Ιω - Φοίνικες, Δαναοί και Αιγύπτιοι

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 3

Κόρη του Ινάχου βασιλέα του Άργους - γιου του Ωκεανού και της Τηθύος – ήρωα

τραγωδίας του Σοφοκλή. Μητέρα της ήταν η Ωκεανίδα Μελία. Έγινε διάσημη, επειδή
δέχτηκε την οργή της Ήρας όταν η θεά ανακάλυψε τις σχέσεις με τον Δία, (ήταν
ιέρεια της Ήρας) που τον είχε σκλαβώσει με τα παρθενικά της θέλγητρα. Τότε ο
Ζευς, για να την προστατεύσει από το μένος της συζύγου του, την μεταμόρφωσε σε
αγελάδα. Η Ήρα όμως υποχρέωσε τον Δία να αρνηθεί, με όρκο (αφροδίσιος όρκος),
την παράνομη σχέση του και να της παραδώσει το ζώο. Ο Ζευς αναγκάστηκε να
υποχωρήσει και η Ήρα έθεσε την αγελάδα υπό την επιτήρηση του Άργου, ενός
γίγαντα συγγενούς της που είχε εκατό οφθαλμούς, διεσπαρμένους σε όλο του το
σώμα.

Εκτελώντας την εντολή της Ήρας, ο Άργος οδήγησε την Ιώ – αγελάδα σ’ ένα άλσος
ιερό κοντά στις Μυκήνες και την έδεσε σ’ ένα δέντρο (μια ελιά, κατά τον
Απολλόδωρο). Το δέντρο αυτό υπήρχε και το δείχνανε στους επισκέπτες και κατά την
ιστορική εποχή. Εκεί δεμένη τη φύλαγε ο Άργος, χωρίς να παραμελεί το καθήκον
του μήτε στιγμή.

Ο Ζευς ανέθεσε στον Ερμή να τερματίσει την κατάσταση και να βοηθήσει τον έρωτά
του. Ο Ερμής αποκοίμισε με τη γοητεία του αυλού όλα τα μάτια του Άργου, και ενώ
κοιμόταν τον αποκεφάλισε.[1]

Η Ιώ περιπλανήθηκε ως αγελάδα στην περιοχή γύρω από τις Μυκήνες και κατόπιν
πέρασε στην Εύβοια. Τότε ο Ερμής, με την παραίνεση του Δία, απεκοίμησε τον Άργο
και μετά τον σκότωσε, απελευθερώνοντας έτσι την Ιώ. Η Ήρα όμως δεν παραιτήθηκε
από την εκδίκησή της και έστειλε έναν οίστρο (μύγα των βοδιών) για να την
βασανίζει.

Τότε η Ιώ καταδιωκόμενη από τον οίστρο άρχισε να περιπλανάται σε όλη την


Ελλάδα. Διέτρεξε την ακτή του Ιονίου πελάγους (που εξαιτίας της πήρε το όνομά
του), έφθασε στην Ιλλυρία, διέσχισε όλη την Σκυθία, έφθασε στον Προμηθέα που
ήταν δεμένος στον Καύκασο, διέτρεξε την ακτή της Μαύρης θάλασσας (που εξαιτίας
της μετέβαλε την ονομασία της, από Άξενος Πόντος σε Εύξεινος), διήλθε από τον
Βόσπορο (που εξαιτίας της πήρε το όνομά του (βους+πόρος), και τελικά κατέληξε
στην Μέμφιδα της Αιγύπτου όπου γέννησε τον Έπαφο, τον γιο της από τον Δία, ο
οποίος στο μέλλον θα γινόταν γενάρχης της φυλής των Δαναών.

Οι Κουρήτες, εκτελώντας διαταγή της Ήρας, απέσπασαν το βρέφος από τη μητέρα του και
το έκρυψαν. Ο Δίας όμως τους κατακεραύνωσε και η Ιώ άρχισε να αναζητά το παιδί της.
Κάποτε έμαθε ότι τον μεγάλωνε η σύζυγος του βασιλιά της Βύβλου, στη Συρία. Η Ιώ πήγε
στη Συρία, πήρε πράγματι το παιδί της και το ξανάφερε στην Αίγυπτο. Εκεί και το
ανάθρεψε. Ο βασιλιάς Τηλέγονος το υιοθέτησε και, όταν πέθανε, ο Έπαφος τον διαδέχθηκε
στον θρόνο.

