Professional Documents
Culture Documents
4η ΟΣΣ - ΕΠΟ20 - ΗΛΕ60 - ΑΠΟ ΚΑΤΕΡΙΝΑ!!
4η ΟΣΣ - ΕΠΟ20 - ΗΛΕ60 - ΑΠΟ ΚΑΤΕΡΙΝΑ!!
4η ΟΣΣ - ΕΠΟ20 - ΗΛΕ60 - ΑΠΟ ΚΑΤΕΡΙΝΑ!!
ΟΣΣ 4
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ
12.3.2022
«Η τέχνη µέσα από αυτήν την αισθητιστική κίνηση φυγής, µια οπισθοχωρητική απόδραση από την
απειλητική κοινωνική πραγµατικότητα, πιστεύει πως είναι ικανή να αντιπαραθέσει την κοινωνία
µια εναλλακτική πρόταση. Το αίτηµα του Paul Gauguin για επιστροφή στην πρωτόγονη ζωή είναι
µια πολιτικοϊδεολογική αρχή, που προέρχεται από τη µικροαστική κριτική στον τεχνολογικό
πολιτισµό. Ο Piet Mondrian υποστήριζε πως η εξωτερική πραγµατικότητα, που στηρίζεται στην
ανισορροπία του φαινόταν τραγική και θεωρούσε ότι έπρεπε να αντισταθµιστεί µε την αρµονική
ισορροπία της τέχνης του.
Η αισθητική επιτήδευση των καλλιτεχνών της πρωτοπορίας έχει µια κοινωνική διάσταση και
περιλαµβάνει ένα λίγο ή πολύ λανθάνον πολιτικό και ηθικό µήνυµα.
Τον καθαρά κοινωνικό χαρακτήρα της µετάδοσης των αισθητικών αντικειµενικοποιήσεων, ακόµα
και στις πιο εσωτερικές και φαινοµενικά ερµητικές εκδοχές της δοµής τους, έχει τονίσει ο Theodor
Adorno.»
πηγή: Παπανικολάου, Μ. (1995). Εισαγωγή στην Ιστορία της Τέχνης, Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 385-386.
James Whistler,
Αρµονία σε µπλε και ασηµί
πηγή: https://www.google.com/url?
sa=i&rct=j&q=&esrc=s&source=images&cd=&ved=2ahUKEwi5r8TqoOfaAhUP-
qQKHfRnD1QQjRx6BAgBEAU&url=https%3A%2F%2Fwww.pinterest.com%2Fpin%
2F247486941992737070%2F&psig=AOvVaw1BbHR1fEHIhuK0PvElm5_4&ust=152
5358358091915 [2.3. 2018]
Ο 20ός αιώνας είναι η εποχή του στυλιστικού πλουραλισµού, γεγονός που οφείλεται
στη διεύρυνση της γνώσης και της πληροφορίας από την επαφή µε την τέχνη των
άλλων λαών, πρωτόγονων και σύγχρονων, αλλά και στη διάδοση της τέχνης εν γένει µε
την αύξηση των µέσων παραγωγής και αναπαραγωγής (π.χ. δίσκοι και µαγνητοταινίες,
φιλµ, βίντεο κ.λπ.).
Είναι ο αιώνας των δύο µεγάλων παγκοσµίων πολέµων και των πολλών µικρότερων,
συµβατικών και µη, της όξυνσης των αντιθέσεων µεταξύ των κοινωνικών τάξεων, της
συνεχούς και σταδιακής µείωσης των φυσικών πόρων και της άνισης εκµετάλλευσής
τους, του ελλοχεύοντος κινδύνου ολικού αφανισµού. Παράλληλα, είναι η εποχή της
αύξησης των τεχνολογικών και επιστηµονικών επιτευγµάτων, του ιδεολογήµατος µίας
επιθυµητής συνολικής θεώρησης της ύπαρξης µέσω της δηµιουργίας νέων αντιλήψεων
και γνώσεων για το πνεύµα και την ύλη ως προϋπόθεση για τον πολιτισµό.
Είναι ο αιώνας των αντιθέσεων και των διαφωνιών, της διάσπασης, της πολυγνωσίας
και πολυγνωµίας στη ζωή και την τέχνη. Ο υφολογικός πλουραλισµός και η διαφωνία
υποθάλπτουν µία νοσταλγία για ενιαία θεώρηση και κοσµοαντίληψη και µία
παλινδρόµηση για την αποκατάσταση της αρµονίας του ανθρώπου µε τη φύση και τον
εαυτό του. Η συνείδηση της ύπαρξης όλων αυτών και του στοχασµού σε αυτήν την
προβληµατική, είναι εµφανή στοιχεία στα κείµενα των θεωρητικών.
Το ζητούµενο στη σκέψη του 20ού αιώνα είναι η ενότητα. Ο Lucio Fontana γράφει
χαρακτηριστικά το 1946: «...απαιτείται πλέον η ζωγραφική, η γλυπτική, η ποίηση και η
µουσική να αντικατασταθούν». Γι’ αυτό, άλλωστε, όταν υπεισέρχονται τα ζητήµατα που
έθεσε µε την καλλιτεχνική θεωρία και πράξη ο 20ός αιώνας παρουσιάζεται δύσκολο να
προσδιορίσει κανείς το αντικείµενο της Ιστορίας της Τέχνης και το εύρος της θεµατικής
της περιοχής. Επιπλέον, και µε αφορµή τα νέα δεδοµένα, προκύπτει εντονότερα η ανάγκη
για έναν επαναπροσδιορισµό, όχι µε βάση το αντικείµενο γιατί αποδεικνύεται
περιορισµένος και ανεπαρκής, αλλά µε βάση τις ιδέες και την εφαρµογή τους από την
Αρχαιότητα ως τις µέρες µας.
Η επιθυµία για ενότητα και συνοχή στον κατακερµατισµένο κόσµο του 20ού αιώνα
παρουσιάζεται σφοδρή. Μπροστά στην αποκαθήλωση της θρησκείας και την αναπόφευκτη
σχετικοκρατία της επιστήµης, η τέχνη αναλαµβάνει τον ρόλο της σωτηρίας του
ανθρώπινου γένους και καταλαµβάνεται από µανία για συνολικότητα. Το «καθολικό έργο
τέχνης» του Wagner επιµένει µετουσιωµένο, καθώς εµπεριέχει υποδηλώσεις που επιβίωσαν
γιατί εξέφραζαν πανανθρώπινες ιδέες και διαχρονικά ερωτήµατα.
Ο Μοντερνισμός εμφανίστηκε στις αρχές του αιώνα παράλληλα με τη συνεχιζόμενη ταχεία εκβιομηχάνιση
που τροφοδοτούσε τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη συνεχιζόμενη επέκταση των αστικών περιβαλλόντων. Τα
συστήματα αυτά δημιούργησαν μια διαδικασία συνεχούς αλλαγής και ένα αντίστοιχο αίσθημα αστάθειας.
Ο Carl Jung παρείχε έναν χρήσιμο ορισμό του μοντερνισμού όταν ισχυριζόταν:
Ο άνθρωπος είναι απόλυτα σύγχρονος μόνο όταν έχει έρθει στην άκρη του κόσμου αφήνοντας πίσω του όλα
όσα έχουν απορριφθεί και ξεπεράσει και αναγνωρίζοντας ότι στέκεται μπροστά σε ένα κενό από το οποίο
μπορούν να αναπτυχθούν όλα τα πράγματα.
Στις εικαστικές τέχνες, η νεωτερικότητα και η πρωτοπορία αποτελούν δύο έννοιες του Μοντερνισμού για τις
οποίες έχει χυθεί πολλή μελάνη.
Ορισμένα χαρακτηριστικά παραμένουν σταθερά και αποτελούν κοινό τόπο για τους μελετητές:
Η λεγόμενη πρωτοποριακή τέχνη (avant-garde) εντοπίζει την τέχνη εκτός των απαιτήσεων μιας λαϊκής
κουλτούρας και αντιπροσωπεύει την αέναη αλλαγή, την εξέλιξη και το μέλλον.
Η πρωτοποριακή τέχνη παρουσιάζεται ως σοβαρή τέχνη, με σοβαρούς στόχους. Έχει κίνητρο, είναι σκόπιμη,
ηρωική και ριψοκίνδυνη.
Η πρωτοτυπία θεωρείται από την πρωτοπορία ως κάτι περισσότερο από ένα είδος εξέγερσης ενάντια στην
παράδοση. Θεωρείται μάλλον ως το σημείο μηδέν της τέχνης.
Εν ολίγοις, η πρωτοποριακή τέχνη συνδέεται με την αίσθηση της αποστολής, την προαγωγή της θετικής
αλλαγής, την επίτευξη κοινωνικής και πολιτιστικής προόδου. Όταν υπάρχουν πολλές διαφορετικές ιδέες
σχετικά με το ρόλο της τέχνης για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας αποστολής, αξίζει να διευκρινιστεί πώς
αυτές οι πεποιθήσεις εκδηλώθηκαν ειδικά στις εικαστικές τέχνες.
Μοντέρνα Τέχνη-Σύγχρονη Τέχνη
«Για τους λεξικογράφους, ο όρος «µοντέρνο» αναφέρεται αφενός στις τάσεις της µόδας και
αφετέρου χρησιµοποιείται για να χαρακτηρίζει εκείνους τους ανθρώπους που παρακολουθούν τις
νέες και σύγχρονες τάσεις. Είναι µία λέξη µε ευρεία έννοια, που εκτός από την έννοια της
νεοτερικότητας και του καινοφανούς, ταυτίζεται και µε τη σηµασία που έχει η λέξη
προοδευτικός και εκσυγχρονιστής. Ορισµένες φορές παίρνει αρνητική σηµασία, αλλά τις
περισσότερες υποδηλώνει την πρόοδο και τον νεοτερισµό.
Στις εικαστικές τέχνες αρχικά, οι όροι «µοντερνιστής» και «µοντέρνος» χρησιµοποιήθηκαν από
την καλλιτεχνική κριτική ως αντιπαραβολή προς τον ακαδηµαϊσµό και τους ακαδηµαϊστές, που
ακολουθώντας ένα αρχαιοπρεπές ύφος επαναλάµβαναν τύπους του κλασικισµού και της
παράδοσης. Στην αυγή του 20ού αιώνα εµφανίζονται στην ευρωπαϊκή τέχνη ισχυρές καλλιτεχνικές
δυνάµεις που ανέτρεψαν τις συνήθειες αιώνων, όπως αυτές είχαν εδραιωθεί από τα χρόνια της
Αναγέννησης, για να δηµιουργήσουν ένα εντελώς πρωτότυπο καλλιτεχνικό ύφος, τόσο από
τυπολογική όσο και από ιδεολογική άποψη.
Στο µοντερνισµό ανήκουν κινήµατα όπως ο φωβισµός και η αφαίρεση, ο κυβισµός και ο
σουρεαλισµός και γενικά κάθε τάση που στεκόταν κριτικά απέναντι στο παρελθόν και είχε ως
άξονα και σηµείο αναφοράς την αµφισβήτηση της παράδοσης και του ακαδηµαϊσµού.
Η έννοια «σύγχρονος» αναφέρεται στην επικαιρότητα και δεν της αµφισβητείται η ποιοτική
σηµασία του όρου «µοντέρνος». Έχει πάντως περιορισµένη χρονική διάρκεια και αναφέρεται
στο καλλιτεχνικό προϊόν που παράγεται σήµερα, δηλαδή την περίοδο που ακολούθησε το
µοντερνισµό (από τη δεκαετία του 1970 κ.ε.). Γνωρίζοντας όµως ότι οι όροι «µοντέρνος» και
«µοντερνισµός» ταυτίστηκαν µε την πρωτοπορία και τον πειραµατισµό, τότε οι εξισώσεις:
µοντέρνος=σύγχρονος και σύγχρονος=µοντέρνος είναι καθ’ όλα ισχυρές και αντικειµενικά ορθές.»
Παπανικολάου, Μ. (2005). Το κόκκινο τετράγωνο. Θέµατα Ιστορίας και Κριτικής της Τέχνης,
Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 163-164.
Μοντέρνα Τέχνη-Σύγχρονη Τέχνη
«Κάθε τέχνη είναι µοντέρνα την εποχή που δηµιουργείται. Ωστόσο µπορεί κανείς να πει ότι
µοντέρνα τέχνη, που το µόνιµο χαρακτηριστικό της είναι η επίµονα επιδιωκόµενη και
διακηρυσσόµενη “νεωτερικότητα” καθαυτήν, για πρώτη φορά παρουσιάζεται γύρω στο 1880. Στη
Γαλλία ονοµάζεται Art Nouveau, στην Αγγλία Modern Style, στη Γερµανία Jugendstil. Τα
χαρακτηριστικότερα συνθήµατα που κατά προτίµηση χρησιµοποιούν οι κριτικοί είναι “ανανέωση,
νεωτερικότητα”, “νεότητα”, κ.ά. Όλοι επιµένουν στον όρο “στυλ” που ισχύει πλέον τόσο για την
τέχνη όσο και για τον τρόπο ζωής. Η τέχνη δεν θεωρείται πλέον κάτι πολύτιµο, σπάνιο, αλλά
περισσότερο µοντέλο του να υπάρχει κανείς ως άνθρωπος. Τα έργα τέχνης δεν είναι παρά το µέσο
µε το οποίο ο καλλιτέχνης δείχνει στους άλλους πώς εκείνος ενδεικτικά βιώνει την
πραγµατικότητα, αποτελώντας το υπόδειγµα της γνήσιας εικόνας του ανθρώπου, της humanitas»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 272.
«Ο όρος ‘µοντέρνο’ έχει σε κάθε εποχή διαφορετικό περιεχόµενο αναφέρεται στα εκάστοτε σύγχρονα ή και
πρόσφατα επιτεύγµατα, διαφοροποιώντας τα από εκείνα των περασµένων εποχών. Όταν σήµερα µιλούµε
για ‘Μοντερνισµό’ στο πλαίσιο της Ιστορίας της Τέχνης, εννοούµε την τέχνη που άνθισε στο µεγαλύτερο
µέρος του 20ού αιώνα σε αντιπαράθεση µε τα πρότυπα και τους κανόνες της κλασικής παράδοσης που
διαιωνίζονταν µέσα από τις Ακαδηµίες.
Η χρονική αφετηρία του Μοντερνισµού αποτελεί σηµείο διαµάχης µεταξύ των ειδικών.
• Σύµφωνα µε µερικούς ο Ροµαντισµός αποτελεί πρώιµο στάδιο της αφαίρεσης του αιώνα, ενώ εκφράζει
κάποιες από τις αρχές του Μοντερνισµού, όπως είναι το αίτηµα για µια νεωτεριστική διάλεκτο, η
εξύµνηση του ατελούς, η απόρριψη της ισορροπίας και η εν µέρει υπεροχή της µορφής έναντι του
θέµατος.
• Κάποιοι άλλοι τοποθετούν την έναρξη της µοντέρνας εποχής το 1863, τη χρονιά δηλαδή που ο Manet
έστειλε στο Salon το έργο Πρόγευµα στη Χλόη και σόκαρε κοινή γνώµη αποδεσµεύοντας το γυναικείο
γυµνό από το µυθολογικό του περιεχόµενο δίνοντας του µια καθηµερινή-ρεαλιστική διάσταση.
• Άλλοι βλέπουν την αρχή του Μοντερνισµού στην πρώτη έκθεση των Ιµπρεσιονιστών, το 1874, οι οποίοι
αποτυπώνοντας οπτικές εντυπώσεις µειώνουν τη σηµασία του περιεχοµένου σε όφελος της µορφής.
• Από κάποιους ερευνητές η έναρξη της νέας εποχής τοποθετείται στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα
και συγκεκριµένα στη ζωγραφική του Gauguin και των Nabis, που καλλιεργούν ένα έντονα
αντινατουραλιστικό στυλ, απορρίπτουν τον ακαδηµαϊσµό και τον ιδεαλισµό της κλασικής παράδοσης, ενώ
παράλληλα χρησιµοποιούν ως πηγή έµπνευσης τη λαϊκή τέχνη που διαιωνίζει αυθεντικές παραδοσιακές
µορφές έκφρασης.
Τέλος, οι επιστήµονες που ασχολούνται µε τη µελέτη της µεταµοντέρνας περιόδου χρησιµοποιούν τον όρο
Μοντερνισµός για τον αµερικάνικο αφηρηµένο εξπρεσιονισµό και το δογµατισµό του Greenberg
(1986,1993), µε τον οποίο η τάση για µια αυτοαναφερόµενη και καθαρά φορµαλιστική τέχνη έφτασε στο
αποκορύφωµά της.»
Γέµτου, Ε., «Νεωτεριστικά και παραδοσιακά στοιχεία στη µοντέρνα και µεταµοντέρνα τέχνη», Επιστήµη και Κοινωνία, [7] 2001. Διαθέσιµο στο:
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/sas/article/viewFile/632/631 [20.2.2019], 180.
Edouard Manet, Πρόγευµα στη χλόη, 1863, λάδι σε καµβά, Giorgone ή Tiziano, Fiesta campestre, 1510, ελαιογραφία, 105Χ136,5 εκ. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι
https://it.wikipedia.org/wiki/Concerto_campestre#/media/File:Fiesta_campestre.jpg 24.02.2021
208Χ264 εκ
.πηγή: http://www.musee-orsay.fr/index.php?id=851&L=1&tx_commentaire_pi1%5BshowUid%5D=7123 [20.1.2018]
«Όσον αφορά στην καταληκτική χρονολογία της µοντέρνας περιόδου, δηλαδή το 1940, ή καλύτερα τα χρόνια του Β΄ΠΠ, ο πόλεµος
θεωρείται ότι επισφράγισε το τέλος µιας ολόκληρης εποχής. Με αυτόν ξέσπασε ανοιχτά πλέον η κρίση του έως τότε ισχύοντος
συστήµατος αξιών και των βασικών δοµών του πολιτισµού. Εξαιτίας του επίσης άλλαξαν η ποτλική γεωγραφία και ο συσχετισµός
των Μεγάλων Δυνάµεων καιθώς και οι σχέσεις των κοινωνικών στρωµάτων. Άλλαξαν ακόµη τα κεντρικά ζητούµεν ατης επιστήµης
και του πολιτισµού και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την καλλιτεχνική δηµιουργία.
Το ερώτηµα ήταν, αν σε έναν κόσµο που είχε βρει τον δρόµο της αυτοκαταστροφής και έδειχνε να διακατέχεται από τη θέληση να
επινοεί όλο και πιο αποτελεσµατικά µέσα εξόντωσης, αν σε έναν τέτοιο κόσµο µπορούσαν να γεννηθούν και να αναπτυχθούν
εκείνες οι δηµιουργικές δυνάµεις που βρίσκουν την υψηλότερή τους έκφραση στην τέχνη.
Ένα άλλο ερώτηµα αφορούσε στην κοινωνική σηµασία της τέχνης που, έχοντας ήδη απειληθεί σοβαρά από την εξέλιξη της
βιοµηχανικής τεχνολογίας, όδευε προς ένα εντελώς προβληµατικό µέλλον. Μίλησαν για δυσκολίες, στη συνέχεια για κρίσεις και
τελικά για τον θάνατο της τέχνης.
Τα χρόνια γύρω στο 1880 δεν χαρακτηρίζονται και από τόσο αποφασιστικά ιστορικά γεγονότα, αλλά δεν µπορεί να παραβλέψει
κανείς ότι τότε συντελέστηκαν βαθιές αλλαγές στην πολιτική, τον πολιτισµό και την κοινωνία. Δέκα χρόνια νωρίτερα ο
γερµανογαλλικός πόλεµος είχε δώσει τέλος την εποχή του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία στην Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα η παρισινή
Κοµµούνα άνοιγε ένα νέο, σηµαντικό κεφάλαιο σχτην αντιπαράθεση των εργαζοµένων µε την άρχουσα τάξη. Καθοριστική για την
αλλαγή υπήρξε η γρήηγορη και θαυµαστή εξέλιξη της βιοµηχανικής τεχνολογίας. Αυτή άλλαξε τις δοµές της κοινωνίας, τις µορφές
εργασίας, τη σχέση παραγωγής και κατανάλωσης. Στο βιοµηχανικό σύστηµα έβλεπε κανείς την εγγύηση ηια έναν καινούργιο κόσµο,
ό,τι θα εξασφάλιζε πλούτο και ευηµερία σε όλους και ό,τι θα καθιστούσε δυνατή την αρµονική συµβίωση των κρατών και των λαών
της γης. Βέβαια, η πραγµατικότητα δεν θα δικαίωνε αυτήν την ελπίδα. Ο βιοµηχανικός καπιταλισµός παρήγαγε άπειρες συγκρούσεις
τόσο µεταξύ των Δυνάµεων όσο και µεταξύ των κοινωνικών στρωµάτων και τάξεων. Στα επόµενα εξήντα χρόνια ξέσπασαν δύο
µεγάλοι πόλεµοι, στους οποίους ενεπλάκη σχεδόν ολόκληρος ο κόσµος. Στη Ρωσία έγινε µια κοινωνική επανάσταση, που από τότε
απειλεί όλο και περισσότερο να επεκταθεί σε άλλες βιοµηχανικές χώρες.»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 265-278.
