αναφορική πρόταση που ακολουθεί το υποκείμενο, επειδή η
λανθασμένη χρήση του κόμματος έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή
του νοήματος της πρότασης:
Τα δέντρα του κήπου που είναι καρποφόρα χρειάζονται λίπασμα.
( Η αναφορική πρόταση εδώ προσδιορίζει άμεσα το υποκείμενο.
Καθορίζει ποια δέντρα του κήπου χρειάζονται λίπασμα, δηλαδή όσα
δέντρα είναι καρποφόρα και όχι όλα.
Πέταξαν τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει. (= Πέταξαν μόνο εκείνα από
τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει).
Τα δέντρα του κήπου, που είναι καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα.
(Εδώ μπορεί να παραλειφθεί η αναφορική πρόταση χωρίς να
προκύψει αλλοίωση του νοήματος· δηλαδή τα δέντρα του κήπου, που
όπως γνωρίζουμε είναι όλα καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα.)
Πέταξαν τα ροδάκινα, που είχαν σαπίσει. (= Πέταξαν όλα τα
ροδάκινα τα οποία είχαν σαπίσει).
3
ή διπλή περιπτώσεις που αναλύουμε ή ερμηνεύουμε κάτι που έχουμε καταγράψει,
τελεία π.χ.: Σκεπτόμουν καθαρά τούτο: θα εκτελέσω όσο μπορώ καλύτερα το χρέος
μου.
ή πάνω και
κάτω
τελεία
Παύλα (–) Η παύλα δηλώνει αλλαγή του συνομιλητή σ' ένα γραπτό κείμενο διαλόγου
όταν δεν χρησιμοποιούνται εισαγωγικά.
Παρένθεση Κοινό γνώρισμα και των δύο σημείων στίξης είναι ότι οι λέξεις που
[( )] περικλείονται σ' αυτά παρουσιάζουν, κατά τη γνώμη μας, λιγότερο
ενδιαφέρον. Έχουν όμως και διαφορές μεταξύ τους, τις ακόλουθες:
Διπλή
παύλα ( – Η παρένθεση χρησιμεύει για να περικλείσει και ν' απομονώσει λέξη ή φράση
–) ολόκληρη που επεξηγεί ή συμπληρώνει τα λεγόμενα, π.χ.: «Ο Όμηρος
(Οδύσσεια 490) εξυμνεί τη ζωή» «Το αυτοκίνητο (σαράβαλο) αγκομαχούσε
στον ανήφορο...»
Η παρένθεση μπορεί ν' ακολουθεί ή και να έχει κατόπι της άλλη στίξη, ιδίως
4
κόμμα. Μπορεί και ν' αρχίζει με κεφαλαίο γράμμα. Η τελεία μπαίνει πριν
κλείσει η παρένθεση όταν η παρένθεση αρχίζει με κεφαλαίο.
Επίσης όταν αναφέρουμε λέξεις ή φράσεις που δεν ανήκουν στην κοινή
γλώσσα ή που παίρνουν ένα ιδιαίτερο νόημα ή απόχρωση νοήματος στο
λόγο μας: οι παλαιότεροι χρησιμοποιούσαν τη λέξη «σπουδαίος» με
διαφορετικό νόημα· σήμαινε το μορφωμένο, το λόγιο.
5
«Είναι καλύτερα να περάσω τώρα» σκέφτηκε ο κυρ-Γιώργος.
–Φχαριστώ κυρα-Φρόσω, έρχομαι.
Ομοιωματι Σημειώνονται για να μην επαναληφθεί λέξη που γράφτηκε ακριβώς στο ίδιο
κά ( » ) σημείο της προηγούμενης σειράς γραπτού κειμένου.
Θαυμαστικ Χρησιμοποιείται ύστερα από ένα επιφώνημα ή μια έκφραση που δηλώνει
ό(!) θαυμασμό, προσταγή, χαρά, ελπίδα, φόβο, ένα ξαφνικό αίσθημα, πάθος ή
άλλο συναίσθημα, π.χ.: Ζήτω! Μακάρι! Πήγαινε! Ντροπή! Ίσια το τιμόνι!
πρόσταξε ο πατέρας.