Ο Έπαφος πήρε για σύζυγό του την κόρη του Νείλου, τη Μέμφιδα, και μαζί απέκτησαν μία
κόρη, τη Λιβύη(Με τον Ποσειδώνα απέκτησε δυο δίδυμους γιους, το Βήλο και τον
Αγήνορα). Απόγονοι του Επάφου ήταν ακόμα ο Δαναός, ο Κάδμος, ο Δώρος, ο Βήλος, η
Λυσιάνασσα, η Θήβη και άλλοι. Κάποιες πηγές αναφέρουν ως σύζυγο του Επάφου την
Κασσιόπη. Ο μύθος του Επάφου, που ήταν διαδεδομένος στην Εύβοια και στη Βοιωτία,
δείχνει ότι υπήρξαν Έλληνες άποικοι στην Αίγυπτο.
Η Λιβύη κόρη του Έπαφου και βασίλισσα της ομώνυμης χώρας, γέννησε με τον Ποσειδώνα
δίδυμους γιους τον Αγήνορα και τον Βήλο. Ο Αγήνωρ αναχώρησε για τη Φοινίκη όπου
ίδρυσε βασίλειο και έγινε γενάρχης μιας μεγάλης γενιάς. Ο Βήλος πήρε το βασίλειο της
Αιγύπτου, παντρεύτηκε την κόρη του Νείλου Αγχινόη και απέκτησε κι αυτός δίδυμους γιους
τον Αίγυπτο και τον Δαναό, στον οποίο έδωσε το βασίλειο της Λιβύης, τον δε Αίγυπτο όρισε
για διάδοχό του. Από το γάμο τους με πολλές γυναίκες τα δύο αδέλφια απέκτησαν πολλά
παιδιά. Πενήντα γιους ο Αίγυπτος, πενήντα κόρες ο Δαναός.

Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, τα αδέλφια ήρθαν σε ρήξη, εξαιτίας των
επεκτατικών βλέψεων του Αίγυπτου στην πατρική κληρονομιά. Θέλοντας να
συμφιλιωθούν, ο Αίγυπτος πρότεινε στον Δαναό να νυμφευθούν οι γιοι του τις
πενήντα κόρες του.

Εκτός από τις διαφορές για τα όρια των κρατών τους, ο Δαναός απέρριπτε
κατηγορηματικά την πρόταση του αδελφού του να νυμφευθούν οι ανεψιοί του τις
πενήντα κόρες του, θεωρώντας τους αιμόμικτους αυτούς γάμους ανόσια πράξη.

Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι είχε πάρει χρησμό από έναν Αιγύπτιο μάντη, πως θα
θανατωνόταν από έναν γιο του αδελφού του. Για να απαλλαγεί από την ασφυκτική επιμονή
του αδελφού του και να γλιτώσει από την εκπλήρωση του θανατηφόρου χρησμού, ο
Δαναός αποφάσισε να εγκαταλείψει το βασίλειό του, και να ζητήσει καταφύγιο στην
προγονική του κοιτίδα.

Έτσι εκπληρώθηκε μια ακόμη προφητεία που είχε δώσει ο Προμηθεύς στην πρόγονο
του Δαναού Ιώ: «Πέμπτη μετά από αυτόν (τον Έπαφο) γενιά γυναικεία, με τις πενήντα
κόρες πάλι στο Άργος αθέλητά της θα’ ρθη, των ξαδέρφων γάμο συγγενικό για να
ξεφύγει˙ κι αυτοί ξεφρενιασμένοι από τον πόθο, σαν τα γεράκια θα ριχτούν ξοπίσω σε
περιστέρες, κυνηγώντας γάμους αταίριαστους.»

Στο Άργος βασίλευε ο Γελάνωρ της γενιάς των Ιναχιδών, από τον οποίο ο Δαναός ζήτησε να
πάρει την εξουσία, αφού του έκανε γνωστή την καταγωγή του. Ο γέροντας και χωρίς
διάδοχο Γελάνωρ έφερε αντιρρήσεις, με την επέμβαση όμως του αργειακού λαού του
παρεχώρησε τον θρόνο.

Αφού έγινε κύριος του Άργους ο Δαναός, έχτισε την ακρόπολη με τεράστιους λαξευτούς
ογκόλιθους, που ονομάσθηκε Λάρισα από την κόρη του βασιλιά Πελασγού. Στην κορυφή
της έχτισε ναό προς τιμήν του Λαρισαίου Διός, όπου τοποθετήθηκε ξόανο (ξύλινο ομοίωμα)
του θεού. Στην πόλη θεμελίωσε ναό προς τιμή του Λυκείου Απόλλωνος, γιατί πίστευε ότι ο
θεός αυτός έστειλε τον λύκο εναντίον του κοπαδιού των βοδιών.

Σε λίγο καιρό κατέπλευσε ο Αίγυπτος με τους πενήντα γιους του, και αξίωσε να
πραγματοποιηθούν με τη βία οι αιμόμικτοι γάμοι. Ο Δαναός προσποιήθηκε ότι
δέχεται. Αφού έγινε κλήρωση για να γνωρίζει ο κάθε νέος ποια νύμφη θα παντρευτεί,
ακολούθησαν οι γαμήλιες τελετές. Ο Δαναός παράθεσε και συμπόσιο, όπου για
πρώτη φορά εψάλη ο Υμέναιος.