«Τα φιλοσοφικά κινήµατα αυτής της περιόδου δεν προσπάθησαν να διαµορφώσουν µεγάλα συστήµατα, αλλά να περιγράψουν και
να αναλύσουν την ψυχική δοµή και το υπαρξιακό δράµα του σύγχρονου ανθρώπου που είναι παγιδευµένος µέσα στο παγκόσµιο
σύστηµα παραγωγής και µαζικής κατανάλωσης. Συγχρόνως, κύριο θέµα έγινε η αποστασιοποίηση, η “αλλοτροίωση”, η απώλεια της
ταυτότητας του ατόµου σε µια κοινωνία που παρέλυε µέσα στη µονοτονία της µάζας.
Τα κλειστά φιλοσοφικά συστήµατα τα διαδέχονταν τώρα ψυχολογικές έρευνες (Bergson), αναλύσεις των ασύνειδων κινήτρων
(Freud, Jung), η εξέγερση ενάντια στο κύρος της ιστορίας (Nietzsche), η αγωνία του αληθινού πραγµατισµού µπροστά σε κάθε
µεταφυσική (Marx). Η αυθεντικότητα της ύπαρξης ήταν το µεγάλο πρόβληµα. Έτσι, όλη η προσοχή στράφηκε στους τρόπους
συµπεριφοράς του ανθρώπου και στα ασυνειδητά ή ασύνειδα ελατήρια. Σταδιακά ξεχώρισαν δύο µεγάλες κατευθύνσεις: η
ψυχολογία του βάθους και η θεωρία για τη συλλογική, πολιτικά και οικονοµικά περιορισµένη ύπαρξη του ανθρώπου.
Άλλοι στοχαστές (Spengler) διαπίστωναν πως ο Δυτικός πολιτισµός και η ιστορία, ως αποτέλεσµα µιας συνειδητής και τελολογικής
δράσης του ανθρώπου είχαν φτάσει στο τέλος τους.
Στην πολιτική, σχεδόν συστηµατικά, εγκαταλείφθηκε το ιδεώδες ως καρποφόρα άποψη. Στο εξής θα επικρατούσε η σκληρή
“Realpolitik”, στην οποία τελικά αποφασίζουν µόνο τα οικονοµικά συµφέροντα. Από την άλλη, δηµιουργήθηκαν πολιτικά κόµµατα,
άναψαν πολιτικοί αγώνες απέναντι σε ιδεολογίες, κάνοντας στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου και τις πρώτες του 20ού αιώνα όλο
και περισσότερο αισθητή την αντίθεση ανάµεσα σε προοδευτικές τάσεις εµφορούµενες από τις ιδέες της δηµοκρατίας και του
σοσιαλισµού και σε συντηρητικές, στη συνέχεια όχι σπάνια αντιδραστικές, θέσεις, που οδήγησαν στη διαµόρφωση ολοκληρωτικών
καθεστώτων.»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 265-278.
ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ
1910-1960
πίστη στην πρόοδο
πίστη στην επιστήµη και την τεχνολογία
πίστη στην ανωτερότητα της λογικής έναντι του συναισθήµατος, της φύσης,
της πνευµατικότητας και της θρησκείας
πίστη ότι η δυτική βιοµηχανοποιηµένη κουλτούρα είναι ποιοτικά ανώτερη
από οποιοδήποτε άλλο πολιτισµικό σύστηµα
Φιλοδοξία για µακροαφηγήσεις, π.χ.απόλυτες εξηγήσεις και αλήθειες, όπως
αυτές που µπορεί να προσφέρει η επιστήµη, η θρησκεία, ένα πολιτικό
πρόγραµµα κ.λπ.
Ο µοντερνισµός χαρακτηρίζεται από µια καθαρή απόρριψη τόσο του στιλιστικού αναρχισµού όσο και της ιστορικής
παράδοσης. Η διακόσµηση και η διακόσµηση απορρίπτονται ως επιφανειακά υπέρ της απλότητας, της σαφήνειας, της
οµοιοµορφίας, της καθαρότητας, της τάξης και του ορθολογισµού. Ο µοντερνισµός επιχειρεί να δηµιουργήσει µια ριζικά νέα
τέχνη για έναν κόσµο στον οποίο θα πραγµατοποιηθεί βελτιωµένη ανθρώπινη συµπεριφορά. Απορρίπτει τα εθνικά,
περιφερειακά και εθνικά στυλ υπέρ ενός διεθνούς στυλ.
CLIVE BELL, ART, 1914
Στο βιβλίο του Art o Clive Bell το 1914 θεµελιώνει την
προβληµατική της Μοντέρνας τέχνης. Ισχυρίζεται ότι αν ένα
αντικείµενο, και µόνο τότε, προκαλεί µία αισθητική απόκριση,
τότε είναι έργο τέχνης.
Σύµφωνα µε τον Bell, το τί µας εξιτάρει από αισθητικής
απόψεως ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ µε τα παρακάτω:
το θέµα και το περιεχόµενο του έργου
τις µνήµες που εγείρει
τις ιδέες ή τις πληροφορίες που προωθεί
την ποικιλία των συναισθηµάτων που προκαλεί
H ΣΗΜΑΙΝΟΥΣΑ ΜΟΡΦΗ
συγκροτείται από τους συσχετισµούς της φόρµας που εγείρουν την αισθητική µας
απόκριση
Είσοδος κτηρίου Art Nouveau, 6 Rue du Lac, Βρυξέλλες, από τον Ernest Delune το 1902. Το studio και
σπίτι του Αυστριακού υαλουργού Clas Grüner Sterner.
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, , 265-278.
Τρεις βασικές θέσεις στην εξέλιξη της τέχνης µεταξύ του 1880-1940
1. δεδηλωµένη επιθυµία του καλλιτέχνη να γκρεµίσει τις γέφυρες µε το σύνολο της παράδοσης, να παρουσιαστεί ως απόλυτα
“µοντέρνος”
2. στην προσπάθειά του να είναι “Ευρωπαίος”, που σηµαίνει έκφραση διεθνών πολιτιστικών ενδιαφερόντων
3. τη διαµόρφωση και την όλο και ταχύτερη διαδοχή τάσεων και ρευµάτων, οργανωµένων οµάδων καλλιτεχνών, που συχνά
αντιπαρατίθενται έντονα, σαν να επρόκειτο για πολιτικά κόµµατα.
Α΄φάση
1880-1908: Η περίοδος µιας έντονης εγρήγορσης όλων των δηµιουργικών δυνάµεων, ακόµη και στην περιοχή των
εφαρµοσµένων τεχνών. Όλο και ισχυρότερο αναδεικνύεται αυτά τα χρόνια το όραµα µιας τέχνης µε κοινωνικό στόχο, µε τα
χαρακτηριστικά ενός σοσιαλισµού που να πιστεύει στον άνθρωπο. Επιδιώκεται µια εκ βαθέων ανανέωση της τέχνης, ανάλογη
µε εκείνη που συντελέστηκε στην περιοχή της βιοµηχανικής παραγωγής. Στόχος είναι να συγχωνευτούν πλήρως οι τέχνες, τόσο
µεταξύ τους όσο και µε άλλους τοµείς του πνεύµατος, όπως η επιστήµη, η τεχνική, η ποίηση και η φιλοσοφία. Ιδεώδες
θεωρείται αυτό που ο Wagner ονόµαζε Gesamtkunstwerk (Καθολικό έργο τέχνης). Αφετηρία για τη ζωγραφική είναι ο
Ιµπρεσιονισµός και για την αρχιτεκτονική οι νέες τεχνικές δοµής.
Σχετικά µε τις θεωρίες των µέσων του 19ου αιώνα και το Καθολικό έργο τέχνης βλ. http://www.tijdschriftframe.nl/wp-content/
uploads/2014/11/03.-Krisztina-Lajosi-Wagner-and-the-Re-mediation-of-Art-Gesamtkunstwek-and-Nineteen-Century-Theories-
of-Media-main.pdf [28.2.2019].
Paul Signac, Η γυναίκα µε την οµπρέλα, 1893, λάδι σε καµβά, Musée d’ Orsay, Παρίσι
https://en.wikipedia.org/wiki/Paul_Signac#/media/
File:Paul_Signac,_1893,_Femme_%C3%A0_l%27ombrelle,_oil_on_canvas,_81_x_65_
cm,_Mus%C3%A9e_d%27Orsay.jpg
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα η τέχνη κυριαρχείται από τη θέληση να αξιοποιηθούν οι
κατακτήσεις του Ιµπρεσιονισµού....
µε την έννοια µιας πιο αυθεντικής και ειλικρινούς ερµηνείας της κοινωνικής πραγµατικότητας
Φωβισµός Εξπρεσιονισµός
για µία σειρά εξπρεσιονιστικών έργων βλ. και https://www.slideshare.net/alexandratoustella/ss-46671786
https://artsandculture.google.com/asset/seated-girl-
fr%C3%A4nzi-fehrmann/4QGeHBoVvt7kww
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, , 265-278.
Β΄ φάση
1908-1918: ιστορικές πρωτοπορίες (avant-garde). Ζητούµενο είναι µια ριζοσπαστική, επαναστατική αλλαγή της τέχνης, τόσο στη
διαδικασία της δηµιoυργίας όσο και στη στόχευση. Ο Aναλυτικός Kυβισµός (1907-1910) του Picasso και του Braque µπορεί να
θεωρηθεί η νέα, η πρώτη πραγµατικά και αποκλειστικά “µοντέρνα” µορφοπλαστική γλώσσα.
Αναλυτικός Κυβισµός
σχηµατοποιηµένες αποδόσεις, αναλυµένες σε γεωµετρικά σχήµατα,
χωρίς µέριµνα για σωστές αναλογίες, συναίρεση των διαφορετικών
όψεων σε µία, συνένωση διαδοχικών οπτικών συλλήψεων σε µία,
εγκατάλειψη ενότητας θέασης της αναγεννησιακής προοπτικής
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, , 265-278.
«Guillaume Apollinaire, ο θεωρητικός υποστηρικτής του Αναλυτικού Κυβισµού στο βιβλίο του Οι κυβιστές ζωγράφοι.
Αισθητικοί στοχασµοί
Albert Gleizes και Jean Metzinger, υποστήριξαν µε θεωρητικά κείµενα τον Κυβισµό, τον οποίο περιέγραψαν ως το
εγχείρηµα απεικόνισης της υποκειµενικής εµπειρίας του καλλιτέχνη σε σχέση µε τον χώρο: «Είναι σαν ο καλλιτέχνης να
κινείται γύρω από ένα αντικείµενο ώστε να καταγράψει διαδοχικές όψεις του, και στη συνέχεια να το ανασυνθέτει
συνδυάζοντας σε µια χρονική στιγµή τις διακριτές αυτές όψεις σε µια»
Σε δύο µελέτες του 1919 και 1920, του κριτικού της τέχνης Maurice Raynal και του εµπόρου τέχνης Daniel-Henry
Kahnweiler αντίστοιχα, η κυβιστική ζωγραφική ερµηνεύεται ως εικαστική µεταγραφή των θεωριών για τη λειτουργία
της αντίληψης, οι οποίες είχαν περάσει στον χώρο της µοντέρνας τέχνης µέσα από το έργο του Cezanne. Eδώ
πρωτοεµφανίζονται και οι όροι αναλυτικός και συνθετικός Κυβισµός µε σκοπό να γίνει διάκριση µεταξύ των δύο
επόµενων διακριτών περιόδων µετά τη σεζανική, στις οποίες οι καλλιτέχνες αλλάζουν προσέγγιση και τεχνική. Οι όροι
αναλυτικός και συνθετικός έχουν την αφετηρία τους στον Kant, ο οποίος τους χρησιµοποίησε για να διακρίνει δύο ειδών
κρίσης. Στην αναλυτική κρίση υπάρχει κατηγορούµενο που οδηγεί στην κατανόηση του υποκειµένου π.χ. δύο συν δύο
ίσον τέσσερα. Η κρίση αυτή προκύπτει ως αληθής µέσα από την ανάλυση των µερών της. Μια αναλυτική πρόταση έχει
εσωτερική λογική, αναφέρεται σε a priori γνώση, δεν χρειάζεται να ανατρέξουµε στην εµπειρία για να την
κατανοήσουµε και δεν µπορούµε να φανταστούµε την αντίθετή της. Σε µια όµως συνθετική κρίση έχουµε συνύπαρξη
ασύµµετρων ιδεών που δεν γίνονται κατανοητές χωρίς τη συµβολή της εµπειρικής µας γνώσης, π.χ. ο ήλιος λάµπει.
Τα κυβιστικά έργα της περιόδου µεταξύ 1909-1912 µπορούν να γίνουν κατανοητά ως εγχειρήµατα εικαστικής
καταγραφής αναλυτικών προτάσεων µε την έννοια ότι στηρίζονται σε αρχές της ευκλείδιας γεωµετρίας, που σύµφωνα
µε τον Kant αποτελεί a priori γνώση. Δεν χρειάζεται δηλαδή η µεσολάβηση της εµπειρικής µας γνώσης για να
συλλάβουµε τη µορφή τους που απαρτίζεται από γεωµετρικές µορφές, οι οποίες υπάρχουν ως αρχετυπική γνώση στο
µυαλό µας. Αντίθετα, στην περίοδο µεταξύ 1912-1914 οι κυβιστές διαµορφώνουν στον καµβά νέες πραγµατικότητες
χρησιµοποιώντας ετερόκλητα στοιχεία της φυσικής πραγµατικότητας, η συνύπαρξη των οποίων δεν έχει λογική βάση.
Καθώς η κατανόηση των έργων αυτών µπορεί να πραγµατοποιηθεί µόνο µε τη συµβολή της εµπειρίας και κατ’
επέκταση της φαντασίας, η περίοδος αυτή έχει χαρακτηριστεί ως συνθετική»
πηγή: Γέµτου, Ε., (2018). Τέχνη και Επιστήµη. Ερµηνευτικές προσεγγίσεις στη Μοντέρνα και Σύγχρονη Τέχνη µέσα από
την επίδραση της Επιστήµης, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 66-69.
Αναλυτικός Κυβισµός
«Θεµατολογία: προσωπογραφίες και νεκρές φύσεις
Πανοµοιότυπα θέµατα και παρόµοιες τεχνικές
Κύριο µέληµα η µορφή και όχι το χρώµα που υποβαθµίζεται στην περιορισµένη γκάµα του γκρι, του καφέ και της
ώχρας
Διερεύνηση του τρόπου αντίληψης της πραγµατικότητας µε αναγωγές στην ευκλείδια γεωµετρία, της οποίας οι
αρχετυπικές φόρµες αποτελούν -σύµφωνα µε την καντιανή φιλοσοφία- a priori γνώση.
Προσθέτουν την έννοια του χρόνου ως συν-ρυθµιστή του χώρου. Ο Kant θεωρούσε τόσο τον χώρο όσο και τον χρόνο a
priori µορφές εποπτείας που υπάρχουν στην αντίληψή µας λειτουργώντας ως θεµελιώδη µέσα για την οργάνωση και την
κατανόηση της εµπειρικής γνώσης. Όταν παρατηρούµε ένα ακίνητο αντικείµενο, η παρατήρηση της µορφής του
σχετίζεται άµεσα µε τη συγκεκριµένη χρονική στιγµή και τη θέση µας µέσα στο χώρο. Την επόµενη χρονική στιγµή η
πρόσληψη της µορφής του είναι διαφορετική, ανάλογα πάντα και µε τη θέση που βρισκόµαστε. Αυτές τις στιγµιαίες
ανεπαίσθητες αλλαγές θέλησαν να αιχµαλωτίζουν οι κυβιστές στα έργα της αναλυτικής περιόδου, χρησιµοποιώντας
τεχνικές διάσπασης της µορφής, συγχώνευσης των επιµέρους δοµών τους, αλλά και ένωσης των διασπασµένων δοµών
των αντικειµένων µε τις επίσης διασπασµένες δοµές του περιβάλλοντος χώρου»
πηγή: Γέµτου, Ε., (2018). Τέχνη και Επιστήµη. Ερµηνευτικές προσεγγίσεις στη Μοντέρνα και Σύγχρονη Τέχνη µέσα από
την επίδραση της Επιστήµης, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 66-69.
Picasso, Πορτραίτο του Ambroise Vollard, 1910, λάδι σε καµβά, 92x65, Pushkin Museum of Fine Art, Moscow, Ρωσία
Συνθετικός Κυβισµός
«Καθιερώνεται η τεχνική του κολάζ. Όχι µόνο απεικονίζουν τα στοιχεία της εµπειρικής πραγµατικότητας, αλλά για
πρώτη φορά τα χρησιµοποιούν αυτούσια ως µέρη της εικαστικής επιφάνειας. Το πρώτο επικολληµένο στοιχείο σε
κυβιστικό πίνακα θεωρείται το κοµµάτι ψάθας στο Νεκρή Φύση του Picasso, ενώ το πλαίσιο του οβάλ πίνακα
διαµορφώνεται από χονδρό σκοινί. Η επινόηση του κολάζ είναι καθοριστικής σηµασίας για την πορεία της µοντέρνας
τέχνης, καθώς αποτελεί την αφετηρία για ένα διαχρονικό ρεύµα που έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την ταύτιση τέχνης
και ζωής. Πρόθεσή τους είναι η µελέτη της αντίληψης και της πρόσληψης της πραγµατικότητας. [...] Η συνύπαρξη
πραγµατικών και ζωγραφισµένων στοιχείων οδηγεί την αντίληψη του θεατή σε στιγµιαία σύγχυση, καθώς οι αναφορές
της εικόνας δεν είναι σαφείς. Σκοπός είναι η µετατροπή της εικαστικής επιφάνειας σε αντανάκλαση του τρόπου
πρόσληψης της πραγµατικότητας, αφυπνίζοντας το κοινό ότι κάποιες φορές η αντίληψη πλανάται.»
πηγή: Γέµτου, Ε., (2018). Τέχνη και Επιστήµη. Ερµηνευτικές προσεγγίσεις στη Μοντέρνα και Σύγχρονη Τέχνη µέσα από
την επίδραση της Επιστήµης, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 66-69.
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 281.
«Αντίστοιχα, οι κοντές φούστες από πραγµατικό τούλι που φόρεσε στις µπαλαρίνες του ο Degas γύρω στο 1880,
παίζουν παρόµοιο ρόλο µε τις µικρές ζώνες λευκού ασταριού του µουσαµά στη ζωγραφική του Cézanne: εισβάλλουν
στα µορφοπλαστικά συµφραζόµενα της γλυπτικής, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα την απόσταση που χωρίζει την
πραγµατικότητα από το καλλιτεχνικό έργο, τη διαφορετική τους φύση. Χωρίς αµφιβολία αυτά τα κοµµατάκια από
πραγµατικό τούλι είναι γλυπτική και αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι η καλλιτεχνική εικόνα δεν είναι εξαρτηµένη από τη
δύση αλλά µπορεί να την υιοθετεί, να αφοµοιώνει την πραγµατικότητά της. Τα ίδια χρόνια που δηµιουργήθηκαν οι
µπαλαρίνες του Degas, o Rodin, που θεωρήθηκε ο µεγαλύτερος γλύπτης της εποχής του, προσπαθούσε, χωρίς να
παραµερίσει τη µνηµειακότητα και την παραδοσιακή της λειτουργία, να περάσει στη γλυπτική τα παιχνίδια του φωτός
της ιµπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Άλλαξε τον τρόπο που πλάθονταν ένα γλυπτό αφήνοντας να διακρίνονται επάνω στον
πηλό τα ίχνη της ξύλινης σπάτουλας ή των δακτύλων, όπως οι ιµπρεσιονιστές άφηναν να φαίνονται οι κινήσεις του
πινέλου.»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 280-281.
h t t p s : / / w w w . e l c u l t u r e . g r / b l o g / a r t i c l e /
%CE%B5%CE%BD%CF%84%CE%B3%CE%BA%CE%AC%CF%81-
%CE%BD%CF%84%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%AC-%CE%BF-
%CE%B6%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CF%82/
«Ο Schwitters, ντανταϊστής στην ουσία, γενίκευσε το collage φτάνοντας µέχρι την κατασκευή γιγάντιων συνθέσεων
στον χώρο (MERZ-Bau) από αντικείµενα και θράσυµατά τους που έβρισκε τυχαία. Επρόκειτο για µια διαδικασία
συµπτωµατικής συγκέντρωσης πραγµάτων (bricolage) και τοποθέτησης του ενός δίπλα ή επάνω στο άλλο (assemblage)
µε µοναδικό στόχο τη συνένωβση δύο αντιθετικών στιγµών της µοντέρνας καλλιτεχνικής αντίληψης: του ορθολογικού
σχεδιασµού και της σύµπτωσης. »
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 282.