Η λέξη ύστερα από θαυμαστικό (εκτός όταν αυτό συνοδεύει ένα επιφώνημα)
γράφεται με κεφαλαίο στην αρχή. Συνεχίζουμε με μικρό γράμμα, όταν η
συνέχεια συνδέεται άμεσα με τα προηγούμενα: «Ίσια τα πανιά!» πρόσταξε ο
καπετάνιος.
6
κυνηγός.
Δεν μπαίνει ποτέ κόμμα μετά από ερωτηματικό: – Πάλι πήρες άδεια
από τη σημαία; με ρώτησε γελώντας πονηρά.
Παρατήρηση: η ίδια πρόταση μπορεί να γραφεί ισοδύναμα με τη
χρήση του κόμματος, αλλά χρησιμοποιώντας εισαγωγικά: «Πάλι
πήρες άδεια από τη σημαία;» με ρώτησε γελώντας πονηρά.
Το ερωτηματικό σημειώνεται μέσα στην παρένθεση, στα εισαγωγικά,
τις διπλές παύλες κτλ., μόνον όταν ολόκληρη η ευθεία ερώτηση είναι
παρενθετική: Μας άφησε να σκεφτόμαστε διάφορα (μήπως ήταν κι η
πρώτη φορά;), πριν μας εξηγήσει ...
Όταν υπάρχουν αποσιωπητικά, το ερωτηματικό σημειώνεται πριν
από αυτά:
– Είναι λογικό να μη μας λέει τίποτα;...
Όταν υπάρχουν εισαγωγικά, το ερωτηματικό μπαίνει μέσα σ' αυτά,
εκτός κι αν δεν ανήκει στο κείμενο που βρίσκεται μέσα σ' αυτά: «Τι
καιρό κάνει σήμερα;» με ρώτησε η Μαρία.
Αλλά: Σε ρώτησε πράγματι «Τι καιρό κάνει σήμερα;»; Η Μαρία με
ρώτησε: «Τι καιρό κάνει σήμερα;».
7
φόβος, δισταγμός, ντροπή, περιφρόνηση, απειλή κτλ., για όσα θα
σημειωθούν αμέσων κατόπιν, π.χ.: «Μην ξανάρθεις αδιάβαστος, γιατί...» «Κι
έπειτα... έπειτα όλα τέλειωσαν.»
Βάζουμε ενωτικό ύστερα από τα προταχτικά: αγια-, αϊ-, γερο-, γρια-, θεια-,
κυρα-, μαστρο-, μπαρμπα-, παπα-, χατζη-, όταν πάνε μπροστά από κύριο
όνομα, π.χ.: αγια-Μαρίνα, αϊ-Γιώργης, γερο-Δήμος, κυρα-Ρήνη, μαστρο-
Νικόλας, μπαρμπα-Γιάννης, παπα-Κωστής κτλ. Οι προταχτικές λέξεις δεν
παίρνουν τόνο.
8
ονομάτων με δύο επώνυμα: Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης, Κατερίνα
Περισυνάκη-Κουτρούλη.
Το ενωτικό σημειώνεται στο τέλος ή στην αρχή ενός γλωσσικού τύπου, για
να δειχτεί πως αυτός δε γράφεται ολόκληρος: μονο-, δηλαδή λέξεις που
αρχίζουν από το μονο.
Δεν παίρνουν ενωτικό τα κυρ, πάτερ και καπετάν, π.χ:: ο κυρ Αντώνης, ο
πάτερ Γεώργιος, ο καπετάν Μιχάλης κτλ.
Σ' ένα δεκαδικό αριθμό χωρίζει το ακέραιο μέρος από το δεκαδικό: (3,14).
Απόστροφο Σημειώνεται στην έκθλιψη: απ' αυτά· στην αφαίρεση: μου 'πε· στην
ς(') αποκοπή: φέρ' το.
Παράγραφ Δηλώνεται μικρή διακοπή στο λόγο, ιδίως όταν ο λόγος προχωρεί σε
ος ( § ) διαφορετικό κύκλο ιδεών. Η έναρξη παραγράφου δηλώνεται με αλλαγή
σειράς, και το ξεκίνημα της γραφής λίγο πιο μέσα από τη συνηθισμένη αρχή
της σειράς.
Συν, πλην Όταν βρίσκεται κοντά σε μια χρονολογία, σημαίνει το περίπου, τη μη
(±) βεβαιότητα σε σχέση με τη χρονολογία.