Τη νύχτα όμως του γάμου ο Δαναός, κατατρυχόμενος ακόμη από το φόβο της
εκπληρώσεως του χρησμού, έδωσε σε κάθε κόρη του ένα εγχειρίδιο με την εντολή να
θανατώσουν τους συζύγους στον ύπνο τους. Οι Δαναΐδες υπάκουσαν και
πραγματοποίησαν την πατρική προσταγή.

Δύο όμως από αυτές, δεν μπόρεσαν να υψώσουν δολοφονικό χέρι και να βάψουν το ξίφος
με το αίμα των εξαδέλφων – συζύγων τους. Η Ρόδη (ή Βεβρύκη) σύζυγος του Ιππόλυτου και
η Υπερμνήστρα που είτε γιατί ο σύζυγος και εξάδελφός της Λυγκεύς. Από το χέρι του
Λυγκέα βρήκε τελικά τον θάνατο ο Δαναός, και έτσι επαληθεύτηκε ο χρησμός του
Αιγύπτιου μάντη.

Ο Δαναός όρισε με νόμο, οι Αργείοι από Πελασγοί στο εξής να λέγονται Δαναοί, ονομασία
που στα Ομηρικά έπη συμπεριλαμβάνει το σύνολο των Ελλήνων της ηπειρωτικής και
νησιωτικής Ελλάδας.

Οι Δαναΐδες, αφού καθαρίστηκαν από το ανοσιούργημά τους από την Αθηνά και τον Ερμή,
ήρθαν σε δεύτερο γάμο με εντόπιους νέους. Ο Δαναός προκήρυξε γαμήλιους αγώνες, τα
«Σθένεια». Στον νικητή έδινε για έπαθλο μια κόρη του. Έτσι έκανε γαμβρούς τους άριστους
από τους Αργείους νέους, και οι Δαναΐδες έγιναν μητέρες των θηλυσπόρων απογόνων του
Δαναού, από τους οποίους προήλθε μια μεγάλη γενιά ένδοξων ηρώων, μεταξύ των οποίων
και ο Παλαμήδης. Ένας ακόμη ο Ηρακλής, θα γινόταν ο λυτρωτής του καρτερόθυμου
Τιτάνα Προμηθέα, όπως ο ίδιος είχε προαναγγείλει στην Ιώ: «Απ’ τη σπορά της (της
Υπερμνήστρας), κάποιος αντρειωμένος άντρας θα γεννηθεί, δεινός τοξότης που απ’ τα
πάθη αυτά θα με λυτρώσει»

Η εγκατάσταση του αγλαόθρονου Δαναού και των θυγατέρων του στο Άργος, υπήρξε
ευεργετική και συνέβαλε σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη του υπάρχοντος εγχώριου
πολιτισμού. Θέσπισαν τελειότερους νόμους, στους οποίους υπήγαγαν θέματα του
κοινωνικού και θρησκευτικού βίου. Καθιέρωσαν την λατρεία της Αθηνάς και τα
θεσμοφόρια. Δίδαξαν την ναυπήγηση νέου τύπου πλοίων, καταλληλότερων για μακρινά
ταξίδια. Η αργείτικη γη ξαναζωντάνεψε, με την ανόρυξη φρεάτων και με τα αρδευτικά έργα
που δίδαξαν στους Αργείους ο Δαναός και οι κόρες του.

Οι Αργείοι, για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους στον ευεργέτη τους Δαναό, τον
ενταφίασαν στο κέντρο της αγοράς, και κόσμησαν τον τάφο του με λαμπρό μνημείο
το οποίο ονόμασαν «Πλίνθιον», ενώ στους Δελφούς έστησαν ανδριάντα του μαζί με
της Υπερμνήστρας με την επιγραφή:

«Οι ανδριάντες αυτοί εικονίζουν ήρωες˙ τον ισχυρότερο βασιλιά του Άργους Δαναό
και την Υπερμνήστρα, η οποία μόνη από τις αδελφές της είχε τα χέρια αμόλυντα».

Οι Δαναΐδες λατρεύτηκαν σαν νύμφες των πηγών. Παρά τον εξαγνισμό τους όμως,
όπως αναφέρει μια μεταγενέστερη παράδοση, στον Άδη καταδικάστηκαν με την
αιώνια τιμωρία να γεμίζουν με νερό έναν πίθο χωρίς πυθμένα: «Εις τον των
Δαναΐδων πίθον υδροφορείν» έλεγε μια αρχαία παροιμία, για αυτούς που οι
προσπάθειες που κατέβαλαν για να πετύχουν κάτι, απέβαιναν μάταιες.

You might also like