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 282.
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 268-269.
Kandinsky, Η πρώτη αφηρηµένη ακουαρέλα, 1910, Centre Georges Pompidou, Παρίσι, Γαλλία
Βλ. σχετ. και http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=45&v=2
«Γ΄φάση
1918-1930
Τρεις διαφορετικές τάσεις
1. Κονστρουκτιβισµός, προέκυψε από την ενασχόληση µε τα αίτια που οδήγησαν στην παγκόσµια σύρραξη και θέληση
να αποφευχθεί η επανάληψή της, από την πεποίθηση ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να συµπράξει ενεργά στην ανοικοδόµηση
της ευρωπαϊκής κοινωνίας και στην εξάλειψη των εσωτερικών της αντιφάσεων. [...]Η κοινωνική στράτευση του
Κονστρουκτιβισµού συντελέστηκε ιδιαίτερα στη Ρωσία, όπου συνδυάστηκε η βούληση για καλλιτεχνική επανάσταση µε
την κοινωνική επανάσταση που µόλις είχε ξεσπάσει (Οκτωβριανή Επανάσταση). Είναι το µοναδικό παράδειγµα
µοντέρνου καλλιτεχνικού κινήµατος που έπαιξε συγκεκριµένο ρόλο σε µια επαναστατική δράση.
2. Πλήρης απόσπαση τέχνης από κοινωνική πραγµατικότητα και απόρριψη κάθε πολιτικής στράτευσης. Η τέχνη γίνεται
εσωτερική περιπέτεια, εξερευνεί τα βαθύτερα στρώµατα του ασυνείδητου, που µόλις έχει ανακαλυφθεί από την
ψυχανάλυση, στα οποία εντοπίζουν τις πηγές της καλλιτεχνικής δηµιουργίας (Σουρεαλισµός).
3. Ριζοσπαστική άρνηση της πραγµατικότητας, της κοινωνίας και της τέχνης (Ντανταϊσµός). »
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 269-270.
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 269-270.
Kubus δοχεία αποθήκευσης, γυαλί, περ. 1938, Wilhelm Wagenfeld (Γερµανός, 1900–1990) Piet Mondrian, Σύνθεση με κίτρινο, μπλε και κόκκινο, 1937-42
από το εργαστήριο Υαλοτεχνίας του Bauhaus
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 272.
Εξπρεσιονισµός, http://thegreathistoryofarts.weebly.com/expressionism.html
Μοντερνισµός και παράδοση
Ήδη ο Baudelaire είχε επικρίνει τη µίµηση των αρχαίων υποστηρίζοντας ότι η τέχνη θα πρέπει να αποτελεί έκφραση της
δικής της εποχής αν θέλει να είναι αληθινή τέχνη, ενώ ο Stendhal είχε αντιπαραθέσει στους αιωνιους νόµους περί
ωραίου της κλαστικής τέχνης της µεταβλητότητας της ροµαντικής ιδέας του ωραίου και την άρνησή της να υπακούσει
σε κανόνες. Αν παλιότερα η τέχνη είχε µορφοποιήσει εκείνες τις πνευµατικές αξίες, πάνω στις οποίες βασιζόταν η
κοσµική και η θρησκευτική εξουσία, αν είχε προσπαθήσει να επιβεβαιώσει την αναγκαιότητα και την αιώνια διάρκειά
τους, τώρα η µοντέρνα τέχνη απορρίπτει κάθε απαίτηση για φιλοφρονήσεις. Εκφράζει µόνο τα αισθήµατα, το γούστο,
τις κρυφές επιθυµίες της εποχής της. Κρίνει, επιλέγει και αφήνει στην άκρη ό,τι ταυτίζεται µε συµβατικότητες.
Ξεχωρίζει δηλαδή τα αρνητικά από τα θετικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας προτάσσοντας το ανήσυχο και ερευνητικό
πνεύµα, την ευαισθησία, τη δίψα για µάθηση. Είναι ένα όργανο κριτικής αυτοπαρουσίασης. Από τη µια δείχνει τον
αστικό κοµφορµισµό, το αστόχαστο αποσβόλωµα µπροστά σε υψηλά ιδανικά και από την άλλη τον ενθουσιασµό και
την τόλµη, την πνευµατική ανησυχία, την απεριόριστη προσπάθεια για καινούργια γνώση και ασυνήθιστες εµπειρίες.
[...]
Χαρακτηριστικό παράδειγµα ρήξης µε την παράδοση είναι ο Φουτουρισµός, που έκανε την εµφάνισή του µε
επαναστατική ορµητικότητα στην Ιταλία και τη Ρωσία. Και στις δύο χώρες η εκβιοµηχάνιση βρισκόταν ακόµη στις
αρχές της, η κουλτούρα ήταν οπισθοδροµική, δεµένη στην παράδοση και η κυρίαρχη πολιτική άποψη συντηρητική. Ο
Φουτουρισµός είδε τον εαυτό του όχι απλώς σαν ένα ανανεωτικό κίνηµα, αλλά σαν µια δύναµη που θα άλλαζε επίσης
τον πολιτισµό, την πολιτική και την κοινωνία. [...] Ο ρωσικός Φουτουρισµός, συσπειρωµένος γύρω από τον Vladimir
Majakovski, συνδέθηκε µε την Επανάσταση, που αρχικά θεώρησε την καλλιτεχνική πρωτοπορία επαναστατική και άρα
ισχυρή προωθητική δύναµη για την ανοικοδόµηση µιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο Lunatscharski, λαϊκός κοµισάριος
παιδείας, ήταν άλλωστε ο µοναδικός πολιτικός των Μπολσεβίκων που πίστεψε στην επαναστατική δύναµη της
µοντέρνας τέχνης και προσπάθησε να τη χρησιµοποιήσει είτε για την υπέρβαση της αστικής κουλτούρας είτε ως µέρος
του συστήµατος πληροφοριών και της πολιτικής προπαγάνδας, ιδιαίτερα τα δύσκολα χρόνια της άµυνας της
Επανάστασης. Στη δεκαετία του 1920 η Σοβιετική Ένωση ήταν η χώρα µιας πραγµατικά πρωτοποριακής τέχνης, που
όµως η διάδοση των καινοτοµιών της στην Ευρώπη περιορίστηκε από τη στενή της σύνδεση µε την Επανάσταση και
την ελλιπή πληροφόρηση. [...]
«Μπορεί τα ρεύµατα του µοντερνισµού να διαφέρουν πολύ µεταξύ τους ως προς τη θεωρητική τους προσέγγιση και την
πολεµική τους, σε όλα όµως κυριαρχεί η θέληση να διορθώσουν λανθασµένες επιλογές ή να συµπληρώσουν κενά στον
σύγχρονο πολιτισµό. Αυτό επιδιώκεται είτε µε το να αρνούνται οποιαδήποτε συνεργασία (Ντανταϊσµός), είτε µε το να
επιµένουν στην αποκλειστικότητα του καταπιεσµένου ασυνειδήτου ως δηµιουργικής δύναµης στον άνθρωπο
(Σουρεαλισµός) ή ακόµη µε το να ερµηνεύουν την εµπλοκή της τέχνης στη µεταρρύθµιση του βιοµηχανικού
συστήµατος παραγωγής αποκλειστικά µε την έννοια της απόλυτης λειτουργικότητας και κοινωνικής σκοπιµότητας»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 274-277.
Natalia Goncharova,Ο ποδηλατης, 1913
https://en.wikipedia.org/wiki/Russian_Futurism#/media/File:Cyclist_(Goncharova,_1913).jpg
Sigmund Freud (1856-1939)
«O Freud στα τέλη του 19ου αιώνα θεµελιώνει την επιστήµη της ψυχανάλυσης και συµβάλλει
ουσιαστικά στη διαµόρφωση της µοντέρνας αντίληψης για την ανθρώπινη φύση. [...]Αναγνώρισε
ότι η ανάλυση του έργου τέχνης του πρόσφερε τη δυνατότητα να επεκτείνει τα όρια της
ψυχανάλυσης από το στενό κλινικό πεδίο στο ευρύ πολιτισµικό.[...] Για τον Freud η ψυχανάλυση
και η Ιστορία της Τέχνης, αν και διαφέρουν, έχουν σηµεία επαφής γιατί και οι δ΄πυο ασχολούνται
µε την εικόνα και το συµβολικό της νόηµα, µε τον µηχανισµό και τους καρπούς της
δηµιουργικότητας, µε την ιστορία. [...] Τόνιζε ότι κοινός στόχος είναι η ανακάλυψη του θαµµένου
υλκού και η ανασύνθεση των θραυσµάτων του πανταχού παρόντος παρελθόντος. Η βασική
υπόθεση του Freud ήταν ότι η εικόνα µπορεί να περιέχει ένα νόηµα διαφορετικό από εκείνο που
συνειδητά θέλησε να εκφράσει ο καλλιτέχνης ή ο συγγραφέας»
πηγή: Χαραλαµπίδης, Α. (2016). Βλέπω, γνωρίζω, αισθάνοµαι, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 200-201.
Meret Oppenheim, Αντικείµενο (φλιτζάνι τσαγιού µε γούνινη επένδυση), 1936
https://www.moma.org/collection/works/80997
Κάλυψε ένα φλυτζάνι τσαγιού, ένα πιατάκι και ένα κουτάλι µε γούνα κινέζικης γαζέλας. Συνδυάζοντας την έλξη και την απώθηση,
το ευχάριστο/δυσάρεστο αυτό έργο είναι απολύτως σουρεαλιστικό, καθώς προσαρµόζει το διαλεγµένο στην τύχη αντικείµενο ώστε
να διερευνηθεί η ιδέα του «φετίχ», το οποίο σύµφωνα µε την ψυχανάλυση είναι ένα απίθανο αντικείµενο στο οποίο αποδίδεται µια
ισχυρή επιθυµία που παρεκκλίνει από τον κανονικό σκοπό του. Στην προκειµένη, η εκτίµηση της τέχνης δεν είναι πλέον ζήτηµα
αδιάφορης ευπρέπειας την ώρα του τσαγιού: διακόπτεται απότοµα µε έναν άσεµνο υπαινιγµό στα γυναικεία γεννητικά όργανα που
µας αναγκάζει να σκεφτούµε τη σχέση µεταξύ αισθητικής και ερωτισµού
Για την ψυχανάλυση στο µοντερνισµό βλ. Foster H, Krauss R., Bois Y-A., Buchloh B.H.D., Η τέχνη από το 1900. Μοντερνισµός, αντιµοντερνισµός, µεταµοντερνισµός, πρόλογος-
επιµέλεια Μ. Παπανικολάου, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2007, σσ. 15-21.
Για την έννοια της πρωτοπορίας στην τέχνη βλ.
Περαιτέρω µελέτη:
4) το βιβλίο του Peter Bürger, Θεωρία της Πρωτοπορίας, Αθήνα: Νεφέλη 2010.
O Α΄ΠΠ και ο µοντερνισµός
Για τη σηµασία, τα αίτια και τα κίνητρα του Α΄ΠΠ αρχίζουν να αναρωτιούνται οι καλλιτέχνες της πρωτοπορίας ενώ
ακόµη ο πόλεµος βρίσκεται σε εξέλιξη. Πριν ξεσπάσει τον θεωρουσαν αφορµή ύψιστης δηµιουργικής διέγερσης. Οι
Ιταλοί φουτουριστές µάλιστα υποστήριξαν ανεπιφύλακτα την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεµο εναντίον των
κεντροευρωπαϊκών δυνάµεων και µε ενθουσιασµό έλαβαν µέρος στον αγώνα, από τον οποίο προσδοκούσαν την
πολιτιστική ανανέωση της χώρας.
Όµως ήδη το 1915, µε τις πρώτες εκδηλώσεις του Dada στη Ζυρίχη, οι πιο προοδευτικοί καλλιτέχνες καταγγέλουν τον
πόλεµο ως εγκληµατική “βλακεία” και επειδή η ριζοσπαστικά αρνητική κρίση τους περιλαµβάνει και εκθέτει όλες τις
καθιερωµένες αξίες, παύει και η τέχνη να αποτελεί αξία.
Σχετικά µε τη σχέση του Νταντά και του Φουτουρισµού µε τον Α΄ΠΠ βλ. και
https://www.khanacademy.org/humanities/art-1010/wwi-dada
Επιρροές από την τέχνη των πρωτόγονων
Ando Hiroshige
Η παραποτάµια αγορά µπαµπού στο Kyobashi James Abbott McNeill Whistler
1857 Nυχτερινό σε µπλε και χρυσό
από τη σειρά Η παλιά Battersea γέφυρα
Εκατό ξακουστές απόψεις του Edo 1872-5
Katsushika Hokusai, Το µεγάλο κύµα, Edo περίοδος, c. 1831,
Honololu Academy of Arts, Hawaii
Paul Gauguin (1848 – 1903)
Το όραµα µετά το κήρυγµα
Λάδι σε καµβά (73 × 92 εκ) — 1888
National Gallery of Edinburg
SHOIN
αρχιτεκτονική της περιόδου Momoyama
https://medium.com/design-culture-history/the-relationship-between-japanese-and-modernist-
architecture-7faef7e3b1ab 24.02.2021
ΤΑ ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΥ
Η επανάσταση που πραγµατοποιήθηκε επισηµαίνεται στις ακόλουθες παραµέτρους:
Θέµα
Έως και το 19ο αιώνα η τέχνη που διδασκόταν στις Ακαδηµίες, η «επίσηµη τέχνη», δεν ξέφευγε από τα πρότυπα του 17ου αιώνα.
Οι καλλιτέχνες επιδίδονταν στις αντιγραφές έργων των δηµιουργών του παρελθόντος και στα ‘µεγάλα θέµατα’, δηλαδή τα
θρησκευτικά, τα µυθολογικά, τα ιστορικά, τα αλληγορικά και την προσωπογραφία. Το θέµα ήταν πρωταρχικής σηµασίας και η
επίµονη αναζήτηση του στο ‘µεγάλο’ παρελθόν-µόνο κατά το 19ο αιώνα µε το Ρεαλισµό στρέφεται η θεµατολογία από τα µεγάλα
στα ταπεινά θέµατα της σύγχρονης πραγµατικότητας περιόριζε την καλλιτεχνική έµπνευση και το ανεξάρτητο πνεύµα του
δηµιουργού, οδηγώντας σε στείρες και παρωχηµένες αναζητήσεις (Χρήστου 1993: 19κ.ε.).
Για την τέχνη του 20ού αιώνα το θέµα αποκτά δευτερεύουσα σηµασία. Η καλλιτεχνική έκφραση έχει περισσότερο το χαρακτήρα
του πειραµατισµού και της αναζήτησης νέων δρόµων, ενώ δεν ενδιαφέρει τόσο τι απεικονίζεται αλλά το πώς. Άλλωστε οι
καλλιτέχνες δεν δηµιουργούν πλέον για τον κλήρο, τους ευγενείς και τους βασιλείς, αλλά έχοντας ως γνώµονα την προσωπική
ανάγκη έκφρασης. Εργάζονται για την ίδια την τέχνη και το ευαισθητοποιηµένο κοινό στο σύνολό του. Η συµβατικότητα, στην
οποία έχει οδηγήσει την τέχνη ο Ακαδηµαϊσµός, συνδέεται άµεσα για τους Μοντερνιστές µε τις ρίζες της κλασικής παράδοσης που
είναι η ελληνορωµαϊκή τέχνη, η ρήξη συνεπώς µαζί της είναι άµεση και πλήρως ηθεληµένη (Χριστοφόγλου 1988:64).
Γέµτου, Ε., «Νεωτεριστικά και παραδοσιακά στοιχεία στη µοντέρνα και µεταµοντέρνα τέχνη», Επιστήµη και Κοινωνία, [7] 2001. Διαθέσιµο στο:
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/sas/article/viewFile/632/631 [20.2.2019].
Μία εικόνα αποτελείται από δύο
µέρη:
πηγή: https://www.ibiblio.org/wm/paint/auth/gauguin/
Μορφή
α) Απόρριψη της πιστής αναπαράστασης της πραγµατικότητας, της λεγόµενης µίµησης, µιας έννοιας που έχει γεννηθεί στην
ελληνική φιλοσοφία. Η ενασχόληση του Πλάτωνα µε τη µίµηση και η άποψή του ότι οι καλές τέχνες είναι µιµητικές µε την έννοια
ότι αναπαριστούν τα φυσικά αντικείµενα (που οδήγησε σε απόρριψή τους στην Πολιτεία) σηµατοδοτεί την εξέλιξη της αισθητικής
και χαρακτηρίζει τις εικαστικές τέχνες έως και τον 19ο αιώνα. Η ρήξη µε την παράδοση σε αυτό το σηµείο γίνεται καταρχάς µε την
κατάργηση της αρχής της ψευδαίσθησης του τρισδιάστατου χώρου. Κάνοντας τη χρήση διαφόρων µέσων µε κυριότερο τη γραµµική
προοπτική, οι καλλιτέχνες τη νεώτερης Ευρώπης για πολλούς αιώνες δηµιουργούν εικόνες σε τρεις διαστάσεις και η εξέλιξη της
ζωγραφικής γίνεται ταυτόσηµη µε την όσο το δυνατόν πιο αληθοφανή απόδοση του χώρου. Στον 20ό αιώνα µια σειρά από κινήµατα
διαφορετικών αντιλήψεων, όπως ο Φωβισµός, ο Εξπρεσιονισµός, ο Κυβισµός, ο Φουτουρισµός και ο αφηρηµένος Εξπρεσιονισµός
έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τους την επιπεδότητα (Κωτίδης 1993:34). Η επανάσταση του Μοντερνισµού είναι ιδιαίτερα
ριζοσπαστική γιατί δεν ανατρέπει µόνο την εξελικτική πορεία αιώνων, αλλά επιχειρεί να διαµορφώσει µια νέα αντίληψη για το
νόηµα και το ρόλο της ζωγραφικής γενικότερα. Η ζωγραφική παύει να έχει παραστατικό περιεχόµενο, γιατί στόχος δεν είναι πλέον η
‘µίµηση ’ της εξωγενούς πραγµατικότητας, αλλά η απόδοση µιας εσωτερικής αλήθειας που έχει δικό της χαρακτήρα και αναφέρεται
αποκλειστικά κα µόνο στον εαυτό της.
β) Παραµόρφωση και διάσπαση της µορφής. Πέρα από την κατάργηση της ψευδαίσθησης και την επιδίωξη της επιπεδότητας στη
ζωγραφική, η αποµάκρυνση από την παραδοσιακή µίµηση και η προσέγγιση σε µια αυτοαναφερόµενη εικαστι γλώσσα
επιτυγχάνεται µέσα από την παραµόρφωση και τη διάσπαση της µορφής (Κωτίδης 1993: 34κ.ε.)
