Professional Documents
Culture Documents
Στρίψε μου ένα τσιγάρο
Στρίψε μου ένα τσιγάρο
Οταν ζήτησαν από τον Ολιβερ Σακς να δώσει έναν ορισμό του
φυσιολογικού ανθρώπου, αποκρίθηκε: «Για εμάς», εννοώντας τους
νευρολόγους, «φυσιολογικός είναι ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να
αφηγηθεί την ιστορία του». Εγώ, φέρ' ειπείν, δεν είχα τέτοια ικανότητα.
Και το κενό, στο παρελθόν μου, μπορούσε να συγκριθεί με την τρύπα
που ανοίγουν στο στρώμα του όζοντος οι χλωροφθοράνθρακες. Εννοείται
ότι η τρύπα απορροφούσε, βολικά, όλα εκείνα τα πεπραγμένα και
ειπωμένα για τα οποία ντρεπόμουν -την επιθετικότητα, τις παρανοήσεις,
τη γελοιοποίηση και τους λεονταρισμούς, το κάθε τι που προοριζόταν για
ανακύκλωση.
Οχι ότι η μέθη δεν μελετάει αστερισμούς που περιστρέφονται σ' ένα
ενδόμυχο, λυρικό και ονειρώδες σύμπαν, όμως από τις περιστροφικές
αυτές αποκαλύψεις δεν απομένει τίποτα. Εξάλλου, το αλκοόλ, σε
αντίθεση με τα ψυχεδελικά ή το όπιο στη φυσική του μορφή, δεν παράγει
καμιά εικονοποιία, μόνον ακροβασίες της σκέψης και πρωτοφανείς
συλλογισμούς που διαλύονται στον αέρα. Προσφέρει μεγάλα περιθώρια
ρεμβασμού, ωστόσο αυτοί δεν ανάγονται στο φάσμα των οπτικών
εντυπώσεων και δεν απομνημονεύονται, δεν αφήνουν πίσω τα ίχνη ενός
ταξιδιού, τα τοπία εξαφανίζονται. Ουδέποτε έγραψα κάτι εμπνευσμένος
από τις χίμαιρες του αλκοόλ. Το ότι υπάρχουν δήθεν συγγραφείς που
γράφουν αριστουργήματα πίνοντας είναι ένας ακόμη αμερικάνικος μύθος
της ευφάνταστης δεκαετίας του '50, όπως ήταν ας πούμε οι περίφημες
αρετές του Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, ενός χαρακτήρα πάντοτε
μονοκόμματου και ξεροκέφαλου και ασυγκίνητου και αφόρητα ατομιστή
και απερίγραπτα άξεστου και εν γένει αντιπαθέστατου, που είχε πουλήσει
μούρη σε αρκετά προσιτές τιμές ώστε να γίνει πρώτης τάξεως ίνδαλμα.
Μεθώντας μόνος μου, στο μπαρ ή στο σπίτι μου, έκανα εκατομμύρια
σκέψεις απ' τις οποίες δεν έμεινε ούτε μία. Αισθανόμουν τους κρυφούς
φωτισμούς και την υποβρύχια γοητεία πολλών απ' αυτές τις σκέψεις,
αλλά δεν υπήρχε εκεί, σας ορκίζομαι, τίποτα άξιο λόγου. Ο μεθυσμένος
πιστεύει ότι αντικρίζει την εξωπραγματική ανωτερότητα της νοημοσύνης
του, τον υποδέχεται μια τρικυμία από διακοσμητικές συγχορδίες που
αντιμάχονται μεταξύ τους, μια πυκνή, αντιφατική κίνηση, εμπνευσμένες
μεταπτώσεις και ανταύγειες, ελικοειδείς κινήσεις του συνειρμού, και
ούτω καθεξής. Με τη σειρά μου, πίστεψα ότι είχα γίνει το θέατρο
ιδιωτικών πολέμων, αναλογίστηκα τη μυστική αρχιτεκτονική του μορίου
της γλυκόζης, σκέφτηκα τον παράδεισο σαν μια χώρα όπου ήταν μονίμως
μεσημέρι καλοκαιριού. Είδα με τον νου μου λάμψεις πάνω στα νερά και
σημαιοστολισμούς καραβιών όπου επέβαιναν όλοι εκείνοι που έχασαν τη
ζωή τους στη γέννα. Ομως οι λάμψεις αυτές ήταν μάλλον έννοιες παρά
εικόνες, αναλώσιμες έννοιες, απ' τις οποίες δεν συγκράτησα το
παραμικρό.
Σας τα λέει αυτά κάποιος που είναι πολύ γέρος για να πίνει το γάλα της
μάνας του και πολύ νέος για να πίνει το χαμομήλι των ετοιμοθάνατων.
Δεν υπάρχει έντιμο μεθύσι.