Ο Μοντερνισµός, στην προσπάθεια να απελευθερώσει τις Εικαστικές τέχνες από τους καταναγκασµούς του θέµατος και της
µορφοπλαστικής γλώσσας, καταλύει τις παραδοσιακές ισορροπίες, αποδεσµεύει την έννοια του ωραίου από το µέτρο και την
αρµονία, ενώ παραµορφώνει και κάποτε διασπά τις µορφές. Κινήµατα που χρησιµοποιούν στο έργο τους την παρ µόρφωση της
µορφής είναι ο Φωβισµός, ο Εξπρεσιονισµός, ο Φουτουρισµός, ο Ντανταϊσµός και ο Σουρρεαλισµός, ενώ από τους ανεξάρτητους
καλλιτέχνες µπορούν να αναφερθούν οι Modigliani, Picasso και Klee. Σε ό,τι αφορά τη διάσπαση της µορφής, οι κυριότεροι
εκφραστές είναι ο Cezanne και οι Κυβιστές.
Ακολουθούν µερικά χαρακτηριστικά της αποδόµησης της µορφής.
Γέµτου, Ε., «Νεωτεριστικά και παραδοσιακά στοιχεία στη µοντέρνα και µεταµοντέρνα τέχνη», Επιστήµη και Κοινωνία, [7] 2001. Διαθέσιµο στο:
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/sas/article/viewFile/632/631 [20.2.2019].
α
Γερµανικός Εξπρεσιονισµός (1905-1918)
Για το κίνηµα του εξπρεσιονισµού
https://repository.kallipos.gr/bitstream/11419/3548/1/02_chapter_07.pdf Ο Worringer χρησιµοποίησε τον όρο για να περιγράψει τα γερµανικά κινήµατα
της Γέφυρας και του Γαλάζιου Καβαλάρη
Die Brucke (H Γέφυρα)
Der Blaue Reiter (Ο Γαλάζιος Καβαλάρης)
Επιρροές
Van Gogh
Munch
Ensor
Greco
Τέχνη από την Αφρική και την Ωκεανία
Μεσαιωνικά χαρακτικά
Examples from Friedrich’s pacifist photographs of maimed soldiers, refitted with prostheses, from Ernst
Friedrich, Berlin, Germany, 1926
Η τεχνολογική ανακατασκευή του ανθρώπινου σώµατος στον Ντανταϊσµό
Raul Haussmann, Mechanical Head, The Spirit of our Age, circa 1920
Raul Haussmann, Der Dadasophe, 1917
«Το χρώµα είναι το πλήκτρο. Το µάτι το σφυρί. Η ψυχή είναι το πιάνο µε
τις πολλές χορδές. Ο καλλιτέχνης είναι το χέρι που αγγίζοντας το πλήκτρο
αυτόµατα δονεί την ψυχή»
Wassily Kandinsky, Σύνθεση VIII, 1923 Wassily Kandinsky, Αυτοσχεδιασµός 26, 1912
W. Kandinsky: «Η στιγµή που η καλλιτεχνική επανάσταση γίνεται
εφικτή είναι όταν όλες οι τέχνες κινούνται προς µία κοινή
κατεύθυνση, που είναι η αφαίρεση [...] η µουσική προπορεύεται και
οι άλλες τέχνες ακολουθούν το παράδειγµά της»
Πηγ : https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Figaro_4_aout_1914.jpg
ή
ί
ό
έ
ό
ή
έ
ά
ό
Αποσπάσµατα από το Μανιφέστο του Φουτουρισµού
Εµε
Pratella, Μανιφέστο Φουτουριστικής Μουσικής 1911
https://www.youtube.com/watch?v=BYPXAo1cOA4 [05.03.2021]
Παρατηρήστε τα άλογα στον πίνακα του Gericault. Mοιάζουν να αιωρούνται, κάτι που δεν ανταποκρίνεται στον πραγµατικό καλπασµό τω
αλόγων όπως διαπιστώθηκε µε τη φωτογραφία του Muybridge
https://www.google.gr/search?q=Theodore+Gericault,+The+Epsom+Derby,+1821&client=firefox-
b&dcr=1&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=0ahUKEwi6vY_T_LHXAhXnHpoKHVOfAoUQ_AUICigB&bi
w=1173&bih=598#imgrc=2v3OQ0RsWqYLdM:[20.1.2018]
Étienne-Jules Marey
Αλλά περίπου την ίδια στιγµή, ο Étienne-Jules Marey ακολούθησε µια ελαφρώς διαφορετική φωτογραφική
τεχνική για την αναπαράσταση της κίνησης που ονοµάζεται χρονοφωτογραφία. Θα µπορούσαµε να το
ονοµάσουµε στροβοσκοπική φωτογραφία σήµερα.
http://architectuul.com/architecture/view_image/trento-railway-station/25766 [05.03.2021]
Angiolo Mazzoni (May 21, 1894 – September 28, 1979)
Φουτουριστικό Μανιφέστο Εναέριας Αρχιτεκτονικής
https://web.archive.org/web/20051122200630/http://www.futurism.org.uk/
manifestos/manifesto48.htm [05.03.2021]
https://futuristfscgr.blogspot.com/2018/02/ [05.03.2021]
https://en.wikipedia.org/wiki/Firenze_Santa_Maria_Novella_railway_station [05.03.2021]
Ο σταθµός Santa Maria Novella στην Φλωρεντία (1932) από τους Gruppo Toscano, 1932-34
https://en.wikipedia.org/wiki/Firenze_Santa_Maria_Novella_railway_station#/media/File:Stazione_Santa_Maria_Novella_2.JPG [05.03.2021]
Σχέδια του Giacomo Balla
https://el.ozonweb.com/fashion/
futurists-10-20-orama-gia-thn-
moda-173736
https://www.italianways.com/tullio-cralis-future-friendly-fashion/ [05.03.2021]
Γέµτου Ε., Τέχνη και Επιστήµη. Ερµηνευτικές προσεγγίσεις στη Μοντέρνα και Σύγχρονη Τέχνη µέσα από την επίδραση της
Επιστήµης, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2018, 72-73.
h t t p s : / / w w w . g o o g l e . c o m / u r l ?
s a = i & r c t = j & q = & e s r c = s & s o u r c e = i m a g e s & c d = & v e d = 2 a h U K E w j W z LT h n c 3 g A h X M C -
wKHRqABjUQjhx6BAgBEAM&url=https%3A%2F%2Fwww.brooklynmuseum.org%2Fexhibitions%2Frodin_
body_in_bronze&psig=AOvVaw21V8rxZB7ZBGAgqm9R-tps&ust=1550852445983587
Κονστρουκτιβισμός
Ρωσία 1919
έμφαση στη
factura: οι υλικές ιδιότητες του αντικειμένου,
Wassily Kandinsky
Liubov Popova
Rodchenko
Stepanova
Umberto Boccioni, Elasticity, 1912
László Moholy-Nagy, Composition A.XX, 1924, λάδι σε καμβά, 135.5 x 115 εκ.
(Musée national d'art moderne, Centre Georges Pompidou, Paris)
Johannes Itten, Die Begegnung (The Encounter), 1916
Homage to the Square: With Rays,
1959
Josef Albers (American, born Germany,
1888–1976)
Oil on Masonite
Static-Dynamic Gradation, 1923
Paul Klee (German, 1879–1940) He wrote Interaction of Color (1963)
Oil and gouache on paper,
bordered with gouache, watercolor, and ink
He wrote 'Contributions to a pictorial theory of form', part of his 1921-2 lectures at the Bauhaus)
Kubus stacking containers, ca. 1938
Wilhelm Wagenfeld (German, 1900–1990)
Glass
Johannes Itten
De Stijl
Theo van Doesburg and Mondrian
Marcel Breuer, Slatted Chair ti 1a, design 1924, Weimar Classics Foundation, (N 227/55)
Marcel Breuer’s ‘Wassily’ chair from 1925
τυπογραφία
Joost Schmidt, Advertising Brochure Entitled
“The Future Belongs to Bauhaus Wallpaper”, 1931
Bauhaus Archive / Museum of Design, Berlin (2991)
Η δοµή του σχολείου έγινε λιγότερο άκαµπτη και ο Meyer ενθάρρυνε το σχεδιασµό των ταπετσαριών και των
υφασµάτων, καθώς και των λαµπτήρων και των επίπλων. Σοσιαλιστής o ίδιος, απολύθηκε το 1930
κατηγορούµενος ότι έφερε την πολιτική στο Bauhaus και ότι δηµιούργησε ένα καταφύγιο για τον κοµµουνισµό.
Ο Josef Albers διδάσκει στο Black Mountain College. Φωτογραφία: John Campbell.
@Black Mountain College Museum + Arts Center
ΜΟΝΤΕΡΝΟ και...µετα-µοντέρνο
Piet Mondrian, Composition II in Red, 1930
Theo Van Doesburg,
Counter Composition XIV, 1924
«Η αρχιτεκτονική στη δεκαετία του 1920 θα γνωρίσει μια «επανάσταση», μια οριστική και βαθιά ρήξη με την
νεοκλασική και ιστοριστική γενικά ιδεολογία.
Η πρωτοποριακή αρχιτεκτονική της περιόδου αυτής περιλαμβάνει μια ολόκληρη σειρά πρωταγωνιστών –ατόμων
και ομάδων –που χωρίς να ταυτίζονται εύκολα μεταξύ τους στις επιμέρους ιδέες και στόχους, διακρίνονται από
τα άλλα ρεύματα γιατί έχουν μερικές κοινές βασικές θέσεις, που είναι:
α) αποστροφή προς τον ιστορισμό των μορφών (με ή χωρίς απόρριψη των αρχών κλασικής σύνθεσης και του
ιστορικού πολιτιστικού πλαισίου)
β) στροφή προς τη μηχανή και τις δυνατότητές της
γ) ορθολογισμός στην οργάνωση και χρήση των υλικών (οικονομία των μέσων, τυποποίηση, προκατασκευή)•δ)
θαυμασμός για τη διαφάνεια, το δυναμισμό και την κίνηση της μορφής.
Οι θέσεις αυτές, που χωρίς να είναι νέες αποτελούν το ιδεολογικό πλαίσιο για ένα νέο ξεκίνημα, αποβλέπουν
στην επαναφορά της αρχιτεκτονικής στον ορθό δρόμο, ώστε να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου:
τις φυσιολογικές απαιτήσεις για τους χώρους κατοικίας, εργασίας, ψυχαγωγίας, απαιτήσεις που τους οδηγούσαν
σε μια νέα διατύπωση των παραγόντων δημιουργίας της μορφής. Η μορφή πρέπει, για να ικανοποιεί τους στόχους
και τις ανάγκες που τη δημιουργούν, να ακολουθεί τη λειτουργία (form follows function), μια διατύπωση που έμελλε
να γίνει το έμβλημα σε πολλές από τις αρχιτεκτονικές δημιουργίες του Μεσοπολέμου.»
πηγή: https://eclass.upatras.gr/modules/document/file.php/CULTURE119/MEHRI%20SARANTAeclass.pdf
Tο αρχιτεκτονικό πνεύµα της περιόδου ενσωµατώνει τρεις παραµέτρους.
1) την κοινωνική παράµετρο η οποία αναφέρεται στη λειτουργικότητα του
χώρου και την καλύτερη εξυπηρέτηση των ανθρώπινων αναγκών. Προτάσσει
την οικονοµία της κίνησης και την εξοικονόµηση χώρου.
2) την τεχνολογική παράµετρο η οποία σχετίζεται µε την εισαγωγή νέων
υλικών που εγγυώνται την ανώτερη κατασκευαστική ποιότητα και την
αρτιότερη στατική των κτιρίων. Το οπλισµένο σκυρόδεµα έδωσε τη
δυνατότητα για κατασκευές υψηλής ανθεκτικότητας καθώς και την κάθετη
ανάπτυξη των ορόφων κάνοντας χρήση λιγότερων υποστηλωµάτων.
3) την αισθητική παράµετρο η οποία αποτελεί τη σύνθεση απλών µορφών,
χωρίς πολλά διακοσµητικά στοιχεία, λιτή έκφραση και επίπεδες επιφάνειες.
Le Corbusier
«Θαυµάζει τη µηχανική, προασπίζεται την αισθητική των µηχανικών έναντι αυτής των αρχιτεκτόνων, εξίσταται από τα επιτεύγµατα της
αεροδυναµικής, των αυτοκινήτων, των υπερωκεανίων, των µηχανών. Σε τρία θεµελιώδη κεφάλαια, µε την επισήµανση «µάτια που δεν
βλέπουν» απευθύνεται προς τους αρχιτέκτονες για να τους κατευθύνει από αυτό που βλέπουν και δεν είναι ορατό προς εκείνο που οφείλουν
να επινοήσουν. Τούτη η αρχιτεκτονική διεργασία συγκροτεί ένα είδος «µετάβασης» από το «θαυµάζειν» προς το «επινοείν». Μέσα σε αυτό
το πνεύµα θέτει στην ίδια σελίδα τον Παρθενώνα µε το αυτοκίνητο Delage, εικονογραφώντας παραδείγµατα απολύτως ετερογενή. Παρότι
το αυτοκίνητο παραπέµπει στην έννοια της εν σειρά δόµησης και της βιοµηχανικής κατασκευαστικής τελειότητας, το αεροπλάνο
αναφέρεται στην έννοια της αυτονοµίας των συνθετικών στοιχείων, και το υπερωκεάνιο θέτει το ζήτηµα της ελαχίστης κατοικίας σε σχέση
µε το οικιστικό συγκρότηµα, ο Λε Κορµπιζιέ ουδέποτε σχεδίασε κτίρια που έµοιαζαν µε αεροπλάνα και αυτοκίνητα ή συνιστούσαν
αποµιµήσεις πλοίων. Η αρχιτεκτονική συγκροτείται µέσω της κάτοψης και της τοµής, οι οποίες δηµιουργούν χώρους και γεωµετρικούς
όγκους. Η µορφή θα προκύψει ως συνέπεια αυτής της διαδικασίας, εφόσον οι όψεις τεθούν υπό τον έλεγχο των «ρυθµιστικών χαράξεων»,
επιβεβαιώνοντας το αρχιτεκτόνηµα µέσα στις «χρυσές αρµονίες» του σύµπαντος.
Μελετώντας το παράδειγµα του Παρθενώνα υποστηρίζει την επινόηση κτιρίων σε σχέση µε τον περίγυρο, την τοποθεσία και την ένταξή
τους σε µια φυσική διάσταση του χώρου που αποκλείει κάθε µυθολογικό ή υπερβατικό συµβολισµό. Με σκοπό να σχεδιάσει τις περίφηµες
βίλες του, ορίζει το σπίτι ως «µια µηχανή για να κατοικείς» και «για να συγκινεί» - όπως διορθώνει εµφατικά στο άρθρο του για τον «άφατο
χώρο» (1946). Ωστόσο, αυτό δεν συνιστά αυτοσκοπό αλλά ένα µέσο προσδιορισµού της κατοίκησης. Πέραν από κάθε είδους παρερµηνείες
περί µηχανοκρατικής αντίληψης, ο Λε Κορµπιζιέ αντιµετωπίζει το ερώτηµα του κατοικείν µε έναν σχεδόν οντολογικό τρόπο, ανάλογο µε
εκείνο του Μάρτιν Χάιντεγκερ. Υποστηρίζει ότι το ζήτηµα της µεταπολεµικής κρίσης της κατοικίας δεν µπορεί να λυθεί µε τεχνικά και
οικονοµικά µέσα, χωρίς δηλαδή να επανακαθορίσουµε την ουσία της κατοίκησης.
Ο τρόπος µε τον οποίο κατοίκησε την καλύβα του Cap Μartin στο τέλος της ζωής του, συνιστά ίσως την τελευταία «υπόµνηση στους
κυρίους αρχιτέκτονες»: εφεξής, ο µοντερνισµός δεν µπορεί να νοηθεί χωρίς την «ηθική υπόσταση» του κατοικείν.»
πηγή: http://www.kathimerini.gr/209101/article/politismos/arxeio-politismoy/to-manifesto-toy-le-kormpizie
β λ . σ χ ε τ . h t t p : / / w w w. f o n d a t i o n l e c o r b u s i e r. f r / c o r b u w e b / m o r p h e u s . a s p x ? s y s N a m e = r e d i r e c t 6 4 & s y s L a n g u a g e = e n -
en&IrisObjectId=4659&sysParentId=64
Το 1920 συγκρότησε τα «πέντε σηµεία µιας νέας αρχιτεκτονικής» τα οποία είναι:
Ο διαχωρισµός του κτιρίου από τη γη µε τη χρήση κολόνας (pilotis).
Η δηµιουργία αίθριου καθιστικού ή κήπου στην επίπεδη ταράτσα του σπιτιού
(ελεύθερη κάτοψη).
Η δηµιουργία ελεύθερων εσωτερικών χώρων που θα σχεδιάζονται ανάλογα µε τις
λειτουργικές ανάγκες των ενοίκων του σπιτιού.
Τα επιµήκη οριζόντια παράθυρα έτσι ώστε να εισχωρεί ανεµπόδιστα το φως.
Η ελεύθερη πρόσοψη.
Τα πιο γνωστά του έργα είναι η Villa Savoye (Πουασύ, Γαλλία), το Caprenter Center (στο Κέιµπριτζ τns
Μασαχουσέτης), το µοναστήρι τns La Tourette, η εκκλησία Notre Dame du Haut (Ronchamp, Γαλλία) και η
Unite d’ Habitation (Μασσαλία, Γαλλία), ενώ στη µεταπολεµική αρχιτεκτονική του χρησιµοποίησε πιο
αδρά, παραδοσιακά υλικά, όπως το ανεπίχριστο µπετόν, την πέτρα και το εµφανές τούβλο.
Η µονοκατοικία Villa Savoye που βρίσκεται στο Poissy µερικά χιλιόµετρα έξω από το Παρίσι αποτελεί ένα
εξαίσιο δείγµα της µοντέρνας αρχιτεκτονικής του Le Corbusier. Η πρώτη εντύπωση που δίνεται
παρατηρώντας το σπίτι, είναι η εικόνα ενός λευκού κύβου που έχει προσγειωθεί επάνω σε κολόνες. Οι
κολόνες αυτές δίνουν τη δυνατότητα για ανεµπόδιστη θέα από τους ενοίκους του σπιτιού στον κήπο,
στοιχείο που συµβάλλει στην καλύτερη ποιότητα διαβίωσης κατά τη διάρκεια της παραµονής τους στο
σπίτι. Η ταράτσα µπορεί να µετατραπεί σε χώρο απόδρασης και χαλάρωσης υπό το φως του ήλιου (Ζιρώ,
Πετρίδου, 2015:251).
Το κτίριο αυτό κατασκευάστηκε από οπλισµένο σκυρόδεµα και σε αυτό οφείλονται κάποιες νεωτερικές
παρεµβάσεις, όπως η κλίση της ταράτσας και τα επιµήκη παράθυρα τα οποία διατρέχουν την κατασκευή
από τη µία άκρη ως την άλλη. Τα οριζόντια παράθυρα επιτρέπουν την ελεύθερη διείσδυση του φωτός µέσα
στο σπίτι. Τα υποστηλώµατα βρίσκονται σε µεγάλη απόσταση ενώ οι τοίχοι µπορούν να τοποθετηθούν
οπουδήποτε για να εξυπηρετείται καλύτερα η λειτουργία των χώρων και οι ανάγκες των ενοίκων του.
Εξαιρετικό αρχιτεκτονικό εύρηµα του Le Corbusier αποτελεί η χρήση ράµπας που ξεκινάει από το ισόγειο
και εξελίσσεται µέσω κατακόρυφης διαδροµής σε όλο το σπίτι. Ως εκ τούτου λειτουργεί ως συνδετικός
ανάµεσα στο εσωτερικό του σπιτιού και την ταράτσα, και προσδίδει το στοιχείο της κίνησης (Khan
academy, Le Corbusier, Humanities).
Ο Le Corbusier, µαζί µε τον ξάδελφό του Pierre, σχεδίασε
ολόκληρη τη σύνθεση ως µια ακολουθία χωρικών εφέ.
Φτάνοντας µε αυτοκίνητο, ο επισκέπτης οδηγεί κάτω από
το σπίτι και περιστρέφεται γύρω από την κύρια είσοδο.
Από την αίθουσα εισόδου, ανεβαίνει τις σπειροειδείς
σκάλες ή τη ράµπα προς το κυρίως σαλόνι. Η ράµπα
συνεχίζει από την κεντρική βεράντα µέχρι το ανώτερο
επίπεδο. Λιτό και απέριττο, χωρίς χρώµα, είναι ένα τέλειο
πλεονέκτηµα για να απολαύσει κανείς το φως του ήλιου,
τον καθαρό αέρα και τη φύση.
Αυτό το µοντέλο συµπεριλήφθηκε στην πρώτη έκθεση αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, το
1932, η οποία τεκµηρίωσε τις διάφορες τάσεις που έγιναν γνωστές ως το Διεθνές Στυλ.
Η Πολυκατοικία της Μασσαλίας
Ο Λε Κορµπιζιέ πίστευε πως οι σύγχρονες πόλεις πρέπει να εκτείνονται προς τα επάνω και όχι προς την
περιφέρεια. Ήθελε να κατεδαφίσει το Παρίσι και έβρισκε τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης πολύ µικρούς.
Στην «Πολυκατοικία της Μασσαλίας» πραγµατοποίησε το όραµα της «κατακόρυφης πόλης». Η οικιστική αυτή
ενότητα, το κάθετο χωριό είναι ένα κτίσµα γιγαντιαίων διαστάσεων µε διαµερίσµατα-µεζονέτες, αλλά και
παιδικούς σταθµούς, ξενοδοχεία, µαγαζιά, βιβλιοθήκη, αίθουσα προβολών ακόµη και γυµναστήριο στην
ταράτσα.
Το επανέλαβε στη Νάντ, στο Φερµινί, στην κοινότητα του Μπριγιέ αλλά και στο Βερολίνο. Οι πολυκατοικίες του
στεγάζουν χιλιάδες ανθρώπους και σε αντίθεση µε τα εκλεπτυσµένα λευκά κτίρια της προπολεµικής περιόδου,
είναι από άγριο εµφανές µπετόν, βαµµένες µε έντονα βασικά χρώµατα.
Μοντέρνα Τέχνη
Φιλοδοξεί να είναι ένα αισθητικό
αντικείµενο
Έχει αυτοαναφορικότητα
Αποτελείται από αισθητικές
ποιότητες που απευθύνονται σε έναν
παθητικό θεατή, που χρησιµοποιεί
κατά βάση το αισθητήριο της όρασης
Θριαµβεύει στο παρόν και στοχεύει
στο µέλλον
Έχει στοχοθεσία, και ηρωϊκή
αποστολή να επανεφεύρει τον κόσµο
H µοντέρνα τέχνη, φαινόµενο αισθητικό και πολιτισµικό σύνθετο ή και πολύπλοκο, απαιτεί από τη δύση της µια επίσης
διεπιστηµονική προσέγγιση και θεώρηση. Το βαθύτατα ανθρωπιστικό νόηµα, περιεχόµενο, ακόµη και µήνυµά της, συναντάται µε το
αντίστοιχο περιεψόµενο της σύγχρονης νέας ανθρωπολογίας, προετοιµάζοντας το έδαφος για την αισθητική και την οµόλογη
ιστορικο-κοινωνική υπέρβαση. Το ξεπέρασµα έτσι γίνεται η κύρια προοπτική και των δυο, η κύρια τάση, το κρίσιµο διακύβευµα.
Βασική αναφορά σε αυτό το σύγχρονο, απαιτητικό, όσο και προκλητικό, θεωρητικό και συνάµα πρακτικό εγχείρηµα, συνιστά η
Σχολή της Φρανκφούρτης, συγκροτησιακά ανθρωπιστική και δοµικά κριτική. Η µόνη ίσως φιλοσοφική και κοινωνιολογική σχολή
που δεν παρέκκλινε ποτέ, παρά τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες που συνάντησε από το βασικό πρόταγµά της: συνειδητή
ερευνητική και θεωρητική εργασία για την κριτική κατανόηση της µοτνέρνας τέχνης, ενταγµένη µέσα στο γενικότερο πρόταγµα της
χειραφέτησης του ανθρώπου και της κοινωνίας, η οποία “τηλεσκοπείται µέσω της τέχνης”, σύµφωνα µε τον Αντόρνο. »
[...] Πάντοτε είναι αναγκαία η διεύρυνση του πεδίου. Διαφορετικά, η (µοντέρνα) τέχνη θα αυτοκαταστραφεί. Το ζητούµενο είναι,
βέβαια, αν η διεύρυνση αυτή θα παραµένει στο µοντέρνο-µοντερνιστικό (µε την έννοια του Greenberg) πλαίσιο και αν ακόµη ο
µοντερνισµός θα ανανεώνεται και θα επικαιροποιείται ριζοσπαστικά µόνο µέσα από συνεχείς, αλλεπάλληλες διευρύνσεις. Το
πρόβληµα που τίθεται, δηλαδή, σήµερα µε την κυριαρχία της παγκοσµιοποίησης είναι µήπως χρειάζεται η σύλληψη, η εισαγωγή, η
δηµιουργία ενός ριζικά νέου πεδίου, ενός νέου µοντέρνου πεδίου. Σε κάθε περίπτωση, έχουµε απόλυτη ανάγκη την αναστοχαστική
επαναδιαπραγµάτευση της ιστορίας της µοντέρνας τέχνης, τη µετα-αισθητική, η οποία µέσα από τη (µετα-) κριτική
επαναπροσέγγιση της µοντέρνας τέχνης, µπορεί να οδηγήσει σε νέες συλλήψεις, νέες θεωρητικοποιήσεις, νέες και κριτικές
µορφοποιήσεις. Σε κάθε περίπτωση, η διεύρυνση του πεδίου οδηγεί αναπόφευκτα και σε δοµικές, ποιοτικές και θεωρητικές-
ιδεολογικές αναδοµήσεις, αλλαγές, µετασχηµατισµούς. Σε αλλαγές παραδειγµάτων. Εξάλλου, υπάρχει και η εµµενής τάση της
πρωτοπορίας προς το άλλο, το πάντοτε νέο και ριζοσπαστικό.»
πηγή: Φιοραβάντες, Β., Η εποχή της καθορισµένης άρνησης, Αθήνα: Αρµός, 2017, 53-55.
ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ
1960 ΚΑΙ ΕΞΗΣ
1) Στη µοντέρνα εποχή, η τέχνη είχε έναν µοναδικό, ειδικό και εξειδικευµένο ρόλο, έναν ρόλο που καθόρισε την εξέλιξη του
Μοντερνισµού. Αυτός ο ρόλος ήταν να αναζητήσει την καθαρότητα. Ως εκ τούτου, το µοντερνιστικό πρότυπο θέτει αυξανόµενους
περιορισµούς στο τί συνιστά καλή τέχνη. Η απαίτησή του είναι για µια καθαρή αισθητική µέσα από µια καθαρή τέχνη.
Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση της αντικειµενικής φύσης της ποιότητας θεωρείται από πολλούς ως παρωχηµένη στον πολυπολιτισµικό
και πλουραλιστικό κόσµο µας. Όπου ο Μοντερνιστής ζητά ένα ρυθµιστικό σύστηµα να κρίνει την τέχνη, ο µεταµοντερνιστής
προτείνει ότι πρέπει να εγκαταλείψουµε αυτούς τους κανόνες. Οι µεταµοντέρνοι ζητούν µια κουλτούρα που αρνείται να αντιληφθεί
την ποιότητα ως κάτι οικουµενικό και συναινετικό. Ενώ ο Greenberg ευνόησε µια τέχνη που ενήργησε ως καταλύτης αλλαγής,
επούλωσης και ολοκλήρωσης - που ξεπέρασε την κατακερµατισµένη φύση του σύγχρονου κόσµου - ο Γάλλος κριτικός Jean-
Francois Lyotard είδε ένα τέτοιο πρόγραµµα ως µη ρεαλιστικό. Απορρίπτοντας το σύνολο, ο Lyotard και άλλοι µεταµοντερνιστές
τόνισαν τον κατακερµατισµό των γλωσσικών παιχνιδιών, του χρόνου, του ανθρώπινου θέµατος, της ίδιας της κοινωνίας. Πράγµατι,
ο Lyotard θεωρούσε τον ρόλο του καλλιτέχνη ακριβώς ως έναν που αναγνωρίζει, ακόµα και γιορτάζει, την πραγµατικότητα ενός
κατακερµατισµένου κόσµου.
Ο Lyotard υποστήριξε τον µεταµοντερνισµό και απέρριψε τη θεωρία που συνολικά θεώρησε ότι κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα
είχε οδηγήσει, όπως το έθεσε, «σε όση τροµοκρατία µπορούµε να αντέξουµε». Αντιτάχτηκε στον Greenberg, καταλήγοντας στο
βιβλίο του "Η µεταµοντέρνα κατάσταση" µε µια κραυγαλέα διατύπωση: "Ας πολεµήσουµε αυτήν την καθολικότητα!"
2) Η τέχνη του Μοντερνισμού φιλοδοξεί να είναι ένα αισθητικό αντικείμενο. Είναι ένα αυτόνομο και εξειδικευμένο
αντικείμενο που ταυτόχρονα περιέχει και μεταδίδει τις αισθητικές του ιδιότητες σε έναν παθητικό θεατή, ο οποίος
χρειάζεται να απασχολεί μόνο τα μάτια του / της. Με τη σύγχρονη τέχνη, ωστόσο, ο θεατής δεν είναι ένας παθητικός
δέκτης πληροφοριών αλλά ένας ενεργός συμμετέχων που συνδιαμορφώνει την κατάσταση. Η αισθητική εμπειρία δεν
θεωρείται καθαρά οπτική αλλά ως κάτι που εμπλέκει ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα και όλες τις αισθήσεις του. Στη σειρά
Plain της Carl Andre, παραδείγματος χάριν (Εικόνα 1), ο θεατής καλείται να περπατήσει πάνω στο έργο, αναγκάζεται σε
μια φυσική σχέση με το έργο, λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση του με τον κόσμο γύρω του.
Και εδώ συμβαίνει μια σημαντική μετατόπιση: υπάρχει η αίσθηση ότι ο μεταμοντέρνος καλλιτέχνης ενδιαφέρεται
περισσότερο για τη δημιουργία μιας εμπειρίας παρά ενός αντικειμένου. Ο θεατής δημιουργεί το έργο εμπλέκοντας τα
υλικά ή τις εικόνες που παρέχει ο καλλιτέχνης. Όπως το έθεσαν οι Oliveira και πολλοί σύγχρονοι:
... βλέπει την τέχνη στο πλαίσιο της καθημερινής ζωής αντί να δουλεύει σε μια σφαίρα ξεχωριστή από αυτήν ... Υπάρχει
μια αυξανόμενη αίσθηση ότι ο θεατής είναι σημαντικός και ότι η έννοια της τέχνης παράγεται ενεργά στην υποδοχή ή
στην κατανάλωσή της, όσο και στην παραγωγή της.
https://www.tate.org.uk/art/artworks/andre-steel-zinc-plain-t07148
3) Πολλές μεταμοντέρνες μορφές τέχνης διαταράσσουν τις προσδοκίες μας για το πού θα μπορούσαμε να συναντήσουμε
την τέχνη και πολλοί σύγχρονοι καλλιτέχνες διερευνούν εναλλακτικούς χώρους, είτε πρόκειται για το κοινό περιβάλλον
της βιωμένης εμπειρίας είτε για τις εικονικές πραγματικότητες του κυβερνοχώρου.
Συμβατικά κατανοητή, η γκαλερί είναι ένας χώρος ειδικά οργανωμένος και δομημένος για να διευκολύνει μια αισθητική
ανταλλαγή μεταξύ θεατή και αντικειμένου τέχνης. Η γκαλερί είναι ένας παθητικός χώρος, ένας χώρος που δεν
προσφέρει καμία απόσπαση από την εργασία. Το μουσείο τέχνης αντιπροσωπεύει ένα σύστημα που έχει αναπτυχθεί
παράλληλα με τον μοντερνισμό και διατηρεί τις αξίες που συνδέονται με τον μοντερνισμό. Το μουσείο διαιωνίζει τις
μοντερνιστικές αξίες της μονιμότητας, της μοναδικότητας, της πρωτοτυπίας και της τάξης. Καλλιτέχνες όπως ο Christian
Boltanski σκόπιμα θέλησαν να ανατρέψουν τέτοιες αξίες φέρνοντας την τέχνη στον κόσμο της ζωής και τον κόσμο της
ζωής στην τέχνη.
https://www.moma.org/learn/moma_learning/andy-warhol-campbells-soup-cans-1962
Κατασκευή περιβάλλοντων
Suzi Gablik
Robert Rosenblum
Στο δοκίμιό του «Σκέψεις για την προέλευση του Zeitgeist», ο Robert Rosenblum
ισχυρίζεται:
«Οι καλλιτέχνες στον μεταμοντερνισμό έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι
σκοπεύουν να ανατρέψουν εξ ολοκλήρου τις εφεδρείες, τα εγκεφαλικά,
αφηρημένα στυλ που κυριάρχησαν στη δεκαετία του '70 και να τα
αντικαταστήσουν με μια καθολική εγκατάλειψη εικόνων, αφηγημάτων, υλικών,
χρωμάτων και ελεύθερων χώρων, που θυμίζει περισσότερα ένα νηπιαγωγείο παρά
ένα στούντιο ζωγραφικής. Παντού, μπορεί να γίνει αισθητή μια αίσθηση
απελευθερωτικής έκρηξης.»
Μεταµοντέρνο σηµαίνει αλλαγή στην/στον:
Jackson Pollock
Mark Rothko
Robert Motherwell
Franz Kline
Arshile Gorky
William Baziotes
Mark Tobey
Clifford Still
Barnett Newman
Adolph Gottlieb
Πρώτον, θα δούμε μια γενιά καλλιτεχνών που πέτυχαν εξέχουσα θέση στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, συγκεκριμένα οι
Jackson Pollock, Mark Rothko και Robert Motherwell. Μερικοί θεωρούν τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό παράταση του ευρωπαϊκού μοντερνισμού.
Πιστεύουν ότι μετεγκαταστάθηκε στην Αμερική απλώς λόγω του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου και της μετανάστευσης Ευρωπαίων καλλιτεχνών στην
Αμερική. Αυτοί οι καλλιτέχνες περιελάμβαναν μερικούς από τους πιο σημαντικούς μοντερνιστές, συμπεριλαμβανομένων των Moholy-Nagy,
Mondrian, Miro και Marcel Duchamp. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός αντιπροσωπεύει μια
καθαρά αμερικανική μορφή τέχνης. Θα ασκήσουμε κριτική στις κινήσεις από αυτές τις δύο προοπτικές.
Το όνοµα του κινήµατος προέρχεται από το συνδυασµό της συναισθηµατικής έντασης και της αυτο-
άρνησης των Γερµανών εξπρεσιονιστών µε την αντι-εικονιστική αισθητική των ευρωπαϊκών αφηρηµένων
σχολών όπως ο φουτουρισµός, το Bauhaus και ο συνθετικός κυβισµός. Επιπλέον, έχει µια τάση να είναι
επαναστατική, αναρχική, ιδιαίτερα ιδιοσυγκρασιακή και, µερικές αισθήσεις, µηδενιστική. Στην πράξη, ο
όρος εφαρµόζεται σε οποιονδήποτε αριθµό καλλιτεχνών που εργάζονται (ως επί το πλείστον) στη Νέα
Υόρκη που είχαν πολύ διαφορετικά στυλ και ακόµη και σε έργα που δεν είναι ούτε ιδιαίτερα αφηρηµένες
ούτε εξπρεσιονιστές.
Ο αφηρηµένος εξπρεσιονισµός έχει πολλές στιλιστικές οµοιότητες µε τους Ρώσους καλλιτέχνες των αρχών
του 20ού αιώνα, όπως ο Wassily Kandinsky. Παρόλο που είναι αλήθεια ότι ο αυθορµητισµός ή η εντύπωση
του αυθορµητισµού χαρακτήριζαν πολλά από τα αφηρηµένα εξπρεσιονιστικά έργα, οι περισσότεροι από
αυτούς τους πίνακες περιελάµβαναν προσεκτικό σχεδιασµό, ειδικά επειδή το απαιτούσαν το µεγάλο τους
µέγεθος. Με καλλιτέχνες όπως τον Paul Klee, τον Wassily Kandinsky, την Emma Kunz και αργότερα τους
Rothko, Barnett Newman και Agnes Martin, η αφηρηµένη τέχνη υπονοούσε σαφώς την έκφραση ιδεών
σχετικά µε το πνευµατικό, το ασυνείδητο και το µυαλό.
Η αντίληψή τους ως οµάδα προκαλεί την προσοχή ή και την εύνοια των κριτικών, διευθυντών µουσείων και
συλλεκτών, ενώ παράλληλα έκανε πιο εύκολη την έκθεση των έργων τους καθώς και την ανταλλαγή ιδεών
και µεθόδων. Καθορίστηκε από το θεσµικό κοµµάτι.
Σε επίπεδο εσωτερικών διεργασιών διαµορφώθηκε σε συνάρτηση µε το έργο των Ευρωπαίων emigrés που
σε περιπτώσεις όπως του Albers, Moholy-Nagy, Gropius κ.ά. συνδυάστηκε και µε τη διδασκαλία.
Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός
ή Σχολή της Νέας Υόρκης
Κινείται στους άξονες του Φωβισµού και του Κυβισµού, τα ρεύµατα που κυριαρχούσαν στη διάρκεια της
παραµονής του στο Παρίσι έως το 1933.
Ακαδηµαϊκά κατάλοιπα: αδυναµία να αποµακρυνθεί από το κέντρο της ζωγραφικής επιφάνειας και η
αναζήτησης της συνθετικής και χρωµατικής ισορροπίας.
Βιοµορφική δεκαετία του ΄40
1947-1951
stencil, spray, duco, λάκες και σµάλτα και ότι η τέχνη µπορούσε να είναι «άσχηµη» σε πρώτη µατιά
Krisnamurti, Jung,
αρχαία µυθολογία, ροµαντική ανθρωπολογία, και τέχνη πρωτόγονων
µέθοδος των Ινδιάνων Navajo του Νέου Μεξικού που ζωγραφίζουν στην άµµο (sandpainting) µια συλλογική τελετουργική performance µε θεραπευτικό στόχο.
Χρωµατισµενη άµµος, κάρβουνα και άλλα υλικά χύνονται µέσα σε ένα πλαίσιο από πηλό προκειµένου να δηµιουργηθούν ορισµένες συµβολικές µορφές που επειδή
ακριβώς η σηµασία τους βρίσκεται στη διαδικασία δηµιουργίας του καταστρέφονται µετά την τελετή. Το άτοµο που προσδοκά να θεραπευτεί µπαίνει µέσα στο
χώρο της ζωγραφιάς.
O καλλιτέχνης γίνεται το µέσο επικοινωνίας του Πνεύµατος µε το σώµα. Ο Pollock µετέτρεψε το χέρι στο σώµα και τη ζωγραφική σε ένα είδος αυτοσχεδιαστικού
τελετουργικού χορού. Μετέφερε την κίνηση από το χέρι στο σώµα και έσπασε τα όρια του πίνακα περνώντας τη δράση από τον περιορισµένο µουσαµά στον χώρο
των θεατών, στο απεριόριστο περιβάλλον στον κόσµο. Η χειρονοµία δηλαδή και κατ’ επέκταση η κίνηση ολόκληρου του σώµατος έπαιρνε τη µορφή χορογραφική
περιπέτειας. Πρόδροµος ο Van Gogh, πηγή της ζωγραφικής του είναι το ασυνείδητο. Προσεγγίζει τη ζωγραφική χωρίς προκαταρκτικές µελέτες, άµεσα. «Όταν
ζωγραφίζω δεν έχω συνείδηση τι ακριβώς συµβαίνει, µετά όταν βλέπω τι έχω κάνει». Δίνεται δηλαδή έµφαση στην πράξη της ζωγραφικής και όχι στο αποτέλεσµα.
Έβλεπαν τον µουσαµά σαν χώρο για δράση, ό,τι συνέβαινε πάνω στον µουσαµά ήταν ένα γεγονός.
Ο ζωγράφος δεν πλησίαζε πια το καβαλέτο του µε µια ιδέα στο µυαλό αλλά µε ένα υλικό στα χέρια. Η εικόνα θα ήταν το αποτέλεσµα της συνάντησης αυτού του
υλικού µε τον µουσαµά. Το αντικείµενο δεν αποβλήθηκε από τη ζωγραφική επιφάνεια για αισθητικούς λόγους που επέβαλε µια «καθαρή τέχνη». Η φόρµα, το
χρώµα, η σύνθεση, το σχέδιο είναι βοηθητικά µέσα. Κάποιο από αυτά ή ακόµη και όλα µπορούν να λείψουν. Ό,τι ενδιαφέρει είναι η αποκάλυψη που περιέχεται στη
δράση (act).
Το έργο είναι µια πράξη, µια «στιγµή» αναπόσπαστη από τη ζωή του καλλιτέχνη και η µεταφυσική ουσία από την οποία παράγεται είναι ίδια µε εκείνη της ύπαρξης
του δηµιουργού. Καταργείται η διάκριση τέχνης και ζωής. Αλλάζει το λεξιλόγιο, γίνεται της δράσης: αρχή, διάρκεια, ψυχική κατάσταση, συγκέντρωση και
χαλάρωση της βούλησης, παθητικότητα, κ.ά.
Ψυχαναλυτική αίσθηση έκφραση της προ-υποκειµενικής ασύνειδης παράστασης που οι ρίζες της ανάγονται στα στίγµατα της τραυµατικής εµπειρίας.
Νέος τύπος οργάνωσης: all-over composition, δλδ χωρίς αρχή και τέλος σύνθεση που καλύπτει ολόκληρη τη ζωγραφική επιφάνεια παρέχοντας τη δυνατότητα
επέκτασήσς της. Η 1η σηµαντική αλλαγή στον ζωγραφικό χώρο από τον Κυβισµό και µετά.
Ενώ µέχρι τότε η γραµµή ήταν υποταγµένη στους περιορισµούς του µήκους του ανθρώπινου χεριού ή στην πεπερασµένη δυνατότητα του ίδιου του πινέλου, τώρα
της προσέδιδε µια νέα ελαστικότητα και δύναµη, σχεδόν βιολογική.
Καταργούσε την ασυνέχεια ανάµεσα στη ζωγραφική και το σχέδιο
Συγχώνευε το τοπίο µε την ανθρώπινη µορφή.
Επέβαλαν τη µεγάλη κλίµακα, ίσως συνέπεια της προβολής της εικόνας πάνω στην κινηµατογραφική οθόνη, παραποµπή στα µνηµειακά τοιχογραφικά σύνολα και
στη Guernica του 1939 στη Νέα Υόρκη.
Έδωσε έµφαση στην επιρροή του Cezanne, Matisse, Picasso, and Kandinsky,
και τόνισε τις Ευρωπαϊκές ρίζες του Αφηρηµένου Εξπρεσιονισµού, και
ιδιαίτερα στον Κυβισµό και τον Σουρεαλισµό.
Αν ο Clive Bell κήρυξε την αρχή της Μοντέρνας διαλεκτικής, ο κριτικός που σηµατοδότησε την κατακλείδα του λόγου για τη
µοντέρνα τέχνη ήταν ο Clement Greenberg.
Όπως το θέτει ο Greenberg, ο «µοναδικός και κατάλληλος χώρος της αρτιότητας κάθε τέχνης συµπίπτει µε όλα όσα είναι µοναδικά
για τη φύση του µέσου της. Έτσι, κάθε τέχνη πρέπει να καταστεί "καθαρή"και στην "καθαρότητά" της να βρει την εγγύηση των
προτύπων της ποιότητας καθώς και της ανεξαρτησίας της.»
Το έργο των καλλιτεχνών που εργάζονται στο πλαίσιο του ύστερου µοντερνιστικού πλαισίου ήταν να αναζητήσουν την "καθαρή"
µοναδική ουσία του µέσου τους, να βρουν µια απόλυτη αισθητική αλήθεια. Για τον ζωγράφο, αυτή η αγνότητα βρισκόταν σε µια
εικόνα που δεν είχε εξωτερικές αναφορές. Αυτό σήµαινε αναγνώριση των εξής:
µοναδικές ιδιότητες του χρώµατος
σχήµα, µέγεθος και την αναλογία της φέρουσας επιφάνειας
επιπεδότητα της επιφάνειας
Η φορµαλιστική αυτή προσέγγιση της τέχνης καταλήγει στο ότι οι ιδιότητες του µέσου αποτελούν το αντικείµενο αυτού του µέσου.
Όσο πιο ολοκληρωµένες είναι αυτές οι ιδιότητες, τόσο καλύτερη είναι η τέχνη.
Ο Μοντερνιστής προτείνει ότι είναι δυνατόν να χωριστεί η τέχνη από έναν κόσµο που υπάρχει έξω από µας, ότι η τέχνη µπορεί να
υπάρξει ως µια αντικειµενική πραγµατικότητα ξεχωριστή από την ερµηνεία και την εµπειρία µας στον κόσµο. Για να εκτιµήσει
κανείς ένα έργο, αρκεί µόνο να το δει. Οι ιδιότητές του υπάρχουν ως γεγονός, εκπέµπονται και απλά και παθητικά τις λαµβάνουµε.
Η εκτίµησή του δεν οφείλεται στην αλληλεπίδρασή µας, τις σκέψεις ή τις φαντασιώσεις µας γι 'αυτό, ή τους συσχετισµούς, τις
ερµηνείες ή τη διάνοιά µας.
Ένας άλλος αμερικανός κριτικός, ο Harold Rosenberg, θεωρούσε τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό και ιδιαίτερα την
«ζωγραφική δράσης του» (action painting) ως ένα αμερικανικό κίνημα, που δεν προωθούσε καμία από τις τυπικές
νεωτεριστικές αξίες και, στην ανάδειξη του, σήμανε το θάνατο του μοντερνισμού. Προωθώντας τον Αφηρημένο
Εξπρεσιονισμό ως μια αμερικανική εκδήλωση, ο Harold Rosenberg μας παρουσιάζει μια κρίσιμη θέση που αμφισβητεί την
οικουμενικότητα του Μοντερνισμού.
Όπως υποστήριξε ο Rosenberg, ο Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός έχει πολλές αποκλίσεις. Κυμαίνεται από τη ζωγραφική
του Mark Rothko στο πιο χειρονομιακό έργο του Robert Motherwell. Ο Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός είναι ένας ευρύς όρος
που καλύπτει έργα καλλιτεχνών με πολύ διαφορετικούς μεμονωμένους στόχους για την τέχνη τους. Αρνήθηκε ότι ο
Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός είχε ευρωπαϊκές ρίζες και τον διαχώρισε από τον Μοντερνισμό και τη Μοντερνιστική
συνέχεια. Υποστηρίζοντας ότι ζωγράφοι όπως το Pollock χρησιμοποιούν μια αμερικανική προσέγγιση στην τέχνη,
υποστήριξε ότι τέτοιου είδους έργα ήρθαν σε ρήξη με έναν μοντερνισμό που είχε επιμείνει σε ορισμένους τύπους.
Υποστήριξε ότι η μοντερνιστική τέχνη είχε γίνει απλά ένα στυλ βασισμένο σε ιστορικά προηγούμενα και ότι έγινε ένας
τρόπος δημιουργίας εικόνων σύμφωνα με ορισμένους κανόνες που συνδέονται με τον φορμαλισμό. Οι δράσεις, όπως
πρότεινε, εμπόδισαν την εφαρμογή συνειδητών κανόνων και τη δημιουργία "καλαίσθητων", παθητικών και
διακοσμητικών αντικειμένων.
Ο Rosenberg ισχυρίστηκε ότι είναι παραπλανητικό να μιλάμε για τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό ως καλλιτεχνικό κίνημα
επειδή αυτό θα σήμαινε μια ομάδα καλλιτεχνών με κοινές ανησυχίες και στόχους. Για αυτόν, η κοινή τους συνισταμένη
ήταν η εμπιστοσύνη των Action Painters στη δράση και όχι στη θεωρία στην παραγωγή του έργου τους. Δεν υπήρξε καμία
καλλιτεχνική στάση, καμία πνευματοποίηση, απλώς η επιθυμία να επιτύχουν μεγάλους σκοπούς μέσω της δράσης.
Επιπλέον, αυτοί οι καλλιτέχνες μίλησαν για το έργο τους με διάφορους τρόπους:
Ο Robert Motherwell έκανε πίνακες που ήταν αφηρημένα ισοδύναμα της βιωμένης εμπειρίας. Μίλησε για το πώς τα
θέματα για τα έργα του συχνά εμφανίστηκαν μέσα από την ίδια τη ζωγραφική πράξη, μέσα από τη διαδικασία της
ζωγραφικής. Στη σειρά Elegy to the Spanish Republic το θέμα είναι η ταυρομαχία και είναι μια έμμεση αναφορά στον
Ισπανικό Εμφύλιο. Αυτό, όμως, δεν απεικονίζεται κυριολεκτικά. Αυτό που γίνεται η ζωγραφική είναι ισοδύναμο ενός
γεγονότος. Η πράξη της ζωγραφικής και η οπτική εμπειρία της ζωγραφικής συγκρίνονται με την ταυρομαχία και την
αρένα. Και οι δύο είναι δυναμικές, ποιητικές και άγριες συναντήσεις.
Βλ. σχετ. και https://www.guggenheim.org/artwork/3047
https://www.wikiart.org/en/franz-kline
https://www.tate.org.uk/art/artists/franz-kline-1419
Οι γιγάντιες κατασκευές του Manhattan, µεταφέρονται σε πίνακες τεραστίων διαστάσεων
µε ρωµαλέες µνηµειακές µαύρες φόρµες σε άσπρο φόντο. Τραχιές, βάρβαρες αλλά
ελεγχόµενες πινελιές µε την ποιότητα του ιδεογράµµατος και την εκφραστική δύναµη της
απλοποιηµένη ζωγραφικής φόρµας συναρµόζονται σαν σπασµένα δοκάρια δηµιουργώντας
µια ανεξίτηλη αίσθηση φθοράς αλλά και µονιµότητας.
Ο θεατής παρασύρεται από τη βίαιη κινητή του πινέλου και έτσι επιβεβαιώνεται η
ζωγραφική πράξη ως φυσική χειρονοµία. Αυτόµατα παραπέµπεται σε µια εσωτερική
πραγµατικότητα, σε µια βαθιά εµπειρία του αστικού χώρου, που όσο και αν άπτεται της
εξωτερικής, ιδιαίτερα λόγω του περιορισµού στο άσπρο-µαύρο, θα µπορούσε να ερµηνευτεί
ως µανιχαϊστικός αγώνας του φωτός ενάντια στη δύναµη του σκότους.
Ο Argan λέει ότι υποδηλώνουν το πρόβληµα των µαύρων που κηλιδώνει τη λευκότητα της
αµερικανικής δηµοκρατίας όχι ως αντικειµενικό κοινωνικό ζήτηµα αλλά ως τύψη
συνείδησης. Η jazz, η Action paining και η αφρικανική µουσική είναι δύο τεραστιου
βεληνεκούς συνεισφορές της Αµερικής στον σύγχρονο πολιτισµό.
Franz Kline, Cardinal, 1950
https://www.wikiart.org/en/franz-kline/cardinal-1950
https://en.wikipedia.org/wiki/Ideogram#/media/
File:Comparative_evolution_of_Cuneiform,_Egyptia
n_and_Chinese_characters.jpg
Ο Mark Rothko είδε τη ζωγραφική ως μέσο δημιουργίας μιας υπερβατικής εμπειρίας. Η υπέρβαση είναι μια κατάσταση
στην οποία η φυσιολογική ψυχική δραστηριότητα έχει πεθάνει, και ο νους έχει μείνει τελείως ακίνητος. Σε αυτή την
κατάσταση, προτείνεται να έλθουν οι άνθρωποι σε επαφή με τον αληθινό εαυτό τους, απαλλαγμένοι από τα όρια του
εγώ, τον υλικό κόσμο και τα ψεύτικα συναισθήματα. Όλα αυτά τα πράγματα ξεπερνιούνται. Για τον Rothko, ήταν ευθύνη
της τέχνης να παρέχει τις προϋποθέσεις για μια υπερβατική εμπειρία, ώστε να μας επιτρέψει να νιώσουμε καθαρά
συναισθήματα. Σε αντίθεση με τον Motherwell, ο Rothko προσπάθησε να παράγει τέχνη που μας ελευθερώνει από την
εξωτερική πραγματικότητα και μας επιτρέπει να νιώθουμε την αίσθηση του πραγματικού συναισθήματος.
Βλ. σχετ. και http://www.markrothko.org/
Τονίζεται η απτική ποιότητα του χρώματος, μπορεί να είναι συμβολικό, π.χ. Ο Motherwell έλεγε: μεταχειρίζομαι τα χρώματα
με απλό συμβολισμό: ώχρα για τη γη, πράσινο για το χορτάρι, γαλάζιο για τη θάλασσα και τον ουρανό και μαύρο και άσπρο
για τους πρωταγωνιστές. Ο Clyfford Still ήθελε το χρώμα να λειτουργεί ανεξάρτητο, όχι συμβολικά ή μεταφορικά αλλά
απόλυτα, σαν πράγμα καευατυό. Το χρώμα δλδ αντιμετωπίζεται ως συνειρμική δυνατότητα αλλά και ως αυτοδύναμη
οντότητα.
Mark Rothko
«Δεν είμαι αφηρημένος. Δεν με απασχολεί η σχέση του χρώματος ή της φόρμας ή ο,τιδήποτε
άλλο. Με ενδιαφέρει μόνο να εκφράσω βασικές ανθρώπινες καταστάσεις - τραγωδία, έκσταση,
καταστροφή κ.λπ. Και το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι νιώθουν συντριβή και κλαίνε όταν
βρίσκονται αντιμέτωποι με τα έργα μου δείχνει ότι μπορώ να τους. μεταφέρω συγκινήσεις…Οι
άνθρωποι που κλαίνε μπροστά στους πίνακές μου έχουν το ίδιο θρησκευτικό βίωμα που είχα
εγώ όταν τους ζωγράφιζα»
Barnett Newman Vir Heroicus Sublimis 1950-51
Ο λατινικός τίτλος Vir Heroicus Sublimis μπορεί να μεταφραστεί «Άνθρωπος, ηρωικός και
θαυμάσιος». Ο Νιούμαν ρώτησε κάποτε: «Αν ζούμε σε μια εποχή χωρίς έναν θρύλο που
μπορεί να ονομαστεί υψηλός, πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε την υπέροχη τέχνη;»
Αυτός ο πίνακας, ο μεγαλύτερος του τότε, είναι μια απάντηση. Ο Νιούμαν ήθελε τον θεατή
να σταθεί κοντά σε αυτό το έργο, και παρομοίασε την εμπειρία με μια ανθρώπινη
συνάντηση: «Δεν διαφέρει, πραγματικά, από τη συνάντηση με άλλο άτομο. Κάποιος έχει μια
αντίδραση στο άτομο φυσικά. Επίσης, υπάρχει ένα μεταφυσικό πράγμα και αν μια
συνάντηση ανθρώπων έχει νόημα, επηρεάζει και τη ζωή τους»
Who's Afraid of Red, Yellow and
B. Newman, Onement 1, 1948, MoMA,
Blue?, 1966. Τυπικό παράδειγμα
New York. Το 1ο παράδειγμα χρήσης
της τελευταίας φάσης του
του zip για να οριοθετήσει τη χωρική
Newman με τη χρήση καθαρού και
επιφάνεια του πίνακα.
λαμπερού χρώματος.
Η χρήση σκληρών περιοχών επίπεδου χρώματος, μπορεί να θεωρηθεί ως πρόδρομος για τη ζωγραφική αφαίρεση
και τα μινιμαλιστικά έργα καλλιτεχνών όπως ο Frank Stella.
Το φερμουάρ παρέμεινε σταθερό χαρακτηριστικό του έργου του Newman καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του. Σε
μερικούς πίνακες της δεκαετίας του 1950, όπως το The Wild, το οποίο έχει ύψος 2,4 μέτρα και πλάτος 2 εκατοστά,
το φερμουάρ είναι ισχυρό συστατικό του πίνακα που χωρίζει και ενώνει τον πίνακα. Ο Newman έκανε επίσης
μερικά γλυπτά που είναι ουσιαστικά τρισδιάστατα φερμουάρ.
Ο συµβολισµός του ZIP
• είτε µαλακό, ακανόνιστο, ζωγραφικό, πιο φυσικό είτε απόλυτα ευθύ µε τα σαφή όρια της
αυτοκόλλητης ταινίας, αφηρηµένο και πιο πνευµατικό
• Λογικό, οργανωτικό στοιχείο που αρθρώνει το χρώµα, όχι κοινή γραµµή που απλώς διαιρεί
τον χώρο, αλλά πρόκληση οπτικής δραστηριότητας
• Charles Harisson: οι κάθετες λωρίδες συντονίζονται µε τις καθέτους του πλαισίου και έτσι
τα υλικά όρια του πίνακα γίνονται στοιχεία της λειτουργίας της σύνθεσης και όχι της
κατάστασης της σύνθεσης
• Sylester: οι ταινίες συνδέονται µε κίονες δωρικού ναού• είναι µια κατάφαση στη ζωή και τον
ηρωϊσµό
R. Newman, Τhe Stations of the Cross: Lema Sabachthani,
1958-66,
https://www.philamuseum.org/micro_sites/exhibitions/newman/
galleries/eleven.shtml[22.03.2021]
Σε αντίθεση με τον Motherwell, με τις συνειρμικές, ισοδύναμες εικόνες του ή το Rothko, με τους πνευματικούς του
στόχους, οι πίνακες του Pollock αφορούν πάρα πολύ στην άμεση πράξη της ζωγραφικής, πώς τοποθετείται το χρώμα
πάνω στον καμβά. Αυτό που βλέπουμε στον καμβά είναι μια άμεση τεκμηρίωση όλων των αποφάσεων και όλων των
δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της ζωγραφικής. Ο Pollock μίλησε για το γεγονός ότι ο ίδιος
βρισκόταν στη ζωγραφιά του. Είναι μέσα τους σωματικά, καθώς τα δημιουργεί, και είναι σε αυτά γιατί είναι
αποτυπώσεις των στιγμών της ζωής του.
Βλ. σχετ. και https://www.jackson-pollock.org/
https://www.metmuseum.org/art/collection/search/486598
Adolph Gottlieb (March 14, 1903 – March 4, 1974)
Morris Louis
Ellsworth kelly
Kenneth Noland
Jules Olitski
Frank Stella
ή
Post-Painterly Abstraction / Μετα-ζωγραφική
Αφαίρεση (τον όρο τον εισήγαγε ο Greenberg επιγράφοντας µία έκθεση στο County Museum του Los Angeles το 1964)
µε υπόβαθρο τους
Newman
Rothko
Reinhardt
Matisse (1961 στο MoMA)
Albers
Morris Louis, Alpha-Phi, 1960, Met Museum
https://www.metmuseum.org/art/collection/search/489653
Kenneth Nolland
Ellsworth Kelly
Ellsworth Kelly
Hard Edge
όρος από τον κριτικό Jules Langsner Καλιφόρνια το 1958
Ζωγραφική των Σκληρών Κοφτερών Περιγραµµάτων που βασίζεται σε απλές γεωµετρικές ή οργανικές φόρµες
αποδοσµένες µε ψυχρά επίπεδα, πλακάτα χρώµατα και απόλυτα σαφή, σαν κοµµένα µε ξυράφι περιγράµµατα.
Είναι το αποτέλεσµα µίας απρόσωπης παρατήρησης της φόρµας, δεν έχει λυρισµό το χρώµα ή περιεχόµενο.
πίνακας στον οποίο το σχήµα του τελάρου του µουσαµά ή του οποιουδήποτε φέροντος υλικού διαµορφώνεται
έτσι ώστε να συµπίπτει απόλυτα µε τη σύνθεση ή ειδικότερα µε το γεωµετρικό σύστηµα των ταινιών το
περιεχόµενο ταυτίζεται µε τη µορφή.
Frank Stella
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Frank Stella έσπασε το προπύργιο του
αφηρηµένου εξπρεσιονισµού µε τους απατηλά απλούς πίνακες του µε µαύρες ρίγες που χωρίζονται από στενές
γραµµές άβαφου καµβά. Με έµφαση στον έλεγχο και τον ορθολογισµό, οι Μαύροι Πίνακες άνοιξαν πραγµατικά
νέους δρόµους για άντληση και άσκησαν µια βαθιά επιρροή στην τέχνη της δεκαετίας του 1960. Μια σηµαντική
µετατόπιση από αυτό το έργο άρχισε να αναπτύσσεται το 1966 µε τα ακανόνιστα πολύγωνα του, καµβάδες σε
σχήµατα ακανόνιστων γεωµετρικών µορφών που χαρακτηρίζονται από µεγάλες αδιάσπαστες περιοχές χρώµατος.
Καθώς αυτό το νέο λεξιλόγιο εξελίχθηκε σε µια πιο ανοιχτή και προσανατολισµένη στο χρώµα εικονογραφική
γλώσσα, τα έργα υποβλήθηκαν σε µεταµόρφωση σε µέγεθος, εκφράζοντας τη συνάφεια µε την αρχιτεκτονική στη
µνηµεία τους. Ο Stella εισήγαγε επίσης καµπύλες στα έργα του, σηµατοδοτώντας την αρχή της σειράς Protractor.
Ο Harran II αποδεικνύει τις υπέροχες θολωτές συνθέσεις και τα λυρικά διακοσµητικά µοτίβα που αποτελούν το
επίκεντρο της σειράς, το οποίο βασίζεται στο ηµικυκλικό όργανο σύνταξης που χρησιµοποιείται για τη µέτρηση
και την κατασκευή γωνιών.
Οι περισσότεροι από τους τίτλους των έργων ζωγραφικής προέρχονται από τα ονόµατα των αρχαίων πόλεων της
Μικράς Ασίας. Ένας ρωµαϊκός αριθµός που ακολουθεί τον τίτλο υποδεικνύει ποια από τις τρεις οµάδες σχεδίασης
- "interlaces", "rainbows" ή "fans" - περιλαµβάνει το µοτίβο της επιφάνειας. Το Harran II αποτελείται από έναν
πλήρη κύκλο που αποτελείται από δύο κατακόρυφα µοιρογνωµόνια, καθένα από τα οποία αλληλοσυνδέεται µε
ένα οριζόντιο σχήµα µοιρογνωµόνων. Με τη σειρά του, κάθε περιοχή µε σχήµα µοιρογνωµόνιο περιέχει οκτώ
οµόκεντρες κυκλικές ζώνες - τα «ουράνια τόξα» - που αρθρώνουν την επιφάνεια του καµβά.
Αν και τα κυρίαρχα µοτίβα της σειράς Protractor είναι κυκλικά ή καµπυλόγραµµα, κάθε σχήµα ορίζεται στην
πραγµατικότητα από ζεύγη οριζόντιων και κατακόρυφων γραµµών που τέµνονται σε ορθή γωνία. το πλέγµα
ορθογώνιο σχέδιο που σχηµατίζεται τοποθετείται πάνω από τα διακοσµητικά τόξα. Μέσω του µοιρογνωµόνιου
και της χρήσης σχεδόν ψυχεδελικού χρώµατος - ένας συνδυασµός ακρυλικών και φθορισµού χρωστικών ουσιών -
o Stella έφερε την αφαίρεση και το διακοσµητικό µοτίβο ζωγραφικής σε έναν τρόπο που αµφισβήτησε τις
συµβάσεις και των δύο παραδόσεων.
Shaped Canvas (Σχηματιζόμενη ζωγραφική επιφάνεια)
Happenings & Allan Kaprow
Το 1959-61, ο Allan Kaprow γράφει στο κείµενό του Assemblages, Environments and Happenings: «Ο νέος
καλλιτέχνης σήµερα δε χρειάζεται να δηλώσει ζωγράφος, ποιητής ή χορευτής. Είναι απλά καλλιτέχνης. Όλη η
ζωή ανοίγεται σε αυτόν», και παρακάτω: «σε ένα σηµείο καµπής έχει φτάσει µεγάλη µερίδα των
πρωτοποριακών δυνάµεων, το οποίο πιστεύω ότι είναι µόνο για καλό, αλλά µας αναγκάζει να αναθεωρήσουµε
κάποιες λατρεµένες υποθέσεις σχετικά µε τη φύση των πλαστικών τεχνών. Κάποια προχωρηµένα έργα που
πραγµατοποιούνται αυτή τη στιγµή χάνουν µε εξαιρετική ταχύτητα την παραδοσιακή ταυτότητά τους και κάτι
άλλο, µε µακρόσυρτες επιπτώσεις, την αντικαθιστά [...] οι διαφορές, που κάποτε ήταν τόσο σαφείς, µεταξύ των
γραφικών τεχνών και της ζωγραφικής έχουν πρακτικά εξαλειφθεί. Παροµοίως, µεταξύ της ζωγραφικής και του
collage, του collage και της κατασκευής, της κατασκευής και της γλυπτικής, και µεταξύ µερικών µεγάλης
κλίµακας κατασκευών και της αρχιτεκτονικής».
Τα Περιβάλλοντα καλούν τον θεατή να βιώσει το έργο τέχνης µε όλες τις αισθήσεις του, να µπει µέσα σε
αυτό κυριολεκτικά και µεταφορικά, να γίνει µέρος του. Ωστόσο, ο Kaprow επισηµαίνει ότι επικεντρώνονται στο
οπτικό και απτικό στοιχείο και ότι ο χρόνος υστερεί σε παρουσία σε σχέση µε τον χώρο, όπως αντίστοιχα ο ήχος
σε σχέση µε τα άλλα αντικείµενα και η φυσική ανθρώπινη παρουσία σε σχέση µε τα συστατικά στοιχεία του
έργου. Φαντάζεται ένα ενοποιηµένο πεδίο ίσων συνιστωσών, όπου ο χρόνος θα συµπιέζεται, θα εξαντλείται και
θα οργανώνεται ποικιλοτρόπως και ελεύθερα, και οι ήχοι θα προκύπτουν άµεσα και ευθέως, ενώ τα πράγµατα
θα τοποθετούνται σε µεγαλύτερη κίνηση. Υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο συντελείται στο Happening, το οποίο
θεωρεί µία επέκταση του Περιβάλλοντος, χωρίς να υποτιµάει το δεύτερο. Αντλεί τα υλικά του από «τις λέξεις,
τους ήχους, ζωγραφισµένες κατασκευές, ταινίες και φωτογραφικά φιλµ –ίσως ακόµα και µυρωδιές στο άµεσο
µέλλον– όλα στον χώρο που εσωκλείει τον θεατή ή το κοινό...».
Ο Michael Kibry σε ένα κείµενό του για τα Happenings, και συνεισφέροντας στον προσδιορισµό και
αποσαφήνιση του όρου που ξεκίνησε αµέσως µετά το πρώτο του είδους µε την ονοµασία Happening που
δηµιούργησε ο Kaprow, γράφει: «Σίγουρα δεν είναι αποκλειστικά οπτικά. Τα Happenings περιέχουν ακουστικό
υλικό και κάποια χρησιµοποιούν ακόµα και µυρωδιές».
Μετά το 1945 συντελείται διάχυση των ορίων σε
διακαλλιτεχνικό επίπεδο. Ο ορίζοντας των πειραµατισµών
διευρύνθηκε τόσο που όχι µόνο υπερέβη το δισδιάστατο
του πίνακα, αλλά έφτασε να αξιώνει την ισοδυναµία
τέχνης και ζωής, µέσα από τα περιβάλλοντα, τις
εγκαταστάσεις και τα happenings. Στο έργο monotone-
symphony ο Klein είχε συνθέσει τη µουσική (µία
κρατηµένη νότα για 10 λεπτά) και τα γυµνά µοντέλα σε
θέση πινέλου, µε την κίνησή τους, σωµατοποιούσαν τον
ήχο της ορχήστρας υπό τις οδηγίες του “µαέστρου” Klein.
Ο ήχος έτσι αποτυπωνόταν στον καµβά που τελικά
αποτελούσε τον οπτικό απόηχό του, µία σιωπή που
συµπύκνωνε ένα ολόκληρο δρώµενο µε ηχητικά και
οπτικά συµβάντα.
Yves Klein, Performance Μonotone symphony, 1960
µπορείτε να δείτε το βίντεο της performance εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=Hr2AT0GFfKI
Fluxus
Η συνάντηση αυτή ευοδώθηκε για δύο κυρίως λόγους. Από τη µία, εξαιτίας της διάχυσης των ευρωπαϊκών
ιδεών, που µεταλαµπαδεύτηκαν κυρίως λόγω του µεγάλου µεσοπολεµικού µεταναστευτικού ρεύµατος
Ευρωπαίων καλλιτεχνών προς την ελπιδοφόρα και µακρινή από τα ευρωπαϊκά πολιτικά και οικονοµικά
προβλήµατα ήπειρο. «Μετανάστευσαν» εκεί ο σουρεαλισµός του André Breton και του Salvador Dali, ο
Κυβισµός του Picasso, ο Ντανταϊσµός του Duchamp που βρισκόταν ήδη εκεί από το 1915. Ωστόσο, επρόκειτο
για ξενόφερτες καταβολές που δεν ικανοποιούσαν τα αιτήµατα των γηγενών καλλιτεχνών που διψούσαν για
καινούργια πράγµατα. Από την άλλη, και η σύγχρονη αµερικάνικη τέχνη µε τις κυρίαρχες τάσεις της αφαίρεσης,
του κοινωνικού ρεαλισµού και του τοπικισµού, παρότι καθόλου αµελητέες στη διαµόρφωσή τους, δεν τους
πρόσφεραν τη διέξοδο που αναζητούσαν προς µία τέχνη νέα, ουσιαστικά και αµιγώς αµερικάνικη. Ασφαλώς,
στη σύνδεσή τους µε τον ευρωπαϊκό µοντερνισµό έπαιξε σηµαντικό ρόλο το έργο του Hans Hofmann
(1880-1966), που το 1934 µετανάστευσε στην Νέα Υόρκη και ίδρυσε σχολή για τη µοντέρνα τέχνη,
αφοµοιώνοντας τα σηµαντικότερα στοιχεία των ευρωπαϊκών καλλιτεχνικών κινηµάτων, αλλά µένοντας ανοιχτός
σε νέες τεχνικές και πειραµατισµούς, όπως το στάξιµο της µπογιάς, το οποίο εφάρµοσε τρία χρόνια πριν τον
Pollock.
πηγή: Θέµις Βελένη, Εικαστικές τέχνες και µουσική (τέλη 19ου-20ός αιώνας). Από τη συναισθησία στην πολυαισθητηριακή συνέργεια, Θεσσαλονίκη 2012
Robert Rauschenberg,
Λευκός πίνακας, τρίπτυο, 1951 Η πρώτη κίνηση από τη σύνθεση 4'33" , 1952
Kazimir Malevich,
Λευκό σε λευκό, 1918
John Cage, 4’33’’
https://www.youtube.com/watch?v=JTEFKFiXSx4
Rosalind Krauss
«Γλυπτική στο διευρυµένο πεδίο», 1969
Το 1969, η Αμερικανή κριτικός τέχνης Rosalind Krauss δημοσίευσε ένα δοκίμιο με τίτλο Γλυπτική στο διευρυμένο πεδίο. Σε αυτό το
δοκίμιο, το «πεδίο» του Krauss είναι μια περιοχή που είναι σαφώς καθορισμένη, μια περιοχή η οποία, μέσω των ιδιαίτερων και
οριστικών χαρακτηριστικών της, διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα. Οι καλλιτέχνες του τέλους του 20ου αιώνα έχουν δοκιμάσει τη
δύναμη των ορίων μεταξύ του πεδίου της τέχνης και του πραγματικού κόσμου. Εν συντομία, το πεδίο έχει γίνει μεγαλύτερο και
διευρύνεται διαρκώς.
τέσσερις κατηγορίες τέχνης εγκατάστασης:
• site-specific
• media
• “museum”
• “architecture”
LAND ART
Christo
MUSEUM ART
Anthony Gormley
Haim Steinbach
ΓΚΑΛΕΡΊ
Rachel Whiteread
“architercture”
Richard Serra, The matter of time, 2005
στην Αρχιτεκτονική
στην Αρχιτεκτονική
πτωση του αµερικ νικου εκλεκτικισµο που χει ως κ ριους εκφραστ ς τους R. Venturi, Ch. Moore και
R. Stern, η αρχιτεκτονικ δ µιουργ α µετατρ πεται σε συν νωση ιστορικ ν ρυθµ ν και στοιχε ων, σε να
‘garden party of styles’ κατ τον Venturi. Ενδεικτικ αναφ ρονται κ ποια ργα και σχ δια των Venturi και Stern,
που δωρικο κ ονες εµφαν ζ νται ως χαρτον νιες σιλου τες ως κεν και υποδηλ νουν τη δι θεση ειρ νε ας µε
την οπο α γ νεται η χρ ση των ιστορικ ν στιλ απ τους µεταµοντ νους αρχιτ κτονες.
ό
ί
ί
ί
ί
ί
ή
ή
ί
ά
ά
ο
η
ί
ώ
έ
έ
ύ
ό
ά
έ
έ
έ
ή
έ
ύ
έ
ρ
ά
ά
έ
ώ
έ
έ
ώ
ώ
έ
ά
ί
ω
ί
έ
Aldo Rossi, The Berlin IBA 1987
, µε κ ριους εκφραστ ς τον Aldo Rossi και τους αδελφο ς Krier, η χρ ση των κλασικ ν
προτ πων χει κριτικ -στοχαστικ χαρακτ ρα. µφαση δ δεται στην αναζ τηση των αρχετ πων εκε νων που
εκφρ ζουν σταθερ ς αρχ ς και διαχρονικ ς αξ ες, µε σκοπ την επανεξ τ σ τους. Οι κλασικο ρυθµο χουν
κατ τον Leon Krier χρονη και απ λυτη αξ α, εν η αρχα α Αθ να ε ναι για τον Aldo Rossi ‘η πιο γν σια
εµπειρ α της ανθρωπ τητας, πραγµατοποιηµ νη κ τω απ συνθ κες που δεν µπορο ν πια να επαν λθουν’ και που
οφε λουµε στω και κατ αναλογ α να ξαναδηµιουργ σουµε (Rossi 1987, Κονταρ τος 1998: 73).
ά
ί
ύ
ά
ί
έ
έ
έ
ό
ό
ά
ό
ά
έ
ύ
ί
ό
ό
έ
ή
έ
ί
έ
ί
Έ
ώ
ά
ή
ό
ί
ό
ί
ή
ή
ί
έ
α
ή
ή
ύ
ά
ύ
ή
ύ
ί
έ
ί
ί
ή
έ
ώ
Aldo Rossi, Casa Aurora, Κεντρικά Γραφεία GFT, 1984
https://artchist.blogspot.com/2015/04/casa-aurora-aldo-rossi.html
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ vs ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
το παρακάτω υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο
Ιστορ α και Θεωρ α 6 Η Σύγχρονη Εποχή της Σχολ ς Αρχιτεκτ νων τουΕθνικού Μετσ βιου Πολυτεχνε ου, Αθήνα 2007
Μοντέρνα:
Έμφαση στο δομικό και τον κατασκευαστικό ορθολογισμό, με την έννοια μιας
οικονομίας που έγινε κατ’ αρχήν αντιληπτή ως ηθική και φιλοσοφική κατηγορία
Προβλήθηκε η διάκριση του φέροντος οργανισμού και των πετασμάτων πλήρωσης ή
διαίρεσης του χώρου
Εκμετάλλευση των δυνατοτήτων των υλικών στα όρια της στατικής αντοχής και της
οικονομικότερης επιλογής
Διαφάνεια στην κατασκευή: δυνατότητα να αντιλαμβάνεσαι με τα μάτια ως απλός
παρατηρητής τα δομικά στοιχεία του κτηρίου και τη λογική της συναρμογής
Ανάδειξη του πνεύματος του ορθολογικού αρχιτέκτονα-κατασκευαστή με χρήση
σύγχρονων υλικών βιομηχανικής παραγωγής και τυποποίησης κατασκευής και
προκατασκευή.
Μεταμοντέρνα:
Μειωμένο ενδιαφέρον για τον δομικό ορθολογισμό και την οικονομία της κατασκευής.
Επένδυση των κτηρίων με μανδύα συμβολισμών, μηνυμάτων ή αναφορών σε κτήρια
άλλων εποχών και άλλων τόπων.
Το σύστημα δομής και ο τεχνολογικός εξοπλισμός ξεπερνάει τη λειτουργία του και
μετατρέπεται σε κυρίαρχο πεδίο μορφολοφική αναζήτησης με αισθητικά κριτήρια.
Έλλειψη ενδιαφέροντος για την τυποποίηση της κατασκευής - μετατόπιση
αρχιτεκτονικών στόχων.
ί
ί
ή
ό
ό
ί
Le Corbusier ο οικοδοµικός τύπος της ελάχιστης διαβίωσης, CIAM 1929
Μοντέρνα:
Προτεραιότητα λειτουργίας έναντι της μορφής
Form follows function (φονξιοναλισμός)
Η μορφή, η διάταξη και οι διαστάσεις των χώρων αυτονομήθηκαν από τις αυστηρές
συνθετικές αρχές του κλασικισμού και τους κατασκευαστικούς περιορισμούς των
προηγούμενων εποχών, έχοντας ως γνώμονα την εξυπηρέτηση των λειτουργιών
Το οργανόγραμμα (διάγραμμα συσχετισμού των λειτουργιών ενός κτηρίου) τοποθετήθηκε
στην αφετηρία του σχεδιασμού του και σχεδόν ταυτίστηκε με την κάτοψη
Τυποποίηση ελαχιστων αναγκαίων χώρων για την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση
συγκεκριμένων λειτουργιών της κυρίως κατοικίας: μπάνιο, κουζίνα, υπνοδωμάτιο κ.λπ.
Πίστη ότι ο λειτουργικός συνδυασμός τυποποιημένων χώρων θα μπορούσε να
ικανοποιήσει με τον ιδανικό τρόπο τις εκάστοτε (τυποποιημένες) ανάγκες, προσφέροντας
την τέλεια κάτοψη ανεξάρτητα από τον τόπο και τις συνθήκες (διεθνής αρχιτεκτονική).
Μεταμοντέρνα:
Διεκδικεί την αντιστροφή της σχέσης λειτουργίας-μορφής
Οι λειτουργίες υποτάσσονται στις μορφές, όπως αποδεικνύεται με τη διαδοχική χρήση
των ίδιων κελυφών για εντελώς διαφορετικούς σκοπούς.
Ο σχεδιασμός ενός κτηρίου δεν ξεκινάει από το οργανόγραμμα, αλλά στηρίζεται σε άλλες
αρχές ανεξάρτητες συχνά από τη λειτουργία.
Παραμερίζεται η τυποποίηση των χώρων ως προς τις διαστάσεις και τη λειτουργικότητα
ί
ί
ή
ό
ό
ί
Όπερα του Σύδνεϋ, 1973
Αρχιτέκτονας: Δανός Γιερν Ούντσον
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%8C%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A3%CE%AF%CE%B4%CE%BD%CE%B5%CF%8B#/media/
%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:Sydney_Opera_House_Sails.jpg
Μουσείο Guggenheim,
Bilbao
Αρχιτέκτονας: Αµερικανο-Καναδός
Frank Gehry https://el.wikipedia.org/wiki/
%CE%9C%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%93%CE%BA%CE%BF%CF%8D%CE%B3%CE%BA%CE%B5%CE%BD%CF%87%CE%B1%CF%8A%CE%BC_%CF%83
%CF%84%CE%BF_%CE%9C%CF%80%CE%B9%CE%BB%CE%BC%CF%80%CE%AC%CE%BF#/media/
%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:Museo_Guggenheim,_Bilbao_(31273245344).jpg
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ vs ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
το παρακάτω υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο
Ιστορ α και Θεωρ α 6 Η Σύγχρονη Εποχή της Σχολ ς Αρχιτεκτ νων τουΕθνικού Μετσ βιου Πολυτεχνε ου, Αθήνα 2007
Μοντέρνα:
Υποταγή της μορφής στη λειτουργία και την κατασκευή
Αποκλεισμός διακοσμητικών στοιχείων με αποκλειστικό σκοπό τον εξωραϊσμό
Η αισθητική δεν είναι αυτόνομη, αλλά αποτελεί συνέπεια της προβολής στην όψη της
λειτουργικής και κατασκευαστικής δομής κάθε κτηρίου: διαφάνεια.
Οι λειτουργίες και τα υλικά κατασκευής καθόρισαν τις “ωραίες” μορφές, ανεξάρτητα από
τον τόπο και τις συνθήκες (διεθνής αρχιτεκτονική) και οδήγησαν σε μία φορμαλιστική
αποκρυστάλλωση του ορθολογισμού της διαφάνειας και της κατασκευής: γεωμετρικά
στερεά, απλότητα επιφανειών κ.λπ.
Μεταμοντέρνα:
Αποσυνδέει την αισθητική από τη λειτουργία και την κατασκευή.
Ο σχεδιασμός της μορφής είναι αυτόνομη κατηγορία σε επίπεδο σύνθεσης όγκων και σε
επίπεδο επεξεργασίας των δομικών επιφανειών. Η μορφή επενδύει το κτίσμα και
δημιουργεί ένα αδιαφανές κέλυφος.
Πολυπλοκότητα, ασύνηθες, αντίφαση, υπαινιγμός: πρωταρχικοί παράγοντες
ί
ί
ή
ό
ό
ί
Photo: Andrea Pistolesi/Getty Images
Μοντέρνα:
Οι μορφές που ικανοποιούν τον κατασκευαστικό, τον λειτουργικό
και τον αισθητικό συντελεστή είναι και ηθικά καλές και αληθινές. Η
ηθική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αισθητικής.
Μεταμοντέρνα:
Υπέρβαση της ηθικής στα όρια της ελευθεριότητας. Οι μορφές ήταν
μορφές με μία πραγματιστική βάση που δεν έθετε ζητήματα
τιμιότητας και ειλικρίνειας.
Τη θέση της ηθικής καταλαμβάνει η επικοινωνία, η μεταφορά του
μηνύματος, που μπορεί να στηρίζεται ακόμα και στην εμφανώς
ψευδή εντύπωση για να πετύχει τους σκοπούς της.
SANTIAGO
CALATRAVA
εΣΑ ςΑΧΝΜΒΒΝΧΚΑ ΘΤ εΣΑ ΚΣλςΚΣ ΘΤ Βε ΧΜΚΣΘΩΝΒ Νε ΠςΘλΧΟ σΑςΘ
3 // 11 - 20 // 12 // 2015
ΕΛΗΝΙΚΟ
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ vs ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
το παρακάτω υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο
Ιστορ α και Θεωρ α 6 Η Σύγχρονη Εποχή της Σχολ ς Αρχιτεκτ νων τουΕθνικού Μετσ βιου Πολυτεχνε ου, Αθήνα 2007
1. Η σχέση με το παρελθόν
Μοντέρνα:
Θεμελιώνεται στην προγραμματική απουσία γενικών συνθετικών αρχών (π.χ.
συμμετρία), τύπων (περίκεντρο ή σταυροειδές) και επί μέρους
διακοσμητικών ή δομικών στοιχείων (π.χ. κιονόκρανο και αέτωμα) που
χαρακτήριζαν την αρχιτεκτονική προηγούμενων εποχών. Αρνείται το
παρελθόν και τη χρησιμότητα της ιστορικής γνώσης. Προτείνει μία νέα
αρχιτεκτονική που όμοιά της να μην έχει γνωρίσει ο κόσμος. Επιδιώκει την
“εκκαθάριση” των γερασμένων ιστορικών συνοικιών των μεγαλουπόλεων.
Μεταμοντέρνα:
Προγραμματική επιστροφή του παρελθόντος στην αρχιτεκτονική των
γενικών συνθετικών αρχών, της τυπολογίας και των επιμέρους
διακοσμητικών στοιχείων. Συμφιλίωση με την ιστορία και τη διδασκαλία της
(η κατανόηση της αρχιτεκτονικής του παρελθόντος αφετηρία για την
άσκηση της αρχιτεκτονικής στο παρόν).
Επιδιώκει μία αρχιτεκτονική της συνέχειας, οικεία στη συλλογική μνήμη της
κοινωνίας. Αναβιώνει τις γερασμένες ιστορικές συνοικίες των
μεγαλουπόλεων.
ί
ί
ή
ό
ό
ί
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ vs ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
το παρακάτω υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο
Ιστορ α και Θεωρ α 6 Η Σύγχρονη Εποχή της Σχολ ς Αρχιτεκτ νων τουΕθνικού Μετσ βιου Πολυτεχνε ου, Αθήνα 2007
Μοντέρνα:
Πίστη ότι η “επανάσταση” στην αρχιτεκτονική μπορεί να αποτελέσει
αφετηρία της επανάστασης στην κοινωνία ή τουλάχιστον αφετηρία βαθειάς
κοινωνικής αλλαγής προς όφελος των ασθενέστερων τάξεων. Η “κοινωνική
κατοικία” πρωταρχικό τους μέλημα, αναλάμβαναν τον ρόλο του σωτήρα.
Μεταμοντέρνα:
Είτε δεν ασχολούνται με το ζήτημα της επανάστασης είτε θεωρούν ότι
πραγματική επανάσταση στην αρχιτεκτονική θα υπάρξει όταν ολοκληρωθεί
η επανάσταση στην κοινωνία. Προτιμούν την απόλυτα προσωπική έκφραση.
ί
ί
ή
ό
ό
ί
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ vs ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
το παρακάτω υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο
Ιστορ α και Θεωρ α 6 Η Σύγχρονη Εποχή της Σχολ ς Αρχιτεκτ νων τουΕθνικού Μετσ βιου Πολυτεχνε ου, Αθήνα 2007
Μοντέρνα:
Η εξωτερική μορφή θεωρήθηκε απλή έκφραση του εσωτερικού χώρου. Το
κτήριο έπρεπε να φανερώνει στον δημόσιο χώρο το οργανόγραμμα της
λειτουργίας τους και τον τρόπο κατασκευής του σαν να επρόκειτο για
διάφανο οργανισμό. Ταύτιση μορφής και περιεχομένου.
Μεταμοντέρνα:
Η εξωτερική μορφή θεωρήθηκε ως μια επιφάνεια με σχετική αυτονομία από
την εσωτερική διάταξη των λειτουργιών και από τον τρόπο κατασκευής. Η
μορφή συμβολίζει δεν φανερώνει. Ο αρχιτέκτονας μιλάει για γλώσσα,
χειρίζεται έναν κώδικα επικοινωνίας.
Form follows ction = η μορφή ακολουθεί τη φαντασία (ή μυθιστορία)
ί
ί
fi
ή
ό
ό
ί
Photo: View Pictures/Getty Images
Η Όπερα Guangzhou στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ της Κίνας έχει σχήμα που μοιάζει με δύο
βότσαλα στην όχθη του ποταμού Περλ. Το εσωτερικό του αστραφτερού κύριου αμφιθέατρου είναι
επενδεδυμένο με πάνελ γύψου, διαμορφωμένο σε ρέοντα, οργανικά σχήματα και φωτισμένο με
χιλιάδες μικροσκοπικά φώτα που μοιάζουν με αστέρια στον νυχτερινό ουρανό.
https://www.architecturaldigest.com/gallery/zaha-hadid-greatest-works-slideshow
Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΟ β΄ΜΙΣΟ ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ
Η αφηρηµένη λιτότητα
µετατρέπεται σε εγκώµιο του
πλούτου και του κύρους της
ιδιοκτήτριας εταιρείας
To less is more έχει υψηλό
κόστος
Le Corbusier,
Chandigarth, 1951-1965
Le Corbusier/Xenakis,
La Tourette, 1966
Photo de l'installation du "Polytope de Montréal" de Xenakis dans le Pavillon
Français de l'Exposition Universelle de 1967
Dessin par Xenakis du pavillon Philips, 1956, 1957
4.
Skidmore, Owings Merrill, Lever House, 1951, New York L. Mies Van Der Rohe,
https://en.wikipedia.org/wiki/Lever_House#/media/ Lake Shore Drive Apartments – κτίρια
διαμερισμάτων, 1951, Chicago
File:Lever_House_390_Park_Avenue.jpg [23.03.2021]
8ο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (CIAM VIII, 1951): κριτική στις μορφολογικές
αντινομίες του μοντέρνου κινήματος και τους αγοραίους συμβιβασμούς
9ο Συνέδριο (1953): συνεχίζεται η αντιπαράθεση
10ο Συνέδριο (CIAM X, 1956): δημιουργία της Ομάδας 10 (Team X) όπου συμμετέχουν
αρχιτέκτονες όπως οι Άλντο Βαν Έικ, Γιάκομπ Μπάκεμα, Γιώργος Κανδύλης, Άλισον και Πίτερ
Σμίθσον, Τζιανκάρλο ντε Κάρλο κ.ά. Διάφορες κατευθύνσεις και αρχιτεκτονικά ιδιώματα.
Οι εισηγητές του Μπρουταλισμού (Άλισον και Πίτερ Σμίθσον, Ρέινερ Μπάναμ) χρησιμοποιούν
ευρέως το εμφανές ακατέργαστο (brut) σκυρόδεμα απαιτώντας την επιστροφή στις αρχές του
φονξιοναλισμού, την απλότητα της μορφής και την κατασκευαστική ειλικρίνεια των οικοδομικών
υλικών.
Οι στρουκτουραλιστές ή δομικιστές (Άλντο Βαν Έικ, Λούις Καν κ.ά.) εστιάζουν στο
σημασιολογικό περιεχόμενο της μορφής και βασίζονται σε μια οντολογία της αρχιτεκτονικής
δομής που αντλεί ερεθίσματα από την αρχετυπική οικιστική διάρθρωση ιστορικών ή
πρωτόγονων κοινωνιών.
Η Καταστασιακή Διεθνής (ΚΔ) ιδρύεται στις 28 Ιουλίου 1957 κατά την ενοποιητική Συνδιάσκεψη
του Κόζιο ντ’ Αρόσα στη Βόρεια Ιταλία, όπου συμμετέχουν εκπρόσωποι του Διεθνούς
Κινήματος για ένα Φαντασιακό Μπάουχαους (Άσγκερ Γιορν, Τζουζέπε Πίνοτ- Γκαλίτσο κ.ά.),
της Λετριστικής Διεθνούς (Γκυ Ντεμπόρ, Μισέλ Μπερνστάιν) και μιας Ψυχογεωγραφικής
Επιτροπής του Λονδίνου (Ραλφ Ράμνεϊ). Το ιδρυτικό μανιφέστο της ΚΔ είναι η Έκθεση για την
Κατασκευή Καταστάσεων που συντάσσεται τον Ιούνιο του 1957 από τον Γκυ Ντεμπόρ και
διακηρύσσει την επιθυμία της ομάδας για την ολόπλευρη απελευθερωτική αλλαγή της
κοινωνίας και της ζωής, την κατάργηση των εκμεταλλευτικών σχέσεων και την ποιοτικά
ανώτερη οργάνωση του κόσμου.
Ο Μπρουταλισμός (Brutalism) είναι ένα στυλ με έμφαση στα υλικά, τις υφές και την
κατασκευή, παράγοντας εξαιρετικά εκφραστικές μορφές.
Βλέποντας στο έργο του Le Corbusier από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 με το
Unité d'Habitation στη Μασσαλία, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον
Alison Smithson το 1953 για ένα ανεκτέλεστο έργο για ένα σπίτι στο Colville Place,
Soho με την αισθητική της αποθήκης του από γυμνό σκυρόδεμα, τούβλο και ξύλο.
Ωστόσο, η κριτική του αρχιτεκτονικού ιστορικού Reyner Banham το 1955 σχετικά με
το σχολείο Alison και Peter Smithson στο Hunstanton στο Norfolk, με την
ασυμβίβαστη προσέγγισή της στην εμφάνιση της δομής από χάλυβα και τούβλο και
τις υπηρεσίες της, έθεσε την αφετηρία του κινήματος.
Για τους Smithsons υπήρχε ηθική σοβαρότητα στη φιλοσοφία τους για τον
Μπρουταλισμό, αλλά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η αρχιτεκτονική του
Μπρουταλισμού κυριαρχούσε από τη χρήση του beton brut (ακατέργαστο
σκυρόδεμα), στο οποίο τα μοτίβα που δημιουργούνται από το ξύλινο καλούπι
προβάλλονται σε αυτό. Αυτό μπορεί να φανεί στο Barbican Estate. Η κλίμακα έγινε
σημαντική και δόθηκε έμφαση στη μάζα, που χαρακτηρίζεται από μεγάλα σχήματα
σκυροδέματος, υφές επιφάνειες και εμφανή εμφάνιση αγωγών εξυπηρέτησης και
πύργων εξαερισμού.
το σχολείο Alison και Peter Smithson στο Hunstanton στο Norfolk
Brutalism Μπρουταλισμός
Τραχειές επιφάνειες
Μεγάλοι όγκοι
Brutalism Μπρουταλισμός
Ασυνήθιστα σχήματα
Brutalism Μπρουταλισμός
Γεωμετρικός Εξπρεσιονισμός
η φόρμα εκφράζει ένα περιεχόμενο που τελικά
υπερβαίνει τη λειτουργία και την κατασκευή
«Αρχιτεκτονική είναι η μελετημένη διαμόρφωση χώρων.
Δεν είναι η εκτέλεση εντολών από τον πελάτη
Ούτε η προσαρμογή χρήσεων σε συγκεκριμένο …
Η δημιουργία χώρων προκαλεί την αίσθηση της χρήσης»
L. Kahn
Philip Johnson, Art Museum of South Texas, 1972, Corpus Christi, Texas
Μονολιθικότητα Art Museum of South Texas, 1972, Corpus Christi, Texas, δίνοντας έμφαση στα
ιστορικιστικά στοιχεία και επιδιώκοντας μέσω του εκλεκτικισμού την υπέρβαση του Φονξιοναλισμού.
Ένας κύλινδρος, μερικά συμπαγή ορθογώνια και ένα άλλο, κενό για την πύλη συγκροτούν ένα σύνολο
που με τη σχεδόν βασανιστική ακρίβεια του σχήματος και την τελειότητα της εξωτερικής επιφάνειας,
μεταφυσική υποβολή.
Philip Johnson, Kline Biology Tower, 1965-66, New Haven, Yale University
Leoh Ming Pei, μαθητής του Walter Gropius και του Marcel Breuer Δημαρχείο του Dallas,
1966-77, Dallas, Texas συναρμόζει οριζόντια και κάθετα στοιχεία, μαύρο γυαλί και γλυμμένες
επιφάνειες κοκκινωπού μπετόν, με πυρήνα ένα γιγάντιο ανεστραμμένο τρίγωνο, που
επαναλαμβάνεται σε μικρότερη κλίμακα αλλά με σαφώς πλαστική πρόθεση και σε άλλα μέρη
του οικοδομήματος. Αποκτά δραματικότητα με την πρόσοψη σε διαγώνιο 34 μοιρών.
https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Dallas_City_Hall,_Dallas,_Texas_LCCN2015630778.tif
[29.03.2021]
Γεωμετρικός Εξπρεσιονισμός, Υπερβολή
https://www.45spaces.com/skyscrapers/r.php?r=john-hancock-center [29.03.2021]
http://vaneyckfoundation.nl/2018/11/23/g-j-visser-house-
retie-1974-6/ [29.03.2021]
Piet Blom Παραθεριστικό Κέντρο Speelhuis, 1975-78, Helmond,
Ολλανδία, όπου παραχωρεί εντυπωσιακό ρόλο στη διαγώνιο
περιστρέφοντας καθεμια από τις 188 κατοικίες γύρω από έναν κίονα
και δημιουργώντας ένα είδος patvhwork με ορθογώνια και τρίγωνα.
http://hiddenarchitecture.net/speelhuis/ [29.03.2021]
Κατασκευές που ανάγονται στη νέα αισθητική
της μηχανής
Υπερβολή στο διακοσμητικό
Ανάπτυξη σε γιγαντιαία κλίμακα, γεωλογική
Θέλανε να δείξουν στον κόσμο πόσο είχαν
αποστασιοποιηθεί από τη ναζιστική
ιδεολογία και την αρχιτεκτονική που την
εξέφραζε. Έτσι στην πομπώδη βαρύτητα
και ψευδομνημειακότητα εκείνης,
αντιπαρέθεσαν μια ανάλαφρη εύκαμπτη
κατασκευή από ακρυλικό και μεταλλο για
80.000 θεατές που απαγκιστρωμένη
δραστικά από την ιστορική μνήμη
παρακολουθεί τις διακυμάνσεις του
εδάφους σαν ράχη ψαριού, σαν ιστός
αράχνης, σαν ομπρέλα, ή σαν πανιά και
κατάρτια.
https://simple.wikipedia.org/wiki/J%C3%B8rn_Utzon#/media/
File:SydneyOperaHouse.jpg [29.03.2021]
Αντιπαράθεση σχημάτων και υλικών
fl
No one knows with any certainty when man became
consciously aware of the significance of sound and of the
possibility of controlling and using it for other than purely
practical purposes. The cupping of the hand behind the ear to
focus a distant sound is a gesture so old as to be more-or-less
instinctive. It is only a small step from this idea to that of
placing the hands in a horn-like form in front of the mouth in
order to help project the voice.
Serious sound design and, subsequently, sonic art had to
await the advent of recording and, more particularly, of
electronics following the First World War.
https://www.youtube.com/watch?v=YVJgOtZT-b8
Design by Xenakis of the Philips pavillon, 1956, 1957
Μια σημαντική νέα εξέλιξη ήταν η έλευση των υπολογιστών με σκοπό τη
σύνθεση μουσικής, σε αντίθεση με το χειρισμό ή τη δημιουργία ήχων. Ο
Γιάννης Ξενάκης ξεκίνησε αυτό που ονομάζεται στοχαστική μουσική, η
οποία είναι μια μέθοδος σύνθεσης που χρησιμοποιεί μαθηματικά
συστήματα πιθανοτήτων. Χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικοί αλγόριθμοι
πιθανοτήτων για τη δημιουργία ενός κομματιού κάτω από ένα σύνολο
παραμέτρων.
Ο Ξενάκης χρησιμοποίησε υπολογιστές για να συνθέσει κομμάτια όπως
ST/4 για κουαρτέτο εγχόρδων και ST/48 για ορχήστρα (και τα δύο το
1962), Morsima-Amorsima, ST/10 και Atrees. Ανέπτυξε το σύστημα
υπολογιστή UPIC για τη μετάφραση γραφικών εικόνων σε μουσικά
αποτελέσματα και συνέθεσε το Mycènes Alpha (1978) με αυτό.
Iannis Xenakis, Stochastic music
Αυτή η εγκατάσταση, που άνοιξε το 1958, αναπτύχθηκε αρχικά για να καλύψει τις απαιτήσεις
των κατασκευαστών ραδιοδραμάτων για ειδικά εφέ, αλλά έγινε ένας ουσιαστικός οργανισμός
από μόνος του, δημιουργώντας ένα ευρύ φάσμα εξειδικευμένου μουσικού και άλλου υλικού,
συμπεριλαμβανομένου, το 1963, του διάσημου θέματος από τηλεοπτική σειρά Doctor Who και μια
ραδιοφωνική έκδοση του έργου του Douglas Adams The Hitchhiker's Guide to the Galaxy το 1978.
Delia Derbyshire for the BBC Radiophonic Workshop in 1963
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, αρκετοί καλλιτέχνες ενδιαφέρθηκαν για την υψηλή τεχνολογία: συστήµατα
εγγραφής ήχου και βίντεο. Αυτό συνδυάστηκε µε την ανάπτυξη µιας σειράς νέων προσεγγίσεων στην τέχνη,
συµπεριλαµβανοµένης της ιδέας της αλληλεπίδρασης µεταξύ του θεατή και του έργου. Σαφώς, όταν κάποιος
κοιτάζει έναν πίνακα και διεγείρει µια ανταπόκριση, υπάρχει ένας βαθµός αλληλεπίδρασης αλλά αυτή η
διαδικασία δεν επηρεάζει την ίδια την εικόνα, εποµένως έχουµε µόνο µια πολύ περιορισµένη µορφή
διαδραστικότητας. Η ιδέα ότι το έργο µπορούσε να ανταποκριθεί στον θεατή και ακόµη και να ελεγχθεί από τον
θεατή ήταν ριζοσπαστική και άνοιξε ερωτήµατα σχετικά µε τις σχέσεις µεταξύ καλλιτέχνη, έργου τέχνης και
κοινού.
Όχι, δεν χρειάζεται να είσαι µουσικός για να κάνεις µια κασέτα", δηλώνει ο Buchla, αποκαλύπτοντας µια από τις βασικές
εγκαταστάσεις του κέντρου. Έπρεπε να είσαι µουσικός ή τουλάχιστον ικανός να σκέφτεσαι µουσικά, για να παράγεις τέχνη.
Αλλά αυτό ήταν µια νέα εποχή µουσικής έκφρασης, στην οποία οι µακροχρόνιες καθαγιασµένες αρχές του κλασικού
ρεπερτορίου, µε το ωδείο και τις τάσεις αποκλεισµού, κατέρρευσαν.